Κυριακή Ε΄ Λουκά (Λουκά ιστ΄ 19-31)
«Ὁ πραγματικός πλοῦτος»
Ἀκούγοντας κανείς τήν σημερινή Εὐαγγελική περικοπή ἀπό τό Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ ἐξάγει εὔκολα συμπεράσματα δηλαδή δύο ἀνθρώπους ποπυ καί στήν ἐπίγεια ζωή τους καί στήν μετά θάνατο, εἶναι διαφορετικοί, ἀνήκουν δέ διαφορετικές κατηγορίες, καί χάσμα μεγάλο, ἀγεφύρωτο ὑπάρχει μεταξύ τους. Ξεκάθαρα ὁ Εὐαγγελιστής μᾶς δίνει τήν εἰκόνα καί τῶν δύο. Ὁ πρῶτος εἶναι ἕνας πάμπλουτος ἄνθρωπος, πού ζεῖ στήν χλιδή καί στήν ξέφρενη ἐπίδειξη τοῦ πλούτου του.Ἐνδύεται ἀκριβά ἐνδύματα, βασιλικά, συγκαλεῖ συμπόσια, ὅπου παρατίθενται φαγητά καί ποτά σέ ἀφθονία. Ἡ καλοπέραση, ὁ πλουτισμός, ἡ πρόσκαιρη εὐχαρίστηση εἶναι αὐτά πού συνθέτουν τήν ζωή τοῦ πλουσίου. Ἀπό τήν ἄλλη ἔχουμε τόν φτωχό Λάζαρο.
Στόν πρῶτο δέν ἀναφέρεται οὔτε κἄν τό ὄνομά του, ὁ ὁποῖος κάθεται στό πρόπυλο τοῦ σπιτιοῦ τοῦ πλουσίου ζητώντας ἔστω καί τά ψίχουλα ἀπό τό τραπέζι του, γιά νά ζήσει. Εἶναι πληγωμένος, ἄρρωστος, ρακένδυτος, πεινασμένος καί περιμένει τήν φιλανθρωπία τοῦ πλουσίου.
Ὅπως εἶπα καί στήν ἀρχή μπορεῖ κανείς εὔκολα νά κάνει λόγο γιά τόν πλοῦτο. Καί ὄχι μόνο ἀλλά νά καταδικάσει τόν πλοῦτο καί τούς πλούσιους βασιζόμενος στό ἱερό κείμενο. Θά ἦταν ὅμως πιό φρόνιμο νά δοῦμε βαθύτερα τά αἴτια τῆς ὀδύνης τοῦ πλουσίου στήν ζωή του μετά τόν θάνατο καί τί πραγματικά τόν ὁδήγησε ἐκεῖ, ὁ πλοῦτος ἀπό μόνος του ἤ συμπεριφορά του καί ἡ διαχείριση τοῦ πλούτου του.
Ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς στήν πραγματικότητα εἶναι δυστυχής. Μπορεῖ νά φαίνεται ὅτι καλοπερνᾶ, ὅτι ἀπολαμβάνει τά πάντα, ὅτι δέν τοῦ λείπει τίποτε ἐκεῖνο ὅμως πού τοῦ λείπει εἶναι ἡ ἀγάπη καί ἡ φιλανθρωπία. Ὁ πλούσιος εἶναι ἐγκλωβισμένος στόν ἑαυτό του. Ὁ ἐγωκεντρισμός του, ἡ φιλαυτία του καί τό ἄκρατο ἐγωτικό του ἐνδιαφέρον τόν κάνουν σκληρό, ἀνάλγητο καί φυλακισμένο στα πάθη του καί τήν δῆθεν καλοπέρασή του. Ἐθελοτυφλεῖ, κλείνει τά μάτια του μπροστά στόν ἐνδεή, τόν ἄρρωστο, τόν γυμνό καί τόν ξένο. Παρακούει στήν οὐσία τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ὅπως μᾶς τίς δίνει στό Εὐαγγέλιο τῆς κρίσεως, ἐξ οὗ καί ἡ ὀδυνηρή κατάστασή του. Ὁ πλούσιος δέν σκέφτεται τόν Θεό, δέν σκέφτεται τήν ἄλλη ζωή, δέν θέλει νά πιστέψει τήν ὕπαρξή τοῦ ἀδηφάγου ἄδη πού τόν περιμένει. Ἀλλά πιστεύει ὅτι μέ τόν πλούτο του καί τά ἄλλα πλούσια εἴδη πού τόν περιτριγυρίζουν (σπίτια, ἔπιπλα, φαγητά, χοροί, ποτά, ρούχα κλπ.) θά νικήσει τά πάντα, ἀκόμα καί τόν θάνατο. Μία ἀνάλογη στάση ζωῆς ρυθμίζει τήν συμπεριφορά πολλῶν ἀνθρώπων καί σήμερα. Μοιάζουμε οἱ περισσότεροι μέ τόν πλούσιο ἀπό ὅσο συνήθως νομίζουμε, εἴτε ἀνήκουμε στήν κατηγορία τῶν πλουσίων εἴτε ὄχι. Εἴμαστε εὔκολα καί πρόθυμοι νά κριτικάρουμε τήν ἀσπλαγχνία μερικῶν, ἐνῶ ἐμεῖς ταυτόχρονα ἀδιαφοροῦμε μέ ἄλλο τρόπο. Μήπως καί ἰδιαίτερα σήμερα, δέν ὑπάρχουν ἄνθρωποι στήν πόρτα μας πού ζητοῦν τήν βοήθειά μας; Τί κάνουμε γιά ὅλους αὐτούς γιά νά τούς ἀνακουφίσουμε ; Ἐνδιαφερθήκαμε νά βοηθήσουμε στό νά βροῦν δουλειά κάποιοι ἄνεργοι οἰκογενειάρχες; Προσπαθήσαμε ἐκ νέου νά ἐπουλώσουμε τίς πληγές κάποιου ἀνασφάλιστου νέου. Περιθάλψαμε ἤ ἀνακουφίσαμε ἕναν ἐγκαταλελειμμένο γέροντα μέ κομμένη τήν σύνταξη; Δώσαμε στό παιδί μας κάτι παραπάνω γιά νά δώσει στό φτωχό συμμαθητή του κάτι νά φάει ; Ἤ παραμένουμε κι ἐμεῖς ἐγκλωβισμένοι στό ἐγώ μας λέγοντας ὅτι δέν ἔχουμε. Γιατί ὅπως λέγει ἕνας σύγχρονος λόγιος Ἱεράρχης, ὅλοι βρισκόμαστε σέ δεινή θέση ἀλλά ὑπάρχουν κι ἄλλοι πού βρίσκονται σέ δεινότερη καί δέν μποροῦμε νά σιωπήσουμε. Βεβαίως γι αὐτήν τήν περίπτωση μιλᾶ αὐστηρά ὁ Μέγας Βασίλειος λέγοντας ὅτι «Ἐάν κάποιος πού ἀφαιρεῖ τά ροῦχα ἀπό ἕναν καλοντυμένο τόν ὀνομάζουμε λωποδύτη, αὐτόν πού ἀδιαφορεῖ γιά τούς γυμνούς πῶς θά τόν ὀνομάσουμε;»
Αὐτός λοιπόν πού ἀδιαφορεῖ καί δέν δείχνει ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο, δημιουργεῖ ἕνα χάσμα, ὄχι μόνο ἀνάμεσα σέ ἐκεῖνον καί στόν συνάνθρωπό του, ἀλλά ἀνάμεσα σ’ ἐκεῖνον καί στόν Θεό. Διότι ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί καί ὅταν λείπει ἡ ἀγάπη, λείπει καί ὁ Θεός ἀπό τήν ζωή του κι ἔτσι ὁδηγεῖται στήν κόλαση.
Θά πρέπει ὅμως ἐδῶ νά ἐπισημάνουμε καί κάτι ἄλλο, μία ἄλλη πτυχή τοῦ πλούτου. Σχεδόν ὅλοι μας, γιά νά μην εἶμαι ἀπόλυτος, ὅταν μιλᾶμε γιά πλοῦτο καί γιά πλούσιους πού ἀδιαφοροῦν γιά τούς ἄλλους τό μυαλό μας περιορίζεται καί ἐννοεῖ τά ὑλικά ἀγαθά. Πλοῦτο θεωροῦμε ὅλα ἐκείνα τά ὑλικά ἀγαθά πού ἐκφράζουν μόνο καί μόνο τά χρήματα. Πλοῦτο πού συσσωρεύεται σέ ἀκίνητα, χρήματα, χρυσαφικά, ἐπενδύσεις, καταθέσεις κτλ. Ὅμως ἐμεῖς ὡς χριστιανοί δέν παραλείπουμε νά λέμε ὅτι ὁ πραγματικός πλοῦτος εἶναι ἡ πίστη μας, ἡ γνώση μας γιά τόν Θεό, ἡ ὀρθοδοξία μας, οἱ ἅγιοί μας. Ἄν ὅμως πράγματι ὁ πραγματικός θησαυρός εἶναι ἡ χριστιανική ἀποκάλυψη, τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἔχουμε ἀναλογισθεῖ ὅτι ὅλοι μας εἴμαστε πλούσιοι πνευματικά καί κατέχουμε ἕναν ἀμύθητο θησαυρό στά χέρια μας; Μήπως κι ἐμεῖς δέν εὐφραινόμαστε καθ’ ἑκάστην πνευματικῶς;
Σκεφθήκαμε ποτέ ὅτι ὑπάρχουν τόσοι ἄνθρωποι πού βρίσκονται κοντά στίς πόρτες μας καί προσπαθοῦν νά χορτάσουν μέ τά ἐλάχιστα ψυχία πνευματικῆς τροφῆς, πληγωμένοι ψυχικά; Ἀναλογιζόμαστε ὅλους ἐκείνους τούς ἀνθρώπους πού βρίσκονται μακριά ἀπό τήν ὀρθή πίστη καί ζωή, αὐτούς πού πέφτουν θύματα ποικίλων αἱρέσεων, ἤ ἄλλους πού ποτέ δέν γνώρισαν τήν χριστιανική ἀλήθεια; Συνειδητοποιοῦμε ὅτι ὅλοι αὐτοί εἶναι κατά κάποιο τρόπο «Λάζαροι» πού περιμένουν τήν βοήθειά μας ἀπό ἐκείνους πού καυχόταν ὅτι κατέχουν τούς θησαυρούς τίς πίστεως καί εὐφραίνονται στήν λαμπρότητα τῆς Ὀρθοδοξίας ἤ ἁπλῶς τούς ἀγνοοῦμε;
Δυστυχῶς παρατηρεῖται καί στήν περιοχή τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν μία ἔνοχη μονομέρεια καί πλεονεξία. Σπάνια ὁρισμένοι θά σκεφθοῦν ὅτι ἀξίζει νά στερηθοῦν κάτι οἱ ἴδιοι γιά νά φθάσει τό χριστιανικό μήνυμα σέ περιοχές πού λιμοκτονοῦν κυριολεκτικά γιά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Πολύ δύσκολα ἀφιερώνουν χρόνο, χρῆμα, ἔννοια γιά νά γίνουν οἱ χριστιανικοί θησαυροί κτῆμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Μην περιορίσουμε ἀδελφοί μας τήν πνευματική εὐφροσύνη στόν ἑαυτό μας. Ἡ Ἐκκλησία δέεται ὑπέρ τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἄς φροντίσουμε μέ τόν τρόπο πού ζοῦμε, πού ἀντιδροῦμε, πού μετέχουμε στήν καθημερινότητα, νά ἀποφεύγουμε τήν ἐγωϊστική νοοτροπία τοῦ πλουσίου. Μία νοοτροπία μυωπική πού περιορίζεται στήν γῆ, πού βλέπει μόνο τούτη τήν ζωή καί τίς μικροαπολαύσεις της. Μία νοοτροπία πού ἐγωϊστικά κρατάει τούς θησαυρούς ὑλικούς ἤ πνευματικούς γιά ἀτομική κατανάλωση.