Εκτύπωση

11-3-2018

Κυριακή Γ’ των Νηστειών

της Σταυροπροσκυνήσεως

Εωθινόν Ευαγγέλιον Ζ΄

κατά Ιωάννην (κ΄, 1 – 10) 

Πρωτότυπο κείμενο

Τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων, Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται πρωῒ, σκοτίας ἔτι οὔσης, εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον ἐκ τοῦ μνημείου. Τρέχει οὖν, καὶ ἔρχεται πρὸς Σίμωνα Πέτρον, καὶ πρὸς τὸν ἄλλον Μαθητὴν, ὃν ἐφίλει ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ λέγει αὐτοῖς· Ἦραν τὸν Κύριον ἐκ τοῦ μνημείου, καὶ οὐκ οἴδαμεν ποῦ ἔθηκαν αὐτόν. Ἐξῆλθεν οὖν ὁ Πέτρος καὶ ὁ ἄλλος Μαθητὴς, καὶ ἤρχοντο εἰς τὸ μνημεῖον. Ἔτρεχον δὲ οἱ δύο ὁμοῦ· καὶ ὁ ἄλλος Μαθητὴς προέδραμε τάχιον τοῦ Πέτρου, καὶ ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας, βλέπει κείμενα τὰ ὀθόνια· οὐ μέντοι εἰσῆλθεν. Ἔρχεται οὖν Σίμων Πέτρος ἀκολουθῶν αὐτῷ, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ θεωρεῖ τὰ ὀθόνια κείμενα, καὶ τὸ σουδάριον, ὃ ἦν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ, οὐ μετὰ τῶν ὀθονίων κείμενον, ἀλλὰ ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον. Τότε οὖν εἰσῆλθε καὶ ὁ ἄλλος Μαθητὴς ὁ ἐλθὼν πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ εἶδε, καὶ ἐπίστευσεν· Οὐδέπω γὰρ ᾔδεισαν τὴν Γραφὴν ὅτι δεῖ αὐτὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι. Ἀπῆλθον οὖν πάλιν πρὸς ἑαυτοὺς οἱ μαθηταί.

Νεοελληνική Απόδοση

Τήν πρώτη μέρα μετά τό Σάββατο, τό πρωί, κι ἐνῶ ἦταν ἀκόμη σκοτεινά, ἔρχεται ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή στό μνῆμα καί βλέπει τήν πέτρα μετατοπισμένη ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ μνήματος. Τρέχει, λοιπόν, καί πηγαίνει στό Σίμωνα Πέτρο καί στόν ἄλλο μαθητή πού ὁ Ἰησοῦς τόν ἀγαποῦσε, καί τούς λέει: «Πῆραν τόν Κύριο ἀπό τό μνῆμα καί δέν ξέρουμε ποῦ τόν ἔβαλαν». Βγῆκαν τότε ἔξω ὁ Πέτρος κι ὁ ἄλλος μαθητής κι ἔρχονταν στό μνῆμα. Ἔτρεχαν κι οἱ δυό μαζί. Ὁ ἄλλος μαθητής ὅμως ἔτρεξε γρηγορότερα ἀπό τόν Πέτρο κι ἔφτασε πρῶτος στό μνῆμα. Σκύβει μέσα γιά νά δεῖ καί βλέπει τίς πάνινες λουρίδες στό ἔδαφος, δέν μπῆκε ὅμως μέσα. Ἔφτασε μετά κι ὁ Σίμων Πέτρος, πού ἐρχόταν πίσω του, καί μπῆκε μέσα στό μνῆμα. Ἐκεῖ βλέπει στό ἔδαφος τίς πάνινες λουρίδες κάτω, καί τό σουδάριο μέ τό ὁποῖο εἶχαν δέσει τό κεφάλι τοῦ Ἰησοῦ νά μήν εἶναι μαζί μέ τίς λουρίδες, ἀλλά σέ μιά μεριά τυλιγμένο χωριστά. Ἐκείνη τή στιγμή, μπῆκε μέσα κι ὁ ἄλλος μαθητής, πού εἶχε ἔρθει πρῶτος στό μνῆμα, τά εἶδε αὐτά καί πίστεψε. Γιατί, ὥς τότε δέν εἶχαν καταλάβει τή Γραφή, πού λέει ὅτι σύμφωνα μέ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ ὁ Μεσσίας θ’ ἀνασταινόταν ἀπό τούς νεκρούς. Οἱ μαθητές ἔφυγαν τότε καί γύρισαν πάλι στό σπίτι τους. 

11-3-2018

Κυριακή Γ’ των Νηστειών

της Σταυροπροσκυνήσεως

Απόστολος προς Εβρ. (δ’ 14-16, ε’ 1-6)

Πρωτότυπο κείμενο

Αδελφοί, έχοντες ουν αρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τους ουρανούς, Ιησούν τον υιόν του Θεού, κρατώμεν της ομολογίας. Ου γαρ έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον συμπαθήσαι ταις ασθενείαις ημών, πεπειρασμένον δε κατά πάντα καθ΄ ομοιότητα χωρίς αμαρτίας. προσερχώμεθα ουν μετά παρρησίας τω θρόνω της χάριτος, ίνα λάβωμεν έλεον και χάριν εύρωμεν εις εύκαιρον βοήθειαν. Πας γαρ αρχιερεύς εξ ανθρώπων λαμβανόμενος υπέρ ανθρώπων καθίσταται τα προς τον Θεόν, ίνα προσφέρη δώρα τε και θυσίας υπέρ αμαρτιών, μετριοπαθείν δυνάμενος τοις αγνοούσι και πλανωμένοις, επεί και αυτός περίκειται ασθένειαν. Και δια ταύτην οφείλει, καθώς περί του λαού, ούτω και περί εαυτού προσφέρειν υπέρ αμαρτιών. Και ουχ εαυτώ τις λαμβάνει την τιμήν, αλλά καλούμενος υπό του Θεού, καθάπερ και Ααρών. Ούτω και ο Χριστός ουχ εαυτόν εδόξασε γενηθήναι αρχιερέα, αλλ΄ ο λαλήσας προς αυτόν• υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε• καθώς και εν ετέρω λέγει• συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.

Νεοελληνική Απόδοση

Ας κρατήσουμε, λοιπόν, σταθερά την πίστη που ομολογούμε. Γιατί έχουμε μέγαν αρχιερέα, που έφτασε ως το θρόνο του Θεού, τον Ιησού, τον Υιό του Θεού. Δεν έχουμε αρχιερέα που να μην μπορεί να συμμεριστεί τις αδυναμίες μας. Αντίθετα, έχει δοκιμαστεί σε όλα, επειδή έγινε άνθρωπος σαν κι εμάς, χωρίς όμως να αμαρτήσει. Ας πλησιάσουμε, λοιπόν, με θάρρος το θρόνο της χάριτος του Θεού, για να μας σπλαχνιστεί και να μας δωρίσει τη χάρη του, την ώρα που τη χρειαζόμαστε. Κάθε αρχιερέας που προέρχεται από ανθρώπους εγκαθίσταται για να υπηρετεί το Θεό για χάρη τους και για να προσφέρει δώρα και θυσίες για τις αμαρτίες τους. Είναι σε θέση να δείχνει ανοχή σ΄ όσους ζουν στην άγνοια και στην πλάνη, αφού κι ο ίδιος έχει ανθρώπινες αδυναμίες. Εξαιτίας τους είναι υποχρεωμένος να προσφέρει, όπως για το λαό, έτσι και για τον εαυτό του, θυσίες για τη συγχώρηση των αμαρτιών. Επίσης, κανένας δεν παίρνει μόνος του αυτή την τιμή, αλλά όταν τον καλέσει ο Θεός, όπως ακριβώς τον Ααρών. Έτσι και ο Χριστός, δεν τίμησε ο ίδιος τον εαυτό του με το αξίωμα του αρχιερέα, αλλά του το έδωσε εκείνος που του είπε: Είσαι ο Υιός μου, εγώ σήμερα σε γέννησα. Σ΄ ένα άλλο σημείο η Γραφή λέει: Εσύ είσαι ιερέας για πάντα όπως ο Μελχισεδέκ.

Ο Ιησούς Χριστός είναι ο μέγας αρχιερέας

Η τρίτη Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στον Τίμιο Σταυρό. Η Εκκλησία προβάλλει ενώπιόν μας τον Τίμιο Σταυρό του Ιησού Χριστού και μας υπενθυμίζει τη σταυρική του θυσία για τη δική μας σωτηρία. Η αποστολική περικοπή της ημέρας προέρχεται από την Προς Εβραίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου και διαπραγματεύεται το αρχιερατικό αξίωμα του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς Χριστός ως ο Μέγας Αρχιερέας είναι Εκείνος που προσέφερε τον εαυτό του θυσία πάνω στο Σταυρό για τη σωτηρία όλου του ανθρωπίνου γένους. Η αρχιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης ήταν ο τύπος και η προτύπωση της αρχιερωσύνης του Ιησού Χριστού. Ωστόσο ο Ιησούς Χριστός μένει «εις τον αιώνα» ως ο μαναδικός Αρχιερέας και μεσίτης της νέας Διαθήκης.

Ο Ιησούς Χριστός, λοιπόν, είναι ο Μέγας Αρχιερέας γιατί θυσίασε τον εαυτό του για την άφεση των αμαρτιών των ανθρώπων, αλλά και γιατί είναι ο Υιός του Θεού, «έχοντες ουν αρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τους ουρανούς, Ιησούν τον υιόν του Θεού». Η χρήση του πληθυντικού αριθμού για τον ουρανό δεν είναι άγνωστη στην Αγία Γραφή. Ο Ιησούς Χριστός κατά τον Απόστολο Παύλο έγινε «υψηλότερος των ουρανών» (Εβρ.7,26) και «εκάθισεν εν δεξιά του θρόνου της μεγαλωσύνης εν τοις ουρανοίς» (Εβρ.8,1). Με τις εκφράσεις αυτές τονίζεται η δόξα του Αναστημένου Χριστού, ο οποίος μετά την Ανάσταση και Ανάληψή του στους ουρανούς έγινε ο μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Προφήτης Μωυσής δεν κατόρθωσε να εισέλθει στην γη της επαγγελίας, ούτε και να εισαγάγει ο ίδιος το λαό του Θεού σε αυτήν. Αντίθετα ο Ιησούς Χριστός, φέροντας και την ανθρώπινη φύση, κατόρθωσε να ανεβάσει τον άνθρωπο στους ουρανούς και να του δώσει τη δυνατότητα να γίνει μέτοχος της Βασιλείας του Θεού. Αυτή είναι η «ομολογία» που κατά τον Απόστολο Παύλο οφείλουμε να «κρατώμεν», είναι η ομολογία πίστεως στον Ιησού Χριστό, ότι δηλαδή αυτός είναι ο Υιός του Θεού, ο λυτρωτής του κόσμου.

Παρά το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μέγας Αρχιερέας, εντούτοις δεν παύει να αντιμετωπίζει με συμπάθεια και φιλανθρωπία τις αδυναμίες μας: «Ου γαρ έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον συμπαθήσαι ταις ασθενείαις ημών». Ο Ιησούς Χριστός βλέπει με συμπάθεια και ευσπλαχνία τις ατέλειες και αδυναμίες μας, γιατί ακριβώς γνωρίζει την ανθρώπινη φύση μας. Ο ίδιος στην επί γης πορεία και δράση του υπέμεινε πειρασμούς, όπως υπομένει και ο καθένας από εμάς: «πεπειρασμένον δε κατά πάντα καθ΄ ομοιότητα χωρίς αμαρτίας». Στην ομοιότητα του Ιησού Χριστού μαζί μας, υπάρχει μία ουσιαστική διαφορά, η αμαρτία. Ο Ιησούς Χριστός δηλαδή υπήρξε όμοιος με εμάς κατά πάντα, όμως «χωρίς αμαρτίας». Εμείς εξαιτίας της αδυναμίας μας υποκύπτουμε στους πειρασμούς και αμαρτάνουμε, ο Ιησούς Χριστός όμως παρέμεινε ανυποχώρητος στους πειρασμούς και αναμάρτητος. Αυτό βέβαια δεν τον έκανε να βλέπει με σκληρότητα και ασπλαχνία – όπως εμείς το πράττουμε πολλές φορές – τους ανθρώπους που υποκύπτουν σε πειρασμούς. Η επιείκεια και η ευσπλαχνία είναι το χαρακτηριστικό του Μεγάλου Αρχιερέως Ιησού Χριστού.

