Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁ Εὐμένιος ὑπέβαλλε τὸν ἑαυτό του σὲ πολλὲς σκληραγωγίες καὶ ἀσκήσεις. Ἡ ἐγκράτεια ἦταν ἐκείνη ποὺ τὸν διέκρινε περισσότερο. Διότι στὸ μυαλό του, εἶχε πάντα τὴν συμβουλὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «πᾶς ὁ ἀγωνιζόμενος πάντα ἐγκρατεύεται». Καθένας, δηλαδή, ποὺ ἀγωνίζεται, ἐγκρατεύεται σὲ ὅλα, ἀκόμα καὶ στὴν τροφὴ καὶ στὸ ποτό, προκειμένου νὰ πετύχει τὸν πνευματικό του σκοπό. Καὶ ὁ Εὐμένιος, ἀκολουθώντας τὰ λόγια τοῦ θεόπνευστου Ἀποστόλου, πέτυχε.

Ἀξιώθηκε νὰ ἱερωθεῖ καὶ νὰ γίνει Ἐπίσκοπος Γορτύνης στὴν Κρήτη. Ἀπὸ τὴ νέα του θέση, ἡ ἀρετή του ἔλαμψε ἀκόμα περισσότερο καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὴν χάρη καὶ τὴν δύναμη νὰ θαυματουργεῖ. Καὶ ὅπως ἀναφέρει ἡ παράδοση, μιὰ φορὰ μὲ ἀναμμένες λαμπάδες κατέκαυσε ἕναν δράκοντα, ποὺ ὅρμησε ἐναντίον του.

Ἔπειτα ὁ Εὐμένιος πῆγε στὴν Ρώμη, ὅπου μὲ τὴ θεία του διδασκαλία καὶ μὲ θαύματα στερέωσε τοὺς πιστούς. Ποθώντας, ὅμως, περισσότερη σκληραγωγία καὶ ἄσκηση, πῆγε στὴ Θηβαΐδα τῆς Ἄνω Αἰγύπτου, κοντὰ στοὺς μεγάλους ἀσκητές.
Ἐκεῖ παρέδωσε καὶ τὸ πνεῦμα του στὸν Θεό. Τὸ δὲ λείψανό του μεταφέρθηκε καὶ θάφτηκε μὲ τιμὲς στὴν ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του, στὴν Κρήτη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταχὺν προμηθέα σε, καὶ ἀρωγὸν εὐμενῆ, κεκτήμεθα Ὅσιε, ὡς τοῦ Χριστοῦ μιμητήν, Εὐμένιε ἔνδοξε· σὺ γὰρ ἀναβλυστάνων, συμπαθείας τὰ ῥεῖθρα, βρύεις τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἰαμάτων πελάγη. Ἀλλὰ καὶ τοῖς τιμῶσί σε, σκέπη γενήθητι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὤφθης πλοῦτος ἄσυλος τῇ Ἐκκλησίᾳ, βλύζων πᾶσιν ἄφθονον, χάριν θαυμάτων τοῖς πιστοῖς· διό σε πάντες γεραίρομεν, θευματοφόρε Εὐμένιε Ὅσιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ τῆς Γόρτυνος ποδηγός, καὶ τῆς Κρήτης πάσης, ὁ ἀκοίμητος ὀφθαλμός· χαίροις τῶν θαυμάτων, ἀκένωτος χειμάρρους, Εὐμένιε τρισμάκαρ, πιστῶν ἀντίληψις.

Οἱ Ἁγίες Σοφία καὶ Εἰρήνη οἱ Μάρτυρες 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη 

Ἂν καὶ δούλα, ἦταν ἀνώτερη καὶ λαμπρότερη ἀπὸ πολλὲς κυρίες, δοῦλες τῶν κοσμικῶν ματαιοτήτων καὶ τῶν γήϊνων μολυσμῶν.

Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Ἀδριανοῦ καὶ Ἀντωνίνου (117 – 139 μ.Χ.), καὶ ἔγινε χριστιανὴ στὴν Φρυγία, πόλη τῶν Προμισέων. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκε ὁ ἀφέντης της, Τέρτυλος, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἰσχυρότερους πρόκριτους τῆς πόλης, τὴν πίεζε νὰ ἐπανέλθει στὴν εἰδωλολατρία. Ἐκείνη ὅμως ἐπέμενε στὴν χριστιανικὴ ὁμολογία της, καὶ στάθηκε ἀδύνατο νὰ τὴν πείσουν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, κατὰ τὴν ἥμερα μάλιστα ποὺ γιόρταζε τὰ γενέθλιά του ὁ γιὸς τοῦ κυρίου της.
Τότε τὴν ἔδειραν σκληρὰ καὶ τὴ βασάνισαν γιὰ πολύ, ἀφοῦ ἔγδαραν τὶς σάρκες της μὲ σιδερένια νύχια. Γιὰ νὰ ἀποφύγει περισσότερες πιέσεις, ἐγκατέλειψε τὸ σπίτι τοῦ κυρίου της. Καὶ ἐνῶ τὴν καταδίωκαν, ἔπεσε σὲ γκρεμὸ ὅπου καὶ βρῆκε τὸν θάνατο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῇ τοῦ Χριστοῦ κυβερνωμένη παλάμῃ, οὐκ ἐδουλώθης τὴν ψυχὴν Ἀριάδνη, ἀλλ’ ἐλευθέρᾳ γνώμη ἠνδραγάθησας· πᾶσαν γὰρ ἐπίνοιαν, τοῦ ἐχθροῦ καθελοῦσα, στέφος χαριτόπλοκον, ἐκ Θεοῦ ἐκομίσω· ὃν ἐκδυσώπει Μάρτυς ἐκτενῶς, ἐλεηθῆναι, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῆς ζωῆς ποθήσασα, τὴν ζωοπάροχον πέτραν, ἀκλινὴς διέμεινας, τῇ τοῦ δολίου μανίᾳ· πέτρα δέ, διαρραγεῖσά σε δεξαμένη, ἥρμοσε, τῷ ἀθανάτῳ Μάρτυς Νυμφίῳ· ὃν δυσώπει Ἀριάδνη, ἡμῖν δοθῆναι πταισμάτων ἄφεσιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἀδούλωτον σώζουσα τὴν ψυχήν, ἐδούλωσας Μάρτυς, δι’ ἀγώνων τὸν δυσμενῆ, καὶ τῆς ἐλευθέρας, Σιὼν πολῖτις ὤφθης, ἐν ᾗ ὦ Ἀριάδνη, ἡμῶν μνημόνευε.

Ὁ Ἅγιος Κάστωρ 

Στὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Σ. Εὐστρατιάδη, μαζὶ μὲ τὸν Κάστορα, προβάλλεται καὶ μία Ἁγία μὲ τὸ ὄνομα Θεοδώρα. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ρωμύλος 

Στοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρεται κανένα ὑπόμνημα γιὰ τὸν ὅσιο αὐτόν. Βιογραφία του ὑπάρχει στὸ ὑπ’ ἀριθμ. 154 χειρόγραφο τῆς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων, ποὺ συνέγραψε ὁ μαθητὴς τοῦ ἐν λόγῳ Ὁσίου, Γρηγόριος.

Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὰ στοιχεῖα αὐτά, ὁ Ὅσιος Ρωμύλος γεννήθηκε τὸ 1300 περίπου στὴν παραδουνάβια πόλη Βιδίνιο, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἕλληνας καὶ ἡ μητέρα του Βουλγάρα. Τὸ πρῶτο του ὄνομα ἦταν Ράϊκος καὶ σὲ κατάλληλη ἡλικία οἱ γονεῖς του τὸν ἐμπιστεύθηκαν σὲ σπουδαῖο δάσκαλο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὁ νεαρὸς Ράϊκος ἔμαθε τὰ πρῶτα του γράμματα.

Στὴν συνέχεια, ἐπειδὴ εἶχε κλίση στὴν μοναχικὴ ζωή, κατέφυγε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου τῆς Ὁδηγήτριας, κοντὰ στὸ Τίρνοβο (Βουλγαρίας). Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ρωμανὸς καὶ ἀσκήτευσε εὐδοκίμως γιὰ τρία συνεχὴ χρόνια. Κατόπιν ἔκανε κοντὰ στὸν Ὅσιο Γρηγόριο τὸν Σιναΐτη καὶ ἔπειτα, ἀφοῦ ἔγινε μεγαλόσχημος μὲ τὸ ὄνομα Ρωμύλος, πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔξω ἀπὸ τὴ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας, ὅπου μαζὶ μὲ τὸν μαθητὴ του Γρηγόριο ἀσκήτευε στὴν ἡσυχία.

Πολλοὶ Ἁγιορεῖτες ἔρχονταν κοντά του γιὰ ν’ ἀκούσουν τὰ σοφὰ λόγια του καὶ νὰ πάρουν τὶς ὀρθὲς πνευματικὲς συμβουλές του. Κατὰ τὸν πόλεμο ὅμως Τούρκων κατὰ Σέρβων καὶ Βουλγάρων, πολλοὶ Σερβοβούλγαροι μοναχοί, λόγω φόβου, μετακινήθηκαν. Τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὁ Ρωμύλος, πηγαίνοντας στὴν Αὐλώνα (ἴσως τῆς Ἀλβανίας). Κατόπιν ταξίδεψε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Ραβένιτσα τῆς Σερβίας, ὅπου στὴν ἐκεῖ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Μετὰ τὸν θάνατό του, ὁ τάφος εὐωδίαζε καὶ ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr