Γεννήθηκε τὸ 1509 στὰ Τρίκαλα τῆς Κορινθίας. Καταγόταν ἀπὸ τὴν ἐπίσημη οἰκογένεια τῶν Νοταράδων καὶ ἦταν γιὸς τοῦ Δημητρίου καὶ τῆς Καλῆς.

Ἀπὸ μικρὸς ἔλαβε χριστιανικὴ καὶ ἀρχοντικὴ ἀνατροφὴ καὶ διακρινόταν στὸ σχολεῖο γιὰ τὴν εὐστροφία καὶ τὴν εὐφυΐα τοῦ μυαλοῦ του. Εὐγενικὴ ψυχὴ ὁ Γεράσιμος, συμπαθοῦσε τοὺς φτωχοὺς συμμαθητές του καὶ τοὺς βοηθοῦσε μὲ κάθε τρόπο.

Ὅταν ἔφτασε σὲ ὥριμη ἡλικία, περιηγήθηκε διάφορα μέρη, ὅπως τὴν Ζάκυνθο, τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὰ γύρω ἀπ’ αὐτή, τὸ Ἅγιον Ὄρος, διάφορες Μονὲς τῆς Ἀνατολῆς γιὰ νὰ μείνει στὴν Ἱερουσαλήμ. Ἐκεῖ ὑπηρέτησε σὰν νεωκόρος γιὰ ἕνα χρόνο στὸν Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ χειροτονήθηκε Διάκονος καὶ ἀργότερα Πρεσβύτερος, ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Γερμανό.

Κατόπιν ἔφυγε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ κατέληξε στὴν τοποθεσία Ὁμαλὰ τῆς Κεφαλονιᾶς, ὅπου ἔκτισε γυναικεῖο Μοναστήρι καὶ τὸ ὀνόμασε Νέα Ἱερουσαλήμ. Στὴ Μονὴ αὐτὴ λοιπόν, ἀφοῦ ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ἀνέπτυξε μεγάλες ἀρετές, βοηθώντας πνευματικὰ καὶ ὑλικὰ τοὺς κατοίκους τῆς Κεφαλονιᾶς, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὶς 15 Αὐγούστου τοῦ 1579, σὲ ἡλικία περίπου 70 ἐτῶν.
(Κυρίως αὐτὴ τὴ μέρα, ἑορτάζεται ἡ μνήμη τῆς ἀνακομιδῆς τῶν Ἱερῶν λειψάνων του τὸ 1580 – 81).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Αὐτόμελον.
Τῶν Ὀρθοδόξων προστάτην καὶ ἐν σώματι ἄγγελον, καὶ θαυματουργὸν θεοφόρον νεοφανέντα ἡμῖν, ἐπαινέσωμεν πιστοὶ θεῖον Γεράσιμον· ὅτι ἀξίως παρὰ Θεοῦ ἀπείληφεν, ἰαμάτων τὴν ἀέναον χάριν· ῥώννυσι τοὺς νοσοῦντας, δαιμονῶντας ἰᾶται· διὸ καὶ τοῖς τιμῶσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εὐχαρίστοις ᾄσμασι, τῶν Κεφαλλήνων ἡ νῆσος, προσκαλεῖται σήμερον, τῶν Ὀρθοδόξων τὰ πλήθη, μέγιστον, νεοφανέντα ἀγκωμιάσαι, καύχημα, Ὀρθοδοξίας ἀναφανέντα, τὸν Γεράσιμον τὸν θεῖον, τὸν ῥύστην ταύτης ὁμοῦ καὶ πρόμαχον.

 

Μεγαλυνάριον.
Τῆς ὁμολογίας Χριστιανῶν, ἔθετό σε σὲ στῦλον, ἀδιάσειστον ὀ Θεός, τὸ σεπτόν σου σκῆνος, Γεράσιμε δοὺς πᾶσι, τοῖς ἐναντίοις λίθον, δεινοῦ προσκόμματος.

Ὁ Ἅγιος Ἀρτέμιος ὁ Μεγαλομάρτυρας 

Πολλὲς καὶ σοφὲς ἅγιες μορφὲς παρελαύνουν ἀπὸ τὶς σελίδες τῆς ἱστορίας τῆς μεγάλης μας Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Μιὰ τέτοια μορφὴ καὶ ἐξαιρετικὴ προσωπικότητα εἶναι κι ὁ Ἅγιος Μεγαλομάρτυς Ἀρτέμιος ποὺ ἔζησε καὶ μαρτύρησε περὶ τὰ μέσα τοῦ τέταρτου αἰώνα μ.Χ. (361 – 363). Γιὰ τὸν Μεγαλομάρτυρα τοῦτον Ἅγιον ἀξίζει νὰ μιλήσουμε κάπως ἐκτενέστερα. Γι’ αὐτὸν λοιπὸν καὶ οἱ γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν.

 

Νέος, νεότατος ὁ Ἅγιος χάρη στὴ χριστιανικὴ μόρφωση ποὺ πῆρε ἀπὸ τοὺς πιστοὺς γονεῖς του ἄρχισε νὰ ξεχωρίζει ἀνάμεσα στοὺς συνομήλικούς τῆς πόλεώς του μὲ τὰ χαρίσματα καὶ τὰ προσόντα του. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ γνώρισε τὸν εὐσεβὴ καὶ σοφὸ τοῦτο νέο, τὸν ἐξετίμησε ἰδιαίτερα καὶ ἔσπευσε νὰ τὸν ἀναδείξει δούκα καὶ αὐγουστάλιον τῆς μεγάλης πόλεως τῆς Ἀλεξανδρείας. Δηλαδὴ τὸν διόρισε ἀνώτερο διοικητὴ ὅλης της Αἰγύπτου. Στὴν ἐπίσημη αὐτὴ καὶ τιμητικὴ θέση ὁ Ἀρτέμιος σὰν πιστὸς χριστιανὸς ἀσκοῦσε τὰ καθήκοντά του μὲ πολλὴ προσοχὴ καὶ σύνεση, ὥστε ὅλοι νὰ θαυμάζουν τὰ ὑπέροχα πολιτιστικὰ καὶ ἠθικά του χαρίσματα.

 

Οἱ εὐτυχισμένες καὶ εὐλογημένες ἐκεῖνες μέρες δὲν κράτησαν δυστυχῶς γιὰ πολύ. Ὁ γιὸς καὶ διάδοχος τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, Κωνστάντιος, ποὺ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του ἀνέλαβε τὴν διοίκηση τῆς Ἀνατολῆς ἀπὸ τὸ Ἰλλυρικὸν πέλαγος μέχρι τὴν Προποντίδα, τὴν Ἀσία, Συρία, Παλαιστίνη, Μεσοποταμία, Αἴγυπτο καὶ ὅλες τὶς νήσους, κατὰ τὴν περίοδο ποὺ εἶχε πάει στὴν Ἀντιόχεια ἀρρώστησε βαριὰ καὶ ἀπέθανε. Τότε τὴν ἐξουσία τῆς μεγάλης αὐτῆς αὐτοκρατορίας ἀνέλαβε ὁ Ἰουλιανός, ποὺ εἶναι γνωστὸς στὴν ἱστορία ὡς παραβάτης καὶ ἀποστάτης. Ὁ νέος αὐτὸς βασιλιὰς , σὲ κάποιο ταξίδι του στὴν Αἴγυπτο εἶχε συναντήσει καὶ γνωρίσει τὸν ἄρχοντα Ἀρτέμιο, γιὰ τὸν ὁποῖον εἶχε ἀκούσει καὶ πολλὰ καλὰ λόγια γιὰ τὶς ἱκανότητές του, ὅπως καὶ γιὰ τὴν χριστιανική του ἰδιότητα. Τὸ χάρισμα ὅμως τοῦτο τῆς ἐκλεκτῆς αὐτῆς προσωπικότητος ὄχι μόνο δὲν ἐξετιμήθηκε ἀπὸ τὸν ἀποστάτη βασιλιά, ποὺ εἶχε ἤδη κινήσει καὶ τὸν διωγμὸ ἐνάντια στοὺς χριστιανούς, ἀλλὰ καὶ θεωρήθηκε μεγάλο μειονέκτημα καὶ ἁμάρτημα. Μὲ πάθος μάλιστα κάθε φορὰ προσπαθοῦσε νὰ κατακρίνει καὶ νὰ δείχνει γι’ αὐτὸν τὴν περιφρόνησή του. Τοῦτο ἔκαμε καὶ σὲ μία ἐπίσκεψη τοῦ ἄρχοντα Ἀρτεμίου σ’ αὐτόν, ὅταν βρισκόταν στὴν Ἀντιόχεια. Ὁ ἀποστάτης βασιλιάς, σὰν εἶδε τὸν ἄρχοντα τῆς Αἰγύπτου Ἀρτέμιο, τρελλὸς ἀπὸ θυμὸ τὸν κάλεσε κοντά του καὶ ἄρχισε μὲ περιφρόνηση νὰ τοῦ ὁμιλεῖ καὶ νὰ τὸν ὑβρίζει. Ὅσην ὥρα ὁ ὑβριστὴς ἀπευθυνόταν στὸν Ἅγιο, τὸν κατηγοροῦσε καὶ τὸν ὕβριζε, ὁ ἐνάρετος Ἀρτέμιος σιωποῦσε καὶ εἶχε σκυφτὸ τὸ κεφάλι. Μπροστὰ στὰ μάτια του εἶχε τὰ λόγια του Κυρίου: «Μακάριοι ἔστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα καθ’ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. Χαίρετε καὶ ἀγαλλιάσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοὶς οὐρανοίς» (Ματθ. ε’ 11 – 12). Μακάριοι γίνεσθε σεῖς οἱ μαθητές μου, ὅταν σας χλευάσουν καὶ σᾶς καταδιώξουν καὶ σᾶς κακολογήσουν μὲ κάθε ψεύτικη κατηγορία ἐξ αἰτίας μου. Χαίρετε καὶ ζωηρὰ ἐκδηλῶστε τὴ χαρά σας, γιατί ἡ ἀνταμοιβή σας στοὺς οὐρανοὺς θὰ εἶναι μὲ τὸ παραπάνω.

 

Ὅταν ὅμως ὁ ἐγωιστὴς καὶ ἀσεβῆς βασιλιὰς ἄρχισε νὰ ἐπεκτείνει τὶς ὕβρεις του στὰ ἱερὰ καὶ ὅσια τῆς ἀμώμητης χριστιανικῆς μας πίστεως, τότε ὁ Ἅγιος μὲ θάρρος σήκωσε τὸ κεφάλι, ὕψωσε τὴ φωνή του καὶ μὲ παρρησία εἶπε στὸν παραβάτη ἄρχοντα.

 

– Βασιλιά μου, ἐπιδείξατε, σᾶς παρακαλῶ λίγο σεβασμὸ πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς θεός. Τοῦτο μαρτυροῦν περίτρανα τὰ λόγια του καὶ τὰ ἔργα του. Ὅσο γιὰ τὶς ὕβρεις σας ἐνάντια στοὺς χριστιανούς, ποὺ ἀποτελοῦν τὴν εὐγενέστερη καὶ πιὸ ἄξια μερίδα τῶν ὑπηκόων σας, δὲν εἶναι καθόλου φρόνιμο καὶ συνετὸ οὔτε καὶ δίκαιο ἀπὸ μέρους σας νὰ τοὺς ὑβρίζετε καὶ νὰ τοὺς διώκετε. Ἐντροπή σας! Ἡ συμπεριφορά σας αὐτὴ σᾶς ἀδικεῖ καὶ σᾶς ἐξευτελίζει.

 

Τὶς τελευταῖες λέξεις τοῦ Ἁγίου διέκοψαν οἱ γεμάτες μίσος καὶ εἰδωλολατρικὸ φανατισμὸ φωνὲς τοῦ μαινόμενου κυριολεκτικὰ βασιλιὰ Ἰουλιανοῦ.

– Πάψε, ἀνόητε, τοῦ φώναξε. Κι ἀφοῦ τὸν ὕβρισε ξανὰ καὶ ξανὰ διέταξε νὰ τοῦ ἀφαιρέσουν τὴ ζώνη τοῦ ἀξιώματός του καὶ νὰ τὸν ρίξουν στὴ φυλακὴ γιὰ νὰ συνέλθει.

Μὲ τὴν ψυχὴ γαληνεμένη ὁ πιστὸς καὶ ἄτρομος χριστιανὸς χωρὶς ψωμὶ καὶ νερὸ γιὰ μέρες περνάει τὶς ὦρές του γονατιστὸς εὐχαριστώντας τὸν Κύριο γιὰ τὸ χάρισμα ποὺ τοῦ δόθηκε. «Ἡμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ οὗ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλιπ. α’ 29), ἔλεγε καὶ ἐπαναλάμβανε μὲ ἀνείπωτη χαρά. Δηλαδὴ σὲ μᾶς δόθηκε σὰν χάρισμα ὄχι μόνο νὰ πιστεύουμε στὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ νὰ πάσχουμε γιὰ τὸ ὄνομά του.

Τὰ ἐπακόλουθα τῆς ὁμολογίας του εἶναι τρομερά. Ἀδούλωτος καὶ ἐλεύθερος ὁ Ἅγιος τὰ ἀντιμετωπίζει ὅλα μὲ ζηλευτὴ ψυχραιμία καὶ ὑπομονὴ καὶ καρτερία.

 

Ὅταν ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες κατὰ διαταγὴ τοῦ Βασιλιὰ βγῆκε ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ παρουσιάστηκε μπροστά του, ὁ Ἰουλιανός τοῦ ζήτησε νὰ προσφέρει θυσία στοὺς μεγάλους Θεούς, ἂν ἤθελε νὰ τοῦ χαρισθεῖ ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἐλευθερία. Στὴν πρόταση αὐτὴ τοῦ ἄρχοντα ὁ σταθερὸς στὶς ἀρχὲς καὶ τὸ φρόνημά του Ἅγιος ἀλλὰ καὶ ἀτρόμητος στὶς πεποιθήσεις του ἀπολογήθηκε μὲ πολλὴ δύναμη καὶ παρρησία καὶ ἀπέδειξε ψευδὴ κι ἀνόητα ὅσα εἰπώθηκαν κατὰ τοῦ Χρίστου. Στὸ τέλος πρόσθεσε: Αὐτὸ πού μοῦ ζητᾶτε, ἄρχοντά μου, ν’ ἀρνηθῶ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ προσφέρω θυσία στὰ ξύλα καὶ τὶς πέτρες τῆς πεθαμένης πιὰ εἰδωλολατρίας, μοῦ εἶναι ἀδύνατον ὄχι νὰ τὸ κάμω, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ νὰ τὸ σκεφθῶ. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ δημιουργὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἀπέθανε

γιὰ τὴ σωτηρία μας. Πῶς μπορῶ ἐγὼ νὰ τὸν ἀρνηθῶ;

 

Ἡ τολμηρὴ αὐτὴ καὶ μὲ τόση παρρησία εἰπωθεῖσα ὁμολογία τοῦ Μάρτυρος προκάλεσε τὸ μίσος καὶ τὴν μανία τοῦ ἀποστάτη βασιλιά, ποὺ σὰν τρελὸς φώναξε:

– Νὰ ἀρχίσουν τὰ βασανιστήρια. Τὰ πιὸ σκληρὰ βασανιστήρια.

Στὴν διαταγὴ τοῦ βασιλιὰ οἱ δήμιοι ποὺ στέκονταν δίπλα ὄρμισαν, ἅρπαξαν τὸν Μάρτυρα, τὸν γύμνωσαν καὶ ἀφοῦ τὸν ξάπλωσαν στὴν γῆ ἄρχισαν νὰ τὸν κτυποῦν μὲ βούνευρα μέχρις αἵματος. Τὸ δέρμα ξεσχίσθηκε, μὰ οἱ δήμιοι ὄχι μόνο δὲν σταματοῦν ἀλλὰ καὶ συνεχίζουν λὲς μεθυσμένοι μὲ τὸ ἄνομο ἔργο τους. Στὴ συνέχεια καταξεσχίζουν τὶς σάρκες του μὲ μαχαίρια καὶ ὕστερα μὲ λαμπάδες καῖνε τὶς πληγές. Τὸ σῶμα τοῦ Μάρτυρος ἔγινε μία ἄμορφη μάζα ἀπὸ κρέατα καὶ κόκαλα σπασμένα. Σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση τὸν πῆραν καὶ τὸν πέταξαν στὴ φυλακή. Σκέφθηκαν νὰ τὸν ἀφήσουν ἐκεῖ νὰ πεθάνει μόνος του χωρὶς καμιὰ βοήθεια.

 

Αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι. Μὰ ἐκεῖνος, ποὺ ὑποσχέθηκε καὶ εἶπε στὸν κάθε πιστὸ ἀκόλουθό του, «οὗ μὴ σὲ ἀνώ, οὗ δ’ οὐ μὴ σὲ ἐγκαταλείπω» δηλαδὴ δὲν θὰ σὲ ἀφήσω, παιδί μου, ἀβοήθητο· ποτὲς δὲν θὰ σὲ ἐγκαταλείψω, κατὰ τὰ

μεσάνυχτα ἔρχεται στὸ μισοπεθαμένο κορμί, τὸ ἀγγίζει, τὸ παρηγορεῖ καὶ τὸ θαῦμα γίνεται. Ἡ μάζα τῶν ξεσχισμένων κρεάτων καὶ τῶν σπασμένων κοκάλων ξαναβρίσκει τὴν πρότερη κατάσταση. Θεραπεύεται. Καὶ ὁ Μάρτυρας μὲ βαθιὰ συγκίνηση γονατίζει, εὐχαριστεῖ καὶ δοξολογεῖ τὸν Θεὸ.

 

Ὄρθιον νὰ βαδίζει ἐπάνω – κάτω καὶ νὰ ψάλλει τὰ λόγια του Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου «μακάριος ἀνὴρ ὃς ὑπομένει πειρασμόν» (Ἰακ. α’ 12), δηλαδὴ μακάριος ὁ ἄνθρωπος ποὺ δέχεται μὲ ὑπομονὴ τὶς δοκιμασίες, τὸν βρίσκει ὁ δεσμοφύλακας ποὺ πῆγε τὸ πρωὶ νὰ ἰδεῖ ἂν εἶναι ζωντανός. Χωρὶς νὰ χάσει καιρό, τὸν παίρνει ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸν ὁδηγεῖ μπροστὰ στὸν ἄρχοντα. Ὁ ἀποστάτης, ὅταν τὸν εἶδε, τὰ ἔχασε. Δὲν πίστευε στὰ μάτια του. Κάποια στιγμὴ συνῆλθε καὶ εἶπε, γιὰ νὰ διασκεδάσει τὴν σιωπὴ καὶ τὰ ἐπιφωνήματα τοῦ θαυμασμοῦ τοῦ πλήθους.

 

– Μεγάλοι οἱ Θεοί μας, Ἀρτέμιε. Αὐτοὶ σὲ ἔκαμαν καλά. Σπεῦσε νὰ προσφέρεις θυσία σ’ αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς δοξάσεις. Μὴν φανεῖς ἀχάριστος.

– Τὴν ὑγεία μου, βασιλιά, μοῦ τὴν χάρισε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ Σωτήρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Τὰ εἴδωλά σας οὔτε αἰσθάνονται, οὔτε μιλοῦν.

 

– Πάψε, ἀλιτήριε. Τὴν ἀχαριστία ἀκολουθεῖ πάντα ἡ ἀδιαντροπιά. «Τὴ ἀχαριστία ἕπεται ἡ ἀναισχυντία». Νὰ συνεχισθοῦν τὰ βασανιστήρια.

 

Τὴν ἴδια στιγμὴ μερικὰ δυνατὰ χέρια ἅρπαξαν τὸν Μάρτυρα καὶ τὸν ἔριξαν κάτω. Ὕστερα μερικοὶ ἄλλοι ἀφοῦ ἔσπασαν μία πελώρια μυλόπετρα, πῆραν τὴ μισὴ καὶ ἀφοῦ ἅπλωσαν ἐπάνω τὸν Ἅγιο, ἄλλη ὁμάδα δυνατῶν κατὰ διαταγὴ τοῦ Ἰουλιανοῦ σήκωσαν τὴν ἄλλη μισὴ καὶ τὴν ἔριξαν ἐπάνω στὸν Μάρτυρα. Σκοπὸς ἕνας. Νὰ τοῦ συντριβοῦν ὅλα τὰ κόκαλα. Ἀφόρητοι οἱ πόνοι. Ὁ Ἀρτέμιος ὅμως μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ διατηρεῖ ὅλη τὴν καρτεροψυχία του. Ὑπομένει γιατί γνωρίζει τί λέγει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ στὴν περίπτωση αὐτή. «Ἐν ὄψει ἀνθρώπων ἐὰν κολασθώσιν, ἡ ἐλπὶς αὐτῶν ἀθανασίας πλήρης καὶ ὀλίγα παιδευθέντες μεγάλα εὐεργετηθήσονται». (Σοφ. Σολομ. γ’ 4 – 5). Δηλαδὴ οἱ δίκαιοι, καὶ ἂν ἀκόμη στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων καὶ ἀπὸ μέρους τῶν ἀνθρώπων πάσχουν καὶ θλίβονται, αὐτοὶ ἔχουν σταθερὰ καὶ ἀκλόνητη τὴν πεποίθησή τους στὴν ἀθάνατη καὶ μακαριὰ ζωή. Κι ἂν ταλαιπωρηθοῦν καὶ βασανισθοῦν ὀλίγον στὴν παροῦσα ζωὴ θὰ λάβουν μεγάλες ἀμοιβὲς καὶ βραβεῖα στὴν αἰωνιότητα. Γιὰ τὴν αἰωνιότητα προοριζόμαστε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Τὴν αἰωνιότητα πρέπει νὰ ἔχουμε πάντα στὴν σκέψη μας. Γι’ αὐτὴν πρέπει καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε. Τὴν αἰωνιότητα ἔχει στὴν σκέψη του καὶ ὁ Μεγαλομάρτυρας. Γι’ αὐτὴν ἀγωνίζεται τώρα καὶ ὑποφέρει μὲ καρτερία τὰ βασανιστήρια. Ἡ γαλήνια ματιά του συγκλονίζει κυριολεκτικὰ τὸν ἀποστάτη, ποὺ μηχανεύεται καὶ ἄλλα σκληρότερα βασανιστήρια. Ἕνα τέτοιο ἦταν καὶ ἡ ἐντολὴ μὲ ἕνα ξίφος νὰ βγάλουν τὰ μάτια τοῦ Μάρτυρος. Ἡ ἐντολὴ ἐκτελεῖται τὴν ἴδια στιγμή. Ἡ γαλήνη ὅμως δὲν ξανάρχεται στὴν καρδιὰ τοῦ Ἰουλιανοῦ. Ὁ Μάρτυρας δέχεται καὶ τοῦτο τὸ βασανιστήριο μὲ ἰώβειο καρτερία καὶ ὑπομονή.

 

Μπροστὰ στὸ ἀλγεινὸ θέαμα τρέμει ὁ ἀποστάτης. Γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὶς τύψεις δίνει τὴν τελευταία ἐντολή.

– Κόψτε τὸ κεφάλι του.

 

Ὁ δήμιος πιστὸν ὄργανο τῆς ἐξουσίας σήκωσε τὸ σπαθὶ καὶ ἀποκεφάλισε τὸν Ἅγιο. Ἔτσι τελείωσε μία ζωὴ ποὺ σύνθημά της εἶχε τοῦ Ἀποστόλου τὰ λόγια:

«Τὰ ἄνω ζητεῖτε ... τὰ ἄνω φρονεῖτε μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς» (Κολ. γ’ 1 – 2). Νὰ ἐπιδιώκετε δηλαδὴ τὰ ἀγαθὰ ποὺ βρίσκονται στὸν οὐρανό. Πρὸς αὐτὰ νὰ εἶναι στραμμένες οἱ σκέψεις σας καὶ ὄχι πρὸς τὰ γήινα πράγματα. Κάποια εὐγενικιὰ ψυχὴ πῆρε τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου καὶ ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τὸ μετέφερε στὴν καρδιὰ τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐκεῖ τὸ ἐνταφίασε σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ νησιὰ τῶν Πριγκιποννήσων, τὴν Ὀξειά, στὴν ἐκεῖ ἐκκλησία τοῦ Προδρόμου.

 

Στὴ γῆ λοιπὸν ἐναποτέθηκε ὁ Μάρτυρας. Ἡ ἁγία ψυχή του ὅμως δὲν ἔπαυσε νὰ ἐνδιαφέρεται γι’ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν πάνω στὴ γῆ καὶ ὑποφέρουν σωματικά. Πολλὰ θαύματα ἔγιναν καὶ γίνονται σὲ ὅσους μὲ πίστη καὶ εὐλάβεια ἐκζητοῦν τὴν μεσιτεία του. Ὁ Μεγαλομάρτυρας Ἅγιος Ἀρτέμιος εἶναι γιὰ τοὺς πιστοὺς χριστιανοὺς ὁ ἰατρὸς τῆς κήλης. Ἕνα ἀπὸ τὶς χιλιάδες τῶν θαυμάτων εἶναι καὶ τοῦτο ποὺ ἔγινε στὸ παιδὶ μιᾶς πνευματικῆς μας κόρης. Στὸ ἀγοράκι τῆς χριστιανῆς αὐτῆς παρουσιάστηκε στὴν ἡλικία τῶν δεκαπέντε περίπου μηνῶν ὑδροκήλη βαριὰς μορφῆς. Τὸ παιδὶ ἦταν πολὺ ἀδύνατο. Ἐπέμβαση χειρουργικὴ ἐθεωρήθηκε πολὺ ἐπικίνδυνη νὰ γίνει. Ἡ πιστὴ μητέρα εἶχε ἀκούσει γιὰ τὰ θαύματα ποὺ γινόντουσαν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀρτέμιο στὴν ἐκκλησία του ἐκεῖ στὴν τουρκοκρατούμενη σήμερα Ἀφάνεια. Κατόπιν ὁδηγιῶν τοῦ πνευματικοῦ ἔκαμε ἕνα τάμα καὶ πῆγε στὴν χάρη του. Ἑτοίμασε λειτουργία, ἐξομολογήθηκε, πῆγε στὴν Ἐκκλησία του, παρακολούθησε μὲ εὐλάβεια τὴν Θεία Λειτουργία, κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ αὐτὴ καὶ τὸ παιδί της, παρεκάλεσε τὸν ἱερέα καὶ τῆς ἔκαμε παράκληση καὶ τὸ ἀπόγευμα ἐπέστρεψε. Τὴν ἑπομένη τὸ πρωὶ τὸ παιδί της ἦταν τελείως καλά. Οἱ θεράποντες ἰατροὶ ἐβεβαίωσαν τὴν θεραπεία. Ἡ ὑδροκήλη οὐδέποτε παρουσιάσθηκε ἀπὸ τότε στὸν ἄρρωστο.

 
Μεγάλη ἡ δύναμη τῆς πίστεως, ἀδελφοί μου. Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ ἔχουμε βοηθοὺς καὶ προστάτες σὲ τοῦτο τὸν κόσμο τοὺς φίλους τοῦ Χριστοῦ καὶ οἰκείους του Θεοῦ. Φτάνει μὲ πίστη ζωντανὴ νὰ καταφεύγουμε στὴν χάρη τους καὶ νὰ ἐκζητοῦμε τὴν βοήθεια καὶ τὶς πρεσβεῖες τους. «Ἔκλεξαι ἁγίους ὑπερασπιστάς σου καὶ ἀφιερώσου εἰς αὐτούς» μας συμβουλεύει καὶ ὁ Ἅγιος Νικόδημος. Ὅταν οἱ χριστιανοὶ δοκιμαζόμαστε, ἂς καταφεύγουμε στὴν χάρη τῶν Ἁγίων τῆς πίστεώς μας καὶ στὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Ἀρτεμίου καὶ ἂς ζητοῦμε μὲ πίστη τὴν θεραπεία τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς μας. Κι ἐφ’ ὅσον ἡ θεραπεία θὰ εἶναι γιὰ τὴν ὠφέλειά μας, θὰ μᾶς τὴν προσφέρει ὁ Κύριος μὲ τὴν μεσιτεία τοῦ Ἁγίου μας. Ἐκεῖ ποὺ μιλοῦν τὰ γεγονότα δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ ἐπιμένουμε. Ἕνα μόνο στὴν ἀνάγκη νὰ λέμε: Ἅγιε τοῦ Θεοῦ Ἀρτέμιε, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν. Ἀμήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Εὐσέβειας τοῖς τρόποις καλλωπιζόμενος, ἀθλητικῆς ἀγλαΐας ὤφθης σοφὲ κοινωνός, πρὸς ἀγῶνας ἀνδρικοὺς παραταξάμενος· ὅθεν ὡς λύχνος φωταυγής, τῶν θαυμάτων τὰς βολάς, ἐκλάμπεις τῇ οἰκουμένῃ, Ἀρτέμιε Ἀθλοφόρε, πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.
Εὐσεβείας ἐμπρέπων τοῖς κατορθώμασι, τῆς τῶν Μαρτύρων εὐκλείας ὤφθης σοφὲ κοινωνός, ἐναθλήσας ἀνδρικῶς Μάρτυς Ἀρτέμιε· ὅθεν πηγάζων δαψιλῶς, ἰαμάτων δωρεάς, τὸ πάθος ἐντεροκήλης, ὡς συμπαθὴς θεραπεύεις, τῶν προστρεχόντων τῇ πρεσβείᾳ σου.

 

Κοντάκιοv. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.

Τὸν εὐσεβῆ, καὶ στεφηφόρον Μάρτυρα, τὸν κατ’ ἐχθρῶν, νίκης ἀράμενον τρόπαια, συνελθόντες ἐπαξίως νῦν, ἐν ὑμνῳδίαις εὐφημήσωμεν, Ἀρτέμιον τὸν μέγιστον ἐν Μάρτυσι, θαυμάτων τε δοτῆρα πλουσιώτατον· πρεσβεύει γὰρ Κυρίῳ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἀριστέα τοῦ Σωτῆρος πολυθαύμαστον

Καὶ παροχέα ἰαμάτων πλουσιόδωρον

Ἀνυμνοῦμέν σε προφρόνως Μεγαλομάρτυς.

Ἀλλ’ ὡς πέλων ἰατὴρ τῆς κήλης ἄριστος,

Ἀσινῆ με ἐκ τῆς βλάβης ταύτης φύλαττε,
Ἵνα κράζω σοι, χαίροις Μάρτυς Ἀρτέμιε.

 

Μεγαλυνάριον.

Δόξαν ὑπατείας ὑπεριδών, τὸ ὕπατον κλέος, ἐπορίσω τῶν ἀρετῶν, ὡς ἀνδραγαθήσας, Ἀρτέμιε ἐνδόξως· διὸ παντοίας βλάβης, ῥύου τοὺς δούλους σου.

 

Ἕτερον Μεγαλυνάριον.
Τὸν μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, καὶ τῶν ἰαμάτων, τὸν πολλύρρυτον ποταμόν, τῆς ἐντεροκήλης, τὸν θεῖον ἰατῆρα, Ἀρτέμιον τὸν μέγαν, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Ἡ Ὁσία Ματρῶνα ἡ Θαυματουργός ἡ Χιοπολίτιδα 

Ὀνομαζόταν Μαρία καὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Βολισσὸς τῆς Χίου ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ πλουσίους, τὸν Λέοντα καὶ τὴν Ἄννα. Ἕξι ἄλλες ἀδελφές τῆς Μαρίας, μεγαλύτερές της, παντρεύτηκαν ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη, περιζήτητες νύφες γιὰ τὴν ὀμορφιά, τὴν ἀνατροφὴ καὶ γιὰ τὴν καλὴ προίκα τους.

Ἡ μικρότερη ἀφοσιώθηκε στὴ μελέτη τῶν θείων καὶ ἀσχολεῖτο θερμὰ μὲ φιλανθρωπικὰ καθήκοντα. Ἔτσι θέλησε νὰ ἀκολουθήσει ἄλλο δρόμο. Ἡ τακτικὴ ἐπαφή της μὲ τὶς καλογριὲς τῶν γυναικείων μοναστηριῶν τοῦ νησιοῦ, ἔκανε τὴν Μαρία νὰ ποθήσει τὴν ἁγνὴ μοναχικὴ ζωή. Ἀλλὰ ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς γονεῖς της, τὴν συγκρατοῦσε στὸ πατρικό της σπίτι.

Ὅταν ὅμως αὐτοὶ πέθαναν ἡ Μαρία δοκίμασε τὴ μοναχικὴ ζωὴ κοντὰ σὲ μιὰ εὐσεβὴ χήρα, ποὺ ἀσκήτευε μὲ τὶς δυὸ θυγατέρες της. Μετὰ ἀπ’ αὐτὴ τὴν μοναχικὴ ἐμπειρία, ἀποφάσισε νὰ προσχωρήσει στὶς μοναχικὲς τάξεις. Χειροτονήθηκε λοιπὸν μοναχὴ καὶ μετονομάσθηκε Ματρῶνα. Ἡ διαγωγὴ της μέσα στὴν μικρὴ ἀδελφότητα ἦταν ἄριστη. Ἡ διάθεσή της πάντοτε ἀγαθή, φιλάδελφη, ταπεινὴ καὶ ἐγκάρδια. Μάλιστα, ἀπὸ τὰ ἔσοδα τῆς πώλησης τῆς περιουσίας της, κτίστηκε στὸ μοναστήρι ὡραιότατος ναός.

Μετὰ ἀπὸ κάποιο χρόνο, πέθανε ἡ γυναίκα ποὺ κοντά της ἡ Ματρῶνα γυμνάστηκε στὴ μοναχικὴ ζωή. Τότε ὅλες οἱ μοναχὲς ἀπὸ κοινοῦ, ἐξέλεξαν ἡγουμένη – παρὰ τὴν θέλησή της – τὴν Ματρώνα. Ὑπὸ τὶς ὁδηγίες της ἡ ἀδελφότητα ζοῦσε μὲ πολλὴ ἐγκράτεια, ὑπακοὴ καὶ εὐσέβεια.

Τὸ 1462 ἡ Ματρώνα πέθανε, ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ πραγματικὰ ἁγία.
Ἄλλες πηγὲς ὑπολογίζουν τὸν χρόνο κοιμήσεως τῆς Ἁγίας 100 περίπου χρόνια πρὶν τὸ 1462, διότι ἡ πρώτη βιογραφία της γράφτηκε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ρόδου Νεῖλο (1357).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Χριστοῦ τοῖς ἴχνεσιν, ἀκολουθήσασα, κόσμου τερπνότητα, Ὁσία ἔλιπες, καὶ ἐμιμήσω ἐν σαρκί, Ἀγγέλων τὴν πολιτείαν· ὅθεν ταῖς τοῦ Πνεύματος, δωρεαῖς κατεφαίδρυνας, τὴν ἐνεγκαμένην σε, νῆσον Χίον πανεύφημε· διὸ χαρμονικῶς ἐκβοᾷ σοι· χαίροις Ματρῶνα πανολβία.

 

Κοντάκιον.
Οὐδαμῶς τὸ θῆλύ σοι, ἐμποδὼν ὤφθη Ματρῶνα, πρὸς τοὺς ὑπὲρ ἄνθρωπον, ἀγῶνας ὄντως καὶ ἄθλους· ᾔσχυνας, διὸ τὸν μέγαν νοῦν θεοφόρε· εὔφρανας, τὸ γυναικεῖον μεγάλως γένος, τὸ ἐκείνου ταῖς σαῖς νίκαις, προσαφελοῦσα τῆς ἥττης ὄνειδος.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔβλυσας ἱδρῶτας ἀσκητικούς, ἐν τῇ Χίῳ Μῆτερ, ὡς καλλίκρουνός τις πηγή, ἐξ ὧν ἀπαντλοῦντες, Ματρῶνα μακαρία, παθῶν τῶν ψυχοφθόρων, ἐκκαθαιρόμεθα.

Οἱ Ἅγιοι Ἐβόρης καὶ Ἐνόης οἱ Μάρτυρες 

Μαρτύρησαν διὰ λιθοβολισμοῦ.
(Ὁρισμένοι Συναξαριστὲς τοὺς ἀναφέρουν σὰν Ἁγίες Ἐβόρη καὶ Ἐνόη. Ἀλλὰ μᾶλλον, πρόκειται περὶ τῶν μαθητῶν τοῦ Ἁγίου Μίλου, Ἐβόρη καὶ Σενόει).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ζεβίνας, Γερμανός, Νικηφόρος καὶ Ἀντώνιος (ἢ Ἀντωνίνος) οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μαρτύρησαν ἐπὶ Μαξιμιανοὺ (286 – 305). Καὶ ὁ μὲν Ἀντωνίνος ἦταν γέροντας, οἱ δὲ ὑπόλοιποι τρεῖς, νέοι.
Συνελήφθησαν ἐπειδὴ ἦταν χριστιανοί, ἀπὸ κάποιον Μάζο στὴν Καισαρεία καὶ ἀποκεφαλίστηκαν. (Ἡ μνήμη τους ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 12η Νοεμβρίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Μαναθῶ ἡ Παρθένος 

Μαρτύρησε καὶ αὐτὴ στὰ χρόνια του Μαξιμιανοῦ (286 – 305).
Συνελήφθη ἐπειδὴ ἦταν χριστιανὴ στὴ Σκυθούπολη τῆς Παλαιστίνης καὶ ἀφοῦ τὴν ἔσυραν γυμνὴ μέσα στὴν πόλη, τελικὰ τὴν ἔκαψαν ζωντανή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος Ἐπίσκοπος Τραπεζούντας 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές, γνωστὸς ὅμως στὴν ἐκκλησία τῆς Τραπεζούντας, στὴν ὁποία κάθε χρόνο αὐτὴ τὴ μέρα γιόρταζαν τὴ μνήμη του μὲ ἀσματικὴ Ἀκολουθία, ποὺ βρῆκε ὁ Κεραμεὺς Παπαδόπουλος σὲ χειρόγραφο στὴν Τραπεζούντα, ὅπως γράφει στὰ «Βυζαντινὰ Χρονικὰ» Σ.12, 143.
Ὁ Βασίλειος ἔζησε ἐπὶ βασιλείας Λέοντος τοῦ Σοφοῦ καὶ Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου. Γιὰ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του, κατατάχθηκε στοὺς Ἁγίους τῆς ἐκκλησίας τῆς Τραπεζούντας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μικροὺς λεγόμενους προφῆτες. Ἦταν γιὸς τοῦ Βαθουήλ, ἀπὸ τὴ φυλὴ Ρουβὴμ (αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι σαφές, διότι ἄλλοι τὸν θέλουν καταγόμενο ἀπὸ τὴν φυλὴ Γάδ), καὶ προφήτευσε ὅταν βασιλιὰς στὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα ἦταν ὁ Ἰωᾶς (878 – 838 π.Χ).

Τὸ προφητικό του βιβλίο, ἔχει λεχθεῖ ὅτι τὸ διακρίνει ὕφος ποιητικότατο, περίκομψο, ζωηρὸ καὶ ἀποτελεῖ κόσμημα τῆς ἑβραϊκῆς φιλολογίας. Νὰ τί λέει περὶ μετανοίας: «Καὶ νῦν λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν ἐπιστράφητε πρὸς μὲ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ὑμῶν καὶ ἐν νηστείᾳ καὶ ἐν κλαυθμῷ καὶ ἐν κοπετῷ καὶ διαρρήξατε τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ μὴ τὰ ἱμάτια ὑμῶν καὶ ἐπιστράφητε πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ὑμῶν , ὅτι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων ἐστι, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος». Καὶ τώρα, λέει ὁ Κύριος καὶ Θεός σας: Ἐπιστρέψτε μὲ μετάνοια σ’ ἐμένα μὲ ὅλη σας τὴν καρδιά, μὲ νηστεία καὶ μὲ δάκρυα μετανοίας. Σχίστε τὶς καρδιές σας ἀπὸ πόνο μετανοίας καὶ συναίσθηση τῆς ἐνοχῆς σας, καὶ ὄχι τὰ ἐνδύματά σας. Ἐπιστρέψτε στὸν Κύριο καὶ Θεό σας, διότι αὐτὸς εἶναι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος.

Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι τὸ προφητικὸ βιβλίο τοῦ Ἰωήλ, ἀποτελεῖται ἀπὸ τρία κεφάλαια, ποὺ ἐκεῖ μέσα προφητεύει τὴν ἔκχυση τῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Πράξ. στ’ 17) στὴν χριστιανικὴ ἐκκλησία, καθὼς ἐπίσης καὶ τὰ σημεῖα, ποὺ θὰ προηγηθοῦν τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου.

Ὁ προφήτης Ἰωὴλ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, περιττῶς ἐπαναλαμβάνουν τὴν μνήμη του καὶ τὴν 31η Μαρτίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἔμπνουν κειμήλιον, τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, Προφήτης θεόληπτος, ὤφθης σοφέ, Ἰωήλ, ἑλλάμψει τοῦ Πνεύματος· ὅθεν τῆς εὐσεβείας, ἡ πηγὴ ὡς προέφης, ἔβλυσε τοῖς ἐν κόσμῳ, ἐκ τοῦ οἴκου Κυρίου· ἧς νῦν καταπολαύοντες, πόθῳ τιμῶμέν σε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ, νοητῶς θεώρησας, ἐδέξω Ἰωήλ, τῶν μελλόντων τὴν γνῶσιν· τὸ Πνεῦμα γὰρ τὸ Ἅγιον, ὥσπερ ἔφης ἐκκέχυται, κατ’ ἐνέργειαν, εἰς πᾶσαν σάρκα Προφῆτα, τὴν πιστεύσασαν, τῷ ἐπὶ γῆς κενωθέντι, καὶ σὲ θαυμαστώσαντι.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθη ἀποστάζουσα γλυκασμόν, Ἰωὴλ Προφῆτα, σοῦ ἡ γλῶσσα προφητικόν· τὴν γὰρ ἐν τῷ Λόγῳ, ἀνάπλασιν τοῦ κόσμου, συμβολικῶς κηρύττει, δι’ ἧς ἐσώθημεν.

Ὁ Ἅγιος Οὔαρος ὁ Μάρτυρας

Μέτοχός της θερμῆς καὶ γενναίας πίστης, ποὺ ἀνθίζει καὶ θαυματουργεῖ στοὺς μεγάλους ἀγῶνες καὶ στὶς σκληρὲς δοκιμασίες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Οὔαρος, ἦταν στρατιώτης ἀπὸ τὰ Τύανα στὰ χρόνια τῶν διωγμῶν ἐπὶ Διοκλητιανού. Ἐκτελοῦσε καθήκοντα φρουροῦ στὶς φυλακές, ὅπου ἔκλειναν χριστιανούς. Τὰ παθήματά τους τὸν ἔθλιβαν καὶ ἡ γενναιότητά τους ἄναβε περισσότερο τὴν πίστη του. Ἦταν καὶ αὐτὸς χριστιανός, ἀλλὰ οἱ ἀνώτεροί του καὶ οἱ συστρατιῶτες του δὲν τὸ ἤξεραν. Ἑπομένως δὲν ὑπῆρχε ἐναντίον του καμία ὑποψία καὶ ἐπωφελούμενος ἀπ’ αὐτὸ κατόρθωνε νὰ φέρνει τροφὲς στοὺς μάρτυρες, νὰ τοὺς ἐνισχύει καὶ νὰ τοὺς παρηγορεῖ.

Κάποτε ἔφεραν στὴν φυλακὴ ἕξι πιστοὺς σεβάσμιους ἀσκητές. Ἦταν καὶ ἕβδομος, ἀλλὰ πέθανε στὸν δρόμο λόγω γήρατος ἀπὸ τὶς κακουχίες. Οἱ ἔγκλειστοι αὐτοί, μὲ τὴ φυσιογνωμία τῶν λόγων καὶ τῶν τρόπων τους, ἐπηρέασαν πολὺ τὴν ψυχὴ τοῦ Οὐάρου, ὥστε θέλησε νὰ πεθάνει μαζί τους. Ὅταν λοιπὸν τοὺς ρώτησε ὁ δικαστὴς ποὺ εἶναι ὁ ἕβδομος σύντροφός τους, ὁ Οὔαρος φώναξε «ἰδοὺ ἐγώ». Καὶ συγχρόνως ἄρχισε νὰ διακηρύττει ὅτι εἶναι Χριστιανός.

Μάταια προσπάθησαν οἱ ἀξιωματικοί του νὰ τὸν μεταπείσουν. Αὐτὸς παρακαλοῦσε τοὺς ἀσκητές, νὰ προσευχηθοῦν στὸν Θεὸ νὰ τοῦ δώσει δύναμη ν’ ἀντέξει στὰ βασανιστήρια ποὺ ἦταν πολὺ ἄγρια. Τελικὰ νίκησε. Πέθανε χωρὶς ν’ ἀλλαξοπιστήσει. Τὴν ἑπομένη κόπηκαν καὶ τὰ κεφάλια τῶν ἀσκητῶν.
Τὴ νύχτα χριστιανικὰ χέρια, ἔθαψαν εὐλαβικὰ τοὺς ἑπτὰ μάρτυρες τῆς πίστης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν Μαρτύρων ζηλώσας τὰ κατορθώματα, μαρτυρικῶς ἠγωνίσω ὑπὲρ τῆς δόξης Χριστοῦ, καὶ καθεῖλες τὸν ἐχθρὸν παμμάκαρ Οὔαρε· ἐν γὰρ ἰκρίῳ προσδεθείς, πρὸς τῷ ξύλῳ τῆς ζωῆς, νομίμως ἀποκατέστης, πρεσβευτικῇ χορηγίᾳ, καταφαιδρύνων τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὸν Σταυρὸν ὡς θώρακα, ἐνδεδυμένος παμμάκαρ, τῶν τυράννων ἤμβλυνας, τὰς πονηρὰς μεθοδείας· ἤνεγκας, τὰς ἀνυποίστους σαρκὸς βασάνους· ἤνυσας, τοὺς θείους ἄθλους γενναιοφρόνως· διὰ τοῦτο ἐκοσμήθης, θείῳ στεφάνῳ θεόθεν Οὔαρε.

 

Μεγαλυνάριον.
Σύμμορφος ἐγένου τοῖς Ἀθληταῖς, Οὔαρε τρισμάκαρ, ἀριστεύσας περιφανῶς· ὅθεν οὐρανίων, ἀξιωθεὶς χαρίτων, ὑπέρμαχος γνωρίζῃ, τοῖς σὲ γεραίρουσι.

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θαυματουργός ὁ ἀσκητής

Ἦταν Βούλγαρος στὴν καταγωγὴ καὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Σκρίνο, κοντὰ στὴν Σόφια (Βουλγαρίας), ἐπὶ βασιλείας Πέτρου τοῦ Βούλγαρου.

Ἔχοντας μοναχικὴ κλίση, πῆγε πρῶτα σὲ κάποια Μονὴ καὶ κατόπιν ἀνέβηκε στὸ ὄρος Ῥίλα. Ἐκεῖ ἔκτισε πρῶτα μικρὴ καλύβα, ποὺ μὲ τὸ χρόνο ἔγινε καταφύγιο πολλῶν μοναχῶν.
Ὁπότε ἔκτισε τὴν Μονὴ τοῦ Ῥίλα, στὴν ὁποία ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φερωνύμως χαρίτων τοῦ θείου Πνεύματος, τῇ ἰσαγγέλῳ ζωῇ σου ἀνακαθάρας τὸν νοῦν, εἰσεδέξω δαψιλῶς τὸν πλοῦτον Ὅσιε, καὶ θαυμάτων αὐτουργός, ἀνεδείχθης ἀληθῶς, Πατὴρ ἡμῶν Ἰωάννη, καθικετεύων ἀπαύστως, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῷ Ῥίλᾳ ἄγγελος Πάτερ ὡράθης, καὶ Μονὴν ἀνήγειρας, ὦ Ἰωάννη τῷ Χριστῷ, ἔνθα τὸ θεῖόν σου λείψανον, καθαγιάζει τοὺς πίστει προστρέχοντας.

Ὁ Ἅγιος Μνάσων ὁ ἀρχαῖος μαθητὴς 

«Μετὰ δὲ τὰς ἡμέρας ταύτας ἐπισκευασάμενοι ἀνεβαίνομεν εἰς Ἱερουσαλήμ, συνῆλθον δὲ καὶ τῶν μαθητῶν ἀπὸ Καισαρείας σὺν ἡμῖν, ἄγοντες παρ’ ὢ ξενισθῶμεν Μνάσων τινι Κυπρίω, ἀρχαίω μαθητή» (Πράξ. κα’ 15 – 16).

Δηλαδή, ὑστέρα ἀπὸ τὶς ἡμέρες αὐτὲς (ποὺ ἔμειναν στὴν Καισαρεία καὶ ὁ προφήτης Ἄγαβος προφήτεψε τὴν σύλληψη τοῦ Ἀποστόλου, ὅταν θὰ πήγαινε στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ τελευταῖα φορά), οἱ Ἀπόστολοι Παῦλος, Λουκᾶς καὶ οἱ σύντροφοί τους ἑτοίμασαν τὶς ἀποσκευές τους καὶ ἀνέβηκαν στὰ Ἱεροσόλυμα.

Ἐκεῖ ἦρθαν καὶ ἀπὸ τὴν Καισαρεία μερικοὶ ἀπὸ τοὺς μαθητὲς καὶ ἔφεραν μάλιστα μαζί τους καὶ κάποιον Μνάσωνα, Κύπριο παλιὸ μαθητὴ στὸ σπίτι τοῦ ὁποίου ἐπρόκειτο νὰ φιλοξενηθοῦν.

 

Ἀρχαῖος μαθητής!

Νὰ ὁ ἐπίζηλος τίτλος, τὸν ὁποῖο αὐτὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοὺ Λουκᾶ δίνει στὸν ἐκλεκτὸ Ἱεράρχη τῆς Κύπρου, τὸν Ἅγιο Μνάσωνα. Ἀρχαῖο μαθητὴ τὸν ὀνομάζει.

Τώρα πῶς ὁ Μνάσων βρέθηκε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ εἶχε μάλιστα καὶ σπίτι δικό του, στὸ ὁποῖο φιλοξενήθηκαν τόσοι μαθητές, δὲν γνωρίζουμε. Ἀπὸ τὸ συναξάρι του μανθάνουμε μόνο πὼς ὁ Ἅγιος Μνάσων γεννήθηκε στὴν Ταμασὸ ἀπὸ γονεῖς εἰδωλολάτρες.

 

Κάποια φορά, ὅταν ἦταν πιὰ μεγάλος, οἱ γονεῖς του ἔστειλαν αὐτὸν μαζὶ μὲ τὸν φίλο του Θεωνᾶ στὴν Ρώμη γιὰ νὰ διευθετήσουν τὴν διαφορὰ ποὺ ὑπῆρχε μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν τοῦ Πολιτικοῦ καὶ τοῦ χωριοῦ Πέρα ποιὸς ἀπὸ τοὺς ψευδώνυμους, εἰδωλολατρικοὺς θεούς, ποὺ εἶχαν προστάτες ἦταν ὁ μεγαλύτερος. Στὴν Ρώμη οἱ δυὸ φίλοι συνήντησαν μερικοὺς Ἀποστόλους ἐκ τῶν Ἑβδομήκοντα οἱ ὁποῖοι φαίνεται πὼς κατέφυγαν ἐκεῖ μετὰ τὸν λιθοβολισμὸ τοῦ Στεφάνου, καὶ ἀπὸ αὐτοὺς διδάχτηκαν τὰ περὶ τοῦ Ἰησοῦ Χρίστου. Τὰ λίγα ποὺ ἄκουσαν γιὰ τὴν καινούργια θρησκεία, ἄναψαν μέσα τους βαθὺ τὸν πόθο νὰ γνωρίσουν γι’ αὐτὴν περισσότερα. Γιὰ τοῦτο τὸν λόγο ἔσπευσαν νὰ συντομεύσουν τὸν χρόνο τῆς παραμονῆς τους στὴν Ρώμη καὶ νὰ φύγουν γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα. Τὸ ταξίδι τους εἶχε ἕναν σκοπό: Νὰ συναντήσουν ἐκεῖ τὸν κορυφαῖο Ἀπόστολο Πέτρο καὶ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, γιὰ τοὺς ὁποίους εἶχαν ἀκούσει πολλὰ καλὰ λόγια καὶ νὰ πληροφορηθοῦν ἀπὸ τὸ στόμα τους περισσότερα γιὰ τὸ ἀγαπημένο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ.

 

Ὁ εὐγενικὸς πόθος τους, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, βραβεύτηκε πλούσια στὴν Ἁγία Πόλη. Ἐδῶ οἱ δυὸ φίλοι συναντήθηκαν μὲ τὸν «ἠγαπημένον μαθητήν», τὸν Θεολόγο Ἰωάννη καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἄκουσαν καταλεπτῶς γιὰ ὅλη τὴν ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ Κυρίου. Στὸ τέλος, ἀφοῦ ἔλαβαν καὶ τὸ ἅγιο βάπτισμα, ἐπέστρεψαν στὴν πατρίδα τους τὴν Κύπρο. Ἦρθαν γιὰ νὰ σκορπίσουν καὶ ἐδῶ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Νά! μιὰ ἀληθινὴ ἐκδήλωση φιλοπατρίας.

 

Σὰν ἔφτασαν στὴν Κύπρο, μὲ μεγάλη χαρὰ πληροφορήθηκαν ὅτι οἱ Ἀπόστολοι Βαρνάβας, Μάρκος καὶ Παῦλος εἶχαν ἔρθει ἐδῶ πρὸ καιροῦ καὶ ἀνέλαβαν σκληρὴ ὁδοιπορία, γιὰ νὰ φωτίσουν τὶς σκοτισμένες ψυχές. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ Μνάσων κινήθηκε σὲ διάφορα μέρη νὰ τοὺς συναντήσει. Ἕνα πρωὶ οἱ κόποι του βραβεύτηκαν. Σ’ ἕνα σπήλαιο, ὅπως εἴδαμε καὶ στὸν βίο τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου, ὁ Μνάσων συνήντησε τοὺς Ἀποστόλους μαζὶ μὲ τὸν νεοφώτιστο ἐπίσκοπο, τοῦ ὁποίου ὁ «ἀρχαῖος, αὐτός, μαθητής» ἔσπευσε νὰ γίνει σύντροφος καὶ βοηθός του.

 

Ἀπὸ τὸ σπήλαιο τῆς Ταμασοῦ, στὸ ὁποῖο ἐγκαταστάθηκαν στὴν ἀρχὴ οἱ δύο μαθητὲς καὶ οἱ συνεργάτες τους, ἄρχισαν οἱ σωστικὲς ἐξορμήσεις μὲ ἀποτέλεσμα «ὁ λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ» νὰ γίνει σὲ λίγο καιρὸ πηγὴ παρηγοριᾶς καὶ ἐλπίδος γιὰ τὶς ἀποκαμωμένες καρδιές. Τὸ φλογερὸ κήρυγμα ἐνισχυόμενο ἀπὸ τὸ ζωντανὸ παράδειγμα μιᾶς ἁγίας ζωῆς καὶ τὰ πολλὰ θαύματα πρόσθεταν κάθε ἡμέρα καὶ νέες ψυχὲς στὸν ἀριθμὸ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας.

 

Πλούσια χαρίτωσε ὁ Θεὸς καὶ τὸν Ἅγιο Μνάσωνα μὲ τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα. Ἀπὸ τὸ συναξάρι του μανθάνουμε πὼς κάποια φορὰ ποὺ ὁ Ἅγιος βγῆκε ἀπὸ τὸ σπήλαιο ὅπου ἔμενε καὶ πῆγε στὴν πόλη, εἶχε περάσει ἀπὸ τὸν περικαλλὴ ναὸ τοῦ Ἀσκληπιοῦ, ποὺ βρισκόταν στὸ κέντρο τῆς Ταμασοῦ. Στὸ ἀντίκρισμα τοῦ ναοῦ μὲ τὰ πλούσια ἀγάλματα ἡ ψυχὴ τοῦ ἁγίου ἀγανάκτησε γιὰ τὸ κατάντημα τῶν συμπατριωτῶν του, μὰ καὶ ὄλου τοῦ ἀρχαίου κόσμου. «Τὰ εἴδωλα τῶν ἐθνῶν», ψέλλισε, «ἀργύριον καὶ χρυσίον ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων». Κι ἀφοῦ κοίταξε μὲ παράπονο τὰ λευκὰ μάρμαρα τοῦ ναοῦ καὶ τὸ ἀστραφτερὸ ἄγαλμα τοῦ Ἀσκληπιοῦ, ποὺ ἦταν στὸ μέσο, φώναξε!

 

-Στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, σὲ διατάζω νὰ πέσεις καὶ νὰ συντριβεῖς.

Δὲν πρόφτασε νὰ τελειώσει ὁ Ἅγιος καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε. Τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἀσκληπιοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρος ὁ ναὸς γκρεμίστηκαν τὴν ἴδια στιγμὴ καὶ ἔγιναν κομμάτια. Οἱ ψευδοϊερεῖς, ποὺ βρισκόντουσαν ἐκεῖ, καὶ παρακολουθοῦσαν τὰ γενόμενα μὲ δάκρυα ἔτρεξαν καὶ κατήγγειλαν στοὺς Ἕλληνες εἰδωλολάτρες τὰ ὅσα εἶδαν. Κι αὐτοί, ἔξαλλοι ἀπὸ ἱερὴ ἀγανάκτηση, ὄρμισαν νὰ συλλάβουν τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν σκοτώσουν. Μὰ ὁ φλογερὸς ἱεραπόστολος δὲν τὰ ἔχασε. Μὲ τὸ θάρρος τῆς χριστιανικῆς πίστεως ποὺ πλημμύριζε τὴν ψυχή του, στάθηκε ἀτάραχος, κοίταξε κατάματα τὰ μανιασμένα πλήθη, καὶ φύσηξε στὸ πρόσωπό τους. Μικροὶ καὶ μεγάλοι μὲ μιᾶς σταμάτησαν καὶ ἄρχισαν νὰ φωνάζουν μὲ πόνο: «Τὰ μάτια μας. Τὸ φῶς μας. Χάσαμε τὸ φῶς μας. Λυπήσου μας, ἄνθρωπε. Πιστεύουμε στὸν Θεό σου. Συγχώρησέ μας καὶ κάνε μας καλά».

 

Ὁ Ἅγιος στὶς παρακλήσεις τους ἔσπευσε ν’ ἀνταποκριθεῖ. Τοὺς ξανάδωσε τὸ φῶς τους σφραγίζοντας τὸν καθένα μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, καὶ ὕστερα τοὺς βάπτισε. Κι ἦταν ὅλοι κάπου τριακόσιοι. (Ἀκολουθία Ἁγίου Μνάσωνος σελ. 16, 1774).

 

Ἕνα μεγάλο μέρος ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη ζωὴ τοῦ Ἁγίου Μνάσωνος εἶναι συνδεδεμένο μὲ τὴν ζωὴ τοῦ πρώτου ἐπισκόπου τῆς Ταμασοῦ, τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου. Μαζὶ ἔμεναν στὴν ἀρχή. Στὸ ἴδιο σπήλαιο ποὺ χρησιμοποιόταν καὶ ὡς ναός. Ἀργότερα ὁ Μνάσων ἔφτιαξε δικό του κελί, δίπλα στὸ κελὶ τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου. Ὅμως μαζί του ἱερουργοῦσε, μαζί του προσευχόταν. Μὲ προθυμία τὸν βοηθοῦσε. Καὶ σὲ ὅλα του ἦταν πιστὸς καὶ ἀφοσιωμένος ἀκόλουθος.

 

Στὸ ἱεραποστολικὸ ταξίδι ποὺ ἀνέλαβε ὁ Ἠρακλείδιος στὴν Πάφο, ὁ Μνάσων τὸν ἀκολούθησε πρόθυμα καὶ πολὺ τοῦ συμπαραστάθηκε στὸ ἱερὸ ἔργο. Ἀλλὰ καὶ στὴν ἐκτέλεση θαυμάτων, ὅπως ἀναγράφεται στὴν ἀκολουθία του, καθόλου δὲν ὑστέρησε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Δάσκαλό του.

 

Ὁ Μνάσων, ὅπως ἀναφέραμε καὶ στὸν βίο τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου, ἀνέστησε τὴν Τροφίμη, τὴν μητέρα τοῦ Ἀετίου, ποὺ ἀπὸ τὴν βαθιὰ θλίψη της γιὰ τὸν θάνατο τοῦ παιδιοῦ της κτύπησε τὸ κεφάλι στὸν τοῖχο καὶ ἔπεσε κάτω νεκρή.

 

Κάποια ἄλλη φορὰ ἀνέστησε ἀπ’ τὸν τάφο ἕνα πάλι νεκρὸ μὲ ἀποτέλεσμα τετρακόσιοι εἰδωλολάτρες νὰ πιστεύσουν καὶ νὰ βαπτιστοῦν τὴν ἴδια μέρα.

 

Ἔφραξε τὸ στόμα κάποιου δύστροπου χρεώστη, ποὺ μιὰ ἡμέρα ἅρπαξε ἕναν πιστὸ ἀδελφὸ καὶ ζητοῦσε νὰ τὸν στραγγαλίσει, γιὰ νὰ πάρει πίσω ἕνα ἐνέχυρο ποὺ τοῦ εἶχε δώσει. Ὁ Ἅγιος Μνάσων τοῦ πῆρε τὸ χέρι καὶ μὲ γλυκύτητα τοῦ εἶπε:

 

Ἄφησέ τον, παιδί μου, καὶ θὰ σοῦ ἐπιστρέψει ὅ,τι τοῦ ἔδωκες.

 

Ὁ δύστροπος ὅμως καὶ ἄνομος χρεώστης, ποὺ εἶδε τὴν στιγμὴ ἐκείνη νὰ πλησιάζουν καὶ ἄλλοι ὅμοιοί του, ἀντὶ νὰ ἀφήσει τὸ δυστυχισμένο θύμα του, ἄρχισε νὰ τὸ πιέζει περισσότερο καὶ νὰ βλαστημᾶ τὸν Κύριο.

Στὶς ὕβρεις καὶ τὶς βλασφημίες τοῦ σκληροῦ καὶ ἄδικου Ἀλέξανδρου — ἔτσι λεγόταν ὁ χρεώστης – ὁ Ὅσιος του εἶπε:

 

Τὸ ἄνομο στόμα σου, ποὺ ὑβρίζει καὶ βλασφημεῖ τὸν δημιουργό, θὰ μείνει ἄλαλο καὶ κλειστό. Καὶ τὸ χέρι ποὺ ἐπιτίθεται καὶ ζητᾶ νὰ βλάψει τὸν ἀθῶο, θὰ ξηρανθεῖ.

 

Δὲν πρόφτασε νὰ τελειώσει ὁ Ἅγιος τὰ λόγια του καὶ ἡ τιμωρία βρῆκε τὸν ἄνομο καὶ ὑβριστῆ. Ὁ Ἀλέξανδρος ἔμεινε ἄλαλος καὶ ξερός.

 

Τὸ θαῦμα κατατρόμαξε τοὺς παριστάμενους. Μερικοὶ μάλιστα ἔσπευσαν νὰ δηλώσουν πίστη στὸν Θεὸ τοῦ Ἁγίου. Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς ἦταν καὶ κάποιος Γελάσιος ποὺ ἐπίστευσε μὲ ὅλο τὸν οἶκο του καὶ βαπτίστηκε.

 

Τὸ παράδειγμά του μιμήθηκε καὶ ὁ Ἀλέξανδρος. Μὲ δάκρυα ποὺ ἔτρεχαν καὶ ἔβρεχαν τὰ ἐνδύματά του ζητοῦσε μὲ διάφορες κινήσεις τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἅγιος τὸν λυπήθηκε. Τὸν συγχώρησε, τὸν θεράπευσε καὶ στὸ τέλος τὸν βάπτισε.

 

Στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μνάσωνος ἀναφέρονται καὶ ἄλλα θαύματα. Μερικὰ εἶναι καὶ τοῦτα:

 

«Μίαν τῶν ἡμερῶν» ποὺ ὁ Ἅγιος ξεκίνησε νὰ πάει στὸ χωριὸ Πέρα, βρῆκε τὸν ποταμὸ κατεβασμένο μὲ πολὺ νερό. Ἀφοῦ στάθηκε καὶ εἶπε μία προσευχή, ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ τότε τὰ νερὰ στάθηκαν καὶ ὁ ἅγιος πέρασε στὴν ἄλλη μεριὰ σὰν τὸν προφήτη Ἠλία, «ἁβρόχοις ποσί».

 

Θεράπευσε δαιμονισμένους καὶ τυφλούς. Κατέπαυσε τρικυμία καὶ πρόλαβε ναυάγιο. Σὲ καιρὸ ξηρασίας, προσευχήθηκε, καὶ οἱ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ ἄνοιξαν καὶ ἔπεσαν εὐεργετικὲς βροχές. Ὁ Ἅγιος Μνάσων διαδέχτηκε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ταμασοῦ τὸν δάσκαλο καὶ προστάτη του, τὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο. Μὲ τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὴν ἀτσαλένια θέλησή του, μὲ τὸ κήρυγμα καὶ τὰ θαύματά του ἡ στρατιὰ τῶν ὀπαδῶν τοῦ Χριστοῦ μεγάλωνε καθημερινὰ καὶ τὸ φῶς τῆς καινούργιας ζωῆς ἁπλωνόταν μὲ τὴν δράση του σ’ ὅλο τὸ βασανισμένο νησί.

 

Τὸ σωστικὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου συνεχίστηκε ὡς τὰ βαθιά του γηρατειά. Ὅταν πλησίασε ὁ καιρὸς ν’ ἀφήσει τὸν κόσμο καὶ νὰ πάει στὸν οὐρανό, κάλεσε κοντά του τοὺς μαθητές του, καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωκε χρήσιμες συμβουλὲς καὶ τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ λυπηθοῦν, χειροτόνησε ἀντικαταστάτη του τὸν Ροδώνα «ψήφῳ κοινῇ» ὅλων τῶν πολιτῶν τῆς Ταμασοῦ.

 

Τρεῖς μέρες μετὰ τὰ γεγονότα αὐτά, στὶς 19 τοῦ Ὀκτώβρη, ἡ ἁγία ψυχὴ τοῦ ταπεινοῦ καὶ σεμνοῦ ἐπισκόπου, ἐγκατέλειψε τὰ γήινα καὶ πέταξε γιὰ τὸν οὐρανό. Στὸ ἄκουσμα τὸ θλιβερό του θανάτου του τὰ πλήθη τῶν πιστῶν προσέτρεξαν ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη, γιὰ νὰ ἀποχαιρετήσουν τὸν πατέρα τους καὶ νὰ ἀσπασθοῦν γιὰ τελευταῖα φορὰ τὸ τίμιο λείψανό του. Τὴν ὥρα τοῦ ἀσπασμοῦ «τυφλοὶ ἀνέβλεπον, χωλοὶ περιεπάτουν καὶ δαίμονες ἔφευγον ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους». Οἱ μαθητὲς κήδευσαν τὸ ἅγιο σῶμα «ἐντίμως καὶ εὐλαβῶς πλησίον τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου».

 

Ἀργότερα ὁ σεβασμὸς τῶν χριστιανῶν πρὸς τὸν μεγάλο αὐτὸν Ἅγιο ἔστησε λίγο πέρα ἀπὸ τὸν τάφο του ἕνα μοναστήρι, τὸ ὁποῖο σήμερα δυστυχῶς δὲν ὑπάρχει. Μιὰ μικρὴ ἐκκλησία ὑφίσταται μονάχα ἀπὸ τὴν παλιὰ ἐκείνη δόξα. Μιὰ ἐκκλησία ποὺ διαλαλεῖ τὰ περασμένα μεγαλεῖα καὶ θυμίζει σὲ ὅσους τὴν ἐπισκέπτονται, μιὰ ἐποχὴ σκληρῶν ἀγώνων καὶ

μαρτυρίων, γιὰ νὰ ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τὸ κεφάλι ψηλὰ καὶ νὰ καυχώμαστε γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ καταγωγή μας καὶ τὴν ὀρθόδοξη πίστη μας.

 

Τὸ ἐκτιμοῦμε ὅμως αὐτὸ οἱ τωρινοὶ κάτοικοι τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων; Ἀλήθεια! Τὸ ἐκτιμοῦμε;

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἕξι Ὁσιομάρτυρες οἱ ἐρημίτες 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Οὔαρο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Κλεοπάτρα 

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Περιποιήθηκε τὸν Ἅγιο Οὔαρο, ὅταν τὸν βασάνιζαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίως τὸν βίον σου, διαγαγοῦσα σεμνή, τὴν χάριν ἐτρύγησας, ἐκ τῆς ἁγίας σοροῦ, Οὐάρου τοῦ Μάρτυρος· ὅθεν τῆς οὐρανίου μετασχοῦσα εὐκλείας, πρέσβευε τῷ Σωτῆρι, Κλεοπάτρα Ὁσία, δοθῆναι ἡμῖν πᾶσι, πταισμάτων συγχώρησιν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων.
Τοῖς ἐναρέτοις σου τρόποις θεόληπτε, θεοπρεπῶς τὴν ζωήν σου κοσμήσασα, καθάπερ ἐλαία κατάκαρπος, ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ ἀνεβλάστησας· διὸ Κλεοπάτρα τιμῶμέν σε.

 

Μεγαλυνάριον.
Κλέος ἐκομίσω παρὰ Θεοῦ, Μῆτερ Κλεοπάτρα, τῇ ὁσίᾳ σου βιοτῇ, καὶ τῆς αἰωνίου, ζωῆς ἀξιωθεῖσα, μνημόνευε τῶν πίστει μνημονευόντων σου.

Ὁ Ἅγιος Σαδῶθ (ἢ Σαδῶκ ἢ Σαδῶχ) ὁ Ἐπίσκοπος καὶ οἱ 120 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Περσία 

Ὁ Σαδῶθ πιστεύοντας στὸν Χριστὸ ἔγινε ἐπίσκοπος τῆς μικρῆς χριστιανικῆς κοινότητας τῆς Περσίας. Λόγω τοῦ φιλανθρωπικοῦ του ἔργου ἦταν ἀγαπητὸς ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Κάτι ποὺ ἐνοχλοῦσε τοὺς ἱερεῖς τῶν Περσῶν.

Γι’ αὐτὸ τὸν κατηγόρησαν στὸν Σαπῶρ. Αὐτὸς πιστεύοντάς τους κάλεσε τὸν Ἅγιο νὰ ἀπολογηθεῖ καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό.
Ὁ Σαδῶθ ἀρνήθηκε καὶ γι’ αὐτὸ ὁδηγήθηκε στὸν δήμιο μαζὶ μὲ 120 Χριστιανοὺς ποὺ ἀνῆκαν στὸ μικρὸ ἀλλὰ ἐκλεκτὸ ποίμνιό του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Λεόντιος ὁ φιλόσοφος

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Φήλιξ καὶ Εὐσέβιος οἱ Μάρτυρες

Ὁ πρῶτος ἦταν Πρεσβύτερος καὶ ὁ δεύτερος Διάκονος. Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Frideswide (Ἀγγλίδα) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς Ἁγίας της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἦταν γιὸς τοῦ Βεηρεῖ ἀπὸ τὴν Βελεμῶθ τῆς φυλῆς Ἰσάχαρ καὶ ἔζησε τὸν ὄγδοο αἰώνα π.Χ., ἐπὶ βασιλέων τοῦ Ἰούδα, Ὀζίου, Ἰωάθαμ, Ἄχαζ, Ἐζεκία καὶ τοῦ Ἰσραὴλ Ἱεροβοὰμ Β’. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, εἶναι ὁ πρῶτος ἀπὸ τοὺς δώδεκα μικροὺς λεγόμενους προφῆτες.

Ὁ Ὠσηὲ ἦταν ψυχὴ γεμάτη ἀπὸ ζῆλο γιὰ τὸ θεῖο Νόμο, γι’ αὐτὸ καὶ στὸ προφητικό του βιβλίο καταγγέλλει εὐθέως τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ εἶχε μολυνθεῖ ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία. Οἱ συμβολισμοὶ του θεωροῦνται δυσεξήγητοι, ἀλλὰ σαφέστατα ἐκδηλώνει τὴν πίστη του στὸν Σωτήρα Χριστό.

Μάλιστα, ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας χρησιμοποίησε μία σπουδαία φράση τοῦ Ὠσηέ, πρὸς τοὺς Φαρισαίους (Ματθ. θ’ 3), ἡ ὁποία λέει: «Ἔλεος θέλω καὶ οὐ θυσίαν καὶ ἐπίγνωσιν Θεοῦ ἢ ὁλοκαυτώματα». Δηλαδή, λέει ὁ Θεὸς μέσω τοῦ Ὠσηέ: «Προτιμῶ τὴν εἰρηνικὴ ἀγάπη σας πρὸς ἐμένα καὶ ὄχι τὶς τυπικὲς θυσίες, καὶ θέλω νὰ ἔχετε ἐπίγνωση τοῦ θείου θελήματος περισσότερο, παρὰ τὰ χωρὶς νόημα καὶ οὐσία ὁλοκαυτώματα ποὺ προσφέρετε».
Ἐπίσης, φράσεις τοῦ Ὠσηὲ χρησιμοποίησαν καὶ οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος στὶς ἐπιστολές τους. Ὁ Ὠσηὲ λέγεται ὅτι ἔζησε 75 χρόνια, καὶ μετὰ παρέδωσε στὸ Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον ἔσοπτρον, τοῦ Παρακλήτου, ἐχρημάτισας, σοφὲ Προφῆτα, τὰς σεπτὰς ἐκφαντορίας δεχόμενος· ὅθεν ἐν κόσμῳ μελλόντων τὴν πρόγνωσιν, ὥσπερ φωτὸς λαμπηδόνας ἐξήστραψας. Ὠσηὲ ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῇ θεαυγεῖ μαρμαρυγῇ μυσταγωγούμενος

Προφητικῆς θεηγορίας κατηξίωσαι

Τὰς τῆς χάριτος προλέγων ἐπαγγελίας.

Ἀλλ’ ὡς θείας Ὠσηὲ εὐκλείας σύσκηνος

Πολυτρόπων συμφορῶν ἡμᾶς ἀπάλλαξον
Τοὺς βοῶντάς σοθ, χαίροις σκεῦος τοῦ Πνεύματος.

 

Μεγαλυνάριον.
Στόμα θεηγόρον πεπλουτηκώς, τὴν οἰκονομίαν, προκατήγγεολας τοῦ Χριστοῦ, Ὠσηὲ Προφῆτα, καὶ τούτῳ ὥσπερ ἔφης, χορὸς τῶν Ἀποστόλων, κατηκολούθησε.

Ἀνακομιδὴ καὶ Κατάθεσις τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου καὶ Δικαίου Λαζάρου 

Ὅπως γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη ἦταν ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν ὁποῖο ἀνάστησε (βλέπε Κυριακὴ τῶν Βαΐων).

Αὐτὸς λοιπὸν πῆγε στὴν Κύπρο, ὅπου χειροτονήθηκε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, ἐπίσκοπος Κιτίου καὶ δίδασκε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ ἐπὶ πολλὰ χρόνια ποίμανε θεάρεστα τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, κάνοντας πολλὰ θαύματα.
Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, τὸ 890, ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Λέων ὁ ΣΤ’, ἀφοῦ ἔκτισε μεγαλόπρεπο Ναὸ καὶ Μοναστήρι στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου καὶ Δικαίου Λαζάρου, ἔδωσε διαταγὴ καὶ ἀνακομίστηκε τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Κιτιαίων, στὸν προαναφερθέντα Ναὸ στὴν Κωνσταντινούπολη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς φίλον σε γνήσιον, καὶ Ἱεράρχην σοφόν, Χριστοῦ τοῦ Παντάνακτος, ἀνευφημοῦμεν πιστῶς, θεόληπτε Λάζαρε· σὲ γὰρ ἀπὸ τοῦ τάφου, ἤγειρε τεταρταῖον, ᾧπερ ἀμέμπτῳ βίῳ, ἱεράτευσας μάκαρ· καὶ νῦν ἀπαύστως πρέσβευε, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὥσπερ οἰκεῖος τοῦ Χριστοῦ καὶ φίλος γνήσιος

Ἀπὸ τοῦ τάφου ἐξηγέρθεις τετραήμερος

Τῷ κελεύσματι Κυρίου τῷ ζωηφόρῳ.

Ἀλλ’ ὡς βήματι τῷ θείῳ παριστάμενος

Καθικέτευε λυτροῦσθαι πάσης θλίψεως
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Ἅγιε Λάζαρε.

 

Μεγαλυνάριον.
Νεκρὸν τεταρταῖόν σε ὁ Χριστός, ἤγειρεν ἐκ τάφου, οἷα φίλον εἰλικρινῆ· ἔνθεν Ἱεράρχης, ἐδείχθης θεοφόρος, καὶ πρόεδρος Κιτίου, Λάζαρε ἔνδοξε.

Οἱ Ἅγιοι Κοσμᾶς, Δαμιανός, Λεόντιος, Ἄνθιμος καὶ Εὐπρέπιος οἱ Ἀνάργυροι καὶ οἱ σὺν αυτῶν 15 Ἀνάργυροι 

Ἦταν μεταξύ τους κατὰ σάρκα, ἀλλὰ καὶ κατὰ πνεῦμα ἀδέλφια ἀπὸ τὴν Ἀραβία. Εὐσεβεῖς καὶ οἱ πέντε, ἀπὸ τὸν αὐτὸ ἐμπνεόμενοι θεῖο ζῆλο καὶ ἀπὸ τὰ αὐτὰ κινούμενοι φιλάνθρωπο αἰσθήματα, ὄχι μόνο πολλὲς ἀγαθοεργίες εἶχαν ἐπιτελέσει μὲ τὴν ἰατρική τους τέχνη, ἀλλὰ καὶ πολλοὺς εἶχαν ἑλκύσει στὴ χριστιανικὴ πίστη.

Καταγγέλθηκαν γι’ αὐτὸ καὶ συνελήφθηκαν μαζὶ μὲ ἄλλους δεκαπέντε ακόμα Ἀναργύρους, κατὰ τὸν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ διωγμὸ στὴ Λυκία ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα ἐν Αἰγαὶς Λυσία.
Μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, ὅλοι ὑπέστησαν τὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν τῶν ἰάσεων, χάριν πλουτήσαντες, πάθη δυσίατα, ταχέως παύετε, καὶ χορηγεῖτε δωρεάν, Ἀνάργυροι τὰς ἰάσεις· φάρμακα γὰρ νέμοντες, ἀληθῶς τὰ σωτήρια, ῥῶσίν τε καὶ λύτρωσιν, τοῖς νοσοῦσι βρεβεύετε, κουφίζοντες τοὺς πίστει βοῶντας· χαῖρε εἰκὰς τῶν Ἀναργύρων.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἰατῆρες παθημάτων ἑτοιμότατοι

Καὶ τῶν ἐν νόσοις συμπαθέστατοι ἀκέστορες,

Εἰκοσάριθμε χορεία τῶν Ἀναργύρων,

Ἀπὸ πάσης ἀσθενείας καὶ κακώσεως

Ἀσινεῖς τε καὶ ἀτρώτους διασώζετε
Τοὺς κραυγάζοντας, χαίρετε θεῖοι Ἀνάργυροι.

 

Μεγαλυνάριον.
Χάριν δεδεγμένοι παρὰ Θεοῦ, δωρεὰν τὰς νόσους, θεραπεύετε τῶν πιστῶν, καὶ τῶν βαρυτάτων, παθῶν λυτροῦσθε θᾶττον, τοὺς ἐπικαλουμένους, ὑμᾶς Ἀνάργυροι.

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ὁσιομάρτυρας 

Ὁ τολμηρὸς καὶ ἐλεύθερος στὸ φρόνημα καὶ τὸν λόγο Ὁσιομάρτυρας Ἀνδρέας, καταγόταν ἀπὸ τὴν Κρήτη καὶ ἔζησε τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορας Κωνσταντίνου Ε’ τοῦ Κοπρώνυμου.

Ὅταν αὐτὸς ξεκίνησε διωγμὸ κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, ὁ Ἀνδρέας πληροφορήθηκε τὰ ἔκτροπα ποὺ γίνονταν ἐναντίον ἐκείνων ποὺ τὶς προσκυνοῦσαν, γι’ αὐτὸ ἄφησε τὴν Κρήτη καὶ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Καὶ ὅταν εἶδε ἀπὸ κοντὰ τὴ βία κατὰ τῶν ὀρθοδόξων, αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκη ἀπὸ ἱερὴ ἀγανάκτηση νὰ ἐλέγξει τὸν ἴδιο τὸν αὐτοκράτορα. Καὶ ἡ εὐκαιρία τοῦ δόθηκε ὅταν ὁ Κωνσταντῖνος ὁ Ε’ βγῆκε ἀπὸ τὸ παλάτι. Στὴν ἐπιστροφὴ ὁ Ἀνδρέας παραφύλαξε καὶ μὲ θάρρος τὸν πλησίασε καὶ τὸν ρώτησε: «ἄρα χριστιανὸς εἰ, βασιλεῦ;». Ὁ Κωνσταντῖνος ἔμεινε ἐμβρόντητος στὴν ἀρχή. Ἀλλὰ ἔπειτα ἐξοργισμένος διέταξε νὰ τὸν συλλάβουν.

Ἡ διαταγὴ ἐκτελέστηκε καὶ μάλιστα ἕνας ἀπὸ τοὺς ὑπασπιστὲς κτύπησε τὸν Ἀνδρέα καὶ συγχρόνως τὸν ρώτησε: «οὕτως ἐδιδάχθης ἀτιμάζειν τὸν βασιλέα;». Καὶ ὁ Ἀνδρέας τοῦ ἀπάντησε μὲ τὸν ἑξῆς ἀθάνατο λόγο: «οὐδεὶς ἁμαρτάνει βασιλέα ἐλέγχων παρανομοῦντα». Θυμωμένος τότε ἀκόμα περισσότερο ὁ βασιλιάς, διέταξε καὶ μαστίγωσαν ἄγρια τὸν Ἀνδρέα. Ἔπειτα τὸν παρέδωσαν σὲ ὄχλο εἰκονομάχων, ποὺ τὸν ἔσυραν ἐπάνω σὲ κοφτερὲς πέτρες.

Κατόπιν κάποιος ἀγροῖκος ψαρὰς μὲ κοφτερὸ τσεκούρι, ἔκοψε τὸ πόδι τοῦ Ἁγίου καὶ ἔτσι μετὰ ἀπὸ λίγο πέθανε. Τὸ λείψανό του τὸ ἔριξαν σὲ ἀκάθαρτο τόπο, ἀλλὰ ὀρθόδοξα χέρια τὸ πῆραν νύχτα καὶ τὸ ἔθαψαν εὐλαβικὰ σὲ τόπο ὀνομαζόμενο "τῆς Κρίσεως".
(Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 21η Ὀκτωβρίου, μετὰ τῶν Ἁγίων Στεφάνου, Παύλου καὶ Πέτρου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀσκητικῶς προγυμνασθεὶς ἐν τῷ Ὄρει, τὰς νοητὰς τῶν δυσμενῶν παρατάξεις, τῇ πανοπλίᾳ ὤλεσας παμμάκαρ τοῦ Σταυροῦ· αὖθις δὲ πρὸς ἄθλησιν, ἀνδρικῶς ἀπεδύσω, κτείνας τὸν Κοπρώνυμον, τῷ τῆς πίστεως ξίφει· καὶ δι’ ἀμφοῖν ἐστέφθης ἐκ Θεοῦ, Ὁσιομάρτυς, Ἀνδρέα ἀοίδιμε.

 

Κοvτάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, ἡ Βασιλεύουσα πόλις, ἑορτὴv ὑπέρλαμπρον, τῆς φωτοφόρου σου μνήμης, ἅπασαv προσκαλουμένη πόλιv καὶ χώραv· χαίρει γάρ, ὡς κτησαμένη θησαυρὸv μέγαν, τὸ πολύαθλόν σου σῶμα, Ἀνδρέα Μάρτυς, Ὀρθοδοξίας φωστήρ.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔμψυχος ἀνδρείας ὀφθεὶς εἰκών, τῶν Εἰκονομάχων, κατεπτόησας τὴν ἰσχύν, καὶ τῷ αἵματί σου, Ἀνδρέα ὑπογράφεις, τὴν τῶν σεπτῶν Εἰκόνων, τιμὴν ἐν Πνεύματι.

Οἱ Ἅγιοι Ἀντίγονος, Λουκιανός, Τερέντιος, Νικομήδης καὶ Θεοφάνης 

Ἄγνωστοι στὰ Συναξάρια καὶ τὰ Μηναῖα, μνημονεύονται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 χωρὶς βιογραφικά τους στοιχεῖα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἁγίες Ἰσιδώρα καὶ Νεοφύτη 

Ἄγνωστες στοὺς Συναξαριστές. Μνημονεύονται στὸν Μορσελλιανὸ Συναξαριστή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ ἐν Γεωργίᾳ 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Μνημονεύεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο ὡς ἑξῆς: «Μνήμη Κοσμᾶ μαρτυρήσαντος ἐν Γεωργίᾳ».
(Βλ. Καλλίστου Ἀρχιμανδρίτου, Ἱεροσολ. Κανονάριον σελ. 114).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Μνήμη πάντων τῶν Προστατῶν καὶ Πολιούχων Ἁγίων της Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ὕδρας 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἦταν ἐπικεφαλὴς ἀξιωματικὸς τῶν ρωμαίων στρατιωτῶν, στὴν ἐκτέλεση τῆς θανατικῆς καταδίκης τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἐκτελοῦσε τὴ διαταγὴ τοῦ Πιλάτου, ἀγνοοῦσε ποιὸς ἦταν ὁ Ἰησοῦς, γι’ αὐτὸ παρέστη σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς φρικτῆς τραγωδίας. Ὅμως ἡ ψυχὴ τοῦ Λογγίνου δὲν εἶχε τὶς φαρισαϊκὲς παρωπίδες καὶ τὴν ἀχρειότητα τῶν ρωμαίων στρατιωτῶν. Εἶδε σὲ βάθος τὸ θύμα καὶ πρόσεξε σ’ αὐτὸ τὴν ἀγαθότητα, τὴ σεμνότητα, ἀλλὰ καὶ τὴν γαλήνη ποὺ τὸ διέκρινε.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου, ὅταν εἶδε τὸ καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ νὰ σχίζεται στὰ δυό, τὴν γῆ νὰ σείεται, τὶς πέτρες νὰ ραγίζουν καὶ τὰ μνημεῖα νὰ ἀνοίγουν, φωτίσθηκε ἀκόμα περισσότερο. Δὲ χωροῦσε πλέον καμιὰ ἀμφιβολία μέσα του, καὶ μὲ ὅλη του τὴν δύναμη διακήρυξε κάτι, ποὺ ὅλοι ὅσοι ἔχουν καθαρὰ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς τους στὴν παντοδυναμία τοῦ Κυρίου διακηρύττουν: «Ἀληθῶς ὁ ἄνθρωπος οὗτος υἱὸς ἣν Θεοῦ». Ἀλήθεια, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν υἱὸς Θεοῦ, ὁ Θεάνθρωπος Σωτὴρ τοῦ κόσμου.
Ἡ εἴδηση ὅτι ὁ Λογγῖνος ἀσπάσθηκε καὶ κήρυττε τὴν χριστιανικὴ πίστη, ἐξήγειρε τὴν μανία τῶν Ἰουδαίων, καὶ μὲ ἐνέργειές τους στὴ ρωμαϊκὴ ἐξουσία, τὸν ἀποκεφάλισαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τὸν Ἥλιον τῆς δόξης Σταυρῷ προσηλωθέντα, καὶ τοῖς ἐν σκιᾷ τοῦ θανάτου ἐκλάμποντα ὡς εἶδες, ηὐγάσθης αὐτοῦ ταῖς ἀστραπαῖς, καὶ ἤθλησας Λογγῖνε εὐσεβῶς· διὰ τοῦτο νοσημάτων παντοδαπῶν, λυτροῦσαι τοὺς ἐκβοῶντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιοv. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐφροσύνως γέγηθεν ἡ Ἐκκλησία, ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον, τοῦ ἀοιδίμου Ἀθλητοῦ Λογγίνου ἀνακραυγάζουσα· Σύ μου τὸ κράτος Χριστὲ καὶ στερέωμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Κῆρυξ καὶ αὐτόπτης ὤφθης τρανῶς, τοῦ σαρκὶ παθόντος, εὐδοκίᾳ Λόγου Θεοῦ· εὐθαρσῶς γὰρ τούτου, τὴν ἔγερσιν κηρύττων, ὑπὲρ αὐτοῦ Λογγῖνε, προθύμως τέθυσαι.

Οἱ Ἅγιοι Δύο Στρατιῶτες 

Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Λογγῖνο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Λεόντιος, Δομέτιος, Τερέντιος καὶ Δομνῖνος οἱ Μάρτυρες 

Ὅλοι μαρτύρησαν διὰ πυρός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Μαλός 

Συνετὸς καὶ ὀλιγαρκὴς στὰ νεανικά του χρόνια ὁ Ὅσιος Μαλός, ἔμεινε φτωχὸς στὴν ὕλη γιὰ νὰ γίνει πλούσιος ἐν Χριστῷ. Δὲν ἦταν μεγάλης μορφώσεως, ἦταν ὅμως πολλῆς πίστεως καὶ ζήλου θερμοῦ. Ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ διδάσκει δημόσια, ἔκανε κήρυγμα στὸν κάθε ἕνα χωριστά.

Ὁ Μαλὸς εἶχε μεγάλη πνευματικὴ διάκριση, ὥστε νὰ μὴ γίνεται βαρύς, ἐνοχλητικὸς καὶ ἄστοχος στὶς ἰδιαίτερες αὐτὲς νουθεσίες. Ἡ θεία χάρη τὸν εἶχε ὁπλίσει μὲ μεγάλη λεπτότητα καὶ ἀγάπη, ποὺ τοῦ ὑπαγόρευαν πάντοτε τί ἦταν συμφέρον νὰ εἰπωθεῖ καὶ τί ἔπρεπε νὰ παραλειφθεῖ.

Στὴν συνέχεια ἀκολούθησε τὴν ἐρημικὴ ζωή. Ἀλλὰ ὅσοι μάθαιναν ποὺ βρίσκεται ἔρχονταν καὶ τὸν ζητοῦσαν στὸ ἐρημητήριό του. Καὶ αὐτὸς ὅμως, κατὰ διαστήματα, κατέβαινε στὶς πόλεις, ὄχι γιὰ νὰ κάνει ὁμιλίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ σκορπίσει εὐεργεσίες. Διότι ὁ Κύριος τὸν εἶχε προικίσει καὶ μὲ τὴ δύναμη νὰ θεραπεύει θαυματουργικὰ διάφορες ἀρρώστιες. Πολλοὶ μάλιστα βρῆκαν τὴν γιατρειά τους μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ Ὁσίου Μαλοῦ καὶ διὰ μόνου τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν του.
Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἐξεδήμησε πρὸς τὸν Κύριο, τὸ λείψανο τοῦ ἀνάβλυζε μύρο καὶ ἔγινε πηγὴ ἰάσεως διαφόρων ἀσθενειῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Gall (Γάλλος) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ o ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Ἐπίσης καὶ στὸ βιβλίο «H ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωμένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ. Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1997.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Γεννήθηκε στὰ Σαμόσατα τῆς Συρίας ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, καὶ μὲ ἀνάλογο τρόπο ἀνατράφηκε.

Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, διαμοίρασε στοὺς φτωχοὺς τὴν πατρική του περιουσία καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν μελέτη τῶν θείων Γραφῶν, διότι στὴν σκέψη του ἐπικρατοῦσαν τὰ λόγια του Ἀπ. Παύλου: «Πᾶσα γραφὴ θεόπνευστος καὶ ὠφέλιμος πρὸς διδασκαλίαν, πρὸς ἔλεγχον, πρὸς ἐπανόρθωσιν, πρὸς παιδείαν τὴν ἐν δικαιοσύνῃ». Δηλαδή, ὅλη ἡ Γραφὴ ἔχει ἐμπνευσθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ εἶναι ὠφέλιμη γιὰ νὰ διδάσκει τὴν ἀλήθεια, νὰ ἐλέγχει τὶς πλάνες, νὰ διορθώνει αὐτοὺς ποὺ ἁμαρτάνουν καὶ νὰ παιδαγωγεῖ στὴν ἀρετή.

Κατόρθωσε, λοιπόν, καὶ ὁ Λουκιανὸς νὰ γίνει βαθὺς γνώστης τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια. Ἐκεῖ δίδασκε μὲ θάρρος καὶ ἀκρίβεια τὸ θεῖο λόγο, ἐνθαρρύνοντας τοὺς χριστιανοὺς στὸ μαρτύριο. Στὴν Ἀντιόχεια, μάλιστα, ἵδρυσε σχολή, ὅπου φοίτησαν ἀρκετοὶ μαθητές, καταρτιζόμενοι στὰ χριστιανικὰ δόγματα καὶ στὴν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς.

Ὅταν ὁ Λουκιανὸς ἔμαθε ὅτι στὴ Νικομήδεια ὁ Διοκλητιανὸς καταδίωκε καὶ θανάτωνε τοὺς χριστιανούς, ἄφησε τὴν Ἀντιόχεια καὶ πῆγε στὴ Νικομήδεια γιὰ νὰ στηρίξει καὶ νὰ ἐνισχύσει τοὺς Χριστιανοὺς στὸ μαρτύριο.
Συνελήφθη, ὅμως, ἀπὸ τὸν Διοκλητιανὸ καὶ κλείστηκε στὴν φυλακή, ὅπου καὶ πέθανε ἀπὸ πείνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείῳ Πνεύματι, λελαμπρυσμένος, γνῶσιν ἔνθεον, ἐταμιεύσω, καὶ τῆς πίστεως τὸν λόγον ἐτράνωσας· ὅθεν Μαρτύρων ἀλείπτης γενόμενος, Λουκιανὲ ἐν ἀθλήσει ἠρίστευσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Ὡς ἐρμηνεὺς τῶν ζωηφόρων ῥημάτων, καὶ ἱερεὺς τῶν τοῦ Θεοῦ μυστηρίων, Λουκιανὲ θεόληπτε ἐνήθλησας στερρῶς· ὅθεν τὸ ἐσώτερον, καταπέτασμα Μάρτυς, χαίρων διελήλυθας, καὶ Χριστοῦ τῷ προσώπῳ, ἐνεφανίσθης πάντοτε ἡμῖν, τοῖς σὲ τιμῶσιν, αὐτὸν ἱλεούμενος.

 

Ἕτερον Κοντάκιοv. Ἦχος β’. Τὴν ἐv πρεσβείαις.
Τὸv ἐν ἀσκήσει τὸ πρότεροv λαμπρυνθέντα, καὶ ἐν ἀθλήσει τὸ δεύτερον φαιδρυvθέντα, πάντες ὡς φωστήρα σὲ φαιδρότατον, Λουκιανὲ τοῖς ὕμvοις, ἐνδόξως σὲ γεραίρομεν. Πρεσβεύων μὴ παύση ὑπὲρ πάντων ἡμῶv.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἄρτῳ διαθρέψας πνευματικῷ, πιστῶν τὰς καρδίας, ὡς τοῦ λόγου διανομεύς, λιμῷ καταισχύνεις, τὸν λιχνοβόρον ὄφιν, Λουκιανὲ ἀθλήσας, καθάπερ ἄσαρκος.

Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Νέος 

Γεννήθηκε στὶς μέρες τοῦ αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου Λέοντα Ε’ τοῦ Ἀρμενίου (813 – 820), σὲ κάποια κωμόπολη τῆς Γαλατίας, τὴν Ὀψῶ, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Ἄγκυρα (σημερινὴ πρωτεύουσα τῆς Τουρκίας). Οἱ γονεῖς του ἦταν πλούσιοι καὶ εὐσεβεῖς, καὶ ὀνομάζονταν Ἐπιφάνιος καὶ Ἄννα. Εἶχαν καὶ δυὸ κόρες, τὴν Μαρία, ποὺ ἦταν πρεσβυτέρα καὶ τὴν Ἐπιφάνια.

Ὅταν ὁ Ἅγιος ἦλθε σὲ κατάλληλη ἡλικία, παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε μία κόρη τὴν Ἀναστασῶ (τὴν γυναῖκά του τὴν ἔλεγαν Εὐφροσύνη). Ἐπειδὴ ὅμως ἐπιθυμοῦσε τὴν μοναχικὴ πολιτεία, ἀφοῦ τακτοποίησε τὶς οἰκογενειακές του ὑποθέσεις, πῆγε σὲ μοναστήρι, κοντὰ στὸν Ὅσιο Ἰωαννίκιο, στὸν Ὄλυμπο τῆς Βιθυνίας. Ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ δοκιμασία, γίνεται μοναχός, τὸ 842, μὲ τὸ ὄνομα Εὐθύμιος, ἀπὸ Νικήτας ποὺ ὀνομαζόταν πρῶτα.

Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὰ χρόνια ἀσκήσεως στὸ κοινόβιο αὐτό, ὁ Εὐθύμιος ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀπὸ ἐκεῖ ἐπέστρεψε στὸν Ὄλυμπο καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες καὶ ταξίδια, ἵδρυσε κοντὰ στὴν Θεσσαλονίκη τὴ Μονὴ Περιστερῶν τὸ 871, ὅπου ἐγκαταστάθηκε καὶ τὴν ἀνέδειξε μὲ τὴν ἄριστη πνευματικὴ ζωή του, σὲ ἄριστο πνευματικὸ κέντρο.

Ἔτσι λοιπόν, ἀσκητικὰ καὶ θεάρεστα ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 15η Ὀκτωβρίου 894.
Τὴν βιογραφία του συνέγραψε ὁ ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Βασίλειος, ποὺ ὑπῆρξε καὶ μαθητὴς τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, διηυγασμένος, ἠκολούθησας, Χριστῷ ὁσίως, θεοφόρε παμμάκαρ Εὐθύμιε· καὶ διαφόροις ἐν τόποις ἐξέλαμψας, καὶ τῷ χειμάρρῳ τοῦ Ἄθω ἡσύχασας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῇ ἰσαγγέλῳ πολιτείᾳ σεμνυνόμενος

Τῶν δωρεῶν τοῦ Παρακλήτου κατηξίωσαι

Καὶ ὡς ἥλιος ἐξέλαμψας ἐν Ὁσίοις.

Μεθ’ ὧν πρέσβευε Χριστῷ τῷ Παντοκράτορι

Ἐκ παντοίων συμφορῶν λυτροῦσθαι πάντοτε
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Εὐθύμιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἄσκησιν ὁσίαν διαδραμών, ὡς λύχνος ἐκλάμπεις, ἐν τῷ Ἄθῳ φωτοφανῶς, Εὐθύμιε Πάτερ καὶ πανταχοῦ πυρσεύεις, τὴν αἴγλην τῶν ἁγίων κατορθωμάτων σου.

Ὁ Ὅσιος Βάρσος 

Ἔζησε μετὰ τὰ μέσα τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ., ὅταν ἡ ἀρειανικὴ αἵρεση τάραζε τὴν Ἐκκλησία. Εἶχε ἤδη διακριθεῖ ὡς ἐπίσκοπος Ἐδέσης.

Περνώντας ἀπὸ τὴ Φοινίκη, τὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Θηβαΐδα πλούτισε τὶς γνώσεις του ἀλλὰ καὶ ἐξαπλώθηκε ἡ φήμη του. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ μείνει ἀμέτοχος στὴν διαμάχη μεταξὺ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς αἱρέσεως τῶν Ἀρειανῶν. Ὑπερασπιζόταν τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν διδασκαλία του.

Ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης, ὑπερασπιστῆς τῶν αἱρετικῶν, τὸν ἐξόρισε στὸ νησὶ Ἄρανδον. Ὅμως οἱ πιστοὶ ἔσπευδαν ἐκεῖ γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουν. Γι’ αὐτὸ τὸν μετέφεραν στὴν Ὁλορόγγο τῆς Αἰγύπτου. Ὅμως δὲν παραδόθηκε.
Ἔτσι τὸν φυλάκισαν σὲ ἕνα φρούριο στὴν Ἀλγερία, ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ γονεῖς τοῦ Ναζαρίου (Ἀφρικανὸς καὶ Περπετούα) λέγεται ὅτι ὑπῆρξαν μαθητὲς τοῦ Ἀπ. Πέτρου, ὁ ὁποῖος τοὺς εἵλκυσε στὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ τοὺς βάπτισε. Ὁ γιὸς τους ἔμεινε ὀρφανὸς σὲ νεαρὴ ἡλικία, μέσα σὲ μία διεφθαρμένη κοινωνία. Ἀλλὰ ὁ Ναζάριος εἶχε κληρονομήσει τὶς ἀρετὲς τῶν γονέων του. Ἔμεινε ἁγνὸς καὶ ἄμεμπτος, σύμφωνα μὲ τὴν συμβουλὴ τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα Ἀπ. Πέτρου, ποὺ λέει: «Τᾶς ψυχᾶς ὑμῶν ἠγνικότες ἐν τῇ ὑπακοῇ τῆς ἀληθείας». Ὀφείλετε, λέει ὁ Ἀπ. Πέτρος, νὰ κάνετε ἁγνὲς καὶ καθαρὲς τὶς ψυχές σας ἀπὸ κάθε ἀκάθαρτο πάθος καὶ ἐπιθυμία καὶ κλίση, μὲ τὴν ὑπακοή σας στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.

Καὶ ὁ Ναζάριος ὄχι μόνο ἔμεινε ἁγνὸς μέσα στὸ διεφθαρμένο κοινωνικό του περιβάλλον, ἀλλὰ ὅταν ἔγινε 20 χρονῶν διαμοίρασε τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς φτωχοὺς καὶ ἄρχισε περιοδεῖες, κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο μὲ πολλὴ καρποφορία.

Ὅταν πῆγε στὰ Μεδιόλανα, συνάντησε δυὸ εὐσεβεῖς ἄνδρες, τὸν Προτάσιο καὶ τὸν Γερβάσιο. Ἐκεῖ, καὶ οἱ τρεῖς μαζὶ διὰ τοῦ θείου λόγου πέτυχαν πολλὲς κατακτήσεις. Ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν ὄχλο, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς ἀνώτερες κοινωνικὲς τάξεις.

Κατόπιν ὁ Ναζάριος πῆγε στὴν Γαλλία, ὅπου μὲ τὸ δίχτυ τοῦ λόγου εἶχε πολλὲς ἐπιτυχίες. Μεταξὺ αὐτῶν ποὺ πίστεψαν, ἦταν καὶ μία νεαρὴ ψυχή, ὁ Κέλσιος.
Ὅταν ὁ Ναζάριος ἐπέστρεψε στὰ Μεδιόλανα, τὸν συνέλαβαν. Προηγουμένως εἶχαν συλλάβει καὶ τοὺς Προτάσιο καὶ Γερβάσιο. Ὁ ἔπαρχος Ἀννουλῖνος, ὅταν εἶδε ὅτι δὲν ἄλλαζαν τὴν πίστη τους, ὅλους, μαζὶ μὲ τὸ νεαρὸ Κέλσιο, τοὺς ἀποκεφάλισε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τετράριθμον σύνταγμα, τῶν Ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ, Ναζάριον μέλψωμεν, σὺν Γερβασίῳ ὁμοῦ, Προτάσιον Κέλσιον· οὗτοι γὰρ τὴν Τριάδα, ἀνεκήρυξαν πᾶσι, λύσαντες δι’ ἀγώνων, τὴν πολύθεον πλάνην. Αὐτῶν Χριστὲ ἱκεσίαις, πάντας ἐλέησον.

 

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.

Μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ, τὴv τετράριθμον δόξαv, ὑμνήσωμεν πιστοί, εὐφημίαις ᾀσμάτωv, Ναζάριοv Προτάσιον, καὶ Γερβάσιον Κέλσιον· οὗτοι ἤθλησαν μέχρι τομῆς καὶ θανάτου· οὗτοι στέφανον, τῆς ἀφθαρσίας λαβόντες, αἰτοῦσι σωθῆναι ἡμᾶς.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς ἡνωμένοι τῷ πνεύματι Ἅγιοι, τῆς ὁμονοίας τηρεῖν τὴν ἑνότητα, ἐν πᾶσιν ἡμᾶς ἐνισχύσατε, καὶ εὐσεβείας κηρύττειν τὰς χάριτας, ἡμῖν θεῖον λόγον βραβεύσατε.

 

Μεγαλυνάριον.
Φάλαγξ τῶν Μαρτύρων τετραμελής, τετράκρουνος βρύσις, τῶν ναμάτων τῶν μυστικῶν, Ναζάριε Κελσίῳ, μετὰ τοῦ Προτασίου, καὶ Γερβασίου ἅμα, κόσμῳ ἐδείχθητε.

Ἡ Ὁσία Παρασκευὴ ἡ Νέα 

Καταγόταν ἀπὸ τοὺς Ἐπιβάτες τῆς Θράκης.

Ἀπὸ μικρὴ ἔκανε ἀγαθοεργίες καὶ ὅταν μεγάλωσε ἔφυγε ἀπὸ τὸ πατρικό της σπίτι καὶ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ προσκυνήσει τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων.

Ἀπὸ ἐκεῖ ἀναχώρησε στὴν Ἡράκλειᾶ τοῦ Πόντου, ὅπου γιὰ πέντε χρόνια εἶχε ἀναλάβει τὴν περιποίηση κάποιου ναοῦ. Κατόπιν ἔφυγε στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ μία γυναικεία Μονή, ὅπου γιὰ ἀρκετὰ χρόνια ἀσκήθηκε στὴν ἀρετή.

Ἔπειτα ἀναχώρησε πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Καλλικράτεια τῆς νοτιοανατολικῆς Θράκης, ὅπου παρέμεινε δύο χρόνια στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ ἐκεῖ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Τὴν ἀκολουθία της συνέγραψε ὁ Συρίγος Μελέτιος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Ἐν Ἰορδάνῃ.

Τῆς χαμαιζήλου τρυφῆς σοφῶς τὴν ἀπόλαυσιν, ὑπεριδοῦσα πρὸς θεῖα ἤρθης σκηνώματα, καὶ τῶν ἰάσεων τοῖς πιστοῖς πηγὴν κατέλιπες, τὸ ἱερόν σου σκῆνος Μῆτερ πανεύφημε, Ἐπιβατῶν τὸ καύχημα τὸ σεπτόν, καὶ βεβαία προστάτις Παρασκευή. Μὴ παύσῃ θερμῶς Χριστῷ τῷ Θεῷ, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσα.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ὥσπερ βλάστημα θεῖον Ἐπιβάται τιμῶσί σε, καὶ ἡ Καλλικράτεια Μῆτερ ὡς προστάτιν καὶ ἔφορον· παρέχεις γὰρ ἀεὶ Παρακσευή, ὡς χάριν κεκτημένη ἐκ Θεοῦ, τῆς θερμῆς σου προστασίας τὰς δωρεάς, τοῖς εὐλαβῶς βοῶσί σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ σταφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον.Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς δοξασθεῖσα δωρεᾷ τῇ ὑπὲρ ἔννοιαν

Παρασκευὴ τῇ ἐναρέτῳ πολιτείᾳ σου

Ἀφθαρσίᾳ τὸ σὸν σκῆνος ἐθαυμαστώθη,

Ἁγιάζον τοὺς προστρέχοντας τῇ σκέπῃ σου

Τῇ ἐν τούτῳ ἐνοικούσῃ θείᾳ χάριτι
Καὶ βοῶντάς σοι, χαίροις Μῆτερ ἰσάγγελε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις θεοφόρε Παρασκευή, Ἐπιβατῶν γένος, καὶ ἀγλάϊσμα ἱερόν· τῆς Καλλικρατείας, χαῖρε ἡ προστασία, καὶ Ὀρθοδόξων πάντων, τὸ ἐγκαλλώπισμα.

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θαυματουργός ὁ Ἀγαλλιανός Ἀρχιεπίσκοπος Μηθύμνης 

Γεννήθηκε τὸ 1492 στὸ χωριὸ Φάραγγα τῆς Μυτιλήνης (κοντὰ στὴν Καλλονή) καὶ ἐπονομαζόταν Ἀγαλλιανός. Ὁ πατέρας του Ἐμμανουὴλ Ἀγαλλιανὸς ἦταν ἱερέας στὴ Μυτιλήνη.

Ὁ Ἰωάννης (αὐτὸ ἦταν τὸ πρῶτο του ὄνομα), σὲ νεαρὴ ἡλικία παντρεύτηκε καὶ ἔγινε καὶ αὐτὸς ἱερέας. Μετὰ τὸν θάνατο τῆς γυναίκας του καὶ τῶν παιδιῶν του, ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα, τὸν Μεθόδιο, ἀπὸ κάποια ἐπιδημικὴ ἀρρώστια, ἀποσύρθηκε στὸν Ταξιάρχη τοῦ Λειμώνα, ἀσχολούμενος μὲ μελέτη, προσευχὴ καὶ τὴν καλλιέργεια τοῦ πατρικοῦ κτήματος.

Στὰ χρόνια της Τούρκικης κατοχῆς τοῦ νησιοῦ, πρόσφερε μεγάλες καὶ σημαντικὲς ὑπηρεσίες στὰ ἐκεῖ μοναστήρια καὶ στοὺς ὑπόδουλους χριστιανούς.
Γιὰ ὅλα αὐτά, καθὼς καὶ γιὰ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του, ἔγινε ἐπὶ Ἱερεμίου τοῦ Β’ τὸ 1531 Μητροπολίτης Μηθύμνης. Καὶ στὸ νέο του πόστο ὁ Ἰγνάτιος ἀναδείχτηκε ἄριστος ποιμένας καὶ ἔτσι θεάρεστα ἀφοῦ ποίμανε τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1566.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος ἀ’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν ποιμενάρχην Μηθύμνης Ἰγνάτιον ᾄσμασι, τὸν μετὰ πάντων ἁγίων δοξασθέντα ἐν θαύμασιν, ὑμνήσωμεν ἀπαύστως οἱ πιστοί, συμφώνως ἐν τῇ τούτου ἑορτῇ, καὶ ὡς πλεῖστα κατιδόντες ὑπ’ αὐτοῦ, θεραπευθέντα πάθη ἐκβοήσωμεν. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ὁ Θαυματουργός καὶ ἁπλὸς ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ, δούκας Τζερνηγοβιγίας (Ρῶσος) 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Μελωδός 

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Μελωδὸς ἀνατράφηκε ἀπὸ τὸν εὐσεβῆ Σέργιο, ποὺ ἦταν πατέρας τοῦ Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ.

Ὁ Σέργιος ἦταν ὑπουργὸς οἰκονομικῶν του Χαλίφη τῶν Ἀράβων. Ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Κοσμᾶς εἶχαν ἀγάπη καὶ ἔφεση πρὸς τὴν μάθηση εἴτε αὐτὴ ἀφοροῦσε τὶς ἐπιστημονικὲς γνώσεις εἴτε τὶς ἱερὲς γνώσεις τῆς θρησκείας μας. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ὁ Σέργιος προσπαθοῦσε νὰ τοὺς βρεῖ ἕνα σοφὸ δάσκαλο. Ἡ εὐκαιρία ποὺ ἔψαχνε παρουσιάστηκε ὅταν οἱ Ἄραβες σὲ μία λεηλασία ποὺ ἔκαναν στὴ Σικελία ἔπιασαν αἰχμάλωτο τὸν μοναχὸ Κοσμᾶ ἀπὸ τὴν Καλαβρία. Ὁ Σέργιος τὸν ἐλευθέρωσε καὶ τοῦ πρόσφερε τὴν φιλοξενία του μὲ ἀντάλλαγμα νὰ διδάξει τοὺς υἱούς του.

Ὁ Κοσμᾶς ἦταν ἄνδρας ἐγκυκλοπαιδικώτατος, εἶχε σπουδάσει Θεολογία, Φιλολογία, Μαθηματικὰ καὶ ἦταν ἱκανὸς νὰ διδάξει φιλοσοφία καὶ ρητορική. Γνώριζε ἐπίσης μουσικὴ καὶ ποίηση. Ὑπὸ τὴν καθοδήγησή του λοιπὸν ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Κοσμᾶς προέκοψαν λαμπρῶς.

Μετέβησαν στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου ἔγιναν δεκτοὶ ἀπὸ τὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα. Ὁ Κοσμᾶς μετὰ ἀπὸ προτροπὴ τοῦ Πατριάρχη τῶν Ἱεροσολύμων χειροτονήθηκε τὸ 743 ἐπίσκοπος Μαϊουμᾶ, ἡ ὁποία ἀρχαιότερα ὀνομαζόταν Ἀνδήδων καὶ ἦταν παραθαλάσσια πόλη στὴν Παλαιστίνη.
Διετέλεσε τὰ καθήκοντά του μὲ ἐπιμέλεια καὶ εὐσυνειδησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Οὐράνιον ἅμιλλαν, διατυπῶν ἐν σαρκί, ἐπίγειον αἴνεσιν, τῷ ἐν ὑψίστοις Θεῶ, πανσόφως συνήρμοσας, σὺ γὰρ ὥσπερ κιθάρα, τῆς εὐσήμου σοφίας, ᾔνεσας ὑψηγόρως, τοῦ Σωτῆρος τὴν δόξαν. Διό σε Κοσμᾶ θεηγόρε, ὕμνοις γεραίρομεν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Κεκοσμημένος ἀρεταῖς Κοσμᾶ θεόπνευστε

Τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ κόσμος γεγένησαι

Καὶ τοῖς ᾄσμασιν ἐκόσμησας ταύτην μάκαρ.

Ἀλλὰ πρέσβευε πρὸς Κύριον τοῦ ῥύεσθαι

Ἐκ παντοίων μηχανῶν τοῦ πολεμήτορος
Τοὺς σοὶ κράζοντας, χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ κοσμήτωρ τῶν ἑορτῶν, ὁ ἐνθέως ᾄσας, ὥσπερ ἄλλος νέος Δαβίδ, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, Κοσμᾶ τῇ τῶν Ὁσίων, Χριστοῦ τὰ μεγαλεῖα, τοῦ σὲ δοξάσαντος.

Ὁ Ὅσιος Σιλβανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ Γέρων

Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Παλαιστίνης Γάζα τὴν ἐποχὴ τοῦ Διοκλητιανοῦ (284 – 304) καὶ ἦταν ἄνθρωπος πράος, ἄκακος καὶ γηραλέος στὴν ἡλικία. Προηγούμενα δὲ ἦταν στρατιωτικός. Λόγω τῆς καθαρῆς ζωῆς τοῦ ἔγινε Πρεσβύτερος στὴν Ἐκκλησία τῆς Γάζας.

Αὐτὸς λοιπόν, στάθηκε μὲ θάρρος μπροστὰ στὸν ἄπιστο λαὸ τῆς Καισαρείας (τῆς Παλαιστίνης) καὶ τὸν ἤλεγξε γιὰ τὴν ἀσέβειά του. Τότε ὁ ὄχλος τὸν ἔδειρε σκληρὰ καὶ ἔσπασε τὰ πλευρά του.

Ἔπειτα καταδικάστηκε νὰ δουλεύει στὰ μεταλλεῖα, ποὺ βρίσκονταν στὴν τοποθεσία Ζωόρους. Ἐκεῖ ὅμως, μὲ παρότρυνση τοῦ λαοῦ, γίνεται ἐπίτροπος.

Μετὰ ἀπὸ λίγο, λόγω γήρατος, ἀλλὰ καὶ ἀσθενείας, ἀποκεφαλίζεται ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, παίρνοντας ἔτσι τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Μαζὶ δὲ μὲ τὸν Ἅγιο Σιλβανό, ἀποκεφαλίστηκαν καὶ ἄλλοι 40 Μάρτυρες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἄλλοι ἦταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἄλλοι ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι 40 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ Παλαιστίνη 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Σιλβανό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Αὐσελάμου 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀνία (ἢ Ἀνέα) τῆς Ἐλευθερούπολης καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ δυνατὸ σῶμά του ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀνδρεία ψυχή του.
Ἀφοῦ ὑπέφερε πολλὰ γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστό, τελικὰ τὸ ἔτος 292, ἐπὶ βασιλείας Διοκλητιανοῦ, μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, κάηκε ζωντανὸς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, παίρνοντας ἔτσι τὸ ἄφθαρτο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr