Εκτύπωση

Πραγματικὰ εἶναι θαυμαστὸς ὁ Θεὸς μέσα στοὺς ἁγίους του. Γιατί ὅταν κανεὶς ἀναλογισθεῖ τοὺς ὑπερφυσικοὺς ἀγῶνες τῶν μαρτύρων, πὼς μὲ ἀσθενὴ σάρκα καταντρόπιασαν τὸν ἰσχυρὸ στὴ κακία, πὼς ἔμειναν ἀναίσθητοι στὶς ὀδύνες καὶ στὰ τραύματα, καθὼς ἀγωνίζονταν μὲ σώματα πρὸς φωτιά, πρὸς τὸ ξίφος, πρὸς ποικίλα καὶ θανατηφόρα εἴδη βασάνων καὶ ἀντιπαρατάσσονταν μὲ καρτερία, ἐνῶ τοὺς ἔκοβαν τὶς σάρκες, τοὺς διάλυαν τοὺς ἁρμοὺς καὶ τοὺς συνέτριβαν τὰ ὀστά, ὅμως διαφύλαξαν τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως στὸ Χριστὸ σώα καὶ ἀδιάσπαστη, ἀκεραία καὶ ἀκλόνητη, ποὺ γι’ αὐτὸ τοὺς χαρίσθηκε καὶ ἡ ἀναντίρρητη σοφία τοῦ Πνεύματος καὶ ἡ δύναμη τῶν θαυμάτων.

Ὅταν κανεὶς ἀναλογισθεῖ ἐπίσης τὴν ὑπομονὴ τῶν ὁσίων, πὼς ὑπέφεραν μὲ τὴ θέλησή τους σὰν ἀσώματοι τὶς πολυήμερες ἀσιτίες, τὶς ἀγρυπνίες, τὶς ἄλλες ποικίλες κακώσεις τοῦ σώματος, καὶ ἀντιτάχθηκαν ἕως τὸ τέλος πρὸς τὰ πονηρὰ πάθη, πρὸς τὰ τόσα εἴδη ἁμαρτίας, πρὸς τὸν ἐσωτερικό μας ἀόρατο πόλεμο, πρὸς τὶς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες, ἐνῶ ἔλειωναν καὶ ἀχρηστεύονταν ἐξωτερικά, ἀλλὰ ἀνανεώνονταν καὶ ἐθεώνονταν ἐσωτερικὰ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ τοὺς ἔδωσε τὰ χαρίσματα τῶν θεραπειῶν καὶ δυνάμεων.

Ὅταν λάβει αὐτὰ κανεὶς ὑπ’ ὄψιν του καὶ ἐπὶ πλέον ἐννοήσει ὅτι ὑπερβαίνουν τὴ φύση μας, θαυμάζει καὶ δοξάζει τὸ Θεὸ ποὺ ἔδωσε σ’ αὐτοὺς τὴν τόση ἄφθονη χάρη καὶ δύναμη. Γιατί ἂν καὶ εἶχαν ἀγαθὴ καὶ καλὴ προαίρεση, χωρὶς τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ δὲν θὰ κατόρθωναν νὰ ὑπερβοῦν τὴ φύση καὶ ἔχοντας σῶμα, νὰ κατανικήσουν τὸν ἀσώματο ἐχθρό. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ψαλμωδὸς προφήτης, ἀφοῦ εἶπε: «Θαυμαστὸς εἶναι ὁ Θεὸς μέσα στοὺς ἁγίους αὐτοῦ», πρόσθεσε: «αὐτὸς θὰ δώσει δύναμη καὶ κραταίωση στὸ λαό του». (Ψαλμ. ξζ’, 36).

Ἀπολαύουν δὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὄχι ὅλοι γενικά, ἀλλὰ ὅσοι ἔχουν ἀγαθὴ προαίρεση καὶ ἐπιδεικνύουν μὲ ἔργα τὴν πρὸς τὸ Θεὸ ἀγάπη καὶ πίστη. Αὐτὸ φανερώνεται στὸ εὐαγγέλιο ποὺ λέγει: «ὅποιος ὁμολογήσει σ’ ἐμένα ἐμπρὸς στοὺς ἀνθρώπους, θὰ ὁμολογήσω καὶ ἐγὼ σ’ αὐτὸν ἐμπρὸς στὸ Πατέρα μου στοὺς οὐρανούς» (Ματθ. ι’, 32).

Δὲν εἶπε «ὅποιος μὲ ὁμολογήσει ἐμπρὸς στοὺς ἀνθρώπους», ἀλλὰ «ὅποιος ὁμολογήσει μέσα σ’ ἐμένα» μὲ τὴν ἔννοια ὅτι μπορεῖ νὰ προβάλει μὲ παρρησία τὴν εὐσέβεια, δι’ ἐκείνου καὶ διὰ τῆς βοηθείας ἐκείνου. Ἔτσι πάλι «θὰ ὁμολογήσω καὶ ἐγώ» καὶ δὲν εἶπε «αὐτόν» ἀλλὰ «μέσα σ’ αὐτόν», δηλαδὴ διὰ τῆς ἀγαθῆς ἀντιστάσεως καὶ ὑπομονῆς.

Αὐτὸ δηλώνει τὴν ἀδιάσπαστη συνάφεια τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ὁμολογοῦντας, ἂν καὶ εἶναι δοῦλοι Θεοῦ.

Ἀντίθετα «ὅποιος μὲ ἀρνηθεῖ ἐμπρὸς στοὺς ἀνθρώπους, θὰ τὸν ἀρνηθῶ καὶ ἐγὼ ἐμπρὸς στὸ Πατέρα μου στοὺς οὐρανούς».

Δὲν εἶπε ἐδῶ «ὅποιος ἀρνηθεῖ μέσα σὲ μένα», γιατί;

Διότι ὁ ἀρνούμενος ἀρνεῖται τὸ Θεὸ ἂν στερηθεῖ τὴ Θεϊκὴ βοήθεια. Γιατί δὲ ἐγκαταλείφθηκε καὶ ἔμεινε ἔρημος τοῦ Θεοῦ; Ἐπειδὴ αὐτὸς πρῶτα πρόλαβε καὶ τὸν ἐγκατέλειψε, ἀφοῦ ἀγάπησε τὰ πρόσκαιρα καὶ γήινα πράγματα περισσότερο, παρὰ τὰ ἐπαγγελμένα ἀπὸ τὸ Θεὸ οὐράνια καὶ αἰώνια ἀγαθά.

Ἔτσι οἱ θεῖες ἀντιδόσεις ἔχουν μαζί τους τὴ θεία δικαιοσύνη καὶ ἐπιφέρουν ἀπὸ τὴ ὁμοίωση τὰ ἀνάλογα ἀποτελέσματα. Καὶ ἐνῶ οἱ ὁμολογήσαντες τὸ Θεὸ στὸ πρόσκαιρο αὐτὸ βίο τὸ ἔκαναν παρουσία λίγων ἀνθρώπων, ὁ Χριστὸς Θεὸς καὶ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καὶ γῆς θὰ τοὺς ὑποστηρίξει ἐνώπιον τοῦ Πατρός, τῶν ἀγγέλων, ὅλων τῶν οὐρανίων δυνάμεων καὶ μὲ παρουσία ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι τῆς συντέλειας. Καὶ θὰ στεφανώσει καὶ θὰ δοξάσει ὅλους ἐκείνους ποὺ ἐπέδειξαν πίστη μέχρι τέλους σὲ αὐτόν.

Ἀλλὰ καὶ τώρα δοξάζονται κάποιοι ἅγιοι μὲ τὰ ἱερὰ λείψανά τους ποὺ εὐωδιάζουν, ποὺ χαρίζουν ἰάσεις καὶ διάφορα ἐνεργήματα δυνάμεων, προσκυνώντας τους καὶ γονατίζοντας στὶς εἰκόνες τους βασιλεῖς, ἄρχοντες καὶ ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου.

Ἄλλωστε τὸ εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος πρὸς τοὺς πιστοὺς ὅτι: «ὅποιος ἀφήσει οἰκία, συγγενεῖς ἢ ἀγροὺς γιὰ τὸ ὄνομά μου, θὰ τὰ λάβει ἑκατονταπλάσια καὶ θὰ κληρονομήσει αἰώνια ζωή». (Ματθ. ι’, 37).

Καὶ τὴν ἴδια του ζωὴ εἶναι δίκαιο καὶ ἀναγκαῖο νὰ τὴν ἀφήσει ὁ πιστός, ἂν τὸν καλέσει ὁ καιρὸς σὲ περιόδους διωγμῶν, γιὰ νὰ πετύχει τὴν αἰώνια ζωή, ἀφοῦ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔδωσε τὴ ζωή του γιὰ χάρη μας. Ἀλλὰ καὶ σὲ εἰρηνικοὺς καιροὺς ὁ πιστὸς λαμβάνει τὸ σταυρό του, σταυρώνοντας τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες τῆς σάρκας.

Διότι λέγει: «ὅποιος βρῆκε τὴν ψυχή του θὰ τὴν χάσει, καὶ ὅποιος ἔχασε τὴν ψυχή του γιὰ χάρη μου, θὰ τὴ βρεῖ». (Ματθ. ι’, 39).

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλός, ὁ ἐκτός δηλαδὴ τοῦ σώματος καὶ ὁ μέσα μας, δηλαδὴ ἡ ψυχή. Ὅταν κάποιος παραδώσει τὸν ἑαυτό του σὲ θάνατο κατὰ τὸν ἐκτὸς ἄνθρωπο, χάνει τὴ ψυχή του ποὺ χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀλλὰ τὴ βρίσκει στὸ Χριστὸ κατὰ τὴν ἀνάσταση καὶ γίνεται οὐράνιος καὶ αἰώνιος.

Ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τιμᾶ λοιπὸν καὶ μετὰ θάνατο αὐτοὺς ποὺ ἔζησαν ἀληθινὰ κατὰ Θεό, κάθε μέρα τοῦ ἔτους τελεῖ τὴ μνήμη τῶν ἁγίων ποὺ μετέστησαν καὶ ἀπεδήμησαν ἀπὸ τὴ πρόσκαιρη αὐτὴ ζωή.

Συγχρόνως δὲ προβάλλει τὸ βίο καθενὸς χάρη τῆς ὠφελείας μας καὶ ὑποδεικνύει τὸ τέλος τους, εἴτε εἰρηνικὸ εἴτε μαρτυρικό.

