Ἦταν ἀξιωματοῦχοι τοῦ Πέρσου βασιλιὰ Σαπὼρ τοῦ Β’. Ἐπειδή, ὅμως, ὁμολόγησαν ὅτι εἶναι χριστιανοί, συνελήφθησαν καὶ μαστιγώθηκαν σκληρά. Ἔπειτα, τοὺς ἔριξαν στὶς φλόγες μιᾶς μεγάλης φωτιᾶς. Ἀλλὰ οἱ θερμὲς δεήσεις τους πρὸς τὸν Θεὸ προκάλεσαν φοβερὴ θύελλα μὲ βροχή, ποὺ ἔσβησε τὴν φωτιά. Αὐτὸ προκάλεσε φόβο στοὺς Πέρσες , καὶ τὸν ἴδιο τὸ Σαπώρ, μὲ ἀποτέλεσμα να’ ἀναβάλει, τὸν θάνατο τῶν γενναίων χριστιανῶν.
Ἀλλὰ μετὰ μερικὲς μέρες, τοὺς ἔφερε καὶ πάλι στὸ κριτήριο. Ἀφοῦ εἶδε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ ἀλλάξει τὸ χριστιανικό τους φρόνημα, ἀποκεφάλισε πρῶτο τὸν Ἀφθόνιο. Ἔπειτα, ἀπευθυνόμενος στὸν Ἐλπιδοφόρο, τοῦ εἶπε νὰ φανεῖ λογικός, σὰν ἐγγράμματος ποὺ ἦταν καὶ μποροῦσε νὰ διακρίνει τὸ ψέμα ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Ὁ Ἐλπιδοφόρος του ἀποκρίθηκε ὅτι γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς πιστεύει στὸν Χριστό, διότι Αὐτὸς εἶναι «ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή». Δηλαδὴ ὁ σωστὸς δρόμος, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπόλυτη ἀλήθεια καὶ στὴν πραγματικὴ καὶ πηγαία ζωή, ποὺ ἀξίζει κανεὶς νὰ πεθάνει γι’ αὐτή.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἐλπιδοφόρου ἐξαγρίωσε τὸν Σαπὼρ καὶ ἀμέσως τὸν ἀποκεφάλισε. Οἱ θυσίες αὐτὲς ἐνθάρρυναν ἀκόμα περισσότερο τοὺς ὑπολοίπους, καὶ ἔμειναν ἀκλόνητοι στὴν πίστη τους. Τότε ὁ Σαπὼρ διέταξε νὰ τοὺς ρίξουν μέσα σὲ ἀναμμένο καμίνι.
Ἔτσι, μαρτυρικὰ καὶ ἔνδοξα, παρέδωσαν ὅλοι τὴν μακαρία ψυχή τους στὸ ζωοδότη Χριστό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀκίνδυνον μέλψωμεν, σὺν Ἀφθονίῳ ὁμοῦ, κλεινὸν Ἀνεμπόδιστον, Ἐλπιδηφόρον στερρόν, Πηγάσιον ἔνδοξον· οὗτοι γὰρ ἀκινδύνως, ἐξ ἀφθόνου κρατῆρος, πηγάζουσι τοῖς ἐλπίδι, ἀρραγεῖ προσιοῦσι, χαρίτων ἀνεμποδίστων, κρήνην θεόβρυτον.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ὡς ἄστρα ἀπλανῆ, τοῦ Ἡλίου τῆς δόξης, ἀνέλαμψαν ἐν γῇ, οἱ Χριστοῦ στρατιῶται, τὸν ζόφον διώκοντες, τῶν παθῶν καὶ πηγάζοντες, χάριν ἄφθονον, ἀνεμποδίστως τοῖς πᾶσι, καὶ ἀκίνδυνον, τὴν σωτηρίαν δοροῦνται, ἐλπίδι τῆς πίστεως.
Μεγαλυνάριον.
Ὄμιλος πεντάριθμος Ἀθλητῶν, διηγωνισμένων, ἐν Κυρίῳ μαρτυρικῶς, πρόκειται εἰς αἶνον· αὐτοῖς οὖν ἐκβοῶμεν· χαίρετε Ἀθλοφόροι, Χριστοῦ πανθαύμαστοι.
Οἱ Ἅγιοι Συγκλητικοί
Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Σεβάστεια καὶ μαρτύρησαν ἐπὶ ἄρχοντος αὐτῆς Αὐξάνοντος, δοῦκα Μαρκέλλου καὶ Μάρκου Ἀγρικολάου.
Τὰ ὀνόματά τους δὲν διασώθηκαν στὴ γῆ, λάμπουν ὅμως ἀθάνατα στὸν οὐρανό.
Ὅταν ὁ Λικίνιος (315 μ.Χ.), ἀντιμαχόμενος τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο κήρυξε βαρὺ διωγμὸ κατὰ τῆς χριστιανικῆς πίστης, ὁμάδα συγκλητικῶν εἶχε τὸ θάρρος νὰ πεῖ φανερὰ στὸν βασιλιὰ ὅτι ἡ διαταγή του ἦταν ἔγκλημα ἀπέναντι στὸν Θεό, ποὺ δὲν θ’ ἀργοῦσε νὰ στείλει τὴν διδακτικὴ τιμωρία. Ὁ Λικίνιος τοὺς ἀποκάλεσε θρασεῖς καὶ διέταξε νὰ τοὺς θανατώσουν. Ἐκεῖνοι τὸ δέχτηκαν μὲ γενναιότητα, ἂν καὶ ἄφηναν πίσω οἰκογένειες ἐκτεθειμένες καὶ αὐτὲς στὴν μανία τοῦ θανάτου.
Πέθαναν ὅλοι μαζί, ἐνθαρρύνοντας καὶ μακαρίζοντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, μέσα στὴ φωτιά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Εὐδόξιος, Ἀγάπιος καὶ οἱ σὺν αὐτῶν ὀκτὼ Μάρτυρες
Ὅλοι ἦταν στρατιῶτες στὴν πόλη Σεβάστεια, κατὰ τὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Λικινίου. Ὅταν ἐξετάστηκαν ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Σεβάστειας Αὐξάνιο καὶ ἀπὸ τὸν δοῦκα Μάρκελλο, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν Μᾶρκο Ἀγρικόλαο, ὁμολόγησαν μὲ θάρρος τὴν χριστιανική τους πίστη καὶ βασανίστηκαν σκληρὰ μὲ διάφορους τρόπους.
Στὸ τέλος τοὺς ἔριξαν στὴν φωτιὰ καὶ τοὺς ἔκαψαν ζωντανούς, παίρνοντας ἔτσι ὅλοι τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
(Πιθανὸν νὰ εἶναι ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μάρτυρες Συγκλητικούς ποὺ τιμοῦνται τὴν ἴδια ἡμέρα).
Οἱ Ἁγίες Κυριακή, Δομνίνα καὶ Δόμνα οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Μαρκιανός
Ὁ Ὅσιος Μαρκιανὸς εἶχε πατρίδα τὴν κωμόπολη Κῦρο τῆς Συρίας. Προερχόταν ἀπὸ πλούσια οἰκογένεια, ἦταν λόγιος καὶ γνώστης τῶν Θεολογικῶν πραγμάτων καὶ τῆς ἀρχαίας σοφίας.
Πιστὸς στὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ μοίρασε τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποσύρθηκε σὲ ἕναν ἐρημικὸ τόπο. Ἐκεῖ ἔστησε ἕνα μικρὸ κελί, ἴσα – ἴσα γιὰ νὰ χωράει τὸ σῶμά του μέσα. Στὸ ἐρημητήριό του προσῆλθαν, ἀκούγοντας τὴν μεγάλη φήμη του, δυὸ ἄλλοι στρατιῶτες τοῦ Θεοῦ. Ὁ Εὐσέβιος καὶ ὁ Ἀγαπητός. Παρακάλεσαν τὸν Ἅγιο νὰ τοὺς δεχθεῖ σὰν μαθητές του. Ὁ Μαρκιανός, ἀφοῦ βεβαιώθηκε ὅτι μποροῦν καὶ θέλουν εἰλικρινὰ νὰ ὑπηρετήσουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ τοὺς ἐπέτρεψε νὰ κτίσουν κοντὰ σὲ αὐτὸν δύο κελιὰ γιὰ νὰ στεγάζονται.
Καὶ οἱ τρεῖς κατὰ περιόδους περιπλανιόντουσαν στὶς πόλεις καὶ κήρυτταν τὸν Θεῖο Λόγο. Ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι, τόσο λαϊκοὶ ὅσο καὶ κληρικοὶ πήγαιναν στὶς σκῆτες τους γιὰ νὰ ἀκούσουν καὶ νὰ τοὺς συμβουλευτοῦν.
Κάποτε πῆγε στὸν Ὅσιο καὶ ὁ ἐπίσκοπος Ἀντιόχειας Φλαβιανὸς μαζὶ μὲ ἄλλους λόγιους καὶ ἐπιφανεῖς ἄνδρες γιὰ νὰ πείσουν τὸν Ὅσιο νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν ἐρημικὴ ζωὴ καὶ νὰ ζήσει στὴν κοινωνία πρὸς ὄφελος τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Ὅσιος ἀρνήθηκε τὴν πρότασή τους.
Ὁ Μαρκιανὸς ἐργάσθηκε μὲ πολὺ ζῆλο κατὰ τῶν διαφόρων αἱρέσεων. Πέθανε μέσα στὸ κελί του εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀσία. Οἱ γονεῖς τους ἦταν ἄριστο πρότυπο χριστιανῶν συζύγων. Ὅταν ἡ μητέρα τους Θεοδότη ἔμεινε χήρα, ἀφιέρωσε κάθε προσπάθειά της στὴν χριστιανικὴ ἀνατροφὴ τῶν δύο παιδιῶν της, Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ.
Τοὺς δύο ἀδελφοὺς διέκρινε μεγάλη εὐφυΐα καὶ ἐπιμέλεια, γι’ αὐτὸ καὶ σπούδασαν πολλὲς ἐπιστῆμες. Ἰδιαίτερα ὅμως, ἐπιδόθηκαν στὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη, τὴν ὁποία ἐξασκοῦσαν σὰν διακονία φιλανθρωπίας πρὸς τὸν πλησίον. Θεράπευαν τὶς ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἰδιαίτερα τῶν φτωχῶν, χωρὶς νὰ παίρνουν χρήματα, γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάστηκαν Ἀνάργυροι. Πολλοὶ ἀσθενεῖς ποὺ θεραπεύθηκαν ἤθελαν νὰ τοὺς εὐχαριστήσουν. Ἀλλὰ αὐτοί, δὲν δέχονταν τὶς εὐχαριστίες καὶ ἀπαντοῦσαν μὲ τὸν ὀρθὸ λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς:
«Ἡ εὐλογία καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ σοφία καὶ ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ δύναμης καὶ ἡ ἰσχὺς τῷ Θεῷ ἡμῶν εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων». Δηλαδή, ὅλος ὁ ὕμνος καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ σοφία καὶ ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ δύναμη καὶ ἡ ἰσχύς, ἀνήκει στὸ Θεό μας, στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἔτσι ταπεινὰ ἀφοῦ διακόνησαν σὲ ὅλη τους τὴ ζωὴ τὸν πλησίον, πέθαναν εἰρηνικὰ καὶ ἐτάφησαν στὴν τοποθεσία Φερεμά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἅγιοι Ἀνάργυροι καὶ θαυματουργοί, ἐπισκέψασθε τὰς ἀσθενείας ἡμῶν· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε ἡμῖν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τῇ χειρουργίᾳ, θεραπεύετε, παντοίας νόσους, σὺν Κοσμᾷ Δαμιανὲ οἱ Ἀνάργυροι· ὁ γὰρ Σωτὴρ ἰατροὺς ὑμᾶς ἔδειξεν, εἰς περιποίησιν πάντων καὶ ἴασιν· ὅθεν ῥύσασθε, παθῶν δυσαλθῶν καὶ θλίψεων, τοὺς ποθῷ τῷ ναῷ ὑμῶν προστρέχοντας.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐκ τῆς Ἀσίας ὥσπερ δύο ἀστέρες, ἐξανατείλαντες Ἀνάργυροι θεῖοι, τῇ οἰκουμένῃ λάμπετε θαυμάτων ταῖς αὐγαῖς, νόσους μὲν ἰώμενοι, καὶ δεινὰς καχεξίας, χάριν δὲ παρέχοντες, τοῖς πιστοῖς εὐρωστίας, Δαμιανὲ θεόφρον καὶ Κοσμᾶ, χειμαζομένων, λιμένες πανεύδιοι.
Μεγαλυνάριον.
Οἷά περ θεράποντες ἰατροί, ψυχῶν καὶ σωμάτων, ἀσθενείας ὀδυνηράς, ἰάσασθε τάχος, ἀρρήτῳ ἐπισκέψει, ἡμῶν θαυματοβρύται, σοφοὶ Ἀνάργυροι.
Οἱ Ἁγίες Κυριαίνα καὶ Ἰουλιανὴ οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἁγίες Κυριαίνα καὶ Ἰουλιανὴ ἔζησαν τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ.
Ἡ Κυριαίνα, καταγόταν ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας, ἡ δὲ Ἰουλιανὴ ἀπὸ τὴν πόλη Ρῶσο. Καὶ οἱ δυὸ εἶχαν ἀφοσιωθεῖ σὲ φιλανθρωπικὰ ἔργα χριστιανικῆς φιλαδελφίας. Φρόντιζαν ὀρφανά, παρεῖχαν τὴν βοήθειά τους ἀφιλοκερδῶς σὲ ὅποιον εἶχε τὴν ἀνάγκη τους. Παρότι δὲν ἦταν πολὺ μορφωμένες πάντα ἔβρισκαν τρόπο νὰ στηρίξουν τὴν πίστη αὐτῶν ποὺ χρειαζόντουσαν. Εἶχαν δὲ καταφέρει νὰ φέρουν στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, πολλοὺς εἰδωλολάτρες.
Τὶς δύο Ἁγίες τὶς συνέλαβε ὁ ἡγεμόνας Μαρκιανὸς καὶ τὶς πίεζε νὰ ἀπαρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ἐκεῖνες ὅμως δὲν ὑποχώρησαν στὶς πιέσεις καὶ ἔμειναν ἀμετακίνητες στὴν πίστη τους.
Γι’ αὐτήν τους τὴν ὁμολογία οἱ Ἁγίες ρίχτηκαν στὴν πυρά, καὶ παρέδωσαν τὸ πνεῦμα τους στὸν Κύριο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Καισάρειος, Δάσιος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτῶν
Συνελήφθησαν στὴ Δαμασκὸ καὶ τιμωρήθηκαν μὲ διάφορα βασανιστήρια γιὰ νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό.
Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἀρνήθηκαν τὴν χριστιανική τους πίστη, ὅλοι ἔλαβαν τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Ἰάκωβος οἱ Ἱερομάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἦταν Ἐπίσκοπος καὶ ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος Πρεσβύτερος.
Οἱ Ἱερομάρτυρες αὐτοὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ τῶν Περσῶν Σαβωρίου (332) καὶ δίδασκαν στοὺς εὐσεβεῖς τὸν λόγο τῆς ἀληθινῆς πίστης καὶ πολλοὺς κατόρθωναν νὰ προσελκύουν σ’ αὐτήν.
Ὁπότε συνελήφθηκαν ἀπὸ τὸν Σαβώριο καὶ ἀφοῦ πρῶτα ὑποβλήθηκαν σὲ σκληρὰ βασανιστήρια, στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι πῆραν τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἐρμινίγγελδος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἐρμινίγγελδος ἦταν γιὸς τοῦ βασιλιὰ τῶν Βησιγότθων Λιουβιγγέλδου. Ὁ Βασιλιὰς αὐτὸς καὶ ὅλο τὸ ἔθνος του, εἶχαν προσχωρήσει στὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Ὁ Ἐρμινίγγελδος ὅμως, διδάχτηκε τὴν ὀρθόδοξη πίστη ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Λέανδρο, σὲ ἕνα ταξίδι του.
Ὅταν ἐπέστρεψε στὸ σπίτι του, ἔγινε γνωστὸ ὅτι εἶχε ἀπαρνηθεῖ τὸν Ἀρειανισμὸ καὶ εἶχε γίνει χριστιανός. Αὐτὸ στεναχώρησε τὸν πατέρα του, ὁ ὁποῖος προσπάθησε νὰ τὸν μεταπείσει μὲ παρακάλια καὶ ἀπειλές. Ὅταν δὲν κατόρθωσε τίποτα, τὸν κατήγγειλε ὁ ἴδιος ὡς Χριστιανό. Καὶ ἔτσι τὸν φυλάκισαν.
Ὁ Ἐρμινίγγελδος παρότι βασανίστηκε πολύ, παρέμεινε πιστὸς στὸν Κύριο. Ἔτσι διατάχθηκε ὁ θάνατός του. Στρατιῶτες μπῆκαν στὸ κελί του καὶ τὸν θανάτωσαν γονατιστὸ ὅπως προσευχόταν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Κυπριανὸς καὶ Ἰουλιανὴ οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.
(Μᾶλλον πρόκειται γιὰ τὶς Ἁγίες τῆς αὐτῆς ἡμέρας Κυριαίνης καὶ Ἰουλιανῆς καὶ ἡ Κυριαίνα, ἀπὸ λάθος ἀντιγραφή, ἔγινε Κυπριανός).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Θεολήπτη
Ἐντελῶς ἄγνωστη στοὺς Συναξαριστές. Γιὰ τὴν Ἁγία αὐτὴ γίνεται λόγος στὸν Παρισινὸ Κώδικα 259 φ. 2α, ὅπου ὑπάρχει καὶ Στιχηρὸ τροπάριό της. Ἀπ’ αὐτὸ συμπεραίνουμε ὅτι, βασανίστηκε ἀπὸ τὸν τύραννο, ρίχτηκε στὴν φυλακὴ καὶ κατὰ πάσα πιθανότητα πέθανε μαρτυρικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας καὶ οἱ δύο μαθητές του Ἰάκωβος ὁ Διάκονος καὶ Διονύσιος ὁ Μοναχὸς
Ὁ Ἰάκωβος γεννήθηκε σ’ ἕνα χωριὸ τῆς Καστοριᾶς (Κορησός), ἀπὸ χριστιανοὺς γονεῖς, τὸν Μαρτῖνο καὶ τὴν Παρασκευή. Ἔγινε βοσκὸς προβάτων καὶ ἀπόκτησε ἀρκετὸ πλοῦτο, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸν φθονήσει ὁ ἀδελφός του, ποὺ τὸν διέβαλε στὸν κριτή, ὅτι δῆθεν βρῆκε θησαυρό. Γιὰ ν’ ἀποφύγει τὸν φθόνο τοῦ ἀδελφοῦ του ὁ Ἰάκωβος, ἔφυγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐργαζόμενος σὰν ἔμπορος προβάτων ἔγινε καὶ πάλι πλούσιος.
Κάποια ἡμέρα ὅμως, πῆγε στὸν Πατριάρχη, ἐξομολογήθηκε καὶ διαμοίρασε τὴν περιουσία του στοὺς φτωχούς, πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Δοχειαρίου. Κατόπιν πῆγε στὴ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου (ποὺ ἦταν σκήτη τῆς Ι. Μονῆς Ἰβήρων), ὅπου ἡσύχαζε ὑποτασσόμενος σὲ κάποιον γέροντα Ἰγνάτιο. Ἀφοῦ ἀσκήθηκε ἀρκετὰ στὶς ἀρετές, ἀναχώρησε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε στὰ ἐνδότερα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ἐγκαταστάθηκε μαζὶ μὲ ἕξι μαθητές του, καὶ διακρίθηκε σὰν δάσκαλος τῆς ἀρετῆς στὴ μοναχικὴ πολιτεία.
Ἀργότερα ἀναχώρησε μὲ τοὺς μαθητές του ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πῆγε στὸ Κάστρο Πέτρα καὶ ἀπὸ κεῖ στὰ Μετέωρα, ὅπου δίδαξε στοὺς ἐκεῖ Μοναχούς. Ἔπειτα πῆγε στὸ Μοναστήρι Τιμίου Προδρόμου τῆς Δεβέρκιστας, κοντὰ στὴ Ναύπακτο, ὅπου ζοῦσε μὲ προσευχὴ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἐκεῖ λοιπόν, συκοφαντήθηκε ἀπ’ τοὺς Τούρκους, ὅτι ἐξεγείρει τοὺς χριστιανοὺς κατὰ τῆς ἐξουσίας. Συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε μαζὶ μὲ δύο μαθητές του στὸν Μπέη Τρικάλων, ποὺ τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακὴ γιὰ 40 ἡμέρες. Ἀπὸ τὴν φυλακὴ αὐτή, ὁδηγήθηκε σιδηροδέσμιος μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές του, Ἰάκωβο διάκονο καὶ Διονύσιο μοναχό, στὸ Διδυμότειχο τῆς Θράκης, ὅπου βρισκόταν ὁ Σουλτάνος Σελήμ.
Ἐκεῖ ἀφοῦ τοὺς βασάνισαν φρικτά, τοὺς ἔστειλαν στὴν Ἀδριανούπολη, ὅπου ἦλθε καὶ ὁ Σουλτάνος, ὁ ὁποῖος τοὺς πίεζε νὰ ἀλλαξοπιστήσουν. Οἱ Ἅγιοι ὅμως, μὲ μιὰ φωνὴ ἀπάντησαν: «μὴ γένοιτο ποτὲ νὰ ἀρνηθῶμεν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστόν, κὰν μύρια βάσανα μᾶς παιδεύσετε».
Τότε μὲ διαταγὴ τοῦ Σουλτάνου, οἱ βασανιστὲς ἔξυναν μὲ σιδερένια νύχια τὶς σάρκες τους, γρονθοκοποῦσαν τὰ σαγόνια τοῦ γέροντα Ἰακώβου καὶ ἔβγαζαν λουρίδες τὸ δέρμα του ἀπὸ τὸ στῆθος, καὶ στὶς πληγές του ἔριχναν ἁλάτι καὶ ξίδι.
Τοὺς δυὸ μαθητές του, τοὺς μαστίγωσαν σκληρὰ μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ οἱ τρεῖς ἦταν ἀμετακίνητοι στὴν πίστη τους, τοὺς ἀπαγχόνισαν τὴν 1η Νοεμβρίου 1520.
Τὰ λείψανα τοῦ Ὁσιομάρτυρα Ἰακώβου καὶ τῶν συμμαρτύρων του, βρίσκονται στὴ Μονὴ Ἁγίας Ἀναστασίας κοντὰ στὴ Θεσσαλονίκη. Βίο καὶ Ἀκολουθία τοῦ νεομάρτυρα αὐτοῦ, συνέγραψε ὁ ρήτωρ Θεοφάνης ὁ Θεσσαλονικεύς, ποὺ ὑπῆρξε σύγχρονός του.
(Ἡ μνήμη του ἐπαναλαμβάνεται τὴν 28η Ἰανουαρίου καὶ τὴν 2α Νοεμβρίου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Δαβὶδ ὁ ἐν Εὐβοίᾳ
Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Γαρδινίτζα, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ Ταλάντιο, τόπος παραθαλάσσιος ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Εὔβοια.
Ἔζησε ὅταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἦταν ὁ Ἱερεμίας, περὶ τὸ 1519. Τὸν πατέρα του ἔλεγαν Χριστόδουλο καὶ ἦταν ἱερέας, τὴν δὲ μητέρα του Θεοδώρα. Ὁ Ὅσιος Δαβὶδ εἶχε ἄλλον ἕναν ἀδελφὸ καὶ δυὸ ἀδελφές.
Ἀπὸ μικρὸς ὁ Ὅσιος ἔδειξε ἐξαίσια μορφὴ καὶ ἔμαθε ἄριστα τὰ ἱερὰ γράμματα. Σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν ὑποτάχθηκε σ’ ἕναν ἅγιο γέροντα, τὸν Ἀκάκιο, ποὺ τὸν ἐκπαίδευσε στὶς ἀρετὲς τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ ἀπὸ τότε ὁ Ὅσιος Δαβὶδ κάνει μία φοβερή, σύμφωνα μὲ τὸν βιογράφο του, πνευματικὴ πορεία, διδάσκοντας τὴν ἔμπρακτη ἀρετὴ καὶ κάνοντας διάφορα θαύματα. Προεῖδε τὸν θάνατό του καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ καὶ μὲ μεγάλη ἁγιότητα τὴν 1η Νοεμβρίου.
Βιογραφία του συνέγραψε ὁ μαθητής του Χριστόφορος μοναχὸς καὶ Ἀκολουθία του ὁ Ἐπίσκοπος Ταλαντίου Νεόφυτος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα.
Μονὴ τοῦ Ὅσιου Δαβὶδ ὑπάρχει στὴν Εὔβοια.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Μέγα εὕρατο, Εὔβοια κλέος, τὸν πανένδοξον, Δαβὶδ τὸν θεῖον, ὡς ἱερᾶς ἀρετῆς καταγώγιον, καὶ τοῦ Χριστοῦ ὀπαδὸν ἀληθέστατον, καὶ τῶν Ὁσίων ἁπάντων ἐφάμιλλον. Διὸ Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστὴρ λαμπρότατος ὤφθης ἐν κόσμῳ, καταυγάζων ἅπαντας τοὺς προσιόντας σοι πιστῶς, Δαβὶδ Πατέρων τὸ καύχημα, τῶν ἰαμάτων τοῖς θείοις χαρίσμασι.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Λοκρίδος θεῖος βλαστός· χαίροις τῆς Εὐβοίας, ὁ θερμότατος ἀρωγός· χαίροις ὁ πηγάζων, ἰάσεων τὰ ῥεῖθρα, Δαβὶδ θαυματοφόρε, τοῖς σοὶ προστρέχουσι.
Ἡ Ἁγία Ἑλένη ἡ Παρθενομάρτυς ἐκ Σινώπης
Μαρτύρησε τὸν 18ο αἰώνα. Καταγόταν ἀπὸ τὴν ὡραία πόλη τοῦ Πόντου Σινώπη καὶ ἦταν κόρη τῆς εὐσεβοῦς οἰκογενείας Μπεκιάρη. Ἦταν 15 ἐτῶν ὡραιότατη στὸ σῶμα, ἡ δὲ ἁγνότητά της ἔδινε ἰδιαίτερη χάρη στὸ πρόσωπό της. Διακρινόταν γιὰ τὴν ὑπακοὴ στοὺς γονεῖς της καὶ τὸν θερμὸ ἔρωτα τῆς ψυχῆς της πρὸς τὸ νυμφίο Χριστό.
Μιὰ μέρα λοιπόν, ἡ μητέρα της τὴν ἔστειλε ν’ ἀγοράσει νήματα γιὰ τὸ κέντημα, ἀπὸ τὸ κατάστημα τοῦ Κρύωνα. Στὸν δρόμο ὑπῆρχε τὸ σπίτι τοῦ Οὐκούζογλου πασᾶ, διοικητοῦ τῆς Σινώπης. Τὴν ὥρα ποὺ περνοῦσε ἡ Ἑλένη, ὁ πασᾶς τὴν εἶδε ἀπ’ τὸ παράθυρο. Ἡ ὡραιότητά της τράβηξε τὴν ἀκόλαστη ψυχή του καὶ σκέφθηκε νὰ τὴ μολύνει. Διέταξε τότε καὶ τὴν ἔφεραν μπροστά του. Ἀφοῦ ἔμαθε ποιὰ ἦταν, προσπάθησε πολλὲς φορὲς νὰ τὴν βιάσει, ἀλλὰ χωρὶς ἀποτέλεσμα. Διότι ἕνα ἀόρατο τεῖχος προστάτευε τὴν Ἑλένη, ποὺ συνεχῶς προσευχόταν. Ὁ πασᾶς, ἀντὶ νὰ δεῖ τὸ θαῦμα, σκλήρυνε περισσότερο ἡ ψυχῆ του καὶ ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἱκανοποιήσει τὸν σκοπό του, τὴν βασάνισε σκληρὰ καὶ τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισε.
Τὸ ἱερό της λείψανο τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα, ἀλλὰ μὲ θαυματουργικὸ τρόπο βρέθηκε ἀπὸ Ἕλληνες ναυτικούς, ποὺ τὸ μετέφεραν στὴν Σινώπη. Τὸ 1924, ἡ κάρα τῆς Ἁγίας, μεταφέρθηκε στὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης, Ἄνω Τούμπας Θεσσαλονίκης.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς ἁγνείας τὸ ἄνθος τὸ εὐωδέστατον, καὶ Σινώπης τὸ κλέος καὶ θεῖον βλάστημα, Παρθενομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἑλένη πάνσεμνε, ἡ ἀθλήσασα στερρῶς, καὶ καθελοῦσα τὸν ἐχθρόν, τῆς πίστεως τῇ δυνάμει, διὰ παντὸς ἐκδυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς παρθένος ἄμωμος ἐν τῇ δυνάμει, τοῦ Χριστοῦ κατέβαλες, τὸν πολυμήχανον ἐχθρόν, καὶ μαρτυρίῳ κεκόσμησαι, Παρθενομάρτυς Ἑλένη πανεύφημε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Σινώπης ἄνθος τερπνόν, καὶ τῆς παρθενίας, τὸ ἀλάβαστρον τὸ σεπτόν· χαίροις τῶν Μαρτύρων, ἰσότιμος Ἑλένη, οἷα Παρθενομάρτυς, Χριστοῦ ἀήττητος.
Καὶ οἱ πέντε ἄνηκαν στοὺς ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους τοῦ Κυρίου. Καὶ ὅλοι τους ὑπῆρξαν «Χριστοῦ εὐωδία τῷ Θεῷ ἐν τοὶς σωζομένοις». Δηλαδὴ εὐωδία Χριστοῦ, εὐχάριστη στὸ Θεό, καὶ εὐωδία μεταξὺ τῶν σῳζόμενων ποὺ ἄκουγαν ἀπ’ αὐτοὺς τὸ σωτήριο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ Στάχυς ἔγινε πρῶτος ἐπίσκοπος Βυζαντίου, καὶ ἀφοῦ διάνυσε 16 χρόνια στὸ ἀποστολικὸ κήρυγμα, εἰρηνικὰ ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ.
Ὁ Ἀπελλῆς ἔγινε ἐπίσκοπος Ἡράκλειας καὶ πολλοὺς ἔφερε στὴν χριστιανικὴ πίστη.
Ὁ Ἀμπλίας ἔγινε ἐπίσκοπος Ὀδυσουπόλεως καὶ ὁ Οὐρβανός, ἐπίσκοπος Μακεδονίας. Ἐπειδὴ καὶ οἱ δυὸ γκρέμιζαν τὰ εἴδωλα, θανατώθηκαν μαρτυρικά.
Ὁ Νάρκισσος χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν. Ἡ ἀλήθεια, ὅμως, τοῦ Εὐαγγελίου, τὴν ὁποία δίδασκε μὲ ζῆλο, ἐξήγειρε τοὺς εἰδωλολάτρες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸν βασανίσουν καὶ νὰ παραδώσει τὴν ψυχή του μαρτυρικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν κιθάραν τοῦ Πνεύματος τὴν ἑξάχορδον, τὴν μελῳδήσασαν κόσμῳ τὰς ὑπὲρ νοῦν δωρεάς, ὡς ἐκφάντορας Χριστοῦ ἀνευφημήσωμεν, Στάχυν Ἀμπλίαν Ἀπελλῆν σὺν Ναρκίσσῳ Οὐρβανόν, καὶ Ἀριστόβουλον ἅμα· ὡς γὰρ Ἀπόστολοι θεῖοι, χάριν αἰτοῦνται ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἱερὰ κειμήλια, τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καὶ τοῦ Ἡλίου τῆς δόξης αὐγάσματα, χρεωστικῶς ὑμνήσωμεν, τοὺς σοφοὺς Ἀποστόλους, Ἀπελλῆν Οὐρβανόν τε καὶ Ἀριστόβουλον, Ἀμπλίαν Νάρκισσον καὶ Στάχυν, οὓς ἡ χάρις συνήγαγε τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Δῆμος Ἀποστόλων θεοφεγγής, Νάρκισσος Ἀμπλίας, Ἀριστόβουλος Οὐρβανός, Ἀπελλῆς καὶ Στάχυς, ἀνέτειλαν ὡς ἄστρα· δεῦτε οὖν καὶ θαλφθῶμεν, τούτων τῇ χάριτι.
Ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος ὁ Ἀπόστολος
Στὴν ἱστορικὴ διαδρομὴ τῶν αἰώνων πολλοὶ παρουσιάσθηκαν ὡς πηγὲς γνώσεως καὶ ἀναμορφωτὲς τῆς ἀνθρωπότητας. Μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς κάτι πρόσφεραν φυσικά. Ψίχουλα βέβαια καὶ αὐτὰ ἀνακατεμένα μ’ ἕνα σωρὸ ἀπὸ πλάνες καὶ ἀνακρίβειες. Οἱ ἄλλοι, οἱ περισσότεροι, πρόσφεραν μόνο τὸ ψέμα καὶ τὴν πλάνη καὶ τὶς δεισιδαιμονίες, ποὺ βύθιζαν σὲ πιὸ βαθὺ σκοτάδι τοὺς ἀνθρώπους. Ὕστερα ἀπὸ τὸν Κύριο ἀληθινοὶ διδάσκαλοι ποὺ ἀγωνίστηκαν καὶ μπόρεσαν νὰ διαλύσουν τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τῆς ψευδοφιλοσοφίας καὶ νὰ σκορπίσουν τὸ φῶς τῆς ἀληθείας γύρω τους, ὑπῆρξαν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, οἱ Ἀπόστολοι. Αὐτοὶ μὲ τοὺς κόπους καὶ τὴν θυσία τους ἔγιναν οἱ θεμελιωτὲς τοῦ νέου πολιτισμοῦ, τοῦ χριστιανικοῦ.
Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ τρία ὁλόκληρα χρόνια παρακολούθησαν τὸν Κύριο στὶς πόλεις καὶ τὰ χωριὰ τῆς Παλαιστίνης καὶ ὑπῆρξαν αὐτόπτες μάρτυρες τοῦ ἔργου, τῆς διδασκαλίας καὶ τῶν θαυμάτων Αὐτοῦ, στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια γίνεται λόγος καὶ γιὰ ἑβδομήκοντα ἄλλους Ἀποστόλους. Τοὺς διάλεξε καὶ αὐτοὺς ὁ Κύριος ἀπὸ τὰ πλήθη ποὺ παρακολουθοῦσαν τὸ κήρυγμά του. Γι’ αὐτοὺς μᾶς ὁμιλεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς καὶ μᾶς λέγει: «Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα, καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον, οὐ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι» (Λουκ. γ’ 1). Καὶ δὲν περιορίζεται ὁ εὐαγγελιστὴς νὰ μᾶς ἀναφέρει μονάχα τὴν ἀνάδειξή τους, ἀλλὰ προσθέτει πὼς αὐτοὺς ὁ Κύριος τοὺς ἔστειλε δύο – δύο μαζὶ νὰ προπορευθοῦν ἀπὸ Αὐτὸν σὲ κάθε πόλη καὶ τόπο, ὅπου ἐπρόκειτο νὰ πάει. Τοὺς ἔστειλε γιὰ νὰ προπαρασκευάσουν τρόπον τινὰ τὸ ἔδαφος. Νὰ προετοιμάσουν τὶς καρδιὲς νὰ ὑποδεχθοῦν καὶ νὰ ἀκούσουν τὸν Κύριο.
Καὶ οἱ Ἀπόστολοι πῆγαν καὶ γύρισαν χαρούμενοι. «Ὑπέστρεψαν δὲ οἱ ἑβδομήκοντα μετὰ χαρᾶς λέγοντες. Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου» (Λουκ. ι’ 17). Εὐλογημένα τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀποστολῆς. Κύριε, καὶ αὐτὰ τὰ δαιμόνια, σὰν ἀναφέρουμε τὸ ὄνομά σου, φεύγουν καὶ ἀφήνουν ἐλεύθερα τὰ θύματά τους. Στὰ λόγια τῶν μαθητῶν ἀνάλογος εἶναι καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου. Παιδιά μου, τοὺς εἶπε: «Πλὴν ἐν τούτῳ μὴ χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμὶν ὑποτάσσεται χαίρετε δέ, ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοὶς οὐρανοίς» (Λουκ. α’ 21). Ὡραία αὐτὰ ποὺ λέτε, ἀπήντησε ὁ Κύριος. Πλήν, μὴ χαίρετε γιὰ τοῦτο. Δηλαδὴ μὴ χαίρετε ὅτι τὰ πονηρὰ πνεύματα ὑποτάσσονται σὲ σᾶς. Νὰ χαίρετε κυρίως καὶ νὰ εὐφραίνεσθε, γιατί τὰ ὀνόματά σας ἔχουν γραφεῖ στὸν οὐρανό, στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑβδομήκοντα αὐτοὺς Ἀποστόλους, γιὰ τοὺς ὁποίους μιλήσαμε πιὸ πάνω, εἶναι κι ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος, ἀδελφὸς τοῦ Ἁποστόλου Βαρνάβα, ποὺ εἶναι ὁ ἱδρυτὴς καὶ προστάτης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου. Γιὰ τὸν Ἀπόστολο αὐτὸ θὰ ἀφιερώσουμε τὶς ὀλίγες γραμμές, ποὺ ἀκολουθοῦν.
Καὶ πρῶτα – πρῶτα τὸ ὄνομά του. Ὄνομα Ἑλληνικό, μᾶς δείχνει πόσο ὁ Ἑλληνικὸς πολιτισμὸς τοῦ νησιοῦ μας εἶχε ἐπηρεάσει καὶ αὐτοὺς τοὺς Ἰουδαίους ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἀπὸ νωρὶς στὴν Κύπρο. Ἀριστόβουλος σημαίνει αὐτὸς ποὺ συμβουλεύει τὰ χρήσιμα. Αὐτὸς ποὺ συμβουλεύει τὰ ἄριστα.
Γιὰ τὴν παιδικὴ καὶ νεανικὴ ἡλικία τοῦ Ἀποστόλου δὲν γνωρίζουμε δυστυχῶς τίποτα. Τὸ μόνο ποὺ γνωρίζουμε γι’ αὐτὸν εἶναι, πὼς ἀπὸ νωρὶς ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀκολούθους τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου Παύλου. Κοντὰ στὸν φλογερὸ αὐτὸν ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ὡς σύνθημα τῆς ζωῆς του εἶχε τὰ λόγια του «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζεῖ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. β’ 20), μαθήτευσε ἀρκετὸ καιρὸ ὁ ἱερὸς Ἀριστόβουλος. Τὸ σύνθημα ζωῆς τοῦ θείου Παύλου, ποὺ ἀναφέραμε, ἔγινε καὶ δικό του σύνθημα.
Ὁδηγημένος ἀπὸ τὸ προσκλητήριο διάγγελμα τοῦ Κυρίου «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεὶν ἀπαρνησάσθω ἐαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» ἔσπευσε μὲ χαρά του νὰ ἀκολουθήσει τὸν Ἀπόστολο, γιὰ ἕνα πράγμα μονάχα ἐνδιαφερόμενος καὶ γιὰ ἕνα πράγμα καὶ μόνο φροντίζοντας: Πῶς νὰ ἀρέσει στὸν Χριστό. «Παραδοθεῖς τὴ χάριτι τοῦ Θεοῦ» (Πραξ. ιε’ 40), ὅπως λέγει ὁ Λουκᾶς, δηλαδή, ἀφοῦ ἐμπιστεύθηκε τὸν ἑαυτό του ἐξ ὁλοκλήρου στὴν πρόνοια καὶ προστασία τοῦ Θεοῦ, ἐπέδειξε ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ζῆλο φλογερὸ καὶ σύνεση ἐξαιρετική, ὥστε πολὺ δίκαια νὰ μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ ἐπαναλαμβάνει μαζὶ μὲ τὸν δάσκαλό του τὸ σύνθημά του. Δὲν ζῶ πιὰ ἐγώ. Μέσα μου ζεῖ μόνο ὁ Χριστός.
Πολλὲς δυσχέρειες ἀντιμετώπισε ὁ Ἀριστόβουλος στὶς διάφορες περιοδεῖες του μὲ τὸν ἀκαταπόνητο ἀρχηγό του καὶ πολλοὺς κινδύνους. Ἀπτόητος ὅμως παρέμεινε παντοῦ καὶ πάντοτε, ὥστε ὁ θεῖος Παῦλος ἐκτιμώντας τὰ χαρίσματά του, διδακτικὰ καὶ διοικητικά, ἀλλὰ καὶ τὸν γνήσιο ζῆλο του, νὰ τὸν ἀναφέρει στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του μεταξὺ ἐκείνων πρὸς τοὺς οἰκείους του ὁποίου ἀποστέλλει ἀσπασμούς. Ἀργότερα μάλιστα τὸν χειροτονεῖ ἐπίσκοπο καὶ τὸν ἀποστέλλει στὶς Βρετανικὲς νήσους γιὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Μεγάλο τὸ φορτίο ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε. Πολλὲς οἱ εὐθύνες καὶ πιὸ πολλές, ἀπεριόριστες θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, οἱ δυσκολίες καὶ οἱ κίνδυνοι. Οἱ κάτοικοι τῶν σημερινῶν βρετανικῶν νήσων τὴν ἐποχὴ ἐκείνη βρισκόντουσαν σὲ ἡμιάγρια κατάσταση. Ἡ ὅλη χώρα ἦταν τόσο βάρβαρη, ὥστε καὶ μετὰ πεντακόσια χρόνια, ὅταν ὁ πρῶτος ἀρχιεπίσκοπος Καντερβουρίας Αὐγουστίνος στάλθηκε ἐκεῖ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τῆς Ρώμης γιὰ συνέχιση τῆς ἱεραποστολῆς, φοβήθηκε τόσο, ποὺ διέκοψε τὸ ταξίδι του στὸ μέσο καὶ γύρισε πίσω. Σ’ αὐτά, λοιπόν, τὰ νησιὰ τὰ ἐξ ὁλοκλήρου ἀπολίτιστα στάλθηκε ὁ Κύπριος Ἀπόστολος νὰ κηρύξει καὶ νὰ ἱδρύσει τὴν πρώτη Ἐκκλησία. Κι ὁ Ἀριστόβουλος πῆγε.
Μὲ ὄπλα του τὴν φλογερὴ πίστη καὶ τὴν ἀπόλυτο ἐμπιστοσύνη του στὸν Θεό, σήκωσε τὸν σταυρὸ τοῦ καθήκοντος καὶ ἔτρεξε νὰ πειθαρχήσει στὴν ὑψηλὴ ἀποστολὴ ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε.
Καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ σύντομα τάχθηκε στὴν πρώτη γραμμὴ τῶν μεγάλων πρωταγωνιστῶν καὶ ἀναμορφωτῶν τῆς σημερινῆς Μεγάλης Βρετανίας καὶ τῆς οἰκουμένης γενικά.
Μὲ ὁδηγὸ τὴν ἐμπειρία ποὺ ἀπέκτησε ἀκολουθώντας τὸν πολυτάλαντο ἀρχηγό του, τὸν θεῖο Παῦλο, καὶ μὲ ἀπόλυτη πεποίθηση στὰ λόγια τοῦ Κυρίου, «μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτείναι» (Ματθ. ι’ 28) ρίχτηκε μὲ ὅλη τὴν φλόγα τῆς ἀτρόμητης καρδιᾶς του στὸ ἔργο τῆς ἁλιείας καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν. Τὸ κήρυγμά του ἔχει ὡς θέμα τὴν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο.
Ὅσες φορὲς ἔρχονται στὴν μνήμη του τὰ λόγια τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν νυκτερινὸ ἐπισκέπτη τὸν Νικόδημο, «οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἴνα πᾷς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ’ 16), τὰ μάτια του γεμίζουν δάκρυα. Μιλάει καὶ κλαίει. Ἐλᾶτε λέει στοὺς πρώτους ἀκροατές του, στὸν Χριστό, γιὰ νὰ βρεῖτε κοντά του, ὅπως βρῆκα καὶ ἐγώ, τὴν εἰρήνη, τὴν εὐτυχία, τὴν χαρά. Μὲ καχυποψία καὶ ὕβρεις τὸν ὑποδέχονται οἱ ἡμιάγριοι ἐκεῖνοι ἄνθρωποι. Ὁ Ἀριστόβουλος ὅμως δὲν τὰ χάνει. Μὲ τὴν ψυχὴ δυναμωμένη ἀπὸ τὴν ἐκτενὴ προσευχὴ συνεχίζει μὲ ὑπομονὴ καὶ καρτερία τὴν προσπάθειά του. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα ἐνθαρρυντικό. «Οὐ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ. ε’ 20). Ἐκεῖ ποὺ πληθύνθηκε ἡ ἁμαρτία, ἀφθονώτερη δόθηκε ἡ χάρη.
Τὸ κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου, ποὺ ἦταν κήρυγμα «οὐκ ἐν πειθοὶς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ’ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καὶ δυνάμεως», (Α’ Κορ. β’ 4), ἦταν κήρυγμα δηλαδὴ ποὺ γινότανε ὄχι μὲ πιθανὰ καὶ συναρπαστικὰ λόγια ἀνθρώπινης σοφίας, ἀλλὰ ἦταν κήρυγμα ποὺ γινόταν μὲ ἀποδείξεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πειστικὲς γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀκροατῶν, καὶ μὲ δύναμη θεία, ὅπως φαινόταν ἀπὸ τὰ μεγάλα θαύματα ποὺ τὸ συνόδευαν, εἶχε τὸ θετικὸ καὶ εὐχάριστο ἀποτέλεσμα.
Σιγά – σιγὰ οἱ ψυχὲς μαλακώνουν καὶ τὰ πυργώματα τῆς ἀθεΐας καὶ εἰδωλολατρίας γκρεμίζονται τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο. Ἡ ἀλήθεια παρὰ τοὺς διωγμοὺς ποὺ δοκιμάζει ὁ ἱερὸς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου διαδίδεται σὲ ἀρκετὰ πρόσωπα.
Ὁ σπόρος τῆς εὐσέβειας, ποτισμένος μὲ τὰ δάκρυα τῆς εὐλαβοῦς καὶ κατανυκτικῆς προσευχῆς, φυτρώνει στὶς καρδιές. Γιὰ χρόνια ὁ ἱερὸς Ἀριστόβουλος ἀνάμεσα σὲ μύριες δυσκολίες καὶ ἐξευτελισμοὺς συνεχίζει μὲ αὐταπάρνηση καὶ παραδειγματικὸ ζῆλο τὸ ἔργο τῆς σπορᾶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Στὸ τέλος ἡ μεγαλεπήβολη προσπάθειά του εἶχε πλούσια τὴν ἀμοιβή της. Ὅταν ἀπέθνῃσκε, ἄφησε πίσω του μία ἐκκλησία ὀλιγάριθμη μέν, ἀλλὰ ζωντανή.
Ἡ χριστιανικὴ πίστη εἶχε μὲ τοὺς ὑπεράνθρωπους κόπους του ἐγκαθιδρυθεῖ στὶς ψυχές. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ἡ Ἀγγλικανικὴ Ἐκκλησία μεταξὺ τῶν ἁγίων του ἑορτολογίου της ἔχει συμπεριλάβει καὶ τὸ τιμημένο ὄνομά του. Τελεῖ τὴν μνήμη του γιὰ νὰ εὐχαριστήσει καὶ νὰ ἀποδώσει μὲ τούτη τὴν πράξη της τὴν εὐγνωμοσύνη της σ’ ἐκεῖνον, ποὺ τῆς πρόσφερε ἕνα τόσο ζηλωτὴ καὶ φλογερὸ ἐργάτη. Ἕνα πνευματικὸ ἐργάτη, ποὺ μὲ τὴν βοήθειά του σὲ μιὰ ἐποχὴ τόσο δύσκολη ἔθεσε στὴν χώρα της τὰ θεμέλια τοῦ χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ.
Κύπριος, λοιπόν, ὁ πρῶτος ἀναμορφωτὴς τῆς σημερινῆς γηραιᾶς αὐτοκρατορίας. Αὐτὸ ἀναφέρει καὶ ὁ γνωστὸς Ἄγγλος ἱστορικὸς Σὲρ Τζὼρζ Χὶλλ στὸ ἔργο του «Ἱστορία τῆς Κύπρου». Κύπριος ἐκήρυξε τὸν χριστιανισμό, ἀλλὰ καὶ Ἕλληνες Μικρασιάτες, ἱεραπόστολοι καὶ ἐπίσκοποι, ὅπως ὁ Ποθεινὸς καὶ ὁ Εἰρηναῖος, μὲ κέντρο τὴν σημερινὴ Γαλλία, συνέχισαν κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες τοῦ χριστιανισμοῦ τὴν μετάδοση τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ στοὺς βάρβαρους λαοὺς τῶν βρετανικῶν αὐτῶν νήσων. Κύπριος ἔσπειρε τὸν πρῶτο σπόρο καὶ Ἕλληνες συνέχισαν νὰ σπέρνουν καὶ νὰ καλλιεργοῦν.
Μιὰ ἀπορία ὅμως γεννᾶται στὶς ψυχὲς ὅλων τῶν σημερινῶν κατοίκων τῆς μαρτυρικῆς Κύπρου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀδελφῶν τους τῆς μάνας Ἑλλάδας.
Οἱ σημερινοὶ ἄρχοντες καὶ ὁ λαὸς τῆς πλούσιας αὐτῆς χώρας ποὺ λέγεται Ἡνωμένο Βασίλειο γνωρίζουν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστική τους ἱστορία τὴν προσφορὰ αὐτὴ τῶν Ἑλλήνων χριστιανῶν ἱεραποστόλων σ’ αὐτούς; Καὶ ἂν τὴν γνωρίζουν, στ’ ἀλήθεια δὲν θά ‘πρεπε καὶ ἡ συμπεριφορά τους πρὸς τὴν Κύπρο καὶ τὴν Ἑλλάδα γενικά, ποὺ τοὺς χάρισε τέτοιους πνευματικοὺς ἡγέτες καὶ ἀναμορφωτές, νὰ εἶναι διαφορετική;
Εὐχὴ καὶ προσευχή μας εἶναι, αὐτοὶ νὰ μὴ δοκιμάσουν ποτὲς τὴν πικρία ποὺ δοκίμασε ὁ μαρτυρικὸς λαός μας στὸν αἰῶνα ποὺ βαδίζουμε ἀπὸ τὴν ἀχάριστη συμπεριφορά τους πρὸς τὴ νῆσο μας καὶ τὴν μάνα μας Ἑλλάδα, τὴν μητέρα τοῦ ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ.
Ὅμως ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, ποὺ ἔχει αἰώνιο κῦρος καὶ ἰσχύ, πρέπει πολὺ νὰ μᾶς συνέχει: «Ὁ ἀδικῶν κομιεῖται ὁ ἠδίκησε».
Ἅγιε ἀπόστολε Ἀριστόβουλε, κι ἐσὺ εὐλογημένε ἀδελφέ του, ἔνδοξε ἀπόστολε Βαρνάβα, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν. Δεήθητε τοῦ Κυρίου νὰ χαρίσει στὴν πατρίδα μας Κύπρο τὴν ἐλευθερία καὶ στὸν μαρτυρικὸ λαό μας τὴν λύτρωση ἀπὸ τὰ δεινά. Στὴν μάνα Ἑλλάδα δὲ, τὸν φωτισμό, γιὰ νὰ συνεχίσει ἀπερίσπαστη στοὺς αἰῶνες τὸν ἀνάντη δρόμο τῆς ὑψηλῆς ἀποστολῆς της καὶ νὰ μένει παντοῦ καὶ πάντοτε γιὰ ὅλους φῶς Χριστοῦ καὶ φῶς τοῦ κόσμου. Ἀμήν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν κιθάραν τοῦ Πνεύματος τὴν ἑξάχορδον, τὴν μελῳδήσασαν κόσμῳ τὰς ὑπὲρ νοῦν δωρεάς, ὡς ἐκφάντορας Χριστοῦ ἀνευφημήσωμεν, Στάχυν Ἀμπλίαν Ἀπελλῆν σὺν Ναρκίσσῳ Οὐρβανόν, καὶ Ἀριστόβουλον ἅμα· ὡς γὰρ Ἀπόστολοι θεῖοι, χάριν αἰτοῦνται ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἱερὰ κειμήλια, τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καὶ τοῦ Ἡλίου τῆς δόξης αὐγάσματα, χρεωστικῶς ὑμνήσωμεν, τοὺς σοφοὺς Ἀποστόλους, Ἀπελλῆν Οὐρβανόν τε καὶ Ἀριστόβουλον, Ἀμπλίαν Νάρκισσον καὶ Στάχυν, οὓς ἡ χάρις συνήγαγε τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Δῆμος Ἀποστόλων θεοφεγγής, Νάρκισσος Ἀμπλίας, Ἀριστόβουλος Οὐρβανός, Ἀπελλῆς καὶ Στάχυς, ἀνέτειλαν ὡς ἄστρα· δεῦτε οὖν καὶ θαλφθῶμεν, τούτων τῇ χάριτι.
Ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος ὁ Αἰγύπτιος
Ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Πηλούσιο τῆς Αἰγύπτου.
Ζοῦσε τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ ἡγεμόνας τῆς Ἀλεξάνδρειας Ἀπελλιανὸς καταδίωκε τοὺς Χριστιανούς.
Ὁ Ἅγιος κατηγορήθηκε στὸν ἡγεμόνα ὡς Χριστιανὸς καὶ συνελήφθη. Ὁ Ἀπελλιανὸς τὸν διέταξε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε διέταξε νὰ τὸν βασανίσουν. Συγκεκριμένα διέταξε νὰ τοῦ σχίσουν τὶς σάρκες. Κατὰ τὴν ὥρα ποὺ οἱ δήμιοι καταξέσκιζαν τὶς σάρκες του, ἕνα κομμάτι ἀποσπάστηκε ἀπὸ τὸ δέρμα του καὶ ἔσταξε αἷμα στὸ τυφλὸ μάτι μίας γυναίκας, ἡ ὁποία τὸν συμπονοῦσε. Τότε εὐθὺς ἡ γυναῖκα ἀπόχτησε φῶς ἀπὸ τὸ τυφλό της μάτι.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ θαῦμα ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος ὑπέκυψε στὰ βασανιστήρια καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ὡς γενναῖος ὁπλίτης τοῦ Σωτῆρος Ἐπίμαχε, τῷ ἐχθρῷ στερρῶς συνεπλάκης, συμμαχίᾳ τῆς πίστεως, καὶ τοῦτον ἐτροπώσω Ἀθλητά, βασάνους πολυτρόπους ὑποστάς· διὰ τοῦτο ὡς τοῦ Λόγου σε κοινωνόν, τιμῶμεν ἀνακράζοντες· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Αὐτοκλήτως ὥρμησας, πρὸς εὐσεβείας τοὺς ἄθλους, ἀκβοῶν Ἐπίμαχε, τοῖς παρανόμοις ἀνδρείως· Πάρειμι, ὑπεραθλῆσαι τῆς ἀληθείας, ξόανα, ἐκμυστηρίσαι τῆς ἀπωλείας· καὶ τμηθεὶς τὸν σὸν αὐχένα, δικαιοσύνης στέφανον εἰληφας.
Μεγαλυνάριον.
Μάχην συγκροτήσας περιφανῆ, Ἐπίμαχε μάκαρ, ἐναντίον τῶν δυσμενῶν, θείᾳ δυναστείᾳ λαμπρὸν τρόπαιον ἦρας· διὸ τῶν σῶν καμάτων, δρέπεις τὰ ἔπαθλα.
Μνήμη Ἀνώνυμου Ἀπολογητοῦ
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἔζησε στὰ χρόνια του Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου (361) καὶ ἦταν γιὸς ἱερέα τῶν εἰδώλων. Στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τὸν ἔφερε κάποια εὐσεβὴς χριστιανὴ Διακόνισσα, ποὺ ἦταν φίλη τῆς μητέρας του.
Ὁ νέος αὐτὸς στὴν ἀρχή, ὅταν τὸ ἔμαθε ὁ πατέρας του, ὑπέστη ἀπ’ αὐτὸν σκληρὰ βασανιστήρια. Δία θαύματος ὅμως σώθηκε καὶ ὅταν πέθανε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, κατόρθωσε νὰ φέρει στὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ τὸν γέροντα πατέρα του, καθὼς καὶ πολλοὺς εἰδωλολάτρες νέους.
Ἀφοῦ στὴν συνέχεια ἔζησε ἀνώτερη πνευματικὴ ζωή, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
(Τὸ περιστατικὸ εἶναι παρμένο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τοῦ Θεοδώρητου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος Ἐπίσκοπος Μυγδονίας
Ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας τῆς Μυγδονίας, ποὺ ὀνομάζεται καὶ Νίσιβις καὶ βρίσκεται μεταξὺ τῶν ποταμῶν Τίγρη καὶ Εὐφράτη.
Μετεῖχε στὴν Σύνοδο τῆς Νικαίας καὶ μετὰ τὴν λήξη τῆς Συνόδου πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρέστη στὴν κηδεία τοῦ Πατριάρχη Μητροφάνη τοῦ Α’.
Ὁ Ἰάκωβος ἔγραψε καὶ βιβλίο ψυχωφελέστατο, γιὰ τὸ ὁποῖο ἀναφέρει ὁ ἐπίσκοπος Θεοδώρητος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Στέφανος, Βαρνάβας, Τρόφιμος, Δορυμέδων, Κοσμᾶς, Δαμιανός, Σάββας, Βάσης, Ἀβράμιος καὶ ἡ συνοδεία αὐτῶν
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Τὸ Ἅγιο Παιδὶ ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸ θανάτωσαν σπάζοντας τὸ κεφάλι του μὲ ὀγκόλιθο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἁγίες Δώδεκα Κόρες
Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τὶς κρέμασαν στὴ μέση μιᾶς στοᾶς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Σέλευκος καὶ Στρατονίκη οἱ σύζυγοι
Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἑνώθηκαν μὲ τὰ δεσμὰ τοῦ γάμου. Ἦταν γνήσιο χριστιανικὸ ζευγάρι, ποὺ μὲ τόση τελειότητα παρουσιάζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολήν του.
Ἦταν μία ψυχὴ καὶ μία καρδιά. Ἀλλὰ ὅταν κλήθηκαν νὰ διαλέξουν μεταξὺ τῆς ζωῆς τους καὶ τῆς πίστης τους, δὲν δίστασαν οὔτε στιγμή. Γιὰ νὰ μείνουν ἑνωμένοι, ἔπρεπε νὰ δεχτοῦν τὸν θάνατο γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο.
Καὶ ἔτσι ἔπεσαν ἱερὰ σφάγια, γιὰ νὰ ἀνατείλουν περίλαμπροι τὴν ἡμέρα τῆς ἀνάστασης.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Γορδιανός ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Μᾶλλον πρόκειται γιὰ τὸν μάρτυρα Γορδιανό, ποὺ μαρτύρησε μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἐπίμαχο. Βλέπε σχετικὰ τὴν 9η Μαΐου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἐπίμαχος ὁ Ρωμαῖος
Μαρτύρησε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Γορδιανό, ὅταν τοὺς συνέλαβε ὁ ἄρχοντας τοῦ τόπου καὶ αὐτοὶ ὁμολόγησαν μὲ θάρρος τὴ χριστιανική τους πίστη.
(Εἶναι ἐπανάληψη μνήμης ἀπὸ τὴν 9η Μαΐου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Μάρτυρες οἱ ἐν Μελιτινῇ
Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς συνέτριψαν τὰ σκέλη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεομάρτυρας ἀπὸ τὴ Χῖο
Γεννήθηκε στὶς Καρυαῖς τῆς Χίου ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς χριστιανούς, τὸν Πέτρο καὶ τὴν Σταματοῦ. Ἀνατράφηκε ὀρφανὸς χωρὶς πατέρα καὶ ἔγινε ὑπόδειγμα χρηστοῦ καὶ ἐνάρετου νέου.
Σὲ ἡλικία 20 χρόνων πῆγε στὴ Μαγνησία, ὅπου ἐργαζόταν σὰν οἰκοδόμος. Σὲ κάποια στιγμὴ ὅμως, ὁ Νικόλαος, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ λόγο, τρελάθηκε. Οἱ Τοῦρκοι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν κατάστασή του θέλησαν νὰ τὸν ἐξισλαμίσουν. Τελικὰ ὅμως δὲν τὰ κατάφεραν καὶ οἱ συμπατριῶτες του τὸν συνόδεψαν καὶ πάλι στὴν Χῖο. Ἐκεῖ οἱ Τοῦρκοι τὸν ἕντυσαν μὲ τούρκικα ροῦχα καὶ τὸν ὀνόμασαν Μεχμέτ.
Κάποτε τὸν συνάντησε ἕνας ἀρχιμανδρίτης, ποὺ ὀνομαζόταν Κύριλλος καὶ πῆρε τὸ Νικόλαο στὸν ναὸ τοῦ Σωτῆρος στὸ Παλιόκαστρο. Ἐκεῖ μὲ τὴν θεία δύναμη, ἀποκαταστάθηκε ἡ ὑγεία του καὶ ἀπὸ τότε ζοῦσε αὐστηρὴ χριστιανικὴ ζωή.
Γιὰ τὴν ζωή του αὐτὴ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους, φυλακίστηκε καὶ βασανίστηκε μὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο. Ἐπειδὴ ὅμως ἐπέδειξε ἀκεραιότητα στὴν πίστη του, οἱ δήμιοί του ἔκοψαν σιγά – σιγὰ (δηλαδὴ περισσότερο μαρτυρικά) τὸ κεφάλι στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1754, στὴ θέση Βουνάκι τῆς Χίου καὶ ὤρα ἕκτη.
Τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου, ρίχτηκε ἀπὸ τοὺς δήμιους στὴ θάλασσα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῆς Χίου ἀγλάϊσμα, καὶ Ἀθλητῶν μιμητῆς, ἐδείχθης Νικόλαε, ὁμολογήσας Χριστόν, τυράννων ἐνώπιον· ὅθεν τῶν σῶν αἱμάτων, οἱ κρουνοὶ Ἀθλοφόρε, δρόσος ὤφθησαν θεία, τῇ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ· ἐντεῦθεν πανευχαρίστως, μέλπει τοὺς ἄθλους σου.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Φερωνύμως γέγονας, νίκη λαοῦ Ὀρθοδόξου, ἱερὲ Νικόλαε, ὑπὲρ Χριστοῦ ἐναθλήσας· ὅθεν σοι, ἐν κατανύξει ψυχῆς βοῶμεν· Δώρησαι, ἡμῖν τὴν νίκην ταῖς σαῖς πρεσβείας, κατ’ ἐχθρῶν τῶν ὁρωμένων, καὶ ἀοράτων, τοῖς σὲ τιμῶσι πιστῶς.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ τῆς Χίου θεῖος βλαστός, καὶ Νεομαρτύρων, ἐγκαλώπισμα ἱερόν· χαίροις ὁ ἀθλήσας, ὑπὲρ Χριστοῦ νομίμως, Νικόλαε τρισμάκαρ, Μαρτύρων σύσκηνε.
Ἐγκαίνια τοῦ Πατριάρχου Εὐκτηρίων
Μᾶλλον γιὰ ἐγκαίνια ναοῦ πρόκειται, κατὰ τὸν Πατμιακὸ Κώδικα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Κλεόπας ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 70 μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Γι’ αὐτὸν διαβάζουμε στὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον κδ’ 18 – 27:
18 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν· σὺ μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις;
19 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ποῖα; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ὃς ἐγένετο ἀνὴρ προφήτης δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ,
20 ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς κρῖμα θανάτου καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν.
21 Ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ· ἀλλά γε σὺν πᾶσι τούτοις τρίτην ταύτην ἡμέραν ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ταῦτα ἐγένετο.
22 Ἀλλὰ καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν ἐξέστησαν ἡμᾶς γενόμεναι ὄρθριαι ἐπὶ τὸ μνημεῖον,
23 καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ ἦλθον λέγουσαι καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν αὐτὸν ζῆν.
24 Καὶ ἀπῆλθόν τινες τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον, αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον.
25 Καὶ αὐτὸς εἶπε πρὸς αὐτούς· ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται!
26 Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ;
27 Καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωυσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ.
28 Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο, καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο πορρωτέρω πορεύεσθαι·
29 καὶ παρεβιάσαντο αὐτὸν λέγοντες· μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα. Καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς.
Ὁ Κλεόπας, ἔλαβε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ πέρασε τὴν ζωή του κοπιάζοντας γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γνῶσιν ἔνθεον, εἰσδεδεγμένος, συναρίθμιος, τῶν τοῦ Σωτῆρος, Ἀποστόλων Ἑβδομήκοντα πέφηνας, καὶ εὐσεβείας τὴν χάριν ἐκήρυξας, τοῖς ἐν τῇ πλάνῃ Κλεόπα Ἀπόστολε. Ἀλλὰ πρέσβευε, Κυρίῳ τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Ὡς θεῖος Μαθητής, καὶ Χριστοῦ ὑπηρέτης, δογμάτων εὐσεβῶν, ὑποφήτης ἐδείχθης, Κλεόπα Ἀπόστολε, Ἀποστόλων ὁμόσκηνε· μεθ’ ὧν πρέσβευε, τῷ Παντοκράτορι Λόγῳ, τοῖς αἰνοῦσί σε, λύσιν πταισμάτων δοθῆναι, καὶ χάριν καὶ ἔλεος.
Μεγαλυνάριον.
Μύστης τοῦ Σωτῆρος ἀναδείχθης, διέπρεψας κόσμῳ, ὡς Ἀπόστολος εὐκλεής, Κλεόπα τρισμάκαρ, καὶ νῦν Ἀποστόλοις, τὰ ἔπαθλα κομίζῃ, τῶν παλαισμάτων σου.
Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ἔζησε τὸν 13ο αἰῶνα. Ἔγινε Ἱερομόναχος μετὰ τὸν θάνατο τῆς συζύγου του καὶ διαδέχτηκε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸν Γερμανὸ Γ’ τὸ 1268.
Τὸ 1275 ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του, διότι ὁ βασιλιὰς Μιχαήλ, εἶχε ὑπογράψει χωρὶς τὴν θέληση κλήρου καὶ λαοῦ, στὴ Λυὼν τῆς Γαλλίας, τὴν ἕνωση τῆς Ἀνατολικῆς καὶ τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας.
Στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1282 ἐπανῆλθε στὸν θρόνο καὶ ἔκανε πολλὲς καὶ κοπιαστικὲς περιοδεῖες γιὰ νὰ ἀποκαταστήσει τὴν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ τάξη.
Ὅμως, τὸν Μάρτιο τοῦ 1283, ἐξουθενωμένος ἀπὸ τοὺς κόπους, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Θεό.
Οἱ Ἅγιοι Ζηνόβιος καὶ Ζηνοβία τὰ ἀδέλφια
Κατάγονταν ἀπὸ τὶς Αἰγαὶς τῆς Κιλικίας καὶ ἦταν κληρονόμοι μεγάλης περιουσίας. Ὁ Ζηνόβιος εἶχε σπουδάσει ἰατρική, καὶ ὄχι μόνο πρόσφερε ἀφιλοκερδῶς τὶς ὑπηρεσίες του στοὺς πάσχοντες, ἀλλὰ ἐπιπλέον πλούσια μοίραζε ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ του σ’ αὐτούς. Μὲ τὴ συμπεριφορά του αὐτὴ στήριζε τοὺς χριστιανούς, καὶ πολλοὺς εἰδωλολάτρες ἔφερε στὴ χριστιανικὴ πίστη.
Ὅταν πληροφορήθηκε αὐτὸ ὁ ἔπαρχος Λυσίας, ἔδωσε διαταγὴ καὶ τὸν συνέλαβαν. Ὁ Ζηνόβιος μὲ παρρησία ὁμολόγησε ὅτι πράγματι εἶναι χριστιανός. Καὶ ὅ,τι κάνει, τὸ κάνει γιὰ τὴ σωτηρία ψυχῶν καὶ τὴν δόξα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὁ Λυσίας μὲ αὐστηρότητα τοῦ εἶπε ὅτι ἂν δὲν σταματήσει αὐτὸ ποὺ κάνει καὶ δὲν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, θὰ μαρτυρήσει φρικτά. Ὁ Ζηνόβιος ἀπάντησε ὅτι τὰ μαρτύρια μποροῦν νὰ βλάψουν τὸ σῶμα του, ἀλλὰ τὴν ψυχή του ποτέ. Διότι λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Καὶ τὶς ὁ κακώσων ὑμᾶς, ἐὰν τοῦ ἀγαθοῦ μιμητοὶ γένησθε;». Ποιός, δηλαδή, θὰ μπορέσει νὰ σᾶς κάνει κακὸ καὶ νὰ σᾶς ἐπιφέρει πραγματικὴ βλάβη, ἂν γίνετε μιμητὲς καὶ ἀκόλουθοι τοῦ ἀγαθοῦ; Ὁ Λυσίας ἀμέσως διέταξε καὶ τὸν βασάνισαν.
Τότε παρενέβη ἡ ἀδελφή του Ζηνοβία καὶ ἤλεγξε τὸν Λυσία, ὅτι αὐτὸ ποὺ κάνει εἶναι ἄνανδρο. Ἀλλὰ ὁ ἔπαρχος συνέλαβε καὶ αὐτήν, καὶ τελικὰ ἀποκεφάλισε καὶ τοὺς δυό.
(Κατ’ ἄλλη ἐκδοχὴ ὁ Ζηνόβιος μαρτύρησε ἐπὶ Διοκλητιανού. Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς τὸν Ζηνόδοτο καὶ τὴ Θέκλα, καὶ πώς, ὅταν μεγάλωσε ἔγινε ἐπίσκοπος Αἰγῶν, ἐπιτελώντας πολλὰ θαύματα).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖοι αὐτάδελφοι, ὁμονοοῦντες καλῶς, Ζηνόβιε ἔνδοξε, καὶ Ζηνοβία σεμνή, συμφώνως ἠθλήσατε· ὅθεν καὶ τῶν στεφάνων, τῶν ἀφθάρτων τυχόντες, δόξης ἀκατάλυτου, ἠξιώθητε ἅμα, ἐκλάμποντες τοῖς ἐν κόσμῳ, χάριν ἰάσεων.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς τῆς φύσεως.
Τοὺς ἀληθείας Μάρτυρας, καὶ εὐσεβείας κήρυκας, τῶν ἀδελφῶν τὴν δυάδα τιμήσωμεν, ἐν θεοπνεύστοις ᾄσμασι, τὸν Ζηνόβιοv ἅμα, τῇ σοφῇ Ζηνοβίᾳ, ὁμοῦ βιώσαντας, καὶ διὰ μαρτυρίου τευξαμένους στέφος ἄφθαρτον.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις αὐταδέλφων ἡ ξυνωρίς, Ζηνόβιε μάκαρ, Ζηνοβία πανευκλεής, οἱ τὸν Θεὸν Λόγον, δοξάσαντες ἐν ἄθλοις, παρ’ οὗ και δοξασθέντες, ἡμῶν προΐστασθε.
Ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Μαρκιανὸς χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο καὶ στάλθηκε στὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας.
Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος μὲ τὴν προσευχή του κατέστρεψε τοὺς ναοὺς τῶν εἰδώλων. Καὶ δὲν ἔκανε μόνο αὐτό, πραγματοποίησε πολλὰ θαύματα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πιστέψουν πολλοὶ εἰδωλολάτρες.
Ὅμως τὴν παρρησία τοῦ Ἁγίου δὲν μποροῦσαν νὰ τὴν ὑποφέρουν οἱ φθονεροὶ καὶ χριστοκτόνοι Ἰουδαῖοι καὶ τὸν θανάτωσαν μὲ βίαιο θάνατο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Κοϊντᾶς, Μήτρας, Νεμεσίων, Πτολεμαῖος, Θεόφιλος, Ἰγένης, Ἰσίδωρος, Κλαύδιος, Ἐπίμαχος, Εὐτρόπιος, Ζήνων, Ἤρων, Ἄμμων, Ἀτῆρ, Βήσας, Διόσκουρος, Ἀλέξανδρος, Κρονίων, Ἰουλιανός, Μακάριος καὶ ἄλλοι 13 Μάρτυρες
Μαρτύρησαν στὰ χρόνια του βασιλιὰ Δεκίου τὸ 250, στὴν Ἀλεξάνδρεια.
Οἱ Μάρτυρες Κοϊντᾶς καὶ Μήτρας θανατώθηκαν, μετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια, ἀφοῦ ἔχυσαν ἐπάνω τους βρασμένη ἀσβέστη.
Οἱ δὲ Νεμεσίων καὶ Πτολεμαῖος, ἀφοῦ καὶ αὐτοὶ βασανίστηκαν ἀπάνθρωπα, στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους μάρτυρες, ἄλλους ἔκαψαν ζωντανοὺς καὶ ἄλλους ἀποκεφάλισαν.
Ἡ Ἁγία Εὐτροπία ἡ Μάρτυς
Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου καὶ μάταια ὁ ἔπαρχος Ἀπελλιανὸς προσπαθοῦσε νὰ διεγείρει τὴν ψυχὴ τῆς Εὐτροπίας στὶς ὁρμὲς τῆς ζωῆς τῶν ἀνέσεων, τῶν τέρψεων καὶ τῶν ἡδονῶν, ποὺ ὑποσχόταν σ’ αὐτὴν, ἂν ἤθελε ν’ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό.
Τέρψη, ἡδονὴ καὶ ἄνεση γιὰ μένα εἶναι, ἔλεγε ἡ Εὐτροπία, τὸ νὰ ζῶ κατὰ τὰ χριστιανικὰ παραγγέλματα. Ἐμᾶς ἑλκύουν ἡ ἐγκράτεια, ἡ λιτότητα, οἱ κακοπάθειες καὶ οἱ θλίψεις γιὰ τοὺς ἄλλους, ἡ δὲ μεγαλύτερη τῶν ἡδονῶν εἶναι ὁ θάνατος γιὰ τὸ Χριστό.
Καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε ἡ μάρτυς καὶ μὲ ἔργα. Οὔτε φυλακή, οὔτε σιδερένια νύχια καὶ ἀναμμένες λαμπάδες πτόησαν ἢ πίκραναν τὴν ψυχή της. Τὰ λόγια της ἐξακολουθοῦσαν θαρραλέα καὶ ἡρωϊκά, τὸ δὲ κεφάλι της βάφηκε μὲ τὸ αἷμα της.
Καὶ τὸ κεφάλι ἐκεῖνο, ποὺ μὲ τέτοιο τρόπο ἔπεσε, ἦταν τὸ τιμιότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο κεφάλι στολισμένο μὲ διαμάντια καὶ στέμματα βασιλικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Ἀπολλωνία ἡ Παρθένος καὶ Πρεσβύτης, καὶ οἱ σὺν αὐτῇ ἐν Ἀλεξάνδρειᾳ Μάρτυρες
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Μαρτύρων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ὅσιοι Στέφανος, Θεόκτιστος καὶ Ἑλένη
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τοὺς Ὁσίους Στέφανο Μιλιούτιν, Θεόκτιστο τὸν ἀδελφό του καὶ Ἑλένη τὴν μητέρα αὐτῶν.
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ὁσίων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἀστέριος, Κλαύδιος, Νέων καὶ Νεονίλλη τὰ ἀδέλφια
Αὐτοὶ ἦταν ἐκ τῆς πόλεως τῶν Λαράνδων, τὸ γένος Ἴσαυροι καὶ ἀδέλφια κατὰ σάρκα, στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ καὶ Λυσίου ἡγεμόνος τῆς Κιλικίας.
Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας τους, ἔπεσαν στὰ νύχια τῆς κακιᾶς μητριᾶς τους, ποὺ ἤθελε νὰ ἁρπάξει τὴν περιουσία ποὺ τοὺς ἄφησε ὁ πατέρας τους. Τὰ τέσσερα ἀδέλφια δὲν ἐπέτρεψαν στὴ μητριά τους νὰ οἰκειοποιηθεῖ τὴν περιουσία τους, ἀντίθετα ὅμως, μὲ κάθε προθυμία βοηθοῦσαν μὲ τὰ χρήματα αὐτὰ τοὺς φτωχούς. Τότε ἡ μέγαιρα μητριά, γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὰ τέσσερα ἀδέλφια, τὰ κατάγγειλε στὸν ἡγεμόνα τῆς Κιλικίας Λυσία, ὅτι ἦταν χριστιανοί.
Ἀμέσως συνελήφθησαν καὶ βασανίστηκαν σκληρά. Ἀλλὰ τὸ φρόνημά τους δὲν ἄλλαξε. Τότε ἀποκεφαλίστηκαν καὶ οἱ τέσσερις, τὰ δὲ σώματά τους ρίχτηκαν στὰ φαράγγια γιὰ νὰ τὰ φάνε τὰ ὄρνεα. Ἀλλὰ ἡ ψυχή τους πέταξε ἔνδοξη μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ, περιμένοντας τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς μισθαποδοσίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Τέρτιος, Μᾶρκος, Ἰοῦστος (ἢ Ἰησοῦς) καὶ Ἀρτεμᾶς οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70
Ὁ Τέρτιος ἔγινε δεύτερος ἐπίσκοπος Ἰκονίου μετὰ τὸν Σωσίπατρο. Ἔγραψε δὲ καὶ τὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, καθὼς ὁ ἴδιος μαρτυρεῖ (Ρωμ. ιστ’ 22).
Ὁ Μᾶρκος, ἀνεψιὸς τοῦ Βαρνάβα, ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδας καὶ μὲ τὸ Εὐαγγελικό του κήρυγμα ἐξολόθρευσε τὸ σέβας τῶν εἰδώλων. (Κολασ. δ’ 10).
Ὁ Ἰοῦστος ἔγινε ἐπίσκοπος Ἐλευθερουπόλεως καὶ μὲ τὰ λόγια του καὶ τὰ θαύματά του, εἵλκυσε στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοὺς ἐκεῖ ἀπίστους.
Καὶ ὁ Ἀρτεμᾶς ἔγινε ἐπίσκοπος στὰ Λύστρα, καὶ σὰν δόκιμος ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ διέλυσε στὸν τόπο αὐτὸν τὴν πλάνη τῶν δαιμόνων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἐννέα Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.
(Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι μ’ αὐτοὺς τῆς 12ης Μαρτίου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Μανουὴλ ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
(Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος μ’ αὐτὸν τῆς 26ης Μαρτίου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Δομέτιος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Δήμιος
Δὲν γνωρίζουμε τὸ ὄνομά του. Μόνο τὸ ἐπάγγελμα τοῦ Ἁγίου εἶναι γνωστό. Ἦταν δήμιος.
Ἂν ἔζησε τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν, πόσες φορὲς ὁδήγησε ο ἴδιος τοὺς Χριστιανοὺς μάρτυρες στὰ πυρακτωμένα σιδεροκρέβατα τοῦ μαρτυρίου τους, κάρφωσε ο ἴδιος τὰ καρφιὰ στὸν ξύλινο σταυρό τους, ἄναψε στὰ σώματα τῶν μαρτύρων λαμπάδες νὰ φωτίζουν τὰ δεῖπνα τῶν Ρωμαίων! Πόσες φορὲς μούσκεψε τὸ μανίκι του ἀπὸ τὰ δάκρυα τῆς πίστης τῶν Χριστιανῶν, πόσες φορὲς ἄκουσε τὴν τελευταία προσευχή τους !
Μνήσθητι, Κύριε, καὶ τῆς ἐμῆς ταπεινότητας
καὶ ἀθλιότητος, καὶ συγχώρησάν μοι ὅσα σοὶ
ἥμαρτον παρ’ ὅλον τῶν τῆς ζωῆς μου χρόνον.
Ὁ Ἅγιος ὑπῆρξε δήμιος, ψυχρὸς ἐκτελεστῆς, δολοφόνος κατ ἐπάγγελμα, σταυρωτῆς ἀνθρώπων. Ὅμως, ἡ μετάνοια βεβαιώνει τὴν ἀπόκρημνη ἐλευθερία τοῦ θαύματος.
Μία ἡμέρα, ὁ δήμιος γνώρισε τὸν Χριστό. Αὐτὸ γράφει ο συναξαριστὴς τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου. Καμία ἄλλη λέξη. Ο ἀνώνυμος δήμιος ὁμολόγησε τὴν πίστη του, ὁδηγήθηκε στὴν ζοφερὴ φυλακὴ ἀπὸ ὅπου μέχρι τότε ἀνέσυρε τὰ θύματά του, καὶ ἐκεῖ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.
Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Δημίου τιμοῦμε τὴν 30η Ὀκτωβρίου.
(Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστὲς καὶ τὴν 25η Μαρτίου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ὅσια Ἀναστασία ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη. Ὅταν πέθαναν οἱ πλούσιοι γονεῖς της, διαμοίρασε τὴν περιουσία ποὺ κληρονόμησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι.
Ὅταν τὴν συνέλαβε ὁ ἡγεμόνας Πρόβος, ὑπενθύμισε στὴν Ἀναστασία τὴν ἀνθηρὴ νεότητά της, γιὰ τὴν ὁποία θὰ ἔπρεπε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τότε, δυναμικὴ ὑπῆρξε ἡ ἀπάντηση τῆς Ἀναστασίας: «Ἐγώ, εἶπε, μία ὡραιότητα καὶ νεότητα γνωρίζω, ἐκείνη ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς στὶς πιστὲς καὶ γενναῖες ψυχές, ποὺ προτιμοῦν γι’ Αὐτὸν τὸν θάνατο ἀντὶ ἄλλων ἐγκόσμιων ἀγαθῶν, ὅταν αὐτὰ προτείνονται γιὰ τὴν προδοσία τοῦ Θεοῦ τους. Πλούτη εἶχα ἄφθονα. Δὲν τὰ θέλησα. Ἀλλὰ τὸν Χριστό μου τὸν θέλω καὶ ἀπ’ Αὐτὸν καμία δύναμη δὲν θὰ μπορέσει νὰ μὲ χωρίσει. Ἂν ἀμφιβάλλεις, δοκίμασε».
Ἐξαγριωμένος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση ὁ Πρόβος, τὴν μαστίγωσε στὸ πρόσωπο καὶ τὴν ἅπλωσε σὲ ἀναμμένα κάρβουνα. Ἔπειτα, τὴν κρέμασε καὶ τῆς ἔσκισε τὸ σῶμα. Μετὰ ἔκοψε τοὺς μαστούς της, ξερίζωσε τὰ νύχια της καὶ τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισε.
Ἔτσι, ἡ Ἀναστασία πῆρε τὸν ἁμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀσκήσει ἐκλάμψασα, ὥσπερ παρθένος σεμνή, ἀθλήσεως αἵμασι, τὴν τῆς ἁγνείας στολήν, ἐνθέως ἐφοίνιξας· ὅθεν Ἀναστασία, ὡς Ὁσία καὶ Μάρτυς, χάριτας ἰαμάτων, ἀπαστράπτεις τῷ κόσμῳ, πρεσβεύουσα τῷ Σωτήρι, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοvτάκιοv. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας νάμασι, καθηγνισμένη Ὁσία, μαρτυρίου αἵμασι, Αvαστασία πλυθεῖσα, παρέχεις, τοῖς ἐν ἀνάγκαις τῶν νοσημάτων, ἴασιν, καὶ σωτηρίαν τοῖς προσιοῦσιν, ἐκ καρδίας· ἰσχὺν γὰρ νέμει, Χριστὸς ὁ βρύων, χάριν ἀέναοv.
Μεγαλυνάριον.
Ἔφυς ὥσπερ ῥόδον πανευθαλές, ἐν δικαιοσύνης, τοῖς λειμῶσιν ἀσκητικῶς, καὶ ὀσμὴν χαρίτων, ἀθλητικῶς ἐκπέμπεις, σεμνὴ Ἀναστασία, τοῖς σὲ γεραίρουσι.
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος καὶ Μαρία ἡ ἀνεψιά του
Ἀριστεὺς τῆς ἐγκράτειας καὶ τῶν πνευματικῶν ἀσκήσεων ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος, ἄφησε τὴν μεγάλη περιουσία ποὺ κληρονόμησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴν διακονία τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον.
Ζοῦσε σὲ ἐρημικὸ τόπο, ὅπου προσευχόταν καὶ μελετοῦσε τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἀπὸ ἐκεῖ πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις, γιὰ νὰ κηρύξει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ διακονήσει τὴν βασιλεία τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς εἰρήνης τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ὑπομονή του κατόρθωσαν πολλὲς φορὲς νὰ καταπραΰνουν βάρβαρες καρδιὲς καὶ νὰ ἑλκύσουν στὸν σταυρὸ ψυχὲς ὑπερβολικὰ ἐξαγριωμένες.
Πάνω ἀπὸ 70 ἐτῶν ὁ Ἀβράμιος, διατηροῦσε ὅλη τὴν ζωντάνια τῆς Ἱεραποστολικῆς δράσης του. Προστατευόμενος μάλιστα καὶ ἀπὸ τὴν ἡλικία του, μπόρεσε νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν σωτηρία ἁμαρτωλῶν γυναικών.
Κάποτε εὐτύχησε νὰ ἀνασύρει ἀπὸ τὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν κόρη τοῦ ἀδελφοῦ του, τὴν Μαρία. Τὴν εἶδε σὲ κάποιο πανδοχεῖο, χωρὶς νὰ τὴν γνωρίζει, φορτωμένη μὲ κοσμήματα καὶ συντροφιὰ μὲ ἀκόλαστους νέους. Ἡ παραστρατημένη ὅμως νεαρή, δὲν εἶχε ἀποβάλει ἐντελῶς τὶς εὐσεβεῖς ἀναμνήσεις της. Τὴν ἑπομένη, πῆγε στὸ γέροντα ἀσκητὴ καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία του. Ἐκεῖνος τῆς ἀπάντησε ὅτι δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτα ἡ εὐλογία τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ὁ Θεὸς εἶναι ἀναγκασμένος νὰ μὴ παρέχει τὴν δική Του. Τὰ λόγια αὐτὰ συντάραξαν τὴ Μαρία, μετανόησε, ἐξομολογήθηκε καὶ ἀπὸ τότε ἔζησε ζωὴ ἁγία.
Ὁ δὲ Ἀβράμιος πέθανε ὑπέργηρος, ὑπηρετώντας πιστὰ μέχρι τέλους τὸν Θεό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Ζωῆς τῆς φθειρομένης λιπὼν τὰς ἀπολαύσεις, ἐν τῇ τῶν μελλόντων ἐλπίδι, Ἀβράμιε θεοφόρε, ὁσίως ἐβίωσας ἐν γῇ, καὶ χρῖσμα ὑπεδέξω ἱερὸν· διὰ τοῦτο ὡς τοῦ Λόγου μυσταγωγός, κατηύγασας τοὺς βοῶντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοvτάκιοv. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν σαρκὶ ὡς ἄγγελος, ἐπὶ τῆς γῆς ἀνεδείχθης, καὶ ἀσκήσει γέγονας, πεφυτευμένον ὡς δένδρον, ὕδατι, τῆς ἐγκρατείας καλῶς αὐξήσας, ῥεύμασι, τῶν σῶν δακρύων ῥύπον ἐκπλύνας· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, δοχεῖον θείου, Ἀβράμιε Πνεύματος.
Μεγαλυνάριον.
Τὸ δοθέν σοι τάλαντον πρὸς Χριστοῦ, πόνοις ἐγκρατείας, ἐγεώργησας δαψιλῶς, καὶ ὡς Ἱεράρχης, αὐτὸ ἐπηυξημένον, Ἀβράμιε προσάγεις, τῷ σὲ δοξάσαντι.
Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος, Μίνης καὶ Μιναῖος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
(Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Μίνη καὶ Μιναίου, ἐπαναλαμβάνεται, ἄγνωστο γιατί, καὶ τὴν 1η Αὐγούστου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Στρατηλάτης
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν τρυπώντας του τὰ πλευρὰ μὲ λόγχη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ὁσία Ἄννα
Γεννήθηκε στὸ Βυζάντιο ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ ὁ πατέρας της, Ἰωάννης ὀνομαζόμενος, ἦταν Διάκονος στὸ Ναὸ τῆς Θεοτόκου στὶς Βλαχέρνες.
Νωρὶς ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ γονεῖς καὶ ἡ γιαγιά της τὴν πάντρεψε μὲ κάποιο εὐσεβὴ Διάκονο, μὲ τὸν ὁποῖο ἀπόκτησε δυὸ παιδιά. Ἀλλὰ ἀργότερα, ὁ ἄντρας της καὶ τὰ δύο της παιδιὰ πέθαναν καὶ ἔτσι ἡ Ἄννα διαμοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της καὶ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι.
Κατόπιν ὅμως, ὁ εἰκονομάχος Λέων ὁ Ἴσαυρος, διέλυσε τὴ Μονὴ στὴν ὁποία ἀνῆκε ἡ Ἄννα. Στὴν ἀνάγκη αὐτή, ἡ Ὁσία φόρεσε ροῦχα ἀνδρικὰ καὶ μπῆκε σὲ ἀνδρικὸ μοναστήρι μὲ τὸ ψευδώνυμο Εὐφημιανός.
Ἐκεῖ ἔζησε μὲ μεγάλη προσοχὴ καὶ ἀκρίβεια, καὶ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου, φόρεσε πάλι γυναικεία ροῦχα καὶ ἔμεινε σὰν μοναχὴ στὸ Βυζάντιο. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὴ διακονία τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ἀσθενῶν.
Μὲ τέτοια δὲ θεοφιλὴ ἐργασία παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Μελιτίνη ἡ Μάρτυς
Ἡ Ἁγία Μελιτίνη κατηγορήθηκε ὡς Χριστιανὴ καὶ ὁδηγήθηκε στὸν τοπικὸ ἄρχοντα ὅπου ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ὁ ἄρχοντας ἐξοργίστηκε καὶ πρόσταξε νὰ τὴν χτυπήσουν βάναυσα στὸ πρόσωπο.
Στὴν συνέχεια, τὴν γύμνωσαν καὶ τὴν ὁδήγησαν στὸ δικαστήριο, ὅπου τὴν ἀνέκριναν πολλὲς ὧρες. Μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνάκριση ὑποβλήθηκε σὲ πολλὰ βασανιστήρια.
Τελικὰ ὑποβλήθηκε στὴν τιμωρία τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ. Ἔτσι ἡ Ἁγία μάρτυρας Μελιτίνη τελείωσε καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ ἄφθαρτο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Βάσσα
Ἡ μνήμη τῆς ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Sirmond (Delehaye σελ. 176, 2) ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρα μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Μαρτύρων Πέτρου, Παύλου, Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, Στεφάνου τοῦ Πρωτομάρτυρος, Βαρνάβα τοῦ Ἀποστόλου, Ἰωσὴφ τοῦ Πατριάρχου, καὶ Κλεώπα, Τροφίμου, Δορυμέδοντος, Κοσμᾶ, Δαμιανοῦ, Βάσσης καὶ τῆς συνοδείας αὐτῶν. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν σύναξις ἐν τῷ σεπτῷ ἀποστολείῳ τοῦ Ἁγίου καὶ Πανευφήμου Ἀποστόλου Παύλου ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ ἅμα δὲ καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ αὐτοῦ ναοῦ».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Διομήδης
Τὴν μνήμη του συναντᾶμε στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1589 φ. 91α ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρα μνήμη τοῦ Ἅγιου Διομήδους, μαθητοῦ τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Τριφυλλίου, Ἐπισκόπου Λευκωσίας».
Ἄλλο βιογραφικό του στοιχεῖο δὲν ἔχουμε.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ὁ Ἐσφιγμενίτης ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας
Πατρίδα του τὸ χωριὸ Παράορα τῆς ἐπαρχίας Κεσσάνης τῆς Θράκης, καὶ κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Τριαντάφυλλος. Παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε δύο θυγατέρες. Ὕστερα ὅμως ἀπὸ μία περιπέτεια μὲ τὴν σύζυγό του, ἀποχαιρέτησε τὰ παιδιά του καὶ τοὺς συγγενεῖς του καὶ ἀποχώρησε στὴν Αἶνο. Ἐκεῖ ἀποκατέστησε τὴν γυναίκα του σ’ ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι καὶ αὐτὸς ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μεγίστη Λαύρα.
Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Τιμόθεος καὶ ἔμεινε ἕξι χρόνια ἀσκούμενος στὶς ἀρετές, ὑπακοή, πραότητα, ταπείνωση, προσευχὴ καὶ νηστεία. Κατόπιν πῆγε στὸ κοινόβιο τοῦ Ἐσφιγμένου, ὅπου ἔγινε μεγαλόσχημος καὶ προπαρασκευάστηκε γιὰ τὸ μαρτύριο.
Τελικά, ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ ἡγούμενου του Εὐθυμίου, ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἔφτασε στὴν Κεσσάνη. Ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τὸν συνοδὸ τοῦ Ἱερομόναχο Εὐθύμιο, προσπαθοῦσαν νὰ ἐπαναφέρουν στὴν σωστὴ πίστη ἀρνησίχριστους. Τοὺς πρόδωσαν ὅμως καὶ ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν τοὺς μετέφεραν στὶς φυλακὲς τῆς Ἀδριανούπολης.
Ἐκεῖ βασανίστηκαν μὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο. Ἀλλὰ ἐπειδὴ οἱ Ὅσιοι ἔμεναν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, τοὺς μὲν Εὐθύμιο καὶ κάποιον ἄλλο μοναχὸ Βαρνάβα τοὺς ἐλευθέρωσαν καὶ τοὺς ἀπέλασαν, τὸν δὲ Τιμόθεο ἀποκεφάλισαν στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1820.
Μέρος τῶν αἱματωμένων ἐνδυμάτων του, βρίσκεται στὴ Μονὴ Ἐσφιγμένου.
(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, μαζὶ μ’ αὐτοὺς τοὺς Ἁγίους, ἀναφέρουν καὶ κάποιον Ἱερέα Νικόλαο).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιμανδρίτης ἐν Ροστοβίᾳ
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Διαβάζουμε: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρᾳ τὴν ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας ἤτοι τοῦ ἱεροῦ αὐτῆς Μαφορίου, τοῦ ἐν τῷ σορῷ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν, ὄτε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς κατεῖδεν ἐφηπλωμένην αὐτὴν ἄνωθεν καὶ πάντας τοὺς εὐσεβεῖς περισκέπουσαν».
Λόγω τῶν πολλῶν θαυμάτων ἀπὸ τὴν Παναγία, ποὺ ἀνέφεραν οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες στὸν Ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο τὸ 1940, ἡ Ἱερὰ Συνοδὸς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ ἀπόφασή της τὸ 1952, καθιέρωσε νὰ ἑορτάζεται ἡ Ἅγια Σκέπη τῆς Θεοτόκου ἀντὶ γιὰ τὴν 1η Ὀκτωβρίου, στὶς 28 Ὀκτωβρίου.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ἅγιας Σκέπης τῆς Θεοτόκου ἡ ὁποία τελοῦνταν ἀπὸ παλαιότατων χρόνων τὴν 1η Ὀκτωβρίου, ἦταν ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τὸ ὁποῖο εἶδε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας. Κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ἀγρυπνίας στὸ παρεκκλήσι τῆς «Ἅγιας Σοροῦ» τοῦ ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας εἶδε τὴν Θεοτόκο νὰ προχωράει ἀπὸ τὶς βασιλικὲς πύλες πρὸς τὸ θυσιαστήριο ἀνάμεσα σὲ λευκοφορους ἅγιους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ξεχώριζαν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ὅταν ἔφθασε στὸ θυσιαστήριο γονάτισε καὶ προσευχόταν γιὰ πολλὴ ὥρα, κλαίγοντας καὶ παρακάλωντας τὸν Υἱό της γιὰ τὴν σωτήρια του κόσμου. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν δέησή της, ἔβγαλε ἀπὸ τὸ κεφάλι της τὸ ἀστραφτερὸ μαφόριο, ποὺ φοροῦσε καὶ μὲ μία κινήση τὸ ἅπλωσε σὰν σκεπὴ ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα. Ἔτσι ἁπλωμένο τὸ ἔβλεπε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἐπιφανιο, ποὺ τὸν συνόδευε. Ὅσο φαινόταν ἐκεῖ ἡ Θεοτόκος, φαινόταν καὶ ἡ ἱερὴ ἐσθήτα νὰ σκορπίζει τὴ Χάρη της. Ὅταν ἐκείνη ἄρχισε νὰ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν οὐρανό, ἄρχισε καὶ ἡ Θεία Σκέπη νὰ συστέλλεται καὶ σιγὰ – σιγὰ νὰ χάνεται. Τὸ ἱερὸ αὐτὸ μαφόριο ποὺ φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τὴν Χάρη καὶ τὴν προστασία ποὺ παρέχει ἡ Παναγία στοὺς πιστοὺς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Σκέπης σου Παρθένε ἀνυμνοῦμεν τὰς χάριτας, ἣν ὡς φωτοφόρον νεφέλην ἐφαπλοῖς ὑπὲρ ἔννοιαν, καὶ σκέπεις τὸν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς· σὲ γὰρ σκέπην καὶ προστάτιν καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα βοῶντές σοι· δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τῇ θείᾳ σκέπῃ σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου προμηθείᾳ Ἄχραντε.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὥσπερ νεφέλη ἀγλαὼς ἐπισκιάζουσα
Τῆς Ἐκκλησίας τὰ πληρώματα Πανάχραντε,
Ἐν τῇ πόλει πάλαι ὤφθης τῇ βασιλίδι.
Ἀλλ’ ὡς σκέπη τοῦ λαοῦ σου καὶ ὑπέρμαχος
Περισκέπασον ἡμᾶς ἐκ πάσης θλίψεως
Τοὺς κραυγάζοντας, χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε.
Μεγαλυνάριον.
Σκέπης σου τρυγῶντες τὰς δωρεάς, καὶ τὰς καθ’ ἑκάστην, Θεονύμφευτε παροχάς, ὑμνοῦμεν Παρθένε, τὴν σὴν μεγαλωσύνην, τὴν πρὸς ἡμᾶς σου πρόνοιαν, μεγαλύνοντες.
Οἱ Ἅγιοι Τερέντιος καὶ Νεονίλλη καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν : Σάρβηλος, Νίτας, Ἱέραξ, Θεόδουλος, Φώτιος, Βήλη καὶ Εὐνίκη
Ἦταν μία πραγματικὴ «κατ’ οἶκον ἐκκλησία». Οἰκογένεια ἀληθινὰ χριστιανική, μὲ μιὰ ψυχή, μὲ μιὰ καρδιὰ καὶ τὸ ἴδιο φρόνημα.
Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, εἰδοποίησαν τοὺς δυὸ συζύγους ὅτι κινδυνεύουν νὰ συλληφθοῦν. Τότε ὁ Τερέντιος καὶ ἡ Νεονίλλη ἀναρωτήθηκαν νὰ φύγουν μακριά, προκειμένου νὰ προστατέψουν τὰ παιδιά τους ἢ νὰ μείνουν καὶ νὰ περιμένουν μὲ γενναιότητα ὁποιοδήποτε μαρτύριο;
Οἱ πέντε γιοὶ καὶ οἱ δύο θυγατέρες τους, ἔδωσαν ἀποφασιστικὴ ἀπάντηση. Γιατί νὰ φύγουν; Ὁ διωγμὸς εἶχε ἐξαπλωθεῖ παντοῦ. Ἔπειτα, ἡ ἀναχώρησή τους θὰ ἐνέσπειρε τὸν πανικὸ στοὺς ἐκεῖ χριστιανούς. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, ἡ Ἐκκλησία δὲν ἐνισχύεται ἀπὸ φυγάδες, ἀλλὰ ἀπὸ μάρτυρες καὶ ἀθλητές.
Ἔτσι, ὅλη ἡ οἰκογένεια ἀποφάσισε νὰ μείνει σταθερὴ στὴν ἀπόφασή της. Καὶ ὅλοι μαζί, ἀφοῦ ὁμολόγησαν τὸν Χριστό, πέθαναν μὲ ἀποκεφαλισμό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νόμῳ φύσεως, συνδεδεμένοι, κράτος πίστεως, ἐνδεδυμένοι, μαρτυρίου τὴν ὁδὸν διηνύσατε, σὺν Νεονίλλῃ θεόφρον Τερέντιε, καὶ ἡ τῶν Παίδων ὑμῶν ἑπτὰς ἔνθεος. Καὶ νῦν ἄφεσιν, αἰτήσασθε παμμακάριστοι, τοῖς μέλπουσιν ὑμῶν τὴν θείαν ἄθλησιν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς συζυγία εὐσεβὴς καὶ ὁμόφρων, σὺν Τερεντίῳ Νεονίλλα τρισμάκαρ, λαμπρὰ χορεία ὤφθητε Χριστῷ τῷ Θεῷ· πίστει γὰρ ἐκθρέψαντες, τοὺς σεπτοὺς ὑμῶν Παῖδας, τούτους προσηγάγετε, λογικὰς ὠς θυσίας, ἐνηθληκότες ἅμα σὺν αὐτοῖς, τῷ τῶν αἰώνων, Δσπότῃ μακάριοι.
Μεγαλυνάριον.
Γενεὰ εὐθέων εὐλογητή, ὡς ὁ Δαβὶδ ἔφη, ἀνεδείχθητε τῷ Θεῷ, Τερέντιε μάκαρ, σὺν τοῖς κλεινοῖς υἱοῖς σου, καὶ τῇ συνεύνῳ πίστει, ἀνδραγαθήσαντες.
Οἱ Ἅγιοι Ἀγγελῆς, Μανουῆλ, Γεώργιος καὶ Νικόλαος οἱ Νεομάρτυρες ἐκ Μελάμπων Κρήτης
Ὅλοι γεννήθηκαν στὸ χωριὸ Μέλαμπες Ρεθύμνου Κρήτης, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς χριστιανούς.
Ὁ Ἀγγελῆς καὶ ὁ Μανουῆλ ἦταν γνήσια ἀδέλφια, γιοὶ τοῦ Ἰωάννη Ρετζέπη. Ὁ Γεώργιος ἦταν γιὸς τοῦ Κωνσταντίνου Ρετζέπη. Ὁ Νικόλαος ἦταν γιὸς κάποιου ἄλλου, Ἰωάννη Ρετζέπη.
Ὅλοι δηλαδὴ ἦταν ἀπὸ τὴν ἴδια οἰκογένεια, πλούσιοι, διακεκριμένοι γιὰ τὴν ἀνδρεία τους, ἔγγαμοι μὲ παιδιὰ καὶ ἀπολάμβαναν ὅλα τὰ προνόμια τῶν Μωαμεθανῶν, διότι ὑποκρίνονταν τοὺς Τούρκους.
Τὸ 1821 ὅμως, συντάχθηκαν μὲ τοὺς χριστιανοὺς καὶ πολέμησαν γενναία γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδας. Ὅταν ἐπέστρεψαν στὴ γενέτειρά τους καὶ πῆγαν νὰ πληρώσουν τοὺς καθιερωμένους φόρους στοὺς ἐντεταλμένους Τούρκους, τοὺς κατάγγειλαν σὰν ἀποστάτες τοῦ Μουσουλμανισμοῦ στὸν Μεχμὲτ Πασᾶ τοῦ Ρεθύμνου.
Συλλήφθηκαν καὶ ὁδηγήθηκαν δεμένοι στὴν πόλη αὐτή. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ὑπέκυψαν στὶς κολακεῖες τῶν τυράννων καὶ ἔμειναν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, βασανίστηκαν μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο.
Τελικὰ στὶς 28 Ὀκτωβρίου 1824 τοὺς ἀποκεφάλισαν μπροστὰ στὴν «Μεγάλη Πόρτα» τοῦ Ρεθύμνου. Οἱ τρεῖς κάρες ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς Νεομάρτυρες, φυλάσσονται στὸν Ναὸ τῶν τεσσάρων μαρτύρων στὸ Ρέθυμνο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Τῆς Κρήτης γεννήματα καὶ Λάμπης θρέμματα, τοὺς τετραρίθμους Νεομάρτυρας ἀνευφημήσωμεν, Γεώργιον, Ἀγγελῆν, Μανουῆλ καὶ Νικόλαον, οὗτοι γὰρ διὰ πίστιν τοῦ Κυρίου σφαγέντες, τὸ αἷμα αὐτῶν ἐθελουσίως ἐν τῇ Ρεθύμνῃ ἐξέχεαν, διὸ καὶ παρρησίαν ἔχοντες πρὸς Χριστόν, πρεσβεύουσιν ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Ὁ Ἅγιος Διομήδης
Ἔχει ἡ γῆ τὸν οὐρανό της. Ἔχει καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸ νοητό της στερέωμα.
Μυριάδες ἄστρα λάμπουν στὸν οὐρανὸ καὶ διηγοῦνται τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Μυριάδες ἄστρα σελαγίζουν καὶ στῆς Ἐκκλησίας τὸ νοητὸ στερέωμα. Σελαγίζουν καὶ αὐτὰ καὶ προβάλλουν μαζὶ μὲ τὸ πνευματικό τους φῶς τὸν θρίαμβο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητας.
Ἕνα τέτοιο λαμπρὸ ἀστέρι τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας τοῦ νησιοῦ μας, ἀστέρι πρώτου μεγέθους, εἶναι καὶ ὁ Ἅγιος Διομήδης.
Ὁ πανδαμάτορας χρόνος φυσικὰ μαζὶ μὲ τὶς δραματικὲς περιπέτειες ποὺ πέρασε τὸ μαρτυρικὸ νησὶ ἔσβησε ἀπὸ τὴ μνήμη τῶν σημερινῶν κατοίκων τὸ ὄνομά του. Τὸ μεγαλεῖο του ὅμως δὲν ἔσβησε.
Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος μὲ τὸν γλαφυρό του κάλαμο τὸν ψάλλει καὶ τὸν προβάλλει σὰν μία ἀπὸ τὶς πιὸ φωτεινὲς μορφὲς τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων.
Μερικὰ ψήγματα ἀπὸ τὴ ζωή του, ὅπως τὴν περιγράφει ὁ μεγάλος Ἅγιός μας, θὰ σημειώσουμε στὶς παρακάτω γραμμὲς γιὰ πνευματικὴ ὠφέλεια ὅλων μας.
Ποῦ γεννήθηκε καὶ ποιοῖ ἤσαν οἱ γονεῖς του δὲν ξέρουμε. Ἐκεῖνο ποὺ μᾶς λέει ὁ Ἅγιος, ποὺ τὸν ἐγκωμιάζει, εἶναι πὼς ὁ θεσπέσιος ἀθλητὴς Διομήδης «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» δόθηκε στὸν Χριστό. Τοῦτο προϋποθέτει γονεῖς ὄχι μονάχα χριστιανοὺς ἄλλα καὶ βαθιὰ πιστούς. Αὐτοὶ φρόντισαν στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ τους νὰ ἐνσταλάξουν ἀπὸ τὴ βρεφικὴ ἀκόμη ἡλικία τὴν ἀγάπη τους γιὰ τὸν Χριστό. Καὶ ὅπως ἡ διψασμένη γῆ, σὰν πιεῖ νερὸ καὶ χορτάσει καὶ ὑστέρα δεχτεῖ τὸν σπόρο, μᾶς τὸν δίνει φυτὸ χαριτωμένο, πολύφυλλο καὶ πολύκαρπο, ἔτσι καὶ ἡ ἁγνὴ ψυχὴ τοῦ μικροῦ Διομήδη, ποτισμένη ἄφθονα ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ οἱ καλοὶ γονεῖς πρόσφεραν καθημερινὰ στὴν καρδιὰ τοῦ παιδιοῦ τους, προαγόταν μέρα μὲ τὴν ἡμέρα στὴν ζωὴ τῆς ἀρετῆς. Ὅλοι καμαρώνουν τὸ εὐγενικὸ κι ὑπάκουο παιδὶ καὶ μακαρίζουν τοὺς εὐτυχισμένους γονεῖς γιὰ τὸν θησαυρό τους.
Σὲ κάποια εὐκαιρία ἡ Θεία Πρόνοια, ποὺ ὅλα τὰ παρακολουθεῖ καὶ ὅλα τὰ φροντίζει, ἔφερε ἔτσι τὰ πράγματα, ὥστε ὁ μεγάλος τῆς Λευκουπόλεως (= Λευκωσίας) ἐπίσκοπος Τριφύλλιος, νὰ συναντήσει καὶ νὰ γνωρίσει τὸ παιδί.
Ἡ ἐκτίμηση τοῦ Ἁγίου ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ὑπῆρξε τόση, ὥστε χωρὶς κανένα ἐνδοιασμὸ τὸν κάλεσε κοντά του καὶ ἀνέλαβε αὐτὸς μαζὶ μὲ τὸν δάσκαλό του, τὸν ἐπίσκοπο τῆς Τριμυθοῦντος, τὸν Ἅγιο καὶ Θαυματουργὸ Σπυρίδωνα, τὴν συνέχιση τοῦ ἔργου τῶν εὐσεβῶν γονιῶν. Κοντὰ στοὺς δύο αὐτοὺς κολοσσοὺς τῆς ἀρετῆς καὶ ξεχωριστοὺς τῆς Ἐκκλησίας ἐργάτες, ὁ φλογερὸς νέος μεγαλώνει καὶ συνεχίζει μὲ ἀδιάπτωτο ἐνδιαφέρον τὸν ἀγῶνα του καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ κατορθώνει νὰ γίνει πιστὸ ἀντίγραφό τους.
Ἀντίγραφο στὴν βαθιὰ πίστη καὶ ταπεινοφροσύνη, στὸν ζῆλο καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μαζὶ μὲ τοὺς σεβαστοὺς πατέρες καὶ καθοδηγητὲς τοῦ συχνά – πυκνὰ ἐπαναλαμβάνει καὶ αὐτὸς τοῦ θείου Παύλου τὰ λόγια: «Τὶς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχώρια ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα;» Καὶ μαζί τους προσθέτει καὶ τὴν ἀπάντηση: «Πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαί, οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα, οὔτε ὕψωμα, οὔτε βάθος, οὔτε τὶς κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. η’, 35 καὶ 38 – 39). Δηλαδὴ ποιὸς λοιπὸν μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀγάπη, ποὺ μᾶς ἔχει ὁ Χριστός; Μήπως ἡ θλίψη ἀπὸ ἐξωτερικὲς περιστάσεις ἢ ἡ στενοχώρια καὶ ἐσωτερικὴ πίεση τῆς καρδίας μας ἢ διωγμὸς ἢ πεῖνα ἢ γύμνια καὶ ἔλλειψη φορεμάτων ἢ μαχαῖρι ποὺ νὰ μᾶς φοβερίζει μὲ σφαγή; Ὄχι! Τίποτα.
Εἶμαι βέβαιος, ἀπόλυτα βέβαιος, πὼς οὔτε ὁ θάνατος μὲ τὸν ὁποῖο εἶναι πιθανὸ νὰ μᾶς φοβερίσουν, οὔτε καὶ μία ζωὴ τρισευτυχισμένη ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς ὑποσχεθοῦν, οὔτε τὰ τάγματα τῶν οὐρανίων πνευμάτων, οὔτε δηλαδὴ αὐτοὶ οἱ ἄγγελοι, οὔτε οἱ ἀρχές, οὔτε οἱ περιστάσεις καὶ τὰ γεγονότα τῆς κάθε ἡμέρας, οὔτε καὶ τὰ μέλλοντα γεγονότα, οὔτε οἱ δοξασμένες ἐπιτυχίες ποὺ ὑψώνουν τὸν ἄνθρωπο πολύ, οὔτε καὶ οἱ ταπεινώσεις ποὺ τὸν γκρεμίζουν σὲ μεγάλα βάθη, οὔτε ὁποιαδήποτε ἄλλη κτίση διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτὴ ποὺ βλέπουμε, θὰ μπορέσει νὰ μᾶς χωρίσει καὶ νὰ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ποὺ μᾶς ἔδειξε ὁ Θεὸς διὰ μέσου τοῦ Κυρίου μας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ὁποία μας κρατᾷ δεμένους στενὰ μαζί του κι ἰδιαίτερα προστατευόμενούς του. Καμιὰ δύναμη δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου δὲν τὰ μελετοῦν ἁπλῶς οἱ ἅγιοί μας, ἀλλὰ καὶ τὸ ἐφαρμόζουν στὴν ζωή τους σὲ κάθε στιγμὴ καὶ ὤρα ποὺ τοὺς ζητοῦν οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως νὰ τὰ ὁμολογήσουν.
Χρόνια δύσκολα γιὰ τὸ μαρτυρικὸ νησί μας ἦσαν τὰ χρόνια ἐκεῖνα. Χρόνια διωγμῶν τόσο ἀπὸ μέρους τῶν εἰδωλολατρῶν, ὅσο καὶ ἀπὸ μέρους τῶν αἱρετικῶν. Ἀλλὰ καὶ χρόνια τρομερῶν ἐπιδρομῶν. Σὲ μία τέτοια μάλιστα ἐπιδρομὴ τῶν ἀπογόνων τῆς Ἄγαρ, τὸ νησί μας δοκίμασε φοβερὲς καταστροφές. Ἄνθρωποι σφαγιάσθηκαν, παρθένες ἀτιμάσθηκαν, χωριὰ καὶ πόλεις πυρπολήθηκαν, ἱερὰ καὶ ὅσια συλήθηκαν. Ἀνάμεσα στοὺς αἰχμαλώτους συνελήφθηκε καὶ ὁ ποιμένας Τριφύλλιος, τὸν ὁποῖο οἱ ἐπιδρομεῖς ἄρχισαν σκληρὰ νὰ βασανίζουν μὲ τὴν πρόθεση νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ ἀκόμη ἴσως καὶ μπορέσουν νὰ ἀποσπάσουν ἀπὸ αὐτὸν καὶ χρήματα. Μὲ θαυμαστὴ ὑπομονὴ ἀντιμετωπίζει ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τὰ ἀλλεπάλληλα βασανιστήρια. Μὲ καρτερία ἀληθινὰ ἡρωικὴ δέχεται τὰ κτυπήματα, περιφρονεῖ τὶς ἀπειλὲς καὶ προσεύχεται γιὰ τοὺς βασανιστές του. Χαίρει καὶ αὐτὸς γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ τοῦ ἔλαχε ὄχι μόνο νὰ πιστεύει στὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ νὰ πάσχει γιὰ χάρη Του.
Κατὰ τὴν ὥρα τῆς σκληρῆς ἐκείνης δοκιμασίας τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα ὁ νεαρὸς Διομήδης τὰ ἔχασε. Τί μποροῦσε ἕνας ἀδύνατος νέος νὰ κάμει μὲ τόσους γεροδεμένους καὶ ἄγριους ἐχθρούς; Μὲ τὴν καρδιὰ σπαράσσουσα ἀπὸ πόνο ἔσπευσε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου καὶ νὰ τρέξει νὰ κρυφτεῖ στὴν ἀγαπημένη του σπηλιά, ποὺ βρισκόταν στὰ ἀνατολικὰ τῆς Λευκωσίας. Εἴπαμε ἀγαπημένη του σπηλιά, γιατί σ’ αὐτὴν πολὺ συχνὰ κατέφευγε γιὰ προσευχὴ καὶ περισυλλογή. Σ’ αὐτὴν τρέχει καὶ τώρα.
Τρέχει γιὰ νὰ προσευχηθεῖ καὶ νὰ κλάψει καὶ νὰ ζητήσει τὸ ἔλεος τοῦ Παντοδύναμου Θεοῦ γιὰ τὸν στοργικὸ πνευματικό του πατέρα. Τρέχει νὰ προσευχηθεῖ, γιατί πιστεύει ὁ στοργικὸς νέος, πὼς μὲ τὴν προσευχὴ καὶ αὐτὰ τὰ κάστρα μποροῦν νὰ γκρεμισθοῦν. Τὸ εἶπε Αὐτὸς ὁ Κύριος. «Ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὀρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμίν». (Ματθ. ιζ’ 20). Τίποτα δὲν εἶναι ἀδύνατο σ’ ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει μὲ ὅλη του τὴν ψυχή. Καὶ ὁ νεαρὸς Διομήδης πιστεύει.
Πιστεύει στὴν παρέμβαση τοῦ θεοῦ καὶ τὴν σωτηρία τοῦ προστάτη του.
Γονατιστὸς μὲ δάκρυα περνάει τὴν ἡμέρα του προσευχόμενος. Ὅταν ἡ νύχτα σκέπασε μὲ τὸ σκοτεινό της πέπλο τὴν γύρω πλάση, σηκώθηκε καὶ ὁ πιστὸς Διομήδης καὶ μὲ προσοχὴ βγῆκε ἀπὸ τὴν σπηλιά. Περπατᾷ γρήγορα καὶ μὲ ἀρκετὴ προφύλαξη. Ποῦ πάει; Στὸ μέρος ὅπου τὸ πρωὶ εἶχε ἀφήσει τὸν ἐπίσκοπο στὰ χέρια τῶν Σαρακηνῶν καὶ εἶχε φύγει. Γνώριζε πολὺ καλά τους τόπους ἡ ἐπισκοπή. Ἦταν ἐκεῖ κοντὰ στὴ Μονὴ τῆς Ὁδηγήτριας ἢ Χρυσοδηγήτριας μὲ τὴ μεγάλη ἐκκλησία. Ἐκεῖ εἶχε συλληφθεῖ καὶ βασανιζόταν τὸ πρωὶ ὁ ἱερὸς Τριφύλλιος. Ἐκεῖ στὴ μονὴ κοντὰ, βρισκόταν καὶ τὸ εὐρὺ κοιμητήριο.
Γύρω στὰ μεσάνυκτα, πότε περπατώντας, πότε τρέχοντας καὶ πηδώντας, ὁ νέος ἔφτασε ἔξω ἀπὸ τὴ μονή. Μὲ ἰδιαίτερη προσοχὴ κινεῖται στὸ δρομάκι ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἐπισκοπή. Ἀπὸ μία στενὴ πόρτα ποὺ βρισκόταν στὴν πίσω μεριὰ μπαίνει στὴν αὐλὴ καὶ προχωρεῖ στὸ κοντινὸ κελί. Ἐκεῖ σὲ μιὰ γωνιὰ ἀκούει βογγητά. Ἦταν ὁ ἐπίσκοπος. Πλησιάζει στὶς μύτες τῶν ποδιῶν καὶ γονατίζει μπροστά του. Μὲ βαθιὰ εὐλάβεια τοῦ ἀσπάζεται τὰ χέρια καὶ μὲ στοργὴ τοῦ προσφέρει κάθε δυνατὴ βοήθεια. Οἱ περιποιήσεις τοῦ νεαροῦ ἔκαμαν ὥστε νὰ μαλακώσουν οἱ δριμεῖς πόνοι καὶ ὁ μωλωπισμένος ἐπίσκοπος ἀρκετὰ νὰ συνέλθει ἀπὸ τὴ δοκιμασία του.
Θαῦμα α’. Κόντευε νὰ ξημερώσει. Ὁ νεαρὸς ἔπρεπε νὰ φύγει. Ἦταν μεγάλος ὁ κίνδυνος, ἂν οἱ Σαρακηνοὶ τὸν βρίσκανε ἐκεῖ. Ἀφοῦ ἔκαμαν μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο ἐπίσκοπο μία θερμὴ προσευχή, γονάτισε ὁ νέος, πῆρε τὴν εὐχή του καὶ μὲ τὴν ἴδια προσοχὴ κινήθηκε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴν πόλη. Σὲ κάποια ἀπόσταση ἄκουσε κουβέντες σὲ ξένη γλῶσσα.
Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ τὸ ἔβαλε στὰ πόδια. Τρέχει μὲ ὅλη τὴν δύναμη τῆς νεανικῆς του ἡλικίας. Πίσω του ἀκούει βαριὰ καὶ πολλὰ βήματα ἀνθρώπων νὰ τὸν ἀκολουθοῦν. Ἐκεῖ ποὺ πηγαίνει ἀλαφιασμένος, προφέροντας συνέχεια τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ἀκούει κάποιον νὰ τοῦ ψιθυρίζει στὸ αὐτί: «Διόμηδες, ἐπιστραφεῖς, χάραξον πρὸς τοὺς διώκτας τὸ τοῦ σταυροῦ σημεῖον».
Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ὁ ὑπάκουος νέος σταματᾷ. Στρέφεται πρὸς τὰ πίσω, φυσᾷ μὲ τὸ στόμα καὶ κάμνει ἀπέναντί τους τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ.
Τὴν ἴδια ὥρα θεόσταλτη πέφτει ἐπάνω στοὺς λῃστὲς ἡ τιμωρία. Φούσκωσε ἡ κοιλιά τους καὶ τρομεροὶ πόνοι ἀπὸ τὴ μέση καὶ κάτω τοὺς ἀναγκάζουν νὰ πέσουν χαμαὶ καὶ νὰ σπαράζουν. Ὁ νέος προχωρεῖ καὶ μπαίνει στὴν σπηλιά του. Γονατίζει μπροστὰ σὲ μιὰ εἰκόνα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ποὺ εἶχε ἐκεῖ καὶ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς του ἐκφράζει μὲ ὅλη τὴν θέρμη τῆς καρδιᾶς του τὶς εὐχαριστίες καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη του στὸν Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή του. Γιὰ ὤρα πολλὴ προσεύχεται. Ἀπὸ τὴν στάση ἐκείνη τὸν συνεφέρνει κάποια στιγμὴ ἕνα συνεχὲς βογγητὸ ποὺ ἀκούει ἀπέξω ἀπὸ τὴν σπηλιά του. Τί νὰ εἶναι ἄραγε; Προχώρησε προσεκτικὰ πρὸς τὴν ἔξοδο καὶ κοιτάζει γύρω. Τί ἦταν;
Ἕνας ἄνθρωπος, ράκος ἀπὸ τὸν πόνο, ἀπευθύνεται πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ λέγει:
- Συγχώρησέ με, ἄνθρωπέ μου. Συγχώρησέ με καὶ σπλαγχνίσου με. Σεῖς οἱ χριστιανοί, γνωρίζουμε, πὼς ξέρετε πάντα νὰ συγχωρεῖτε.
Ὁ νέος τὸν κοίταξε μὲ συμπάθεια καὶ τοῦ εἶπε. Ἂν μετανιώνεις ἀληθινά, καὶ ἂν ἀποφασίζεις ν’ ἀπαρνηθεῖς τὴν προηγούμενή σου διαγωγὴ καὶ ζωή, θὰ σὲ ἐλεήσει ὁ Θεός.
- Μετανιώνω καὶ ζητῶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ σου. Λυπήσου με, νέε μου, καὶ βοήθησέ με. Οἱ πόνοι ποὺ δοκιμάζω εἶναι ἀβάσταχτοι. Σύρθηκα ὡς ἐδῶ, γιὰ νὰ ζητήσω ἀπὸ σένα ἔλεος καὶ βοήθεια.
Τὰ σπαρακτικὰ λόγια τοῦ λῃστοῦ — γιατί ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πεντακόσιους τόσους λῃστὲς ποὺ κυνήγησαν τὸν νέο — συγκίνησαν βαθιὰ τὴν εὐγενικὴ ψυχὴ τοῦ Διομήδη, ποὺ χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ γονάτισε καὶ ὕψωσε τὰ χέρια σὲ προσευχή.
- Χριστέ μου, εἶπε, Σύ, ποὺ καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν Σταυρό Σου ζήτησες ἀπὸ τὸν ἅγιο Πατέρα Σου τὴ συγχώρηση τῶν σταυρωτῶν Σου, δέξου καὶ ἀπὸ μένα τὴν παράκλησή μου καὶ κάνε καλὰ τοῦτο τὸ πλάσμα, ποὺ ἀπαρνεῖται τὸν κακὸ ἑαυτό του καὶ ζητάει τὸ ἔλεός Σου.
Ὕστερα ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ νέος σηκώθηκε, πλησίασε τὸν λῃστὴ κι ἔκαμε ἐπάνω του τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ.
Στὴ στιγμὴ τὸ θαῦμα ἔγινε. Ὁ λῃστὴς σηκώθηκε καὶ γεμάτος εὐγνωμοσύνη πῆρε τὰ χέρια τοῦ νέου νὰ τὰ ἀσπασθεῖ. Ὁ νέος τὰ ἀπέσυρε καὶ μὲ καλοσύνη τοῦ εἶπε: «Τὸν Κύριο Ἰησοῦ νὰ εὐχαριστήσουμε. Αὐτὸς σὲ ἔκαμε καλά».
- Πιστεύω, νέε μου. Πιστεύω στὸν Κύριο Ἰησοῦ. Μία χάρη ἀκόμη σοῦ ζητῶ. Νὰ λυπηθεῖς καὶ τοὺς συντρόφους μου. Εἶναι ὅλοι τους συντετριμμένοι καὶ ἕτοιμοι νὰ ἀπαρνηθοῦν τὰ πάντα καὶ νὰ πιστεύσουν στὸν Ἰησοῦ. Νὰ ἐκεῖ εἶναι ὅλοι πεσμένοι χαμαί. Δὲν ἀκοῦς τὰ βογγητά τους;
Ὁ σπλαγχνικὸς νέος, ἀφοῦ κοίταξε πρὸς τὰ ἀνθρώπινα ράκη ποὺ βογκοῦσαν πέρα στὴν πλαγιά, στράφηκε πρὸς τὸν μετανοημένο καὶ θεραπευμένο λῃστὴ καὶ τοῦ εἶπε:
- Πήγαινε καὶ ρώτησέ τους. Ἂν ἀπαρνοῦνται τὴν κακία καὶ ἂν ἀποδέχονται τὴν ἀληθινὴ θρησκεία τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τότε θὰ γίνουν, ὁπωσδήποτε, ὅλοι τους καλά.
Χωρὶς νὰ προσθέσει τίποτε ἄλλο ὁ καινούργιος προσήλυτος ἔτρεξε πρὸς τοὺς συντρόφους του, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει σὲ λίγο καὶ μὲ παράκληση θερμὴ νὰ ζητᾷ ἀπὸ τὸν Ὅσιο νὰ τοὺς λυπηθεῖ. Ὁ σπλαγχνικὸς Διομήδης χωρὶς ἄλλες διατυπώσεις προχώρησε πρὸς τοὺς λῃστές.
Πρὶν ἀκόμη πλησιάσει, αὐτοὶ μὲ δάκρυα ἄρχισαν νὰ τοῦ φωνάζουν καὶ νὰ τοῦ λένε:
- Συγχώρησέ μας, καλέ μας ἄνθρωπε. Πιστεύουμε στὸν Κύριο Ἰησοῦ. Πιστεύουμε μὲ ὅλη τὴν καρδιά.
Ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ τοὺς μίλησε μὲ καλοσύνη, γονάτισε καὶ ἀνέπεμψε θερμὴ πρὸς τὸν Πανάγαθο Θεὸ προσευχή, σηκώθηκε κι ἔκαμε μπροστά τους τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Τὴν ἴδια ὥρα τὸ θαῦμα ἐπαναλήφθηκε. Ὅλοι οἱ λῃστὲς ἔγιναν καλὰ καὶ ἄρχισαν νὰ δοξολογοῦν τὸν Κύριο. Στὸ τέλος ζήτησαν ὅλοι τους νὰ γίνουν χριστιανοί. Κι ὁ Ὅσιος τοὺς βάπτισε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στ’ ἀλήθεια. «Μέγας ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν καὶ μεγάλη ἡ ἰσχὺς αὐτοῦ».
Τοῦτο τὸ θαῦμα καὶ μόνο εἶναι ἀρκετὸ νὰ πείσει κάθε ἕναν ἀπροκατάληπτο μελετητὴ τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου, πόσο ὁ Θεὸς χαριτώνει ἐκείνους ποὺ ἐλεύθερα καὶ εἰλικρινὰ ἀκολουθοῦν τὸ θέλημά Του καὶ κάμνουν τὸν νόμο Του βίωμα καὶ ζωή τους.
Πόσα χρόνια ἔζησε ὁ Ὅσιος ποὺ μελετοῦμε δὲν γνωρίζουμε. Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος μᾶς λέγει μονάχα πὼς ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ φλογεροῦ ἀσκητὴ ὑπῆρξε μία ζωὴ ἀρετῆς καὶ καλοσύνης καὶ προσφορᾶς γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἀπέθανε, οἱ πιστοὶ ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές του – καὶ ἦσαν αὐτοὶ πολλοὶ – κήδεψαν μὲ δάκρυα τὸ σῶμα τοῦ πνευματικοῦ τους πατέρα ἐκεῖ στὴν σπηλιὰ καὶ ἀπάνω ἀπὸ αὐτὴν ἔκτισαν ἀργότερα μία ἐκκλησία καὶ γύρω πολλὰ δωμάτια. Σ’ αὐτὰ ἕνας μεγάλος ἀριθμὸς ἀπὸ ἐκλεκτὲς ψυχὲς εἶχε μαζευτεῖ καὶ ζοῦσε μ’ εὐλάβεια καὶ φόβο Θεοῦ τὴν ἀγγελικὴ ζωή. Ὁ πόθος τῶν ἀσκητῶν νὰ ἔχουν μία εἰκόνα, ποὺ νὰ τοὺς θυμίζει τὸν δάσκαλό τους, τοὺς ὁδήγησε ὕστερα ἀπὸ μερικὰ χρόνια νὰ στείλουν στὴν Κωνσταντινούπολη ἕναν ἀδελφὸ τῆς Μονῆς, γιὰ νὰ βρεῖ κάποιο ζωγράφο, ποὺ νὰ τοὺς φτιάξει μία τέτοια εἰκόνα. Ὁ μοναχὸς πῆγε στὴν Πόλη. Βρῆκε πράγματι ἕναν ἐξαίρετο ζωγράφο καὶ τοῦ ἀνακοίνωσε τὸν σκοπὸ τῆς ἐπίσκεψεώς του. Ὁ ζωγράφος σὰν ἄκουσε τὸν μοναχὸ εἶπε μὲ ἀπορία:
- Μάρτυρα Διομήδη, ἐπίσταμαι. Ὅσιον Διομήδη ὅμως οὔτε γινώσκω, οὔτε ἰστορῆσαι ἰκανῷ. (Μάρτυρα Διομήδη γνωρίζω. Ὅσιο Διομήδη ὅμως οὔτε ξέρω οὔτε μπορῶ νὰ ζωγραφίσω).
Μὲ πόνο ὁ μοναχὸς ἄκουσε τὴν ἄρνηση τοῦ ζωγράφου σὲ ὅλα τὰ παρακάλια του. Λυπημένος ἔφυγε γιὰ τὸ δωμάτιό του. Στὴν προσευχὴ ἡ θεοφιλὴς ἐκείνη ψυχή, τὴν θερμὴ καὶ ἐπίμονη, ζητάει τὴν παρηγοριά της. Τὰ λόγια του Κυρίου «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμίν, ζητεῖτε, καὶ εὐρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμὶν πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται». (Ματθ. ζ’ 7 – 8) προβάλλουν συνέχεια στὴν σκέψη του. Μὲ ὅλην του τὴν καρδιὰ ποθεῖ νὰ μὴ γυρίσει στὴν Κύπρο μὲ ἀδειανὰ τὰ χέρια. Θέλει νὰ βρεῖ μία εἰκόνα τοῦ προστάτη τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου. Γι’ αὐτὸ προσεύχεται. Ὅλη νύχτα προσεύχεται καὶ ζητάει τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ βοήθεια προσφέρεται.
Θαῦμα β’. Τὴν ἴδια νύχτα στὸν ὕπνο τοῦ ζωγράφου παρουσιάζεται ὁ Ἅγιος Διομήδης καὶ τοῦ λέγει:
— Γιὰ ἰδές, ζωγράφε, αὐτόν, ποὺ λέγεις πὼς δὲν ξέρεις. Ἄκουσε τὸν μοναχὸ καὶ ζωγράφισέ του αὐτὸν ποὺ σοῦ ζητεῖ».
Μόλις τὰ εἶπε αὐτὰ χάθηκε ἀπὸ μπροστά του ἐκεῖνος ποὺ τοῦ μιλοῦσε. Ὁ ζωγράφος, μὲ τὸ ποὺ ξύπνησε, σηκώθηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ κρεβάτι, καὶ ἀφοῦ ἔκανε τὴν προσευχή του καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Διομήδη συγχώρηση γιὰ τὴν προηγούμενη ἄρνησή του, κάθισε καὶ ἄρχισε νὰ ζωγραφίζει. Σὰν τέλειωσε τὴν εἰκόνα, τὴν πῆρε καὶ τὴν τοποθέτησε στὸ δωμάτιο, ποὺ εἶχε καὶ τὶς ἄλλες τελειωμένες εἰκόνες.
Ὕστερα ἀπὸ λίγες ἡμέρες ξαναῆρθε καὶ πάλι ὁ γνωστὸς μοναχὸς καὶ ἄρχισε νὰ τὸν παρακαλεῖ νὰ τοῦ κάμει τὴν χάρη νὰ τοῦ φτιάξει τὴν εἰκόνα ποὺ τοῦ ζητοῦσε. Στὴν παράκλησή του ὁ ζωγράφος τὸν ἔστειλε στὸ δωμάτιο καὶ τοῦ εἶπε νὰ μαζέψει τὶς εἰκόνες. Ἐκεῖνος μόλις μπῆκε καὶ εἶδε τὴν εἰκόνα τοῦ Ὁσίου, τὴν ἀναγνώρισε καὶ γεμάτος χαρὰ τὴν πῆρε καὶ τὴν ἔφερε στὸν ζωγράφο, βεβαιώνοντάς τον πὼς ἡ εἰκόνα ποὺ ἔφτιαξε ἀπέδιδε θαυμάσια τὴν μορφὴ τοῦ Ὁσίου. Ὁ ζωγράφος τότε ἀπεκάλυψε στὸν μοναχὸ τὸ ὄνειρό του καὶ μὲ δάκρυα καὶ οἱ δυό τους δοξολόγησαν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν χάρη ποὺ δίνει στοὺς ἐκλεκτούς του.
Πολλὰ θαύματα ἔκαμε ὁ Ἅγιος μας. Καὶ σὲ παλαιότερες ἐποχές, μὰ καὶ στὴν ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου ποὺ τὸν ἐγκωμιάζει. Αὐτῆς τῆς ἐποχῆς εἶναι καὶ τὰ παρακάτω δύο θαύματα, ποὺ τὰ δανειζόμεθα καὶ πάλι ἀπὸ τὸν ἐγκωμιάζοντα τὸν Ὅσιο Διομήδη, Ἅγιο Νεόφυτο.
- Ἕνας ἄνθρωπος ὑπέφερε πολὺ ἀπὸ πόνους στὴν κοιλιά του. Παρόλο ποὺ ἔτρωγε μπόλικα καὶ ἡ κοιλιά του φούσκωνε κάθε μέρα, ἐν τούτοις τὸ δυστυχισμένο τὸ πλάσμα ἔνιωθε πάντα νηστικὸ καὶ διψασμένο καὶ βασανιζόταν ἀπὸ τρομεροὺς πόνους στὴν κοιλιακὴ χώρα. Κάποια μέρα, ἀπελπισμένος ἀπὸ τὰ βάσανά του, πῆγε στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ ἔπεσε πάνω σ’ αὐτὸν καὶ μὲ σπαραγμὸ ψυχῆς παρακαλοῦσε τὸν Ὅσιο νὰ τὸν λυπηθεῖ καὶ νὰ τὸν κάμει καλά. Μερικοὶ διαβάτες, ποὺ περνοῦσαν ἀπ’ ἐκεῖ, σπλαχνίσθηκαν τὸν πάσχοντα καὶ ἀφοῦ πλησίασαν, τὸν πῆραν καὶ τὸν ξάπλωσαν πάνω στὸν τάφο καὶ ἄλειψαν καλὰ τὴν κοιλιά του μὲ τὸ λάδι τῆς κανδήλας τοῦ Ἁγίου. Ὁ ἄρρωστος ἡσύχασε λίγο καὶ ἀποκοιμήθηκε. Σὰν ξύπνησε, ἔνιωσε τὴν ἀνάγκη νὰ ἐνεργηθεῖ. Πῆγε στὸ μέρος καὶ ἀπὸ πίσω του ἀντὶ περιττώματα βγῆκαν δυὸ κομμάτια φιδιοῦ μιάμιση σπιθαμὴ τὸ καθένα. Ὁ ἄνθρωπος ἡσύχασε. Βρῆκε τὸ χρῶμα του καὶ γεμάτος κέφι ἄρχισε νὰ δοξάζει τὸν θεὸ καὶ τὸν Ἅγιο Διομήδη ποὺ τὸν ἔκαμαν καλά.
- Μιὰ γυναῖκα, ποὺ ἔπασχε καὶ αὐτὴ ἀπὸ τρομεροὺς πόνους στὴν κοιλιά, σὰν ἔμαθε τὴν θαυματουργικὴ θεραπεία τοῦ πιὸ πάνω ἀρρώστου, ἔτρεξε καὶ αὐτὴ μὲ βαθιὰ πίστη στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ μὲ δάκρυα ἄρχισε νὰ τὸν παρακαλεῖ νὰ τὴ σπλαχνιστεῖ καὶ νὰ τὴ γιατρέψει. Συγχρόνως πῆρε κι αὐτὴ λάδι ἀπὸ τὴν κανδήλα τοῦ Ὁσίου καὶ ἄλειψε καλὰ τὴν κοιλιά της. Ἐκεῖ ποὺ γονατιστὴ ἔκλαιε καὶ παρακαλοῦσε, ἔνιωσε τρομερὴ ἀναγοῦλα. Παραμέρισε γιὰ νὰ κάμει ἐμετὸ καὶ τότε ἀπὸ τὸ στόμα ἔβγαλε κάτι ποὺ ἔμοιαζε μὲ κάβουρα. Αὐτὸ ἦταν ὅλο. Ἡ γυναῖκα μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ἔγινε τελείως καλὰ καὶ τὰ δάκρυα τοῦ πόνου της μεταβλήθηκαν στὴ στιγμὴ σὲ δάκρυα χαρᾶς καὶ βαθιᾶς εὐγνωμοσύνης καὶ δοξολογίας τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Του γιὰ τὴ θαυμαστὴ θεραπεία.
Στ’ ἀλήθεια, ἀδελφοί μου. «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ». Ναί! Θαυμαστὸς ὁ Θεός! Ἕνα μόνο χρειάζεται. Πίστη ζωντανὴ καὶ φλογερή. Καὶ τότε, ἂν αὐτὸ ποὺ ζητοῦμε εἶναι γιὰ τὸ καλό μας, θὰ μᾶς τὸ δώσει ἡ ἀγάπη Του. Μᾶς τὸ βεβαιώνει ὁ ἴδιος. «Ἐπικάλεσαι μὲ ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως, καὶ ἐξελοῦμαι σε, καὶ δοξάσεις με» (Ψαλμ. μθ’ 15). Παιδί μου, φώναξέ με στὴν θλίψη σου καὶ θὰ σὲ ἀπαλλάξω ἀπὸ τὰ βάσανά σου καὶ θὰ μὲ δοξάσεις. Νὰ Τὸν φωνάξουμε στὴ θλίψη μας. Νὰ Τὸν φωνάξουμε μὲ πίστη καὶ ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια Του. Νὰ Τὸν ἐπικαλεσθοῦμε χωρὶς κρατούμενα. Καὶ τότε τὸ θαῦμα θὰ γίνεται. Γιατί ὁ «Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας».
Ἡ περιγραφὴ αὐτὴ τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Διομήδη, ὅπως μᾶς δίνεται ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νεόφυτο τὸν Ἔγκλειστο, παρουσιάζει μερικὰ ἐρωτηματικὰ σχετικὰ μὲ τὸ πότε ἔζησε ὁ Ὅσιος. Σὰν λάβουμε ὑπόψη ὅτι οἱ ἀραβικὲς ἐπιδρομὲς στὸ νησί μας ἄρχισαν περὶ τὰ μέσα τοῦ ἑβδόμου αἰῶνα καὶ κράτησαν μέχρι τὰ μέσα τοῦ δεκάτου, τότε γίνεται φανερό, πὼς ὁ Ὅσιός μας δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Τριφυλλίου, ὁ ὁποῖος ἔζησε πολὺ ἐνωρίτερα, τὸν πέμπτο περίπου αἰῶνα. Ἐκεῖνο ποὺ συνδέει τοὺς δυὸ Ἁγίους, Τριφύλλιο καὶ Διομήδη, εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀναφέρει κάποιος ἄλλος χρονογράφος, ποὺ μᾶς λέγει πὼς σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ἀραβικὲς ἐπιδρομές, οἱ Σαρακηνοὶ ἀνέσκαψαν καὶ τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Τριφυλλίου, ποὺ βρισκόταν στὸ κοιμητήριο ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ ναὸ τῆς Ὁδηγήτριας μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ βροῦν κάποιο θησαυρὸ καὶ ἔβγαλαν ἀπὸ μέσα ἀκέραιο καὶ εὐωδιάζον τὸ ἱερὸ λείψανο. Γεμάτοι ἀγριότητα ἀπέκοψαν τὸ κεφάλι καί, ὦ τοῦ θαύματος!
Ἀπὸ τὸν λαιμὸ ἔτρεξε ἄφθονο αἷμα, ποὺ κατατρόμαξε τὰ ἀνθρωπόμορφα ἐκεῖνα τέρατα.
Τὴν σκηνὴ αὐτὴ παρακολουθοῦσε κάποιος ἀσκητὴς ποὺ ἀσκήτευε σὲ μία σπηλιὰ κοντὰ στὸ προάστιο τῆς Λευκωσίας, τὸν Λευκομιάτη, ὁ Ἅγιος Διομήδης. Ἐκμεταλλευόμενος ὁ ἀσκητὴς τὴ σύγχυση τῶν τυμβωρύχων, ἅρπαξε τὴν ἱερὰ κεφαλὴ τοῦ Ἁγίου Τριφυλλῖου καὶ ἔτρεξε νὰ τὴ μεταφέρει στὸ ἀσκητήριό του. Κάποιος ὅμως τὸν ἀντελήφθη καὶ τὸν πρόδωσε καὶ 500 Σαρακηνοὶ περίπου τὸν καταδίωξαν.
Αὐτὸ τὸ περιστατικὸ εἶναι ὅτι συνδέει τοὺς δυὸ Ἁγίους, Τριφύλλιο καὶ Διομήδη.
Ταῖς τῶν ἁγίων τῆς Κύπρου πρεσβείαις ὁ Θεὸς ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Σαββαΐτης
Λόγιος μοναχὸς ὁ Ὅσιος Στέφανος στὴν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα μ.Χ. Ἡ ἀσκητική του ζωή, συνοδευόταν ἀπὸ μεγάλη ἀγάπη στὴν μελέτη καὶ ἀπὸ τὴν ἀξιόλογη ἐπιδεξιότητα τῆς ἱερῆς ποίησης. Ἀγαποῦσε τοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια, καὶ πρόθυμα μετεῖχε στὸν πόλεμο κατὰ τῶν αἱρέσεων.
Συχνὰ ἀπέφευγε κάθε λογὴς ἀνθρώπινης ἐπικοινωνίας καὶ ζοῦσε ἐντελῶς μόνος σὲ διάφορα ἐρημικὰ μέρη. Ἐκεῖ ἀγαποῦσε νὰ παρατηρεῖ τὴ φύση καὶ νὰ μεταρσιώνεται μὲ τὴν προσευχή. Ἐπίσης χάϊδευε τὰ ἐλάφια, ποὺ τὸν πλησίαζαν συναισθανόμενα καὶ αὐτὰ τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν παιδικὴ ἀφέλεια τῆς ψυχῆς του.
Τέλος ὁ ἐρημοπολίτης Στέφανος ὁ Σαββαΐτης, βάσταξε καὶ τὰ βάρη τοῦ ἐπισκόπου, μετὰ ἀπὸ ἐπίμονες παρακλήσεις.
Πέθανε διδάσκοντας καὶ οἰκοδομώντας τὸν λαὸ μὲ τὸ χρηστό, ἄμεμπτο καὶ φιλάνθρωπο παράδειγμά του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Στέφος εἴληφας, τῆς εὐδοκίας, στέφος γέγονας, τῆς Ἐκκλησίας, ἐπωνύμως παναοίδιμε Στέφανε· σὺ γὰρ ἐνθέοις στεφόμενος χάρισι, δι’ εὐσεβείας ποικίλως διέπρεψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Πεποικιλμένος τῷ στεφάνῳ τῆς ἀσκήσεως
Τὴν Ἐκκλησίαν τῷ σῷ βίῳ ἐστεφάνωσας
Ὤσπερ θεῖος Ἱεράρχης καὶ θεηγόρος.
Ἀλλ’ ὡς μύστης τῶν ἀρρήτων ἐπιλάμψεων
Μετανοίας φωτισμὸν Πάτερ πρυτάνευσον
Τοῖς βοῶσί σοι, χαίροις Ὅσιε Στέφανε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τὸ δοχεῖον τῶν ἀρετῶν, καὶ ἠθῶν ὁσίων, ὀ θεόφρων μυσταγωγός· χαίροις ἐγκρατείας, στηλογραφία ἔμπνους, Πατέρων εὐκοσμία, πάνσοφε Στέφανε.
Οἱ Ἅγιοι Τερέντιος, Ἀφρικανός, Μάξιμος, Πομπηΐος, Φωκᾶς καὶ ἄλλοι 36 Ἀφρικανοὶ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορας Δεκίου.
Συνελήφθησαν καὶ ὑπέστησαν σειρὰ βασανιστηρίων, χωρὶς νὰ ἀνακαλέσουν τὴν ὁμολογία τῆς χριστιανικῆς τους πίστης. Τότε διέσχισαν τὶς σάρκες τους μὲ πυρωμένα σιδερένια νύχια καὶ στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ὅσιοι Φιρμιλιανὸς καὶ Μελχίων
Ὁ Ὅσιος Φιρμιλιανὸς ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας καὶ ὁ Ὅσιος Μελχίων Πρεσβύτερος Ἀντιοχείας
Καὶ οἱ δυὸ ἀγωνίστηκαν κατὰ τῶν αἱρετικῶν. Τὸν Φιρμιλιανὸ ἀναφέρει μὲ στοργὴ ὁ Μέγας Βασίλειος.
Σὲ Σύνοδο, ποὺ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος αὐτὸς συγκάλεσε στὸ Ἰκόνιο, ἀποφασίστηκε νὰ βαπτίζονται οἱ αἱρετικοί, ποὺ ἤθελαν νὰ προσέλθουν στὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Φεβρωνία
Αὐτὴ ἦταν θυγατέρα τοῦ βασιλιὰ τοῦ Βυζαντίου Ἡρακλείου (610 – 641).
Ἀφοῦ ἔζησε μὲ πνεῦμα Θεοῦ, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Κυριακὸς ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἀφοῦ φανέρωσε τὸν Τίμιο Σταυρὸ στὴν Ἁγία Ἑλένη, κατόπιν ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων.
Ὅταν τὸ 361 ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης ἐκστράτευσε κατὰ τῶν Περσῶν καὶ πέρασε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, ἔμαθε γιὰ τὸν Κυριακὸ καὶ ἀφοῦ τὸν κράτησε τὸν ἀνάγκαζε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ ὁ Κυριακὸς, ὄχι μόνο δὲν θυσίασε ἀλλὰ καὶ ἤλεγξε τὸν Ἰουλιανό. Τότε αὐτὸς τοῦ ἔκοψε τὸ δεξὶ χέρι. Κατόπιν ἔχυσε καυτὸ μολύβι στὸ στόμα του καὶ τὸν ἔβαλε νὰ πλαγιάσει σὲ χάλκινο πυρακτωμένο κρεβάτι. Ἔπειτα τὸν ἔβαλαν μέσα σ' ἕνα καζάνι, ποὺ ἦταν γεμάτο μὲ βραστὸ λάδι.
Ἐκεῖ τὸν κάρφωσαν μὲ ἀκόντιο καὶ ἔτσι μαρτυρικά, ἀλλὰ ἔνδοξα παρέδωσε τὸ πνεῦμα του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Ἄννα μητέρα τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ
Ἡ Ἁγία Ἄννα, μητέρα τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ, ὅταν ἔμαθε τὰ μαρτύρια τοῦ γιοῦ της, ἔτρεξε νὰ τὸν δεῖ καὶ νὰ τὸν ἐνθαρρύνει.
Τότε συνελήφθη καὶ αὐτή, καὶ ἀφοῦ τὴν κρέμασαν ἀπὸ τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς της, τὴν ἔκαψαν ζωντανὴ μὲ ἀναμμένες λαμπάδες.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Α’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Γεννήθηκε στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης, ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς γονεῖς Γεώργιο καὶ Εὐφροσύνη. Τὸ πρῶτο του ὄνομα ἦταν Ἀλέξιος καὶ ἦταν ἄνθρωπος μεγάλης ἐγκράτειας καὶ σωφροσύνης.
Ἀσκήτευσε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ στὸ μοναστῆρι τοῦ Γάνου. Πατριάρχευσε δυὸ φορές. Τὴν πρώτη φορὰ διαδέχτηκε τὸν Γρηγόριο, τὸν Κύπριο (1289 – 1293) καὶ τὴν δεύτερη φορὰ (1303 – 1311) τὸν Ἰωάννη IB'.
Κατόπιν ἀποσύρθηκε τοῦ θρόνου καὶ μόνασε σὲ κάποια Μονή, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 100 χρονῶν.
Τὴν βιογραφία του συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καλόθετος, σύγχρονος τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ ἡ μετάφραση αὐτῆς ἔγινε ἀπὸ τὸν Ἀγάπιο Λάνδο στὸν «Νέο Παράδεισο».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀβράμιος Ἐπίσκοπος Ἐφέσου
Ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ ἔγινε Μητροπολίτης Ἐφέσου μετὰ τὸ 533. Ταυτίζεται μὲ τὸν ὁμώνυμο Ἀββᾶ, ποὺ ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Μόσχο (P.G. 87, 2956), τῶν Μονῶν Ἀβρααμιτῶν (Κωνσταντινούπολη) καὶ Βυζαντίων (Ἱεροσόλυμα).
Μὲ τὸ ὄνομά του σώθηκαν δύο ὁμιλίες, «εἰς τὸν Εὐαγγελισμόν» καὶ «εἰς τὴν Ὑπαπαντήν» ποὺ ἐκδόθηκαν τὸ 1913 ἀπὸ τοὺς Μ. Kraschaninnikov καὶ Μ. Jugie καὶ ἔχουν μεγάλη σπουδαιότητα γιὰ τὶς πατρολογικές σπουδές.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ δία Χριστὸν σαλός, ἐκ τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων Κιέβου (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Abban (Ἰρλανδός)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Lioba (Βρετανίδα)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς Ἁγίας της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σελίδα 263 από 415