Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία. Ἔζησε στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.) καὶ κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ σχολαρίου τοῦ στρατηλάτου.

Ἡ φιλήσυχη καὶ φιλομόναχη διάθεσή του καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν ἀσκητικὸ βίο, τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ γίνει μοναχός. Ἐγκατέλειψε λοιπὸν τὶς τιμὲς καὶ τὰ ἀξιώματά του καὶ ἀποσύρθηκε σὲ ὄρος πετρῶδες τῆς Χαλκηδόνος, τὴν Ὀξεῖα Πέτρα, ὅπου καὶ ἀσκήτευε, ἐνῷ παράλληλα ἀσχολήθηκε μὲ τὴν μελέτη καὶ σπουδὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τόση δὲ ἦταν ἡ φήμη του γιὰ τὶς σπάνιες ἀρετὲς καὶ τὴν βαθιὰ θεολογικὴ μόρφωσή του, ὥστε προσκλήθηκε στὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνεκλήθη τὸ ἔτος 451 στὴν Χαλκηδόνα γιὰ νὰ καταδικάσει τὶς κακοδοξίες τοῦ Εὐτυχοῦς.

Στὸ ἀσκητήριό του καθημερινὰ προσέρχονταν πολλοί, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ πολλοὶ πλούσιοι ποὺ τοῦ ἔφερναν τροφὲς καὶ δῶρα.

Ἀλλὰ ἐκεῖνος χρησιμοποιοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του λίγο ψωμὶ γιὰ τὴ συντήρησή του καὶ κερὶ γιὰ τὸ παρεκκλῆσι του. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ διαμοίραζε στοὺς πτωχούς. Ὁ σεβασμὸς πρὸς τὸν Ὅσιο ἔγινε αἰτία νὰ ἱδρυθεῖ στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ γυναικεία μονή.
Ὁ Ἅγιος Θεὸς ἀξίωσε τὸν Ἅγιο Αὐξέντιο τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας καὶ ἔτσι ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα. Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 470 – 472 μ.Χ. Στὸ Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀναφέρεται ὅτι τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Ἁγίου κατατέθηκε στὸν εὐκτήριο οἶκο τῆς γυναικείας μονῆς ποὺ ἵδρυσε καὶ ἡ ὁποία ὀνομαζόταν Τριχιναρία. Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὴ μονὴ τοῦ Καλλιστράτου ἐντὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὥσπερ φοῖνιξ ηὐξήθης Πάτερ ὑψίκομος, δικαιοσύνης ἐκφέρων τοὺς ψυχοτρόφους καρπούς· σὺ γὰρ βίον ἱερὸν πολιτευσάμενος, τῆς Ἐκκλησίας στηριγμός, καὶ θαυμάτων αὐτουργός, Αὐξέντιε ἀνεδείχθης, διὰ παντὸς ἱκετεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἐγκρατείας ὕδασι, πανευκλεῶς ἐκβλαστήσας, ὡς ἐλαία εὔκαρπος, ἐν τοῖς Ὁσίοις ἐφάνης· κόσμου γάρ, ἀπαρνησάμενος τὴν ἀπάτην, γέγονας, ὑπερκοσμίου φωτὸς δοχεῖον, δι’ οὗ λάμπρυνον ἐνθέως, τοὺς σὲ τιμῶντας, Πάτερ Αὐξέντιε.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Κατατρυφήσας θεόφρον τῆς ἐγκρατείας, καὶ τὰς ὀρέξεις τῆς σαρκὸς χαλινώσας, ὤφθης τῇ πίστει σου αὐξανόμενος, καὶ ὡς φυτὸν ἐν μέσῳ τοῦ Παραδείσου ἐξήνθησας, Αὐξέντιε Πάτερ ἱερώτατε.

 

Μεγαλυνάριον.
Κατηγλαϊσμένος ταῖς ἀρεταῖς, ὤφθης ἐν τῶ βίῳ, θεοφόρε περιφανής, ἄιγλῃ εὐσεβείας, καὶ χάριτι θαυμάτων, Αὐξέντιε ῥυθμίζων, τοὺς προσιόντας σοι.

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ἦταν Πρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε στὴ Ρώμη ἐπὶ αὐτοκράτορα Κλαυδίου (41 – 54 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Πρόκλος, Ἀπολλώνιος καὶ Ἐφήβιος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες συνελήφθησαν ὅταν πῆγαν νὰ ἐνταφιάσουν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρα Οὐαλεντίνου καὶ μαρτύρησαν στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Τέρνι

Ὁ Ἅγιος Οὐαλεντίνος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τέρνι καὶ μαρτύρησε στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Βάσσιος, Ἀντώνιος καὶ Πρωτόλικος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βάσσιος, Ἀντώνιος καὶ Πρωτόλικος μαρτύρησαν στὴν Ἀλεξάνδρεια βληθέντες στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων ἦταν Πρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴν Ἀλεξάνδρεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μάρων 

Ὁ Ὅσιος Μάρων ἔζησε πρὶν τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἐπειδὴ ἀγαποῦσε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ τὴν ἡσυχία εἶχε στήσει τὸ ἀσκητήριό του σὲ κορυφὴ βουνοῦ τῆς πόλεως Κύρρου τῆς Συρίας. Ἐκεῖ ὑπῆρχε ἐρειπωμένος εἰδωλολατρικὸς ναός, τὸν ὁποῖο ὁ Ὅσιος τὸν μετέτρεψε σὲ τόπο λατρείας τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου του καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁδήγησαν καὶ προσείλκυσαν κοντά του πολλοὺς μοναχούς, χάριν τῶν ὁποίων ὁ Ὅσιος ἔκτισε μονὲς καὶ ἀσκητήρια στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Κύρρου.
Ὁ Ὅσιος Μάρων, μετὰ ἀπὸ ἀσθένεια, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης 

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (395 – 408 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κύρρο τῆς Συρίας καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ὅταν ἔμαθε ὅτι σὲ κάποιο χωριὸ τοῦ Λιβάνου οἱ κάτοικοι ἦταν ὅλοι εἰδωλολάτρες, μετέβη ἐκεῖ καὶ μὲ τὴ διδασκαλία, τὴν ἁγία βιοτή του καὶ τὴ φιλανθρωπική του δράση, ἀφοῦ πλήρωσε ὁ ἴδιος τοὺς φόρους στοὺς εἰσπράκτορες ποὺ πίεζαν τὸν λαό, προσείλκυσε στὴ χριστιανικὴ πίστη πολλοὺς ἐθνικούς. Οἱ Χριστιανοὶ ἔκτισαν ναὸ στὸ χωριό τους καὶ εἶχαν τὸν Ἅγιο ὡς ἱερέα τους.

Ὁ Ὅσιος Ἀβραάμης, μετὰ ἀπὸ τριετὴ δράση, ἐπέστρεψε στὸ κελί του καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη στὴν πόλη τῶν Καρρῶν τῆς Παλαιστίνης, στὴν ὁποία ἔγινε Ἐπίσκοπος ἀγωνιζόμενος νὰ ὁδηγήσει στὴν ἀληθινὴ πίστη τοὺς εἰδωλολάτρες κατοίκους αὐτῆς.
Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς ἀποστολικῆς δράσεως αὐτοῦ ἔφθασε μέχρι τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ δὲ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος, ποὺ ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν δεῖ προσωπικά, τὸν κάλεσε στὴν Βασιλεύουσα. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε εἰρηνικά. Τὸ τίμιο λείψανό του, κατὰ βασιλικὴ προσταγή, τὸ προέπεμψαν μὲ μεγάλες τιμὲς στὴν πόλη τῶν Καρρῶν, ὅπου καὶ ἐνταφιάσθηκε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Φιλήμων ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φιλήμων μαρτύρησε τὸν 10ο αἰῶνα μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος ὁ ἐν Καρτιλίῳ ἀσκήσας

Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος γεννήθηκε στὴν Ἄνδρο στὶς ἀρχὲς τοῦ 18ου αἰῶνα μ.Χ. Διακόνησε στὴν ἀρχὴ ὡς νεωκόρος τοῦ ναοῦ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στὸ Γαλατὰ τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ κατόπιν χειροτονήθηκε διάκονος. Ὡς διάκονος ἐγκαθίσταται στὴν παραθαλάσσια κωμόπολη Κατιρλὶ τῆς Νικομήδειας καὶ ἀσκητεύει στὸ Κατίρλιον ὄρος τῆς Προποντίδος. Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Κύριος, ἔκαναν πολλοὺς νὰ προσέρχονται σὲ αὐτὸν γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ τὴν ἴαση. Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος Ε’ (1748 – 1751, 1752 – 1757) τὸν εἶχε πνευματικὸ πατέρα.

Ὅταν ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Ε’ διὰ συνοδικῆς ἀποφάσεως καθιέρωσε τὸν ἀναβαπτισμὸ τῶν προσερχόμενων Ρωμαιοκαθολικῶν, Διαμαρτυρομένων καὶ Ἀρμενίων στὴν ὀρθόδοξη πίστη, ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος τὸν ὑποστήριξε μὲ τὰ κηρύγματά του. Ἔγινε δὲ ὁ ἡγέτης τῆς μερίδας ποὺ ὑποστήριζε τὴν βάπτιση τῶν ἑτεροδόξων. Ὅταν ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Ε’, οἱ ἐπικρατήσαντες καταδίωξαν καὶ τὸν Ὅσιος Αὐξέντιο. Μάταια ὅμως. Ὁ ἀποσταλεῖς στὸ Κατίρλιον ρήτορας Κριτίας ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς κωμοπόλεως.

Τὸ Συναξάρι του ἀναφέρει ὅτι ὁ Ὅσιος ἔριχνε στὴ θάλασσα τὸ τριβώνιο ποὺ φοροῦσε καὶ τὸ χρησιμοποιοῦσε ὡς βάρκα, γιὰ νὰ διαπλέει τὸ πέλαγος. Ἔτσι ἔφθασε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀφοῦ κατέπαυσε τὴν τρικυμία τῆς θάλασσας ποιώντας τὸ σχῆμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπὶ τῆς θάλασσας.
Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἡ μνήμη του ἑορτάζεται μὲ λαμπρότητα στὸν Σταυρὸ Χαλκιδικής, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὄρους καὶ Ἀρδαμερίου. Ἐκεῖ φυλάσσεται καὶ τμῆμα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του, τὸ ὁποῖο μετακομίσθηκε ἐκεῖ ἀπὸ τοὺς ἐκριζωθέντες πρόσφυγες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὸ ἔτος 1922.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος ὁ Ἔγκλειστος ὁ ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος (Τοροπτσάνιν) γεννήθηκε στὴ Ρωσία ἀπὸ πλούσιους καὶ ἐπιφανεῖς γονεῖς. Ἡ κύρια ἐνασχόλησή του ἦταν τὸ ἐμπόριο. Κάποτε ὅμως ἡ ἀγαθὴ διάνοιά του σκέφθηκε ὅτι ὅλα τὰ ἀνθρώπινα εἶναι μάταια. Μοίρασε τότε ὅλη τὴν περιουσία του στοὺς πτωχοὺς καὶ ᾖλθε στὸ σπήλαιο τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου († 10 Ἰουλίου), στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου, ποθώντας νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Κύριο. Ἐκεῖ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἄρχισε τὸν σκληρό του πνευματικὸ ἀγῶνα. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου κλείσθηκε στὸ βάθος τῶν Σπηλαίων, στὸ πιὸ σκοτεινὸ κελί.

Ὁ Ὅσιος προσευχόταν ἀδιάλειπτα στὸν Κύριο μὲ δάκρυα, χωρὶς νὰ γνωρίζει πότε ἦταν νύκτα καὶ πότε ἡμέρα. Δὲν εἶχε στρῶμα καὶ ποτὲ δὲν ξάπλωνε γιὰ ὕπνο. Κοιμόταν ἐλάχιστα καθισμένος σὲ ἕνα κούτσουρο. Ἔτρωγε μόνο λίγο πρόσφορο καὶ ἔπινε λίγο νερὸ ποὺ τοῦ ἔφερνε ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος.
Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος δοκιμάσθηκε σκληρὰ ἀπὸ τὸν πειρασμὸ τὴν κενοδοξίας. Ὅμως τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τῶν Πατέρων τὸν διαφύλαξαν σῶο καὶ ἀβλαβή. Ἀφοῦ ἔζησε μὲ σκληρὴ ἄσκηση καὶ νηστεία καὶ πρόκοψε στὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ἁπλότητα, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη. Ὁ ἡγούμενος Ἰωάννης καὶ οἱ ἀδελφοὶ κήδευσαν μὲ μεγάλη τιμὴ τὸ ἱερὸ λείψανό του στὸν ὑπόγειο τόπο, ὅπου ἀναπαύονταν τὰ σεπτὰ λείψανα καὶ τῶν ἄλλων Ἁγίων Ἀσκητῶν τῆς Λαύρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐξ Ἰχθύος τῆς Κορινθίας

Ὁ Νεομάρτυς Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ψάρι τῆς Κορινθίας. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἰωάννης καὶ Καλὴ καὶ ἦταν εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεοι. Ὁ Ἅγιος, σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν, ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα. Ἔτσι ἔφυγε στὴ Σηλυβρία, ὅπου ἀργότερα νυμφεύθηκε καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ πλανόδιου παντοπώλη. Κατηγορήθηκε ἀπὸ Ἀγαρηνοὺς συναδέλφους του ὅτι ἐξύβρισε τὴ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη, ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ σουλτάνου Σουλεϊμᾶν Α’ (1520 – 1566) καὶ ὁδηγήθηκε στὸν κριτή. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἔλεγξε τὴ θρησκεία τῶν Τούρκων ὡς ψευδή. Δὲν ὑπέκυψε στὰ βασανιστήρια καὶ τὶς κολακεῖες. Ἔτσι τὸν ἔριξαν πρῶτα στὴν πυρὰ καὶ ὕστερα τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἦταν τὸ ἔτος 1554. Ἀκολουθία τοῦ μάρτυρος συνέγραψε ὁ Ἱερομόναχος Δαμασκηνός, ὁ μετέπειτα Ἐπίσκοπος Λιτῆς καὶ Ρενδίνης, τὴν ὁποία ἀργότερα ἐξέδωσε καὶ ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος καὶ Φαναριοφερσάλων Ἰεζεκιήλ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δαμιανὸς ὁ Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Δαμιανὸς γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μυρίχοβο Ἀγράφων (σήμερα Ἁγία Τριάδα) περὶ τὸ 1510 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἀκόμη ἡλικία ἀγάπησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ θέλησε νὰ ἐνδυθεῖ τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα τοῦ μοναχοῦ. Ἔτσι ἄφησε τὴ γενέτειρά του καὶ μετέβη στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ μονὴ Φιλοθέου, ὅπου ἐκάρη μοναχός.

Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ἀφήνει τὴ μονὴ καὶ ἀναχωρεῖ, γιὰ νὰ μονάσει σὲ ἀσκητήριο καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ περισσότερο στὴν προσευχή. Πῆγε, λοιπόν, κοντὰ σὲ κάποιον ἀσκητὴ ποὺ τὸν ἔλεγαν Δομέτιο. Ἔμεινε πλησίον του σχεδὸν τρία χρόνια καὶ ὁ μοναχὸς Δαμιανὸς πρόκοψε σὲ ὅλες τὶς ἀρετὲς καὶ τὰ πνευματικὰ ἀγαθά. Μάλιστα δέ, ἀξιώθηκε κάποτε νὰ ἀκούσει τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου ποὺ τοῦ ἔλεγε: «Δαμιανέ, δὲν πρέπει νὰ ζητᾶς μόνο τὸ δικό σου πνευματικὸ συμφέρον, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων».

Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ Μοναχὸς Δαμιανὸς ἐγκαταλείπει τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πηγαίνει στὴν περιοχὴ τοῦ Ὀλύμπου. Ἐκεῖ κήρυττε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, παρακινοῦσε τοὺς Χριστιανοὺς νὰ μετανοήσουν, νὰ ἀποφεύγουν τὶς ἀδικίες καὶ τὶς κακίες καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ ἐφαρμόζουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος του ὅμως ἐνόχλησε κάποιους, οἱ ὁποῖοι τὸν κατηγόρησαν ὅτι εἶναι λαοπλάνος καὶ ψεύτης. Ὁ Ὅσιος δὲν ἔδωσε σημασία στὶς κατηγορίες αὐτὲς καὶ ἀναχωρεῖ γιὰ τὴν περιοχὴ τῆς Λάρισας καὶ τοῦ Κισσάβου. Μετὰ ἀπὸ ἐκεῖ φθάνει στὰ Ἄγραφα. Ἐκεῖ, στὴν Καρύτσα Δοπόλων, ἱδρύει τὴ μονὴ τῆς Παναγίας Πελεκητῆς, ποὺ ἦταν τὸ ἱεραποστολικὸ ὁρμητήριό του. Οὐσιαστικὰ ἀνακαίνισε τὴ μονὴ ποὺ εἶχε ὑποστεῖ μεγάλες καταστροφὲς καὶ ἔτσι πέρασε στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς κτήτορας αὐτῆς. Δυστυχῶς, καὶ ἐκεῖ, ἄνθρωποι δυσσεβεῖς τὸν κατηγόρησαν ὡς λαοπλάνο καὶ ψευδοκαλόγερο. Ἔτσι φεύγει καὶ πηγαίνει στὸν Κίσσαβο καὶ δίπλα στὸ χωριὸ Ἀνατολή, κτίζει ἕνα νέο μοναστήρι πρὸς τιμὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Πλῆθος πιστῶν τὸν ἐπισκέπτεται, γιὰ νὰ ἀκούσει τὸ κήρυγμά του καὶ τὶς πνευματικές του νουθεσίες.

Κάποια στιγμὴ ὁ Δαμιανὸς πηγαίνει γιὰ δουλειὲς τῆς μονῆς στὸ γειτονικὸ χωριὸ Βουλγαρινή. Ἐκεῖ συλλαμβάνεται ἀπὸ τὸν Τοῦρκο διοικητὴ τῆς Λάρισας, μὲ τὴν κατηγορία ὅτι παρεμποδίζει τὴν ἀγοραπωλησία  ἐμπορευμάτων κατὰ τὶς Κυριακὲς καὶ παρακινεῖ τοὺς Ἕλληνες νὰ μένουν σταθεροὶ στὴν πίστη τους.

Τὸν ὁδηγοῦν στὴν φυλακὴ καὶ τὸν βασανίζουν. Τοῦ δένουν τὰ πόδια καὶ τὸν τράχηλο μὲ βαριὲς ἁλυσίδες καὶ τὸν ἀπειλοῦν γιὰ τὴ ζωή του. Μάταια ὅμως. Ὁ Ἅγιος ὁμολογεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ὁ Τοῦρκος διοικητὴς προστάζει νὰ θανατωθεῖ καὶ μετὰ νὰ ριχθεῖ στὴ φωτιά. Οἱ στρατιῶτες τὸν πῆραν καὶ τὸν κτύπησαν δυνατὰ στὸ κεφάλι μὲ τὸν πέλεκυ. Ὁ Ἅγιος, ἡμιθανὴς ὅπως ἦταν, ἔπεσε στὸ ἔδαφος. Τότε ἐβλήθη στὴν κάμινο τοῦ πυρὸς καὶ ὅτι ἀπέμεινε ἀπὸ τὸ ἱερὸ λείψανό του τὸ ἔριξαν στὸν Πηνειὸ ποταμό.
Ὁ Ὁσιομάρτυς Δαμιανὸς ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τὸ ἔτος 1568 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Μυτιλήνης

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος, ὁ ἐπικαλούμενος Παϊζάνος, κατὰ τὴν κρατοῦσα παράδοση γεννήθηκε στὸ χωριὸ Πλαγιὰ τῆς περιφέρειας Πλωμαρίου τῆς νήσου Λέσβου. Ἦταν ράφτης στὸ ἐπάγγελμα καὶ μαρτύρησε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 1693, ἐπειδὴ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἀρνήθηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Τραπεζούντας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα καὶ ἔζησε στὴν πόλη Κατίγογι τοῦ Πόντου τῆς ἐπαρχίας Ἀμασείας καὶ Ἀμισοῦ. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ποθοῦσε νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Θεό, ἀλλὰ οἱ ἀδελφοί του δὲν τὸν ἄφηναν. Μετὰ ἀπὸ πιέσεις, γιὰ νὰ μὴν γίνει μοναχός, νυμφεύθηκε ἀλλὰ γρήγορα ἡ γυναῖκα του πέθανε μαζὶ μὲ τὸ ἕνα παιδί του, ἐνῷ τὸ ἄλλο τὸ πῆρε ὑπὸ τὴν προστασία του κάποιος συγγενής. Ὁ Ἅγιος τότε ἀφιερώθηκε στὴ μελέτη καὶ στὴν προσευχή.

Ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἔμαθε τὴν ἰατρικὴ τέχνη καὶ θεράπευσε πολλοὺς ἀσθενεῖς. Λίγο ἀργότερα ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος στὴν περιοχὴ τῆς Ἀμισοῦ. Ὁ Ἅγιος Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα τοῦ Ἁγίου, τὸν ἀξίωσε καὶ τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ μαρτύρια παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεὸ τὸ ἔτος 1920.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μαρτινιανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.). Ἀπὸ μικρὸς ποθοῦσε τὸν βίο τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς ἡσυχίας. Σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν ἀποσύρθηκε στὸ ὄρος τοῦ Κιβωτοῦ καὶ ζοῦσε ἐκεῖ ἀσκούμενος στὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία. Κάποια γυναίκα ἁμαρτωλὴ ἐμφανίστηκε μὲ δολιότητα στὴ θύρα τοῦ κελιοῦ τοῦ Ἁγίου καὶ παρακαλοῦσε νὰ τὴν δεχθεῖ γιὰ διανυκτέρευση μέσα στὸ κελί, διότι ἔχασε, ὅπως ἔλεγε, τὸ δρόμο καὶ κινδύνευε νὰ κατασπαραχθεῖ ἀπὸ τὰ θηρία κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας.

Ὁ Ἅγιος ἐνεργώντας μὲ φιλανθρωπία τὴν φιλοξένησε στὸ ἐξωτερικὸ μέρος τοῦ ἐρημητηρίου του. Ἡ γυναίκα αὐτὴ ὅμως ἀπέβαλε τὸ προσωπεῖο καὶ ποικιλοτρόπως προκαλοῦσε τὸν Ἅγιο. Ὁ γενναῖος τοῦ Χριστοῦ ἀθλητὴς πρὸς κατανίκηση τῆς ἐμπαθοῦς ἐπιθυμίας, ἄναψε φωτιὰ καὶ ἔριξε τὸν ἑαυτό του ἐντὸς αὐτῆς. Μόλις ἡ γυναίκα εἶδε αὐτό, τὰ μάτια τοῦ πνεύματός της ποὺ ἔβλεπαν μόνο τὴν διαφθορά, ἀνέβλεψαν γιὰ πρώτη φορά. Ἡ ἁμαρτωλὴ γυναίκα μετανόησε καὶ ἀφοῦ ἔφυγε ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Παύλα καὶ σώθηκε ζώντας ὁσιακὰ στὴ Βηθλεέμ.

Ὁ Ἅγιος Μαρτινιανὸς ἀναχώρησε ἀπὸ τὸν τόπο ἐκεῖνο καὶ μετέβη σὲ ὕφαλο, μέσα στὴν θάλασσα, ἀσκούμενος ἐκεῖ ἐπὶ δέκα ὁλόκληρα χρόνια. Ἐπειδὴ ἔφθασε στὸν ὕφαλο μία γυναίκα ναυαγός, ὁ Ὅσιος ἀπέφυγε τὸν πειρασμὸ καὶ ἀσκούμενος περιπλανιόταν σὲ διαφόρους τόπους. Ἔτσι ἔφθασε στὴν Ἀθήνα, ὅπου καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη σὲ βαθιὰ γεράματα περὶ τὰ τέλη τοῦ 5ου ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 6ου αἰῶνα μ.Χ. Ἐνταφιάσθηκε μὲ τιμὴ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως καὶ τὸ λαό.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ὁσίου ἐτελεῖτο στὸ Ἀποστολεῖο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Τὴν φλόγα τῶν πειρασμῶν, δακρύων τοῖς ὀχετοῖς, ἐναπέσβεσας μακάριε, καὶ τῆς θαλάσσης τὰ κύματα, καὶ τῶν θηρῶν τὰ ὁρμήματα, χαλινώσας, ἐκραύγαζες· Δεδοξασμένος εἶ Παντοδύναμε, πυρὸς καὶ ζάλης ὁ σώσας με

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς ἀσκητήν, τῆς εὐσεβείας δόκιμον, καὶ ἀθλητήν, τῇ προαιρέσει τίμιον, καὶ ἐρήμου καρτερόψυχον, πολίτην ἅμα καὶ συνίστορα, ἐν ὕμνοις ἐπαξίως εὐφημήσωμεν, Μαρτινιανὸν τὸν ἀεισέβαστον· αὐτὸς γὰρ τὸν ὄφιν κατεπάτησε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὁ διὰ γυναίου ἐπιβαλών, πάλαι τῷ Γενάρχῃ, καὶ συλήσας αὐτὸν οἰκτρῶς, οὕτω καὶ σοὶ Πάτερ, ὑπούλως ἐπετέθη, ἀλλ’ ἥττηται εἰς τέλος, τῇ καρτερίᾳ σου.

Οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα οἱ Ἀπόστολοι

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἦσαν Ἰουδαῖοι οἱ ὁποῖοι ἐκδιώχθηκαν  ἐπὶ αὐτοκράτορος Κλαυδίου (41 – 54 μ.Χ.) καὶ κατέφυγαν στὴν Κόρινθο. Κατάγονταν ἀπὸ τὸν Πόντο, ὁ δὲ Ἀκύλας ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ σκηνοποιοῦ. Ἦσαν δὲ ἄνθρωποι ἐνάρετοι καὶ εὐσεβεῖς. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπισκέφθηκε τὴν Κόρινθο γιὰ νὰ διδάξει τὴν ὀρθόδοξη πίστη, τὸ ζεῦγος τοῦ προσέφερε θερμὴ φιλοξενία καθὼς εἶχε ἐντυπωσιαστεῖ μὲ τὸ κήρυγμά του. Τόσο τοὺς ἄγγιξε ὁ φλογερὸς καὶ σωτήριος λόγος τοῦ Ἀποστόλου, ὥστε ἀφοῦ κατηχήθηκαν καὶ ἐβαπτίσθηκαν ἀπὸ αὐτόν, ἀποφάσισαν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν στὶς περιοδεῖες του ὡς βοηθοί του. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τοὺς ἀγάπησε τόσο πολὺ γιὰ τὴν ἀρετή τους καὶ γιὰ τὴ θερμουργὸ πίστη τους στὸ Χριστό, ὥστε τοὺς μνημονεύει καὶ στὶς ἐπιστολές του.

Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦλθε στὴ Νικόπολη τῆς Ἠπείρου, ἀπέστειλε ἀπὸ ἐκεῖ στὸ νησὶ τῆς Λευκάδος τὸ συνεργάτη του Ἀπόστολο Ἀκύλα. Ὁ νέος κήρυκας τῆς πίστεως ἀποβιβάσθηκε στὸ τότε ρωμαϊκὸ λιμάνι, ποὺ ἐξυπηρετοῦσε τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν Ἀμβρακικό, στὴ σημερινὴ παραλία τοῦ Ἅη – Γιάννη. Σὲ ἕνα σπήλαιο τῆς παραλίας, λόγῳ τοῦ χειμῶνος, ὁ Ἅγιος Ἀκύλας συγκέντρωσε τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἐποθοῦσαν νὰ διδαχθοῦν τὴ νέα διδασκαλία. Σύντομα ὁ Ἅγιος Ἀκύλας ἀνεχώρησε ἀπὸ τὴ Λευκάδα γιὰ τὴν Ἔφεσο καὶ τὸν διαδέχθηκε ὁ Ἀπόστολος Ἡρωδίων.

Ἔτσι λοιπόν, οἱ Ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα ἐργάσθηκαν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου καὶ μὲ τὴ μεγάλη τους πίστη στὸν Χριστὸ ἐπιτέλεσαν πολλὰ θαύματα. Κατὰ τὴν παράδοση ἔλαβαν καὶ αὐτοὶ μαρτυρικὸ τέλος, καταδικασθέντες στὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο. Ἄλλοι Συναξαριστὲς θεωροῦν, ὅτι ἐτελείωσαν τὸ βίο τους μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἀκύλας τιμᾶται ἰδιαίτερα στὴ νῆσο τῆς Λευκάδος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστὸν ἀγαπήσαντες καὶ φωτισθέντες τὸν νοῦν, τῇ πίστει ἐνούμενοι καὶ συζυγίᾳ σεμνῇ, Ἀκύλας καὶ Πρισκίλλα ἦσαν μὲν προεστῶτες ἐκκλησίας κατ’ οἶκον, Παύλου δὲ τοῦ φωστῆρος συνεργοὶ καὶ προστᾶται. Διὸ αὐτοὺς τιμήσωμεν καὶ μιμησώμεθα.

Οἱ Ἅγιοι Πατὴρ καὶ Υἱὸς οἱ Μάρτυρες

Οἱ δύο αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθησαν ἐπὶ σταυροῦ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξάνδρειας 

Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τῶν αὐτοκρατόρων Τιβερίου Α’ τοῦ Θρακὸς (578 – 582 μ.Χ.), Μαυρικίου (582 – 602 μ.Χ.) καὶ Φωκᾶ (602 – 610 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία καὶ διακόνησε ὡς Πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια. Διετέλεσε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (579 – 607 μ.Χ.) λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα (609 – 620 μ.Χ.) καὶ διῆλθε τὴν ἀρχιερατική του διακονία μὲ εὐσέβεια καὶ φόβο Θεοῦ. Ἐργάσθηκε μὲ θέρμη ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ κατὰ τῶν αἱρετικῶν ποὺ ταλάνιζαν τὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι ἔγραψε κατ’ αὐτῶν. Τὸ δὲ 588 μ.Χ. συγκρότησε τοπικὴ Σύνοδο κατὰ τῶν αἱρετικῶν Σαμαρειτῶν. Ἦταν στενὸς φίλος τοῦ Πάπα Ρώμης Γρηγορίου Α’ (590 – 604 μ.Χ.) καὶ συνέπραξε μὲ αὐτὸν σὲ πολλὲς ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες ἀπέβλεπαν στὴν καταπολέμηση τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ Νεστορίου καὶ τοῦ Εὐτυχοῦς, κατὰ τῶν ὁποίων ἀποφάσισαν, ἡ Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ποὺ συνῆλθε στὴν Ἔφεσο τὸ 431 μ.Χ. καὶ ἡ Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα τὸ 451.

Σύμφωνα μὲ τὸ Συναξάρι, ὅταν ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος διάβασε τὴν περίφημη ἐπιστολή, μὲ τὴν ὁποία ὁ Πάπας Λέων Α’, τὸ ἔτος 449 μ.Χ., διατύπωσε ὀρθοδόξως τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὶς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη καὶ τὴν ὁποία εἶχε ἀποστείλει πρὸς τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φλαβιανὸ (446 – 449 μ.Χ.), ὄχι μόνο τὴν ἐπαίνεσε καὶ τὴν ἀποδέχθηκε, ἀλλὰ καὶ διακήρυξε τὸ περιεχόμενό της πρὸς ὅλους. Ὁ Θεός, λοιπόν, θέλοντας νὰ τιμήσει καὶ τοὺς δύο αὐτοὺς θεράποντες, τὸν Λέοντα καὶ τὸν Εὐλόγιο, ἔστειλε ἕναν ἄγγελό του στὸν Εὐλόγιο, μὲ τὴν μορφὴ τοῦ ἀρχιδιακόνου τοῦ Λέοντος, ὁ ὁποῖος εὐχαριστοῦσε τὸν Ἅγιο Εὐλόγιο ποὺ ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ καὶ τήρηση τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Λέοντος.
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 607 μ.Χ. Σῴζονται ἑπτὰ κεφάλαια ἀπὸ τὸ δογματικὸ ἔργο αὐτοῦ «Περὶ τῶν δύο φύσεων τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», ἀποσπάσματα ἀπὸ λόγο «Περὶ τριάδος καὶ τῆς Θείας Οἰκονομίας». Σῴζεται, ἐπίσης, λόγος «Εἰς τὰ Βαΐα καὶ εἰς τὸν πῶλον», ἀμφιβόλου ὅμως γνησιότητας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν χαρίτων τὴν αἴγλην οὐρανόθεν δεξάμενος, τῆς Ἀλεξανδρείας προέστης, Ἱεράρχα Εὐλόγιε, θυσίας ἀναιμάκτους τῷ Θεῷ, προσάγων αἰς ἀνάπλασιν ψυχῶν, καὶ οἰκείωσιν θεόφρον τῷ Λυτρωτῇ, τῶν πίστει προσιόντων σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ σταφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ποιμάνας καλῶς, λαὸν τὸν περιόσιον, ὡς μύστης Χριστοῦ, καὶ μιμητὴς πανάριστος, οὐρανίου λήξεως, κληρονόμος ἐδείχθης Εὐλόγιε, λειτουργῶν τῇ Τριάδι ἀεί, ἐν ἀδύτῳ φωτί.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Ἀλεξανδρείας, ὁ σοφώτατος ὁδηγός· χαίροις μυροθήκη, τῶν θείων χαρισμάτων, Εὐλόγιε παμμάκαρ, Πατέρων καύχημα.

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ Μυροβλήτης Κτήτορας τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου Ἁγίου Ὄρους 

Ὁ Ἅγιος Συμεών, κατὰ κόσμο Στέφανος Α’ Νεμάνια (στὶς Βυζαντινὲς πηγὲς Νεεμᾶν), ἦταν ἡγεμόνας τῆς Σερβίας.

Ἡ ἵδρυση καὶ ἡ ὀργάνωση τοῦ πρώτου Σερβικοῦ κράτους ἀπὸ τὸν Στέφανο (1167 – 1169) εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ συνένωση ὅλων σχεδὸν τῶν Σέρβων σὲ ἑνιαῖο καὶ ἀνεξάρτητο ἀπὸ τὴ Βυζαντινὴ κυριαρχία κράτος μὲ ἐπίκεντρο τὴ Ρασκία. Ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Ἰσαάκιος Β’ Ἄγγελος (1185 – 1195) σύνηψε, τὸ ἔτος 1190, εἰρήνη μὲ τὸν ζουπάνο τῶν Σέρβων. Ἡ ἵδρυση τοῦ κράτους ἀνέδειξε τὴν ἀνάγκη ἀναδιοργανώσεως καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἡ ὁποία ὑπέφερε ἀπὸ τὴν ἀνεξέλεγκτη δράση τῶν αἱρετικῶν Βογομίλων. Ὁ υἱὸς τοῦ ζουπάνου τῶν Σέρβων Στέφανου ἀποσύρθηκε σὲ ἡλικία μόλις δέκα ἕξι ἐτῶν στὸ Ἅγιο Ὄρος. Ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Βατοπαιδίου καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Σάββας. Ἀργότερα, περὶ τὸ 1195, ἵδρυσε μαζὶ μὲ τὸν πατέρα του Στέφανο, ποὺ ἔγινε μοναχὸς καὶ ὀνομάσθηκε Συμεών, τὴ Μονὴ τοῦ Χιλανδαρίου μὲ χρυσόβουλλο τοῦ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Γ’ τοῦ Ἀγγέλου (1195 – 1203).

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1200 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ νότια πλευρὰ τοῦ καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου. Κατὰ τὸ ἔτος 1208, ὁ Ὅσιος Σάββας ἀποφασίζει νὰ προβεῖ στὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ πατέρα του καὶ τὴ μετακομιδὴ αὐτῶν στὴν πατρίδα του. Τὴν ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς ἐκχύθηκε ἀπὸ τὰ ἱερὰ λείψανα ἄφθονο καὶ εὐῶδες μύρο, συνέχισε δὲ νὰ ρέει καὶ γιὰ λίγες ἀκόμη ἡμέρες μετὰ τὴν ἀνακομιδή, ἀπὸ τὸν κενὸ πλέον τάφο. Ἦταν καὶ αὐτὸ τρανὸ δεῖγμα τῆς ἁγιότητας τοῦ Ὁσίου Συμεών, ὁ ὁποῖος ἔκτοτε ἐπονομάζεται «Μυροβλήτης». Ὁ Ἅγιος Σάββας ἐναπέθεσε τὰ ἱερὰ λείψανα στὴ μονὴ τῆς μετανοίας τοῦ πατρός του, τὴ μονὴ Στουντένιτσα, ὅπου καὶ φυλάσσονται μέχρι σήμερα.
Ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Μυροβλήτου, φέρει σήμερα ἀργυρὸ ἐπικάλυμμα μὲ ἀνάγλυφες παραστάσεις. Ἀπὸ τὸν τάφο, μετὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων, φύτρωσε μόνο του μὲ θαυματουργικὸ τρόπο, ἄνευ σπορᾶς, ἕνα κλῆμα γιὰ παρηγοριὰ τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς. Τὰ σταφύλια τοῦ κλήματος αὐτοῦ θεραπεύουν θαυματουργικὰ τὴν στείρωση τῶν ἀτέκνων γυναικῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν, ἐπιποθήσας, τὴν βασίλειον, ἔλιπες δόξαν, Συμεὼν καὶ ἰσαγγέλως ἐβίωσας, τῶν ἐν τῷ Ἄθῳ Ὁσίων ὡράϊσμα, καὶ τῆς Σερβίας κλεινὸν σεμνολόγημα. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Βασιλείαν πρόσκαιρον, λιπὼν ἐμφρόνως, Συμεὼν ὡς ἄγγελος, ἐπολιτεύσω ἐπὶ γῆς·  διὸ καὶ βλύζειν ἠξίωσαι, ἀπὸ τοῦ τάφου σου μύρα πανεύοσμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Μυροβλύτα Ὅσιε Συμεών, σκέπε τὴν Μονήν σου, ἀπὸ πάσης ἐπιβουλῆς, καὶ τοῖς ἐν Σερβίᾳ, Χριστιανοῖς βοήθει, παρέχων αὐτοῖς Πάτερ, τὴν εὐλογίαν σου.

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος Ἀρχιεπίσκοπος Λευκορωσίας

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος, κατὰ κόσμο Γρηγόριος Ἰωσήφοβιτς Κονίσκϊυ, καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ οἰκογένεια καὶ γεννήθηκε στὶς 20 Νοεμβρίου 1717 στὴν πόλη Νεζίν. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Λευκορωσίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1795.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Σεραφείμα ἐκ Ρωσίας

Ἡ Ὁσία Σεραφείμα, κατὰ κόσμο Εὐθυμία Ἐφίμοβα Μοργκατσέβα, γεννήθηκε στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1806 στὸ χωριὸ Νίνζε – Λομὼφ τῆς ἐπαρχίας Ριαζὰν καὶ ἀσκήτεψε σὲ μονὴ τοῦ Σεζένοβο τῆς Ρωσίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1877.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου καὶ τῆς Ἁγίας Θέκλας ἐν τῷ ὄρει Ποσαλέως 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μελέτιος γεννήθηκε περὶ τὸ 310 μ.Χ. στὴ Μελιτηνὴ τῆς Μικρᾶς Ἀρμενίας. Ἡ μαρτυρία περὶ τῆς πρώτης ἐμφανίσεώς του στὸ προσκήνιο τῆς ἱστορίας, λίγο μετὰ τὸ ἔτος 357 μ.Χ., τὸν καταδεικνύει ὡς ἀντίπαλο τῶν αἱρετικῶν Ὁμοιουσιανῶν καὶ ὀπαδὸ τοῦ Ἐπισκόπου Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης Ἀκακίου, ὁ ὁποῖος διὰ Συνόδου, τὸ ἔτος 358 μ.Χ., ἐκλέγει τὸν Ἅγιο Μελέτιο ὡς Ἐπίσκοπο Σεβαστείας. Λόγω ὅμως τῆς σφοδρῆς ἀντιδράσεως τῶν ὀπαδῶν τοῦ προηγούμενου Ἐπισκόπου Σεβαστείας Εὐσταθίου, παραιτεῖται καὶ μεταβαίνει στὴ Βέροια τῆς Συρίας. Τὸ ἔτος 360 μ.Χ. ἐκλέγεται Πατριάρχης Ἀντιοχείας, μετατεθέντος τοῦ Πατριάρχου Εὐδοξίου στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὅταν ὁ Ἅγιος ἔφθασε στὴν Ἀντιόχεια, ὅλοι οἱ πιστοὶ βγῆκαν στοὺς δρόμους, γιὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν καὶ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του. Στὴ νέα ὅμως ἕδρα ὁ Ἅγιος Μελέτιος παρέμεινε ἕνα μόνο μῆνα, ἀφοῦ οἱ αἱρετικοὶ Ἀρειανοὶ ἔπεισαν τὸν αὐτοκράτορα Κωνστάντιο (337 – 361 μ.Χ.) νὰ τὸν ἐξορίσει στὴν Ἀρμενία καὶ νὰ ἐκλέξει στὴν θέση του τὸν παλαιὸ συνεργάτη τοῦ Ἀρείου, Εὐζώιο. Τὰ ὀρθόδοξα φρονήματα τοῦ Ἁγίου, ὡς καὶ ἡ ἐξορία του καὶ ἡ ἀντικατάστασή του, συνετέλεσαν στὴ δημιουργία μεγάλης παρατάξεως ὀπαδῶν του, ποὺ ὀνομάσθηκαν «Μελετιανοί». Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑξαιρεῖ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἐπιδράσεως τοῦ Ἁγίου Μελετίου στοὺς πιστοὺς τῆς Ἀντιόχειας σὲ τόσο λίγο χρονικὸ διάστημα. Καὶ ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ ὅτι ὁ Ἅγιος Μελέτιος θεμελίωσε τόσο καὶ ἐνέβαλε τέτοιο ζῆλο γιὰ τὴν πίστη στοὺς Χριστιανούς, ὥστε, παρὰ τὶς αἱρετικὲς δοξασίες καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετώπισαν ἀργότερα, ἡ διδασκαλία του παρέμεινε ἄσειστη. Ἐπίσης, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος διηγεῖται τὸ ἀκόλουθο ἐπεισόδιο, τὸ ὁποῖο συνέβη κατὰ τὴν ἀπομάκρυνση  τοῦ Ἁγίου ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια:

Ὁ διοικητὴς τῆς πόλεως ὁδηγοῦσε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια μὲ ἅμαξα τὸν Ἅγιο, γιὰ νὰ τὸν θέσει στὸ δρόμο τῆς ἐξορίας. Τὰ πλήθη τῶν Ὀρθοδόξων τὸ πληροφορήθηκαν καὶ ἀμέσως ἔτρεξαν, γιὰ νὰ ζητήσουν τὴν εὐχή του. Στὴ θέα ὅμως τοῦ διοικητοῦ τόσο πολὺ ἀγανάκτησαν γιὰ τὴν ἄδικη ἐξορία τοῦ Ἁγίου, ὥστε ἄρχισαν νὰ λιθοβολοῦν τὸν ἀντιπρόσωπο τοῦ αὐτοκράτορα. Καὶ τότε ὁ Ἅγιος Μελέτιος, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἐμποδίσει μὲ λόγια τὴν παραφορὰ τοῦ λαοῦ, σηκώθηκε καὶ προστάτευσε μὲ τὸ σῶμα του τὸν διώκτη του.

Ἡ ἐξορία τοῦ Ἁγίου τερματίσθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ ἔτους 362 μ.Χ. διὰ τοῦ διατάγματος τοῦ νέου αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ) περὶ θρησκευτικῆς ἐλευθερίας ὅλων τῶν ὑπηκόων. Ὁ Ἅγιος ἐξορίστηκε καὶ πάλι τὴν ἄνοιξη τοῦ 365 μ.Χ. καὶ τὸ 371 μ.Χ. ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Οὐάλη (364 – 378 μ.Χ.) στὴν περιοχὴ Γήτασα τῆς Ἀρμενίας, κοντὰ στὰ σύνορα τῆς Καππαδοκίας καὶ εἶχε συχνὴ ἐπαφὴ καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο. Ἐπανῆλθε στὴν Ἀντιόχεια τὸ ἔτος 379 μ.Χ. Ἀμέσως συνεκάλεσε Σύνοδο, ἡ ὁποία ὁμολογοῦσε τὴν πίστη στὶς ἀποφάσεις τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ καταδίκασε ὅλες τὶς αἱρέσεις.

Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος ὁ Μέγας (379 – 395 μ.Χ.), συνεκάλεσε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 381 μ.Χ., τὴ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὁ Ἅγιος Μελέτιος κλήθηκε νὰ λάβει μέρος στὴ Σύνοδο καὶ μάλιστα ὡς πρόεδρος αὐτῆς. Δυστυχῶς ὁ Ἅγιος κοιμήθηκε, λόγω ἀσθένειας, πρὶν ὁλοκληρωθοῦν οἱ ἐργασίες τῆς Συνόδου. Στὴν κηδεία του συμμετεῖχε καὶ ὁ αὐτοκράτορας, τὸν δὲ ἐπικήδειο ἐξεφώνησε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης († 10 Ἰανουαρίου), ὁ ὁποῖος μίλησε γιὰ τὸν ἀπορφανισμὸ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, τῆς Συνόδου καὶ ὁλόκληρης τῆς Ἀνατολῆς, γιὰ τὴ γλυκύτητα καὶ τὴν ὑπομονὴ τοῦ Ἁγίου Μελετίου, ὡς καὶ γιὰ τοὺς διωγμοὺς τοὺς ὁποίους ὑπέστη. 
Τὸ ἱερὸ λείψανό του μεταφέρθηκε ἀργότερα μὲ μεγάλη πομπὴ στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἐναπετέθη στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Βαβύλα, Ἐπισκόπου Ἀντιοχείας († 4 Σεπτεμβρίου), στὸν ὁμώνυμο ναό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Νόμον ἔνθεον, ἐμμελετήσας, τὴν οὐράνιον, γνῶσιν ἐκλάμπεις, τῇ Ἐκκλησίᾳ Ἱεράρχα Μελέτιε· τὴν γὰρ Τριάδα κηρύττων ὁμότιμον, αἱρετικῶν διαλύεις τᾶς φάλαγγας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν σωματικήν σου παρουσίαν.

Τὴν πνευματικήν σου παρρησίαν, δεδοικὼς ὁ ἀποστάτης, φεύγει Μακεδόνιος· τὴν πρεσβευτικὴν δὲ λειτουργίαν, ἐκπληροῦντές σου οἱ δοῦλοι, πόθῳ σοι προστρέχομεν, τῶν Ἀγγέλων ἐφάμιλλε Μελέτιε, ἡ πύρινος ῥομφαία Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἡ πάντας τοὺς ἀθέους κατασφάττουσα· ἀνυμνοῦμέν σε τὸν φωστῆρα, τὸν φωτίσαντα τὰ πάντα.

 

Ἕτερον Κοντάκιον  Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου ῥείθροις.
Ὀρθοδοξίας τοῖς τρόποις κοσμούμενος, τῆς Ἐκκλησίας προστάτης καὶ πρόβολος, ἐδείχθης παμμάκαρ Μελέτιε, καταπυρσεύων τὰ πέρατα δόγμασι, λαμπτὴρ Ἐκκλησίας φαεινότατε.

 

Μεγαλυνάριον.
Μελέτῃ δογμάτων πανευσεβῶν, τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀναβλύζεις τὸν γλυκασμόν, καὶ τῆς ἀνομίας, ἐξαίρεις τὴν πικρίαν, Μελέτιε παμμάκαρ, Τριάδος πρόμαχε.

Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ μετονομασθείσα Μαρίνος

Ἡ Ὁσία Μαρία ποὺ ἀντιπροσωπεύει ἴσως τὸ πιὸ διαδεδομένο παράδειγμα τοῦ «ἱεροῦ θρύλου» τῆς γυναίκας ποὺ ἀφιερώνεται στὴ μοναστικὴ ἄσκηση κάτω ἀπὸ μία ἀνδρικὴ μεταμφίεση καὶ ποὺ μνημονεύεται στὸ Συναξάρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλὰ θεωροῦν ὅτι ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ., μὲ βάση οὐσιαστικὰ τὴ Μαρωνιτικὴ παράδοση ποὺ τοποθετεῖ τὸν τόπο ἀσκήσεώς της στὴ σπηλιὰ Qanubin, στὴν πεδιάδα τῆς Qadisa στὸ βόρειο Λίβανο, καὶ ἄλλοι τὸν 7ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ σὲ Αἰγυπτιακὴ περιοχή.

Οἱ Συναξαριστὲς διηγοῦνται ὅτι ἡ Ὁσία, ἐπιθυμώντας τὴν μοναστικὴ ζωή, μεταμφιέσθηκε σὲ ἄνδρα καὶ κατέφυγε μετὰ τοῦ πατρός της Εὐγενίου, ποὺ εἶχε μείνει χῆρος, σὲ μοναστήρι. Ὅταν κάποτε ἡ Ἁγία κατέλυσε, μὲ ἄλλους μοναχούς, σὲ πανδοχεῖο, τὴν κατηγόρησαν ὅτι διέφθειρε τὴν κόρη τοῦ ξενοδόχου, ἡ ὁποία ὅμως εἶχε διαφθαρεῖ ἀπὸ ἕναν στρατιώτη. Ἡ Ἁγία ὄχι μόνο ὑπέμεινε τὸ ὄνειδος, τὶς προσβολὲς καὶ τὶς διώξεις μὲ σιωπὴ καὶ ὑπομονή, ἀλλὰ καὶ τὸ παιδὶ ποὺ γεννήθηκε τὸ δέχθηκε ὡς δικό της καὶ τὸ διέτρεφε ἔξω ἀπὸ τὴ μονὴ ἐπὶ τριετία, ἀφοῦ οἱ μοναχοὶ τὴν ἔβγαλαν ἔξω τῆς μονῆς ὡς ἁμαρτωλή. Ὅταν, μετὰ τὴν ὀσιακὴ κοίμησή της, φανερώθηκε ὅτι ἦταν γυναῖκα, οἱ μοναχοὶ ποὺ πρὶν λίγο τὴν ἀποκαλοῦσαν ἀθλία, τὴν μακάρισαν γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν πνευματική της ἀνδρεία καὶ τὴν θεώρησαν Ὁσία.

Στὸ μηναῖο ἀναφέρεται χαρακτηριστικά:

Στολὴ Μαρῖνον μαρτυρεῖ τὴν Μαρίαν,
Ταφὴ Μαρίαν δεικνύει τὸν Μαρῖνον.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος 

Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ἦταν πατέρας τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς μετονομασθείσης Μαρίνος. 
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίου τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Πρίμα, Ἀμπλίας, Δάτιβος, Πλωτίνος, Σατορνίνος, Φάβιος, Φῆλιξ οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πρίμα καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀμπλίας, Δατίβος, Πλωτίνος, Σατορνίνος, Φάβιος καὶ Φῆλιξ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴν Καρχηδόνα καὶ τελειώθηκαν διὰ ξίφους. Οἱ Ἅγιοι ποὺ συνολικὰ θυσίασαν τὴ ζωή τους γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἦταν 48.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἰουλιανὸς καὶ Μόδεστος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἰουλιανὸς καὶ Μόδεστος μαρτύρησαν στὴν Καρθαγένη.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Σισίννιος Ἐπίσκοπος τοῦ Θεοῦ 

Ὁ Ἅγιος Σισίννιος δὲν ἔχει ἀφήσει ἴχνη στὴν Ἑλληνικὴ Ἁγιογραφία οὔτε στὴν ἐπίσημη λατρεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Στὴν Βενετία πράγματι χρειάστηκε νὰ προχωρήσουν στὴν συγγραφὴ τοῦ βίου αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου μὲ βάση δυὸ κώδικες τοῦ 15ου αἰῶνα μ.Χ., Βενετσιάνικης προελεύσεως καὶ τὸν κώδικα Coventi soppr. G.V. 1212, τῆς Ἐθνικῆς Κεντρικῆς Βιβλιοθήκης τῆς Φλωρεντίας.
Ὁ Ἅγιος, ἡ ἀρχιερατεία τοῦ ὁποίου τοποθετεῖται τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Ρωμανοῦ Α’ Λεκαπηνοῦ (919 – 944 μ.Χ.), εἶναι στενότατα συνδεδεμένος μὲ τὴ μορφὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Οἱ γονεῖς του, Εὐτύχιος καὶ Εὐτυχία, ποὺ δὲν εἶχαν μέχρι τότε παιδιά, ἔφεραν στὸν κόσμο, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὸν Ἅγιο, μετὰ ἀπὸ τὸ προσκύνημά τους στὴν Ἔφεσο, στὸν τάφο τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοὺ Ἰωάννου. Ὁ Μητροπολίτης Ἐφέσου Θεόδωρος θὰ τὸν χειροτονήσει σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία Ἐπίσκοπο Θεοῦ, περιοχὴ ποὺ ἀνῆκε στὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου. Ἡ ἀρχιερατεία του διαρκεῖ τριάντα τέσσερα ἔτη. Ὁ Ἅγιος Σισίννιος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη καὶ τὸ τίμιο λείψανό του φυλάσσεται στὴ Βενετία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος γεννήθηκε πρὸ τοῦ 830 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη. Σὲ μικρὴ ἡλικία ἔγινε μοναχὸς καὶ ἀναδείχθηκε «ἀνὴρ ὅσιος, ἐστεμμένος μὲ ἀρετὲς καὶ ναὸς οἴκτου». Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ μὴ θέλοντας νὰ ἐγκαταλείψει τὸν μοναχικὸ βίο ἵδρυσε τὴ μονὴ τοῦ Καλλίου ἢ Καλλέως. Ὁ Ὅσιος ἐργάσθηκε πολὺ γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν κατασίγαση τῶν παθῶν μεταξὺ τῶν ὀπαδῶν τῶν Πατριαρχῶν Ἰγνατίου καὶ Φωτίου καὶ ἔγινε περιλάλητος γιὰ τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη του. Τὸ ἔτος 893 μ.Χ. ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἐξακολούθησε νὰ αὐξάνει στὴν πνευματικὴ προκοπή, τὴν εὐσέβεια καὶ τὴ φιλαδελφία. 
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 901 μ.Χ. Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὴ μονή, στὴν ὁποία ἀνῆκε ὡς μοναχός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἐγκαίνια Ναοῦ Ὑπεραγίας Θεοτόκου εἰς Πούσγην 

Τὸ γεγονὸς τῶν ἐγκαινίων ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1590 καὶ στὸν Κώδικα 787 τῆς Μαρκιανῆς Βιβλιοθήκης.
Τὰ ἐγκαίνια ἔγιναν τὸ ἔτος 1002 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Πρόχορος ἐκ Γεωργίας

Ὁ Ὅσιος Πρόχορος ἔζησε κατὰ τὸν 11ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ στὴ μονὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὰ Ἱεροσόλυμα, στὴν ὁποία ὑπῆρχαν πολλοὶ Γεωργιανοί, ἐνῷ διετέλεσε καὶ ἡγούμενος αὐτῆς. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1066.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Σιναΐτης 

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης μαρτύρησε τὸ ἔτος 1091.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιεπίσκοπος Μόσχας

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος, κατὰ κόσμο Ἐλευθέριος, γεννήθηκε στὴ Ρωσία τὸ ἔτος 1300 καὶ ἀνῆκε στὴν πλούσια, εὐγενὴ καὶ εὐσεβὴ οἰκογένεια τῶν Πλετσέγιεφ. Οἱ γονεῖς του, Θεόδωρος Βιάκοντ καὶ Μαρία, κατάγονταν ἀπὸ τὸ Τσέρνιγκωφ. Ὅταν ἡ πόλη καταστράφηκε ἀπὸ τοὺς Τατάρους, τὸ ζεῦγος κατέφυγε στὴ Μόσχα, ὅπου βρῆκε τὴ φιλοξενία τοῦ Ἁγίου Δανιὴλ Ἀλεξάνδροβιτς τοῦ πρίγκιπα, ὁ ὁποῖος πέθανε τὸ ἔτος 1303 καὶ τιμᾶται ὡς Ἅγιος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεόδωρος κατέλαβε μία σημαντικὴ θέση στὴ διοίκηση τοῦ πριγκιπάτου καὶ ἐκτιμήθηκε δεόντως ἀπὸ τὸν μεγάλο πρίγκιπα καὶ τοὺς ἄρχοντες.

Ὁ Ἐλευθέριος εἶχε ὡς πνευματικὸ πατέρα τὸ δευτερότοκο υἱὸ τοῦ πρίγκιπα Δανιὴλ καὶ μέλλοντα μοσχοβίτη πρίγκιπα Ἰωάννη Ντανίλοβιτς Καλίτα (1328 – 1340). Ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια ἀνέπτυξε ἕνα χαρακτήρα συγκρατημένο καὶ σεμνό. Σὲ ἡλικία 12 ἐτῶν, κατὰ τὴ διάρκεια ἑνὸς κυνηγιοῦ στὰ λιβάδια, ἀποκοιμήθηκε καὶ στὸν ὕπνο του ἄκουσε μία φωνὴ νὰ τὸν προστάζει: «Ἀλέξιε, γιατί κουράζεσαι μάταια; Ἐσὺ πρέπει νὰ γίνεις ἁλιεὺς ἀνθρώπων!». Ἡ φωνὴ αὐτὴ ἄσκησε ἀποφασιστικὴ ἐπιρροὴ στὴν ζωὴ τοῦ νεαροῦ Ἐλευθερίου. Ἀπαρνήθηκε τὰ παιδικὰ παιχνίδια καὶ ἀφιερώθηκε μὲ μεγάλο ζῆλο στὴν ἄσκηση τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας καὶ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν ἐγκαταβίωσε στὴ μονὴ τῶν Θεοφανίων τῆς Μόσχας, στὴν ὁποία ἡγούμενος ἦταν ὁ Στέφανος, μεγαλύτερος ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ. Κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Ἀλέξιος. Πνευματικὸς καθοδηγητής του γίνεται ὁ στάρετς Γερόντιος. Μὲ μεγάλο ζῆλο περατώνει τὰ μοναχικὰ καθήκοντά του, καλλιεργώντας μὲ ξεχωριστὸ πάθος τὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Γιὰ νὰ μελετήσει τὴν Καινὴ Διαθήκη στὴν πρωτότυπη γλῶσσα μελετάει τὰ ἑλληνικά. Χάρη σὲ αὐτό, ἦταν στὴν συνέχεια σὲ θέση νὰ ἀντιπαραβάλλει τὸ σλαβικὸ μὲ τὸ ἑλληνικὸ κείμενο καὶ νὰ διορθώσει τὶς ἀνακρίβειες τῶν διαφόρων μεταφραστῶν καὶ ἀντιγραφέων. Ἡ νέα σλαβικὴ ἔκδοση τοῦ Εὐαγγελίου ἀπευθείας ἀπὸ τὰ ἑλληνικά, ποὺ ἔγινε πράξη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ἀλέξιο, εἶναι ἕνα ἀνεκτίμητο κείμενο τῆς Ρωσικῆς ἐθνικῆς λογοτεχνίας.

Τὰ μεγάλα πνευματικὰ χαρίσματα καὶ οἱ θεολογικὲς ἀρετὲς τοῦ Ἀλεξίου τράβηξαν τὴν προσοχὴ τοῦ Μητροπολίτου Θεογνώστου, ποὺ τὸν ἐκτίμησε καὶ τὸν ὀνόμασε ἀντιπρόσωπό του γιὰ τὶς ὑποθέσεις τῆς Μητροπόλεως καί, κυρίως, γιὰ τὶς περιπτώσεις τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαστηρίου. Γιὰ μία χρονικὴ περίοδο 12 ἐτῶν, ὁ Ἀλέξιος ἔφερε εἰς πέρας αὐτὸ τὸ διακόνημα ἀποκτώντας σπουδαία ἐμπειρία καὶ μία εὐρεία γνώση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, εἰδικότερα στὸ διοικητικὸ καὶ δικαστικὸ τομέα.

Προικισμένος μὲ ἀρετὲς ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ἔγινε γρήγορα τοποτηρητὴς τοῦ Μητροπολίτου Θεογνώστου, κάθε φορὰ ποὺ ὁ Μητροπολίτης μετέβαινε στὴν Κωνσταντινούπολη ἢ στὸ στρατόπεδο τοῦ Χάνου τῶν Τατάρων, ποὺ κυριαρχοῦσαν τότε στὴ Ρωσία, ἢ ἐπισκεπτόταν ἀπομακρυσμένες ἐπαρχίες. Λίγο ἀργότερα ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τοῦ Βλαδιμήρ. Ὅταν ἐνέσκηψε, κατὰ τὸ ἔτος 1344, ὁ τρομερὸς ἐκεῖνος λοιμός, ποὺ ὀνομάσθηκε μέγας θάνατος, προσβλήθηκε ἀπὸ τὴν ἀσθένεια καὶ ὁ Μητροπολίτης Θεόγνωστος. Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος προσκλήθηκε τότε ἀπὸ τὸν λαὸ καὶ τὴν αὐλὴ τοῦ μεγάλου ἡγεμόνα τῆς Μόσχας νὰ ἀναλάβει τὴ θέση τοῦ Μητροπολίτου Θεογνώστου, ὁ ὁποῖος ψυχορραγῶντας ἔγραψε πρὸς τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ὑπὲρ τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου. Τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὁ μέγας ἡγεμόνας Συμεὼν πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Ἰωάννη Καντακουζηνὸ (1347 – 1354).

Ὅμως ὁ Πατριάρχης Φιλόθεος (1354 – 1355, 1364 – 1376) χειροτόνησε, στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀντὶ ἑνὸς, δύο Μητροπολῖτες, τὸν Ἅγιο Ἀλέξιο καὶ τὸν Ρωμανό, ἑλληνικῆς καταγωγῆς, ἀποσταλέντα ὑπὸ τοῦ ἡγεμόνος τῆς Λιθουανίας Ὀλγκὲρτ (1341 – 1380). Ἡ πράξη αὐτὴ τοῦ Πατριάρχου προκάλεσε ἐκκλησιαστικὸ σκάνδαλο. Ἔτσι, ὁ Πατριάρχης Φιλόθεος, γιὰ νὰ ἐπαναφέρει τὴν γαλήνη, ἀναγόρευσε τὸν Ἅγιο Ἀλέξιο Μητροπολίτη Κιέβου, τὸν δὲ Ρωμανὸ Μητροπολίτη Λιθουανίας καὶ Βολυνίας.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος, τοῦ ὁποίου ἡ φήμη τῶν ἀρετῶν εἶχε ἐκταθεῖ σὲ ὅλη τὴ Ρωσία καὶ μεταξὺ αὐτῶν τῶν Τατάρων, ὠφέλησε τὰ μέγιστα τὴ χώρα. Ἡ σύζυγος τοῦ Χάνου Ταϊδούλα, πάσχουσα ἀπὸ βαριὰ ἀσθένεια, ἐπικαλέσθηκε τὴν βοήθεια τοῦ Ἁγίου. Ὁ ἀρχηγὸς τῶν Τατάρων ἔγραψε πρὸς τὸν ἡγεμόνα Συμεών: «Ἀκούσαμε ὅτι ὁ οὐρανὸς τίποτε δὲν ἀρνεῖται στὶς παρακλήσεις τοῦ παπά σας. Ἂς ζητήσει, λοιπόν, τὴν ὑγεία τῆς συζύγου μου». Πράγματι ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε στὸν Θεό. Ἡ ἡγεμονὶς Ταϊδούλα ἀνέκτησε τὴν ὑγεία της καὶ θέλησε νὰ ἐκδηλώσει τὴν εὐγνωμοσύνη της πρὸς τὸν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἅγιος τότε παρακάλεσε νὰ ἀπαλλαγοῦν οἱ Ρώσοι ἀπὸ τοὺς βαρύτατους φόρους ποὺ πλήρωναν στὸν Χάνη τῶν Τατάρων. Ἔτσι ᾖλθαν καλύτερες ἡμέρες, ἡμέρες εἰρήνης, γιὰ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. Σὰν σημάδι εὐγνωμοσύνης γιὰ τὴ θεραπεία, ὁ Χάνης δώρισε στὸν Ὅσιο ἕνα τεμάχιο γῆς ποὺ βρισκόταν στὸ Κρεμλίνο, ὅπου ἀργότερα κτίσθηκε ἡ μονὴ τῶν Θαυμάτων, σὲ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος ποὺ ἔκανε ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ στὶς Κολοσσὲς (ἢ Χώνια) τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἐπίσης, ὁ Χάνης δώρισε στὸν Ὅσιο Ἀλέξιο ἕνα πολύτιμο δακτυλίδι, ποὺ φυλάσσεται μέχρι σήμερα στὸ σκευοφυλάκιο τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὸ Κρεμλίνο.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ἐργάσθηκε σκληρὰ στὸ Κίεβο γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως καὶ τῆς εὐημερίας τοῦ λαοῦ καὶ μάλιστα σὲ καιροὺς δύσκολους γιὰ τὴν πολιτικὴ ζωὴ τῆς Ρωσίας. Ἡ ἐξουσία τοῦ μεγάλου δοῦκα τῆς Μόσχας Ἰωάννου τοῦ Ἐρυθροῦ ἐξασθενοῦσε. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγεμόνα, μέγας δοῦκας ἀναγορεύθηκε ὄχι ὁ νόμιμος διάδοχος Δημήτριος, ἀλλὰ ὁ δοῦκας τοῦ Σούζνταλ. Παρὰ τὴν ἀντίδραση τοῦ νέου ἡγεμόνα κατὰ τοῦ Πατριάρχου, ὁ Ἅγιος δὲν ἐγκατέλειψε τὴ Μόσχα καὶ προσπάθησε μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις νὰ ἀποκαταστήσει στὸν θρόνο τὸ νεαρὸ Δημήτριο. Ὑπῆρξε σύμβουλος τοῦ Δημητρίου καὶ ἀνέλαβε ἔργο εἰρηνοποιοῦ μεταξὺ τῶν φιλόδοξων Ρώσων ἡγεμόνων. Ἡ ἁγιότητα τοῦ Ὁσίου εἶχε τέτοια ἐπίδραση καὶ στοὺς Μογγόλους, ὥστε οἱ υἱοὶ τοῦ Χάνου Κούλπα ἔγιναν Χριστιανοὶ καὶ ἔλαβαν τὰ ὀνόματα Ἰωάννης καὶ Μιχαήλ. Ὁ Ἅγιος βοήθησε, ἐπίσης, στὴν κατάργηση τῶν κληρουχικῶν ἡγεμονιῶν, τὴ συνδιαλλαγή τους καὶ τὴν ἀναγνώριση τοῦ μεγάλου ἡγεμόνα τῆς Μόσχας ὡς ἐθνικοῦ ἀρχηγοῦ.

Ἀκούραστη ὑπῆρξε ἐπίσης, ἡ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο. Συνέβαλλε στὴν ἀνέγερση πολλῶν ναῶν καὶ μοναστηριῶν, ποὺ ἦταν ἑστίες τῆς ρωσικῆς κουλτούρας, ἐπάνδρωσε μὲ ποιμένες τὶς ἐπαρχίες, ἐπισκέφθηκε τὶς ἐνορίες καὶ τὶς Ἐπισκοπὲς κηρύττοντας ἀκούραστα τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἔστειλε ποιμαντικὲς ἐπιστολὲς πρὸς τὸ ποίμνιό του.

Στὴν πρωτεύουσα ἵδρυσε τὴ μονὴ Σπάζο – Ἀνδρόνικωφ, τὴ μονὴ τῶν Θαυμάτων καὶ τὴ γυναικεία μονὴ Ἀλεξέεφσκι, στὴν ὁποία τοποθετήθηκε ἡγουμένη ἡ ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου, Ἰουλιάνα. Μοναστήρια ἀνυψώθηκαν ἀκόμα καὶ στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Μόσχαβα, ὅπως ἡ μονὴ Σιμονώφ, στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Κλιάζμα καὶ ἀλλοῦ.

Ὁ Ἅγιος εἰσήγαγε ἕνα νέο καθεστὼς γιὰ τὰ γυναικεία μοναστήρια, ποὺ μέχρι τότε ἐξαρτῶντο ἀπὸ τὰ ἀνδρικὰ μοναστήρια. Τὸ κανονικό τους καθεστὼς ἐγκρίθηκε, κατὰ τρόπο ὁριστικό, ἀπὸ τὴ Σύνοδο τῶν «Ἑκατὸ Κεφαλαίων», τὸ ἔτος 1551 καὶ ἔγινε ὑποχρεωτικὸ γιὰ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας.

Στὰ χρόνια ἐκεῖνα στὴ Μόσχα ἄρχισαν νὰ κατασκευάζονται κτίρια ἀπὸ πέτρα. Μὲ προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου, τὸ Κρεμλίνο περιστοιχήθηκε ἀπὸ τείχη, πύργους καὶ θύρες διαμορφωμένες μὲ πέτρινα ἐμπόδια.

Ὁ Ἅγιος φάνηκε γενναιόδωρος ἀπέναντι στὶς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ποὺ ἀπευθύνονταν στὴ Μόσχα, γιὰ νὰ ζητήσουν βοήθεια. Ἔστειλε πίσω μὲ πλούσια δῶρα τοὺς ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τοὺς μοναχοὺς τῆς ἐρήμου τοῦ Σινᾶ, ποὺ ἦταν ἐπιφορτισμένοι νὰ καταβάλλουν χρηματικὲς εἰσφορὲς στοὺς Μουσουλμάνους.

Ὁ γεμάτος ζῆλο ποιμένας ἀπευθυνόταν συχνὰ πρὸς τοὺς πιστοὺς μὲ ἐπιστολὲς καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ ἀκολουθήσουν τὸ χριστιανικὸ βίο.

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1378. Ὁ ἐνταφιασμὸς τοῦ ἱεροῦ λειψάνου αὐτοῦ ἔγινε στὴ μονὴ τῶν Θαυμάτων, ποὺ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ.

Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας τίμησε ἐξαιρετικὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ποιμαντικὴ δράση τοῦ Ἁγίου, ἀποκαλώντας τὸν «φωστῆρα τῆς Ρωσίας, τιμὴ τῆς Μόσχας, στῦλο καὶ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας».

Τὸ 1431 ἡ ξύλινη ἐκκλησία, στὴν ὁποία φυλάσσονταν τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου, καταστράφηκε καὶ στὴ θέση της ὁ μεγάλος πρίγκιπας διέταξε νὰ ἀνεγερθεῖ πέτρινος ναός. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἐργασιῶν βρέθηκε ἄφθαρτο τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου. Ὁ Μητροπολίτης Μόσχας Φώτιος, περιστοιχισμένος ἀπὸ τὸν κλῆρο, τέλεσε ἀκολουθία εὐχαριστίας στὸν Θεὸ καὶ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου τοποθετήθηκαν μὲ ἐπισημότητα στὸ παρεκκλήσι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Ἔκτοτε δὲν ἔπαψε ποτὲ ἡ τιμὴ πρὸς τὸν Ἅγιο, στὸν ὁποῖο ἀποδίδονται πολλὰ θαύματα καὶ πνευματικὲς εὐεργεσίες.

Ἡ Ρωσικὴ Σύνοδος, τὸ ἔτος 1448, προεδρεύοντος τοῦ Πατριάρχου Ἰωνᾶ (1448 – 1461), καθιέρωσε τὸν ἑορτασμὸ τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου τὴν 12η Φεβρουαρίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του, καὶ τὴν 20η Μαΐου, ἡμέρα τῆς εὑρέσεως τῶν ἱερῶν λειψάνων του.
Τὸ ἔτος 1485, στὴ μονὴ τῶν Θαυμάτων, ἀνεγέρθη ναὸς πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου καὶ ἐκεῖ μεταφέρθηκαν τὰ λείψανά του. Ἐπὶ Πατριαρχείας Ἰωακεὶμ (1674 – 1690), τὸ ἔτος 1686, ἔλαβε χώρα μία δεύτερη ἐπίσημη μετακομιδὴ τῶν λειψάνων στὸ καινούργιο ναό, ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου καὶ τὸν Ἅγιο Ἀλέξιο. Μὲ εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Ἀλεξίου, τὸ ἔτος 1947, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου μετεκομίσθησαν στὸν καθεδρικὸ πατριαρχικὸ ναὸ τῶν Θεοφανείων στὴ Μόσχα, ὅπου βρίσκονται ἀκόμα σήμερα, μπροστὰ ἀπὸ τὸ τέμπλο τοῦ ναοῦ, στὴ δεξιὰ πλευρά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βασιανὸς τοῦ Οὔγκλιχ 

Ὁ Ἅγιος Βασιανὸς καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ροζαλὼφ τῆς Ρωσίας τῆς περιοχῆς τοῦ Κέσοβ. Σὲ ἡλικία 33 ἐτῶν ἐγκαταβίωσε σὲ μοναστήρι καὶ ἀκολούθησε τὴν ἀσκητικὴ ὁδό. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1509.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Χρῆστος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Κηπουρός

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Χρῆστος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλβανία καὶ ᾖλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐργαζόταν ὡς κηπουρός. Κάποια μέρα λογομάχησε μὲ κάποιο Τοῦρκο, ὁ ὁποῖος τὸν κατάγγειλε στὶς ἀρχὲς μὲ τὴν συκοφαντία ὅτι ἐξύβρισε τὴ μουσουλμανικὴ θρησκεία. Οἱ Τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Τὰ βασανιστήρια δὲν ἄλλαξαν τὴν σταθερὴ πίστη τοῦ Ἁγίου στὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Τοῦρκοι ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλὴ αὐτοῦ, τὸ ἔτος 1748. Τὸ μαρτύριό του παρακολούθησε καὶ ὁ λόγιος Καισάριος Δαπόντε, ὁ ὁποῖος βρισκόταν στὴν ἴδια φυλακὴ καὶ ἀργότερα συνέγραψε τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μελέτιος Ἐπίσκοπος Χαρκώβ 

Ὁ Ὅσιος Μελέτιος, κατὰ κόσμο Μιχαὴλ Ἰβάνοβιτς Λεοντόβιτς, γεννήθηκε στὶς 6 Νοεμβρίου 1784 στὴ Ρωσία. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ ἔγινε μοναχὸς τὸ ἔτος 1820 στὴ μονὴ Μπρατσκ τοῦ Κιέβου. Στὶς 19 Ὀκτωβρίου 1826 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Τσιγκίρινκ τοῦ Κιέβου καὶ διακρίθηκε γιὰ τὸν ἀσκητικὸ βίο καὶ τὴν φιλανθρωπία του.

Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῆς Παναγίας τοῦ Χαρκώβ. Τὸ ἔτος 1948 τὸ ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ μετακομίσθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῶν Θεοφανείων τοῦ Χαρκώβ.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη του καὶ στὶς 28 Φεβρουαρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Βορονὲζ 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἀλέξιος, Ἐπίσκοπος Βορονὲζ τῆς Ρωσίας, μαρτήρησε τὸ ἔτος 1930.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μητροφάνης ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Μητροφάνης ἦταν πρωτοπρεσβύτερος καὶ μαρτύρησε τὸ ἔτος 1931.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἰβηριτίσσης

Ἡ ἐπωνυμία τῆς ἱερᾶς εἰκόνας τῆς Παναγίας, Ἰβηρίτισσα, ὀφείλεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ἡ ἱερὴ εἰκόνα ἔφθασε κατὰ τρόπο θαυματουργικὸ τὸ ἔτος 999 μ.Χ., ἀφοῦ ἐπέπλεε ἐπάνω στὰ κύματα τῆς θάλασσας.

Τὸ ἔτος 1648, μετὰ ἀπὸ ἐπιθυμία τοῦ Πατριάρχου τῆς Ρωσίας Νίκωνος, ἔφεραν στὴ Μόσχα πανομοιότυπο ἀντίγραφο τῆς ἱερᾶς εἰκόνος.
Ἡ εἰκόνα τιμᾶται, ἐπίσης, στὶς 12 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἔφθασε στὴ Μόσχα καὶ τὴν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βλάσιος ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.). Σπούδασε ἰατρική, ἀλλὰ προσέφερε χωρὶς χρήματα τὶς ὑπηρεσίες του, ὡς φιλανθρωπία, στοὺς πάσχοντες καὶ ἀσθενεῖς. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἰατρικὴ βοήθεια χορηγοῦσε δωρεὰν στοὺς ἀσθενεῖς τὰ φάρμακα καὶ τοὺς ἔδινε τὰ ἔξοδα τῆς νοσηλείας τους. Ἡ φιλανθρωπική του δραστηριότητα καλλιεργεῖτο στὴν ψυχή του ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἡ Ἐκκλησία τὸν δέχθηκε στὶς τάξεις τοῦ ἱεροῦ κλήρου καὶ τὸν ἐξέλεξε Ἐπίσκοπο Σεβαστείας.

Ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Λικινίου, ὁ ἔπαρχος Ἀγρικόλας τὸν συνέβαλε καὶ τὸν ὑπέβαλε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ τὸν μαστίγωσαν ἀνηλεῶς μὲ ραβδιά, τὸν κρέμασαν ἀπὸ ξύλο καὶ στὴν συνέχεια τὸν ὁδήγησαν δεμένο στὴν φυλακή. Ἔπειτα τὸν ἔριξαν στὸν βυθὸ μιᾶς λίμνης. Ὅμως ὁ Ἅγιος, μὲ τὴ θαυματουργικὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, διασώθηκε. Ἐξοργισθέντες τότε οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἔτσι, ὁ Ἱερομάρτυς Βλάσιος ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς δόξας τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὸ Μαρτύριό του, τὸ ὁποῖο βρισκόταν κοντὰ στὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Φιλίππου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φερωνύμως βλαστήσας ὡς δένδρον εὔκαρπον, Ἱεράρχα Κυρίου Βλάσιε ἔνδοξε, μαρτυρίου τοὺς καρποὺς κόσμῳ προήγαγες, καὶ θαυμάτων δωρεάς, ἀναβλύζεις δαψιλῶς, ὡς θεῖος Ἱερομάρτυς, τοῖς καταφεύγουσι Πάτερ, τῇ ἀντιλήψει τῆς πρεσβείας σου.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ὁ θεῖος βλαστός, τὸ ἄνθος τὸ ἀμάραντον, ἀμπέλου Χριστοῦ, τὸ κλῆμα τὸ πολύφορον, θεοφόρε Βλάσιε, τοὺς ἐν πίστει τελοῦντας τὴν μνήμην σου, εὐφροσύνης πλήρωσον τῆς σῆς, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.
Λόγον ἀληθείας γεηπονῶν, τῆς δικαιοσύνης, ἀναβλάστησας τοὺς καρπούς, ὧν ἡ Ἐκκλησία, ὁσῶραι γευόμενη, Βλάσιε Ἱεράρχα, τιμᾷ τοὺς ἄθλους σου.

Οἱ Ἅγιοι Δύο παῖδες καὶ Ἑπτὰ γυναῖκες οἱ συναθλητὲς τοῦ Ἁγίου Βλασίου

Κατὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Βλασίου, ἑπτὰ γυναῖκες, οἱ ὁποῖες τὸν ἀκολουθοῦσαν, αἰσθάνθηκαν τόση ἀγανάκτηση γιὰ τὴν σκληρὴ ἀδικία καὶ θαυμασμὸ γιὰ τὸν Ἅγιο, ὥστε ἔλεγξαν τὸν ἔπαρχο Ἀγρικόλα καὶ διεκήρυξαν μὲ παρρησία τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Γιὰ τὴν ὁμολογία τους αὐτὴ ἀποκεφαλίσθηκαν καί, ἔτσι ἔλαβαν τοὺς στέφανους τοῦ Μαρτυρίου.
Μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Βλάσιο ἤσαν στὴν φυλακὴ καὶ δύο νέοι, τοὺς ὁποίους ὁ Ἅγιος κατήχησε καὶ βάπτισε. Καὶ οἱ δύο συνάθλησαν μετὰ τοῦ Ἁγίου καὶ κατέστησαν κοινωνοὶ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου αὐτοῦ καὶ τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ζαχαρίου Πατρὸς Ἰωάννου Προδρόμου

Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ζαχαρίου († 5 Σεπτεμβρίου) ἀνευρέθησαν, κατὰ πληροφορία τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Δοσιθέου, τὸ ἔτος 415 μ.Χ., στὴν Ἐλευθερούπολη τῆς Παλαιστίνης ἐπὶ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.) ἀπὸ κάποιον ποὺ ὀνομαζόταν Καλήμερος. Τὰ ἱερὰ λείψανα μαζὶ μὲ τὸ σκήνωμα τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ υἱοῦ Ἰακώβ, κατατέθηκαν στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.
Περὶ τῆς μετακομιδῆς δὲ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Προφήτου Ζαχαρίου στὴ Βενετία τῆς Ἰταλίας γράφει ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Νεκτάριος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἡ Βασίλισσα

Ἡ Ἁγία Θεοδώρα, ἡ βασίλισσα, γεννήθηκε στὴν Ἔβεσσα τῆς Παφλαγονίας, τὸ 815 μ.Χ., ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν δρουγγάριο Μαρίνο καὶ τὴν ἐνάρετη Θεοκτίστη ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐλάβειά της καὶ τὴν προσήλωσή της στὴν ὀρθόδοξη πίστη. Ἡ Ἁγία εἶχε τρεῖς ἄλλες ἀδελφές, τὴ Σοφία, τήν Μαρία καὶ τὴν Εἰρήνη καὶ δύο ἀδελφούς, τὸν Βάρδα καὶ τὸν Πετρωνᾶ. Τὸ ἔτος 830 μ.Χ. νυμφεύθηκε τὸν αὐτοκράτορα Θεόφιλο (829 – 842 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἦταν εἰκονομάχος. Παρὰ τὸ εἰκονομαχικὸ κλίμα ποὺ ἐπικρατοῦσε, ἡ Θεοδώρα ἐξακολουθοῦσε νὰ τιμᾶ τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ νὰ τὶς φυλάσσει κρυφὰ στὰ δώματά της. Ἡ μητέρα της, Θεοκτίστη, ἐγκατέλειψε τὰ ἀνάκτορα καὶ ἀποσύρθηκε σὲ γυναικεία μονή, τὴν ὁποία ἡ ἴδια εἶχε ἱδρύσει.

Τὸ 842 μ.Χ. ὁ Θεόφιλος πέθανε καὶ ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἀνέλαβε τὴν βασιλεία καὶ τὴν ἐποπτεία τοῦ ἀνήλικου υἱοῦ της Μιχαήλ, μὲ συνεπιτρόπους τὸν ἀδελφό της Βάρδα, τὸν ἐκ τοῦ πατέρα της θείου της, ποὺ ἦταν μάγιστρος καὶ τὸν λογοθέτη Θεόκτιστο. Ἡ πρώτη ἐνέργεια ἦταν ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ εἰκονομάχου Πατριάρχου Ἰωάννου καὶ ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου († 14 Ἰουνίου). Ἡ Σύνοδος, ποὺ συνῆλθε στὶς 11 Μαρτίου τοῦ 843 μ.Χ., ἀποφάσισε τὴν ἀναστήλωση τῶν Ἁγίων εἰκόνων καὶ ἀνόρθωσε τὴν διδασκαλία τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ μεγαλοπρεπὴς πανήγυρη ἐτελέσθη τὴν Α’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας, ποὺ ἀπὸ τότε καθιερώθηκε ὡς Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἀλλὰ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ζήτημα τῶν εἰκόνων, τὴν Ἁγία Θεοδώρα ἀπασχόλησαν καὶ ἄλλοι ποικίλοι ἐσωτερικοὶ καὶ ἐξωτερικοὶ περισπασμοί, ὅπως οἱ ἐπιδρομὲς τῶν Ἀράβων στὴ Σικελία καὶ Μικρὰ Ἀσία, οἱ ἐπαναστάσεις τῶν Σλάβων τῆς Πελοποννήσου καὶ τῶν Παυλιανιτῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, οἱ ἐκστρατεῖες κατὰ τῶν Ἀράβων τῆς Κρήτης, τῆς Συρίας καὶ τῆς Αἰγύπτου, καὶ οἱ περιπλοκὲς μὲ τὸν ἡγεμόνα τῶν Βουλγάρων Βόγορι, τὸν ὁποῖο ὁδήγησε στὴν Ὀρθοδοξία. Ἔτσι, ἐμπιστεύτηκε τὴν ἀνατροφὴ τοῦ υἱοῦ της στὸν ἀδελφό της Βάρδα, ὁ ὁποῖος, μὲ σκοπὸ τὸ δικό του συμφέρον, ἐνθάρρυνε καὶ ἐνίσχυε κάθε ροπὴ τοῦ νεαροῦ βασιλέως πρὸς τὴν ἀκολασία. Ἡ δολοφονία τοῦ λογοθέτου Νεοκτίστου κατέστησε τὸν ἀδελφὸ τῆς Ἁγίας πανίσχυρο, ὥστε νὰ περιφρονεῖ καὶ νὰ ἀπειλεῖ καὶ τὴν ἴδια. 
Ἀργότερα, ὁ ἴδιος ὁ υἱὸς τῆς Ἁγίας, Μιχαήλ, καὶ ὁ ἀδελφός της Βάρδας, διέταξαν τὸν ἐγκλεισμό της, μαζὶ μὲ τὶς θυγατέρες της Ἄννα, Θέκλα, Ἀναστασία, Μαρία καὶ Πουλχερία, στὴ μονὴ Γαστριῶν, στὴν περιοχὴ τῶν Ὑψομαθείων καὶ τὴν κουρά της ὡς μοναχῆς. Ἐκεῖ ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἀφοσιώθηκε στὴν προσευχὴ καὶ στὴν ἄσκηση. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 867 μ.Χ., τὸ δὲ ἱερὸ λείψανό της φυλάσσεται μὲ εὐλάβεια στὸ ναὸ τῆς Παναγίας Σπηλαιωτίσσης στὴν Κέρκυρα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Δωρεῶν τῶν ἐνθέων οὖσα ἐπώνυμος, τὴν Ἐκκλησίαν φαιδρύνεις βασιλικαῖς δωρεαῖς, ὡς θεόγλυπτος εἰκὼν θείας φρονήσεως· τῶν γὰρ Εἰκόνων τῶν σεπτῶν, τὴν τιμὴν ὡς σχετικήν, ἐτράνωσας Θεοδώρα, τῶν Βασιλίδων ἀκρότης, τῶν Ὀρθοδόξων ἐγκαλλώπισμα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς καλλονὴν τῆς Ἐκκλησίας καὶ εὐπρέπειαν

Καὶ Βασιλίδων χαρακτῆρα καὶ διάδημα

Ἀνυμνοῦμέν σε, θεόστεπτε Θεοδώρα.

Σὺ γὰρ ὤφθης τῶν Εἰκόνων ἀναστήλωσις

Καὶ τελείας τῆς αἱρέσεως καθαίρεσις·
Ὅθεν κράζομεν, χαίροις Ἄνασσα πάντιμε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Θεοδώρα πανευκλεής· χαίροις εὐσεβείας, ἀνακήρυξις ἀληθής· χαίροις παρρησίαν, ἐν Θεῷ κεκτημένη, Αὐγούστα καὶ Ὁσία ἀειμακάριστε.

Ὁ Ἅγιος Βλάσιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐξ Ἀκαρνανίας 

Ὁ Ἅγιος Βλάσιος γεννήθηκε πιθανῶς στὸ χωριὸ Σκλάβαινα τῆς Ἀκαρνανίας περὶ τὰ τέλη τοῦ 10ου αἰῶνα ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 11ου αἰῶνα μ.Χ., ὅπου τὸ ἔτος 1923 βρέθηκε ὁ τάφος του καὶ τὸ τίμιο λείψανό του. Ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, στὴν παλιὰ Κιάφα – Σκλάβαινα τῆς ἐπαρχίας Βόνιτσας καὶ Ξηρομέρου, στὴν ὁποία διετέλεσε καὶ ἡγούμενος. Μαρτύρησε τὸ ἔτος 1006 ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνοὺς πειρατὲς μαζὶ μὲ πέντε συμμοναστές του. Τὸ μαρτύριό του φανέρωσε ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος σὲ πολλοὺς εὐσεβεῖς ἱερεῖς καὶ Χριστιανοὺς τῆς περιοχῆς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ ὁ βασιλέας

Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ (Βσεβολόδος Μστισλάβιτς), υἱὸς τοῦ μεγάλου Ρώσου ἡγεμόνος, ἐπὶ πολλὰ ἔτη καταπολέμησε, ὡς Πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ, τὶς διαμάχες μεταξὺ τῶν διαφόρων Ρώσων ἡγεμόνων. Μετὰ τὴν κοίμηση αὐτοῦ, τὸ ἔτος 1138 μ.Χ., ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία τὸν ἀνακήρυξε Ἅγιο καὶ θαυματουργὸ τὸ ἔτος 1549.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Δημήτριος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Δημήτριος τοῦ Πριλοὺκ γεννήθηκε στὴν περιοχὴ Περεγιασλὰβ Ζαλέσκ τῆς Ρωσίας κατὰ τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. ἀπὸ οἰκογένεια πλούσια καὶ εὐσεβῆ. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἵδρυσε μονὴ ἀφιερωμένη στὸν Ἅγιο Νικόλαο.

Τὸ ἔτος 1354 ὁ Ἅγιος Δημήτριος συναντήθηκε μὰ τὸν Ἅγιο Σέργιο τοῦ Ραντονέζ, ὁ ὁποῖος εἶχε ἔλθει στὸ Περεγιασλὰβ γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν Μητροπολίτη Ἀθανάσιο. Ἀπὸ τότε οἱ δύο Ἅγιοι συνδέθηκαν διὰ φιλίας.

Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ἐξαπλώθηκε τόσο πολύ, ὥστε ὁ μέγας πρίγκιπας Δημήτριος Ἰωάννοβιτς τοῦ ζήτησε νὰ γίνει Πνευματικὸς Πατέρας τῶν τέκνων του.

Ὅμως ὁ Ἅγιος ἐπιθυμοῦσε τὴ μοναχικὴ ἡσυχία. Ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ Ἁγίου Σεργίου ἀποσύρεται σὲ ἀπομακρυσμένο τόπο καὶ ἐγκαθίσταται βόρεια μὲ τὸν μαθητή του Παχώμιο.

Στὰ δάση τῆς περιοχῆς Βολογκντά, κοντὰ στὸν ποταμὸ Βελίκα, ἔκτισε τὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καὶ ἑτοιμαζόταν νὰ θέσει τὰ θεμέλια γιὰ τὴν ἀνέγερση μονῆς. Ὅμως οἱ ντόπιοι, μὲ τὸν φόβο ὅτι τὰ χωράφια τῆς περιοχῆς θὰ γίνονταν μοναστηριακὴ περιουσία, ἀντέδρασαν καὶ ζήτησαν ἀπὸ τοὺς δύο μοναχοὺς νὰ ἀποχωρήσουν. Ἐκεῖνοι, χωρὶς νὰ θέλουν νὰ ἐπιβαρύνουν κανένα μὲ τὴν παρουσία τους, μὲ πικρία ἀπεχώρησαν.

Ὁ Ὅσιος Δημήτριος τότε συνέστησε τὴν πρώτη κοινοβιακὴ μονὴ στὸ ρωσικὸ βορρά. Τὸ ἔτος 1372, μὲ τὴν πολύτιμη βοήθεια τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς, ἀποπερατώθηκε ὁ ξύλινος καθεδρικὸς ναὸς τοῦ Σωτῆρος καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Ὁσίου ἄρχισε νὰ προσελκύει μαθητὲς καὶ μοναχοὺς ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς γενέτειράς του.

Στὴ  νέα μοναστικὴ κοινότητα ὁ Ὅσιος συνδύαζε τὴν προσευχὴ μὲ τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ νηστεία, ἀλλὰ καὶ τὴν φιλανθρωπία. Φρόντιζε γιὰ τὸ συσσίτιο τῶν πεινώντων, φιλοξενοῦσε ἀστέγους, βοηθοῦσε τοὺς πτωχούς, παρηγοροῦσε τοὺς θλιμμένους καὶ συμβούλευε πνευματικὰ ὅσους προσέτρεχαν καὶ ζητοῦσαν τὸν Κύριο. Τὶς δωρεὲς τῶν πιστῶν πρὸς τὴ μονή, τὶς δεχόταν μὲ διάκριση καὶ προσοχὴ καὶ τὰ διαχειριζόταν μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ δὲν προκαλοῦσε, ἀφοῦ πρόσεχε ἰδιαίτερα νὰ μὴν καλλιεργεῖται στὴν καρδιὰ τῶν μοναχῶν κοσμικὸ φρόνημα.
Ὁ Ἅγιος Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως. Ἀφοῦ ἔζησε τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του θεοφιλῶς καὶ θεαρέστως, ὁ Ὅσιος Δημήτριος κοιμήθηκε σὲ βαθὺ γῆρας τὸ ἔτος 1392.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Σερβίας

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος γεννήθηκε στὴν πόλη Κράτοβα τῆς Σερβίας ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Δημήτριο καὶ τὴ Σάρρα. Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου καὶ ἀργότερα ἔμαθε τὴν τέχνη τοῦ χρυσοχόου. Ἔχασε τὸν πατέρα του σὲ νεαρὴ ἡλικία καὶ φοβούμενος μήπως, λόγω τῆς ὡραιότητάς του, ἀπαχθεῖ στὴν αὐλὴ τοῦ σουλτάνου Βαγιατζῆ Β’ (1481 – 1512 μ.Χ.), ᾖλθε στὴν Βουλγαρία καὶ παρέμεινε στὴ Σόφια πλησίον ἑνὸς ἱερέα ποὺ ὀνομαζόταν Πέτρος. Ὁ ἱερέας ἐκεῖνος τοῦ παρέσχε κάθε μέσο γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὰ ἱερὰ γράμματα. Καὶ ἔτσι ὁ Ἅγιος ζοῦσε βίο θεοφιλὴ καὶ ἀσκητικό.
Οἱ Τοῦρκοι προσπάθησαν νὰ τὸν ἐξισλαμίσουν καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ μεταχειρίστηκαν ἕναν ἔμπειρο μουσουλμάνο διδάσκαλο, ὁ ὁποῖος σὰν ἀφορμὴ γιὰ νὰ πλησιάσει τὸν Γεώργιο προσκόμισε σὲ αὐτὸν χρυσὸ γιὰ κατασκευὴ κοσμήματος. Κατὰ τὶς ἐπαφὲς μαζί του ὁ Γεώργιος ἀπέδειξε ὅτι ἡ μόνη ἀληθινὴ πίστη εἶναι ἡ Χριστιανικὴ καὶ ἤλεγξε ὡς ψευδῆ τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁδηγήθηκε στὸν κριτή. Παρὰ τὶς κολακεῖες, τὶς ὑποσχέσεις καὶ τὶς ἀπειλὲς ὁ Μάρτυρας παρέμεινε σταθερὸς στὴν πατρῴα εὐσέβεια. Ὁ ἱερεὺς Πέτρος τὸν ἐπισκέφθηκε στὴν φυλακή, τὸν ἀσπάσθηκε καὶ τοῦ εἶπε: «Χαῖρε, Γεώργιε, ἐσὺ σήμερα δόξασες τὸν Χριστό, ὅπως κάποτε ὁ Πρωτομάρτυρας Στέφανος, καὶ ὁ νέος Στέφανος τὴν ἐποχὴ τῆς εἰκονομαχίας καὶ ἄλλοι πολλοὶ Ἅγιοι, γιατί παρόμοιο ἔργο καὶ ἐσὺ ἔκανες». Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Ἅγιος ὁδηγήθηκε καὶ πάλι ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ, ὁ ὁποῖος τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ τὸν υἱοθετήσει καὶ θὰ τοῦ χαρίσει ἀμέτρητα πλούτη καὶ δόξα, ἐὰν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος καὶ πάλι ἐξεδήλωσε τὴν διάθεσή του νὰ μαρτυρήσει καὶ ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Τότε ὁ κριτής, ὑποκύπτοντας στὶς πιέσεις τοῦ ὄχλου, παρέδωσε τὸν Μάρτυρα στὸ μαινόμενο πλῆθος, τὸ ὁποῖο τὸν ἔδεσε καὶ τὸν περιέφερε ἀνὰ τὶς ὁδοὺς τῆς πόλεως. Ἔτσι, ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀναδείχθηκε Μάρτυρας τῆς Πίστεως καὶ ὑπέστη τὸν διὰ πυρᾶς θάνατο, τὸ ἔτος 1515 μ.Χ. στὴ Σόφια τῆς Βουλγαρίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, ἀνακηρύξας, τὴν τοῦ Κτίσαντος, οἰκονομίαν, ἀθλητικῶς ἠγωνίσω Γεώργιε· καὶ τοῦ πυρὸς ἐνεγκὼν τὴν κατάφλεξιν, καταδροσίζεις ἡμᾶς θείαις χάρισι. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ τῇ χάριτι, ἡ θεηγόρος σου γλῶσσα, φθεγγομένη ἔνδοξε, ὥσπερ θεόφθογγος σάλπιγξ, ἤχησε τῆς εὐσεβείας τὰ μεγαλεῖα, λύσασα, τῶν παρανόμων τὰς μυθουργίας· διὰ τοῦτο τῷ Κυρίῳ, ὡλοκαυτώθης Μάρτυς Γεώργιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Τὸν νέον ὁπλίτην τοῦ Ἰησοῦ, τὸν σοφίᾳ λόγων, καταπλήξαντα τὸν ἐχθρόν, καὶ προσενεχθέντα, Κυρίῳ ὡς θυσίαν, Γεώργιον συμφώνως ἀνευφημήσωμεν.

Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς τοῦ Μποσόϊ ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Βολοκολὰμκ τῆς Ρωσίας, ὅπου ἦταν ἡγούμενος ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ († 9 Σεπτεμβρίου).
Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1532.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος ἦταν ἱερεὺς στὴ Μαγνησία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔζησε ἐπὶ αὐτοκρατορίας τοῦ Σεπτιμίου Σεβήρου (193 – 211 μ.Χ.). Ὅταν τὸ ἔτος 198 μ.Χ. ὁ Σέβηρος ἐξαπέλυσε ἀπηνὴ διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος τῆς Μαγνησίας Λουκιανός, συνέλαβε τὸν Ἅγιο καὶ τοῦ ζήτησε νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του. Ὅμως ὁ Ἅγιος ὄχι μόνο δὲν τὸ ἔκανε αὐτό, ἀλλὰ ἀντίθετα ὁμολόγησε στὸν ἔπαρχο τὴν προσήλωσή του στὸν Χριστὸ καὶ δήλωσε μὲ παρρησία ὅτι σὲ ὁποιοδήποτε βασανιστήριο καὶ νὰ ὑποβληθεῖ δὲν πρόκειται νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Τότε ἡ σκοτισμένη καὶ σαρκικὴ ψυχὴ τοῦ Λουκιανοῦ ἐπέτεινε τὴν ὀργή της καὶ διέταξε νὰ ἀρχίσουν τὰ φρικώδη βασανιστήρια στὸ γέροντα ἱερέα. Πρῶτα τὸν γύμνωσαν καὶ ὁ ἴδιος ὁ Λουκιανός, παίρνοντας τὸ ξίφος του προσπάθησε νὰ πληγώσει τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου. Ὅμως ἀποκόπηκαν τὰ χέρια του καὶ ἔμειναν κρεμασμένα στὸ σῶμα τοῦ Ἱερομάρτυρα καὶ μόνο ὕστερα ἀπὸ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου συγκολλήθηκαν αὐτὰ πάλι στὸ σῶμα καὶ ὁ ἡγεμόνας κατέστη ὑγιής. Βλέποντας αὐτὸ τὸ θαῦμα τοῦ Ἁγίου πολλοὶ ἀπὸ τοὺς δημίους πίστεψαν στὸν ἀληθινὸ Θεό.

Μὲ τὸ ζόφο στὸ νοῦ καὶ μὲ τὴ θηριωδία στὴν καρδιά, ὁ ἔπαρχος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ διαπομπεύσουν τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν σύρουν διὰ μέσου τῆς πόλεως μὲ χαλινάρι. Τέλος, διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμὸ τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ μαρτύριό του ἔλαβε τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Τμήματα τῆς τιμίας κάρας αὐτοῦ φυλάσσονται στὴ ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Στεφάνου Μετεώρων καὶ στὸν ὁμώνυμο προσκυνηματικὸ ναὸ τῆς κωμοπόλεως Θεσπιῶν τῆς Βοιωτίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς στῦλος ἀκλόνητος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, καὶ λύχνος ἀείφωτος, τῆς οἰκουμένης σοφέ, ἐδείχθης Χαράλαμπες· ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, διὰ τοῦ μαρτυρίου, ἔλυσας καὶ εἰδώλων τὴν σκοτόμαιναν μάκαρ· διὸ ἐν παρρησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς φωστὴρ ἀνέτειλας ἐκ τῆς Ἑῴας, καὶ πιστοὺς ἐφώτισας, ταῖς τῶν θαυμάτων σου βολαῖς, Ἱερομάρτυς Χαράλαμπες· ὅθεν τιμῶμεν, τὴν θείαν σου ἄθλησιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Τὸν ἐν Ἀθλοφόροις ἱερουργόν, καὶ ἐν ἱερεῦσιν, ἱερώτατον Ἀθλητήν, τῶν θαυμάτων ῥεῖθρα, πηγάζοντα τῷ κόσμῳ, τὸν μέγαν Χαραλάμπην, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Οἱ Ἅγιοι Βάπτος καὶ Πορφύριος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ τρεῖς πιστεύσαντες γυναῖκες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες πίστεψαν στὸν Χριστὸ κατὰ τὸ φρικτὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους. Μόλις εἶδαν τὸ θαῦμα τοῦ Ἁγίου ποὺ ἐπιτελέσθηκε στὸν ἔπαρχο Λουκιανό, οἱ δήμιοι Πορφύριος καὶ Βάπτος ἢ Δαῦκτος, ἀρνήθηκαν τὰ εἴδωλα καὶ ὁμολόγησαν τὸν Χριστό. Τὸ ἴδιο ἔπραξαν καὶ τρεῖς ἀπὸ τὶς παρευρισκόμενες ἐκεῖ γυναῖκες. Ὅλους αὐτοὺς τοὺς συνέλαβε ὁ Λουκιανὸς καί, ἀφοῦ πρῶτα τοὺς ὑπέβαλλε σὲ φοβερὰ βασανιστήρια, ἀπέκοψε τὶς τίμιες κεφαλὲς αὐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἐνναθᾶ, Οὐαλεντίνα καὶ Παῦλος οἱ Παρθενομάρτυρες

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ἐνναθᾶ καταγόταν ἀπὸ τὴ Γάζα, ἡ δὲ Ἁγία Μάρτυς Οὐαλεντίνα καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης. Μόλις ξέσπασε διωγμὸς ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν, οἱ Ἅγιες συνελήφθησαν καὶ ὁδηγήθηκαν στὸν ἡγεμόνα Φιρμιλιανό, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Τότε ἐκεῖνος διέταξε νὰ μαστιγώσουν τὴν Μάρτυρα Ἐνναθᾶ ἀνηλεῶς. Στὴ συνέχεια, τὴν κράμασαν σὲ ξύλο καὶ τῆς ἔσκισαν τὰ πλευρά.

Ἡ Ἁγία Οὐαλεντίνα, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ βλέπει τὴν ἀπανθρωπιὰ καὶ τὴ θηριωδία τοῦ ἡγεμόνος, φανερώθηκε καὶ αὐτὴ ὡς Χριστιανή. Βιαζόμενη νὰ προσφέρει θυσία στὰ εἴδωλα, ἀνέτρεψε τὸν βωμὸ τῶν εἰδώλων καὶ τὸν κατέστρεψε. Ὁ τύραννος, μόλις εἶδε τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τῆς Ἁγίας Οὐαλεντίνης, τὴν παρέδωσε σὲ φρικώδη βασανιστήρια.

Ἀλλὰ τὸ συνεχιζόμενο μαρτύριο τῶν δύο Ἁγίων παρθένων γυναικῶν, προκάλεσε τὴν ἐμφάνιση καὶ ἄλλου ἀθλητὴ τῆς πίστεως. Ἦταν ὁ Παῦλος, ὁ ὁποῖος θεώρησε καθῆκον του νὰ στηλιτεύσει τὴν ἀχόρταγη θηριωδία τοῦ ἔπαρχου Φιρμιλιανοῦ. Τότε ὁ ἔπαρχος κορύφωσε τὴν κακουργία του. Κατὰ διαταγή του οἱ δύο Ἁγίες ὁδηγήθηκαν σὲ θάνατο διὰ πυρὸς καὶ ὁ Ἅγιος Παῦλος ἀποκεφαλίσθηκε.
Ὁ πόθος τους ἐκπληρώθηκε καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἀνέβησαν στὰ ἀθάνατα καὶ μακάρια σκηνώματα τοῦ Χριστοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ζήνων ὁ Ταχυδρόμος

Ὁ Ὅσιος Ζήνων καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καὶ ἦταν υἱὸς πλουσίων ἀλλὰ καὶ ἐνάρετων γονέων. Ἐπὶ βασιλείας Οὐάλεντος (364 – 374 μ.Χ.), ἦταν διακομιστὴς τῆς ἀλληλογραφίας του. Ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης ὑποστήριζε τοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανούς, καὶ εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος προσπάθησε νὰ πιέσει διὰ τοῦ ἔπαρχου Μοδεστοῦ τὸν Μέγα Βασίλειο, ἀναγκάστηκε ὅμως νὰ ὑποχωρήσει ἀπὸ τὴν σθεναρὴ στάση τοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου. Ὁ Ἅγιος Ζήνων, μολονότι ζοῦσε σὲ τέτοια ἀτμόσφαιρα, διατήρησε ἀκέραιο τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημά του.

Ὅταν πέθανε ὁ αὐτοκράτορας, ὁ Ὅσιος ἐγκατέλειψε τὸ κοσμικὸ κυκεώνα καὶ ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο. Ἐγκαταστάθηκε σὲ καλύβα στὸ ὄρος τοῦ Ἀντιόχου, κοντὰ στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου ἀσκήτευαν πολλοὶ Ἅγιοι μοναχοί. Κοντὰ σὲ αὐτοὺς βρῆκε ἀνάπαυση ἡ καρδιὰ τοῦ Ἁγίου.

Ἡ ζωή του ἦταν σκληρή, αὐστηρὴ καὶ τραχεία. Ἔτσι ἔλαβε χάρη ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὁδήγησε πολλοὺς στὸ δρόμο τῆς εὐσέβειας, ἐνῶ στήριζε τοὺς νεότερους μοναχοὺς στὴ μίμηση τῆς ἀγγελικῆς πολιτείας. Ἦταν ὁ ἐπιδέξιος ἀδελφός, ὁ εὔγλωττος χρωματιστῆς τῆς εὐτέλειας τῆς κοσμικῆς ματαιότητας καὶ τῆς ὑπεροχῆς τῆς ἐσωτερικῆς γαλήνης καὶ ἡσυχίας.
Ὁ Ὅσιος Ζήνων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, λαβὼν τὴν χάριν, δι’ ἀσκήσεως, ἀγίας Πάτερ, ζωῆς θείας ὑπεμφαίνεις τὰς χάριτας· καὶ τοῦ Σωτῆρος θεράπων γενόμενος, τῆς παρ’ αὐτοῦ ἠξιώθης λαμπρότητος. Ζήνων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Τοὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ἀγῶνάς σου θεοφόρε, ἡ ἐν οὐρανοῖς, ἐδέξατο εὐφροσύνη, καὶ Ἀγγέλων συνήφθης, τοῖς στρατεύμασιν Ὅσιε, θείας δόξης ἀξιούμενος, καὶ πρεσβεύων τῷ Παντάνακτι, ὑπὲρ πάντων τῶν βοώντων σοι· χαίροις ὦ Ζήνων σοφέ, τῶν ἀσκητῶν καλλονή.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις θεοφόρε Ζήνων σοφέ, ἀρετῶν ὁσίων, ὑποτύπωσις ἀληθής· χαίροις τῶν τελούντων, τὴν μνήμην σου τὴν θείαν, προστάτης καὶ μεσίτης, πρὸς τὸν Θεὸν ἡμῶν.

Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων

Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος διετέλεσε Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κατὰ τὸ ἔτος 706 μ.Χ. καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴ φιλόθεη πολιτεία του καὶ τὴν εὐσέβειά του. Ἔχασε δὲ τὸν θρόνο του ὑποστηρίζοντας τὶς Ἀποφάσεις καὶ τοὺς Ὅρους τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (451 μ.Χ.), ὅταν ὑπέγραψε τὰ Πρακτικὰ τῆς ἐν Τρούλλῳ Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου (691 μ.Χ.). Εἶναι ἐσφαλμένη ἡ ἀναγραφὴ σὲ πολλοὺς Συναξαριστὲς τοῦ Ἁγίου Ἀναστασίου ὡς Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ διαδέχθηκε τὸν Ἅγιο Πατριάρχη Γερμανὸ († 12 Μαΐου), διότι ὁ Πατριάρχης Ἀναστάσιος ποὺ διαδέχθηκε τὸν Ἅγιο Γερμανὸ ἦταν εἰκονομάχος καὶ μισητὸς στὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Ἀρεοβίνδου

Ὁ ναὸς αὐτὸς ὑπῆρχε ἀπέναντι τῆς βασιλικῆς πύλης (Μπαλατᾶ), στὸ σημερινὸ Χάσκιοϊ τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ κτίσθηκε τὸ ἔτος 598 μ.Χ. ἀπὸ τὸν ἀδελφὸ τοῦ αὐτοκράτορα Μαυρικίου (582 – 602 μ.Χ.), Πέτρο. Τὸ ὄνομα Ἀρεόβινδος εἶχαν ἐπιφανεῖς στρατιωτικοὶ τῆς Ἀνατολῆς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Ἄννα ἡ Πριγκίπισσα 

Ἡ Ὁσία Ἄννα γεννήθηκε στὴ Ρωσία καὶ ἦταν σύζυγος τοῦ ἡγεμόνα Γιαροσλάβου. Ἐργάσθηκε ἀποστολικὰ γιὰ τὴν στερέωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο, γιὰ νὰ ζήσει σὲ μοναστήρι μὲ ἡσυχία καὶ προσευχή. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1056. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη της καὶ στὶς 17 Ὀκτωβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Πρόχορος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Πρόχορος καταγόταν ἀπὸ τὸ Σμολὲνκ τῆς Ρωσίας καὶ ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο γενόμενος μοναχὸς στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου ἀπὸ τὸν ἡγούμενο Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἔνιωσε τὸν ἔνθεο ζῆλο τοῦ Προχόρου. Ὁ Ὅσιος ἀγωνιζόταν μὲ μεγάλη αὐστηρότητα καὶ ἀκρίβεια στὶς ἀρχὲς τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν διέκρινε ἦταν ἡ νηστεία. Ποτὲ δὲν γευόταν ἄλλη τροφὴ ἐκτὸς ἀπὸ νερὸ καὶ ψωμὶ ποὺ ἦταν φτιαγμένο ἀπὸ λοποτιὰ ἢ ἀρνόγλωσσο, ἕνα πικρὸ φυτό (στὰ ρώσικα λέγεται «λέμπεντα»). Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπικαλεῖται «Λεμπεντιώτης». Καὶ ὁ Ἅγιος Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Ὁσίου, μετέβαλε τὴν πίκρα αὐτοῦ τοῦ χόρτου σὲ γλυκύτητα.

Τὰ χρόνια ποὺ ζοῦσε ὁ Ὅσιος ἦταν δύσκολα γιὰ τὴν Ρωσία καὶ τὸν λαό της. Οἱ πολεμικὲς ἀναταραχὲς ἔφεραν πεῖνα. Ὁ θάνατος ἀπειλοῦσε τοὺς κατοίκους τοῦ Κιέβου. Ὁ Ὅσιος, ἀκούραστα, μάζευε τὸ πικρὸ αὐτὸ χόρτο καὶ καθημερινὰ ἑτοίμαζε ψωμιὰ καὶ τὰ μοίραζε στοὺς πεινασμένους ἀδελφούς του. Μερικοὶ θέλησαν νὰ μιμηθοῦν τὸν Ὅσιο καὶ νὰ φτιάξουν μόνοι τους ψωμὶ ἀπὸ τὸ πικρὸ αὐτὸ χόρτο. Ἦταν ὅμως ἀδύνατο νὰ τὸ φάνε, γιατί ἦταν πολὺ πικρό. Τότε κατάλαβαν ὅτι κάτι θαυμαστὸ συνέβαινε μὲ τὸν Ἅγιο ἀσκητή, ὁ ὁποῖος ἐπιτελοῦσε τὸ ἔργο αὐτὸ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ.

Στὸν καιρὸ τοῦ Ὁσίου συνέβη καὶ ὁ ἐμφύλιος πόλεμος ἀνάμεσα στὸν ἡγεμόνα Μιχαὴλ Σβιατοπὸλκ καὶ στοὺς πρίγκιπες τῶν πόλεων Βλαντιμὶρ καὶ Περεμίσλσκ. Τὰ τρόφιμα ἔφθαναν δύσκολα στὸ Κίεβο καὶ τὸ πρόβλημα μεγάλωσε ὅταν ἔπαψε νὰ ὑπάρχει ἁλάτι. Τότε ὁ Ὅσιος μάζεψε ἀπὸ τὰ κελιὰ τῶν μοναχῶν ὅλη τὴν στάχτη καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται. Ἡ στάχτη ἔγινε ἁλάτι, τὸ ὁποῖο ὁ Ὅσιος μοίραζε καὶ δὲν τελείωνε ποτέ.

Οἱ ἔμποροι παραπονέθηκαν τότε στὸν σκληρὸ ἡγεμόνα Μιχαὴλ Σβιατοπόλκ, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μεταφέρουν τὸ ἁλάτι στὴν αὐλή, γιὰ νὰ τὸ πωλεῖ αὐτός. Τότε τὸ ἁλάτι ἔγινε πάλι στάχτη καὶ ἡ ἀλήθεια ἀποκαλύφθηκε, γιὰ νὰ δοξασθεῖ τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἡγεμόνας, συντετριμμένος, πῆγε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων καὶ προσέπεσε μὲ ταπείνωση στὸν Ὅσιο, ὁ ὁποῖος προφήτεψε τὴ νίκη τοῦ ἡγεμόνος κατὰ τῶν Πολόφτσων.
Ὁ Ὅσιος Πρόχορος κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 1107. Ὁ ἡγεμόνας Μιχαὴλ Σβιατοπὸλκ δακρυσμένος ἐνταφίασε τὸ σκήνωμα τοῦ Ὁσίου κοντὰ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τῶν Σπηλαίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος Ἀρχιεπίσκοπος Νόβγκοροντ τῆς Ρωσίας 

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἐξελέγη Μητροπολίτης  τοῦ Νόβγκοροντ τῆς Ρωσίας τὸ 1329 καὶ χειροτονήθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ. Συνέγραψε τὸ προσφιλὲς ἀνάγνωσμα «Ὁ παράδεισος ἐπὶ τῆς γῆς». Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1352.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Φιλόσοφος

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ὁ ἐπιλεγόμενος Φιλόσοφος λόγω τῶν ἐξαιρετικῶν σπουδῶν του στὴ θεολογία καὶ φιλοσοφία, ἔζησε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 11ου καὶ ἀρχὲς τοῦ 12ου αἰῶνα μ.Χ. στὴ Γεωργία. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Λογγίνος ὁ Ἐρημίτης

Ὁ Ὅσιος Λογγίνος τοῦ Κορυάζχεμκ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρωσία. Ἀσκήτεψε ἀρχικὰ στὴ μονὴ Ἁγίου Παύλου τῆς Ὀμπνόρα καὶ στὴ συνέχεια στὴ μονὴ τῶν Ἁγίων Βορίδος καὶ Γκλὲμπ τοῦ Σολβυτσέγκοντ καὶ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Κορνηλίου τῆς περιοχῆς Κομέλ. Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν μοναχὸ Συμεών, ᾖλθε σὲ ἐρημητήριο ποὺ ἦταν στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Κορυαζχέμα. Ἐκεῖ ἀνήγειρε κελιὰ καὶ ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Νικόλαο.
Ὁ Ὅσιος Λογγίνος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1540. Μετὰ 16 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμηση αὐτοῦ, τὸ τίμιο λείψανό του μεταφέρθηκε μέσα στὸ ναό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι πάντες Ἱεράρχες ἐν Νόβγκοροντ τῆς Ρωσίας

Ἡ ἑορτὴ αὐτὴ καθιερώθηκε μετὰ τὴ φανέρωση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, Ἀρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ († 7 Σεπτεμβρίου 1186) στὸν Ἅγιο Εὐθύμιο, Ἀρχιεπίσκοπο Νόβγκοροντ († 11 Μαρτίου 1458), ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε νὰ ἑορτάζει μὲ ἀγρυπνία στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας τοὺς μακαρίους Ἱεράρχες τῆς τοπικῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εὐαρέστησαν μὲ τὸ βίο καὶ τοὺς ἀγῶνες τους τὸν Θεό. Ἐπίσης, ἡ ἑορτὴ αὐτὴ ἐπιτελεῖται στὶς 4 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Ἱεροθέου, Ἐπισκόπου Ἀθηνῶν, σύμφωνα μὲ ὅσα εἶπε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, καὶ τὴν Τρίτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή.

Οἱ Ἅγιοι Ἱεράρχες εἶναι :
Ἰωακεὶμ († 1030), Λουκᾶς († 1060), Γερμανὸς († 1096), Ἀρκάδιος († 1162), Γρηγόριος († 1193), Μαρτύριος († 1199), Ἀντώνιος († 1231), Βασίλειος († 1352), Συμεὼν († 1421), Γεννάδιος († 1505), Ποιμὴν († 1571), Ἀφφώνιος († 1652).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Μνήμη Θαύματος ἀπαλλαγῆς νήσου Ζακύνθου ἐκ τῆς πανώλης

Συνέβη ὅταν τὸ ἔτος 1728 ἐνέσκυψε στὴ νῆσο τῆς Ζακύνθου πανούκλα, οἱ Χριστιανοὶ ἐστράφησαν στὸν Ἅγιο Χαράλαμπο καὶ ζήτησαν τὴν μεσιτεία του. Ἀποφάσισαν μάλιστα νὰ οἰκοδομήσουν ναὸ πρὸς τιμή του ὡς ἱκεσία καὶ ὑπὲρ τῆς ἀπαλλαγῆς αὐτῶν ἀπὸ τὴν συμφορά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Διήγηση περὶ ὑπακοῆς στοὺς γονεῖς καὶ σεβασμοῦ τῆς ἱερῆς Λειτουργίας

Περιληπτικὰ ἡ διήγηση ἔχει ὡς ἕξης:
Στὶς ἡμέρες τοῦ βασιλιὰ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379 – 395), ἦταν στὴν Κωνσταντινούπολη κάποιος ἄνθρωπος ἐνάρετος καὶ πλούσιος, ποὺ ὀνομαζόταν Ἰουλιανός. Αὐτὸς εἶχε καὶ ἕνα γιό, ποὺ τὸν ἔλεγαν Θεόφιλο. Ὅταν γέρασε, ἔπεσε σὲ μεγάλη φτώχεια καὶ τότε κάλεσε τὸν γιό του γιὰ νὰ τοῦ πεῖ κάτι σημαντικό. Τοῦ ζήτησε λοιπὸν νὰ τὸν πουλήσει σὰν δοῦλο του, γιὰ νὰ ἀνταπεξέλθει στὶς ἀνάγκες τῶν τελευταίων χρόνων τῆς ζωῆς του. Ἀλλὰ μὲ τὴν ὑπόσχεση ὅτι θὰ ἔκανε πλήρη ὑπακοὴ στὸν ἀφέντη του καὶ ὅταν εἶχε Θεία Λειτουργία, πρῶτα θὰ πήγαινε σ’ αὐτὴ καὶ ἔπειτα θὰ συνέχιζε πρόθυμα τὴν ὑπηρεσία του. Ἔτσι θὰ εἶχε θαυματουργικὲς εὐεργεσίες ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ ὑπάκουος γιὸς δέχτηκε τὸ αἴτημα τοῦ πατέρα του, ποὺ τὴν ἑπόμενη μέρα τὸν πούλησε σ’ ἕναν πατρίκιο τοῦ παλατιοῦ, τὸν Κωνσταντῖνο. Αὐτὸς ἀγάπησε πολὺ τὸν Θεόφιλο γιὰ τὴν προθυμία καὶ τὴν ἐργατικότητά του. Κάποτε ὅμως ὁ πατρίκιος ξέχασε τὸν χαρτοφύλακα στὸ δωμάτιό του καὶ ἔστειλε τὸν Θεόφιλο νὰ τοῦ τὸν φέρει. Ὁ Θεόφιλος μπῆκε στὸ δωμάτιο τὴν ὥρα ποὺ ἡ κυρία του μοιχευόταν μὲ ἕνα δοῦλο της. Ἀλλὰ ὁ Θεόφιλος ἐπάνω στὴ βιασύνη του δὲν τοὺς πρόσεξε καὶ ἀφοῦ πῆρε τὸν χαρτοφύλακα βγῆκε ἀπὸ τὸ δωμάτιο. Ἡ πονηρὴ ὅμως γυναῖκα τοῦ πατρικίου, συκοφάντησε τὸν Θεόφιλο στὸν ἄντρα της ὅτι δῆθεν τὴ βίασε. Τότε ὁ πατρίκιος θυμωμένος, συνεννοήθηκε μὲ τὸν ἔπαρχο νὰ τοῦ στείλει τὸν Θεόφιλο γιὰ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσει. Στὸ δρόμο γιὰ τὸν ἔπαρχο, ὁ Θεόφιλος συνάντησε ναὸ ποὺ εἶχε Θεία Λειτουργία καὶ μπῆκε μέσα γιὰ νὰ λειτουργηθεῖ. Ἐπειδὴ ἀργοῦσε, ὁ πονηρὸς δοῦλος εἶπε στὸν πατρίκιο νὰ πάει αὐτὸς νὰ φέρει τὸ κεφάλι τοῦ Θεόφιλου, ποὺ θὰ ἦταν ἤδη κομμένο. Ὅταν ἔφτασε στὸν ἔπαρχο ὁ πονηρὸς δοῦλος, ὁ δήμιος ποὺ καραδοκοῦσε πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα, νόμισε ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Θεόφιλος. Καὶ ἔτσι τοῦ ἔκοψε τὸ κεφάλι. Ἀμέσως μετὰ ἔφτασε καὶ ὁ Θεόφιλος. Καὶ ἀφοῦ πῆρε τὸ σακὶ μὲ τὸ κεφάλι τὸ μετέφερε στὸν πατρίκιο, χωρὶς νὰ γνωρίζει τίποτα. Ὁ πατρίκιος καὶ ἰδιαίτερα ἡ γυναῖκα του, ὅταν εἶδαν ζωντανὸ τὸν Θεόφιλο καὶ τὸ κεφάλι τοῦ πονηροῦ δούλου μέσα στὸ σακί, ἔμειναν ἄφωνοι. Ἡ γυναῖκα τοῦ πατρικίου τότε, ἔντρομη γιὰ τὴ θεία δίκη, ἐξομολογήθηκε τὴν ἀλήθεια στὸν ἄντρα της καὶ ζήτησε δημόσια συγχώρηση. Ἔτσι ὁ πατρίκιος, ἀγάπησε ἀκόμα περισσότερο τὸν Θεόφιλο καὶ τὸν ἔκανε κληρονόμο σ’ ὅλη του τὴν περιουσία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος ἦταν ἱερεὺς στὴ Μαγνησία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔζησε ἐπὶ αὐτοκρατορίας τοῦ Σεπτιμίου Σεβήρου (193 – 211 μ.Χ.). Ὅταν τὸ ἔτος 198 μ.Χ. ὁ Σέβηρος ἐξαπέλυσε ἀπηνὴ διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος τῆς Μαγνησίας Λουκιανός, συνέλαβε τὸν Ἅγιο καὶ τοῦ ζήτησε νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του. Ὅμως ὁ Ἅγιος ὄχι μόνο δὲν τὸ ἔκανε αὐτό, ἀλλὰ ἀντίθετα ὁμολόγησε στὸν ἔπαρχο τὴν προσήλωσή του στὸν Χριστὸ καὶ δήλωσε μὲ παρρησία ὅτι σὲ ὁποιοδήποτε βασανιστήριο καὶ νὰ ὑποβληθεῖ δὲν πρόκειται νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Τότε ἡ σκοτισμένη καὶ σαρκικὴ ψυχὴ τοῦ Λουκιανοῦ ἐπέτεινε τὴν ὀργή της καὶ διέταξε νὰ ἀρχίσουν τὰ φρικώδη βασανιστήρια στὸ γέροντα ἱερέα. Πρῶτα τὸν γύμνωσαν καὶ ὁ ἴδιος ὁ Λουκιανός, παίρνοντας τὸ ξίφος του προσπάθησε νὰ πληγώσει τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου. Ὅμως ἀποκόπηκαν τὰ χέρια του καὶ ἔμειναν κρεμασμένα στὸ σῶμα τοῦ Ἱερομάρτυρα καὶ μόνο ὕστερα ἀπὸ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου συγκολλήθηκαν αὐτὰ πάλι στὸ σῶμα καὶ ὁ ἡγεμόνας κατέστη ὑγιής. Βλέποντας αὐτὸ τὸ θαῦμα τοῦ Ἁγίου πολλοὶ ἀπὸ τοὺς δημίους πίστεψαν στὸν ἀληθινὸ Θεό.

Μὲ τὸ ζόφο στὸ νοῦ καὶ μὲ τὴ θηριωδία στὴν καρδιά, ὁ ἔπαρχος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ διαπομπεύσουν τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν σύρουν διὰ μέσου τῆς πόλεως μὲ χαλινάρι. Τέλος, διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμὸ τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ μαρτύριό του ἔλαβε τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Τμήματα τῆς τιμίας κάρας αὐτοῦ φυλάσσονται στὴ ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Στεφάνου Μετεώρων καὶ στὸν ὁμώνυμο προσκυνηματικὸ ναὸ τῆς κωμοπόλεως Θεσπιῶν τῆς Βοιωτίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς στῦλος ἀκλόνητος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, καὶ λύχνος ἀείφωτος, τῆς οἰκουμένης σοφέ, ἐδείχθης Χαράλαμπες· ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, διὰ τοῦ μαρτυρίου, ἔλυσας καὶ εἰδώλων τὴν σκοτόμαιναν μάκαρ· διὸ ἐν παρρησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς φωστὴρ ἀνέτειλας ἐκ τῆς Ἑῴας, καὶ πιστοὺς ἐφώτισας, ταῖς τῶν θαυμάτων σου βολαῖς, Ἱερομάρτυς Χαράλαμπες· ὅθεν τιμῶμεν, τὴν θείαν σου ἄθλησιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Τὸν ἐν Ἀθλοφόροις ἱερουργόν, καὶ ἐν ἱερεῦσιν, ἱερώτατον Ἀθλητήν, τῶν θαυμάτων ῥεῖθρα, πηγάζοντα τῷ κόσμῳ, τὸν μέγαν Χαραλάμπην, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Βαλεριανοῦ (253 – 259 μ.Χ.) καὶ Γαληίνου (259 – 268 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια.

Δυστυχῶς, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, ποὺ ὀνομαζόταν Σαπρίκιος, ἔθρεψε στὴν ψυχή του ἀνεξήγητο μίσος κατὰ τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος ὅμως ἐνέμενε στὴν ταπεινοφροσύνη. Ἡ ἀποστροφὴ τοῦ ἱερέως Σαπρικίου τὸν λυποῦσε χωρὶς νὰ τὸν παροργίζει. Καὶ προσευχόταν μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ πρὸς τὸν Θεό, γιὰ νὰ μαλακώσει ἡ σκληρότητα τοῦ ἀδελφοῦ του.

Ὅταν τὸ ἔτος 257 μ.Χ. ξέσπασε μεγάλος διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, συνελήφθησαν πολλοὶ μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ Σαπρίκιος. Μόλις ὁ Ἅγιος πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, ἔτρεξε κοντά του καὶ παρακάλεσε τὸν Σαπρίκιο νὰ τοῦ δώσει τὸν ἀσπασμὸ καὶ τὴν εὐλογία του. Ὁ Σαπρίκιος τὸν κοίταξε περιφρονητικὰ καὶ ἀρνήθηκε, λησμονώντας ὅτι ἡ πίστη χωρὶς τὴν ἀγάπη δὲν ὠφελεῖ. Καὶ ὅμως ὁ Ἅγιος Νικηφόρος δὲν ἀπελπίσθηκε. Καὶ ὅταν εἶδε τὸν Σαπρίκιο νὰ ὑποφέρει μὲ καρτερία τοὺς βασανισμούς, ζήτησε ἀκόμη περισσότερο τὴν συνδιαλλαγὴ μὲ αὐτόν, ποὺ ἔφερε στὸ σῶμά του τὰ στίγματα τοῦ Χριστοῦ. Τὸν πλησιάζει καὶ πάλι, ἀσπάζεται τὶς πληγές του καὶ τὸν ἱκετεύει νὰ τὸν συγχωρήσει. Ὁ Σαπρίκιος καὶ κατ’ αὐτὴν ἀκόμη τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου ἀπέκρουε ἀπὸ τὴν καρδιά του τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ταπείνωση. Ἡ ἀγάπη εἶχε φονευθεῖ ἐντός του. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν ἐγκατέλειψε. Λίγο πρὶν τὴν ὥρα τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ δειλιάζει καὶ προχωρεῖ στὰ ἔσχατα τῆς ἀπώλειας. Ἀρνεῖται τὸν Χριστὸ καὶ ζητᾶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἡ ψυχὴ τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου πλημμύρισε ἀπὸ θλίψη καὶ ἀμέσως ἄρχισε νὰ παρακαλεῖ τὸν Σαπρίκιο νὰ ἀναλάβει τὴν γενναιότητά του. Ἡ παράκληση τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου χαρακτηρίσθηκε ἀπὸ τὸν εἰδωλολάτρη ἔπαρχο ὡς ὁμολογία Χριστοῦ.
Ἔτσι διέταξε νὰ ἀποκόψουν τὴν τίμια κεφαλὴ τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου, ὁ ὁποῖος μετέβη στὰ οὐράνια σκηνώματα, συγκοινωνὸς καὶ κληρονόμος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀγάπῃ τοῦ Κτίσαντος, καταυγασθεὶς τὴν ψυχήν, τοῦ νόμου τῆς χάριτος, ἐκπληρωτὴς ἀκριβής, ἐμφρόνως γεγένησαι· ὅθεν καὶ τὸν πλησίον, ὡς σαυτὸν ἀγαπήσας, ἤθλησας Νικηφόρε, καὶ τὸν ὄφιν καθεῖλες· ἐντεῦθεν ἐν ὁμονοίᾳ, ἡμᾶς διατήρησον.

 

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.

Ἀγάπης τῷ δεσμῷ, συνδεθεὶς Νικηφόρε, διέλυσας τρανῶς, τὴν κακίαν τοῦ μίσους, καὶ ξίφει τὴν κάραν σου, ἐκτμηθεὶς ἐχρημάτισας, Μάρτυς ἔνθεος, τοῦ σαρκωθέντος Σωτῆρος· ὃν ἱκέτευε, ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ὑμνούντων, τὴν ἔνδοξον μνήμην σου.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ παρθένος σήμερον.
Πτερωθεῖς ἀοίδιμε, τῇ τοῦ Κυρίου ἀγάπῃ, καὶ τὸν τούτου ἔνδοξε, Σταυρὸν ἐπ’ ὤμων βαστάσας, ἤσχυνας τοῦ διαβόλου τὰς μεθοδείας, ἤθλησας μέχρι θανάτου καὶ ἀληθείας· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, ὁπλίτης μύστης, Θεοῦ τῆς Χάριτος.

 

Μεγαλυνάριον.
Πλήρης ὢν ἀγάπης τῆς πρὸς Θεόν, ἠγάπησας μάκαρ, τὸν πλησίον ὡς σεαυτόν· ὅθεν καὶ ἀθλήσας, τοῦ μίσους τὸν ἐργάτην, καθεῖλες Νικηφόρε, Χριστῷ πειθόμενος.

Οἱ Ἅγιοι Μάρκελλος καὶ Παγκράτιος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Μάρκελλος καὶ Παγκράτιος ἔζησαν κατὰ τὸν 1ο αἰῶνα μ.Χ., κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ ὑπῆρξαν μαθητὲς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου.

Ὁ Ἅγιος Μάρκελλος ἦταν προηγουμένως ὀπαδὸς τοῦ Σίμωνος τοῦ Μάγου, ᾖλθε ὅμως στὴν ἀληθινὴ πίστη διὰ τῆς διδασκαλίας καὶ τῶν θαυμάτων τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, τὸν ὁποῖο ἀπὸ τότε ἀκολούθησε στὶς ἱεραποστολικές του περιοδεῖες. Ὁ Ἅγιος Μάρκελλος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως τῶν Συρακουσῶν Σικελίας καί, ἀφοῦ ὁδήγησε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ πολλοὺς εἰδωλολάτρες, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Παγκράτιος ἐπισκέφθηκε μὲ τὸν πατέρα του, Ἅγιο Μάρκελλο, τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ βαπτίσθηκε ἐκεῖ σὲ νεαρὴ ἡλικία. Ἀκολούθησε καὶ αὐτὸς τὸν Ἀπόστολο Πέτρο στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Κιλικία, ὅπου συνάντησε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ αὐτὸν Ἐπίσκοπος Ταυρομενίου τῆς Σικελίας. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος κήρυττε μὲ ἐνθουσιασμὸ στὰ πλήθη τῶν εἰδωλολατρῶν τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁδήγησε στὸν Χριστὸ τὸν ἡγεμόνα τοῦ τόπου Βονιφάτιο. Ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ ἐθνικοὶ τῆς Σικελίας τὸν συνέλαβαν, τὸν κρέμασαν καὶ τὸν ἔκαψαν ζωντανό. Ἔτσι, ὁ Ἅγιος Παγκράτιος ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου καὶ τῆς δόξας. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη του καὶ στὶς 9 Ἰουλίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Φιλάγριος Ἐπίσκοπος Κύπρου

Ὁ Ἅγιος Φιλάγριος ἔζησε κατὰ τὸν 1ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος καὶ ἀρχιεράτευσε στὴν Κύπρο. Ἐκεῖ, ἀφοῦ δίδαξε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ὁδήγησε πολλοὺς ἐθνικοὺς στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ὑπέμεινε πολλὲς διώξεις ὑπὲρ τῆς ἀληθοῦς πίστεως. Στὸν κώδικα τῆς Πετρουπόλεως ἀναγράφεται: «Φιλαγρίου ἐπισκόπου Κύπρου τοῦ εἰς Κούριν». Ἴσως νὰ ἦταν Ἐπίσκοπος Κουρέων τῆς Κύπρου. Ὡς Ἐπίσκοπο Κύπρου τιμᾶ τὸν Ἅγιο καὶ ἡ Μητρόπολη Λεμεσοῦ. Ὅμως κατὰ τὸν Ἀρχιμανδρίτη Κυπριανὸ ὁ Ἅγιος Φιλάγριος ὑπῆρξε Ἐπίσκοπος Σόλων. Ὁ Λεόντιος Μαχαιρᾶς στὸ Χρονικόν του (15ος αἰῶνας μ.Χ.) τὸν θεωρεῖ Ἐπίσκοπο Πάφου.
Ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ ὑπέμεινε πολλοὺς πειρασμοὺς ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ ἀπὸ τοὺς πονηροὺς καὶ ἄπιστους ἀνθρώπους ποὺ δὲν σέβονταν τὸν Κύριο, εὐχαριστώντας τὸν Θεὸ μέχρι τὴν τελευταία του ἀναπνοή, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη στὴν Σολέα τῆς Κύπρου

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἄμμων καὶ Ἀλέξανδρος οἱ Μάρτυρες ἐκ Κύπρου

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἄμμων καὶ Ἀλέξανδρος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἦταν μαθητὲς τοῦ Ὠριγένους. Μαρτύρησαν στὸν Σόλεα τῆς Κύπρου γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἴσως κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν τοῦ αὐτοκράτορα Δεκίου (248 – 251 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰννοκεντίου ἐκ Ρωσίας

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰννοκεντίου Ἐπισκόπου Ἰρκοὺτσκ τῆς Ρωσίας ( 1731), στὶς 26 Νοεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ρωμανὸς τοῦ Κίλικος

Ὁ Ὅσιος Ρωμανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ρωσὸ τῆς Κιλικίας, ἀλλὰ διῆλθε τὸν βίο τῶν εὐσεβῶν ἀγώνων του στὴν Ἀντιόχεια. Ἐκεῖ, στοὺς πρόποδες ἑνὸς βουνοῦ, ἔκτισε μικρὸ κελί, στὸ ὁποῖο ἀσκήτευε. Γιὰ τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου του, ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε πλούσια τὴν Χάρη του καὶ τὸν τίμησε μὲ τὴν δύναμη τῆς θαυματουργίας. Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του ἔφερε πρὸς αὐτὸν πλήθη πιστῶν, ποὺ ζητοῦσαν τὴν εὐχὴ καὶ τὴν εὐλογία του. Ἔτσι πολλὲς φορὲς ὁ Ὅσιος θεράπευε πολλοὺς ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ βαριὲς ἀσθένειες καὶ μὲ τὴν προσευχή του ἀπέκτησαν παιδιὰ πολλὲς στεῖρες γυναῖκες.

Τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας, μὲ τὸ ὁποῖο τὸν προίκισε ὁ Θεός, δὲν τὸν ὁδήγησε ποτὲ στὴν ὑπερηφάνεια. Ἀντίθετα μάλιστα. Συχνὰ ὁ Ἅγιος ἐπαναλάμβανε τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ἀναφέρει ὅτι ἐκεῖνος ποὺ νομίζει ὅτι στέκεται, ὀφείλει νὰ προσέχει νὰ μὴν πέσει. Καὶ ἔλεγε, ἐπίσης, ὅτι τὸ σπουδαῖο δὲν εἶναι νά κάνεις θαύματα, ἀλλὰ νὰ ἐργάζεσαι τὴν δικαιοσύνη καὶ νὰ φυλάττεις τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι, ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ὅσιος Ρωμανός, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ Δαμασκηνὸς

Ὁ Ὅσιος Πέτρος ἦταν ἱερεὺς καὶ θεωρεῖται ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νικόδημο ὡς συγγραφεὺς τῆς Νιπτικῆς Βίβλου, ποὺ περιέχεται στὴ Φιλοκαλία. Τελειώθηκε διὰ ξίφους τὸ ἔτος 775 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr