Κυριακή ΣΤ΄ Ματθαίου «Θάρσει τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου»
Μετά τη θεραπεία, των δύο διαμονισμένων, της περασμένης Κυριακής, στη χώρα των Γεργεσηνών, ο Κύριος με πλοιάριο μαζί με τους μαθητές Του επέστρεψε εις την Καπερναούμ, «εις την ιδίαν πόλιν» όπως την χαρακτηρίζει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος. Όταν έφθασε εκεί, έφεραν μπροστά Του έναν παράλυτο σε φορείο, έναν ζωντανό νεκρό! Μία αξιοδάκρυτη ύπαρξη! Με τα βογγητά του και τη θλιμμένη όψη του ήταν μία τραγική αντίθεση, μία πένθιμη και μελαγχολική παραφωνία στην ατμόσφαιρα του ενθουσιασμού και της χαράς του πλήθους, που υποδέχοταν τον Κύριο. Εναγωνίως, αλλά και με προσδοκία και ελπίδα, κοιτάζει ο παράλυτος τον Ιατρό των ψυχών και των σωμάτων και περιμένει να ακούσει τον θεραπευτικό Του λόγο. Και αντ’ αυτού ακούει:«Θάρσει τέκνον αφεώνταί σοι αι αμαρτίαι σου». Ο Κύριος, αδελφοί μου, ως καρδιογνώστης που είναι, δε βλέπει μόνον τον πόνον του ασθενούς. Βλέπει και την αιτία της ασθενείας του, που ήταν η αμαρτία. Και θέλει πρώτα – πρώτα να θεραπεύσει την ψυχή του παραλύτου. Και τούτο γιατί, ο Κύριος θεωρεί πρώτιστη ανάγκη για τον παράλυτο, αλλά και για κάθε άνθρωπο, την υγεία της ψυχής και τη σωτηρία της. Η δε απαλλαγή της από την ενοχή της αμαρτίας είναι ο,τι απαραίτητο για τη σωτηρία την αιώνια. Γι’ αυτή τη λύτρωση των ψυχών από το κράτος και τις συνέπειες της αμαρτίας ήλθε στον κόσμο ο Υιός του Θεού. Και οφείλει κάθε Χριστιανός να συνειδητοποιήσει το«τι ωφελήσει άνθρωπον, εάν κερδίση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού;». Ο παράλυτος δεν ανησυχεί. Επαναπαύεται στην ευσπλαχνία και τη δύναμη του Κυρίου. Δέχεται ευγνώμονα το θείο δώρο της αφέσεως των αμαρτιών και περιμένει να ολοκληρώει ο Χριστός την δωρεά Του. Και την ολοκλήρωσε. Πρόσθεσε το θαυματουργό λόγο: «εγερθείς άρόν σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκον σου». Το πλήθος των ανθρώπων που παρίστατο εκεί, θαυμάζει και δοξάζει τον Θεό τον «δόντα τοιαύτην εξουσίαν τοις ανθρώποις». Μα τον ενθουσιασμό αυτό δεν τον συμμερίζονται καθόλου οι πικροί και φθονεροί Γραμματείς που βρίσκονται εκεί. Καθισμένοι εκεί μπροστά στη μεγάλη σύναξη που έγινε το θαύμα, χαϊδεύουν με περίσσεια φιλαρέσκεια τα γένεια τους και κάτω από τις κατεβασμένες μανδήλες των κεφαλιών τους γνέφουν ο ένας στον άλλον πονηρά: «Αυτός βλασφημεί, για να λέγει ότι μπορεί να συγωρεί αμαρτίες». Τότε ο Χριστός, που ξεύρει και βλέπει και τον κρυφώτερο λογισμό του καθενός μας, τους λέγει: «Γιατί σκέπτεσθε πονηρά για μένα; Γιατί απιστείτε τη θεότητά μου; Τι είναι ευκολότερο να πω: σου συγχωρούνται οι αμαρτίες, η σήκω και περπάτα; Αλλά για να μάθετε ότι δεν είμαι μόνον άνθρωπος, αλλά και Θεός και έχω εξουσία να συγχωρώ, τώρα θα θεραπεύσω τον παράλυτο και από τη σωματική του ασθένεια». Στρέφεται προς τον παράλυτο και με τη θεϊκή του αυθεντία φωνάζει: «Σήκω πάνω, πάρε το κρεββάτι σου και πήγαινε σπίτι σου». Και ευθύς ο λόγος έγινε πραγματικότητα. Συχνά, νομίζουμε εμείς οι άνθρωποι, ότι η μεγαλύτερη συμφορά στον κόσμο είναι οι ασθένειες, οι στερήσεις, οι φτώχειες, οι θεομηνίες η και οι θάνατοι. Μα ο Χριστός με τη σημερινή αντιμετώπιση προς τον παράλυτο μας λέγει: Όχι. Η μεγαλύτερη συμφορά στον κόσμο, που συνήθως φέρνει και όλες τις άλλες συμφορές και προκαλεί τα μάτια των ανθρώπων να χύνουν ποτάμια δάκρυα, πηγάζει από την ίδια φαρμακωμένη πηγή, την αμαρτία. Το μέγα κακό, το καθαυτό κακό, η ρίζα, η βαθύτερη αιτία, από την οποία φυτρώνουν όλα τα άλλα κακά, είναι μία. Η αμαρτία και προπάντων η αμετανοησία. Ο αείμνηστος π. Εφραίμ ο Κατουνακιώτης έλεγε: «Δε σε κατηγορώ γιατί αμαρτάνεις. Σε κατηγορώ γιατί δε μετανοείς και δεν εξομολογείσαι». Μετάνοια λοιπόν, μετάνοια. Είναι το μόνο αντίδοτο για το δηλητήριο της αμαρτίας. Είναι η μόνη που θα φέρει την ευσπλαχνία του Θεού. Τότε μόνον θα σταματήσουν τα κύματα και οι βοριάδες, που μας δέρνουν στη ζωή μας, τότε μόνον θα γιατρευτούν οι πολλές πληγές μας και θα στερεωθούν τα θεμέλια της ζωής μας, όταν ειλικρινά μετανοημένοι βαδίζουμε με σταθερό το βήμα στο φωτεινό δρόμο που χάραξε Εκείνος. Αμήν.
Πηγή: http://www.poimin.gr