Ὁ χρόνος γέννησης καὶ ἡ ἐθνικότητα τοῦ Ἅγιου Ἰγνατίου εἶναι ἀσαφή. Στὸ θρόνο τῆς Ἀντιόχειας ὁ Ἰγνάτιος ἀνέβηκε μεταξὺ 68 – 70 μ.Χ. Ποίμανε σὰν ἀποστολικὸς διδάσκαλος καὶ στάθηκε φρουρὸς τῶν ψυχῶν τοῦ ποιμνίου του.
Ὅταν ὁ Τραϊανὸς διέταξε διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν, θαρραλέα ὁ Ἰγνάτιος, ἐνῶ ὁ βασιλιὰς περνοῦσε ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια, παρουσιάστηκε μπροστά του καὶ ὑπεράσπισε τὰ δίκαια τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς χριστιανικῆς πίστης. Τότε ὁ Τραϊανός, διέταξε τὴν σύλληψη τοῦ Ἰγνατίου καὶ τὴν μεταφορά του στὴν Ρώμη. Οἱ χριστιανοὶ τῆς Ρώμης σκόπευαν νὰ τὸν ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὸ μαρτύριο, ἀλλὰ ὁ Ἰγνάτιος, μὲ φλογερὴ δίψα πρὸς τὸ μαρτύριο, ἔγραψε σ’ αὐτοὺς νὰ ἀφήσουν νὰ γίνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι, τὴν 20η Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 107 μ.Χ., τὸν ἔριξαν στὸ ἀμφιθέατρο, ὅπου πεινασμένα θηρία τὸν κατασπάραξαν. Διασώθηκαν μόνο τὰ μεγαλύτερα ἀπὸ τὰ ὀστά του, ποὺ μεταφέρθηκαν καὶ τάφηκαν μὲ τιμὲς στὴν Ἀντιόχεια.
Ἀργότερα μετεκομίσθησαν στὴν Ρώμη (β’ ἀνακομιδὴ τὸ 540 μ.Χ. καὶ ἐναποτέθησαν στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος).
Ἔτσι, ὁ Ἰγνάτιος ἔμεινε μέχρι τέλους πιστὸς στὴ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ, καὶ «ὁ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ, οὗτος καὶ τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱὸν ἔχει». Ἐκεῖνος δηλαδή, ποὺ μένει στὴ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸς καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ ἔχει, διότι αὐτὸς ἔγινε ναὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἑπομένως φέρει μέσα του τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἰγνάτιος ἐπονομάσθηκε Θεοφόρος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ ἔρωτι ἐπτερωμένος, τοῦ σὲ ψαύσαντος, χερσὶν ἀχράντοις, θεοφόρος ἀνεδείχθης Ἰγνάτιε· καὶ ἐν τῇ Δύσει τελέσας τὸν δρόμον σου, πρὸς τὴν ἀνέσπερον λῆξιν ἐσκήνωσας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν λαμπρῶν ἀγώνων σου, ἡ φωτοφόρος ἡμέρα, προκηρύττει ἅπασι, τὸν ἐκ Παρθένου τεχθέντα, τούτου γὰρ, διψῶν ἐκ πόθου κατατρυφῆσαι, ἔσπευσας, ὑπὸ θηρίων ἀναλωθῆναι· διὰ τοῦτο Θεοφόρος, προσηγορεύθης, Ἰγνάτιε ἔνδοξε.
Μεγαλυνάριον.
Ὕδωρ τὸ ἁλλόμενον εἰς ζωήν, Ἰγνάτιε Πάτερ, θησαυρίσας ἐν τῇ ψυχῇ, ἔσπευσας τεθνάναι, ὑπὸ θηρῶ ἀγρίων· διὸ τὴν μακαρίαν, ζωὴν ἐτρύγησας.
Ὁ Ὅσιος Φιλογόνιος
Ὁ Ὅσιος Φιλογόνιος ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ἐπιδόθηκε ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, στὴν ἐκμάθηση τῶν ἱερῶν γραμμάτων καὶ ἔτσι ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτό του στὸν Θεό. Τόσο ἡ εὐγλωττία του ὅσο καὶ ἡ ἀναμφισβήτητη εὐσέβεια καὶ χρηστότης του, ἔκαναν τοὺς χριστιανοὺς τῆς Ἀντιοχείας νὰ τὸν ἀναδείξουν σὲ ἐπίσκοπο τῆς μεγάλης καὶ περίλαμπρης πόλης τους.
Ὁ Φιλογόνιος ἦταν δικηγόρος, ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμά του μὲ γνώμονα τὰ φιλανθρωπικά του αἰσθήματα. Ὅποτε μποροῦσε, ὑπεράσπιζε τοὺς συνανθρώπους του ποὺ εἶχαν ἀδικηθεῖ καὶ ἦταν ἀδύναμοι ἀπέναντι στοὺς καταπιεστὲς εἰδωλολάτρες.
Ὁ Χρυσόστομος μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, ὁ Φιλογόνιος, ἦταν ἔγγαμος καὶ εἶχε μία θυγατέρα ὅταν χειροτονήθηκε. Ἡ οἰκογένειά του ὅμως δὲν τὸν ἐμπόδισε νὰ διατελέσει μεγάλο φιλανθρωπικὸ ἔργο καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ στὸ ποίμνιό του.
Ὁ Ὅσιος Φιλογόνιος παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο ἐν εἰρήνῃ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ὁ ράφτης ἀπὸ τὴ Θάσο
Τὸ ἡρωικὸ αὐτὸ παιδί, γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μαρίαις τοῦ νησιοῦ Θάσου.
Σὲ ἡλικία 14 ἐτῶν ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ μάθαινε τὴν τέχνη τοῦ ράφτη στὸν Γαλατά. Κάποτε πῆγε σ’ ἕνα κατάστημα Ἑβραίου ἐμπόρου γιὰ ν’ ἀγοράσει κλωστὲς καὶ φιλονίκησε μ’ αὐτόν. Ὁ Ἑβραῖος βρῆκε τὴν εὐκαιρία τὴν ὥρα ποὺ ὁ Χότζας βρισκόταν πάνω στὸν μιναρέ, κατηγόρησε τὸν Ἰωάννη ὅτι βρίζει τὴν πίστη καὶ τὸ προσκύνημα τῶν Τούρκων. Ὅταν τὸ παιδὶ ὁδηγήθηκε μπροστὰ στὸν βεζίρη καὶ πιεζόταν ν’ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, μὲ γενναιότητα ἀπάντησε: «Δὲν θ’ ἀρνηθῶ ποτὲ τὸν γλυκύτατό μου Ἰησοῦ Χριστό, καὶ ἂν ἀκόμα μύρια βάσανα μοῦ κάνετε καὶ τὸ βασίλειό σας ὅλο μοῦ χαρίσετε». Βλέποντας ὁ βεζίρης τὴν ἀμετάθετη γνώμη τοῦ παιδιοῦ, διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό του.
Ἔτσι στὴν τοποθεσία «Τσαρσὶ τῶν γουναράδων» ὁ δήμιος ἔκοψε μαρτυρικὰ λίγο – λίγο τὸ κεφάλι τοῦ ἡρωικοῦ παιδιοῦ στὶς 20 Δεκεμβρίου 1652.
Τὸν βίο τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης καὶ ὁ Μελέτιος Συρίγου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης (Ρῶσος)
Στοιχεῖα γιὰ τὴν ζωή του παίρνουμε ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης» τοῦ Ἐπισκ. Ἀλεξάνδρου Σεμενὼφ – Τιᾶν – Σάνσκυ, ποὺ τὸ μετέφρασε ὁ Ἀρχιμ. Τιμόθεος Καθηγούμενος τῆς Ι. Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ καὶ τὸ ἐξέδωσε ἡ ἴδια ἡ Μονή.
Αὐτὸς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης λοιπόν, γεννήθηκε στὶς 18 Ὀκτωβρίου τοῦ 1829 στὸ χωριὸ Σούρα τοῦ νομοῦ Ἀρχάγγελκ καὶ τὸ πρῶτο του ὄνομα ἦταν Ἰβᾶν Ἤλιτς Σέργιεφ. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἠλίας Μιχαήλοβιτς Σέργιεφ καὶ ἦταν ἱεροψάλτης, ἡ δὲ μητέρα του Θεοδώρα Βλάσιεθνα.
Στὴν ἀρχὴ τὰ γράμματα τὰ ἔπαιρνε δύσκολα, ἀλλὰ κατόπιν προχώρησε καὶ μὲ κρατικὴ ὑποτροφία. Τὸ 1851, μπῆκε στὴ Θεολογικὴ Ἀκαδημία τῆς Πετρούπολης. Μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του ἀπὸ τὴν Σχολή, παντρεύτηκε τὴν Ἐλισάβετ Κωνσταντίνοβα καὶ τοῦ πρότειναν νὰ ἀναλάβει θέση ἱερέα στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κρονστάνδης ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Ἀνδρέα τὸν Πρωτόκλητο.
Στὶς 11 Νοεμβρίου 1855 ἔγινε ἡ χειροτονία του σὲ διάκονο καὶ τὴν ἑπομένη σὲ πρεσβύτερο. Χειροτονήθηκε στὴν Πετρούπολη ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Βιννίσκυ Χριστόφορο στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Πέτρου καὶ Παύλου. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἀρχίζει μία τέτοια πνευματικὴ ἀνοδικὴ πορεία, ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ περιγράψει κανεὶς μέσα σὲ λίγες γραμμές. Ὑπῆρξε φωτεινὸ παράδειγμα λειτουργοῦ ἱερέως, ἄριστος ποιμένας ἀφοῦ ἵδρυσε πολλὰ εὐαγὴ ἱδρύματα καὶ ἔδωσε ὅλο του τὸν ἑαυτὸ στὴν βοήθεια τῶν συνανθρώπων του.
Ἐπίσης συνέγραψε πολὺ πνευματικὰ ἔργα καὶ ὁ Θεὸς τοῦ εἶχε δωρίσει τὸ χάρισμα νὰ θαυματουργεῖ διὰ τῶν θερμῶν του προσευχῶν. Πέθανε στὶς 7.40 τὸ πρωὶ τῆς 20ης Δεκεμβρίου τοῦ 1908 σὲ ἡλικία 80 χρονῶν, ἀφήνοντας πίσω του ἕνα τεράστιο πνευματικὸ ἀλλὰ καὶ ὑλικὸ ἔργο γιὰ τὸ ποίμνιό του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἔζησαν τὸν 3ο μ.Χ. αἰώνα. Ἡ Ἀγλαΐα ἀνῆκε στὴν τάξη τῶν εὐγενῶν καὶ πλούσιων Ρωμαίων γυναικὼν καὶ ἦταν πάντα πρόθυμη στὶς ἐλεημοσύνες καὶ στὶς διάφορες ἀγαθοεργίες.
Ὁ δὲ Βονιφάτιος ἦταν γραμματέας τῆς περιουσίας τῆς Ἀγλαΐας καὶ ἐπόπτης τῶν κτημάτων της. Ὅπως ἡ κυρία του, ἦταν καὶ αὐτὸς εὔσπλαχνος καὶ φιλάνθρωπος. Διαχειριζόταν τὴν περιουσία τῆς Ἀγλαΐας μὲ πολλὴ τιμιότητα, καὶ ἀπέναντι στοὺς ὑπηρέτες ἦταν εὐγενέστατος.
Ἀλλὰ ἡ ἀνεξέλεγκτη καλοζωία ἔπνιξε τὴν πνευματικότητα τοῦ Βονιφατίου καὶ τῆς Ἀγλαΐας. Ἄναψε τὴν εὔφλεκτη νεότητά τους καὶ παρασύρθηκαν ἀπὸ τὶς ἔνοχες σαρκικὲς ἡδονές. Εὐτυχῶς ὅμως, ὁ ἔλεγχος τῶν συνειδήσεών τους ἦταν αὐτὸς ποὺ τελικὰ ἐπικράτησε. Ἁμάρτησαν. Ἔκλαψαν καὶ οἱ δυὸ πικρά. Θὰ τοὺς δεχόταν ἄραγε καὶ πάλι ὁ Θεὸς σὰν ζωντανὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας του; Γιατί ὄχι; Ἄλλωστε, ὁ Ἴδιος εἶπε: «Χαρὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἐνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοούντι». Δηλαδή, χαρὰ γίνεται στοὺς οὐρανούς, μὲ τὴν παρουσία ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ, ποὺ συμμετέχουν στὴ χαρὰ αὐτή, γιὰ ἕναν ἁμαρτωλὸ ποὺ μετανοεῖ.
Μὲ πολλὴ συντριβὴ λοιπόν, οἱ δυὸ μετανοοῦντες ἐξομολογήθηκαν τὸ ἠθικό τους ὀλίσθημα σὲ πνευματικὸ ἱερέα καὶ ἡ ἠθική τους ἐπιστροφὴ καὶ ἀναγέννηση ἦταν πλέον γεγονός.
Ἔτσι ἀργότερα ὁ μὲν Βονιφάτιος πέθανε μαρτυρικὰ γιὰ τὴν πίστη στὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας, ἡ δὲ Ἀγλαΐα, ἀφοῦ πούλησε τὰ ὑπάρχοντά της, ἀφιέρωσε τὴν ζωή της στὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαρτύρων τὴν εὔκλειαν, ἰχνηλατήσας θερμῶς, Χριστὸν ὡμολόγησας, ἐπὶ ἀπίστων στερρῶς, σοφὲ Βονιφάτιε· ὅθεν καθάπερ πλοῦτον, ἀδαπάνητον Μάρτυς, δέδωκας σοῦ τὸ σῶμα, τῇ σεμνῇ Ἀγλαΐᾳ· ἐξ οὗ τῷ κοσμῷ πηγάζει, ῥῶσις καὶ ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἱερεῖον ἄμωμον, ἐθελουσίως, σεαυτὸν προσήγαγες, τῷ ἐκ Παρθένου διὰ σέ, τεχθῆναι μέλλοντι Ἅγιε, στεφανηφόρε σοφὲ Βονιφάτιε.
Μεγαλυνάριον.
Ἄθλοις ἀπαθείας καταυγασθείς, παθῶν τῆς δουλείας, ἀπεσείσω τὸν σκοτασμόν, καὶ ἀνδραγαθήσας, υἱὸς φωτὸς ἐδείχθης, ὡς Ἀθλητὴς τοῦ Λόγου, ὦ Βονιφάτιε.
Οἱ Ἅγιοι Ἠλίας, Πρόβος καὶ Ἄρης οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Ἠλίας, Πρόβος καὶ Ἄρης κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Μετέβαιναν ἀπὸ πόλη σὲ πόλη γιὰ νὰ διαδώσουν τὸ λόγο τοῦ Κυρίου καὶ γιὰ νὰ βοηθήσουν τοὺς χριστιανούς.
Συνελήφθησαν στὴν Ἀσκαλώνα. Ἐπειδὴ δὲ, ἀρνήθηκαν νὰ ἀσπαστοῦν τὰ εἴδωλα καὶ ὁμολόγησαν τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ καταδικάστηκαν σὲ θάνατο ἀπὸ τὸν Φιρμιλιανό.
Οἱ μὲν Ἠλίας καὶ Πρόβος διατάχθηκε καὶ ἀποκεφαλίστηκαν, ὁ δὲ Ἄρης διατάχθηκε νὰ καεῖ στὴν πυρά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Πολύευκτος οἱ Μάρτυρες
Καὶ οἱ δυὸ πέθαναν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν μέσα στὴν φωτιά. Ὁ μὲν Τιμόθεος στὴν Ἀφρική, ὁ δὲ Πολύευκτος στὴν Καισαρεία, διότι κατηχοῦσαν καὶ βάπτιζαν εἰδωλολάτρες.
Παρ’ ὅλο ποὺ κατὰ τὴν θανατικὴ ἐκτέλεση ἦταν παρόντες καὶ οἱ δικοί τους καὶ ἔκλαιγαν τσιρίζοντας, αὐτοὶ ἀτρόμητοι μὲ τὴν θεία χάρη, τοὺς παρηγοροῦσαν. Μπῆκαν δὲ μέσα στὶς φλόγες, διατηρώντας τὴν εὐψυχία τους καὶ ψάλλοντες ὕμνους πρὸς τὸν Κύριο.
(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, λανθασμένα ἀναφέρουν τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ δεύτερο Ἅγιο Πολύευκτο, ποὺ ὅμως πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο μὲ τὸν πιὸ πάνω Ἅγιο).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Εὐτύχιος, Θεσσαλονίκη, 200 Ἄνδρες καὶ 70 Γυναῖκες οἱ Μάρτυρες
Ὅλοι μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Γρηγέντιος Ἐπίσκοπος Αἰθιοπίας
Ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὰ Μεδιόλανα. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἀγάπιος καὶ Θεοδότη καὶ ἦταν πολὺ εὐσεβεῖς. Ὁ Γρηγέντιος ἀπὸ πολὺ μικρὸς διακρινόταν γιὰ τὴν εὐγλωττία του καὶ γιὰ τὴν μεγάλη ἀρετή του. Γιὰ νὰ καταρτίσει τὸν ἑαυτό του περισσότερο πνευματικό, ἔκανε ταξίδι στὴν Ἀνατολή, ποὺ τότε ἦταν τὸ μεγαλύτερο θεολογικὸ καὶ πνευματικὸ κέντρο. Κατόπιν πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔγινε γνωστὸς τοῦ τότε αὐτοκράτορα Ἰουστίνου καὶ στὸν Πατριάρχη.
Στὴν συνέχεια ἐπισκέφτηκε τὴν Ἀλεξάνδρεια ἐπὶ Πατριάρχου Προτερίου, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Τὰ δὲ ἱερατικά του καθήκοντα, ὁ Γρηγέντιος, ἐκτελοῦσε ἄριστα. Ὅταν χήρεψε ἡ ἐπισκοπὴ Αἰθιοπίας, ὁ βασιλιὰς Ἐλεσβαᾶν ζήτησε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας νὰ τοῦ στείλει ἐπίσκοπο μορφωμένο καὶ ἐνάρετο. Τότε ὁ Πατριάρχης ἐξέλεξε τὸν Γρηγέντιο, ὁ ὁποῖος ἐπετέλεσε τὴν ἀποστολή του μὲ πολὺ ζῆλο καὶ μεγάλη καρποφορία.
Στὸν τόπο αὐτὸ ἦταν πολλοὶ Ἑβραῖοι καὶ ἦταν φανατικὰ προσκολλημένοι στὴ θεωρία τους. Ἕνας μάλιστα δεινὸς συζητητὴς ἀπ’ αὐτούς, ἦταν καὶ ὁ Ραβῖνος Ἐρβᾶς. Ἀλλὰ ὁ Γρηγέντιος, μὲ τὰ σοφὰ ἐπιχειρήματά του, τὴν ἀγαθότητά του καὶ μὲ τὴ θεία χάρη, κατόρθωσε νὰ φέρει στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τοὺς περισσότερους Ἑβραίους τοῦ τόπου καὶ τὸν ἴδιο τὸν Ἐρβᾶ, ποὺ βαπτίστηκε παρουσία τοῦ βασιλιὰ καὶ μετονομάστηκε Λέων καὶ τιμήθηκε μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ Πατρικίου. Ὁ διάδοχος τοῦ Ἐλεσβαᾶν, γιὸς τοῦ Ἔρδιδος, συνέχισε τὴν ἴδια πολιτικὴ εὐλάβειας πρὸς τὸν Γρηγέντιο.
Ὁ Γρηγέντιος πέθανε εἰρηνικὰ στὶς 19 Δεκεμβρίου 552 καὶ τὴν στέρησή του, θρήνησε πολὺς κόσμος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Τρύφων ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε δι’ ἀπαγχονισμοῦ πάνω ἀπὸ μία ἰτιά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
«Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών»(Ματθ. 1, 21)
πατρός Γεωργίου Δορμπαράκη
α. Ένα παράδοξο ευαγγελικό ανάγνωσμα, στο μεγαλύτερο τμήμα του, είναι το σημερινό της Κυριακής προ της Χριστού Γεννήσεως. Μία πληθύς ονομάτων, ένα γενεαλογικό δένδρο, από τον Αβραάμ μέχρι και τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί αυτό; Γιατί η Εκκλησία μας δεν χρησιμοποίησε μόνο τα σχετικά με τη Γέννηση του Κυρίου, ή, ακόμη πιο πίσω, γιατί ο Ευαγγελιστής θεώρησε αναγκαία την προ του Ιησού Χριστού καταγραφή της γενεαλογίας Του; Κι η απάντηση βεβαίως είναι ότι αφενός διά της καταγραφής αυτής τονίζεται με σαφήνεια ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν ήλθε ως «από μηχανής Θεός», αλλά ως Εκείνος που είναι κανονικότατος άνθρωπος, «τέλειος άνθρωπος» εκτός από Θεός βεβαίως, άρα έχει συγκεκριμένη ανθρώπινη καταγωγή, και μάλιστα ιουδαϊκή, αφετέρου μαρτυρείται η προετοιμασία που ο Τριαδικός Θεός έκανε μέχρι να έρθει ο Υιός και Λόγος του Θεού ως άνθρωπος στον κόσμο. Απαρχής δηλαδή ο Θεός προφήτεψε τον ερχομό Του στον κόσμο, ήδη μετά την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία διά του λεγομένου Πρωτευαγγελίου, κάτι που διαρκώς ανανέωνε με την αποστολή των προφητών και την επιλογή ανά γενεές εκείνων που θα κρατούσαν αυτήν την υπόσχεση. Και ο ερχομός Του αυτός θα σήμαινε την απαλλαγή των ανθρώπων από την αιτία της απομάκρυνσής τους από Εκείνον, την ίδια την αμαρτία: ό,τι ο άγγελος Κυρίου αναφέρει με τον λόγο του: «Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών».
β. 1. Η αναφορά στην αμαρτία, από την οποία θα απάλλασσε τον λαό Του ο Ιησούς, δεν είναι ως έννοια κάτι το απλό. Υπάρχουν άνθρωποι, και χριστιανοί ακόμη, που ως αμαρτία εννοούν απλώς μία παράβαση ενός νόμου, μία απόκλιση από κάτι που θεωρείται ως απλός κανόνας, αλλά που δεν συνιστά κάτι σοβαρό και δεν αλλοιώνει αυτό που είναι ο άνθρωπος. Υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι προεκτείνουν την παραπάνω θεώρηση, ισχυριζόμενοι ότι με την απόκλιση αυτή ο άνθρωπος αποδεικνύει την ελευθερία και την «βέβαιη» περπατησιά του στον κόσμο, διότι ακριβώς αυτός καθορίζει την πορεία του, έχοντας και την ευθύνη της πορείας του σ’ αυτόν, λοιπόν μπορεί και να υπερηφανευτεί για το πόσος ανεξάρτητος είναι. Και βεβαίως υπάρχουν και εκείνοι, οι οποίοι διακωμωδούν την έννοια της αμαρτίας, διότι πιστεύουν αφενός ότι αυτή είναι κατασκεύασμα των παπάδων, αφετέρου ότι οι ίδιοι είναι εκείνοι που θα κρίνουν το σωστό ή το λάθος, θεωρώντας ασφαλώς ως σωστό αυτό που θα ικανοποιεί τις επιθυμίες και τις ορέξεις τους. Σ’ αυτήν την περίπτωση το «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» είναι το σύνθημα της ζωής τους.
2. Δεν πρόκειται να κρίνουμε τις αντιλήψεις αυτές, διότι ενώ υφίστανται, φανερώνουν ότι αυτοί που τις αποδέχονται δεν έχουν καμία ουσιαστική σχέση με την πίστη του Χριστού και της Εκκλησίας. Πρόκειται για αντιλήψεις που κυμαίνονται μεταξύ της ιουδαϊκής θεώρησης των πραγμάτων μέχρι και της ίδιας της αθεΐας. Για τους χριστιανούς όμως, που έχουν στοιχειώδη επίγνωση της πίστεώς τους, η έννοια της αμαρτίας έχει ένα τεράστιο βάθος, ανάλογο με την εικόνα που έχει κανείς και για τον Θεό, κάτι που σημαίνει ότι και η κατανόησή της δεν εκλαμβάνεται κατά τρόπο στατικό, αλλά βαίνει αυξομειούμενη: μικρή επίγνωση του Θεού και σχέση μαζί Του, μικρή αίσθηση και της αμαρτίας∙ μεγαλύτερη επίγνωση του Θεού, μεγαλύτερη και η αίσθηση αυτής. Αυτό συμβαίνει διότι Θεός και αμαρτία βρίσκονται σε αντιθετική κατάσταση – «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» - συνεπώς η στροφή προς τον Θεό δημιουργεί και την αποστροφή από την αμαρτία, όπως και η στροφή προς την αμαρτία και το φρόνημα του κόσμου δημιουργεί και την αποστροφή από τον Θεό και το άγιο θέλημά Του. Από την άποψη αυτή είναι ευνόητο γιατί πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν τον Θεό στη ζωή τους: διότι έχουν «αγκαλιάσει» καρδιακά την αμαρτία, δηλαδή τα πάθη τους, οπότε σπεύδουν να διαγράψουν τον Θεό, για να μην υπάρχει κανείς έλεγχος στις πονηρές πράξεις τους. Ώστε η αθεΐα έχει στην πραγματικότητα πρακτικό χαρακτήρα: η ίδια η ζωή φανερώνει ή όχι την ύπαρξή της. Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι παραπάνω από σαφής στη διευκρίνιση της αλήθειας αυτής. «Εις τα ίδια ήλθεν (ο Λόγος του Θεού) και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον. Ήν γαρ πονηρά αυτών τα έργα».
3. Η αμαρτία έτσι, ως ουσιαστική διαγραφή του Θεού, λειτουργεί ως διαστροφή του ανθρώπου, ψυχικά και σωματικά. Αν ο Θεός είναι η ζωή του ανθρώπου, όπως πράγματι είναι - «Εγώ ειμι ο Ων», λέει η Αποκάλυψη του Θεού – απομάκρυνση από Αυτόν σημαίνει μετάβαση προς τον θάνατο. Και όντως: ο λόγος της Γραφής με αυτόν τον τρόπο κατανοεί αυτό που συνέβη στον άνθρωπο με την επανάστασή του κατά του Δημιουργού του: ο άνθρωπος διαστράφηκε και αλλοιώθηκε, γέμισε σκοτάδι η εικόνα του Θεού μέσα του και έχασε την προοπτική του: το καθ’ ομοίωσιν, να γίνει και αυτός ένας μικρός Θεός. Διότι μην ξεχνάμε ότι ο Θεός τον άνθρωπο τον δημιούργησε “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν’’ Αυτού. Δηλαδή να έχει χαρίσματα δικά Του, ώστε καλλιεργώντας αυτά εν υπακοή προς Εκείνον, να αναπτυσσόταν προς το καθ’ ομοίωσιν. Δεν το έκανε ο άνθρωπος, αλλοιώθηκε έτσι η εικόνα του Θεού σ’ αυτόν, έχασε την προοπτική και τον προορισμό του. Η αμαρτία συνεπώς δεν είναι μία απλή παράβαση ούτε και «παιχνίδι» για να γελά ο άφρων και μωρός άνθρωπος. Όπως μπορούμε να γελάμε με εκείνον που ενώ ήταν πολύ όμορφος στα χαρακτηριστικά του προσώπου του, η ομορφιά του χάθηκε εντελώς από μία πυρκαγιά ή ένα μεγάλο τραυματισμό, άλλο τόσο και περισσότερο μπορούμε να «γελάμε» με την όποια αμαρτία μας.
4. Σ’ αυτήν την αλλοιωμένη από πλευράς πνευματικής κατάσταση της αμαρτίας, με τα γνωρίσματα της φθοράς και του θανάτου, όπως και της βαθειάς θλίψης και μελαγχολίας που την συνοδεύουν – δεν είναι τυχαίο ότι η έρευνα των αρχαιοελληνικών κειμένων έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτά διαπνέονται στο βάθος τους από μία πράγματι μελαγχολία και θλίψη, αφού κυριαρχούνται από την εξουσία του θανάτου – έρχεται ο Χριστός. Το μήνυμα του αγγέλου ότι «Αυτός θα σώσει τον λαό Του από τις αμαρτίες τους» είναι ό,τι πιο παρήγορο είχε και έχει ακουστεί ποτέ στην ανθρωπότητα. Ο Χριστός είναι ο Ιησούς, ο Σωτήρας των ανθρώπων, Αυτός που είχε προαναγγελθεί από τους προφήτες, ακριβώς για να αποκαταστήσει τον άνθρωπο από την πτώση του, με όλα τα αρνητικά αποτελέσματά της, τη φθορά, όπως είπαμε, και τον θάνατο. Κι Αυτός ο Χριστός δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος, αλλά ο Ίδιος ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο ένας της Τριάδος, που με την κοινή ενέργεια Αυτής, σαρκώνεται, ενανθρωπίζεται, γίνεται ένας από εμάς. «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος…Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν». Με τον ερχομό Του προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση, γενόμενος ο «Εμμανουήλ, ο εστιν μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός», την κανονική και αναμάρτητη όμως, την μη αλλοιωμένη από την αμαρτία – «τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος χωρίς αμαρτίας», κατά τη διατύπωση της Οικουμενικής Συνόδου – ώστε καθένας που θα εντασσόταν σε Αυτόν διά της πίστεως να επανερχόταν στα φυσιολογικά του πλαίσια, δηλαδή να καθαριζόταν από την αμαρτία, να εύρισκε τον φωτισμό της εικόνας του Θεού μέσα του και να ανοιγόταν γι’ αυτόν και πάλι η χαμένη προοπτική: το καθ’ ομοίωσιν. Και αυτό ξεκίνησε με τη Γέννηση του Υιού και Λόγου του Θεού και αποκορυφώθηκε με τη Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Πάνω στον Σταυρό ιδίως ο Χριστός «κατήργησε το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς εις την αμαρτίαν». Κι η Ανάστασή Του το διατράνωσε, ως νίκη πια απέναντι στον θάνατο.
Από την άποψη αυτή η Γέννηση του Χριστού έχει άμεση αναφορά στο Πάθος και την Ανάστασή Του, γι’ αυτό και η Γέννα Του συνιστά την απαρχή του Πάθους, κάτι που φαίνεται εποπτικά και στη βυζαντινή εικόνα της Γεννήσεως, όπου ο Κύριος ως βρέφος είναι τοποθετημένος πάνω σε λάρνακα αντί φάτνης, όπως και στην εικόνα της Παναγιάς του Χάρου, κατά την οποία η Παναγία κρατά αντί του μικρού Χριστού έναν μικρό Εσταυρωμένο.
5. Διατυπώνοντας τα παραπάνω και πάλι: αφενός ο Θεός έγινε άνθρωπος για να κάνει τον άνθρωπο Θεό: «άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα Θεόν τον άνθρωπον απεργάσηται» - ό,τι, όπως είπαμε, ήταν η απαρχής προοπτική του – αφετέρου καταργηθείσης της αμαρτίας καταργήθηκε και το αποτέλεσμά της, ο θάνατος, πνευματικός και σωματικός, όπως και εκείνος που συνέτεινε στην απομάκρυνση από τον Θεό, ο διάβολος. Η σωτηρία με άλλα λόγια που έφερε ο Χριστός ήταν και είναι σωτηρία ναι μεν από την αμαρτία, αλλά και από τον θάνατο και τον διάβολο. Και μπορεί βεβαίως να συνεχίζουμε να αμαρτάνουμε, μπορεί να πεθαίνουμε σωματικά, μπορεί να δρα και να μας επηρεάζει ο διάβολος, όμως στην ουσία όλα αυτά έχουν ξεπεραστεί και ηττηθεί: και η αμαρτία δεν λειτουργεί αναγκαστικά, όπως πριν – αμαρτάνουμε πια, γιατί εμείς, οι βαπτισμένοι και ενωμένοι εννοείται με τον Χριστό, θέλουμε να αμαρτάνουμε – και ο θάνατος υφίσταται ακόμη, αλλά προσωρινά – η ανά πάσα στιγμή έλευση του Χριστού θα σημάνει την ανάσταση των σωμάτων – και ο διάβολος ενεργεί, γιατί εμείς χαλαρώνοντας πνευματικά του δίνουμε δίοδο επιρροής επάνω μας.
γ. Τα Χριστούγεννα ουσιαστικά έφτασαν. Η παρηγοριά που δίνει η Γέννηση του Χριστού, με τον τρόπο που είπαμε, είναι πραγματική και προσιτή στον καθένα. Το μόνο που απαιτείται για να νιώσει κανείς την προσφορά αυτή του Θεού είναι η εν πίστει μετάνοιά του. Το απλωμένο χέρι του Θεού ζητεί και τη δική μας ανταπόκριση. Και μετάνοια σημαίνει να πιστέψουμε ότι η αγάπη Του είναι μεγαλύτερη από τις αμαρτίες μας, να δεχτούμε ότι η ζωή μαζί Του είναι απείρως καλύτερη από αυτήν που ζούμε χωρίς Αυτόν. Η κατάθεση των αμαρτιών μας, η εξομολόγησή μας στο μυστήριο της μετανοίας, εκεί που προσφέρεται η βαριά και βρώμικη καρδιά μας σ’ Εκείνον, ώστε να την πάρει και να την ξεπλύνει, κάτι που κατεξοχήν ολοκληρώνεται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, θα είναι το ωραιότερο δώρο που μπορούμε να Του προσφέρουμε για ό,τι Εκείνος έκανε και κάνει για εμάς. Θα έχουμε το κουράγιο να Του προσφέρουμε τις αμαρτίες μας; Θα γιορτάσουμε δηλαδή αληθινά Χριστούγεννα;
Γεννήθηκε στὰ Μεδιόλανα τῆς Ἰταλίας, τὸ 250 μὲ 256 μ.Χ. Οἱ γονεῖς του τὸν ἀνέθρεψαν μὲ μεγάλη χριστιανικὴ ἐπιμέλεια. Καθὼς ἦταν καὶ ἀπὸ γένος διακεκριμένο, εἵλκυσε τὴν εὔνοια τοῦ αὐτοκράτορος Καρίνου, ποὺ γρήγορα τὸν ἀνέδειξε σὰν στρατιωτικό. Ἔπειτα, ὁ Διοκλητιανὸς τὸν ἔκανε ἀρχηγὸ τοῦ πρώτου συντάγματος τῶν Πραιτοριανῶν.
Φιλάνθρωπη ψυχὴ ὁ Σεβαστιανός, ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ πολλὲς φορὲς ὑπῆρξε προστάτης τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων χριστιανῶν. Πρόθυμα ἐπίσης, βοηθοῦσε στὶς ἀνάγκες τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ πάπας Γάϊος τοῦ ἀπένειμε τὸν τίτλο τοῦ ὑπερασπιστὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅταν ὅμως ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, συνελήφθη μία ὁμάδα χριστιανῶν. Ὁ Σεβαστιανός, προκειμένου νὰ τοὺς ἐμψυχώσει τὴν ὥρα ποὺ αὐτοὶ δικάζονταν, πρὸς γενικὴ κατάπληξη ὅλων δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανός. Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὸν θάνατό του. Καὶ ὁ Σεβαστιανὸς δὲν ἄργησε νὰ πέσει κάτω, τρυπημένος στὸ στῆθος ἀπὸ βέλος. Τὸ σῶμα του παρέλαβε κάποια εὐσεβὴς χήρα, ἡ Λουκίνα. Διαπίστωσε ὅμως, ὅτι ἀνέπνεε ἀκόμα.
Ἀφοῦ τὸν περιποιήθηκε, μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες ὁ Σεβαστιανὸς ἀνέκτησε τὴν ὑγεία του. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἐπεδίωξε καὶ συνάντησε τὸν Διοκλητιανὸ καὶ τὸν ἤλεγξε γιὰ τὴ σκληρότητά του. Τότε αὐτὸς διέταξε καὶ τὸν μαστίγωσαν μέχρι θανάτου.
Ἔτσι, ὁ Σεβαστιανὸς ἔγινε παράδειγμα ἀγωνιστικότητας γιὰ τὴν πίστη «ἄχρι θανάτου».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Συγκλήτου σφαλλομένης παριδὼν τὰ συνέδρια, Σεβαστιανὲ πανολβίαν, συναγείρεις συνέλευσιν, Μαρτύρων ἀληθῶς πανευκλεῶν, σὺν σοὶ καταβαλόντων τὸν ἐχθρόν, μεθ’ ὧν θείας συναυλίας ἀξιωθείς, φαιδρύνεις τοὺς βοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῆς εὐσεβείας διαπρέπων τῷ ζήλῳ, μαρτυρικὸν συνασπισμὸν συναγείρεις, ὧν ἐν τῷ μέσῳ ἤστραψας ὡς ἄστρον φαεινόν· ὅθεν καὶ τοῖς βέλεσιν, οἷς ἐτρώθης τὸ σῶμα, τοῦ ἐχθροῦ κατέτρωσας, τὴν καρδίαν καιρίως, Μεγαλομάρτυς Σεβαστιανέ· ὅθεν Χριστός σε, ἐνθέως ἐδόξασε.
Μεγαλυνάριον.
Βούλημα τὸ θεῖον ἀποπληρῶν, βουλῆς ἀσεβούντων, ἀπεμάκρυνας σεαυτόν, καὶ σὺν Ἀθλοφόροις, Χριστῷ προσῳκειώθης· ὦ Σεβαστιανέ σε, ὅθεν δοξάζομεν.
Οἱ Ἅγιοι Νικόστρατος, Ζωὴ ἡ σύζυγός του, Τραγκυλίνος καὶ ἡ σύζυγός του Μαρκία, Κλαύδιος, Τιβούρτιος, Κάστωρ, Καστοῦλος, Μάρκος καὶ Μαρκελλίνος οἱ Μάρτυρες
Ὅλοι μαρτύρησαν κατὰ τὸν διωγμὸ ποὺ κίνησε ὁ Διοκλητιανὸς (284 – 304) ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Σεβαστιανό, ποὺ ἑορτάζει τὴν ἴδια ἡμέρα.
Καὶ οἱ μὲν σύζυγοι Νικόστρατος καὶ Ζωὴ πέθαναν ἀπὸ ἀσφυξία, τοὺς εἶχαν κρεμάσει ἀνάποδα καὶ ἀπὸ κάτω δημιούργησαν εἰδικὴ ἑστία φωτιᾶς, ὥστε νὰ βγαίνει πολὺς καπνὸς καὶ νὰ πηγαίνει ἀπ’ εὐθείας στὸ πρόσωπό τους.
Ὁ Τραγκυλίνος πέθανε διὰ λιθοβολισμοῦ, τὸν Κλαύδιο καὶ τὸν Κάστορα ἔπνιξαν μέσα στὴ θάλασσα, ὁ Τιβούρτιος θανατώθηκε διὰ λιθοβολισμοῦ, ὁ Καστοῦλος θανατώθηκε μέσα σὲ βόθρο καὶ τέλος, τὸν Μάρκο καὶ τὸν Μαρκελλίνο τοὺς θανάτωσαν μὲ τὶς λόγχες.
(Οἱ δυὸ τελευταῖοι ἦταν ἀδέλφια καὶ γιοὶ τοῦ Τραγκυλίνου καὶ τῆς Μαρκίας, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐθνικοὶ καὶ πῆγαν στὴν φυλακὴ νὰ μεταστρέψουν ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ πίστη τοὺς δυὸ γιούς τους. Στὸ τέλος ὅμως, μὲ τὴ συμπαράσταση τοῦ Ἅγιου Σεβαστιανοῦ, ἔγιναν καὶ αὐτοὶ χριστιανοὶ μὲ τὶς συνέπειες ποὺ περιγράψαμε πιὸ πάνω, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ Τραγκυλίνος χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Γάϊο Ἐπίσκοπος καὶ οἱ δυὸ γιοί του Διάκονοι. Γιὰ δὲ τὴ σύζυγο τοῦ Τραγκυλίνου, Μαρκία, δὲν βρίσκουμε κανένα στοιχεῖο ὅτι μαρτύρησε, παρὰ μόνο ὅτι ἔγινε χριστιανή).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Εὐβίωτος
Ἀκατάβλητος καὶ τολμηρὸς στρατιώτης τῆς χριστιανικῆς πίστης ὁ Εὐβίωτος, ἔζησε τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Πτωκετὸ ἢ Πωκετὸς τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ θάρρος καὶ τὴν θερμὴ πίστη του. Κατὰ τὸν διωγμὸ ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ Διοκλητιανού, ὑποβλήθηκε σὲ πολλὰ βάσανα καὶ φυλακίσεις.
Ἀλλὰ ἡ θεία χάρη τὸν προστάτευε καὶ τὸν ἔσωζε. Λιθοβολήθηκε, ραβδίσθηκε, μαστιγώθηκε, σχίστηκαν οἱ σάρκες του καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ ἐπέζησε καὶ ἔφερε πολλοὺς στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Ἀργότερα ὁ θρίαμβος τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τὸν βρῆκε στὴν ἀπομόνωση μὲ βαριὰ δεσμά. Ἐλευθερώθηκε καὶ δόξασε τὸν Θεὸ γιὰ τὴ νίκη ποὺ ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία.
Ὁ Εὐβίωτος πέθανε τὸ 320 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Φλῶρος
Ὁ Ὅσιος Φλῶρος, ἔζησε τὴν ἐποχὴ ποὺ βασίλεψαν οἱ Ἰουστινιανὸς ὁ Β’, ὁ Τιβέριος καὶ ὁ Μαυρίκιος καὶ ἐπὶ τῶν πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως Εὐτυχίου καὶ Ἰωάννου τοῦ Γ’. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν καὶ αὐτὸς Φλῶρος ἡ δὲ μητέρα του Εὐφυΐα.
Ἐπειδὴ ἦταν μορφωμένος καὶ γνώριζε τὶς Θεῖες Γραφὲς διακρίθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ προσλήφθηκε σὰν γραμματέας στὸ παλάτι. Σύντομα λόγω τῶν ἱκανοτήτων του ἀναδείχθηκε σὲ πατρίκιο.
Νυμφεύτηκε κόρη σεμνὴ καὶ πιστὴ καὶ ἀπέκτησε ἕνα τέκνο. Ὅμως εἶδε νὰ πεθαίνουν καὶ ἡ σύζυγός του καὶ τὸ παιδί του. Γι’ αὐτὸ ἀποφάσισε νὰ ἀποσυρθεῖ σὲ ἕνα μικρὸ κτῆμα, ἀφοῦ μοίρασε ὅλη του τὴν περιουσία πρῶτα. Ἐκεῖ καθὼς μελετοῦσε τὰ θρησκευτικὰ βιβλία καὶ προσευχόταν, ἀποφάσισε νὰ ἐνταχθεῖ στὸν κλῆρο.
Διακρίθηκε γιὰ τὴν διδακτικότητά του καὶ τὴν ἀρετή του καὶ ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀμισοῦ. Ὑπῆρξε ἀρχιερέας ἀπὸ τοὺς λέγοντας καὶ τοὺς ποιοῦντας.
Παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο, σὲ βαθιὰ γεράματα, ἐν εἰρήνῃ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Φωκᾶς καὶ Ἐρμύλος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ζακχαῖος καὶ Ἀλφειὸς οἱ Μάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Ζακχαῖος ἦταν Διἀκονος καὶ ὁ Ἅγιος Ἀλφειὸς Ἀναγνώστης καὶ μαρτύρησαν στὴν Καισαρεία.
(Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τὴ 18ης Νοεμβρίου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Σοφία ἡ Θαυματουργός
Δὲν ἔχουμε καμία πληροφορία γιὰ τὴν ζωή της, μόνο τὸ δίστιχο:
«Θεοῦ σοφίαν ἠγάπησε Σοφία, ὅθεν χάριν δέδεκτο καὶ τῶν θαυμάτων».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἐγκαίνια Ναοῦ τῆς Θεοτόκου ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ὁ Ὁμολογητής καὶ Σύγκελος
Γεννήθηκε στὴν Παλαιστίνη τὸ 761 ἢ κατ' ἄλλους, τὸ 763. Οἱ πρόγονοί του ἦταν Πέρσες καὶ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τὸν ἀφιέρωσαν στὴν διακονία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Θεόδωρος τὸν ἔκειρε ἀναγνώστη στὸν ναὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ στὴν Ἱερουσαλὴμ ἐκπαιδεύτηκε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο.
Σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ μετὰ 12 χρόνια ἄσκησης, χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Θωμά, πρεσβύτερος, μὲ πρόταση τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς. Μετὰ δυὸ χρόνια ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὴν Μονὴ σ’ ἕνα κελί, ὅπου καλλιέργησε πολὺ τὴν προσευχή. Μάλιστα ὁ ἡγούμενος τῆς Λαύρας, ἐμπιστεύτηκε στὸν Μιχαὴλ τὴν πνευματικὴ μόρφωση τῶν δυὸ ἀδελφῶν Γραπτῶν Θεοδώρου καὶ Θεοφάνη. Ἀλλὰ ὁ Πατριάρχης Θωμάς, ἔχοντας ἀνάγκη τὸν Μιχαήλ, τὸν μετακινεῖ μαζὶ μὲ τοὺς δυὸ μαθητές του στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ τὸν καθιστὰ σύγκελλο καὶ σύμβουλό του.
Ἀργότερα τὸν στέλνει στὴ Ρώμη γιὰ κάποια ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα, ἐπέδωσε μάλιστα μέσω αὐτοῦ καὶ ἐπιστολὲς στὸν τότε αὐτοκράτορα Λέοντα τὸν εἰκονομάχο, τὸν ὁποῖο ὁ Πατριάρχης Θωμὰς παρατηροῦσε σκληρὰ γιὰ τὸν διωγμὸ κατὰ τῶν εἰκόνων. Ἐξοργισμένος ἀπ’ αὐτὸ ὁ Λέοντας, ἔριξε τὴν πατριαρχικὴ πρεσβεία στὴ φυλακή, ὅπου ἔμεινε γιὰ ἀρκετὰ χρόνια μέχρι τὴν δολοφονία τοῦ Λέοντα.
Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἀνάρρηση τοῦ Μιχαὴλ Τραυλοῦ στὸ θρόνο (820) καὶ ἀφοῦ γιὰ λίγο ὁ Ὅσιος ἀποφυλακίζεται, συλλαμβάνεται καὶ πάλι, φυλακίζεται καὶ αὐτὴ ἡ φυλάκισή του παρατάθηκε μέχρι καὶ ὅλη τὴν βασιλεία τοῦ Θεοφίλου.
Ἀποφυλακίστηκε ἀπὸ τὴν Θεοδώρα καὶ τὸν γιό της Μιχαὴλ καὶ ἀποδόθηκε στὴν Ἐκκλησία σὰν Ὁμολογητής, ἀφοῦ στὸ σῶμά του ἔφερε τὰ στίγματα τῶν ἀγώνων του. Μετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ εἰκονομάχου Πατριάρχου Ἰωάννη, ἡ ψῆφος ὅλων γιὰ τὴ διαδοχή, ἦταν μὲ τὸ μέρος τοῦ Μιχαήλ. Ἀλλὰ ὁ Μιχαήλ, 80 χρονῶν πλέον καὶ ἀσθενῆς, ἀρνήθηκε νὰ δεχτεῖ τὸν θρόνο καὶ ζήτησε νὰ τοῦ παραχωρηθεῖ ἡ μονὴ τῆς Χώρας γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ.
Ἐκεῖ πέρασε καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του εἰρηνικὰ καὶ ὅταν πέθανε τὸν ἔθαψαν κοντὰ στοὺς τάφους τῶν Ὁμολογητῶν Γερμανοῦ καὶ Πατριάρχη καὶ Θεοδώρου τοῦ Γραπτοῦ (846).
(Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται – ἀπὸ ὁρισμένα Ἁγιολόγια – καὶ τὴν 4η Ἰανουαρίου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Μοδεστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύμων
Ὅσα ἀναφέρονται γιὰ τὸν Ἅγιο αὐτὸν στοὺς περισσότερους Συναξαριστές, εἶναι συγκεχυμένα. Τὸν πατέρα του Εὐσέβιο καὶ τὴν μητέρα του Θεοδούλη ἀπὸ τὴ Σεβάστεια τῆς Παλαιστίνης, τοὺς θέλουν ἐπὶ Μαξιμιανοὺ (286 – 305) νὰ πεθαίνουν στὴν φυλακή, ἐνῶ γνωρίζουμε ὅτι τὰ χρόνια τῆς πατριαρχίας τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ ἦταν ἀπὸ τὸ 632 μέχρι τὸ 634.
Ὁ Ἅγιος Μόδεστος, ἀνακαίνισε τὰ ἱερὰ προσκυνήματα, ποὺ καταστράφηκαν ἀπὸ τοὺς Πέρσες καὶ ζήτησε τὴν συνδρομὴ τῶν χριστιανῶν ἀπὸ τὴν Ἀνατολή.
Ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε καὶ ἀφοῦ ἔκανε πολλὰ γιὰ τοὺς Ἁγίους τόπους, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Βίος του ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 16η Δεκεμβρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Νόμων
Ἡ μνήμη τοῦ ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοὺ δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του.
(Μᾶλλον εἶναι Ἅγιος τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Προφήτης Δανιὴλ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς τέσσερις μεγάλους προφῆτες καὶ ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 7ου μὲ τὶς ἀρχὲς 6ου π.Χ. αἰώνα. Ἀνῆκε στὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, ἦταν ἀπὸ βασιλικὸ γένος καὶ γεννήθηκε στὴν Ἄνω Βηθαρά.
Νήπιο ἀκόμα, ὁδηγήθηκε μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς του αἰχμάλωτος στὴν Βαβυλώνα. Μὲ τὴν πρόνοια τοῦ Ναβουχοδονόσορα, ὁ Δανιὴλ (ποὺ ὁ αὐτοκράτορας μετονόμασε Βαλτάσαρ) μὲ τοὺς τρεῖς Ἑβραίους νεαρούς, Ἀνανία, Ἀζαρία καὶ Μισαήλ, σπούδασαν στὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλή. Ἐπειδὴ ἡ ἀπόδοσή τους στὶς σπουδὲς ἦταν ἄριστη, ὅταν ἐνηλικιώθηκαν ὁ βασιλιὰς τοὺς ἔδωσε μεγάλη θέση στὸ κράτος. Μάλιστα ὁ Δανιὴλ εἶχε τὸ χάρισα νὰ ἑρμηνεύει ὄνειρα καὶ ἀργότερα προφήτευσε καὶ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου. Κάποτε ὅμως ὁ Ναβουχοδονόσωρ, ἔκανε δική του χρυσὴ εἰκόνα καὶ ἀπαίτησε ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀξιωματούχους καὶ τὸν λαὸ νὰ τὴν προσκυνήσουν.
Ὁ Δανιὴλ ἔλειπε σὲ ἀποστολή. Ἦταν ὅμως οἱ τρεῖς παῖδες, ποὺ δὲν προσκύνησαν τὴν εἰκόνα. Ἀμέσως καταγγέλθηκαν στὸ βασιλιά. Αὐτὸς τοὺς εἶπε ὅτι, ἂν πράγματι δὲν προσκύνησαν, τοὺς περιμένει τὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς. Τότε οἱ τρεῖς παῖδες ἀπάντησαν: «Ἄκου βασιλιά· ὁ οὐράνιος Θεός, τὸν ὁποῖο ἐμεῖς λατρεύουμε, εἶναι τόσο δυνατός, ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς βγάλει σώους καὶ ἀβλαβεῖς ἀπὸ τὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς καὶ νὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὰ χέρια σου. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμα δὲν τὸ κάνει, νὰ ξέρεις ὅτι τοὺς θεούς σου δὲ λατρεύουμε καὶ τὴν εἰκόνα σου δὲν προσκυνάμε».
Πράγματι, ὅταν τοὺς ἔριξαν στὴν φωτιά, οἱ τρεῖς παῖδες βγῆκαν σῶοι καὶ ἀβλαβεῖς. Τὸ ἴδιο συνέβη ἀργότερα καὶ μὲ τὸν Δανιήλ, ὅταν ὁ Δαρεῖος τὸν ἔριξε στὸ λάκκο τῶν λεόντων, ἐπειδὴ ἔκανε τὴν προσευχή του, ἐνῶ ὁ βασιλιὰς εἶχε διατάξει γιὰ 30 ἡμέρες νὰ μὴν κάνει κανεὶς ἰδιαίτερη προσευχή.
Βλέποντας τὸ θαῦμα ὁ Δαρεῖος, κράτησε τὸν Δανιὴλ στὴν αὐλή του, ὅπου παρέμεινε καὶ πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα, πιθανότατα, στὰ Σοῦσα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος β’.
Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα! ἐν τῇ πηγῇ τῆς φλογός, ὡς ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως, οἱ ἅγιοι Τρεῖς Παῖδες ἠγάλλοντο, καὶ ὁ Προφήτης Δανιήλ, λεόντων ποιμήν, ὡς προβάτων ἐδείκνυτο. Ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Καθαρθεῖσα Πνεύματι, ἡ καθαρά σου καρδία, προφητείας γέγονε, φαεινοτάτης δοχεῖον· βλέπεις γὰρ, ὡς ἐνεστῶτα τὰ μακρὰν ὄντα· λέοντας, ἀποφιμοῖς δὲ βληθεὶς ἐν λάκκῳ· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, Προφῆτα μάκαρ Δανιὴλ ἔνδοξε.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Αὐτόμελον.
Χειρόγραφον εἰκόνα μὴ σεβασθέντες, ἀλλ’ ἀγράφῳ οὐσίᾳ θωρακισθέντες, τρισμακάριοι ἐν τῷ σκάμματι τοῦ πυρὸς ἐδοξάσθητε· ἐν μέσῳ δὲ φλογός, ἀνυποστάτου ἱστάμενοι, Θεὸν ἐπεκαλεῖσθε· Τάχυνον ὦ Οἰκτίρμον, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, ὅτι δύνασαι βουλόμενος.
Μεγαλυνάριον.
Τόκον τῆς Παρθένου προκατιδών, Δανιὴλ Προφῆτα, ὡς τῆς χάριτος ὀφθαλμός, πίστει τῶν λεόντων, ἐνέφραξας τὸ στόμα· ἔνθεν τὴν ἀρετήν σου, πάντες ᾐδέσθησαν.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον.
Θάλαμον οἱ Παῖδες πνευματικόν, δρόσῳ τῆς Τριάδος, ἀπειργάσαντο ἐμφανῶς, τὴν ἑπταπλασίως, κάμινον ἐκκαφθεῖσαν, ἐν ᾗ χοροβατοῦντες, Θεὸν δοξάζουσι.
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Θαυματουργός ὁ ἐκ Ζακύνθου, Ἀρχιεπίσκοπος Αἰγίνης
Γόνος εὐσεβέστατης καὶ ἀρχοντικὴς οἰκογένειας τῆς Ζακύνθου (πατρὸς Μωκίου Σηκούρου καὶ Παυλίνας), ἀνατράφηκε ἀπ’ αὐτὴν μὲ τὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔτσι γρήγορα διακρίθηκε στὰ γράμματα καὶ τὴν ἀρετή.
Νωρίς, μόλις ἐνηλικιώθηκε, ἀσχολήθηκε μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ θείου λόγου, φροντίζοντας συγχρόνως νὰ συντρέχει στὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν. Κατόπιν ἔγινε μοναχὸς στὴν βασιλικὴ Μονὴ τῶν Στροφάδων, ὅπου ἀσκήθηκε στὴν ἀγρυπνία, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν μελέτη τῶν Γραφῶν.
Ἔπειτα πῆγε στὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ βρεῖ καράβι προκειμένου νὰ ταξιδέψει στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἀλλὰ ὁ τότε ἀρχιερέας τῶν Ἀθηνῶν, ἄκουσε κάποια Κυριακὴ τὸ λαμπρό του κήρυγμα καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο Αἰγίνης, μὲ τὴν ἐπίσημη κατόπιν ἔγκριση τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως. Τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα, ἐπιτέλεσε ἄγρυπνα καὶ ἄοκνα. Ἀναδείχτηκε διδάσκαλος, πατέρας καὶ παιδαγωγὸς τοῦ ποιμνίου του. Ἡ φήμη του εἶχε διαδοθεῖ παντοῦ, ἀλλὰ αὐτὸς παρέμενε ἁπλὸς καὶ ταπεινός. Ἀσθένησε ὅμως ἀπὸ τοὺς πολλοὺς κόπους καὶ παραιτήθηκε.
Γύρισε στὴν Ζάκυνθο, ὅπου μέχρι τὸ 1579 ἦταν προσωρινὸς ἐπίσκοπος. Μετὰ ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου τῆς Ἀναφωνητρίας, ὅπου ἀσκήτευε καὶ μὲ ἀγάπη κήρυττε καὶ βοηθοῦσε τοὺς κατοίκους τοῦ νησιοῦ. Ἦταν τόση ἡ ἀγάπη ποὺ εἶχε, ὥστε προστάτεψε ἀκόμα καὶ τὸν φονιὰ τοῦ ἀδελφοῦ του.
Ὁ Διονύσιος πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα, 17 Δεκεμβρίου 1624. Τάφηκε στὴ Μονὴ Στροφάδων καὶ κατὰ τὴν ἐκταφὴ τὸ λείψανό του βγῆκε εὐωδιαστὸ καὶ ἀδιάφθορο. Ἔτσι παραμένει μέχρι σήμερα καὶ ἡ Ζάκυνθος τιμᾶ καὶ πανηγυρίζει τὸν Ἅγιο, σὰν προστάτη καὶ πολιοῦχο της.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τῆς Ζακύνθου τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν πρόεδρον, τὸν φρουρὸν Μονῆς τῶν Στροφάδων, Διονύσιον ἅπαντες, τιμήσωμεν συμφώνως οἱ πιστοί, βοῶντες πρὸς αὐτὸν εἰλικρινῶς· σαῖς λιταῖς τοὺς τὴν σὴν μνήμην ἐπιτελοῦντας, σῶσον καὶ βοῶντάς σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δωρησαμένῳ σε ἡμῖν, πρέσβυν ἀκοίμητον.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, τῶν Ζακυνθίων ἡ νῆσος, ἑορτὴν χαρμόσυvοv, σὺν τῇ Μοvῇ τῶv Στροφάδωv, Αἴγιναν, τὴν ἐv Κυκλάσι προσκαλουμένη, ᾄσμασιv, ἀξιοχρέως συνευφημῆσαι, καὶ φαιδρῶς πανηγυρίσαι, τὸ κοινὸν κλέος, νῦv Διονύσιον.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Ζακύνθου γόνος λαμπρός, πρόεδρος Αἰγίνης, καὶ Στροφάδων μέγας φρουρός· χαίροις Ἐκκλησίας, νέος φωστὴρ τρισμάκαρ, Ἀρχιερέων δόξα, ὦ Διονύσιε.
Οἱ Ἅγιοι Πατερμούθιος, Κόπρις καὶ Ἀλέξανδρος οἱ Ὁσιομάρτυρες
Χριστιανοί, γεμάτοι εὐσέβεια καὶ ζῆλο, βασανίστηκαν καὶ τέλος ἀποκεφαλίστηκαν μὲ διαταγὴ τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτου (361 – 363), ὅταν αὐτὸς ἐκστράτευε κατὰ τῶν Περσῶν. Ὁ Κόπρις, νεαρὸς δείλιασε στὴν ἀρχὴ λίγο. Ἀλλὰ ὁ Πατερμούθιος τὸν ἐνίσχυσε μὲ τὰ θερμὰ λόγια του.
Καὶ οἱ τρεῖς δέ, ὑπέστησαν τὸν μαρτυρικὸ θάνατο, ψάλλοντες ὕμνους πρὸς τὸν Χριστό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁμολογητής
Ἡ πατρίδα του ἦταν κοντὰ στὰ Γάδειρα τῆς Ἱσπανίας. Ἀνέθρεψε μὲ εὐσέβεια τὰ παιδιά του καὶ τὰ κατέστησε χρήσιμα καὶ ἀγαθοεργὰ μέλη τῆς κοινωνίας. Ἀργότερα ὁ ἴδιος ἀφιερώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὸ Θεό, ἀφοῦ ἄφησε κάθε βιοτικὴ μέριμνα.
Προσκυνητὴς στὴν Ρώμη, δώρισε πολλὰ χρήματα στὰ ἐκεῖ χριστιανικὰ ἱδρύματα, τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ὅταν στὴν συνέχεια πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 919 μ.Χ. Ἀπὸ ἐκει πῆγε στοὺς Ἁγίους Τόπους, ὅπου διαμοίρασε καὶ τὰ τελευταῖα χρήματά του καὶ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Στέφανος, ἀπὸ Δουναλέ.
Συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Σαρακηνοὺς καὶ βασανίστηκε σκληρά. Κατάφερε ὅμως νὰ διαφύγει μὲ δύο ἱερεῖς στὴν Αἴγυπτο. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ μὲ ζῆλο κήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο.
Καταγγέλθηκε στὸν Ἀμηρά, φυλακίστηκε καὶ ὑπέστη φοβερὰ βασανιστήρια. Βαριὰ τραυματισμένος, πέθανε δοξάζοντας τὸν Θεό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἴακχος ὁ Μάρτυρας
Ἦταν ἀπὸ τὴν Τρίγλια καὶ μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Νέος
Δὲν σώζονται βιογραφικά του στοιχεῖα. Μόνο κάποιος λόγος τοῦ μέγα λογοθέτη Θεοδώρου Μουζάλων, ποὺ ἀναφέρεται σ’ αὐτὸν καὶ βρίσκεται στὴ Μεγίστη Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σελίδα 399 από 415