Ἡ αἰτία γιὰ τὴν εἰσαγωγὴ τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στὴν Ἐκκλησία εἶναι τὸ ἑξῆς γεγονός:

Κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1081 – 1118), ὁ ὁποῖος διαδέχθηκε στὴ βασιλικὴ ἐξουσία τὸν Νικηφόρο Γ’ τὸν Βοτενειάτη (1078 – 1081), ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη φιλονικία ἀνάμεσα σὲ λόγιους καὶ ἐνάρετους ἄνδρες. Ἄλλοι θεωροῦσαν ἀνώτερο τὸν Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα καὶ ὑπέροχη φυσιογνωμία. Ἄλλοι τοποθετοῦσαν ψηλὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο καὶ τὸν θεωροῦσαν ἀνώτερο ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ τὸν Γρηγόριο καί, τέλος, ἄλλοι, προσκείμενοι στὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, θεωροῦσαν αὐτὸν ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς δύο ἄλλους, δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Βασίλειο καὶ τὸν Χρυσόστομο. Ἡ φιλονικία αὐτὴ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ διαιρεθοῦν τὰ πλήθη τῶν Χριστιανῶν καὶ ἄλλοι ὀνομάζονταν «Ἰωαννίτες», ἄλλοι «Βασιλεῖτες» καὶ ἄλλοι «Γρηγορίτες».

Στὴν ἔριδα αὐτὴ ἔθεσε τέλος ὁ Μητροπολίτης Εὐχαΐτων, Ἰωάννης ὁ Μαυρόπους. Αὐτός, κατὰ τὴν διήγηση τοῦ Συναξαριστοῦ, εἶδε σὲ ὀπτασία τοὺς μέγιστους αὐτοὺς Ἱεράρχες, πρῶτα καθένα χωριστὰ καὶ στὴ συνέχεια καὶ τοὺς τρεῖς μαζί. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν: «Ἐμεῖς, ὅπως βλέπεις, εἴμαστε ἕνα κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ τίποτε δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ μᾶς χωρίζει ἢ νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀντιδικοῦμε. Ὅμως, κάτω ἀπὸ τὶς ἰδιαίτερες χρονικὲς συγκυρίες καὶ περιστάσεις ποὺ βρέθηκε ὁ καθένας μας, κινούμενοι καὶ καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γράψαμε σὲ συγγράμματα καὶ μὲ τὸν τρόπο του ὁ καθένας, διδασκαλίες ποὺ βοηθοῦν τοὺς ἀνθρώπους νὰ βροῦν τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἐπίσης, τὶς βαθύτερες θεῖες ἀλήθειες, στὶς ὁποῖες μπορέσαμε νὰ διεισδύσουμε μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὶς συμπεριλάβαμε σὲ συγγράμματα ποὺ ἐκδώσαμε. Καὶ ἀνάμεσά μας δὲν ὑπάρχει οὔτε πρῶτος, οὔτε δεύτερος, ἀλλά, ἂν πεῖς τὸν ἕνα, συμπορεύονται δίπλα του καὶ οἱ δυὸ ἄλλοι. Σήκω, λοιπόν, καὶ δῶσε ἐντολὴ στοὺς φιλονικοῦντες νὰ σταματήσουν τὶς ἔριδες καὶ νὰ πάψουν νὰ χωρίζονται γιὰ ἐμᾶς. Γιατί ἐμεῖς, καὶ στὴν ἐπίγεια ζωὴ ποὺ εἴμασταν καὶ στὴν οὐράνια ποὺ μεταβήκαμε, φροντίζαμε καὶ φροντίζουμε νὰ εἰρηνεύουμε καὶ νὰ ὁδηγοῦμε σὲ ὁμόνοια τὸν κόσμο. Καὶ ὅρισε μία ἡμέρα νὰ ἑορτάζεται ἀπὸ κοινοῦ ἡ μνήμη μας καὶ καθὼς εἶναι χρέος σου, νὰ ἐνεργήσεις νὰ εἰσαχθεῖ ἡ ἑορτὴ στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ συνταχθεῖ ἡ ἱερὴ ἀκολουθία. Ἀκόμη ἕνα χρέος σου, νὰ παραδόσεις στὶς μελλοντικὲς γενιὲς ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα γιὰ τὸν Θεό. Βεβαίως καὶ ἐμεῖς θὰ συμπράξουμε γιὰ τὴ σωτηρία ἐκείνων ποὺ θὰ ἑορτάζουν τὴν μνήμη μας, γιατί ἔχουμε καὶ ἐμεῖς παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ».

Ἔτσι ὁ Ἐπίσκοπος Εὐχαΐτων Ἰωάννης ἀνέλαβε τὴ συμφιλίωση τῶν διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε τὴν ἑορτὴ τῆς 30ης Ἰανουαρίου καὶ συνέγραψε καὶ κοινὴ Ἀκολουθία, ἀντάξια τῶν τριῶν Μεγάλων Πατέρων.

Ἡ ἑορτὴ αὐτῆς τῆς Συνάξεως τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀποτελεῖ τὸ ὁρατὸ σύμβολο τῆς ἰσότητας καὶ τῆς ἑνότητας τῶν Μεγάλων Διδασκάλων, οἱ ὁποῖοι δίδαξαν μὲ τὸν ἅγιο βίο τοὺς τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐξ’ αἰτίας τῆς ταπεινώσεώς τους μπροστὰ στὴν ἀλήθεια, ἔχουν λάβει τὸ χάρισμα νὰ ἐκφράζουν τὴν καθολικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅ,τι διδάσκουν δὲν εἶναι ἁπλῶς δική τους σκέψη ἢ προσωπική τους πεποίθηση, ἀλλὰ εἶναι ἐπιπλέον ἡ ἴδια ἡ μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας, γιατί μιλοῦν ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καθολικῆς της πληρότητας.
Περὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 14ου αἰώνα μ.Χ. ἀνεγέρθη ναὸς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν κοντὰ στὴν Ἁγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, δίπλα σχεδὸν στὴ μονὴ τῆς Παναχράντου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Τοὺς τρεῖς μέγιστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου Θεότητος, τοὺς τὴν οἰκουμένην ἀκτῖσι, δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τοὺς μελιρρύτους ποταμοὺς τῆς σοφίας, τοὺς τὴν κτίσιν πᾶσαν, θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τὸν Μέγαν, καὶ τὸν Θεολόγον Γρηγόριον, σὺν τῷ κλεινῷ Ἰωάννῃ, τῷ τὴν γλῶτταν χρυσορρήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοὶ γὰρ τῇ Τριάδι, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς ἱερούς, καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφήν, τῶν Διδασκάλων Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν· τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν κάματον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος δοξάζων τοὺς Ἁγίους σου.

 

Μεγαλυνάριον.
Ρήτορες σοφίας θεοειδεῖς, στῦλοι Ἐκκλησίας, οὐρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε Πάτερ, Γρηγόριε θεόφρον, καὶ θεῖε Ἰωάννη, κόσμῳ ἐδείχθητε.

Ὁ Ἅγιος Ἱππόλυτος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Μάρτυρες

Κενσουρίνος, Σαβαΐνος, Χρυσή, Φήλιξ, Μάξιμος, Ἐρκούλιος, Βενέριος, Στυράκιος, Μηνᾶς, Κόμοδος, Ἑρμῆς, Μαῦρος, Εὐσέβιος, Ρουστίκιος, Μονάγριος, Ἀμάνδινος, Ὀλύμπινος, Κύπριος, Θεόδωρος ὁ Τριβούνιος, Μάξιμος Πρεσβύτερος, Ἀρχέλαος Διάκονος, Κυριάκος Ἐπίσκοπος καὶ Μάξιμος ἕτερος Πρεσύτερος 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἄθλησαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κλαυδίου Β’ (268 – 269 μ.Χ.) καὶ ἡγεμονίας Βικαρίου τοῦ Οὐλπίου Ρωμύλου.

Ὁ Ἅγιος Κενσουρίνος κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ μαγίστρου καὶ τοῦ πρώτου τῆς συγκλήτου. Μετὰ ἀπὸ διαβολές, συνελήφθη καὶ κλείσθηκε στὴ φυλακή. Παρὰ τὰ βασανιστήρια ἐκεῖνος ὁμολογοῦσε μὲ ἐπιμονὴ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ἀπὸ τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτέλεσε ὁ Ἅγιος Κενσουρίνος στὴ φυλακή, εἴκοσι στρατιῶτες πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο.

Ἡ Ἁγία Χρυσὴ ὑποβλήθηκε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια καὶ στὸ τέλος τὴν ἔριξαν στὴ θάλασσα. Τὸν ὑπηρέτη τῆς Μάρτυρος Χρυσῆς, Ἅγιο Σαβαΐνο, τὸν κτύπησαν μὲ βαριὲς σφαῖρες στὸν αὐχένα, τὸν κρέμασαν σὲ ξύλο καὶ τοῦ κατέκαψαν τὰ σπλάγχνα. Ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Κύριο.
Ὅταν ἄκουσε γιὰ τὰ γενόμενα ὁ Ἅγιος Ἱππόλυτος, Ἐπίσκοπος Ρώμης, παρουσιάσθηκε στὸν ἡγεμόνα καὶ διαμαρτυρόμενος τὸν ἔλεγξε. Ἐκεῖνος ἀμέσως ἔδωσε ἐντολὴ καὶ συνέλαβαν τὸν Ἅγιο Ἱππόλυτο μαζὶ μὲ τὴν ἀκολουθία του. Μετὰ ἀπὸ τὰ ραπίσματα καὶ τὶς κακώσεις, τοὺς ἔδεσαν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ θάλασσα. Ἔτσι τελειώθησαν οἱ Ἅγιοι καὶ ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροποι, καὶ τῆς οἰκουμένης Διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς τῶν ψυχῶν τὸ μέγα ἔλεος. 

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Νέος 

Πολλὰ παραδείγματα ἀδελφικῶν σχέσεων, στενὴς συνεργασίας καὶ ὑπέροχης αὐτοθυσίας συναντᾶμε στὴν ἱστορία καὶ ζωὴ διαφόρων λαῶν.

Αὐτὰ ὅμως ποὺ βρίσκουμε στὴν πορεία τοῦ λαοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Κύπρου ξεπερνοῦν κάθε δυνατὴ φαντασία καὶ περιγραφή.

 

Ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια ἡ ὁμοφροσύνη καὶ ἀλληλεγγύη τῶν κατοίκων τῶν δυὸ αὐτῶν τμημάτων τοῦ Ἑλληνισμοῦ ὑπῆρξε ἑνιαία καὶ ζηλευτή.

Κοινὴ παρουσιάζεται ἡ τύχη τους. Κοινὴ καὶ ἡ ἱστορία καὶ ὁ πολιτισμός τους. Καὶ δικαιολογημένα.

Ὁ ἴδιος λαὸς εἶναι ποὺ κατοικεῖ καὶ στὰ δύο αὐτὰ μέρη. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια μαρτυρεῖ καὶ διακηρύττει τόσον ἡ γλώσσα καὶ Θρησκεία, καὶ ζωὴ τῶν κατοίκων τους, ὅσον καὶ οἱ περιπέτειές τους.

 

Ἕνα περιστατικό, ἐξαιρετικὰ συγκινητικὸ μεταξὺ τόσων ἄλλων εἶναι καὶ τοῦτο, ποὺ συνέβη στὰ μεσοβυζαντινὰ χρόνια (642 – 1071 μ.Χ.) μὲ ἥρωα, μάρτυρα καὶ ὁμολογητὴ τὸν Ἅγιο Θεόφιλο τὸν Νέο. Γι’ αὐτὸν καὶ οἱ γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν.

 

Ὁ ὁμολογητὴς Θεόφιλος γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε στὴν πάλαι ποτὲ βασιλίδα τῶν πόλεων καὶ πρωτεύουσα τῆς Βυζαντινῆς μας Αὐτοκρατορίας, τὴν Κωνσταντινούπολη. Οἱ γονεῖς του πιστοὶ καὶ ἐνάρετοι χριστιανοὶ φρόντισαν νὰ δώσουν στὸ παιδί τους ἀπὸ τὴν βρεφική του ἡλικία τὴν ἀνάλογη χριστιανικὴ μόρφωση καὶ ἀνατροφή. Ὁδηγό τους καὶ σὲ τοῦτο τὸ σημεῖο ἔβαλαν οἱ πιστοὶ γονεῖς τοῦ θείου ἀποστόλου τὰ θεόπνευστα λόγια. «Οἱ πατέρες ἐκτρέφετε τὰ τέκνα ὑμῶν, ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου’. (Ἐφεσ. στ’ 4).

 

Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τῶν προσπαθειῶν τους Θαυμαστό. Μεγαλωμένος ὁ Θεόφιλος μὲ τοῦ Χριστοῦ τὰ λόγια καὶ μὲ πρότυπο τὴν ὅλη ζωὴ τῶν γονιῶν του ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς συνομήλικές του ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια. Αὐτὸ γίνεται συχνά. Τὸ παράδειγμα τῶν γονιῶν παίζει πάντα βασικὸ ρόλο στὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν.

 

Τί εὐλογία θὰ ἦταν, ἂν τὴν ἀλήθεια αὐτὴ εἶχαν συνέχεια μπροστὰ στὰ μάτια τους οἱ γονεῖς. Εἰδικὰ σήμερα ποὺ οἱ ποικίλοι πειρασμοὶ ἔχουν αὐξηθεῖ ὑπερβολικά, ἡ προσεκτικὴ ζωὴ τῶν γονιῶν πολλὰ κακὰ θὰ εἶχε προλάβει.

 

Πολλοὶ φυσικὰ καὶ τότε οἱ πειρασμοὶ καὶ τοῦ πονηροῦ οἱ παγίδες. Μὲ τὰ ὄπλα ὅμως τῆς προσοχῆς καὶ προσευχῆς τὸ παιδὶ μεγάλωνε ἀνάλογα, ὥστε ἀπὸ πολὺ νωρὶς νὰ ἀξιωθεῖ νὰ ἀνέλθει καὶ στὸ ἀξίωμα τοῦ μέλους τῆς συγκλήτου καὶ νὰ εἶναι ἀπὸ ὅλους πρόσωπο σεβαστό. Αὐτὸ ἔγινε τὴν ἐποχὴ ποὺ στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων βρισκόντουσαν οἱ ὀρθόδοξοι βασιλεῖς Κωνσταντῖνος καὶ Εἰρήνη, ἡ δὲ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία ἦταν διηρημένη διοικητικὰ σὲ ἐπαρχίες ποὺ ὀνομαζόντουσαν Θέματα. Μιὰ τέτοια Ἐπαρχία – Θέμα, ἦταν καὶ ἡ Ἐπαρχία τῶν Κιβυρραιωτῶν ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Καρίας, τὰ Κίβυρρα. Οἱ κάτοικοι τοῦ θέματος αὐτοῦ ἦταν περίφημοι ναυτικοὶ κάτω ἀπὸ τὶς διαταγὲς καὶ τὴν καθοδήγηση τῶν βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων. Γι’ αὐτὸ καὶ εἰς τὸν στόλο τῶν Κιθυρραιωτῶν εἶχε ἀνατεθεῖ τότε ἡ ἐπιτήρηση καὶ φύλαξη τῶν θαλασσῶν τῆς Μεσογείου καὶ ἰδιαίτερα τῆς θαλάσσιας ὁδοῦ ποὺ διέρχεται μεταξὺ Κιλικίας καὶ Κύπρου. Οἱ Ἄραβες – Σαρακηνοὶ καὶ τὸ Ἰσλὰμ τοῦτο τὸν καιρὸ ἁλώνιζαν κυριολεκτικὰ αὐτὰ τὰ μέρη. Ὡς στρατηγὸς τῶν Κιβυρραιωτῶν εἶχε ὁρισθεῖ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ὁ Θεόφιλος ποὺ διακρινόταν γιὰ τὸν πατριωτισμὸ καὶ τὴν γενναιότητά του.

 

Τὸ ἔτος 800 μ.Χ. ὅπως ἀναφέρει στὴ χρονογραφία του ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ποὺ ἦταν ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Μεγάλου Ἀγροῦ – ἡ μονὴ βρισκόταν στὴν περιοχὴ Κωνσταντινουπόλεως – ἡ αὐτοκράτειρα Εἰρήνη στὸν Θεόφιλο εἶχε ἀναθέσει τὴν εὐθύνη νὰ παρακολουθεῖ τὸν ἀραβικὸ στόλο ποὺ ἔγινε ὁ κακὸς δαίμων τῆς Κύπρου. Ὁ Θεόφιλος εἶχε μαζί του ἀκόμη δύο στρατηγοὺς γιὰ νὰ τὸν βοηθοῦν. Καὶ αὐτοὶ εἶχαν δώσει τὸν λόγο τους, ὅτι ποτὲ δὲν θὰ ἐγκατέλειπαν τὸν ἀρχηγό, ἀλλὰ μαζί του θὰ ἦταν ἕτοιμοι καὶ νὰ συναποθάνουν. Πόσο εὔκολα μερικὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι δίνουμε ὑποσχέσεις. Ἀλλὰ καί, πόσο εὐκολότερα τὶς ξεχνοῦμε.

 

Ἕνα πράγμα ἀξίζει ἐδῶ πολὺ νὰ προσεχθεῖ. Ἡ χειρονομία τῆς Αὐτοκράτειρας Εἰρήνης. Σὰν ὑπεύθυνη ἀρχόντισσα τῆς μητέρας αὐτοκρατορίας φροντίζει μὲ κάθε τρόπο γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῆς θυγατρὸς Κύπρου, ἑνὸς πολύτιμου τμήματος τῆς Βυζαντινῆς μας αὐτοκρατορίας ποὺ κινδύνευε κάθε στιγμὴ καὶ ὤρα ἀπὸ τὶς ἐπιδρομὲς τῶν βαρβάρων Σαρακηνῶν.

 

Ὅταν τὸ Βυζαντινὸ ναυτικὸ μὲ ἀρχηγὸ τὸν Θεόφιλο ἔφθασε στὰ Μύρα τῆς Λυκίας, ὅλοι οἱ στρατηγοὶ παρέκαμψαν τὸ ἀκρωτήριο τῶν Χελιδονιῶν καὶ προχώρησαν νὰ εἰσέλθουν στὸν κόλπο τῆς Ἀττάλειας. Οἱ Ἄραβες, ἀφοῦ ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν Κύπρο, ἐκμεταλλευόμενοι τὸν καλὸ καιρὸ καὶ τὴν ὑπάρχουσα γαλήνη περιφέρονταν ἥσυχοι στὸ πέλαγος μεταξὺ Κύπρου καὶ Μ. Ἀσίας. Κάποια στιγμὴ ποὺ οἱ στρατηγοὶ τῶν Βυζαντινῶν τοὺς εἶδαν νὰ κινοῦνται ἥσυχοι καὶ ἀνενόχλητοι παρετάχθησαν καὶ ἑτοιμάσθηκαν νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσουν. Ὁ ἀρχηγὸς μάλιστα τῶν Κιβυρραιωτῶν Θεόφιλος, ἄνδρας ρωμαλέος καὶ πολὺ ἱκανός, στὸ ἀντίκρισμα τῶν Σαρακηνῶν, ἔλαβε τὸ θάρρος καὶ προχώρησε μὲ τὸ πλοῖο του μπροστὰ ἀπὸ τὸν στόλο καὶ μὲ ὅλη τὴ δύναμη κτύπησε τὸν ἐχθρό. Ἡ ἐπίθεση στὴν ἀρχὴ εἶχε μεγάλη ἐπιτυχία. Οἱ ἐχθροὶ κτυπημένοι ἀπὸ ὅλες τὶς πλευρὲς τὰ ἔχασαν καὶ ἑτοιμάζονταν νὰ παραδοθοῦν. Ὅταν ὅμως οἱ στρατηγοὶ εἶδαν τὴν ἀνδρεία τοῦ Θεόφιλου καὶ ἀντιλήφθησαν τὶς διαθέσεις τῶν Ἀράβων, ζήλευσαν τὴ δόξα του καὶ ἀφοῦ τὸν ἐγκατέλειψαν ἔφυγαν ἀπὸ τὴ ναυμαχία. Ὁ Θεόφιλος ὅμως ἀλύγιστος συνέχισε τὸν ἀγώνα γιὰ πολὺ χρόνο καὶ ὅταν ἀκόμη ἔμεινε μόνος μὲ τοὺς ναῦτες ποὺ ἦταν στὸν δρόμωνά του. Δυστυχῶς ἐπειδὴ τὰ πλοῖα τῶν Σαρακηνῶν ἦταν πολὺ περισσότερα, περικυκλώθηκε ἀπὸ αὐτὰ καὶ στὸ τέλος συνελήφθηκε αἰχμάλωτος.

 

Τί μεγάλο κακὸ ἀλήθεια ἡ ζήλια! «Φθόνος οὐκ εἶδε προτιμᾶν τὸ συμφέρον» λέγει καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος. Ὁ γενναῖος Θεόφιλος μετὰ τὴ σύλληψή του μὲ τὰ χέρια δεμένα πισθάγκωνα ὁδηγήθηκε μπροστὰ στὸν ἀρχηγὸ τῶν Σαρακηνῶν, τὸν τρομερὸ Χαλίφη τῆς Βαγδάτης Ἀροῦν ἀλ Ρασίντ. Ὁ τρομερὸς χαλίφης στὸ ἀντίκρισμα τοῦ παλικαριοῦ θαύμασε τὴ λεβεντιὰ ποὺ ἔβλεπε στὴν προσωπικότητά του καὶ ἀμέσως σκέφθηκε πώς, ἂν μὲ τὸν τρόπο του κατόρθωνε νὰ πείσει τὸ παλικάρι νὰ τὸν ἀκολουθήσει θὰ πετύχαινε τὴν πιὸ μεγάλη νίκη. Μὲ προσποιητὴ λοιπὸν εὐγένεια, ὅταν ὁ Θεόφιλος πλησίασε ἄρχισε νὰ τοῦ κάνει διάφορες προτάσεις, μὲ τὴν ὑπόσχεση νὰ τοῦ χαρίσει διάφορες δωρεές. Σ' ὅλες αὐτὲς τὶς προτάσεις τοῦ Βάρβαρου χαλίφη ὁ πιστὸς καὶ ἄκαμπτος χριστιανὸς ἐπέδειξε ὅλο τὸ μεγαλεῖο τοῦ χαρακτήρα του.

 

Στὴν πρόταση ἐξαναγκασμοῦ νὰ ἐγκαταλείψει τὴ θρησκεία του καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὸν μωαμεθανισμὸ ὁ πιστὸς Θεόφιλος ὄχι μόνο ἀρνήθηκε ἀλλὰ καὶ ἔφτυσε στὸ πρόσωπο τῶν ἀνθρώπων τοῦ Ρασὶντ λέγοντας: «Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία εἶναι ἡ ἀποκάλυψη Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔγινε διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ τὴν ὁποία ὁ κάθε πιστὸς ἐπιτυγχάνει ὄχι μόνο τὴν εὐτυχία ἀλλὰ καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία του». Στὴν ἐπιμονὴ τοῦ Ἀροῦν ἀλ Ρασίντ, ὅτι ὁ μωαμεθανισμὸς εἶναι ἡ θρησκεία ποὺ ἀπεκάλυψε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο διὰ τοῦ προφήτου του Μωάμεθ, ὁ Θεόφιλος δὲν δυσκολεύθηκε νὰ χλευάσει τὴν ἄθεη πίστη καὶ νὰ εἰρωνευτεῖ τοὺς κρατοῦντες καὶ ὑβριστές του.

 

Τὴν ἄρνησή του ὁ ὁμολογητὴς πλήρωσε μὲ ἕνα σωρὸ ὕβρεις καὶ ἐξευτελισμοὺς καὶ παραμονὴ σὲ σκοτεινὴ καὶ πολὺ ἀνθυγιεινὴ φυλακὴ ἐπὶ τετραετία ὁλόκληρο. Κατὰ τὸ μακρὺ αὐτὸ διάστημα παρὰ τὰ συχνὰ καὶ ἀνείπωτα βασανιστήρια τῶν κρατούντων ὁ πιστὸς χριστιανὸς καὶ ἀλύγιστος ὁμολογητὴς ἔμεινε σταθερὸς καὶ ἄκαμπτος. Μπροστὰ στὰ μάτια του ἔχει πάντα τὰ λόγια Αὐτοῦ τοῦ Κυρίου μας. «Μὴ φοβηθεῖτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴ μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματθ. γ’ 28). Ἀλλὰ καὶ τὰ ἄλλα τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου. «Οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι, εἰς ἡμᾶς» (Ρωμ. η’ 18). Δηλαδὴ μὴ φοβηθεῖτε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θανατώνουν τὸ σῶμα, δὲν ἔχουν ὅμως τὴ δύναμη νὰ θανατώσουν τὴν ψυχή. Αὐτὰ ποὺ ὑποφέρουμε σ’ αὐτὴ τὴν ζωὴ δὲν εἶναι τίποτε ἂν τὰ συγκρίνουμε πρὸς τὴ δόξα ποὺ μέλλει νὰ μᾶς φανερωθεῖ καὶ νὰ δοθεῖ κάποια μέρα σὲ μᾶς. Μὲ ὁδηγὸ τοῦτα τὰ λόγια καὶ συντροφιὰ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ βαθιά του πίστη περνάει τὶς ἡμέρες καὶ τὶς ὦρες του στὴ φυλακὴ μὲ τὸ μυαλό του δοσμένο στὴν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ ποὺ ὑπόσχεται καὶ λέγει: «Τέκνον οὗ μὴ σὲ ἄνω οὗ μὴ σὲ ἐγκαταλείπω». Παιδί μου, δὲν θὰ σὲ ἀφήσω, ποτὲ δὲν θὰ σὲ ἐγκαταλείψω. Μεῖνε μόνο κοντά μου. Κοντά μου καὶ «πιστὸς μέχρι θανάτου». Πιστὸς μέχρι θανάτου περνάει καὶ ὁ Θεόφιλος τὶς ἡμέρες του στὴ βρώμικη φυλακὴ τοῦ βάρβαρου Σαρακηνοῦ.

 

Τέσσερα χρόνια μαρτυρικῆς ζωῆς πέρασε ὁ ἀλύγιστος χριστιανὸς ἀγωνιστής. Μιὰ μέρα ποὺ οἱ βάρβαροι εἶχαν τὸ μπαϊράμι τους ἔφεραν στὴ γιορτή τους καὶ τὸν πιστὸ Θεόφιλο κι ἄρχισαν ἕνας – ἕνας νὰ τὸν προτρέπουν νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν πίστη του, νὰ ἀσπασθεῖ τὴ θρησκεία τους καὶ νὰ γιορτάσει μαζί τους. Ὁ Θεόφιλος σὲ ὅλες τὶς προτάσεις τους αὐτὲς ἔδινε μία ἀπάντηση.

 

- Γεννήθηκα χριστιανός. Μεγάλωσα χριστιανός. Θὰ πεθάνω χριστιανός.

 

Στὴν ἀπάντησή του αὐτὴ ὕβρεις καὶ κτυπήματα δεχόταν ἀπὸ τῶν βαρβάρων τὰ πλήθη. Κάποια στιγμὴ ποὺ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν βαρβάρων ἄρχισαν νὰ ὑβρίζουν καὶ νὰ βλασφημοῦν τὸ ἅγιο ὄνομα τοῦ Λυτρωτή μας, ὁ Θεόφιλος δὲν κρατήθηκε ἀλλὰ ἀνταπέδωσε τὴν ὕβρη γιὰ τὴ θρησκεία τους καὶ τὰ πιστεύω τους. Ἡ θαρραλέα τοῦ Θεόφιλου στάση καὶ ἀπάντηση εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ὁδηγηθεῖ αὐτὸς στὴ μέση τοῦ διασκεδάζοντος πλήθους καὶ νὰ δεχθεῖ τὸν διὰ ξίφους θάνατο. Ἔτσι ἔκλεισε ἡ ζωὴ τοῦ ἀδούλωτου χριστιανοῦ. Τοῦτο σημειώνει ὁ Ἅγιος Θεοφάνης: «Τὴν διὰ ξίφους τιμωρίαν ὑπομείνας, μάρτυς ἄριστος ἀνεδείχθη».

 

Τὸ λείψανο τοῦ γενναίου ὁμολογητοῦ καὶ νέου μάρτυρος Θεοφίλου οἱ κατοικοῦντες ἐκεῖ χριστιανοὶ τὸ παρέλαβαν μὲ βαθὺ σεβασμὸ καὶ τὸ κήδεψαν μὲ κάθε τιμὴ καὶ εὐλάβεια. Ἡ μνήμη τοῦ ἀκλόνητου χριστιανοῦ τιμᾶται ἀπὸ μὲν τὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία τὴν 30η Ἰανουαρίου, ἀπὸ δὲ τὴ Δυτικὴ τὴν 22α Ἰουλίου.

Μὲ μία ἄρνηση τῆς πίστης ὁ Θεόφιλος θὰ μποροῦσε νὰ γλυτώσει τὴν ζωή του. Ὁ ἀλύγιστος ὅμως ἀγωνιστὴς προτίμησε νὰ ἐφαρμόσει τοῦ θείου Διδασκάλου τὰ λόγια ποὺ σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς τῆς Ἀποκαλύψεως. «Γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς». (Ἀποκάλυψη β’ 10). Κι ἔμεινε πιστὸς μέχρι θανάτου.

 

Τί εὐλογία τὰ λόγια αὐτὰ νὰ γινόντουσαν καὶ γιὰ μᾶς καὶ τὴ σημερινὴ νεολαία σύνθημα ζωῆς!


Ἅγιε Θεόφιλε, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Τὴν φιλότητα πρὸς τὸν Δεσπότην, καθυπέγραψας, τῷ αἵματί σου, καὶ τὴν πλάνην ἐναπέπνιξας, ἅγιε, ἡμισελήνου γενναίω φρονήματι, ἀνακηρύξας Χριστοῦ τὴν θεότητα· ὅθεν εἴληφας, Θεόφιλε παμμακάριστε, τὸ στέφος τῶν μαρτύρων ἐκ Κυρίου σου.

 

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Θαλάσσης νοητής, διαπλεύσας τὸ κύτος, λιμένα οὐρανοῦ, εἰς κατάπαυσιν εὖρες, Θεόφιλε ἔνδοξε, ὡς πὲρ ναῦς χριστοσφράγιστος, πλάνην Ἄγαρ δέ, ἐκμυκτηρίσας ἐμφρόνως, ὠμολόγησας, τὴν τοῦ Δεσπότου σου πίστιν, μαρτύρων ἀγλάϊσμα.

Ὁ Ἅγιος Ἰππόλυτος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἰππόλυτος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ ἦταν Πρεσβύτερος. Μαρτύρησε κατὰ τὴν περίοδο τοῦ σχίσματος τῶν αἱρετικῶν Νοβατιανῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Φελισιανός, Φιλιππιανὸς οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Φελισιανὸς καὶ Φιλιππιανὸς μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους στὴν Ἀφρική.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Κυριακὸς ὁ ἐν τῇ μονῇ Ἁγίου Σάββα Ἀσκήσαντας 

Ὁ Ὅσιος Κυριακὸς ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε περὶ τὸν 7ο – 8ο αἰώνα μ.Χ. καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Πέτρος Βασιλέας τῶν Βουλγάρων 

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἦταν τσάρος τῆς Βουλγαρίας (927 – 967 μ.Χ.) καὶ υἱὸς τοῦ βασιλέως Συμεών. Εἶχε νυμφευθεῖ τὴν ἐγγονὴ τοῦ βασιλέως Ρωμανοῦ Λεκαπηνοῦ (920 – 944 μ.Χ.), Μαρία, ἡ ὁποία μετονομάσθηκε σὲ Εἰρήνη, λόγω τῆς εἰρήνης ποὺ ἐπικράτησε μεταξὺ Βυζαντινῶν καὶ Βουλγάρων.
Ὁ Ἅγιος ἀγωνίσθηκε ἐναντίον τῆς αἱρέσεως τῶν Βογομίλων ἀκολουθώντας τὴ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Ρίλας. Μετὰ ἀπὸ ἕναν ἀνεπιτυχὴ πόλεμο μὲ τὴν Οὐγγαρία καὶ τὴ Ρωσία, κοιμήθηκε τὸ ἔτος 967 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ζήνων ὁ Νηστευτὴς ἐκ Κιέβου

Ὁ Ὅσιος Ζήνων ἔζησε τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὰ σπήλαια τῆς Μεγάλης Λαύρας τοῦ Κιέβου τῆς Ρωσίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Μυτιληναῖος

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἦταν ἔγγαμος καὶ πατέρας τέκνων. Κάποια στιγμὴ ποὺ βρέθηκε σὲ στιγμὴ ἀδυναμίας καὶ ὀργῆς, ἀσπάσθηκε τὸν Ἰσλαμισμό. Ἦλθε ὅμως στὸν ἑαυτό του καὶ συναισθανόμενος τὸ ἁμάρτημά του μετέβη στὸ Ἅγιον Ὅρος, ὅπου καὶ παρέμεινε γιὰ ἀρκετὸ χρόνο. Ἀφοῦ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων προετοιμάσθηκε γιὰ τὸ μαρτύριο.

Ἐπανῆλθε στὴ Μυτιλήνη καὶ παρουσιάσθηκε στὸν κριτὴ στὸν ὁποῖο μὲ τόλμη ὁμολόγησε τὸν Χριστό, ἀφοῦ τὸν ἔλεγξε γιὰ τὸ κίβδηλο τῆς μουσουλμανικῆς θρησκείας. Ὁ κριτὴς ἐξέδωσε ἀπόφαση, γιὰ νὰ θανατωθεῖ δι’ ἀγχόνης καὶ τὸν παρέδωσε στὸν ἄρχοντα Ὀμὲρ Ἀγᾶ, ὁ ὁποῖος προσπάθησε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις νὰ τὸν μεταπείσει. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἐπέμενε.
Μετὰ ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια τὸν ὁδήγησαν στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως. Ὁ Μάρτυς, ἀφοῦ προσευχήθηκε καὶ ἀσπάσθηκε τὸ σχοινὶ τῆς ἀγχόνης, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ τὸ ἔτος 1784. Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα καὶ βρέθηκε ἀργότερα στὴν ἀπέναντι πλευρὰ τῆς Μυτιλήνης, στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Μόθωνα, ὅπου μὲ τὴν ἄδεια τῶν Τούρκων ἐνταφιάσθηκε στὸν παραπλήσιο μικρὸ ναό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Μνήμη θαύματος Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στὴ Ζάκυνθο

Ὁ Μεγαλομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Γεώργιος τιμᾶται ἰδιαίτερα τὴν ἡμέρα αὐτὴ στὴ Ζάκυνθο, διότι συνδέθηκε μὲ τὴ σωτηρία τοῦ νησιοῦ ἀπὸ τὴν πανούκλα τοῦ ἔτους 1688.

Τὸ ἔτος 1669 πρόσφυγες Κρῆτες ποὺ ἦλθαν στὸ νησὶ τῆς Ζακύνθου, ἔφεραν μαζί τους ἀρχαία εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, τὴν ὁποία κατέθεσαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Κόλα. Ἱερόσυλοι ὅμως, ἀπογύμνωσαν αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἀργυρὴ ἐπένδυσή της. Μετὰ ὀκτὼ ἡμέρες ὅλη ἡ ἐκεῖ συνοικία προσβλήθηκε ἀπὸ λοιμό, ποὺ θεωρήθηκε ὡς θεία τιμωρία γιὰ τὴν γενόμενη ἱεροσυλία. Γιὰ τὸν ἐξιλασμό του ὁ λαὸς κατέφυγε σὲ νηστεία καὶ προσευχὴ καὶ ἀποφάσισε τὴν ἀνέγερση ναοῦ ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.
Ὁ ἀναθηματικὸς αὐτὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Κομούτων ἢ Καμαριώτης, φέρει τὸ ἑξῆς ἐπίγραμμα: «Γεώργιον τὲ οἴα ναὸν σοὶ πόλις, ἀνατίθησι τῆς ξένης σωτηρίας».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Μνήμη εὑρέσεως τῆς ἐν Τήνῳ Ἱερᾶς εἰκόνος Εὐαγγελιστρίας

Ὁ Μιχαὴλ Πολυζωΐδης, εἶχε ἕνα ὄνειρο τὸ 1821, στὸ ὁποῖο ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἐμφανίστηκε σὲ αὐτὸν μὲ λαμπερὰ ἄσπρα ἐνδύματα. Τὸν καθοδήγησε γιὰ νὰ σκάψει στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀντωνίου Δοξαρά, ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου θὰ ἔβρισκε τὴν εἰκόνα της. Εἶπε ἐπίσης σ’ αὐτὸν νὰ χτίσει μία ἐκκλησία στὴν περιοχή. Ἡ βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ ὑποσχέθηκε ἐπίσης νὰ τὸν βοηθήσει νὰ ὁλοκληρώσει αὐτοὺς τοὺς στόχους.

Ὅταν ξύπνησε, ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ προσπάθησε νὰ ξανακοιμηθεῖ, θεωρώντας ὅτι τὸ ὄνειρό του ἦταν ἕνας πειρασμὸς ἀπὸ τὸ διάβολο. Πρὶν τὸν πάρει ὁ ὕπνος, ὁ Μιχαὴλ εἶδε τὴν Θεοτόκο ἄλλη μιὰ φορά, καὶ παρατήρησε ὅτι τὸ δωμάτιο πλημμύρισε ἀπὸ ἕνα εὐχάριστο δυνατὸ φῶς. Τὸ κεφάλι της περιβλήθηκε ἀπὸ τὸ θεῖο φῶς, καὶ τὸ πρόσωπό της ἔδειχνε μία γλυκύτητα. Μιλώντας στὸν Μιχαὴλ εἶπε, «γιατί εἶσε φοβισμένος; Μὴν χάνεις τὴν πίστη σου. Εἶμαι ἡ Παναγία. Σὲ θέλω γιὰ νὰ σκάψεις στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀντωνίου Δοξαρά, ὅπου εἶναι θαμμένη ἡ εἰκόνα μου. Θὰ χτίσεις μία ἐκκλησία ἐκεῖ καὶ θὰ σὲ βοηθήσω καὶ ἐγώ». Κατόπιν ἐξαφανίστηκε.

Τὸ ἑπόμενο πρωί, ὁ Μιχαὴλ πῆγε στὸ χωριὸ καὶ εἶπε στὸν ἱερέα τί εἶχε συμβεῖ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας. Ὁ ἱερέας σκέφτηκε ἐπίσης ὅτι τὸ ὄνειρο ἦταν ἕνας πειρασμός, καὶ ἔτσι εἶπε στὸν Μιχαὴλ νὰ ἔρθει γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ καὶ νὰ κοινωνήσει. Ὁ Μιχαήλ, ἐντούτοις, δὲν πείστηκε ὅτι τὰ ὁράματά του ἦταν μόνο ὄνειρα ἢ δαιμονικοὶ πειρασμοί. Εἶπε στοὺς συγχωριανούς του τὴν ἐμπειρία του. Μερικοὶ γέλασαν, ἀλλὰ μόνο δύο τὸν πίστεψαν.

Τὰ δυὸ ἄτομα πῆγαν μὲ τὸν Μιχαὴλ στὴν περιοχὴ ποὺ τοῦ εἶχε ὑποδείξει ἡ Παναγία, μιὰ νύχτα καὶ ἔσκαψαν σὲ μεγάλο βάθος, ἀλλὰ δὲν βρῆκαν τίποτα. Κατόπιν ἔσκαψαν παραδίπλα καὶ βρῆκαν τὰ ὑπολείμματα ἐνὸς παλαιοῦ τοίχου. Μὴν βρίσκοντας παρὰ μόνο τὰ τοῦβλα, ἔπρεπε νὰ σταματήσουν τὴν ἀναζήτησή τους τὸ πρωί. Ἔτσι οἱ Τοῦρκοι δὲν θὰ ἀνακάλυπταν τί ἔκαναν.

Ὁ Ἀντώνιος Δοξαράς, ὁ ἰδιοκτήτης τῆς περιοχῆς, βρῆκε τὰ τοῦβλα καὶ προσπάθησε νὰ τὰ χρησιμοποιήσει γιὰ νὰ χτίσει ἕναν φοῦρνο. Τὸ κονίαμα ὅμως δὲν ἔμενε στὰ τοῦβλα καὶ ἔτσι ὅποτε προσπάθησαν νὰ χτίσουν ἕνα τμῆμα τοῦ φούρνου, αὐτὸ κατέρρεε. Οἱ ἐργαζόμενοι πείστηκαν ὅτι ὁ Θεὸς τοὺς ἐμπόδιζε νὰ χρησιμοποιήσουν αὐτὰ τὰ τοῦβλα γιὰ τὸν τοῖχο τοῦ φούρνου.

 

Ἡ Ἁγία Πελαγία († 23 Ἰουλίου), μία καλόγρια ὀγδόντα ἐτῶν, εἶχε διάφορα ὄνειρα τὸν Ἰούνιο 1822. Σὲ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἡ Θεοτόκος ἐμφανίστηκε σ’αὐτήν. Ἡ Ἁγία Πελαγία ζοῦσε στὸ γυναικεῖο μοναστήρι  τοῦ Δορμιτίου στὸ ὄρος Κεχροβούνιο, ποὺ ἀπεῖχε μία ὥρα ἀπὸ τὸ χωριό. Ζοῦσε στὸ μοναστήρι αὐτὸ ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, καὶ ἦταν γνωστὴ γιὰ τὴ μεγαλειώδη ἀρετὴ καὶ τὴν εὐσέβειά της.

Ἡ Θεοτόκος ἐμφανίστηκε στὸ ὄνειρό της καὶ τὴν διέταξε γιὰ νὰ πάει στὸν Σταματέλο Κανγάδη (ἕνα προεξέχον ἄτομο τοῦ χωριοῦ), καὶ νὰ τοῦ πεῖ νὰ σκάψει καὶ νὰ βρεῖ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀντωνίου Δοξαρά.

Τρομαγμένη ἀπὸ τὸ ὅραμα, ἡ Πελαγία ἀπέδωσε τὸ ὄνειρό της στὴ φαντασία της, καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται. Φοβόταν νὰ πεῖ σὲ κάποιον γιὰ τὸ ὄνειρό της, ἀλλὰ τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα, ἡ Θεοτόκος  τῆς ἐμφανίστηκε πάλι, γιὰ νὰ τῆς ὑπενθυμίσει τὶς ὁδηγίες της. Καὶ πάλι, ἡ καλόγρια παρέμεινε σιωπηλὴ καὶ δὲν εἶπε σὲ κανέναν, γιὰ τὸ ὅραμά της. Ἡ Θεοτόκος ἐμφανίστηκε καὶ τρίτη φορὰ στὸ ὄνειρό της, ἀλλὰ αὐτὴ τὴ φορὰ μὲ ἕναν αὐστηρὸ τρόπο. Ἐπέπληξε τὴν Πελαγία γιὰ τὴν πίστη της, καὶ τῆς εἶπε: «Πήγαινε καὶ κάνε ὅτι σου εἶπα. Ὑπάκουσε!».

Ἡ Ἁγία Πελαγία ξύπνησε ἀπὸ τὸν φόβο καὶ τὴν ἔνταση. Καθὼς ἄνοιξε τὰ μάτια της, εἶδε τὴν ἴδια γυναίκα ποὺ εἶχε δεῖ ἐνῶ κοιμόταν.

Ἡ Ἁγία Πελαγία, κατάλαβε ἐπιτέλους, ὅτι τῆς παρουσιάσθηκε ἡ Θεοτόκος καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ τῆς εἶπε.

 

Ἀμέσως, ἐνημέρωσε τὴν ἡγουμένη γιὰ τὰ ὁράματά της, ὅπως ἐπίσης καὶ τὸν Σταματέλο Κανγάδη. Ὁ κ. Κανγάδης, ποὺ εἶχε ὑποδείξει ἡ Θεοτόκος γιὰ νὰ πραγματοποιήσει τὴν ἀνασκαφὴ τῆς ἐκκλησίας, ἐνημέρωσε τὸν ἐπίσκοπο Γαβριὴλ γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ γεγονότα. Ὁ ἐπίσκοπος ἤδη εἶχε ἀκούσει γιὰ τὸ ὄνειρο τοῦ Μιχαὴλ Πολυζώη καὶ εἶχε συνειδητοποιήσει ὅτι τὸ ὄνειρο τῆς καλόγριας Πελαγίας συμφωνοῦσε μὲ τὸ ὅραμά του. Ὁ Ἐπίσκοπος Γαβριὴλ ἔγραψε σὲ ὅλες τὶς ἐκκλησίες, στὴν Τῆνο, ζητώντας βοήθεια γιὰ τὴν εὕρεση τῆς ἐκκλησίας καὶ τῆς εἰκόνος.

Οἱ ἀνασκαφὲς ἄρχισαν τὸ Σεπτέμβριο 1822 κάτω ἀπὸ τὴ ἐπίβλεψη τοῦ κ. Κανγάδη. Τὰ θεμέλια τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, ποὺ καταστράφηκε ἀπὸ τοὺς Ἄραβες τὸ 1200, ἀποκαλύφθηκαν. Δυστυχῶς ὅμως δὲν βρέθηκε ἡ εἰκόνα. Τὰ χρήματα ἐξαντλήθηκαν καὶ ἔτσι ἐγκαταλείφθηκε ἡ προσπάθεια.

 

Γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἐμφανίστηκε στὴν Ἁγία Πελαγία, καὶ τῆς ζητάει νὰ συνεχιστοῦν οἱ ἀνασκαφές. Ὁ ἐπίσκοπος Γαβριὴλ ἔστειλε μία ἔκκληση γιὰ δωρεές, γιὰ νὰ χτιστεῖ μία νέα ἐκκλησία στὰ θεμέλια της παλαιᾶς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Ἡ νέα ἐκκλησία χτίστηκε, καὶ ἀφιερώθηκε στὸν Ἅγιο Ἰωάννη καὶ στὴ Ζωοδόχο Πηγή.

 

Στὶς 30 Ἰανουαρίου 1823 οἱ ἐργαζόμενοι ἰσοπέδωναν τὸ ἔδαφος μέσα στὴν ἐκκλησία γιὰ τὴν προετοιμασία τοποθετήσεως ἐνὸς νέου πατώματος πετρῶν. Περίπου τὸ μεσημέρι ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐργαζομένους, ὁ Ἐμμανουὴλ Μάτσος, χτύπησε ἕνα κομμάτι τοῦ ξύλου μὲ τὴν ἀξίνα του. Ἦταν δυὸ κομμάτια ξύλου, ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ διακρίνει γιατί ἦταν σκεπασμένα μὲ χῶμα. Καθὼς σκούπισε τὸ χῶμα μὲ τὸ χέρι του, εἶδε ὅτι ἦταν μία εἰκόνα. Ἐνώνοντας τὰ δυὸ κομμάτια τοῦ ξύλου μαζί, ἐμφανίσθηκε πλήρης ἡ εἰκόνα.

Κάλεσε τοὺς ἄλλους ἐργαζομένους, γιὰ νὰ δοῦν καὶ αὐτοὶ τὴν εἰκόνα. Ὅταν τὴν καθάρισαν καλά, εἶδαν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.

Τὴν ἴδια ἡμέρα, ἡ εἰκόνα δόθηκε στὸν ἐπίσκοπο Γαβριήλ, ποὺ τὸ ἀσπάσθηκε μὲ δάκρυα.

 

Μετὰ ἀπὸ τὴν εὕρεση τῆς εἰκόνος, οἱ κάτοικοι τῆς Τήνου, γέμισαν ἀπὸ ζῆλο γιὰ νὰ χτίσουν μία θαυμάσια ἐκκλησία πρὸς τιμὴ τῆς Θεοτόκου. Οἱ ἄνθρωποι πρόσφεραν τὰ χρήματά τους καὶ τὴν ἐργασία τους γιὰ νὰ βοηθήσουν νὰ χτιστεῖ ἡ ἐκκλησία τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.

Ἡ νέα ἐκκλησία ὁλοκληρώθηκε τὸ 1823, ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Γαβριήλ. Ἡ Ἁγία Πελαγία κοιμήθηκε στὶς 28 Ἀπριλίου 1834. Ἡ μνήμη τῆς τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 23 Ἰουλίου.


Ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου στὴν Τῆνο, θεωρεῖται ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἱεροὺς θησαυροὺς τῆς Ἑλλάδας. Τὰ ἀναρίθμητα θαύματα καὶ θεραπεῖες δὲν ἔχουν πάψει ἀπὸ τὸν χρόνο ποὺ βρέθηκε ἡ εἰκόνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ἐκ τῶν λαγόνων τῆς γῆς, ἡμῖν ἐφανέρωσας, δι’ ἐμφανείας τῆς σῆς, Παρθένε Πανύμνητε· ὅθεν ἡ νῆσος Τῆνος, ἐν τῇ ταύτης εὑρέσει, χαίρει χαρὰν μεγάλην, καὶ πιστῶς σοι κραυγάζει· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῆς παναγίας σου Εἰκόνος τὴν ἀνεύρεσιν

Εὐαγγελίστρια φαιδρῶς πανηγυρίζοντες

Τὰς ἀπείρους σου ὑμνοῦμεν εὐεργεσίας.

Ἐξ αὐτῆς γὰρ ἀναβλύζεις χάριν ἄφθονον

Καὶ παρέχεις καθ’ ἑκάστην τὰ ἰάματα

Τοῖς βοῶσί σοι, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὴν θαυμαστήν σου καὶ ἁγίαν Εἰκόνα, τὴν κεκρυμμένην ὑπὸ γῆν πολλοῖς χρόνοις, δι’ ἐμφανείας θείας σου Πανύμνητε, ἡμῖν ἐφανέρωσας, ὡς θησαύρισμα θεῖον· ἧς τὴν θείαν εὕρεσιν, ἑορτάζοντες πόθῳ, ἀναβοῶμεν πάντες εὐλαβῶς· χαῖρε Παρθένε, ἡμῶν ἡ βοήθεια.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔχουσα ὡς πλοῦτον πνευματικόν, ἡ Τῆνος Παρθένε, τὴν Εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, ταύτης ἑορτάζει, τὴν εὕρεσιν ἐν ὕμνοις, κηρύττουσα εὐσήμως, τὴν προστασίαν σου.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος († 20 Δεκεμβρίου) ἦταν διάδοχος τῶν Ἀποστόλων καὶ χρημάτισε δεύτερος Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας. Ὑπῆρξε, μαζὶ μὲ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σμύρνης Πολύκαρπο, μαθητὴς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.) στὴ Ρώμη, κατασπαραχθεὶς ἀπὸ τὰ θηρία. 
Μετὰ τὸ φρικτὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου, κάποιοι Χριστιανοὶ μάζεψαν ἀπὸ τὸν ἱππόδρομο τὰ ἐναπομείναντα ἅγια λείψανά του καὶ τὰ μετέφεραν στὴν Ἀντιόχεια. Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς θησαυρὸν πλουτοποιῶν δωρημάτων, τὴν τῶν λειψάνων σου μυρίπνοον θήκην, τῇ ποίμνῃ σου μετήγαγον ἐκ Ῥώμης εὐσεβῶς· ἧσπερ τὴν ἐπάνοδον, ἑορτάζοντες πόθῳ, χάριν ἀρυόμεθα, πολλαπλῶν ἰαμάτων, τοὺς σοὺς ἀγῶνας μέλποντες ἀεί, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε ἔνδοξε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐξ Ἑῴας σήμερον ἐξανατείλας, καὶ τὴν κτίσιν ἅπασαν, καταλαμπρύνας διδαχαῖς, τῷ μαρτυρίῳ κεκόσμηται, ὁ θεοφόρος καὶ θεῖος Ἰγνάτιος.

 

Μεγαλυνάριον.
Χάριν ἀναβλύζει οἷα πηγή, δωρεῶν ἀΰλων, ἡ σὴ θήκη ἡ εὐαγής, καὶ σωμάτων πάθη, καὶ καρδιῶν τοὺς σπίλους, ἀεὶ ἀνακαθαίρει, Πάτερ Ἰγνάτιε.

Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ Μάρτυρες οἱ ἐν Σαμοσάτοις τελειωθέντες

Οἱ Ἅγιοι ἑπτὰ Μάρτυρες Φιλόθεος, Ὑπερέχιος, Ἄβιβος, Ἰουλιανός, Ρωμανός, Ἰάκωβος καὶ Παρηγόριος μόλις ἔγιναν στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, μὲ παρρησία καὶ θάρρος στηλίτευσαν τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρείας.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ φρικώδη βασανιστήρια. Τέλος, τοὺς κρέμασαν καὶ διατρύπησαν τὶς τίμιες κεφαλὲς αὐτῶν μὲ σιδερένια καρφιά, ἐνῶ οἱ Ἅγιοι σὲ κάθε νέο κτύπημα ὁμολογοῦσαν «εἶμαι Χριστιανός».
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι ἑπτὰ Μάρτυρες παρέδωσαν τὶς ψυχές τους στὸν Θεὸ καὶ ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Σιλουανὸς, Λουκᾶς καὶ Μώκιος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Σιλουανὸς ὁ Ἐπίσκοπος, Λουκᾶς ὁ Διάκονος καὶ Μώκιος ὁ Ἀναγνώστης, κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Ἐμεσηνῶν τῆς Κοίλης Συρίας καὶ μαρτύρησαν ἐπὶ αὐτοκράτορα Νουμεριανοῦ Μάρκου Αὐρηλίου (283 – 284 μ.Χ.), δευτερότοκου υἱοῦ τοῦ αὐτοκράτορα τῆς Ρώμης Κάρου.

Συνελήφθησαν τὸ ἔτος 284 μ.Χ., κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν καὶ προκληθέντες νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό, ἐπανέλαβαν μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ γενναιότητα τὴν ὁμολογία καὶ τὴν πίστη τους στὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεό. Τοὺς ἔριξαν, λοιπόν, στὴ φυλακὴ μετὰ ἀπὸ σκληρὴ μαστίγωση καὶ ἐκεῖ τοὺς ἄφησαν στὸ μαρτύριο τῆς δίψας καὶ τῆς πείνας. Παρὰ τὶς συνεχεῖς ἀπειλὲς καὶ τὰ μαρτύρια ἡ καρδιά τους διέμενε ἄσειστη. Τότε ἔδωσαν ἐντολὴ νὰ τοὺς φέρουν στὸ ἀμφιθέατρο, ὅπου γίνονταν θηριομαχίες καὶ νὰ τοὺς ρίξουν στὰ ἄγρια θηρία. Οἱ Μάρτυρες ἀντιμετώπισαν καὶ τὴ δοκιμασία αὐτὴ μὲ πλέον θαυμαστῆ καρτεροψυχία. Καὶ ὅταν τὰ ἄγρια θηρία ἐξόρμησαν ἐναντίων τους, ἐκεῖνοι παρέμειναν ἄφοβοι καὶ ἀτάραχοι προσευχόμενοι στὸν Κύριο.

Ἔτσι μαρτύρησαν οἱ Ἅγιοι Σιλουανός, Λουκᾶς καὶ Μώκιος καὶ ἔλαβαν τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας τῆς Τριαδικῆς Θεότητος.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας, κάποιοι Χριστιανοὶ πῆγαν καὶ πῆραν τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων καὶ τὰ ἐνταφίασαν μὲ εὐλάβεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Σάρβηλος καὶ Βεβαία οἱ Μάρτυρες οἱ ἐν Ἐδέσσῃ

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Σάρβηλος καὶ Βεβαία (ἢ Βαρβαία) ἔζησαν κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.).  Ὁ Ἅγιος Σάρβηλος ἦταν προηγουμένως ἱερέας τῶν εἰδώλων καὶ προσῆλθε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ κατηχηθεὶς καὶ βαπτισθεὶς ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐδέσσης Βαρσιμαῖο. Μαζὶ δὲ μὲ ἐκεῖνον ἀσπάσθηκε τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἡ ἀδελφή του, ἡ ὁποία ὀνομαζόταν Βεβαία.

Μόλις ὁ τοπικὸς ἄρχοντας Λυσίας πληροφορήθηκε τὴν μεταστροφὴ τῶν Ἁγίων στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς ὑπέβαλε σὲ φοβερὰ βασανιστήρια. Τοὺς ράβδισαν ἀνηλεῶς, ἔπειτα τοὺς κτύπησαν μὲ σπαθιά, τοὺς ξέσκισαν τὸ πρόσωπο μὲ αἰχμηρὰ ὄργανα. Τέλος, οἱ δήμιοί του, ἔκοψαν τὶς τίμιες κεφαλὲς τῶν Ἁγίων τὸ ἔτος 110 μ.Χ.
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι εἰσῆλθαν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν χαρὰ τοῦ Κυρίου τους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βαρσιμαῖος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἐδέσσης

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαρσιμαῖος ἦταν ἐκεῖνος ποὺ κατήχησε καὶ βάπτισε τὸν Ἅγιο Σάρβηλο καὶ τὴν ἀδελφή του Ἁγία Βεβαία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καταγγέλθηκε στὸν ἡγεμόνα Λυσία. Ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνα ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Γιὰ τὴν ὁμολογία του αὐτὴ ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς στρατιῶτες νὰ χτυπήσουν ἀνηλεῶς τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν φυλακίσουν. Λίγο ἀργότερα, μὲ τὴν προσωρινὴ κατάπαυση τῶν διωγμῶν, ὁ Ἅγιος ἀπελευθερώθηκε καὶ ἐπανῆλθε στὴν Ἐκκλησία του δοξολογώντας τὸ Ὄνομα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Βαρσιμαῖος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 114 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀφραάτης 

Ὁ Ὅσιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Περσία καὶ ἦταν εἰδωλολάτρης. Ἔγινε Χριστιανὸς στὴν Ἔδεσσα, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔφυγε, γιὰ νὰ μονάσει σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἐρημητήρια ποὺ ἦταν ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια. Ὅταν, ἐπὶ τοῦ Ἀρειανοῦ αὐτοκράτορα Οὐάλεντος (364 – 78 μ.Χ.), ἐξορίσθηκε ὁ ὀρθόδοξος κλῆρος τῆς Ἀντιόχειας καὶ πολλὲς πιέσεις ἀνάγκαζαν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἀσπάζονται τὸν Ἀρειανισμό, ὁ Ὅσιος ἄφησε τὸ ἐρημητήριό του καὶ ἦλθε στὴν πόλη, ὅπου ἄφοβα καὶ μὲ ζῆλο ἐνθάρρυνε καὶ παρηγοροῦσε τὰ πλήθη καὶ στήριζε αὐτὰ στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Κατάπληξε μάλιστα τὸν Οὐάλεντα, τὸν ὁποῖο συνάντησε στὴν ἀγορὰ τῆς πόλεως, μὲ τὶς εὔστοχες ἀπαντήσεις του σὲ θεολογικὰ ζητήματα.
Ἀφιέρωσε τὴν ζωή του στὴ διακονία τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἀφοῦ ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Χρυσὴ ἡ Μάρτυς 

Ἡ Ἁγία Χρυσὴ μαρτύρησε περὶ τὸ 41 – 54 μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Κωνστάντιος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Κωνστάντιος ἦταν Ἐπίσκοπος στὴν πόλη Περούντζια τῆς Ἰταλίας καὶ μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστὸ ἐπὶ βασιλείας Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Παπίας καὶ Μαῦρος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Παπίας καὶ Μαῦρος ἄθλησαν ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Σαβινιανὸς ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Σαβινιανὸς μαρτύρησε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ (270 – 275 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀκυλίνος ὁ Πρεσβύτερος 

Ὁ Ἅγιος Ἀκυλίνος ἦταν Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Μεδιολάνων καὶ μαρτύρησε κατὰ τὴν περίοδο τῶν αἱρετικῶν Ἀρειανῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀκεψιμᾶς 

Ὁ Ὅμηρος Εὐστρατιάδης φρονεῖ ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν Μάρτυρα Ἀκεψιμᾶ ποὺ συνεορτάζει μετὰ τῶν Μαρτύρων Ἰσιδώρου καὶ Λέοντος στὶς 7 Δεκεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γκίλντας τοῦ Γουάϊς 

Ὁ Ἅγιος Γκίλντας γεννήθηκε περὶ τὸ 500 μ.Χ. στὴν Οὐαλία καὶ μαθήτευσε κοντὰ στὸν Ἅγιο Ἴλτυντ. Ἀκολούθησε κατ’ ἀρχὴν τὸν ἔγγαμο βίο καὶ ὅταν πέθανε ἡ σύζυγός του ἔγινε μοναχός.

Ἦταν ἀπὸ τοὺς πολὺ μορφωμένους ἄνδρες τῆς ἐποχῆς του, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκαλεῖται «σοφός». Θεωρεῖται ὅτι συνέγραψε ἔργο στὸ ὁποῖο κατηγορεῖ τοὺς ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς του, τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαό, γιὰ τὴν ἀσέβεια καὶ τὴν παρανομία τους. Κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του ἔζησε στὴ Βρετάνη. 
Κοιμήθηκε ὁσίως περὶ τὸ 570 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος ὁ Σιναΐτης ἐκ Ρεθύμνης 

Ὁ Ὅσιος καὶ Θεοφόρος Ἰγνάτιος καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη τοῦ Ρεθύμνου τῆς Κρήτης καὶ ἀσκήτεψε στὸ ὄρος Σινᾶ.

Τηρώντας τοὺς ὅρους τῆς μοναστικῆς πολιτείας, παρθενία, ὑπακοὴ καὶ ἀκτημοσύνη, ἔφθασε σὲ ὕψη πνευματικῆς τελειότητας καὶ καθοδήγησε πνευματικὰ πολλοὺς ἀσκητές. Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος ἀξιώθηκε νὰ βρεῖ τὸ ἄφθαρτο καὶ μυροβλύζον λείψανο τοῦ ὑποτακτικοῦ του Νικάνδρου, τὸ ὁποῖο ἀφοῦ ἐναγκαλίσθηκε καὶ ἀσπάσθηκε, εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ ποὺ τὸν πληροφόρησε γιὰ τὴν δικαίωση τοῦ ἀγῶνος τοῦ πνευματικοῦ του τέκνου.
Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος ἐκ Κιέβου

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος γεννήθηκε στὴ Ρωσία καὶ ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Ἀργότερα μόνασε στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου.

Στὸν ἀσκητικό του βίο ἀκολούθησε καὶ τὸν ὁσιακὸ τρόπο βίου τῶν ἀσκητῶν Ἰσαὰκ καὶ Νικήτα. Τὸ 1182 ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ γίνει Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως τοῦ Τουρὼφ τῆς περιοχῆς Μίνσκ. Ἔτσι ἀσκητικὰ ζοῦσε καὶ ὡς ποιμένας στὴν ἐπαρχία του.

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1194.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Γεράσιμος, Ἰωνᾶς καὶ Πιτιρὶμ ἐκ Ρωσίας 

Οἱ Ἅγιοι Γεράσιμος († τὸ 1441), Πιτιρὶμ († τὸ 1455) καὶ Ἰωνᾶς († τὸ 1471) κατάγονταν ἀπὸ τὴ Ρωσία καὶ ἔζησαν τὸν 15ο αἰώνα μ.Χ. Καὶ οἱ τρεῖς διετέλεσαν Ἐπίσκοποι τῆς Μεγάλης Πὲρμ καὶ κοιμήθηκαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Χιοπολίτης 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Δημήτριος γεννήθηκε τὸ ἔτος 1780 στὸ Παλαιόκαστρο τῆς Χίου ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Ἀπόστολο καὶ τὴν Μαρουλοῦ. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἦρθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐργαζόταν πλησίον τοῦ ἀδελφοῦ του Ζαννῆ, ποὺ ἦταν ἔμπορος. Μνηστευθεὶς ὅμως μὲ μία νέα, χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζει ὁ ἀδελφός του, ἀποπέμφθηκε ἀπὸ τὴν ἐργασία του.

Ἡ φτώχεια τὸν ἔκανε νὰ θυμηθεῖ ὅτι ὁ Τοῦρκος Σεΐχ – οὐλ – ἰσλάμης ὄφειλε στὸν ἀδελφό του δύο δηνάρια, ἀπὸ κάποια ἀγορὰ ὑφασμάτων μὲ πίστωση, πῆγε στὴν οἰκία του, γιὰ νὰ εἰσπράξει τὸ ὀφειλόμενο χρέος καὶ νὰ τὸ χρησιμοποιήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἐκεῖ βρῆκε μία Μωαμεθανὴ ποὺ τοῦ ἐκδήλωσε τὴν ἀγάπη της λέγοντάς του ὅτι, ἢ πρέπει νὰ γίνει Μωαμεθανὸς γιὰ νὰ τὴ νυμφευθεῖ ἢ πρέπει νὰ πεθάνει. Ὁ Δημήτριος αἰφνιδιάστηκε. Δέχθηκε τὶς προτάσεις τῆς γυναίκας καὶ παρέμεινε στὴν οἰκία της ὡς ἐξωμότης. Ἦλθε ὅμως στὸν ἑαυτό του καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ραμαζανίου δραπέτευσε καὶ κρύφθηκε ἀπὸ Χριστιανικὴ οἰκογένεια στὴ συνοικία τοῦ Σταυροδρομίου. Ὁ ἀδελφός του Ζαννῆς ἔτρεξε νὰ τὸν συναντήσει. Ὁ Δημήτριος ἔγραψε ἐπιστολὴ στὸν πατέρα του μὲ τὰ συμβάντα καὶ ἐξομολογήθηκε στὸν Πνευματικὸ τί εἶχε πράξει. Μέσα στὴν καρδιά του φούντωσε ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου. Κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ παρουσιάσθηκε στὸν Τοῦρκο διοικητή, πρὸς τὸν ὁποῖο ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Οἱ Χιῶτες ποὺ διέμεναν στὴν Κωνσταντινούπολη μάζεψαν χρήματα, μὲ σκοπὸ νὰ προσφέρουν αὐτὰ στοὺς Τούρκους γιὰ νὰ τὸν ἐλευθερώσουν, φοβούμενοι μήπως ὁ Δημήτριος λυγίσει μπροστὰ στὰ βασανιστήρια. Ὅταν ὁ Δημήτριος πληροφορήθηκε τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τοὺς ἐπετίμησε καὶ τοὺς παρακάλεσε νὰ προσεύχονται, γιὰ νὰ τελειώσει μαρτυρικὰ τὴ ζωή του. Ἔτσι κι ἔγινε. Μετὰ τὰ φρικτὰ βασανιστήρια ὁ Δημήτριος παρέμεινε ἀκλόνητος γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποκεφαλίσθηκε τὸ ἔτος 1802.
Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ ἐνταφίασαν αὐτὸ σὲ κάποιο μοναστήρι στὸ νησὶ Πρώτη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Νίσιβη τῆς Μεσοποταμίας πιθανῶς τὸ 308 μ.Χ. ἢ καὶ ἐνωρίτερα. Ἤκμασε ἐπὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου (324 – 337 μ.Χ.), Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) καὶ τῶν διαδόχων αὐτοῦ. Ἀπὸ τὴν μικρή του ἡλικία διδάχθηκε τὴν πίστη καὶ τὴν ἀρετὴ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς γενέτειράς του Ἰάκωβο (309 – 364 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος καὶ τὸν χειροτόνησε διάκονο, ἀλλὰ ὁ Ὅσιος ἀρνήθηκε νὰ λάβει μεγαλύτερο ἀξίωμα. Ἀκολούθησε πολὺ νωρὶς τὸν μοναχικὸ βίο καὶ μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Παρακλήτου ἔγραψε πάρα πολλὰ συγγράμματα πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς οἰκοδομῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ θαυμάζεται γιὰ τὸ πλῆθος καὶ τὸ κάλλος τῶν ἔργων του. Γνώστης ἀκριβὴς ὅλων τῶν δογματικῶν θεμάτων, ἤξερε νὰ καταπολεμᾶ τὶς αἱρέσεις καὶ νὰ ὑπερασπίζει μὲ θαυμάσια σαφήνεια τὴν Ὀρθοδοξία. Ἦταν ἐκεῖνος ποὺ κατατρόπωσε σὲ διάλογο τὸν αἱρετικὸ Ἀπολλινάριο καὶ ὁδήγησε πολλοὺς αἱρετικοὺς νὰ ἐπιστρέψουν στὴν πατρώα εὐσέβεια.

Ὅταν, διὰ τῆς συνθήκης τοῦ ἔτους 363 μ.Χ., ποὺ ὑπέγραψε ὁ διάδοχος τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου, Ἰοβιανὸς (363 – 364 μ.Χ.), ἡ Νίσιβης παραδόθηκε στοὺς Πέρσες, ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ἐγκατέλειψε τὴν πατρίδα του καὶ ἦλθε στὴν Ἔδεσσα, ὅπου ἀσκήτεψε σὲ παρακείμενο ὄρος. Τὸ ἔτος 370 μ.Χ. ἐπισκέφθηκε τὸν Μέγα Βασίλειο στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καὶ λίγο ἀργότερα τοὺς Πατέρες καὶ Ἀσκητὲς τῆς Αἰγύπτου.
Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 373 μ.Χ. καὶ ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὸ Μαρτύριο τῆς Ἁγίας Ἀκυλίνας, στὴν περιοχὴ Φιλοξένου, κοντὰ στὴν ἀγορά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ρεῖθρον ἄϋλον, ἐν τῇ ψυχῇ σου, τὸν ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον, κατανύξεως κρατὴρ ἀναδέδειξαι· ὅθεν ἡμᾶς πρὸς ἠθῶν τελειότητα, τοῖς ἱεροῖς σου ῥυθμίζεις διδάγμασιν. Ἐφραὶμ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τὴν ὥραν ἀεί, προβλέπων τῆς ἐτάσεως, ἐθρήνεις Ἐφραίμ, δάκρυα κατανύξεως· πρακτικὸς δὲ γέγονας, ἐν τοῖς ἔργοις διδάσκαλος Ὅσιε. Ὅθεν Πάτερ παγκόσμιε, ῥαθύμους ἐγείρεις πρὸς μετάνοιαν.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τῆς σοφίας ὑποφήτην θεορρήμονα

Καὶ μετανοίας ἀληθῶς σάλπιγγα ἔνθεον

Εὐφημοῦμέν σε οἱ δοῦλοί σου θεοφόρε.

Ἀλλ’ ὡς θεῖος θεωρὸς Χριστοῦ τοῦ βήματος

Ἐν τῇ κρίσει ἀκατάκριτόν μεφύλαξον,
Ἵνα κράζω σοι, χαίροις Πάτερ Ἐφραὶμ σοφέ.

 

Μεγαλυνάριον.
Σάλπιγγι τῶν λόγων σου τῶν σοφῶν, πρὸς ἔνθεον φόβον, διεγείρεις πᾶσαν ψυχήν· σὺ γὰρ τῆς δευτέρας, τοῦ Λόγου ἐμφανείας, τὸν τρόπον προσημαίνεις, Ἐφραὶμ Πατὴρ ἡμῶν.

Ὁ Ὅσιος Παλλάδιος

Ὁ Ὅσιος Παλλάδιος καταγόταν ἀπὸ τὴ Συρία καὶ ἀσκήτεψε στὸ ὄρος Ἤμμη (ἢ Ἴμμαι). Ἐκεῖ ἔκτισε ἕνα μικρὸ κελὶ καὶ κλείσθηκε μέσα μὲ ἀγρυπνία, νηστεία καὶ ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἔτσι ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματά του, τὸ ὁποῖο διηγεῖται ὁ Θεοδώρητος Κύρου, στὴ Φιλόθεο Ἱστορία του, εἶναι καὶ τὸ ἑξῆς:

Κάποιοι ληστὲς ἔριξαν πρὸς τῆς θύρας τοῦ Ὁσίου ἕναν πλούσιο ἔμπορο, τὸν ὁποῖο ἀφοῦ λήστεψαν, τὸν ἔσφαξαν. Ὅταν ξημέρωσε καὶ ἔγινε γνωστὸ τὸ ἔγκλημα, ὅλοι θεώρησαν ἔνοχο γιὰ τὴν σφαγὴ τοῦ ἐμπόρου τὸν Ὅσιο. Ὅμως, ὁ Ὅσιος προσευχήθηκε στὸν Θεὸ καὶ ἀνέστησε τὸ νεκρό. Ἐκεῖνος, μόλις ἀναστήθηκε ὑπέδειξε τὸν φονιὰ καὶ δήλωσε ὅτι ὁ Ὅσιος δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὸ προαναφερθὲν σὲ αὐτὸν ἔγκλημα. 
Ἔτσι, ἀφοῦ ὁ Ὅσιος Παλλάδιος ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀσκήσεως σκάμμασιν, ἀνακαθάρας τὸν νοῦν, δοχεῖον ὑπέρτιμον, τῆς ἐνεργείας Θεοῦ, ἐδείχθης Παλλάδιε· ὅθεν τὸν φονευθέντα, προσευχῇ ἀνάστησας, ἔδειξας θεοφόρε, τὴν πλουσίαν σου χάριν· Χριστὸς γὰρ ὃν ἐδόξασας, λαμπρῶς σε ἐθαυμάστωσε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν ἀσκήσει Ὅσιε, Χριστὸν δοξάσας, παρ’ αὐτοῦ ἀπείληφας, τὴν τῶν θαυμάτων δωρεάν, πνευματοφόρε Παλλάδιε, ἡμῖν πταισμάτων αἰτούμενος ἄφεσιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ἀγγέλων ὁ μιμητής, Παλλάδιε Πάτερ, καὶ Ὁσίων ἡ καλλονή· χαίροις συνωνύμων, τῶν σῶν θεῖος προστάτης, καὶ πρέσβυς καὶ μεσίτης, ἡμῶν πρὸς Κύριον.

Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ Ἀσκητὴς 

Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ἔγινε μοναχὸς καὶ ἀσκήτεψε ἐπὶ δέκα πέντε χρόνια σὲ ἕνα σπήλαιο, κοντὰ στὴν κωμόπολη Πορφυρεώνη. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πνευματικοῦ του ἀγώνα ὑπέβαλλε τὸν ἑαυτό του σὲ κάθε εἴδους ἄσκηση καὶ κακουχία.

Κάποτε μερικοὶ ἀκόλαστοι καὶ φθονεροὶ ἄνθρωποι ὁδήγησαν στὸν Ὅσιο μία πόρνη. Αὐτή, ἀφοῦ μὲ δόλο κατόρθωσε νὰ εἰσέλθει στὸ κελί του, τὸν προκαλοῦσε νὰ διαπράξει ἁμαρτία μαζί της. Ἐκεῖνος ὅμως τῆς ὑπενθύμισε τὴν τιμωρία τοῦ μέλλοντος πυρός. Ἔτσι, τὴν ἔκαμε νὰ συναισθανθεῖ τὴν ἁμαρτωλότητά της, νὰ μετανοήσει, νὰ ἀλλάξει τρόπο ζωῆς καὶ νὰ ἀκολουθήσει πλέον ἀναγεννημένη πνευματικὰ τὸν Χριστό.

Ἐπειδὴ ὅμως κανένας δὲν ξεφεύγει ἀπὸ τὶς ἐνέδρες τοῦ διαβόλου, συνέβη καὶ ὁ Ὅσιος αὐτὸς νὰ πέσει σὲ μεγάλο παράπτωμα, γιὰ νὰ γίνει παράδειγμα σὲ ὅλους τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ὁδηγὸς πρὸς μετάνοια.

Νά, λοιπόν, τί συνέβη: Κάποιος ἄνθρωπος ἐπιφανὴς εἶχε μία θυγατέρα δαιμονισμένη, τὴν ὁποία πῆγε στὸν Ὅσιο νὰ τὴν θεραπεύσει. Ἐκεῖνος προσευχήθηκε καὶ ἀμέσως τὸ δαιμόνιο ἔφυγε καὶ ἄφησε ἐλεύθερη τὴ νέα. Ὁ πατέρας της ὅμως, ἐπειδὴ φοβόταν μήπως καὶ πάλι τὸ δαιμόνιο ἐνοχλήσει τὴν θυγατέρα του, τὴν ἄφησε στὸ σπήλαιο τοῦ Ἁγίου. Γιὰ συντροφιά της ἄφησε ἐκεῖ καὶ τὸ νεότερο ἀδελφό της. Ὁ ἀσκητὴς ὅμως Ἰάκωβος νικήθηκε ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία καὶ διέφθειρε τὴ νέα. Καὶ στὴ συνέχεια, γιὰ νὰ μὴ γνωστοποιηθεῖ ἡ μυσαρή του πράξη καὶ ἐξευτελισθεῖ, φόνευσε καὶ τὴ νέα καὶ τὸν ἀδελφό της καὶ ἔριξε τὰ σώματά τους στὸ ποτάμι ποὺ ἦταν ἐκεῖ κοντά.

Ὕστερα ἀπὸ τὰ φοβερὰ αὐτὰ ἐγκλήματα ποὺ διέπραξε, ἔχασε κάθε ἐλπίδα γιὰ σωτηρία καὶ τοῦ δημιουργήθηκε ἡ ἀκατάσχετη ἐπιθυμία νὰ ἀφήσει τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ νὰ ἐπανέλθει στὸν κόσμο. Στὸ δρόμο ὅμως τὸν συνάντησε κάποιος εὐλαβὴς μοναχός, στὶς παραινέσεις τοῦ ὁποίου πειθάρχησε ὁ Ὅσιος, ποὺ ἀποφάσισε νὰ κλειστεῖ μέσα σὲ ἕνα τάφο καὶ νὰ ὑπομείνει κάθε σκληραγωγία. Ἐκεῖνο τὸν χρόνο σημειώθηκε στὴ χώρα μεγάλη ξηρασία καὶ ὁ Θεὸς κατὰ θαυμαστὸ τρόπο μήνυσε στὸν Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως ὅτι, ἂν δὲν προσευχηθεῖ ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ποὺ διαμένει στὸν τάφο, δὲν θὰ λάβει τέλος ἡ ἀνομβρία. Ἀμέσως λοιπόν, τότε ὁ Ἐπίσκοπος ἐπισκέφθηκε τὸν Ὅσιο, μαζὶ μὲ ὅλο τὸν λαὸ καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ προσευχηθεῖ, γιὰ νὰ ἀνοίξουν οἱ κρουνοὶ τοῦ οὐρανοῦ. Ὁ Ὅσιος, μετὰ ἀπὸ τὴν παράκληση τοῦ Ἐπισκόπου, προσευχήθηκε μὲ ἄκρα ταπείνωση καὶ βαθιὰ πίστη στὸν Θεό. Καὶ ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχή του, διότι, ἂν καὶ εἶχε διαπράξει βαρύτατα ἁμαρτήματα, εἶχε εἰλικρινὰ μετανοήσει καὶ ἔστειλε πλούσια τὴν βροχὴ στὴ γῆ.

Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἔδωσε στὸν Ὅσιο τὴν ἐλπίδα ἀλλὰ καὶ τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεὸς τὸν συγχώρεσε. Καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴ βεβαιότητα αὐτὴ συνέχισε τὸν ἐπίπονο ἀσκητικό του βίο. 
Ἔτσι ἀγωνιζόμενος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἁγίες Δύο Μάρτυρες Μητέρα καὶ Θυγατέρα

Εἶναι ἄγνωστο ποῦ καὶ πότε μαρτύρησαν διὰ ξίφους, οἱ δύο γυναῖκες μάρτυρες, ἡ μητέρα μὲ τὴν θυγατέρα της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Χάρις ἡ Μάρτυς

Εἶναι ἄγνωστο ποὺ καὶ πότε μαρτύρησε κόβοντάς της τὰ πόδια, ἡ Μάρτυς Χάρις.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος Ἐπίσκοπος Νινευΐ 

Ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες πληροφορίες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Ἰσαάκ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Γεώργιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Οὐγγαρία, ἀλλὰ ἔζησε στὴν πόλη Ροστὼβ τῆς Ρωσίας καὶ ἦταν στὴν ὑπηρεσία τοῦ πρίγκηπα Βόριδος Βαλντιμίροβιτς. Μαρτύρησε τὸ ἔτος 1015.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ τοῦ Νοβοτόρζσκϊυ γεννήθηκε στὴ Ρωσία καὶ ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τῶν Ἁγίων Βόριδος καὶ Γκλὲμπ τοῦ Τορζόκ.
Ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1053.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος τῆς Τότμα 

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος γεννήθηκε τὸν 16ο αἰώνα μ.Χ. στὴν πόλη Βολογκντὰ τῆς Ρωσίας. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἰουλιανός. 

Ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τῆς Τότμα καὶ θεωρεῖται ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ὁσιακὲς μορφὲς τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1568.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ ἐκ Κιέβου

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ γεννήθηκε στὸ Κίεβο καὶ ἦταν οἰκονόμος τοῦ πρίγκιπα τοῦ Κιέβου Ἰζιασλάβου, υἱοῦ τοῦ Γιαροσλάβου (1054 – 1068). Ἔγινε μοναχὸς καὶ ἀσκήτεψε στὴ Μεγάλη Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ἀλλὰ ὁ μισόκαλος διάβολος ἐφρύαξε βλέποντας νὰ πληθύνεται ἡ οἰκογένεια τῶν μοναχῶν. Ἔκανε, λοιπόν, τὸν ἡγεμόνα Ἰζιασλάβο νὰ ὀργισθεῖ καὶ νὰ προκαλέσει πολλὲς θλίψεις στοὺς Πατέρες τῶν Σπηλαίων. Ὅταν ἡ δοκιμασία πέρασε, ὁ Ὅσιος ἐπιδόθηκε μὲ ἱερὸ ζῆλο στὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Ἡ ἐπιθυμία του νὰ ἐπισκεφθεῖ ἁγίους τόπους ὁδήγησε τὰ βήματά του στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν Παλαιστίνη. Ἤθελε νὰ προσκυνήσει τὰ μέρη ποὺ ἀγωνίσθηκαν καὶ ἔζησαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ μεγάλοι Πατέρες καὶ Ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου. Ἐπιστρέφοντας στὴν Λαύρα τοῦ Κιέβου ἔφερε τὸ μοναστικὸ τυπικὸ καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη τῶν μοναχῶν τῆς μονῆς Στουδίου τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ἐξελέγη περὶ τὸ 1090, Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Περεγιασλὰβ καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Κιέβου Ἰωάννη. Ἔτσι, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1098 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Κιέβου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ ἱερὸς Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἐπειδὴ δὲν ἔκανε διακρίσεις ἀνάμεσα στὰ πρόσωπα στὴν ἀπόδοση τοῦ δικαίου καὶ ἔλεγχε καὶ τὴν ἴδια τὴν βασίλισσα Εὐδοξία γιὰ τὶς παρανομίες καὶ τὶς ἀδικίες της, ἐξορίσθηκε δύο φορές, ἀλλὰ καὶ πάλι ἀνακλήθηκε ἀπὸ τὴν ἐξορία. Ἐξορίστηκε ὅμως καὶ πάλι γιὰ τρίτη φορά.

Ἡ ἔκπτωση τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἀπὸ τὸν Πατριαρχικὸ θρόνο προκάλεσε σχίσμα μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ὀπαδοί του, ποὺ καλοῦνταν «Ἰωαννίτες», δὲν ἀναγνώριζαν τὸν διάδοχό του, παρὰ τὶς ἐπίμονες συστάσεις νὰ ὑπακούσουν στοὺς νέους ἐκκλησιαστικοὺς ἄρχοντες καὶ νὰ διαφυλάξουν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὁδηγήθηκε στὴν Κουκουσὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Ἀραβισσὸ καὶ ἔπειτα, στὶς 10 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 404 μ.Χ., στὴν Πιτιούντα τοῦ Πόντου. Ἡ πορεία του μέχρι ἐκεῖ, ἦταν ὄχι μόνο περιπετειώδης, ἀλλὰ κυριολεκτικὰ μαρτυρική, γεμάτη ἀπὸ κακουχίες καὶ δεινοπαθήματα.

Ἐκεῖ λοιπόν, στὴν Πιτιούντα, ὁ ἔνσαρκος Ἄγγελος κλήθηκε ἀπὸ τὸν πάντων Δεσπότη στὶς αἰώνιες σκηνές, τὸ ἔτος 407 μ.Χ., ἐνῶ τὸ ἅγιο σκήνωμά του ἐνταφιάσθηκε στὰ Κόμανα τοῦ Πόντου μαζὶ μὲ τὰ ἅγια λείψανα τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Βασιλίσκου καὶ Λουκιανοῦ, καθὼς εἶχε ἀποκαλυφθεῖ σὲ αὐτὸν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἴδιους διὰ νυκτερινῆς ὀπτασίας, ὅταν ἀκόμη ζοῦσε.

Τὸ σχίσμα τῶν «Ἰωαννιτῶν» ἀποκαταστάθηκε μὲ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 438 μ.Χ., ἐπὶ Πατριάρχου Πρόκλου. Ἡ μεταφορὰ τῶν ἱερῶν λειψάνων ἀπὸ τὰ Κόμανα συνοδεύτηκε ἀπὸ μία ἐπιστολὴ – διαταγὴ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’, υἱοῦ τοῦ Ἀρκαδίου καὶ τῆς Εὐδοξίας, ἡ ὁποία ἔγραφε:

 

«Ἐπιστολὴ Βασιλέως Θεοδοσίου πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχην, Διδάσκαλο καὶ Πνευματικὸ Πατέρα Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο.

Ἐπειδή, Πάτερ τίμιε, θεωρήσαμε τὸ σῶμά σου νεκρό, ὅπως συμβαίνει μὲ τὰ ἄλλα, θελήσαμε ἁπλῶς νὰ τὸ πάρουμε καὶ νὰ τὸ μεταφέρουμε πρὸς ἐμᾶς. Γι’ αὐτὸ καὶ δικαίως ἀστοχήσαμε στὸν πόθο μας.

Ἀλλὰ σὺ τουλάχιστον, Πάτερ τιμιότατε, ποὺ δίδαξες σὲ ὅλους τὴν μετάνοια, συγχώρησέ μας ποὺ σὲ παρακαλοῦμε καὶ σὰν παιδιὰ ποὺ ἀγαπᾶμε τοὺς πατέρες μας ἐπίδωσέ μας τὸν ἑαυτό σου καὶ εὔφρανε μὲ τὴν παρουσία σου αὐτοὺς ποὺ σὲ ποθοῦν».

 

Αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ αὐτοκράτορα τὴν πῆγαν στὸν Ἅγιο καὶ τὴν τοποθέτησαν πάνω στὴν λάρνακά του. Τότε ὁ Ἅγιος ἔδωσε τὸν ἑαυτό του στοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ αὐτοκράτορα καὶ ἔτσι αὐτοὶ μετέφεραν τὴν λάρνακα ποὺ περιεῖχε τὸ ἅγιο λείψανο στὴν Κωνσταντινούπολη, χωρὶς νὰ κοπιάσουν καθόλου. Ἡ ὑποδοχὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου ὑπῆρξε παλλαϊκή. Σύσσωμος λαός, κλῆρος καὶ μοναχοί, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν αὐτοκράτορα, τοὺς αὐλικούς, τὴ σύγκλητο καὶ ὅλους τους ἄρχοντες, ὑποδέχθηκαν καὶ προσκύνησαν μὲ σεβασμὸ τὰ λείψανά του. Μὲ πολὺ εὐλάβεια μετέφεραν ἀρχικὰ τὴ λάρνακα στὸ ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ, στὰ Ἀμαντίου, ἔπειτα δὲ στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης. Ἐκεῖ ἔβαλαν τὸ ἅγιο λείψανο πάνω στὸ σύνθρονο καὶ ἅπαντες ἐβόησαν: «Ἀπόλαβε τὸν θρόνο σου, Ἅγιε». Στὴ συνέχεια ἡ λάρνακα τοποθετήθηκε σὲ αὐτοκρατορικὴ ἅμαξα καὶ μεταφέρθηκε στὸ περιώνυμο ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἐκεῖ ἔβαλαν τὸ ἅγιο λείψανο πάνω στὴν ἱερὴ καθέδρα καὶ ἔγινε τὸ θαῦμα: ὁ Ἅγιος ἐπεφώνησε πρὸς τὸν λαὸ τὸ «Εἰρήνη πᾶσι». Ἔπειτα τὸ ἐναπέθεσαν μέσα στὸ Ἅγιο Βῆμα, κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἐτελεῖτο στὸ πάνσεπτο ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἀφιέρωσε διὰ χρυσοβούλλου στὴ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης Τσιμισκὴς (969 – 976 μ.Χ.) καὶ τεμάχιο τῆς ἀριστερᾶς χειρὸς ὁ Ἀνδρόνικος ὁ Παλαιολόγος (1282 – 1328), διὰ χρυσοβούλλου, τὸν Ἰούλιο τοῦ ἔτους 1284, στὴ Μονὴ Φιλοθέου του Ἁγίου Ὅρους. Ἐπίσης, τμήματα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου φυλάσσονται στὶς μονὲς Βατοπαιδίου, Ἰβήρων, Ἁγίου Διονυσίου καὶ Δοχειαρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον  Ἦχος πλ. δ’.

Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσὸς, ἐκλάμψασα χάρις τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν, ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο, τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Ἔτερον Ἀπολυτίκιον τῆς ἀνακομιδής. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς πλοῦτον οὐράνιον, ἐκ τῶν Κομάνων ποτέ, τὴν θήκην μετήγαγον, τοῦ σοῦ λειψάνου σοφέ, πρὸς πόλιν βασίλειον· ταύτης οὖν ἐκτελοῦντες, τὴν ἀνάμνησιν πόθῳ, μέλπομεν Ἱεράρχα, τὴν δοθεῖσάν σοι χάριν, δι’ ἧς ἡμᾶς ῥυθμίζεις, Ἰωάννη Χρυσόστομε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Εὐφράνθη μυστικῶς, ἡ σεπτὴ Ἐκκλησία, τῇ ἀνακομιδῇ, τοῦ σεπτοῦ σου λειψάνου, καὶ τοῦτο κατακρύψασα, ὡς χρυσίον πολύτιμον, τοῖς ὑμνοῦσί σε, ἀδιαλείπτως παρέχει, ταῖς πρεσβείαις σου, τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν, Ἰωάννη Χρυσόστομε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἤκεν ἐκ Κομάνων λαμπροφανῶς, τὸ σεπτόν σου σκῆνος, ὡς ἑστία ἁγιασμοῦ, τέρπον καὶ πλουτίζον, χαρίτων χρυσουργίᾳ, τὴν Ἐκκλησίαν πᾶσαν, Πάτερ Χρυσόστομε.

Ἡ Ἁγία Μαρκιανὴ ἡ Βασίλισσα 

Ἡ Ἁγία Μαρκιανὴ ἦταν σύζυγος τοῦ Ἰουστίνου Α’ τοῦ Γέροντος (518 – 527 μ.Χ.). Διακρινόταν γιὰ τὴν εὐσέβεια, τὸ ἀσκητικὸ τοῦ βίου της καὶ τὴ φιλανθρωπία της.
Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Κωνσταντινουπόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Κλαυδίνος

Ὁ Ἅγιος Κλαυδίνος ἦταν μοναχὸς καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Αἰγύπτιος

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἦταν μοναχὸς καὶ μαθητὴς τοῦ Ἀββᾶ Λὼτ καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Δημητριανὸς ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Ταμασσοῦ Κύπρου

Ἀπὸ τὶς πολὺ ὀλίγες πληροφορίες ποὺ ἔχουμε γι’ αὐτὸν μανθάνουμε ὅτι γεννήθηκε στὴν Ταμασσὸ καὶ ἔζησε σ’ αὐτὴν τὰ πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἦταν τότε ἀκόμη ποὺ ἡ εἰδωλολατρία καὶ ἡ εἰδωλομανία προέβαλλε δυνατὰ τῆς Ἀφροδίτης τὸ ἄστρο καὶ τὴ λατρεία. Τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ ποὺ ἔφεραν στὴν Κύπρο οἱ τρεῖς ἀπόστολοι Βαρνάβας, Παῦλος καὶ Μάρκος ἄρχισε σιγὰ – σιγὰ νὰ προχωρεῖ σ’ ὅλο τὸ νησί. Στὴν Ταμασσὸ μὲ κέντρο μία σπηλιὰ ποὺ ὑπάρχει ὡς σήμερα καὶ ποὺ χρησίμευε στὴν ἀρχὴ ὡς κατοικία καὶ ἐκκλησία καὶ ἐπισκοπὴ ἀγωνίζονται οἱ πρῶτες ἐκεῖνες μορφὲς ὁ Ἠρακλείδιος, ὁ Μύρων, ὁ Μνάσων καὶ οἱ ἄλλοι συνεργάτες τους νὰ ἀνάψουν καὶ νὰ προβάλουν παντοῦ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, τὸ ἱλαρὸν φῶς τῆς νέας ζωῆς. Σ’ αὐτὴ τὴ σπηλιὰ στὴν ὁποία οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ ὄχι μονάχα παρακολουθοῦσαν τὸ κήρυγμα γιὰ τὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ βαφτίζονταν καὶ προσεύχονταν καὶ τελοῦσαν τὶς διάφορες ἀκολουθίες τους, σ’ αὐτὴν ἀκόμη βρίσκεται καὶ ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου. Κάποια μέρα ποὺ ὁ γηραιὸς ἐπίσκοπος βρισκόταν ἄρρωστος στὸ σπήλαιό του μὲ πυρετό, μιὰ ὁμάδα μανιασμένων εἰδωλολατρῶν ὄρμησαν μέσα στὸ σπήλαιο, ἔσυραν ἔξω τὸν Ἅγιο καὶ τὸν σκότωσαν. Ὁ Ἅγιος ἀπέθανε προσευχόμενος γιὰ τοὺς δήμιούς του στὴν ἡλικία τῶν 60 χρόνων. Οἱ χριστιανοὶ μαθητὲς μὲ θλίψη βαριὰ πῆραν τὸ ἅγιο λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν μέσα στὴ σπηλιά. Τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, ὅταν ἦταν στὴ ζωή, συνεχίστηκαν καὶ μετὰ τὸν θάνατό του καὶ συνεχίζονται καὶ σήμερα. «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ».

 

Ἡ θρησκεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἠρακλειδίου, τὸν ζῆλο του καὶ τὶς ὑπεράνθρωπες προσπάθειές του προχωροῦσε καθημερινά. Μετὰ τὸν θάνατό του τὴν εὐθύνη τοῦ ὅλου ἔργου ἀνέλαβε ὁ Μνάσωνας. Αὐτὸν εἶχε χειροτονήσει ὁ Ἠρακλείδιος ἐπίσκοπο, ὅταν ἀκόμη ζοῦσε. Αὐτὸς συνέχισε τὸ ἔργο τοῦ Ἠρακλειδίου μέχρι τὰ βαθιά του γηρατειά. Πολλὰ θαύματα ἔκαμε ὅσο ζοῦσε. Πολλὰ καὶ ὅταν ἀπέθανε. Πρὶν πεθάνει χειροτόνησε ἐπίσκοπό της Ταμασσοῦ τὸν Ρόδωνα.

 

Μὲ γοργὰ βήματα ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ χάρη στὸν φλογερὸ ζῆλο τῶν πρώτων χριστιανῶν προχωρεῖ μὲ ἐνθουσιασμὸ στῆς Ταμασσοῦ τὴν πόλη. Πολλοὶ οἱ ἅγιοι ποὺ παρουσιάσθηκαν σ’ αὐτή. Ἕνας τέτοιος ἅγιος εἶναι κι ὁ Δημητριανός. Πότε ἀκριβῶς γεννήθηκε δὲν γνωρίζουμε. Ὁ πανδαμάτορας χρόνος ἔσβησε ἀπὸ τῆς μνήμης τὸ βιβλίο τὴ σχετικὴ χρονολογία. Αὐτὸ ποὺ συμπεραίνουμε ἀπὸ τὴν ὅλη ζωή του εἶναι τοῦτο: Γνώρισε τὸν Χριστό, ὅπως λέγει καὶ ὁ ὑμνογράφος του, ἀπὸ τὴ βρεφική του ἡλικία. «Ἐκ βρέφους ἐγένου τοῦ Κυρίου ἐραστής». Γνώρισε τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀγάπησε μὲ ὅλη τὴν ψυχή του. Μπροστά του ἕνα καὶ μόνο πράγμα βλέπει καὶ ἕνα ποθεῖ καὶ θέλει παντοῦ καὶ πάντοτε. Τοῦ Κυρίου τὸ θέλημα. Μ’ αὐτὸ μεγαλώνει. Μ’ αὐτὸ ζεῖ καὶ αὐτὸ προβάλλει τόσο μὲ τὰ λόγια του, ὅσο καὶ τὸ παράδειγμά του.

 

Κάποτε ποὺ εἶχε ἀρρωστήσει ὁ πνευματικὸς πατέρας τῆς κοινότητας ὁ ἱερέας, ὁ τότε ἐπίσκοπος τοῦ ὁποίου ὁ Δημητριανὸς ἦταν σὲ ὅλα τὸ δεξί του χέρι, τὸν κάλεσε καὶ κατὰ παράκληση τῶν πιστῶν Χριστιανῶν τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Οἱ ἁγνὲς ψυχὲς πανηγυρίζουν. Γιατί ὁ Δημητριανὸς μὲ ζῆλο φλογερὸ ἐργαζόταν πάντοτε γιὰ τὴν πνευματικὴ πρόοδο τοῦ λαοῦ. Στὸ πρόσωπό του βρῆκαν οἱ πιστοὶ τὸν πνευματικὸ πατέρα καὶ καθοδηγητή, τὰ ὀρφανὰ τὸν προστάτη, οἱ ἄρρωστοι τὸν στοργικὸ ἀδελφὸ καὶ «οἱ ἐν θλίψεσι τὴν παρηγορίαν». Καὶ ὅταν μετὰ ἀπὸ καιρὸ ὁ τότε ἐπίσκοπος κοιμήθηκε, ὁλόκληρος ὁ λαὸς καὶ πάλι κάλεσε καὶ ἀνέβασε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς ξακουστῆς πόλεως τὸν ἄξιο σὲ ὅλα Δημητριανό.

 

Στὴν καινούργια αὔτη θέση ἡ ἁγία του μορφὴ προβάλλει παντοῦ, ὥστε ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος νὰ τὸν ὑμνεῖ: «Τῆς Ταμασσοῦ βλάστημα, καύχημα τῶν Περάτων, πηγὴν τῶν θαυμάτων, ἰαμάτων ταμεῖον ἄσυλον καὶ τῶν Κυπρίων ἀγλάϊσμα». Ἀλλὰ καὶ τοῦ λαοῦ ἡ παράδοση καὶ ὁ σεβασμὸς μένει ὡς σήμερα πολὺ ὑψηλά. Αὐτὸ μαρτυρεῖ α) ἡ εὐρυχωρία τοῦ ναοῦ ποὺ ἡ εὐσέβεια τῶν παλαιοτέρων κατοίκων τῶν Περάτων ἀφιέρωσε στ’ ὄνομά του σὲ μιὰ μαγευτικὴ θέση καὶ τοῦ ὁποίου τὰ ἐρείπια προβάλλουν ἐπιβλητικὰ μέχρι σήμερα. Καὶ β) ἡ χειρόγραφος φυλλάδα ποὺ περιέχει τὴν ἀκολουθία του καὶ στὴν ὁποία ἀναγράφεται καὶ ἡ μέρα τῆς μνήμης του, 27 Ἰανουαρίου.

 

Ἡ ὅλη του πνευματικὴ ζωὴ συνέβαλε τὰ μέγιστα στὴν ἐξάπλωση τοῦ χριστιανισμοῦ ὄχι μόνο στὴν πόλη τῆς Ταμασσοῦ, ἀλλὰ καὶ στὰ γύρω χωριά. Τύπος ὑπομονῆς ὁ ἴδιος καὶ πρότυπο ἀρετῆς βοήθησε στὰ χρόνια ἐκεῖνα στὴν εἰρηνικὴ ζωὴ τοῦ πιστοῦ λαοῦ του καὶ στὴν πνευματική του ἄνοδο. Ἀλλὰ καὶ θαύματα πολλὰ ἀναφέρεται ὅτι ἔκαμε ὅταν ζοῦσε, μὰ καὶ ὅταν κοιμήθηκε. Οἱ γυναῖκες τῶν Περάτων τὸν θεωροῦν πολὺ θαυματουργὸ καὶ συχνὰ ἐπισκέπτονται τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ του, ἀνάβουν καντήλια στὸ βαθούλωμα τῶν ἐρειπίων καὶ ἐκζητοῦν τὶς πρεσβεῖες του στὰ προβλήματα καὶ τὶς ἀνάγκες τους. Ἕνα τέτοιο θαῦμα ποὺ ἔγινε πρὸ καιροῦ εἶναι καὶ τοῦτο:

 

Ἕνας χριστιανὸς ἀπὸ τὰ Πέρα, γιὰ τὸ κτίσιμο τοῦ σπιτιοῦ του πῆγε καὶ πῆρε ἀπὸ τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου τὶς πελεκητὲς πέτρες μὲ τὶς ὁποῖες ἦταν φτιαγμένο τὸ ἀνώφλι τοῦ ναοῦ, γιὰ νὰ φτιάξει μὲ αὐτὲς τὸ ἀνώφλι τοῦ ἰδικοῦ του σπιτιοῦ. Εἶχε δὲ στὴ σκέψη νὰ πάει τὴν ἑπομένη νὰ πάρει καὶ τὶς ἄλλες πελεκητὲς πέτρες μὲ τὶς ὁποῖες ἦταν κατασκευασμένες οἱ παραστάδες τῆς θύρας τοῦ ναοῦ γιὰ νὰ τὶς χρησιμοποιήσει καὶ αὐτὲς γιὰ τὸ δικό του σπίτι. Τὴ νύχτα ὅμως παρουσιάστηκε στὸν ὕπνο του ὁ Ἅγιος καὶ τοῦ ἔκαμε αὐστηρὴ παρατήρηση. Αὐτὸς ὅμως δὲν ἔλαβε ὑπ’ ὄψη τὴ σύσταση τοῦ Ἁγίου καὶ τὴν ἑπόμενη νύχτα πῆγε πάλι καὶ κουβάλησε καὶ τὶς ὑπόλοιπες πέτρες. Τὴ νύχτα παρουσιάστηκε καὶ πάλι ὁ Ἅγιος στὸν ὕπνο του καὶ τοῦ ἔκανε ξανὰ αὐστηρὴ παρατήρηση γιὰ τὴν παρακοή του. Γιὰ νὰ μὴν ἐπαναλάβει δὲ ἄλλη φορὰ τὴν κακή του πράξη, τοῦ ἔδωκε καὶ δύο μπάτσους· τὸν ἕνα ἀπὸ τὴ δεξιὰ μεριὰ καὶ τὸν ἄλλο ἀπὸ τὴν ἀριστερά. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς τιμωρίας αὐτῆς ἦταν ἀπὸ τὸ βράδυ ἐκεῖνο νὰ μείνει κουφός, καθ’ ὅλον τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς του. Καὶ ἀκόμη τὶς ὑπόλοιπες πέτρες δὲν τόλμησε νὰ πάει νὰ τὶς πάρει. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ πέτρες μὲ τὶς ὁποῖες κτίστηκαν οἱ παραστάδες τῆς θύρας τοῦ σπιτιοῦ εἶναι πολὺ διαφορετικὲς καὶ ξεχωρίζουν ὡς σήμερα.

 

Στενὴ ἡ θύρα καὶ γεμάτος δυσκολίες ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴ χαρούμενη καὶ εὐτυχισμένη ζωή. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος συνιστάει σ’ ἐμᾶς εἶναι καιρὸς καὶ ἐμεῖς μιμούμενοι τοὺς ἁγίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ κάνουμε βίωμα καὶ ζωή μας. Τόπος ἁμαρτίας ἦταν τὸ νησί μας. Σὰν χείμαρρος ἡ διαφθορὰ ἔσπρωχνε τοὺς δυστυχισμένους κατοίκους στὴν καταστροφή. Ὅταν ὅμως ἡ θρησκεία τοῦ γλυκύτατου Ἰησοῦ μὲ τοὺς εὐλογημένους φορεῖς της, τοὺς τρεῖς Ἀποστόλους, τὸν Βαρνάβα, τὸν Παῦλο καὶ τὸν Μάρκο ἔφθασε καὶ κηρύχτηκε στὸ μαρτυρικὸ νησί μας, τὰ πράγματα ἄλλαξαν ἀμέσως. Πῶς ξεκίνησαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί! Ἀπὸ μία σπηλιά! Τί δυσκολίες, τί διωγμοὺς καὶ τί κινδύνους πέρασαν! Μὲ τὸ θάρρος ὅμως ποὺ ἐναποθέτει στὶς ἁγνὲς καρδιὲς ὁ Χριστὸς δυναμωμένοι προχώρησαν. Τὸ ἀποτέλεσμα μαρτυρεῖ καὶ βεβαιώνει ἡ ἱστορία. Σὲ λίγα χρόνια τὸ νησὶ τῆς Ἀφροδίτης καὶ τῆς διαφθορᾶς γίνεται νησὶ τῆς Παναγίας καὶ τῶν ἁγίων. Ἡ προσφορὰ σ’ αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, τοῦ Ἠρακλειδίου, τοῦ Μύρωνος καὶ Μνάσωνος, τοῦ Ἁγίου Δημητριανοῦ καὶ ὅλων τῶν ἄλλων ἐργατῶν τῆς ἀρετῆς εἶναι ἀνυπολόγιστη. Δύσκολοι οἱ καιροὶ καὶ οἱ κίνδυνοι πολλοί. Ὅμως δὲν δείλιασαν, πῆραν τὸ στενὸ τὸ μονοπάτι καὶ ἔγραψαν τὴν ὡραιότερη ἱστορία. 
Ἂς τοὺς μιμηθοῦμε. Μόνον ἔτσι θὰ χαροῦμε τὴν ἐδῶ ζωή μας, ἀλλὰ καὶ θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἰδοῦμε τὴν ἀγαπημένη μας Κύπρο στοῦ Χριστοῦ τὸ φῶς λουσμένη, ἐλεύθερη καὶ εὐτυχισμένη, καὶ ἀπὸ ὅλους τιμημένη. Ἀμήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.

Τῶν Κυπρίων τὸ κλέος, Ταμασέων ὁ Πρόεδρος, φύλαξ καὶ φρουρὸς τῶν Περάτων, Δημητριανὲ Πατὴρ ἡμῶν, ἀναδειχθεῖς, διὸ τυφλὸν ἐφώτισας ποτέ, τὸ φῶς ἐνεδίδου τηλαυγῶς, καὶ ἀνέκραξε δὲ οὕτως, τῷ διὰ σοῦ μὲ φωτίσαντι δόξα σοι. Δόξα τῷ οὕτως εὐδοκήσαντι Θεῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ τοιαῦτα τέρατα.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἀπὸ βρέφους Κυρίῳ ἐκολλήθης, μακάριε Δημητριανὲ Ταμασέων, ποιμενάρχα πανάριστε, συγκλείσας ἐν ψυχῇ σου θησαυρόν, τῆς πίστεως Δεσπότου ἀληθοῦς, καὶ ὠδήγησας τὰ τέκνα σου θαυμαστῶς, πρὸς γνῶσιν τῆς θεότητας· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ ἁγιάσαντι, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἡμίν, προστάτην ἀκαταίσχυντον.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἠρακλειδίου διεδέξω τὸν θρόνον, καὶ τῶν θαυμάτων εἰληφῶς θείαν χάριν, τὴν Κύπρον κατεφώτισας, ὦ Δημητριανέ, θεσπεσίῳ βίῳ σου καὶ γλυκύτητι λόγων, ὅθεν πλάνην ἔτρεψας, τῶν εἰδώλων γενναίως, καὶ τὸν Χριστὸν ἐνώκησας ψυχαῖς, ὡς ἱεράρχης φωτὶ αὐγαζόμενος.

Ὁ Ἅγιος Ἄσκιοτ ὁ Βασιλέας

Ὁ Ἅγιος Ἄσκιοτ γεννήθηκε καὶ βασίλευσε στὴ Γεωργία τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ εὐσεβὴς ἡγεμόνας ἀνήγειρε πολλοὺς ναοὺς καὶ ἀρκετὲς μονές. Φονεύθηκε ὑπὸ τῶν Ἀράβων μέσα στὸ ναὸ τοῦ κάστρου τοῦ Ἀρτανούγκι τῆς Γεωργίας, τὸν ὁποῖο εἶχε κτίσει. Στὰ Γεωργιανὰ Συναξάρια ἀναφέρεται καὶ ὡς Κουροπαλάτης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Τίτος ἐκ Κιέβου 

Ὁ Ὅσιος Τίτος γεννήθηκε στὴ Ρωσία. Ἦταν στρατιώτης ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη στὸν Θεὸ ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μεγάλη Λαύρα τῶν σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ὁ Ὅσιος Τίτος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Νεομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Δημήτριος, ποὺ διακρινόταν γιὰ τὸ κάλλος τοῦ προσώπου του καὶ τὸ ἦθος τῆς καρδιᾶς του, ἐργαζόταν στὸ Γαλατᾶ Κωνσταντινουπόλεως σὲ κάποιο οἰνοπωλεῖο ποὺ ἀνῆκε στὸν Χριστιανὸ Χατζῆ Παναγιώτη.

Κάποιοι ἀπὸ τοὺς θαμῶνες τοῦ οἰνοπωλείου, Μωαμεθανοὶ ἀπὸ τὸν Πόντο, προσπάθησαν νὰ προσηλυτίσουν τὸν Δημήτριο. Μιὰ μέρα ποὺ αὐτοὶ μέθυσαν, ἐκδιώχθηκαν ἀπὸ τὸ οἰνοπωλεῖο ἀπὸ τὸν ἰδιοκτήτη καὶ τὸν Δημήτριο. Ἡ βίαιη αὐτὴ ἐκδίωξη ἐξόργησε τοὺς Μωαμεθανοὺς ποὺ ἀποφάσισαν νὰ ἐκδικηθοῦν τὸν Δημήτριο. Τὸν κατήγγειλαν ψευδῶς ὡς δράστη τοῦ τραυματισμοῦ τοῦ Μωαμεθανοῦ συντρόφου τους τὴν ἡμέρα ποὺ μέθυσαν. Προσαχθεῖς ὁ Δημήτριος ἐνώπιον τοῦ βεζύρη δὲν κατάφερε νὰ ἀποδείξει τὴν ἀθωότητά του. Ἔτσι τέθηκε σὲ αὐτὸν τὸ δίλλημα τῆς τουρκικῆς μισαλλοδοξίας, δηλαδὴ νὰ διαλέξει μεταξὺ ἐξισλαμισμοῦ καὶ θανάτου. Ὁ Μάρτυς δὲν ἀρνήθηκε τὸν Χριστό, παρὰ τοὺς ἐκφοβισμούς, τὶς ὑποσχέσεις καὶ τοὺς δελεασμούς.
Μαρτύρησε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1784 καὶ ἐτελειώθη διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ Ζβέρεφ 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πέτρος, μαρτύρησε τὸ ἔτος 1929.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ξενοφῶν κατοικοῦσε στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Ἰουστίνου Α’ (518 – 527 μ.Χ.) καὶ Ἰουστινιανοῦ (527 – 565 μ.Χ.). Ἦταν πλούσιος συγκλητικὸς καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν βαθιὰ εὐσέβειά του πρὸς τὸν Θεό. Εἶχε δύο παιδιά, τὸν Ἀρκάδιο καὶ τὸν Ἰωάννη. Μόλις αὐτὰ τελείωσαν τὰ ἐγκύκλια γράμματα, τὰ ἔστειλε στὴ Βηρυττὸ τῆς Φοινίκης, γιὰ νὰ μελετήσουν καὶ νὰ σπουδάσουν τὴ νομικὴ ἐπιστήμη. Καθ’ ὁδὸν τὸ πλοῖο μὲ τὸ ὁποῖο ταξίδευαν ναυάγησε. Διασώθηκαν ὅμως καὶ μετέβησαν στὰ Ἱεροσόλυμα ὅπου ἔγιναν μοναχοί. Οἱ γονεῖς τους, Ξενοφῶν καὶ Μαρία, τοὺς ἀναζήτησαν καὶ πληροφορήθηκαν ὅτι διάγουν στὴν ἔρημο ἀσκητικὸ βίο, δόξασαν τὸν Θεὸ καὶ ἀποταξάμενοι τὸν κόσμο, ἀκολούθησαν καὶ αὐτοὶ τὸ μοναχικὸ βίο. Ὁ Ξενοφῶν, ἡ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά τους πρόκοψαν τόσο πολὺ στὴν ἀρετὴ καὶ στὴ φιλανθρωπία, ὥστε τοὺς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ ἐπιτελοῦν καὶ θαύματα. 
Ἔτσι ἡ θεία αὐτὴ οἰκογένεια ἔζησε θεοφιλῶς καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς γενεὰ εὐλογητὴ τῷ Κυρίῳ, τῆς οὐρανίου ἠξιώθησαν δόξης, ἀσκητικῶς δοξάσαντες Χριστὸν ἐπὶ τῆς γῆς, Ξενοφῶν ὁ Ὅσιος, καὶ ἡ τούτου συμβία, σὺν τοῖς ἀριστεύσασιν, ἱεροῖς αὐτῶν τέκνοις· οὓς εὐφημοῦντες εἴπωμεν φαιδρῶς· χαίροις Ὁσίων, χορεία τετράριθμε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἐν αὐλαῖς ἠγρύπνησας ταῖς τοῦ Δεσπότου, τοῖς πτωχοῖς σκορπίσας σου, μάκαρ τὸν πλοῦτον ἱλαρῶς, σὺν τῇ συζύγῳ καὶ τέκνοις σου· διὸ κληροῦσθε τὴν θείαν ἀπόλαυσιν.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος ὅμοιος.
Τὴν τοῦ βίου θάλασσαν διεκφυγόντες, Ξενοφῶν ὁ δίκαιος, σὺν τῇ συζύγῳ τῇ σεπτῇ, ἐν οὐρανοῖς συνευφραίνονται, μετὰ τῶν τέκνων, Χριστὸν μεγαλύνοντες.

 

Μεγαλυνάριον.
Ρίζα ἀγλαόκαρπος καὶ σεπτή, Ξενοφῶν ἐδείχθη, σὺν εὐνέτιδι τῇ σεμνῇ, ἔχοντες ὡς κλάδους, τὴν τῶν υἱῶν δυάδα, μεθ’ ὧν τῷ Θεῷ Λόγῳ, κατηκολούθησαν.

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ Παλαιός 

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ἀκολούθησε ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία τὴν ἐρημικὴ ζωὴ καὶ ζοῦσε σὲ ἕνα μικρὸ σπήλαιο στὸ ὄρος Ἀμανόν. Δὲν ἀπολάμβανε καμία τροφὴ ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ συνηθίζουν νὰ ἀπολαμβάνουν οἱ ἄνθρωποι. Γιὰ τροφή του χρησιμοποιοῦσε χόρτα ἀπὸ τοὺς ἀγρούς.

Ὁ Ὅσιος αἰσθάνθηκε κάποτε τὴν ἐπιθυμία νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸ ὄρος Σινᾶ. Ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ, εἰσῆλθε στὸ σπήλαιο, ὅπου ἄλλοτε εἶχε κρυφτεῖ ὁ Μωϋσῆς καὶ παρέμεινε μέσα σὲ αὐτὸ πρηνὴς ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρες προσευχόμενος καὶ κλαίων , ζητώντας σημεῖο τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ. Καὶ δὲν σηκώθηκε ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, μέχρι ποὺ ἄκουσε θεία φωνὴ νὰ τὸν διατάζει νὰ σηκωθεῖ καὶ νὰ φάγει τρία μῆλα ποὺ εἶχαν τοποθετηθεῖ μπροστά του. Ὅταν ἱκανοποιήθηκε ἡ ἐπιθυμία του, ἐπέστρεψε στὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε καὶ ἵδρυσε δύο μοναστήρια.
Ἐκεῖ, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ Ὅσιος ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα πρὸς δόξαν Θεοῦ, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἀνανίας, Πέτρος καὶ οἱ ἑπτὰ στρατιῶτες μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν ἡγεμόνας στὴ Φοινίκη ὁ Μάξιμος. Ἐνώπιον αὐτοῦ τοῦ ἡγεμόνος ὁδηγήθηκε τὸ ἔτος 303 μ.Χ. ὁ Ἅγιος Ἀνανίας ποὺ ἦταν Πρεσβύτερος, ὁ ὁποῖος καὶ ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ χλεύασε τὰ εἴδωλα. Ὁ Μάξιμος τότε ὀργίσθηκε καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ὑποβάλουν τὸν Ἅγιο σὲ φοβερὰ βασανιστήρια. Γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀνδρεία, τὴν ὁποία ἔδειξε κατὰ τὶς φρικώδεις βασάνους, κέρδισε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἑπτὰ στρατιῶτες, στὴ δὲ φυλακὴ ἔκανε Χριστιανὸ καὶ τὸν δεσμοφύλακα Πέτρο. Ὁ Ἅγιος μὲ τὴν προσευχή του συντάραξε τὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ καὶ ἔριξε τὰ εἴδωλα στὸ ἔδαφος. Τότε ὁ ἡγεμόνας Μάξιμος θύμωσε περισσότερο καὶ ἔπνιξε στὴ θάλασσα τὸν Ἅγιο Ἀνανία μαζὶ μὲ τὸν Πέτρο καὶ τοὺς ἑπτὰ στρατιῶτες.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες 

Οἱ δύο Ἅγιοι Μάρτυρες, μαρτύρησαν στὴ Φρυγία μετὰ ἀπὸ βασάνους καὶ ἄγρια χτυπήματα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀμμωνᾶς

Ὁ Ὅσιος Ἀμμωνᾶς ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ., ὁ ὁποῖος ἔτρεφε πρὸς αὐτὸν μεγάλη ἀγάπη καὶ ὑπόληψη καὶ ὑπῆρξε διάδοχός του στὴ πνευματικὴ καθοδήγηση τῶν μοναχῶν τοῦ μοναστικοῦ κέντρου Πισπίρ, ποὺ βρισκόταν στὴν ἀριστερὴ ὄχθη τοῦ Νείλου. Σπάνια ἄνθρωπος ἔγινε τόσο κύριος τοῦ ἐαυτοῦ του, ὥστε νὰ εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ ὕβρεις, εὐλογώντας καὶ εὐεργετώντας τοὺς ὑβριστές του. Ἰδιαίτερο δὲ πνευματικὸ ἀγώνα κατέβαλε ὁ Ἅγιος γιὰ τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν ἐπιστροφὴ στὴν ἀρετὴ δυστυχῶν γυναικῶν, ποὺ εἶχαν ἀκολουθήσει τὸν δρόμο τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἐνῶ ὁ κόσμος τὸν κακολογοῦσε, αὐτὸς συμβούλευε, παρακαλοῦσε καὶ προσευχόταν. Ἔτσι πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς ἦλθαν σὲ μετάνοια καὶ ἔζησαν μὲ εὐσέβεια καὶ σωφροσύνη.

Ὁ Ὅσιος Ἀμμωνᾶς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη πρὸ τοῦ ἔτους 403 μ.Χ. Τὸ συγγραφικό του ἔργο φανερώνει ἀσκητὴ πολὺ πεπειραμένο περὶ τὶς μυστικὲς ἀναβάσεις πρὸς τὸν Θεό.
Ρώτησαν κάποτε τὸν Ἅγιο Ἀμμωνᾶ, ποιὰ εἶναι ἡ στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδός. Καὶ ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδὸς εἶναι νὰ πολεμᾶ κανεὶς τοὺς λογισμούς του καὶ νὰ κόβει γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ τὸ θέλημά του».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Μνήμη Μεγάλου Σεισμοῦ

Ὁ σεισμὸς αὐτὸς ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὰ τέλη τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Β’ τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.), υἱοῦ τοῦ αὐτοκράτορα Ἀρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.) καὶ τῆς Εὐδοξίας. Ὁ σεισμὸς συνέβη ἡμέρα Κυριακή, τὴ δεύτερη ὥρα τῆς ἡμέρας. Ἐξαιτίας δὲ τοῦ σεισμοῦ αὐτοῦ, κατέπεσαν τὰ τείχη τῆς πόλεως καὶ ἕνα μεγάλο μέρος τῶν οἰκημάτων καὶ κατ’ ἐξαίρεση ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῶν Τρωαδησίων Ἐμβόλων μέχρι τοῦ Χαλκοῦ Τετραπύλου.
Οἱ μετασεισμικὲς δονήσεις συνεχίσθηκαν ἐπὶ τρεῖς ὁλόκληρους μῆνες, μέχρι καὶ τῆς 25ης τοῦ μηνὸς Ἀπριλίου, ὅπως χαρακτηριστικὰ ἀναφέρει ὁ Ὅσιος Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος. Κατὰ τὴν περίοδο ἐκείνη ὁ βασιλέας ἔκανε πάνδημες λιτανεῖες καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια προσευχόταν στὸν Θεὸ λέγοντας: «Κύριε, μετανοοῦμε, λύτρωσέ μας ἀπὸ τὴ δίκαιη ὀργή Σου καὶ ἀπὸ τὰ παραπτώματά μας. Ἔσεισες πράγματι τὴ γῆ καὶ τὴν συντάραξες ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς κάνεις νὰ συναισθανθοῦμε τὰ παραπτώματά μας καὶ νὰ δοξάζουμε Ἐσένα τὸν μόνο ἀγαθὸ καὶ φιλάνθρωπο Θεό μας».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Γαβριήλ 

Ὁ Ὅσιος Γαβριὴλ ἦταν μοναχὸς καὶ ἡγούμενος τῆς μονῆς Ἁγίου Στεφάνου Ἱεροσολύμων. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου

Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου († 11 Νοεμβρίου) ἀπὸ τὴ νῆσο Πρίγκηπο στὴ μονὴ Στουδίου, ποὺ ἔγινε κατὰ τὸ ἔτος 844 μ.Χ., ἐπὶ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μεθοδίου Α’ (842 – 846 μ.Χ.). Τὸ ἱερὸ λείψανο εἶχε διαφυλαχθεῖ σῶο, ἀκέραιο καὶ ἀδιάλυτο σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε οὔτε τὸ δέρμα νὰ μὴν πάθει τὴν παραμικρὴ ἀλλοίωση.

Μαζὶ μὲ τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου μετακομίσθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ ἐξορισθέντος ἀδελφοῦ του, Ἰωσὴφ τοῦ Θεσσαλονίκης († 14 Ἰουλίου).
Καὶ τὰ δυὸ ἱερὰ σκηνώματα τὰ ἀπέθεσαν δίπλα στὴ σωρὸ τοῦ μακαρίου Πλάτωνος, τοῦ ἡγουμένου τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Κλήμης 

Ὁ Ὅσιος Κλήμης ὑπῆρξε γόνος εὐσεβῶν Χριστιανῶν ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου καὶ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἐκκλησιαζόταν καὶ μαθήτευε στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς ψαλμωδίες.

Σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν ἐγκατέλειψε τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου αὐτοῦ καὶ ἀκολούθησε τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας, ἀσκητεύοντας στὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Μελετίου στὸν Κιθαιρώνα κοντὰ σὲ αὐτὸν τὸν μεγάλο Ἀσκητή. Ἐκεῖ διέλαμψε στὴ σιωπή, τὴν ὑπακοή, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Ἔλεγε τὴν καρδιακὴ προσευχή, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μὲ» καὶ ἡ καρδιά του γέμιζε ἀπὸ παρηγοριὰ καὶ χάρη. Μέσα στὶς λίγες αὐτὲς λέξεις συμπύκνωσε ὁλόκληρη τὴ θεώρηση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ὅταν ἔβγαινε ἀπὸ τὶς Ἀκολουθίες ποὺ γίνονταν στὸ ναό, ἦταν μεταμορφωμένος.

Ἕνας ἀδελφὸς τῆς μονῆς, ὁ μοναχὸς Ἰάκωβος, κάποιο βράδυ, εἶδε τὸν Ὅσιο νὰ προσεύχεται καὶ νὰ στέκεται ὑψούμενος στὸν ἀέρα. Ὁλόκληρος ἦταν λουσμένος στὸ φῶς. Ὁ Ἰάκωβος κοίταζε καὶ δὲν χόρταινε νὰ βλέπει τὸ θεῖο θέαμα. Ἔνιωσε τέτοια συγκίνηση, ποὺ γύρισε πίσω στὴ μονὴ καὶ μίλησε στοὺς ἄλλους μοναχοὺς γιὰ τὴν ἐμπειρία του καὶ γι’ αὐτὸ ποὺ εἶδε. Ἔτσι ὁ ἰσάγγελος Κλήμης, γιὰ νὰ ἀποφύγει τὴν δόξα καὶ τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἦρθε στὸ ὄρος τοῦ Σαγματᾶ, ποὺ εἶναι κοντὰ στὴν πόλη τῶν Θηβῶν καὶ συνέχισε τὴν ἄσκησή του σὲ ἕνα ἀπόκρημνο σπήλαιο.

Μόλις ὁ Ὅσιος μπῆκε στὸ σπήλαιο, ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ ποὺ τοῦ χάρισε ἕνα ἀχειροποίητο κελί. Ὁ τόπος αὐτὸς ἔγινε ἡ γῆ τῶν ἀσκητικῶν παλαισμάτων αὐτοῦ, δηλαδὴ τῶν δακρύων, τῆς εὐχῆς, τῆς νηστείας καὶ τῆς αὐστηρῆς ἀσκήσεως. Ἐκεῖ ἔμεινε πολλὰ χρόνια καὶ συγκέντρωσε γύρω του πλῆθος μοναχῶν, τοὺς ὁποίους καθοδηγοῦσε θεοφιλῶς.

Ἔτσι, ἀφοῦ ἔζησε κατὰ Θεόν, ὁ Ὅσιος Κλήμης κοιμήθηκε τὸ ἔτος 1111 μὲ εἰρήνη. Λίγο πρὶν παραδώσει τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεό, κάλεσε τοὺς συμμοναστές του καὶ τοὺς εἶπε: «Σᾶς χαιρετῶ, ἀδελφοί μου. Σᾶς ἀφήνω τὴν εὐλογία μου. Θὰ προσεύχομαι γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ ἐσᾶς. Καὶ ἐλπίζω σύντομα νὰ συναντηθοῦμε. Συγχωρεῖστέ με γιὰ ὅτι σᾶς λύπησα. Προσευχηθεῖτε νὰ δεχθεῖ ὁ Κύριος τὴν ψυχή μου. Καὶ νὰ μὲ ἀξιώσει νὰ συναντήσω τὸν Ὅσιο Γέροντά μου, τὸν Μελέτιο καὶ νὰ τοῦ δώσω τὸ φίλημα τῆς ἀγάπης». Δὲν μποροῦσε νὰ πεῖ περισσότερα. Σήκωσε τὸ χέρι καὶ ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ βρέθηκε στὴν ἀνέσπερη λαμπρότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἡ τίμια κάρα τοῦ Ὁσίου Κλήμεντος, ἀναβλύζουσα τὴ Χάρη καὶ τὴν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φυλάσσεται μὲ εὐλάβεια στὴν ἱερὰ μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Σαγματὰ Βοιωτίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Σαγματίου τὸ Ὄρος Πάτερ ἡγίασας, τῇ ἰσαγγέλῳ ζωῇ σου Κλήμη μακάριε, Ἀθηνῶν θεοειδὲς καὶ θεῖον βλάστημα· σὺ γὰρ ἐν στύλῳ ὑψωθείς, ὅλος μετάρσιος τὸν νοῦν, ἐδείχθης τῇ πολιτείᾳ. Καὶ νὺν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Βλαστήσας σεπτῶς, ἐξ Ἀθηνῶν μακάριε, ἀσκήσει στερρᾷ, ἐν Σαγματίῳ ἔλαμψας· ἀρθεὶς ἐπὶ τοῦ στύλου γάρ, τῶν Ἀγγέλων ἐγένου συνόμιλος· μεθ’ ὧν συνὼν δυσώπει ἀεί, ὦ Κλήμη ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

 

Μεγαλυνάριον.
Κλῆμα τῆς ἀσκήσεως μυστικόν, Κλήμη θεοφόρε, ἀνεδείχθης ταῖς ἀρεταῖς, καὶ πᾶσι παρέχεις, τῆς πρὸς Χριστὸν ἀγάπης, καὶ ἐναρέτου βίου, τὸ νέκταρ Ὅσιε.

Ὁ Ἅγιος Δαυΐδ βασιλεὺς τῆς Γεωργίας 

Ὁ Ἅγιος Δαυΐδ καταγόταν ἀπὸ τὴ χώρα τῆς Γεωργίας καὶ βασίλευσε κατὰ τὰ ἔτη 1089 – 1130. Ἦταν υἱὸς τοῦ βασιλιὰ τῆς Γεωργίας, Γεωργίου τοῦ Β’ καὶ ἐπονομαζόταν Ἰσχυρὸς ἢ Ἐπανορθωτής.
Ἐπὶ τῆς βασιλείας του ἡ χώρα του εἶχε κατακλυσθεῖ ἀπὸ τοὺς Σελτζούκους Τούρκους. Ὁ Ἅγιος, ἐπωφελούμενος ἀπὸ τὶς ἐσωτερικές τους ἔριδες καὶ διχόνοιες, κάλεσε τὸν λαὸ στὰ ὅπλα καὶ μετὰ πολλὲς μάχες κατέλαβε τὴν Τυφλίδα. Ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, ἀνήγειρε πολλοὺς ναοὺς καὶ ἀνακαίνισε τοὺς παλαιοὺς καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν εὐσέβειά του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀρκάδιος

Ὁ Ὅσιος Ἀρκάδιος τοῦ Βγιαζνικόφσκϊυ ἔζησε τὸν 16ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία. Μόνασε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Γερασίμου τῆς πόλεως Βγιαζνίκι τῆς Ρωσίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1592.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ Μητροπολίτης Νόβγκοροντ καὶ Ἁγίας Πετρούπολης 

Ὁ Ἅγιος Γαβριήλ, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1801.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὁ Μάρτυρας Μητροπολίτης Καζάν

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος μαρτύρησε τὸ ἔτος 1937.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ βασιλέως Οὐάλεντος (364 – 378 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὸν Πόντο καὶ γεννήθηκε σὲ ἕνα μικρὸ χωριὸ τῆς περιοχῆς τῆς Ναζιανζοῦ, ποὺ λεγόταν Ἀριανζός, τὸ 330 μ.Χ.

Ναζιανζηνὸς ὀνομάσθηκε, ἐπειδὴ ἔζησε τὸν περισσότερο χρόνο τῆς ζωῆς του στὴ Ναζιανζό, ὅπου ἦταν καὶ τὸ πατρικό του σπίτι. Ὁ πατέρας του, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ, ἦταν πρὶν γίνει Ἐπίσκοπος, ἕνας πολὺ πλούσιος ἄρχοντας τῆς Ναζιανζοῦ. Κατεῖχε μεγάλη θέση στὸν δημόσιο βίο καὶ ἀνῆκε σὲ μία ἰουδαῖο-ἐθνικὴ αἵρεση ποὺ λεγόταν τῶν «Ὑψισταρίων». Ἡ μητέρα του, ἡ Ἁγία Νόννα, ἦταν Ὀρθόδοξη. Ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ ἀρετή της ἐπηρέασαν τὸν σύζυγό της καὶ τὸν ἔκαναν νὰ μεταστραφεῖ στὴν ἀληθινὴ πίστη.

Οἱ γονεῖς του, Γρηγόριος καὶ Νόννα, δὲν εἶχαν παιδιὰ καὶ ἱκέτευαν τὸν Θεὸ νὰ χαρίσει σὲ αὐτοὺς τὴν χαρὰ τῆς τεκνοποιΐας. Καὶ πράγματι, ἡ προσευχή τους εἰσακούσθηκε καὶ ἡ Νόννα γέννησε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο, τὸν ὁποῖο πρὶν ἀκόμα αὐτὸς γεννηθεῖ εἶχε ὑποσχεθεῖ ἂν τὸν ἀφιερώσει στὸν Θεό. Πολλὲς φορὲς ὁ Ἅγιος Γρηγόριος παραβάλλει τοὺς γονεῖς του μὲ τὸν Ἀβραὰμ καὶ τὴ Σάρρα, οἱ ὁποῖοι σὲ μεγάλη ἡλικία ἀπέκτησαν τὸν Ἰσαάκ.

Σπουδαῖες ἦταν οἱ προσπάθειες τῶν γονέων αὐτοῦ νὰ μορφώσουν καὶ νὰ ἐμφυσήσουν στὸν πρωτότοκο υἱό τους τὴν ἀγάπη πρὸς τὰ γράμματα καὶ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία ἐνέπνευσαν σὲ αὐτὸν ἔντονη καὶ βαθιὰ θρησκευτικότητα, ὥστε αὐτὸς ἀπὸ εὐσέβεια καὶ πνευματικότητα, ὑποσχέθηκε στὸν ἑαυτό του νὰ ζήσει μὲ ἁγνεία καὶ παρθενία.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, χάρη στὴν δυνατότητα ποὺ εἶχε ὁ πατέρας του, ἔκανε λαμπρὲς σπουδές. Σπούδασε σὲ ὅλα τὰ τότε μεγάλα κέντρα πολιτισμοῦ: τὴ Ναζιανζό, τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης, τὴν Ἀντιόχεια, τὴν Ἀλεξάνδρεια, τὴν Ἀθήνα. Ἡ Κωνσταντινούπολη δὲν εἶχε γίνει ἀκόμη κέντρο πολιτισμοῦ καὶ ἡ Ρώμη δὲν εἶχε τότε κάτι ἀξιόλογο γιὰ τοὺς Ἕλληνες. Στὶς πόλεις αὐτὲς μελέτησε τὶς πλουσιότερες βιβλιοθῆκες καὶ ἄκουσε τοὺς σοφότερους διδασκάλους, μεταξὺ τῶν ὁποίων τὸν Δίδυμο τὸν Τυφλό, ποὺ τότε διηύθυνε τὴ θεολογικὴ σχολὴ τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ τοὺς φιλόσοφους Θεσπέσιο στὴν Καισάρεια καὶ Ἰμέριο καὶ Προαιρέσιο στὴν Ἀθήνα. Γιὰ τὸν Προαιρέσιο γίνεται δεκτὸ ὅτι ἦταν Χριστιανός.

Οἱ σπουδὲς δὲν ἔκαναν τὸν Ἅγιο νὰ ἐπαρθεῖ. Ἀντίθετα, κατάλαβε ὅλη τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου καὶ τῆς σοφίας του. Ἔνιωσε, ὅτι ἡ ἀνθρώπινη γνώση ἔχει ἀσήμαντη σημασία μπροστὰ στὴν γνώση τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἴδιος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, παραλληλίζει τὸν ἑαυτό του μὲ τὸν Σαοὺλ ποὺ ἔτρεχε χωρὶς νὰ ξέρει. Αὐτὸ ποὺ τελικὰ βρῆκε κατὰ τὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν του ἦταν ἕνα «Βασίλειο». Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ἀναφέρει τὸ γεγονὸς τῆς φιλίας του μὲ τὸν Ἅγιο Βασίλειο, Ἀρχιεπίσκοπο Καισαρείας, ἦταν μεγαλύτερο εὔρημα καὶ ἀπὸ ἕνα ὁλόκληρο βασίλειο.

Ὅταν τελείωσε τὶς σπουδές του ὁ Ἅγιος, ἦταν ὥριμος ἄνδρας ἡλικίας 30 ἐτῶν. Ὅμως δὲν εἶχε ἀκόμη βαπτισθεῖ. Καὶ ἀγωνιοῦσε νὰ μὴν πεθάνει, πρὶν ἐπιστρέψει στὸν πατέρα του καὶ βαπτισθεῖ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν, ἐνῶ μετέβαινε  ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια στὴν Ἀθήνα, ἔγινε μεγάλη τρικυμία, φοβήθηκε πολὺ καὶ παρακάλεσε νὰ τὸν ἐλεήσει ὁ Θεός, νὰ βοηθήσει νὰ μὴν πνιγεῖ, γιὰ νὰ ἀξιωθεῖ τοῦ ἐνδύματος τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.

Τὸ βάπτισμα τοῦ Γρηγορίου τὸ ἐπακολούθησε συνειδητὸς πνευματικὸς ἀγώνας. Νηστεία, προσευχή, ἀγρυπνία. Ἀγώνας γιὰ τὴν κάθαρση, τὴν πνευματικὴ πρόοδο, τὴ θέωση. Μαζὶ μὲ τὸν ὁμόφρονα, ὁμότροπο καὶ ὁμόψυχό του Ἅγιο Βασίλειο ἀπομονώθηκαν κάπου στὸν Πόντο καὶ παραδόθηκαν κυριολεκτικὰ στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκηση. Ὁ ἀγώνας τους εὐλογήθηκε ἀπὸ Ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ γινόμαστε βιαστὲς τῆς βασιλείας Του. Ἀξιώθηκαν καὶ οἱ δυὸ μεγάλων πνευματικῶν χαρισμάτων. Μάλιστα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος κάνει ἐπανειλημμένως λόγο γιὰ τὶς πνευματικές του ἐμπειρίες καὶ τὰ οὐράνια χαρίσματα ποὺ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τοῦ χάρισε. Οἱ ἐμπειρίες του αὐτὲς πρέπει νὰ ἦταν πολὺ ὑψηλές, ἀφοῦ ὁ ἴδιος παραβάλλει αὐτὰ ποὺ ἔβλεπε μὲ αὐτὰ τοῦ θεόπτου Προφήτου Μωϋσέως καὶ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ποὺ «πορευόμενος εἰς Δαμασκόν» εἶδε τὸν Κύριο τῆς Δόξας καὶ ἀνέβηκε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ καὶ εἶδε τὰ ἄρρητα ρήματα, τὴ δόξα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Γρήγορα κάλεσε ὁ Θεὸς τὸν Γρηγόριο στὴν διακονία Του. Τὰ τέλη τοῦ ἔτους 360 μ.Χ. ἐπιστρέφει στὴ Ναζιανζό. Ὁ Γέρων, ἔχοντας ἀνάγκη ἀπὸ βοηθὸ καὶ συνεργάτη στὴ «νυκτομαχία», ὅπως χαρακτήριζε τὴν ἱεροσύνη, θέλησε νὰ τὸν χειροτονήσει Πρεσβύτερο, ἐπειδὴ ἔβλεπε στὸ πρόσωπό του ὄχι μόνο τὸν ἀφοσιωμένο υἱό, ἀλλὰ καὶ τὸν ζηλωτὴ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν λειτουργὸ τοῦ Κυρίου. Ὁ Γρηγόριος ἀρνήθηκε. Τὴν ἄρνησή του ὅμως ἔκαμψε τὸ βάρος τοῦ διπλοῦ ἀξιώματος τοῦ Γέροντος Γρηγορίου (πατέρας κατὰ σάρκα καὶ πνευματικὸς πατέρας), ποὺ ὁ Γρηγόριος ἤξερε μόνο νὰ εὐλαβεῖται. Ἔκανε ὑπακοὴ στὴν ἐντολὴ τοῦ Γέροντος Ἐπισκόπου καὶ χειροτονήθηκε. Ἀμέσως μετὰ τὴν χειροτονία του ζήτησε ἀνακούφιση στὴν μόνωση καὶ τὴν προσευχή. Ἀποσύρθηκε λοιπὸν στὸ ἐρημητήριό του, στὴ γαλήνη τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Καὶ βρῆκε τὴ γαλήνη καὶ τὴν πορεία του. Καὶ ἐπέστρεψε μὲ εἰρήνη στὴν καρδιὰ νὰ ἀναλάβει τὸ πνευματικό του ἔργο, ποὺ τὸ ἄρχισε μὲ τὸν περίφημο θεολογικὸ λόγο περὶ τοῦ Πάσχα καὶ τὴ δικαιολόγηση τῆς φυγῆς του.

Διακονοῦσε μὲ ἱερὸ ζῆλο στὸ πλευρὸ τοῦ πατέρα του, ὅταν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας καὶ ἔξαρχος Πόντου Βασίλειος τὸν ἐξέλεξε Ἐπίσκοπο της μικρῆς πόλεως Σάσιμα. Σκοπὸς του ἦταν νὰ περιφρουρήσει τὴ δικαιοδοσία τῆς τοπικῆς του Ἐκκλησίας ἀπὸ τὶς διεκδικήσεις ἐνὸς νέου Μητροπολίτη, τοῦ Τυάνων Ἀνθίμου. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔθλιψε ἀκόμη πιὸ πολὺ τὸν Γρηγόριο. Ἀντέδρασε. Ἐξέφρασε τὴν πικρία του. Τελικὰ ὅμως ὑπάκουσε, ἀλλὰ δὲν πῆγε ποτὲ στὰ Σάσιμα. Ἕνα χρονικὸ διάστημα ἔμεινε στὴ Ναζιανζό, ὡς βοηθὸς τοῦ πατέρα του, ἐνδίδοντας στὴν παράκλησή του. Καὶ ὅταν ἐκεῖνος κοιμήθηκε, τὸ 374 μ.Χ., ὁ Θεολόγος συνέχισε νὰ ποιμαίνει τὴν Ἐκκλησία τῶν Ναζιανζῶν, ὡς τοποτηρητής, χωρὶς νὰ παύσει νὰ τοὺς παρακαλεῖ νὰ ἐκλέξουν καὶ νὰ χειροτονήσουν τὸν κανονικό τους Ἐπίσκοπο. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὸ ἀργοῦσε, στεναχωρημένος ἐγκατέλειψε τὴν πόλη καὶ κατέφυγε στὴν Σελεύκεια τῆς Ἰσαυρίας, ὅπου, κοντὰ στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Θέκλας, ἀναζήτησε τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ἡσυχία στὴν προσευχὴ καὶ ἔμεινε ἐκεῖ ἐπὶ πέντε σχεδὸν ἔτη μελετώντας καὶ συγγράφοντας.

Τὴν ἄνοιξη τοῦ ἔτους 379 μ.Χ. οἱ λίγοι Χριστιανοὶ τὸν κάλεσαν στὴν Κωνσταντινούπολη νὰ ἀγωνισθεῖ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, ἀφοῦ στὴν Πόλη δέσποζαν οἱ Ἀρειανοί. Ἦταν τόση ἡ διάδοση καὶ ἡ ἐπικράτησή τους, ὥστε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος δὲν βρῆκε οὔτε ἕνα παρεκκλήσι στὰ χέρια τῶν Ὀρθοδόξων. Κατόπιν τούτου ἄρχισε νὰ λειτουργεῖ καὶ νὰ κηρύττει σὲ ἕνα σπίτι ποὺ ὁ ἴδιος διαμόρφωσε σὲ ναὸ καὶ τὸ ὀνόμασε Ἁγία Ἀναστασία, δηλαδὴ τῆς Ἀναστάσεως τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος ἐξεφώνησε τὰ περίφημα θεολογικὰ κηρύγματά του. Ἡ ἐπίδρασή τους καὶ ἰδίως τῶν πέντε Θεολογικῶν Λόγων του ἦταν τόση, ὥστε οἱ Ἀρειανοὶ φανατικοί, πῆραν τὴν ἀπόφαση νὰ τὸν ἐξολοθρεύσουν. Τὸν ἔβρισαν. Τὸν κακολόγησαν. Τὸν κτύπησαν. Τὸν γρονθοκόπησαν. Τὸν λιθοβόλησαν. Ἔβαλαν μάλιστα καὶ κάποιον νὰ τὸν φονεύσει. Καὶ θὰ τὸν σκότωνε. Ἀλλὰ νικημένος ἀπὸ τὴν ἁγιοσύνη τῆς πραότητάς του, ὁμολόγησε στὸν ἴδιο τὴν ἀλήθεια τὴν στιγμὴ ποὺ εἶχε πάει νὰ τὸν σφάξει.

Μὲ ὅπλο τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, τὴ μάχαιρα τοῦ πνεύματος, νικοῦσε τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως σὰν τὸν Μωϋσῆ. Πράγματι, οἱ Ἀρειανοὶ ὅλο καὶ λιγόστευαν. Ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος, εὐχαριστημένος ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Γρηγορίου, τὸν κατέστησε τὸ ἔτος 380 μ.Χ. Πατριάρχη καὶ τὸν ἐνθρόνισε στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Κωνσταντινουπόλεως. Ὅμως οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι δὲν εἶχαν ὅλοι τὴν ὀρθὴ κρίση. Μερικοὶ μεθυσμένοι ἀπὸ φθόνο κάκιζαν τὸν Ἅγιο, διότι δὲν πίεζε τὸν βασιλέα νὰ ἀφαιρέσει τὶς ἐκκλησίες ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ νὰ τοὺς ἀπαγορεύσει νὰ τελοῦν τὴν λατρεία τους. Σὲ ἀπάντηση ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τόνιζε, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη τὶς λόγχες τοῦ Καίσαρος καὶ ὅτι τοῦ εἶναι ἀρκετὴ σὰν ὅπλο ἡ ἀλήθεια. Καὶ πράγματι, ἡ ἀλήθεια νίκησε.

Τὸ ἔτος 381 μ.Χ. συνῆλθε ἡ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Πρόεδρος ἦταν ὁ Ἅγιος Μελέτιος Ἀντιοχείας. Αὐτὴ ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ὁλοκλήρωσε τὸ ἔργο τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καταδίκασε τοὺς Ἀρειανοὺς καὶ τοὺς Πνευματομάχους – Εὐνομιανοὺς καὶ συμπλήρωσε τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. Τὸ διαμόρφωσε στὴν σημερινή του μορφή. Ἔτσι ἔλαμψε ἡ δόξα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀκόμη, ἡ Σύνοδος καταδίκασε τὸν Ἀπολλιναρισμό, ποὺ διαιροῦσε τὸν ἄνθρωπο σὲ τρία μέρη (σῶμα, ψυχὴ καὶ νοῦ) καὶ δίδασκε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει λάβει ἀνθρώπινο πνεῦμα, παρουσιάζοντας τὸν Χριστὸ ἀτελὴ καὶ ὄχι τέλειο ἄνθρωπο. Ἔτσι ὅμως κατέστρεφε τὸ σωτηριολογικὸ ἔργο τοῦ Κυρίου καὶ τὴν ἀνθρωπότητά Του, διότι καθετὶ ποὺ δὲν προσλαμβάνεται ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ μένει ἀθεράπευτο καὶ ἀνίατο. Τρίτον, ἡ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καταδίκασε τὸν ἀπόλυτο προορισμό, τὸν ὁποῖο δίδαξαν ἀργότερα ὁ Καλβίνος, ὁ Αὐγουστίνος καὶ ὁ Λούθηρος καὶ ὅλος ὁ Προτεσταντισμός. Τέλος ἀναγνώρισε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο ὡς κανονικὸ Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως.

Ὁ Πρόεδρος τῆς Συνόδου, Ἅγιος Μελέτιος, κοιμήθηκε ἐνῶ διαρκοῦσε ἡ Σύνοδος. Ἡ Σύνοδος τὸν τίμησε ὡς Ἀπόστολο. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐξεφώνησε τότε λαμπρὸ ἐπικήδειο, λόγο ποὺ ἄρχιζε μὲ τὰ λόγια: «ηὔξησεν ἡμῖν τὸν ἀριθμὸν τῶν Ἀποστόλων». Διάδοχός του στὴν προεδρία τῆς Συνόδου ἔγινε ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο τὸ κλίμα ἄλλαξε. Ἔφθασε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ συμμετάσχει στὴν Σύνοδο, ὁ Πέτρος ὁ Β’, ὁ Πατριάρχης Ἀλεξάνδρειας, μὲ τοὺς Αἰγυπτίους καὶ Μακεδόνες Ἐπισκόπους. Αὐτοὶ ἤδη εἶχαν πάρει θέση ἐχθρικὴ ἔναντι τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου. Δὲν τὸν ἀναγνώριζαν σὰν κανονικὸ Ἀρχιεπίσκοπο, ἐπειδὴ τάχα εἶχε μετατεθεῖ ἀπὸ τὰ Σάσιμα. Καὶ εἶχαν ἐντελῶς ἀντικανονικὰ καὶ παράνομα χειροτονήσει Πατριάρχη τὸν Μάξιμο τὸν Κυνικό, ποὺ ἦταν μὲν Ὀρθόδοξος ἀλλὰ ἔμεινε στὴν ἱστορία σὰν ἕνα αἰνιγματικὸ πρόσωπο. Ὁ Πέτρος ἔθεσε στὴν Σύνοδο τὸ θέμα τῆς κανονικότητας. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ἐνῶ εἶχε τὴν δύναμη νὰ συντρίψει κάθε ἀντίσταση, διότι παράλληλα πρὸς τὴν ὑποστήριξη τῶν Ἐπισκόπων εἶχε καὶ τὴν συμπαράσταση τοῦ αὐτοκράτορα, ἀηδίασε καὶ παραιτήθηκε μὲ τοῦτα τὰ λόγια: «Δὲν εἶμαι σεμνότερος τοῦ Προφήτη Ἰωνᾶ. Ἂν ἐγὼ εἶμαι αἰτία ταραχῆς στὴν Ἐκκλησία, ρίχνω τὸν ἑαυτό μου στὴ θάλασσα». Εὐθὺς μετὰ τὴν παραίτησή του λειτούργησε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, γιὰ νὰ ἀποχαιρετίσει τὸ ποίμνιό του. Καὶ ἔφυγε χωρὶς νὰ περιμένει νὰ λήξουν οἱ ἐργασίες τῆς Συνόδου. Ἐπέστρεψε στὴ Ναζιανζὸ καὶ γιὰ λίγο ἔμεινε ἀπομονωμένος ἐκεῖ γιὰ νὰ γαληνεύσει.

Ὁ Ἅγιος, σὲ κείμενά του, διεκτραγωδεῖ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κατάσταση, ὅταν ἐπιχειρεῖ νὰ κάνει σύγκριση τῶν ὅσων συμβαίνουν ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὰ ὅσα συμβαίνουν ἐκτὸς αὐτῆς. Ἔτσι λέγει, πρέπει νὰ ὀδύρεται κανείς, ὅταν διαπιστώνει τὴν ὕπαρξη ἑνότητας στοὺς κοσμικοὺς ὀργανισμούς, στὶς πόλεις, στοὺς οἴκους, στὸ στράτευμα καὶ ὅμως νὰ ἀπουσιάζει ἀπὸ τὸν κατ’ ἐξοχὴν κήρυκα καὶ θεματοφύλακα τῆς εἰρήνης, τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς πιστούς της.

Βεβαίως ἡ ἀποχώρησή του δὲν σήμαινε ὅτι θὰ ἔπαυε νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν ἐπίτευξη ἑνότητας καὶ γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς εἰρήνης στὴν Ἐκκλησία, γιὰ τὰ δύο αὐτὰ ὑπέρτατα ἀγαθά.

Τὸ ἔτος 383 μ.Χ. ἡ ὑγεία του ὑπέστη σοβαρὸ κλονισμό. Πρότεινε ὡς Ἐπίσκοπο τὸν Πρεσβύτερο Εὐλάλιο καὶ ἀποσύρθηκε ὁριστικὰ στὴν ἡσυχία τῆς Ἀριανζοῦ, ὅπου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 390 μ.Χ. Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου ἐτελεῖτο στὴν ἁγιότατη Μεγάλη Ἐκκλησία καὶ στὸ μαρτυρικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας, ἡ ὁποία βρίσκεται στὴν εἴσοδο τῆς τοποθεσίας ποὺ ὀνομάζεται Δομνίνου, καθὼς ἐπίσης καὶ στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅπου ὁ φιλόχριστος βασιλέας Κωνσταντῖνος ὁ Πορφυρογέννητος ἐναπέθεσε τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου, ὅταν τὸ μετέφερε ἀπὸ τὴ Ναζιανζὸ τῆς Καππαδοκίας στὴν Κωνσταντινούπολη. Κατὰ τὴν δεύτερη μέρα τοῦ Πάσχα οἱ αὐτοκράτορες μετέβαιναν, γιὰ νὰ ἐκκλησιασθοῦν, στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ εὔχονταν ἐνώπιον τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου.
Τὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου εἶναι σχετικῶς λίγα. Δὲν ἔχουν τὴν ἔκταση τῶν ἔργων ἄλλων Πατέρων. Παρὰ ταῦτα ἔχουν βάθος καὶ δύναμη περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλου. Τὰ ἔργα του ὑπῆρξαν πάντοτε ἡ μεγαλύτερη πηγὴ τῶν δογμάτων. Γι’ αὐτὸ ἔγινε καὶ ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ πηγὴ τῆς ἐκφράσεως τῆς λατρείας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. 
Ὁ ποιμενικὸς αὐλὸς τῆς θεολογίας σου, τὰς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας· ὡς γὰρ τὰ βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καὶ τὰ κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι. Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Θεολόγῳ γλώττῃ σου, τὰς συμπλοκὰς τῶν ῥητόρων, διαλύσας ἔνδοξε, ὀρθοδοξίας χιτῶνα, ἄνωθεν ἐξυφανθέντα τὴν Ἐκκλησίαν, ἐστόλισας, ὃν καὶ φοροῦσα σὺν ἡμῖν κράζει, τοῖς σοῖς τέκνοις· χαίροις Πάτερ, θεολογίας ὁ νοῦς ὁ ἀκρότατος.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ οὐράνιος θεῖος νοῦς, στόμα τὸ πυρίπνουν, ὁ τῆς χάριτος ὀφθαλμός, σάλπιγξ εὐσεβείας, πηγὴ θεολογίας, ὑπερκοσμίων μύστης, σοφὲ Γρηγόριε.

Ὁ Ὅσιος Πούπλιος

Ὁ Ὅσιος Πούπλιος καταγόταν ἀπὸ βουλευτικὸ τάγμα. Πατρίδα του ἦταν ἡ πόλη Ζεῦγμα, ποὺ ἦταν κτισμένη κοντὰ στὴν ὄχθη τοῦ Εὐφράτη ποταμοῦ.

Ὁ Ἅγιος ἀνέβηκε σὲ ἕνα ψηλὸ ὄρος, τὸ ὁποῖο δὲν ἀπεῖχε ἀπὸ τὴν παραπάνω πόλη περισσότερο ἀπὸ τριάντα στάδια καὶ ἔκτισε ἐκεῖ ἕνα μικρὸ κελί. Ὅλη του τὴν περιουσία, ποὺ εἶχε ἀπὸ πατρικὴ κληρονομιά, τὴν μοίρασε στοὺς φτωχοὺς καὶ ὁ ἴδιος ζοῦσε βίο ἀσκήσεως, προσευχῆς καὶ ἀρετῆς. Ἐπειδὴ ἡ φήμη του ἔγινε παντοῦ γνωστή, ἔσπευσαν πολλοὶ κοντὰ του νὰ ἀγωνισθοῦν μαζί του καὶ νὰ γίνουν μαθητές του. Σὲ αὐτοὺς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ κτίσουν μικρὰ κελιὰ καὶ τοὺς ἐπισκεπτόταν συχνά, γιὰ νὰ διαπιστώνει μήπως ὑπάρχει στὰ κελιά τους κάτι πέρα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔχουν ἀπόλυτα ἀνάγκη.

Καὶ πραγματικά, ζύγιζε καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἄρτο καί, στὴν περίπτωση ποὺ ἔβρισκε σὲ κάποιον ἀσκητὴ ὅτι ὁ ἄρτος ἦταν περισσότερος ἀπὸ τὸν ἀπαραίτητο, τὸν ἀποκαλοῦσε γαστρίμαργο καὶ ὑπερβολικὰ φιλόσαρκο. Καὶ ἄν, ἀκόμη, ἔβλεπε ὅτι κάποιος ἀσκητὴς εἶχε χωρίσει τὸ ἀλεύρι ἀπὸ τὰ πίτουρα, τοῦ ἔλεγε ὅτι ἀπολαμβάνει τὴν τροφή. Ἀλλὰ καὶ τὴν νύκτα πήγαινε ξαφνικὰ στὴν πόρτα καθενὸς ἀσκητὴ καί, ἂν τοὺς εὕρισκε νὰ προσεύχονται, ἔφευγε πάλι σιωπηλά. Ἂν ὅμως εὕρισκε κάποιον νὰ κοιμᾶται, τοῦ κτυποῦσε τὴν πόρτα καὶ τὸν ἐπέπληττε.
Ἀνάμεσα στοὺς μαθητὲς τοῦ Ὁσίου Πουπλίου, ἦταν ὁ Θεότεκνος καὶ ὁ Ἀφθόνιος, οἱ ὁποῖοι καὶ ἀνέλαβαν τὴν προστασία καὶ ἐπιμέλεια τῶν ἀδελφῶν, ὕστερα ἀπὸ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου. Ἀφοῦ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Ὅσιος Πούπλιος ἀγωνίσθηκε τὸν καλὸ ἀγώνα τῆς κατὰ Χριστὸν ἀσκήσεως, παρέδωσε μὲ εἰρήνη τὴν ψυχή του στὸν Θεό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Θεόδοτος 

Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ἀκολούθησε ἀπὸ θεῖο ζῆλο καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, τὸν μοναχικὸ βίο. Ὁ Θεοδώρητος Κύρου λέγει, ὅτι ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Ὁσίου Πουπλίου. Ὁ Ὅσιος Θεόδοτος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μάρης 

Ὁ Ἅγιος Μάρης, ὄντας νέος καὶ ζώντας στὸν κόσμο, ἦταν πολὺ ὡραῖος καὶ καλλίφωνος. Μὲ τὴν ὡραία του φωνὴ στόλιζε τὶς πανηγύρεις τῶν Ἁγίων, ὡς καλλιφωνότατος ψάλτης καὶ μύστης τῆς μουσικῆς. Ἀγαποῦσε τὸν Θεὸ καὶ τηροῦσε μὲ προθυμία τὶς ἐντολές Του, χωρὶς ποτὲ νὰ παραβιάζει καμιὰ ἀπὸ αὐτές. Διατηροῦσε τὸ σῶμά του καθαρὸ καὶ ἀκηλίδωτο, τὸν ἴδιο καὶ τὴν ψυχή του, ἂν καὶ ἐμπορευόταν μέσα σὲ παγίδες καὶ συναναστρεφόταν κοσμικοὺς ἀνθρώπους.

Ὁ Ὅσιος, ὅμως, θέλησε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν κόσμο καὶ πῆγε σὲ μία κωμόπολη, ἡ ὁποία ὀνομαζόταν Ὁμήρου. Ἐκεῖ ἔκτισε ἕνα μικρὸ κελὶ καὶ κλείσθηκε μέσα ἐπὶ τριάντα ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια. Ἐκεῖ ὑπέφερε πολὺ στὴν ὑγεία του ἀπὸ τὴ μεγάλη ὑγρασία ποὺ δεχόταν ἀπὸ τὸ παρακείμενο ὄρος. Παρὰ ταῦτα ὅμως, δὲν ἤθελε νὰ ἀλλάξει αὐτὸ τὸ κελί, ἀλλὰ παρέμεινε ἐκεῖ μέχρι τὸ τέλος τοῦ βίου του.

Ὁ Ὅσιος Μάρης ἀγαποῦσε τὴν ἁπλότητα καὶ ἀπεχθανόταν παντελῶς τὶς διάφορες πανουργίες. Ἀγαποῦσε ἐπίσης, τὴν πενία καὶ τὴν ἀκτημοσύνη. Ἔτσι, στὰ ἐννενήντα χρόνια ποὺ ἔζησε, χρησιμοποιοῦσε ἐνδύματα κατασκευασμένα ἀπὸ γιδίσιο μαλλὶ καὶ τὴν ἀνάγκη του γιὰ τροφὴ τὴν ἱκανοποιοῦσε μὲ ψωμὶ καὶ λίγο ἁλάτι. Ἐπειδὴ δὲ ἐπὶ πολλὰ χρόνια βρισκόταν στὸν ἔρημο τόπο, αἰσθάνθηκε τὸν πόθο νὰ δεῖ νὰ τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία. Καὶ ἡ ἐπιθυμία του ἱκανοποιήθηκε. Συνέβη, τότε ποὺ τοῦ δημιουργήθηκε αὐτὸς ὁ πόθος, νὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ ἕνας ἱερέας, ὁ ὁποῖος καὶ τέλεσε τὴν Θεία Ἱερουργία, ἀφοῦ χρησιμοποίησε ἀντὶ γιὰ Ἁγία Τράπεζα τὰ χέρια διακόνων. Ἡ καρδιὰ τοῦ Ὁσίου πληρώθηκε ἀπὸ ἀπερίγραπτη χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση καὶ ἔνιωθε ὅτι ἔβλεπε τὸν ἴδιο τὸν οὐράνιο θρόνο τοῦ Χριστοῦ.
Ἔτσι, ὁ Ὅσιος Μάρης, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Καστίνος

Ὁ Ἅγιος Καστίνος (ἢ Κηστίνος ἢ Κωνσταντίνος) καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη, εἶχε ἀξίωμα συγκλητικοῦ καὶ ἦταν ἀρχικὰ εἰδωλολάτρης. Στὴν Ὀρθόδοξη πίστη τὸν προσέλκυσε ὁ Ἐπίσκοπος Ἀργυρουπόλεως Κυριλλιανός, πρὸς τὸν ὁποῖο ὁ Ἅγιος κατέφυγε, γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει. Τότε ὁ Ἅγιος πούλησε ἀμέσως τὰ ὑπάρχοντά του, μοίρασε τὰ χρήματα στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν διακονία τῆς Ἐκκλησίας.

Χρημάτισε Ἐπίσκοπος Ἀργυρουπόλεως καὶ ἐπὶ ἑπτὰ χρόνια Ἐπίσκοπος Βυζαντίου ἀπὸ τὸ 230 μέχρι τὸ 237 μ.Χ. Μέχρι τὴν ἐποχὴ του ὁ καθεδρικὸς ναὸς τοῦ Βυζαντίου ἦταν στὴν παραθαλάσσια περιοχὴ τοῦ Γαλατᾶ. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἔκτισε νέο ναὸ πρὸς τιμὴ τῆς Ἁγίας Εὐφημίας.
Ὁ Ἅγιος Καστίνος, ἀφοῦ χειροτόνησε ὡς διάδοχό του τὸν εὐλεβέστατο Τίτο, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Μεδούλη καὶ ἡ συνοδεία της 

Εἶναι ἄγνωστο ποὺ καὶ πότε μαρτύρησαν διὰ πυρός, ἡ Ἁγία Μάρτυς Μεδούλη καὶ ἡ συνοδεία της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀπολλώ 

Ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Ἀπολλὼ ἐγράφη ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἱερώνυμο. Ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) καὶ ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο στὴν περιοχὴ τῆς Αἰγύπτου. Ἀσκήτεψε στὴν ἔρημο καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ φθάσει σὲ μεγάλα ὕψη ἁγιότητας, χαρίζοντάς του τὸ προορατικὸ χάρισμα καὶ αὐτὸ τῆς θαυματουργίας. 
Ὁ Ὅσιος Ἀπολλὼ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βρετάννιος ὁ Ὁμολογητής

Ὁ Ἅγιος Βρετάννιος ἔζησε τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος Τομισοῦ, τῆς σημερινῆς πόλεως Κωστάντζας τῆς Ρουμανίας. Ὑπῆρξε Ὁμολογητὴς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ὑπέφερε πολλὰ ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ αὐτοκράτορα καὶ ὀπαδὸ τῶν Ἀρειανῶν, Οὐάλη (364 – 378 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Δημήτριος ὁ Σκευοφύλαξ 

Ὁ Ὅσιος Δημήτριος ἔζησε τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ. καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Νόβγκοροντ 

Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς, κατὰ κόσμο Μητροφάνης, ἔζησε τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὸ Νοβγκοροντ τῆς Ρωσίας. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τὸν μοναχικὸ βίο. Γι’ αὐτὸ ἐγκατέλειψε κρυφὰ τὴν πατρική του οἰκία καὶ εἰσῆλθε στὴ μονὴ Ὀτρὸχ τῆς πόλεως Τβέρ, ὅπου ἔγινε μοναχός. Οἱ γονεῖς του τὸν ἀναζητοῦσαν παντοῦ. Ὅταν τὸν βρῆκαν, τὸν παρακάλεσαν νὰ ἔρθει κοντά τους καὶ νὰ μονάσει σὲ κάποια μονὴ τοῦ Νόβγκοροντ. Ὁ Ἅγιος, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου, ἔπραξε σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία τῶν γονέων του καὶ συνέχισε τὸν ἀσκητικό του βίο στὴ μονὴ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Νόβγκοροντ. Ἐκεῖ χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ ἀργότερα ἀπεστάλη ὡς Ἀρχιμανδρίτης στὴ μονὴ Γιοῦρεφ.

Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου τοῦ Νόβγκοροντ Δαυΐδ († 21 Δεκεμβρίου), ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς ἐξελέγη, τὸ ἔτος 1325, Ἀρχιεπίσκοπος Νόβγκοροντ. Μετὰ τέσσερα χρόνια ὑπέβαλε τὴν παράκληση νὰ ἀποσυρθεῖ καὶ νὰ ζήσει ἀσκητικά, μέσα στὴ σιωπὴ καὶ τὴν ἡσυχία. Τὸ 1330 ἐγκαταβίωσε στὴ μονὴ τοῦ Κολμώφ, ἀλλὰ δὲν ἔμεινε γιὰ πολύ. Βρῆκε ἕνα ἔρημο τόπο στὴν περιοχὴ Ντερεβγιανίτσα, ὅπου κατέφυγε καὶ ἀνήγειρε ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου.

Τὸ 1354 ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φιλόθεος (1354 – 1355, 1364 – 1376), ἀπὸ βαθὺ σεβασμὸ πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Μωϋσέως, τοῦ ἔδωσε τὸ προνόμιο νὰ φορεῖ πολυσταύριο.
Ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς ἐξακολούθησε τὸ θεάρεστο ἔργο του. Ἀνήγειρε πολλὲς ἐκκλησίες καὶ μοναστήρια. Σὲ ἕνα ἀπὸ αὐτά, στὸ μοναστήρι τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ στὸ Σκοβορόντσκ, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1362. Τὸ ἱερὸ λείψανό του διατηρήθηκε, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἄφθαρτο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βασιανὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ροστὼβ Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Βασιανὸς ἔζησε στὴν Ρωσία μεταξὺ τοῦ 14ου καὶ 15ου αἰώνα μ.Χ. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἀγάπησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Πανφουτίου Βορόφκ. Τὸ 1506 ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος τῆς πόλεως Ροστώβ.
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1516.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Αὐξέντιος ὁ Νεομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυρας Αὐξέντιος, γεννήθηκε τὸ 1690 στὴν ἐπαρχία Βελλᾶς ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Σὲ νεαρὴ ἡλικία μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ δούλευε τὴν τέχνη τῶν γουναράδων, στὸ χάνι τὸ λεγόμενο Μαχμοὺτ – Πασᾶ. Ἐπιθυμήσας τέρψεις καὶ ἡδονὲς ἐγκατέλειψε τὴν τέχνη του καὶ προσλήφθηκε στὰ βασιλικὰ καράβια. Ἐκεῖ ξεφαντώνοντας μὲ τοὺς συντρόφους του τοὺς ἀλλόφυλους, συκοφαντήθηκε ἀπὸ αὐτοὺς πὼς ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε Μουσουλμάνος. Φοβηθεῖς ἐγκατέλειψε τὰ καράβια καὶ ἀφοῦ ἀγόρασε βάρκα ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ βαρκάρη. Ὅμως μεταμελήθηκε γιὰ τὰ πρότερα σφάλματά του καὶ καταλήφθηκε ζωηρὰ ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου. Σὲ τυχαῖα συνάντηση ποὺ εἶχε μὲ τὸν Σύγκελλο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, Γρηγόριο Ξηροποταμηνό, τοῦ ἐξομολογήθηκε τὸν πόθο του αὐτό. Λίγο ἀργότερα ὁ Αὐξέντιος ἀναγνωρίσθηκε ἀπὸ κάποιους ναυτικοὺς τοῦ τουρκικοῦ στόλου, οἱ ὁποῖοι τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸ κριτήριο. Ἐκεῖ, παρὰ τὰ φρικτὰ βασανιστήρια, ὁμολόγησε μὲ παρρησία ὅτι εἶναι Χριστιανός. Στὴν φυλακὴ τὸν ἐπισκέφθηκε ὁ Σύγκελλος Γρηγόριος καὶ τὸν ἐνθάρρυνε νὰ σταθεῖ μὲ ἀνδρεῖο φρόνημα, γιὰ νὰ λάβει λαμπρὸ τὸ στεφάνι τῆς νίκης ἀπὸ τὸν ἀθλοθέτη Θεό. Ἀνακρινόμενος καὶ πάλι ὁ Αὐξέντιος εἶπε: «Ἐγὼ Χριστιανὸς γεννήθηκα καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω». Μὲ τὸ ἄκουσμα τῶν λόγων αὐτῶν ὁ κριτὴς ἐξέδωσε ἀπόφαση νὰ ἐκτελεσθεῖ διὰ ξίφους. 
Ἔτσι ὁ Μάρτυς Αὐξέντιος ὑπέμεινε τὸ μαρτύριο, ἀποκεφαλισθεῖς στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ ἔτος 1720. Ἡ τιμία κάρα αὐτοῦ, σώζεται στὴ Μονὴ Ξηροποτάμου τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Παραμυθίας ἐν Ρωσίᾳ

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Θεομήτορος τῆς Παραμυθίας μεταφέρθηκε στὴ Μόσχα τὸ ἔτος 1640 ἀπὸ τοὺς Κοζάκους. Ὑπάρχει γραπτὴ μαρτυρία, ὅτι σὲ πυρκαγιὰ ποὺ ξέσπασε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ζαμοσκβόρετς, στὸν ὁποῖο αὐτὴ φυλασσόταν, ἡ εἰκόνα δὲν ἔπαθε τίποτα. Ἡ Παναγία ἀποκαλύφθηκε σὲ ὅραμα μιᾶς ἄρρωστης γυναίκας κατὰ τὸ ἔτος 1760 καὶ ὅταν ἐκείνη πῆγε νὰ προσκυνήσει, θεραπεύθηκε. Ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα φυλάσσεται σήμερα στὴ Μόσχα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀνατόλιος τῆς Ὄπτινα

Ὁ Ὅσιος Ἀνατόλιος, κατὰ κόσμο Ἀλέξιος Μοϊσέεβιτς Κοπέβ, γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μπόμπυλι τῆς ἐπαρχίας Καλούγκα τῆς Ρωσίας. Τὸ 1832 παρακολούθησε τὰ μαθήματα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σχολείου τοῦ Μπορὸφκ καὶ τὸ 1836 τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τῆς Καλούγκα. Τὸ 1853 ἀποσύρθηκε, γιὰ νὰ μονάσει στὴν ἡσυχία καὶ στὴν σιωπή, στὴν ἔρημο τῆς Ὄπτινα. 
Ὁ Ὅσιος Ἀνατόλιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1894.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ ἐκ Γεωργίας

Ὁ Ἅγιος Γαβριήλ, κατὰ κόσμο Γεράσιμος, γεννήθηκε στὶς 25 Νοεμβρίου 1825 στὸ χωριὸ Βάκχβι τῆς Γεωργίας. Σπούδασε στὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τῆς Τυφλίδος καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Συνέχισε τὶς σπουδές του στὴν Ψυχολογία, τὴ Θεολογία καὶ τὴ Φιλοσοφία. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος στὴν Ἐκκλησία τῆς Γεωργίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1896.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βλαδίμηρος ὁ Ἱερομάρτυρας Μητροπολίτης Κιέβου 

Ὁ Ἅγιος Βλαδίμηρος γεννήθηκε τὴν 1η Ἰανουαρίου 1848 στὸ χωριὸ Μάλιε Μορόσκι τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ταμπὼφ τῆς Ρωσίας. Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Βασίλειος Νικηφόροβιτς Μπογκογιαβλένσκυ. Ἔμαθε τὰ πρῶτα γράμματα στὸ ἐκκλησιαστικὸ σχολεῖο καὶ ἔπειτα σπούδασε στὴ θεολογικὴ σχολὴ τοῦ Κιέβου. Ὅταν τὸ 1874 ἀποπεράτωσε τὶς σπουδές του, διορίσθηκε ὡς καθηγητὴς στὴν ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ τοῦ Ταμπώφ, ὅπου καὶ νυμφεύθηκε.

Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχε κλήση πρὸς τὴν ἱεροσύνη. Ἔτσι, τὸ ἔτος 1882, χειροτονεῖται πρεσβύτερος καὶ τοποθετεῖται στὸ ναὸ τοῦ Κοζλώφ. Ἡ πρώτη δοκιμασία δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει. Στὴν ἀρχὴ τῆς ἱερατικῆς του διακονίας, μαζὶ μὲ τὸν σταυρὸ τῆς ἱεροσύνης, σηκώνει καὶ τὸν σταυρὸ τῆς χηρείας. Τὸ 1886 ἀπεβίωσε ἡ πρεσβυτέρα σύζυγός του καὶ λίγο ἀργότερα τὸ μονάκριβο παιδί του.

Ἡ ὑπομονὴ τοῦ Ἁγίου ἦταν ὅμοια μὲ αὐτὴ τοῦ πολύπαθου Ἰώβ. Φεύγει πλέον ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ἀκολουθεῖ τὴ μοναχικὴ ὁδό. Ἐγκαταβιώνει σὲ μονὴ τοῦ Κοζλὼφ καὶ στὶς 6 Φεβρουαρίου 1886 κείρεται μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Βλαδίμηρος. Τὸ ἔτος 1888 ἐκλέγεται Ἐπίσκοπός της πόλεως Σταρορούσκϊυ καὶ καλεῖται νὰ διακονήσει τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ἀφιερώνεται ὁλόψυχα στὸ πολύπαθο καὶ ταλαιπωρημένο ποίμνιό του. Ὅλοι ἀναγνώριζαν στὸ πρόσωπό του τὸν ἀληθινὸ ποιμένα καὶ πατέρα καὶ τοῦ φιλανθρώπου Χριστοῦ τὸν γνησιότατο μιμητή.

Στὶς 19 Ἰανουαρίου 1891 ἐκλέγεται Ἀρχιεπίσκοπος Σαμάρα, τὸ 1892 Ἀρχιεπίσκοπος Καρτάλιν καὶ Καχεζίας καὶ στὶς 21 Φεβρουαρίου 1898 Μητροπολίτης Μόσχας. Τὸ ποιμαντικό, φιλανθρωπικὸ καὶ κοινωνικό του ἔργο εἶναι τεράστιο. Διακόπτεται, ὅμως καὶ πάλι, ὅταν ἐκλέγεται, στὶς 23 Νοεμβρίου 1912, Μητροπολίτης τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Τὸ 1915 ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἀναθέτει τὰ καθήκοντα τοῦ Μητροπολίτη Κιέβου.

Σὲ κάθε τόπο ποὺ διακονοῦσε ὁ Ἅγιος Βλαδίμηρος ἄφηνε τὰ ἴχνη τῆς ἁγιότητάς του. Κυριολεκτικὰ δαπανοῦσε τὸν ἑαυτό του γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Τὰ χρόνια ἦταν δύσκολα. Τὸ ἐπαναστατικὸ κίνημα ἄρχισε νὰ φουντώνει. Ὁ Ἅγιος προβλέποντας τὰ μέλλοντα, μιλώντας πρὸς τοὺς σπουδαστὲς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τῆς Μόσχας, ἔλεγε: «Ἴσως νὰ πιστεύετε ὅτι ὁ Πνευματικὸς ἄρτος ποὺ δίδει ἡ Ἐκκλησία στὸν κόσμο ἔχει γίνει πολὺ σκληρός, γιὰ νὰ φαγωθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Θὰ ἔπρεπε νὰ ἀναρωτηθοῦμε γιὰ τὸ ποιοὶ ἐμεῖς εἴμαστε καὶ τί κάνουμε γιὰ τοὺς πτωχοὺς ἀδελφούς μας. Οἱ ἀδελφοί μας πεινᾶνε. Εἶναι στὸ σκοτάδι. Καὶ ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ ἐργασθοῦμε, γιὰ νὰ φωτίσουμε τὴν ζωή τους μὲ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, τὴν πίστη, τὴν ἐλπίδα».

Τὰ γεγονότα τῆς Ὀκτωβριανῆς ἐπαναστάσεως (1917) ἀποτέλεσαν, γιὰ τοὺς κατοίκους τοῦ Κιέβου, τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἐπιχειρήσουν τὴν ἀνεξαρτησία τους. Τὸ Οὐκρανικὸ συμβούλιο πίεσε τὸν Ἅγιο νὰ προβεῖ σὲ ἐκκλησιαστικὴ αὐτονομία. Ἐκεῖνος δὲν τὸ ἔπραξε καὶ τὸν ἐκθρόνισαν. Ἔτσι κατέφυγε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων. Δὲν θέλησε νὰ ὑποχωρήσει παρὰ τὶς ἀπειλές.
Τὰ γεγονότα τῆς ἐπαναστάσεως τῶν Μπολσεβίκων δὲν ἄφησαν ἀνεπηρέαστο  τὸ Κίεβο, τὸ ὁποῖο καταλήφθηκε ἀπὸ τὸν ἐπαναστατικὸ στρατό. Στὶς 23 Ἰανουαρίου 1918 οἱ ἐπαναστάτες ἔφθασαν στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων. Τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἐκτέλεσαν. Τὸ μόνο ποὺ ζήτησε, πρὶν τὸν ἐκτελέσουν, ἦταν νὰ τοῦ χαρίσουν λίγη ὥρα, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Μαργαρίτα 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ὁσίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Ἐλισάβετ ἡ Ὁσιομάρτυς 

Ἡ Ἁγία Ἐλισάβετ γεννήθηκε στὴ Δαρμστάτη τῆς Γερμανίας τὴν 1η Νοεμβρίου 1864. Ἦταν θυγατέρα τοῦ μεγάλου δούκα τῆς Ἔσσης, Λουδοβίκου Δ’ καὶ νυμφεύθηκε τὸν μεγάλο δούκα τῆς Ρωσίας, Σέργιο Ἀλεξάνδροβιτς, υἱὸ τοῦ τσάρου Νικολάου Β’, στὴν Πετρούπολη στὶς 15 Ἰουνίου 1884. Κατὰ τὸ 1901 ὁ σύζυγός της διορίστηκε στρατιωτικὸς διοικητὴς τῆς Μόσχας, ὅπου καὶ δολοφονήθηκε στὶς 4 Φεβρουαρίου 1905.
Ἡ μεγάλη δούκισσα Ἐλισάβετ, μετὰ τὸν φόνο τοῦ συζύγου της, ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἔγινε μοναχή. Ἀφιέρωσε τὴν ζωή της ἐξολοκλήρου στὴ φιλανθρωπία καὶ ἐμφανιζόταν σπάνια στὴν αὐλὴ τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως, γιὰ νὰ συναντᾶ τὴν νεότερη ἀδελφή της, αὐτοκράτειρα Ἀλεξάνδρα. Κατὰ τὴν ἔκρηξη τοῦ Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση νοσοκομείου τραυματιῶν καὶ τὴν περίθαλψη αὐτῶν. Κατὰ τὴν ἐπακολουθήσασα ἐπανάσταση τοῦ 1917 συνελήφθει καὶ μεταφέρθηκε στὸ Αἰκατερινμπούρκ, ὅπου καὶ φονεύθηκε στὶς 21 Ἰουλίου 1918, τρεῖς μέρες μετὰ τὴν δολοφονία τῆς αὐτοκρατορικῆς οἰκογένειας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr