13-8-2017

Κυριακή Ι΄ Επιστολών

Απόστολος προς Α’ Κορ. (δ’ 9-16)

Πρωτότυπο Κείμενο 

Ο Θεός ημάς τους αποστόλους εσχάτους απέδειξεν ως επιθανατίους, ότι θέατρον εγενήθημεν τω κόσμω, και αγγέλοις και ανθρώποις. Ημείς μωροί διά Χριστόν, υμείς δε φρόνιμοι εν Χριστώ∙ ημείς ασθενείς, υμείς δε ισχυροί∙ υμείς ένδοξοι, ημείς δε άτιμοι. Άχρι της άρτι ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν και κοπιώμεν εργαζόμενοι ταις ιδίαις χερσί∙ λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν∙ ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι. Ουκ εντρέπων υμάς γράφω ταύτα, αλλ’ ως τέκνα μου αγαπητά νουθετώ. Εάν γαρ μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, αλλ’ ου πολλούς πατέρας∙ εν γαρ Χριστώ Ιησού διά του ευαγγελίου εγώ υμάς εγέννησα. Παρακαλώ ουν υμάς, μιμηταί μου γίνεσθε. 

Απόδοση 

Μου φαίνεται όμως πως ο Θεός σ’ εμάς τους αποστόλους έδωσε την ελεεινότερη θέση, σαν να είμαστε καταδικασμένοι να πεθάνουμε στο στάδιο. Γιατί γίναμε θέαμα για τον κόσμο, για αγγέλους και γι’ ανθρώπους. Εμείς παρουσιαζόμαστε μωροί για χάρη του Χριστού, ενώ εσείς είστε σοφοί χάρη στο Χριστό∙ εμείς είμαστε αδύναμοι, ενώ εσείς είστε δυνατοί∙ εμείς είμαστε περιφρονημένοι, ενώ εσείς είστε τιμημένοι! Ως αυτή την ώρα πεινάμε, διψάμε, γυρνάμε με κουρέλια, ξυλοδαρμένοι, από τόπο σε τόπο χωρίς σπίτι, και μοχθούμε να ζήσουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Στους εμπαιγμούς απαντάμε με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σαν τα σκουπίδια όλου του κόσμου, ως αυτή την ώρα θεωρούμαστε τα αποβράσματα της κοινωνίας. Δε σας τα γράφω αυτά για να σας κάνω να ντραπείτε, αλλά για να σας συμβουλέψω όπως ο πατέρας τα αγαπημένα του παιδιά. Γιατί κι αν ακόμα έχετε χιλιάδες δασκάλους στη ζωή σας με το Χριστό, δεν έχετε πολλούς πατέρες αλλά μόνον ένα. Στη σωτήρια οικονομία του Ιησού Χριστού, εγώ σαν πατέρας σας γέννησα με το κήρυγμα του ευαγγελίου. Σας ζητώ λοιπόν να μου μοιάσετε. 

Σχολιασμός 

α) Η ζωή και το έργο των Αποστόλων 

Το έργο της διαδόσεως του Ευαγγελίου υπήρξε αφάνταστα βαρύ και επίμοχθο. Οι Απόστολοι «ως πρόβατα εν μέσω λύκων», όπως προείπε ο ίδιος ο Κύριος (Ματθ. 10,16), χρειάστηκε να κοπιάσουν πολύ και να δοκιμάσουν αναρίθμητους πειρασμούς για να μετάδώσουν το χαρμόσυνο μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας στους ανθρώπους. Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα, ο απ. Παύλος μας περιγράφει την αποστολική ζωή, το πως δηλαδή έζησαν και πόσο αγωνίστηκαν οι Απόστολοι, προσπαθώντας να σπείρουν το λόγο του Ευαγγελίου στις καρδιές των ανθρώπων και να θεμελιώσουν τις διάφορες κατά τόπους Εκκλησίες. 

Ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει τους Κορινθίους «φρόνιμους»  και «ένδοξους», ενώ αντίθετα ονομάζει τους αποστόλους «μωρούς», «ασθενείς» και «άτιμους». Θέλει με αυτό τον τρόπο να υπογραμμίσει την φιλαυτία των Κορινθίων, αλλά και να τονίσει την καταφρόνια που δοκίμαζαν οι Απόστολοι στα μάτια του κόσμου. Η συμπεριφορά του κόσμου προς τους Αποστόλους ήταν σημάδι αδυναμίας κατανόησης του ευαγγελικού τους έργου και έλλειψη κοινωνικής αναγνώρισης, γι’ αυτό και το έργο της διαδόσεως του Ευαγγελίου γινόταν ακόμα πιο δύσκολο για τους Αποστόλους. 

«Δοκώ γαρ ότι ο Θεός ημάς τους αποστόλους εσχάτους απέδειξεν ως επιθανατίους». Έτσι έμοιαζαν οι Απόστολοι, με κατάδικους που εμφανίζονται στο γήπεδο έτοιμοι για θάνατο και γίνονται θέαμα ενώπιον των πάντων. Πραγματικά πολύ εύστοχη η παρατήρηση ότι ο αληθινός απόστολος, ο γνήσιος ποιμένας είναι έτοιμος κάθε μέρα να πεθάνει, για να μην πούμε καλύτερα ότι κάθε μέρα πεθαίνει και κάθε μέρα ανασταίνεται. Πεθαίνει πάνω στο χρέος του και ανασταίνεται μέσα στη χάρη του Θεού. 

 Όσο ένδοξο μας παρουσιάζεται σήμερα το αξίωμα και το έργο των Αποστόλων, τόσο βαρύ και κινδυνώδες ήταν τότε που το ασκούσαν. Κύριο γνωρίσματα της αποστολικής ζωής ήταν η πείνα, η δίψα, η γύμνια, η κακομεταχείριση από τους άλλους, η συνεχής μετακίνηση από τόπο σε τόπο χωρίς μόνιμη έδρα. Η ζωή τους δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η μίμηση του παραδείγματος και η ενσάρκωση της διδαχής που τους είχε παραδώσει ο ίδιος ο Κύριος. Ήταν πραγματική συμμετοχή και κοινωνία στα παθήματα του Χριστού. Σήμερα πολλοί φτάσαμε να πιστεύουμε πως η υλική άνεση και η κοσμική δύναμη είναι σημάδια χριστιανικής γνησιότητας, όμως βλέποντας τη ζωή των Αποστόλων καταλαβαίνουμε ότι αυτό δεν ισχύει. 

β) «Μιμηταί μου γίνεσθε» 

Η προτροπή που απευθύνει αμέσως μετά προς τους Κορινθίους ο απόστολος Παύλος «μιμηταί μου γίνεσθε», δηλαδή να γίνουν μιμητές του, μπορεί να ακούγεται λίγο τολμηρή, αλλά είναι η σχέση πατέρα και παιδιών που του επιτρέπει να μιλήσει με αυτό τον τρόπο. Ο απόστολος Παύλος ήταν ο πνευματικός τους πατέρας και οι Κορίνθιοι πνευματικά του παιδιά. Εκείνος τους είχε οδηγήσει στο Χριστό, τους είχε αναγεννήσει πνευματικά με το κήρυγμα του ευαγγελίου, το οποίο εκείνος πρώτος είχε κηρύξει στην Κόρινθο.  Είναι πολύ φυσικό όχι μόνο γιατί πρέπει τα παιδιά να προσπαθούν να μοιάσουν στον πατέρα τους, αλλά κυρίως γιατί η ζωή του απόστόλου Παύλου ήταν αντανάκλαση της ζωής του Ιησού Χριστού. 

Προβάλλοντας ο απόστολος Παύλος τον εαυτό του ως παράδειγμα για μίμηση, δείχνει στους Κορίνθιους πως η ζωή του Ιησού Χριστού που τους είχε κηρύξει δεν ήταν ακατόρθωτη αφού και ο ίδιος, άνθρωπος όμοιος με εκείνους, την είχε κατορθώσει. 

Ευαγγελική διδαχή χωρίς ευαγγελικό βίο είναι προσπάθεια που δεν τελεσφορεί. Όσοι διακονούν το ευαγγέλιο οφείλουν να ζουν με τέτοια προσοχή και ακρίβεια, ώστε ο βίος τους να αποτελεί πρότυπο για μίμηση από εκείνους τους οποίους διδάσκουν. 

Η Εκλησία μας ονομάζεται Αποστολική, κι’ αυτό γιατί θεμελιώθηκε πάνω στο κήρυγμα των Αποστόλων. Η πίστη μας χαρακτηρίζεται αποστολική, διότι είναι η μία πίστη των Αποστόλων. Το έργο της εκκλησίας λέγεται Αποστολικό επειδή αποτελεί συνέχεια του έργου και του κηρύγματος των Αποστόλων. Οι ποιμένες της εκκλησίας είναι διάδοχοι των Αποστόλων. Από εκείνους, κατά αδιάκοπη συνέχεια παρέλαβαν τον «κλήρον» της αποστολικής διακονίας και το δικό τους έργο συνεχίζουν προεκτείνοντάς το μέσα στην ιστορία. 

Αυτό ακριβώς συνιστά ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους με τη φράση: «Παρακαλώ υμάς, μιμηταί μου γίνεσθε». Η Αποστολική σύσταση δεν αφορά μόνο τους τότε χριστιανούς αλλά έχει διαχρονική σημασία. Μας προσκαλεί να ακολουθήσουμε τα ίχνη των Αποστόλων, να μιμηθούμε τη ζωή τους, τη μία και αληθινή ζωή που είναι η ζωή του Ιησού Χριστού.

13-8-2017

Κυριακή Ι΄ Ματθαίου

Ευαγγαγγέλιον κατά Ματθ. (ιζ΄ 14-23)

Πρωτότυπο Κείμενο

Τω καιρώ εκείνω, άνθρωπος τις προσήλθεν τω Ιησού γονυπετών αυτόν και λέγων· Κύριε, ελέησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει· πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ. Και προσήνεγκα αυτόν τοις μαθηταίς σου, και ουκ ηδυνήθησαν αυτόν θεραπεύσαι. Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν· ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! Έως πότε έσομαι μεθ΄ υμών; Έως πότε ανέξομαι υμών; Φέρετέ μοι αυτόν ώδε. Και επετίμησεν αυτώ ο Ιησούς, και εξήλθεν απ΄ αυτού το δαιμόνιον και εθεραπεύθη ο παις από της ώρας εκείνης. Τότε προσελθόντες οι μαθηταί τω Ιησού κατ΄ ιδίαν είπον· διατί ημείς ουκ ηδυνήθημεν εκβαλείν αυτό; Ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· δια την απιστίαν υμών. Αμήν γαρ λέγω υμίν, εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω, μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν. Τούτο δε το γένος ουκ εκπορεύεται ει μη εν προσευχή και νηστεία. Αναστρεφομένων δε αυτών εις την Γαλιλαίαν είπεν αυτοίς ο Ιησούς· μέλλει ο υιός του ανθρώπου παραδίδοσθαι εις χείρας ανθρώπων και αποκτενούσιν αυτόν, και τη τρίτη ημέρα εγερθήσεται.

Νεοελληνική Απόδοση

Όταν έφτασαν στο πλήθος, τον πλησίασε ένας άνθρωπος, γονάτισε μπροστά του και του είπε: «Κύριε, σπλαχνίσου το γιο μου, γιατί είναι επιληπτικός και υποφέρει· πολλές φορές μάλιστα πέφτει στη φωτιά και στο νερό. Τον έφερα στους μαθητές σου, αλλά δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν». Ο Ιησούς απάντησε: «Γενιά άπιστη και διεφθαρμένη, ως πότε θα είμαι μαζί σας; Ως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρτε τον μου εδώ». Ο Ιησούς επιτίμησε το δαιμόνιο, και βγήκε απ’ αυτόν· από εκείνη την ώρα το παιδί γιατρεύτηκε. Πήγαν τότε ιδιαιτέρως στον Ιησού οι μαθητές και τον ρώτησαν: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε;» Κι  ο Ιησούς τους είπε: «Εξαιτίας της απιστίας σας»˙ «σας βεβαιώνω πως, αν έχετε πίστη έστω και σαν κόκκο σιναπιού, θα λέτε σ΄ αυτό το βουνό, πήγαινε από ΄δω εκεί, και θα πηγαίνει· και κανένα πράγμα δε θα είναι αδύνατο για σας. Αυτό το δαιμονικό γένος δε βγαίνει παρά μόνο με προσευχή και νηστεία». Ενώ οι μαθητές περιέρχονταν τη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: «Ο Υιός του Ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων· θα τον θανατώσουν, και την τρίτη μέρα θα αναστηθεί»

Σχολιασμός  της περικοπής

Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Ευαγγελιστής Ματθαίος παρουσιάζει το περιστατικό της θεραπείας του δαιμονιζόμενου εκείνου νέου τον οποίο ο διάβολος τυραννούσε για χρόνια, ρίχνοντάς τον άλλοτε στη φωτιά και άλλοτε στο νερό για να τον εξολοθρεύσει.  Ο νέος μεταφέρεται εμπρός στον Ιησού από τον ίδιο τον πατέρα του,  ο οποίος «γονυπετών» παρακαλεί και λεει: «Κύριε, ελεησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει». Μάλιστα λέει στον Κύριο ότι τον έφερε εις τους μαθητές Του και δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν.

Η θεραπεία

 Ο Κύριος λοιπόν με την άμετρη δύναμή Του, αλλά και την άρρητη φιλανθρωπία Του θεραπεύει τον νέο και απαλλάσσει «το έργο των χειρών Του» από την τυραννία του διαβόλου, επεμβαίνει τη στιγμή που το δαιμόνιο  για ακόμη μια φορά επιτίθεται στο δυστυχισμένο νέο ρίχνοντας και κτυπώντας τον στο έδαφος.  Και ενώ οι μαθητές «ουκ ηδυνήθησαν αυτόν θεραπεύεσαι» , ο Ιησούς το «επιτίμησε» και έφυγε από το νέο και έγινε εντελώς καλά.

 Βλέπουμε τον άνθρωπο όταν βρίσκεται μακράν του Θεού να είναι ανίκανος να φυλάξει τον εαυτό του.  Τα πάθη και οι αμαρτίες τον υποδουλώνουν και γίνεται υποχείριο των δαιμόνων, μη μπορώντας να απαλλαγεί.  Η συνάντηση όμως και επαφή με τον Χριστό δίνει στον άνθρωπο την ελευθερία του.

Προϋποθέσεις για το Θαύμα

 Γιατί όμως οι μαθητές του Χριστού παρόλο που με τη χάρη Του, τους έδωσε εξουσία εναντίων των ακαθάρτων πνευμάτων, δεν μπόρεσαν να διώξουν το δαιμόνιο από το νέο;   Για να γίνει το θαύμα σύμφωνα με όσα ο Χριστός δίδασκε, απαιτούνται κάποιες προϋποθέσεις.

α) Πίστη

Βασική προϋπόθεση είναι η πίστη απ’  όσους τον πλησιάζουν τον Κύριο και τον επικαλούνται.  Την αδυναμία των Μαθητών να θεραπεύσουν τον δαιμονισμένο, ο Χρίστος την αποδίδει αρχικά στη μεγάλη απιστία του πατέρα. «Ει δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι», του είπε, σύμφωνα με όσα αναφέρει στο παράλληλο κείμενο ο ευαγγελιστής Μάρκος.  Αν δηλαδή πιστεύεις, όχι μόνο το δαιμόνιο θα φύγει, αλλά και όλα μπορούν να γίνουν κατορθωτά.  Ακόμη ο Χριστός, ταλανίζει την απιστία των συμπατριωτών του και συνεπώς και του πατέρα του παιδιού, αλλά και των Μαθητών Του, όπως θα δούμε πιο κάτω: «ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! Εώς πότε έσομαι μεθ’ υμών; Εώς πότε ανέξομαι υμών;»

 Εάν όμως η απιστία αυτού που προσήλθε ήταν η αιτία να μην εξέλθει ο δαίμονας, τότε γιατί κατηγορεί και τους Μαθητές Του, όπως φαίνεται στη συνέχεια της περικοπής; O άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος απαντώντας στο ερώτημα λέει πως θέλει να τους δείξει, ότι και χωρίς την πίστη αυτών που πλησιάζουν, πολλές φορές είναι δυνατόν αυτοί που έχουν τη χάρη να τους θεραπεύουν.  Διότι εξηγεί όπως πολλές φορές στο παρελθόν η πίστη αυτού που ζητούσε  θεραπεία  φάνηκε αρκετή για να εκπληρωθεί το αίτημα ακόμη και από πολύ κατώτερους από τους Αποστόλους, έτσι ακριβώς πολλές φορές άρκεσε η δύναμη εκείνων που θεράπευαν, να θαυματουργήσουν και χωρίς να πιστεύουν οι ασθενείς.  Θυμίζει εδώ ο Άγιος την περίπτωση του Προφήτη Ελισσαίου κατά την οποία ο νεκρός αναστήθηκε παρόλο που κανένας δεν πίστευε.  Διότι αυτοί που τοποθέτησαν το νεκρό σώμα μέσα στο μνήμα του Ελισσαίου το έκαναν από φόβο και δειλία και όχι από πίστη.  Εντούτοις όμως με μόνη τη δύναμη του αγίου σώματος του προφήτη, ο νεκρός αναστήθηκε.

 Γι’  αυτό ο Χριστός απαντώντας ιδιαιτέρως στους Μαθητές Του και θέλοντας να τους διδάξει περισσότερο, τους λέει ότι εξαιτίας της δικής τους απιστίας δεν έγινε το θαύμα.  Μπορούμε όμως να πούμε ότι οι Απόστολοι δεν είχαν πίστην «ως κόκκον συνάπεως»;  Απαντώντας και πάλιν στο ερώτημα ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, μας λέει πως πράγματι η πίστη των Αποστόλων δεν ήταν εξ αρχής η ίδια.  Η πίστη τους αυξήθηκε μετά την Ανάσταση του Κυρίου, την Ανάληψη του, αλλα και μετά από την Πεντηκοστή.

β) Προσευχή και νηστεία

Ο Χριστός λοιπόν θέλοντας να διδάξει και αυτούς αλλά κι εμάς τους μετέπειτα Χριστιανούς και μαθητές του πως αποκτούνται τα πνευματικά χαρίσματα, λεει στους Αποστόλους: «αυτό το γένος δεν εκδιώκεται με άλλον τρόπο, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία».

 Η νηστεία μαζί με την πίστη προσφέρει μεγάλη δύναμη.  Αυξάνει την ευσέβεια και μεταβάλλει τον άνθρωπο σε άγγελο και μπορεί έτσι να αγωνίζεται εναντίον των ασωμάτων δαιμόνων.  Αυτό όμως δεν μπορεί να το κάνει από μόνη της η νηστεία, αλλά χρειάζεται  και προσευχή και μάλιστα η προσευχή είναι αυτή που κατέχει την πρώτη θέση.

 Αυτός που νηστεύει είναι απαλλαγμένος από περιττά βάρη, ελαφραίνει το σώμα και αποκτά φτερά για να μπορεί να προσεύχεται με καθαρή καρδιά.  Η νηστεία σβήνει τις πονηρές επιθυμίες, ταπεινώνει την υπερηφανευόμενη ψυχή και εξευμενίζει τον Θεό.  Καθώς ο άνθρωπος καθαρίζεται από τις περιττές ανάγκες και μέριμνες με τη νηστεία, μπορεί και προσεύχεται πιο δυνατά και ειλικρινά.  Αυτή η προσευχή γίνεται δυνατότερη από τη φωτιά και προσελκύει ευκολότερα τη χάρη του Θεού.

 Η στέρηση από τη νηστεία και η αποφυγή των άλλων αμαρτωλών παθών, είναι μερικές θυσίες, που μας κάνουν έστω και στο ελάχιστο κοινωνούς στη θυσία και τα παθήματα του Κυρίου μας.  Γι αυτό ο Κύριος, αφού μίλησε στους Μαθητές Του για νηστεία, στη συνέχεια αναφέρθηκε στο θάνατό Του, ίσως γιατί και με τη μικρή θυσία της νηστείας, γινόμαστε «κοινωνοί» στη δική Του Θυσία.  Με την πίστη, αναγνωρίζει την αποτυχία του να τελειωθεί μακριά από τον Θεό και επιστρέφει στην πηγή της ζωής, τον Θεό, που εγκατέλειψε.  Έτσι γίνεται κοινωνός της Χάριτος και νικά τον διάβολο.