Τώρα δὲ μετὰ τὴ Πεντηκοστή, ἡ Ἐκκλησία ἀφοῦ συγκέντρωσε ὅλους τους ἁγίους γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους μαζί, ἀναπέμπει κοινὸ σὲ ὅλους αὐτοὺς ὕμνο, ὄχι μόνο διότι ὅλοι εἶναι ἑνωμένοι μεταξύ τους καὶ μὲ τὸν Πατέρα, ὅπως τὸ ζήτησε ὁ Κύριος: «νὰ εἶναι ὅλοι ἕνα, ὅπως ἐγώ, Πάτερ, μὲ σένα καὶ σὺ μὲ μένα, νὰ εἶναι καὶ αὐτοὶ μὲ ἐμᾶς ἕνα στὴν ἀλήθεια», (Ἰω. ιζ’, 20), ἀλλὰ καὶ γιατί φροντίζει νὰ φανερώνει καὶ νὰ ἀνυμνεῖ ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστολῆς, φωτισμοῦ καὶ ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἃς τιμήσουμε λοιπὸν ὅλους τοὺς ἁγίους του Θεοῦ. Πῶς; Ἂν κατὰ μίμησή τους καθαρίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸ σαρκὸς καὶ πνεύματος καὶ ἔτσι ἀπομακρυνόμενοι ἀπὸ τὰ κακὰ διὰ τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως, θὰ φερόμεθα πρὸς τὴν ἁγιοσύνη παρουσιάζοντας τὰ σώματα καὶ τὶς ψυχές μας εὐάρεστες στὸ Θεό, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῶν ἁγίων πάντων ὥστε νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς μέτοχοι τῆς ἀπέραντης ἐκείνης πανηγύρεως καὶ εὐφροσύνης μὲ τὴ χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸν ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.

Ἐξ ὕψους κατῆλθες, ὁ εὔσπλαγχνος, ταφὴν κατεδέξω τριήμερον, ἵνα ἡμᾶς ἐλευθερώσῃς τῶν παθῶν. Ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀνάστασις ἡμῶν, Κύριε δόξα σοι.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον τῶν Ἁγίων. Ἦχος δ’.

Τῶν ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ Μαρτύρων σου, ὡς πορφύραν καὶ βύσσον τὰ αἵματα, ἡ Ἐκκλησία σου στολισάμενη, δι’ αὐτῶν βοᾷ σοι, Χριστὲ ὁ Θεός· Τῷ λαῷ σου τοὺς οἰκτιρμούς σου κατάπεμψον, εἰρήνην τῇ πολιτείᾳ σου δωρήσαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον τῶν Ἁγίων. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Ἁγίων Ἁπάντων τὰ μύρια συστήματα, σὺν τοῖς Ἀποστόλοις Προφήτας, Ἱεράρχας καὶ Μάρτυρας, Ὁσίων καὶ Δικαίων τοὺς χορούς, καὶ ἄθροισμα Ἁγίων Γυναικῶν, καὶ σὺν πᾶσιν ἀνωνύμοις τε καὶ γνωστοῖς, ὑμνήσωμεν κραυγάζοντες· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ τὴν Ἐκκλησίαν δι’ ὑμῶν πυρσεύοντι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.

Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως, τῷ φυτουργῷ τῆς κτίσεως, ἡ οἰκουμένη προσφέρει σοι Κύριε, τοὺς θεοφόρους Μάρτυρας. Ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, ἐν εἰρήνῃ βαθείᾳ τὴν Ἐκκλησίαν σου, διὰ τῆς Θεοτόκου, συντήρησον Πολυέλεε.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τοὺς ἀπ’ αἰῶνος τῷ Θεῷ εὐαρεστήσαντας

Ἐν εὐσεβείᾳ καὶ ἁγίοις κατορθώμασι

Σὺν Δικαίοις Πατριάρχας καὶ τοὺς Προφήτας,

Ἀποστόλους Ἱεράρχας καὶ τοὺς Μάρτυρας

Καὶ Ὁσίων τοὺς χοροὺς ὕμνοις τιμήσωμεν,
Τούτοις λέγοντες, Πάντες Ἅγιοι χαίρετε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἀποστόλων δῆμος σεπτός, Προφῆται Κυρίου, καὶ Μαρτύρων στερροὶ χοροί, θεῖοι Ἱεράρχαι, καὶ Ὅσιοι Πατέρες, καὶ Δίκαιοι καὶ πάντες, χαίρετε Ἅγιοι.

Ὁ Προφήτης Ἐλισσαῖος

Ὁ Προφήτης Ἐλισσαῖος καταγόταν ἐξ Ἀβελμαοὺλ τῆς γῆς Μανασσῆ, ἦταν υἱὸς τοῦ πλούσιου ἀγρότου Σαφάτ, ἀπὸ τὴν κοιλάδα Ἀβελμαουλά, ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γεωργοῦ καὶ ἤκμασε κατὰ τὸ πρῶτο ἥμισυ τοῦ 9ου αἰῶνος π.Χ.

Ὁ Προφήτης Ἠλίας († 20 Ἰουλίου) εὑρῆκε τὸν Ἐλλισαῖο μὲ τὸ ἄροτρο στὸν ἀγρό του καὶ ἐκάλεσε αὐτὸν νὰ τὸν ἀκολουθήσει, ἀφοῦ ἔρριψε ἐπάνω του τὴ μηλωτή του. Ἡ πράξη αὐτὴ συμβόλιζε τὴν κλήση τοῦ Ἐλισσαίου στὸ προφητικὸ ἀξίωμα καὶ τὴν ἐξ αὐτοῦ ἄντληση ἰσχύος καὶ θείας αὐθεντίας. «... Καὶ Ἐλισσαιὲ τὸν υἱὸν Σαφὰτ χρίσεις εἰς προφήτην ἀντὶ σοῦ... καὶ ἀπῆλθεν ἐκεῖθεν καὶ εὑρίσκει τὸν Ἐλισσαιὲ τὸν υἱὸν Σαφὰτ καὶ οὗτος ἠροτρία ἐν βουσί – δώδεκα ζεύγη καὶ αὐτὸς ἐν τοῖς δώδεκα – καὶ ἀπῆλθεν ἐπ’ αὐτὸν καὶ ἐπέρριψε τὴν μηλωτὴν αὐτοῦ ἐπ’ αὐτόν». Ἀμέσως ὁ Ἐλλισαῖος, ἀφοῦ ἔσφαξε καὶ διεμοίρασε ζεῦγος βοῶν, ἀκολούθησε τὸν Ἠλία. Ἀφοῦ ἐπισκέφθηκαν τὰ Γάλγαλα, τὴ Βαιθὴλ καὶ τὴν Ἱεριχώ, διέβησαν τὸν Ἰορδάνη ποταμὸ, ὅπου ὁ Ἠλίας, ἐπιβὰς πυρίνου ἅρματος, ἐξαφανίσθηκε, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε στὰ χέρια τοῦ Ἐλισσαίου τὴ μηλωτή του, διὰ τῆς ὁποίας αὐτὸς ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα. Διὰ τῆς μηλωτὴς τοῦ Προφήτου Ἠλία διεχώρησε ἀργότερα τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ καὶ ἐπέρασε αὐτόν, γι’ αὐτὸ καὶ οἱ «υἱοὶ τῶν Προφητῶν» διέγνωσαν σὲ αὐτὸν τὸ πνεῦμα τοῦ διδασκάλου τους Ἠλία καὶ τὸν προσκύνησαν ἕως ἐδάφους.

Ἡ προφητικὴ δράση τοῦ Ἐλισσαίου καλύπτει τὰ χρονικὰ διαστήματα τῶν βασιλειῶν τῶν βασιλέων τοῦ Ἰσραὴλ Ἰωράμ, Ἰηοῦ, Ἰωαχὰζ καὶ Ἰωὰς (851 – 825 π.Χ.), τῶν ὁποίων ὑπῆρξε εὐεργετικὸς καὶ συνετὸς σύμβουλος. Ὑπῆρξε ἡ ψυχὴ τῆς προφητικῆς ἀντιστάσεως ἐναντίον τῆς δυναστείας τοῦ Ἀμβρὶ δίδοντας ὁ ἴδιος θαρραλέα τὸ σύνθημα τῆς ἐξεγέρσεως καὶ ἀνέδειξε ἀντὶ τοῦ Ἰωρὰμ τὸν Ἰοὺ βασιλέα  τοῦ Ἰσραήλ, μὲ σκοπὸ νὰ ἐπιφέρει στὴ χώρα θρησκευτικὴ μεταρρύθμιση.

Ἡ δράση του ὡς Προφήτου ἐμφανίζεται κυρίως συνυφασμένη μὲ ἔκτακτες ἐνέργειες καὶ παντοειδὴ θαύματα. Μετέβαλε σὲ πόσιμα τὰ ἁλμυρὰ ὕδατα πηγῆς στὴν Ἱεριχώ, εὐλόγησε τὸ στράτευμα τοῦ βασιλέως Ἰωρὰμ καὶ ἔτσι αὐτὸ ἱκανώθηκε νὰ νικήσει τοὺς Μωαβίτες, ἐπολλαπλασίασε τὸ λάδι τῆς πτωχῆς χήρας, γιὰ νὰ ἀπαλλάξει αὐτὴν ἀπὸ δυσβάστακτα χρέη, ἀνέστησε τὸν πεθαμένο υἱὸ τῆς πλούσιας Σουναμίτιδος χήρας ποὺ τὸν ἐφιλοξένησε, μετέβαλε σὲ φαγώσιμη τὴ δηλητηριασμένη τροφὴ τῶν «υἱῶν τῶν Προφητῶν», ἐχόρτασε μὲ 20 κρίθινους ἄρτους ἑκατὸ πεινασμένους ἀνθρώπους, ἐθεράπευσε ἀπὸ τὴ λέπρα τὸν Ἀραμαῖο ἄρρωστο στρατηγὸ Ναιμάν, ἐτιμώρησε μὲ τὴν ἴδια ἀσθένεια τὸ φιλάργυρο καὶ πονηρὸ ὑπηρέτη του Γιεζί, καὶ τόσα ἄλλα.

Πλήρης ἡμερῶν, ἐπὶ βασιλέως Ἰωάς, ἀπέθανε καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ Σεβαστούπολη τῆς Σαμαρείας, ὑπὸ τοὺς θρήνους τοῦ βασιλέως καὶ ὁλόκληρου τοῦ λαοῦ.

Ἐπὶ αὐτοκράτορος Βυζαντίου Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.) τὰ ἱερὰ αὐτοῦ λείψανα ἀνεκομίσθησαν καὶ μεταφέρθηκαν στὴ μονὴ Παύλου τοῦ λεπροῦ, ποὺ ἦταν στὴν Ἀλεξάνδρεια, ἀργότερα δὲ μετακομίσθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ κατατέθηκαν στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
Ναὸ ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου ἀνήγειρε στὸ παλάτι τῶν Πηγῶν, στὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος ὁ Μακεδών (867 – 886 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς ὑποφήτην ἀληθῆ τοῦ Σωτῆρος, καὶ τῶν ἐν τῷ νόμῳ παιδευτὴν καὶ φωστῆρα, τοῖς πόρρω σε ἐδήλωσεν ὁ τόκος σου σοφέ· σὺ γὰρ κληρωσάμενος, τοῦ Θεσβίτου τὴν χάριν, θαύμασι διέπρεψας, καὶ δυνάμεσι πλείσταις. Καὶ νῦν ἀπαύστως φύλαττε ἡμᾶς, ὦ Ἐλισσαῖε, Προφῆτα θεσπέσιε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Διπλῆν τὴν χάριν εἰληφὼς παρὰ τοῦ Πνεύματος

Προφήτην ὤφθης θαυμαστὸς πᾶσι τοῖς πέρασι

Τοὺς ὑμνοῦντάς σε λυτρούμενος ἐκ κινδύνων

Καὶ δωρούμενος τὴν χάριν τῶν θαυμάτων σου,

Ἐλισσαῖε, τοῖς ἐκ πόθου σοι προστρέχουσι
Καὶ κραυγάζουσι, χαίροις σκεῦος τῆς χάριτος.

 

Μεγαλυνάριον.
Σύσκηνος ὑπάρχων καὶ φοιτητής, Ἠλιοὺ παμμάκαρ, Ἐλισσαῖε τοῦ ζηλωτοῦ, τῆς ἐκείνου δόξης, ἀνάπλεως ἐδείχθης, θαυμάτων ἐνεργείᾳ, καταλαμπόμενος.

Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ὁ Ὁμολογητής Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως 

Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος, ὁ ὁποῖος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορος Θεοφίλου (829 – 842 μ.Χ.), καταγόταν ἀπὸ τὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας καὶ ἀπὸ εὐγενὴ οἰκογένεια. Ἀφοῦ ἐπεράτωσε στὴ γενέτειρά του τὶς σπουδές του, μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς ἐξεύρεση ἀνάλογης πρὸς τὴ μόρφωση καὶ τὶς ἱκανότητές του ἐργασίας. Ἐκεῖ ὅμως, μὲ προτροπὴ κάποιου μοναχοῦ, ἀποσύρθηκε στὴ μονὴ Χηνολάκκου καὶ ἐκάρη μοναχός. Διακρινόμενος γιὰ τὴν ἀσκητικότητα, τὴ βαθιὰ μόρφωση, τὴν εἰλικρινὴ εὐσέβεια καὶ τὸ καθαρὸ ἡρωικὸ φρόνημά του, ἔγινε θαυμαστὴς καὶ φίλος τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου († 11 Νεομεβρίου) καὶ περιῆλθε μαζί του διάφορους τόπους, βοηθώντας αὐτὸν στοὺς ὑπὲρ τῆς προσκυνήσεως τῶν ἁγίων εἰκόνων ἀγῶνές του.

Κατ’ ἀρχὰς ὁ αὐτοκράτορας Θεόφιλος προσπάθησε νὰ προσεταιρισθεῖ τὸν Ἅγιο Μεθόδιο, ἐπιδαψιλεύοντας πολλὲς περιποιήσεις καὶ ἐπιδεικνύοντας ἰδιαίτερη πρὸς αὐτὸν ἐκτίμηση. Αὐτὸς ὅμως, τιμώντας τὸν αὐτοκράτορα, δὲν ἔπαψε νὰ παραμένει πιστὸς στὴν Ὀρθόδοξη πίστη του, νὰ κατακρίνει μὲ θάρρος καὶ παρρησία τὰ κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων αὐτοκρατορικὰ διατάγματα καὶ νὰ κατηχεῖ πολλοὺς τοῦ αὐτοκρατορικοῦ περιβάλλοντος στὰ θεῖα διδάγματα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἕνεκα ὅμως τοῦ ὑπερβολικοῦ ζήλου του ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων, συνελήφθη, ἐμαστιγώθηκε μὲ φρικώδη τρόπο καὶ δέσμιος ἐρρίφθηκε, μὲ δύο ληστές, ἐντὸς λάκκου στὴ νῆσο τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀκρίτα, ὅπου παρέμεινε ἐπὶ ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια, ὄχι δὲ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου στὴ νῆσο Ἀντιγόνη, ὅπως θέλει διασωθεῖσα παράδοση.

Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Θεοφίλου, ἡ διαδεχθεῖσα αὐτὸν Θεοδώρα ἀνεκάλεσε τὸν Ἅγιο Μεθόδιο στὴν Κωνσταντινούπολη, κατόπιν ὑποδείξεως τοῦ Ὁσίου Ἰωαννικίου, τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ ἀσκήσαντος († 4 Νοεμβρίου), καὶ μὲ κοινὴ ψῆφο κλήρου καὶ λαοῦ, στὶς 12 Φεβρουαρίου 842 μ.Χ., ἀνῆλθε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο.

Πρῶτο μέλημα τοῦ ἁγίου Πατριάρχου ὑπῆρξε ἡ ὁριστικὴ ρύθμιση τοῦ ζητήματος τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Πρὸς τὸ σκοπὸ αὐτό, στὶς 19 Φεβρουαρίου 842 μ.Χ., συγκρότησε ὑπὸ τὴν προεδρία του Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀναστήλωσε τὶς ἅγιες εἰκόνες καὶ ἀναθεμάτισε τοὺς ἀρχηγοὺς τῆς εἰκονομαχίας. Ἡ ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων ἑορτάσθηκε διὰ μεγαλοπρεποῦς ἀνὰ τὴν πόλη λιτανείας, μὲ συμμετοχὴ ὅλων τῶν παρεπιδημούντων ἐπισκόπων καὶ κληρικῶν στὴν κωνσταντινούπολη, τῆς αὐτοκράτειρας Θεοδώρας μετὰ τοῦ ὑπ’ αὐτῆς ἐπιτροπευομένου ἀνήλικου υἱοῦ της αὐτοκράτορος Μιχαὴλ καὶ σύμπαντος τοῦ λαοῦ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἔκτοτε ἐθεσπίσθηκε νὰ ἑορτάζεται πανηγυρικὰ ὁ θρίαμβος αὐτὸς τῆς Ὀρθοδοξίας τὴν Α’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, τῆς Ὀρθοδοξίας.

Οἱ Στουδίτες, φίλοι καὶ σύμμαχοι τοῦ νέου Πατριάρχου, μέχρι τῆς ἐκλογῆς του στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἰκανοποιημένοι ἀπὸ τὸ θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, ξαφνικὰ ἔγιναν οἱ βιαιότεροι ἐχθροὶ τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου. Τὰ αἴτια τῆς ἐχθρότητος αὐτῆς τῶν Στουδιτῶν εἶναι πολλαπλά. Δὲν πρέπει νὰ διαφεύγει τῆς προσοχῆς ὅτι ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ἐξελέγη Πατριάρχης, ἐνῶ τέσσερις Στουδίτες συνυποψήφιοι ἀγνοήθηκαν.

Στὴ συνέχεια ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ἐφρόντισε καὶ μετεκομίσθησαν μὲ τιμὴ στὴν Κωνσταντινούπολη τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν τελειωθέντων στὴν ἐξορία Ἁγίων Νικηφόρου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως († 2 Ἰουνίου) καὶ Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου. Ἡ μετακομιδὴ ἔλαβε χώρα στὶς 26 Ἰανουαρίου 844 μ.Χ.

Τὸν ὑπόλοιπο βίο του διῆλθε ἐπουλώνοντας τὶς πληγὲς ποὺ προῆλθαν ἀπὸ τὴν εἰκονομαχία, ζώντας ἀσκητικά, παρὰ τὸ ὑπέργηρο τῆς ἡλικίας του, διακρινόμενος στὸ χάρισμα τῆς καλλιγραφίας καὶ τὴ μεταγραφὴ πολλῶν Ψαλτηρίων.

Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 847 μ.Χ., ἡ δὲ Ἐκκλησία, ἐπιβραβεύουσα τοὺς ὑπὲρ αὐτῆς ἀγῶνές του, τὸν κατέταξε μεταξὺ τῶν Ὁμολογητῶν της.
Πρὸ τοῦ τάφου τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου, στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ αὐτοκράτορας ἐρχόμενος τὴν δεύτερη ἡμέρα τοῦ Πάσχα προσευχόταν καὶ ἄναβε κεριά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Εὐσεβείας τὴν μέθοδον προβαλλόμενος, αἱρετικῶν διαλύεις τὰς ἐπινοίας στερρῶς, Ὀρθοδόξων ἡ κρηπὶς Πάτερ Μεθόδιε· τὴν γὰρ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἀνεστήλωσας τιμᾶν, ὡς θεῖος ἱεροφάντωρ· καὶ νῦν ἀεὶ ἐκδυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς ἱερόν, ὁμολογίας πρόβολον, καὶ ἀρραγές, τῆς Ἐκκλησίας ἔρεισμα, Ἱεράρχην σε περίδοξον, ὁ Ἰησοῦς προεχειρίσατο· τὴν τούτου γὰρ Εἰκόνα κατασπάζεσθαι, ἐν σχέσει ἀνεκήρυξας Μεθόδιε, παρέχων ἡμῖν πταισμάτων ἄφεσιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Τῆς Ὀρθοδοξίας λύρα τερπνή, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ὑποβάθρα θεοπαγής, ὤφθης Ἱεράρχα, Εἰκονομάχων θράσος, εἰς γῆς κατεδαφίσας, Πάτερ Μεθόδιε.

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Γορτύνης

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος, Ἐπίσκοπος Γορτύνης, ἐμαρτύρησε στὴν Κρήτη κατὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ) καὶ ἐπὶ ἡγεμόνος τῆς νήσου Ἀγριανοῦ. Ὁ διωγμὸς ἄρχισε τὸ 303 μ.Χ. Ὁ Διοκλητιανὸς (284 – 305 μ.Χ.), ἐνδίδοντας στὶς πιέσεις τοῦ συνάρχοντος Μαξιμιανοῦ, ἐξέδωσε τὸ πρῶτο διάταγμα στὴ Νικομήδεια. Ἀκολούθησαν τὰ διωκτικὰ διατάγματα τοῦ Δεκίου καὶ προσετέθησαν καὶ ἄλλου, ποὺ ἀφοροῦσαν στὴν καταστροφὴ τῶν ἱερῶν βιβλίων καὶ ἰδιαίτερα στὴ δίωξη ἱερέων καὶ ἐπισκόπων.

Ὁ Ἅγιος ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος σὲ ἡλικία 68 ἐτῶν καὶ ἐποίμανε τὴν Ἐκκλησία Γορτύνης ἐπὶ εἴκοσι πέντε χρόνια. Μὲ πολλὴ παρρησία, σὲ προχωρημένη ἡλικία, ἀντιμετώπισε τὸν ἡγεμόνα καὶ ἀρνήθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα καὶ νὰ μιαροφαγήσει. Οἱ ἰαμβικοὶ τρίμετροι, ποὺ ὑπάρχουν στὰ Μηναῖα, εἶναι χαρακτηριστικοί:

 

«Εἰ καὶ γέρων ἦν ὁ Κύριλλος Γορτύνης,

Ἡβῶσαν εἶχε πρὸς τὸ ξῖφος τὴν καρδίαν».

 

Ἔτσι καταδικάσθηκε στὸ διὰ ξίφους θάνατο. Ὁδηγήθηκε σὲ τόπο ὀχυρὸ καὶ τραχύτατο ποὺ λεγόταν Ράξον, ὅπου ἐμαρτύρησε καὶ ἐνταφιάσθηκε.
Ὁ Ἅγιος, κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ μαρτυρίου του, προεῖδε τὸ θάνατό του δι’ ὁράματος. Εἶδε ὅτι ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου ἐπάνω σὲ ἅμαξα ποὺ ἔσυραν ζεῦγος βοῶν. Τὰ νεώτερα Συναξάρια ἀναφέρουν πέρα τῶν γνωστῶν στοιχείων καὶ ἕνα ἀκόμη, τὸ ὁποῖο ἐλήφθη ἀπὸ τὴ λατινικὴ παράδοση. Πρόκειται περὶ τῆς πληροφορίας κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἅγιος Κύριλλος παραδόθηκε πρῶτα στὸ πῦρ, ἀλλὰ τὰ δεσμὰ μὲ τὰ ὁποῖα εἶχαν δέσει τὸν Ἅγιο ἐκάηκαν καὶ ἐκεῖνος ἔμεινε ἄφλεκτος. Ἡ εἴδηση αὐτὴ εἶναι ξένη πρὸς τὴν ἑλληνικὴ παράδοση καὶ εἰσῆλθε ἀπὸ τὴ Δυτικὴ Ἐκκλησία. Σὲ ἄλλα Συναξάρια καὶ Μηνολόγια ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου ἀναφέρεται στὶς 9 Ἰουλίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Οὐαλέριος καὶ Ρουφίνος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Οὐαλέριος καὶ Ρουφίνος ἦσαν στρατιωτικοὶ καὶ ἐμαρτύρησαν ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Ἰουλίττα 

Ἡ Ὁσία Ἰουλίττα ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μστισλάβος – Γεώργιος ὁ Ἀνδρεῖος πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ

Ὁ Ἅγιος Μστισλάβος – Γεώργιος, ὁ ἐπικληθεὶς Ἀνδρεῖος, υἱὸς τοῦ ἡγεμόνος Ροστισλάβου – Μιχαήλ, ἐγεννήθηκε, τὸ 1136, στὴ Ρωσία. Ἡγεμόνευε τοῦ Κιέβου, ὅταν ἀνῆλθε στὸ θρόνο τοῦ Βλαδιμὶρ ὁ μέγας ἡγεμόνας Ἀνδρέας (1169). Αὐτός, ὑποπτευόμενος τὸν Μστισλάβο –Γεώργιο καὶ τοὺς ἀδελφούς του Ρούρικ καὶ Δαβίδ, τοὺς προσέταξε νὰ φύγουν ἀπὸ τὶς μεσημβρινὲς ἐπαρχίες καὶ ἐκχώρησε τὸ Κίεβο στὸν ἡγεμόνα τοῦ Τορσένσκ Μιχαήλ. Αὐτοὶ ἐξεγέρθηκαν γιὰ τὴ γενόμενη ἀδικία, εἰσῆλθαν νύχτα στὸ Κίεβο καὶ ἐνθρόνισαν ἡγεμόνα τὸν Ρούρικ. Ὁ ἡγεμόνας Ἀνδρέας εἰδοποίησε τὸν Μστισλάβο – Γεώργιο, ποὺ ἐθεωρεῖτο ἀρχηγὸς τῶν στασιαστῶν, ὅτι δὲν θὰ ἐπέτρεπε σὲ αὐτὸν νὰ μείνει ἐπὶ ρωσικοῦ ἐδάφους. Ὁ Μστισλάβος ὅμως διέταξε νὰ κόψουν τὰ μαλλιὰ καὶ τὰ γένεια τοῦ πρεσβευτοῦ τοῦ μεγάλου ἡγεμόνος. Ὁ Ἀνδρέας, ὀργισμένος ἀπὸ τὴν προσβολή, ἐξεστράτευσε μὲ δύναμη 10.000 ἀνδρῶν κατὰ τοῦ Μστισλάβου, ὁ ὁποῖος κλεισθεὶς στὸ φρούριο Βισεγορὸδ ὑφίστατο τὴν πολιορκία ἐπὶ ἐννέα ἑβδομάδες. Σὲ βοήθειά του προσέτρεξε τότε ὁ ἡγεμόνας τῆς Λουτσίσκ. Οἱ πολιορκητὲς τότε ἐφοβήθησαν καὶ τὴ νύχτα ἐδραπέτευσαν. Τὸ πρωὶ ὁ Μστισλάβος ἐπιτέθηκε μὲ ὀλίγους ἀνδρες κατὰ τῶν ἐχθρῶν του καὶ τοὺς ἐνίκησε. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἐθεωρεῖτο ὡς ὁ ἀνδρειότερος ἡγεμόνας τοῦ αἰῶνος. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Μστισλάβος ἐκληρονόμησε τὴ μεγάλη ἡγεμονία τοῦ φονευθέντος Ἀνδρέου καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴν πρωτεύουσα τῆς τότε Ρωσίας Βλαδιμίρ. Τὸ Νόβγκοροντ ἐξέλεξε, ἐπίσης, ἡγεμόνα αὐτοῦ τὸν Ἅγιο Μστισλάβο, ὁ ὁποῖος κατέκτησε τὴν Ἐσθονία μέχρι θαλάσσης καὶ ἑτοιμαζόμενος γιὰ τὴν κατάληψη τῆς Λιβονίας ἀσθένησε καὶ ἀπέθανε, τὸ 1180, ἐνῶ λίγο πρὶν ἐκοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Νήφων ὁ Καυσοκαλυβίτης

Ὁ Ὅσιος Νήφων ἐγεννήθηκε, τὸ 1315, στὸ χωριὸ Λούκοβο τῆς Χειμάρρας, γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται καὶ Χειμαρριώτης. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας εὐλεβέστατος. Ἀπὸ μικρὸς μελετοῦσε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων καὶ ἔγινε πολυμαθέστατος. Ἐπειδὴ διψοῦσε νὰ μάθει περισσότερο τὰ τῆς μοναχικῆς πολιτείας, κατέφυγε στὴ μονὴ Γηρομερίου, ὅπου ἔγινε ὑποτακτικὸς σὲ ἕνα γέροντα Σιναΐτη ἀσκητή. Ἐκεῖ ἐδιδάχθηκε τοὺς κανόνες τοῦ ἡσυχασμοῦ καὶ τὴν τέχνη τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Σὲ νεαρὴ ἡλικία εἰσῆλθε στὴ μονὴ τοῦ Μεσοποτάμου τοῦ Δελβίνου, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν.

Ὁ Ὅσιος Νήφων, μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ γέροντός του, ἦλθε γιὰ μεγαλύτερους ἀσκητικοὺς ἀγῶνες στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐγκαταστάθηκε στὸ σπήλαιο τοῦ Ὁσίου Πέτρου τοῦ Ἀθωνίτου († 12 Ἰουνίου), κοντὰ στὰ μέρη τῆς ἱερᾶς μονῆς Μεγίστης Λαύρας. Ἐκεῖ ἔγινε ὑποτακτικὸς τοῦ θαυμαστοῦ ἀσκητοῦ Θεογνώστου. Μετὰ τριετία ἀναχωρεῖ καὶ ἔρχεται στὸ Κάθισμα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὅπου ἔζησε 14 χρόνια μὲ ἄσκηση καὶ προσευχή. Ἔζησε ἄλλη μιὰ τριετία ὡς ἐφημέριος στὰ Καθίσματα τῆς Μεγίστης Λαύρας καὶ ἀρκετὰ χρόνια στὰ Βουλευτήρια. Ἐπειδὴ ὅμως ἀγαποῦσε τὴν ἡσυχία, κατέφυγε ὡς ὑποτακτικὸς στὸν Ὅσιο Μάξιμο τὸν Καυσοκαλυβίτη († 13 Ἰανουαρίου), ὅπου μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση διήνυσε τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς του μὲ μετάνοια.
Ὁ Ὅσιος Νήφων ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1411.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Ἠπείρου τὸν γόνον καὶ τοῦ Ἄθωνος ὄρπηκα, καὶ τῶν ἱερέων τὴν δόξαν, τὸν θεόληπτον Νήφωνα, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις ἱεροῖς· ἀσκήσει γὰρ ὁσίων ἀρετῶν, οὐρανίων χαρισμάτων ἀξιωθείς, λαμπρύνει τοὺς κραυγάζοντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐκπληροῦντι διὰ σοῦ, πάντων τὰ αἰτήματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῷ Ἄθῳ ἔλαμψας ὡς ἑωσφόρος, Μοναστῶν τὸν σύλλογον, ταῖς σαῖς λαμπρύνων ἀρεταῖς, Ὅσιε Νήφων Πατὴρ ἡμῶν· διὸ στεφάνῳ τῆς δόξης κεκόσμησαι.

 

Μεγαλυνάριον.
Νήψει ἀνενδότῳ ἀεὶ τρυφῶν, τῆς αΰλου δόξης, ἐχρημάτισας θεωρός· ἧς νῦν ἀπολαύων, ὦ Νήφων θεοφόρε, προλήψεων ματαίων, ῥῦσαί με δέομαι.

Ὁ Ὅσιος Ἐλισσαῖος ὁ ἐν Σούμυ Ρωσίας ἀσκήσας

Ὁ Ὅσιος Ἐλισσαῖος ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 15ο καὶ 16ο αἰώνα μ.Χ. Διετέλεσε μοναχὸς στὴ μονὴ τῆς νήσου Σολόφκι καὶ ὡς διακόνημα εἶχε τὸ πλέξιμο δικτύων. Ὁ Ὅσιος ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα λίγο πρὶν τὴν κοίμησή του. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς πόλεως Σούμυ κοντὰ στὴν ἐπαρχία Ἀρχαγγέλσκ καὶ ἀπὸ τότε ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα σ’ ἐκείνους ποὺ προσέρχονται μὲ πίστη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr