Μορφὴ βιβλική. Φυσιογνωμία προνομιοῦχος καὶ διαλεχτή. Πρῶτος ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀποστόλους γνώρισε τὸν Ἰησοῦ, ἀλλὰ καὶ πρῶτος κλήθηκε νὰ τὸν ἀκολουθήσει, γι’ αὐτὸ καὶ Πρωτόκλητος. Τὸ ὄνομά του τὸ ἱερὸ κατέχει ἰδιαίτερη θέση στὴν ψυχὴ τῶν Ἑλλήνων.

Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἀνδρέας ὁ Πρωτόκλητος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους τοῦ Ἔθνους μας.

 

Ὁ Ἀνδρέας καταγόταν ἀπὸ τὴν Βηθσαϊδᾶ τῆς Γαλιλαῖας καὶ ἦταν γιὸς τοῦ Ἰωνᾶ καὶ ἀδελφὸς τοῦ πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου. Τὸ ἐπάγγελμά του ἦταν ψαράς. 

Ἦταν ὅμως ἀπὸ τὶς εὐγενικὲς ἐκεῖνες ψυχές, ποὺ μελετοῦσαν τοὺς προφῆτες καὶ περίμεναν μὲ λαχτάρα τὴν ἐκπλήρωση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου. 

Ὁ Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Ἐὐαγγελιστὴ, ὑπῆρξαν στὴν ἀρχὴ μαθητὲς τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Κάποια μέρα μάλιστα, ποὺ βρισκόντουσαν στὶς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη καὶ ὁ Πρόδρομος τοὺς ἔδειξε τὸν Ἰησοῦ καὶ τοὺς εἶπε «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», οἱ δυὸ ἁπλοϊκοὶ ἐκεῖνοι ψαράδες συγκινήθηκαν τόσο πολύ, ποὺ χωρὶς κανένα δισταγμὸ καὶ ἐπιφύλαξη ἀφήκαν ἀμέσως τὸν δάσκαλό τους καὶ ἀκολούθησαν τὸν Ἰησοῦ. Τὸν ἀκολούθησαν μὲ προθυμία καὶ ζῆλο κι ἔμειναν κοντά του ἐκείνη τὴν ἡμέρα. Τί εἶδαν καὶ τί ἄκουσαν ὅλες ἐκεῖνες τὶς ἀξέχαστες ὧρες; Χωρὶς ἄλλο, λόγια ἅγια καὶ θεία. Ρήματα ζωῆς αἰωνίου. Λόγια, ποὺ τοὺς συνεπῆραν τὴν ψυχὴ καὶ τοὺς ἔκαμαν νὰ πιστέψουν πὼς στ’ ἀλήθεια ὁ Ἰησοῦς ἦταν Ἐκεῖνος ποὺ περίμεναν. 

Ὁ Μεσσίας. Ὁ Σωτήρας καὶ Λυτρωτὴς τῶν ἀνθρώπων.

 

Τὸν ἐνθουσιασμὸ καὶ τὴν ἱκανοποίησή τους ἀπὸ τὴν ἐπικοινωνία καὶ ἐπαφή τους μὲ τὸν Κύριο τὴν βλέπουμε ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἀνδρέα. Μόλις χωρίστηκαν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, ἔτρεξε νὰ συναντήσει τὸν μεγαλύτερο ἀδελφό του Πέτρο καὶ νὰ τοῦ πεῖ μὲ χαρά: «Εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν (ὁ ἐστὶ μεθερμηνευόμενον Χριστός) καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν». Πόση καλοσύνη. Πόση εὐγένεια ψυχῆς! Πόση ἀγάπη! Δὲν κράτησε μόνος τὴν χαρά του. Ἔσπευσε νὰ τὴν μοιραστεῖ μὲ τὸν ἀδελφό του. Καὶ εἶχε δίκαιο! Κεῖνος ποὺ γεύτηκε τὸ μέλι τοῦ Εὐαγγελίου δὲν μπορεῖ νὰ τὸ τρώει μόνος του. Ἡ πραγματικὴ χάρη, ὅταν φωτίσει τὴν ψυχή, βάνει τέρμα στὸ πνευματικὸ μονοπώλιο, λέει καὶ ἕνας μεγάλος ἱεραπόστολος τοῦ περασμένου αἰώνα.

 

Ἡ περίπτωση αὐτὴ εἶναι ἕνα ἔξοχο παράδειγμα ἀδελφικῆς ἀλληλεγγύης καὶ πνευματικότητας. Τὰ ἀδέλφια μας, οἱ γονεῖς μας, οἱ συγγενεῖς μας, οἱ οἰκεῖοι μας πρέπει νὰ εἶναι γιὰ μᾶς πρόσωπα προσφιλή. Πρόσωπα, μὲ τὰ ὁποῖα νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ μοιραστοῦμε κάθε στιγμὴ καὶ τὴν χαρὰ καὶ τὴν λύπη μας. Σ’ αὐτοὺς θὰ ποῦμε τὸν καλὸ τὸν λόγο. Θὰ δώσουμε τὸ χριστιανικὸ ἔντυπο. Θὰ τοὺς καλέσουμε σὲ μία χριστιανικὴ συγκέντρωση. Θὰ τοὺς ποῦμε σὲ μίαν ἐπίσκεψη: «Εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν». Ἀδελφοί μας! Ἐλᾶτε στὸν Χριστό. Αὐτὸς εἶναι ἡ χαρά. Αὐτὸς ἡ ζωὴ καὶ τὸ φῶς. Αὐτὸς ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου. Μὴ σᾶς σκανδαλίζουν μερικὰ ἔκτροπα, ποὺ βλέπετε γύρω σας. Μὴ σᾶς σκανδαλίζει ἡ ζωὴ μερικῶν, ποὺ αὐτοκαλοῦνται χριστιανοὶ καὶ θέλουν τάχατες νὰ δείχνουν καὶ τὸν δρόμο στοὺς ἄλλους. Ἐσεῖς κοιτᾶτε μόνο τὸν Χριστό. Αὐτὸς καὶ μόνο αὐτὸς στὸν κόσμο τοῦτο δίνει τὴ χαρὰ καὶ τὴν εἰρήνη. Τὸ μαρτυρεῖ ἡ ζωὴ ὅλων τῶν ἁπλῶν, τῶν ἀληθινῶν χριστιανῶν. Τὸ βεβαιώνει ἡ ζωὴ καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ μεγάλου ἀποστόλου μας.

 

Ὕστερα ἀπὸ τὸ ἐπεισόδιο, ποὺ ἀναφέραμε, τόσο ὁ Ἀνδρέας, ὅσο καὶ ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης ξαναγύρισαν στὰ πλοῖα τους καὶ ἔπιασαν πάλι τὴν δουλειά τους. Δὲν εἶχε ἔρθει ἀκόμη ἡ εὐλογημένη ὤρα νὰ ἀρχίσει ὁ Κύριος τὸ ἔργο του. Αὐτὸ ἔγινε λίγες μέρες ἀργότερα. Ἐκεῖ στὴν λίμνη τῆς Γεννησαρὲτ οἱ δυὸ ἀδελφοὶ καταγίνονταν νὰ ρίψουν τὰ δίχτυα τους στὴν θάλασσα, ὅταν τοὺς ξαναβρῆκε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς κάλεσε νὰ τὸν ἀκολουθήσουν. «Δεῦτε ὀπίσω μου», τοὺς εἶπε, «καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Καὶ αὐτοὶ «εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῶ». «Εὐθέως», χωρὶς καμιὰ χρονοτριβή, χωρὶς καμιὰ ἀναβολὴ τὸν ἀκολούθησαν. Στὴν περίσταση αὐτὴ ἔμοιασαν μὲ τὸν σοφὸ καὶ συνετὸ ἐκεῖνο ἔμπορο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ποὺ ζητοῦσε νὰ βρεῖ καὶ ν’ ἀγοράσει μαργαριτάρια. Καὶ ὅταν βρῆκε κάποτε ἕνα σπουδαῖο καὶ «πολύτιμον μαργαρίτην», ἔσπευσε νὰ πωλήσει ὅλα ὅσα εἶχε καὶ νὰ τὸν ἀγοράσει. Αὐτὸ ἔκαμαν καὶ οἱ δύο ἀδελφοί.

 

Ὁ Ἀνδρέας ἀκολούθησε τὸν Κύριο πιστὰ καὶ πρόθυμα μέχρι τέλους. Κατὰ τὸ διάστημα αὐτὸ τῆς μαθητείας του δύο ἀπὸ τὰ πολλὰ ἐπεισόδια καταδεικνύουν τὴν ἰδιαίτερη θέση, ποὺ εἶχε ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους μαθητὲς καὶ κοντὰ στὸν Ἰησοῦ. Τὸ πρῶτο συνέβηκε στὴν ἔρημο. Τὰ πλήθη, ποὺ εἶχαν πληροφορηθεῖ πὼς ὁ Κύριος βρισκόταν ἐκεῖ, μαζεύτηκαν ἀπ’ ὅλα τὰ μέρη γύρω, γιὰ νὰ ζητήσουν τὶς εὐεργεσίες του καὶ ν’ ἀκούσουν τὴ διδασκαλία του. Κόντευε νὰ δύσει ὁ ἥλιος καὶ κανένας δὲν ἔλεγε νὰ φύγει. Κάποια στιγμὴ ὁ Ἰησοῦς φώναξε κοντά του τὸν Φίλιππο καὶ τὸν ρώτησε: «Ἀπὸ ποῦ καὶ μὲ τί χρήματα θὰ ἀγοράσουμε ψωμιά, γιὰ νὰ φάγουν ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι;» Ὁ Κύριος φυσικὰ γνώριζε τί θὰ ἔκαμνε. Τὸ εἶπε ὅμως αὐτό, γιὰ νὰ δοκιμάσει τὸν Φίλιππο καὶ τοὺς ἄλλους μαθητές. Καὶ αὐτὸς ἀπὸ μέρους καὶ τῶν ἄλλων μαθητῶν γεμάτος ἀμηχανία ἀπήντησε: «Διακοσίων δηναρίων ἄρτοι οὐκ ἀρκούσιν αὐτοὶς ἵνα ἕκαστος αὐτῶν βραχὺ τί λαβή». Διακοσίων δηναρίων ψωμιὰ δὲν φτάνουν, ὄχι γιὰ νὰ χορτάσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ πάρει ὁ καθένας μιὰ μπουκιά. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη πετάχτηκε ὁ Ἀνδρέας κι εἶπε. «Κύριε, εἶναι ἐδῶ ἕνα παιδάκι, ποὺ ἔχει πέντε κριθαρένια ψωμιὰ καὶ δυὸ ψαράκια» (Ἰωάν. στ’ 9). Φυσικὰ πέντε κριθαρένια ψωμιὰ καὶ δυὸ ψαράκια δὲν εἶναι τίποτα γιὰ τόσο κόσμο. Μὰ ἐσύ Κύριε, μπορεῖς νὰ τὰ εὐλογήσεις καὶ τότε, ὦ, ναί! Τότε μποροῦν νὰ φᾶνε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ περισσέψουν. Πρόσωπο μὲ παρρησία καὶ μὲ μία λανθάνουσα πίστη στὸν Χριστό μας παρουσιάζει τὸ ἐπεισόδιο αὐτὸ τὸν Ἀνδρέα.

 

Πρόσωπο μὲ πλατιὰ καὶ μεγάλη καρδιὰ μᾶς τὸν παρουσιάζει τὸ δεύτερο ἐπεισόδιο. Συγχρόνως ὅμως καὶ ἄνθρωπο μὲ τόλμη, ποὺ δὲν διστάζει νὰ πάρει μία μεγάλη ἀπόφαση καὶ ν' ἀναλάβει συνάμα καὶ τὶς εὐθύνες του. Ἀφορμὴ γι’ αὐτὸ τὸ ἐπεισόδιο ἔδωκαν μερικοὶ συμπατριῶτες μας Ἕλληνες. Ἦταν οἱ μέρες τοῦ Πάσχα, τοῦ τελευταίου Πάσχα τοῦ Κυρίου μας. Μέσα στὰ πλήθη, ποὺ μαζεύτηκαν στὰ Ἱεροσόλυμα ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη τοῦ κόσμου, ἦταν καὶ αὐτοί. Ἀσφαλῶς ἦταν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν προσηλυτισθεῖ στὸν ἰουδαϊσμό. Ἡ πνευματικὴ θρησκεία τοῦ Ἰσραὴλ τοὺς εἶχε τραβήξει μέσα στὴν καρδιά τους βαθὺ τὸν πόθο νὰ τὸν γνωρίσουν. Πλησίασαν λοιπὸν τὸν Φίλιππο – ἴσως τὸ ἑλληνικό του ὄνομα τοὺς ἔδωκε τὸ θάρρος – καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὸν Χριστό. Ὁ Φίλιππος ὅμως ἔσπευσε νὰ ζητήσει τὴ γνώμη τοῦ Ἀνδρέα. Γιατί τοῦ Ἀνδρέα; Γιατί ἦταν συμπατριώτης του καὶ ἤξερε τὴν παρρησία του. Ἀλλὰ καὶ γιατί ὁ Ἀνδρέας ἦταν γνωστὸς σὰν ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν μεγάλη καρδιὰ καὶ τὸ θέμα θὰ τὸ ἀντίκριζε ὄχι μὲ τὴ στενὴ ἰουδαϊκὴ ἀντίληψη, πὼς ὁ Χριστὸς ἦλθε καὶ ἀνῆκε μόνο στοὺς Ἰουδαίους, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Καὶ πραγματικὰ ἡ στάση του δικαίωσε τὴν φήμη του.

 

Ὁ Ἀνδρέας, σὰν ἔμαθε ἀπὸ τὸν Φίλιππο τὸ περιστατικό, χωρὶς νὰ χάσει καιρό, πῆρε τοὺς Ἕλληνες καὶ μαζὶ μ’ αὐτὸν τοὺς ἔφερε στὸν Χριστὸ (Ἰωάν. ιβ’ 20 – 22). Τί φανερώνει καὶ τὸ ἐπεισόδιο αὐτό; Τὴν μεγάλη, τὴν πλατιά του καρδιά, μὰ καὶ τὴν οἰκειότητά του πρὸς τὸν Χριστό. Εὐτυχεῖς ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ μιμοῦνται τὸν Πρωτόκλητο καὶ βοηθοῦν καὶ ἄλλες ψυχὲς νὰ πλησιάσουν καὶ νὰ γνωρίσουν τὸν Κύριο.

 

Ἡ ζωὴ τοῦ Πρωτοκλήτου κατὰ τὰ τρία χρόνια τῆς μαθητείας εἶναι ἡ ἴδια μὲ τὴ ζωὴ τῶν ἄλλων μαθητῶν. Ἀχόρταγα καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους ρουφοῦσε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ θείου Διδασκάλου τὰ «ρήματα τῆς αἰωνίου ζωῆς». Μαζί του περιέτρεχε τὴν Ἅγια Γῆ καὶ ἔβλεπε τὶς εὐεργεσίες καὶ τὰ θαύματά του. Βαθιὰ ἦταν ἡ συγκίνησή του γιὰ τὴν ὑποδοχή, ποὺ ὁ περιούσιος λαὸς ἐπεφύλαξε στὸν Κύριό μας «πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα». Πιὸ βαθιὰ ἡ θλίψη του γιὰ τὴ σύλληψη τοῦ Διδασκάλου του καὶ γιὰ ὅσα ἀκολούθησαν αὐτή. Ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Κυρίου ὅμως κατ’ αὐτὴν τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεώς Του καὶ ἐνῶ πιὰ εἶχε βραδιάσει καὶ οἱ πόρτες τοῦ σπιτιοῦ ἦταν κλειστὲς «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» ξανάφερε στὴν ψυχή του τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἐλπίδα. Ὁ Ἀνδρέας παρευρέθηκε στὴν Ἀνάληψη καὶ ἔλαβε μέρος στὴν ἐκλογὴ τοῦ Ματθία.

 

Μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὁ Ἀπόστολός μας, ὅπως ψάλλει καὶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος, ἀφοῦ «διεπέτασε τὸ ἱστίον τοῦ Πνεύματος, ὡς κύμα γαληνὸν πραέτω πνεύματι κινούμενον, πάσαν ἐπλούτισε τὴν γῆν τοῦ ἐνθέου κηρύγματος». Ὁ Ἀνδρέας ὑπῆρξε ὁ κατ’ ἐξοχὴν Ἀπόστολος τῶν Ἑλλήνων. Ἡ Σκυθία, δηλαδὴ ἡ σημερινὴ νότιος Ρωσία, ἡ Ἑλληνικὴ Βιθυνία, ὁ Πόντος, ἡ Θράκη, ἡ Μακεδονία, ἡ Ἤπειρος κι ἡ Ἀχαΐα ποτίστηκαν πλούσια μὲ τὸν τίμιο ἱδρώτα τοῦ Πρωτοκλήτου. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Βυζαντίου, ποὺ ἀπετέλεσε καὶ ἀποτελεῖ τὸ κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀπὸ τὸν Ἀπόστολό μας ἱδρύθηκε. Ἐδῶ ὁ Ἀνδρέας ἐγκατέστησε πρῶτο ἐπίσκοπο τὸν Ἀπόστολο Στάχυ κιαὶαὐτοῦ διάδοχος εἶναι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. Σὲ μία του περιοδεία, ἀναφέρεται ἀπὸ τὴν παράδοση, πὼς ὁ Ἅγιος μας ἦλθε καὶ στὸ νησί μας. Τὸ καράβι, ποὺ τὸν μετέφερε στὴν Ἀντιόχεια ἀπὸ τὴν Ἰόππη, λίγο πρὶν προσπεράσουν τὸ γνωστὸ ἀκρωτήρι τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα καὶ τὰ νησιά, ποὺ εἶναι γνωστὰ μὲ τὸ ὄνομα Κλεῖδες, ἀναγκάστηκε νὰ σταματήσει ἐκεῖ σ’ ἕνα μικρὸ λιμανάκι, γιατί κόπασε ὁ ἄνεμος. Τὶς μέρες αὐτὲς τῆς νηνεμίας τοὺς ἔλειψε καὶ τὸ νερό. Ἕνα πρωί, ποὺ ὁ πλοίαρχος βγῆκε στὸ νησὶ καὶ ἔψαχνε νὰ βρεῖ νερό, πῆρε μαζί του καὶ τὸν Ἀπόστολο. Δυστυχῶς πουθενὰ νερό. Κάποια στιγμή, ποὺ ἔφτασαν στὴ μέση τῶν δυὸ ἐκκλησιῶν, ποὺ ὑπάρχουν σήμερα, τῆς παλαιᾶς καὶ τῆς καινούργιας, ποὺ εἶναι κτισμένη λίγο ψηλότερα, ὁ Ἅγιος γονάτισε μπροστὰ σ’ ἕνα κατάξερο βράχο καὶ προσευχήθηκε νὰ στείλει ὁ Θεὸς νερό. Ποθοῦσε τὸ θαῦμα, γιὰ νὰ πιστέψουν ὅσοι ἦταν ἐκεῖ στὸν Χριστό. Ὕστερα σηκώθηκε, σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ τὸν βράχο καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε. Ἀπὸ τὴν ρίζα τοῦ βράχου βγῆκε ἀμέσως μπόλικο νερό, ποὺ τρέχει μέχρι σήμερα μέσα σ’ ἕνα λάκκο τῆς παλαιᾶς ἐκκλησίας καὶ ἀπ’ ἐκεῖ προχωρεῖ καὶ βγαίνει ἀπὸ μία βρύση κοντὰ στὴ θάλασσα. Εἶναι τὸ γνωστὸ ἁγίασμα. Τὸ εὐλογημένο νερό, ποὺ τόσους ξεδίψασε, μὰ καὶ τόσους ἄλλους, μυριάδες ὁλόκληρες, ποὺ τὸ πῆραν μὲ πίστη δρόσισε καὶ παρηγόρησε. Καὶ πρῶτα – πρῶτα τὸ τυφλὸ παιδὶ τοῦ καπετάνιου.

 

Ἦταν καὶ αὐτὸ ἕνα ἀπὸ τὰ πρόσωπα τοῦ καραβιοῦ ποὺ μετέφερε ὁ πατέρας. Γεννήθηκε τυφλὸ καὶ μεγάλωσε μέσα σὲ ἕνα συνεχὲς σκοτάδι. Ποτέ του δὲν εἶδε τὸ φῶς. Δένδρα, φυτά, ζῶα ἀγωνιζόταν νὰ τὰ γνωρίσει μὲ τὸ ψαχούλεμα. Ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ὅταν οἱ ναῦτες γύρισαν μὲ τὰ ἀσκιὰ γεμάτα νερὸ καὶ ἐξήγησαν τὸν τρόπο ποὺ τὸ βρῆκαν στὸ νησί, ἕνα φῶς γλυκιᾶς ἐλπίδας ἄναψε στὴν καρδιὰ τοῦ δύστυχου παιδιοῦ. Μήπως τὸ νερὸ αὐτό, σκέφτηκε, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὸν ξηρὸ βράχο ὕστερα ἀπ’ τὴν προσευχὴ τοῦ παράξενου ἐκείνου συνεπιβάτη τους, θὰ μποροῦσε νὰ χαρίσει καὶ σ’ αὐτὸν τὸ φῶς του ποῦ ποθοῦσε; Ἀφοῦ μὲ θαυμαστὸ τρόπο βγῆκε, θαύματα θὰ μποροῦσε καὶ νὰ προσφέρει. Μὲ τούτη τὴν πίστη καὶ τὴν βαθιὰ ἐλπίδα ζήτησε καὶ τὸ παιδὶ λίγο νερό. Διψοῦσε. Καιγόταν ἀπ’ τὴν δίψα. Ὁ Ἀπόστολος, ποὺ ἦταν ἐκεῖ, ἔσπευσε καὶ ἔδωσε στὸ παιδὶ ἕνα δοχεῖο γεμάτο ἀπὸ τὸ δροσερὸ νερό. Ὅμως τὸ παιδὶ προτίμησε, ἀντὶ νὰ δροσίσει μὲ τὸ νερὸ τὰ χείλη του, νὰ πλύνει πρῶτα τὸ πρόσωπό του. Καὶ ὦ τοῦ θαύματος! Μόλις τὸ δροσερὸ νερὸ ἄγγιξε τοὺς βολβοὺς τῶν ματιῶν τοῦ παιδιοῦ, τὸ χρόνιο σκοτάδι ἄρχισε νὰ διαλύεται. Καὶ ἕνα φῶς, ἱλαρὸ φῶς, ἄρχισε νὰ λούζει τὰ γύρω πράγματα...

 

— Πατέρα, πατέρα, ἄρχισε νὰ φωνάζει τὸ παιδὶ πότε ψαχουλεύοντας καὶ πότε τρέχοντας νὰ βρεῖ τὸν πατέρα. Καὶ ὁ καπετάνιος ποὺ τρόμαξε ἀπ' τὶς φωνὲς τοῦ παιδιοῦ τρέχει καὶ αὐτὸς πρὸς τὸ μέρος ποὺ ἀκουόταν ἡ φωνή. Στὸ ἀντίκρισμα τοῦ παιδιοῦ του σταμάτησε, ἔσκυψε καὶ ἄνοιξε τὴν ἀγκαλιά του.

— Παιδί μου, τί σου συμβαίνει; ρώτησε μὲ τρόμο ὁ πατέρας.

— Βλέπω! Πατέρα μου, βλέπω! Γιὰ κοίτα με, βλέπω τὴν θάλασσα, τοὺς ἀνθρώπους, τὰ πανιὰ τοῦ καραβιοῦ μας ποὺ φουσκώνουν. Πατέρα, τὸ εὐλογημένο νερὸ ποὺ μοῦ ἔδωκε ἐκεῖνος ὁ παππούλης, γιὰ νὰ πιῶ καὶ νὰ πλυθῶ, αὐτό μου χάρισε ὅτι ποθούσαμε. Τὸ φῶς μου, πατέρα...

 

Ὕστερα ἀπὸ μικρὴ διακοπὴ ποὺ πέρασε μέσα σὲ δάκρυα καὶ ἀναφιλητὰ εὐγνωμοσύνης ὁ καπετάνιος σηκώθηκε καὶ εἶπε:

— Παιδί μου, πᾶμε νὰ βροῦμε τὸν παππούλη ποὺ λές, γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσουμε γιὰ ὅτι μας χάρισε!

— Ὄχι ἐμένα, εἶπε ὁ Ἀπόστολος ποὺ πλησίασε. Τὸν Χριστὸ νὰ εὐχαριστήσουμε ὅλοι. Αὐτὸς μᾶς ἔδωκε τὸ νερό. Αὐτὸς γιάτρεψε καὶ τὸ παιδί. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ μᾶς σώσει!

 

Καὶ ὁ   Ἀπόστολος, ποὺ τὸν κοίταζαν ὅλοι μὲ θαυμασμό, ἄρχισε νὰ τοὺς μιλᾶ καὶ νὰ τοὺς διδάσκει τὴ νέα θρησκεία. Τὸ τέλος τῆς ὁμιλίας πολὺ καρποφόρο. Ὅσοι τὸν ἄκουσαν πίστεψαν καὶ βαφτίστηκαν. Τὴν ἀρχὴ ἔκανε ὁ καπετάνιος μὲ τὸ παιδί του, ποὺ πῆρε καὶ τὸ ὄνομα Ἀνδρέας. Καὶ ὕστερα ὅλοι οἱ ἄλλοι ἐπιβάτες καὶ μερικοὶ ψαράδες ποὺ ἤσαν ἐκεῖ. Πίστεψαν ὅλοι στὸν Χριστὸ ποὺ τοὺς κήρυξε ὁ Ἀπόστολός μας καὶ βαφτίστηκαν. Φυσικὰ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ παιδιοῦ, ἀκολούθησαν καὶ ἄλλα, καὶ ἄλλα. Στὸ μεταξὺ ὁ ἄνεμος ἄρχισε νὰ φυσᾶ καὶ τὸ καράβι ἑτοιμάστηκε γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ταξίδι του. Ὁ Ἀπόστολος, ἀφοῦ κάλεσε κοντά του ὅλους ἐκείνους ποὺ πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ βαφτίστηκαν, τοὺς ἔδωκε τὶς τελευταῖες συμβουλές του καὶ τοὺς ἀποχαιρέτησε. Ἔτσι στὸ εὐλογημένο νησὶ ὀργανώθηκε ἀκόμη μιὰ ὁμάδα, μία ἐκκλησία πιστῶν στὸν ἕνα ἀληθινὸ Θεό.

 

Ἀργότερα, μετὰ ἀπὸ χρόνια, κτίστηκε στὸν τόπο αὐτὸν ποὺ περπάτησε καὶ ἅγιασε μὲ τὴν προσευχή, τὰ θαύματα καὶ τὸν ἱδρώτα του ὁ Πρωτόκλητος μαθητής, τὸ μεγάλο μοναστήρι τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα, ποὺ μὲ τὸν καιρὸ εἶχε γίνει παγκύπριο προσκύνημα. Κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητὲς ἀπ’ ὅλα τὰ μέρη τῆς Κύπρου, ὀρθόδοξοι καὶ ἑτερόδοξοι κι ἀλλόθρησκοι ἀκόμη, συνέρεαν στὸ μοναστήρι, γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὴ θαυματουργὸ εἰκόνα τοῦ Ἀποστόλου, νὰ βαφτίσουν ἐκεῖ τὰ νεογέννητα παιδιά τους καὶ νὰ προσφέρουν τὰ πλούσια δῶρα τους σὲ χρῆμα ἢ σὲ εἴδη, γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὰ εὐχαριστῶ καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη τους στὸν θεῖο Ἀπόστολο. Κολυμβήθρα Σιλωὰμ ἦταν ἡ ἐκκλησία του γιὰ τοὺς πονεμένους. Πλεῖστα ὅσα θαύματα γινόντουσαν ἐκεῖ σὲ ὅσους μετέβαιναν μὲ πίστη ἀληθινὴ καὶ συντριβὴ ψυχῆς.

 

Σὲ ὅλους τους ναοὺς τοῦ μαρτυρικοῦ νησιοῦ μας θὰ βροῦμε τὴν ἁγία εἰκόνα του καὶ τὸ ὄνομά του εἶναι τὸ πιὸ συνηθισμένο μεταξὺ τῶν κατοίκων (Ἀνδρέας ἢ Ἀδρεανὴ - Ἀνδρούλα) καὶ τὸ πιὸ διαδεδομένο. Γιὰ λόγους ποὺ μόνο ὁ Κύριος γνωρίζει, ἐδῶ καὶ μερικὰ χρόνια – ἀπὸ τὸ 1974 — τὸ ἅγιο μοναστήρι μαζὶ μὲ ὅλη τὴν Καρπασία, τὴ Μεσαορία καὶ τὴ Βόρειο Κύπρο ἔχει περιέλθει στὴν κυριαρχία τοῦ πιὸ βάρβαρου εἰσβολέα, τοῦ Τούρκου. Οἱ εὐλογημένες ἐκκλησίες ποὺ βρίσκονται στὰ μέρη αὐτὰ μένουν κανονικὰ ἀλειτούργητες. Καὶ οἱ καμπάνες σώπασαν ἀπὸ τότες νὰ κτυποῦν καὶ νὰ καλοῦν τοὺς πιστοὺς σὲ συναγερμὸ ψυχῆς. Τὸ ἁγίασμα ὅμως ποὺ βγῆκε ἀπ’ τὴν γῆ ὕστερα ἀπὸ τὴν προσευχὴ τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου Ἀνδρέου μένει καὶ συνεχίζει τὸ κελάρυσμά του. Συνεχίζει τὸ κελάρυσμά του καὶ περιμένει τὴν ἁγία ὥρα, ποὺ οἱ πιστοὶ τοῦ νησιοῦ, πλυμένοι καὶ καθαρισμένοι μέσα στὰ δάκρυα μιᾶς εἰλικρινοῦς μετάνοιας, θὰ ἀξιωθοῦν ἐλεύθεροι καὶ πάλι νὰ ἐπισκεφθοῦν τὸ ὄμορφο μοναστήρι γιὰ νὰ ψάλουν τὰ εὐχαριστήρια στὸν Κύριο γιὰ τὴν λύτρωσή τους ἀπὸ τὰ δεινὰ τῆς πικρῆς δοκιμασίας καὶ νὰ πιοῦν καὶ νὰ δροσίσουν τὰ χείλη ἀπὸ τὸ γλυκὸ νερό. Ὁ Θεὸς νὰ δώσει, μὲ τὴν βοήθεια τῶν πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου, μὰ καὶ τῶν ἄλλων Ἁγίων της Κύπρου μας, ἡ μέρα αὐτὴ νὰ ἔρθει τὸ γρηγορότερο.

 

Τὸ τέλος τοῦ Ἀποστόλου ὑπῆρξε ἀνάλογο τῆς ἱστορίας του. Μαρτύρησε στὴν Πάτρα, ὅπου εἶχε φτάσει, γιὰ νὰ μεταδώσει καὶ ἐδῶ τὸ μήνυμα τῆς λυτρώσεως καὶ νὰ σκορπίσει τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐπίσκεψή του ἀπὸ τὴν πλευρὰ αὐτὴ ἔφερε πολλοὺς καρπούς. Σὲ λίγες μέρες τὸ κήρυγμά του μαζὶ μὲ τὰ πολλά του θαύματα συγκλόνισε κυριολεκτικὰ τὰ θεμέλια τῆς εἰδωλολατρίας στὴν Ἀχαΐα. Ἀνάμεσα στοὺς πρώτους, ποὺ πίστεψαν, ἦταν αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ ἀνθύπατος. Ἔτσι λεγόνταν κατὰ τοὺς ρωμαϊκοὺς χρόνους οἱ Ρωμαῖοι ἄρχοντες, ποὺ διοικοῦσαν μία ἀπὸ τὶς ἐπαρχίες τοῦ κράτους. Τῆς πόλεως, ὁ Λέσβιος ὅπως λεγόταν, ποὺ εἶχε ἀρρωστήσει ἄξαφνα βαριὰ καὶ τὸν εἶχε γιατρέψει ὁ Ἀπόστολός μας. Τὸ παράδειγμα τοῦ ἀνθύπατου ἔσπευσαν ν’ ἀκολουθήσουν καὶ ἄλλοι εἰδωλολάτρες. Μὰ τὸ πράγμα ἔγινε γνωστὸ στὴν Ρώμη. Ὁ αὐτοκράτορας Νέρων λύσσαξε ἀπ’ τὸ κακό του καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀμέσως ὁ Λέσβιος ἀπὸ κάποιο Αἰγεάτη, πολὺ φανατικὸ εἰδωλολάτρη καὶ πολὺ σκληρό.

 

Ὁ Πρωτόκλητος ἔχοντας συνοδὸ τὸν Λέσβιο συνεχίζει καθημερινὰ τὰ κηρύγματά του καὶ τὶς θαυματουργικές του θεραπεῖες. Πλήθη λαοῦ ἀπ’ ὅλη τὴν Ἀχαΐα τὰ παρακολουθοῦν μὲ ἐνδιαφέρον καὶ πολλοὶ κάθε μέρα πυκνώνουν τὶς τάξεις τῶν πιστῶν. Μέσα σ’ αὐτοὺς προστίθενται τώρα καὶ ἡ σύζυγος τοῦ Αἰγεάτη, ἡ Μαξιμίλλα, ὁ ἀδελφός του Στρατοκλῆς, σοφὸς μαθηματικός, καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του καὶ τὴ συνοδεία του.

 

 

 

Ὁ ἀνθύπατος Αἰγεάτης, ἂν καὶ εἶδε τὴν γυναίκα του Μαξιμίλλα νὰ σώζεται ἀπὸ βέβαιο θάνατο μὲ τὴν ἐπέμβαση τοῦ Πρωτοκλήτου, ἂν καὶ εἶδε τὸν ἀδελφό του Στρατοκλῆ, ποὺ τὸν ἐκτιμοῦσε τόσο, νὰ προσχωρεῖ στὴ νέα πίστη, ἐν τούτοις ὁ ἴδιος ἔμεινε ἀσυγκίνητος. Κάτι περισσότερο. Πείσμωσε μὲ τὴ γυναίκα του καὶ ἀξίωσε ἀπ’ αὐτὴν νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἡ Μαξιμίλλα ὅμως δὲν δέχτηκε ν’ ἀκούσει.

 

– Προτιμῶ, τοῦ εἶπε, νὰ χωριστῶ ἀπὸ σένα παρὰ ἀπὸ τὸν Χριστό μου.

 

Καὶ αὐτός, τυφλωμένος ἀπ’ τὸ πάθος του, διατάσσει νὰ συλλάβουν τὸν Πρωτόκλητο καὶ νὰ τὸν ρίξουν στὴ φυλακή. Γιὰ νὰ ἐκβιάσει δὲ περισσότερο τὴν ἀφοσιωμένη στὸν Χριστὸ γυναίκα, τὴν ἀπειλεῖ πώς, ἂν δὲν ἐπιστρέψει στὴν θρησκεία τῶν πατέρων της, τὴν εἰδωλολατρία, θὰ βασανίσει τρομερὰ τὸν γέροντα Ἀπόστολο καὶ στὸ τέλος θὰ τὸν σταυρώσει. Ἀνήσυχη ἡ Μαξιμίλλα τρέχει στὴ φυλακή, γιὰ νὰ μεταφέρει στὸν Ἀπόστολο τὶς ἀπειλὲς τοῦ συζύγου της. Τρέμει ἡ καλὴ γυναίκα, μήπως πάθει κανένα κακὸ ὁ εὐεργέτης καὶ σωτήρας της.

— Μὴ φοβᾶσαι, κόρη μου, γιὰ τὴν ζωή μου, τῆς εἶπε ὁ Πρωτόκλητος. Κράτησε σταθερὰ τὴν πίστη σου. Θὰ εἶναι τιμὴ καὶ εὔνοια τοῦ Θεοῦ σὲ μένα ν’ ἀξιωθῶ νὰ φύγω ἀπ’ τὸν κόσμο αὐτὸ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, ποὺ ἔφυγε ὁ Λυτρωτής μας. Ἂς κάμει, ὅτι θέλει ὁ Αἰγεάτης. Ἂς μὲ κάψει στὴν φωτιά. Ἂς μὲ κατακάψει μὲ τὰ μαχαίρια. Ἂς μὲ καρφώσει στὸν Σταυρό. «Οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς». Ὁ Στρατοκλής, ποὺ βρισκόταν ἐκεῖ, λούστηκε στὸ κλάμα.

1 – Μὴν κλαῖς, τοῦ εἶπε ὁ Ἀπόστολος. Κάποια μέρα θὰ φύγουμε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό. «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν». Πρόσεξε μόνο τὸν σπόρο τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ἔσπειρα στὴν καρδιά σου. Κράτησέ τον προσεκτικὰ καὶ σπεῖρέ τον καὶ ἐσὺ παρακάτω.

 

Τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου τόνωσαν τὸ θάρρος τῆς Μαξιμίλλας καὶ τοῦ Στρατοκλῆ καὶ ἀτσάλωσαν τὴν θέληση τοὺς ν’ ἀγωνιστοῦν ὡς τὸ τέλος. Ὁ Αἰγεάτης ξαναφώναξε τὴν γυναίκα του καὶ προσπάθησε μὲ λόγια γλυκὰ καὶ κολακευτικὰ νὰ τὴν μεταπείσει ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ.

— Εἶμαι ἕτοιμος νὰ κάμω τὸ καθετὶ γιὰ τὴν ἀγάπη σου, τῆς εἶπε. Ἂν πεισθεῖς νὰ ἀφήσεις τὸν Χριστό, θὰ σ’ ἔχω βασίλισσα στὸ σπίτι μου. Ἀλλιῶς θὰ καρφώσω σ’ ἕνα σταυρὸ τὸν γέρο, πού σου πῆρε τὰ μυαλά, καὶ θὰ σκοτώσω καὶ ἐσένα.

Ἡ ἀπάντηση τῆς Μαξιμίλλας ὑπῆρξε ἀληθινὰ ἡρωική.

— Προτιμῶ χίλιες φορὲς τὸν θάνατο παρὰ τὴ ζωὴ μ’ ἕνα εἰδωλολάτρη σὰν καὶ σένα.

 

Τὰ λόγια τῆς ἡρωίδας χριστιανῆς ἄναψαν τὸν θυμὸ τοῦ συζύγου της, ποὺ ἔδωκε ἐντολὴ νὰ βασανίσουν σκληρὰ τὸν Ἅγιο καὶ στὸ τέλος νὰ τὸν ὑψώσουν πάνω σ’ ἕναν σταυρό, ποὺ εἶχε τὸ σχῆμα τοῦ γράμματος Χ καὶ ποὺ εἶχε στηθεῖ στὸ «χεῖλος τῆς θαλάσσιας ἀμμουδιᾶς». Πάνω στὸν Σταυρὸ αὐτό, ποὺ ἦταν φτιαγμένος ἀπὸ ξύλα ἐλιᾶς, ἔδεσαν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια τοῦ Ἀποστόλου, χωρὶς νὰ τὸν καρφώσουν. Καὶ αὐτὸ ἔγινε, γιατί ὁ Ἀνθύπατος ἤθελε νὰ κρατήσει πολὺν καιρὸ τὸν Ἅγιο στὴ ζωή, γιὰ νὰ τὸν βασανίσει.

 

Ἀπὸ μία θάλασσα, τὴν ὄμορφη θάλασσα τῆς Γαλιλαίας, κάλεσε ὁ Κύριος τὸν μεγάλο Ψαρὰ νὰ τὸν ἀκολουθήσει γιὰ νὰ γίνει μαθητής του καὶ νὰ ψαρεύει ἀνθρώπους. Ἀπὸ μία ἄλλη θάλασσα κοντά, τὴν θάλασσα τῆς ἱστορικῆς πόλεως τῶν Πατρών, κάλεσε καὶ πάλι ὁ Χριστὸς τὸν μαθητὴ καὶ Ἀπόστολό του Ἀνδρέα, ὕστερα ἀπὸ σκληρὴ ἐργασία σπορᾶς τοῦ λόγου του, νὰ μεταπηδήσει στὴν οὐράνια πατρίδα μας, γιὰ νὰ λάβει τὸν ἄφθαρτο στέφανο τῆς δικαιοσύνης. Ὁ ἀπόστολος ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸν σὲ ἡλικία 80 περίπου χρόνων.

 

Οἱ χριστιανοὶ τῆς Ἀχαΐας θρήνησαν βαθιὰ τὸν θάνατό του. Ὁ πόνος τους ἔγινε ἀκόμη πιὸ μεγάλος, ὅταν ὁ ἀνθύπατος Αἰγεάτης ἀρνήθηκε νὰ τοὺς παραδώσει τὸ ἅγιο λείψανό του, γιὰ νὰ τὸ θάψουν. Ὁ Θεὸς ὅμως οἰκονόμησε τὰ πράγματα. Τὴν ἴδια μέρα, ποὺ πέθανε ὁ Ἅγιος, ὁ Αἰγεάτης τρελάθηκε καὶ αὐτοκτόνησε. «Θάνατος ἁμαρτωλῶν πονηρός». Οἱ χριστιανοὶ τότε μὲ τὸν ἐπίσκοπό τους τὸν Στρατοκλῆ, πρῶτο Ἐπίσκοπο τῶν Πατρών, παρέλαβαν τὸ σεπτὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν μὲ μεγάλες τιμές. Ἀργότερα, ὅταν στὸν θρόνο τοῦ Βυζαντίου ἀνέβηκε ὁ Κωνστάντιος, ποὺ ἦταν γιὸς τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, μέρος τοῦ ἱεροῦ λειψάνου μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Πατρὼν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ κατατέθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων «ἔνδον τῆς Ἁγίας Τραπέζης». Ἡ ἁγία Κάρα τοῦ Πρωτοκλήτου φαίνεται πὼς ἀπέμεινε στὴν Πάτρα. Ὅταν ὅμως οἱ Τοῦρκοι ἐπρόκειτο νὰ καταλάβουν τὴν πόλη τὸ 1460, τότε ὁ Θωμᾶς Παλαιολόγος, ἀδελφὸς τοῦ τελευταίου αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Παλαιολόγου καὶ τελευταῖος Δεσπότης τοῦ Μοριᾶ, πῆρε τὸ πολύτιμο κειμήλιο καὶ τὸ μετέφερε στὴν Ἰταλία. Ἐκεῖ ἐναποτέθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου τῆς Ρώμης, ὅπου ἔμεινε μέχρι τοῦ 1964. Τὴν 26η τοῦ Σεπτέμβρη († Ἀνακομιδὴ Τιμίας Κάρας) τοῦ ἔτους αὐτοῦ ἀντιπροσωπεία τοῦ πάπα Παύλου μετέφερε ἀπὸ τὴν Ρώμη τὸν πολύτιμο θησαυρὸ καὶ τὸν παρέδωσε στὸν νόμιμο κάτοχο, τὴν Ἐκκλησία τῶν Πατρέων. Ἡ ἁγία Κάρα τοῦ Πρωτοκλήτου ὕστερα ἀπὸ ἐνέργειες τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς μεταφέρθηκε καὶ στὴν Κύπρο τὸ 1967 γιὰ μερικὲς μέρες καὶ ἐξετέθηκε σὲ εὐλαβικὸ προσκύνημα. Χιλιάδες Κύπριοι τότε, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ξεκίνησαν ἀπὸ τὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ νησιοῦ μας καὶ πῆγαν καὶ προσκύνησαν τὴν ἅγια Κάρα τοῦ Πρωτοκλήτου καὶ μπροστά της κατέθεσαν τὸν βαθὺ σεβασμὸ καὶ τὴν εὐλαβικὴ εὐγνωμοσύνη τους γιὰ τὰ ὅσα ἡ χάρη του πρόσφερε καὶ προσφέρει στὸ νησί μας.

 

Στὴ μνήμη τοῦ μεγάλου ἀποστόλου ἂς κλίνει τακτικὰ μὲ εὐλάβεια τὸ γόνυ τῆς ψυχῆς κάθε Ἑλληνικὴ καρδιά. Εἶναι ἕνας ἀπ’ τοὺς Ἀποστόλους ποὺ ἀγάπησαν τὴν πατρίδα μας καὶ ἀγωνίστηκαν νὰ τῆς μεταδώσουν τὸ ἀνέσπερο φῶς τοῦ Χριστοῦ. Τὸ μήνυμά του δὲ, «εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν» ἂς γίνει καὶ γιὰ μᾶς σύνθημα ζωῆς.

 
«Εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν» φωνάζει καὶ σ’ ἐμᾶς ὁ Πρωτόκλητος μαθητής. Ὁ Χριστὸς ἦταν καὶ εἶναι ὁ μοναδικὸς Σωτήρας καὶ Λυτρωτὴς τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι τὸν γνωρίσαμε ἐμεῖς. Ἔτσι θὰ τὸν γνωρίσετε καὶ ἐσεῖς, ἂν τὸν ἀναγνωρίσετε Ἀρχηγὸ καὶ Κύριό σας κι ἂν βάλετε τὸ θέλημα καὶ τὸν νόμο του ὁδηγὸ στὴν ζωή σας. Ναί! ἂν βάλετε τὸ ἅγιο θέλημα καὶ τὸν νόμο του ὁδηγὸ καὶ σύντροφο στὴ ζωή σας. Γιατί ὁ Χριστὸς ἦταν καὶ εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ Αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰώνας». Τὸ σωστικὸ αὐτὸ μήνυμα ἂς ἀγκαλιάσουμε μὲ πίστη φλογερὴ ὅλοι ἀνεξαίρετα ὅσοι ποθοῦμε νὰ δοῦμε στὸν μαρτυρικὸ αὐτὸ τόπο καλύτερες μέρες. Ὅτι γκρεμίζει ἡ ἁμαρτία ἀνορθώνει καὶ ξαναφτιάχνει μόνο μιὰ εἰλικρινὴς μετάνοια. Μὲ μία γνήσια μετάνοια καὶ συντριβὴ ψυχῆς ἂς καταφύγουμε καὶ πάλι ὅλοι στὸν Σωτήρα Χριστὸ καὶ ἃς τοῦ ζητήσουμε νὰ συγχωρήσει καὶ ἐμᾶς ὅπως κάποτε τοὺς Νινευΐτες καὶ νὰ μᾶς ξαναδώσει τὴ λευτεριά μας. Καὶ θὰ μᾶς ἀκούσει ὁ Κύριος. Ὁπωσδήποτε θὰ μᾶς ἀκούσει. Μᾶς τὸ βεβαιώνει μὲ τὰ ἅγια λόγια Του: «Ἐπικάλεσαι με, ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς σου καὶ ἐξελοῦμαι σε καὶ δοξάσεις με». Παιδί μου, ὅπου καὶ νὰ εἶσαι, φώναξέ με στὸν πόνο σου. Καὶ θὰ σὲ ἀκούσω. Καὶ θὰ σοῦ δώσω αὐτὸ ποὺ μοῦ ζητᾶς, μιὰς καὶ εἶναι γιὰ τὸ καλό σου. Καὶ θὰ μὲ δοξάσεις. Ἀκοῦς; Θὰ στὸ δώσω καὶ θὰ μὲ δοξάσεις.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’.

Ὡς τῶν Ἀποστόλων πρωτόκλητος, καὶ τοῦ κορυφαίου αὐτάδελφος, τὸν Δεσπότην τῶν ὅλων Ἀνδρέα ἱκέτευε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν Δεσπότην τῶν ὅλων ἰδὼν Ἀπόστολε, σωματωθέντα ἀτρέπτως εἰς σωτηρίαν ἡμῶν, πρῶτος ἔδραμες αὐτῷ Ἀνδρέα πάνσοφε· ὅθεν ηὐγάσθης παρ’ αὐτοῦ, ὡς ἀστὴρ ἀειφανής, καὶ ἔλαμψας τοῖς ἐν κόσμῳ, τῆς εὐσεβείας τὸ φέγγος, φωταγωγῶν τὰς διανοίας ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸν τῆς ἀνδρείας ἐπώνυμον θεηγόρον, καὶ Μαθητῶν τὸν πρωτόκλητον τοῦ Σωτῆρος, Πέτρου τὸν σύγγονον εὐφημήσωμεν· ὅτι ὡς πάλαι τούτῳ καὶ νῦν ἡμὶν ἐκέκραγεν· Εὐρήκαμεν δεῦτε τὸν ποθούμενον.

 

Μεγαλυνάριον.
Πρῶτος προσπελάσας τῷ Ἰησοῦ, πρωτόκλητος ὤφθης, καὶ ἀκρότης τῶν Μαθητῶν, Ἀνδρέα θεόπτα· ἐντεῦθεν προσεπάγης, Σταυρῷ ὡς ὁ Δεσπότης, μεθ’ οὗ δεδόξασαι.

Ὁ Ἅγιος Φρουμέντιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀβησσυνίας (Αἰθιοπίας) 

Στὰ χρόνια του μεγάλου Κωνσταντίνου (330), κάποιος φιλόσοφος ἀπὸ τὴν Τύρο, ποὺ ὀνομαζόταν Φρουμέντιος, πῆγε στὴν Ἀβησσυνία (Αἰθιοπία) γιὰ νὰ συλλέξει ἱστορικὰ στοιχεῖα γι’ αὐτὴν τὴ χώρα. Ἔγινε γνωστὸς στὴν βασιλικὴ αὐλὴ γιὰ τὴν λογιότητά του καὶ διορίστηκε σὲ ἀνώτερη διοικητικὴ θέση. Τὴν θέση καὶ τὴν ἐπιρροή του, χρησιμοποίησε γιὰ τὴν ἔναρξη διάδοσης τοῦ χριστιανισμοῦ.

Κατόπιν ἐπέστρεψε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου ἀνακοίνωσε στὸν τότε ἀρχιεπίσκοπο Μέγα Ἀθανάσιο, ὅτι μία πιὸ συστηματικὴ χριστιανικὴ ἐργασία σ’ αὐτὴν τὴ χώρα θὰ εἶχε ἀποτελέσματα καρποφόρα. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος συμφώνησε καὶ τοῦ ἀνέθεσε τὴν Ἰεραποστολὴ ἐκείνη, ἀφοῦ τὸν χειροτόνησε ἐπίσκοπο, τὸ ἔτος 341, μὲ τὸν τίτλο «Ἀξώμης».
Καὶ ἡ Ἱεραποστολὴ ἐκείνη, μὲ βοηθὸ τοῦ Φρουμεντίου τὸν Αἰδέσιο, ἔφερε πράγματι ἀρκετὴ καρποφορία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Μηθύμνης

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, ἦτο ἐπίσκοπος Μηθύμνης, ὁ πρῶτος ἴσως ἐπίσκοπος αὐτῆς τῆς Μητροπόλεως, καὶ μάλιστα ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ ἔτος 325 μ.Χ.

Ἐπίσης, λέγεται, ὅτι ἵδρυσε μοναστήρι στὴν περιφέρεια τῆς Κοινότητος Λαφιώνας, ὅπου πέρασε τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του. Γιὰ τὸ ἔργο, ἐπίσης, τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου δὲν ἔχουμε ἄλλες πληροφορίες, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὲς ποὺ μᾶς δίνει ἡ ἀκολουθία ποὺ ψάλλετε τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου, στὶς 30 Νοεμβρίου.
Ἐκεῖ ἐγκωμιάζεται ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος «φωστὴρ ἀκοίμητος, ποιμὴν ὁ πραότατος, ἐν εὐσέβειᾳ συγκρατήσας τὸ ποίμνιον, ὁδηγήσας τε καὶ ποιμάνας ἐν χάριτι, λύκους ὡς τροπωσάμενος δεινῶς αἱρετίζοντας» καὶ στὴν συνέχεια ὡς «πολύφωτος ἀστὴρ μοναζόντων» καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ὅτι «ἰατρεῖον παθῶν ἀναδέδεικται ἡ σορὸς τῶν ἁγίων λειψάνων αὐτοῦ».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τριάδα ἐκήρυξας τὴν παναγίαν σοφέ, φυλάξας ἁγνότητα καὶ παρθενίαν καλῶς, Πατέρων ἐκλόγιον· ὅθεν καὶ τοῦ Κυρίου φίλος γνήσιος ὤφθης καὶ θερμῶς πρεσβεύεις, ποιμενάρχα Μηθύμνης, Ἀλέξανδρε θεοφόρε, Λεσβίων τὸ καύχημα.

Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του, Ἰωάννης καὶ Ἄννα, τὸν ἀνέθρεψαν κατὰ τὸν καλύτερο χριστιανικὸ τρόπο. Ὅταν μεγάλωσε, μορφώθηκε ἀρκετὰ καὶ ἀργότερα ἀναδείχθηκε ἡγούμενος στὸ περίφημο ὄρος τοῦ Ἁγίου Αὐξεντίου.

Ὅταν ξέσπασε ὁ πόλεμος ἐναντίον τῶν ἁγίων εἰκόνων, ὄχι μόνο δὲ συμμορφώθηκε μὲ τὶς αὐτοκρατορικὲς διαταγές, ἀλλὰ καὶ χαρακτήρισε αἱρετικοὺς τοὺς εἰκονομάχους βασιλεῖς.

Καταγγέλθηκε στὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο τὸν Κοπρώνυμο, ὁ ὁποῖος ἤλπιζε μὲ τὴν προσωπική του ἐπιβολή, ὅταν τὸν ἔφερνε μπροστά του, νὰ δαμάσει τὸ φρόνημα τοῦ Στεφάνου. Συνέβη ὅμως τὸ ἀντίθετο. Ὁ Στέφανος, ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μὲ «πολλὴν παρρησίαν ἐν πίστει τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», δηλαδὴ μὲ πολλὴ παρρησία καὶ θάρρος στὸ νὰ διακηρύττει τὴν πίστη ποὺ ὁμολογοῦν ὅσοι εἶναι σὲ κοινωνία μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἤλεγξε αὐστηρὰ κατὰ πρόσωπο τὸν Κοπρώνυμο. Αὐτὸς τότε τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακὴ καὶ μετὰ ἀπὸ μέρες διέταξε νὰ τὸν θανατώσουν.
Ἀφοῦ, λοιπόν, τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακή, ἄρχισαν νὰ τὸν λιθοβολοῦν καὶ νὰ τὸν κτυποῦν μὲ βαρεία ρόπαλα. Ἕνα ἰσχυρὸ κτύπημα στὸ κεφάλι ἔδωσε τέλος στὴ ζωὴ τοῦ Στεφάνου, τὸ 767 μ.Χ. Κατόπιν τὸ σῶμά του τὸ ἔριξαν στὴν θάλασσα, ἀλλὰ εὐλαβεῖς χριστιανοὶ ποὺ τὸ βρῆκαν ὅταν τὰ κύματα τὸ ἔφεραν στὴν παραλία, τὸ ἔθαψαν μὲ τὴν ἁρμόζουσα τιμή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν, ἐνδεδειγμένος, σκεῦος γέγονας, δικαιοσύνης, διαπρεπῶν ταῖς σεπταῖς ἀναβάσεσι· καὶ τοῦ Χριστοῦ τὴν Εἰκόνα σεβόμενος, μαρτυρικῆς ἠξιώθης φαιδρότητος. Θεῖε Στέφανε, ἐν ὅπλῳ ἡμᾶς στεφάνωσον, τῆς θείας εὐδοκίας τοὺς ὑμνοῦντάς σε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τὸν τῆς Τριάδος ἐραστὴν καὶ μύστην ἔνθεον

Ὡς ἐν ἀσκήσει καὶ ἀθλήσει διαλάμψαντα

Στεφανώσωμεν τῶν ὕμνων τῷ θείῳ στέφει·

Τοῦ Χριστοῦ γὰρ τὸ ἐκτύπωμα σεβόμενος

Τῶν ἀνόμων καταβέβληκε τὸ φρύαγμα.
Ὅθεν εἴπωμεν, χαίροις ἔνδοξε Στέφανε.

 

Μεγαλυνάριον.
Αἷμα τῆς ἀθλήσεως τῆς σεπτῆς, ἱδρῶσι κεράσας, θεοφόρε ἀσκητικοῖς, ὡς εὔπνοον μύρον, τὴν παναγίαν κρᾶσιν, προσήγαγες τῷ Λόγῳ, Ὅσιε Στέφανε.

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Μάρτυρας 

Ἦταν ἀσκητὴς καὶ διέμενε σὲ κάποιο κελὶ κοντὰ στὶς Βλαχερνές. Ἐπίσης ἦταν συναγωνιστὴς τοῦ Ὁσίου Στεφάνου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ποὺ τιμοῦμε σήμερα.
Ὁ Ἀνδρέας μαρτύρησε ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων, συρόμενος στὴν γῆ ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους μέχρι θανάτου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Μάρτυρας 

Ἦταν καὶ αὐτὸς ἀσκητὴς στὸν Ὄλυμπο.

Φυλακίστηκε ἀπὸ τὸν Κοπρώνυμο μαζὶ μὲ τὸν Στέφανο τὸν νέο, διότι προσκυνοῦσε τὶς ἅγιες εἰκόνες.
Κατόπιν τὸν χτύπησαν μέχρι θανάτου καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Ἄννα ἡ Ὁσιομάρτυς 

Συμμαρτύρησε μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Στέφανο τὸν νέο, γιὰ τὶς ἅγιες εἰκόνες, ἀφοῦ τὴ χτύπησαν μέχρι θανάτου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Βασίλειος, Στέφανος, Ἰωάννης ὁ ἀπὸ Λεγαταρίων ἢ Λεγατοκρίων, δύο Γρηγόριοι καὶ ἄλλοι Μάρτυρες

Ὅλοι συμμαρτήρησαν μὲ τὸν Ἅγιο Στέφανο (ποὺ τιμᾶται σήμερα). Ἡ λύσσα τοῦ Κοπρώνυμου καὶ τῶν γύρω του δὲν περιορίστηκε μόνο σὲ ἕνα θύμα. Μετὰ τὸν Στέφανο ὑπέστησαν βασανισμοὺς καὶ θανάτους καὶ ἄλλοι ὁμολογητὲς τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἔτσι ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ὁ Βασίλειος, τυφλώθηκε ἀπὸ τοὺς δήμιους, ἐξακολουθώντας νὰ διακηρύττει τὴν Ὀρθόδοξη πίστη του, καὶ στὴ συνέχεια τὸν σκότωσαν μὲ κλωτσιές. Ἄλλος ἔπειτα, ὁ Ἰωάννης ὁ ἀπὸ Λεγαταρίων ἐξορίστηκε στὴ Δαφνούσια, ὅπου καὶ πέθανε ἀπὸ συνεχεῖς δαρμούς. Ἄλλοι δὲ πάλι μὲ ἄλλο βάρβαρο τρόπο θανατώθηκαν ἢ ἐξορίστηκαν καὶ περνοῦσαν συνεχὴ μαρτυρικὴ ζωή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Εἰρήναρχος

Ὁ Ἅγιος Εἰρήναρχος ἔζησε τὴν ἐποχὴ τοῦ βασιλιὰ Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Σεβάστεια.

Γεννήθηκε σὲ οἰκογένεια εἰδωλολατρῶν καὶ εἶχε μάθει νὰ αἰσθάνεται μᾶλλον ἀπέχθεια πρὸς τοὺς χριστιανούς. Ὑπηρετοῦσε τοὺς βασανιστὲς τῶν χριστιανῶν στοὺς διωγμούς των.

Ὅμως ἡ συχνὴ προσέγγιση ποὺ εἶχε μὲ τοὺς μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, φώτισε σταδιακὰ τὸν Εἰρήναρχο. Ἔβλεπε τοὺς ἡρωικοὺς μάρτυρες πράους ἀλλὰ ταυτόχρονα δυνατοὺς καὶ ἀκλόνητους εἰς τὴν πίστη τους, τὶς γυναῖκες νὰ ὑπομένουν τὰ φρικτὰ βασανιστήρια μὲ καρτερικότητα καὶ αὐταπάρνηση καὶ τοὺς θαύμαζε γιὰ τὸ μεγαλεῖο τους. Ἡ βαθμιαία αὐτὴ μεταβολὴ στὴν ψυχὴ τοῦ Εἰρηνάρχου κατέληξε στὴν ὁμολογία του στὸν Χριστό.
Ἡ ὁμολογία αὐτὴ τοῦ στοίχισε τὸ θάνατο, τὸν ὁποῖο βρῆκε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ καὶ τὸν ὁποῖο ὑπέστη μὲ πλήρη ἀγαλλίαση.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εἰρήνης τὸν πρύτανιν, ὁμολογήσας πιστῶς, τῆς πλάνης τὸν τάραχον, κατέλιπες νουνεχῶς, θεόφρον Εἰρήναρχε· ὅθεν δι’ ὕδατός τε, καὶ πυρὸς ὡς διῆλθες, ἔβης τροπαιοφόρος, πρὸς οὐράνιον λῆξιν, εἰρήνην καὶ σωτηρίαν, πᾶσιν αἰτούμενος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς στρατιώτης ἄριστος, τοῦ τῆς εἰρήνης ἄρχοντος, τοῦ σκότους Μάρτυς καθεῖλες τὸν ἄρχοντα, τῇ καρτερᾷ ἐνστάσει σου· καὶ ταῖς σαῖς ἱκεσίαις, ἐν εἰρήνη φυλάττοις Εἰρήναρχε, τοὺς πίστει εὐφημοῦντας, τὰ θεῖά σου κατορθώματα.

 

Μεγαλυνάριον.
Τῆς εἰρηνοδώρου μαρμαρυγῆς, Εἰρήναρχε μάκαρ, εἰσδεξάμενος τὴν αὐγήν, υἱὸς φωτὸς ὤφθης, περιφανῶς ἀθλήσας· διὸ ταῖς σαῖς πρεσβείαις, ἡμᾶς διάσωζε.

Οἱ Ἅγιοι Τιμόθεος, Θεόδωρος, Πέτρος, Ἰωάννης, Σέργιος, Θεόδωρος, Νικηφόρος, Βασίλειος, Θωμᾶς, Ἱερόθεος, Δανιήλ, Χαρίτων, Σωκράτης, Κομάσιος, Εὐσέβιος καὶ Ἐτιμάσιος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Τιμόθεος καὶ Θεόδωρος ἦταν Ἐπίσκοποι. Οἱ Πέτρος, Ἰωάννης, Σέργιος, Θεόδωρος καὶ Νικηφόρος ἦταν ἱερεῖς. Οἱ Βασίλειος καὶ Θωμᾶς ἦταν Διάκονοι. Τέλος, οἱ Ἱερόθεος, Δανιήλ, Χαρίτων, Σωκράτης, Κομάσιος καὶ Εὐσέβιος ἦταν Μοναχοί.

Ἔζησαν στὰ χρόνια του Βασιλιὰ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη καὶ κέρδισαν τὰ μαρτυρικὰ στεφάνια στὴν Τιθεριούπολη τῆς Μακεδονίας.
Συνελήφθησαν καὶ διατάχθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ ὅλοι μαζὶ μὲ μιὰ φωνή, διακήρυξαν ὅτι θὰ πεθάνουν πιστοὶ στὸν βασιλιὰ καὶ Σωτῆρά τους Ἰησοῦ Χριστό. Καὶ ἔτσι ὅλους τοὺς ἀποκεφάλισαν (363 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ῥωμανὸς Ἐπίσκοπος Μακεδονίας

Ἡ μνήμη του δὲν ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀπ’ αὐτὸν τοῦ Delehaye.
Βρίσκεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 σὰν ἐπίσκοπος Μακεδονίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος, ἔζησε τὸν 4ο μ.Χ. αἰ. ἐπὶ βασιλέως Ἀρκαδίου. Ζοῦσε στὴν Βηθλαδὰ τῆς Περσίας καὶ καταγόταν ἀπὸ ἐπίσημο γένος. Ἦταν φίλος μὲ τὸν βασιλιὰ τῶν Περσῶν, Ἰσδιγέρδη.

Παρασυρμένος ἀπὸ αὐτὴ τὴ φιλία του, ὁ Ἰάκωβος ἀπαρνήθηκε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Ἰσδιγέρδη, ἄφησε τὸν ἑαυτό του νὰ χαθεῖ μέσα στὴν ψευδαίσθηση τοῦ πλούτου τῶν ἀνακτόρων. Ὅταν τὸ ἔμαθαν αὐτὸ ἡ μητέρα καὶ ἡ γυναίκα του, οἱ ὁποῖες ἦταν εὐσεβεῖς καὶ πιστὲς χριστιανὲς λυπήθηκαν καὶ ἐξοργίστηκαν. Καὶ οἱ δυὸ λοιπὸν τὸν ἐπιπλήξανε γιὰ τὴ στάση του καὶ τοῦ δήλωσαν ὅτι δὲν ἤθελαν καμία σχέση, μαζί του. Αὐτὸ τὸ μικρὸ πλῆγμα, ἐπανέφερε τὸν Ἰάκωβο στὸν ἴσιο δρόμο. Τὸν ἔκανε νὰ διαπιστώσει τὸ χάσμα τὸ ὁποῖο δημιούργησε.

Ἔτσι ὁ Ἰάκωβος ἀποφάσισε νὰ ἐξαγνίσει τὸ ἀτόπημά του καὶ νὰ ἐπανέλθει στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Μετὰ ἀπὸ τὴν ἀπόφαση αὐτή, πῆγε στὸν βασιλιὰ καὶ ὁμολόγησε μπροστά του τὴν μία καὶ ἀληθινὴ πίστη στὸν Χριστό. Ὁ Ἰσδιγέρδης ἐξεπλάγη γι’ αὐτὴ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἰακώβου καὶ προσπάθησε νὰ τὸν μεταπείσει. Ὁ Ἰάκωβος παρέμεινε ἀκλόνητος στὴν πίστη του καὶ γι’ αὐτὸ διατάχθηκε νὰ τὸν βασανίσουν.
Μαρτύρησε μὲ ἀκρωτηριασμὸ τῶν ἄκρων του καὶ κατόπιν μὲ τὸν ἀποκεφαλισμό του. Μὲ αὐτὸ τὸν μαρτυρικὸ τρόπο παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁ Μάρτυς Ἰάκωβος, ὁ τῆς Περσίδος βλαστός, τὸν δόλιον δράκοντα, τοῖς τῶν αἱμάτων κρουνοῖς, ἀθλήσας ἀπέπνιξε· πίστει γὰρ ἀληθείας, μεληδὸν τετμημένος, ὤφθη τροπαιοφόρος, τοῦ Σωτῆρος ὁπλίτης, πρεσβεύων ἀδιαλείπτως, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Πεισθεὶς τῇ καλῇ, συζύγῳ καρτερόψυχε, καὶ τὸ φοβερόν, κριτήριον πτοούμενος, τῶν Περσῶν τὸ πρόσταγμα, καὶ τὸν φόβον, Ἰάκωβε κατέπτυσας, καὶ ἀνεδείχθης μάρτυς σεπτός, τὸ σῶμα ὡς κλῆμα συντεμνόμενος.

 

Μεγαλυνάριον.
Τίς σου τῆς ἀνδρείας τὸ εὐσταθές, ἐξείπει εἰκότως, καρτερόψυχε Ἀθλητά; μεληδὸν γὰρ ἅπαν, τμηθεὶς τὸ σῶμα ἔστης, Ἰάκωβε ὡς ἄκμων· διὸ δεδόξασαι.

Ὁ Ὅσιος Πινούφριος 

Μέγας ἀσκητὴς στὴν Αἰγυπτιακὴ ἔρημο, ἱερέας καὶ ἡγούμενος κοινοβίου κοντὰ στὴν πόλη Πανεφῶ. Ἐπειδὴ δὲν ἤθελε τιμές, ἐγκατέλειψε τὴ Μονή του καὶ μὲ λαϊκὴ ἐνδυμασία κατέφυγε στὴ Μονὴ Ταβεννησιωτῶν καὶ ὑπηρετοῦσε ὅπως ὁ τελευταῖος ὑπηρέτης.

Μετὰ τρία χρόνια ὅμως, τὸν γνώρισε κάποιος μαθητής του καὶ ἐπανῆλθε στὴ Μονή του. Ἀλλὰ καὶ πάλι γιὰ τοὺς ἴδιους λόγους τὴν ἐγκατέλειψε καὶ πῆγε στὴν Παλαιστίνη καὶ ἔπειτα ξαναγύρισε στὴ Μονή του, ὅπου μὲ πλήρη ταπεινοφροσύνη ἀφοῦ ἔζησε ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Λόγοι τοῦ Ὁσίου αὐτοῦ, σώζονται στὸν Εὐεργετινό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ὅσιος Ναθαναήλ 

Ἀσκητὴς μὲ τὸν ὁποῖο ἀσχολεῖται ὁ Παλλάδιος στὸ Λαυσαϊκό, ἀφηγούμενος τὰ παράδοξα τῆς ζωῆς του.

Ἔζησε 37 χρόνια μέσα στὸ κελί του, χωρὶς νὰ βγεῖ καθόλου, παρὰ τὶς παγίδες τοῦ δαίμονα νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν καλύβα του.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς 

Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἡ μνήμη του μὲ σύντομο ὑπόμνημα ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621, ὅπου λέγεται ὅτι ἦταν ἀπὸ τὴν πόλη Φάρα. Σὲ μικρὴ ἡλικία ἔγινε μοναχὸς καὶ ἔζησε 85 χρόνια ἀσκούμενος πάνω σ’ ἕνα ὄρος, μέσα σὲ μία σπηλιά, μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχή.
Βάδισε μὲ θεοπρέπεια τὸν ἀσκητικὸ δρόμο καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Ροστοβίας (Ρῶσος, † 1392 μ.Χ.) 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο του Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη τῆς Παφλαγονίας καὶ ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι, ὅταν θὰ γεννιόταν ὁ Ἀλύπιος, ἡ μητέρα του εἶδε σὲ ὄνειρο νὰ κρατάει ἕνα λευκὸ ἀρνὶ ποὺ στὰ κέρατά του ἦταν τρεῖς ἀναμμένες λαμπάδες, ποὺ σήμαινε τὶς ἀρετὲς ποὺ θὰ εἶχε τὸ παιδὶ ποὺ θὰ γεννιόταν.

Οἱ γονεῖς του ἔδωσαν στὸν Ἀλύπιο χριστιανικὴ ἀνατροφή, ποὺ στὸ πρόσωπό του ἐπέφερε καρποὺς ἐκατονταπλασίονας. Εἶχε μεγάλη περιουσία, τὴν ὁποία δαπάνησε στοὺς φτωχοὺς καὶ πάσχοντες τῆς περιοχῆς του. Διότι εὐχαρίστησή του ἦταν νὰ ἐκπληρώνει τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, ποὺ προτρέπει τοὺς χριστιανοὺς νὰ εἶναι «συμπαθεῖς, φιλάδελφοι, εὔσπλαχνοι, φιλόφρονες». Δηλαδὴ νὰ συμπαθοῦν καὶ νὰ συμμετέχουν στὶς λύπες τῶν ἀδελφῶν τους, νὰ ἀγαποῦν σὰν ἀδελφοὺς τοὺς συνανθρώπους τους, νὰ ἔχουν πονετικὴ καὶ τρυφερὴ καρδιὰ καὶ νὰ εἶναι περιποιητικοὶ καὶ εὐγενεῖς.

Ὁ Ἀλύπιος, ἀφοῦ ἔμεινε πάμφτωχος, ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο, ὅπου ἔκανε ἀσκητικὴ ζωή. Πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι ἔμεινε πάνω σ’ ἕνα στύλο 50 (κατ’ ἄλλους 53) χρόνια γιὰ λόγους ἄσκησης καὶ κάτω ἀπὸ διάφορες καιρικὲς συνθῆκες.

Ἡ φήμη τῆς ἀρετῆς του ἔφερε κοντὰ στὸν Ἀλύπιο καὶ ἄλλες ψυχές, ποὺ ζητοῦσαν εἰρηνικὸ καταφύγιο. Στοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς ὑπῆρξε φιλόστοργος πνευματικὸς πατέρας, καὶ τοὺς καθοδηγοῦσε μὲ τὶς συμβουλές του καὶ τοὺς στήριζε μὲ τὸ παράδειγμά του.
Πέθανε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 608, ἀφοῦ ἔζησε 100 χρόνια, κατ’ ἄλλους 120. Τελεῖται δὲ ἡ Σύναξις αὐτοῦ ἐν τῇ μονῇ αὐτοῦ τῇ οὔσῃ πλησίον τοῦ Ἱπποδρομίου, κατὰ τὸν Παρισινὸ Κώδικα 1594.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Δοξάζων ὁ Θεός, τὴν σὴν γέννησιν Πάτερ, προέγραψε σαφῶς, τῆς ζωῆς σου τὴν χάριν· αὐτῷ γὰρ εὐηρέστησας, ἀρετῶν τελειότητι· ὅθεν ἤστραψας, ἀπὸ τοῦ κίονος πᾶσι, τῶν ἀγώνων σου, τὰς ἀληθεῖς ἀντιδόσεις, Ἀλύπιε Ὅσιε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ἐπὶ τοῦ Κίονος ἐκλαμψας ὥσπερ ἥλιος

Τὴν οἰκουμένην ἐσελάγησας τοῖς ἔργοις σου

Ὡς υἱὸς καὶ κληρονόμος τῆς ἀφθαρσίας.

Ἀλλὰ δίωξον νοός μου τὴν σκοτόμαιναν

Καὶ τῶν φώτων τῷ Πατρί με προσοικείωσαι,
Ἵνα κράζω σοι, χαῖροις Πάτερ Ἀλύπιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Λιπὼν χαμαιζήλους διατριβὰς, ὤφθης οὐρανόφρων, ἐν τῷ κίονι ὑψωθείς· ὅθεν ἔξω κόσμου, Ἀλύπιε βιώσας, ὑπερκοσμίου δόξης, ἔτυχες Ὅσιε.

Ὁ Ὅσιος Στυλιανὸς ὁ Παφλαγόνας

Γιὸς πλουσίων γονέων (ποὺ γεννήθηκε στὴν Ἀδριανούπολη τὸν 7ο αἰῶνα, καὶ ὀνομάστηκε Παφλαγόνας γιατὶ εκεῖ φυλασσόταν τὸ τίμιο λείψανό του), διδάχτηκε νωρὶς ἀπ’ αὐτοὺς νὰ εἶναι ἐγκρατὴς καὶ νὰ θεωρεῖ τὸ χρῆμα μέσο γιὰ τὴν ἀνακούφιση καὶ περίθαλψη τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ἀρρώστων.

Ἀφοῦ ἔτσι ἀνατράφηκε, καὶ οἱ γονεῖς του πέθαναν, διαμοίρασε ὅλη τὴν κληρονομιά του καὶ πῆγε σὰν ἀσκητὴς στὴν ἔρημο, χωρὶς νὰ ἀποκόψει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸν κόσμο. Εἰσερχόταν στὴν κοινωνία γιὰ νὰ βοηθήσει ὄποτε καὶ ὅπως μποροῦσε καὶ κατέφευγε στὴν σπηλιά του γιὰ νὰ ἀνανεωθεῖ Πνευματικά. Ἐκεῖ γνωρίστηκε μὲ ἄλλους ἀσκητές, ποὺ ζοῦσε μαζί τους μὲ ἀδελφικὴ ἀγάπη, χριστιανικὴ συγκατάβαση καὶ ἐπιείκεια. Δὲν λύπησε ποτὲ κανένα, μεγάλη του χαρὰ μάλιστα, ἦταν νὰ ἐπαναφέρει τὴν γαλήνη στὶς ταραγμένες ψυχές. Σύνθημά του τὰ ὄμορφα λόγια τοῦ Ἰησοῦ «ἄφετε τὰ παιδία καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρός με· τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ιθ’ 14). Τοῦ ἐμπιστεύτηκαν τόσες οἰκογένειες τὴν καθοδήγηση τῶν παιδιῶν τους, ποὺ πραγματοποιοῦσε μαζὶ μὲ τοὺς συνασκητές του, δημιουργῶντας αὐτὸ ποὺ ὀνομάσθηκε «ὁ πρῶτος παιδικὸς σταθμὸς στὸν κόσμο» (Ὀρθόδοξοι Ἅγιοι, Γ. Πούλου). Κάθε φορὰ ποὺ οἱ γονεῖς ἔφεραν πρὸς αὐτὸν τὰ παιδιά τους, ἡ ἀγαλλίαση τοῦ Ὁσίου ἦταν πολὺ μεγάλη.

Ἡ φήμη τῆς θαυμαστὴς ἀσκητικῆς του ζωῆς ἔφθασε μέχρι τὶς πόλεις, καὶ πολλοὶ ἔτρεχαν νὰ τὸν βροῦν γιὰ νὰ ζητήσουν ἀπ’ αὐτὸν τὶς πνευματικές του ὁδηγίες.

Ὁ Ὅσιος Στυλιανός, παρὰ τὴν ἐρημικὴ ζωή του, ἔτρεφε στοργὴ καὶ συμπάθεια πρὸς τὰ παιδιά, ποὺ τόσο ἀγαποῦσε καὶ ὁ Κύριος. Ἄν, ἔλεγε, ἡ ταπεινοφροσύνη ἀποτελεῖ θεμέλιο τῶν ἀρετῶν, ἡ παιδικὴ ἡλικία ἀπὸ τὴ φύση της εἶναι περισσότερο ἐνάρετη, ἀπ’ ὅτι οἱ μεγαλύτεροι τῶν φιλοσόφων. Ὁ Θεὸς βραβεύοντας τὸ ἱερὸ αὐτὸ αἴσθημά του, προίκισε τὸν Ὅσιο μὲ τὸ χάρισμα νὰ θεραπεύει τὰ ἄρρωστα παιδιὰ καὶ νὰ καθίστα εὔτεκνους, ἄτεκνες γυναῖκες. Ὑπῆρχε πλῆθος ἀνθρώπων γύρω του ποὺ προσπάθησαν νὰ «ἐμπορευθοῦν» τὸ χάρισμά του, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀνρεῖτο κάθε ἀπόπειρα νὰ κερδίσει χρήματα, λέγοντας ἁπλὰ, πὼς εἶχε ἤδη πληρωθεῖ προκαταβολικὰ μὲ τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Πέθανε πλήρης ἡμερῶν ἀλλὰ καὶ ἀρετῶν. Δὲν τοῦ ἔλειπε ποτὲ τὸ χαμόγελο καί, ὅταν πέθανε, λέγεται πὼς τὸ πρόσωπό του ἔφερε ἀκόμα ἕνα ἀχνὸ χαμόγελο καθὼς τὸν ἔθαβαν. Ἕνας στοργικὸς καὶ ἀγαπημένος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ Στυλιανός, εἶναι φυσικά, ἰδιαίτερος προστάτης τῶν παιδιῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Στήλη ἔμψυχος, τῆς ἐγκρατείας, στῦλος ἄσειστος, τῆς Ἐκκλησίας, Στυλιανὲ ἀνεδείχθης μακάριε· ἀνατεθεῖς γὰρ Θεῷ ἐκ νεότητος, κατοικητήριον ὤφθης τοῦ Πνεύματος. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἁγιασθεὶς ἀπὸ μητρῴας νηδύος, ὥσπερ ὁ θεῖος Σαμουὴλ θεοφόρε, ἀσκητικῶς ἐδόξασας Χριστὸν τὸν Θεόν· ὅθεν τῶν ἰἀσεων, ἀνεδείχθης ταμεῖον, καὶ προστάτης ἔνθεος, νεογνῶν καὶ νηπίων· ὁ γὰρ Χριστὸς δεξάζει σε λαμπρῶς, ὃν ἀπὸ βρέφους, Στυλιανὲ ἐδόξασας.

 

Μεγαλυνάριον.
Στήλη θεοχάρακτος καὶ σεπτή, ἀρετῶν ποικίλων, ὁ σὸς βίος πέλει ἡμῖν, Στυλιανὲ Πάτερ, θεοπρεπῶς ῥυθμίζων, ἡμῶν τὰς διανοίας, τῶν εὐφημούντων σε.

 

Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ ἐν τὴ Κλίμακι 

Ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη, ποὺ συνέγραψε τὴν Κλίμακα. Μόνασε στὴ Μικρὰ Ἀσία (στὸ Μοναστήρι Κελλιβάρα τοῦ ὄρους Λάτρου) καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀνεξάντλητη ὑπομονή του.

Ἔλεγε μάλιστα: «πλανῶνται ὅσοι νομίζουν ὅτι δὲν θυμώνω ποτέ. Θυμώνω, ἀλλὰ κατὰ τῶν δύο μεγαλυτέρων ἐχθρῶν. Ὁ ἕνας εἶναι ὁ Σατανᾶς, τὸν ἄλλο περιττὸ νὰ σᾶς τὸν πῶ», καὶ ἔδειχνε τὸν ἑαυτό του.

Στὸ Μοναστήρι εἶχε πολὺ δύστροπο προϊστάμενο, ἀλλὰ ἀπέναντί του ὁ Ἀκάκιος δὲν ἔλεγε τὸ παραμικρό. Ὁ ἡγούμενος τὸν κακοποιοῦσε καὶ ὁ Ἀκάκιος τὸν ἀγαποῦσε, ὅμως τὸν ἔθλιβε τὸ γεγονὸς ὅτι κινδύνευε ἡ σωτηρία τοῦ ἡγουμένου του ἀπὸ τὴν ὅλη διαγωγή του.
Ὁ Ἀκάκιος πέθανε νέος, ἔχοντας παροιμιώδη ὑπομονὴ καὶ ζωντανὴ ἐλπίδα στὸν Θεό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Νίκων ὁ «Μετανοεῖτε» 

Καταγόταν ἀπὸ τὸν Πολεμωνιακὸ Πόντο καὶ ἦταν γιὸς μεγιστάνα. Νέος ἀκόμα ἄφησε τὸ πατρικό του σπίτι καὶ μόνασε. Ἐπειδὴ δὲ, τὸν διέκρινε ἱερὸς ζῆλος καὶ μεγάλο χάρισμα διδακτικότητας, γύρισε ὅλη τὴν Ἀνατολὴ σὰν ἀπεσταλμένος τῆς Μονῆς του κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἐπαναλάμβανε τὴν φωνή, ποὺ ἀντήχησε πρῶτα στὴν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας καὶ κοντὰ στὶς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη: «Μετανοεῖτε».

Κατόπιν ὁ Ὅσιος Νικῶν πῆγε στὴν Κρήτη, ὅπου παρέμεινε διδάσκοντας γιὰ 20 χρόνια. Ἀπὸ κεῖ πῆγε στὴν Πελοπόννησο, ὅπου κατέληξε στὴν πόλη τῶν Λακώνων. Ἐκεῖ κήρυξε, ἔκανε διάφορα θαύματα καὶ ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἠθικὴ ἐπιρροή του στοὺς κατοίκους, ὑπῆρξε μεγάλη.
Καὶ στὴν χώρα αὐτή, ποὺ ἀγάπησε περισσότερο καὶ ἀπὸ τὴν πατρίδα του, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ τὸ ἔτος 998.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Χαίρει ἔχουσα, ἡ Λακεδαίμων, θείαν λάρνακα, τῶν σῶν λειψάνων, ἀναβρύουσαν πηγὰς τῶν ἰάσεων, καὶ διασώζουσαν πάντας ἐκ θλίψεων, τοὺς σοὶ προστρέχοντας Πάτερ ἐκ πίστεως. Νίκων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Τὴν ἀγγελικὴν μιμούμενος πολιτείαν, κόσμου τὰ τερπνὰ, ὡς σκύβαλα ἐλογίσω, μετανοίας τὴν τρίβον, δεικνύων ἡμῖν, θεοφόρε Νίκων Ὅσιε· διὰ τοῦτό σε γεραίρομεν, ἐκτελοῦντες νῦν τὴν μνήμην σου· ὑπάρχεις γὰρ ἀληθῶς, ἰαμάτων πηγή.

 

Μεγαλυνάριον.
Νίκην περιφέρων κατὰ παθῶν, τὴν εὔκλειαν ταύτης, διαγράφεις Νίκων σοφέ, τοῖς πᾶσι κηρύττων, τὴν τοῦ Προδρόμου ῥῆσιν· Μετανοεῖτε, ἤγγικεν ἡ ἀπόδοσις.

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Χίου 

Γεννήθηκε στὴν Χίο. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Παρασκευᾶς, ἡ δὲ μητέρα τοῦ Ἀγγεροῦ. Σὲ ἡλικία 18 μηνῶν, ὀρφανὸς ἀπὸ μητέρα, παραδόθηκε ἀπὸ τὸν πατέρα του νὰ τὸν ἀναθρέψει ἡ μητριά του. Σὲ παιδικὴ ἡλικία οἱ γονεῖς, παρέδωσαν τὸν Γεώργιο σὲ κάποιο λεπτουργό, Βισσετζῆ ὀνομαζόμενο, γιὰ νὰ τοῦ μάθει τὴν τέχνη του.

Ὅταν κάποτε μὲ τὸ ἀφεντικό του ἦλθε στὰ Ψαρά, γιὰ νὰ φιλοτεχνήσουν τὸ τέμπλο τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὁ Γεώργιος ἔφυγε μὲ ὁρισμένους νέους στὴν Καβάλα. Ἐκεῖ συνελήφθη νὰ κλέβει ἀπὸ ἕναν κῆπο καὶ παραδόθηκε στὸν κριτή. Γιὰ ν’ ἀποφύγει τὴν τιμωρία δέχτηκε τὸν Ἰσλαμισμό, περιτμήθηκε καὶ ὀνομάστηκε Ἀχμέτ.

Σὲ ἡλικία 10 χρονῶν, ἐπέστρεψε στὴ Χίο κλαίγοντας καὶ ὀμολογώντας τὸν Χριστό. Ὁ πατέρας του γιὰ νὰ τὸν προφυλάξει τὸν μετέφερε σ’ ἕνα κτῆμα του στὶς Κυδωνιές. Ἀργότερα, 22 χρονῶν, ἀρραβωνιάστηκε καὶ ὁ ἀδελφὸς τῆς μνηστῆς του, ἐπειδὴ εἶχε μαζί του χρηματικὲς διαφορές, τὸν πρόδωσε στὸν Τοῦρκο διοικητή, ὅτι ἐνῶ ἔγινε Μουσουλμάνος ἐπανῆλθε στὸν Χριστιανισμό.

Βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ἀφοῦ μέσα στὴν φυλακὴ κοινώνησε τῶν ἀχράντων μυστηρίων, τὸ πρωὶ τῆς 26ης Νοεμβρίου 1807 τοῦ ἔκοψαν – μὲ μαρτυρικὸ τρόπο – τὸ κεφάλι λίγο – λίγο.
Ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου, ἀπὸ τὸν ἀθλοθέτη Χριστό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ Ἀναχωρητὴς 

Γι’ αὐτὸν ἀφηγεῖται ὁ Θεοδώρητος Κύρου, ποὺ γνώρισε τὸν Ὅσιο προσωπικὰ (Φιλόθεος Ἱστορία, ἀριθ. 21).

Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κύρου καὶ ἀσκήτευε στὴν ἀρχή, μέσα σ’ ἕνα πολὺ στενὸ κελί. Κατόπιν ἀνέβηκε στὸ κοντινὸ βουνὸ τῆς πόλης Κύρου καὶ ἐκεῖ ἀσκήτευε χωρὶς νὰ κατασκευάσει καλύβα. Ἔφτασε σὲ τόσο μεγάλα ὕψη πνευματικότητας, ποὺ κάποτε ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ ἀναστήσει τὸ παιδὶ μιᾶς οἰκογένειας.
Ἔτσι λοιπόν, αὐστηρὰ ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Σίλος Ἐπίσκοπος Κορίνθου τῆς Περσίας 

Δὲν ὑπάρχουν λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἐγκαίνια Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἐν τῷ Κυπαρίσσῳ (ἢ Κυπαρισσίῳ) 

Ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 266, Ἀπριλίου 24.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Πέτρος Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές.
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο σ. 119, ἔκδοση Ἀρχιμανδρίτη Καλλίστου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Χαιρέμων

Δὲν ἀναφέρεται ἀπὸ τὰ Μηναῖα καὶ τὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου.
Ἀναφέρεται ὅμως τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀπὸ τὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621 μὲ σύντομο ὑπόμνημα, ποὺ λέει, ὅτι ἔζησε μὲ ἁγνότητα καὶ σωφροσύνη. Ἐπίσης ἡ ζωή του μέσα στὴν ἔρημο ἦταν ἀσκητικότατη καὶ ἔτσι ἀπεβίωσε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰννοκεντίος ὁ Θαυματουργός 

Ἦταν ὁ πρῶτος Ἐπίσκοπος Ἰρκούτας (Ρωσία).
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Προκόπιος ὁ Πέρσης 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἀπὸ τὴν Ἀκολουθία του στὸν Παρισινὸ Κώδικα 259φ. 229α, μαθαίνουμε ὅτι ἤλεγξε τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο μετὰ ἀπὸ πολλὰ καὶ διάφορα βασανιστήρια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη καταγόταν ἀπὸ οἰκογένεια εὐγενῶν τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ μαρτύρησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰώνα μ.Χ. Ἦταν εὐφυέστατη καὶ φιλομαθής. Ἤδη σὲ ἡλικία δέκα ὀκτὼ χρονῶν κατεῖχε τὶς γνώσεις τῆς ἑλληνικῆς φιλολογίας καὶ φιλοσοφίας, ἀλλὰ καὶ ἦταν ἄρτια καταρτισμένη καὶ στὰ δόγματα τῆς χριστιανικῆς πίστης.

Ὅταν ἐπὶ Μαξεντίου διεξαγόταν διωγμὸς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, ἡ Αἰκατερίνη δὲ φοβήθηκε, ἀλλὰ μὲ παρρησία διέδιδε πὼς ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἔπαρχο τῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος προσπάθησε μὲ συζητήσεις νὰ τὴν πείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη της. Ὅταν ὁ ἔπαρχος διαπίστωσε τὴν ἀνωτερότητα τῶν λόγων τῆς Αἰκατερίνης, συγκάλεσε δημόσια συζήτηση μὲ τοὺς πιὸ ἄξιους ρήτορες τῆς Ἀλεξάνδρειας, τοὺς ὁποίους ὅμως ἡ Αἰκατερίνη ἀποστόμωσε. Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ κάποιοι ἀπὸ τοὺς συνομιλητές της πείσθηκαν γιὰ τοὺς λόγους της καὶ ἀσπάστηκαν τὴν Χριστιανικὴ Πίστη.

Μπροστὰ σὲ αὐτὴ τὴν κατάληξη, ὁ ἔπαρχος διέταξε νὰ τὴ βασανίσουν σκληρὰ μὲ τὴν ἐλπίδα πὼς ἡ Ἁγία θὰ λύγιζε καὶ θὰ ἀρνιόταν τὸν Χριστό. Ὅμως ἡ Αἰκατερίνη ἔμεινε ἀκλόνητη στὴν πίστη της.
Πέθανε στὸν τροχό, ὕστερα ἀπὸ διαταγὴ τοῦ ἔπαρχου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν πανεύφημον νύμφην Χριστοῦ ὑμνήσωμεν, Αἰκατερίναν τὴν θείαν καὶ πολιοῦχον Σινᾶ, τὴν βοήθειαν ἡμῶν καὶ ἀντίληψιν· ὅτι ἐφίμωσε λαμπρῶς, τοὺς κομψοὺς τῶν ἀσεβῶν, τοῦ Πνεύματος τῇ δυνάμει, καὶ νῦν ὡς Μάρτυς στεφθεῖσα, αἰτεῖται πᾶσι τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιoν. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν σοφίαν ἄνωθεν, κομισαμένη τοῦ λόγου, τῶν ῥητόρων ἤλεγξας, τὰς φληναφίας εὐτόνως· κάλλεσι, τῆς παρθενίας ὡραϊσμένη, αἵμασι, τῆς μαρτυρίας πεποικιλμένη· διὰ τοῦτό σε ὡς νύμφην, Αἰκατερίνα Χριστὸς προσήκατο.

 

Μεγαλυνάριον.
Νύμφη τοῦ Σωτῆρος πανευκλεής, αἴγλη παρθενίας, καὶ σοφίας τῇ καλλονῇ, καὶ Μαρτύρων ἄθλοις, λαμπρῶς πεποικιλμένη, Αἰκατερίνα ὤφθης, ὠς καλλιπάρθενος.

Ὁ Ἅγιος Μερκούριος ὁ Μεγαλομάρτυρας

Γενναῖος στρατιωτικός, ὄχι μόνο τοῦ στρατοῦ τοῦ αὐτοκράτορα Δεκίου, ποὺ ὑπηρετοῦσε, ἀλλὰ καὶ τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Μερκούριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Σκυθία. Διακρινόμενος σὲ κάποια μάχη, κατὰ τὴν ὁποία σκότωσε τὸν στρατηγὸ τῶν ἀντιπάλων, τιμήθηκε  μὲ ἀνώτερο ἀξίωμα. Ἀλλὰ ὅταν κλήθηκε νὰ συμμετέχει σὲ εἰδωλολατρικὲς θυσίες, ἀρνήθηκε. Καὶ δὲν δίστασε, ὅταν ρωτήθηκε, νὰ ὁμολογήσει ὅτι ἦταν χριστιανός.
Ὁ βασιλιὰς προσπάθησε στὴν ἀρχή, μὲ γλυκὰ λόγια νὰ τὸν μεταπείσει. Βλέποντας ὅμως, ὅτι ἀποτύγχανε, διέταξε τὸν βασανισμό του. Καὶ ἀφοῦ τὸν γέμισαν μὲ πληγές, καὶ ἐπέφεραν μεγάλα ἐγκαύματα στὶς σάρκες του, ἀποκεφάλισαν τὸν γενναῖο ἀθλητὴ καὶ στεφανηφόρο ἀγωνιστὴ τοῦ Χριστοῦ, στὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας, περίπου τὸ 253 μὲ 259 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Οὐράνιον Ἄγγελον, χειραγωγὸν ἀσφαλῆ, πρὸς δόξαν ἀρίδηλον, ὡς τοῦ φωτὸς κοινωνός, Μερκούριε ἔσχηκας· ὅθεν τῷ ἀθανάτῳ, Βασιλεῖ πειθαρχήσας, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, ὡς γενναῖος ὁπλίτης· διὸ τοὺς σοὶ προσιόντας, μάκαρ περίσωζε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὤσπερ θεῖον θώρακα, ἠμφιεσμένος, τοῦ Χριστοῦ τὴν δύναμιν, ἀθλητικῶς ἀνδραγαθεῖς, καταπυρσεύων τοὺς ψάλλοντας· χαῖρε Μαρτύρων τὸ κλέος Μερκούριε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης νεανίας πανευπρεπής, οἷα στρατιώτης, τοῦ Σωτῆρος περιφανής· φύσεως γὰρ ᾥρα, τὴν ἄθλησιν ἀνθήσας, Μερκούριε θεόφρον, Χριστῷ δεδόξασαι.

Οἱ Ἅγιοι 150 Ρήτορες 

Αὐτοὶ πίστεψαν στὸν Χριστὸ διὰ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης καὶ μαρτύρησαν διὰ πυρός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Βασίλισσα 

Αὐτὴ ἦταν σύζυγος τοῦ βασιλιὰ Μαξεντίου, ποὺ πίστεψε στὸν Χριστὸ διὰ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης καὶ μαρτύρησε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Πορφυρίων (ἢ Πορφύριος) ὁ Στρατηλάτης καὶ οἱ 200 Στρατιῶτες του

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Ἡσυχαστὴς

Καταγόταν ἀπὸ τὰ μέρη τοῦ Εὐξείνου Πόντου καὶ ἀπὸ μικρὸς διακρινόταν γιὰ τὴν θερμὴ εὐσέβειά του καὶ τὴν τέλεια ἀφοσίωσή του στὰ πνευματικὰ ἀγαθά.

Πῆγε στὴν Γαλατία καὶ τὴν Παλαιστίνη, ὅπου ἡ πίστη του θερμάνθηκε ἀκόμα περισσότερο καὶ κατέληξε στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου ἀσκήτευε στὰ βουνά της, δοξασμένα ἀπὸ τόσους μεγάλους ἀθλητὲς καὶ διδασκάλους τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Ἡ πνευματική του καρποφορία δὲν ἄργησε νὰ διαδοθεῖ καὶ πλῆθος λαοῦ ἐρχόταν σ’ αὐτόν, ἀποκομίζοντας πολύτιμες συμβουλὲς καὶ παρηγοριὰ στὰ δυσκολοθεράπευτα τραύματα τῆς ψυχῆς.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 95χρονών.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι 670 Μάρτυρες 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἦταν Ρωμαῖος ἀριστοκράτης ἀπὸ βασιλικὸ γένος, γιὸς τοῦ Φαύστου καὶ τῆς Ματθιδίας. Ὁ Κλήμης σπούδασε ὅλες τὶς ἐπιστῆμες τῆς ἑλληνικῆς παιδείας, ἀντάμωσε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο καὶ διδάχθηκε ἀπ’ αὐτὸν τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ θεογνωσία, ὁπότε ἔγινε θερμὸς κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ συνέγραψε  ἀρκετὰ συγγράμματα.

Ὁ Κλήμης ὑπῆρξε τρίτος ἐπίσκοπος Ρώμης, ἀφοῦ διαδέχθηκε τὸν Ἀνέγκλητο, περίπου τὸ ἔτος 92 μ.Χ. Ποίμανε μὲ ὑπέρμετρο ζῆλο τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, στὰ βαρεία ἐκεῖνα χρόνια τῶν διωγμῶν. Συνελήφθη ἀπὸ τὸ Δομετιανὸ καὶ ἐξορίστηκε σὲ πόλη ἔρημο κοντὰ στὴ Χερσώνα.

Ἐκεῖ, ἔδεσαν στὸ λαιμό του μιὰ σιδερένεια ἄγκυρα καὶ τὸν ἔριξαν στὴν θάλασσα, ὅπου παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του (101 μ.Χ).
Ἀξίζει, ὅμως, νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁ Κλήμης δὲν ὑπῆρξε μόνο σοφὸς κατὰ τὴν γραμματικὴ μόρφωση, ἀλλὰ ἀνῆκε σ’ αὐτοὺς ποὺ ὁ Θεῖος Παῦλος ὀνομάζει «σοφοὺς εἰς τὸ ἀγαθόν, ἀκεραίους δὲ εἰς τὸ κακόν». Συνετούς, δηλαδή, ὅταν κάνουν τὸ καλό, καὶ συγχρόνως ἀμέτοχους ἀπὸ κάθε κακό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τῆς θείας γνώσεως, εὔσημοι σάλπιγγες, καὶ τῶν τῆς πίστεως, θεσμῶν ἐκφάντορες, Ἱερομάρτυρες Χριστοῦ, ἐδείχθητε τοῖς ἐν κόσμῳ, Κλήμη παναοίδιμε, τῆς ζωῆς κλῆμα εὔκαρπον, καὶ Πέτρε θεόσοφε, εὐσεβῶν πέτρα ἄρρηκτε· διὸ ὡς τῶν ἀρρήτων ἐπόπται, ῥύσασθε πάσης ἡμᾶς βλάβης.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον. 
Ἐκκλησίας ἄσειστοι καὶ θεῖοι πύργοι, εὐσεβείας ἔνθεοι, στῦλοι ὡς ὄντως κραταιοί, Κλήμη σὺν Πέτρῳ πανεύφημοι, ὑμῶν πρεσβείαις, φρουρήσατε ἅπαντας.

 

Μεγαλυνάριον.
Κλῆμα ἀφθαρσίας πανευθαλές, ὁ Κλήμης ἐδείχθη, οἶνον στάζον τὸν μυστικόν, πέτρα Ἐκκλησίας, ὁ Πέτρος δὲ ὡράθη· διὸ τὰς ἀριστείας, τούτων ὑμνήσωμεν.

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας 

Συνδύαζε θερμότατο ζῆλο καὶ ἀνώτερη λαμπρὴ μόρφωση καὶ γρήγορα κατέλαβε σπουδαία θέση στὴν Ἐκκλησία τῆς Αἰγύπτου, ἀφοῦ διαδέχτηκε τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Θεωνᾶ.

Τὸ ἔτος 306 μ.Χ. προήδρευσε σὲ Σύνοδο ποὺ καταδίκασε καὶ καθήρεσε τὸν Ἐπίσκοπο Λυκοπόλεως Μελέτιο. Ἀλλὰ αὐτὸς γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὸν Πέτρο τὸν κατάγγειλε στὸν αὐτοκράτορα Μαξιμιανὸ Γαλέριο, ὅταν αὐτὸς κήρυξε διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν.

Τότε ὁ εὐσεβὴς ἀρχιεπίσκοπος, ἔδειξε τὴ μεγάλη καὶ λαμπρὴ διαγωγή του. Προκειμένου νὰ συλληφθεῖ ἀπὸ τὸν ἔπαρχο Ἀλεξανδρείας, κάλεσε τοὺς πιὸ ἄξιους πρεσβυτέρους τῆς ἀρχιεπισκοπῆς του, τὸν Ἀχιλλᾶ καὶ τὸν Ἀλέξανδρο. Τοὺς ἀνήγγειλε ὅτι ἔφτασε τὸ τέλος του καὶ ὅρισε διαδόχους του. Κατόπιν, γιὰ νὰ μὴν ἀντιληφθεῖ τὴν σύλληψή του ὁ χριστιανικὸς λαός, ποὺ ἦταν συγκεντρωμένος μπροστὰ στὴν πόρτα του, βγῆκε καὶ παραδόθηκε στοὺς στρατιῶτες ἀπὸ μία τρύπα, ποὺ ἀνοίχτηκε στὸ πίσω μέρος τοῦ σπιτιοῦ του.

Ἔπειτα τὸν πῆγαν κρυφὰ στὸν τόπο τῆς θανατικῆς ἐκτέλεσης, ὅπου τὸν ἀποκεφάλισαν τὸν Νοέμβριο τοῦ 311, ἀφοῦ ποίμανε τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας 12 χρόνια.

Ἀπὸ κάποιο σύγγραμμά του «περὶ θεότητας» διασώθηκαν μερικὰ κομμάτια. Σώζονται ἐπίσης Κανόνες ἀπὸ τὴν συγγραφὴ τοῦ «περὶ Μετανοίας», ποὺ ἔγραψε ὅταν ὁδηγοῦσε στὴν ἐπιστροφὴ χριστιανούς, ποὺ κατὰ τοὺς διωγμοὺς δὲν μπόρεσαν νὰ μείνουν σταθεροὶ στὴν πίστη.
Ἐπίσης ἡ εὐσεβὴς ὀξυδέρκεια τοῦ Πέτρου, εἶχε διακρίνει τὶς αἱρετικὲς τάσεις τοῦ νεαροῦ τότε διακόνου Ἀρείου καὶ τὸν ἀφόρισε. Ἀλλὰ ὕστερα τὸν δέχτηκε πάλι, ἀφοῦ δήλωσε μετάνοια καὶ ζήτησε δημόσια συγνώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τῆς θείας γνώσεως, εὔσημοι σάλπιγγες, καὶ τῶν τῆς πίστεως, θεσμῶν ἐκφάντορες, Ἱερομάρτυρες Χριστοῦ, ἐδείχθητε τοῖς ἐν κόσμῳ, Κλήμη παναοίδιμε, τῆς ζωῆς κλῆμα εὔκαρπον, καὶ Πέτρε θεόσοφε, εὐσεβῶν πέτρα ἄρρηκτε· διὸ ὡς τῶν ἀρρήτων ἐπόπται, ῥύσασθε πάσης ἡμᾶς βλάβης.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον. 
Ἐκκλησίας ἄσειστοι καὶ θεῖοι πύργοι, εὐσεβείας ἔνθεοι, στῦλοι ὡς ὄντως κραταιοί, Κλήμη σὺν Πέτρῳ πανεύφημοι, ὑμῶν πρεσβείαις, φρουρήσατε ἅπαντας.

 

Μεγαλυνάριον.
Κλῆμα ἀφθαρσίας πανευθαλές, ὁ Κλήμης ἐδείχθη, οἶνον στάζον τὸν μυστικόν, πέτρα Ἐκκλησίας, ὁ Πέτρος δὲ ὡράθη· διὸ τὰς ἀριστείας, τούτων ὑμνήσωμεν.

Ὁ Ἅγιος Μερκούριος ὁ ἐν Σμολένσκη (Ρῶσος, † 238 μ.Χ.)

Δὲν ὑπάρχουν λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Χρυσόγονος ὁ Μάρτυρας

Καταγγέλθηκε σὰν θερμὸς κήρυκας τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, συνελήφθη μὲ διαταγὴ τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ φυλακίστηκε στὴ Ρώμη. Ἀπὸ τὴν φυλακὴ στήριζε καὶ καθοδηγοῦσε πολλοὺς πιστούς.

Ἀργότερα ὁ Διοκλητιανὸς τοῦ ἔταξε τιμὲς καὶ ἀξιώματα, διότι ὁ Χρυσόγονος ἦταν ἀνώτερης παιδείας καὶ ἀπὸ εὐγενικὴ καταγωγή. Αὐτὸς ὅμως παρέμεινε στὴν ὁμολογία τῆς χριστιανικῆς πίστης.
Ἐξοργισμένος ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε καὶ τὸν ἔσφαξαν μὲ τσεκούρι. Τὸ δὲ λείψανό του τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὅπου τὸ βρῆκε κάποιος ἱερέας Ζωΐλος, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ τὸ παράλαβε κρυφὰ τὸ ἔθαψε μὲ εὐλάβεια μέσα στὸ σπίτι του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Μάρτυρας 

Μαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου (361) καὶ ἔπαρχου Σαλουστίου.

Ὁ Θεόδωρος λοιπόν, κατὰ τὴν μετακομιδὴ τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Βαβύλα, Ἐπισκόπου Ἀντιοχείας, ἀπὸ τὸ προάστιο Δάφνη στὴν Ἀντιόχεια, ἔψαλλε τὸν ὕμνο τοῦ Δαβὶδ καὶ τόνιζε ἰδιαίτερα τὸ «αἰσχυνθήτωσαν πάντες οἱ προσκυνοῦντες τοῖς γλυπτοῖς».
Συνελήφθη γι’ αὐτὸ καὶ μαστιγώθηκε μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν. Ἔσκισαν τὶς πλευρές του καὶ στὴν συνέχεια τὸν ἄφησαν νὰ φύγει. Ἀλλὰ καταγγέλθηκε καὶ πάλι, ὅτι ἐξακολουθοῦσε νὰ κοροϊδεύει τὰ εἴδωλα, συνελήφθη γιὰ δεύτερη φορὰ καὶ ἀποκεφαλίστηκε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ὅσιος Μάλχος

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Καρίων 

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης Ἐπίσκοπος Ἀκραγαντίνων

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Φιλούμενος καὶ Χριστόφορος οἱ Μάρτυρες 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος ὁ Μάρτυρας 

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔκτισαν ζωντανό, μέσα στὴν τρύπα ἑνὸς τείχους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Προκόπιος καὶ Χριστόφορος οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους τὸ 274 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Μάρτυρας 

Μαρτύρησε στὴν Κόρινθο τὸ 360 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος 

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ἦταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Ἀνατολῆς καὶ ἦλθε καὶ ἀσκήτευσε στὴ Χρυσὴ Πέτρα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Τριγλινὸς 

Μᾶλλον ἦταν ἀπὸ τὴν Τρίγλια τῆς Βυθινίας καὶ ἀσκήτευε σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐκεῖ τέσσερις μεγάλες Μονές.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr