Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Κυρίου, «ὁ ἐπιπεσὼν ἐπὶ τὸ στῆθος τοῦ Ἰησοῦ», εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔγραψε τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον, ἀλλὰ καὶ τὶς τρεῖς Καθολικὲς Ἐπιστολές, ποὺ φέρουν τὸ ὄνομά του.
Ἡ μνήμη τοῦ Ἀποστόλου Ἰωάννου ἑορτάζεται στὶς 26 Σεπτεμβρίου. Ἡ σημερινὴ ἑορτὴ συνδέεται μὲ τὴν ἀνάδυση θαυματουργικῆς κόνεως (σκόνης) ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, μέσῳ τῆς θαυματουργικῆς ἐπενέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ οἱ ντόπιοι τὴν ἀποκαλοῦσαν «ἐπίγειο μάνα».
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ἀφοῦ, ὕστερα ἀπὸ θεῖο φωτισμό, προέβλεψε ὅτι ἐπρόκειτο νὰ μεταστεῖ ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ στὴν αἰώνια καὶ ἀτελεύτητη, παρέλαβε τοὺς μαθητές του καὶ βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἔφεσο. Ἐκεῖ σὲ ἕνα σημεῖο ὑπέδειξε νὰ ἀνοιγεῖ τάφος. Μόλις ἔγινε αὐτό, μπῆκε μέσα ζωντανὸς καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὁ τάφος αὐτὸς ἐφεξῆς ἔγινε πηγὴ ἰαμάτων.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ἐτελεῖτο στὸν περιφανὴ ναό του, ὁ ὁποῖος βρισκόταν στὸν τόπο ποὺ ὀνομάζεται Ἕβδομον, στὸ σημερινὸ Μακροχώρι Κωνσταντινουπόλεως. Γιὰ τὸ ναὸ αὐτὸ στὸν Ἕβδομον, ποὺ ὑπῆρχε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ., γνωρίζουμε σχετικὰ ἀπὸ τὸν Σωκράτη τὸν Σχολαστικό. Κατὰ τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. ὁ ναὸς τοῦ Θεολόγου ἦταν καταβεβλημένος, ἴσως ἐξαιτίας σεισμῶν ἢ καιρικῶν ἐπηρειῶν καὶ γι’ αὐτὸ ἀνήγειρε αὐτὸν ἐκ βάθρων ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος ὁ Μακεδών.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Ἀπόστολε Χριστῷ τῷ Θεῷ ἠγαπημένε, ἐπιτάχυνον ῥῦσαι λαὸν ἀναπολόγητον· δέχεταί σε προσπίπτοντα, ὁ ἐπιπεσόντα τῷ στήθει καταδεξάμενος. Ὃν ἰκέτευε Θεολόγε, καὶ ἐπίμονον νέφος ἐθνῶν διασκεδάσαι, αἰτούμενος ἡμῖν εἰρήνην, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον αὐτόμελον. Ἦχος β’.
Τὰ μεγαλεῖα σου Παρθένε τίς διηγήσεται; βρύεις γὰρ θαύματα, καὶ πηγάζεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν, ὡς θεολόγος καὶ φίλος Χριστοῦ.
Μεγαλυνάριον.
Πέτρα ὡς ἡ πάλαι τῷ Ἰσραήλ, ὤφθη Θεολόγε, ὁ σὸς τάφος ὁ εὐαγής· βρύει γὰρ τῷ κόσμῳ, ὡς μάννα ψθχοτρόφον, τρυφῆς ἐπουρανίου, κόνιν θεόσδοτον.
Ἡ Ἁγία σπείρα Στρατιωτῶν οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες τελειώθηκαν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Διονύσιος ἦταν Ἐπίσκοπος καὶ μαρτύρησε στὴ Βιέννη μετὰ τὸ 193 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἑλλάδιος Ἐπίσκοπος Ὡξέρρης
Ὁ Ἅγιος Ἑλλάδιος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ὡξέρρης καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 387 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Αὐγουστίνη ἡ Μάρτυς ἡ ἐν Βυζαντίῳ
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τῆς Ἁγίας Αὐγουστίνης.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Μέγας
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Μέγας γεννήθηκε στὴ Ρώμη, στὴν ἐκκλησία τῆς ὁποίας ἦταν διάκονος, ἀπὸ γονεῖς πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379 – 395 μ.Χ.). Διακρινόταν γιὰ τὴ σοφία, τὸ ἄμεμπτο ἦθος καὶ τὶς ποικίλες ἀρετές του. Διῆλθε τὴ ζωή του μὲ τὴν προσευχή, τὴν λατρευτικὴ ζωή, τὴν μελέτη καὶ τὴν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν καὶ ἔμαθε καὶ τὴν «ἄγνωστον γνώσην». Τὴ γνώση, δηλαδή, ποὺ δὲν μπορεῖ νά γίνει κατανοητὴ μὲ τὸ ἀνθρώπινο μυαλό, ἀλλὰ ἀποκαλύπτεται ἀπὸ τὸν Θεὸ στὴν κεκαθαρμένη καρδιά. Μὲ ἄλλα λόγια, ἐντρύφησε μὲ τὴν μελέτη καὶ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς του στὰ μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀναδείχθηκε σοφὸς διδάσκαλος καὶ ἄριστος παιδαγωγός. Ἐξαιτίας αὐτοῦ, μὲ τὴν ὑπόδειξη τοῦ βασιλέως Γρατιανοῦ καὶ τοῦ Πάπα Ἰννοκεντίου, προσλήφθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο ὡς διδάσκαλος τῶν υἱῶν του Ἀρκαδίου καὶ Ὀνωρίου.
Στὴν Κωνσταντινούπολη ἔγινε δεκτὸς μὲ μεγάλες τιμές, τοῦ δόθηκε ὁ τίτλος τοῦ πατρικίου καὶ ἐτιμάτο ὡς βασιλοπάτωρ, ὅπου ὅλοι τὸν θαύμαζαν γιὰ τὶς πολλὲς γνώσεις καὶ τὴ σεμνότητα τοῦ ἤθους του. Ἀποφεύγοντας τοὺς θορύβους τῆς πόλεως καὶ τὸν πολυτελὴ βίο στὰ ἀνάκτορα, παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν βοηθήσει νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὰ ὑψηλά του καθήκοντα καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει σὲ ὁδὸ σωτηρίας. Οἱ παρακλήσεις τοῦ Ὁσίου εἰσακούσθηκαν καὶ μία ἡμέρα ἄκουσε ὑπερκόσμια φωνή, ἡ ὁποία τὸν προέτρεπε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν κόσμο. Εὐθὺς ἀμέσως ἀπέβαλε τὰ λαμπρά του ἐνδύματα καὶ ἀφοῦ μεταμφιέσθηκε, ἔφυγε στὴν Αἴγυπτο, εἰσῆλθε σὲ Σκήτη καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἐκεῖ ἔλαβε τὴν πληροφορία ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἀσκηθεῖ περισσότερο στὴ σιωπὴ καὶ τὴν ἡσυχία. Ἡ ὑπεροχή του κατὰ τὴ μόρφωση καὶ τὰ ἱερὰ γράμματα καὶ τὸ ἀσκητικό του ἦθος, ἡ ταπεινοφροσύνη καὶ οἱ κατὰ Θεὸν ἀρετές του, τὸν ἀνέδειξαν σὲ πνευματικὸ προεστώτα μεταξὺ τῶν συνασκητῶν του στὴν ἔρημο. Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του διαδόθηκε σὲ ὅλη τὴν περιοχή, πολλοὶ δὲ ἀπὸ τὶς πόλεις προσέρχονταν, γιὰ νὰ ἀκούσουν τὴν διδασκαλία του, νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικὰ καὶ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του. Ἀκόμη καὶ ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος ἐπισκέφθηκε πολλὲς φορὲς τὸν Ὅσιο Ἀρσένιο, γιὰ νὰ τὸν συμβουλευθεῖ ἐπὶ θεολογικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων.
Σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπισκέψεις του ὁ Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος μαζὶ μὲ μερικοὺς ἄλλους παρακάλεσε τὸν Ὅσιο νὰ τοὺς πεῖ κάποιο λόγο, γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικά. Τότε ὁ Μέγας Ἀρσένιος τοὺς ρώτησε: «Ἐὰν σᾶς πῶ κάποιο λόγο, θὰ τὸν ἐφαρμόσετε;». Καὶ ὅταν ἐκεῖνοι ἀπάντησαν ναί, τοὺς ἀποκρίθηκε: «Ὅπου ἀκούετε ὅτι εὑρίσκεται ὁ Ἀρσένιος, μὴ πλησιάσετε σὲ αὐτόν». Τὸ περιστατικὸ αὐτὸ δείχνει τὴ μεγάλη του ταπείνωση. Βίωνε στὴν καθημερινή του ζωὴ τὸ λόγο «ὅσο μέγας εἶ, τοσοῦτον ταπείνου σεαυτόν».
Ὁ Ὅσιος, γιὰ νὰ ἀποφύγει τὴν κοινωνικότητα καὶ τὶς συχνὲς βαρβαρικὲς εἰσβολὲς καὶ γιὰ νὰ ἐπιδοθεῖ ἀπερίσπαστος στὴν προσευχὴ καὶ τὸν καθαρὸ ἀσκητικὸ βίο, ἐγκατέλειψε τὴ Σκήτη καὶ μὲ τὴν συνοδεία τῶν μαθητῶν του Ἀλεξάνδρου καὶ Ζωΐλου κατέφυγε στὴν Πέτρα, κοντὰ στὴν Μέμφιδα, καὶ μετὰ στὴν Κανώπη, ἐκεῖ ὅπου τὸ 445 μ.Χ. κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὅταν πλησίαζε ἡ ὥρα τῆς ἐξόδου του ἀπὸ τὴν πρόσκαιρη αὐτὴ ζωή, τὸν ρώτησαν οἱ μαθητές του, σὲ ποιὸν τόπο καὶ πῶς θὰ ἤθελε νὰ τὸν ἐνταφιάσουν, καὶ ἐκεῖνος, ὁ μακάριος τοὺς ἀποκρίθηκε: «Ὦ, τέκνα μου, νὰ δέσετε σχοινίον εἰς τοὺς πόδας μου καὶ νὰ μὲ σύρετε εἰς τὸ βουνόν». Εἶναι καὶ αὐτὴ ἡ ἀπάντηση ἐνδεικτικὴ τῆς μεγάλης ταπεινώσεώς του.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης περιγράφει καὶ τὴν ἐξωτερικὴ ὄψη τοῦ Ὁσίου καὶ λέγει ὅτι ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ἦταν «ξηρὸς τὸ σῶμα καὶ μακρὺς εἰς τὸ μέγεθος, εἶχε τὰ γένεια μακριὰ ἕως τὴν κοιλίαν, τὸ εἶδος τοῦ προσώπου του ἦτο ἀγγελικὸν καὶ σεβάσμιον, ὡς τὸ τοῦ Πατριάρχου Ἰακώβ».
Ἀξιοσημείωτα εἶναι τὰ τρία ἀποφθέγματα τὰ ὁποῖα μᾶς ἄφησε ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος. Πρώτον, ἡ ὑπενθύμιση, ποὺ συνήθιζε νὰ κάνει στὸν ἑαυτό του νὰ μὴν ξεχάσει ποτὲ τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ζοῦσε καὶ γιὰ τὸν ὁποῖο πῆγε στὴν ἔρημο. Καὶ ὁ λόγος αὐτὸς δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὴν θέωση, ποὺ εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς ζωῆς ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Δεύτερον, τὸ «ὁ Θεός μου, μὴ ἐγκαταλείπης με, ὅτι οὐδὲν ἐποίησα ἀγαθὸν ἐνώπιόν Σου, ἀλλὰ δός μοι διὰ τὴν ἀγαθότητά Σου βαλεῖν ἀρχήν». Δηλαδή, ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του πολὺ ἁμαρτωλό, αἰσθανόταν ὅτι δὲν ἔχει κάνει κανένα καλὸ στὴ ζωή του καὶ παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ μὴν τὸν ἐγκαταλείψει, ἀλλὰ νὰ τὸν ἀξιώσει νὰ βάλει ἀρχὴ μετανοίας. Τρίτον, ἡ συμβουλὴ «πᾶσαν σου τὴν σπουδὴν ποίησον, ἵνα ἡ ἔνδον σου ἐργασία κατὰ Θεὸν ᾖ, καὶ νικήσῃς τὰ ἔξω πάθη». Δηλαδή, μᾶς προτρέπει ὁ Ὅσιος, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὅτι ὅλη τὴ σπουδὴ μας πρέπει νὰ ἔχουμε στὸ νὰ γίνεται ἡ ἐσωτερικὴ ἐργασία τῆς ἱερᾶς προσευχῆς καὶ νήψεως, καθαρὰ καὶ μόνο γιὰ τὸν Θεό, διότι ἐὰν αὐτὴ ἐνεργεῖται καθαρά, θὰ νικήσουμε τὰ ἐξωτερικὰ πάθη τοῦ σώματος. Τὴν παραπάνω συμβουλὴ τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου τὴν ἀναφέρει πολλὲς φορὲς στοὺς λόγους του ὁ μεγάλος Πατέρας καὶ Διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.
Τῶν τερπνῶν ἀπανέστης ἐμφρόνως Ὅσιε, χρηματισθεὶς οὐρανόθεν ὡς Ἀβραὰμ ὁ κλεινός, καὶ Ἀγγέλλων μιμητὴς ὤφθης τῷ βίῳ σου, λόγῳ ἐμπρέπων πρακτικῷ, καὶ σοφίᾳ ἀληθεῖ, Ἀρσένιε θεοφόρε. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῆς σοφίας ἐνθεώτατον θεράποντα
Καὶ ἡσυχίας ὁδηγὸν καὶ θεῖον γνώμονα
Εὐφημοῦμέν σε οἱ δοῦλοί σου θεοφόρε·
Ἀλλ’ ὡς θείας κοινωνὸς μακαριότητος
Ἐκ παντοίων ἡμᾶς λύτρωσαι κακώσεων,
Ἵνα κράζωμεν, χαίροις Πάτερ Ἀρσένιε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς σοφίας λύχνος λαμπρός, καὶ τῆς ἡσυχίας, φοῖνιξ ὄντως ὁ εὐθαλής, ὁ πράξεσι θείαις, κομῶν καὶ θεωρίαις, Ἀρσένιε παμμάκαρ, Ὁσίων καύχημα.
Ὁ Ὅσιος Μῆλος (ἢ Μαλλός) ὁ Ὑμνωδός
Οἱ Συναξαριστὲς δὲν παρέχουν καμία πληροφορία περὶ τοῦ Ὁσίου Μήλου. Ἔχουμε μόνο τὸ δίστιχο ποὺ διασώθηκε γι’ αὐτόν, ἀπὸ τὸ ὁποῖο μαθαίνουμε ὅτι ὑπῆρξε μελωδός.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς ὁ Ἔγκλειστος
Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς ἔζησε κατὰ τὸν 13ο καὶ 14ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε, ὡς ἔγκλειστος, στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ Κιέβου ἀσκήσας
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος, λάτρης τῆς ἐργασίας, ἔζησε κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ Ὅσιος ἀσκήτευε στὸ μοναστήρι τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, τὸ ὁποῖο ἦταν ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Παναγίας καὶ διακρινόταν ἀπὸ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὴ σκληρὴ ἐργασία. Δὲν ξεκουραζόταν καθόλου καὶ προσευχόταν διαρκῶς, τρώγοντας μόνο ἐλάχιστα στὴν δύση τοῦ ἡλίου. Γιὰ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὴν ἐργασία, ὁ Χριστὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα νὰ ἐπιτελεῖ θαύματα.
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος τοῦ Νόβγκοροντ, ὁ διὰ Χριστὸν σαλός, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 12 Ἰουλίου τοῦ 1570. Ὁ ἑορτασμὸς τῆς μνήμης του στὶς 8 Μαΐου καθιερώθηκε, λόγω τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων του τὸ 1785, καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους Ἁγίους ποὺ ἔφεραν τὸ ἴδιο ὄνομα καὶ οἱ ὁποῖοι ἑορτάζονται σήμερα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ὅσιοι Ζωσιμᾶς καὶ Ἀνδριανός
Οἱ Ὅσιοι Ζωσιμᾶς καὶ Ἀνδριανὸς τοῦ Βολοκολάμκ, ἱδρυτὲς τῆς μονῆς τοῦ Σέστριν στὶς ἐκβολὲς τοῦ ποταμοῦ Σέστρα, ἔζησαν κατὰ τὸν 15ο καὶ 16ο αἰώνα μ.Χ. Κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη καὶ τὰ ἱερὰ λείψανά τους ἐνταφιάσθηκαν στὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τῆς μονῆς Σέστριν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Μνήμη Θαύματος τῆς σεβασμίας εἰκόνος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Τὸ θαῦμα ποὺ ἐπιτέλεσε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἔγινε τὸ 1530 καὶ ἀφορᾶ στὴ θεραπεία ἐνὸς νεαροῦ, ὀνόματι Στεφάνου, ποὺ εἶχε τιμωρηθεῖ ἄδικα μὲ τύφλωση.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ ἐμφάνιση αὐτὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἡ δεύτερη καὶ ἔγινε στὰ Ἱεροσόλυμα τὸ 346 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Κωνσταντίου (337 – 361 μ.Χ.) καὶ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου († 18 Μαρτίου). Τὴν τρίτη ὥρα τῆς 7ης Μαΐου τοῦ 346 μ.Χ., κατὰ μία τῶν ἡμερῶν τῆς Πεντηκοστῆς, φάνηκε Τίμιος καὶ Ζωοποιὸς Σταυρὸς ἄνωθεν τοῦ Γολγοθᾶ, σχηματισμένος ἀπὸ ὑπερφυσικὸ φῶς καὶ ἐκτεινόμενος πρὸς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Τὸ ὅραμα τοῦτο προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἱερουσαλήμ, ὅλοι δὲ οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως πρὸ τοῦ ὑπερφυοῦς τούτου θεάματος κατελήφθησαν ἀπὸ ἔκσταση. Ἐπωφελούμενος τῆς περιστάσεως ὁ Πατριάρχης Κύριλλος, περιστοιχούμενος ἀπὸ τὸν ἱερὸ κλῆρο, συγκάλεσε τὸ πλῆθος τῶν παρισταμένων Χριστιανῶν στὸ ναὸ καὶ δοξολόγησαν τὸν Θεό.
Ἡ πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔγινε στὶς 27 Ὀκτωβρίου τοῦ 312 μ.Χ. πρὸς τὸν Μέγα Κωνσταντίνο, μὲ τὸ νικητήριο ἔμβλημα «ἐν τούτῳ νίκα», τὴν παραμονὴ τῆς μάχης ἐναντίον τοῦ Μαξεντίου.
Περὶ τοῦ σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ποὺ φανερώθηκε ὑπεράνω τοῦ Γολγοθᾶ μαρτυροῦν, πλὴν τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου καὶ ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος (397 μ.Χ.), τὸ Πασχάλιον Χρονικὸν καὶ ἄλλοι Βυζαντινοὶ χρονογράφοι.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Τοῦ Σταυροῦ σου ὁ τύπος, νῦν ὑπὲρ ἥλιον ἔλαμψεν, ὅνπερ ἐξ ὄρους ἁγίου, τόπῳ Κρανίου ἐφήπλωσας, καὶ τὴν ἐν αὐτῷ σου Σῶτερ ἰσχὺν ἐτράνωσας, διὰ τούτου κρατύνας, καὶ τοὺς πιστοὺς βασιλεῖς ἡμῶν· οὓς καὶ περίσωζε διὰ παντὸς ἐν εἰρήνῃ, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ διανοίξας οὐρανοὺς κεκλεισμένους, ἐν οὐρανῷ περιφανεῖς τὰς ἀκτῖνας, ἐπὶ τῆς γῆς ἀνέτειλεν ὁ ἄχραντος Σταυρός· ὅθεν οἱ τὴν ἔλλαμψιν, τῆς αὐτοῦ ἐνεργείας, δεξάμενοι πρὸς ἄδυτον, ὁδηγούμεθα φέγγος· καὶ ἐν πολέμοις ἔχομεν αὐτόν, ὅπλον εἰρήνης, ἀήττητον τρόπαιον.
Μεγαλυνάριον.
Ὅλος ἡλιόμορφος ὁ Σταυρός, φέγγει ἀπροσίτῳ, ἀναλάμψας ἐν τῇ Σιών, τὴν τοῦ Σταυρωθέντος, Ἀνάστασιν κηρύττει, δι’ ἧς ἐκ τῆς κακίας, πάντες ἀνέστημεν.
Ὁ Ἅγιος Κοδράτος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἀθλήσαντες ἐν Νικομηδείᾳ
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κοδράτος καταγόταν ἀπὸ τὴ Νικομήδεια τῆς Βιθυνίας καὶ ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Οὐαλεριανοῦ (251 – 259 μ.Χ.). Ἀφοῦ συνελήφθη μὲ πολλοὺς ἄλλους Χριστιανοὺς στὸν ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν κινηθέντα τότε διωγμό, παραδόθηκε στὸν ἀνθύπατο Περίνιο ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεὸς Ἀληθινός. Κατόπιν τούτου τὸν ἅπλωσαν κατὰ γῆς καὶ ἀφοῦ τὸν μαστίγωσαν σκληρά, τὸν ἔριξαν στὴν φυλακή.
Ἀπὸ τὴ Νικομήδεια, μὲ ἐντολὴ τοῦ ἀνθύπατου μεταφέρθηκε στὴ Νίκαια, ὅπου δι’ αὐτοῦ πολλοὶ πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ τελειώθηκαν ἄλλοι διὰ πυρὸς καὶ ἄλλοι διὰ μαχαίρας. Τοῦτο ἐξαγρίωσε τὸν ἀνθύπατο, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ κρεμάσουν τὸν Ἅγιο, νὰ τὸν μαστιγώσουν καὶ νὰ τοῦ καταξεσκίσουν τὶς σάρκες.
Στὴν συνέχεια ἀπεστάλη στὴν Ἀπάμεια, ὅπου ὑπέστη ποικίλα μαρτύρια καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ὁδηγήθηκε δέσμιος στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, ὅπου πολλοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους, θαυμάζοντας τὴν ὑπομονὴ καὶ προσκαρτερία τοῦ Μάρτυρος στὰ βασανιστήρια, ὁμολόγησαν τὸν Χριστό. Ἀπὸ αὐτοὺς δὲ ὁ Ρουφίνος καὶ ὁ Σατορνίνος, ἀφοῦ κρεμάσθηκαν καὶ καταξεσκίσθηκαν οἱ σάρκες τους, ἀποκεφαλίσθηκαν στὴν Ἀπολλωνιάδα.
Ὁ Ἅγιος Κοδράτος ὁδηγήθηκε, τέλος, στὴν Ἑρμούπολη, ὅπου, ἀφοῦ ξαπλώθηκε ἐπάνω σὲ πυρακτωμένη σχάρα, τελειώθηκε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ, λαμβάνοντας ἔτσι τὸν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ρουφίνος καὶ Σατορνίνος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ρουφίνος καὶ Σατορνίνος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, ὅπου καὶ ἄθλησαν. Βλέποντας τὴν πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ προσκαρτερία τοῦ Ἁγίου Κοδράτου στὰ ποικίλα βασανιστήρια καὶ θαυμάζοντας τὴν ἀκλόνητη πίστη του στὸν Χριστό, ἀφοῦ παρουσιάσθηκαν ἐνώπιον τοῦ ἀνθύπατου Περινίου ὁμολόγησαν καὶ αὐτοὶ τὸν Χριστό. Κατόπιν τούτου συνελήφθηκαν καὶ ἀφοῦ καταξεσχίσθηκαν οἱ σάρκες τους μὲ σιδερένια νύχια, ἀποκεφαλίσθηκαν καὶ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν μισθαποδότη Κύριο τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας καὶ τῆς μακαριότητος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Μάρτυρας
Εἶναι ἄγνωστη ἡ καταγωγὴ καὶ ὁ χρόνος ἄθλησης τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Μαξίμου. Στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρεται ὅτι πολλοὺς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες ἐπέστρεψε στὸν Χριστὸ καὶ ὁμολόγησε ὁ ἴδιος τὴν πίστη του στὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια καί, ἀφοῦ λιθοβολήθηκε, τελειώθηκε.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰουβενάλιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἰουβενάλιος μαρτύρησε τὸ 132 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἀδριανοῦ (117 – 138 μ.Χ.).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Μάρτυρας ὁ κεντυρίων
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀκάκιος γεννήθηκε στὴν Καππαδοκία τὸ 270 μ.Χ. ἀπὸ γονεῖς Ἕλληνες Χριστιανοὺς καὶ ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Ἀφοῦ κατετάγη στὸ στράτευμα, στὴν τάξη τῶν Μαρτησίων, ἀναδείχθηκε γρήγορα, λόγω τῆς γενναιότητας καὶ τῆς τιμιότητάς του καὶ προάχθηκε σὲ κεντυρίωνα. Κατὰ τὸν κηρυχθέντα τότε ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν διωγμό, ὁ διοικητὴς τῆς Καππαδοκίας καὶ ἑκατόνταρχος Φίρμος, ἐξετάζοντας τοὺς στρατιῶτες ποὺ βρίσκονταν κάτω ἀπὸ τὶς διαταγές του μὲ σκοπὸ νὰ ἐξακριβώσει τὶς θρησκευτικὲς τους πεποιθήσεις, ρώτησε καὶ τὸν Ἀκάκιο. Ὁ Ἅγιος μὲ παρρησία ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ὁ Φίρμος, ποὺ ἔτρεφε ἰδιαίτερη συμπάθεια πρὸς αὐτόν, λόγω τῶν πολλῶν ἀρετῶν του, προσπάθησε νὰ τὸν μεταπείσει, πλὴν ὅμως κάθε προσπάθεια προσέκρουσε στὴ σθεναρὴ ἀντίδραση τοῦ Ἀκακίου. Κατόπιν τούτου τὸν ἀπέστειλε σιδηροδέσμιο στὴν Ἡράκλεια τῆς Θράκης, πρὸς τὸν ἀνθύπατο Βιβιανό, μόνο ἁρμόδιο νὰ λάβει ὁριστικὲς ἀποφάσεις. Ἀφοῦ προσήχθη ὁ Ἀκάκιος μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς ἐνώπιον τοῦ Βιβιανοῦ καὶ διατάχθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἀρνήθηκε. Ἕνεκα τούτου τὸν προσέδεσαν σὲ στῦλο καὶ τὸν μαστίγωσαν ἀνηλεῶς. Ὁ Ἅγιος ὁμολογοῦσε συνεχῶς τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν Θεό. Βλέποντας τὴν ἐπιμονή του, τοῦ ἔθραυσαν τὴ σιαγόνα.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ ἀνθύπατος Βιβιανὸς παρέλαβε τὸν Ἅγιο καὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς τοὺς μετέφερε στὸ Βυζάντιο. Ἐκεῖ ὁ Ἀκάκιος ὑποβλήθηκε σὲ νέα σκληρὰ βασανιστήρια, χωρὶς ὅμως νὰ καμφθεῖ τὸ φρόνημά του. Τότε ἀπεστάλη στὸν ἀνώτερο δικαστή, ἀνθύπατο Θράκης Φλακκίνο ἢ Φαλκιλιανό, ὁ ὁποῖος διέταξε τὴν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θανάτωσή του. Ἔτσι ὁ Μάρτυς Ἀκάκιος, εὐχαριστώντας τὸν Θεό, διότι τὸν ἀξίωσε μὲ τὴν τιμὴ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου ὑπὲρ Αὐτοῦ, ὁδηγήθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη στὴ θέση Σταυρίον, ὅπου καὶ τελειώθηκε τὸ 306 μ.Χ.
Τὸ ἱερὸ λείψανό του τὸ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ εὐλάβεια καὶ τιμές. Λίγο δὲ ἀργότερα κτίσθηκε ἐπὶ τοῦ τάφου καὶ ὁ πρῶτος ναὸς ἀφιερωμένος στὸ ὄνομά του.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου ἐτελεῖτο στὴν περιοχὴ τοῦ Ἑπτασκάλου, ὅπου εἶχε ἀνεγερθεῖ ναὸς ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανό. Ἴσως νὰ εἶναι αὐτὸς ὁ ναὸς ποὺ ἀναφέρεται κατὰ τὰ τέλη τοῦ 5ου αἰῶνος μ.Χ., στὴν βιογραφία τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, τοῦ διὰ Χριστὸν σαλοῦ († 28 Μαΐου). Ἐκ βάθρων ἀνοικοδόμησε αὐτὸν ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος ὁ Μακεδών. Στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου μετεκόμισε ὁ κακόδοξος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μακεδόνιος τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου ἀπὸ τὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Στὸ ναὸ αὐτό, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ρῶσος μυθογράφος Ἀντώνιος, εἶδε κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ 13ου αἰῶνος μ.Χ. σωζόμενα λείψανα τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἀκακίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Φλάβιος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Ἅγιοι Μάρτυρες Αὔγουστος καὶ Αὐγουστίνος οἱ αὐτάδελφοι
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φλάβιος ἦταν Ἐπίσκοπος Νικομηδείας καὶ μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) μαζὶ μὲ τοὺς ἀδελφοὺς Αὔγουστο καὶ Αὐγουστίνο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἐκ Γεωργίας καὶ οἱ μαθητὲς αὐτοῦ
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴ Συρία καὶ ἔζησε περὶ τὰ τέλη τοῦ 5ου αἰώνα μ.Χ. Σπούδασε τὴν κατὰ κόσμο σοφία στὴν Ἀντιόχεια. Ἡ πνευματική του πρόοδος συμβάδιζε μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸν ἀσκητικὸ βίο καὶ ἔγινε μοναχός. Ἡ ταπείνωσή του ἦταν τόσο βαθιά, ὥστε θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του σκώληκα καὶ ὄχι ἄνθρωπο. Ἡμέρα καὶ νύχτα παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν εὐλογεῖ, γιὰ νὰ πολεμᾶ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχή του καὶ τοῦ χάρισε τὴν ἀπάθεια καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του ἄρχισε νὰ ἁπλώνεται σὲ ὅλη τὴ Συρία. Ὁ κόσμος ποὺ συνέρρεε στὸν Ἅγιο Γέροντα ἦταν πολὺς καὶ αὐτὸ διατάρασσε τὴ μοναχική του ἡσυχία. Γι’ αὐτὸ φεύγει ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε καὶ κρύβεται βαθιὰ στὴν ἔρημο.
Ὁ Θεός, ὅμως, ἀλλιῶς οἰκονόμησε τὰ πράγματα. Βλέπει, λοιπόν, ὁ Ἅγιος σὲ ὄνειρο τὴν Παναγία, ἡ ὁποία τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ἐπιλέξει δώδεκα μαθητές του καὶ νὰ μεταβοῦν στὴν Ἰβηρία, γιὰ νὰ ἑδραιώσουν τὴν χριστιανικὴ πίστη τοῦ λαού της. Ὁ Ἅγιος κάλεσε τοὺς ὑποτακτικούς του καὶ τοὺς ἀνέφερε τὸ γεγονός. Ὅλοι ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν. Τότε ἐκεῖνος ἔγραψε τὰ ὀνόματα ὅλως σὲ ξεχωριστὰ χαρτιὰ καὶ τὰ ἔβαλε ἐπάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα. Ὅλοι τὴ νύχτα οἱ Πατέρες προσεύχονταν. Τὸ πρωί, μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία, ὁ Ὅσιος τοὺς εἶπε νὰ ὑψώσουν τὰ χέρια τους στὸν οὐρανὸ λέγοντας «Κύριε, ἐλέησον». Κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχὴς Ἄγγελος Κυρίου πῆρε ἐνώπιον ὅλων δώδεκα χαρτιὰ ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ τὰ ἔβαλε στὰ χέρια τοῦ Ὁσίου.
Οἱ ἐκλεγέντες μαθητὲς ἦταν οἱ Σίω, Δαβίδ, Ἀντώνιος, Θαδδαῖος, Στέφανος, Ἰσήδωρος, Μιχαήλ, Πύρρος, Ζήνων, Ἰσέ, Ἰωσὴφ καὶ Ἄβιβος. Στὴ συνέχεια ἐξέλεξε γιὰ ἡγούμενο τῆς σκήτης κάποιο μοναχὸ Εὐθύμιο καὶ ξεκίνησε μὲ τοὺς μαθητές του τὸ ταξίδι.
Ἄγγελος Κυρίου ἐμφανίσθηκε στὸν Ἐπίσκοπο τῆς πρωτεύουσας τῆς Γεωργίας Εὐλόγιο καὶ τοῦ εἶπε γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Ἰωάννου καὶ τῶν μαθητῶν του. Τότε ὁ μακάριος ἐκεῖνος Ἐπίσκοπος ξεκίνησε συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαό, γιὰ νά τοὺς ὑποδεχθεῖ. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἔβαλε μετάνοια στὸν Ἐπίσκοπο καὶ πῆρε τὴν εὐλογία του. Καὶ τότε συνέβη τὸ θαῦμα ποὺ μοιάζει μὲ ἐκεῖνο ποὺ ἔγινε τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μετὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους. Ὁ Ὅσιος μιλοῦσε τὴ γεωργιανὴ γλῶσσα.
Ὁ Ὅσιος καὶ οἱ μαθητές του κήρυξαν σὲ ὅλη τὴν Γεωργία καὶ προσκύνησαν ὅλους τοὺς εὐλογημένους τόπους ἀπὸ τοὺς ὁποίους εἶχε περάσει ἡ Ἁγία Νίνα.
Μετὰ τὸ πέρας τοῦ ἱεραποστολικοῦ τους ἔργου ζήτησαν ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ τοὺς ὑποδείξει μόνιμο τόπο ἀσκήσεως καὶ διαμονῆς. Ὁ τόπος αὐτὸς ἦταν τὸ ὄρος Ζάντεν. Ὁ Ἅγιος ἐγκαταστάθηκε σὲ ἕνα σπήλαιο καὶ ἄρχισε νὰ μιμεῖται τὴν ἰσάγγελη πολιτεία τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Ἀπὸ ἐκεῖ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς μοναχούς, ἀφοῦ στερεώθηκαν στὴν πίστη καὶ στὴν ἀνδρεία, ξεκίνησαν νὰ κηρύξουν τὸν Χριστὸ σὲ ὅλη τὴν χώρα. Ὁ Ὅσιος εἶχε μαζί του καὶ ἱερὰ λείψανα Ἁγίων, τὰ ὁποία τοὺς προσέφερε ὡς εὐλογία, γιὰ νὰ ἐμπνέονται ἀπὸ τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ νὰ ἀκολουθοῦν τὸ παράδειγμά τους. Ἐκεῖνος συνέχισε τῆς ἄσκηση καὶ τὸ μονήρη ἡσυχαστικὸ βίο. Ἀκόμη καὶ τὰ ἄγρια θηρία τοῦ ὄρους ἔκαναν ὑπακοὴ στὸν Ὅσιο.
Ἔφθασε, ὅμως, ὁ καιρὸς γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος τοῦ ἀποκάλυψε τὴν ὥρα τοῦ θανάτου του. Κάλεσε τοὺς μαθητές του, τοὺς νουθέτησε πατρικά, τοὺς εὐλόγησε, μετέλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ψυχαΐτης
Εἶναι ἄγνωστη ἡ καταγωγὴ τοῦ Ὁσίου Ἰωάννη τοῦ Ψυχαΐτου, ὁ ὁποῖος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος Ε’ (813 – 820 μ.Χ.). Ὁ Ὅσιος ὑπῆρξε ἀσκητὴς καὶ κατεμάρανε τὰ φρονήματα τῆς σαρκὸς μὲ νηστεῖες, προσευχὲς καὶ σκληραγωγίες. Ὑπῆρξε σθεναρὸς ὑπερασπιστὴς τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ ἀγωνίσθηκε κατὰ τῶν δυσσεβῶν εἰκονομάχων. Γι’ αὐτὸ πολλὲς φορὲς συνελήφθη καὶ ἐξορίσθηκε. Μετὰ ἀπὸ κάθε διωγμὸ ἐπανερχόταν ὁρμητικότερος καὶ μαχητικότερος καὶ νικοῦσε τὸ θράσος τῶν λεόντων, ποὺ ἀθετοῦσαν τὸ σεπτὸ χαρακτήρα τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἔχαιρε μεγάλης ἐκτιμήσεως καὶ τιμόταν ἀπὸ ὅλους. Τοῦτο δὲ ἐπηύξανε ἡ θαυματουργὸς Χάρη διὰ τῆς ὁποίας εἶχε προικισθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς καὶ ἀγωνίσθηκε κραταιὰ ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ταράσιος ὁ Ἐρημίτης ὁ Θαυματουργὸς
Ὁ Ὅσιος Ταράσιος ὁ ἐν Λυκαονίᾳ, ὁ Ἐρημίτης καὶ Θαυματουργός, εἶναι ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου καὶ τὰ Μηναῖα. Μνημονεύεται στὸ Συναξαριστὴ τοῦ Ἱππόλυτου Delehaye κατὰ τὴν 8η Μαΐου ἀλλὰ ἄνευ ὑπομνήματος, ἐνῷ στὸ Λαυριωτικὸ Κώδικα Ι 70 φ. 217β ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὶς 7 Μαΐου ἀναφέρεται μὲ τὸ ἀκόλουθο ὑπόμνημα: «Οὗτος ὁ ἅγιος πατὴρ ἡμῶν ἐκ βρέφους σκεῦος ἐκλογῆς καὶ ἀνάθημα γέγονε, σκληραγωγίᾳ, νηστείᾳ, προσευχῇ, δάκρυσι χαμευνίᾳ ἑαυτὸν ἐκδώσας καὶ πάσῃ κακουχίᾳ καὶ ταλαιπωρίᾳ, καὶ διὰ τὴν ἄκραν αὐτοῦ ἀρετὴν ἠξιώθη θαυματουργιῶν μεγίστων ἐκ Θεοῦ δαίμονας ἀποσοβεῖν, νεκροὺς ἐγείρειν, λεπροὺς καθαίρειν, πάθη ἀνίατα θεραπεύειν καὶ ἁπλῶς πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἰώμενος. Καὶ ἐν τούτοις τοῖς ἀγαθοῖς πᾶσιν ἐπαγωνιζόμενος μετὰ μικρὸν νοσήσας καὶ προεγνωκὼς τὴν αὐτοῦ πρὸς Θεὸν ἐκδημίαν πρὸς Κύριον ἀπῆλθε χαριεντιζόμενος μετὰ τῶν ἁγίων ἀγγέλων, τῶν λαβόντων αὐτοῦ τὴν τιμία ψυχήν».
Ὁ Ὅσιος Ταράσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε σὲ μία μονὴ κοντὰ στὸ ἀκρωτήρι τοῦ Χυλένδρου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Νεῖλος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Νεῖλος τοῦ Σόρκϊυ καταγόταν ἀπὸ τὴν εὐγενὴ οἰκογένεια τῶν Μάικωφ καὶ γεννήθηκε στὴ Μόσχα τὸ 1433 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ὅταν ἦταν νέος, ἐργάσθηκε ὡς ταχυγράφος στὴν ὑπηρεσία τοῦ μεγάλου ἡγεμόνος τῆς Μόσχας.
Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο ὁδήγησε τὰ βήματά του στὴ μονὴ τῆς Λευκῆς Λίμνης, ποὺ εἶχε ἱδρύσει ὁ ἀσκητὴς Κύριλλος. Λίγο ἀργότερα μεταβαίνει στὸ Ἅγιον Ὄρος, μὲ τὸ συμμοναστή του μοναχὸ Ἰννοκέντιο καὶ ἀσκητεύει στὴ «Σκήτη τοῦ Ξυλουργοῦ». Ὑπάρχει βέβαια ἡ πληροφορία ὅτι ἔμεινε γιὰ ἕνα μεγάλο χρονικὸ διάστημα στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἡ ὁποία ἐκείνη τὴν ἐποχὴ βρισκόταν σὲ μεγάλη ἀκμή.
Ὁ Ὅσιος Νεῖλος καὶ ὁ μοναχὸς Ἰννοκέντιος ἐπιστρέφουν στὴ Ρωσία περὶ τὸ 1480 μ.Χ. Ἡ ἀναζήτηση τῆς ἡσυχίας τὸν κάνει νὰ ἀποσυρθεῖ σὲ ἕνα μικρὸ ἐρημικὸ μέρος, λίγο μακρύτερα ἀπὸ τὴ μονὴ Λευκῆς Λίμνης, στὸν ποταμὸ Σόρα. Ἐκεῖ κτίζει καὶ ἕνα μικρὸ ναὸ πρὸς τιμὴν τῆς Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου καὶ ἐπιδίδεται στὸ θεωρητικὸ βίο καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἀλλὰ καὶ ἐδῶ ὁ Ὅσιος Νεῖλος συνιστᾶ προσοχὴ καὶ διάκριση. Γνωρίζει ὅτι δὲν πρέπει νὰ μπεῖ κάποιος πρόωρα σὲ ἀνώτερες πνευματικὰ περιοχές. Γνωρίζει ὅτι κάθε μύηση στὴν πνευματικὴ ζωὴ πρέπει νὰ εἶναι προσεγμένη καὶ νὰ γίνεται προοδευτικά. Τὸ κύριο χαρακτηριστικὸ τῆς πνευματικότητας τοῦ Ὁσίου Νείλου εἶναι τὸ «μέτρο» στὴν ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ ἡ διάκριση στὴ συμπεριφορὰ καὶ στὴ σχέση μας μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.
Ὁ βίος τοῦ Ὁσίου χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ταπείνωση. Εἶναι ὁ κὰτ’ ἐξοχὴν Ὅσιος τῆς κενώσεως, δηλαδὴ τῆς ταπεινῆς ἀσκητικῆς ζωῆς καὶ στάσεως.
Ἕνα ἄλλο χάρισμά του ἦταν ἡ ἀγάπη. Γιὰ νὰ εἶναι χρήσιμος στοὺς ἀδελφοὺς δεχόταν νὰ γίνει σαλός, ἀποκαλύπτοντας σὲ αὐτοὺς τὰ μυστικὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Ὅμως ἡ ἁγιότητα καὶ ἡ θεολογικὴ κατάρτιση τοῦ Ὁσίου Νείλου ἑλκύουν τὴν προσοχὴ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν καὶ τῶν κρατικῶν παραγόντων. Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ στὴν πόλη Νόβγκοροντ ξεσπᾶ ἡ αἵρεση τῶν Ἰουδαϊζόντων, οἱ ὁποῖοι μεταξὺ τῶν ἄλλων ἔλεγαν ὅτι τὸ 7000 ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου, δηλαδὴ τὸ 1492 μ.Χ., θὰ γίνει ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου. Ὁ Ὅσιος βοήθησε τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Πολιτεία νὰ μορφώσουν ὀρθὴ ἀντίληψη γιὰ τὴν αἵρεση καὶ νὰ τὴν καταδικάσουν.
Ἕνα ἄλλο θέμα ποὺ ἀντιμετώπισε ὁ Ὅσιος ἦταν αὐτὸ τῆς περιουσίας τῶν μονῶν. Ὁ Ἅγιος γνώριζε καλὰ τὸν μεγάλο κίνδυνο ποὺ ἀπειλοῦσε τοὺς μοναχοὺς ἀπὸ τὴ συσσώρευση πλούτου στὶς μονές, ἔστω καὶ ἂν ὁ πλοῦτος αὐτὸς δὲν ἀνῆκε στοὺς μοναχοὺς ἀλλὰ στὴ μονή. Τὸ θέμα συζητήθηκε σὲ Σύνοδο ποὺ συγκλήθηκε τὸ 1503 στὴ Μόσχα, ἀλλὰ φαίνεται ὅτι γιὰ ποιμαντικοὺς λόγους ἡ Σύνοδος δὲν υἱοθέτησε τὸ πνεῦμα τοῦ Ὁσίου Νείλου. Παρ’ ὅλα αὐτὰ τὸ πνεῦμα αὐτὸ τοῦ Ὁσίου ἐπηρέασε θετικὰ τὸ Ρωσικὸ μοναχικὸ βίο.
Τὸ συγγραφικὸ ἔργο τοῦ Ὁσίου Νείλου εἶναι πολὺ πλούσιο. Τὰ κυριότερα ἔργα του εἶναι ἀσκητικὰ καὶ ἀφοροῦν τὸν ἀσκητικὸ βίο καὶ τὴν ἐρημικὴ ζωή.
Ὁ Ὅσιος Νεῖλος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὴν Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων τοῦ 1508.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Νεῖλος ὁ ἐν τῇ μονῇ Μεγίστης Λαύρας ἀσκήσας
Ὁ Ὅσιος Νεῖλος καταγόταν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Πέτρο Κυνουρίας καὶ ἔζησε κατὰ τὸ πρῶτο ἥμισυ τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία παρελήφθη ἀπὸ τὸν θεῖο του, ἱερομόναχο Μακάριο, στὴν ἐκεῖ ἱερὰ μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τὴν καλουμένη τοῦ Μαλεβῆ, ὅπου καὶ ἀφοῦ ἐκπαιδεύθηκε μὲ θεοσέβεια, χειροτονήθηκε διάκονος. Ποθώντας ὅμως καὶ οἱ δύο ἀκόμη πιὸ ἀσκητικὸ βίο, μετέβησαν στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου, ἀφοῦ γιὰ λίγο χρόνο ἀσκήτεψαν στὸ σπήλαιο ποὺ εἶχε ἀσκητέψει ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Ἀθωνίτης († 12 Ἰουνίου), στὴ συνέχεια μετέβησαν σὲ ἔρημη ἔκταση κοντὰ στὴ Λαύρα τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου, ἔκτισαν ναὸ τιμώμενο στὸ ὄνομα τῆς Ὑπαπαντῆς καὶ παρέμειναν ἐκεῖ ἀσκητεύοντας μὲ αὐστηρότητα.
Ἀργότερα ὁ Ὅσιος Νεῖλος, γιὰ μεγαλύτερη ἄσκηση, κατέφυγε σὲ σπήλαιο ποὺ βρισκόταν σὲ πολὺ ἀπόκρημνο βράχο, ὅπου, ἀφοῦ ἀνήγειρε μικρὸ ναό, παρέμεινε ἀσκούμενος καὶ νυχθημερὸν προσευχόμενος καθ’ ὅλο τὸν ὑπόλοιπο βίο αὐτοῦ.
Ὁ Ὅσιος Νεῖλος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 12 Νοεμβρίου τοῦ 1651 καὶ ἐνταφιάσθηκε πλησίον τοῦ σπηλαίου του. Μετὰ τὴν ὁσία ταφή του, μύρο εὐῶδες ἀνέβλυσε ἀπὸ τὸν τάφο του, ποὺ παρεῖχε τὴν ἴαση σὲ ὅσους ἀσθενεῖς προσέφευγαν ἐκεῖ μὲ πίστη.
Ἀργότερα, λόγω ἐδαφικῶν μεταβολῶν, ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου ἐξαφανίσθηκε καὶ παρέμεινε ἄγνωστος γιὰ πολλὰ χρόνια. Τὸ 1815, ὁ Ὅσιος Νεῖλος παρουσιάσθηκε σὲ κάποιον μοναχό, ποὺ ὀνομαζόταν Αἰχμάλωτος καὶ ἀφοῦ τοῦ προεῖπε πολλὰ μέλλοντα, στὴν συνέχεια τὸν πρόσταξε νὰ καταστήσει βατὴ τὸν ὁδὸ πρὸς τὸ σπήλαιό του, γιὰ νὰ μεταβαίνουν οἱ μοναχοὶ νὰ προσκυνοῦν καὶ νὰ λειτουργοῦν τὸ ναὸ ποὺ εἶχε ἱδρύσει. Ἀμέσως ὁ μοναχὸς Αἰχμάλωτος ἀνακοίνωσε στοὺς ὑπόλοιπους πατέρες ὅσα προστάχθηκαν ἀπὸ τὸν Ὅσιο, αὐτοὶ δὲ ἔσπευσαν μὲ προθυμία ὄχι μόνο νὰ διανοίξουν τὴν ὁδό, ἀλλὰ καὶ νὰ οἰκοδομήσουν νέο ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου. Κατὰ τὴν ἐκσκαφὴ τῶν θεμελίων τοῦ ναοῦ, ἀνευρέθη ὁ τάφος του καὶ τὰ σεπτὰ λείψανά του, τὰ ὁποία ἀνέδιδαν ἄρρητη εὐωδία.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἄνθη πανεύοσμα, τῆς ἀϊδίου ζωῆς, τὰ θεῖά σου λείψανα, ἐκ τῶν ταμείων τῆς γῆς, ἡμὶν ἀνεφάνησαν· ὅθεν μνείαν τελοῦντες, τῆς εὑρέσεως τούτων, μέλπομεν Πάτερ Νεῖλε, τὴν δοθεῖσάν σοι χάριν, δι’ ἧς πᾶσι προστάτης, εὑρίσκῃ θερμότατος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὰ σεπτά σου λείψανα περικυκλοῦντες, ἐξ αὐτῶν λαμβάνομεν, ἁγιασμοῦ τὰς δωρεάς, Μυροβλυτῶν ἐγκαλλώπισμα, Νεῖλε θεόφρον, Ἀγγέλων ὁμόσκηνε.
Μεγαλυνάριον.
Μύρου ἀποπνέοντα τὴν ὀσμήν, καὶ μελλούσης δόξης, ἐκδηλοῦντα τᾶ ἀγαθά, ὤφθησαν τοῖς πᾶσι, τὰ θεῖα λείψανά σου· διό σε Μυροβλῦτα, Νεῖλε γεραίρομεν.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος ὁ Ὑπερασπιστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος, ὁ Ὑπερασπιστὴς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, γεννήθηκε στὴν Αὐστροουγγαρία στὶς 18 Μαρτίου τοῦ 1854 ἀπὸ μία φτωχὴ οἰκογένεια Καρπαθορώσων. Ὅπως πολλὲς ἄλλες οἰκογένειες στὴν Αὐστροουγγρικὴ αὐτοκρατορία, ἡ οἰκογένεια τοῦ Ἀλεξίου Τὸθ ἦταν ἀρχικὰ συνδεδεμένη μὲ τοὺς Οὐνίτες. Ὁ πατέρας καὶ ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἀλεξίου ἦταν «ἱερεῖς» καὶ ὁ θεῖος του ἦταν «Ἐπίσκοπος» τῶν Οὐνιτῶν. Ἔλαβε ἐξαιρετικὴ μόρφωση καὶ ἔμαθε πολλὲς γλῶσσες (καρπαθορωσικά, οὑγγρικά, ρωσικά, γερμανικά, λατινικὰ καὶ ἑλληνικὰ μόνο γιὰ ἀνάγνωση). Νυμφεύθηκε τὴ Ροζαλὶ Μιχάλιτς, τὴν θυγατέρα ἑνὸς «ἱερέως» καὶ χειροτονήθηκε «πρεσβύτερος» στὶς 18 Ἀπριλίου 1878. Ἡ γυναῖκά του πέθανε σύντομα καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καὶ τὸ μονάκριβο παιδί του. Ὁ Ἀλέξιος ἄντεξε τὶς δοκιμασίες αὐτὲς μὲ τὴν ὑπομονὴ τοῦ Ἰώβ.
Τὸν Μάιο τοῦ 1897 ὁ Ἀλέξιος ἀνεδείχθη γραμματέας τοῦ Ἐπισκόπου Πρέσωβ καὶ ὑπεύθυνος τοῦ διοικητικοῦ τομέα τῆς Ἐπισκοπῆς. Ἐπίσης, τοῦ ἀνατέθηκε ἡ διεύθυνση ἑνὸς ὀρφανοτροφείου. Στὸ σεμινάριο τοῦ Πρέσωβ ὁ Ἀλέξιος Τὸθ δίδαξε ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία καὶ κανονικὸ δίκαιο, γνώσεις ποὺ τὸν βοήθησαν πάρα πολὺ στὴν μετέπειτα ζωή του στὴν Ἀμερική.
Τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1889 ἀνέλαβε ἱερατικὰ καθήκοντα σὲ μία οὐνιτικὴ ἐνορία στὴ Μινεάπολη τῆς Μινεσότας. Ὅμως, μέσα ἀπὸ διάφορες ἐκκλησιαστικὲς περιπέτειες, ἀποφάσισε νὰ ἀπευθυνθεῖ στὸν Ρῶσο Ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο Βλαδίμηρο. Στὶς 25 Μαρτίου τοῦ 1891, ὁ ἱερέας Ἀλέξιος Τὸθ καὶ 3.614 ἐνορίτες του προσῆλθαν στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὴν πίστη τῶν προγόνων τους. Οἱ ἐνορίτες, θεωρώντας αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὡς ἕνα νέο θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀναφώνησαν μὲ χαρά: «Δόξα Σοι, ὁ Θεός, γιὰ τὸ μεγάλο Του ἔλεος».
Τὸ παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Ἀλεξίου καὶ τῆς ἐνορίας του, ποὺ ἐπέστρεψαν στὴν Ὀρθοδοξία, ἦταν ἐνθαρρυντικὸ γιὰ ἑκατοντάδες ἄλλους Οὐνίτες. Ὁ πατὴρ Ἀλέξιος ἦταν φῶς ἐπὶ τὴ λυχνία καὶ ἀποτελοῦσε φωτεινὸ παράδειγμα γιὰ τοὺς πιστούς. Μὲ τὸ τολμηρὸ κήρυγμά του ἐξέθεσε τὴν κακόπιστη διδασκαλία ποὺ εἶχε παραπλανήσει τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἦταν πολὺ διακριτικός, γιὰ νὰ μὴν καλλιεργήσει στὸ ποίμνιό του τὴ μισαλλοδοξία. Ἀναδείχθηκε κήρυκας τῆς θεοσεβοῦς θεολογίας καὶ τοῦ ὀρθοῦ δόγματος καὶ συνέγραψε ἀρκετὰ συγγράμματα γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ τὸν ὀρθόδοξο βίο.
Ὁ ἐνάρετος ἱερέας, γιὰ νὰ ἀνταπεξέλθει στὶς βιοτικὲς ἀνάγκες, ἦταν ἀναγκασμένος νὰ ἐργάζεται σὲ ἕνα φοῦρνο. Ἂν καὶ τὰ χρήματά του ἦταν λίγα, δὲν παράλειπε νὰ δίνει ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς ἐνδεεῖς. Μοιραζόταν τὰ χρήματα μὲ ἄλλους κληρικοὺς ποὺ ἦταν σὲ χειρότερη κατάσταση ἀπό αὐτὸν καὶ συνέφερε στὴν ἀνοικοδόμηση ἐκκλησιῶν καὶ στὴν ἐκπαίδευση τῶν φοιτητῶν Θεολογίας. Δὲν ἦταν ἀνήσυχος σχετικὰ μὲ τὴν ζωή του, γιὰ τὸ τί θὰ ἔτρωγε καὶ τί θὰ ἐνδυόταν. Ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στὸν Κύριο ἀκολουθοῦσε τὴν προτροπὴ τοῦ Εὐαγγελίου: «ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὑπέφερε τὴ θλίψη, τὴ συκοφαντία καὶ τὶς φυσικὲς ἐπιθέσεις μὲ ὑπομονὴ καὶ πνευματικὴ χαρά, ὑπενθυμίζοντάς μας ὅτι «παντὸς δυνατοτέρα ἐστὶν ἡ εὐσέβεια» καὶ ὅπως καὶ ὁ Ἰωσίας «κατευθυνόταν ἐν ἐπιστροφῇ λαοῦ».
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος συνέβαλε στὴ δημιουργία καὶ στὴν ἐπιστροφὴ πολλῶν οὐνιτικῶν κοινοτήτων στὴν Ὀρθοδοξία. Ἀπὸ τὸ 1909, τὴν περίοδο τῆς μακαρίας κοιμήσεώς του, χιλιάδες Καρπαθορώσοι καὶ Γαλισιανοὶ Οὐνίτες εἶχαν ἐπιστρέψει στὴν Ὀρθοδοξία. Αὐτὸ ἦταν ἕνα σημαντικὸ γεγονὸς στὴν ἱστορία τῆς ἱεραποστολῆς στὴν Ἀμερικῆς, τὸ ὁποῖο συνέβαλε καθοριστικὰ στὴν ἐκεῖ ἑδραίωση τῆς Ὀρθοδοξίας.
Τὸ 1907 ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε τὴν ὑποψηφιότητά του γιὰ τὸν ἐπισκοπικὸ βαθμὸ προτείνοντας κάποιον νεότερο γιὰ τὴ θέση αὐτή.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὴν Παρασκευὴ 7 Μαΐου 1909. Τὰ ἱερὰ λείψανά του φυλάσσονται στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Τύχωνος στὴ νότια Καναὰν τῆς Πενσυλβανίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Λιοῦμπεχ Ρωσίας
Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Λιοῦμπεχ ἔλαβε τὸ ὄνομά της ἀπὸ τὴν πόλη τοῦ Λιοῦμπεχ στὰ περίχωρα τοῦ Τσέρνιγκωφ. Ἡ εἰκόνα χρονολογεῖται ἀπὸ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. Τὰ θαύματα αὐτῆς γράφηκαν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Δημήτριο, Ἐπίσκοπο Ροστὼβ († 21 Σεπτεμβρίου). Τὸ 1653, ὅταν οἱ Πολωνοὶ ἐπρόκειτο νὰ ἐπιτεθοῦν κατὰ τοῦ Λιοῦμπεχ, οἱ Χριστιανοὶ φοβούμενοι ἔστειλαν τὴν εἰκόνα στὸ Κίεβο. Τὸ 1701, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πόλεως, ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου ἐπεστράφη στὴν πόλη τοῦ Λιοῦμπεχ καὶ τοποθετήθηκε στὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ἕνα ἀκριβὲς ἀντίγραφό της ἔμεινε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας Κιέβου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Ζίροβιτς Ρωσίας
Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ζίροβιτς βρέθηκε μὲ θαυματουργικὸ τρόπο τὸ 1470 στὴν περιοχὴ Ζίροβιτς, στὰ σύνορα τοῦ Γκροῦνεγκ. Μέσα στὸ δάσος, τὸ ὁποῖο ἀνῆκε στὸν Ὀρθόδοξο Λιθουανὸ τιτλοῦχο Ἀλέξανδρο Σόλτον, οἱ βοσκοὶ ἀντίκρισαν ἕνα ὑπερφυσικὸ λαμπρὸ φῶς καὶ ὅταν πλησίασαν εἶδαν τὴν ἀκτινοβόλο εἰκόνα τῆς Θεοτόκου ἐπάνω σὲ ἕνα δένδρο. Μὲ σεβασμὸ οἱ βοσκοὶ ἔδωσαν τὴν εἰκόνα στὸν Ἀλέξανδρο Σόλτον, ὁ ὁποῖος, χωρὶς νὰ δώσει ἰδιαίτερη σημασία, τὴν τοποθέτησε σὲ ἕνα προσκυνητάρι. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ὁ Σόλτον εἶχε ἐπισκέπτες καὶ ἤθελε νὰ τοὺς δείξει τί εἶχε βρεθεῖ. Πρὸς μεγάλη ἔκπληξή του δὲν βρῆκε τὴν εἰκόνα στὸ προσκυνητάρι, ἂν καὶ τὴν εἶχε δεῖ ἐκεῖ πρὶν ἀπὸ λίγο. Μετὰ ἀπὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα οἱ βοσκοὶ πάλι βρῆκαν τὴν εἰκόνα στὸ ἴδιο μέρος καὶ τὴν πῆγαν πάλι στὸν Ἀλέξανδρο Σόλτον. Αὐτὴ τὴ φορά, ὅμως, παρέλαβε τὴν εἰκόνα μὲ μεγάλο σεβασμὸ καὶ ὑποσχέθηκε νὰ χτίσει μία ἐκκλησία πρὸς τιμὴν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στὸ μέρος ποὺ βρέθηκε ἡ εἰκόνα. Γύρω ἀπὸ τὴν ξύλινη ἐκκλησία, σύντομα δημιουργήθηκε ἕνας οἰκισμὸς καὶ ἀργότερα δημιουργήθηκε μία ἐνορία.
Περὶ τὸ 1520 ἡ ἐκκλησία καταστράφηκε ἀπὸ φωτιά, παρὰ τὶς προσπάθειες τῶν κατοίκων νὰ σβήσουν τὴν πυρκαγιὰ καὶ νὰ σώσουν τὴν εἰκόνα. Ὅλοι νόμιζαν ὅτι ἡ εἰκόνα εἶχε καταστραφεῖ. Ὅμως, μερικὰ παιδιὰ ἀπὸ τὸ χωριό, γυρνώντας ἀπὸ τὸ σχολεῖο, εἶδαν ἕνα θαυμαστὸ ὅραμα. Ἡ Παρθένος Μαρία, ἐξαιρετικὰ ὄμορφη καὶ ἀκτινοβόλος, καθόταν πάνω σὲ μία πέτρα στὴν καμένη ἐκκλησία καὶ στὰ χέρια της κρατοῦσε τὴν εἰκόνα της. Τὰ παιδιὰ δὲν τόλμησαν νὰ τὴν πλησιάσουν, ἀλλὰ ἔτρεξαν γιὰ νὰ ἀναφέρουν τὸ γεγονὸς σὲ συγγενεῖς καὶ φίλους.
Ὅλοι μαζὶ οἱ πιστοὶ μαζὶ μὲ τὸν ἱερέα πῆγαν στὸ λόφο καὶ βρῆκαν τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τελείως ἀνέπαφη ἀπὸ τὴ φωτιά, τοποθετημένη ἐπάνω σὲ μία πέτρα μὲ ἕνα ἀναμμένο καντήλι μπροστά της. Ἒκτισαν μία πέτρινη ἐκκλησία καὶ τοποθέτησαν ἐντὸς αὐτῆς τὴ θαυματουργὴ εἰκόνα. Ἀργότερα, ἐκεῖ, ἀναπτύχθηκε ἕνα ἀνδρικὸ μοναστήρι ποὺ κατηύθυνε τὸν ἀγώνα τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τῆς Οὐνίας καὶ τῶν Λατίνων. Τὸ 1609 ἡ μονὴ κατελήφθη ἀπὸ Οὐνίτες καὶ παρέμεινε ὑπὸ τὴν κατοχὴ τους μέχρι τὸ 1839. Τὸ ἴδιο ἔτος ἡ μονὴ περιῆλθε καὶ πάλι στοὺς Ὀρθοδόξους.
Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Α’ Παγκοσμίου πολέμου ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Ζίροβιτς μεταφέρθηκε, πρὸς πνευματικὴ ἐνίσχυση τοῦ λαοῦ, στὴν Μόσχα καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 1920 ἐπεστράφη στὴ μονή.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὅλη αὐτὴ τὴ περίοδο ποὺ διανύουμε τώρα, ἐπεκτεινομένη σὲ πενήντα μέρες, ἑορτάζομε τὴν ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, δεικνύοντας μὲ αὐτὴ τὴν παράταση τὴν ὑπεροχὴ τῆς ἀπέναντι στὶς ἄλλες ἑορτές.
Πραγματικὰ ὅλοι ὅσοι ἀναστήθηκαν ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἀναστήθηκαν ἀπὸ ἄλλους καί, ἀφοῦ πέθαναν πάλι, ἐπέστρεψαν στὴ γῆ. Ὁ δὲ Χριστός, ἀφοῦ ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς, δὲν κυριεύεται πλέον καθόλου ἀπὸ τὸ θάνατο, γιατί δὲν ἐπέστρεψε πάλι στὴ γῆ, ἀλλὰ ἀνέβηκε στὸν οὐρανό, καθιστώντας τὸ φύραμά μας ποὺ εἶχε λάβει ὁμόθρονο μὲ τὸ Πατέρα ὡς ὁμόθεο.
Εἶναι ὁ μόνος ποὺ ἔγινε ἀρχὴ τῆς μελλοντικῆς ἀναστάσεως ὅλων καὶ πρωτότοκος ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ πατέρας τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
Καὶ ὅπως ὅλοι ἁμαρτωλοὶ καὶ δίκαιοι, πεθαίνουν στὸν Ἀδάμ, ἔτσι στὸ Χριστὸ θὰ ζωοποιηθοῦν ὅλοι, ἁμαρτωλοὶ καὶ δίκαιοι, ἀλλὰ ὁ καθένας στὴ τάξη του. Ὅταν καταργήσει κάθε ἀρχὴ καὶ ἐξουσία καὶ δύναμη καὶ θέσει ὅλους τους ἐχθρούς του κάτω ἀπὸ τὰ πόδια του, τελευταῖος ἐχθρὸς ποὺ θὰ καταργηθεῖ εἶναι ὁ θάνατος, κατὰ τὴ κοινὴ ἀνάσταση.
Ὁ Κύριος κηρύττοντας τὸ εὐαγγέλιο τῆς βασιλείας πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος, δεικνύει στοὺς μαθητὲς ὅτι ἡ ἐκλογὴ τῶν ἀξίων τῆς πίστεως δὲν θὰ γίνει μόνο ἀνάμεσα στοὺς Ἰουδαίους, ἀλλὰ καὶ ἀνάμεσα στοὺς Ἐθνικούς, στὴ σημερινὴ περικοπὴ τοῦ εὐαγγελίου.
Ἔρχεται ὁ Κύριος σὲ μία πόλη τῆς Σαμάρειας ποὺ λέγεται Σιχάρ. (Σαμάρεια ὀνομάσθηκε ἡ πόλη ποὺ ἔκτισε τὸ 880 π.Χ. ὁ βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ, Ἀμβρί, ἔπειτα τὸ ὄρος Σομὸρ ποὺ ἦταν ἡ ἀκρόπολή της καὶ τέλος ὅλο τὸ βόρειο βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ καταλύθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀσσυρίους τὸ 721 π.Χ. καὶ ὁ ἡγεμόνας τους ἐγκατέστησε ἐκεῖ ἐθνικοὺς ἀπὸ πολλὰ μέρη).
Ἐκεῖ ἦταν ἡ πηγὴ τοῦ Ἰακώβ, τὸ πηγάδι ποὺ ἐκεῖνος εἶχε ἀνοίξει. Κουρασμένος ὁ Κύριος ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία κάθισε μόνος του δίπλα ἀπὸ τὸ πηγάδι καὶ κάτω ἀφελῶς, γιατί οἱ μαθητές του πῆγαν νὰ ἀγοράσουν τροφές. Ἔρχεται ἐκεῖ μιὰ γυναίκα ἀπὸ τὴ Σαμάρεια νὰ πάρει νερὸ καὶ ὁ Κύριος διψώντας ὡς ἄνθρωπος, τῆς ζήτησε νερό.
Αὐτὴ ἀντιλήφτηκε ἀπὸ τὴν ἐμφάνισή του ὅτι ἦταν Ἰουδαῖος καὶ θαύμασε πῶς ἕνας Ἰουδαῖος ζητᾶ νερὸ ἀπὸ τὴν ἐθνικὴ Σαμαρείτιδα. Ἂν γνώριζες, τῆς εἶπε, τὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ, ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ σοῦ ζητᾶ νὰ πιεῖ νερό, ἐσὺ θὰ τοῦ ζητοῦσες καὶ θὰ σοῦ ἔδινε ζωντανὸ νερό. Ὁ Κύριος ἐπιβεβαίωσε ὅτι ἂν γνώριζε θὰ γινόταν μέτοχος πραγματικὰ ζωντανοῦ νεροῦ, ὅπως ἔπραξε καὶ ἀπόλαυσε ἀργότερα ὅταν τὸ ἔμαθε, ἐνῶ τὸ συνέδριο τῶν Ἰουδαίων ποὺ ἔμαθαν σαφῶς, ἔπειτα ἐσταύρωσαν τὸν Κύριο τῆς δόξης. Δωρεὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἐπειδὴ θεωρεῖ ἀγαπητοὺς ὅλους ἀκόμα καὶ τοὺς μισητοὺς ἀπὸ τοῦ Ἰουδαίους ἐθνικοὺς καὶ προσφέρει τὸν ἑαυτό του καὶ καθιστᾶ τοὺς πιστοὺς σκεύη δεκτικά της Θεότητός του.
Ἡ Σαμαρείτιδα δὲν κατάλαβε τὸ μεγαλεῖο τοῦ ζωντανοῦ νεροῦ, ἀπορεῖ ποὺ θὰ βρεῖ νερὸ χωρὶς κουβὰ σὲ ἕνα βαθὺ πηγάδι. Ἔπειτα ἐπιχειρεῖ νὰ τὸν συγκρίνει μὲ τὸν Ἰακώβ, ποὺ τὸν ἀποκαλεῖ πατέρα, ἐξυμνώντας τὸ γένος ἀπὸ τὸν τόπο καὶ ἐξαίρει τὸ νερὸ μὲ τὴ σκέψη ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ βρεθεῖ καλύτερο. Ὅταν ὅμως ἄκουσε ὅτι τὸ «νερό ποὺ θὰ σοῦ δώσω» θὰ γίνει πηγὴ ποὺ τρέχει πρὸς αἰώνια ζωή, ἄφησε λόγο ψυχῆς ποὺ ποθεῖ καὶ ὁδηγεῖται πρὸς τὴ πίστη καὶ ζήτησε νὰ τὸ λάβει γιὰ νὰ μὴ ξαναδιψάσει. Ὁ Κύριος θέλοντας νὰ ἀποκαλύπτεται λίγο – λίγο, τῆς λέγει νὰ φωνάξει τὸν ἄνδρα της, γνωρίζοντάς της πόσους ἄνδρες εἶχε καὶ αὐτὸν ποὺ ἔχει τώρα δὲν εἶναι δικός της. Ἐκείνη ὅμως δὲν στενοχωρεῖται ἀπὸ τὸν ἔλεγχο, ἀλλὰ ἀμέσως καταλαβαίνει ὅτι ὁ Κύριος εἶναι προφήτης καὶ τοῦ ζητᾶ ἐξηγήσεις σὲ ψηλὰ ζητήματα.
Βλέπετε πόση εἶναι ἡ μακροθυμία καὶ ἡ φιλομάθεια αὐτῆς τῆς γυναίκας; Πόση συλλογὴ καὶ γνώση εἶχε στὴ διάνοιά της, πόση γνώση τῆς θεόπνευστης Γραφῆς; Καὶ ἀμέσως τὸν ρωτᾶ ποῦ πρέπει νὰ λατρεύεται σωστὰ ὁ Θεός, ἐδῶ σ’ αὐτὸ τὸν τόπο ἢ στὰ Ἱεροσόλυμα; Καὶ τότε παίρνει τὴν ἀπάντηση, ὅτι ἔρχεται ἡ ὥρα, ὁπότε οὔτε στὸ ὄρος αὐτὸ οὔτε στὰ Ἱεροσόλυμα θὰ προσκυνᾶτε τὸν Πατέρα. Τῆς γνωρίζει μάλιστα ὅτι ἡ σωτηρία εἶναι ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, δὲν εἶπε θὰ εἶναι, στὸ μέλλον, γιατί ἦταν αὐτὸς ὁ ἴδιος. Ἔρχεται ὤρα καὶ εἶναι τώρα ποὺ οἱ ἀληθινοὶ προσκυνητὲς θὰ προσκυνοῦν τὸ Πατέρα κατὰ Πνεῦμα καὶ ἀλήθεια.
Γιατί ὁ ὕψιστος καὶ προσκυνητὸς Πατέρας, εἶναι Πατέρας αὐτοαληθείας, δηλαδὴ τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ καὶ ἔχει Πνεῦμα ἀληθείας, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο καὶ αὐτοὶ ποὺ τὸν προσκυνοῦν, τὸ πράττουν ἔτσι διότι ἐνεργοῦνται δι’ αὐτῶν. Ὁ Κύριος ἀπομακρύνει κάθε σωματικὴ ἔννοια τόπο καὶ προσκύνηση, λέγοντας: «Πνεῦμα ὁ Θεὸς καὶ αὐτοὶ ποὺ τὸν προσκυνοῦν πρέπει νὰ τὸν προσκυνοῦν κατὰ Πνεῦμα καὶ ἀλήθεια». Ὡς πνεῦμα ποὺ εἶναι ὁ Θεὸς εἶναι ἀσώματος, τὸ δὲ ἀσώματο δὲν εὑρίσκεται σὲ τόπο οὔτε περιγράφεται μὲ τοπικὰ ὅρια. Ὡς ἀσώματος ὁ Θεὸς δὲν εἶναι πουθενά, ὡς Θεὸς δὲ εἶναι παντοῦ, ὡς συνέχων καὶ περιέχων τὸ πᾶν.
Παντοῦ εἶναι ὁ Θεὸς ὄχι μόνο ἐδῶ στὴ γῆ ἀλλὰ καὶ ὑπεράνω τῆς γῆς, Πατὴρ ἀσώματος καὶ κατὰ τὸν χρόνο καὶ σὲ τόπο ἀόριστος.
Βέβαια καὶ ἡ ψυχὴ καὶ ὁ ἄγγελος εἶναι ἀσώματα, δὲν εἶναι ὅμως σὲ τόπο, ἀλλὰ δὲν εἶναι καὶ παντοῦ, γιατί δὲν συνέχουν τὸ σύμπαν ἀλλὰ αὐτὰ ἔχουν ἀνάγκη τοῦ συνέχοντος.
Ἡ Σαμαρείτιδα καθὼς ἄκουσε ἀπὸ τὸ Χριστὸ αὐτὰ τὰ ἐξαίσια καὶ θεοπρεπὴ λόγια, ἀναπτερωμένη, μνημονεύει τὸν προσδοκώμενο καὶ ποθούμενο Μεσσία, τὸν λεγόμενο Χριστὸ ποὺ ὅταν ἔρθει θὰ μᾶς τὰ διδάξει ὅλα. Βλέπετε πῶς ἦταν ἐτοιμότατη γιὰ τὴν πίστη; Ἀπὸ ποῦ θὰ γνώριζε τοῦτο, ἂν δὲν εἶχε μελετήσει τὰ προφητικὰ βιβλία μὲ πολλὴ σύνεση; Ἔτσι προλαβαίνει περὶ τοῦ Χριστοῦ ὅτι θὰ διδάξει ὅλη τὴν ἀλήθεια. Μόλις τὴν εἶδε ὁ Κύριος τόσο θερμή, τῆς λέγει ἀπροκάλυπτα: Ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστός, ποὺ σοῦ μιλῶ. Ἐκείνη γίνεται ἀμέσως ἐκλεκτὴ εὐαγγελίστρια καὶ ἀφήνοντας τὴ ὑδρία καὶ τὸ σπίτι της τρέχει καὶ παρασύρει ὅλους τους Σαμαρεῖτες πρὸς τὸ Χριστὸ καὶ ἀργότερα μὲ τὸν ὑπόλοιπο φωτοειδὴ βίο της (ὡς Ἁγία Φωτεινή) σφραγίζει μὲ τὸ μαρτύριο τὴν ἀγάπη της πρὸς τὸν Κύριο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Τὸ φαιδρὸν τῆς Ἀναστάσεως κήρυγμα, ἐκ τοῦ Ἀγγέλου μαθοῦσαι, αἱ τοῦ Κυρίου Μαθήτριαι, καὶ τὴν προγονικὴν ἀπόφασιν ἀπορρίψασαι, τοῖς Ἀποστόλοις καυχώμεναι ἔλεγον· Ἐσκύλευται ὀ θάνατος, ἠγέρθη Χριστὸς ὁ Θεός, δωρούμενος τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον τῆς Μεσοπεντηκοστῆς.
Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διψῶσάν μου τήν ψυχήν εὐσεβείας πότισον νάματα· ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας· Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω. Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὸ ὕδωρ ὡς ἤντλησας, τῆς αἰωνίου ζωῆς, εὑροῦσα καθήμενον, παρὰ τὸ φρέαρ σεμνή, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν, λόγοις σου θεηγόροις, καὶ ἐν ἄθλοις ἀνδρείοις, ᾔσχυνας τὴν ἀπάτην, Ἰσαπόστολε Μάρτυς· διὸ σὲ Ἀθληφόρε Φωτεινή, ὕμνοις γεραίρομεν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Πίστιν Χριστοῦ.
Πίστειν ἐλθοῦσα ἐν τῷ φρεάτι, ἡ Σαμαρεῖτις ἐθεάσατο, τὸ τῆς σοφίας ὕδωρ σε, ᾧ ποτισθεῖσα δαψιλῶς, βασιλείαν τὴν ἄνωθεν ἐκληρώσατο αἰωνίως ἡ ἀοίδιμος.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἰσαπόστολε Φωτεινή, ἡ ἐκ Σαμαρείας, ἀνατείλασα ὡς ἀστήρ· χαῖροις ἡ τοῖς ῥείθροις, τοῦ νάματος τοῦ θείου, καὶ ἄθλοις μαρτυρίου, κόσμον εὐφράνασα.
Ο Άγιος Ιώβ ο Προφήτης ο Δίκαιος
Ὁ Δίκαιος Ἰὼβ καταγόταν ἀπὸ τὴ χώρα Αὐσίτιδα ποὺ βρισκόταν μεταξὺ τῆς Ἰουδαίας καὶ τῆς Ἀραβίας καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ Ζαρὲθ καὶ τῆς Βασώρας. Προφήτης ἐπὶ σαράντα χρόνια, ἄκμασε περὶ τὸ 1900 π.Χ. (κατ’ ἄλλους τὸ 1400 π.Χ.). Παρὰ τὰ μυθώδη πλούτη του ἦταν θεοσεβής, δίκαιος, εὐθὺς καὶ ἄμεμπτος. Κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, γιὰ νὰ τὸν δοκιμάσει, ἐπειράσθηκε ἀπὸ τὸν σατανὰ καὶ ἀπώλεσε πλοῦτο καὶ κάθε ἀγαπημένο του πρόσωπο, πλὴν τῆς συζύγου του, αὐτὸς δὲ ὁ ἴδιος προσβλήθηκε ἀπὸ βαρύτατη μορφὴ λέπρας. Λόγω αὐτοῦ ἐξῆλθε τῆς πόλεως καὶ διερχόταν τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μέσα σὲ σπήλαιο, προσευχόμενος καὶ ξύνοντας τὶς πληγές του γιὰ ἀνακούφιση. Οὔτε οἱ παροτρύνσεις τῆς συζύγου καὶ τῶν φίλων του στάθηκαν ἱκανὲς νὰ τὸν ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν δὲ τὸν ἐπισκέφθηκε ἡ σύζυγός του καὶ πλήρης θυμοῦ τοῦ εἶπε: «Μέχρι πότε θὰ ὑπομένεις λέγοντας: ἰδού, θὰ περιμένω λίγο ἀκόμη χρόνο καὶ ἐλπίζω, ὅτι θὰ ἀπαλλαγῶ τῆς καταστάσεώς μου; Ἰδοὺ ἡ μνήμη σου ἐξέλιπε ἀπὸ τὴ γῆ, διότι οἱ υἱοὶ καὶ οἱ θυγατέρες σου, οἱ ἐπώδυνοι αὐτοὶ καρποὶ τῆς κοιλίας μου, ἐξαφανίσθηκαν. Μάταια κοπίασα, γιὰ νὰ τοὺς μεγαλώσω. Ἐσὺ δὲ ὁ ἴδιος κάθεσαι ἐπάνω σὲ σάπια ἀπορρίμματα σκωληκοβριθῆ διερχόμενος ὄχι μόνο τὶς ἡμέρες ἀλλὰ καὶ τὶς νύχτες στὸ ὕπαιθρο. Ἐγὼ δὲ περιπλανιέμαι ὡς μία ὑπηρέτρια μεταβαίνουσα ἀπὸ τὸν ἕνα τόπο στὸν ἄλλον καὶ ἀπὸ τὴ μία οἰκία στὴν ἄλλη καὶ περιμένω πότε νὰ δύσει ὁ ἥλιος, γιὰ νὰ ἀναπαυθῶ ἀπὸ τοὺς σωματικοὺς κόπους καὶ ψυχικὲς ὀδύνες, οἱ ὁποῖες σήμερα μὲ περισφίγγουν. Πές, λοιπόν, λόγο κατὰ τοῦ Κυρίου καὶ πέθανε», αὐτός, ἀφοῦ ἄκουσε μὲ τὴ συνήθη πραότητα τοὺς πικροὺς αὐτοὺς λόγους τῆς συζύγου του, μὲ μεγάλη θλίψη ἀπάντησε πρὸς αὐτήν: «Διατὶ ὁμίλησες ἔτσι ὡς μία ἀπὸ τὶς ἄφρονες γυναῖκες; Ἀφοῦ δέχθηκες τὶς τόσες καλὲς δωρεὲς ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ ὑπομείνουμε καὶ τὶς συμφορές;», παραμένοντας ἔτσι καὶ πάλι θεοσεβὴς καὶ ἄμεμπτος. Μόνο πρὸς στιγμήν, ὅταν τὸν ἐπισκέφθηκαν οἱ τρεῖς φίλοι του Ἐλιφάζ, βασιλέας τῶν Θαιμανῶν, Βαλδάδ, τύραννος τῶν Σαυχέων καὶ Σαφάρ, βασιλέας τῶν Μιναίων, οἱ ὁποῖοι παρέμειναν σιωπηλοί, ἀφοῦ τὸν συντρόφευαν ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρες, τὸ ἠθικὸ τοῦ Ἰὼβ κλονίσθηκε, ἀλλὰ ἀμέσως, διαμέσου τῆς βαθιᾶς πίστεώς του, ἀνέκτησε καὶ πάλι αὐτό.
Μετὰ ἑπταετὴ ὑπομονὴ τῆς ὑπεράνθρωπης αὐτῆς δοκιμασίας, ὁ Θεὸς ἀνταμείβοντας τὸν Ἰώβ, ἔδωσε σὲ αὐτὸν πάλι ὅλα τὰ ἀπολεσθέντα ἀγαθὰ καὶ τὰ προσφιλή του πρόσωπα. Ἔζησε, μετὰ τὴ δοκιμασία του, ἐπὶ ἑκατὸν σαράντα ἔτη καὶ σὲ ἡλικία διακοσίων σαράντα ἐτῶν, περὶ τὸ 1650 π.Χ., κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη ἀποτελώντας ὑπόδειγμα ὑπομονῆς καὶ προσκαρτερίας. Οἱ ἄθλοι του περιγράφονται ἐκτενῶς στὸ ὁμώνυμο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς τῆς ἀνδρείας ἀκαθαίρετος πύργος, τὰς τοῦ Βελίαρ ἀπεκρούσω ἐφόδους, καὶ ἀκλινὴς διέμεινας σοφὲ ἐν πειρασμοῖς· ὅθεν χαρακτῆρά σε, ἀρραγοῦς καρτερίας, καὶ λαμπρὸν ὑπόδειγμα, ἀρετῶν οὐρανίων, ἡ Ἐκκλησία μέλπει σε Ἰώβ, λαμπρυνομένη, τοῖς σοῖς προτερήμασι.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἀληθὴς καὶ δίκαιος, θεοσεβὴς καὶ ἄμεμπτος, ἡγιασμένος τε ὤφθης πανένδοξε, Θεοῦ θεράπον γνήσιε, καὶ ἐδίδαξας κόσμον, ἐν τῇ σῇ καρτερίᾳ Ἰὼβ πολύαθλε· ὅθεν πάντες τιμῶντες, ὑμνοῦμέν σου τὸ μνημόσυνον.
Μεγαλυνάριον.
Τύπος ἐκπαιδεύων πρὸς ἀρετήν, ἐν παντὶ τῷ βίῳ, σὺ ὑπάρχεις Πάτερ Ἰώβ· ἐν γὰρ ἀπορίᾳ, καὶ πλούτου δαψιλείᾳ, θεράπων ἀνεδείχθης, τοῦ Λόγου δόκιμος.
Ὁ Ἅγιος Βάρβαρος ὁ Μάρτυρας
Στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρεται ὅτι ὁ Ἅγιος Μάρτυς Βάρβαρος τελειώθηκε διὰ ξίφους.
Ὅμως στὶς 14 Μαΐου ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη ἐνὸς ἄλλου ὁμώνυμου Ἁγίου Βαρβάρου, ποὺ ἀναφέρεται μὲ τοὺς Μάρτυρες Ἀλέξανδρο καὶ Ἀκόλουθο. Εἶναι ἄλλος Ἅγιος ἢ πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο; Ἡ πιὸ ἐνημερωμένη Ὀρθόδοξη ἁγιολογία ἀξιώνει ἀνοικτά, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Μητροπολίτου πρ. Λεοντοπόλεως Σωφρονίου Εὐστρατιάδου, τὴν ὕπαρξη δύο ὁμώνυμων Ἁγίων, ποὺ ἔζησαν σὲ διαφορετικοὺς τόπους καὶ χρόνους. Παρὰ ταῦτα μερικὲς ἐνδείξεις ἀφήνουν νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι, κάτω ἀπὸ δύο διαφορετικὰ πρότυπα ἁγιότητος καὶ μία διαφορετικὴ ἐξέλιξη τῆς λατρείας, κρύβεται ἡ ἴδια μορφή. Αὐτὸ μᾶς κάνει νὰ τὸ σκεφθοῦμε ὄχι μόνο ἡ γειτνίαση τῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ τῶν δυὸ Ἁγίων (6 καὶ 14 Μαΐου), ἀλλὰ κυρίως τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ γιὰ τοὺς δύο, οἱ ὁποῖοι μεταξὺ τῶν ἄλλων ἐμφανίζονται στὴ σκηνὴ ὡς στρατιῶτες, τὸ ἴδιο τὸ ὄνομα Βάρβαρος χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ἀπρόσωπη σημασία τῆς λέξεώς του: καὶ τὶς δύο φορές, πράγματι, εἶναι «βάρβαρος» στὸ ὄνομα, γιατί εἶναι καὶ στὴν πράξη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Δάναξ, Μέσιρος καὶ Θερίνος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Δάναξ, Μέσιρος καὶ Θερίνος τελειώθηκαν διὰ ξίφους. Ἡ μνήμη τοὺς ἐτελεῖτο στὸ μαρτύριο αὐτῶν «ἐν τῷ Δευτέρῳ».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Δημητρίων ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Δημητρίων τελειώθηκε διὰ τόξου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Δονάτος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Δονάτος τελειώθηκε διὰ τόξου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἡλιόδωρος καὶ Βενοῦστος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἡλιόδωρος καὶ Βενοῦστος μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους ἑβδομήντα πέντε Χριστιανοὺς στὴν Ἀφρική, ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ὁσία Βενεδίκτη ἡ Ρωμαία
Ἡ Ὁσία Βενεδίκτη ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη. Ἔγινε μοναχὴ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Γάλλου († 6 Νοεμβρίου) καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἐαντβέρτος ἐκ Σκωτίας
Περὶ τοῦ Ἁγίου Ἐαντβέρτου ἀναφέρει στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία ὁ Ἅγιος Βεδέας. Ὁ Ἅγιος Ἐαντβέρτος διακρινόταν γιὰ τὴν ἄριστη γνώση τῶν Γραφῶν καὶ τὴ φιλανθρωπία του, ἀφοῦ διένειμε τὸ δέκατο τῶν ἐσόδων τῆς Ἐπισκοπῆς του. Ὁρίσθηκε διάδοχος τοῦ Ἁγίου Κουθβέρτου († 20 Μαρτίου) στὴν Ἐπισκοπὴ τοῦ Λινστισφέϊρν τὸ 687 μ.Χ. καὶ κυβέρνησε τὴν Ἐκκλησία ἐπὶ ἕνδεκα ἔτη. Συνήθιζε κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τῆς νηστείας τῶν Ἁγίων Χριστουγέννων νὰ ἀποσύρεται σὲ ἔρημο τόπο, κατὰ μόνας, πενθώντας, νηστεύοντας καὶ προσευχόμενος. Εἶχε τὸ χάρισμα τῶν δακρύων. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ἔλαβε χώρα ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ προκατόχου του, Ἁγίου Κουθβέρτου, ὁ ὁποῖος εὑρέθη ἄφθορος.
Ὁ Ἅγιος Ἐαντβέρτος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 698 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ὅσιοι Ἱλαρίων, Μάμας καὶ Παχώμιος
Οἱ Ὅσιοι Ἰλαρίων, Μάμας καὶ Παχώμιος ἀσκήτεψαν σὲ τόπο ἐρημικό, ὅπου διῆλθαν τὸ μοναχικὸ βίο τους μὲ νηστεία, ἀγρυπνίες, ἀγαθοεργίες. Ἀφοῦ ἔζησαν σὲ ὁμόνοια ψυχῆς καὶ ἀγαθοπρεπὴ συνείδηση, κοιμήθηκαν ὁσιακῶς μὲ εἰρήνη.
Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο «ἐν Ὀχείαις».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων ἐν τῇ μονῇ τοῦ Ψαμαθία
Ὁ ναὸς αὐτὸς σωζόταν πρὶν τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἑόρταζε τὴν ἡμέρα αὐτὴ τὴ μνήμη τῶν ἐγκαινίων του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Σεραφείμ
Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ὑπῆρξε σπουδαῖος ἀνάμεσα στοὺς ἀσκητὲς καὶ διέλαμψε μέσῳ τῶν θαυμάτων του. Πατρίδα του εἶχε τὸ ἀποκαλούμενο σήμερα Ζέλι, χωριὸ μικρό, ὑποκείμενο στὴ χώρα τοῦ Ταλάντου τῆς Βοιωτίας. Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι. Ἐνῷ ἀκόμη ἦταν βρέφος καὶ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ διακρίνει τὶς ἡμέρες, ὅμως τὸ Πανάγιο Πνεῦμα γνωρίζοντας ἀπὸ πρὶν τὴ μελλοντικὴ πνευματικὴ προκοπή του τὸ φώτιζε καὶ τὸ δίδασκε ὅτι ἡ Τετάρτη καὶ ἡ Παρασκευὴ εἶναι ἡμέρες τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτὸ καὶ ἔμενε νηστικό, ὅπως ἡ ἴδια ἡ μητέρα του ἔλεγε στοὺς γείτονες. Μόνο κατὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ ἀντέξει περισσότερο νὰ νηστεύει, θήλαζε λίγο καὶ κοιμόταν.
Ὅταν ἔφθασε στὴν παιδικὴ ἡλικία, τότε οἱ γονεῖς του τὸν παρέδωσαν στὸν ἐφημέριο τοῦ χωριοῦ νὰ μάθει τὰ ἱερὰ γράμματα. Ὁ νέος ἔνιωσε μέγα ἔρωτα πρὸς τὰ ἱερὰ γράμματα, μελετοῦσε μὲ πολὺ ζῆλο καὶ μάθαινε ὅσα τοῦ ὑπεδείκνυε ὁ δάσκαλος. Τὸν χαρακτήριζαν στοιχεῖα ὅπως ἡ προσοχὴ στὸ σχολεῖο, ἡ ταπεινοφροσύνη πρὸς τοὺς μαθητές, ἡ ἄκρα ταπείνωση καὶ ὑποταγὴ πρὸς τοὺς γονεῖς, ἡ σεμνότητα καὶ ἡ ὑποδειγματικὴ διαγωγὴ πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὅσο μεγάλωνε ὁ Ὅσιος, αὔξανε περισσότερο ὁ ζῆλος του καὶ μέσα στὴν ἀνάγνωση τῶν Ἁγίων Γραφῶν εὕρισκε μεγάλη πνευματικὴ εὐφροσύνη. Γι’ αὐτό, ἂν καὶ ἦταν νέος στὴν ἡλικία καμία ἄλλη εὐχαρίστηση δὲν αἰσθανόταν παρὰ μόνο πῶς θὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν κόσμο, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει ἀνενόχλητα τὸν Δημιουργό μας καὶ τὸν Πλάστη, μιμούμενος τὰ Σεραφὶμ καὶ τὶς χορεῖες τῶν Ὁσίων.
Αὐτὰ λοιπὸν σκεπτόμενος, ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει γονεῖς, πατρίδα, συγγενεῖς καὶ φίλους, νὰ πάει στὸ μοναστήρι καὶ ἐκεῖ νὰ ἐνδυθεῖ τὸ μοναχικὸ σχῆμα καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ, ψυχὴ τε καὶ σώματι, στὸν Θεὸ καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ κορέσει τὴν πνευματικὴ δίψα ποὺ αἰσθανόταν. Μία λοιπὸν ἡμέρα ζητεῖ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του τὴν εὐλογία τους καὶ τοὺς παρακαλεῖ μὲ δάκρυα νὰ συγκατατεθοῦν καὶ νὰ τὸν συνοδεύσουν μὲ τὴν εὐχή τους στὸ νέο αὐτὸ στάδιο, τὸ μοναχικό, ποὺ ἀγάπησε ἀπὸ παιδικὴ ἡλικία. Οἱ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι γονεῖς χάρηκαν μὲν γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν τέλεια ἀφοσίωση τοῦ παιδιοῦ, λυπήθηκαν ὅμως πολύ, γιατί ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀγαπημένου τους παιδιοῦ θὰ προξενοῦσε τόσο σὲ αὐτοὺς ὅσο καὶ στὸ χωριὸ μεγάλη κατήφεια. Προσπαθοῦσαν λοιπὸν νὰ τὸν ἀποτρέψουν μὲ συγκινητικὰ λόγια ζητώντας του νὰ τοὺς γηροκομήσει πρῶτα καὶ μετὰ νὰ ἀκολουθήσει τὴν κλίση του.
Ὁ νεαρὸς Σωτήριος, γιατί ἔτσι ὀνομαζόταν ὁ Ἅγιος, παρόλη τὴν συντριβὴ ποὺ αἰσθάνθηκε ἔμεινε ἀμετάβλητος στὴν ἀπόφασή του. Ρίχνεται λοιπὸν στὴν ἀγκαλιά τους, ἀσπάζεται τὴν δεξιά τους καὶ ἀποχωρεῖ γιὰ κάποιο μονύδριο, στὸ ὁποῖο τιμόταν ὁ Προφήτης Ἠλίας καὶ ἀπέχει μία ὥρα ἀπὸ τὸ χωριὸ Ζέλι στὸ ὄρος Κάρκαρα. Ἐκεῖ κάπου κοντὰ στὸ ὄρος ἀναγείρει μικρὸ ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος μέσα σὲ κάποιο σπήλαιο, τοῦ ὁποίου ἴχνη φαίνονται μέχρι σήμερα καὶ οἱ κάτοικοι τῶν γύρω χωριῶν ὀνομάζουν ἀσκητήριο τοῦ Ὁσίου Σεραφείμ, ἐνῷ στὰ πέριξ αὐτοῦ ὑπάρχει ἄλλος ναὸς πρὸς τιμὴν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ κάποια κελλιά, τὰ ὁποία, ὅπως λένε οἱ Γέροντες, ἀνήγειραν οἱ κάτοικοι τῆς Ἐλάτειας σὲ καιρὸ λοιμικῆς νόσου. Ἐκεῖ λοιπὸν ὁ Ὅσιος παρέμεινε ἀρκετὸ χρόνο ἀγωνιζόμενος μὲ ἀγρυπνίες καὶ δεήσεις ὡς καλὸς ἐργάτης τοῦ μυστικοῦ ἀμπελῶνος τοῦ Κυρίου. Ἐπειδὴ ὅμως τὴν πνευματική του ἡσυχία τάραζαν οἱ συχνὲς ἐπισκέψεις τῶν γονέων, τῶν φίλων καὶ τῶν συγγενῶν, ἀναχωρεῖ γιὰ τὸ γειτονικὸ ἱερὸ μοναστήρι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Μετὰ τὶς συνεχιζόμενες ἐνοχλήσεις ἀναχωρεῖ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ γιὰ τὸ Σαγμάτιο ὄρος, στὴν κορυφὴ τοῦ ὁποίου ὑπάρχει μοναστήρι ἀφιερωμένο στὴ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος. Τὸ μοναστήρι αὐτὸ βρίσκεται μεταξὺ τῶν Θηβῶν καὶ τῆς Εὔβοιας καὶ κατέχει ἱερὸ τεμάχιο τοῦ Τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ποὺ δώρισε στὸ μοναστήρι ὁ εὐσεβὴς αὐτοκράτορας Ἀλέξιος ὁ Κομνηνὸς μὲ χρυσόβουλλο γράμμα.
Στὸ μοναστήρι αὐτὸ ὁ Ὅσιος κατετάγη στὴν ἀγγελικὴ χορεία τῶν ἐνάρετων ἀσκητῶν καὶ ἀγωνιζόταν νύχτα καὶ ἡμέρα μὲ νηστεῖες καὶ προσευχές, ἀγρυπνίες καὶ δάκρυα, ὑπακοὴ καὶ ὑπομονὴ στὶς θλίψεις καὶ ὁλοκληρωτική, ἐν τέλει, ἀφοσίωση στὰ πνευματικά. Μέσα σὲ λίγο χρονικὸ διάστημα ὑπερέβη ὅλους τοὺς συνασκητές του στὴν ἀρετὴ καὶ στὰ κατορθώματα τῆς ἀσκήσεως. Βλέποντας τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν πρόοδο τοῦ Ὁσίου, ὁ ἡγούμενος τὸν ἔκειρε μοναχὸ μετονομάζοντας τὸν Σεραφεὶμ καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο τὸν προβίβασε στὰ ἀνώτερα ἀξιώματα, πρῶτα σὲ αὐτὸ τοῦ διακόνου καὶ στὴ συνέχεια σὲ αὐτὸ τοῦ πρεσβυτέρου. Τὸ ὑψηλὸ ἀξίωμα τῆς ἱεροσύνης ἀποδέχθηκε ὁ Σεραφείμ, ἐνδίδοντας στὶς θερμὲς παρακλήσεις τοῦ ἡγουμένου καὶ τῶν ὑπολοίπων μοναχῶν.
Ἔμεινε στὸ μοναστήρι γιὰ δέκα ὁλόκληρα χρόνια. Καθὼς ἡ φήμη τῶν κατορθωμάτων διαδόθηκε πολὺ γρήγορα, ζητᾶ ἀπὸ τὸν ἡγούμενο ἄδεια καὶ ἀποχαιρετώντας τοὺς συνασκητές του καὶ τὸν πνευματοφόρο Γερμανό, συνασκητὴ τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος, ποὺ ἄσκησε καὶ τελειώθηκε στὸ ὄρος Σαγματᾶ, ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ μοναστήρι γιὰ νὰ εὕρει τὴν ποθούμενη πνευματικὴ ἡσυχία. Διανύοντας μεγάλες ἀποστάσεις καὶ περνώντας πολλὰ βουνά, ἔφθασε τελικὰ στὸν λόφο ποὺ βρίσκεται δυτικὰ τοῦ Ἑλικῶνος, μία ὥρα πάνω ἀπὸ τὴν ἀρχαία Βουλίδα, στὴν τοποθεσία Δομποῦ. Ἐκεῖ ἵδρυσε μικρὸ ναΐσκο στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος καὶ ἀνήγειρε κάποια κελλιά, συγκέντρωσε λίγους μοναχοὺς καὶ μαζί τους ἔμεινε δέκα χρόνια, ἀσκώντας τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς καὶ διδάσκοντας τοὺς μαθητές του τὰ σωτήρια διδάγματα τῆς μοναχικῆς πολιτείας.
Ὅσο βρισκόταν ἐκεῖ ὁ Ὅσιος ὁδήγησε πολλὲς ψυχὲς ἀπολωλότων ἀνθρώπων στὴ σωτηρία. Κοντὰ στὸ ἀσκητήριο τοῦ Ὁσίου, στὴν θέση ποὺ βρίσκεται σήμερα τὸ μοναστήρι, ὑπῆρχαν λίγες οἰκογένειες ἀλβανικῆς καταγωγῆς μὲ ἦθος σκληρὸ καὶ ἄγριο, τῶν ὁποίων ὁ βίος ἦταν λῃστρικὸς καὶ ἐπικίνδυνος γιὰ τοὺς γείτονές τους. Αὐτοὺς τοὺς κατοίκους πλησίασε ὁ Ἅγιος καὶ μὲ λόγια κατηχήσεως μετέβαλε τὸν σκληρὸ καὶ ἄγριο τρόπο ζωῆς τους. Σταμάτησαν νὰ κλέβουν καὶ νὰ ἐκβιάζουν, ἔριξαν τὰ ὅπλα καὶ ἀσχολήθηκαν μὲ εἰρηνικὲς ἐργασίες.
Πολλοὶ Χριστιανοί, ἀκούγοντας γιὰ τὴν φήμη του, προσέρχονταν ἀπὸ πολλὰ μέρη ζητώντας καὶ παίρνοντας βοήθεια, καθὼς τοὺς θεράπευε σωματικὲς καὶ ψυχικὲς ἀσθένειες. Ἡ μεγάλη συρροὴ ὅμως ἔγινε ἡ ἀφορμὴ νὰ ἐγκαταλείψει τοὺς μαθητές του καὶ τὸ μονύδριο μετὰ ἀπὸ δέκα χρόνια περίπου καὶ κατέλαβε τὴν κορυφὴ βορειοδυτικὰ τοῦ Ἑλικῶνος ποὺ ἀπεῖχε δύο ὧρες ἀπὸ τὸ μονύδριο καὶ σήμερα ἀποκαλεῖται κελλὶ τοῦ Ὁσίου. Στὴ μεμονωμένη αὐτὴ κορυφὴ ἄκουσε ἀπὸ τὸν Δεσπότη Χριστὸ φωνή, ἡ ὁποία τὸν καλοῦσε νὰ ἀφήσει τὴν κορυφὴ ἐκείνη καὶ νὰ κατέβει σὲ μέρος ἐπίπεδο, γιὰ νὰ κτίσει ἐκεῖ μοναστήρι, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ βρίσκουν πνευματικὸ καταφύγιο καὶ παρηγοριὰ ὅλοι ὅσοι εἶχαν ἀνάγκη. Ὁ Ὅσιος ἄκουσε ἀμέσως τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου, κατέβηκε ἀπὸ τὴν κορυφή, συγκέντρωσε τοὺς λίγους μαθητές του, ποὺ εἶχε κάποτε ἀφήσει, ὅταν ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ αὐτούς, γιὰ νὰ βρεῖ τὴν πνευματική του ἡσυχία, καὶ ἄρχισε νὰ κτίζει μοναστήρι. Λόγω ὅμως τῆς τραχύτητας τοῦ ἐδάφους καὶ τῆς ἀνήλιαγης θέσεως ποὺ ἐπέλεξε ὁ Ὅσιος γιὰ νὰ τὸ κτίσει, ἐμφανίζεται σὲ αὐτὸν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καὶ τὸν διατάζει νὰ ἀφήσει αὐτὴ τὴν οἰκοδομὴ ὡς ἀκατάλληλη γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν μεταγενέστερων καὶ νὰ κτίσει ἄλλο στὴν θέση ἐκείνη ποὺ ὑπάρχει τὸ χωριὸ Δομπός. Ὁ Ὅσιος ἐκπληρώνοντας τὴν διαταγὴ τῆς Θεοτόκου, ἔρχεται στὸ χωριὸ καὶ πείθει τοὺς κατοίκους νὰ ἀφήσουν τὶς καλύβες τους καὶ τὸν τόπο τους καὶ νὰ ἀποικήσουν σὲ ἄλλο μέρος, ἀφοῦ λάβουν τὸ ἀντίτιμο τῆς ἰδιοκτησίας τους.
Μετὰ τὴν ἀγορὰ τῆς τοποθεσίας αὐτῆς τῶν Δομποϊτῶν, μετέβη ὁ Ὅσιος στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀφοῦ ἔλαβε τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, ἡ ὁποία σῴζεται μέχρι σήμερα, ἄρχισε νὰ ἀνεγείρει ναὸ σταυροπηγιακὸ στὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μοναστήρι, σύμφωνα μὲ τὴν διαταγὴ ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴν Θεοτόκο. Ἀλλὰ ὁ μισόκαλος διάβολος θέλοντας νὰ ματαιώσει τὸ θεάρεστο αὐτὸ ἔργο, σπείρει ζιζάνια στὶς καρδιὲς κάποιων ἀνθρώπων καὶ τοὺς ὁδηγεῖ νά τὸν διαβάλουν ὡς ἄνθρωπο ραδιοῦργο καὶ ἀπατεῶνα στὸν ἀλλόθρησκο ἄρχοντα τῆς Λιβαδειᾶς, λέγοντας ὅτι κάποιος ραδιοῦργος καλόγηρος ἔπεισε μὲ πονηρὸ τρόπο καὶ ἀπομάκρυνε τοὺς κατοίκους ἀπὸ τὴν ἰδιοκτησία τους ἀντὶ εὐτελέστατης χρηματικῆς ἀποζημιώσεως. Μόλις ἄκουσε ὁ ἄρχοντας ἐξεμάνη κατὰ τοῦ Ὁσίου καὶ ἔστειλε τρεῖς Τούρκους στρατιῶτες νὰ ὁδηγήσουν αὐτὸν δεμένο στὴ Λιβαδειά, γιὰ νὰ λάβει τὴν πρέπουσα τιμωρία. Ἀφοῦ ἔφθασαν λοιπὸν οἱ ἀπεσταλμένοι στρατιῶτες ἀπὸ τὴ Λιβαδειὰ στὸ μέρος στὸ ὁποῖο ἐργαζόταν ὁ Ὅσιος, τὸν ἔβρισαν χυδαία καὶ τοῦ κατάφεραν στὸ κεφάλι μεγάλο κτύπημα, ἐξαιτίας τοῦ ὁποίου ἔμεινε ἡμιθανής. Μὲ τὸ κτύπημα σχίσθηκε τὸ κεφάλι του σὲ μεγάλο μέρος, ὅπως φαίνεται τὸ σημεῖο σήμερα ἐπάνω στὴν ἁγία Κάρα. Ἀφοῦ ὁ Ὅσιος συνῆλθε λίγο τὸν ἔδεσαν καὶ ἀναχώρησαν μαζί του γιὰ τὴ Λιβαδειά, ἐκπληρώνοντας τὴν διαταγὴ τοῦ ἀρχηγοῦ τους. Καθ’ ὁδόν, ἐπειδὴ ἡ τοποθεσία ἦταν ἄνυδρη, οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ δίψασαν καὶ δὲν βρῆκαν νερό, ἐπιτέθηκαν πάλι ἐναντίον του καὶ ἀπειλοῦσαν νὰ τὸν φονεύσουν, γιατί ἐξαιτίας αὐτοῦ ὑπέφεραν δίψα καὶ κόπους καὶ κινδύνευαν νὰ πεθάνουν στὴν ἄνυδρο αὐτὴ ἔρημο. Ἀλλὰ ὁ Ὅσιος, ἂν καὶ ἦταν καταβεβλημένος ἀπὸ τὸν δριμὺ πόνο καὶ τὶς κακώσεις καὶ ὑπέφερε ὑπερβολικὰ ἀπὸ τὴν πληγή, τὴν ὁποία τοῦ δημιούργησαν οἱ ἄσπλαχνοι αὐτοὶ στρατιῶτες, δὲν ἀγανάκτησε ἐναντίον αὐτῶν, δὲν μνησικάκησε γιὰ τὴν σκληρότητα καὶ τὴν ἀπανθρωπιά. Ζήτησε λοιπὸν ἄδεια ἀπὸ τοὺς Τούρκους νὰ προσευχηθεῖ στὸν Θεό, ἔλαβε τὴν ἄδεια, ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὰ δεσμά, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε στὸν Κύριο, γιὰ νὰ ἐξάγει νερὸ ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σκληρὸ τόπο. Μετὰ τὴν προσευχή, κτύπησε τὴν ράβδο του στὸν τόπο ἐκεῖνο στὸν ὁποῖο ἔχυσε πηγὲς δακρύων, καὶ ὢ τοῦ θαύματος! ἐξῆλθε νερὸ γλυκὸ καὶ διαυγές, τὸ ὁποῖο ἀναβλύζει μέχρι σήμερα καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὅλοι οἱ διαβάτες πίνοντας δοξάζουν τὸν Θεό, ἐνθυμούμενοι τὸ ἐξαίσιο θαῦμα.
Ἀφοῦ οἱ Τοῦρκοι ἤπιαν ἀπὸ τὸ νερὸ αὐτὸ καὶ κατέσβησαν τὴ δίψα τους, ξεκίνησαν πάλι τὴν ὁδοιπορία τους, δείχνοντας σεβασμὸ στὸν Ὅσιο καὶ μετάνοια γιὰ ὅσα κακὰ προξένησαν σὲ αὐτόν, γιατί ἀπὸ τὸ θαῦμα πείσθηκαν ὅτι ὁ συνοδός τους δὲν ἦταν τέτοιος ποὺ κατηγοροῦσαν. Τὴν πεποίθηση αὐτὴ τὴν ἐπιβεβαίωσε καὶ ἄλλο θαῦμα τοῦ Ἁγίου: κατὰ τὴν διαδρομὴ πετοῦσαν ἄγρια περιστέρια, τὰ ὁποία οἱ Τοῦρκοι ἤθελαν νὰ σκοτώσουν πυροβολώντας τα. Ἀλλά, ἂν καὶ πολλὰ ὅπλα ἄδειασαν ἐναντίον τους, δὲν σκότωσαν κανένα περιστέρι. Τότε ὁ Ὅσιος εἶπε σὲ αὐτοὺς νὰ σταματήσουν νὰ πυροβολοῦν καὶ αὐτὸς θὰ μπορέσει νὰ δώσει σὲ αὐτοὺς ζωντανὰ τὰ περιστέρια. Πράγματι, προσευχήθηκε, ἅπλωσε τὰ χέρια καὶ ἔπιασε τρία περιστέρια, δίνοντας ἕνα σὲ κάθε Τοῦρκο. Οἱ Τοῦρκοι βλέποντας αὐτὸ τὸ θαῦμα ἐξεπλάγησαν καὶ ἄφησαν τὸν Ὅσιο ἐλεύθερο νὰ πάει στὸ ἔργο του καὶ νὰ κάνει ὅτι θέλει καὶ ὅτι τὸν διατάξει ὁ Θεός. Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ πῆγε στὴ μονὴ καὶ βρῆκε τοὺς μαθητές του νὰ εἶναι ἀπαρηγόρητοι ἐξαιτίας τὴν ἀπώλειας τοῦ διδασκάλου καὶ προστάτη τους. Τοὺς ἐνθάρρυνε λέγοντας ὅτι εἶναι θέλημα Θεοῦ νὰ ὁλοκληρώσουν τὸ ἔργο ποὺ ξεκίνησαν καὶ τοὺς προέτρεψε νὰ δοξάσουν τὸν Θεό.
Σὲ σύντομο λοιπὸν χρονικὸ διάστημα τὸ ἔργο τελείωσε, ἡ φήμη τοῦ Ὁσίου ἐξαπλώθηκε ταχύτατα στὴν περιοχή, ὥστε ἡ ἄγονη καὶ τραχεία ἔρημος τοῦ Δομποῦ ἔγινε πόλη μουσόφιλη καὶ εὔανδρη, καθὼς συνέρρευσαν ἄνδρες ἀρετῆς καὶ παιδείας. Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ συρροὴ στὸ μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ ὅσων ποθοῦσαν τὴ μοναδικὴ πολιτεία καὶ τὴν ἄσκηση τῶν πνευματικῶν ἀγώνων, ὥστε τὸ μοναστήρι ἦταν ἀνεπαρκὲς γιὰ τὸν ἀριθμὸ τῶν ἐπισκεπτῶν καὶ τῶν πνευματικὰ ἀνήσυχων. Ἀποχωροῦσαν λοιπὸν ἀπὸ τὴ μονὴ καὶ ἔμεναν στὴν ἔρημο συγγράφοντας καὶ ἐξασκώντας τοὺς κανόνες τῆς μοναδικῆς πολιτείας.
Μετὰ τὴν παρέλευση τριῶν ἐτῶν, ἔφθασε ὁ καιρὸς κατὰ τὸν ὁποῖο ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ἔμελλε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν κόσμο αὐτὸ καὶ νὰ ἀποχωρήσει γιὰ τὴν οὐράνια πατρίδα, μὲ σκοπὸ νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἀμοιβὴ τῶν διηνεκῶν κόπων του, τοὺς ὁποίους κατέβαλε στὴν γῆ γιὰ δοξολογία τοῦ θείου Αὐτοῦ Ὀνόματος. Ὅταν προεῖδε τὸν χρόνο τῆς τελειώσεως τοῦ βίου του, κάλεσε τοὺς ἀγαπημένους του μαθητὲς καὶ μὲ γλυκιὰ φωνὴ τούς ἔδωσε συμβουλὲς νὰ μὴν ξεχνοῦν τὰ διδάγματά του, νὰ μὴν ἐγκαταλείψουν τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα, τὴν προσευχὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν ὀλιγάρκεια, μιμούμενοι τὸν Σωτῆρα Χριστὸ ποὺ ταπεινώθηκε ἐπάνω στὸν Σταυρὸ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Τοὺς ζήτησε μάλιστα νὰ τὸν ἐνταφιάσουν στὸ παλαιὸ μοναστήρι ποὺ τοῦ εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, γιὰ νὰ μείνει ἄγνωστη ἡ τοποθεσία τῆς ταφῆς καὶ νὰ μὴν συρρέει κόσμος. Μετὰ τὰ λόγια αὐτὰ προσευχήθηκε γιὰ τελευταία φορὰ στὸν Θεό, εὐλόγησε τοὺς πολλοὺς μαθητές του καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ Πλάστη, τὸν Ὁποῖο πόθησε ἀπὸ τὴν βρεφικὴ ἡλικία καὶ ἀκολούθησε μὲ αὐταπάρνηση.
Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου παρέλαβαν μὲ εὐλάβεια οἱ μαθητές του τὸ καταπονημένο ἀπὸ τὴν ἄσκηση σῶμα καὶ τὸ μετέφεραν στὸν τόπο, ποὺ ὑπέδειξε ὁ Ὅσιος, ὅσο ζοῦσε. Ἐκεῖ κάποιος μοναχὸς ταγμένος ἀπὸ τὴν ἀδελφότητα φύλαγε γιὰ δύο ὁλόκληρα χρόνια τὸν θεῖο αὐτὸ θησαυρό, γιὰ νὰ μὴν συληθεῖ ἀπὸ κανέναν ἱερόσυλο, φόβος ποὺ ὁδήγησε στὴν ταχεῖα ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του. Γιατί καὶ κάτω ἀπὸ τὴν γῆ ὁ Κύριος δὲν ἄφησε τὸν Ὅσιος χωρὶς μαρτυρία, καθὼς θεῖο φῶς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ φώτιζε τὸν τάφο του καὶ ὁδηγοῦσε πολλοὺς εὐσεβεῖς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἔπεφταν στὸν τάφο καὶ ζητοῦσαν τὴν βοήθεια τοῦ Ὁσίου.
Μετὰ τὴν συμπλήρωση δύο χρόνων, ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ ποὺ ἀνέβλυζαν εὐωδία καὶ μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὸ παλαιὸ μοναστήρι στὸ διατηρούμενο τώρα μοναστήρι καὶ κατατέθηκαν μέσα στὸν ἱερὸ ναὸ ὡς κειμήλιο ἱερὸ καὶ θησαυρὸς ἀδάπανος τοῦ μοναστηριοῦ, τὸ ὁποῖο ἵδρυσε ὁ Ὅσιος μὲ πολλοὺς κόπους καὶ μόχθους πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ ψυχικὴ ὠφέλεια τῶν Χριστιανῶν.
Ὁ Ἅγιος κοιμήθηκε σὲ ἡλικία ἑβδομήντα πέντε ἐτῶν τὸ 1602, κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Μεσοπεντηκοστῆς καὶ ὥρα 6η τῆς μεσημβρίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον βλάστημα, τῆς Βοιωτίας, ἔμπνουν ὄργανον, τῆς ἐγκρατείας, ἀνεδείχθης Σεραφεὶμ ἀξιάγαστε· σὺ γὰρ Ὁσίων βαδίσας τοῖς ἴχνεσιν, ἀρτιφανῶς ἐν τῷ κόσμῳ ἐξέλαμψας· Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τοῖς ῥείθροις Ἅγιε πικρᾶς θαλάσσης, τὸν Σταυρὸν ἁψάμενος, ταύτην ἐγλύκανας σοφέ, καὶ τοὺς διψῶντας ἐπότισας, ὦ Σεραφεὶμ ως θεράπων τοῦ Κτίσαντος.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Βοιωτίας θεῖος βλαστός, καὶ τῶν Μοναζόντων, γνώμων ἔμπρακτος ἀληθῶς· χαίροις τῆς Ἑλλάδος, ἀγλάϊσμα καὶ κλέος, Ὁσίων ἡ προσθήκη, Σεραφεὶμ Ὅσιε.
Ὁ Ὅσιος Ἰὼβ ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἰὼβ τοῦ Ποτσάεφ, κατὰ κόσμο Ἰωάννης Τσέλεζο, γεννήθηκε περὶ τὸ 1550 στὸ Γκαλισὶν τῆς Ρωσίας. Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν μόνασε στὴ Λαύρα τοῦ Ποτσάεφ, στὴν Οὐκρανία, τῆς ὁποία ἀναδείχθηκε ἡγούμενος τὸ 1597. Διακρίθηκε γιὰ τοὺς ἀγῶνες του ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τὴν κρίσιμη περίοδο μετὰ τὴν Σύνοδο τῆς Βρέστης (1596) μὲ τὴν ὁποία δημιουργήθηκε ἡ Οὐνία. Μὲ τὸ τεράστιο γιὰ τὴν ἐποχή του ἔργο στήριξε τὴν Ὀρθοδοξία στὴν Βολυνία.
Ὁ Ὅσιος Ἰὼβ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1651. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴν μνήμη του στὶς 28 Αὐγούστου καὶ στὶς 28 Ὀκτωβρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Μεγαλομάρτυς Εἰρήνη ἄθλησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. Ἦταν θυγατέρα τοῦ Λικινίου, ποὺ ἦταν βασιλιὰς κάποιου μικροῦ βασιλείου, καὶ τῆς Λικινίας. Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Μαγεδὼν καὶ ἀρχικὰ ὀνομαζόταν Πηνελόπη. Ὅταν ἡ Ἁγία ἔγινε ἕξι ἐτῶν, ὁ πατέρας της Λικίνιος τὴν ἔκλεισε σὲ ἕνα πύργο καὶ ἀνέθεσε τὴν διαπαιδαγώγησή της σὲ κάποιον γέροντα, ὀνόματι Ἀπελλιανό, ὁ ὁποῖος καὶ ἔγραψε τὰ ὑπομνήματα τοῦ μαρτυρίου αὐτῆς.
Μία νύχτα ἡ Εἰρήνη εἶδε τὸ ἑξῆς ὅραμα: μπῆκε στὸν πύργο ἕνα περιστέρι κρατώντας μὲ τὸ ράμφος του κλαδὶ ἐλιᾶς, τὸ ὁποῖο καὶ ἄφησε ἐπάνω στὸ τραπέζι. Ἐπίσης, μπῆκε καὶ ἕνας ἀετὸς μεταφέροντας στεφάνι ἀπὸ ἄνθη, τὸ ὁποῖο τοποθέτησε καὶ αὐτὸς ἐπάνω στὸ τραπέζι. Ἔπειτα μπῆκε ἀπὸ ἄλλο παράθυρο ἕνας κόρακας, ὁ ὁποῖος ἔβαλε ἐπάνω στὸ τραπέζι ἕνα φίδι. Τὸ πρωὶ ποὺ ξύπνησε ἀποροῦσε καὶ σκεπτόταν τί ἄραγε νὰ σημαίνουν αὐτὰ ποὺ εἶδε. Τὰ διηγήθηκε λοιπὸν στὸν γέροντα Ἀπελλιανὸ καὶ ἐκεῖνος τὰ ἑρμήνευσε ὡς προάγγελμα τῶν στεφάνων τῆς δόξας καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ τέλους αὐτῆς μετὰ τὴ βάπτισή της.
Στὸ Χριστιανισμὸ ἑλκύσθηκε ἀπὸ κάποια κρυπτοχριστιανὴ νέα, ἡ ὁποία, λόγω τῆς τιμιότητας καὶ τῶν ἀρετῶν της, ἔχαιρε μεγάλης ἐκτιμήσεως ἀπὸ τοὺς γονεῖς τῆς Πηνελόπης καὶ εἶχε τοποθετηθεῖ ἀπὸ αὐτοὺς ὡς θεραπαίνιδα τῆς θυγατέρας τους. Ἕνας ἱερεύς, ὀνόματι Τιμόθεος, βάπτισε κρυφὰ τὴ νεαρὴ ἡγεμονίδα καὶ τὴ μετονόμασε Εἰρήνη.
Τὸ γεγονὸς δὲν ἄργησε νὰ πληροφορηθεῖ ὁ πατέρας της Λικίνιος, ὅταν μάλιστα ἡ Ἁγία Εἰρήνη συνέτριψε τὰ εἴδωλα τῆς πατρικῆς της οἰκίας ὀμολογώντας μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀνακρίθηκε καὶ καταδικάσθηκε πρῶτα ἀπὸ τὸν ἴδιο της τὸν πατέρα. Στὴ συνέχεια ἔπαθε πολλὰ ἀπὸ τοὺς Πέρσες καὶ τοὺς βασιλεῖς αὐτῶν Σεδεκία καὶ Σαπώριο Α’.
Ἔπειτα ἡ Ἁγία Εἰρήνη πῆγε στὴν Καλλίπολη τοῦ Ἑλλησπόντου, ὅπου βασίλευε ὁ Νουμεριανός. Ἐκεῖ παρουσιάσθηκε σὲ αὐτὸν καὶ ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Οἱ εἰδωλολάτρες τὴν ἔκλεισαν διαδοχικὰ σὲ τρία πυρακτωμένα χάλκινα βόδια. Τὸ τρίτο ὅμως βόδι, τὴ στιγμὴ ποὺ βρισκόταν ἐντός του ἡ Μεγαλομάρτυς, ὅλως παραδόξως κινήθηκε, ἐνῷ ἦταν ἄψυχο ἀνθρώπινο κατασκεύασμα. Στὴ συνέχεια αὐτὸ σχίσθηκε καὶ βγῆκε ἀπὸ μέσα του ἡ Ἁγία ἐντελῶς ἀβλαβὴς ἀπὸ τὴν κόλαση τῆς πυρᾶς. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ προσέλθουν στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ χιλιάδες ψυχές. Στὴν πόλη Μεσημβρία τῆς Θράκης ἡ Ἁγία Εἰρήνη θανατώθηκε, ἀλλὰ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀναστήθηκε καὶ εἵλκυσε στὴν πίστη τὸ διοικητὴ καὶ ὁλόκληρο τὸ λαό. Τέλος, ἡ Ἁγία κατέφυγε μαζὶ μὲ τὸ δάσκαλό της Ἀπελλιανὸ στὴν Ἔφεσο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου διέμεινε ἐπιτελώντας πολλὰ θαύματα καὶ τιμώμενη ὡς ἀληθινὴ ἰσαπόστολος. Ἐκεῖ ἀνέπτυξε μεγάλη δράση μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεως αὐτῆς, τὸ 315 μ.Χ.
Στὸ Συναξάρι της ἀναφέρεται ὅτι στὴν Ἔφεσο ἡ Ἁγία βρῆκε μία λάρνακα, στὴν ὁποία δὲν εἶχε ὡς τότε ἐνταφιασθεῖ κανένας, μπῆκε μέσα σὲ αὐτὴν καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Πρὶν δὲ ἀπὸ τὴν κοίμησή της ἡ Ἁγία Εἰρήνη εἶχε δώσει ἐντολὴ νὰ μὴν μετακινήσει κανένας τὴν ταφόπετρα, μὲ τὴν ὁποία θὰ σκέπαζε τὴ λάρνακα ὁ δάσκαλός της Ἀπελλιανός, προτοῦ περάσουν τέσσερις ἡμέρες. Μετὰ ὅμως ἀπὸ δύο ἡμέρες ἐπισκέφθηκαν τὸν τάφο ὁ Ἀπελλιανὸς καὶ οἱ ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι εἶδαν ὅτι ἡ ταφόπετρα ἦταν σηκωμένη καὶ ἡ λάρνακα κενή.
Κατὰ τὰ δυτικὰ Μαρτυρολόγια ἡ Ἁγία Εἰρήνη μαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη, ἀφοῦ ρίχθηκε στὴν πυρά. Πρέπει δὲ νὰ σημειώσουμε ὅτι, κατὰ τὸ Μηνολόγιον τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου Β’, ἡ Ἁγία Εἰρήνη τελειώθηκε μαρτυρικὰ δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εἰρήνης τὸν ἄρχοντα, ἰχνηλατοῦσα σεμνή, εἰρήνης ἐπώνυμος, δι’ ἐπιπνοίας Θεοῦ, ἐδείχθης πανεύφημε· σὺ γὰρ τοῦ πολεμίου, τὰς ἐνέδρας φυγοῦσα, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, ὡς παρθένος φρονίμη· διὸ Μεγαλομάρτυς Εἰρήνη, εἰρήνην ἡμῖν αἴτησαι.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας κάλλεσι, πεποικιλμένη παρθένε, τῇ ἀθλήσει γέγονας, ὡραιοτάτη Εἰρήνη· αἵμασι, τοῖς ἐκχυθεῖσί σου φοινιχθεῖσα, πλάνην τε, καταβαλοῦσα τῆς ἀθεΐας· διὰ τοῦτο καὶ ἐδέξω, βραβεῖα νίκης χειρὶ τοῦ Κτίστου σου.
Μεγαλυνάριον.
Τῇ εἰρηνωνύμῳ κλήσει σεμνή, κατακολουθοῦσα, εὐηγγέλισαι μυστικῶς, ἄθλοις σου θαυμάτων, ψυχαῖς πολεμουμέναις, σωτήριον εἰρήνην, Εἰρήνη ἔνδοξε.
Οἱ Ἅγιοι Εἰρηναῖος, Περεγρίνος καὶ Εἰρήνη οἱ Μάρτυρες ἐκ Θεσσαλονίκης
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Εἰρηναῖος, Περεγρίνος καὶ Εἰρήνη ἀναφέρονται τόσο στὸ Ἱερωνυμικὸ ὅσο καὶ στὸ Ρωμαϊκὸ Μαρτυρολόγιο. Τὸ μαρτύριό τους ἐμφανίζει ἀρκετὲς παραλλαγὲς στοὺς Λατινικοὺς Κώδικες αὐτῶν τῶν Συναξαρίων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ διατυπώνονται ποικίλες ὑποθέσεις, ποὺ ἀμφισβητοῦν τὸ μαρτύριο τοῦ Εἰρηναίου καὶ τοῦ Περεγρίνου στὴ Θεσσαλονίκη ἢ ταυτίζουν τὴν Εἰρήνη μὲ τὴν Μεγαλομάρτυρα Εἰρήνη, τῆς ὁποίας ἡ μνήμη ἀναγράφεται στὸ Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ μὲ τὴν Εἰρήνη ποὺ μαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη μαζὶ μὲ τὶς Μάρτυρες Ἀγάπη καὶ Χιονὶα († 16 Ἀπριλίου).
Ὡστόσο ἡ πλειοψηφία τῶν Κωδίκων, καθὼς καὶ δυτικὰ ἁγιολογικὰ ὑπομνήματα, ποὺ συντάχθηκαν γιὰ τοὺς τρεῖς Μάρτυρες, τοὺς χαρακτηρίζουν ρητὰ ὡς Ἁγίους τῆς Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα μὲ τὰ στοιχεῖα ποὺ ἀντλοῦμε ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὑπομνήματα, οἱ Ἅγιοι Εἰρηναῖος, Περεγρίνος καὶ Εἰρήνη ἡ Παρθένος ἄθλησαν ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοὺ (284 – 305 μ.Χ.), ἀρνούμενοι νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Μαρτύρησαν διὰ πυρὸς καὶ χαρακτηρίζονται ὡς «ἔνδοξοι μάρτυρες τῆς Θεσσαλονίκης τῆς Μακεδονίας».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Γαϊανός, Γάιος καὶ Νεόφυτος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Γαϊανός, Γάιος καὶ Νεόφυτος τελειώθηκαν διὰ ξίφους. Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, στὴν περιοχὴ τοῦ Δαρείου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος Ἐπίσκοπος Ἀρελάτης
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος γεννήθηκε στὴ Λωραίνη τῆς Γαλλίας καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἀρελάτης τῆς Γαλλίας κατὰ τὸ α’ ἥμισυ τοῦ 6ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀποδοκίμασε τὴ διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου περὶ χάριτος καὶ προορισμοῦ, συνέγραψε τὸ βίο τοῦ Ἁγίου Ὀνωράτου καὶ ἄλλα ἔργα. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Ὀνωράτου († 429 μ.Χ.) ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀρελάτης καὶ ποίμανε τὴν Ἐκκλησία θεοφιλῶς ἐπὶ 20 – 25 ἔτη.
Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 450 – 455 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Γερόντιος Ἐπίσκοπος Μιλάνου
Ὁ Ἅγιος Γερόντιος ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. στὴν Ἰταλία. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Μιλάνου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 470 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ Μυροβλύτης Ἐπίσκοπος Μαδύτου
Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος γεννήθηκε στοὺς Ἐπιβάτες τῆς Θράκης στὶς ἀρχὲς τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀδελφή του κατὰ σάρκα ἦταν ἡ Ὁσία Παρασκευὴ ἡ Ἐπιβατηνὴ († 14 Ὀκτωβρίου). Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του Νικήτας, ἡ μητέρα του τὸν ὁδήγησε σὲ μονὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου παρέμεινε ἐπὶ τριάντα χρόνια καὶ διέπρεψε στοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἀγαποῦσε τὴν ἡσυχία. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἔφυγε ἀπὸ τὴ μονὴ καὶ ἀσκήτεψε σὲ ἐρημικὴ περιοχὴ ὡς ἐρημίτης.
Ὁ θεοφιλὴς βίος του τὸν ἀνέδειξε οἰκονόμο τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Χειροτονήθηκε διάκονος ἀπὸ τὸν τότε Ἐπίσκοπο Περίνθου, ἀκολούθως δὲ Πρεσβύτερος ἀπὸ ἄλλον Ἐπίσκοπο. Τέλος ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος τῆς Μαδύτου τοῦ Ἑλλησπόντου, διακρινόμενος γιὰ τὴν ἀκάματη ἄσκηση τῆς ἀρετῆς καὶ τὴν ἐξαίρετη ποιμαντορική του ἱκανότητα. Ὁ Θεὸς τοῦ χάρισε τὸ δῶρο τῆς θαυματουργίας καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του ἐπιτελοῦσε πλῆθος θαυμάτων καὶ θεράπευε λεπροὺς καὶ κωφάλαλους.
Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ἀνδρὸς ἔφθασε μέχρι τὸ παλάτι καὶ τὸν αὐτοκράτορα Βασίλειο Β’ (976 – 1025), ὁ ὁποῖος ἐπισκέφθηκε τὸν Ἅγιο Εὐθύμιο στὴ Μάδυτο. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος προφήτευσε τὴ νίκη τοῦ βασιλέως ἐναντίον τοῦ Βάρδα Φωκᾶ τὸ 989 μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 989 – 996 μ.Χ. Κατὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή του ὁ τάφος του ἀνέβλυσε μύρο, ὡς ἀπόδειξη τῆς ἁγιότητος τοῦ βίου του, καὶ πολλοὶ ἀσθενεῖς θεραπεύθηκαν. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπονομάσθηκε Μυροβλύτης.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαδύτου σε πρόεδρον, καὶ Ἱεράρχην κλεινόν, ἡ χάρις ἀνέδειξεν, ὡς τοῦ Χριστοῦ μιμητήν, Εὐθύμιε Ὅσιε· ὅθεν ἱερατεύσας, θεοφρόνως Κυρίῳ, ὤφθης τῆς εὐσεβείας, πρακτικὸς ὑποφήτης· καὶ νῦν Πάτερ ἱκέτευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς Ἱεράρχην τοῦ Σωτῆρος ἐνθεώτατον
Καὶ τῆς Μαδύτου ποιμενάρχην καὶ διδάσκαλον
Ἀνυμνοῦμέν σε οἱ παῖδές σου θεοφόρε.
Ἀλλ’ ὡς χάριτος τῆς θείας ἐνδιαίτημα
Μὴ ἐλλείπῃς πάσης βλάβης ἐκλυτρούμενος
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Εὐθύμιε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Μαδύτου ἀστὴρ λαμπρός, θεῖος ποιμενάρχης, καὶ θερμότατος ἀρωγός· χαίροις Ἐκκλησίας, ἀγλάϊσμα καὶ κλέος, Εὐθύμιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.
Ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τῆς Θεοτόκου ἐν τοῖς Κύρου
Στὸ Λαυριωτικὸ Κώδικα διαβάζουμε ὅτι κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ τελεῖται ἀνάμνηση τῆς γενόμενης ἡλιακῆς ἐκλείψεως, ἡ ὁποία ἔγινε τὸ 1369 καὶ ἦταν θαυμαστή, ὥστε νὰ φαίνονται τὰ ἄστρα καὶ ἡ ἡμέρα νὰ τραπεῖ σὲ νύχτα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ὅσιοι Βαρλαὰμ καὶ Γεδεών
Οἱ Ὅσιοι Βαρλαὰμ καὶ Γεδεὼν ἔζησαν στὴ Ρωσία κατὰ τὸ 14ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στὴ μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Σεπρούχωφ. Κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη τὸ 1377.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Μιχαίας
Ὁ Ὅσιος Μιχαίας τοῦ Ραντονὲζ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους ὑποτακτικοὺς τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονὲζ καὶ ἔζησε μαζί του στὸ ἴδιο κελλί. Κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγησή του ἔφθασε σὲ μεγάλο βαθμὸ πνευματικῆς τελειώσεως. Γιὰ τὴν πραότητα τῆς ψυχῆς του καὶ τὴν ἀγωνιστικότητα τῆς καρδιᾶς του, ἐμφανίσθηκε καὶ σὲ αὐτὸν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Μία φορά, ὅταν ὁ Ἅγιος Σέργιος εἶχε ὁλοκληρώσει τὸν πρωινὸ κανόνα τῆς προσευχῆς, κάθισε κάτω γιὰ λίγο, προκειμένου νὰ ξεκουραστεῖ, ἀλλὰ ξαφνικὰ εἶπε στὸν ὑποτακτικό του: «Νὰ εἶσαι ἕτοιμος, παιδί μου, θὰ ἔχουμε μία θαυμάσια ἐπίσκεψη».
Μόλις ποὺ εἶχε ψιθυρίσει αὐτὲς τὶς λέξεις καὶ μία φωνὴ ἀκούσθηκε: «Ἡ Πάναγνος πλησιάζει». Ξαφνικὰ ἐκεῖ ἔλαμψε ἕνα φῶς ἐντονότερο ἀπὸ τὸν ἥλιο. Ὁ Ὅσιος Μιχαίας ἔπεσε στὸ ἔδαφος ἀπὸ φόβο καὶ στάθηκε ἐκεῖ σὰν νὰ ἦταν νεκρός. Ὅταν ὁ Ἅγιος Σέργιος σήκωσε ἐπάνω τὸν ὑποτακτικό του, τὸν ρώτησε: «Πές μου, πάτερ, ποιὸς εἶναι ὁ λόγος γι’ αὐτὸ τὸ θαυμάσιο ὅραμα;». Ἐκεῖνος δὲν μποροῦσε νὰ ἀρθρώσει λέξη ἀπὸ τὸ φόβο του. Καὶ ὁ Ἅγιος Σέργιος τοῦ ἐξήγησε σχετικὰ μὲ τὴν ἐμφάνιση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τὴν προστασία της.
Ὁ Ὅσιος Μιχαίας κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1385. Τὰ ἱερὰ λείψανά του φυλάσσονται σὲ μία κρύπτη στὴ Λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ἁγίου Σεργίου. Στὶς 10 Δεκεμβρίου τοῦ 1734 ἐπάνω ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Ὁσίου Μιχαίου ἐγκαινιάσθηκε ναὸς ἀφιερωμένος στὸ γεγονὸς τῆς ἐμφανίσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ στὴ μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ ἐν Νέᾳ Μάκρῃ Ἀττικῆς
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἐφραὶμ γεννήθηκε στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1384. Σὲ μικρὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα ἀδέλφια του, τὴ δὲ φροντίδα τους ἀνέλαβε ἡ εὐσεβὴς μητέρα του. Σὲ ἡλικία δεκατεσσάρων ἐτῶν ὁ Ὅσιος εἰσῆλθε στὴ μονὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου τοῦ ὄρους τῶν Ἀμώμων (Καθαρῶν) τῆς Ἀττικῆς καὶ ἀσκήτεψε ἐκεῖ προοδεύοντας στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν κατὰ Χριστὸν βιοτὴ καὶ πολιτεία. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ πάντοτε διακονοῦσε στὸ ἱερὸ θυσιαστήριο μὲ φόβο Θεοῦ.
Στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1425, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὸ ἀσκητήριό του στὴ μονή, τὴν εἶδε κατεστραμμένη ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ὅλοι οἱ πατέρες δέ, εἶχαν σφαγιασθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀλλόπιστους. Ὁ Ἅγιος συνελήφθη καὶ βασανίσθηκε ἀνηλεῶς. Οἱ Τοῦρκοι τὸν κρέμασαν ἀνάποδα σὲ ἕνα δένδρο, κάρφωσαν τοὺς πόδες καὶ τὴν κεφαλὴ τοῦ Ἁγίου καὶ τέλος διαπέρασαν τὸ μαρτυρικὸ σῶμα του μὲ πυρακτωμένο ξύλο. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ μαρτύρησε τὸ 1426, καὶ ἔλαβε τὸ ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Ἡ εὕρεση τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ ἔγινε στὶς 3 Ἰανουαρίου τοῦ 1950.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Νεομάρτυρας ὁ Προφητικὸς
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἐφραὶμ μαρτύρησε στὴ Δαμασκό. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς ἐκ Ρωσίας
Τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν πληροφοριῶν σχετικὰ μὲ τὸν Βίο τοῦ Ὁσίου Ἀδριανοῦ, ποὺ ἔχουμε στὴν κατοχή μας, στηρίζεται σὲ ἕνα χρονικὸ ποὺ ἀφηγεῖται τὴν ἀρχὴ τῆς ἱδρύσεως τῆς μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὸν ποταμὸ Μόνζα, στὴν περιοχὴ Κοστρόμα, καθὼς καὶ τὰ θαυμαστὰ γεγονότα ποὺ συνδέονται μὲ τὶς μορφὲς τῶν δυὸ ἱδρυτῶν, τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τοῦ Θεράποντος. Αὐτὸ τὸ χρονικὸ συντάχθηκε περὶ τὰ μέσα τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. ἀπὸ ἕνα μοναχὸ τῆς μονῆς. Ὁ ἱστορικὸς Κλγιουσέβσκϊυ ὑποδεικνύει ὡς ἡμερομηνία συντάξεως τὸ 1644 καὶ θεωρεῖ ὅτι ὁ συγγραφέας ἦταν ὁ τρίτος ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ποὺ παρέμεινε ἀνώνυμος.
Σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ χρονικό, ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς τοῦ Μονζὲνσκ ἔζησε περὶ τὰ τέλη τοῦ 16ου καὶ ἀρχὲς τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. στὴ Ρωσία. Γεννήθηκε στὴν Κοστρόμα καὶ βαπτίσθηκε μὲ τὸ ὄνομα Ἀμώς. Ὄντας ἀκόμα νέος, κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς ἀρρώστιας, εἶχε ἕνα ἀποκαλυπτικὸ ὄνειρο: εἶδε μία ἐρημικὴ ἐκκλησία ἀνάμεσα σὲ δύο ποταμοὺς καὶ ἄκουσε μία φωνὴ νὰ τοῦ λέει: «Αὐτὸς εἶναι ὁ τόπος σου». Ὁ Ἀμώς, θεραπευμένος πλέον, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τοὺς γονεῖς του, ποὺ ἤθελαν νὰ τὸν νυμφεύσουν καὶ ἔφθασε κατ’ ἀρχὴν στὸ μοναστήρι τοῦ Τόλγκα στὸ Γιαροσλάβλ, ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν Ὅσιο Γεννάδιο καὶ ἦταν ἀφιερωμένο στὸ Σωτήρα Χριστό. Ἐκεῖ ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα καὶ ὀνομάσθηκε Ἀδριανός. Μετὰ ἀπὸ ὁρισμένα χρόνια ἀσκήσεως κατέφυγε στὴν περιοχὴ τῆς Βολογκντά, στὴ μονὴ τοῦ Σωτῆρος, κοντὰ στὴ λίμνη Κοῦμπεν καὶ στὴ συνέχεια στὸ ἐρημητήριο ποὺ ἱδρύθηκε ἀπὸ τὸν μοναχὸ Παῦλο τῆς Ὀμπνόρα, μαθητὴ τοῦ Ὁσίου Σεργίου, στὰ δάση τοῦ Κομέλ. Ἐδῶ καλλιέργησε μία βαθιὰ πνευματικὴ φιλία μὲ τὸν Στάρετς Παφνούτιο, στὸν ὁποῖο ἀποκάλυψε τὴν ἐπιθυμία του νὰ ξαναβρεῖ τὴν ἐκκλησία ποὺ εἶχε δεῖ στὸ ὄνειρο. Στὸν ἴδιο Στάρετς, στὴ συνέχεια, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ὕπνου, ὑποδείχθηκε ἀπὸ ἕναν ἄγνωστο μοναχὸ ὁ τόπος στὸν ὁποῖο ὁ Ἀδριανὸς θὰ ξαναέβρισκε αὐτὴ τὴν ἐκκλησία: μία ἔρημος ἀνάμεσα στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Μόνζα, στὴν περιοχὴ τῆς Κοστρόμα.
Ὁ Ἀδριανὸς καὶ ὁ Παφνούτιος εἶχαν τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀσκητέψουν μαζὶ σὲ ἐκεῖνον τὸν ἀπομακρυσμένο τόπο, ποὺ εἶχε μία ἐγκαταλειμμένη ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου. Παρόλα αὐτὰ ὁ Παφνούτιος διορίσθηκε τὸ 1595, μὲ διάταγμα τοῦ τσάρου, ἀρχιμανδρίτης στὸ μοναστήρι Κούντωφ (ἢ Μονὴ τῶν Θαυμάτων τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ) στὴ Μόσχα. Ἔτσι, τὸν ἴδιο χρόνο ὁ Ἀδριανὸς μαζὶ μὲ ἄλλους τρεῖς μοναχοὺς ἔφθασε στὸν ἀπομονωμένο καὶ ἥσυχο τόπο.
Ἀλλὰ οἱ κίνδυνοι καὶ οἱ δυσκολίες ἀπὸ τὶς ἀνοιξιάτικες πλημμύρες ἀνάγκασαν τὸν Ὅσιο Ἀδριανὸ νὰ μεταφέρει τὴν ἐκκλησία καὶ τὴ μοναστικὴ κοινότητα σὲ μία τοποθεσία πιὸ ἀσφαλή. Ἐκ νέου τοῦ παρουσιάσθηκε ἐκεῖνος ὁ ἄγνωστος μοναχός, ὁ ὁποῖος ὑπέδειξε στὸν Ὅσιο Ἀδριανὸ τὸ νέο τόπο, γιὰ νὰ κατασκευάσει τὸ μοναστήρι.
Λίγο ἀργότερα κατέφθασε ἐκεῖ ἕνας Στάρετς μὲ τὸ ὄνομα Θεράπων, ποὺ ζοῦσε σὲ ἐκεῖνα τὰ μέρη ὡς ἐρημίτης, σὲ ἀπομόνωση καὶ αὐστηρὸ ἀσκητικὸ βίο.
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς ἀναγνώρισε στὸ πρόσωπό του τὸν μοναχὸ ποὺ τοῦ εἶχε μυστηριωδῶς ἐμφανισθεῖ. Ὁ Θεράπων ἔζησε στὴν κοινότητα τοῦ ἡγουμένου Ἀδριανοῦ γιὰ δύο καὶ πλέον χρόνια μέχρι τὸ θάνατό του.
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανός, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1619.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Σιέρπουχωφ Ρωσίας
Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου στὴν ἱερὰ Μονὴ Σιέρπουχωφ τῆς Ρωσίας κοντὰ στὴ Μόσχα εἶναι γνωστὴ γιὰ θαύματα ἀπεξάρτησης σὲ ἀλκοολικοὺς καὶ ἐξαρτημένους ἀπὸ τὰ ναρκωτικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Πλάτων ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πλάτων (Γιοβάνοβιτς) γεννήθηκε στὸ Βελιγράδι τὸ 1874. Μετὰ τὸ πέρας τῶν ἐγκυκλίων μαθημάτων του συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ Μόσχα καὶ τὸ 1901 ἐπέστρεψε στὴ Σερβία, ὅπου ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς Ρακόβιτσα κοντὰ στὸ Βελιγράδι. Παράλληλα δίδασκε στὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τοῦ Βελιγραδίου.
Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Α’ Παγκοσμίου πολέμου ἔμεινε στὴ Σερβία καὶ ἀνέλαβε τὴ διακονία τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν πληγέντων. Τὸ 1938 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος καὶ τὸ 1939 μετατέθηκε στὴν Ἐπισκοπὴ τῆς Μπάνια Λούκα στὸ βόρειο μέρος τῆς Βοσνίας.
Ὅταν ὁ Χίτλερ, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου πολέμου, κατέλαβε τὸ βασίλειο τῆς Γιουγκοσλαβίας, διόρισε φιλοναζιστικὴ κυβέρνηση στὴν Κροατία. Ἡ νέα κυβέρνηση ἀπαίτησε ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Σέρβιοι (περίπου 3.000.000 πιστοί) νὰ ἀσπασθοῦν τὸ Ρωμαιοκαθολικισμό, γιὰ νὰ θεωροῦνται Κροάτες, ἢ νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν τόπο τους, γιὰ νὰ μὴν δολοφονηθοῦν. Οἱ ἀρχὲς ζήτησαν ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Πλάτωνα, ἐπειδὴ καταγόταν ἀπὸ τὸ Βελιγράδι, νὰ ἐγκαταλείψει τὴν περιοχὴ καὶ νὰ φύγει μαζὶ μὲ τὸ ποίμνιό του στὴ Σερβία, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀρνήθηκε σθεναρὰ νὰ ἐγκαταλείψει τὸ ποίμνιό του καὶ τὴν Ἐπισκοπή του. Ἔτσι, στὶς 4 Μαΐου 1941, τὸν συνέλαβαν, τὸν βασάνισαν καὶ τὸν σκότωσαν. Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ ἔριξαν στὸν ποταμό, ὅπου βρέθηκε μετὰ τρεῖς ἑβδομάδες. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πολέμου ἡ φιλοναζιστικὴ ἐξουσία ὁδήγησε στὸ Γιασένοβακ, τὸ μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στὸ χῶρο τῶν Βαλκανίων, τοὺς Χριστιανούς, τοὺς Ἑβραίους καὶ τοὺς Τσιγγάνους. Ἐκεῖ βασανίσθηκαν καὶ δολοφονήθηκαν περὶ τοὺς 700.000 ἄνθρωποι.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, μὲ ἀπόφασή της, ἀνεκήρυξε τὸν Ἐπίσκοπο Πλάτωνα Ἅγιο καὶ τὸν ἐνέταξε στὸ ἁγιολόγιό της.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Πελαγία γεννήθηκε στὴν πόλη Ταρσὸ τῆς Κιλικίας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Μεγάλωσε σὲ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον. Ὅμως, σὲ νεαρὴ ἡλικία, εἶδε σέ ὅραμα τὸν Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως Λίνο, ὁ ὁποῖος βάπτιζε καὶ ἐπέστρεφε πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἐθνικοὺς στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἐπιθύμησε νὰ τὸν δεῖ καὶ ἀφοῦ ζήτησε ἄδεια ἀπὸ τὴν μητέρα της μὲ τὸ πρόσχημα ὅτι θὰ μεταβεῖ στὴν τροφό της, ποὺ ζοῦσε σὲ ἄλλη πόλη, προσῆλθε στὸν Ἐπίσκοπο καὶ βαπτίσθηκε. Ἀφοῦ παρέδωσε τὰ πολυτελὴ ἐνδύματά της, ντύθηκε μὲ φτωχικὰ ροῦχα καὶ παρουσιάσθηκε στὴν μητέρα της. Ὃταν ἡ μητέρα της ἀντίκρισε τὴν θυγατέρα της μὲ αὐτὴ τὴν ἐνδυμασία καὶ ἄκουσε γιὰ τὴν μεταστροφή της στὸν Χριστό, τὴν κατήγγειλε στὸν υἱὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ στὴν συνέχεια στὸν ἴδιο τὸν Διοκλητιανό. Ὁ αὐτοκράτορας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ πυρώσουν ἕνα χάλκινο βόδι μέσα στὸ ὁποῖο ἔριξαν τὴν Ἁγία, ἡ ὁποία βρῆκε ἔτσι μαρτυρικὸ θάνατο.
Ἡ Σύναξη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Πελαγίας ἐτελεῖτο στὸ Μαρτύριον αὐτῆς κοντὰ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Κόνωνος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ ἐπιγνώσει, ζόφον ἔλιπες, τῆς ἀγνωσίας, Πελαγία Χριστοῦ, καλλιπάρθενε· οὗ τὴν ἀείζωον δρόσον πλουτήσασα, διὰ πυρὸς τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Καταλιποῦσα μνηστῆρα τὸν πρόσκαιρον, τῷ ἀθανάτῳ ἐμφρόνως νενύμφευσαι, καὶ τούτῳ ὡς προῖκα προσέφερες, ἁγνείαν ἅμα καὶ πόνους ἀθλήσεως· διό σε Πελαγία γεραίρομεν.
Μεγαλυνάριον.
Πλήρης θυμηδίας πνευματικῆς, τῷ πυρακτωθέντι, χαλκουργήματι ἐμμανῶς, εἰσελθοῦσα Μάρτυς, πρὸς ὕδωρ ἀφθαρσίας, θεόφρον Πελαγία, χαίρουσα ἔδραμες.
Ὁ Ἅγιος Φλωριανὸς ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Φλωριανὸς γεννήθηκε στὴν πόλη Ἒμς τῆς Αὐστρίας. Ἦταν ἀνώτερος ἀξιωματοῦχος τοῦ Ρωμαϊκοῦ στρατοῦ καὶ ὑπηρετοῦσε στὴν πόλη Νόρικουμ τῆς Αὐστρίας κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ ἐνώπιον τοῦ διοικητοῦ Ἀκυλίνου καὶ βασανίσθηκε σκληρά. Στὸ τέλος, τοῦ ἔδεσαν μία πέτρα στὸν λαιμὸ καὶ τὸν ἔριξαν στὸν ποταμὸ Ἔμς, ὅπου τελειώθηκε μαρτυρικὰ τὸ 303 μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Φλωριανὸς εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς προστάτες Ἁγίους τῆς Αὐστρίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Μόνικα μητέρα τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου
Ἡ Ἁγία Μόνικα, μητέρα τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου († 15 Ἰουνίου), γεννήθηκε τὸ 332 μ.Χ. στὴν πόλη Ταγάστη τῆς βόρειας Ἀφρικῆς ἀπὸ γονεῖς Χριστιανούς, εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους. Νυμφεύθηκε τὸν ἐθνικὸ διοικητὴ Πατρίκιο, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐντελῶς διαφορετικὸ χαρακτήρα ἀπὸ τὴν Ἁγία. Αἰσθανόταν ἐνοχλημένος ἀπὸ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή της, ἔβρισκε τὴν φιλανθρωπική της διάθεση ὑπερβολική, ἀδυνατοῦσε νὰ κατανοήσει τὴν διάθεσή της νὰ ἐπισκέπτεται τοὺς πάσχοντες καὶ τοὺς ἀσθενεῖς. Ἡ Ἁγία Μόνικα ἀντιμετώπιζε ὅλη αὐτὴν τὴν κατάσταση μὲ προσευχὴ καὶ ἀγωνιζόταν νὰ ἀναθρέψει τοὺς δύο υἱούς της καὶ τὴ θυγατέρα της μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ σύζυγός της δὲν συμφωνοῦσε στὴν βάπτιση τῶν παιδιῶν του. Ἡ Ἁγία δὲν ἀντιστεκόταν στὴ βίαιη ἰδιοσυγκρασία καὶ τὶς ἠθικὲς παρεκτροπὲς τοῦ Πατρικίου. Γνώριζε ὅτι αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀδύνατα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι δυνατὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ ἦταν πολὺ διακριτικὴ καὶ ὑπομονετική. Ἡ προσευχὴ τῆς Ἁγίας εἰσακούσθηκε καὶ ὁ Θεὸς φώτισε τὴν καρδιὰ τοῦ Πατρικίου καὶ μετὰ ἀπὸ δεκαέξι χρόνια βαπτίσθηκε Χριστιανός, γιὰ νὰ κοιμηθεῖ μὲ εἰρήνη τὸ 371 μ.Χ. Λίγα χρόνια ἀργότερα, τὴν νύχτα τοῦ Πάσχα στὶς 25 Ἀπριλίου τοῦ 387 μ.Χ., ὁ Αὐγουστίνος βαπτίσθηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀμβρόσιο, Ἐπίσκοπο Μεδιολάνων καὶ ἡ Ἁγία ἦταν παροῦσα στὴν βάπτιση τοῦ υἱοῦ της. Γράφει γιὰ τὴν στάση τῆς μητέρας του Μόνικας ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος στὶς «Ἐξομολογήσεις» του: «Ἡ μητέρα μου ἔχυνε γιὰ ἐμένα περισσότερα δάκρυα ἀπὸ ὅσα χύνουν οἱ μητέρες ἐπάνω στὰ νεκρὰ τέκνα τους. Μὲ τὴν θέρμη τῆς πίστης, ἡ ὁποία τῆς χάριζε ἡ μεγάλη της εὐσέβεια, μὲ ἔβλεπε ἠθικῶς νεκρό. Καὶ Σὺ Κύριε εἰσάκουσες τὴν δέησή της καὶ δὲν περιφρόνησες τὰ δάκρυά της, μὲ τὰ ὁποῖα πότισε τὸ ἔδαφος, παντοῦ ὅπου προσευχόταν. Οἱ πόνοι της νὰ μὲ ἀναγεννήσει διὰ τοῦ Πνεύματος ἦταν σκληρότεροι ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ὁποίου ὑπέφερε νὰ μὲ γεννήσει διὰ τῆς σαρκός».
Ἡ Ἁγία Μόνικα, αἰσθανόμενη ὅτι εἶχε ἀγωνισθεῖ γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἐπέστρεψε στὴν Ἀφρικὴ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀσθένεια, στὴν πόλη Ὄστια. Πράγματι εἶχε ἐκπληρώσει τὸν ἱερὸ σκοπό της καὶ τὴν μαρτυρία της ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ. Ἐνταφιάσθηκε στὴν Ὄστια καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό της μετακομίσθηκε μετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια στὴ Ρώμη, στὶς 9 Ἀπριλίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Νεποτιανὸς ὁ πρεσβύτερος
Ὁ Ἅγιος Νεποτιανὸς ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν θεῖο του Ἅγιο Ἡλιόδωρο († 3 Ἰουλίου), Ἐπίσκοπο Ἀλτίνου τῆς Ἰταλίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 395 μ.Χ. Ὁ Ὅσιος Ἱερώνυμος († 15 Ἰουνίου) ἀφιέρωσε μία πραγματεία του στὸν ἱερατικὸ βίο τοῦ Ἁγίου Νεποτιανοῦ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἱλάριος ὁ Θαυματουργός
Ὁ Ὅσιος Ἰλάριος ἔζησε μὲ ἄσκηση καὶ προσευχή, ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ τοῦ χαρίσματος τῆς Θαυματουργίας, εἶναι ἄγνωστο ὅμως τὸ ποῦ καὶ τὸ πότε συνέβησαν ὅλα αὐτά. Στὸ Συναξάρι του ἀναφέρεται ὅτι ὁ Ὅσιος κλείσθηκε μέσα σὲ ἕνα πολὺ μικρὸ κελλί, ὅπου μακριὰ ἀπὸ κάθε θόρυβο λαμπρύνθηκε μὲ τὴν ἀπάθεια. Ἔτσι δέχθηκε καὶ τὸ θεῖο ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης. Ὁ Ὅσιος Ἱλάριος, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἀντωνίνος, Ἀφροδίσιος, Βαλεριανός, Λεόντιος, Μακρόβιος καὶ Μίδας οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴ Σκυθόπολη, ὅταν παρουσιάσθηκαν αὐτόκλητοι στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας καὶ τὸν ἔλεγξαν γιὰ τὴν εἰδωλολατρικὴ πλάνη καὶ τοὺς ἀπάνθρωπους τρόπους. Συνέτριψαν μάλιστα καὶ τοὺς βωμοὺς τῶν εἰδώλων, ποὺ τοὺς ἔριξαν στὴ γῆ. Ἡ ἐνέργεια αὐτὴ ἐξόργισε τοὺς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι ἐπιτέθηκαν ἐναντίων τους μὲ ρόπαλα καὶ πέτρες καὶ τούς φόνευσαν.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων περισυνέλεξαν εὐλαβεῖς Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι τὰ ἐνταφίασαν καὶ ἀνήγειραν ναὸ πάνω στοὺς τάφους τους. Ἡ Σύναξη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων ἐτελεῖτο στὸ Ἀποστολεῖο τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, ποὺ βρισκόταν μέσα στὸ ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Χαλκοπραττείων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου καὶ Δικαίου Λαζάρου καὶ τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς τῆς Μυροφόρου
Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, σύμφωνα μὲ τὰ ὑπομνήματα τῶν Συναξαριστῶν, Ἑορτολογίων καὶ Τυπικῶν, ἄγονται δύο περιστατικά: ἡ ἀνάμνηση τῆς ἀνακομιδῆς τῶν τιμίων λειψάνων τοῦ Ἁγίου καὶ Δικαίου Λαζάρου καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ αὐτοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου. Στὰ διάφορα ὑπομνήματα γίνεται μνεία καὶ στὴν ἀνάμνηση τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς μετέφερε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὴν Ἔφεσο ὁ βασιλέας Λέων ὁ Σοφὸς (886 – 912 μ.Χ.) καὶ τὰ ἀποθησαύρισε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, σὲ ἀργυρὴ θήκη.
Ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται ὅτι τὸ βάρος τὴ ἑορτῆς πέφτει στὴν ἀνάμνηση τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Λαζάρου. Στὴν πραγματικότητα ὅμως, τὸ βάρος, ὄχι ἁπλῶς μετατίθεται στὴν ἐπιτέλεση τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ, ἀλλὰ ἡ τελετὴ τῶν ἐγκαινίων ἦταν ποὺ ξαναέφερε στὴν ἐπιφάνεια καὶ τὴ μετακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου στὴν Βασιλεύουσα. Ἔτσι, ὁρίσθηκε κατ’ αὐτὴ τὴν ἡμέρα νὰ γίνεται μνεία καὶ τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Λαζάρου.
Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Λαζάρου στὴν Κωνσταντινούπολη, κτίσθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 900 – 912 μ.Χ., στὴν τοποθεσία «Τόποι», μὲ δαπάνες τοῦ αὐτοκράτορα Λέοντος. Τὰ ἐγκαίνιά του ἔγιναν στὶς 4 Μαΐου τοῦ 912 μ.Χ., λίγες ἡμέρες πρὸ τοῦ θανάτου τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος († 11 Μαΐου 912). Ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Λαζάρου ἀναφέρεται, ἐπὶ Λέοντος, ὁ Εὐθύμιος, ὁ ὁποῖος ἦταν ἄνθρωπος ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος.
Στὴ μονὴ εἶχε καθορισθεῖ αὐτοκρατορικὴ προσέλευση κατὰ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ἡγούμενος τῆς μονῆς Μηδικίου
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ἔζησε κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ταρασίου (784 – 806 μ.Χ.). Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία πόθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ βλέποντας τὴν εἰκονομαχία νὰ αὐξάνει κατέφυγε σὲ κάποια μονή, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς καὶ διῆγε τὸν βίο του μὲ προσευχὴ καὶ ἄσκηση. Ὅταν δὲ ἐπῆλθε σχετικὴ γαλήνη στὴν Ἐκκλησία, οἱ μοναχοὶ τῆς μονῆς τοῦ Μηδικίου τῆς Τριγλίας τὸν ζήτησαν ἡγούμενο. Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ἦταν προσκείμενος στὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία περὶ τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ ἀγωνίσθηκε σθεναρὰ κατὰ τῶν δυσσεβῶν εἰκονομάχων. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη, κλείσθηκε στὴν φυλακὴ καὶ ἐξορίσθηκε. Κοιμήθηκε στὴν ἐξορία, ἐπὶ αὐτοκράτορα Λέοντος Ε’ (813 – 820 μ.Χ.).
Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου Νικηφόρου, ἡγούμενος τῆς μονῆς Μηδικίου ἐξελέγη ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ὁμολογητὴς († 3 Ἀπριλίου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος Ἐπίσκοπος Κορίνθου
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, Ἐπίσκοπος Κορίνθου, ἀφοῦ ἔζησε μὲ εὐσέβεια, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῶν βασιλέως Βασιλείου Β’ καὶ Κωνσταντίνου Η’ (976 – 1028), κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ὁ ἐν Ἄθῳ ἀσκήσας
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ἔζησε κατὰ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. ὡς ἡσυχαστὴς στὰ ἐρημικότερα μέρη τοῦ Ἄθω. Ὁ Ὅσιος ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς καὶ γιὰ τὴν τέχνη αὐτῆς ὁμιλεῖ στὸ ἔργο του «περὶ νοερᾶς προσευχῆς» στὴ Φιλοκαλία. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ὁσία Θεοδοσία πριγκίπισσα τοῦ Βλαδιμίρ
Ἡ Ὁσία Θεοδοσία ἦταν θυγατέρα τοῦ μεγάλου πρίγκιπα Μστισλάβου Μστισλάβιτς Οὐνταλόϊ καὶ νυμφεύθηκε τὸν πρίγκιπα τοῦ Νόβγκοροντ καὶ Βλαδιμίρ, Γιαροσλάβο Βσεβολόντοβιτς, μὲ τὸν ὁποῖο ἀπέκτησε ἐννέα τέκνα, δύο ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἔγιναν Ἅγιοι, ὁ Θεόδωρος καὶ ὁ Ἀλέξανδρος Νέφσκϊυ.
Ἀργότερα ἡ πριγκίπισσα Θεοδοσία ἐκάρη μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Εὐφροσύνη καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1244.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ὅσιοι Ἰσαάκ, Κλήμης, Κύριλλος, Νικήτας καὶ Νικηφόρος ἐκ Ρωσίας
Οἱ Ὅσιοι Ἰσαάκ, Κλήμης, Κύριλλος, Νικήτας καὶ Νικηφόρος Ἀλφάνωφ ἦσαν ἀδελφοὶ καὶ ἔζησαν κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. στὸ Νόβγκοροντ. Τὸ 1389 ἵδρυσαν τὸ μοναστήρι τοῦ Σοκολνίτσκι καὶ ἀσκήτεψαν ἐκεῖ θεοφιλῶς. Κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.
Λόγω μιᾶς πυρκαγιᾶς, ποὺ κατέστρεψε τὸ μοναστήρι τοῦ Σοκολνίτσκι, τὰ ἱερὰ λείψανά τους μετακομίσθηκαν στὸ μοναστήρι τοῦ Ἀντώνιεβ τὸ 1775. Ἡ μνήμη τους τιμᾶται, ἐπίσης, στὶς 17 Ἰουνίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς «Παλαιᾶς» ἐν Ρωσίᾳ
Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θετόκου τῆς «Παλαιᾶς» ἐμφανίσθηκε τὸ 1570 στὴν περιοχὴ τοῦ Νόβγκοροντ. Ἡ εἰκόνα παρέμεινε στὴν πόλη Τιχβὶν μέχρι τὸ 1888 καὶ στὶς 18 Σεπτεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους ἀποδόθηκε στὴν πόλη Στάργια Ρούσα. Ἡ παλαιορωσικὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου ὀνομάσθηκε ἔτσι ἐπειδὴ γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα ἦταν στὴν Παλαιὰ Ρωσία, ὅπου τὴν εἶχαν φέρει Ἕλληνες ἀπὸ τὴν Ὀλβία κατὰ τὴν πρώτη περίοδο τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴ Ρωσία.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος καὶ ἡ σύζυγός του Ἁγία Μαύρα ἦταν μία ἁγιασμένη οἰκογένεια, ποὺ ζοῦσε σὲ κάποιο μικρὸ χωριὸ τῆς Θηβαΐδος, στὴν Αἴγυπτο, κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 3ου αἰῶνος μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ξεχώριζε ἀπὸ τοὺς ἄλλους συμπολίτες του γιὰ τὴν μεγάλη εὐσέβειά του καὶ τὴν ἐπίδοση ποὺ εἶχε στὰ ἱερὰ γράμματα. Τοὺς τὰ διάβαζε στὸ σπίτι του ἢ στὴν ἐκκλησία καὶ ξεδιψοῦσε τὶς ψυχές τους μὲ τὸ ἀθάνατο νερὸ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ἐπιβραβεύοντας αὐτὸ τὸ ζῆλο του, ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Θηβαΐδος τὸν χειροθέτησε ἀναγνώστη, τοποθετώντας τον ἔτσι στὸ προστάδιο τῶν κληρικῶν. Ὅμως, ἀντὶ ἐκείνου τοῦ σταδίου, ἡ Θεία Πρόνοια τὸν εἰσήγαγε σὲ ἕνα ἄλλο. Στὸ ὑψηλότερο ἀπὸ ὅλα, δηλαδὴ στὴν κορυφὴ τοῦ Γολγοθᾶ, ποὺ εἶναι στολισμένη ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκεῖνο ἀκριβῶς τὸν καιρό, δὲν εἶχαν περάσει οὔτε εἴκοσι ἡμέρες ποὺ ὁ Τιμόθεος εἶχε νυμφευθεῖ τὴ Μαύρα, ἐνῷ ὅλοι χαίρονταν γιὰ τὸν ἁρμονικὸ αὐτὸ γάμο, κάποιοι φθονεροὶ χωρικοὶ τοὺς διέβαλαν στὸν εἰδωλολάτρη ἡγεμόνα τῆς Θηβαΐδος, Ἀρριανό. Ὁ Ἀρριανὸς διέταξε τὸν Ἅγιο Τιμόθεο νὰ παρουσιασθεῖ ἐνώπιόν του. Τὸν ἀνέκρινε. Καὶ βλέποντας τὴν ἀκλόνητη πίστη του, πρόσταξε νὰ τὸν φυλακίσουν καὶ νὰ τὸν βασανίσουν, μὲ τὴν ἐλπίδα πὼς θὰ τοῦ συνέτριβε τὸ φρόνημα. Μάταιος κόπος.
Σὰν εἶδε πὼς δὲν μποροῦσε μὲ τίποτα πιὰ νὰ ἀλλάξει τὴν πίστη τοῦ Μάρτυρος, ὁ τύραννος σκέφθηκε νὰ φέρουν τὴ γυναίκα του, Μαύρα, περιμένοντας πὼς ἐκείνη μὲ τὰ καλοπιάσματά της, θὰ τὸν λυγίσει. Ὅταν ἡ Ἁγία Μαύρα παρουσιάσθηκε μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα, ἐκεῖνος τῆς εἶπε: «Ἄκουσα, Μαύρα, πὼς δὲν πέρασαν οὔτε εἴκοσι ἡμέρες ποὺ στεφανώθηκες τὸν ἄνδρα σου. Τὰ λεμονάνθια εἶναι ἀκόμα δροσερὰ στὰ νέα καὶ ὄμορφα κεφάλια σας καὶ εἶναι κρίμα νὰ σταθεῖ ἡ πίστη του ἐμπόδιο στὸ νὰ χαρεῖτε τὴ ζωὴ μαζί. Πήγαινε λοιπόν, ὅπως εἶσαι στολισμένη, νὰ τὸν πείσεις νὰ ἔλθει στὰ λόγια μου καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα».
Ἡ Ἁγία Μαῦρα ὑποσχέθηκε νὰ ἐπισκεφθεῖ στὴ φυλακὴ τὸν σύζυγό της καὶ νὰ τοῦ μιλήσει. Πῆγε ὅμως, ὄχι νὰ τὸν βγάλει ἀπὸ τὴν πίστη, ἀλλὰ νὰ τὸν στηρίξει σὲ αὐτὴν καὶ νὰ στηριχθεῖ καὶ ἡ ἴδια ἀπὸ τὰ λόγια του, γιὰ ὅσα ἔμελλε καὶ ἐκείνη, ὕστερα ἀπὸ λίγο, νὰ ὑποφέρει γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Γυρίζει λοιπὸν στὸν ἡγεμόνα καὶ ὁμολογεῖ πὼς καὶ αὐτὴ εἶναι Χριστιανή, ἕτοιμη νὰ μαρτυρήσει. Ὁ Ἀρριανὸς ἔγινε ἔξαλλος. Δίνει ἐντολὴ νὰ βασανίσουν τὴν Ἁγία μὲ φρικώδη βασανιστήρια. Ἀλλὰ ἡ Μάρτυς πέρασε ὅλες τὶς φρικτὲς δοκιμασίες μὲ ἀπτόητο θάρρος.
Στὸ τέλος, ὁ μιαρὸς Ἀρριανὸς προστάζει νὰ καρφώσουν σὲ σταυροὺς τὸν Τιμόθεο καὶ τὴν Μαύρα. Τοὺς σταύρωσαν τὸν ἕνα δίπλα στὸν ἄλλο, γιὰ νὰ εἶναι ὁ πόνος τους πιὸ μεγάλος. Ἀλλὰ καὶ ἐσταυρωμένοι οἱ δύο νεαροὶ σύζυγοι, οἱ Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Μαύρα, ἀντικριστὰ ἐπάνω στὰ ξύλα, εὐχαριστοῦσαν τὸν Θεό, ποὺ τοὺς ἀξίωνε νὰ ἔχουν τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς τους ὅμοιο μὲ ἐκεῖνο τοῦ Υἱοῦ Του. Ἔτσι, λοιπόν, πάνω στὸν σταυρὸ παρέδωσαν στὸν Κύριο τὶς ἁγνές τους ψυχὲς καὶ εἰσῆλθαν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ζεῦγος ὁμόζυγον, καὶ ξυνωρὶς θαυμαστή, Τιμόθεε πάνσοφε, καὶ Μαύρα νύμφη Χριστοῦ, ἐνθέως ἠθλήσατε· σύμμορφοι γὰρ ὀφθέντες, τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου, δόξης ἀκατάλυτου, ἠξιώθητε ἄμφω, πρεσβεύοντες τῷ Σωτῆρι, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοὺς πολυτρόπους αἰκισμοὺς ἐνεγκόντες, καὶ τοὺς στεφάνους ἐκ Θεοῦ εἰληφότες, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύσατε πρὸς Κύριον, μνήμην τὴν πανίερον, τὴν ὑμῶν ἐκτελούντων, μέγιστε Τιμόθεε, καὶ ἀοίδιμε Μαύρα, τοῦ εἰρηνεῦσαι πόλιν καὶ λαόν· αὐτός ἐστι γάρ, πιστῶν τὸ κραταίωμα.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις συζυγία ἰσοκλεής, Τιμόθεε μάκαρ, σὺν τῇ Μαύρᾳ τῇ φωταυγεῖ· σύμφρονες γὰρ ὄντες, ἐν βίῳ καὶ ἐν ἄθλοις, καὶ τῶν βραβείων ἅμα, κατηξιώθητε.
Οἱ Ἅγιοι Διόδωρος καὶ Ροδοπιανὸς οἱ Μάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Διόδωρος καὶ ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ροδοπιανός, ὁ ὁποῖος ἦταν διάκονος, ἄθλησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) στὴν Ἀφροδισία τῆς Καρίας, ἀπὸ ὅπου κατάγονταν. Ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανοί, κακοποιήθηκαν καὶ μαστιγώθηκαν ἀπὸ τοὺς συμπολίτες τους Ἐθνικοὺς καί, ἀφοῦ λιθοβολήθηκαν στὸ μέσῳ τῆς ἀγορᾶς, τελειώθηκαν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Ξενία ἡ Μεγαλομάρτυς
Ἡ Ἁγία Μεγαλομάρτυς Ξενία γεννήθηκε στὴν Καλαμάτα τὸ 291 μ.Χ. ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους, τὸ Νικόλαο καὶ τὴ Δέσποινα, ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὰ ἀνατολικὰ μέρη τῆς Ἰταλίας. Ἐξαιτίας τῶν διωγμῶν κατὰ τῶν Χριστιανῶν κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους κατέφυγαν στὴν Καλαμάτα καὶ ἐγκαταστάθηκαν σὲ κάποιο ἀγρόκτημα ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, διότι ὁ πατέρας της ἦταν γεωργός.
Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἡ Ξενία στόλιζε τὴν ψυχή της μὲ νηστεῖες, ἐγκράτεια, σιωπή, ἀδιάλειπτη προσευχή, δάκρυα καὶ ἀγρυπνίες, φιλανθρωπία καὶ ἐλεημοσύνη. Ὅταν κάποτε συνάντησε τὴν Ἁγία ὁ ἔπαρχος τῆς περιοχῆς Δομετιανός, θαμπώθηκε ἀπὸ τὴν ὀμορφιά της καὶ θέλησε νὰ τὴν κάνει γυναίκα του. Ἀλλὰ ἡ Ξενία ἀρνήθηκε σθεναρὰ νὰ ἀλλάξει τὴν πίστη της καὶ νὰ γίνει σύζυγος εἰδωλολάτρη ἄρχοντα. Τότε ὁ Δομετιανὸς ἔδωσε ἐντολὴ καὶ τὴν συνέλαβαν. Ἡ Ἁγία βασανίσθηκε ἀνηλεῶς καὶ ἀποκεφαλίσθηκε τὸ 318 μ.Χ. Ἔτσι εἰσῆλθε στὴν χαρὰ τοῦ Κυρίου της καὶ ἔλαβε τὸ ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι εἴκοσι ἑπτὰ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες τελειώθηκαν διὰ πυρός.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰουβενάλιος Ἐπίσκοπος Ναρνί
Ὁ Ἅγιος Ἰουβενάλιος χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης Δάμασο (366 – 384 μ.Χ.) Ἐπίσκοπος Ναρνίας καί, ἀφοῦ εἵλκυσε πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἐθνικοὺς στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 377 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Μάμας Πατριάρχης Γεωργίας
Ὁ Ἅγιος Μάμας (ἢ Μαμάϊ) ἔζησε κατὰ τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ. καὶ διετέλεσε Πατριάρχης τῆς Γεωργίας.
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 744 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Φίλιππος ὁ ἐν Βόρμς
Ὁ Ὅσιος ἦταν Ἀγγλοσάξονας στὴν καταγωγὴ καὶ ἀσκήτεψε, ὡς ἐρημίτης, κατὰ τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ. στὴν περιοχὴ τῆς πόλεως Βὸρμς τῆς Γερμανίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 770 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ὅσιοι Μιχαὴλ καὶ Ἀρσένιος ἐκ Γεωργίας
Οἱ Ὅσιοι Μιχαὴλ καὶ Ἀρσένιος κατάγονταν ἀπὸ τὴ Γεωργία καὶ ἔζησαν τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψαν σὲ μονὴ τοῦ ὄρους Ὄλυμπος τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Κοιμήθηκαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Πέτρος Ἐπίσκοπος Ἄργους
Ὁ Ἅγιος Πέτρος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γεννήθηκε περὶ τὰ μέσα τοῦ 9ου αἰῶνος μ.Χ. Οἱ γονεῖς του διακρίνονταν ὄχι μόνο κατὰ τὸν ἐπίγειο πλοῦτο τους, ἀλλὰ καὶ στὴν εὐσέβεια καὶ στὴ φιλανθρωπία. Τὰ ὀνόματά τους δὲν εἶναι γνωστά. Γνωρίζουμε μόνο ὅτι σὲ ἀτμόσφαιρα ἀρετῆς καὶ σωφροσύνης, ἀγάπης καὶ ἐλεημοσύνης, εὐλάβειας καὶ εὐσέβειας, ἐξέθρεψαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου τὰ πέντε τέκνα τους: Παῦλο, Διονύσιο, Πέτρο, Πλάτωνα καὶ τὴ θυγατέρα τους.
Γονεῖς καὶ τέκνα μὲ ἔνθεο ζῆλο ἐπιλέγουν τὴν ἄσκηση τῆς μοναχικῆς ζωῆς καὶ ἀποσύρονται σὲ μονή. Ἐκεῖ ὁ Πέτρος, ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, ἀπερίσπαστος ἀπὸ κοσμικὲς ἢ ἄλλες φροντίδες, ἀφοσιώνεται μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις στὴν ἄσκηση καὶ τὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς. Ἀναδεικνύεται ὁ αὐστηρὸς ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, κοσμούμενος μὲ τὶς ἀρετὲς τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς σωφροσύνης, τῆς φιλαλήθειας, τῆς συμπάθειας, τῆς φιλανθρωπίας, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ἐγκράτειας, τῆς προσευχῆς. Μελετᾶ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς Πατέρες, ἀλλὰ καὶ τὴ θύραθεν σοφία, τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γραμματολογία, ἔχοντας ὡς πρότυπο τὸν Μέγα Φώτιο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
Ἀφοῦ ἔμαθε τὶς ἀρετὲς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικόλαος ὁ Μυστικός, ἄνδρας προικισμένος μὲ σοφία, ἱκανότητα, διορατικότητα καὶ ἀποφασιστικότητα, ἐπιθυμοῦσε διακαῶς νὰ ἀναβιβάσει τὸν Ἅγιο στὸ ἀξίωμα τῆς ἀρχιεροσύνης καὶ τὸν κάλεσε προκειμένου νὰ πληρώσει τὴ χηρεύουσα Μητρόπολη Κορίνθου. Ὁ Ἅγιος Πέτρος διστάζει νὰ ἀνταλλάξει τὴν ἀγαπητή του εἰρηνικὴ ζωὴ μὲ τὴν τύρβη τοῦ κόσμου. Μὲ μετριοφροσύνη ἀποποιεῖται τὴν τιμή, εὐχαριστεῖ καὶ ἀρνεῖται. Ὁ Πατριάρχης τότε στρέφεται πρὸς τὸν ἀδελφὸ τοῦ Ἁγίου, Παῦλο († 27 Μαρτίου), τὸν ὁποῖο καθιστᾶ Μητροπολίτη Κορίνθου. Ἀλλὰ καὶ δὲν παύει νὰ προσπαθεῖ νὰ πείσει τὸν Πέτρο νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν ἀρχιεροσύνη. Ἕνεκα τούτου καὶ γιὰ νὰ μὴν πικραίνει τὸν Πατριάρχη, ὁ Ἅγιος ἀποφασίζει νὰ κατέλθει στὴν Κόρινθο, τὸν θρόνο τῆς ὁποίας κοσμοῦσε ὁ ἀδελφός του Παῦλος, γιὰ νὰ ἐφησυχάσει κοντά του.
Ὅταν χήρεψε ἡ Ἐπισκοπὴ Ἄργους, ἡ ὁποία ἐξαρτιόταν ἀπὸ τὴν Μητρόπολη Κορίνθου, Ἀργείοι καὶ Ναυπλιεῖς ἀπευθύνονται πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο Παῦλο ζητώντας ἐπίμονα ὡς Ἐπίσκοπο τῆς περιοχῆς τους τὸν Ἅγιο Πέτρο. Ὁ Ἅγιος κάμπτεται καὶ ἀποδέχεται τὴ θέση τοῦ Ἐπισκόπου Ἄργους.
Ὡς Ἐπίσκοπος ἀναδεικνύεται τύπος τῶν πιστῶν σὲ ὅλα. Δίδασκε ἀδιάλειπτα μὲ τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα, στήριζε τοὺς κλονιζόμενους, ἔτρεφε τοὺς πεινῶντες, θεράπευε τοὺς πάσχοντες, ἐξαγόραζε αἰχμαλώτους τῶν Σαρακηνῶν. Ὅλοι φωτίζονται ἀπὸ τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας καὶ τὸ ἅγιο παράδειγμά του. Ὁ Δωρεοδότης Θεὸς ἐπιβραβεύει τὶς ἀρετὲς τοῦ Ἁγίου καὶ ἀπαντᾶ στὶς δεήσεις ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου του, χαρίζοντας πλούσιες τὶς εὐλογίες Του. Χάρη στὴν ἐπέμβαση καὶ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἁγίου, ἐπιτελοῦνται θαύματα. Ὡς ἄλλος προφήτης Ἠλίας τρέφει σὲ καιρὸ λιμοῦ τοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς μὲ λίγο ἀλεύρι. Λυτρώνει μὲ τὴν ἐπίμονη προσευχή του νεαρὴ αἰχμάλωτη τῶν Σαρακηνῶν. Θεραπεύει γυναίκα δαιμονισμένη.
Ἀκόμη ὁ Ἅγιος, πολυμαθὴς καὶ σοφός, εἶναι ὁ παιδευτικὸς καὶ εὐφράδης διδάσκαλος. Τοῦτο μαρτυροῦν οἱ διασωθέντες ἑπτὰ λόγοι του.
Ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες ἡ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ Ἁγίου Πέτρου νουθετεῖ ἀπὸ τὸ κρεβάτι τὰ τέκνα του καὶ τὰ εὐλογεῖ. Μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ 925 μ.Χ. Τὸ πρόσωπό του φαινόταν ὡς νὰ ζοῦσε καὶ νὰ κοιμόταν, φωτισμένο μὲ φῶς. Ἱερεῖς καὶ πλῆθος λαοῦ, μὲ συγκίνηση καὶ εὐλάβεια, ἐνταφιάζουν τὸ ἱερὸ λείψανο στὴν ἀριστερὴ πλευρὰ τοῦ ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Τὰ τίμια λείψανά του γίνονται πρόξενα πολλῶν θαυμάτων. Ὅμως, στὶς 21 Ἰανουαρίου τοῦ 1421, ὁ Λατῖνος Ἐπίσκοπος Σιγουντονάνης ἅρπαξε τὸ ἱερὸ σκήνωμα, γιὰ νὰ τὸ μεταφέρει στὴ Ρώμη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Πέτρα ἄρρηκτος, τῆς Ἐκκλησίας, ποιμὴν ἄριστος, πόλεως Ἄργους, ἀνεδείχθης Ἱεράρχα πανεύφημε. Ὡς οὖν πιστὸς οἰκονόμος τῆς χάριτος, παντοίων νόσων ἡμᾶς ἐλευθέρωσον, Πέτρε Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν αἰτούμενος, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῷ Κορυφαίῳ τῶν σοφῶν Ἀποστόλων, συνωνύμησας εὐκλεῶς Πάτερ Πέτρε, τῶν τούτων κατετρύφησας ἁγίων δωρεῶν· ζήλῳ γὰρ τῆς πίστεως, εὐσεβῶς διαπρέψας, θαύμασιν ἐκόσμησας, τὸν σὸν ἔνθεον βίον· Ἱερουργὲ τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ, τοὺς σὲ τιμῶντας, κινδύνων διάσωζε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Βυζαντίου θεῖος βλαστός, καὶ τῆς Ἀργολίδος, ποιμενάρχης καὶ ἀρωγός· χαίροις Ἐκκλησίας, πνευματοφόρος πέτρα, τῆς χάριτος τὸ ὕδωρ, Πέτρε πηγάζουσα.
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Λουκᾶ τοῦ ἐν Στειρίῳ
Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ τιμᾶται στὶς 7 Φεβρουαρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.
Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ ἔγινε ἀπὸ τὸν ἱερομόναχο Φιλόθεο, ἡγούμενο τῆς ὁμωνύμου μονῆς, ἀπὸ ὑπόγειο τάφο, σκαμμένο στὸ χῶμα. Τὸ περιώνυμο γιὰ τὶς θαυματουργίες του ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου μεταφέρθηκε καὶ ἐναποτέθηκε σὲ λάρνακα, τοποθετημένη στὸ νεόκτιστο, φερώνυμό του ναό. Ἡ Ἀκολουθία τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων προσδιορίζει τὸ γεγονὸς στὶς 3 Μαΐου, ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως, ἑπομένως ἡμέρα Πέμπτη. Ὁ Μαν. Χατζηδάκης, στηριζόμενος στὰ δεδομένα τῆς Ἀκολουθίας τῆς ἀνακομιδῆς, ἐπιλέγει καὶ προτείνει ὡς πιθανότερη χρονολογία τῆς ἀνακομιδῆς τὸ ἔτος 1011.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Οἰκουμένιος Ἐπίσκοπος Τρίκκης
Ὁ Ἅγιος Οἰκουμένιος ἔζησε περὶ τὰ τέλη τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος Τρίκκης. Διακρίθηκε γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του, τὴν φιλανθρωπία του καὶ συνέγραψε ὑπομνήματα στὶς Πράξεις, στὶς Ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ τὶς Καθολικὲς Ἐπιστολές. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἀρχαγγέλων στὰ Τρίκαλα.
Τὸ πρόβλημα τοῦ βίου καὶ τοῦ χρόνου δράσεως τοῦ Ἁγίου Οἰκουμενίου ἀπασχόλησε πολὺ τοὺς ἐρευνητὲς καὶ διατυπώθηκαν πολλὲς καὶ ἀλληλοσυγκρουόμενες γνῶμες.
Πολλοὶ θεωροῦν ὅτι ὁ Ἅγιος Οἰκουμένιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς ἐπίσημους καὶ περιφανεῖς. Ἦταν ἀνεψιὸς τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλίου, Ἀρχιεπισκόπου Λαρίσης καὶ ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε τὸ 325 μ.Χ. στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ἀκολουθώντας τὸν μεγάλο Ἀχίλλιο. Τὸ ἀσκητήριο τοῦ Ἁγίου Οἰκουμενίου κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. λεγόταν «Καταφύγιον». Σήμερα καλεῖται «Καταφεῖδι». Βρίσκεται ὀκτὼ χιλιόμετρα περίπου βορείως τῆς πόλεως τῶν Τρικάλων καὶ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς λόφους, ποὺ περιβάλλουν τὸ σημερινὸ χωριὸ Χαϊδεμένη. Στὴν κορυφὴ τοῦ λόφου ἔκειτο μοναστήρι ποὺ καταστράφηκε ἐπὶ Τουρκοκρατίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος καθηγούμενος τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου
Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος γεννήθηκε στὴν πόλη Βασίλιεφ τῆς περιοχῆς τοῦ Κιέβου, τὸ 1092 μ.Χ., ἀπὸ εὔπορους γονεῖς. Κατὰ τὴν ὥρα τῆς βαπτίσεώς του, ὁ ἱερέας ποὺ τὸν βάπτιζε, εἶδε ὅτι τὸ βρέφος αὐτὸ θὰ ἀφιέρωνε ἀργότερα τὴν ζωή του στὸν Θεό, γι’ αὐτὸ καὶ τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Θεοδόσιος.
Δὲν πέρασε πολὺς καιρὸς καὶ οἱ γονεῖς του ἀναγκάσθηκαν, μὲ διαταγὴ τοῦ ἡγεμόνα, νὰ μετοικήσουν μακριὰ σὲ ἄλλη πόλη, στὸ Κούρκ, στὴν ὁποία γεννήθηκε ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ. Αὐτὸ ἦταν οἰκονομία Θεοῦ, γιὰ νά λάμψει ἐκεῖ ὁ μικρὸς Θεοδόσιος μὲ τὴν ἐνάρετη ζωή του. Σὲ αὐτὴ τὴν πόλη μεγάλωνε σωματικὰ ἀλλὰ αὐξανόταν καὶ πνευματικὰ στὴ σοφία καὶ στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μελετοῦσε μὲ ἐπιμέλεια τὸν Θεῖο Λόγο καὶ πολὺ γρήγορα ἔγινε κάτοχος ὅλης τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὅλοι ἔμειναν ἔκπληκτοι ἀπὸ τὴ σοφία του, τὴν ἀντίληψη καὶ τὴν ταχύτητα ἐκμαθήσεως. Καθημερινὰ ἐπισκεπτόταν τὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ παρακολουθοῦσε μὲ ὅλη του τὴν προσοχὴ τὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες. Σὲ ἡλικία δεκατριῶν ἐτῶν, ὁ θάνατος τοῦ στέρησε τὸν πατέρα. Ἀπὸ τότε ὁ μακάριος Θεοδόσιος ἔγινε περισσότερο ἀσκητικός. Πήγαινε μαζὶ μὲ τοὺς ὑπηρέτες τοῦ σπιτιοῦ στὰ χωράφια καὶ ἔκανε τὸ καθετὶ μὲ βαθιὰ ταπείνωση. Στὴν καρδιά του ἀρχίζει νὰ καλλιεργεῖται ἡ αἴσθηση τῆς πτώχιας καὶ τῆς ταπεινώσεως. Ἔτσι, σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀπεκδύεται τὰ ἀρχοντικά του ροῦχα, ἐνδύεται μὲ τὰ ἐνδύματα τῶν χωρικῶν, τοὺς ὁποίους βοηθᾶ σὲ κάθε εἴδους ἐργασίας. Ἡ συμπεριφορά του ἐξοργίζει τὴν μητέρα του, ἡ ὁποία τὸν ἐπιπλήττει καὶ τὸν κτυπᾶ.
Κάποτε ὁ Θεοδόσιος πῆγε σὲ ἕνα σιδερὰ καὶ παρήγγειλε μία σιδερένια ζώνη. Ὅταν ἑτοιμάσθηκε, τὴν πῆρε καὶ τὴν φόρεσε κατάσαρκα, χωρὶς νὰ τὴν βγάζει καθόλου ἀπὸ ἐπάνω του. Ἦταν στενή, ἕσφιγγε πολὺ τὸ σῶμα του καὶ προξενοῦσε πόνους, ποὺ τοὺς ὑπέμενε ὅμως καρτερικὰ σὰν νὰ μὴν συνέβαινε τίποτε.
Σὲ ἕνα ἑορταστικὸ γεῦμα, ποὺ θὰ δινόταν στὸ μέγαρο τοῦ ἄρχοντα καὶ θὰ παρευρίσκονταν ὅλοι οἱ προύχοντες τῆς πόλεως, ἔπρεπε νὰ πάει καὶ ὁ Θεοδόσιος, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει. Ἀναγκάσθηκε λοιπὸν ἀπὸ τὴ μητέρα του νὰ ἐνδυθεῖ τὴν καλή του στολή. Καθὼς τὴν φοροῦσε, δὲν μπόρεσε νὰ προφυλαχθεῖ καὶ τὸ διακριτικὸ μάτι τῆς μητέρας πρόσεξε πάνω στὴ φανέλα στίγματα ἀπὸ αἷμα. Πλησίασε νὰ ἐξετάσει καὶ μόλις διαπίστωσε πὼς ὀφειλόταν στὸ σφίξιμο τῆς σιδερένιας ζώνης, ἄναψε ἀπὸ τὸ κακό της. Ὃρμησε πάνω του μὲ μανία, ἄρχισε νὰ τὸν κτυπάει, τοῦ ξέσκισε τὴν φανέλα καὶ τοῦ ἀφαίρεσε τὴ ζώνη ὀργισμένη. Ἀλλὰ ὁ εὐλογημένος ἐκεῖνος νέος, σὰν νὰ μὴ συνέβαινε τίποτε, ἐνδύθηκε τὰ ροῦχα του καὶ ξεκίνησε εἰρηνικά, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει στὸ γεῦμα.
Μία ἡμέρα ἄκουσε στὸ Εὐαγγέλιο τὸν Κύριο νὰ λέγει: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος…». «Μήτηρ μου καὶ ἀδελφοί μου οὗτοι εἰσιν, οἱ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἀκούοντες καὶ ποιοῦντες αὐτόν». Ἐπίσης ἄκουσε κι ἄλλα: «Δεῦτε πρὸς μὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ ὅτι πρᾶος εἰμὶ καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν». Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ πυρπολήθηκε ἡ καρδιὰ τοῦ φωτισμένου ἀπὸ τὸν Κύριο Θεοδοσίου. Καὶ φλεγόμενος ἀπὸ θεῖο ἔρωτα, συλλογιζόταν καθημερινὰ πῶς θὰ μποροῦσε, κρυφὰ ἀπὸ τὴν μητέρα του, νὰ ἐνδυθεῖ τὸ ἅγιο μοναχικὸ σχῆμα.
Ἔτσι, ὁ Ὅσιος φεύγει ἀπὸ τὸ σπίτι, γιὰ νὰ ἔλθει νὰ ἀσκητέψει στὸ Κίεβο. Λόγω τοῦ νεαροῦ τῆς ἡλικίας του δὲν τὸν δέχεται κανένας. Βρίσκει ὅμως πνευματικὸ καταφύγιο κοντὰ στὸν Ὅσιο Ἀντώνιο. Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος παραδόθηκε τώρα ὁλόψυχα στὸν Θεὸ καὶ στὸν θεοφόρο Γέροντά του Ἀντώνιο. Ἐπιδόθηκε σὲ μεγάλες ἀσκήσεις καὶ βάσταζε μὲ χαρὰ τὸ ζυγὸ τῆς μοναχικῆς ζωῆς. Τὶς νύχτες τὶς ἀφιέρωνε στὴ δοξολογία τοῦ Κυρίου, ἀρνούμενος τὴν ξεκούραση τοῦ ὕπνου. Τὶς ἡμέρες, σκληραγωγοῦσε τὸν ἑαυτό του μὲ τὴν ἐγκράτεια, τὴ νηστεία καὶ τὴ χειρωνακτικὴ ἐργασία. Πάντοτε θυμόταν τὸ ψαλμικό: «Ἴδε τὴν ταπείνωσίν μου καὶ τὸν κόπον μου καὶ ἄφες πάσας τὰς ἁμαρτίας μου».
Μάταια ἡ μητέρα του τὸν ἀναζητοῦσε. Ὅταν ἐπιτέλους τὸν βρῆκε μετὰ ἀπὸ ἀρκετὰ χρόνια, τὸν παρακάλεσε νὰ ἐπιστρέψει σπίτι καὶ νὰ μείνει ἐκεῖ μέχρι τὸ θάνατό της. Ὁ Ὅσιος τὴν παρακάλεσε νὰ γίνει μοναχὴ καὶ νὰ μείνει κάπου ἐκεῖ κοντά. Ἡ μητέρα του τελικὰ πείσθηκε καὶ ἔγινε μοναχὴ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἀφοῦ ἔζησε μὲ μετάνοια τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς της, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Οἱ ἀσκητικοὶ ἀγῶνες τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου μέσα στὸ σπήλαιο, πολὺ γρήγορα τὸν ἀνέδειξαν τροπαιοφόρο νικητὴ κατὰ τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ὅταν μάλιστα ἡ μητέρα του ξεπέρασε τὸν πόνο της καὶ ἔγινε μοναχή, τότε ἐπιδόθηκε σὲ μεγαλύτερες ἀσκήσεις, φλεγόμενος ἀπὸ θεῖο ἔρωτα. Μέσα στὸ σπήλαιο μποροῦσε τότε νὰ δεῖ κανεὶς τρεῖς λαμπάδες ἀναμμένες, ποὺ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία διέλυαν τὸ σκότος τῶν δαιμόνων: τὸν Ὅσιο Ἀντώνιο, τὸν μακάριο Θεοδόσιο καὶ τὸν μεγάλο Νίκωνα.
Ὅταν ἀργότερα, τὸ 1062, ὁ ἡγεμόνας ὀργίσθηκε κατὰ τῶν σπηλαιωτῶν μοναχῶν, ἐπειδὴ εἶχαν δεχθεῖ στὴ μονή, τὸν βογιάρο Βαρλαὰμ καὶ τὸν εὐνοῦχο Ἐφραίμ, ὁ μακάριος Νίκων ἀναγκάσθηκε νὰ φύγει μὲ μερικοὺς ἀδελφούς. Πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν, στὴν ἀνατολικὴ ὄχθη τῆς Ἀζοφικῆς θάλασσας, ὅπου ἵδρυσε μοναστήρι καὶ ἔμεινε μέχρι τὸ 1068. Τότε ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος, μὲ θέλημα Θεοῦ καὶ ἐπιθυμία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου, χειροτονήθηκε ἱερέας. Ὡς ἱερέας τελοῦσε καθημερινὰ τὴ Θεία Λειτουργία μὲ πνεῦμα ταπεινοφροσύνης. Ξεχώριζες ἐπάνω του τὴ φυσικὴ πραότητα, τὴν ἀταραξία τῶν λογισμῶν καὶ τὴν ἁπλότητα τῆς καρδίας. Ἦταν γεμάτος πνευματικὴ σοφία καὶ ἔτρεφε ἀγάπη πρὸς ὅλους ἀδιάκριτα τοὺς ἀδελφούς, ποὺ μαζεύτηκαν γύρω ἀπὸ τὸν Ὅσιο Ἀντώνιο.
Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὸ καιρὸ ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ἀνέθεσε τὴν ἡγουμενία στὸν μακάριο Βαρλαὰμ καὶ ἀναχώρησε σὲ ἕνα ἥσυχο λόφο. Ἐκεῖ ἄνοιξε ἕνα ἄλλο σπήλαιο καὶ συνέχισε τὴν ἀσκητική του ζωή.
Ὁ ἡγούμενος Βαρλαὰμ καὶ οἱ ἀδελφοί, ἀφοῦ πῆραν τὴν εὐχὴ καὶ εὐλογία τοῦ Ὁσίου, συνέχισαν νὰ ζοῦν ὁσιακὰ καὶ ἐνάρετα στὸ πρῶτο σπήλαιο. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ἀδελφότητα σιγά-σιγὰ αὐξήθηκε καὶ ὁ χῶρος τοῦ σπηλαίου δὲν ἐπαρκοῦσε γιὰ τὶς λατρευτικὲς συνάξεις της, ὁ εὐλαβέστατος Θεοδόσιος καὶ ὁ μακάριος Βαρλαάμ, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου, ἔκτισαν ἐπάνω ἀπὸ τὸ σπήλαιο ἕνα εὐρύχωρο ξύλινο ἐκκλησάκι, ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, γιὰ νὰ συναθροίζονται σὲ αὐτὸ οἱ ἀδελφοὶ καὶ νὰ κάνουν τὶς Ἀκολουθίες.
Ἡ στενότητα τοῦ χώρου μέσα στὸ σπήλαιο καὶ οἱ κόποι τῆς ἀσκήσεως προξενοῦσαν στοὺς πατέρες μεγάλες θλίψεις καὶ ταλαιπωρίες, ποὺ μόνο ὁ Θεὸς τὶς γνωρίζει καὶ ποὺ γλῶσσα ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ νὰ τὶς ἐκφράσει. Συντηροῦσαν τὸν ἑαυτό τους μὲ νερὸ καὶ λίγο ψωμὶ ἀπὸ σίκαλη. Φαγητὸ μαγειρεμένο ἔτρωγαν μόνο τὸ Σαββατοκύριακο καὶ ὄχι πάντα, γιατί ὁρισμένες φορὲς δὲν ὑπῆρχε, ὁπότε κατέφευγαν στὰ βρασμένα χόρτα. Ἀνάμεσα στὶς ἄλλες ἐργασίες, ἔπλεκαν καθημερινὰ καλάθια, τὰ πουλοῦσαν καὶ μὲ τὰ χρήματα ποὺ ἔπαιρναν, ἀγόραζαν σιτάρι. Τὴ νύχτα ἄλεθε ὁ καθένας τὸ μερίδιό του καὶ ἔπειτα συγκέντρωναν τὸ ἀλεύρι, γιὰ νά φτιάξουν ψωμί. Πρὶν ξημερώσει, συναθροίζονταν στὴν ἐκκλησία γιὰ τὸν Ὄρθρο. Κατόπιν πήγαιναν στὰ ἐργόχειρά τους, ποὺ προορίζονταν γιὰ πούλημα. Ἂν εἶχαν περιθώριο χρόνου, δούλευαν καὶ στὸν κῆπο. Ἔπειτα τελοῦσαν στὸ ναὸ τὶς Ὧρες καὶ τὴ Θεία Λειτουργία καὶ στὴ συνέχεια, παίρνοντας λίγο ψωμί, συνέχιζαν τὶς ἐργασίες τους, ποὺ διαρκοῦσαν ὡς τὴν ὥρα τοῦ Ἑσπερινοῦ καὶ τοῦ Ἀποδείπνου. Ἔτσι μοχθοῦσαν κάθε ἡμέρα, ἀφοσιωμένοι στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος, ποὺ ἦταν τώρα καὶ ἱερέας, κατέπλησσε ὅλους τοὺς ἄλλους ἀδελφοὺς μὲ τὴ νηστεία, τὴν ἀνδρεία, τὴν ἐργατικότητα, τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν ὑπακοή του. Ἦταν πρόθυμος νὰ τοὺς ἐξυπηρετεῖ ὅλους. Μετέφερε νερὸ ἢ ξύλα ἀπὸ τὸ δάσος. Ὁρισμένες φορές, ἐνῷ οἱ ἀδελφοὶ ἀναπαύονταν, μάζευε τὸ σιτάρι ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀλέσουν ἐκεῖνοι καὶ τὸ ἄλεθε ὁ ἴδιος, ἐργαζόμενος καὶ προσευχόμενος ὅλη τὴ νύχτα.
Ἀλλὰ συνέβη κάποτε νὰ προσκληθεῖ ὁ μακάριος Βαρλαάμ, ὁ ἡγούμενος τῆς ἀδελφότητας, ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Ἰζιασλάβο, γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε ἱδρύσει.
Ὅταν, λοιπόν, ὁ μακάριος Βαρλαὰμ ἔφυγε γιὰ τὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, οἱ ἀδελφοὶ πῆγαν καὶ ζήτησαν ὁμόφωνα ἀπὸ τὸν Ὅσιο Ἀντώνιο νὰ τοποθετήσει ἡγούμενο τὸν Ὅσιο Θεοδόσιο. Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος συμφώνησε. Μὲ τὴν εὐλογία του ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ἔγινε ἡγούμενος τῶν εἴκοσι ἀδελφῶν. Ὁ ἀξιοθαύμαστος Θεοδόσιος, ἂν καὶ ἔγινε ἡγούμενος, δὲν ἀπέβαλε τὸ ταπεινὸ φρόνημα, ἀλλὰ θυμόταν πάντα τὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «Ὃς ἂν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος». Ταπείνωνε τὸν ἑαυτό του καὶ γινόταν ἔσχατος καὶ ὑπηρέτης ὅλων. Στὸ καθετὶ παρεῖχε τὸν ἑαυτό του, τύπο καλῶν ἔργων. Στὴν ἐργασία καὶ στὸ ναὸ ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ πήγαινε καὶ τελευταῖος ποὺ ἔφευγε. Οἱ δεήσεις τοῦ δικαίου Θεοδοσίου ἔφεραν πολλὲς εὐλογίες καὶ ἡ ζωὴ τῆς ἀδελφότητας ἄνθιζε καὶ προόδευε. Σὰν τὸ σπόρο ποὺ ἔπεσε σὲ εὔφορη γῆ καὶ ἔφερε καρπὸ ἑκατονταπλάσιο, ἔτσι μεγάλωσε σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα ἡ ἀδελφότητα καὶ ἔφθασε τοὺς ἑκατὸ ἀδελφούς. Καὶ ὅλοι προόδευαν μὲ τὴν ἐνάρετη ζωή τους καὶ τὴν προσευχή.
Πιστὸς ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος στὶς παραδόσεις τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου ζεῖ μία σκληρὴ ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ συνεχὴ μετάνοια, προσευχὴ ἀλλὰ καὶ χαρά. Ἡ ὄψη του ἦταν πάντοτε φωτισμένη, ἱλαρὴ καὶ ἀντανακλοῦσε τὴν χαρὰ τοῦ Πάσχα. Ἀπὸ τὶς ἀρετές του ξεχώριζαν δύο: ἡ ταπείνωση καὶ ἡ ἀγάπη. Ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Ὁσίου στρεφόταν ὄχι μόνο πρὸς τοὺς πάσχοντες ἀδελφούς, τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς φτωχούς, ἀλλὰ καὶ πρὸς ἐκείνους ποὺ τὸν ἀδικοῦσαν ἢ ἔβλαπταν τὸ μοναστήρι. Ὁ Ἅγιος Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως καὶ τῆς θαυματουργίας.
Ὁ εὐσεβὴς Στουδίτης μοναχὸς Μιχαήλ, ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, βρισκόταν τότε κοντὰ στὴν ἀδελφότητα. Εἶχε ἔλθει ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, συνοδεύοντας τὸν νεοχειροτόνητο Μητροπολίτη Κιέβου Γεώργιο (1062). Πληροφόρησε, λοιπόν, τὸν Ὅσιο Θεοδόσιο γιὰ τὴ θεάρεστη ζωὴ τῶν Στουδιτῶν μοναχῶν, ζωὴ ποὺ ἀξιώθηκε καὶ ὁ ἴδιος νὰ ζήσει. Οἱ πληροφορίες αὐτὲς ἄρεσαν πολὺ στὸν Ὅσιο. Χωρὶς καθυστέρηση, ἀποστέλλει κάποιον ἀδελφὸ στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ βρεῖ τὸν μοναχὸ Ἐφραίμ, τὸν εὐνοῦχο, ποὺ τότε ἐπέστρεφε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ νὰ τοῦ ἀναθέσει τὸ σπουδαῖο αὐτὸ ἔργο: νὰ ἐπισκεφθεῖ δηλαδὴ τὴ μονὴ τοῦ Στουδίου, νὰ γνωρίσει ὁ ἴδιος μὲ τὸν ἀκριβέστερο τρόπο τὴν τάξη καὶ τὸ Τυπικό της καὶ νὰ καταγράψει ὅλα μὲ κάθε λεπτομέρεια.
Πράγματι, ὁ μακάριος Ἐφραίμ, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ὁσίου, παρακολούθησε τὴν τάξη τῆς μονῆς, κατέγραψε μὲ ἀκρίβεια τὸ Τυπικὸ καὶ ἐπέστρεψε. Μόλις πῆρε στὰ χέρια του ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος τὸ κείμενο, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ διαβασθεῖ σὲ ὅλη τὴν ἀδελφότητα. Ἀπὸ τότε ἡ Πετσέρσκαγια Λαύρα ἄρχισε νὰ ἐφαρμόζει τὸ Στουδίτικο Τυπικό. Ἀπὸ ἐκεῖ τὸ παρέλαβαν καὶ τὰ ἄλλα μοναστήρια, ὅπως ἀκριβῶς τὸ ἐφάρμοσε ὁ Ὅσιος. Ἔτσι, ὅλες οἱ Ρωσικὲς μονές, ποὺ προηγουμένως δὲν γνώριζαν τὸ καθαυτὸ μοναστηριακὸ τυπικό, τώρα ἔστρεφαν τὰ βλέμματα στὴ Λαύρα τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου καὶ τὴ θεωροῦσαν γιὰ τὸ καθετὶ ὡς πρότυπό τους.
Ὁ Ὅσιος νουθέτησε πάντοτε τοὺς μοναχοὺς λέγοντας: «Σᾶς ἱκετεύω, ἀδελφοί. Ἂς προοδεύσουμε στὴ νηστεία καὶ στὴν προσευχή, ἂς φροντίσουμε γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν μας, ἂς ἐπιστρέψουμε ἀπὸ τὶς κακίες μας καὶ τοὺς δρόμους τοῦ πονηροῦ. Ἂς πλησιάζουμε τὸν Θεὸ μὲ στεναγμούς, μὲ δάκρυα, μὲ τὴ μετάνοια, τὶς ἀγρυπνίες καὶ τὴν ὑπακοή, ὥστε νὰ ἀποσπάσουμε τὸ ἔλεός Του. Καὶ ἂς μισήσουμε τὸν παρόντα κόσμο, ἔχοντας πάντοτε στὴ σκέψη μας τὰ λόγια τοῦ Κυρίου. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ἀδελφοί, ποὺ ἀπαρνηθήκαμε τὸν κόσμο, ἂς ἀπαρνηθοῦμε καὶ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου. Ἂς μισήσουμε τὸ ψέμα, ποὺ μᾶς ἑλκύει σὲ πράγματα ἐλεεινά, καὶ ἂς μὴν στραφοῦμε στὶς πρῶτες ἁμαρτίες μας. Πῶς θὰ ἀποφύγουμε τὴν αἰώνια κόλαση, ἂν τελειώσουμε τὴν ζωή μας μὲ ὀκνηρία καὶ χωρὶς μετάνοια; Ἡ μετάνοια εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν καὶ χωρὶς αὐτὴ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν κερδίσει. Εἶναι ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια πατρίδα. Ἂς τὸν ἀκολουθήσουμε μὲ φόβο Θεοῦ καὶ ἂς στερεώσουμε ἐπάνω του γερὰ τὰ βήματά μας. Στὴν ὁδὸ τῆς μετάνοιας δὲν πλησιάζει ὁ πονηρός, καὶ παρόλο ποὺ τώρα εἶναι τεθλιμμένη, ἀργότερα θὰ μᾶς γεμίσει χαρά. Προτοῦ πλησιάσουν οἱ ἔσχατες ἡμέρες, ἂς πάρουμε τὸ δρόμο αὐτό, γιὰ νὰ κερδίσουμε τὰ μέλλοντα ἀγαθά».
Ὁ Ὅσιος, σὲ ἡλικία μόλις σαράντα πέντε ἐτῶν, προαισθάνθηκε τὸ τέλος του. Κάλεσε τοὺς συνασκητές του καὶ τοὺς ἔδωσε τὶς τελευταῖες του πατρικὲς συμβουλὲς γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους. Τοὺς ὑπέδειξε νὰ ἐκτελοῦν μὲ προσοχὴ τὰ διακονήματά τους, νὰ ἐπιμελοῦνται ἰδιαίτερα τὸ ναὸ καὶ νὰ εἰσέρχονται σὲ αὐτὸν μὲ πολλὴ εὐλάβεια καὶ φόβο Θεοῦ, νὰ ἔχουν ἀγάπη μεταξύ τους καὶ ὑπακοὴ στοὺς μεγαλύτερους, νὰ ἐπιδίδονται στὴν ἄσκηση καὶ τὴ νηστεία.
Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1074 μ.Χ. Πολλοὶ Χριστιανοί, χωρὶς κανεὶς νὰ τοὺς εἰδοποιήσει, σὰν νὰ τοὺς ἔσπρωχνε κάποια θεία δύναμη, μαζεύτηκαν ἔξω ἀπὸ τὴν πύλη τῆς μονῆς καὶ περίμεναν κλαίγοντας τὴν ὥρα τῆς ἐκφορᾶς. Οἱ ἀδελφοί, σύμφωνα μὲ τὴν παραγγελία τοῦ Ὁσίου, εἶχαν ἀσφαλισμένη τὴν πόρτα. Ὅσο ὑπῆρχε ὁ κόσμος αὐτός, οἱ ἀδελφοὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ξεκινήσουν γιὰ τὸν ἐνταφιασμό. Εὐτυχῶς ὅμως, κατὰ θεία βούληση, ὁ οὐρανὸς σκεπάσθηκε ξαφνικὰ μὲ σύννεφα καὶ μία δυνατὴ βροχὴ σκόρπισε τὰ πλήθη ποὺ περίμεναν. Ἔτσι οἱ ἀδελφοὶ μπόρεσαν νὰ κάνουν τὴν ἐκφορά. Ἔφεραν τὸ τίμιο σκήνωμα τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου στὸ σπήλαιο ποὺ ἀσκήτευε καὶ τὸ ἐνταφίασαν ἐκεῖ μὲ τιμές.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἀρχιεπίσκοπος Ροστώβ, Γιαροσλάβλ καὶ Λευκῆς Λίμνης
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ., ἦταν ἡγούμενος στὴ μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στὸ νησὶ Καμμένυϊ τῆς λίμνης Κουμπενσκόε, κοντὰ στὴν περιοχὴ τοῦ Βολογκντά. Ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος τῆς πόλεως Ροστὼβ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1416.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ ὁ Μάρτυρας ἐκ Πολωνίας
Ἡ Μνήμη τοῦ Ἁγίου Γαβριὴλ τοῦ Μάρτυρα, τιμᾶται στὶς 20 Ἀπριλίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀχμὲτ ὁ Νεομάρτυρας ὁ Κάλφας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυρας Ἀχμὲτ ἦταν Μωαμεθανὸς στὸ θρήσκευμα καὶ ὑπηρετοῦσε στὴν Κωνσταντινούπολη ὡς γραφέας τοῦ ἀρχιλογιστοῦ «δευτεράρη». Στὴν οἰκία του εἶχε ὡς ὑπηρέτρια μία Χριστιανὴ ἀπὸ τὴ Ρωσία, στὴν ὁποία ἐπέτρεπε νὰ τελεῖ ἐλεύθερα τὰ θρησκευτικά της καθήκοντα στοὺς Χριστιανικοὺς ναούς. Ὁ ἴδιος βαπτίσθηκε κρυφὰ καὶ ἔγινε Χριστιανός. Σὲ ἐπίσημη συζήτηση, ποὺ διεξήγαγε μὲ μορφωμένους Μωαμεθανούς, ἰσχυρίσθηκε ὅτι ἡ μόνη ἀληθινὴ πίστη εἶναι ἡ Χριστιανικὴ καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Τότε καταγγέλθηκε στὶς Τουρκικὲς ἀρχές, συνελήφθη καὶ ἀπαγχονίστηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1682.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Μάρτυρας ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Παῦλος ἔζησε κατὰ τὸν 17ο αἰώνα μ.Χ. καὶ μαρτύρησε στὸ Βίλνγιους τῆς Ρωσίας κατὰ τὴν περίοδο τῆς μοναρχίας τῶν Λιθουανῶν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἀναστασία καὶ Χριστόδουλος οἱ Νεομάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Νεομάρτυρες Ἀναστασία καὶ Χριστόδουλος μαρτύρησαν στὴν Ἀχαΐα κατὰ τὸ 1821.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Πάμβος Πατριάρχης Γεωργίας
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Πάμβου ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸν Κανονάριον.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Σπηλαίων ἐν Κιέβῳ
Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου ἁγιογραφήθηκε ἀπὸ τὸν Ὅσιο Ἀλύπιο, τὸν εἰκονογράφο († 17 Αὐγούστου). Στὴν εἰκόνα ἡ Θεοτόκος ἀπεικονίζεται ἔνθρονη, κρατώντας στὰ γόνατά της τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ Βρέφος, καὶ στὶς δύο πλευρές της οἱ ἱδρυτὲς τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, Ὅσιος Ἀντώνιος († 10 Ἰουλίου) καὶ ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος († 3 Μαΐου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σελίδα 292 από 415