Εκτύπωση

11-6-2017

Κυριακή Α΄ Επιστολών

Των Αγίων Πάντων

Απόστολος προς  Εβρ. ια’ 33-ιβ’ 2

Πρωτότυπο Κείμενο

Αδελφοί, οι άγιοι πάντες διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγενήθησαν ισχυροὶ εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων• έλαβον γυναίκες εξ αναστάσεως τους νεκρούς αυτών• άλλοι δε ετυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι την απολύτρωσιν, ίνα κρείττονος αναστάσεως τύχωσιν• έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον, έτι δε δεσμών και φυλακής• ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον, περιήλθον εν μηλωταίς, εν αιγείοις δέρμασιν, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ων ουκ ην άξιος ο κόσμος, εν ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης. Και ούτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ της πίστεως ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν, του Θεου περὶ ημών κρείττόν τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρὶς ημών τελειωθώσι. Τοιγαρούν και ημείς, τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων, όγκον αποθέμενοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν, δι’ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα, αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγὸν και τελειωτὴν Ιησούν.

Απόδοση

Αδελφοί, οι άγιοι Πάντες με την πίστη κατατρόπωσαν βασίλεια, επέβαλαν το δίκαιο, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τη σφαγή, έγιναν από αδύνατοι ισχυροί, αναδείχτηκαν ήρωες στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή εχθρικά στρατεύματα, γυναίκες ξαναπήραν πίσω στη ζωή τους ανθρώπους τους, κι άλλοι βασανίστηκαν ως το θάνατο, χωρίς να δεχθούν την απελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ότι μπορούσαν να αναστηθούν σε μια καλύτερη ζωή. Άλλοι δοκίμασαν εξευτελισμούς και μαστιγώσεις, ακόμη και δεσμά και φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν με μάχαιρα, περιπλανήθηκαν ντυμένοι με προβιές και κατσικίσια δέρματα, έζησαν σε στερήσεις, υπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις και κακουχίες ο κόσμος δεν ήταν άξιος να ’χει τέτοιους ανθρώπους. Πλανήθηκαν σ’ ερημιές και βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης. Όλοι οι παραπάνω, παρά την καλή μαρτυρία της πίστης τους, δεν πήραν ό,τι τους υποσχέθηκε ο Θεός, ο οποίος είχε προβλέψει κάτι καλύτερο για μας, έτσι ώστε να μην φθάσουν εκείνοι στην τελειότητα χωρίς εμάς. Έχοντας λοιπόν γύρω μας τόσο μεγάλη στρατιά Μαρτύρων, ας τινάξουμε από πάνω μας κάθε φορτίο και την αμαρτία που εύκολα μας εμπλέκει, κι ας τρέχουμε με υπομονή το αγώνισμα του δύσκολου δρόμου που έχουμε μπροστά μας. Ας έχουμε τα μάτια μας προσηλωμένα στον Ιησού, που μας έδωσε την πίστη, την οποία και τελειοποιεί.

Σχολιασμός

1.      1.            Εισαγωγικά:  Άγιοι και αγιότητα

Το αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής αναφέρεται σε όλους τους  Αγίους της Εκκλησίας. Οι Άγιοι είναι οι αψευδείς μάρτυρες της χάριτος του Αγίου Πνεύματος και της παρουσίας του Θεού μέσα στον  κόσμο, είναι «φώτα θεουργικά», φίλοι του Θεού, αφού κατέχουν την αλήθεια και είναι ενωμένοι με το Θεό. Oι Άγιοι είναι το «φώς» του κόσμου κατά το λόγιου του Κυρίου και το «άλας» της γης. Είναι το φώς που διώχνει τα σκοτάδια της αμαρτίας και το άλας που συγκρατεί την κοινωνία και τον κόσμο από την πνευματική σήψη.

Στην Παλαιά Διαθήκη η λέξη Άγιος αποδίδεται μόνο στο Θεό. Κατά τον προφήτη Ησαΐα ο Θεός δεν είναι απλώς Άγιος, αλλά τρεις φορές Άγιος «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ…», θέλοντας να τονίσει την άπειρη αγιότητα του Θεού. Ακόμη η λέξη αγιότητα στην Παλαιά Διαθήκη συνδεέται με τη λατρεία στη Σκηνή του Μαρτυρίου και της Κιβωτού της Διαθήκης.

Στην Καινή Διαθήκη Άγιος είναι ο Τριαδικός Θεός, όπως αποδίδεται στον Τρισάγιο Ύμνο, αλλά και στην Αποκάλυψη του Ιωάννη ο Θεός αποκαλείται Άγιος «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ…» (Απ. 4:8). Επίσης Άγιοι καλούνται οι Άγγελοι του Θεού (Πραξ. 3:21), οι Προφήτες και οι Απόστολοι (Εφεσ. 3:5). Ακόμη και το δαιμόνιο αναγνωρίζει το Χριστό ως άγιο του Θεού, «Τι ημίν και σοι, Ιησού Ναζαρηνέ;… Οίδα σε τις ει, ο άγιος του Θεού» (Μαρκ. 1:24, Λουκ. 4:34).   Ο ίδιος ο Κύριος μας καλεί να γίνουμε άγιοι, να το μιμηθούμε φτάνοντας στη τελείωση.«Γίνεσθε μιμηταί του Θεού ως τέκνα αγαπητά» (Εφεσ. 5:1). «Άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος ειμί» (Α’ Πέτρ. 1:16).

Η αγιότητα είναι ο δρόμος της ευαγγελικής τελειώσεως, της εισόδου στον παράδεισο, πρόγευση της ανεκλάλητης χαράς της αιώνιας βασιλείας των ουρανών (Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Η αγιότητα είναι κατορθωτή σήμερα;). Αγιότητα είναι η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος και μίμηση του Χριστού, αλλά και ο κυριότερος σκοπός της ζωής του ανθρώπου επί της γης.

Η Κυριακή αυτή ονομάζεται των Αγίων Πάντων. Είναι δηλαδή αφιερωμένη στη μνήμη όλων των Αγίων της Εκκλησίας, των Δικαίων και Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, των Αποστόλων, Μαρτύρων, Ομολογητών, Ιεραρχών και Οσίων. Η Κυριακή αυτή είναι η πρώτη μετά την Πεντηκοστή. Την Κυριακή της Πεντηκοστής είναι η γιορτή  της επιφοίτησεως του Αγίου Πνεύματος, ενώ η Κυριακή των Αγίων Πάντων είναι η γιορτή των καρπών του Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή η γιορτή των Αγίων Πάντων τοποθετήθηκε μετά την Πεντηκοστή, για να κατανοήσουμε ότι ο αγιασμός των ανθρώπων, αποτελεί δωρεά του Αγίου Πνεύματος, πράγμα που αποδεικνύει ότι ζωή των αγίων, είτε με το μαρτύριο, είτε με τον ενάρετο βίο τους, μαρτυρεί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στη ζωή της Εκκλησίας.

2.            Οι άθλοι και τα μαρτύρια των Αγίων

Ο Απόστολος Παύλος στο αποστολικό ανάγνωσμα απαριθμεί τις κακουχίες που πέρασαν οι άγιοι της Εκκλησίας μας για να φτάσουν στη θέωση, στην αγιότητα.

Οι Άγιοι της Εκκλησίας έχυσαν το αίμα τους, διώχθηκαν και μαρτύρησαν υπέρ του ονόματος του Χριστού, χωρίς να φοβούνται το θάνατο. Τρανό παράδειγμα ο Απόστολος Ανδρέας, οποίος στάθηκε ενώπιον του ηγεμόνα των Πατρών, που τον απειλούσε ότι θα τον σταυρώσει, αν εξακολουθούσε να κηρύττει τον Χριστό. Ο Απόστολος απάντησε ότι «αν φοβόμουν το Σταυρό, δεν θα κήρυττα». Δηλαδή όλοι οι Απόστολοι και οι μάρτυρες (μαρτύριο του αίματος) και αργότερα οι ασκητές (μαρτύριο της συνειδήσεως) προχωρούσαν στο μαρτύριο με χαρά και χωρίς φόβο.

Ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς αναφέρει ότι «οι άγιοι είναι οι περισσότεροι τέλειοι χριστιανοί, διότι έχουν αγιασθεί εις τον μέγιστον, κατά το δυνατόν, βαθμόν διά της ασκήσεως της πίστεως εις τον Αναστάντα και αιωνίως ζώντα Κύριον Ιησούν».

Οι διωγμοί τα πρωτοχριστιανικά χρόνια αποτελούν ίσως την πιο ένδοξη περίοδο της ιστορίας της Εκκλησίας, γιατί πολλοί Χριστιανοί μαρτύρησαν με το αίμα τους, για το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ο ίδιος ο Χριστός προφητεύσε στους Αποστόλους και στον κόσμο, στην επί του όρους ομιλία Του, λέγοντας τους «Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των Ουρανών. Μακάριοι εστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα  καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού» (Ματθ. 5:10-11) και «Έρχεται ώρα, ίνα πας ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν  προσφέρειν τω Θεώ» (Ιω. 16:2). Ο Απόστολος Παύλος μιλώντας γενικότερα, γράφει προς τον Τιμόθεο «Πάντες δε οι θέλοντες ευσεβώς ζην  εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» (Τιμ. Β΄ 3:12).

Κατά τους διωγμούς ουδέποτε πτοήθηκαν οι χριστιανοί και οι Απόστολοι, αντιθέτως τους έκαναν να κηρύττουν με μεγαλύτερη παρρησία τον λόγο της Σωτηρίας και να θεωρούν τους διωγμούς σαν ένδειξη ιδιαίτερης χάρης του Θεού προς το πρόσωπό τους. Δηλαδή οι πιστοί της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης έδιναν μεγάλη αξία στο μαρτύριο, το θεωρούσαν το κατ’ εξοχή χάρισμα και το μεγαλύτερο αξίωμα που μπορούσε να επιθυμήσει κανείς. Όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Φιλιππησίους επιστολή «Ότι υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού, ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν» (Φιλιπ. 1:29). Αυτοί οι πρώτοι Χριστιανοί που έβαψαν με το αίμα τους τον τόπο του μαρτυρίου τους, υπήρξαν οι πρωτεργάτες της μεγάλης διαδόσεως του Χριστιανισμού στον κόσμο, δηλαδή  το αίμα των πρώτων μαρτύρων της Εκκλησίας υπήρξε ο σπόρος του Χριστιανισμού, ο σπόρος του Ευαγγελίου. «Διώκετε τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (Εβρ. 12:14).

Έτσι λοιπόν, όπως οι άγιοι Απόστολοι και οι πρώτοι χριστιανοί υπήρξαν ο στόχος των διωγμών, έτσι και όσοι θέλουν να ζουν ευσεβώς καταδίωκονται από τους εχθρούς της πίστεως και του Χριστού, ώστε ο λόγος του Απ. Παύλου («Πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται») εξακολουθεί να επαναλαμβάνεται διαμέσου των αιώνων.

Εκτός από το μαρτύριο του αίματος, υπάρχει και το μαρτύριο της συνειδήσεως, το οποίο έχουν να αντιμετωπίσουν οι ασκητές και οι μοναχοί. Η υπομονή και η άσκηση αποτελεί ένα αληθινό μαρτύριο και μια μαρτυρία. Ένα συνεχές μαρτύριο της συνειδήσεως είναι η πιστή τήρηση όλων των εντολών του Ευαγγελίου (βλ. Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Η αγιότητα είναι κατορθωτή σήμερα;). Οι ασκητές αγωνίζονται συνεχώς να νικήσουν τα πάθη τους, να ταπεινώσουν τον εαυτό τους. Έχουν συνεχώς να αντιμετωπίσουν τις πολλές παγίδες του διαβόλου και τους πειρασμούς που συναντούν στη καθημερινή τους ζωή.

Σήμερα, που η λεγόμενη Νέα Τάξη πραγμάτων, μέσα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, εκφράζεται και ως μια εξουσιαστική παρουσία, η μαρτυρία της συνειδήσεώς μας προσλαμβάνει τεράστιες διαστάσεις που εγγίζουν το παρόν και το μέλλον μας, την ανθρωπιά και τον πολιτισμό μας, το ήθος και τη δημιουργικότητά μας, τη μαρτυρία και την παρουσία μας, ως ορθόδοξων χριστιανών, μέσα στον σύγχρονο κόσμο. Οι Χριστιανοί, αρνούμενοι κάθε εξουσία, καλούμαστε να γίνουμε φτωχοί και ειρηνικοί δούλοι του Χριστού, που θεμελιώνει την ελευθερία του προσώπου, φορείς παντός του πληρώματος του Θεού. (βλ. Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Η ζύμη του Ευαγγελίου)

11-6-2017

Κυριακή των Αγίων Πάντων

Ευαγγέλιον κατά Ματθ. ί 32-33, 37-38, ίθ 27-30

Πρωτότυπο Κείμενο

Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς όστις δ΄ αν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων, αρνήσομαι αυτόν καγώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς. Ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος· και ο φιλών υιόν η θυγατέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος· και ος ου λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, ουκ έστι μου άξιος. Τότε αποκριθείς ο Πέτρος είπεν αυτώ· ιδου ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήσαμέν σοι· τι άρα έσται ημίν; ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· αμήν λέγω υμίν ότι υμείς οι ακολουθήσαντές μοι, εν τη παλιγγενεσία, όταν καθίση ο υιός του ανθρώπου επί θρόνου δόξης αυτού, καθίσεσθε και υμείς επί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ. και πας ος αφήκεν οικίας ή αδελφούς ή αδελφάς ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή τέκνα ή αγρούς ένεκεν του ονόματός μου, εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει. Πολλοί δε έσονται πρώτοι έσχατοι και έσχατοι πρώτοι.

Μετάφραση

«Όποιος ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους ότι ανήκει σ΄ εμένα, θα τον αναγνωρίσω κι εγώ για δικόν μου μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου. Όποιος όμως με απαρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, θα τον απαρνηθώ κι εγώ μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου». «Όποιος αγαπάει τον πατέρα του ή τη μάνα του παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Κι όποιος αγαπάει το γιο του ή τη θυγατέρα του παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Επίσης όποιος δεν παίρνει το σταυρό του και δε με ακολουθεί, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Μίλησε τότε ο Πέτρος και του είπε: «Να, εμείς αφήσαμε τα πάντα και σε ακολουθήσαμε. Τι θα γίνει μ΄ εμάς;» Κι ο Ιησούς τους απάντησε: «Σας βεβαιώνω πως εσείς που με ακολουθήσατε, όταν θα καθίσει ο Υιός του Ανθρώπου στο μεγαλόπρεπο θρόνο του, στον καινούριο κόσμο, θα καθίσετε κι εσείς σε δώδεκα θρόνους, για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Κι όποιος άφησε σπίτια ή αδερφούς ή αδερφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για χάρη μου, θα πάρει εκατό φορές περισσότερα και θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Πολλοί θα βρεθούν από πρώτοι τελευταίοι, κι άλλοι από τελευταίοι πρώτοι».

Σχολιασμός

Στην ευαγγελική περικοπή της εορτής των Αγίων Πάντων ο Κύριος μας αναφέρει μια βασική αρχή  για να ακολουθήσουμε όλοι μας τον δρόμο των Αγίων, που δεν είναι άλλη από  την  ομολογία της πίστεως. Μας διαβεβαιώνει ο Κύριος: Καθένα που θα με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους που καταδιώκουν την πίστη μου, θα τον ομολογήσω κι εγώ ως πιστό ακόλουθό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. Εκείνον όμως που θα με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, αυτόν θα τον αρνηθώ κι εγώ και δεν θα τον αναγνωρίσω ως δικό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς.

Η ομολογία της πίστεως αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της εν Χριστώ ζωής. Οι άγιοι της Εκκλησίας το πέτυχαν αυτό, ομολόγησαν δηλαδή την πίστη τους στο Χριστό και τον έθεσαν πρώτη προτεραιότητα στη ζωή τους, πάνω από κάθε τι ανθρώπινο και γήινο, γι αυτό και δοξάστηκαν από το Θεό και τιμούνται από εμάς σήμερα. Και όταν μιλάμε για ομολογία πίστεως, έχουμε βέβαια στο νου μας τους άπειρους μάρτυρες, που θυσίασαν τη ζωή τους προκειμένου να μην αρνηθούν την πίστη τους στο Χριστό. Δεν σκέφτηκαν τίποτα, δεν δείλιασαν μπροστά σε καμία απειλή, δεν κάμφθηκαν από τους πόνους και τα βασανιστήρια, δεν αρνήθηκαν το Χριστό ακόμα και όταν οι τύραννοι θανάτωναν ενώπιόν τους τα αγαπημένα τους πρόσωπα, γονείς, παιδιά, συζύγους. Για τους μάρτυρες της πίστεώς μας το μεγαλύτερο αγαθό, το οποίο δεν μπορεί κανείς να μας αφαιρέσει, είναι ο Χριστός, τον οποίο δεν αρνήθηκαν και γι’ αυτό τα ονόματά τους έχουν μείνει αιώνια γραμμένα στο βιβλίο της ζωής.

Η ομολογία ωστόσο της πίστεως στο Χριστό δεν έχει να κάνει μόνο με το σωματικό μαρτύριο, αλλά με την όλη στάση του ανθρώπου, με τη διαρκή παρουσία του Χριστού στην καρδιά και στη ζωή του. Ομολογία πίστεως έδωσαν οι ασκητές της ερήμου, που θυσίασαν κάθε δικαίωμά τους και κάθε άνεση, ακόμα και την καθημερινή τους τροφή, για την αγάπη του Χριστού. Ομολογία πίστεως έδωσαν και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ποιμαίνοντας το λαό του Θεού με το παράδειγμά τους και με τα συγγράμματά τους, με τα οποία αγωνίστηκαν να μας μορφώσουν εν Χριστώ και να αντικρούσουν τις πλάνες των αιρέσεων. Ομολογία πίστεως έδωσαν και όλοι οι Άγιοι, ακόμα και εκείνοι που παραμένουν άγνωστοι σε εμάς και μόνο ο Θεός γνωρίζει.

Ομολογία του Χριστού καλείται να δώσει ο κάθε πιστός σε κάθε εποχή και σε κάθε περίσταση, σε κάθε πτυχή και δραστηριότητα του καθημερινού του βίου, στην εργασία, στο σπίτι, στις συναναστροφές, στην κοινωνία, στον κάθε μας συνάνθρωπο. Ιδιαίτερα μάλιστα στην εποχή μας, που γίνεται προσπάθεια να περιοριστεί η πίστη στην ιδιωτική ζωή του ανθρώπου, που ο Χριστός και η πίστη μας βάλλεται με νέα μέσα και με πρόσχημα τα ανθρώπινα δήθεν δικαιώματα, ο λόγος του Κυρίου μας θα πρέπει να μας προβληματίσει ακόμα περισσότερο. 
 
Ο Κύριος λοιπόν θέτει ως βασική προϋπόθεση της σωτηρίας μας να ομολογούμε το Χριστό μπροστά στους διώκτες και αρνητές του. Ποιο όμως ακριβώς είναι το νόημα των λόγων αυτών του Κυρίου;  Αν κανείς μελετήσει τις αναλύσεις των ιερών ερμηνευτών, θα δει ότι εδώ ο Κύριος δεν ζητεί μία γενική και αόριστη ομολογία. Αλλά ζητεί να τον ομολογούμε με συγκεκριμένο και σαφή τρόπο, να  τον ομολογούμε ως Σωτήρα μας και Θεό μας.

Γιατί όμως ο Χριστός μας ζητά μία τέτοια ομολογία; Διότι μέσα στους αιώνες κανείς δεν αρνήθηκε ότι ο Κύριος είναι ένας μεγάλος διδάσκαλος, προφήτης, αναγεννητής, φιλόσοφος. Κανείς δεν αρνήθηκε το πνευματικό και κοινωνικό του έργο. Το σημείο που ενοχλεί τους διώκτες του Κυρίου είναι ένα και μοναδικό: η θεότητά του. Διότι αυτό καθορίζει τα πάντα στη ζωή μας.

Εάν δεχθούμε τον Κύριο Ιησού Χριστό απλώς και μόνο ως ένα ιστορικό πρόσωπο ξεχωριστό, τότε αυτό δεν έχει καμία επίδραση στη ζωή μας. Εάν όμως τον αποδεχθούμε και τον ομολογούμε ως Θεάνθρωπο Διδάσκαλο Σωτήρα μας, τότε αυτό έχει καθοριστική σημασία για τη ζωή μας. Διότι τότε θα πρέπει να αποδεχθούμε όλα όσα ζητάει από εμάς και να συμμορφώσουμε τη ζωή μας με το θέλημά του.

 

Ο δρόμος λοιπόν προς την αγιότητα προϋποθέτει όχι μία γενική και αόριστη ομολογία πίστεως, αλλά μία πίστη και ομολογία συγκεκριμένη. Να ομολογούμε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό ως «Θεόν αληθινόν, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα». Και να ζούμε όπως εκείνος θέλει. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στο δρόμο των Αγίων, στο δρόμο του Χριστού.