Ακολουθία Εσπερινού Δευτέρας, όρθρου και Θείας Λειτουργίας της Τρίτης 14-08-2017 και 15-08-2017, Κοίμηση της Θεοτóκου εδώ

Τυπικόν εδώ 

Κανόνιον εδώ

Παραμονὴ τῆς μεγάλης ἑορτῆς.

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Λαοὶ προσκιρτήσατε, χεῖρας κροτοῦντες πιστῶς, καὶ πόθω ἀθροίσθητε, σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσύνη· τοῦ Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, μέλλει τῶν ἐπιγείων, πρὸς τὰ ἄνω ἀπαίρειν, ἐνδόξως· ἣν ἐν ὕμνοις ἀεί, ὡς Θεοτόκον δοξάζομεν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῇ ἐνδόξῳ μνήμῃ σου ἡ οἰκουμένη, προσκιρτῶσα σήμερον, μετ’ εὐφροσύνης μυστικῶς, Θεοκυῆτορ κραυγάζει σοι· χαῖρε Παρθένε Χριστιανῶν τὸ καύχημα.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἄνωθεν χορεῖαι Ἀγγελικαί, καὶ ἀπὸ περάτων, Ἀποστόλων θεία πληθύς, σπεύσατε προθύμως Γεθσημανῇ χωρίῳ, κηδεῦσαι ἐπαξίως, τὴν Θεομήτορα.

Ὁ Προφήτης Μιχαίας

Ὁ προφήτης Μιχαίας ἔζησε στὴν Ἱερουσαλὴμ τὸ 748 – 696 π.Χ., ἐπὶ τῶν βασιλέων Ἰωάθαμ, Ἄχαζ καὶ Ἐζεκίου. Ἀνῆκε στὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ γεννήθηκε στὴ Μορασθῆ, γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε καὶ Μορασθίτης. Ὁ Μιχαίας, σχεδὸν σύγχρονος μὲ τὸν προφήτη Ἠσαΐα, εἶναι ἕκτος ἀπὸ τοὺς μικροὺς λεγόμενους προφῆτες. Ἡ προφητεία του ἀποτελεῖται ἀπὸ ἑπτὰ κεφάλαια. Στὰ πρῶτα τρία, προαναγγέλλει τὴν καταστροφὴ τῆς Σαμάρειας. Στὰ ἑπόμενα δυὸ μιλάει γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία καὶ στὰ δυὸ τελευταῖα ἐλέγχει τὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ζητᾶ νὰ κάνει διάφορες θυσίες στὸν Θεό, ἐνῷ ὁ Μιχαίας τοῦ ὑπενθυμίζει τὸ πραγματικὸ καθῆκον ποὺ ἔχει στὸ Θεό, μὲ τὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Τί Κύριος ἐκζητεῖ παρά σοῦ ἀλλὰ ἡ τοῦ ποιεὶν κρῖμα καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον καὶ ἕτοιμον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι μετὰ Κυρίου Θεοῦ σου;». Δηλαδή, τί ζητάει ἀπὸ σένα ὁ Θεός, παρὰ μόνο νὰ εἶσαι δίκαιος, εὐσπλαγχνικὸς καὶ πρόθυμος νὰ πορεύεσαι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου; Μιὰ διαχρονικὴ ὑπενθύμιση, ποὺ ἀνταποκρίνεται φυσικὰ καὶ στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας. Γενικά, τὸ βιβλίο τοῦ Μιχαία, ποὺ γράφηκε στὴν ἑβραϊκή, διακρίνεται γιὰ τὴ γλαφυρότητα καὶ τὴ σαφήνεια τῶν φράσεών του. Νὰ ἀναφέρουμε ἐπίσης, ὅτι ὁ Μιχαίας, λόγω τοῦ ὅτι ἦταν σφοδρὸς ἐλεγκτὴς τῶν παρανομιῶν τοῦ Ἀχαάθ, βασιλιὰ τοῦ Ἰούδα, καταδιώκετο ἀπ’ αὐτὸν καὶ σῳζόταν φεύγοντας στὰ ὄρη. Ἀλλὰ ὅταν βασίλευσε ὁ γιὸς τοῦ Ἀχαὰβ, Ἰωράμ, συνελήφθη ἀπ’ αὐτόν, μὴ ἀνεχόμενος τοὺς ἐλέγχους του, κρεμάστηκε καὶ ἔτσι θανατώθηκε. Τὸ δὲ σῶμά του περισυνέλεξαν οἱ συγγενεῖς του καὶ τὸ ἔθαψαν στὴ Μορασθῆ, κοντὰ στὸ πολυανδρίο Ἐνακείμ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ὄρος περίοπτον, καὶ ἐμφανὲς ἀληθῶς, προεῖδες ἐν Πνεύματι, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, Μιχαία θεόπνευστε· ὅθεν οἱ εὑρηκότες, ἐν αὐτῇ σωτηρίαν, βαίνουσιν ὡς προέφης, ἐν ταῖς τρίβοις Κυρίου, γεραίροντες ὦ Προφῆτα, τὴν πάνσεπτον μνήμην σου.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ταῖς λαμπηδόσι, φωτισθεὶς προέγραψας, τὴν συγκατάβασιν Χριστοῦ, δι’ ἧς φθορᾶς ἐλυτρώθημεν, οἱ σὲ τιμῶντες, Μιχαία θεόπνευστε.

 

Μεγαλυνάριον.
Γλῶσσαν πνευματέμφορον ἐσχηκώς, ὤφθης τῶν μελλόντων, προσημάντωρ ὑφηγητής· ὅθεν ἐδοξάσθης, Μιχαία θεηγόρε, ἀθλητικῶς σφραγίσας, τὴν πολιτείαν σου.

Ὁ Ἅγιος Μάρκελλος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀπαμείας 

Ὁ Ἱερομάρτυς Μάρκελλος, ἔζησε τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Α’ τοῦ Μεγάλου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο, στὴν ὁποία καὶ ἔλαβε κοσμικὸ ἀξίωμα, ἀναθέτοντάς του τὴν διοίκηση τοῦ νησιοῦ. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν κοσμικῶν του καθηκόντων, προσπάθησε νὰ εἶναι πάντα δίκαιος, κάτι ποὺ ἐξέπληξε τοὺς πάντες στὸ νησί. Ἀργότερα ἔγινε ἱερέας καὶ ἔπειτα Ἐπίσκοπος Ἀπαμείας τῆς Συρίας. Ὡς Ποιμενάρχης, ἦταν σωστὸς καὶ δίκαιος καὶ προσπαθοῦσε νὰ βρίσκεται συνέχεια κοντὰ στὰ προβλήματα τοῦ ποιμνίου του. Ἀναδείχτηκε δὲ θερμὸς ζηλωτὴς τῆς πίστεως, στὸν Χριστιανισμό, ἀνεγείροντας πολλὲς ἐκκλησίες καὶ γκρεμίζοντας συγχρόνως πολλοὺς εἰδωλολατρικοὺς ναούς. Σ’ ἕνα μάλιστα ἀπὸ αὐτούς, ὁ ὁποῖος δὲν γκρεμιζόταν μὲ τίποτα, ἔριξε ἁγιασμένο νερὸ καὶ ἀμέσως ὁ ναὸς αὐτός, ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Δία, πῆρε φωτιὰ καὶ ἐξαφανίστηκε. Μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴν κάμινο. Μ’ αὐτὸν λοιπὸν τὸν τρόπο ὁ Ἅγιος Μάρκελλος παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀνακομιδὴ Τιμίου Σταυροῦ στὸ Παλάτι 

Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀπετίθετο καὶ πάλι ὁ Τίμιος Σταυρὸς στὰ ἀνάκτορα, ὁ ὁποῖος ἦταν ἐκτεθειμένος ἀπὸ τοῦ τέλους Ἰουλίου ἢ τὶς ἀρχὲς Αὐγούστου προκειμένου νὰ τὸν προσκυνήσουν οἱ πιστοί.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Οὐρσίκιος ὁ Μάρτυρας 

Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Μαξιμιανοῦ (286 – 305) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σιβεντοῦ τῆς Ἄνω Ἰλλυρίας. Ἦταν στρατιωτικὸς καὶ εἶχε φτάσει μέχρι καὶ τὸ βαθμὸ τοῦ τριβούνου. Καταγγέλθηκε στὸν Μαξιμιανὸ ἀπὸ κάποιον Οὐάλεντα ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ παραπέμφθηκε στὸν ἔπαρχο Ἀριστείδη γιὰ ἀνάκριση. Ἀλλὰ ὁ Οὐρσίκιος ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὴν χριστιανική του πίστη καὶ βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ποικιλοτρόπως. Ἐπειδὴ ὅμως ἐπέμενε νὰ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό, ἀποκεφαλίστηκε καὶ ἔτσι ἔλαβε ἔνδοξα τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Λούκιος ὁ Μάρτυρας ὁ στρατιώτης 

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Τραπεζούντιος, ὁ χρυσοχόος

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα, ἀλλὰ ζοῦσε καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ χρυσοχόου στὴν Κωνσταντινούπολη. Κάποτε λοιπὸν βρέθηκε σὲ μία συμπλοκή, μεταξὺ χριστιανῶν καὶ τουρκοεβραίων, καὶ συκοφαντήθηκε ὅτι δῆθεν μαχαίρωσε ἕνα τουρκοεβραῖο. Ὁπότε συνελήφθη καὶ κλείστηκε στὴ φυλακή, ὅπου παρέμεινε γιὰ 40 ἡμέρες. Μόλις βελτιώθηκε ἡ ὑγεία τοῦ τραυματισμένου τουρκοεβραίου, ὑποχρεώθηκε ὁ Συμεὼν νὰ καταβάλει στὸν παθόντα γιὰ νοσήλια 280 γρόσια. Μετὰ 10 ἡμέρες ἀπὸ τὴν ἀποφυλάκιση τοῦ Συμεών, ὁ τουρκοεβραῖος, παρὰ τὴ βελτίωση τῆς ὑγείας του, ὑπέκυψε στὰ τραύματά του. Τότε ὁ Συμεὼν συνελήφθη καὶ πάλι, καὶ ὁ κριτὴς τὸν πίεζε νὰ γίνει μωαμεθανὸς προκειμένου ν’ ἀποφύγει τὴν θανατικὴ καταδίκη. Ἀλλὰ ὁ μάρτυρας θαρραλέα ἀπάντησε, «Ἂν καὶ μύριους θανάτους μοῦ δώσετε, ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν Κύριό μου καὶ Θεό μου δὲν χωρίζω». Τότε στὶς 14 Αὐγούστου 1653 τὸν κρέμασαν κάτω ἀπὸ ἕναν πλάτανο στὴν Κωνσταντινούπολη. Τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ νεομάρτυρα, συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Θεοδοσίου ἡγουμένου τοῦ Σπηλαίου (Ρῶσος) 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος, ποὺ σὲ νεαρὴ ἡλικία μαρτύρησε στὴν Ρώμη τὸν καιρὸ ποὺ ἦταν αὐτοκράτορες ὁ Οὐαλεριανὸς καὶ ὁ Γαλιηνός, ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἁγίου ἱερομάρτυρος Στεφάνου. Ἀπὸ μικρὸς βρισκόταν κοντὰ στὴ Θεία Λατρεία καὶ βοηθοῦσε τοὺς ἱερεῖς στὸ ἔργο τους. Κάποτε, ποὺ εἶχε ξεσπάσει μεγάλος διωγμὸς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, ἐμπιστεύθηκαν στὸν μικρὸ Ταρσίζιο τὰ Τίμια Δῶρα νὰ τὰ μεταφέρει στοὺς συλληφθέντες, μελλοθανάτους χριστιανούς. Στὸν δρόμο τὸν περικύκλωσαν εἰδωλολάτρες καὶ τοῦ ζητοῦσαν νὰ τοὺς παραδώσει αὐτὰ ποὺ ἔκρυβε στὸ στῆθος του. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε σθεναρὰ καὶ αὐτοὶ τὸν ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου. Σὲ κάποια στιγμὴ σκύβοντας γιὰ νὰ πάρουν αὐτὰ ποὺ ἔκρυβε, διαπίστωσαν ὅτι τὰ τίμια Δῶρα εἶχαν ἐξαφανιστεῖ θαυματουργικὰ καὶ στὰ χέρια τοῦ Ἁγίου εἶχε μείνει μόνο τὸ μαντήλι ποὺ τὰ εἶχε τυλίξει. Οἱ χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ λείψανό του καὶ τὸ τοποθέτησαν στὴν κατακόμβη τοῦ Ἁγίου Καλίστου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω ἔρωτι ἐμπεπλησμένος, Δῶρα τίμια ἐν κόλποις φέρων, τὸ θανεὶν ὑπὲρ τούτων αἰρούμενος, καὶ ἀνόμοις μὴ προδώσας τὸν Κύριον, ἀνεδείχθης μαρτύρων τὸ καύχημα, ὦ Ταρσίζιε, τῆς Ρώμης τὸ βλάστημα, καὶ νέων παίδων χριστιανῶν ἀγαλλίαμα, ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, σωθήναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοίμηση της Θεοτόκου – Ο έλεγχος της Μάρθας, του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης κυρού Αυγουστίνου Καντιώτου

«Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42)
 
Σήμερα, ἑορτὴ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, θὰ ἑρμηνεύσουμε ἕνα λόγο ποὺ ἀκούσαμε στὴν ἐκκλησία. Εἶνε ἕνας ἔλεγχος ὅλων μας· «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42).
Δὲν εἶνε λόγια ἀνθρώπου· εἶνε λόγια θεϊκά, λόγια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ εἶπε σ᾿ ἕνα χωριὸ καὶ τ᾽ ἄκουσαν λίγοι. Ἐν τούτοις, ἐνῷ πέρασαν τόσοι αἰῶνες, ἡ ἀξία τους μένει. Ὁ ἴδιος εἶπε· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Ἂς ἐμβαθύνουμε στὸ νόημά τους.
Ἔξω ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα ἦταν ἕνα μικρὸ προάστιο, ἡ Βηθανία. Ἐκεῖ ζοῦσε ὁ Λάζαρος ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ μὲ τὶς δύο ἀδελφές του Μαρία καὶ Μάρθα. Ἐκεῖ ἔρχεται ὁ Κύριος. Ἂν εἶνε τιμὴ γιὰ ἕνα φτωχὸ σπίτι νὰ τὸ ἐπισκέπτεται ἕνας μεγάλος ἄνθρωπος, τί τιμὴ καὶ τί εὐλογία εἶνε νὰ τὸ ἐπισκέπτεται ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων! Σπίτι, ποὺ φιλοξενεῖ τὸ Χριστό, εἶνε εὐτυχισμένο· σπίτι χωρὶς τὸ Χριστό, εἶνε δυστυχισμένο. Καλύβα ποὺ ἔχει Χριστό, εἶνε παράδεισος· παλάτι χωρὶς Χριστό, εἶνε κόλασι. Σ᾿ αὐτὸ λοιπὸν τὸ φτωχικὸ καταδέχεται καὶ πηγαίνει ὁ Κύριος. Τί χαρά, τί ἀκτινοβόλα πρόσωπα ἀντίκρυσε ἐκεῖ! Ἀλλὰ τί βλέπω;
Οἱ δύο ἀδελφὲς χωρίζουν, διαφέρουν στὶς ἐκδηλώσεις. Καὶ οἱ δυὸ τὸν ἀγαποῦν, μὰ τὸ δείχνουνμὲ διαφορετικὸ τρόπο. Ἡ Μάρθα, μόλις φίλησε τὸ χέρι του, τρέχει στὸ μαγειρεῖο κ᾽ ἑτοιμάζεται νὰ παραθέσῃ πλούσιο τραπέζι· νόμιζε ὅτι ἔτσιθὰ τὸν εὐχαριστήσῃ. Ἡ Μαρία, πολὺ διαφορετική, μόλις εἶδε τὸ Χριστό, πῆρε ἕνα σκαμνί,κάθισε κοντά του καὶ τὸν ἄκουγε μὲ κατάνυξι σὰν πιστὴ κι ἀφωσιωμένη μαθήτρια, ὅπως τὸ ῥόδο ἀνοίγει τὰ πέταλά του στὴν πρωινὴ δροσιά.
Ἱερὰ ἦταν ἡ ἀτμόσφαιρα. Ἀλλὰ σὲ μιὰ στιγμὴ ἡ διδασκαλία διακόπτεται. Ἐκεῖ ποὺ δίδασκε ὁ Χριστὸς εἰσβάλλει ἀπότομα ἡ Μάρθα κάπως θυμωμένη. –Κύριε, λέει, ἔμεινα μόνη στὸ μαγειρεῖο καὶ πνίγομαι ἀπὸ δουλειά· στεῖλε τὴ Μαρία νὰ μὲ βοηθήσῃ. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς ἀναγκάζεται νὰ τῆς πῇ· – «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι  χρεία». Πόσο ἀπατᾶσαι! Ἐγὼ δὲν ἦρθα ἐδῶ νὰ φάω νὰ πιῶ καὶ νὰ καλοπεράσω· ἦρθα νὰ φέρω τὸ λόγο καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἐκτιμῶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ φροντίδα σου· ἀλλὰ παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, ἀνώτερο κι ἀναγκαιότερο εἶνε ἕνα· ἡ ἀκρόασις τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ , αὐτὸ ποὺ κάνει ἡ Μαρία. Αὐτὸ ἔπρεπε νὰ κάνῃς κ᾽ ἐσύ.
⃝ «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ  πολλά…». Τὰ λόγια αὐτά, ποὺ εἶπε ὁ Κύριος στὴ Μάρθα, ἀπευθύνονται, ἀγαπητοί μου, καὶ σ᾽ ἐμᾶς. Διότι καὶ ἡ γενεά μας εἶνε Μάρθα. Καὶ μακάρι νὰ ἦταν Μάρθα. Ἐκείνη ἐπὶ τέλους φρόντιζε γιὰ τὴν ὑπηρεσία τοῦ Χριστοῦ· ἡ γενεά μας εἶνε γεμάτη ἀπὸ ὑλικὲς φροντίδες καὶ κοσμικὲς μέριμνες. Ἔχει ἀπορροφηθῆ ἀπὸ χίλια – δυὸ μικρὰ πράγματα. Εἶνε γενεὰ τῆς ἀγορᾶς, τοῦ ἐμπορίου, τοῦ δοῦναι – λαβεῖν, τοῦ χρήματος, τοῦ μαμωνᾶ. Ὅταν σὲ κάποιον πῇς «ἔλα στὴν ἐκκλησία, ἄκου ἕνα κήρυγμα, ἄνοιξε Εὐαγγέλιο»,σοῦ λέει· Δὲν εὐκαιρῶ.  Τὰ λεφτὰ καὶ ἡ δουλειὰ εἶναι γι᾽ αὐτοὺς τὸ πᾶν. Ἂν μποροῦσαν θ᾽ ἄνοιγαν τὸ κατάστημά τους καὶ Μεγάλη Παρασκευή.
Λέγοντας αὐτὰ μὴν παρεξηγηθοῦμε· δὲν καταδικάζουμε τὴν ἐργασία. Ὄχι. Ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε, Σταύρωσε τὰ χέρια καὶ περίμενε νὰ βρέξῃ ὁ οὐρανὸς καρβέλια. Τὸ Εὐαγγέλιο λέει «ἐργάζεσθε» (βλ. Ματθ. 21,28· 25,16. Λουκ. 13,14. Ἰω. 5,17· 6,27· 9,4. Α΄ Κορ. 4,12. Γαλ. 6,10. Ἐφ. 4,28. Α΄ Θεσ. 2,9· 4,11. Β΄Θεσ. 3,8-12). Ἀλλὰ λέει καὶ κάτι ἄλλο· ὅτι ἡ ἐργασία δὲν εἶνε σκοπός, εἶνε μέσο, κι ἀλλοίμονο σ᾽ἐκείνους ποὺ τὸ μέσο τὸ κάνουν σκοπό. Τὸ Εὐαγγέλιο λέει καὶ τοῦτο· ὅτι ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἐργασίες ἀνώτερη εἶνε ἡ ἐργασία ἡ ἐσωτερική, ἡ ἐργασία τοῦ πνεύματος, ἡ καλλιέργεια οῦ ἔσω ἀνθρώπου, ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς. Σ᾽  αὐτοὺς λοιπὸν ποὺ δὲν ἐννοοῦν νὰ διαθέσουν οὔτε λίγο χρόνο γι᾽ αὐτὴ τὴ δουλειά, τὸ εὐαγγέλιο σήμερα λέει· «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία».
⃝ Ἀλλὰ ὁ ἔλεγχος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ ἀπευθύ- νεται καὶ σὲ ἄλλους. Ποιοί εἶν᾽ αὐτοί; Εἶνε ὅσοι θέλουν καλοπέρασι. Ἂν τοὺς ρωτήσῃς τί εἶνε γιὰ σᾶς ἡ ζωή, σοῦ λένε· Ζωὴ ἴσον ἀπόλαυσις.
Εἶνε ὀπαδοὶ ἑνὸς ἀρχαίου ὑλιστοῦ φιλοσόφου. Εἶνε παιδιὰ ὄχι τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγιᾶς, δὲν τοὺς γέννησε τὸ Εὐαγγέλιο· εἶνε τέκνα ἄλλης σπορᾶς. Σοῦ λένε·«Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν»(Ἠσ. 22,13 = Α´ Κορ. 15,32). Ἔχουν τεντωμένα αὐτιὰ καὶ στηλωμένα μάτιαψάχνοντας γιὰ εὐχαριστήσεις. Θέλουν νὰ πιοῦν ὄχι σταγόνες ἀλλὰ ὅλη τὴν ἡδονὴ ἂν γινόταν ,νὰ τὴν ἀπολαύσουν μὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις. Ποῦ γλέντι, διασκέδασι, θέαμα, ταξίδι, μπάνια…; ἐκεῖ  ὁ νοῦς τους. Ἡ κυρία στὸν καθρέφτη, στὶς βιτρίνες, στὶς μοδίστρες, σὲ ἐκδρομές, σὲ βόλτεςστὴν Εὐρώπη. «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς  καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» .Πρὸς ὅλους αὐτοὺς κι ὅλες αὐτὲς στρέφε-ται ὁ ἔλεγχος τοῦ εὐαγγελίου. Διότι λησμονοῦν μερικὰ πράγματα τόσο ἀληθινά . Λησμονοῦν, ὅτι τὸ κορμὶ αὐτό, γιὰ τὸ ὁποῖο κάνουντόσα, εἶνε ἄνθος ποὺ μαραίνεται, λουλούδι ἐφήμερο. Μιὰ μέρα, ὅταν πλέον θά ᾽νε μέσα σὲ μιὰ κάσσα, θ᾽ ἀκουστῇ καὶ γι᾽ αὐτοὺς μέσα στὸ ναό· «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα…» (Νεκρ. ἀκολ.), «ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης»(Ἐκκλ. 1,2· 12,8). Λησμονοῦν ἀκόμη, ὅτι ὁ ἄνθρω-πος δὲν εἶνε μόνο σῶμα, αὐτὰ τὰ 50 – 60 κιλὰ ποὺ ζυγίζει, ἕνας πεπτικὸς σωλήνας ποὺ συνεχῶς γεμίζει καὶ ἀδειάζει, δὲν εἶνε μόνο ὕλη. Μέσα στὸ κορμὶ αὐτὸ κατοικεῖ κάτι ἄυλο, ἡ ἀθάνατη ψυχή. Ὁ ἄνθρωπος τῆς ρεαλιστικῆς ἐποχῆς μας πρέπει νὰ νιώσῃ, ὅτι πέρα ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις, ποὺ ἔχουν καὶ τὰ ζῷα, ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη, ἕκτη αἴσθησι, ἡ πίστις, κι ἀλλοίμονο στὸν πολιτισμὸ ποὺ στερεῖται τὴν πίστι καὶ στηρίζεται μόνο στὶς πέντε αἰσθήσεις. Πέ-ρα ἀπὸ τὰ αἰσθητά, ἀπὸ τὸν ὑλικὸ κόσμο, ὑπάρχει ἕνας ἄλλος κόσμος. Ὑπάρχει, ἀδελφοί μου! Ὅσο εἶνε βέβαιο ὅτι ὅτι πατᾶτε στὴ γῆ κι ὅτι σήμερα εἶνε 15 Αὐγούστου, ἄλλο τόσο βέβαιο εἶνε ὅτι ὑπάρχει ὁ κόσμος ἐκεῖνος, ὁ ἀόρατος καὶ πνευματικός, κόσμος «ὄμορφος, ἀγγελικὰ πλασμένος», ὅπου ζοῦν τὰ ἄυλα πνεύματα καὶ φτερουγίζουν ἄγγελοι, ὁ κόσμος στὸν ὁποῖον μετετέθη ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Αὐτὰ δυστυχῶς τὰ λησμονοῦν ὅλοι αὐτοὶκαὶ μένουν σκυμμένοι σὰν τὰ τετράποδα στὴ γῆ καὶ ποτέ δὲν στρέφονται πρὸς τὸν οὐρανό. Πρὸς ὅλους αὐτοὺς ἀπευθύνεται τὸ εὐαγγέλιο καὶ λέει «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία».
Ἀγαπητοί μου! Ὁ πολιτισμὸς τοῦ αἰῶνος τούτου, ποὺ τόσο θαυμάζεται, ἔχει πόδια ξύλινα, εἶνε ἀτροφικός. Ἔχει κόψει τὰ φτερὰ τοῦ ἀνθρώπου· τὸν ἔκανε σκλάβο τῆς ὕλης καὶ τοῦ συμφέροντος, αἰχμάλωτο τῶν παθῶν καὶ τῶν κακιῶν του, εἵλωτα τῆς ματαιότητος. Καὶ ἐνῷ αὐτὸς πλάστηκε γιὰ τὰ μεγάλα καὶ ὑψηλά, ἔγι νε ἑρπετὸ καὶ σέρνεται στὸ χῶμα. Μοιάζει σὰν ἕναν ἀετὸ ποὺ τοῦ ἔστησαν καρτέρι καὶ τὸν ἔπιασαν, καὶ τοῦ ἔδεσαν σίδερα στὰ πόδια –εἶδα ἐγὼ ἕναν ἀετὸ σὲ τέτοια κατάστασι–καὶ πάει νὰ πετάξῃ μὰ δὲν μπορεῖ καὶ ταλαιπωρεῖται.Γιατὶ ὁ ἀετὸς δὲν εἶνε κόττα νὰ πατάῃ στὴ γῆ,εἶνε πλασμένος νὰ πετάῃ στὰ γαλανὰ πλάτη, κ᾽εἶνε πολὺ θλιβερὸ νὰ βλέπεις τὸ βασιλιᾶ τῶν πουλιῶν νὰ σπαρταράῃ. Ἄχ, ἂν μποροῦσες νὰ τοῦ κόψῃς τὰ βαρύδια! θὰ πετοῦσε μὲ ὁρμὴπρὸς τοὺς αἰθέρες.
Βαρύδια εἶνε οἱ μέριμνες. Ἂν μπορούσαμε σήμερα, ἅγια ἡμέρα, νὰ κόψουμε αὐτὰ τὰ βαρύδια, θὰ βλέπαμε τὴν ψυχήμας ἐλαφρὰ σὰν τὰ φτερὰ τοῦ ἀετοῦ νὰ πετάῃ μέχρι «τρίτου οὐρανοῦ» ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Β΄ Κορ. 12,2), νὰ γίνεται ἄγγελος καὶ νὰ ψάλλῃ στὴν ἁγία Τριάδα τὸν αἰώνιο ὕμνο.Σ᾿ αὐτὰ τὰ ὕψη μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός, νὰ γίνουμε ὄχι Μάρθες ἀλλὰ σὰν τὴ Μαρία, μὲ τὴνἀγάπη, ἀφοσίωσι, πνευματικότητα, ἁγιότητα.Φαίνονται αὐτὰ θεωρητικά; Θέλετε λοιπὸν κάτι πιὸ πρακτικό; Τότε ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς ὑποδείξω ἕνα κανόνα . Ἀπὸ τὶς 24 ὧρες ποὺ ἔχει τὸ ἡμερονύκτιο ξεχωρίστε ἕνα τέταρτο τῆς ὥρας γιὰ νὰ κάνετε προσευχὴ καὶ ἕνα τέταρτο γιὰ ν᾿ ἀνοίγετε τὸ Εὐαγγέλιο νὰ τὸ διαβάζετε. Ἀκόμη, ἀπὸ τὶς 168 ὧρες ποὺ ἔχειἡ ἑβδομάδα ἀφιερῶστε μία ὥρα γιὰ νὰ ἐκκλησιασθῆτε τὴν Κυριακή, τόσο διαρκεῖ ἡ θεία Λειτουργία ἀπ᾽ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ  Πατρός…» μέχρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν…» . Καὶ τέλος,ἀπ᾽ ὅλο τὸ χρόνο ποὺ ἔχει 365 μέρες ἀφιερῶστε μία μέρα γιὰ λουτρὸ τῆς ψυχῆς, νὰ πᾶτεστὸν πνευματικό σας νὰ ἐξομολογηθῆτε. Τὸ κάνετε; Ἂν δὲν τὸ κάνετε, κλαίω γιὰ σᾶς,κλαῖνε οἱ ἄγγελοι, κλαίει ἡ Παναγιά.
Ὄχι Μάρθες, ἀδελφοί μου, γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε κ᾽ ἐμεῖς «Μάρθα Μάρθα…», ἀλλὰ νὰ πῇ ὁ Χριστὸς γιὰ ὅλους μας « Μακάριοι  οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν»(Λουκ. 11,28) . Ἀμήν
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Απομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ἀκαδημίας Πλάτωνος τὴν 15-8-1962.

Ακολουθία Εσπερινού Κυριακής , όρθρου και Θείας Λειτουργίας της Δευτέρας 13-08-2017 και 14-08-2017, Προεόρτια Κοιμήσεως της Θεοτóκου εδώ

Τυπικόν εδώ 

Κανόνιον εδώ

Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται τὴν 21η Ἰανουαρίου ὅπου καὶ ὁ βίος του.

Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ οἰκογένεια καὶ γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ ἔτος 580 μ.Χ. Ἔλαβε τὴ συνήθη ἐγκυκλοπαιδικὴ μόρφωση καὶ ἐπιδόθηκε ἰδιαίτερα στὴ σπουδὴ τῆς φιλοσοφίας. Ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου (610 – 641 μ.Χ.) προσελήφθη ὡς ἀρχιγραμματεὺς αὐτοῦ. Παρέμεινε στὴ θέση αὐτὴ γιὰ λίγα μόνο χρόνια, ἀλλὰ διατήρησε τὶς σχέσεις του καὶ ἀλληλογραφία μὲ πρόσωπα τοῦ δημόσιου βίου.

Ἀφοῦ παραιτήθηκε, τὸ 614 μ.Χ., ἀπὸ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχιγραμματέως, ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο. Ἀσκήτεψε σὲ μονὴ τῆς Χρυσουπόλεως, ποὺ βρισκόταν ἔναντι τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ διετέλεσε ἡγούμενος αὐτῆς. Ἐκεῖ ἀπέκτησε ὡς μαθητὴ τὸν Ἀναστάσιο, ὁ ὁποῖος τὸν ἀκολούθησε σὲ ὅλη του τὴ ζωή.

Σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Μαξίμου ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ συμμόρφωση τοῦ βίου τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν Θεία διδασκαλία ἀποτελοῦν βάση στερεά, ἐπὶ τῆς ὁποίας θὰ οἰκοδομηθεῖ ἡ πνευματικὴ ἀνύψωση τοῦ νοῦ. Πρῶτο βῆμα γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἀποτελεῖ ἡ ἀπόδυση ἀπὸ τὸ νοῦ ὅλων τῶν παθῶν ποὺ τὸν ἐνοχλοῦν, τὰ ὁποία ἔχουν τὴν βάση καὶ τὴν ἀφορμή τους στὸ σῶμα. Καλεῖται δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν ἀκολουθήσει τὴν κίνηση τῶν αἰσθητῶν, νὰ μὴν γίνει δοῦλος τῶν φυσικῶν του ὁρμῶν καὶ παθῶν, ἀλλὰ νὰ ἀκολουθήσει τὰ ὑπὲρ φύσιν. Τὰ ἀποτελέσματα παρουσιάζονται ἀνάλογα πρὸς τὴν ἐκλογή. Ἐκεῖνος ποὺ ἀκολουθεῖ τὴν κίνηση τῶν αἰσθητῶν ὑφίσταται καὶ τὴν φυσικὴ φθορὰ αὐτῶν καὶ συναλλοιώνεται μὲ αὐτά, ἐνῶ ὁ ἀναστὰς «τῆς ἐμπαθοῦς περὶ τὰ φαινόμενα διαθέσεως, τὴν τῶν φαινομένων ἔθυσε κίνησιν καὶ τὴν πρακτικὴν κατορθώσας ἔφαγεν ἀρετήν». Ἡ πράξη τῆς ἀρετῆς εἶναι ἔργο τῆς ἀνθρώπινης καὶ τῆς θείας δυνάμεως. Κανένα χάρισμα δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος μόνο μὲ τὴν φυσική του δύναμη. Ἡ ἐπιμονὴ τοῦ Ἁγίου Μαξίμου στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι φανερὴ σὲ ὅλη του τὴ διδασκαλία, διότι φοβᾶται μήπως ὁ ἄνθρωπος περιπέσει στὸ πάθος τῆς ὑπερηφάνειας. Ὁ Θεός, παρατηρεῖ, ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο δύναμη, γιὰ νὰ πράττει τὶς ἀρετές.

Ἔτσι, λοιπόν, ἀσκήτευε ὁ μακάριος Ὁμολογητής. Ἀλλὰ ἡ περσικὴ ἀπειλή, ποὺ εἶχε δημιουργήσει γιὰ τὴν Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία κρίσιμη κατάσταση, ἔσπασε τὴν ἡσυχία του καὶ τὸν ἀγώνα του γιὰ τὴν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του. Γιὰ πολλὰ χρόνια οἱ Πέρσες ἐμφανίζονταν στὴν ἀκτὴ ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Φαίνετε δέ, ὅτι κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς εἰσβολῆς τους στὴ Χρυσούπολη, τὸ 624 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἀναγκάστηκε νὰ ἀποσυρθεῖ μὲ τοὺς μαθητές του νοτιότερα, στὴν Κύζικο. Ἐκεῖ διέμεινε γιὰ δύο περίπου χρόνια στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ συναναστρεφόταν μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ἰωάννη μετὰ τοῦ ὁποίου ἀντήλλαξε ἀργότερα ἐπιστολές. Ἴσως νὰ εἶχε ἀρχίσει νωρίτερα τὴν συγγραφική του δράση, ἀλλὰ ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἐπιδίδεται ἐντατικὰ στὸ ἔργο τῆς συγγραφῆς.

Λόγω συνεχίσεως τῶν Περσικῶν καταδρομῶν ὁ Ἅγιος ὑποχρεώνεται νὰ φύγει, τὸ 626 μ.Χ., καὶ ἀπὸ τὴν Κύζικο. Ἔρχεται γιὰ λίγο στὴν Κρήτη καὶ στὴν συνέχεια μεταβαίνει στὴν Ἀφρική. Θεωρεῖται δὲ πιθανὸ νὰ πέρασε καὶ ἀπὸ τὴν Κύπρο. Στὴν Καρχηδόνα ἐμφανίζεται τὴν Πεντηκοστὴ τοῦ ἔτους 632 μ.Χ., ἀλλὰ εἶχε φθάσει ἐκεῖ νωρίτερα. Κατὰ τὰ χρόνια αὐτὰ συγγράφει δύο ἀπὸ τὰ σπουδαιότερα ἔργα του, τὸ «Πρὸς Θαλάσσιον» καὶ «Περὶ Ἀποριῶν».

Ἐγκαταβίωσε στὴν μονὴ Εὐκρατᾶ της Καρχηδόνας, ὅπου ἦταν ἐγκατεστημένος καὶ ἄλλος φυγάς, ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, ὁ Σωφρόνιος. Ἐκεῖ ἔμαθε τὶς ἐνέργειες τοῦ νέου Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Κύρου, οἱ ὁποῖες ἀπέληξαν τὸ 633 μ.Χ. στὴν ἑνωτικὴ συμφωνία ποὺ διαμόρφωσε τὴν αἵρεση τοῦ Μονοενεργητισμοῦ. Ὁ Σωφρόνιος τάχθηκε ἀμέσως ἐναντίων της νέας αὐτῆς μορφῆς τῆς χριστολογικῆς αἱρέσεως. Στὴν θέση του αὐτὴ τὸν ἀκολούθησε ὁ Ἅγιος Μάξιμος. Ἔτσι συμμετεῖχε στὴ σύνοδο τοῦ Λατερανοῦ, ἡ ὁποία συγκλήθηκε τὸ ἔτος 649 μ.Χ. ἐπὶ Πάπα Ρώμης Μαρτίνου Α’, ὅπου καταδικάσθηκε ὁ Μονοθελητισμὸς  καὶ ἀναθεματίσθηκαν ἐκεῖνοι ποὺ ἀνοήτως δογμάτιζαν ὅτι ὁ Χριστὸς ἔχει μία μόνο θέληση, τὴ θεία, σὲ ἀντίθεση πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς ἔχει δυὸ θελήσεις, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη, ὡς Θεάνθρωπος. Στὴν ἴδια Σύνοδο ἀποδοκιμάσθηκε διάταγμα τοῦ τότε αὐτοκράτορα Κώνσταντος, διὰ τοῦ ὁποίου δὲν ἐπιτρεπόταν ἡ συζήτηση περὶ Μονοθελητισμοῦ.

Ὁ αὐτοκράτορας Κώνστας (641 – 668 μ.Χ.) ὀργίσθηκε γι’ αὐτό. Ὁ Ἅγιος συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἔξαρχο καὶ βασιλικὸ ἐπίτροπο τῆς Ἰταλίας Θεοδόσιο καὶ ὁδηγήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη μαζὶ μὲ τοὺς δύο φίλους του Ἀναστασίους. Ὁ αὐτοκράτορας ἐξόρισε τὸν Ἅγιο Μάξιμο, τὸ 655 μ.Χ. στὴ Βιζύη, μέσα στὸ Ρήγιο καὶ στὴν συνέχεια στὴν πόλη Πέρβερα. Μετὰ ἀπὸ ἕξι χρόνια ἀνακλήθηκε καὶ πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπως καὶ οἱ συμμοναστές του, γιὰ μία Τρίτη προσπάθεια προσεταιρισμοῦ του. Ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε. Ἀναθεματίσθηκε, κακοποιήθηκε καὶ διαπομπεύθηκε. Ἡ κακοποίηση τοῦ Ἁγίου ἔδωσε ἀφορμὴ γιὰ τὴ διαμόρφωση παραδόσεως περὶ ἀποκοπῆς τῆς γλώσσας καὶ τῆς δεξιᾶς χειρὸς αὐτοῦ. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἐξορίσθηκε στὴ Λαζικὴ τοῦ Πόντου, στὸ φρούριο Σχίμαρις, ὅπου καὶ κοιμήθηκε ὁσίως στὶς 13 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 662 μ.Χ.
Τὸ τίμιο λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου, στὴ χώρα τῶν Λαζῶν. Ἀπὸ τὸν τάφο του ἔβγαινε φῶς κάθε νύχτα καὶ φώτιζε τὴν περιοχή, γεγονὸς ποὺ πιστοποιοῦσε τὴν ἁγιότητά του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν τῶν λειψάνων σου, ἁγίαν λάρνακα, ἀρωματίζουσαν, ζωῆς τὰς χάριτας, ὡς κιβωτὸν ἁγιασμοῦ, πλουτήσαντες θεοφόρε, ἐξ αὐτῆς δρεπόμεθα, χάριν θείαν καὶ ἔλεος, Μάξιμε πανεύφημε, τῆς σοφίας ὁ τρόφιμος· διὸ μὴ διαλίπῃς πρεσβεύων, θείας τυχεῖν ἡμᾶς εὐκλείας.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τῆς Ἐκκλησίας ὑπέρμαχε θεηγόρε, Ὀρθοδοξίας ἀσφάλεια καὶ λαμπρότης, λύρα τῆς εὐσεβείας καὶ ὄργανον, καὶ Μοναστῶν τὸ θεῖον καὶ ἱερὸν ἀγλάϊσμα, ἀεὶ ἡμᾶς φρούρει, Πάτερ Μάξιμε.

 

Μεγαλυνάριον.
Τὴν τῶν σῶν λειψάνων θείαν σορόν, πνέουσαν τῷ κόσμῳ, εὐωδίαν τὴν μυστικήν, Μάξιμε ἐκ τάφου, κομίσαντες ἐκ πόθου, τῆς σῆς ὁμολογίας, τοὺς ἄθλους μέλπομεν.

Ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἡ βασίλισσα

Ἦταν κόρη τοῦ ἀθηναίου φιλοσόφου Λεοντίου καὶ γεννήθηκε τὸ 401 μ.Χ. Σπούδασε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὴ γραμματική, τὴ ρητορικὴ καὶ τὴ φιλοσοφία. Ὅταν πέθανε ὁ Λεόντιος, ἄφησε ὅλη τὴν περιουσία του στοὺς γιούς του, καὶ σ’ αὐτὴν ἄφησε μόνο 100 χρυσὰ νομίσματα. Ὅταν, λοιπόν, ᾖλθε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ διεκδικήσει τὰ κληρονομικά της δικαιώματα, παντρεύτηκε τὸν Θεοδόσιο τὸν Β’, μέσῳ τῆς ἀδελφῆς του Πουλχερίας, ποὺ εἶχε κατενθουσιαστεῖ ἀπὸ τὰ σπάνια χαρίσματα τῆς ἀθηναίας κόρης. Ἔτσι βαπτίστηκε χριστιανὴ καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Εὐδοκία, ἀπὸ Ἀθηναΐδα ποὺ τὴν ἔλεγαν πρῶτα. Ἡ Εὐδοκία ἀπὸ τὴ φύση της γυναῖκα σεμνή, δὲν ἀνακατεύθηκε καθόλου μὲ τὶς βασιλικὲς ὑποθέσεις. Τὴν εἵλκυσε περισσότερο ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπεδίωξε νὰ ἐπισκεφθεῖ τοὺς Ἁγίους Τόπους. Ὅταν ὁ σκοπός της πραγματοποιήθηκε, αἰσθάνθηκε τὴν ψυχή της νὰ φτερουγίζει στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπιστροφή της, ὅμως, στὴ Βασιλεύουσα, ἐπεφύλασσε ἐκπλήξεις. Οἱ σχέσεις της μὲ τὸν Θεοδόσιο ψυχράνθηκαν, λόγω συκοφαντιῶν. Γι’ αὐτό, μὲ τὴν ἄδεια του ἐπέστρεψε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου ἵδρυσε πολλὰ μοναστήρια. Καὶ μὲ προσευχή, μελέτη καὶ «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι», τελείωσε τὴν ζωή της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Σέριδος ἡγούμενος τῆς Μονῆς στὴ Γάζα 

Ὁ μεγάλος αὐτὸς ἀσκητής, ὑπῆρξε ἡγούμενος τοῦ μεγάλου κοινοβίου, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὴν Γάζα, ὅπου ἔλαμψαν μὲ τὴν πνευματική τους ἄσκηση ὁ Βαρσανούφιος μὲ τὸν μαθητὴ του Ἰωάννη, καθὼς καὶ ὁ μέγας ἀββᾶς Δωρόθεος. Ὁ Ὅσιος Σέριδος ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος 

Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος ἦταν ἀσκητὴς στὴν κοινοβιακὴ Μονὴ τοῦ ἀββᾶ Σέριδου, κοντὰ στὴν Γάζα. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀββᾶ Ἰωάννη τοῦ προφήτη, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἵδρυσε δική του Μονή, ὅπου ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἡ Βασίλισσα (μετονομασθείσα σε Μοναχὴ Ξένη) 

Ἔζησε τὸν 12ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἦταν κόρη ὡραῖα καὶ ἐνάρετη. Αὐτὸ τὸ παρατήρησε ὁ βασιλιὰς Ἀλέξιος ὁ Κομνηνὸς καὶ τὴν πάντρεψε μὲ τὸ γιὸ του Ἰωάννη, τὸν ἐπονομαζόμενο Καλοϊωάννη λόγω τῶν πολλῶν του ἀρετῶν. Ἡ ἐνάρετη λοιπὸν βασίλισσα Εἰρήνη, ξόδευε μὲ ἁπλοχεριὰ σὲ φιλανθρωπικὰ ἔργα. Μόνη μάλιστα πήγαινε σὲ φτωχικὲς καλύβες, γιὰ νὰ δώσει ὄχι μόνο χρήματα, ἀλλὰ καὶ ἀνώτερη ἐνίσχυση καὶ παρηγοριὰ τῆς ἐλπίδας στὸ Χριστό. Ἐπίσης ἔκτισε γηροκομεῖα καὶ ξενῶνες, καὶ ἄφησε σ’ αὐτὰ μεγάλα χρηματικὰ ποσὰ γιὰ τὴν ἀσφαλὴ καὶ ἄνετη συντήρησή τους. Στὴ συνέχεια ὅμως, ἡ Εἰρήνη δοκίμασε μεγάλες θλίψεις. Ὁ ἄντρας της σὲ μιὰ ἐκστρατεία του στὴ Συρία τὸ 1143, πέθανε. Ἀργότερα τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὰ δυὸ ἀπὸ τὰ τέσσερα παιδιά της. Τότε ἡ Εἰρήνη, θέλησε νὰ βρεῖ ἀνακούφιση στὶς θλίψεις της μέσα στὴ μοναχικὴ ζωή. Ἀφοῦ λοιπὸν πῆρε καὶ τὴ συγκατάθεση τοῦ βασιλιὰ γιοῦ της Μανουήλ, ἀποσύρθηκε στὴ μονὴ Παντοκράτορος, ὅπου καὶ ἔγινε μοναχή, μετονομασθεῖσα Ξένη. Ἐκεῖ τὴν βρῆκε ὁ θάνατος καὶ τὴν κήδευσαν μὲ μεγάλη ἁπλότητα, ὅπως ἡ ἴδια τὸ ἐπιθυμοῦσε. Διότι λίγο πρὶν πεθάνει ἔλεγε, ὅτι ἡ βασίλισσα Εἰρήνη εἶχε πεθάνει πρὸ πολλοῦ, καὶ δὲν ἔμενε πλέον παρὰ μόνο ἡ μοναχὴ Ξένη.

 

Ὁ Ἅγιος Κορωνάτος ὁ Μάρτυρας 

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός τῆς Μόσχας 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Κυριακή Ι΄Ματθαίου (Ματθ.ιζ΄14-23)
Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν
ὁμιλίαν νζ΄
Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου
 
α΄. Δὲν τὸ γνώριζαν ἀσφαλῶς ἀπὸ τὶς Γραφὲς, ἀλλὰ ἦταν ἑρμηνεία δική τους καὶ κυκλοφοροῦσε ὁ λόγος αὐτὸς ἀνάμεσα στὸν ἄπειρο λαό, ὅπως καὶ σχετικὰ μὲ τὸ Χριστό. Γι’ αὐτὸ ἔλεγε ἡ Σαμαρείτισσα· Ἔρχεται ὁ Μεσσίας. Ὅταν ἔρθη ἐκεῖνος θὰ μᾶς τὰ ἀναγγείλη ὅλα. Κι ἐκεῖνοι ρωτοῦσαν τὸν Ἰωάννη· Ὁ Ἠλίας εἶσαι ἤ ὁ προφήτης; Ὅπως εἶπα ὑπῆρχε καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν Ἠλία, ἀλλὰ δὲν τὸν ἐξηγοῦσαν ὅπως ἔπρεπε. Οἱ Γραφὲς ἀναφέρουν δύο παρουσίες τοῦ Χριστοῦ ἀυτὴν ποὺ ἔχει πραγματοποιηθῆ κι ἐκείνη ποὺ θὰ γίνη. Αὐτὲς ἐννοοῦσε ὁ Παῦλος ὅταν ἔλεγε· Φάνηκε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ σωτηρία καὶ μᾶς διδάσκει, ἀφοῦ ἀρνηθοῦμε τὴν ἀσέβεια καὶ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ κόσμου, νὰ ζήσωμε μὲ σωφροσύνη καὶ δικαιοσύνη καὶ εὐσέβεια. Αὐτὴ εἶναι ἡ μία. Ἄκουσε πῶς φανερώνει καὶ τὴν ἄλλη. Ὅταν εἶπα αὐτά, ἐπρόσθεσε· Καλλιεργῶντας τὴ μακάρια ἐλπίδα καὶ τὴν παρουσία τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ προφῆτες ἀναφέρουν τὴ μία καὶ τὴν ἄλλη. Τῆς μιᾶς, τῆς δεύτερης, λένε ὅτι πρόδρομος θὰ γίνη ὁ Ἠλίας. Τῆς πρώτης πρόδρομος ἔγινε ὁ Ἰωάννης, ποὺ ὁ Χριστὸς τὸν ὀνομάζει Ἠλία. Ὄχι ἐπειδὴ ἦταν ὁ Ἠλίας, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐκτελοῦσε τὸ ἔργο ἐκείνου. Ὅπως ἐκεῖνος θὰ γίνη πρόδρομος τῆς δευτέρας, ἔτσι κι αὐτὸς ἔγινε πρόδρομος τῆς πρώτης. Ἀλλὰ οἱ γραμματεῖς δημιουργῶντας σύγχυση σ’ αὐτὰ καὶ κατευθύνοντας στραβὰ τὸν λαό, τοῦ ἀνέφεραν ἐκείνη μόνο, δηλαδὴ τὴ δευτέρα παρουσία καὶ ἔλεγαν ὅτι ἄν εἶναι αὐτὸς ὁ Χριστὸς ἔπρεπε νὰ προηγηθῆ ὁ Ἠλίας. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ μαθητὲς ρωτοῦν, πῶς ἰσχυρίζονται οἱ γραμματεῖς ὅτι ἔπρεπε νὰ προηγηθῆ ὁ Ἠλίας; Καὶ γι’ αὐτὸ κι οἱ Φαρισαῖοι ἔστειλαν στὸν Ἱωάννη καὶ ρωτοῦσαν, ἄν εἶσαι σὺ ὁ Ἠλίας; Πουθενὰ δὲν ἀνέφεραν τὴν πρώτη παρουσία. Ποιὰ εἶναι ἡ λύση ποὺ ἔδωσε ὁ Χριστός; Ὅτι ὁ Ἠίας θαρθῆ τότε, πρὶν ἀπὸ τὴν Δευτέρα παρουσία μου. Ἀλλὰ καὶ τώρα ἔχει ἔλθει ὁ Ἠλίας. Ἔτσι ἔλεγε τὸν Ἰωάννη. Αὐτὸς ἦρθε σὰν Ἠλίας. Ἄν ζητῆς τὸ Θεσβίτη, ἔρχεται κι ἐκεῖνος. Γι’ αὐτὸ κι ἔλεγε. Ἔρχεται ὁ Ἠλίας καὶ θὰ τ’ ἀποκαταστήση ὅλα. Ποιὰ ὅλα; Ὅσα ἔλεγε ὁ προφήτης Μαλαχίας. Λέει ὁ προφήτης· Θὰ σᾶς στείλω τὸν Ἠλία τὸ Θεσβίτη ποὺ θὰ συμφιλιώση τὴν καρδιὰ τοῦ πατέρα μὲ τοῦ γιοῦ, γιὰ νὰ μὴν ἔρθω καὶ χτυπήσω καίρια τὴ γῆ.  Βλέπετε τὴν ἀκρίβεια τοῦ προφητικοῦ λόγου; Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς ἐκάλεσε τὸν Ἰωάννη Ἠλία, ἐξ αἰτίας τῆς κοινότητας τοῦ ἔργου, γιὰ νὰ μὴ νομίσετε τώρα ὅτι αὐτὸ λέγεται κι ἀπὸ τὸν προφήτη πρόσθεσε καὶ τὴν παρουσία του  μὲ τὴ λέξη Θεσβίτης. Ὁ Ἰωάννης δὲν ἦταν Θεσβίτης. Μαζὶ μ’ αὐτὸ θέτει καὶ δεύτερο ὑπαινιγμό· Μὴν ἔρθω καὶ χτυπήσω καίρια τὴ γῆ, ἀναφερόμενος στὴ φοβερὴ δεύτερη παρουσία του. Κατὰ τὴν πρώτη παρουσία του δὲν ἦθρε νὰ χτυπήση τὴ γῆ. Δὲν ἦρθα λέγει γιὰ νὰ κρίνω τὸν κόσμο ἀλλὰ γιὰ νὰ σώσω τὸν κόσμο. Τὸ εἶπε λοιπὸν αὐτὸ φανερώνοντας ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴν παρουσία ποὺ περιέχει τὴν κρίση, ἔρχεται ὁ Θεσβίτης.  Φανερώνει μαζὶ καὶ τὴν αἰτία τῆς παρουσίας του.  Μὲ τὸν ἐρχομό του θὰ πείση τοὺς Ἰουδαίους νὰ πιστέψουν στὸ Χριστὸ καὶ νὰ μὴ χαθοῦν ὅλοι μαζὶ ὅταν ἔρθη. Αὐτὸ θέλει νὰ φέρη στὴ μνήμη τους καὶ τοὺς λέει· Καὶ θ’ ἀποκαταστήση ὅλα. Θὰ διορθώση δηλαδὴ τὴν ἀπιστία τῶν Ἰουδαίων ποὺ θὰ εἶναι τότε στὴ ζωή.  Γι’ αὐτὸ καὶ μίλησε μὲ περισσὴν ἀκρίβεια.  Δὲν εἶπε θὰ συμφιλιώση τὴν καρδιὰ τοῦ γιοῦ μὲ τὸν πατέρα ἀλλὰ τοῦ Πατέρα μὲ τοῦ γιοῦ. Ἐπειδὴ οἱ Ἰουδαῖοι ἦσαν πατέρες τῶν Ἀποστόλων  λέει ὅτι θὰ συμφιλιώση μὲ τὴ διδασκαλία τῶν παιδιῶν τους, δηλ. τῶν ἀποστόλων, τὶς καρδιὲς τῶν πατέρων τους, δηλαδή, τὴν ψυχὴ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ γένους.
Σᾶς λέγω ὅτι ὁ Ἠλίας ἦρθε καὶ δὲν τὸν κατάλαβαν ἀλλὰ τοῦ ἔκαμαν ὅσα θέλησαν. Ἔτσι καὶ ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ κακοπαθήση ἀπ’ αὐτούς. Τότε κατανόησαν ὅτι τοὺς εἶπε γιὰ τὸν Ἰωάννη. Δὲν τοὺς τὸ εἶπαν ὅμως οὔτε οἱ γραμματεῖς, οὔτε οἱ Γραφές. Εἶχαν γίνει προθυμότεροι καὶ προσεκτικώτεροι στὰ λεγόμενα καὶ γι’ αὐτὸ καταλάβαιναν γρήγορα. Ἀπὸ ποῦ τὸ κατάλαβαν οἱ μαθηταί; Τοὺς εἶχε μιλήσει ἀπὸ προηγούμενα ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Ἠλίας ποῦ πρόκειται νἀρθῆ. Ἐδῶ τοὺς λέει, ἦρθε. Κι ὅτι ὁ Ἠλίας ἔρχεται καὶ θὰ τ’ ἀποκαταστήση ὅλα. Μὴν ἀπορήσης καὶ μὴ νομίσης ὅτι ὁ λόγος ἔχει πλανηθῆ, λέγοντας ἄλλοτε δὲν θαρθῆ κι ἄλλοτε ὅτι ἤρθε. Ἀληθινὰ εἶναι ὅλα. Ὅταν λέει ὅτι ἔρχεται ὁ Ἠλίας καὶ θὰ τ’ ἀποκαταστήση ὅλα, ἐννοεῖ τὸν ἴδιο τὸν Ἡλία καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Ἰουδαίων ποὺ θὰ συμβῆ τότε. Ὅταν λέη, αὐτὸς ποὺ θἀρθῆ, σύμφωνα μὲ τὴν ταυτότητα τοῦ ἔργου καλεῖ τὸν Ἰωάννη Ἠλία. Γιατὶ καὶ οἱ προφῆτες κάθε ἐπίσημο βασιλιὰ τὸν ἔλεγαν Δαυΐδ καὶ τοὺς Ἰουδαίους τοὺς ἔλεγαν ἄρχοντες τῶν Σοδόμων καὶ γιοὺς τῶν Αἰθιόπων, ἀπὸ τὴ συμπεριφορά τους. Ὅπως ἐκεῖνοι θὰ γίνουν πρόδρομοι τῆς δευτέρας παρουσίας, ἔτσι κι αὐτὸς ἔγινε τῆς πρώτης.
β΄ . Καὶ δὲν τὸν ὀνομάζει γι’ αὐτὸ μονάχα παντοῦ Ἠλία, ἀλλὰ γιὰ νὰ δείξη πόσο αὐτὸς εἶναι σύμφωνος μὲ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, κι ὅτι κι αὐτὴ ἡ παρουσία συμφωνεῖ μὲ τὴν προφητεία. Γι’ αὐτὸ καὶ προσθέτε  ὅτι Ἦρθε καὶ δὲν τὸν κατάλαβαν, ἀλλὰ τοῦ ἔκαναν ὅ,τι θέλησαν. Τί σημαίνει ὅ,τι θέλησαν; Τὸν ἔβαλαν στὸ δεσμωτήριο, τὸν ὕβρισαν, τὸν σκότωσαν, μετέφεραν σὲ δίσκο τὴν κεφαλή του. Ἔτσι καὶ ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ κακοπαθήση ἀπ’ αὐτούς. Βλέπετε πόσο κατάλληλα τοὺς ὑπενθυμίζει τὸ πάθος, προξενώντας τους πολλὴ ἀνακουφίση ἀπὸ τὰ παθήματα τοῦ Ἰωάννη. Καθὼς ἐπίσης καὶ μὲ τὴν ἄμεση ἐπιτέλεση μεγάλων θαυμάτων.  Γιατὶ ὅταν μιλᾶ γιὰ τὸ πάθος, ἐπιτελεῖ ἀμέσως θαύματα κι ἔπειτα καὶ πρὶν ἀπὸ τοὺς λόγους αὐτούς. Σὲ πολλὰ σημεῖα μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ παρατηρήση. Τότε λοιπόν, γράφει, ἄρχισε νὰ δείχνη ὅτι πρέπη νὰ πάη στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ σκοτωθῆ καὶ νὰ πάθη πολλὰ Πότε τότε; Ὅταν ὡμολογήθηκε ὅτι εἶναι ὁ Χριστὸς κι ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ.  Στὸ βουνὸ πάλι, ὅταν τὴν θαυμάσια τοὺς ἔδειξε ὄψη του, τοὺς  ὑπενθύμισε τὸ πάθος, ὅταν μίλησαν οἱ προφῆτες γιὰ τὴ δόξα του. Ὅταν διηγήθηκε τὴν ἱστορία ποὺ διέσωσε ὁ Ἰωάννης πρόσθεσε, Ἔτσι καὶ ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ κακοποιηθῆ ἀπ’ αὐτοὺς.  Τὸ ἴδιο καὶ σὲ λίγο, ὅταν ἔβγαλε τὸ δαίμονα, ποὺ δὲν μπόρεσαν νὰ βγάλουν οἱ μαθηταί του. Καὶ τότε, ὅταν γύριζαν στὴ Γαλιλαία γράφει, ὁ Εὐαγγελιστὴς τοὺς εἶπε ὁ Ἰησοῦς, ὅτι πρόκειται νὰ παραδοθῆ  ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου σὲ χέρια ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν, ποὺ θὰ τὸν σκοτώσουν καὶ τὴν τρίτη μέρα θ’ ἀναστηθῆ. Αὐτὸ τὸ ἔκαμε, γιὰ νὰ μετριάση τὴν ὑπερβολικὴ λύπη μὲ τὸ μέγεθος τῶν θαυμάτων. Προσπαθεῖ νὰ τοὺς ἐνθαρρύνη μὲ κάθε τρόπο· ἐδῶ τοὺς παρηγορεῖ ὑπενθυμίζοντάς τους τὸ θάνατο τοῦ Ἰωάννη. Κι ἄν ἔλεγε κάποιος, γιατὶ δὲν ἀνάστησε καὶ τώρα τὸν Ἠλία νὰ τὸν στείλη, ἀφοῦ τόσα ἀγαθὰ συνεπάγεται ἡ παρουσία του, θὰ ποῦμε ὅτι καὶ τώρα, ποὺ νομιζουν ὅτι ὁ Χριστὸς  εἶναι ὁ Ἠλίας δὲν τὸν ἐπίστευαν.  Ἄλλοι, γράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς, σὲ λένε Ἡλία κι ἄλλλοι Ἱερεμία. Καὶ τὸν Ἰωάννη ἀπὸ τὸν Ἠλία μόνο ὁ χρόνος τοὺς χώριζε. Πῶς λοιπὸν τότε θὰ πιστέψουν;  Θὰ τὰ ἀποκαταστήση ὅλα, ὄχι μόνο γιατὶ εἶναι γνώριμος, ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ θὰ κρατήση ὡς τότε καὶ περισσότερο ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ εἶναι γιὰ ὅλους λαμπρότερη ἀπ’ τὸν ἥλιο. Ὅταν   λοιπὸν  ὕστερ’ ἀπὸ τόση  τιμὴ  καὶ προσδοκία  ἔρθη ἐκεῖνος κηρύττοντας τὰ ἴδια  μ’ αὐτὸν καὶ ἀναγγέλοντας τὸν Ἰησοῦ,  θὰ δεχτοῦν   πιὸ εὔκολα τοὺς λόγους. Κι ὅταν, λέει, δὲν τὸν κατάλαβαν, ἀναφέρεται καὶ στὰ δικά του. Καὶ δὲν τοὺς ἐνισχύει μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο μόνο ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν  ἀπόδειξη  ὅτι  ἄδικα πάσχει καὶ μὲ τὴ συγκάλυψη τῶν  λυπηρῶν  μὲ  δυὸ θαύματα, τὸ ἕνα  πάνω  στὸ  βουνὸ  καὶ μὲ ὅ,τι πρόκειται νὰ γίνη . Τ’ ἄκουσαν  αὐτὰ  ἀλλὰ δὲ ρωτοῦν πότε ἔρχεται ὁ Ἠλίας ἀπὸ τὴ λύπη γιὰ τὸ πάθος ἤ ἀπὸ φόβο. Πολλὲς φορὲς ὅταν δοῦνε ὅτι δὲν θέλει νὰ πῆ κάτι καθαρὰ σιωποῦν.  Ὅταν ἦσαν στὴν Γαλιλαία τοὺς εἶπε·  Σὲ λίγο ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ παραδοθῆ καὶ θὰ τὸν σκοτώσουν. Ὁ Μᾶρκος σ’ αὐτοὺς τοὺς λόγους προσθέτει· Ἀγνοοοῦσαν τὸ λόγο καὶ ἐφοβοῦνταν νὰ τὸν ρωτήσουν κι ὁ Λουκᾶς, ὅτι ἦταν ἀσαφὴς γι’  αὐτοὺς ὁ λόγος, γιὰ νὰ μὴν τὸν κατανοήσουν καὶ φοβοῦνταν  νὰ τὸν ρωτήσουν γι’ αὐτὸν.  Κι ὅταν  ἦρθαν στὸ λαό, τὸν πλησίασε ἕνας ἄνθρωπος ποὺ  γονάτιζε καὶ τοῦ ἔλεγε·  Κύριε, σπλαχνίσου τὸ παιδὶ μου ποὺ σεληνιάζεται καὶ ὑποφέρει. Πολλὲς φορὲς πέφτει στὴ φωτιὰ καὶ πολλὲς στὸ νερό. Τὸν ἔφερα στοὺς μαθητάς σου ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν. Ἡ Γραφὴ δείχνει ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος  ἦταν  πολὺ ἀδύνατος στὴν πίστη.  Εἶναι φανερὸ ἀπὸ πολλά.  Κι ὁ ἴδιος εἶπε βοήθησέ με στὴν ἀπιστία μου. Κι ὁ Χριστὸς διάταξε τὸ δαίμονα νὰ μὴν ξαναμπῆ σ’ αὐτόν.  Κι αὐτὸς πάλι εἶχε πεῖ στὸ  Χριστό·  Ἄν  μπορῆς·  Κι ἄν  στάθηκε αἰτία ἡ ἀπιστία του νὰ  μὴ βγῆ  ὁ δαίμονας γιατὶ κατηγορεῖ τοὺς μαθητάς;  Θέλει νὰ τοὺς δείξει ὅτι τοὺς εἶναι  δυνατὸ  νὰ κάνουν πολλὲς θεραπείες ἀκόμα καὶ χωρὶς τὴν πίστη τῶν ἀσθενῶν.  Ὅπως ἔφτασε πολλὲς φορὲς ἡ πίστη ἐκείνου που ἔφερνε τὸν ἄρρωστο, γιὰ νὰ προέλθη ἡ θεραπεία ἀκόμα·  κι ἀπὸ κατώτερο, ἔτσι ἔφτασε πολλὲς φορὲς ἡ δύναμη αὐτῶν ποὺ θαυματουργοῦσαν παρὰ τὴν ἀπιστία ἐκείνων ποὺ πλησιάζουν.  Καὶ τὰ δύο αὐτὰ φαίνονται στὶς Γραφές.  Ὁ Κορνήλιος καὶ οἱ δικοί του μὲ τὴν πίστη τους ἀπέσπασαν τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος . Στὴν περίπτωση τοῦ Ἐλισσαίου ἀναστήθηκε  ὁ  νεκρὸς  χωρὶς νὰ πιστέψη κανείς.  Κι αὐτοὶ πάλι  ποὺ χάλασαν τὴ στέγη δὲν τὸ ἔκαμαν ἀπὸ πίστη ἀλλὰ ἔτσι τυχαῖα ἀπὸ δειλία.  Φοβήθηκαν γι’ αὐτὸ ποὺ ἔκαμαν, τὸν ἔρριξαν κι ἔφυγαν. Κι ὁ ἴδιος ποὺ ἔρριξαν ἦταν πεθαμένος. Κι ὁ νεκρὸς σηκώθηκε μόνο ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ ἁγίου σώματος. Εἶναι φανερὸ λοιπὸν κι ἐδῶ ὅτι καὶ οἱ μαθηταὶ ἔδειξαν ἀδυναμία, ὄχι ὅμως ὅλοι, γιατὶ ἔλειπαν ἀπὸ κεῖ οἱ στῦλοι.
γ΄. Ἄς δοῦμε κι ἀπὸ ἄλλη πλευρὰ τὴν ἀγνωμοσύνη. Πῶς μπροστὰ στὸ λαὸ μιλάει στὸν Ἰησοῦ κατὰ τῶν μαθητῶν του λέγοντας, ὅτι τὸν ἔφερα στοὺς μαθητὰς σου καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν. Αὐτὸς ὅμως ἀπαλλάσοντάς τους ἀπὸ τὶς κατηγορίες, μπορστὰ στὸ λαό, στὸ λαὸ καταλογίζει τὴ μεγαλύτερη ἐνοχή. Ὦ γενεὰ, ἄπιστη καὶ διεστραμμένη, ὡς πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; Δὲν ἀπευθύνεται σ’ αὐτὸν μόνο, γιὰ νὰ μὴν τὸν τρομάξη ἀλλὰ σ’ ὅλους τοὺς Ἰουδαίους. Γιατὶ ἦταν φυσικὸ ἀπὸ τοὺς παρόντες νὰ σκανδαλισθοῦν καὶ νὰ σκεφτοῦν γι’ αὐτοὺς κάτι ποὺ δὲν ἔπρεπε.  Κι ὅταν πάλι λέη·  Ὡς πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; δείχνει ὅτι ἀποδέχεται τὸ θάνατο καὶ τὸν ἐπιθυμεῖ καὶ ποθεῖ τὴν ἀποδημία του.  Καὶ ὅτι δὲν εἶναι ἡ σταύρωσή του βαρειὰ ἀλλὰ ἡ ἁπλῆ συμβίωση μαζί τους.  Δὲν στάθηκε ὅμως στὶς  κατηγορίες.  Φέρτε μου τον ἐδῶ, προστάζει.  Καὶ τὸν ρωτᾶ ὁ ἴδιος πόσον καιρὶ ἔχει στὴν ἀσθένεια. Ὑπερασπίζει τοὺς μαθητὰς  κι ἐκεῖνον τὸ φέρνει σὲ ἀγαθὴ ἐλπίδα καὶ νὰ πιστέψη ὅτι θὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τὸ κακὸ. Καὶ τὸν ἀφήνει νὰ σπαραχτῆ, ὄχι γιὰ ἐπίδειξη (εἶχε μαζευτῆ ὁ λαὸς καὶ τὸν εἶχε  μάλιστα  ἐπιτιμήση)    ἀλλὰ γιὰ τὸ καλὸ τοῦ πατέρα. Γιὰ νὰ φτάση νὰ πιστέψη τὸ θαῦμα ποὺ θὰ ἀκολοθοῦσε, ὅταν ἔβλεπε ταραγμένο τὸ δαιμόνιο ἀπὸ μόνη τὴν πρόσκλησή του. Κι ὅταν ἐκεῖνος εἶπε «ἀπὸ παιδί» καὶ ἄν μπορεῖς βοήθησέ με, τοῦ λέγει.  Σ’ ὅποιος πιστεύει ὅλα εἶναι δυνατά. Ἔτσι γυρίζει σ’ αὐτὸν πάλι τὴν κατηγορία. Κι ὅταν ἔλεγε ὁ λεπρὸς   Ἄν θέλης, μπορεῖς νὰ μὲ καθαρίσης, δίνοντας μαρτυρία γιὰ τὴν δύναμή του, τὸν ἐπαίνεσε κι ἐπιβεβαίωσε τὸ λόγο, ἀπαντῶντας·  «θέλω, καθαρίσου».  Ὅταν ὅμως αὐτὸς ἐδῶ δὲν εἶπε τίποτα ποὺ ν’ ἀξίζη στὴ δύναμή του, λέγοντας·  Ἄν μπορῆς, βοήθησέ με, κοίταξε πῶς διορθώνει τὴ διατύπωση, ἐπειδὴ δὲν ἦταν ὅπως ἔπρεπε. Ἄν μπορῆς νὰ πιστέψης ἀπαντᾶ, ὅλα εἶναι δυνατὰ σ’ ὅποιον πιστεύει. Νά, τὶ σημαίνει αὐτό. Τόσο πλεόνασμα δυνάμεως διαθέτω, ὥστε μπορῶ νὰ δυναμώσω κι ἄλλους νὰ θαυματουργοῦν. Ὥστε ἄν πιστεύης ὅπως πρέπει καὶ σὺ ὁ ἴδιος μπορεῖς νὰ θεραπεύσης κι αὐτὸν κι ἄλλους πολλοὺς. Κι ἀφοῦ εἶπε αὐτὰ ἐθεράπευσε τὸ δαιμονισμένο. Ἄς μὴ δοῦμε τώρα μόνο τὴν πρόνοια καὶ τὴν ἀγαθοποιΐα του ἀλλὰ ἀπὸ τότε ποὺ παραχώρησε νὰ μπῆ μέσα του τό δαιμόνιο. Ἄν δὲν ἦταν ὁ ἄνθρωπος ἀντικείμενο πολλῆς πρόνοιας, θὰ εἶχε χαθῆ ἀπὸ παλιά. Γιατί, λέει, ὅτι καὶ στὴ φωτιὰ τὸν εἶχε ρίξει καὶ στὸ νερό. Καὶ τὸ δαιμόνιο ποὺ τολμοῦσε νὰ τοῦ προξενῆ αὐτά, μποροῦσε καὶ νὰ τὸν σκοτώση, ἄν δὲ χαλιναγωγοῦσε ἰσχυρὰ ὁ Θεὸς τὴν τόση μανία του. Ἔτσι καὶ μὲ τοὺς γυμνοὺς ἐκείνους, ποὺ ἔτρεχαν στὶς ἐρημιὲς καὶ ξεσκίζονταν στὶς κοφτερές πέτρες.  Κι ἄν τὸν ἀποκαλῆ σελληνιακὸ μὴν ἀνησυχῆς· ὁ χαρακτηρισμὸς ἀνήκει στὸν πατέρα τοῦ δαιμονισμένου.
Πῶς λοιπὸν ἀναφέρει καὶ ὁ Εὐαγγελιστής, ὅτι ἐθεράπευσε πολλοὺς σεληνιακοὺς; Τοὺς ὀνομάζει ἔτσι ἀκολουθῶντας τὴ γνώμη τῶν πολλῶν. Ὁ δαίμονας δηλαδὴ γιὰ νὰ διαβάλη τὴ σελήνη ἐπιτίθεται ἐναντίον τῶν ἀσθενῶν καὶ τοὺς ἐρεθίζει μὲ τὴν περιφορὰ τῆς σελήνης. Ὄχι πῶς ἐνεργεῖ ἡ σελήνη·  γιὰ ὄνομα τοῦ Θεοῦ· εἶναι δική του ἡ ἐνέργεια γιὰ νὰ διαβληθῆ τὸ ἀστέρι. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπεκράτησε μιὰ σφαλερὴ γνώμη ἀνάμεσα στοὺς ἀνοήτους ἀνθρώπους καὶ καλοῦν μ’ αὐτὸ τὸ ὄνομα αὐτοὺς τοὺς ἀρρώστους. Γελιοῦνται ὅμως γιατὶ δὲν εἶναι αὐτὸ ἀληθινό. Τότε πῆγαν οἱ μαθηταὶ του ἰδιαιτέρως καὶ τὸν ρώτησαν, γιὰ ποιὸ λόγο δὲν μπόρεσαν αὐτοὶ νὰ βγάλουν τὸ δαίμονα. Μοῦ φαίνεται πὼς ἀγωνιοῦσαν καὶ φοβοῦνταν μήπως ἔχασαν τὴ χάρη, ποὺ τοὺς εἶχε ἐμπιστευθῆ. Γιατὶ τοὺς εἶχε δώσε δύναμη νὰ ἐξουσιάζουν τοὺς ἀκαθάρτους δαίμονες. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ρωτοῦν ἰδιαιτέρως, ὄχι ἀπὸ ντροπή, εἶχαν φανερωθῆ στὴν πράξη κι ἦταν περιττὸ  πιὰ νὰ ντρέπωνται τὴν λεκτικὴ ὁμολογία. Ἀλλὰ ἤθελεαν νὰ τὸν ρωτήσουν γιὰ μυστικὸ καὶ σπουδαῖο ζήτημα. Κι ὁ Χριστὸς τοὺς ἀπαντᾶ·  Γιὰ τὴν ἀπιστία σας. Ἄν ἔχετε πίστη σὰν ἕνα σπόρο σιναπιοῦ θὰ πῆτε σ’ αὐτὸ τὸ βουνό· Ἄλλαξε θέση καὶ θ’ ἀλλάξη καὶ τίποτα δὲ θὰ εἶναι ἀδύνατο γιὰ σᾶς. Κι ἄν πῆτε σὲ ποιὸ μέρος μετατόπισαν βουνό, θὰ σᾶς ἀπαντοῦσα ὅτι ἐπραγματοποίησαν πολὺ μεγαλύτερα, ἀφοῦ ἀνάστησαν νεκρούς. Δὲν εἶναι ἴσο, νὰ μετατοπίσης βουνὸ καὶ νὰ διώξης τὸ θάνατο ἀπὸ τὸ σῶμα. Ἀναφέρονται ἀργότερα κάποιοι ἅγιοι πολὺ κατώτεροι ἀπὸ κείνους, ποὺ τὸ κάλεσε ἡ ἀνάγκη νὰ μετατοπίσουν βουνά. Εἶναι φανερὸ ὅτι κι αὐτοὶ ἄν ἦταν ἀνάγκη θὰ τὰ μετατόπιζαν. Ἀφοῦ τότε δὲν παρουσιάστηκε ἀνάγκη, ἄς μὴν τοὺς κατηγοροῦμε. Ἐξ ἄλλου κι ὁ ἴδιος δὲν εἶπε, ὅτι θὰ τὰ μετατοπίσετε ὁπωσδήποτε, ἀλλὰ ὅτι θὰ ἔχετε καὶ γι’ αὐτὸ τὴ δύναμη. Κι ἄν δὲν τὰ μετατόπισαν, δὲν εἶναι ἐπειδὴ δὲν μπόρεσαν. Μπόρεσαν ἄλλα μεγαλύτερα. Ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲ θέλησαν, ἀφοῦ δὲν παρουσιάστηκε ἀνάγκη. Ἀκόμα εἶναι φυσικὸ καὶ νὰ ἔχη γίνει αὐτό, νὰ μὴν ἔχη ὅμως γραφῆ. Δὲν γράφηκαν ὅλα τὰ θαύματά τους. Ἦταν σὲ χαμηλότερη πνευματικὴ κατάσταση τότε. Μήπωε δὲν εἶχαν τότε μήτε τὴν πίστη αὐτή; Δὲν τὴν εἶχαν κι οὔτε ἦσαν πάντα οἱ ἴδιοι, ἀφοῦ κι ὁ Πέτρος τώρα καλοτυχίζεται κι ὕστερα κατηγορεῖται. Μὰ καὶ ἄλλους τοὺς κατηγορεῖ γι’ ἀδυναμία τοῦ νοῦ, ὅταν δὲν κατάλαβαν τὴν παραβολὴ τῆς ζύμης. Ἔδειξαν λοιπὸν καὶ σ’ αὐτὴ τὴν περίπτωση οἱ μαθηταὶ ἀδυναμία, δὲν ἦσαν τέλειοι πρὶν ἀπὸ τὸ σταυρό. Πίστη ἐδῶ ἐννοεῖ τὴν πίστη τῶν θαυμάτων καὶ ἀναφέρει τὸ σινάπι φανερώνοντας τὴν ἀνείπωτη δύναμή της. Γιατὶ ἄν στὸ μέγεθος φαίνεται μικρὸ τὸ σινάπι, στὴ δύναμη εἶναι ἰσχυρότερο ἀπ’ ὅλα. Ἐπειδὴ ἤθελε νὰ δείξη λοιπὸν ὅτι ἡ ἐλάχιστη ἀλλὰ γνήσια πίστη ἔχει μεγάλη δύναμη, θυμήθηκε τὸ σινάπι. Καὶ δὲν σταμάτησε ἐδῶ μονάχα, ἀλλὰ πρόσθεσε καὶ τὰ βουνὰ καὶ προχώρησε παραπέρα. Τίποτε, εἶπε, δὲ θὰ εἶναι ἀδύνατο γιὰ σᾶς.
δ΄. Ἐμεῖς ὅμως ἄς θαυμάσωμε κι ἐδῶ τὴν ἁπλότητά τους καὶ τὴ δύναμη τοῦ Πνεύματος. Τὴν ἁπλοτήτα γιατὶ δὲν ἔκρυψαν τὸ ἐλάττωμά τους. Τὴ δύναμη τοῦ Πνεύματος, γιατὶ αὐτοὺς ποὺ δὲν εἶχαν οὔτε ἕνα σπόρο σιναπιοῦ τοὺς δυνάμωνε λίγο λίγο, ὥστε νὰ ἀναβρύσουν ἀπ’ αὐτοὺς πηγὲς καὶ ποταμοὶ πίστεως. Τὸ εἶδος αὐτὸ δὲν βγαίνει παρὰ μόνο μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Ἐννοεῖ ὅλους τοὺς δαίμονες ὄχι μόνο τῶν σεληνιακῶν. Βλέπετε πῶς ἀπὸ τώρα κάνει μιὰ προκαταβολὴ τοῦ λόγου γιὰ τὴ νηστεία; Μὴν θυμηθῆτε τὶς σπάνιες περιπτώσεις, ὅταν μερικοὶ καὶ χωρὶς νηστεία ἔβγαλαν δαίμονες. Κι ἄν μπορῆ νὰ τὸ πῆ αὐτὸ καὶ γιὰ ἕνα δύο ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ἐπιτιμοῦν τοὺς δαίμονες, εἶναι ὅμως ἀδύνατο ἐκεῖνο ποὺ πάσχει ν’ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τὴ μανία του αὐτή, ἐνῶ τρώγει ἀπὸ ὅλα. Ἔχει ἀπόλυτη ἀνάγκη ἀπὸ τὴ νηστεία ὅποιος ἔχει αὐτὴ τὴ νόσο. Ἀλλὰ ἄν χρειάζεται ἡ πίστη, θὰ πῆ κανεὶς τὶ χρειάζεται ἡ νηστεία; Χρειάζεται γιατὶ μαζὶ μὲ τὴν πίστη δίνει κι αὐτὴ ὄχι λίγη δύναμη. Καλλιεργεῖ μέσα μας τὴν πνευματικὴ διάθεση, δημιουργεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἀγγέλους, μάχεται μὲ τὶς ἀσώματες δυνάμεις. Ὄχι ὅμως κι αὐτὴ μόνη της· πρέπει νὰ προηγῆται ἡ προσευχή. Ἄς προσέξωμε πόσα ἀγαθὰ δημιουργοῦν οἱ δύο. Ὅποιος προσεύχεται ὅπως πρέπει καὶ νηστεύει δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ πολλά. Κι ὅποιος δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ πολλὰ δὲ θὰ γίνη φιλοχρήματος. Κι ὅποιος δὲν εἶναι φιλοχρήματος εἶναι πιὸ κατάλληλος γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη. Ἀνάλαφρος καὶ φτερωμένος εἶναι ὅποιος νηστεύει καὶ προσεύχεται μὲ φρόνηση, διώχνει τὶς πονηρὲς ἐπιθυμίες, ἐξιλεώνει τὸ Θεὸ, ταπεινώνει τὴν ψυχὴ ποὺ ἐπαίρεται. Γι’ αὐτὸ οἱ ἀπόστολοι σχεδὸν πάντα ἐνήστευαν. Ὅποιος προσεύχεται καὶ νηστεύει ἔχει διπλὲς φτεροῦγες καὶ εἶναι ἐλαφρύτερος ἀπὸ τοὺς ἀνέμους. Οὔτε χασμουριέται οὔτε τεντώνεται οὔτε ἀποναρκώνεται, ὅταν προσεύχεται, ὅπωα παθαίνουν οἱ πολλοί. Εἶναι ὁρμητικώτερος ἀπὸ τὴ φωτιὰ, καὶ ἀνυψώνεται ἀπὸ τὰ γήινα. Γι’ αὐτὸ εἶναι ὁ καλύτερος ἐχθρὸς ὡς ἀντίμαχος τῶν δαιμόνων. Τίποτε δὲν εἶναι πιὸ δυνατὸ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ προσεύχεται γνήσια. Ἄν μιὰ γυναῖκα μπόρεσε νὰ λυγίση κάποιο σκληρὸ ἄρχοντα ποὺ οὔτε Θεὸ φοβόταν, οὔτε ἄνθρωπο ντρεπόταν, πολὺ περισσότερο θὰ πάρη μαζί του τὸ Θεὸ αὐτὸς ποὺ ἀδιάκοπα μένει κοντὰ καὶ νικᾶ τὰ φαγητὰ καὶ διώχνει τὶς ἀπολαύσεις.
Κι ἄν εἶναι ἀσθενικὸ τὸ σῶμα σου, γιὰ νὰ νηστεύης πάντα, δὲν εἶναι ἀσθενικὸ γιὰ τὴν προσευχή, οὔτε ἀνίσχυρο στὴ δύναμη τοῦ φαγητοῦ. Ἄν δὲ μπορῆς νὰ νηστεύης, μπορεῖς νὰ μὴν ἐπιδιώκης τὴν ἀπόλαυση.  Δὲν εἶναι αὐτὸ μικρὸ καὶ δὲν ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὴ νηστεία. Ἔχει  κι αὐτὸ τὴ δύναμη νὰ συντρίψη τὴ μανία τοῦ διαβόλου. Τίποτα δὲν εἶναι τόσο ἀγαπητὸ σ’ ἐκεῖνο τὸ δαίμονα ὅσο ἡ ἀπόλαυση κι ἡ μέθη γαιτὶ αὐτὰ εἶναι ἠ πηγὴ καὶ ἡ μητέρα ὅλων τῶν κακῶν. Μ’ αὐτὰ κάποτε ἔρριξε τοὺς Ἰσραηλῖτες στὴ εἰδωλολατρεία. Μ’ αὐτὰ ὡδήγησε τοὺς Σοδομῖτες σὲ παράνομες ἐπιθυμίες. Αὐτὴ ἦταν ἡ παρανομία τῶν Σοδώμων, Ζοῦσαν τὴ σπάταλη ζωὴ τους μέσα σὲ ὑπερηφάνεια, καὶ ἀφθονία καὶ πλῆθος ἀγαθῶν. Μ’ αὐτὰ ἔφερε στὴ ἀπώλεια ἀμέτρητους ἄλλους καὶ τοὺς παρέδωσε στὴ γέενα. Ποιὸ κακὸ δὲν προξενοῦν οἱ ἀπολαύσεις; Μεταβάλλουν τοὺς ἀνθρώπους σὲ χοίρους κι ἀπὸ χοίρους χειρότερους. Ὁ χοῖρος κυλιέται στὸ βοῦρκο καὶ τρέφεται ἀπὸ τὴν κόπρο. Μὰ ἐκεῖνος σὲ σιχαμερώτερο τραπέζι τρέφεται, ἐπινοῶντας ἀθέμιτες σχέσεις καὶ παράνομους ἔρωτες. Σὲ τίποτα δὲν διαφέρει ἀπὸ τὸ δαιμονισμένο. Τὶς ἴδιες ἀναισχυντίες διαπράττει καὶ ἔχει τὴν ἴδια μανία. Καὶ τὸν δαιμονισμένο τουλάχιστον τὸν σπλαχνιζόμαστε, αὐτὸν ὅμως τὸν ἀποστρεφόμαστε καὶ τὸν μισοῦμε. Μὰ γιατὶ τέλος πάντων;  Γιατὶ ἐκδηλώνει μιὰ μανία ποὺ τὴν διαλέγει ὁ ἴδιος καὶ μεταβάλλει τὸ στόμα, τὰ μάτια, τὴ μύτη τὰ πάντα γενικὰ σὲ ὀχετούς. Κι ἄν κοιτάξωμε στὸ ἐσωτερικὸ θὰ δοῦμε καὶ τὴν ψυχὴ σὰν σὲ χειμῶνα καὶ κρὺο παγωμένη καὶ ναρκωμένη καὶ ἀδύνατη νὰ ὠφελήση τὸ σκάφος –σῶμα ἐξ αἰτίας τῆς ὑπερβολικῆς τρικυμίας. Ντρέπομαι ν’ ἀναφέρω τὰ κακὰ ποὺ προξενοῦν σ’ ἄνδρες καὶ γυναῖκες οἱ ἀπολαύσεις, τ’ ἀφήνω στὴ συνείδησή τους ποὺ τὰ γνωρίζει μ’ ἀκρίβεια. Ὑπάρχει πιὸ ἄσχημο πρᾶγμα ἀπὸ γυναῖκα ποὺ μεθᾶ ἤ ἁπλῶς ποὺ παραφέρεται; Ὅσο πιὸ ἀδύνατο εἶναι τὸ πλοῖο, τόσο μεγαλύτερο τὸ ναυάγιο, εἴτε ἐλεύθερη εἶναι εἴτε δούλη. Ἡ ἐλεύθερη διαπράττει ἀπρέπειες στὴ μέση τοῦ θεάτρου ποὺ ἀποτελοῦν οἱ δοῦλες της, ἡ δούλη πάλι στὸ ἴδιο θέατρο μέσα καὶ γίνεται αἰτία νὰ βλασφημοῦνται ἀπὸ τοὺς ἀνοήτους τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν γίνωνται αὐτὰ ἀκούω πολλοὺς νὰ λένε. Νὰ μὴν ὑπάρχη κρασί. Πόση ἀνοησία καὶ παρεξήγηση! Ἄλλοι ἁμαρτάνουν καὶ μεῖς κατηγοροῦμε τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Πόση μανία χρειάζεται γι’ αὐτό. Δὲ φταίει τὸ κρασὶ ἀλλὰ ἡ ἀνηθικότητα ἐκείνων ποὺ τὸ ἀπολαμβάνουν ἄσχημα. Ἄς ποῦμε λοιπόν· νὰ μὴν ὑπάρχη μέθη, νὰ μὴν ὑπάρχη ἀπόλαυση. Ἄν ποῦμε νὰ μὴν ὑπάρχη κρασὶ προχωρῶντας σιγὰ σιγὰ θὰ ποῦμε νὰ μὴν ὑπάρχη σίδηρο γιὰ τοὺς δολογόνους. Νὰ μὴν ὑπάρχη νύχτα γιὰ τοὺς κλέφτες, νὰ μὴν ὑπάρχη φῶς γιὰ τοὺς συκοφάντες. Νὰ μὴν ὑπάρχη γυναῖκα γιὰ τὶς μοιχεῖες. Τὰ σβήνομε ὅλα μὲ μιὰ μονοκονδυλιά.
ε.΄ Μὴν κάμετε ἔτσι· αὐτὸ μαρτυρεῖ γνώμη σατανική. Μὴ διαβάλλεται τὸ κρασὶ ἀλλὰ τὴ μέθη . Κι ὅταν βρῆτε τὸν ἴδιο στὰ καλὰ του ὑπογραμμίστε του ὅλη τὴν ἀσχήμια του. Πέστε του ὅτι τὸ κρασὶ μᾶς δόθηκε γιὰ νὰ εὐχαριστούμεθα ὄχι γιὰ νὰ ἀσχημονοῦμε.  Γιὰ νὰ γελοῦμε ὄχι νὰ μᾶς γελοῦν. Γιὰ νὰ εἴμαστε ὑγιεῖς, ὄχι γιὰ νὰ ἀρρωσταίνουμε. Γιὰ νὰ ἀποκαταστήσωμε τὴν ἀσθένεια τοῦ σώματος, ὄχι γιὰ νὰ καταστρέψωμε τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς. Μᾶς ἔκαμε ὁ Θεὸς τὴν τιμὴ τοῦ δώρου· γιατὶ προσβάλλομε τὸν ἑαυτό μας μὲ τὴν ἄμετρη χρήση του; Ἀκοῦστε τί λέει ὁ Παῦλος· Νὰ χρησιμοποιῆς λίγο κρασὶ γιὰ τὸ στομάχι καὶ τὶς συχνὲς ἀσθένειές σου. Ἄν ὁ ἅγιος ἐκεῖνος παρὰ τὶς συνεχεῖς ἀρρώστιές του, δὲν δοκίμασε τὸ κρασί, ὥσπου τοῦ ἐπέτρεψε  ὁ δάσκαλος ποιὰ συγνώμη θὰ δοθῆ σ’ ἐμᾶς ποὺ μεθοῦμε ἐνῶ ἔχομε τὴν ὑγεία μας; Σ’ ἐκεῖνον ἔλεγε νὰ χρησιμοποιεῖ λίγο κρασὶ γιὰ τὸ στομάχι του.  Σὲ καθέναν ἀπὸ σᾶς ποὺ μεθᾶτε, θὰ πῆ χρησιμοποιεῖτε λίγο κρασὶ γιὰ τὶς πορνεῖες τὶς συχνὲς αἰσχρολογίες, γιὰ τὶς ἄλλες κακὲς ἐπιθυμίες ποὺ γεννᾶ ἡ μέθη. Κι ἄν δὲ θέλετε νὰ κάνετε γι’ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἀποχὴ ἀπὸ τὸ κρασὶ, κάνετε τουλάχιστο γιὰ τὴ λύπη καὶ τὴ δυσαρέσκεια ποὺ προκαλεῖ. Τὸ κρασὶ μᾶς δόθηκε γιὰ εὐχαρίστηση. Οἶνος εὐφραίνει καρδίαν ἀνθρώπου, λέει. Σεῖς ὅμως καταστρέφετε κι αὐτὸ τὸ πλεοονέκτημά του. Τί εἶδους εὐχαρίστηση εἶναι νὰ μὴ βρίσκεσαι στὸν ἑαυτό σου, νὰ ἔχης πολλὲς ἐνοχλήσεις, νὰ βλέπης τὰ πάντα νὰ στριφογυρίζουν, νὰ κατέχεσαι ἀπὸ σκοτοδίνη, νὰ ἔχης ἀνάγκη νὰ σοῦ ἀλείβουν μὲ λάδι τὸ κεφάλι, ὅπως αὐτοὶ ποὺ ἔχουν πυρετό. Αὐτὰ δὲν τὰ λέω σ’ ὅλους ἤ μᾶλλον σ’ ὅλους. Ὄχι ἐπειδὴ μεθοῦνε ὅλοι, γιὰ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὅσοι δὲ μεθοῦν δὲν φροντίζουν γιὰ κείνους ποὺ μεθοῦνε. Γι’ αὐτὸ κι ἀποτείνομαι πιὸ πολὺ σὲ σᾶς ποὺ δὲ μεθᾶτε. Γιατὶ κι ὁ γιατρὸς ἀφήνει τοὺς ἄρρωστους καὶ μιλᾶ μ’ αὐτοὺς ποὺ τοὺς περιποιοῦνται. Σ’ ἐσᾶς λοιπὸν ἀπευθύνω τὸ λόγο καὶ σᾶς παρακαλῶ ποτὲ νὰ μὴν αἰχμαλωτισθῆτε ἀπ’ αὐτὸ τὸ πάθος ἀλλὰ καὶ τοὺς αἰχμαλωτισμένους νὰ ἐλευθερώνετε, γιὰ νὰ μὴ φαίνωνται χειρότεροι ἀπὸ τὰ ἄλογα ζωᾶ. Ἐκεῖνα δὲ γυρεύουν τίποτε περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι τοὺς χρειάζεται. Αὐτοὶ ὅμως γίνονται πιὸ ἄλογοι κι ἀπ’ αὐτά, μὲ τὸ νὰ ξεπερνοῦν τὰ ὅρια του κανονικοῦ. Πόσο καλύτερα ἀπ’ αὐτοὺς εἶναι τὸ γαϊδουράκι καὶ τὸ σκυλί. Καθένα ἀπὸ τὰ ζῶα αὐτά- κι ἀπ’ ὅλα τὰ ἄλλα, ἄν θέλουν νὰ φᾶνε ἤ νὰ πιοῦνε γνωρίζουν τὸ ὅριο τῆς αὐτάρκειας καὶ δὲν προχωροῦν πέρα ἀπ’ ὅ,τι χρειάζεται. Κι ἄν βαλθοῦν πολλοὶ νὰ τὰ στριμώχνουν, δὲν ἀντέχουν νὰ πέσουν στὴν ὑπερβολή. Ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἄποψη λοιπὸν εἴστε κι ἀπὸ τ’ ἄλογα χειρότεροι ὄχι κατὰ τὴν κρίση τῶν ὑγιῶν μόνο ἀλλὰ καὶ σᾶς τῶν ἰδίων. Ἀπ’ αὐτὸ εἶναι φανερὸ ὅτι θεωρήσατε τὸν ἑαυτό σας πιὸ ἀνάξιο ἀπὸ τὰ σκυλιὰ καὶ τὰ γαϊδουράκια. Γιατὶ τὰ ζῶα αὐτὰ δὲν τ’ ἀναγκάζετε νὰ πάρουν τροφὴ περισσότερη ἀπὸ τὸ μέτρο. Κι ἄν ρωτήση κανένας, Γιατί, θ’ ἀπαντήσετε, Γιὰ νὰ μὴν τὰ βλάψωμε. Γιὰ τὸν ἑαυτὸ σας ὅμως οὔτε αὐτὴ τὴν πρόνοια δὲν παίρνετε. Ἔτσι θεωρεῖτε τὸν ἑαυτό σας κι ἀπὸ κεῖνα πιὸ μηδαμινὸ καὶ ἀδιαφορεῖτε, ἄν ὑποφέρετε ἀδιάκοπα. Γιατὶ τὴν βλάβη ἀπὸ τὴν μέθη δὲν τὴν ὑποφέρεις μόνο κατὰ τὴ μέρα τῆς μέθης, ἀλλὰ καὶ ἔπειτα ἀπὸ τὴ μέρα αὐτή. Κι ὅπως ὅταν περάση ὁ πυρετὸς μένουν τ’ ἀποτελέσματά του, ἔτσι κι ἡ μέθη ὅταν περάση ἀφήνει τὴ ζάλη της στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή. Καὶ τὸ ἄθλιο σῶμα κοίτεται παράλυτο, σὰν ναυαγισμένο σκάφος κι ἡ πιὸ ταλαίπωρη ἀπ’ αὐτὸ ψυχή, κι ὅταν ἀκόμα τὸ σῶμα ἔχει διαλυθῆ δυναμώνει τὴν τρικυμία, ἀνάβει τὴν ἐπιθυμία κι ὅταν δίνη τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶναι στὰ λογικὰ της, τότε εἶναι μεγαλύτερη ἡ μανία της. Εἶναι γεμάτη ἡ φαντασία ἀπὸ κρασιὰ καὶ πιθάρια καὶ φιάλες καὶ ποτήρια. Κι ὅπως στὴν περίπτωση τῆς τρικυμίας ὅταν σταματήση, μένει ἡ ζημία ποὺ προκάλεσε ἔτσι κι ἐδῶ. Ὅπως ἐκεῖ γίνεται ἀβαρία τῶν ἐμπορευμάτων, γίνεται κι ἐδῶ ἀβαρία ἀπ’ ὅλα τὰ σχεδὸν τὰ ἀγαθά. Εἴτε σωφροσύνη εὕρη, εἴτε ντροπή, εἴτε σύνεση, εἴτε καλωσύνη, εἴτε ταπεινοφροσύνη, ὅλα τὰ ρίχνει ἡ μέθη στὸ πέλαγος τῆς παραλογίας. Τὰ ἐπακόλουθα ὅμως δὲν εἶναι ὅμοια πιά. Γιατὶ ἐκεῖ μετὰ τὴν ἀβαρία τὸ σκάφος γίνεται ἐλαφρότερο, ἐδῶ ὅμως βαραίνει περισσότερο. Γιατὶ στὴ θέση τοῦ θησαυροῦ ἐκείνου δέχεται ἄμμο κι ἁλμυρὸ νερὸ κι ὅλο τὸ συφερτὸ τῆς μέθης, ποὺ μαζὶ μὲ τοὺς ἐπιβάτες καὶ τὸν κυβερνήτη βουλιάζει τὸ πλοῖο στὸ λεπτό. Γιὰ νὰ μὴν πάθωμε λοιπὸν αὐτὰ ἄς ἀπαλλάξωμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὴν τρικυμία. Δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ δοῦμε βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ὅταν ἔχωμε παραδοθῆ στὴ μέθη. Μὴν ξεγελιέστε, λέει, οὔτε μέθυσοι, οὔτε ὑβρισταὶ δὲ θὰ κληρονομήσουν τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Τί ἀναφέρω τὴ βασιλεία; Τὸ πάθος τῆς μέθης οὔτε τὰ παρόντα δὲ μᾶς ἀφήνει νὰ δοῦμε. Γιατὶ ἡ μέθη μετατρέπει τὶς ἡμέρες μας σὲ νύχτες καὶ τὸ φῶς σὲ σκοτάδι. Καὶ μὲ τὰ μάτια ἀνοιχτὰ δὲ βλέπουν οἱ μεθυσμένοι μήτε αὐτὰ ποὺ εἶναι μπροστὰ στὰ πόδια τους. Καὶ δὲν εἶναι τὸ φοβερὸ αὐτὸ μονάχα. Μαζὶ μ’ αὐτὰ ὑποφέρει κι ἄλλη τιμωρία βαρύτατη, στενοχώριες παράλογες, νεῦρα, ἀδιαθεσίες, περίγελω χλευασμὸ ἀδιάκοπο. Γιὰ ποιὰ συγνώμη εἶναι ἄξιοι αὐτοὶ ποὺ διαπερνοῦν τὸν ἑαυτό τους μὲ τὲτοια δεινά; Γιὰ καμμιά. Ἄς ἀποφύγωμε λοιπὸν τὸ πάθος, γιὰ νὰ κερδίσωμε καὶ τὰ ἐδῶ καὶ τὰ μελλοντικὰ ἀγαθὰ μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα κι ἡ δύναμη μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.