Ὁ Ἅγιος Λέων γεννήθηκε στὴ Ρώμη περὶ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Μαρκιανοῦ καὶ Πουλχερίας (450 – 457 μ.Χ.). Διετέλεσε διάκονος τῶν Ἐπισκόπων Ρώμης Καλλίστου καὶ Σίξτου (432 – 440 μ.Χ.) καὶ ἐξαιτίας τῆς πολλῆς ἀρετῆς, τῆς συνέσεως καὶ τῆς καθαρότητας τοῦ βίου του χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ρώμης στὶς 29 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 440 μ.Χ.

Κατὰ τὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα, τὸ ἔτος 451 μ.Χ., προσέφερε μεγάλη ὑπηρεσία στὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια διὰ τῆς ἐνεργοῦ καὶ φωτισμένης συμβολῆς του. Ἀπέστειλε σὲ αὐτὴν τέσσερις ἀντιπροσώπους του, ἡ δὲ ἐπιστολὴ τὴν ὁποία ἀπηύθυνε πρὸς τὴ Σύνοδο καθόριζε μὲ ὅλη τὴν ἀκρίβεια καὶ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὶς δύο φύσεις τοῦ Κυρίου, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη.
Ὁ Ἅγιος Λέων κοιμήθηκε σὲ βαθὺ γῆρας στὶς 10 Νοεμβρίου 460 μ.Χ. μὲ εἰρήνη καὶ ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείας πίστεως, ὀρθοδοξίᾳ, ὑπεστήριξας, τὴν Ἐκκλησίαν, ὡς πολύφωνον τοῦ πνεύματος ὄργανον· ἐκ γὰρ Δυσμῶν ἀναλάμψας ὡς ἥλιος, αἱρετικῶν τὴν ἀπάτην ἐμείωσας· Λέων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερο Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν ὀρθοδόξων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Λέον σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος, Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθήναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐπὶ θρόνου ἔνδοξε, ἱερωσύνης καθίσας, καὶ λεόντων στόματα, τῶν λογικῶν ἀποφράξας, δόγμασιν, ἐν θεοπνεύστοις σεπτῆς Τριάδος, ηὔγασας, φῶς τῇ σῇ ποίμνῃ θεογνωσίας· διὰ τοῦτο ἐδοξάσθης, ὡς θεῖος μύστης Θεοῦ τῆς χάριτος.

 

Μεγαλυνάριον.
Βρυχήματι Λέον βασιλικῷ τῶν θεοτυπώτων, καὶ σοφῶν σου ὑποθηκῶν, ὡς θῶας καὶ λύκους, αἱρετικῶν τὰ σμήνη, τῆς θεολέκτου ποίμνης, σκορπίζεις πάντοτε. 

Οἱ Ἅγιοι Λέων καὶ Παρηγόριος οἱ Μάρτυρες οἱ ἐν Πατάροις τῆς Λυκίας Ἀθλήσαντες

Οἱ Συναξαριστὲς σημειώνουν ὅτι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Λέων καὶ Παρηγόριος συνελήφθησαν στὰ Πάταρα τῆς Λυκίας. Πρῶτος συνελήφθη ὁ Ἅγιος Παρηγόριος, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε διὰ πολλῶν καὶ ποικίλων βασάνων. Ὁ Ἅγιος Λέων προσευχόταν στὸν τόπο, ὅπου ἔριξαν τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Παρηγορίου καὶ ἔκλαιγε γιὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀγαπημένου του φίλου καὶ Μάρτυρα, ἐπιθυμώντας νὰ ἀκολουθήσει καὶ αὐτὸς τὴν ὁδὸ τοῦ μαρτυρίου. Καὶ ἡ εὐκαιρία βρέθηκε.
Σὲ κάποια ἑορτὴ τῶν Ἐθνικῶν ὁ Λέων πλησίασε στὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ καὶ συνέτριψε τὰ κηροπήγια καὶ τοὺς λύχνους τῶν εἰδώλων, ἐνῷ ἔψαλε ὕμνους πρὸς τὸν Κύριο. Ἀμέσως συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα τοῦ τόπου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ἀμέσως τὰ βασανιστήρια ἄρχισαν. Τὸν χτύπησαν μὲ βούνευρα καὶ τὸν ἔσυραν σὲ γκρεμό, ὅπου τὸν ἔριξαν. Ἔτσι ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου ὁ ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ Λέων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ὁ Ὁμολογητής καὶ Θαυματουργὸς Ἐπίσκοπος Σινάου 

Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀναχώρησε γιὰ μοναστήρι κοντὰ στὴ Σίναο καὶ ἔγινε μοναχός. Ἀγαπήθηκε ἀπὸ τὸν Ἡγούμενο, ἐξαιτίας τῆς ἐνάρετης ζωῆς του καὶ διδάχθηκε τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἔλαβε δὲ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα τῶν θαυμάτων. Μὲ τὴν προσευχὴ θανάτωσε δράκοντα μεγάλο, ποὺ φανερώθηκε κοντὰ στὸ μοναστήρι καὶ ἀφάνιζε ἀνθρώπους καὶ ζῶα καὶ εὐεργετοῦσε τοὺς προστρέχοντες σὲ αὐτόν.

Ἀργότερα, ἐπὶ αὐτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.), ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς προσελήφθη στὸ στράτευμα. Ἐκεῖ εἶδε νὰ βασανίζονται γιὰ τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ οἱ καλλίνικοι Μάρτυρες Βικτώριος, Δωρόθεος, Θεόδουλος, Ἀγρίππας καὶ ἄλλοι πολλοί. Ἀμέσως θέλησε καὶ αὐτὸς νὰ γίνει κοινωνὸς τοῦ μαρτυρίου τους. Καὶ ἐνῶ ἐκεῖνοι ἐτελειώθησαν ἐν Χριστῷ διὰ τοῦ ξίφους, αὐτὸς διαφυλάχθηκε σῶος καὶ ἀβλαβής, ἂν καὶ τὸν κτύπησαν μὲ ἀκόντιο, κατ’ οἰκονομία Θεοῦ, γιὰ νὰ ὁδηγήσει πολλοὺς στὴ σωτηρία.

Μετὰ τὴν στρατιωτικὴ θητεία καὶ ὅταν πλέον αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντίνος (324 – 337 μ.Χ.), ὁ Ἅγιος Ἀγαπητὸς ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ ὁ Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σινάου τὸν χειροτόνησε Πρεσβύτερο. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἐπισκόπου του καὶ ὕστερα ἀπὸ κοινὴ γνώμη κλήρου καὶ λαοῦ, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος.
Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ἀφοῦ ἀρχιεράτευσε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἀγρίππας, Βικτωρίνος, Δωρόθεος καὶ Θεόδουλος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, μαρτύρησαν ἐπὶ βασιλείας Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.). Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πιούλιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πιούλιος μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς ὁ ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς τοῦ Γιαχρὸμ γεννήθηκε στὴ Ρωσία τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀρχικὰ ἦταν ὑπηρέτης κάποιου εὐγενοῦς, τὸν ὁποῖο φρόντιζε κατὰ τὸν χρόνο τῆς ἀσθένειάς του καὶ τοῦ διάβαζε βιβλία.

Κάποτε, ὅταν ὁ Ὅσιος ταξίδευε, ἐμφανίσθηκε σὲ αὐτὸν στὴ δασώδη περιοχὴ τοῦ ποταμοῦ Γιαχρόμ, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος λέγοντάς του νὰ γίνει μοναχὸς καὶ νὰ ἀνεγείρει μονή. Ἔτσι ὁ Ὅσιος μετέβη στὸ Κίεβο, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων καὶ κατόπιν ἐπέστρεψε στὸ Γιαχρόμ, γιὰ νὰ κτίσει ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου.

Μὲ τὴν βοήθεια τῶν Χριστιανῶν τῆς περιοχῆς ἔκτισε τὸ ναὸ καὶ ἵδρυσε μονὴ τῆς ὁποίας ἐξελέγη ἡγούμενος.
Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας τὸ ἔτος 1492 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τὴν ὁποία εἶχε ἱδρύσει. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται καὶ στὶς 18 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς εἰκόνος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Γιαχρόμ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πατριάρχης Γεωργίας 

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἀρχιεράτευσε κατὰ τὰ ἔτη 1584 – 1591 ὡς Πατριάρχης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Τήρων καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀμάσεια στὴ Μαύρη Θάλασσα, ποὺ ὀνομαζόταν Χουμιαλὰ καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.), Γαλερίου (305 – 311 μ.Χ.) καὶ Μαξιμίνου (305 – 312 μ.Χ.). Ὀνομάζεται Τήρων, διότι κατετάγη στὸ στράτευμα τῶν Τηρώνων, δηλαδὴ τῶν νεοσυλλέκτων, διοικούμενο ὑπὸ τοῦ πραιπόσιτου Βρίγκα.

Διαβλήθηκε στὸν πραιπόσιτο ὡς Χριστιανὸς καὶ κλήθηκε σὲ ἐξέταση. Ἐκεῖ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ χωρὶς δισταγμό. Ὁ διοικητὴς Βρίγκας δὲν θέλησε νὰ προχωρήσει στὴν σύλληψη καὶ τιμωρία τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, ἀλλὰ τὸν ἄφησε νὰ σκεφθεῖ καὶ νὰ τοῦ ἀπαντήσει λίγο ἀργότερα. Πίστευε ὅτι ὁ Θεόδωρος θὰ ἄλλαζε καὶ θὰ θυσίαζε στὰ εἴδωλα. Ὁ Μεγαλομάρτυς, ὄχι μόνο παρέμεινε ἀδιάσειστος στὴν πίστη του, ἀλλὰ ἔκαψε καὶ τὸ ναὸ τῆς μητέρας τῶν θεῶν Ρέας, μετὰ τοῦ εἰδώλου αὐτῆς. Ἀμέσως τότε συνελήφθη καὶ ρίχθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες σὲ πυρακτωμένη κάμινο, ὅπου καὶ τελειώθηκε μαρτυρικά.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος ἐτελεῖτο στὸ ἁγιότατο Μαρτύριό του, τὸ ὁποῖο βρισκόταν στὴν περιοχὴ τοῦ Φωρακίου ἢ Σφωρακίου, τὸ Σάββατο τῆς Α’ ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, δηλαδὴ τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ Ἅγιος ἔκανε τὸ θαῦμα τῶν κολλύβων σώζοντας τὸν ὀρθόδοξο λαὸ ἀπὸ τὰ μιασμένα εἰδωλόθυτα, τὰ ὁποῖα ἐπρόκειτο ἀπὸ ἄγνοια νὰ φάει.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα! ἐν τῇ πηγῇ τῆς φλογός, ὡς ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως, ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδωρος ἠγάλλετο· πυρὶ γὰρ ὁλοκαυτωθείς, ὡς ἄρτος ἡδύς, τῇ Τριάδι προσήνεκται. Ταῖς αὐτοῦ ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.
Πίστιν Χριστοῦ ὡσεὶ θώρακα, ἔνδον λαβὼν ἐν καρδίᾳ σου, τὰς ἐναντίας δυνάμεις κατεπάτησας Πολύαθλε, καὶ στέφει οὐρανίῳ, ἐστέφθης αἰωνίως ὡς ἀήττητος.

 

Μεγαλυνάριον.
Δῶρον πολυτίμητον καὶ τερπνόν, ἀθλήσας προσήχθης, τῷ δοξάσαντί σε λαμπρῶς· ὅθεν ἐδωρήθης, θερμότατος προστάτης, τῇ Ἐκκλησίᾳ πάσῃ, Τήρων Θεόδωρε.

Ἡ Ἁγία Μαριάμνη ἡ Ἰσαπόστολος ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου Φιλίππου τοῦ Ἀποστόλου

Ἡ Ἁγία παρθένος Μαριάμνη καταγόταν ἀπὸ τὴν Βηθσαϊδᾶ τῆς Γαλιλαίας, τὴν πατρίδα καὶ τῶν ἀποστόλων Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. Ἀπὸ τοὺς εὐλαβεὶς καὶ ἐνάρετους γονεῖς της κληρονόμησε τόσο αὐτή, ὅσο καὶ ὁ ἀδελφός της Φίλιππος τὸν πλοῦτο τῆς εὐσέβειάς των. Μετὰ τὴν κλήση μάλιστα τοῦ ἀδελφοῦ της στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, ὁλόκληρη ἡ οἰκογένεια ἄρχισε νὰ ζεῖ ἐντονότερα τὸν πόθο τῆς σωτηρίας. Ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου τὴν ὁποία παρακολουθοῦσε ὅσες φορὲς μποροῦσε, βοήθησε τὴν εὐλαβὴ κόρη ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς της νὰ προσηλωθεῖ στοῦ Θεοῦ τὸ θέλημα καὶ αὐτὸ νὰ κάμει βίωμα καὶ ζωή της. Ἡ ἰδιαίτερη πρὸς τὸν Κύριο ἀγάπη της, τὴν ἔσπρωξε μὲ ἐπιμονὴ νὰ ἀρνηθεῖ πολλὲς προτάσεις γάμου καὶ νὰ προτιμήσει ἐλεύθερη ἀπὸ οἰκογενειακὲς ὑποχρεώσεις, νὰ ἀκολουθήσει τὸν ἀδελφό της στὴν ἱεραποστολική του προσπάθεια καὶ πορεία.

Μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ ἀδελφὸς τῆς Ἁγίας, Φίλιππος, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι, ξεκίνησε γιὰ νὰ μεταφέρει καὶ αὐτὸς τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας ἐκεῖ ὅπου ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸν εἶχε καλέσει. Μὲ πίστη καὶ πυρωμένη καρδιὰ ὁ πνευματέμφορος αὐτὸς ἐργάτης τῆς νέας πίστεως, συνοδευόμενος πάντα ἀπὸ τὸν φίλο του Βαρθολομαῖο καὶ τὴν ἀδελφή του Μαριάμνη προχώρησε γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ σὲ διάφορες πόλεις καὶ ἐπαρχίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μὲ ὅπλο της τὸν ἔνθεο ζῆλο καὶ τὴ φλογερὴ ἀγάπη καὶ αὐταπάρνηση ἀκολουθεῖ καὶ ἡ ἁγνὴ παρθένος Μαριάμνη τοὺς δύο Ἀποστόλους στὴ μακρινὴ τους πορεία. Μαζί τους μοιράζεται τὶς χαρὲς καὶ τὶς λῦπες τῆς ἱεραποστολῆς, καθὼς καὶ τὰ πολλὰ βασανιστήρια ἀπὸ τὴ μανία καὶ τὴν ἀγριότητα τῶν εἰδωλολατρῶν.

 

Παρὰ τὶς δυσκολίες, τὶς ἀφάνταστες δυσκολίες ποὺ συναντοῦσαν ὅπου πήγαιναν, ἡ ἱεραποστολικὴ ὁμάδα κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς νέας ζωῆς σὲ πολλὲς πόλεις τῆς Λυδίας, Φρυγίας καὶ Παμφυλίας ποὺ εἶναι ἐπαρχίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μὲ τὰ πολλὰ θαύματα μὲ τὰ ὁποῖα ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ παραχωροῦσε νὰ συνοδεύεται τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, ἡ ἐπιτυχία τῆς ὁμάδος ὑπῆρξε πολὺ μεγάλη. Ἀλλὰ καὶ τὰ μαρτύρια καὶ βασανιστήρια ἀφάνταστα. Σ' αὐτὸ φυσικὰ εἶχε καὶ ἡ ἁγνὴ κόρη τὸ μερίδιό της. Μερίδιο ἀνάλογο τῆς προσφορᾶς της καὶ τοῦ ζήλου της.

 

Πολλοὶ συνηθίζουν νὰ ἀποκαλοῦν ἀσθενὲς τὸ γυναικεῖο φῦλο. Κι εἶναι τοῦτο μία πραγματικότητα στὶς περιπτώσεις ποὺ ἡ γυναῖκα εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς δυνάμεως, τὸν Χριστό. Ὅταν ὅμως αὐτὴ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸν κραταιὰ καὶ παντοδύναμο Δημιουργό, τότε συμβαίνει ὅλως διόλου τὸ ἀντίθετο. Τότε καὶ ἡ λεπτὴ καὶ ἀδύνατη κόρη γίνεται μὲ τὴ μυστικὴ δύναμη ποὺ τῆς χαρίζει Ἐκεῖνος, πανίσχυρη. Τότε ἐξαίσια κατορθώματα βλέπουμε νὰ ἐπιτελοῦνται καὶ ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀσθενεῖς ὀργανισμούς. Κάτι τέτοιο βλέπουμε νὰ γίνεται στὴ ζωὴ καὶ τοὺς ἀγῶνες χιλιάδων νεαρῶν γυναικῶν τοῦ μαρτυρολογίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς γυναῖκες εὑρίσκει πλήρη τὴν ἐφαρμογή του ὁ λόγος τοῦ μεγάλου Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας μας τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, «Οὐδὲν ἰσχυρότερον γυναικὸς εὐλαβοῦς καὶ συνετῆς». Κάτι παρόμοιο βλέπουμε νὰ γίνεται καὶ στὴ ζωὴ τῆς παρθένου Μαριάμνης γιὰ τὴν ὁποίαν ὁμιλοῦμε.

 

'Ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἔντονης ἐργασίας ἡ εὐλογημένη ὁμάδα τῶν ἱεραποστόλων μας ἔφθασε καὶ στὴν Ἱεράπολη τῆς Φρυγίας. Τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων συγκέντρωνε κάθε φορὰ πολλοὺς ἀκροατές. Κάθε βράδυ πλήθη ἀπὸ Ἕλληνες ἔτρεχαν νὰ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶχε πεῖ στὸν Φίλιππο καὶ τὸν Ἀνδρέα, ὅταν αὐτοὶ τὸν πλησίασαν ἐκεῖ ποὺ δίδασκε καὶ τοῦ ἀνέφεραν ὅτι μερικοὶ Ἕλληνες προσήλυτοι στὸν Ἰουδαϊσμὸ ἤθελαν νὰ Τὸν ἰδοῦν, ἄρχισαν νὰ πραγματοποιοῦνται. «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα, ἵνα δοξασθεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ ἄνθρωπου» (Ἰωάν. ιβ’ 29) εἶχε πεῖ τότε ὁ Κύριος. Ἔφτασε δηλαδὴ ἡ ὁρισμένη ἀπὸ τὸν Θεὸ ὥρα, γιὰ νὰ δοξαστεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Νὰ δοξαστεῖ μὲ τὴ σταύρωση καὶ τὴν ἀνάληψή Του καὶ νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς Μεσσίας καὶ Λυτρωτὴς ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ποὺ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἀντιπροσώπευαν ὅλο τὸν ἐθνικὸ κόσμο. Εὐλογημένη καὶ μεγάλη ὑπῆρξε ἡ ἡμέρα ἐκείνη.

Εὐλογημένη καὶ μεγάλη, γιατί ὁ ἐρχομὸς τῶν Ἑλλήνων στὴν πίστη τὴν χριστιανική, σήμαινε καὶ προανήγγελλε τὸν θρίαμβο τῆς νέας θρησκείας. Τὸ φούντωμα τοῦ χριστιανισμοῦ στὶς διάφορες πόλεις τῆς Ἑλληνικῆς τότε Μικρᾶς Ἀσίας ἦταν ἑπόμενο νὰ ἐξεγείρει ἐνάντια στοὺς ζηλωτὲς ἐργάτες καὶ διδασκάλους τῆς νέας πίστεως ἄγριο τὸ μῖσος καὶ τὴ μανία τοῦ πονηροῦ. Ἕνα βράδυ λοιπόν, ἐκεῖ ποὺ ὁ ἀπόστολος Φίλιππος μιλοῦσε καὶ τὰ πλήθη τῶν παρευρισκομένων κρεμόντουσαν λὲς ἀπὸ τὰ χείλη του, μερικοὶ φανατικοὶ εἰδωλολάτρες ἅρπαξαν τὸν Φίλιππο καὶ τοὺς συνεργάτες του καὶ ἀφοῦ τοὺς βασάνισαν σκληρὰ τοὺς ὁδήγησαν στοὺς ἄρχοντες. Μία ψευτοδίκη ποὺ ἔγινε ἀμέσως κατέληξε στὴν ἀπόφαση ὁ Φίλιππος νὰ θανατωθεῖ καὶ οἱ ἄλλοι νὰ βασανισθοῦν. Οἱ δήμιοι ποὺ περίμεναν ἅρπαξαν τὸν Ἀπόστολο καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τὸν ἔδεσαν ἀπὸ τοὺς ἀστραγάλους καὶ τὸν κρέμασαν σ’ ἕνα δένδρο μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω. Τὸ ἴδιο ἔκαμαν ἀργότερα καὶ στὸν Βαρθολομαῖο καὶ τὴ Μαριάμνη.

Τὰ πλήθη τῶν εἰδωλολατρῶν μὲ φωνὲς καὶ ὕβρεις παρακολουθοῦν τὸ μαρτύριο τῶν ὑπηρετῶν τοῦ Κυρίου ἐνῷ αὐτοὶ καὶ ἀπὸ τῆς θέσεώς των δὲν παύουν νὰ προσεύχονται καὶ νὰ ἐκζητοῦν ἀπὸ τὸν Πανάγαθο Θεὸ μὲ ὅλη τους τὴν ψυχὴ νὰ τοὺς συγχωρήσει.

Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, ἀλλὰ καὶ τιμωρός. Ἐκεῖ ποὺ οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ διασκεδάζουν καὶ χαίρονται μὲ τὸ μαρτύριο τῆς Μαριάμνης καὶ τῶν Ἀποστόλων, ἔξαφνα ἕνας σεισμὸς συντάραξε τὴ γῆ καὶ ἕνας μεγάλος ἀριθμὸς τῶν παρευρισκομένων καταχώσθηκε στὸ βάραθρο ποὺ ἄνοιξε μπροστά τους. Μὲ κλάματα καὶ σπαρακτικὲς φωνὲς ὅσοι εἶχαν μείνει ἔξω ἀπὸ τὸ χάσμα μετανοιωμένοι παρακαλοῦν τοὺς μάρτυρες νὰ τοὺς συγχωρήσουν καὶ νὰ ζητήσουν ἀπὸ τὸν Θεό τους νὰ τοὺς σπλαγχνισθεῖ. Ἐπειδὴ ἡ μετάνοια τους ἦταν εἰλικρινὴς ὁ Πανάγαθος τοὺς σπλαγχνίστηκε καὶ σταμάτησε τὸν σεισμό, τοὺς δὲ καταχωσθέντες ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ βάραθρο. Σ’ αὐτὸ ἔμεινε μόνον ὁ ἀνθύπατος καὶ ἡ γυναῖκα του Ἔχιδνα γιὰ παραδειγματισμὸ ὅλων. Τὴν ἴδια ὥρα μία θαυμαστὴ ὀπτασία ἔδωκε ἀκόμη μία ἀπόδειξη τῆς θείας του δυνάμεως. Μία κλίμακα φάνηκε ἐκεῖ νὰ ἑνώνει τὴ γῆ μὲ τὸν οὐρανό. Αὐτὴ ἦταν ἡ ὁδὸς τῆς σωτηρίας γι’ αὐτούς. Τὰ πλήθη τρομαγμένα ἔτρεξαν καὶ κατέβασαν τὴν Μαριάμνη καὶ τὸν Βαρθολομαῖο ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ ἦσαν κρεμασμένοι. Ὁ Φίλιππος συνέχισε νὰ τοὺς διδάσκει καὶ νὰ τοὺς προτρέπει νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Πρὶν προλάβουν νὰ τὸν κατεβάσουν ἡ ἁγία ψυχή του πέταξε στὸν οὐρανό, στὴ χώρα τῆς αἰωνιότητας.


Ὁ ἀπόστολος Βαρθολομαῖος καὶ ἡ Μαριάμνη μὲ σεβασμὸ πῆραν τὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν ραίνοντάς το μὲ τὰ δάκρυα τῆς στοργῆς καὶ τῆς εὐγνωμοσύνης τῶν βαπτισθέντων καὶ τῆς ἰδικῆς των ἀγάπης. Ὁ Βαρθολομαῖος, ἀφοῦ τακτοποίησε τὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱεραπόλεως ἐγκατέστησε ἐκεῖ ἐπίσκοπο κάποιο Στάχυ καὶ συνοδευόμενος ἀπὸ τὴ Μαριάμνη προχώρησε πρὸς τὴ Λυκαονία κηρύττοντας τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα μετέβη στὶς Ἰνδίες ὅπου συνέχισε τὸ ἔργο του, καὶ ὅπου εἶχε μαρτυρικὸ τέλος μὲ σταυρικὸ θάνατο. Ἡ Μαριάμνη μετὰ τὴ Λυκαονία ἐπέστρεψε στὴν Παλαιστίνη στὰ μέρη τοῦ Ἰορδάνου ὅπου καὶ κοιμήθηκε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος Ἐπίσκοπος Σόλων Κύπρου 

Ὁ ἱερὸς καὶ φλογερὸς αὐτὸς ἐργάτης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν Ἀποστόλων. Οἱ γονεῖς του ἦσαν πλούσιοι, ἀλλὰ εἰδωλολάτρες. Εἶχαν δύο παιδιά, τὸν Αὐξίβιο καὶ ἕναν ἄλλο, τὸν Θεμισταγόρα, ποὺ ἦταν πιὸ μικρός.

 

Ὁ Αὐξίβιος εἶχε ὡραῖο καὶ ἐπιβλητικὸ παράστημα ἀγαποῦσε δὲ πολὺ τὰ γράμματα. Ὅταν μεγάλωσε καὶ ἦρθε ὁ καιρὸς νὰ μορφωθεῖ, οἱ γονεῖς του τὸν παρέδωσαν σὲ σοφοὺς δασκάλους, κοντὰ στοὺς ὁποίους ὁ νέος διδάχτηκε ὅλη τὴ σοφία καὶ τὴ γνώση τοῦ καιροῦ του. Τὴν ἴδια περίοδο ὁ φιλομαθὴς νέος εἶχε γνωριστεῖ καὶ μὲ χριστιανούς, καὶ ἄρχισε καὶ ἀπὸ αὐτοὺς νὰ μαθαίνει τὰ τῆς νέας θρησκείας.

 

Οἱ γονεῖς ποὺ ἔβλεπαν στὸ μεταξὺ τὸ παιδί τους νὰ μεγαλώνει καὶ νὰ φτάνει στὴν κατάλληλη ἡλικία γιὰ ἀποκατάσταση, ἄρχισαν νὰ τοῦ μιλοῦν γιὰ γάμο καὶ νὰ τὸν ἐκβιάζουν νὰ νυμφευτεῖ. Μὰ ὁ καλὸς καὶ μεγαλεπήβολος νέος ποὺ διψοῦσε γιὰ ἄλλη ζωή, ζωὴ ἀνώτερη, τοὺς παράτησε καὶ ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὴ Ρώμη μ’ ἕνα καράβι, ποὺ ταξίδευε στὴν Κύπρο. Κάποιο πρωινὸ τὸ καράβι ἔφτασε καὶ ἀγκυροβόλησε στὸν Λιμνίτη, ἕνα λιμάνι ποὺ βρίσκεται στὴ βόρεια ἀκτὴ τῆς νήσου καὶ ἀπέχει τέσσερα περίπου μίλια ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Σόλων. Τὴν πόλη αὐτή, ὅπως εἶναι γνωστό, ἔκτισε ὁ βασιλιὰς τῆς Αἴπειας Φιλόκυπρος, τὸ πρῶτο τέταρτο τοῦ ἕκτου αἰῶνος π.Χ. πρὸς τιμὴ τοῦ μεγάλου νομοθέτου τῶν Ἀθηνῶν, τοῦ Σόλωνα, ποὺ ἐπισκέφθηκε τότε τὴν Κύπρο. Στὴν πόλη αὐτὴ ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ κανόνισε, ὥστε ὁ Αὐξίβιος νὰ συναντηθεῖ μὲ τὸν ἀπόστολο Μᾶρκο καὶ νὰ γίνει μαθητής του. Ὁ νεαρὸς ἀπόστολος ἦταν μόνος του, γιατί ὁ σύντροφός του, καὶ ἀρχηγὸς τῆς ἱεραποστολικῆς ὁμάδας, Κύπριος ἀπόστολος Βαρνάβας εἶχε ὑποστεῖ στὸ μεταξὺ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο στὴ Σαλαμίνα. Τὸν εἶχαν λιθοβολήσει ἕνα βράδυ οἱ Ἰουδαῖοι.

 

Κοντὰ στὸν εὐαγγελιστὴ Μᾶρκο ὁ νεαρὸς προσήλυτος Αὐξίβιος συμπλήρωσε τὶς γνώσεις του γιὰ τὴ νέα πίστη, δέχτηκε τὸ βάπτισμα καὶ χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ αὐτὴ στὴν ψυχή του ἕνας πόθος φλογερὸς καὶ ἱερὸς εἶχε ἀνάψει δυνατά. Ὁ πόθος νὰ μεταδώσει τὸν θησαυρὸ ποὺ βρῆκε καὶ σὲ ἄλλους. Νὰ βοηθήσει καὶ ἄλλους νὰ γνωρίσουν τὸν Χριστὸ καὶ νὰ μοιραστοῦν μαζί του τὴν ἀνεκλάλητη χαρά του.

 

Στὸν πόθο του ὅμως αὐτὸ τὸν ἱερὸ καὶ ἅγιο παρουσιαζόταν ἐμπόδιο τρανὸ καὶ ἀνυπέρβλητο μία ὑπόδειξη – ἐντολή, ποὺ τοῦ ἔκαμε ὁ δάσκαλός του, ὁ ἀπόστολος Μᾶρκος.

– Προσπάθησε, τοῦ εἶχε πεῖ, νὰ ἐπιβληθεῖς στοὺς γύρω σου πρῶτα μὲ τὸ παράδειγμά σου καὶ τὰ ἔργα σου καὶ ὕστερα μὲ τὰ λόγια καὶ τὴ διδασκαλία σου.

 

Τὴν ὑπόδειξη αὐτὴ ὁ ἅγιος μας τὴν σεβάστηκε καὶ τὴν τήρησε πιστά. Εἶχε μάθει πὼς ἡ ὑπακοὴ εἶναι μεγάλη ἀρετὴ γιὰ τὸν χριστιανό. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν θέλησε νὰ τὴν ἀγνοήσει. Ἀφοῦ ἀποχαιρέτησε τὸν εὐαγγελιστὴ καὶ πνευματικὸ πατέρα καὶ ὁδηγό του Μᾶρκο, ποὺ ἀναχώρησε γιὰ τὴν Αἴγυπτο, ὁ νεοφώτιστος μαθητὴς ἔφυγε καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὸν Λιμνίτη, κι ἦρθε στοὺς Σόλους. Ἐκεῖ κοντὰ στὸν μεγάλο καὶ καλλιμάρμαρο ναὸ τῆς πόλης ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν πατέρα «τῶν θεῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων», τὸν Δία, συνάντησε ὁ ἅγιος μας τὸν εἰδωλολάτρη ἱερέα, ποὺ μόλις τὸν εἶδε καὶ ἀντιλήφθηκε πὼς ἦταν ξένος, τὸν κάλεσε γιὰ νὰ τὸν φιλοξενήσει.

 

Στὸ σπίτι τοῦ ἱερέα ὁ μακάριος Αὐξίβιος ἔμεινε ἀρκετὸ καιρὸ χωρὶς νὰ μιλήσει ποτὲ σὲ κανένα γιὰ τὴ χριστιανική του ἰδιότητα.

Κάποια μέρα ποὺ ὁ εἰδωλολάτρης ἱερέας ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν ναό, ὁ Αὐξίβιος ἀποφάσισε νὰ διακόψει τὴ σιωπή.

 

– Γιατί λατρεύετε καὶ προσκυνᾶτε σὰν θεοὺς τὶς πέτρες καὶ τὰ μάρμαρα, τοῦ εἶπε; Ὀφθαλμοὺς ἔχουσι, μὰ δὲν βλέπουσι. Ὦτα ἔχουσι, μὰ δὲν ἀκούουσι οὔτε καὶ ἀντιλαμβάνονται τὶς προσευχὲς τὶς ὁποῖες κάμνετε, καὶ τὶς θυσίες ποὺ τοὺς προσφέρετε. Ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν, ὅπως ἔχω ἀκούσει, εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός. Αὐτὸς ἔχει δημιουργήσει ὅλο τὸν κόσμο μὲ μόνο τὸν λόγο του. Αὐτὸς δημιούργησε καὶ τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ ἕνα ζευγάρι. Ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ εἶναι εὐτυχισμένος. Γιὰ τὴν εὐτυχία του, τὸν ἔβαλε σ’ ἕνα θαυμάσιο κῆπο, τὸν Παράδεισο μέσα στὸν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος μὲ λίγη δουλειὰ θὰ μποροῦσε νὰ βρίσκει, ὅτι τοῦ χρειαζόταν γιὰ τὴν εὐτυχία του. Γιὰ νὰ εἶναι ὄμορφη ἡ ζωή του καὶ νὰ ἔχει νόημα, τοῦ ἔδωσε καὶ μία ἐντολή, ἕνα νόμο. Τοῦ εἶπε νὰ τρώγει ἀπὸ τοὺς καρποὺς ὅλων τῶν δένδρων τοῦ Παραδείσου. Νὰ μὴν τρώγει μόνο ἀπὸ τοὺς καρποὺς ἑνὸς δένδρου, ποὺ τὸ ὀνόμασε «δένδρον τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κάκου». Μὲ τὴν ὑπακοὴ τους οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι στὴν ἐντολὴ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ, θὰ μποροῦσαν νὰ τελειοποιηθοῦν στὴν ἀρετὴ καὶ νὰ ὁμοιάσουν μὲ τὸν Δημιουργό τους. Νὰ γίνουν ἅγιοι, ὅπως Ἅγιος εἶναι καὶ Αὐτός. Δυστυχῶς οἱ πρωτόπλαστοι, ἔτσι λέμε τοὺς πρώτους ἀνθρώπους, δὲν τήρησαν τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ πολὺ καιρό.

Τὴν παράβηκαν. Παράκουσαν. Καὶ μὲ τὴν παρακοὴ τους ἔχασαν τὸν Παράδεισο. Μόνο αὐτό; Κάτι περισσότερο. Μπῆκε καὶ τὸ κακὸ στὸν κόσμο μὲ ἀποτέλεσμα ὁ βασιλιὰς τῆς δημιουργίας, ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνει σὰν τὰ ἄλογα ζῶα. Νὰ κάμει σκοπό του τὸ φαγητὸ καὶ τὸ ποτὸ καὶ τὴν ἱκανοποίηση τῶν πόθων καὶ τῶν ὁρμῶν του. Καὶ ὅταν δὲν ἔβρισκε τὰ μέσα, τότε δὲν εἶχε παρὰ νὰ κλέβει, νὰ ἀδικεῖ, νὰ σκοτώνει. Νὰ σκοτώνει καὶ αὐτοὺς τοὺς δικούς του. Νὰ σκοτώνει τ’ ἀδέλφια του, τὸν σύντροφό του, τὰ παιδιά του.

 

Ἀπὸ τὸ κατάντημα αὐτὸ ὁ καλὸς Θεὸς θέλησε νὰ σώσει στὶς ἡμέρες μας τὰ πλάσματά του. Αὐτός, γιὰ τὸν ὁποῖο μᾶς μίλησαν οἱ μεγάλοι σοφοί μας, ᾖρθε. Ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ᾖρθε. Γεννήθηκε σὰν ἄνθρωπος, μεγάλωσε σὰν καὶ ἐμᾶς, δίδαξε, πέθανε, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στὸν Οὐρανὸ καὶ θὰ ξανάρθει νὰ μᾶς κρίνει. Νὰ τιμωρήσει τὸ κακὸ καὶ νὰ βραβεύσει τὸ καλό.

 

Τὰ ἁπλὰ τοῦτα λόγια τοῦ ἁγίου συγκίνησαν τὸν καλοκάγαθο εἰδωλολάτρη ἱερέα, ποὺ ὄχι μόνο ἔπαψε σὲ λίγο νὰ θυσιάζει στοὺς ψεύτικους καὶ ἀνύπαρκτους θεούς, τὰ εἴδωλα, ἀλλὰ καὶ ἄρχισε νὰ ζητᾷ νὰ μάθει περισσότερα γιὰ τὸν Θεὸ τῶν χριστιανῶν. Καὶ ὁ ἱεραπόστολος συνέχισε νὰ τὸν διδάσκει. Ἡ κατήχηση κράτησε κάμποσες μέρες. Τὸ ἀποτέλεσμα ὑπῆρξε θριαμβευτικό. Ἕνα βράδυ ὁ κατηχούμενος ἀσπάστηκε τὴν καινούργια πίστη καὶ βαπτίστηκε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στὸ πρόσωπό του ἡ χριστιανικὴ Ἐκκλησία βρῆκε ἀκόμη ἕνα ζηλωτὴ ἐργάτη, ἕνα ἐργάτη μὲ κῦρος καὶ παλμό.

 

Λίγες μέρες μετὰ τὸ περιστατικὸ τοῦτο, ὁ ἅγιος μας δέχθηκε στοὺς Σόλους τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἱεροῦ Ἠρακλειδίου, ἐπισκόπου τῆς Ταμασοῦ. Ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἐπίσκεψη ἔδωκε τοῦτο τὸ γεγονός.

 

Ὁ ἀπόστολος Μᾶρκος μετὰ τὴν ἀναχώρησή του ἀπὸ τὴν Κύπρο, πῆγε στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀφοῦ ἵδρυσε τὴν πρώτη Ἐκκλησία στὴν πολυάνθρωπο ἐκείνη πόλη, ἔφυγε γιὰ νὰ βρεῖ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Ἡ εὐγενικὴ ψυχὴ τοῦ νεαροῦ ἀποστόλου ἔνοιωθε τὴν ἀνάγκη νὰ συναντήσει τὸν πολύπειρο ἀπόστολο καὶ νὰ συζητήσει μαζί του μερικὰ προβλήματα τοῦ χριστιανικοῦ ἔργου. Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ συνάντηση πραγματοποιήθηκε γρήγορα. Καὶ οἱ δύο ἀπόστολοι ἀφοῦ ἀντήλλαξαν ἀσπασμὸ χριστιανικῆς ἀγάπης, ἄρχισαν μὲ μεγάλο ἐνδιαφέρον νὰ συνομιλοῦν γιὰ τὴν Κύπρο. Κατὰ τὴ συνομιλία ὁ Μᾶρκος ἀποκάλυψε στὸ φλογερὸ ἀπόστολο τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ φίλου του ἀποστόλου Βαρνάβα καὶ τοῦ φανέρωσε πὼς στὴν Κύπρο δὲν ἦταν ἄλλος ἀπόστολος γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τους. Ὁ θεῖος Παῦλος, σὰν ἄκουσε τὴ δυσκολία, ἔσπευσε ἀμέσως νὰ στείλει στὸ πολύπαθο νησὶ τοὺς συνεργάτες του Ἐπαφρὰ καὶ Τυχικὸ καὶ μερικοὺς ἄλλους. Τοὺς ἔστειλε στὸν Ἠρακλείδιο μὲ ἐπιστολὴ στὴν ὁποία τοῦ ἔγραφε, νὰ ἐγκαταστήσει τὸν μὲν Ἐπαφρὰ ἐπίσκοπο στὴν Πάφο, τὸν Τυχικὸ στὴ Νεάπολη, δηλαδὴ τὴ Λεμεσὸ καὶ τὸν Αὐξίβιο στοὺς Σόλους χωρὶς ὅμως νὰ τὸν χειροτονήσει.

Καὶ ὁ λόγος; Γιατί ὁ Αὐξίβιος ἦταν χειροτονημένος ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Μᾶρκο.

 

Ὁ ἅγιος Ἠρακλείδιος μόλις πῆρε τὴν ἐπιστολή, φρόντισε νὰ κάμει ὅ,τι τοῦ ἔγραφε ὁ μακάριος Παῦλος καὶ πῆγε νὰ συναντήσει τὸν Αὐξίβιο. Ἡ συνάντηση ὑπῆρξε συγκινητική. Οἱ ἱεροὶ ἄνδρες «ἠσπάσθησαν ἀλλήλους φιλήματι ἁγίῳ» καὶ ἄρχισαν μὲ ἀγάπη καὶ κατανόηση νὰ συζητοῦν. Ὁ Ἠρακλείδιος μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτή, ἀφοῦ ἄκουσε τὸν Αὐξίβιο, τὸν συμβούλεψε νὰ φανερώσει πιὰ τὴν ἰδιότητά του καὶ ν’ ἀρχίσει νὰ ἐργάζεται μὲ ζῆλο γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τῶν συμπολιτῶν του.

 

Τὸ κήρυγμα τοῦ Αὐξιβίου προβαλλόμενο ἔντονα καὶ ἀπ’ τὴν ἅγια ζωή του καὶ τὰ πολλὰ θαύματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν χαρίτωσε ὁ Κύριος, ἔφερε καταπληκτικὰ ἀποτελέσματα. Συνεχῶς τὸ μικρὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ πλήθαινε· πλήθαινε καὶ γινόταν λαὸς πολύς. Τὰ διάφορα σπίτια στὰ ὁποῖα μαζεύονταν ὡς τότε οἱ χριστιανοί, γιὰ νὰ ἐκτελοῦν τὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα, μίκραιναν καὶ δὲν τοὺς χωροῦσαν. Μία ἀνάγκη πρόβαλε ἀπαιτητική: Ἡ δημιουργία ἐνὸς εἰδικοῦ χώρου γιὰ τὶς συναθροίσεις τῶν πιστῶν. Τὸ κτίσιμο μιᾶς ἐκκλησίας.

 

Ἕνα πρωινὸ μετὰ τὴ συνηθισμένη συγκέντρωση ὁ θεῖος Ἠρακλείδιος παράλαβε τὸν ἅγιο Αὐξίβιο καὶ ἀφοῦ ἀνέπεμψε μαζί του θερμὴ προσευχή, χάραξε σὲ κάποιο τόπο τὸν χῶρο ἐκκλησίας, τοῦ ἔδωκε τὶς τελευταῖες συμβουλὲς καὶ τὸν ἀποχαιρέτησε.

Ὁ ἱερὸς Ἠρακλείδιος ἀναχώρησε μὲ τὴ συνοδεία του γιὰ τὴν πατρίδα του. Καὶ ὁ μακάριος Αὐξίβιος ρίχτηκε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς του στὸ ἔργο ποὺ ἔλαβε. Καὶ νά! Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, σὲ λίγο χρόνο, μία ὄμορφη ἐκκλησία ὑψώθηκε στὴν πόλη τῶν Σόλων. Μέσα σ’ αὐτὴ μὲ προθυμία καὶ ἐνθουσιασμὸ μαζεύονταν οἱ πιστοὶ καὶ οἱ προσήλυτοι τὶς ὁρισμένες μέρες γιὰ ν’ ἀκούσουν τὰ ρήματα τῆς αἰωνίου ζωῆς.

 

Μία βραδιὰ ἐκεῖ ποὺ ὁ ἅγιος Αὐξίβιος δίδασκε πρόσεξε μέσα στὸ πλῆθος μία γνωστή του ἀγαπημένη μορφή. Ἦταν ὁ ἀδελφός του Θεμισταγόρας ποὺ εἶχε ἔλθει ἀπὸ τὴ Ρώμη μὲ τὴ σύζυγό του, τὴν ἐνάρετη Τιμώ, γιὰ νὰ τὸν βρεῖ. Ἡ συνάντηση τῶν ἀδελφῶν ὕστερα ἀπὸ τόσο καιρὸ ὑπῆρξε πολύ – πολὺ συγκινητική. Ὁ Αὐξίβιος κράτησε κοντά του τὸ ἀγαπητὸ ζευγάρι. Τὸ κατήχησε μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ κάποια βραδιὰ προχώρησε στὴ βάπτισή του. Μετὰ χειροτόνησε τὸν Θεμισταγόρα πρεσβύτερο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Σόλων καὶ τὴ γυναῖκα του διακόνισσα γιατί ὕστερα ἀπὸ τὸ βάπτισμα οἱ δυὸ σύζυγοι ἔζησαν πιὰ σὰν ἀδελφοί.

 

Ἡ συστηματικὴ ἐργασία τοῦ ἁγίου Αὐξιβίου ποὺ συνοδευόταν ἀπὸ μία πολὺ προσεκτικὴ καὶ ἐνάρετη ζωή, μαζὶ μὲ τὰ πολλά του θαύματα ἔγινε ἀφορμή, ἡ πρώτη ἐκκλησία ποὺ κτίστηκε, νὰ εἶναι σὲ λίγο χρόνο πολὺ μικρὴ γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει τὰ πλήθη τῶν πιστῶν τῆς ἱστορικῆς πόλεως. Μὲ τὴ βοήθεια ὅλων τῶν χριστιανῶν μία νέα προσπάθεια ἀναλήφθηκε. Καὶ τὴ μικρὴ ἐκκλησία πολὺ γοργὰ ἀντικατέστησε μία καινούργια πολὺ πιὸ μεγάλη καὶ ὡραῖα.

Ἀλήθεια! Τί δὲν κάνει ἡ ὁμόνοια, ὁ ζῆλος τῶν πιστῶν καὶ ἡ ἁγία ζωή;

 

Ἀνθρώπους μὲ φλογερὸ ζῆλο καὶ ἁγία ζωὴ χρειάζεται καὶ ἡ ἐποχή μας, γιὰ ν’ ἀλλάξει καὶ νὰ ὀρθοποδήσει. Μὰ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν ἐνάρετη καὶ ἁγία ζωὴ μόνο ἕνας μπορεῖ νὰ τοὺς δημιουργήσει: Ὁ Χριστός.

 

Κοντὰ στὸν νεοποιὸ Χριστὸ καλεῖται νὰ τρέξει καὶ νὰ σταθεῖ ὁ καθένας ποὺ θέλει καὶ ποθεῖ ἀληθινὰ νὰ γίνει ὁ καινούργιος καὶ πραγματικὰ κοινωνικὸς ἄνθρωπος.

 

Τὰ ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ συνέστησε ὁ Κύριος καὶ προπαντὸς τὰ ἁγιαστικὰ Μυστήρια ποὺ λέγονται: Μετάνοια, Ἐξομολόγηση καὶ Θεία Εὐχαριστία εἶναι δύο μέσα μοναδικὰ γιὰ νὰ πραγματώσει ὁ ἄνθρωπος, ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἐκεῖνο ποὺ ἔλεγαν oἱ πρόγονοι καὶ πατέρες μας: «Τί ὄμορφο πρᾶγμα εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ἄνθρωπος». Τότε, αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων τὸ παράδειγμα ἀποτελεῖ τὸ ζωντανότερο κήρυγμα, κήρυγμα πολὺ πιὸ εὔγλωττο καὶ ἀπὸ τὰ ὡραιότερα λόγια. Τέτοιο ἦταν τὸ κήρυγμα τοῦ μεγάλου ἁγίου μας, τοῦ ἱεροῦ Αὐξιβίου. Κέρδισε τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν συμπολιτῶν του μὲ τὴν ἅγια ζωή του. Πενήντα ὁλόκληρα χρόνια ἔζησε σὰν ἀρχιερέας διδάσκοντας καὶ νουθετώντας τὸ ποίμνιό του.

 

Πρὶν κλείσει τὰ μάτια ὅρισε σὰν διάδοχο καὶ ἀντικαταστάτη του στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῶν Σόλων τὸν μαθητὴ καὶ συνεργάτη του Αὐξίβιο.

Αὐτὸς τὸν κατήχησε καὶ τὸν βάπτισε καὶ τοῦ ἔδωκε καὶ τ’ ὄνομά του. Μετὰ ἀφοῦ ἀποχαιρέτησε μὲ δάκρυα στοργῆς καὶ ἀγάπης κλῆρο καὶ λαὸ παρέδωκε τὸ πνεῦμα.

Οἱ χριστιανοὶ πένθησαν τὸν πνευματικό τους πατέρα καὶ τὸν κήδεψαν μὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ ἐπιμέλεια.

Ὁ τάφος τοῦ ἁγίου ἔγινε «ἰατρεῖον νοσημάτων ἄμισθον καὶ θλιβομένων ψυχῶν παραμύθιον». 
Χιλιάδες πιστοὶ ἀπὸ ὅλη τὴ νῆσο προσέρχονται κάθε χρόνο μ’ εὐλάβεια στὴ χάρη του γιὰ νὰ ζητήσουν μὲ δάκρυα τὴν μεσιτεία καὶ τὴν βοήθειά του. Ἀληθινά! Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις αὐτοῦ!.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἀποστόλων τὴν χάριν ὡς τοῦ Πνεύματος ὄργανον, διὰ Μάρκου τοῦ θείου, θησαυρίσας, Αὐξίβιε, ἐδείχθης Ἱεράρχης εὐκλεής, καὶ πρόεδρος τῶν Σόλων καὶ ποιμὴν διὰ τοῦτό σου τὴν μνήμην, τὴν ἱερὰν τιμῶμεν ἀνακράζοντες, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Οἱ Ἅγιοι Ρωμύλος, Σεκουνδιανός, Δονάτος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ρωμύλος, Σεκουνδιανὸς καὶ Δονάτος μαρτύρησαν στὴ Βενετία τὸ ἔτος 304 μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Θεόδουλος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδουλος μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Μαξιμίνου (307 – 313 μ.Χ.), τὸ ἔτος 308 μ.Χ., στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος

Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος, ὅπως μαθαίνουμε ἀπὸ κάποιο Ἐξαποστειλάριο, ποὺ περισώθηκε στὸν Παρισινὸ Κώδικα 259 φ. 97β, ἔζησε ἐπὶ τῶν εἰκονομάχων καὶ ἄθλησε ὑπὲρ τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Μνημονεύεται στὶς 10 Νοεμβρίου καὶ στὶς 28 Φεβρουαρίου, ὅπου ἀναφέρεται καὶ ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς Πελεκητῆς στὴν Τριγλία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Μηνᾶ τοῦ Καλλικέλαδος 

Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Μαρκιανοῦ (450 – 457 μ.Χ.) ὁ Ἅγιος Μηνᾶς ὁ Καλλικέλαδος († 10 Δεκεμβρίου) ἐμφανίσθηκε μία νύχτα σὲ κάποιον ἄνδρα ποὺ λεγόταν Φιλομμάτης, ὁ ὁποῖος εἶχε καταταγεῖ στὴ στρατιωτικὴ σχολὴ τῶν Ἰκανάτων καὶ τοῦ ὑπέδειξε τὸν τόπο ὅπου ἔκειτο τὸ ἅγιο λείψανο αὐτοῦ.
Τὸ γεγονὸς ἔφτασε στὶς βασιλικὲς ἀκοὲς τοῦ Μαρκιανοῦ, ὅτι δηλαδὴ κάτω στὸν αἰγιαλὸ τῆς Νικομήδειας, κατὰ τὴν ἀκρόπολη, κρύπτονταν κάτω ἀπὸ τὴ γῆ τὰ τίμια λείψανα τοῦ Ἁγίου. Πράγματι, στρατιῶτες ἔσκαψαν στὸν τόπο ἐκεῖνο καὶ βρῆκαν σιδερένια λάρνακα, μέσα στὴν ὁποία ὑπῆρχε τὸ ἱερὸ λείψανο. Στὴ λάρνακα ἦταν κολλημένη μία πλάκα, στὴν ὁποία ἦταν χαραγμένη ἐπιγραφὴ ποὺ ἔλεγε ὅτι ἐκεῖ εἶχε ἐναποτεθεῖ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου, καθὼς καὶ σὲ ποιὸν τόπο ἔπρεπε νὰ κατατεθεῖ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Μαρκιανὸς καὶ Πουλχερία οἱ βασιλεῖς

Ἡ Ἁγία Πουλχερία ἦταν θυγατέρα τῶν βασιλέων Ἀρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.) καὶ Εὐδοκίας καὶ ἀδελφὴ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.). Τὸ ἔτος 414 μ.Χ. ἡ Πουλχερία ἀναγορεύθηκε Αὐγοῦστα καὶ ἀνέλαβε τὴν ἐξουσία τοῦ κράτους. Ἦταν εὐσεβέστατη, πλήρης σωφροσύνης, χρηστότητος καὶ σοφίας.

Ὅταν, κατὰ τὸ ἔτος 429 μ.Χ., ὁ Πατριάρχης Νεστόριος (428 – 431 μ.Χ.) παρουσίασε τὴ γνωστὴ αἵρεσή του, ἐπικεφαλῆς τῶν ἀντιπάλων του τάχθηκε ὁ Ἅγιος Κύριλλος, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας († 18 Ἰανουαρίου καὶ 9 Ἰουνίου). Καὶ ὁ μὲν Θεοδόσιος, ἔχοντας ἤδη ἀναλάβει τὴν βασιλικὴ ἀρχή, ὑποστήριζε τὸν αἱρεσιάρχη Νεστόριο, ὠθούμενος ἀπὸ τὸν Χρυσάφιο, ἡ δὲ Πουλχερία ἦταν μὲ τὸ μέρος τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου καὶ κατόρθωσε νὰ πείσει τὸν ἀδελφό της νὰ συγκαλέσει τὴν Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα, τὸ ἔτος 431 μ.Χ. καὶ καταδίκασε τοὺς αἱρετικούς.

Ἡ Ἁγία νυμφεύθηκε τὸν Μαρκιανό, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὴ Θρᾴκη καὶ στὶς 25 Αὐγούστου τοῦ 450 μ.Χ. διαδέχθηκε στὸν θρόνο τὸν ἀδελφό της Θεοδόσιο Β’. Ὡστόσο ἡ πολιτικὴ κατάσταση ἦταν ταραγμένη. Εἶχε ἤδη γίνει στὸ προηγούμενο ἔτος ἡ λῃστρικὴ Σύνοδος τῆς Ἐφέσου, ποὺ ἐξόρισε τὸν Πατριάρχη Ἅγιο Φλαβιανὸ († 16 Φεβρουαρίου) καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μαστιζόταν ἀπὸ τὴν αἵρεση τοῦ Εὐτυχοῦς. Οἱ δυὸ εὐσεβεῖς βασιλεῖς συγκάλεσαν τότε στὴ Χαλκηδόνα, τὸ ἔτος 451 μ.Χ., τὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία καταδίκασε τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Εὐτυχοῦς καὶ τοῦ Διόσκουρου.
Ἡ Ἁγία Πουλχερία κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 10 Σεπτεμβρίου 453 μ.Χ. καὶ ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς τὸ ἔτος 457 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ἔζησε κατὰ τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ μόνασε στὴ Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἡ μεγάλη ἄσκησή του ἦταν ἡ σιωπή, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπονομάζεται «Σιωπηλός».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Βυζαντινὸς

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Θεόδωρος καταγόταν ἀπὸ τὸ Νεοχώρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Γονεῖς του ἤσαν ὁ Χατζὴ – Ἀναστάσιος καὶ ἡ Σμαραγδοὺ καὶ ἀδελφοί του ὁ Ἀντώνιος καὶ ὁ Γεώργιος, ἀναγνώστης τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ μετέπειτα Μητροπολίτης Ἀδριανουπόλεως μὲ τὸ ὄνομα Γρηγόριος (1830 – 1840).

Ὁ Θεόδωρος ἦταν ζωγράφος καὶ ἐργαζόταν στὰ ἀνάκτορα. Οἱ Τοῦρκοι προσπάθησαν νὰ τὸν προσελκύσουν στὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία καὶ τὸ πέτυχαν. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἀνένηψε καὶ μετανόησε γι’ αὐτό. Ἔτσι κατέφυγε στὴ Χίο καὶ ἔμεινε κοντὰ σὲ ἕνα Πνευματικὸ Πατέρα, τὸν Ἅγιο Μακάριο τὸ Νοταρᾶ († 17 Ἀπριλίου). Ἐκεῖ καθημερινὰ μελετοῦσε τὰ μαρτύρια τῶν Ἁγίων καὶ βιβλία ψυχωφελὴ καὶ κατανυκτικά. Ἀπὸ μέρα σὲ μέρα αὐξανόταν σὲ αὐτὸν ἡ κατάνυξη καὶ ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου. Ἔτσι ἔφθασε στὴ Μυτιλήνη, ὅπου ἐνώπιον τῶν ἀρχῶν ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἀποκήρυξε τὴν μωαμεθανικὴ θρησκεία. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος συλλαμβάνεται, φυλακίζεται καὶ πάσχει τοὺς βασανισμούς, τοὺς δαρμούς, τοὺς λακτισμοὺς καὶ ἄλλα ἀπάνθρωπα μαρτύρια. Τοῦ ἔδεσαν τὰ πόδια σὲ ξύλο καὶ τοῦ πέρασαν στὸ λαιμὸ βαριὰ ἁλυσίδα. Τοῦ τύλιξαν τὸ κεφάλι μὲ ἕνα σχοινὶ καὶ τοῦ ἔβαλαν στοὺς κροτάφους δύο κομμάτια ἀπὸ τοῦβλο. Ἔπειτα μὲ ἕνα ξύλο ἔστριβαν τὸ σχοινὶ καὶ ἕσφιγγαν τὴν κεφαλή του τόσο πολύ, μέχρι ποὺ βγῆκαν οἱ βολβοὶ τῶν ὀφθαλμῶν του ἔξω ἀπὸ τὸν τόπο τους. Ὁ δὲ τοῦ Χριστοῦ στρατιώτης ἔλεγε: «Χριστιανός, Χριστιανός, Χριστιανὸς εἶμαι».

Τὸ πρωὶ τοῦ Σαββάτου ὁ Ἅγιος ζήτησε ἀπὸ ἕναν Χριστιανὸ ὑπηρέτη καλαμάρι καὶ ἔγραψε πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο, γιὰ νὰ τοῦ στείλει τὴ Θεία Κοινωνία. Ἀφοῦ μετέλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως, στὸν ὁποῖο ἔτρεχε μὲ πολὺ προθυμία. Ἐκεῖ ὑπέστη τὸν διὰ ἀγχόνης θάνατο τὸ ἔτος 1795.
Μετὰ τρεῖς ἡμέρες οἱ Χριστιανοὶ πῆραν ἄδεια καὶ παρέλαβαν τὸ ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ καὶ τὸ ἐνταφίασαν στὸ νότιο μέρος τοῦ ναοῦ τῆς Παναγίας τῆς Χρυσομαλλούσας. Τὸ ἔτος 1798 τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Μάρτυρος ἀνακομίσθηκε καὶ μεταφέρθηκε στὴν κρύπτη τοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ τῆς Μυτιλήνης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐν Ἀδριανούπολει

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαὴλ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη καὶ ἀνῆκε στοὺς ἐπιφανεὶς καὶ εὔπορους κατοίκους αὐτῆς. Διαβλήθηκε στὸν δικαστὴ τῆς Ἀδριανουπόλεως ἀπὸ φανατικοὺς Τούρκους, ὅτι περιφρόνησε τὸ ὄνομα τοῦ θεοῦ αὐτῶν. Ὁ δικαστής, ποὺ γνώριζε τὴν ἐντιμότητα τοῦ Ἁγίου, τὸν ἀπέλυσε, ἀλλὰ οἱ συκοφάντες τὸν ἀπείλησαν ὅτι θὰ καταγγείλουν αὐτὸν στὸν Σουλτάνο ὡς ὀλιγωροῦντα τῆς πίστεως αὐτῶν. Ὁ δικαστὴς φοβήθηκε καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ φυλακίσουν τὸν Ἅγιο. Παράλληλα γνωστοποίησε στὸν Σουλτάνο τὰ γενόμενα καὶ ἀνέμενε τὶς ἐντολὲς αὐτοῦ. Ἡ διαταγὴ ἦταν σαφής: ἢ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πατρῴα πίστη του ἢ νὰ καεῖ ζωντανός. Παρὰ τὶς ὑποσχέσεις καὶ τὶς ἀπειλὲς ὁ Μάρτυρας παρέμεινε ἀκλόνητος στὴν πίστη του στὸν Χριστό, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκε τὸ ἔτος 1490.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καλεῖ τὸν Μάρτυρα Μαυρουδὴ καὶ ὁρίζει τὴν μνήμη του στὶς 10 Μαρτίου, ἐνῷ ὁ Παρισινὸς Κώδικας καλεῖ αὐτὸν Μαυροειδὴ καὶ σημειώνει τὴ μνήμη του στὶς 17 Φεβρουαρίου. Ὁ Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης θεωρεῖ ὅτι δὲν εἶναι ἄλλος ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαὴλ ὁ ἐξ Ἀδριανουπόλεως καὶ ἄλλος ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαὴλ ὁ Μαυρουδής, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Γρανίτσα τῆς Εὐρυτανίας καὶ ἑορτάζει στὶς 21 Μαρτίου, ἀλλὰ πρόκειται περὶ ἐνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ προσώπου. Ἡ νεωτέρα ἔρευνα θεωρεῖ ὅτι δὲν πρόκειται περὶ τοῦ αὐτοῦ προσώπου, ἀλλὰ περὶ δύο ξεχωριστῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ρωμανὸς ὁ ἐκ Τυρνόβου 

Ὁ Ὅσιος Ρωμανὸς ὁ ἡσυχαστὴς καταγόταν ἀπὸ τὸ Τύρνοβο τῆς Βουλγαρίας καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ ἔτος 1370.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ὁ Ἱερομάρτυρας Πατριάρχης Μόσχας 

Ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης, κατὰ κόσμο Ἐρμόλαος, γεννήθηκε στὴ Μόσχα τὸ ἔτος 1530 καὶ ἔζησε στὴ μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Καζάν. Τὸ 1579 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ διορίσθηκε ἐφημέριος τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Καζάν. Ἡ διακονία του ἐκεῖ τὸν συνέδεσε μὲ τὴν ἀνακάλυψη τῆς ἱερᾶς εἰκόνος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Καζάν. Τὸ ἔτος 1583 χήρευσε καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ Μεταμορφώσεως, τῆς ὁποία ἀνεδείχθη ἡγούμενος. Ἡ Σύνοδος τοῦ 1589 τὸν ἐξέλεξε Μητροπολίτη Καζάν.

Ὡς ποιμενάρχης ὁ Ἅγιος ἀνέπτυξε μεγάλη ἱεραποστολικὴ δραστηριότητα. Φρόντισε κυρίως γιὰ τὴν στερέωση τοῦ φρονήματος καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῶν νεοφώτιστων τῆς ἐπαρχίας του. Τὸ ἔτος 1592 πραγματοποίησε τὴ μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων ἐνὸς ἐκ τῶν προκατόχων του, τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ († 6 Νοεμβρίου).

Ὅταν τὴν ἐξουσία ἀνέλαβε ὁ Βασίλειος Ἰβάνοβιτς Σούϊσκυ (1606 – 1610), ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ἐξελέγη Πατριάρχης Μόσχας. Στὴν ταραγμένη ἐποχή του ἀγωνίστηκε ἰδιαιτέρως κατὰ τῆς ἰησουϊτικῆς προπαγάνδας καὶ ἐπεσήμανε τοὺς σοβαροὺς κινδύνους γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία.

Ἀπὸ τοὺς πρώτους μῆνες τῆς πατριαρχίας του ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ὑπεραμύνθηκε τῶν δικαιωμάτων τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου Σούϊσκυ. Μάταια, ὅμως. Ὁ λαὸς ἀνέτρεψε τὸν αὐτοκράτορα Βασίλειο στὶς 17 Ἰουλίου 1610. Τότε ὁ Ἐρμογένης ἐπεδίωξε μάταια νὰ ἐκλεγεῖ αὐτοκράτορας ὁ νεαρὸς Μιχαὴλ Ρομανώφ, ὁ ὁποῖος πράγματι ἐξελέγη τὸ 1613 καὶ συμμερίστηκε τὸ σχέδιο ὁρισμένων εὐγενῶν, τὸ ὁποῖο προέβλεπε τὴν ἀνάδειξη στὸ Ρώσικο θρόνο τοῦ Βλαδίσλαου, υἱοῦ τοῦ βασιλέως τῆς Πολωνίας Σιγιμούνδου, ὑπὸ τὸν ὅρο ὅτι ὁ πρίγκιπας θὰ ἀσπαζόταν τὴν ὀρθόδοξη πίστη. Οἱ Πολωνοί, θέλοντας νὰ παρακάμψουν τὸν ὅρο αὐτό, προσέκρουσαν στὴν ἀκαμψία τοῦ Πατριάρχου. Ὁ Ἅγιος ὡς μόνος ἀναμφισβήτητος ἐκκλησιαστικὸς ἄνδρας κύρους στὴ Ρωσία κατ’ ἐκείνη τὴν ὥρα, κατόρθωσε νὰ ἐμποδίσει τὸν ρωμαιοκαθολικὸ Βλαδίσλαο, νὰ γίνει ἐπίσημα αὐτοκράτορας τῆς Ρωσίας. Ἡ κατοχὴ τῆς πρωτεύουσας ὑπὸ τοῦ Πολωνικοῦ στρατοῦ δὲν λύγισε τὸν Πατριάρχη. Ἀντίθετα, ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης, βλέποντας τὴν κακοπιστία τοῦ βασιλέως τῆς Πολωνίας, στράφηκε ἀνοικτὰ κατὰ τοῦ ξένου ἐπιδρομέως καὶ ἐπεδίωξε μὲ ὅλα τὰ μέσα τὴν συγκρότηση τοῦ ἀναγκαίου στρατοῦ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδας του.
Ὁ Ἅγιος συνελήφθη καὶ καθαιρέθηκε ἀπὸ τὴν θέση τοῦ Πατριάρχου. Τὸν ἔκλεισαν στὸ Μετόχι τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ὅπου πέθανε, ἀπὸ πεῖνα ἴσως, στὶς 17 Ἰανουαρίου 1612 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Βαρνάβας τῆς Γεθσημανῆ

Ὁ Ὅσιος Βαρνάβας, κατὰ κόσμος Βασίλειος Ἴλιτς Μέρκουλωφ, γεννήθηκε στὶς 24 Ἰανουαρίου 1831 στὸ χωριὸ Προυντίσκι τῆς ἐπαρχίας Τούλα τῆς Ρωσίας. Τὸ ἔτος 1851 εἰσῆλθε στὴ μονὴ τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς στὴν ἔρημο τῆς Γεθσημανῆ κοντὰ στὸν στάρετς Δανιὴλ καὶ στὸν ἱερομόναχο Γρηγόριο καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1906.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ὀνήσιμος, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους, ἦταν δοῦλος στὸ σπίτι τοῦ Ρωμαίου ἄρχοντα Φιλήμονος, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὴν Φρυγία καὶ ἔγινε Χριστιανὸς ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Ὁ Ὀνήσιμος ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸν κύριό του καὶ μετέβη στὴ Ρώμη σὲ ἐπίσκεψη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἔτσι ἀφιερώθηκε στὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Χριστιανῶν. Ὁ Παῦλος τὸν ἀπέστειλε πίσω στὸν Φιλήμονα μὲ ἐπιστολή του, στὴν ὁποία ἀνέφερε γιὰ τὸν Ἅγιο Ὀνήσιμο τὰ ἀκόλουθα: «Τέτοιος ποὺ εἶμαι, ἐγὼ ὁ Παῦλος ὁ ἡλικιωμένος, καὶ τώρα φυλακισμένος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, σὲ παρακαλῶ γιὰ τὸ παιδί μου, τὸν Ὀνήσιμο, ὁ ὁποῖος ἄλλοτε σοῦ ἦταν ἄχρηστος, τώρα ὅμως εἶναι χρήσιμος καὶ σὲ ἐσένα καὶ σὲ ἐμένα. Σοῦ τὸν ἀποστέλλω πάλι καὶ σὺ δέξου αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ καρδιά μου. Θὰ ἤθελα νὰ τὸν κρατήσω κοντά μου, γιὰ νὰ μὲ ὑπηρετεῖ, ἀντί σοῦ, στὴν φυλακὴ ποὺ εἶμαι χάριν τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλὰ δὲν ἤθελα νὰ κάνω τίποτε χωρὶς τὴν δική σου συγκατάθεση, γιὰ νὰ μὴν γίνει ἡ ἀγαθή σου πράξη ἀναγκαστικὰ ἀλλὰ μὲ τὴν θέλησή σου. Ἴσως γι’ αὐτὸ ἀποχωρίσθηκε προσωρινὰ ἀπὸ ἐσένα, γιὰ νὰ τὸν ἔχεις παντοτινά, ὄχι πλέον σὰν δοῦλο, ἀλλὰ περισσότερο ἀπὸ δοῦλο, σὰν ἀδελφὸ ἀγαπητό, ἰδιαίτερα γιὰ μένα, πόσο μᾶλλον γιὰ σένα καὶ σὰν ἄνθρωπο καὶ σὰν Χριστιανό. Ἐὰν λοιπόν, μὲ θεωρεῖς φίλο, δέξου τον σὰν νὰ ἤμουν ἐγώ».

Ὁ Ἀπόστολος Ὀνήσιμος ἐπανέκαμψε στὴ Ρώμη πρὸς τὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ τὸν διακονοῦσε. Μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου συνελήφθη ὑπὸ τοῦ ἐπάρχου Ρώμης Τερτύλου καὶ ἐξορίσθηκε στοὺς Ποτιόλους τῆς Ἰταλίας. Ὅμως ὁ Ὀνήσιμος συνέχισε μὲ ζῆλο νὰ κηρύττει τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἔπαρχος Τέρτυλος ἐπισκέφθηκε τὸν τόπο ἐξορίας του καὶ πληροφορήθηκε τὴ χριστιανική του δράση, διέταξε νὰ συλληφθεῖ ὁ Ἅγιος καὶ νὰ βασανισθεῖ. Τὸν κτύπησαν ἀλύπητα καὶ μὲ ραβδισμοὺς τοῦ ἔσπασαν τὰ σκέλη. Στὸ τέλος, μετὰ ἀπὸ φρικώδεις βασάνους, ὁ Ἅγιος Ὀνήσιμος μαρτύρησε καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Τὸ τίμιο λείψανό του παρέλαβε καὶ ἐνταφίασε μία πλούσια ἀλλὰ εὐσεβὴς Ρωμαία Χριστιανή.
Ναὸς πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ὀνησίμου εἶχε ἀνεγερθεῖ κατὰ τὸν 10ο αἰῶνα μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς Ἐρήμου πολίτης.
Ταῖς ἀκτῖσι τοῦ Παύλου φωτισθεὶς τὴν διάνοιαν, ὤφθης ὑπηρέτης τοῦ Λόγου καὶ Ἀπόστολος ἔνθεος· καὶ ὄνησιν ἐβράβευσας ζωῆς, Ὀνήσιμε θεράπον τοῦ Χριστοῦ, διὰ λόγων καὶ θαυμάτων θεοπρεπῶν, τοῖς πίστει ἐκβοῶσί σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι φαιδρῶς, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον. χος δ’. πεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀκτὶς ἐξέλαμψας τῇ οἰκουμένῃ, ταῖς βολαῖς λαμπόμενος, ἡλίου μάκαρ παμφαοῦς, Παύλου τοῦ κόσμον φωτίσαντος· διό σε πάντες, τιμῶμεν Ὀνήσιμε.

 

Μεγαλυνάριον.
Παύλῳ τῷ θεόπτῃ μαθητευθείς, ὤφθης ἀληθείας, θεηγόρος μυσταγωγός· ὑπὲρ ἧς προθύμως, Ὀνήσιμε ἀθλήσας, ὀνήσιμον πηγάζεις, χάριν τοῖς χρήζουσι.

Ὁ Ἅγιος Μαΐωρ ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μαΐωρ ἔζησε ἐπὶ αὐτοκρατορίας Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοὺ (285 – 305 μ.Χ.) καὶ ὑπηρετοῦσε ὡς στρατιώτης στὸ τάγμα τῶν Μαύρων. Ὅταν τὸ 302 μ.Χ. ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ Ἅγιος, ποὺ βρισκόταν στὴ Γάζα τῆς Παλαιστίνης, καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο ὅτι εἶναι Χριστιανὸς καὶ συνελήφθη. Ἀφοῦ ὁμολόγησε μὲ γενναιότητα τὴν πίστη του στὸν Χριστό, βασανίσθηκε σκληρά. Ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρες ὑπέστη τὸ φρικτὸ βασανιστήριο τῶν μαστιγώσεων.
Ἔτσι μαρτύρησε ὁ Μάρτυς Μαΐωρ καὶ εἰσῆλθε στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος 

Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος ἔζησε κατὰ τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ ἀκολούθησε τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἀρχικὰ πῆγε σὲ κάποιο μοναστήρι καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἔπειτα ἀποσύρθηκε στὴ ράχη ἑνὸς βουνοῦ κοντὰ στὴν πόλη Ἀσιχᾶ, ὅπου ἀσκήτεψε. Ἐκεῖ περιέφραξε μὲ πέτρες ἕνα μέρος χωρὶς σκεπὴ καὶ πέρασε τὸν βίο του μὲ νηστεία καὶ σωματικὲς ταλαιπωρίες, ὥστε κατέπεσαν οἱ σάρκες του καὶ ἔμειναν μόνο τὰ ὀστά.
Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του ὁδήγησε πολλοὺς ἀνθρώπους στὸν Ὅσιο, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν τὴν εὐχὴ καὶ τὴν εὐλογία του. Γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸν θόρυβο καὶ νὰ διατηρήσει τὴν ἡσυχία στὸν πνευματικό του ἀγῶνα, ἔφυγε ἀπὸ τὸν τόπο αὐτὸ καὶ μετοίκησε σὲ μονὴ ποὺ βρισκόταν ἐκεῖ κοντά. Καὶ στὸν νέο τόπο τῆς ἀσκήσεώς του ζοῦσε μὲ προσευχὴ καὶ αὐστηρὴ ἄσκηση. Ἔτσι ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ ἡλικία 90 ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου ἐν τοῖς Διακονίσσης

Ὁ ναὸς βρισκόταν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ θεωρεῖται ὅτι ἔκειτο ἐκεῖ ὅπου σήμερα εἶναι τὸ Καλενδέρ – χανὶ – τζαμί. Πιθανῶς παρεκκλήσιο τοῦ ναοῦ νὰ ἦταν ἀφιερωμένο στὸν Ἀπόστολο καὶ Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη τὸν Θεολόγο ἢ ἡ Σύναξη ἐτελεῖτο λόγω κάποιου θαύματος ποὺ ἔγινε ἐκεῖ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐκ Θεσσαλονίκης

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωλακία, τὴ σημερινὴ κωμόπολη τῆς Χαλάστρας. Γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα ἐγκαταβίωσε στὸ Ἅγιον Ὄρος, χωρὶς νὰ διευκρινίζεται ἐὰν ἔχει λάβει τὸ μοναχικὸ σχῆμα ἢ ἦταν λαϊκὸς καὶ εἶχε ὑποτακτικὸ κάποιον Ἀργύρη. Ὁ Ἰωάννης βρισκόταν στὴ Θεσσαλονίκη, ὅταν κατὰ τὴν διάρκεια ἐνὸς συμποσίου μὲ Τούρκους, αὐτοὶ ἰσχυρίσθηκαν πὼς δῆθεν τοὺς εἶχε πεῖ ὅτι θέλει νὰ γίνει καὶ αὐτὸς Μωαμεθανός. Ὁ Ἰωάννης ἀρνήθηκε κατηγορηματικὰ τὸν ἰσχυρισμό τους, γι’ αὐτὸ καὶ ὁδηγήθηκε στὸ παζάρι, πιθανὸν στὴν κεντρικὴ ἀγορὰ τῆς πόλεως, ὅπου καὶ ἐκτελέσθηκε ἄνευ δίκης μὲ ἀπαγχονισμὸ τὸ ἔτος 1776. Μετὰ τὸν ἀπαγχονισμό του, τὸ λείψανο τοῦ Νεομάρτυρα ρίφθηκε στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος ἀπὸ τὴν Χίο 

Ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος, κατὰ κόσμο Ἀργύριος Κ. Βαγιάνος, γεννήθηκε τὴν 1η Ἰουλίου 1869 στὴν περιοχὴ τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ Λιβαδίων. Οἱ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι γονεῖς του, Κωνσταντίνος καὶ Ἀργυρῶ, φρόντισαν νὰ δώσουν Χριστιανικὴ ἀγωγὴ στὸ τέκνο τους. Καὶ ὁ νεαρὸς Ἀργύριος δωρεοδέκτης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μὲ πνεῦμα σοφίας, ἦταν προορισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἀναδειχθεῖ σκεῦος ἐκλογῆς καὶ νὰ γίνει μέγας παιδαγωγὸς εἰς Χριστόν. Ἡ ὅλη παιδιόθεν ἀνάπτυξη καὶ ἀνατροφή του τελοῦσε προφανῶς ὑπὸ τὴν ἰσχυρὴ καὶ βαθιὰ ἐπίδραση τοῦ χριστιανικοῦ οἰκογενειακοῦ του περιβάλλοντος.

Γράμματα δὲν ἔμαθε πολλά. Περιορίσθηκε στὶς ἁπλὲς γνώσεις τοῦ δημοτικοῦ σχολείου. Ἔτσι χωρὶς τίς θεωρητικὲς γνώσεις τῆς ἐγκοσμίου καταξιώσεως, ἀλλὰ μὲ εὐφυΐα καὶ διεισδυτικότητα πνεύματος καὶ μὲ ἰδιαιτέρως ἔντονη τὴν ἐπιθυμία γιὰ βίο πνευματικό, προχωρᾶ ἀταλάντευτος στὴν ἐνάρετη ζωὴ μὲ τὴν πολύτιμη δωρεὰ τῆς ἀκλόνητης πίστεως.

Ὁ θεῖος ἔρως τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀπάρνηση τοῦ κόσμου καὶ τῆς βοῆς του καὶ στὴ μοναχικὴ πολιτεία, ἀπὸ ὅπου ἐξέλαμψαν οἱ ἀρετές του. Ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἀκολουθήσει τὴν μοναχικὴ ὁδὸ ὑπῆρξε ἡ ἐπίσκεψή του στὴ Σκήτη τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Χίου γιὰ τὴν ἐπισκευὴ ἰδιόκτητης εἰκόνας τῆς Παναγίας. Μὲ αὐτὴ τὴν εἰκόνα ἔκτοτε συνέδεσε ἄρρηκτα ὁλόκληρη τὴν ζωή του. Ἡ Παναγία ἔγινε γιὰ ἐκεῖνον πηγὴ ἀνεξάντλητης δυνάμεως στοὺς μετέπειτα σκληροὺς ἀγῶνες του, ἀλλὰ καὶ πηγὴ δροσιᾶς καὶ ἀνακουφίσεως. Ὁδηγός του στὸν ἀσκητικὸ βίο ὑπῆρξε ὁ σεβάσμιος Γέροντας τῆς Σκήτης Παχώμιος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐκάρη μικρόσχημος μοναχὸς καὶ μετονομάσθηκε Ἄνθιμος.

Ὑποτάσσεται στὸν Γέροντα Παχώμιο καὶ μὲ τὶς ἀδιάλειπτες προσευχὲς καὶ νηστεῖες καὶ μὲ τοὺς σκληροὺς ἀγῶνες του ἀναδεικνύεται, μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ, μεγάλος στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετή. Μὲ τὴν σωματικὴ καὶ πνευματική του ὅμως αὐτὴ ἄσκηση ἐξαντλήθηκε καὶ ἀσθένησε. Τότε μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Παχωμίου ἐπιστρέφει στὸ σπίτι του, ὅπου ἐγκαθίσταται γιὰ ἀνάρρωση. Ὅμως ὁ Ὅσιος Ἄνθιμος δὲν ἐγκατέλειψε τὴν ἄσκηση. Μόλις ἀποκαταστάθηκε μερικῶς ἡ ὑγεία του ἀποσύρθηκε σὲ μικρὸ ἀπομονωμένο κελὶ μέσα στὰ πατρικά του κτήματα, στὰ Λιβάδια τῆς Χίου, συνεχίζοντας τοὺς πνευματικούς του ἀγῶνες. Ἐκεῖ μόναζε ἀσκώντας ταυτοχρόνως καὶ τὴν τέχνη τοῦ ὑποδηματοποιοῦ, γιὰ νὰ βοηθᾶ τοὺς φτωχοὺς γονεῖς του καὶ νὰ ἐλεεῖ τοῦ πάσχοντες.

Στὸ κελί του αὐτὸ μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη τοῦ βίου μεγάλων ἀσκητῶν λάμβανε δύναμη, προέκοπτε σὲ πνευματικὴ οἰκοδομή, ἀλλὰ καὶ προκαλοῦσε καὶ τὴ δαιμονιώδη λύσσα τοῦ πονηροῦ. Ὁ Ὅσιος ἀγωνιζόταν σκληρὰ καὶ ἀποτελεσματικά, διεξήγαγε πολυμέτωπους ἀλλὰ νικηφόρους ἀγῶνες κατὰ τοῦ πονηροῦ μὲ τὴν πύρινη προσευχὴ καὶ καθημερινὰ ἀνερχόταν τὴν εὐλογημένη κλίμακα τῶν ἀρετῶν καὶ τῆς ἁγιότητας. Ἀργότερα, σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν, τὸ ἔτος 1909, κείρεται μεγαλόσχημος μοναχὸς ἀπὸ τὸν διάδοχο τοῦ Παχωμίου, Ἱερομόναχο Ἀνδρόνικο.

Ὁ ἐνάρετος ὅμως ἀσκητὴς Ἄνθιμος ἦταν σκεῦος ἐκλογῆς καὶ ἕτοιμος γιὰ τὸ ἀξίωμα τῆς ἱεροσύνης. Καλεῖται λοιπὸν στὸ Ἀδραμύττιο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπὸ τὸν ἀνάδοχό του Στέφανο Διοματάρη τὸ 1910 γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό. Ἡ χειροτονία τοῦ Ἁγίου δὲν ἦταν κάτι τὸ συνηθισμένο. Στὴν περίπτωσή του εἴχαμε θεία συγκατάθεση ποὺ ἀπεκάλυψαν οἱ θεοσημίες εὐδοκίας κατὰ τὸ τέλος τῆς χειροτονίας. Σεισμός, ἀστραπές, βροντές, κατακλυσμιαία βροχὴ συμβαίνουν τὴν ἱερὴ ἐκείνη ὥρα. Τὰ κανδήλια τοῦ ναοῦ κινοῦνται, ἐνῷ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ καταπίπτει. Μετὰ δὲ τὴ χειροτονία ἐπικρατεῖ γαλήνη, ἠρεμία, χαρὰ Θεοῦ. Τὰ φυσικὰ αὐτὰ φαινόμενα ἀποκαλύπτουν καὶ μαρτυροῦν τὴν εὐαρέσκεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ θεία συγκατάνευση.

Ὅσο καιρὸ παρέμενε στὸ Ἀδραμύττιο, ἀκτινοβολοῦσε ἐκθαμβωτικὰ μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἡ ὁποία ἴσχυσε νὰ θεραπεύσει δαιμονιζόμενο τῆς περιοχῆς, κάτι ποὺ δὲν κατόρθωσαν οἱ συλλειτουργοί του. Αὐτὴ λοιπὸν ἡ πνευματική του ἀκτινοβολία προκάλεσε τὸ πάθος τῆς ἀντιζηλίας τῶν συλλειτουργῶν του. Ἐκεῖνος θέλοντας νὰ τοὺς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ πάθος αὐτό, ἐγκατέλειψε τὸ Ἀδραμύττιο τὸ 1911 καὶ μετέβη στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου οἱ Ἁγιορεῖτες μοναχοὶ τοῦ ἐπιδαψίλευσαν πολλὲς τιμές.

Ἐπιστρέψας στὴ Χίο τοποθετήθηκε ὡς ἐφημέριος στὸ Λεπροκομεῖο. Ἐκεῖ ἄνοιξε τὸ νέο στάδιο τῶν ἀρετῶν καὶ τῆς ἀγαθοεργοῦ δράσεώς του. Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας Ὑπαπαντῆς ἐπικεντρώνει τὴν ὅλη του εὐεργετικὴ δράση. Ἡ Κυρία Θεοτόκος διὰ τῆς μεσιτείας καὶ τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου ἐπιτελεῖ ἀναρίθμητα θαύματα θεραπείας ἀσθενῶν ἐπωνύμων καὶ ἀνώνυμων πιστῶν. Τὸ ἵδρυμα αὐτὸ μὲ τοὺς δυστυχεῖς λεπροὺς καθίσταται πνευματικὸ κέντρο σωματικῆς καὶ πνευματικῆς ὑγείας. Ἡ ὅλη διακονία του στὸ Λεπροκομεῖο καταδεικνύει τὴ βαθύτατη πίστη του καὶ τὴν πολύτιμη προσφορά του.

Ἐδῶ φαίνεται καὶ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Ἁγίου. Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ὡς ἐφημέριος τοῦ ναοῦ συμπαρευρισκόταν, συνέτρωγε καὶ συνομιλοῦσε μὲ τοὺς λεπρούς, τοὺς κοινωνοῦσε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία κατέλυε!

Τότε μέσα σὲ ἐκείνη τὴν ἁγιάζουσα ἀτμόσφαιρα ὁραματίζεται τὴν ἵδρυση Μονῆς, γιὰ νὰ στεγάσει πρόσφυγες καλόγριες προερχόμενες ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία. Καὶ προχωρεῖ στὴν πραγμάτωση τῶν ὁραματισμῶν του. Ὑψώνει τὸν μεγαλοπρεπὴ Ἱερὸ Παρθενῶνα τῆς Παναγίας Βοηθείας Χίου. Ἀπὸ τότε ἐγκαταστάθηκε στὴ Μονὴ μὲ πλήρη ἀφοσίωση στὴν Παναγία καὶ ἐκεῖ κατηύγαζε  μὲ τὴν ἀσκητική του βιοτὴ τὸ πλῆθος τῶν ἀρετῶν καὶ τὴν ἁγιότητά του καὶ τὴ μεσιτεία καὶ βοήθεια τῆς Θεοτόκου καὶ ποίμαινε μὲ πλεονάζουσα στοργὴ καὶ ἀγάπη τὸ ποίμνιό του, ἐνίσχυε καὶ παρηγοροῦσε μὲ τὸν γλυκὺ καὶ ἁπλό του λόγο καὶ θεράπευε ἀσθενεῖς καὶ πάσχοντες ποὺ κατέφευγαν κοντά του.
Μέσα σὲ αὐτὴ τὴ διὰ βίου διακονία, ὥριμος πλέον, πλήρης ἡμερῶν, σὲ ἡλικία 90 ἐτῶν, μὲ ὁσιότητα ποὺ θύμιζε τοὺς μεγάλους ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου, τέλεσε τὴν τελευταῖα Θεία Λειτουργία τὴν 27η Ἰανουαρίου 1960 καὶ λίγες ἡμέρες μετὰ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Δαλμάτιος ὁ ἐκ Σιβηρίας

Ὁ Ἅγιος Δαλμάτιος, κατὰ κόσμο Δημήτριος Ἰβάνοβιτς Μοκρίνσκιϋ, γεννήθηκε στὴν πόλη Τομπὸλκ τῆς Ρωσίας κατὰ τὸν 17ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε στὴ μονὴ Νεβγιὰνκ τῆς Σιβηρίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1724.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βιλὲνσκ 

Ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βιλένσκ, θεωρεῖται εἰκόνα ἀχειροποίητος καὶ εἰκονίζει τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα στὸ στῆθος της. Στὸ κεφάλι φοράει κορῶνα καὶ τὸ φωτοστέφανο εἶναι σχεδιασμένο μὲ ἀστέρια.
Δυστυχῶς δὲν ἔχουμε περισσότερες πληροφορίες γιὰ τὴν εἰκόνα αὐτή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Δαλματίᾳ

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βένσκ

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία. Ἔζησε στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.) καὶ κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ σχολαρίου τοῦ στρατηλάτου.

Ἡ φιλήσυχη καὶ φιλομόναχη διάθεσή του καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν ἀσκητικὸ βίο, τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ γίνει μοναχός. Ἐγκατέλειψε λοιπὸν τὶς τιμὲς καὶ τὰ ἀξιώματά του καὶ ἀποσύρθηκε σὲ ὄρος πετρῶδες τῆς Χαλκηδόνος, τὴν Ὀξεῖα Πέτρα, ὅπου καὶ ἀσκήτευε, ἐνῷ παράλληλα ἀσχολήθηκε μὲ τὴν μελέτη καὶ σπουδὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τόση δὲ ἦταν ἡ φήμη του γιὰ τὶς σπάνιες ἀρετὲς καὶ τὴν βαθιὰ θεολογικὴ μόρφωσή του, ὥστε προσκλήθηκε στὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνεκλήθη τὸ ἔτος 451 στὴν Χαλκηδόνα γιὰ νὰ καταδικάσει τὶς κακοδοξίες τοῦ Εὐτυχοῦς.

Στὸ ἀσκητήριό του καθημερινὰ προσέρχονταν πολλοί, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ πολλοὶ πλούσιοι ποὺ τοῦ ἔφερναν τροφὲς καὶ δῶρα.

Ἀλλὰ ἐκεῖνος χρησιμοποιοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του λίγο ψωμὶ γιὰ τὴ συντήρησή του καὶ κερὶ γιὰ τὸ παρεκκλῆσι του. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ διαμοίραζε στοὺς πτωχούς. Ὁ σεβασμὸς πρὸς τὸν Ὅσιο ἔγινε αἰτία νὰ ἱδρυθεῖ στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ γυναικεία μονή.
Ὁ Ἅγιος Θεὸς ἀξίωσε τὸν Ἅγιο Αὐξέντιο τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας καὶ ἔτσι ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα. Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 470 – 472 μ.Χ. Στὸ Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀναφέρεται ὅτι τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Ἁγίου κατατέθηκε στὸν εὐκτήριο οἶκο τῆς γυναικείας μονῆς ποὺ ἵδρυσε καὶ ἡ ὁποία ὀνομαζόταν Τριχιναρία. Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὴ μονὴ τοῦ Καλλιστράτου ἐντὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὥσπερ φοῖνιξ ηὐξήθης Πάτερ ὑψίκομος, δικαιοσύνης ἐκφέρων τοὺς ψυχοτρόφους καρπούς· σὺ γὰρ βίον ἱερὸν πολιτευσάμενος, τῆς Ἐκκλησίας στηριγμός, καὶ θαυμάτων αὐτουργός, Αὐξέντιε ἀνεδείχθης, διὰ παντὸς ἱκετεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐγκρατείας ὕδασι, πανευκλεῶς ἐκβλαστήσας, ὡς ἐλαία εὔκαρπος, ἐν τοῖς Ὁσίοις ἐφάνης· κόσμου γάρ, ἀπαρνησάμενος τὴν ἀπάτην, γέγονας, ὑπερκοσμίου φωτὸς δοχεῖον, δι’ οὗ λάμπρυνον ἐνθέως, τοὺς σὲ τιμῶντας, Πάτερ Αὐξέντιε.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Κατατρυφήσας θεόφρον τῆς ἐγκρατείας, καὶ τὰς ὀρέξεις τῆς σαρκὸς χαλινώσας, ὤφθης τῇ πίστει σου αὐξανόμενος, καὶ ὡς φυτὸν ἐν μέσῳ τοῦ Παραδείσου ἐξήνθησας, Αὐξέντιε Πάτερ ἱερώτατε.

 

Μεγαλυνάριον.
Κατηγλαϊσμένος ταῖς ἀρεταῖς, ὤφθης ἐν τῶ βίῳ, θεοφόρε περιφανής, ἄιγλῃ εὐσεβείας, καὶ χάριτι θαυμάτων, Αὐξέντιε ῥυθμίζων, τοὺς προσιόντας σοι.

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ἦταν Πρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε στὴ Ρώμη ἐπὶ αὐτοκράτορα Κλαυδίου (41 – 54 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Πρόκλος, Ἀπολλώνιος καὶ Ἐφήβιος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες συνελήφθησαν ὅταν πῆγαν νὰ ἐνταφιάσουν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρα Οὐαλεντίνου καὶ μαρτύρησαν στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Τέρνι

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τέρνι καὶ μαρτύρησε στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Βάσσιος, Ἀντώνιος καὶ Πρωτόλικος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βάσσιος, Ἀντώνιος καὶ Πρωτόλικος μαρτύρησαν στὴν Ἀλεξάνδρεια βληθέντες στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων ἦταν Πρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴν Ἀλεξάνδρεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μάρων 

Ὁ Ὅσιος Μάρων ἔζησε πρὶν τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἐπειδὴ ἀγαποῦσε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ τὴν ἡσυχία εἶχε στήσει τὸ ἀσκητήριό του σὲ κορυφὴ βουνοῦ τῆς πόλεως Κύρρου τῆς Συρίας. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ἐρειπωμένος εἰδωλολατρικὸς ναός, τὸν ὁποῖο ὁ Ὅσιος τὸν μετέτρεψε σὲ τόπο λατρείας τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου του καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁδήγησαν καὶ προσείλκυσαν κοντά του πολλοὺς μοναχούς, χάριν τῶν ὁποίων ὁ Ὅσιος ἔκτισε μονὲς καὶ ἀσκητήρια στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Κύρρου.
Ὁ Ὅσιος Μάρων, μετὰ ἀπὸ ἀσθένεια, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης 

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (395 – 408 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κύρρο τῆς Συρίας καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ὅταν ἔμαθε ὅτι σὲ κάποιο χωριὸ τοῦ Λιβάνου οἱ κάτοικοι ἦταν ὅλοι εἰδωλολάτρες, μετέβη ἐκεῖ καὶ μὲ τὴ διδασκαλία, τὴν ἁγία βιοτή του καὶ τὴ φιλανθρωπική του δράση, ἀφοῦ πλήρωσε ὁ ἴδιος τοὺς φόρους στοὺς εἰσπράκτορες ποὺ πίεζαν τὸν λαό, προσείλκυσε στὴ χριστιανικὴ πίστη πολλοὺς ἐθνικούς. Οἱ Χριστιανοὶ ἔκτισαν ναὸ στὸ χωριό τους καὶ εἶχαν τὸν Ἅγιο ὡς ἱερέα τους.

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης, μετὰ ἀπὸ τριετὴ δράση, ἐπέστρεψε στὸ κελί του καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη στὴν πόλη τῶν Καρρῶν τῆς Παλαιστίνης, στὴν ὁποία ἔγινε Ἐπίσκοπος ἀγωνιζόμενος νὰ ὁδηγήσει στὴν ἀληθινὴ πίστη τοὺς εἰδωλολάτρες κατοίκους αὐτῆς.
Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς ἀποστολικῆς δράσεως αὐτοῦ ἔφθασε μέχρι τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ δὲ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος, ποὺ ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν δεῖ προσωπικά, τὸν κάλεσε στὴν Βασιλεύουσα. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε εἰρηνικά. Τὸ τίμιο λείψανό του, κατὰ βασιλικὴ προσταγή, τὸ προέπεμψαν μὲ μεγάλες τιμὲς στὴν πόλη τῶν Καρρῶν, ὅπου καὶ ἐνταφιάσθηκε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Φιλήμων ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φιλήμων μαρτύρησε τὸν 10ο αἰῶνα μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος ὁ ἐν Καρτιλίῳ ἀσκήσας

Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος γεννήθηκε στὴν Ἄνδρο στὶς ἀρχὲς τοῦ 18ου αἰῶνα μ.Χ. Διακόνησε στὴν ἀρχὴ ὡς νεωκόρος τοῦ ναοῦ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στὸ Γαλατὰ τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ κατόπιν χειροτονήθηκε διάκονος. Ὡς διάκονος ἐγκαθίσταται στὴν παραθαλάσσια κωμόπολη Κατιρλὶ τῆς Νικομήδειας καὶ ἀσκητεύει στὸ Κατίρλιον ὄρος τῆς Προποντίδος. Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Κύριος, ἔκαναν πολλοὺς νὰ προσέρχονται σὲ αὐτὸν γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ τὴν ἴαση. Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος Ε’ (1748 – 1751, 1752 – 1757) τὸν εἶχε πνευματικὸ πατέρα.

Ὅταν ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Ε’ διὰ συνοδικῆς ἀποφάσεως καθιέρωσε τὸν ἀναβαπτισμὸ τῶν προσερχόμενων Ρωμαιοκαθολικῶν, Διαμαρτυρομένων καὶ Ἀρμενίων στὴν ὀρθόδοξη πίστη, ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος τὸν ὑποστήριξε μὲ τὰ κηρύγματά του. Ἔγινε δὲ ὁ ἡγέτης τῆς μερίδας ποὺ ὑποστήριζε τὴν βάπτιση τῶν ἑτεροδόξων. Ὅταν ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Ε’, οἱ ἐπικρατήσαντες καταδίωξαν καὶ τὸν Ὅσιος Αὐξέντιο. Μάταια ὅμως. Ὁ ἀποσταλεῖς στὸ Κατίρλιον ρήτορας Κριτίας ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς κωμοπόλεως.

Τὸ Συναξάρι του ἀναφέρει ὅτι ὁ Ὅσιος ἔριχνε στὴ θάλασσα τὸ τριβώνιο ποὺ φοροῦσε καὶ τὸ χρησιμοποιοῦσε ὡς βάρκα, γιὰ νὰ διαπλέει τὸ πέλαγος. Ἔτσι ἔφθασε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀφοῦ κατέπαυσε τὴν τρικυμία τῆς θάλασσας ποιώντας τὸ σχῆμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπὶ τῆς θάλασσας.
Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἡ μνήμη του ἑορτάζεται μὲ λαμπρότητα στὸν Σταυρὸ Χαλκιδικής, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὄρους καὶ Ἀρδαμερίου. Ἐκεῖ φυλάσσεται καὶ τμῆμα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του, τὸ ὁποῖο μετακομίσθηκε ἐκεῖ ἀπὸ τοὺς ἐκριζωθέντες πρόσφυγες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὸ ἔτος 1922.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος ὁ Ἔγκλειστος ὁ ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος (Τοροπτσάνιν) γεννήθηκε στὴ Ρωσία ἀπὸ πλούσιους καὶ ἐπιφανεῖς γονεῖς. Ἡ κύρια ἐνασχόλησή του ἦταν τὸ ἐμπόριο. Κάποτε ὅμως ἡ ἀγαθὴ διάνοιά του σκέφθηκε ὅτι ὅλα τὰ ἀνθρώπινα εἶναι μάταια. Μοίρασε τότε ὅλη τὴν περιουσία του στοὺς πτωχοὺς καὶ ᾖλθε στὸ σπήλαιο τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου († 10 Ἰουλίου), στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου, ποθώντας νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Κύριο. Ἐκεῖ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἄρχισε τὸν σκληρό του πνευματικὸ ἀγῶνα. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου κλείσθηκε στὸ βάθος τῶν Σπηλαίων, στὸ πιὸ σκοτεινὸ κελί.

Ὁ Ὅσιος προσευχόταν ἀδιάλειπτα στὸν Κύριο μὲ δάκρυα, χωρὶς νὰ γνωρίζει πότε ἦταν νύκτα καὶ πότε ἡμέρα. Δὲν εἶχε στρῶμα καὶ ποτὲ δὲν ξάπλωνε γιὰ ὕπνο. Κοιμόταν ἐλάχιστα καθισμένος σὲ ἕνα κούτσουρο. Ἔτρωγε μόνο λίγο πρόσφορο καὶ ἔπινε λίγο νερὸ ποὺ τοῦ ἔφερνε ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος.
Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος δοκιμάσθηκε σκληρὰ ἀπὸ τὸν πειρασμὸ τὴν κενοδοξίας. Ὅμως τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τῶν Πατέρων τὸν διαφύλαξαν σῶο καὶ ἀβλαβή. Ἀφοῦ ἔζησε μὲ σκληρὴ ἄσκηση καὶ νηστεία καὶ πρόκοψε στὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ἁπλότητα, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη. Ὁ ἡγούμενος Ἰωάννης καὶ οἱ ἀδελφοὶ κήδευσαν μὲ μεγάλη τιμὴ τὸ ἱερὸ λείψανό του στὸν ὑπόγειο τόπο, ὅπου ἀναπαύονταν τὰ σεπτὰ λείψανα καὶ τῶν ἄλλων Ἁγίων Ἀσκητῶν τῆς Λαύρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐξ Ἰχθύος τῆς Κορινθίας

Ὁ Νεομάρτυς Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ψάρι τῆς Κορινθίας. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἰωάννης καὶ Καλὴ καὶ ἦταν εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεοι. Ὁ Ἅγιος, σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν, ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα. Ἔτσι ἔφυγε στὴ Σηλυβρία, ὅπου ἀργότερα νυμφεύθηκε καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ πλανόδιου παντοπώλη. Κατηγορήθηκε ἀπὸ Ἀγαρηνοὺς συναδέλφους του ὅτι ἐξύβρισε τὴ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη, ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ σουλτάνου Σουλεϊμᾶν Α’ (1520 – 1566) καὶ ὁδηγήθηκε στὸν κριτή. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἔλεγξε τὴ θρησκεία τῶν Τούρκων ὡς ψευδή. Δὲν ὑπέκυψε στὰ βασανιστήρια καὶ τὶς κολακεῖες. Ἔτσι τὸν ἔριξαν πρῶτα στὴν πυρὰ καὶ ὕστερα τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἦταν τὸ ἔτος 1554. Ἀκολουθία τοῦ μάρτυρος συνέγραψε ὁ Ἱερομόναχος Δαμασκηνός, ὁ μετέπειτα Ἐπίσκοπος Λιτῆς καὶ Ρενδίνης, τὴν ὁποία ἀργότερα ἐξέδωσε καὶ ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος καὶ Φαναριοφερσάλων Ἰεζεκιήλ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δαμιανὸς ὁ Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Δαμιανὸς γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μυρίχοβο Ἀγράφων (σήμερα Ἁγία Τριάδα) περὶ τὸ 1510 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἀκόμη ἡλικία ἀγάπησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ θέλησε νὰ ἐνδυθεῖ τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα τοῦ μοναχοῦ. Ἔτσι ἄφησε τὴ γενέτειρά του καὶ μετέβη στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ μονὴ Φιλοθέου, ὅπου ἐκάρη μοναχός.

Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ἀφήνει τὴ μονὴ καὶ ἀναχωρεῖ, γιὰ νὰ μονάσει σὲ ἀσκητήριο καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ περισσότερο στὴν προσευχή. Πῆγε, λοιπόν, κοντὰ σὲ κάποιον ἀσκητὴ ποὺ τὸν ἔλεγαν Δομέτιο. Ἔμεινε πλησίον του σχεδὸν τρία χρόνια καὶ ὁ μοναχὸς Δαμιανὸς πρόκοψε σὲ ὅλες τὶς ἀρετὲς καὶ τὰ πνευματικὰ ἀγαθά. Μάλιστα δέ, ἀξιώθηκε κάποτε νὰ ἀκούσει τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου ποὺ τοῦ ἔλεγε: «Δαμιανέ, δὲν πρέπει νὰ ζητᾶς μόνο τὸ δικό σου πνευματικὸ συμφέρον, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων».

Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ Μοναχὸς Δαμιανὸς ἐγκαταλείπει τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πηγαίνει στὴν περιοχὴ τοῦ Ὀλύμπου. Ἐκεῖ κήρυττε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, παρακινοῦσε τοὺς Χριστιανοὺς νὰ μετανοήσουν, νὰ ἀποφεύγουν τὶς ἀδικίες καὶ τὶς κακίες καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ ἐφαρμόζουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος του ὅμως ἐνόχλησε κάποιους, οἱ ὁποῖοι τὸν κατηγόρησαν ὅτι εἶναι λαοπλάνος καὶ ψεύτης. Ὁ Ὅσιος δὲν ἔδωσε σημασία στὶς κατηγορίες αὐτὲς καὶ ἀναχωρεῖ γιὰ τὴν περιοχὴ τῆς Λάρισας καὶ τοῦ Κισσάβου. Μετὰ ἀπὸ ἐκεῖ φθάνει στὰ Ἄγραφα. Ἐκεῖ, στὴν Καρύτσα Δοπόλων, ἱδρύει τὴ μονὴ τῆς Παναγίας Πελεκητῆς, ποὺ ἦταν τὸ ἱεραποστολικὸ ὁρμητήριό του. Οὐσιαστικὰ ἀνακαίνισε τὴ μονὴ ποὺ εἶχε ὑποστεῖ μεγάλες καταστροφὲς καὶ ἔτσι πέρασε στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς κτήτορας αὐτῆς. Δυστυχῶς, καὶ ἐκεῖ, ἄνθρωποι δυσσεβεῖς τὸν κατηγόρησαν ὡς λαοπλάνο καὶ ψευδοκαλόγερο. Ἔτσι φεύγει καὶ πηγαίνει στὸν Κίσσαβο καὶ δίπλα στὸ χωριὸ Ἀνατολή, κτίζει ἕνα νέο μοναστήρι πρὸς τιμὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Πλῆθος πιστῶν τὸν ἐπισκέπτεται, γιὰ νὰ ἀκούσει τὸ κήρυγμά του καὶ τὶς πνευματικές του νουθεσίες.

Κάποια στιγμὴ ὁ Δαμιανὸς πηγαίνει γιὰ δουλειὲς τῆς μονῆς στὸ γειτονικὸ χωριὸ Βουλγαρινή. Ἐκεῖ συλλαμβάνεται ἀπὸ τὸν Τοῦρκο διοικητὴ τῆς Λάρισας, μὲ τὴν κατηγορία ὅτι παρεμποδίζει τὴν ἀγοραπωλησία  ἐμπορευμάτων κατὰ τὶς Κυριακὲς καὶ παρακινεῖ τοὺς Ἕλληνες νὰ μένουν σταθεροὶ στὴν πίστη τους.

Τὸν ὁδηγοῦν στὴν φυλακὴ καὶ τὸν βασανίζουν. Τοῦ δένουν τὰ πόδια καὶ τὸν τράχηλο μὲ βαριὲς ἁλυσίδες καὶ τὸν ἀπειλοῦν γιὰ τὴ ζωή του. Μάταια ὅμως. Ὁ Ἅγιος ὁμολογεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ὁ Τοῦρκος διοικητὴς προστάζει νὰ θανατωθεῖ καὶ μετὰ νὰ ριχθεῖ στὴ φωτιά. Οἱ στρατιῶτες τὸν πῆραν καὶ τὸν κτύπησαν δυνατὰ στὸ κεφάλι μὲ τὸν πέλεκυ. Ὁ Ἅγιος, ἡμιθανὴς ὅπως ἦταν, ἔπεσε στὸ ἔδαφος. Τότε ἐβλήθη στὴν κάμινο τοῦ πυρὸς καὶ ὅτι ἀπέμεινε ἀπὸ τὸ ἱερὸ λείψανό του τὸ ἔριξαν στὸν Πηνειὸ ποταμό.
Ὁ Ὁσιομάρτυς Δαμιανὸς ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τὸ ἔτος 1568 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Μυτιλήνης

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος, ὁ ἐπικαλούμενος Παϊζάνος, κατὰ τὴν κρατοῦσα παράδοση γεννήθηκε στὸ χωριὸ Πλαγιὰ τῆς περιφέρειας Πλωμαρίου τῆς νήσου Λέσβου. Ἦταν ράφτης στὸ ἐπάγγελμα καὶ μαρτύρησε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 1693, ἐπειδὴ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἀρνήθηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Τραπεζούντας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα καὶ ἔζησε στὴν πόλη Κατίγογι τοῦ Πόντου τῆς ἐπαρχίας Ἀμασείας καὶ Ἀμισοῦ. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ποθοῦσε νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Θεό, ἀλλὰ οἱ ἀδελφοί του δὲν τὸν ἄφηναν. Μετὰ ἀπὸ πιέσεις, γιὰ νὰ μὴν γίνει μοναχός, νυμφεύθηκε ἀλλὰ γρήγορα ἡ γυναῖκα του πέθανε μαζὶ μὲ τὸ ἕνα παιδί του, ἐνῷ τὸ ἄλλο τὸ πῆρε ὑπὸ τὴν προστασία του κάποιος συγγενής. Ὁ Ἅγιος τότε ἀφιερώθηκε στὴ μελέτη καὶ στὴν προσευχή.

Ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἔμαθε τὴν ἰατρικὴ τέχνη καὶ θεράπευσε πολλοὺς ἀσθενεῖς. Λίγο ἀργότερα ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος στὴν περιοχὴ τῆς Ἀμισοῦ. Ὁ Ἅγιος Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα τοῦ Ἁγίου, τὸν ἀξίωσε καὶ τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ μαρτύρια παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεὸ τὸ ἔτος 1920.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μαρτινιανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.). Ἀπὸ μικρὸς ποθοῦσε τὸν βίο τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς ἡσυχίας. Σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν ἀποσύρθηκε στὸ ὄρος τοῦ Κιβωτοῦ καὶ ζοῦσε ἐκεῖ ἀσκούμενος στὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία. Κάποια γυναίκα ἁμαρτωλὴ ἐμφανίστηκε μὲ δολιότητα στὴ θύρα τοῦ κελιοῦ τοῦ Ἁγίου καὶ παρακαλοῦσε νὰ τὴν δεχθεῖ γιὰ διανυκτέρευση μέσα στὸ κελί, διότι ἔχασε, ὅπως ἔλεγε, τὸ δρόμο καὶ κινδύνευε νὰ κατασπαραχθεῖ ἀπὸ τὰ θηρία κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας.

Ὁ Ἅγιος ἐνεργώντας μὲ φιλανθρωπία τὴν φιλοξένησε στὸ ἐξωτερικὸ μέρος τοῦ ἐρημητηρίου του. Ἡ γυναίκα αὐτὴ ὅμως ἀπέβαλε τὸ προσωπεῖο καὶ ποικιλοτρόπως προκαλοῦσε τὸν Ἅγιο. Ὁ γενναῖος τοῦ Χριστοῦ ἀθλητὴς πρὸς κατανίκηση τῆς ἐμπαθοῦς ἐπιθυμίας, ἄναψε φωτιὰ καὶ ἔριξε τὸν ἑαυτό του ἐντὸς αὐτῆς. Μόλις ἡ γυναίκα εἶδε αὐτό, τὰ μάτια τοῦ πνεύματός της ποὺ ἔβλεπαν μόνο τὴν διαφθορά, ἀνέβλεψαν γιὰ πρώτη φορά. Ἡ ἁμαρτωλὴ γυναίκα μετανόησε καὶ ἀφοῦ ἔφυγε ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Παύλα καὶ σώθηκε ζώντας ὁσιακὰ στὴ Βηθλεέμ.

Ὁ Ἅγιος Μαρτινιανὸς ἀναχώρησε ἀπὸ τὸν τόπο ἐκεῖνο καὶ μετέβη σὲ ὕφαλο, μέσα στὴν θάλασσα, ἀσκούμενος ἐκεῖ ἐπὶ δέκα ὁλόκληρα χρόνια. Ἐπειδὴ ἔφθασε στὸν ὕφαλο μία γυναίκα ναυαγός, ὁ Ὅσιος ἀπέφυγε τὸν πειρασμὸ καὶ ἀσκούμενος περιπλανιόταν σὲ διαφόρους τόπους. Ἔτσι ἔφθασε στὴν Ἀθήνα, ὅπου καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη σὲ βαθιὰ γεράματα περὶ τὰ τέλη τοῦ 5ου ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 6ου αἰῶνα μ.Χ. Ἐνταφιάσθηκε μὲ τιμὴ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως καὶ τὸ λαό.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ὁσίου ἐτελεῖτο στὸ Ἀποστολεῖο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Τὴν φλόγα τῶν πειρασμῶν, δακρύων τοῖς ὀχετοῖς, ἐναπέσβεσας μακάριε, καὶ τῆς θαλάσσης τὰ κύματα, καὶ τῶν θηρῶν τὰ ὁρμήματα, χαλινώσας, ἐκραύγαζες· Δεδοξασμένος εἶ Παντοδύναμε, πυρὸς καὶ ζάλης ὁ σώσας με

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς ἀσκητήν, τῆς εὐσεβείας δόκιμον, καὶ ἀθλητήν, τῇ προαιρέσει τίμιον, καὶ ἐρήμου καρτερόψυχον, πολίτην ἅμα καὶ συνίστορα, ἐν ὕμνοις ἐπαξίως εὐφημήσωμεν, Μαρτινιανὸν τὸν ἀεισέβαστον· αὐτὸς γὰρ τὸν ὄφιν κατεπάτησε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὁ διὰ γυναίου ἐπιβαλών, πάλαι τῷ Γενάρχῃ, καὶ συλήσας αὐτὸν οἰκτρῶς, οὕτω καὶ σοὶ Πάτερ, ὑπούλως ἐπετέθη, ἀλλ’ ἥττηται εἰς τέλος, τῇ καρτερίᾳ σου.

Οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα οἱ Ἀπόστολοι

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἦσαν Ἰουδαῖοι οἱ ὁποῖοι ἐκδιώχθηκαν  ἐπὶ αὐτοκράτορος Κλαυδίου (41 – 54 μ.Χ.) καὶ κατέφυγαν στὴν Κόρινθο. Κατάγονταν ἀπὸ τὸν Πόντο, ὁ δὲ Ἀκύλας ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ σκηνοποιοῦ. Ἦσαν δὲ ἄνθρωποι ἐνάρετοι καὶ εὐσεβεῖς. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπισκέφθηκε τὴν Κόρινθο γιὰ νὰ διδάξει τὴν ὀρθόδοξη πίστη, τὸ ζεῦγος τοῦ προσέφερε θερμὴ φιλοξενία καθὼς εἶχε ἐντυπωσιαστεῖ μὲ τὸ κήρυγμά του. Τόσο τοὺς ἄγγιξε ὁ φλογερὸς καὶ σωτήριος λόγος τοῦ Ἀποστόλου, ὥστε ἀφοῦ κατηχήθηκαν καὶ ἐβαπτίσθηκαν ἀπὸ αὐτόν, ἀποφάσισαν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν στὶς περιοδεῖες του ὡς βοηθοί του. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τοὺς ἀγάπησε τόσο πολὺ γιὰ τὴν ἀρετή τους καὶ γιὰ τὴ θερμουργὸ πίστη τους στὸ Χριστό, ὥστε τοὺς μνημονεύει καὶ στὶς ἐπιστολές του.

Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦλθε στὴ Νικόπολη τῆς Ἠπείρου, ἀπέστειλε ἀπὸ ἐκεῖ στὸ νησὶ τῆς Λευκάδος τὸ συνεργάτη του Ἀπόστολο Ἀκύλα. Ὁ νέος κήρυκας τῆς πίστεως ἀποβιβάσθηκε στὸ τότε ρωμαϊκὸ λιμάνι, ποὺ ἐξυπηρετοῦσε τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν Ἀμβρακικό, στὴ σημερινὴ παραλία τοῦ Ἅη – Γιάννη. Σὲ ἕνα σπήλαιο τῆς παραλίας, λόγῳ τοῦ χειμῶνος, ὁ Ἅγιος Ἀκύλας συγκέντρωσε τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἐποθοῦσαν νὰ διδαχθοῦν τὴ νέα διδασκαλία. Σύντομα ὁ Ἅγιος Ἀκύλας ἀνεχώρησε ἀπὸ τὴ Λευκάδα γιὰ τὴν Ἔφεσο καὶ τὸν διαδέχθηκε ὁ Ἀπόστολος Ἡρωδίων.

Ἔτσι λοιπόν, οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἐργάσθηκαν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου καὶ μὲ τὴ μεγάλη τους πίστη στὸν Χριστὸ ἐπιτέλεσαν πολλὰ θαύματα. Κατὰ τὴν παράδοση ἔλαβαν καὶ αὐτοὶ μαρτυρικὸ τέλος, καταδικασθέντες στὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο. Ἄλλοι Συναξαριστὲς θεωροῦν, ὅτι ἐτελείωσαν τὸ βίο τους μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἀκύλας τιμᾶται ἰδιαίτερα στὴ νῆσο τῆς Λευκάδος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστὸν ἀγαπήσαντες καὶ φωτισθέντες τὸν νοῦν, τῇ πίστει ἐνούμενοι καὶ συζυγίᾳ σεμνῇ, Ἀκύλας καὶ Πρισκίλλα ἦσαν μὲν προεστῶτες ἐκκλησίας κατ’ οἶκον, Παύλου δὲ τοῦ φωστῆρος συνεργοὶ καὶ προστᾶται. Διὸ αὐτοὺς τιμήσωμεν καὶ μιμησώμεθα.

Οἱ Ἅγιοι Πατὴρ καὶ Υἱὸς οἱ Μάρτυρες

Οἱ δύο αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθησαν ἐπὶ σταυροῦ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξάνδρειας 

Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τῶν αὐτοκρατόρων Τιβερίου Α’ τοῦ Θρακὸς (578 – 582 μ.Χ.), Μαυρικίου (582 – 602 μ.Χ.) καὶ Φωκᾶ (602 – 610 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία καὶ διακόνησε ὡς Πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια. Διετέλεσε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (579 – 607 μ.Χ.) λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα (609 – 620 μ.Χ.) καὶ διῆλθε τὴν ἀρχιερατική του διακονία μὲ εὐσέβεια καὶ φόβο Θεοῦ. Ἐργάσθηκε μὲ θέρμη ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ κατὰ τῶν αἱρετικῶν ποὺ ταλάνιζαν τὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι ἔγραψε κατ’ αὐτῶν. Τὸ δὲ 588 μ.Χ. συγκρότησε τοπικὴ Σύνοδο κατὰ τῶν αἱρετικῶν Σαμαρειτῶν. Ἦταν στενὸς φίλος τοῦ Πάπα Ρώμης Γρηγορίου Α’ (590 – 604 μ.Χ.) καὶ συνέπραξε μὲ αὐτὸν σὲ πολλὲς ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες ἀπέβλεπαν στὴν καταπολέμηση τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ Νεστορίου καὶ τοῦ Εὐτυχοῦς, κατὰ τῶν ὁποίων ἀποφάσισαν, ἡ Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ποὺ συνῆλθε στὴν Ἔφεσο τὸ 431 μ.Χ. καὶ ἡ Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα τὸ 451.

Σύμφωνα μὲ τὸ Συναξάρι, ὅταν ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος διάβασε τὴν περίφημη ἐπιστολή, μὲ τὴν ὁποία ὁ Πάπας Λέων Α’, τὸ ἔτος 449 μ.Χ., διατύπωσε ὀρθοδόξως τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὶς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη καὶ τὴν ὁποία εἶχε ἀποστείλει πρὸς τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φλαβιανὸ (446 – 449 μ.Χ.), ὄχι μόνο τὴν ἐπαίνεσε καὶ τὴν ἀποδέχθηκε, ἀλλὰ καὶ διακήρυξε τὸ περιεχόμενό της πρὸς ὅλους. Ὁ Θεός, λοιπόν, θέλοντας νὰ τιμήσει καὶ τοὺς δύο αὐτοὺς θεράποντες, τὸν Λέοντα καὶ τὸν Εὐλόγιο, ἔστειλε ἕναν ἄγγελό του στὸν Εὐλόγιο, μὲ τὴν μορφὴ τοῦ ἀρχιδιακόνου τοῦ Λέοντος, ὁ ὁποῖος εὐχαριστοῦσε τὸν Ἅγιο Εὐλόγιο ποὺ ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ καὶ τήρηση τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Λέοντος.
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 607 μ.Χ. Σῴζονται ἑπτὰ κεφάλαια ἀπὸ τὸ δογματικὸ ἔργο αὐτοῦ «Περὶ τῶν δύο φύσεων τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», ἀποσπάσματα ἀπὸ λόγο «Περὶ τριάδος καὶ τῆς Θείας Οἰκονομίας». Σῴζεται, ἐπίσης, λόγος «Εἰς τὰ Βαΐα καὶ εἰς τὸν πῶλον», ἀμφιβόλου ὅμως γνησιότητας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν χαρίτων τὴν αἴγλην οὐρανόθεν δεξάμενος, τῆς Ἀλεξανδρείας προέστης, Ἱεράρχα Εὐλόγιε, θυσίας ἀναιμάκτους τῷ Θεῷ, προσάγων αἰς ἀνάπλασιν ψυχῶν, καὶ οἰκείωσιν θεόφρον τῷ Λυτρωτῇ, τῶν πίστει προσιόντων σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ σταφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ποιμάνας καλῶς, λαὸν τὸν περιόσιον, ὡς μύστης Χριστοῦ, καὶ μιμητὴς πανάριστος, οὐρανίου λήξεως, κληρονόμος ἐδείχθης Εὐλόγιε, λειτουργῶν τῇ Τριάδι ἀεί, ἐν ἀδύτῳ φωτί.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Ἀλεξανδρείας, ὁ σοφώτατος ὁδηγός· χαίροις μυροθήκη, τῶν θείων χαρισμάτων, Εὐλόγιε παμμάκαρ, Πατέρων καύχημα.

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ Μυροβλήτης Κτήτορας τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου Ἁγίου Ὄρους 

Ὁ Ἅγιος Συμεών, κατὰ κόσμο Στέφανος Α’ Νεμάνια (στὶς Βυζαντινὲς πηγὲς Νεεμᾶν), ἦταν ἡγεμόνας τῆς Σερβίας.

Ἡ ἵδρυση καὶ ἡ ὀργάνωση τοῦ πρώτου Σερβικοῦ κράτους ἀπὸ τὸν Στέφανο (1167 – 1169) εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ συνένωση ὅλων σχεδὸν τῶν Σέρβων σὲ ἑνιαῖο καὶ ἀνεξάρτητο ἀπὸ τὴ Βυζαντινὴ κυριαρχία κράτος μὲ ἐπίκεντρο τὴ Ρασκία. Ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Ἰσαάκιος Β’ Ἄγγελος (1185 – 1195) σύνηψε, τὸ ἔτος 1190, εἰρήνη μὲ τὸν ζουπάνο τῶν Σέρβων. Ἡ ἵδρυση τοῦ κράτους ἀνέδειξε τὴν ἀνάγκη ἀναδιοργανώσεως καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἡ ὁποία ὑπέφερε ἀπὸ τὴν ἀνεξέλεγκτη δράση τῶν αἱρετικῶν Βογομίλων. Ὁ υἱὸς τοῦ ζουπάνου τῶν Σέρβων Στέφανου ἀποσύρθηκε σὲ ἡλικία μόλις δέκα ἕξι ἐτῶν στὸ Ἅγιο Ὄρος. Ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Βατοπαιδίου καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Σάββας. Ἀργότερα, περὶ τὸ 1195, ἵδρυσε μαζὶ μὲ τὸν πατέρα του Στέφανο, ποὺ ἔγινε μοναχὸς καὶ ὀνομάσθηκε Συμεών, τὴ Μονὴ τοῦ Χιλανδαρίου μὲ χρυσόβουλλο τοῦ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Γ’ τοῦ Ἀγγέλου (1195 – 1203).

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1200 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ νότια πλευρὰ τοῦ καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου. Κατὰ τὸ ἔτος 1208, ὁ Ὅσιος Σάββας ἀποφασίζει νὰ προβεῖ στὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ πατέρα του καὶ τὴ μετακομιδὴ αὐτῶν στὴν πατρίδα του. Τὴν ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς ἐκχύθηκε ἀπὸ τὰ ἱερὰ λείψανα ἄφθονο καὶ εὐῶδες μύρο, συνέχισε δὲ νὰ ρέει καὶ γιὰ λίγες ἀκόμη ἡμέρες μετὰ τὴν ἀνακομιδή, ἀπὸ τὸν κενὸ πλέον τάφο. Ἦταν καὶ αὐτὸ τρανὸ δεῖγμα τῆς ἁγιότητας τοῦ Ὁσίου Συμεών, ὁ ὁποῖος ἔκτοτε ἐπονομάζεται «Μυροβλήτης». Ὁ Ἅγιος Σάββας ἐναπέθεσε τὰ ἱερὰ λείψανα στὴ μονὴ τῆς μετανοίας τοῦ πατρός του, τὴ μονὴ Στουντένιτσα, ὅπου καὶ φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Μυροβλήτου, φέρει σήμερα ἀργυρὸ ἐπικάλυμμα μὲ ἀνάγλυφες παραστάσεις. Ἀπὸ τὸν τάφο, μετὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων, φύτρωσε μόνο του μὲ θαυματουργικὸ τρόπο, ἄνευ σπορᾶς, ἕνα κλῆμα γιὰ παρηγοριὰ τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς. Τὰ σταφύλια τοῦ κλήματος αὐτοῦ θεραπεύουν θαυματουργικὰ τὴν στείρωση τῶν ἀτέκνων γυναικῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν, ἐπιποθήσας, τὴν βασίλειον, ἔλιπες δόξαν, Συμεὼν καὶ ἰσαγγέλως ἐβίωσας, τῶν ἐν τῷ Ἄθῳ Ὁσίων ὡράϊσμα, καὶ τῆς Σερβίας κλεινὸν σεμνολόγημα. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Βασιλείαν πρόσκαιρον, λιπὼν ἐμφρόνως, Συμεὼν ὡς ἄγγελος, ἐπολιτεύσω ἐπὶ γῆς·  διὸ καὶ βλύζειν ἠξίωσαι, ἀπὸ τοῦ τάφου σου μύρα πανεύοσμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Μυροβλύτα Ὅσιε Συμεών, σκέπε τὴν Μονήν σου, ἀπὸ πάσης ἐπιβουλῆς, καὶ τοῖς ἐν Σερβίᾳ, Χριστιανοῖς βοήθει, παρέχων αὐτοῖς Πάτερ, τὴν εὐλογίαν σου.

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος Ἀρχιεπίσκοπος Λευκορωσίας

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος, κατὰ κόσμο Γρηγόριος Ἰωσήφοβιτς Κονίσκϊυ, καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ οἰκογένεια καὶ γεννήθηκε στὶς 20 Νοεμβρίου 1717 στὴν πόλη Νεζίν. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Λευκορωσίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1795.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Σεραφείμα ἐκ Ρωσίας

Ἡ Ὁσία Σεραφείμα, κατὰ κόσμο Εὐθυμία Ἐφίμοβα Μοργκατσέβα, γεννήθηκε στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1806 στὸ χωριὸ Νίνζε – Λομὼφ τῆς ἐπαρχίας Ριαζὰν καὶ ἀσκήτεψε σὲ μονὴ τοῦ Σεζένοβο τῆς Ρωσίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1877.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου καὶ τῆς Ἁγίας Θέκλας ἐν τῷ ὄρει Ποσαλέως 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μελέτιος γεννήθηκε περὶ τὸ 310 μ.Χ. στὴ Μελιτηνὴ τῆς Μικρᾶς Ἀρμενίας. Ἡ μαρτυρία περὶ τῆς πρώτης ἐμφανίσεώς του στὸ προσκήνιο τῆς ἱστορίας, λίγο μετὰ τὸ ἔτος 357 μ.Χ., τὸν καταδεικνύει ὡς ἀντίπαλο τῶν αἱρετικῶν Ὁμοιουσιανῶν καὶ ὀπαδὸ τοῦ Ἐπισκόπου Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης Ἀκακίου, ὁ ὁποῖος διὰ Συνόδου, τὸ ἔτος 358 μ.Χ., ἐκλέγει τὸν Ἅγιο Μελέτιο ὡς Ἐπίσκοπο Σεβαστείας. Λόγω ὅμως τῆς σφοδρῆς ἀντιδράσεως τῶν ὀπαδῶν τοῦ προηγούμενου Ἐπισκόπου Σεβαστείας Εὐσταθίου, παραιτεῖται καὶ μεταβαίνει στὴ Βέροια τῆς Συρίας. Τὸ ἔτος 360 μ.Χ. ἐκλέγεται Πατριάρχης Ἀντιοχείας, μετατεθέντος τοῦ Πατριάρχου Εὐδοξίου στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἔφθασε στὴν Ἀντιόχεια, ὅλοι οἱ πιστοὶ βγῆκαν στοὺς δρόμους, γιὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν καὶ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του. Στὴ νέα ὅμως ἕδρα ὁ Ἅγιος Μελέτιος παρέμεινε ἕνα μόνο μῆνα, ἀφοῦ οἱ αἱρετικοὶ Ἀρειανοὶ ἔπεισαν τὸν αὐτοκράτορα Κωνστάντιο (337 – 361 μ.Χ.) νὰ τὸν ἐξορίσει στὴν Ἀρμενία καὶ νὰ ἐκλέξει στὴν θέση του τὸν παλαιὸ συνεργάτη τοῦ Ἀρείου, Εὐζώιο. Τὰ ὀρθόδοξα φρονήματα τοῦ Ἁγίου, ὡς καὶ ἡ ἐξορία του καὶ ἡ ἀντικατάστασή του, συνετέλεσαν στὴ δημιουργία μεγάλης παρατάξεως ὀπαδῶν του, ποὺ ὀνομάσθηκαν «Μελετιανοί». Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑξαιρεῖ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἐπιδράσεως τοῦ Ἁγίου Μελετίου στοὺς πιστοὺς τῆς Ἀντιόχειας σὲ τόσο λίγο χρονικὸ διάστημα. Καὶ ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ ὅτι ὁ Ἅγιος Μελέτιος θεμελίωσε τόσο καὶ ἐνέβαλε τέτοιο ζῆλο γιὰ τὴν πίστη στοὺς Χριστιανούς, ὥστε, παρὰ τὶς αἱρετικὲς δοξασίες καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετώπισαν ἀργότερα, ἡ διδασκαλία του παρέμεινε ἄσειστη. Ἐπίσης, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος διηγεῖται τὸ ἀκόλουθο ἐπεισόδιο, τὸ ὁποῖο συνέβη κατὰ τὴν ἀπομάκρυνση  τοῦ Ἁγίου ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια:

Ὁ διοικητὴς τῆς πόλεως ὁδηγοῦσε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια μὲ ἅμαξα τὸν Ἅγιο, γιὰ νὰ τὸν θέσει στὸ δρόμο τῆς ἐξορίας. Τὰ πλήθη τῶν Ὀρθοδόξων τὸ πληροφορήθηκαν καὶ ἀμέσως ἔτρεξαν, γιὰ νὰ ζητήσουν τὴν εὐχή του. Στὴ θέα ὅμως τοῦ διοικητοῦ τόσο πολὺ ἀγανάκτησαν γιὰ τὴν ἄδικη ἐξορία τοῦ Ἁγίου, ὥστε ἄρχισαν νὰ λιθοβολοῦν τὸν ἀντιπρόσωπο τοῦ αὐτοκράτορα. Καὶ τότε ὁ Ἅγιος Μελέτιος, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἐμποδίσει μὲ λόγια τὴν παραφορὰ τοῦ λαοῦ, σηκώθηκε καὶ προστάτευσε μὲ τὸ σῶμα του τὸν διώκτη του.

Ἡ ἐξορία τοῦ Ἁγίου τερματίσθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ ἔτους 362 μ.Χ. διὰ τοῦ διατάγματος τοῦ νέου αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ) περὶ θρησκευτικῆς ἐλευθερίας ὅλων τῶν ὑπηκόων. Ὁ Ἅγιος ἐξορίστηκε καὶ πάλι τὴν ἄνοιξη τοῦ 365 μ.Χ. καὶ τὸ 371 μ.Χ. ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Οὐάλη (364 – 378 μ.Χ.) στὴν περιοχὴ Γήτασα τῆς Ἀρμενίας, κοντὰ στὰ σύνορα τῆς Καππαδοκίας καὶ εἶχε συχνὴ ἐπαφὴ καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο. Ἐπανῆλθε στὴν Ἀντιόχεια τὸ ἔτος 379 μ.Χ. Ἀμέσως συνεκάλεσε Σύνοδο, ἡ ὁποία ὁμολογοῦσε τὴν πίστη στὶς ἀποφάσεις τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ καταδίκασε ὅλες τὶς αἱρέσεις.

Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος ὁ Μέγας (379 – 395 μ.Χ.), συνεκάλεσε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 381 μ.Χ., τὴ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὁ Ἅγιος Μελέτιος κλήθηκε νὰ λάβει μέρος στὴ Σύνοδο καὶ μάλιστα ὡς πρόεδρος αὐτῆς. Δυστυχῶς ὁ Ἅγιος κοιμήθηκε, λόγω ἀσθένειας, πρὶν ὁλοκληρωθοῦν οἱ ἐργασίες τῆς Συνόδου. Στὴν κηδεία του συμμετεῖχε καὶ ὁ αὐτοκράτορας, τὸν δὲ ἐπικήδειο ἐξεφώνησε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης († 10 Ἰανουαρίου), ὁ ὁποῖος μίλησε γιὰ τὸν ἀπορφανισμὸ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, τῆς Συνόδου καὶ ὁλόκληρης τῆς Ἀνατολῆς, γιὰ τὴ γλυκύτητα καὶ τὴν ὑπομονὴ τοῦ Ἁγίου Μελετίου, ὡς καὶ γιὰ τοὺς διωγμοὺς τοὺς ὁποίους ὑπέστη. 
Τὸ ἱερὸ λείψανό του μεταφέρθηκε ἀργότερα μὲ μεγάλη πομπὴ στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἐναπετέθη στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Βαβύλα, Ἐπισκόπου Ἀντιοχείας († 4 Σεπτεμβρίου), στὸν ὁμώνυμο ναό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Νόμον ἔνθεον, ἐμμελετήσας, τὴν οὐράνιον, γνῶσιν ἐκλάμπεις, τῇ Ἐκκλησίᾳ Ἱεράρχα Μελέτιε· τὴν γὰρ Τριάδα κηρύττων ὁμότιμον, αἱρετικῶν διαλύεις τᾶς φάλαγγας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν σωματικήν σου παρουσίαν.

Τὴν πνευματικήν σου παρρησίαν, δεδοικὼς ὁ ἀποστάτης, φεύγει Μακεδόνιος· τὴν πρεσβευτικὴν δὲ λειτουργίαν, ἐκπληροῦντές σου οἱ δοῦλοι, πόθῳ σοι προστρέχομεν, τῶν Ἀγγέλων ἐφάμιλλε Μελέτιε, ἡ πύρινος ῥομφαία Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἡ πάντας τοὺς ἀθέους κατασφάττουσα· ἀνυμνοῦμέν σε τὸν φωστῆρα, τὸν φωτίσαντα τὰ πάντα.

 

Ἕτερον Κοντάκιον  Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου ῥείθροις.
Ὀρθοδοξίας τοῖς τρόποις κοσμούμενος, τῆς Ἐκκλησίας προστάτης καὶ πρόβολος, ἐδείχθης παμμάκαρ Μελέτιε, καταπυρσεύων τὰ πέρατα δόγμασι, λαμπτὴρ Ἐκκλησίας φαεινότατε.

 

Μεγαλυνάριον.
Μελέτῃ δογμάτων πανευσεβῶν, τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀναβλύζεις τὸν γλυκασμόν, καὶ τῆς ἀνομίας, ἐξαίρεις τὴν πικρίαν, Μελέτιε παμμάκαρ, Τριάδος πρόμαχε.

Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ μετονομασθείσα Μαρίνος

Ἡ Ὁσία Μαρία ποὺ ἀντιπροσωπεύει ἴσως τὸ πιὸ διαδεδομένο παράδειγμα τοῦ «ἱεροῦ θρύλου» τῆς γυναίκας ποὺ ἀφιερώνεται στὴ μοναστικὴ ἄσκηση κάτω ἀπὸ μία ἀνδρικὴ μεταμφίεση καὶ ποὺ μνημονεύεται στὸ Συναξάρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλὰ θεωροῦν ὅτι ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ., μὲ βάση οὐσιαστικὰ τὴ Μαρωνιτικὴ παράδοση ποὺ τοποθετεῖ τὸν τόπο ἀσκήσεώς της στὴ σπηλιὰ Qanubin, στὴν πεδιάδα τῆς Qadisa στὸ βόρειο Λίβανο, καὶ ἄλλοι τὸν 7ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ σὲ Αἰγυπτιακὴ περιοχή.

Οἱ Συναξαριστὲς διηγοῦνται ὅτι ἡ Ὁσία, ἐπιθυμώντας τὴν μοναστικὴ ζωή, μεταμφιέσθηκε σὲ ἄνδρα καὶ κατέφυγε μετὰ τοῦ πατρός της Εὐγενίου, ποὺ εἶχε μείνει χῆρος, σὲ μοναστήρι. Ὅταν κάποτε ἡ Ἁγία κατέλυσε, μὲ ἄλλους μοναχούς, σὲ πανδοχεῖο, τὴν κατηγόρησαν ὅτι διέφθειρε τὴν κόρη τοῦ ξενοδόχου, ἡ ὁποία ὅμως εἶχε διαφθαρεῖ ἀπὸ ἕναν στρατιώτη. Ἡ Ἁγία ὄχι μόνο ὑπέμεινε τὸ ὄνειδος, τὶς προσβολὲς καὶ τὶς διώξεις μὲ σιωπὴ καὶ ὑπομονή, ἀλλὰ καὶ τὸ παιδὶ ποὺ γεννήθηκε τὸ δέχθηκε ὡς δικό της καὶ τὸ διέτρεφε ἔξω ἀπὸ τὴ μονὴ ἐπὶ τριετία, ἀφοῦ οἱ μοναχοὶ τὴν ἔβγαλαν ἔξω τῆς μονῆς ὡς ἁμαρτωλή. Ὅταν, μετὰ τὴν ὀσιακὴ κοίμησή της, φανερώθηκε ὅτι ἦταν γυναῖκα, οἱ μοναχοὶ ποὺ πρὶν λίγο τὴν ἀποκαλοῦσαν ἀθλία, τὴν μακάρισαν γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν πνευματική της ἀνδρεία καὶ τὴν θεώρησαν Ὁσία.

Στὸ μηναῖο ἀναφέρεται χαρακτηριστικά:

Στολὴ Μαρῖνον μαρτυρεῖ τὴν Μαρίαν,
Ταφὴ Μαρίαν δεικνύει τὸν Μαρῖνον.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος 

Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ἦταν πατέρας τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς μετονομασθείσης Μαρίνος. 
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίου τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Πρίμα, Ἀμπλίας, Δάτιβος, Πλωτίνος, Σατορνίνος, Φάβιος, Φῆλιξ οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πρίμα καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀμπλίας, Δατίβος, Πλωτίνος, Σατορνίνος, Φάβιος καὶ Φῆλιξ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴν Καρχηδόνα καὶ τελειώθηκαν διὰ ξίφους. Οἱ Ἅγιοι ποὺ συνολικὰ θυσίασαν τὴ ζωή τους γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἦταν 48.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἰουλιανὸς καὶ Μόδεστος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἰουλιανὸς καὶ Μόδεστος μαρτύρησαν στὴν Καρθαγένη.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Σισίννιος Ἐπίσκοπος τοῦ Θεοῦ 

Ὁ Ἅγιος Σισίννιος δὲν ἔχει ἀφήσει ἴχνη στὴν Ἑλληνικὴ Ἁγιογραφία οὔτε στὴν ἐπίσημη λατρεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Στὴν Βενετία πράγματι χρειάστηκε νὰ προχωρήσουν στὴν συγγραφὴ τοῦ βίου αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου μὲ βάση δυὸ κώδικες τοῦ 15ου αἰῶνα μ.Χ., Βενετσιάνικης προελεύσεως καὶ τὸν κώδικα Coventi soppr. G.V. 1212, τῆς Ἐθνικῆς Κεντρικῆς Βιβλιοθήκης τῆς Φλωρεντίας.
Ὁ Ἅγιος, ἡ ἀρχιερατεία τοῦ ὁποίου τοποθετεῖται τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Ρωμανοῦ Α’ Λεκαπηνοῦ (919 – 944 μ.Χ.), εἶναι στενότατα συνδεδεμένος μὲ τὴ μορφὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Οἱ γονεῖς του, Εὐτύχιος καὶ Εὐτυχία, ποὺ δὲν εἶχαν μέχρι τότε παιδιά, ἔφεραν στὸν κόσμο, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὸν Ἅγιο, μετὰ ἀπὸ τὸ προσκύνημά τους στὴν Ἔφεσο, στὸν τάφο τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοὺ Ἰωάννου. Ὁ Μητροπολίτης Ἐφέσου Θεόδωρος θὰ τὸν χειροτονήσει σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία Ἐπίσκοπο Θεοῦ, περιοχὴ ποὺ ἀνῆκε στὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου. Ἡ ἀρχιερατεία του διαρκεῖ τριάντα τέσσερα ἔτη. Ὁ Ἅγιος Σισίννιος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη καὶ τὸ τίμιο λείψανό του φυλάσσεται στὴ Βενετία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος γεννήθηκε πρὸ τοῦ 830 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη. Σὲ μικρὴ ἡλικία ἔγινε μοναχὸς καὶ ἀναδείχθηκε «ἀνὴρ ὅσιος, ἐστεμμένος μὲ ἀρετὲς καὶ ναὸς οἴκτου». Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ μὴ θέλοντας νὰ ἐγκαταλείψει τὸν μοναχικὸ βίο ἵδρυσε τὴ μονὴ τοῦ Καλλίου ἢ Καλλέως. Ὁ Ὅσιος ἐργάσθηκε πολὺ γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν κατασίγαση τῶν παθῶν μεταξὺ τῶν ὀπαδῶν τῶν Πατριαρχῶν Ἰγνατίου καὶ Φωτίου καὶ ἔγινε περιλάλητος γιὰ τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη του. Τὸ ἔτος 893 μ.Χ. ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἐξακολούθησε νὰ αὐξάνει στὴν πνευματικὴ προκοπή, τὴν εὐσέβεια καὶ τὴ φιλαδελφία. 
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 901 μ.Χ. Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὴ μονή, στὴν ὁποία ἀνῆκε ὡς μοναχός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἐγκαίνια Ναοῦ Ὑπεραγίας Θεοτόκου εἰς Πούσγην 

Τὸ γεγονὸς τῶν ἐγκαινίων ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1590 καὶ στὸν Κώδικα 787 τῆς Μαρκιανῆς Βιβλιοθήκης.
Τὰ ἐγκαίνια ἔγιναν τὸ ἔτος 1002 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Πρόχορος ἐκ Γεωργίας

Ὁ Ὅσιος Πρόχορος ἔζησε κατὰ τὸν 11ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ στὴ μονὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὰ Ἱεροσόλυμα, στὴν ὁποία ὑπῆρχαν πολλοὶ Γεωργιανοί, ἐνῷ διετέλεσε καὶ ἡγούμενος αὐτῆς. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1066.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Σιναΐτης 

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης μαρτύρησε τὸ ἔτος 1091.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιεπίσκοπος Μόσχας

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος, κατὰ κόσμο Ἐλευθέριος, γεννήθηκε στὴ Ρωσία τὸ ἔτος 1300 καὶ ἀνῆκε στὴν πλούσια, εὐγενὴ καὶ εὐσεβὴ οἰκογένεια τῶν Πλετσέγιεφ. Οἱ γονεῖς του, Θεόδωρος Βιάκοντ καὶ Μαρία, κατάγονταν ἀπὸ τὸ Τσέρνιγκωφ. Ὅταν ἡ πόλη καταστράφηκε ἀπὸ τοὺς Τατάρους, τὸ ζεῦγος κατέφυγε στὴ Μόσχα, ὅπου βρῆκε τὴ φιλοξενία τοῦ Ἁγίου Δανιὴλ Ἀλεξάνδροβιτς τοῦ πρίγκιπα, ὁ ὁποῖος πέθανε τὸ ἔτος 1303 καὶ τιμᾶται ὡς Ἅγιος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεόδωρος κατέλαβε μία σημαντικὴ θέση στὴ διοίκηση τοῦ πριγκιπάτου καὶ ἐκτιμήθηκε δεόντως ἀπὸ τὸν μεγάλο πρίγκιπα καὶ τοὺς ἄρχοντες.

Ὁ Ἐλευθέριος εἶχε ὡς πνευματικὸ πατέρα τὸ δευτερότοκο υἱὸ τοῦ πρίγκιπα Δανιὴλ καὶ μέλλοντα μοσχοβίτη πρίγκιπα Ἰωάννη Ντανίλοβιτς Καλίτα (1328 – 1340). Ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια ἀνέπτυξε ἕνα χαρακτήρα συγκρατημένο καὶ σεμνό. Σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν, κατὰ τὴ διάρκεια ἑνὸς κυνηγιοῦ στὰ λιβάδια, ἀποκοιμήθηκε καὶ στὸν ὕπνο του ἄκουσε μία φωνὴ νὰ τὸν προστάζει: «Ἀλέξιε, γιατί κουράζεσαι μάταια; Ἐσὺ πρέπει νὰ γίνεις ἁλιεὺς ἀνθρώπων!». Ἡ φωνὴ αὐτὴ ἄσκησε ἀποφασιστικὴ ἐπιρροὴ στὴν ζωὴ τοῦ νεαροῦ Ἐλευθερίου. Ἀπαρνήθηκε τὰ παιδικὰ παιχνίδια καὶ ἀφιερώθηκε μὲ μεγάλο ζῆλο στὴν ἄσκηση τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας καὶ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν ἐγκαταβίωσε στὴ μονὴ τῶν Θεοφανίων τῆς Μόσχας, στὴν ὁποία ἡγούμενος ἦταν ὁ Στέφανος, μεγαλύτερος ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ. Κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Ἀλέξιος. Πνευματικὸς καθοδηγητής του γίνεται ὁ στάρετς Γερόντιος. Μὲ μεγάλο ζῆλο περατώνει τὰ μοναχικὰ καθήκοντά του, καλλιεργώντας μὲ ξεχωριστὸ πάθος τὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Γιὰ νὰ μελετήσει τὴν Καινὴ Διαθήκη στὴν πρωτότυπη γλῶσσα μελετάει τὰ ἑλληνικά. Χάρη σὲ αὐτό, ἦταν στὴν συνέχεια σὲ θέση νὰ ἀντιπαραβάλλει τὸ σλαβικὸ μὲ τὸ ἑλληνικὸ κείμενο καὶ νὰ διορθώσει τὶς ἀνακρίβειες τῶν διαφόρων μεταφραστῶν καὶ ἀντιγραφέων. Ἡ νέα σλαβικὴ ἔκδοση τοῦ Εὐαγγελίου ἀπευθείας ἀπὸ τὰ ἑλληνικά, ποὺ ἔγινε πράξη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ἀλέξιο, εἶναι ἕνα ἀνεκτίμητο κείμενο τῆς Ρωσικῆς ἐθνικῆς λογοτεχνίας.

Τὰ μεγάλα πνευματικὰ χαρίσματα καὶ οἱ θεολογικὲς ἀρετὲς τοῦ Ἀλεξίου τράβηξαν τὴν προσοχὴ τοῦ Μητροπολίτου Θεογνώστου, ποὺ τὸν ἐκτίμησε καὶ τὸν ὀνόμασε ἀντιπρόσωπό του γιὰ τὶς ὑποθέσεις τῆς Μητροπόλεως καί, κυρίως, γιὰ τὶς περιπτώσεις τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαστηρίου. Γιὰ μία χρονικὴ περίοδο 12 ἐτῶν, ὁ Ἀλέξιος ἔφερε εἰς πέρας αὐτὸ τὸ διακόνημα ἀποκτώντας σπουδαία ἐμπειρία καὶ μία εὐρεία γνώση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, εἰδικότερα στὸ διοικητικὸ καὶ δικαστικὸ τομέα.

Προικισμένος μὲ ἀρετὲς ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ἔγινε γρήγορα τοποτηρητὴς τοῦ Μητροπολίτου Θεογνώστου, κάθε φορὰ ποὺ ὁ Μητροπολίτης μετέβαινε στὴν Κωνσταντινούπολη ἢ στὸ στρατόπεδο τοῦ Χάνου τῶν Τατάρων, ποὺ κυριαρχοῦσαν τότε στὴ Ρωσία, ἢ ἐπισκεπτόταν ἀπομακρυσμένες ἐπαρχίες. Λίγο ἀργότερα ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τοῦ Βλαδιμήρ. Ὅταν ἐνέσκηψε, κατὰ τὸ ἔτος 1344, ὁ τρομερὸς ἐκεῖνος λοιμός, ποὺ ὀνομάσθηκε μέγας θάνατος, προσβλήθηκε ἀπὸ τὴν ἀσθένεια καὶ ὁ Μητροπολίτης Θεόγνωστος. Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος προσκλήθηκε τότε ἀπὸ τὸν λαὸ καὶ τὴν αὐλὴ τοῦ μεγάλου ἡγεμόνα τῆς Μόσχας νὰ ἀναλάβει τὴ θέση τοῦ Μητροπολίτου Θεογνώστου, ὁ ὁποῖος ψυχορραγῶντας ἔγραψε πρὸς τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ὑπὲρ τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου. Τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὁ μέγας ἡγεμόνας Συμεὼν πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Ἰωάννη Καντακουζηνὸ (1347 – 1354).

Ὅμως ὁ Πατριάρχης Φιλόθεος (1354 – 1355, 1364 – 1376) χειροτόνησε, στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀντὶ ἑνὸς, δύο Μητροπολῖτες, τὸν Ἅγιο Ἀλέξιο καὶ τὸν Ρωμανό, ἑλληνικῆς καταγωγῆς, ἀποσταλέντα ὑπὸ τοῦ ἡγεμόνος τῆς Λιθουανίας Ὀλγκὲρτ (1341 – 1380). Ἡ πράξη αὐτὴ τοῦ Πατριάρχου προκάλεσε ἐκκλησιαστικὸ σκάνδαλο. Ἔτσι, ὁ Πατριάρχης Φιλόθεος, γιὰ νὰ ἐπαναφέρει τὴν γαλήνη, ἀναγόρευσε τὸν Ἅγιο Ἀλέξιο Μητροπολίτη Κιέβου, τὸν δὲ Ρωμανὸ Μητροπολίτη Λιθουανίας καὶ Βολυνίας.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος, τοῦ ὁποίου ἡ φήμη τῶν ἀρετῶν εἶχε ἐκταθεῖ σὲ ὅλη τὴ Ρωσία καὶ μεταξὺ αὐτῶν τῶν Τατάρων, ὠφέλησε τὰ μέγιστα τὴ χώρα. Ἡ σύζυγος τοῦ Χάνου Ταϊδούλα, πάσχουσα ἀπὸ βαριὰ ἀσθένεια, ἐπικαλέσθηκε τὴν βοήθεια τοῦ Ἁγίου. Ὁ ἀρχηγὸς τῶν Τατάρων ἔγραψε πρὸς τὸν ἡγεμόνα Συμεών: «Ἀκούσαμε ὅτι ὁ οὐρανὸς τίποτε δὲν ἀρνεῖται στὶς παρακλήσεις τοῦ παπά σας. Ἂς ζητήσει, λοιπόν, τὴν ὑγεία τῆς συζύγου μου». Πράγματι ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε στὸν Θεό. Ἡ ἡγεμονὶς Ταϊδούλα ἀνέκτησε τὴν ὑγεία της καὶ θέλησε νὰ ἐκδηλώσει τὴν εὐγνωμοσύνη της πρὸς τὸν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἅγιος τότε παρακάλεσε νὰ ἀπαλλαγοῦν οἱ Ρώσοι ἀπὸ τοὺς βαρύτατους φόρους ποὺ πλήρωναν στὸν Χάνη τῶν Τατάρων. Ἔτσι ᾖλθαν καλύτερες ἡμέρες, ἡμέρες εἰρήνης, γιὰ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. Σὰν σημάδι εὐγνωμοσύνης γιὰ τὴ θεραπεία, ὁ Χάνης δώρισε στὸν Ὅσιο ἕνα τεμάχιο γῆς ποὺ βρισκόταν στὸ Κρεμλίνο, ὅπου ἀργότερα κτίσθηκε ἡ μονὴ τῶν Θαυμάτων, σὲ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος ποὺ ἔκανε ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ στὶς Κολοσσὲς (ἢ Χώνια) τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἐπίσης, ὁ Χάνης δώρισε στὸν Ὅσιο Ἀλέξιο ἕνα πολύτιμο δακτυλίδι, ποὺ φυλάσσεται μέχρι σήμερα στὸ σκευοφυλάκιο τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὸ Κρεμλίνο.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ἐργάσθηκε σκληρὰ στὸ Κίεβο γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως καὶ τῆς εὐημερίας τοῦ λαοῦ καὶ μάλιστα σὲ καιροὺς δύσκολους γιὰ τὴν πολιτικὴ ζωὴ τῆς Ρωσίας. Ἡ ἐξουσία τοῦ μεγάλου δοῦκα τῆς Μόσχας Ἰωάννου τοῦ Ἐρυθροῦ ἐξασθενοῦσε. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγεμόνα, μέγας δοῦκας ἀναγορεύθηκε ὄχι ὁ νόμιμος διάδοχος Δημήτριος, ἀλλὰ ὁ δοῦκας τοῦ Σούζνταλ. Παρὰ τὴν ἀντίδραση τοῦ νέου ἡγεμόνα κατὰ τοῦ Πατριάρχου, ὁ Ἅγιος δὲν ἐγκατέλειψε τὴ Μόσχα καὶ προσπάθησε μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις νὰ ἀποκαταστήσει στὸν θρόνο τὸ νεαρὸ Δημήτριο. Ὑπῆρξε σύμβουλος τοῦ Δημητρίου καὶ ἀνέλαβε ἔργο εἰρηνοποιοῦ μεταξὺ τῶν φιλόδοξων Ρώσων ἡγεμόνων. Ἡ ἁγιότητα τοῦ Ὁσίου εἶχε τέτοια ἐπίδραση καὶ στοὺς Μογγόλους, ὥστε οἱ υἱοὶ τοῦ Χάνου Κούλπα ἔγιναν Χριστιανοὶ καὶ ἔλαβαν τὰ ὀνόματα Ἰωάννης καὶ Μιχαήλ. Ὁ Ἅγιος βοήθησε, ἐπίσης, στὴν κατάργηση τῶν κληρουχικῶν ἡγεμονιῶν, τὴ συνδιαλλαγή τους καὶ τὴν ἀναγνώριση τοῦ μεγάλου ἡγεμόνα τῆς Μόσχας ὡς ἐθνικοῦ ἀρχηγοῦ.

Ἀκούραστη ὑπῆρξε ἐπίσης, ἡ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο. Συνέβαλλε στὴν ἀνέγερση πολλῶν ναῶν καὶ μοναστηριῶν, ποὺ ἦταν ἑστίες τῆς ρωσικῆς κουλτούρας, ἐπάνδρωσε μὲ ποιμένες τὶς ἐπαρχίες, ἐπισκέφθηκε τὶς ἐνορίες καὶ τὶς Ἐπισκοπὲς κηρύττοντας ἀκούραστα τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἔστειλε ποιμαντικὲς ἐπιστολὲς πρὸς τὸ ποίμνιό του.

Στὴν πρωτεύουσα ἵδρυσε τὴ μονὴ Σπάζο – Ἀνδρόνικωφ, τὴ μονὴ τῶν Θαυμάτων καὶ τὴ γυναικεία μονὴ Ἀλεξέεφσκι, στὴν ὁποία τοποθετήθηκε ἡγουμένη ἡ ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου, Ἰουλιάνα. Μοναστήρια ἀνυψώθηκαν ἀκόμα καὶ στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Μόσχαβα, ὅπως ἡ μονὴ Σιμονώφ, στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Κλιάζμα καὶ ἀλλοῦ.

Ὁ Ἅγιος εἰσήγαγε ἕνα νέο καθεστὼς γιὰ τὰ γυναικεία μοναστήρια, ποὺ μέχρι τότε ἐξαρτῶντο ἀπὸ τὰ ἀνδρικὰ μοναστήρια. Τὸ κανονικό τους καθεστὼς ἐγκρίθηκε, κατὰ τρόπο ὁριστικό, ἀπὸ τὴ Σύνοδο τῶν «Ἑκατὸ Κεφαλαίων», τὸ ἔτος 1551 καὶ ἔγινε ὑποχρεωτικὸ γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας.

Στὰ χρόνια ἐκεῖνα στὴ Μόσχα ἄρχισαν νὰ κατασκευάζονται κτίρια ἀπὸ πέτρα. Μὲ προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου, τὸ Κρεμλίνο περιστοιχήθηκε ἀπὸ τείχη, πύργους καὶ θύρες διαμορφωμένες μὲ πέτρινα ἐμπόδια.

Ὁ Ἅγιος φάνηκε γενναιόδωρος ἀπέναντι στὶς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ποὺ ἀπευθύνονταν στὴ Μόσχα, γιὰ νὰ ζητήσουν βοήθεια. Ἔστειλε πίσω μὲ πλούσια δῶρα τοὺς ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τοὺς μοναχοὺς τῆς ἐρήμου τοῦ Σινᾶ, ποὺ ἦταν ἐπιφορτισμένοι νὰ καταβάλλουν χρηματικὲς εἰσφορὲς στοὺς Μουσουλμάνους.

Ὁ γεμάτος ζῆλο ποιμένας ἀπευθυνόταν συχνὰ πρὸς τοὺς πιστοὺς μὲ ἐπιστολὲς καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ ἀκολουθήσουν τὸ χριστιανικὸ βίο.

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1378. Ὁ ἐνταφιασμὸς τοῦ ἱεροῦ λειψάνου αὐτοῦ ἔγινε στὴ μονὴ τῶν Θαυμάτων, ποὺ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ.

Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας τίμησε ἐξαιρετικὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ποιμαντικὴ δράση τοῦ Ἁγίου, ἀποκαλώντας τὸν «φωστῆρα τῆς Ρωσίας, τιμὴ τῆς Μόσχας, στῦλο καὶ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας».

Τὸ 1431 ἡ ξύλινη ἐκκλησία, στὴν ὁποία φυλάσσονταν τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου, καταστράφηκε καὶ στὴ θέση της ὁ μεγάλος πρίγκιπας διέταξε νὰ ἀνεγερθεῖ πέτρινος ναός. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἐργασιῶν βρέθηκε ἄφθαρτο τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου. Ὁ Μητροπολίτης Μόσχας Φώτιος, περιστοιχισμένος ἀπὸ τὸν κλῆρο, τέλεσε ἀκολουθία εὐχαριστίας στὸν Θεὸ καὶ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου τοποθετήθηκαν μὲ ἐπισημότητα στὸ παρεκκλήσι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Ἔκτοτε δὲν ἔπαψε ποτὲ ἡ τιμὴ πρὸς τὸν Ἅγιο, στὸν ὁποῖο ἀποδίδονται πολλὰ θαύματα καὶ πνευματικὲς εὐεργεσίες.

Ἡ Ρωσικὴ Σύνοδος, τὸ ἔτος 1448, προεδρεύοντος τοῦ Πατριάρχου Ἰωνᾶ (1448 – 1461), καθιέρωσε τὸν ἑορτασμὸ τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου τὴν 12η Φεβρουαρίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του, καὶ τὴν 20η Μαΐου, ἡμέρα τῆς εὑρέσεως τῶν ἱερῶν λειψάνων του.
Τὸ ἔτος 1485, στὴ μονὴ τῶν Θαυμάτων, ἀνεγέρθη ναὸς πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου καὶ ἐκεῖ μεταφέρθηκαν τὰ λείψανά του. Ἐπὶ Πατριαρχείας Ἰωακεὶμ (1674 – 1690), τὸ ἔτος 1686, ἔλαβε χώρα μία δεύτερη ἐπίσημη μετακομιδὴ τῶν λειψάνων στὸ καινούργιο ναό, ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου καὶ τὸν Ἅγιο Ἀλέξιο. Μὲ εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Ἀλεξίου, τὸ ἔτος 1947, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου μετεκομίσθησαν στὸν καθεδρικὸ πατριαρχικὸ ναὸ τῶν Θεοφανείων στὴ Μόσχα, ὅπου βρίσκονται ἀκόμα σήμερα, μπροστὰ ἀπὸ τὸ τέμπλο τοῦ ναοῦ, στὴ δεξιὰ πλευρά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βασιανὸς τοῦ Οὔγκλιχ 

Ὁ Ἅγιος Βασιανὸς καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ροζαλὼφ τῆς Ρωσίας τῆς περιοχῆς τοῦ Κέσοβ. Σὲ ἡλικία 33 ἐτῶν ἐγκαταβίωσε σὲ μοναστήρι καὶ ἀκολούθησε τὴν ἀσκητικὴ ὁδό. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1509.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Χρῆστος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Κηπουρός

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Χρῆστος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλβανία καὶ ᾖλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐργαζόταν ὡς κηπουρός. Κάποια μέρα λογομάχησε μὲ κάποιο Τοῦρκο, ὁ ὁποῖος τὸν κατάγγειλε στὶς ἀρχὲς μὲ τὴν συκοφαντία ὅτι ἐξύβρισε τὴ μουσουλμανικὴ θρησκεία. Οἱ Τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Τὰ βασανιστήρια δὲν ἄλλαξαν τὴν σταθερὴ πίστη τοῦ Ἁγίου στὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Τοῦρκοι ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλὴ αὐτοῦ, τὸ ἔτος 1748. Τὸ μαρτύριό του παρακολούθησε καὶ ὁ λόγιος Καισάριος Δαπόντε, ὁ ὁποῖος βρισκόταν στὴν ἴδια φυλακὴ καὶ ἀργότερα συνέγραψε τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μελέτιος Ἐπίσκοπος Χαρκώβ 

Ὁ Ὅσιος Μελέτιος, κατὰ κόσμο Μιχαὴλ Ἰβάνοβιτς Λεοντόβιτς, γεννήθηκε στὶς 6 Νοεμβρίου 1784 στὴ Ρωσία. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ ἔγινε μοναχὸς τὸ ἔτος 1820 στὴ μονὴ Μπρατσκ τοῦ Κιέβου. Στὶς 19 Ὀκτωβρίου 1826 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Τσιγκίρινκ τοῦ Κιέβου καὶ διακρίθηκε γιὰ τὸν ἀσκητικὸ βίο καὶ τὴν φιλανθρωπία του.

Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῆς Παναγίας τοῦ Χαρκώβ. Τὸ ἔτος 1948 τὸ ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ μετακομίσθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῶν Θεοφανείων τοῦ Χαρκώβ.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη του καὶ στὶς 28 Φεβρουαρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Βορονὲζ 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἀλέξιος, Ἐπίσκοπος Βορονὲζ τῆς Ρωσίας, μαρτήρησε τὸ ἔτος 1930.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μητροφάνης ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Μητροφάνης ἦταν πρωτοπρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε τὸ ἔτος 1931.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἰβηριτίσσης

Ἡ ἐπωνυμία τῆς ἱερᾶς εἰκόνας τῆς Παναγίας, Ἰβηρίτισσα, ὀφείλεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ἡ ἱερὴ εἰκόνα ἔφθασε κατὰ τρόπο θαυματουργικὸ τὸ ἔτος 999 μ.Χ., ἀφοῦ ἐπέπλεε ἐπάνω στὰ κύματα τῆς θάλασσας.

Τὸ ἔτος 1648, μετὰ ἀπὸ ἐπιθυμία τοῦ Πατριάρχου τῆς Ρωσίας Νίκωνος, ἔφεραν στὴ Μόσχα πανομοιότυπο ἀντίγραφο τῆς ἱερᾶς εἰκόνος.
Ἡ εἰκόνα τιμᾶται, ἐπίσης, στὶς 12 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἔφθασε στὴ Μόσχα καὶ τὴν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr