Γεννήθηκε στὰ Μεδιόλανα τῆς Ἰταλίας, τὸ 250 μὲ 256 μ.Χ. Οἱ γονεῖς του τὸν ἀνέθρεψαν μὲ μεγάλη χριστιανικὴ ἐπιμέλεια. Καθὼς ἦταν καὶ ἀπὸ γένος διακεκριμένο, εἵλκυσε τὴν εὔνοια τοῦ αὐτοκράτορος Καρίνου, ποὺ γρήγορα τὸν ἀνέδειξε σὰν στρατιωτικό. Ἔπειτα, ὁ Διοκλητιανὸς τὸν ἔκανε ἀρχηγὸ τοῦ πρώτου συντάγματος τῶν Πραιτοριανῶν.

Φιλάνθρωπη ψυχὴ ὁ Σεβαστιανός, ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ πολλὲς φορὲς ὑπῆρξε προστάτης τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων χριστιανῶν. Πρόθυμα ἐπίσης, βοηθοῦσε στὶς ἀνάγκες τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ πάπας Γάϊος τοῦ ἀπένειμε τὸν τίτλο τοῦ ὑπερασπιστὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Ὅταν ὅμως ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, συνελήφθη μία ὁμάδα χριστιανῶν. Ὁ Σεβαστιανός, προκειμένου νὰ τοὺς ἐμψυχώσει τὴν ὥρα ποὺ αὐτοὶ δικάζονταν, πρὸς γενικὴ κατάπληξη ὅλων δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανός. Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὸν θάνατό του. Καὶ ὁ Σεβαστιανὸς δὲν ἄργησε νὰ πέσει κάτω, τρυπημένος στὸ στῆθος ἀπὸ βέλος. Τὸ σῶμα του παρέλαβε κάποια εὐσεβὴς χήρα, ἡ Λουκίνα. Διαπίστωσε ὅμως, ὅτι ἀνέπνεε ἀκόμα.

Ἀφοῦ τὸν περιποιήθηκε, μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες ὁ Σεβαστιανὸς ἀνέκτησε τὴν ὑγεία του. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἐπεδίωξε καὶ συνάντησε τὸν Διοκλητιανὸ καὶ τὸν ἤλεγξε γιὰ τὴ σκληρότητά του. Τότε αὐτὸς διέταξε καὶ τὸν μαστίγωσαν μέχρι θανάτου.
Ἔτσι, ὁ Σεβαστιανὸς ἔγινε παράδειγμα ἀγωνιστικότητας γιὰ τὴν πίστη «ἄχρι θανάτου». 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Συγκλήτου σφαλλομένης παριδὼν τὰ συνέδρια, Σεβαστιανὲ πανολβίαν, συναγείρεις συνέλευσιν, Μαρτύρων ἀληθῶς πανευκλεῶν, σὺν σοὶ καταβαλόντων τὸν ἐχθρόν, μεθ’ ὧν θείας συναυλίας ἀξιωθείς, φαιδρύνεις τοὺς βοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῆς εὐσεβείας διαπρέπων τῷ ζήλῳ, μαρτυρικὸν συνασπισμὸν συναγείρεις, ὧν ἐν τῷ μέσῳ ἤστραψας ὡς ἄστρον φαεινόν· ὅθεν καὶ τοῖς βέλεσιν, οἷς ἐτρώθης τὸ σῶμα, τοῦ ἐχθροῦ κατέτρωσας, τὴν καρδίαν καιρίως, Μεγαλομάρτυς Σεβαστιανέ· ὅθεν Χριστός σε, ἐνθέως ἐδόξασε.

 

Μεγαλυνάριον.
Βούλημα τὸ θεῖον ἀποπληρῶν, βουλῆς ἀσεβούντων, ἀπεμάκρυνας σεαυτόν, καὶ σὺν Ἀθλοφόροις, Χριστῷ προσῳκειώθης· ὦ Σεβαστιανέ σε, ὅθεν δοξάζομεν.

Οἱ Ἅγιοι Νικόστρατος, Ζωὴ ἡ σύζυγός του, Τραγκυλίνος καὶ ἡ σύζυγός του Μαρκία, Κλαύδιος, Τιβούρτιος, Κάστωρ, Καστοῦλος, Μάρκος καὶ Μαρκελλίνος οἱ Μάρτυρες

Ὅλοι μαρτύρησαν κατὰ τὸν διωγμὸ ποὺ κίνησε ὁ Διοκλητιανὸς (284 – 304) ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Σεβαστιανό, ποὺ ἑορτάζει τὴν ἴδια ἡμέρα.

Καὶ οἱ μὲν σύζυγοι Νικόστρατος καὶ Ζωὴ πέθαναν ἀπὸ ἀσφυξία, τοὺς εἶχαν κρεμάσει ἀνάποδα καὶ ἀπὸ κάτω δημιούργησαν εἰδικὴ ἑστία φωτιᾶς, ὥστε νὰ βγαίνει πολὺς καπνὸς καὶ νὰ πηγαίνει ἀπ’ εὐθείας στὸ πρόσωπό τους.

Ὁ Τραγκυλίνος πέθανε διὰ λιθοβολισμοῦ, τὸν Κλαύδιο καὶ τὸν Κάστορα ἔπνιξαν μέσα στὴ θάλασσα, ὁ Τιβούρτιος θανατώθηκε διὰ λιθοβολισμοῦ, ὁ Καστοῦλος θανατώθηκε μέσα σὲ βόθρο καὶ τέλος, τὸν Μάρκο καὶ τὸν Μαρκελλίνο τοὺς θανάτωσαν μὲ τὶς λόγχες.
(Οἱ δυὸ τελευταῖοι ἦταν ἀδέλφια καὶ γιοὶ τοῦ Τραγκυλίνου καὶ τῆς Μαρκίας, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐθνικοὶ καὶ πῆγαν στὴν φυλακὴ νὰ μεταστρέψουν ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ πίστη τοὺς δυὸ γιούς τους. Στὸ τέλος ὅμως, μὲ τὴ συμπαράσταση τοῦ Ἅγιου Σεβαστιανοῦ, ἔγιναν καὶ αὐτοὶ χριστιανοὶ μὲ τὶς συνέπειες ποὺ περιγράψαμε πιὸ πάνω, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ Τραγκυλίνος χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Γάϊο Ἐπίσκοπος καὶ οἱ δυὸ γιοί του Διάκονοι. Γιὰ δὲ τὴ σύζυγο τοῦ Τραγκυλίνου, Μαρκία, δὲν βρίσκουμε κανένα στοιχεῖο ὅτι μαρτύρησε, παρὰ μόνο ὅτι ἔγινε χριστιανή).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Εὐβίωτος 

Ἀκατάβλητος καὶ τολμηρὸς στρατιώτης τῆς χριστιανικῆς πίστης ὁ Εὐβίωτος, ἔζησε τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Πτωκετὸ ἢ Πωκετὸς τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ θάρρος καὶ τὴν θερμὴ πίστη του. Κατὰ τὸν διωγμὸ ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ Διοκλητιανού, ὑποβλήθηκε σὲ πολλὰ βάσανα καὶ φυλακίσεις.

Ἀλλὰ ἡ θεία χάρη τὸν προστάτευε καὶ τὸν ἔσωζε. Λιθοβολήθηκε, ραβδίσθηκε, μαστιγώθηκε, σχίστηκαν οἱ σάρκες του καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ ἐπέζησε καὶ ἔφερε πολλοὺς στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.

Ἀργότερα ὁ θρίαμβος τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τὸν βρῆκε στὴν ἀπομόνωση μὲ βαριὰ δεσμά. Ἐλευθερώθηκε καὶ δόξασε τὸν Θεὸ γιὰ τὴ νίκη ποὺ ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία.
Ὁ Εὐβίωτος πέθανε τὸ 320 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Φλῶρος 

Ὁ Ὅσιος Φλῶρος, ἔζησε τὴν ἐποχὴ ποὺ βασίλεψαν οἱ Ἰουστινιανὸς ὁ Β’, ὁ Τιβέριος καὶ ὁ Μαυρίκιος καὶ ἐπὶ τῶν πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως Εὐτυχίου καὶ Ἰωάννου τοῦ Γ’. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν καὶ αὐτὸς Φλῶρος ἡ δὲ μητέρα του Εὐφυΐα.

Ἐπειδὴ ἦταν μορφωμένος καὶ γνώριζε τὶς Θεῖες Γραφὲς διακρίθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ προσλήφθηκε σὰν γραμματέας στὸ παλάτι. Σύντομα λόγω τῶν ἱκανοτήτων του ἀναδείχθηκε σὲ πατρίκιο.

Νυμφεύτηκε κόρη σεμνὴ καὶ πιστὴ καὶ ἀπέκτησε ἕνα τέκνο. Ὅμως εἶδε νὰ πεθαίνουν καὶ ἡ σύζυγός του καὶ τὸ παιδί του. Γι’ αὐτὸ ἀποφάσισε νὰ ἀποσυρθεῖ σὲ ἕνα μικρὸ κτῆμα, ἀφοῦ μοίρασε ὅλη του τὴν περιουσία πρῶτα. Ἐκεῖ καθὼς μελετοῦσε τὰ θρησκευτικὰ βιβλία καὶ προσευχόταν, ἀποφάσισε νὰ ἐνταχθεῖ στὸν κλῆρο.

Διακρίθηκε γιὰ τὴν διδακτικότητά του καὶ τὴν ἀρετή του καὶ ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀμισοῦ. Ὑπῆρξε ἀρχιερέας ἀπὸ τοὺς λέγοντας καὶ τοὺς ποιοῦντας.
Παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο, σὲ βαθιὰ γεράματα, ἐν εἰρήνῃ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Φωκᾶς καὶ Ἐρμύλος οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Οἱ Ἅγιοι Ζακχαῖος καὶ Ἀλφειὸς οἱ Μάρτυρες 

Ὁ Ἅγιος Ζακχαῖος ἦταν Διἀκονος καὶ ὁ Ἅγιος Ἀλφειὸς Ἀναγνώστης καὶ μαρτύρησαν στὴν Καισαρεία. 
(Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τὴ 18ης Νοεμβρίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Σοφία ἡ Θαυματουργός 

Δὲν ἔχουμε καμία πληροφορία γιὰ τὴν ζωή της, μόνο τὸ δίστιχο: 
«Θεοῦ σοφίαν ἠγάπησε Σοφία, ὅθεν χάριν δέδεκτο καὶ τῶν θαυμάτων».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἐγκαίνια Ναοῦ τῆς Θεοτόκου ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ὁ Ὁμολογητής καὶ Σύγκελος 

Γεννήθηκε στὴν Παλαιστίνη τὸ 761 ἢ κατ' ἄλλους, τὸ 763. Οἱ πρόγονοί του ἦταν Πέρσες καὶ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τὸν ἀφιέρωσαν στὴν διακονία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Θεόδωρος τὸν ἔκειρε ἀναγνώστη στὸν ναὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ στὴν Ἱερουσαλὴμ ἐκπαιδεύτηκε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο.

Σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ μετὰ 12 χρόνια ἄσκησης, χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Θωμά, πρεσβύτερος, μὲ πρόταση τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς. Μετὰ δυὸ χρόνια ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὴν Μονὴ σ’ ἕνα κελί, ὅπου καλλιέργησε πολὺ τὴν προσευχή. Μάλιστα ὁ ἡγούμενος τῆς Λαύρας, ἐμπιστεύτηκε στὸν Μιχαὴλ τὴν πνευματικὴ μόρφωση τῶν δυὸ ἀδελφῶν Γραπτῶν Θεοδώρου καὶ Θεοφάνη. Ἀλλὰ ὁ Πατριάρχης Θωμάς, ἔχοντας ἀνάγκη τὸν Μιχαήλ, τὸν μετακινεῖ μαζὶ μὲ τοὺς δυὸ μαθητές του στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ τὸν καθιστὰ σύγκελλο καὶ σύμβουλό του.

Ἀργότερα τὸν στέλνει στὴ Ρώμη γιὰ κάποια ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα, ἐπέδωσε μάλιστα μέσω αὐτοῦ καὶ ἐπιστολὲς στὸν τότε αὐτοκράτορα Λέοντα τὸν εἰκονομάχο, τὸν ὁποῖο ὁ Πατριάρχης Θωμὰς παρατηροῦσε σκληρὰ γιὰ τὸν διωγμὸ κατὰ τῶν εἰκόνων. Ἐξοργισμένος ἀπ’ αὐτὸ ὁ Λέοντας, ἔριξε τὴν πατριαρχικὴ πρεσβεία στὴ φυλακή, ὅπου ἔμεινε γιὰ ἀρκετὰ χρόνια μέχρι τὴν δολοφονία τοῦ Λέοντα.

Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἀνάρρηση τοῦ Μιχαὴλ Τραυλοῦ στὸ θρόνο (820) καὶ ἀφοῦ γιὰ λίγο ὁ Ὅσιος ἀποφυλακίζεται, συλλαμβάνεται καὶ πάλι, φυλακίζεται καὶ αὐτὴ ἡ φυλάκισή του παρατάθηκε μέχρι καὶ ὅλη τὴν βασιλεία τοῦ Θεοφίλου.

Ἀποφυλακίστηκε ἀπὸ τὴν Θεοδώρα καὶ τὸν γιό της Μιχαὴλ καὶ ἀποδόθηκε στὴν Ἐκκλησία σὰν Ὁμολογητής, ἀφοῦ στὸ σῶμά του ἔφερε τὰ στίγματα τῶν ἀγώνων του. Μετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ εἰκονομάχου Πατριάρχου Ἰωάννη, ἡ ψῆφος ὅλων γιὰ τὴ διαδοχή, ἦταν μὲ τὸ μέρος τοῦ Μιχαήλ. Ἀλλὰ ὁ Μιχαήλ, 80 χρονῶν πλέον καὶ ἀσθενῆς, ἀρνήθηκε νὰ δεχτεῖ τὸν θρόνο καὶ ζήτησε νὰ τοῦ παραχωρηθεῖ ἡ μονὴ τῆς Χώρας γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ.

Ἐκεῖ πέρασε καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του εἰρηνικὰ καὶ ὅταν πέθανε τὸν ἔθαψαν κοντὰ στοὺς τάφους τῶν Ὁμολογητῶν Γερμανοῦ καὶ Πατριάρχη καὶ Θεοδώρου τοῦ Γραπτοῦ (846).
(Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται – ἀπὸ ὁρισμένα Ἁγιολόγια – καὶ τὴν 4η Ἰανουαρίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μοδεστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύμων 

Ὅσα ἀναφέρονται γιὰ τὸν Ἅγιο αὐτὸν στοὺς περισσότερους Συναξαριστές, εἶναι συγκεχυμένα. Τὸν πατέρα του Εὐσέβιο καὶ τὴν μητέρα του Θεοδούλη ἀπὸ τὴ Σεβάστεια τῆς Παλαιστίνης, τοὺς θέλουν ἐπὶ Μαξιμιανοὺ (286 – 305) νὰ πεθαίνουν στὴν φυλακή, ἐνῶ γνωρίζουμε ὅτι τὰ χρόνια τῆς πατριαρχίας τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ ἦταν ἀπὸ τὸ 632 μέχρι τὸ 634.

Ὁ Ἅγιος Μόδεστος, ἀνακαίνισε τὰ ἱερὰ προσκυνήματα, ποὺ καταστράφηκαν ἀπὸ τοὺς Πέρσες καὶ ζήτησε τὴν συνδρομὴ τῶν χριστιανῶν ἀπὸ τὴν Ἀνατολή.

Ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε καὶ ἀφοῦ ἔκανε πολλὰ γιὰ τοὺς Ἁγίους τόπους, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Βίος του ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 16η Δεκεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Νόμων 

Ἡ μνήμη τοῦ ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοὺ δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του.
(Μᾶλλον εἶναι Ἅγιος τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Προφήτης Δανιὴλ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς τέσσερις μεγάλους προφῆτες καὶ ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 7ου μὲ τὶς ἀρχὲς 6ου π.Χ. αἰώνα. Ἀνῆκε στὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, ἦταν ἀπὸ βασιλικὸ γένος καὶ γεννήθηκε στὴν Ἄνω Βηθαρά.

Νήπιο ἀκόμα, ὁδηγήθηκε μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς του αἰχμάλωτος στὴν Βαβυλώνα. Μὲ τὴν πρόνοια τοῦ Ναβουχοδονόσορα, ὁ Δανιὴλ (ποὺ ὁ αὐτοκράτορας μετονόμασε Βαλτάσαρ) μὲ τοὺς τρεῖς Ἑβραίους νεαρούς, Ἀνανία, Ἀζαρία καὶ Μισαήλ, σπούδασαν στὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλή. Ἐπειδὴ ἡ ἀπόδοσή τους στὶς σπουδὲς ἦταν ἄριστη, ὅταν ἐνηλικιώθηκαν ὁ βασιλιὰς τοὺς ἔδωσε μεγάλη θέση στὸ κράτος. Μάλιστα ὁ Δανιὴλ εἶχε τὸ χάρισα νὰ ἑρμηνεύει ὄνειρα καὶ ἀργότερα προφήτευσε καὶ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου. Κάποτε ὅμως ὁ Ναβουχοδονόσωρ, ἔκανε δική του χρυσὴ εἰκόνα καὶ ἀπαίτησε ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀξιωματούχους καὶ τὸν λαὸ νὰ τὴν προσκυνήσουν.

Ὁ Δανιὴλ ἔλειπε σὲ ἀποστολή. Ἦταν ὅμως οἱ τρεῖς παῖδες, ποὺ δὲν προσκύνησαν τὴν εἰκόνα. Ἀμέσως καταγγέλθηκαν στὸ βασιλιά. Αὐτὸς τοὺς εἶπε ὅτι, ἂν πράγματι δὲν προσκύνησαν, τοὺς περιμένει τὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς. Τότε οἱ τρεῖς παῖδες ἀπάντησαν: «Ἄκου βασιλιά· ὁ οὐράνιος Θεός, τὸν ὁποῖο ἐμεῖς λατρεύουμε, εἶναι τόσο δυνατός, ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς βγάλει σώους καὶ ἀβλαβεῖς ἀπὸ τὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς καὶ νὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὰ χέρια σου. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμα δὲν τὸ κάνει, νὰ ξέρεις ὅτι τοὺς θεούς σου δὲ λατρεύουμε καὶ τὴν εἰκόνα σου δὲν προσκυνάμε».

Πράγματι, ὅταν τοὺς ἔριξαν στὴν φωτιά, οἱ τρεῖς παῖδες βγῆκαν σῶοι καὶ ἀβλαβεῖς. Τὸ ἴδιο συνέβη ἀργότερα καὶ μὲ τὸν Δανιήλ, ὅταν ὁ Δαρεῖος τὸν ἔριξε στὸ λάκκο τῶν λεόντων, ἐπειδὴ ἔκανε τὴν προσευχή του, ἐνῶ ὁ βασιλιὰς εἶχε διατάξει γιὰ 30 ἡμέρες νὰ μὴν κάνει κανεὶς ἰδιαίτερη προσευχή.
Βλέποντας τὸ θαῦμα ὁ Δαρεῖος, κράτησε τὸν Δανιὴλ στὴν αὐλή του, ὅπου παρέμεινε καὶ πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα, πιθανότατα, στὰ Σοῦσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος β’.
Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα! ἐν τῇ πηγῇ τῆς φλογός, ὡς ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως, οἱ ἅγιοι Τρεῖς Παῖδες ἠγάλλοντο, καὶ ὁ Προφήτης Δανιήλ, λεόντων ποιμήν, ὡς προβάτων ἐδείκνυτο. Ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Καθαρθεῖσα Πνεύματι, ἡ καθαρά σου καρδία, προφητείας γέγονε, φαεινοτάτης δοχεῖον· βλέπεις γὰρ, ὡς ἐνεστῶτα τὰ μακρὰν ὄντα· λέοντας, ἀποφιμοῖς δὲ βληθεὶς ἐν λάκκῳ· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, Προφῆτα μάκαρ Δανιὴλ ἔνδοξε.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Αὐτόμελον.
Χειρόγραφον εἰκόνα μὴ σεβασθέντες, ἀλλ’ ἀγράφῳ οὐσίᾳ θωρακισθέντες, τρισμακάριοι ἐν τῷ σκάμματι τοῦ πυρὸς ἐδοξάσθητε· ἐν μέσῳ δὲ φλογός, ἀνυποστάτου ἱστάμενοι, Θεὸν ἐπεκαλεῖσθε· Τάχυνον ὦ Οἰκτίρμον, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, ὅτι δύνασαι βουλόμενος.

 

Μεγαλυνάριον.

Τόκον τῆς Παρθένου προκατιδών, Δανιὴλ Προφῆτα, ὡς τῆς χάριτος ὀφθαλμός, πίστει τῶν λεόντων, ἐνέφραξας τὸ στόμα· ἔνθεν τὴν ἀρετήν σου, πάντες ᾐδέσθησαν.

 

Ἕτερον Μεγαλυνάριον.
Θάλαμον οἱ Παῖδες πνευματικόν, δρόσῳ τῆς Τριάδος, ἀπειργάσαντο ἐμφανῶς, τὴν ἑπταπλασίως, κάμινον ἐκκαφθεῖσαν, ἐν ᾗ χοροβατοῦντες, Θεὸν δοξάζουσι.

Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Θαυματουργός ὁ ἐκ Ζακύνθου, Ἀρχιεπίσκοπος Αἰγίνης

Γόνος εὐσεβέστατης καὶ ἀρχοντικὴς οἰκογένειας τῆς Ζακύνθου (πατρὸς Μωκίου Σηκούρου καὶ Παυλίνας), ἀνατράφηκε ἀπ’ αὐτὴν μὲ τὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔτσι γρήγορα διακρίθηκε στὰ γράμματα καὶ τὴν ἀρετή.

Νωρίς, μόλις ἐνηλικιώθηκε, ἀσχολήθηκε μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ θείου λόγου, φροντίζοντας συγχρόνως νὰ συντρέχει στὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν. Κατόπιν ἔγινε μοναχὸς στὴν βασιλικὴ Μονὴ τῶν Στροφάδων, ὅπου ἀσκήθηκε στὴν ἀγρυπνία, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν μελέτη τῶν Γραφῶν.

Ἔπειτα πῆγε στὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ βρεῖ καράβι προκειμένου νὰ ταξιδέψει στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἀλλὰ ὁ τότε ἀρχιερέας τῶν Ἀθηνῶν, ἄκουσε κάποια Κυριακὴ τὸ λαμπρό του κήρυγμα καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο Αἰγίνης, μὲ τὴν ἐπίσημη κατόπιν ἔγκριση τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως. Τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα, ἐπιτέλεσε ἄγρυπνα καὶ ἄοκνα. Ἀναδείχτηκε διδάσκαλος, πατέρας καὶ παιδαγωγὸς τοῦ ποιμνίου του. Ἡ φήμη του εἶχε διαδοθεῖ παντοῦ, ἀλλὰ αὐτὸς παρέμενε ἁπλὸς καὶ ταπεινός. Ἀσθένησε ὅμως ἀπὸ τοὺς πολλοὺς κόπους καὶ παραιτήθηκε.

Γύρισε στὴν Ζάκυνθο, ὅπου μέχρι τὸ 1579 ἦταν προσωρινὸς ἐπίσκοπος. Μετὰ ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου τῆς Ἀναφωνητρίας, ὅπου ἀσκήτευε καὶ μὲ ἀγάπη κήρυττε καὶ βοηθοῦσε τοὺς κατοίκους τοῦ νησιοῦ. Ἦταν τόση ἡ ἀγάπη ποὺ εἶχε, ὥστε προστάτεψε ἀκόμα καὶ τὸν φονιὰ τοῦ ἀδελφοῦ του.
Ὁ Διονύσιος πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα, 17 Δεκεμβρίου 1624. Τάφηκε στὴ Μονὴ Στροφάδων καὶ κατὰ τὴν ἐκταφὴ τὸ λείψανό του βγῆκε εὐωδιαστὸ καὶ ἀδιάφθορο. Ἔτσι παραμένει μέχρι σήμερα καὶ ἡ Ζάκυνθος τιμᾶ καὶ πανηγυρίζει τὸν Ἅγιο, σὰν προστάτη καὶ πολιοῦχο της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τῆς Ζακύνθου τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν πρόεδρον, τὸν φρουρὸν Μονῆς τῶν Στροφάδων, Διονύσιον ἅπαντες, τιμήσωμεν συμφώνως οἱ πιστοί, βοῶντες πρὸς αὐτὸν εἰλικρινῶς· σαῖς λιταῖς τοὺς τὴν σὴν μνήμην ἐπιτελοῦντας, σῶσον καὶ βοῶντάς σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δωρησαμένῳ σε ἡμῖν, πρέσβυν ἀκοίμητον.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, τῶν Ζακυνθίων ἡ νῆσος, ἑορτὴν χαρμόσυvοv, σὺν τῇ Μοvῇ τῶv Στροφάδωv, Αἴγιναν, τὴν ἐv Κυκλάσι προσκαλουμένη, ᾄσμασιv, ἀξιοχρέως συνευφημῆσαι, καὶ φαιδρῶς πανηγυρίσαι, τὸ κοινὸν κλέος, νῦv Διονύσιον.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Ζακύνθου γόνος λαμπρός, πρόεδρος Αἰγίνης, καὶ Στροφάδων μέγας φρουρός· χαίροις Ἐκκλησίας, νέος φωστὴρ τρισμάκαρ, Ἀρχιερέων δόξα, ὦ Διονύσιε.

Οἱ Ἅγιοι Πατερμούθιος, Κόπρις καὶ Ἀλέξανδρος οἱ Ὁσιομάρτυρες 

Χριστιανοί, γεμάτοι εὐσέβεια καὶ ζῆλο, βασανίστηκαν καὶ τέλος ἀποκεφαλίστηκαν μὲ διαταγὴ τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτου (361 – 363), ὅταν αὐτὸς ἐκστράτευε κατὰ τῶν Περσῶν. Ὁ Κόπρις, νεαρὸς δείλιασε στὴν ἀρχὴ λίγο. Ἀλλὰ ὁ Πατερμούθιος τὸν ἐνίσχυσε μὲ τὰ θερμὰ λόγια του.
Καὶ οἱ τρεῖς δέ, ὑπέστησαν τὸν μαρτυρικὸ θάνατο, ψάλλοντες ὕμνους πρὸς τὸν Χριστό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁμολογητής

Ἡ πατρίδα του ἦταν κοντὰ στὰ Γάδειρα τῆς Ἱσπανίας. Ἀνέθρεψε μὲ εὐσέβεια τὰ παιδιά του καὶ τὰ κατέστησε χρήσιμα καὶ ἀγαθοεργὰ μέλη τῆς κοινωνίας. Ἀργότερα ὁ ἴδιος ἀφιερώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὸ Θεό, ἀφοῦ ἄφησε κάθε βιοτικὴ μέριμνα.

Προσκυνητὴς στὴν Ρώμη, δώρισε πολλὰ χρήματα στὰ ἐκεῖ χριστιανικὰ ἱδρύματα, τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ὅταν στὴν συνέχεια πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 919 μ.Χ. Ἀπὸ ἐκει πῆγε στοὺς Ἁγίους Τόπους, ὅπου διαμοίρασε καὶ τὰ τελευταῖα χρήματά του καὶ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Στέφανος, ἀπὸ Δουναλέ.

Συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Σαρακηνοὺς καὶ βασανίστηκε σκληρά. Κατάφερε ὅμως νὰ διαφύγει μὲ δύο ἱερεῖς στὴν Αἴγυπτο. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ μὲ ζῆλο κήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο. 
Καταγγέλθηκε στὸν Ἀμηρά, φυλακίστηκε καὶ ὑπέστη φοβερὰ βασανιστήρια. Βαριὰ τραυματισμένος, πέθανε δοξάζοντας τὸν Θεό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἴακχος ὁ Μάρτυρας 

Ἦταν ἀπὸ τὴν Τρίγλια καὶ μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Νέος 

Δὲν σώζονται βιογραφικά του στοιχεῖα. Μόνο κάποιος λόγος τοῦ μέγα λογοθέτη Θεοδώρου Μουζάλων, ποὺ ἀναφέρεται σ’ αὐτὸν καὶ βρίσκεται στὴ Μεγίστη Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Καταγόταν ἀπὸ τὴν ἱερατικὴ φυλὴ τοῦ Λευΐ καὶ εἶναι ὁ 10ος τῶν μικρῶν λεγόμενων προφητῶν. Γεννήθηκε στὴν Βαβυλώνα, ὅταν διαρκοῦσε ἡ αἰχμαλωσία τῶν Ἰουδαίων. Ὁ Ἀγγαῖος ἦταν αὐτός, ποὺ μαζὶ μὲ τὸν Προφήτη Ζαχαρία ἀναθέρμαναν τὸν ζῆλο τῶν Ἰουδαίων γιὰ τὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολομῶντος.

Τὸ προφητικὸ βιβλίο τοῦ Ἀγγαίου εἶναι χωρισμένο σὲ δύο κεφάλαια καὶ ἔχει ἁπλὸ καὶ αὐστηρὸ ὕφος. Ἐπειδὴ ὁ Ἀγγαῖος καταγόταν ἀπὸ λευϊτικὴ οἰκογένεια, ὅταν πέθανε, τάφηκε στὰ μνήματα τῶν ἱερέων.
Νὰ ὅμως καὶ τί συμβουλεύει στοὺς ἱερεῖς: «Οὕτως πάντα τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτῶν, καὶ ὃς ἐὰν ἐγγίση ἐκεῖ, μιανθήσεται ἕνεκεν τῶν λημάτων αὐτῶν τῶν ὀρθρινῶν». Ἔτσι, λέει ὁ Ἀγγαῖος, συμβαίνει μὲ ὅλα τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτῶν. Ὅποιος Ἱερέας δηλαδή, εἶναι μολυσμένος ἀπὸ δωροδοκίες ποὺ πῆρε πρωὶ – πρωί, ἢ ἀπὸ ἄλλες ἁμαρτίες καὶ παρακοὲς ποὺ διέπραξε, ἂν ἀγγίξει τὸ θυσιαστήριο θὰ τὸ μολύνει. Ἡ προσφορά του δηλαδή, θὰ θεωρηθεῖ μολυσμός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Προφήτης θεόληπτος, οἷα θεράπων Θεοῦ, τῷ κόσμῳ ἐνδέδειξαι, ἀνακαθάρας τὸν νοῦν, Ἀγγαῖε πανεύφημε, ὅθεν ἑορταζόντων, ἔνθα πέφυκεν ἦχος, ἤρθης ὡς ἑορτάζων, ἐν Θεῷ φερωνύμως· ᾧ πρέσβευε θεηγόρε, σώζεσθαι ἅπαντας.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Καταυγασθεὶς τῇ ἐλλάμψει τοῦ Πνεύματος, προφητικῶς διαλάμπεις τοῖς πέρασι, καὶ τύποις τρανώσας τὰ μέλλοντα, περιφανὴς διὰ βίου γεγένησαι, Ἀγγαῖε Προφῆτα θεόσοφε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἄγγος χαρισμάτων προφητικῶν, Ἀγγαῖε Προφῆτα, ἀνεδείχθης δι’ ἀρετῶν, ἐξ ὧν κἀμοὶ μάκαρ, μετάδος οὐρανόθεν, ἵνα πρὸς σωτηρίας, τρίβων ἀφίκωμαι.

Ὁ Ἅγιος Μαρίνος ὁ Μάρτυρας

Ἔλαβε τὸ μαρτυρικὸ στεφάνι στὰ τέλη τοῦ 3ου μ.Χ. αἰώνα. Γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε στὴν Ρώμη καὶ πῆρε τὸ ἀξίωμα τοῦ Συγκλητικοῦ. Ἀλλὰ οἱ πολλές του ἀγαθοεργίες πρὸς τοὺς χριστιανούς, ἐξήγειραν ἐναντίον του τὶς ὑπόνοιες τῶν συναδέλφων του, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ ἐξέτασαν, ἀνακάλυψαν ὅτι ὁ Μαρίνος ἀνῆκε στὴν χριστιανικὴ Ἐκκλησία. Καὶ τότε τὸν κατήγγειλαν.
Συνελήφθη μὲ αὐτοκρατορικὴ διαταγὴ καὶ ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Ἐνῶ τὸν ὁδηγοῦσαν στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, εἶδε μερικοὺς ἀπὸ τοὺς φίλους του νὰ κλαῖνε καὶ αὐτὸς μὲ πραότητα τοὺς εἶπε: «Γιατί κλαῖτε καὶ λυπάστε; Μάθετε ὅτι πηγαίνω ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ αἰώνιο φῶς, ἀπὸ τὸν χῶρο τοῦ σταδίου στὰ βραβεῖα, καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν παντοτινὴ ζωή». Μετὰ ἀπὸ λίγο ἡ κεφαλή του ἔπεφτε, ἡ δὲ ψυχῆ του πετοῦσε στὰ σκηνώματα τῶν δικαίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Πρόμος (ἢ Πρόβος) καὶ Ἰλάριος οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μέμνων Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου 

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, λανθασμένα τὸν ἀναφέρουν σὰν Ἐπίσκοπο Ἱεροσολύμων).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀντιοχείας 

Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ Delehaye σελ. 361, 53, συνοδευμένη μὲ αὐτὴν τοῦ Ἁγίου Μέμνονος Ἐπισκόπου Ἐφέσου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Θεοφανώ 

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τῆς Ἁγίας καὶ θαυματουργὴς Θεοφανούς. Ἦταν σύζυγος τοῦ βασιλιὰ Λέοντα τοῦ ἐπονομαζόμενου Σοφοῦ.

Ἡ Θεοφανώ, καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ οἰκογένεια τῆς Ἀνατολῆς, καὶ κατοικοῦσε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀναδείχθηκε βασίλισσα καὶ παρ’ ὅλα τὰ μεγαλεία καὶ τὸν πλοῦτο ποὺ τὴν πλαισίωνε, διατήρησε τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν μετριοφροσύνη ποὺ τὴν χαρακτήριζε πρίν. Προτιμοῦσε νὰ εἶναι ἁπλὰ ντυμένη καὶ νὰ βρίσκεται δίπλα στοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὴν χρειαζόντουσαν. Γι’ αὐτὸ ντυνόταν ἁπλὰ γιὰ νὰ μὴν ἀναγνωρίζεται καὶ μὲ τὴν συνοδεία δύο ἔμπιστων ὑπηρετριῶν της, γύρναγε στὰ σπίτια τῶν φτωχῶν καὶ κατατρεγμένων καὶ πρόσφερε τὴν βοήθειά της.

Ἦταν τόση ἡ πίστη της, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ θαυματουργήσει. Ὅταν ἐγκατέλειπε ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη κάποιον ἀσθενή, διότι δὲν μποροῦσε νὰ τὸν θεραπεύσει, τοῦ ἐπανέφερε τὴν ὑγεία του ἡ Ἁγία μὲ τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς της. Παρ’ ὅλο τὶς πίκρες ποὺ δέχθηκε στὴν ζωή της ἡ Ἁγία Θεοφανὼ ὑμνοῦσε τὸν Κύριο μὲ μία ἄσβεστη φλόγα.
Ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ καὶ τὸ ἅγιο λείψανό της βρίσκεται στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Προελομένη τὰ οὐράνια πόθῳ, Θεοφανὼ τὴν βιοτὴν διεξῆλθες, ἀγγελικῶς ἐν γῇ περιπολεύουσα· ὅθεν κατηξίωσαι, οὐρανίων χαρίτων, σὺν Ἀγγέλων τάξεσι, καὶ Ἁγίων χορείαις, παρισταμένη τῷ Παμβασιλεῖ· ὃν ἐκδυσώπει, εὑρεῖν ἡμᾶς ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τὴν ἐν τῷ μέσῳ ἀνακτόρων ἀναλάμψασαν

Ὡς ἐν ἐρήμῳ ἁγιότητος ταῖς λάμψεσιν,

Ὡς θεόφρονα τιμήσωμεν βασιλίδα·

Βασιλείαν γὰρ λιποῦσαι τὴν ἐπίγειον

Τὴν οὐράνιον ἐνθέως ἐκληρώσατο·
Χαίροις λέγοντες, Θεοφανὼ παμμακάριστε.

 

Μεγαλυνάριον.
Τῆς θεοφανείας τῆς μυστικῆς, τὴν βουλὴν πληροῦσα, ὡς βασίλισσα νουνεχής, τῆς ὑπερκοσμίου, ἐπέβης βασιλείας, Θεοφανὼ Ὁσία ἀξιοθαύμαστε.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Χρυσοβέργης

Ὁ Νικόλαος ὁ Β’, ὁ Χρυσοβέργης (καὶ ὄχι Γραμματικός, ὅπως τὸν ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Νικόδημος), διαδέχτηκε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τὸν παραιτηθέντα Πατριάρχη Ἀντώνιο τὸν Γ’ (984 – 995).
Κόσμησε μὲ τὴν εὐαγγελική του ζωὴ τὸν οἰκουμενικὸ θρόνο μὲ ὁσιακὰ ἔργα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἔδρασε στὴν Ρώμη κατὰ τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. ὅταν αὐτοκράτορες ἦταν ὁ Κόμμοδος καὶ ὁ Σεπτίμιος Σεβῆρος. Ἡ μητέρα του Ἀνθία, ποὺ ἔμεινε χήρα ὅταν ὁ Ἐλευθέριος ἦταν μικρός, κατηχήθηκε στὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἡ Ἀνθία ἀνέθρεψε τὸν γιό της σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου καὶ μάλιστα ἀνέθεσε τὴν ἠθική του τελείωση καὶ τὴν θεολογική του κατάρτιση στὸν ἐπίσκοπο Ρώμης Ἀνίκητο.

Σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν ὁ Ἐλευθέριος χειροτονήθηκε διάκονος ἀπὸ τὸν Ἀνίκητο, ἐνῶ ἀργότερα ἔγινε ἐπίσκοπος Ἰλλυρικοῦ. Ὁ βασιλιὰς τῆς Βρετανίας Λούκιος ἔστειλε ἐπιστολὴ στὸν Ἅγιο, δηλώνοντας τὴν ἐπιθυμία του νὰ διδαχθοῦν τὴν πίστη στὸν Χριστὸ αὐτὸς καὶ ὁ λαός του. Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Σεπτίμιος Σεβῆρος πληροφορήθηκε τὴν χριστιανικὴ δράση τοῦ Ἐλευθερίου διέταξε τὴν σύλληψή του.
Ἔπειτα ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια ὁ Ἐλευθέριος ὁδηγήθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες στὴν ἀρένα τῆς Ρώμης. Τὰ ἄγρια ζῶα ὅμως δὲν τὸν ἄγγιξαν, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκε μαζὶ μὲ τὴ μητέρα του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.

Ἱερέων ποδήρει κατακοσμούμενος, καὶ αἱμάτων τοῖς ῥείθροις ἐπισταζόμενος, τῷ Δεσπότῃ σου Χριστῷ μάκαρ ἀνέδραμες, Ἐλευθέριε σοφέ, καθαιρέτα τοῦ Σατάν.  Διὸ μὴ παύςῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων, τὴν μακαρίαν σου ἄθλησιν.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.
Φερωνύμῳ σου κλήσει καλλωπιζόμενος, ἐλευθερίαν παρέχεις καὶ ἀπολύτρωσιν, τοῖς προσκάμνουσι δεινῶς, ποικίλας θλίψεσιν, Ἐλευθέριε σοφέ, ἱερῶν καλλονή, Μαρτύρων ἡ ὡραιότης· διὸ μὴ παύσῃ βραβεύων, ἀναψυχὴν τοῖς σὲ γαιρέρουσι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς καλλονὴν τῶν ἱερέων Ὅσιε, καὶ προτροπὴν τῶν Ἀθλοφόρων ἅπαντες, εὐφημοῦμεν καὶ αἰτοῦμέν σε, Ἱερομάρτυς Ἐλευθέριε· τοὺς πόθῳ σου τὴν μνήμην ἑορτάζοντας, κινδύνων πολυτρόπων ἐλευθέρωσον, πρεσβεύων ἀπαύστως, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.
Τῆς ἐλευθερίας τῆς ἐν Χριστῷ, τοῖς δεδουλωμένοις, χρηματίσας μυσταγωγός, κληρονόμος ὤφθης, Σιὼν τῆς ἐλευθέρας, ἀθλήσας Ἐλευθέριε, ὡς ἀσώματος.

Ἡ Ἁγία Ἀνθία ἡ Μάρτυς

Πρόκειται γιὰ τὴν μητέρα τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου, ποὺ ὅταν ἀγκάλιασε τὸ νεκρὸ σῶμα τοῦ γιοῦ της, οἱ δήμιοι ἀποκεφάλισαν καὶ αὐτήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Κοράμων ὁ Μάρτυρας ὁ Ἔπαρχος 

Αὐτὸς ἦταν Ἔπαρχος Ρώμης στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Ἀδριανοῦ (117 – 138). 
Ἦταν παρὼν στὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου καὶ ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου πίστεψε στὸν Χριστό, τὸν ὁμολόγησε καὶ στὴν συνέχεια τὸν ἀποκεφάλισαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Δύο Δήμιοι Μάρτυρες

Μαρτύρησαν καὶ αὐτοὶ στὴν Ρώμη ἐπὶ Ἀδριανοῦ (117 – 138).
Πίστεψαν στὸν Χριστὸ ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ἅγιου Ἐλευθερίου καὶ ἀποκεφαλίστηκαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος ὁ Κουβικουλάριος 

Ἐπίσημος Κωνσταντινουπολίτης, συγκλητικὸς στὸ ἀξίωμα, ποὺ ἀνατράφηκε καὶ μορφώθηκε μέσα στὰ ἀνάκτορα.

Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρουν, ὅτι τὸ ἀποκορύφωμα τῆς δόξας τοῦ Ἐλευθερίου ἦταν στὴν ἐποχὴ τοῦ Μαξιμιανοῦ (286 – 305), μὲ τὸν ὁποῖο εἶχε φιλία, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν φαίνεται πιθανό. Ὁ Ἐλευθέριος θέλησε νὰ γίνει χριστιανὸς καὶ προφασιζόμενος λόγους ὑγείας, ἀπομακρύνθηκε τῶν αὐλικῶν θορύβων καὶ ἐγκαταστάθηκε σ’ ἕνα χωριὸ κοντὰ στὸ Σαγγάριο ποταμό, ὅπου ἔκτισε ὑπόγειο εὐκτήριο οἶκο. Ἐκεῖ βαπτίσθηκε καὶ κοινωνοῦσε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Ὅταν ὁ βασιλιὰς ἔμαθε γι’ αὐτόν, πῆγε στὸν τόπο αὐτό, τὸν ἀνακάλυψε καὶ προσπάθησε μὲ πολλοὺς τρόπους νὰ τὸν ἐπαναφέρει στὴν εἰδωλολατρία. Πράγμα ποὺ δὲν τὸ κατάφερε καὶ ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἀρχιεπίσκοπος Σουρόζας (Ρῶσος)

Δεν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.g

Ἡ Ἁγία Σωσάννη 

Ἡ Ἁγία Σωσάννη ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 3ου αἰώνα μ.Χ. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, εἶχε πατέρα Ἐθνικὸ καὶ μητέρα Ἰουδαία.

Ἡ ἴδια ὅμως γνώρισε τὴν χριστιανικὴ πίστη, γι’ αὐτὸ βαπτίστηκε, ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Σιλουανό, χριστιανή. Αὐτὸ ἐξόργισε πολὺ τοὺς Ἐθνικοὺς καὶ τοὺς Ἑβραίους, οἱ ὁποῖοι ἀποφάσισαν ἀπὸ κοινοῦ νὰ τὴν σκοτώσουν. Τὸ σχέδιο τῆς δολοφονίας της ὅμως, τὸ πληροφορήθηκε ὁ Ἐπίσκοπος καὶ μαζὶ μὲ τὴν Ἁγία προσπάθησαν νὰ βροῦν μία λύση. Τελικὰ τὴν λύση τὴν ἔδωσε ἡ Σωσάννη. Μοίρασε τὴν περιουσία της στοὺς φτωχοὺς καὶ ντυμένη σὰν ἄνδρας ἐγκατέλειψε τὰ Ἱεροσόλυμα.

Ἀργότερα μετέβη στὴν Ἐλευθερούπολη, στὴν ὁποία ντύθηκε πάλι γυναίκα. Ὅταν κινήθηκε ὁ διωγμὸς τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν Διοκλητιανό, ἡ Σωσάννα χωρὶς νὰ φοβηθεῖ καθόλου, ἐξακολούθησε νὰ λατρεύει τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ φανερά. Συλληφθεῖσα γι’ αὐτὸ καὶ ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα καταδικάστηκε μαζὶ μὲ ἄλλους σὲ θανατικὴ ποινή.
Ἡ Ἁγία Σωσάννα παρέδωσε τὸ πνεῦμα στὸν Κύριό της μέσα στὴν πυρά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ἅγιος Βάκχος ὁ Νέος 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη καὶ ὑπῆρξε στὰ χρόνια τῶν Βασιλέων Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης (780 – 797). Ἦταν γιὸς γονέων χριστιανῶν, ἀλλὰ ὁ πατέρας του ἀρνήθηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ ἔγινε μωαμεθανός. Ἕνας ἀπὸ τοὺς γιούς του ὅμως, ὁ Δαχάκ, θέλησε νὰ ἐπανέλθει στὸν χριστιανισμό, παρακινώντας καὶ τὴν εὐσεβὴ μητέρα του καὶ κατέφυγε στὰ Ἱεροσόλυμα.

Ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου βαπτίσθηκε καὶ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Βάκχος. Ἀλλὰ ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς, φοβούμενος τυχῶν ἐκδίκηση τῶν Τούρκων, ἔδιωξε τὸν Βάκχο ἀπὸ τὴ Μονή. Στὰ Ἱεροσόλυμα ὁ Ἅγιος βρῆκε τὴν μητέρα καὶ τὰ ἀδέλφια του, ποὺ ἐπανέφερε στὴ Χριστιανικὴ πίστη, ἐκτὸς ἀπὸ ἕναν, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν κατάγγειλε στοὺς Τούρκους.
Οἱ Τοῦρκοι ἀμέσως συνέλαβαν τὸν Βάκχο καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Ὁ Ἅγιος, μπροστὰ σ’ ὅλους τοὺς παρευρισκόμενους μωαμεθανούς, ὁμολόγησε τὴν χριστιανική του πίστη καὶ ἔτσι ἀποκεφαλίστηκε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ νέος ὁ ἀσκητής 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἐλαία, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴν Πέργαμο τῆς Μ. Ἀσίας. Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Ἀντίοχο καὶ τὴν Εὐδοκία, οἱ ὁποῖοι νωρὶς πέθαναν καὶ ἄφησαν τὸν Παῦλο ὀρφανὸ καὶ ἀπροστάτευτο. Ἔτσι ὁ Παῦλος ἀναγκάστηκε νὰ βόσκει χοίρους γιὰ νὰ ζήσει.

Ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του Βασίλειος, ποὺ ἀσκήτευε στὸ ὄρος Λάτρος (Δυτικὴ Μ. Ἀσία, κοντὰ στὴν ἀρχαία Μίλητο), ἔμαθε τὴν κατάσταση τοῦ Παύλου καὶ ἔστειλε κάποιο μοναχὸ νὰ τὸν βρεῖ καὶ νὰ τὸν φέρει στὴ Μονή. Στὴν ἀρχὴ οἱ χωρικοὶ ἀρνήθηκαν νὰ δώσουν τὸν ὀρφανό, ἀλλὰ ὁ ἀδελφός του τὸν ἐμπιστεύθηκε στὸν ἀσκητὴ Πέτρο σὰν μαθητευόμενο.

Κοντὰ στὸν Πέτρο, ὁ Παῦλος διδάχτηκε τὴν μοναχικὴ ζωὴ καὶ τόσο πολὺ διακρίθηκε σ’ αὐτή, ὥστε μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πέτρου οἱ μοναχοὶ τὸν κάλεσαν στὴν ἡγουμενία τῆς Μονῆς. Αὐτὸς ὅμως δὲν δέχτηκε καὶ ἔφυγε πιὸ μέσα στὸ βουνὸ καὶ ζοῦσε μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχή.

Ἔπειτα κατέβηκε στὰ κάτω μέρη τοῦ βουνοῦ καὶ ἔκτισε ὡραῖο ναὸ στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας, ὅπου καὶ παρέμεινε μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, ἀφοῦ ἔκανε καὶ πολλὰ θαύματα.
Μερικοὶ Συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα τὸ 896.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Μνήμη Χειροτονίας Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου 

Αὐτὴ τὴν ἡμέρα, μὲ κοινὴ γνώμη κλήρου, βασιλέων καὶ λαοῦ, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος χειροτονήθηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (15 Δεκεμβρίου 397 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Θύρσος, Λεύκιος καὶ Καλλίνικος ἔζησαν τὸν 3ου αἰώνα μ.Χ. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Βιθυνία καὶ κατοικοῦσαν στὴν Καισάρεια. Ἦταν γόνοι ἐπιφανῶν οἰκογενειῶν καὶ διῆγαν εὐσεβὴ καὶ ταπεινὸ βίο.

 

Μαρτύρησαν, ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Δέκιος κήρυξε σκληρὸ διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν. Χωρὶς νὰ φοβηθεῖ τὶς ἀπειλὲς τῶν εἰδωλολατρῶν, ὁ Λεύκιος παρουσιάστηκε οἰκειοθελῶς στὸν ἔπαρχο Κουμβρίκιο, στὸν ὁποῖο καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του. Δὲν δίστασε νὰ ἐλέγξει τὸν ἔπαρχο, ποὺ προσπαθοῦσε μὲ κάθε μέσο, νὰ περιορίσει τὴν διάδοση τοῦ χριστιανισμοῦ. Ἐξοργισθεῖς ὁ Κουμβρίκιος διέταξε τὸν βασανισμὸ τοῦ Ἁγίου. Ἀφοῦ ὑπέστη φρικτὰ βασανιστήρια, ὁ Λεύκιος πέθανε μὲ ἀποκεφαλισμό.

 

Ἡ γενναία στάση τοῦ Ἁγίου ὁδήγησε μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα καὶ τὸν Θύρσο, ὁ ὁποῖος ὁμολόγησε μὲ θάρρος ὅτι Κύριος καὶ Θεός του εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Γιὰ τὴν ὁμολογία του αὐτὴ ὑπέστη φοβερὰ βασανιστήρια, γεγονὸς ποὺ ὁδήγησε στὴν χριστιανικὴ πίστη τὸν εἰδωλολάτρη ἱερέα Καλλίνικο.
Οἱ δυὸ ἄνδρες βρῆκαν μαρτυρικὸ θάνατο. Ὁ Καλλίνικος ἀποκεφαλίστηκε, ἐνῶ ὁ Θύρσος θανατώθηκε μὲ πριόνια ἀπὸ τοὺς δήμιους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν ἑξαστέλεχον, Μαρτύρων φάλαγγα, ᾀσμάτων ἄνθεσιν ἀνευφημήσωμεν, ὡς καθαιρέτας τοῦ ἐχθροῦ, καὶ στύλους τῆς ευσεβείας, Θύρσον καὶ Φιλήμονα, καὶ στερρὸν Ἀπολλώνιον, Ἀρριανὸν Καλλίνικον, καὶ τὸν ἔνδοξον Λεύκιον· αὐτοὶ γὰρ οὐρανίων χαρίτων, κόσμῳ πυρσεύουσι τὴν αἴγλην.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοὺς φωστῆρας ἅπαντες, τῆς Ἐκκλησίας, συνελθόντες σήμερον, ἐν ἐγκωμίοις ἱεροίς, ἀνευφημοῦντες ὑμνήσωμεν, ὡς Ἀθλοφόρους Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.

Δῆμος ἁγιόλεκτος καὶ σεπτός, πρόκειται εἰς αἶνον, Ἀθλοφόρων θεοστεφῶν, ὧν τὰς ἀριστείας, πνευματικῶς τιμῶντες, τὴν τούτων μυηθῶμεν, θείαν ἀνάβασιν.

Οἱ Ἅγιοι Φιλήμων, Ἀπολλώνιος, Ἀρριανὸς καὶ οἱ τέσσερις Προτεκτοράτοι   

Οἱ Ἅγιοι αὐτοί, ἦταν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Διοκλητιανοῦ (290). Καὶ τὸ μαρτύριο τους ἔγινε ὡς ἑξῆς:

 

Ὁ ἡγεμόνας τῆς Θήβας στὴν Αἴγυπτο Ἀρριανός, συνέλαβε 37 χριστιανούς. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς, ὁ Ἀπολλώνιος, δείλιασε τὰ βασανιστήρια καὶ ἔδωσε τέσσερα φλουριὰ καὶ τὰ ροῦχα του στὸν Φιλήμονα, ποὺ ἔπαιζε σουραύλι καὶ νὰ θυσιάσει αὐτὸς στὰ εἴδωλα ἀντὶ αὐτοῦ. Ὁ Φιλήμονας φόρεσε τὰ ροῦχα, συγχρόνως συνδέθηκε νοητὰ καὶ μὲ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Καὶ ὅταν διατάχθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, αὐτὸς ὁμολόγησε τὸν Χριστό.

 

Τότε ὁ ἡγεμόνας πρόσταξε νὰ ἔλθει ὁ Φιλήμονας νὰ παίξει μὲ τὸ σουραύλι του, γιὰ νὰ ἑλκυσθεῖ ὁ δῆθεν Ἀπολλώνιος. Ἀλλὰ ὁ Φιλήμονας φανερώθηκε καὶ ὁ ἡγεμόνας ἔμεινε ἔκπληκτος. Τοῦ εἶπε ὅμως ὅτι δὲν εἶναι χριστιανός, διότι δὲν ἔχει βαπτισθεῖ. Τότε ὁ Φιλήμονας προσευχήθηκε θερμὰ καὶ ἀμέσως ἔβρεξε δυνατά. Ἡ βροχὴ αὐτή, πληροφορήθηκε ὁ Φιλήμονας ὅτι, ἦταν βάπτισμα γι’ αὐτόν. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Ἀπολλώνιος ἔγινε αἰτία νὰ πιστέψει ὁ Φιλήμονας, ὁ ἡγεμόνας τὸν ἔφερε μπροστά του καὶ αὐτὸς ὁμολόγησε τὸν Χριστό.

 

Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα, ὁ Ἀρριανὸς νὰ τοὺς βασανίσει σκληρὰ καὶ κατόπιν νὰ τοὺς ἀποκεφαλίσει. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀρριανὸς τυφλώθηκε. 
Στὸν ὕπνο του ὅμως, φάνηκε ὁ Φιλήμονας καὶ τοῦ εἶπε ν’ ἀλείψει στὰ μάτια του χῶμα ἀπὸ τὸν τάφο του καὶ θὰ θεραπευτεῖ. Πράγμα ποὺ ἔγινε. Τότε πίστεψε στὸν Χριστὸ ὁ Ἀρριανὸς μὲ τέσσερις σωματοφυλακές του καὶ ἀργότερα ὅλοι μαζὶ μαρτύρησαν.

 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν ἑξαστέλεχον, Μαρτύρων φάλαγγα, ᾀσμάτων ἄνθεσιν ἀνευφημήσωμεν, ὡς καθαιρέτας τοῦ ἐχθροῦ, καὶ στύλους τῆς ευσεβείας, Θύρσον καὶ Φιλήμονα, καὶ στερρὸν Ἀπολλώνιον, Ἀρριανὸν Καλλίνικον, καὶ τὸν ἔνδοξον Λεύκιον· αὐτοὶ γὰρ οὐρανίων χαρίτων, κόσμῳ πυρσεύουσι τὴν αἴγλην.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοὺς φωστῆρας ἅπαντες, τῆς Ἐκκλησίας, συνελθόντες σήμερον, ἐν ἐγκωμίοις ἱεροίς, ἀνευφημοῦντες ὑμνήσωμεν, ὡς Ἀθλοφόρους Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.

Δῆμος ἁγιόλεκτος καὶ σεπτός, πρόκειται εἰς αἶνον, Ἀθλοφόρων θεοστεφῶν, ὧν τὰς ἀριστείας, πνευματικῶς τιμῶντες, τὴν τούτων μυηθῶμεν, θείαν ἀνάβασιν.

 Ὁ Ἅγιος Ὑπάτιος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ 36 μαρτυρήσαντες

Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. 

 

Ἡ μνήμη του βρίσκεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1590 μαζὶ μὲ αὐτὴ τοῦ Φιλήμονα καὶ Ἀπολλώνιου († 14 Δεκεμβρίου) καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 36 μάρτυρες ἀπὸ τὴ Θηθαΐδα τῆς Αἰγύπτου ἐπὶ ἡγεμόνα Ἀρριανοὺ († 14 Δεκεμβρίου).

 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr              

Μαρτύρησαν κατὰ τὸ σκληρὸ διωγμὸ τῶν χριστιανῶν ἐπὶ Διοκλητιανού. Ὁ Εὐστράτιος, ποὺ ἦταν ἀνώτερος ἀξιωματικός, συνελήφθη ἀπὸ τὸ Δούκα Λυσία. Αὐτός, ἀφοῦ τὸν βασάνισε μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο, ἔπειτα τὸν ἔστειλε στὸν ἔπαρχο Ἀγρικόλα. Φημισμένος αὐτὸς γιὰ τὴν ὠμότητά του ἀπέναντι στοὺς χριστιανούς, ἔβαλε τὸν Εὐστράτιο νὰ βαδίσει μὲ σιδερένια παπούτσια, ποὺ εἶχαν μέσα μυτερὰ καρφιά. Κατόπιν τὸν ἀποτελείωσε, ἀφοῦ τὸν ἔριξε μέσα στὴ φωτιά.

Τὸν Αὐξέντιο, ποὺ ἦταν ἱερέας καὶ συμπολίτης τοῦ Εὐστρατίου, ὁ ἡγεμόνας τὸν πίεσε νὰ ἀλλαξοπιστήσει μὲ πολλὲς δελεαστικὲς ὑποσχέσεις. Ἀλλὰ ὁ ἄξιος λειτουργὸς τοῦ Χριστοῦ ἀπάντησε: «Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ λέω πολλὰ λόγια Λυσία. Στὴν ζωὴ αὐτὴ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ εἶμαι δικός Του μέχρι θανάτου. Καὶ ἂν ἀναρίθμητους δαρμοὺς καὶ πληγὲς μοῦ δώσεις, καὶ ἂν μὲ φωτιὰ καὶ σίδερο μὲ λιώσεις, ὁ Χριστός μου εἶναι παντοδύναμος καὶ ὁ Σταυρὸς Του ἀκαταμάχητος. Αὐτὸς καθ’ ἑαυτὸν ὁ Αὐξέντιος εἶναι ἀδύνατος. Ἀλλὰ τοῦ χριστιανοῦ Αὐξεντίου τὸ φρόνημα δὲν θὰ κάμψεις ποτέ». Ἐξαγριωμένος ὁ ἡγεμόνας ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, ἀμέσως τὸν ἀποκεφάλισε.

Τὸν Μαρδάριο, ἀφοῦ τρύπησαν τοὺς ἀστραγάλους του τὸν κρέμασαν μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω καὶ τὸν ἔκαψαν.

Ὁ ἀξιωματικὸς Εὐγένιος, ἀφοῦ τοῦ ἔκοψαν τὴν γλώσσα καὶ τὰ χέρια καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ πόδια, ἐξέπνευσε.
Τὸν δὲ στρατιώτη Ὀρέστη τὸν θανάτωσαν, ἀφοῦ τὸν ξάπλωσαν σὲ πυρακτωμένο κρεβάτι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἡ πενταυγὴς τῶν Ἀθλοφόρων χορεία, τῇ τῶν ἀγώνων νοητῇ δᾳδουχίᾳ, τὴν οἰκουμένην ἅπασαν αὐγάζει νοητῶς, ὁ σοφὸς Εὐστράτιος, Αὐξεντίῳ τῷ θείῳ, Ὀρέστης καὶ Μαρδάριος, καὶ Εὐγένιος ἅμα· οὓς εὐφημοῦντες εἴπωμεν πιστοί· χαίροις Μαρτύρων, πεντάριθμε σύλλογε.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.

Φωστὴρ ἐφάνης λαμπρότατος Χριστοκῆρυξ, τοῖς ἐν τῷ σκότει τῆς ἀγνωσίας καθημένοις· πίστιν ὡς δόρυ δὲ περιθέμενος, τῶν δυσμενῶν τὰ θράση οὐκ ἐπτοήθης Εὐστράτιε, ῥητόρων ὑπάρχων εὐγλωττότερος. 

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς Ἀθλοφόροι ἐν πᾶσιν ἀήττητοι, οἱ τοῦ Σωτῆρος πεντάριθμοι Μάρτυρες, πρεσβείαις ἀπαύστως προσάγετε, ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς τὸν μόνον Φιλάνθρωπον, διδόναι ἡμῖν θεῖον ἔλεος.

Μεγαλυνάριον.
Σύμμορφοι ἐν ἄθλοις τοῖς ἱεροῖς, Εὐστράτιε μάκαρ, καὶ Αὐξέντιε ἱερέ, σὺν τῷ Εὐγενίῳ, Μαρδάριε Ὀρέστα, ἡμᾶς ἐν ὁμονοίᾳ διατηρήσατε.

Ἡ Ἁγία Λουκία ἡ Παρθενομάρτυς

Σήμερα τιμοῦμε τὴν μνήμη τῆς Ἁγίας μάρτυρος Λουκίας, τῆς παρθένου. Ἔζησε γύρω στὰ μέσα τοῦ 3ου αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας.

Μοναχοκόρη, εἶχε ὀρφανέψει μικρὴ ἀπὸ τὸν πατέρα της καὶ ἔμεινε μόνη μὲ τὴ μητέρα της, ἡ ὁποία ἦταν βαριὰ ἄρρωστη μὲ μία ἀνίατη ἀσθένεια. Ἔχοντας ἀπελπιστεῖ ἀπὸ τὴν βοήθεια τῶν γιατρῶν, εὐελπιστοῦσαν μόνο στὴν Θεία Χάρη γιὰ τὴν ἴαση τῆς ἀσθένειάς της. Γι’ αὐτὸ μετέβηκαν στὴν Κατάνη, ὅπου βρισκόταν τὸ λείψανο τῆς Ἁγίας Ἀγαθῆς.

Τὸ βράδυ ποὺ ἔπεσε νὰ κοιμηθεῖ ἡ Λουκία, ἀφοῦ εἶχε προσευχηθεῖ θερμὰ γιὰ τὴν ὑγεία τῆς μητέρας της, εἶδε τὴν Ἁγία Ἀγαθὴ σὲ ὅραμα. Ἡ Ἁγία τῆς εἶπε ὅτι ἡ μητέρα της θὰ γιατρευτεῖ, ἀλλὰ ἡ ἴδια θὰ στεφθεῖ τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου. Ἡ Λουκία περιχαρής, ξύπνησε τὸ πρωὶ γιὰ τὴν ἀνάρρωση τῆς μητέρας της, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ μαρτυρικὸ στέφανο ποὺ τὴν περίμενε. Ὅταν γύρισαν στὶς Συρακοῦσες τὴν κατήγγειλαν στὸν αὐτοκράτορα Δέκιο, λόγω τοῦ φιλανθρωπικοῦ καὶ χριστιανικοῦ της ἔργου. Ἐπειδὴ δὲ, δὲν ἀπαρνήθηκε τὴν πίστη της στὸν Κύριο, διατάχθηκε ὁ θάνατός της.
Ἡ Ἁγία Λουκία παρέδωσε τὸ πνεῦμά της κάτω ἀπὸ τὸ ξίφος τοῦ δημίου.

 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Παρθενίας φοροῦσα χλαῖναν ὑπέρλαμπρον, παρθενικῶς ἐμνηστεύθης τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ ἀγάπην γεηροῦ μνηστῆρος ἔλιπες· ὅθεν ὡς δῶρα νυμφικά, προσενήνοχας αὐτῷ, τὰ ῥεῖθρα τῶν σῶν αἱμάτων, Λούκια Παρθενομάρτυς, ᾧ καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν λαμπράν σου ἄθλησιν, ἀνευφημοῦντες ἐν πόθῳ, ὡς ἁγνὴν παρθένον σε, καὶ ἀθληφόρον τιμῶμεν· μόνον γὰρ, Χριστοῦ τὸ κάλλος ἐπιποθοῦσα, ἅπασαν, ἀπεβδελύξω φθαρτῶν ἰδέαν· διὰ τοῦτο καὶ τμηθεῖσα, ἀφθάρτου δόξης Λουκία ἔτυχες.

 

Μεγαλυνάριον.

Φίλτρῳ πτερωθεῖσα τῷ θεϊκῷ, μνήστορος γηΐνου, ὑπερέδραμες τὴν στοργήν, καὶ ὀδμαῖς ἀΰλοις, τοῦ Λόγου ἑπομένη, Λουκία Ἀθληφόρε, νομίμως ἤθλησας. 

Ὁ Ὅσιος Ἄρης

Ἕνας ἀπὸ τοὺς Ὁσίους καὶ σοφοὺς ἀσκητὲς τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, τοῦ ὁποίου ἀποφθέγματα ὑπάρχουν στὸν Εὐεργετινό.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Ἀσκητὴς ποὺ ἀσκήτευσε στὸ Λάτριο ὄρος

Πότε ἀκριβῶς ἔζησε δὲν μᾶς εἶναι γνωστό. Πάντως ἀπὸ τὰ βιογραφικά του στοιχεῖα συμπεραίνουμε ὅτι ὑπῆρξε μεταξὺ τοῦ 8ου καὶ 9ου αἰώνα. 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ πλούσια καὶ ἐπίσημη οἰκογένεια. Ὁ ἴδιος ἦταν πατρίκιος καὶ στρατηγός, τῶν Κιβυρραιωτῶν καὶ ἔπειτα στὸν Βυζαντινὸ στόλο.

Κάποτε ὅμως, σὲ μία φοβερὴ τρικυμία, ὁ στόλος καταποντίσθηκε καὶ διασώθηκε μόνο αὐτός. Τότε ἀφιέρωσε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του στὸν Θεό, ἀφοῦ ἔγινε μοναχὸς καὶ ζοῦσε μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχή.

Ποῦ μόνασε πρῶτα δὲν τὸ γνωρίζουμε. Ἀργότερα κατέφυγε σὲ τόπο ἀπομονωμένο, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν τοποθεσία Ἱερὸ καὶ ἀπὸ ἐκει στὸ Λάτριο ὄρος, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ αὐστηρότατη ἄσκηση. Ἀπὸ ἐκεῖ κλήθηκε νὰ διοικήσει τὴ Μονὴ Κελλιβάρων, ἀλλὰ ἐνοχλούμενος καὶ ἐπιζητώντας τὴν ἡσυχία, ἀναχώρησε καὶ κλείστηκε μέσα σὲ μιὰ τρύπα ταλαιπωρώντας τὸ σῶμα του. Ἀλλὰ οἱ μοναχοὶ τῆς Μονῆς τὸν βρῆκαν καὶ τὸν ἐπανέφεραν στὴ Μονή, ὅπου ζοῦσε σ’ ἕνα κελὶ καὶ μόνο μιὰ φορὰ τὴν ἑβδομάδα, τὴν Κυριακή, ἔβλεπε τοὺς ἀδελφοὺς καὶ συνέτρωγε μὲ αὐτούς.
Προαισθάνθηκε τὸ τέλος τῆς ζωῆς του καὶ κάλεσε ὅλους τοὺς μοναχοὺς τῆς Μονῆς καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε κατάλληλες πνευματικὲς συμβουλές, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Πεκίου Σερβίας 

Ὁ Γαβριὴλ ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας. Μὲ ἄδεια τῶν Τούρκων, εἶχε πάει στὴ Βλαχὶα καὶ Ρωσία γιὰ νὰ μαζέψει χρήματα, γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.

Τότε κατηγορήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίτροπό του στὴν Ἀρχιεπισκοπή, Βούλγαρο Μάξιμο, ὅτι ἐπιβουλεύεται τὴν Τουρκικὴ ἐξουσία. Ἔτσι, ὅταν ὁ Γαβριὴλ ἐπέστρεψε ἀπ' τὴ Ρωσία, βρῆκε στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τὸν Μάξιμο. Ἀμέσως τότε ὁ Γαβριήλ, προέβηκε σὲ ἐνέργειες γιὰ τὴν ἔξωσή του. Ὁ Μάξιμος ὅμως πῆγε στὴν Προῦσα, ὅπου βρισκόταν ὁ Σουλτάνος καὶ ὁ Βεζίρης καὶ ἐπανέλαβε τὶς συκοφαντίες ἐναντίον τοῦ Γαβριήλ.

Τότε ὁ Βεζίρης κάλεσε τὸν Γαβριὴλ ἀπὸ τὴ Σερβία στὴν Προῦσα. Ἐκεῖ, ἀφοῦ τὸν ἀνέκρινε, πείστηκε μὲν ὅτι πρόκειται γιὰ συκοφαντία, ἀλλὰ ἀξίωσε ἀπὸ τὸν μάρτυρα ν’ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ ἔχει τιμὲς καὶ ἀξιώματα. Ὁ Ἱεράρχης ἀπέκρουσε τὶς προτάσεις καὶ παρέμεινε ἀκλόνητος στὴ χριστιανικὴ πίστη.
Ἔτσι, ἀφοῦ σκληρὰ τὸν βασάνισαν, δέχτηκε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου μὲ ἀπαγχονισμὸ στὶς 13 Δεκεμβρίου 1659. Ο Otto Meinardus, τοποθετεῖ τὸ μαρτύριο τοῦ νέου Ἱερομάρτυρα αὐτοῦ, στὶς 13 Ὀκτωβρίου 1681.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἰουβενάλιος καὶ Πέτρος καὶ πάντες Ἅγιοι οἱ ἐν Ἀλάσκα 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῶν τῶν Ἁγίων τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἀλάσκα – Ὀρθόδοξο Συναξάρι», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ. Παρουσία, Ἀθῆναι. 

Γιὰ τὸν Ἅγιο Πέτρο ἔχουμε μόνο τὴν παρακάτω ἀναφορὰ στὸ βιβλίο «Ὁ Ἅγιος Γερμανὸς τῆς Ἀλάσκας» ἀπὸ τὴν σειρὰ «Φιλοκαλία τῶν Ρώσων Νηπτικῶν» σὲ μετάφραση – ἐπιμέλεια Πέτρου Μπότση : 

«…Μίαν ἄλλη φορά, συνεχίζει ὁ Γιανόφσκυ, τοῦ ’λεγα (τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ) πὼς οἱ Ἰσπανοὶ αἰχμαλώτισαν στὴν Καλιφόρνια 14 Ἀλεούτους. 

Οἱ Ἰησουίτες τοὺς πίεζαν ν’ ἀσπαστοῦν τὴν πίστη τῶν Καθολικῶν, ἐκεῖνοι ὅμως δὲ δέχονταν μὲ τίποτα. «Εἴμαστε χριστιανοί», ἀπαντοῦσαν. 

Οἱ Ἰησουίτες ἀντέτειναν: «Ὄχι, εἶστε αἱρετικοὶ καὶ σχισματικοί. Ἂν δὲν ὑποκύψετε, θὰ σᾶς βασανίσουμε μέχρι θανάτου». 

Τελικὰ τοὺς ἔβαλαν στὴ φυλακὴ ἀνὰ δυό. Τὸ βράδυ ἦρθαν στὴν φυλακὴ οἱ Ἰησουίτες μὲ λάμπες καὶ ἀναμμένα κεριὰ καὶ ἄρχισαν πάλι νὰ τοὺς πιέζουν γιὰ ν’ ἀσπαστοῦν τὴν πίστη τῶν Καθολικῶν. 

«Εἴμαστε χριστιανοί», ἀπαντοῦσαν οἱ Ἀλεοῦτοι, «δὲν ἀλλάζουμε τὴν πίστη μας». 

Οἱ Ἰησουίτες ἄρχισαν νὰ βασανίζουν τὸν ἕναν, μπροστὰ στὰ μάτια τῶν ἄλλων. Ἔσπαζαν μιὰ ἄρθρωση τῶν ποδιῶν του, μετὰ μία ἄλλη καὶ στὴ συνέχεια τὶς ἀρθρώσεις τῶν δαχτύλων, τὴ μιὰ μετὰ τὴν ἄλλη. Μετὰ κομμάτιασαν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια του. Τὸ αἷμα ἔτρεχε, ὁ μάρτυρας ὅμως ὑπόμενε καὶ ἐπαναλάμβανε σταθερὰ τὴν ἀπάντηση: 

«Εἶμαι χριστιανός». Τελικά, ἀπὸ τὰ βασανιστήρια καὶ τὴν ἀπώλεια τοῦ αἵματος, πέθανε. 

 

Τὴν ἄλλη μέρα οἱ Ἰησουίτες ἀπείλησαν πὼς θὰ βασανίσουν τὸν φίλο του μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Τὴν ἴδια νύχτα ὅμως ἔλαβαν ἐντολὴ ἀπὸ τὸ Μόντερεϊ νὰ μεταφέρουν ὅλους τοὺς αἰχμαλώτους Ἀλεούτους ἐκεῖ. Ἔτσι, τὴν ἄλλη μέρα, ὅλοι ἐκτὸς ἀπὸ κεῖνον ποὺ θανατώθηκε, ἔφυγαν. Αὐτὸ μοῦ τὸ διηγήθηκε ὁ φίλος ἐκείνου ποὺ μαρτύρησε. […]. 

 

Ὅταν τελείωσα τὴν περιγραφή, ὁ π. Γερμανὸς μὲ ρώτησε:

–Ποιο ἦταν τὸ ὄνομα τοῦ Ἀλεούτου;

–Πέτρος, ἀπάντησα, ἀλλὰ δὲ θυμᾶμαι τὸ ἐπώνυμό του. 

 

Ὁ Γέροντας σηκώθηκε ὄρθιος, στάθηκε μπροστὰ στὴν εἰκόνα, ἔκανε μ’ εὐλάβεια τὸν σταυρό του καὶ εἶπε: 

 
– Ἅγιε νεομάρτυρα Πέτρο, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Νεόφυτος, Ἰγνάτιος, Προκόπιος καὶ Νεῖλος κτίτορες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μαχαιρᾶ 

Προνομιοῦχο χαρακτηρίσαμε πολλὲς φορὲς τὸ νησὶ τῆς Κύπρου. Προνομιοῦχο καὶ εὐλογημένο, ἀλλὰ καὶ μαρτυρικό. Ναί! Μαρτυρικό, γιατί κανένα μέρος τοῦ κόσμου, ἐξ ὅσων γνωρίζουμε, δὲν γνώρισε καὶ δὲν δοκίμασε τόσες συμφορὲς καὶ καταστροφὲς ὅσες αὐτό. 

Ἡ ὀμορφιά του ἀπὸ τὴν μία, τὰ ἀγαθὰ μὲ τὰ ὁποῖα τὸ προίκισε ἡ ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἔγιναν ἀφορμὴ ὥστε διάφοροι λαοί, ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια, νὰ ἐπιβουλεύονται τὴν εὐτυχία του καὶ νὰ προσπαθοῦν μὲ συνεχεῖς ἐπιδρομὲς νὰ τὸ κατακτήσουν. Ἡ γῆ του πολλὲς φορὲς ζυμώθηκε μὲ τὸ αἷμα τῶν παιδιῶν του. 

Μιὰ περίοδος ἰδιαίτερα φοβερὴ μὰ καὶ τραγικὴ ὑπῆρξε ἡ περίοδος τῶν ἀραβικῶν ἐπιδρομῶν (Σαρακηνῶν). Γιὰ 300 τόσα χρόνια (ἀπὸ τὰ μέσα περίπου τοῦ 7ου αἰῶνος μέχρι τῶν μέσων τοῦ 10ου) ἡ Κύπρος ὑπέφερε τρομερὰ ἀπὸ τὶς ἐπιδρομὲς αὐτοῦ τοῦ λαοῦ, τῶν Ἀράβων – Σαρακηνῶν. 

Στὸ διάστημα αὐτὸ ἡ Κύπρος ἐρημώθηκε πραγματικά. Ἀπὸ τὴν μάστιγα τοῦ λαοῦ αὐτοῦ ἡ νῆσος ξαναβρῆκε σχετικὴ γαλήνη μετὰ τὸν ἐξοντωτικὸ ἀγώνα, ποὺ ἀνέλαβε ἐνάντια στὸν λαὸ αὐτὸ ὁ στρατηγὸς τοῦ Βυζαντίου καὶ μετὰ αὐτοκράτορας αὐτοῦ, ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς.

 

Στὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν τὴν περίοδο αὐτὴ χιλιάδες μοναχοὶ ποὺ ζοῦσαν στὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Παλαιστίνη στὴν προσπάθειά τους νὰ βροῦν κατάλληλο μέρος γιὰ ἡσυχία καὶ προσευχὴ διάλεξαν τὴν Κύπρο. 

Κι ἦρθαν σ’ αὐτήν. Ἑκατοντάδες ὁλόκληρες ἦρθαν. Οἱ σπηλιὲς στὰ ἀκατοίκητα τότε μέρη τῆς Κύπρου γέμισαν ἀπὸ τοὺς ἀγωνιστὲς αὐτοὺς τῆς ἀρετῆς. Πολλοὶ μάλιστα ἀπὸ τοὺς ἐρημίτες αὐτοὺς ἔγιναν Ἅγιοι. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ προσωνύμιο στὴ νῆσο μας «Ἁγία Νῆσος ἢ Νῆσος τῶν Ἁγίων». 

Γιὰ τέσσερις μάλιστα ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἦρθαν τότε στὴν Κύπρο καὶ ἔγιναν ἀφορμὴ νὰ κτιστεῖ ἐδῶ τὸ μοναστήρι τοῦ Μαχαιρᾶ θὰ ἀναφερθοῦμε στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν. 

Τὰ πρόσωπα αὐτὰ εἶναι οἱ Νεόφυτος, Ἰγνάτιος, Προκόπιος καὶ Νεῖλος.

 

Στὴν ἀρχὴ ἦρθαν οἱ πρῶτοι δύο ἀπὸ αὐτοὺς (1145). Τὸ πλοῖο ποὺ τοὺς ἔφερε τοὺς ἀποβίβασε κάποια μέρα στὸ λιμάνι τῆς Κερύνειας. Ἀπὸ ἐκεῖ οἱ δύο ἀσκητὲς προχώρησαν καὶ ὕστερα ἀπὸ περπάτημα, ὄχι καὶ πολλῶν ὡρῶν, ἔφθασαν στὸ μοναστήρι τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ βρισκόταν στοὺς πρόποδες τοῦ Πενταδακτύλου, τὸ γνωστὸ ὡς μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου τοῦ Κουτζουβέντη. Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ τοῦτο τὸ μοναστήρι βρισκόταν σὲ μεγάλη ἀκμή. Στὸ Κοινόβιο αὐτὸ οἱ δύο μοναχοὶ δὲν ἔμειναν γιὰ πολὺ καιρό. Ὁ πόθος τους νὰ ζήσουν σὲ δικὸ τοὺς ἀσκητήριο, ἐρημικὸ καὶ ἥσυχο, τοὺς ἔκαμε νὰ περιμένουν λίγο νὰ τοὺς ἀποκαλύψει ἕνα τέτοιο μέρος ὁ Κύριος στὴν ὑπηρεσία τοῦ ὁποίου τάχθηκαν ἀπὸ τὰ νεανικά τους χρόνια.

Ἕνα βράδυ μετὰ ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ οἱ ἀσκητὲς βγῆκαν ἔξω ἀπὸ τὸ κελί τους γιὰ νὰ ἀναπνεύσουν τὸν δροσερὸ ἀέρα τοῦ βουνοῦ. Κάποια στιγμὴ ἐκεῖ ποὺ στεκόντουσαν ὁ Νεόφυτος εἶπε στὸν Ἰγνάτιο. «Ἀδελφέ μου, κοίτα ἕνα παράξενο φῶς στὸ μακρινὰ ἐκεῖνα βουνά». Τὸ φῶς αὐτὸ παρακολούθησαν γιὰ μερικὲς βραδιὲς νὰ τρεμοσβήνει σὰν νὰ τοὺς προσκαλοῦσε νὰ πᾶνε κοντά του. Ἕνα πρωὶ τὸ ἀποφάσισαν. Ἀφοῦ ἀποχαιρέτησαν τὸν ἡγούμενο καὶ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς Μονῆς γιὰ τὴν πολυήμερη φιλοξενία καὶ τὴν ἀγάπη τους, ξεκίνησαν. Μὲ ὁδηγὸ τὸ ἐπίγειο ἐκεῖνο ἄστρο, ποὺ εἶδαν ψηλὰ στὶς πλαγιὲς τῆς μεγάλης ὁροσειρᾶς σὰν τοὺς παλαιοὺς Μάγους ὁδήγησαν τὰ βήματά τους πρὸς αὐτὸ μὲ πόθο τους νὰ φτάσουν καὶ νὰ ζήσουν ἐκεῖ τὴν ἀσκητικὴ ζωή, ποὺ ἔκαμαν σκοπὸ καὶ δράμα τῆς ζωῆς τους. Πέρασαν ἀπ’ ἔξω ἀπὸ τὴν Λευκωσία, στάθμευσαν γιὰ λίγο στὶς Ἱερὲς Μονὲς τῶν Ἁγίου Ἠρακλειδίου καὶ Ἁγίου Μνάσωνος καὶ βαδίζοντας συνέχεια ἔφτασαν μία μέρα στὸν τόπο ποὺ τοὺς ἀπεκάλυπτε ὁ Θεός. Μιὰ βρυσούλα μὲ γάργαρο κρύο νερὸ βρισκόταν κάτω ἀπὸ ἕνα ὕψωμα ποὺ βάτοι ἀδιαπέραστοι τὸ σκέπαζαν καὶ μέσα σ’ αὐτοὺς βρισκόταν τὸ φῶς ποὺ ἔβλεπαν νὰ φωτίζει ὅλο ἐκεῖνο τὸ μέρος. Κάθισαν κοντὰ στὴν πηγή, ἔφαγαν λίγο ξερὸ ψωμὶ ποὺ εἶχαν μαζί τους, ἤπιαν καὶ ἀπὸ τὸ νερὸ ποὺ κυλοῦσε μπροστά τους καὶ δοξάζοντας τὸν Θεὸ γιὰ τὸ δῶρο του ἔβγαλαν τὰ κλαδευτήρια τους γιὰ νὰ καθαρίσουν τὸν τόπο ἀπὸ τοὺς βάτους. Μιὰ φωνὴ ποὺ ἀκούστηκε ἀπὸ μέσα τοὺς σταμάτησε:

 

- Ἀφῆστε τὰ κλαδευτήρια σας καὶ πάρτε τὸ μαχαίρι ποὺ εἶναι μπροστά σας. Μ’ αὐτὸ συνιστῶ νὰ κόψετε τοὺς βάτους καὶ ὄχι μὲ τὰ κλαδευτήρια. Θέλω νὰ λέγομαι Παναγία ἡ Μαχαιριώτισσα καὶ ὄχι Παναγία ἡ Κλαδευτηριώτισσα.

 

Ποιὸς μιλοῦσε; Ἀπὸ τὴν ἁγία εἰκόνα τῆς Παναγίας ποὺ ἦταν πέρα ἀπὸ τὸ μαχαίρι ἀκουόταν ἡ φωνή. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια οἱ δύο ἀσκητὲς παραμέρισαν τοὺς βάτους, πῆραν τὸ μαχαίρι καὶ καθάρισαν τὸν τόπο ποὺ χρειαζόταν, γιὰ νὰ εἰσέλθουν στὸ ἱερὸ σπήλαιο. Μόλις μπῆκαν, γονάτισαν, προσκύνησαν τὴν ἁγία εἰκόνα τῆς Παναγίας μὲ βαθιὰ συγκίνηση καὶ δάκρυα καὶ εἶπαν μὲ ἕνα στόμα:

 

— Πανάχραντη, Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, βοήθησέ μας νὰ φτιάξουμε ἕνα πιὸ κατάλληλο μέρος γιὰ σένα καὶ νὰ ζήσουμε κοντά σου, κάτω ἀπὸ τὴ σκέπη καὶ τὴν προστασία σου.

 

Ἀπὸ τὴν ἴδια στιγμὴ οἱ δυὸ ἐρημίτες ρίχτηκαν στὴν δουλειά. Καθάρισαν τὴν μικρὴ σπηλιὰ καὶ ἔβαλαν ἐκεῖ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας. Θὰ ἦταν προσωρινὰ ὁ ἱερὸς ναὸς τῆς χαριτόβρυτης Παρθένου. Δίπλα στὴν ἱερὴ σπηλιὰ ἔφτιαξαν μία καλύβα γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Καὶ ἄρχισαν τὴν ἄσκησή τους.

 

Μιὰ ἀπορία εἶναι φυσικὸ νὰ γεννᾶται στὴ σκέψη τοῦ καθενὸς ποὺ ἀκούει αὐτὴ τὴν ἱστορία. Πῶς βρέθηκε αὐτὴ ἡ εἰκόνα σὲ τοῦτο τὸ μέρος; Ποιὸς τὴν ζωγράφισε καὶ ποιὸς τὴν ἔφερε καὶ τὴν ἔβαλε σ’ αὐτὴ τὴν σπηλιά;

 

Μία παράδοση μᾶς λέγει πὼς καὶ αὐτὴ ἡ εἰκόνα εἶναι μία ἀπὸ τὶς ἑβδομήντα, ποὺ ζωγράφισε ὁ Ἀπόστολος Λουκᾶς. Ἡ εἰκόνα βρισκόταν στὴν Πόλη καὶ φυλασσόταν στὴν ἐκκλησία τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν.

 

Ἡ παράδοση γιὰ τὸν ἐρχομὸ τῆς ἁγίας εἰκόνας ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη ἐνισχύεται καὶ ἀπὸ τὴν ὀνομασία – ἐπιγραφὴ τῆς εἰκόνας, Ἁγιοσορίτισσα. Εἰκόνα δηλαδὴ ποὺ βρισκόταν ἐπάνω ἀπὸ τὴν ἁγία σορό, ἐπάνω ἀπὸ τὸ φόρεμα — τὴν ἐσθήτα τῆς Θεοτόκου ποὺ φυλασσόταν στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν. Κατὰ τὴν περίοδο τῆς εἰκονομαχίας (730 – 843) κάποιος εὐσεβὴς μοναχὸς γιὰ νὰ διαφυλάξει τὴν ἁγία εἰκόνα, τὴν ἅρπαξε μὲ τρόπο καὶ μὲ φανερὸ κίνδυνο τῆς ζωῆς του μέσω τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὴν μετέφερε στὴν Κύπρο. Προχωρώντας ἀπὸ τόπο σὲ τόπο ἔφθασε στὰ βουνὰ τοῦ Μαχαιρᾶ, βρῆκε τὴ σπηλιὰ καὶ ἐκεῖ τοποθέτησε τὸν θησαυρό, τὴν ἁγία εἰκόνα. Στὸ μέρος αὐτὸ ἔζησε καὶ ὁ ἴδιος μέχρι τοῦ θανάτου ὡς ἐρημίτης. Πόθεν ἦταν ὁ φιλόθεος αὐτὸς μοναχὸς καὶ ποιὸ τὸ ὄνομά του δὲν ξέρουμε. Αὐτὸ ποὺ ξέρουμε εἶναι πὼς χάρη στὴν τόλμη του διασώθηκε ἡ ἁγία καὶ θαυματουργὸς αὐτὴ εἰκόνα ποὺ ἀπὸ τὸ μέρος ἀποκαλεῖται Παναγία ἡ Μαχαιριώτισσα. Καὶ μία καὶ μιλοῦμε γιὰ εἰκόνες, αὐτὴ τὴν ἐποχὴ μεταφέρθηκαν κατὰ τὴν παράδοση καὶ διαφυλάχθηκαν στὸ εὐλογημένο μας νησὶ καὶ ἄλλες τρεῖς εἰκόνες ἀπὸ τὸν κύκλο τῶν ἑβδομήντα. Γι’ αὐτὲς ἱδρύθηκαν στὸ νησί μας τὰ μοναστήρια: Τῆς Τροοδίτισσας, τοῦ Μεγάλου Ἀγροῦ καὶ τοῦ Ἄρακα. Ἀργότερα ἱδρύθηκε καὶ τὸ μοναστήρι τῆς Χρυσορροϊάτισσας.

 

Σχετικὰ μὲ τὴν ἐτυμολογία τοῦ ὀνόματος Μαχαιρᾶς ὑπάρχουν διάφορες ἐκδοχές: 

 

Μία, τὸ συνδέει μὲ κάτοικο τοῦ μέρους αὐτοῦ, ποὺ εἶχε τὸ ἐπώνυμο Μαχαιρᾶς, καὶ ἀπὸ αὐτὸν πῆρε τὸ ὄνομα ἡ περιοχή. Ἄλλη ἐκδοχὴ ὅτι τὸ κρύο στὰ μέρη αὐτὰ εἶναι πολὺ δριμύ, κόβει ὅπως λέμε σὰν μαχαίρι. Τρίτη ἐκδοχὴ ἀπὸ ἕνα χόρτο, τὸ μαχαιρόχορτο, ποὺ λέγεται ἔτσι, γιατί, ὅταν αὐτὸ εἶναι ὥριμο, σχίζει τὸ χέρι ποὺ δοκιμάζει νὰ τὸ κόψει. Εἶναι καὶ τέταρτη ἐκδοχὴ ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴν εὕρεση τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας μὲ ἕνα μαχαίρι μπροστά της. Μ’ αὐτὸ τὸ μαχαίρι καθάρισαν οἱ δυὸ σεπτοὶ Πατέρες τὴν περιοχὴ ἀπὸ τὰ ἀγριόχορτα καὶ τοὺς βάτους ποὺ σκέπαζαν τὴν σπηλιὰ μέσα στὴν ὁποία φυλασσόταν ἡ ἅγια εἰκόνα. Γι’ αὐτὸ καὶ Παναγία τοῦ Μαχαιρᾶ ἡ Μαχαιριώτισσα.

 

Οἱ εὐλαβεῖς μοναχοὶ γιὰ τοὺς ὁποίους ἀναφερθήκαμε παρ’ ὅλες τὶς προσπάθειές τους δὲν μπόρεσαν νὰ στήσουν στὸν τόπο αὐτὸ ἕνα καλύτερο μέρος, μία μικρὴ ἐκκλησία νὰ εἰποῦμε, γιὰ τὴν εἰκόνα τῆς πάναγνης μητέρας τοῦ Κυρίου μας. Ὁ σύντομος θάνατος τοῦ Νεοφύτου ἐμπόδισε προσωρινὰ τὴν πραγμάτωση τῶν ὁραματισμῶν τῶν ἁγίων Πατέρων. Ὁ Ἰγνάτιος γιὰ ἕνα διάστημα ἔμεινε μόνος. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ μεριμνᾶ καὶ συντηρεῖ τὰ πάντα ἔδωσε σύντομα τὴν ἐνίσχυση. «Οὐκ ἐάσῳ ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὁ δύνασθε» λέγει στὸν καθένα μας. Ἕνα πρωὶ ἔστειλε κοντὰ στὸν ἀγωνιστὴ τῆς ἀρετῆς Ἰγνάτιο ἕνα καλὸ σύντροφο, τὸν γέροντα Προκόπιο. Οἱ δύο τοῦ Θεοῦ ἐκλεκτοὶ ἐρημίτες, χάρη στὴν ἐπίδοσή τους στὸν καλὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς, πολὺ σύντομα τράβηξαν κοντά τους μερικὲς ἀκόμη θεοφιλεῖς καὶ θεόφρονες ψυχές. Οἱ ἀνυπέρβλητες ὅμως δυσκολίες τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς ποὺ συναντοῦσαν καθημερινὰ ἀνάγκασε τοὺς ζηλωτὲς αὐτοὺς ἐργάτες τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς νὰ ζητήσουν γιὰ τὸ ἔργο τους τὴν βοήθεια τῶν εὐσεβῶν βασιλέων τῆς βασιλίδας τῶν πόλεων.

 

Μὲ ἔξοδα εὐσεβῶν Κυπρίων ἀπεφάσισαν καὶ ἀνέλαβαν ἕνα ταξίδι στὴ μεγάλη Πόλη τοῦ Κωνσταντίνου (1160). Αὐτοκράτορας τότε στὸν θρόνο τοῦ Βυζαντίου ἦταν ὁ «φιλόχριστος καὶ χριστομίμητος καὶ πορφυρογέννητος Κὺρ Μανουὴλ ὁ Κομνηνός». Χωρὶς πολλὲς δυσκολίες οἱ σεβαστοὶ Πατέρες κατώρθωσαν νὰ συναντήσουν τὸν αὐτοκράτορα καὶ νὰ γνωρίσουν σ’ αὐτὸν τὸν σκοπὸ τῆς ἐπίσκεψής των.

 

– Πολυχρονεμένε Βασιλιά μας, ὁ πόθος νὰ ζήσουμε σ’ ἕνα ἐρημικὸ καὶ ἥσυχο μέρος τὴν ἀγγελικὴ ζωὴ ποὺ διαλέξαμε ὁδήγησε τὰ βήματά μας ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη στῆς Κύπρου τὸ νησί. Προσπαθώντας σ’ αὐτὸ νὰ βροῦμε ἕνα κατάλληλο μέρος, ὅπως τὸ θέλουμε, εἴδαμε μία βραδιὰ ἀπὸ τὸ μοναστήρι ποὺ φιλοξενούμαστε στοὺς πρόποδες τῆς ὁροσειρᾶς τοῦ Πενταδάκτυλου, στὴν ἀπέναντι ὁροσειρὰ τοῦ Τροόδους ἕνα φῶς δυνατό. Τὸ φῶς αὐτὸ τὸ βλέπαμε κάθε βράδυ στὸ ἴδιο μέρος νὰ τρεμοσβήνει, σὰν νὰ μᾶς προσκαλοῦσε. Φύγαμε ἀπὸ τὸ μοναστήρι, ποὺ μέναμε, καὶ πήγαμε νὰ ἰδοῦμε τί ἦταν αὐτὸ τὸ φῶς. Σὲ μία σπηλιὰ μέσα βρήκαμε, σὰν φτάσαμε, μιὰ ὑπέροχη εἰκόνα τῆς Θεομήτορος καὶ ἕνα μαχαίρι κοντά. Μεγαλειότατε, σ’ αὐτὸ τὸ μέρος σκεφθήκαμε νὰ στήσουμε τὸ μοναστήρι μας, νὰ δημιουργήσουμε ἕνα πνευματικὸ φάρο ποὺ νὰ στηρίζει καὶ ἐνισχύει τὸν πονεμένο γύρω κόσμο στὸν ἀγώνα του γιὰ τὴ διατήρηση καὶ προβολὴ τῆς Ὀρθοδοξίας μας παντοῦ. Μιὰ Μονὴ στὸ ὄνομα τῆς Μεγαλόχαρης θὰ εἶναι μία διαρκῆς ἐνίσχυση τῆς κάθε καρδιᾶς ποὺ θὰ ποθεῖ νὰ ἀντιμετωπίζει νικηφόρα τὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς. Δυστυχῶς μᾶς λείπουν τὰ οἰκονομικὰ μέσα. Καὶ αὐτὰ ἤρθαμε νὰ ἐκζητήσουμε ἀπό σας τὸν θεοπρόβλητο πατέρα τοῦ λαοῦ μας. Εἶπαν καὶ πολλὰ ἄλλα οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι.

 

Τὰ λόγια των, τὰ ἤκουσε μὲ πολλὴ συμπάθεια ὁ πιστὸς βασιλιάς. Γνώριζε ὁ πορφυρογέννητος ἄρχοντας πὼς λαὸς μὲ βαθιὰ πίστη στὸν Θεὸ εἶναι ὅτι ὡραῖο καὶ βασικὸ γιὰ μία εὐτυχισμένη, χριστιανικὴ καὶ εἰρηνικὴ ζωή. Ἀλλὰ καὶ ἕνας σύμμαχος, ὁ καλύτερος σύμμαχος στὴν ἀντιμετώπιση ἐνὸς ἐχθροῦ. Καὶ ἦταν τότε πολλοὶ οἱ ἐχθροί τῆς μεγάλης μας Αὐτοκρατορίας. Γι’ αὐτὸ στὴν παράκληση τῶν δυὸ ταπεινῶν, ἀλλὰ καὶ φωτισμένων ἐργατῶν τοῦ χριστιανικοῦ ἀμπελώνας ἔσπευσε νὰ ἀνταποκριθεῖ μὲ τὶς πιὸ κάτω τέσσερις ἐπιχορηγήσεις:

 

  1. Κάθε χρόνο ἀπὸ τὸ Αὐτοκρατορικὸ Ταμεῖο νὰ λαμβάνουν οἱ ἀδελφοὶ τῆς Μονῆς πενήντα τρικέφαλα.

 

  1. Τὸ ὄρος καὶ ὁ τόπος γύρω ἀπὸ τὸν ὁποῖο εἶχαν ἱδρύσει τὸ ἀσκητήριό τους, νὰ εἶναι κτῆμά τους. Ἦταν μία εὐλαβὴς πρὸς αὐτοὺς αὐτοκρατορικὴ δωρεά.

 

  1. Ἡ Μονὴ ποὺ θὰ κτιζόταν στὸ μέρος αὐτό, νὰ εἶναι ἐλεύθερη, ἀφορολόγητη καὶ ἀκαταπάτητη τόσο ἀπὸ τὸ δημόσιο, ὅσο καὶ ἀπὸ ἰδιῶτες.

 

  1. Μὲ ἰδιαίτερο Βασιλικὸ Πρόσταγμα ἐτέθη καὶ ἄλλος ἕνας ὑπὲρ τῆς μονῆς περιορισμός. Ὁ ἀρχιερέας τῆς περιοχῆς νὰ μὴν ἔχει καμιὰ ἐξουσία ἐπὶ τῆς Μονῆς, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ἐντὸς αὐτῆς ἀσκουμένων μοναχῶν νὰ διατηρεῖ ὅμως τὸ δικαίωμα νὰ ζητᾶ νὰ ἀναφέρονται σ’ αὐτὸν οἱ εὑρισκόμενοι στὴ Μονὴ γιὰ ζητήματα ἐκκλησιαστικῆς τάξεως. Ἐπίσης νὰ ἔχει τὸ προνόμιο, αὐτὸς νὰ προχειρίζει κάθε φορὰ τὸν ἑκάστοτε νέο ἡγούμενον, ποὺ νὰ ψηφίζουν οἱ ἀδελφοί, χωρὶς ὅμως αὐτὸς νὰ ἀνακρίνει τὸν ψηφισθέντα. (Νείλου «Τυπικὴ Η, Θ, ΙΖ»).

 

Μὲ τὴν ψυχὴ ξεχειλισμένη ἀπὸ εὐγνωμοσύνη στὸν Πανάγαθο Θεό, ἀλλὰ καὶ εὐχαριστίες στὸν αὐτοκράτορα γιὰ τὴν τόσο γενναιόδωρη ἀνταπόκρισή του στὴν παράκλησή τους, ξαναγύρισαν οἱ εὐλαβεῖς ἐρημίτες στὸ φτωχικὸ κατάλυμά τους. Χωρὶς καμιὰ ἀναβολὴ στρώθηκαν τόσο αὐτοί, ὅσο καὶ οἱ εὑρισκόμενοι μαζί τους ἀδελφοί, στὴν ἐκτέλεση τοῦ ἱεροῦ ἔργου τους. Μὲ πολλὴ προσοχὴ οἱ ἀσκητὲς φρόντισαν νὰ κτίσουν πρῶτα ἐκκλησία στὸ ὄνομα τῆς χαριτόβρυτης Παρθένου, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ ὕστερα μερικὰ κελιὰ γιὰ τοὺς καινούργιους μοναχοὺς ποὺ εἶχαν ἤδη προσέλθει στὴ συνοδεία τους. Φυσικὰ ὁ πρῶτος ἐκεῖνος ἱερὸς ναὸς ἦταν μικρός. Ἀρκετὰ ἱκανοποιητικός, ὅμως, γιὰ τὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο τὸν εἶχαν κτίσει. Μέσα σ’ αὐτὸν ὕψωσαν τὴν θαυματουργὸ εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ καθημερινὰ οἱ πιστοὶ καὶ ἀφοσιωμένοι στὸν Κύριο ἐργάτες, μποροῦσαν νὰ ἐκτελοῦν ἄνετα τὰ ἅγια καθήκοντά τους. Τὰ καθήκοντα τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς καλλιέργειάς των, γιὰ νὰ πραγματώνουν τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς τους, νὰ γίνεται ὁ καθένας ἐπιστολὴ Χριστοῦ, «γινωσκομένη καὶ ἀναγινωσκομένη ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων» (Β’ Κορινθ. γ’ 2).

 

Εἶχε τελειώσει ἡ ἱερὴ προσπάθεια, τὸ κτίσιμο δηλαδὴ τοῦ ναοῦ καὶ τῶν λίγων κελιῶν γιὰ τοὺς μοναχούς, ὅταν μία δοκιμασία βρῆκε τὴν ἀγωνιζομένη ἀδελφότητα. Ὁ γέρο Προκόπιος, ὁ πιστὸς καὶ ἐνάρετος ἀδελφὸς τῆς ἱερᾶς Μονῆς μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀρρώστια κλήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς ζωῆς νὰ ἀφήσει τὰ γήϊνα. Μετέστη πρὸς Κύριον. Πέθανε. Οἱ ἀδελφοὶ κήδευσαν μὲ τὰ δάκρυα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς στοργῆς των τὸν σεβαστὸ πατέρα καὶ ἐπέστρεψαν στὸ μοναστήρι τους, γιὰ νὰ συνεχίσει ὁ καθένας τὸ ἔργο του.

 

Τὴν εὐθύνη τῆς Μονῆς, τὴν ἡγουμενία ἀνέλαβε μετὰ ἀπὸ θερμὲς παρακλήσεις ἐκ μέρους ὅλων, ὁ μοναχὸς Ἰγνάτιος. Ὁ σεβάσμιος αὐτὸς πατέρας, ἀπὸ νωρὶς εἶχε διακριθεῖ ἀνάμεσα στοὺς συμμοναστές του.

 

Ζοῦσε ζωὴ ἁγία, παραδειγματική. Τὰ λόγια τοῦ προφήτου Ἱερεμία «ἀγαθὸν ἀνδρί, ὅταν ἄρη ζυγὸν ἐν νεότητι αὐτοῦ» (Θρην. γ’ 27) ἦσαν πάντα μπροστά του. Κάτω ἀπὸ τὴν σοφὴ καθοδήγηση τῶν δυὸ πνευματικῶν πατέρων τοῦ Νεόφυτου στὴν ἀρχὴ καὶ τοῦ Προκόπιου κατόπιν, ὁ ταπεινὸς καὶ ὑπάκουος Ἰγνάτιος ἐσφυρηλάτησε ἕνα ἐξαίσιο χαρακτήρα. Μὲ τὴν πλήρη καὶ τελειωτικὴ ὑποταγή του ἀπέκτησε σιγὰ – σιγὰ τὴν πραότητα. Ἀπὸ τὴν πραότητα τὴν ἄκρα ταπείνωση καὶ ἀπὸ τὴν ταπείνωση τὴν τέλεια ἀρετή, τὴν ἁγιότητα.

 

Μὲ τοῦτο τὸν τρόπο χαριτώθηκε καὶ ἔγινε ἄξιος της κλήσεώς του, ἀλλὰ καὶ συνεπὴς πρὸς τὴν κλίση τῆς ψυχῆς του. Ἀποδείχθηκε νωρὶς ἕνας καλλιεργημένος πνευματικὰ ἄνθρωπος, καὶ ἔγινε ἕνας δάσκαλος τῆς εὐσέβειας μὲ λόγια καὶ ἔργα. Ἀναδείχθηκε ἀκόμη ἕνας πρόμαχος τῆς ὀρθόδοξης πίστεως, ἀλλὰ καὶ τῆς δικαιοσύνης. Ἔγινε ἕνας ἐξαίρετος παρηγορητὴς τῶν θλιβομένων, ἀλλὰ καὶ ἕνας ἄριστος ὁδηγὸς τῆς κάθε ψυχῆς ποὺ κατέφευγε σ’ αὐτὸν σὲ ἔργα θεάρεστα καὶ χριστομίμητα, σὲ ἔργα ἀγάπης καὶ χριστιανικῆς ἀνωτερότητας, ἀλλὰ καὶ ἱεροῦ ἐνθουσιασμοῦ.

 

Μὲ τὴ θεάρεστη αὐτὴ ζωή, πολὺ νωρὶς ἡ φήμη του διαδόθηκε ἀρκετὰ καὶ πέρα ἀπὸ τὴ μονὴ καὶ πολλοὶ κάθε λίγο ἀπὸ τὰ γύρω μέρη ἔτρεχαν κοντά του νὰ χαροῦν προσωπικὰ ὁ καθένας «τὸ ἑλκυστικὸν γλυκὺ ἄρωμα τοῦ μύρου τῶν ἀρετῶν του».

 

Γιὰ τοῦτο τὸν σκοπὸ ἐπισκέφθηκε κάποια μέρα τὴν μονὴ καὶ ὁ ἀσκητὴς ποὺ ἦρθε ἐπίσης ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, ὁ ζηλωτὴς καὶ φλογερὸς Νεῖλος. Νὰ πῶς μᾶς διηγεῖται ὁ ἴδιος τὴν ἐπίσκεψή του στὴ μονὴ καὶ τὴν συνάντησή του μὲ τὸν γέροντα Ἰγνάτιο. «Ὅταν ἦλθα στὴν Κύπρο, φρόντισα καὶ βρῆκα μερικοὺς ἀνθρώπους φιλάρετους, ποὺ ἐπαινοῦσαν τὴν ἡσυχία καὶ τὸ ἀθόρυβο τῆς Μεγαλονήσου καὶ ἐβεβαίωναν πὼς ὁ πιὸ ἐρημικὸς τόπος εἶναι καὶ ὁ πιὸ κατάλληλος γιὰ ὅσους ἐπιθυμοῦν νὰ ἀσκητεύσουν. Δέχθηκα τὰ λόγια τους σὰν ὀρθὰ καὶ τοὺς θερμοπαρακάλεσα νὰ μοῦ ὑποδείξουν ἕνα τέτοιο τόπο γιὰ ἄσκηση. Στὴν παράκλησή μου, μοῦ ὑπέδειξαν τὸν τόπο ὅπου ἦταν κτισμένη ἡ νέα μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τὸν ἐκεῖ ὑπεύθυνο τὸν γέροντα Ἰγνάτιο. Χωρὶς νὰ χάσω καιρὸ κατευθύνθηκα στὸ μέρος ἐκεῖνο καὶ ζήτησα τὸν πατέρα ποὺ μοῦ συνέστησαν.

 

– Ὅταν μπῆκα στὸ κελί του, ἔβαλα μετάνοια, ὅπως συνηθίζεται εἰς μοναχούς, καὶ τοῦ φανέρωσα τὸν σκοπό μου. Ἐκεῖνος μὲ προθυμία μὲ καταρίθμησε στὰ λογικά του πρόβατα, καὶ ἀπὸ τότε ἔμεινα μαζί του καὶ τὸν ἀνεγνώριζα πατέρα, πνευματικὸ καὶ καθοδηγητὴ σὲ ὅσα ἔπρεπε νὰ πράττω. Ἐπίσης τὸν παραδέχθηκα σωτήριο διδάσκαλο ὅλων τῶν ὡραίων διδαγμάτων καὶ σταθερὸ χειραγωγὸ στὸν δρόμο τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Εἶχα ὑπακοὴ σὲ ὅλα τὰ θεάρεστα θελήματά του. Ἀπαρνήθηκα ἐξ ὁλοκλήρου τὸ δικό μου θέλημα, καὶ ἔγινα εἰς ὅλα δικό του χέρι καὶ πόδι, βακτηρία τοῦ γήρατός του, βοηθώντας αὐτὸν καὶ κοπιάζοντας μαζί του γιὰ τὴν περιποίηση καὶ τὴν λειτουργία τῆς Μονῆς».

 

Τὸ εἰλικρινὲς ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν πρόοδο τῆς Μονῆς ποὺ ἐπέδειξε ὁ Ὅσιος Νεῖλος ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς συνάντησής του μὲ τὸν γέροντα Ἰγνάτιο, ἔκαμε τοῦτο νὰ τὸν θεωρήσει ὡς τὸν ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴν ἡγουμενία καὶ τὴν εὐθύνη τῆς Μονῆς μετὰ ἀπὸ αὐτόν. Καὶ τὰ γεγονότα ποὺ ἀκολούθησαν βεβαιώνουν ἀπόλυτα τὶς ἐλπίδες ποὺ ὁ ἡγούμενος Ἰγνάτιος στήριξε στὸ πρόσωπο τοῦ πολὺ μορφωμένου αὐτοῦ μοναχοῦ.

 

Ὁ σεβαστὸς αὐτὸς πατέρας, ὁ Ὅσιος Νεῖλος ὑπῆρξε γιὰ τὴν ἱερὰ Μονὴ τῆς μυριοχαριτόβρυτης Παρθένου, τῆς Παναγίας τοῦ Μαχαιρᾶ, ὁ φωτεινὸς ὁδηγὸς καὶ καθοδηγητὴς τῆς Ἀδελφότητας στὸν δρόμο τῆς ὑψηλῆς ἀποστολῆς της. Αὐτὸς ἀκόμη καὶ ὁ ἄγρυπνος τροφοδότης καὶ συντηρητής της. Τοῦτα τὰ χρόνια ἦταν μία περίοδος πολλῶν δυσκολιῶν γιὰ τοὺς κατοίκους ὁλοκλήρου τῆς νήσου. Μιὰ μεγάλη ἀνομβρία ποὺ βάσταξε τρία ὁλάκερα χρόνια πολὺ βασάνισε τὸ ταλαίπωρο νησί. Γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν δυσκολιῶν αὐτῆς τῆς περιόδου (1179 – 1181) ὁ στοργικὸς καὶ ἀκούραστος ἀσκητὴς δὲν δυσκολεύθηκε νὰ ἀναλάβει μὲ προθυμίαν ταξίδι στὴν ἀπέναντι τῆς Κύπρου Κιλικία τῆς Μ. Ἀσίας καὶ νὰ ζητήσει ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ πιστοὺς ὑλικὴ βοήθεια γιὰ τὴν συντήρηση τῆς Μονῆς. (Νείλου «Τυπική» ΙΑ’). Μὲ τὶς ἄοκνες φροντίδες καὶ προσπάθειές του ἡ Μονὴ ὄχι μόνο πέρασε τὶς δύσκολες ἐκεῖνες ἡμέρες τῶν στερήσεων, ἀλλὰ καὶ συνέχισε μὲ παραδειγματικὸ ζῆλο τὸ πνευματικὸ ἔργο της. Ὅταν δὲ ἡ φιλανθρωπία τοῦ Ἁγίου Θεοῦ κάλεσε πλησίον του τὸν ἤδη γέροντα Ἰγνάτιο (1179), ὁ ἐπίσκοπος Ταμασοὺ Νικήτας ὁ Ἁγιοστεφανίτης σύμφωνα μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ Αὐτοκρατορικοῦ Ὁρισμοῦ ἐτέλεσε τὴν προχείριση καὶ ἐνθρόνιση τοῦ π. Νείλου ὡς ἡγουμένου τῆς Ἁγίας Μονῆς. Ἡ προσφορὰ τοῦ ἀκάματου καὶ φλογεροῦ αὐτοῦ πατέρα ὡς ἡγουμένου τῆς Βασιλικῆς καὶ Σταυροπηγιακῆς Μονῆς τοῦ Μαχαιρᾶ, ὄχι μόνο κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἡγουμενίας του σ’ αὐτήν, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἡ Ἐκκλησία τὸν ἐκάλεσε στὸν ἐπισκοπικὸ Θρόνο τῆς Ταμασοῦ (1209) ὑπῆρξε ἀφάνταστα μεγάλη.

 

Αὐτὸς μὲ τοὺς νόμους τοῦ μοναστηριοῦ ποὺ ἔγραψε (Τυπικὴ Διάταξη) θεμελίωσε οὐσιαστικὰ τὴν πνευματικὴ πρόοδο τῆς Μονῆς. Ἀλλὰ καὶ ὡς ἡγούμενος φρόντισε γιὰ τὴν ἐπικύρωση τῶν προνομίων τῆς Μονῆς ποὺ εἶχε χορηγήσει στοὺς Προκόπιο καὶ Ἰγνάτιο ὁ εὐσεβὴς αὐτοκράτορας Μανουὴλ Κομνηνός. Αὐτὸς ἀκόμη ἀναφέρει ὡς ἡμέρα ποὺ πανηγυρίζει ἡ Μονὴ, τὴν ἡμέρα τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, τὴν 21η Νοεμβρίου.

 

Μὲ ζῆλο παραδειγματικὸ τόσο αὐτὸς ὅσο καὶ οἱ ὅσιοι πατέρες Νεόφυτος, Προκόπιος καὶ Ἰγνάτιος ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἐξύψωση τῆς μοναχικῆς ζωῆς στὴν Κύπρο μας. Κατασκλαβωμένες οἱ ἅγιες αὐτὲς μορφὲς ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ «τὴν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» ἀπὸ τὴν θυσία δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου, πάλαιψαν καὶ ἔγιναν καὶ αὐτοὶ «σύμμορφοι τῶν Χριστοῦ παθημάτων». Ἡ «μέχρις ἐσχάτων» ἀγάπη τους πρὸς τὸν Κύριο καὶ νυμφίο τῆς ψυχῆς των, τοὺς ἔκαμε τόσο δυνατούς, ὥστε οὔτε ἡ μόνωση τῶν βουνῶν, οὔτε οἱ δυσκολίες τῆς ἀσκήσεως, οὔτε ἡ ἐνθύμηση τοῦ κόσμου καὶ τῶν ἀπολαύσεών του νὰ μπορέσει νὰ τοὺς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν σκοπό, τὸν ἅγιο σκοπό, ποὺ ἀπὸ νέοι καθόρισαν στὴ ζωή τους. Τὸ ἅγιο παράδειγμα τοὺς ὰς εἶναι πάντα μπροστὰ στὰ μάτια μας.

 

Σήμερα μάλιστα, τὸ ἥμισυ τοῦ νησιοῦ μας στενάζει κάτω ἀπὸ τὴν μπότα τοῦ πιὸ βάρβαρου κατακτητή. Σήμερα ποὺ τὰ ἀγαπημένα μας χωριὰ ἔχουν κυριολεκτικὰ ἐρημωθεῖ καὶ οἱ ἅγιες ἐκκλησιές μας βεβηλώνονται ἀσύγγνωστα καὶ καθημερινὰ ἀπὸ τὸν Τοῦρκο εἰσβολέα. Σήμερα περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορὰ τὴν ἱερὴ κληρονομιὰ ποὺ μᾶς ἐμπιστεύθηκαν οἱ αἰῶνες ἔχουμε χρέος καὶ καθῆκον σὰν κόρη ὀφθαλμοῦ νὰ διαφυλάξουμε. Καὶ αὐτὸ θὰ γίνει μόνο μὲ τὴν δική μας μετάνοια καὶ ἐπιστροφή. Ἂς σηκώσουμε ὑψηλὰ τὴν δάδα τοῦ ἐθνικοῦ μας προορισμοῦ καὶ ἐλεύθεροι ἀπὸ μικρότητες καὶ ἀδυναμίες καὶ μίση καὶ κακίες ἂς ἀγωνισθοῦμε ὁ καθένας, πῶς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ νὰ γίνει καὶ δικό μας θέλημα. Καὶ τότε μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς μυριοχαριτόβρυτης Παρθένου, τῆς μητέρας τοῦ Κυρίου μας καὶ μητέρας ὅλων μας, τῶν ἁγίων κτητόρων τῆς ἱστορικῆς αὐτῆς Μονῆς καὶ τῶν δεκάδων Κυπρίων ἁγίων, ἡ ἐλευθερία ἡ βγαλμένη ἀπὸ τὰ κόκαλα τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά, θὰ ξαναγυρίσει καὶ πάλιν στὰ γνώριμα χώματα τοῦ νησιοῦ μας. Θὰ ἀνοίξουν καὶ πάλιν οἱ ἀραχνιασμένες ἐκκλησιές μας. 

Χαρούμενα θὰ κτυπήσουν οἱ καμπάνες τοῦ ἐθνικοῦ μας Πάσχα. Γιατί ἂς μὴ ξεχνοῦμε ποτὲ πὼς «αὐτὴ ἐστὶν ἡ νίκη, ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν».


Ἅγιοι Πατέρες, Νεόφυτε, Προκόπιε, Ἰγνάτιε καὶ Νεῖλε, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν τούτη ἡ μέρα νὰ ἔρθει μία ὥρα γρηγορότερα. Ἀμήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Χριστοφόρου τετράδα τῶν Κτιτόρων τιμήσωμεν, οἱ τοῦ Μαχαιρᾶ θείας μάνδρας μονασταὶ ὕμνοις λέγοντες, Νεόφυτε ἡ βάσις τῆς Μονῆς, Ἰγνάτιε ἀσκήσεως κανών, καὶ Προκόπιε θεόφρον, Νεῖλε σοφέ. Κυρίῳ ἱκετεύσατε, ὅπως χαρίσηται ἡμῖν, δύναμιν τὴν τοῦ Πνεύματος, ἴνα φανῶμεν σὺν ὑμῖν, τῆς Βασιλείας σύσκηνοι.

 

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Βάσις ἄσειστος, Μαχαιρᾶ μάνδρας, ἀνεδείχθητε, σεπτοὶ Πατέρες καὶ θείας βιοτῆς χριστοπίνακες, θεῖε Νεόφυτε, τρισμάκαρ Ἰγνάτιε, γέρον Προκόπιε καὶ Νεῖλε πρωτόθρονε, χείρας ἄρατε, θεῷ σὺν τῇ θεομήτορι, πρεσβεύοντες σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

 

Μεγαλυνάριο
Χαίρεις τῶν ὁσίων σεπτὴ τετράς, Μαχαιριωτίσσης, Μάνδρας θείας οἱ ἰδρυταί, σὺν τῷ Νεοφύτῳ, Ἰγνάτιε καὶ Νεῖλε, Προκόπιε τε μάκαρ, ἡμῶν οἱ ἔφοροι.