Ἡ πίστη καί ἡ ταπείνωση τῆς Χαναναίας
Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,
Κάθε Κυριακὴ ἡ Ἐκκλησία διαλέγει καὶ ἕνα ξεχωριστὸ ἀγώνισμα, γιὰ νὰ μᾶς ἀσκήση. Σήμερα μᾶς καλεῖ νὰ ἀγωνισθοῦμε σ’ ἕνα διπλὸ πνευματικὸ ἀγώνισμα, στὸ ἀγώνισμα τῆς πίστεως καὶ τῆς ταπεινώσεως.
Τὶ εἶναι γιὰ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ἡ πίστη; Εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Νὰ τὸν πιστεύουμε ὡς ἀληθινὸ Θεὸ καὶ μόνο Σωτήρα τοῦ κόσμου. Νὰ ἀποδεχόμαστε χωρὶς ἀμφιβολίες ὅλα ὅσα ἐκεῖνος μᾶς ἀποκαλύπτει γιὰ τὸν Θεὸ, γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ τὸν ἄνθρωπο, καὶ ὅλα ὅσα μᾶς διδάσκει γιὰ τὴν καθημερινή ζωή. Καὶ τὶ εἶναι ἡ ταπείνωση; Νὰ ἔχουμε συναίσθηση ποιοὶ εἴμαστε καὶ ποιὰ εἶναι ἡ πραγματική μας ἀξία. Νὰ ἀναγνωρίζουμε τὴν ἀδυναμία καὶ τὴν ἀτέλειά μας.
Ὅταν μὲ τὴν ταπείνωση καταλάβουμε πόσο μικροὶ καὶ ἀδύναμοι εἴμαστε μπροστὰ στὸν Χριστό, τότε πιστεύουμε στὴν παντοδύναμη θεότητά του καὶ τηροῦμε μὲ χαρὰ τὶς ἐντολές του. Ὅταν ὅμως μᾶς λείπη ἡ ταπείνωση καὶ ἔχουμε μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό μας, τότε δὲν μποροῦμε νὰ παραδεχθοῦμε τὸν Χριστό ὡς Κύριο, οὔτε νὰ ὑποταχθοῦμε στὸ θέλημά Του. Ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων δείχνει ὅτι ἡ πίστη καὶ ἡ ταπείνωση πορεύονται πάντα μαζί. Ἡ ταπείνωση δείχνει τὴν πίστη καὶ ἡ πίστη ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση. Αὐτὰ τὰ δύο ἀποτελοῦν βασικὰ καὶ ἀπαραίτητα γνωρίσματα τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία θέλει μὲ ἔμφαση νὰ μᾶς τὰ ὑπενθυμίση. Αὐτὸ τὸ κατορθώνει μὲ τὸ περιστατικὸ τῆς Χαναναίας, ποὺ περιλαμβάνει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.
Ἡ Χαναναία εἶναι μία γυναίκα ποὺ γεννιέται, μεγαλώνει καὶ ζῆ μέσα σὲ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον. Ἔχει μία κόρη δαιμονισμένη καὶ ζῆ μαζί της ἕνα μακροχρόνιο δράμα. Ἀκούει γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό καὶ δείχνει μεγάλη πίστη στὸ πρόσωπό Του, ἐπειδὴ ἔχει μεγάλη ταπείνωση.
Ἡ Χαναναία δείχνει τὴν πίστη της, ὅταν μαθαίνη ὅτι ὁ Χριστὸς ἦλθε στὰ μέρη της καὶ βγαίνη ἀπὸ τὸ σπίτι της νὰ τὸν συναντήση. Αὐτὸ γίνεται σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς Ἰουδαίους ποὺ δὲν τὸν πλησιάζουν καθόλου ἤ τὸν διώχνουν ἀπὸ τὸν τόπο τους, ὅπως οἱ Γαδαρηνοί. Ἡ Χαναναία δείχνει ἐπίσης τὴν πίστη της, ὅταν παραδέχεται τὸν Χριστό ὡς «υἱὸ Δαυῒδ», δηλαδὴ ὡς τὸν Μεσσία, καὶ ζητεῖ νὰ τὴν ἐλεήση. «Ἐλέησόν με, υἱέ Δαυῒδ. Ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Δείχνει ἀκόμη τὴν πίστη της, ὅταν ὁ Χριστὸς φαίνεται νὰ μὴν τὴν προσέχη καθόλου καὶ ἐκείνη ἐπιμένει νὰ τὸν παρακαλῆ. Κι ὅταν ὕστερα ἀπὸ ὥρα ὁ Χριστὸς ἀπευθύνεται σ’αὐτὴν, τῆς ὁμιλεῖ περιφρονητικὰ. «Δὲν εἶμαι σταλμένος παρὰ στὰ πρόβατα τῆς γενεᾶς τοῦ Ἰσραήλ», τῆς λέγει. Ἐκείνη δὲν ὑποχωρεῖ. Κάποιος ἄλλος στὴ θέση της θὰ εἶχεν ἀπογοητευθῆ, θὰ εἶχε προσβληθῆ καὶ θὰ εἶχε ἀπομακρυνθῆ. Ἡ Χαναναία καὶ πάλι ἐπιμένει νὰ ζητῆ τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτὸ τὸ κρίσιμο σημεῖο ὁ Χριστὸς τὴ δυσκολεύει ἀκόμη περισσότερο, καθὼς τῆς ἀπευθύνει λόγους πολὺ σκληρούς. «Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ πάρω τὸ ψωμὶ τῶν παιδιῶν καὶ νὰ τὸ ρίξω στὰ σκυλλάκια», τῆς λέγει. Κάθε νέος λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶναι καὶ πιὸ προσβλητικός. Κι ὅμως ἡ Χαναναία, ἀντὶ νὰ σκανδαλισθῆ καὶ νὰ ἀπογοητευθῆ, αὐτὴ φιλοσοφεῖ καὶ δείχνει ἀσυνήθιστη πίστη. Αὐτὸ φανερώνει ἡ ἀπάντησή της: «Ναί, Κύριε, ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλλάκια τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν κυρίων τους».
Μαζὶ μὲ τὴν ἀκλόνητη πίστη της ἡ Χαναναία δείχνει καὶ τὴν θαυμαστὴ ταπείνωσή της σὲ ὅλες τὶς λεπτομέριες τῆς ἱστορίας της. Πρῶτα πρῶτα δὲν καλεῖ τὸν Χριστό νὰ ἔλθη στὸ σπίτι της, ἐπειδὴ θεωρεῖ ἀνάξιο τὸν ἑαυτό της γιὰ νὰ δεχθῆ μία τέτοια ἐπίσκεψη. Ὕστερα, δὲν ζητεῖ ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ ἐλεήση τὴν κόρη της, ἀλλὰ νὰ ἐλεήση τὴν ἴδια, καὶ ἔτσι νὰ θεραπεύση τὴν κόρη της. Ἀκόμη, δὲν λυπᾶται ὅταν ὁ Χριστὸς ἐγκωμιάζει τοὺς Ἰουδαίους καὶ περιφρονεῖ τὴν ἴδια. Δὲν πληγώνεται ἀπὸ τὶς προσβολές, οὔτε ἀγανακτεῖ. Μὲ τὴν ταπείνωση ἀνεβαίνει ἀκόμη πιὸ ψηλά. Ὁ Χριστὸς ὀνομάζει τοὺς εὐνοούμενους Ἰουδαίους παιδιά καὶ ἐκείνη τοὺς ὀνομάζει κυρίους. Τὴν ἴδια ὁ Χριστὸς τὴν ὀνομάζει σκυλλάκι, ἀλλὰ ἐκείνη δὲν ἀντιλέγει στὸν περιφρονητικό λόγο. Γεμάτη ἀπὸ ταπείνωση τὸν ἀποδέχεται. Καὶ τὸ πιὸ θαυμαστὸ εἶναι ὅτι στηρίζει τὸ αἴτημά της γιὰ βοήθεια σ’ αὐτὴν τὴν προϋπόθεση, ὅτι δηλαδή εἶναι ἕνα σκυλλάκι σὲ σχέση μὲ τὰ ἀγαπητὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ὑποστηρίζει ὅτι καὶ σὰν σκυλλάκι δικαιοῦται τὸ περίσσευμα ἀπὸ ὅσα ὁ Χριστὸς δίνει στὰ παιδιά του.
Μὲ αὐτὴ τὴ στάση της ἡ Χαναναία ἀγωνίζεται ἐπίμονα στὰ δύο πνευματικὰ ἀθλήματα καὶ ἀποδεικνύεται πρωταθλήτρια στὴν πίστη καὶ στὴν ταπείνωση. Ξεπερνᾶ ὄχι μόνον τοὺς ἐναντιούμενους Ἰουδαίους, ποὺ ὁμιλοῦν μὲ ἔπαρση καὶ αὐθάδεια μπροστὰ στὸ Χριστό, « Ἐμεῖς ἔχουμε πατέρα τὸν Ἀβραάμ», ἀλλὰ καὶ ἐκείνους ποὺ εἶναι κοντά του καὶ δυσπιστοῦν καὶ ἀπογοητεύονται καὶ σκανδαλίζονται μαζί του. Ἡ Χαναναία νικᾶ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ὥστε στὸ τέλος νὰ θεραπεύση τὴν κόρη της, διότι ὁ Χριστὸς νικᾶται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μόνον μὲ τὴν ἀληθινὴ τους πίστη καὶ ταπείνωση. Τώρα κατανοοῦμε γιατὶ ὁ Χριστὸς τὴν ἔφερε σὲ τόσο μεγάλες δυσκολίες. Ἦταν αὐτὸς ὁ ἄριστος παιδαγωγικός του τρόπος, γιὰ νὰ ἀποκαλύψη στοὺς γύρω του καὶ σ’ ἐμᾶς τὰ θαυμαστὰ αὐτὰ μέτρα τῆς ἀρετῆς της καὶ νὰ τὴν κάνει παράδειγμα στὴν πίστη καὶ στὴν ταπεινοφροσύνη γιὰ ὅλους μας. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἀνυπέρβλητος Διδάσκαλος καὶ Παιδαγωγός, φέρθηκε τόσο σκληρὰ σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς συναντήσεώς του μὲ τὴν Χαναναία, γιὰ νὰ μπορῆ στὸ τέλος νὰ φωνάξη μπροστὰ στοὺς μαθητές του: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις· γενηθήτω σοι ὡς θέλεις».
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ἄς μεγαλώση καὶ ἡ δική μας πίστη μαζὶ μὲ τὴν ταπείνωση, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴν εὔνοια καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου. Ἀμήν
Ἀρχιμ. Α.Γ.Μ.
εκ της Ι.Μ. Σερβίων και Κοζάνης