Γεννήθηκε στὴν Ἀντιόχεια τῆς Πισιδίας, στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Κλαυδίου τοῦ Β’, τὸ 270 μ.Χ. Λίγες μέρες μετὰ τὴ γέννησή της, ἡ μητέρα της πέθανε, καὶ ὁ πατέρας της Αἰδέσιος, ποὺ ἦταν Ἱερέας τῶν εἰδώλων, τὴν ἀνέθεσε σὲ μία χριστιανὴ γυναίκα, ἀπὸ τὴν ὁποία ἡ Μαρίνα διδάχθηκε τὸν Χριστό.

Ὅταν ἔγινε 15 χρονῶν, ἀποκαλύπτει στὸν πατέρα της ὅτι εἶναι χριστιανή. Ἔκπληκτος αὐτὸς ἀπ’ αὐτὸ ποὺ ἄκουσε, μὲ μίσος τὴν διέγραψε ἀπὸ παιδί του. Τὸ γεγονὸς αὐτό, μαθεύτηκε ἀμέσως καὶ ἔτσι ὁ ἡγεμόνας τῆς περιοχῆς διέταξε νὰ τὴν συλλάβουν καὶ νὰ τὴν φέρουν ἐνώπιόν του. Ἀμέσως θαμπώθηκε ἀπὸ τὴν ὀμορφιά της. Τὴν ρώτησε ποὶα εἶναι καὶ ποὶα εἶναι ἡ πίστη της καὶ αὐτὴ τοῦ ἀπάντησε ὅτι ὀνομάζεται Μαρίνα καὶ εἶναι χριστιανὴ καὶ ὅτι εἶναι γέννημα θρέμμα τῆς Πισιδίας. Τότε ὁ ἡγεμόνας προσπάθησε νὰ τὴν πείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη της. Ἡ Ἁγία ὅμως δὲν δέχτηκε.

Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὁ τύραννος πρόσταξε καὶ τὴν ὑπέβαλαν σὲ βασανιστήρια φρικτὰ καὶ ἀφοῦ τὶς κατέσκισαν τὶς σάρκες, τὴν ἔριξαν στὴν φυλακή.

Μέσα στὴν φυλακὴ μάλιστα συνέβη τὸ ἑξῆς: ὁ διάβολος μεταμορφωμένος σὲ ἄγριο δράκοντα, προσπάθησε νὰ κάνει τὴν Ἁγία νὰ φοβηθεῖ. Αὐτὴ ὅμως προσευχήθηκε στὸν Θεὸ καὶ ἀμέσως ὁ δράκοντας ἄλλαξε μορφὴ καὶ ἔγινε ἕνας μαῦρος σκύλος καὶ τότε ἡ Ἁγία ἅρπαξε ἕνα σφυρὶ καὶ χτυπώντας τον στὸ κεφάλι καὶ τὴν ράχη τὸν ταπείνωσε. Στὴ συνέχεια ὁ ἡγεμόνας διέταξε καὶ τὴν ἔφεραν πάλι μπροστά του. Παρὰ τὶς πιέσεις του, ἡ ἁγία παρέμεινε ἀκλόνητη.
Ἔτσι ὑποβλήθηκε σὲ νέα βασανιστήρια μέχρι ποὺ ἀποκεφαλίστηκε λαμβάνοντας τὸν στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

 Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Μνηστευθεῖσα τῷ Λόγῳ Μαρίνα ἔνδοξε, τῶν ἐπιγείων τὴν σχέσιν πᾶσαν κατέλιπες, καὶ ἐνήθλησας λαμπρῶς ὡς καλλιπάρθενος· τὸν γὰρ ἀόρατον ἐχθρόν, κατεπάτησας στερρῶς, ὀφθέντα σοι Ἀθληφόρε. Καὶ νῦν πηγάζεις τῷ κόσμῳ, τῶν ἰαμάτων τὰ χαρίσματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας κάλλεσι, πεποικιλμένη παρθένε, ἀκηράτοις στέμμασιν, ἐστεφανώθης Μαρίνα· αἵμασι, τοῦ μαρτυρίου δὲ φοινιχθεῖσα, θαύμασι, κατελαμπρύνθης τῶν ἰαμάτων, καὶ τῆς νίκης τὰ βραβεῖα, ἐδέξω Μάρτυς, χειρὶ τοῦ Κτίστου σου.

 

Μεγαλυνάριον
Τὴν λαμπάδα πάντες τὴν φαεινήν, καὶ τῆς παρθενίας, τὸν ἀσύληπτον θησαυρόν, τὴν νύμφην Κυρίου, καὶ ἄσπιλον ἀμνάδα, Μαρίναν τὴν ἁγίαν, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Οἱ Ἅγιοι Σπεράτος καὶ Βερονίκη (ἢ Βηρονίκη)   

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Εὐφράσιος Ἐπίσκοπος Ἰωνοπόλεως  

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Κύριλλος, Μεθόδιος, Κλήμης, Σάββας, Ἀγγελάριος, Γορασδῶν καὶ Ναούμ

Τοὺς γνωστοὺς αὐτοὺς Ἱεραποστόλους τῶν Σλάβων, ποὺ τὴ μνήμη τους συναντᾶμε μεμονωμένα, αὐθαίρετα δημιούργησε κοινὴ γιορτὴ ὁ ἱερομόναχος Γρηγόριος Μοσχοπολίτης, συνέταξε μάλιστα καὶ κοινὴ Ἀκολουθία γι’ αὐτούς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Πατρίδα του ἦταν ἡ Σεβάστεια τῆς Καππαδοκίας. Ἡ μόρφωσή του, ἡ θερμὴ πίστη του, καθὼς καὶ ἡ γενναία φιλανθρωπική του δράση, τὸν ἀνέδειξαν ἐπίσκοπο Πηδαχθόης. Σὰν ἐπίσκοπος, ἦταν φωτεινὸ πνευματικὸ λυχνάρι γιὰ τὸ ποίμνιό του. Μάλιστα τόσο πολὺ ἤθελε νὰ συνεχιστεῖ τὸ ἔργο τοῦ Εὐαγγελίου, ὥστε μὲ ἰδιαίτερη φροντίδα κατάρτισε ἰκανότατους βοηθούς του.

Ἄλλα ὅταν ἔγινε ὁ διωγμὸς ἐπὶ Διοκλητιανού, ὁ Ἀθηνογένης μὲ δέκα μαθητὲς του συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Φηλίμαρχο, καὶ ἀφοῦ ὅλοι ὁμολόγησαν τὸ Χριστὸ ἀποκεφαλίσθηκαν.
Ἀξίζει δὲ νὰ ἀναφέρουμεὅτι στὸν Ἀθηνογένη ὀφείλουμε τὸ γνωστὸ κατανυκτικὸ ἑσπερινὸ ὕμνο«Φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξηςἀθανάτου ΠατρόςοὐρανίουἁγίουμάκαροςἸησοῦ Χριστέἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἡλίου δύσινἰδόντες φῶς ἑσπερινόνὑμνοῦμεν Πατέρα Υἱὸν καὶ Ἅγιον ΠνεῦμαΘεόνἌξιον σὲ ἐν πάσι καιροὶς ὑμνεῖσθαι φωναὶς αἰσίαις, Υἱὲ Θεοῦ, ζωὴν ὁ διδοὺς διὸ ὁ κόσμος σὲ δοξάζει». Ποὺ σημαίνει: Ἰησοῦ Χριστέ, σὺ ποὺ εἶσαι τὸ χαρούμενο φῶς τοῦ Ἀθανάτου, Οὐρανίου, Ἁγίου καὶ μακαρίου Πατρός, ἀφοῦ φθάσαμε στὴ δύση τοῦ ἥλιου καὶ εἴδαμε τὸ ἑσπερινὸ φῶς, ὑμνοῦμε τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸν καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δηλαδὴ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Εἶναι ἄξιο νὰ σὲ ὑμνοῦμε σὲ κάθε ὥρα μὲ μελωδικὲς φωνές, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐσὺ ποὺ δίνεις ζωή. Γι' αὐτὸ ὁ κόσμος σὲ δοξάζει.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Χρῖσμα ἅγιον, εἰσδεδεγμένος, Μάρτυς ἔνθεος, τοῦ Λόγου ὤφθης, Ἀθηνόγενες ἀθλήσας στερρότατα, καὶ ὡς θυσίαν αὐτῷ προσενήνοχας, τῶν φοιτητῶν σου δεκάδα τὴν πάνσεπτον· μεθ’ ὧν πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ἱεραρχήσας ἀμέμπτως τῷ Κτίσαντι, μαρτυρικὸν ὁλοκάρπωμα πέφηνας, σὺν μαθηταῖς ὁμοῦ θυόμενος, οἷα ποιμὴν σὺν ἀμνοῖς Ἀθηνόγενες· μεθ’ ὧν θείας δόξης ἐπέτυχες.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἀθηνόγενες ἱερέ· σὺ γὰρ ἀναιμάκτως, τῇ Τριάδι ἱερουργῶν, αἵματι ἰδίῳ, ἀθλητικῶς ἐτύθης, σὺν Μαθητῶν δεκάδι, τῷ σὲ δοξάσαντι.

Ὁ Ἅγιος Φαῦστος ὁ Μάρτυρας 

Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ ἄλλου ἄγριου διώκτη τῶν χριστιανῶν, τοῦ αὐτοκράτορα Δεκίου (249 – 251).

Μέσα σὲ σκληρούς, διωγμούς, δημεύσεις, ἐξορίες, φυλακίσεις καὶ μαρτυρικοὺς θανάτους, ὁ Φαῦστος, ψυχὴ τολμηρὴ καὶ γενναία, παρουσιάστηκε κηρύττοντας τὸ Χριστό.

Οἱ διῶκτες τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν καταδίκασαν σὲ σταύρωση. Τὴ φρικτὴ αὐτὴ τιμωρία, ὑπέμεινε μὲ ἀξιοθαύμαστη καρτερία.
Τὸ μαρτύριό του κράτησε πέντε μέρες, μετὰ εὐλογώντας καὶ εὐχαριστώντας τὸ Θεό, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀντίοχος ἀδελφός του Ἁγίου Πλάτωνα

Ὁ Ἅγιος Ἀντίοχος καταγόταν ἀπὸ τὴν Σεβάστεια τῆς Καππαδοκίας καὶ ἦταν γιατρός. Πήγαινε ἀπὸ πόλη σὲ πόλη καὶ ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριὸ καὶ γιάτρευε τοὺς ἀσθενεῖς ὄχι μόνο κατὰ τὸ σῶμα ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ψυχή.

Τὸν συνέλαβε  ἡγεμόνας Ἀδριανὸς καὶ τὸν ὑπέβαλε σὲ μία σειρὰ φρικτῶν βασανιστηρίωνΤὸν κρέμασε ἐπάνω σ’ ἕνα ξύλο καὶ τοῦ ξέσχισε τὰ πλευρά, κατόπιν τὸν ἄφησε μέσα στὴ φωτιά, ἔπειτα τὸν ἔριξε μέσα σ' ἕνα καζάνι μὲ βραστὸ λάδι καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἄφησε τροφὴ στ’ ἄγρια θηρία. Ἀπ' ὅλα αὐτὰ ὅμως, ὁ Ἀντίοχος, μὲ τὴ θεία χάρη βγῆκε ἀβλαβὴς καὶ ὄχι μόνο.
Ἄλλα μὲ τὴν προσευχή του συνέτριψε τὰ εἴδωλα καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Κυριάκος ὁ δήμιος 

Ὁ Ἅγιος Κυριάκος ἦταν ὁ δήμιος ποὺ ἀποκεφάλισε τὸν Ἅγιο Ἀντίοχο. Ὅμως κατὰ τὸν ἀποκεφαλισμὸ εἶδε νὰ τρέχει ἀπὸ τὸν λαιμὸ τοῦ Ἀντιόχου ἀντὶ γιὰ αἷμα, γάλα. Τότε καὶ αὐτὸς μὲ θάρρος ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίστηκε ἐπὶ τόπου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 15.000 Μάρτυρες οἱ ἐν Πισιδίᾳ 

Ὅλοι μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἁγίες πολλὲς Μάρτυρες Γυναῖκες

Ὅλες μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀθηνογένης 

Ἀναφέρεται μόνο στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου, ὅτι μαρτύρησε διὰ πυρός. Μᾶλλον συγχέεται μὲ τὸν Ἅγιο Ἀθηνογένη ἐπίσκοπο Πηδαχθόης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης

Ὁ Ἀναστάσιος ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης τὸ 434.

Παπικὸς Βικάριος, ποὺ διαδέχτηκε τὸν Ροῦφο. Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ ὅμως δὲν παρακολούθησε αὐτοπροσώπως, ἀλλὰ μὲ ἀντιπρόσωπο. Στὸ πρῶτο μέρος τῆς Συνόδου ἀντιπρόσωπός του ἦταν ὁ Κυντίλλος, ἐπίσκοπος Ἡράκλειας καὶ στὸ τρίτο ὁ πρεσβύτερος Ἀνδρέας.
Πιστεύεται ὅτι πέθανε τὸ 451 καὶ τὸν διαδέχτηκε  Εὐξίθιοςποὺ καὶ αὐτὸς ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς πατέρες τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Εὐξίθιος (ἢ Εὐδόξιος) Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης 

Ὁ Ἅγιος Εὐξίθιος διαδέχθηκε τὸν Ἅγιο Ἀναστάσιο στὸν Ἐπισκοπικό θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης. Ὑπῆρξε καὶ αὐτὸς ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους Πατέρες τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Ἰουλίτα, ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ. Καταγόταν ἀπὸ τὸ Ἰκόνιο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.

Ἐπειδὴ ὅμως τότε κυριαρχοῦσε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, πῆρε τὸν γιὸ της τὸν Κήρυκο καὶ πῆγε στὴν Σελεύκεια καὶ στὴν συνέχεια στὴν Ταρσό. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ συνάντησε τὴν ἴδια κατάσταση. Στὴν Ταρσὸ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα ,τὸν Ἀλέξανδρο, ὁ ὁποῖος τὴν ὑπέβαλε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια μπροστὰ στὸ παιδί της.

Στὴν συνέχεια προσπάθησε νὰ φέρει μὲ τὸ μέρος του τὸν μικρό. Τὸ παιδάκι ὅμως δὲν δεχόταν καὶ μάλιστα ἀφοῦ ἐπικαλέστηκε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἔδωσε μία δυνατὴ κλωτσιὰ στὴν κοιλιὰ τοῦ ἡγεμόνα. Αὐτὸς ἐξοργίστηκε τόσο ποὺ τὸ πέταξε ἀπὸ τὰ σκαλιὰ σπάζοντας τὸ κρανίο τοῦ μικροῦ Κήρυκου.

Μ' αὐτὸν τὸν τρόπο ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου ὁ μικρὸς Κήρυκος.
Ἡ δὲ μητέρα του μετὰ ἀπὸ λίγο, ἀφοῦ ὑπεβλήθη σὲ πολλὰ καὶ φρικτὰ βασανιστήρια, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Χριστό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἡ καλλιμάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἰουλίττα, σὺν τριετεῖ ἀμνῷ αὐτῆς τῷ Κηρύκῳ, δικαστικοῦ πρὸ βήματος παρέστησαν φαιδρῶς, εὔτολμοι κηρύττοντες, τὴν χριστώνυμον κλῆσιν, ἄμφω μὴ πτοούμενοι, ἀπειλὰς τῶν τυρράνων· καὶ στεφηφόροι νῦν ἐν οὐρανοῖς, ἀγαλλιῶνται, Χριστῷ παριστάμενοι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν ἀγκάλαις φέρουσα ἡ Χριστομάρτυς, Ἰουλίττα Κήρυκον, ἐν τῷ σταδίῳ ἀνδρικῶς, ἀγαλλομένη ἐκραύγαζε· Χριστὸς ὑπάρχει Μαρτύρων τὸ καύχημα.

 

Μεγαλυνάριον.
Φέρουσα ὡς ἄμπελος νοητή, Κήρυκον τὸν θεῖον, Ἰουλίττα ἐν ταῖς χερσίν, οἶνον εὐφροσύνης, ληνοῖς τοῦ μαρτυρίου, βλυστάνετε τῷ κόσμῳ, ἐν θείῳ Πνεύματι.

Ὁ Ἅγιος Λολλιανός ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε ἀπὸ δημίους μὲ κλωτσιές. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀβούδιμος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ θαρραλέος αὐτὸς στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ, καταγόταν ἀπὸ τὴ νῆσο Τένεδο καὶ ὑπῆρξε ἀπὸ τὰ πρῶτα ὁλοκαυτώματα τῆς πίστης, στὸν τότε διωγμὸ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ Διοκλητιανού.

Ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, τὸν ἔδεσαν καὶ τὸν ἔδειραν σκληρά. Ὁ Ἀβούδιμος ὅμως, μία ἀπάντηση εἶχε συνεχῶς στὸ στόμα του: «ΕΙΜΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ».
Κατόπιν τοῦ ἔσχισαν τὰ πλευρὰ μὲ σιδερένια νύχια, καὶ ἐπειδὴ συνέχιζε νὰ ὁμολογεῖ τὸ Χριστό, τὸν θανάτωσαν μὲ ἀποκεφαλισμό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Βλαδίμηρος ὁ Ἱσαπόστολος βασιλιὰς τῶν Ρώσων 

Ἅγιος της Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ γιὸς τοῦ ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου Σβιατοσλάβ.

Γεννήθηκε τὸ ἔτος 949 μ.Χ. Ἡ μητέρα του ὀνομαζόταν Μαλοῦσα καὶ ἦταν πρῶτα ὑπηρέτρια τῆς μητέρας τοῦ συζύγου της, δηλαδὴ τῆς Ἁγίας βασίλισσας Ὄλγας, ποὺ ἦταν ἡ πρώτη ποὺ ἔγινε χριστιανὴ στὴ Ρωσία καὶ ὁδήγησε πολλοὺς στὴν εὐσέβεια.

Ὅταν ὁ Βλαδίμηρος κατέλαβε τὸν θρόνο τοῦ Κιέβου, στὴν ἀρχὴ ἦταν εἰδωλολάτρης καὶ ἔτσι ἐνεργοῦσε. Πῆρε πολλὲς συζύγους καὶ ἀπόκτησε 12 γιοὺς καὶ 11 θυγατέρες. Κατόπιν ὅμως, μὲ τὶς θερμὲς προσευχὲς τῆς ἁγίας γιαγιᾶς του καὶ τὴ θεία φώτιση - πολλὰ σημεῖα λέγονται γιὰ τὴν προσέλευσή του στὸν χριστιανισμὸ - πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίστηκε στὸ Κίεβο τὸ ἔτος 897.

Παντρεύτηκε τὴν ἀδελφή τοῦ αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου Βασιλείου Β’ τοῦ Βουλγαροκτόνου, Ἄννα καὶ γκρέμισε ὅλα τὰ εἴδωλα ποὺ ὑπῆρχαν στὴ χώρα. Βάπτισε τοὺς περισσότερους Ρώσους χριστιανοὺς καὶ ἔκτισε δυὸ ὡραῖες ἐκκλησίες στὸ Κίεβο. Ἡ ζωὴ του ἄλλαξε ριζικὰ καὶ ἔγινε ἀληθινὸς Χριστιανὸς καὶ βοήθησε πάρα πολὺ γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὶς 15 Ἰουλίου τοῦ ἔτους 1015.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ὁσίας Ματρώνας τῆς Χιοπολίτιδας 

Ἡ μνήμη τῆς Ὀσίας Ματρώνας τῆς Χιλιοπολίτιδας ἐορτάζεται στὶς 20 Ὀκτωβρίου ὅπου καὶ ὁ βίος της. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Μνήμη Βασιλέως Ἰουστινιανοῦ Β’ τοῦ Νέου

Ἡ μνήμη τοῦ Βασιλέως Ἰουστινιανοῦ τοῦ Β’ τοῦ Νέου, ἐορτάζεται στις 2 Αὐγούστου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Ἄγνωστο γιατὶ επαναλαμβάνεται αὐτὴν την ἡμέρα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Swithn (Ἀγγλοσάξωνας) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ o ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἦσαν Ἰουδαῖοι οἱ ὁποῖοι ἐκδιώχθηκαν  ἐπὶ αὐτοκράτορος Κλαυδίου (41 – 54 μ.Χ.) καὶ κατέφυγαν στὴν Κόρινθο. Κατάγονταν ἀπὸ τὸν Πόντο, ὁ δὲ Ἀκύλας ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ σκηνοποιοῦ. Ἦσαν δὲ ἄνθρωποι ἐνάρετοι καὶ εὐσεβεῖς. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπισκέφθηκε τὴν Κόρινθο γιὰ νὰ διδάξει τὴν ὀρθόδοξη πίστη, τὸ ζεῦγος τοῦ προσέφερε θερμὴ φιλοξενία καθὼς εἶχε ἐντυπωσιαστεῖ μὲ τὸ κήρυγμά του. Τόσο τοὺς ἄγγιξε ὁ φλογερὸς καὶ σωτήριος λόγος τοῦ Ἀποστόλου, ὥστε ἀφοῦ κατηχήθηκαν καὶ ἐβαπτίσθηκαν ἀπὸ αὐτόν, ἀποφάσισαν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν στὶς περιοδεῖες του ὡς βοηθοί του. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τοὺς ἀγάπησε τόσο πολὺ γιὰ τὴν ἀρετή τους καὶ γιὰ τὴ θερμουργὸ πίστη τους στὸ Χριστό, ὥστε τοὺς μνημονεύει καὶ στὶς ἐπιστολές του.

Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦλθε στὴ Νικόπολη τῆς Ἠπείρου, ἀπέστειλε ἀπὸ ἐκεῖ στὸ νησὶ τῆς Λευκάδος τὸ συνεργάτη του Ἀπόστολο Ἀκύλα. Ὁ νέος κήρυκας τῆς πίστεως ἀποβιβάσθηκε στὸ τότε ρωμαϊκὸ λιμάνι, ποὺ ἐξυπηρετοῦσε τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν Ἀμβρακικό, στὴ σημερινὴ παραλία τοῦ Ἅη – Γιάννη. Σὲ ἕνα σπήλαιο τῆς παραλίας, λόγῳ τοῦ χειμῶνος, ὁ Ἅγιος Ἀκύλας συγκέντρωσε τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἐποθοῦσαν νὰ διδαχθοῦν τὴ νέα διδασκαλία. Σύντομα ὁ Ἅγιος Ἀκύλας ἀνεχώρησε ἀπὸ τὴ Λευκάδα γιὰ τὴν Ἔφεσο καὶ τὸν διαδέχθηκε ὁ Ἀπόστολος Ἡρωδίων.

Ἔτσι λοιπόν, οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἐργάσθηκαν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου καὶ μὲ τὴ μεγάλη τους πίστη στὸν Χριστὸ ἐπιτέλεσαν πολλὰ θαύματα. Κατὰ τὴν παράδοση ἔλαβαν καὶ αὐτοὶ μαρτυρικὸ τέλος, καταδικασθέντες στὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο. Ἄλλοι Συναξαριστὲς θεωροῦν, ὅτι ἐτελείωσαν τὸ βίο τους μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἀκύλας τιμᾶται ἰδιαίτερα στὴ νῆσο τῆς Λευκάδος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.

Τοῦ Παύλου μαθητής, καὶ συνέκδημος ὤφθης, δεχθεῖς ἐν τῇ ψυχῇ, τὸν τῆς χάριτος λόγον, Ἀκύλα Ἀπόστολε, τοῦ Σωτῆρος διάκονε· ὅθεν ηὔγασας, τοὺς ἐν νυκτὶ τῆς ἀπάτης, καὶ ἠγώνισαι, ὑπὲρ τῆς δόξης Κυρίου· διὸ εὐφημοῦμέν σε.

 

Κοντάκιον  Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀποστόλων σύνθρονος καὶ συνοδίτης, γεγονὼς Ἀπόστολε, τὴν οἰκουμένην διδαχαῖς, καὶ θαυμασίοις κατηύγασας, στέφανον δόξης, Ἀκύλα δεξάμενος.

 

Μεγαλυνάριον.
Χάριτι τοῦ Παύλου καταυγασθείς, τῆς θεογνωσίας, ἀνεδείχθης λαμπρὰ ἀκτίς· ὅθεν καὶ ἀθλήσας, Ἀπόστολε Ἀκύλα, τῆς ἄνω θεαυγείας, ὤφθης ὁμόσκηνος.

Ὁ Ἅγιος Ἰοῦστος ὁ Μάρτυρας

Ρωμαῖος στὴν καταγωγὴ καὶ στρατιωτικὸς στὸ ἐπάγγελμα ὁ Ἰοῦστος, διακρινόταν γιὰ τὴ γενναιότητά του. Σὲ πολλὲς μάχες ἔδειξε σπάνια ἀνδρεία, γι' αὐτὸ καὶ οἱ ἀνώτεροί του τὸν τιμοῦσαν ἰδιαίτερα. Μάλιστα, μετὰ ἀπὸ κάθε πόλεμο τὸν προβίβαζαν καὶ σὲ κάποιο ἀνώτερο στρατιωτικὸ ἀξίωμα.

Σὲ κάποια, ὅμως, ἐκστρατεία κατὰ τῶν βαρβάρων, τὸ στράτευμα βρέθηκε σὲ μεγάλο κίνδυνο, καὶ τότε ἡ αὐτοθυσία τῶν χριστιανῶν στρατιωτῶν τὸ ἔσωσε. Ὁ Ἰοῦστος, μὲ ἀφορμὴ τὸ περιστατικὸ αὐτό, θαύμασε τὴ διαγωγὴ τῶν χριστιανῶν καὶ θέλησε νὰ γίνει καὶ ὁ ἴδιος χριστιανός. Ἐκεῖνοι τοῦ ἀπάντησαν ὅτι μόνο μὲ τὴν πίστη στὸ Χριστὸ μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ καὶ τὸν ἐνημέρωσαν σχετικὰ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ Ἰοῦστος, ὅταν ἄκουσε αὐτά, βρέθηκε σὲ δίλημμα. Διότι ἀντιδροῦσε μέσα τοῦ ἡ παλαιὰ θρησκεία τῶν εἰδώλων.

Ἀλλὰ κάποια νύχτα ποὺ κοίταζε τὸν ἔναστρο οὐρανὸ συλλογιζόμενος, παρατήρησε φωτεινὸ σταυρό, γύρω ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἔλαμπε ἡ λέξη «ἀκολούθει». Πράγματι, ὁ Ἰοῦστος σ’ αὐτὸ τὸ κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ ἀνταποκρίθηκε ἀμέσως χωρὶς δισταγμούς. Δὲν λογάριασε οὔτε δόξες, οὔτε τιμές, οὔτε στρατιωτικὴ καριέρα, οὔτε ἀπολαύσεις. Ἀλλὰ «καταλιπῶν ἅπαντα ἀναστᾶς ἠκολούθησεν αὔτω». Ἀφοῦ, δηλαδή, ἄφησε τὰ πάντα, βαπτίσθηκε καὶ ἀκολούθησε τὸ Χριστό.
Ὅταν, ὅμως, ἔμαθε τὸ γεγονὸς ὁ Τριβοῦνος Κλαύδιος, τὸν βασάνισε μὲ πυρωμένα σίδερα. Κατόπιν τὸν ἔριξε στὴ φωτιά, ὅπου θριαμβευτικὰ παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν ψυχή του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ὀνήσιμος ὁ Θαυματουργός 

Ὁ Ὅσιος Ὀνήσιμος, γεννήθηκε στὴν πόλη Καρόνη τῆς Καισαρείας. Ἀνατράφηκε ἀπὸ μικρὸς ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, μαθαίνοντας ἀπὸ νωρὶς τὰ πάντα γιὰ τὴν Θρησκεία.

Ὅλο αὐτὸ ἀργότερα, προσπάθησε καὶ ὁ ἴδιος νὰ τὸ μεταδώσει στὸν ὑπόλοιπο κόσμο. Στὴν συνέχεια, μεγαλύτερος πιά, φθάνοντας στὴν Ἔφεσο καὶ συναναστρεφόμενος μὲ μοναχοὺς ἔγινε κι αὐτός. Αὐτὸ ὅμως δὲν τὸν ἐμπόδισε νὰ συνεχίσει νὰ διδάσκει γιὰ τὸν Χριστό, νὰ δίνει συμβουλὲς προσελκύοντας πολὺ εὐσεβῆ κόσμο γύρω του.

Στὴν συνέχεια λόγω τῶν διωγμῶν τοῦ Διοκλητιανοῦ, ἡ μοναδικὴ ἀδελφότητα διαλύθηκε κι ἔτσι ὁ Ὀνήσιμος ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του. Ἡ χαρὰ τῶν γονιῶν του ἦταν μεγάλη, ἀλλὰ μετριάστηκε καθὼς εἶχαν χάσει τὸ φῶς τους. Ὁ Ὀνήσιμος προσευχήθηκε μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς του μὲ μεγάλη πίστη πρὸς τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος εἰσακούγοντάς τους ἔκανε τὸ μεγάλο θαῦμα, καὶ οἱ γονεῖς του βρῆκαν τὸ φῶς τους.
Τὰ τελευταῖα του χρόνια τὰ πέρασε σὲ μοναστήρι ποὺ ἵδρυσε ὁ ἴδιος στὴν περιοχὴ τῆς Μαγνησίας. Μέχρι τὸν θάνατο, ὁ ὁποῖος προῆλθε ἀπὸ γηρατειὰ δὲν σταμάτησε νὰ δοξολογεῖ τὸν Θεό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ Ὁμολογητής

Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Λέοντα Ε’ τοῦ εἰκονομάχου (813 – 820) καὶ ἦταν γιὸς γονέων εὐσεβῶν τοῦ Φωτεινοῦ καὶ τῆς Θεοκτίστης, ἀδελφός του δὲ ἦταν ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης.

Λόγω τῆς ἀξιέπαινης ζωῆς του, ἐκλέχτηκε Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Ἀφοῦ ἀρχιεράτευσε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα, ἐπανῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ βασιλικὴ προσταγή. Παρουσιάστηκε στὸν βασιλιὰ καὶ μὲ θάρρος ὁμολόγησε πὼς σέβεται καὶ τίμα τὶς ἅγιες εἰκόνες.

Τότε, μετὰ ἀπὸ διάφορες κακοπάθειες καὶ φυλακίσεις, ἐξορίστηκε σὲ κάποιο νησί. Κατόπιν ὁ δυσεβὴς βασιλιὰς Θεόφιλος, ἔκανε νὰ δοκιμάσει ὁ Ἰωσὴφ σκληρότερες κακοπάθειες καὶ σκοτεινότερες φυλακές.
Ἔτσι μέσα στὴν πείνα καὶ τὴν δίψα, καὶ τὶς διάφορες θλίψεις, ἔφυγε γιὰ τὴν αἰώνια ζωὴ (832).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εἰκὼν πέλων ἔμψυχος, τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, Εἰκόνα τὴν ἄχραντον, τοῦ Ζωοδότου Χριστοῦ, τιμᾶν ἀνεκήρυξας· ὅθεν ὁμολογίας, διαπρέψας ἀγῶσιν, ὤφθης Θεσσαλονίκης, Ἰωσὴφ ποιμενάρχης· διό σε ὁ Δεσπότης τῶν ὅλων ἐδόξασε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Ἡ θεηγόρος τῶν διδαγμάτων σου λύρα, τὰς τοῦ Σωτῆρος ἐμεγάλυνεν ὑψώσεις, Ὀρθοδοξίας πᾶσι τὸ εὔσημον, καὶ τῶν σεπτῶν Είκόνων, τῆν τιμῆν ἐξαγγέλλουσα, σοφὲ Ἰωσὴφ Πατέρων καύχημα.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας ἠ λαμπηδών, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης καὶ ἀρωγός· χαίροις ὁ ποικίλας, τῇ σῇ ὁμολογίᾳ, ὦ Ἰωσὴφ θεόφρον, στολὴν τὴν ἔνθεον.

Οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Ἰλάριος οἱ Μάρτυρες 

Μαρτύρησαν διὰ λιθοβολισμοῦ. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ νέος 

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τοῦ ἔκοψαν τὰ πόδια. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἡράκλειος ὁ Μάρτυρας 

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν χτύπησαν καὶ τὸν θανάτωσαν μὲ ρόπαλα. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ὁ σοφὸς διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ὁ πάμφτωχος καὶ διαχρονικὸς αὐτὸς φωστήρας τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ μέγιστος διδάσκαλος τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Γένους μας, γεννήθηκε στὴν Χώρα τῆς Νάξου τὸ ἔτος 1749 ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους γονεῖς, τὸν Ἀντώνιο καὶ τὴν Ἀναστασία Καλλιβρούτση. Κατὰ τὴν βάπτισή του ἔλαβε τὸ ὄνομα Νικόλαος. Νηπιόθεν γαλουχήθηκε μὲ τὰ ζωογόνα νάματα τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς πίστεως καὶ ἀνετράφη «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου», ὅπως παραγγέλλει ὁ θεῖος Παῦλος (Ἐφεσ. στ’ 4). Τὴν ἔμφυτη πρὸς τὰ θεία κλήση του, αὔξησε ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη ποὺ πῆρε ἀπὸ τὸ οἰκογενειακό του περιβάλλον καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν ἐκλεκτή του μητέρα, τὴν δὲ εὐφυΐα του ἐκαλλιέργησε καὶ πολλαπλασίασε ἡ μελέτη καὶ ἡ σπουδή.

Προώδευε στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν γνώση κατὰ τρόπο θαυμαστό. Κατ’ ἀρχήν, φοίτησε στὴν γενέτειρά του καὶ στὴν Σχολὴ Ἁγίου Γεωργίου περιοχῆς Γρόττας, Χώρας Νάξου, μὲ διδάσκαλο τὸν Ἀρχιμανδρίτη Χρύσανθο, αὐτάδελφο τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Τὶς γνώσεις του συμπλήρωσε στὴν περίφημη Εὐαγγελικὴ Σχολὴ τῆς Σμύρνης, ὅπου φοίτησε γιὰ πέντε χρόνια, μὲ διδάσκαλο τὸν Ἰερόθεο Βουλισμά, διευθυντὴ τῆς Σχολῆς αὐτῆς. Τόσο διέπρεψε ὁ Ἅγιος Νικόδημος στὶς σπουδές του, ὥστε, ἐνῶ σπούδαζε, ἐδίδασκε τοὺς συμμαθητές του. Καὶ ὁ Ἰερόθεος ἀργότερα τὸν παρακαλοῦσε νὰ ἔρθει στὴν Σμύρνη γιὰ νὰ τὸν διαδεχθεῖ στὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς αὐτῆς. Στὴν Σμύρνη ἔλαβε ὁ Νικόδημος πληθωρικὴ μόρφωση, ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὴ θεολογικὴ ἐπιστήμη περιελάμβανε ἀκόμα γνώσεις φιλοσοφικές, οἰκονομικές, ἰατρικές, ἀστρονομικὲς καὶ στρατιωτικές.

Μελετοῦσε πολὺ τὴν Ἁγία Γραφή, τοὺς Πατέρες, καὶ ὅλους τους ποιητές. Ἦταν ἄριστος χειριστῆς τοῦ λόγου, γνώριζε τὴν Κλασσικὴ Φιλολογία καὶ τὴν Ἰαμβικὴ Γλώσσα. Μιλοῦσε ἄριστα τὴν γαλλική, ἰταλικὴ καὶ λατινικὴ γλώσσα ἐπίσης. Εἶχε προικιστεῖ ἀπὸ τὸν Πανάγαθο μὲ σπάνια χαρίσματα, ὅπως εἶναι ἡ ἰσχυρότατη μνήμη, ἡ ὀξύτατη νοημοσύνη, ἡ ἀστραποβόλα ἀντίληψη κ.λπ. Ὅ,τι μελετοῦσε μία φορὰ μποροῦσε νὰ τὸ θυμᾶται καὶ νὰ τὸ ἀπαγγέλει ἀπ’ ἔξω σὲ ὅλη του τὴ ζωή. Ὁλόκληρα κεφάλαια τῆς Γραφῆς ἀπήγγειλε ἀπὸ στήθους καὶ θυμόταν ὅλους τους κώδικες τῶν Βιβλιοθηκῶν τῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὑπῆρξε ἕνα πραγματικὸ φαινόμενο γιὰ τὴν ἐποχή του καὶ τὸ κέντρο τοῦ θαυμασμοῦ καὶ τοῦ παραδειγματισμοῦ.

Τὸ ἔτος 1770, ἀφοῦ ἀπεφοίτησε ἀπὸ τὴν Σχολή, ἐπέστρεψε στὴν Νάξο. Τότε, γιὰ μία πενταετία περίπου ἐργάστηκε ὡς Γραμματέας τῆς Μητροπόλεως Παροναξίας μὲ τὴν ἐποπτεία καὶ τὴν καθοδήγηση τοῦ Μητροπολίτου Παροναξίας Ἀνθίμου τοῦ Γ’ (1742 – 1779). Ἡ μητέρα του ἐμόνασε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Χρυσοστόμου Νάξου, μὲ τὸ ὄνομα Ἀγάθη. Ὁ Νικόδημος ἦταν λάτρης τῆς μοναστικῆς πολιτείας. Αὐτὴ τὴν ἔμφυτη ἐπιθυμία του γιγάντωσε ἡ γνωριμία του μὲ σπουδαίους μοναχοὺς τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ μὲ ἄλλες προσωπικότητες, ὅπως εἶναι ὁ Ἅγιος Μακάριος Νοταρᾶς, Ἐπίσκοπος Κορίνθου κ.λπ.

Τὸ ἔτος 1775 ἦρθε στὴν Μονὴ Διονυσίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐκεῖ ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Νικόδημος. Ὡς μοναχὸς διεκρίθη γιὰ τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου του, τοὺς πνευματικούς του ἀγῶνες καὶ γιὰ τὴν ἀσκητικότητά του. Πνευματοφόρος, Θεοχαρίτωτος καὶ γνήσιος Πατέρας καὶ ὀρθόδοξος θεολόγος διδάσκαλος, δυναμικὰ ἀπέκρουσε τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς κακοδοξίες τῶν ἡμερῶν του. Εἶναι ὁ πρύτανης τῶν «Κολυβάδων», αὐτῶν ποὺ ἤθελαν δηλαδὴ τὰ Ἱερὰ Μνημόσυνα τῶν νεκρῶν νὰ γίνονται Σάββατο καὶ ὄχι Κυριακή.

Ἕνεκα τῆς ἐμμονῆς του στὶς παραδόσεις καὶ στὸ Πνεῦμα τῶν Ἱερῶν κανόνων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑπέστη ταπεινώσεις καὶ διωγμούς. Ὅμως, αὐτὰ τοῦ χάρισαν καὶ τὸν στέφανο τοῦ ὁμολογητοῦ. Ἀκτημοσύνη, παρθενία καὶ ὑπακοὴ εἶναι τὰ μεγέθη τὰ ὁποῖα ἔφθασε καὶ ἐβίωσε σὲ πληρότητα. Ὑπῆρξε ἕνας ἀετὸς τοῦ Πνεύματος, ποὺ πέταξε ἀπὸ τὸ Νότιο στὸ Βόρειο Αἰγαῖο, ἀπὸ τὴν ἁγιοτόκο Νάξο στὸν ἁγιοτρόφο Ἄθωνα. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὶς μοναστικὲς ἀρετὲς ὑπηρέτησε καὶ τὸ ἔργο τῆς διδαχῆς, συγγράφοντας.

Κατὰ διαστήματα ἔρχεται σὲ ἔρημες περιοχὲς γιὰ περισσότερη ἄσκηση. Ἔβλεπε νοερά, ζοῦσε καθημερινὰ τὴν αἰωνιότητα, ἀλλὰ συγχρόνως ἔβλεπε καὶ τὰ συμβαίνοντα στὸν περίγυρο. Δὲν ἔβλεπε μόνο τὸν οὐρανό, ἀλλὰ καὶ τὴν γῆ. Αἰσθάνεται τὸν πόνο τῶν Ὀρθοδόξων ποὺ μέσα στὸ σκοτάδι τῆς δουλείας ἀγωνίζονται. Καὶ πρὸς χάρην τοῦ κόσμου προσεύχεται. Κοπιάζει, ἀγρυπνεῖ, παρακαλεῖ, συγγράφει, μάχεται κατὰ τῶν δαιμόνων. Δὲν κινεῖται ἄγονα, μονόπλευρα καὶ νοσηρά. Ἀντίθετα πονάει γιὰ τοὺς ἀδελφούς του καὶ τὴν σωτηρία τους. Καὶ καρποὶ τῆς ἀγάπης του γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο εἶναι οἱ πάνω ἀπὸ ἑκατὸ τόμοι τῶν συγγραμμάτων του, τὰ κυριώτερα ἀπὸ τὰ ὁποία εἶναι:    

 

«Αόρατος Πόλεμος», «Πνευματικὰ Γυμνάσματα», «Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον», «Κῆπος Χαρίτων»‚ «Νέον Μαρτυρολόγιον», «Ἐορτοδρόμιον», «Συναξαριστής», «Ἑρμηνεία τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Παύλου».   

 

Λάτρης τοῦ Τυπικοῦ καὶ τῆς Λατρείας τῆς Ἐκκλησίας μας, λάτρης καὶ μιμητῆς τῶν ἁγίων, μέχρι τὶς τελευταῖες στιγμὲς τῆς ζωῆς του, ἀδιάκοπα ἐπικοινωνοῦσε μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεό, τὸν Ὁποῖο τόσο δυνατὰ ἀγάπησε καὶ εὐηρέστησε.

Εἶναι αὐτὸς ποὺ πρῶτος τονίζει τὴν ἀξία καὶ τὴν σπουδαιότητα τῆς συχνῆς μας συμμετοχῆς στὸ Ἱερὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἔγραψε μάλιστα καὶ εἰδικὰ βιβλία, μὲ τὸν τίτλο «Περὶ συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως». Δέχθηκε τὸ ταξίδι γιὰ τὸν οὐρανὸ πανέτοιμος, μὲ ἤρεμη τὴν συνείδηση ὅτι ἄξια ἀγωνίσθηκε τὸν «καλὸν ἀγώνα». Μὲ τὴν καθημερινή του συμμετοχὴ στὸ σωστικὸ Δεῖπνο τῆς ζωῆς, μὲ τὴν ἔντονη μυστηριακή του ζωή, ποὺ κορυφώθηκε τὶς τελευταῖες μέρες λίγο πρὶν κλείσει τὰ μάτια του, μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, παρέδωσε τὴν ψυχὴ του τὴν ὀσιακὴ στὸν Κύριο, τὴν Τετάρτη 14 Ἰουλίου τοῦ ἔτους 1809, τὶς πρῶτες ὀρθρινὲς ὧρες καὶ σὲ ἡλικία μόλις 60 ἐτῶν, καὶ στὸ κελλὶ τῶν Σκουρταίων, στὶς Καρυὲς τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

Τὰ τελευταῖα του λόγια ἦταν ἡ ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε στοὺς μαθητὲς του ὅταν τὸν ρώτησαν ἂν ἡσυχάζει: «Τὸν Χριστὸ ἔβαλα μέσα μου καὶ πῶς νὰ μὴ ἡσυχάσω;».

Τὴν εἴδηση τῆς κοιμήσεώς του μὲ θλίψη ἔμαθε ὁ ἐκκλησιαστικός, θεολογικός, μοναστικὸς καὶ ὄχι μόνο, κόσμος τῆς ἐποχῆς του. Σημειώνει ὁ χρονογράφος σχετικὰ μὲ τὴν κοίμηση τοῦ ἁγίου Νικοδήμου: «Ἀνατέλλοντος τοῦ αἰσθητοῦ ἡλίου, εἰς τὴν γῆν, ἐβασίλευσεν ὁ νοητὸς ἥλιος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἔλειψεν ὁ πύρινος στύλος, ὁ ὁδηγῶν τὸν νέον Ἰσραὴλ εἰς εὐσέβειαν. Ἐκρύβη ἡ νεφέλη ἡ δροσίζουσα τοὺς τηκομένους τῷ καύσωνι τῶν ἁμαρτιών».

Εἶναι ἀκόμη χαρακτηριστικὴ καὶ ἡ σκέψη τὴν ὁποία ἐξέφρασε τότε ἕνας Χριστιανός. «Πατέρες μου, καλύτερον ἦτο νὰ ἀπέθνησκαν σήμερα χίλιοι χριστιανοὶ καὶ ὄχι ὁ Νικόδημος».

Κατὰ καιρούς, πολλὰ ἐγκώμια γράφτηκαν γιὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο, ὅπως: «Ὑπῆρξε ὁ μέγιστος τῶν μονασάντων ἀπὸ συστάσεως τοῦ Ἁγίου Ὄρους», «Υπήρξε ὁ πάντοτε πενία τρυχόμενος καὶ γιγαντωθεῖς πρὸ τῆς ἀσήμου ἠμῶν γενεάς».

Κατὰ τὸν V. Grumel, «ὑπῆρξε κανονολόγος, λειτουργιολόγος, ἁγιογράφος, δηλαδὴ ἑρμηνευτῆς τῶν Γραφῶν, ἀσκητικὸς συγγραφεύς, ἐκδότης βιβλίων, εἴς τῶν πλέον γονίμων συγγραφέων καὶ ἀναμφιβόλως ὁ πλέον φιλόπονος Μοναχός, παρὰ τοῦ ὁποίου δοξάζεται ἡ ἑλληνικὴ Ἐκκλησία».

Κατὰ τὸν Θ. Σπεράντσον, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὑπῆρξε πρόδρομός της ἐθνικῆς παλιγγενεσίας. Ο Luis Petit γράφει πὼς ὁ Νικόδημος μὲ τὰ βιβλία του ἀντικατέστησε τὸ ζωντανὸ κήρυγμα τοῦ Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ κ.λπ. Ὁ Ἱερὸς Νικόδημος ἀναμφίβολα ὑπῆρξε ὁ κορυφαῖος ἐκφραστῆς τοῦ ὀσιακοῦ βίου καὶ ἡ θύρα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα. Εἶναι ὁ ἐξαίσιος θεολόγος καὶ ὁ ἀσίγαστος διαχρονικὸς διδάσκαλος τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Γένους. Ἀποτελεῖ δὲ σπανιότατο φαινόμενο συνδυασμοῦ σπανίων θείων χαρισμάτων, ἁγιότητος βίου, ἀσκήσεως καὶ συγγραφικῆς παραγωγῆς. Ὅτι καὶ ὅσα ἂν ποῦμε γιὰ τὴν μορφὴ αὐτὴ δὲν λέμε τίποτα, οὔτε καὶ μποροῦμε νὰ τὴν κλείσουμε στὶς λίγες αὐτὲς γραμμές.

Ὁ ἴδιος, ἐξυμνώντας τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο, ἔλεγε: «Ἂν μπορεῖ κανεὶς νὰ συμπεριλάβει μέσα σὲ ἕνα κουτάλι τὴν θάλασσα, ἄλλο τόσο μπορεῖ καὶ νὰ ἐξυμνήσει τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο». Καὶ ἐμεῖς λοιπὸν ἐπαναλαμβάνουμε τὸ λόγια αὐτὰ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου, καὶ λέμε: «Ἂν μπορεῖ κανεὶς νὰ συμπεριλάβει μέσα σ’ ἕνα κουτάλι τὴ θάλασσα, ἔτσι μπορεῖ ν’ ἀναφερθεῖ ἐπαρκῶς στὸν Ὅσιο Νικόδημο».

Ἡ Ἐκκλησία μας ἐπάξια ἀπὸ τὸ ἔτος 1955 τὸν κατέταξε στὶς δέλτους τοῦ Ἁγιολογίου της. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεώς του, στὸ πέρασμα τόσων χρόνων, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ὁ ἄσβεστος καὶ πάμφωτος φάρος, ποὺ φωτίζει καὶ κατευθύνει τὴν πορεία ὅλων μας πρὸς τὴν ἀκύμαντη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἡ αἰώνια πανευτυχία καὶ ἡ ἀληθινὴ δόξα. Πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή, μᾶς καλεῖ νὰ κινηθοῦμε, ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου!

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἑορτάζει κατὰ τὴν καθιερωμένη Πανήγυρη τῆς 14ης Ἰουλίου. Ὠσαύτως, ἑορτάζει τὴν πρώτη Κυριακὴ τοῦ Σεπτεμβρίου, κατὰ τὴν καθιερωθεῖσα προσφάτως Σύναξη τῶν Πέντε Ἁγίων της Παροναξίας, ἡ ὁποία τελεῖται στὸ νεόδμητο Ι. Ναὸ τῶν Ναξίων Ἁγίων Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου καὶ Νικολάου τοῦ Πλανά, στὴν πόλη τῆς Νάξου. Ἀκόμη, τὴν Τρίτη Κυριακὴ τοῦ Σεπτεμβρίου στὴν Πάρο, ὅπου ἐπίσης τελεῖται ἡ Σύναξη τῶν Ἁγίων.
Οἱ Ἀσματικὲς Ἀκολουθίες τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου, οἱ ὁποῖες εὑρίσκονται σὲ λειτουργικὴ χρήση, συντάχθηκαν ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Ὑμνογράφο, Μοναχὸ Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Πατρὼν κ. Νικόδημο, καθὼς καὶ ἀπὸ τὸν Ἀρχιμ. Νικόδημο Παυλόπουλο, Ἡγούμενο τῆς Ἱ. Μονῆς Λειμῶνος Λέσβου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Σοφίας χάριτι, Πάτερ κοσμούμενος, σάλπιγξ θεόφθογγος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ ἀρετῶν ὑφηγητής, Νικόδημε θεηγόρε· πᾶσι γὰρ παρέθηκας, σωτηρίας διδάγματα, βίου καθαρότητος, διεκφαίνων τὴν ἔλλαμψιν, τῷ πλούτῳ τῶν ἐνθέων σου λόγων, δι’ ὧν ὡς φῶς τῷ κόσμῳ ἔλαμψας.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ Ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἐναρέτου πολιτείας μύστην ἄριστον

Καὶ εὐσεβείας θεοφόρητον διδάσκαλον

Ἡ Ὀρθόδοξος γεραίρει σε Ἐκκλησία·

Οὐρανόθεν γὰρ τὸ χάρισμα δεξάμενος

Καταυγάζεις τοις ἐνθέοις σου συγγράμμασι
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Νικόδημε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας νέος φωστήρ, καὶ Ἁγίου Ὄρους, ἐγκαλώπισμα ἱερόν· χαίροις Μοναζόντων, ὁ φωτοφόρος λύχνος, Νικόδημε παμμάκαρ, Νάξου τὸ καύχημα.

Νά, σὺν τοὶς ἄλλοις, πὼς ἡ Ἐκκλησία ὑμνεῖ τὸν ἀρχάγγελο Γαβριὴλ σ’ αὐτὴ τὴ γιορτή του: «Θρόνω παριστάμενος τῆς τρισηλίου Θεότητας καὶ πλουσίως λαμπόμενος, ταὶς θείαις λαμπρότησι, ταὶς ἐκπεμπομέναις, ἀπαύστως ἐκεῖθεν, τοὺς ἐπὶ γῆς χαρμονικῶς, χοροστατοῦντας καὶ εὐφημούντας σε, παθῶν ἀχλύος λύτρωσαι, καὶ φωτισμῷ καταλάμπρυνον, Γαβριὴλ Ἀρχιστράτηγε, πρεσβευτὰ τῶν ψυχῶν ἠμῶνΤῶν ἀσωμάτων λειτουργῶν ὡς πρωτεύων, τὸ πρὸ αἰώνων ὁρισθὲν ὄντως μέγα, σὺ Γαβριὴλ πεπίστευσαι μυστήριον, τόκον τὸν ἀπόρρητον, τῆς ἁγίας Παρθένου, Χαῖρε, προσφωνῶν αὕτη, ἡ κεχαριτωμένη. Χρεωστικῶς σε ὅθεν οἱ πιστοί, ἐν εὐφροσύνῃ ἀεὶ μακαρίζαμεν».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖος Ἀρχάγγελος, τῶν νοερῶν στρατιῶν, Τριάδος τὴν ἔλλαμψιν, καθυποδέχῃ λαμπρῶς, Γαβριὴλ Ἀρχιστράτηγε· ὅθεν ἐκ πάσης βλάβης, καὶ παντοίας ἀνάγκης, σῶζε ἀπαρατρώτους, τοὺς πιστῶς σε τιμῶντας, καὶ πόθῳ ἀνευφημοῦντας, τὰ σὰ θαυμάσια.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῶν ἀσωμάτων λειτουργῶν ὡς πρωτεύων.τὸ πρὸ αἰώνων ὁρισθὲν ὄντως μέγα, σὺ Γαβριὴλ πεπίστευσαι μυστήριον, τόκον τὸν ἀπόρρητον, τῆς Ἁγίας Παρθένου, χαῖρε προσφωνῶν αὐτῇ, ἡ Κεχαριτωμένη. Χρεωστικῶς σε ὅθεν οἱ πιστοί, ἐν εὐφροσύνῃ, ἀεὶ μακαρίζομεν.

 

Μεγαλυνάριον.
Τὶς ἀπαριθμήσει τὰς πρὸς ἡμᾶς, σοῦ εὐεργεσίας, Ἀρχιστράτηγε Γαβριήλ; σὺ γὰρ καθ’ ἑκάστην, ἐπιφοιτῶν τῷ κόσμῳ, τὰ κρείττω πᾶσι νέμεις· διὸ ὑμνοῦμέν σε.

Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Σαββαΐτης 

Ἀνεψιὸς τοῦ Ἰωάννου Δαμάσκηνου ὁ Στέφανος, γεννήθηκε στὴ Δαμασκὸ τὸ 725 μ.Χ. Τὸν πατέρα του τὸν ἔλεγαν Θεόδωρο Μανσοὺρ καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ἰωάννου Δαμάσκηνου.

Σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν, ὁ Στέφανος εἰσήχθη ἀπὸ τὸν θεῖο του στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου γιὰ 15 χρόνια ἐκπαιδεύτηκε πολὺ καλὰ στὴ μοναχικὴ ζωή. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ θείου του, ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο καὶ ἐντρυφοῦσε ἀκόμα περισσότερο στὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὴν ποίηση, στὴν ὁποία διακρίθηκε καὶ ἀναδείχθηκε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ποιητὲς τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ Στέφανος, ὅτι δημιουργοῦσε μὲ τὸ ταλέντο ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, τὸ ἀφιέρωνε στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι στὸ θαυμασμὸ τῶν ἀνθρώπων. Διότι τὸν ἐνέπνεαν τὰ λόγια της Ἁγίας Γραφῆς, ποὺ λένε: «Πὰν ὅτι ἂν ποιῆτε ἐν λόγῳ ἢ ἐν ἔργῳ, πάντα ἐν ὀνόματι Κυρίου Ἰησοῦ, εὐχαριστοῦντες τῷ Θεῷ καὶ πατρὶ δι' αὐτοῦ». Δηλαδή, κάθε τί ποὺ κάνετε μὲ λόγο ἢ μὲ ἔργο, ὅλα νὰ τὰ πράττετε γιὰ νὰ ἀρέσετε στὸν Κύριο Ἰησοῦ καὶ γιὰ τὴν δόξα Του, εὐχαριστοῦντες μέσῳ Αὐτοῦ τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα, ποὺ τόσο πολὺ μᾶς ἀγάπησε.
Ὁ Στέφανος, ἀφοῦ κόσμησε τὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ ποιήματά του, πέθανε εἰρηνικὰ τὸ 807 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε
Ὡς θεῖον στεφάνωμα, τὴν ἀρετὴν ἐσχηκώς, λαμπρῶς ἐστεφάνωσας, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, ἐν λόγοις καὶ πράξεσι· σὺ γὰρ ὡς Ἱεράρχης, καὶ σοφὸς θεηγόρος, θείων ᾀσμάτων λύρα, Πάτερ Στέφανε ὤφθης· διὸ ταῖς σαῖς φαιδρότησιν, ἡμᾶς στεφάνωσον.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἀσκητῶν ὁμότροπος, γεγενημένος θεόφρον, Ἱεράρχης ὅσιος, παρὰ Θεοῦ προεβλήθης, ἅπασαν, τὴν Ἐκκλησίαν καταφαιδρύνων, σύριγγι, τῆς θεοπνεύστου σου Πάτερ γλώσσης· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, ὡς Θεοῦ μύστην, Στέφανε Ὅσιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Στέφανος ἀνθόπλοκος καὶ σεπτός, Στέφανε θεόφρον, δι’ ἀσκήσεως ἀρετῶν, τῇ φωτοστολίστῳ, ἐγένου Ἐκκλησίᾳ· τῇ σῇ γὰρ σταφανοῦται, ἐνθέῳ χάριτι. 

Ἡ Ὁσία Σάρρα 

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ὁσίας.

Ἡ Ἁγία Γολινδοὺχ ἡ Περσίδα ποὺ μετονομάστηκε Μαρία

Ἡ Ἁγία αὐτὴ ἦταν ἀπὸ τὴν Περσία στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ τῶν Περσῶν Χοσρόη καὶ τῶν Ρωμαίων Μαυρικίου (582 – 602).

Εἰδωλολάτρισσα στὴ ἀρχή, μετὰ ἀπὸ κάποια ὀπτασία ποὺ εἶδε, μεταστράφηκε στὸν χριστιανισμὸ καὶ ὅταν βαπτίστηκε πῆρε τὸ ὄνομα Μαρία. Ὁ ἄνδρας της, τὴν κατήγγειλε στὸν Χοσρόη, ποὺ τὴν ἐξόρισε σὲ κάποιο φρούριο, τῆς Λήθης ὀνομαζόμενο, ὅπου ἔμεινε κλεισμένη γιὰ 18 ὁλόκληρα χρόνια. Ἔπειτα, ἐπειδὴ ἀρνήθηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει, ὑπέστη πολλὰ καὶ διάφορα μαρτύρια.

Ὅταν ἀπαλλάχτηκε ἀπ’ αὐτά, ἐπισκέφθηκε τὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου μόνασε σὲ κάποιο μοναστῆρι. Μὲ ὑπόδειξη τοῦ Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ξεκίνησε γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη, προκειμένου νὰ εὐχηθεῖ ὑπὲρ τῶν βασιλέων.

Πέθανε ὅμως στὸ δρόμο μεταξὺ τοῦ Νιτζιβίου καὶ τῆς Δαρᾶς μέσα στὸν εὐκτήριο οἶκο τοῦ ἁγίου Σεργίου, ἐνῷ προσευχόταν.
Στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 266 λέγεται, ὅτι τὸ μαρτύριο τῆς συνέγραψε ὁ Εὐστράτιος πρεσβύτερος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος ἔγραψε καὶ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου Εὐτυχίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἠλιόφωτοι 

Πέντε ἀκόμη μάρτυρες τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων. Πέντε ἀκαθαίρετοι πύργοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας «πεπελεκισμένοι, ὅπως λέει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, στὴν Ἀποκάλυψη, διὰ τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦ θεοῦ».

Πέντε φωστῆρες τοῦ νοητοῦ στερεώματος τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ γνωστοὶ ὅλοι μὲ τ' ὄνομα: Ἅγιοι Ἠλιόφωτοι.

«Ἀθλοφόροι Κυρίου, μακαρία ἡ γῆ ἡ πιανθεῖσα τοὶς αἵμασιν ὑμῶν...».

 

Σύμφωνα μὲ τὴν ἱστορικὴ παράδοση καὶ τοῦτοι οἱ ἅγιοι ἤσαν ἀπὸ τοὺς τριακόσιους Ἀλαμάνους, ποὺ ᾖρθαν ὅπως εἴδαμε στὸ νησί μας, μετὰ τὴ δεύτερη Σταυροφορία.

Ὅταν τὸ πλοῖο τους τσακίστηκε στὰ νερὰ τῆς Πάφου, ἐξ αἰτίας μιᾶς δυνατὴς τρικυμίας, οἱ Ἀλαμάνοι αὐτοὶ ἅγιοι σκορπίστηκαν στὴν Κύπρο καὶ συνέχισαν ἐδῶ τὴν ἀσκητικὴ ζωή τους στὰ μέρη ποὺ διάλεξαν.

 

Οἱ πέντε αὐτοὶ μακάριοι ἀθλητὲς ὕστερα ἀπὸ ἀρκετὴ περιπλάνηση, ἀνέβηκαν στὸ βουνὸ Κορώνη, ἕνα βουνὸ κοντὰ στὸ χωριὸ Κάτω Μονή. Ἐκεῖ ἔστησαν τὸ ἀσκητήριό τους σὲ δυὸ σπηλιές, ποὺ βρῆκαν στὴν κορφὴ τοῦ βουνοῦ. Ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς πέντε αὐτοὺς ἀσκητές, ὁ Ἠλιόφωτος ἦταν καὶ ἱερέας καὶ πνευματικὸς πατέρας τῶν ἄλλων τεσσάρων. Ἀπὸ αὐτὸν μάλιστα πῆραν κι οἱ ὑπόλοιποι τὸ ὄνομα Ἠλιόφωτοι μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι καὶ γνωστοὶ μεταξὺ τοῦ λαοῦ μας.

 

Ὁ Ἐπαφρόδιτος ἔγινε βοσκός. Στὸ ἔργο αὐτὸ ἀνέλαβαν νὰ τὸν βοηθοῦν κι οἱ ἄλλοι, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ζοῦν καὶ νὰ συντηροῦν ἀκόμη κι ἄλλους. Βοσκοὶ λοιπὸν οἱ Ἅγιοί μας. Βοσκοὶ ἀλόγων, ἀλλὰ καὶ τέλειοι βοσκοὶ λογικῶν προβάτων.

 

Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ τὰ πρόβατα κι οἱ αἶγες των, πλήθαιναν καθημερινά, σὰν ἄλλοτε τοῦ μεγάλου Πατριάρχου τῶν Ἑβραίων τοῦ Ἰακώβ. Πλήθαιναν σφόδρα – σφόδρα, κι ἔγιναν ἑκατοντάδες, πρᾶγμα ποὺ διαπιστούται ἀπὸ τὴν ἔκταση τοῦ χώρου, ποὺ κρατοῦσε ἡ μάνδρα τους. Καὶ σήμερα σῴζονται ἀκόμη στὸ χωριὸ Κάτω Μονὴ οἱ «Ἁγιόμανδρες τῶν Ἠλιοφώτων» μὲ τὰ πέτρινα γαλευτήρια, ποὺ ἦταν λαξευμένα ἐπάνω στὸν βράχο καὶ τ’ αὐλάκια ποὺ μετέφεραν τὸ γάλα ἀπὸ τὸ ἕνα γαλευτήρι στὸ ἄλλο κι ὑστέρα σμιγόταν ὅλο μαζί. Ἢ ὅλη ἔκταση ὑπολογίζεται γύρω στὰ δώδεκα περίπου στρέμματα.

 

Πλήθαιναν λοιπόν, τὰ πρόβατα. Πιὸ πολὺ ὅμως ἀπ' τὰ κοπάδια τῶν ἀλόγων προβάτων πλήθαιναν τὰ λογικὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τρέχαν καθημερινὰ ἀπὸ τὰ γύρω μέρη κοντὰ στοὺς εὐλαβεῖς βοσκούς, γιὰ ν' ἀκούσουν μὲ προσοχὴ τὰ λόγια τους καὶ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία τους.

 

Πόση δύναμη ἀλήθεια ἔχει τὸ καλὸ παράδειγμα τῶν ἐργατῶν τοῦ χριστιανικοῦ ἀμπελῶνα. Ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶναι γνώση. Εἶναι βίωμα. Εἶναι ζωή. Καὶ τὸ παράδειγμα τῆς ἁγίας ζωῆς καλοῦνται νὰ δίδουν ὅλοι οἱ πιστοί. Ἰδιαίτερα ὅμως καλοῦνται νὰ τὸ δίδουν οἱ ἐργάτες τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ νὰ μπορέσουν ὅμως αὐτοὶ νὰ γίνουν ζωντανὰ παραδείγματα γιὰ τοὺς ἄλλους εἶναι ἀνάγκη νὰ κάμουν κτῆμά τους τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ νὰ ζοῦν συνειδητὰ καὶ μὲ πολλὴ προσοχὴ τὴ χριστιανικὴ ζωή. Χωρὶς τὴν ἀρετὴ αὐτή, ποὺ ‘ναι βασίλισσα ὅλων τῶν ἀρετῶν, ὁ ἐργάτης τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπηρετεῖ τοὺς ἄλλους. Ἀντίθετα ὑπηρετεῖ μόνο τὸν ἑαυτό του. Κι ὅπως πολὺ ὀρθὰ γράφει δόκιμος ἐκκλησιαστικὸς συγγραφέας, ὁ ἐργάτης τῆς Ἐκκλησίας στὴν περίπτωση αὐτὴ «δὲν ποιμαίνει, ἀλλὰ ποιμαίνεται καὶ τὸ ποιμαίνεται εἶναι κοντὰ μὲ τὸ «πιαίνεται».

 

Τὸν καλὸ καὶ ἀνεπαίσχυντο ἐργάτη στὰ μάτια τῶν ἄλλων δὲν τὸν ἐπιβάλλει ὁ θόρυβος κι ἡ κοσμικὴ λαμπρότητα, ἀλλὰ ἡ ταπείνωση κι ἡ ἁπλότητα. «Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλὰ ἡ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἠσύχιον», διακηρύττει καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.

 

Αὐτὸ τὸ παράδειγμα τὸ πρᾶο καὶ ταπεινό, τὸ παράδειγμα μιᾶς ἐνάρετης ὑποδειγματικῆς ζωῆς προέβαλλαν γύρω τους οἱ πλούσιοι σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, μὰ πένητες σὲ ἐπίδειξη κι αὐτοπροβολὴ ἐργάτες τῆς ἀληθείας.

 

Μεγάλη χαρὰ δοκίμαζαν οἱ πιστοί, ὅταν τοὺς πλησίαζαν κι ἄκουαν τὰ λόγια τους, «λόγια ἁγνά, λόγια ζωῆς». Πιὸ μεγάλη χαρὰ ὅμως ἔνοιωθαν, ὅταν προσήρχοντο στὴν ἐκκλησιά, ποὺ ἔκτισαν οἱ Ἅγιοι, κι ἐκεῖ μὲ προσοχὴ παρακολουθοῦσαν τὴ θεία λατρεία ποὺ μ’ εὐλάβεια αὐτοὶ ἀνέπεμπαν στὸν Κύριο τακτικά. Ἡ εὐσέβεια τῶν Ἁγίων κι ἡ κατάνυξη μὲ τὴν ὁποία προσέφεραν τὸ μυστήριό της ζωῆς, τὴ Θεία Εὐχαριστία, καὶ ἔψαλλαν τοὺς ἱεροὺς ὕμνους συνεκλόνιζε τὶς καρδιὲς καὶ ἀνύψωνε τὴν ψυχὴ ὅλων σὲ ἄλλους κόσμους.

Κάθε καλὸ ὅμως καὶ κάθε ζηλευτὸ ἔργο γίνεται κατὰ κανόνα καὶ ἐπίφθονο. Καὶ τὸ πνευματικὸ καὶ σωτήριο ἔργο τῶν ἁγίων Ἠλιοφώτων φθονήθηκε ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τοῦ σκότους, τὸν διάβολο. Πολὺ φθονήθηκε.

 

Αὐτὴ τὴν ἐποχὴ τὸ νησί μας κυβερνοῦσε κάποιος ἡγεμόνας σκληρὸς κι ἄπιστος, ποὺ ὀνομαζόταν Σαβίνος. Ἔμαθε τὴν δράση τῶν Ἁγίων κι ἄναψε μέσα του ὁ θυμός. Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ἔστειλε καὶ τοὺς κάλεσε μπροστά του. Καὶ τί τοὺς ζήτησε; Οὔτε λίγο, οὔτε πολύ τοὺς ζήτησε νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ Σωτῆρα μας. Νὰ ἀρνηθοῦν τὴν ὀρθὴ πίστη.

 

Ἡ ἀπάντηση τῶν Ἁγίων στὴν πρότασή του ὑπῆρξε κατηγορηματική.

«Νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν Κύριο καὶ Θεό μας; Ποτέ!», εἶπαν κι οἱ πέντε μ' ἕνα στόμα. Καμιὰ δύναμη στὸν κόσμο αὐτὸν οὔτε θλίψη, οὔτε στενοχώρια, οὔτε βασανιστήρια, οὔτε κι αὐτὸς ὁ θάνατος μπορεῖ νὰ μᾶς λυγίσει τὴν ψυχὴ καὶ νὰ μᾶς κάμει ν' ἀρνηθοῦμε τὴν ἀλήθεια, τὴ σωστή μας πίστη!

 

Τὴ σταθερὴ ὁμολογία τῶν Ἁγίων ἀκολούθησαν τρομερὰ βασανιστήρια. Μαστίγωμα ἀνελέητο, φυλάκιση, ξέσχισμα τῆς σάρκας καὶ στὸ τέλος θάνατος μὲ ἀποκεφαλισμό.

 

Οἱ πιστοὶ μὲ πόνο καὶ δάκρυα πληροφορήθηκαν τὸ μαρτύριο τῶν πνευματικῶν τους Πατέρων. Ὅταν πέρασε ἡ μέρα κι ἡ νύχτα ἄρχισε νὰ σκεπάζει τὴ γῆ μὲ τὸ σκιερό της πέπλο τότε κι αὐτοὶ μ' εὐλάβεια πλησίασαν τὸν τόπο τῆς δραματικῆς ἐκτέλεσης τῶν μαρτύρων. Μὲ εὐλάβεια πλησίασαν, κι ἀφοῦ μὲ σεβασμὸ καὶ συγκίνηση περισυνέλεξαν τὰ ἱερὰ σκηνώματα, τὰ ἔθαψαν στὰ δυὸ σπήλαια, στὰ ὁποῖα οἱ Ἅγιοι συνήθιζαν νὰ προσεύχονται καὶ πάνω ἀπὸ τὰ ὁποία ἦταν κτισμένη ἡ Ἐκκλησία. Στὸ ἕνα σπήλαιο ἔθαψαν τοὺς τρεῖς καὶ στὸ ἄλλο τοὺς δυό. Ἔθαψαν τὰ μαρτυρικὰ σώματα ψάλλοντες μέσα τους μὲ δάκρυα τοῦτο τὸν ὕμνο καὶ γιὰ τοὺς πέντε:

Μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ, τὴν πεντάριθμον δόξαν, ὑμνήσωμεν πιστοί, εὐφημίαν ᾀσμάτων, Ἠλιόφωτον, Ἀμμώνιον, Ἐπαφρόδιτον, Χουλέλαιον καὶ Εὐσθένιον οὗτοι ἤθλησαν μέχρι τομῆς καὶ θανάτου, οὗτοι στέφανον τῆς ἀφθαρσίας λαβόντες, αἰτούσι σωθήναι ἠμᾶς.

 

Τὰ ἅγια λείψανα τῶν μακαρίων Ὁσιομαρτύρων βρέθηκαν ἔπειτα ἀπὸ χρόνια, χάρη στὰ θαύματα ποὺ ἐγίνοντο καὶ γίνονται καὶ σήμερα στὸν τόπο, ὅπου εἶχαν ταφεῖ.

 

Δὲν μᾶς εἶναι δυνατὸ νὰ ἀναφερθοῦμε ἐδῶ σ’ ὅλα τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων μὲ τὰ ὁποία ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπιβράβευσε ἐκείνους, ποὺ μὲ πίστη κατέφυγαν στὴ χάρη τους. Θὰ σημειώσουμε μόνο δύο ἀπὸ αὐτὰ γιὰ ψυχικὴ ὠφέλεια ὅλων ἐκείνων, ποὺ θέλουν ὄχι μονάχα νὰ τὰ γνωρίσουν, μὰ καὶ νὰ πάρουν μέρος σ’ αὐτά. Καὶ μπορεῖ ὁ καθένας νὰ πάρει μέρος, ἀρκεῖ νὰ πιστέψει. Ναί! Νὰ πιστέψει πραγματικά, γιατί τὰ θαύματα, τὰ ὁποιαδήποτε θαύματα, εἶναι παιδιὰ τῆς πίστης.

 

α) Στὸ χωριὸ Μαλούντα ἦταν ἕνας ἱερέας ποὺ ὑπέφερε ἀπὸ καιρὸ μὲ τὰ χέρια του. Εἶχαν γεμίσει ἀπὸ ὀγκώματα, τὰ γνωστὰ μὲ τὸ ὄνομα σκάθαροι. Γιὰ θεραπεία του κατέφυγε σὲ πολλοὺς γιατροὺς τοῦ καιροῦ του μὰ τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ἀποκαρδιωτικό. Στὸ τέλος ὁ ἱερέας κατέφυγε καὶ στοὺς Ἁγίους. Ἔκαμε τάμα καὶ μ’ εὐλάβεια πῆγε στὴν χάρη τους. Ἐκεῖ μὲ πολλή του λύπη πρόσεξε, πὼς ἔλειπαν οἱ ἱερὲς κάρες τῶν Μαρτύρων. Ἐπίσης ἔλειπε καὶ ἕνα μεγάλο μέρος ἀπὸ τὰ ἅγια λείψανα. Καταστενοχωρημένος ἔκαμε τὴν προσευχή του καὶ ξάπλωσε νὰ ξεκουραστεῖ. Σὲ λίγο, ὅταν τὸν πῆρε ὁ ὕπνος, εἶδε νὰ ἔρχονται πρὸς τὸ μέρος τοῦ πέντε ἄνδρες, ποὺ σταμάτησαν μπροστά του καὶ μὲ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ εἶπαν:

- Γέροντα! κατανοοῦμε τὴν θλίψη σου. Ὅμως παρηγορήσου. Καὶ ἂν κλάπηκαν τὰ λείψανά μας, δὲν χάθηκε κι ἡ προστασία μας. Πήγαινε, κᾶμε ἕνα ξύλινο κουτὶ καὶ βάλε μέσα ὅτι ἔμεινε ἀπὸ αὐτά, γιὰ νὰ θυμίζουν σὲ ὅλους τὴ ζωή μας, καὶ θὰ πάρεις αὐτὸ ποὺ ποθεῖς.

Ὁ ἱερέας ἔκαμε ὅ,τι τοῦ ὑπέδειξαν οἱ Ἅγιοι. Ὅταν ξαναγύρισε κι ἄρχισε νὰ παίρνει καὶ νὰ τοποθετεῖ μέσα στὸ κουτὶ τὰ λείψανα ποὺ ἀπέμειναν, τὸ θαῦμα ἔγινε. Τὰ χέρια του θεραπεύτηκαν.

 

β) Μιὰ εὐλαβὴς γυναῖκα ἀπὸ τὴ Λευκωσία ἔπασχε ἀπὸ ἀνίατη ἀρρώστια. Πῆγε στὴ χάρη τῶν Ἁγίων, ἔκαμε λειτουργία καὶ στὸ τέλος ὁ ἱερέας τὴν σταύρωσε μὲ τὸ κουτί, ποὺ εἶχε μέσα τὰ ἱερὰ λείψανα. Τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ ὁ ἱερέας τὴν σταύρωνε, ἡ γυναῖκα θεραπεύτηκε. Ἔγινε τελείως καλά. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο θεραπεύτηκαν πολλοὶ ποὺ ὑπέφεραν ἀπὸ βαριὲς ποδαλγίες κι ἄλλες ἀρρώστιες.

 

«Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ» διακηρύττει ὁ ψαλμῳδός. Κι ἔχει ἀπόλυτα δίκαιο. Ὅσο καιρὸ θὰ στέκει τοῦτος ὁ κόσμος, ἡ θαυματουργικὴ χάρη τῶν Ἁγίων εἴτε ἀσκητὲς εἶναι τοῦτοι, εἴτε μάρτυρες, θὰ διαλαλεῖ παντοῦ τὰ μεγαλεία του Θεοῦ. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ ἀθλητές, ποὺ ἀγωνίστηκαν τὸν καλὸ ἀγῶνα.

Τὸ παράδειγμά τους θέλει πάντα μιμητές. Ἰδιαίτερα σήμερα. 
Θὰ θελήσουμε τέτοιοι νὰ γίνουμε ἐμεῖς; Ἀλήθεια! Θὰ θελήσουμε;

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο Ἦχος β’. 
Ἀλαμανίας τοὺς γενναίους μάρτυρας, τοὺς τὰ τῆς γῆς καταλιπόντας ἅπαντα, συνελθόντες εὐφημήσωμεν ἀστέρας ὡς φαιδρούς, Ἠλιόφωτον, Ἐπαφρόδιτον, Ἀμμώνιον καὶ Χουλέλαιον ὁμοὺ σὺν τούτοις καὶ Εὐσθένιον καταστέψωμεν, χορείαν τιμῶν τες τὴν πεντάριθμον. 

Ὁ Ἅγιος Ὀνησίφορος 

Πολλοὶ εἶναι οἱ τρόποι, ποὺ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μεταχειρίζεται γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ὁ λόγος τοῦ ψαλμῳδοῦ, «τὸ ἔλεός σου Κύριε, καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου», ἐπαναλαμβάνεται γιὰ τὸν καθένα μας κάθε στιγμὴ καὶ ὤρα. Μᾶς κυνηγᾷ συνεχῶς, γιὰ νὰ μᾶς σώσει. «Θέλει ὁ Κύριος πάντας ἀνθρώπους σωθήναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθείν» (Α’ Τιμοθέου β’ 4).

Δηλαδή θέλει καὶ ἐπιμένει ὁ Κύριος ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ σωθοῦμε.

Θέλει καὶ δίνει τὶς εὐκαιρίες σὲ ὅλους μας νὰ γνωρίσουμε τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ βαδίσουμε ἀνεπηρέαστοι ἀπὸ τὴν πλάνη τὸν δρόμο τῆς ψυχικῆς σωτηρίας.

 

Τὴν ἀγάπη καὶ τὴ θέληση αὐτὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία μας τὴν βλέπουμε, σὰν προσέξουμε στὴ ζωὴ ὅλων μας.

Ἰδιαίτερα ὅμως μποροῦμε νὰ τὴν παρακολουθήσουμε στὴ ζωὴ τῶν ἁγίων της Πίστεώς μας.

Μὲ ἕνα ἀπὸ αὐτούς, τὸν ἅγιο Ὀνησίφορο, ποὺ ᾖρθε κι ἔζησε στὴν Κύπρο μας, θὰ ἀσχοληθοῦμε στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν.

 

Ἡ ζωὴ κι οἱ ἀγῶνες του πολλὰ ἔχουν νὰ μᾶς δώσουν.

 

Πότε γεννήθηκε καὶ ἤκμασε ὁ ἅγιος αὐτὸς δυστυχῶς δὲν γνωρίζουμε. Αὐτὸ ποὺ γνωρίζουμε εἶναι πὼς γεννήθηκε στὴ Βασιλίδα τῶν πόλεων, τὴν πρωτεύουσα «τῆς πάλαι ποτὲ διαλαμψάσης» Βυζαντινῆς μας Αὐτοκρατορίας, τὴν Κωνσταντινούπολη. Οἱ γονεῖς του ἦσαν ἄνθρωποι πολὺ εὐσεβεῖς κι ἐνάρετοι, μὰ καὶ πολὺ πλούσιοι κι εἶχαν τιμηθεῖ ἀπὸ τοὺς τότε ἄρχοντες καὶ βασιλεῖς μὲ πολλὲς τιμὲς καὶ ἀξιώματα. Παρὰ τὴν ξεχωριστὴ ὅμως τούτη προβολή τους, οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἔμειναν μέχρι τέλους πιστοὶ καὶ ταπεινοί.

Ἀπὸ τέτοιους γονεῖς, ὅπως ἦταν φυσικό, πῆρε ὁ Ὀνησίφορος ἀπὸ αὐτὴ τὴ βρεφικὴ ἡλικία τὴν ἀνάλογο χριστιανικὴ μόρφωση κι ἀνατροφή. Ἄφθονο κάθε μέρα τοῦ προσφερόταν τὸ ἄδολο γάλα τῆς πίστεως. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα; Αὐτὸ ποὺ ψάλλει κι ὁ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας. «Ἐκ ρίζης ἀγαθῆς ἀγαθὸς ἐβλάστησε καρπός, ὁ ἐκ βρέφους ἱερὸς Ὀνησίφορος, χάριτι μᾶλλον ἡ γάλακτι τραφεῖς». Ἀπὸ ἅγια ρίζα, ἅγιος καὶ ὁ καρπός. Αὐτὸ μαρτυρεῖ ὁλόκληρη ἡ ζωὴ τοῦ Ἁγίου. Μεγάλη δύναμη ἀλήθεια ἔπαιζε σ' αὐτὸ καὶ τὸ παράδειγμα τῶν γονιῶν. Αὐτὸ γίνεται συχνά. Τὸ παράδειγμα τῶν γονιῶν παίζει πάντοτε μεγάλο ρόλο στὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν.

 

Ἂν τὸ προσέχαμε κι ἂν τὸ σκεφτόμαστε τοῦτο οἱ γονεῖς, πόσο κερδισμένοι θὰ ἤμασταν τόσο ἐμεῖς, ὅσο καὶ τὰ παιδιά μας! Κι αὐτὰ πόσο πιὸ δυνατὰ θὰ ἤσαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς καὶ νὰ νικήσουν! Γιατί ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία κυνηγᾷ ὁ πονηρὸς τὸν καθένα μας. Ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία στήνει τὶς παγίδες του καὶ ρίχνει τὰ βέλη του. Αὐτὸ ἔγινε καὶ μὲ τὸ καλὸ παιδί, τὸν Ὀνησίφορο.

 

Πολλὲς ἤσαν οἱ παγίδες ποὺ ὁ πονηρός τοῦ ἔστηνε καὶ πιὸ πολλοὶ οἱ πειρασμοὶ ποὺ τὸν πολιορκοῦσαν καθημερινά. Ὅμως μὲ τὰ ὄπλα τῆς προσοχῆς καὶ προσευχῆς καὶ μελέτης τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ μεγάλωνε τὸ παιδί. Καὶ μεγάλωνε μέσα του κι ὁ ἱερὸς πόθος πῶς νὰ ἀρέσει στὸν Χριστό. Μέσα στὸ παλάτι συνήθως κυκλοφορεῖ. Ὅμως δὲν παρασύρεται. Ἡ λάμψη τῶν ἀξιωμάτων, τὰ ὁποία τοῦ προσφέρονται ἀπὸ νωρίς, δὲν τοῦ θολώνουν τὸ μυαλό. Νεώτατος χάρις τὴν σοφία καὶ τὴ σύνεση καὶ τὶς γνώσεις του ἔγινε Αὐγουστάλιος, δηλαδὴ ναύαρχος τοῦ στόλου τῆς Αὐτοκρατορίας, ὅπως θὰ λέγαμε σήμερα. Κι ὅμως ὁ Ὀνησίφορος δὲν ξιππάζεται, δὲν ὑπερηφανεύεται. Δὲν ἀλλάζει τρόπους ζωῆς. Μὲ βαθιὰ συναίσθηση τῆς θέσεώς του φροντίζει ἀπ' τὴν πρώτη στιγμὴ πὼς νὰ αὐξήσει μὲ κατάλληλα καράβια τὸν στόλο τῆς Αὐτοκρατορίας. Πολλοὶ εἶναι οἱ ἐχθροὶ ποὺ ἐπιβουλεύονται τὴ δύναμή της. Κι ἄλλοι τόσοι ἐκεῖνοι ποὺ φθονοῦν τὴ δόξα καὶ τὸ μεγαλεῖο της. Τὰ βλέπει αὐτὰ ὁ συνετὸς νέος καὶ σπεύδει νὰ ἑτοιμασθεῖ. Δὲν πρόφτασε ὅμως. Κάποιο πρωϊνὸ τὰ ἐχθρικὰ καράβια πλέουν πρὸς τὴν Πόλη. Κι ὁ Ὀνησίφορος, μολονότι ἀνέτοιμος, κινεῖται νὰ τὰ ἀνακόψει. Στὴ ναυμαχία ποὺ ἔγινε, «κρίμασιν οἲς οἶδε Κύριος», τὰ ἑλληνικὰ ἐκεῖνα καράβια, ποὺ ἔπλευσαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸν ἐχθρὸ διελύθησαν. Μόνο ἡ ναυαρχίδα διασώθηκε, στὴν ὁποία βρισκόταν κι ὁ Ἅγιος.

 

Ἡ ἧττα αὐτὴ συνεκλόνισε τὸν φιλότιμο νέο, ποὺ συντετριμμένος ἐγκαταλείπει τὴ σταδιοδρομία του καὶ μὲ δέκα ἄλλους συντρόφους ἔρχεται στὴν Κύπρο καὶ βγαίνει ἐκεῖ στὴν Πάφο.

«Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα», λέγει κι ἐπαναλαμβάνει μοναχός του. «Οὐ παραμένει ὁ πλοῦτος, οὐ συνοδεύει ἡ δόξα», προσθέτουν οἱ ἄλλοι κι ἀποφασίζουν νὰ διασκορπισθοῦν καὶ νὰ ζήσουν τὴν ἀγγελικὴ ζωή, τὴ μοναχική. Τὸ περιστατικό, ποὺ τοὺς συνέβη, τὸ θεωροῦν σὰν ἐπέμβαση Θεοῦ καὶ σὰν ὑπόδειξη πὼς γιὰ κάπου ἄλλου τοὺς προορίζει. Γι' αὐτὸ δὲν ἀπογοητεύονται. Δὲν ἐλεεινολογοῦν τὴν τύχη τους, ὅπως συνήθως κάμνουν οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου τούτου. Φωτισμένοι ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τὸ ὁποῖο συνιστᾷ νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Κύριο, ὄχι μόνο γιὰ τὰ εὐχάριστα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἐκεῖνα ποὺ φαινομενικὰ φαίνονται δυσάρεστα, δοξολογοῦν τὸν Θεό, καὶ μετὰ ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ χωρίζονται καὶ προχωρεῖ ὁ καθένας καὶ σ’ ἕνα μέρος.

 

Ὁ φιλόθεος νέος, ὁ Ὀνησίφορος, ἀφοῦ περιόδευσε διάφορους τόπους, ᾖλθε πρὸς τὰ μέρη τοῦ χωριοῦ Ἀναρίτα. Ἡ ἡσυχία, τὸ ἄφθονο πράσινο τοῦ ὄμορφου ἐκείνου τοπίου τοῦ ἱκανοποιοῦν τὴν ψυχὴ καὶ τοῦ φλογίζουν τὴν καρδιά. Τὰ λόγια τοῦ Κυρίου «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεὶν ἀπαρνησάσθω ἐαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» κυκλοφοροῦν συνέχεια στὸ μυαλό του καὶ τοῦ θεριεύουν τὴν ἱερὴ ἀπόφαση. Τὴν ἀπόφαση νὰ ζήσει πιὰ μὲ ὁδηγὸ τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ καὶ γιὰ τὸν Χριστό. Ἕνας ὁ εὐγενὴς ὁραματισμός του. Νὰ μπορέσει κάποια μέρα νὰ ἀναφωνήσει κι αὐτὸς τοῦ θείου Παύλου τὰ λόγια. «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγῶ· ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός».

 

Γιὰ τὴν πραγμάτωση τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ πόθου χωρὶς κανένα δισταγμὸ ὁ καλομαθημένος νέος δὲν διστάζει νὰ ἀνταλλάξει τὴν καλοπέραση τοῦ πατρικοῦ σπιτιοῦ, μὰ καὶ τῆς αὐτοκρατορικῆς αὐλῆς, τὶς σχέσεις καὶ τὰ μεγαλεῖα μὲ τὴ ζωὴ τοῦ ἀσκητοῦ. Μιὰ σπηλιὰ ἔξω ἀπὸ τὸ χωριὸ γίνεται τώρα ὁ τόπος διαμονῆς καὶ τὸ ἀσκητήριό του. Μέσα σ' αὐτὴ ὁ φλογερὸς νέος «παραδοθεῖς τὴ χάριτι τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. ιε’ 40) ὁλόψυχα μὲ ζῆλο θερμουργὸ καὶ σύνεση βαδίζει σταθερὰ τῆς ἀρετῆς «τὴν στενὴν καὶ τεθλιμμένην ὁδὸν τὴν ἀπάγουσαν εἰς τὴν ζωήν». Ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε γήινη φροντίδα, μιὰ φροντίδα ἒχει· πὼς νὰ ἀρέσει στὸν Θεὸ καὶ νὰ ἐπιτύχει τὸν ἱερὸ ὁραματισμό του.

 

Μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ νηστεία, ἀλλὰ καὶ μὲ κάθε ἀρετή, σὰν προσεκτικὸς γεωργός, φροντίζει καθημερινὰ καὶ μὲ σκληρὸ ἀγῶνα προσπαθεῖ νὰ ξερριζώνει ἀπὸ τῆς ψυχῆς του τὸ χωράφι τὰ διάφορα ἀγκάθια τῶν παθῶν. Οἱ πειρασμοὶ ποὺ δοκιμάζει μέσα σ’ ἐκείνη τὴ στενὴ καὶ ὑγρὴ σπηλιὰ εἶναι ἀφάνταστα πολλοί. Ὁ πιστὸς ὅμως καὶ ἀνύστακτος ἀσκητὴς μὲ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς τοὺς ἀνατρέπει ὅλους καὶ κατορθώνει σὲ κάθε περίσταση νὰ ξεπληρώνει τὴν προφητικὴ φωνή, ποὺ λέγει: «Νεώσατε ἐαυτοίς, νεώματα καὶ μὴ σπείρητε ἐν ἀκάνθαις». Δηλαδὴ βγάλτε ἀπὸ τὸ χωράφι τῆς ψυχῆς σας τὰ ἀγκάθια καὶ κάνετέ το καινούργιο. Ξεχερσῶστε το, ὥστε νὰ γίνει κατάλληλο γιὰ τὴ νέα καρποφορία. Προσοχή. Μὴ σπέρνετε ποτὲ σὲ χωράφι ποὺ εἶναι γεμάτο ἀγκάθια (Ἱερεμ. δ’ 3).

 

Στὸ ἐρημικὸ ἐκεῖνο μέρος περνᾶ τὶς ἡμέρες του ὁ Ὅσιός μας. Τὸ σῶμα του δὲν διστάζει νὰ τὸ ταλαιπωρεῖ μὲ νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες καὶ νὰ τὸ ὑποτάσσει στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Συγχρόνως ὅμως καὶ στὴν ψυχή του δὲν ἀμελεῖ νὰ προσφέρει κάθε πνευματικὴ τροφή. Μὲ τὴν ἁπλότητα τοῦ χαρακτῆρα του, μὲ τὴν πραότητα στὴ συμπεριφορά του καὶ μὲ τὴ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν, τὴν ταπεινοφροσύνη, ποὺ φροντίζει νὰ ἔχει στὴν καρδιά του σὰν θεμέλιο τῆς ζωῆς του, κατορθώνει νὰ βγαίνει πάντα νικητὴς στοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες του. Γι' αὐτὸ καὶ πλούσια δέχεται ἐπάνω του τὴν χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος σύμφωνα μὲ τὰ θεία λόγια τοῦ προφήτου ποὺ λέγει: «Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω ἀλλ’ ἡ ἐπὶ τὸν πρᾶον καὶ ἠσύχιον καὶ τρέμοντά μου τοὺς λόγους;». Δηλαδὴ σὲ ποιὸν ἐγὼ ὁ Θεὸς θὰ ρίψω στοργικὸ καὶ προστατευτικὸ τὸ βλέμμα μου, παρὰ μονάχα στὸν ἄνθρωπο τὸν ταπεινό, τὸν ἥσυχο, τὸν ἄνθρωπο ποὺ τρέμει μὲ σεβασμὸ σὰν ἀκούει τὰ λόγια μου καὶ ἀγωνίζεται νὰ τὰ ἐφαρμόζει στὴ ζωή του; (Ἠσαΐου ξστ’ 22). Ἀλήθεια στὸν ταπεινὸ καὶ πρᾶο ἐπαναπαύεται τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτὸ καὶ σὰν πρῶτο σκαλοπάτι τῆς κλίμακας τῶν ἀρετῶν, ποὺ θέλει νὰ ἀνεβοῦν ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ποθοῦν νὰ γίνουν δικοί του, βάζει τῆς ταπεινοφροσύνης τὸ σκαλοπάτι. «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι» διακηρύττει γι' αὐτούς.

 

Εὐτυχισμένοι δηλαδὴ ἐκεῖνοι ποὺ συναισθάνονται τὴ μικρότητά τους καὶ ταπεινώνονται. Ἔχουν φρόνημα ταπεινό. Εὐτυχισμένοι οἱ ταπεινοί, γιατί σ' αὐτοὺς ἀνήκει ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καὶ προχωρώντας ὁ Κύριος προσθέτει: «Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν». Εὐτυχισμένοι, καὶ αὐτοὶ ποὺ εἶναι πρᾶοι καὶ δὲν θυμώνουν, γιατί αὐτοὶ θὰ κληρονομήσουν κάποια μέρα τὴ νέα γῆ, τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ πρᾶοι καὶ εἰρηνικοί, γιατί ἡ πραότητα, ποὺ εἶναι καρπὸς ταπεινοφροσύνης, ἀποτελεῖ βασικὸ παράγοντα εὐτυχίας κι εὐλογημένης ζωῆς.

 

Ὑπέροχο παράδειγμα τῶν δυὸ αὐτῶν ἀρετῶν ὑποδεικνύει ὁ Κύριος, αὐτὸν τὸν ἴδιο ἑαυτό Του. «Μάθετε ἀπ' ἐμοῦ ὅτι πρᾶος εἰμὶ καὶ ταπεινὸς τὴ καρδία καὶ εὐρήσετε ἀνάπαυσιν ταὶς ψυχαὶς ὑμῶν» (Μάτθ. ια’ 29). Ταπεινὸς ὁ Κύριος καὶ πρᾶος. Ταπεινοὶ καὶ πρᾶοι πρέπει νὰ εἶναι κι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ νοσταλγοῦν καὶ θέλουν νὰ ἐπαναπαύεται ἐπάνω τους ἡ θεία χάρις. Σὰν ἀποτέλεσμα τῆς εὐλογίας αὐτῆς θὰ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ νὰ βλέπουν νὰ αὐξάνεται ἐπάνω τους ἡ παρρησία τους μπροστὰ στὸν Θεό.

 

Καὶ ἡ παρρησία τοῦ ὁσίου Ὀνησιφόρου μπροστὰ στὸν Θεὸ μεγαλώνει ἡμέρα μὲ τὴ ἡμέρα. Τὰ δάκρυα, τὰ ὁποῖα ἡ συντετριμμένη ἐκείνη ψυχὴ χύνει καὶ βρέχει τὴ στρωμνὴ της κάθε μέρα, γίνονται γι' αὐτὴν πηγὴ εὐλογιῶν. Πλεῖστα ὅσα θαύματα προσφέρει ζωντανὸς ἀκόμη σὲ πονεμένους κι ἀναξιοπαθοῦντας. Γιατί, ὅπως «οὐ δύναται πόλις κρυβήναι ἐπάνω ὅρους κειμένη», ἔτσι καὶ τοῦ Ἁγίου μας ἡ ζωὴ πολὺ γρήγορα εἶχε γίνει ἀντιληπτὴ ἀπὸ ὅσους κατοικοῦσαν στὰ γύρω χωριά. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα; Καθημερινὰ πλήθη πιστῶν ἔτρεχαν στὴ σπηλιά του καὶ σὰν διψασμένα ἐλάφια τοῦ ζητοῦσαν λόγια Θεοῦ. Κι αὐτὸς μὲ τὴν πνευματικὴ πεῖρα ποὺ διέθετε, τοὺς δίδασκε καὶ τοὺς παρηγοροῦσε. Τοὺς δίδασκε, πάντα μὲ ταπεινοφροσύνη καὶ ἀγάπη πατρικὴ «τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοὶς ἀνθρώποις» (Τίτ. γ’ 8).

 

Ὅλη αὐτὴ ἡ ἐργασία τοῦ θεοφόρου ἀσκητὴ δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο παρὰ μία εὐλαβικὴ προσφορὰ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Κανένας δὲν μποροῦσε νὰ τοῦ προσάψει ὁποιανδήποτε μομφή, πὼς ζητοῦσε «τὴν ἰδὶαν δόξαν» (Ἰωάν. ζ’ 18). Γιὰ τοῦτο κι «ὁ ἐρευνῶν νεφροὺς καὶ καρδίας» (Ἀπόκ. 6, 29) τὸν ἐτίμησε μὲ θεία δόξα.

 

Τὸν ἐτίμησε μὲ ἰδιαίτερες δωρεὲς καὶ χαρίσματα. Τοῦ ἔδωσε πλούσια τὸ χάρισμα τῆς θεραπείας. Πολλὰ θαύματα καὶ ἰατρεῖες ἐπενεργοῦσε καθημερινά. Θεραπεῖες δαιμονισμένων, λεπρῶν, καρκινοπαθῶν, παθήσεων ματιῶν κι ἕνα σωρὸ ἄλλων ἀσθενειῶν. Σὲ μία περίοδο τρομερῆς ἀνομβρίας μὲ τὴν θερμὴ προσευχή του σὰν τὸν Προφήτη Ἠλία ἄνοιξε τοὺς καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ καὶ κατέβασε βροχὲς εὐεργετικές, ποὺ δρόσισαν ὄχι μονάχα ἀνθρώπους καὶ ζῷα, ἀλλὰ καὶ πότισαν τὴν διψασμένη γῆ. Στὸ πρόσωπό του ἔβρισκαν οἱ δυστυχισμένοι τὴν παρρησία, οἱ ἄρρωστοι τὴν θεραπεία κι οἱ πονεμένοι τὴν παρηγοριά. Αὐτὰ ὅσο καιρὸ ζοῦσε. Μὰ κι ὅταν σὲ βαθιὰ γηρατειὰ παρέδωκε τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Κύριο, καὶ πάλι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τοῦ χάρισε «δόξαν καὶ τιμὴν καὶ ἀφθαρσίαν». Θριαμβευτὴς μπῆκε ὁ φλογερὸς ἀσκητὴς «εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ» (Β’ Κορινθ. δ’ 15). Κι ἀπὸ ἐκεῖ συνεχίζει τὰ εὐεργετικὰ θαύματά του σὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ μὲ συντριβὴ ψυχὴς καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια ἐκζητοῦν τὴ μεσιτεία του.

 

Δυστυχῶς τὸ σπήλαιο τοῦ Ἁγίου εἶναι ἀκαθόριστο σήμερα. Ὁ χρόνος τὸ ἔχει ἐξαφανίσει καὶ ὁ χῶρος ἔχει καταχωσθεῖ. Ἔξω ὅμως ἀπὸ τὸ χωριὸ καὶ στὸ Ν.Α. ἄκρον τοῦ κοιμητηρίου βλέπει κανεὶς ἕνα ἐρειπωμένο ἐκκλησάκι, ποὺ ἔκτισε ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος μὲ τὰ χέρια του. Ἡ μικρὴ αὐτὴ Βυζαντινὴ ἐκκλησοῦλα εἶναι μονόκλιτος καὶ μὲ στέγη καμαρωτή, στενόμακρη 10.80μ. ἐπὶ 3.60μ. Δυστυχῶς ἐδῶ καὶ λίγα χρόνια ἔπαψε καὶ νὰ λειτουργεῖται. Γύρω ἀπὸ τὴν ἐκκλησοῦλα ὑπάρχουν θεμέλια κελλιῶν, ποὺ μαρτυροῦν ὅτι κάποτε ἐκεῖ ἦταν κτισμένη καὶ Ἱερὰ Μονὴ πρὸς τιμὴ τοῦ ἁγίου Ὀνησιφόρου.

 

Οἱ περιπέτειες τοῦ μαρτυρικοῦ νησιοῦ μας ἔγιναν αἰτία πολλοὶ πνευματικοὶ θησαυροί μας νὰ χαθοῦν. Αὐτὸ ἔγινε καὶ μὲ τὸ θαυματουργὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου. Γιὰ πολλὰ χρόνια βρισκόταν στὸ χωριὸ καὶ φυλασσόταν σὲ μία λάρνακα. Ἀπὸ καιρὸ ὅμως χάθηκε καὶ κανένας δὲν ξέρει τίποτε γι' αὐτό.

 

Νοερὰ οἱ προσκυνητές, ποὺ ἐπισκέπτονται τὴν Ἀναρίτα γονατίζουν ἐκεῖ στὴν ἐκκλησία κι ἐπικαλοῦνται τὴ μεσιτεία καὶ τὴ βοήθειά του.

 

Τὴ μεσιτεία του ἂς ἐκζητοῦμε κι ἐμεῖς.

Σήμερα μάλιστα, ποὺ τὸ νησί μας περνᾷ τὶς πιὸ δύσκολες ἥμερες τῆς τετραχιλιόχρονης ἑλληνοχριστινικῆς ζωῆς του, ἂς καταφεύγουμε μὲ πίστη στὸν Ἅγιό μας κι ἂς τοῦ ζητοῦμε τὸν φωτισμὸ καὶ τὴ βοήθειά του στὰ πολλαπλὰ προβλήματά μας.

 

Ἐπίσκεψη Θεοῦ ἦταν ἡ ἧττα τοῦ στόλου, ποὺ κυβερνοῦσε. Ἐπίσκεψη θλιβερή. Τὴν δέχτηκε, ὅπως δεχόταν καὶ τὶς πλούσιες εὐεργεσίες, ποὺ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τοῦ πρόσφερε. Τὴν δέχτηκε μὲ εὐγνωμοσύνη κι ἔδωκε τὴν καρδιά του στὸν Κύριο. Πάλεψε μὲ «τὸν Ἄρχοντα τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου» καὶ νίκησε. Μὲ τὸ παράδειγμά του μᾶς καλεῖ κι ἐμᾶς νὰ τὸν μιμηθοῦμε.

 

Ἄπειρες οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, ποὺ δοκιμάζουμε ὅλοι μας. Στὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς τοῦ καθενός μας στέκει ὁ Κύριος καὶ μᾶς λέγει: «Ἰδοὺ ἔστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω. Ἐὰν τὶς ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξει τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ' αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ' ἐμοῦ» (Ἀποκαλ. γ’ 20). Ὁ συνετὸς νέος Ὀνησίφορος στὴν πρόσκληση τοῦ Ἰησοῦ ἤκουσε κι ἔσπευσε κι ἄνοιξε τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς του στὸν τιμημένο ξένο. Τὴν εὐλογημένη αὐτὴ πράξη τοῦ φιλόθεου νέου, θὰ θελήσουμε κι ἐμεῖς νὰ τὴν ἀντιγράψουμε; Τὴν ἀπάντηση ἂς σπεύσει ὁ καθένας νὰ τὴ δώσει ὁ ἴδιος στὸν Κύριο. Τὸ ἀποτέλεσμά μας εἶναι γνωστό. Ἡ χαρὰ καὶ ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς, ποὺ διψοῦμε ὅλοι μας, κι ὁ πόθος μας γιὰ ἐθνικὴ δικαίωση δὲν θὰ μείνει καυτὸς πόθος καὶ γλυκὺς ὁραματισμός, μὰ θὰ γίνει ζωντανὴ πραγματικότητα.

 
Δία τῶν πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Ὀνησιφόρου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο Ἦχος γ' Θείας πίστεως. 
Θείοις θαύμασι κατεπλουτίσθη, πάτερ ὅσιε Ὀνησίφορε, ἡ τῆς Πάφου Ἁγία Μητρόπολις- τὸν ἄσυλον θησαυρὸν ἡ Ἀναρίτις ἐκτήσατο, ἔχουσα τὴν λάρνακα τῶν ἁγίων λειψάνων σου· ἡ καὶ βρύει ἀεννάως ἰάσεις εἰς δόξαν Χριστοῦ τοῦ ἐν Τριάδι.

Ο Όσιος πατήρ Παΐσιος ο Αγιορείτης γεννήθηκε από ευλαβείς γονείς, τον Πρόδρομος και την Ευλαμπία Ενζεπίδη, στα Φάρασα της Καππαδοκίας στις 25 Ιουλίου του 1924 μ.Χ., λίγες μέρες πριν από τη φυγή των Φαρασιωτών από την πατρώα γη για την Ελλάδα. Στη βάπτισή του, ο Όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (βλέπε, 10 Νοεμβρίου) ο πλήρης ημερών και αγιότητος βίου κοσμούμενος ιερέας των Φαράσων, τον ονόμασε Αρσένιο, «για να τον αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είπε.

Στην Ελλάδα, η οικογένεια του μικρού Αρσενίου εγκαταστάθηκε στην Κόνιτσα της Ηπείρου, όπου ο ίδιος πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Γαλουχούμενος με τις διηγήσεις για το θαυμαστό βίο του Αγίου Αρσενίου, έλεγε ότι θα γίνει μοναχός από την ηλικία των 5 ετών! Και αφού έμαθε να διαβάζει, αγαπημένη του ασχολία υπήρξε η ανἀγνωση των βίων των Αγίων, των οποίων εμιμείτο τους ασκητικούς αγώνες με θερμό ζήλο.

Μετά από τις εγκύκλιες σπουδές του δε θέλησε να συνεχίσει στα γράμματα, αλλά προτίμησε να μιμηθεί το Χριστό και μαθήτευσε στην τέχνη του ξυλουργού, την οποία άσκησε με επιμέλεια και δεξιοσύνη. Στην ηλικία των 15 ετών αξιώθηκε της θέας του Κυρίου, για ένα μόνο φιλότιμο λογισμό, μέσω του οποίου απέκρουσε μία δαιμονική προσβολή του πειρασμού της απιστίας. Από τότε φούντωσε μέσα του ακόμη περισσότερο η φλόγα της αγάπης του Θεού και ο πόθος για τη μοναχική ζωή.

Ακολούθησαν καιροί ταραχής και αναστάτωσης για την Ελλάδα, λόγω της ξένης Κατοχής και του εμφυλίου πολέμου. Ο Όσιος όμως, τόσο ως πολίτης όσο και ως στρατιώτης κατά τη θητεία του (1945 - 1949 μ.Χ.), επέδειξε απαράμιλλο θάρρος και αυτοθυσία. Ήταν πρόθυμος να δώσει κάθε στιγμή και τη ζωή του ακόμα για τη σωτηρία των άλλων. Ευρισκόμενος μάλιστα συχνά μέσα στον καταιγισμό των φονικών πυρών, συνέβη να σώσει με τις θερμές προσευχές του πολλούς στρατιώτες, αλλά να σωθεί και ο ίδιος με τρόπο θαυμαστό.

Επειδή το μεγαλύτερο διάστημα της στρατιωτικής του θητείας το υπηρέτησε με την ειδικότητα του ασυρματιστή, πολλές εκδόσεις αφιερωμένες στη ζωή του Γέροντα τον αναφέρουν ως «Ασυρματιστή του Θεού». Μάλιστα, ο Γέροντας φέροντας ως παράδειγμα την ειδικότητα του στον στρατό, απάντησε σε κάποιον που αμφισβητούσε τη χρησιμότητα της μοναχικής ζωής ότι οι μοναχοί είναι «ασυρματιστές του Θεού», εννοώντας την θερμή τους προσευχή και την έγνοια τους για την υπόλοιπη ανθρωπότητα.

Ύστερα και από αυτές τις περιπέτειες, θέλησε να καταταγεί στο αγγελικό τάγμα των μοναχών, με τα φτερά που δίνει ο θείος έρωτας. Έτσι, μετέβη στο Άγιο Όρος, αναζητώντας έναν οδηγό για τη ζωή της κατά Θεόν ησυχίας. Δεν κατάφερε όμως να εκπληρώσει αμέσως τον πόθο του. Παράλληλα, οι δικοί του βρέθηκαν την ίδια περίοδο σε μεγάλη οικονομική δυσκολία, οπότε τον κάλεσαν να τους βοηθήσει. Έτσι, επέστρεψε στην Κόνιτσα και εργάστηκε ως μαραγκός. Μετά από 3 χρόνια όμως (1953 μ.Χ.), σε ηλικία 29 ετών πλέον, εγκατέλειψε τα πράγματα του κόσμου και επέστρεψε στην Αθωνική Πολιτεία.

Αφού περιήλθε σκήτες και καλύβες, ακολούθησε τελικά τη συμβουλή ενός σεβάσμιου γέροντα και εντάχθηκε στην αδελφότητα της Ιερά Μονή Εσφιγμένου, γνωστής τότε για την αυστηρή της τάξη. Εκεί έζησε μέσα στην ολοτελή υπακοή και επιδόθηκε σε υπέρμετρη άσκηση, υπερβάλλοντας σε κόπους για χάρη του Χριστού και των αδελφών του. Έτσι, στις 27 Μαρτίου 1954 μ.Χ. εκάρη μοναχός. Έλαβε ρασοευχή και το όνομα Αβέρκιος. Έχοντας όμως άσβεστο μέσα του τον πόθο για τον ησύχιο και απράγμονα βίο, πήρε την ευλογία του Ηγουμένου και πήγε να μονάσει στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, που ήταν τότε σε κατάσταση ιδιόρρυθμη. Εκεί προετοιμάστηκε για τη ζωή του ερημίτη, κάτω από την καθοδήγηση ενός διακριτικού και σοφού γέροντα, του γέροντα Συμεών. Στις 12 Μαρτίου 1956 μ.Χ., εκάρη μικρόσχημος μοναχός και έλαβε το όνομα «Παΐσιος», χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον β΄, ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του.

Τον Αύγουστο του 1958 μ.Χ., υπακούοντας σε θεία βουλή, δεν εγκαταστάθηκε στην έρημο, για την οποία προετοιμαζόταν, αλλά στην κατεστραμμένη Ιερά Μονή της Παναγίας του Στομίου, που βρίσκεται κοντά στην Κόνιτσα. Σε αυτήν έζησε 4 χρόνια, ζώντας ισάγγελο βίο, παλεύοντας με τους πειρασμούς, ευεργετώντας τους ανθρώπους της περιοχής, σώζοντας πολλούς από τις διδασκαλίες των προτεσταντικών ομάδων που δρούσαν εκεί, και ανακαινίζοντας με πολύ μόχθο το Μοναστήρι.

Τo 1962 μ.Χ., όταν και ολοκληρώθηκε το έργο της ανακαίνισης και ο κίνδυνος από τις ετερόδοξες ομάδες εξέλιπε, ο Όσιος παρακαλούσε μέσα στους πειρασμούς, που καθημερινά τον πολιορκούσαν, θερμά το Θεό να του δείξει το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσει. Έτσι, δέχθηκε ως θεόσταλτη την πρόσκληση κάποιου ιεροδιακόνου να τον συνοδεύσει στο θεοβάδιστο Όρος του Σινά. Πάνω σε κείνον τον άνυδρο και ξερό τόπο, στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης, έζησε επιτέλους αυτό που χρόνια ποθούσε, την προς Θεόν μόνωση.

Αγωνιζόμενος με πολλή ταπείνωση, διαρκή νηστεία, ακατάπαυστη αγρυπνία και αδιάλειπτη προσευχή, κατάφερε να υπερνικήσει τις παγίδες του μισόκαλου εχθρού, και να απολαύσει την ένωση με το Θεό. Γεμάτος από τη χάρη της θείας παρακλήσεως, απολάμβανε την κατά Θεόν ευφρόσυνη μέσα στο καμίνι της απαράκλητης ερήμου. Έγινε μάλιστα ιδιαίτερα αγαπητός στους Βεδουίνους, δίνοντάς τους τρόφιμα με χρήματα από την πώληση στους προσκυνητές ξύλινων σταυρών που έφτιαχνε ο ίδιος.

Δεν θα υπήρχε, έτσι, κανένας λόγος να εγκαταλείψει το στάδιο εκείνο της αρετής, εάν – φεύ! – δεν ενέσκηπτε η σωματική ασθένεια από το τραχύ κλίμα, η οποία τον ανάγκασε να επιστρέψει στην κατά σάρκα πατρίδα του. Επανερχόμενος στο Άγιο Όρος το 1964 μ.Χ., δεν ελάττωσε το πλήθος των ασκητικών αγώνων του, παρά την καταβολή του σώματος, καθώς στο πνεύμα διατηρούσε την πρότερη ζέση του. Ζώντας λοιπόν ως ξένος και παρεπίδημος στη γη, έφτασε να γίνει πολίτης του ουρανού.

Έχοντας, συνεπώς, την πράξη ως την «επίβασιν» της θεωρίας, έφτασε σε υψηλά μέτρα και έγινε κοινωνός θείων μυστηρίων. Εντρύφησε έτσι και στην ωραιότητα του Κυρίου, ενώ επιπλέον έτυχε και της Θεομητορικής ευλογίας. Συνομίλησε με αγίους που εμφανίστηκαν μπροστά του, βίωσε την όραση του Άγγελου Φύλακά του, άκουσε αγγελικούς ύμνους και καταυγάσθηκε από το ουράνιο φως.

Το 1966 μ.Χ. ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Κέντρο Νοσημάτων Θώρακος Βορείου Ελλάδας (Νοσοκομείο Παπανικολάου). Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο Όρος φιλοξενήθηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μ.Χ. μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπατίου (Βλάχικα).

Στις 12 Αυγούστου 1968 μ.Χ. ο Όσιος Παΐσιος, εισήλθε στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα και μόνασε στο κελί του Τιμίου Σταυρού.

Το 1979 μ.Χ. αφήνει τον Τίμιο Σταυρό και αναζητώντας κελί πηγαίνει στην εγκαταλελειμμένη «Παναγούδα». Εκεί ο Όσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης δεχόταν πάρα πολλές επιστολές. Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.

Σε όλη αυτήν την καθημερινή κούραση του γέροντος Παϊσίου έρχονται να προστεθούν και τα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του οι πόνοι από τις διάφορες αρρώστιες όπως κολίτιδα, η οποία του άφησε μόνιμα δυσπεπτικά, βουβωνοκήλη και κυρίως από τον καρκίνο που του είχε διαγνωσθεί, γίνονταν όλο και περισσότεροι. Παρ' όλ' αυτα όμως αυτός ήταν ήρεμος και υπέμενε χωρίς να διαμαρτύρεται καθόλου. Αντιθέτως συνέχιζε να προσεύχεται για όλους.

Μετά το 1993 μ.Χ. παρουσίαζε αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Το Νοέμβριο του ίδιου έτους βγήκε για τελευταία φορά από το Άγιον Όρος και πήγε στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί έμεινε για λίγες μέρες και ενώ ετοιμαζόταν να φύγει ασθένησε και μεταφέρθηκε στο Θεαγένειο, όπου έγινε διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Θεώρησε τον καρκίνο εκπλήρωση αιτήματός του προς το Θεό και ωφέλιμο για την πνευματική του υγεία. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 μ.Χ. χειρουργήθηκε. Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε, αλλά παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ, ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.

Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοίνωσαν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Κοιμήθηκε την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 μ.Χ. και ώρα 11:00 και ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης.

Στις 13 Ιανουαρίου 2015 συνήλθε η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινούπόλεως και αποφάσισε την κατάταξη του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου έχει ως εξής:

«Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν συνεδρίαν αὐτῆς σήμερον, Tρίτην, 13ην Ἰανουαρίου 2015, πρός ἐξέτασιν τῶν ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένων θεμάτων.

Κατ᾿ αὐτήν, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος: α) ὁμοφώνως ἀποδεχθεῖσα εἰσήγησιν τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς ἀνέγραψεν εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τόν μοναχόν Παΐσιον Ἁγιορείτην καί β) προτάσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, διά ψήφων κανονικῶν ἐξελέξατο παμψηφεί τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Εἰρηναῖον Ἀβραμίδην, διακονοῦντα ἐν Παρισίοις, Βοηθόν Ἐπίσκοπον παρά τῷ Σεβασμιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Γαλλίας κυρίῳ Ἐμμανουήλ, ὑπό τόν τίτλον τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Ρηγίου.

Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 13ῃ Ἰανουαρίου 2015
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου»

Πηγή: http://www.http://www.saint.gr/ 

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α ́. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Φαράσων τὸν γόνον, καὶ τοῦ Ἄθωνος κλέϊσμα, καὶ τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος ὁσίων, μιμητὴν καὶ ἰσότιμον, Παΐσιον τιμήσωμεν πιστοί, τὸ σκεῦος χαρισμάτων τὸ μεστόν, ὡς φυλάσσοντα ἐκ πάντων τῶν λυπηρῶν, τοὺς πίστει ἀνακράζοντας, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ ́. Θείας πίστεως.
Ὥσπερ ἄγγελος, φανεὶς ἐν κόσμῳ, ἐν τοῖς ἔτεσι, τοῖς τελευταίοις, χριστομίμητε Παΐσιε ὅσιε, ἀσκητικῶς γὰρ βιώσας ἐν Ἄθωνι, ὡς παμφαέστατος ἥλιος ἔλαμψας, καὶ κατηύγασας, πιστῶν τὰ πλήθη τῇ χάριτι, τοῖς ῥήμασι σημείοις καὶ τοῖς θαύμασι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ ́. Ταχὺ προκατάλαβε.
Παΐσιε γέγονας, τῶν ἀσκητῶν ἡ κρηπίς, τοῦ Ἄθωνος κλέϊσμα, καὶ Σουρωτῆς ὁ τροφός, Κονίτσης τὸ καύχημα, σὺ γὰρ ἐπὶ τὰ ἴχνη, Ἀρσενίου ὁδεύσας, εἴληφας χαρισμάτων, τὴν πληθὺν Παρακλήτου, ἀφθόνως τοῖς σὲ τιμῶσιν, παρέχων τὰ πρόσφορα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α ́. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.
Τὸν πανεύφημον ἄνδρα, τοῦ ὄρους Ἄθωνος, τὸν ἐπ' ἐσχάτων τῶν χρόνων, καθάπερ φάος λαμπρόν, τὴν σκοτίαν τῶν πιστῶν διασκεδάσαντα, καὶ νοσήματα ψυχῶν, καὶ σαρκὸς ἐπιφοράς, ἰώμενον ὑπὲρ φύσιν, τῆς προοράσεως λύχνον, νέον Παΐσιον τιμήσωμεν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ ́. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ἁγίου Ὄρους ἀσκητὴν τὸν περιάκουστον, καὶ Ἐκκλησίας τὸν φωστῆρα τὸν νεόφωτον, ἐπαινέσωμεν ἐν ὕμνοις ὁλοκαρδίως, ποδηγῶν γὰρ τοὺς πιστοὺς πρὸς βίον ἄριστον, ποταμῶν τῶν δωρημάτων τούτους ἔπλησας, διὸ κράζουσι· Χαίροις πάτερ Παΐσιε.

Κάθισμα
Ἦχος α ́. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Τῇ χάριτι Χριστοῦ, ὡς οἱ πάλαι Πατέρες, συνέζησας σεμνέ, τοῖς ἀλόγοις θηρίοις, καὶ φίλος ἐτέλεσας, πτερωτῶν καὶ τῶν ὄφεων, ὅθεν ἅπαντες, οἱ σὲ εἰδόντες θεόφρον, ἐξεπλάγησαν, καὶ Παντοκράτορα Λόγον, ἀνύμνησαν Ὅσιε.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ ́. Τὴν ὡραιότητα.
Τὸν πολυθαύμαστον, σεμνὸν Παΐσιον, τὸν καθαιρέσαντα, ὀφρὺν τοῦ δράκοντος, καὶ ἡδονὰς τὰς σαρκικάς, συντρίψαντα τῇ ἀσκήσει, Ἄθωνος τὸ κλέϊσμα, καὶ Φαράσων ἐκβλάστημα, τὸν εὐεργετήσαντα, πολυτρόπως τοῖς θαύμασι, τὰ πλήθη τῶν πιστῶν ὀρθοδόξων, πάντες τιμήσωμεν ἐνθέως.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ ́. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τῆς νεότητος ὤφθης παιδαγωγός, καὶ ἀκέστωρ ἀνθρώπων ναρκομανῶν, τοῖς σχοῦσι δυσίατα, πορνικὰ ἁμαρτήματα, ταῖς σαῖς εὐχαῖς ἐφάνης, θεράπων πανάριστος, καὶ ἐκ τῶν ἐκζητούντων, ὁδὸν τὴν σωτήριον, Πάτερ ἐπεγνώσθης, ἀκριβὴς ποδηγέτης, καὶ πάντων Παΐσιε, βακτηρία γεγένησαι, ἀσκητὰ θεοφώτιστε, διὸ ἐν Σουρωτῇ οἱ πιστοί, τὸν σὸν τάφον, προσκυνοῦντες χαίρουσι, καὶ σεμνῶς τὴν σὴν μνήμην, κατὰ χρέος προσμέλπουσι.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ ́.Ταχὺ προκατάλαβε.
Εὐχῆς ἐργαστήριον, ἡ σὴ ἁγία ψυχή, Παΐσιε γέγονε, τῇ συνεχεῖ προσευχῇ, καὶ θείαις δεήσεσι, σὺ γὰρ μακροχρονήσας, ἐν τῇ κέλλῃ σου πάτερ, ὤφθης καθάπερ στήλη, φωτεινὴ ἱκετεύων, Χριστὸν τὸν πάντων κτίστην, καὶ παντοκράτορα.

Ὁ Οἶκος
Ἄγγελος ὥσπερ ἄλλος, ἐν ἐσχάτοις τοῖς χρόνοις, Παΐσιε ἐφάνης ἐν Ἄθῳ, ὁσίως γὰρ ζήσας ἐν γῇ, ἀσκητῶν τῶν ἀρχαίων ἰσοστάσιος, ἐφάνης τοῖς συνοῦσί σοι, βοῶσί σοι θερμῶς τοιαῦτα·

Χαῖρε Φαράσων ὁ θεῖος γόνος·
χαῖρε τοῦ Ἄθωνος μέγας ὄλβος.

Χαῖρε τῆς Κονίτσης τὸ ἔνθεον καύχημα·
χαῖρε Σουρωτῆς κοινοβίου καλλώπισμα.

Χαῖρε βρύσις ἡ πολύκρουνος ὑπὲρ φύσιν δωρεῶν·
χαῖρε ῥεῦμα ἀκατάσχετον ἰαμάτων σωστικῶν.

Χαῖρε ὅτι κλεΐζεις τὴν Μονὴν Ἐσφιγμένου·
χαῖρε ὅτι οἰκεῖς ἐν τῷ ὄρει Σιναίου.

Χαῖρε βροτῶν ἀτύφων ὁ ἔξαρχος·
χαῖρε πολλῶν χαρίτων ὁ κάτοχος.

Χαῖρε δεινῶς ἀλγουμένων ὁ ῥύστης·
χαῖρε ἀνδρῶν μοναστῶν ὑποφήτης.

Χαίροις πάτερ Παΐσιε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῶν Φαράσων θεῖος βλαστός, Ἄθωνος τοῦ Ὄρους περιάκουστος ἀσκητής, χαίροις τῆς Ἑλλάδος ὁ φωτιστὴς ὁ νέος, Παΐσιε τῶν νέων μέγιστε σύμμαχε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ διδάσκαλος Σουρωτῆς, τοῦ Σιναίου ὄρους ὁ σεμνότατος ἀσκητής, χαίροις ἐν Κονίτσῃ τῶν συμπατριωτῶν σου, κατοίκων ὄντως τύπος Πάτερ πρὸς μίμησιν.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἄνδρας καὶ γυναῖκας ναρκομανεῖς, καὶ πληθὺν ἀνθρώπων, δαιμονώντων ταῖς σαῖς λιταῖς, καὶ τοὺς ἀσθενοῦντας, πολυειδῶς θεόφρον, Παΐσιε μὴ παύσῃ, σώζων ἑκάστοτε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Μοναζόντων ὅσιε τὸν χορόν, ταῖς ἱκετηρίαις, πρὸς Δεσπότην διηνεκῶς, ὅσιε βοήθει, ὡς παῤῥησίαν ἔχων, Παΐσιε κρατίστην, θεομακάριστε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἔχοντες ὡς μέγιστον θησαυρόν, τὸν σὸν τάφον Πάτερ, ἀρυόμεθα οἱ πιστοί, δύναμιν καὶ θάρσος, ἐν τοῖς δεινοῖς τοῦ βίου, Παΐσιε παμμάκαρ, ἄνερ τῆς χάριτος.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Πάτερ ὁσιώτατε τοὺς βροτούς, τοὺς ὑμνολογοῦντας, πολιτείαν σου τὴν σεπτήν, τῇ ἐπισκοπῇ σου, προστάτευσον ἐκ βλάβης, βελίαρ τοῦ ἀρχαίου, τοῦ πολεμήτορος. Πᾶσαι τῶν ἀγγέλων.

Οἱ Ἅγιοι Πρόκλος καὶ Ἱλάριος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι μάρτυρες Πρόκλος καὶ Ἱλάριος, ἔζησαν τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα τῶν Ρωμαίων Τραϊνοῦ καὶ τοῦ ἡγεμόνα Μαξίμου.

Πρῶτος συνελήφθη ὁ Ἅγιος Πρόκλος καὶ ἀφοῦ διακήρυξε τὴν πίστη του στὸν Θεὸ ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα, ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα νὰ ὑποβληθεῖ σὲ βασανιστήρια. Πρῶτα λοιπὸν τοῦ ἔκαψαν τὴν κοιλιὰ μὲ ἀναμμένους δαυλούς, στὴν συνέχεια τοῦ ξέσκισαν ὅλο τὸ σῶμα μὲ σιδερένια νύχια, ἔπειτα τὸν κρέμασαν καὶ τέλος πάρθηκε ἡ ἀπόφαση νὰ θανατωθεῖ μὲ τόξα.

Καθ’ ὁδὸν λοιπὸν πρὸς τὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, ὁ Ἅγιος συνάντησε τὸν ἀνεψιό του Ἱλάριο, ὁ ὁποῖος χαιρέτησε τὸν θεῖο του. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο συνελήφθη. Ἔτσι ἀφοῦ θανατώθηκε ὁ Ἅγιος Πρόκλος μὲ τὰ τόξα, στὴ συνέχεια θανατώθηκε καὶ ὁ Ἱλάριος, ἀφοῦ πρῶτα ρωτήθηκε ἂν εἶναι καὶ αὐτὸς χριστιανός.
Ἔτσι ἔλαβαν τὸν στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σταυροῦ τὴν πανοπλίαν ἱερῶς ἐνδυσάμενοι, Ἱλάριε καὶ Πρόκλε, ὑπὲρ φύσιν ἠθλήσατε, καὶ δόξης οὐρανίου κοινωνοί, ἐδείχθητε ὡς μέτοχοι Χριστοῦ· διὰ τοῦτο χαρισμάτων ταῖς δωρεαῖς, πυρσεύετε τοὺς κράζοντας· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι’ ὑμῶν πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς συγγενεῖς, καὶ ἐν τοῖς τρόποις σύμψυχοι, καὶ ἐν παντί, ὁμονοοῦντες ὤφθητε, Πρόκλε Μάρτυς ἀξιάγαστε, σὺν Ἱλαρίῳ τῷ θεόφρονι· τὸ πάθος γὰρ Χριστοῦ ἐξεικονίσαντες, τῆς παρ’ αὐτοῦ εὐκλείας ἠξιώθητε, αἰτούμενοι πᾶσι θείαν ἄφεσιν.

Μεγαλυνάριον.
Βλέπων σε Ἱλάριος ὁ κλεινός, κατηγλαϊσμένον, Μάρτυς Πρόκλε ἀθλητικῶς, κοινωνός σοι ὤφθη, Χριστὸν ὁμολογήσας· ἔνθεν τῆς ἄνω δόξης, ἄμφω ἐτύχετε. 

Ἡ Ἁγία Βερονίκη 

Ἡ Ἁγία Βερονίκη, ἔζησε καὶ ἔδρασε γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη στὴν πόλη Πανεάδα. Ἀξιώθηκε μάλιστα νὰ συναντήσει τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος τὴν θεράπευσε ἀπὸ τὴν βασανιστικὴ αἱμορραγία ποὺ εἶχε. Γιὰ νὰ τιμήσει καὶ νὰ εὐχαριστήσει λοιπὸν τὸν Κύριο, ἔκανε ἕναν ἀνδριάντα τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ τὸν τιμοῦν καὶ προσκυνοῦν οἱ πιστοί.

Μετὰ ἔγινε μέλος τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ ἀπεβίωσε σὲ βαθιὰ γεράματα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εὑροῦσα τὴν ἴασην, παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, αὐτὸν ἐθεράπευσας, δι’ ἐναρέτου ζωῆς, καὶ βίου σεμνότητος· ὅθεν τῆς οὐρανίου, μετασχοῦσα εὐκλείας, πρέσβευε τῷ Κυρίῳ, Βερονίκη Ἁγία, ὑπὲρ τῶν εὐφημούντων, τὰ σὰ προτερήματα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῷ Χριστῷ προσέδραμες, θερμῇ τῇ πίστει, καὶ τυχοῦσα πάνσεμνε, τῆς θεραπείας παρ’ αὐτοῦ, δι’ ἀρετῆς κατηξίωσαι, ὦ Βερονίκη τῆς ἄνω λαμπρότητος.

Μεγαλυνάριον.
Χάριτος τυχοῦσα παρὰ Χριστοῦ, βίον Βερονίκη, ἐβιώσω θεοφιλῆ, οὗπερ ἐν ταῖς τρίβοις, ὀδήγει ταῖς λιταῖς σου, τοὺς τῇ θερμῇ πρεσβείᾳ σου καταφεύγοντας. 

Ὁ Ἅγιος Σεραπίων ὁ νέος

Ὁ Ἅγιος Σεραπίων ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Σεβήρου (103 μ.Χ.) καὶ ἦταν ἄνδρας θεοσεβὴς καὶ ἀγαθὸς στὴν προαίρεση.

Συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα Ἀκύλα καὶ ὅταν ρωτήθηκε ποιᾶς θρησκείας εἶναι, ὁμολόγησε μὲ θάρρος, ὅτι πιστεύει καὶ σέβεται τὸν Χριστό.
Τότε τὸν ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ τὸν ἔκαψαν ζωντανό, λαμβάνοντας ἔτσι τὸ ἁμαράντινο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρέας ὁ Στρατηλάτης, Ἡράκλειος, Φαῦστος, Μηνᾶς καὶ ἡ συνοδεία τους

Μάρτυρες, χωρὶς νὰ γνωρίζουμε κανένα βιογραφικό τους στοιχεῖο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Μάμας πέραν ἐν τῷ Σίγματι 

Ἴσως πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο Μάρτυρα, ποὺ ἡ μνήμη τοῦ γίνεται τὴν 2α Σεπτεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ὁ Μαλεῖνος, πνευματικὸς πατέρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτη 

Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Κωνσταντίνου Ζ’ καὶ μέχρι τῶν χρόνων τοῦ Βασιλείου Β’ τοῦ Βουλγαροκτόνου. Γεννήθηκε στὴν Καππαδοκία ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ πλούσιους, τὸν Εὐδόκιμο καὶ τὴν Ἀναστασῶ. Ὁ παππούς του ἀπὸ τὸν πατέρα του, Εὐστάθιος, κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ πατρικίου. Ὁ δὲ παππούς του ἀπὸ τὴ μητέρα του, Ἀδράλεστος, εἶχε τὸ ἀξίωμα τοῦ Στρατηλάτη τῆς Ἀνατολῆς.

Ὁ Μανουὴλ - αὐτὸ ἦταν τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά του - ἀνατράφηκε μέσα στ’ ἀνάκτορα, ἀλλὰ γρήγορα κατάλαβε τὴν ματαιότητα τῶν ἐγκόσμιων τιμῶν καὶ ἀγαθῶν καὶ γὶ αὐτὸ κατέφυγε στὸ ὅρος τοῦ Κύμινα. Ἐκεῖ βρῆκε κάποιο μοναχὸ γέροντα μεγάλης ἀρετῆς, τὸν Ἰωάννη, ποὺ τὸν παρεκάλεσε νὰ μείνει κοντά. Ὁ γέροντας μὲ ἐπιφύλαξη τὸν δέχτηκε, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο ὁ πατέρας του ἐντόπισε ποὺ βρίσκεται καὶ μὲ διάφορες παρακλήσεις τὸν ἔφερε στὸ σπίτι.

Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγους μῆνες καὶ μὲ τὴν ἄδεια αὐτὴ τὴν φορὰ τῶν γονέων του, ἐπέστρεψε στὸν γέροντά του, ποὺ τὸν δέχτηκε μὲ χαρὰ μεγάλη. Μετὰ τρία ἔτη δοκιμασίας, ὁ Μανουὴλ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Μιχαήλ. Ἀργότερα, ὅταν πέθανε ὁ γέροντάς του Ἰωάννης, ὁ Μιχαήλ μὲ τὴν μεγάλη πατρικὴ κληρονομιὰ ποὺ ἀπόκτησε ὑπῆρξε μεγάλος δωρητὴς τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων.

Ἐπίσης ἵδρυσε τὴν περίφημη μεγάλη Λαύρα τοῦ Κύμινα, ὅπου σχηματίστηκε πολυάριθμη ἀδελφότητα, τὴν ὁποία ὁ Μιχαὴλ ὀργάνωσε κοινοβιακὰ καὶ τὴν συνέδεσε μὲ ἀδελφικὴ ἀγάπη. Ἀπ’ αὐτὴ τὴ Μονὴ πέρασαν πολλὲς ἐκλεκτὲς ψυχές, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης, ἱδρυτὴς τῆς μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Ἡ μονὴ τοῦ Κύμινα διακρίθηκε γιὰ τοὺς καλλιγράφους της καὶ ἀντιγραφεῖς ἱερῶν βιβλίων.
Σὲ ἡλικία προχωρημένη, ἀλλὰ ἀκμαῖος στὴν πίστη καὶ τὸ πνεῦμα, ὁ Μιχαὴλ παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Γεωργίου Ἐπισκόπου Ἄσσου Μυτιλήνης 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος τοῦ Νόβγκοροντ (Ρῶσος) 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr