Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος, ὁ Ὁμολογητής, γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ 758 μ.Χ., ἀπὸ περιφανεῖς καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸ βασιλικὸ γραμματέα καὶ νοτάριο Θεόδωρο καὶ τὴν Εἰρήνη. Ὁ πατέρας του ἐξορίσθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε’ τὸν Κοπρώνυμο (741 – 775 μ.Χ.) στὰ Μύλασσα τῆς Καρίας καὶ μετὰ στὴ Νίκαια, ὅπου μετὰ ἑξαετία ἀπέθανε, διότι ἦταν ὑπέρμαχος τῶν ἱερῶν εἰκόνων.

Ὁ Νικηφόρος εἶχε καλὴ ἐκπαίδευση καὶ ἐχρημάτισε βασιλικὸς γραμματέας, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶχε κλίση στὴ μοναχικὴ πολιτεία, ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀποσύρθηκε σὲ κάποιο λόφο ἀπέναντι τοῦ Θρακικοῦ Βοσπόρου, ὅπου μαζὶ μὲ ἄλλους μοναχοὺς διήνυε τὴν ὁδὸ τῆς ἀσκήσεως.

Γενόμενος γνωστὸς γιὰ τὶς ἀρετές του στὴν Κωνσταντινούπολη, προσκλήθηκε καὶ ἀνέλαβε τὴ διεύθυνση κάποιου πτωχοκομείου τῆς πόλεως. Ὅταν ἐκοιμήθηκε ὁ Ἅγιος Ταράσιος († 25 Φεβρουαρίου), ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορος Νικηφόρου Α’ τοῦ Λογοθέτου (803 – 811 μ.Χ.), μὲ τὴν ψῆφο τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, ἐξελέγη, στὶς 5 Ἀπριλίου 806 μ.Χ., Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἐχειροτονήθηκε στὶς 12 τοῦ ἰδίου μηνὸς κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Ἁγίου Πάσχα.

Ὅσο ζοῦσε ὁ βασιλεὺς Νικηφόρος καὶ οἱ διάδοχοί του Σταυράκιος (811 μ.Χ.) καὶ Μιχαὴλ Α’ ὁ Ραγκαβὲς (811 – 813 μ.Χ.), ἡ πατριαρχεία τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου ἦταν ὁμαλὴ καὶ ἀπερίσπαστη. Ὄταν ὅμως αὐτοκράτορας ἔγινε ὁ Λέων Ε’ ὁ Ἀρμένιος (813 – 820 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἦταν εἰκονομάχος, ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἦταν ἀντίπαλος καὶ ἀτρόμητος ἐπιτιμητὴς τῆς βασιλικῆς ἀσέβειας. Ὁ Πατριάρχης παρέλαβε τὸν Ὅσιο Θεοφύλακτο Νικομηδείας, τὸν Ἅγιο Αἰμιλιανὸ Κυζίκου, τὸν Ἅγιο Εὐθύμιο Σαρδέων, τὸν Εὐδόξιο Ἀμορίου, τὸν Ἅγιο Μιχαὴλ Συνάδων καὶ τὸν Ἅγιο Ἰωσὴφ Θεσσαλονίκης, καὶ ἐπῆγε στὸ παλάτι, γιὰ νὰ ἐλέγξει τὸν αὐτοκράτορα καὶ νὰ τὸν βοηθήσει νὰ ἐπιστρέψει στὴν ὀρθὴ πίστη. Ὁ αὐτοκράτορας ἔμενε ἀμετάπειστος καὶ τοὺς κατεδίκασε ὄλους σὲ ἐξορία. Ὁ Πατριάρχης Νικηφόρος ἐξορίσθηκε ἀρχικὰ στὴ Χρυσούπολη καὶ στὴ συνέχεια στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου κοντὰ στὸν Ἀκρίτα. Ἐκεῖ συνδέθηκε περισσότερο μὲ τὸν Ἅγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη, ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς ἐξορισμένος.

Ὄταν μετὰ ἀπὸ λίγο, δολοφονηθέντος τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος, ἔγινε βασιλέας ὁ Μιχαὴλ Β’ ὁ Τραυλὸς (820 – 829 μ.Χ.), ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἐπανῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐζήτησε τὴν ἀποκατάστασή του. Ὁ αὐτοκράτορας Μιχαὴλ ἐδέχθηκε τὴν πρόταση αὐτή, ἀλλ’ ὑπὸ τὸν ὅρο ὁ Ἅγιος νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ὑφιστάμενη ἐκκλησιαστικὴ τάξη καὶ νὰ μὴν κινήσει τὸ θέμα τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ὁ Ἅγιος ἀπέκρουσε τὸν ὅρο αὐτὸ καὶ ἐπροτίμησε τὴν ἐξορία, ὅπου καὶ ἀπέθανε τὸ 829 μ.Χ.

Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ὁ Ὁμολογητὴς εἶναι ἐπίσημος στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο διότι μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ ἱερὸ ζῆλο ἐπολέμησε τοὺς εἰκονομάχους, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ σπάνια αὐτοῦ συγγραφικὴ ἱκανότητα. Ἐπισημότερα τῶν συγγραμμάτων του εἶναι ἡ «Σύντομος Ἱστορία», τὸ «Χρονολογικὸν σύντομον», ἡ «Στιχομετρία»«Λόγοι ἀντιρρητικοί»«Ἐπιστολαί», καὶ διάφοροι ἐκκλησιαστικοὶ κανόνες.

Ἡ μεγάλη συμβολὴ τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου στὴν ὑπερίσχυση καὶ ἐπικράτηση τῶν Ὀρθοδόξων ἀπόψεων ἔγκειται στὴν ὑπ’ αὐτοῦ συστηματικὴ ἀνασκευὴ καὶ ἀναίρεση τῶν εἰκονοκλαστικῶν θέσεων καὶ μάλιστα καὶ τῶν ἀναφερομένων στὸ Χριστολογικὸ δόγμα.

Οἱ εἰκονομάχοι, ἀθετήσαντες τὴν τιμὴ τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἀπέβαλαν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς καὶ τὶς εἰκόνες τῶν Ἀγγέλων. Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἀπέδειξε μὲ βάση τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὅτι οἱ Ἀγγελικὲς δυνάμεις, ἂν καὶ ἀσώματοι, ἄυλοι καὶ (σχετικῶς) ἀπεριόριστοι, εἰκονίζονται καὶ οἱ εἰκόνες προσαγορεύονται διὰ τοῦ ὀνόματος τῶν ἀρχετύπων, διὰ τοῦ ὁποίου μεταβιβάζονται σὲ αὐτὲς ἡ χάρη καὶ ἡ εὐλογία ἐκείνων, τῶν ὁποίων καὶ μεταλαμβάνουν οἱ ἀξίως τιμῶντες αὐτές. Ἔτσι, κατὰ τὸν ἱερὸ Πατέρα, οἱ εἰκόνες τῶν Ἀγγέλων δὲν εἶναι ἄψυχα, ἀναίσθητα, ἀπὸ ἄψυχη καὶ ἄλογη ὕλη, ἐπιτεύγματα ἀνθρωπίνων χειρῶν, δὲν εἶναι εἴδωλα, ἀλλὰ τῶν ἐπουρανίων Δυνάμεων «ἀφομοιώματα τίμια καὶ ἅγια»«ἱερὰ ἀπεικάσματα καὶ ἀπεικονίσματα», τὴν κατασκευὴ τῶν ὁποίων «Θεός ἐστιν ὁ προστάττων, Θεὸς ὁ κελεύων».
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν ἀνακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου αὐτοῦ στὶς 13 Μαρτίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἤνεγκε, τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἡ σὴ ἔνθεος, ὁμολογία, Νικηφόρε Ἱεράρχα θεόληπτε· τὴν γὰρ Εἰκόνα τοῦ Λόγου σεβόμενος, ὑπερορίᾳ ἀδίκως ὡμίλησας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν τὴν νίκης στέφανον, ὦ Νικηφόρε, οὐρανόθεν ἔνδοξε, ὡς εἰληφὼς παρὰ Θεοῦ, σῶζε τοὺς πίστει τιμῶντάς σε, ὡς Ἱεράρχην Χριστοῦ καὶ Διδάσκαλον.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας ἔμπνους εἰκών, καὶ Εἰκονομάχων, καθαιρέτης ὁ ἰσχυρός· χαίροις θεοσδότων, δογμάτων ὁ προστάτης, θεόφρον Νικηφόρε, πίστεως ἔρεισμα.

Ἡ Ἁγία Βλανδίνη ἡ Μάρτυς

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Βλανδίνα ἔζησε κατὰ τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Γαλλία καὶ ἦταν δούλη. Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν ἱστορικὸ Εὐσέβιο. Ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανή, τὴν συνέλαβαν καὶ ἀφοῦ τὴν ἐβασάνισαν σκληρά, τὴν ἔδεσαν ἐπάνω σὲ ἕνα σταυρὸ μέσα στὸ ἀμφιθέατρο. Ἐκεῖ ἡ Ἁγία προσευχήθηκε μεγαλοφώνως καὶ ἔδωσε ἔτσι δύναμη καὶ θάρρος στοὺς ἄλλους Χριστιανούς. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά, τὸ 177 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.), στὴ Λυὼν τῆς Γαλλίας καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό της ἀποτεφρώθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Φωτεινὸς καὶ Σάνκτιος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς 

Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Φωτεινός, ποὺ ἦταν Ἐπίσκοπος, καὶ Σάνκτιος ὁ διάκονος, ὡς καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βέτιος, Ἐπάγαθος, Ποντικός, Βιβλίδης, Ἄτταλος, Ἀλέξανδρος καὶ Ματούρος, ἐτελειώθηκαν μαρτυρικά, μαζὶ μὲ ἄλλους Μάρτυρες, τὸ 177 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.), στὴ Λυὼν τῆς Γαλλίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀλκιβιάδης ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀλκιβιάδης ἔζησε τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Γαλλία. Ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανὸς συνελήφθη καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικά, τὸ 177 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.), στὴν πόλη τῆς Λυὼν τῆς Γαλλίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἔρασμος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἔρασμος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας.

Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἀγάπησε τὴν ἄσκηση καὶ τὴ μοναχικὴ πολιτεία καὶ ἀργότερα ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ ἀποστολικὸ ζῆλο κινούμενος περιερχόταν διάφορα μέρη καὶ ἐκήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ τελώντας πλῆθος θαυμάτων καὶ προσελκύοντας πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴν ἀληθινὴ πίστη. Ἐκήρυξε στὴ Θράκη, τὴ Μακεδονία καὶ στὴν πόλη τῶν Λυχνιδῶν τῆς Ἀχρίδος. Γιὰ τὴν ἀποστολικὴ δράση αὐτοῦ καταγγέλθηκε στὸν αὐτοκράτορα Μαξιμιανό, ποὺ διέτριβε στὴν Ἑρμούπολη τοῦ Ἰλλυρικοῦ, καὶ ἀρνηθεὶς νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα ἐβασανίσθηκε καὶ ἐκλείσθηκε στὴ φυλακή. Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας ἐκάλεσε καὶ πάλι τὸν Ἅγιο Ἔρασμο ἐνώπιόν του, τὸν ἐρώτησε ποιὸς εἶναι ὁ Θεός του καὶ γιατὶ Τὸν προσκυνᾶ. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος ἐσιωποῦσε, ὁ τύραννος ὀργίσθηκε καὶ διέταξε νὰ τὸν κτυπήσουν. Ὁ Ἅγιος ἐρώτησε τὸ βασιλέα, γιατὶ τὸν κτυποῦν. Ὁ τύραννος τοῦ ἀποκρίθηκε ὅτι τὸν ἐκτύπησε, γιατὶ δὲν θυσιάζει στοὺς θεούς. Τότε ὁ Ἅγιος ἐζήτησε νὰ τοῦ δείξει ὁ βασιλέας ποιοὺς θεοὺς νὰ προσκυνήσει. Ἐκεῖνος τότε ἐνόμισε ὅτι ὁ Ἅγιος ἤθελε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα καὶ τὸν ὁδήγησε στὸ ναὸ τοῦ Δία δείχνοντάς του τὸ εἴδωλό του, τὸ ὁποῖο ἦταν χάλκινο, δώδεκα μέτρα ὕψος καὶ ἕξι μέτρα πλάτος. Τότε ὁ Ἅγιος ἔστρεψε πρὸς αὐτὸ βλοσυρὸ τὸ βλέμμα. Καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε! Τὸ εἴδωλο ἀμέσως ἔπεσε καὶ ἔγινε κομμάτια. Ἀπὸ τὸ εἴδωλο, λέγει τὸ Συναξάρι, ἐξῆλθε ἕνας δράκοντας. Ὁ αὐτοκράτορας ἐφοβήθηκε καὶ τὸ πλῆθος προσέπεσε στὰ πόδια τοῦ Μάρτυρος καὶ πολλοὶ ἐπίστεψαν στὸν Χριστό. Ἦσαν δὲ οἱ βαπτισθέντες περὶ τοὺς 20.000. Οἱ στρατιῶτες συνέλαβαν καὶ πάλι τὸν Ἅγιο καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος μαζὶ μὲ τοὺς πιστοὺς ποὺ ἐβαπτίσθηκαν. Ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ οἱ 20.000 Χριστιανοὶ ποὺ ἐπίστεψαν στὸν Χριστὸ νὰ ἀποκεφαλισθοῦν καὶ ὁ Ἅγιος νὰ ἐνδυθεῖ μὲ πυρακτωμένο χαλκό. Ὅμως ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ μετέβαλε τὸ πυρακτωμένο χαλκὸ σὲ ψυχρὸ μέταλλο. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Ἅγιος ὁδηγήθηκε καὶ πάλι στὴ φυλακή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐλυτρώθηκε, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀπὸ τὴ φυλακὴ τοῦ Ἡρώδου. Ἄγγελος Κυρίου τὸν ἐλευθέρωσε καὶ τὸν ὁδήγησε στὴν Καμπανία, στὴν πόλη ποὺ ὀνομαζόταν Φρυμός, γιὰ νὰ κηρύξει καὶ ἐκεῖ τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου. Γι’ αὐτὸ καὶ θεωρεῖται Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Φόρμι τῆς Ἰταλίας.

Λίγο πρὶν τὴν κοίμησή του ὁ Ἅγιος Ἔρασμος ἐπέστρεψε στὴ Χερμελία τῆς Ἀχρίδος. Προαισθανόμενος τὸ τέλος του, προσκύνησε τρεῖς φορὲς κατὰ ἀνατολὰς καὶ παρεκάλεσε τὸν Θεὸ νὰ χαρίζει ἄφεση ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴν αἰώνια σὲ ἐκείνους ποὺ θὰ ἐπικαλοῦνταν τὸ ὄνομά του καὶ θὰ ἐτελοῦσαν τὴ μνήμη του. Ὁ Ἅγιος Θεὸς ἄκουσε τὴν παράκλησή του καὶ ἀμέσως ἀκούσθηκε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ποὺ ἔλεγε: «Ἔτσι, ὅπως προσευχήθηκες, θὰ γίνει». Μόλις ὁ Ἅγιος ἄκουσε αὐτό, ἡ ψυχή του ἐγέμισε χαρά. Κατόπιν ἔστρεψε τὰ μάτια του στὸν οὐρανό, ὅπου εἶδε ὑπέρλαμπρο στεφάνι νὰ κατέρχεται ἐπ’ αὐτὸ καὶ τάγματα Ἀγγέλων, χοροὺς Προφητῶν καὶ Ἀποστόλων, πλῆθος Μαρτύρων καὶ τάξεις Δικαίων, ποὺ ἔρχονταν νὰ τὸν προϋπαντήσουν. Ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του ἀνεφώνησε: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου». Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἔρασμος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 303 μ.Χ., καὶ ἐκληρονόμησε τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Ἔρασμος θεωρεῖται προστάτης τῶν ἀσθενῶν ποὺ πάσχουν ἀπὸ στομαχικὲς ἀσθένειες καὶ κολικό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι δισμύριοι Μάρτυρες

Πρόκειται γιὰ τοὺς Μάρτυρες ποὺ ἤθλησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἔρασμο († 2 Ἰουνίου) στὴν Ἑρμούπολη τοῦ Ἰλλυρικοῦ. Στὴν ἱερὰ μονὴ Θεοτοκίου Ἄρτης φυλάσσονται ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων δισμυρίων Μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Μαρκελλίνος καὶ Πέτρος οἱ Ἱερομάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Μαρκελλίνος καὶ Πέτρος ἐμαρτύρησαν, τὸ 304 μ.Χ.), κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ναὸς αὐτῶν ἀνοικοδομήθηκε ἀπὸ τὸν Μεγάλο Κωνσταντίνο στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι 38 Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθησαν μαρτυρικά, ἀφοῦ τοὺς ἐνέκλεισαν σὲ λουτρὸ καὶ ἐσφράγισαν τὴ θύρα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Μητέρα καὶ τὰ τρία τέκνα αὐτῆς

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος Ἐπίσκοπος Ρώμης 

Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος, Ἐπίσκοπος Ρώμης, ἐγεννήθηκε στὴ Ρώμη καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ Ρουφινιανοῦ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ρώμης ἀπὸ τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαὸ στὶς 10 Αὐγούστου 654 μ.Χ. καὶ διαδέχθηκε τὸν Πάπα Μαρτίνο Α’, τὸν ὁποῖο ὁ αὐτοκράτορας Κώνστας Β’ (642 – 668 μ.Χ.), ἐπειδὴ δὲν ὑπέγραψε κείμενο διὰ τοῦ ὁποίου ἀπαγορευόταν νὰ ὁμιλεῖ περὶ μιᾶς ἢ δύο ἐν Χριστῷ θελήσεων, τὸν συνέλαβε, τὸ 653 μ.Χ., καὶ τὸν ἐξόρισε ἀσθενὴ καὶ κλινήρη στὴ Χερσώνα, ὅπου καὶ ἀπέθανε. Ὅταν ἐστάλη ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Πύρρου, ἔκθεσις πίστεως, στὴν ὁποία συνιστᾶτο ἀντὶ μιᾶς ἢ δύο θελήσεων ἐν Χριστῷ, ἡ παραδοχὴ τριῶν θελήσεων, ὁ Εὐγένιος ἦταν ἕτοιμος νὰ ἀποδεχθεῖ αὐτήν, ἀλλ’ ὁ λαὸς καὶ ὁ κλῆρος τῆς Ρώμης ἀντιστάθηκε καὶ ἀπαγόρευσε σὲ αὐτὸν τὴ Θεία Λειτουργία. Ἔτσι δὲν συμφώνησε μὲ τὸ κείμενο τῆς ἐπιστολῆς καὶ ἐτήρησε σθεναρὴ στάση κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοθελητισμοῦ μὲ ἀποτέλεσμα ὁ αὐτοκράτορας νὰ ὀργισθεῖ ἐναντίον του. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἐπτόησε τὸν Ἅγιο, ὁ ὁποῖος ἀγωνίσθηκε ὑπὲρ τῆς πατρώας εὐσέβειας καὶ τὴ διδασκαλία τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος διακρίθηκε γιὰ τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου του, τὴν εὐγένεια καὶ τὴ φιλανθρωπία καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 657 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀδάλγιος τῆς Νοβάρα 

Ὁ Ὅσιος Ἀδάλγιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. Ἦταν μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Φουρσᾶ († 16 Ἰανουαρίου), ὁ ὁποῖος ἦταν Ἀπόστολος τῆς Πικαρδίας. Ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς καὶ ἔζησε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 686 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Βοδφανὸς ἐξ Οὐαλίας 

Ὁ Ὅσιος Βοδφανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Οὐαλία καὶ ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Μαρίνος τοῦ Βαάνου 

Ὁ Ἅγιος Μαρίνος, ὁ Βαάνης, εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ στὰ Μηναῖα. Ἀναφέρεται στὸ Βυζαντινὸν Ἑορτολόγιον. Κατ’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος ἐγεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ γονεῖς ἐνάρετους καὶ ἐπιφανεῖς, τὸ δρουγγάριο Νικηφόρο καὶ τὴ Μαρία. Ἀφοῦ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου, ἀσπάσθηκε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἐκάρη μοναχὸς ὑπὸ τοῦ ἀδελφοῦ του Συμεών, ὁ ὁποῖος γι’ αὐτὸ τὸ σκοπὸ ἦλθε στὴ Βιζύη τῆς Θράκης ἀπὸ τὴ μονὴ τοῦ Κυμηνᾶ.
Ὁ Ὅσιος Μαρίνος διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ τὴν ἐλεημοσύνη του. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό του «κατατίθεται εἰς τὴν μονὴν τῆς Θεοτόκου τὴν Τὰ Κορώνης ἐπονομαζομένην».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας πρίγκιπας τῆς Σουζδαλίας 

Ὁ Ἄγιος Ἀνδρέας ἔζησε τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ πρίγκιπος Κωνσταντίνου Βασίλεβιτς. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατέρα του, τὸ 1355, ἔλαβε ἀπὸ τὸ χάνο Κανιμπέκα τὴν ἐξουσία τῆς Σουζδαλίας, τοῦ Νίζνϊι – Νόβγκοροντ καὶ τοῦ Γκοροντέκ. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ θρόνο, τὸ 1359, ὑπὲρ τοῦ μικρότερου ἀδελφοῦ του Δημητρίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, ἀφοῦ ἔζησε μὲ εὐσέβεια, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1365.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μεγαλομάρτυρας ὁ Νέος ὁ Τραπεζούντιος

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ Τραπεζουντίου ἑορτάζεται, ἐπίσης, στὶς 12 Ἰουνίου. Σήμερα ἑορτάζεται ἡ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τῆς διασώσεως τῆς πόλεως τῆς Σουτσεάβα τῆς Ρουμανίας, στὴν ὁποία φυλάσσονται τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὴν πολιορκία τῶν Τατάρων, κατὰ τὸ 1622.
Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, ὅταν οἱ Τάταροι ἀπειλοῦσαν τὴ Σουτσεάβα, οἱ ἐφημέριοι τοῦ ναοῦ, στὸν ὁποῖο ἐφυλάσσονταν τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, ἠθέλησαν, φοβούμενοι τὴν ἐπιδρομὴ τῶν βαρβάρων, νὰ μεταφέρουν τὴ λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου στὸ κάστρο. Ὅμως δὲν μποροῦσαν μὲ κανένα τρόπο νὰ μετακινήσουν τὴν λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου, ποὺ ἔγινε ἀσήκωτη. Τότε κατάλαβαν ὅτι αὐτὸ ἦταν θέλημα τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος θὰ τοὺς ἐπροστάτευε. Ἀμέσως κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἄρχισαν νὰ προσεύχονται. Πράγματι! Μία καταρρακτώδης βροχὴ ἐμπόδισε τοὺς ἐπιδρομεῖς νὰ πολιορκήσουν τὴν πόλη καὶ νὰ εἰσβάλουν σὲ αὐτήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐκ Φιλαδελφείας

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Δημήτριος καταγόταν ἀπὸ τὴ Φιλαδέλφεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἦταν υἱὸς κάποιου ἱερέως, ποὺ ὀνομαζόταν Δούκας. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατρός του, σὲ ἡλικία δέκα τριῶν ἐτῶν, παρασύρθηκε ἀπὸ τὶς δελεαστικὲς ὑποσχέσεις τῶν Τούρκων, καί, ἀφοῦ ἀξόμωσε, ἀσπάσθηκε τὸ Μωαμεθανισμό. Ὑποστηριχθεὶς δὲ ὑπὸ τῶν νέων ὁμόθρήσκων του, τόσο προόδευσε, ὥστε συγκαταλεγόταν μεταξὺ τῶν πρώτων τῆς πόλεως, σὲ πλοῦτο καὶ ἀνδρεία. Ὅταν ὅμως ἔφθασε σὲ ἡλικία εἴκοσι πέντε ἐτῶν, ἄρχισαν νὰ γεννιοῦνται στὴν καρδιά του τύψεις, πόθος δὲ τὸν κατέλαβε νὰ ἐπανέλθει στὴν πατρώα Χριστιανικὴ πίστη. Κατόπιν τούτου μετέβη στὸν ἡγεμόνα τῆς Φιλαδελφείας καὶ μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἐδήλωσε σὲ αὐτὸν ὅτι μετὰ βδελυγμίας ἀπεκήρυσσε τὸ Μωαμεθανισμὸ καὶ ὅτι ἐπανερχόταν στὴ Χριστιανικὴ πίστη, τὴν ὁποία, παρασυρθείς, εἶχε ἀπαρνηθεῖ. Ὁ ἡγεμόνας, ἀφοῦ μάταια προσπάθησε νὰ μεταπείσει τὸν Δημήτριο, διέταξε τὴ σκληρὴ μαστίγωση αὐτοῦ καὶ τὸν ἐγκλεισμό του στὴ φυλακή. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς φυλακίσεως τοῦ Δημητρίου, κατεβλήθησαν μεγάλες προσπάθειες ἀπὸ σημαίνοντες Τούρκους, γιὰ νὰ συγκρατήσουν αὐτὸν στὴ θρησκεία τους, πλὴν ὅμως ὅλες προσέκρουσαν στὴν κατηγορηματικὴ ἄρνηση τοῦ Νεομάρτυρος, ὁ ὁποῖος παρέμενε ἀκλόνητος στὴν ἀπόφασή του. Πρὸ τῆς ἐπιμονῆς του αὐτῆς, ὁ ἡγεμόνας διέταξε, τὸ 1657, τὴ θανάτωσή του. Παραλαβόντες τὸν Δημήτριο οἱ δήμιοι καὶ ὁ ὄχλος τὸν ὁδήγησαν στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως, ὅπου, ἀφοῦ κατέσφαξαν καὶ κατατεμάχισαν αὐτὸν διὰ μαχαιρῶν, τὸν ἔριξαν ἐπὶ τῆς πυρᾶς. Περιεβλήθη ἔτσι τὸν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐξ Ἀγαρηνῶν 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Κωνσταντίνος ἐγεννήθηκε στὸ χωριὸ Ψιλομέτωπο τῆς Λέσβου ἀπὸ πατέρα Μωαμεθανὸ καὶ μητέρα Χριστιανή, ἡ ὁποία καὶ ἐγαλούχησε αὐτὸν μὲ τὰ νάματα τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἐγκατέλειψε τὴν πατρίδα του καὶ ἀφοῦ μετέβη στὴ Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐβαπτίσθηκε καὶ ἔλαβε τὸ Χριστιανικὸ ὄνομα Κωνσταντίνος. Ἐπισκεφθεὶς κάποτε τὴ Σκήτη τοῦ Ἁγίου Προδρόμου καὶ ἀσπασθεὶς τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Νεομαρτύρων, ποὺ ἐφυλάσσονταν ἐκεῖ, τόσο ἐπηρεάσθηκε, ὥστε ἀμέσως τοῦ ἐγεννήθηκε ὁ πόθος νὰ μαρτυρήσει ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν ἐπέστρεψε στὴ Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων, ἐκμυστηρεύθηκε τὸν πόθο του στὸν πνευματικό του, ὁ ὁποῖος, εὐχαρίστως, ἀφοῦ ἄκουσε τὴν ἀπόφαση τοῦ Κωνσταντίνου, ὑπέβαλε ἀμέσως αὐτὸν στὴν κατάλληλη προετοιμασία. Ὅταν αὐτὴ συντελέσθηκε, ὁ Κωνσταντίνος, συνοδευόμενος ὑπὸ τῶν εὐχῶν τοῦ πνευματικοῦ του καὶ τῶν συνασκητῶν του, ἀπῆλθε στὴν Ἀνατολή, πρὸς ἐκπλήρωση τοῦ διακαοῦς πόθου του. Ἀποβιβάσθηκε στὶς Κυδωνίες, ὅπου, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀναμονῆς πλοίου γιὰ τὴ Σμύρνη, ἐθεώρησε καλὸ νὰ ἐργασθεῖ σὲ κατάστημα τροφίμων. Ἐκεῖ ὅμως ἀναγνωρίσθηκε ἀπὸ κάποιον Τοῦρκο συμπολίτη του καὶ καταγγέλθηκε στὸν ἀγᾶ, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ συνέλαβε αὐτόν, τὸν ἐρωτοῦσε περὶ τῆς ἀλήθειας ἢ μὴ τῶν καταγγελθέντων. Ὁ Κωνσταντίνος μὲ θάρρος ὁμολόγησε ὅτι ναὶ μὲν προηγουμένως ἦταν Μωαμεθανός, ἀλλά, ἐπειδὴ ἐφωτίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, ἔγινε Χριστιανός, διότι ἐπείσθηκε ὅτι ἡ πίστη αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη ἀληθινὴ καὶ ἄμωμη. Ἐξοργισθεὶς ὁ ἀγᾶς, ἀφοῦ ὑπέβαλε τὸν Κωνσταντίνο σὲ παντοειδὴ βασανιστήρια, τὸν ἀπέστειλε στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ ληφθεῖ ἐκεῖ ἡ ὁριστικὴ ἀπόφαση περὶ αὐτοῦ. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ὁ Κωνσταντίνος παρέμεινε ἀκλόνητος στὴ Χριστιανικὴ ὁμολογία του καὶ ἀπέρριψε ὅλες τὶς γενόμενες σὲ αὐτὸν δελεαστικὲς προτάσεις. Κατόπιν τούτου, τὸ 1819, διατάχθηκε ἡ δι’ ἀπαγχονισμοῦ θανάτωσή του. Τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Μάρτυρος, γιὰ νὰ μὴν παραληφθεῖ ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, ἐνταφιάσθηκε κρυφὰ στὸ Τουρκικὸ νεκροταφεῖο, μεταξὺ τῶν ἐκεῖ ἐνταφιασμένων Μωαμεθανῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Λέανδρος ὁ Μάρτυρας ὁ Ἠπειρώτης

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου τοῦ Ἠπειρώτου. 
Πηγή: http://www.synaxarion.gr