(9-4-2017)

Κυριακή των Βαΐων

Αποστόλος προς Φιλιπ. δ΄ (4-9)

Πρωτότυπο κείμενο

Αδελφοί, χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. Ὁ Κύριος ἐγγύς. Μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ’ ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν. Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, να χαίρεστε πάντοτε με τη χαρά που δίνει η κοινωνία με τον Κύριο. Θα το πω και πάλι: να χαίρεστε. Σ΄ όλους να δείχνετε την καλοσύνη σας. Ο Κύριος έρχεται σύντομα. Για τίποτε να μην σας πιάνει άγχος, αλλά σε κάθε περίσταση τα αιτήματά σας να τα απευθύνετε στον Θεό με προσευχή και δέηση, που θα συνοδεύονται από ευχαριστία. Και η ειρήνη του Θεού, που είναι ασύλληπτη στο ανθρώπινο μυαλό, θα διαφυλάξει τις καρδιές και τις σκέψεις σας κοντά στον Ιησού Χριστό. Τέλος, αδερφοί μου, ότι είναι αληθινό, σεμνό, δίκαιο, καθαρό, αξιαγάπητο, καλόφημο, ότι έχει σχέση με την αρετή και είναι άξιο επαίνου, αυτά να έχετε στο μυαλό σας. Αυτά που μάθατε, παραλάβατε κι ακούστε από μένα, αυτά που είδατε σ΄ εμένα, αυτά να κάνετε κι εσείς. Και ο Θεός που δίνει την ειρήνη θα είναι μαζί σας.

Εισαγωγικά

Η αρχαία μακεδονική πόλη των Φιλίππων, ήταν Ρωμαϊκή αποικία, καθώς σημειώνει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (Πραξ.16,22). Προς αυτή γράφει ο Απ. Παύλος από τη Ρώμη κατά την διάρκεια της πρώτης φυλακίσεως του. Η προς Φιλιππησίους επιστολή, χαρακτηρίζεται ως η πλέον προσωπική και τρυφερή επιστολή, ενώ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η επιστολή της χαράς, αφού η χαρά αποτελεί ένα από τα κεντρικά θέματα στα οποία αναφέρετε.

Πορεία προς το Πάθος

«Χαίρε και ευφραίνου πόλις Σιών, τέρπου και αγάλλου η Εκκλησία του Θεού..» Βρισκόμαστε στη έκτη Κυριακή της Μεγάλης Σαρακοστής, τη Κυριακή των Βαΐων. Από σήμερα ο Χριστός πορεύεται εκούσια προς το πάθος του. Τα όσα πρόκειται να συμβούν τις επόμενες μέρες, τα πάθη του Κυρίου και ο θάνατος του στο Σταυρό,  σίγουρα προξενούν θλίψη στις καρδιές μας.             Ωστόσο τα πάθη του Κυρίου ήταν αυτά που οδήγησαν στην Ανάσταση του. Γι’ αυτό και στην πορεία προς τον Γολγοθά δεν κυριαρχεί η θλίψη και η απόγνωση, αλλά η ελπίδα και η χαρά, διότι με τον θάνατο του ο Χριστός κατήργησε το κράτος του θανάτου. Δικαιολογημένα λοιπόν ο απόστολος Παύλος στο σημερινό ανάγνωσμα, μας καλεί να έχουμε χαρά. Όχι κοσμική αλλά υπερκόσμια χαρά. Χαρά που πηγάζει από τον ίδιο τον Χριστό και θεμελιώνεται στο γεγονός ότι  ο Χριστός σε λίγο θα είναι κοντά μας. Η Eκκλησία φρόντισε καθ’ όλη τη διάρκεια του Τριωδίου, μέσα από τις προκαταρτικές Κυριακές και το πλούσιο πνευματικό θησαυρό της υμνογραφίας της Μεγάλης Σαρακοστής, να μας βοηθήσει να καταλάβουμε τις βασικές αρετές της χριστιανικής ζωής, για να κατανοήσουμε το μυστήριο της σταυρικής θυσίας, και να νιώσουμε έτσι την ανάγκη της απαλλαγής από τα διάφορα πάθη και τις αδυναμίες μέσα από ένα εσωτερικό αυτοέλεγχο, για να μπορέσουμε έτσι να βιώσουμε πραγματικά Ανάσταση στις καρδιές μας.

«Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε»

Ο απόστολος Παύλος μας καλεί όλους να χαιρόμαστε «εν Κυρίω». Πνευματικός καρπός του Αγίου Πνεύματος η χαρά. Μόνο με τον Κύριο μπορεί να είναι κανείς πραγματικά χαρούμενος. Διότι η χαρά την οποία αναφέρει εδώ, δεν προκαλείται από γήϊνες και κοσμικές απολαύσεις. Αυτή η χαρά όσο αθώα και να είναι, δεν διαρκεί παρά ελάχιστο.  Ο χριστιανός πρέπει «πάντοτε» να χαίρετε, δηλαδή και σε ώρες θλίψεων και δοκιμασιών. Για την ανθρώπινη λογική κάτι τέτοιο φαίνεται αδιανόητο. Κι όμως, μόνο αν αφήσουμε κάθε μας πρόβλημα και κάθε βιοτική μέριμνα και ανησυχία μας στα χέρια του Θεού, κι αποδεχθούμε την αγάπη, τη ζωή του, εφαρμόζοντας τις εντολές του, τότε πραγματικά μπορούμε να βιώσουμε τη χαρά του Χριστού που είναι και η σωτηρία μας. Η αληθινή χαρά και η ειρήνη του Χριστού είναι μια πνευματική πραγματικότητα, που δεν εξαρτάται από τις δυσμενείς συνθήκες του βίου, αλλά εκδηλώνεται ως επιείκεια και καλοσύνη προς κάθε συνάνθρωπο μας.

« Ο Κύριος εγγύς»

Πώς να μην χαίρονται οι χριστιανοί, διερωτάται κανείς, αφού ο καιρός της δοκιμασίας είναι πολύ μικρός σε σχέση με την απέραντη αιωνιότητα; Ο καιρός της απελευθέρωσης πλησιάζει: «ο Κύριος εγγύς». Ο Κύριος έρχεται σύντομα. Η προσδοκία μας αυτή, είναι το θεμέλιο της ζωής μας καθημερινά, με την οποία φωτίζεται η συμπεριφορά μας προς τους άλλους. Ο απόστολος των εθνών με την αναφορά του,  εννοεί εδώ δύο πράγματα: α)  ότι ο Χριστός θα έλθει σύντομα με την Δευτέρα Παρουσία του «ως κλέπτης εν νυκτί» και  β)  ότι θα πάμε εμείς σε αυτόν με τον  θάνατο μας, που μπορεί να συμβεί σε κάθε στιγμή. Πλησιάζει λοιπόν η ώρα που θα παρουσιαστούμε ενώπιον του δικαιοκρίτη Χριστού. Έχουμε ανάγκη την επιείκεια και το έλεος του. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος μας προτρέπει να είμαστε επιεικής με τους συνανθρώπους μας, ακόμη και με  αυτούς που μας έβλαψαν: «Το επιεικές υμών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις».

«Μηδέ μεριμνάτε»

Εφ’ όσον ο Κύριος είναι «εγγύς», μας προτρέπει επιπλέον να μην μεριμνούμε για τις ανάγκες του παρόντα βίου. Ο χριστιανός γνωρίζει ότι η ζωή θα βρει την πληρότητα της μόνο κοντά στο Θεό και στην Βασιλεία του, γι’ αυτό και οι βιοτικές μέριμνες παραμερίζονται. Η φράση του Αποστόλου των εθνών «μηδέ μεριμνάτε», μας φέρνει αβίαστα στο μυαλό το «μη μεριμνάτε» του Χριστού: «Mη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότε­ρο από το ντύσιμο;» (Μτθ. 6, 25). Αυτό δεν σημαίνει όμως και αδιαφορία για την παρούσα ζωή. Η σταθερότητα της σχέσης μας με το Χριστό εξαρτάται, από το πόσο ελευθερία έχουμε στη ψυχή μας. Συνήθως πλησιάζουμε το Χριστό ελπίζοντας ότι θα τον έχουμε βοηθό στη επίλυση των διαφόρων προβλημάτων μας. Αυτός ο σκοπός δεν θεωρείται κατ’ αρχή κακός, είναι μάλιστα μια πράξη που προϋποθέτει πίστη στη δύναμη και την αγάπη του Θεού. Ο Χριστός όμως δεν θέλει να έρθει στη ζωή μας σαν διάκονος των θελημάτων μας, γιατί αυτό δεν μας σώζει. Και όταν ζητάμε λύση στα προβλήματα που μας ταλαιπωρούν, αυτός δρα ανάλογα με την πίστη μας και σύμφωνα με το αληθινό μας συμφέρον, το οποίο μπορεί μερικές φορές να είναι αντίθετο με τις επιθυμίες μας. Γι’ αυτό αμέσως  μετά ο Απ. Παύλος  μας συμβουλεύει πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα και τις ανάγκες μας:  «εν παντί τη προσευχή και τη δεήσει μετά ευχαριστίας τα αιτήματα υμών γνωρίζει πρώτον τον Θεώ». Για όλα και πάντοτε να καταφεύγουμε στον Θεό, προς τον οποίο να απευθύνουμε τα αιτήματα μας με προσευχή και δέηση, που θα συνοδεύεται από ευχαριστία. Αυτός είναι και ένας επιπλέον λόγος γιατί να μην μας καταβάλουν οι βιοτικές μέριμνες.

 Εμείς οι χριστιανοί ζούμε την κοινωνία του Θεού μέσα την Εκκλησία. Ο Θεός αποτελεί για εμάς ασφάλεια και ελπίδα. Όλα λύνονται με την βοήθεια του παντοδύναμου Θεού. Πολλές φορές όμως το στοιχείο της ευχαριστίας απουσιάζει από την προσευχή μας, κάτι που ασφαλώς συνιστά αχαριστία προς τον Κύριο. Γι’ αυτό η προσευχή μας κατά τον κορυφαίο Απόστολο  πρέπει να είναι και δέηση, αλλά και ευχαριστία. Εφαρμόζοντας ο χριστιανός τα πιο πάνω είναι φυσικό και επόμενο να φρουρεί την καρδιά του και την διάνοια του η ειρήνη του Θεού. Η λέξη «ειρήνη» σημαίνει εδώ την δύναμη. Μας φρουρεί και μας ενισχύει η δύναμη του Θεού. Ιδιαίτερα όμως φρουρεί τα δύο ευαίσθητα, από δαιμονικές επιθέσεις, σημεία της υπάρξεως μας, την καρδία και την διάνοια.

«Ταύτα λογίζεσθε, ταύτα πράσσετε»

Ο χριστιανός προσβλέπει στην ανέσπερο Βασιλεία των Ουρανών. Ζει με αυτή την προσδοκία. Γνωρίζει ότι ο Κύριος σύντομα έρχεται. Κληρονόμοι της Βασιλείας αυτής θα είναι όσοι ρυθμίζουν την ζωή τους σύμφωνα με τα παραγγέλματα του Χριστού. Και ποια είναι αυτά; Ο απόστολος των εθνών λίγο προτού κλείσει την επιστολή του, τα συνοψίζει: «όσα είναι αληθινά, σεμνά, δίκαια, καθαρά, αξιαγάπητα, καλόφημα, όσα έχουν σχέση με την αρετή και είναι άξια επαίνου, αυτά να έχετε στο μυαλό σας». Αυτά όλα, που θα μπορούσαν να καλυφθούν κάτω από τον όρο «αρετές», μας καλεί ο απόστολος Παύλος να τα έχουμε διαρκώς στο μυαλό μας και να τα μελετούμε.

Ο χριστιανός όμως δεν πρέπει να μένει στην θεωρία, αλλά να προχωρεί στην πράξη. Οι καθαρές σκέψεις, οι καλοί λογισμοί, οι αγνές και άγιες προθέσεις δεν αρκούν. Στόχος μας πρέπει να είναι η εξωτερίκευση τους, να γίνουν δηλαδή ενέργειες και πράξεις. Γι’ αυτό ο Παύλος συνεχίζει και λέει: «Αυτά που μάθατε, παραλάβατε κι ακούστε από μένα, αυτά που είδατε σ΄ εμένα, αυτά να κάνετε κι εσείς». Οι σκέψεις μεταφράζονται σε ζωή. Οι λογισμοί σε πράξεις. Το «ταύτα λογίζεσθε» σε «ταύτα πράσσετε». Οι χριστιανοί των Φιλίππων στους  οποίους απευθύνεται ο απόστολος Παύλος, όχι μόνο διδάχθηκαν το Ευαγγέλιο από ίδιο, άλλα είχαν μπροστά τους και το λαμπρό παράδειγμα του. Είχαν λοιπόν το ζωντανό παράδειγμα του πνευματικού τους πατέρα και ηγέτη, το οποίο και καλούνται να μιμηθούν.

Επίλογος

Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα αποτελεί μία ακόμη υπενθύμιση από την Εκκλησία μας ότι ο Κύριος είναι «εγγύς». Ο Χριστός μπορεί να έρθει σε κάθε στιγμή, για να κρίνει «ζώντας και νεκρούς». Καλούμαστε λοιπόν να μην μεριμνούμε για τα πράγματα του κόσμου τούτου, αλλά να έχουμε στο μυαλό μας ένα μόνο πράγμα: την Βασιλεία του Θεού. Αν θέλουμε να γίνουμε πολίτες της Βασιλείας αυτής, είναι αναγκαίο να εναρμονίσουμε την ζωή μας με τις ευαγγελικές εντολές. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να αποκτήσουμε και εμείς την ειρήνη του Θεού και την πραγματική χαρά. Ευτυχισμένοι λοιπόν και τρισμακάριοι, όσοι μπορέσουν να αφήσουν τις βιοτικές τους μέριμνες, αυτές τις ημέρες, κι αρχίσουν από τώρα την ευλογημένη πορεία δίπλα στον πορευόμενο προς το Πάθος Χριστό. «Δεύτε ουν και ημείς, συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν, και νεκρωθώμεν δι’ αυτόν, ταις του βίου ηδοναίς», «ίνα μη μείνωμεν έξω του νυμφώνος Χριστού». Καλή Ανάσταση!

(9-4-2017)

Κυριακή των Βαΐων

Ευαγγέλιον κατά Ιωάννη 12 (1 – 18),

Πρωτότυπο Κείμενο

Προ έξ ημερών του πάσχα ήλθεν εις Βηθανίαν, όπου ην Λάζαρος ο τεθνηκώς, ον ήγειρεν εκ νεκρών. Εποίησαν ουν αυτώ δείπνον εκεί, και η Μάρθα διηκόνει· ο δε Λάζαρος εις ην εκ των ανακειμένων συν αυτώ. Η ουν Μαρία, λαβούσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικής πολυτίμου, ήλειψε τους πόδας του Ιησού και εξέμαξε ταις θριξίν αυτής τους πόδας αυτού· η δε οικία επληρώθη εκ της οσμής του μύρου. Λέγει ουν εις εκ των μαθητών αυτού, Ιούδας Σίμωνος Ισκαριώτης, ο μέλλων αυτόν παραδιδόναι. Διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχοίς; Είπε δε τούτο ουχ ότι περί των πτωχών έμελεν αυτώ, αλλ’ ότι κλέπτης ην, και το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν. Είπεν ουν ο Ιησούς· Άφες αυτήν, εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό. Τους πτωχούς γαρ πάντοτε έχετε μεθ’ εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε. Έγνω ουν όχλος πολύς εκ των Ιουδαίων ότι εκεί εστί, και ήλθον ου διά τον Ιησούν μόνον, αλλ’ ίνα και τον Λάζαρον ίδωσιν ον ήγειρεν εκ νεκρών. Εβουλεύσαντο δε οι αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι’ αυτόν υπήγον των Ιουδαίων και επίστευον εις τον Ιησούν. Τη επαύριον όχλος πολύς ο ελθών εις την εορτήν, ακούσαντες ότι έρχεται Ιησούς εις Ιεροσόλυμα, έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ, και εκραύγαζον· «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, βασιλεύς του Ισραήλ». Ευρών δε ο Ιησούς ονάριον εκάθισεν επ’ αυτό, καθώς εστί γεγραμμένον· Μη φοβού, θύγατερ Σιών· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλον όνου. Ταύτα δε ουκ έγνωσαν οι μαθηταί αυτού το πρώτον, αλλ’ ότε εδοξάσθη ο Ιησούς, τότε εμνήσθησαν ότι ταύτα ην επ’ αυτώ γεγραμμένα, και ταύτα εποίησαν αυτώ. Εμαρτύρει ουν ο όχλος ο ών μετ’ αυτού ότε τον Λάζαρον εφώνησεν εκ του μνημείου και ήγειρεν αυτόν εκ νεκρών. Διά τούτο και υπήντησεν αυτώ ο όχλος, ότι ήκουσαν τούτο αυτόν πεποιηκέναι το σημείον.

Απόδοση

Έξι μέρες πριν από το Πάσχα ήρθε ο Ιησούς στη Bηθανία, όπου έμενε ο Λάζαρος που είχε πεθάνει και ο Ιησούς τον ανέστησε από τους νεκρούς. Ετοίμασαν, λοιπόν, εκεί για χάρη Του δείπνο, και η Mάρθα υπηρετούσε, ενώ ο Λάζαρος ήταν ένας απ’ αυτούς που παρακάθονταν μαζί με τον Iησού στο δείπνο. Tότε η Mαρία πήρε μία φιάλη από το πιο ακριβό άρωμα της νάρδου και άλειψε τα πόδια του Ιησού. Έπειτα σκούπισε με τα μαλλιά της τα πόδια του και όλο το σπίτι γέμισε από την ευωδία του μύρου. Λέει τότε ο Iούδας ο Iσκαριώτης, ένας από τους μαθητές του, αυτός που σκόπευε να τον προδώσει: «Γιατί να μην πουληθεί αυτό το μύρο για τριακόσια αργυρά νομίσματα και τα χρήματα να διανεμηθούν στους φτωχούς;» Αυτό το είπε, όχι γιατί νοιαζόταν για τους φτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέφτης και ,καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο, συχνά κρατούσε για τον εαυτό του από τα χρήματα που έβαζαν σ’ αυτό. Είπε τότε ο Iησούς: «Άφησέ την ήσυχη αυτό που κάνει είναι για την ημέρα του ενταφιασμού μου. Οι φτωχοί, πάντοτε θα υπάρχουν κοντά σας, εμένα όμως δεν θα με έχετε πάντοτε. Πλήθος πολύ από τους Ιουδαίους της πόλης, έμαθαν ότι ο Ιησούς βρίσκεται εκεί και ήρθαν για να δουν όχι μόνο αυτόν αλλά και τον Λάζαρο, που τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς. Γι’ αυτό οι αρχιερείς αποφάσισαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο, επειδή εξαιτίας του πολλοί Ιουδαίοι εγκατέλειπαν αυτούς και πίστευαν στον Ιησού. Tην άλλη μέρα, το μεγάλο πλήθος που είχε έρθει για τη γιορτή του Πάσχα, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Ιησούς στα Iεροσόλυμα, πήραν κλαδιά φοινικιάς και βγήκαν από την πόλη να τον προϋπαντήσουν κραυγάζοντας: «Δόξα στο Θεό! Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο! Ευλογημένος ο βασιλιάς του Ισραήλ! ». Ο Ιησούς είχε βρει ένα γαϊδουράκι και κάθισε πάνω του, όπως λέει η Γραφή: «Mη φοβάσαι θυγατέρα μου, πόλη Σιών να που έρχεται σε σένα ο βασιλιάς σου σε γαϊδουράκι πάνω καθισμένος». Αυτά στην αρχή δεν τα κατάλαβαν οι μαθητές του, όταν όμως ο Ιησούς ανυψώθηκε στη θεία δόξα, τότε τα θυμήθηκαν. Ό, τι είχε γράψει γι’ εκείνον η Γραφή, αυτά του έκαναν. Όλοι, λοιπόν εκείνοι που ήταν μαζί με τον Ιησού, όταν φώναξε τον Λάζαρο από τον τάφο και τον ανέστησε από τους νεκρούς, διηγούνταν αυτά που είχαν δει. Γι’ αυτό ήρθε το πλήθος να τον προϋπαντήσει, επειδή έμαθαν ότι αυτός είχε κάνει το θαυμαστό αυτό σημείο.

Η πορεία προς το Πάθος

Η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι περίοδος προετοιμασίας για το Πάσχα, γι΄ αυτό και τα ευαγγελικά αναγνώσματα των Κυριακών της περιόδου αυτής αναφέρονται στην πορεία του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα και στο επικείμενο Πάθος. Η σημερινή ευαγγελική περικοπή αναφέρεται στη θριαμβευτική είσοδό Του στα Ιεροσόλυμα. Είναι πλέον η τελευταία φορά που ο Ιησούς Χριστός εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα και κατά το θέλημα του Θεού Πατρός έρχεται «επί το εκούσιον πάθος». Η είσοδος αυτή δημιουργεί κλίμα αισιοδοξίας και ελπίδας, τόσο στο στενό κύκλο των μαθητών Του, όσο και στο συγκεντρωμένο πλήθος που ζητωκραυγάζει: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, βασιλεύς του Ισραήλ». Βεβαίως ο Ιησούς Χριστός δεν έρχεται για να λάβει κοσμική εξουσία, όπως εσφαλμένα πίστεψε ο όχλος και οι ίδιοι ακόμα οι μαθητές Του, αλλά για να εκπληρώσει το προαιώνιο σχέδιο του Θεού Πατέρα για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους.

Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας προέρχεται από το Κατά Ιωάννην ιερό ευαγγέλιο και περιλαμβάνει δυο γεγονότα. Το πρώτο είναι το δείπνο που παρατίθεται προς τιμήν του Ιησού Χριστού στο σπίτι του φίλου του Λαζάρου, τον οποίο ανέστησε από τους νεκρούς και το δεύτερο είναι η διήγηση για τη θριαμβευτική είσοδό Του στα Ιεροσόλυμα. Τα γεγονότα αυτά πραγματοποιήθηκαν, όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης, έξι μέρες πριν από το Εβραϊκό Πάσχα και το Πάθος του Ιησού Χριστού.

Κατά τη διάρκεια του δείπνου οι αδελφές του Λαζάρου Μάρθα και Μαρία διακονούσαν, η δε Μαρία άλειψε τα πόδια του Διδασκάλου με πολύτιμο μύρο, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για την ανάσταση του αδελφού της Λαζάρου. Η πράξη αυτή της Μαρίας παρεξηγείται από την φιλοχρηματία του Ιούδα, ο οποίος εκτιμά την αξία του μύρου σε 300 δηνάρια, τα οποία θα μπορούσαν να δοθούν ως ελεημοσύνη στους πτωχούς. Η απάντηση του Ιησού Χριστού είναι αποστομωτική, αλλά αποτελεί και μια πρόρρηση του επερχόμενου Πάθους: «Άφες αυτήν, εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό. Τους πτωχούς γαρ πάντοτε έχετε μεθ’ εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε». Η πράξη αυτή της Μαρίας ερμηνεύεται από τον ίδιο τον Κύριο ως η ετοιμασία του νεκρού σώματός Του για τον ενταφιασμό Του.

Η όλη ατμόσφαιρα του δείπνου αυτού με τα αντίθετα συναισθήματα, τιμής από τη μια και έχθρας από την άλλη εναντίον του Ιησού Χριστού, δημιουργούν μια πένθιμη διάσταση στο όλο σκηνικό. Μέσα στην οικία υπάρχει το αίσθημα της αγάπης, του σεβασμού και της τιμής στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Εκτός της οικίας υπάρχει ένα εχθρικό κλίμα εναντίον του Ιησού Χριστού και του Λαζάρου, το οποίο υπέθαλπαν οι αρχιερείς, οι γραμματείς και οι φαρισαίοι που ήθελαν τη θανάτωση, τόσο του Ιησού Χριστού, όσο και του Λαζάρου. Επιπλέον κατά τη διάρκεια του δείπνου και με αφορμή την άλειψη των ποδών του Ιησού Χριστού από τη Μαρία, αρχίζει να διαφαίνεται η αντίθεση μεταξύ του Διδασκάλου και του Ιούδα, ο οποίος στη συνέχεια θα τον προδώσει και θα τον οδηγήσει στη σταύρωση και θανάτωση. Η κατάκριση της πράξης αυτής από τον Ιούδα και η θέση του υπέρ των πτωχών, προμηνύει την προδοσία και τη συνεπακόλουθη θανάτωση του Ιησού Χριστού.

Από αυτό το σκηνικό, ο ευαγγελιστής μας μεταφέρει στην επόμενη μέρα και στην θριαμβευτική είσοδο του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Το πλήθος Του επιφυλάσσει θερμή υποδοχή και τον αναγνωρίζει ως προφήτη και βασιλέα. Την περίοδο αυτή η πόλη ήταν γεμάτη από προσκυνητές που είχαν έρθει από διάφορα μέρη για την εορτή του Εβραϊκού Πάσχα. Αυτό σημαίνει ότι το κήρυγμα του Ιησού Χριστού δεν περιορίζεται μεταξύ των Ιουδαίων των Ιεροσολύμων αλλά λαμβάνει παγκόσμια διάσταση. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας πληροφορεί ότι ένας από τους λόγους της θερμής αυτής υποδοχής είναι το γεγονός της ανάστασης του Λαζάρου: «Διά τούτο και υπήντησεν αυτώ ο όχλος, ότι ήκουσαν τούτο αυτόν πεποιηκέναι το σημείον». Η υποδοχή εκτός από πανηγυρικό και θρησκευτικό χαρακτήρα, λαμβάνει και πολιτική διάσταση. Ο Ιησούς Χριστός είναι πλέον στη συνείδηση του λαού ο αναμενόμενος Μεσσίας. Αυτό ακόμα και οι εχθροί του το αναγνώριζαν, γι΄ αυτό ήθελαν την εξόντωσή του γιατί έτσι εκείνοι θα εξασφάλιζαν εσαεί την θρησκευτική τους εξουσία. Πέρα όμως από την θρησκευτική αυτή αντίληψη περί του Μεσσία, το πλήθος Τον υποδέχεται έχοντας την ελπίδα μέσα του, ότι ήρθε η ώρα και ο κατάλληλος άνθρωπος του Θεού για να τους απαλλάξει από την πολιτική τους υποδούλωση στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Για τους πολλούς ο Ιησούς Χριστός είναι εκείνος που θα αναλάβει το ρόλο του επαναστάτη και θα οδηγήσει το λαό του Θεού στην απελευθέρωση και στην εγκαθίδρυση της δικής του βασιλείας.

Αντίθετα με τις επιθυμίες και βλέψεις του πλήθους για ανακήρυξή του σε βασιλέα και ελευθερωτή ο Ιησούς Χριστός δίδει μια άλλη διάσταση στην υποδοχή, γι΄ αυτό και επιλέγει να καθίσει πάνω σε ένα γαϊδούρι και να εισέλθει στην Αγία Πόλη. Εξάλλου ο ευαγγελιστής Ιωάννης σκόπιμα μας υπενθυμίζει την προφητεία του προφήτη Ζαχαρία: «Μη φοβού, θύγατερ Σιών· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλον όνου». Κάθε πράξη και ενέργειά Του είναι σύμφωνες με τις Γραφές και το προαιώνιο σχέδιο του Θεού Πατέρα για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Την ίδια στιγμή η υποδοχή λαμβάνει και εσχατολογική διάσταση, καθώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο αναμενόμενος ανά τους αιώνες μεσσιανικός βασιλιάς που έρχεται για να φέρει όχι πολέμους και διαμάχες, όπως οι κοσμικοί βασιλείς, αλλά για να φέρει την ειρήνη και την σωτηρία στο λαό του. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης ωστόσο σημειώνει και παραδέχεται ταυτόχρονα, ότι οι μαθητές δεν κατανοούσαν ακριβώς το νόημα των γεγονότων που συνέβαιναν στο Διδάσκαλό τους εκείνη τη στιγμή, αλλά το αντιλήφθηκαν μετά την Ανάστασή Του: «Ταύτα δε ουκ έγνωσαν οι μαθηταί αυτού το πρώτον, αλλ’ ότε εδοξάσθη ο Ιησούς». Η Ανάσταση είναι η πραγματική δόξα του Ιησού Χριστού και όχι η κοσμική δόξα των επίγειων βασιλέων, την οποία προσδοκούσαν να αποκτήσει, τόσο οι μαθητές του, όσο και το πλήθος.

Ο Ιησούς Χριστός πορεύεται και πάλιν στα Ιεροσόλυμα καθώς βρισκόμαστε προ των θυρών της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδας. Τα πλήθη του λαού τότε «εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ». Όπως τότε έτσι και σήμερα ο Ιησούς Χριστός θα πορευτεί το δρόμο της θυσίας και του μαρτυρίου. Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς εμείς θα Τον υποδεχτούμε και ποιά στάση θα τηρήσουμε απέναντί του; Η Εκκλησία μέσα από την σπουδαία υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδας μας διδάσκει, ότι  η Πορεία του Ιησού Χριστού προς το Πάθος είναι και δική μας πορεία. Μας καλεί η Εκκλησία να συμπορευτούμε και να συσταυρωθούμε μαζί Του, ώστε να συναναστηθούμε με Εκείνον και να γευθούμε τη χαρά και τη δόξα της Αναστάσεως που σημαίνει την σωτηρία και υιοθεσία μας από τον Θεό, δηλαδή τη μετοχή μας στην αιώνια βασιλεία Του.