Ομιλία στο ευαγγέλιο της Δ΄ Κυριακής του Λουκά, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ
(Λουκ. 8, 5- 15)
Μάζεψε ὅλες τίς ἀρετές
Ὅταν ἑορτάζομε τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Βασιλείου, τά ἱερά ἄσματα τῆς Ἐκκλησίας μας λένε: «Πάντων τῶν ἁγίων ἀνεμάξω τάς ἀρετάς». Ὅλων τῶν ἁγίων τίς ἀρετές, τίς μάζεψες. Τίς συγκέντρωσες στόν ἑαυτό σου.
Τί νόημα ἔχει αὐτό; Μιά ἀρετή νά ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος σωστά, πηγαίνει στόν Παράδεισο ἐν δόξῃ. Παίρνει ἀπό τόν Θεό χαρίσματα μεγάλα. Γίνεται εὐάρεστος στό Θεό καί ἀγαπητός στούς ἀνθρώπους. Γιά φανταστεῖτε τί μεγάλος πλοῦτος εἶναι, νά συγκεντρώνει κανείς στό πρόσωπό του, ὄχι μιά ἀρετή ἀλλά πολλές ἀρετές.
Ἀρετή, δέν σημαίνει κάποια ἰδιότητα. Σημαίνει κατ’ ἀρχήν καί κατά κύριο λόγο ἕνα ποταμό χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί μόνο ἡ χάρη καί ἡ δύναμη καί ὁ φωτισμός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κάνουν τόν ἄνθρωπο νά θέλει καί νά μπορεῖ νά πολεμήσει ἐναντίον τῶν τάσεων, ὀρέξεων, ἐπιθυμιῶν, στραβοπατημάτων τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Καί νά πάρει τήν ἀπόφαση δυναμικά καί ἡρωικά νά πολεμήσει ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ του, γιά νά καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του καί νά ἀποκτήσει τίς μεγάλες ἀρετές.
Οἱ ἄνθρωποι ἀλλάζουν· οἱ πέτρες ὄχι
Ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός, θέλοντας νά μᾶς δείξει τί εἶναι οἱ ἀρετές, ἀλλά καί πῶς ἀποκτῶνται, μέ τόν χαριτωμένο τρόπο πού δίδασκε, τόν γεμᾶτο ἁπλότητα καί σαφήνεια, εἶπε τήν παραβολή τοῦ σπορέως.
Κάποια φορά ἕνας ἄνθρωπος πῆγε στό χωράφι του νά σπείρει.
Ἐκεῖ, ἔκανε ἕνα ἁπλό ἔργο. Μιά πολύ ἁπλή δουλειά. Σκόρπιζε σπόρους στή γῆ. Ἀλλά τόν σπόρο τόν πέταγε ἁπλόχερα. Ἄλλος ἔπεσε σέ γῆ καλή, μέσα σέ καλό χωράφι, ἄλλος σέ ἀγκάθια, ἄλλος σέ πέτρες κοκ.
Καί ἔτσι ἄλλος καρποφόρησε καί ἄλλος χάθηκε.
Τί θέλει νά πεῖ ἡ παραβολή; Γιατί εἶπε ὁ Χριστός, ἕνα μέρος ἀπό τόν σπόρο ἔπεσε σέ γῆ καλή καί καρποφόρησε. Καί ἄλλο ἔπεσε σέ πέτρες καί σέ ἀγκάθια. Καί τό ὁποῖο ἔστω καί ἄν βλάστησε δέν καρποφόρησε, ἀλλά κατεστράφη. Ξέρομε ὅλοι ὅτι τά χωράφια ἔχουν αὐτές τίς διαφορές, τίς ἑτερομορφίες. Ἀλλά οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ὅλοι καί αὐτιά καί μάτια καί καρδιά καί μυαλό.
Ξέρομε ἀκόμη ὅτι τό χωράφι μπορεῖ νά μήν παίρνει καλλιέργεια. Γιατί ὅταν πέσεις ἐπάνω σέ πέτρα, τί μπορεῖς νά κάνεις; Καί ἡ πέτρα τί νά κάνει;
Ἀλλά δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος νά εἶναι πέτρα καί ἄλλος πού νά εἶναι γῆ καθαρή, ἐπειδή ἔτσι φτειάχτηκε καί δέν ἀλλάζει.