Ο εύσπλαχνος, φιλάνθρωπος και επιεικής Ιησούς Χριστός είναι έτοιμος πάντοτε να δεχτεί και να βοηθήσει τον αμαρτωλό άνθρωπο. Η πίστη και η βεβαιότητα στη συμπάθεια και ευσπλαχνία του, μας δίνει το θάρρος να «προσερχώμεθα τω θρόνω της χάριτος», για να λάβουμε την άφεση των αμαρτιών και να μπορούμε να μετέχουμε στη χάρη του Θεού: «ίνα λάβωμεν έλεον και χάριν εύρωμεν». Ο Ιησούς Χριστός διάκειται απέναντί μας με συμπάθεια, ευσπλαχνία και επιείκεια, αλλά αναμένει και τη δική μας κίνηση προς αυτόν. «Πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α΄Τιμοθ.2,4), ωστόσο δεν αναγκάζει ποτέ κανένα «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν» (Μαρκ.8,34).

Ο Απόστολος Παύλος μετά τις διαπιστώσεις αυτές για τον Μεγάλο Αρχιερέα Ιησού Χριστό, προχωρεί σε μια σύγκρισή του με τους αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης, ξεκινώντας πρώτα από τα κοινά σημεία, ενώ στη συνέχεια υπογραμμίζει τα στοιχεία εκείνα, τα οποία ο Ιησούς Χριστός διαθέτει αποκλειστικά και μόνο ο ίδιος. Το πρώτο κοινό στοιχείο με τους αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης είναι ότι κάθε αρχιερέας λαμβάνεται ανάμεσα από τους ανθρώπους, είναι δηλαδή και αυτός άνθρωπος. Ο Ιησούς Χριστός με την ενανθρώπησή του, έλαβε την ανθρώπινη φύση, άρα ήταν και άνθρωπος. Το δεύτερο κοινό στοιχείο που υπάρχει μεταξύ του Ιησού Χριστού και των αρχιερέων της Παλαιάς Διαθήκης είναι ότι «καθίσταται υπέρ ανθρώπων», είναι δηλαδή μεσίτης των ανθρώπων προς τον Θεό. Έργο των αρχιερέων ήταν η προσφορά των δώρων και των θυσιών για τη συγχώρηση των αμαρτιών του λαού. Ο Ιησούς Χριστός προσέφερε τον ίδιο τον εαυτό του δώρο και θυσία «υπέρ των αμαρτιών» όλου του ανθρωπίνου γένους. Ένα τρίτο κοινό στοιχείο είναι η συμπάθεια και συγκατάβαση που όφειλαν να δείχνουν οι αρχιερείς απέναντι στις αδυναμίες των ανθρώπων. Στο σημείο όμως αυτό υπάρχει και μια μεγάλη διαφορά μεταξύ των αρχιερέων του νόμου και του Ιησού Χριστού. Ο αρχιερέας έπρεπε να δείχνει συμπάθεια στις αδυναμίες των ανθρώπων γιατί «και αυτός περίκειται ασθένειαν», δηλαδή υπόκειται και αυτός στην επιρροή της αμαρτίας. Επομένως είχε την υποχρέωση να προσφέρει θυσίες για τις αμαρτίες του λαού αλλά και για τις δικές του: «δια ταύτην οφείλει, καθώς περί του λαού, ούτω και περί εαυτού προσφέρειν υπέρ αμαρτιών». Το στοιχείο αυτό δεν είναι κοινό μεταξύ του Ιησού Χριστού και των αρχιερέων του νόμου. Ο Ιησούς Χριστός υπερέχει κατά πολύ απέναντί τους, γιατί ο ίδιος δεν υπόκειται στην ασθένεια της αμαρτίας, κατά συνέπεια δεν είχε ανάγκη να προσφέρει θυσίες για τον εαυτό του.

Ένα άλλο κοινό στοιχείο μεταξύ των αρχιερέων του νόμου και του Ιησού Χριστού είναι ότι στο αρχιερατικό αξίωμα δεν ανέρχεται κανείς από μόνος του, αλλά μετά από κλήση που του απευθύνει ο Θεός: «ουχ εαυτώ τις λαμβάνει την τιμήν, αλλά καλούμενος υπό του Θεού, καθάπερ και Ααρών». Αυτό που συνέβαινε και με τους αρχιερείς του νόμου συνέβη και με τον Ιησού Χριστό, δεν πήρε μόνος του την αρχιερωσύνη, αλλά του την ανέθεσε ο Θεός Πατέρας του: «ουχ εαυτόν εδόξασε γενηθήναι αρχιερέα, αλλ΄ ο λαλήσας προς αυτόν• υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε». Παρά το ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο αναμενόμενος ανά τους αιώνες Μεσσίας, ο λυτρωτής του κόσμου, εντούτοις δεν ανάλαβε από μόνος του, αυτόκλητα το αρχιερατικό αξίωμα, αλλά κλήθηκε και απεστάλη στο έργο αυτό από τον Θεό Πατέρα. Η αρχιερωσύνη του Ιησού Χριστού δεν προέρχεται από την τάξη και διαδοχή του Ααρών, αλλά «κατά την τάξιν Μελχισεδέκ», είναι δηλαδή ο αιώνιος και ατελεύτητος αρχιερέας και μεσίτης των ανθρώπων προς τον Θεό. Σε κάθε θεία λειτουργία ο Ιησούς Χριστός εξακολουθεί να είναι ο Μέγας και αιώνιος Αρχιερεύς, ο θύτης και το θύμα, ο προσφέρων και προσφερόμενος και διαδιδόμενος εις τους αιώνας.

Ο Τίμιος Σταυρός, τον οποίον η Εκκλησία μας τοποθετεί στο μέσον της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής προς προσκύνηση των πιστών είναι ο θρόνος του Μεγάλου Αρχιερέως Ιησού Χριστού. Είναι το σύμβολο της θυσίας του «υπέρ αμαρτιών» του κόσμου, είναι το σύμβολο της αυτοθυσίας του για τη σωτηρία ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους. Προσκυνώντας τον Τίμιο Σταυρό «κρατώμεν της ομολογίας» κατά τον Απόστολο Παύλο, ομολογούμε δηλαδή την πίστη μας, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Λυτρωτής του κόσμου, ο Μέγας Αρχιερεύς, ο αιώνιος μεσίτης των ανθρώπων προς τον Θεό. Ταυτόχρονα μέσα στην πορεία της ζωής μας, όπως Εκείνος σήκωσε το Σταυρό του Μαρτυρίου, σηκώνουμε ο καθένας το δικό του σταυρό. Τον σταυρό του πόνου, της θλίψης, του πένθους, της ασθένειας, των ποικίλων πειρασμών και δυσκολιών της ζωής. Η σταυρώσιμη όμως πορεία της ζωής μας, σηματοδοτεί την θριαμβευτική ανάσταση, τη λύτρωση από τη φθορά, την αμαρτία και τον θάνατο. Όπως ο Σταυρός υπήρξε η Δόξα του Ιησού Χριστού, έτσι και ο σταυρός του καθενός μας θα γίνει η αιτία της δόξας και σωτηρίας μας.

11-3-2018

Κυριακή Γ’ των Νηστειών

της Σταυροπροσκυνήσεως

Ευαγγέλιον κατά Μαρκ. (η΄ 34 – θ΄1)

Πρωτότυπο Κείμενο

Είπεν ο Κύριος∙ όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι. ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν∙ ος δ’αν απολέση την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν. Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού; ος γαρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ, και ο Υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων. Και έλεγεν αυτοίς∙ αμήν λέγω υμίν ότι εισί τινες των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου εώς αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπεν ο Κύριος «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του κι ας με ακολουθεί. Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει∙ όποιος όμως χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου και εξαιτίας του ευαγγελίου, αυτός θα τη σώσει. Γιατί τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος, αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά χάσει τη ζωή του; Τι μπορεί να δώσει ο άνθρωπος σαν αντάλλαγμα για τη ζωή του; Όποιος ζώντας μέσα σ’ αυτή τη γενιά την άπιστη κι αμαρτωλή, ντραπεί για μένα και για τη διδασκαλία μου, θα ντραπεί γι’ αυτόν κι ο Υιός του Ανθρώπου, όταν έρθει με όλη τη λαμπρότητα του Πατέρα του, μαζί με τους αγίους αγγέλους». Και τους έλεγε ακόμη ο Ιησούς: «Σας βεβαιώνω πως υπάρχουν μερικοί ανάμεσα σ’ αυτούς που βρίσκονται εδώ, οι οποίοι δε θα γευτούν το θάνατο, πριν δουν να έρχεται δυναμικά η βασιλεία του Θεού».

Σχολιασμός

Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως σήμερα και η Εκκλησία μας προβάλλει το Σταυρό του Χριστού. Η προβολή αυτή του Σταυρού έχει διπλή έννοια και σκοπό. Αποτελεί, από τη μια, προετοιμασία για την υποδοχή σταυρικού πάθους του Χριστού, του οποίου θα γίνουμε μάρτυρες κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα. Από την άλλη μας υπενθυμίζει την κλήση του Χριστού προς τους μαθητές του να σηκώσουν το δικό τους σταυρό για να αποδείξουν την ταυτότητά τους.

Λίγες εβδομάδες πριν από το πάθος του o Κύριος κάλεσε τους μαθητές του και τα πλήθη του λαού για να τους πει λόγια βαρυσήμαντα για τη ζωή τους και τη ζωή όλων μας. Όποιος θέλει, είπε, να με ακολουθήσει και να γίνει μαθητής μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας πάρει τη σταθερή απόφαση να υποστεί για μένα όχι μόνο κάθε θλίψη και δοκιμασία αλλά και θάνατο σταυρικό και τότε ας με ακολουθήσει. Τι σημαίνει όμως απαρνούμαι τον εαυτό μου; Ο απόστολος Παύλος το εκφράζει με την εικόνα της νέκρωσης του παλαιού ανθρώπου. Απαρνούμαι τον εαυτό μου σημαίνει ότι νεκρώνω τον παλαιό άνθρωπο, τον «κακό μου εαυτό». Παύω να υπάρχω γι’ αυτόν. Αρνούμαι δηλαδή και νεκρώνω τα θελήματα και τις επιθυμίες και τις ροπές του παλαιού ανθρώπου. Ακόμη και αν το δω να επαναστατεί, να αντιδρά, να επιζητεί με μανία και επιμονή καθετί αμαρτωλό, εγώ δεν υποκύπτω δεν του δίνω σημασία. Έχω αρνηθεί όχι μόνο κάτι από  τον εαυτό μου αλλά όλο τον παλαιό εαυτό μου. Αρνούμαι τον παλαιό εαυτό μου σημαίνει υποτάσσομαι στο άγιο θέλημα του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι ακολουθώ τον Κύριο όπου με οδηγεί. Καλούμαστε να θυσιάσουμε και να θάψουμε, κατά τον Απ. Παύλο, «τον παλαίον άνθρωπον», ώστε να αναγεννηθεί ο νέος «ο ανακαινούμενος κατ’ εικόνα του κτίσαντος αυτόν» (Κολ. 3,9-10). Καθότι «ει γαρ σύμφυτοι γεγόναμεν τω ομοιώματι του θανάτου αυτού, αλλά και της αναστάσεως εσόμεθα, τούτο γινώσκοντες ότι ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη ίνα καταργήθη το σώμα της αμαρτιας… ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ» (Ρωμ. 6,5-8). Γι΄ αυτό και ο Σταυρός αποτελεί σύμβολο όχι μόνο θυσίας, αλλά και λύτρωσης.

Όταν ο Χριστός μας καλεί να σηκώσουμε το δικό μας σταυρό αντιπαραβάλλει τη δική του σταυρική θυσία και το παράδειγμα του που έλαβε την πρωτοβουλία να σταυρωθεί για να μας λυτρώσει από την αμαρτία και το θάνατο. Όπως οι αρχές και εξουσίες του κόσμου απέρριψαν τον ίδιο τον Χριστό και το Ευαγγέλιό του και τον οδήγησαν στο σταυρό κατά τον ίδιο τρόπο και οι Μαθητές του διαχρονικά θα δεχθούν το δικό τους σταυρό γιατί πάντοτε θα υπάρχουν εκείνοι που αντιστρατεύονται τον Ιησού Χριστό, ως Υιό του Θεού, απορρίπτουν το σωτήριο έργο του και τη διδασκαλία του Ευαγγελίου του.

Ο σταυρός που μας καλεί να σηκώσουμε είναι οι θλίψεις και τα βάσανα της ζωής και παράλληλα η άρνηση των αμαρτωλών επιθυμιών και το φθοροποιών παθών. Η άρση του σταυρού μας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη μετοχή στη ζωή του Χριστού. Όμως, όπως διαβεβαιώνει ο Απ. Παύλος, «πιστός ο Θεός, ος ουκ εάσει υμάς πειρασθήναι υπέρ ο δύνασθε, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν» (Α. Κορ. 10,13 ). Καμιά θλίψη και δοκιμασία δεν θα υπήρχε στη ζωή μας, αν ο ίδιος ο Θεός δεν θα μας έδινε την ίδια στιγμή τη δύναμη για να την αντέξουμε. Υποτασσόμαστε στο θέλημα του Θεού, υπομένοντας κάθε δοκιμασία, η οποία χαρακτηρίζεται από τον Κύριο ως Σταυρός. Αυτή η αγόγγυστη υποταγή οδηγεί τον άνθρωπο έμπρακτα στο «ακολουθείτω μοι».

Ωστόσο ο Κύριος στη διδασκαλία του είπε ότι όποιος θέλει να σώσει την επίγεια ζωή του θα χάσει την αιώνια. Αντίθετα, τονίζει: «ος δ’ αν απολέση την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν». Διότι «Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» Έτσι τονίζει πόσο μεγάλη αξία έχει η ψυχή μας. Δεν συγκρίνεται με όλα τα αγαθά του κόσμου. Έχει ασυγκρίτως ανώτερη αξία από όλα τα πλούτη, τις τιμές και τις απολαύσεις αυτής της ζωής. Γι΄ αυτήν ο Θεός έγινε άνθρωπος και  γι’ αυτήν έχυσε το αίμα του επάνω στο σταυρό .

Ο σταυρός του Χριστού συνεχίζει διαχρονικά να αποτελεί την κρίση του κόσμου, γι αυτό και ο Χριστός καλεί τους μαθητές και οπαδούς του να συνεχίσουν ακατάπαυστα να σηκώνουν το δικό τους σταυρό που είναι ο σταυρός του Χριστού. «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι» Αυτό είναι το ύψιστο της αποστολής του Χριστιανισμού και της Εκκλησίας μέσα στο κόσμο. Να δίδει τη μαρτυρία του σταυρού του Χριστού για να ελευθερώνει τον άνθρωπο από τον άρχοντα του σκότους. Ο σταυρός του Χριστού ελευθερώνει και οδηγεί προς τη σωτηρία, τη ζωή και την ανάσταση. Ο σταυρός του Χριστού είναι η σφραγίδα της υιοθεσίας του ανθρώπου από τον Θεό. Είναι το σημείο της εύλαλης αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο.