ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ 

Ἡ αἰτία γιά τήν εἰσαγωγή τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στήν Ἐκκλησία εἶναι τό ἑξῆς γεγονός: Κατά τούς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ, ὁ ὁποῖος διαδέχτηκε στή βασιλική ἐξουσία τόν Βοτανειάτη, ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη φιλονικία ἀνάμεσα σέ λόγιους καί ἐνάρετους ἄνδρες. Ἄλλοι θεωροῦσαν ἀνώτερο τόν Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα καί ὑπέροχη φυσιογνωμία, ἀφοῦ μέ τίς ὁμιλίες του ἐρεύνησε σέ βάθος τή φύση τῶν ὄντων, μέ τίς ἀρετές του ἁμιλλοῦνταν μέ τούς ἀγγέλους, δέν συγχωροῦσε πρόχειρα καί εὔκολα τούς ἁμαρτάνοντες καί ἀφοῦ κατά τό ἦθος ἦταν σοβαρός καί δέν εἶχε τίποτε τό γήνινο. Τόν θεῖο Χρυσόστομο τόν ὑποβίβαζαν, μέ τήν αἰτιολογία ὅτι, σέ ἀντίθεση πρός τόν Μέγα Βασίλειο, συγχωροῦσε τούς ἁμαρτάνοντες εὔκολα, χωρίς τόν ἐπιβαλλόμενο ἔλεγχο.

Ἄλλοι τοποθετοῦσαν ψηλά τόν θεῖο Χρυσόστομο καί τόν θεωροῦσαν ἀνώτερο ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο καί τόν Γρηγόριο μέ τήν αἰτιολογία, ὅτι ἦταν πιό συγκαταβατικός στίς διδασκαλίες του, ὅτι μέ τήν ὡραία καί σαφή διατύπωση τῶν νοημάτων καί σκέψεών του καθοδηγοῦσε ἀποτελεσματικά τούς ἀνθρώπους καί τούς προσέλκυε στή μετάνοια, ὅτι εἶχε συγγράψει πλῆθος μελίρρυτους λόγους καί ὅτι διακρινόταν γιά τή ρητορική του δεινότητα.

Καί, τέλος, ἄλλοι προκείμενοι στό Γρηγόριο τό Θεολόγο, θεωροῦσαν αὐτόν ἀνώτερο ἀπό τούς δύο ἄλλους, δηλαδή ἀπό τόν Βασίλειο καί τόν Χρυσόστομο. Καί τοῦτο, γιατί, ὅπως ἔλεγαν, μέ τήν κομψή καί ποικιλμένη φράση του, τούς βαθυστόχαστους λόγους του καί τό γοητευτικό καί πλούσιο λεξιλόγιό του ὑπερέβη ὅλους τούς ξακουστούς γιά τήν ἑλληνική παιδεία καί φιλοσοφική συγκρότηση καί ὅλους τούς διακρινόμενους γιά τήν ἐκκλησιαστική παιδεία καί θεολογική κατάρτιση.

Ἡ φιλονικία αὐτή εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά διαιρεθοῦν τά πλήθη τῶν χριστιανῶν καί ἄλλοι ὀνομάζονταν Ἰωαννίτες, ἄλλοι Βασιλεῖτες καί ἄλλοι Γρηγορίτες.

Γύρω λοιπόν ἀπό τά ὀνόματα αὐτά συνεχιζόταν ἡ φιλονικία καί κάθε ὁμάδα ἔμενε σταθερή στή θέση της. Μετά ἀπό χρόνια ὅμως ἐμφανίστηκαν οἱ μέγιστοι αὐτοί Ἱεράρχες, πρῶτα καθένας χωριστά καί στή συνέχεια καί οἱ τρεῖς μαζί, στόν Ἰωάννη, τόν ἐπίσκοπο τῆς πόλεως Εὐχαΐτων, κάποια ὥρα πού ἑρμήνευε ἱερά κείμενα. Ὁ Ἰωάννης εἶχε μεγάλη θεολογική κατάρτιση, ἀλλά καί γνώση τῆς ἑλληνικῆς παιδείας, ὅπως φαίνεται ἀπό τά συγγράμματά του. Εἶχε φτάσει, ἐπίσης, στό ἄκρο τῆς ἠθικῆς τελειότητας. Ἐμφανίστηκαν, λέγω, στόν Ἰωάννη - καί ἐμφανίστηκαν στ' ἀλήθεια, ὄχι σέ ὄνειρο - καί τοῦ εἶπαν: "Ἐμεῖς, ὅπως βλέπεις, εἴμαστε ἕνα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί δέν ὑπάρχει καμιά ἀντίθεση οὔτε ἀντιδικία ἀνάμεσά μας. Ὅμως, κάτω ἀπό τίς ἰδιαίτερες χρονικές συγκυρίες καί περιστάσεις πού βρέθηκε καθένας μας, κινούμενοι καί καθοδηγούμενοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, γράψαμε σέ συγγράμματα, καί μέ τόν τρόπο του ὁ καθένας, διδασκαλίες πού βοηθοῦν τούς ἀνθρώπους νά βροῦν τό δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἐπίσης, τίς βαθύτερες θεῖες ἀλήθειες, στίς ὁποῖες μπορέσαμε νά διεισδύσουμε μέ τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τίς συμπεριλάβαμε σέ συγγράμματα πού ἐκδώσαμε. Καί ἀνάμεσά μας δέν ὑπάρχει οὔτε πρῶτος οὔτε δεύτερος· ἀλλά, ἄν εἰπεῖς τόν ἕνα, συμπορεύονται δίπλα του καί οἱ δύο ἄλλοι. Σήκω λοιπόν καί δῶσε ἐντολή στούς φιλονικοῦντες νά σταματήσουν τίς ἔριδες καί νά παύσουν νά χωρίζονται γιά ἐμᾶς. Γιατί ἐμεῖς, καί στήν ἐπίγεια ζωή πού ἤμασταν καί στήν οὐράνια πού μεταβήκαμε, φροντίζαμε καί φροντίζουμε νά εἰρηνεύουμε καί νά ὁδηγοῦμε σέ ὁμόνοια τόν κόσμο. Καί ὅρισε μία ἡμέρα νά ἑορτάζεται ἀπό κοινοῦ ἡ μνήμη μας· καί, καθώς εἶναι χρέος σου, νά ἐνεργήσεις νά εἰσαχθεῖ ἡ ἑορτή στήν Ἐκκλησία καί νά συνταχθεῖ ἡ ἱερή ἀκολουθία. Ἀκόμη ἕνα χρέος σου· νά παραδώσεις στίς μελλοντικές γενιές ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα γιά τό Θεό. Βεβαίως καί ἐμεῖς θά συμπράξουμε γιά τή σωτηρία ἐκείνων πού θά ἑορτάζουν τή μνήμη μας, γιατί νομίζουμε πώς ἔχουμε καί ἐμεῖς κάποια παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ". Ἀφοῦ, λοιπόν, εἶπαν τά λόγια αὐτά, φάνηκαν ὅτι πέταξαν πρός τόν οὐρανό, καταλαμπόμενοι ἀπό ἕνα φῶς ὑπερκόσμιο καί καλώντας ὀνομαστικά ὁ ἕνας τόν ἄλλο.

Ὕστερα ἀπό τό θαυμαστό αὐτό γεγονός, ὁ θεῖος ἐκεῖνος ἄνδρας, ὁ ἐπίσκοπος Εὐχαΐτων Ἰωάννης, σηκώθηκε καί ἔκαμε ὅ,τι τοῦ εἰσηγήθηκαν οἱ Ἅγιοι. Ἐπέβαλε δηλαδή τήν ἠρεμία καί τή γαλήνη καί στό πλῆθος καί στούς φιλονικοῦντες λογίους καί ἐνάρετους ἄνδρες (καί αὐτό ἔγινε εὔκολα, γιατί ἦταν ξακουστός γιά τήν ἀρετή του καί τόν σέβονταν) καί εἰσήγαγε στήν Ἐκκλησία τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὥστε νά ἑορτάζονται ἀπό κοινοῦ καί νά δοξάζεται ὁ Θεός.

Καί τώρα πρόσεξε τή σύνεση τοῦ ἀνδρός: Ἐπειδή βρῆκε ὅτι μέσα στόν Ἰανουάριο μήνα ὑπῆρχαν ἑορτές καί γιά τούς τρεῖς αὐτούς Ἁγίους, στή 1 Ἰανουαρίου γιά τό Μέγα Βασίλειο, στίς 25 γιά τόν θεῖο Γρηγόριο καί στίς 27 γιά τόν θεῖο Χρυσόστομο, τούς ἕνωσε καί σέ μιά κοινή ἑορτή, στίς 30 Ἰανουαρίου, τήν ὁποία καί στόλισε μέ κανόνες καί τροπάρια καί λόγους ἐγκωμιαστικούς, ὅπως τούς ταίριαζε. Καί, καθώς νομίζω, τά ἄσματα τῆς ἀκολουθίας αὐτῆς τά συνέθεσε ὁ Ἰωάννης κατά νεύση καί φωτισμό τῶν τριῶν ἁγίων Ἱεραρχῶν, καί ἔτσι ὄχι μόνον δέν ὑπολείπονται σέ τίποτε ἀπό παρόμοια πού ἔχουν σκοπό τόν ἔπαινο Ἁγίων, ἀλλά εἶναι ἀνώτερα ἀπό ὅλα αὐτά· καί θά εἶναι καί ἀνώτερα ἀπό ὅσα μελλοντικά θά συνταχθοῦν.

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, ὡς πρός τή σωματική διάπλαση καί τή μορφή τοῦ προσώπου εἶχαν τά ἑξῆς χαρακτηριστικά γνωρίσματα:

Καί ἀρχίζουμε ἀπό τόν ἱερό Χρυσόστομο: Ὁ θεῖος αὐτός ἱεράρχης ἦταν πολύ μικρόσωμος, εἶχε ὅμως μεγάλο κεφάλι αἰωρούμενο στούς ὤμους του· ἦταν ὑπερβολικά λεπτόσαρκος· εἶχε μακριά μύτη καί πλατιά ρουθούνια· ἦταν πολύ ὠχρός καί λευκός μαζί· εἶχε βαθουλωτές τίς κόγχες τῶν ματιῶν καί μεγάλους τούς βολβούς, καί ἐξαιτίας αὐτοῦ συνέβαινε νά παρουσιάζει μέ τά μάτια του πιό χαρούμενη ὄψη, ἄν καί μέ τά ὑπόλοιπα χαρακτηριστικά του φανέρωνε ἄτομο βασανισμένο· τό μέτωπό του ἦταν μεγάλο, χωρίς τρίχες καί χαραγμένο μέ πολλές ρυτίδες· εἶχε μεγάλα αὐτιά, γένια μικρά, πολύ ἀραιά καί λευκά καί, τέλος, τά σαγόνια βαθουλωμένα στό ἔπακρο ἐξαιτίας τῆς νηστείας.

Τόσο ἀκόμη γι' αὐτόν εἶναι ἀνάγκη νά ποῦμε: Μέ τούς λόγους του καί τή ρητορική του δεινότητα καί ἰδιαίτερα μέ τό πλάτος καί τό βάθος τῶν νοημάτων καί μέ τή σαφήνεια καί κομψότητα τῆς ἐκφράσεως ὑπερέβαλε ὅλους τούς σοφούς καί ρήτορες τῶν Ἑλλήνων. Διασαφήνισε καί ἑρμήνευσε τόσο τέλεια τήν Ἁγία Γραφή ὅσο κανένας ἄλλος· καί, ἔτσι, συνέβαλε τόσο πολύ στό εὐαγγελικό κήρυγμα, ὥστε, ἄν δέν ἐμφανιζόταν αὐτός ὁ Ἅγιος - ἄν καί εἶναι τολμηρό νά πεῖ κανείς κάτι τέτοιο, - ἔπρεπε νά κατέβει στή γῆ γιά δεύτερη φορά ὁ Χριστός καί νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιό Του στούς ἀνθρώπους. Καί, τέλος, ὡς πρός τήν ἀρετή, καί στήν πράξη καί στή θεωρία, ἔφτασε σέ τόσον ὕψος, ὥστε ὑπερέβαλε τούς πάντες πέρα ὥς πέρα, καί χρημάτισε πηγή ἐλεημοσύνης καί ἀγάπης, ὄντας ἀξιοζήλευτο ὑπόδειγμα στή φιλαδελφία καί διδασκαλία.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἔζησε ἑξήντα τρία ἔτη (354-407 μ.Χ.) καί ἐποίμανε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐπί ἕξι ἔτη ὡς πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.

Συνεχίζουμε μέ τόν Μέγα Βασίλειο: Ὁ μεγάλος αὐτός Ἅγιος εἶχε ὑψηλό ἀνάστημα καί εὐθυτενή κορμοστασιά· ἦταν ξερακιανός καί λιπόσαρκος· ἡ μύτη του ἦταν ἐπιμήκης καί τά φρύδια του καμπύλα· τό δέρμα τοῦ μετώπου του, πάνω ἀπό τά φρύδια, ἦταν ζαρωμένο· ἔμοιαζε μέ ἄνθρωπο παραδομένο στίς μέριμνες καί στίς στοχαστικές σκέψεις· τό μέτωπό του εἶχε λίγες ρυτίδες· τά μάγουλά του ἦταν ἐπιμήκη καί οἱ κρόταφοί του βαθουλοί· τά μαλλιά τοῦ κεφαλιοῦ του ἦταν λιγοστά καί κοντά· εἶχε ἀρκετά ἐπιμήκη γενειάδα καί, τέλος, τά μαλλιά καί τά γένια του ἦταν γκριζωπά.

Ὁ ἅγιος αὐτός Πατήρ στούς λόγους του ὑπῆρξε ἀνώτερος ὄχι μόνο ἀπό τούς σύγχρονούς του σοφούς καί πεπαιδευμένους, ἀλλά καί ἀπό αὐτούς ἀκόμη τούς παλαιούς. Σπούδασε ὅλες τίς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς του καί ἔκαμε κτῆμα του ὁλόκληρο τό πλάτος καί βάθος τοῦ περιεχομένου καθεμιᾶς ξεχωριστά. Καί ὄχι λιγότερο ἄσκησε τήν διά πράξεως φιλοσοφία καί μέσω αὐτῆς προχώρησε στή θεωρία τῶν ὄντων. Μόλις συμπλήρωσε τά σαράντα πέντε του χρόνια ἀνῆλθε στό θρόνο τῆς ἀρχιερωσύνης καί ἐποίμανε τήν Ἐκκλησία ἐπί πέντε ἔτη.

Καί τελειώνουμε μέ τόν Γρηγόριο: Ὁ θεῖος αὐτός Πατήρ, ὡς πρός τό σῶμα γενικά, εἶχε μέτριο ἀνάστημα· εἶχε λιγάκι ὠχρό, ἀλλά χαρούμενο πρόσωπο· ἡ μύτη του ἦταν πλατιά μέ προεξέχοντα τά ρουθούνια· τά φρύδια του ἦταν ἴσια· τό βλέμμα του ἦταν ἥμερο καί γλυκύ· τό ἕνα του μάτι, τό δεξιό, φαινόταν κάπως σκυθρωπό ἐξαιτίας τῆς οὐλῆς πού τοῦ εἶχε ἀφήσει κάποιος τραυματισμός στή γωνία τῶν βλεφάρων· τά γένια του δέν ἦταν μακριά, ἦταν ὅμως πολύ πυκνά· ἦταν ἀρκετά φαλακρός καί οἱ τρίχες του ἦταν λευκές καί, τέλος, τά ἄκρα τῆς γενειάδας του φαίνονταν σάν περικαπνισμένα.

Ἀλλά ἀξίζει νά ποῦμε καί τό ἑξῆς γι' αὐτόν: Ἄν ἔπρεπε νά ἀπαρτιστεῖ ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους μιά ὁλοκληρωμένη εἰκόνα καί στήλη φωτεινή, συναποτελούμενη ἀπό ὅλες τίς ἐπιμέρους ἀρετές, αὐτό ἀκριβῶς ἦταν ὁ μέγας Γρηγόριος. Καί πραγματικά, μέ τή λαμπρότητα του βίου του ἀναδείχτηκε ὑπέρτερος ἀπό ὅλους ἐκείνους πού εὐδοκίμησαν στήν ἀρετή. Ἐπίσης ἔφτασε σέ τόσον ὕψος θεολογικοῦ στοχασμοῦ, ὥστε ὅλοι νά εἶναι ὑποδεέστεροι ἀπό αὐτόν στή σοφία, καί σ' ἐκείνην πού διαπιστώνεται στούς καλλιεπεῖς καί βαθυστόχαστους λόγους του καί σ' ἐκείνην πού διαπιστώνεται στόν τρόπο καί στήν εὐστοχία μέ τήν ὁποία ὁ Ἅγιος διατυπώνει τά δόγματα, καί εἰδικότερα τό περί Θεοῦ δόγμα, γεγονός πού συνετέλεσε νά τοῦ δοθεῖ ἡ ἐπίζηλη προσωνυμία Θεολόγος.

Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐποίμανε τήν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὡς πατριάρχης, ἐπί δώδεκα χρόνια. Ἔζησε περισσότερα ἀπό ὀγδόντα χρόνια.

 

Δάσκαλοι καί σπουδές

Οἱ Σχολές, τά χρόνια πού ὁ Γρηγόριος ἔφτασε στήν Ἀθήνα, βρίσκονταν οἱ περισσότερες κάτω ἀπό τόν Ἄρειο Πάγο, κοντά στό ναό τοῦ Ἡφαίστου (Θησεῖο), ἀπέναντι ἀπό τό στοά τοῦ Ἀττάλου. Ἐκεῖ, μέσα κι ἔξω ἀπό τίς Σχολές, μαζεύονταν καθημερινά οἱ φοιτητές σέ ὁμάδες. Ἡ κάθε μία γιά τό δικό της δάσκαλο ἤ τούς δασκάλους. Ὁ Γρηγόριος παρακολούθησε τά μαθήματα τοῦ πιό φημισμένου τότε ρήτορα, τοῦ Προαιρεσίου. Τύχαινε μάλιστα ὁ Προαιρέσιος νά ἦταν καί χριστιανός. Ὅλοι τόν θεωροῦσαν ὡς τόν καλύτερο σοφιστή τῆς ἐποχῆς. Ὅταν μάλιστα δίδαξε γιά λίγο στή Ρώμη, ἐντυπωσίασε τόσο πολύ, πού τοῦ ἔφτιαξαν ἄγαλμα. Ἐντυπωσίαζε ἰδιαίτερα, γιατί εἶχε ταλέντο αὐτοσχεδιασμοῦ. Μεγάλο τότε σοφιστή θεωροῦσαν ἐκεῖνον, πού ἄκουγε ἀπό ἕναν ἀκροατή τό θέμα καί ἄρχιζε ἀμέσως νά τό ἀναπτύσσει. Καί ὁ Προαιρέσιος σ' αὐτό ἦταν δεξιοτέχνης, κυριολεκτικά ἰδιοφυΐα.

Ὁ Γρηγόριος ἄκουσε καί ἄλλους δασκάλους. Τόν Ἱμέριο καί πιθανότατα καί τόν Πρίσκο, πού ἦταν καί οἱ δύο ἐθνικοί, ἄξιοι καί φημισμένοι ἐπίσης.

Ἐκτός ἀπό τά μαθήματα φιλολογίας καί φιλοσοφίας, ἄνοιξε τό ἀχόρταγο πνεῦμα του καί σέ ἄλλους κλάδους, ὅπως ἡ ἀστρονομία, ἡ γεωμετρία καί ἡ ἀριθμητική. Βέβαια σ' αὐτούς δέν ἀφιέρωσε πολύ χρόνο. Τόν πολύ του χρόνο κρατοῦσε γιά τή φιλοσοφία. Πάντως ἀπέκτησε καλή κατάρτιση καί στούς κλάδους αὐτούς. Καταλάβαινε τότε τή φιλοσοφία ὡς πεμπτουσία γνώσεως, ἐπιστέγασμα ὅλων τῶν ἐπιστημῶν.

Ἡ ζωή τοῦ Γρηγορίου στήν Ἀθήνα ἤτανε γεμάτη. Ἐκμεταλλευότανε δασκάλους καί ρήτορες. Ὅ,τι σπουδαῖο εἶχαν αὐτοί νά δώσουν τό ἔπαιρνε. Τό πνεῦμα του ρουφοῦσε τή σκέψη τους. Καθώς ὅμως ἄκουγε ἤ διάβαζε τή σκέψη τους, ἔβαζε σέ λειτουργία τό ἰσχυρό διυλιστήριο. Ἦταν ὁ ἴδιος τό ἰσχυρότερο πνευματικό διυλιστήριο τῆς ἐποχῆς. Καί κάθε τι πού ἄκουγε τό διύλιζε προσεκτικά καί γρήγορα. Ἦταν πνεῦμα κριτικό. Δέν ἀποταμίευε ἁπλῶς γνώσεις. Σπούδαζε κι ἐρευνοῦσε κι ἔκρινε καί ἀξιολογοῦσε τό πᾶν. Γι' αὐτό ἡ φιλοσοφική σκέψη, ὄχι μόνο δέν ἀδυνάτιζε τήν πίστη του, ἀλλά ἔμμεσα τήν στερέωνε καί τήν ἐπιβεβαίωνε.

 

Ἡ πρώτη χριστιανική φοιτητική ὁμάδα

Συμφοιτητές καί φίλοι τῶν χρόνων ἐκείνων τόν θαύμαζαν καί προσπαθοῦσαν νά τόν μιμηθοῦν. Ὁ Ἡσύχιος, ὁ Τερέντιος, ὁ Σωφρόνιος, ὁ Εὐσέβιος, ὁ Κέλσος καί ὁ Εὐστόχιος τόν πρόσεχαν σέ ὅλα.

Μέ τούς νέους αὐτούς φοιτητές πού ἀργότερα θά γίνουν ἀνώτεροι κρατικοί ὑπάλληλοι καί ἐπίσκοποι, εἶχε μεγάλο σύνδεσμο. Οἱ περισσότεροι ἀνῆκαν καί στήν ὁμάδα τῶν χριστιανῶν φοιτητῶν τῆς Ἀθήνας. Σιγά-σιγά καί χωρίς τυμπανοκρουσίες, οἱ χριστιανοί φοιτητές, οἱ πιό συνειδητοποιημένοι, συνάχθηκαν γύρω ἀπό τό Γρηγόριο καί τό Βασίλειο. Τούς εἶχαν ὅλοι καί τούς δύο πρότυπο καί στήριγμα. Οἱ δύο τους πρώτευαν σέ ὅλα: στή γνώση καί στή χριστιανική ἀρετή. Ἀρχηγός βέβαια ἦταν ὁ Βασίλειος. Τέτοιες θέσεις δέν ταιριάζανε στό χαρακτήρα τοῦ Γρηγορίου. Ὅ,τι σχετιζότανε μέ πρωτοβουλίες τ' ἄφηνε πάντα στό Βασίλειο, ἐκεῖνος εἶχε χαρακτήρα θεληματικό, γεννήθηκε γιά ἀρχηγός. Καί ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε ἀπό τότε σύνεση, ὥστε οἱ πρωτοβουλίες του νά εἶναι γιά τό καλό τοῦ κόσμου ὅλου.

Ἡ ὁμάδα τῶν χριστιανῶν φοιτητῶν τῆς Ἀθήνας ἔγινε γνωστή ὄχι μόνο στήν Ἀθήνα καί τήν Ἑλλάδα, μά σ' ὅλη τήν ἔκταση τῆς ἀπέραντης ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Ἡ φήμη τους ἔτρεξε παντοῦ. Τά στόματα τῶν φοιτητῶν, πού προέρχονταν ἀπ' ὅλα τά πλάτη καί τά μήκη τοῦ τότε πολιτισμένου κόσμου, πληροφοροῦσαν, πηγαινοερχόμενοι στίς πατρίδες τους, τήν ὕπαρξη καί τή δράση τῆς ὁμάδας.

Ἀλλά βέβαια ἡ ὁμάδα τούτη ἔγινε ὀνομαστή ἕνεκα τοῦ Βασιλείου καί τοῦ Γρηγορίου. Αὐτοί τῆς ἔδωσαν πνευματική δύναμη κι αἴγλη. Ἕνεκα τῆς μεγαλωσύνης τῶν δύο, στράφηκαν ὅλοι νά τήν ἰδοῦν· ἄλλοι νά τήν θαυμάσουν - οἱ χριστιανοί - καί ἄλλοι νά τήν φθονήσουν - οἱ ἐθνικοί.

Τόση ἐντύπωση σέ δασκάλους καί μαθητές ἔκαναν ὁ Γρηγόριος καί ὁ Βασίλειος, ὥστε οἱ δυό τους ἀπέκτησαν ὅση φήμη στόν κόσμο ὅλο εἶχαν οἱ περίφημοι δάσκαλοι τῶν Ἀθηνῶν.

Ἀριστοκράτες στό ἦθος, στήν καταγωγή καί στήν σκέψη καί γαλουχημένοι μέ τά νάματα τῆς ἑλληνικῆς σκέψεως καί παιδείας συνεδύασαν τήν ἑλληνική παράδοση μέ τήν χριστιανική διδαχή καί ἀπό αὐτή τήν ἄποψη μεταβλήθηκαν σέ ἐθνικά σύμβολα, συνεχιστές τῆς φιλολογικῆς, φιλοσοφικῆς καί λογοτεχνικῆς κληρονομίας τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος.

Ἀπό αὐτή τήν σκοπιά ἐξεταζομένη ἡ προσφορά τους παραμένει ἀνεπανάληπτη καί πολύτιμη. Διότι ἐπιχειροῦν μία ὑπέρβαση πρός τήν κλασσική ἐποχή καί ζητοῦν νά ἀποκαταστήσουν τήν καθαρότητα τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου, ὁ ὁποῖος ὡς ἐκφραστικό μέσο εἶχεν ὑποστῇ μιά φθορά, φυσική καί μοιραία, λόγῳ τῆς ἐξαπλώσεως τῆς γλώσσης σέ οἰκουμενική κλίμακα καί λόγῳ τῆς διαφορετικῆς πολιτιστικῆς καταγωγῆς τῶν ἀνθρώπων, πού ἔκαμαν γλῶσσα τους τήν ἑλληνική.

Αὐτή ἡ παραφθορά τῆς γλώσσης εἶναι ἐμφανής στά ἑλληνιστικά κείμενα, στήν ἑλληνιστική φιλοσοφία, ἀκόμη δέ καί σέ ὡρισμένα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης καί στήν μετάφραση τῆς Π.Δ. ἀπό τούς Ο´ ἑρμηνευτές τῆς Ἀλεξανδρείας.

Στήν συνέχεια ἡ φιλοσοφική σκέψη καί ὁρολογία ἀπετέλεσε τό ὄργανο μέ τό ὁποῖο οἱ Τρεῖς αὐτοί σοφοί διετύπωσαν τίς θεολογικές τους διδασκαλίες.

Οἱ μελετητές τῶν ἔργων τοῦ Μ. Βασιλείου διαπιστώνουν τό φιλοσοφικό ὑπόστρωμα καί τόν φιλοσοφικό τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι. Στά ἔργα τοῦ διανοητοῦ Βασιλείου παρελαύνουν οἱ στοχαστές τῆς ἀρχαιότητος, Πλάτων, Ἀριστοτέλης, Στωικοί, Πλούταρχος, Πλωτῖνος κ.λπ. Βλέπει κανείς, πῶς ὁ νουνεχής αὐτός πατήρ ἐντάσσει τήν φιλοσοφία μέσα στήν χριστιανική σκέψη κατά τρόπο ἐπαγωγικό καί δημιουργικό, καί μέ τήν φιλοσοφία πλουτίζει καί ἐμβαθύνει τά μεταφυσικά τῆς θεολογίας προβλήματα. Ἡ λογική ἐπιχειρηματολογία, ἡ φιλοσοφική διερεύνηση, παράλληλα μέ τήν παράδοση τῆς θεολογίας, ἀποτελοῦν τά μέσα τῆς δημιουργικῆς πρωτοτυπίας του. Οἱ φιλοσοφικοί ὅροι τόν βοηθοῦν νά ἐκφράση τίς θεολογικές του σκέψεις (Τατάκη, σ. 83)!

