Κυριακή ΙΒ Λουκά
Οἱ ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων
(Λουκ ιζ, 12-19)
Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Ἰωὴλ
«Ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν»
Ὅλες οἱ διατάξεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης «τυπικὰ ἦν καὶ συμβολικὰ καὶ σκιώδη», δηλαδὴ ἦταν συμβολικὲς καὶ εἶχαν τὴ σημασία τους (Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς). Π.χ. ἡ λέπρα ἦταν ἀρρώστια φρικτὴ καὶ ἀποτρόπαιη, γι’αὐτὸ καὶ διέταζε ὁ Μωσαικὸς νόμος ὅσοι ἔχουν προσβληθεῖ στὴν πόλη ἀπ’ αὐτὴν νὰ μὴν κατοικοῦν μέσα σ΄αὐτήν, ὅπως ἐπίσης δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ πλησιάσει ἕνας ὑγιής τοὺς λεπρούς. Τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μὲ ἐκείνους ποὺ εἶχαν πυορροοῦσες πληγὲς ἢ ἀκόμη καὶ μὲ τοὺς νεκρούς.
Προκειμένου νὰ ἀποτινάξουν τὸ μίασμα ὅσοι εἶχαν ἔλθει σὲ ἐπαφὴ μὲ ὅλους αὐτούς, ἔπρεπε νὰ ὑποστοῦν καθαρμοὺς ἢ νὰ κάνουν ἐξιλαστήριες θυσίες καὶ προσευχές. Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο βλέπουμε τὸν Κύριο νὰ θεραπεύει δέκα λεπροὺς καὶ νὰ τοὺς ἀποδίδει ὑγιεῖς στὸ κοινωνικὸ σύνολο. Αὐτὸ ὅμως μᾶς δίνει τὴν εὐκαιρία νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν ἀρρώστια καὶ τὶς αἰτίες ποὺ τὴν προκαλοῦν.
Δὲν εἶναι ὁ Θεὸς ἡ αἰτία τῶν ἀσθενειῶν
Οἱ ἀρρώστιες δὲν εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς εἶναι ποιητὴς τῶν καλῶν κι ὄχι τῶν δυσαρέστων καὶ ὀδυνηρῶν. «Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησεν, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν» (Γεν 1,31). Ἡ ἀρρώστια ἔχει τὴν αἰτία καὶ τὴ ρίζα της στὴν ἁμαρτία. Αἰτία τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν, λέγει ὁ Χρυσόστομος, εἶναι «ἡ πονηρία τῆς γνώμης». Τὰ περισσότερα νοσήματα αἰτία ἔχουν τὴν ἁμαρτία. Κατ’ ἀρχὴν ὁ Θεὸς μᾶς δημιούργησε χωρὶς φροντίδες καὶ ἀρρώστιες. Ἔπεσε ὅμως ὁ ἄνθρωπος στὴν ἁμαρτία, διεφθάρη ἡ ἀνθρώπινη φύση καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἄρχισε σιγὰ σιγὰ νὰ παρουσιάζει ἀτέλειες καὶ ἀρρώστιες. Ἀργότερα βέβαια, ὅταν γίναμε ἀδύναμοι βρῆκε τὴν εὐκαιρία ὁ διάβολος καὶ προκάλεσε κι αὐτὸς ἀσθένειες στὸν ἄνθρωπο. Παράδειγμα ἡ συγκύπτουσα, γιὰ τὴν ὁποία εἶπε ὁ Χριστός: «ταύτην δὲ θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἥν ἔδησεν ὁ Σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη» (Λουκ. 13,16). Ἐπίσης ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν του ἔμεινε καθηλωμένος τριάντα ὀκτὼ χρόνια ὁ παραλυτικὸς (Ἰωάν. 5,14).
Ὁ Χριστὸς εἶναι ἰατρός μας
Ὁ Χριστὸς θεράπευσε, κατὰ τοὺς Πατέρες, «πᾶσαν τὴν λεπρωθεῖσαν φύσιν». Γεύθηκε ὁ ἴδιος τὸν θάνατο γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὸν θάνατο καὶ τὰ κακά τῆς ἀνθρώπινης φύσεώς μας, ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι καὶ ἡ ἀρρώστια. Αὐτός, κατὰ τὸν προφήτη Ἠσαΐα, «τὰς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καὶ τὰς νόσους ἐβάστασεν» (Ματθ. 8,17). Αὐτὸς θεράπευσε «τοὺς κακῶς ἔχοντας» (ὅπ. π. στίχ. 16). Ὄχι μόνο θεράπευσε σωματικά τοὺς ἀρρώστους ἀλλὰ καὶ ψυχικά.
Οἱ ἀρρώστιες τῶν ἀνθρώπων
Πράγματι ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὰ σωματικὰ καὶ ψυχικά μας νοσήματα. Εἴμαστε ὅμως ἄξιοι νὰ θεραπευθοῦμε; Ἐδῶ μποροῦμε νὰ ποῦμε πὼς πολλὲς φορὲς ἀσθένειες τοῦ σώματος ἔχουν ἐπίδραση στὴν ψυχή μας καὶ ἁμαρτίες τῆς ψυχῆς ἔχουν ἄμεσο ἀντίκτυπο στὸ σῶμα. Ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων εἶναι ὁ Χριστός. Ἕνας ἀρχαῖος ἐκκλησιαστικὸς συγγραφέας Τὸν ὀνομάζει «ἀρχίατρον ἐπιστήμονα». Ὅπου ὑπάρχει ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἀκόμη εἶναι παρατηρημένο πὼς οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι καλύτερα ἀντιμετωπίζουν τὴν ἀσθένεια μὲ ἐλπίδα καὶ μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό. Ἀντίθετα, ὅσοι βρίσκονται σὲ ἀπόσταση ἀπὸ τὸν Θεὸ ταλαιπωροῦνται πιὸ πολύ. Δὲν ἠρεμοῦν, εἶναι ἀπότομοι, σκληροὶ καὶ ἰδιοτελεῖς. Ἁμαρτία καὶ ἀρρώστια συνδέονται.
Ἀδελφοί μου, ἡ Ἐκκλησία μὲ τὰ μυστήρια εἶναι ἕνα ἰατρεῖο ἀδάπανο. Δὲν καταργεῖ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Ἀντίθετα τὴν βοηθεῖ πολὺ στὸ ἔργο της. Ἡ πίστη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ μετάνοια μᾶς ἀφαιροῦν τὶς ἁμαρτίες καὶ μᾶς πλησιάζουν μὲ περισσότερο θάρρος στὸν Χριστὸ γιὰ νὰ θεραπευτοῦμε. Σὲ μᾶς ὅλους ἀκούγεται ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου μας: «Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;». Περιμένει ἀπὸ μᾶς νὰ ποῦμε: «Ναὶ Κύριε» (Ματθ. 9,28). Μ’αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ πλησιάζουμε τὸν θεραπευτὴ Ἰησοῦ στὴν Ἐκκλησία μας. Ἀμήν.