10-9-2017

Kυριακή Προ της Υψώσεως

Απόστολος προς (Γαλ. στ’ 11-18)

Πρωτότυπο Κείμενο

Αδελφοί, ίδετε πηλίκοις υμίν γράμμασιν έγραψα τη εμή χειρί. Όσοι θέλουσιν ευπροσωπήσαι εν σαρκί, ούτοι αναγκάζουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, μόνον ίνα μη τω σταυρώ του Χριστού διώκωνται. Ουδέ γαρ οι περιτετμημένοι αυτοί νόμον φυλάσσουσιν, αλλά θέλουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, ίνα εν τη υμετέρᾳ σαρκί καυχήσωνται. Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω. Εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ίσχύει ούτε ακροβυστία, αλλά καινή κτίσις. και όσοι τω κανόνι τούτω στοιχήσουσιν, ειρήνη επ’ αυτούς και έλεος, και επί τον Ισραήλ του Θεού. Του λοιπού κόπους μοι μηδείς παρεχέτω· εγώ γαρ τα στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματί μου βαστάζω. Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μετά του πνεύματος υμών, αδελφοί· αμήν.

Νεοελληνική απόδοση

Αδελφοί, προσέξτε με πόσο μεγάλα γράμματα σας γράφω τώρα με το ίδιο μου το χέρι. Όσοι θέλουν ν’ αποκτήσουν καλή φήμη στους ανθρώπους, αυτοί προσπαθούν να σας υποχρεώσουν να περιτέμνεστε με μόνο στόχο να μην καταδιώκονται από τους Ιουδαίους εξαιτίας του σταυρού του Χριστού. Άλλωστε ούτε κι αυτοί που επιμένουν στην περιτομή τηρούν τον νόμο. Απλώς θέλουν να περιτέμνεστε εσείς, για να καυχηθούν που σας κατάφεραν να το κάνετε. Όσο για μένα, δε θέλω άλλη αφορμή για καύχηση εκτός από το σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, το σταυρό που πάνω του πέθανε ο κόσμος για μένα κι εγώ για τον κόσμο. Γιατί για όσους ανήκουν στον Ιησού Χριστό δεν έχει καμιά σημασία ούτε το να κάνεις περιτομή ούτε το να μην κάνεις, αλλά όλοι είναι νέα δημιουργήματα του Θεού. Κι όσοι ακολουθούν αυτή την αρχή, θα έχουν την ειρήνη και το έλεος του θεού μαζί τους, αυτοί και όλος ο λαός του Θεού. Στο εξής ας μη μου δημιουργεί κανένας προβλήματα. Αρκετά έχω πάθει για τον Ιησού, όπως δείχνουν τα σημάδια στο σώμα μου. Η χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού εύχομαι να είναι μαζί σας, αδελφοί μου. Αμήν.

Σχολιασμός

Η Εκκλησία τοποθέτησε την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στην αρχή του νέου εκκλησιαστικού έτους, επειδή θέλει να δείξει στους πιστούς, ότι ο χρόνος τους πρέπει να αξιολογείται με μοναδικό σκοπό τη σωτηρία τους. Με το σκεπτικό αυτό η Εκκλησία όρισε να διαβάζεται η συγκεκριμένη αποστολική περικοπή την Κυριακή πριν τη γιορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, γιατί μέσα από αυτή την περικοπή ο Απ. Παύλος εξαίρει τη χάρη που απορρέει από τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου.

Η σημερινή περικοπή αποτελεί τον επίλογο της επιστολής που έστειλε ο απόστολος Παύλος προς την Εκκλησία της Γαλατίας. Τα πολλά  πνευματικά προβλήματα των χριστιανών που υπήρχαν στην περιοχή εκείνη, τα οποία δημιούργησαν οι Ιουδαίοι Χριστιανοί σε σχέση με το αν πρέπει να γίνεται περιτομή ή όχι κατά Βάπτισμα, παρακίνησαν τον Απ. Παύλο να γράψει την προς Γαλάτας Επιστολή. Υποδεικνύει εδώ ο Απόστολος ότι είναι λανθασμένη αυτή η αντίληψη, το ότι δηλαδή πρέπει, εκτός από το βάπτισμα, που στηρίζεται στη σταυρική θυσία του Χριστού, να δέχονται και την ιουδαϊκή περιτομή, που ορίζει ο Νόμος.  Ο Απ. Παύλος απευθυνόμενος στους Γαλάτες τους λέει ότι δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος που να τους επιβάλλει να τηρήσουν τη συγκεκριμένη διάταξη του Νόμου, αλ¬λά τους τονίζει ότι αυτοί που τους προτρέπουν να το κάνουν, ενεργούν με μοναδικό σκοπό να ικανοποιήσουν τους Ιουδαίους. Αυτό το κάνουν μόνο για να καυχηθούν ότι κατάφεραν να πείσουν τους εξ Εθνών Χριστιανούς να κάνουν την περιτομή. Γι’ αυτό υπενθυμίσει στους Γαλάτες ότι από τη στιγμή που δέχθηκαν το άγιο Βάπτισμα έχουν καταστεί «καινή κτίσις» και δεν επιτρέπεται να επιστρέφουν στις παλιές διατάξεις του μωσαϊκού νόμου, αλλά να καυχώνται για το σταυρό του Κυρίου.

Το μόνο πράγμα, για το οποίο πρέπει να καυχόμαστε ως αληθινοί Χριστιανοί, λέει ο Απ. Παύλος, είναι ο Σταυρός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, για το γεγονός δηλαδή ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος, σταυρώθηκε και έπαθε όλα αυτά για χάρη μας. «Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού». Με τα λόγια του αυτά εκφράζει τη σημασία και την τιμή που πρέπει να προσφέρουν οι Χριστιανοί στο Σταυρό. Αυτό το σταυρό τον επωμιζόμαστε και εμείς οι Χριστιανοί με το άγιο Βάπτισμα. «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθημεν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν» (Ρωμ.6:3). Με τη βάπτισή μας σηκώνουμε το Σταυρό του Χριστού και αγωνιζόμαστε να σταυρώσουμε τα πάθη μας, για να φτάσουμε στη σωτηρία μας. Με αυτά τα λόγια ο απ. Παύλος θέλει να μας τονίσει ότι από τη στιγμή που βαπτισθήκαμε έχουμε γίνει κοινωνοί του σταυρικού θανάτου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, γι’ αυτό και δεν πρέπει να ντρεπόμαστε να ομολογούμε το Σταυρό του Κυρίου, ο οποίος είναι το σημείο της σωτηρίας και της ελευθερίας μας.

Ο Σταυρός είναι το μεγαλύτερο δώρο που πρόσφερε ο Χριστός στον άνθρωπο, είναι το πιο δυνατό όπλο κατά του διαβόλου. Ο σταυρός, πριν τη σταύρωση του Χριστού ήταν σημείο λύπης και αισχύνης, αφού ήταν όργανο θανάτου για τους μεγαλύτερους εγκληματίες. Μετά όμως τη σταύρωση του Χριστού έγινε σύμβολο χαράς και καύχησης, καθότι «ιδού γαρ ήλθε διά του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω». Ο Σταυρός έγινε καύχημα της Εκκλησίας, γιατί δι’ αυτού θανατώθηκε ο θάνατος, καταργήθηκε η αμαρτία και  την οδύνη από τον άνθρωπο.

Στην Παλαιά Διαθήκη συναντούμε πολλές προτυπώσεις του Τίμιου Σταυρού. Ο Ιακώβ πρώτος εικόνισε το σταυρό προσκυνώντας το άκρο της ράβδου του Ιωσήφ και ακολούθως ευλόγησε με σταυρωμένα τα χέρια τους γιους του Ιωσήφ. Το σημείο του σταυρού προεικόνισε και η ράβδος του Μωυσή, όταν χτύπησε σταυροειδώς τη θάλασσα σώζοντας τον Ισραήλ και βυθίζοντας τον Φαραώ και τους Αιγυπτίους. Η υψωμένη ράβδος με το φίδι στην έρημο για να θεραπεύονται από τα φαρμακερά φίδια, προεικονίζει την ύψωση του Χριστού πάνω στο σταυρό. Με τα χέρια του ο Μωυσής σχημάτισε Σταυρό για να κατατροπώσει το στρατό του Αμαλήκ.

Στην πατερική γραμματεία και στην υμνογραφία ο Σταυρός αναφέρεται ως «το ξύλον της ζωής». Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τον αντιδιαστέλλει με το «ξύλον της γνώσεως του καλού και του κακού», το οποίο βρισκόταν στο μέσο του Παραδείσου και συνδέεται με τη πτώση των πρωτοπλάστων. Όπως αναφέρει ο άγιος Ιωάννης, επειδή «δια ξύλου» εισήλθε ο θάνατος στον κόσμο, έπρεπε «δια ξύλου» να δωρηθεί στον κόσμο η ζωή και η ανάσταση.

Ο σταυρός ήταν άτιμος, εφόσον καρφώνονταν πάνω σε αυτόν όλοι οι παράνομοι του, οι οποίοι έφεραν μέσα τους την κακία και το εγωισμό. Άλλα όταν καρφώθηκε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο τέλειος άνθρωπος και ο πιο ταπεινός, νικήθηκε και έπαψε να είναι άτιμος και έγινε τίμιο ξύλο, που χαρίζει τη ζωή στους ανθρώπους. Αυτή η αλλαγή του σταυρού συμβολίζει την αλλαγή του κόσμου. Όπως το σταυρό τον μετέβαλε ο Κύριος από σκεύος ατιμίας σε σκεύος τιμής, έτσι και τον κόσμο τον μετέφερε από την αθλιότητα στη χάρη και την ευλογία, αφού έγινε για εμάς όπλο κατά του διαβόλου. Για αυτό και η Εκκλησία μας ψάλλει «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν Σου ημίν δέδωκας».

10-9-2017

Kυριακή Προ της Υψώσεως

Ευαγγέλιον κατά (Ιω. γ΄: 13-17)

Πρωτότυπο κείμενο

Είπεν ο Κύριος·  και ουδεὶς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς, ο Υιός του ανθρώπου ο ων εν τω ουρανώ. και καθώς Μωϋσής ύψωσε τόν όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τόν Υιόν του ανθρώπου, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον. ούτω γάρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τόν υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον. Ου γαρ απέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού εις τον κόσμον ίνα κρίνη τον κόσμον , αλλ΄ ίνα σωθή ο κόσμος δι’ αυτού.

Απόδοση

Είπεν ο Κύριος• κανένας βέβαια δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο Υιός του Ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό, και που είναι στον ουρανό. Όπως ο Μωϋσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια. Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε στο θάνατο το μονογενή του Υιό, για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ’ αυτόν αλλά να έχει ζωή αιώνια. Γιατί ο Θεός δεν έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι΄αυτού.

Σχολιασμός

Η Κυριακή αυτή ονομάζεται Κυριακή προ της Υψώσεως, γιατί προηγείται της εορτής της υψώσεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού που τελείται στις 14 Σεπτεμβρίου. Η ευαγγελική περικοπή είναι απόσπασμα λόγου του Ιησού Χριστού με τον οποίο αποκαλύπτει τη θεϊκή του ταυτότητα και το σκοπό για τον οποίο ήρθε στον κόσμο. Τα θέματα τα οποία θίγονται στη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή και οι αποκαλύψεις του Ιησού Χριστού είναι ιδιαίτερα σημαντικές.

Αρχικά βεβαιώνει ότι είναι ο «υιός του ανθρώπου». Αυτός ο όρος σημαίνει ότι είναι ο Μεσσίας, ο απεσταλμένος από το Θεό. Εδώ ο Κύριος θέτει μια αντίθεση, κανένας δεν έχει πάει στον ουρανό παρά μόνο εκείνος που κατέβηκε από τον ουρανό, ο υιός του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι κανένας δε γνωρίζει το Θεό και τα του Θεού παρά μόνο ο υιός του Θεού. Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν μπορεί να αποκαλύψει, το θέλημα του Θεού για τους ανθρώπους.

Ο λόγος του Κυρίου «ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς» αποτελεί μια από τις σημαντικότερες διδασκαλίες της Αγίας Γραφής σχετικά με τη γνώση του Θεού από τον άνθρωπο. Ο Ιησούς Χριστός βεβαιώνει ότι μόνο ο ίδιος γνωρίζει το Θεό γιατί προέρχεται από το Θεό.  Επομένως από αυτό συνεπάγεται ότι εμείς οι άνθρωποι δεν έχουμε την τέλεια γνώση του Θεού αλλά ό,τι γνωρίζουμε για τον Θεό προέρχεται από τη δική του αποκάλυψη. Ο ίδιος ο Χριστός αποτελεί την προσωπική αποκάλυψη του Θεού γιατί κατέβηκε από τον ουρανό δηλαδή έχει απόλυτη σχέση με το Θεό. Βέβαια η μεγαλύτερη αποκάλυψη του Θεού δια του Ιησού Χριστού είναι η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, η οποία αποκαλύφθηκε με τη σταυρική θυσία του Ιησού Χριστού.

Στη συνέχεια ο Χριστός αποκαλύπτει το σκοπό της επί γης παρουσίας του, που είναι η δωρεά της αιώνιας ζωής. Για να γίνει κατανοητό αυτό χρησιμοποιεί μια εικόνα από την Παλαιά Διαθήκη. Όταν οι Ισραηλίτες βρίσκονταν στην έρημο και κατευθύνονταν προς τη γη της Επαγγελίας άρχισαν να παραπονιούνται για την έλλειψη ψωμιού και νερού. Τότε εμφανίσθηκαν δηλητηριώδη φίδια και για να σωθούν οι Ισραηλίτες ο Μωϋσής ύψωσε σε ξύλο ένα χάλκινο φίδι, που σχημάτισε το σημείο του Σταυρού. Εδώ ακριβώς υπάρχει και μια από τις πολλές προτυπώσεις του Πάθους του Κυρίου μέσα στην Παλαιά Διαθήκη. Όποιος γύριζε και έβλεπε το χάλκινο φίδι τότε σωζόταν. Από αυτή την εικόνα παίρνει αφορμή ο Ιησούς Χριστός για πει ότι κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να υψωθεί και ο ίδιος για να σωθούν οι άνθρωποι, για να κερδίσουν την αιώνια ζωή «ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον». Ο Χριστός θα υψωθεί, δηλαδή θα σταυρωθεί υψούμενος πάνω στο ξύλο του Σταυρού. Αυτή η ύψωση του Χριστού είναι συγχρόνως και το σημείο δόξας του, κάτι που είναι δύσκολο να κατανοήσει η ανθρώπινη λογική. Πρέπει όμως να συμβάλει και ο άνθρωπος για να κερδίσει την αιώνια ζωή με το να επιδείξει την πίστη του.

Ο Θεός έστειλε τον Υιό του να σώσει τον κόσμο κινούμενος από την αγάπη του προς τον άνθρωπο. Είναι από τα πλέον σημαντικά στοιχεία των εκδηλώσεων του Θεού προς τον άνθρωπο, γιατί αυτή η αγάπη οδηγεί προς τη σταυρική θυσία του Υιού του. Καλείται λοιπόν ο άνθρωπος να έχει αυτό το μέγεθος της αγάπης τόσο προς το Θεό όσο και προς το συνάνθρωπο. Επίσης μας αποκαλύπτει με αυτό τον τρόπο ότι ο σκοπός της παρουσίας του στον κόσμο δεν είναι η κρίση του κόσμου αλλά η σωτηρία των ανθρώπων. Ο Χριστός είναι ο Σωτήρας και προσφέρει τη Σωτηρία η οποία προσφέρεται με την παρουσία του, τη διδασκαλία και τη σταυρική του θυσία.

Αυτό είναι το δώρο και η χάρη του Θεού προς τον άνθρωπο. Δεν έχει προϋποθέσεις αυτή η αγάπη, είναι ανιδιοτελής, και όπως η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο έφτασε μέχρι του σημείου της σταυρικής θυσίας του Υιού του, έτσι και η αγάπη μέσα στο σύγχρονο κόσμο λαμβάνει σταυρική διάσταση. Η αγάπη απαιτεί σταυρική θυσία και ανιδιοτελή προσφορά προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο. Αυτή η σταυρική αγάπη είναι η διέξοδος στο αδιέξοδο της κρίσης που διέρχεται η κοινωνία μας.

3-9-2017

Kυριακή ΙΓ΄ Επιστολών

Απόστολος προς (Κορ. ισ’ 13-24)

Πρωτότυπο Κείμενο 

Αδελφοί, γρηγορείτε, στήκετε εν τη πίστει, ανδρίζεσθε, κραταιούσθε. Πάντα υμών εν αγάπη γινέσθω. Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί· οίδατε την οικίαν Στεφανά, ότι εστίν απαρχή της Αχαΐας και εις διακονίαν τοις αγίοις έταξαν εαυτούς· ίνα και υμείς υποτάσσησθε τοις τοιούτοις και παντί τω συνεργούντι και κοπιώντι. Χαίρω δε επί τη παρουσία Στεφανά και Φορτουνάτου και Αχαϊκού, ότι το υμών υστέρημα ούτοι ανεπλήρωσαν, ανέπαυσαν γαρ το εμόν πνεύμα και το υμών. Επιγινώσκετε ουν τους τοιούτους. Ασπάζονται υμάς αι εκκλησίαι της Ασίας. Ασπάζεται υμάς εν κυρίω πολλά Ακύλας και Πρίσκιλλα συν τη κατ’ οίκον αυτών εκκλησία. Ασπάζονται υμάς οι αδελφοί πάντες. Ασπάσασθε αλλήλους εν φιλήματι αγίω. Ο ασπασμός τη εμή χειρί Παύλου. Ει τις ου φιλεί τον Κύριον, ήτω ανάθεμα. Μαράν αθά. Η χάρις του Κυρίου Ιησού Χριστού μεθ’ υμών. Η αγάπη μου μετά πάντων υμών εν Χριστώ Ιησού· αμήν. 

Νεοελληνική Απόδοση 

Αδελφοί, αγρυπνείτε! Μένετε στερεοί  στην πίστη! Να είστε γενναίοι και δυνατοί.  Όλες τις πράξεις σας να τις εμπνέει η αγάπη. Έχω να σας ζητήσω κάτι, αδελφοί: Γνωρίζετε την οικογένεια του Στεφανά, που τα μέλη της υπήρξαν ο πρώτος καρπός του κηρύγματος στην Αχαΐα, κι αφιέρωσαν τον εαυτό τους στην υπηρεσία των πιστών. Γι’ αυτό κι εσείς πρέπει να ακούτε τέτοιους ανθρώπους καθώς και όποιον εργάζεται και κοπιάζει μαζί τους. Είμαι πολύ χαρούμενος από την παρουσία κοντά μου του Στεφανά, του Φουρτουνάτου και του Αχαϊκού, γιατί αυτοί αναπλήρωσαν το κενό της απουσίας σας. Μου ξεκούρασαν την ψυχή, όπως και τη δική σας. Σε τέτοιους ανθρώπους οφείλετε αναγνώριση. Σας στέλνουν χαιρετισμούς οι εκκλησίες της Ασίας. Πολλούς χριστιανικούς χαιρετισμούς σας στέλνουν ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα και όλη η εκκλησία που συναθροίζεται σπίτι τους. Σας στέλνουν χαιρετισμούς όλοι οι αδελφοί. Χαιρετήστε ο ένας τον άλλο με αδελφικό φίλημα. Ο χαιρετισμός αυτός γράφεται από εμένα τον Παύλο με το ίδιο μου το χέρι. Όποιος δεν αγαπάει τον Κύριο Ιησού Χριστό ας είναι χωρισμένος από το σώμα της εκκλησίας. Μαράν αθά – ο Κύριος έρχεται! Η χάρη του Κυρίου Ιησού να είναι μαζί σας. Στο όνομα του Ιησού Χριστού που μας ενώνει, η αγάπη μου είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.

Ερμηνεία

1) Εισαγωγικά

Το αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής ΙΓ’ Ματθαίου είναι παρμένο από την πρώτη προς Κορινθίους επιστολή και συγκεκριμένα από το κεφάλαιο 16 και στίχους 13 έως 24. Οι στίχοι αυτοί είναι οι καταληκτικοί, κάτι σαν επίλογος μπορούμε να πούμε, της πρώτης επιστολής του Αποστόλου Παύλου προς την κοινότητα της εκκλησίας της Κορίνθου. Η εκκλησιαστική κοινότητα που βρίσκεται στην Κόρινθο είναι αποτέλεσμα της ιεραποστολικής δράσης και της κήρυξης του Ευαγγελίου του Αποστόλου Παύλου στην περιοχή. Με άλλα λόγια ο ίδιος ο Θείος Παύλος ίδρυσε αυτή την εκκλησιαστική κοινότητα. Έχοντας αυτή την στενή ιδιότητα ο Απ. Παύλος με την κορινθιακή εκκλησία, οποιεσδήποτε απορίες δημιουργούνταν και αφορούσαν θέματα πίστεως, οι κορίνθιοι απευθύνονταν στον Παύλο για την επίλυσή τους. Αυτό ακριβώς αφήνεται να εννοηθεί ως αιτία συγγραφής αυτής της επιστολής. Εκφράστηκαν κάποιες απορίες, παρουσιάστηκαν κάποια προβλήματα και ο Απόστολος Παύλος γράφει αυτή την επιστολή για να τους δώσει κατευθύνσεις και λύσεις, να τους νουθετήσει και να τους συμβουλεύσει. 

2) Η ανθρώπινη επαφή και κοινωνία

Εμείς στον παρόν κείμενο θα καταπιαστούμε με το θέμα της ανθρώπινης επαφής παίρνοντας ως απαρχή το «Ασπάζονται υμάς οι αδελφοί πάντες. Ασπάσασθε αλλήλους εν φιλήματι αγίω [=Σας στέλνουν χαιρετισμούς όλοι οι αδελφοί. Χαιρετήστε ο ένας τον άλλο με αδελφικό φίλημα.]» (Α’ Κορ. 16, 20). Ο ασπασμός, το φίλημα δηλαδή μάγουλο με μάγουλο, και ο εναγκαλισμός, το αγκάλιασμα, ήταν ένα στοιχείο του ανθρώπου που χαρακτήριζε τις κοινωνικές και διανθρώπινες σχέσεις του ιδίου τόσο με τον πλησίον του, όσο και με τον μακράν του.

Ο εναγκαλισμός και ο ασπασμός ήταν χαρακτηριστική κίνηση που έκανε κάποιος με το που έβλεπε κάποιο γνωστό και πολύ αγαπητό του πρόσωπο. Έδειχνε μ’ αυτό τον τρόπο την χαρά, την ευτυχία και την πληρότητα που ένιωθε μόνο και μόνο με το που είδε αυτό το άλλο πρόσωπο, τον άλλο άνθρωπο και διά αυτού τον ίδιο το Θεό. Αυτή η κίνηση πληρότητας μας θυμίζει κατά πολύ το «εντολήν καινήν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς ίνα και υμείς αγαπάτε αλλήλους.  Εν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί εστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις [= σας δίνω μια νέα εντολή, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Όπως σας αγάπησα εγώ, να αγαπάτε κι εσείς ο ένας τον άλλο. Έτσι θα σας ξεχωρίζουν όλοι πως είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη ο ένας για τον άλλο]» (Ιω. 13, 34 – 35). Άραγε επικρατεί κάτι αντίστοιχο μέχρι και σήμερα; Ισχύει αυτή η κατάσταση ακόμη ή όχι; 

3) Η περίοδος της «απρόσωπης κοινωνίας».

Η κατάσταση του σήμερα στο κοινωνικό επίπεδο και τις διαπροσωπικές και ανθρώπινες σχέσεις, χαρακτηρίζεται από πολλούς κοινωνιολόγους, ψυχολόγους και από άτομα με φιλοσοφικές ανησυχίες, ως «η περίοδος της απρόσωπης κοινωνίας». Με την τόσο απότομη και ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, παρουσιάστηκαν στον άνθρωπο τόσα πολλά και ποικίλα μέσα επικοινωνίας, τόσες πολλές δυνατότητες επικοινωνίας με τον άλλο, με τον πλησίον. Δίνεται τώρα η ευκαιρία της επικοινωνίας με άτομα που υπό «κανονικές» συνθήκες δεν θα μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε λόγω απόστασης, συνθηκών ζωής, διαφοράς ώρας και τοποθεσίας. 

Όπως στο κάθε τι, υπάρχει η θετική και η αρνητική του πλευρά, έτσι υπάρχει και σ’ αυτή την κατάσταση που πραγματευόμαστε. Σταδιακά φθάσαμε από το επίπεδο της χρήσης, στο επίπεδο της κατάχρησης, από την κοινωνία στην α –κοινωνίαα – κοινωνησία και αποξένωση. Αυτό οδήγησε σε λανθασμένα και κακά αποτελέσματα. Το σκεπτικό της ανάπτυξης των τόσων πολλών και διαφόρων μέσων επικοινωνίας, χρησιμοποιώντας την συνεχώς αναπτυσσόμενη τεχνολογία, ήταν για να δοθεί στον άνθρωπο η δυνατότητα επικοινωνίας του με τον άλλο που –όπως έχουμε αναφέρει πιο πάνω-, προηγουμένως ήταν αδύνατο λόγω διαφόρων καταστάσεων. Φθάσαμε στο σημείο να ζούμε κυριολεκτικά «σε ένα άλλο κόσμο» με ψεύτικους «φίλους» μέσα σε ψεύτικες καταστάσεις και σχέσεις. Σιγά – σιγά ο άνθρωπος οδηγείται στην αλλοτρίωση της ανάγκης της ανθρώπινης επαφής, του εναγκαλισμού και βολεύεται στην επαφή διά μέσου της τεχνολογίας. Δεν είμαστε αντίθετοι στην χρήση της τεχνολογίας ή των διαφόρων μέσων επικοινωνίας, είμαστε αντίθετοι στην κατάχρηση της τεχνολογίας σε βάρος της ανθρώπινης επαφής. Χάνεται ή μπορούμε να πούμε μειώνεται βαθμιαία η έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου να έρθει σε επαφή, να δει, να ακούσει από κοντά, να δει το πρόσωπό, να αγγίξει τον άλλο, τον συνάνθρωπο, τον «αδελφό εν Χριστώ» (Κολ. 1,2). 

Ως καλή απάντηση και λύση στο όλο θέμα, θα μπορούσαμε να προβάλουμε την σχέση του ανθρώπου με τον άνθρωπο ως μέσω σωτηρίας. Πως είναι δυνατόν να επιθυμούμε τη σωτηρία μας αλλά να μην έχουμε επαφή με τον «Άλλο»; Να ζητούμε να νιώσουμε και να βιώσουμε τον Θεό, αλλά τον άνθρωπο που τον βλέπουμε και είναι δίπλα μας, να μην τον θέλουμε και να μην επιθυμούμε να έχουμε επαφή μαζί του. Είναι αδύνατον και αδιανόητο. Συν τοις άλλοις παραβιάζουμε  και την θεία εντολή «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου, αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε ομοία αυτή, αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν [=Ν’ αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου μ’ όλη την καρδία σου, μ’ όλη τη ψυχή σου και μ’ όλο τον νου σου. Αυτή είναι η πρώτη και πιο μεγάλη εντολή. Δεύτερη, εξίσου σπουδαία μ’ αυτή: ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου]» (Μτθ. 22, 37 – 39). 

4)  Επίλογος – Σύμπερασμα

Για το λόγο τούτο, θα θέλαμε να κρατήσουμε το εξής: πρέπει πάντοτε στη ζωή του ο άνθρωπος να κάνει χρήση των πραγμάτων και όχι κατάχρηση ακολουθώντας και αυτό που πολύ σωστά έχει λεχθεί από τους προγόνους μας «μέτρον άριστον». Και εμείς όπως και οι παραλήπτες της επιστολής αυτής, οι χριστιανοί της Κορινθιακής εκκλησίας, να υλοποιήσουμε την προτροπή του Αποστόλου Παύλου των Εθνών όπως να «χαιρετούμε ο ένας τον άλλο με αδελφικό φίλημα» (Α’ Κορ. 16, 20). Γένοιτο.

 

3-9-2017

Κυριακή ΙΓ’ Ματθαίου

Ευαγγέλιον κατά (Ματθ. κα΄, 33-42)

Πρωτότυπο κείμενο

Άνθρωπος ην οικοδεσπότης όστις εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκεν καί ώρυξεν εν αυτώ ληνόν και ωκοδόμησεν πύργον, και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς, και απεδήμησεν. ότε δε ήγγισεν ο καιρός των καρπών, απέστειλεν τους δούλους αυτού προς τους γεωργούς λαβείν τους καρπούς αυτού. και λαβόντες οι γεωργοί τους δούλους αυτού ον μεν έδειραν, ον δε απέκτειναν, ον δε ελιθοβόλησαν. πάλιν απέστειλεν άλλους δούλους πλείονας των πρώτων, και εποίησαν αυτοίς ωσαύτως. ύστερον δε απέστειλεν προς αυτούς τον υιόν αυτού λέγων· εντραπήσονται τον υιόν μου. οι δε γεωργοί ιδόντες τόν υιόν είπον εν εαυτοίς, Ούτος εστιν ο κληρονόμος• δεύτε αποκτείνωμεν αυτόν και σχώμεν την κληρονομίαν αυτού. και λαβόντες αυτόν εξέβαλον έξω του αμπελώνος και απέκτειναν. όταν ουν έλθη ο κύριος του αμπελώνος, τι ποιήσει τοις γεωργοίς εκείνοις; λέγουσιν αυτώ· κακούς κακώς απολέσει αυτούς, και τον αμπελώνα εκδώσεται άλλοις γεωργοίς, οίτινες αποδώσουσιν αυτώ τους καρπούς εν τοις καιροίς αυτών. λέγει αυτοίς ο Ιησούς· ουδέποτε ανέγνωτε εν ταις γραφαίς, λίθον όν απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες ούτος εγενήθη εις κεφαλήν γωνίας· παρά κυρίου εγένετο αύτη, και έστι θαυμαστή εν οφθαλμοίς ημών;

Απόδοση

Aκούστε μια άλλη παραβολή. Ένας γαιοκτήμονας φύτεψε ένα αμπέλι,  το περίφραξε, έσκαψε σ’ αυτό πατητήρι, έχτισε πύργο, το νοίκιασε σε γεωργούς κι έφυγε σε άλλον τόπο. Όταν έφτασε ο καιρός της καρποφορίας, έστειλε τους δούλους του στους γεωργούς να πάρουν το μερίδιό του από τους καρπούς. Oι γεωργοί όμως έπιασαν τους δούλους του, κι άλλον τον έδειραν, άλλον τον σκότωσαν, κι άλλον τον λιθοβόλησαν. Ξανάστειλε άλλους δούλους, περισσότερους από τους πρώτους και τους έκαναν τα ίδια. Τελευταίο έστειλε το γιο του λέγοντας: «θα σεβαστούν το γιο μου». Oι γεωργοί όμως όταν είδαν το γιο, είπαν μεταξύ τους: «αυτός είναι ο κληρονόμος. Εμπρός, ας τον σκοτώσουμε και ας αρπάξουμε την κληρονομιά του». Τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και τον σκότωσαν. Όταν λοιπόν έρθει ο ιδιοκτήτης του αμπελιού, τι θα κάνει σ’εκείνους τους γεωργούς; Tου λένε: « Επειδή είναι κακοί, θα τους εξολοθρεύσει με το χειρότερο τρόπο και θα ενοικιάσει το αμπέλι σε άλλους γεωργούς, που θα του δίνουν τους καρπούς στην εποχή τους». Tους λέει ο Iησούς: «Ποτέ σας δε διαβάσατε στις Γραφές;  Ο λίθος που πέταξαν σαν άχρηστο οι οικοδόμοι, αυτός έγινε αγκωνάρι· ο Kύριος το έκανε αυτό κι είναι αξιοθαύμαστο στα μάτια μας.

Σχολιασμός

 Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή αναπτύσσεται η παραβολή των κακών γεωργών, την οποία συναντούμε επίσης στο κατά Μάρκον (Μκ. 12, 1-12) και στο κατά Λουκάν (Λκ. 20, 9-19) ιερό Ευαγγέλιο. Ο Ιησούς Χριστός εισέρχεται στο Ναό των Ιεροσολύμων και διδάσκει το λαό. Τότε οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι, γεμάτοι αγανάκτηση για το θείο έργο του Ιησού, Τον ρωτούν με ποια εξουσία ενεργεί και ποιος Του την παραχώρησε (Μτ. 21, 23). Ο Κύριος, θέλοντας να απαντήσει σ’ αυτούς και να τους διδάξει, εκφωνεί την παραβολή των δύο υιών (Μτ. 21, 28-32) και αμέσως μετά τη σημερινή παραβολή των κακών γεωργών.

 Στην παραβολή αναφέρεται ότι κάποιος οικοδεσπότης φύτεψε αμπέλι, το περίφραξε, έκτισε μέσα πύργο και πατητήρι και στη συνέχεια το ενοικίασε σε κάποιους γεωργούς. Την εποχή της καρποφορίας ο οικοδεσπότης έστειλε τους δούλους του για να πάρουν μερίδιο από τους καρπούς, αλλά οι γεωργοί τούς έδειραν, τούς λιθοβόλησαν, τούς σκότωσαν. Τα ίδια ακριβώς έκαναν και όταν ο οικοδεσπότης έστειλε για δεύτερη φορά περισσότερους δούλους από τους πρώτους. Ο οικοδεσπότης δείχνει μακροθυμία και στέλλει τον υιό του, αφού σκέφτεται ότι αυτόν πρέπει να τον σεβαστούν. Οι γεωργοί μένουν αδιόρθωτοι και σκοτώνουν κακήν κακώς και τον υιό του αφέντη τους. Η παραβολή ολοκληρώνεται με την ερώτηση του Ιησού τι πρέπει να πράξει ο οικοδεσπότης και με την απόκριση αυτών που άκουγαν τον Ιησού ότι πρέπει να εξολοθρεύσει τους γεωργούς και να ενοικιάσει το αμπέλι σε άλλους.

 O οικοδεσπότης δεν είναι άλλος από τον Ίδιο το Θεό και αμπελώνας είναι το Ιουδαϊκό έθνος, το οποίο ο Κύριος εξέλεξε για να σώσει δια μέσω του ολόκληρη την ανθρωπότητα: «Ο γάρ αμπελών Κυρίου Σαβαώθ οίκος του Ισραήλ» (Ησ. 5, 7). Φραγμός του αμπελώνα είναι ο νόμος, ο οποίος προστάτευε το λαό από την αμαρτία και την απομάκρυνση από το Θεό. Πατητήρι είναι το θυσιαστήριο, πύργος ο Ναός των Ιεροσολύμων και γεωργοί οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού.

 Οι απεσταλμένοι δούλοι είναι οι θεοκήρυκες προφήτες που έστειλε ο Θεός στο Ιουδαϊκό γένος για να λάβουν τους καρπούς της θεοσέβειας, της τήρησης των εντολών και των έργων της αρετής. Βέβαια αυτοί είτε δάρθηκαν όπως τον προφήτη Μιχαία (Γ΄ Βασιλειών 22, 24), είτε φονεύθηκαν όπως το Ζαχαρία «μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου» (Ματθ. 23, 35), είτε λιθοβολήθηκαν όπως τον Ιερεμία. Η αποστολή των προφητών διήρκεσε μέχρι τις ημέρες του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, τον οποίο αποκεφάλισαν (Λκ. 20, 12). Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει χαρακτηριστικά: «Εκείνοι που δεν είχαν να δώσουν, αν και ήταν οφειλέτες, δεν έπρεπε να αγανακτούν ούτε να επιδεικνύουν σκληρότητα, αλλά να παρακαλούν. Αυτοί όμως, όχι μόνο αγανάκτησαν, αλλά και γέμισαν τα χέρια τους με αίμα, και αν και έπρεπε να τιμωρηθούν, ζήτησαν να γίνουν τιμωροί. Γι’ αυτό και έστειλε και δεύτερους και τρίτους απεσταλμένους για να αποδειχθεί η κακία τους και η φιλανθρωπία του Θεού» (Αγ. Ιωάννη Χρυσοστόμου, Εξήγηση στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, Ομιλία 68η , ΕΠΕ Τόμος 11Α).

 Μετά τους προφήτες ο Θεός έστειλε τον ίδιό Του τον Υιό, που όντας τἐλειος Θεός έγινε και τέλειος άνθρωπος, προσφέροντας έτσι στην ανθρώπινη φύση το δραστικότερο φάρμακο: τη θεότητά Του. Τα λόγια της παραβολής «Και λαβόντες αυτόν (τον υιόν), εξέβαλον έξω του αμπελώνος, και απέκτειναν (οι γεωργοί)», είναι όχι μόνο παραβολικά αλλά και προφητικά, αφού ο Θεάνθρωπος Ιησούς τα είπε για τον εαυτό Του πριν αυτά συμβούν. Οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού αν και είχαν χρέος να Τον σεβαστούν, να πιστεύσουν σ’ Αυτόν, να μετανοήσουν και να παραμερίσουν κάθε κακία τους, εντούτοις Τον οδηγούν στο Γολγοθά και εκεί Τον σκοτώνουν με σταυρικό θάνατο.

 Στην ερώτηση του Κυρίου πώς πρέπει να αντιμετωπίσει ο οικοδεσπότης τους γεωργούς εκείνους, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι απαντούν ότι επιβάλλεται να τους εξολοθρεύσει με το χειρότερο τρόπο και να ενοικιάσει το αμπέλι σε άλλους γεωργούς που θα προσκομίζουν μερίδιο των καρπών. Κατ’ αυτό τον τρόπο υπογράφουν οι ίδιοι την καταδίκη τους, αφού ως ιερείς είχαν το χάρισμα της ιεροσύνης και χωρίς να το γνωρίζουν προφήτευσαν τα αληθινά (πρβλ. Αγ. Ιωάννου του Δαμασκηνού, Λόγος στην παραβολή του αμπελώνος και στη ξηρανθείσα συκή, ΕΠΕ Τόμος 9). «΄Αλλοι γεωργοί» είναι οι Άγιοι Απόστολοι και οι συνεχιστές του έργου τους, που εργάζονται στον αμπελώνα του νέου Ισραήλ, δηλαδή της Εκκλησίας.

 Μέσα από τη σημερινή παραβολή προβάλλεται με εντυπωσιακό τρόπο η χωρίς όρια αγάπη του Θεού για τον κόσμο, παρά τις αμαρτωλές εκδηλώσεις των ανθρώπων και μάλιστα τις εχθρικές προς το Θεό. Πραγματικά! Η συμπεριφορά του οικοδεσπότη είναι από πολλές απόψεις ακατανόητη, αν αυτή εξεταστεί λογικά. Πόσο ενδιαφέρον έδειξε για τη δημιουργία του αμπελώνα! Καλλιέργησε ο ίδιος το χωράφι, φύτεψε ο ίδιος τα κλήματα και περίφραξε το αμπέλι, έκτισε όχι μόνο πατητήρι για να γίνεται το κρασί αλλά και πύργο για την προστασία των γεωργών και του κτήματος. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σχολιάζει: «Πρόσεχε τη μεγάλη πρόνοια (του οικοδεσπότη) γι’ αυτούς (τους γεωργούς) και την απερίγραπτη απραξία τους. Καθ’ όσον αυτά που ήταν έργο των γεωργών, τα έκανε ο ίδιος· τοποθέτησε δηλαδή το φράκτη, φύτεψε το αμπέλι και όλα τα άλλα· και άφησε γι’ αυτούς μικρό έργο, το να φροντίζουν για το αμπέλι και να διαφυλάττουν εκείνα που τους εμπιστεύθηκαν. Γιατί τίποτα δεν παραλήφθηκε, αλλά έγιναν τα πάντα στην εντέλεια» (Αγ. Ιωάννη Χρυσοστόμου, Εξήγηση στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, Ομιλία 68η , ΕΠΕ Τόμος 11Α).

 Και ο οικοδεσπότης Θεός δεν περιορίζεται στα προαναφερθέντα. Δείχνει υπερβολική μακροθυμία όταν οι κακοί γεωργοί ραπίζουν, λιθοβολούν και σκοτώνουν τους απεσταλμένους Του. Δεν αγανακτεί, αλλά στέλνει και άλλους προφήτες, περισσότερους από τους πρώτους. Όταν και αυτοί έχουν την ίδια αντιμετώπιση με τους πρώτους, δεν εξοργίζεται, αλλά στέλνει τον μονογενή Υιό Του, αφού αυτόν έπρεπε να τον σεβαστούν. Εύστοχα είναι τα σχόλια του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού στο συγκεκριμένο σημείο: «(Κατέβηκε ο Υιός και Λόγος του Θεού) κατ’ οικονομίαν για χάρη μας από τις πατρικές αγκάλες στη γη, για να έλθουμε και εμείς με την προαίρεσή μας από τη μητέρα γη προς αυτόν· φανέρωσε έτσι τον υπερβολικό πλούτο της αγάπης του προς εμάς. Διότι κανείς δεν μπορεί «να θυσιάζει τη ψυχή του για τους φίλους του» (Ιω. 15,13). {…}Και φίλους εννοώ όχι αυτούς που τον αγαπούν, αλλά αυτούς που εκείνος ποθεί. Διότι εμείς τον μισήσαμε, τον απαρνηθήκαμε και γίναμε δούλοι σε άλλον, αυτός όμως έμεινε σταθερός έχοντας αμετάβλητη την προς εμάς αγάπη του» (Αγ. Ιωάννου του Δαμασκηνού, Λόγος στην παραβολή του αμπελώνος και στη ξηρανθείσα συκή, ΕΠΕ Τόμος 9).

 Εμείς λοιπόν, ας προσπαθήσουμε να ανταποκριθούμε στην τόσο μεγάλη αγάπη του Θεού για μας, που είμαστε με το Άγιο Βάπτισμα φυτεμένοι στο νέο αμπελώνα Του, την Εκκλησία. Ας αποφύγουμε να ομοιάσουμε με τους κακούς γεωργούς στην αχαριστία και στη σκληρότητα κι ας αποδώσουμε στον Κύριο καρπούς μετανοίας και έργων φιλανθρωπίας. Ας απολαύσουμε τους σωτήριους καρπούς της ενανθρώπησης του Υιού του Θεού, ας πιστεύσουμε ακράδαντα σ’ Αυτόν κι ας Τον δεκτούμε στη ζωή και στην καρδιά μας. Αμήν!

27-8-2017

Κυριακή ΙΒ΄ Επιστολών

Απόστολος προς Κορ. (ιε΄ 1-11)

Πρωτότυπο κείμενο

Γνωρίζω δε υμίν, αδελφοί, το ευαγγέλιον ο ευηγγελισάμην υμίν, ο και παρελάβετε, εν ω και εστήκατε,  δι΄ου και σώζεσθε, τίνι λόγω ευηγγελισάμην υμίν ει κατέχετε, εκτός ει μη εική επιστεύσατε.  Παρέδωκα γαρ υμίν εν πρώτοις, ο και παρέλαβον, ότι Χριστός απέθανεν υπέρ των αμαρτιών ημών κατά τας γραφάς,  και ότι ετάφη, και ότι εγήγερται τη τρίτη ημέρα κατά τας γραφάς, 5. και ότι ώφθη Κηφά, είτα τοις δώδεκα έπειτα ώφθη επάνω πεντακοσίοις αδελφοίς εφάπαξ, εξ΄ ων οι πλείους μένουσιν έως άρτι, τινές δε και εκοιμήθησαν έπειτα ώφθη Ιακώβω, είτα τοις αποστόλοις πάσιν έσχατον δε πάντων ωσπερεί τω εκτρώματι ώφθη καμοί.  εγώ γαρ ειμί ο ελάχιστος των αποστόλων, ος ουκ ειμί ικανός καλείσθαι απόστολος, διότι εδίωξα την εκκλησίαν του Θεού.  Χάριτι δε Θεού ειμί ο ειμί και η χάρις αυτού η εις εμέ ου κενή εγενήθη, αλλά περισσότερον αυτών πάντων εκοπίασα, ουκ εγώ δε, αλλ΄ η χάρις του Θεού η συν εμοί.  Είτε ουν εγω είτε εκείνοι, ούτω κηρύσσομεν και ούτως επιστεύσατε.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, σας θυμίζω το χαρμόσυνο μήνυμα που σας έφερα με το κήρυγμά μου. Αυτό το μήνυμα το δεχτήκατε, σ΄ αυτό παραμείνατε σταθεροί, μ΄ αυτό και σώζεστε, αν βέβαια μένετε προσκολλημένοι σ΄ αυτό, όπως ακριβώς σας το κήρυξα, εκτός εάν μάταια πιστέψατε. Σας παρέδωσα τη διδασκαλία που είχα κι εγώ παραλάβει και που έχει πρωταρχική σημασία: ότι δηλαδή ο Χριστός πέθανε, σύμφωνα με τις Γραφές, για τις αμαρτίες μας, ότι ενταφιάστηκε και ότι, σύμφωνα με τις Γραφές αναστήθηκε την τρίτη ημέρα και ότι εμφανίστηκε στον Κηφά, έπειτα στους Δώδεκα. Έπειτα εμφανίστηκε σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς συγχρόνως, από τους οποίους μερικοί πέθαναν, οι περισσότεροι όμως είναι ακόμα στη ζωή. Έπειτα εμφανίστηκε στον Ιάκωβο, έπειτα σε όλους τους αποστόλους. Τελευταία από όλους, εμφανίστηκε και σ΄ εμένα σαν σε έκτρωμα. Γιατί εγώ πραγματικά είμαι ο τελευταίος ανάμεσα σε όλους τους αποστόλους, εγώ δεν είμαι άξιος ούτε να ονομάζομαι απόστολος, γιατί καταδίωξα την εκκλησία του Θεού. Με τη χάρη όμως του Θεού έγινα αυτό που έγινα, κι αυτή η χάρη προς εμένα δεν υπήρξε άκαρπη: εργάστηκα περισσότερο απ΄ όλους τους αποστόλους, όχι βέβαια εγώ, αλλά η χάρη του Θεού που με συνοδεύει. Είτε εγώ, λοιπόν, είτε εκείνοι, αυτά κηρύττουμε και αυτά πιστέψατε.

Σχολιασμός

 Το θέμα που αναπτύσσει ο Απόστολος Παύλος στο 15ο κεφάλαιο της Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή του είναι η Ανάσταση των νεκρών. Αφορμή για να ασχοληθεί ο Απόστολος με το θέμα τούτο υπήρξε το γεγονός ότι μερικοί από τους χριστιανούς της Κορίνθου αρνούνταν να πιστέψουν στην ανάσταση των νεκρών.

Για να θεμελιώσει ο Παύλος τη διδασκαλία για τη μελλοντική ανάσταση των νεκρών αναπτύσσει εν πρώτοις την κοινή πίστη των Αποστόλων και των πρώτων χριστιανών στην Ανάσταση του Χριστού που αποτελεί τη βάση της αναστάσεως και των νεκρών και η οποία αναδεικνύει χαρακτηριστικά της ζωής και της αναστάσεως. Η Ανάσταση των νεκρών κατά την Δευτέρα Παρουσία προμηνύεται από την Ανάσταση του Χριστού. Δεν έχει καμιά  σχέση με την ζωή μετά το θάνατο του χριστιανού. Η ανάσταση των νεκρών , όλων των ανθρώπων μαζί , θα γίνει την  ίδια στιγμή ,κατά την έλευση της Δευτέρας  Παρουσίας του Χριστού ,που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Ανάσταση του Χριστού. Ανάσταση του Χριστού και ανάσταση των νεκρών αποτελούν ένα ενιαίο γεγονός , την πραγματοποίηση  του εσχατολογικού σχεδίου του Θεού για τον κόσμο. O Απόστολος Παύλος για να θεμελιώσει τη διδασκαλία του γύρω από το θέμα της ανάστασης των νεκρών που συνιστά την πεμπτουσία του χριστιανικού κηρύγματος, αναπτύσσει πρώτα την κοινή πίστη των Αποστόλων και των πρώτων χριστιανών στο μεγάλο αυτό γεγονός.

H Ανάσταση του Χριστού κατά τον Απόστολο Παύλο συνιστά την καρδιά του Ευαγγελίου που παρέδωκε ο ίδιος στους Κορινθίους , αλλά και που οι άλλοι Απόστολοι ευαγγελίζονταν με το κήρυγμα τους. Η ίδρυση της Εκκλησίας  της Κορίνθου  υπήρξε καρπός του ιεραποστολικού κηρύγματος του Αποστόλου Παύλου. Το κήρυγμα του Χριστού και το κήρυγμα των Αποστόλων , ονομάζεται «Ευαγγέλιον» γιατί είναι αγγελία χαρμόσυνη που κομίζει τη σωτηρία και εξαγγέλει τον πλούτο των αγαθών .  

Ο θάνατος του Χριστού «υπέρ των αμαρτιών ημων» συνιστά το θεμέλιο της σωτηρίας και γι αυτό την κορυφαία αλήθεια της πίστεως, που πιστεύει και ομολογεί η εκκλησία και που ο Παύλος παρέδωσε στους Κορινθίους . Ο Χριστός αναμάρτητος όντας(Ησ 53,9. Α΄ Πετρ.2,22. Α΄ Ιω.3,5)πέθανε όχι για τον εαυτό του αλλά για μας. Ο θάνατος Του αφορούσε τις δικές μας αμαρτίες.

Ο Απόστολος Παύλος υπογραμμίζει ότι Χριστός «απέθανεν υπέρ των αμαρτιών ημών κατά τας Γραφάς , ότι ετάφη και ότι εγέιρεται τη Τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς». Όπως και όλα τα γεγονότα της ζωής του Χριστού είχαν προφητευθεί και προτυπωθεί στις Γραφές ,το ίδιο συνέβη  και με τον θάνατο του.

Το κατά τας γραφάς σημαίνει  επίσης ότι τα γεγονότα εκτυλίχτηκαν  στο χώρο της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά η αποδοχή τους απαιτεί  την παρουσία και την επενέργεια της πίστεως  του ανθρώπου ως κοινωνία αγάπης και ενότητας με το Θεάνθρωπο Κύριο. Ο Αναστάς Κύριος φανερώθηκε στους Μαθητές , ιδιαίτερα στον απόστολο Πέτρο και μετά στον απόστολο Παύλο. Η προβαλλόμενη απόδειξη δεν έχει βέβαια τον χαρακτήρα ενός λογικού επιχειρήματος , αλλά αποτελεί μια ισχυρή μαρτυρία των ανθρώπων  που στην ύπαρξη τους έζησαν και φανέρωσαν το γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού. Ιδιαίτερα οι Άγιοι Απόστολοι έζησαν την Ανάσταση ως προσωπικό γεγονός και εμπειρία. Έγιναν αποδέκτες της άφθαρτης ζωής του Αναστάντος Κυρίου.

Η παρουσία του Χριστού φανερώνεται μέσα από την αδιάψευστη μαρτυρία των Αποστόλων, αρκεί οι άνθρωποι να ανοίξουν την καρδιά τους για να την δεχθούν. Ειδικότερα το μεγάλο γεγονός της Αναστάσεως αποκαλύπτεται ως το κέντρο της εν Χριστώ σωτηρίας του ανθρώπου.

Ωστόσο ο Απ. Παύλος άφησε ως τελευταία προσωπική μαρτυρία  την εμφάνιση του Κυρίου στο ίδιο, όταν πήγαινε προς τη Δαμασκό. Χωρίς δυσκολία σκιαγραφεί τον εαυτό του. Απο τη μια φανερώνει τη θαυματουργική κλήση του από το Χριστό και από την άλλη δεν διστάζει να χαρακτηρίσει τον εαυτό του ανάξιο και ελλιπή. Έπειτα για να δείξει  πως η υπεροχή της κλήσεως βρίσκεται στην αγάπη του Χριστού, προβάλλει την υπαρξιακή του ασθένεια και ονομάζει τον εαυτό του έκτρωμα. Η ρωμαλέα ομολογία του Αποστόλου για την έσχατη προσωπική του αδυναμία φανερώνει  πως ήδη τον είχε επισκεφθεί η χάρη του Χριστού που επισκέπτεται τον άνθρωπο με ταπεινό φρόνημα.

Επομένως όλοι όσοι πιστεύουν στο Χριστό θα αναστηθούν σε μια αιώνια ζωή. Η Ανάσταση του Χριστού αποδεικνύει τη νίκη του ενάντια στην αμαρτία, και πως έτσι προμηθεύει και σε εμάς την δύναμη για να ζούμε μια νικηφόρα ζωή ενάντια στην αμαρτία(Α΄Κορινθίους 15:24-34).Η ανάσταση του Χριστού αποτελεί τη βάση αλλά και την απόδειξη της μελλοντικής ανάστασης των νεκρών. Η ανάσταση των νεκρών , θα γίνει την ίδια στιγμή, κατά την έλευση της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου , η οποία συνδέεται άμεσα με τη Ανάσταση του Κυρίου.

27-8-2017

Κυριακή ΙΒ’ Ματθαίου

Ευαγγέλιον κατά Ματθ. (ιθ’ 16-26)

Πρωτότυπο Κείμενο

Και ιδού εις προσελθών είπεν αυτώ∙ διδάσκαλε αγαθέ, τι αγαθόν ποιήσω ίνα έχω ζωή αιώνιον; Ο δε είπεν αυτώ∙ τι με λέγεις αγαθόν; Ουδείς αγαθός ει μη εις ο Θεός. Ει δε θέλεις εισελθείν εις την ζωήν, τήρησον τας εντολάς. Λέγει αυτώ∙ ποίας; Ο δε Ιησούς είπε∙ το ου φονεύσεις, ου μοιχεύσεις, ου κλέψεις, ου ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα και την μητέρα, και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. Λέγει αυτώ ο νεανίσκος∙ πάντα ταύτα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου∙ τι έτι υστερώ;  Έφη αυτώ ο Ιησούς∙ ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησον σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι. ακούσας δε ο νεανίσκος τον λόγον απήλθε λυπούμενος∙ ην γαρ έχων κτήματα πολλά. Ο δε Ιησούς είπε τοις μαθηταίς αυτού∙ αμήν λέγω υμίν ότι δυσκόλως πλούσιος εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών. Πάλιν δε λέγω υμίν, ευκοπώτερόν εστι κάμηλον δια τρυπήματος ραφίδος διελθείν ή πλούσιον εις την βασιλείαν των ουρανών εισελθείν. Ακούσαντες δε οι μαθηταί αυτού εξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες∙ τις άρα δύναται σωθήναι; Εμβλέψας δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς∙ παρά ανθρώποις τούτο αδύνατον εστί, παρά δε Θεώ πάντα δυνατά εστι. 

Απόδοση 

Κάποιος πλησίασε τον Ιησού και του είπε: «Αγαθέ Διδάσκαλε, τι καλό να κάνω για ν’ αποκτήσω αιώνια ζωή;» Κι αυτός του είπε: «Γιατί με ονομάζεις αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μόνο ένας ο Θεός. Αν θέλεις πάντως να μπεις στη ζωή, τήρησε τις εντολές». Του λέει: «Ποιές;» Κι ο Ιησούς είπε: «Το μη σκοτώσεις, μη μοιχεύσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα και τη μητέρα σου και αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». Του λέει ο νεαρός: « Όλα αυτά τα τηρώ από πολύ μικρός∙ σε τι υστερώ ακόμα»; Του είπε ο Ιησούς: «Αν θέλεις να γίνεις τέλειος, πήγαινε πούλησε τα υπάρχοντά σου και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό κοντά στο Θεό, κι έλα να με ακολουθήσεις». Μόλις άκουσε την απάντηση ο νεαρός, έφυγε λυπημένος, γιατί είχε μεγάλη περιουσία.

Κι ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Σας βεβαιώνω πως δύσκολα θα μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού. Και σας το επαναλαμβάνω: Είναι ευκολότερο να περάσει καμήλα από βελονότρυπα, παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού».Όταν το άκουσαν οι μαθητές του, ένιωσαν μεγάλη κατάπληξη κι έλεγαν: «Τότε ποιος μπορεί να σωθεί;» Ο Ιησούς τους κοίταξε και είπε: « Αυτό είναι αδύνατο για τους ανθρώπους∙ για το Θεό όμως όλα είναι δυνατά».

Σχολιασμός 

Ο ευαγγελιστής Ματθαίος στη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή μας μεταφέρει το διάλογο του  Ιησού Χριστού με ένα πλούσιο νεαρό ο οποίος ρωτά τον Ιησού Χριστό τι πρέπει να κάνει για να κερδίσει την αιώνια ζωή. Ο Κύριος λοιπόν απαντά στο νεαρό αυτό άντρα λέγοντάς του ότι για να κερδίσει στην αιώνια ζωή πρέπει να ακολουθεί κάποιες εντολές όπως το μη σκοτώσεις, μη μοιχεύσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα και τη μητέρα σου και αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου. Ο νεαρός χωρίς να χάσει χρόνο λέει στον Ιησού ότι αυτά τα τηρεί και τα τηρούσε από την παιδική του ηλικία. Τότε ο Κύριος δε μένει εκεί ζητά κάτι άλλο από τον πλούσιο άντρα. Του ζητά να πουλήσει όλη την περιουσία του και να τον ακολουθήσει, τότε ο νεαρός φεύγει γιατί αυτό που του ζητούσε ο Κύριος δεν μπορούσε να το κάνει πράξη γιατί η περιουσία του ήταν πολύ μεγάλη. Τότε ο Κύριος απευθύνεται στους μαθητές του και τους λεει ότι πολύ δύσκολα θα κερδίσει κάποιος πλούσιος τη βασιλεία των ουρανών και συγκεκριμένα λεει ότι πιο εύκολα περνά καμήλα από την βελονότρυπα παρά να κερδίσει πλούσιος τη βασιλεία του Θεού. Όταν αντέδρασαν οι μαθητές τους εξήγησε ο Ιησούς ότι μπορεί κάποια πράγματα να είναι αδύνατα για τους ανθρώπους για το Θεό όμως είναι όλα δυνατά. 

Ο Ιησούς Χριστός στην ερώτηση του νεαρού τι να κάνει για να κερδίσει τη βασιλεία των ουρανών απάντησε αρχικά με κάποιες εντολές από το Δεκάλογο που δόθηκε από το Θεό στο Μωϋσή στο Όρος Σινά. Πρόκειται για το γραπτό νόμο του Θεού ο οποίος ρύθμιζε τη θρησκευτική, την κοινωνική, την οικογενειακή και την ηθική ζωή των ανθρώπων  ώστε να εκπληρώνεται η αρετή και να αποφεύγεται η αμαρτία. Οι Δέκα Εντολές, ήταν γραμμένες πάνω σε δύο λίθινες πλάκες, χαραγμένες από τον ίδιο το Θεό αλλά τις άκουσε και ο ίδιος ο Μωυσής ως αυτήκοος μάρτυρας πάνω στο όρος Σινά. Οι τέσσερις πρώτες εντολές αφορούν τα καθήκοντα των ανθρώπων απέναντι στο Θεό. «1.Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός σου. Ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλήν εμού, ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον, ουδέ παντός ομοίωμα. Ου προσκυνήσεις αυτοίς, ουδέ μη λατρεύσεις αυτοίς. 2.Ου λήψει το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω ου γαρ μη καθαρίση Κύριος ο Θεός σου τον λαμβάνοντα το όνομα αυτού επί ματαίω. 3.Μνήσθητι την ημέραν των σαββάτων αγιάζειν αυτήν. Εξ ημέρας εργά και ποιήσεις πάντα τα έργα σου. Τη δε ημέρα τη εβδόμη σάββατα Κυρίω τω Θεώ σου, ου ποιήσεις εν αυτή παν έργον». (Εξ. 20, 2-11). Οι τέσσερις αυτές εντολές αφορούν τη σχέση των ανθρώπων με το Θεό, είναι το θεολογικό μέρος του Δεκαλόγου. Οι υπόλοιπες έξι αφορούν στην κοινωνική και στη γενικότερη ηθική μας συμπεριφορά, τη συμπεριφορά μας απέναντι στους συνανθρώπους μας. «5.Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, ίνα εύ σοι γένηται, και ίνα μακροχρόνιος γένη επί της γής της αγαθής, ης Κύριος ο Θεός σου δίδωσί σοι. 6.Ου μοιχεύσεις. 7.Ου κλέψεις. 8.Ου φονεύσεις. 9.Ου ψευδομαρτυρήσεις κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή. 10.Ουκ επιθυμήσεις όσα τω πλησίον σου εστί». (Εξ. 20:12-17) Οι δέκα εντολές μας δείχνουν τα όρια μέσα στα οποία μπορούν να αναπτυχθούν οι ορθές σχέσεις με το Θεό και τους συνανθρώπους μας. Ο Ιησούς Χριστός τόνισε το πόσο σημαντική είναι η αγάπη προς το Θεό και η αγάπη προς τον πλησίον με μια διπλή κατεύθυνση που θυμίζει το Δεκάλογο όπου όπως αναφέραμε οι τέσσερις πρώτες εντολές αφορούν καθήκοντα απέναντι στο Θεό ενώ οι υπόλοιπες έξι αναφέρονται στη συμπεριφορά μας προς τους συνανθρώπους μας. « Διδάσκαλε, ποια εντολή μεγάλη εν τω νόμω; Ο δε Ιησούς έφη αυτώ∙ αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου. Αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε ομοία αυτή∙ αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. Εν ταύταις ταις δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται».(Μτθ. 22: 34-40). 

Ο Ιησούς Χριστός στην ερώτηση του νέου τι πρέπει να κάνει για να κερδίσει την αιώνια ζωή απαντά, «μη σκοτώσεις, μη μοιχεύσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα και τη μητέρα σου και αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου», αυτές είναι κάποιες από τις εντολές του Δεκαλόγου και με αυτό τον τρόπο τονίζει τη σημαντικότητα της τηρήσεως του Νόμου, πολύ σημαντικό για να κερδίσει ο πλούσιος νέος τη Βασιλεία των Ουρανών είναι η τήρηση των Νόμων, όμως ο Ιησούς δε μένει μόνο εκεί όταν ο νέος απάντά ότι αυτά που του ζήτησε ο Κύριος τα τηρεί από νεαρή ηλικία. Ζητά από το νέο και κάτι άλλο το οποίο δεν αποδέχεται, του ζητά να πωλήσει τα υπάρχοντά του και να ακολουθήσει τον Ιησού. Δε μένει μόνο στο λόγο του Νόμου ο Ιησούς Χριστός αλλά ζητά από το νέο να θυσιάσει τον πλούτο του το οποίο όμως δεν αποδέχεται. Γνώριζε ο Κύριος ότι ο νέος ήταν πολύ προσεχτικός στη ζωή του όσο αφορούσε τους Νόμους και αγωνιζόταν να τηρεί τις εντολές του Θεού, του πρόσθεσε λοιπόν την τελευταία αυτή εντολή, διότι ήθελε να τον οδηγήσει στο δρόμο της τέλειας αγάπης και να τον ελευθερώσει από την προσκόλληση που είχε στον πλούτο. 

Έχουμε εδώ, με την εντολή του Κυρίου προς το νέο, το πέρασμα από το Νόμο στη Χριστολογία, από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη. Με την εντολή του Κυρίου τα επιφανειακά και σκιώδη παραγγέλματα του Νόμου προσλαμβάνουν το βάθος της ευαγγελικής πνευματικής νομοθεσίας, είναι η διαδοχή του ατελούς Νόμου από το τέλειο Ευαγγέλιο. Με την έλευση του Κυρίου στον κόσμο πέρασε η περίοδος του νόμου και των νομικών διατάξεων και πλέον οι άνθρωποι καλούμαστε να ζήσουμε την καινή εν Χριστώ ζωή όπως και ο νέος της περικοπής. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας λέει «ο νόμος δια Μωυσέως εδόθη, η χάρις και η αλήθεια δια Ιησού Χριστού εγένετο». (Ιω. 1:17). Δεν πρέπει να μένουμε στη νομολογία αλλά πρέπει να πετύχουμε την ένωσή μας με το Χριστό, αυτό εννοεί όταν καλεί το νέο να τον ακολουθήσει, «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». (Γαλ. 2: 20).    

Ο νέος είχε την ψευδή ελπίδα ότι ο Κύριος θα του έλεγε ότι τηρώντας τους νόμους του Δεκαλόγου θα μπορούσε εύκολα να κερδίσει τη Βασιλεία των Ουρανών. Έτσι έχουμε την αποχώρηση του νέου όταν ο Ιησούς του ζητά να πωλήσει όλη την περιουσία του για να τον ακολουθήσει. Χρειάζεται να θυσιάσει ο νέος κάτι που γι’ αυτόν είναι πολύ σημαντικό και δεν το κάνει. 

Νόμιζε ο νέος ότι τηρούσε όλες τις εντολές που του ανέφερε ο Ιησούς,  και μια εντολή που σίγουρα δεν τηρούσε ήταν η αγάπη προς τον πλησίον γιατί πως μπορούσε να αγαπάει τον πλησίον του, τον κάθε φτωχό και άρρωστο, όταν κρατούσε τα πλούτη του αποκλειστικά για τον εαυτό του; Γιατί δε μπορούσε να θυσιάσει από τα πολλά που είχε για αυτούς που δεν είχαν καθόλου; Ζητούσε θυσιαστική αγάπη ο Κύριος από το νέο, την ίδια θυσιαστική αγάπη που ο ίδιος έκανε πράξη με τη σταυρική του θυσία. Αγαπούσε τον πλησίον του μέχρι το σημείο εκείνο που η αγάπη αυτή δεν του ζητούσε θυσίες. Δε μένει στη νομολογία ο Κύριος αλλά τονίζει τη θυσία που πρέπει ο καθένας μας να κάνει.     

Ο Ιησούς απευθύνεται στους μαθητές του και τους λέει ότι πιο εύκολο είναι να περάσει καμήλα από τη βελονότρυπα παρά πλούσιος στη Βασιλεία των Ουρανών. Στην αντίδραση των μαθητών για το ποιος τελικά θα μπορέσει να κερδίσει την Βασιλεία των Ουρανών ο Κύριος τους  ξεκαθαρίζει ότι τίποτα δεν αποκλείεται αφού όλα όσα δεν είναι δυνατά για τους ανθρώπους είναι δυνατά για το Θεό. Δε σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι οι οποίοι μπορεί να έχουν περιουσία πρέπει να την πωλήσουν για να ακολουθήσουν τον Ιησού. Δεν είναι ο πλούτος εμπόδιο για όλους τους ανθρώπους αλλά η εντολή για πώληση των υπαρχόντων του δόθηκε μόνο στο συγκεκριμένο πλούσιο γιατί ήθελε να τον βοηθήσει να απεξαρτηθεί από τη φιλαργυρία. Το πάθος του συγκεκριμένου ανθρώπου ήταν η φιλαργυρία και ακριβώς αυτό το πάθος ζήτησε ο Ιησούς να αρνηθεί, κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό πάθος που τον δένει στη γη και δεν τον αφήνει να αγαπήσει ελεύθερα και δυνατά το Θεό και τη Βασιλεία του, αυτά λοιπόν πρέπει να αρνηθούμε για να κερδίσουμε τη Βασιλεία των Ουρανών. 

Ας προσέξουμε λοιπόν μήπως κι εμείς σήμερα γινόμαστε πολλές φορές όπως τον πλούσιο νέο της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής. Τηρούμε το θέλημα του Θεού αλλά μέχρι εκεί που δεν έρχεται σε αντίθεση με το προσωπικό μας συμφέρον, τηρούμε το «Νόμο» όπως το νέο της  περικοπής φτάνει να μην μας ζητηθεί να αρνηθούμε τα πάθη και τις αδυναμίες μας για να ακολουθήσουμε τον Κύριο.  

20-8-2017

Κυριακή ΙΑ’ Επιστολών

Απόστολος προς: (Α’ Κορ. θ, 2 – 12)

Πρωτότυπο Κείμενο

Αδελφοί, η σφραγίς της εμής αποστολής υμείς εστε εν Κυρίω. Η εμή απολογία τοις εμέ ανακρίνουσιν αύτη εστι. Μή ουκ έχομεν εξουσίαν φαγείν και πιείν; Μη ουκ έχομεν εξουσίαν αδελφήν γυναίκα περιάγειν, ως και οι λοιποί απόστολοι και οι αδελφοί του Κυρίου και Κηφάς; Ή μόνος εγώ και Βαρβάβας ουκ έχομεν εξουσίαν του μη εργάζεσθαι; Τις στρατεύεται ιδίοις οψωνίοις ποτέ; Τις φυτεύει αμπελώνα και εκ του καρπού αυτού ουκ εσθίει; Ή τις ποιμαίνει ποίμνην και εκ του γάλακτος της ποίμνης ουκ εσθίει; Μη κατά άνθρωπον ταύτα λαλώ; Ή ουχί και ο νόμος ταύτα λέγει; Εν γαρ τω Μωϋσέως νόμω γέγραπται˙ «Ου φιμώσεις βούν αλοώντα». Μη των βοών μέλει τω Θεώ; ή δι’ ημάς πάντως λέγει; δι’ ημάς γαρ εγράφη, ότι επ’ ελπίδι οφείλει ο αροτριών αροτριάν, και ο αλοών της ελπίδος αυτού μετέχειν επ’ ελπίδι. Ει ημείς υμίν τα πνευματικά εσπείραμεν, μέγα ει ημείς υμών τα σαρκικά θερίσομεν; Ει άλλοι της εξουσίας υμών μετέχουσιν, ου μάλλον ημείς; Αλλ’ ουκ εχρησάμεθα τη εξουσία ταύτη, αλλά πάντα στέγομεν, ίνα μη εγκοπήν τινα δώμεν τω ευαγγελίω του Χριστού.

Νεοελληνική Απόδοση

Κι αν ακόμα άλλοι αρνούνται να με αναγνωρίσουν ως απόστολο, για σας είμαι˙ γιατί η ίδια η ύπαρξη της εκκλησίας σας είναι η απόδειξη πως είμαι απόστολος. Να πώ πως απολογούμαι σ’ αυτούς που αμφισβητούν και συζητούν την αυθεντία μου ως αποστόλου είναι η εξής: Δεν έχω τάχα δικαίωμα να συντηρούμαι με δαπάνη της εκκλησίας που υπηρετώ; Μήπως δε έχω δικαίωμα να έχω μαζί στα ταξίδια μου αδερφή χριστιανή ως οικονόμο, όπως κάνουν και οι άλλοι απόστολοι και τα αεδέρφια του Κυρίου και ο Κηφάς; Ή μήπως είμαστε οι μόνοι, εγώ κι ο Βαρνάβας, που δεν έχουμε δικαίωμα συντηρήσεως, αλλά  πρέπει να ζούμε με την εργασία μας; Ποιος πάει ποτέ στρατιώτης στον πόλεμο με δικά του έξοδα; ποιος φυτεύει αμπέλι και δεν τρώει από τον καρπό του; ή ποιος βόσκει πρόβατα και δεν τρώει από το γάλα του κοπαδιού; Μήπως αυτά που λέω είναι σύμφωνα μόνο με την ανθρώπινη καθημερινή πείρα; Κι ο νόμος δε λεει τα ίδια; Πράγματι, στο Μωσαϊκό νόμο είναι γραμμένο: Μη βάλεις φίμωτρο στο βόδι που αλωνίζει. Μήπως για τα βόδια νοιάζεται ο Θεός; Ή μήπως αυτά που λέει αναφέρονται πραγματικά σ’ εμάς; Ασφαλώς αυτά γράφτηκαν για μας. Γιατί πρέπει αυτός που οργώνει κι αυτός που αλωνίζει να κάνουν τη δουλειά τους με την ελπίδα της συμμετοχής στη συγκομιδή. Εμείς σπείραμε ανάμεσά σας πνευματική σπορά˙ σας φαίνεται πάρα πολύ αν θερίσουμε από σας τα υλικά, που είναι αναγκαία για τη συντήρηση μας; Αν άλλοι κάνουν χρήση αυτού του δικαιώματος απέναντι σας, δε θα ταίριαζε να το κάνουμε περισσότερο εμείς; Εμείς όμως δεν κάναμε χρήση του δικαιώματος αυτού, αλλά υπομένουμε κάθε στέρηση για να μη δημιουργήσουμε κανένα εμπόδιο στη διάδοση του ευαγγελίου του Χριστού.

Σχολιασμός

Το αποστολικό ανάγνωσμα, της σημερινής ημέρας είναι περικοπή από τη πρώτη προς Κορινθίους επιστολή του αποστόλου Παύλου. Η επιστολή αυτή είναι γραμμένη σε πολύ προσωπικό ύφος, ο Απόστολος παραπονείται και υπερασπίζει τον εαυτό του και το έργο του. Κεντρικό σημείο πάντα στη σκέψη του αποστόλου Παύλου είναι η Εκκλησία και το αποστολικό αξίωμα. Έχει βαθειά συνείδηση για τα δύο αυτά πράγματα ο Απόστολος, στα οποία είναι όλο το έργο του Χριστού και της σωτηρίας των ανθρώπων. Η Εκκλησία και οι Απόστολοι, η Ανάσταση και η Πεντηκοστή, ο Ιησούς Χριστός και το Άγιο Πνεύμα. Γι᾽ αυτό μας μιλάει σήμερα, για το έργο και τη θέση των αποστόλων στον κόσμο. Για ένα έργο πολύ μεγάλο. Τι παραπάνω απ᾽ το να είσαι συνεργάτης του Θεού στο έργο της σωτηρίας των ανθρώπων; Και για μια θέση πολύ δύσκολη. Ποιός αντέχει σ᾽ όλες αυτές τις δυσκολίες και ποιός νικάει όλα αυτά τα εμπόδια;

Από τη μια πλευρά, ο Απόστολος, μας λέει για τη στάση και τη συμπεριφορά του κόσμου απέναντι στους αποστόλους, και από την άλλη για τη στάση και τη συμπεριφορά των αποστόλων απέναντι στον κόσμο. Θλίβονται, κοπιάζουν, περιφρονούνται, συκοφαντούνται οι απόστολοι από τους ανθρώπους. Κι όλα αυτά τα αντιμετωπίζουν με συνείδηση χρέους, με συναίσθηση ευθύνης, με πνεύμα αυταπάρνησης και θυσίας, με μακροθυμία και υπομονή, με ειλικρινή αγάπη, με πίστη στο Χριστό και την Ανάσταση. Αυτές είναι οι εσωτερικές δυνάμεις των αποστόλων του Χριστού και των ποιμένων της Εκκλησίας. Κι αυτές πάλι δεν είναι ανθρώπινες δυνάμεις, αλλά καρποφορία του Αγίου Πνεύματος, όταν η ανθρώπινη προαίρεση το επιτρέπει να καρποφορήσει.

Ακούγοντας το αποστολικό κείμενο ξαναθυμόμαστε τις αφορμές που είχε ο απόστολος Παύλος για να γράψει έτσι στους χριστιανούς της Κορίνθου. Κοπίασε να ιδρύσει την Εκκλησία της Κορίνθου, χρειαζόταν όμως πολύ φροντίδα ακόμη για να οργανωθεί η τοπική αυτή Εκκλησία. Οι Κορίνθιοι μη μπορώντας να αποβάλλουν συνήθειες της προηγούμενης ζωής τους και ιδιαίτερα την κακή παράδοση να είναι χωρισμένοι σε φατρίες, έφθασαν στο σημείο μερικοί να μην αναγνωρίζουν τον Παύλο σαν απόστολο του Χριστού. Κι εκείνος ως αληθινός συνεργάτης του Θεού, για να στηρίξει την αποστολή και τη θέση του παρακαλεί και απολογείται. Προσπαθεί να δώσει στους ανθρώπους να καταλάβουν ποιό είναι το γνήσιο χριστιανικό πνεύμα, ποιό είναι το έργο των αληθινών αποστόλων και ποιά είναι η θέση τους στον κόσμο, η θέση και των αποστόλων και των ποιμένων της Εκκλησίας αλλά και όλων των χριστιανών, με αυτό το πνεύμα να συνεχίσουν και να αναζωπυρώσουν την πίστη και την ελπίδα στο Χριστό «Το Πνεύμα μη σβέννυτε» (Α Θεσ. 5:19).

Κι εκείνη την εποχή οι άνθρωποι παρασύρονταν και θαύμαζαν ο,τι έβλεπαν στην επιφάνεια, ο,τι έλαμπε, χωρίς να μπορούν να δουν την ουσία και την αλήθεια των πραγμάτων. Και τότε υπήρχαν αυτοί που καπηλεύονταν κάθε ιερό και όσιο, τις ελπίδες και της προσδοκίες των ανθρώπων, τη δικαιοσύνη, την ειρήνη και όλα τα ιδανικά. Οι αληθινοί απόστολοι και ποιμένες του λαού βρίσκονται σε δύσκολη θέση, δεν θέλουν να χρησιμοποιήσουν τα μέσα του κόσμου. Τότε οπλίζονται με πολλή πίστη και υπομονή και παρακαλούν.  Το “παρακαλούμε” των αποστόλων είναι πολύ πιο δυνατό από οποιαδήποτε διαταγή και απ᾽ όλους τους εξαναγκασμούς. Οι απόστολοι δεν χρειάζονται μέσα και τρόπους του κόσμου, είναι συνεργάτες του Θεού. Δεν θέλουν να επιβληθούν, θέλουν την ελεύθερη συγκατάθεση των ανθρώπων, γι᾽ αυτό και παρακαλούν.

Παρακαλούν λοιπόν οι απόστολοι και απολογούνται. Και η περικοπή αυτή είναι όλη μία απολογία του αποστόλου Παύλου. Με τον όρο απολογία εδώ εννοείται η εξήγηση, εξηγείται σε αυτούς που τον αμφισβητούν και τον κρίνουν ως Απόστολο. «Σε τίποτε καμμιά αφορμή δεν δίνουμε, για να μην κατηγορηθεί η Εκκλησία και το έργο της», λέει ο άγιος Απόστολος. Η πρώτη απόδειξη είναι ότι, όπως και οι άλλοι απόστολοι, έτσι και ο ίδιος είδε τον Χριστό Αναστάντα: «Ουχί Ιησούν Χριστόν τον Κύριον ημών εώρακα;» (κορ. Α΄ 9:1). Ο Παύλος αναφέρεται στο συγκλονιστικό γεγονός που συνέβη κατά την πορεία του προς τη Δαμασκό, ένα γεγονός το οποίο στη συνείδηση του αποτέλεσε την κλήση και την αποστολή του στη διακονία του Ευαγγελίου . Το «πάντοτε το αγαθόν διώκεται και εις αλλήλους και εις πάντας» (Α’ Θεσ. 5:15) είναι χαρακτηριστικό των προτροπών του όχι μόνο στις δύο προς Θεσσαλονικείς αλλά και σε όλες τις επιστολές του. Η οικουμενικότητα του κηρύγματός του, όχι μόνο στο θεολογικό επίπεδο της σωτηρίας Ιουδαίων και εθνικών αλλά και στο πρακτικό επίπεδο της προς πάντας «φιλαδελφίας» σε μια εποχή όπως η σημερινή, με τα θετικά αλλά και τα αρνητικά της σημεία που έχουν επισημανθεί, ιδίως τα δεύτερα, από Ορθόδοξους εκκλησιαστικούς ηγέτες και από επιστήμονες θεολόγους αποτελεί την ουσιώδη συμβολή του Παύλειου λόγου, διαχρονικά αλλά και συγχρονικά, στην κοινωνία της εποχής μας.

Δεύτερη απόδειξη ήταν το ίδιο το έργο του: η ίδρυση και συγκρότηση από τον ίδιο της Εκκλησίας της Κορίνθου: «Ου το έργον μου υμείς εστέ εν Κυρίω;» (κορ. Α΄ 9:1). Άν άλλοι, που δεν είχαν γνωρίσει τον Χριστό και το Ευαγγέλιό του από τον Παύλο, θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την αποστολική του ιδιότητα, αυτό σε καμία περίπτωση δεν δικαιούνταν να το κάνουν οι χριστιανοί της Κορίνθου, οι οποίοι δια του αποστόλου Παύλου είχαν ελκυσθεί στην καινούρια πίστη. Για να σκέφτεται και να μιλάει κανείς έτσι, πρέπει να έχει βαθειά συνείδηση της αποστολής του στην Εκκλησία, πρέπει να πιστεύει πως πραγματικά είναι συνεργός του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων. Το ζήτημα για τον Απόστολο δεν είναι μόνον πως σκέφτονται η πως φέρονται οι άνθρωποι, αλλά και τι πιστεύουν και τι κάνουν οι ποιμένες της Εκκλησίας.

Οι εκκλησιές είναι γεμάτες με εικόνες αγίων πατέρων και διδασκάλων, που ακολούθησαν το δρόμο του μεγάλου Αποστόλου, που έζησαν με την αγωνία μήπως εξαιτίας τους κατηγορηθεί το έργο της Εκκλησίας. Τα λόγια αυτά του Αποστόλου βέβαια δεν είναι μόνο για τους πατέρες της Εκκλησίας. Αναφέρονται, όπως είπαμε, σε κάθε χριστιανό. Πρώτοι οι Απόστολοι και οι Πατέρες και ύστερα κάθε αληθινός χριστιανός με τον τρόπο που ζει, με τον τρόπο που σκέφτεται και με ο,τι κάνει, κηρύττει το Χριστό και το Ευαγγέλιο σ᾽ όλους. Ιδιαίτερα σ᾽ εκείνους που δεν είναι πρόθυμοι να το ακούσουν και να το δεχθούν.

Συνεχίζοντας λοιπόν ο απόστολος, μας μιλάει ακριβώς για τον τρόπο ζωής των χριστιανών. Πως δηλαδή πρέπει να σκέφτονται, ποιά να είναι τα κίνητρα των πράξεών τους, πως ν᾽ αντιδρούν στο κακό. Η γνώση της αλήθειας του Θεού, η μακροθυμία και η υπομονή, η καλοσύνη και η τιμιότητα, η δικαιοσύνη, η ανυπόκριτη αγάπη, η ανιδιοτέλεια, η χαρά μέσα από τη λύπη κι όλα αυτά με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος και τη χάρη του Θεού. Αυτά είναι που ξεχωρίζουν τον αληθινό χριστιανό, αυτά είναι η δύναμή του και η παρρησία του. Είναι τόσο επίκαιρα τα λόγια του Αποστόλου σήμερα, που οι άνθρωποι – ακόμα και οι χριστιανοί – είναι κυριευμένοι από το πνεύμα της πλεονεξίας, της αντεκδίκησης, της δολιότητας και της διαφθοράς.

Μέσα στους ανθρώπους σήμερα, είναι ριζωμένη η σκέψη του συμφέροντος, τι μπορούν να κερδίσουν, όχι τι να θυσιάσουν. Η γλώσσα όμως με την οποία μίλησε ο Απόστολος είναι η γλώσσα των ανθρώπων που έταξαν τον εαυτό τους να συνεργαστούν με το Θεό, να υπηρετήσουν στο έργο της σωτηρίας. Τέτοιοι άνθρωποι που υπηρετούν πιστά την Εκκλησία, που ακολουθούν τα ίχνη των αποστόλων και των αγίων θα υπάρχουν πάντα και σε κάθε εποχή, μπορεί να είναι λίγοι, μα θα υπάρχουν πάντα. Πρώτα βέβαια οι καλοί ποιμένες της Εκκλησίας και ύστερα οι αληθινοί χριστιανοί, όλοι ως διάκονοι και συνεργάτες του Θεού.

20-8-2017

Κυριακή ΙΑ΄ Ματθαίου

Ευαγγέλιον κατά: Ματθ. (ιη΄, 23-35)

Πρωτότυπο Κείμενο

Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην˙ Ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω βασιλεί, ος ηθέλησε συνάραι λόγον μετά των δούλων αυτού. Αρξαμένου δε αυτού συναίρειν προσηνέχθη αυτώ εις οφειλέτης μυρίων ταλάντων. Μη έχοντος δε αυτού αποδούναι εκέλευσεν αυτόν ο κύριος αυτού πραθήναι και την γυναίκα αυτού και τα τέκνα και πάντα όσα είχε, και αποδοθήναι. Πεσών ούν ο δούλος προσεκύνει αυτώ λέγων˙ Κύριε, μακροθύμησον επ’ εμοί και πάντα σοι αποδώσω. Σπλαγχνισθείς δε ο κύριος του δούλου εκείνου απέλυσεν αυτόν και το δάνειον αφήκεν αυτώ. Εξελθών δε ο δούλος εκείνος εύρεν ένα των συνδούλων αυτού, ος ώφειλεν αυτώ εκατόν δηνάρια, και κρατήσας αυτόν έπνιγε λέγων˙ απόδος μοι ει τι οφείλεις. Πέσων ουν ο σύνδουλος αυτού εις τους πόδας αυτού παρεκάλει αυτόν λέγων˙ Μακροθύμησον επ’ εμοί και αποδώσω σοι. Ο δε ουκ ήθελεν, αλλά απελθών έβαλεν αυτόν εις φυλακήν εως ου αποδώ το οφειλόμενον. Ιδόντες δε οι σύνδουλοι αυτού τα γενόμενα ελυπήθησαν σφόδρα, και ελθόντες διεσάφησαν τω κυρίω εαυτών πάντα τα γνόμενα. Τότε προσκαλεσάμενος αυτόν ο κύριος αυτού λέγει αυτώ˙ Δούλε πονηρέ, πάσαν την οφειλήν εκείνην αφηκά σοι, επεί παρεκαλεσάς με˙ ουκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου, ως και εγώ σε ηλεήσα; Και οργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν τοίς βασανισταίς έως ου αποδώ παν το οφειλόμενον αυτώ. Ούτω και ο Πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυτών.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει μ’ ένα βασιλιά, που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι του.» Μόλις άρχισε να κάνει τον λογαριασμό, του φέρανε κάποιον που όφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα. Επειδή δεν μπορούσε να τα επιστρέψει, ο κύριος του διέταξε να πουλήσουν τον ίδιο, τη γυναίκα του, τα παιδιά του κι όλα τα υπάρχοντά του και να του δώσουν το ποσό απο την πώληση. Ο δούλος τότε έπεσε στα πόδια του, τον προσκυνούσε κι έλεγε: «δείξε μου μακροθυμία και θα σου τα δώσω όλα τα χρέη μου πίσω». Τον λυπήθηκε λοιπόν ο κυρίος του εκείνον τον δούλο και τον άφησε να φύγει˙ του χάρισε μάλιστα και το χρέος. Βγαίνοντας έξω ο ίδιος δούλος, βρήκε έναν απο τους συνδούλους του, που του όφειλε μόνο εκατό δηνάρια˙ τον έπιασε και τον έσφιγγε να τον πνίξει λέγοντάς του: «ξόφλησέ μου αυτά που μου χρωστάς». Ο σύνδουλός του τότε έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε: «δείξε μου μακροθυμία, και θα σου τα ξεπληρώσω». Εκείνος όμως δεν δεχόταν, αλλά πήγε και τον έβαλε στη φυλακή, ώσπου να ξεπληρώσει ότι του χρωστούσε. Όταν το είδαν αυτό οι σύνδουλοί του, λυπήθηκαν πάρα πολύ, και πήγαν και διηγήθηκαν στον κύριο τους όλα όσα έγιναν. Τότε ο κύριος τον κάλεσε και του λέει:«κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρακάλεσες˙ δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως κι εγω σπλαχνίστηκα εσένα;». Και οργισμένος τον παρέδωσε στους βασανιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όσα του χρωστούσε. «Έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν ο καθένας σας δεν συγχωρεί τα παραπτώματα του αδελφού του μ’ όλη του την καρδιά».

Σχολιασμός

Πραγματικά διαβάζοντας κανείς την παρούσα παραβολή του Κυρίου μας αμέσως κορυφώνονται μέσα στην ψυχή του αισθήματα συγκίνησης και θαυμασμού για την μεγαλοκαρδία και καλοσύνη που είχε δείξει ο βασιλέας για τον δούλο του. Αντίθετα παρατηρεί κανείς την αχάριστη και σκληρή στάση του πονηρού δούλου προς τον βασιλιά αλλά και στον συνδούλο του. Ο Απόστολος Πέτρος ακούοντας τον Κύριο μας να τονίζει ότι μια από τις προϋποθέσεις συγχώρησης των αμαρτιών των ανθρώπων είναι να συγχωρούμε αυτούς που μας έχουν αδικήσει έθεσε το εξής ερώτημα: Ένας ο οποίος μας έχει βλάψει πόσες φορές πρέπει να τον συγχωρούμε; Η απάντηση του Κυρίου μας στο ερώτημα αυτό ήταν η παραστατικότατη παραβολή του ευσπλαχνικού βασιλέως και του άσπλαχνου δούλου.    

Ένας βασιλιάς απαίτησε κάποτε να του δώσουν αναφορά οι στενοί του συνεργάτες για το έργο που επιτελούν αλλά και για τα ποσά που προέκυπταν από τις εισπράξεις των φόρων. Υπήρχε όμως ένας δούλος ο οποίος αντί να πληρώνει τις υποχρεώσεις του προς τον βασιλιά αυτός ξόδευε τα χρήματα σαν να ήταν δικά του με αποτέλεσμα να βρεθεί με τεράστιο χρέος και να αδυνατεί να πληρώσει τα χρωστούμενα. Όταν ήρθε η ώρα της κρίσεως του ομολόγησε στον βασιλιά τις απαράδεχτες οικονομικές ατασθαλίες του και αφού υπήρχε αδυναμία εξόφλησης βγήκε διαταγή πώλησης όλων των υπαρχόντων του δούλου αλλά και της οικογένειας του ως σκλάβοι για να πληρωθεί το χρέος. Τότε ο δούλος γονυπετής και  μεταμελημένος παρακάλεσε για συγχώρηση. Ο βασιλιάς συγκινημένος, καλόκαρδος σαν ήταν συγχώρεσε τον δούλο διαγράφοντας του μάλιστα και το τεράστιο χρέος του.

Όμως ο δούλος ενθουσιασμένος από την αίσια κατάληξη που είχε η βασιλική κρίση για το άτομο του, προχώρησε σε μια ενέργεια η οποία φανέρωσε την επιφανειακή μεταμέλεια, καθώς και την αχαριστία του σε όλη της το μεγαλείο. Βγαίνοντας έξωθεν των βασιλικών ανακτόρων συνάντησε ένα άλλο δούλο ο οποίος του χρωστούσε το πολύ μηδαμινό ποσό των 100 δηναρίων και με μια απάνθρωπη σκληρότητα τον παγίδευσε μην τύχει και του ξεφύγει απαιτώντας από αυτόν να του επιστρέφει τα 100 δηνάρια. Η αδυναμία εξόφλησης οδήγησε στην καταγγελία του συνδούλου και στην άμεση φυλάκιση του. 
Μερικοί οι οποίοι προηγουμένως παρευρίσκονταν εντός της βασιλικής αίθουσας την ώρα της κρίσεως είχαν αρκετά λυπηθεί με την σκληρή συμπεριφορά του δούλου την οποία και μετέφεραν με όλα τα τεκταινόμενα στον βασιλιά. Οργισμένος ο βασιλιάς κάλεσε τον δούλο και αφού  του τόνισε πόσο αχάριστος και πονηρός είναι διέταξε να τον βασανίσουν μέχρι να εξοφλήσει τα χρωστούμενα.

 Είναι γενικά παραδεκτό ότι ο άνθρωπος αρέσκετε  στην κατάκτηση  του υλικού πλούτου γι’ αυτό και παραμερίζει το καθετί που αφορά την σωτηρία της ψυχή του, αποφεύγοντας οποιαδήποτε προσπάθεια να κερδίσει τους θησαυρούς του ουρανού. Μνησικακεί εναντίον εκείνου που τον αδίκησε παρόλο που ο Θεός προλέγει ότι δεν θα δώσει άφεση αμαρτιών σε εκείνους που μνησικακούν. Η μνησικακία δημιουργεί ταραχή και ανασφάλεια στην ψυχή του ανθρώπου. Τα κυρίαρχα αισθήματα του μνησίκακου είναι η θλίψη , η στεναχώρια, η πικρία, η οργή . Έχει κατά νου  το αδίκημα που διέπραξε ο άλλος εις βάρος του και το ψάχνει, του δίνει μεγάλη έκταση , το ερευνά. Ενοχλείται αμέσως όταν γίνει αναφορά στον θεωρούμενο ως εχθρό του συνοδεύοντας αυτό το ξέσπασμα με ύβρεις και συκοφαντίες.

Ο άνθρωπος που βρίσκεται όμηρος της μνησικακίας καταφέρνει την απομάκρυνση του από το Θεό, από την προσευχή, την μελέτη οποιουδήποτε θρησκευτικού βιβλίου. Εγκλωβισμένος μέσα στα πάθη του δεν μπορεί να προσεγγίζει με αγνότητα και καθαρότητα  τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Είναι λογικό κάποιος όταν βρίσκεται κάτω από την πολιορκία της μνησικακίας να αναζητεί τρόπους εκδίκησης, αντιποίνων και να παίρνει έτσι μεγαλύτερες διατάσεις το κακό. Βέβαια η στάση αυτή έχει άμεσες επιπτώσεις για τον ίδιο αφού με βάση τα λόγια του Κυρίου μας ένα είναι το σίγουρο, ότι δεν μπορεί να ελπίζει στην συγχώρηση των αμαρτιών του από τον ουράνιο πατέρα.    

Υπάρχει όμως από την άλλη ο μεγαλόκαρδος που συγχωρεί αυτούς που τον έχουν αδικήσει. Βλέπει με συγκατάβαση και κατανόηση το φταίξιμο του αδελφού του. Μετράει, ζυγίζει, και επεξεργάζεται με νηφαλιότητα κάτω υπό ποιες περιστάσεις αδικήθηκε δίνοντας μεγάλη βαρύτητα στην ανθρώπινη αδυναμία. Ο μεγαλόκαρδος χαρακτηρίζεται από πραότητα, γαλήνη, και χαρά. Συνταυτίζεται τότε με τον εσταυρωμένο Κύριο μας ο οποίος αν και έπασχε πάνω στο σταυρό, ζητούσε από τον ουράνιο πατέρα να συγχωρέσει τους σταυρωτές του, τον πρωτομάρτυρα Στέφανο που ενώ το σώμα του δεχόταν βροχή τις πέτρες παρακαλούσε τον Θεό λέγοντας «Κύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην».           

Στην παρούσα ζωή ο μεγαλόκαρδος είναι ειρηνικός και χαρούμενος, βρίσκεται υπό την σκέπη και προστασία του Θεού, στην μέλλουσα ζωή θα αποκτήσει την θέωση ,θα γίνει θεός κατά χάριν, όμοιος ως προς την δόξα και την μακαριότητα με τον Χριστόν. Προτιμότερη λοιπόν η αμνησικακία παρά η μνησικακία, η συγχωρητικότητα παρά η σκληρότητα, η μακροθυμία από τη εκδικητικότητα.

Η συμπεριφορά του αγνώμονα δούλου θεωρείται καταδικαστέα και μάλιστα ελεεινή. Δεν υπάρχει κάτι ελαφρυντικό γι’αυτόν. Ας προσέξουμε όμως μήπως και εμείς καμιά φορά πολύ ή λίγο διαπράττουμε το θανάσιμο αμάρτημα εκείνου, ενώ ζητούμε συγχώρηση των αμαρτιών μας, εμείς δεν συγχωρούμε τους άλλους, αναζητώντας μάλιστα και ευκαιρία εκδικήσεως. Έτσι όμως σκεπτόμενοι και φερόμενοι μόνο τον εαυτό μας βλάπτουμε διότι ούτε και εμείς θα πάρουμε συγχώρηση από τον Θεό. Ας ακολουθήσουμε το δρόμο της αμνησικακίας και τότε θα βρούμε έλεος και συγχώρηση από το Θεό, τότε δεν θα υπάρχει κανένας φόβος όταν ακούσουμε το «Δούλε πονηρέ, πάσαν την……….. ως και εγώ σε ηλεήσα;».   

Τρίτη 15-08-2017

Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Απόστολος

Προς Φιλιππησίους επιστολή Παύλου (β΄5–11) 

Ἀδελφοί, τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ' ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός.

Απόδοση στη νεοελληνική

Ἀδελφοί, ἀς ἐπικρατῇ μεταξύ σας τὸ ἴδιο φρόνημα, τὸ ὁποῖον ὑπῆρχε καὶ εἰς τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν, ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ εἶχεν θεϊκὴν ὕπαρξιν, δὲν ἐθεώρησε τὸ ὅτι ἦτο ἴσος πρὸς τὸν Θεὸν σὰν κάτι πρὸς ἁρπαγμόν, ἀλλ’ ἐκένωσε τὸν ἑαυτόν του λαβὼν μορφὴν δούλου, γενόμενος ὅμοιος πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, καί, ἀφοῦ κατὰ τὸ σχῆμα εὑρέθηκε ὡς ἄνθρωπος, ἐταπείνωσε τὸν ἑαυτόν του γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου καὶ μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Θεὸς τὸν ὑπερήψωσε καὶ τοῦ ἐχάρισε ὄνομα τὸ ἀνώτερον ἀπὸ κάθε ὄνομα, ὥστε, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, νὰ κάμψῃ κάθε γόνυ τῶν ἐπουρανίων καὶ τῶν ἐπιγείων καὶ τῶν καταχθονίων, καὶ κάθε γλῶσσα νὰ ὁμολογήσῃ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι Κύριος εἰς δόξαν τοῦ Θεοῦ Πατρός.

Τρίτη 15-08-2017

Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Ευαγγέλιο

Κατά Λουκάν (ι΄ 38-42, ια΄ 27-28)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐγένετο ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ ὁ Ἰησοῦς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. Γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. Ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; Εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς. Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. Αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.

Απόδοση στη νεοελληνική

Τον καιρό εκείνο, κατὰ μίαν πορεία τους, ἐμπῆκε ὁ Ἰησοῦς εἰς ἕνα χωριό. Μία γυναῖκα, ποὺ ὠνομάζετο Μάρθα, τὸν ὑποδέχθηκε εἰς τὸ σπίτι της. Αὐτὴ εἶχε ἀδελφὴν ποὺ ὠνομάζετο Μαρία, ἡ ὁποία ἐκαθότανε κοντὰ εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἄκουε ὅσα ἔλεγε. Ἀλλ’ ἡ Μάρθα ἦτο ἀπησχολημένη μὲ πολλὴν ὑπηρεσίαν καὶ ἐπλησίασε καὶ εἶπε, «Κύριε, δὲν σὲ μέλει ποὺ ἡ ἀδελφή μου μὲ ἄφησε μόνη μου νὰ ὑπηρετῶ; Πές της λοιπὸν νὰ μὲ βοηθήσῃ». Ὁ Ἰησοῦς τῆς ἀπεκρίθη, «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾶς καὶ ἀνησυχεῖς διὰ πολλὰ πράγματα, ἀλλ’ ἕνα πρᾶγμα εἶναι ἀναγκαῖον. Ἡ Μαρία ἐδιάλεξε τὴν καλὴν μερίδα, ἡ ὁποία δὲν θὰ τῆς ἀφαιρεθῇ». Ἐνῷ ἔλεγε αὐτά, κάποια γυναῖκα ἀπὸ τὸν κόσμον ἐφώναξε καὶ τοῦ εἶπε, «Μακαρία ἡ κοιλιὰ ποὺ σ’ ἐβάσταξε καὶ οἱ μαστοὶ ποὺ ἐθήλασες». Αὐτὸς δὲ εἶπε, «Μακάριοι μᾶλλον εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἀκούουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν φυλάττουν».

14-08-2017

ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Ια΄ εβδομάδος επιστολών

Απόστολος προς (Β΄ Κορ. β΄ 3-15) 

Πρωτότυπο κείμενο

Καὶ ἔγραψα ὑμῖν τοῦτο αὐτό, ἵνα μὴ ἐλθὼν λύπην ἔχω ἀφ᾿ ὧν ἔδει με χαίρειν, πεποιθὼς ἐπὶ πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ ἐμὴ χαρὰ πάντων ὑμῶν ἐστιν. ἐκ γὰρ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας ἔγραψα ὑμῖν διὰ πολλῶν δακρύων, οὐχ ἵνα λυπηθῆτε, ἀλλὰ τὴν ἀγάπην ἵνα γνῶτε ἣν ἔχω περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς. Εἰ δέ τις λελύπηκεν, οὐκ ἐμὲ λελύπηκεν, ἀλλά, ἀπὸ μέρους ἵνα μὴ ἐπιβαρῶ, πάντας ὑμᾶς. ἱκανὸν τῷ τοιούτῳ ἡ ἐπιτιμία αὕτη ἡ ὑπὸ τῶν πλειόνων· ὥστε τοὐναντίον μᾶλλον ὑμᾶς χαρίσασθαι καὶ παρακαλέσαι, μήπως τῇ περισσοτέρᾳ λύπῃ καταποθῇ ὁ τοιοῦτος. διὸ παρακαλῶ ὑμᾶς κυρῶσαι εἰς αὐτὸν ἀγάπην. εἰς τοῦτο γὰρ καὶ ἔγραψα, ἵνα γνῶ τὴν δοκιμὴν ὑμῶν, εἰ εἰς πάντα ὑπήκοοί ἐστε. ᾧ δέ τι χαρίζεσθε, καὶ ἐγώ· καὶ γὰρ ἐγὼ εἴ τι κεχάρισμαι ᾧ κεχάρισμαι, δι᾿ ὑμᾶς ἐν προσώπῳ Χριστοῦ, ἵνα μὴ πλεονεκτηθῶμεν ὑπὸ τοῦ σατανᾶ· οὐ γὰρ αὐτοῦ τὰ νοήματα ἀγνοοῦμεν. Ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν Τρῳάδα εἰς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, καὶ θύρας μοι ἀνεῳγμένης ἐν Κυρίῳ, οὐκ ἔσχηκα ἄνεσιν τῷ πνεύματί μου τοῦ μὴ εὑρεῖν με Τίτον τὸν ἀδελφόν μου, ἀλλὰ ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἐξῆλθον εἰς Μακεδονίαν. Τῷ δὲ Θεῷ χάρις τῷ πάντοτε θριαμβεύοντι ἡμᾶς ἐν τῷ Χριστῷ καὶ τὴν ὀσμὴν τῆς γνώσεως αὐτοῦ φανεροῦντι δι᾿ ἡμῶν ἐν παντὶ  όπῳ· ὅτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμὲν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις,

Απόδοση στη νεοελληνική

Και σας έγραψα αυτό τούτο ακριβώς εις προηγουμένην επιστολήν και σας έκαμα παρατηρήσεις, δια να διορθωθήτε εν τω μεταξύ, ώστε, όταν θα έλθω, να μη δοκιμάσω λύπην από εκείνους, από τους οποίους έπρεπε μάλλον να δοκιμάζω χαράν. Είμαι δε βέβαιος δι' όλους σας, ότι η ιδική μου χαρά είναι και χαρά όλων σας. Είχα βέβαια λυπηθή και εγώ πολύ, δια τους ελέγχους που σας έκαμα εις την πρώτην επιστολήν βαθύτατα θλιμμένος και με σφιγμένην την καρδιά και με πολλά δάκρυα, όχι δια να καταβληθήτε από λύπην, αλλά δια να γνωρίσετε την εξαιρετικήν αγάπην, την οποίαν έχω προς σας. Εάν δε κάποιος με το βαρύ του σφάλμα επροκάλεσε λύπην, δεν ελύπησε μόνον εμέ, αλλ' εν μέρει ελύπησε και όλους σας, και δια τούτο δεν θέλω να σας στενοχωρήσω και σας λυπήσω με ελέγχους δι' αδιαφορίαν ως προς το θέμα αυτό. Είναι αρκετή τιμωρία δι' αυτόν η επίπληξις αυτή, η οποία του έγινε από τους περισσοτέρους. Ωστε αντιθέτως είναι καλύτερον τώρα να του δείξετε χάριν και καλωσύνην, να του συγχωρήσετε το σφάλμα και να τον παρηγορήσετε, μήπως από την μεγάλην και βαρείαν λύπην καταβληθή και καταποντισθή εις απογοήτευσιν και απελπισίαν. Δι' αυτό και σας παρακαλώ να δείξετε εις αυτόν ειλικρινή αγάπη και καλωσύνην. Διότι με αυτόν τον σκοπόν και σας έγραψα εις την προηγουμένην μου επιστολήν, δια να ίδω και γνωρίσω την αρετήν σας, εάν εις όλα είσθε υπήκοοι. Εις όποιον δε σεις δίδετε χάριν και συγχώρησιν, δίδω και εγώ διότι και εγώ, εάν έχω χαρίσει κάτι εις οποίον έχω χαρίσει, το έκαμα προς χάριν ιδικήν σας, ενώπιον του Χριστού. Πρέπει δε να δείχνωμεν αυτήν την καλωσύνην και την ανοχήν προς τους αδελφούς, δια να μη εξαπατηθώμεν με υψηλόφρονας λογισμούς από τον σατανάν και κυριαρχηθώμεν έτσι από αυτόν. Διότι δεν μας είναι άγνωστοι οι μοχθηραί και δόλιαι αυτού επινοήσεις. Οταν δε ήλθα εις την Τρωάδα, δια να μεταφέρω και εκεί το Ευαγγέλιον του Χριστού, και ενώ μου είχε ανοιχθή θύρα, δια να υπηρετήσω το έργον του Κυρίου, δεν εδοκίμασα και δεν είχα άνεσιν στο πνεύμα μου, διότι δεν ευρήκα εκεί τον Τιτον, τον αδελφόν μου, να με πληροφορήση σχετικώς με την κατάστασιν σας. Δι' αυτό αφού απεχαιρέτησα τους εκεί αδελφούς, ανεχώρησα εις την Μακεδονίαν, δια να προαπαντήσω τον Τιτον. Ας είναι δε ευλογημένον και δοξασμένον το όνομα του Θεού, ο οποίος μας δίδει χάριν και δύναμιν και μας κάμνει να νικώμεν και να θριαμβεύωμεν εν τω Χριστώ, και ο οποίος κάμνει φανεράν και αισθητήν δια μέσου ημών εις κάθε τόπον την ζωογόνον ευωδίαν της αληθινής γνώσεως. Διότι ημείς, οι εργάται του Ευαγγελίου, είμεθα ευωδία Χριστού στον Θεόν· ευωδία και μεταξύ των σωζομένων και μεταξύ εκείνων, που βαδίζουν τον δρόμον της αιωνίας απωλείας.

14-08-2017

ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Ια΄ Ματθαίου

Ευαγγέλιον κατά Ματθ. (Κγ΄ 13-22)

Πρωτότυπο κείμενο

Οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι· διὰ τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρῖμα. Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν. Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν. Οὐαὶ ὑμῖν, ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ λέγοντες ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ ναῷ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ᾿ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ χρυσῷ τοῦ ναοῦ, ὀφείλει. μωροὶ καὶ τυφλοί! τίς γὰρ μείζων ἐστίν, ὁ χρυσός ἢ ὁ ναὸς ὁ ἁγιάζων τὸν χρυσόν; καί· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ᾿ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ δώρῳ τῷ ἐπάνω αὐτοῦ, ὀφείλει. μωροὶ καὶ τυφλοί! τί γὰρ μεῖζον, τὸ δῶρον ἢ τὸ θυσιαστήριον τὸ ἁγιάζον τὸ δῶρον; ὁ οὖν ὀμόσας ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ἐπάνω αὐτοῦ· καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ ναῷ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν τῷ κατοικήσαντι αὐτόν· καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ οὐρανῷ ὀμνύει ἐν τῷ θρόνῳ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν τῷ καθημένῳ ἐπάνω αὐτοῦ.

Απόδοση στη νεοελληνική

Αλλοίμονον δε εις σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι, άπληστοι και πλεονέκται καθώς είσθε, κατατρώγετε τας οικίας των χηρών και συγχρόνως με το πρόσχημα της ευλαβείας κάνετε μακράς προσευχάς· δια τούτο και θα τιμωρηθήτε από την θείαν δικαιοσύνην πολύ περισσότερο, παρ' όσον οι άλλοι άρπαγες και κλέπται. Αλλοίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι με την διεστραμμένην διδασκαλίαν σας, που την παρουσιάζετε ως διδασκαλίαν τάχα του Θεού, κλείετε την βασιλείαν του Θεού εμπρός από τους ανθρώπους. Ετσι, και σεις δεν εισέρχεσθε, αλλά και εκείνους που θέλουν να εισέλθουν δεν τους αφήνετε. Αλλοίμονόν σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι γυρίζετε εις όλα τα μέρη, περιέρχεσθε την θάλασσαν και την ξηράν, δια να κάμετε ένα ειδωλολάτρην προσήλυτον Ιουδαίον. Και όταν γίνη, τον εξωθείτε εις την κακίαν και την πώρωσιν και τον κάνετε γέννημα της κολάσεως δυό φορές χειρότερον από σας. Αλλοίμονό σας, οδηγοί τυφλοί, που λέγετε· Αν τυχόν ορκισθή κανείς στον ναόν, δεν είναι τίποτε, όποιος όμως ορκισθή στο χρυσάφι του ναού, οφείλει να τηρήση τον όρκον του. Είσθε μωροί και τυφλοί! Διότι ποιός είναι μεγαλυτέρας τιμής άξιος και σεβασμού ο χρυσός η ο ναός που αγιάζει τον χρυσόν; Και πάλιν λέγετε· όποιος τυχόν ορκισθή στο θυσιαστήριον, είναι σαν να μη έχη κάμει όρκον, όποιος όμως ορκισθή στο δώρον, που έχει προσφερθή επάνω στο θυσιαστήριον, οφείλει να τηρήση τον όρκον του, Μωροί και τυφλοί! Τι είναι ανώτερον και ιερώτερον, το δώρον η το θυσιαστήριον που αγιάζει το δώρον; Μαθετε λοιπόν, ότι εκείνος που ορκίζεται στο θυσιαστήριον, ορκίζεται εις αυτό και εις όλα όσα υπάρχουν επάνω εις αυτό. Και εκείνος που ορκίζεται στον ναόν, ορκίζεται όχι μόνον εις αυτόν, αλλά και στον Θεόν που τον έχει κάμει κατοικίαν του.  Και εκείνος που ορκίζεται στον ουρανόν, ορκίζεται συγχρόνως στον θρόνον του Θεού και στον Θεόν, που κάθεται επάνω εις αυτόν.