Ἡ Ἁγία Γραφή, κάνει ἕνα παραλληλισμό. Ὑπάρχουν λέγει κάποια θηρία, ἀλεποῦδες, ἀρκοῦδες, βόδια, ὀχιές κλπ. Μέ ὅλα αὐτά τά θηρία, ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού μοιάζουν. Καί εἶναι στή συμπεριφορά τους, ἄλλοι λιοντάρια, ἄλλοι τσακάλια, ἄλλοι τίγρεις, ἄλλοι ὀχιές κτλ.
Ἀλλά, ἐνῶ τά θηρία μένουν γιά πάντα θηρία καί δέν ἀλλάζουν, γιατί ἔτσι τά ἔφτειαξε ὁ Θεός, μέ τούς ἀνθρώπους δέν συμβαίνει τό ἴδιο. Ὑπάρχει ἐνδεχόμενο ὁ ἄνθρωπος θηρίο, λύκος, λιοντάρι, μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἄν πέσει στήν καρδιά του, νά γίνει τό καλύτερο καί ἡμερότερο ἀρνάκι.
Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀκολασίας ὅπως ἦταν ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, νά γίνει ὁ σεμνότερος τοῦ ἄνθρωπος τοῦ κόσμου.
Καί τό ἁρπακτικό ὄρνεο, νά γίνει ὁ πιό εὔσπλαγχνος καί ἐλεήμων καί μεταδοτικός.
Γι' αὐτό ἀκριβῶς ἔλεγε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, βγῆκε ὁ σπορέας νά σπείρει τόν σπόρο, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὄχι σέ φυσικές πέτρες καί σέ ἀγκάθια, ἀλλά σέ μιά γῆ πνευματική. Πού μπορεῖ νά εἶναι καί πέτρες καί ἀγκάθια. Μπορεῖ νά εἶναι καί εὔφορη γῆ. Ἀλλά ὁπωσδήποτε εἶναι νοητή, πνευματική γῆ. Ὄχι ἀπό τήν φύση της γόνιμη ἤ ἄγονη, ἀλλά ἀπό τήν διάθεση τήν ἐσωτερική τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία δέν εἶναι σταθερή, ἀλλά ἀλλοιώνεται καί διορθώνεται.
Νά καλλιεργοῦμε τήν ψυχή μας
Χρειάζεται λοιπόν, νά καλλιεργήσει κανείς τήν ψυχή του.
Γιατί αὐτό εἶναι πού μετρᾶ.
Καί συνεχίζει ἡ παραβολή. Ἐκεῖ λέγει πού ἔπεσε ὁ σπόρος, ἀλλοῦ δέν ἔκανε καρπό καθόλου. Ἀλλοῦ ἔκανε τό ἕνα 30, ἀλλοῦ τό ἕνα 60 καί ἀλλοῦ τό ἕνα 100. Τί εἶχε σημασία;
Ἡ πρόθεση, ἡ διάθεση, ἡ ἐσωτερική καλλιέργεια, ἡ ὁποία χρειάζεται καί πρέπει νά γίνει. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά προσφέρει τόν ἑαυτό του γῆ καλή, στό Θεό. Καί νά προσπαθεῖ νά κάνει τόν ἑαυτό του γῆ ὅσο μπορεῖ πιό καλή. Ἄς ξέρομε, ὅτι Κύριος τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς μας εἶναι ὁ Θεός. Καί ἀκόμη εἶναι Κύριος τῆς αἰωνιότητος στήν ὁποία εἴτε τό θέλομε εἴτε δέν τό θέλομε, ἀφοῦ ἔτσι πλαστήκαμε, θά πᾶμε.
Γι' αὐτό τό παραγματικό συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἐξυπνάδα του, ἡ σοφία του, εἶναι νά ἀγωνίζεται νά εἶναι εὐάρεστος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος αὐτό τό ξεχνάει καί τό ρίχνει ἀλλοῦ, λέγοντας ὅτι εἶναι σοφός, ἤ κάνοντας τόν ἔξυπνο, δέν εἶναι παρά ἕνας ἀνόητος. Πού θυσιάζει γιά τά πρόσκαιρα τά αἰώνια. Γιά τά φθαρτά τά ἄφθαρτα. Γιά τά ἐπίγεια τά ἐπουράνια.
Πῶς ὅμως θά μπορέσομε νά κάνομε καρπό; Καί πόσο καρπό;
Μά τό εἶπε ὁ Χριστός, τό ἕνα νά τό κάνομε ἑκατό. Εἶναι δυνατόν, γιατί κάποιο ἐκλεκτό κομμάτι γῆς ἔκανε τό ἕνα ἑκατό, καί αὐτός πού σπέρνει, δέν τό κάνει γιά χόμπυ, γιά νά κοπιάζει ἄδικα, ἀλλά γιατί περιμένει νά μαζέψει πολύ καρπό.
Ἔτσι καί ὁ ἐπουράνιος σπορέας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός σπέρνοντας τόν λόγο του στή γῆ, στή γῆ τῶν ψυχῶν μας, θέλει νά ἐσοδεύσει καρπό εἰ δυνατόν τό ἕνα ἑκατόν. Καί ὅσο περισσότερο καρπό κάνει ἕνας ἄνθρωπος, τόσο περισσότερο τόν εὐαρεστεῖ. Γι' αὐτό καί ὅταν λέμε τό τροπάριο «πάντων τῶν ἁγίων ἀνεμάξω τάς ἀρετάς, πατήρ ἡμῶν Βασίλειε» εἶναι σάν νά τοῦ λέμε: «Τά μάζεψες ὅλα, κοπίασες πολύ. Μάζεψες ὅλες τίς ἀρετές καί τίς ἔκανες τό ἕνα ἑκατό. Ἔδωσες ἑκατονταπλάσιο καρπό». Αὐτό πού περίμενε ὁ Χριστός. Χαρά καί τιμή τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά καί χαρά καί τιμή δική σου. Καί χαρά καί τιμή τοῦ ἀνθρώπινου γένους πού δέν μπορεῖ πιά νά κρύβεται πίσω ἀπό τήν μύτη του καί νά λέει: «Μά εἶναι δυνατόν νά πετύχει κανείς τέτοια πράγματα;»
Ὁμοιοπαθεῖς μέ ἐμᾶς εἶναι οἱ ἅγιοι. Σάρκα καί ὀστά ἔχουν ὅπως ὅλοι. Γι' αὐτό εἶναι ὑπόδειγμα γιά μᾶς.
Τό ἐρώτημα εἶναι: Ἐμεῖς τί θά κάνομε γιά νά μιμηθοῦμε τούς ἁγίους; Γιά νά φέρομε καρπό πολύ;
Οἱ πηγές τῶν ὑδάτων
Τά πράγματα εἶναι ἁπλά. Ὁ προφήτης Δαυΐδ λέει στόν πρῶτο ψαλμό τά ἑξῆς ὡραῖα λόγια: «Μακάριος ἀνήρ ὅς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καί ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐ ἔστη καί ἐπί καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθησε». Καλότυχος ὁ ἄνθρωπος πού δέν εἶχε ποτέ πᾶρε-δῶσε μέ τίς παληανθρωπιές καί μέ τίς ἁμαρτίες. «Μακάριος ἀνήρ ὅς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν». Δέν ἔκατσε νά κουβεντιάσει μέ ἄλλους, γιά τό πῶς θά κάνει τό ὁποιοδήποτε κακό. «Καί ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐ ἔστη». Καί ὅταν ἔβλεπε παληοπαρέες προτιμοῦσε νά φεύγει μακρυά. «Καί ἐπί καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθησε».
«Καί ἔσται», ὁ ἄνθρωπος αὐτός, «ὡς τό ξύλον τό πεφυτευμένον παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων». Συνήθως ὅταν βρισκόμαστε στήν κρίσιμη κατάσταση, τότε πού θά ἔπρεπε νά ἀγωνιστοῦμε γιά νά καθαρίσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό τά ζιζάνια καί ἀπό τίς πέτρες, δικαιολογούμαστε γιά τό ὅτι δέν κάνομε προκοπή στίς ἀρετές καί λέμε: «ἐγώ εἶμαι ἔτσι, ἐγώ ἔχω ἐκεῖνα τά προβλήματα, ἐγώ βρίσκομαι σ’ αὐτές τίς καταστάσεις καί σ’ αὐτές τίς δεσμεύσεις». Ἀλλά πάντοτε μποροῦμε νά καθαρίσομε τόν ἑαυτό μας ἤ κόβοντας κάτι πού βλάπτει τήν ψυχή μας ἤ κόβοντας τόν ἑαυτό μας ἀπό κάτι πού κολακεύει τήν φιλαυτία μας. Ἀρκεῖ νά τό θέλομε.
Ἄν τό κάνομε, θά εἴμαστε: «ὡς τό ξύλον τό πεφυτευμένον παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων». Τί κάνει τό ξύλο, τό δένδρο πού εἶναι φυτευμένο στίς «διεξόδους τῶν ὑδάτων»;
Δέν διψάει ποτέ.
Ρουφάει ἀπό τίς ρίζες του συνεχῶς νερό. Καί εἶναι, ὅταν πρέπει νά εἶναι, καταπράσινο. Γεμᾶτο ἀπό ἀπό φύλλα, γεμᾶτο ἀπό λουλούδια. Καί κάνει καρπό. Τό βλέπει κανείς καί χαίρεται. Νά λοιπόν πώς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά προχωρήσει πνευματικά. Πρέπει νά φροντίσει φυτευτεῖ «παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων».
Τό δένδρο, ἤ φυτρώνει μοναχό του, ἤ τό φυτεύει κάποιος κοντά στίς «διεξόδους τῶν ὑδάτων». Ὁ ἄνθρωπος, θά φυτεύσει μόνος του τόν ἑαυτό του στίς διεξόδους τῶν ὑδάτων.
Ἀλλά ποιές εἶναι αὐτές οἱ «διέξοδοι τῶν ὑδάτων»;
Τόπος πού ρέει τό ὕδωρ, τό νερό τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ ἁγία Ἐκκλησία. Μέσα σ’ αὐτόν τόν ἱερό τόπο, Παράδεισο ἐπίγειο, ἔτσι τό λένε ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες, πρῶτα ἀπ' ὅλα γίνεται ἡ Θεία Λειτουργία. Καί ρέει ὄχι ἁπλῶς νεράκι, ἀλλά ρέει τό αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο μᾶς καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτία καί κάθε ρύπο καί μᾶς δίνει τό ἐφόδιο τῆς ζωῆς τῆς αἰωνίου καί τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν. Τί περισσότερο νά ἐπιθυμήσει κανείς; Καλύτερο ἐφόδιο γιά τή ζωή καί ἰσχυρότερη δύναμη κανείς δέν μπορεῖ νά βρεῖ.
Νά ἐπαναλάβομε τά λόγια τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού πρέπει νά σφραγίζουν τήν σκέψη μας καί τήν πορεία μας:
«Χωρίς τήν Θεία Κοινωνία ὁ ἄνθρωπος μπροστά στόν διάβολο εἶναι, λαγός μπροστά στό λιοντάρι. Τόσο τιποτένιος καί τόσο μηδαμηνός. Μέ τήν Θεία Κοινωνία τά πράγματα ἀντιστρέφονται. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται λιοντάρι καί ὁ διάβολος γι' αὐτόν λαγός. Ὅταν τόν βλέπει, τόν ἄνθρωπο πού ἔχει πιεῖ τό τίμιο αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἔχει φάγει τό σῶμα του τρέμει. Ὅπως τρέμει ὁ λαγός καί τό ἀρνάκι ὅταν ἀκούσει τήν φωνή τοῦ λιονταριοῦ. Πόσο ἀδικεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του ὅταν δέν φροντίζει νά κοινωνεῖ τό ἅγιο σῶμα καί τό τίμιο αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Ἄς φανταστοῦμε λοιπόν πόση δύναμη παίρνει ὁ ἄνθρωπος· δύναμη ζωῆς αἰωνίου, δύναμη ἐναντίον τοῦ κακοῦ, δύναμη γιά νά ἐπιτύχει ὅλες τίς ἀρετές, ὅταν μπαίνει στήν Ἐκκλησία καί φυτεύει τόν ἑαυτό του στόν τόπο πού ρέει τό ὕδωρ τό ζῶν.
Ἀνυπολόγιστη ἡ ἀμοιβή
Ζοῦμε μέσα στόν κόσμο, συναναστρεφόμαστε, συναλλασσόμαστε καί ἔχομε γνωστούς καί φίλους. Ἀλλά κάθε μέρα καί κάθε στιγμή πρέπει νά πολλαπλασιάζομε τήν πνευματική μας καρποφορία, φερόμενοι σέ ὅλα μέ σεμνότητα, μέ γλυκό λόγο, μέ ἐντιμότητα μέ εἰλικρίνια μέ καλωσύνη, μέ εὐσπλαγχνία, μέ καθαρότητα καρδιᾶς.
Πῶς θά τό πετύχομε; Ὅσο πιό πολύ μένει κανείς ἑνωμένος μέ τόν Χριστό, τόσο περισσότερο παίρνει τή ζωή τοῦ τοῦ Χριστοῦ, τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ καί τήν διοχετεύει, συνεχῶς στά ἔργα του καί στίς ἐκδηλώσεις του. Καί ἔτσι φέρει καρπόν πολύν.
Μένει κανείς ἑνωμένος μέ τόν Χριστό, ὅταν κάνει προτεραιότητα στή ζωή του τόν Χριστό, τήν αἰώνια ζωή τήν ὁποία μᾶς δίδαξε καί τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος τό θέσει αὐτό προτεραιότητα, ἔχει σκάψει τό χωράφι του. Ἔχει βγάλει τά ἀγκάθια καί ἔχει πετάξει τίς πέτρες. Ἀπό κεῖ καί πέρα, θά συνεχίζει βέβαια νά καλλιεργεῖ μέχρι πού νά κλείσει τά μάτια του, τό χωράφι τῆς ψυχῆς του.
Θά τό καλλιεργεῖ ὅλο καί καλύτερα, ὅλο καί περισσότερο, ἀλλά καί θά φέρει ὅλο καί περισσότερο καρπό.
Τά λόγια τά ὁποῖα ἀκοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι θεωριές. Δέν εἶναι γιά κείνους πού ἔχουν ὄρεξη νά κάτσουν νά διαβάζουν σοφά καί δυσερμήνευτα πράγματα. Εἶναι γιά ὅλους ζωή καί ἀνάσταση. Γι' αὐτό λοιπόν ἄς ἀγωνιστοῦμε καί ἐμεῖς νά ἀποκτήσομε πρῶτα κάποια, μετά μιά ἄλλη καί στό τέλος περισσότερες ἀρετές. Γιατί ὅπως εἶπε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός στήν παραβολή τῶν ταλάντων, ὅταν ἕνας ἀγωνιστεῖ καί κάνει τό ἕνα δύο, θἄχει τεράστια καί ἀνυπολόγιστη ἀμοιβή.
Γιά φαντασθεῖτε τί ἀμοιβή ἔχει νά δώσει ὁ φιλόψυχος καί γενναιόδωρος καί πλουσιοπάροχος Θεός σέ κεῖνον πού θά κάνει ὄχι τό ἕνα δύο, ἀλλά τό ἕνα τριάντα, τό ἕνα ἑξῆντα καί τό ἕνα ἑκατό.
Καί ἄν τό ἐμπόριο γιά ἐπίγεια καί γιά φθαρτά τό ἐπιδιώκουμε καί τά κέρδη μᾶς γεμίζουν χαρά, γιά νά φαντασθεῖτε τί σημαίνει ἐμπόριο στά πνευματικά. Γι' αὐτό καί διαβάζομε μέσα στά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τά λόγια γιά κάποιον ἅγιο: «Ἔγινες μεγαλέμπορος». Ἔκανες τό πιό μεγάλο ἐμπόριο τοῦ κόσμου. Καί ἐπέτυχες τά κέρδη, ἀμύθητα κέρδη μέ τήν διακονία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.
Νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Κύριος νά κάνομε κάτι, ὅτι μποροῦμε περισσότερο γιά νά εὐαρεστήσομε τόν Θεό καί νά κερδίσομε τήν αἰώνια ζωή καί ἀνταμοιβή. Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στόν Ἅγιον Βασίλειον Πρεβέζης τήν 31/12/1995