Βεβαίως διά τόν Βασίλειο, ὡς καί τούς δύο ἄλλους πατέρες, ἡ χριστιανική ἀλήθεια, ἡ δυσθήρατη αὐτή ἀλήθεια, παραμένει ὁ τελικός σκοπός. Ὁ σκοπός ὅμως αὐτός κατανοεῖται καλλίτερα μέ τήν θεωρία καί τήν κάθαρση τοῦ νοῦ καί τῆς διανοίας καί ἐγγίζει τήν ἄκραν ἀλήθεια, τό ἀκρότατον ἀγαθό, τό μέγα κάλλος, τό ἄρρητο κάλλος τοῦ ἀρχετύπου, τόν Θεό, κατά τήν ὁρολογία τῶν Ἑλλήνων φιλοσόφων. Ἔτσι κατορθώνει νά ἐξετάζη, διερευνᾶ, κατανοῆ καί διατυπώνη τήν Θεολογική διδασκαλία μέ ὅρους, μεθόδους, λογικούς ἀναβαθμούς παρμένους ἀπό τούς Ἕλληνες φιλοσόφους καί συνδέει αἰώνιο μέ ἀνθρώπινο, θεία πραγματικότητα μέ ἀνθρώπινη γνώση. Καί γίνεται ἔτσι ἡ ἀνθρώπινη σοφία, κλίμακα ἀνοδική πρός κατανόηση τοῦ ἀρχέτυπου κάλλους, τοῦ Θεοῦ, ὅσο τοῦτο εἶναι ἐφικτό στήν ἀνθρώπινη φύση. Καί ἐνῶ μέ αὐτόν τόν τρόπο ἐκφράζονται τά βάθη τῆς Θεολογίας, συγχρόνως ἡ ἑλληνική φιλοσοφία καί παιδεία διασώζεται, ἀξιοποιεῖται καί διαιωνίζεται.

Καί οἱ τρεῖς πατέρες μάχονται γιά νά ἀφυπνίσουν τή συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά στραφεῖ πρός τόν ἑαυτόν του, νά δυναμώσει τό θεϊκό σπινθήρα πού βρίσκεται μέσα του. Παρακινοῦν σέ μιά συνεχή προσπάθεια, γιά νά εἶναι ὁ βίος "κεκαθαρμένος", ἤ, ἀκριβέστερα, "καθαιρόμενος". Αὐτή ἡ ἐσωτερική προσπάθεια εἶναι ἕνα συνεχές γίγνεσθαι, ἕνα δυναμικό τέντωμα τῶν ψυχικῶν προσπαθειῶν, "ὑπέρ δύναμιν ἀεί τήν ψυχήν ἐπεκτείνεσθαι πρός τό τοῦ Θεοῦ θέλημα, κατά σκοπόν καί ἐπιθυμίαν τῆς αὐτοῦ δόξης". Ὁ Γρηγόριος ἀναφερόμενος στήν ἐσωτερική ἐκείνη πειθαρχία καί ἐπαγρύπνηση, πού διασφαλίζει τήν ἐσωτερική ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, συνιστᾶ: "Ἐάν μικρόν τι τοῦ λόγου παρεκτραπῆς, πρός ἑαυτόν ἐπανάγου, πρίν παντελῶς ἔξω πεσεῖν καί κατενεχθῆναι πρός θάνατον καί γενοῦ καινός ἀντί παλαιοῦ καί ψυχῆς ἑόρταζε τά Ἐγκαίνια".

Καί οἱ τρεῖς ἅγιοί μας, πρίν γίνουν ἐξωτερικά οἱ μάρτυρες τῆς ἀληθείας, ἀγωνίσθηκαν ἐσωτερικά. Πέρασαν μιά σοβαρή περίοδο ἀσκητικῆς ἑτοιμασίας γιά τήν ἀπελευθέρωση ἀπό τή δύναμη τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν. Ἔτσι ἀργότερα μπόρεσαν νά ζήσουν καί νά δράσουν μέ ἐσωτερική ἐλευθερία. Ἐλεύθεροι ἀπό τήν ἀγάπη γιά χρήματα, γιά δόξα, γιά ἄνεση· ἐλεύθεροι ἀπό τήν ἀγάπη γιά δύναμη, ὁπλισμένοι μέ τή δύναμη τῆς ἀγάπης.

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ἤθελον, ἵνα ἡ αἰσθητική πρόοδος ἔχῃ ἀνοδικήν πορείαν. Ἀλλ' ὅταν αἱ διάφοροι μορφαί τοῦ Ὡραίου ἤ ἐκδηλώσεις τῆς Τέχνης ἐγέννων "τά ἀνελευθερίας καί ταπεινότητος ἔκγονα πάθη" ἤ ὅταν ὡδήγουν εἰς μίαν ἀφόρητον σπατάλην εἰς βάρος τῶν πεινώντων καί τῆς φιλαλληλίας, τότε εἰς τό ἱερόν πρόσωπόν των ὁ αἰσθητικός ὑπεχώρει ἐνώπιον τοῦ προφήτου, τοῦ κηρύττοντος τόν λόγον τοῦ Θεοῦ ἄνευ συμβιβασμῶν καί ὑποχωρήσεων. Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ἠγωνίζοντο σθεναρῶς διά τήν ἔναντι τοῦ ἡδονιστικοῦ ἤ ὠφελιμιστικοῦ στοιχείου διατήρησιν τῆς αὐτοτελείας, αὐτονομίας καί ἀνεξαρτησίας τῶν αἰσθητικῶν ἀξιῶν, αἵτινες εἶναι ἀνταύγειαι καί διαθλάσεις τοῦ πανυπερτελείου κάλλους τοῦ Θεοῦ.

Καί ἡ αἰσθητική πρόοδος κατ' αὐτούς δέον νά παρουσιάζη ἀναγωγικήν φοράν καί νά κινῆται διαλεκτικῶς μεταξύ τοῦ αἰσθητοῦ καί ὑπεραισθητοῦ κάλλους.

 

Ὅτι οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι συνεκινοῦντο ἐκ τῆς βιώσεως τῆς ἀληθοῦς Τέχνης, πιστοποιεῖται ἐκ πολλῶν περικοπῶν τῶν ἔργων των. Οὗτοι ἐξυμνοῦν "τήν ἀμείνονα καί εἰς ἄμεινον φέρουσαν μουσικήν" καί θαυμάζουν τόσον τήν πιστῶς ἀπεικονίζουσαν τά ἀρχέτυπα ρεαλιστικήν ζωγραφικήν, ὅσον καί τήν ἰμπρεσσιονιστικήν ἤ ἀναγωγικήν, ἥτις, κατά τόν Βασίλειον, παρουσιάζει "οὐ τάς ἀληθείας τῶν πραγμάτων μόνον, ἀλλά καί τά τούτων ἰνδάλματα", μεταμορφοῦσα οὕτω καί ἐξιδανικεύουσα τήν πραγματικότητα. Κατά τόν Ναζιανζηνόν "ζωγράφος ἐστίν ἄριστος, ὅς ἐν πινάκεσσι χαράσσει μορφάς ἀτρεκέας, ἔμπνοα δερκομένας". Κατά τόν Χρυσόστομον εἶναι "θαυμαστόν" τό ὑπό τῶν ἀνδριαντοποιῶν παρουσιαζόμενον "κάλλος πλάσεως". Ὁ Γρηγόριος ἐξαίρει τήν ὡραιότητα πολλῶν ναῶν καί ἰδίως τοῦ ὑπό τοῦ πατρός του ἀνεγερθέντος, ὅστις διακρινόμενος "μεγέθει μέν ὑπέρ τούς πολλούς, κάλλει δέ σχεδόν ὑπέρ ἅπαντας", διά τῆς ὡραιότητός του ὑπεδέχετο μακρόθεν τούς προσερχομένους εἰς αὐτόν.

Πηγή:Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος

Ἀκολουθίες Εσπερινου Κυριακής και Ὄρθρου Δευτέρας ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ(29-01-2017--30-01-2017), τροπάρια, ἀναγνώσματα Θείας Λειτουργίας, εδώ

 Τυπικό εδώ

Κανόνιον εδώ

Ἡ αἰτία γιὰ τὴν εἰσαγωγὴ τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στὴν Ἐκκλησία εἶναι τὸ ἑξῆς γεγονός:

Κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1081 – 1118), ὁ ὁποῖος διαδέχθηκε στὴ βασιλικὴ ἐξουσία τὸν Νικηφόρο Γ’ τὸν Βοτενειάτη (1078 – 1081), ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη φιλονικία ἀνάμεσα σὲ λόγιους καὶ ἐνάρετους ἄνδρες. Ἄλλοι θεωροῦσαν ἀνώτερο τὸν Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα καὶ ὑπέροχη φυσιογνωμία. Ἄλλοι τοποθετοῦσαν ψηλὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο καὶ τὸν θεωροῦσαν ἀνώτερο ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ τὸν Γρηγόριο καί, τέλος, ἄλλοι, προσκείμενοι στὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, θεωροῦσαν αὐτὸν ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς δύο ἄλλους, δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Βασίλειο καὶ τὸν Χρυσόστομο. Ἡ φιλονικία αὐτὴ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ διαιρεθοῦν τὰ πλήθη τῶν Χριστιανῶν καὶ ἄλλοι ὀνομάζονταν «Ἰωαννίτες», ἄλλοι «Βασιλεῖτες» καὶ ἄλλοι «Γρηγορίτες».

Στὴν ἔριδα αὐτὴ ἔθεσε τέλος ὁ Μητροπολίτης Εὐχαΐτων, Ἰωάννης ὁ Μαυρόπους. Αὐτός, κατὰ τὴν διήγηση τοῦ Συναξαριστοῦ, εἶδε σὲ ὀπτασία τοὺς μέγιστους αὐτοὺς Ἱεράρχες, πρῶτα καθένα χωριστὰ καὶ στὴ συνέχεια καὶ τοὺς τρεῖς μαζί. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν: «Ἐμεῖς, ὅπως βλέπεις, εἴμαστε ἕνα κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ τίποτε δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ μᾶς χωρίζει ἢ νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀντιδικοῦμε. Ὅμως, κάτω ἀπὸ τὶς ἰδιαίτερες χρονικὲς συγκυρίες καὶ περιστάσεις ποὺ βρέθηκε ὁ καθένας μας, κινούμενοι καὶ καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γράψαμε σὲ συγγράμματα καὶ μὲ τὸν τρόπο του ὁ καθένας, διδασκαλίες ποὺ βοηθοῦν τοὺς ἀνθρώπους νὰ βροῦν τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἐπίσης, τὶς βαθύτερες θεῖες ἀλήθειες, στὶς ὁποῖες μπορέσαμε νὰ διεισδύσουμε μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὶς συμπεριλάβαμε σὲ συγγράμματα ποὺ ἐκδώσαμε. Καὶ ἀνάμεσά μας δὲν ὑπάρχει οὔτε πρῶτος, οὔτε δεύτερος, ἀλλά, ἂν πεῖς τὸν ἕνα, συμπορεύονται δίπλα του καὶ οἱ δυὸ ἄλλοι. Σήκω, λοιπόν, καὶ δῶσε ἐντολὴ στοὺς φιλονικοῦντες νὰ σταματήσουν τὶς ἔριδες καὶ νὰ πάψουν νὰ χωρίζονται γιὰ ἐμᾶς. Γιατί ἐμεῖς, καὶ στὴν ἐπίγεια ζωὴ ποὺ εἴμασταν καὶ στὴν οὐράνια ποὺ μεταβήκαμε, φροντίζαμε καὶ φροντίζουμε νὰ εἰρηνεύουμε καὶ νὰ ὁδηγοῦμε σὲ ὁμόνοια τὸν κόσμο. Καὶ ὅρισε μία ἡμέρα νὰ ἑορτάζεται ἀπὸ κοινοῦ ἡ μνήμη μας καὶ καθὼς εἶναι χρέος σου, νὰ ἐνεργήσεις νὰ εἰσαχθεῖ ἡ ἑορτὴ στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ συνταχθεῖ ἡ ἱερὴ ἀκολουθία. Ἀκόμη ἕνα χρέος σου, νὰ παραδόσεις στὶς μελλοντικὲς γενιὲς ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα γιὰ τὸν Θεό. Βεβαίως καὶ ἐμεῖς θὰ συμπράξουμε γιὰ τὴ σωτηρία ἐκείνων ποὺ θὰ ἑορτάζουν τὴν μνήμη μας, γιατί ἔχουμε καὶ ἐμεῖς παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ».

Ἔτσι ὁ Ἐπίσκοπος Εὐχαΐτων Ἰωάννης ἀνέλαβε τὴ συμφιλίωση τῶν διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε τὴν ἑορτὴ τῆς 30ης Ἰανουαρίου καὶ συνέγραψε καὶ κοινὴ Ἀκολουθία, ἀντάξια τῶν τριῶν Μεγάλων Πατέρων.

Ἡ ἑορτὴ αὐτῆς τῆς Συνάξεως τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀποτελεῖ τὸ ὁρατὸ σύμβολο τῆς ἰσότητας καὶ τῆς ἑνότητας τῶν Μεγάλων Διδασκάλων, οἱ ὁποῖοι δίδαξαν μὲ τὸν ἅγιο βίο τοὺς τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐξ’ αἰτίας τῆς ταπεινώσεώς τους μπροστὰ στὴν ἀλήθεια, ἔχουν λάβει τὸ χάρισμα νὰ ἐκφράζουν τὴν καθολικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅ,τι διδάσκουν δὲν εἶναι ἁπλῶς δική τους σκέψη ἢ προσωπική τους πεποίθηση, ἀλλὰ εἶναι ἐπιπλέον ἡ ἴδια ἡ μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας, γιατί μιλοῦν ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καθολικῆς της πληρότητας.
Περὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 14ου αἰώνα μ.Χ. ἀνεγέρθη ναὸς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν κοντὰ στὴν Ἁγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, δίπλα σχεδὸν στὴ μονὴ τῆς Παναχράντου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Τοὺς τρεῖς μέγιστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου Θεότητος, τοὺς τὴν οἰκουμένην ἀκτῖσι, δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τοὺς μελιρρύτους ποταμοὺς τῆς σοφίας, τοὺς τὴν κτίσιν πᾶσαν, θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τὸν Μέγαν, καὶ τὸν Θεολόγον Γρηγόριον, σὺν τῷ κλεινῷ Ἰωάννῃ, τῷ τὴν γλῶτταν χρυσορρήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοὶ γὰρ τῇ Τριάδι, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς ἱερούς, καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφήν, τῶν Διδασκάλων Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν· τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν κάματον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος δοξάζων τοὺς Ἁγίους σου.

 

Μεγαλυνάριον.
Ρήτορες σοφίας θεοειδεῖς, στῦλοι Ἐκκλησίας, οὐρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε Πάτερ, Γρηγόριε θεόφρον, καὶ θεῖε Ἰωάννη, κόσμῳ ἐδείχθητε.

Ὁ Ἅγιος Ἱππόλυτος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Μάρτυρες

Κενσουρίνος, Σαβαΐνος, Χρυσή, Φήλιξ, Μάξιμος, Ἐρκούλιος, Βενέριος, Στυράκιος, Μηνᾶς, Κόμοδος, Ἑρμῆς, Μαῦρος, Εὐσέβιος, Ρουστίκιος, Μονάγριος, Ἀμάνδινος, Ὀλύμπινος, Κύπριος, Θεόδωρος ὁ Τριβούνιος, Μάξιμος Πρεσβύτερος, Ἀρχέλαος Διάκονος, Κυριάκος Ἐπίσκοπος καὶ Μάξιμος ἕτερος Πρεσύτερος 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἄθλησαν ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κλαυδίου Β’ (268 – 269 μ.Χ.) καὶ ἡγεμονίας Βικαρίου τοῦ Οὐλπίου Ρωμύλου.

Ὁ Ἅγιος Κενσουρίνος κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ μαγίστρου καὶ τοῦ πρώτου τῆς συγκλήτου. Μετὰ ἀπὸ διαβολές, συνελήφθη καὶ κλείσθηκε στὴ φυλακή. Παρὰ τὰ βασανιστήρια ἐκεῖνος ὁμολογοῦσε μὲ ἐπιμονὴ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ἀπὸ τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτέλεσε ὁ Ἅγιος Κενσουρίνος στὴ φυλακή, εἴκοσι στρατιῶτες πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο.

Ἡ Ἁγία Χρυσὴ ὑποβλήθηκε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια καὶ στὸ τέλος τὴν ἔριξαν στὴ θάλασσα. Τὸν ὑπηρέτη τῆς Μάρτυρος Χρυσῆς, Ἅγιο Σαβαΐνο, τὸν κτύπησαν μὲ βαριὲς σφαῖρες στὸν αὐχένα, τὸν κρέμασαν σὲ ξύλο καὶ τοῦ κατέκαψαν τὰ σπλάγχνα. Ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Κύριο.
Ὅταν ἄκουσε γιὰ τὰ γενόμενα ὁ Ἅγιος Ἱππόλυτος, Ἐπίσκοπος Ρώμης, παρουσιάσθηκε στὸν ἡγεμόνα καὶ διαμαρτυρόμενος τὸν ἔλεγξε. Ἐκεῖνος ἀμέσως ἔδωσε ἐντολὴ καὶ συνέλαβαν τὸν Ἅγιο Ἱππόλυτο μαζὶ μὲ τὴν ἀκολουθία του. Μετὰ ἀπὸ τὰ ραπίσματα καὶ τὶς κακώσεις, τοὺς ἔδεσαν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ θάλασσα. Ἔτσι τελειώθησαν οἱ Ἅγιοι καὶ ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροποι, καὶ τῆς οἰκουμένης Διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς τῶν ψυχῶν τὸ μέγα ἔλεος. 

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Νέος 

Πολλὰ παραδείγματα ἀδελφικῶν σχέσεων, στενὴς συνεργασίας καὶ ὑπέροχης αὐτοθυσίας συναντᾶμε στὴν ἱστορία καὶ ζωὴ διαφόρων λαῶν.

Αὐτὰ ὅμως ποὺ βρίσκουμε στὴν πορεία τοῦ λαοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Κύπρου ξεπερνοῦν κάθε δυνατὴ φαντασία καὶ περιγραφή.

 

Ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια ἡ ὁμοφροσύνη καὶ ἀλληλεγγύη τῶν κατοίκων τῶν δυὸ αὐτῶν τμημάτων τοῦ Ἑλληνισμοῦ ὑπῆρξε ἑνιαία καὶ ζηλευτή.

Κοινὴ παρουσιάζεται ἡ τύχη τους. Κοινὴ καὶ ἡ ἱστορία καὶ ὁ πολιτισμός τους. Καὶ δικαιολογημένα.

Ὁ ἴδιος λαὸς εἶναι ποὺ κατοικεῖ καὶ στὰ δύο αὐτὰ μέρη. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια μαρτυρεῖ καὶ διακηρύττει τόσον ἡ γλώσσα καὶ Θρησκεία, καὶ ζωὴ τῶν κατοίκων τους, ὅσον καὶ οἱ περιπέτειές τους.

 

Ἕνα περιστατικό, ἐξαιρετικὰ συγκινητικὸ μεταξὺ τόσων ἄλλων εἶναι καὶ τοῦτο, ποὺ συνέβη στὰ μεσοβυζαντινὰ χρόνια (642 – 1071 μ.Χ.) μὲ ἥρωα, μάρτυρα καὶ ὁμολογητὴ τὸν Ἅγιο Θεόφιλο τὸν Νέο. Γι’ αὐτὸν καὶ οἱ γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν.

 

Ὁ ὁμολογητὴς Θεόφιλος γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε στὴν πάλαι ποτὲ βασιλίδα τῶν πόλεων καὶ πρωτεύουσα τῆς Βυζαντινῆς μας Αὐτοκρατορίας, τὴν Κωνσταντινούπολη. Οἱ γονεῖς του πιστοὶ καὶ ἐνάρετοι χριστιανοὶ φρόντισαν νὰ δώσουν στὸ παιδί τους ἀπὸ τὴν βρεφική του ἡλικία τὴν ἀνάλογη χριστιανικὴ μόρφωση καὶ ἀνατροφή. Ὁδηγό τους καὶ σὲ τοῦτο τὸ σημεῖο ἔβαλαν οἱ πιστοὶ γονεῖς τοῦ θείου ἀποστόλου τὰ θεόπνευστα λόγια. «Οἱ πατέρες ἐκτρέφετε τὰ τέκνα ὑμῶν, ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου’. (Ἐφεσ. στ’ 4).

 

Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τῶν προσπαθειῶν τους Θαυμαστό. Μεγαλωμένος ὁ Θεόφιλος μὲ τοῦ Χριστοῦ τὰ λόγια καὶ μὲ πρότυπο τὴν ὅλη ζωὴ τῶν γονιῶν του ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς συνομήλικές του ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια. Αὐτὸ γίνεται συχνά. Τὸ παράδειγμα τῶν γονιῶν παίζει πάντα βασικὸ ρόλο στὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν.

 

Τί εὐλογία θὰ ἦταν, ἂν τὴν ἀλήθεια αὐτὴ εἶχαν συνέχεια μπροστὰ στὰ μάτια τους οἱ γονεῖς. Εἰδικὰ σήμερα ποὺ οἱ ποικίλοι πειρασμοὶ ἔχουν αὐξηθεῖ ὑπερβολικά, ἡ προσεκτικὴ ζωὴ τῶν γονιῶν πολλὰ κακὰ θὰ εἶχε προλάβει.

 

Πολλοὶ φυσικὰ καὶ τότε οἱ πειρασμοὶ καὶ τοῦ πονηροῦ οἱ παγίδες. Μὲ τὰ ὄπλα ὅμως τῆς προσοχῆς καὶ προσευχῆς τὸ παιδὶ μεγάλωνε ἀνάλογα, ὥστε ἀπὸ πολὺ νωρὶς νὰ ἀξιωθεῖ νὰ ἀνέλθει καὶ στὸ ἀξίωμα τοῦ μέλους τῆς συγκλήτου καὶ νὰ εἶναι ἀπὸ ὅλους πρόσωπο σεβαστό. Αὐτὸ ἔγινε τὴν ἐποχὴ ποὺ στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων βρισκόντουσαν οἱ ὀρθόδοξοι βασιλεῖς Κωνσταντῖνος καὶ Εἰρήνη, ἡ δὲ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία ἦταν διηρημένη διοικητικὰ σὲ ἐπαρχίες ποὺ ὀνομαζόντουσαν Θέματα. Μιὰ τέτοια Ἐπαρχία – Θέμα, ἦταν καὶ ἡ Ἐπαρχία τῶν Κιβυρραιωτῶν ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Καρίας, τὰ Κίβυρρα. Οἱ κάτοικοι τοῦ θέματος αὐτοῦ ἦταν περίφημοι ναυτικοὶ κάτω ἀπὸ τὶς διαταγὲς καὶ τὴν καθοδήγηση τῶν βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων. Γι’ αὐτὸ καὶ εἰς τὸν στόλο τῶν Κιθυρραιωτῶν εἶχε ἀνατεθεῖ τότε ἡ ἐπιτήρηση καὶ φύλαξη τῶν θαλασσῶν τῆς Μεσογείου καὶ ἰδιαίτερα τῆς θαλάσσιας ὁδοῦ ποὺ διέρχεται μεταξὺ Κιλικίας καὶ Κύπρου. Οἱ Ἄραβες – Σαρακηνοὶ καὶ τὸ Ἰσλὰμ τοῦτο τὸν καιρὸ ἁλώνιζαν κυριολεκτικὰ αὐτὰ τὰ μέρη. Ὡς στρατηγὸς τῶν Κιβυρραιωτῶν εἶχε ὁρισθεῖ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ὁ Θεόφιλος ποὺ διακρινόταν γιὰ τὸν πατριωτισμὸ καὶ τὴν γενναιότητά του.

 

Τὸ ἔτος 800 μ.Χ. ὅπως ἀναφέρει στὴ χρονογραφία του ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ποὺ ἦταν ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Μεγάλου Ἀγροῦ – ἡ μονὴ βρισκόταν στὴν περιοχὴ Κωνσταντινουπόλεως – ἡ αὐτοκράτειρα Εἰρήνη στὸν Θεόφιλο εἶχε ἀναθέσει τὴν εὐθύνη νὰ παρακολουθεῖ τὸν ἀραβικὸ στόλο ποὺ ἔγινε ὁ κακὸς δαίμων τῆς Κύπρου. Ὁ Θεόφιλος εἶχε μαζί του ἀκόμη δύο στρατηγοὺς γιὰ νὰ τὸν βοηθοῦν. Καὶ αὐτοὶ εἶχαν δώσει τὸν λόγο τους, ὅτι ποτὲ δὲν θὰ ἐγκατέλειπαν τὸν ἀρχηγό, ἀλλὰ μαζί του θὰ ἦταν ἕτοιμοι καὶ νὰ συναποθάνουν. Πόσο εὔκολα μερικὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι δίνουμε ὑποσχέσεις. Ἀλλὰ καί, πόσο εὐκολότερα τὶς ξεχνοῦμε.

 

Ἕνα πράγμα ἀξίζει ἐδῶ πολὺ νὰ προσεχθεῖ. Ἡ χειρονομία τῆς Αὐτοκράτειρας Εἰρήνης. Σὰν ὑπεύθυνη ἀρχόντισσα τῆς μητέρας αὐτοκρατορίας φροντίζει μὲ κάθε τρόπο γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῆς θυγατρὸς Κύπρου, ἑνὸς πολύτιμου τμήματος τῆς Βυζαντινῆς μας αὐτοκρατορίας ποὺ κινδύνευε κάθε στιγμὴ καὶ ὤρα ἀπὸ τὶς ἐπιδρομὲς τῶν βαρβάρων Σαρακηνῶν.

 

Ὅταν τὸ Βυζαντινὸ ναυτικὸ μὲ ἀρχηγὸ τὸν Θεόφιλο ἔφθασε στὰ Μύρα τῆς Λυκίας, ὅλοι οἱ στρατηγοὶ παρέκαμψαν τὸ ἀκρωτήριο τῶν Χελιδονιῶν καὶ προχώρησαν νὰ εἰσέλθουν στὸν κόλπο τῆς Ἀττάλειας. Οἱ Ἄραβες, ἀφοῦ ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν Κύπρο, ἐκμεταλλευόμενοι τὸν καλὸ καιρὸ καὶ τὴν ὑπάρχουσα γαλήνη περιφέρονταν ἥσυχοι στὸ πέλαγος μεταξὺ Κύπρου καὶ Μ. Ἀσίας. Κάποια στιγμὴ ποὺ οἱ στρατηγοὶ τῶν Βυζαντινῶν τοὺς εἶδαν νὰ κινοῦνται ἥσυχοι καὶ ἀνενόχλητοι παρετάχθησαν καὶ ἑτοιμάσθηκαν νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσουν. Ὁ ἀρχηγὸς μάλιστα τῶν Κιβυρραιωτῶν Θεόφιλος, ἄνδρας ρωμαλέος καὶ πολὺ ἱκανός, στὸ ἀντίκρισμα τῶν Σαρακηνῶν, ἔλαβε τὸ θάρρος καὶ προχώρησε μὲ τὸ πλοῖο του μπροστὰ ἀπὸ τὸν στόλο καὶ μὲ ὅλη τὴ δύναμη κτύπησε τὸν ἐχθρό. Ἡ ἐπίθεση στὴν ἀρχὴ εἶχε μεγάλη ἐπιτυχία. Οἱ ἐχθροὶ κτυπημένοι ἀπὸ ὅλες τὶς πλευρὲς τὰ ἔχασαν καὶ ἑτοιμάζονταν νὰ παραδοθοῦν. Ὅταν ὅμως οἱ στρατηγοὶ εἶδαν τὴν ἀνδρεία τοῦ Θεόφιλου καὶ ἀντιλήφθησαν τὶς διαθέσεις τῶν Ἀράβων, ζήλευσαν τὴ δόξα του καὶ ἀφοῦ τὸν ἐγκατέλειψαν ἔφυγαν ἀπὸ τὴ ναυμαχία. Ὁ Θεόφιλος ὅμως ἀλύγιστος συνέχισε τὸν ἀγώνα γιὰ πολὺ χρόνο καὶ ὅταν ἀκόμη ἔμεινε μόνος μὲ τοὺς ναῦτες ποὺ ἦταν στὸν δρόμωνά του. Δυστυχῶς ἐπειδὴ τὰ πλοῖα τῶν Σαρακηνῶν ἦταν πολὺ περισσότερα, περικυκλώθηκε ἀπὸ αὐτὰ καὶ στὸ τέλος συνελήφθηκε αἰχμάλωτος.

 

Τί μεγάλο κακὸ ἀλήθεια ἡ ζήλια! «Φθόνος οὐκ εἶδε προτιμᾶν τὸ συμφέρον» λέγει καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος. Ὁ γενναῖος Θεόφιλος μετὰ τὴ σύλληψή του μὲ τὰ χέρια δεμένα πισθάγκωνα ὁδηγήθηκε μπροστὰ στὸν ἀρχηγὸ τῶν Σαρακηνῶν, τὸν τρομερὸ Χαλίφη τῆς Βαγδάτης Ἀροῦν ἀλ Ρασίντ. Ὁ τρομερὸς χαλίφης στὸ ἀντίκρισμα τοῦ παλικαριοῦ θαύμασε τὴ λεβεντιὰ ποὺ ἔβλεπε στὴν προσωπικότητά του καὶ ἀμέσως σκέφθηκε πώς, ἂν μὲ τὸν τρόπο του κατόρθωνε νὰ πείσει τὸ παλικάρι νὰ τὸν ἀκολουθήσει θὰ πετύχαινε τὴν πιὸ μεγάλη νίκη. Μὲ προσποιητὴ λοιπὸν εὐγένεια, ὅταν ὁ Θεόφιλος πλησίασε ἄρχισε νὰ τοῦ κάνει διάφορες προτάσεις, μὲ τὴν ὑπόσχεση νὰ τοῦ χαρίσει διάφορες δωρεές. Σ' ὅλες αὐτὲς τὶς προτάσεις τοῦ Βάρβαρου χαλίφη ὁ πιστὸς καὶ ἄκαμπτος χριστιανὸς ἐπέδειξε ὅλο τὸ μεγαλεῖο τοῦ χαρακτήρα του.

 

Στὴν πρόταση ἐξαναγκασμοῦ νὰ ἐγκαταλείψει τὴ θρησκεία του καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὸν μωαμεθανισμὸ ὁ πιστὸς Θεόφιλος ὄχι μόνο ἀρνήθηκε ἀλλὰ καὶ ἔφτυσε στὸ πρόσωπο τῶν ἀνθρώπων τοῦ Ρασὶντ λέγοντας: «Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία εἶναι ἡ ἀποκάλυψη Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔγινε διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ τὴν ὁποία ὁ κάθε πιστὸς ἐπιτυγχάνει ὄχι μόνο τὴν εὐτυχία ἀλλὰ καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία του». Στὴν ἐπιμονὴ τοῦ Ἀροῦν ἀλ Ρασίντ, ὅτι ὁ μωαμεθανισμὸς εἶναι ἡ θρησκεία ποὺ ἀπεκάλυψε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο διὰ τοῦ προφήτου του Μωάμεθ, ὁ Θεόφιλος δὲν δυσκολεύθηκε νὰ χλευάσει τὴν ἄθεη πίστη καὶ νὰ εἰρωνευτεῖ τοὺς κρατοῦντες καὶ ὑβριστές του.

 

Τὴν ἄρνησή του ὁ ὁμολογητὴς πλήρωσε μὲ ἕνα σωρὸ ὕβρεις καὶ ἐξευτελισμοὺς καὶ παραμονὴ σὲ σκοτεινὴ καὶ πολὺ ἀνθυγιεινὴ φυλακὴ ἐπὶ τετραετία ὁλόκληρο. Κατὰ τὸ μακρὺ αὐτὸ διάστημα παρὰ τὰ συχνὰ καὶ ἀνείπωτα βασανιστήρια τῶν κρατούντων ὁ πιστὸς χριστιανὸς καὶ ἀλύγιστος ὁμολογητὴς ἔμεινε σταθερὸς καὶ ἄκαμπτος. Μπροστὰ στὰ μάτια του ἔχει πάντα τὰ λόγια Αὐτοῦ τοῦ Κυρίου μας. «Μὴ φοβηθεῖτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴ μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματθ. γ’ 28). Ἀλλὰ καὶ τὰ ἄλλα τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου. «Οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι, εἰς ἡμᾶς» (Ρωμ. η’ 18). Δηλαδὴ μὴ φοβηθεῖτε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θανατώνουν τὸ σῶμα, δὲν ἔχουν ὅμως τὴ δύναμη νὰ θανατώσουν τὴν ψυχή. Αὐτὰ ποὺ ὑποφέρουμε σ’ αὐτὴ τὴν ζωὴ δὲν εἶναι τίποτε ἂν τὰ συγκρίνουμε πρὸς τὴ δόξα ποὺ μέλλει νὰ μᾶς φανερωθεῖ καὶ νὰ δοθεῖ κάποια μέρα σὲ μᾶς. Μὲ ὁδηγὸ τοῦτα τὰ λόγια καὶ συντροφιὰ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ βαθιά του πίστη περνάει τὶς ἡμέρες καὶ τὶς ὦρες του στὴ φυλακὴ μὲ τὸ μυαλό του δοσμένο στὴν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ ποὺ ὑπόσχεται καὶ λέγει: «Τέκνον οὗ μὴ σὲ ἄνω οὗ μὴ σὲ ἐγκαταλείπω». Παιδί μου, δὲν θὰ σὲ ἀφήσω, ποτὲ δὲν θὰ σὲ ἐγκαταλείψω. Μεῖνε μόνο κοντά μου. Κοντά μου καὶ «πιστὸς μέχρι θανάτου». Πιστὸς μέχρι θανάτου περνάει καὶ ὁ Θεόφιλος τὶς ἡμέρες του στὴ βρώμικη φυλακὴ τοῦ βάρβαρου Σαρακηνοῦ.

 

Τέσσερα χρόνια μαρτυρικῆς ζωῆς πέρασε ὁ ἀλύγιστος χριστιανὸς ἀγωνιστής. Μιὰ μέρα ποὺ οἱ βάρβαροι εἶχαν τὸ μπαϊράμι τους ἔφεραν στὴ γιορτή τους καὶ τὸν πιστὸ Θεόφιλο κι ἄρχισαν ἕνας – ἕνας νὰ τὸν προτρέπουν νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν πίστη του, νὰ ἀσπασθεῖ τὴ θρησκεία τους καὶ νὰ γιορτάσει μαζί τους. Ὁ Θεόφιλος σὲ ὅλες τὶς προτάσεις τους αὐτὲς ἔδινε μία ἀπάντηση.

 

- Γεννήθηκα χριστιανός. Μεγάλωσα χριστιανός. Θὰ πεθάνω χριστιανός.

 

Στὴν ἀπάντησή του αὐτὴ ὕβρεις καὶ κτυπήματα δεχόταν ἀπὸ τῶν βαρβάρων τὰ πλήθη. Κάποια στιγμὴ ποὺ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν βαρβάρων ἄρχισαν νὰ ὑβρίζουν καὶ νὰ βλασφημοῦν τὸ ἅγιο ὄνομα τοῦ Λυτρωτή μας, ὁ Θεόφιλος δὲν κρατήθηκε ἀλλὰ ἀνταπέδωσε τὴν ὕβρη γιὰ τὴ θρησκεία τους καὶ τὰ πιστεύω τους. Ἡ θαρραλέα τοῦ Θεόφιλου στάση καὶ ἀπάντηση εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ὁδηγηθεῖ αὐτὸς στὴ μέση τοῦ διασκεδάζοντος πλήθους καὶ νὰ δεχθεῖ τὸν διὰ ξίφους θάνατο. Ἔτσι ἔκλεισε ἡ ζωὴ τοῦ ἀδούλωτου χριστιανοῦ. Τοῦτο σημειώνει ὁ Ἅγιος Θεοφάνης: «Τὴν διὰ ξίφους τιμωρίαν ὑπομείνας, μάρτυς ἄριστος ἀνεδείχθη».

 

Τὸ λείψανο τοῦ γενναίου ὁμολογητοῦ καὶ νέου μάρτυρος Θεοφίλου οἱ κατοικοῦντες ἐκεῖ χριστιανοὶ τὸ παρέλαβαν μὲ βαθὺ σεβασμὸ καὶ τὸ κήδεψαν μὲ κάθε τιμὴ καὶ εὐλάβεια. Ἡ μνήμη τοῦ ἀκλόνητου χριστιανοῦ τιμᾶται ἀπὸ μὲν τὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία τὴν 30η Ἰανουαρίου, ἀπὸ δὲ τὴ Δυτικὴ τὴν 22α Ἰουλίου.

Μὲ μία ἄρνηση τῆς πίστης ὁ Θεόφιλος θὰ μποροῦσε νὰ γλυτώσει τὴν ζωή του. Ὁ ἀλύγιστος ὅμως ἀγωνιστὴς προτίμησε νὰ ἐφαρμόσει τοῦ θείου Διδασκάλου τὰ λόγια ποὺ σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς τῆς Ἀποκαλύψεως. «Γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς». (Ἀποκάλυψη β’ 10). Κι ἔμεινε πιστὸς μέχρι θανάτου.

 

Τί εὐλογία τὰ λόγια αὐτὰ νὰ γινόντουσαν καὶ γιὰ μᾶς καὶ τὴ σημερινὴ νεολαία σύνθημα ζωῆς!


Ἅγιε Θεόφιλε, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Τὴν φιλότητα πρὸς τὸν Δεσπότην, καθυπέγραψας, τῷ αἵματί σου, καὶ τὴν πλάνην ἐναπέπνιξας, ἅγιε, ἡμισελήνου γενναίω φρονήματι, ἀνακηρύξας Χριστοῦ τὴν θεότητα· ὅθεν εἴληφας, Θεόφιλε παμμακάριστε, τὸ στέφος τῶν μαρτύρων ἐκ Κυρίου σου.

 

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Θαλάσσης νοητής, διαπλεύσας τὸ κύτος, λιμένα οὐρανοῦ, εἰς κατάπαυσιν εὖρες, Θεόφιλε ἔνδοξε, ὡς πὲρ ναῦς χριστοσφράγιστος, πλάνην Ἄγαρ δέ, ἐκμυκτηρίσας ἐμφρόνως, ὠμολόγησας, τὴν τοῦ Δεσπότου σου πίστιν, μαρτύρων ἀγλάϊσμα.

Ὁ Ἅγιος Ἰππόλυτος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἰππόλυτος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ ἦταν Πρεσβύτερος. Μαρτύρησε κατὰ τὴν περίοδο τοῦ σχίσματος τῶν αἱρετικῶν Νοβατιανῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Φελισιανός, Φιλιππιανὸς οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Φελισιανὸς καὶ Φιλιππιανὸς μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους στὴν Ἀφρική.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Κυριακὸς ὁ ἐν τῇ μονῇ Ἁγίου Σάββα Ἀσκήσαντας 

Ὁ Ὅσιος Κυριακὸς ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε περὶ τὸν 7ο – 8ο αἰώνα μ.Χ. καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Πέτρος Βασιλέας τῶν Βουλγάρων 

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἦταν τσάρος τῆς Βουλγαρίας (927 – 967 μ.Χ.) καὶ υἱὸς τοῦ βασιλέως Συμεών. Εἶχε νυμφευθεῖ τὴν ἐγγονὴ τοῦ βασιλέως Ρωμανοῦ Λεκαπηνοῦ (920 – 944 μ.Χ.), Μαρία, ἡ ὁποία μετονομάσθηκε σὲ Εἰρήνη, λόγω τῆς εἰρήνης ποὺ ἐπικράτησε μεταξὺ Βυζαντινῶν καὶ Βουλγάρων.
Ὁ Ἅγιος ἀγωνίσθηκε ἐναντίον τῆς αἱρέσεως τῶν Βογομίλων ἀκολουθώντας τὴ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Ρίλας. Μετὰ ἀπὸ ἕναν ἀνεπιτυχὴ πόλεμο μὲ τὴν Οὐγγαρία καὶ τὴ Ρωσία, κοιμήθηκε τὸ ἔτος 967 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ζήνων ὁ Νηστευτὴς ἐκ Κιέβου

Ὁ Ὅσιος Ζήνων ἔζησε τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὰ σπήλαια τῆς Μεγάλης Λαύρας τοῦ Κιέβου τῆς Ρωσίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Μυτιληναῖος

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἦταν ἔγγαμος καὶ πατέρας τέκνων. Κάποια στιγμὴ ποὺ βρέθηκε σὲ στιγμὴ ἀδυναμίας καὶ ὀργῆς, ἀσπάσθηκε τὸν Ἰσλαμισμό. Ἦλθε ὅμως στὸν ἑαυτό του καὶ συναισθανόμενος τὸ ἁμάρτημά του μετέβη στὸ Ἅγιον Ὅρος, ὅπου καὶ παρέμεινε γιὰ ἀρκετὸ χρόνο. Ἀφοῦ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων προετοιμάσθηκε γιὰ τὸ μαρτύριο.

Ἐπανῆλθε στὴ Μυτιλήνη καὶ παρουσιάσθηκε στὸν κριτὴ στὸν ὁποῖο μὲ τόλμη ὁμολόγησε τὸν Χριστό, ἀφοῦ τὸν ἔλεγξε γιὰ τὸ κίβδηλο τῆς μουσουλμανικῆς θρησκείας. Ὁ κριτὴς ἐξέδωσε ἀπόφαση, γιὰ νὰ θανατωθεῖ δι’ ἀγχόνης καὶ τὸν παρέδωσε στὸν ἄρχοντα Ὀμὲρ Ἀγᾶ, ὁ ὁποῖος προσπάθησε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις νὰ τὸν μεταπείσει. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἐπέμενε.
Μετὰ ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια τὸν ὁδήγησαν στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως. Ὁ Μάρτυς, ἀφοῦ προσευχήθηκε καὶ ἀσπάσθηκε τὸ σχοινὶ τῆς ἀγχόνης, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ τὸ ἔτος 1784. Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα καὶ βρέθηκε ἀργότερα στὴν ἀπέναντι πλευρὰ τῆς Μυτιλήνης, στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Μόθωνα, ὅπου μὲ τὴν ἄδεια τῶν Τούρκων ἐνταφιάσθηκε στὸν παραπλήσιο μικρὸ ναό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Μνήμη θαύματος Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στὴ Ζάκυνθο

Ὁ Μεγαλομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Γεώργιος τιμᾶται ἰδιαίτερα τὴν ἡμέρα αὐτὴ στὴ Ζάκυνθο, διότι συνδέθηκε μὲ τὴ σωτηρία τοῦ νησιοῦ ἀπὸ τὴν πανούκλα τοῦ ἔτους 1688.

Τὸ ἔτος 1669 πρόσφυγες Κρῆτες ποὺ ἦλθαν στὸ νησὶ τῆς Ζακύνθου, ἔφεραν μαζί τους ἀρχαία εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, τὴν ὁποία κατέθεσαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Κόλα. Ἱερόσυλοι ὅμως, ἀπογύμνωσαν αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἀργυρὴ ἐπένδυσή της. Μετὰ ὀκτὼ ἡμέρες ὅλη ἡ ἐκεῖ συνοικία προσβλήθηκε ἀπὸ λοιμό, ποὺ θεωρήθηκε ὡς θεία τιμωρία γιὰ τὴν γενόμενη ἱεροσυλία. Γιὰ τὸν ἐξιλασμό του ὁ λαὸς κατέφυγε σὲ νηστεία καὶ προσευχὴ καὶ ἀποφάσισε τὴν ἀνέγερση ναοῦ ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.
Ὁ ἀναθηματικὸς αὐτὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Κομούτων ἢ Καμαριώτης, φέρει τὸ ἑξῆς ἐπίγραμμα: «Γεώργιον τὲ οἴα ναὸν σοὶ πόλις, ἀνατίθησι τῆς ξένης σωτηρίας».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Μνήμη εὑρέσεως τῆς ἐν Τήνῳ Ἱερᾶς εἰκόνος Εὐαγγελιστρίας

Ὁ Μιχαὴλ Πολυζωΐδης, εἶχε ἕνα ὄνειρο τὸ 1821, στὸ ὁποῖο ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἐμφανίστηκε σὲ αὐτὸν μὲ λαμπερὰ ἄσπρα ἐνδύματα. Τὸν καθοδήγησε γιὰ νὰ σκάψει στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀντωνίου Δοξαρά, ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου θὰ ἔβρισκε τὴν εἰκόνα της. Εἶπε ἐπίσης σ’ αὐτὸν νὰ χτίσει μία ἐκκλησία στὴν περιοχή. Ἡ βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ ὑποσχέθηκε ἐπίσης νὰ τὸν βοηθήσει νὰ ὁλοκληρώσει αὐτοὺς τοὺς στόχους.

Ὅταν ξύπνησε, ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ προσπάθησε νὰ ξανακοιμηθεῖ, θεωρώντας ὅτι τὸ ὄνειρό του ἦταν ἕνας πειρασμὸς ἀπὸ τὸ διάβολο. Πρὶν τὸν πάρει ὁ ὕπνος, ὁ Μιχαὴλ εἶδε τὴν Θεοτόκο ἄλλη μιὰ φορά, καὶ παρατήρησε ὅτι τὸ δωμάτιο πλημμύρισε ἀπὸ ἕνα εὐχάριστο δυνατὸ φῶς. Τὸ κεφάλι της περιβλήθηκε ἀπὸ τὸ θεῖο φῶς, καὶ τὸ πρόσωπό της ἔδειχνε μία γλυκύτητα. Μιλώντας στὸν Μιχαὴλ εἶπε, «γιατί εἶσε φοβισμένος; Μὴν χάνεις τὴν πίστη σου. Εἶμαι ἡ Παναγία. Σὲ θέλω γιὰ νὰ σκάψεις στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀντωνίου Δοξαρά, ὅπου εἶναι θαμμένη ἡ εἰκόνα μου. Θὰ χτίσεις μία ἐκκλησία ἐκεῖ καὶ θὰ σὲ βοηθήσω καὶ ἐγώ». Κατόπιν ἐξαφανίστηκε.

Τὸ ἑπόμενο πρωί, ὁ Μιχαὴλ πῆγε στὸ χωριὸ καὶ εἶπε στὸν ἱερέα τί εἶχε συμβεῖ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας. Ὁ ἱερέας σκέφτηκε ἐπίσης ὅτι τὸ ὄνειρο ἦταν ἕνας πειρασμός, καὶ ἔτσι εἶπε στὸν Μιχαὴλ νὰ ἔρθει γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ καὶ νὰ κοινωνήσει. Ὁ Μιχαήλ, ἐντούτοις, δὲν πείστηκε ὅτι τὰ ὁράματά του ἦταν μόνο ὄνειρα ἢ δαιμονικοὶ πειρασμοί. Εἶπε στοὺς συγχωριανούς του τὴν ἐμπειρία του. Μερικοὶ γέλασαν, ἀλλὰ μόνο δύο τὸν πίστεψαν.

Τὰ δυὸ ἄτομα πῆγαν μὲ τὸν Μιχαὴλ στὴν περιοχὴ ποὺ τοῦ εἶχε ὑποδείξει ἡ Παναγία, μιὰ νύχτα καὶ ἔσκαψαν σὲ μεγάλο βάθος, ἀλλὰ δὲν βρῆκαν τίποτα. Κατόπιν ἔσκαψαν παραδίπλα καὶ βρῆκαν τὰ ὑπολείμματα ἐνὸς παλαιοῦ τοίχου. Μὴν βρίσκοντας παρὰ μόνο τὰ τοῦβλα, ἔπρεπε νὰ σταματήσουν τὴν ἀναζήτησή τους τὸ πρωί. Ἔτσι οἱ Τοῦρκοι δὲν θὰ ἀνακάλυπταν τί ἔκαναν.

Ὁ Ἀντώνιος Δοξαράς, ὁ ἰδιοκτήτης τῆς περιοχῆς, βρῆκε τὰ τοῦβλα καὶ προσπάθησε νὰ τὰ χρησιμοποιήσει γιὰ νὰ χτίσει ἕναν φοῦρνο. Τὸ κονίαμα ὅμως δὲν ἔμενε στὰ τοῦβλα καὶ ἔτσι ὅποτε προσπάθησαν νὰ χτίσουν ἕνα τμῆμα τοῦ φούρνου, αὐτὸ κατέρρεε. Οἱ ἐργαζόμενοι πείστηκαν ὅτι ὁ Θεὸς τοὺς ἐμπόδιζε νὰ χρησιμοποιήσουν αὐτὰ τὰ τοῦβλα γιὰ τὸν τοῖχο τοῦ φούρνου.

 

Ἡ Ἁγία Πελαγία ( 23 Ἰουλίου), μία καλόγρια ὀγδόντα ἐτῶν, εἶχε διάφορα ὄνειρα τὸν Ἰούνιο 1822. Σὲ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἡ Θεοτόκος ἐμφανίστηκε σ’αὐτήν. Ἡ Ἁγία Πελαγία ζοῦσε στὸ γυναικεῖο μοναστήρι  τοῦ Δορμιτίου στὸ ὄρος Κεχροβούνιο, ποὺ ἀπεῖχε μία ὥρα ἀπὸ τὸ χωριό. Ζοῦσε στὸ μοναστήρι αὐτὸ ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, καὶ ἦταν γνωστὴ γιὰ τὴ μεγαλειώδη ἀρετὴ καὶ τὴν εὐσέβειά της.

Ἡ Θεοτόκος ἐμφανίστηκε στὸ ὄνειρό της καὶ τὴν διέταξε γιὰ νὰ πάει στὸν Σταματέλο Κανγάδη (ἕνα προεξέχον ἄτομο τοῦ χωριοῦ), καὶ νὰ τοῦ πεῖ νὰ σκάψει καὶ νὰ βρεῖ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀντωνίου Δοξαρά.

Τρομαγμένη ἀπὸ τὸ ὅραμα, ἡ Πελαγία ἀπέδωσε τὸ ὄνειρό της στὴ φαντασία της, καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται. Φοβόταν νὰ πεῖ σὲ κάποιον γιὰ τὸ ὄνειρό της, ἀλλὰ τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα, ἡ Θεοτόκος  τῆς ἐμφανίστηκε πάλι, γιὰ νὰ τῆς ὑπενθυμίσει τὶς ὁδηγίες της. Καὶ πάλι, ἡ καλόγρια παρέμεινε σιωπηλὴ καὶ δὲν εἶπε σὲ κανέναν, γιὰ τὸ ὅραμά της. Ἡ Θεοτόκος ἐμφανίστηκε καὶ τρίτη φορὰ στὸ ὄνειρό της, ἀλλὰ αὐτὴ τὴ φορὰ μὲ ἕναν αὐστηρὸ τρόπο. Ἐπέπληξε τὴν Πελαγία γιὰ τὴν πίστη της, καὶ τῆς εἶπε: «Πήγαινε καὶ κάνε ὅτι σου εἶπα. Ὑπάκουσε!».

Ἡ Ἁγία Πελαγία ξύπνησε ἀπὸ τὸν φόβο καὶ τὴν ἔνταση. Καθὼς ἄνοιξε τὰ μάτια της, εἶδε τὴν ἴδια γυναίκα ποὺ εἶχε δεῖ ἐνῶ κοιμόταν.

Ἡ Ἁγία Πελαγία, κατάλαβε ἐπιτέλους, ὅτι τῆς παρουσιάσθηκε ἡ Θεοτόκος καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ τῆς εἶπε.

 

Ἀμέσως, ἐνημέρωσε τὴν ἡγουμένη γιὰ τὰ ὁράματά της, ὅπως ἐπίσης καὶ τὸν Σταματέλο Κανγάδη. Ὁ κ. Κανγάδης, ποὺ εἶχε ὑποδείξει ἡ Θεοτόκος γιὰ νὰ πραγματοποιήσει τὴν ἀνασκαφὴ τῆς ἐκκλησίας, ἐνημέρωσε τὸν ἐπίσκοπο Γαβριὴλ γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ γεγονότα. Ὁ ἐπίσκοπος ἤδη εἶχε ἀκούσει γιὰ τὸ ὄνειρο τοῦ Μιχαὴλ Πολυζώη καὶ εἶχε συνειδητοποιήσει ὅτι τὸ ὄνειρο τῆς καλόγριας Πελαγίας συμφωνοῦσε μὲ τὸ ὅραμά του. Ὁ Ἐπίσκοπος Γαβριὴλ ἔγραψε σὲ ὅλες τὶς ἐκκλησίες, στὴν Τῆνο, ζητώντας βοήθεια γιὰ τὴν εὕρεση τῆς ἐκκλησίας καὶ τῆς εἰκόνος.

Οἱ ἀνασκαφὲς ἄρχισαν τὸ Σεπτέμβριο 1822 κάτω ἀπὸ τὴ ἐπίβλεψη τοῦ κ. Κανγάδη. Τὰ θεμέλια τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, ποὺ καταστράφηκε ἀπὸ τοὺς Ἄραβες τὸ 1200, ἀποκαλύφθηκαν. Δυστυχῶς ὅμως δὲν βρέθηκε ἡ εἰκόνα. Τὰ χρήματα ἐξαντλήθηκαν καὶ ἔτσι ἐγκαταλείφθηκε ἡ προσπάθεια.

 

Γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἐμφανίστηκε στὴν Ἁγία Πελαγία, καὶ τῆς ζητάει νὰ συνεχιστοῦν οἱ ἀνασκαφές. Ὁ ἐπίσκοπος Γαβριὴλ ἔστειλε μία ἔκκληση γιὰ δωρεές, γιὰ νὰ χτιστεῖ μία νέα ἐκκλησία στὰ θεμέλια της παλαιᾶς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Ἡ νέα ἐκκλησία χτίστηκε, καὶ ἀφιερώθηκε στὸν Ἅγιο Ἰωάννη καὶ στὴ Ζωοδόχο Πηγή.

 

Στὶς 30 Ἰανουαρίου 1823 οἱ ἐργαζόμενοι ἰσοπέδωναν τὸ ἔδαφος μέσα στὴν ἐκκλησία γιὰ τὴν προετοιμασία τοποθετήσεως ἐνὸς νέου πατώματος πετρῶν. Περίπου τὸ μεσημέρι ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐργαζομένους, ὁ Ἐμμανουὴλ Μάτσος, χτύπησε ἕνα κομμάτι τοῦ ξύλου μὲ τὴν ἀξίνα του. Ἦταν δυὸ κομμάτια ξύλου, ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ διακρίνει γιατί ἦταν σκεπασμένα μὲ χῶμα. Καθὼς σκούπισε τὸ χῶμα μὲ τὸ χέρι του, εἶδε ὅτι ἦταν μία εἰκόνα. Ἐνώνοντας τὰ δυὸ κομμάτια τοῦ ξύλου μαζί, ἐμφανίσθηκε πλήρης ἡ εἰκόνα.

Κάλεσε τοὺς ἄλλους ἐργαζομένους, γιὰ νὰ δοῦν καὶ αὐτοὶ τὴν εἰκόνα. Ὅταν τὴν καθάρισαν καλά, εἶδαν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.

Τὴν ἴδια ἡμέρα, ἡ εἰκόνα δόθηκε στὸν ἐπίσκοπο Γαβριήλ, ποὺ τὸ ἀσπάσθηκε μὲ δάκρυα.

 

Μετὰ ἀπὸ τὴν εὕρεση τῆς εἰκόνος, οἱ κάτοικοι τῆς Τήνου, γέμισαν ἀπὸ ζῆλο γιὰ νὰ χτίσουν μία θαυμάσια ἐκκλησία πρὸς τιμὴ τῆς Θεοτόκου. Οἱ ἄνθρωποι πρόσφεραν τὰ χρήματά τους καὶ τὴν ἐργασία τους γιὰ νὰ βοηθήσουν νὰ χτιστεῖ ἡ ἐκκλησία τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.

Ἡ νέα ἐκκλησία ὁλοκληρώθηκε τὸ 1823, ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Γαβριήλ. Ἡ Ἁγία Πελαγία κοιμήθηκε στὶς 28 Ἀπριλίου 1834. Ἡ μνήμη τῆς τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 23 Ἰουλίου.


Ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου στὴν Τῆνο, θεωρεῖται ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἱεροὺς θησαυροὺς τῆς Ἑλλάδας. Τὰ ἀναρίθμητα θαύματα καὶ θεραπεῖες δὲν ἔχουν πάψει ἀπὸ τὸν χρόνο ποὺ βρέθηκε ἡ εἰκόνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ἐκ τῶν λαγόνων τῆς γῆς, ἡμῖν ἐφανέρωσας, δι’ ἐμφανείας τῆς σῆς, Παρθένε Πανύμνητε· ὅθεν ἡ νῆσος Τῆνος, ἐν τῇ ταύτης εὑρέσει, χαίρει χαρὰν μεγάλην, καὶ πιστῶς σοι κραυγάζει· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῆς παναγίας σου Εἰκόνος τὴν ἀνεύρεσιν

Εὐαγγελίστρια φαιδρῶς πανηγυρίζοντες

Τὰς ἀπείρους σου ὑμνοῦμεν εὐεργεσίας.

Ἐξ αὐτῆς γὰρ ἀναβλύζεις χάριν ἄφθονον

Καὶ παρέχεις καθ’ ἑκάστην τὰ ἰάματα

Τοῖς βοῶσί σοι, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὴν θαυμαστήν σου καὶ ἁγίαν Εἰκόνα, τὴν κεκρυμμένην ὑπὸ γῆν πολλοῖς χρόνοις, δι’ ἐμφανείας θείας σου Πανύμνητε, ἡμῖν ἐφανέρωσας, ὡς θησαύρισμα θεῖον· ἧς τὴν θείαν εὕρεσιν, ἑορτάζοντες πόθῳ, ἀναβοῶμεν πάντες εὐλαβῶς· χαῖρε Παρθένε, ἡμῶν ἡ βοήθεια.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔχουσα ὡς πλοῦτον πνευματικόν, ἡ Τῆνος Παρθένε, τὴν Εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, ταύτης ἑορτάζει, τὴν εὕρεσιν ἐν ὕμνοις, κηρύττουσα εὐσήμως, τὴν προστασίαν σου.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος ( 20 Δεκεμβρίου) ἦταν διάδοχος τῶν Ἀποστόλων καὶ χρημάτισε δεύτερος Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας. Ὑπῆρξε, μαζὶ μὲ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σμύρνης Πολύκαρπο, μαθητὴς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.) στὴ Ρώμη, κατασπαραχθεὶς ἀπὸ τὰ θηρία.
Μετὰ τὸ φρικτὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου, κάποιοι Χριστιανοὶ μάζεψαν ἀπὸ τὸν ἱππόδρομο τὰ ἐναπομείναντα ἅγια λείψανά του καὶ τὰ μετέφεραν στὴν Ἀντιόχεια. Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς θησαυρὸν πλουτοποιῶν δωρημάτων, τὴν τῶν λειψάνων σου μυρίπνοον θήκην, τῇ ποίμνῃ σου μετήγαγον ἐκ Ῥώμης εὐσεβῶς· ἧσπερ τὴν ἐπάνοδον, ἑορτάζοντες πόθῳ, χάριν ἀρυόμεθα, πολλαπλῶν ἰαμάτων, τοὺς σοὺς ἀγῶνας μέλποντες ἀεί, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε ἔνδοξε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐξ Ἑῴας σήμερον ἐξανατείλας, καὶ τὴν κτίσιν ἅπασαν, καταλαμπρύνας διδαχαῖς, τῷ μαρτυρίῳ κεκόσμηται, ὁ θεοφόρος καὶ θεῖος Ἰγνάτιος.

 

Μεγαλυνάριον.
Χάριν ἀναβλύζει οἷα πηγή, δωρεῶν ἀΰλων, ἡ σὴ θήκη ἡ εὐαγής, καὶ σωμάτων πάθη, καὶ καρδιῶν τοὺς σπίλους, ἀεὶ ἀνακαθαίρει, Πάτερ Ἰγνάτιε.

Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ Μάρτυρες οἱ ἐν Σαμοσάτοις τελειωθέντες

Οἱ Ἅγιοι ἑπτὰ Μάρτυρες Φιλόθεος, Ὑπερέχιος, Ἄβιβος, Ἰουλιανός, Ρωμανός, Ἰάκωβος καὶ Παρηγόριος μόλις ἔγιναν στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, μὲ παρρησία καὶ θάρρος στηλίτευσαν τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρείας.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ φρικώδη βασανιστήρια. Τέλος, τοὺς κρέμασαν καὶ διατρύπησαν τὶς τίμιες κεφαλὲς αὐτῶν μὲ σιδερένια καρφιά, ἐνῶ οἱ Ἅγιοι σὲ κάθε νέο κτύπημα ὁμολογοῦσαν «εἶμαι Χριστιανός».
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι ἑπτὰ Μάρτυρες παρέδωσαν τὶς ψυχές τους στὸν Θεὸ καὶ ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Σιλουανὸς, Λουκᾶς καὶ Μώκιος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Σιλουανὸς ὁ Ἐπίσκοπος, Λουκᾶς ὁ Διάκονος καὶ Μώκιος ὁ Ἀναγνώστης, κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Ἐμεσηνῶν τῆς Κοίλης Συρίας καὶ μαρτύρησαν ἐπὶ αὐτοκράτορα Νουμεριανοῦ Μάρκου Αὐρηλίου (283 – 284 μ.Χ.), δευτερότοκου υἱοῦ τοῦ αὐτοκράτορα τῆς Ρώμης Κάρου.

Συνελήφθησαν τὸ ἔτος 284 μ.Χ., κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν καὶ προκληθέντες νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό, ἐπανέλαβαν μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ γενναιότητα τὴν ὁμολογία καὶ τὴν πίστη τους στὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεό. Τοὺς ἔριξαν, λοιπόν, στὴ φυλακὴ μετὰ ἀπὸ σκληρὴ μαστίγωση καὶ ἐκεῖ τοὺς ἄφησαν στὸ μαρτύριο τῆς δίψας καὶ τῆς πείνας. Παρὰ τὶς συνεχεῖς ἀπειλὲς καὶ τὰ μαρτύρια ἡ καρδιά τους διέμενε ἄσειστη. Τότε ἔδωσαν ἐντολὴ νὰ τοὺς φέρουν στὸ ἀμφιθέατρο, ὅπου γίνονταν θηριομαχίες καὶ νὰ τοὺς ρίξουν στὰ ἄγρια θηρία. Οἱ Μάρτυρες ἀντιμετώπισαν καὶ τὴ δοκιμασία αὐτὴ μὲ πλέον θαυμαστῆ καρτεροψυχία. Καὶ ὅταν τὰ ἄγρια θηρία ἐξόρμησαν ἐναντίων τους, ἐκεῖνοι παρέμειναν ἄφοβοι καὶ ἀτάραχοι προσευχόμενοι στὸν Κύριο.

Ἔτσι μαρτύρησαν οἱ Ἅγιοι Σιλουανός, Λουκᾶς καὶ Μώκιος καὶ ἔλαβαν τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας τῆς Τριαδικῆς Θεότητος.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας, κάποιοι Χριστιανοὶ πῆγαν καὶ πῆραν τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων καὶ τὰ ἐνταφίασαν μὲ εὐλάβεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Σάρβηλος καὶ Βεβαία οἱ Μάρτυρες οἱ ἐν Ἐδέσσῃ

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Σάρβηλος καὶ Βεβαία (ἢ Βαρβαία) ἔζησαν κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.).  Ὁ Ἅγιος Σάρβηλος ἦταν προηγουμένως ἱερέας τῶν εἰδώλων καὶ προσῆλθε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ κατηχηθεὶς καὶ βαπτισθεὶς ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐδέσσης Βαρσιμαῖο. Μαζὶ δὲ μὲ ἐκεῖνον ἀσπάσθηκε τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἡ ἀδελφή του, ἡ ὁποία ὀνομαζόταν Βεβαία.

Μόλις ὁ τοπικὸς ἄρχοντας Λυσίας πληροφορήθηκε τὴν μεταστροφὴ τῶν Ἁγίων στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς ὑπέβαλε σὲ φοβερὰ βασανιστήρια. Τοὺς ράβδισαν ἀνηλεῶς, ἔπειτα τοὺς κτύπησαν μὲ σπαθιά, τοὺς ξέσκισαν τὸ πρόσωπο μὲ αἰχμηρὰ ὄργανα. Τέλος, οἱ δήμιοί του, ἔκοψαν τὶς τίμιες κεφαλὲς τῶν Ἁγίων τὸ ἔτος 110 μ.Χ.
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι εἰσῆλθαν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν χαρὰ τοῦ Κυρίου τους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βαρσιμαῖος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἐδέσσης

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαρσιμαῖος ἦταν ἐκεῖνος ποὺ κατήχησε καὶ βάπτισε τὸν Ἅγιο Σάρβηλο καὶ τὴν ἀδελφή του Ἁγία Βεβαία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καταγγέλθηκε στὸν ἡγεμόνα Λυσία. Ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνα ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Γιὰ τὴν ὁμολογία του αὐτὴ ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς στρατιῶτες νὰ χτυπήσουν ἀνηλεῶς τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν φυλακίσουν. Λίγο ἀργότερα, μὲ τὴν προσωρινὴ κατάπαυση τῶν διωγμῶν, ὁ Ἅγιος ἀπελευθερώθηκε καὶ ἐπανῆλθε στὴν Ἐκκλησία του δοξολογώντας τὸ Ὄνομα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Βαρσιμαῖος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 114 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀφραάτης 

Ὁ Ὅσιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Περσία καὶ ἦταν εἰδωλολάτρης. Ἔγινε Χριστιανὸς στὴν Ἔδεσσα, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔφυγε, γιὰ νὰ μονάσει σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἐρημητήρια ποὺ ἦταν ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια. Ὅταν, ἐπὶ τοῦ Ἀρειανοῦ αὐτοκράτορα Οὐάλεντος (364 – 78 μ.Χ.), ἐξορίσθηκε ὁ ὀρθόδοξος κλῆρος τῆς Ἀντιόχειας καὶ πολλὲς πιέσεις ἀνάγκαζαν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἀσπάζονται τὸν Ἀρειανισμό, ὁ Ὅσιος ἄφησε τὸ ἐρημητήριό του καὶ ἦλθε στὴν πόλη, ὅπου ἄφοβα καὶ μὲ ζῆλο ἐνθάρρυνε καὶ παρηγοροῦσε τὰ πλήθη καὶ στήριζε αὐτὰ στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Κατάπληξε μάλιστα τὸν Οὐάλεντα, τὸν ὁποῖο συνάντησε στὴν ἀγορὰ τῆς πόλεως, μὲ τὶς εὔστοχες ἀπαντήσεις του σὲ θεολογικὰ ζητήματα.
Ἀφιέρωσε τὴν ζωή του στὴ διακονία τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἀφοῦ ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ἡ Ἁγία Χρυσὴ ἡ Μάρτυς 

Ἡ Ἁγία Χρυσὴ μαρτύρησε περὶ τὸ 41 – 54 μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Κωνστάντιος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Κωνστάντιος ἦταν Ἐπίσκοπος στὴν πόλη Περούντζια τῆς Ἰταλίας καὶ μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστὸ ἐπὶ βασιλείας Μάρκου Αὐρηλίου (161 – 180 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Παπίας καὶ Μαῦρος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Παπίας καὶ Μαῦρος ἄθλησαν ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Σαβινιανὸς ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Σαβινιανὸς μαρτύρησε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ (270 – 275 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀκυλίνος ὁ Πρεσβύτερος 

Ὁ Ἅγιος Ἀκυλίνος ἦταν Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Μεδιολάνων καὶ μαρτύρησε κατὰ τὴν περίοδο τῶν αἱρετικῶν Ἀρειανῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀκεψιμᾶς 

Ὁ Ὅμηρος Εὐστρατιάδης φρονεῖ ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν Μάρτυρα Ἀκεψιμᾶ ποὺ συνεορτάζει μετὰ τῶν Μαρτύρων Ἰσιδώρου καὶ Λέοντος στὶς 7 Δεκεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γκίλντας τοῦ Γουάϊς 

Ὁ Ἅγιος Γκίλντας γεννήθηκε περὶ τὸ 500 μ.Χ. στὴν Οὐαλία καὶ μαθήτευσε κοντὰ στὸν Ἅγιο Ἴλτυντ. Ἀκολούθησε κατ’ ἀρχὴν τὸν ἔγγαμο βίο καὶ ὅταν πέθανε ἡ σύζυγός του ἔγινε μοναχός.

Ἦταν ἀπὸ τοὺς πολὺ μορφωμένους ἄνδρες τῆς ἐποχῆς του, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκαλεῖται «σοφός». Θεωρεῖται ὅτι συνέγραψε ἔργο στὸ ὁποῖο κατηγορεῖ τοὺς ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς του, τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαό, γιὰ τὴν ἀσέβεια καὶ τὴν παρανομία τους. Κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του ἔζησε στὴ Βρετάνη.
Κοιμήθηκε ὁσίως περὶ τὸ 570 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος ὁ Σιναΐτης ἐκ Ρεθύμνης 

Ὁ Ὅσιος καὶ Θεοφόρος Ἰγνάτιος καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη τοῦ Ρεθύμνου τῆς Κρήτης καὶ ἀσκήτεψε στὸ ὄρος Σινᾶ.

Τηρώντας τοὺς ὅρους τῆς μοναστικῆς πολιτείας, παρθενία, ὑπακοὴ καὶ ἀκτημοσύνη, ἔφθασε σὲ ὕψη πνευματικῆς τελειότητας καὶ καθοδήγησε πνευματικὰ πολλοὺς ἀσκητές. Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος ἀξιώθηκε νὰ βρεῖ τὸ ἄφθαρτο καὶ μυροβλύζον λείψανο τοῦ ὑποτακτικοῦ του Νικάνδρου, τὸ ὁποῖο ἀφοῦ ἐναγκαλίσθηκε καὶ ἀσπάσθηκε, εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ ποὺ τὸν πληροφόρησε γιὰ τὴν δικαίωση τοῦ ἀγῶνος τοῦ πνευματικοῦ του τέκνου.
Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος ἐκ Κιέβου

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος γεννήθηκε στὴ Ρωσία καὶ ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Ἀργότερα μόνασε στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου.

Στὸν ἀσκητικό του βίο ἀκολούθησε καὶ τὸν ὁσιακὸ τρόπο βίου τῶν ἀσκητῶν Ἰσαὰκ καὶ Νικήτα. Τὸ 1182 ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ γίνει Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως τοῦ Τουρὼφ τῆς περιοχῆς Μίνσκ. Ἔτσι ἀσκητικὰ ζοῦσε καὶ ὡς ποιμένας στὴν ἐπαρχία του.

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1194.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Γεράσιμος, Ἰωνᾶς καὶ Πιτιρὶμ ἐκ Ρωσίας 

Οἱ Ἅγιοι Γεράσιμος ( τὸ 1441), Πιτιρὶμ ( τὸ 1455) καὶ Ἰωνᾶς ( τὸ 1471) κατάγονταν ἀπὸ τὴ Ρωσία καὶ ἔζησαν τὸν 15ο αἰώνα μ.Χ. Καὶ οἱ τρεῖς διετέλεσαν Ἐπίσκοποι τῆς Μεγάλης Πὲρμ καὶ κοιμήθηκαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Χιοπολίτης 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Δημήτριος γεννήθηκε τὸ ἔτος 1780 στὸ Παλαιόκαστρο τῆς Χίου ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Ἀπόστολο καὶ τὴν Μαρουλοῦ. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἦρθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐργαζόταν πλησίον τοῦ ἀδελφοῦ του Ζαννῆ, ποὺ ἦταν ἔμπορος. Μνηστευθεὶς ὅμως μὲ μία νέα, χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζει ὁ ἀδελφός του, ἀποπέμφθηκε ἀπὸ τὴν ἐργασία του.

Ἡ φτώχεια τὸν ἔκανε νὰ θυμηθεῖ ὅτι ὁ Τοῦρκος Σεΐχ – οὐλ – ἰσλάμης ὄφειλε στὸν ἀδελφό του δύο δηνάρια, ἀπὸ κάποια ἀγορὰ ὑφασμάτων μὲ πίστωση, πῆγε στὴν οἰκία του, γιὰ νὰ εἰσπράξει τὸ ὀφειλόμενο χρέος καὶ νὰ τὸ χρησιμοποιήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἐκεῖ βρῆκε μία Μωαμεθανὴ ποὺ τοῦ ἐκδήλωσε τὴν ἀγάπη της λέγοντάς του ὅτι, ἢ πρέπει νὰ γίνει Μωαμεθανὸς γιὰ νὰ τὴ νυμφευθεῖ ἢ πρέπει νὰ πεθάνει. Ὁ Δημήτριος αἰφνιδιάστηκε. Δέχθηκε τὶς προτάσεις τῆς γυναίκας καὶ παρέμεινε στὴν οἰκία της ὡς ἐξωμότης. Ἦλθε ὅμως στὸν ἑαυτό του καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ραμαζανίου δραπέτευσε καὶ κρύφθηκε ἀπὸ Χριστιανικὴ οἰκογένεια στὴ συνοικία τοῦ Σταυροδρομίου. Ὁ ἀδελφός του Ζαννῆς ἔτρεξε νὰ τὸν συναντήσει. Ὁ Δημήτριος ἔγραψε ἐπιστολὴ στὸν πατέρα του μὲ τὰ συμβάντα καὶ ἐξομολογήθηκε στὸν Πνευματικὸ τί εἶχε πράξει. Μέσα στὴν καρδιά του φούντωσε ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου. Κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ παρουσιάσθηκε στὸν Τοῦρκο διοικητή, πρὸς τὸν ὁποῖο ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Οἱ Χιῶτες ποὺ διέμεναν στὴν Κωνσταντινούπολη μάζεψαν χρήματα, μὲ σκοπὸ νὰ προσφέρουν αὐτὰ στοὺς Τούρκους γιὰ νὰ τὸν ἐλευθερώσουν, φοβούμενοι μήπως ὁ Δημήτριος λυγίσει μπροστὰ στὰ βασανιστήρια. Ὅταν ὁ Δημήτριος πληροφορήθηκε τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τοὺς ἐπετίμησε καὶ τοὺς παρακάλεσε νὰ προσεύχονται, γιὰ νὰ τελειώσει μαρτυρικὰ τὴ ζωή του. Ἔτσι κι ἔγινε. Μετὰ τὰ φρικτὰ βασανιστήρια ὁ Δημήτριος παρέμεινε ἀκλόνητος γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποκεφαλίσθηκε τὸ ἔτος 1802.
Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ ἐνταφίασαν αὐτὸ σὲ κάποιο μοναστήρι στὸ νησὶ Πρώτη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

 

Ἀκολουθίες Εσπερινου Σαββάτου και Ὄρθρου Κυριακής ΙΖ΄ Ματθαίου(28-01-2017--29-01-2017), τροπάρια, ἀναγνώσματα Θείας Λειτουργίας, εδώ

 Τυπικό εδώ

Κανόνιον εδώ

Ἡ πίστη καί ἡ ταπείνωση τῆς Χαναναίας

Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,
 
Κάθε Κυριακὴ ἡ Ἐκκλησία διαλέγει καὶ ἕνα ξεχωριστὸ ἀγώνισμα, γιὰ νὰ μᾶς ἀσκήση. Σήμερα μᾶς καλεῖ νὰ ἀγωνισθοῦμε σ’ ἕνα διπλὸ πνευματικὸ ἀγώνισμα, στὸ ἀγώνισμα τῆς πίστεως καὶ τῆς ταπεινώσεως.
 
Τὶ εἶναι γιὰ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ἡ πίστη; Εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Νὰ τὸν πιστεύουμε ὡς ἀληθινὸ Θεὸ καὶ μόνο Σωτήρα τοῦ κόσμου. Νὰ ἀποδεχόμαστε χωρὶς ἀμφιβολίες ὅλα ὅσα ἐκεῖνος μᾶς ἀποκαλύπτει γιὰ τὸν Θεὸ, γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ τὸν ἄνθρωπο, καὶ ὅλα ὅσα μᾶς διδάσκει γιὰ τὴν καθημερινή ζωή. Καὶ τὶ εἶναι ἡ ταπείνωση; Νὰ ἔχουμε συναίσθηση ποιοὶ εἴμαστε καὶ ποιὰ εἶναι ἡ πραγματική μας ἀξία. Νὰ ἀναγνωρίζουμε τὴν ἀδυναμία καὶ τὴν ἀτέλειά μας.

 
Ὅταν μὲ τὴν ταπείνωση καταλάβουμε πόσο μικροὶ καὶ ἀδύναμοι εἴμαστε μπροστὰ στὸν Χριστό, τότε πιστεύουμε στὴν παντοδύναμη θεότητά του καὶ τηροῦμε μὲ χαρὰ τὶς ἐντολές του. Ὅταν ὅμως μᾶς λείπη ἡ ταπείνωση καὶ ἔχουμε μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό μας, τότε δὲν μποροῦμε νὰ παραδεχθοῦμε τὸν Χριστό ὡς Κύριο, οὔτε νὰ ὑποταχθοῦμε στὸ θέλημά Του. Ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων δείχνει ὅτι ἡ πίστη καὶ ἡ ταπείνωση πορεύονται πάντα μαζί. Ἡ ταπείνωση δείχνει τὴν πίστη καὶ ἡ πίστη ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση. Αὐτὰ τὰ δύο ἀποτελοῦν βασικὰ καὶ ἀπαραίτητα γνωρίσματα τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία θέλει μὲ ἔμφαση νὰ μᾶς τὰ ὑπενθυμίση. Αὐτὸ τὸ κατορθώνει μὲ τὸ περιστατικὸ τῆς Χαναναίας, ποὺ περιλαμβάνει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.
 
Ἡ Χαναναία εἶναι μία γυναίκα ποὺ γεννιέται, μεγαλώνει καὶ ζῆ μέσα σὲ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον. Ἔχει μία κόρη δαιμονισμένη καὶ ζῆ μαζί της ἕνα μακροχρόνιο δράμα. Ἀκούει γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό καὶ δείχνει μεγάλη πίστη στὸ πρόσωπό Του, ἐπειδὴ ἔχει μεγάλη ταπείνωση.
 
Ἡ Χαναναία δείχνει τὴν πίστη της, ὅταν μαθαίνη ὅτι ὁ Χριστὸς ἦλθε στὰ μέρη της καὶ βγαίνη ἀπὸ τὸ σπίτι της νὰ τὸν συναντήση. Αὐτὸ γίνεται σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς Ἰουδαίους ποὺ δὲν τὸν πλησιάζουν καθόλου ἤ τὸν διώχνουν ἀπὸ τὸν τόπο τους, ὅπως οἱ Γαδαρηνοί. Ἡ Χαναναία δείχνει ἐπίσης τὴν πίστη της, ὅταν παραδέχεται τὸν Χριστό ὡς «υἱὸ Δαυῒδ», δηλαδὴ ὡς τὸν Μεσσία, καὶ ζητεῖ νὰ τὴν ἐλεήση. «Ἐλέησόν με, υἱέ Δαυῒδ. Ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Δείχνει ἀκόμη τὴν πίστη της, ὅταν ὁ Χριστὸς φαίνεται νὰ μὴν τὴν προσέχη καθόλου καὶ ἐκείνη ἐπιμένει νὰ τὸν παρακαλῆ. Κι ὅταν ὕστερα ἀπὸ ὥρα ὁ Χριστὸς ἀπευθύνεται σ’αὐτὴν, τῆς ὁμιλεῖ περιφρονητικὰ. «Δὲν εἶμαι σταλμένος παρὰ στὰ πρόβατα τῆς γενεᾶς τοῦ Ἰσραήλ», τῆς λέγει. Ἐκείνη δὲν ὑποχωρεῖ. Κάποιος ἄλλος στὴ θέση της θὰ εἶχεν ἀπογοητευθῆ, θὰ εἶχε προσβληθῆ καὶ θὰ εἶχε ἀπομακρυνθῆ. Ἡ Χαναναία καὶ πάλι ἐπιμένει νὰ ζητῆ τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτὸ τὸ κρίσιμο σημεῖο ὁ Χριστὸς τὴ δυσκολεύει ἀκόμη περισσότερο, καθὼς τῆς ἀπευθύνει λόγους πολὺ σκληρούς. «Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ πάρω τὸ ψωμὶ τῶν παιδιῶν καὶ νὰ τὸ ρίξω στὰ σκυλλάκια», τῆς λέγει. Κάθε νέος λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶναι καὶ πιὸ προσβλητικός. Κι ὅμως ἡ Χαναναία, ἀντὶ νὰ σκανδαλισθῆ καὶ νὰ ἀπογοητευθῆ, αὐτὴ φιλοσοφεῖ καὶ δείχνει ἀσυνήθιστη πίστη. Αὐτὸ φανερώνει ἡ ἀπάντησή της: «Ναί, Κύριε, ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλλάκια τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν κυρίων τους».
 
Μαζὶ μὲ τὴν ἀκλόνητη πίστη της ἡ Χαναναία δείχνει καὶ τὴν θαυμαστὴ ταπείνωσή της σὲ ὅλες τὶς λεπτομέριες τῆς ἱστορίας της. Πρῶτα πρῶτα δὲν καλεῖ τὸν Χριστό νὰ ἔλθη στὸ σπίτι της, ἐπειδὴ θεωρεῖ ἀνάξιο τὸν ἑαυτό της γιὰ νὰ δεχθῆ μία τέτοια ἐπίσκεψη. Ὕστερα, δὲν ζητεῖ ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ ἐλεήση τὴν κόρη της, ἀλλὰ νὰ ἐλεήση τὴν ἴδια, καὶ ἔτσι νὰ θεραπεύση τὴν κόρη της. Ἀκόμη, δὲν λυπᾶται ὅταν ὁ Χριστὸς ἐγκωμιάζει τοὺς Ἰουδαίους καὶ περιφρονεῖ τὴν ἴδια. Δὲν πληγώνεται ἀπὸ τὶς προσβολές, οὔτε ἀγανακτεῖ. Μὲ τὴν ταπείνωση ἀνεβαίνει ἀκόμη πιὸ ψηλά. Ὁ Χριστὸς ὀνομάζει τοὺς εὐνοούμενους Ἰουδαίους παιδιά καὶ ἐκείνη τοὺς ὀνομάζει κυρίους. Τὴν ἴδια ὁ Χριστὸς τὴν ὀνομάζει σκυλλάκι, ἀλλὰ ἐκείνη δὲν ἀντιλέγει στὸν περιφρονητικό λόγο. Γεμάτη ἀπὸ ταπείνωση τὸν ἀποδέχεται. Καὶ τὸ πιὸ θαυμαστὸ εἶναι ὅτι στηρίζει τὸ αἴτημά της γιὰ βοήθεια σ’ αὐτὴν τὴν προϋπόθεση, ὅτι δηλαδή εἶναι ἕνα σκυλλάκι σὲ σχέση μὲ τὰ ἀγαπητὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ὑποστηρίζει ὅτι καὶ σὰν σκυλλάκι δικαιοῦται τὸ περίσσευμα ἀπὸ ὅσα ὁ Χριστὸς δίνει στὰ παιδιά του.
 
Μὲ αὐτὴ τὴ στάση της ἡ Χαναναία ἀγωνίζεται ἐπίμονα στὰ δύο πνευματικὰ ἀθλήματα καὶ ἀποδεικνύεται πρωταθλήτρια στὴν πίστη καὶ στὴν ταπείνωση. Ξεπερνᾶ ὄχι μόνον τοὺς ἐναντιούμενους Ἰουδαίους, ποὺ ὁμιλοῦν μὲ ἔπαρση καὶ αὐθάδεια μπροστὰ στὸ Χριστό, « Ἐμεῖς ἔχουμε πατέρα τὸν Ἀβραάμ», ἀλλὰ καὶ ἐκείνους ποὺ εἶναι κοντά του καὶ δυσπιστοῦν καὶ ἀπογοητεύονται καὶ σκανδαλίζονται μαζί του. Ἡ Χαναναία νικᾶ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ὥστε στὸ τέλος νὰ θεραπεύση τὴν κόρη της, διότι ὁ Χριστὸς νικᾶται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μόνον μὲ τὴν ἀληθινὴ τους πίστη καὶ ταπείνωση. Τώρα κατανοοῦμε γιατὶ ὁ Χριστὸς τὴν ἔφερε σὲ τόσο μεγάλες δυσκολίες. Ἦταν αὐτὸς ὁ ἄριστος παιδαγωγικός του τρόπος, γιὰ νὰ ἀποκαλύψη στοὺς γύρω του καὶ σ’ ἐμᾶς τὰ θαυμαστὰ αὐτὰ μέτρα τῆς ἀρετῆς της καὶ νὰ τὴν κάνει παράδειγμα στὴν πίστη καὶ στὴν ταπεινοφροσύνη γιὰ ὅλους μας. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἀνυπέρβλητος Διδάσκαλος καὶ Παιδαγωγός, φέρθηκε τόσο σκληρὰ σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς συναντήσεώς του μὲ τὴν Χαναναία, γιὰ νὰ μπορῆ στὸ τέλος νὰ φωνάξη μπροστὰ στοὺς μαθητές του: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις· γενηθήτω σοι ὡς θέλεις».
 
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, ἄς μεγαλώση καὶ ἡ δική μας πίστη μαζὶ μὲ τὴν ταπείνωση, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴν εὔνοια καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου. Ἀμήν
 
Ἀρχιμ. Α.Γ.Μ.
εκ της Ι.Μ. Σερβίων και Κοζάνης