22-10-2017

Κυριακή Κ΄ Επιστολών

Απόστολος προς Γαλ. (α΄,11-19)

Πρωτότυπο κείμενο

«Γνωρίζω υμίν, αδελφοί, το ευαγγέλιον το ευαγγελισθέν υπ΄ εμού ότι ουκ έστι κατά άνθρωπον· ουδέ γαρ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό ούτε εδιδάχθην, αλλά δι΄ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού. Ήκούσατε γαρ την εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ, ότι καθ΄ υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και επόρθουν αυτήν, και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων. Ότε δε ευδόκησεν ο Θεός ο αφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν εμοί, ίνα ευαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν, ευθέως ου προσανεθέμην σαρκί και αίματι, ουδέ ανήλθον εις Ιεροσόλυμα προς τους προ εμού αποστόλους, αλλά απήλθον εις Αραβίαν, και πάλιν υπέστρεψα εις Δαμασκόν. Έπειτα μετά έτη τρία ανήλθον εις Ιεροσόλυμα ιστορήσαι Πέτρον, και επέμεινα προς αυτόν ημέρας δεκαπέντε· έτερον δε των αποστόλων ουκ είδον ει μη Ιάκωβον τον αδελφόν του Κυρίου».

Νεοελληνική Απόδοση

«Σας κάνω γνωστό, αδελφοί, ότι το ευαγγέλιον, το οποίο κηρύχθηκε από εμένα, δεν είναι ανθρώπινο, διότι ούτε το πήρα ούτε το διδάχθηκα από ανθρώπους αλλά με αποκάλυψη του Ιησού Χριστού. Έχετε ακούσει, βέβαια, την άλλοτε διαγωγή μου εις τον Ιουδαϊσμό, ότι δηλαδή υπερβολικά καταδίωκα την εκκλησία του Θεού και την πολεμούσα. Και είχα μεγαλύτερες προόδους στον Ιουδαϊσμὸ από πολλούς συνομηλίκους συμπατριώτες μου, με τον υπερβολικό ζήλο που έδειχνα για τις πατρικές μου παραδόσεις. Όταν όμως ευδόκησε ο Θεός, ο οποίος με ξεχώρισε από την κοιλιά της μητέρας μου και με κάλεσε δια της χάριτός του, να αποκαλύψει μέσα μου τον Υιόν του, για να κηρύττω αυτόν στα έθνη, αμέσως δεν συμβουλεύθηκα ανθρώπους, ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα προς εκείνους που ήταν απόστολοι πριν από εμένα, αλλά έφυγα στην Αραβία και πάλιν επέστρεψα στη Δαμασκό. Έπειτα, ύστερα από τρία χρόνια, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω τον Πέτρο και έμεινα κοντά του δέκα πέντε μέρες. Άλλον από τους αποστόλους δεν είδα παρά τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου»

Ερμηνεία

Ο Απόστολος Παύλος απευθύνεται προς τους Γαλάτας και τους λέγει ότι το Ευαγγέλιο που κήρυξε σ’ αυτούς δεν είναι επινόηση του ανθρώπου. Όχι μόνο οι άλλοι Απόστολοι αλλά κι’ αυτός ο ίδιος δεν παρέλαβε αυτό από άνθρωπο, ούτε το διδάχθηκε από άνθρωπο, αλλά το παρέλαβε κατ’ ευθείαν δι’ αποκαλύψεως του Θεού. Στη συνέχεια υπενθυμίζει ποια ήταν η διαγωγή του προτού πιστέψει στο Χριστό. Ιουδαίος στην καταγωγή ανήκε στις τάξεις των Φαρισαίων, εκπαιδεύτηκε στα Ιεροσόλυμα το Μωσαϊκό νόμο και από νεαρά ηλικία έδειξε μεγάλο ζήλο για τη δόξα του Θεού. Γι’ αυτό όταν η νέα θρησκεία του Ιησού άρχισε να ξαπλώνεται σ’ όλη την Ιουδαία και πέραν αυτής έγινε σφοδρός διώχτης και πολέμιός της. Κατά τη διάρκεια αυτού του διωγμού φωτίστηκε δι’ αποκαλύψεως από τον ίδιο τον Κύριο και από διώχτης των Χριστιανών έγινε ο πλέον θερμός υποστηριχτής του Χριστού. Απαρνήθηκε τις Ιουδαϊκές παραδόσεις και έστρεψε όλη του την αγάπη και φλογερό ζήλο υπέρ της νέας θρησκείας του Ιησού.

Σαν διώχτης των Χριστιανών πήγαινε στη Δαμασκό αποφασισμένος να τους συλλάβει και να τους αιχμαλωτίσει. Στη πορεία όμως προς τη Δαμασκό έγινε η θαυματουργική του μεταστροφή. Ο Άγιος Λουκάς και ο Απόστολος Παύλος όταν μιλούν γι’ αυτή του τη μεταστροφή λένε τα γεγονότα χωρίς να δίδουν σ’ αυτά φυσική εξήγηση. Στα γεγονότα αυτά ο Θεός μιλά και ο Απόστολος υπακούει. Όταν ο Θεός ομιλεί οι άνθρωποι δεν ζητούν εξηγήσεις.

Τρία χρόνια μετά τη κλήση του ο Παύλος πήγε στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσει προσωπικά τον Απόστολο Πέτρο. Έμεινε κοντά του δεκαπέντε μέρες και δεν είδε άλλον Απόστολο εκτός από τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο. Αυτό αποδεικνύει εκείνο που είπε στην αρχή ότι το ευαγγέλιο και το κήρυγμά του «ουκ έστι κατά άνθρωπο».  Δε το διδάχτηκε από άνθρωπο και επομένως ούτε από τους άλλους Αποστόλους.

Ενθουσιασμένος ο Απόστολος Παύλος από το τρόπο της μεταστροφής του, από το περιεχόμενο και την ανωτερότητα της νέας του πίστης αποφάσισε να τη κηρύξει σ’ όλους τους ανθρώπους. Πράγματι όταν οποιοσδήποτε άνθρωπος μελετήσει τη διδασκαλία του Σωτήρα Χριστού θα πεισθεί ότι το Ευαγγέλιο είναι διδασκαλία από Θεού. Ουδέποτε ελάλησε άνθρωπος όπως ο Κύριος Ιησούς και κανείς δεν έδωσε τόσο σαφή εικόνα του άπειρου Θεού. Το ιερό Ευαγγέλιο είναι ουράνια διδασκαλία, το πνευματικό «μάννα» του ουρανού, το προσκλητήριο της αγάπης, της ειρήνης, της χαράς και της εν Χριστώ Ιησού σωτηρίας. Ο Κύριος δεν έφερε απλά εκ του Ουρανού το θησαυρό της αλήθειας, αλλά έλαβε πρόνοια να το μεταδώσει σ’ όλο τον κόσμο. Για το σκοπό αυτό εξέλεξε τους Αποστόλους για να τη μεταδώσουν σ’ όλα τα έθνη. Οι Απόστολοι στη συνέχεια εξέλεξαν τους διαδόχους τους επισκόπους και ιερείς, ώστε δια μέσου της Εκκλησίας να μένει στους ανθρώπους εις τους αιώνας. Σημαντικότατο ρόλο στη διάδοση του Ευαγγελίου διεδραμάτισε ο Απόστολος Παύλος. Γνώριζε τη δύναμη του Ευαγγελίου και αγωνιζόταν μέρα και νύκτα να καταστήσει όσο το δυνατό περισσότερους ανθρώπους, κοινωνούς της θείας αυτής ευεργεσίας.

Για το Χριστιανό που θέλει να είναι ενεργό μέλος της Εκκλησίας, το κήρυγμα και η διάδοση του Ευαγγελίου πρέπει να είναι διαρκές μέλημά του. Με την πίστη του, τη σωστή ζωή του, με το λόγο του, με την προσευχή του, καλείται ο Χριστιανός να γίνει ένας ευλογημένος ευαγγελιστής. Ένας απόστολος της αλήθειας του Χριστού. Ένας κήρυκας της σωτηρίας.

«Eάν γαρ ευαγγελίζομαι,ουκ έστι μοι καύχημα, ανάγκη γαρ μοι επίκειται. Ουαί δε μοι έστιν εάν μη ευαγγελίζομαι» (Α΄ Κορινθ θ΄,16) 

22-10-2017

Κυριακή Στ’ Λουκά

Ευαγγέλιον κατά Λουκ. (η, 26 – 39)

Πρωτότυπο Κείμενο

Τω καιρώ εκείνω ελθόντι τω Ιησού εις την χώραν των Γαδαρηνών, υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ’ εν τοις μνήμασιν. Ιδών δε τον Ιησού και ανακράξας προσέπεσεν αυτώ και φωνή μεγάλη είπε∙ τι εμοί και σοι, Ιησού, υιέ του Θεού του υψίστου; Δέομαί σου, μη με βασανίσης. Παρήγγειλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από του ανθρώπου. Πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν, και εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος, και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο από του δαίμονος εις τας ερήμους. Επηρώτησε δε αυτόν ο Ιησούς λέγων∙ τι σοι εστιν όνομα; Ο δε είπε∙ λεγεών ότι δαιμόνια πολλά εισήλθεν εις αυτόν∙ και παρεκάλει αυτόν ίνα μη επιτάξη αυτοίς εις την άβυσσον απελθείν. Ην δε εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τω όρει∙ και παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν∙ και επέτρεψεν αυτοίς. Εξελθόντα δε τα δαιμόνια από του ανθρώπου εισήλθον εις τους χοίρους, και ώρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη. Ιδόντες δε οι βόσκοντες το γεγενημένον έφυγον, και απήγγειλαν εις την πόλιν και εις τους αγρούς. Εξήλθον δε ιδείν το γεγονός, και ήλθον προς τον Ιησούν και εύρον καθήμενον τον άνθρωπον, αφ’ ου τα δαιμόνια εξεληλύθει, ιματισμένον και σωφρονούντα παρά τους πόδας του Ιησού, και εφοβήθησαν. Απήγγειλαν δε αυτοίς οι ιδόντες και εσώθη ο δαιμονισθείς. Και ηρώτησαν αυτόν άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών απελθείν απ΄ αυτών, ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο. Αυτός δε εμβάς εις το πλοίον υπέστρεψεν. Εδέετο δε αυτού ο ανήρ, αφ΄ ου εξεληλύθει τα δαιμόνια, είναι συν αυτώ∙ απέλυσε δε αυτόν ο Ιησούς λέγων∙ υπόστρεφε εις τον οίκον σου και διηγού όσα εποίησέ σοι ο Θεός. Και απήλθε καθ’ όλην την πόλιν κηρύσσων όσα εποίησεν αυτώ ο Ιησούς. 

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό καθώς έφτασε ο Ιησούς στην περιοχή των Γαδαρηνών, τον συνάντησε κάποιος άντρας από την πόλη, που είχε μέσα του δαιμόνια από πολύ καιρό. Αυτός ρούχο δεν ντυνόταν ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε στα μνήματα. Όταν είδε τον Ιησού, έβγαλε μια κραυγή έπεσε στα πόδια του και με δυνατή φωνή του είπε: « Τι δουλειά έχεις εσύ μ’ εμένα Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ μη με βασανίσεις». Αυτά τα είπε, γιατί ο Ιησούς είχε διατάξει το δαιμονικό πνεύμα να βγει από τον άνθρωπο. Από πολλά χρόνια τον είχε στην εξουσία του, και για να τον συγκρατήσουν τον έδεναν με αλυσίδες και του έβαζαν σιδερένια δεσμά στα πόδια. Εκείνος όμως έσπαζε τα δεσμά, και το δαιμόνιο τον οδηγούσε στις ερημιές. Ο Ιησούς τον ρώτησε: «Ποιο είναι το όνομά σου;» Εκείνος απάντησε: «Λεγεών»∙ γιατί είχαν μπει μέσα του πολλά δαιμόνια. Τον παρακαλούσαν λοιπόν να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο. Εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό, και τα δαιμόνια παρακαλούσαν τον Ιησού να τους επιτρέψει να μπουν στους χοίρους, και τους το επέτρεψε. Βγήκαν, λοιπόν, τα δαιμόνια από τον άνθρωπο και μπήκαν στους χοίρους. Το κοπάδι όρμησε προς τον γκρεμνό και πνίγηκε στη λίμνη. Μόλις οι βοσκοί είδαν τι έγινε, έφυγαν και το είπαν στην πόλη και στην ύπαιθρο. Βγήκαν οι άνθρωποι να δουν τι έγινε και ήρθαν κοντά στον Ιησού. Βρήκαν τον άνθρωπο από τον οποίο βγήκαν τα δαιμόνια να κάθεται δίπλα στον Ιησού, να φοράει ρούχα και να φέρεται λογικά, και φοβήθηκαν. Όσοι είχαν δει τι είχε γίνει τους είπαν για το πως ο δαιμονισμένος σώθηκε. Τότε όλο το πλήθος από την περιοχή των Γαδάρων παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από κοντά τους, γιατί τους έπιασε μεγάλος φόβος. Εκείνος μπήκε στο πλοιάριο για να γυρίσει πίσω. Ο άνθρωπος από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια τον παρακαλούσε να τον πάρει μαζί του. Ο Ιησούς όμως του είπε να φύγει, με τα παρακάτω λόγια: « Γύρισε στο σπίτι σου και διηγήσου όσα έκανε για εσένα ο Θεός». Κι έφυγε διαλαλώντας σ’ όλη την πόλη όσα έκανε σ’ αυτόν ο Ιησούς.

Ο Ιησούς αρχίζει διάλογο τότε με τα δαιμόνια ρωτώντας το όνομά τους  και με το στόμα του ανθρώπου απαντά «λεγεών» λόγω του ότι τα δαιμόνια ήταν πάρα πολλά, αφού η λέξη «λεγεών» είναι στρατιωτικός όρος και σημαίνει αριθμό 6000 ανδρών. Η χρησιμοποίηση του όρου αυτού γίνεται για να φανεί η μεγάλη δύναμη του δαιμονίου και επίσης για να αποφευχθεί η αποκάλυψη του ονόματός του.

Στη συνέχεια τα δαιμόνια παρακαλούν τον Ιησού να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο αλλά να μπουν μέσα στην αγέλη των χοίρων που έβοσκαν εκεί κοντά. Με τον τρόπο αυτό πίστευαν ότι αν έμεναν μέσα στους χοίρους θα είχαν ακόμα τη δυνατότητα δραστηριότητάς τους πάνω στη γη. Ο Ιησούς στην αρχή μπορούμε να πούμε ότι έκανε δεκτό το αίτημα των δαιμόνων αφού εισήλθαν μέσα στους χοίρους, όμως ο πνιγμός τους στα νερά της λίμνης είναι συμβολισμός ότι οι δαίμονες πήγαν στην άβυσσο, γιατί στην αντίληψη των ανθρώπων της εποχής, η άβυσσος βρισκόταν μέσα στα βαθιά νερά.

Περίεργη όμως είναι η συμπεριφορά των πολιτών των Γαδάρων αμέσως μετά τη θεραπεία του δαιμονισμένου αυτού ανθρώπου. Αντί να εκφράσουν τη χαρά τους που τον είδαν «ιματισμένον και σωφρονούντα» και να νοιώσουν ανακούφιση που πλέον δε θα τους δημιουργεί φόβο και τρόμο, παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από την πόλη τους. Αυτό σίγουρα μας προκαλεί μεγάλη περιέργεια και απογοήτευση, αυτή η αντίδραση των κατοίκων μας κάνει να διερωτόμαστε αν όντως αυτοί οι άνθρωποι τελικά ήθελαν να σωθούν από την παρουσία των δαιμόνων. Είχαν συμβιβαστεί με την παρουσία και το φόβο του διαβόλου και δεν ήθελαν να δεχτούν και την παρουσία του Χριστού γιατί έθιγε τα κερδοσκοπικά υλικά θεμέλια που είχαν βάλει.

Ενώ βλέπουμε τον διάβολο να παρακαλεί το Χριστό να μη το βασανίσει, οι πολίτες των Γαδάρων παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από την πόλη τους. Αντί οι άνθρωποι να χαρούν με τη θεραπεία του δαιμονισμένου και να θαυμάσουν τη δύναμη του Ιησού επί των πονηρών πνευμάτων, έχουμε την αντίδρασή τους διώχνοντας τον Ιησού, αυτό φυσικά μας προκαλεί μεγάλη απορία. Η αντίδρασή τους αυτή φανερώνει την ηθελημένη τους υποταγή στην εξουσία του δαίμονα και της ύλης. Είχαν συνηθίσει στον τρόμο του δαιμονιζομένου και η αλλαγή του κατεστημένου τους προκαλούσε φόβο. Ακόμα και το ότι χρειάστηκε να πληρώσουν το τίμημα της απώλειας των χοίρων οι Γαδαρηνοί δυσαρεστήθηκαν, εδώ βρίσκεται και η ειρωνεία της υποθέσεως. Η ανθρώπινη τιμή και αξιοπρέπεια είναι πάνω από οποιαδήποτε τιμή και δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτε, πολύ περισσότερο με τους χοίρους.

 

Δεν μπορούμε να πούμε ότι το θέμα αυτό δεν άπτεται των σύγχρονων δεδομένων. Η εποχή μας έχει ως στόχο το υλικό συμφέρον σε βάρος της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, της πνευματικής του ελευθερίας. Γίνεται λόγος για σατανικά σύμβολα, σατανικές τελετές και τόσα άλλα που είναι ενδεικτικά πως και ο σημερινός άνθρωπος επιδιώκει να γίνει ένας «υπεράνθρωπος» αλλά μέσα από τη λανθασμένη οδό, αφού μόνο με την πίστη μας στον Χριστό ως σωτήρα και νικητή του διαβόλου θα καταφέρουμε να κερδίσουμε τη Βασιλεία των Ουρανών.