Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μικροὺς λεγόμενους προφῆτες. Ἦταν γιὸς τοῦ Βαθουήλ, ἀπὸ τὴ φυλὴ Ρουβὴμ (αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι σαφές, διότι ἄλλοι τὸν θέλουν καταγόμενο ἀπὸ τὴν φυλὴ Γάδ), καὶ προφήτευσε ὅταν βασιλιὰς στὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα ἦταν ὁ Ἰωᾶς (878 – 838 π.Χ).

Τὸ προφητικό του βιβλίο, ἔχει λεχθεῖ ὅτι τὸ διακρίνει ὕφος ποιητικότατο, περίκομψο, ζωηρὸ καὶ ἀποτελεῖ κόσμημα τῆς ἑβραϊκῆς φιλολογίας. Νὰ τί λέει περὶ μετανοίας: «Καὶ νῦν λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν ἐπιστράφητε πρὸς μὲ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ὑμῶν καὶ ἐν νηστείᾳ καὶ ἐν κλαυθμῷ καὶ ἐν κοπετῷ καὶ διαρρήξατε τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ μὴ τὰ ἱμάτια ὑμῶν καὶ ἐπιστράφητε πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ὑμῶν , ὅτι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων ἐστι, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος». Καὶ τώρα, λέει ὁ Κύριος καὶ Θεός σας: Ἐπιστρέψτε μὲ μετάνοια σ’ ἐμένα μὲ ὅλη σας τὴν καρδιά, μὲ νηστεία καὶ μὲ δάκρυα μετανοίας. Σχίστε τὶς καρδιές σας ἀπὸ πόνο μετανοίας καὶ συναίσθηση τῆς ἐνοχῆς σας, καὶ ὄχι τὰ ἐνδύματά σας. Ἐπιστρέψτε στὸν Κύριο καὶ Θεό σας, διότι αὐτὸς εἶναι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος.

Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι τὸ προφητικὸ βιβλίο τοῦ Ἰωήλ, ἀποτελεῖται ἀπὸ τρία κεφάλαια, ποὺ ἐκεῖ μέσα προφητεύει τὴν ἔκχυση τῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Πράξ. στ’ 17) στὴν χριστιανικὴ ἐκκλησία, καθὼς ἐπίσης καὶ τὰ σημεῖα, ποὺ θὰ προηγηθοῦν τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου.

Ὁ προφήτης Ἰωὴλ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, περιττῶς ἐπαναλαμβάνουν τὴν μνήμη του καὶ τὴν 31η Μαρτίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἔμπνουν κειμήλιον, τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, Προφήτης θεόληπτος, ὤφθης σοφέ, Ἰωήλ, ἑλλάμψει τοῦ Πνεύματος· ὅθεν τῆς εὐσεβείας, ἡ πηγὴ ὡς προέφης, ἔβλυσε τοῖς ἐν κόσμῳ, ἐκ τοῦ οἴκου Κυρίου· ἧς νῦν καταπολαύοντες, πόθῳ τιμῶμέν σε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ, νοητῶς θεώρησας, ἐδέξω Ἰωήλ, τῶν μελλόντων τὴν γνῶσιν· τὸ Πνεῦμα γὰρ τὸ Ἅγιον, ὥσπερ ἔφης ἐκκέχυται, κατ’ ἐνέργειαν, εἰς πᾶσαν σάρκα Προφῆτα, τὴν πιστεύσασαν, τῷ ἐπὶ γῆς κενωθέντι, καὶ σὲ θαυμαστώσαντι.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθη ἀποστάζουσα γλυκασμόν, Ἰωὴλ Προφῆτα, σοῦ ἡ γλῶσσα προφητικόν· τὴν γὰρ ἐν τῷ Λόγῳ, ἀνάπλασιν τοῦ κόσμου, συμβολικῶς κηρύττει, δι’ ἧς ἐσώθημεν.

Ὁ Ἅγιος Οὔαρος ὁ Μάρτυρας

Μέτοχός της θερμῆς καὶ γενναίας πίστης, ποὺ ἀνθίζει καὶ θαυματουργεῖ στοὺς μεγάλους ἀγῶνες καὶ στὶς σκληρὲς δοκιμασίες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Οὔαρος, ἦταν στρατιώτης ἀπὸ τὰ Τύανα στὰ χρόνια τῶν διωγμῶν ἐπὶ Διοκλητιανού. Ἐκτελοῦσε καθήκοντα φρουροῦ στὶς φυλακές, ὅπου ἔκλειναν χριστιανούς. Τὰ παθήματά τους τὸν ἔθλιβαν καὶ ἡ γενναιότητά τους ἄναβε περισσότερο τὴν πίστη του. Ἦταν καὶ αὐτὸς χριστιανός, ἀλλὰ οἱ ἀνώτεροί του καὶ οἱ συστρατιῶτες του δὲν τὸ ἤξεραν. Ἑπομένως δὲν ὑπῆρχε ἐναντίον του καμία ὑποψία καὶ ἐπωφελούμενος ἀπ’ αὐτὸ κατόρθωνε νὰ φέρνει τροφὲς στοὺς μάρτυρες, νὰ τοὺς ἐνισχύει καὶ νὰ τοὺς παρηγορεῖ.

Κάποτε ἔφεραν στὴν φυλακὴ ἕξι πιστοὺς σεβάσμιους ἀσκητές. Ἦταν καὶ ἕβδομος, ἀλλὰ πέθανε στὸν δρόμο λόγω γήρατος ἀπὸ τὶς κακουχίες. Οἱ ἔγκλειστοι αὐτοί, μὲ τὴ φυσιογνωμία τῶν λόγων καὶ τῶν τρόπων τους, ἐπηρέασαν πολὺ τὴν ψυχὴ τοῦ Οὐάρου, ὥστε θέλησε νὰ πεθάνει μαζί τους. Ὅταν λοιπὸν τοὺς ρώτησε ὁ δικαστὴς ποὺ εἶναι ὁ ἕβδομος σύντροφός τους, ὁ Οὔαρος φώναξε «ἰδοὺ ἐγώ». Καὶ συγχρόνως ἄρχισε νὰ διακηρύττει ὅτι εἶναι Χριστιανός.

Μάταια προσπάθησαν οἱ ἀξιωματικοί του νὰ τὸν μεταπείσουν. Αὐτὸς παρακαλοῦσε τοὺς ἀσκητές, νὰ προσευχηθοῦν στὸν Θεὸ νὰ τοῦ δώσει δύναμη ν’ ἀντέξει στὰ βασανιστήρια ποὺ ἦταν πολὺ ἄγρια. Τελικὰ νίκησε. Πέθανε χωρὶς ν’ ἀλλαξοπιστήσει. Τὴν ἑπομένη κόπηκαν καὶ τὰ κεφάλια τῶν ἀσκητῶν.
Τὴ νύχτα χριστιανικὰ χέρια, ἔθαψαν εὐλαβικὰ τοὺς ἑπτὰ μάρτυρες τῆς πίστης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν Μαρτύρων ζηλώσας τὰ κατορθώματα, μαρτυρικῶς ἠγωνίσω ὑπὲρ τῆς δόξης Χριστοῦ, καὶ καθεῖλες τὸν ἐχθρὸν παμμάκαρ Οὔαρε· ἐν γὰρ ἰκρίῳ προσδεθείς, πρὸς τῷ ξύλῳ τῆς ζωῆς, νομίμως ἀποκατέστης, πρεσβευτικῇ χορηγίᾳ, καταφαιδρύνων τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὸν Σταυρὸν ὡς θώρακα, ἐνδεδυμένος παμμάκαρ, τῶν τυράννων ἤμβλυνας, τὰς πονηρὰς μεθοδείας· ἤνεγκας, τὰς ἀνυποίστους σαρκὸς βασάνους· ἤνυσας, τοὺς θείους ἄθλους γενναιοφρόνως· διὰ τοῦτο ἐκοσμήθης, θείῳ στεφάνῳ θεόθεν Οὔαρε.

 

Μεγαλυνάριον.
Σύμμορφος ἐγένου τοῖς Ἀθληταῖς, Οὔαρε τρισμάκαρ, ἀριστεύσας περιφανῶς· ὅθεν οὐρανίων, ἀξιωθεὶς χαρίτων, ὑπέρμαχος γνωρίζῃ, τοῖς σὲ γεραίρουσι.

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θαυματουργός ὁ ἀσκητής

Ἦταν Βούλγαρος στὴν καταγωγὴ καὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Σκρίνο, κοντὰ στὴν Σόφια (Βουλγαρίας), ἐπὶ βασιλείας Πέτρου τοῦ Βούλγαρου.

Ἔχοντας μοναχικὴ κλίση, πῆγε πρῶτα σὲ κάποια Μονὴ καὶ κατόπιν ἀνέβηκε στὸ ὄρος Ῥίλα. Ἐκεῖ ἔκτισε πρῶτα μικρὴ καλύβα, ποὺ μὲ τὸ χρόνο ἔγινε καταφύγιο πολλῶν μοναχῶν.
Ὁπότε ἔκτισε τὴν Μονὴ τοῦ Ῥίλα, στὴν ὁποία ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φερωνύμως χαρίτων τοῦ θείου Πνεύματος, τῇ ἰσαγγέλῳ ζωῇ σου ἀνακαθάρας τὸν νοῦν, εἰσεδέξω δαψιλῶς τὸν πλοῦτον Ὅσιε, καὶ θαυμάτων αὐτουργός, ἀνεδείχθης ἀληθῶς, Πατὴρ ἡμῶν Ἰωάννη, καθικετεύων ἀπαύστως, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῷ Ῥίλᾳ ἄγγελος Πάτερ ὡράθης, καὶ Μονὴν ἀνήγειρας, ὦ Ἰωάννη τῷ Χριστῷ, ἔνθα τὸ θεῖόν σου λείψανον, καθαγιάζει τοὺς πίστει προστρέχοντας.

Ὁ Ἅγιος Μνάσων ὁ ἀρχαῖος μαθητὴς 

«Μετὰ δὲ τὰς ἡμέρας ταύτας ἐπισκευασάμενοι ἀνεβαίνομεν εἰς Ἱερουσαλήμ, συνῆλθον δὲ καὶ τῶν μαθητῶν ἀπὸ Καισαρείας σὺν ἡμῖν, ἄγοντες παρ’ ὢ ξενισθῶμεν Μνάσων τινι Κυπρίω, ἀρχαίω μαθητή» (Πράξ. κα’ 15 – 16).

Δηλαδή, ὑστέρα ἀπὸ τὶς ἡμέρες αὐτὲς (ποὺ ἔμειναν στὴν Καισαρεία καὶ ὁ προφήτης Ἄγαβος προφήτεψε τὴν σύλληψη τοῦ Ἀποστόλου, ὅταν θὰ πήγαινε στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ τελευταῖα φορά), οἱ Ἀπόστολοι Παῦλος, Λουκᾶς καὶ οἱ σύντροφοί τους ἑτοίμασαν τὶς ἀποσκευές τους καὶ ἀνέβηκαν στὰ Ἱεροσόλυμα.

Ἐκεῖ ἦρθαν καὶ ἀπὸ τὴν Καισαρεία μερικοὶ ἀπὸ τοὺς μαθητὲς καὶ ἔφεραν μάλιστα μαζί τους καὶ κάποιον Μνάσωνα, Κύπριο παλιὸ μαθητὴ στὸ σπίτι τοῦ ὁποίου ἐπρόκειτο νὰ φιλοξενηθοῦν.

 

Ἀρχαῖος μαθητής!

Νὰ ὁ ἐπίζηλος τίτλος, τὸν ὁποῖο αὐτὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοὺ Λουκᾶ δίνει στὸν ἐκλεκτὸ Ἱεράρχη τῆς Κύπρου, τὸν Ἅγιο Μνάσωνα. Ἀρχαῖο μαθητὴ τὸν ὀνομάζει.

Τώρα πῶς ὁ Μνάσων βρέθηκε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ εἶχε μάλιστα καὶ σπίτι δικό του, στὸ ὁποῖο φιλοξενήθηκαν τόσοι μαθητές, δὲν γνωρίζουμε. Ἀπὸ τὸ συναξάρι του μανθάνουμε μόνο πὼς ὁ Ἅγιος Μνάσων γεννήθηκε στὴν Ταμασὸ ἀπὸ γονεῖς εἰδωλολάτρες.

 

Κάποια φορά, ὅταν ἦταν πιὰ μεγάλος, οἱ γονεῖς του ἔστειλαν αὐτὸν μαζὶ μὲ τὸν φίλο του Θεωνᾶ στὴν Ρώμη γιὰ νὰ διευθετήσουν τὴν διαφορὰ ποὺ ὑπῆρχε μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν τοῦ Πολιτικοῦ καὶ τοῦ χωριοῦ Πέρα ποιὸς ἀπὸ τοὺς ψευδώνυμους, εἰδωλολατρικοὺς θεούς, ποὺ εἶχαν προστάτες ἦταν ὁ μεγαλύτερος. Στὴν Ρώμη οἱ δυὸ φίλοι συνήντησαν μερικοὺς Ἀποστόλους ἐκ τῶν Ἑβδομήκοντα οἱ ὁποῖοι φαίνεται πὼς κατέφυγαν ἐκεῖ μετὰ τὸν λιθοβολισμὸ τοῦ Στεφάνου, καὶ ἀπὸ αὐτοὺς διδάχτηκαν τὰ περὶ τοῦ Ἰησοῦ Χρίστου. Τὰ λίγα ποὺ ἄκουσαν γιὰ τὴν καινούργια θρησκεία, ἄναψαν μέσα τους βαθὺ τὸν πόθο νὰ γνωρίσουν γι’ αὐτὴν περισσότερα. Γιὰ τοῦτο τὸν λόγο ἔσπευσαν νὰ συντομεύσουν τὸν χρόνο τῆς παραμονῆς τους στὴν Ρώμη καὶ νὰ φύγουν γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα. Τὸ ταξίδι τους εἶχε ἕναν σκοπό: Νὰ συναντήσουν ἐκεῖ τὸν κορυφαῖο Ἀπόστολο Πέτρο καὶ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, γιὰ τοὺς ὁποίους εἶχαν ἀκούσει πολλὰ καλὰ λόγια καὶ νὰ πληροφορηθοῦν ἀπὸ τὸ στόμα τους περισσότερα γιὰ τὸ ἀγαπημένο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ.

 

Ὁ εὐγενικὸς πόθος τους, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, βραβεύτηκε πλούσια στὴν Ἁγία Πόλη. Ἐδῶ οἱ δυὸ φίλοι συναντήθηκαν μὲ τὸν «ἠγαπημένον μαθητήν», τὸν Θεολόγο Ἰωάννη καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἄκουσαν καταλεπτῶς γιὰ ὅλη τὴν ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ Κυρίου. Στὸ τέλος, ἀφοῦ ἔλαβαν καὶ τὸ ἅγιο βάπτισμα, ἐπέστρεψαν στὴν πατρίδα τους τὴν Κύπρο. Ἦρθαν γιὰ νὰ σκορπίσουν καὶ ἐδῶ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Νά! μιὰ ἀληθινὴ ἐκδήλωση φιλοπατρίας.

 

Σὰν ἔφτασαν στὴν Κύπρο, μὲ μεγάλη χαρὰ πληροφορήθηκαν ὅτι οἱ Ἀπόστολοι Βαρνάβας, Μάρκος καὶ Παῦλος εἶχαν ἔρθει ἐδῶ πρὸ καιροῦ καὶ ἀνέλαβαν σκληρὴ ὁδοιπορία, γιὰ νὰ φωτίσουν τὶς σκοτισμένες ψυχές. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ Μνάσων κινήθηκε σὲ διάφορα μέρη νὰ τοὺς συναντήσει. Ἕνα πρωὶ οἱ κόποι του βραβεύτηκαν. Σ’ ἕνα σπήλαιο, ὅπως εἴδαμε καὶ στὸν βίο τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου, ὁ Μνάσων συνήντησε τοὺς Ἀποστόλους μαζὶ μὲ τὸν νεοφώτιστο ἐπίσκοπο, τοῦ ὁποίου ὁ «ἀρχαῖος, αὐτός, μαθητής» ἔσπευσε νὰ γίνει σύντροφος καὶ βοηθός του.

 

Ἀπὸ τὸ σπήλαιο τῆς Ταμασοῦ, στὸ ὁποῖο ἐγκαταστάθηκαν στὴν ἀρχὴ οἱ δύο μαθητὲς καὶ οἱ συνεργάτες τους, ἄρχισαν οἱ σωστικὲς ἐξορμήσεις μὲ ἀποτέλεσμα «ὁ λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ» νὰ γίνει σὲ λίγο καιρὸ πηγὴ παρηγοριᾶς καὶ ἐλπίδος γιὰ τὶς ἀποκαμωμένες καρδιές. Τὸ φλογερὸ κήρυγμα ἐνισχυόμενο ἀπὸ τὸ ζωντανὸ παράδειγμα μιᾶς ἁγίας ζωῆς καὶ τὰ πολλὰ θαύματα πρόσθεταν κάθε ἡμέρα καὶ νέες ψυχὲς στὸν ἀριθμὸ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας.

 

Πλούσια χαρίτωσε ὁ Θεὸς καὶ τὸν Ἅγιο Μνάσωνα μὲ τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα. Ἀπὸ τὸ συναξάρι του μανθάνουμε πὼς κάποια φορὰ ποὺ ὁ Ἅγιος βγῆκε ἀπὸ τὸ σπήλαιο ὅπου ἔμενε καὶ πῆγε στὴν πόλη, εἶχε περάσει ἀπὸ τὸν περικαλλὴ ναὸ τοῦ Ἀσκληπιοῦ, ποὺ βρισκόταν στὸ κέντρο τῆς Ταμασοῦ. Στὸ ἀντίκρισμα τοῦ ναοῦ μὲ τὰ πλούσια ἀγάλματα ἡ ψυχὴ τοῦ ἁγίου ἀγανάκτησε γιὰ τὸ κατάντημα τῶν συμπατριωτῶν του, μὰ καὶ ὄλου τοῦ ἀρχαίου κόσμου. «Τὰ εἴδωλα τῶν ἐθνῶν», ψέλλισε, «ἀργύριον καὶ χρυσίον ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων». Κι ἀφοῦ κοίταξε μὲ παράπονο τὰ λευκὰ μάρμαρα τοῦ ναοῦ καὶ τὸ ἀστραφτερὸ ἄγαλμα τοῦ Ἀσκληπιοῦ, ποὺ ἦταν στὸ μέσο, φώναξε!

 

-Στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, σὲ διατάζω νὰ πέσεις καὶ νὰ συντριβεῖς.

Δὲν πρόφτασε νὰ τελειώσει ὁ Ἅγιος καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε. Τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἀσκληπιοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρος ὁ ναὸς γκρεμίστηκαν τὴν ἴδια στιγμὴ καὶ ἔγιναν κομμάτια. Οἱ ψευδοϊερεῖς, ποὺ βρισκόντουσαν ἐκεῖ, καὶ παρακολουθοῦσαν τὰ γενόμενα μὲ δάκρυα ἔτρεξαν καὶ κατήγγειλαν στοὺς Ἕλληνες εἰδωλολάτρες τὰ ὅσα εἶδαν. Κι αὐτοί, ἔξαλλοι ἀπὸ ἱερὴ ἀγανάκτηση, ὄρμισαν νὰ συλλάβουν τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν σκοτώσουν. Μὰ ὁ φλογερὸς ἱεραπόστολος δὲν τὰ ἔχασε. Μὲ τὸ θάρρος τῆς χριστιανικῆς πίστεως ποὺ πλημμύριζε τὴν ψυχή του, στάθηκε ἀτάραχος, κοίταξε κατάματα τὰ μανιασμένα πλήθη, καὶ φύσηξε στὸ πρόσωπό τους. Μικροὶ καὶ μεγάλοι μὲ μιᾶς σταμάτησαν καὶ ἄρχισαν νὰ φωνάζουν μὲ πόνο: «Τὰ μάτια μας. Τὸ φῶς μας. Χάσαμε τὸ φῶς μας. Λυπήσου μας, ἄνθρωπε. Πιστεύουμε στὸν Θεό σου. Συγχώρησέ μας καὶ κάνε μας καλά».

 

Ὁ Ἅγιος στὶς παρακλήσεις τους ἔσπευσε ν’ ἀνταποκριθεῖ. Τοὺς ξανάδωσε τὸ φῶς τους σφραγίζοντας τὸν καθένα μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, καὶ ὕστερα τοὺς βάπτισε. Κι ἦταν ὅλοι κάπου τριακόσιοι. (Ἀκολουθία Ἁγίου Μνάσωνος σελ. 16, 1774).

 

Ἕνα μεγάλο μέρος ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη ζωὴ τοῦ Ἁγίου Μνάσωνος εἶναι συνδεδεμένο μὲ τὴν ζωὴ τοῦ πρώτου ἐπισκόπου τῆς Ταμασοῦ, τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου. Μαζὶ ἔμεναν στὴν ἀρχή. Στὸ ἴδιο σπήλαιο ποὺ χρησιμοποιόταν καὶ ὡς ναός. Ἀργότερα ὁ Μνάσων ἔφτιαξε δικό του κελί, δίπλα στὸ κελὶ τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου. Ὅμως μαζί του ἱερουργοῦσε, μαζί του προσευχόταν. Μὲ προθυμία τὸν βοηθοῦσε. Καὶ σὲ ὅλα του ἦταν πιστὸς καὶ ἀφοσιωμένος ἀκόλουθος.

 

Στὸ ἱεραποστολικὸ ταξίδι ποὺ ἀνέλαβε ὁ Ἠρακλείδιος στὴν Πάφο, ὁ Μνάσων τὸν ἀκολούθησε πρόθυμα καὶ πολὺ τοῦ συμπαραστάθηκε στὸ ἱερὸ ἔργο. Ἀλλὰ καὶ στὴν ἐκτέλεση θαυμάτων, ὅπως ἀναγράφεται στὴν ἀκολουθία του, καθόλου δὲν ὑστέρησε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Δάσκαλό του.

 

Ὁ Μνάσων, ὅπως ἀναφέραμε καὶ στὸν βίο τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου, ἀνέστησε τὴν Τροφίμη, τὴν μητέρα τοῦ Ἀετίου, ποὺ ἀπὸ τὴν βαθιὰ θλίψη της γιὰ τὸν θάνατο τοῦ παιδιοῦ της κτύπησε τὸ κεφάλι στὸν τοῖχο καὶ ἔπεσε κάτω νεκρή.

 

Κάποια ἄλλη φορὰ ἀνέστησε ἀπ’ τὸν τάφο ἕνα πάλι νεκρὸ μὲ ἀποτέλεσμα τετρακόσιοι εἰδωλολάτρες νὰ πιστεύσουν καὶ νὰ βαπτιστοῦν τὴν ἴδια μέρα.

 

Ἔφραξε τὸ στόμα κάποιου δύστροπου χρεώστη, ποὺ μιὰ ἡμέρα ἅρπαξε ἕναν πιστὸ ἀδελφὸ καὶ ζητοῦσε νὰ τὸν στραγγαλίσει, γιὰ νὰ πάρει πίσω ἕνα ἐνέχυρο ποὺ τοῦ εἶχε δώσει. Ὁ Ἅγιος Μνάσων τοῦ πῆρε τὸ χέρι καὶ μὲ γλυκύτητα τοῦ εἶπε:

 

Ἄφησέ τον, παιδί μου, καὶ θὰ σοῦ ἐπιστρέψει ὅ,τι τοῦ ἔδωκες.

 

Ὁ δύστροπος ὅμως καὶ ἄνομος χρεώστης, ποὺ εἶδε τὴν στιγμὴ ἐκείνη νὰ πλησιάζουν καὶ ἄλλοι ὅμοιοί του, ἀντὶ νὰ ἀφήσει τὸ δυστυχισμένο θύμα του, ἄρχισε νὰ τὸ πιέζει περισσότερο καὶ νὰ βλαστημᾶ τὸν Κύριο.

Στὶς ὕβρεις καὶ τὶς βλασφημίες τοῦ σκληροῦ καὶ ἄδικου Ἀλέξανδρου — ἔτσι λεγόταν ὁ χρεώστης – ὁ Ὅσιος του εἶπε:

 

Τὸ ἄνομο στόμα σου, ποὺ ὑβρίζει καὶ βλασφημεῖ τὸν δημιουργό, θὰ μείνει ἄλαλο καὶ κλειστό. Καὶ τὸ χέρι ποὺ ἐπιτίθεται καὶ ζητᾶ νὰ βλάψει τὸν ἀθῶο, θὰ ξηρανθεῖ.

 

Δὲν πρόφτασε νὰ τελειώσει ὁ Ἅγιος τὰ λόγια του καὶ ἡ τιμωρία βρῆκε τὸν ἄνομο καὶ ὑβριστῆ. Ὁ Ἀλέξανδρος ἔμεινε ἄλαλος καὶ ξερός.

 

Τὸ θαῦμα κατατρόμαξε τοὺς παριστάμενους. Μερικοὶ μάλιστα ἔσπευσαν νὰ δηλώσουν πίστη στὸν Θεὸ τοῦ Ἁγίου. Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς ἦταν καὶ κάποιος Γελάσιος ποὺ ἐπίστευσε μὲ ὅλο τὸν οἶκο του καὶ βαπτίστηκε.

 

Τὸ παράδειγμά του μιμήθηκε καὶ ὁ Ἀλέξανδρος. Μὲ δάκρυα ποὺ ἔτρεχαν καὶ ἔβρεχαν τὰ ἐνδύματά του ζητοῦσε μὲ διάφορες κινήσεις τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἅγιος τὸν λυπήθηκε. Τὸν συγχώρησε, τὸν θεράπευσε καὶ στὸ τέλος τὸν βάπτισε.

 

Στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μνάσωνος ἀναφέρονται καὶ ἄλλα θαύματα. Μερικὰ εἶναι καὶ τοῦτα:

 

«Μίαν τῶν ἡμερῶν» ποὺ ὁ Ἅγιος ξεκίνησε νὰ πάει στὸ χωριὸ Πέρα, βρῆκε τὸν ποταμὸ κατεβασμένο μὲ πολὺ νερό. Ἀφοῦ στάθηκε καὶ εἶπε μία προσευχή, ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ τότε τὰ νερὰ στάθηκαν καὶ ὁ ἅγιος πέρασε στὴν ἄλλη μεριὰ σὰν τὸν προφήτη Ἠλία, «ἁβρόχοις ποσί».

 

Θεράπευσε δαιμονισμένους καὶ τυφλούς. Κατέπαυσε τρικυμία καὶ πρόλαβε ναυάγιο. Σὲ καιρὸ ξηρασίας, προσευχήθηκε, καὶ οἱ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ ἄνοιξαν καὶ ἔπεσαν εὐεργετικὲς βροχές. Ὁ Ἅγιος Μνάσων διαδέχτηκε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ταμασοῦ τὸν δάσκαλο καὶ προστάτη του, τὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο. Μὲ τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὴν ἀτσαλένια θέλησή του, μὲ τὸ κήρυγμα καὶ τὰ θαύματά του ἡ στρατιὰ τῶν ὀπαδῶν τοῦ Χριστοῦ μεγάλωνε καθημερινὰ καὶ τὸ φῶς τῆς καινούργιας ζωῆς ἁπλωνόταν μὲ τὴν δράση του σ’ ὅλο τὸ βασανισμένο νησί.

 

Τὸ σωστικὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου συνεχίστηκε ὡς τὰ βαθιά του γηρατειά. Ὅταν πλησίασε ὁ καιρὸς ν’ ἀφήσει τὸν κόσμο καὶ νὰ πάει στὸν οὐρανό, κάλεσε κοντά του τοὺς μαθητές του, καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωκε χρήσιμες συμβουλὲς καὶ τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ λυπηθοῦν, χειροτόνησε ἀντικαταστάτη του τὸν Ροδώνα «ψήφῳ κοινῇ» ὅλων τῶν πολιτῶν τῆς Ταμασοῦ.

 

Τρεῖς μέρες μετὰ τὰ γεγονότα αὐτά, στὶς 19 τοῦ Ὀκτώβρη, ἡ ἁγία ψυχὴ τοῦ ταπεινοῦ καὶ σεμνοῦ ἐπισκόπου, ἐγκατέλειψε τὰ γήινα καὶ πέταξε γιὰ τὸν οὐρανό. Στὸ ἄκουσμα τὸ θλιβερό του θανάτου του τὰ πλήθη τῶν πιστῶν προσέτρεξαν ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη, γιὰ νὰ ἀποχαιρετήσουν τὸν πατέρα τους καὶ νὰ ἀσπασθοῦν γιὰ τελευταῖα φορὰ τὸ τίμιο λείψανό του. Τὴν ὥρα τοῦ ἀσπασμοῦ «τυφλοὶ ἀνέβλεπον, χωλοὶ περιεπάτουν καὶ δαίμονες ἔφευγον ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους». Οἱ μαθητὲς κήδευσαν τὸ ἅγιο σῶμα «ἐντίμως καὶ εὐλαβῶς πλησίον τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου».

 

Ἀργότερα ὁ σεβασμὸς τῶν χριστιανῶν πρὸς τὸν μεγάλο αὐτὸν Ἅγιο ἔστησε λίγο πέρα ἀπὸ τὸν τάφο του ἕνα μοναστήρι, τὸ ὁποῖο σήμερα δυστυχῶς δὲν ὑπάρχει. Μιὰ μικρὴ ἐκκλησία ὑφίσταται μονάχα ἀπὸ τὴν παλιὰ ἐκείνη δόξα. Μιὰ ἐκκλησία ποὺ διαλαλεῖ τὰ περασμένα μεγαλεῖα καὶ θυμίζει σὲ ὅσους τὴν ἐπισκέπτονται, μιὰ ἐποχὴ σκληρῶν ἀγώνων καὶ

μαρτυρίων, γιὰ νὰ ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τὸ κεφάλι ψηλὰ καὶ νὰ καυχώμαστε γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ καταγωγή μας καὶ τὴν ὀρθόδοξη πίστη μας.

 

Τὸ ἐκτιμοῦμε ὅμως αὐτὸ οἱ τωρινοὶ κάτοικοι τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων; Ἀλήθεια! Τὸ ἐκτιμοῦμε;

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἕξι Ὁσιομάρτυρες οἱ ἐρημίτες 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Οὔαρο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Κλεοπάτρα 

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Περιποιήθηκε τὸν Ἅγιο Οὔαρο, ὅταν τὸν βασάνιζαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίως τὸν βίον σου, διαγαγοῦσα σεμνή, τὴν χάριν ἐτρύγησας, ἐκ τῆς ἁγίας σοροῦ, Οὐάρου τοῦ Μάρτυρος· ὅθεν τῆς οὐρανίου μετασχοῦσα εὐκλείας, πρέσβευε τῷ Σωτῆρι, Κλεοπάτρα Ὁσία, δοθῆναι ἡμῖν πᾶσι, πταισμάτων συγχώρησιν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων.
Τοῖς ἐναρέτοις σου τρόποις θεόληπτε, θεοπρεπῶς τὴν ζωήν σου κοσμήσασα, καθάπερ ἐλαία κατάκαρπος, ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ ἀνεβλάστησας· διὸ Κλεοπάτρα τιμῶμέν σε.

 

Μεγαλυνάριον.
Κλέος ἐκομίσω παρὰ Θεοῦ, Μῆτερ Κλεοπάτρα, τῇ ὁσίᾳ σου βιοτῇ, καὶ τῆς αἰωνίου, ζωῆς ἀξιωθεῖσα, μνημόνευε τῶν πίστει μνημονευόντων σου.

Ὁ Ἅγιος Σαδῶθ (ἢ Σαδῶκ ἢ Σαδῶχ) ὁ Ἐπίσκοπος καὶ οἱ 120 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Περσία 

Ὁ Σαδῶθ πιστεύοντας στὸν Χριστὸ ἔγινε ἐπίσκοπος τῆς μικρῆς χριστιανικῆς κοινότητας τῆς Περσίας. Λόγω τοῦ φιλανθρωπικοῦ του ἔργου ἦταν ἀγαπητὸς ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Κάτι ποὺ ἐνοχλοῦσε τοὺς ἱερεῖς τῶν Περσῶν.

Γι’ αὐτὸ τὸν κατηγόρησαν στὸν Σαπῶρ. Αὐτὸς πιστεύοντάς τους κάλεσε τὸν Ἅγιο νὰ ἀπολογηθεῖ καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό.
Ὁ Σαδῶθ ἀρνήθηκε καὶ γι’ αὐτὸ ὁδηγήθηκε στὸν δήμιο μαζὶ μὲ 120 Χριστιανοὺς ποὺ ἀνῆκαν στὸ μικρὸ ἀλλὰ ἐκλεκτὸ ποίμνιό του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Λεόντιος ὁ φιλόσοφος

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Φήλιξ καὶ Εὐσέβιος οἱ Μάρτυρες

Ὁ πρῶτος ἦταν Πρεσβύτερος καὶ ὁ δεύτερος Διάκονος. Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Frideswide (Ἀγγλίδα) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς Ἁγίας της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Ἦταν γιατρὸς στὸ ἐπάγγελμα, ὅμως γνώριζε πολὺ καλὰ τὴ ζωγραφικὴ τέχνη. Μάλιστα σὲ αὐτὸν ἀποδίδονται οἱ πρῶτες εἰκόνες τῆς Θεοτόκου μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ βρέφος στὴν ἀγκαλιά της, καθὼς καὶ αὐτὲς τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου.

Στὴν χριστιανικὴ πίστη κατηχήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ ἔκτοτε ἀφοσιώθηκε στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Περιόδευσε στὴ Δαλματία, Ἰταλία, Βοιωτία κ.ἄ.

Συνέγραψε τὸ τρίτο κατὰ σειρὰ Εὐαγγέλιο τῆς Καινῆς Διαθήκης, καθὼς καὶ τὶς πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Ἀναπαύθηκε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 80 ἐτῶν.
Ἀργότερα ὁ γιὸς τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ὁ Κωνστάντιος διέταξε νὰ μεταφερθεῖ τὸ λείψανο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ νὰ τοποθετηθεῖ κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα τοῦ Ἱ. Ν. τῶν Ἀγ. Ἀποστόλων, μαζὶ μὲ τὰ λείψανα τῶν Ἀποστόλων Ἀνδρέου καὶ Τιμοθέου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀκέστωρ σοφώτατος, ἱερομύστα Λουκᾶ, ζωγράφος πανάριστος, τῆς Θεοτόκου Μητρός, ἐδείχθης Ἀπόστολε· ἔγραψας μάκαρ λόγους, διὰ Πνεύματος θείου· ἔδωκας ἐννοῆσαι, συγκατάβασιν ἄκραν, Χριστοῦ τῆς παρουσίας· διὸ πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.

 

Κοvτάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμεροv.
Μαθητὴς γενόμενος τοῦ Θεοῦ Λόγου, σὺν τῷ Παύλῳ ἅπασαν, ἐφωταγώγησας τὴv γῆν, καὶ τὴν ἀχλὺν ἀπεδίωξας, τὸ θεῖον γράψας, Χριστοῦ Εὐαγγέλιον.

 

Μεγαλυνάριον.
Μακαρίζομέν σου τὴν δεξιάν, Λουκᾶ θεηγόρε, δι’ ἧς ἔχομεν οἱ πιστοί, τὰς τοῦ Θεοῦ Λόγου, διττὰς ἁγίας πλάκας, καὶ τὴν σεπτὴν Εἰκόνα, τῆς Θεομήτορος.

Ὁ Ἅγιος Μαρῖνος ὁ Γέρων 

Ἦταν ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ (284 – 304).
Συνελήφθη διότι ἦταν χριστιανὸς καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἄρχοντα τοῦ τόπου Λυσία, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ δὲν μπόρεσε νὰ ἐπαναφέρει τὸν Μαρῖνο στὴν εἰδωλολατρία, μὲ διάφορα σκληρὰ βασανιστήρια, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰουλιανὸς ὁ ἐν τῷ Εὐφράτῃ ποταμῷ 

Παιδὶ φτωχῆς οἰκογένειας ὁ Ὅσιος Ἰουλιανός, ἔζησε τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. Ἂν καὶ ἀγράμματος, μὲ τὴν ζωντανή του εὐσέβεια εἶχε εὐλογηθεῖ ἀπὸ τὴ θεία χάρη, ὥστε νὰ ἀποκτήσει ἄφθονη πνευματικὴ κατὰ Χριστὸν φιλοσοφία τῆς ὀρθῆς πίστης, τῆς λεπτῆς διάκρισης καὶ τῆς καθαρῆς ζωῆς. Θαυμάσιος στὴν ἐγκράτεια, τὴν ὀλιγάρκεια, τὴ σωφροσύνη, τὴ διάγνωση ψυχικῶν νοσημάτων καὶ κινδύνων, τὴν συνετὴ ὁδηγία καὶ στὴν κατάλληλη συμβουλή.

Νέος ἀκόμα μοναχός, εἶχε γίνει πασίγνωστος γιὰ τὴν σοφία καὶ τὴν ἀρετή του. Καὶ στὸ ἀσκητήριό του, ποὺ ἦταν στὶς ὄχθες τοῦ Εὐφράτη πόταμου, ἔτρεχαν μορφωμένοι ἄνδρες γιὰ νὰ πάρουν τὴν συμβουλή του καὶ νὰ ὠφεληθοῦν ἀπὸ τὰ λόγια του.

Πῆγε στὸ θεοβάδιστο ὄρος Σινά, ὅπου ἀσκήτεψε γιὰ ἀρκετὸ χρόνο. Ἀλλὰ ἐπέστρεψε πάλι στὸ ἀσκητήριό του στὶς ὄχθες τοῦ Εὐφράτη, καὶ εἵλκυσε πολλοὺς νέους μαθητὲς στὴν ζωὴ τῆς γνήσιας μετάνοιας.

Στὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη, ὁ Ὅσιος Ἰουλιανὸς στήριξε καὶ παρηγόρησε πολλὲς ψυχές. Ἡ φήμη του εἶχε ἐξαπλωθεῖ τόσο πολύ, ὥστε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὸν ἐγκωμιάζει λέγοντας ὅτι τὸ ὄνομά του εἶναι λαμπρότερο ἀκόμα καὶ ἀπ’ αὐτὸ τῶν βασιλέων.

Ἔτσι ἅγια ἀφοῦ κύλησε ἡ ζωή του, εἰρηνικὰ παρέδωσε στὸ Θεὸ τὴ μακάρια ψυχή του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Τὰ Ἅγια 40 Παιδιὰ 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μνάσων ὁ Μάρτυρας Ἐπίσκοπος Κύπρου

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κυριάκος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Αὐτὸς λέγεται ὅτι φανέρωσε τὸν τίμιο Σταυρὸ στὴν Ἁγία Ἑλένη καὶ πίστεψε στὸν Χριστό. Ἀργότερα ἔγινε ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μακαρίου.

Στὰ γεράματα τὸν βρῆκε ὁ Ἰουλιανὸς (360 – 363), ὅταν μέσω τῶν Ἱεροσολύμων ἐξεστράτευσε κατὰ τῶν Περσῶν. Ὅταν ἔμαθε ὅτι ὁ Κυριάκος μὲ ἐπιστολές του παρότρυνε τοὺς εἰδωλολάτρες νὰ ἐπιστρέψουν στὴ χριστιανικὴ πίστη, τοῦ ἔκοψε τὸ δεξὶ χέρι καὶ ἀφοῦ σκληρὰ τὸν βασάνισε στὸ τέλος τὸν θανάτωσε μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του Ἄννα.
(Ἡ μνήμη τοῦ Ἀγ. Κυριάκου ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 28η Ὀκτωβρίου, ὅπου καὶ ἡ μνήμη τῆς μητέρας του).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Γαβριὴλ καὶ Κυρμιδώλης οἱ Νεομάρτυρες οἱ ἐν Αἰγύπτῳ 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μαρτύρησαν στὴν Αἴγυπτο στὶς 18 Ὀκτωβρίου 1522. Καὶ οἱ δυὸ ἦταν νέοι, πολὺ μορφωμένοι καὶ κατάγονταν ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς.

Συκοφαντήθηκαν στὸν Ἐμίρη τῆς Αἰγύπτου Χάερ Μέκ, ὅτι ἔριχναν ἀπορρίμματα καὶ ἀκαθαρσίες σὲ κάποιο Τούρκικο Τέμενος. Ὁδηγήθηκαν δεμένοι στὸ Διοικητήριο, ὅπου τοὺς ζητήθηκε νὰ δεχτοῦν τὸν Ἰσλαμισμὸ γιὰ ν’ ἀποφύγουν τὰ βασανιστήρια. Ἐπειδὴ ὅμως αὐτοὶ ὁμολόγησαν σταθερὰ τὸν Χριστό, παραδόθηκαν στὸν κριτή. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ἔμειναν ἀκλόνητοι στὴν πίστη τους, παρὰ τὶς κολακεῖες, καὶ ὑπέστησαν φρικτὰ βασανιστήρια.

Ἔτσι καὶ οἱ δυὸ μαρτύρησαν στὸ 25ο ἔτος τῆς ἡλικίας τους. Ὁ μὲν Κυρμιδώλης θανατώθηκε μὲ μαχαίρια καὶ πέτρες, ὁ δὲ Γαβριὴλ μὲ ἀποκεφαλισμό.

Τὰ μαρτυρικά τους λείψανα, τὰ ἔβαλαν οἱ Τοῦρκοι δυὸ φορὲς στὴ φωτιά, ἀποτεφρώθηκαν καὶ τὰ διασκόρπισαν. Διασώθηκαν μόνο αὐτὰ τῆς κάρας τοῦ μάρτυρα Γαβριήλ.
Ἀκολουθία αὐτῶν βρίσκεται στὸν κώδικα 379 τῆς Πατριαρχικῆς βιβλιοθήκης τοῦ Καΐρου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Συμεών, Θεόδωρος καὶ Εὐφροσύνη οἱ Θαυματουργοί 

Ἄγνωστοι στοὺς Συναξαριστές. Ἀπ' αὐτοὺς ὁ Συμεὼν καὶ ὁ Θεόδωρος ἦταν ἀδέλφια μεταξύ τους καὶ κτήτορες τῆς Μονῆς τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου. Γεννήθηκαν στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰώνα καὶ ἀφοῦ ἔζησαν ἀσκητικὰ καὶ ὁσιακὰ, ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.

Ἡ δὲ Ὁσία Εὐφροσύνη, εἶναι αὐτὴ ποὺ βρῆκε τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ποὺ κατὰ τὴν παράδοση ἁγιογραφήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Λουκᾶ καὶ φυλάσσεται μέχρι καὶ σήμερα στὴ Μονὴ τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου στὴν Πελοπόννησο.
Ὅλα αὐτὰ βέβαια, σύμφωνα μὲ τὴν Ἀκολουθία τῶν Ἁγίων, ποὺ ἐκδόθηκε στὴ Βενετία τὸ 1706, στὴν Ἀθήνα τὸ 1840 καὶ 1911.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἦταν γιὸς τοῦ Βεηρεῖ ἀπὸ τὴν Βελεμῶθ τῆς φυλῆς Ἰσάχαρ καὶ ἔζησε τὸν ὄγδοο αἰώνα π.Χ., ἐπὶ βασιλέων τοῦ Ἰούδα, Ὀζίου, Ἰωάθαμ, Ἄχαζ, Ἐζεκία καὶ τοῦ Ἰσραὴλ Ἱεροβοὰμ Β’. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, εἶναι ὁ πρῶτος ἀπὸ τοὺς δώδεκα μικροὺς λεγόμενους προφῆτες.

Ὁ Ὠσηὲ ἦταν ψυχὴ γεμάτη ἀπὸ ζῆλο γιὰ τὸ θεῖο Νόμο, γι’ αὐτὸ καὶ στὸ προφητικό του βιβλίο καταγγέλλει εὐθέως τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ εἶχε μολυνθεῖ ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία. Οἱ συμβολισμοὶ του θεωροῦνται δυσεξήγητοι, ἀλλὰ σαφέστατα ἐκδηλώνει τὴν πίστη του στὸν Σωτήρα Χριστό.

Μάλιστα, ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας χρησιμοποίησε μία σπουδαία φράση τοῦ Ὠσηέ, πρὸς τοὺς Φαρισαίους (Ματθ. θ’ 3), ἡ ὁποία λέει: «Ἔλεος θέλω καὶ οὐ θυσίαν καὶ ἐπίγνωσιν Θεοῦ ἢ ὁλοκαυτώματα». Δηλαδή, λέει ὁ Θεὸς μέσω τοῦ Ὠσηέ: «Προτιμῶ τὴν εἰρηνικὴ ἀγάπη σας πρὸς ἐμένα καὶ ὄχι τὶς τυπικὲς θυσίες, καὶ θέλω νὰ ἔχετε ἐπίγνωση τοῦ θείου θελήματος περισσότερο, παρὰ τὰ χωρὶς νόημα καὶ οὐσία ὁλοκαυτώματα ποὺ προσφέρετε».
Ἐπίσης, φράσεις τοῦ Ὠσηὲ χρησιμοποίησαν καὶ οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος στὶς ἐπιστολές τους. Ὁ Ὠσηὲ λέγεται ὅτι ἔζησε 75 χρόνια, καὶ μετὰ παρέδωσε στὸ Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον ἔσοπτρον, τοῦ Παρακλήτου, ἐχρημάτισας, σοφὲ Προφῆτα, τὰς σεπτὰς ἐκφαντορίας δεχόμενος· ὅθεν ἐν κόσμῳ μελλόντων τὴν πρόγνωσιν, ὥσπερ φωτὸς λαμπηδόνας ἐξήστραψας. Ὠσηὲ ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῇ θεαυγεῖ μαρμαρυγῇ μυσταγωγούμενος

Προφητικῆς θεηγορίας κατηξίωσαι

Τὰς τῆς χάριτος προλέγων ἐπαγγελίας.

Ἀλλ’ ὡς θείας Ὠσηὲ εὐκλείας σύσκηνος

Πολυτρόπων συμφορῶν ἡμᾶς ἀπάλλαξον
Τοὺς βοῶντάς σοθ, χαίροις σκεῦος τοῦ Πνεύματος.

 

Μεγαλυνάριον.
Στόμα θεηγόρον πεπλουτηκώς, τὴν οἰκονομίαν, προκατήγγεολας τοῦ Χριστοῦ, Ὠσηὲ Προφῆτα, καὶ τούτῳ ὥσπερ ἔφης, χορὸς τῶν Ἀποστόλων, κατηκολούθησε.

Ἀνακομιδὴ καὶ Κατάθεσις τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου καὶ Δικαίου Λαζάρου 

Ὅπως γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη ἦταν ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν ὁποῖο ἀνάστησε (βλέπε Κυριακὴ τῶν Βαΐων).

Αὐτὸς λοιπὸν πῆγε στὴν Κύπρο, ὅπου χειροτονήθηκε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, ἐπίσκοπος Κιτίου καὶ δίδασκε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ ἐπὶ πολλὰ χρόνια ποίμανε θεάρεστα τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, κάνοντας πολλὰ θαύματα.
Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, τὸ 890, ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Λέων ὁ ΣΤ’, ἀφοῦ ἔκτισε μεγαλόπρεπο Ναὸ καὶ Μοναστήρι στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου καὶ Δικαίου Λαζάρου, ἔδωσε διαταγὴ καὶ ἀνακομίστηκε τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Κιτιαίων, στὸν προαναφερθέντα Ναὸ στὴν Κωνσταντινούπολη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς φίλον σε γνήσιον, καὶ Ἱεράρχην σοφόν, Χριστοῦ τοῦ Παντάνακτος, ἀνευφημοῦμεν πιστῶς, θεόληπτε Λάζαρε· σὲ γὰρ ἀπὸ τοῦ τάφου, ἤγειρε τεταρταῖον, ᾧπερ ἀμέμπτῳ βίῳ, ἱεράτευσας μάκαρ· καὶ νῦν ἀπαύστως πρέσβευε, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὥσπερ οἰκεῖος τοῦ Χριστοῦ καὶ φίλος γνήσιος

Ἀπὸ τοῦ τάφου ἐξηγέρθεις τετραήμερος

Τῷ κελεύσματι Κυρίου τῷ ζωηφόρῳ.

Ἀλλ’ ὡς βήματι τῷ θείῳ παριστάμενος

Καθικέτευε λυτροῦσθαι πάσης θλίψεως
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Ἅγιε Λάζαρε.

 

Μεγαλυνάριον.
Νεκρὸν τεταρταῖόν σε ὁ Χριστός, ἤγειρεν ἐκ τάφου, οἷα φίλον εἰλικρινῆ· ἔνθεν Ἱεράρχης, ἐδείχθης θεοφόρος, καὶ πρόεδρος Κιτίου, Λάζαρε ἔνδοξε.

Οἱ Ἅγιοι Κοσμᾶς, Δαμιανός, Λεόντιος, Ἄνθιμος καὶ Εὐπρέπιος οἱ Ἀνάργυροι καὶ οἱ σὺν αυτῶν 15 Ἀνάργυροι 

Ἦταν μεταξύ τους κατὰ σάρκα, ἀλλὰ καὶ κατὰ πνεῦμα ἀδέλφια ἀπὸ τὴν Ἀραβία. Εὐσεβεῖς καὶ οἱ πέντε, ἀπὸ τὸν αὐτὸ ἐμπνεόμενοι θεῖο ζῆλο καὶ ἀπὸ τὰ αὐτὰ κινούμενοι φιλάνθρωπο αἰσθήματα, ὄχι μόνο πολλὲς ἀγαθοεργίες εἶχαν ἐπιτελέσει μὲ τὴν ἰατρική τους τέχνη, ἀλλὰ καὶ πολλοὺς εἶχαν ἑλκύσει στὴ χριστιανικὴ πίστη.

Καταγγέλθηκαν γι’ αὐτὸ καὶ συνελήφθηκαν μαζὶ μὲ ἄλλους δεκαπέντε ακόμα Ἀναργύρους, κατὰ τὸν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ διωγμὸ στὴ Λυκία ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα ἐν Αἰγαὶς Λυσία.
Μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, ὅλοι ὑπέστησαν τὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν τῶν ἰάσεων, χάριν πλουτήσαντες, πάθη δυσίατα, ταχέως παύετε, καὶ χορηγεῖτε δωρεάν, Ἀνάργυροι τὰς ἰάσεις· φάρμακα γὰρ νέμοντες, ἀληθῶς τὰ σωτήρια, ῥῶσίν τε καὶ λύτρωσιν, τοῖς νοσοῦσι βρεβεύετε, κουφίζοντες τοὺς πίστει βοῶντας· χαῖρε εἰκὰς τῶν Ἀναργύρων.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἰατῆρες παθημάτων ἑτοιμότατοι

Καὶ τῶν ἐν νόσοις συμπαθέστατοι ἀκέστορες,

Εἰκοσάριθμε χορεία τῶν Ἀναργύρων,

Ἀπὸ πάσης ἀσθενείας καὶ κακώσεως

Ἀσινεῖς τε καὶ ἀτρώτους διασώζετε
Τοὺς κραυγάζοντας, χαίρετε θεῖοι Ἀνάργυροι.

 

Μεγαλυνάριον.
Χάριν δεδεγμένοι παρὰ Θεοῦ, δωρεὰν τὰς νόσους, θεραπεύετε τῶν πιστῶν, καὶ τῶν βαρυτάτων, παθῶν λυτροῦσθε θᾶττον, τοὺς ἐπικαλουμένους, ὑμᾶς Ἀνάργυροι.

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ὁσιομάρτυρας 

Ὁ τολμηρὸς καὶ ἐλεύθερος στὸ φρόνημα καὶ τὸν λόγο Ὁσιομάρτυρας Ἀνδρέας, καταγόταν ἀπὸ τὴν Κρήτη καὶ ἔζησε τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορας Κωνσταντίνου Ε’ τοῦ Κοπρώνυμου.

Ὅταν αὐτὸς ξεκίνησε διωγμὸ κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, ὁ Ἀνδρέας πληροφορήθηκε τὰ ἔκτροπα ποὺ γίνονταν ἐναντίον ἐκείνων ποὺ τὶς προσκυνοῦσαν, γι’ αὐτὸ ἄφησε τὴν Κρήτη καὶ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Καὶ ὅταν εἶδε ἀπὸ κοντὰ τὴ βία κατὰ τῶν ὀρθοδόξων, αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκη ἀπὸ ἱερὴ ἀγανάκτηση νὰ ἐλέγξει τὸν ἴδιο τὸν αὐτοκράτορα. Καὶ ἡ εὐκαιρία τοῦ δόθηκε ὅταν ὁ Κωνσταντῖνος ὁ Ε’ βγῆκε ἀπὸ τὸ παλάτι. Στὴν ἐπιστροφὴ ὁ Ἀνδρέας παραφύλαξε καὶ μὲ θάρρος τὸν πλησίασε καὶ τὸν ρώτησε: «ἄρα χριστιανὸς εἰ, βασιλεῦ;». Ὁ Κωνσταντῖνος ἔμεινε ἐμβρόντητος στὴν ἀρχή. Ἀλλὰ ἔπειτα ἐξοργισμένος διέταξε νὰ τὸν συλλάβουν.

Ἡ διαταγὴ ἐκτελέστηκε καὶ μάλιστα ἕνας ἀπὸ τοὺς ὑπασπιστὲς κτύπησε τὸν Ἀνδρέα καὶ συγχρόνως τὸν ρώτησε: «οὕτως ἐδιδάχθης ἀτιμάζειν τὸν βασιλέα;». Καὶ ὁ Ἀνδρέας τοῦ ἀπάντησε μὲ τὸν ἑξῆς ἀθάνατο λόγο: «οὐδεὶς ἁμαρτάνει βασιλέα ἐλέγχων παρανομοῦντα». Θυμωμένος τότε ἀκόμα περισσότερο ὁ βασιλιάς, διέταξε καὶ μαστίγωσαν ἄγρια τὸν Ἀνδρέα. Ἔπειτα τὸν παρέδωσαν σὲ ὄχλο εἰκονομάχων, ποὺ τὸν ἔσυραν ἐπάνω σὲ κοφτερὲς πέτρες.

Κατόπιν κάποιος ἀγροῖκος ψαρὰς μὲ κοφτερὸ τσεκούρι, ἔκοψε τὸ πόδι τοῦ Ἁγίου καὶ ἔτσι μετὰ ἀπὸ λίγο πέθανε. Τὸ λείψανό του τὸ ἔριξαν σὲ ἀκάθαρτο τόπο, ἀλλὰ ὀρθόδοξα χέρια τὸ πῆραν νύχτα καὶ τὸ ἔθαψαν εὐλαβικὰ σὲ τόπο ὀνομαζόμενο "τῆς Κρίσεως".
(Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 21η Ὀκτωβρίου, μετὰ τῶν Ἁγίων Στεφάνου, Παύλου καὶ Πέτρου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀσκητικῶς προγυμνασθεὶς ἐν τῷ Ὄρει, τὰς νοητὰς τῶν δυσμενῶν παρατάξεις, τῇ πανοπλίᾳ ὤλεσας παμμάκαρ τοῦ Σταυροῦ· αὖθις δὲ πρὸς ἄθλησιν, ἀνδρικῶς ἀπεδύσω, κτείνας τὸν Κοπρώνυμον, τῷ τῆς πίστεως ξίφει· καὶ δι’ ἀμφοῖν ἐστέφθης ἐκ Θεοῦ, Ὁσιομάρτυς, Ἀνδρέα ἀοίδιμε.

 

Κοvτάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, ἡ Βασιλεύουσα πόλις, ἑορτὴv ὑπέρλαμπρον, τῆς φωτοφόρου σου μνήμης, ἅπασαv προσκαλουμένη πόλιv καὶ χώραv· χαίρει γάρ, ὡς κτησαμένη θησαυρὸv μέγαν, τὸ πολύαθλόν σου σῶμα, Ἀνδρέα Μάρτυς, Ὀρθοδοξίας φωστήρ.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔμψυχος ἀνδρείας ὀφθεὶς εἰκών, τῶν Εἰκονομάχων, κατεπτόησας τὴν ἰσχύν, καὶ τῷ αἵματί σου, Ἀνδρέα ὑπογράφεις, τὴν τῶν σεπτῶν Εἰκόνων, τιμὴν ἐν Πνεύματι.

Οἱ Ἅγιοι Ἀντίγονος, Λουκιανός, Τερέντιος, Νικομήδης καὶ Θεοφάνης 

Ἄγνωστοι στὰ Συναξάρια καὶ τὰ Μηναῖα, μνημονεύονται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 χωρὶς βιογραφικά τους στοιχεῖα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἁγίες Ἰσιδώρα καὶ Νεοφύτη 

Ἄγνωστες στοὺς Συναξαριστές. Μνημονεύονται στὸν Μορσελλιανὸ Συναξαριστή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ ἐν Γεωργίᾳ 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Μνημονεύεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο ὡς ἑξῆς: «Μνήμη Κοσμᾶ μαρτυρήσαντος ἐν Γεωργίᾳ».
(Βλ. Καλλίστου Ἀρχιμανδρίτου, Ἱεροσολ. Κανονάριον σελ. 114).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Μνήμη πάντων τῶν Προστατῶν καὶ Πολιούχων Ἁγίων της Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ὕδρας 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἦταν ἐπικεφαλὴς ἀξιωματικὸς τῶν ρωμαίων στρατιωτῶν, στὴν ἐκτέλεση τῆς θανατικῆς καταδίκης τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἐκτελοῦσε τὴ διαταγὴ τοῦ Πιλάτου, ἀγνοοῦσε ποιὸς ἦταν ὁ Ἰησοῦς, γι’ αὐτὸ παρέστη σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς φρικτῆς τραγωδίας. Ὅμως ἡ ψυχὴ τοῦ Λογγίνου δὲν εἶχε τὶς φαρισαϊκὲς παρωπίδες καὶ τὴν ἀχρειότητα τῶν ρωμαίων στρατιωτῶν. Εἶδε σὲ βάθος τὸ θύμα καὶ πρόσεξε σ’ αὐτὸ τὴν ἀγαθότητα, τὴ σεμνότητα, ἀλλὰ καὶ τὴν γαλήνη ποὺ τὸ διέκρινε.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου, ὅταν εἶδε τὸ καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ νὰ σχίζεται στὰ δυό, τὴν γῆ νὰ σείεται, τὶς πέτρες νὰ ραγίζουν καὶ τὰ μνημεῖα νὰ ἀνοίγουν, φωτίσθηκε ἀκόμα περισσότερο. Δὲ χωροῦσε πλέον καμιὰ ἀμφιβολία μέσα του, καὶ μὲ ὅλη του τὴν δύναμη διακήρυξε κάτι, ποὺ ὅλοι ὅσοι ἔχουν καθαρὰ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς τους στὴν παντοδυναμία τοῦ Κυρίου διακηρύττουν: «Ἀληθῶς ὁ ἄνθρωπος οὗτος υἱὸς ἣν Θεοῦ». Ἀλήθεια, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν υἱὸς Θεοῦ, ὁ Θεάνθρωπος Σωτὴρ τοῦ κόσμου.
Ἡ εἴδηση ὅτι ὁ Λογγῖνος ἀσπάσθηκε καὶ κήρυττε τὴν χριστιανικὴ πίστη, ἐξήγειρε τὴν μανία τῶν Ἰουδαίων, καὶ μὲ ἐνέργειές τους στὴ ρωμαϊκὴ ἐξουσία, τὸν ἀποκεφάλισαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τὸν Ἥλιον τῆς δόξης Σταυρῷ προσηλωθέντα, καὶ τοῖς ἐν σκιᾷ τοῦ θανάτου ἐκλάμποντα ὡς εἶδες, ηὐγάσθης αὐτοῦ ταῖς ἀστραπαῖς, καὶ ἤθλησας Λογγῖνε εὐσεβῶς· διὰ τοῦτο νοσημάτων παντοδαπῶν, λυτροῦσαι τοὺς ἐκβοῶντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιοv. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐφροσύνως γέγηθεν ἡ Ἐκκλησία, ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον, τοῦ ἀοιδίμου Ἀθλητοῦ Λογγίνου ἀνακραυγάζουσα· Σύ μου τὸ κράτος Χριστὲ καὶ στερέωμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Κῆρυξ καὶ αὐτόπτης ὤφθης τρανῶς, τοῦ σαρκὶ παθόντος, εὐδοκίᾳ Λόγου Θεοῦ· εὐθαρσῶς γὰρ τούτου, τὴν ἔγερσιν κηρύττων, ὑπὲρ αὐτοῦ Λογγῖνε, προθύμως τέθυσαι.

Οἱ Ἅγιοι Δύο Στρατιῶτες 

Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Λογγῖνο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Λεόντιος, Δομέτιος, Τερέντιος καὶ Δομνῖνος οἱ Μάρτυρες 

Ὅλοι μαρτύρησαν διὰ πυρός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Μαλός 

Συνετὸς καὶ ὀλιγαρκὴς στὰ νεανικά του χρόνια ὁ Ὅσιος Μαλός, ἔμεινε φτωχὸς στὴν ὕλη γιὰ νὰ γίνει πλούσιος ἐν Χριστῷ. Δὲν ἦταν μεγάλης μορφώσεως, ἦταν ὅμως πολλῆς πίστεως καὶ ζήλου θερμοῦ. Ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ διδάσκει δημόσια, ἔκανε κήρυγμα στὸν κάθε ἕνα χωριστά.

Ὁ Μαλὸς εἶχε μεγάλη πνευματικὴ διάκριση, ὥστε νὰ μὴ γίνεται βαρύς, ἐνοχλητικὸς καὶ ἄστοχος στὶς ἰδιαίτερες αὐτὲς νουθεσίες. Ἡ θεία χάρη τὸν εἶχε ὁπλίσει μὲ μεγάλη λεπτότητα καὶ ἀγάπη, ποὺ τοῦ ὑπαγόρευαν πάντοτε τί ἦταν συμφέρον νὰ εἰπωθεῖ καὶ τί ἔπρεπε νὰ παραλειφθεῖ.

Στὴν συνέχεια ἀκολούθησε τὴν ἐρημικὴ ζωή. Ἀλλὰ ὅσοι μάθαιναν ποὺ βρίσκεται ἔρχονταν καὶ τὸν ζητοῦσαν στὸ ἐρημητήριό του. Καὶ αὐτὸς ὅμως, κατὰ διαστήματα, κατέβαινε στὶς πόλεις, ὄχι γιὰ νὰ κάνει ὁμιλίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ σκορπίσει εὐεργεσίες. Διότι ὁ Κύριος τὸν εἶχε προικίσει καὶ μὲ τὴ δύναμη νὰ θεραπεύει θαυματουργικὰ διάφορες ἀρρώστιες. Πολλοὶ μάλιστα βρῆκαν τὴν γιατρειά τους μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ Ὁσίου Μαλοῦ καὶ διὰ μόνου τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν του.
Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἐξεδήμησε πρὸς τὸν Κύριο, τὸ λείψανο τοῦ ἀνάβλυζε μύρο καὶ ἔγινε πηγὴ ἰάσεως διαφόρων ἀσθενειῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Gall (Γάλλος) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ o ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Ἐπίσης καὶ στὸ βιβλίο «H ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωμένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ. Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1997.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Γεννήθηκε στὰ Σαμόσατα τῆς Συρίας ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, καὶ μὲ ἀνάλογο τρόπο ἀνατράφηκε.

Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, διαμοίρασε στοὺς φτωχοὺς τὴν πατρική του περιουσία καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν μελέτη τῶν θείων Γραφῶν, διότι στὴν σκέψη του ἐπικρατοῦσαν τὰ λόγια του Ἀπ. Παύλου: «Πᾶσα γραφὴ θεόπνευστος καὶ ὠφέλιμος πρὸς διδασκαλίαν, πρὸς ἔλεγχον, πρὸς ἐπανόρθωσιν, πρὸς παιδείαν τὴν ἐν δικαιοσύνῃ». Δηλαδή, ὅλη ἡ Γραφὴ ἔχει ἐμπνευσθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ εἶναι ὠφέλιμη γιὰ νὰ διδάσκει τὴν ἀλήθεια, νὰ ἐλέγχει τὶς πλάνες, νὰ διορθώνει αὐτοὺς ποὺ ἁμαρτάνουν καὶ νὰ παιδαγωγεῖ στὴν ἀρετή.

Κατόρθωσε, λοιπόν, καὶ ὁ Λουκιανὸς νὰ γίνει βαθὺς γνώστης τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια. Ἐκεῖ δίδασκε μὲ θάρρος καὶ ἀκρίβεια τὸ θεῖο λόγο, ἐνθαρρύνοντας τοὺς χριστιανοὺς στὸ μαρτύριο. Στὴν Ἀντιόχεια, μάλιστα, ἵδρυσε σχολή, ὅπου φοίτησαν ἀρκετοὶ μαθητές, καταρτιζόμενοι στὰ χριστιανικὰ δόγματα καὶ στὴν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς.

Ὅταν ὁ Λουκιανὸς ἔμαθε ὅτι στὴ Νικομήδεια ὁ Διοκλητιανὸς καταδίωκε καὶ θανάτωνε τοὺς χριστιανούς, ἄφησε τὴν Ἀντιόχεια καὶ πῆγε στὴ Νικομήδεια γιὰ νὰ στηρίξει καὶ νὰ ἐνισχύσει τοὺς Χριστιανοὺς στὸ μαρτύριο.
Συνελήφθη, ὅμως, ἀπὸ τὸν Διοκλητιανὸ καὶ κλείστηκε στὴν φυλακή, ὅπου καὶ πέθανε ἀπὸ πείνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείῳ Πνεύματι, λελαμπρυσμένος, γνῶσιν ἔνθεον, ἐταμιεύσω, καὶ τῆς πίστεως τὸν λόγον ἐτράνωσας· ὅθεν Μαρτύρων ἀλείπτης γενόμενος, Λουκιανὲ ἐν ἀθλήσει ἠρίστευσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Ὡς ἐρμηνεὺς τῶν ζωηφόρων ῥημάτων, καὶ ἱερεὺς τῶν τοῦ Θεοῦ μυστηρίων, Λουκιανὲ θεόληπτε ἐνήθλησας στερρῶς· ὅθεν τὸ ἐσώτερον, καταπέτασμα Μάρτυς, χαίρων διελήλυθας, καὶ Χριστοῦ τῷ προσώπῳ, ἐνεφανίσθης πάντοτε ἡμῖν, τοῖς σὲ τιμῶσιν, αὐτὸν ἱλεούμενος.

 

Ἕτερον Κοντάκιοv. Ἦχος β’. Τὴν ἐv πρεσβείαις.
Τὸv ἐν ἀσκήσει τὸ πρότεροv λαμπρυνθέντα, καὶ ἐν ἀθλήσει τὸ δεύτερον φαιδρυvθέντα, πάντες ὡς φωστήρα σὲ φαιδρότατον, Λουκιανὲ τοῖς ὕμvοις, ἐνδόξως σὲ γεραίρομεν. Πρεσβεύων μὴ παύση ὑπὲρ πάντων ἡμῶv.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἄρτῳ διαθρέψας πνευματικῷ, πιστῶν τὰς καρδίας, ὡς τοῦ λόγου διανομεύς, λιμῷ καταισχύνεις, τὸν λιχνοβόρον ὄφιν, Λουκιανὲ ἀθλήσας, καθάπερ ἄσαρκος.

Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Νέος 

Γεννήθηκε στὶς μέρες τοῦ αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου Λέοντα Ε’ τοῦ Ἀρμενίου (813 – 820), σὲ κάποια κωμόπολη τῆς Γαλατίας, τὴν Ὀψῶ, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Ἄγκυρα (σημερινὴ πρωτεύουσα τῆς Τουρκίας). Οἱ γονεῖς του ἦταν πλούσιοι καὶ εὐσεβεῖς, καὶ ὀνομάζονταν Ἐπιφάνιος καὶ Ἄννα. Εἶχαν καὶ δυὸ κόρες, τὴν Μαρία, ποὺ ἦταν πρεσβυτέρα καὶ τὴν Ἐπιφάνια.

Ὅταν ὁ Ἅγιος ἦλθε σὲ κατάλληλη ἡλικία, παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε μία κόρη τὴν Ἀναστασῶ (τὴν γυναῖκά του τὴν ἔλεγαν Εὐφροσύνη). Ἐπειδὴ ὅμως ἐπιθυμοῦσε τὴν μοναχικὴ πολιτεία, ἀφοῦ τακτοποίησε τὶς οἰκογενειακές του ὑποθέσεις, πῆγε σὲ μοναστήρι, κοντὰ στὸν Ὅσιο Ἰωαννίκιο, στὸν Ὄλυμπο τῆς Βιθυνίας. Ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ δοκιμασία, γίνεται μοναχός, τὸ 842, μὲ τὸ ὄνομα Εὐθύμιος, ἀπὸ Νικήτας ποὺ ὀνομαζόταν πρῶτα.

Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὰ χρόνια ἀσκήσεως στὸ κοινόβιο αὐτό, ὁ Εὐθύμιος ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀπὸ ἐκεῖ ἐπέστρεψε στὸν Ὄλυμπο καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες καὶ ταξίδια, ἵδρυσε κοντὰ στὴν Θεσσαλονίκη τὴ Μονὴ Περιστερῶν τὸ 871, ὅπου ἐγκαταστάθηκε καὶ τὴν ἀνέδειξε μὲ τὴν ἄριστη πνευματικὴ ζωή του, σὲ ἄριστο πνευματικὸ κέντρο.

Ἔτσι λοιπόν, ἀσκητικὰ καὶ θεάρεστα ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 15η Ὀκτωβρίου 894.
Τὴν βιογραφία του συνέγραψε ὁ ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Βασίλειος, ποὺ ὑπῆρξε καὶ μαθητὴς τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, διηυγασμένος, ἠκολούθησας, Χριστῷ ὁσίως, θεοφόρε παμμάκαρ Εὐθύμιε· καὶ διαφόροις ἐν τόποις ἐξέλαμψας, καὶ τῷ χειμάρρῳ τοῦ Ἄθω ἡσύχασας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῇ ἰσαγγέλῳ πολιτείᾳ σεμνυνόμενος

Τῶν δωρεῶν τοῦ Παρακλήτου κατηξίωσαι

Καὶ ὡς ἥλιος ἐξέλαμψας ἐν Ὁσίοις.

Μεθ’ ὧν πρέσβευε Χριστῷ τῷ Παντοκράτορι

Ἐκ παντοίων συμφορῶν λυτροῦσθαι πάντοτε
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Εὐθύμιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἄσκησιν ὁσίαν διαδραμών, ὡς λύχνος ἐκλάμπεις, ἐν τῷ Ἄθῳ φωτοφανῶς, Εὐθύμιε Πάτερ καὶ πανταχοῦ πυρσεύεις, τὴν αἴγλην τῶν ἁγίων κατορθωμάτων σου.

Ὁ Ὅσιος Βάρσος 

Ἔζησε μετὰ τὰ μέσα τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ., ὅταν ἡ ἀρειανικὴ αἵρεση τάραζε τὴν Ἐκκλησία. Εἶχε ἤδη διακριθεῖ ὡς ἐπίσκοπος Ἐδέσης.

Περνώντας ἀπὸ τὴ Φοινίκη, τὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Θηβαΐδα πλούτισε τὶς γνώσεις του ἀλλὰ καὶ ἐξαπλώθηκε ἡ φήμη του. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ μείνει ἀμέτοχος στὴν διαμάχη μεταξὺ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς αἱρέσεως τῶν Ἀρειανῶν. Ὑπερασπιζόταν τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν διδασκαλία του.

Ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης, ὑπερασπιστῆς τῶν αἱρετικῶν, τὸν ἐξόρισε στὸ νησὶ Ἄρανδον. Ὅμως οἱ πιστοὶ ἔσπευδαν ἐκεῖ γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουν. Γι’ αὐτὸ τὸν μετέφεραν στὴν Ὁλορόγγο τῆς Αἰγύπτου. Ὅμως δὲν παραδόθηκε.
Ἔτσι τὸν φυλάκισαν σὲ ἕνα φρούριο στὴν Ἀλγερία, ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Δ΄ Κυριακής του Λουκά, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Δ΄ Κυριακής του Λουκά, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ

(Λουκ. 8, 5- 15)

Μάζεψε ὅλες τίς ἀρετές

 

            Ὅταν ἑορτάζομε τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Βασιλείου, τά ἱερά ἄσματα τῆς Ἐκκλησίας μας λένε: «Πάντων τῶν ἁγίων ἀνεμάξω τάς ἀρετάς». Ὅλων τῶν ἁγίων τίς ἀρετές, τίς μάζεψες. Τίς συγκέντρωσες στόν ἑαυτό σου.

            Τί νόημα ἔχει αὐτό; Μιά ἀρετή νά ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος σωστά, πηγαίνει στόν Παράδεισο ἐν δόξῃ. Παίρνει ἀπό τόν Θεό χαρίσματα μεγάλα. Γίνεται εὐάρεστος στό Θεό καί ἀγαπητός στούς ἀνθρώπους. Γιά φανταστεῖτε τί μεγάλος πλοῦτος εἶναι, νά συγκεντρώνει κανείς στό πρόσωπό του, ὄχι μιά ἀρετή ἀλλά πολλές ἀρετές.

            Ἀρετή, δέν σημαίνει κάποια ἰδιότητα. Σημαίνει κατ’ ἀρχήν καί κατά κύριο λόγο ἕνα ποταμό χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί μόνο ἡ χάρη καί ἡ δύναμη καί ὁ φωτισμός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κάνουν τόν ἄνθρωπο νά θέλει καί νά μπορεῖ νά πολεμήσει ἐναντίον τῶν τάσεων, ὀρέξεων, ἐπιθυμιῶν, στραβοπατημάτων τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Καί νά πάρει τήν ἀπόφαση δυναμικά καί ἡρωικά νά πολεμήσει ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ του, γιά νά καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του καί νά ἀποκτήσει τίς μεγάλες ἀρετές.

Οἱ ἄνθρωποι ἀλλάζουν· οἱ πέτρες ὄχι

            Ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός, θέλοντας νά μᾶς δείξει τί εἶναι οἱ ἀρετές, ἀλλά καί πῶς ἀποκτῶνται, μέ τόν χαριτωμένο τρόπο πού δίδασκε, τόν γεμᾶτο ἁπλότητα καί σαφήνεια, εἶπε τήν παραβολή τοῦ σπορέως.

            Κάποια φορά ἕνας ἄνθρωπος πῆγε στό χωράφι του νά σπείρει.

            Ἐκεῖ, ἔκανε ἕνα ἁπλό ἔργο. Μιά πολύ ἁπλή δουλειά. Σκόρπιζε σπόρους στή γῆ. Ἀλλά τόν σπόρο τόν πέταγε ἁπλόχερα. Ἄλλος ἔπεσε σέ γῆ καλή, μέσα σέ καλό χωράφι, ἄλλος σέ ἀγκάθια, ἄλλος σέ πέτρες κοκ.

            Καί ἔτσι ἄλλος καρποφόρησε καί ἄλλος χάθηκε.

            Τί θέλει νά πεῖ ἡ παραβολή; Γιατί εἶπε ὁ Χριστός, ἕνα μέρος ἀπό τόν σπόρο ἔπεσε σέ γῆ καλή καί καρποφόρησε. Καί ἄλλο ἔπεσε σέ πέτρες καί σέ ἀγκάθια. Καί τό ὁποῖο ἔστω καί ἄν βλάστησε δέν καρποφόρησε, ἀλλά κατεστράφη. Ξέρομε ὅλοι ὅτι τά χωράφια ἔχουν αὐτές τίς διαφορές, τίς ἑτερομορφίες. Ἀλλά οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ὅλοι καί αὐτιά καί μάτια καί καρδιά καί μυαλό.

            Ξέρομε ἀκόμη ὅτι τό χωράφι μπορεῖ νά μήν παίρνει καλλιέργεια.     Γιατί ὅταν πέσεις ἐπάνω σέ πέτρα, τί μπορεῖς νά κάνεις; Καί ἡ πέτρα τί νά κάνει;

            Ἀλλά δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος νά εἶναι πέτρα καί ἄλλος πού νά εἶναι γῆ καθαρή, ἐπειδή ἔτσι φτειάχτηκε καί δέν ἀλλάζει.

            Ἡ Ἁγία Γραφή, κάνει ἕνα παραλληλισμό. Ὑπάρχουν λέγει κάποια θηρία, ἀλεποῦδες, ἀρκοῦδες, βόδια, ὀχιές κλπ. Μέ ὅλα αὐτά τά θηρία, ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού μοιάζουν. Καί εἶναι στή συμπεριφορά τους, ἄλλοι λιοντάρια, ἄλλοι τσακάλια, ἄλλοι τίγρεις, ἄλλοι ὀχιές κτλ.

            Ἀλλά, ἐνῶ τά θηρία μένουν γιά πάντα θηρία καί δέν ἀλλάζουν, γιατί ἔτσι τά ἔφτειαξε ὁ Θεός, μέ τούς ἀνθρώπους δέν συμβαίνει τό ἴδιο. Ὑπάρχει ἐνδεχόμενο ὁ ἄνθρωπος θηρίο, λύκος, λιοντάρι, μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἄν πέσει στήν καρδιά του, νά γίνει τό καλύτερο καί ἡμερότερο ἀρνάκι.

            Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀκολασίας ὅπως ἦταν ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, νά γίνει ὁ σεμνότερος τοῦ ἄνθρωπος τοῦ κόσμου.

            Καί τό ἁρπακτικό ὄρνεο, νά γίνει ὁ πιό εὔσπλαγχνος καί ἐλεήμων καί μεταδοτικός.

            Γι' αὐτό ἀκριβῶς ἔλεγε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, βγῆκε ὁ σπορέας νά σπείρει τόν σπόρο, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὄχι σέ φυσικές πέτρες καί σέ ἀγκάθια, ἀλλά σέ μιά γῆ πνευματική. Πού μπορεῖ νά εἶναι καί πέτρες καί ἀγκάθια. Μπορεῖ νά εἶναι καί εὔφορη γῆ. Ἀλλά ὁπωσδήποτε εἶναι νοητή, πνευματική γῆ. Ὄχι ἀπό τήν φύση της γόνιμη ἤ ἄγονη, ἀλλά ἀπό τήν διάθεση τήν ἐσωτερική τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία δέν εἶναι σταθερή, ἀλλά ἀλλοιώνεται καί διορθώνεται.

Νά καλλιεργοῦμε τήν ψυχή μας

            Χρειάζεται λοιπόν, νά καλλιεργήσει κανείς τήν ψυχή του.

            Γιατί αὐτό εἶναι πού μετρᾶ.

            Καί συνεχίζει ἡ παραβολή. Ἐκεῖ λέγει πού ἔπεσε ὁ σπόρος, ἀλλοῦ δέν ἔκανε καρπό καθόλου. Ἀλλοῦ ἔκανε τό ἕνα 30, ἀλλοῦ τό ἕνα 60 καί ἀλλοῦ τό ἕνα 100. Τί εἶχε σημασία;

            Ἡ πρόθεση, ἡ διάθεση, ἡ ἐσωτερική καλλιέργεια, ἡ ὁποία χρειάζεται καί πρέπει νά γίνει. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά προσφέρει τόν ἑαυτό του γῆ καλή, στό Θεό. Καί νά προσπαθεῖ νά κάνει τόν ἑαυτό του γῆ ὅσο μπορεῖ πιό καλή. Ἄς ξέρομε, ὅτι Κύριος τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς μας εἶναι ὁ Θεός. Καί ἀκόμη εἶναι Κύριος τῆς αἰωνιότητος στήν ὁποία εἴτε τό θέλομε εἴτε δέν τό θέλομε, ἀφοῦ ἔτσι πλαστήκαμε, θά πᾶμε.

            Γι' αὐτό τό παραγματικό συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἐξυπνάδα του, ἡ σοφία του, εἶναι νά ἀγωνίζεται νά εἶναι εὐάρεστος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος αὐτό τό ξεχνάει καί τό ρίχνει ἀλλοῦ, λέγοντας ὅτι εἶναι σοφός, ἤ κάνοντας τόν ἔξυπνο, δέν εἶναι παρά ἕνας ἀνόητος. Πού θυσιάζει γιά τά πρόσκαιρα τά αἰώνια. Γιά τά φθαρτά τά ἄφθαρτα. Γιά τά ἐπίγεια τά ἐπουράνια.

            Πῶς ὅμως θά μπορέσομε νά κάνομε καρπό; Καί πόσο καρπό;

            Μά τό εἶπε ὁ Χριστός, τό ἕνα νά τό κάνομε ἑκατό. Εἶναι δυνατόν, γιατί κάποιο ἐκλεκτό κομμάτι γῆς ἔκανε τό ἕνα ἑκατό, καί αὐτός πού σπέρνει, δέν τό κάνει γιά χόμπυ, γιά νά κοπιάζει ἄδικα, ἀλλά γιατί περιμένει νά μαζέψει πολύ καρπό.

            Ἔτσι καί ὁ ἐπουράνιος σπορέας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός σπέρνοντας τόν λόγο του στή γῆ, στή γῆ τῶν ψυχῶν μας, θέλει νά ἐσοδεύσει καρπό εἰ δυνατόν τό ἕνα ἑκατόν. Καί ὅσο περισσότερο καρπό κάνει ἕνας ἄνθρωπος, τόσο περισσότερο τόν εὐαρεστεῖ. Γι' αὐτό καί ὅταν λέμε τό τροπάριο «πάντων τῶν ἁγίων ἀνεμάξω τάς ἀρετάς, πατήρ ἡμῶν Βασίλειε» εἶναι σάν νά τοῦ λέμε: «Τά μάζεψες ὅλα, κοπίασες πολύ. Μάζεψες ὅλες τίς ἀρετές καί τίς ἔκανες τό ἕνα ἑκατό. Ἔδωσες ἑκατονταπλάσιο καρπό». Αὐτό πού περίμενε ὁ Χριστός. Χαρά καί τιμή τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά καί χαρά καί τιμή δική σου. Καί χαρά καί τιμή τοῦ ἀνθρώπινου γένους πού δέν μπορεῖ πιά νά κρύβεται πίσω ἀπό τήν μύτη του καί νά λέει: «Μά εἶναι δυνατόν νά πετύχει κανείς τέτοια πράγματα;»

            Ὁμοιοπαθεῖς μέ ἐμᾶς εἶναι οἱ ἅγιοι. Σάρκα καί ὀστά ἔχουν ὅπως ὅλοι. Γι' αὐτό εἶναι ὑπόδειγμα γιά μᾶς.

            Τό ἐρώτημα εἶναι: Ἐμεῖς τί θά κάνομε γιά νά μιμηθοῦμε τούς ἁγίους; Γιά νά φέρομε καρπό πολύ;

Οἱ πηγές τῶν ὑδάτων

            Τά πράγματα εἶναι ἁπλά. Ὁ προφήτης Δαυΐδ λέει στόν πρῶτο ψαλμό τά ἑξῆς ὡραῖα λόγια: «Μακάριος ἀνήρ ὅς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καί ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐ ἔστη καί ἐπί καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθησε». Καλότυχος ὁ ἄνθρωπος πού δέν εἶχε ποτέ πᾶρε-δῶσε μέ τίς παληανθρωπιές καί μέ τίς ἁμαρτίες. «Μακάριος ἀνήρ ὅς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν». Δέν ἔκατσε νά κουβεντιάσει μέ ἄλλους, γιά τό πῶς θά κάνει τό ὁποιοδήποτε κακό. «Καί ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐ ἔστη». Καί ὅταν ἔβλεπε παληοπαρέες προτιμοῦσε νά φεύγει μακρυά. «Καί ἐπί καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθησε».

            «Καί ἔσται», ὁ ἄνθρωπος αὐτός, «ὡς τό ξύλον τό πεφυτευμένον παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων». Συνήθως ὅταν βρισκόμαστε στήν κρίσιμη κατάσταση, τότε πού θά ἔπρεπε νά ἀγωνιστοῦμε γιά νά καθαρίσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό τά ζιζάνια καί ἀπό τίς πέτρες, δικαιολογούμαστε γιά τό ὅτι δέν κάνομε προκοπή στίς ἀρετές καί λέμε: «ἐγώ εἶμαι ἔτσι, ἐγώ ἔχω ἐκεῖνα τά προβλήματα, ἐγώ βρίσκομαι σ’ αὐτές τίς καταστάσεις καί σ’ αὐτές τίς δεσμεύσεις». Ἀλλά πάντοτε μποροῦμε νά καθαρίσομε τόν ἑαυτό μας ἤ κόβοντας κάτι πού βλάπτει τήν ψυχή μας ἤ κόβοντας τόν ἑαυτό μας ἀπό κάτι πού κολακεύει τήν φιλαυτία μας. Ἀρκεῖ νά τό θέλομε.

            Ἄν τό κάνομε, θά εἴμαστε: «ὡς τό ξύλον τό πεφυτευμένον παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων». Τί κάνει τό ξύλο, τό δένδρο πού εἶναι φυτευμένο στίς «διεξόδους τῶν ὑδάτων»;

            Δέν διψάει ποτέ.

            Ρουφάει ἀπό τίς ρίζες του συνεχῶς νερό. Καί εἶναι, ὅταν πρέπει νά εἶναι, καταπράσινο. Γεμᾶτο ἀπό ἀπό φύλλα, γεμᾶτο ἀπό λουλούδια. Καί κάνει καρπό. Τό βλέπει κανείς καί χαίρεται. Νά λοιπόν πώς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά προχωρήσει πνευματικά. Πρέπει νά φροντίσει φυτευτεῖ «παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων».

            Τό δένδρο, ἤ φυτρώνει μοναχό του, ἤ τό φυτεύει κάποιος κοντά στίς «διεξόδους τῶν ὑδάτων». Ὁ ἄνθρωπος, θά φυτεύσει μόνος του τόν ἑαυτό του στίς διεξόδους τῶν ὑδάτων.

            Ἀλλά ποιές εἶναι αὐτές οἱ «διέξοδοι τῶν ὑδάτων»;

            Τόπος πού ρέει τό ὕδωρ, τό νερό τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ ἁγία Ἐκκλησία. Μέσα σ’ αὐτόν τόν ἱερό τόπο, Παράδεισο ἐπίγειο, ἔτσι τό λένε ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες, πρῶτα ἀπ'  ὅλα γίνεται ἡ Θεία Λειτουργία. Καί ρέει ὄχι ἁπλῶς νεράκι, ἀλλά ρέει τό αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο μᾶς καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτία καί κάθε ρύπο καί μᾶς δίνει τό ἐφόδιο τῆς ζωῆς τῆς αἰωνίου καί τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν. Τί περισσότερο νά ἐπιθυμήσει κανείς; Καλύτερο ἐφόδιο γιά τή ζωή καί ἰσχυρότερη δύναμη κανείς δέν μπορεῖ νά βρεῖ.

            Νά ἐπαναλάβομε τά λόγια τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, πού πρέπει νά σφραγίζουν τήν σκέψη μας καί τήν πορεία μας:

            «Χωρίς τήν Θεία Κοινωνία ὁ ἄνθρωπος μπροστά στόν διάβολο εἶναι, λαγός μπροστά στό λιοντάρι. Τόσο τιποτένιος καί τόσο μηδαμηνός. Μέ τήν Θεία Κοινωνία τά πράγματα ἀντιστρέφονται. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται λιοντάρι καί ὁ διάβολος γι' αὐτόν  λαγός. Ὅταν τόν βλέπει, τόν ἄνθρωπο πού ἔχει πιεῖ τό τίμιο αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἔχει φάγει τό σῶμα του τρέμει. Ὅπως τρέμει ὁ λαγός καί τό ἀρνάκι ὅταν ἀκούσει τήν φωνή τοῦ λιονταριοῦ. Πόσο ἀδικεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του ὅταν δέν φροντίζει νά κοινωνεῖ τό ἅγιο σῶμα καί τό τίμιο αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».

            Ἄς φανταστοῦμε λοιπόν πόση δύναμη παίρνει ὁ ἄνθρωπος· δύναμη ζωῆς αἰωνίου, δύναμη ἐναντίον τοῦ κακοῦ, δύναμη γιά νά ἐπιτύχει ὅλες τίς ἀρετές, ὅταν μπαίνει στήν Ἐκκλησία καί φυτεύει τόν ἑαυτό του στόν τόπο πού ρέει τό ὕδωρ τό ζῶν.

Ἀνυπολόγιστη ἡ ἀμοιβή

            Ζοῦμε μέσα στόν κόσμο, συναναστρεφόμαστε, συναλλασσόμαστε καί ἔχομε γνωστούς καί φίλους. Ἀλλά κάθε μέρα καί κάθε στιγμή πρέπει νά πολλαπλασιάζομε τήν πνευματική μας καρποφορία, φερόμενοι σέ ὅλα μέ σεμνότητα, μέ γλυκό λόγο, μέ ἐντιμότητα μέ εἰλικρίνια μέ καλωσύνη, μέ εὐσπλαγχνία, μέ καθαρότητα καρδιᾶς.

            Πῶς θά τό πετύχομε; Ὅσο πιό πολύ μένει κανείς ἑνωμένος μέ τόν Χριστό, τόσο περισσότερο παίρνει τή ζωή τοῦ τοῦ Χριστοῦ, τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ καί τήν διοχετεύει, συνεχῶς στά ἔργα του καί στίς ἐκδηλώσεις του. Καί ἔτσι φέρει καρπόν πολύν.

            Μένει κανείς ἑνωμένος μέ τόν Χριστό, ὅταν κάνει προτεραιότητα στή ζωή του τόν Χριστό, τήν αἰώνια ζωή τήν ὁποία μᾶς δίδαξε καί τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος τό θέσει αὐτό προτεραιότητα, ἔχει σκάψει τό χωράφι του. Ἔχει βγάλει τά ἀγκάθια καί ἔχει πετάξει τίς πέτρες. Ἀπό κεῖ καί πέρα, θά συνεχίζει βέβαια νά καλλιεργεῖ μέχρι πού νά κλείσει τά μάτια του, τό χωράφι τῆς ψυχῆς του.

            Θά τό καλλιεργεῖ ὅλο καί καλύτερα, ὅλο καί περισσότερο, ἀλλά καί θά φέρει ὅλο καί περισσότερο καρπό.

            Τά λόγια τά ὁποῖα ἀκοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι θεωριές. Δέν εἶναι γιά κείνους πού ἔχουν ὄρεξη νά κάτσουν νά διαβάζουν σοφά καί δυσερμήνευτα πράγματα. Εἶναι γιά ὅλους ζωή καί ἀνάσταση. Γι' αὐτό λοιπόν ἄς ἀγωνιστοῦμε καί ἐμεῖς νά ἀποκτήσομε πρῶτα κάποια, μετά μιά ἄλλη καί στό τέλος περισσότερες ἀρετές. Γιατί ὅπως εἶπε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός στήν παραβολή τῶν ταλάντων, ὅταν ἕνας ἀγωνιστεῖ καί κάνει τό ἕνα δύο, θἄχει  τεράστια καί ἀνυπολόγιστη ἀμοιβή.

            Γιά φαντασθεῖτε τί ἀμοιβή ἔχει νά δώσει ὁ φιλόψυχος καί γενναιόδωρος καί πλουσιοπάροχος Θεός σέ κεῖνον πού θά κάνει ὄχι τό ἕνα δύο, ἀλλά τό ἕνα τριάντα, τό ἕνα ἑξῆντα καί τό ἕνα ἑκατό.

            Καί ἄν τό ἐμπόριο γιά ἐπίγεια καί γιά φθαρτά τό ἐπιδιώκουμε καί τά κέρδη μᾶς γεμίζουν χαρά, γιά νά φαντασθεῖτε τί σημαίνει ἐμπόριο στά πνευματικά. Γι' αὐτό καί διαβάζομε μέσα στά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τά λόγια γιά κάποιον ἅγιο: «Ἔγινες μεγαλέμπορος». Ἔκανες τό πιό μεγάλο ἐμπόριο τοῦ κόσμου. Καί ἐπέτυχες τά κέρδη, ἀμύθητα κέρδη μέ τήν διακονία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.

            Νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Κύριος νά κάνομε κάτι, ὅτι μποροῦμε περισσότερο γιά νά εὐαρεστήσομε τόν Θεό καί νά κερδίσομε τήν αἰώνια ζωή καί ἀνταμοιβή. Ἀμήν.-

Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,

διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στόν Ἅγιον Βασίλειον Πρεβέζης τήν 31/12/1995