ΦAΡΜΑΚΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ «ΛΕΓΕΙ ΑΥΤΩ (Ο ΙΗΣΟΥΣ)· ΘΕΛΕΙΣ ΥΓΙΗΣ ΓΕΝΕΣΘΑΙ;» (ΙΩΝ. 5,6)

Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου (Ἰω. 5,1-15)

Τοῦ Μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

 ΦAΡΜΑΚΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ

«Λέγει αὐτῷ (ὁ Ἰησοῦς)· Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰω. 5,6)

 

Χωρὶς προοίμια μπαίνω, ἀγαπητοί μου, ἀπ᾽ εὐθείας στὸ θέμα. Δὲν πᾶμε καθό­λου κα­λά – τὸ βλέπετε. Εἴμαστε κοντὰ σ᾽ ἕνα γκρε­μό, σ᾽ ἕνα θάνατο. Καὶ γιὰ νὰ μιλήσω μὲ τὴ γλῶσ­σα τοῦ ἀποστόλου καὶ τοῦ εὐαγγελίου, ποὺ σήμε­ρα λένε περὶ ἀσθε­νειῶν καὶ ἰάσεως, λέω, ὅτι καὶ ὡς ἄτομα καὶ ὡς οἰκογένεια καὶ ὡς κοινω­νία καὶ ὡς ἔ­θνος καὶ ὡς ἀνθρωπότης εἴμαστε ἀσθενεῖς. Ἀσθενεῖς, ἔστω καὶ ἂν τὸ θερμόμε­τρο τοῦ σώ­ματος δὲ δείχνῃ πυρετό. Ὑπάρχει κάποιο ἄλλο θερμόμετρο, ποὺ λέει ὅτι ἡ πνευ­ματικὴ θερμοκρασία μας δὲν εἶνε κανονική.

Ἀσθενεῖς λοιπόν. Καὶ τὸ χειρότερο· ἐνῷ εἴ­μαστε ἐγγὺς θανάτου, δὲν τὸ αἰσθανόμαστε. Ἂν αἰσθανόμασταν τὴν πνευματική μας ἀσθέ­νεια, θὰ λέγαμε ἐκεῖ­νο ποὺ ἀκοῦμε στὴ Δοξολο­γία· «Ἐγὼ εἶπα· Κύ­ριε, ἐ­λέησόν με, ἴασαι τὴν ψυχήν μου, ὅτι ἥ­μαρτόν σοι» (Ψαλμ. 40,4). Ἂν τὸ πιστεύαμε αὐτό, ὅτι ὅ­λοι, κλῆ­ρος καὶ λαός, «ἡμάρτομεν καὶ ἠνομή­σα­μεν» (Δαν. 3, προσ., 5), τότε θὰ μπορούσαμε νὰ νικήσουμε τὴν κρί­σι αὐτὴ –διότι εἶ­νε καὶ οἰκονομική, ἀλλὰ περισσότερο εἶνε κρίσις πνευ­ματικὴ καὶ ἠθική– καὶ ὅπως ὁ Αἰ­νέας ἄ­κουσε σήμερα «Αἰνέα, ἰᾶταί σε Ἰησοῦς ὁ Χριστός» (Πράξ. 9,34), ἔτσι θὰ ἄκουγε καὶ ἡ πατρίδα μας· Ἑλλάδα, βασανισμένη χώρα, «ἆ­ρον τὸν κράβατόν σου καὶ περιπάτει» (Ἰω. 5,8) ἐν μέσῳ τῶν ἐ­θνῶν.

Ὑπάρχει ἐλπίδα θεραπείας. Διότι, ἐνῷ γιὰ τὶς σωματικὲς ἀρρώστιες ἔχουμε καὶ περιπτώ­σεις δύσκολες, ποὺ οἱ γιατροὶ σηκώνουν ψηλὰ τὰ χέρια, γιὰ τὴν ἠθικὴ καὶ πνευμα­τικὴ κρίσι ὑ­πάρχει ἐχέγγυο. Σᾶς ὑπογράφω βεβαίωσι. Δι­ότι ὑπάρχει Γιατρός, ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ, «ὁ ἰ­ατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν» (θ. Λειτ. κεφαλοκλ.)· ὑπάρχουν φάρμακα, δο­κιμασμένα καὶ ἀπο­τελεσματικά· ὑπάρχει φαρμακεῖο, ἡ Ἐκκλησία. Τὸ τελευταῖο αὐτὸ δὲν εἶνε δική μου ποιητικὴ εἰκόνα· ἔτσι χαρακτηρίζει τὴν Ἐκκλησία ὁ ἅγι­ος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, σὲ ὁμιλία του στὴν Ἀντιόχεια ἐπὶ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου.

Αὐτὸ λοιπὸν θὰ προσπαθήσω ν᾽ ἀποδείξω κ᾽ ἐγώ· ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶνε φαρμακεῖο ποὺ παρέχει δωρεὰν φάρμακα γιὰ κάθε ἀσθένεια.

Ὅπως ὑπάρχει, ἀγαπητοί μου, παθολογία τοῦ σώματος, ἔτσι ὑπάρχει καὶ παθολογία τῆς ψυχῆς. Κι ὅπως εἶνε ἀναρίθμητες οἱ ἀσθένειες τοῦ σώ­ματος, ἔτσι καὶ τῆς ψυχῆς. Ἀλλὰ οἱ σωματικὲς εἶνε ὁρατές, ἐνῷ οἱ ψυ­­χικὲς κρυφὲς καὶ πιὸ ἐπι­κίνδυνες. Νά μερικὲς ψυχικὲς ἀσθένειες.

Ἂν διαβάζετε τὸν ἀπόστολο Παῦλο, θὰ δῆ­τε ὅτι χαρακτηρίζει ὡς φοβερὴ ἀσθένεια, χειρότερη ἀπὸ τὸν καρκίνο, πηγὴ κάθε κακίας – ποιά· τὴ φιλαργυρία. «῾Ρίζα», λέει, «πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία» (Α΄ Τιμ. 6,10). Ὅλα τὰ κα­κὰ τῆς κοινωνίας προέρχονται ἀπ᾽ αὐτήν.

Ποιά φάρμακα τώρα συνιστᾷ τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὴν πάθησι αὐτή; Ἔ­χει τρεῖς «συνταγές». Ὅποιος ἔρχεται στὴν ἐκ­κλησία ἀκούει τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ «Πάν­τα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς…» (Λουκ. 18,22). Αὐτὸ εἶνε τὸ πρῶ­το φάρμακο. Ἂν ὅμως αὐτὸ στοὺς πολλοὺς φαίνεται πικρό, ὑπάρχει κ᾽ ἕνα ἄλλο ἠπιώτερο. Εἶ­νε τὰ λόγια τοῦ Ἰωάν­νου τοῦ Προδρόμου «Ὁ ἔ­χων δύο χιτῶνας μεταδότω τῷ μὴ ἔ­χοντι, καὶ ὁ ἔχων βρώματα ὁμοίως ποιείτω» (ἔ.ἀ. 3,11). Δὲ μπορεῖς νὰ τὰ δώσῃς ὅλα; δῶσε τὰ μισά. Ἂν τέλος κι αὐτὸ σοῦ φαίνεται βαρύ, λέει ἡ Ἐκ­κλησία, νὰ σοῦ δώσω τὸ τρίτο φάρμακο. Εἶνε τὰ λόγια ἑ­νὸς φαρισαίου· «Ἀποδεκα­τῶ πάντα ὅσα κτῶ­μαι» ( ἔ.ἀ. 18,12)· δίνε κ᾽ ἐσὺ τὸ ἕνα δέκατο ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἀποκτᾷς νομίμως καὶ τιμίως. Τρία φάρμα­­κα λοιπὸν γιὰ τὴ φιλαργυρία· τὸ ἀπόλυτο (100%), τὸ μέσον (50%), τὸ ἕνα δέκατο (10%).

Καὶ τὸ μεγάλο πλεονέκτημα τοῦ Εὐαγγελίου ποιό εἶνε; Τ᾽ ἀκούσατε σήμερα· εἶνε ὁ τρό­πος ποὺ προσφέρεται ἡ θεραπεία. Τὸ προσέ­ξα­τε; Ὁ Χριστὸς ρώτησε τὸν παράλυτο· «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰω. 5,6). Τοῦ μιλάει εὐγενικά· «Θέ­­λεις, παιδί μου, νὰ σὲ κάνω καλά;». Ἂν ἐκεῖνος ἔλεγε «ὄχι», ὁ Χριστὸς θὰ ἔφευγε. Θε­μελιῶ­δες δόγμα τῆς Ὀρθοδοξίας – τοῦ χρι­στι­ανισμοῦ εἶνε ἡ ἐλευθερία. Δὲν σὲ βιάζει ἡ Ἐκκλησία. Ἂν θέ­λῃς, παίρνεις τὸ φάρμακο· ἂν δὲν θέλῃς, δὲν τὸ παίρνεις. Καὶ γιὰ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρί­ας σημειῶστε το αὐτὸ καὶ νὰ τὸ θυμηθῆτε· δι­ότι ἂν οἱ ἄν­θρω­ποι δὲν κάνουν ἑκουσίως τὴ θε­ραπεία ποὺ συνιστᾷ ἡ Ἐκκλησία, θά ᾽ρθῃ ὥρα ποὺ αὐτὴ θὰ ἐπιβληθῇ ἀ­ναγκαστικὰ πλέον. Τότε ὅμως τὰ φάρμακα δὲν θὰ εἶ­νε εὐαγγελικά· θὰ εἶνε ἐγκόσμια συστήματα. Τὸ πρῶτο θὰ εἶνε σύ­­στημα ἀναγκαστικῆς ἀφαιρέσεως τοῦ πλού­του (κομμουνισμός). Τὸ δεύτερο θὰ εἶνε ἠπιώτερο κοινωνικὸ σύστημα ποὺ ἀφήνει κάποια ἰδιο­κτησία (σοσιαλισμός). Καὶ τὸ τρίτο, ποὺ ζητάει τὸ ἓν δέκατον, εἶνε ὁ «φαρισαϊσμός». Ἂς μὴ ἐ­­πεκ­ταθοῦμε περισσότερο, γιατὶ θὰ πέσουμε σὲ μιὰ θεώρησι τοῦ ὅλου κοινωνικοῦ προβλήματος.

Ἴσως κάποιος μοῦ πῇ· Αὐτὰ νὰ πᾷς νὰ βρῇς τοὺς πλουσίους καὶ νὰ τὰ πῇς σ᾽ αὐτούς· ἐ­μεῖς εἴμαστε φτωχαδάκια. Ἂς πῶ λοιπὸν τώρα γιὰ μιὰ ἀσθένεια, ἀπ᾽ τὴν ὁποία πάσχουν κάποιοι ἄλλοι· αὐτὴ εἶνε ἡ φιλοδοξία καὶ ὑπερηφάνεια. Οἱ ἄνθρωποι καυχῶνται γιὰ διάφορα πρά­γματα.

Γιὰ τί καυχᾶσαι σύ, γιὰ τὰ πλούτη σου; Νά τὸ φάρμακό σου. Σ᾽ τὸ δίνει ὁ Σο­λομῶν, ποὺ δο­ξάστηκε ὅσο κανένας ἄλλος στὸν κόσμο, καὶ στὸ τέλος εἶπε· «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2).

Ὑπάρχει κάποιος νέος ἢ κάποια κοπέλλα, ποὺ καυχῶνται γιὰ κάτι ἄλλο, γιὰ τὴν ὀμορφιά τους, καὶ στέκουν ἀμέτρητες ὧρες μπροστὰ στὸν καθρέφτη; Ἂς ἔρθουν ἐδῶ ν᾽ ἀκούσουν· «Ὡς ἄνθος μαραίνεται καὶ ὡς ὄναρ παρέρχεται καὶ διαλύεται πᾶς ἄνθρωπος» (Νεκρ., ἰδιόμ. ἦχ. β΄).

Εἶνε κάποιος ἄλλος ποὺ καυχᾶται γιὰ τὴ γνῶσι καὶ ἐπιστήμη του καὶ περιφρονεῖ τοὺς ἀγραμμάτους; Ἂς πάρῃ τὸ φάρμακο, ποὺ δίνει ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος στὴν Ἐπιστολή του· Ἂν ὑπάρχῃ, λέει, μεταξύ σας κάποιος σοφὸς καὶ ἐπιστήμων, ἂς δείξῃ τὴ σοφία του ἀπὸ τὴν καλὴ συμπεριφορὰ καὶ τὰ καλά του ἔργα (βλ. Ἰακ. 3,13), ὄχι ἀπὸ λόγια ἢ συγγράμματα καὶ τίτλους του. Γιατὶ ὑπάρχει ἐπιστήμη ποὺ γράφεται μὲ ἔψιλον μικρὸ καὶ Ἐπιστήμη ποὺ γράφεται μὲ ἔψιλον κεφαλαῖο. Ἔλα τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ νὰ σοῦ φτειάξῃ φάρμακο ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τί λέει ὁ ἀπόστολος τότε· «Ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου;…» (Α΄ Κορ. 1,20). Δὲν κινδυνεύει ὁ κόσμος ἀπὸ τοὺς ἀγραμμάτους· κινδυνεύει ἀπὸ «τὰ ἄθεα γράμματα», ποὺ εἶνε ἕτοιμα νὰ πατήσουν ἕνα κουμπὶ καὶ νὰ τὸν καταστρέψουν.

Καυχᾶται ἄλλος γιὰ τὸ ἀξίωμά του· γιατὶ εἶ­νε νομάρχης, ὑπουργός, πρωθυπουργός, βασιλιᾶς, ἔχει ἐξουσία; Ἂς ἔρθῃ ἐδῶ στὸ φαρμα­κεῖο τῆς Ἐκκλησίας. Φαρμακοποιέ, δῶσ᾽ του τὸ φάρμακό του. Ἡ ἐξουσία δὲν εἶνε βία, τυραν­νία καὶ μαστίγιο. Ἀνοίγω τὸ Εὐαγγέλιο καὶ βρί­σκω, ὅτι ἐξουσία εἶνε ὑπηρεσία καὶ ὁ ἄρχων εἶνε ὑπηρέτης λαοῦ. Τὸ εἶπε ὁ Χριστός, ποὺ φό­ρεσε τὸ λέντιο καὶ ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν ψα­ρά­δων· «Οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακο­νῆ­σαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχήν μου λύτρον ἀντὶ πολ­λῶν» (Ματθ. 20,28. Μαρ. 10,45. Μ. Πέμπτ. ἀπόστ. αἴν.).

Ὅποιος πάσχει, τέλος, ἀπὸ ὁποιοδήποτε πό­νο, ἂς ἀκούσῃ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο ποὺ μιλάει γιὰ ἕνα μεγάλο «πλῆθος». Τί πλῆθος; «ἀ­σθενούντων» (Ἰω. 5,3). Ἀνοῖξτε τὸ ἀθάνατο Εὐαγγέ­λιο. Δὲ μιλάει γιὰ βασιλιᾶ­δες καὶ πρίγκιπες· μι­λάει γιὰ τὰ φτωχαδάκια, τοὺς μικροὺς καὶ ἀση­μάντους καὶ κατατρεγμένους, ποὺ ἦταν μαζε­μένοι κάτω ἀπὸ τὶς στοὲς τῆς Βηθεσδά. Αὐτοὶ εἶνε οἱ πρίγκιπες τῆς Ἐκκλησίας· πέφτω καὶ προσκυνῶ καὶ φιλάω τὰ πόδια τους. Γιὰ δές τους· εἶνε οἱ ἄρρωστοι, οἱ χῆρες, τὰ ὀρφανά, οἱ τραυματίες, οἱ τυφλοί, οἱ χωλοί… Γι᾽ αὐ­τοὺς λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Ἔλα ἐδῶ ἐ­σύ, πονεμένε, καὶ ἄνοιξε τὸ Εὐαγγέλιο· σοῦ προσφέρει ἕνα φάρμακο σήμερα ἡ Ἐκκλησία.

Βλέπω ἕνα «πρίγκιπα» τοῦ πόνου μὲ στέμμα στὸ κεφάλι, ποὺ λάμπει. Εἶνε ὁ παράλυτος. Γιά φανταστῆτε νὰ κάθεται 38 χρόνια στὸ θρόνο τοῦ πόνου! Μόνο ὅποιος πόνεσε καὶ μούσκεψε τὸ προσκέφαλό του μὲ δάκρυα καταλαβαί­νει τί θὰ πῇ αὐτό. Ἔδειξε ὑπομονή. Δὲ γόγγυσε. Βλαστήμια καμμιά. Ἔλα λοιπόν, παράλυτε, νὰ γίνῃς ἐσὺ δάσκαλος καὶ νὰ δώσῃς ἐσὺ τὸ φάρμακο στοὺς πονεμένους καὶ δυσ­τυχισμένους, ποὺ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε.

Εἶσαι θλιμμένος – πονεμένος; ποῦ νὰ πῇς τὸν πόνο σου! Νὰ τὸν πῇς στοὺς ἀνθρώπους, σοῦ κλείνουν τὶς πόρτες· νὰ τὸν πῇς στοὺς πλουσίους, σὲ διώχνουν· νὰ τὸν πῇς στὴ μάνα σου, κι αὐτὴ δὲν μπορεῖ σὲ καταλάβῃ.

Πονεμένε καὶ δυστυχισμένε, ἔλα στὴν Ἐκ­κλησία κι ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Χριστοῦ μας θ᾽ ἀ­κούσῃς·«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (ἔ.ἀ. 16, 33)!

Μιὰ τέτοια θρησκεία, ἀδέρφια μου, πῶς νὰ τὴν ἀφήσουμε; Ὅπως λέει ἕνας δικός μας ποιητὴς ἀπὸ τὴν Ἤπειρο· Ὦ θρησκεία γλυκειὰ μάνα, σὺ χύνεις στὴν ψυχή μας «χρυ­σὲς ἐλπίδες», τὰ θεραπευτικὰ φάρμακα τοῦ Χριστοῦ!

Αὐτὸν εὐλογεῖτε, αὐτὸν ὑπερυψοῦτε, Ἰησοῦν ἐσταυρωμένον, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

 

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος