Πατρίδα του ἦταν ἡ Σινώπη τοῦ Εὐξείνου Πόντου.
Οἱ γονεῖς του Πάμφυλος καὶ Μαρία μεταλαμπάδευσαν στὸν Φωκᾶ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία τὴν φλόγα τῆς ἁγνῆς πίστης τους καὶ τὴν θερμὴ εὐσέβειά τους.
Ὁ Φωκᾶς ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἐντρυφοῦσε στὴν ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν, καὶ ἐκεῖνο ποὺ ἰδιαίτερα τὸν διέκρινε ἦταν ἡ θερμὴ καὶ εἰλικρινὴς ἀγάπη ποὺ εἶχε πρὸς τὸ Θεό, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς συνανθρώπους του. Διότι ὁδηγὸ στὴν ἀγάπη του αὐτὴ εἶχε πάντα τὰ θεόπνευστα λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Ὁ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἐν τῷ φωτὶ μένει,... ὁ δὲ μισῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἐν τῇ σκοτία ἐστι». Ἐκεῖνος, δηλαδή, ποὺ ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφόν του, μένει μέσα στὸ πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ φῶς. Ἐνῶ ἀντίθετα, ἐκεῖνος ποὺ μισεῖ τὸν ἀδελφό του, μένει μέσα στὸ πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ σκοτάδι.
Ὁ Φωκᾶς, λοιπόν, μὲ τὴν ἀγάπη ποὺ τὸν διέκρινε, ἔγινε ἐπίσκοπος Σινώπης καὶ κήρυττε ἄφοβα τὸ Εὐαγγέλιο. Μὲ τὰ θαύματα δέ, ποὺ τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ πράττει, κατόρθωσε νὰ φέρει πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴν ἀληθινὴ πίστη.
Τελικὰ μαρτύρησε ἐπὶ Τραϊανοῦ, ἀφοῦ τὸν ἔριξαν μέσα σὲ καυτὸ λουτρό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ βρέφους τοῦ Πνεύματος, ὀφθεὶς δοχεῖον λαμπρόν, θαυμάτων ἐπλούτησας, τὴν παρ’ αὐτοῦ δωρεάν, Φωκᾶ ἱερώτατε· ὅθεν ἱερουργήσας, τῷ Σωτῆρι ὁσίως, ἔπιες ἐν ἀθλήσει, τὸ ποτήριον τούτου· ᾧ πρέσβευε δεόμεθα, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν πλουσιόδωρον χάριν, ὡς πηγὴν θεόβρυτον, ἐν τῇ ψυχῇ κεκτημένος, ἔσβεσας, πόνων ἱδρῶσι πλάνης τὴν φλόγα, βρύεις δὲ, θαυμάτων ῥεῖθρα τοῖς ἐκβοῶσι· χαίροις κλέος Ἱερέων, καὶ τῶν Μαρτύρων Φωκᾶ μακάριε.
Μεγαλυνάριον.
Τοῦ Εὐαγγελίου μυσταγωγός, ἱερῶν θαυμάτων, θεοδόξαστος αὐτουργός, Ἐκκλησίας στῦλος, Φωκᾶ Ἱερομάρτυς, ἐδείχθης διασώζων, τοὺς προσιόντας σοι.
Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς ὁ κηπουρὸς
Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς ὁ κηπουρός, καταγόταν ἀπὸ τὴ Σινώπη.
Ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα ἦταν ἕνας μικρὸς κῆπος ποὺ τὸν καλλιεργοῦσε καὶ τὸν περιποιόταν πολύ. Τὸ εἰσόδημά του ἀπὸ τὸν κῆπο ἦταν μικρό, ἐπειδὴ ἦταν ὀλιγαρκὴς καὶ ὅτι τοῦ περίσσευε τὸ μοίραζε στοὺς φτωχούς.
Μελετοῦσε συνέχεια τὰ ἱερὰ βιβλία καὶ ἔλεγε, ὅτι καὶ ἡ ψυχή μας εἶναι κῆπος καὶ χρειάζεται περιποίηση γιὰ νὰ μὴν φυτρώσουν ἀγκάθια καὶ τριβόλια. Ἐνῶ πουλοῦσε τὰ λαχανικὰ καὶ τὰ φροῦτα ἔλεγε συγχρόνως καὶ τὰ λόγια του μεγάλου πνευματικοῦ κέρδους. Πολλὲς φορὲς κέρδιζε καὶ τοὺς ἄπιστους μὲ τὰ λόγια ποὺ ἄκουγαν.
Καταγγέλθηκε καὶ γι’ αὐτὸ συνελήφθη , βασανίστηκε καὶ στὸ τέλος ἀποκεφαλίστηκε.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἰσαὰκ καὶ Μαρτίνος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Σὲ ὁρισμένους Συναξαριστές, ἀναφέρεται μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους αὐτοὺς καὶ τὸ ὄνομα ἐνὸς ἁγίου Νικολάου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς ὁ Ζωγραφίτης
Ὁ Ὅσιος αὐτὸς γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, ὁ δὲ πατέρας του ἦταν Βούλγαρος.
Ἀφοῦ ἔμαθε τὴν Ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ τὰ πρῶτα γράμματα, ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μονὴ Ζωγράφου, ὅπου ἔγινε μοναχός. Ἡ ζωὴ του ἦταν ὑποδειγματικὴ μέσα στὸ Μοναστήρι καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ χειροτονήθηκε Διάκονος καὶ κατόπιν ἱερέας.
Τότε οἱ ἀσκητικοί του ἀγῶνες αὐξήθηκαν καὶ ἔτσι ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 22α Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 1323.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι 26 Ὁσιομάρτυρες Ζωγραφίτες Θωμὰς ἡγούμενος, Βαρσανούφιος, Κύριλλος, Μιχαῖος (ἢ Μιχαίας), Σίμων, Ἰλαρίων, Ἰάκωβος, ἕτερος Ἰάκωβος, Ἰώβ, Κυπριανός, Σάββας, Μαρτινιανός, Κοσμᾶς, Σέργιος, Μηνᾶς, Ἰωάσαφ, Ἰωαννίκιος, Παῦλος, Ἀντώνιος, Εὐθύμιος, Δομέτιος, Παρθένιος καὶ τέσσερα ἀκόμα ἄτομα ποὺ τὰ ὀνόματά τους εἶναι ἄγνωστα.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοί, σύμφωνα μὲ τὴ διήγηση, ἀπὸ τὸν πύργο τοῦ μοναστηριοῦ, ὅπου ἦταν κλεισμένοι, ἤλεγχαν τοὺς αἱρετικοὺς τοῦ παπικοῦ βασιλιὰ Μιχαὴλ Παλαιολόγου καὶ τοῦ ἐπίσης παπικοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Βέκκου (1275 – 1282).
Τότε μὲ ἐντολὴ τοῦ βασιλιά, στὶς 10 Ὀκτωβρίου, ἔβαλαν φωτιὰ στὸ μοναστήρι καὶ ἔτσι τοὺς ἔκαψαν ὅλους ζωντανούς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ ἡ διὰ Χριστὸν Σαλή τοῦ Σάρωφ – Ντιβίγιεβο
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Τὰ θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἀποστόλου τοῦ Θεοῦ, Πέτρου, συμβουλεύουν: «Ἕτοιμοι ἀεὶ πρὸς ἀπολογίαν παντὶ τῷ αἰτούντι ὑμᾶς λόγον περὶ τῆς ἐν ὑμὶν ἐλπίδος μετὰ πραΰτητος καὶ φόβου», ποὺ σημαίνει, νὰ εἶστε πάντοτε ἕτοιμοι γιὰ νὰ ἀπολογηθεῖτε καὶ νὰ ὑπερασπίσετε τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου στὸν καθένα πού σᾶς ζητᾶ λόγο καὶ ἀπόδειξη γι’ αὐτὰ ποὺ ἐλπίζετε νὰ ἀπολαύσετε στὸ μέλλον, καὶ γιὰ τὰ ὁποία μας περιγελοῦν οἱ ἄπιστοι. Νὰ ἀπολογηθεῖτε ὅμως, χωρὶς ἐξάψεις καὶ φανατισμό, ἀλλὰ μὲ πραότητα καὶ μὲ φόβο Θεοῦ.
Ἕνας τέτοιος μέγας ἀπολογητὴς ἦταν καὶ ὁ ἀπόστολος Κοδρᾶτος. Ἄνδρας σεμνός, σοφός, πολυμαθέστατος καὶ μὲ ἄριστη διαλεκτικὴ ἱκανότητα. Ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν, στὴν πόλη ποὺ ἀνθοῦσαν ἀκόμα οἱ διάφορες φιλοσοφικὲς σχολὲς καὶ χρειαζόταν ἐπίσκοπος μὲ μεγάλη ἀπολογητικὴ ἱκανότητα.
Ὁ Κοδράτος ἔχοντας αὐτὰ τὰ προσόντα, ἐργάστηκε μὲ ζῆλο, προσευχὴ καὶ πραότητα. Ἔτσι κατάφερε νὰ φωτίσει σὲ πολλοὺς τὸν δρόμο τῆς Ἀλήθειας καὶ νὰ φιμώσει τοὺς φιλοσοφοῦντες. Αὐτοί, μὴ μπορώντας νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουν μὲ λόγια, τὸν ἔδιωξαν μὲ τὴ βία ἀπὸ τὴν Ἀθήνα.
Τὸ φρόνημα, ὅμως, τοῦ Κοδράτου δὲν κάμφθηκε. Πῆγε στὴν Μαγνησία τῆς Μ. Ἀσίας, ὅπου μὲ παρρησία κήρυξε καὶ ἐκεῖ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔγραψε, μάλιστα, καὶ ἀπολογία γιὰ τὸ χριστιανισμὸ στὸν Ἀδριανό. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἀδριανοῦ ἦταν νὰ τὸν φονεύσει. Ἔτσι ὁ μέγας ἀπολογητὴς πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Σοφίας ταῖς ἀκτῖσι φαιδρύνας σου τὸν βίον, εἴλκυσας τοῦ Πνεύματος μάκαρ τὴν πυρίπνοον χάριν, καὶ ηὔγασας δόγματα ζωῆς, Κοδρᾶτε ὡς Ἀπόστολος Χριστοῦ· διὰ τοῦτο ὡς φωστῆρά σε ἀπλανῆ, γεραίροντες ἐκβοῶμεν· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς Ἱεράρχην τίμιον, καὶ Ἀθλητὴν στερρότατον, ἡ οἰκουμένη προσάγει σοι Κύριε, Κοδρᾶτον τὸν Ἀπόστολον· καὶ τοῖς ὕμνοις γεραίρει τὴν σεπτὴν αὐτοῦ μνήμην, αἰτοῦσα πάντοτε πταισμάτων ἄφεσιν, δι’ αὐτοῦ δωρηθῆναι, τοῖς μέλπουσι τοῦτον Εὔσπλαγχνε.
Μεγαλυνάριον.
Ἱερῶν δογμάτων ὑφηγητά, στόμα εὐσεβείας, πνευματέμφορον καὶ τερπνόν, κοινωνὲ Μαρτύρων, Ἀπόστολε Κοδρᾶτε, μετάδος τῇ ψυχῇ μου, ἐκ τῆς σῆς χάριτος.
Ὁ Προφήτης Ἰωνὰς
Ἔζησε ἐπὶ τῶν βασιλέων Ἀμασίου καὶ Ἱεροβοάμ. Ἦταν γιὸς τοῦ Ἀμαθὶ καὶ εἶχε πατρίδα τὴν Γεχθοφέρ, τῆς φυλῆς Ζαβουλῶν.
Ὁ Ἰωνὰς ἦταν αὐτός, ποὺ μὲ θεία νεύση ἐνθάρρυνε τὸν Ἱεροβοὰμ σὲ πόλεμο κατὰ τοῦ ἄρχοντα τῆς Συρίας, ποὺ κατέληξε σὲ νίκη τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ἀποκατάσταση τῶν συνόρων του.
Ὁ Ἰωνὰς φέρεται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, πέμπτος μεταξὺ τῶν μικρῶν λεγόμενων προφητῶν. Βρίσκουμε δὲ γι’ αὐτὸν στὸ ὁμώνυμο βιβλίο, ποὺ κυρίως τὸν ἔκανε γνωστὸ λόγω τῆς ἱερῆς δραματικότητός του. Ὁ Κύριος τὸν εἶχε διατάξει νὰ πάει στὴ Νινευή, ἕδρα πλάνης μάταιων καλλωπισμῶν καὶ ὀργίων, γιὰ νὰ κηρύξει σ’ αὐτὴν καὶ νὰ προφητέψει τὴν καταστροφή της. Ὁ Ἰωνὰς ὅμως, ἀποφάσισε νὰ λησμονήσει τὴν διαταγὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἔκρινε καλὸ νὰ πάει σὲ μία ἄλλη πόλη, στοὺς Θαρσεῖς.
Ξεκίνησε λοιπὸν τὸ ταξίδι του μὲ πλοῖο, ἀλλὰ στ’ ἀνοιχτὰ ἔπιασε μεγάλη τρικυμία. Τότε ἔριξαν κλῆρο, γιὰ νὰ δοῦν ποιὸς εἶναι ὑπεύθυνός τοῦ κάκου ποὺ τοὺς βρῆκε. Καὶ ὁ κλῆρος ἔπεσε στὸν Ἰωνά, ποὺ εἶχε παρακούσει τὴν διαταγὴ τοῦ Θεοῦ. Τότε τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα καὶ ἡ τρικυμία σταμάτησε. Ἀλλὰ καὶ τὸν Ἰωνά, τὸν κατάπιε ἕνα μεγάλο κῆτος χωρὶς νὰ τὸν φάει καὶ μετὰ τρεῖς μέρες καὶ νύκτες τὸν ἔβγαλε στὴν ξηρὰ σῶο καὶ ἀβλαβῆ.
Τότε ὁ Ἰωνὰς πῆγε στὴ Νινευή, προφήτεψε ὅτι τοῦ εἶπε ὁ Θεὸς καὶ οἱ Νινευΐτες μετάνιωσαν, νήστεψαν 40 μέρες καὶ ἔτσι ἡ πόλη τους σώθηκε ἀπ’ τὴν καταστροφή. Διότι ἡ μετάνοια φέρει τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, πάνω ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη Του.
Ὁ Ἰωνὰς πέθανε στὴ γῆ Σαραάρ, κοντὰ στὴ βελανιδιὰ τῆς Δεβόρας καὶ τάφηκε μέσα σὲ σπηλιά. Βέβαια ἄλλα γεγονότα τῆς ζωῆς του μαθαίνουμε στὴν Π.Δ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Σάλπιγξ εὔηχος, θείων κριμάτων, κόσμῳ πέφηνας, ἀναφωνοῦσα, Ἰωνᾶ τοῖς Νινευΐταις μετάνοιαν· καὶ συσχεθεὶς ἐν τῷ κήτει προέγραψας, τὴν τοῦ Σωτῆρος τριήμερον ἔγερσιν· ὅθεν πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν κοιλίᾳ ἔνδοξε, τριημερεύσας τοῦ κήτους, τοῦ Χριστοῦ τὴν κάθοδον, τοῖς ἐν τῷ Ἅδῃ προφαίνεις· πάθος γάρ, δεχθεὶς σαρκὶ ἑκὼν ὁ Δεσπότης, ἔλαμψεν, ἀπὸ τοῦ μνήματος τριημέρως· διὰ τοῦτό σε Προφῆτα, ὡς τύπον τούτου, Ἰωνᾶ μέλπομεν.
Μεγαλυνάριον.
Βροντὴ οὐρανία τῇ Νινευΐ, ἡ φωνή σου ὤφθη, μετανοίας τὰς ἀπαρχάς, ταύτῃ προξενοῦσα, ὦ Ἰωνᾶ Προφῆτα, καὶ παύουσα κακίας, ὁρμὴν τὴν ἄσχετον.
Ὁ Ἅγιος Δημήτριος Μητροπολίτης Ροστοβίας (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἰωνὰς ὁ Σαβαΐτης
Ἦταν Πρεσβύτερος τὸ ἔτος 829 μ.Χ. καὶ πατέρας τῶν Ὁσίων Ὁμολογητῶν Πατέρων Θεοδώρου († 27 Δεκεμβρίου) καὶ Θεοφάνους († 11 Ὀκτωβρίου) τῶν Γραπτῶν, τῶν ὁποίων τὰ πρόσωπα χαράκωσε ὁ εἰκονομάχος Θεόφιλος.
Ὁ Ὅσιος λοιπὸν, Ἰωνάς, ἀφοῦ πῆγε στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ ἔγινε μοναχός, ἀπέκτησε ἄκρα εὐλάβεια πρὸς τὸν Θεὸ καὶ κατόρθωσε ὅλες τὶς χριστιανικὲς ἀρετές.
Ἔτσι ἔφτασε σὲ βαθιὰ γεράματα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Εὐσέβιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος αὐτός, παρουσιάστηκε αὐθόρμητα στὸν ἄρχοντα τῆς Φοινίκης καὶ τοῦ ἔκανε δριμύτατη παρατήρηση γιὰ τὶς διώξεις του ἐναντίον τῶν χριστιανῶν. Ἐξοργισμένος ὁ ἄρχοντας, διέταξε νὰ τὸν γδάρουν καὶ νὰ τρίψουν τὶς πληγές του μὲ τρίχινα πανιά, ποὺ ἦταν ἀλειμμένα μὲ ἁλάτι. Ὁ Ἅγιος ὅμως, ἀντὶ νὰ ὑποφέρει, χαιρόταν σὰν νὰ μὴ ἔπασχε ὁ ἴδιος.
Στὴν ἀπόγνωσή του ὁ ἄρχοντας τὸν ἀποκεφάλισε καὶ ἔτσι ὁ Εὐσέβιος ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Εὐσέβιος, Νέσταβος, Ζήνων, Νέστωρ καὶ Βούσιρις οἱ Μάρτυρες
Οἱ τρεῖς πρῶτοι ἦταν ἀδέλφια μεταξύ τους καὶ ὅλοι ὑπῆρξαν στὰ χρόνια του βασιλιὰ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη (360 – 363). Κατάγονταν δὲ ἀπὸ τὴν Γάζα.
Ἐπειδὴ ἦταν χριστιανοί, συνελήφθηκαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες τῆς πόλης καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ πολλὲς κακώσεις, συρόμενοι μέσα στοὺς δρόμους. Βασανίστηκαν σκληρὰ καὶ ποικιλοτρόπως.
Τελικὰ συνέτριψαν τὰ κεφάλια τους μὲ πέτρες καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τοὺς ἔκαψαν μέσα σὲ καμίνι.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος (ἢ Ἀκάκιος) Ἐπίσκοπος Κύπρου
Ὑπῆρξε Ἐπίσκοπός τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ἡ ζωὴ του εἶναι πανομοιότυπη μὲ αὐτὴ τοῦ Ὁσίου Μελετίου, Ἐπισκόπου Κύπρου († 20 Δεκεμβρίου).
Ὁ Ἰσαάκιος κατανάλωσε τὴν ζωή του στὴ διάδοση τοῦ θείου λόγου καὶ στὴν ἐλεημοσύνη ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς δυστυχισμένους. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Πρίσκος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πυρός. (Ἀλλοῦ λέγεται ὅτι ἀποκεφαλίστηκε).
Οἱ Ἅγιοι 6 Μάρτυρες
Αὐτοὶ ἦταν ὑπασπιστὲς τοῦ βασιλιὰ Μαξιμιανοῦ (298) καὶ μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Βάσσα
Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ Sirmond μὲ τὴ φράση: «Τῇ αὕτῃ ἥμερᾳ τῆς ἁγίας μάρτυρος Βάσσης τῆς Τυρίας» (Delehaye, Συναξ. σελ. 68, 5), χωρὶς ἄλλες βιογραφικὲς λεπτομέρειες.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἦταν ἀρχικὰ εἰδωλολάτρης καὶ ὀνομαζόταν Πλακίδας. Ἦταν ἀρχιστράτηγος στὸ ρωμαϊκὸ στρατὸ ἐπὶ αὐτοκρατορίας Τραϊανοῦ.
Ὅταν ὁ Χριστὸς παρουσιάσθηκε μπροστὰ του μιὰ μέρα στὸ δάσος μὲ τὴν μορφὴ ἐλαφιοῦ, ὁ Εὐστάθιος πίστεψε καὶ βαπτίσθηκε μαζὶ μὲ τὴν σύζυγό του Θεοπίστη καὶ τὰ παιδιὰ τους, Ἀγάπιο καὶ Θεόπιστο.
Μόλις πληροφορήθηκε ὁ αὐτοκράτορας ὅτι ὁ ἀξιωματικός του ἔγινε χριστιανός, τὸν ἀπέμπεψε ἀπὸ τὸ στρατὸ καὶ τὸν ἐξόρισε μαζὶ μὲ τὴν οἰκογένειά του. Μάλιστα, στὸν δρόμο γιὰ τὴν ἐξορία ὁ Εὐστάθιος χωρίσθηκε ἀπὸ τὴν σύζυγό του καὶ τὰ παιδιά του.
Ἔπειτα ἀπὸ κάποια χρόνια, ὁ Τραϊανὸς χρειάσθηκε ξανὰ τὴν πολύτιμη προσφορὰ τοῦ Εὐσταθίου καὶ τὸν ἀνακάλεσε στὸ στράτευμά του. Οἱ πολεμικὲς ἱκανότητες τοῦ Ἁγίου χάρισαν στὸν αὐτοκράτορα μεγάλες νίκες. Μάλιστα ὁ Εὐστάθιος σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐκστρατεῖες του βρῆκε ξανὰ τὴν οἰκογένειά του, ἡ ὁποία ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια εἶχε περάσει πολλὲς κακουχίες.
Λίγο καιρὸ ἀργότερα ὁ Ἀνδριανός, διάδοχος τοῦ Τραϊανοῦ, ζήτησε ἀπὸ τὸν Εὐστάθιο νὰ παραστεῖ σὲ θυσία ποὺ θὰ γινόταν σὲ εἰδωλολατρικοὺς θεούς. Ὁ Εὐστάθιος ἀρνήθηκε καὶ ὁ αὐτοκράτορας διέταξε νὰ τὸν θανατώσουν, κλείνοντάς τον σὲ πυρακτωμένο χάλκινο βόδι.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἀγρευθεῖς οὐρανόθεν πρὸς εὐσέβειαν ἔνδοξε, τῇ τοῦ σοὶ ὀφθέντος δυνάμει, δι’ ἐλάφου Εὐστάθιε, ποικίλους καθυπέστης πειρασμούς, καὶ ἤστραψας ἐν ἄθλοις ἱεροῖς, σὺν τῇ θείᾳ σου συμβίω καὶ τοῖς υἱοῖς, φαιδρύνων τοὺς βοῶντάς σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δείξαντί σε ἐν παντί, Ἰὼβ παμμάκαρ δεύτερον.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῆς ἀνδρείας τοῦ Ἰὼβ ἔμψυχον ἄγαλμα
Καὶ τῶν Μαρτύρων κοινωνόν καὶ ἀκροθίνιον
Ἐπαξίως εὐφημοῦμέν σε Ἀθλοφόρε.
Ὡς ὁ Παῦλος γὰρ θεόκλητος γενόμενος
Ἐμεγάλυνας τὸν Λόγον δι’ ἀθλήσεως·
Ὅθεν κράζομεν, χαίροις Μάρτυς Εὐστάθιε.
Μεγαλυνάριον.
Οὐρανόθεν μάκαρ καταυγασθείς, στήλη τῆς ἀνδρείας, ἀνεδείχθης ἐν πειρασμοῖς, καὶ πανοικεσίᾳ, Εὐστάθιε ἀθλήσας, τῆς ἄνω βασιλείας, ἀξίως ἔτυχες.
Οἱ Ἅγιοι Ὑπάτιος καὶ Ἀνδρέας οἱ Ὁμολογητές
Ἀκόμα καὶ στὸ σχολεῖο, ἦταν πρότυπα ἀδελφωμένων συμμαθητῶν. Εἶχαν ἀνατραφεῖ ἀπὸ παιδιὰ στὴν χριστιανικὴ πίστη, καὶ διακρίνονταν στὴν ἐπιμέλεια, τὴν εὐταξία, στὴν πρόοδο τῶν γραμμάτων καὶ στὸν ζῆλο πρὸς τὰ θεία.
Ἔζησαν καὶ οἱ δύο ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου, τοῦ εἰκονομάχου. Ὁ Ὑπάτιος μὲ τὸν χρόνο χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος στὴ Λυδία, ἀπ’ ὅπου καὶ καταγόταν. Καὶ ὁ Ἀνδρέας ἀπὸ διάκονος, προχειρίστηκε ἱερέας.
Τὰ ἀξιώματά τους διαχειρίστηκαν μὲ ὅλη τὴν συνείδηση τῶν μεγάλων εὐθυνῶν ποὺ ἔχουν. Κοπίασαν ἐν λόγῳ καὶ ἔγιναν πρότυπα ἐν ἔργῳ. Ἀγωνίστηκαν μὲ αὐταπάρνηση γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ποὺ τότε ἀπειλοῦσε ἡ ἐπικίνδυνη αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας, ποὺ τόσο ἔβλαψε τὴν Ἐκκλησία καὶ ἐξασθένισε τὸ κράτος.
Ὁ Ὑπάτιος καὶ ὁ Ἀνδρέας συνελήφθησαν, γιὰ τὴν ἀντίσταση καὶ πολεμική τους, ἐνάντια στὰ βασιλικὰ διατάγματα, ποὺ εὐνοοῦσαν τοὺς εἰκονομάχους. Τοὺς ἔσυραν λοιπὸν δεμένους κατὰ γῆς μέσα στοὺς δρόμους, κατόπιν τοὺς ἔσφαξαν καὶ ἔτσι ἔπεσαν τίμια καὶ ἀτρόμητα ὁλοκαυτώματα γιὰ τὴν ἀλήθεια.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Μάξιμος, Εὐπρέπιος, Ἀναστάσιος, Θεόδωρος καὶ Ἀναστάσιος (ἄλλος) οἱ Ὁμολογητές
Βιογραφικὸ σημείωμα τοῦ Ἁγίου Μάξιμου τοῦ Ὁμολογητή, βλέπε τὴν 21η Ἰανουαρίου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως μνήμη του.
Ἀπὸ τοὺς Μαθητές του, οἱ δυὸ Ἀναστάσιοι ἐξορίστηκαν ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ βασιλιὰ Κώνσταντα τὸν Β’ στὴν Θράκη, ὅπου ὑπέστησαν πολλὲς ταλαιπωρίες. Ἐπειδὴ ὅμως ἐπέμεναν στὸ ὀρθόδοξο φρόνημά τους, τοὺς ἔφεραν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου Σύνοδος τοὺς καταδίκασε καὶ παραδόθηκαν στὸν ἔπαρχο γιὰ νὰ τιμωρηθοῦν. Αὐτός, μαζὶ καὶ τὸν δάσκαλό τους Μάξιμο, ἔκοψε τὴν γλώσσα τους καὶ τὸ δεξί τους χέρι.
Καὶ ὁ μὲν Ἀναστάσιος ὁ πρεσβύτερος πέθανε ἐξόριστος στὴ Λαζικὴ μετὰ 20 χρόνια, ὁ δὲ νεότερος Ἀναστάσιος πέθανε σὲ κάποιο φρούριο τῆς Θράκης, σιωπηλός, ἀλλὰ βροντερὸς κήρυκας τῆς Ὀρθόδοξης ἀλήθειας καὶ ζωῆς.
Τὰ ἴδια ἔπαθαν καὶ οἱ ἄλλοι δυὸ μαθητὲς τοῦ Μαξίμου, ὁ Θεόδωρος καὶ ὁ Εὐπρέπιος οἱ Ὁμολογητές. Μετὰ 20 χρόνια ἐξορίας ὁ πρῶτος, ἑνὸς δὲ μόνο ὁ δεύτερος, παρέδωσαν καὶ οἱ δύο τὶς ἁγίες τους ψυχὲς στὸν Κύριο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἀρτεμίδωρος καὶ Θαλὸς οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Μελέτιος Ἐπίσκοπος Κύπρου
Ἔγινε ἐπίσκοπός τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου καὶ ἦταν εὐλαβὴς καὶ θεοφοβούμενος ἄνθρωπος. Κατανάλωσε ὅλη του τὴ ζωὴ στὴν μετάδοση τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ἀκατάπαυστη ἐλεημοσύνη, ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά του, στοὺς φτωχούς. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Αἰγύπτιος καὶ οἱ 40 σὺν αὐτῷ Μάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἦταν μέγας Αἰγύπτιος ὁμολογητής. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ ἀσεβὴς Μαξιμιανὸς δὲν μποροῦσε νὰ ὑποφέρει τὸ θάρρος τοῦ Ἁγίου νὰ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό, πρόσταξε νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν μαζὶ μὲ ἄλλους 40 χριστιανούς, τὸ ἔτος 295. Ἔτσι ἔλαβαν ὅλοι τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θεοφόρος ἀπὸ τὴν Κρήτη
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ βιογραφία του σώζεται σὲ χειρόγραφο στὸ χωριὸ Σίββα τῆς ἐπαρχίας Πυργιωτίσσης Κρήτης, ἰδιαίτερης πατρίδας τοῦ Ἁγίου.
Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς στὰ χρόνια του βασιλιὰ Κωνσταντίνου Ζ’ τοῦ Πορφυρογέννητου (951 – 959), καὶ ἀπὸ μικρὸς εἶχε κλίση στὴ μοναχικὴ ζωή. Ἔγινε ἐρημίτης στὶς σπηλιὲς τῆς Κρήτης, ἀσκούμενος στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐγκράτεια.
Κατόπιν πῆγε στὸ ὅρος Ράξος, ὅπου ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνομα τῶν Ἁγίων Εὐτυχίου καὶ Εὐτυχιανοὺ ἐπισκόπων Ἀρκαδίας Κρήτης. Ἐκεῖ ἐπίσης ἐκάρη Μοναχὸς ἀπὸ κάποιον εὐλαβὴ Γέροντα καὶ ἀναχώρησε στὸ ὄρος Μυριοκέφαλο. Στὴν κορυφὴ αὐτοῦ τοῦ ὅρους ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Θεοτόκου Ἀντιφωνήτριας, ποὺ σώζεται μέχρι σήμερα.
Ὁ Ὅσιος ὅμως δὲν ἔμεινε ἐκεῖ. Ἀφοῦ γύρισε πολλὰ μέρη τῆς Κρήτης καὶ ἔκτισε Ναοὺς καὶ Μοναστήρια, κατέληξε στὸ δυτικὸ μέρος τῆς ἐπαρχίας Κισσάμου, στὸ χωριὸ Ἀκτή, ὅπου ἔκτισε κατοικητήριο πολὺ ἡσυχαστικό, καὶ κατόπιν μέγα κοινόβιο τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου.
Ἐκεῖ λοιπόν, ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ὁσία καὶ συνέταξε τὴν διαθήκη του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Κρητῶν τὸν φωστῆρα Ἐκκλησίας τὸ καύχημα, καὶ τῶν Μοναζόντων τὴν στάθμην, Ἰωάννην τιμήσωμεν· Χριστοῦ γὰρ τὸν Σταυρὸν ἀναλαβών, ὡς ἄγγελος ἐβίωσεν ἐν γῇ· διὰ τοῦτο ἐκ κινδύνων παντοδαπῶν, λυτροῦται τοὺς κραυγάζοντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ Κρήτῃ ἔλαμψας ὡς ἑωσφόρος, Ἰωάννη Ὅσιε, καταφωτίζων ἱερῶς, ταῖς ἐναρέτοις σου πράξεσι, τοὺς ἀδιστάκτῳ ψυχῇ προσιόντας σοι.
Μεγαλυνάριον.
Ἅπασαν τὴν Κρήτην διαδραμών, πανταχοῦ ἐδείμω, τῷ Σωτῆρι θείους ναούς· σεαυτὸν γὰρ Πάτερ, ναὸν προκατειργάσω, τῆς Τρισηλίου δόξης, βίου λαμπρότητι.
Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Κατάφλωρος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ἔζησε τὸν 12ο αἰώνα καὶ σπούδασε στὴν Κωνσταντινούπολη φιλολογία, Θεολογία καὶ χειροτονήθηκε διάκονος στὴν Ἁγία Σοφία.
Ὑπῆρξε μεγάλος λόγιος του Βυζαντίου καὶ τὸ 1174 ἐκλέχτηκε Μητροπολίτης Μύρων. Τὸν ἑπόμενο χρόνο προάχθηκε σὲ Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Τὸ ἔργο του στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ αὐτὴ ὑπῆρξε πολὺ προοδευτικὸ καὶ συνάντησε διάφορες ἀντιδράσεις.
Τὸ 1185 συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Νορμανδοὺς καὶ τὸ 1191 κινδύνεψε ἡ ζωή του ἀπὸ συνωμοσία. Πέθανε τὸ 1197 ἢ 1198, ἀφοῦ ἄφησε πολλὰ φιλολογικά, ἱστορικὰ καὶ λαογραφικὰ ἔργα.
Ἁγιοποιήθηκε στὶς 10 Ἰουνίου 1988.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Σοφίας τοῖς χάρισι, κεκοσμημένος λαμπρῶς, ποιμὴν ἐνθεώτατος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Εὐστάθιε· ὅθεν Θεσσαλονίκη, ἡ ἁγία σου ποίμνη, ὕμνοις σὲ μακαρίζει καὶ συμφώνως βοᾶ σοι. Ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, ὑπὲρ ἡμῶν Πάτερ Ὅσιε.
Ὁ Ἅγιος Ἰλαρίων ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ νέος ἀπὸ τὴν Κρήτη
Τὸ Ἡράκλειο τῆς Κρήτης ἦταν ἡ πατρίδα του. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Φραντζέσκος καὶ ἡ μητέρα του Αἰκατερίνη.
Ὁ νεομάρτυρας αὐτὸς ὀνομαζόταν Ἰωάννης καὶ ἀνατράφηκε χριστιανικὰ μαζὶ μὲ τὰ τέσσερα ἀδέλφια του. Κατόπιν ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γιὰ 10 χρόνια ἔμενε κοντὰ σ’ ἕναν θεῖο του γιατρό. Ἔπειτα, μαζὶ μ' ἕναν ἄλλο χριστιανό, ἀνέλαβε τὴν διαχείριση τοῦ ἐμπορίου κάποιου Χιώτη.
Κάποτε ὅμως, ὅταν ὁ ἔμπορος αὐτὸς ἐπανῆλθε στὴ Χίο, διαπίστωσε ὅτι ἡ δουλειά του εἶχε ἔλλειμμα 30 γρόσια καὶ γι’ αὐτὸ ἐνοχοποίησε τὸν Ἰωάννη, ποὺ τὸν ἀπειλοῦσε μὲ τιμωρίες. Ὁ Ἰωάννης στὴν ἀπόγνωσή του, ζήτησε τὴν βοήθεια τῆς μητέρας τοῦ Σουλτάνου.
Κατόπιν συναντήθηκε μὲ τὸν Αἰθίοπα Μᾶς Ἀγά, πού, στὴν ἀπελπισία του, τὸν ἔπεισε καὶ ἐξισλαμίστηκε. Λίγο μετὰ τὴν ἀποστασία του, ὁ Ἰωάννης συναισθάνθηκε τὸ μεγάλο του ὀλίσθημα καὶ μὲ πλοῖο ἀναχώρησε στὴν Κριμαία, ὅπου παρέμεινε 10 μῆνες.
Κατόπιν γύρισε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ μὲ προτροπὴ τοῦ πνευματικοῦ του πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης. Ἐκεῖ ὑποτάχθηκε στὸν πάπα – Βησσαρίωνα καὶ ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἰλαρίων.
Ἀργότερα ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ γιὰ τὸ μαρτύριο, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, παρουσιάστηκε στὸν Αἰθίοπα Ἀγὰ καὶ ὁμολόγησε μπροστὰ του τὸν Χριστό. Τότε ὁ Ἀγὰς διέταξε τὸν ἄγριο βασανισμό του καὶ κατόπιν, στὶς 20 Σεπτεμβρίου 1804, τὸν ἀποκεφαλισμό του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Μαρτύρησαν ἐπὶ βασιλέως Πρόβου καὶ διοικητοῦ Ἀντιοχείας Ἠλιοδώρου (278 μ.Χ.).
Ὅταν λοιπὸν ὁ Τρόφιμος μὲ τὸν Σαββάτιο βρέθηκαν στὴν Ἀντιόχεια καὶ εἶδαν τὰ πολυποίκιλα ἁμαρτωλὰ ὄργια ποὺ γίνονταν πρὸς τιμὴν τοῦ Ἀπόλλωνα, δὲ συγκρατήθηκαν καὶ ἀποδοκίμασαν δημόσια τὴν ἁμαρτωλὴ αὐτὴ παραφροσύνη.
Βέβαια, γρήγορα συνελήφθησαν καὶ ὁδηγήθηκαν στὸ δικαστήριο. Θαρραλέα δήλωσαν πὼς εἶναι χριστιανοί. Τότε ὁ ἡγεμόνας Ἠλιόδωρος διέταξε καὶ τοὺς μαστίγωσαν ἀνελέητα. Τόσο, ποὺ οἱ σάρκες τους κόβονταν κομμάτια. Ἐκεῖ ὁ Σαββάτιος ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή.
Ὁ δὲ Τρόφιμος ὁδηγήθηκε σὲ ἄλλο σκληρότερο ἡγεμόνα, τὸν Διονύσιο Περώννιο. Αὐτός, ἀφοῦ τὸν ἔγδαρε μὲ σιδερένια νύχια, μισοπεθαμένο τὸν ἔριξε στὴν φυλακή. Ἐκεῖ τὸν ἐπισκέφθηκε κάποιος, βουλευτής, ὁ Δορυμέδων, ποὺ εἶδε τὸ μαρτύριό του καὶ στερεώθηκε στὴν πίστη τοῦ Χρίστου. Ὅταν τὸ ἔμαθε αὐτὸ ὁ ἡγεμόνας, βασάνισε σκληρὰ τὸν Δορυμέδοντα. Ἔπειτα, ἔριξε καὶ τοὺς δυὸ τροφὴ στὰ θηρία, μέσα στὸ ἀμφιθέατρο. Ἀλλὰ ἡ πεινασμένη ἀρκούδα καὶ ἡ αἱμοβόρα λεοπάρδαλη στάθηκαν στὰ πόδια τους σὰν ἥμερα ἀρνιά. Τὸ ἴδιο καὶ τὸ ἀγριεμένο λιοντάρι ποὺ ἐλευθέρωσαν ἀργότερα.
Γιὰ νὰ πληρωθεῖ ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «οἱ διὰ πίστεως... ἔφραξαν στόματα λεόντων». Αὐτοί, δηλαδὴ οἱ Ἅγιοι, ἐπειδὴ εἶχαν μεγάλη καὶ συνειδητὴ πίστη, βούλωσαν καὶ ἔφραξαν στόματα λιονταριῶν.
Ὅταν λοιπὸν εἶδαν ὅτι δὲν τοὺς ἄγγιξαν τὰ θηρία, ἀμέσως οἱ δήμιοι τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν ἀκαθαίρετον, Τριάδος δύναμιν, ἀνθηφορήσαντες, Μάρτυρες ἔνδοξοι, ἐναπετέματε στερρῶς, τὴν ἄκανθαν τῆς ἀπάτης, Τρόφιμε μακάριε, Ἐκκλησίας ἐντρύφημα, Σαββάτιε πάνσοφε, Ἀθλητῶν ἐγκαλλώπισμα, καὶ δόξα εὐσεβῶν Δορυμέδον· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς Ἀθλητῶν ἑδραίωμα, καὶ εὐσεβείας ἔρεισμα, ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ καὶ γεραίρει σου, τὴν φωτοφόρον ἄθλησιν, παναοίδιμε μάκαρ, Ἀθλητὰ γενναιόφρον, ἔνδιξε Τρόφιμε, σὺν τοῖς συνάθλοις σου, ἱλασμὸν ἐξαιτούντων, ἡμῖν καὶ συγχώρησιν.
Μεγαλυνάριον.
Δόξῃ λαμπρυθέντες Τριαδικῇ, Τρόφιμος ὁ θεῖος, Δορυμέδων ὁ εὐκλεής, σὺν τῷ Σαββατίῳ, μαρτυρικοῖς ἀγῶσι, τῆς πίστεως τὸ κάλλος, ὡς λύχνοι ἔφαναν.
Ὁ Ἅγιος Theothore (Ἄγγλος)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁ Εὐμένιος ὑπέβαλλε τὸν ἑαυτό του σὲ πολλὲς σκληραγωγίες καὶ ἀσκήσεις. Ἡ ἐγκράτεια ἦταν ἐκείνη ποὺ τὸν διέκρινε περισσότερο. Διότι στὸ μυαλό του, εἶχε πάντα τὴν συμβουλὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «πᾶς ὁ ἀγωνιζόμενος πάντα ἐγκρατεύεται». Καθένας, δηλαδή, ποὺ ἀγωνίζεται, ἐγκρατεύεται σὲ ὅλα, ἀκόμα καὶ στὴν τροφὴ καὶ στὸ ποτό, προκειμένου νὰ πετύχει τὸν πνευματικό του σκοπό. Καὶ ὁ Εὐμένιος, ἀκολουθώντας τὰ λόγια τοῦ θεόπνευστου Ἀποστόλου, πέτυχε.
Ἀξιώθηκε νὰ ἱερωθεῖ καὶ νὰ γίνει Ἐπίσκοπος Γορτύνης στὴν Κρήτη. Ἀπὸ τὴ νέα του θέση, ἡ ἀρετή του ἔλαμψε ἀκόμα περισσότερο καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὴν χάρη καὶ τὴν δύναμη νὰ θαυματουργεῖ. Καὶ ὅπως ἀναφέρει ἡ παράδοση, μιὰ φορὰ μὲ ἀναμμένες λαμπάδες κατέκαυσε ἕναν δράκοντα, ποὺ ὅρμησε ἐναντίον του.
Ἔπειτα ὁ Εὐμένιος πῆγε στὴν Ρώμη, ὅπου μὲ τὴ θεία του διδασκαλία καὶ μὲ θαύματα στερέωσε τοὺς πιστούς. Ποθώντας, ὅμως, περισσότερη σκληραγωγία καὶ ἄσκηση, πῆγε στὴ Θηβαΐδα τῆς Ἄνω Αἰγύπτου, κοντὰ στοὺς μεγάλους ἀσκητές.
Ἐκεῖ παρέδωσε καὶ τὸ πνεῦμα του στὸν Θεό. Τὸ δὲ λείψανό του μεταφέρθηκε καὶ θάφτηκε μὲ τιμὲς στὴν ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του, στὴν Κρήτη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταχὺν προμηθέα σε, καὶ ἀρωγὸν εὐμενῆ, κεκτήμεθα Ὅσιε, ὡς τοῦ Χριστοῦ μιμητήν, Εὐμένιε ἔνδοξε· σὺ γὰρ ἀναβλυστάνων, συμπαθείας τὰ ῥεῖθρα, βρύεις τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἰαμάτων πελάγη. Ἀλλὰ καὶ τοῖς τιμῶσί σε, σκέπη γενήθητι.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὤφθης πλοῦτος ἄσυλος τῇ Ἐκκλησίᾳ, βλύζων πᾶσιν ἄφθονον, χάριν θαυμάτων τοῖς πιστοῖς· διό σε πάντες γεραίρομεν, θευματοφόρε Εὐμένιε Ὅσιε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ τῆς Γόρτυνος ποδηγός, καὶ τῆς Κρήτης πάσης, ὁ ἀκοίμητος ὀφθαλμός· χαίροις τῶν θαυμάτων, ἀκένωτος χειμάρρους, Εὐμένιε τρισμάκαρ, πιστῶν ἀντίληψις.
Οἱ Ἁγίες Σοφία καὶ Εἰρήνη οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη
Ἂν καὶ δούλα, ἦταν ἀνώτερη καὶ λαμπρότερη ἀπὸ πολλὲς κυρίες, δοῦλες τῶν κοσμικῶν ματαιοτήτων καὶ τῶν γήϊνων μολυσμῶν.
Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Ἀδριανοῦ καὶ Ἀντωνίνου (117 – 139 μ.Χ.), καὶ ἔγινε χριστιανὴ στὴν Φρυγία, πόλη τῶν Προμισέων. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκε ὁ ἀφέντης της, Τέρτυλος, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἰσχυρότερους πρόκριτους τῆς πόλης, τὴν πίεζε νὰ ἐπανέλθει στὴν εἰδωλολατρία. Ἐκείνη ὅμως ἐπέμενε στὴν χριστιανικὴ ὁμολογία της, καὶ στάθηκε ἀδύνατο νὰ τὴν πείσουν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, κατὰ τὴν ἥμερα μάλιστα ποὺ γιόρταζε τὰ γενέθλιά του ὁ γιὸς τοῦ κυρίου της.
Τότε τὴν ἔδειραν σκληρὰ καὶ τὴ βασάνισαν γιὰ πολύ, ἀφοῦ ἔγδαραν τὶς σάρκες της μὲ σιδερένια νύχια. Γιὰ νὰ ἀποφύγει περισσότερες πιέσεις, ἐγκατέλειψε τὸ σπίτι τοῦ κυρίου της. Καὶ ἐνῶ τὴν καταδίωκαν, ἔπεσε σὲ γκρεμὸ ὅπου καὶ βρῆκε τὸν θάνατο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῇ τοῦ Χριστοῦ κυβερνωμένη παλάμῃ, οὐκ ἐδουλώθης τὴν ψυχὴν Ἀριάδνη, ἀλλ’ ἐλευθέρᾳ γνώμη ἠνδραγάθησας· πᾶσαν γὰρ ἐπίνοιαν, τοῦ ἐχθροῦ καθελοῦσα, στέφος χαριτόπλοκον, ἐκ Θεοῦ ἐκομίσω· ὃν ἐκδυσώπει Μάρτυς ἐκτενῶς, ἐλεηθῆναι, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῆς ζωῆς ποθήσασα, τὴν ζωοπάροχον πέτραν, ἀκλινὴς διέμεινας, τῇ τοῦ δολίου μανίᾳ· πέτρα δέ, διαρραγεῖσά σε δεξαμένη, ἥρμοσε, τῷ ἀθανάτῳ Μάρτυς Νυμφίῳ· ὃν δυσώπει Ἀριάδνη, ἡμῖν δοθῆναι πταισμάτων ἄφεσιν.
Μεγαλυνάριον.
Ἀδούλωτον σώζουσα τὴν ψυχήν, ἐδούλωσας Μάρτυς, δι’ ἀγώνων τὸν δυσμενῆ, καὶ τῆς ἐλευθέρας, Σιὼν πολῖτις ὤφθης, ἐν ᾗ ὦ Ἀριάδνη, ἡμῶν μνημόνευε.
Ὁ Ἅγιος Κάστωρ
Στὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Σ. Εὐστρατιάδη, μαζὶ μὲ τὸν Κάστορα, προβάλλεται καὶ μία Ἁγία μὲ τὸ ὄνομα Θεοδώρα. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ρωμύλος
Στοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρεται κανένα ὑπόμνημα γιὰ τὸν ὅσιο αὐτόν. Βιογραφία του ὑπάρχει στὸ ὑπ’ ἀριθμ. 154 χειρόγραφο τῆς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων, ποὺ συνέγραψε ὁ μαθητὴς τοῦ ἐν λόγῳ Ὁσίου, Γρηγόριος.
Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὰ στοιχεῖα αὐτά, ὁ Ὅσιος Ρωμύλος γεννήθηκε τὸ 1300 περίπου στὴν παραδουνάβια πόλη Βιδίνιο, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἕλληνας καὶ ἡ μητέρα του Βουλγάρα. Τὸ πρῶτο του ὄνομα ἦταν Ράϊκος καὶ σὲ κατάλληλη ἡλικία οἱ γονεῖς του τὸν ἐμπιστεύθηκαν σὲ σπουδαῖο δάσκαλο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὁ νεαρὸς Ράϊκος ἔμαθε τὰ πρῶτα του γράμματα.
Στὴν συνέχεια, ἐπειδὴ εἶχε κλίση στὴν μοναχικὴ ζωή, κατέφυγε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου τῆς Ὁδηγήτριας, κοντὰ στὸ Τίρνοβο (Βουλγαρίας). Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ρωμανὸς καὶ ἀσκήτευσε εὐδοκίμως γιὰ τρία συνεχὴ χρόνια. Κατόπιν ἔκανε κοντὰ στὸν Ὅσιο Γρηγόριο τὸν Σιναΐτη καὶ ἔπειτα, ἀφοῦ ἔγινε μεγαλόσχημος μὲ τὸ ὄνομα Ρωμύλος, πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔξω ἀπὸ τὴ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας, ὅπου μαζὶ μὲ τὸν μαθητὴ του Γρηγόριο ἀσκήτευε στὴν ἡσυχία.
Πολλοὶ Ἁγιορεῖτες ἔρχονταν κοντά του γιὰ ν’ ἀκούσουν τὰ σοφὰ λόγια του καὶ νὰ πάρουν τὶς ὀρθὲς πνευματικὲς συμβουλές του. Κατὰ τὸν πόλεμο ὅμως Τούρκων κατὰ Σέρβων καὶ Βουλγάρων, πολλοὶ Σερβοβούλγαροι μοναχοί, λόγω φόβου, μετακινήθηκαν. Τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὁ Ρωμύλος, πηγαίνοντας στὴν Αὐλώνα (ἴσως τῆς Ἀλβανίας). Κατόπιν ταξίδεψε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Ραβένιτσα τῆς Σερβίας, ὅπου στὴν ἐκεῖ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Μετὰ τὸν θάνατό του, ὁ τάφος εὐωδίαζε καὶ ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἔζησαν ὅταν αὐτοκράτορας τῶν ρωμαίων ἦταν ὁ Ἀνδριανός.
Ὅταν ἡ τίμια καὶ ἐνάρετη Σοφία χήρεψε, πῆγε μαζὶ μὲ τὶς κόρες της στὴν Ρώμη. Ἐκεῖ ὁ αὐτοκράτορας πληροφορήθηκε ὅτι οἱ τέσσερις γυναῖκες ἦταν χριστιανὲς καὶ διέταξε νὰ τὶς συλλάβουν. Ἀφοῦ χώρισε τὴν μητέρα ἀπὸ τὰ παιδιά της, ζήτησε νὰ παρουσιασθεῖ μπροστὰ του ἡ δωδεκάχρονη Πίστη. Μὲ δελεαστικοὺς λόγους ὁ Ἀνδριανὸς προσπάθησε νὰ πείσει τὴν Πίστη νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, ἀλλὰ ἀντιμετώπισε τὸ ἄκαμπτο φρόνημα τῆς νεαρῆς. Τότε ὁ σκληρὸς ἡγεμόνας διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό της.
Τὸ ἴδιο σθένος μὲ τὴν Πίστη ἐπέδειξαν καὶ οἱ ἀδελφές της, ἡ δεκάχρονη Ἐλπίδα καὶ ἡ ἐννιάχρονη Ἀγάπη. Ὁ σκληρὸς Ἀνδριανὸς δὲ δίστασε νὰ διατάξει τοὺς δήμιούς του νὰ ἀποκεφαλίσουν καὶ τὰ ἄλλα δυὸ κορίτσια.
Περήφανη γιὰ τὰ παιδιά της ἡ Σοφία, ἐνταφίασε μὲ τιμὲς τὶς κόρες της καὶ παρέμεινε γιὰ τρεῖς μέρες στοὺς τάφους τους, παρακαλώντας τὸ Θεὸ νὰ τὴν πάρει κοντά του. Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχή της καὶ ἡ Σοφία παρέδωσε τὸ πνεῦμά της δίπλα στοὺς τάφους τῶν παιδιῶν της.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Σοφίᾳ ἐκθρέψασα, κατὰ τὴν κλῆσιν σεμνή, τὰς τρεῖς θυγατέρας σου, ταύτας προσάγεις Χριστῷ, ἀθλήσεως σκάμμασιν· ὅθεν τῆς ἄνω δόξης, σὺν αὐταῖς κοινωνοῦσα, πρέσβευε τῷ Σωτῆρι, καλλιμάρτυς Σοφία, δοῦναι τοῖς σὲ τιμῶσι, χάριν καὶ ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς ἐλαία κατάκαρπος ἀνεβλάστησας, ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Κυρίου Σοφία Μάρτυς σεμνή, καὶ προσήγαγες Χριστῷ καρπὸν ἡδύτατον, τοὺς τῆς νηδύος σου βλαστούς, δι’ ἀγώνων ἱερῶν, Ἀγάπην τε καὶ Ἐλπίδα, καὶ τὴν θεόφρονα Πίστιν· μεθ’ ὧν δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Σοφίας τῆς σεμνῆς, ἱερώτατοι κλάδοι, ἡ Πίστις καὶ Ἐλπίς, καὶ Ἀγάπη δειχθεῖσαι, σοφίαν ἀπεμώραναν, τῶν Ἑλλήνων ἐν χάριτι, καὶ ἀθλήσασαι, καὶ νικηφόροι φανεῖσαι, στέφος ἄφθαρτον, παρὰ τοῦ πάντων Δεσπότου, Χριστοῦ ἀνεδήσαντο.
Μεγαλυνάριον.
Μήτηρ ἐπὶ τέκνοις Δαβιτικῶς, ὤφθης τερπομένη, ὦ Σοφία πανευκλεής· σὺ γὰρ τῇ Τριάδι, τὰς τρεῖς σου θυγατέρας, ὥσπερ γυνὴ ἀνδρεία, ἄθλοις προσήγαγες.
Ἡ Ἁγία Ἀγαθόκλεια
Μὲ τὴν μεγάλη της ὑπομονὴ στὸ μαρτύριο, στόλισε καὶ αὐτὴ τοὺς πρώτους αἰῶνες τοῦ χριστιανισμοῦ.
Ἂν καὶ ἀπὸ τὴ γέννησή της δούλα, ἔλαμψε διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐλεύθερη στὴν ψυχή. Ὁ κύριος της, ποὺ ὀνομαζόταν Νικόλαος, εἶχε γίνει χριστιανὸς καὶ φερόταν πρὸς τὴν Ἀγαθόκλεια μὲ πολλὴ φιλανθρωπία καὶ ἀγαθότητα. Ἀλλὰ ἡ κυρία της, Παυλίνα, γυναίκα σκληρόκαρδη, ἐπέμενε στὴν εἰδωλολατρία. Καὶ ὅπως ἦταν θυμώδης καὶ μέθυσος βασάνιζε πολλὲς φορὲς τὴν Ἀγαθόκλεια καὶ προσπαθοῦσε μὲ πεῖσμα νὰ τὴν ἐπαναφέρει στὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων.
Ἐπὶ ὀκτὼ χρόνια ἔτσι, ἡ ταλαίπωρη καὶ συγχρόνως μακάρια δούλα, ὑπέφερε καθημερινὴ ζωὴ μαρτυρίου. Τὴν ἔβριζε, τὴν χτυποῦσε, κένταγε μὲ πιρούνια τὸ σῶμα της καὶ τὴν πλήγωνε μὲ ἀλύπητο μαστίγωμα. Καὶ ἐπειδὴ ὅλα αὐτὰ δὲν νικοῦσαν τὴν γνώμη τῆς εὐσεβέστατης χριστιανῆς, κάποια μέρα, ἄναψε φωτιὰ καὶ τὴν ἔσπρωξε μέσα σ’ αὐτή.
Ἔτσι ἡ Ἀγαθόκλεια λυτρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀσεβὴ καὶ κακούργα εἰδωλολάτρισσα κυρία της, καὶ ἀπεδήμησε στὰ μακάρια καὶ ἐλεύθερα σκηνώματα τῶν δικαίων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Μάξιμος, Θεόδοτος καὶ Ἀσκληπιοδότη οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἄγιοι Μάξιμος, Θεόδοτος καὶ Ἀσκληπιοδότη κατάγονταν από τὴν Μαρκιανούπολη τῆς Θράκης.
Μαρτύρησαν μὲ σκληρὸ τρόπο, ἐπειδὴ ὁμολόγησαν τὸν Χριστό. Στὴν ἀρχὴ τοὺς μαστίγωσαν, κατόπιν τοὺς ἔκοψαν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια, τοὺς φυλάκισαν καὶ στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Λουκία καὶ Γεμινιανὸς
Ἡ Ἁγία Λούκια ἦταν πλούσια Ρωμαία κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν βασιλέων Διοκλητιανοῦ (284 – 304) καὶ Μαξιμιανοὺ (286 – 305).
Μετὰ 36 χρόνια χηρείας καὶ σὲ ἡλικία 75 χρονῶν, προδόθηκε ἀπὸ τὸν εἰδωλολάτρη γιὸ της Εὐτρόπιο, στὸν Διοκλητιανό, ὅτι πιστεύει στὸν Χριστό. Τότε ἡ Ἁγία συνελήφθη καὶ κλείστηκε στὴ φυλακή. Ἐκεῖ ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια, ἀλλὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ παρέμεινε ἀβλαβὴς καὶ περιφερόταν στὴν πόλη γιὰ νὰ ἀποδοκιμάσει μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο τὴν μικρότητα τῶν βασανιστῶν της.
Τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ Γερμινιανὸς (ἢ Γεμινιανός), ὁ υἱός της, πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ μαζὶ μὲ τὴν Λούκια παρουσιάστηκε στὸν βασιλιά, ὁμολογώντας τὸν Χριστό. Ἡ Λούκια υἱοθέτησε τὸν Γερμινιανό, τὸν βάπτισε καὶ ἀφοὶ ἀπαλλάχτηκαν ἀπὸ τοὺς βασανιστές τους, ἔφυγαν στὸ Ταυρομένιο τῆς Σικελίας.
Ἀλλὰ ἐκεῖ, λόγω διωγμοῦ, ἡ Λούκια τράβηξε γιὰ τὰ βουνά, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ δὲ Γερμινιανὸς συνελήφθη καὶ ἀποκεφαλίστηκε.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Θεοδότη ἡ Μάρτυς
Ἡ Ἁγία Θεοδότη ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Ἀλέξανδρου Σεβήρου τὸ 22 μ.χ.
Ἡ Θεοδότη καταγόταν ἀπὸ τὸν Εὔξεινο Ποντο, ἦταν πλούσια ἀλλὰ καὶ χριστιανή. Περισσότερο πλούσια ὅμως ἦταν στὴν ψυχή της. Ἔκανε πολλὰ ἔργα φιλανθρωπίας καὶ ἦταν πάντα κοντὰ σὲ ὅποιον τὴν εἶχε ἀνάγκη.
Καταγγέλθηκε ὅμως στὸν διοικητὴ τῆς Καππαδοκίας Σιμπλίκιο, ὅτι μὲ τὰ χρήματά της προσπαθοῦσε νὰ προσελκύσει εἰδωλολάτρες στὸν χριστιανισμό. Ἀμέσως διατάχθηκε νὰ τὴν ὑποβάλλουν σὲ σκληρὰ βασανιστήρια. Μὲ θαυμαστὸ τρόπο ὅμως ἔκλεισαν οἱ πληγές της καὶ ἡ πόρτα τῆς φυλακῆς ἄνοιξε μόνη της.
Τελικὰ ἀποκεφαλίστηκε λαμβάνοντας ἔτσι τὸ στεφάνι τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Χαράλαμπος καὶ Παντολέων καὶ ἡ συνοδεία τους
Ἡ σύναξις αὐτῶν τελεῖται ἐν τῷ Δευτέρῳ. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Πηλέας καὶ Νεῖλος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ Ἐπίσκοποι
Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Παρουσιάστηκαν μὲ θάρρος σὰν Χριστιανοί, μαζὶ μὲ τὸν Πατερμούθιο, τὸν Ἠλία καὶ 100 ἄλλους χριστιανούς, στὸν εἰδωλολάτρη βασιλιά.
Ὑπέστησαν φρικτὰ μαρτύρια, τοὺς ἔβγαλαν τὸ δεξὶ μάτι καὶ στὸ τέλος τοὺς ἔκαψαν ζωντανούς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Πατερμούθιος καὶ Ἠλίας οἱ ἔνδοξοι
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι 100 Μάρτυρες οἱ Αἰγύπτιοι
Πρόκειται γιὰ τοὺς Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τοὺς Πηλέα καὶ Νείλου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι 50 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη
Αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ μία χώρα ποὺ ὀνομαζόταν Ζωώρα. Καταγγέλθηκαν στὸν δούκα τοῦ τόπου, ὅτι ἦταν χριστιανοί.
Στὴν ἀρχὴ τοὺς ἔστειλαν στὰ μεταλλεῖα σὰν ἐργάτες, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐπέμεναν στὴν πίστη τους, τελικά τοὺς ἔκαψαν στὴ φωτιὰ ζωντανούς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἡρακλείδης καὶ Μύρων Ἐπίσκοποι Ταμάσου τῆς Κύπρου
Ὁ Ἡρακλείδης ἦταν γιὸς ἱερέα εἰδωλολάτρη, τοῦ Ἱεροκλέα, ποὺ ἱεράτευε κατὰ τὴν Σολέα τῆς Κύπρου, στὸ χωριὸ Λαμπαδιστό. Ὁ ἱερέας διακρινόταν γιὰ τὰ φιλόξενα αἰσθήματά του καὶ γι’ αὐτὸ δὲν δίστασε νὰ φιλοξενήσει τὸν Παῦλο καὶ τὸν Βαρνάβα καὶ τὸν Μαρκο, ὅταν αὐτοὶ βρέθηκαν στὸ ἔδαφος τῆς Κύπρου. Τότε εἵλκυσαν στὸν Χριστὸ τὸν γιὸ τοῦ Ἡρακλείδη καὶ αὐτὸς στὴ συνέχεια ἔφερε στὸν Χριστὸ τοὺς γονεῖς του.
Τὸν Ἡρακλείδη ὁ Παῦλος διόρισε ἐπίσκοπο Ταμασίων τῆς Κύπρου. Ἐργάστηκε μὲ πολὺ ζῆλο, ἔχοντας συνεργάτη του τὸν Μύρωνα. Μπόρεσαν καὶ οἱ δυὸ νὰ φέρουν κοντὰ στὸν Χριστὸ πολλοὺς εἰδωλολάτρες. Οἱ ἐπιτυχίες τους ὅμως αὐτές, προκάλεσαν τὴ μανία τῶν ἀπίστων. Καὶ ἔτσι κάποια μέρα, ὅρμησαν ὁπλισμένοι ἐπάνω τους καὶ ἀφοῦ τοὺς θανάτωσαν, στὴ συνέχεια τοὺς ἔριξαν στὴ φωτιά. Καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὸ ἁμαράντινο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Γιὰ τὸν Ἅγιο Ἡρακλείδη διαβάζουμε τὰ ἑξῆς :
«Τίς σοῦ τὸν βίον ἰσχύσει ἐκδιηγήσασθαι;... Χαῖρε ὅτι ἐχρίσθης Ἱεράρχης θεόθεν. Χαῖρε ὅτι ἐφάνης ὁδηγὸς παιδιόθεν»...
Δικαιολογημένη ἡ ἀπορία. Δίκαιος καὶ ὁ ἔπαινος. Γιατί ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος, ποὺ γιορτάζουμε στὶς 17 τοῦ Σεπτέμβρη, δὲν εἶναι μόνο ὁ πρῶτος Ἱεράρχης τῆς ξακουστῆς Ταμασοῦ, ἀλλὰ καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους καὶ πιὸ σπουδαίους Ἱεράρχες τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων, τῆς εὐλογημένης Κύπρου μας.
Γεννήθηκε στὴ Λαμπαδοὺ ἢ Λαμπαδιστό, ἕνα χωριὸ κοντὰ στὸ σημερινὸ Μιτσερό, κι ἦταν γιὸς εἰδωλολάτρη ἱερέα.
Κάποια μέρα ποὺ πατέρας καὶ γιὸς καταγινόντουσαν μὲ τὴν προσφορὰ θυσίας στοὺς θεούς, δυὸ ξένοι πλησίασαν, κι ἀφοῦ χαιρέτησαν μὲ καλοσύνη, ζήτησαν νὰ μάθουν ἀπὸ αὐτοὺς τὸν δρόμο ποὺ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε πρὸς τὴν Πάφο.
Οἱ δυὸ ξένοι, ποὺ φαινόντουσαν νὰ ἔρχονται ἀπὸ μακριά, ἦταν οἱ ἀπόστολοι Βαρνάβας καὶ Μάρκος ποὺ εἶχαν ἔρθει στὸ νησὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο γιὰ τὴν πρώτη τους ἀποστολικὴ περιοδεία, γύρω στὸ 45 – 46 μ.Χ.
Ὁ εἰδωλολάτρης ἱερέας Ἱεροκλῆς ἡ Ἱερόκλεως, ὁ πατέρας τοῦ Ἠρακλειδίου, μὲ τὴν εὐγένεια καὶ τὴ φιλοξενία ποὺ διακρίνει τοὺς Ἕλληνες, ἔσπευσε νὰ καλέσει τοὺς ξένους νὰ παραμείνουν στὸ σπίτι του, ἐκεῖ στὸ χωριὸ, τὴν Λαμπαδού, γιὰ νὰ ξεκουραστοῦν.
Οἱ Ἀπόστολοι ὅμως ἐπέμεναν νὰ προχωρήσουν καὶ αὐτός, γιὰ νὰ τοὺς διευκολύνει, ἔστειλε τὸν γιὸ του τὸν Ἠρακλέωνα, νὰ τοὺς συνοδεύσει ὡς ἔξω ἀπὸ τὸ χωριό, καὶ νὰ τοὺς δείξει τὸν δρόμο. Εὐλογημένη συνάντηση.! Καὶ τρισευλογημένη ἀπόφαση!
Μόλις οἱ Ἀπόστολοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ ἐκεῖ, ἄρχισαν τὴ συζήτηση μὲ τὸν νεαρό.
- Τί ἐκάμνατε, παιδί μου, ἐκεῖ ποὺ σᾶς συναντήσαμε, ρώτησε ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτούς, ὁ Βαρνάβας.
- Προσφέραμε θυσία στοὺς θεούς μας, ἀπήντησε ὁ Ἠρακλείδιος.
- Θεοὶ οἱ πέτρες καὶ τὰ ξύλα; Ὄχι, παιδί μου. Αὐτὰ δὲν εἶναι θεοί. Εἶναι δημιουργήματα. Εἶναι ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας. Αὐτός, ποὺ ἐδημιούργησε «τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, τὴν Θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὔτοις».
Ὁ Θεός, ὁ ἀληθινὸς Θεός, δὲν κατοικεῖ μέσα σὲ χειροποίητους ναούς, οὔτε καὶ ὑπηρετεῖται ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων, γιατί δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τίποτα. Ἀντίθετα! Αὐτὸς εἶναι ποὺ δίδει σὲ ὅλα ζωὴ καὶ ἀναπνοὴ καὶ ὅλα ὅσα τοὺς χρειάζονται γιὰ τὴ συντήρησή τους. Αὐτός, ἀπὸ ἕνα ζευγάρι, ἔκανε ὅλα τὰ ἔθνη τῶν ἀνθρώπων ποὺ κατοικοῦν πάνω στὴ γῆ. Καὶ Αὐτός, ὅταν οἱ ἄνθρωποι πλανηθήκαμε, ἀπὸ ἀγάπη ἄπειρη ἔστειλε σ’ ἐμᾶς τὸν γιό του, τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, γιὰ νὰ μᾶς σώσει...
Ὁ Ἡρακλέων μὲ κατάνυξη ἄκουε τὰ λόγια τῶν Ἀποστόλων. Ἡ ψυχή του, σὰν τὴ διψασμένη γῆ, ρουφοῦσε κυριολεκτικὰ τὴν διδασκαλία γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα; Εὐλογημένο! Ὁ νεαρὸς προσήλυτος, ὅταν ἔφθασαν στὸν ποταμὸ Σέτραχο, (μερικοὶ φρονοῦν πὼς ὁ ποταμὸς στὸν ὅποιο βαπτίσθηκε ὁ Ἠρακλείδιος εἶναι ὁ Καρκώτης, ὁ ποταμὸς τῆς Σολέας, ποὺ τρέχει κάτω ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Μαραθάσας, τὸν Καλοπαναγιώτη, σὰν τὸν Εὐνοῦχο τῆς Κανδάκης τῆς βασίλισσας τῶν Αἰθιόπων), ρώτησε μὲ λαχτάρα:
— Ποιὸς μὲ ἐμποδίζει νὰ βαπτιστῶ;
— Κανένας, ἦταν ἡ ἀπάντηση. Ἀρκεῖ νὰ τὸ θελήσεις.
— Τὸ θέλω! φώναξε ὁ Ἡρακλέων. Τὸ θέλω μὲ τὴν καρδιά μου!
Τότε οἱ Ἀπόστολοι, γεμάτοι χαρά, κατέβηκαν στὸν ποταμό, τὸν βάφτισαν «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», καὶ τοῦ ἔδωκαν τὸ ὄνομα Ἠρακλείδιος. Μετὰ προχώρησαν σὲ μία σπηλιὰ κοντὰ στὸν ποταμό, στὴν ὁποία παρέμειναν μερικὲς μέρες συνεχίζοντες τὴ διδασκαλία.
Ἐκεῖ ἕνα πρωὶ ἦρθε ἀπροσδόκητα καὶ τοὺς συνήντησε κι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τὴν ἑπόμενη ἔφτασε κι ὁ Μνάσων, τὸν ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ὀνομάζει «ἀρχαῖον μαθητήν» (Πράξεις κα’ 16). Ἀφοῦ συμπληρώθηκε ἡ κατήχηση τοῦ νεοφώτιστου οἱ τρεῖς Ἀπόστολοι τὸν χειροτόνησαν ἐπίσκοπό της Ταμασοῦ καὶ τοῦ ἀνέθεσαν ὑστέρα ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τῆς ἁλιείας ψυχῶν στὴν πολυάνθρωπο πόλη. Μαζί του ἔμεινε καὶ ὁ Μνάσων.
Οἱ δυὸ μαθητὲς ἀφοῦ ἀποχαιρέτησαν τοὺς Ἀποστόλους καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια κατευόδωσαν γιὰ τὴν Πάφο, ρίφθηκαν μὲ φλογερὸ ζῆλο στὸ ἔργο τους. Τὸ ἱερὸ ἔργο τῆς σωτηρίας ψυχῶν. Τόπος συνάξεων ἕνα ὑπόγειο. Ἕνα ὑπόγειο σπήλαιο, ποὺ σώζεται καὶ σήμερα καὶ ποὺ βρίσκεται μέσα στὸ ὁμώνυμο μοναστήρι. Τὸ σπήλαιο αὐτὸ χρησίμευσε ὄχι μονάχα ὡς ἐκκλησία στὴν ὁποία ὁ Ἠρακλείδιος συγκέντρωνε τοὺς πιστούς του, ἀλλὰ καὶ σὰν κατοικία καὶ ἀσκητήριό του. Κάτι περισσότερο. Τὸ σπήλαιο αὐτὸ ἔγινε ἀκόμη καὶ τάφος του, μὰ καὶ τάφος τῆς εἰδωλολατρίας.
Ἐδῶ θεμελιώθηκε ἡ πρώτη Ἐκκλησία ποὺ σιγά – σιγὰ ἁπλώθηκε σὲ ὅλη τὴν πόλη. Ἀνάμεσα στοὺς πρώτους ποὺ κλήθηκαν νὰ χαροῦν τὸ φῶς τῆς νέας ζωῆς, ὑπῆρξαν οἱ γονεῖς τοῦ φλογεροῦ καὶ ζηλωτὴ ἐργάτη τοῦ χριστιανικοῦ ἀμπελώνα. Τὰ λόγια τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ «εἴτις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἐστὶν ἀπίστου χειρῶν» (Ἀ Τιμ. ε’ 8), βρῆκαν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου ἕνα πιστὸ καὶ ἐνθουσιώδη ἐκτελεστή. Μὲ τὶς στοργικές του νουθεσίες καὶ τὶς θερμές του παρακλήσεις τόσο ὁ πατέρας, ὅσο κι ἡ μητέρα του ἀσπάσθηκαν μὲ χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη τὴν καινούργια θρησκεία καὶ βαφτίστηκαν. Πόση χριστιανικὴ ἀγαλλίαση καὶ ἱκανοποίηση δοκίμασε ὁ νεαρὸς ἱεραπόστολος τὴν ἥμερα ἐκείνη! Τὴν ἥμερα ποὺ οἱ γονεῖς του φόρεσαν τὸν λευκό τοῦ βαπτίσματος χιτώνα.
Καλότυχοι γονεῖς. Εὐτυχισμένος γιός!
Μὲ τὶς ὑπεράνθρωπες προσπάθειες τοῦ Ἁγίου τὸ μικρὸ ποίμνιο ποὺ σχηματίστηκε στὴν ἀρχὴ γύρω του, μεγάλωνε μέρα μὲ τὴν ἡμέρα, ὥστε σὲ λίγο καιρὸ ἡ πόλη τῆς Ταμασοῦ νὰ γίνει ἕνα περίλαμπρο χριστιανικὸ κέντρο. Στὴν αὔξηση αὐτὴ μαζὶ μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὸν φλογερὸ ζῆλο του, πολὺ συνέβαλε καὶ τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα μὲ τὸ ὁποῖο πλούσια τὸν χαρίτωσε ὁ Κύριος.
Πολλά, πάρα πολλὰ θαύματα ἀναφέρονται στὸν Ἅγιο καὶ παλαιά, μὰ καὶ στὴν ἐποχή μας. Θὰ σημειώσουμε ἐδῶ μερικά.
Μιὰ μέρα, ἕνα φίδι φαρμακερὸ (κουφή) δάγκασε τὸ μονάκριβο παιδὶ κάποιας γυναίκας ποὺ ἦταν συγγενὴς τῆς συζύγου τοῦ κοινοτάρχη τῆς Ταμασοῦ, τῆς Μακεδονίας, τὴν ὁποία οἱ ἅγιοι ἔσωσαν νωρίτερα ἀπὸ βέβαιο θάνατο. Ἡ Τροφίμη – ἔτσι λεγόταν ἡ μητέρα – μαζὶ μὲ μερικοὺς ἄλλους φανεροὺς πιστοὺς ἔτρεξαν καὶ κάλεσαν τοὺς δυὸ Ἁγίους στὸ σπίτι ποὺ ἦταν τὸ παιδί. Οἱ Ἅγιοι μὲ προθυμία ἔσπευσαν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὴν παράκληση. Σὰν ἔφθασαν, ὁ Ὅσιος Ἠρακλείδιος γονάτισε μπροστὰ στὸ ἄτυχο παιδὶ καὶ σήκωσε τὰ χέρια.
Τὴν στιγμὴ ποὺ μὲ κατάνυξη προσευχόταν καὶ ζητοῦσε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ ἀναστήσει τὸ νεκρὸ παιδί, ἡ μητέρα ἔξαλλη ἀπ’ τὴν λύπη κτύπησε τὸ κεφάλι στὸν τοῖχο καὶ ἔπεσε καὶ αὐτὴ κάτω νεκρή.
Ὁ Ὅσιος χωρὶς νὰ ταραχθεῖ, συνέχισε τὴν προσευχή του. Σὰν τέλειωσε, ἔκαμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ πάνω στὸ παιδί, τὸ πῆρε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸ τράβηξε. Ὁ Ἀέτιος — αὐτὸ ἦταν τὸ ὄνομά του – ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ σηκώθηκε σὰν νὰ ξυπνοῦσε ἀπὸ βαρὺ ὕπνο. Τὴν ἴδια στιγμὴ ὁ Ὅσιος Μνάσων ἀνέστησε καὶ τὴν Τροφίμη, τὴ νεκρὴ μητέρα καὶ τῆς παρέδωσε τὸ παιδί της.
Οἱ παρευρισκόμενοι ξέσπασαν σὲ οὐρανομήκεις δοξολογίες. Ἀμέσως ἡ Τροφίμη, ἀφοῦ ντύθηκε τὴν πιὸ καλή της φορεσιὰ καὶ ἕντυσε λαμπρὰ καὶ τὸ παιδί της, ξεχύθηκε μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους, τὴν συγγενή της Μακεδονία καὶ τὸ πλῆθος στὸν δρόμο καὶ φώναξε μὲ πίστη καὶ παλμό:
- Πιστεύω στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ κηρύττουν ὁ Ἠρακλείδιος καὶ ὁ Μνάσων.
Μὲ συγκίνηση ἡ πομπὴ προχώρησε στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ κι ἐκεῖ τετρακόσια νέα πρόσωπα, ἄνδρες καὶ γυναῖκες βαπτίσθηκαν καὶ ἔγιναν χριστιανοί.
Ἄλλη φορά, ἐνῶ ὁ Ἠρακλείδιος καὶ ὁ Μνάσων ἱερουργοῦσαν στὸ ναὸ καὶ τὰ πλήθη τῶν πιστῶν ἔψαλλαν μὲ κατάνυξη τοὺς ἱεροὺς ὕμνους, ἕνας δαιμονισμένος ἀπὸ τὰ Πέρα, ποὺ ὑπέφερε ἀπὸ πνεῦμα πονηρό, ποὺ τὸν βασάνιζε γιὰ καιρό, μπῆκε στὴν ἐκκλησία, ὄρμισε πάνω στὸν Ἠρακλείδιο καὶ τοῦ ξέσχισε τὸ ἔνδυμα. Ἀμέσως ὅμως γιατρεύτηκε καὶ ἄρχισε νὰ δοξάζει τὸν Θεό. Στὸ ἄκουσμα τοῦ Θαύματος, πλήθη λαοῦ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες ἔφεραν στοὺς Ἁγίους διάφορους ἀρρώστους, καὶ αὐτοὶ τοὺς γιάτρεψαν καὶ ὑστέρα τοὺς βάπτισαν.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ὁ Ἅγιος θεράπευσε ἕναν τυφλὸ καὶ ἕναν κουτσὸ καὶ ἔκανε καλὰ ἕναν παράλυτο. Ἐπίσης ἔγινε αἰτία νὰ πιστέψει ἕνας ἄγαλματοποιὸς καὶ νὰ βαπτισθεῖ μὲ τὰ τρία παιδιά του καὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους.
Τὸ εὐεργετικὸ ἔργο τῶν Ἁγίων στὴν πόλη τῆς Ταμασοῦ ἦρθε νὰ διακόψει αὐτὸ τὸν καιρὸ μία ἐπιστολὴ ἀπὸ μέρους τῶν δυὸ Ἀποστόλων, τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Βαρνάβα. Τὴν ἔφερε ἀπὸ τὴν Πάφο κάποιος Νικόλαος. Στὸ «γράμμα» αὐτὸ οἱ Ἀπόστολοι ἔγραψαν στὸν Ἠρακλείδιο ὅσα τοὺς συνέβησαν ἐκεῖ, καὶ τοῦ ζητοῦσαν νὰ σπεύσει νὰ τοὺς συναντήσει καὶ νὰ βοηθήσει καὶ αὐτὸς στὸ κήρυγμα. Ὁ Ὅσιος ἀφοῦ ἀνήγγειλε στὰ πνευματικά του παιδιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς ἐπιστολῆς καὶ ζήτησε ἀπὸ αὐτὰ τὶς προσευχές τους, τέλεσε τὸ Μυστήριό τῆς Θείας Εὐχαριστίας, χειροτόνησε τὸν γιὸ τῆς Μακεδονίας, Γρηγόριο, σὲ πρεσβύτερο καὶ τοῦ ἀνέθεσε νὰ κατηχεῖ τὸν λαό, καὶ ξεκίνησε νὰ ἐκπληρώσει τὴν ἀποστολικὴ ἐντολή. Μαζί του πῆρε τὸν Μνάσωνα καὶ κάποιον ἄλλο, τὸν Ροδώνα.
Στὸν δρόμο πρὸς τὴν Πάφο, ἐκεῖ στὸ χωριὸ Ἀνώγυρα, ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος ἔκαμε καλὰ ἕναν τυφλό, ἀφοῦ τοῦ ἄγγιξε τὰ μάτια καὶ ἐπικαλέσθηκε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτός, γεμάτος εὐγνωμοσύνη, ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ θεραπευτῆ του κι ἄρχισε νὰ φωνάζει:
— Σ’ εὐχαριστῶ, καλέ μου ἄνθρωπε. Σ’ εὐχαριστῶ, καὶ πιστεύω μὲ τὴν καρδιὰ τὸν Θεό, ποὺ κηρύττεις.
Στὸ ἄκουσμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ μαζεύτηκαν πολλοὶ ἀπὸ τὰ γύρω χωριά, γιὰ νὰ δοῦν καὶ τὸν θεραπευθέντα καὶ νὰ γνωρίσουν καὶ τοὺς ξένους. Στὸ ἀντίκρισμα τοῦ τυφλοῦ ποὺ ξανάβλεπε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ τῶν ὁσίων μὲ ἔκσταση, ἄρχισαν κι αὐτοὶ νὰ φωνάζουν: Ἐλέησέ μας, Κύριε. Ἐλέησέ μας, σὲ παρακαλοῦμε, τοὺς δούλους σου.
Οἱ Ἅγιοι μίλησαν καὶ σ’ αὐτοὺς γιὰ τὸν Ἰησοῦ καὶ τὴν σωτηρία ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο καὶ στὸ τέλος βάπτισαν περὶ τοὺς δεκαπέντε ἄνδρες. Ἕνας μάλιστα ἀπὸ τοὺς νεοφώτιστους, ποὺ εἶχε καὶ τὸ χέρι του ἀκίνητο, σὰν ξεραμένο θεραπεύθηκε μὲ τὸ βάπτισμα.
Οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδωλολατρῶν ποὺ ἄκουσαν καὶ εἶδαν ὅσα ἔγιναν, ξεσήκωσαν τὰ πλήθη ἐνάντια στοὺς Ἁγίους καὶ ἔτσι αὐτοὶ ἔφυγαν τὸ ταχύτερο γιὰ τὴν Πάφο. Ἀφοῦ γιὰ ἕνα διάστημα συνέδραμαν τὸ ἔργο τῶν ἀποστόλων, ξαναγύρισαν στὴν Ταμασὸ περνώντας ἀπὸ τὸ Κούριο, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ σημερινὸ χωριὸ Ἐπισκοπή. Στὴν ἐπιστροφή τους, μετὰ τὸ Κούριο, γιάτρεψαν μία δαιμονισμένη ποὺ ἔτρεχε ξωπίσω τους καὶ τοὺς φώναζε.
Ὁ Ἠρακλείδιος τὴν σφράγισε τρεῖς φορὲς μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ἀμέσως τὸ δαιμόνιο ἔφυγε ἀπὸ τὸ δυστυχισμένο πλάσμα, ποὺ Θεραπεύθηκε καὶ δόξαζε τὸν Θεό.
Οἱ ζηλωτὲς Ἱεραπόστολοι μὲ τὴν καρδιὰ πλημμυρισμένη ἀπὸ χαρὰ συνέχισαν τὸν δρόμο τους. Ὅταν ἔφτασαν ἐκεῖ στὸ χωριὸ Μελίνη, ἔμαθαν ὅτι ἡ ἀδελφή τοῦ Ἠρακλειδίου ἡ Ἠρακλειδιανή, εἶχε ἀφήσει τὸν κόσμο αὐτὸ ἀπὸ μέρες καὶ εἶχε πετάξει στὸν οὐρανό. Οἱ Ἅγιοι τάχυναν τὸ βῆμα πρὸς τὴν Ταμασὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πρὸς τὸ βουνὸ Κορώνη, ὅπου εἶχε ταφεῖ ἡ Ὁσία. Μπροστὰ στὸν τάφο της σταμάτησαν, ἔψαλαν μερικοὺς νεκρώσιμους ὕμνους καὶ ὕστερα πῆγαν στὴν ἐκκλησία, ὅπου ὁ Ἅγιος μίλησε στὰ πλήθη, λόγους παρηγοριᾶς καὶ πνευματικῆς οἰκοδομῆς.
Δέκα μέρες μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ὁσίων στὴν Ταμασό, κάποιος εἰδωλολάτρης ἀπὸ τὴ Λαμπαδιστὸ ἢ Λαμπαδού, ποὺ εἶχε τὸ ὄνομα Τιμόθεος, παρουσιάσθηκε στὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο καὶ τοῦ εἶπε, πὼς πρὸ καιροῦ εἶχε ἐμπιστευθεῖ στὴν ἀδελφή του Ἠρακλειδιανὴ ἕνα ποσὸ χρημάτων, γιὰ νὰ τὸ φυλάξει. Ὁ Ἅγιος, στὴν παράκληση τοῦ Τιμοθέου νὰ τοῦ ἐπιστραφοῦν τὰ χρήματα, διέταξε νὰ δώσουν σ’ αὐτὸν νὰ φάγει καὶ ὑστέρα σηκώθηκε καὶ τράβηξε στὸν τάφο. Ξωπίσω του ἀκολούθησαν ὁ Μνάσων καὶ μερικοὶ ἄλλοι. Ὅταν ὁ Ἠρακλείδιος ἔφθασε ἐκεῖ, γονάτισε καὶ μὲ στοργὴ κάλεσε τὴν ἀδελφή του καὶ τῆς εἶπε γλυκά:
— Ἀδελφή μου ἀγαπημένη! Ξύπνα, σὲ παρακαλῶ, καὶ πές μου, ποῦ ἔβαλες τὰ χρήματα τοῦ Τιμοθέου;
- Τὰ χρήματα, πατέρα καὶ ἀδελφέ μου, ἀπήντησε ἡ νεκρή, θὰ τὰ βρεῖτε κάτω ἀπὸ μία πέτρα στὸ πάτωμα τοῦ κρεβατιοῦ.
— Κοιμήσου ἐν εἰρήνῃ, ἀδελφή μου, πρόσθεσε ὁ ἅγιος ἐπίσκοπος.
Τὰ χρήματα βρέθηκαν καὶ δόθηκαν στὸν Τιμόθεο, ποὺ ἀπὸ τὴν στιγμὴ ἐκείνη πίστεψε στὸν Χριστό, κατηχήθηκε καὶ δέχθηκε τὸ Ἅγιο Βάπτισμα.
Θὰ χρειαζόταν νὰ προστεθοῦν πολλὲς σελίδες ἀκόμη γιὰ νὰ καταγράψουν τοῦ Ἁγίου τὰ θαύματα. Τοῦτο ὅμως θὰ μάκραινε πολὺ τὸν λόγο, πράγμα ποὺ δὲν θέλουμε. Τὰ λίγα ποὺ ἀναφέρθηκαν εἶναι ἀρκετά, γιὰ νὰ δεῖ ὁ καθένας πόσο πλούσια ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ χαρίτωσε τὸν ἅγιο καὶ μάρτυρα ἐπίσκοπο.
Εἴπαμε τὸν ἅγιο μάρτυρα, γιατί ἡ θεμελίωση καὶ αὔξηση τῆς νέας θρησκείας στὴν πολυάνθρωπο πόλη ἐξήγειρε τὸ μίσος τῶν εἰδωλολατρῶν ἐνάντια στοὺς πρωτεργάτες. Κάποια μέρα ἐνῶ ὁ γηραιὸς ἐπίσκοπος βρισκόταν στὸ σπήλαιό του, ἄρρωστος μὲ πυρετό, μανιασμένοι εἰδωλολάτρες ὄρμισαν στὸ σπήλαιο, ἅρπαξαν τὸν Ὅσιο καὶ τὸν ἔσυραν στὴν πλατεία τῆς Ταμασοῦ. Ἐκεῖ, ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τὸν σκότωσαν μὲ τὸ ξίφος. Ὁ Ἅγιος πέθανε προσευχόμενος γιὰ τοὺς δημίους του. Ὁ θάνατός του ὅμως δὲν κόρεσε τὴν μανία τοῦ ὄχλου, ποὺ ἔσπευσε νὰ φέρει ξύλα, νὰ ἀνάψει φωτιά, καὶ νὰ ρίξει μέσα τὸ ἅγιο σκήνωμα, γιὰ νὰ τὸ κάψει. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη τὸ πλῆθος τῶν χριστιανῶν δὲν κρατήθηκε.
Μὲ τὸν Μνάσωνα μπροστὰ ὤρμησε, διάλυσε τοὺς εἰδωλολάτρες, ἔσβησε τὴν φωτιά, καὶ ἀφοῦ μάζεψε μὲ εὐλάβεια τὸ ἅγιο λείψανο, τὸ πῆρε καὶ τὸ ἔθαψε μέσα στὴν ὑπόγεια σπηλιὰ μὲ δάκρυα στοργῆς κι εὐγνωμοσύνης. Τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, ὅταν ἦταν στὴ ζωή, συνεχίστηκαν καὶ μετὰ τὸν θάνατό του, καὶ συνεχίζονται καὶ σήμερα. «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ».
Ἡ θρησκεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἠρακλειδίου καὶ τὸν ζῆλο του, μὰ καὶ τὶς ὑπεράνθρωπες προσπάθειες μιᾶς μικρῆς ὁμάδας ἀνθρώπων σκόρπισε τὸ φῶς τῆς νέας ζωῆς σ’ ὅλη τὴν πολυάνθρωπη πόλη, καὶ ἀναγέννησε μυριάδες ψυχές. Ἀξίζει νὰ σημειωθοῦν ἐδῶ μερικὰ ὀνόματα τῆς Ἱεραποστολικῆς αὐτῆς ὁμάδας: Ἠρακλείδιος, Μνάσων, Ρόδων, Θεόδωρος, Προκλιανῆ διακόνισσα, Γρηγόριος, Μακεδόνιος, Μακεδονία, Ἠρακλειδιανή.
Τὰ ὀνόματα αὐτὰ ἀντιπροσωπεύουν μερικὲς ἀπὸ τὶς ἅγιες μορφὲς ποὺ ἐργάστηκαν μὲ πίστη φλογερὴ καὶ αὐταπάρνηση γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τοῦ τόπου μας. Πόσα δὲν χρωστᾶμε σ' αὐτούς! Ἀλήθεια! Πόσα;
Ἀλλὰ καὶ ποιὰ καλύτερα παραδείγματα καὶ πρόσωπα μποροῦμε, ὅσοι πονοῦμε εἰλικρινὰ τὸν τόπο αὐτό, νὰ προβάλουμε καὶ σήμερα στὴ νεολαία μας ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς αὐτοὺς ἀγωνιστὲς τῆς πίστεως, τοὺς ἀγωνιστές ποὺ μέσα σ’ ἕναν κόσμο σάπιο ἀπ’ τὴν εἰδωλολατρία ὕψωσαν τὸ ἀνάστημά τους «ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταὶς ὀπαὶς τῆς γῆς» (Ἑβρ. ια’ 37 – 38) καὶ ἀγωνίσθηκαν καὶ ἔδωσαν τὰ πάντα γιὰ τὸ εὐγενέστερο ἰδανικό, γιὰ τὴν θρησκεία τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ Ἀναστάντος Χριστοῦ. Ἀξίζει στοὺς νέους νὰ ἀγωνίζονται καὶ νὰ πεθαίνουν γιὰ τὰ ἰδανικά τους. Καὶ ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος νέος ἔδωκε στὸν Χριστὸ τὴν καρδιά του, τὴν ὑγεία του, τὴν ζωή του. Οἱ αἰῶνες θὰ ξεθωριάζουν μέσα στὸν χρόνο. Ἕνα ὅμως θὰ μένει ἄφθαρτο κι ἀνέγγιχτο ἀπὸ τὴν καταλύτρια δύναμη τῶν καιρῶν. Τὸ ὄνομα ἐκείνων ποὺ ὑπέταξαν τὴν ζωή τους στὸν Χριστὸ καὶ ταύτισαν τὸ θέλημά τους μὲ τὸ δικό Του.
Ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος εἶναι ἕνας ἀπ' αὐτούς.
Ἂς μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά του.
Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ καλύτερος τρόπος νὰ δείξουμε σ’ αὐτὸν τὸν σεβασμό μας καὶ τὴ γνήσια ἀγάπη μας.
Γύρω στὰ 400 μ.Χ. πάνω ἀπὸ τὸ ὑπόγειο σπήλαιο, ποὺ περικλείει τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου κτίστηκε ἡ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου. Ἡ μονὴ αὐτὴ ἀνακαινίστηκε τὰ τελευταῖα χρόνια καὶ ἔγινε γυναικεία. Στὸν ναὸ, κάθε Κυριακη καὶ γιορτὴ, πλήθη εὐλαβῶν χριστιανῶν συνέρχονται ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη τῆς νήσου, γιὰ νὰ παρακολουθήσουν τὴ Θεία Λειτουργία καὶ τὶς ἄλλες ἱερὲς ἀκολουθίες. Συγχρόνως ὅμως καὶ νὰ προσκυνήσουν μ’ εὐλάβεια τὴν κάρα τοῦ Ἁγίου καὶ νὰ τονωθοῦν ψυχικά.
Εἴθε ἡ χάρη του νὰ σκέπει καὶ νὰ φυλάει πάντα τὸ μαρτυρικὸ νησί μας κι ὅλους μας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν ποίμνην ἐποίμανας, τὴν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καὶ θείων, μακάριε, ναμάτων πάντων ψυχᾶς πλουσίως κατήρδευσος· ὅθεν τῶν σὲ τιμώντων ὁ χορὸς ἀναμέλπει, ὕμνους σοὶ καὶ γεραίρει, τὴν ἁγίαν σου μνήμην ἱκέτευε οὒν ἀεὶ ὑπὲρ ἡμῶν, ἱεράρχα Ἠρακλείδιε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Ποίημα τοῦ Μακ. Ἀρχ. Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου.
Μέγαν εὔρατο τῶν Ταμασέων, πόλις κήρυκα καὶ ποιμενάρχην, τῆς ἐκκλησίας Χριστοῦ καὶ διδάσκαλον. Τῶν γὰρ εἰδώλων τὴν πλάνην κατήργησας, φῶς ἀληθείας κηρύξας τοὶς ἔθνεσιν. Ὅθεν, ἅγιε ἱεράρχα Ἠρακλείδιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ὁ Θαυματουργός ὁ ἐν Κύπρῳ
Τὸ ὄνομά του κατέχει ξεχωριστὴ θέση στὶς καρδιὲς τῶν χριστιανῶν τῆς νήσου μας.
Τὰ πολλὰ καὶ διάφορα θαύματά του ἀναφέρονται ἀπ’ ὅλους μὲ βαθὺ σεβασμό.
Γιὰ τὴν ζωή του ὅμως λίγα, πολὺ λίγα, γνωρίζουμε. Ἀπὸ τὴν φυλλάδα του μανθάνουμε, πὼς ἔζησε στὰ χρόνια τῶν Κομνηνῶν τὸν 12ο αἰώνα.
Ἐπίσης ὅτι ἦταν καὶ αὐτὸς ἕνας ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους Ἕλληνες ποὺ ὑπηρετοῦσαν ὡς μισθοφόροι στὴ Γερμανία καὶ ἔλαβαν μέρος στὴν δεύτερη σταυροφορία, ποὺ κίνησε ἀπὸ τὴν Δύση, γιὰ νὰ ἐλευθερώσει δῆθεν τοὺς Ἁγίους Τόπους ἀπὸ τὰ χέρια τῶν μουσουλμάνων.
Σὰν τέλειωσε ἡ ἐκστρατεία, τριακόσιοι ἀπὸ αὐτοὺς ἀποσύρθηκαν στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη.
Πόθος καὶ παλμὸς καὶ ἀγώνας τους ἕνας: Νὰ ἀφιερωθοῦν στὸν Θεό.
Γι’ αὐτὸ ζητοῦσαν κάποιο μέρος μακριὰ ἀπὸ τὸν θόρυβο τοῦ κόσμου μὲ τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς καὶ τὶς τόσες παγίδες τοῦ Σατανᾶ, γιὰ νὰ περάσουν τὴ ζωή τους ἥσυχα μὲ τὴν καρδιὰ καὶ τὴ σκέψη δοσμένα στὸν Θεό.
Στὸν τόπο ὅμως ἐκεῖνο ὁ πόθος τους ὁ ἱερὸς συνήντησε ἐμπόδιο ἀπροσπέλαστο τὸν παράλογο θρησκευτικὸ φανατισμὸ τῶν Λατίνων, οἱ ὁποῖοι καθημερινὰ δημιουργοῦσαν πολλὰ ἐπεισόδια καὶ ταλαιπωρίες στοὺς ὀρθοδόξους ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ. Ἡ συνεχὴς αὐτὴ δοκιμασία καὶ δίκαιη ἀγανάκτηση, ποὺ πλημμύριζε τὶς καρδιές τους γιὰ τὴν βάναυση καὶ ἀδικαιολόγητη τούτη συμπεριφορά τους εἰς βάρος ἀδελφῶν χριστιανῶν, συμπεριφορὰ ποὺ ἐκδηλωνόταν στὸ ὄνομα τοῦ Διδασκάλου τῆς ἀγάπης, τοὺς ἀνάγκασε νὰ σηκωθοῦν νὰ φύγουν. Μιὰ μέρα συγκεντρώθηκαν ὅλοι μαζὶ στὴν παραλία.
Ἐκεῖ βρῆκαν ἕνα πλοῖο, καὶ ἐπιβιβάστηκαν σ’ αὐτὸ μὲ σκοπὸ τὴν ἐπιστροφὴ στὴν πατρίδα τους. Δυνατὴ ὅμως τρικυμία, καὶ ἴσως καὶ ναυάγιο, τοὺς ἔφερε στὰ δυτικὰ παράλια τῆς Κύπρου, στὴν περιοχὴ τῆς Πάφου.
Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀφοῦ χωρίστηκαν σὲ ὁμάδες, διασκορπίσθηκαν σ’ ὅλο τὸ νησὶ καὶ ἐγκαταστάθηκαν μόνιμα σ’ αὐτό.
Ἐδῶ παρέμειναν καὶ ἀσκήτεψαν σὲ διάφορα μέρη.
Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Χριστοῦ ποὺ τὴν εἶχαν χάρη στὴ μεγάλη τους πίστη, προώδευσαν πολὺ στὴν ἀρετὴ καὶ ἀξιώθηκαν νὰ κάμνουν καὶ θαύματα. Νὰ θεραπεύουν δηλαδὴ ὅλων τῶν εἰδῶν τὶς ἀρρώστιες ὄχι μονάχα ὅσο καιρὸ ἦσαν στὴν ζωή, ἄλλα καὶ ὕστερα ἀπὸ τὸν θάνατό τους. Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς τριακόσιους ἀγωνιστὲς τοῦ καλοῦ καὶ ἐργάτης τῆς ἀρετῆς ὑπῆρξε καὶ ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος.
Μετὰ τὸν ἀποχωρισμό του ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ὁ μακάριος αὐτὸς ἀθλητὴς προχώρησε καὶ πῆγε καὶ κατοίκησε κοντὰ στὴν Περιστερωνοπηγὴ τῆς Ἀμμοχώστου, ὅπου γρήγορα διακρίθηκε γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἁγιότητά του. Κάτω ἀπὸ τὴν ὁμώνυμη Ἐκκλησία του ὑπάρχει καὶ σήμερα ἕνας ὑπόγειος χῶρος, ἕνα σπήλαιο, στὸ ὁποῖο συνήθως καταβαίνουν οἱ ἄρρωστοι, γιὰ νὰ βροῦν τὴν θεραπεία τους.
Στὸν χῶρο αὐτὸ διέμενε ὁ Ἅγιος. Ὑπὸ τὴν γῆν. «Ἐν ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς». Μήπως τὴν εὐλάβεια καὶ τὴν ὅλη ἀρετὴ τῶν χριστιανῶν τῶν χρόνων αὐτῶν θὰ πρέπει νὰ τὴν ἀναζητήσουμε καὶ σὲ τοῦτο τὸν παράγοντα; Ὅσο καιρὸ ἡ Ἐκκλησία διωκόμενη ζοῦσε κάτω ἀπ’ τὴν γῆ, μέσα στὶς τρύπες καὶ τὶς κατακόμβες, τὰ μέλη της εἶχαν καὶ ζῆλο καὶ εὐσέβεια καὶ βάθος πνευματικό.
Ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ τὶς τρύπες ἀντικατέστησαν οἱ περικαλλεὶς ναοὶ μὲ τὶς ἀνέσεις τους, τὸ πνευματικὸ βάθος καὶ ἡ ἀληθινὴ θρησκευτικότητα λιγόστεψαν, ἔγιναν σπάνια εἴδη, ἐξανεμίσθηκαν. Ἂς μὴ φοβίζουν, λοιπὸν τοὺς χριστιανοὺς οἱ διωγμοὶ καὶ οἱ παρεμβαλλόμενες ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου δυσκολίες στὴν ἐκτέλεση τῶν θρησκευτικῶν τους καθηκόντων.
Ἀντίθετα. Αὐτὰ πρέπει νὰ τοὺς δυναμώνουν καὶ νὰ τοὺς ἐνθουσιάζουν. Βαθιὲς ρίζες στὴν γῆ ρίχνουν μόνο τὰ δέντρα ἐκεῖνα, ποὺ τὰ κτυποῦν δυνατὰ οἱ ἄνεμοι. Καὶ οἱ χριστιανοὶ ποὺ δοκιμάζονται, ἂς εἶναι ἕτοιμοι νὰ φωνάξουν μαζὶ μὲ τὸν πνευματοκίνητο τῆς Ἐκκλησίας Πατέρα, τὸν Ἰωάννη τὸν Χρυσοστομο. «Πολλὰ τὰ κύματα καὶ χαλεπὸν τὸ κλυδώνιον ἀλλ’ οὗ δεδοίκαμεν μὴ καταποντισθῶμεν ἐπὶ γὰρ τῆς πέτρας ἐστήκαμεν. Μαινέσθω ἡ θάλασσα, πέτραν διαλύσαι οὗ δύναται· ἐγειρέσθω τὰ κύματα, τοῦ Ἰησοῦ τὸ πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει». Δηλαδὴ εἶναι πολλὰ τὰ κύματα καὶ τρομερὴ ἡ τρικυμία· ὅμως δὲν φοβόμαστε μήπως καταποντισθοῦμε.
Δὲν φοβόμαστε, γιατί στεκόμαστε ἐπάνω στὴν πέτρα. Ἂς μαίνεται ἡ θάλασσα. Τὴν πέτρα δὲν μπορεῖ νὰ τὴν διαλύσει. Ἂς σηκώνονται τὰ κύματα.
Τὸ πλοῖο τοῦ Ἰησοῦ δὲν θὰ δυνηθοῦν ποτὲ νὰ τὸ καταποντίσουν. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ μεγάλου Ἱεράρχη ἐπανέλαβαν κατὰ καιροὺς ὅλοι οἱ ἅγιοι καὶ συνεπεῖς ἀγωνιστὲς τῆς ἀρετῆς. Μὲ τὸ πνεῦμα τῶν λόγων αὐτῶν ἔζησε καὶ ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος.
Σ’ ἕνα σπήλαιο εἶχε τὴν κατοικία του. Σ’ ἕναν χῶρο ὑγρό, χωρὶς ἥλιο, χωρὶς φῶς. Ἡ ἁγία ψυχή του ὅμως καθαρμένη καὶ φωτεινὴ ἀπὸ τὴ σχέση της μὲ τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τὸν Χριστό, ἀνέβαινε καθημερινὰ σὲ ὕψη ἀρετῆς. Ἐδῶ εἶχε στημένο τὸν ἀργαλειό του στὸν ὁποῖο ὕφαινε σακιά, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ζεῖ καὶ νὰ βοηθᾶ ἀκόμη καὶ ἐκείνους ποὺ ζητοῦσαν τὴν συνδρομή του.
Τὸ σπήλαιο αὐτὸ μέσα στὸ ὁποῖο ἀσκήτεψε ὁ ὅσιος διατηρεῖται ὡς σήμερα. Ὁ ἐπισκέπτης ποὺ εἰσέρχεται καὶ στέκεται στὴν εἴσοδό του προχωρεῖ καὶ καταβαίνει σ’ αὐτὸ ἀπὸ ἐννιὰ σκαλοπάτια.
Τὸ σπήλαιο εἶναι σκαλισμένο σ’ ἕνα βράχο. Τὸ ἐσωτερικό του εἶναι στενόμακρο μὲ στέγη καμαρωτὴ καὶ στὸ μέσο στηρίζεται σὲ μία κολώνα, ποὺ ἔχει ὕψος δυὸ περίπου μέτρα.
Ἡ κολώνα πάλι στέκεται σ’ ἕνα κιονόκρανο Κορινθιακοῦ ρυθμοῦ. Στὸ κιονόκρανο πατοῦν συνήθως οἱ ἄρρωστοι, καὶ ἀφοῦ ἀγκαλιάσουν τὴν κολώνα, περιστρέφονται γύρω ἀπ’ αὐτὴν τρεῖς φορές, γιὰ νὰ γιατρευτοῦν ἀπὸ τοὺς πόνους καὶ τὶς νευραλγίες τους. Στὴ νότια πλευρὰ τοῦ σπηλαίου εἶναι μία μικρὴ πεζούλα καὶ κάτω ἀπὸ αὐτὴν ὁ τάφος τοῦ ἁγίου. Πάνω στὴν πεζούλα εἶναι τοποθετημένη μία εἰκόνα του καὶ δίπλα σ’ αὐτὴ εἶναι μερικὰ ξύλινα ἐργαλεῖα, σακκοράφια καὶ σαΐτες ὑφαντικῆς (μακούτζια), ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ μακάριος ἀσκητὴς γιὰ τὴ δουλειά του. Τὰ ἀντικείμενα αὐτὰ πολὺ τὰ σέβονται οἱ πιστοὶ καὶ σ’ αὐτὰ ἀποδίδουν θεραπευτικὲς Ἰδιότητες. Οἱ προσκυνητὲς ποὺ ἐπισκέπτονται τὸν Ἅγιο, παίρνουν μὲ σεβασμὸ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐργαλεῖα καὶ τὰ τρίβουν μ’ εὐλάβεια στὸ μέρος τοῦ σώματος ποὺ πονοῦν, καὶ ἐπικαλοῦνται τὴ βοήθειά του γιὰ νὰ θεραπευτοῦν ἀπὸ τοὺς πόνους τους, τὶς «τζεγκιές τους».
Τὰ σύνεργα αὐτὰ πολλὰ λένε καὶ σ’ ἐμᾶς. Δούλευαν οἱ ἅγιοι γιὰ νὰ ζήσουν. Δούλευαν διάφορες ἐργασίες. Καὶ ὅμως οἱ ἐργασίες τους αὐτὲς ποτὲ δὲν στάθηκαν ἐμπόδιο στὴν ἐκτέλεση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων καὶ τὴν σωτηρία τους. Τονίζουμε ἰδιαίτερα τὸ σημεῖο αὐτό, γιατί πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε πὼς τὸ ζήτημα τοῦτο δημιουργεῖ καὶ στὴν ἐποχή μας μεγάλη παρεξήγηση.
Πολλοὶ καὶ πολλές, γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴν θρησκευτική τους ἀδιαφορία, προβάλλουν σὰν αἰτία τὴν ἐργασία. Θέλουμε καὶ ἐμεῖς, λένε, νὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ ἐκτελέσουμε τὰ θρησκευτικά μας καθήκοντα. Μὰ δὲν βρίσκουμε καιρό. Μᾶς τρῶνε οἱ δουλειές. Ἔχουν δίκαιο; Ὄχι! Καμιὰ νόμιμη ἐργασία δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἐμπόδιο σὲ κάποιον ποὺ θέλει νὰ ζεῖ τὴν χριστιανικὴ ζωή.
Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ βεβαιώνει τὸ παράδειγμα τῶν μυριάδων ἐργατῶν τῆς ἀρετῆς.
Τὸ διακηρύττει ἀκόμη μὲ τὴν ζωή του καὶ ὁ Ἅγιος μας.
Ἔζησε μέσα σὲ μιὰ σπηλιὰ ἐργαζόμενος σκληρὰ καὶ καλλιεργώντας καθημερινὰ μὲ προσοχὴ καὶ φόβο Θεοῦ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν χριστιανικὴ μόρφωση τῆς ψυχῆς του ὡς τὶς τελευταῖες του στιγμές.
Πρὶν κλείσει τὰ μάτια κοινώνησε γιὰ τελευταία φορὰ τὰ ἄχραντα μυστήρια καὶ ἀφοῦ κάλεσε κοντὰ του τὰ πνευματικά του παιδιὰ καὶ συνέστησε σ’ ὅλους νὰ ἔχουν μεταξὺ τους ὁμόνοια καὶ ἀγάπη, ἀφῆκε τὴν ἁγία ψυχή του νὰ φτερουγίσει ἤρεμα γιὰ τὰ αἰθέρια παλάτια τ’ οὐρανοῦ. Ἔφυγε ἀνάλαφρα 17 τοῦ Σεπτέμβρη, γιὰ νὰ ξαποστάσει κοντὰ σ’ Ἐκεῖνον, ποὺ ἀγάπησε μὲ τὴν καρδιὰ του ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια.
Οἱ χριστιανοὶ τῶν γύρω χωριῶν μὲ βαθιὰ συγκίνηση πληροφορήθηκαν τὴν κοίμησή του. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἔτρεξαν κοντὰ στὸ τίμιο σκήνωμά του γιὰ νὰ τὸ προσκυνήσουν καὶ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του καὶ μὲ ὕμνους ἐξοδίους τὸ κήδευσαν. Καὶ ὁ Κύριος ποὺ ὑποσχέθηκε, πὼς «θὰ δοξάζει πάντα αὐτοὺς ποὺ τὸν ἐδόξασαν», δοξάζει καὶ τιμᾶ καὶ σήμερα τὴν μνήμη του ὄχι μόνο στὸν οὐρανό, ἀλλὰ καὶ ἐδῶ στὴν γῆ.
Πολλὰ καὶ ποικίλα θαύματα γίνονται κάθε χρόνο σὲ ὅσους μ’ εὐλάβεια καὶ πίστη καταφεύγουν στὴν μεσιτεία του, ποὺ δίνουν τὴν εὐκαιρία στὸν καθένα νὰ ὑμνήσει μὲ εὐφρόσυνη ψυχῆς τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ μὰ καὶ νὰ θαυμάσει τὴν ἀρετὴ τοῦ ἁγίου.
Μὲ αὐτοὺς ἂς ἑνωθοῦμε καὶ ἐμεῖς.
Ἂς ἑνωθοῦμε νοερὰ καὶ μὲ συντετριμμένη καὶ ταπεινωμένη καρδιὰ ἂς τοῦ ποῦμε:
Πανεύφημε Ἀναστάσιε, τῶν ἀσκητῶν ἐγκαλλώπισμα, Ἀγγέλων συνόμιλε, δικαίων ὁμόσκηνε καὶ ὁσίων, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, Θεοφόρε πατὴρ ἡμῶν Ἀναστάσιε. Νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, οὐράνια χαρίσματα λαβῶν, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ὁ Ἅγιος Εὐξίφιος
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον», ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἄλλου δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του.
Ἴσως συγχέεται μὲ τὸν Ἅγιο Αὐξίβιο (17 Φεβρουαρίου). (Ἐδῶ ὁρισμένοι Συναξαριστές, ἀναφέρουν μαζί του καὶ τὴν μνήμη τῶν 300 Ἀλαμανῶν Κυπρίων).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σελίδα 89 από 415