«Οὐκ ἐξεστὶ σοι ἔχειν, τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται ἀπὸ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ νὰ ἔχεις τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου, ὁ ὁποῖος ζεῖ ἀκόμα. Λόγια τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ποὺ ἀποτελοῦσαν μαχαιριὲς στὶς διεφθαρμένες συνειδήσεις τοῦ βασιλιὰ Ἡρώδη Ἀντίπα καὶ τῆς παράνομης συζύγου του Ἡρωδιάδος, ποὺ ἦταν, γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου.

Ὁ Ἡρώδης, μὴ ἀνεχόμενος τοὺς ἐλέγχους τοῦ Προδρόμου, τὸν φυλάκισε. Σὲ κάποια γιορτὴ ὅμως τῶν γενεθλίων του, ὁ Ἡρώδης ὑποσχέθηκε μὲ ὅρκο νὰ δώσει στὴν κόρη τῆς Ἡρωδιάδος ὅτι ζητήσει, διότι τοῦ ἄρεσε πολὺ ὁ χορός της. Τότε ἡ αἱμοβόρος Ἡρωδιὰς εἶπε στὴν κόρη της νὰ ζητήσει στὸ πιάτο τὸ κεφάλι τοῦ Ἰωάννη. Πράγμα ποὺ τελικὰ ἔγινε.

Ἔτσι, ὁ ἔνδοξος Πρόδρομος τοῦ Σωτῆρος θὰ παραμένει στοὺς αἰῶνες ὑπόδειγμα σὲ ὅλους ὅσους θέλουν νὰ ὑπηρετοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ἀγωνίζονται κατὰ τῆς διαφθορᾶς, ἀνεξάρτητα ἀπὸ κινδύνους καὶ θυσίες.
Καὶ νὰ τί λένε οἱ 24 πρεσβύτεροι τῆς Ἀποκάλυψης στὸν Θεὸ γιὰ τοὺς διεφθαρμένους: «ἦλθεν... ὁ καιρὸς τῶν ἐθνῶν κριθῆναι... καὶ διαφθεῖραι τοὺς διαφθείροντας τὴν γῆν’. Ἦλθε, δηλαδή, ὁ καιρὸς τῆς ἀνάστασης τῶν νεκρῶν γιὰ νὰ κριθεῖ ὁ κόσμος καὶ νὰ καταστρέψεις (Θεέ μου) ἐκείνους, ποὺ μὲ τὴ διεφθαρμένη ζωὴ τους διαφθείρουν καὶ καταστρέφουν τὴν γῆ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος β’.

Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων· σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον. Ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐηγγελίσω καὶ τοὶς ἐν Ἅδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς πάντων ὑπέρτερος, τῶν Προφητῶν ἀληθῶς, αὐτόπτης καὶ Πρόδρομος, τῆς παρουσίας Χριστοῦ, Προφήτα γεγένησαι, ὅθεν καὶ παρ’ Ἡρώδου, ἐκτμηθεῖς σου τὴν Κάραν, ἔδραμες τοὶς ἐν Ἅδῃ, προκηρύξαι τὸ λύτρον διὸ σὲ Ἰωάννη Βαπτιστά, ποθῶ γεραίρομεν.

 

Κοντάκιον  Ἦχος πλ. α’.
Ἡ τοῦ Προδρόμου ἔνδοξος ἀπoτομὴ, οἰκονομία γέγονέ τις θεϊκή, ἵνα καὶ τοῖς ἐν Ἅδῃ, τοῦ Σωτῆρος κηρύξῃ τὴν ἔλευσιν. Θρηνείτω οὖν Ἡρωδιάς, ἄνομον φόνον αἰτήσασα· οὐ νόμον γὰρ τὸν τοῦ Θεοῦ, οὐ ζῶντα αἰώνα ἠγάπησεν, ἀλλ’ ἐπίπλαστον πρόσκαιρον.

 

Μεγαλυνάριον.
Κἂν ἐτμήθης Κάραν ὦ Βαπτιστά, φθέγγεται ἠ γλῶσσα, τὸν Ἡρώδην ἐλέγχουσα· Λόγου τὴν φωνήν σε, σιγῆσαι γὰρ οὐκ ἔδει, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἐν Ἅδῃ, Χριστὸν κηρύξασθαι.

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ 

Βλέπε παρακάτω το βιογραφικό της σημείωμα (5 Ἀπριλίου).

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀσπάσθηκε τὸ μοναχικὸ βίο καί ἀσκήθηκε στὸν ἀγώνα τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν, τῆς ὑπακοῆς, τῆς φιλαδελφίας καὶ τῆς παρθενίας, ἀφοῦ εἰσῆλθε σὲ μοναστήρι. Πολλὰ χρόνια μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή της, ἀνοίχθηκε ὁ τάφος της γιὰ νὰ ἐναποτεθεῖ σὲ αὐτὸν καὶ τὸ σκήνωμα τῆς ἡγουμένης της. Τότε, μὲ θαυμαστὸ τρόπο, «ἡ πρὸ πολλοῦ νεκρὰ κειμένη Θεοδώρα τῇ μητρὶ [ἐννοεῖ τὴν ἡγουμένη] ὥσπερ ζῶσα, συνέσφιγξεν ἑαυτὴν τόπον δοῦσα». Ἔκτοτε τὸ τίμιο λείψανο τῆς Ὁσίας Θεοδώρας δὲν ἔπαυσε νὰ ἐπιτελεῖ ποικίλα θαύματα.

Πρέπει ὅμως νὰ ἀναφέρουμε ἕνα ἀκόμη Συναξάρι, τὸ ὁποῖο παραθέτει ὁ Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης μὲ βάση τὸ Λαυριωτικὸ Κώδικα Ι 70 καὶ τὸ ὁποῖο δὲν ἐμφανίζει καμιὰ σύγκλιση μὲ τὰ ἀνωτέρω.

Ἡ Ἁγία Θεοδώρα, σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ Συναξάρι, ἦταν ἀπὸ τὴ νεανική της ἡλικία πόρνη, ἀλλὰ μετὰ τὴν παρέλευση ἀρκετῶν ἐτῶν μετανόησε. Διένειμε τὴν περιουσία της στοὺς φτωχοὺς καὶ εἰσῆλθε σὲ ἕνα βαθὺ λάκκο ἀναμένοντας κάποια θεϊκὴ ἐντολή. Ἀφοῦ διέμεινε ἐντὸς τοῦ ὀρύγματος ἐπὶ πέντε ἔτη «προσκαρτεροῦσα ἐν νηστείᾳ καὶ προσευχῇ καὶ γυμνότητι σαρκὸς καὶ ταλαιπωρίᾳ», τῆς γνωστοποιήθηκε μὲ ἀγγελικὸ ὅραμα ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν της. Στὴν συνέχεια ἔχτισε ἕνα μικρὸ κελί, ὅπου ἐγκαταβίωσε γιὰ τὴν ὑπόλοιπη ζωή της, ἐνῷ μετὰ τὴν κοίμησή της ἐπιτέλεσε πλῆθος θαυμάτων. Ἴσως πρόκειται περὶ ἄλλης ὁμωνύμου ἐκ τῆς αὐτῆς πόλεως, περὶ τῆς ὁποίας ὅμως οἱ Συναξαριστὲς σιωποῦν.

Πρόσφατα, ἐν τούτοις, ἀποδείχθηκε ὅτι τὰ γλωσσικὰ δεδομένα τοῦ Συναξαρίου τῆς 5ης Ἀπριλίου συγκλίνουν μὲ αὐτὰ τοῦ Βίου καὶ τῆς Διηγήσεως γιὰ τὴ μετακομιδὴ τοῦ λειψάνου τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτιδος ( 29 Αὐγούστου). Ἐπιπλέον , ἐντοπίσθηκαν καὶ ἐσωτερικὰ στοιχεῖα τοῦ Συναξαρίου, ποὺ καταδεικνύουν τὴ νοηματικὴ σχέση του μὲ τὰ δύο κείμενα τοῦ Γρηγορίου κληρικοῦ καὶ τὴν ἐξάρτησή του ἀπὸ αὐτά, γεγονὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀνεπιφύλακτη ταύτιση τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τοῦ Συναξαρίου μὲ τὴν Ὁσιομυροβλύτιδα Θεοδώρα.
Ἕνα, ἐπίσης, σοβαρὸ πρόβλημα ποὺ συνδέεται μὲ τὴν ταύτιση ἢ τὸν διαχωρισμὸ τῶν δυὸ ὁμωνύμων Ὁσίων εἶναι τὸ ὑμνογραφικὸ καὶ συγκεκριμένα ὁ Κανόνας πρὸς τιμὴν τῆς Ὁσίας Θεοδώρας, ποὺ ἀποδίδεται στὴ γραφίδα τοῦ Ὁσίου Ἰωσὴφ τοῦ Ὑμνογράφου. Ὁ Κανόνας αὐτός, ὁ ὁποῖος ἀντλεῖ ἀπὸ τὸ Συναξάρι τῆς 5ης Ἀπριλίου, ἐπιγράφεται σὲ ἕνα μεγάλο ὑμνογράφο τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος διέμεινε καὶ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ συνέγραψε Κανόνες πρὸς τιμὴν ἀρκετῶν Θεσσαλονικέων Ἁγίων, ἀλλὰ κοιμήθηκε σύμφωνα μὲ τὴν ἐπικρατοῦσα ἄποψη τὸ ἔτος 886 μ.Χ., δηλαδὴ ἕξι χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμηση τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτιδος. Ἡ μοναδικὴ ἀπάντηση ποὺ μπορεῖ νὰ δοθεῖ στὸ σοβαρὸ αὐτὸ πρόβλημα, τὸ ὁποῖο παραμένει ἀνοικτό, εἶναι ἡ ἀπόδοση τοῦ Κανόνος σὲ κάποιο μαθητή του, πιθανότατα τὸν Θεοφάνη τὸν Σικελό, πολλοὶ Κανόνες τοῦ ὁποίου, ὅπως ἔχει διαπιστωθεῖ ἀπὸ τὴν ἔρευνα, φέρουν στὴν ἀκροστιχίδα τους τὸ ὄνομα τοῦ Ἰωσήφ.

 

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος στὸν Συναξαριστή του ἔχει καὶ τὴν προσθήκη «ἐξ Αἰγίνης καταγομένης». Τῆς ὁποίας - ἐξ Αἰγίνης - ἡ γιορτή της, μαζὶ μὲ αὐτὴν τῆς θυγατέρας της Θεοπίστης, μεταφέρθηκε τὴν 3η Αὐγούστου, ὅπου καὶ τὸ βιογραφικό της σημείωμα.

 

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα γεννήθηκε στὴν Αἴγινα.

Μετὰ τὸν γάμο της, ᾖλθε στὴ Θεσσαλονίκη λόγω ἐπιδρομῶν τῶν Σαρακινῶν. Ἀσπάστηκε τὸν μοναχισμὸ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ συζύγου της καὶ μπῆκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου μὲ τὴν θυγατέρα της Θεοπίστη.

Ἔζησε μὲ πολλὴ ἀρετὴ καὶ κοιμήθηκε τὸ 892.
Ἑορτάζονται τὴν 29η Αὐγούστου, ἀλλὰ ἡ γιορτὴ τους μεταφέρθηκε τὴν 3η Αὐγούστου λόγω τῆς γιορτῆς τῆς ἀποτομῆς τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Ἀρσινόης Κύπρου 

Ἕνα μαρτυρικὸ νησὶ εἶναι ἡ Κύπρος μας. Ἁγιασμένα εἶναι τὰ χωριὰ κι οἱ πολιτεῖες της. Ἁγιασμένα τὰ βουνὰ καὶ οἱ κάμποι της.

Οἱ ἁμαρτίες ὅμως τοῦ λαοῦ της κι ἡ ἀνήθικη διπλωματία τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς καὶ τὰ συμφέροντά τους κρατοῦν δυστυχῶς τὸ ὄμορφο αὐτὸ νησὶ διχοτομημένο καὶ βασανισμένο.

Τόποι ἑλληνικοὶ ἀπ’ τὴν αὐγὴ τῆς ἱστορίας καὶ εὐλογημένοι ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν ἡρώων καὶ μαρτύρων της, βρίσκονται ἀκόμη κάτω ἀπὸ τὸ πέλμα τοῦ πιὸ βάρβαρου καὶ ἀλλόθρησκου δυνάστη, τοῦ Ἀττίλα.

Στενάζει ἡ ψυχὴ τοῦ κάθε ἐνσυνείδητου χριστιανοῦ σὰν τὸ σκέπτεται. Θλίβονται οἱ ἁγίες ψυχὲς τῶν Ὁσίων Πατέρων καὶ μαρτύρων ποὺ ἔζησαν καὶ ἀγωνίστηκαν στὸν τόπο γιὰ νὰ κρατήσουν ἀνόθευτη τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη.

Πονᾶ καὶ τοῦ Ἁγίου Ἀρκαδίου ἡ ψυχή, τοῦ δοξασμένου τῆς Ἀρσινόης ἐπισκόπου, ποὺ βλέπει ἀπέναντι τοῦ Τούρκου τὸ ποδάρι, νὰ βεβηλώνει τὰ ἱερὰ χώματα, ποὺ καθαγίασε τοῦ θείου Ἀποστόλου Βαρνάβα ἡ θυσία καὶ τοῦ Ἐπιφανίου καὶ τοῦ Συνεσίου καὶ τῶν ἄλλων ζηλωτῶν Ἁγίων οἱ ἀγῶνες.

 

Μερικὲς πτυχὲς ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ Ἁγίου Ἀρκαδίου, ὅπως μᾶς τὶς διέσωσε ἡ γλαφυρὴ γραφίδα τοῦ μεγάλου ἐπίσης τέκνου τῆς νήσου μας, τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου, ἂς παρακολουθήσουμε στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν γιὰ πνευματική μας οἰκοδομῆ.

 

Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος γεννήθηκε στὸ μικρὸ χωριὸ Μελάνδρα τῆς Πάφου. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Μιχαὴλ καὶ Ἄννα καὶ ἦσαν ἄνθρωποι εὐκατάστατοι στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Πιὸ εὐκατάστατοι ὅμως ἦσαν στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν πίστη. Ὁ φωτεινὸς Ἥλιος, ὁ Χριστός, φώτιζε κι ἐθέρμαινε τὴν καρδιά τους. Ἡ ἀμοιβαία ἀγάπη καὶ ἡ ὁμοφροσύνη ἦταν τὸ γνώρισμά τους. Καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ὁδηγὸς καὶ σκοπὸς τῆς ζωῆς τους. Δύο παιδιὰ τοὺς χάρισε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Δύο χαριτωμένα ἀγόρια. Καὶ σὲ αὐτὰ στράφηκε ὅλο τὸ ἐνδιαφέρον τους. Πόθος καὶ φροντίδα τους νὰ τ’ ἀναθρέψουν «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου».

Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἦταν τὸ καθημερινὸ ἐντρύφημα ὅλης τῆς οἰκογενείας. Καὶ ἡ προσευχὴ ἰδιαίτερα κατὰ τὸ βράδυ, ἡ χαρὰ καὶ ἡ ψυχαγωγία καὶ ἡ ἀνάπαυσή της.

 

Μέσα σὲ τέτοια ἀτμόσφαιρα μεγάλωσαν τὰ δύο παιδιά. Ἀτμόσφαιρα βαθιὰς εἰρήνης καὶ ἀγάπης ἀληθινῆς. Μὲ τέτοιες ἅγιες ρίζες, λοιπόν, ζηλευτὸ φυσικὰ καὶ ἅγιο ἔμελλε νὰ εἶναι καὶ τὸ ἀποτέλεσμα. Γιατί, ὅπως πολὺ καθαρὰ τονίζει καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, «ὁ σπείρων ἐπ’ εὐλογίαις, ἐπ’ εὐλογίαις καὶ θερίσει» (Β’ Κορ. θ’ 6). Ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ σπέρνει ἁπλόχερα, ὁπωσδήποτε ἁπλόχερα θὰ ἔχει καὶ νὰ θερίσει. Πολλοὺς καρποὺς νὰ θερίσει.

 

Ἁπλόχερα σπέρνουν οἱ ἁπλοϊκοὶ καὶ ἐνάρετοι γονεῖς στὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν τους, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἁπλόχερα μὲ τὰ λόγια τους. Πλούσια καὶ μὲ τὸ παράδειγμα τῆς ἁγίας κι ἐνάρετης ζωῆς τους. Ἀνάλογοι καὶ οἱ καρποὶ τῶν κόπων τους. Τὰ δύο παιδιὰ καθοδηγημένα ἀπὸ τῆς βρεφικῆς ἡλικίας στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ μεγαλώνουν καὶ μοσχοβολοῦν κι εὐωδιάζουν.

 

Χαριτωμένα παιδιὰ στὴν ἀρχή. Φλογεροὶ καὶ φιλόθεοι νέοι κατόπιν. Φωτεινὰ μετέωρα στὸν πνευματικὸ οὐρανὸ ἀργότερα. Καὶ μετὰ τὴν ἀναχώρησή τους ἀπὸ τοῦτο τὸν κόσμο δύο μακαριστοὶ ἅγιοι. Πρεσβευτὲς μὲ τὶς δεήσεις τους μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Παντάνακτος Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς πατρίδας μας. Πολὺ ὀρθὰ λέγεται: «Ἀγαθῆς ρίζης ἀγαθὰ καὶ τὰ βλαστήματα».

 

Ἀπὸ ἀγαθοὺς γονεῖς, ὅπως οἱ γονεῖς ποὺ ἀναφέραμε, ἀγαθὰ θὰ εἶναι καὶ τὰ γεννήματα. Ἔσπειραν αὐτοὶ χωρὶς καμιὰ ἀμέλεια στὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν τοὺς ἀγαθὰ σπέρματα. Λόγια καλοσύνης καὶ ἀγάπης. Λόγια ἀρετῆς. Λόγια Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἀμοιβή τους δὲν μποροῦσε νὰ εἶναι διαφορετική, παρὰ ἀμοιβὴ ἀνάλογη, πλούσια, γενναιόδωρη καὶ ζηλευτή.

 

Καὶ αὐτὸ γίνεται πάντα. Νὰ λοιπὸν τὸ χρέος ὅλων τῶν χριστιανῶν γονιῶν ἀπέναντι στὰ παιδιά τους. Καὶ τὸ χρέος αὐτὸ γίνεται ἀκόμη μεγαλύτερο στὴν ἐποχή μας, ποὺ ἡ διαφθορὰ καὶ ἡ ἁμαρτία κι ἡ ξετσίπωτη ζωὴ ἀπειλοῦν σὰν ὁρμητικὸ ποτάμι νὰ παρασύρουν τὰ πάντα στὸν ὠκεανὸ τῆς καταστροφῆς. Πάντοτε, μὰ πολὺ περισσότερο σήμερα, τὸ παράδειγμα τῶν εὐσεβῶν γονιῶν Μιχαὴλ καὶ Ἄννας ἐπιβάλλεται νὰ εἶναι ἀξιομίμητο. Γιατί ὅπως πολὺ σοφὰ καὶ ὁ Μ. Βασίλειος, τῆς Καισαρείας ὁ θεῖος Ἱεράρχης, διακηρύττει, «ἡ ἀρετὴ μόνη κτημάτων ἀναφαίρετον, καὶ ζῶντι καὶ τελευτήσαντι παραμένουσα». Μὰ καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, τῆς Ἀντιόχειας ὁ μελίρρυτος ποταμός, βεβαιώνει: «Ἡ ἀρετὴ πράγμα ἀθάνατον καὶ ὑπὲρ ἥλιον λάμπον». Νὰ γιατί εἶναι ἀνάγκη ἐμεῖς οἱ γονεῖς νὰ φροντίζουμε ἀπὸ τῆς παιδικῆς ἡλικίας νὰ καθοδηγοῦμε τὰ παιδιά μας στὴν ἀρετὴ καὶ νὰ φιλοδοξοῦμε νὰ τὰ δοῦμε κάποια μέρα τίμιους πολίτες καὶ ἄξια τέκνα στὴν Ἐκκλησία.

 

Καλοὺς χριστιανοὺς καὶ ἐργάτες ἀνεπαίσχυντους στὸν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου ποθοῦσαν νὰ ἰδοῦν τὰ παιδιὰ τους οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς, ὁ Μιχαὴλ καὶ ἡ Ἄννα, τοῦ πτωχοῦ χωριοῦ τῆς Μελάνδρας οἱ εὐσεβεῖς κάτοικοι. Καὶ τὸ πέτυχαν.

Ὁ Ἀρκάδιος ἀπὸ παιδὶ διψοῦσε γιὰ τὰ γράμματα. Ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν Θεοσέβιο ποὺ ἀγαποῦσε τὴν ἁπλὴ κι ἀγροτικὴ ζωή, γι’ αὐτὸ ἔγινε καὶ βοσκὸς προβάτων. Ὁ Ἀρκάδιος εἶχε μεγάλη ἔφεση γιὰ ἀνώτερη μόρφωση. Καὶ οἱ καλοὶ γονεῖς, ποὺ ἔβλεπαν τὸν πόθο αὐτὸν τοῦ παιδιοῦ τους, ἔσπευσαν, μετὰ τὰ πρῶτα γράμματα ποὺ ἔμαθε ὁ νέος στὸ χωριό του, νὰ τὸν στείλουν γιὰ εὐρύτερες σπουδὲς στὴν πρωτεύουσα τῆς μεγάλης μας Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ὁ φιλομαθὴς νέος βρῆκε ὅ,τι ποθοῦσε. Κέντρο σπουδαιότατο γραμμάτων καὶ μορφώσεως ἀποτελοῦσε τότε ἡ περιώνυμος πόλη. Στὶς ἐκεῖ σχολὲς ὁ Ἀρκάδιος φοίτησε μὲ ζῆλο καὶ ἀπέκτησε ποικίλη καὶ πολυμερὴ μόρφωση. Πόσο καιρὸ ἔμεινε ἐκεῖ δὲν γνωρίζουμε. Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος δὲν μᾶς ἀναφέρει. Αὐτὸ πού μᾶς λέγει εἶναι πὼς νωρὶς ὁ ζηλωτὴς νέος ἐπέστρεψε στὴν Κύπρο, γιὰ νὰ συνεχίσει ἐδῶ τὸν ἀγώνα του.

Τὰ λόγια του ψαλμωδοῦ ἦταν πάντα στὸ μυαλὸ καὶ στὸ στόμα του. «Ὃν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τᾶς πηγᾶς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐππτοθεῖ ἡ ψυχή μου πρὸς Σέ, ὁ Θεός. Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεὸν τὸν ἰσχυρὸν τὸν ζῶντα πότε ἤξω καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ;» (Ψαλμ. μα’, 1 – 2). Διψοῦσε ὁ νέος τὴν συντροφιὰ μὲ τὸν Θεό. Διψοῦσε τὴν ψυχική του ἀνάταση. Λαχταροῦσε τὴν ἠθική του τελείωση. Γιὰ τοῦτο τὸν λόγο καὶ γιὰ νὰ εἶναι ἀπερίσπαστος στὴν προσπάθειά του νὰ πραγματώσει τὸν πόθο του, ὁ φιλόθεος ἐγκαταλείπει τὸ χωριό του καὶ μεταβαίνει στὴν ἐξοχή. Σὲ μία σπηλιὰ μακριὰ ἀπὸ τὴν κίνηση καὶ τὸν κόσμο στήνει τὸ ἀσκητήριό του. Καὶ ἐκεῖ ἐνδιατρίβει μὲ προσοχὴ στὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Μὲ τὴ νηστεία καταστέλλει τὶς ὁρμές. Καὶ μὲ τὴν προσευχὴ τὴν ἀδιάλειπτη καὶ μὲ πίστη κατορθώνει κάθε μέρα ἕνα – ἕνα νὰ ἀνεβαίνει τῆς κλίμακας τῶν ἀρετῶν τὰ σκαλοπάτια καὶ νὰ γίνεται πρότυπο σωφροσύνης καὶ ἁγιότητας καὶ καλοσύνης καὶ ἀνώτερης γενικὰ ζωῆς.

 

Παρὰ τὴν προσπάθειά του ὅμως νὰ ζεῖ μακριὰ ἀπ’ τὸν κόσμο, τὸ φῶς ποὺ ἐκπέμπει ἡ ἀρετή του γίνεται πανταχοῦ φανερό. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος. «Οὗ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη». Δὲν μπορεῖ νὰ κρυβεῖ ἡ πόλη ποὺ εἶναι κτισμένη στὴν κορφὴ τοῦ βουνοῦ. (Ματθ. ε’ 14). Καὶ τοῦ πιστοῦ καὶ φλογεροῦ νέου ὁ θερμουργὸς ζῆλος δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκρυβεῖ. Στὴν ἐρημιὰ τὸν ἐπισκέπτονται καθημερινὰ διψασμένες καὶ πονεμένες ψυχὲς καὶ ζητοῦν κοντά του νὰ ξεδιψάσουν καὶ νὰ μάθουν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ παρηγορηθοῦν. Καὶ ὁ ζηλωτὴς ἀσκητὴς τοὺς δέχεται μὲ καλοσύνη καὶ μὲ τὰ λόγια καὶ τὸ παράδειγμά του τοὺς διδάσκει καὶ τοὺς ἐνισχύει καὶ τοὺς κατευθύνει στοῦ Θεοῦ τὸν δρόμο. Ἔτσι γίνεται διδάσκαλος τῆς εὐσεβείας καὶ πρόμαχος ἀκαταγώνιστος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἀληθείας.

 

Ὅσο ὁ ἴδιος προσπαθεῖ ἀθόρυβα καὶ κρυφὰ νὰ ἐργάζεται τὴν ἀρετή, τόσο πιὸ πολὺ ὁ Πανάγαθος Θεὸς τοῦ φανερώνει τὰ ἔργα καὶ τὴν χάρη μὲ τὴν ὁποία τὸν ἔχει χαριτώσει.

 

Αὐτὸς ποὺ ἔδωκε στοὺς Ἀποστόλους τὴν ἐξουσία κατὰ πνευμάτων ἀκαθάρτων καὶ τὴ δύναμη νὰ θεραπεύουν «πᾶσαν νόσον καὶ μαλακίαν εἰς τὸν λαόν». Αὐτὸς ὁ ἴδιος καὶ τὸν δοῦλό Του Ἀρκάδιο κατεκόσμησε μὲ παρόμοια ἐξουσία καὶ θεραπευτικὴ δύναμη καὶ ἱκανότητα.

 

Περνᾶ ὅμως ὁ καιρός. Καὶ ὁ λύχνος πρέπει νὰ τεθεῖ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, γιὰ νὰ σκορπίσει παντοῦ τὸ ἱλαρὸ φῶς του. Καὶ ἡ εὐκαιρία παρουσιάστηκε.

 

Ὅταν ὁ Νίκων ὁ Μέγας, τῆς Ἀρσινόης ὁ τρίτος κατὰ σειρὰ ἐπίσκοπος. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Πάφου μέχρι τῆς ἐξωτερικῆς» ὑποταγῆς τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας στοὺς Λατίνους (1220) ἀπετελεῖτο ἀπὸ δύο ἐνορίες, δυὸ Ἐπισκοπές. Ἡ μία τῆς Πάφου μὲ ἕδρα τὴ Νέα Πάφο καὶ ἡ ἄλλη τῆς Ἀρσινόης μὲ ἕδρα τὴν Ἀρσινόη, σήμερα Πόλη τῆς Χρυσοχοῦς, ἀφοῦ ἐπὶ ἔτη πολλὰ ἐποίμανε τὸ ποίμνιό του μὲ ὁσιότητα καὶ δικαιοσύνη, ἀπέθανε. Τότε κλῆρος καὶ λαὸς στράφηκε πρὸς τὸν Ἀρκάδιο καὶ αὐτὸν κάλεσε νὰ ἀναλάβει τὸ πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀρσινόης. Καὶ ὁ φιλέρημος ἀσκητής, παρὰ τὴν ἀγάπη του στὴ μονήρη ζωή, μπροστὰ στὴν ὁμόφωνο κλήση τοῦ λαοῦ, ποὺ τὴν θεωρεῖ καὶ κλήση Θεοῦ, ἀναγκάζεται νὰ ἀφήσει τὴ θεόγνωστο ἡσυχία καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ νὰ χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος. Ὁ λύχνος τοποθετήθηκε στὸν λυχνοστάτη. Μὲ ἔργα καὶ λόγια ὁ καλλιεργημένος πιὰ πνευματικὰ ἄνθρωπος συνεχίζει μὲ νέο ζῆλο θερμουργὸ τὸ ἱερὸ ἔργο του. Καὶ ἐπιτυγχάνει.

Ἀπόλυτα ἐπιτυγχάνει. Μὲ ποιὸ τρόπο;

Μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Σὲ αὐτὸν ἐμπιστεύτηκε ὁλοκληρωτικὰ τόσο τὸν ἑαυτό του, ὅσο καὶ τὸ ἀγαπημένο ποίμνιό του. Καὶ νά. Στὸ πρόσωπό του βρίσκουν ὅλοι τὸν ἄνθρωπό τους. Οἱ ἀδικημένοι τὸν ὑπερασπιστή. Τὰ ὀρφανὰ τὸν πατέρα. Οἱ ἄρρωστοι τὸν ἰατρό. Οἱ πονεμένοι τὸν παρηγορητή. Οἱ κλονιζόμενοι τὸν διδάσκαλο. Καὶ οἱ πάσχοντες τὸν ἀκούραστο ἀδελφὸ καὶ συμπαραστάτη.

Μὲ πολλὴ ταπείνωση κι ἀγάπη προσφέρει σὲ ὅλους τὶς ὑπηρεσίες του. Μαζὶ μὲ τὸν Θεῖο Παῦλο Μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ λέγει: «Τὶς ἀσθενεῖ καὶ οὐκ ἀσθενῶ; Τὶς σκανδαλίζεται καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι;».

Μέριμνα καὶ φροντίδα του μόνο μία. Ἡ εὐτυχία καὶ ἡ σωτηρία τοῦ λαοῦ του. «Τοὶς πάσι γίνεται τὰ πάντα» (Α’ Κορ. θ’ 22), γιὰ νὰ βοηθήσει καὶ νὰ σώσει ὅσους μπορέσει. Μὲ τοῦτον τὸν τρόπο λάμπρυνε τὴν ἱερὴ στολή του, τόσο ὡς ἱερουργὸς τῶν θείων μυστηρίων, ὅσο καὶ ὡς φλογερὸς κήρυκας τῶν λόγων τοῦ Κυρίου. Στὸν νοῦ του πάντοτε ἔχει ζωηρὰ τὴ σύσταση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. «Τὴν καλὴν παρακαταθήκην φύλαξον». (Α’ Τιμοθ. στ’ 20).

 

Στὸν κατάλογο τῶν Ἐπισκόπων της Ἀρσινόης προτάσσεται τὸ ὄνομα τοῦ Ἀρσινόης Νικολάου, ἀκολουθεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Ἀρίστωνος καὶ τρίτο τοῦ Νίκωνος. Αὐτὸν διαδέχθηκε ὁ Ἀρκάδιος. Τοὺς τελευταίους τρεῖς Ἐπισκόπους ὁ Ἄγιος Νεόφυτος θεωρεῖ ἰσάξιους πρὸς τοὺς τρεῖς Μεγάλους Ἱεράρχες, Βασίλειο, Γρηγόριο καὶ Χρυσόστομο καὶ πρὸς «ἅπαντα τῶν θείων ἀρχιερέων τὸν κάλλιστον ὁρμαθὸν (Μειζοτέρα 118) καὶ τοὺς πλέκει τὸ παρακάτω ὑπέροχο ἐγκώμιο.

 

Ἀρκάδιος ὁ θαυμάσιος, καὶ ὁ τῆς νίκης ἐπώνυμος Νίκων ὁ μέγας καὶ Ἀρίστων ὁ περιβόητος κατὰ δαιμόνων ἄριστος ἀριστεύς, ἡ τρίφθογγος λύρα τοῦ Πνεύματος, ἡ τρίδομος βάσις τῆς Ἐκκλησίας, ἡ τρισσέσοπτρος τῶν ἀγαθῶν ἐπιφάνεια, ἡ τρίσειρος τῶν δογμάτων πλοκή, ἡ τῆς Τριάδος τριπαράστατος παραστάς, ἡ τρίφθογγος περὶ τῆς Τριάδος φθογγῆ, ἡ τρίφωτος τῆς τρισηλίου μονάδος θεραπαινίς, ἡ τρισαυγέστατος δαδουχία τῶν ἐν σκότει κειμένων, ἡ τρισόλβιος τῆς τρικατοίκου κτίσεως διδαχή, ἡ τρίστυλος τῆς Ἐκκλησίας κρηπίς, ἡ τρισαυγὴς τῆς ἀχώριστου Τριάδος πανσεβάσμιος οἴκησις. (Μειζοτέρα 118).

 

Καὶ τὴν φύλαξε μὲ ὅλην τῆς ψυχῆς του τὴν δύναμη. Γι’ αὐτὸ καὶ «ὁ ἐρευνῶν νεφροὺς καὶ καρδίας» (Ἀποκ. β’ 23) πλούσια ἀντάμειψε τὸν ἄξιο ἐργάτη ἀπὸ τούτη τὴν ζωή. Πολλὰ θαύματα καὶ θεραπεῖες ἐπενεργοῦσε, ὅσο καιρὸ ζοῦσε. Μὰ καὶ ὅταν σὲ βαθιὰ γηρατειὰ ἀναχώρησε γιὰ τὴν ἀληθινὴ Πατρίδα του καὶ Πατρίδα μας, κοντὰ στὸν Δεσπότη Χριστὸ ποὺ ἀγάπησε, δὲν ἔπαυσε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ νὰ προσφέρει ἄφθονες τὶς εὐεργεσίες του σὲ ὅσους ἐκζητοῦν τὴν μεσιτεία του. Ὁ Ἅγιος ἐκδιώκει δαιμόνια καὶ θεραπεύει διάφορες ἀρρώστιες, ὅπως μᾶς λέει ὁ βιογράφος τοῦ Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος. Ἀλλὰ καὶ τιμωρεῖ τοὺς ἐργαζομένους τὴν ἀδικία.

 

«Τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος». Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ψαλμωδοῦ βρίσκουν πλήρη τὴν ἐπαλήθευσή τους σὲ κάθε Ἅγιο, καθὼς καὶ στὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Ἀρκαδίου. Καὶ ὁ λόγος ἁπλός. «Ζῶντες ἐν Χριστῷ οἱ ἅγιοι, ὅπως λέγει κι ἕνας μεγάλος θεολόγος τοῦ αἰῶνος μας, κάνουν τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ, διότι δι’ Αὐτοῦ γίνονται ὄχι μόνο δυνατοὶ ἀλλὰ καὶ παντοδύναμοι».

Παντοδύναμοι μποροῦμε νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς, ἂν μιμούμενοι τὸν Ἅγιό μας φροντίσουμε καὶ ἀγωνισθοῦμε νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς, τὴν ἁγιότητα. Ἄλλωστε αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ κλήση μας ὡς χριστιανῶν στὸν κόσμο αὐτό. Τοῦτο φανερώνει μὲ σαφήνεια καὶ ἡ ἐντολὴ τοῦ θείου Εὐαγγελίου: «Κατὰ τὸν καλέσαντα ὑμᾶς Ἅγιον καὶ αὐτοὶ ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφὴ γεννήθητε». (Α’ Πέτρ. α’ 15).

 

Δηλαδὴ σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Θεοῦ πού σᾶς κάλεσε στὸν δρόμο τοῦ ἁγιασμοῦ, φροντίστε καὶ σεῖς σὲ ὅλη σας τὴν ἐσωτερικὴ καὶ ἐξωτερικὴ συμπεριφορὰ νὰ γίνετε ἅγιοι.

 

Νὰ γίνουμε ἅγιοι. Νὰ μὲ δυὸ λόγια κι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ὁ προορισμός μας. Νὰ γίνουμε ἅγιοι. Ἄνθρωποι ἀρετῆς. Θὰ θελήσουμε ὁ καθένας νὰ προσέξουμε ἔστω καὶ τώρα τοῦτο τὸ δίδαγμα πού μᾶς δίνει ἡ μελέτη τῆς ζωῆς καὶ τούτου τοῦ Ἁγίου; Προσωπικὰ τὸ εὐχόμεθα μετὰ φωνῆς ἰσχυρὸς γιὰ ὅλους μας. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ τρόπος νὰ ἰδοῦμε καλύτερες ἡμέρες. Ἔτσι καὶ μόνο θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἰδοῦμε «τὴν εἰρήνην τοῦ Θεοῦ τὴν ὑπερέχουσαν πάντα νοῦν» νὰ πλημμυρίζει τὶς καρδιές μας. Ἀλλὰ καὶ ἔτσι μονάχα θὰ εὐτυχήσουμε νὰ καμαρώσουμε τὴν Κύπρο μας, τὸ ταχύτερο στοῦ Χριστοῦ τὸ φῶς λουσμένη, μιὰ Κύπρο ἐλεύθερη, εὐτυχισμένη, εὐλογημένη.

 
Δία τῶν πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου σου Ἀρκαδίου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μακεδὼν ὁ αὐτοκράτορας 

Στοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρεται.
Ἡ μνήμη του βρίσκεται στὸ Βυζαντινὸ Ἑορτολόγιο τοῦ Γεδεῶν (σελ. 161), σὰν κτήτορας καὶ ἀνακαινιστὴς πολλῶν ναῶν καὶ μονῶν, ὁ Βασίλειος (867 – 886) βρῆκε θέση σὲ κάποια Μηνολόγια μεταξὺ τῶν Ἁγίων γιὰ τὴν εὐσέβειά του καὶ γιὰ τὸν ἐμπλουτισμὸ τῆς πρωτεύουσας μὲ ἱερὰ κτίσματα, πρὸς δόξαν Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Sebbi (Ἄγγλος) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Μωυσῆς ἔζησε στὴν Αἴγυπτο καὶ στὴν ἀρχὴ ἦταν ληστής. Ἀλλὰ τὸ φῶς τῆς γνώσης καὶ τῆς μετανοίας δὲν ἄργησε νὰ φωτίσει τὸν δρόμο του. Ἡ μεγάλη ἐπιείκεια ποὺ ἔδειξε πρὸς αὐτὸν κάποιος χριστιανός, ἐνῶ αὐτὸς τὸν εἶχε βλάψει, ἐπέφερε στὸν Μωυσῆ ψυχικὴ ἀνακαίνιση.

Πίστεψε, ἔγινε χριστιανὸς καὶ κατόπιν μοναχός. Ἀγωνίστηκε σκληρὰ μέσα στὴν ἔρημο καὶ ἀπέκτησε μεγάλη πνευματικὴ σύνεση καὶ ἀρετή. Ἡ φήμη του ἔφερνε στὸ ἐρημητήριό του πολλοὺς χριστιανούς, ποὺ ἄκουγαν μὲ δέος τὴ διδασκαλία του κατὰ τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῆς κατάκρισης.

«Εἶμαι», ἔλεγε, «ὁ χειρότερος τῶν ἁμαρτωλῶν. Τὰ περασμένα μας ἁμαρτήματα πρέπει νὰ τὰ ἔχουμε πάντα μπροστά μας καὶ νὰ λυπούμαστε γι’ αὐτά. Αὐτὸ εἶναι ἡ καλύτερη μέθοδος γιὰ νὰ φυλάξουμε τὸν ἑαυτό μας, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀσφαλή. Ἂν νομίσουμε ὅτι εἴμαστε πνευματικὰ ὄρθιοι, τότε ἀκριβῶς εἶναι ὁ μεγάλος κίνδυνος μήπως πέσουμε. Γιὰ νὰ μὴ φοβόμαστε τὸν Θεό, ὀφείλουμε νὰ φοβόμαστε πολὺ τὸν ἑαυτό μας, δηλαδὴ τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη μας».
Μὲ τέτοια ἁγία ζωή, ὁ Μωϋσῆς ἔφθασε στὸ 75ο ἔτος τῆς ἡλικίας του. Ὥσπου ξαφνικά, εἰδωλολάτρες ληστὲς εἰσέβαλαν στὸ σπήλαιό του καὶ τὸν σκότωσαν μὲ μαχαίρια. (Σύμφωνα ὅμως μὲ τὴν Συναξαριακὴ πηγὴ τοῦ Ἅγιου Νικόδημου, ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς ἀπεβίωσε εἰρηνικά).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν παθῶν καταλείψας Πάτερ τὴν Αἴγυπτον, τῶν ἀρετῶν ἐν τῷ ὄρει ἀνῆλθες πίστει θερμῇ, τὸν Σταυρὸν τὸν τοῦ Χριστοῦ ἄρας ἐπ’ ὤμων σου· καὶ δοξασθεὶς περιφανῶς, τύπος ὤφθης Μοναστῶν, Μωσῆ Πατέρων ἀκρότης· μεθ’ ὧν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Αἰθιόπων πρόσωπα, ἀπορραπίσας, νοητῶν ἀνέλαμψας, καθάπερ ἥλιος φαιδρός, φωταγωγῶν τὰς ψυχὰς ἡμῶν, τῶν σὲ τιμώντων, Μωσῆ παμμακάριστε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔργοις διαλάμψας ἀσκητικοῖς, ἐχθρῶν νοουμένων, ἀπημαύρωσας τὴν ἰσχύν, καὶ τῆς ἄνω δόξης ἐδείχθης κληρονόμος, συνὼν τοῖς Ἀσωμάτοις, Μωσῆ μακάριε.

Οἱ Ἅγιοι Διομήδης καὶ Λαυρέντιος οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς θανάτωσαν μὲ βέλη, δεμένους σ’ ἕναν πλάτανο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἐζεκίας ὁ Δίκαιος Βασιλιὰς

Ὁ Δίκαιος Βασιλιὰς Ἐζεκίας, ἦταν γιὸς τοῦ ἀποστάτη βασιλιὰ τοῦ Ἰούδα Ἀχαζ, ποὺ ὑποστήριζε μὲ μεγάλη θέρμη τὰ εἴδωλα. Ὁ Ἐζεκίας ὅμως, ἀκολούθησε ἐντελῶς διαφορετικὸ δρόμο ἀπὸ τὸν πατέρα του.

Καταπολέμησε τὴν εἰδωλολατρία, ἔδωσε στὴν γιορτὴ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Πάσχα περισσότερη μεγαλοπρέπεια, καὶ ὑποστήριξε μὲ τὸ προσωπικὸ του παράδειγμα ἀλλὰ καὶ τὸ βασιλικὸ του κύρος, τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ἀλλὰ καὶ ὁ Θεὸς τὸν ὑποστήριξε ἀνάλογα.

Ὁ Ἐζεκίας λοιπὸν ὄχι μόνο κατόρθωσε νὰ νικήσει τοὺς Φιλισταίους, ἀλλὰ κατόρθωσε νὰ ξεφύγει καὶ ἀπὸ τὸν ζυγὸ τῶν Ἀσσυρίων, κατατροπώνοντας τὸν Βασιλιά τους, Σεναριχείμ.

Οἱ σύμβουλοι τοῦ Ἐζεκία ἦταν οἱ προφῆτες Ἠσαΐας καὶ Μιχαίας. Ἀκόμα ὑποστήριξε πολὺ τὴν γεωργία καὶ τὸ ἐμπόριο, ὀχύρωσε τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ στόλισε τὸν ναὸ τῆς Ἱερουσαλήμ.
Πέθανε τὸ 696 π.Χ καὶ τάφηκε μὲ μεγάλη πομπή, στὸν ὑψηλότερο τάφο τῶν υἱῶν τοῦ Δαυίδ. Ὑπῆρξε δὲ ἕνας ἀπὸ τοὺς καλύτερους βασιλεῖς τοῦ Ἰούδα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Ἄννα θυγατέρα τοῦ Φανουὴλ 

Βλέπε βιογραφικό της σημείωμα στὶς 3 Φεβρουαρίου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως μνήμη της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 33 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Ἡράκλεια 

Μαρτύρησαν διὰ πυρός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Δάμων ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα.
Ἡ μνήμη του ἀναγράφεται στὸ Σιναϊτικὸ Κώδικα 631, ὅπου ὑπάρχουν καὶ δυὸ Στιχηρὰ (τροπάρια) στὸν Ἅγιο Δάμωνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἁγίες Εἰρήνη καὶ Σοφία οἱ Μάρτυρες

Ο Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει: «Εἰς τὰ ὑπομνήματα οὐδὲν περὶ αὐτῶν σημειοῦται, εἰμῆ ὅτι διὰ μαχαίρας ἐτελειώθησαν».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἄγνωστος στοὺς ἀρχαίους Συναξαριστές.

Ἔγινε γνωστὸς ἀπὸ τυχαῖα εὕρεση τῆς εἰκόνος του τὸν 14ο αἰώνα στὴν Ρόδο, ὅταν ἔσκαβαν παλιὰ σπίτια στὸ νότιο μέρος τοῦ παλιοῦ τείχους. Ἐκεῖ βρέθηκε ἀρχαῖος ναὸς μὲ πολλὲς κατεστραμμένες εἰκόνες καὶ μεταξὺ αὐτῶν καὶ ἡ καλὰ διατηρημένη εἰκόνα ἐπὶ τῆς ὁποίας ὁ τότε μητροπολίτης Ρόδου Νεῖλος ὁ Β’ ὁ Διασπωρινὸς (1355 – 1369) διάβασε τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου «ὁ ἅγιος Φανῶ». Ὁ Ἅγιος παριστανόταν σὰν νεαρὸς στρατιώτης, κρατώντας στὸ δεξιό του χέρι σταυρό, πάνω στὸν ὁποῖο ἦταν λαμπάδα ἀναμμένη, γύρω δὲ ἀπὸ τὴν εἰκόνα τὰ 12 μαρτύριά του.

Τὸν ἀρχαῖο αὐτὸ ναὸ ἀνοικοδόμησε ὁ Νεῖλος καὶ τὸν ἀφιέρωσε στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Φανουρίου, ποὺ ὅπως φαίνεται συνέταξε καὶ τὴν Ἀκολουθία του.
(Ἡ ἀναφορὰ στὸ Νέο Λειμωνάριο ὅτι ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου βρέθηκε τὸ 1500, εἶναι λανθασμένη. Διότι ὁ ἐπίσκοπος Ρόδου Νεῖλος ὑπῆρξε τὸν 14ο αἰώνα).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἄστρον ἀνέτειλας, τῇ Ἐκκλησίᾳ Χριστοῦ, καὶ πάντας κατηύγασας, φανερωθεὶς θαυμαστῶς, Φανούριε ἔνδοξε· ὅθεν τοῖς εὔφημοῦσι, τὴν σὴν ἄθλησιν Μάρτυς, νέμεις τῶν σῶν θαυμάτων, τῆν σωτήριον χάριν, πρεσβεύων τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἱερεῖς διέσωσας, αἰχμαλωσίας ἀθέου, καὶ δεσμὰ συνέθλασας, δυνάμει θείᾳ θεόφρον, ᾔσχυνας, τυρράνων θράση γενναιοφρόνως· ηὔφρανας, Ἀγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, θεῖε ὁπλῖτα, Φανούριε ἔνδοξε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὦ Φανούριε Ἀθλητά, ὁ πᾶσι παρέχων, τὰ αἰτήματα συμπαθῶς· χαίροις εὐσεβούντων, ὁ μέγας ἀντιλήπτωρ, καὶ πάσης Ἐκκλησίας, θεῖον ἀγλάϊσμα.

Ὁ Ὅσιος Ποιμὴν 

Μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα ἀδέλφια τοῦ ἔκαναν μικρὴ μοναχικὴ ἀδελφότητα σὲ μία μικρὴ σκήτη στὴν Αἴγυπτο. Ἡγούμενος αὐτῆς τῆς ἀδελφότητας ἦταν ὁ Ποιμήν, ποὺ εἶχε ὅλα τὰ προσόντα πραγματικοῦ ποιμένας ψυχῶν. Ἡ φήμη του εἶχε φθάσει σὲ μακρινὲς περιοχὲς καὶ πολὺς κόσμος ἐρχόταν νὰ τὸν δεῖ καὶ νὰ τὸν συμβουλευθεῖ. Αὐτός, ὅμως, δεχόταν μόνο τοὺς μικροὺς καὶ ταπεινούς. Ὅσοι ἔρχονταν ἀπὸ περιέργεια, δὲν τοὺς δεχόταν, ἔστω καὶ ἂν ἦταν ἄρχοντες.

Κάποτε ἕνας ἀπ' αὐτοὺς θύμωσε ποὺ δὲν τὸν δέχθηκε. Καὶ ἐπειδὴ ἦταν δικαστής, συνέλαβε τὸν μοναχογιὸ τῆς ἀδελφῆς του Ὁσίου, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι τώρα θὰ ἐρχόταν ὁ ἴδιος ὁ Ποιμὴν σὲ αὐτόν. Ὁ Ὅσιος, ὅμως, ἔγραψε πρὸς αὐτόν: «Ἐξέτασον τὸν ἀνεψιόν μου κατὰ τοὺς νόμους. Εἶναι ἔνοχος; Τιμώρησέ τον. Ἐὰν ὅμως δὲν εἶναι, κᾶμε ὅπως θέλεις». Ὁ δικαστὴς θαύμασε τὰ γραφόμενα τοῦ Ὁσίου καὶ ἀμέσως ἀπέλυσε τὸν ἀνεψιό του.
Ὅλα αὐτά βέβαια, τὰ κατάφερνε ὁ Ποιμήν, διότι καλλιεργοῦσε τὸ θεμέλιο τῶν ἀρετῶν, τὴν ταπεινοφροσύνη. Συχνὰ μάλιστα ἔλεγε: «Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ταπείνωσιν, ὅσην ἀπὸ τὸν ἀέρα τὸν ὁποῖον εἰσπνέει. Ἡ ταπεινοφροσύνη τοῦ πνεύματος εἶναι ἡ ζωὴ τῆς ψυχῆς». Ὁ Ὅσιος Ποιμὴν πέθανε εἰρηνικά, προκύπτοντας σὲ ὅλες τὶς χριστιανικὲς ἀρετές.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείων ἔργων σου, τῇ δᾳδουχίᾳ, λαμπρυνόμενος, τῇ διανοίᾳ, διακρίσεως φωστὴρ ὤφθης ἄδυτος, διασκεδάζων παθῶν τὴν σκοτόμαιναν, καὶ καταυγάζων ἡμῶν τὰ νοήματα. Ποιμὴν Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῶν λαμπρῶν ἀγώνων σου Ὅσιε Πάτερ, ἡ ἁγία σήμερον, μνήμη ἐπέστη τὰς ψυχάς, τῶν εὐσεβῶν κατευφραίνουσα, Ποιμὴν θεόφρον, Ὁσίων ἀγλάϊσμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ἀγγέλλων ὀ μιμητής, καὶ τῶν Μοναζόντων, παιδοτρίβης καὶ παιδευτής· χαίροις θεωρίας, καὶ πράξεως ὁ λύχνος, Ποιμὴν Πατέρων δόξα, Αἰγύπτου βλάστημα.

Ὁ Ἅγιος Λιβέριος ὁ Ὁμολογητής Πάπας Ρώμης

Ὁ Ἅγιος Λιβέριος ὁ ὁμολογητὴς διαδέχθηκε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ρώμης, τὸν Πάπα Ἰούλιο. Ὁ Λιβέριος ἦταν συνήγορος τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ.

Ἐπίσης προστάτεψε τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Παῦλο Α’, ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος τὸν καταδίωξε γιὰ τὴν ὀρθόδοξη συμπεριφορά του.

Καὶ ὅταν ὁ Πάπας Λιβέριος ἦρθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ διαφώνησε σὲ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα μὲ τὸν προστάτη τοῦ Ἀρειανισμοῦ Κωνστάντιο, αὐτὸς τὸν ἐξόρισε στὴν Θεσσαλονίκη.
Κατόπιν ὅμως ἐπανῆλθε στὸν θρόνο του καὶ πέθανε σὲ βαθὺ γῆρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ὅσιος Ἐπίσκοπος Κορδούης τῆς Ἱσπανίας 

Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴ γενναία συμμετοχή του στοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Πῆρε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια, καθὼς καὶ σ’ αὐτὴ τῆς Σαρδικῆς τὸ ἔτος 347.

Ἐπίσης συνέπραξε στὸ νὰ ἀθωωθεῖ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀπὸ τὶς ἐναντίον του κατηγορίες ἐκ μέρους τῶν Ἀρειανῶν. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος καταδίωκε ἀμείλικτα τὸν Ἀθανάσιο, τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ στὸν Ἱεράρχη τῆς Κορδούης Ὅσιο, ποὺ ὑπέβαλε σὲ πολλὲς ἐξορίες καὶ κακοπάθειες.
Ὁ Ὅσιος ὅμως, κράτησε ὄρθιο τὸ ὀρθόδοξο φρόνημά του μέχρι τέλους. Δίκαια λοιπὸν τὸν ἐγκωμιάζει γι’ αὐτὰ ὁ Θεοδώρητος, ὁ δὲ Μέγας Ἀθανάσιος τὸν τιτλοφορεῖ πατέρα τῶν Ἐπισκόπων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀρετῶν ταῖς ἀκτῖσι καταλαμπόμενος, θεοειδὴς Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἀνεδείχθης ἀληθῶς Ὅσιε ἔνδοξε, καὶ τοῦ Ἀρείου καθελών, αἵρεσιν τὴν δυσσεβῆ, ἀξίως ἐστεφανώθης, παρὰ τοῦ πάντων Δεσπότου· ὃν ἐκδυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ἐν Ἱεράρχαις περίβλεπτος πέφηνας, καὶ τῆς Κορδούης ποιμὴν ὤφθης ἔνθεος, σοφίᾳ τῇ θείᾳ κοσμούμενος, καὶ ἀρετῶν τῷ φωτὶ Πάτερ Ὅσιε· διὸ οἱ πιστοὶ εὐφημοῦμέν σε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν ποιμένων ἡ καλλονή, καὶ ἀρχιερέων, ἐγκαλλώπισμα ἱερόν· χαίροις εὐσεβείας, ὁ θεῖος ὑποφήτης, Ὅσιε Ἱεράρχα, Πάτερ θεόσοφε.

Βάπτιση τοῦ Αἰθίοπα Εὐνούχου ἀπὸ τὸν Ἅγιο Φίλιππο 

Διαβάζουμ ἀπὸ τὶς Πράξεις Αποστόλων κεφ. η’ 26 – 40 :

 26 Τότε ἄγγελος Κυρίου εἶπε εἰς τὸν Φίλιππον, «Σήκω καὶ πήγαινε πρὸς νότον, εἰς τὸν δρόμον ποὺ κατεβαίνει ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ εἰς τὴν Γάζαν (εἶναι δρόμος ἔρημος).

27 Καὶ σηκώθηκε καὶ πῆγε. Ἕνας Αἰθίοψ, εὐνοῦχος, ἀξιωματικὸς τῆς Κανδάκης, τῆς βασιλίσσης τῶν Αἰθιόπων, ὁ ὁποῖος ἦτο γενικὸς ταμίας της, εἶχε ἔλθει εἰς τῆν Ἱερουσαλὴμ διὰ νὰ προσκυνήσῃ

28 καὶ ἐπέστρεφε. Καθήμενος εἰς τὸ ἀμάξι του ἐδιάβαζε τὸν προφήτην Ἡσαΐαν.

29 Εἶπε δὲ τὸ Πνεῦμα εἰς τὸν Φίλιππον, «Πήγαινε καὶ προσκολλήσου εἰς αὐτὸ τὸ ἀμάξι».

30 Ὅταν ὁ Φίλιππος ἔφθασε κοντὰ, τὸν ἄκουσε νὰ διαβάζῃ τὸν προφήτην Ἡσαΐαν καὶ τοῦ εἶπε, «Ἆραγε καταλαβαίνεις αὐτὰ ποὺ διαβάζεις;».

31 Αὐτὸς δὲ εἶπε, «Πῶς νὰ μπορέσω νὰ καταλάβω ἐὰν δὲν μὲ ὁδηγήσῃ κάποιος;» . Καὶ παρεκάλεσε τὸν Φίλιππον νὰ ἀνεβῇ καὶ νὰ καθήσῃ μαζί του.

32 Ἡ περικοπὴ τῆς γραφῆς ποὺ ἐδιάβαζε ἦτο ἡ ἑξῆς: Ὡς πρόβατον ὡδηγήθη εἰς τὴν σφαγὴν καὶ ὅπως ὁ ἀμνὸς ποὺ εἶναι ἄφωνος ἐμπρὸς σ’ ἐκεῖνον ποὺ τὸν κουρεύει, ἔτσι δὲν ἀνοίγει τὸ στόμα του·

33 διὰ τοῦ πάθους του ἡ καταδίκη ἔλαβε τέλος· τὴν δὲ γενεάν του ποιός θὰ μπορέσῃ νὰ τὴν διηγηθῇ; Διότι ἔφυγε ἡ ζωἠ του ἀπὸ τὴν γῆν.

34 Τότε ὁ εὐνοῦχος εἶπε εἰς τὸν Φίλιππον, «Σὲ παρακαλῶ, πές μου διὰ ποιὸν λέγει αὐτὸ ὁ προφήτης; Διὰ τὸν ἑαυτόν του ἢ διὰ κάποιον ἄλλον;».

35 Τότε ὁ Φίλιππος ἄνοιξε τὸ στόμα του καί, κάνοντας ἀρχὴν ἀπὸ τὴν γραφὴν αὐτήν, τοῦ ἐκήρυξε τὴν χαρμόσυνην ἀγγελίαν περὶ τοῦ Ἰησοῦ.

36 Καθὼς δὲ ἐπήγαιναν εἰς τὸν δρόμον,  ἔφθασαν εἰς ἕνα μέρος ποὺ εἶχε νερὸ καὶ λέγει ὁ εὐνοῦχος, «Νά, νερό, τί μὲ ἐμποδίζει νὰ βαπτισθῶ;».

37 [Καὶ ὁ Φίλιππος τοῦ εἶπε, «Ἐὰν πιστέυῃς μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου, ἐπιτρέπεται». Ἐκεῖνος ἀπεκρίθη, «Πιστεύω ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»].

38 Καὶ διέταξε νὰ σταθῇ τὸ ἁμάξι καὶ κατέβηκαν καὶ οἱ δύο εἰς τὸ νερό, καὶ ὁ Φίλιππος καὶ ὁ εὐνοῦχος, καὶ τὸν ἐβάπτισε.

39 Ὅταν ἀνέβηκαν ἀπὸ τὸ νερό, τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἅρπαξε τὸν Φίλιππον καὶ δὲν τὸν εἶδε πλέον ὁ εὐνοῦχος, ἐβάδιζεν ὅμως τὸν δρόμον του χαρούμενος.
40 Ὁ Φίλιππος εὑρέθηκε εἰς τὴν Ἄζωτον καὶ διερχόμενος ὅλας τὰς πόλεις ἐκήρυττε τὸ εὐαγγέλιον μέχρις ὅτου ἦλθε εἰς τὴν Καισάρειαν.

 "Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος"

Ἡ Ἁγία Ἀνθοῦσα ἡ νέα 

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τῆς ἔβαλαν τρίχινο κουρέλι καὶ μία μεγάλη πέτρα στὸ λαιμὸ καὶ τὴν ἔριξαν μέσα σ' ἕνα πηγάδι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ βασιλιὰς 

Κανεὶς ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρει τὸν βασιλιὰ Ἀρκάδιο (395 – 408) σὰν Ἅγιο. Συναντᾶται ἡ μνήμη του μόνο στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο (σελ. 105 ἔκδ. Καλλίστου ἀρχιμ.) μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο Μαρτύριο. Ἴσως ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων νὰ εἶχε κάποιους σημαντικοὺς λόγους νὰ τὸν κατατάξει μεταξὺ τῶν Ἁγίων της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Θεόκλητος 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Συναντᾶται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 266 ὡς ἑξῆς:
«Τῇ αὕτῃ ἡμέρᾳ τοῦ Ὁσίου Θεοκλήτου. Οὗτος ἣν ἀπὸ Κωνσταντινουπόλεως, ἀξίαν ἔχων μαγίστρου, καὶ καταλιπῶν τὸν κόσμον ἀνῆλθεν ἐν τῷ ὄρει τοῦ Ὀλύμπου, κακεῖσε ἀποταξάμενος καὶ ἀσκήσας ἔτεσι πλείστοις ἐκοιμήθη».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Κυριακὴ ΙΒ΄ Ματθαίου: Το δίλλημα

Λυπημένος ἔφυγε ὁ σημερινὸς συνομιλητὴς τοῦ Χριστοῦ. Εἶχε δύο λόγους, δύο στοιχεῖα ποὺ τὸν ἀπέτρεπαν νὰ γίνῃ σύμφωνα μὲ τὴν πρόταση τοῦ Κυρίου τέλειος. Ἦταν πλούσιος καὶ ἦταν ἀκόμη νέος. Εἶχε ὅλα τὰ πλούτη, ὅλες τὶς ἀνέσεις καὶ ὅλη τὴ ζωή μπροστά του. Τί θὰ ἄντεχε νὰ ἀφήσῃ ἀπὸ τὰ δύο; τὴ νεότητα ἢ τὰ πλούτη; Διπλὸ τὸ δίλημμα· διότι ὁ Χριστὸς δὲν τοῦ εἶπε μόνο νὰ μοιράσῃ τὰ πλούτη του στοὺς πτωχούς, ἀλλὰ καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθήσῃ.

Ἡ πρώτη πρόταση ἦταν νὰ μοιράσῃ τὸ βιός του· ἡ δεύτερη νὰ Τοῦ ἀφιερώσῃ τὸν βίο, ἀπόφαση μᾶλλον δυσκολότερη, διότι ἡ ἑκούσια πτωχεία τοῦ ζητεῖτο γιὰ ὁλόκληρη τὴν ὑπόλοιπή του ζωή.

Ἂν ὁ Διδάσκαλος γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς τελειότητος ἐπέμενε μόνο στὸ πρῶτο, ἴσως ὁ νέος νὰ ἔπραττε τὸ προτεινόμενο. Θὰ τὰ μοίραζε ὅλα καὶ δὲν θὰ εἶχε ἄλλη ὑποχρέωση. Θὰ ἦταν σίγουρος ὅτι ἤγγισε τὴν τελειότητα. Ὅμως τὸ πρόβλημα ἦταν ἡ πρόταση νὰ δεσμευθῇ γιὰ ὅλη του τὴ ζωὴ μὲ τὶς ὑποχρεώσεις ποὺ ἀποῤῥέουν ἀπὸ τὴ μαθητεία στὸ Χριστό. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πονόψυχοι, ποὺ ἔχουν μεγάλη περιουσία καὶ μὲ χαρὰ ἐπιβιβάζονται στὸ ὄχημα τοῦ ἀλτρουϊσμοῦ, σκορπίζοντας καλοσύνη μὲ τὶς ἀγαθοεργίες τους. Ἔχουν τὴ δύναμη νὰ ἀπαρνηθοῦν τὴν περιουσία τους, δὲν σημαίνει ὅμως ὅτι ἀπαραιτήτως ἀκολουθοῦν τὸν Χριστό.

Στὴ ζωὴ διαλέγουμε καὶ παίρνουμε· κάνουμε τὶς ἐπιλογές μας ἀνάλογα μὲ τὸ πῶς βλέπουμε τὴ ζωή. Ὁ νέος τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος ἀρκέστηκε σὲ ὅσα καλὰ εἶχε. Ἦταν τηρητὴς τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, καλὸς καὶ εὐσεβὴς πιστός, ἐπιμελὴς στὰ θρησκευτικά του καθήκοντα. Ἀρκεῖτο ὅμως στὴ μετριότητα. Ἴσως περίμενε ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ τοῦ πῇ ὅτι μὲ ὅσα ἔκανε ἔφθασε στὴν τελειότητα. Ἔφυγε λυπημένος, γιατὶ ἤθελε νὰ ἀκούσῃ ὅτι ἦταν ἐντάξει, ὅτι ἦταν τέλειος κατὰ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Καὶ μᾶλλον ἦταν τέλειος. Ἀλλὰ ὁ νόμος τοῦ Χριστοῦ ὑπερβαίνει τὸν μωσαϊκό, ἡ δὲ τελειότητά του δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν τελειότητα τοῦ δευτέρου.

Ἀρκετοὶ χριστιανοὶ κάνουν τὴν ἐπιλογὴ τοῦ πλούσιου νέου. Ἀρκοῦνται στὴ μετριότητα, φτάνουν μέχρις ἑνὸς ὁρίου· ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα βάζουν κόκκινη γραμμή. Νιώθουν ἐντάξει μὲ τὰ τυπικά, γιατὶ δὲν θέλουν νὰ ζοριστοῦν. Κι ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ αἰσθάνονται καὶ ἕτοιμοι γιὰ τὸν Παράδεισο, ἄμεσοι κληρονόμοι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ εἶναι στὴν οὐσία ἀνέτοιμοι καὶ ἀνεπαρκεῖς, μὲ πνευματικὲς ἐλλείψεις καὶ χίλια μύρια κρυμμένα πάθη, ποὺ ποτὲ δὲν μπῆκαν στὴ διαδικασία νὰ ἐρευνήσουν, ὥστε νὰ γίνουν λίγο καλύτεροι, ἔστω κάπως τελειότεροι ἀπὸ πρίν. Ἀκοῦμε συχνὰ κάποιους χλιαροὺς νὰ λένε στοὺς οἰκείους τους: «Μὴν ἔχῃς πολλὰ πάρε δῶσε μὲ τὴν Ἐκκλησία· ἐντάξει, πήγαινε ποῦ καὶ ποῦ· φτάνει ὅσο νήστεψες· πάλι γιὰ ἐξομολόγηση θὰ πᾷς; δὲν χρειάζεται νὰ εἶσαι τόσο ἐγκρατὴς· καλόγερος θὰ γίνῃς;». Εἶναι στὴν πεπτωκυῖα γνώμη μας ἡ ἀνάγκη νὰ γίνουν οἱ δικοί μας ἄνθρωποι σὰν κι ἐμᾶς, γιὰ νὰ μὴν αἰσθανώμαστε ἄβολα ἀνάμεσα σὲ ἐραστὲς τῆς τελειότητος. Ναί, καὶ ὁ Χριστὸς βεβαίως θέλει νὰ γίνουμε ὅπως εἶναι ὁ ἴδιος, τέλειοι, ὅπως καὶ ὁ Ἐπουράνιος Πατέρας μας. Διαλέγουμε λοιπὸν καὶ παίρνουμε.

Πάντοτε ὑπάρχει τὸ ἀτελές, τὸ τέλειο καὶ τὸ τελειότερο. Ὁ χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀτελεύτητο βάθος τελειότητος, ἀτελείωτο ὕψος ἀγιότητος. Ὅσο τελειοῦται ὁ ἄνθρωπος μέσα σὲ αὐτήν, τόσο ἐγκαταλείπει τὸ προηγούμενο ἐπίπεδο ἀτέλειας. Καὶ κάθε ἑπόμενη βαθμίδα τῆς τελειώσεως εἶναι ἀτελέστερη τῆς μεθεπόμενης. Συνεχὴς καὶ ἀδιάκοπος ὁ ἀγώνας τῆς ὁλοκλήρωσής μας, δὲν σταματᾶ ποτέ. Εἰς αἰῶνας αἰώνων ὁ ἄνθρωπος θὰ ὁλοκληρώνεται, ἀρκεῖ ὅμως νὰ κάνῃ κάποτε τὴν ἀρχή, νὰ χαίρεται αὐτὴν τὴν διαδικασία καὶ νὰ εἶναι ἀποφασισμένος νὰ πορεύεται πρὸς τὸ ἀτελεύτητο τέρμα τῆς θεώσεως.

Δύο εἶναι οἱ ἐπιλογές μας, ἀδελφοί μου. Ἢ μὲ τὸν Χριστὸ ἀπὸ πολὺ ἕως περισσότερο ἢ ἀπὸ τὸ λιγότερο μέχρι τὸ καθόλου. Ἂν αὐτὸ ποὺ ἔχουμε τὸ θεωροῦμε πολὺ καὶ ἀρκετό, ὑπάρχει μπροστά μας τὸ περισσότερο. Ἂν αὐτὸ ποὺ ἔχουμε εἶναι λίγο, πάλι μπροστά μας προβάλλει τὸ περισσότερο ὡς εὐκαιρία ἀνόδου. Εἴθε νὰ κάνουμε τὴν πλεόν συμφέρουσα ἐπιλογή.

π. Στυλιανός Μακρής

Ακολουθία Εσπερινού Σαββάτου και Κυριακής, όρθρου και Θείας Λειτουργίας της ΙΒ΄Ματθαίου 26-08-2017 και 27-08-2017 εδώ

Τυπικόν εδώ 

Κανόνιον εδώ

Ὁ Ἅγιος Ἀδριανός, ὁ ὁποῖος ἔζησε τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ, ἦταν παντρεμένος μὲ τὴν Ναταλία.

Μία μέρα λοιπὸν εἶδε 23 χριστιανούς, νὰ εἶναι ἕτοιμοι νὰ μαρτυρήσουν γιὰ τὴν πίστη τους. Ὁ Ἀδριανὸς ἐντυπωσιάστηκε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἄκουσε καὶ δήλωσε στοὺς εἰδωλολάτρες ὅτι εἶναι καὶ αὐτὸς χριστιανός. Ἀμέσως τὸν ἔπιασαν καὶ τὸν ἔκλεισαν στὴν φυλακή. Ἐκεῖ πῆγε ἡ Ναταλία νὰ τοῦ συμπαρασταθεῖ καὶ νὰ τοῦ πεῖ νὰ μὴν λυγίσει.

Στὴν συνέχεια, ἀφοῦ ὑπέμεινε πολλὰ καὶ φρικτὰ βασανιστήρια παρέδωσε τὸ πνεῦμα του. Ἀξιοσημείωτο εἶναι, ὅτι ὅταν οἱ εἰδωλολάτρες ἐπιχείρησαν νὰ τοῦ κάψουν τὸ σῶμα, ξέσπασε μία δυνατὴ νεροποντὴ ἡ ὁποία ἔσβησε τὴ φωτιά.
Τὸ σῶμα τοῦ ἐνταφιάστηκε ἀπὸ τὴν γυναῖκά του τὴν Ναταλία, ἡ ὁποία μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ θάφτηκε δίπλα του, ἀφοῦ μαρτύρησε καὶ αὐτὴ γιὰ τὸν Χριστό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ἀναφαίρετον, ὄλβον ἡγήσω, τὴν σωτήριον, πίστιν τρισμάκαρ, καταλιπὼν τὴν πατρῴαν ἀσέβειαν· καὶ τῷ Δεσπότῃ κατ’ ἴχνος ἑπόμενος, κατεπλουτίσθης ἐνθέοις χαρίσμασιν· Ἀδριανὲ ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, ὁμοῦ σὺν Ναταλίᾳ τῇ θεόφρονι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Γυναικὸς θεόφρονος τοὺς θείους λόγους, ἐν καρδίᾳ θέμενος, Ἀδριανὲ Μάρτυς Χριστοῦ, ἐν ταῖς βασάνοις προσέδραμες, σὺν τῇ συζύγῳ, τὸ στέφος δεξάμενος.

 

Μεγαλυνάριον.
Λόγοις σε ἀλείφουσαν πρὸς ζωήν, τὴν σύνευνον ἔχων, Ναταλίαν Ἀδριανέ, σὺν αὐτῇ ἐδρέψω, ἐπιτηδείως Μάρτυς, καρπὸν τὸν ζωηφόρον, ἀθλήσας ἄριστα.

Οἱ Ἅγιοι 23 Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μαρτύρησαν διὰ ξίφους μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀδριανό.
Τὰ ὀνόματα τοὺς εἶναι: Ἀνατόλιος, Ἄνθιμος, Ἀντίοχος, Γεντήλιος, Ἐλευθέριος, Ἐρμογένης, Εὐήθιος, Εὐρετός, Εὐτύχιος, Θεαγώνης, Θεόδωρος, Θῦρσος, Ἰωάννης, Καρτερᾶς, Κλαύδιος, Κυριάκος, Μαρίνος, Μαρδώνιος, Μηνώδιος, Πλάτων, Συνετός, Τρωάδιος καὶ Φαρέτριος ( 4ος αἰ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Ἀττικὸς καὶ Σισίνιος οἱ Μάρτυρες 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ἴσως συνελήφθησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀδριανὸ στὴ Νικομήδεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Ἰβιστίων 

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀδριανός ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἀδριανός, διαφορετικὸς ἀπὸ τὸν προηγούμενο, ἔζησε τὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Λικίνιου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη καὶ ἦταν γιὸς τοῦ Βασιλιὰ τῆς Ρώμης Πρόβου, ὁ ὁποῖος βασίλευε τὸ 276.

Ὁ Ἀδριανὸς διέμεινε, μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Δομέτιο, ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἔγινε ἐπίσκοπος μετὰ τὸν Τίτο, στὸ Βυζάντιο. Ποθῶντας νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστὸ , πῆγε στὴν Νικομήδεια καὶ καταφέρθηκε ἐναντίον τοῦ Λικινίου ποὺ ταλαιπωροῦσε τὸν ρωμαϊκὸ στρατό, ἐναντίον τῶν χριστιανῶν.
Ὁ Λικίνιος τὸν συνέλαβε καὶ τὸν βασάνισε ἄγρια καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Τιθόης 

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
(Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτόν, γίνεται λόγος στὸν Εὐεργετινό).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Ἰωάσαφ γιὸς τοῦ βασιλιὰ τῆς Ἰνδίας Ἄβενιρ

Γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ Ὁσίου Ἰωάσαφ βρίσκουμε σὲ κάποιο διήγημα, ποὺ ἐπιγράφεται «Βαρλαάμ», καὶ ἀποδίδεται στὸν Ἰωάννη τὸ Δαμασκηνό. Τὸ περιεχόμενο συνοπτικὰ ἔχει ὡς ἕξης:

Ἐπὶ μεγάλου Κωνσταντίνου ὑπῆρχε στὶς Ἰνδίες κάποιος βασιλιάς, ποὺ τὸν ἔλεγαν Ἀβενίρ. Σ’ αὐτὸν λοιπόν, εἶπαν κάποιοι ἀστρολόγοι ὅτι ὁ νεογέννητος γιός του Ἰωάσαφ, κάποτε θὰ ἀσπασθεῖ τὴν χριστιανικὴ θρησκεία. Γιὰ νὰ ματαιώσει αὐτὴ τὴν «προφητεία» ὁ Ἀβενίρ, ἔκλεισε τὸ βασιλοπαίδι σὲ ἕνα ἀπομακρυσμένο παλάτι μαζὶ μὲ ὑπηρέτες καὶ δασκάλους, καὶ τοὺς συνέστησε νὰ μὴ ποῦν τίποτα στὸ παιδὶ γιὰ τὴν πίστη τῶν χριστιανῶν.

Ἐκεῖ ὁ Ἰωάσαφ μεγάλωσε καὶ τοῦ δόθηκε μεγάλη μόρφωση. Ἀλλὰ τοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὁ περιορισμὸς μέσα στὸν ὁποῖο ζοῦσε, καὶ ἀπαίτησε νὰ μάθει τὴν αἰτία. Κανεὶς ὅμως δὲν τοῦ ἔλεγε τίποτα. Αὐτὸς ὅμως, μετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις πρὸς τὸν πατέρα του, κατάφερε καὶ τὸν ἔπεισε νὰ βγαίνει ἔξω ἀπὸ τὸ παλάτι ἀλλὰ ὑπὸ αὐστηρὴ ἐπιτήρηση.

Σὲ κάποιο περίπατό του ὅμως, συνάντησε δυὸ φτωχοὺς γέρους, ποὺ τοὺς ἔδωσε γενναία ἐλεημοσύνη καὶ αὐτοὶ συγκινημένοι τοῦ ἀποκάλυψαν τὸ μυστικὸ τοῦ περιορισμοῦ του. Ἀπὸ τότε ὁ Ἰωάσαφ διψοῦσε νὰ μάθει γιὰ τὴ χριστιανικὴ θρησκεία.
Καὶ ὁ Θεὸς εὐλόγησε καὶ ἔμαθε, ἀπὸ κάποιον χριστιανὸ ἱερέα τὸν Βαρλαάμ, ποὺ κατάφερε νὰ μπεῖ στὸ παλάτι μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ πραγματευτῆ. Τελικὰ ὁ Ἰωάσαφ βαπτίστηκε, ἔκανε χριστιανὸ καὶ τὸν πατέρα του, ἀργότερα ἔγινε μοναχὸς καὶ δίδαξε στὴ χώρα του τὸ Εὐαγγέλιο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ εἰσηγήσει, φῶς προσέλαβες, θεογνωσίας, Ἰωάσαφ Ὁσίων ἀγλάϊσμα· τοῦ Βαρλαὰμ λαμπρυνθεὶς γὰρ τοῖς ῥήμασι, πρὸς ἀρετῶν τὴν ἀκρώρειαν ἔφθασας. Μεθ’ οὗ πρέσβευε, Τριάδι τῇ πανοικτίρμονι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῆς ζωῆς τὸν τίμιον λίθον πλουτήσας, Ἰωάσαφ πάνσοφε, διὰ τοῦ θείου Βαρλαάμ, ἀσκητικῶς ἠνδραγάθησας, σὺν τῷ σεπτῷ μυητῇ καὶ ἀλείπτῃ σου.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν ἀνάκτων ἡ καλλονή, καὶ τῶν Ἀποστόλων, ὑποτύπωσις ἀληθής· χαίροις τῶν Ὁσίων, ὀμότροπος ἐν βίῳ, παμμάκαρ Ἰωάσαφ, Ἀγγέλων σύσκηνε.

Ὁ Ἅγιος Γελάσιος 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr