Παραμονή τῆς μεγάλης ἑορτῆς.

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Ἀπεγράφετο ποτέ, σὺν τῷ πρεσβευτῇ Ἰωσήφ, ὡς ἐκ σπέρματος Δαβίδ, ἐν Βηθλεὲμ ἡ Μαριάμ, κυοφοροῦσα τὴν ἄσπορον κυοφορίαν· ἐπέστη δὲ καιρός, ὁ τῆς Γεννήσεως, καὶ τόπος ἦν οὐδείς, τῷ καταλύματι, ἀλλ’ ὡς τερπνὸν παλάτιον τὸ Σπήλαιον, τῇ Βασιλίδι ἐδείκνυτο. Χριστὸς γεννᾶται, τὴν πρὶν πεσοῦσαν ἀναστήσων εἰκόνα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν προαιώνιον Λόγον, ἐν Σπηλαίῳ ἔρχεται, ἀποτεκεῖν ἀπορρήτως, Χόρευε, ἡ οἰκουμένη ἀκουτισθεῖσα, δόξασον, μετὰ Ἀγγέλων καὶ τῶν Ποιμένων, βουληθέντα ἐποφθῆναι, παιδίον νέον, τὸν πρὸ αἰώνων Θεόν.

 

Μεγαλυνάριον.
Φάτνη ἑτοιμάζου τὰ τῆς δοχῆς, σπεύσατε Ποιμένες, καὶ οἱ Μάγοι ἐκ τῶν Περσῶν, σὺν τοῖς Ἀσωμάτοις, ἐν Βηθλεὲμ βοῆσαι· Δόξα τῷ τικτομένῳ, σῶσαι τὰ σύμπαντα.

Ἡ Ἁγία Εὐγενία ἡ Ὁσιομάρτυς

 Ἔζησε στὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 3ου αἰώνα μ.Χ. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη καὶ οἱ γονεῖς της ὀνομάζονταν Φίλιππος καὶ Κλαυδία. Ἐπίσης, εἶχε καὶ δυὸ ἄλλα ἀδέλφια, τὸν Ἀβίτα καὶ τὸν Σέργιο. Ὁ πατέρας της διορίστηκε ἔπαρχος στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ πῆγε ἐκεῖ μὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια.

Ἐκεῖ ἡ Εὐγενία σπούδασε κατὰ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο καὶ ἔμαθε ἄριστα τὴν ἑλληνικὴ καὶ ρωμαϊκὴ φιλολογία. Ὅταν τελείωσε τὶς σπουδές της, ψάχνοντας γιὰ περισσότερη γνώση πῆρε στὰ χέρια της ἀπὸ μία χριστιανὴ κόρη τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὅταν τὶς διάβασε, ἐντυπωσιάσθηκε πολύ. Ἐκεῖ μέσα δὲν ὑπῆρχαν θεωρίες καὶ φιλοσοφικὲς δοξασίες. Οἱ γραμμές τους ἐνέπνεαν ζωὴ καὶ ἐλπίδα.

Ἐκείνη τὴν περίοδο, οἱ γονεῖς της ἤθελαν νὰ τὴν δώσουν σύζυγο σὲ κάποιο Ρωμαῖο ἀξιωματοῦχο, τὸν Ἀκυλίνα. Τότε ἡ Εὐγενία, ἀρνούμενη νὰ δεχθεῖ αὐτὴ τὴν πρόταση τῶν γονέων της, κάποια νύχτα ντύθηκε ἀνδρικὰ καὶ ἔφυγε σὲ ἄλλη πόλη. Ἐκεῖ κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε χριστιανὴ καὶ ἔλαβε συγχρόνως τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Μετὰ ἀπὸ χρόνια, ἐπέστρεψε στὸ σπίτι της καὶ ἡ ἀναγνώριση ἀπὸ τοὺς γονεῖς της ἔγινε μέσα σὲ δάκρυα καὶ ἀνέκφραστη χαρά. Δὲν πέρασε πολὺς καιρὸς καὶ ὅλοι στὸ σπίτι τῆς Εὐγενίας δέχθηκαν τὸν χριστιανισμό.
Ἀπὸ μίσος τότε οἱ εἰδωλολάτρες τραυμάτισαν θανάσιμα τὸν πατέρα της. Καὶ ὅταν ἡ Εὐγενία ἐπέστρεψε στὴ Ρώμη, ἐπειδὴ δὲν θυσίαζε στὰ εἴδωλα, τὴν ἀποκεφάλισαν, τερματίζοντας ἔτσι ἔνδοξα «τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως», μαζὶ μὲ τὴν ἐπίγεια ζωή της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου πνεύματος, τῇ ὑμνωδίᾳ, φῶς προσέλαβες θεογνωσίας, Εὐγενία Χριστοῦ καλλιπάρθενε· καὶ ἐν Ὁσίων χορείᾳ ἐκλάμψασα, ἀθλητικῶς τὸν ἐχθρὸν ἐθριάμβευσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὴν τοῦ κόσμου πρόσκαιρον φυγοῦσα δόξαν, τὸν Χριστὸν ἐπόθησας, τὸ εὐγενές σου τῆς ψυχῆς, ἀδιαλώβητον σώζουσα, Μάρτυς θεόφρον, Εὐγενία πανεύφημε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὄρπηξ εὐγενείας θεοειδοῦς, ἤθεσιν ὁσίοις, καὶ ἀγῶσιν ἀθλητικοῖς, ὤφθης Εὐγενία· ἐντεῦθεν ἐνυμφεύθης, τῷ Ὑπερθέῳ Λόγῳ, ὡς καλλιπάρθενος.

Ἡ Ἁγία Βασίλα ἡ Μάρτυς 

Στοὺς Συναξαριστὲς σημειώνεται μόνο, ὅτι συμμαρτύρησε μὲ τὴν Ἁγία Εὐγενία καὶ θανατώθηκε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.

Ο Σ. Εὐστρατιάδης ὅμως, νομίζει ὅτι ἡ Ἁγία αὐτὴ εἶναι ἡ μητέρα τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, διότι μαζὶ μ’ αὐτὴ ἀναφέρεται καὶ ἡ μνήμη τοῦ πατέρα τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, Φιλίππου, καθὼς καὶ τῶν ὑπηρετῶν της, Πρῶτα καὶ Ὑακίνθου, ποὺ ὅλοι μαζὶ μαρτύρησαν στὴν Ρώμη ἐπὶ Κομόδου (180 – 192 μ.Χ.).
Ἀλλὰ ὁ Γαλανὸς στοὺς «Βίους τῶν Ἁγίων» ἀναφέρει ὅτι τὴν Βασίλα προσήλκυσε στὸν χριστιανισμὸ ἡ Ἁγία Εὐγενία στὴν Ρώμη. Ὁ μνηστήρας ὅμως τῆς Ἁγίας Βασίλας, Πομπήϊος, ἦταν εἰδωλολάτρης καὶ κατέδωσε στὶς ἀρχὲς τὴν Ἁγία Βασίλα καὶ τὴν Ἁγία Εὐγενία, μὲ ἀποτέλεσμα, ἡ μὲν πρώτη νὰ ἀποκεφαλιστεῖ, ἡ δὲ δεύτερη ἀφοῦ πρῶτα ρίχτηκε στὸν ποταμὸ Τίβερη καὶ διασώθηκε, κατόπιν νὰ ἀποκεφαλιστεῖ καὶ αὐτή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ὁ Μάρτυρας 

Ἦταν πατέρας τῆς Ἁγίας Εὐγενίας καὶ μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε μὲ μαχαίρι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Πρώτα καὶ Ὑάκινθος οἱ Μάρτυρες

Ἦταν ὑπηρέτες καὶ ἀργότερα συνασκητὲς τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν διὰ ξίφους στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Νικόλαος «ὁ ἀπὸ στρατιωτῶν» 

Αὐτὸς ὁ Ἅγιος ἦταν στρατιώτης καὶ πῆρε μέρος στὸν πόλεμο κατὰ τῶν Βουλγάρων, ἐπὶ Νικηφόρου τοῦ Λογοθέτου (802 – 811).

Σὲ μία ὁδοιπορία διανυκτέρευσε σὲ ἕνα ξενοδοχεῖο. Τὴ νύχτα ὅμως, ἡ κόρη τοῦ ξενοδόχου τὸν ἐπιτέθηκε μὲ ἁμαρτωλὲς προθέσεις. Ἀλλὰ ὁ Νικόλαος συγκρατήθηκε καὶ δὲν μόλυνε τὸ σῶμά του ἀπὸ τὴν αἰσχρὴ πράξη, στὴν ὁποία τὸν καλοῦσε καὶ τὸν ἐρέθιζε ἡ πονηρὴ κόρη.

Τότε ἀξιώθηκε νυκτερινῆς ὀπτασίας, ποὺ ἐπιβράβευσε τὴν ἁγνότητά του. Ὅταν ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν πόλεμο σῶος καὶ ἀβλαβής, ἀποσύρθηκε σὲ κάποια Μονή, ὅπου ἔγινε μοναχός.
Καὶ ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ὁσία, πέθανε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀχαϊκὸς ὁ Μάρτυρας 

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀντίοχος 

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ὑποθέτει, ὅτι ὁ Ὅσιος αὐτὸς εἶναι ὁ λεγόμενος Πάνδεκτος (δηλαδὴ ὁ συγγραφέας τῆς Πανδέκτου), ποὺ ἔζησε στὰ μέσα του 7ου αἰώνα καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ Γαλάτια καὶ ἦταν μοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα στὰ Ἱεροσόλυμα. Αὐτὸς μάλιστα, περιέγραψε καὶ τὴν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τοὺς Ἄραβες καὶ θρήνησε τὸν φόνο τῶν μοναχῶν τῆς Λαύρας ἀπὸ τοὺς ἐπιδρομεῖς.
Γιὰ τὸν Ἀντίοχο καλὴ μελέτη ἔγραψε ὁ Ἀρχιμανδρίτης Κάλλιστος (1910) καὶ ὁ Ἰ. Φωκυλίδης στὸ ἔργο του «Ἡ Ἱερὰ Λαύρα Σάββα τοῦ ἡγιασμένου».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ὅσιος Βιτιμίων 

Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀφροδίσιος 

Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Οἱ Ἅγιοι Σόσσιος καὶ Θεόκλειος οἱ Μάρτυρες

Ἄγνωστοι στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου. Ἀναφέρονται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621, μὲ λίγα βιογραφικὰ στοιχεῖα.

Μαρτύρησαν ἐπὶ Μαξιμιανοὺ (286 – 305) καὶ Μαγνεντίου. Συνελήφθησαν σὰν χριστιανοὶ ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Βαῦδο (ποὺ ἦταν ἡγεμόνας τῆς Ἀδριανούπολης τῆς Μακεδονίας) καὶ ἐπειδὴ δὲν πείστηκαν ν’ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό, βασανίστηκαν ἀνελέητα μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο. Τόσα πολλὰ εἶναι τὰ βασανιστήριά τους, ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀπαριθμηθοῦν καὶ ἀπορεῖ κανεὶς πῶς κατόρθωσαν νὰ ἐπιζήσουν.
Τελικά τους ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὰ ἄφθαρτα στεφάνια τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Καστοῦλος ὁ Μάρτυρας 

Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621 μὲ σύντομο βιογραφικὸ ὑπόμνημα.
Σύμφωνα λοιπὸν μ’ αὐτό, ὁ Ἅγιος αὐτὸς μαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Λικινίου (307 – 323), στὸν ὁποῖο καταγγέλθηκε σὰν χριστιανός. Ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν, τὸν κρέμασαν καὶ τοῦ ἔγδαραν τὸ δέρμα. Κατόπιν τὸν παρέδωσαν στὸν ἡγεμόνα Ζηλικίνθιο καὶ ἐπειδὴ δὲν κατάφερε κι’ αὐτὸς νὰ ἀλλαξοπιστήσει τὸν μάρτυρα, τὸν βασάνισε σκληρὰ καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀχμὲδ ὁ Νεομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυρας Ἀχμὲτ ἦταν Μωαμεθανὸς στὸ θρήσκευμα καὶ ὑπηρετοῦσε στὴν Κωνσταντινούπολη ὡς γραφέας τοῦ ἀρχιλογιστοῦ «δευτεράρη». Στὴν οἰκία του εἶχε ὡς ὑπηρέτρια μία Χριστιανὴ ἀπὸ τὴ Ρωσία, στὴν ὁποία ἐπέτρεπε νὰ τελεῖ ἐλεύθερα τὰ θρησκευτικά της καθήκοντα στοὺς Χριστιανικοὺς ναούς. Ὁ ἴδιος βαπτίσθηκε κρυφὰ καὶ ἔγινε Χριστιανός. Σὲ ἐπίσημη συζήτηση, ποὺ διεξήγαγε μὲ μορφωμένους Μωαμεθανούς, ἰσχυρίσθηκε ὅτι ἡ μόνη ἀληθινὴ πίστη εἶναι ἡ Χριστιανικὴ καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Τότε καταγγέλθηκε στὶς Τουρκικὲς ἀρχές, συνελήφθη καὶ ἀπαγχονίστηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1682.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ὁ νεώτερος 

Ὁ Ἀγάπιος ὁ νεώτερος, κατὰ κόσμον Ἀντώνιος Ἀντωνόπουλος, γνωστὸς καὶ ὡς Ἀγάπιος Παπαντωνόπουλος (Δημητσάνα, 1753 – 1812). Φοίτησε στὴν σχολὴ τῆς γενέτειράς του, ὅπου εἶχε διδασκάλους τὸν Ἀγάπιο Λεονάρδο καὶ τὸν Γεράσιμο Γούνα.

Ὅταν μὲ τὰ Ὀρλοφικὰ ἡ σχολὴ ἔκλεισε, ὁ Ἀγάπιος ἀκολούθησε τὸν Γεράσιμο Γούνα στὴ Σμύρνη, ὅπου συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ φημισμένη σχολὴ τῆς πόλης μὲ σχολάρχη τὸν Ἰερόθεο Δενδρινό. Στὴν Σμύρνη πῆρε καὶ τὸ σχῆμα τοῦ μοναχοῦ. Ἀργότερα ἀκολούθησε τὸν Γεράσιμο Γούνα στὴν Χίο καὶ τελικὰ ἐπέστρεψε στὴ γενέτειρά του Δημητσάνα, ὅπου τὸν Αὔγουστο τοῦ 1781 ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση τῆς παλιᾶς σχολῆς του.

Τὴν φήμη της ἡ σχολὴ τῆς Δημητσάνας τὴν ὀφείλει κατὰ κύριο λόγο στὸν Ἀγάπιο τὸν νεώτερο, ὁ ὁποῖος ἐπὶ 32 ὁλόκληρα χρόνια ἄσκησε τὰ καθήκοντα τοῦ σχολάρχη μὲ μοναδικὴ εὐσυνειδησία, ἐργατικότητα καὶ ἐντιμότητα.

Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό του Ἀγάπιου, πού μας ἀποκαλύπτεται στὴν ἀλληλογραφία του, εἶναι ἡ ἁπλότητα καὶ λιτότητα τῆς ζωῆς του: «... ζῶμεν δημητσανίτικα», γράφει στὸν Ἄνθιμο Καράκαλλο, ποὺ ἔνθερμα ὑποστήριζε τὸ ἔργο τῆς σχολῆς, «πότε μὲ μολόχες, πότε μὲ τζικνίδες, πότε μὲ ἁβρονιές, πότε μὲ ἀριάνι, πότε μὲ μοναχὸ ψωμί».
Συγγραφικὸ ἔργο τοῦ Ἀγάπιου δὲν ἔχουμε. Ἡ διδασκαλία του ὅμως, ἦταν ὁ σπόρος ἀπὸ τὸν ὁποῖο βλάστησαν πολλοὶ ἔξοχοι διδάσκαλοι καὶ κληρικοὶ τῆς ἐποχῆς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr