Ἡ Ἁγία Μάρτυς Τατιανὴ καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Ἀλεξάνδρου τοῦ Σεβήρου (222 – 235 μ.Χ.). Ὁ πατέρας της εἶχε διατελέσει ὕπατος.

Ἡ Ἁγία Τατιανὴ εἶχε τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἀξίωμα τῆς διακόνισσας καὶ στὴν ὑμνολογία παρίσταται ὡς μαθήτρια τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου. Ἡ ἐπισημότητα τῆς καταγωγῆς της καὶ ὁ ἔνθεος ζῆλος μὲ τὸν ὁποῖο ἐκτελοῦσε τὰ διακονικά της καθήκοντα, ἔδωσαν στὴν Τατιανὴ περιφανὴ θέση μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν. Καὶ οἱ Ἐθνικοὶ ὅμως εἶχαν ἀκούσει περὶ αὐτῆς καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ δεχθοῦν τὸ γεγονὸς ὅτι μία τέτοια γυναίκα καταφρονοῦσε τὶς κοσμικὲς βλέψεις καὶ περιφρονοῦσε τὰ εἴδωλα, γιὰ νὰ ὑπηρετεῖ μὲ τόση αὐταπάρνηση τοὺς Χριστιανοὺς καὶ νὰ κηρύττει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου.
Ὅταν, ἐπὶ Σεβήρου, διατάχθηκε δίωξη τῶν Χριστιανῶν, ἡ Τατιανὴ συνελήφθη καὶ ἐπειδὴ διεκήρυττε τὴν πίστη της στὸν Χριστό, τὴν ὁδήγησαν μπροστὰ στὸ βασιλέα καὶ μαζὶ μὲ αὐτὸν εἰσῆλθε σὲ ἕνα εἰδωλολατρικὸ ναό. Ἐκεῖ ὅμως ἡ Ἁγία, μὲ μιὰ θερμὴ προσευχὴ στὸ Χριστό, συντάραξε τὰ ξόανα (τὰ ξύλινα ἀγάλματα) τῶν θεοτήτων τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τὰ γκρέμισε στὸ δάπεδο. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ τὴν ὑπέβαλαν σὲ βασανιστήρια. Τὴν κτύπησαν καὶ μὲ σιδερένια νύχια τῆς ξέσκισαν τὰ βλέφαρα. Ἔπειτα τὴν κρέμασαν καὶ τῆς ξύρισαν τὸ κεφάλι. Ἀκολούθως τὴν ἔριξαν πάνω σὲ φωτιά, ἀλλὰ δὲν ἔπαθε τίποτα. Κατόπιν τὴν ἔριξαν σὲ πεινασμένα ἄγρια θηρία, ἀλλὰ αὐτὰ δὲν τόλμησαν νὰ τὴν βλάψουν. Ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτά, οἱ εἰδωλολάτρες, ἔκοψαν τὴν Τίμια κεφαλὴ καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Ἁγία εἰσῆλθε μὲ τὸ στέφανο τῆς δόξας στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε. 
Ἰσχύϊ τῆς πίστεως, κραταιωθεῖσα σεμνή, νομίμως ἐνήθλησας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Τατιανὴ ἔνδοξε· πάσας γὰρ τὰς ἰδέας, τῶν δεινῶν ἐνεγκοῦσα, ᾔσχυνας τὸν Βελίαρ, τῇ ἀτρέπτῳ σου στάσει· ἐξ οὗ τῆς κακοτροπίας πάντας ἀπάλλαξον.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Παρθένος σεμνή, καὶ Μάρτυς ἀπερίτρεπτος, ἐδείχθης σαφῶς, Τατιανὴ θεόνυμφε· Χριστὸν γὰρ ποθήσασα, δι’ ἀγώνων τοῦτον ἐδόξασας· ὃν δυσώπει ῥῦσαι ἡμᾶς, παθῶν ἀδοξίας, καὶ παντοίων δεινῶν.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἱερῶν αἱμάτων σου ταῖς βαφαῖς, βάψασα χιτῶνα, ἀφθαρσίας πορφυραυγῆ, ᾧ καὶ στολισθεῖσα, Τατιανὴ θεόφρον, πρὸς φῶς ἀθανασίας, χαίρουσι ἔδραμες.

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Ἀβεσαλαμίτης

Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Πέτρος, διακρινόμενος γιὰ τὴν βαθιά του πίστη στὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὴν σωματική του εὐρωστία καὶ δύναμη, ὄντας σὲ νεαρὴ ἡλικία διεκήρυξε μὲ παρρησία ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ ἄρχοντας τῆς Ἐλευθερουπόλεως, ἀφοῦ δὲν κατόρθωσε νὰ δελεάσει μὲ κολακεῖες τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν τρομοκρατήσει μὲ ἀπειλές, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, τὸν παρέδωσε στὸ πῦρ, ὅπου ὁ Μάρτυρας ἐτελειώθη καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μέρτιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μέρτιος κατετάγη, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ), στὸ στρατιωτικὸ τάγμα, τὸ καλούμενο τῶν Μαύρων, στὴ Μαυριτανία. Ἐκεῖ τὸν πίεζαν νὰ προσφέρει θυσία στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος ὅμως δὲν πειθάρχησε στὶς ἐντολὲς τῶν εἰδωλολατρῶν.

Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἄρνηση τοῦ Ἁγίου Μερτίου νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, οἱ εἰδωλολάτρες τὸν κατήγγειλαν στὸν κυρίαρχό του, ὅτι αὐτὸς λάτρευε τὸν Ἰησοῦ. Τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιόν του. Ὁ Μάρτυρας παρουσιάσθηκε καὶ στάθηκε μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα μὲ σεμνότητα, ἀλλὰ καὶ ἄφοβη γενναιότητα. Ὁ Μέρτιος ὑποκλίθηκε πρῶτα, γιὰ νὰ δείξει ὅτι τιμᾶ τὸν ἄρχοντα, ἀλλὰ ἔπειτα ἀνένευσε καὶ ἀρνήθηκε νὰ συμμορφωθεῖ πρὸς τὴν διαταγή. Καὶ δεικνύοντας τὶς πληγές, ποὺ εἶχε μαχόμενος κάτω ἀπὸ τὴν σημαία τοῦ αὐτοκράτορα, δήλωσε ὅτι εὐλαβεῖται τὸ βασιλέα, ὅτι εἶναι ἕτοιμος νὰ δώσει τὸ αἷμά του ὑπὲρ τοῦ στρατιωτικοῦ καθήκοντος, ἀλλὰ ὅτι ἡ ψυχή του καὶ ἡ συνείδησή του ἀνήκουν στὴν λατρεία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Διοκλητιανὸς ἐξαγριώθηκε καὶ ἄρχισε νὰ ὑποβάλλει τὸν Ἅγιο σὲ ταπεινώσεις καὶ βασανιστήρια. Πρῶτα διέταξε νὰ τοῦ ἀφαιρέσουν τὴν ζώνη, ποὺ ἦταν τὸ διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ στρατιωτικοῦ του ἀξιώματος. Μὲ ἄλλα λόγια, τὸν καθαίρεσαν ἀπὸ τὸ στρατιωτικό του ἀξίωμα. Ἔπειτα τὸν μαστίγωσαν ἀλύπητα. Ἐπειδὴ ὅμως ἄντεξε στὰ βασανιστήρια καὶ δὲν ἔβγαλε οὔτε τὴν παραμικρὴ κραυγή, προκάλεσε κατάπληξη στὸν τύραννο καὶ ἐπαύξησε τὴν ὀργή του. Ἔτσι τὸ βασανιστήριο συνεχίστηκε ἐπὶ πολλὴ ὥρα, μέχρι ποὺ ὅλο τὸ σῶμα τοῦ Μάρτυρα ἔγινε μία ἀνοιχτὴ πληγή. Τότε, μὲ ἐντολὴ τοῦ ἀδίστακτου τυράννου, σταμάτησαν τὴν μαστίγωση τοῦ Μερτίου καὶ τὸν ἔριξαν στὴν φυλακή. Ἡ καρδιά του σκιρτοῦσε, διότι ἔμελλε ὁ εὐσεβὴς υἱὸς νὰ ὑπάγει πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα, ὁ πιστὸς στρατιώτης πρὸς τὸν Ἀρχιστράτηγο Χριστό, ὁ ἔνδοξος πρὸς τὸν μισθαποδότη Κύριο. Ἔτσι ὁ ἀθλητὴς αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ, παρέδωσε τὴν τίμια ψυχή του στὶς πατρικὲς ἀγκάλες τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ὀκτὼ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Ὀκτὼ Μάρτυρες κατάγονταν ἀπὸ τὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας καὶ μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Εὐθασία

Ἡ Ἁγία Εὐθασία μαρτύρησε διὰ ξίφους, προσφέρουσα στὸν Κύριο τὴν τιμία αὐτῆς κεφαλή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Τίγριος καὶ Εὐτρόπιος 

Οἱ Ἅγιοι Τίγριος ποὺ ἦταν Πρεσβύτερος καὶ Εὐτρόπιος ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Ἀρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.).
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Φιλόθεος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Φιλόθεος μαρτύρησε στὴν Ἀντιόχεια τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Ὁ Ἅγιος Ἐϊλιανὸς ἐκ Ρώμης 

Ὁ Ἅγιος Ἐϊλιανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη καὶ ἔζησε περὶ τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἦλθε στὴν Βρετανία, ὅπου ἀσκήτεψε θεοφιλῶς στὴν περιοχὴ βόρεια τοῦ Ἀνγκλέσεϋ καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἠλιοὺ ὁ Θαυματουργός

Ὁ Ὅσιος Ἠλιοὺ ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους διδασκάλους καὶ καθηγητὲς τῆς ἐρήμου. Εἶδε τὴν πείνα καὶ δὲν τὴν λογάριασε. Τὰ ψύχη καὶ τὰ ἀψήφησε. Τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν καταφρόνησε. Τὶς στερήσεις καὶ τὶς καταπάτησε. Τοὺς τυράννους καὶ τοὺς ἀντέβλεψε. Μύριους κατατρεγμοὺς καὶ τοὺς κατήσχυνε.

Τί φοβόταν μόνο; Τρία πράγματα, ὅπως ἔλεγε : τὴν ὥρα, κατὰ τὴν ὁποία ἔμελλε ἡ ψυχή του νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὸ σῶμα του, τὸν καιρό κατὰ τὸν ὁποῖο ἔμελλε νὰ φανεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴν στιγμή κατὰ τὴν ὁποία θὰ ἐξερχόταν ἡ περὶ αὐτοῦ ἀπόφαση τοῦ Δικαιοκρίτου καὶ Φιλανθρώπου Θεοῦ.
Ὁ Ὅσιος Ἠλιοὺ ὁ Θαυματουργὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Εὐπραξία 

Ἡ Ὁσία Εὐπραξία ἀσκήτεψε στὴν Ταβέννησο τῆς ἄνω Αἰγύπτου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Μνήμη Ναοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου πλησίον τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων 

Δὲν γνωρίζουμε σὲ ποιὸν ἀπὸ τοὺς ὁμώνυμους Ἁγίους ἦταν ἀφιερωμένος αὐτὸς ὁ ναός, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἴσως σήμερα νὰ ἑόρταζε τὴν μνήμη τῶν κτητόρων αὐτοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βενέδικτος

Ὁ Ἅγιος Βενέδικτος καταγόταν ἀπὸ ἀγγλοσαξονικὴ εὐγενὴ οἰκογένεια καὶ ὑπηρετοῦσε στὴν αὐλὴ τοῦ βασιλέως Ὄσγουϊ τῆς Νορθαμπρίας.

Σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἔγινε μοναχός. Μετέβη στὴν Ρώμη, ὅπου διδάχθηκε τὰ τῆς μοναχικῆς πολιτείας ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ μονάζοντες Πατέρες. Μὲ ἐντολὴ τοῦ Πάπα Βιταλιανοῦ (657 – 672 μ.Χ.) συνόδευσε τὸν Θεόδωρο, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας († 19 Σεπτεμβρίου), στὴ Βρετανία καὶ διορίσθηκε Ἡγούμενος στὴ Μονὴ Ἁγίου Αὐγουστίνου Καντουαρίας. Παρέμεινε ἐκεῖ γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα καὶ στὴ συνέχεια ἀναχώρησε γιὰ τὴν περιοχὴ τοῦ Γουεαρμάουθ, ὅπου ἵδρυσε μονές, οἱ ὁποῖες ἦσαν ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγησή του. Κάλεσε ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ τεχνίτες, γιὰ νὰ διδάξουν στοὺς Ἄγγλους τὴν τέχνη τῆς ἀνοικοδομήσεως ναῶν καὶ ἔκτισε τοὺς πρώτους λίθινους ναούς.

Σπουδαιότερος ἀπὸ τοὺς μαθητές του εἶναι ὁ Ἅγιος Βέδα (673 – 735 μ.Χ., † 27 Μαΐου), ὁ περίφημος συγγραφέας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τῆς Ἀγγλίας.
Ὁ Ἅγιος Βενέδικτος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 690 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μαρτινιανός 

Ὁ Ὅσιος Μαρτινιανὸς γεννήθηκε τὸ ἔτος 1397 στὸ χωριὸ Μπερεζνίκι τῆς ἐπαρχίας Βολογντὰ τῆς Ρωσίας καὶ ὀνομαζόταν Μιχαήλ. Ἀπὸ 13 ἐτῶν μόνασε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ποὺ βρισκόταν στὴν Λευκὴ Λίμνη τῆς Ρωσίας, στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Θεράποντος καὶ στὴ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ἁγίου Σεργίου, ὅπου ἔγινε Ἡγούμενος.
Ὁ Ὅσιος Μαρτινιανὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1483 σὲ ἡλικία 86 ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Γαλακτίων ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός

Ὁ Ὅσιος Γαλακτίων ἦταν μαθητὴς καὶ ὑποτακτικός του Ὁσίου Μαρτινιανοῦ (1483).
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1506 στὴ Ρωσία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος γεννήθηκε στὴν Ρωσία καὶ ἦταν συνασκητὴς τοῦ Ἁγίου Παϊσίου Βελιτσκόβσκυ, τοῦ ὁποίου τὴ μνήμη τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 15 Νοεμβρίου. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1802.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Μεσοπαντητίσσης ἐν Κρήτῃ

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Μεσοπαντητίσσης μετακομίσθηκε στὴν Κρήτη ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τοὺς χρόνους τῆς εἰκονομαχίας, γιὰ νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀσεβὴ μανία τῶν εἰκονομάχων. Κατὰ τὴν παράδοση ἔχει ἁγιογραφηθεῖ ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ.

Κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ἑνετικῆς κυριαρχίας στὴν Κρήτη, φυλασσόταν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Τίτου στὸν Χάνδακα (Ἡράκλειο). Κάθε Τρίτη ἔκαναν λιτανεία στὴν εἰκόνα οἱ εὐσεβεῖς Χριστιανοί. Ὅταν ὁ Χάνδακας κυριεύθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνούς, οἱ Ἐνετοὶ παρέλαβαν τὴ σεβάσμια εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ τὴ μετέφεραν στὴν Βενετία, ὅπου τὴν ἐναπέθεσαν στὸ ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Χαιρετισμῶν. Ἐκεῖ φυλάσσεται μέχρι σήμερα.
Ἀντίτυπο τῆς ἱερᾶς εἰκόνος βρίσκεται στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Τίτου, στὸ Ἡράκλειο, ὅπου τελεῖται καὶ ἡ ἑορτὴ τῆς Συνάξεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γαλακτοτροφούσης 

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γαλακτοτροφούσης βρισκόταν ἀρχικὰ στὴ Λαύρα τοῦ Ὁσίου Σάββα στὰ Ἱεροσόλυμα. Κατὰ τὸν 13ο αἰώνα μ.Χ. ἐπισκέφθηκε τὴ Λαύρα ὁ Ἅγιος Σάββας, Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Σερβίας († 14 Ἰανουαρίου), στὸν ὁποῖο ἀναφέρθηκε παράδοση σωσμένη στὸ μοναστήρι, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ὅσιος Σάββας εἶχε πεῖ ὅτι ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γαλακτοτροφούσης θὰ δωριζόταν στὸν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Σερβίας. Ἔτσι τοῦ χάρισαν τὴν ἁγία εἰκόνα. Ὁ Ἅγιος Σάββας τὴν πρόσφερε στὴ Μονὴ Χιλανδαρίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὴν θείαν σου Εἰκόνα ὡς τῆς δόξης σου σκήνωμα, Γαλακτοτροφοῦσα Παρθένε, προσκυνοῦντες δοξάζομεν· ἐκ ταύτης γὰρ πηγάζεις μυστικῶς, τὸ γάλα τῶν ἀΰλων δωρεῶν, καὶ ἐκτρέφεις τὰς καρδίας καὶ τὰς ψυχάς, τῶν πίστει ἐκβοώντων σοι· δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τοῖς θαυμασίοις σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου ἀφάτῳ χρηστότητι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὴν μητρικῶς θηλάζουσαν ὥσπερ βρέφος, τὸν ἐξ αὐτῆς ἀνερμηνεύτως γεννηθέντα, τὴν μόνην Θεοτόκον ὑμνήσωμεν, τὴν γαλακτοτροφοῦσαν Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν· πολλῶν γὰρ κινδύνων ἡμᾶς ῥύεται.

 

Μεγαλυνάριον.
Γαλακτοτροφούσης τὴν ἱεράν, καὶ σεπτὴν Εἰκόνα, προσκυνήσωμεν ἀδελφοί· χάριν γὰρ βλυσταίνει, ἀρρήτου συμπαθείας, καὶ θάλπει τὰς καρδίας, καὶ τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἀκαθίστου 

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου φυλάσσεται στὸ Καθολικό της ἱερᾶς μονῆς Χιλανδαρίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Τὸ ἔτος 1837, κατὰ τὴν διάρκεια πυρκαγιάς, οἱ μοναχοὶ ἔψαλλαν τὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο καὶ ἡ εἰκόνα παρέμεινε ἄθικτη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βασίλειος Σολόβσκι, τιμᾶται ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ταλλίνης καὶ Ἐσθονίας. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ  Ἁγίου Ἱερομάρτυρα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Γεννήθηκε περὶ τὸ 329 ἢ 330 μ.Χ. Ἦταν υἱὸς τοῦ Βασιλείου καὶ τῆς Ἐμμελείας. Ὁ πατέρας του καταγόταν ἀπὸ τὸν Πόντο καὶ ἡ μητέρα του ἀπὸ τὴν Καππαδοκία.

Ὁ Γρηγόριος, μολονότι εἶχε χειροτονηθεῖ ἀναγνώστης, δὲν σκεπτόταν νὰ γίνει κληρικός, οὔτε θεολόγος. Ὁ ἀδελφός του Βασίλειος, τὸν ὁποῖο θεωροῦσε πνευματικὸ πατέρα καὶ δάσκαλό του, τὸν εἵλκυσε στὴν ἱεροσύνη. Μετὰ τὴν ἐκπαίδευσή του στὴ Νεοκαισάρεια φοίτησε στὴν Καισάρεια μὲ σκοπὸ νὰ γίνει συνήγορος καὶ διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς, ὅπως ὁ πατέρας του καὶ οἱ πρόγονοί του.

Σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν, τὸ 371 ἢ 372 μ.Χ., παρακαλεῖται ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Μέγα Βασίλειο, Ἀρχιεπίσκοπο τότε Καισαρείας,νὰ δεχθεῖ τὴν Ἐπισκοπὴ Νύσσης. Ἡ Νύσσα (σήμερα Νεμσεχίρ) ἦταν ἀσήμαντη πόλη τῆς Καππαδοκίας, ἐπὶ τῆς ὁδοῦ ποὺ ὁδηγοῦσε ἀπὸ τὴν Καισάρεια στὴν Ἄγκυρα. Ὁ Γρηγόριος δέχθηκε, ἀπὸ μεγάλο σεβασμὸ στὸν Ἅγιο Βασίλειο.

Οἱ Ἀρειανοί, ὅμως, τοῦ ἔφεραν μεγάλες ἐνοχλήσεις. Ἀντιλαμβανόμενοι, ὅτι στὸ πρόσωπό του ἡ αἵρεσή τους θὰ εἶχε σπουδαιότατο πολέμιο, σχεδίασαν νὰ τὸν ἐξοντώσουν. Τὸν κατηγόρησαν λοιπόν, ὅτι ἐξελέγη Ἐπίσκοπος ἀντικανονικὰ καὶ σφετερίσθηκε χρήματα τῆς Ἐκκλησίας. Τὶς κατηγορίες ὑπέβαλε κάποιος μὲ τὸ ὄνομα Φιλόχαρης, ὄργανο τῶν Ἀρειανῶν, πρὸς τὸν διοικητὴ τοῦ Πόντου Δημοσθένη, πρὸς τὸν ὁποῖο ὁ Μέγας Βασίλειος ἔγραψε καὶ ἐπιστολή. Γιὰ τὴν κατηγορία τῆς καταχρήσεως παρακάλεσε νὰ γίνει ὁ ἔλεγχος γιὰ νὰ δειχθεῖ ἡ συκοφαντία, γιὰ τὴν ἀντικανονικὴ χειροτονία λέγει ὅτι ἡ εὐθύνη εἶναι δική του, διότι αὐτὸς χειροτόνησε καὶ ὅτι, σὲ κάθε περίπτωση, δὲν εἶναι σωστὸ νὰ δικάσει ἐπὶ τῆς ὑποθέσεως αὐτῆς σύνοδος Ἐπισκόπων, τῶν ὁποίων ἡ ἐκκλησιαστικὴ θέση δὲν ἦταν σὲ κανονικὴ τάξη.

Ἡ ἐπίκληση τοῦ Βασιλείου ἀπέβη ἄκαρπη. Ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης ἤθελε νὰ ἀποφευχθεῖ τὸ θέμα. Τὸ 376 μ.Χ. ὁ Γρηγόριος καθαιρεῖται ἐρήμην ἀπὸ σύνοδο Ἀρειανῶν Ἐπισκόπων τοῦ Πόντου καὶ τῆς Γαλατίας. Καὶ ὁ Γρηγόριος, καταδιωκόμενος, ἀναγκαζόταν νὰ πλανᾶται καὶ νὰ κρύβεται.

Ἡ περιπέτεια ἔληξε τὸν Αὔγουστο τοῦ ἔτους 378 μ.Χ., ὅταν ἀπέθανε ὁ Οὐάλης. Ὁ Γρηγόριος ἐπανῆλθε στὴ Νύσσα, ὅπου τοῦ ἐπιφυλάχθηκε θριαμβευτικὴ ὑποδοχή.

Κατὰ τὸ φθινόπωρο τοῦ 379 μ.Χ. ἔλαβε μέρος στὴ Σύνοδο τῆς Ἀντιόχειας, ἡ ὁποία συνῆλθε ἰδίως γιὰ τὴν αἵρεση τοῦ Ἀπολλιναρίου. Ὁ Ἀπολλινάριος, ἐρμηνεύοντας κατὰ γράμμα χωρίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς (κατὰ Ἰωάννη α’ 14), ὑποστήριζε ὅτι ὁ Θεὸς Λόγος ἔγινε σάρκα, ὄχι σάρκα καὶ ψυχή. Ἀρνήθηκε τὸν ἀνθρώπινο νοῦ, τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ καὶ θέληση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς στοιχεῖα διασπαστικὰ τῆς ἑνότητός Του καὶ ἀντίθετα πρὸς τὴν τελειότητά Του καὶ ἀντικατέστησε τὰ στοιχεῖα αὐτὰ μὲ τὴ θεία ἐπενέργεια. Δίδασκε, δηλαδή, στὴν οὐσία, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν εἶναι τέλειος Θεὸς οὔτε τέλειος ἄνθρωπος. Πολλοὶ νόμιζαν ὅτι ὁ Ἀπολλινάριος δέχθηκε τὴν ἐπίδραση τῆς πλατωνικῆς καὶ νεοπλατωνικῆς φιλοσοφίας, ἀλλὰ τὸ πιθανότερο εἶναι, καθὼς πιστεύει ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ὅτι ἀφετηρία στὴ χριστολογική του διδασκαλία εἶναι χωρίο ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (πρὸς Θεσσαλονικεῖς Α’, ε’ 23). Στὴ Σύνοδο ὁ Ἅγιος ἀνασκεύασε τὶς κακόδοξες θεωρίες τοῦ Ἀπολλιναρίου. Ἐπίσης, ἡ Σύνοδος τοῦ ἀνέθεσε ἀποστολὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Βαβυλωνίας καὶ μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτὴ ἐπισκέφθηκε καὶ τοὺς Ἁγίους Τόπους.

Τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεως ἀποτελεῖ τὴν παράδοση, ἡ ὁποία μεταβιβάζεται «πατρόθεν» ὡς κλῆρος κατὰ διαδοχὴ στοὺς Ἀποστόλους διὰ τῶν Πατέρων στὶς ἑκάστοτε νεότερες γενιές. Ἔτσι, ὁ Ἅγιος συμμετεῖχε, ἐπίσης, στὴ Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία συνῆλθε τὸ ἔτος 381 μ.Χ., στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379 – 395 μ.Χ.), γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ καὶ νὰ ἀποφανθεῖ κατὰ τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν, τὶς ὁποῖες δίδασκε ὁ Μακεδόνιος περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στὴ Σύνοδο αὐτὴ ὁ Γρηγόριος ἀναδείχθηκε ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀφοῦ κατατρόπωσε τοὺς δυσσεβεῖς αἱρετικοὺς μὲ τὴν δύναμη τῶν λόγων του καὶ μὲ ἁγιογραφικὲς ἀποδείξεις. Στὶς συζητήσεις ἐκεῖνες ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης διακρίθηκε τόσο, ὥστε ἂν ὀνομασθεῖ Πατὴρ πατέρων καὶ Νυσσαέων φωστήρ. Καὶ ὁ Θεοδόσιος τὸν προσονόμασε στύλο τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τονίζει ἰδιαίτερα τὴν συνεργασία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν προσωπικὴ Πνευματικὴ ζωὴ κάθε μέλους τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Πνευματικὴ ζωὴ παρουσιάζεται στὴ διδασκαλία του ὡς συνεχὴ ἀνοδικὴ πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν τελείωση καὶ αὐτὴ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴ συνεργία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Ὁ προσωπικὸς ἀγώνας τοῦ κάθε πιστοῦ μαζὶ μὲ τὴ Χάρη τοῦ Παρακλήτου ἀποτελοῦν τὶς δυὸ προϋποθέσεις γιὰ τὴν πνευματικὴ τελειότητα.

Ὁ αὐτοκράτορας, ἀνταποκρινόμενος σὲ ὑπόδειξη τῆς Συνόδου, ὅρισε διὰ νόμου, ὅτι ἔπρεπε νὰ θεωροῦνται αἱρετικοὶ ὅσοι δὲν ἤσαν σὲ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο. Περιελήφθησαν δὲ μαζὶ μὲ τὸν Γρηγόριο ὡς κανονικοὶ καὶ νόμιμοι Ἐπίσκοποι καὶ δυὸ ἄλλοι, ὁ Καισαρείας Ἑλλάδιος καὶ ὁ Μελιτηνῆς Ὀτρήϊος.

Τὸ ἔτος 385 μ.Χ. ἔρχεται καὶ πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ ἐκφωνήσει τοὺς ἐπικήδειους λόγους του στὴ βασιλόπαιδα Πουλχερία καὶ στὴ βασίλισσα Πλακίλλα, σύζυγο τοῦ αὐτοκράτορα. Καὶ πάλι ἀναγκάζεται νὰ ἔλθει στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 394 μ.Χ., προκειμένου νὰ συμμετάσχει σὲ Σύνοδο ποὺ συγκροτήθηκε μὲ ἀφορμὴ τὴ διαμάχη τῶν Ἐπισκόπων Βαγαδίου καὶ Ἀγαπίου, οἱ ὁποῖοι διεκδικοῦσαν καὶ οἱ δυὸ τὴν Ἐπισκοπὴ Βόστρων τῆς Ἀραβίας.

Ὑπῆρξε ἔξοχος ρήτορας, σοφὸς συγγραφέας ἱερῶν συγγραφῶν καὶ ζηλωτὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Ὁ Θεόδωρος Πρόδρομος δίδει σὲ ποίημά του μία ἔνδειξη περὶ τῶν προσώπων τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν τὸν κορμὸ τῆς κατηγορίας τῶν Πατέρων, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἀναφέρει καὶ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης :

 

«Τὸν Γρήγορον νοῦν, τὴν Βασίλειον χάριν,

Τὸ χρύσιον μέλημα τοῦ Χρυσοστόμου,

Τὸ Γρηγορίου φθέγμα τοῦ Νυσσαέως,
Τὸν Μάξιμον, τὸ θαῦμα τῆς ἡσυχίας».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως. 
Θείαν γρήγορσιν, ἐνδεδειγμένος, στόμα σύντονον, τῆς εὐσέβειας, ἀνεδείχθης Ἱεράρχα Γρηγόριε· τῇ γὰρ σοφίᾳ τῶν θείων δογμάτων σου, τῆς Ἐκκλησίας εὐφραίνεις τὸ πλήρωμα. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.

Τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἔνθεος Ἱεράρχης, καὶ τῆς σοφίας σεβάσμιος μυστολέκτης, Νύσσης ὁ γρήγορος νοῦς Γρηγόριος, ὁ σὺν Ἀγγέλοις χορεύων, καὶ ἐντρυφῶν τῷ θείῳ φωτί, πρεσβεύει ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικὸς.
Τὸ ὄμμα τῆς ψυχῆς, γρηγορῶν Ἱεράρχα, ὡς γρήγορος Ποιμήν, ἀνεδείχθης τῷ κόσμῳ, καὶ ράβδῳ τῆς σοφίας σου, παμμακάριστε Ὅσιε, πάντας ἤλασας, τοὺς κακοδόξους ὡς λύκους, ἀδιάφθορον, διατηρήσας τὴν ποίμνην, Γρηγόριε πάνσοφε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς σοφίας ὁ θησαυρός, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, θεορρήμων ὑφηγητής· χαίροις θεοφθόγγων, δογμάτων ἡ κιθάρα, Γρηγόριε παμμάκαρ, Νύσσης ὁ πρόεδρος.

Ἡ Ἁγία Θεοσεβία ἡ Διακόνισσα

Ἡ Ἁγία Θεοσεβία ἦταν Διακόνισσα καὶ ἀδελφή, ὄχι σύζυγος ὅπως θεωρεῖται ἀπὸ πολλούς, τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, Ἐπισκόπου Νύσσης. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τὴν ἀποκαλεῖ «ὄντως ἱερά, τὸ τῆς Ἐκκλησίας καύχημα, τὸ τοῦ Χριστοῦ καλλώπισμα, τὸ τῆς καθ’ ἡμᾶς γενεᾶς ὄφελος, τὴν γυναικῶν παρησσίαν καὶ τῶν μεγάλων μυστηρίων ἀξίαν».
Ἡ Ἁγία Θεοσεβία κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 385 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Δομετιανὸς Ἐπίσκοπος Μελιτηνῆς 

Ὁ Ὅσιος Δομετιανὸς ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408 – 450 μ.Χ.). Οἱ γονεῖς του, Θεόδωρος καὶ Εὐδοκία, διακρίνονταν γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὸν πλοῦτο τους. Ὁ Δομετιανὸς ἔλαβε ἐκπαίδευση ποὺ στηριζόταν στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ σοφία καὶ στὴν Ἁγία Γραφή. Ἦταν ἔγγαμος, ὅμως γιὰ λίγο χρονικὸ διάστημα, ἐπειδὴ ἀπεβίωσε ἡ σύζυγός του. Ὕστερα ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔστρεψε ὅλα τὰ ἐνδιαφέροντά του πρὸς τὴν κατὰ Θεὸν φιλοσοφία. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Μελιτηνῆς σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν.

Ὁ Ὅσιος Δομετιανός, ἀφοῦ συνδύασε τὴν πολιτικὴ σύνεση μὲ τὴν ἀσκητικὴ ἀγωγή, δὲν ἔγινε πρόξενος σωτηρίας μόνο στοὺς Χριστιανοὺς τῆς ἐπαρχίας του, ἀλλὰ καὶ γενικὰ σὲ ὅλο τὸ Γένος τῶν Ἑλλήνων. Πολλὲς φορὲς ὁ βασιλεὺς Μαυρίκιος τὸν εἶχε στείλει στὴν Περσία γιὰ τὴν διευθέτηση διαφόρων ὑποθέσεων. Ἐκεῖ πέτυχε νὰ ἐπαναφέρει στὸν θρόνο του τὸν βασιλέα Χοσρόη, τὸν ὁποῖον εἶχε ἐκθρονίσει, μὲ ἐπανάσταση, κάποιος ὀνόματι Βαράμ. Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐπιτυχία αὐτὴ τοῦ Δομετιανοῦ, ὁ Χοσρόης ἔγινε ὑποτελὴς στοὺς Βυζαντινοὺς καὶ πλήρωνε χρήματα στὸ Βυζάντιο.

Μετὰ τὰ γεγονότα αὐτὰ οἱ βασιλεῖς τὸν βοήθησαν στὴν ἀνοικοδόμηση Ἐκκλησιῶν καὶ φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων.
Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 602 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐνταφιάσθηκε μὲ τιμὲς ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Κυριακὸ στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Λέγεται, ὅτι λίγο καιρὸ μετά, τὸ ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ ἀνεκομίσθη στὴ Μελιτηνὴ καὶ ἔκανε πολλὰ θαύματα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ. 
Ὡς καθαρὸς καὶ φωτισμοῦ θείου πλήρης, τὴν τοῦ ποιμαίνειν ἐπιστεύθης φροντίδα, τοὺς ἄρνας Πάτερ Ὅσιε Χρίστου τοῦ Θεοῦ· ὅθεν δι’ ἀσκήσεως, καὶ ποικίλων θαυμάτων, τῆς ἱεραρχίας σου, τὴν χλαμύδα κοσμήσας, τῆς Ἐκκλησίας Δομετιανέ, ὤφθης κοσμήτωρ, αὐτῆς προϊστάμενος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γεγενημένος δοχεῖον, ἐν τῷ ὕψει ἔλαμψας, τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας· χάριτι, ἱερωσύνης γὰρ διαπρέπων, ἅπασι, δι’ ἀρετὴν αἰδέσιμος ὤφθης, Δομετιανὲ τρισμάκαρ, Ἀρχιερέων τὸ ἐγκαλλώπισμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔλαμψας ὡς ἄστρον περιφανές, ταῖς τῶν πανολβίων, ἀρετῶν σου μαρμαρυγαῖς, καὶ τὴν Ἐκκλησίαν, ἀειφανῶς πυρσεύεις, ὦ Δομετιανέ σε, ἀεὶ γεραίρουσαν.

Ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς Πρεσβύτερος καὶ Οἰκονόμος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας

 Ἅγιος Μαρκιανὸς ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς βασιλείας τοῦ Μαρκιανοῦ καὶ τῆς Πουλχαρίας, δηλαδὴ περὶ τὸ 450 – 474 μ.Χ. Οἱ πρόγονοί του κατάγονταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ εἶχαν μετοικήσει στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ Ἅγιος εἶχε ἀρχικὰ προσχωρήσει στὴν αἵρεση τῶν Ναυατιανῶν καὶ ἀφοῦ μετανόησε ἐπέστρεψε στὴν πατρώα εὐσέβεια καὶ δαπάνησε τὴν περιουσία του στὴν ἀνοικοδόμηση καὶ ἐπισκευὴ ναῶν.

Ὁ Ἅγιος ἔχτισε τὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης, πρὸς τὸ μέρος τῆς θάλασσας καὶ ἕνα μικρὸ παρεκκλήσιο τοῦ ναοῦ αὐτοῦ ἀφιέρωσε στὸν Ἅγιο Ἰσίδωρο. Ἐπίσης ἀνέγειρε καὶ τὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Ἀναστασίας, στὶς στοὲς τοῦ Δομνίνου ποὺ ἐγκαινίασε ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος, τὸν ὁποῖο καὶ διέσωσε ἀπὸ τὴ φωτιά. Πραγματικά, ἐνῶ ἡ φωτιὰ εἶχε καταφάει ὅλα τὰ γύρω κτίσματα, ὁ Ἅγιος ἀνέβηκε στὴν ὀροφὴ τοῦ ναοῦ, στάθηκε ὄρθιος, ὕψωσε τὰ χέρια του πρὸς τὸν οὐρανὸ καὶ παρακάλεσε τὸν Θεὸ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ναοῦ. Ἡ προσευχή του εἰσακούσθηκε καὶ ἡ φωτιὰ ἔσβησε. Μὲ πρωτοβουλία του κτίσθηκε καὶ ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Στρατονίκου.

Ὁ Ἅγιος διακρίθηκε ὡς πρεσβύτερος καὶ οἰκονόμος τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τοὺς πάσχοντες καὶ τοὺς πτωχοὺς ἦταν μεγάλη.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Μαρκιανοῦ ἐτελεῖτο στὸ Προφητεῖο τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, κοντὰ στὴν Κινστέρνα, δηλαδὴ δεξαμενή, τῆς Μωκησίας «ἐν τοῖς Δανιήλ», ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μωκίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀμμώνιος 

Ἀμμώνιοι Ὅσιοι ποὺ διέπρεψαν σὲ ἁγιότητα βίου ἀναφέρονται τρεῖς :
Ὁ ἕνας ἦταν μαθητὴς τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Ὁ ἄλλος ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἀββᾶ Παμβώ, ὁ ὁποῖος ἀπέκοψε τὸ αὐτί του μόνος γιὰ νὰ μὴν γίνει Ἐπίσκοπος. Καὶ ὁ τρίτος κατασκεύαζε κελιὰ γιὰ νὰ μείνουν οἱ νέοι μοναχοὶ ποὺ προσέρχονταν στὴ Σκήτη. Ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς εἶναι ὁ ἀναφερόμενος εἶναι ἄγνωστο. Γνωρίζουμε μόνο ὅτι ὅλοι ἔζησαν στὴν ἔρημο καὶ πέρασαν τὴν ζωή τους ὁσιακά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Παῦλος τῆς Ὀμπνόρα γεννήθηκε στὴ Μόσχα περὶ τὸ ἔτος 1317. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸ μοναχικὸ βίο ὁδήγησε τὰ βήματά του σὲ μονὴ τῆς περιοχῆς Πριλούκι  τῆς Ρωσίας. Στοὺς ἀσκητικούς του ἀγῶνες μιμήθηκε τὸν Ἅγιο Σέργιο τοῦ Ραντονὲζ καὶ ἔγινε ἀπὸ τοὺς πιὸ ὀνομαστοὺς καὶ ἀγαπημένους στάρετς (Γέροντες) τῆς Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Παῦλος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1429 σὲ ἡλικία 112 ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Μακάριος ὁ ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Μακάριος της Πίσμα ἔζησε κατὰ τὸν 14ο καὶ 15ο αἰώνα μ.Χ. Τὰ πρότυπά του ἦταν ὁ Ἅγιος Σέργιος τοῦ Ραντονὲζ καὶ ὁ Ὅσιος Παῦλος τῆς Ὀμπνόρα. Ἔτσι ἀκολούθησε τὴν ἐρημικὴ ζωὴ καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἁγιότητα καὶ αὐστηρότητα τοῦ βίου του. Ὁ Ὅσιος Μακάριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀντίπας ὁ Ἀθωνίτης

Ὁ Ὅσιος Ἀντίπας γεννήθηκε τὸ 1816 στὸ Καλαποδέστι Ρουμανίας, στὴν περιοχὴ τοῦ Μπουζάου ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους, τὸν διάκονο Κονσταντὶν Λουτσιὰν καὶ τὴν Αἰκατερίνη Μανάσε, ποὺ ἀργότερα ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Ἐλισάβετ. Τὸ κοσμικὸ ὄνομα τοῦ Ὁσίου ἦταν Ἀλέξανδρος.
Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀγαποῦσε τὸ μοναχικὸ βίο, γι’ αὐτὸ ἔγινε μοναχός. Ἀσκήτεψε γιὰ πολλὰ χρόνια στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου τῆς Μολδαβίας τῆς Ρουμανίας καὶ κατέληξε στὸ νησὶ Λάντογκα, κοντὰ στὴ Φιλανδία, ὅπου μόνασε στὴ Μονὴ Βάλαμο. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος Ἀντίπας μετέφερε τὸ ἡσυχαστικὸ πνεῦμα τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1882.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἐρημίτης 

Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης, κατὰ κόσμο Γεώργιος Γκοβόροβ, γεννήθηκε στὶς 10 Ἰανουαρίου 1815 στὸ χωριὸ Ὄρελ τῆς Ρωσίας. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Βασίλειος καὶ Τατιάνα. Σπούδασε στὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τοῦ Λιβὲνκ καὶ στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Στὶς 11 Φεβρουαρίου 1841 κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Θεοφάνης. Ἐργάσθηκε Ἱεραποστολικὰ καὶ τὸ 1855 ἀνέλαβε τὴ διεύθυνση τῆς ἐκκλησιαστικῆς σχολῆς Ὅλονετς. Τὸ ἔτος 1856 ταξίδεψε γιὰ ἐκκλησιαστικὲς ὑποθέσεις στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ στὶς 29 Μαΐου 1859 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ταμπὼφ καὶ Βλαντιμίρ.

Λίγο ἀργότερα ἀφιερώνεται στὴν ἄσκηση καὶ ζεῖ ἔγκλειστος ἀκολουθώντας τὸν βίο τῶν Ἁγίων Ἀσκητῶν τῆς Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ ἔτος 1894.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πολύευκτος ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν αὐτοκρατόρων Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) καὶ Οὐαλεριανοῦ (251 – 259 μ.Χ.). Ὅταν κηρύχθηκε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν καὶ αὐτοὶ διετάχθησαν νὰ ἐπιστρέψουν στὴν εἰδωλολατρία, ὑπῆρξε ὁ πρῶτος ποὺ μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστὸ στὴ Μελιτηνὴ τῆς Ἀρμενίας, ὅπου ἐκτελοῦσε τὰ στρατιωτικά του καθήκοντα.

Ὁ Ἅγιος Πολύευκτος, χωρὶς νὰ δειλιάσει, διεκήρυξε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ μὲ Πνευματικὴ ἀνδρεία συνέτριψε τὰ εἴδωλα ποὺ λάτρευαν οἱ ἐθνικοί. Οἱ παραινέσεις τοῦ πεθεροῦ του, καθὼς καὶ οἱ θρηνώδεις κραυγὲς τῆς γυναίκας του, δὲν τὸν κλόνισαν καθόλου. Παρέμεινε σταθερὸς στὴν ὁμολογία του, γεγονὸς ποὺ ἐπιβεβαίωσε καὶ στὸν Μάρτυρα Νέαρχο, τὸν φίλο του, ποὺ φοβόταν μήπως ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἔτσι, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Πολύευκτος μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Πολυεύκτου ἐτελεῖτο στὸ σεπτὸ ναὸ ποὺ ἀνήγειραν οἱ πιστοὶ στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου του, ποὺ ἔκειτο κοντὰ στὴν περιοχὴ τοῦ Φιλαδελφίου καὶ τοῦ Ταύρου Κωνσταντινουπόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης. 
Μυηθεῖς οὐρανόθεν εὐσεβείας τὴν ἔλλαμψιν, ὤφθης στρατιώτης γενναῖος, τοῦ Σωτῆρος Πολύευκτε· καὶ ξίφει ἐκτμηθεὶς τὴν κεφαλήν, Μαρτύρων ἠριθμήθης τοῖς χοροῖς, μεθ’ ὧν πρέσβευε θεόφρον διὰ παντός, ὑπὲρ τῶν ἐκβοώντων σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δωρουμένῳ διὰ σοῦ, πᾶσι τὰ κρείττονα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ Σωτῆρος κλίναντος ἐν Ἰορδάνῃ, κεφαλὴν ἐθλάσθησαν, αἱ τῶν δρακόντων κεφαλαί· τοῦ Πολυεύκτου ἡ κάρα δέ, ἀποτμηθεῖσα τὸν δόλιον ᾔσχυνε.

 

Μεγαλυνάριον.
Πολύευκτον χάριν ἐπιποθῶν, πολύευκτον πίστιν, προσελάβου ὡς νουνεχής· ὅθεν πολυεύκτου, τρυφῆς κατηξιώθης, Πολύευκτε τρισμάκαρ, ἀθλήσας ἄριστα.

Ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος ὁ Θαυματουργός 

Ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος καταγόταν ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Ταρσίας (Ταρσὸς Βιθυνίας στὴ Μικρὰ Ἀσία), ἡ ὁποία ἀνῆκε στὴ μεγάλη διοικητικὴ περιφέρεια τῶν Ὀπτημάτων καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ τὴν κωμόπολη ποὺ ἔφερε τὸ ὄνομα Βιτζιανὴ καὶ ἔζησε τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. Οἱ γονεῖς του, Γεώργιος καὶ Μεγεθώ, ἦταν εὐσεβεῖς καὶ εὔποροι. Ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου καὶ οἱ γονεῖς του φρόντισαν καὶ γιὰ τὴν ἐκπαίδευσή του. Ὅταν συμπλήρωσε τὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του ἡ καρδιά του κυριεύθηκε ἀπὸ Θεῖο ἔρωτα. Τότε ἄφησε τοὺς γονεῖς του καὶ μετέβη στὸν Ὄλυμπο, στὸ Μοναστήρι τοῦ Αὐγάρου, στὸ ὁποῖο μόναζαν οἱ θεῖοι του, ἀπὸ τὴ μητέρα του, Γρηγόριος καὶ Βασίλειος. Ἐκεῖ λοιπόν, ἔγινε δεκτὸς ἀπὸ τοὺς θείους του καὶ ἀκολούθησε καὶ αὐτὸς τὴν ἐπίπονη καὶ σκληρὴ ζωὴ τοῦ μοναχοῦ.

Ὁ Ὅσιος καθημερινὰ διακονοῦσε τοὺς πάντες μὲ πρόθυμη καρδιὰ καὶ ταπεινὸ φρόνημα. Δὲν ἐνδιαφερόταν γιὰ τίποτε ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου. Δὲν εἶχε τίποτε στὴν κατοχή του, παρὰ μόνο ἕνα τρίχινο ἔνδυμα καὶ ἕνα ὕφασμα ἀπὸ μαλλὶ προβάτου. Δὲν εἶχε οὔτε τόπο ὁρισμένο γιὰ νὰ κοιμᾶται. Λένε μάλιστα, ὅτι ἀπὸ τότε ποὺ ἔγινε μοναχός, στὰ ἑβδομήντα πέντε τοῦ ἀσκητικοῦ του βίου, δὲν κοιμήθηκε ποτὲ ὕπτιος ἢ μὲ τὸ ἀριστερὸ πλευρό.

Ὅταν πέθαναν οἱ πρὸ αὐτοῦ ἡγούμενοι τῆς μονῆς, οἱ πατέρες ἐμπιστεύθηκαν στὸν Ὅσιο τὴ διοίκηση τῆς μονῆς καὶ τὸν ἀνέδειξαν ἡγούμενο.

Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ἐπέστρεψε νικητὴς ἀπὸ τὸν πόλεμο κατὰ τῶν Βουλγάρων, ὁ εἰκονομάχος Λέων ὁ Ε’ (813 – 820 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἀνέτρεψε τὸν εὐσεβέστατο αὐτοκράτορα Μιχαήλ. Ἡ αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας ἄρχισε νὰ φουντώνει. Ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος, μετὰ ἀπὸ προτροπὴ τοῦ Ὁσίου Ἰωαννικίου τοῦ Μεγάλου († 4 Νοεμβρίου), ἄφησε τὴ Μονὴ καὶ ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του. Μόλις ὅμως ἔγινε ἡ ἀναστήλωση τῶν ἁγίων εἰκόνων, ὁ Ὅσιος ἐπανῆλθε στὸ μοναστήρι του. Ἡ μέρα περνοῦσε μὲ Πνευματικὰ γυμνάσματα καὶ ἄσκηση καὶ ἡ νύκτα μὲ ἀγρυπνίες καὶ γονυκλισίες. Ἡ μονολόγιστη ἐλπίδα, ἡ εὐχὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἦταν στὴν καρδιὰ καὶ τὰ χείλη του. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας.

Ὁ Ἅγιος προεῖδε, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὸ θάνατό του. Λίγο πρὶν ἀπέλθει ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή, κάλεσε τοὺς μοναχοὺς καὶ τοὺς εἶπε : «Ἀδελφοί, ὁ χρόνος τῆς ἐπίγειας ζωῆς μου ἔφθασε στὸ τέλος του. Λοιπόν, τέκνα μου ἀγαπητά, νὰ φυλάξετε τὴν παρακαταθήκη ποὺ παραλάβατε, γιατί τὰ πράγματα τῆς παρούσας ζωῆς εἶναι πρόσκαιρα καὶ μάταια, ἐνῶ τῆς μέλλουσας ζωῆς εἶναι ἄφθαρτα καὶ αἰώνια». Μόλις τελείωσε τὰ σύντομα αὐτὰ λόγια, τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Ἔπειτα, ἀφοῦ ὕψωσε τὸ βλέμμα του στὸν οὐρανό, εἶπε, «Κύριε, εἰς τὰς χείρας σου παραδίδω τὸ πνεῦμά μου».
Ἔτσι ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ ἡλικία 95 ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ὅσιοι Βασίλειος καὶ Γρηγόριος οἱ Θαυματουργοί 

Οἱ Ὅσιοι Βασίλειος καὶ Γρηγόριος ἦταν θεῖοι τοῦ Ἁγίου Εὐστρατίου καὶ ἔζησαν τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ἀσκήτεψε στὴ Μονὴ τῶν Αὐγάρων. Καὶ οἱ δυὸ ἀξιώθηκαν νὰ λάβουν ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Πέτρος Ἐπίσκοπος Σεβαστείας 

Ὁ Ἅγιος Πέτρος γεννήθηκε στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας τὸ 349 μ.Χ. Ὁ πατέρας του Βασίλειος, ἦταν ρήτορας, ἐγκατεστημένος στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου καὶ ἦταν υἱὸς τῆς Μακρίνης, ἡ ὁποία ὑπέστη πολλὰ μετὰ τοῦ συζύγου της κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦ Μαξιμίνου γιὰ τὴν πίστη τους στὸν Χριστό.

Ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου Πέτρου ὀνομαζόταν Ἐμμέλεια, καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, ἦταν θυγατέρα Μάρτυρος, εὐλαβέστατη καὶ πολὺ φιλάνθρωπη. Ἀπὸ τὸν γάμο της μὲ τὸν Βασίλειο γεννήθηκαν ἐννέα παιδιά, ἀπὸ τὰ ὁποία τὰ τέσσερα ἦταν ἀγόρια. Τὸ πρωτότοκο παιδί τους ἦταν ἡ Μακρίνα ἡ ὁποία μετὰ τὸν θάνατο τοῦ μνηστήρα της, ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση. Πρὸ τοῦ Πέτρου γεννήθηκε ἡ Θεοσεβία. Ἀπὸ τὰ τέσσερα ἀγόρια, τρεῖς ἔγιναν Ἐπίσκοποι, ὁ Βασίλειος στὴν Καισάρεια, ὁ Γρηγόριος στὴ Νύσσα καὶ ὁ Πέτρος στὴ Σεβαστεία. Ὁ Ναυκράτιος πέθανε νέος, σὲ ἡλικία 27 ἐτῶν.
Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς ποὺ ἵδρυσε ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ ὁποῖος τὸ ἔτος 370 μ.Χ. τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο καὶ τὸ 380 μ.Χ., Ἐπίσκοπο Σεβαστείας τῆς Μ. Ἀρμενίας. Ἔλαβε μέρος στὴν Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 392 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα ἡ Μάρτυς

Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα καταγόταν ἀπὸ τὴν Νικομήδεια καὶ τελειώθηκε στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ στὰ Μηναῖα. Μνημονεύεται στὸ Λαυριωτικὸ Κώδικα Γ’ 24 φ. 112α, ὅπου ἀναφέρεται ὅτι μαρτύρησε σὲ στάδιο ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀδριανὸς Ἡγούμενος Καντουαρίας 

Ὁ Ἅγιος Ἀδριανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀφρικὴ καὶ ἔγινε Ἡγούμενος τῆς μονῆς Νερίντα, ποὺ ἦταν στὴ Νεάπολη τῆς Ἰταλίας. Ὁ Πάπας Βιταλιανὸς (657 – 672 μ.Χ.) τοῦ πρότεινε δύο φορὲς νὰ ἀναλάβει τὴ χηρεύουσα Ἀρχιεπισκοπὴ Καντουαρίας, δὲ διαδοχὴ τοῦ Θεοδοσίου, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀρνήθηκε καὶ ὑπέδειξε ὡς κατάλληλο πρόσωπο τὸν Ἕλληνα μοναχὸ Θεόδωρο ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας († 19 Σεπτεμβρίου). Ὁ Πάπας συμφώνησε ὑπὸ τὸν ὄρο ὅτι ὁ Ἅγιος θὰ μετέβαινε μὲ τὸν Θεόδωρο στὴ Βρετανία ὡς συνεργάτης αὐτοῦ.

Ὅταν ἔφθασαν ἐκεῖ, ὁ Ἅγιος Ἀδριανὸς διορίσθηκε ὡς διευθυντὴς τῆς σχολῆς τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου Καντουαρίας καὶ συνετέλεσε στὴν ἀνύψωση τῆς σχολῆς. Προσείλκυσε κοντά του πλῆθος μαθητῶν στοὺς ὁποίους δίδασκε Θεολογία, Ἑλληνικά, Λατινικά, Ποίηση καὶ Ἀστρονομία.
Ὁ Ἅγιος, διακρινόμενος γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ τὴν πνευματικότητά του, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 710 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Brithwald 

Ὁ Ἅγιος Brithwald διαδέχθηκε στὸν θρόνο τὸν Ἅγιο Θεόδωρο τὸν ἐκ Ταρσοῦ († 19 Σεπτεμβρίου). Ἦταν ἄριστος γνώστης τῶν Γραφῶν καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Στὸν Ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τῆς Καντουαρίας ἀνῆλθε τὸ ἔτος 693 μ.Χ. Ὑπῆρξε καλὸς ποιμένας καὶ κανόνας πίστεως καὶ ἀρετῆς.
Ὁ Ἅγιος Brithwald κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 731 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Μνήμη Μεγάλου Σεισμοῦ 

Σύμφωνα μὲ τὸ Συναξάρι, τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἔγινε ὁ μεγάλος καὶ φρικωδέστατος σεισμός, στὴν ἀρχὴ τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου (867 μ.Χ.), κατὰ τὴν ὁποία κατέπεσε καὶ ὁ μεγάλος τροῦλος τοῦ ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Στίγματος καὶ τῆς Θεοτόκου τοῦ Φόρου. Τὸ γεγονὸς τοῦ μεγάλου σεισμοῦ ἀναφέρεται καὶ στὸν κώδικα 1578 τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης τῶν Παρισίων, ἀλλὰ στὶς 10 Ἰανουαρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ἁγία Παρθένα ἡ Ἐδεσσαία 

Ἡ Ἁγία Παρθένα καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα τῆς Μακεδονίας καὶ γεννήθηκε περὶ τὸν 14ο αἰώνα. Κατὰ τὸ παρθενικό της ὄνομα εἶχε καὶ τὸ βίο της, ζώντας μὲ ἄσκηση καὶ σεμνότητα.

Κατὰ τὸ ἔτος 1375 ἡ Ἔδεσσα πολιορκήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ οἱ κάτοικοι ἀντέταξαν δυνατὴ ἄμυνα, ἐνισχυόμενοι καὶ ἐνθαρρυνόμενοι  ἀπὸ τὸν Ἱερομόναχο Σεραφείμ, ἐφημέριο τοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ὁ ἐχθρὸς ἦταν ἄριστα ὀργανωμένος καὶ πολυάριθμος, ἀλλὰ ἀπέκανε καὶ ὡς φαίνεται, ἑτοιμαζόταν νὰ λύσει τὴν πολιορκία.

Ἀλλὰ κατὰ τὴν τελευταία στιγμή, ἕνας ἀπὸ τοὺς προκρίτους τῆς πόλεως, ὀνομαζόμενος Πέτρος (ἡ παράδοση τὸν ὀνομάζει Κὲλλ Πέτρο, δηλαδὴ Κασιδιάρη Πέτρο), ὁ ὁποῖος ἦταν πατέρας τῆς Ἁγίας Παρθένας, πληρώθηκε μὲ μεγάλο χρηματικὸ ποσὸ ἀπὸ τὸν πολιορκητὴ Πασᾶ τῶν Τούρκων καὶ πρόδωσε τὴν πόλη. Οἱ Τοῦρκοι εἰσέβαλαν στὴν Ἔδεσσα, στὶς 26 Δεκεμβρίου 1375, ἀπὸ τὸ νοτιοανατολικὸ μέρος, ὅπου αὐτὸς φρουροῦσε, καὶ ὅπου ἦταν μία ἀπὸ τὶς κυριότερες ἐπάλξεις τῆς πόλεως. Ἀμέσως ἐπιδόθηκαν στὴ σφαγὴ καὶ τὸν ἐξανδραποδισμὸ τῶν κατοίκων, τὶς διαρπαγὲς καὶ τὶς ἀτιμώσεις. Συνέλαβαν τὸν Ἱερομόναχο Σεραφεὶμ καὶ μετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια τὸν ἔπνιξαν στὸ μέγα καταρράκτη, ποὺ ἔχει τὸ ὄνομα «ἰτσερὶ Πασᾶ», δηλαδὴ «νερὰ τοῦ Πασᾶ».
Ὁ προδότης Πέτρος, μετὰ τὴ φρικώδη πράξη του καὶ τὴν ἅλωση τῆς πόλεως, ἀρνήθηκε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔγινε Μουσουλμάνος. Δὲν ἀρκοῦσε ὅμως αὐτό. Παρέδωσε στὸν Πασᾶ, ὡς παλλακίδα, τὴ θυγατέρα του Παρθένα, ἀφοῦ προηγουμένως προσπαθοῦσε νὰ τὴν πείσει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἡ Ἁγία Παρθένα μόλις ἄκουσε τὰ λόγια τοῦ πατέρα της, ὡς ἄλλη Ἁγία Βαρβάρα, ἔφριξε καὶ ἔλεγξε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὸν ἄθλιο πατέρα της καὶ ὁμολόγησε ὅτι ποτὲ δὲν θὰ ἀρνηθεῖ τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ οὐράνιου Νυμφίου αὐτῆς, Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος, ἀντὶ νὰ συντριβεῖ καὶ νὰ μετανοήσει, ὀργίσθηκε καὶ ἔγινε σὰν θηρίο. Ἄρχισε νὰ κτυπᾶ τὴν Ἁγία μέχρι αἵματος καὶ ἀναισθησίας. Στὴν συνέχει τὴν γύμνωσε καὶ τὴν παρέδωσε στὰ χέρια τῶν Τούρκων. Οἱ στρατιῶτες τὴν βασάνιζαν ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες. Στὸ τέλος, τὴν ὁδήγησαν ὁλόγυμνη σὲ ἕνα λόφο, ὅπου τὴν ἔθαψαν ζωντανή. Ὁ λόφος αὐτὸς ὀνομάζεται μέχρι σήμερα «λόφος τῆς Παρθένου».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον βλάστημα, Ἐδέσσης ὤφθης, καὶ ἰσότιμος, κλεινῶν Μαρτύρων, Ἀθληφόρε Παρθένα φερώνυμε· τοῦ γὰρ πατρὸς τὴν κακίαν ἐλέγξασα, ὑπὲρ Χριστοῦ θεοφρόνως ἐνήθλησας· ὅθεν πρέβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, τῶν Ἐδεσσαίων ἡ πόλις, τὴν ἁγίαν μνήμην σου, Παρθενομάρτυς Παρθένα· χαίρει γάρ, πιστῶς σε θρέψασα ἐν Κυρίῳ, μέλπουσα, τοῦ μαρτυρίου σου τοὺς ἀγῶνας, οὓς διήνυσας ἀνδρείως, ὑπὲρ τῆς δόξης Χριστοῦ πανεύφημε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐδεσσαίων ἡ καλλονή, Παρθένα θεόφρον, νύμφη ἄφθορε τοῦ Χριστοῦ· χαίροις Ὀρθοδόξων, Ἑλλήνων θυμηδία, σεμνὴ Παρθενομάρτυς ἀξιοθαύμαστε.

Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Φίλιππος, κατὰ κόσμο Θεόδωρος Στεπάνοβιτς Κολύσεφ, γεννήθηκε στὴ Ρωσία τὸ ἔτος 1507 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Στέφανο καὶ τὴν Βαρβάρα, ποὺ ἀργότερα ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Βαρσανουφία. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὴν μοναχικὴ πολιτεία καὶ τὸ ἀσκητικὸ ἦθος, ὁδήγησε τὰ βήματά του στὴ Μονὴ Σολόβκι, στὸν Παγωμένο Ὠκεανό, ὅπου ἄρχισε νὰ διδάσκεται τὰ τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ νὰ διέρχεται τὸ βίο του μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Στὴ συνέχεια διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς.

Τὸ ἔτος 1566, ἐπὶ βασιλείας Ἰβὰν Δ’ Βασίλιεβιτς (τοῦ Τρομεροῦ), ἐξελέγη, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Μητροπολίτη Ἀθανασίου (1564 – 1566), Μητροπολίτης Μόσχας, ἀλλὰ ἀπομακρύνθηκε. Ὅταν, τὸ 1565, ὁ Κούρβσκι ἤθελε νὰ ἀνατρέψει τὸ θρόνο τῆς Ρωσίας, ὁ τσάρος Ἰβὰν θεώρησε ὅλους τοὺς ἄρχοντες κρυφοὺς ἐχθρούς του καὶ κατέφυγε στὴν πόλη Ἀλεξάνδροβκ, προτιθέμενος νὰ παραιτηθεῖ τῆς ἐξουσίας. Ἡ ἀγγελία αὐτὴ κατέπληξε τὴ Μόσχα, διότι ἡ ἀναρχία φαινόταν φοβερότερη ἀπὸ τὴν τυραννία, καὶ ὁ λαὸς ζήτησε τὴν ἐπάνοδο τοῦ τσάρου. Ὁ Ἰβὰν ἐπέστρεψε στὴ Μόσχα στὶς 2 Φεβρουαρίου 1565. Τὴν ἑπομένη συνεκάλεσε σύνοδο καὶ ἀποφάσισε τὴ σύσταση τῆς Ὀπρίτσνινα, σωματοφυλακῆς γιὰ τὴν ἀσφάλεια τοῦ ἴδιου καὶ τῆς ἐπικράτειας. Ἡ σωματοφυλακὴ αὐτὴ ποὺ ἦταν τυφλὸ ὄργανο τοῦ τσάρου, κατατρομοκράτησε τὴ χώρα.

Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ἀρνήθηκε νὰ εὐλογήσει τὸν τσάρο καὶ ἀντιτάχθηκε στὴν βασιλικὴ αὐθαιρεσία καὶ τὶς βδελυρὲς πράξεις μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐκθρονισθεῖ, νὰ ἐγκλειστεῖ στὴ μονὴ Ὀτρὸτς τοῦ Τβὲρ καὶ νὰ δολοφονηθεῖ στὶς 23 Δεκεμβρίου 1569 ἀπὸ ἄνθρωπο τοῦ τσάρου.
Τὸ τίμιο λείψανό του βρέθηκε ἄφθορο καὶ τὸ ἔτος 1652. Ὁ τσάρος τῆς Ρωσίας Ἀλέξιος Μιχαήλοβιτς τὸ ἐναπέθεσε στὸν καθεδρικὸ ναὸ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μόσχας, στὸ Κρεμλίνο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς ὁ Γέροντας 

Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρωσία καὶ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος Κιέβου, ὅπου κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1902.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀφοῦ ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνδύθηκε τὸν παλαιὸ Ἀδάμ, δηλαδὴ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἀφοῦ ἐκτέλεσε ὅλα τὰ ἐπιβαλλόμενα ἀπὸ τὸν ἰουδαϊκὸ Νόμο, πῆγε στον Ἰωάννη, για να βαπτισθεί. Ὄχι γιατὶ ὁ Ἴδιος τὸ εἶχε ἀνάγκη, ἀλλὰ για να ξεπλύνει τὴν ἀνθρωπίνη φύσῃ ἀπὸ τὴν ντροπὴ τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδὰμ καὶ να ἐνδύσει τὴν γυμνότητά της μὲ τὴν πρώτη στολή που ἀστραποβολᾶ τὴν Θεϊκὴ λάμψη.

Ὁ Ἰωάννης ἐκήρυττε τὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας καὶ ἔτρεχε πρὸς αὐτὸν ὁλόκληρη ἡ Ἰουδαία. Ὁ Κύριος κηρύττει τὸ βάπτισμα τῆς υἱοθεσίας καὶ ποιὸς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐλπίσει σὲ Αὐτὸν δεν θὰ ὑπακούσει; Τὸ βάπτισμα ἐκεῖνο (τοῦ Ἰωάννου) ἦταν ἡ εἰσαγωγή, τὸ βάπτισμα αὐτὸ (τοῦ Κυρίου) εἶναι τὸ τελειωτικό. Ἐκεῖνο ἦταν ἡ ἀποχωρήση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, αὐτὸ εἶναι ἡ οἰκειώσῃ μὲ τὸν Θεό. Μὲ τὴν βάπτισή Του ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, ὁ Χριστὸς ἔδωσε ἕνα τέλος καὶ στὸ τυπικὸ αὐτὸ βάπτισμα, ὅπως τρώγοντας για τελευταία φορὰ τὸ Ἰουδαϊκὸ Πάσχα τὸ κατάργησε καὶ ἐγκαινίασε τὸ Πάσχα τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Κατὰ τὴν βάπτιση τοῦ Κυρίου φάνηκε ὁ Υἱὸς Θεός, ἀλλὰ ἀποκαλύφθηκε καὶ ἡ Ἁγία Τριάδα, ὅπως χαρακτηριστικὰ ψάλλει καὶ ὁ ὑμνῳδὸς στο ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς: «Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου Σου, Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις». Ὁ Υἱὸς βαπτιζόταν, τοῦ Πατρὸς ἡ φωνὴ ἀκουγόταν καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατερχόταν «ἐν εἴδει περιστερᾶς». Ἔτσι ὁ Χριστὸς ἔγινε πρωτότοκος ὅλων ἐκείνων ποὺ ἀναγεννιούνται πνευματικὰ καὶ ὀνομάζει ἀδελφοὺς ὅσους συμμετέχουν στην ὅμοια μὲ Αὐτὸν γέννηση διὰ ὕδατος καὶ Πνεύματος.

Μόλις ὁ Χριστὸς βαπτίσθηκε, ἁγίασε ὅλη τὴν φύσῃ τῶν ὑδάτων καὶ ἔθαψε μέσα στα ρεῖθρα τοῦ Ἰορδάνη, κάθε ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι λοιπὸν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἀνακαίνισε καὶ ἀνέπλασε τὸν παλαιωθέντα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἄνθρωπο καὶ τοῦ χάρισε τὴν οὐράνια Βασιλεία. Αὐτὴ ἡ ἑνότητα οὐρανοῦ καὶ γῆς, φανερώθηκε κατὰ τὴν βάπτιση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸ ἄνοιγμα τῶν οὐρανῶν.

Ὁ κατερχόμενος στὸν Ἰορδάνη Θεάνθρωπος συντρίβει τὶς κεφαλὲς τῶν ἀοράτων δρακόντων καὶ ἐλευθερώνει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴν ἐξουσία τους. Μὲ τὴν βάπτισή Του στον Ἰορδάνη, ὁ Χριστὸς μᾶς ἐξάγει ἀπὸ τὴν σκιὰ τοῦ νόμου καὶ μᾶς εἰσάγει στὴν καινὴ Χάρη.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὁμιλεῖ για τὴν ἐπιφάνεια τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλοῦ τονίζει ὅτι διὰ Χριστοῦ «ἐπεφάνη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις». Στὴν ἐπιφάνεια τῶν ψευδῶν θεῶν ἡ Ἐκκλησία ἀντέταξε τὴν ἐπιφάνεια τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ Βασιλέως Χριστοῦ, τὴν ἀληθινὴ Θεοφάνεια. «Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου, φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς». Μὲ αὐτὴ τὴν προφητεία τοῦ Ἡσαΐου, ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἀρχίζει νὰ ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἔναρξη τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Κυρίου, τῆς ἐπιφανείας Του μεταξὺ τοῦ λαοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.

Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γὰρ Γεννήτορος ἡ φωνὴ προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητὸν σε Υἱὸν ὀνομάζουσα· καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανεὶς Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.

 

Ἡ Ὑπακοή. Ἦχος β’.
Ὅτε τῇ ἐπιφανείᾳ σου ἐφώτισας τὰ σύμπαντα, τότε ἡ ἀλμυρὰ τῆς ἀπιστίας θάλασσα ἔφυγε, καὶ Ἰορδάνης κάτω ῥέων ἐστράφη, πρὸς οὐρανὸν ἀνυψῶν ἡμᾶς. Ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου, συντήρησον Χριστὲ ὁ Θεός, πρεσβείες τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἐπεφάνης σήμερον τῇ οἰκουμένῃ, καὶ τὸ φῶς σου Κύριε, ἐσημειώθη ἐφ' ἡμᾶς, ἐν ἐπιγνώσει ὑμνοῦντάς σε. Ἦλθες ἐφάνης τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἄφεσιν πηγάζων τοῖς ἐξ Ἀδάμ, ὁ τῆς ἀφθαρσίας, ἀνεξάντλητος ποταμὸς, ἐν τῷ Ἰορδάνῃ, βαπτίζεται θελήσει· ἀντλήσωμεν οὖν πάντες, ὕδωρ σωτήριον.

Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος 

Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰβηρία καὶ ἦταν υἱὸς ἱερέως. Χειροτονήθηκε ἀναγνώστης ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ χειροτονήθηκε διάκονος ἀπὸ τὸν ἀδελφὸ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, Ἐπίσκοπο Νύσσης Γρηγόριο. Ὁ Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς ρητορικῆς δεινότητας. Ἀπὸ αὐτὸ ὁδηγήθηκε σὲ ὑπερηφάνεια καὶ λίγο ἔλειψε να χάσει τὴν σωφροσύνη του, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία τοῦ ἐγωισμοῦ τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ ἐρωτευθεὶ κάποια πλούσια γυναῖκα. Ἦλθε ὅμως σὲ μετάνοια καὶ ὁδήγησε τὰ βήματά του στα Ἱεροσόλυμα, ὅπου καὶ πάλι ἀντιμετώπισε τὸν πειρασμὸ τῆς ὑπερηφάνειας. Πνευματικὸς του σύμβουλος στάθηκε ἡ Ὁσία Μελάνη ἡ Ρωμαία († 31 Δεκεμβρίου), ποὺ ἀσκήτευε σὲ ἕνα μικρὸ καὶ πενιχρὸ κελλὶ τῶν Ἱεροσολύμων. Ἔτσι ὁ Ἅγιος κατέφυγε σὲ κάποιο ὄρος τῆς Νιτρίας, ὅπου ἔζησε τὸ μοναχικὸ πολίτευμα μὲ προσευχή, νηστεία καὶ ἐγκράτεια. Ὁ Θεὸς δεν τὸν ἐγκατέλειψε καὶ τὸν ἀξίωσε τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος.
Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ 415 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Πέρσης 

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Γεώργιος μαρτύρησε τὸ ἔτος 615 μ.Χ. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τὸν Βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἄσσαντ ὁ Ράπτης 

Ὁ Ἅγιος Ἄσσαντ μαρτύρησε τὸ ἔτος 1218 μ.Χ. Δεν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ρωμανὸς ὁ Λακεδαίμονας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ρωμανός, καταγόταν ἀπὸ τὴν Δομινίτζα τῆς Λακεδαίμονος. Ἦταν Ἱερομόναχος στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀρνούμενος να ὑποκύψει στις πιέσεις τῶν Τούρκων για ἐξωμοσία καὶ ἐλέγχων μὲ παρρησία τὴν πλάνη τῶν ἀπίστων, μαρτύρησε τὸ ἔτος 1695, διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Νικόλαος 

Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ἀσκήτεψε στην Μονὴ τοῦ Βάλαμο τῆς Φιλανδίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1824.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Σέργιος ὁ ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ἅγιος Σέργιος (Γιανόβσκυ) κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1876. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ δύο θυγατέρες του καὶ οἱ νεομάρτυρες γυναῖκες Λυδία, Δομνίκη καὶ Μαρία 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, μαρτύρησαν τὸ ἔτος 1919. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για τὸν βίο τῶν Μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόπεμπτος ἦταν Ἐπίσκοπος κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας κίνησε διωγμὸ ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν, ὁ Θεόπεμπτος, ἀφοῦ ὁμολόγησε μὲ παρρησία ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεός, ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ Μαρτυρίου. Τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα. Ὁ Ἅγιος δεν δείλιασε καθόλου καὶ στηλίτευσε τὴν πλάνη τοῦ αὐτοκράτορα. Ἔτσι ἄρχισαν τὰ βασανιστήρια. Τὸν ἔριξαν σὲ πυρακτωμένο κλίβανο. Ὅμως βγῆκε ἀπὸ ἐκεῖ χωρὶς να πάθει τίποτε. Ἔπειτα τοῦ ἔδωσαν καὶ ἤπιε δηλητήριο. Ἐπειδὴ ὅμως τὸ δηλητήριο δεν τοῦ προξένησε κανένα κακό, προσείλκυσε στην χριστιανικὴ πιστὴ τὸν μάγο που τοῦ ἔδωσε να πιεῖ τὸ δηλητήριο καὶ ὁ ὁποῖος, ἐξαιτίας τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, ὀνομάστηκε Θεωνᾶς. Στο τέλος, οἱ εἰδωλολάτρες ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλὴ τοῦ Ἁγίου Θεοπέμπτου.
Τὸν Ἅγιο Θεωνᾶ τὸν ἔριξαν μέσα σὲ ἔνα λάκο καὶ τὸν σκέπασαν μὲ χῶμα μέχρι τὸ κεφάλι. Ἔτσι καὶ αὐτὸς παρέδωσε, ὕστερα ἀπὸ  μαρτυρικὸ θάνατο, τὴν ψυχὴ του στον Κύριο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ. 
Ἱερωσύνης τῇ στολῇ διαπρέπων, ἀθλητικῶς τὸν δυσμενῆ ἐτροπώσω, ὡς Ἱεράρχης ἔνθεος Θεόπεμπτε· ὅθεν πρὸς ἐπίγνωσιν, ἀληθείας προσάγεις, Θεωνᾶν τὸν ἔνδοξον, προσελθόντα Κυρίῳ·  μεθ’ οὗ δυσώπει πάντοτε σοφέ, ὑπὲρ τῶν πίστει, τιμώντων τοὺς ἄθλους σου.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς ἱερεὺς, τῶν ἀπορρήτων ὅσιος, καὶ λειτουργὸς, θεοειδὴς τῆς χάριτος, μαρτυρίου τοῖς παλαίσμασι, μυσταγωγεῖς πρὶς πίστιν ἔνθεον, Θεόπεμπτε τὸν Θεωνᾶν τὸν ἔνδοξον, μεθ’ οὗ ἐν τῷ σταδίῳ ἀνεκραύγαζες· Χριστὸς τῶν Μαρτύρων τὸ ἑδραίωμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Αἴγλη διαλάμπων ἀθλητικῇ, Θεόπεμπτε μάκαρ, κατεφώτισας πρὸς ζωήν, Θεωνᾶν τὸν θεῖον, θαυμάτων ἐνεργείᾳ, μεθ’ οὗ καὶ συναθλήσας, ἡμῶν μνημόνευε.

Ἡ Ἁγία Συγκλητική 

Ἡ Ἁγία Συγκλητικὴ καταγόταν ἀπὸ πλούσιο καὶ εὐσεβὲς γένος. Ὅταν ἔφτασε στην κατάλληλη ἡλικία για γάμο καὶ ἐπειδὴ ἦταν πολὺ πλούσια, πολλοὶ νέοι ἤθελαν να τὴν νυμφευθούν. Τὸ γεγονὸς ὅμως αὐτὸ μεγάλωνε ἀκόμα περισσότερο  τὸν πόθο που εἶχε να ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στον Κύριο. Ἔτσι λοιπόν, ἄφησε τὶς βιοτικὲς φροντίδες καὶ στράφηκε μὲ ὅλη της τὴν ψυχὴ στην ἄσκησῃ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ὁσιακῆς πολιτείας.
Ἡ Ἁγία, ὅπως καὶ ὁ δίκαιος Ἰώβ, δοκιμάσθηκε σκληρὰ ἀπὸ φοβερὲς σωματικὲς ἀσθένειες, πληγὲς καὶ κακώσεις που τῆς κατέφαγαν ὅλο τὸ σῶμα. Καὶ ὅλα τὰ δεινοπαθήματα τὰ ὑπέμεινε μὲ ὑποδειγματικὴ καρτερία καὶ ὑπομονή. Ἡ Ἁγία Συγκλητικὴ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη σὲ μεγάλη ἡλικία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε. 
Σοφίᾳ καὶ χάριτι, κεκοσμημένη σεμνή, ἀκλόνητος ἔμεινας, ὡς ὁ Ἰὼβ ὁ κλεινός, ἐχθροῦ ἐπίθεσιν· ὅθεν Συγκλητική σε, ἡ οὐράνιος δόξα, δέδεκται μετὰ τέλος, ὡς παρθένον φρονίμην· ἐν ᾗ τῶν μεμνημένων σου ἀεὶ μνημόνευε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἀρετῶν ἐκλάμψασα, ταῖς οὐρανίαις ἀκτῖσιν, ὡς λαμπὰς ἀείφωτος, Συγκλιτικὴ θεοφόρε, ἤμβλυνας, τοῦ παλαμναίου ἐχθροῦ τὰ κέντρα, ἴθυνας πρὸς τὸν νυμφῶνα τῆς ἄνω δόξης, δῆμον ἅγιον παρθένων, μεθ’ ὧν δυσώπει, ἐλεηθῆναι ἡμᾶς.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν παρθένων ἡ καλλονή, καὶ Ἰὼβ τοῦ θείου, ἐκμαγεῖον ἐν πειρασμοῖς· χαίροις οὐρανίου, συγκλήτου κληρονόμε, Συγκλητικὴ θεόφρον, Πνεύματος ὄργανον.

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ ἐν Ἀκρίτᾳ 

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος καταγόταν ἀπὸ τῇ νῆσο Κρήτῃ καὶ γεννήθηκε περὶ τὸ 755 μ.Χ. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Θεοφάνης καὶ ἡ μητέρα του Ἰουλιανή. Ἦταν καὶ οἱ δύο γονεῖς του πολὺ εὐσεβεῖς ἄνθρωποι.

Ὁ Γρηγόριος πέρασε ἀρκετὰ χρόνια τῆς ζωῆς του μαθαίνοντας γράμματα. Κάποτε ὅμως ἡ ψυχὴ του θερμάνθηκε ἀπὸ Θεῖο ζῆλο, ποὺ τὸν ἔκανε να σηκωθεῖ καὶ να φύγει ἀπὸ τὴν πατρίδα του καὶ να πάει στὴ Σελεύκεια. Ἐκεῖ ἔμεινε ἀρκετὸ χρόνο καὶ τρεφόταν μὲ πολὺ λίγο ψωμὶ καὶ νερό. Στὸ εἰκοστὸ ἕκτο ἔτος τῆς ἡλικίας του, ὅταν πέθανε ὁ αὐτοκράτορας Λέων Δ’ ὁ Χάζαρος (775 – 780 μ.Χ.) καὶ θριάμβευσε ἡ Ὀρθοδοξία, πῆγε στα Ἱεροσόλυμα, ἐπειδὴ εἶχε τὸν πόθο να προσκυνήσει τοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἐκεῖ ἐπὶ δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια ὑπέστη πλεῖστα δεινοπαθήματα ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνοὺς καὶ τοὺς Ἑβραίους.

Ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Τόπους πῆγε στὴ Ρώμη. Ἐκεῖ, εἶχε τὴν εὐτυχία να λάβει καὶ τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα, δηλαδὴ να γίνει μοναχός. Ὅταν μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σταυρακίου ἔγινε αὐτοκράτορας ὁ Μιχαὴλ Α’ ὁ Ραγκαβὲς (811 – 813 μ.Χ.) καὶ τὸ πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας εἶχε στα χέρια του ὁ Ἅγιος Νικηφόρος (806 – 815 μ.Χ.), ἀπεστάλη στον Πάπα Ρώμης ἀντιπροσωπεία. Ἡ τριμελὴς ἀντιπροσωπεία, τὴν ὁποία ἀποτελέσαν ὁ πατρίκιος Θεόγνωστος, ὁ Ἀρσάφιος καὶ ὁ Ἐπίσκοπος Συνάδων Μιχαήλ, ἐστάλη στο Ἀκυΐσγρανο πρὸς τὸν Κάρολο τὸν Μέγα, μετὰ τοῦ ὁποίου συνέγραψε συμφωνία, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Κάρολος παραχωροῦσε στο Βυζάντιο τὴν Βενετία καὶ τὰ παράλια τῆς Ἀδριατικῆς, σὲ ἀντάλλαγμα δέ, ἀναγνωριζόταν σὲ αὐτὸν ὁ τίτλος τοῦ αὐτοκράτορα.

Ὁ Ἐπίσκοπος Συνάδων Μιχαὴλ συνάντησε ἐκεῖ τυχαῖα τὸν Μακάριο Γρηγόριο, τὸν ὁποῖο καὶ πῆρε μαζὶ του ἐπιστρέφοντας στὴν Κωνσταντινούπολη. Μόλις ἔφθασαν στην Κωνσταντινούπολη, ὁ Ἐπίσκοπος Μιχαὴλ παράδωσε τὸν Γρηγόριο στὴν περίφημη μονή που βρισκόταν στην περιοχὴ τοῦ Ακρίτα καὶ τὸν συγκαταρίθμησε μεταξὺ τῶν μοναχῶν αὐτῆς. Ἦταν τὸ ἔτος 812 μ.Χ.. Ἴσως ἡ μονὴ να ἤταν ἀφιερωμένη στὴν Θεοτόκο καὶ ἦταν πατριαρχικὴ καὶ σταυροπηγιακή. Ἐκεῖ λοιπόν, ὁ Ἅγιος περνοῦσε τὴν ζωή του πολὺ ἀσκητικά. Ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες σκληρὲς δοκιμασίες ἔβαλε ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτὸ του. Γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα διέμεινε σὲ ἕναν πολὺ βαθὺ λάκκο, ὅπου ἔκλαψε πολὺ για τὴν ταραχή που εἶχε παρουσιασθεῖ στην Ἐκκλησία. Ἔζησε τὸ νέο σαλὸ τὸν ὁποῖο δημιούργησε ἡ ἐγκαινιασθεῖσα δεύτερη εἰκονομαχικὴ περίοδος ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορα Λέοντος Ε’ τοῦ Ἀρμενίου. Ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὸ λάκκο, κλείσθηκε σὲ ἕνα πάρα πολὺ μικρὸ κελλὶ καὶ καλύπτε τὸ σῶμα του μὲ ἕνα μόνο δερμάτινο χιτώνα. Στὸν κῆπο ὑπῆρχε ἔνα πολὺ μεγάλο πιθάρι. Αὐτὸ τὸ πιθάρι τὸ γέμιζε μὲ νερὸ καὶ μόλις βράδιαζε, ἀφοῦ ἔβγαζε τὸν χιτώνα του, ἔμπαινε μέσα καὶ διάβαζε τὸ Ψαλτήριο. Ὅταν τελείωνε τὴν ἀναγνώση τοῦ Ψαλτηρίου, ἔβγαινε πάλι ἔξω ἀπὸ τὸ πιθάρι. Καὶ ἔτσι ἔπραττε ὅλες τὶς ἡμέρες τῆς ζωῆς του ὁ Ὅσιος Γρηγόριος.
Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, λοιπόν, ἀφοῦ καλῶς ἀγωνίσθηκε, ἐναπέθεσε τὴν ἁγία ψυχὴ του στα χέρια τοῦ Κυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Βίου λαμπρότητι καλλωπιζόμενος, σκεῦος πολύτιμον τῆς θείας Χάριτος καὶ ἀρετῶν ὑπογραμμὸς ἐδείχθης δι’ ἐγκρατείας, Ὅσιε Γρηγόριε, Κρήτης ἅγιον βλάστημα, τῆς Ἀκρίτα Μάνδρας δὲ ἱερὸν ἐγκαλώπισμα. Καὶ νῦν μὴ διαλίπῃς πρεσβεύων, Πάτερ, ὑπὲρ τῶν σὲ τιμώντων.

Ὁ Ὅσιος Φωστήριος 

Ὁ Ἅγιος Φωστήριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολή. Ἀφοῦ ἀνῆλθε σὲ ἕνα ψηλὸ καὶ ἤσυχο ὄρος, προσευχόταν νοερὰ στὸν Θεὸ καὶ ταλαιπωροῦσε τὸν ἑαυτὸ του μὲ νηστεῖες, ἀγρυπνίες, γονυκλισίες καὶ κάθε μορφῆς σκληραγωγία. Ἔτσι λοιπόν, ἀναδείχθηκε πραγματικά, ὅπως λέγει καὶ τὸ ὄνομά του, φωστῆρας ποὺ φώτιζε τὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἅγιος Φωστήριος εἶχε προικισθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι θεράπευε κάθε ἀσθένεια τῶν πιστῶν ποὺ προσέρχονταν σὲ αὐτόν. Ἀκόμη καὶ ἄρτους ἀπὸ τὸν οὐρανὸ δεχόταν ὁ Ἅγιος, ὅπως παλαιότερα στην ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ Προφήτης Ἠλίας. Ἀλλὰ ὁ Προφήτης Ἠλίας ἐλάμβανε τοὺς ἄρτους ἀπὸ ἔνα κόρακα, ἐνῶ ὁ Ἅγιος Φωστήριος ἀπὸ Ἄγγελο Κυρίου, σὲ καθορισμένο τόπο, στὸν ὁποῖο πήγαινε καθημερινὰ ὁ Ἄγγελος καὶ ἄφηνε ἕναν ἄρτο. Καὶ ὅταν καμιὰ φορὰ ἔφθαναν στὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε ὁ Ἅγιος, δύο ἢ τρεῖς ἢ καὶ περισσότεροι ἀδελφοί, βρίσκονταν στὸν καθορισμένο τόπο ἄρτοι ἀνάλογα μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν ἐπισκεπτῶν.

Ἐπειδὴ ὅμως χωρὶς τὴν βουλήση τοῦ Θεοῦ δεν ἰσχύει δεήσῃ, ὁ τρόπος αὐτὸς ἐξοικονομήσεως τῶν ἄρτων δὲν διατηρήθηκε μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου, ὅπως ἀκριβῶς οὔτε στὸν Προφήτῃ. Ἀλλὰ στον Προφήτῃ, ὁ τρόπος ποὺ λαμβάνε τοὺς ἄρτους κράτησε μόνο μερικὲς ἡμέρες, ἐνῶ στὸν Ἅγιο κράτησε ἀρκετὰ χρόνια, μέχρι τότε δηλαδὴ ποὺ ζοῦσε στὴν ἡσυχία καὶ ἐφύλαγε τὴν ἀκτημοσύνη.

Ὅταν ὅμως, ὁ Ἅγιος Φωστήριος ἵδρυσε Μονὴ καὶ συγκέντρωσε σὲ αὐτὴ παρὰ πολλοὺς Μοναχούς, δὲν λαμβάνε τοὺς ἄρτους ἄνωθεν, ὅπως συνέβαινε πρίν, ἀλλὰ ἐργαζόταν γιὰ νὰ καλύψει τὶς ἀνάγκες ὅλων. Καὶ βέβαια ὁ Θεὸς δὲν ἔπαψε να τοῦ στέλνει πλούσια τὴν χάρη καὶ τὴν εὐλογία Του. Ὁ Ἅγιος διδάσκε στὴν θεωρία καὶ στην πράξη τοὺς μαθητὲς του μὲ τὸ ἐργόχειρο, τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἀνάγνωση τῶν ἱερῶν βιβλίων.

Ὅταν δὲ κάποτε ἐμφανίσθηκε μία αἵρεση στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ συναθροίσθηκαν πολλοὶ Πατέρες νὰ ἐξετάσουν τὸ θέμα καὶ νὰ ἀποφασίσουν, προσκλήθηκε νὰ πάρει μέρος καὶ ὁ Ἅγιος Φωστήριος. Στὴν παράκληση αὐτὴ ὁ Ἅγιος ὄχι μόνο ἀνταποκρίθηκε, ἀλλὰ καὶ ἀποδείχθηκε γενναῖος ἀγωνιστὴς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἀφοῦ μὲ τοὺς λόγους του πολλοὶ ἀπό τὶς διάφορες αἱρέσεις, ἐπανῆλθαν στην ὀδὸ τῆς ἀληθείας, ἐνῶ μὲ τὶς παραινέσεις του πολλοὶ ἔγιναν μοναχοί.
Ὁ Ἅγιος Φωστήριος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Σάϊς ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σάϊς ἐτελείωσε μαρτυρικὰ τὸν βίο του, βληθεὶς στὴν θάλασσα καὶ ἔτσι γλύτωσε ἀπὸ τὰ ποντίζοντα βάθη τῆς πλάνης τῶν εἰδώλων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Θεόειδος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόειδος ἐτελείωσε μαρτυρικὰ τὸν βίο του, ἀφοῦ τὸν κατεπάτησαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Δομνίνα 

Ἡ Ὁσία Δομνίνα ἢ Δόμνα, ἔζησε κατὰ Θεὸν καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Τατιανή 

Ἡ Ὁσία Τατιανὴ ἔζησε κατὰ Θεὸν, ὡς μοναχή, καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος

Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος ἀκολούθησε τὴν ὀδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ φαίνεται ὅτι ὑπῆρξε ἱδρυτὴς καὶ κτίτορας τῆς Μονῆς Χιλιοκομίου Ἀμασείας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ρωμανὸς ὁ Ὁσιομάρτυρας 

Ὁ Ὁσιομάρτυς Ρωμανὸς καταγόταν ἀπὸ τὸ Καρπενήσι καὶ κατὰ πᾶσα πιθανότητα ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀνδράνοβα, ποὺ σήμερα καλεῖται Ἀσπρόπυργος. Ὁ Ἅγιος γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς ἀλλὰ ἀγράμματους. Ἔτσι ἔμεινε καὶ αὐτὸς ἀγράμματος καὶ δεν γνωρίζε τίποτα, παρὰ ὅτι εἶναι Χριστιανός. Μετέβη στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ στὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα γιὰ προσκύνημα καὶ ἀφοῦ ἔγινε ζηλωτὴς τῶν παθημάτων τοῦ Κυρίου κήρυττε στα Ἱεροσόλυμα τὴν ἀληθινὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ. Στην καρδία του εἶχε ἀνάψει ἡ φλόγα τοῦ μαρτυρίου. Ἀνακοίνωσε στὸν Πατριάρχη τὸν σκοπὸ του, ὁ ὁποῖος βέβαια τὸν ἐμπόδισε, διότι δὲν γνωρίζε τὴν πορεία τῆς ἐκβάσεως, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴν ἐπακολουθήσει κανένα κακὸ στὸν Πανάγιο Τάφο.

Στὴν συνέχεια μετέβη στὴν Θεσσαλονίκη καὶ παρουσιασθεὶς στὸν κριτὴ ὁμολόγησε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεὸς ποιητὴς τοῦ παντὸς καὶ ὁ μόνος Σωτῆρας τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἀλλόπιστοι τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν παρέδωσαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια, κατὰ τὰ ὁποῖα τοῦ ἔκοψαν λουρίδες ἀπὸ τὸ δέρμα του, βιάζοντάς τον να ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Πρὸ τῆς σταθερῆς ἀποφάσεως τοῦ μάρτυρα νὰ μείνει ἀκλόνητος στὴν πίστη αὐτοῦ, ὁ κριτὴς ἐξέδωσε θανατικὴ ἀπόφαση κατὰ αὐτοῦ. Ἐκεῖ παρευρισκόταν ὁ ἀρχηγὸς τοῦ Τουρκικοῦ στόλου Θεσσαλονίκης, ποὺ ζήτησε νὰ δοθεῖ στὸν Μάρτυρα, διαρκὴς ποινὴ δουλείας στο κωπηλάτισμα τῶν πλοίων, μήπως ἔτσι ἀπὸ τοὺς πολλοὺς κόπους ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Κάποιοι Χριστιανοὶ κατόρθωσαν να ἐλευθερώσουν τὸν Ἅγιο ποὺ διέφυγε καὶ κατέφυγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, κοντὰ στον Ὅσιο Ἀκάκιο τὸν Καυσοκαλυβίτη, ὅπου καὶ ἐκάρη Μοναχὸς τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἐκεῖ συνέχισε τὸν ἀσκητικὸ του ἀγῶνα καὶ τὸ ἔργο τῆς προσευχῆς. Ὁ ζῆλος του πρὸς τὸ μαρτύριο δεν τὸν ἄφησε να ἡσυχάσει καὶ ἐφέρετο ὡς ξένος τῆς παρούσας ζωῆς. Ἀποφάσισαν λοιπόν, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀκάκιο, να νηστέψουν πολλὲς ἡμέρες, παρακαλώντας συγχρόνως τὸν Θεὸ να τοὺς ἀποκαλύψει τὸ τέλος τοῦ Μαρτυρίου. Πράγματι, ἀποκαλύφθηκε σὲ αὐτούς, πὼς εἶναι θέλημα Θεοῦ ὁ Ρωμανὸς να τελειώσει καλῶς τὸ μαρτύριο ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ. Ἀπῆλθε καὶ πάλι στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ μαρτυρήσει, ἀλλὰ ἐμποδίστηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, διότι θὰ ἐλάμβανε μεγάλη ζημία ὁ Πανάγιος Τάφος ἀπὸ τὴν μανία τῶν Ἀγαρηνῶν. Μὲ παρότρυνση τοῦ Γέροντός του μετέβη τὸ 1694, στην Κωνσταντινούπολη, ὅπου καὶ ἔλεγξε τὴν ἀσέβεια τῶν Τούρκων. Ἐκείνοι τὸν συνέλαβαν, τὸν ἔκλεισαν σὲ ἔνα ξερὸ πηγάδι, τοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν. Τὸ μανδήλιο ποὺ ἐμβαπτίσθηκε στὸ αἷμα τοῦ Μάρτυρος ἀφιερώθηκε ἀπὸ ἕναν Χριστιανὸ ἄρχοντα στὴν Μονὴ Δοχειαρίου, στὴν ὁποία καὶ ἔγινε στὴν συνέχεια Μοναχὸς καὶ ὁ ἴδιος, ὀνομασθεὶς Ἀγάπιος.
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου καὶ στις 16 Φεβρουαρίου

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος 

Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης γεννήθηκε στις 10 Ἰανουαρίου 1815 στὸ χωριὸ Τσερνάφσκα τῆς ἐπαρχίας Ὀρλὼφ τῆς Ρωσίας. Τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά του ἤταν Γεώργιος Γκοβόρωφ. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας. Ἀπὸ μικρὸς δέχθηκε τὴν εὐεργετικὴ ἐπίδραση, ποὺ ἐξασκεῖ στὴν ψυχὴ τὸ ἐκκλησιαστικὸ περιβάλλον, μὲ τὶς εἰκόνες, τὶς ψαλμωδίες, τὶς ἀκολουθίες, τὶς τελετές. Ὁ ἴδιος ἔγραφε ὅτι τὸ περιβάλλον αὐτὸ ἀποτελεῖ ἰσχυρότατο παράγοντα για τὴν σωστὴ ἀγωγὴ τῆς παιδικῆς ψυχῆς.

Φοίτησε στο ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τοῦ Ὀρλὼφ καὶ στὴν συνέχεια σπούδασε στὴν θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Αὐτὸ ὅμως ποὺ χαράχθηκε περισσότερο στὴν ψυχὴ του ἦταν οἱ προσκυνηματικὲς ἐπισκέψεις στὴν Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου.

Τὸ ἔτος 1841 κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Θεοφάνης. Λίγο ἀργότερα χειροτονεῖται Διάκονος καὶ Πρεσβύτερος καὶ διορίζεται καθηγητὴς στὴν ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ τοῦ Κιέβου καὶ τοῦ Νόβγκοροντ, γιὰ νὰ γίνει κοσμήτορας τῆς θεολογικῆς ἀκαδημίας τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Ἡ βάση τῆς Χριστιανικῆς διδασκαλίας γιὰ τὸν ἱερομόναχο Θεοφάνη ἦταν ἡ ἀγάπη καὶ τὰ μέσα, ἡ Ἐκκλησία καὶ τὰ Μυστήρια. Ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ἦταν ἕνας μεγάλος δάσκαλος καὶ ἐγνώριζε τὸν τρόπο νὰ ἀγαπᾶται ἀπὸ τοὺς μαθητές. Ἐξάλλου αἰσθανόταν βαθιὰ τὴν ὡραιότητα καὶ τὴν σημασία τῆς ἀποστολῆς του. Ἔλεγε πάντοτε: «Ἀπὸ ὅλα τὰ ἅγια ἔργα, τὸ πιὸ ἅγιο εἶναι ἡ ἀγωγή».

Ὁ πόθος του για ὁλοκληρωτικὴ ἀφιέρωση στὸν Θεὸ τὸν ὁδηγεῖ στοὺς Ἁγίους Τόπους. Συγχρόνως ἐπισκέπτεται πολλὰ μοναστήρια καὶ σκῆτες τῆς Παλαιστίνης, ἐνῶ ἔμεινε ἀρκετὸ καιρὸ στὴν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ζοῦσε ὁ Ἅγιος Ἐρημίτης Ἰωσήφ. Ἡ παραμονὴ του ἐκεῖ τοῦ ἔδωσε τὴν εὐλογημένη εὐκαιρία να γνωρίσει καλὰ τὴν διδασκαλία καὶ τὴν παράδοση τῶν Ἀνατολικῶν Πατέρων καὶ τοῦ Ἀνατολικοῦ Ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ. Στὴν συνέχεια ἐπιστρέφει στὴν Ρωσία, ἀλλὰ γρήγορα ἔρχεται καὶ πάλι στὴν Ἀνατολή, στὴν Κωνσταντινούπολη, ὡς ἱερεὺς τῆς Ρωσικὴς Πρεσβείας. Τὸ 1857 διορίζεται ἐκ νέου καθηγητὴς καὶ κοσμήτορας τῆς θεολογικῆς ἀκαδημίας. Παραιτεῖται ὅμως καὶ περιορίζεται στὴν θέση τοῦ ἐπιθεωρητοῦ τῶν θρησκευτικῶν σχολείων τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως.

Ὅμως ἡ Ἐκκλησία τὸν ἐξέλεξε Ἐπίσκοπο τῆς ἐπαρχίας Ταμπὼφ καὶ ἀργότερα τῆς ἐπαρχίας Βλαντιμίρ. Γιὰ τὸ ἔργο του, γράφει ἕνας βιογράφος του: «Ὁ Ἐπίσκοπος Θεοφάνης ὑπῆρξε ἕνας ἀληθινὸς ποιμένας, στὸ μέσον ἐνὸς λαοῦ εἰδωλολατρικοῦ, ποὺ δὲν γνωρίζε καλά - καλὰ τὸν Θεό. Ὄντας ὁ ἴδιος ὑπόδειγμα γιὰ τοὺς κληρικοὺς του, ἀφιερώθηκε μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ στὴν ἀποστολὴ του καὶ ἰδιαίτερα στὸ κήρυγμα. Ζῶντας πολὺ ἁπλᾶ, ἀπασχολεῖτο ἐναλλακτικὰ μὲ τὴν μελέτη καὶ τὴν προσευχή. Στὴν ζωὴ του ὡς Ἐπίσκοπος φροντίζε να κάνει πιὸ στενὲς καὶ πιὸ ἐγκάρδιές τὶς σχέσεις του μὲ τοὺς πιστούς. Ἤθελε νὰ μὴν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ ἐμποδίζει τὸν λαὸ νὰ ἔρχεται κοντὰ του. Τοῦ ἄρεσε να βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ποὺ τοὺς ἀγαποῦσε μὲ μιὰ ὁλοκληρωτικὴ καὶ πατρικὴ ἀφοσίωση».

Τὸ 1861, ὡς Ἐπίσκοπος, ὁ Ἅγιος Θεοφάνης, λαμβάνει ἐνεργὸ μέρος στὴν τελετὴ ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζαντόσκ (1724 – 1783) καὶ στὴν συνέχεια στην ἀνακήρυξή του ὡς Ἁγίου.

Τὸ 1866 παραιτεῖται ἀπὸ τὴν θέση τοῦ Ἐπισκόπου, ἀφήνει τὴν ἐπαρχία του καὶ κλείνεται για εἴκοσι ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια σὲ ἕνα πτωχὸ κελὶ στὴν ἔρημο τοῦ Βισὲνκ καὶ ζεῖ τὴν ζωὴ τοῦ ἐγκλείστου. Ἀποκόπηκε ἀπὸ τὸν κόσμο μὲ πλήρη ἀφοσίωση στὸν Θεὸ καὶ τὴν θεωρία τοῦ Προσώπου Αὐτοῦ. Προσευχόταν ὅλη μέρα χωρὶς διακοπή. Τὸ φαγητὸ του ἦταν πολὺ ἁπλό. Καὶ ὅταν ἤθελε νὰ ξεκουραστεῖ, πάλι ἐργαζόταν χειρονακτικά. Πολὺ χρόνο τῆς ἔγκλειστης ζωῆς του ὁ Ὅσιος τὸν ἀφιέρωσε στην ἀλληλογραφία. Ἔτσι στὸ διάστημα τῶν εἴκοσι ὀκτῶ ἐτῶν τοῦ ἐγκλεισμοῦ του ἔγραψε χιλιάδες ἐπιστολές, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ἕνα ἀνεκτίμητο πνευματικὸ θησαυρὸ ὀρθοδόξου πίστεως καὶ θεογνωσίας.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προσευχὴ ὁ Ἅγιος Θεοφάνης, δίδει πολὺ σημασία στὴν μυστηριακὴ ζωή. Ἡ ἐξομολογήση καὶ ἡ Θεία Μετάληψη, εἶναι γιὰ τὸν Ἅγιο Θεοφάνη τὰ δύο βασικὰ μέσα γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς τελειότητας. Γιὰ τὴν μετάνοια γράφει, ὅτι εἶναι ἀστείρευτη πηγὴ τῆς ἀληθινῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
Ὁ Ἅγιος Θεοφάνης κοιμήθηκε, ὁσίως, μὲ εἰρήνη, τὸ ἔτος 1894, σὲ ἡλικία 79 ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Περὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων μᾶς πληροφορεῖ τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον στο ι’ κεφάλαιον: «Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι. Ἔλεγεν οὖν πρὸς αὐτοὺς· ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι. Δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ, ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ. Ὑπάγετε· ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν μέσῳ λύκων. Μὴ βαστάζετε βαλλάντιον, μὴ πήραν, μηδὲ ὑποδήματα, καὶ μηδένα κατὰ τὴν ὁδὸν ἀσπάσησθε· εἰς ἣν δ’ ἂν οἰκίαν εἰσέρχησθε, πρῶτον λέγετε· εἰρήνη τῷ οἴκῳ τούτῳ καὶ ἐὰν ᾖ ἐκεῖ υἱὸς εἰρήνης, ἐπαναπαύετε ἐπ’ αὐτὸν ἡ εἰρήνη ὑμῶν· εἰ δὲ μήγε, ἐφ’ ὑμᾶς ἀνακάμψει… καὶ θεραπεύετε τοὺς ἐν αὐτῇ ἀσθενεῖς, καὶ λέγετε αὐτοῖς· ἤγγικεν ἐφ’ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Τοὺς ἐξέλεξε ὁ Χριστὸς ὕστερα ἀπὸ τοὺς Δώδεκα, γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸ σωτήριο ἔργο του καὶ νὰ διακονοῦν τὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τῆς πρώτης χριστιανικῆς περιόδου, προσπάθησαν νὰ τοὺς ταυτίσουν σταχυολογώντας πρόσωπα τῆς Καινῆς Διαθήκης, κυρίως ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων καθὼς καὶ ἀπὸ τὶς Ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἡ πρώτη ἀπόπειρα καταρτίσεως καταλόγων τῶν ὀνομάτων τῶν ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων ἔγινε σὲ ἀντίδραση ἐνεργειῶν τῶν Γνωστικῶν, οἱ ὁποίοι εἶχαν ἀνορθόδοξη καὶ ἐσφαλμένη ἀντίληψη περὶ τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος καὶ τῆς ἀδιάκοπης ἀποστολικῆς διαδοχῆς καὶ ἀποσκοποῦσε νὰ προβάλει πρόσωπα μὲ ἀναμφισβήτητο ἐκκλησιαστικὸ κύρος, ποὺ ἦσαν ἄμεσα συνεχιστὲς τοῦ ἔργου τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων.

Ἀπὸ τὴνἐποχὴ τοῦ πρώτου Σχίσματος (867 μ.Χ.), ὅταν τὸ «παπικὸν πρωτεῖον ἐξῆλθεν πλέον τῆς θεωρητικῆς καὶ ἀορίστου μορφῆς τὴν ὁποίαν μέχρι τοῦδε διετήρει καὶ ἔλαβε πρακτικὴν καὶ ὡρισμένην μορφὴν ἐπικίνδυνον διὰ τὴν ἀνεξαρτησίαν τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας», προβάλλονται ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία οἱ Ἑβδομήκοντα Ἀπόστολοι, σὲ ἀντίδραση στὶς γνωστὲς θέσεις τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα.

Γι’ αὐτό, ἂν καὶ ἕκαστος τῶν Ἀποστόλων ἑορτάζει σὲ τακτὴ ξεχωριστὴ ἡμέρα, ἡ Ἐκκλησία μας ὅρισε καὶ ἰδία ἡμέρα γιὰ τὴν κοινὴ ἑορτὴ αὐτῶν ποὺ κακοπάθησαν γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ.

Αὐτοὶ εἶναι:

  1. Ἄγαβος, προφήτης, ὁ ὁποῖος προεφήτευσε τὴν σύλληψη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ τὸν μέγα λιμὸ εἰς Ἱερουσαλήμ († 8 Ἀπριλίου).
  2. Ἀκύλας, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, μετὰ τῆς σζύγου αὐτοῦ Πρισκίλλης,  μαρτυρικὰ τελειωθέντες († 14 Ἰουλίου, † 13 Φεβρουαρίου).
  3. Ἀμπλίας, Ἐπίσκοπος Ὀδυσσουπόλεως (τῆς Μακεδονίας), ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου ἐγκατασταθεὶς καὶ ὑπὸ τῶν ἐθνικῶν ἀναιρεθείς († 31 Ὀκτωβρίου).
  4. Ἀνανίας, μαθητὴς τοῦ Κυρίου στὴ Δαμασκό, συναντήσας, καθ’ ὑπόδειξιν τοῦ Κυρίου, τὸν Σαούλ (Παῦλο) τυφλωθέντα, τὸν ὁποῖο ἐθεράπευσε καὶ ἐβάπτισε. Ἔγινε Ἐπίσκοπος Δαμασκοῦ, τελειωθεὶς διὰλιθοβολισμοῦ († 1 Ὀκτωβρίου).
  5. Ἀνδρόνικος, Ἐπίσκοπος Πανονίας († 17 Μαΐου, † 30 Ἰουλίου, 22 Φεβρουαρίου εὕρεσις λειψάνων).
  6. Ἀπελλῆς, Ἐπίσκοπος Σμύρνης († 10 Σεπτεμβρίου).
  7. Ἀπελλῆς (ἕτερος ἢ ὁ προηγούμενος), Ἐπίσκοπος τῆς ἐν Θράκῃ Ἡρακλείας († 31 Ὀκτωβρίου).
  8. Ἀπολλώ(ς), Ἐπίσκοπος Καισαρείας († 8 Δεκεμβρίου).
  9. Ἀπφία(ς) (ἢ Ἀπφίων)· σαφῶς πρόκειται περὶ γυναίκας Ἀποστόλου, τὴν ὁποία ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Φιλήμονα ἐπιστολή: «καὶ Ἀπφίᾳ τῇ ἀγαπητῇ». Συνεμαρτύρησε μετὰ τῶν Ἀποστόλων Φιλήμονος, Ἀρχίππου καὶ Ὀνησίμου ἐπὶ Νέρωνος (φέρεται ὡς σύζυγος τοῦ Φιλήμονος) († 22 Νεομβρίου, † 19 Φεβρουαρίου).
  10. Ἀρίσταρχος, Ἐπίσκοπος τῆς ἐν Συρίᾳ Ἀπαμείας,ἀποκεφαλισθεὶς ὑπὸ Νέρωνος († 27 Σεπτεμβρίου, † 14 Ἀπριλίου).
  11. Ἀριστόβουλος, Ἐπίσκοπος Βρεττανίας, ἀδελφὸς τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα († 31 Ὀκτωβρίου, † 15 Μαρτίου).
  12. Ἀρτεμᾶς, Ἐπίσκοπος Λύστρων († 30 Ὀκτωβρίου).
  13. Ἄρχιππος, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου εἰς Κολοσσάς. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ ὑπὸ Νέρωνος († 22 Νεομβρίου, † 19 Φεβρουαρίου).
  14. Ἀσύγκριτος, Ἐπίσκοπος Ὑρκανίας, ἐτελειώθηκε μαρτυρικῶς († 8 Ἀπριλίου).
  15. Ἀχαϊκός, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴν Κόρινθο, ἐτελειώθηκε ἀπὸ λιμὸ καὶ δίψα († 15 Ἰουνίου).
  16. Βαρνάβας ἢ Ιωσῆς, Κύπριος τὴν πατρίδα, ἀπὸ τοὺς ἑλληνιστὲς Ἑβραίους τῆς νήσου καὶ ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Λευΐ. Ἀπὸ Ἰωσῆς, γιὰ τὸ γλυκύ του κήρυγμα, μετονομάσθηκε Βαρνάβας, που σημαίνει «υἱὸς παρακλήσεως». Συνέκδημος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἐκήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Ἀντιόχεια, Ἱερουσαλὴμ, Ρώμη, Ἀλεξάνδρεια καὶ Κύπρο, ὅπου ἐλιθοβολήθηκε καὶ παραδόθηκε στὸ πῦρ. Εἶναι ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπου († 11 Ἰουνίου).
  17. Γάϊος, Ἐπίσκοπος Ἐφέσου († 5 Νοεμβρίου).
  18. Ἐπαινετός, Ἐπίσκοπος Καρθαγένης († 30 Ἰουλίου).
  19. Ἐπαφρόδιτος (ἢ Ἐπαφρᾶς), Ἐπίσκοπος Κολοφῶνος ἢ Κολώνης ἢ Ἀδράκης († 8 Δεκεμβρίου).
  20. Ἔραστος, οἰκονόμος τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων καὶ Ἐπίσκοπος Πανεάδος († 10 Νοεμβρίου).
  21. Ἑρμᾶς, Ἐπίσκοπος Φιλίππων ἢ Φιλιππουπόλεως († 5 Νοεμβρίου).
  22. Ἑρμῆς, Ἐπίσκοπος Δαλματίας († 8 Μαρτίου).
  23. Εὔβουλος, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 28 Φεβρουαρίου).
  24. Εὔοδος, Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, διάδοχος τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου († 7 Σεπτεμβρίου).
  25. Ζακχαῖος, ἀρχιτελώνης τῆς Ἱεριχώ, τὸν ὁποίον ἐκάλεσε ὁ Κύριος († 20 Ἀπριλίου).
  26. Ζηνᾶς ἢ Ζήνων, Ἐπίσκοπος Διοσπόλεως τῆς Λαοδικείας († 27 Σεπτεμβρίου).
  27. Ἡρωδίων καὶ Ροδίων ἢ Ρόδιος, Ἐπίσκοπος Νέων Πατρῶν, ἀκόλουθος τῶν Ἀποστόλων,ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ ὑπὸ Ἰουδαίων καὶ ἐθνικῶν ἢ Ἐπίσκοπος Ταρσοῦ, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου στὴ Ρώμη, ἀποκεφαλίσθηκε ὑπὸ Νέρωνος μετὰ τοῦ Ὀλυμπᾶ († 28 Μαρτίου, † 8 Ἀπριλίου, † 10 Νοεμβρίου).
  28. Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, ἀδελφὸς τοῦ Κυρίουκαὶ υἱὸς Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος, συγγραφεὺς τ[ςη φερωνύμου Καθολικῆς Ἐπιστολῆς καὶ πρῶτος Ἱεράρχης Ἱεροσολύμων. Ὁ Ἅγιος ἐτελειώθηκε μαρτυρικῶς ὑπὸ Ἰουδαίων († 23 Ὀκτωβρίου καὶ Κυριακὴ μετᾶ τὴν Χριστοῦ γέννησιν).
  29. Ἰάκωβος ὁ Ἀλφαίου ἢ Ἀλφαῖος, ἀδελφὸς Ματθαίου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ († 9 Ὀκτωβρίου, † 26 Μαΐου).
  30. Ἰάσων, Ἐπίσκοπος Ταρσοῦ, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 29 Ἀπριλίου).
  31. Ἰούδας ὁ Ἰακώβου ἢ Θαδδαῖος καὶ Λεββαῖος, ἀδελφὸς κατὰ σάρκα τοῦ Κυρίου καὶ υἱὸς τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος, ἀδελφὸς δὲ γνήσιος Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου († 19 Ἰουνίου, † 21 Αὐγούστου).
  32. Ἰουνία(ς)· πρόκειται περὶ ἀνδρὸς Ἀποστόλου, τὸν ὁποῖο ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή: «ἀσπάσασθε Ἀνδρόνικον καὶ Ἰουνίαν τοὺς συγγενεῖς μου καὶ συναιχμαλώτους μου, οἵτινές εἰσιν ἐπίσημοι ἐν τοῖς ἀποστόλοις». Δυστυχῶς στοὺς Συναξαριστὲς ἐθεωρήθηκε ὡς γυναίκα, ἐνῷ σὲ πολλοὺς κώδικες γράφεται ὀρθῶς: «(Ἀνδρόνικος) συνεπόμενον ἔχων καὶ τὸν ὑπερθαύμαστον Ἰουνίαν». Καὶ τὸ δίστιχο μαρτυρεῖ: «Ἰουνία(ς) τέθνηκε μηνὶ Μαΐῳ, ὃς πρῶτος ἐστὶν εἰσιὼν Ἰουνίου» († 17 Μαΐου, † 22 Φεβρπυαρίου – εὕρεση τῶν ἱερῶν λειψάνων).
  33. Ιοῦστος ἢ Ἰωσὴφ ἢ Βαρσαββᾶς ἢ Ἰησοῦς ἢ Ἰωσῆς, Ἐπίσκοπος Ἐλευθερουπόλεως, ὁ σύμψηφος γενόμενος τοῦ Ματθίου, ὁ ἀδελφόθεος († 30 Ὀκτωβρίου).
  34. Καῖσαρ, Ἐπίσκοπος Κορώνης († 8 Δεκεμβρίου).
  35. Κάρπος, Ἐπίσκοπος Βερόης ἢ Βεροίας τῆς Θράκης († 26 Μαΐου).
  36. Κηφᾶς († 8 Δεκεμβρίου).
  37. Κλήμης, Ἐπίσκοπος Σαρδέων ἢ Σαρδικῆς († 10 Σεπτεμβρίου).
  38. Κοδρᾶτος, Ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴ Μαγνησία († 21 Σεπτεμβρίου).
  39. Κουᾶρτος, Ἐπίσκοπος Βηρυτοῦ (†10 Νοεμβρίου).
  40. Κρήσκης, Ἐπίσκοπος Καρχηδόνος († 30 Ἰουλίου).
  41. Λίνος, Ἐπίσκοπος Ρώμης μετὰ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο († 5 Νοεμβρίου).
  42. Λουκᾶς ἢ Λούκιος, Ἐπίσκοπος τῆς ἐν Συρίᾳ Λαοδικείας, δάφορος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, «ὃν ὁ μακάριος Παῦλος ἐν τῇ πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολῇ μαρτυρεῖ» († 10 Σεπτεμβρίου).
  43. Μᾶρκος, ὁ καὶ Ἰωάννης, Ἐπίσκοπος Βύβλου τῆς Ἀντιόχειας, διάφορος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ «οὗ ὁ ἈπόστολοςΛουκᾶς ἐν ταῖς Πράξεσι μέμνηται» († 27 Σεπτεμβρίου).
  44. Μᾶρκος (ἕτερος), ἀνεψιὸς τοῦ Βαρνάβα, Ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδος, διάφορος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ καὶ τοῦ προηγουμένου, «οὗ ὁ Ἀπόστολος ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς μέμνηται» († 30 Ὀκτωβρίου).
  45. Ματθίας, ὁ διᾶ κλήρου ἀναπληρώσας Ἰούδα τὸν προδότη καὶ συγκαταριθμηθεὶς στοὺς Δώδεκα († 9 Αὐγούστου).
  46. Νάρκισσος, Ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά († 31 Ὀκτωβρίου).
  47. Νικάνωρ, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά, τελειωθεὶς τὴν αὐτὴ ἡμέρα μετὰ τοῦ ἀρχιδιακόνου Στεφάνου († 28 Ἰουλίου).
  48. Νυμφᾶς, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 28 Φεβρουαρίου).
  49. Ὀλυμπᾶς, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλο Πέτρου στὴ Ρώμη, ἀποκεφαλίσθηκε ὑπὸ Νέρωνος μετὰ τοῦ Ροδίωνος († 10 Νοεμβρίου).
  50. Ὀνήσιμος, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στοὺς Ποτίολους († 15 Φεβρουαρίου, † 22 Νοεμβρίου).
  51. Ὀνησιφόρος, Ἐπίσκοπος Κολοφῶνος, συνεργὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 7 Σεπτεμβρίου, † 8 Δεκεμβρίου).
  52. Οὐρβανός, Ἐπίσκοπος Μακεδονίας, ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου ἐγκατασταθεὶς καὶ ὑπὸ τῶν ἐθνικῶν ἀναιρεθείς († 31 Ὀκτωβρίου).
  53. Παρμενᾶς, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά († 28 Ἰουλίου).
  54. Πατρόβας, Ἐπίσκοπος Ποτιόλων († 5 Νοεμβρίου).
  55. Πούδης, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο ἐπὶ Νέρωνος († 14 Ἀπριλίου).
  56. Πρόχορος, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά, Ἐπίσκοπος Νικομηδείας, συνεργὸς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου καὶ στὴ συγγραφὴ τοῦ Εὐαγγελίου († 28 Ἰουλίου).
  57. Ροῦφος, Ἐπίσκοπος Θηβῶν τῆς Ἑλλάδος. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά († 8 Ἀπριλίου).
  58. Σίλας, Ἐπίσκοπος Κορίνθου, συνεργὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 30 Ἰουλίου).
  59. Σιλουανὸς, Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης, συνεργὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 30 Ἰουλίου).
  60. Σίμων ἢ Συμεὼν ἢ Κλεόπας, ὁ ἀδελφόθεος, δεύτερος Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, υἱὸς Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος καὶ ἀδελφὸς Ἰακώβου. Ὁ Ἅγιος ἐσταυρώθηκε ἐπὶ Τραϊανοῦ († 27 Ἀπριλίου, † 30 Ὀκτωβρίου).
  61. Στάχυς. Ἐπίσκοπος (πρῶτος) Βζαντίου, κατασταθεὶς ὑπὸ Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου († 31 Ὀκτωβρίου).
  62. Στεφανᾶς, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 15 Ἰουνίου).
  63. Στέφανος, πρωτομάρτυρας καὶ ἀρχιδιάκονος. Ἐτελειώθηκε διὰ λιθοβολισμοῦ († 27 Δεκεμβρίου, † 2 Αὐγούστου, † 15 Σεπτεμβρίου).
  64. Σωσθένης, Ἐπίσκοπος Κολοφῶνος († 8 Δεκεμβρίου).
  65. Σωσίπατρος, Ἐπίσκοπος Ἰκονίου, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 10 Νεομβρίου, † 29 Ἀπριλίου).
  66. Τέρτιος, Ἐπίσκοπος Ἰκονίου, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 30 Ὀκτωβρίου).
  67. Τιμόθεος, Ἐπίσκοπςο Ἐφέσου, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τελειωθεὶς μαρτυρικά († 22 Ἰανουαρίου).
  68. Τίμων, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά, Ἐπίσκοπος Βόστρων, τελειωθεὶς μαρτυρικά († 28 Ἰουλίου).
  69. Τίτος, Ἐπίσκοπος Γορτύνης τῆς Κρήτης, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 25 Αὐγούστου).
  70. Τρόφιμος, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο ἐπὶ Νέρωνος († 14 Ἀπριλίου).
  71. Τυχικός, Ἐπίσκοπος Χαλκηδόνος ἢ Κολοφῶνος, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 8 Δεκεμβρίου).
  72. Φιλήμων, Ἐπίσκοπος Γάζης, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τελειωθεὶς μαρτυρικὰ στὶς Κολοσσὲς ἐπὶ Νέρωνος († 19 Φεβρουαρίου, † 22 Νοεμβρίου).
  73. Φίλιππος, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά, ἐκ Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης, ὁ ὁποῖος ἐβάπτισε Σίμωνα τὸν Μάγο καὶ τὸν Εὐνοῦχο τῆς Κανδάκης († 11 Ὀκτωβρίου).
  74. Φιλόλογος, Ἐπίσκοπος Σινώπης, κατασταθεὶς ὑπὸ Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου († 5 Νοεμβρίου).
  75. Φλέγων, Ἐπίσκοπος Μαραθῶνος. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά († 8 Ἀπριλίου).
  76. Φουρτουνᾶτος, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά (†15 Ἰουνίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Θείας πίστεως, τῷ ἀμφιβλήστρῳ, ἐζωγρήσατε, ἐθνῶν ἀγέλας, Ἑβδομήκοντα Κυρίου Ἀπόστολοι, πρὸς εὐσεβείας τὴν θείαν ἐπίγνωσιν, ὡς δεδεγμένοι τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος. Μύσται ἔνθεοι, Χριστῷ τῷ Θεῷ πρεσβεύσατε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοὺς Ἑβδομήκοντα σοφοὺς Ἀποστόλους, ὡς εὐσεβείας γεωργοὺς θεηγόρους, χαρμονικῶς αἰνέσωμεν ᾀσμάτων ᾠδαῖς· οὗτοι γὰρ τῆς πίστεως, τὸν σωτήριον λόγον, κόσμῳ ἐγκατέσπειραν, ὡς Χριστοῦ οἰκονόμοι· καὶ νῦν ἀπαύστως νέμουσιν ὑμῖν, τῶν ἐπταισμένων θεόθεν τὴν ἄφεσιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἑβδομηκοντάριθμος καὶ σεπτός, δῆμος Ἀποστόλων, τὸν τῆς πίστεως θησαυρόν, τοῖς ἐν ἀπιστίᾳ, διέδωκαν πλουσίως· ὑμνήσωμεν τὴν τούτων, θείαν συνέλευσιν.

Οἱ Ἅγιοι Ζώσιμος καὶ Ἀθανάσιος 

Ὁ Ἅγιος Ζώσιμος ἔζησε στὴν Κιλικία καὶ ἐκατοικοῦσε στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ τὸν ἀναζήτησαν οἱ εἰδωλολάτρες, τὸν ἔπιασαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἄρχοντα Δομετιανό. Ὁ Ἅγιος Ζώσιμος ὁμολόγησε μὲ παρρησία μπροστὰ στὸν ἄρχοντα τὴν πίστη του στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ ἄρχοντας τότε διέταξε νὰ ὑποβάλουν τὸν Ἅγιο σὲ φοβερὰ βασανιστήρια. Τοῦ ἔκαψαν, λοιπόν, τὰ αὐτιὰ μὲ πυρακτωμένα σίδερα, τὸν ἔριξαν μέσα σὲ καζάνι γεμάτο βόρβορο ποὺ ἐκόχλαζε καὶ τελικὰ τὸν κρέμασαν μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω. Κατὰ τρόπο ὅμως θαυμαστὸ διασώθηκε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ βασανιστήρια. Ἡ μανία τῶν εἰδωλολατρῶν δὲν ἐσταμάτησε ἐδῶ· ἔριξαν τὸν ἅγιο στὴν ἀρένα τοῦ θεάτρου νὰ τὸν κατασπαράξουν τὰ πεινασμένα ἄγρια θηρία. Ἐκεῖ ὅμως ἐμφανίσθηκε ἕνα λιοντάρι καὶ μὲ ἀνθρώπινη φωνὴ ὁμίλησε γιὰ τὸν Χριστό. Τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονὸς εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ προσελκυσθεῖ στὴν Χριστιανικὴ πίστη ὁ Κομενταρήσιος Ἀθανάσιος. Ἀλλὰ καὶ ὁ τύραννος, ὕστερα ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτό, ἄφησε ἐλεύθερο τὸν Ἅγιο.
Ὁ Ἅγιος, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, πῆγε στὰ ὄρη ὅπου καὶ διέμενε. Μαζί του πῆγε καὶ ὁ Ἀθανάσιος, τὸν ὁποῖο καὶ κατήχησε στὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ στὴν συνέχεια τὸν ἐβάπτισε. Ἐκεῖ στὸν ἔρημο τόπο, ποὺ ἦταν οἱ δύο Ἅγιοι, μία πέτρα ἐσχίσθηκε ξαφνικὰ σὲ δύο μέρη. Οἱ Ἅγιοι ἀμέσως μπῆκαν κάτω ἀπὸ τὴν πέτρα, ὅπου καὶ παρέδωσαν τὶς ψυχές τους στὸν Κύριο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἡ Ὁσία Ἀπολλιναρία ἡ Συγκλητική 

Ἡ Ὁσία Ἀπολλιναρία διακρινόταν γιὰ τὸ κάλλος καὶ τὴν σύνεσή της. Ἦταν κόρη τοῦ Ἀνθεμίου, τὸν ὁποῖο ἐχειροτόνησε ὁ Πάπας Λέων ὁ Μέγας καὶ τοῦ ἐμπιστεύθηκε τὴν διαχείριση θεμάτων τῆς Ρώμης.

Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία ἡ Ἀπολλιναρία εἶχε διακαὴ τὸν πόθο νὰ ἀκολουθήσει τὸν παρθενικὸ βίο καὶ παρακαλοῦσε μὲ ἐπιμονὴ τὸν Θεὸ νύκτα καὶ ἡμέρα νὰ τὴν βοηθήσει νὰ πετύχει αὐτὸ ποὺ ποθοῦσε ἡ ψυχή της. Παρακάλεσε, λοιπόν, θερμὰ τοὺς γονεῖς της νὰ τῆς ἐπιτρέψουν νὰ πάει στὰ Ἱεροσόλυμα. Οἱ γονεῖς της ἄκουσαν τὴν παράκλησή της καὶ τῆς ἐπέτρεψαν. Τότε ἐκείνη, ἀφοῦ πῆρε μαζί της δούλους καὶ δοῦλες, καθὼς ἐπίσης καὶ χρυσάφι, ἄργυρο καὶ πολυτελὴ ἐνδύματα, ἔφθασε στοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἐκεῖ ἐμοίρασε στοὺς πτωχοὺς ὅλα ὅσα εἶχε πάρει μαζί της.

Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν προσκυνηματική της ἐπίσκεψη στοὺς Ἁγίους Τόπους, ἐχάρισε τὸ δῶρο τῆς ἐλευθερίας στοὺς δούλους καὶ στὶς δοῦλες ποὺ εἶχε πάρει μαζί της καὶ τοὺς ἄφησε νὰ γυρίσουν πίσω στὴν Ρώμη, μὲ τὸ δικαίωμα πλέον τοῦ ἐλεύθερου πολίτου. Ἐκράτησε ὅμως κοντά της ἕνα σεβάσμιο γέροντα καὶ ἕναν εὐνοῦχο. Μ’ αὐτοὺς μαζὶ ἐπισκέφθηκε τὴν Ἀλεξάνδρεια. Ὅταν ἔφθασε σὲ κάποιον πεδινὸ τόπο, σκέφθηκε νὰ σταματήσουν ἐκεῖ, γιὰ νὰ ξεκουραστοῦν ἀπὸ τὸν κόπο τῆς ὁδοιπορίας. Μόλις ὁ ὕπνος πῆρε τοὺς κουρασμένους συνοδοιπόρους της, ἡ Ἁγία ἔφυγε χωρὶς νὰ τὴν πάρουν εἴδηση καὶ μπῆκε στὴν δασώδη περιοχὴ ποὺ ἦταν δίπλα, περιφρονώντας ἔτσι ὅλα τὰ ἀγαθὰ τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου. Ἡ περιοχὴ αὐτὴ ἦταν καὶ ἑλώδης. Στὸ ὀχληρὸ αὐτὸ ἕλος ἔμεινε ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα. Κατὰ τὴν παραμονή της ἐκεῖ, ἀπὸ τὰ τσιμπήματα τῶν κουνουπιῶν τὸ δέρμα τοῦ μακάριου σώματός της ἔγινε σὰν τὸ δέρμα χαλώνας.

Ἀκολούθως, φορώντας ἐνδυμασία ἀσκητοῦ, πῆγε σὲ Σκήτη ποὺ ἀσκήτευαν ἅγιοι Πατέρες. Τοὺς εἶπε πὼς ὀνομάζεται Δωρόθεος καὶ πὼς εἶναι εὐνοῦχος. Ὁ θαυμαστὸς ἡγούμενος τῆς Σκήτης Μακάριος τὴν δέχθηκε μὲ ἐγκαρδιότητα καὶ τῆς παρεχώρησε κελλὶ νὰ μένει. Ἡ Ἀπολλιναρία ἐκλείσθηκε μέσα στὸ κελλὶ αὐτὸ καὶ προσευχόταν καὶ εὐχαριστοῦσε τὸν Θεὸ νύχτα καὶ ἡμέρα.

Ὁ πατέρας της Ἀνθέμιος εἶχε καὶ μία ἄλλη θυγατέρα. Αὐτὴ κάποτε προσβλήθηκε ἀπὸ ἀκάθαρτο δαιμόνιο. Ἀμέσως ὁ Ἀνθέμιος τὴν ἔστειλε στοὺς μοναχοὺς τῆς Σκήτης, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ, χωρὶς βέβαια νὰ γνωρίζει τὸ παραμικρὸ σχετικὰ μὲ τὴν εὐλογημένη θυγατέρα του, τὴν Ἀπολλιναρία, ποὺ βρισκόταν στὴν Σκήτη καὶ ὀνομαζόταν Δωρόθεος.

Οἱ συνοδοί, λοιπόν, ὁδήγησαν τὴν δαιμονισμένη κόρη στὸν ἀββᾶ Δωρόθεο. Μέσα σὲ λίγες ἡμέρες τὸ κορίτσι ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ δαιμόνιο, ποὺ τὸ ἐβασάνιζε, καὶ οἱ Πατέρες τὸ ἔστειλαν, ὑγιὲς πλέον, στὸν πατέρα του. Ὕστερα ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες ἄρχισε νὰ φαίνεται στοὺς πολλοὺς πὼς ἡ κόρη ἦταν ἔγκυος. Τότε ὁ πατέρας της, ἐπειδὴ ἐνόμισε ὅτι ἡ κόρη του εἶχε καταστεῖ ἔγκυος ἀπὸ τὸν ἀββᾶ Δωρόθεο, ἔστειλε ἀνθρώπους του καὶ τοῦ τὸν ἔφεραν μπροστά του. Ἡ εὐλογημένη ὅμως Ἀπολλιναρία ἔδειξε μὲ κάποια σημεῖα αὐτὸ ποὺ ἦταν στὴν πραγματικότητα, ὅτι δηλαδὴ ἦταν γυναίκα καὶ ὄχι ἄνδρας ὅπως ἔδειχνε τὸ σχῆμα της. Ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ προκάλεσε σὲ ὅλους θαυμασμὸ καὶ ἀγωνία· καὶ ἰδιαίτερα θαυμασμό, γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀδελφή της ἡ δαιμονισμένη ἐθεραπεύθηκε θαυματουργικά, ὕστερα ἀπὸ τὶς προσευχές της.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἡ Ἀπολλιναρία, ἀφοῦ ἔμεινε λίγες ἡμέρες μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς της, ἐγύρισε πάλι στὸ κελλί της, στὴν Σκήτη, χωρὶς νὰ μάθει κανένας ἀπὸ τοὺς Πατέρες αὐτὰ ποὺ εἶχαν γίνει. Ἔτσι, ὅταν μετὰ τὴν κοίμησή της, διαπιστώθηκε ὅτι ἦταν γυναίκα, ὅλοι τὴν ἐμακάρισαν γιὰ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Χρύσανθος καὶ Εὐφημία 

Ὁ Ἅγιος Χρύσανθος καὶ ἡ Ἁγία Εὐφημία ἐμαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Περὶ τοῦ χρόνου τοῦ μαρτυρίου τους οἱ Συναξαριστὲς σιωποῦν. Γιὰ τὴν Ἁγία Εὐφημία ἀναφέρεται ἁπλῶς «τῆς πλησίον τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου», ἀπὸ τὸ ὁποῖο θεωροῦμε, ὅτι πρόκειται περὶ τοῦ τάφου αὐτῆς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ἅγιοι Ἕξι Μάρτυρες 

Εἶναι ἄγνωστο πότε καὶ ποῦ ἄθλησαν οἱ Μάρτυρες αὐτοί. Στοὺς Συναξαριστὲς καλοῦνται Μάρτυρες, ἀλλὰ τελειωθέντες μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Θεόκτιστος 

Ὁ Ὅσιος Θεόκτιστος ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο, διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Κουκουμᾶ ἢ Κουκουμίου ἢ Κουκούμης τῆς Σικελίας καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Κτίσις βασίλειος, Θεοῦ γενόμενος, βίον κατάλληλον, τῇ κλήσει ἔσχηκας, εὐαρεστήσας τῷ Θεῷ, ἐν ἔργοις δικαιοσύνης· ὅθεν Μοναζόντων σε, ποδηγέτην ἀνέδειξε, Χριστὸς ὁ φιλάνθρωπος, ὁ δεχθεὶς τοὺς ἀγῶνάς σου· ᾧ πρέσβευε ὑπὲρ τῶν βοώντων· χαίροις Θεόκτιστε θεόφρον.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐκ Δυσμῶν ὡς ἥλιος ἐξανατείλας, μυστικῶς κατηύγασας τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἀσκητικαῖς σου φαιδρότησι, Πάτερ παμμάκαρ, Θεόκτιστε Ὅσιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Φοῖνιξ ἐναρέτου ὤφθης ζωῆς, θάλλων διεξόδοις, σῶν ἱδρώτων τῶν εὐαγῶν· ὅθεν διατρέφεις, καρποῖς σου ἀθάνατοις, ἡμῶν τὰς διανοίας, Πάτερ Θεόκτιστε.

Ὁ Ὅσιος Θεόπροβος Ἐπίσκοπος Καρπασίας Κύπρου

Ὁ Ἅγιος Θεόπροβος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο μ.Χ. αἰώνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ Νέος 

Στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρεται μόνο ὅτι ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος (ὁ ναὸς ἢ ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου), κεῖται πλησίον τοῦ Ἁγίου Μωκίου.
Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Μωκίου, ἀνηγέρθη ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο (324 – 337 μ.Χ.) πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Μωκίου, , τοῦ ὁποίου τὴν μνήμη ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ στὶς 11 Μαΐου, ἐπὶ τῆς θέσεως παλαιοῦ ἐθνικοῦ ναοῦ στὸ Ἐξωκιόνιον (Ἕξ Μάρμαρα) τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἐπὶ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου Α’ (379 – 395 μ.Χ.) ὁ ναὸς αὐτὸς ἐδόθηκε στοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανοὺς ποὺ ὀνομάσθηκαν γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ ἐξωκιονίτες. Ἀργότερα κτίσθηκε ἐκεῖ νέος ναὸς ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανὸ Α’ (525 – 565 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἀνακαινίσθηκε ἀπὸ τὸν Βασίλειο Β’ (867 – 886 μ.Χ.). Στὴν ἐκκλησία αὐτὴ ἐκκλησιάζονταν, σύμφωνα μὲ τὸ Τυπικό, οἱ αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου δύο φορὲς τὸν χρόνο: τὴν Κυριακὴ τοῦ Ἀντίπασχα (τοῦ Θωμᾶ) καὶ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Στὶς 11 Μαΐου 903 μ.Χ., ἡμέρα τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, ὑπέστη ἐντὸς τοῦ ναοῦ δολοφονικὴ ἐπίθεση ὁ αὐτοκράτορας Λέων ὁ ΣΤ’ καὶ ἀπὸ τότε καταργήθηκε ὁ ἐκεῖ ἐκκλησιασμὸς τῶν αὐτοκρατόρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Οἱ Ὅσιοι Εὐάγριος καὶ Σίος ἐκ Γεωργίας 

Οἱ Ὅσιοι Εὐάγριος καὶ Σίος τοῦ Μγκβιμέλι ἔζησαν στὴν Γεωργία τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ.

Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος ἀρχικὰ ἦταν δούκας τοῦ Ζιχαντίνι καὶ ἀρχηγὸς τοῦ μεγαλύτερου κράτους στὴν αὐλὴ τοῦ βασιλείου τοῦ Κάρτλι (Δυτικὴ Γεωργία). Στὴν συνέχεια ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους γεωργιανοὺς μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Σίου καὶ μετέπειτα ἡγούμενος τῆς μονῆς ποὺ ἵδρυσε ὁ τελευταῖος. Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος ἀσκόπευε νὰ γίνει μοναχὸς ὅταν, πηγαίνοντας σὲ ἕνα κυνήγι, ἔγινε θεατὴς ἑνὸς θαύματος: εἶδε ἕνα περιστέρι νὰ φέρνει τροφὴ στὸν ἐρημίτη Ἅγιο Σίο. Αὐτὸς ἀρχικὰ ἦταν ἀντίθετος στὴ ἀπόφαση τοῦ Εὐάγριου, ἐπειδὴ ἦταν πολὺ βιαστική. Ὁ Εὐάγριος ὅμως, ἐπέμενε καὶ τελικὰ ὁ Ἅγιος Σίος τοῦ παρήγγειλε νὰ ἐπιστρέψει σπίτι, νὰ τακτοποιήσει ὅλες τὶς ὑποθέσεις του, νὰ ἀποχαιρετήσει τοὺς δικούς του καὶ ἔπειτα νὰ πάει στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Μτκβάρι καὶ νὰ βάλει μέσα στὸ νερὸ ἕνα μπαστούνι ποὺ ὁ ἴδιος θὰ τοῦ ἐδώριζε. Ἐὰν ὁ ποταμὸς ἐστέγνωνε μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Εὐάγριου, αὐτὸ θὰ ἦταν ἕνα θεϊκὸ σημάδι γιὰ νὰ ξεκινήσει τὸν μοναχικὸ βίο, διαφορετικὰ ὁ φιλόδοξος μοναχὸς θὰ ἔπρεπε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν σκοπό του. Ὁ Εὐάγριος ἔπραξε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καί, κατὰ τὴν θεία βούληση, παρέμεινε μὲ τὸν Ἅγιο Σίο.

Ἔκτοτε ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀσκητῶν γύρω τους ἄρχισε νὰ πολλαπλασιάζεται καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐγεννήθηκε τὸ μοναστήρι. Ὁ Εὐάγριος μὲ δικά του ἔξοδα ἀγόρασε γιὰ τὴν ἀδελφότητα τὸ χωριὸ Σαλτέμπα μαζὶ μὲ τὰ προσαρτημένα ἐδάφη.

Μετὰ ἀπὸ λίγο χρονικὸ διάστημα, ὁ Ἅγιος Σίος, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, ἀπομονώθηκε σὲ σπήλαιο καὶ ὅρισε τὸν Ὅσιο Εὐάγριο ἡγούμενο τῆς μοναστικῆς ἀδελφότητος.
Ἡ μνήμη τῶν Ὁσίων τελεῖται καὶ στὶς 4 Φεβρουαρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ὁ Στυλίτης 

Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ἔζησε θεοφιλῶς καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 872 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος Ἡγούμενος Μονῆς Βατοπαιδίου και οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες 12 Μοναχοί 

Τὴν ἐποχὴ τοῦ Πάπα Οὐρβανοῦ Δ’ (1263) καὶ τοῦ διαδόχου του Κλήμεντος Δ’ (1267) ὁ αὐτοκράτορας τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μιχαὴλ Παλαιολόγος ἄρχισε νὰ διαπραγματεύεται γιὰ τὴν ἕνωση τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ τὴν Δυτική. Ὁ Πάπας Κλήμης Δ’ ἔστειλε στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς ὑπογραφὴ τοὺς ὅρους τῆς ἑνώσεως, στοὺς ὁποίους μεταξὺ ἄλλων ὁ Πάπας ἐθεωρεῖτο ὡς δικαιούμενος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ κρίνει καὶ νὰ ἀποφασίζει ὁριστικὰ γιὰ κάθε δογματικὸ ζήτημα ἢ ἄλλη ἐκκλησιαστικὴ διαφωνία. Ἔτσι ὁ Πάπας ἀναδεικνυόταν σὲ ὑπέρτατη ἐκκλησιαστικὴ ἐξουσία, οἱ δὲ Σύνοδοι, Τοπικὲς ἢ Οἰκουμενικές, ἐκμηδενίζονταν. Τὸ ζήτημα ὅμως λόγῳ πατριαρχικῶν ἀνωμαλιῶν δὲν ἐπροχώρησε καὶ ὁ αὐτοκράτορας δὲ μποροῦσε νὰ ἐνεργήσει μόνος. Οἱ διαπραγματεύσεις ἐπανελήφθησαν τὸ ἔτος 1273, ὅταν προχειρίσθηκε Πάπας ὁ Γρηγόριος ὁ Ι’, ὁ ὁποῖος ἐδήλωσε ὅτι δέχεται τὸ ζήτημα τῆς ἑνώσεως νὰ συζητηθεῖ σὲ Σύνοδο, ἡ ὁποία ὁρίσθηκε νὰ συνέλθει στὴν πόλη Λυὼν τῆς Γαλλίας. Ὁ βασιλεὺς ἐδήλωσε στοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ Πάπα, ὅτι δέχεται τὴν πρόταση καὶ θὰ ἀποστείλει πρέσβεις ἐπιτετραμμένους στὴν Σύνοδο, ἀλλὰ ὁ Πατριάρχης Ἰωσὴφ ἀντιστάθηκε καὶ διαμαρτυρήθηκε ἔντονα, ὅτι ποτὲ δὲν θὰ ἤθελε νὰ ὑπογράψει ἕνωση μὲ τὸν Πάπα ποὺ θὰ ἀναγνώριζε σὲ αὐτὸν ἔξω ἀπὸ τῆς ἱερᾶς παραδόσεως καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν θεσμίων τέτοια ἐξουσία. Ὁ βασιλεὺς ἐξοργίσθηκε. Μὴ τολμῶν νὰ ἐγγίσει τὸν Πατριάρχη προέβη σὲ φοβερὸ διωγμὸ τῶν λοιπῶν, ἄλλους ἐβασάνισε καὶ ἄλλους ἐξόρισε. Καὶ ἐπειδὴ ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐτάχθησαν κατὰ τῆς ἑνώσεως, ὁ αὐτοκράτορας Μιχαήλ, τυφλωμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ πεῖσμα, δήλωσε, ὅτι, ἐπειδὴ αὐτὸς εἶχε ἀνακτήσει τὴν Πόλη ἀπὸ τοὺς Φράγκους, ἐδικαιοῦτο νὰ εἶναι ἰδιοκτήτης της, καὶ ἐζήτησε ἀπὸ τὸν λαὸ νὰ τοῦ καταβάλουν ἐνοίκιο γιὰ τὶς κατοικίες τους. Ἡ ἀπαίτηση αὐτὴ καὶ τὰ βίαια μέτρα ἔκαναν πολλοὺς ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς Κωνσταντινουπόλεως νὰ φύγουν σὲ χῶρες ἔξω ἀπὸ τὴν δικαιοδοσία τοῦ αὐτοκράτορος, ἄλλους δὲ ν’ ἀποσυρθοῦν στὴν ἐπαρχία, ὅπου διοργάνωσαν ἔνοπλα σώματα κατὰ τῆς αὐτοκρατορικῆς αὐθαιρεσίας.

Παρ’ ὅλα αὐτὰ βασιλικοὶ ἀπεσταλμένοι μετέβησαν στὴν Σύνοδο τῆς Λυῶνος καὶ ὑπέγραψαν τὶς παπικὲς προτάσεις περὶ ἑνώσεως, ἀπεδέχθησαν δηλαδὴ τὴν προσθήκη στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ καὶ ἀνεγνώρισαν τὴν κυριαρχία τοῦ Πάπα καὶ τὸ δικαίωμά του νὰ μνημονεύεται ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, ὅταν αὐτὸς θὰ ἐλειτουργοῦσε. Ὁ Πατριάρχης Ἰωσὴφ ἀντιστάθηκε στὸ ζήτημα τῆς ἑνώσεως καὶ ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του.Ἔτσι, τὸν Μάϊο τοῦ 1275, Πατριάρχης ἔγινε ὁ ἕως τότε Χαρτοφύλαξ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας Ἰωάννης Βέκκος.

Ὅμως, ὁ λαός, ὁ κλῆρος καὶ οἱ μοναχοὶ ἀρνοῦνταν νὰ δεχθοῦν αὐτὴν τὴν ἕνωση, τὴν ὁποίαν ἀπέκρουαν καὶ ἡ ἀδελφὴ τοῦ αὐτοκράτορα Εὐλογία, ὁ τότε ἄρχοντας τῆς Ἠπείρου Νικηφόρος, ὁ ἀδελφὸς τοῦ αὐτοκράτορος Ἰωάννης, δούκας τῶν Νέων Πατρῶν, καὶ ἄλλοι συγγενεῖς τοῦ βασιλέως. Δυστυχῶς οἱ πιέσεις καὶ οἱ ἐκβιασμοὶ γιὰ τὴν ἕνωση συνεχίσθηκαν μὲ τὰ πλέον τυραννικὰ μέσα καὶ τὸν διωγμὸ κατὰ τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
Στὴν μεγάλη αὐτὴ μάχη δὲν ἔμεινε ἀμέτοχο τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἡ Μονὴ Βατοπαιδίου διαμαρτυρήθηκε τολμηρὰ κατὰ τοῦ βασιλέως καὶ τοῦ Πατριάρχου. Κατεδίωξαν, λοιπόν, τοὺς μοναχοὺς κατὰ τὸν κινηθέντα κατὰ τοῦ Ἁγίου Ὄρους διωγμὸ τὸ ἔτος 1285. Ἄλλους ἐβασάνισαν, τὸν δὲ ἡγούμενο τῆς Μονῆς Εὐθύμιο ἔπνιξαν στὴν θάλασσα, ἐνῶ δώδεκα ἄλλους μοναχοὺς τοὺς ἀπηγχόνησαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας 

Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος Α’ Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1286.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Ἀχίλλιος ὁ Διάκονος 

Ὁ Ὅσιος Ἀχίλλιος ἐμόνασε κατὰ τὸν 14ο μ.Χ. αἰώνα στὴν Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἁγιοποιήθηκε μαζὶ μὲ ἄλλους ἁγίους τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, τὴν ἑπόμενη περίοδο μετὰ τὴν εἰσβολὴ τῶν Μογγόλων, ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη τοῦ Κιέβου καὶ τῆς Γαλικίας Ἅγιο Πέτρο τὸν Μογγίλα, τὸ ἔτος 1643.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Συμεὼν (Μολγιούμποφ) ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Τομπόλσκ τῆς Ρωσίας. Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν μοναχικὸ βίο ὁδήγησε τὰ βήματά του στὴν Μονὴ τῶν Ἁγίων Βόριδος καὶ Γκλὲμπ τῆς πόλεως Ροστὼβ Βελίκιϊ. Τὸ 1672 ἔγινε ἡγούμενος σὲ Μονὴ τοῦ Νόβγκοροντ καὶ τὸ 1674 στὴν Μονὴ τοῦ Σωτῆρος τῆς Μόσχας. Στὶς 9 Ἀπριλίου 1676 ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σμολένσκ καὶ Ντορογκομπούζ.
Ὁ Ὅσιος Συμεών, ποὺ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1699.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ὁ Ἅγιος Ὀνούφριος ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Νέος ὁ ἐν Χίῳ

Ὁ Ἅγιος Ὀνούφριος, ποὺ κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Ματθαῖος, καταγόταν ἀπὸ τὸ Μεγάλο Τύρναβο καὶ ἐγεννήθηκε στὸ χωριὸ Κάμπροβα ἀπὸ εύκατάστατους γονεῖς. Ὁ πατέρας του, ὀνομαζόμενος Δέτζιο, προσῆλθε ἀργότερα στὸν μοναχισμὸ καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Δανιήλ. Ἡ μητέρα του ὀνομαζόταν Ἄννα. Σὲ ἡλικία ὀκτὼ ἐτῶν ἦλθε σὲ φιλονικία μὲ τοὺς γονεῖς του, ἐπειδὴ τὸν ἔδειραν γιὰ κάποια ἀταξία, καὶ τοὺς ἀπείλησε ὅτι θὰ γίνει Τοῦρκος. Μὲ μύριους κόπους κατόρθωσαν οἱ γονεῖς του νὰ ἁρπάξουν αὐτὸν ἀπὸ τὰ χέρια τῶν Τούρκων, πρὸς ἀποφυγὴν τῆς περιτομῆς. Φαίνεται ὅμως ὅτι ἀσπάσθηκε τὸν Μωαμεθανισμό, ἀλλὰ ἀργότερα μετανόησε γιὰ τὴν ἀσεβὴ αὐτὴ πράξη. Γι’ αὐτὸ καὶ πῆγε στὴν Μονὴ Χιλανδαρίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου καὶ ἐκάρη μοναχός, μετονομασθεὶς σὲ Μανασσῆ. Στὴν συνέχεια ἐχειροτονήθηκε Διάκονος καὶ ζοῦσε ἀσκητικὸ βίο. Ἐπιθυμώντας νὰ ἐπανορθώσει γιὰ τὸ προηγούμενο μέγα του ἁμάρτημα, αὐτὸ τῆς ἀλλαξοπιστίας, ἐπιζητοῦσε τὸν μαρτυρικὸ θάνατο ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ. Ἀφοῦ ἦλθε στὴν Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, βρῆκε τὸν πνευματικὸ Νικηφόρο καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν ἑτοιμάσει γιὰ τὸ μαρτύριο. Μετὰ τέσσερις μῆνες πνευματικῆς δοκιμασίας ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχὸς καὶ ὀνομάσθηκε Ὀνούφριος. Στὴν συνέχεια, σὲ ἡλικία τριάντα δύο ἐτῶν, μετέβη, μὲ συνοδίτη κάποιον Γρηγόριο ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο, στὴν Χίο, ὅπου παρέμεινε ἑπτὰ ἡμέρες μὲ νηστεία καὶ προσευχή. Ἀμέσως μετὰ ἔλαβε λάδι ἀπὸ τὶς κανδῆλες τῶν Ἁγίων καὶ ἀφοῦ προσκύνησε σὲ κάποιο ναὸ τὰ ἱερὰ λείψανα Ἁγίων καὶ Νεομαρτύρων, ἐνδύθηκε τὰ ἐνδύματα τῶν Ἀγαρηνῶν καὶ ἐξῆλθε στοὺς δρόμους ἐπιζητώντας τὴν εὐκαιρία τοῦ μαρτυρίου. Ἐνώπιον τῶν ἀρχῶν ὁμολόγησε τὴν πίστη του καὶ ἐκήρυξε τὸν Χριστὸ ὡς μόνο ἀληθινὸ Θεό. Τότε οἱ Τούρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια τοῦ ἀπέκοψαν τὴν τιμία κεφαλή. Ἦταν τὸ ἔτος 1818, ἡμέρα Παρασκευή, καὶ ὥρα ἐνάτη. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Μάρτυρος καὶ τὸ ματωμένο χῶμα τοῦ εὐλογημένου τόπου τοῦ μαρτυρίου του ἐρρίφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὴν θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νεομάρτυρος ἐκ Κονίτσης

Τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου ἑορτάζεται στὶς 23 Σπετεμβρίου. Μετὰ τὸ μαρτύριό του, τὸ ἔτος 1814, οἱ Χριστιανοὶ τῆς πόλεως τοῦ Βραχωρίου (Ἀγρινίου) παρέλαβαν τὸ τίμιο λείψανο αὐτοῦ καὶ τὸ ἐνταφίασαν σὲ ἕναν ἀγρό. Ὅταν ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ, μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1814 – 1821, τὰ ἱερὰ λείψανα μεταφέρθηκαν κρυφὰ στὴν ἱερὰ Μονὴ Προυσιωτίσσης Εὐρυτανίας ἀπὸ τὸν ἱερέα Κύριλλο Καστανοφύλλη καὶ κατετέθησαν σὲ τόπο κρυφό. Τὰ χρόνια πέρασαν καὶ τὸ γεγονὸς περιέπεσε σὲ λήθη. Ἀλλὰ ὁ δοξάζων τοὺς Ἁγίους Κύριος ἀπεκάλυψε αὐτὰ στοὺς μοναχοὺς τῆς μονῆς, οἱ ὁποίοι ἀπεφάσισαν, στὶς 4 Ἰανουαρίου 1974, νὰ ἀνοίξουν τὴν κρύπτη πάνω στὴν ὁποία εἶχε χαραχθεῖ μὲ τὸ χέρι τοῦ κομίσαντος: «Οὐ μεταλλεῖον ἀργυροχρύσου πέλω, ἀλλ’ ὄλβον φέρω. Πάντα λίθον μὴ κίνει». Μόλις οἱ μοναχοὶ ἀποκύλησαν τὸν λίθο ποὺ ἦταν πάνω στὴν κρύπτη, ἄρρητη εὐωδία ἐξῆλθε, ποὺ εὐχαρίστησε καὶ ἐξέπληξε τὶς ψυχές τους. Μέσα στὴν κρύπτη ὑπῆρχε μία ξύλινη λειψανοθήκη ἐντὸς τῆς ὁποίας φυλάσσονταν ἡ τίμια κάρα μετὰ τῶν ὀστέων ἀγνώστου Ἁγίου. Ἐρευνώντας τὸν τόπο βρῆκαν ἕνα κεραμίδι ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἀναγραφόταν: «ΙΣ ΧΣ ΝΙ ΚΑ (Ἰησοῦς Χριστὸς Νικᾶ). Οὗτος ἦν ὁ ἐξ Ὀθωμανῶν Ἰωάννης, ὁ ἐν Βραχωρίῳ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσας κατὰ τὸ 1814 Σεπτεμβρίου κγ’».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr