Ὁ Ὅσιος Θεοφύλακτος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Δ’ (775 – 780 μ.Χ.). Λόγω τῆς μεγάλης του παιδείας καὶ πρὸς συνέχιση τῶν σπουδῶν του ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου γρήγορα ἀπέκτησε φήμη σοφοῦ καὶ δημιούργησε φιλικὲς σχέσεις μὲ ἀνώτερους κρατικοὺς λειτουργοὺς καὶ ἀξιωματούχους, καθὼς καὶ μὲ τὸν μετέπειτα Πατριάρχη Ταράσιο, ποὺ ἦταν τότε πρωτοσηκρίτης.

‘Όταν τὸ ἔτος 784 μ.Χ. ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ὁ Ταράσιος, εἰς διαδοχὴ τοῦ Πατριάρχου Παύλου, ὁ Ὅσιος Θεοφύλακτος μαζὶ μέ τὸν Μιχαήλ, ποὺ ἀργότερα ἔγινε Ἐπίσκοπος Συνάδων, ἀπεστάλησαν ἀπὸ τὸν Ταράσιο σὲ κάποια μονὴ τοῦ Εὔξεινου Πόντου. Λίγο ἀργότερα, πιθανὸν περὶ τὸ ἔτος 800 μ.Χ., ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Νοκομήδειας. Ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ ὁ Ὅσιος Θεοφύλακτος διέπρεψε σὲ ἔργα ἐκκλησιαστικῆς φιλανθρωπίας καὶ κοινωνικῆς πρόνοιας. Ἀνήγειρε ναούς, τὸ μέγα νοσοκομεῖο τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, γηροκομεῖα, πτωχοκομεῖα καὶ δημιούργησε λογία γιὰ τὶς ἄπορες χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά. Μάλιστα δὲ ὁ ἴδιος διακονοῦσε καὶ περιποιόταν τοὺς πάσχοντες ἀδελφούς του.

Ὅταν πέθανε ὁ Πατριάρχης Ταράσιος, ἐξελέγη στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο ὁ Ἅγιος Νικηφόρος Α’ (806 – 815 μ.Χ.). Στὴ βασιλεία ὑπερίσχυσε ὁ Λέων Ε’ ὁ Ἀρμένιος (813 – 820 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος κινήθηκε κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων. Τότε παρέλαβε ὁ Ἅγιος Νικηφόρος τὸν Ὅσιο Θεοφύλακτο, τὸν Ἅγιο Αἰμιλιανὸ Κυζίκου, τὸν Ἅγιο Εὐθύμιο Σάρδεων, τὸν Εὐδόξιο Ἀμορίου, τὸν Ἅγιο Μιχαὴλ Συνάδων καὶ τὸν Ἅγιο Ἰωσὴφ Θεσσαλονίκης, ἀνέβηκε στὸ παλάτι καὶ ἔλεγξε μὲ εἰκονογραφικὰ χωρία τὸν αὐτοκράτορα γιὰ τὰ δυσσεβὴ διδάγματα καὶ τὴν εἰκονομαχική του διάθεση. Ἐπειδὴ ὁ αὐτοκράτορας ἔμενε ἀμετάπειστος, ὁ Ὅσιος Θεοφύλακτος ἔλαβε τὸν λόγο καὶ τοῦ εἶπε μὲ παρρησία: «Γνωρίζω ὅτι καταφρονεῖς τὴν ἀνοχὴ καὶ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ θὰ ἔλθει σὲ σένα ξαφνικὰ ὄλεθρος καὶ ἡ καταστροφὴ θὰ εἶναι ὅμοια μὲ καταιγίδα».

Ὁ αὐτοκράτορας ἐξαγριώθηκε καὶ τοὺς καταδίκασε ὅλους σὲ ἐξορία. Τὸν μὲν Πατριάρχη Νικηφόρο στὴ Χρυσούπολη, τοὺς ἄλλους Ἀρχιερεῖς σὲ διαφορετικὰ μέρη καὶ τὸν Ὅσιο Θεοφύλακτο στὸ Στρόβιλο, ὅπου ἐπὶ τριάντα ἔτη παρέμεινε μὲ καρτερία καὶ ἐκεῖ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 845 μ.Χ.

Μετὰ τὴν κατάπαυση τοῦ διωγμοῦ, ἐπὶ τῆς εὐσεβεστάτης βασιλίσσης Θεοδώρας (842 – 857 μ.Χ.) καὶ τοῦ Πατριάρχου Μεθοδίου (842 – 846 μ.Χ.), τὸ ἱερὸ σκήνωμα αὐτοῦ ἀνακομίσθηκε στὴ Νικομήδεια, τὸ ἔτος 846 μ.Χ. καὶ ἐναποτέθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε οἰκοδομήσει.

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἀποκαλεῖ τὸν Ὅσιο Θεοφύλακτο στῦλο ἀληθείας, Ὀρθοδοξίας ἑδραίωμα, φύλακα τῆς εὐσεβείας, στήριγμα τῆς Ἐκκλησίας.
Μικρὸς ναὸς τοῦ Ὁσίου Θεοφύλακτου ἀνεγέρθη στὸ παλάτι κατὰ τὸν 10ο αἰώνα μ.Χ. ἴσως ἐπὶ αὐτοκράτορα Ρωμανοὺ Α’ τοῦ Λεκαπηνοῦ (920 – 944 μ.Χ.), πατέρα τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Θεοφυλάκτου (931 – 956 μ.Χ.)

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Φύλαξ ἄγρυπνος, τῆς Ἐκκλησίας, καὶ καθαίρεσις, τῆς δυσσεβείας, Ἱεράρχα Θεοφύλακτε πέφηνας· τοῦ γὰρ Χριστοῦ τὴν Εἰκόνα σεβόμενος, ὑπερορίας καὶ θλίψεις ὑπέμεινας· Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς ἀρραγῆ, Ὀρθοδοξίας πρόμαχον, καὶ ἰσχυρόν, κακοδοξίας ἔλεγχον, εὐφημοῦμεν καὶ βοῶμέν σοι, Ἱερομύστα Θεοφύλακτε· Ἐκ πάσης ἐπηρείας διαφύλαττε, τοὺς πίστει ἑορτάζοντας τὴν μνήμην σου, πρεσβεύων σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὡς θησαυροφύλακι ἱερῷ, τῶν θεοτυπώτων, παραδόσεων καὶ θεσμῶν, χαῖρέ σοι βοῶμεν, ψυχῆς ἐν εὐφροσύνῃ, Πατέρων χαῖρε δόξα, ὦ Θεοφύλακτε.

Ὁ Ἅγιος Ἑρμῆς ὁ Ἀπόστολος 

Ὁ Ἀπόστολος Ἑρμῆς μνημονεύεται στὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Κατὰ τὴν παράδοση ἔγινε Ἐπίσκοπος Δαλματίας. Στὸ Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως καλεῖται Ἔρμυλος. Στὸν Παρισινὸ Κώδικα ἡ μνήμη αὐτοῦ ἀναφέρεται στὶς 8 Ἀπριλίου μετὰ τῶν Ἀποστόλων Ἀγάβου, Ἀσυγκρίτου, Ἐπαφρᾶ, Ἡρωδίωνος, Ρούφου καὶ Φλέγοντος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Κύριλλος, σύμφωνα μὲ τὸ Ρωμαϊκὸ Μαρτυρολόγιο, ἦταν Ἐπίσκοπος καὶ μαρτύρησε στὴν Ἀφρικὴ κατ’ ἄγνωστο χρόνο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Φηλικίτη, Ἑρένια, Ρογάτος, Φίλιξ, Ρογάτος, Βεάτος, Οὐρβανός, Σιλβάνος καὶ Μάμμιλος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μάρτυρες, ποὺ ἀναφέρονται στὸ Ρωμαϊκὸ Μαρτυρολόγιο, μαρτύρησαν κατ’ ἄγνωστο χρόνο στὴν Ἀφρική.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δίων ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Δίων τελειώθηκε διὰ μάχαιρας. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου Μάρτυρα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Δομέτιος  

Ὁ Ὅσιος Δομέτιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 363 μ.Χ. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ὁμολογητής 

Ὁ Ὅσιος Παῦλος ἔζησε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 8ου αἰώνα καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 9ου αἰώνα μ.Χ. καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Πλουσιάδος ἢ Προυσιάδος τῆς Βιθυνίας, τῆς καλουμένης πρὶν Κίερος.
Ὅταν ὁ Ὅσιος εἶδε τοὺς αἱρετικοὺς εἰκονομάχους νὰ μαίνονται κατὰ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἀνατρέπουν τὴν ὀρθὴ ἐκτέλεση τῶν θεσμῶν καὶ τὶς μορφὲς τῶν Ἁγίων, νὰ καταστρέφουν τὰ ἀνάγλυφα τῶν σεπτῶν εἰκόνων καὶ νὰ τὶς ἀπαλείφουν ἀπὸ τοὺς ἅγιους ναούς, νὰ ζωγραφίζουν ἀντὶ αὐτῶν μορφὲς θηρίων καὶ ὀρνέων καὶ ἑρπετῶν καὶ νὰ ἀνατρέπουν τὶς παραδόσεις τῶν θείων Πατέρων, ἀγωνίσθηκε μὲ ἱερὸ ζῆλο κατὰ τῆς αἱρέσεως καὶ ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἐπιλέγοντας καταπονήσεις ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων καὶ ὑπὲρ τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ μας καὶ τῆς Παναγίας μας, τῶν θείων στὴ μορφὴ Ἀγγέλων καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων. Γι’ αὐτὸ ἀφοῦ ὑπέμεινε πολλοὺς πειρασμοὺς γιὰ πολλὰ χρόνια καὶ ἀφοῦ μέχρι τέλους ἀγωνίσθηκε καλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Λάζαρος καὶ Ἀθανάσιος ἐκ Ρωσίας 

Οἱ Ὅσιοι Λάζαρος καὶ Ἀθανάσιος ἔζησαν μεταξὺ 14ου καὶ 15ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ ἀσκήτεψαν στὴν περιοχὴ Μούρμανκ. Κοιμήθηκαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Σημείου ἐν Κοὺρσκ τῆς Ρωσίας 

Πρόκειται γιὰ ἀντίγραφο τῆς εἰκόνας τῆς Θεοτόκου τοῦ Σημείου στὸ Κοὺρκ τῆς Ρωσίας. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

῞Οταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ,  καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων,

Καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. Τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με,  ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

 

 

Ὀνομάζεται Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω γιατί στὴ διάρκεια τῆς ἑβδομάδας ποὺ ἀκολουθεῖ ἀρχίζει μιὰ περιορισμένη νηστεία –«ἀποχὴ κρέατος»- ὅπως παραγγέλουν τὰ λειτουργικὰ βιβλία. Ἡ Ἐκκλησία ἀρχίζει νὰ μᾶς «προσαρμόζει» στὴ μεγάλη προσπάθεια ποὺ θὰ ἀπαιτήσει ἀπὸ ἐμᾶς ἑπτὰ μέρες ἀργότερα. Σταδιακὰ μᾶς βάζει στὸ μεγάλο ἀγώνα, γιατί γνωρίζει τὴν εὐπάθειά μας καὶ προβλέπει τὴ πνευματική μας ἀδυναμία.

Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς μέρας εἶναι ἡ παραβολὴ τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴν Τελευταῖα Κρίση (Ματθ. 25, 31-46).

Ὅταν ὁ Χριστὸς θὰ ἔρθει νὰ μᾶς κρίνει ποιὸ θὰ εἶναι τὸ κριτήριό Του; Ἡ παραβολὴ μᾶς δίνει τὴν ἀπάντηση: ἡ ἀγάπη. Ὄχι ἕνα ἁπλὸ ἀνθρωπιστικὸ ἐνδιαφέρον, ἀλλὰ ἡ συγκεκριμένη καὶ προσωπικὴ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο, γιὰ κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς μὲ φέρνει σὲ ἐπαφὴ στὴ ζωή μου.

Ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη εἶναι ἡ «δυνατὴ ἀδυνατότητα» νὰ βλέπω τὸ Χριστὸ στὸ πρόσωπο κάθε ἀνθρώπου, ὁποιοσδήποτε κι ἂν εἶναι αὐτός, καὶ τὸν ὁποῖο ὁ Θεός, μέσα στὸ αἰώνιο καὶ μυστηριῶδες σχέδιό Του, ἔχει ἀποφασίσει νὰ φέρει στὴ ζωή μου ἔστω καὶ γιὰ λίγες στιγμές. Νὰ τὸν φέρει κοντά μου ὄχι σὰν μιὰ εὐκαιρία γιὰ «καλή πράξη» ἢ γιὰ ἐξάσκηση τῆς φιλανθρωπίας μου, ἀλλὰ σὰν ἀρχὴ μιᾶς ἀδιάκοπης συντροφιᾶς μέσα στὸν ἴδιο τὸ Θεό.
Ἡ ἀγάπη ξεπερνάει στὸν «ἄλλο» τὴν ἐξωτερική του ἐμφάνιση, τὴν κοινωνική του θέση, τὴν ἐθνική του καταγωγή, τὴν διανοητική του ἱκανότητα καὶ φθάνει στὴν ψυχή του, τὸ ἀληθινὸ κομμάτι τοῦ Θεοῦ μέσα του. Εἶναι ἡ ὑπέροχη ἀνακάλυψη τοῦ «προσώπου» στὸν «ἄνθρωπο», ἡ ἀνακάλυψη τοῦ συγκεκριμένου καὶ μοναδικοῦ προσώπου μέσα στὸ σύνολο γενικά.
Ἡ πραγματικὴ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νὰ ὑπενθυμίζει στὸν ἄνθρωπο τὴν προσωπική του ἀγάπη. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀνάγκη ἀπ' αὐτὴ τὴ προσωπικὴ ἀγάπη, νὰ τοὺς ἀναγνωρίζεται ἡ μοναδικότητα τῆς ψυχῆς τους στὴν ὁποία ἀντανακλᾶται ὅλη ἡ ὀμορφιὰ τῆς δημιουργίας μ' ἕνα ξεχωριστὸ τρόπο. Ξέρουμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι βρίσκονται στὴ «φυλακή», εἶναι «πεινῶντες καὶ διψῶντες» ἀκριβῶς γιατί τοὺς λείπει αὐτὴ ἡ προσωπικὴ ἀγάπη. Τέλος ξέρουμε ὅτι εἴτε ἀγαπήσαμε εἴτε ἀρνηθήκαμε τὴν ἀγάπη, πρόκειται νὰ κριθοῦμε, γιατί «ἐφ' ὅσον ἐποιήσατε ἐνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25)

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.

Ὁ βάθει σοφίας φιλανθρώπως πάντα οἰκονομῶν, καὶ τὸ συμφέρον πᾶσιν ἀπονέμων, μόνε Δημιουργέ, ἀνάπαυσον Κύριε τὰς ψυχὰς τῶν δούλων σου· ἐν σοὶ γὰρ τὴν ἐλπίδα ἀνέθεντο, τῷ Ποιητῇ καὶ πλάστῃ καὶ Θεῷ ἡμῶν.

 

Θεοτόκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Σὲ καὶ τεῖχος καὶ λιμένα ἔχομεν, καὶ πρέσβυν εὐπρόσδεκτον, πρὸς ὃν ἔτεκες Θεόν, Θεοτόκε Ἀνύμφευτε, τῶν πιστῶν ἡ σωτηρία.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.

Μετὰ τῶν Ἁγίων ἀνάπαυσον Χριστέ, τὰς ψυχὰς τῶν δούλων σου, ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος α’.
Ὅταν ἔλθῃς ὁ Θεός, ἐπὶ γῆς μετὰ δόξης, καὶ τρέμωσι τὰ σύμπαντα, ποταμὸς δὲ τοῦ πυρός, πρὸ τοῦ βήματος ἕλκῃ, καὶ βίβλοι ἀνοίγωνται, καὶ τὰ κρυπτὰ δημοσιεύωνται, τότε ῥῆσαί με, ἐκ τοῦ πυρὸς τοῦ ἀσβέστου, καὶ ἀξίωσον, ἐκ δεξιῶν σου με στῆναι, Κριτὰ δικαιότατε.

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος ἐκ Μεγάρων

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος, κατὰ κόσμον Λάμπρος Κανέλλος, γεννήθηκε στὰ Μέγαρα ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, τὸν Δημήτριο καὶ τὴν Κυριακή. Τὸ ἐπάγγελμά του ἦταν γεωργὸς καὶ οἰκοδόμος. Νυμφεύθηκε τὴν Βασιλικὴ καὶ ἀπὸ τὸν γάμο του ἀπέκτησε δύο υἱούς, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Δημήτριο. Κάποιος βράδυ, στὸ χωριὸ Μάντρον, ὁραματίσθηκε τὴν Θεοτόκο, ἡ ὁποία τοῦ ὑπέδειξε νὰ πάει στὴν Σαλαμίνα, ὅπου βρῆκε τὴν ἱερὰ εἰκόνα της καὶ νὰ ἀνακαινίσει τὸν ἐρειπωμένο ναὸ αὐτῆς. Ἔτσι, τὸ ἔτος 1862, ὁ Ὅσιος ἀνήγειρε νέα μονή, τὴν γνωστὴ ἕως σήμερα μονὴ τῆς Φανερωμένης. Ἐκεῖ ἀργότερα ὁ Ὅσιος ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Λαυρέντιος. Μοναχὴ ὅμως ἔγινε καὶ ἡ σύζυγός του, ἡ ὁποία μετονομάσθηκε σὲ Βασσιανή. Γιὰ τὰ πολλά του πνευματικὰ χαρίσματα καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς του ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας.
Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος, σύμφωνα καὶ μὲ σχετικὸ χειρόγραφο σημείωμα, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1707. Ἡ τιμία κάρα του, ποὺ φέρει ἀργυρὸ περίβλημα, ἀπόκειται σὲ προσκύνηση στὸ ναΰδριο τοῦ Ἁγίου Νικολάου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

πολυτίκιον. χος α’. Τς ρήμου πολίτης.
Τῶν Μεγάρων τὸν γόνον, Ἀσκητῶν τὸν ὁμότροπον, καὶ φρουρὸν Μονῆς Σαλαμῖνος, θεοφόρον Λαυρέντιον, τιμήσωμεν προφρόνως ἀδελφοί, ὡς μέτοχον τῆς δόξης τοῦ Χρίστου, ἵνα τούτου ταῖς πρεσβείαις πάσης ὀργῆς, ῥυώμεθα κραυγάζοντες· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ, ἡμῖν Πάτερ τὰ πρόσφορα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐκ Μεγάρων Ὅσιε, οἷάπερ φοῖνιξ βλαστήσας, μυστικῶς ἐξήνθησας, ἐν Σαλαμῖνι τῇ νήσῳ· ἔνθα δή, Μονὴν ἐγείρας τῇ Θεοτόκῳ, σκήνωμα, τοῦ Παρακλήτου λαμπρὸν ἐδείχθης, τῇ ὁσίᾳ σου ἀσκήσει, Χριστοῦ θεράπον, Πάτερ Λαυρέντιε.

 

Μεγαλυνάριο.
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής, καὶ τῶν Μεγαρεών, ἐγκαλλώπισμα ἱερόν· χαίροις Σαλαμῖνος, Μονῆς θεῖος δομήτωρ, καὶ φύλαξ καὶ προστάτης, Πάτερ Λαυρέντιε.

 

Οἱ Ἅγιοι Ἀγαθόδωρος, Αἰθέριος, Βασιλέας, Ἐλπίδιος, Εὐγένιος, Ἐφραὶμ καὶ Καπίτων οἱ Ἱερομάρτυρες

Ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Ἕρμων (300 – 314 μ.Χ.) ἀπέστειλε στὴ Σκυθία τὸν Ἐπίσκοπο Ἅγιο Ἐφραὶμ καὶ στὴ Χερσώνα τὸν Ἐπίσκοπο Ἅγιο Βασιλέα, μὲ σκοπὸ τὴν διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ὁ Ἅγιος Βασιλέας ἐπειδὴ κήρυττε τὸν Χριστό, ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ὅμως καὶ πάλι προσκλήθηκε ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα τοῦ τόπου καὶ ἀνέστησε, κατὰ τὸν Συναξαριστή, τὸν υἱό του. Ἀπὸ τὸ γενόμενο θαῦμα καὶ ὁ ἄρχοντας καὶ πλῆθος λαοῦ πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκαν. Οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως ἐξεμάνησαν καὶ τὸν συνέλαβαν. Τὸν ἔδεσαν καὶ τὸν ἔσυραν ἀπὸ τὰ πόδια, καὶ συρόμενος πέθανε.

Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, ἐνῷ δίδασκε τὸ Εὐαγγέλιο, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἀποκεφαλίσθηκε.

Μετὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου Βασιλέως ἀπεστάλησαν στὴ Χερσώνα οἱ Ἐπίσκοποι Ἀγαθόδωρος, Ἐλπίδιος καὶ Καπίτων ὡς κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ φονεύθηκαν ἀπὸ τοὺς ἄπιστους.
Στὴν συνέχεια ἀπεστάλη ὑπὸ τοῦ Πατριάρχη Ἱεροσολύμων ὁ Ἐπίσκοπος Αἰθέριος, ὁ ὁποῖος μόλις εἶδε τὸν ἐθνικὸ λαὸ ἐξαγριωμένο, κατέφυγε στὸν Μέγα Κωνσταντίνο καὶ ζήτησε τὴν ἀπέλαση τῶν εἰδωλολατρῶν ἀπὸ τὴ Χερσώνα, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἔγινε. Ἀφοῦ δὲ ὁ Ἅγιος ἀνήγειρε ἐκεῖ ναό, μετέβη στὸν βασιλέα, γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσει. Ὅμως κατὰ τὴν ἐπιστροφή του τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔπνιξαν στὸν ποταμὸ Δνείπερο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐπτάριθμος σύλλογος, Ἱεραρχῶν ἱερῶν, ἀγῶσιν ἀθλήσεως, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, ἐνθέως ἐφαίδρυναν, Εὐγένιος Βασιλεύς τε, σὺν Ἐφραὶμ Αἰθερίῳ, Ἐλπίδιος καὶ Καπίτων, Ἀγαθόδωρος ἅμα. Αὐτῶν Χριστὲ ἱκεσίαις, πάντας ἐλέησον.

 

τερον πολυτίκιον. χος πλ. α’.
Τὰ θαύματα τῶν ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστὲ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις βουλᾶς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς βασιλείας τὰ σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὥσπερ ἀστέρες ἄδυτοι, τῆς νοητῆς ἐλλάμψεως, τοὺς ἐν νυκτὶ τῆς ἀπάτης καθεύδοντας, υἱοὺς φωτὸς ἐδείξατε, Εὐγένιε καὶ Καπίτων, Ἀγαθόδωρε Βασιλεῦ καὶ Αἰθέριε, Ἐφραὶμ σὺν Ἐλπιδίῳ, ἀθλήσαντες ὡς ἀήττητοι.

 

Μεγαλυνάριον.
Θύσαντες θυσίαν τὴν λογικήν, ὡς τοῦ Θεοῦ Λόγου, Ἱεράρχαι πανευκλεεῖς, ἔμψυχοι τῷ Κτίστῃ, προσήχθητε θυσίαι, ἀθλητικῶς Πατέρες ἀγωνισάμενοι.

Οἱ Ἅγιοι Αἰμιλιανός, Ἰάκωβος καὶ Μαριανὸς οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Αἰμιλιανὸς ὁ Ρωμαῖος, Ἰάκωβος καὶ Μαριανός, μαρτύρησαν στὴ Ρώμη τὸ ἔτος 259 μ.Χ., εἰ αὐτοκράτορα Οὐαλεριανοῦ (253 – 259 μ.Χ.)

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἀρκάδιος καὶ Νέστορας Ἐπίσκοποι Τριμυθοῦντος Κύπρου 

Ἀπὸ ἀναφορὰ στὸ Λαυρεωτικὸ Κώδικα, ὅτι οἱ Ἅγιοι ἀγωνίσθηκαν κατὰ τῶν εἰδώλων καὶ βάπτισαν Χριστιανοὺς πολλοὺς εἰδωλολάτρες, προκύπτει ὅτι θὰ πρέπει νὰ ἤκμασαν κατὰ τοὺς πρώτους Χριστιανικοὺς αἰῶνες.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ἁπλὸς 

Ὁ Ἅγιος Παῦλος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἐκλήθη Ἁπλός, διότι ἦταν ἀγράμματος γεωργὸς ἀλλὰ συγχρόνως ἄκακος καὶ ἁπλοϊκὸς στὸ ἦθος. Ἡ σύζυγός του ἦταν ὡραία μὲν στὴ μορφή, κακότροπη δὲ στὴν ψυχή. Αὐτὴ μοιχευμένη μὲ ἄλλους, συνελήφθη κάποια μέρα ἀπὸ τὸν Ὅσιο, ὅταν αὐτὸς ἐπέστρεφε ἀπὸ τοὺς ἀγρούς. Ἔτσι ὁ Ὅσιος ἄφησε τὴν γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του στὴν φροντίδα τοῦ μοιχοῦ καὶ κατέφυγε στὴν Αἰγυπτιακὴ ἔρημο, στὸ κελὶ τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, ζητώντας νὰ γίνει μοναχός. Ὅταν τὸν εἶδε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, τοῦ εἶπε ὅτι ἕνας ἄνθρωπος ἑξήντα χρονῶν εἶναι γέροντας καὶ δὲν δύναται νὰ ὑπομείνει τοὺς πειρασμούς. Ἔτσι τοῦ ἔκλεισε τὴν θύρα τοῦ κελιοῦ. Ὁ Ὅσιος Παῦλος ἔμεινε ἔξω ἀπὸ τὸ κελὶ τοῦ μεγάλου καθηγητοῦ τῆς ἐρήμου ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες ἄσιτος, χωρὶς τροφὴ καὶ νερό. Ἡ ὑπομονὴ τοῦ Ὁσίου Παύλου ἔκαμψε ἔτσι τὸ ἀνένδοτο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, ὁ ὁποῖος τὸν κράτησε κοντά του καὶ καθημερινὰ τὸν παιδαγωγοῦσε καὶ τὸν δοκίμαζε, μὲ σκοπὸ νὰ τὸν ἀναγκάσει νὰ μεταβεῖ σὲ κοινόβιο, ὅπου ὁ ἀσκητικὸς βίος θὰ ἦταν πιὸ ἄνετος γιὰ τὸν Ὅσιο, λόγω τῆς ἡλικίας του. Ὅμως ὁ Ὅσιος Παῦλος παρέμεινε κοντὰ στὸν Ἅγιο Ἀντώνιο μὲ ὑπακοή, ἐργαζόμενος καθημερινὰ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ.

Τόσο πολὺ πρόκοψε στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν εὐσέβεια ὁ Ἁπλοῦς Παῦλος, ὥστε ὅταν καθόταν ἔξω ἀπὸ τὸ ναὸ καὶ ἔβλεπε τοὺς ἀδελφοὺς νὰ εἰσέρχονται σὲ αὐτόν, μποροῦσε νὰ διακρίνει σὲ ποιὰ ψυχὴ ἀναπαυόταν ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἔβλεπέ τούς ἀδελφοὺς λαμπροὺς στὴν ὄψη καὶ φαιδροὺς στὸ πρόσωπο, τὸν δὲ Ἄγγελο ἑκάστου νὰ χαίρει μαζί του. Κάποια φορὰ εἶδε ἕναν μοναχὸ μαῦρο στὴν ὄψη καὶ ζοφώδη καὶ γύρω του δαίμονες ποὺ τὸν περιέβαλλαν, ἐνῷ ὁ φύλακας Ἄγγελός του τὸν ἀκολουθοῦσε ἀπὸ μακριὰ λυπημένος. Μόλις ὁ Ὅσιος Παῦλος εἶδε τὸ θέαμα αὐτὸ ἄρχισε νὰ κλαίει καὶ νὰ χτυπᾶ μὲ τὰ χέρια τὸ στῆθος του. Βλέποντας οἱ μοναχοὶ τὴν ἀθρόα μεταβολὴ τοῦ Ὁσίου καὶ τὸ κατώδυνο πένθος, προσῆλθαν καὶ ρωτοῦσαν νὰ μάθουν τὴν αἰτία καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ ἔλθει στὴ σύναξη. Ἐκεῖνος παρέμεινε ἔξω καὶ ὅταν οἱ μοναχοὶ ἀπελύθησαν ἀπὸ τὴν σύναξη καὶ ἔβγαιναν ἔξω, βλέπει καὶ πάλι τὸν μοναχὸ ἐκεῖνο ποὺ πρὶν ἦταν ζοφώδης καὶ περικυκλωμένος ἀπὸ δαίμονες, νὰ ἐξέρχεται μὲ λαμπρὸ τὸ πρόσωπο καὶ λευκὸ τὸ σῶμα, τὸν δὲ Ἄγγελό του νὰ εἶναι κοντά του καὶ νὰ χαίρει μαζί του. Τότε ὁ Ὅσιος εὐχαρίστησε καὶ εὐλόγησε τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ λέγοντας: «Ὢ τῆς ἀφάτου τοῦ Δεσπότου ἡμῶν φιλανθρωπίας καὶ ἀγαθότητος!». Καὶ ἀφοῦ ἀνῆλθε σὲ σημεῖο ὑψηλὸ φώναζε λέγοντας: «Δεῦτε καὶ ἴδετε τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, ὡς φοβερὰ καὶ πάσης ἐκπλήξεως γέμοντα».

Ὁ Ὅσιος ἐξήγησε στὸν ἀδελφὸ πῶς τὸν εἶχε δεῖ πρὶν τὴν εἴσοδό του στὸ ναὸ καὶ πῶς τὸν εἶδε μετά. Τότε ὁ μοναχὸς ἐκεῖνος μὲ εἰλικρίνεια ἄρχισε νὰ ὁμολογεῖ ὅτι ἦταν ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς καὶ ζοῦσε στὴν ἁμαρτία τῆς πορνείας. Μόλις δὲ εἰσῆλθε στὸ ναὸ ἄκουσε τὴ φωνὴ τοῦ Προφήτου Ἡσαΐου, μᾶλλον δὲ τοῦ Θεοῦ λαλοῦντος δι’ αὐτοῦ, νὰ λέγει: «Λούσασθε καὶ καθαροὶ γίνεσθε. Ἀφέλετε τὰς πονηρίας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν, μάθετε καλὸν ποιεῖν… Καὶ ἐὰν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ. Καὶ ἐὰν θέλητε καὶ εἰσακούσητέ μου, τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς φάγεσθε». Αὐτά, ἀφοῦ ἄκουσε, κατανύγηκε ἡ καρδία του, ἀναστέναξε ἐκ βάθους καρδίας καὶ εἶπε πρὸς τὸν Θεό: «Δέσποτα, Κύριε ὁ Θεός, ποὺ ἦλθες στὸν κόσμο νὰ σώσεις τούς ἁμαρτωλούς, χάρισέ μου αὐτὰ ποὺ ἄκουσα διὰ τοῦ Προφήτου ἐγὼ ὁ ἀνάξιος καὶ ἁμαρτωλός. Καὶ νά, δίδω τὸν λόγο στὸν καρδιογνώστη Θεό, ὅτι ἀποτάσσομαι κάθε παρανομία καὶ αἰσχρὰ πράξη, ποὺ μέχρι τώρα ἐδούλευα καὶ δὲν θὰ προσθέσω ἄλλες στὸν βίο μου. Ἀλλὰ θὰ δουλεύω σὲ Σένα, Κύριε, μὲ ὅλη τὴν ἰσχύ μου καὶ ὅλη μου τὴ διάνοια». Καὶ ἀναφώνησε τότε ὁ Ἁπλοῦς Παῦλος, ὅτι ὅπως ὁ κασσίτερος μαυρίζει καὶ γίνεται πάλι λαμπρός, ἔτσι καὶ οἱ πιστεύοντες, ποὺ ἂν ἁμαρτήσουν μαυρίζουν τὴν ψυχή τους, ὅταν μετανοοῦν λαμπρύνονται ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς πίστεως καὶ τῆς μετάνοιας.
Ἔτσι ἀφοῦ διήνυσε μὲ εὐσέβεια καὶ ἄσκηση τὸν βίο του, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς ἁπλότητος ὤφθης ἄνθος μυρίπνοον, παμμακάριστε Παῦλε, τῇ καθαρᾷ σου ψυχῇ, καὶ βίωσας ἐπὶ γῆς καθάπερ ἄγγελος, κατὰ πνευμάτων πονηρῶν, ἐξουσίαν ἐκ Θεοῦ, δεξάμενος θεοφόρε, αὐτῶν τῆς λύμης λιταῖς σου, ἡμᾶς ἀτρώτους διαφύλαττε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τοῖς ἁπλουστάτοις σου τρόποις κοσμούμενος, τοῦ Ἀντωνίου συνόμιλος γέγονας, καὶ τούτου τὸν βίον μιμούμενος, Παῦλε φωτὸς θείου ἔμπλεως γέγονας, αἰτούμενος πᾶσι θείαν ἔλλαμψιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Στήλη τῆς ἁπλότητος ἐν Χριστῷ, Παῦλε ἀνεδείχθη, ἡ ὁσία σου βιωτή· ὅθεν πονηρίας, πνευμάτων ἀκαθάρτων, ἀτρώτους ἡμᾶς τήρει, τῇ ἀντιλήψει σου.

Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ Πατριάρχης Ἀντιόχειας

Ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἄμιδα, ὑπῆρξε πρῶτα κόμης τῆς Ἀντιόχειας ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἰουστίνου Α’ τοῦ Θρακὸς (518 – 527 μ.Χ.). Ἀπὸ τὴν τάξη τῶν λαϊκῶν, μὲ τὴν ἐπίνευση τοῦ αὐτοκράτορα, ἀνῆλθε στὸν θρόνο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, τὸ ἔτος 526 μ.Χ.

Ἔχοντας ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ τὶς λεγόμενες νεοχαλκηδονικὲς πεποιθήσεις κατέστη ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους συμβούλους τοῦ αὐτοκράτορα, οἱ ὁποῖοι τὸν παρέσυραν σὲ μετριοπάθεια ἔναντι τῶν Μονοφυσιτῶν. Δέχθηκε χωρὶς ἀντιρρήσεις τὸ διάταγμα τοῦ Ἰουστινιανοῦ κατὰ Ὠριγένους (543 μ.Χ.) καὶ μὲ ἀντιρρήσεις τὸ διάταγμα κατὰ τῶν Τριῶν Κεφαλαίων (544 μ.Χ.), τὸ ὁποῖο καταδικάζοντας μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ συγγράμματα τοῦ Θεοδωρήτου Κύρου, φαινόταν ἀντιτιθέμενο πρὸς τὶς Ἀποφάσεις τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος. Ὅμως ὡς Πατριάρχης ἀνέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα καὶ ἀγωνίσθηκε κατὰ τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν, ποὺ λυμαίνονταν τὴν Ἐκκλησία του. Ὅπως δὲ ἀναφέρει ὁ Ἱερὸς Φώτιος († 6 Φεβρουαρίου) στὴ Μυριόβιβλο, ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ συνέγραψε καὶ πολλὰ συγγράμματα κατ’ αὐτῶν.

Ὁ Ἅγιος ἐπανέφερε στὴν ὀρθὴ πίστη καὶ κάποιο μοναχὸ στυλίτη, ποὺ ἦταν φανατικὸς Μονοφυσίτης καὶ ἀσκήτευε στὴν Ἱεράπολη, μὲ θαῦμα πού, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐπιτέλεσε.
Ἀφοῦ ποίμανε τὸ ποίμνιό του θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 546 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου «τῆς τῶν Ἁμαρτωλῶν Ἐγγυήσεως» ἐν Ρωσίᾳ 

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας «Ἡ τῶν Ἁμαρτωλῶν Ἐγγύησις» βρισκόταν παλαιότερα στὴ μονὴ τοῦ Ὀρντίσκ τῆς ἐπαρχίας Ὀρλώφ, ὅπου καὶ ἔγινε ὀνομαστὴ γιὰ τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελοῦσε.

Ἕνα ἀντίγραφο αὐτῆς τῆς ἱερᾶς εἰκόνος φυλασσόταν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Χαμώνβικ τῆς Μόσχας. Ἡ εἰκόνα κάθε βράδυ ἀκτινοβολοῦσε ἀπὸ θεϊκὸ φῶς. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἐπιγραφὴ ποὺ εἶχε χαραχθεῖ στὴν εἰκόνα: «Ἐγὼ εἶμαι ἡ ἐγγύηση τῶν ἁμαρτωλῶν πρὸς τὸν Υἱό».
Ἡ Εἰκόνα τῆς Παναγίας ἑορτάζει, ἐπίσης, στὶς 29 Μαΐου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Ἐπίσκοπος Ὑόρκης 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης (Μπεβερλέϊ) γεννήθηκε στὴ Βόρειο Ἀγγλία καὶ μαθήτευσε στὴν περίφημη σχολὴ τοῦ Αὐγουστίνου Καντουαρίας. Μετὰ τὸ πέρας τῶν σπουδῶν του ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Χίλντας στὸ Οὐΐντμπυ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἕξμαμ καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου του. Μετὰ ἀπὸ λίγο ἀναγκάστηκε νὰ παραιτηθεῖ καὶ νὰ ἀποσυρθεῖ στὴν ἔρημο, προκειμένου νὰ εἰρηνεύσει ἡ τοπικὴ Ἐκκλησία μετὰ ἀπὸ ἀπαιτήσεις τοῦ Ἐπισκόπου τῆς γειτονικῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος διεκδικοῦσε τὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ἁγίου.

Ὕστερα ἀπὸ λίγο χρόνο ὁρίσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Ὑόρκης, ἀλλὰ καὶ πάλι παραιτήθηκε, γιὰ νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκηση, τηρώντας μὲ ἀκρίβεια τὰ μοναχικὰ καθήκοντά του.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 721 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Ἑλένη (247 – 328 μ.Χ.), μητέρα τοῦ πρώτου Χριστινανοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου Α’ τοῦ Μεγάλου (280/288 – 337 μ.Χ.), τὸ ἔτος 326 μ.Χ. πῆγε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου «μὲ μέγαν κόπον καὶ πολλὴν ἔξοδον καὶ φοβερίσματα ηὗρεν τὸν τίμιον σταυρὸν καὶ τοὺς ἄλλους δύο σταυροὺς τῶν λῃστῶν», ὅπως γράφει ὁ Κύπριος Χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιρᾶς. Κατὰ τὴν παράδοση, ὕστερα ἀπὸ τὴν πληροφορία κάποιου Ἑβραίου, μὲ τὸ ὄνομα Ἰούδας, ὑποδείχθηκε ἡ θέση ὅπου ἔγινε ἡ ἀνασκαφή, κατὰ τὴν ὁποία βρέθηκαν τρεῖς σταυροί, ἤτοι τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν δύο λῃστῶν. Ἐπειδή, ὅμως, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ἀναγνωρισθεῖ ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς σταυροὺς ἦταν τοῦ Κυρίου, ἡ Ἁγία Ἑλένη παρακάλεσε νὰ τεθεῖ διαδοχικὰ ἐπάνω στοὺς σταυροὺς ἕνας νεκρὸς ποὺ τὸν πήγαιναν γιὰ ἐνταφιασμό. Μόλις λοιπὸν ὁ νεκρὸς ἐτέθη ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου ἀναστήθηκε. Ἡ Ἁγία Ἑλένη ἔθεσε τότε τὰ θεμέλια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, τὴν ἀνέγερση τοῦ ὁποίου διέταξε ὁ Μέγας Κωνσταντίνος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Ὁ Μέγας Κωνσταντίνος τὸ μὲν ἥμισυ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τὸ ἄφησε στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου μεγάλο μέρος φυλάσσεται μέχρι σήμερα, τὸ δὲ ἄλλο ἥμισυ μετὰ τῶν ἥλων (καρφιῶν) τὸ μετακόμισε στὴν Κωνσταντινούπολη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς Βασιλεύσι, κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.

Οἱ Ἅγιοι Ἀέτιος, Βασσόης, Θεόδωρος, Θεόφιλος, Κάλλιστος, Κωνσταντῖνος καὶ ἄλλοι 36 Μάρτυρες 

Οἱ 42 Ἅγιοι Μάρτυρες ἔζησαν στὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου (829 – 842 μ.Χ.) καὶ ἦταν στρατηγοὶ καὶ ταξιάρχες, πλούσιοι καὶ εὐγενεῖς. Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ἦταν στρατηγὸς καὶ πατρίκιος, ὀΆγιος Ἀέτιος στρατηγός, ὁ Ἅγιος Βασσόης δρομεύς, ὁ Ἅγιος Θεόδωρος πρωτοσπαθάριος, ὁ Ἅγιος Κάλλιστος τουρμάρχης καὶ ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος δρουγγάριος.

Ἐκεῖνο τὸν καιρό, ἀφοῦ βγῆκε ἀπὸ τὴν Συρία ὁ Ἀμηρᾶς μὲ ἀναρίθμητο στρατό, κατὰ τῶν ἀνατολικῶν μερῶν τῆς ἐπικράτειας τῶν Ρωμαίων, ἀπεστάλησαν ἀπὸ τὸν βασιλέα στρατιῶτες, γιὰ νὰ προστατέψουν τὴν πόλη τοῦ Ἀμορίου, πρωτεύουσας τῆς Φρυγίας. Καὶ ὅταν εἶδαν τὸ ἄπειρο πλῆθος τῶν Σαρακηνῶν, εἰσῆλθαν στὸ ἐσωτερικὸ μέρος τοῦ κάστρου ἀγωνιζόμενοι μὲ καρτερία. Ἐκεῖ, ἀφοῦ συνελήφθησαν, τὸ ἔτος 838 μ.Χ., ἀπὸ τὸν χαλίφη Μοτασέμ, ὁδηγήθηκαν εἰς Σάμαρα τῆς Μεσοποταμίας καὶ κλείσθηκαν στὴ φυλακή. Ὁ χαλίφης τοὺς ὑποσχέθηκε νὰ τοὺς ἀποκαταστήσει στὰ ἀξιώματά τους, ἐὰν ἀλλαξοπιστήσουν καὶ γίνουν Μωαμεθανοί. Ὅμως οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἀρνήθηκαν μὲ γενναιότητα καὶ ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Καὶ ἀφοῦ ὑπέστησαν πολλὲς ταλαιπωρίες καὶ ἀπάνθρωπα βασανιστήρια, ἀποκεφαλίσθηκαν, τὸ ἔτος 842 μ.Χ. καὶ ἔτσι σφράγισαν τὴν ὁμολογία τους γιὰ τὸν Χριστὸ μὲ τὸ αἷμα τους.
Ναὸ ἐπ’ ὀνόματι τῶν Ἁγίων τεσσαράκοντα δύο τούτων Μαρτύρων ἀνήγειρε στὸ παλάτι τῶν Πηγῶν ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος Β’ (976 – 1025).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν θεοσύλλεκτον, τοῦ Λόγου φάλαγγα, τοὺς Τεσσαράκοντα καὶ δύο Μάρτυρας, τοὺς ἐν μιᾷ πάντας σπουδῇ, ἀθλήσαντας τιμήσωμεν· οὗτοι γὰρ τῆς πίστεως, ἡνωμένοι τῇ χάριτι, δῆμον ἀκαθαίρετον, ἱερῶς συνεκρότησαν, καὶ ὤφθησαν Χριστοῦ κληρονόμοι, ξίφει τμηθέντες τοὺς αὐχένας.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Οἱ ἐν τῇ γῇ διὰ Χριστὸν ἠθληκότες, ἀναδειχθέντες εὐσεβεῖς στεφανῖται, τοὺς οὐρανοὺς ἐλάβατε οἰκεῖν ἐν χαρᾷ· πᾶσαν γὰρ ἐπίνοιαν, τοῦ ἐχθροῦ καθελόντες, πόνοις καὶ τοῖς αἵμασι, τῶν ὑμῶν παλαισμάτων, τοῖς εὐφημοῦσιν ἄνωθεν ἀεί, τῶν ὀφλημάτων, τὴν λύσιν βραβεύετε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἀθλοφόρων συναγωγή, οἱ ἐν Ἀμορίῳ, ἀριστεύσαντες ἱερῶς· ἐπὶ τὸ αὐτὸ γάρ, πιστῶς συντεταγμένοι, ἐχθροῦ τὰς παρατάξεις ἐθριαμβεύσατε.

 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Μάρτυρας ὁ Κρατερός

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδωρος ὁ Κρατερὸς ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 42 Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν τὸ ἔτος 842 μ.Χ. Ἦταν εὐνοῦχος κουβικουλάριος στὴν αὐλὴ τοῦ βασιλέως τοῦ Βυζαντίου Θεοφίλου (829 – 842 μ.Χ.), ἄριστος ἱππέας καὶ δεξιότατος χειριστὴς τῶν ὅπλων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μελισσηνὸς ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Μελισσηνὸς συμμετεῖχε στὴν ἄμυνα τοῦ Ἀμορίου κατὰ τῶν Ἀράβων, τὸν Αὔγουστο τοῦ ἔτους 838 μ.Χ., καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο, τὸ 842 μ.Χ., μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους Ἁγίους Μάρτυρες.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Εὐφρόσυνος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐφρόσυνος μαρτύρησε μέσα σὲ καυτὸ νερό. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀρκάδιος 

Ὁ Ὅσιος Ἀρκάδιος ἀσκήτεψε στὴν Κύπρο κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἦταν «ὀσφὺν νοητὴν ἀρεταῖς ἐζωσμένος». Ἔκανε πολλοὺς ἀγῶνες στὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου καὶ ὠφελοῦσε πολλούς, ὄχι μόνο μὲ τὸν βίο καὶ τὴν ἀρετή, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὴ συμβουλή. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἰουλιανὸς καὶ Εὔβουλος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἰουλιανὸς καὶ Εὔβουλος ὁ ἰατρός, ἦταν μαθητὲς τοῦ Ὁσίου Ἀρκαδίου. Ἐρχόμενοι πρὸς αὐτὸν καὶ στηριζόμενοι στὰ λόγια του φρόντιζαν γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν κατὰ Θεὸν αὔξησή τους.

Συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες κατὰ τὴν βασιλεία τοῦ ἀσεβοῦς Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) καὶ ἀφοῦ βασανίσθηκαν ὑπερβολικά, ἀποκεφαλίσθηκαν.
Ὅταν ἔμαθε τὰ γενόμενα ὁ Ὅσιος Ἀρκάδιος λυπήθηκε, εὐχαρίστησε ὅμως τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος τὰ οἰκονόμησε ἔτσι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁσιομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Μάξιμος τελειώθηκε διὰ λιθοβολισμοῦ. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου 

Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος συγκαταριθμεῖται ὑπὸ τοῦ Λεοντίου Μαχαιρᾶ μεταξὺ τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου. Διετέλεσε Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Θαυματουργός

Ὁ Ὅσιος Ἠσύχιος καταγόταν ἀπὸ τὴν ἀρχαία πόλη Ἄνδραπα τῆς Γαλατίας. Σὲ νεαρὴ ἡλικία, φλεγόμενος ἀπὸ πόθο γιὰ τὴ μοναχικὴ πολιτεία, ἐγκατέλειψε τὴν πατρίδα του καὶ κατέφυγε στὰ πρὸς τὴν θάλασσα μέρη τῆς Ἀρδανίας, πρὸς τὸ ὄρος τοῦ Μαΐωνος, ὅπου ἔκτισε καλύβα καὶ διέμενε καλλιεργώντας τοὺς ἔρημους ἀγροὺς ποὺ βρίσκονταν γύρω ἀπὸ τὸ κελί του. Γιὰ τὸ ἄνυδρο τοῦ τόπου κατέβηκε στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ, ὅπου βρῆκε πηγὴ νεροῦ καὶ ἐκεῖ ἔκτισε ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἀπόστολο Ἀνδρέα. Ἔζησε αὐστηρὸ ἀσκητικὸ βίο καὶ ὁ Θεὸς τοῦ δώρισε τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας.
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος κοιμήθηκε σὲ βαθὺ γῆρας μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε ἐντὸς τοῦ ναοῦ, ποὺ εἶχε οἰκοδομήσει, πλησίον τῆς δεσποτικῆς πύλης καὶ μέσα σὲ λίθινη λάρνακα. Κατὰ τὸ ἔτος 781 μ.Χ., ὁ Ἐπίσκοπος Ἀμασείας Θεοφύλακτος μετέφερε τὸ ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ στὴν Ἀμάσεια καὶ ἀπέθεσε αὐτὸ στὸ δεξιὸ μέρος τοῦ Θυσιαστηρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν σὴν κλῆσιν σφραγίζων Πάτερ τῷ τρόπῳ σου,  ἐν ἡσυχίᾳ διῆλθες τὴν σὴν ὁσίαν ζωήν, καὶ ἐδόξασας Χριστὸν τῇ πολιτείᾳ σου· καὶ θαυμάτων αὐτουργός, ἀνεδείχθης ἀληθῶς, Ἡσύχιε θεοφόρε, διὰ παντὸς ἱκετεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Χριστὸν τὸν Θεόν, ποθήσας ἐκ νεότητος, αὐτοῦ τὸν Σταυρόν, ἄρας σοφὲ ἐπ’ ὤμων σου, αὐτῷ κατηκολούθησας, καὶ ἰσάγγελον βίον ἐβίωσας· καὶ νὺν δυσώπει ὑπὲρ ἡμῶν, Ἡσύχιε Πάτερ τῶν τιμώντων σε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἡσυχίας θεῖος πυρσός, Ἡσύχιε Πάτερ, καὶ θησαύρισμα ἀρετῶν· χαίροις τῆς Τριάδος, θεράπων θεοφόρος, καὶ πρέσβυς ἡμῶν μέγας, πρὸς τὸν φιλάνθρωπον.

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Νεομάρτυρα Ἀβρααμίου τοῦ ἐκ Βουλγαρίας

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἀβραάμιος τιμᾶται τὴν 1η Ἀπριλίου.
Ἡ Ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ ἔγινε στὶς 6 Μαρτίου τοῦ ἔτους 1230 ἀπὸ τὸ μεγάλο πρίγκιπα τοῦ Βλαντιμὶρ Γεώργιο († 4 Φεβρουαρίου), ὁ ὁποῖος τὰ ἐναπέθεσε στὸν ἱερὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς μονῆς τοῦ Κνυατζινίν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰὼβ ὁ Ἐρημίτης 

Ὁ Ὅσιος Ἰώβ, κατὰ κόσμον Ἰωάννης, γεννήθηκε στὴν Μόσχα τὸ ἔτος 1635. Στὶς 3 Ἀπριλίου 1701 ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἰὼβ στὴ μονὴ τοῦ Σολόφσκι καὶ ἄρχισε τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ στάρετς Ἰωνᾶ. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1720.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Τσζεστόκοβα ἐν Ρωσίᾳ 

Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Καρδίας ἐν Σελτομέζᾳ τῆς Ρωσίας 

Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Οὐρανίου Χαρᾶς ἐν Μόσχᾳ 

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς «Οὐρανίου Χαρᾶς» φυλάσσεται στὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Κρεμλίνου. Ἡ εἰκόνα βρισκόταν ἀρχικὰ στὸ Σμολὲνσκ καὶ τὴ μετέφερε στὴν Μόσχα ἡ Σοφία, θυγατέρα τοῦ Λιθουανοῦ πρίγκιπα Βίτοβτ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κόνων γεννήθηκε περὶ τὰ τέλη τοῦ 1ου αἰῶνα μ.Χ. στὴ Βαδινή, χωριὸ τῆς Ἰσαυρίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔζησε στοὺς Ἀποστολικοὺς χρόνους. Οἱ γονεῖς του, Νέστωρ καὶ Νάδα ἦταν ἀρχικὰ εἰδωλολάτρες. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔγινε Χριστιανὸς καὶ ὅταν οἱ γονεῖς του τὸν πίεσαν νὰ νυμφευθεῖ, συμφώνησε μὲ τὴ σύζυγό του νὰ ζοῦν ὡς ἀδελφοὶ ἀφιερωμένοι στὸν Θεό.

Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται, ὅτι τὸν Ἅγιο καθοδηγοῦσε ὁ Ἀρχιστράτηγος Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν βάπτισε, τοῦ δίδαξε τὸ Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, μετέδωσε τὰ Θεία Μυστήρια σὲ αὐτόν, μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, τοῦ συμπαραστεκόταν καὶ τοῦ χορήγησε μάλιστα καὶ τὴ χάρη τῶν παράδοξων θαυμάτων.

Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁδήγησε στὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ τοὺς γονεῖς του, ὁ δὲ πατέρας του Νέστωρ μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστό. Ἀλλὰ καὶ τοὺς Ἕλληνες, ποὺ ἀντιστέκονταν σὲ αὐτὸν καὶ ἔλεγαν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλος Θεὸς ἐκτὸς τῶν εἰδώλων, τοὺς ἔπεισε καὶ τοὺς προετοίμασε νὰ ὁμολογήσουν μὲ μεγάλη φωνὴ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἅγιος ὑπέταξε καὶ τοὺς δαίμονες καὶ ἄλλοι μὲν μὲ ἐντολή του προστάτευαν τοὺς ἀγρούς, ἄλλοι δὲ ἐγκλείστηκαν σὲ πιθάρια.

Ὅμως οἱ εἰδωλολάτρες συμπολίτες του ἀντιμετώπιζαν μὲ μεγάλη δυσαρέσκεια τὴν ἱεραποστολικὴ δραστηριότητά του και τὴν ἐπιρροὴ ποὺ ἀσκοῦσε πάνω στοὺς Ἐθνικούς. Κάποια μέρα ὁ Ἅγιος ἐπισκέφθηκε ἕναν εἰδωλολατρικὸ ναό, ὅπου προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Κύριο. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ γίνουν κομμάτια ὅλα τὰ εἴδωλα τοῦ ναοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα Μάγνο καὶ βασανίσθηκε. Ὅταν ἀφέθη ἐλεύθερος, οἱ Χριστιανοὶ τὸν περιέθαλψαν καὶ τὸν περιέβαλαν μὲ τὸ σεβασμό τους.

Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια, ὁ Ἅγιος Κόνων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη παραδίδοντας τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεό.
Ἴσως στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Κόνωνος νὰ ὑπῆρχε ναός, ὁ ὁποῖος ἔκειτο πέραν τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀναφέρεται ὡς μονὴ κατὰ τὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ Α’ (527 – 565 μ.Χ.).

 Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ἐνδεδυμένος σοφέ, τὸ κράτος διέλυσας, τῆς ἀσεβείας στερρῶς, ἐκλάμπων τοῖς θαύμασιν· ὅθεν πεφοινιγμένος, ταῖς ῥοαῖς τῶν αἱμάτων, Κόνων Ὁσιομάρτυς, τὸν Δεσπότην δοξάζεις, τὸν παρέχοντα ἡμῖν διὰ σοῦ, χάριν καὶ ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀγγελικῆς ἀξιωθεὶς ὀπτασίας, τὴν ἐν Χριστῷ μεμυσταγώγησαι πίστιν, καὶ τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν δύναμιν σοφέ·ὅθεν καθυπέταξας, τὴν ὀφρὺν τῶν δαιμόνων, καὶ τῆς πλάνης ἔσβεσας, ἐναθλήσας τὴν φλόγα. Ὁσιομάρτυς Κόνων Ἀθλητά, ἐξευμενίζου, ἡμῖν τὸν Φιλάνθρωπον.

 

Μεγαλυνάριον.
Βίον καθαρώτατον γεωργῶν, χαίρων προσελάβου, ὡς βασίλειον στολισμόν,  ἄθλησιν τὴν θείαν, Ὁσιομάρτυς Κόνων, ἀνθ’ ὧν διπλοῦν ἐδέξω, θεόθεν στέφανον.

Ὁ Ἅγιος Νέστωρ ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Νέστωρ ἦταν πατέρας τοῦ Ἁγίου Κόνωνος τοῦ Ἰσαύρου. Σύζυγός του ἦταν ἡ Νάδα. Στὴν ἀρχὴ ἦταν εἰδωλολάτρες. Ὅμως μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ υἱός του Ἅγιος Κόνων τοὺς ὁδήγησε στὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ τοὺς βάπτισε.
Ὁ Ἅγιος Νέστωρ μαρτύρησε λαμβάνοντας τὸ στέφανο τῆς δόξης τοῦ Κυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Καισαρείας

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ἦταν Ἐπίσκοπος Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης. Ἔλαβε μέρος σὲ Σύνοδο ποὺ συγκλήθηκε στὴν Παλαιστίνη γιὰ τὸν καθορισμὸ τῆς ἡμέρας τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Κομμόδου (180 – 192 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Κηπουρὸς 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κόνων καταγόταν ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἔζησε κατὰ τὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Ἀφοῦ ἦλθε στὴν χώρα τῆς Παμφυλίας καὶ διάλεξε μικρὸ τόπο, τὸν μετασκεύασε σὲ κῆπο φυτεύοντας λάχανα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα προμήθευε τὸν ἑαυτό του καὶ τοὺς πτωχοὺς ξένους μὲ τροφή. Ἦταν στὸ χαρακτήρα ἁπλός, ὥστε καὶ αὐτοὺς ἀκόμα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὸν ἄρχοντα, γιὰ νὰ τιμωρηθεῖ ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανός, ὅταν τὸν ἀσπάσθηκαν μὲ περιπαικτικὸ τρόπο, καὶ ἐκεῖνος τοὺς ἀνταπέδωσε τὸν ἀσπασμό. Καὶ ὅταν τοῦ εἶπαν, ὅτι σὲ καλεῖ ὁ ἡγεμόνας, ἀποκρίθηκε: «Γιατί; Ποιὰ ἀνάγκη ἔχει ἐκεῖνος ἀπὸ μένα καὶ περισσότερο ποὺ εἶμαι Χριστιανός;». Οἱ στρατιῶτες τὸν ἔδεσαν καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος. Ἐκεῖνος τὸν προέτρεψε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος τότε εἶπε πρὸς τὸν ἡγεμόνα μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία: «Μακάρι, ἡγεμόνα καὶ ἐσὺ νὰ μποροῦσες νὰ ἀπαρνηθεῖς τὰ εἴδωλα καὶ νὰ προσέλθεις στὸν Χριστό». Τότε ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν βασανίσουν. Τοῦ τρύπησαν τοὺς ἀστραγάλους, τὸν καθήλωσαν μὲ σιδερένια καρφιὰ καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ τρέχει μπροστὰ ἀπὸ ἅρμα ἀλόγων.
Ἔτσι μαρτύρησε ὁ Ἅγιος Κόνων καὶ εἰσῆλθε στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἀρχέλαος, Κύριλλος, Φώτιος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἀριθμοῦνται στὰ Μηναῖα σὲ 142, στοὺς δὲ Συναξαριστὲς σὲ 152.
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Εὐλάμπιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐλάμπιος μαρτύρησε στὴν Παλαιστίνη διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐλόγιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη καὶ ἦταν υἱὸς πλούσιων εἰδωλολατρῶν γονέων. Ὁ ἴδιος, ἀφοῦ ἐπέστρεψε στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκε, μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, διαμοίρασε τὰ πλούτη του στοὺς πτωχοὺς καὶ περιερχόταν σὲ ὅλη τὴν πόλη καὶ τὴ χώρα, διδάσκοντας στοὺς εἰδωλολάτρες τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ βαπτίζοντας πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος.

Ὅμως κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν ἐνώπιόν του. Ὁ Ἅγιος μὲ θάρρος καὶ παρρησία ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἀρνήθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀμέσως ἄρχισαν τὰ βασανιστήρια. Ἀφοῦ τὸν ἔγδυσαν, τὸν κτύπησαν βίαια μὲ σκληρὲς χορδὲς ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν καὶ στὴν συνέχεια ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλὴ αὐτοῦ.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος ἔλαβε τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας καὶ εἰσῆλθε στὴν οὐράνια ζωὴ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Κόνων ἐκ Κύπρου 

Ὁ Ὅσιος Κόνων ἔζησε περὶ τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Γεννήθηκε στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀκάμα τῆς Κύπρου, λίγα χρόνια μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου Ἰλαρίωνος τοῦ Μεγάλου († 21 Ὀκτωβρίου), ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετή. Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν κόσμο καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ σὲ ἕνα σπήλαιο μακριὰ ἀπὸ τὸ χωριό του.

Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος ἀγωνιζόταν τὸν καλὸ ἀγῶνα καὶ προέκοπτε στὴν κατὰ Χριστὸν ζωή. Σιγὰ – σιγὰ γύρω του συγκεντρώθηκε μία ὁμάδα νέων ἀνθρώπων καὶ ἔτσι δημιουργήθηκε μία μοναστικὴ ἀδελφότητα.

Τὰ χρόνια ἦταν δύσκολα. Ἡ φτώχεια καὶ οἱ ἀσθένειες ταλαιπωροῦσαν τοὺς ἀνθρώπους. Ἔτσι ὁ Ὅσιος, τὸν ὁποῖο χαρακτήριζε ἡ φιλοθεΐα καὶ ἡ φιλανθρωπία, φρόντισε νὰ ἱδρύσει γύρω ἀπὸ τὴ μονὴ ἕνα νοσοκομεῖο, τὸ γνωστὸ Πτωχεῖο, γιὰ νὰ βρίσκουν ἐκεῖ ἐλπίδα καὶ καταφύγιο οἱ ἀσθενεῖς καὶ οἱ πτωχοί.
Ὁ Ὅσιος Κόνων, ἀφοῦ ἀγωνίσθηκε θεοφιλῶς μὲ τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας. Ἱερὰ λείψανά του φυλάσσονται στὶς μονὲς Κύκκου καὶ Μαχαιρᾶ τῆς Κύπρου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀθηναῖος 

Ὁ Ὅσιος Μάρκος ἦταν Ἀθηναῖος καὶ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀφοῦ ἔλαβε ἀξιόλογη μόρφωση, ἐγκατέλειψε τὴν Ἀθήνα καὶ πῆγε στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου μαθήτευσε κοντὰ στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο. Ἀργότερα ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτό του στὴν μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν καὶ ἔφθασε στὸν ὕψιστο βαθμὸ τῆς ἀρετῆς. Φανερὲς ἀποδείξεις καὶ οἱ λόγοι ποὺ ἐγράφησαν ἀπὸ αὐτὸν γιὰ τὴν ὠφέλεια καὶ τὴν ἐνέργεια τῶν θαυμάτων. Γιατί κάποτε, ἐνῷ ἡσύχαζε, πλησίασε αὐτὸν μία ὕαινα ποὺ εἶχε τὸ παιδί της τυφλό, μὲ ταπεινὴ στάση σὰν νὰ παρακαλοῦσε νὰ τὴν εὐσπλαχνισθεῖ γιὰ τὴν τύφλωση τοῦ μικροῦ της. Καὶ ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ κατάλαβε, ἔπτυσε στὰ μάτια τοῦ ζώου καὶ αὐτὸ βρῆκε τὴν ὅρασή του. Μετὰ ἀπὸ ἡμέρες ἦλθε πάλι ἡ ὕαινα στὸν Ἅγιο, μεταφέροντάς του τὸ δέρμα ἑνὸς μεγάλου κριαριοῦ ὡς ἀνταπόδοση γιὰ τὴν θεραπεία. Αὐτὸς ὅμως δὲν δεχόταν νὰ τὸ λάβει, προτοῦ τὸ θηρίο ὑποσχεθεῖ νὰ μὴν βλάπτει πιὰ τὰ πρόβατα τῶν πτωχῶν.

Ὁ Ὅσιος εἶχε φθάσει σὲ τέτοια ὕψη ἀρετῆς, ὥστε ὁ πρεσβύτερος τῆς μονῆς ἔλεγε ὅτι ποτὲ αὐτὸς δὲν μετέδωσε Θεία Κοινωνία στὸν Ὅσιο, ἀλλὰ τὴν παρεῖχε σὲ αὐτὸν χέρι Ἀγγέλου.
Ὁ Ὅσιος Μάρκος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας. Ἀπὸ τὰ ἔργα του σώζονται μόνο μερικοὶ λόγοι, ἐπιστολὲς καὶ συμβουλευτικὲς πραγματεῖες.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὡς ἄγγελος ἔζησας, ἐν τῇ ἐρήμῳ σοφέ, καὶ ὤφθης ἀνάπλεως, τῶν ἐκ Θεοῦ δωρεῶν, ὦ Μᾶρκε Πατὴρ ἡμῶν· ὅθεν ἐν σοὶ ἐξέστη, Σεραπίων ὁ θεῖος, καὶ ἤγγειλε τοῖς ἐν κόσμῳ, τὴν ἁγίαν ζωήν σου· μεθ’ οὗ ἀεὶ δυσώπει, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ πόλεως ἤνθησας, τῶν Ἀθηνῶν τῆς λαμπρᾶς, καὶ βίον ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω ἐν γῇ, τρωθεὶς θείῳ ἔρωτι· ὅθεν ἐν τῇ ἐρήμῳ, ὁ ἀββᾶς Σεραπίων, εὗρέ σε θείᾳ νεύσει, Ὁσιώτατε Μᾶρκε· διὸ τῆς πολιτείας σου, τὸν τρόπον ἀγάμεθα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν ἐρήμῳ Ὅσιε, στερρῶς ἀσκήσας, καὶ τραφεὶς ὡς ἄγγελος, ἀπ’ οὐρανοῦ ὑπερφυῶς, Ἀγγέλων ὤφθης ἰσότιμος, Μᾶρκε παμμάκαρ, Ὁσίων ἀγλάϊσμα.

Οἱ Ὅσιοι Ἀδριανὸς καὶ Λεωνίδας οἱ Μάρτυρες ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς τοῦ Ποσεσόνε ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀρχικὰ μόνασε στὴν μονὴ τοῦ Ἁγίου Κορνηλίου τῆς περιοχῆς Κομέλ, ὅταν τὸ 1540 εἶδε σὲ ὅραμα ἕνα γηραιὸ μοναχὸ μὲ τὸ ὄνομα Βεστούζ, ποὺ τὸν καλοῦσε νὰ ἱδρύσει ἕνα καινούργιο μοναστήρι.

Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου, ποὺ τοῦ παρέδωσε μία εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς καὶ ὁ μαθητής του Ὅσιος Λεωνίδας, ἄφησαν τὴ μοναστικὴ κοινότητά τους.

Φθάνοντας στὰ βάθη ἑνὸς δάσους, οἱ δυὸ μοναχοὶ τοποθέτησαν τὴν εἰκόνα πάνω σὲ μία ψηλὴ βελανιδιὰ καὶ ἀπομακρύνθηκαν, γιὰ νὰ διαλέξουν τὸ νέο τόπο τῆς ἀσκήσεώς τους. Πέρασαν ὅμως ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο κάποιοι ψαράδες καὶ βλέποντας τὴν εἰκόνα προσπάθησαν νὰ τὴν πάρουν. Μία μυστικὴ δύναμη ὅμως τοὺς ἀπωθοῦσε. Τρομαγμένοι ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς ἄφησαν ψωμὶ καὶ ψάρια κάτω στὸ δένδρο. Οἱ μοναχοὶ εὐχαρίστησαν τὸν Θεὸ γιὰ τὸ θεόσταλτο αὐτὸ δῶρο καὶ κατάλαβαν ὅτι ἐκεῖνο ἦταν τὸ μέρος ποὺ τοὺς παραχωρήθηκε γιὰ νὰ οἰκοδομήσουν τὸ νέο μοναστήρι, πρὸς τιμὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

Ὁ Ὅσιος Λεωνίδας, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1549.

Δέκα χρόνια μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς μονῆς, στὶς 5 Μαρτίου 1550, μία συμμορία ληστῶν λεηλάτησε τὸ μοναστήρι, βασάνισε καὶ φόνευσε τὸν ἡγούμενο Ὅσιο Ἀδριανό.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ὁσίου Ἀδριανοῦ εὑρέθησαν τὸ ἔτος 1626 καὶ μὲ εὐλάβεια, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Πατριάρχου Φιλάρετου, μετεκομίσθησαν στὸ μοναστήρι ποὺ ὁ ἴδιος ἵδρυσε στὴν πόλη τοῦ Ποσεσόνε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Βουλγαρίας

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴ Βουλγαρία καὶ ἦταν ὡραῖος στὴν ὄψη καὶ ἐγγράμματος. Κάποτε ἐνεπλάκη σὲ μία περιπέτεια καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Αἰσθανόμενος ὅμως τύψεις γιὰ τὴν ἀποστασία του, ἔφυγε ἀπὸ τὴ Βουλγαρία καὶ ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔκανε ὑπακοὴ σὲ κάποιον ἀνάπηρο κατὰ τὸ ἕνα χέρι μοναχὸ στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου. Σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ἐνδύθηκε τουρκικὰ ἐνδύματα καὶ εἰσῆλθε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας, ποὺ εἶχε μετατραπεῖ σὲ τέμενος (τζαμί). Ἐνώπιον τῶν Τούρκων ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ προσκύνησε στὸ ναὸ χριστιανοπρεπῶς. 
Οἱ Τοῦρκοι ἀμέσως τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν πίεσαν νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὴν πατρώα εὐσέβεια. Ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισαν στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας τὸ ἔτος 1784.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Ραψάνης

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος ἀνῆκε σὲ ἀνώτερη, κοινωνικὰ καὶ οἰκονομικὰ, οἰκογένεια τῆς Ραψάνης. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Χατζηλάσκαρης καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ Ἀναστασίου Ψάλτου. Δὲν εἶναι γνωστὸ ὅμως ἂν τὸ Ψάλτου εἶναι ἐπώνυμο ἢ ἰδιότητα τοῦ Ἀναστασίου. Ἡ μητέρα τοῦ Νεομάρτυρα εἶχε τὸ ὄνομα Σμαράγδα καὶ ἦταν θυγατέρα τοῦ Θεόδωρου Σακελλαρίδου. Σὲ κωνικὸ πῶμα παλαιᾶς – πρὶν τὸ 1900 – ἀργυρῆς λειψανοθήκης, ἡ ὁποία ἀντικατέστησε ἀκόμη παλαιότερη πρόχειρη καὶ ἁπλὴ κατασκευή, εἶναι χαραγμένα μὲ κεφαλαῖα γράμματα ἀκριβῶς τὰ ἑξῆς:

 

Ο ΕΝΔΟΞΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΑΘΛΗΣΑΣ ΕΝ ΤΥΡΝΑΒΩ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΤΟΣ

1818 ΕΠΙ ΒΑΛΗ ΠΑΣΙΑ ΥΙΟΥ ΑΛΗ ΠΑΣΙΑ

ΗΤΟΝ ΥΙΟΣ ΧΑΤΖΗ ΛΑΣΚΑΡΕΩΣ ΥΙΟΥ

ΑΝΑΣΤΑΣΕΙΟΥ ΨΑΛΤΟΥ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΣ

ΣΜΑΡΑΓΔΑΣ ΘΥΓΑΤΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΔΟΥ.

 

Δὲν εἶναι γνωστὸ ἂν εἶχε ἢ πόσα ἀδέλφια εἶχε ὁ Νεομάρτυς. Ὅμως ἡ παράδοση ὁμόφωνα παρουσιάζει τὸν Γεώργιο νὰ συνδέεται συγγενικὰ μὲ τὸ λογιότατο κληρικὸ τῆς Ραψάνης «παπὰ κὺρ Χριστόδουλον» Καραζήση, ποὺ ἦταν οἰκονόμος.

Ἕνα πωλητήριο ἔγγραφο τοῦ 1852, τὸ ὁποῖο βρέθηκε μαζὶ μὲ ἄλλα ἔγγραφα στὴν παλαιὰ βιβλιοθήκη ποὺ φυλασσόταν στὴν παλαιὰ καὶ ἀρχοντικὴ οἰκία Καραβασίλη, εἶναι ἀρκετὰ διαφωτιστικό. Σὲ αὐτὸ παρουσιάζεται «ὁ ἐλάχιστος ἱερεὺς καὶ οἰκονόμος (Χριστόδουλος) υἱὸς Χατζηβασιλείου Καραζήση καὶ Κερασίνης θυγατρὸς παπᾶ Ἀθανασίου Γεροπασχάλη» νὰ πωλεῖ «πρὸς ἀνεψιὸν αὐτοῦ Βασίλειον Χαδούλη Γογούρα» κτήματα, τὰ ὁποία στὸ ἑξῆς «ὑπάρχουσιν… ἰδιοκτησίαι τοῦ ρηθέντος ἀνεψιοῦ αὐτοῦ Βασιλείου ἀναπόσπαστοί τε καὶ ἀναφαίρετοι παρὰ παντὸς ἑτέρου κληρονόμου αὐτοῦ καὶ τῆς μακαρίτιδος συζύγου αὐτοῦ Μαρίας Α. Χατζηλασκάρεως…».

Ἀπὸ αὐτὸ συνεπάγεται τὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ Νεομάρτυς εἶχε τουλάχιστον μία ἀδελφή, τὴ Μαρία, τὸν δὲ παπὰ κὺρ Χριστόδουλο Καραζήση, γαμπρὸ ἀπὸ τὴν ἀδελφή του. Ἀξίζει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι τὴν ἐξ ἀγχιστείας αὐτὴ συγγένεια συμπλήρωσε ἡ πνευματική, γιατί ὁ Χριστόδουλος ὑπῆρξε διδάσκαλος τοῦ Γεωργίου. Μόνο δὲν γνωρίζουμε ἀκριβῶς ποιὰ ὑπῆρξε πρώτη ἢ ἐὰν ἡ μία συγγένεια προκάλεσε τὴν ἄλλη.

Ὁ Γεώργιος παρουσιάζεται ἀπὸ τὴν παράδοση ὡς τρόφιμος καὶ ἀπόφοιτος τῆς ἀνωτέρου ἐπιπέδου Σχολῆς Ραψάνης, στὴν ὁποία χρημάτισε διδάσκαλος καὶ ὁ κὺρ Χριστόδουλος Καραζήσης.  Σύμφωνα μὲ τὶς ὑπάρχουσες πληροφορίες, ἡ ὀρεινὴ κωμόπολη τῆς Ραψάνης ἄκμαζε οἰκονομικὰ τὸν 18ο αἰῶνα, ὅπως καὶ ὁ Τύρναβος καὶ τὰ Ἀμπελάκια. Εἶχε βιομηχανία, ἔκανε ἐξαγωγὴ ἐξαίρετου κρασιοῦ καὶ ἀποτελοῦσε πόλο ἕλξεως γιὰ τὰ γύρω χωριὰ τοῦ κάτω Ὀλύμπου.

Ἐνῷ λοιπὸν ὑπῆρχαν οἱ οἰκονομικὲς προϋποθέσεις, ὁ λογιότατος καὶ ἰδιαίτερα δραστήριος Ἐπίσκοπος Πλαταμῶνος καὶ Λυκοστομίου Διονύσιος, ὁ ὁποῖος θεμελίωσε καὶ προστάτευσε καὶ τὴ σπουδαία Σχολὴ στὰ Ἀμπελάκια, προέβη στὴν ἵδρυση καὶ τῆς ἐν λόγῳ Σχολῆς στὴ Ραψάνη τὸ ἔτος 1767. Ὀνομαστὸ ὑπῆρξε τὸ πνευματικὸ αὐτὸ Ἵδρυμα. Στὴν ἀκμή του συγκρινόταν μὲ τὶς Σχολὲς τῶν Μηλέων, τῆς Ζαγορᾶς, τῶν Ἀμπελακίων, τοῦ Τυρνάβου κ.ἄ. Σὲ αὐτὴ μαθήτευσαν καὶ ὁ Βασίλειος ὁ Ραψανιώτης, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἄριστους μαθητὲς στὴν Ἀθωνιάδα Ἀκαδημία (1753 – 1758) τοῦ Εὐγενίου Βούλγαρη καὶ ὁ Ἰωνᾶς Σπερμιώτης, ἕνας ἀπὸ τοὺς διακεκριμένους δασκάλους ἐκείνης τῆς ἐποχῆς καὶ περιζήτητος γι’ αὐτὸ στὴ Μακεδονία καὶ στὴ Θεσσαλία καὶ ἄλλοι. Κατὰ τὴν Ἐπανάσταση καὶ λίγο πρὶν ἀπὸ αὐτή, σταμάτησε νὰ λειτουργεῖ ἡ Σχολὴ καὶ ἐπαναλειτούργησε τὸ 1830.

Μὲ τὸ δεδομένο ὅτι ὁ Νεομάρτυς ἄθλησε τὸ 1818, θὰ πρέπει νὰ συμπεράνουμε μὲ ἀσφάλεια ὅτι ἀποφοίτησε ἀπὸ τὴ Σχολὴ τὸ 1815 – 16. Ἀφοῦ ἀποφοίτησε ὁ Γεώργιος ἀπὸ τὴ Σχολή, ἀσκοῦσε στὴν γενέτειρά του τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γραμματοδιδασκάλου μὲ ζῆλο ἔνθεο καὶ νεανικὸ σφρίγος, ἐμπνέοντας τοὺς νεαροὺς μαθητές του καὶ δημιουργώντας στὶς ἀδιαμόρφωτες ψυχές τους ζωηρὰ ἱερὰ καὶ ἐθνικὰ βιώματα.

Ἀναφέραμε πρὶν ὅτι ἡ Ραψάνη ἀποτελοῦσε πόλο ἕλξεως γιὰ τὰ χωριὰ τοῦ κάτω Ὀλύμπου. Αὐτὸ συνέβαινε γιὰ πολλὲς δεκαετίες μέχρι καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνα. Καὶ βέβαια ὄχι μόνο γιὰ τὴν ὑλικὴ εὐπορία καὶ τὴν ἐμπορικὴ καὶ βιομηχανική της κίνηση, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πνευματική της ἄνθηση καὶ καλλιέργεια τῶν γραμμάτων, ὅπως ἐλέχθη. Ἀποτελοῦσε ἀφορμὴ καυχήσεως γιὰ ἕνα γονέα νὰ ἀποστέλλει γιὰ σπουδὲς τὸν υἱό του στὴ Ραψάνη. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, γιὰ τὴν ὁποία κάνουμε λόγο, τὰ παραποτάμια χωριὰ τῆς περιοχῆς κατοικοῦνταν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀπὸ Ὀθωμανούς, ποὺ συναλλάσσονταν, μέχρι καὶ συνδέονταν ἀκόμη σὲ περιορισμένη βέβαια κλίμακα, μὲ Ἕλληνες Χριστιανούς.

Ἕνας ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, κάτοικος τῆς κωμοπόλεως Δερελὶ (Γόννοι) καὶ οἰκογενειάρχης, ἐπιθυμώντας ὁ υἱός του νὰ τύχει ἀξιόλογης παιδείας, τὸν ἀπέστειλε οἰκότροφο σὲ φίλο του ποὺ διέμενε στὴ Ραψάνη. Ἄρχισε ἔτσι τὸ τουρκόπουλο νὰ παρακολουθεῖ καὶ νὰ μαθαίνει τὰ στοιχειώδη γράμματα μαζὶ μὲ τὰ ἑλληνόπουλα, στὰ πόδια τοῦ γραμματοδιδάσκαλου Γεωργίου.

Ὁ μικρὸς Ἀγαρηνὸς προσαρμόστηκε σύντομα στὸ κλίμα τοῦ σχολείου καὶ συναγωνιζόταν τοὺς συμμαθητές του, ἐνθαρρυνόμενος καὶ ἀπὸ τὸν διδάσκαλό του, ἴσως τυγχάνοντας ἀπὸ ἐκεῖνον καὶ ἰδιαίτερης φροντίδας.

Μὲ τὸ δεδομένο ὅτι αἰῶνες πρὶν ἡ Ἑλληνικὴ παιδεία μὲ δυσκολία διαχωριζόταν ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ κατήχηση, ὁ μικρὸς ἀλλοεθνής, συγχρόνως πρὸς τὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση, λίγο – λίγο ἀλλὰ σταθερὰ ἐπηρεαζόταν ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ ζωή. Σὲ αὐτὸ ἀσφαλῶς καὶ ἀποφασιστικὰ συνέβαλε καὶ ἡ προσωπικότητα τοῦ δασκάλου του. Συνέβαλε ὅμως καὶ ἡ γοητεία τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἀκολουθιῶν, τὶς ὁποῖες ὡς αὐτοπρόβλητος κατηχούμενος παρακολουθοῦσε.

Ἀλλὰ ἡ σημειούμενη ἀλλαγὴ τοῦ μικροῦ Ἀγαρηνοῦ, στὰ φρονήματα, τὶς πεποιθήσεις καὶ τὰ ἤθη, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ μείνει ἀπαρατήρητη. Ἀρχικὰ στὸ οἰκογενειακό του περιβάλλον, κάθε φορὰ ποὺ μετέβαινε γιὰ διακοπὲς στὸ Δερελί, καὶ στὴ συνέχεια στὸ συγγενικὸ καὶ εὐρύτερο κύκλο γινόταν αἰσθητὴ ἡ μεταβολή, κάτι ποὺ δημιουργοῦσε ἀνησυχίες καὶ ἐρέθιζε τοὺς Ὀθωμανούς. Ἀλλὰ ἡ πρόκληση ἔγινε μεγαλύτερη καὶ ἡ δυσφορία τῶν Ἀγαρηνῶν ἀφόρητη, ὅταν μὲ τὸν καιρὸ ὁ μικρὸς καὶ αὐθόρμητος προσήλυτος ὄχι μόνο ἐκφραζόταν μὲ ἐκτίμηση γιὰ τὰ ἱερὰ τῶν Ρωμιῶν, ἀλλὰ καί, ἀντιδιαστέλλοντας αὐτὰ πρὸς τὰ ἀντίστοιχα τῶν ὁμοεθνῶν του, ὑποτιμοῦσε τὰ ἱερὰ τῶν Μωαμεθανῶν καὶ τὰ περιφρονοῦσε.

Ὅπως ἦταν ἑπόμενο, ὅσοι ἐξοργίσθηκαν ἀναζήτησαν τὸν ἔνοχο τῆς «προσβολῆς». Τὸν ἐντόπισαν στὸ σχολεῖο τῆς Ραψάνης. Τὸν ἔσυραν δέσμιο γιὰ τὰ περαιτέρω στὸν Τύρναβο, ὅπου ἀπὸ τὸ 1811 εἶχε ἕδρα του ὁ διορισμένος Σατράπης τῆς Θεσσαλίας, Βελῆ Πασᾶς, υἱὸς τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ τοῦ Τεπελενλῆ, ἀφοῦ ἡ Ὑψηλὴ Πύλη τὸν μετέθεσε ἐκεῖ ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο.

Ἡ κατηγορία ἐναντίων τοῦ κατηγορουμένου ἦταν συγκεκριμένη, σαφὴς καί, σύμφωνα μὲ ὅσα ἴσχυαν στοὺς Ὀθωμανούς, βαρύτατη: ἀπόπειρα ἐκχριστιανισμοῦ μουσουλμανόπαιδος. Αὐτὸ καὶ μόνο, ἀνεξάρτητα τοῦ ἀποτελέσματος τῆς προσπάθειας, συνεπαγόταν ἀνελέητη καταδίκη σὲ μαρτυρικὸ θάνατο.

Στὸν Τύρναβο εἶχε τὴν ἕδρα του Στρατοδικεῖο. Δὲν εἶναι, ἐν τούτοις, γνωστὸ ἂν τὸν Γεώργιο τὸν δίκασε στρατοδίκης, προσωπικὰ ὁ Βελῆ Πασᾶς, κάποιος ἄλλος μουλᾶς (δικαστής) ἢ δικαστήριο μὲ πολυμελὴ σύνθεση, ὅπως καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Γεδεῶν, ποὺ μαρτύρησε τὸ ἴδιο ἔτος στὸν Τύρναβο.

Γνωστὸ εἶναι ὅτι ἡ διαδικασία ἦταν σύντομη καὶ τελεσίδικη. Ἡ ἀπόφαση δὲν ἦταν ἡ προβλεπόμενη καὶ ἡ συνηθισμένη σὲ παρόμοιες ἀφορμές: ἐκτέλεση διὰ βασανισμοῦ. Συγκεκριμένα ὁ Νεομάρτυς Γεώργιος ἀποκεφαλίσθηκε, ἀφοῦ προηγουμένως ὑπέστη πολλὰ καὶ ποικίλα ὀδυνηρότατα μαρτύρια.

Τὸν ἔκλεισαν σὲ πυρακτωμένο λουτρό, γυμνὸ ἀπὸ τὸ κεφάλι μέχρι τὰ πόδια. Τὸν τρύπησαν μὲ σιδερένια νύχια. Τοῦ κάρφωσαν τὰ πόδια σὲ πέταλα. Τὸν διαπόμπευσαν σὲ ὅλο τὸν Τύρναβο. Τὸν κάρφωσαν σὲ τετράγωνο στῦλο ἴσο στὸ ὕψος μὲ τὸν Μάρτυρα καὶ ἀφοῦ τὸν περιτύλιξαν μὲ σχοινιὰ βουτηγμένα στὴν πίσσα, στὴ νάφθα (ἀκάθαρτο πετρέλαιο) καὶ σὲ ἄλλα ἐλαιώδη καὶ οἰνοπνευματώδη ὑγρά, τὸν παρέδωσαν στὴ φωτιά. Ὅμως μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πρὸς ἐνίσχυση τοῦ Ἁγίου, ὁ Μάρτυρας δὲν ἔπαθε τίποτα.

Στὶς ἱστορήσεις τῶν εἰκόνων παρουσιάζονται συμπληρωματικὰ καὶ ἄλλες σκηνὲς βασανισμῶν. Στραγγαλισμοί, ἐξαρθρώσεις, κτυπήματα μὲ τὸ σπαθί, μέχρι καὶ τοποθέτηση πυρακτωμένου σιδερένιου στεφανιοῦ πάνω στὸ γυμνὸ σῶμα τοῦ Νεομάρτυρος.

Στὶς ἱστορήσεις τῶν εἰκόνων, ἐπίσης, παρουσιάζεται ὁ ἀθλητὴς τῆς πίστεως Γεώργιος, ἔχοντας τὸ κεφάλι στοὺς ὤμους, νὰ μεταφέρεται πρὸς ἐνταφιασμό, παρουσία κάποιου ἱερέα ὀνόματι Δημητρίου ποὺ θυμιάζει καὶ ὁ ὁποῖος εἶχε προσκληθεῖ καὶ διαταχθεῖ εἰδικὰ γιὰ τὸ λόγο αὐτό. Σύμφωνα μὲ ἄλλη παράδοση ὁ Νεομάρτυς ἀποκεφαλίζεται προτοῦ προλάβει νὰ πεθάνει ἀπὸ τὰ μαρτύρια ποὺ ἤδη εἶχαν γίνει. Σὲ αὐτὸ συνηγορεῖ καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι μεταξὺ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου δὲν ὑπάρχει ἡ ἁγία του κάρα, ἀφοῦ ἐξαφανίσθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνούς.

 Τὸ ἔτος τῆς ἀθλήσεως τοῦ Νεομάρτυρα Γεωργίου εἶναι τὸ 1818. Τότε ὁ Ἅγιος βρισκόταν στὸ εἰκοστό, τουλάχιστον, ἔτος τῆς ἡλικίας του.

Ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα στοιχεῖα ὑποδηλώνεται ὅτι ἡ ἀρχὴ τοῦ μαρτυρίου ἔγινε σὲ κάποιο διοικητικὸ κτίριο στὸν Τύρναβο. Ἴσως, ὅπως καὶ τοῦ Ὁσιομάρτυρα Γεδεῶν, «εἰς τὸ τοῦ Ἡγεμόνος Παλάτιον». Ἀκολούθως καὶ «ἐπειδὴ τοῖς ἀνωτέρω βασάνοις οὐκ ἐνέδωκε (ὁ Γεώργιος), δι’ ἐπιταγῆς τοῦ Βαλῆ πασιᾶ, δι’ ὤλου τοῦ Τυρνάβου πομπευθεὶς καὶ τοῦ ποταμοῦ (Τιταρησίου) περαιωθείς…», ὁδηγήθηκε στὴ δεύτερη καὶ σκληρότερη φάση τῶν βασανιστηρίων του. Γι’ αὐτὸ καὶ ἦταν ἄλλοι δήμιοι ἐκεῖ, ὁ Ἀγὰ Σεβράνι καὶ κάποιος Φράγκος.

Ἀπὸ τὰ παλαιότατα χρόνια μέχρι καὶ σήμερα, ἀπὸ τὴ μεριὰ τοῦ Τιταρησίου (ἢ Σαλαμπριᾶ ἀποκαλούμενου) ποταμοῦ, ὑπῆρχαν στρατῶνες. Ἐκεῖ λοιπὸν καὶ κοντὰ στὴ μακρὰ γέφυρα, ἄθλησε καὶ ἐνταφιάσθηκε ὁ Νεομάρτυς Γεώργιος. Ἡ ἄποψη αὐτὴ ἐνισχύεται καὶ ἀπὸ τὸ λόγο ὅτι καὶ στὶς δύο ἱστορήσεις στὶς ἅγιες εἰκόνες, στὰ πόδια τοῦ Ἁγίου εἰκονίζεται ἡ ἐν λόγῳ γέφυρα.

Τὴν πρώτη ἤδη ἐκείνη νύχτα εἶδαν οἱ Τοῦρκοι σκοποὶ τῶν στρατώνων «οὐρανομήκη» στήλη φωτός, ποὺ σημάδευε τὸν τάφο τοῦ Νεομάρτυρα. Τὴν ἑπόμενη ἐνημέρωσαν γι’ αὐτὸ τοὺς προϊσταμένους τους. Ἐκεῖνοι καὶ μὲ τὰ ἴδια τὰ μάτια τους διαπίστωσαν τὴν φωτοφάνεια καὶ κατὰ τὴν δεύτερη νύχτα καὶ ἀνέφεραν σχετικὰ τὴν ἑπόμενη στὸν Βελῆ πασᾶ, τὸν ὁποῖο καὶ προκαλοῦσαν, ἐὰν ἐπιθυμοῦσε, νὰ διαπιστώσει καὶ προσωπικὰ τὸ ἐξαίσιο φαινόμενο.

Ἐκεῖνος ὁ ὑπερφίαλος, ἀφοῦ ἀπαξίωσε νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ συγκεκριμένο γεγονός, διέταξε νὰ προσκληθοῦν τὸ συντομότερο στὴ Ραψάνη οἱ συγγενεῖς τοῦ Νεομάρτυρα, νὰ ξεθάψουν καὶ νὰ παραλάβουν τὸ ἱερὸ σκήνωμά του, πράγμα τὸ ὁποῖο καὶ ἔγινε.

Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό, μὲ πολλὴ εὐλάβεια καὶ κατάνυξη, τὰ ἅγια λείψανα μετακομίσθηκαν ἀπὸ τὸ κοιμητήριο τῆς Ραψάνης, τὸ ὁποῖο ἦταν στὸ χῶρο γύρω ἀπὸ τὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, στὴν εὐρύχωρη ἀρχοντικὴ οἰκία Καραζήση ποὺ βρισκόταν κοντά.

Ἐκεῖ βρίσκονται μέχρι σήμερα θησαυρισμένα σὲ εἰδικὰ γι’ αὐτὸ τὸν σκοπὸ ἀφιερωμένο δωμάτιο, τὸ ὁποῖο φωτίζεται ἀπὸ ἄσβεστο καντήλι μὲ ἱλαρὸ φῶς καὶ εἶναι προσιτὸ σὲ κάθε εὐλαβὴ προσκυνητή.
Πραγματικά, ἐφαρμόστηκαν πλήρως καὶ οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τοὺς ὁποίους ἔγραψε στὸ Νέο Μαρτυρολόγιο καὶ τοὺς ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς Νεομάρτυρες: «Τὰ τίμια λείψανά σας θέλει δοξάσει (ὁ Θεός) ἐδῶ κάτω εἰς τὴν γῆν ἢ μὲ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ Φωτός του ἢ καὶ μὲ ἄλλα σημεῖα καὶ θαύματα, καθὼς ἤθελε κρίνει ἡ θεία δικαιοσύνη Του, ἢ τὸ ὀλιγώτερον ὀλιγώτερον θέλει τὰ τιμήσῃ μὲ τὴν παρὰ τῶν Χριστιανῶν προσκύνησιν καὶ εὐλάβειαν…».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Πρίγκιπος καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ Δαβὶδ καὶ Κωνσταντίνου

Ἡ μνήμη τοὺς τιμᾶται στὶς 19 Σεπτεμβρίου. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς ἀνακομιδῆς τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος καὶ Ζίτσης 

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος γεννήθηκε στὶς 23 Δεκεμβρίου 1880 στὸ χωριὸ Λέλιτς τῆς κεντροδυτικῆς Σερβίας. Ἦταν τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἐννέα τέκνα τῶν εὐσεβῶν ἀγροτῶν Δραγομίρου καὶ Αἰκατερίνης. Ἀσθενικὸς στὴν σωματική του διάπλαση καὶ κράση, ἐπέδειξε ἀπὸ μικρὸς τὴν εὐφυΐα του, τὴ μεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν κλίση πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο. Σπούδασε, παρὰ τὸ γεγονὸς τῆς μεγάλης πτωχείας τῆς οἰκογένειάς του, στὴ θεολογικὴ σχολὴ Βελιγραδίου, ἀνακηρύχθηκε διδάκτωρ τῆς Θεολογίας στὴ Βέρνη τῆς Ἐλβετίας (1908), διδάκτωρ στὴν Ὀξφόρδη τῆς Ἀγγλίας (1909) καὶ τὸ Χάλλε τῆς Γερμανίας (1911). Γνώριζε ἑπτὰ γλῶσσες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὴν ἑλληνική.

Ὁ Νικόλαος λάτρευε τὸν Θεὸ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἰσχῦος καὶ διανοίας αὐτοῦ, καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε στόμα καὶ σοφία ἀσυναγώνιστο καὶ ἀκαταγώνιστο. Ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ μονὴ Ρακόβιτσα, κοντὰ στὸ Βελιγράδι, τὸν Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1909. Εἶχε ἀρρωστήσει βαριὰ ἀπὸ δυσεντερία καὶ ἔταξε, ἐὰν ὁ Κύριος τὸν θεραπεύσει, νὰ Τοῦ ἀφιερωθεῖ διὰ βίου μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη, ὅπως καὶ ἔγινε.

Κατὰ τὴν περίοδο 1915 – 1919 ἀπεστάλη στὴν Ἀμερικὴ καὶ στὴν Ἀγγλία, γιὰ νὰ συντρέξει καὶ νὰ ἐνισχύσει τὸν πολύπαθο Σερβικὸ λαό. Τὸ ἔτος 1919 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ζίτσης στὴν κεντρικὴ Σερβία καὶ τὸ ἔτος 1920 μεταφέρθηκε στὴν Ἀχρίδα, ὅπου ἀνέπτυξε ἕνα τεράστιο ἱεραποστολικό, ποιμαντικό, κοινωνικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο.

Ὁ Ἐπίσκοπος Νικόλαος, παρὰ τὴν τεράστια μόρφωσή του καὶ τὰ πολλά του χαρίσματα, διακρινόταν γιὰ τὴν ἁπλότητα τοῦ ἤθους του, τὴν καλοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη του. Ἡ ἀρετή, ἡ ὁποία κατ’ ἐξοχὴν τὸν στόλιζε, ἦταν ἡ ταπείνωση. Ἡ μελέτη τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ συναναστροφή του μὲ Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἐπλούτιζαν τὴν πνευματικότητά του. Μὲ τὰ συγγράμματά του καὶ τὴν πνευματική του καθοδήγηση ὁ λαὸς ἀναγεννιέται πνευματικὰ καὶ ὁ μοναχισμὸς ἀνθίζει.

Τὸ 1941 οἱ ἀρχὲς κατοχῆς τῆς χώρας του, οἱ Γερμανοί, τὸν συλλαμβάνουν, τὸν περιορίζουν καὶ τὸ 1944 τὸν στέλνουν στὸ στρατόπεδο συγκεντρώσεως τοῦ Νταχάου στὴ Γερμανία, ὅπου ὑπέστη πάνδεινα βασανιστήρια. Ὁ δοῦλος τοῦ Κυρίου βάσταζε τὰ στίγματα τοῦ μαρτυρίου στὸ σῶμα του, ποὺ ὅλο εἶχε γίνει μία πληγή. Μάλιστα δέρμα στὴν πλάτη καὶ στὰ πέλματα δὲν ὑπῆρχε.

Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, τὸ Μάιο τοῦ 1945, δὲν θέλησε πλέον νὰ ἐπιστρέψει στὴν πατρίδα του. Τὸ τότε καθεστὼς τὸν θεωροῦσε ἀνεπιθύμητο πρόσωπο. Πῆγε, λοιπόν, στὴν Ἀμερικὴ καὶ παρὰ τὴν κλονισμένη ὑγεία του συνέχισε τὸ φιλανθρωπικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Δίδαξε στὴν ἱερατικὴ σχολὴ τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα στὸ Λίμπερτβιλ τοῦ Ἰλλινόις καὶ ἀπὸ τὸ 1951 ἐγκαταστάθηκε στὴ Ρωσικὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Τύχωνος στὴν Πενσυλβάνια, ὅπου καθοδηγοῦσε τοὺς μοναχοὺς καὶ διηύθυνε τὸ θεολογικὸ σεμινάριο τῆς μονῆς. Οἱ δυσκολίες καὶ τὰ προβλήματα δὲν τὸν ἀποθάρρυναν ποτέ. Αἰσθανόταν ἔντονα τὴν παρουσία τῆς Θείας Πρόνοιας στὸ βίο του καὶ αὐτὸ τοῦ ἔδινε δύναμη, ἀνδρεία καὶ χαρά.
Ἡ προσευχή του ἦταν ἀδιάλειπτη καὶ ἔρεε ὡς ποταμὸς τοῦ παραδείσου. Πενθοῦσε ἀβίαστα καὶ ἔχυνε δάκρυα μετάνοιας, παρακλήσεως, μεσιτείας καὶ δοξολογίας. Προσευχόμενος τὸ πρωὶ τῆς Κυριακῆς τοῦ ἔτους 1956 στὸ ταπεινὸ κελί του καὶ προετοιμαζόμενος νά λειτουργήσει, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Μεγαλυνάριον.
Βλάστημα ὑπάρχων τῶν Ἀθηνῶν, ἄνθος τῆς ἐρήμου, διὰ βίου ἀγγελικοῦ, Μᾶρκε ἀνεδείχθης, καὶ κόσμῳ διαπνέεις, τῶν ἀρετῶν σου Πάτερ, ὀσμὴν τὴν κρείττονα.

Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης γεννήθηκε στὴ Λυκία τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ., ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ ταπεινοὺς γονεῖς καὶ ἐκ βρέφους ἀφιερώθηκε στὸν Θεό. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀσπάσθηκε τὴν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν παρασυρόμενος ἀπὸ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ αἱρετικοῦ ψευδοπατριάρχου Θεοδοσίου, φανατικοῦ μονοφυσίτου Αἰγυπτίου μοναχοῦ, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν ἀπουσία τοῦ Πατριάρχου Ἰουβεναλίου (422 – 453 μ.Χ.), βοηθούμενος καὶ ὑπὸ τῆς βασιλίσσης Εὐδοκίας, κατόρθωσε νὰ καταλάβει τὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῶν Ἱεροσολύμων καὶ νὰ προβεῖ σὲ ἀνεκδιήγητες σκληρότητες ἐπὶ εἴκοσι μῆνες (451 – 453 μ.Χ.). Ἀκόμη καὶ αὐτὸς ὁ πανίερος ναὸς τῆς Ἀναστάσεως ἔγινε θέατρο ἀπερίγραπτων σκηνῶν καὶ ἐπὶ πλέον ἡ ταραχὴ ἐξαπλώθηκε ἀνὰ τὴν Παλαιστίνη.

Οἱ Μονοφυσίτες δὲν παραδέχονται ὅτι στὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ἑνωθεῖ ἡ Θεία καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀχωρίστως καὶ ἀδιαιρέτως», ἀλλὰ ἰσχυρίζονται, ὅτι ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἀπορρόφησε τὴν ἀνθρώπινη φύση Του καὶ ἑπομένως ὁ Χριστὸς ἔχει μόνο μία φύση.

Γρήγορα ὅμως ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κατάλαβε τὸ λάθος του, ἐπειδὴ ἦταν ἄνθρωπος μὲ καλὴ προαίρεση καὶ ταπεινὸ φρόνημα. Εἶχε τὴν καλὴ συνήθεια νὰ ἐπισκέπτεται καὶ νὰ συμβουλεύεται γιὰ πνευματικὰ θέματα ἁγιασμένους ἀνθρώπους. Ἀπὸ ἕναν λόγιο ἀσκητή, ποὺ ὀνομαζόταν Εὐθύμιος καὶ ἀσκήτευε στὴν ἔρημο τοῦ Ρουβᾶ, διδάχθηκε τὴν ἀλήθεια γιὰ τὶς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, κατάλαβε τὸ λάθος του καὶ ἐπέστρεψε καὶ πάλι στὴν Ἐκκλησία.

Στὴ συνέχεια ἐκάρη, τὸ ἔτος 451 μ.Χ., μοναχὸς στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη, ὅπου ἀσκήθηκε μὲ ἡσυχία. Ἀργότερα, ὅταν συγκεντρώθηκαν γύρω του πολλοὶ μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν τὴ φωτισμένη καθοδήγησή του, ἵδρυσε κοινοβιακὴ μονὴ κοντὰ στὴν πόλη Βαϊθαγλά.

Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἦταν αὐστηρός, ἀλλὰ μόνο στὸν ἑαυτό του. Στοὺς ἄλλους ἦταν εὐπροσήγορος καὶ ἐπιεικής. Ἔτρωγε λίγο, ὅσο χρειαζόταν γιὰ νά συντηρεῖται στὴ ζωὴ καὶ κοιμόταν, ἐπίσης, πολὺ λίγο. Μάλιστα δίδασκε ὅτι ὅποιος θέλει νὰ ζήσει περισσότερο πρέπει νὰ κοιμᾶται λιγότερο, διότι ὁ πολὺς ὕπνος κάνει τὸ σῶμα τρυφηλὸ καὶ ἄρα ἀνίσχυρο στοὺς κόπους καὶ εὐάλωτο στὶς ἀθένειες.

Ἡ διδασκαλία τοῦ Ὁσίου Γερασίμου γιὰ τὸν ὕπνο εἶναι οὐσιαστικὰ λόγος γιὰ τὴν ἄσκηση. Μὲ τὸν περιορισμὸ τοῦ ὕπνου καὶ μὲ τὴν ἐγκράτεια, συνηθίζει ἡ σάρκα (τὸ σαρκικὸ φρόνημα) νὰ ὑποτάσσεται στὸ πνεῦμα. Μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἰδίως μὲ τὴ μονολόγιστη εὐχή, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με», ὁ νοῦς συγκεντρώνεται στὸ χῶρο τῆς καρδιᾶς, ποὺ εἶναι ἡ φυσική του θέση καὶ ἀποκτᾶ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ.

Τόσο πολὺ ἀπέκτησε τὴν οἰκείωση πρὸς τὸν Θεὸ ὁ Ὅσιος Γεράσιμος καὶ προστάτεψε τὸ «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» τῶν Ἁγίων, ὥστε δάμασε καὶ τὰ ἄγρια θηρία καὶ ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ἀπέκτησε μάλιστα ὑπηρέτη καὶ ἕναν ὄνο, γιὰ νὰ μεταφέρει νερό, καθὼς τὸ νερὸ ἀπεῖχε μακριὰ ἀπὸ αὐτόν. Κάποτε, ἕνα λιοντάρι, ἔχοντας πληγωμένο ἀπὸ ἕνα ξύλο στὸ μάτι του, κατέβηκε ἀπὸ τὸ βουνὸ καὶ κατέφυγε στὸν Ὅσιο. Ἐκεῖνος, ἀφοῦ τὸ ἔκανε καλά, τοῦ ὅρισε νὰ ὁδηγεῖ πλέον τὸν ἴδιο τὸν ὄνο κατὰ τὴν βοσκή του καὶ τὴ μεταφορὰ τοῦ νεροῦ. Κάποια φορά, καὶ ἐνῷ τὸ λιοντάρι κοιμόταν, ἔμποροι ποὺ περνοῦσαν πῆραν τὸν ὄνο. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Ὅσιος ὑποπτεύθηκε ὅτι τὸ λιοντάρι ἔφαγε τὸν ὄνο, τὸ καταδίκασε ἐκεῖνο τώρα νὰ μεταφέρει τὸ νερό. Ὥσπου μία μέρα, ὅταν ξαναπέρασαν οἱ ἔμποροι ἀπὸ τὸ ἴδιο σημεῖο, τὸ λιοντάρι ἀναγνώρισε τὸν κλεμμένο ὄνο καὶ τὸν ἐπέστρεψε σῶο στὸν Ὅσιο. Ἐκεῖνος τότε τὸ ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸ ἔργο αὐτὸ καὶ τὸ ἄφησε νὰ γυρίσει στὸ βουνό. Καὶ ὅταν ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ λιοντάρι ᾖρθε καὶ πέθανε πάνω στὸν τάφο του.

Ὅταν στὶς 19 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 473 μ.Χ. κοιμήθηκε ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ Μέγας, ὁ Ὅσιος Γεράσιμος εἶδε σὲ ὅραμα, κατὰ τὴν στιγμὴ ποὺ προσευχόταν στὴ Λαύρα, τὸ τέλος τοῦ Ὁσίου. Αὐτὸ ἀναφέρεται στὴ διήγηση τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ τοῦ Ἀναχωρητοῦ, ὁ ὁποῖος συνόδευσε τὸν Ὅσιο Γεράσιμο στὴν κηδεία τοῦ μεγάλου Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας.
Δύο χρόνια μετὰ τὸ τέλος τοῦ Ὁσίου Εὐθυμίου, τὸ ἔτος 475 μ.Χ., ἐπὶ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Ἀναστασίου Α’ (458 – 478 μ.Χ.), ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κομήθηκε μὲ εἰρήνη. Τὴν διαδοχὴ τῆς Λαύρας ἀνέθεσε στοὺς συνασκητὲς αὐτοῦ Στέφανο καὶ Βασίλειο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς ἐρήμου οἰκήτωρ, Ἀσκητῶν ἀκροθίνιον, καὶ ἀγγελικῆς πολιτείας ἀναδέδειξαι ἔσοπτρον, τοῦ Πνεύματος τῇ αἴγλῃ λαμπρυνθείς, Γεράσιμε Ὁσίων καλλονὴ· διὰ τοῦτο θεραπεύεις διαπαντός, τοὺς πίστει ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἐκ νεότητος, ἀκολουθήσας πιστῶς, ζωὴν τὴν ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, Γεράσιμε Ὅσιε· σὺ γὰρ ἐν Ἰορδάνου, διαλάμψας τῇ χώρᾳ, θῆρα καθυποτάσσεις, τῇ στερρᾷ σου ἀσκήσει· Χριστὸς γὰρ ὃν ἐδόξασας, λαμπρῶς σε ἐθαυμάστωσε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστὴρ οὐράνιος ἐξανάτειλας, ἱερῶς ἐφαίδρυνας, τῶν ἀρετῶν σου τῷ φωτί, τοῦ Ἰορδάνου τὴν ἔρημον, Ὅσιε Πάτερ, θεόφρον Γεράσιμε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ἀγγέλων ὁ μιμητής, καὶ τῶν Μοναζόντων, γνώμων θεῖος καὶ ὁδηγός· χαίροις ἀπαθείας, τὸ φωτοφόρον σέλας, Γεράσιμε παμμάκαρ, Ὁσίων καύχημα.

Οἱ Ἅγιοι Παῦλος καὶ Ἰουλιανὴ οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Παῦλος καὶ Ἰουλιανὴ ἦταν ἀδέλφια κατὰ σάρκα καὶ ἔζησαν στὴν Πτολεμαΐδα τῆς Αἰγύπτου κατὰ τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοὺ (270 – 275 μ.Χ.).

Ὁ Ἅγιος Παῦλος, νεαρὸς στὴν ἡλικία, μελετοῦσε τὶς θεῖες Γραφὲς καὶ κήρυττε στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔτσι στήριζε τοὺς Χριστιανοὺς στὴν πατρώα εὐσέβεια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν τὸν συνέλαβαν, τὸν κρέμασαν καὶ ἄρχισαν νὰ τοῦ ξεσκίζουν τὶς σάρκες. Βλέποντας ἡ ἀδελφή του Ἰουλιανὴ τὸν Ἅγιο σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση ἄρχισε νὰ φωνάζει καὶ νὰ διαμαρτύρεται κατὰ τῶν βασανιστῶν. Ἔτσι συνέλαβαν καὶ αὐτήν, τὴν ἔδεσαν καὶ ἄρχισαν νά τὴν κτυποῦν. Δύο ἀπὸ τοὺς δημίους, ποὺ εὐσπλαχνίσθηκαν τοὺς Ἁγίους, πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκαν.
Μετὰ τὰ βασανιστήρια οἱ Ἅγιοι ρίχτηκαν στὴ φυλακή, μήπως καὶ ἀλλάξουν φρόνημα. Ὅμως ἐκεῖνοι μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ὁμολογοῦσαν καὶ πάλι τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Τότε τοὺς κρέμασαν καὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν. Ἦταν τὸ ἔτος 273 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἀκάκιος, Κοδράτος καὶ Στρατόνικος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀκάκιος, Κοδράτος καὶ Στρατόνικος μαρτύρησαν στὴν Πτολεμαΐδα τῆς Αἰγύπτου τὸ ἔτος 273 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ (270 – 275 μ.Χ). Ἦταν δήμιοι, ποὺ βασάνιζαν τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες Παῦλο καὶ Ἰουλιανή, ἀλλὰ πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Κωνσταντίας τῆς Κύπρου

Ἡ μνήμη αὐτοῦ ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα μετὰ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, Ἐπισκόπου Κωνσταντίας τῆς Κύπρου: «Τῶν Ὁσίων Πατέρων ἡμῶν Γρηγορίου Κωνσταντίας τῆς Κύπρου [καί] Ἀδριανοῦ». Ἴσως ὁ Ἅγιος Ἀδριανὸς νὰ ἦταν καὶ αὐτὸς Ἐπίσκοπος στὴν Κύπρο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Ἄσσου

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἀκόρνη τῆς Λέσβου ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ πιστοὺς γονεῖς, τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Μαρία, οἱ ὁποῖοι γιὰ χρόνια παρακαλοῦσαν θερμὰ τὸν Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει ἕνα παιδί. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὶς προσευχές τους καὶ τοὺς χάρισε υἱό, ποὺ τὸν ὀνόμασαν Γεώργιο, τὸν ὁποῖο μεγάλωσαν μὲ τὰ νάματα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἀλήθειας. Ὅταν ὁ Γεώργιος ἐπισκέφθηκε τὴν Βασιλεύουσα γιὰ νὰ συμπληρώσει τὶς σπουδές του, γνώρισε τὸν Ἱερομόναχο Ἀγάθωνα, τὸν ὁποῖο ἀκολούθησε σὲ κάποιο μοναστήρι τῆς Ἀνατολῆς, ὅπου ἦταν ἡγούμενος καὶ παρέμεινε ἐκεῖ γιὰ τρία χρόνια. Ἀργότερα, ἐπισκέφθηκε γιὰ προσκύνημα τὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου σὲ κάποιο ἡσυχαστήριο τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος μὲ τὸ ὄνομα Γρηγόριος.

Κατόπιν συστάσεως τοῦ Ἀγάθωνος, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἄσσου τῆς Μυσίας. Ἡ Γρηγόριος ἀνέλαβε τὰ καθήκοντα τοῦ Ἐπισκόπου μὲ πολὺ ζῆλο καὶ ἐπιτέλεσε σπουδαῖο ἔργο, ὡς πολίτης ἄνω Σιών. Κατέληξε στὸ ὄρος Πρίαντος (Πριγιάμι) τῆς Λέσβου, ὅπου ἵδρυσε μονὴ στὴν ὁποία καὶ κοιμήθηκε ὁσιακά. Ὁ Ἅγιος πέθανε σὲ μεγάλη ἡλικία τὸ ἔτος 1150 ἢ τὸ 1185. Τὸ ἔτος 1935 ἔγιναν ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Μυτιλήνης Ἰακώβου (Κλεομβρότου) ἀνασκαφὲς στὸν χῶρο τῆς ἀρχαίας μονῆς καὶ ἀποκαλύφθηκε ὁ δικιόνιος βυζαντινὸς ναὸς μὲ τὸν εὐρύχωρο νάρθηκα, ἡ τράπεζα τῆς μονῆς καὶ οἱ θεμέλιοι ἄλλων κτισμάτων.

Ἡ ἀνεύρεση τῶν λειψάνων καὶ τοῦ τάφου τοῦ Ἁγίου ἔδωσαν νέα ὤθηση στὴν τιμὴ τοῦ Ἁγίου. Στὶς 16 Νοεμβρίου τοῦ 1935 τὰ ἱερὰ λείψανα ἀνεκομίσθησαν καὶ ἀπετέθησαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Σκοπέλου τῆς νήσου Λέσβου.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν ἱερὰ μνήμη του στὶς 10 Ἰουλίου, στὴν παλαιὰ μονὴ καὶ τὸ γεγονὸς τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὶς 10 Νοεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος τῆς Βολογκντὰ γεννήθηκε στὴν Ρωσία τὸν 12ο αἰῶνα μ.Χ. Στὴν ἀρχὴ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τοῦ Γκλουσὲν καὶ ἀργότερα στὴ μονὴ τοῦ Γκλινέκ, κοντὰ στὸ Κίεβο. Στὶς 19 Αὐγούστου 1147 ἦλθε στὴν περιοχὴ τῆς Βολογκντά, ὅπου συνέχισε τὸ θεοφιλὴ καὶ ἀσκητικό του βίο.
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1178.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος βασιλεὺς Ροστὼβ τῆς Ρωσίας 

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος γεννήθηκε στὶς 7 Δεκεμβρίου 1209 καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ μεγάλου πρίγκιπα τοῦ Ροστὼβ Κωνσταντίνου Βσεβολόντοβιτς καὶ τῆς πριγκίπισσας Ἀγάθης – Ἄννας Μστισλάβοβνα. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατέρα του, ἡ μητέρα του εἰσῆλθε σὲ μονὴ καὶ ἔγινε μοναχή. Στὴ μονὴ αὐτὴ κοιμήθηκε στὶς 24 Ἰανουαρίου 1221.

Ὅταν τὸ ἔτος 1216 ὁ πατέρας του, Κωνσταντίνος Βσεβολόντοβιτς, ἔγινε μεγάλος πρίγκιπας τοῦ Βλαδιμίρ, ἀνέθεσε τὰ καθήκοντα διακυβερνήσεως τοῦ Ροστὼβ στὸ μικρὸ πρίγκιπα Βασίλειο, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε τὰ καθήκοντά του μὲ αἰσθήματα δικαιοσύνης καὶ ἀγάπης ἔναντι τοῦ λαοῦ τοῦ Ροστώβ.

Ὅταν, στὶς 2 Φεβρουαρίου 1218, πέθανε ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου, ὁδηγὸς καὶ σύμβουλος τοῦ νεαροῦ πρίγκιπα ἀνέλαβε ὁ θεῖος του Ἅγιος Γεώργιος, πρίγκιπας τοῦ Βλαντιμὶρ († 4 Φεβρουαρίου).

Κατὰ τὸ ἔτος 1219 ἔλαβε μέρος στὴ μάχη ποὺ ἔδωσαν οἱ κάτοικοι τοῦ Βλαντιμὶρ καὶ τῆς Σουζδαλίας κατὰ τῶν Βουλγάρων καὶ στὶς 16 Ἰουνίου 1223 στὴ μάχη κατὰ τῶν Μογγόλων στὸν ποταμὸ Κάλκα, ὅπου οἱ Ρώσοι νικήθηκαν. Ὁ Βασίλειος καὶ οἱ στρατιῶτες του ἐπέστρεψαν στὸ Ροστώβ.

Λίγα χρόνια ἀργότερα ὁ Ἅγιος νυμφεύεται τὴ Μαρία, θυγατέρα τοῦ Ἁγίου Μιχαὴλ τοῦ Τσέρνιγκωφ († 20 Σεπτεμβρίου) καὶ ἀποκτᾶ τὸν πρῶτο του υἱό, τὸν Μπόρις. Ὅμως τὰ σύννεφα ἄρχισαν νὰ σκεπάζουν τὸν οὐρανὸ τῆς Ρωσίας. Ἡ ἀπειλὴ τῶν Τατάρων ἦταν ὁρατή. Τὸ ἔτος 1236 οἱ Τάταροι εἶχαν καταλάβει ἕνα μεγάλο μέρος τῆς Ρωσικῆς γῆς. Ὁ Χάνης τῶν Τατάρων πρότεινε στὸν Ἅγιο Γεώργιο τὸν πρίγκιπα, εἰρήνη. Ἐκεῖνος ὅμως ἀπάντησε: «Μία ἔνδοξη μάχη εἶναι προτιμότερη ἀπὸ μία ἀτιμωτικὴ εἰρήνη». Στὶς 3 Φεβρουαρίου 1238 οἱ Τάταροι κύκλωσαν τὴν πόλη τοῦ Βλαντιμίρ. Οἱ κάτοικοι κατέφυγαν στὴν προστασία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ὁ Ἐπίσκοπος Μητροφάνης ἐνδυνάμωνε τοὺς ἀγωνιστές. Ἡ πόλη τελικὰ ἔπεσε στὰ χέρια τῶν ἐχθρῶν στὶς 7 Φεβρουαρίου. Ὁ Ἐπίσκοπος Μητροφάνης πέθανε μαζὶ μὲ χιλιάδες γυναῖκες καὶ παιδιά.

Στὶς 4 Μαρτίου 1238 οἱ Ρώσοι, μὲ ἐπικεφαλῆς τοὺς Ἁγίους Βασίλειο καὶ Γεώργιο, ἔδωσαν τὴν τελικὴ μάχη. Οἱ Τάταροι συνέλαβαν τὸν Ἅγιο Βασίλειο, ὁ ὁποῖος τοὺς εἶπε, ὅπως οἱ Μάρτυρες τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας: «Δὲν μπορεῖτε νὰ μοῦ πάρετε τὴν πίστη στὸν Χριστό». Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὁμολογία πίστεως, οἱ βάρβαροι τὸν κρέμασαν στὸ δάσος Σέρνσκ.
Ὁ Ἐπίσκοπος Κύριλλος συνέλεξε μὲ εὐλάβεια τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων καὶ τὰ ἐνταφίασε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ροστώβ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Βασίλειος καὶ Ἰωάσαφ οἱ Ὁσιομάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Ὁσιομάρτυρες Βασίλειος καὶ Ἰωάσαφ ἔζησαν κατὰ τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ. στὴν περιοχὴ τοῦ Πσκὼφ τῆς Ρωσίας.

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἦταν ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος τοῦ Μιρὼζ καὶ εἶχε ὡς πνευματικοὺς καθοδηγητὲς τὸν Ἅγιο Νήφωνα, Ἐπίσκοπο τοῦ Νόβγκοροντ († 8 Ἀπριλίου) καὶ τὸν Ὅσιο Ἀβραὰμ τοῦ Μιρὼζ († 24 Σεπτεμβρίου).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάσαφ ἦταν ἡγούμενος στὴ μονὴ τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου τοῦ ὄρους Σνάτνα.
Οἱ Ἅγιοι μαρτύρησαν κατὰ τὸ ἔτος 1299, ὅταν οἱ Γερμανοὶ ἐπιτέθηκαν ἐναντίων τοῦ Πσκὼφ καὶ τῶν μοναστηριῶν τῆς περιοχῆς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Δανιὴλ ὁ Πρίγκιπας

Ὁ Ἅγιος Δανιὴλ γεννήθηκε στὴν πόλη τοῦ Βλαντιμὶρ τῆς Ρωσίας τὸ ἔτος 1261. Ἦταν ὁ τέταρτος υἱὸς τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκυ († 30 Αὐγούστου καὶ 23 Νοεμβρίου) καὶ τῆς Βάσσης. Δύο χρόνια μετὰ τὴν γέννησή του ὁ πατέρας του πέθανε. Ὅταν ἀργότερα κοιμήθηκε ἡ μητέρα του Βάσσα, ἀνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ τῆς μονῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου Βλαντιμὶρ καὶ οἱ πιστοὶ τὴν ἀποκαλοῦσαν «δίκαιη».

Ὁ Ἅγιος ἔφθασε στὴ Μόσχα τὸ ἔτος 1272 καὶ ἀμέσως οἰκοδόμησε ναὸ καὶ μονὴ πρὸς τιμὴν τοῦ προστάτου του Ἁγίου Δανιὴλ τοῦ Στυλίτου († 11 Δεκεμβρίου).
Μετὰ ἀπὸ μάχες κατὰ τῶν Τατάρων καὶ ἐσωτερικὲς συγκρούσεις ὁ Ἅγιος Δανιήλ, ἄρρωστος πλέον, ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα στὴ μονὴ τοῦ Δανιήλ. Κοιμήθηκε τὸ ἔτος 1303.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Βιασεσλάβου Πρίγκιπα τῆς Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Βιασεσλάβος τιμᾶται στὶς 28 Σεπτεμβρίου.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Βιασεσλάβου, πρίγκιπα τῆς Τσεχίας, μετακομίσθηκαν ἀπὸ τὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Βίτου († 15 Ἰουνίου) στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βασιλίσκος, Εὐτρόπιος καὶ Κλεόνικος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀμάσεια τοῦ Πόντου καὶ ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.).

Ἦταν στρατιῶτες καὶ συγγενεῖς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος. Ὡς Χριστιανοὶ διαβλήθηκαν στὸν ἡγεμόνα Ἀσκληπιόδοτο, ὁ ὁποῖος τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς βασάνισε σκληρά. Ὅμως οἱ Μάρτυρες, ἀφοῦ παρουσιάσθηκε σὲ αὐτοὺς ὁ Κύριος καὶ ὁ Ἅγιος Μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος, ἔγιναν ὑγιεῖς.

Μέσα στὴ φυλακὴ οἱ τρεῖς νέοι δὲν ἔχασαν οὔτε τὸ θάρρος οὔτε τὴν πίστη τους. Ἀντιθέτως ἐξακολούθησαν νὰ λατρεύουν τὸν Ἕνα καὶ Ἀληθινὸ Θεό. Μὲ τὸ κήρυγμά τους καὶ τὸ παράδειγμα ποὺ προσέφερε τὸ ἦθος, ἡ ἀντοχὴ καὶ τὸ θάρρος τους, ὁδήγησαν πολλοὺς συγκρατούμενούς τους στὴν ἀληθινὴ πίστη. Ὁ Ἀσκληπιόδοτος πληροφορήθηκε τὴν Χριστιανικὴ δράση τῶν τριῶν κρατουμένων καὶ τὴν ἐπίδραση ποὺ ἀσκοῦσαν στοὺς φυλακισμένους εἰδωλολάτρες καὶ διέταξε νά τοὺς ὁδηγήσουν καὶ πάλι ἐνώπιόν του.

Ὁ ἡγεμόνας τότε ἄρχισε νὰ κολακεύει τὸν Ἅγιο Κλεόνικο, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ὑποσχόμενος δῶρα καὶ τιμές. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἀφοῦ γέλασε, χλεύασε τὴν ἀρρώστια τῶν εἰδώλων.  Καὶ ἐνῷ ἐτελεῖτο θυσία, μὲ προσευχὴ κατέρριψε τὸ εἴδωλο τῆς Ἀρτέμιδος. Ἀμέσως ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ βασανισθοῦν. Τότε ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε στοὺς τρεῖς νέους καὶ στὸ πλῆθος τῶν εἰδωλολατρῶν, οἱ ὁποῖοι παρακολουθοῦσαν τὸ μαστίγωμα τῶν Χριστιανῶν, ἔχοντας στὸ πλευρό Του τὸν Ἅγιο Μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο. Οἱ τρεῖς Χριστιανοὶ ἀξιώθηκαν τῆς θαυματουργικῆς ἰάσεως τῶν τραυμάτων τους, ἐνῷ πολλοὶ εἰδωλολάτρες ποὺ εἶδαν τὸ θαῦμα, βαπτίσθηκαν Χριστιανοί. Ὁ Ἀσκληπιόδοτος ὅμως ὄχι μόνο δὲν ἄλλαξε στάση, ἀλλὰ διέταξε νὰ ἀποκεφαλισθοῦν ὅλοι οἱ νεοφώτιστοι Χριστιανοί. Ὁ Ἀσκληπιόδοτος καὶ οἱ εἰδωλολάτρες, τυφλοὶ ἀπὸ ὀργή, διέταξαν τοὺς δημίους νὰ περιχύσουν τοὺς τρεῖς Μάρτυρες μὲ καυτὴ πίσσα. Ὅμως, νέα θαυματουργικὴ ἐνέργεια ἀπὸ τὴ Θεία Χάρη δὲν ἐπέτρεψε οἱ πιστοὶ νέοι νὰ πάθουν τὸ παραμικρό, ἐνῷ ἡ καυτὴ πίσσα ἔπεσε καὶ κατέκαψε τοὺς δημίους.

Ὅμως, ὁ σκληρόκαρδος ἡγεμόνας δὲν μποροῦσε νὰ δεῖ τὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία παρουσιαζόταν μπροστὰ στὰ μάτια του. Ἔτσι, πρόσταξε τὴν σταυρικὴ καταδίκη τοῦ Εὐτροπίου καὶ τοῦ Κλεονίκου καὶ τὴ φυλάκιση τοῦ Βασιλίσκου. Οἱ δύο νέοι πέρασαν τὴν τελευταία νύχτα τῆς ζωῆς τους προσευχόμενοι. Καὶ πάλι ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε μπροστά τους, γιὰ νὰ τοὺς ἐνθαρρύνει.
Στὶς 3 Μαρτίου τοῦ 308 μ.Χ., ὁ Εὐτρόπιος καὶ ὁ Κλεόνικος κοσμήθηκαν μὲ τοὺς στέφανους τῆς ἁγιότητας καὶ τοῦ μαρτυρίου διὰ τοῦ σταυρικοῦ τους θανάτου. Ὁ Βασιλίσκος παρέμεινε ἔγκλειστος στὴ φυλακή, ὅπου καὶ πέθανε μετὰ ἀπὸ μερικὰ χρόνια, κερδίζοντας τὴν αἰώνια ζωή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὸ τρίστοιχον ἄθροισμα, τῶν Ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ, Εὐτρόπιον μέλψωμεν, σὺν Βασιλίσκῳ ὁμοῦ, τὸν θεῖον Κλεόνικον· οὗτοι γὰρ τῆς Τριάδος, τὸ ὑπέρθεον κράτος, ἄθλοις ὑπερφυέσιν, ὡμολόγησαν πᾶσιν· ᾗ πάντοτε πρεσβεύουσι, σώζεσθαι ἅπαντας.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀρμονίᾳ πίστεως, συνδεδεμένοι, τοῦ ἐχθροῦ διέλυσαν, τὰς παρατάξεις ἐμφανῶς, σὺν Εὐτροπίῳ Κλεόνικος, καὶ Βασιλίσκος, γενναίως ἀθλήσαντες.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Μαρτύρων τριὰς κλυτή, τρίφωτε λυχνία, Τρισηλίου μαραρμαρυγῆς, Εὐτρόπιε μάκαρ, Κλεόνικε θεόφρον, μετὰ τοῦ βασιλίσκου· οὓς μακαρίσωμεν.

 

Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας 

Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἦταν Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 363 μ.Χ.).

Ὅταν ὁ θεῖος τοῦ αὐτοκράτορα, ποὺ ὀνομαζόταν καὶ αὐτὸς Ἰουλιανὸς καὶ ἦταν προηγουμένως Χριστιανὸς καὶ ἀναγνώστης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, ἔγινε εἰδωλολάτρης, στράφηκε κατὰ τῶν ἱερέων τῆς πόλεως καὶ κατέστρεψε τὰ ἱερὰ ἀναθήματα. Τότε συνελήφθη καὶ ὁ Πρεσβύτερος Θεοδώρητος, τὸν ὁποῖο κρέμασαν καὶ ξέσχισαν τὰ πλευρά του. Τὰ μαρτύρια δὲν λύγισαν τὴν πίστη τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος συνεχῶς ὁμολογοῦσε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Οἱ εἰδωλολάτρες, ἀφοῦ ἀγωνίσθηκαν μάταια γιὰ νὰ μεταστρέψουν τὸ εὐσεβὲς φρόνημα αὐτοῦ, τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τῆς δόξας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ὅσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος 

Εἶναι ἄγνωστο ποὺ καὶ πότε τέλεσαν τὸν δρόμο τῆς ἀσκήσεως οἱ Ὅσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος, οἱ ὁποῖοι κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Πιαμοῦν ἡ Παρθένος 

Ἡ Ὁσία Πιαμοῦν, καταγόταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο ὅπου ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ τὸν πατέρα της, ἀλλὰ ἡ Χριστιανὴ μητέρα της τὴν ἀνέθρεψε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ὅταν δὲ μεγάλωσε, ἐπιδόθηκε μαζὶ μὲ τὴν μητέρα της σὲ ἔργα ἐλεημοσύνης καὶ εὐσπλαχνίας. Δὲν ἦταν βέβαια πλούσιες, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ φτωχικό τους εἰσόδημα, συνέδραμαν τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ἀδύνατους ἀδελφούς τους. Ὅταν ἡ μητέρα της κοιμήθηκε, ἡ Ὁσία, μόνη της πλέον, ἐπιδόθηκε στὴ διακονία τῶν πασχόντων ἀδελφῶν της. Ἐπισκεπτόταν τὰ σπίτια τους, τοὺς παρηγοροῦσε καὶ τοὺς στήριζε στὴν πίστη. Τόση φήμη ἀπέκτησε ἡ Πιαμοῦν, ὥστε ὅταν οἱ ἐχθροὶ πολιορκοῦσαν τὴν γενέτειρά της, ἀκούγοντας τὸ ὄνομά της ἔλυσαν τὴν πολιορκία καὶ ἔφυγαν.
Ἡ Ὁσία Πιαμοῦν κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Ἀλεξάνδρα 

Ἡ Ὁσία Ἀλεξάνδρα ἀσκήτεψε στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ὁσίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Βολοκολὰμσκ ἐν Ρωσίᾳ

Ἡ Ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Βολοκολαμσκ εἶναι ἀντίγραφο τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας τοῦ Βλαντιμὶρ καὶ φυλάσσεται στὸ ναὸ τῆς κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Κρεμλίνου. Τὴν εἰκόνα μετέφερε ἀπὸ τὴ μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ζβενιγκόροντ ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ τοῦ Βολοκολὰμσκ († 9 Σεπτεμβρίου) στὶς 2 Μαρτίου τοῦ ἔτους 1572

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Πατριάρχης Γεωργίας 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἔζησε κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ πατριάρχευσε στὴ Γεωργία ἀπὸ τὸ 1033 μέχρι τὸ 1048. Πρὶν τὴν ἐκλογή του, ὡς Πατριάρχου, εἶχε μονάσει στὴ μονὴ τοῦ Καλίπου, στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας, ὅπου μόναζαν πολλοὶ Γεωργιανοὶ μοναχοί.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος  1048.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι ἐννέα Μάρτυρες ἐκ Γεωργίας 

Οἱ ἐννέα αὐτοὶ Ἅγιοι Μάρτυρες μαρτύρησαν στὸ χωριὸ Μαραμπντὰ τῆς ἀνατολικῆς Γεωργίας, στὴν περιοχὴ τῆς Καχέτης, κατὰ τὸ ἔτος 1625.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr