Παραμονὴ τῆς μεγάλης Ἑορτῆς.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἐξ ὀσφύος τοῦ Δαβίδ, ἡ Θεόπαις Μαριάμ, τίκτεται σήμερον ἡμῖν· διὸ καὶ χαίρει ἡ σύμπασα καὶ καινουργεῖται· συγχαίρει τε ὁμού, ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Αἰνέσατε αὐτὴν, αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν· Ἰωακεὶμ εὐφραίνεται, καὶ Ἄννα πανηγυρίζει κραυγάζουσα· Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ Παρθένος σήμερον, καὶ Θεοτόκος Μαρία, ἡ παστὰς ἡ ἄλυτος, τοῦ οὐρανίου Νυμφίου, τίκτεται, ἀπὸ τῆς στείρας θεοβουλήτως, ὄχημα, τοῦ Θεοῦ Λόγου εὐτρεπισθῆναι· εἰς τοῦτο γὰρ καὶ προωρίσθη, ἡ θεία πύλη, καὶ Μήτηρ τῆς ὄντως ζωῆς.
Μεγαλυνάριον.
Ἐκ λαγόνων ἤδη στειρωτικῶν, τὴν καρποφορίαν, γεωργοῦσα τῶν ἀγαθῶν, ἡ Ἁγνὴ Παρθένος, προέρχεται τῷ κόσμῳ· λαοὶ μετ’ εὐφροσύνης, προεορτάσατε.
Ὁ Ἅγιος Σώζων ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Σώζων, καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Λυκαονία τῆς Μ. Ἀσίας.
Βοσκὸς στὸ ἐπάγγελμα, γρήγορα βαπτίστηκε χριστιανὸς καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Σώζων. Ἦταν ἄνθρωπος ἐνάρετος καὶ θεοσεβής. Μελετοῦσε τὶς ἅγιες γραφὲς καὶ κήρυττε τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου.
Κάποια μέρα μπῆκε σὲ ἕναν εἰδωλολατρικὸ ναὸ ὅπου εἶδε ἕνα ἄγαλμα φτιαγμένο ἀπὸ χρυσό. Ὀργίστηκε μὲ τὴν σκέψη ὅτι πολλοὶ ἄνθρωποι πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πεῖνα, καὶ οἱ εἰδωλολάτρες φτιάχνουν πολυτελὴ εἴδωλα. Ἔτσι ἔκοψε τὸ ἕνα χέρι τοῦ ἀγάλματος καὶ ἀφοῦ τὸ πούλησε μοίρασε τὰ χρήματα στοὺς φτωχοὺς χριστιανούς.
Ὁ ἡγεμόνας τῆς περιοχῆς ὅταν ἔμαθε τί εἶχε συμβεῖ ἄρχισε νὰ συλλαμβάνει καὶ νὰ τιμωρεῖ χριστιανούς. Ὁ Σώζων τότε παρουσιάστηκε στὸν ἡγεμόνα καὶ ὁμολόγησε μὲ θᾶρρος καὶ χωρὶς νὰ ἔχει μετανιώσει.
Ἔπειτα ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια παρέδωσε τὸ πνεῦμά του μαρτυρικὰ στὸν Θεό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Δι’ ὀμφὴς οὐρανίου πιστωθεὶς πρὸς τὰ κρείττονα, τοὺς τῆς εὐσεβείας ἀγῶνας, ἀπτοήτως διέδραμες· καὶ ὤφθης τοῦ Σωτῆρος κοινωνός, ἀθλήσας Μάρτυς Σώζων ἀνδρικῶς· διὰ τοῦτο διασώζεις ἐκ πειρασμῶν, τοὺς πίστει προσιόντας σοι. Δόξα τῷ παρασχόντι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Νεανίας ἄλκιμος, ὡς ἐπιστὰς τῷ σταδίῳ, στρατιώτης ἄριστος τοῦ Ζωοδότου ἐδείχθης· τούτου γάρ, τὴν δυναστείαν διεζωσμένος, ἔλυσας, τῶν παρανόμων τὰς ἐπινοίας, καὶ νομίμως ἐναθλήσας, Σῶζον θεόφρον, σώζεις τοὺς δούλους σου.
Μεγαλυνάριον.
Σώζων τοῦ Σωτῆρος ὁ ἀριστεύς, ὁ τὰς παρατάξεις, διολέσας τῶν δυσμενῶν, σῶζε τοὺς δούλους, τῆς τούτων ἐπηρείας, Χριστὸν καθικετεύων, σωθῆναι ἅπαντας.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θαυματουργός Ἀρχιεπίσκοπος Νοβογορδίας (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Εὔοδος καὶ Ὀνησιφόρος οἱ Ἀπόστολοι
Ὁ Εὔοδος ἀνήκει στὴν χορεία τῶν ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων καὶ ἔγινε ἐπίσκοπος στὴν μεγάλη Ἀντιόχεια, ὑστέρα ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο. Αὐτὸς λοιπόν, ἀφοῦ ἔγινε μεγαλόφωνος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἔλαμψε σὲ ὅλες τὶς ἀρετές, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ δὲ Ὀνησιφόρος, ἦταν χριστιανὸς οἰκογενειάρχης στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἐφέσου. Τὸν ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Β’ πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολὴ (κεφ. α’ 16 – 18). Αὐτὸς λοιπόν, ἔγινε ἐπίσκοπος Κολοφῶνος τῆς Μ. Ἀσίας καὶ διακρίθηκε στὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, τὸ ὁποῖο ὑπερασπίσθηκε μὲ ἀνδρεία μέχρι αἵματος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Εὐψύχιος ὁ Μάρτυρας
Ἀνήκει στὶς εὐσεβεῖς δόξες τῆς Καισαρείας στὴν Καππαδοκία. Ὁ πατέρας του Διονύσιος, πέθανε ἀλλὰ αὐτὸς δὲν ἀπέμεινε ὀρφανός. Κατηχήθηκε στὴ χριστιανικὴ πίστη, βαπτίστηκε καὶ ἔγινε ὑπήκοος καὶ μακαριστὸς γιὸς τοῦ οὐράνιου Πατέρα. Ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα, τὰ μοίρασε στοὺς φτωχούς.
Ζοῦσε μὲ μεγάλη ἁπλότητα καὶ ἀφιερώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν. Γι’ αὐτὸ λοιπόν, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Ἀνδριάνας (117 μ.Χ.), καταδιώχτηκε καὶ καταδικάστηκε.
Στὴν ἀρχὴ τοῦ ξέσκισαν τὰ πλευρὰ καὶ ἔτσι αἱμόφυρτο τὸν ἔριξαν στὴν φυλακή. Τελικά, ἀφοῦ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν ἀλλαξοπιστήσουν τὸν ἀποκεφάλισαν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Πέτρος τοῦ Βαθέος Ρύακος
Αὐτὸς ἦταν μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Βασιλείου τοῦ κτήτορα τῆς Μονῆς τοῦ Βαθέος Ρύακος, ποὺ μετὰ ἀπὸ αὐτὸν ἀνέλαβε τὴν ἡγουμενία. Καταγόταν ἀπὸ τὴν δεύτερη ἐπαρχία τῶν Καππαδοκῶν καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρή του εὐλάβεια καὶ τὴ θεοφιλὴ ζωή του. Ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ἀπὸ τὴν ἐπαρχία Λυκαόνων
Αὐτὸς ἔγινε μοναχὸς καὶ στὴ συνέχεια ἡγούμενος, τρίτος στὴν σειρὰ ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως τῆς Μονῆς Βαθέος Ρύακος, ποὺ βρίσκεται στὴν Τριγλία καὶ ἦταν ἀφιερωμένη στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Διαδέχτηκε τὸν Πέτρο τὸν Εὐλαβὴ ἀπὸ τὴν Καππαδοκία.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ὁσία Κασσιανή
Εἶναι ἡ γνωστὴ Κασσιανὴ ποιήτρια, ποὺ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Θεοφίλου (829 – 842). Τὴν μνήμη της δὲν ἀναφέρει κανένας Συναξαριστής. Καὶ ὅμως οἱ Κάσιοι, ἀπὸ τὴ συγγένεια τοῦ ὀνόματός της μὲ τὸ νησί τους, καθιέρωσαν τὴν μνήμη αὐτῆς τὴν 7η Σεπτεμβρίου καὶ ὁ Γεώργιος Σασσὸς ὁ Κάσιος φιλοπόνησε καὶ εἰδικὴ Ἀκολουθία, ποὺ δημοσιεύθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸ 1889 στὸ τυπογραφεῖο τῆς «Μεταρρυθμίσεως».
Τὸ παράδοξο ὅμως εἶναι, ὅτι ἡ Ἀκολουθία αὐτὴ ἀφιερώθηκε στὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο, ποὺ ὁ ἴδιος στὴν συνέχεια τὴν ἔδωσε γιὰ ἐκτύπωση στὸν Μητροπολίτη Θηβαΐδας Γερμανὸ (τὴν 1η Σεπτεμβρίου 1889) καὶ ἔτσι, ἐπισημοποιήθηκε κατὰ κάποιο τρόπο ἡ ἁγιοποίηση τῆς Κασσιανῆς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας, ὅπως τὸ ποθοῦσαν oι κάτοικοι τῆς Κάσου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr