Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς καὶ ὁ χρόνος τοῦ μαρτυρίου τους. Ἀπὸ αὐτοὺς ὁ Ἅγιος Πατρίκιος, λόγῳ τῆς βαθιᾶς θεολογικῆς μορφώσεώς του, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἔνθερμου ζήλου του πρὸς τὴ Χριστιανικὴ πίστη, ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος Προύσσης, ὅπου βοηθούμενος ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους Ἀκάκιο, Μένανδρο και Πολύαινο, ἐκύρηττε τὸ Εὐαγγέλιο και ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ ἀπό τήν πλάνη τῶν εἰδώλων πολλῶν ἀνθρώπων.
Αὐτὸ ὅμως ἐξόργισε τοὺς ἱερεῖς τῶν εἰδώλων, οἱ ὁποῖοι τὸν κατήγγειλαν στὸν ἄρχοντα Ἰουλιανὸ τὸν Ὑπατικό, καὶ αὐτὸς μὲ τὴν σειρά του διέταξε τὴ σύλληψή τους. Ὁ ἄρχοντας προσπάθησε ἀνεπιτυχῶς μὲ φιλοσοφικὲς συζητήσεις νὰ πείσει τὸν Πατρίκιο καὶ τοὺς ἄλλους Ἁγίους ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι Θεός. Ὁ Ἅγιος δὲν δείλιασε καὶ μὲ τὴν ρητορική του δεινότητα, τὴν ἄριστη θεολογική του κατάρτιση καὶ τὴν πλούσια ἁγιολογική του ἐπιχειρηματολογία ἐνέτρεψε ὅλα τὰ σαθρὰ ἐπιχειρήματα τοῦ Ἰουλιανοῦ, ὁ ὁποῖος, βλέποντας τὴν ἰδεολογική του συντριβή, τοὺς καταδίκασε σὲ θάνατο καὶ διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό τους. Ἔτσι οἱ Ἅγιοι ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου καὶ εἰσῆλθαν στὴ χαρά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τετρὰς θεοφόρητος, Ἱεραρχῶν ἱερῶν, Τριάδα τὴν ἄκτιστον, κατ’ ἐναντίον ἐχθρῶν, πανσόφως ἐκήρυξε, Πατρίκιος ὁ τῆς Προύσης, θεηγόρος ποιμάντωρ, Ἀκάκιος σὺν Μενάνδρῳ, καὶ Πολύαινος ἅμα· διὸ καὶ ὡς ἀθλήσαντες, δόξης ἠξιώθησαν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἱερεῖς θεόφρονες, καὶ Ἀθληταὶ ἀήττητοι, τὴν Ἐκκλησίαν ὑψόθεν φρουρήσατε, εὐχαῖς ὑμῶν πρὸς Κύριον, Πατρίκιε θεόφρον, σὺν Ἀκακίῳ Μένανδρε καὶ Πολύαινε, γεραίρουσαν ἐκ πόθου, τὰ θεῖα ὑμῶν παλαίσματα.

 

Μεγαλυνάριον.
Τοὺς Ἱερομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, Ἀκάκιον ἅμα, καὶ Πατρίκιον τὸν κλεινόν, καὶ σὺν τῷ Μενάνδρῳ, Πολύαιανον τὸν θεῖον, ᾀσματικοῖς ἐπαίνοις ἐγκωμιάσωμεν.

Ὁ Ἅγιος Πούδης ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Πούδης ἦταν συγκλητικὸς καὶ μαρτύρησε τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρώμη. Ὁρισμένοι ἐρευνητὲς τὸν ταυτίζουν μὲ τὸν Ἀπόστολο Πούδη ἐκ τῶν Ἑβδομήκοντα († 14 Ἀπριλίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Πουδενδιάνα ἡ Μάρτυς 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πουδενδιάνα ἔζησε τὸν 2ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρώμη. Ἦταν θυγατέρα τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Πούδη καὶ ἀδελφὴ τῆς Ἁγίας Πραξίδος († 21 Ἰουλίου). Διαμοίρασε ὅλο της τὸν πλοῦτο στοὺς φτωχοὺς καὶ ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ἐμαρτύρησε σὲ ἡλικία δέκα ἕξι ἐτῶν τὸ 160 μ.Χ. Στὴν τέχνη ἡ Ἁγία ἀπεικονίζεται νὰ σπογγίζει τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Καλοκέριος καὶ Παρθένιος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Καλοκέριος καὶ Παρθένιος ἦσαν ἀδελφοὶ καὶ ὑπηρετοῦσαν, ὡς εὐνοῦχοι, στὸ παλάτι τῆς Ἁγίας Τρυφωνίας († 18 Ὀκτωβρίου), συζύγου τοῦ αὐτοκράτορος Δεκίου. Μαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ, ἀφοῦ κάηκαν ζωντανοὶ τὸ 250 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Φιλότερος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Φιλότερος καταγόταν ἀπὸ εὐγενὴ οἰκογένεια καὶ ὑπηρετοῦσε στὴν αὐλὴ τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Μαρτύρησε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ στὴ Νικομήδεια τὸ 303 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀκόλουθος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Ἀκόλουθος καταγόταν ἀπὸ τὴ Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου καὶ μαρτύρησε τὸ 303 μ.Χ., κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος  Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Ἔνθερμος Χριστιανὸς κήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη καὶ ἐπειδὴ ἀρνήθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἀφοῦ πρῶτα βασανίσθηκε ἀνηλεῶς, στὴ συνέχεια ρίχθηκε ἐπὶ τῆς πυρᾶς, ὅπου ἔλαβε καὶ τὸν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Κυριακὴ ἡ Μάρτυς καὶ οἱ σὺν αὐτῇ 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Κυριακὴ μαρτύρησε μαζὶ μὲ ἄλλες ἕξι Χριστιανὲς νέες στὴ Νικομήδεια τὸ 307 μ.Χ., ἀφοῦ τὶς ἔκαψαν ζωντανές, ἐπὶ Μαξιμιανοῦ Γαλερίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Θεοτίμη ἡ Μάρτυς

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Θεοτίμη τελειώθηκε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Κυριακὴ ἡ Μάρτυς 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Κυριακὴ τελειώθηκε, ἀφοῦ ρίχθηκε στὴ φωτιὰ. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίων Ἰουλίου Πρεσβυτέρου καὶ Ἰουλιανοῦ Διακόνου

Ὅπως ἀναφέρεται στὸ Συναξάρι τους, ὁ μὲν Ἰουλιανὸς γεννήθηκε τὸ 319 μ.Χ., ὁ δὲ Ἰούλιος τὸ 330 μ.Χ. ἀπὸ εὔπορους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς, ποὺ τοὺς ἀνέθρεψαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ἔμαθαν τὰ ἐγκύκλια γράμματα στὴν Αἴγινα καὶ στὴ συνέχεια σπούδασαν στὴν Ἀθήνα, μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους Βασίλειο καὶ Γρηγόριο. Ἀφοῦ ἐπανέκαμψαν στὴν Αἴγινα, ἀποφάσισαν νὰ μιμηθοῦν τὸν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλο καὶ νὰ κηρύξουν τὸν Χριστό. Ἔτσι πῆραν ἀποστολικὲς ράβδους καὶ παρέδωσαν τὸν ἑαυτό τους στὸν Κύριο. Ὁ Ἐπίσκοπος τῶν Ἀθηνῶν χειροτόνησε τὸν Ἰούλιο πρεσβύτερο καὶ τὸν Ἰουλιανὸ διάκονο. Κοσμημένοι μὲ τὴν χάρη τῆς ἱεροσύνης ἐξῆλθαν γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο. Στὴν Κόρινθο προκάλεσαν τὴν ὀργὴ τῶν Ἀρειανῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπεδίωξαν τὸ θάνατό τους. Οἱ Ἅγιοι, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, διαφυλάχθηκαν καὶ ἀναχώρησαν σὲ ἔρημο τόπο γιὰ νὰ ἀσκηθοῦν στὴν προσευχή. Τὸ 337 μ.Χ. ἀναχώρησαν ἀπὸ τὴν Κόρινθο γιὰ τὴν Ἰταλία. Ὁ Θεὸς ὅμως οἰκονόμησε διαφορετικὰ τὰ πράγματα καὶ τὰ τῆς ἀποστολικῆς τους διακονίας. Ἔτσι, βρέθηκαν στὶς παραδουνάβιες χῶρες κηρύττοντας τὸν Χριστὸ στὴν σημερινὴ Βοημία, Πολωνία καὶ Οὑγγαρία. Μάλιστα σὲ κάποια πόλη θεράπευσαν ἕνα νέο ἀπὸ δαιμόνιο καὶ ὁδήγησαν πλήθη εἰδωλολατρῶν στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ.

Τὸ 379 μ.Χ. ἔγινε αὐτοκράτορας ὁ Θεοδόσιος ὁ Μέγας, ὁ ὁποῖος πολέμησε τὶς κακοδοξίες τῶν Ἀρειανῶν καὶ στήριξε τὴν ὀρθόδοξη πίστη. Μόλις πληροφορήθηκαν αὐτὸ οἱ Ἅγιοι, ἦρθαν στὴ Ρώμη, ὅπου προσκύνησαν τοὺς τάφους τῶν Μαρτύρων καὶ ἔλαβαν γραπτὴ ἄδεια ἀπὸ τὸν Θεοδόσιο καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Δαμάσου Α’ νὰ περιοδεύουν τὴν αὐτοκρατορία καὶ νὰ κηρύττουν τὸν Χριστό. Τὸ 338 μ.Χ. ὁ Πάπας Δάμασος Α’ ἀπέστειλε τοὺς Ἁγίους στὸ Μιλάνο, πλησίον τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου. Ἐκεῖνος τοὺς ἀνέθεσε τὴν ἐκκλησία τῆς Ναβάρας ποὺ ἦταν περικυκλωμένη ἀπὸ εἰδωλολάτρες. Οἱ Ἅγιοι ἐπεδόθησαν στὴν ἵδρυση Ἐκκλησιῶν καὶ ὁδήγησαν στὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ πολλοὺς ἀνθρώπους. 
Στὰ τέλη τοῦ βίου τους χώρισαν γιὰ πρώτη φορὰ μετὰ τὴν ἀπόφασή τους νὰ διέλθουν τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς τους ἀσκητικὰ καὶ ἡσυχαστικά. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀναχώρησαν ὁ μὲν Ἅγιος Ἰουλιανὸς στὸ Γκοτσάνο τῆς λίμνης Μαντζόρε, ὅπου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 7 Ἰανουαρίου τοῦ 391 μ.Χ., ὁ δὲ Ἅγιος Ἰούλιος στὸ Κούσιον τῆς λίμνης Ὄρτα, ὅπου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 31 Ἰανουαρίου τοῦ 401 μ.Χ. Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτῶν τελεῖται στὶς 19 Μαΐου στὴν τοπικὴ Ἐκκλησία τῆς Αἴγινας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἐπίσκοπος Τρεβήρων 

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Τρεβήρων. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ τὸ σεπτὸ σκήνωμά του ἐνταφιάσθηκε στὴ βασιλικὴ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου τῶν Τρεβήρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀδοῦλφος 

Ὁ Ἅγιος Ἀδοῦλφος ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Βεδάστου († 6 Φεβρουαρίου) καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἄρρας, στὴ νοτιοανατολικὴ Γαλλία. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 728 μ.Χ. Τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸ ἀββαεῖο τοῦ Ἁγίου Βεδάστου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δουνστάνος Ἀρχιεπίσκοπος Καντουαρίας 

Ὁ Ἅγιος Δουνστάνος γεννήθηκε τὸ 909 μ.Χ. στὴν πόλη Γκλαστένμπουρυ τῆς Ἀγγλίας ἀπὸ εὐγενεῖς καὶ εὔπορους γονεῖς. Εὐτύχησε νὰ ἔχει ὡς διδασκάλους διαπρεπεῖς μοναχοὺς ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία, οἱ ὁποῖοι διέμεναν τότε στὴν πόλη. Ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τοῦ Οὐίνσεστερ Ἐλφεγίου. Ἐξελέγη ἀρχικὰ Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Οὐίνσεστερ καὶ κατόπιν, τὸ 961 μ.Χ., Ἀρχιεπίσκοπος Καντουαρίας. Ἐπέβαλε μεγάλη πειθαρχία καὶ ἐπανέφερε τὴν κοσμιότητα καὶ ἱεροπρέπεια στοὺς κληρικοὺς καὶ μοναχούς. Ἐπίσης, ἐπέβαλε πειθαρχία στοὺς λαϊκοὺς, ἰδίως ὅσον ἀφορᾶ στὸ οἰκογενειακὸ δίκαιο. Ἡ προσπάθειά του γιὰ τὴν ἐπιβολὴ τάξεως ἦταν ἀναγκαία, διότι κατὰ τὴν περίοδο ποὺ ἐπακολούθησε τὶς Δανικὲς εἰσβολές, παρατηρεῖτο μεγάλη ἔκλυση τῶν ἠθῶν.
Ὁ Ἅγιος Δουνστάνος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 988 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Βαρνάβας, Γεννάδιος, Γεράσιμος, Γερμανός, Θεόγνωστος, Θεόκτιστος, Ἱερεμίας, Ἰωάννης, Ἰωσήφ, Κόνων, Κύριλλος, Μάξιμος καὶ Μάρκος οἱ Ὁσιομάρτυρες 

 

Ἡ Κυπριακὴ Ἐκκλησία διατήρησε τὴ λυχνία τῆς Πατρίδος καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας σταθερὰ ἀκοίμητη καὶ σὲ χρόνους κατὰ τοὺς ὁποίους χωρίς τὴν Ἐκκλησία ἡ λυχνία θὰ εἶχε πρὸ πολλοῦ σβεσθεῖ.

Μέσα ἀπὸ τὸ φωτόλαμπρο νέφος τῶν δαδοφόρων ἡρωικῶν ἀθλητῶν τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας, ὁλόφωτες προβάλλουν οἱ μορφὲς τῶν ἁγίων δεκατριῶν Μοναχῶν καὶ Ὁμολογητῶν τῆς ἱερὰς μονῆς Παναγίας Καντάρας.

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Ὁσιομάρτυρες ἔζησαν τὸ 13ο αἰώνα μ.Χ., κατὰ τοὺς χρόνους ποὺ ἡ νῆσος τῆς Κύπρου εὐρισκόταν κάτω ἀπὸ τὴν φράγκικη κυριαρχία. Οἱ κατακτητὲς ἔκαναν τὸ πᾶν, γιὰ νὰ ὑποτάξουν τὴν Ἐκκλησία στὴν ἐξουσία τοῦ Πάπα. Ἡ προσπάθειά τους ἂρχισε ἀπὸ τὸ 1220. Σὲ ἕνα συνέδριο, ποὺ ἔγινε στὴν πόλη τῆς Λεμεσοῦ καὶ στὸ ὁποῖο ἔλαβαν μέρος ἀντιπρόσωποι τοῦ κλήρου τῶν Λατίνων καὶ τῆς ἄρχουσας τάξεως, ἀποφασίσθηκε νὰ ἐπιβληθοῦν καταπιεστικὰ μέτρα γιὰ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐπικράτηση τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας. Μπροστὰ στὰ μέτρα αὐτὰ ἡ στάση τοῦ Ὀρθοδόξου κλήρου καὶ τῶν μοναχῶν ὑπῆρξε πραγματικὰ ὑπέροχη καὶ ἀξιοθαύμαστη.

Περὶ τὸ 1228 οἱ ἀσκητὲς Ἰωάννης καὶ Κόνων, ποὺ ἐγκαταβιοῦσαν σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια τοῦ Καλοῦ Ὄρους τῆς Σίδης (Ἀλλαγιᾶς) τῆς Μικρασιατικῆς Παμφυλίας καὶ ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὴν εὐσέβειά τους, ἄφησαν τὸ μοναστήρι τους καὶ ἦλθαν στὴν Κύπρο. Στὴν ἀρχὴ πῆγαν στὴ μονὴ Μαχαιρᾶ. Ἀργότερα ἀποσύρθηκαν ἀπὸ ἐκεῖ μαζὶ μὲ ἕναν ἄλλο ἀσκητὴ, τὸν Θωμᾶ, στὴν ἱερὰ μονὴ τοῦ Χρυσοστόμου. Μὰ καὶ ἐδῶ δὲν εὐρῆκαν ἀνάπαυση. Ἔτσι ἐγκαταστάθηκαν στὸ ἀπόμερο μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Καντάρας καὶ ἄρχισαν τὴν ἄσκησή τους.

Ἡ εὐλάβεια τῶν ἀσκητῶν μαζὶ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τους δραστηριότητα, τὴ φιλανθρωπία καὶ τὴν ἀγάπη γιὰ τοὺς πάσχοντες ἀδελφούς, ἔκαμαν ὥστε σὲ λίγο καιρὸ νὰ προστεθοῦν καὶ ἂλλοι μοναχοὶ στὴν ἀσκητική τους παλαίστρα. Ἡ φήμη τῆς εὐλάβειας καὶ τῆς ἀρετῆς τῶν ταπεινῶν Ὁσίων ἔφθασε καὶ στὰ αὐτιὰ τῶν Λατίνων. Στὸ ἄκουσμα τῆς φήμης αὐτῆς ὁ φθόνος ἄναψε στὴν καρδιὰ τῶν Λατίνων. Ὁ Φράγκος Ἀρχιεπίσκοπος Εὐστόργιος, ποὺ ἔμενε στὴν Λευκωσία, ἀμέσως κάλεσε κοντά του τὸν ἱεροκήρυκά του Ἀνδρέα καὶ τὸν διέταξε νὰ πάρει τὸ βοηθό του, κάποιον Ἡλίερμο, γιὰ νὰ πᾶνε στὸ μοναστήρι τῆς Καντάρας. Ἔπρεπε οἱ ἴδιοι νὰ δοῦν καὶ νὰ πιστοποιήσουν τὰ λεγόμενα, μὰ καὶ νὰ παρασύρουν τοὺς Ὁσίους στὸ δικό τους δόγμα. Ὅμως αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατόν. Οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ Εὐστοργίου ἔφυγαν ἀπὸ τὴ μονὴ ἄπρακτοι καὶ προσβεβλημένοι.

Οἱ πατέρες τῆς Καντάρας κλήθηκαν νὰ λογοδοτήσουν στὸν Λατίνο Ἀρχιερέα στὴ Λευκωσία. Ἔτσι καὶ ἔγινε. Οἱ Ὅσιοι, ἐνώπιον τοῦ Εὐστοργίου, ἔμειναν ἀμετάθετοι στὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ ὑπερασπίσθηκαν τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ συλληφθοῦν, νὰ μαστιγωθοῦν καὶ νὰ ριχθοῦν στὴ φυλακή, ὅπου παρέμειναν ἔγκλειστοι ἐπὶ τρία χρόνια. Στὶς 5 Ἀπριλίου τοῦ 1231 οἱ ἀβάσταχτες κακουχίες προκάλεσαν τὸ θάνατο τοῦ Ὁσιομάρτυρος Θεογνώστου. Οἱ Λατίνοι πῆραν τὸ τίμιο λείψανο, τὸ ἔσυραν στοὺς δρόμους τῆς Λευκωσίας καὶ στὴ συνέχεια τὸ ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ τὸ ἔκαψαν.
Ὁ Φράγκος Ἀρχιεπίσκοπος, ὄντας ὑποχρεωμένος νὰ ἀπουσιάσει ἀπὸ τὴν Κύπρο, ἔγραψε στὸν Πάπα τῆς Ρώμης Γρηγόριο Θ’ (1227 – 1241) καὶ ζήτησε ὁδηγίες τὶ νὰ κάνει μὲ τοὺς μοναχοὺς τῆς μονῆς Καντάρας. Καὶ αὐτὸς συμβούλεψε νὰ κληθοῦν γιὰ τρίτη φορὰ οἱ μοναχοὶ καὶ νὰ ἐρωτηθοῦν τὶ πιστεύουν. Ἐὰν ἐπιμένουν στὴ γνώμη τους, τότε νὰ τιμωρηθοῦν ὡς αἱρετικοί.
Ὕστερα ἀπὸ τὴν ὑπόδειξη αὐτή, ὁ Εὐστόργιος ἀνέθεσε τὴν ὑπόθεση τῶν Ὁσίων Πατέρων στὸν ἀντιπρόσωπό του Ἀνδρέα. Οἱ Ἅγιοι ὁμολόγησαν καὶ πάλι τὴν Ὀρθόδοξη πίστη τους καὶ διεκήρυξαν τὸ Συνοδικὸν τῆς Ζ’ Ἁγίας καὶ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὸ ὁποῖο ἀναγιγνώσκεται τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἔτσι κάηκαν, κατόπιν πολλῶν βασανιστηρίων, «ράβδοις ἀνηλεῶς τυπτόμενοι καὶ τὴν σάρκα κατατεμνόμενοι», ὅπως λέγει ἀνώνυμος χρονογράφος, ἀπὸ τοὺς Φράγκους, τὸ 1231, ἐπειδὴ ἐνέμεναν μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, ἀρνούμενοι τὶς καινοτομίες τῶν Λατίνων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ μεγάλος Πρίγκιπας

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος Ντονσκόι γεννήθηκε τὸ 1350. Τὴν πνευματικὴ ἀνατροφή του εἶχε ἀναλάβει ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Μόσχας Ἀλέξιος. Ἡ εὐσέβεια τοῦ Δημητρίου συνδιαζόταν μὲ τὴν ἱκανότητά του στὴ διοίκηση. Ἔτσι ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτὸ του στὴν ἕνωση τῆς Ρωσικῆς γῆς καὶ στὴν ἀπελευθέρωσή της ἀπὸ τὸν ζυγὸ τῶν Ταταρομογγόλων, ὡς στὴ διακονία τῆς Ἐκκλησίας.

Προετοιμαζόμενος γιὰ τὴν ἀποφασιστικὴ μάχη μὲ τὶς ὀρδὲς τοῦ Μαμάι, ὁ Ἅγιος Δημήτριος ζήτησε τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ. Ὁ Ὅσιος Γέροντας ἐνθάρρυνε τὸν πρίγκιπα καὶ τοῦ ἔστειλε ὡς συμπαραστάτες τοὺς μοναχοὺς Ἀλέξανδρο (Περεσβιάτ) καὶ Ἀνδρέα (Ὀσλιάμπι). Γιὰ τὴ νίκη του στὸ πεδίο τῆς μάχης Κουλικὼφ (μεταξὺ τῶν ποταμῶν Ντὸν καὶ Νεπριάντβα), κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου, ὁ πρίγκιπας Δημήτριος πῆρε τὸ ὄνομα Ντονσκόι.
Ὁ Ἅγιος οἰκοδόμησε τὴ μονὴ Οὐσπένσκι στὸν ποταμὸ Ντουμπένκα καὶ ἔκτισε τὸ ναὸ τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου στὸ κοιμητήριο, ὅπου εἶχαν ἐνταφιασθεῖ οἱ στρατιῶτες ποὺ ἒπεσαν στὴ μάχη.
Ὁ Ἅγιος Δημήτριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1389 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἀρχαγγέλων τοῦ Κρεμλίνου τῆς Μόσχας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ὅσιοι Ρωμύλος, Ρωμανός, Νέστωρ, Σισώης, Γρηγόριος, Νικόδημος καὶ Κύριλλος οἱ Σιναΐτες

Οἱ Ὅσιοι Πατέρες Ρωμύλος, Ρωμανὸς, Νέστωρ, Σισώης, Γρηγόριος, Νικόδημος καὶ Κύριλλος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Σερβία καὶ ἦσαν μαθητὲς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, ὅταν αὐτὸς ἐπισκέφθηκε τὴν χώρα τους τὸ 1326. Ἀνεδείχθησαν οἱ διδάσκαλοι τοῦ ἡσυχασμοῦ μὲ κέντρο  τὴ μονὴ Ραβάνιτσα, ἀλλὰ κήρυξαν στὸ Κόσοβο, τὴ Βοσνία καὶ ἄλλα σερβικὰ ἐδάφη.

Ὁ Ὅσιος Ρωμύλος γεννήθηκε στὸ Βιδίνιο ἀπὸ πατέρα ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ μητέρα ἀπὸ τὴ Βουλγαρία. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ζαγορᾶς καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Ρωμαῖος. Ἀσκήτεψε σὲ σπήλαιο κοντὰ στὴ μονὴ Ραβάνιτσα καὶ ἔλαβε τὸ μεγάλο καὶ ἀγγελικὸ σχῆμα μὲ τὸ ὄνομα Ρωμύλος. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ τὰ ἱερὰ λείψανά του εἶναι ἀποθησαυρισμένα στὴ μονὴ Ραβάνιτσα.

Οἱ Ὅσιοι Ρωμαῖος καὶ Νέστωρ ἦσαν ἀδέλφια καὶ ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς. Κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη καὶ τὰ ἱερὰ λείψανά τους φυλάσσονται μὲ εὐλάβεια στὴν πόλη Ντγιούνις τῆς Σερβίας.

Ὁ Ὅσιος Σισώης ἔζησε ὡς μοναχὸς στὴ μονὴ Χιλανδαρίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ διετέλεσε ἡγούμενος αὐτῆς. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς ἀσκήτεψε θεοφιλῶς ὡς μοναχὸς στὸ χωριὸ Τοῦμαν τῆς Σερβίας. Μία ἡμέρα, ὅταν ὁ Μίλος Ὄμπιλιτς, Σέρβος ἥρωας, ποὺ νίκησε τοὺς Τούρκους στὴ μάχη τοῦ Κοσόβου τὸ 1389, καὶ ἐλευθέρωσε τὴ Σερβία γιὰ ἑβδομήντα καὶ πλέον ἔτη, εἶχε πάει γιὰ κυνήγι, φόνευσε, κατὰ λάθος, μὲ βέλος τὸν Ὅσιο Ζωσιμᾶ. Στὴ θέση ὅπου ὁ Ὅσιος πέθανε, ὁ Μίλος ἀνήγειρε μονή, στὴν ὁποία μέχρι σήμερα φυλάσσεται ἄφθορο τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου.

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος, ὁ ἐπικαλούμενος «Εἰρηνικός», ἀλλὰ καὶ «Νέος», γιὰ νὰ διακρίνεται ἀπὸ τὸν μεγάλο διδάσκαλό του Ὅσιο Γρηγόριο τὸν Σιναΐτη, ἀσκήτεψε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἵδρυσε τὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ τὰ ἱερὰ λείψανά του βρίσκονται στὴ μονὴ Γκορνγιὰκ τῆς Σερβίας καὶ τὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου, ἐπίσης, στὶς 7 Δεκεμβρίου.

Ὁ Ὅσιος Νικόδημος γεννήθηκε ἀπὸ πατέρα ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ μητέρα ἀπὸ τὴν Σερβία. Ἔγινε μοναχός σὲ νεαρὴ ἡλικία καὶ ἀνέλαβε τὸ 1375 τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀποστολὴ γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν εἰρηνικῶν σχέσεων μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν Κωνσταντινουπόλεως καὶ Σερβίας.

Ἡ Ἀρχιεπισκοπὴ Πεκίου εἶχε μὲν ἐσωτερικὴ αὐτονομία, διατελοῦσε ὅμως ὑπὸ τὴν ἐποπτεία τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ ἐξάρτηση αὐτὴ ἔπαυσε στὰ μέσα τοῦ 14ου αἰῶνος,  ὅταν ἀκριβῶς ὁ ἡγεμόνας τῶν Σέρβων Στέφανος Δουσὰν ἐξέτεινε τὸ κράτος αὐτοῦ καὶ ἵδρυσε τὸ μέγα Σερβικὸ κράτος. Ἔτσι ἀνηγόρευσε τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Πεκίου Ἰωαννίκιο Πατριάρχη, ὁ ὁποῖος τὸν ἔστεψε αὐτοκράτορα (τσάρο) στὶς 16 Ἀπριλίου 1346. Ταῦτα ἐπέφεραν ρήξη τῶν ἐκκλησιαστικῶν σχέσεων μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, ἡ δὲ ἀποκατάσταση αὐτῶν ἐπῆλθε μετὰ τριακονταετία δι’ ἀμοιβαίων ὑποχωρήσεων.

Ὁ Ὅσιος Νικόδημος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος τοῦ Πεκίου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1418.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος 

Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος τοῦ Παλεοστρὸβ γεννήθηκε στὴν πόλη Πσκὼφ τῆς Ρωσίας καὶ ἔζησε κατὰ τὸ 14ο καὶ 15ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε στὴ νῆσο Πάλι τῆς λίμνης Ὀνέγκα, ὅπου ἵδρυσε μοναστικὴ κοινότητα καὶ ἀνήγειρε ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου. Γιὰ μεγαλύτερη ἄσκηση ὁ Ὅσιος ἔζησε μέσα σὲ ἕνα σπήλαιο κοντὰ στὴ μονή, ὅπου προσευχόταν ἀδιάλειπτα. Ἐκεῖ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη το 1420.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος 

Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος, κατὰ κόσμον Ἰωάννης, γεννήθηκε στὴ Ρωσία τὸ 1477 καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ πρίγκιπος Ἀνδρέου Βασίλεβιτς Μπλαγκοβέρνογκο καὶ τῆς Ἑλένης. Σὲ ἡλικία τριάντα δύο ἐτῶν ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἰγνάτιος.
Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1522 καὶ κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ ἐνταφιασμοῦ του τὸ τίμιο λείψανό του εὐωδίαζε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος ὁ Θαυματουργός

Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος τοῦ Κόμελ γεννήθηκε στὴν πόλη Ροστὼβ τῆς Ρωσίας τὸ 1455 καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν εὐγενὴ οἰκογένεια Κριούκωφ τῶν βογιάρων. Ὁ ἀδελφός του Λουκιανὸς ὑπηρετοῦσε στὸ δικαστήριο τοῦ μεγάλου πρίγκιπος τῆς Μόσχας Βασιλείου Βασίλεβιτς Τέμνυϊ. Ὅταν ὁ Λουκιανὸς ἀποφάσισε νὰ ἀποσυρθεῖ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου τῆς Λευκῆς Λίμνης, αὐτὸ ἐπηρέασε καὶ τὸν Κορνήλιο, ὁ ὁποῖος ἀγαποῦσε πολύ τὸ μοναχικὸ βίο. Τὸν ἀκολούθησε, λοιπόν, στὴ μονή, ὅπου ἄρχισε τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση. Ἀκόμη καὶ στὸ ἀρτοποιεῖο τῆς μονῆς, ὅπου διακονοῦσε, φοροῦσε βαριὲς ἁλυσίδες, γιὰ νὰ ἀσκεῖται περισσότερο, ἐνῷ ἠσχολεῖτο καὶ μὲ τὴν ἀντιγραφὴ ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Λίγο ἀργότερα ὁ Ὅσιος Κορνήλιος κατέφυγε στὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Γενναδίου στὸ Νόβγκοροντ, ἀλλὰ προτιμώντας νὰ ζήσει τὸν ἡσυχαστικὸ βίο κατέφυγε τελικά στο δάσος τοῦ Κομέλ τὸ 1497. Ἐδῶ, τὸ 1501, ἀνήγειρε ἕνα ξύλινο ναὸ πρὸς τιμὴν τῆς Θεοτόκου καὶ λίγο ἀργότερα ὁ Μητροπολίτης Σίμων τὸν ὅρισε ὡς ἱερομόναχο τῆς μονῆς. Σιγὰ – σιγὰ ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν αὐξήθηκε καὶ ὁ Ὅσιος Κορνήλιος οἰκοδόμησε καὶ νέο ναὸ καὶ συνέγραψε μοναχικὸ Κανόνα μὲ βάση τὸ Τυπικὸν τοῦ Ὁσίου Ἰωσήφ Βολοκολάμσκ καὶ τοῦ Ὁσίου Νείλου τῆς Σόρα.

Ὁ Ὅσιος διακρίθηκε γιὰ τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς πάσχοντες, τοὺς φτωχοὺς καὶ τὰ ὀρφανά. Ἐπίσης, ἔκτισε ναὸ πρὸς τιμὴν Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου, πρὸς τὸν ὁποῖο ἔτρεφε ἰδιαίτερο σεβασμὸ καὶ τὸν ὁποῖο ἀξιώθηκε νὰ βλέπει σὲ ὁράματα.
Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1537.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Σέργιος τῆς Σουχτόμα 

Ὁ Ὅσιος Σέργιος, τῆς Σουχτόμα, κατὰ κόσμον Στέφανος, γεννήθηκε στὴν πόλη Καζὰν τῆς Ρωσίας ἀπὸ φιλόθεους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς. Γιὰ τρία ἔτη ταξίδεψε ὡς προσκυνητὴς σὲ ἱερὲς μονὲς τῆς Παλαιστίνης καὶ τῆς Ἑλλάδος καὶ τελικά, μετὰ τὴν ἐπιστροφή του στὸ Νόβγκοροντ, ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταβιώσει στὴ μονὴ Σολόφσκι. Τὸ 1603 ἐκάρη μοναχὸς ἀπὸ τὸν Ἀρχιμανδρίτη Ἡσαΐα, ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἁγιογράφησε τὴν εἰκόνα τοῦ Ὁσίου.

Ἀμέσως μετὰ τὴν μοναχικὴ κουρά του ὁ Ὅσιος ἄρχισε τὸ σκληρὸ πνευματικὸ ἀγώνα καὶ ἐπιδόθηκε στὴν ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἔτσι ὁ Τριαδικὸς Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς προορατικότητας. 
Ὁ Ὅσιος Σέργιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1609.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Μνήμη Εἰσόδου τῆς Ἁγίας Νίνας τῆς Ἰσαποστόλου στὴν Γεωργία 

Ἡ Ἑκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τῆς Ὁσίας Νίνας στὶς 14 Ἰανουαρίου. Δὲν ἒχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Νεομάρτυρες ἐν Σλομπόντσκαγια Οὐκρανίας 

Οἱ Ἅγιοι Νεομάρτυρες τῆς περιοχῆς Σλομπόντσκαγια τῆς Οὐκρανίας, κοντὰ στὸ Χάρκωβ, εἶναι:

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαρσανούφιος, κατὰ κόσμον Βαλεντίνος Μιχαήλοβιτς Μάμτσιτς. Ἦταν ἱερομόναχος στὴ μονὴ τοῦ Τόλγκα, στὴν Ἐπισκοπὴ τοῦ Γιαροσλάβλ, καὶ μαρτύρησε τὸ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Κυπριανός, κατὰ κόσμον Λέων Νικολάεβιτς Γιανκόβσκϊυ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1897 στὸ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε  τὸ 1938.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰάκωβος Ἰβάνοβιτς Ρεντοζούμπωφ, πρωτοπρεσβύτερος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὴν πόλη Κούγκουεβ, στὴν ἐπαρχία τοῦ Χάρκωβ, καὶ μαρτύρησε τὸ Δεκέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος Μιχαήλοβιτς Ζαγκορόφασκϊυ, πρωτοπρεσβύτερος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε τὸ 1872 στὴν πόλη Ἀχτύρκα, στὴν Ἐπισκοπὴ τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸ 1841.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πέτρος Βερθολομέεβιτς Ντοροσένκο, πρωτοπρεσβύτερος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὴν πόλη Κούγκουεβ καὶ μαρτύρησε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰωάννης Θέντοροφ, διάκονος τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ τοῦ Κρασνοκούτσκ, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε τὸ 1941.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἱλαρίων Νικολάεβιτς Ζούκωφ, διάκονος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Καμπάνοβκα τοῦ Σταρομπέλσκ καὶ μαρτύρησε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Σέργιος Παύλοβιτς Ζίπουλιν, διάκονος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 21 Δεκεμβρίου 1872 στὴν πόλη Μπέλσκ καὶ μαρτύρησε τὸ 1940.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀντώνιος Ἀρτέμοβιτς Γκόρμπαν, διάκονος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 22 Ἰανουαρίου 1866 στὸ χωριὸ Γκόρμπαν τῆς ἐπαρχίας Πολτάβα καὶ μαρτύρησε τὸ Νοέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰωάννης Βασίλεβιτς Τίμονωφ, διάκονος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κερνγιάνσκ τῆς ἐπισκοπῆς τοῦ Κοὺρσκ καὶ μαρτύρησε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βλαδίμηρος Νικολάεβιτς Βασιλέφσκϊυ, διάκονος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε 6 Ἰανουαρίου 1892 στὴν πόλη τῆς Τασκένδης καὶ μαρτύρησε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος Τιμοφέεβιτς Μιγκούλιν, διάκονος, ο ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 4 Δεκμβρίου 1872 στὸ χωριὸ Μαλάγια Βόλκα τῆς ἐπαρχίας Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βίκτωρ Νικολάεβιτς Γιαβόρκσϊυ, διάκονος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 2 Ἀπριλίου 1873 στὸ χωριὸ Κοροσίνο καὶ μαρτύρησε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Διονύσιος Ἀντρέεβιτς Καγκόβετς, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ντεργκάτσι τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Στέφανος Ἀλεξάντροβιτς Ἀντρόνωφ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 15 Σεπτεμβρίου 1867 στὸ χωριὸ Ζολόκεφ τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰωάννης Πέτροβιτς Θεοντόρωφ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Σεσλαβίνο τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ταμπὼφ καὶ μαρτύρησε τὸν Αὔγουστο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Λουκιανὸς Πέτροβιτς Θεντότωφ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 13 Ὀκτωβρίου 1895 στὴν πόλη Ἰζγιοὺμ τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χαρκὼβ καὶ μαρτύρησε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀλέξιος Νικολάεβιτς Ταταρίνωφ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 30 Μαρτίου 1885 στὸ χωριὸ Κοῦνε τῆς ἐπαρχίας  τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰάκωβος Ἰλίτς Ματυνένκο, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 4 Ἰανουαρίου 1878 στὸ χωριὸ Κορότιτς τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Παῦλος Μιχαήλοβιτς Κρασνοκούτσκϊυ, ὁ ὁποῖος φυλακίσθηκε τὸ 1930.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Παΐσιος Γρηγόρεβιτς Μόσκοτ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 8 Δεκεμβρίου 1869 στὸ χωριὸ Πέσκι Ραντκόφσκι τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος Σεργκέεβιτς Ἐφίμωφ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 3 Φεβρουαρίου 1890 στὸ χωριὸ Βέρχνϊυ Σάτωφ τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1937.

Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ Ἀλεξάντροβιτς Προτόποπωφ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 26 Μαρτίου 1880 στὸ χωριὸ Πετσενέγκι καὶ μαρτύρησε τὸν Μάρτιο τοῦ 1938.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Σπυρίδων Μακάροβιτς Ἐβτουσένκο, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1883 στὸ χωριὸ Σολοχισέβκα τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Μάρτιο τοῦ 1938.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰωάννης Ἀντρέεβιτς Κονονένκο, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 7 Ἰανουαρίου 1880 στὸ χωριὸ Σολόχι τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1938.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φίλιππος Μιχαήλοβιτς Ὀρντίνετς, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε τὴν 1η Ἰουνίου 1888 στὴν Μυρόπολη καὶ μαρτύρησε τὸν Μάρτιο τοῦ 1938.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνδρέας Νικήτοβιτς Μισένκο, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 30 Ὀκτωβρίου 1893 στὸ Χάρκωβ καὶ μαρτύρησε τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1938.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ὀνούφριος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ὀνούφριος κατὰ κόσμον Ἀντώνιος Μαξίμοβιτς, γεννήθηκε στὶς 2 Ἀπριλίου 1889 στὴν ἐπαρχία τοῦ Χόλμ. Τὸ 1915 τελείωσε τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ τὸ 1915 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ τοποθετήθηκε ὡς ἐφημέριος σὲ μία ἐνορία. Στὶς 8 Ἰανουαρίου 1923 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Ὀδησσοῦ καὶ ὠφέλησε πνευματικὰ τὸ λαὸ τῆς πόλεως καὶ ἰδιαίτερα τοὺς νέους. Συνελήφθη ἀπὸ τὸ καθεστὼς τῶν Μπολσεβίκων τὸ 1924, ἀλλὰ ἀφέθηκε ἐλεύθερος, γιὰ νὰ περάσει καὶ πάλι τὴν δοκιμασία τῆς συλλήψεως τὸ 1927. Τὸ 1934 ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Κούρσκ. Τὸ 1935 μετατίθεται στὰ Οὐράλια καὶ τὸ 1938 δολοφονεῖται γιὰ τὴ δράση του ἀπὸ ἀνθρώπους τοῦ καθεστῶτος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Τὴν Τετάρτη μετὰ τὴν Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου πανηγυρίζει ἡ Ἐκκλησία μας μία μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτή, τὴν ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Τὰ βυζαντινὰ χρόνια, ἡ ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς ἦταν ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ συνέτρεχαν κατ’ αὐτὴ στὸν μεγάλο ναὸ πλήθη λαοῦ. Δὲν ἔχει κανεὶς παρὰ νὰ ἀνοίξει τὴν Ἔκθεση τῆς Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) τοῦ Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου γιὰ νὰ δεῖ τὸ ἐπίσημο τυπικὸ τοῦ ἑορτασμοῦ, ὅπως ἐτελεῖτο μέχρι τὴν Μεσοπεντηκοστὴ τοῦ ἔτους 903 μ.Χ. στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Μωκίου στὴν Κωνσταντινούπολη, μέχρι δηλαδὴ τὴν ἡμέρα ποὺ ἔγινε ἡ ἀπόπειρα κατὰ τῆς ζωῆς τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος ΣΤ’ τοῦ Σοφοῦ (11 Μαΐου 903 μ.Χ.). Ἐκεῖ ὑπάρχει μία λεπτομερὴς περιγραφὴ τοῦ λαμπροῦ πανηγυρισμοῦ, ποὺ καταλαμβάνει ὁλόκληρες σελίδες καὶ καθορίζει μὲ τὴν γνωστὴ παράξενη βυζαντινὴ ὁρολογία, πῶς ὁ αὐτοκράτωρ τὸ πρωὶ τῆς ἑορτῆς μὲ τὰ ἐπίσημα βασιλικὰ τοῦ ἐνδύματα καὶ τὴν συνοδεία τοῦ ξεκινοῦσε ἀπὸ τὸ ἱερὸ παλάτι γιὰ νὰ μεταβεῖ στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου Μωκίου, ὅπου θὰ ἐτελεῖτο ἡ θεία λειτουργία. Σὲ λίγο ἔφθανε ἡ λιτανεία μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν πατριάρχη. Καὶ βασιλεὺς καὶ πατριάρχης εἰσήρχοντο ἐπισήμως στὸν ναό. Ἡ θεία λειτουργία ἐτελεῖτο μὲ τὴν συνήθη στὶς μεγάλες ἑορτὲς βυζαντινὴ μεγαλοπρέπεια. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν ὁ αὐτοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στὸ ὁποῖο ἔπαιρνε μέρος καὶ ὁ πατριάρχης. Καὶ πάλι ὁ βασιλεὺς ὑπὸ τὶς ἐπευφημίες τοῦ πλήθους «Εἰς πολλοὺς καὶ ἀγαθοὺς χρόνους ὁ Θεὸς ἀγάγει τὴν βασιλείαν ὑμῶν» καὶ μὲ πολλοὺς ἐνδιαμέσους σταθμοὺς ἐπέστρεφε στὸ ἱερὸ παλάτι.

 Ἀλλὰ καὶ στὰ σημερινά μας λειτουργικὰ βιβλία, στὸ Πεντηκοστάριο, βλέπει κανεὶς τὰ ἴχνη τῆς παλαιᾶς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σὰν μία μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτή, μὲ τὰ ἐκλεκτά της τροπάρια καὶ τοὺς διπλούς της κανόνες, ἔργα τῶν μεγάλων ὑμνογράφων, τοῦ Θεοφάνους καὶ τοῦ Ἀνδρέου Κρήτης, μὲ τὰ ἀναγνώσματά της καὶ τὴν ἐπίδρασή της στὶς πρὸ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὴν Κυριακὲς καὶ μὲ τὴν παράταση τοῦ ἑορτασμοῦ της ἐπὶ ὀκτὼ ἡμέρες κατὰ τὸν τύπο τῶν μεγάλων ἑορτῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους.

 Ποιὸ ὅμως εἶναι τὸ θέμα τῆς ἰδιορρύθμου αὐτῆς ἑορτῆς; Ὄχι πάντως κανένα γεγονὸς τῆς εὐαγγελικῆς ἱστορίας. Τὸ θέμα της εἶναι καθαρὰ ἑορτολογικὸ καὶ θεωρητικό. Ἡ Τετάρτη τῆς Μεσοπεντηκοστῆς εἶναι ἡ 25η ἀπὸ τοῦ Πάσχα καὶ ἡ 25η πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς ἡμέρα. Σημειώνει τὸ μέσον τῆς περιόδου τῶν 50 μετὰ τὸ Πάσχα ἑορτάσιμων ἡμερῶν. Εἶναι δηλαδὴ ἕνας σταθμός, μία τομή. Ὡραία τὸ τοποθετεῖ τὸ πρῶτο τροπάριο τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς:

 «Πάρεστιν ἡ μεσότης ἡμερῶν,
τῶν ἐκ σωτηρίου ἀρχομένων ἐγέρσεως
Πεντηκοστῇ δέ τῇ θείᾳ σφραγιζομένων,
καί λάμπει τάς λαμπρότητας
ἀμφοτέρωθεν ἔχουσα
καί ἑνοῦσα τάς δύο
καί παρεῖναι τήν δόξαν προφαίνουσα
τῆς δεσποτικῆς ἀναλήψεως σεμνύνεται».

 Χωρὶς δηλαδὴ νὰ ἔχει δικό της θέμα ἡ ἡμέρα αὐτὴ συνδυάζει τὰ θέματα, τοῦ Πάσχα ἀφ’ ἑνὸς καὶ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀφ’ ἑτέρου, καὶ «προφαίνει» τὴν δόξα τῆς ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ποὺ θὰ ἑορτασθεῖ μετὰ ἀπὸ 15 ἡμέρες. Ἀκριβῶς δὲ αὐτὸ τὸ μέσον τῶν δύο μεγάλων ἑορτῶν ἔφερνε στὸ νοῦ καὶ ἕνα ἑβραϊκὸ ἐπίθετο τοῦ Κυρίου, τὸ «Μεσσίας». Μεσσίας στὰ ἑλληνικὰ μεταφράζεται Χριστός. Ἀλλὰ ἠχητικὰ θυμίζει τὸ μέσον. Ἔτσι καὶ στὰ τροπάρια καὶ στὸ συναξάρι τῆς ἡμέρας ἡ παρετυμολογία αὐτὴ γίνεται ἀφορμὴ νὰ παρουσιασθεῖ ὁ Χριστὸς σὰν Μεσσίας - μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, «μεσίτης καὶ διαλλάκτης ἡμῶν καὶ τοῦ αἰωνίου αὐτοῦ Πατρός»«Διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν τὴν παροῦσαν ἑορτὴν ἑορτάζοντες καὶ Μεσοπεντηκοστὴν ὀνομάζοντες τὸν Μεσσίαν τε ἀνυμνοῦμεν Χριστόν», σημειώνει ὁ Νικηφόρος Ξανθόπουλος στὸ συναξάρι. Σ’ αὐτὸ βοήθησε καὶ ἡ εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ ἐξελέγη γιὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ (Ἰω. 7, 14 – 30). Μεσούσης τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Πάσχα ὁ Χριστὸς ἀνεβαίνει στὸ ἱερὸ καὶ διδάσκει. Ἡ διδασκαλία Του προκαλεῖ τὸν θαυμασμό, ἀλλὰ καὶ ζωηρὰ ἀντιδικία μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ λαοῦ καὶ τῶν διδασκάλων. Εἶναι Μεσσίας ὁ Ἰησοῦς ἡ δὲν εἶναι; Εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ ἐκ Θεοῦ ἢ δὲν εἶναι; Νέο λοιπὸν θέμα προστίθεται: ὁ Χριστὸς εἶναι διδάσκαλος. Αὐτὸς ποὺ ἐνῶ δὲν ἔμαθε γράμματα κατέχει τὸ πλήρωμα τῆς σοφίας, γιατί εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ ἡ κατασκευάσασα τὸν κόσμο. Ἀκριβῶς ἀπὸ αὐτὸν τὸν διάλογο ἐμπνέεται μεγάλο μέρος τῆς ὑμνογραφίας τῆς ἑορτῆς. Ἐκεῖνος ποὺ διδάσκει στὸν ναό, στὸ μέσον τῶν διδασκάλων τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, στὸ μέσον της ἑορτῆς, εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ποὺ ἀποδοκιμάζεται ἀπὸ τοὺς δῆθεν σοφοὺς τοῦ λαοῦ Του εἶναι ἡ τοῦ Θεοῦ Σοφία. Ἐκλέγομε ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ χαρακτηριστικὰ τροπάρια, τὸ δοξαστικὸ τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλ. δ’ ἤχου:

 «Μεσούσης τῆς ἑορτῆς
διδάσκοντός σου, Σωτήρ,
ἔλεγον οἱ Ἰουδαῖοι·
Πῶς οὗτος οἶδε γράμματα, μή μεμαθηκώς;
ἀγνοοῦντες ὅτι σύ εἶ ἡ Σοφία
ἡ κατασκευάσασα τόν κόσμον.
Δόξα σοι».

 Λίγες σειρὲς πιὸ κάτω στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου, ἀμέσως μετὰ τὴν περικοπὴ ποὺ περιλαμβάνει τὸν διάλογο τοῦ Κυρίου μὲ τοὺς Ἰουδαίους «Τῆς ἑορτῆς μεσούσης», ἔρχεται ἕνας παρόμοιος διάλογος, ποὺ ἔλαβε χώρα μεταξὺ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἰουδαίων «τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς», δηλαδὴ κατὰ τὴν Πεντηκοστή. Αὐτὸς ἀρχίζει μὲ μία μεγαλήγορο φράση τοῦ Κυρίου. «Ἐὰν τὶς διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ἰω. 7, 37 – 38). Καὶ σχολιάζει ὁ Εὐαγγελιστής. «Τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν» (Ἰω. 7, 39). Δὲν ἔχει σημασία ὅτι οἱ λόγοι αὐτοὶ τοῦ Κυρίου δὲν ἐλέχθησαν κατὰ τὴν Μεσοπεντηκοστή, ἀλλὰ λίγες ἡμέρες ἀργότερα. Ποιητικὴ ἀδεία μπῆκαν στὸ στόμα τοῦ Κυρίου στὴν ὁμιλία Του κατὰ τὴν Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν ἐξ’ ἄλλου τόσο πολὺ μὲ τὸ θέμα τῆς ἑορτῆς. Δὲν μποροῦσε νὰ βρεθεῖ πιὸ παραστατικὴ εἰκόνα γιὰ νὰ δειχθεῖ ὁ χαρακτήρας τοῦ διδακτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Στὸ διψασμένο ἀνθρώπινο γένος ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἦλθε σὰν ὕδωρ ζῶν, σὰν ποταμὸς χάριτος ποὺ δρόσισε τὸ πρόσωπο τῆς γῆς. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς χάριτος, τοῦ ὕδατος τοῦ ἀλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον, ποὺ ξεδιψᾶ καὶ ἀρδεύει τὶς συνεχόμενες ἀπὸ βασανιστικὴ δίψα ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Ποῦ μεταβάλλει τοὺς πίνοντας σὲ πηγές. «Ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσι ὕδατος ζῶντος» (Ἰω. 7, 38). «Καὶ γενήσεται αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἀλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον, εἶπε στὴν Σαμαρείτιδα» (Ἰω. 4, 14). Ποὺ μετέτρεψε τὴν ἔρημό τοῦ κόσμου σὲ θεοφύτευτο παράδεισο ἀειθαλῶν δένδρων φυτεμένων παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τὸ γόνιμο αὐτὸ θέμα ἔδωσε νέες ἀφορμὲς στὴν ἐκκλησιαστικὴ ποίηση καὶ στόλισε τὴν ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς μὲ ἐξαίρετους ὕμνους. Διαλέγομε τρεῖς, τοὺς πιὸ χαρακτηριστικούς: Τὸ κάθισμα τοῦ πλ. δ’ ἤχου πρὸς τὸ «Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον», ποὺ ψάλλεται μετὰ τὴν γ’ ὠδὴ τοῦ κανόνος στὴν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου:

 «Τῆς σοφίας τό ὕδωρ καί τῆς ζωῆς
ἀναβρύζων τῷ κόσμῳ, πάντας, Σωτήρ,
καλεῖς τοῦ ἀρύσασθαι
σωτηρίας τά νάματα·
τόν γάρ θεῖον νόμον σου
δεχόμενος ἄνθρωπος,
ἐν αὐτῷ σβεννύει
τῆς πλάνης τούς ἄνθρακας.
Ὅθεν εἰς αἰῶνας
οὐ διψήσει, οὐ λήξει
τοῦ κόρου σου δέσποτα, βασιλεῦ ἐπουράνιε.
Διά τοῦτο δοξάζομεν
τό κράτος σου, Χριστέ ὁ Θεός,
τῶν πταισμάτων ἄφεσιν αἰτούμενοι
καταπέμψαι πλουσίως
τοῖς δούλοις σου».

 Τὸ ἀπολυτίκιο καὶ τὸ κοντάκιο τῆς ἑορτῆς, τὸ πρῶτο του πλ. δ’ καὶ τὸ δεύτερό του δ’ ἤχου:

 «Μεσούσης τῆς ἑορτῆς
διψῶσάν μου τήν ψυχήν
εὐσεβείας πότισον νάματα·
ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας·
Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.
Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι».

«Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης
ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης
πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός·
Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας.
Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν·
Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν,
σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν».

 Καὶ τέλος τὸ ἀπαράμιλλο ἐξαποστειλάριο τῆς ἑορτῆς:

 «Ὁ τόν κρατῆρα ἔχων
τῶν ἀκενώτων δωρεῶν,
δός μοι ἀρύσασθαι ὕδωρ
εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν·
ὅτι συνέχομαι δίψῃ,
εὔσπλαγχνε μόνε οἰκτίρμον».

 Αὐτὴ μὲ λίγα λόγια εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Ἡ ἔλλειψη ἱστορικοῦ ὑποβάθρου τῆς στέρησε τὸν ἀπαραίτητο ἐκεῖνο λαϊκὸ χαρακτήρα, ποὺ θὰ τὴν ἔκανε προσφιλὴ στὸν πολὺ κόσμο. Καὶ τὸ ἐντελῶς θεωρητικό της θέμα δὲν βοήθησε τοὺς χριστιανούς, ποὺ δὲν εἶχαν τὶς ἀπαραίτητες θεολογικὲς προϋποθέσεις, νὰ ξεπεράσουν τὴν ἐπιφάνεια καὶ νὰ εἰσδύσουν στὴν πανηγυριζόμενη δόξα τοῦ διδασκάλου Χριστοῦ, τῆς Σοφίας καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τῆς πηγῆς τοῦ ἀκενώτου ὕδατος. Συνέβη μὲ αὐτὴ κάτι ἀνάλογο μὲ ἐκεῖνο ποὺ συνέβη μὲ τοὺς περίφημους ναοὺς τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, ποὺ ἀντὶ νὰ τιμῶνται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ὡς Σοφίας τοῦ Θεοῦ, πρὸς τιμὴν τοῦ ὁποίου ἀνεγέρθησαν, κατήντησαν, γιὰ τοὺς ἰδίους λόγους, νὰ πανηγυρίζουν στὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς ἢ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἢ τῆς ἁγίας Τριάδος ἢ τῶν Εἰσοδίων ἢ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἢ καὶ αὐτῆς τῆς μάρτυρος Σοφίας καὶ τῶν τριῶν θυγατέρων της Πίστεως, Ἐλπίδος καὶ Ἀγάπης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διψῶσάν μου τήν ψυχήν εὐσεβείας πότισον νάματα· ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας· Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω. Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης, ὁ τῶν ἁπάντων Ποιητὴς καὶ Δεσπότης, πρὸς τοὺς παρόντας ἔλεγες Χριστὲ ὁ Θεός· Δεῦτε καὶ ἀρύσασθε, ὕδωρ ἀθανασίας. Ὅθεν σοι προσπίπτομεν, καὶ πιστῶς ἐκβοῶμεν· Τοὺς οἰκτιρμους σου δώρησαι ἡμῖν· σὺ γὰρ ὑπάρχεις, πηγὴ τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Οἱ Ἅγιοι Πέτρος, Διονύσιος, Ἀνδρέας, Παῦλος, Χριστίνα, Ἡράκλειος, Παυλίνος καὶ Βενέδιμος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Πέτρος, Διονυσία, Ἀνδρέας, Παῦλος, Χριστίνα, Ἡράκλειος, Παυλίνος καὶ Βενέδιμος, μαρτύρησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Ὁ Πέτρος καταγόταν ἀπὸ τὴ Λάμψακο καί, ὅταν τὸν ὁδήγησαν μπροστὰ στὸν ἄρχοντα τῆς Ἀβύδου, Δέκιο, γιὰ νὰ θυσιάσει στὴν Ἀφροδίτη, ἐκεῖνος ἀντίθετα, ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὸν Χριστό. Τότε βασανίσθηκε σκληρὰ καὶ τελικὰ παραδόθηκε στὸν δήμιο.

Ὁ Παῦλος καὶ ὁ Ἀνδρέας κατάγονταν ἀπὸ τὴν Μεσοποταμία καὶ συνυπηρετοῦσαν στὸ στρατὸ τοῦ Δεκίου ὑπὸ τὸν στρατηγὸ Δάκνο. Ὅταν ἐπισκέφθηκαν τὴν Ἀθήνα, πληροφορήθηκαν γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη, κατηχήθηκαν καὶ βαπτίσθηκαν Χριστιανοί, καταγγέλθηκαν, συνελήφθηκαν μὲ τὸν Διονύσιο καὶ τὴν παρθένο Χριστίνα καὶ ὁμολόγησαν μὲ θάρρος τὴν πίστη τους στὸν Κύριο. Ἒτσι ὑπέστησαν τὸν διὰ λιθοβολισμοῦ θάνατο, ἐνῷ ἡ Ἁγία Χριστίνα ἀποκεφαλίσθηκε.
Οἱ Ἅγιοι Ἡράκλειος, Παυλίνος καὶ Βενέδιμος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Ἐκεῖ ἀγωνίζονταν σκληρὰ κατὰ τὴν πλάνης τῶν εἰδώλων καὶ τῶν φιλοσόφων, οἱ ὁποῖοι πολεμοῦσαν τὴν χριστιανικὴ πίστη. Μετὰ ἀπὸ καταγγελία συνελήφθησαν, βασανίσθηκαν καὶ ὁδηγήθηκαν ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος τοὺς συμβούλεψε νὰ ἐπιστρέψουν στὴν εἰδωλολατρία. Ἐκεῖνοι ἀρνήθηκαν καὶ τελικὰ ἀποκεφαλίσθηκαν δίδοντας τὴν δική τους μαρτυρία Χριστοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῶν ἀθλοφόρων τὸν ὀκτάριθμον δῆμον, μαρτυρικοῖς ἐγκωμιάσωμεν ὕμνοις, Παυλῖνον Διονύσιον καὶ Πέτρον ὁμοῦ, Ἀνδρέαν καὶ Βενέδιμον, τὸν θεόφρονα Παῦλον, Ἡράκλειον τὸν ἔνδοξον, καὶ Χριστίναν τὴν θείαν· οὗτοι καὶ γὰρ πρεσβεύουσιν ἀεί, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, Χριστῷ τῷ θεῷ ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Διαφόρων πόλεων ἐξωρμημένοι, οὐρανίου πόλεως, πολῖται ὢφθητε σεπτοί, χορόν λαμπρόν συγκροτήσαντες, Μάρτυρες θεῖοι, Τριάδος ὑπέρμαχοι.

 

Μεγαλυνάριον.
Πίστει στρατευσάμενοι τῷ Χριστῷ, θεόπλοκος δῆμος, καὶ γενναῖος συνασπισμός, ὤφθητε ἐν ἄθλοις, ὀκτάριθμοι ὁπλῖται, ἐχθρῶν τὰς παρατάξεις, περιτρεψάμενοι.

Ὁ Ἅγιος Βενάντιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Βενάντιος ἄθλησε στὴν πόλη Καμερίνο, κοντὰ στὴν πόλη Ἀγκώνα τῆς Ἰταλίας τὸ 250 μ.Χ. Οἱ εἰδωλολάτρες τὸν συνέλαβαν, τὸν κρέμασαν καὶ τὸν ἔκαψαν καὶ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἁγίες Ἀλεξανδρία, Εὐφρασία, Θεοδότη, Ἰουλία, Κλαυδία, Ματρώνα, Τεκοῦσα καὶ Φαεινὴ οἱ Παρθενομάρτυρες

Οἱ Ἁγίες Μάρτυρες Ἀλεξανδρία ἢ Ἀλεξάνδρα, Εὐφρασία, Θεοδότη, Ἰουλία, Κλαυδία, Τεκοῦσα καὶ Φαεινὴ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα τῆς Γαλατίας καὶ ἄθλησαν στὴν Ἄγκυρα τὸ 304 μ.Χ., κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Ἀσχολούμενες μὲ ἔργα ἐλέους καὶ φιλανθρωπίας καὶ μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν κατήχηση εἰδωλολατρισσῶν γυναικῶν, συνελήφθησαν καὶ φυλακίσθηκαν. Ἀνακρινόμενες ὁμολόγησαν τὸν Χριστό, ἐπειδὴ δὲ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, παραδόθηκαν στοὺς στρατιῶτες πρὸς ἀτίμωση. Ἀφοῦ ἐξῆλθαν ἀπὸ τὴν δοκιμασία αὐτή, μὲ τὴ Θεία Χάρη, ἁγνὲς καὶ ὑπέστησαν πλεῖστα ἄλλα βασανιστήρια, ρίχθηκαν τέλος στὴ λίμνη, ὅπου ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδοτος ἦταν ἀνεψιὸς τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Τεκούσης καὶ μαρτύρησε στὴν Ἄγκυρα τὸ 304 μ.Χ., κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Ἀφοῦ ἀνέσυρε κατὰ τὴ νύχτα τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων γυναικῶν, ἐνταφίασε αὐτὰ μὲ εὐλάβεια. Ὅταν πληροφορήθηκε τὸ γεγονὸς αὐτὸ ὁ τύραννος Θεότεκνος, συνέλαβε τὸν Ἅγιο καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια τὸν ἀποκεφάλισε, τὰ δὲ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν παρέδωσε στὴν πυρρά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Φήλικας ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φήλικας ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σπολέτο τῆς Οὐμβρίας τῆς Ἰταλίας καὶ μαρτύρησε τὸ 304 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Διόσκορος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Διόσκορος μαρτύρησε στὴν Κυνόπολη τῆς Αἰγύπτου τὸ 305 μ.Χ., ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανὸς καὶ κήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ποταμὼν ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἡρακλείας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ποταμὼν ἦταν Ἐπίσκοπος Ἡρακλείας τῆς Αἰγύπτου καὶ ἔνθερμος ὑπερασπιστὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου. Τὸ 310 μ.Χ. συνελήφθη καὶ φυλακίσθηκε σὲ ὀρυχεῖα. Συμμετεῖχε στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ τὴν Σύνοδο τῆς Τύρου τὸ 335 μ.Χ. Μαρτύρησε τὸ 340 μ.Χ., ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Ἀρείου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Γαλακτία ἡ Μάρτυς 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας Μάρτυρος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Εὐφρασία ἡ Μάρτυς

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Εὐφρασία τελειώθηκε, ἀφοῦ ρίχθηκε στὴν θάλασσα. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἰουλιανὸς τελειώθηκε, ἐνῷ βασανίσθηκε καὶ σύρθηκε μέσα στὰ ἀγκάθια. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι κληρικοὶ καὶ λαϊκοί Μάρτυρες οἱ ἀναιρεθέντες ὑπὸ τὸν αὐτοκράτορα Οὐάλη

Ὅταν ὁ ἀρειανόφιλος αὐτοκράτορας Οὐάλης (364 – 378 μ.Χ.) διέμενε στὴ Νικομήδεια, ἐπιτροπὴ ἀπὸ ὀγδόντα ὀρθόδοξους κληρικούς, ἐπισκέφθηκε αὐτόν, γιὰ νὰ συνομιλήσει ἐπὶ τοῦ ζητήματος τοῦ Ἀρείου. Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες τελειώθηκαν μαρτυρικά, ἀφοῦ τοὺς ἔβαλαν σὲ πλοῖο, τὸ ὁποῖο κατέκαψαν κοντὰ στὴ Δακυβίζη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Δαβὶδ καὶ Ταριχάνι οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Δαβὶδ καὶ Ταριχάνι ἦταν ἀδέλφια καὶ μαρτύρησαν τὸ 693 μ.Χ., κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Πέρσου βασιλέως Ἀμπντούλ, διότι ἀρνήθηκαν νὰ ἀλλαξοπιστήσουν καὶ νὰ ἀσπασθοῦν τὸν Μουσουλμανισμό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ρώμης

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόδωρος θεωρεῖται Ἕλληνας στὴν καταγωγή, ἀλλὰ γεννήθηκε στὴν Παλαιστίνη. Ὅπως σημειώνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ἔγινε Ἐπίσκοπος Ρώμης ἐπὶ αὐτοκράτορος Κώνσταντος Β’, στὶς 24 Νοεμβρίου τοῦ 642 μ.Χ. Τάχθηκε εὐθὺς κατὰ τῆς «Ἐκθέσεως», αὐτοκρατορικοῦ διατάγματος διὰ τοῦ ὁποίου ὁ Ἡράκλειος εἶχε ὁμολογήσει τὸ Μονοθελητισμὸ καὶ ἀγωνίσθηκε ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως κατὰ τῶν αἱρετικῶν Μονοθελητῶν. Προσπάθησε νὰ ἐπιτύχει ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παῦλο ποὺ ἀναδείχθηκε τὸ 641 μ.Χ. καὶ ἐνῷ ὁ προκάτοχός του Πύρρος δὲν εἶχε καθαιρεθεῖ κανονικῶς, νὰ γίνει ἡ κανονικὴ διαδικασία καὶ νὰ ἀποκηρύξει αὐτὸς τὴν «Ἔκθεση». Ὁ Παῦλος ἀρνήθηκε. Ὁ Θεόδωρος τότε τὸν κήρυξε ἔκπτωτο καὶ δέχθηκε εὐμενῶς στὴ Ρώμη τὸν Πύρρο, ὁ ὁποῖος ἀποκήρυξε ἐπίσημα τὸν Μονοθελητισμό. Ἀλλὰ ἡ ἀποκήρυξη τοῦ Πύρρου ἦταν φαινομενική. Πράγματι, αὐτὸς τὴν ἀνακάλεσε, ὅταν ἔχασε κάθε ἐλπίδα ἐπανόδου του στὸν πατριαρχικὸ θρόνο. Γι’ αὐτό, Σύνοδος ποὺ συνῆλθε στὴ Ρώμη, τὸν καταδίκασε σὲ καθαίρεση. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος πέθανε τὸ 649 μ.Χ., ἐνῷ κατ’ ἄλλους τελειώθηκε μαρτυρικά, ἀφοῦ γδάρθηκε ἀνηλεῶς. Ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου καὶ ἀργότερα τὰ ἱερὰ λείψανά του μετακομίσθηκαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου (ροτόντα) τῆς Ρώμης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Στέφανος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Στέφανος ἦταν νεότερος υἱὸς τοῦ αὐτοκράτορος Βασιλείου Α’ τοῦ Μακεδόνος (867 – 886 μ.Χ.) καὶ τῆς Εὐδοκίας. Γεννήθηκε περὶ τὸ 868 μ.Χ. καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος τοῦ Σοφοῦ (886 – 912 μ.Χ.) καὶ εἶχε χρηματίσει μαθητὴς καὶ σύγκελλος τοῦ Πατριάρχου Φωτίου. Γιὰ τὸ ἄκακο τοῦ χαρακτῆρος του, τὴν ἁπλότητα τοῦ βίου, τὸ ἐξαίρετο ἦθος, τὴ σύνεση, τὴ μεγάλη μόρφωση καὶ τὴ βαθιὰ εὐσέβεια, τὸ 886 μ.Χ., μετὰ τὴν δεύτερη πατριαρχία τοῦ Φωτίου, ἐνῷ βασίλευε ὁ Λέων, ἐξελέγη σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο καὶ χειροτονήθηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐγκράτεια καὶ ἀσκητικότητα τοῦ βίου καὶ τὴν φιλάνθρωπη δράση του. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη νεότατος τὸ 893 μ.Χ. καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου «ἐν τῷ Δευτέρῳ», τὴν ἐπιλεγόμενη τοῦ Συκιώτου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Ἀναστασὼ ἡ ἐν τοῖς Λευκαδίου 

Ἡ Ὁσία Ἀναστασὼ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη. Τὸ Λευκάδιον ἢ Λαυκάτιον ἔκειτο κατὰ τὴν βιθυνικὴ παραλία, ὄχι μακριὰ ἀπὸ τὴν περιοχὴ τοῦ Ἀκρίτα, πολὺ πιθανῶς κοντὰ στὴ Δακιβύζη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Μαρτινιανὸς ὁ ἐν τοῖς Ἀρεοβίνθου

Εἶναι ἄγνωστος ὁ χρόνος κατὰ τὸν ὁποῖο ἔζησε ὁ Ὅσιος Μαρτινιανός, ὁ ὁποῖος ἀσκήτεψε στὸ ναὸ τῆς Θεοτόκου τῶν Ἀρεοβίνδου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Χωρηβίτης 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Μακάριος ὁ Ἱεραπόστολος 

Ὁ Ἅγιος Μακάριος, ὁ Ἱεραπόστολος τῶν Ἀλταΐων, γεννήθηκε τὸ 1792. Σπούδασε στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν μετάφραση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὴ Ρωσικὴ γλώσσα. Ἐκεῖ συνδέθηκε μὲ τὸν Μητροπολίτη Φιλάρετο καὶ χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Τὸ 1821 ἔλαβε τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου. Δίδαξε στὶς σχολὲς τοῦ Αἰκατερινοσλὰβ καὶ τῆς Κοστρόμα καὶ τὸ 1829 ἔφυγε, γιὰ νὰ ἐργασθεῖ ἱεραποστολικὰ στὴ Σιβηρία. Ἵδρυσε στὴν Ἐπισκοπὴ τοῦ Τὸμσκ τὸ ἱεραποστολικὸ πνευματικὸ σεμινάριο καὶ ἐπεξέτεινε τὴν ἱεραποστολική του δράση μέχρι τὴν περιοχὴ τῶν Ἀλταΐων. Τὸ 1843 ἀποσύρθηκε στὴ μονὴ Μπολκχὼβ τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ὀρέλ, ὅπου κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἰουνία συγκαταλέγονται ἀνάμεσα στοὺς ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους τοῦ Κυρίου μας, τοὺς ὁποίους ἑορτάζουμε στὶς 4 Ἰανουαρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Δυὰς φωτοειδής, ἱερῶν Ἀποστόλων, καὶ κήρυκες Χριστοῦ, ἀνεδείχθητε κόσμῳ, τοῖς πᾶσι κατασπείραντες, τὸ τῆς χάριτος κήρυγμα· ὅθεν σήμερον, ὑμᾶς πιστῶς εὐφημοῦμεν, ὦ Ἀνδρόνικε, καὶ Ἰουνία θεόφρον, Χριστὸν μεγαλύνοντες.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς εὐκλεεῖς, τῶν Ἀποστόλων σύναυλοι, καὶ ἀληθεῖς, τοῦ Ἰησοῦ διάκονοι, τῆς αὐτοῦ συγκαταβάσεως, ἱεροφάντορες ἐδείχθητε· τὴν χάριν γὰρ τοῦ Πνεύματος δεξάμενοι, Ἀνδρόνικε καὶ Ἰουνία ἔνδοξοι, ὡς λύχνοι τοῖς πέρασιν ἐφάνατε.

 

Μεγαλυνάριον.
Παῦλος ὁ οὐράνιος συγγενεῖς, καὶ ἐν Ἀποστόλοις, ἐπισήμους ὑμᾶς καλεῖ, Ἀνδρόνικε μάκαρ, καὶ θεία Ἰουνία· Χριστοῦ γὰρ θεηγόροι, ὤφθητε κήρυκες.

Οἱ Ἅγιοι Παμφαμήρ, Παμφυλῶν καὶ Σολόχων οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Παμφαμήρ, Παμφυλῶν ἢ Παμφαλὼν καὶ Σολόχων κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἄθλησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Ὑπηρετώντας στὸ στρατὸ καὶ ἐνῷ βρισκόταν στὴ Χαλκηδόνα, κατόπιν διαταγῆς τοῦ αὐτοκράτορος νὰ ἀναζητηθοῦν οἱ Χριστιανοὶ στρατιῶτες, διετάχθησαν ὑπὸ τοῦ τριβούνου Καμπανοῦ νὰ θυσιάσουν ὅλοι στὰ εἴδωλα. Ὅλοι συμμορφώθηκαν μὲ τὴν διαταγὴ πλὴν τῶν ἀνωτέρω Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἀρνήθηκαν νὰ πράξουν τοῦτο, ὁμολογώντας τὴν πίστη τους στὸν Τριαδικὸ Θεό. Ἀμέσως συνελήφθησαν καὶ ὑπεβλήθησαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Οἱ Μάρτυρες Παμφαμὴρ καὶ Παμφυλὼν βρῆκαν μαρτυρικὸ θάνατο. Ὁ Μάρτυς Σολόχων, ἀφοῦ ὑπέμεινε καὶ ἔλεγξε  τὸν Καμπανὸ γιὰ τὴν ἀπάνθρωπη συμπεριφορά του, διατρυπήθηκε μὲ σιδερένιο ὄργανο ἀπὸ τὸ αὐτὶ μέχρι τὸν ἐγκέφαλο. Ἀπὸ τὸ μαρτύριο αὐτὸ παρέμεινε ἄνευ αἰσθήσεων καὶ παράλυτος. Ἀφοῦ παραλήφθηκε ἀπὸ Χριστιανοὺς καὶ μεταφέρθηκε στὴν οἰκία κάποιας εὐσεβοῦς χήρας, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Θεό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Μνήμη ἁλώσεως τῆς Ἱερουσαλὴμ 

Ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων τελοῦσε κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ λειτουργικὴ Σύναξη στὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως, γιὰ τὴν θλιβερὴ ἀνάμνηση τῆς καταστροφῆς καὶ πυρπολήσεως τῆς Ἁγίας Πόλεως ἀπὸ τοὺς Πέρσες τὸ 614 μ.Χ. Κατὰ τὴν ἑορτὴ αὐτὴ ἐψάλλετο ἰδιαίτερη Ἀκολουθία, τῆς ὁποίας διασώθηκαν Στιχηρὰ καὶ Κανόνας μέχρι τῆς ζ’ Ὠδῆς. Τὴν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τοὺς Πέρσες περιέγραψε μὲ λεπτομέρειες ὁ σύγχρονος αὐτῆς ἁγιοσαββίτης μοναχὸς Ἀντίοχος Στρατήγιος.
Ἡ ἐπίθεση τῶν Περσῶν κατὰ τῆς Ἱερουσαλὴμ ἄρχισε στὶς 15 Ἀπριλίου. Οἱ ἐχθροὶ εἰσέβαλαν στὴν πόλη, ὅπως τὰ ἐξαγριωμένα ἄγρια κτήνη. Οἱ Χριστιανοὶ κατέφυγαν σὲ σπήλαια, τάφρους, δεξαμενὲς καὶ ναούς, προκειμένου νὰ σωθοῦν. Οἱ κατακτητὲς δὲν ἔδειξαν οἶκτο. Δὲν σεβάσθηκαν οὔτε ἄνδρες, οὔτε γυναῖκες, οὔτε παιδιά, οὔτε βρέφη, οὔτε νέους, οὔτε γέροντες, οὔτε μοναχούς, οὔτε κληρικούς. Ὁ βασιλέας τῶν Περσῶν Χορσόης βοηθούμενος ἀπὸ 20.000 Ἰουδαίους ἐξάλειψε κάθε χριστιανικὸ οἰκοδόμημα καὶ 80.000 Χριστιανοὶ μαρτύρησαν. Τότε μεταφέρθηκε στὴν Περσία αἰχμάλωτος ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ Τίμιος Σταυρός. Ἀλλὰ μὲ τὴν ἀναχώρηση τοῦ Χορσόη φαίνεται ὅτι ὁ Περσικὸς ζυγὸς δὲν συνέχισε νὰ εἶναι σκληρός, διότι ὁ Ἐπίσκοπος Μόδεστος, ποὺ ἀντικατέστησε πρόσκαιρα τὸν Πατριάρχη, κατόρθωσε νὰ οἰκοδομήσει ἔστω καὶ πρόχειρα τὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ ἄλλους ναούς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ὁσία Εὐδοκία 

Ἡ μνήμη τῆς Ὁσίας Εὐδοκίας τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 7 Ἰουλίου ὅπου καὶ ὁ βίος της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ἁγία Ρεστιτούτα ἡ Μάρτυς 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ρεστιτούτα μαρτύρησε στὴν Καρθαγένη ἐπὶ αὐτοκράτορος Οὐαλεριανοῦ τὸ 255 μ.Χ. ἢ ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ τὸ 304 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἄνδριος, Βίκτωρ καὶ Βασίλλα οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἄνδριος, Βίκτωρ καὶ Βασίλλα μαρτύρησαν στὴν Ἀλεξάνδρεια ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες ἢ τοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανούς. Ὁ χρόνος τοῦ μαρτυρίου τους εἶναι ἄγνωστος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἐράδιος, Παῦλος καὶ Ἀκυλίνος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἐράδιος, Παῦλος καὶ Ἀκυλίνος μαρτύρησαν τὸ 303 μ.Χ., μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴν πόλη Νυόν, κοντὰ στὴν λίμνη τῆς Γενεύης, ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεοδώρητος ἦταν πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας καὶ μαρτύρησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ματρῶνος 

Ὁ Ὅσιος Ματρῶνος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κορνουάλλη καὶ ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 545 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Μαϊδοῦλφος 

Ὁ Ὅσιος Μαϊδοῦλφος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀγγλία καὶ ἔζησε ὡς ἐρημίτης. Ἀφοῦ ἐργάσθηκε ἱεραποστολικὰ στὴν χώρα του, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὸ Μαλμέσμπουρυ τὸ 673 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Νεκτάριος καὶ Θεοφάνης οἱ Ἀψαράδες 

Οἱ Ἅγιοι αὐτάδελφοι ἱερομόναχοι Νεκτάριος καὶ Θεοφάνης ἦταν γέννημα καὶ θρέμμα τοῦ ἀρχοντικοῦ οἴκου τῶν Ἀψαράδων στὰ Ἰωάννινα, ἕναν οἶκο ποὺ διαδραμάτισε σπουδαῖο ρόλο στὴ ζωὴ τῆς Ἠπειρωτικῆς πρωτεύουσας.

Ἀρχικὰ τὸ ἐπώνυμο ξεκίνησε ὡς Ὀψαρᾶς καὶ σημαίνει τὸν ἰχθυοπώλη, ἀπὸ τὸ ὄψον – ὀψάριον – ψάρι. Ἀπὸ τὴν διαλάληση τῶν ἰχθυοπωλῶν [ὁ ψαράς] κατὰ φωνητικὴ ἀλίωση προῆλθε τὸ [ἀψαρᾶς] καὶ ἐξ αὐτοῦ καὶ τὸ ἐπώνυμο Ἀψαρᾶς. Ἀργότερα ἀπὸ τὸ ὀψαρᾶς προῆλθε τὸ «ὁ ψαράς».

Ἔντονη εἶναι ἡ παρουσία καὶ ἡ ἀνάμειξη μελῶν τῆς οἰκογένειας τῶν Ἀψαράδων στὰ πολιτικὰ πράγματα τῆς Ἠπείρου, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐξουσίας τοῦ Σέρβου Δεσπότου Θωμᾶ Πρελιούμποβιτς (1366/7 – 1384). Ἀναφέρεται ὁ Μιχαὴλ Ἀψαρᾶς «ἄνδρας ἐπίβουλος, καταδότης καὶ φαῦλος», τὸν ὁποῖο τίμησε γιὰ τὶς ὑπηρεσίες του ὁ τύραννος μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ πρωτοβεστιάριου. Μετὰ τὴν δολοφονία τοῦ Πρελιούμποβιτς, ὁ Μιχαὴλ Ἀψαρᾶς συλλαμβάνεται, τυφλώνεται καὶ κατόπιν ἐξορίζεται. Ἀντίθετα ὁ συγγενής του Θεόδωρος Ἀψαρᾶς καλεῖται ὡς σύμβουλος ἀπὸ τὴν χήρα τοῦ δυνάστου Μαρία Ἀγγελίνα Παλαιολογίνα καὶ «…ἐντίμως τὸν ἀποστάτην θάπτουσι καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτῆς τὸν βασιλέα Ἰωάσαφ εἰσφέρουσιν…».

Οἱ δύο Ὅσιοι γεννήθηκαν στὰ Ἰωάννινα, στὰ τέλη τοῦ 15ου αἰῶνος μ.Χ. Οἱ ἴδιοι ξεκινοῦν τὴν αὐτοβιογραφία τους ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἀφιερώθηκαν στὸν Θεό, χωρὶς νὰ κάνουν καμία μνεία γιὰ τὴν ἀρχοντικὴ καταγωγή τους, τὴν ἀνατροφή, τὴν μόρφωση καὶ τὴν περιουσία τους. Οἱ γονεῖς τους καὶ οἱ τρεῖς ἀδελφές τους ἐνδύθηκαν τὸ μοναχικὸ σχῆμα καὶ κατοικοῦσαν σὲ κάποιο κελλὶ κοντὰ στὸ χωριὸ τοῦ νησιοῦ. Τὸ ὄνομα τῆς τρίτης ἀδελφῆς τῶν Ὁσίων, πιθανότατα εἶναι Μαγδαληνή.

Οἱ δύο αὐτοὶ ἀδελφοί, Νεκτάριος καὶ Θεοφάνης, οἱ Ἀψαράδες, ἔλαβαν μία ἀξιόλογη γιὰ τὴν ἐποχὴ τοὺς παιδεία στὴν περίφημη μονὴ τῶν Φιλανθρωπηνῶν ἐπὶ ἡγουμένου Μακαρίου Φιλανθρωπηνοῦ. Ὅμως, τὰ πλούτη, ἡ δόξα, ἡ ἱκανὴ μόρφωση στάθηκαν ἀδύνατα νὰ νικήσουν τὴν θεϊκή τους ἀγάπη. Σὲ πολὺ νεαρὴ ἡλικία, οἰστρηλατημένοι ἀπὸ τὸν θεῖο ἔρωτα, κατέφυγαν στὸν μοναχισμὸ ξεκινώντας ἀπὸ τὴν Ἠπειρωτικὴ πρωτεύουσα καὶ δικαιώνοντας τὸν χαρακτηρισμό της ὡς «Μοναχοπόλεως». Τὸ ἱερὸ μοναχικὸ σχῆμα περιεβλήθησαν κατὰ τὸ 1495 ἀπὸ κάποιον Ὅσιο γέροντα, Σάββα ὀνομαζόμενο († 3 Φεβρουαρίου). Κοντά του ἔμειναν δέκα ὁλόκληρα χρόνια, στὸ ἀσκητήριο τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς νήσου τῶν Ἰωαννίνων μέχρι τὴν κοίμησή του, στὶς 9 Ἀπριλίου 1505, συλλέγοντας τοὺς καρποὺς τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς.

Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ πνευματικοῦ τους πατέρα Σάββα ἀνεχώρησαν γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴν ἀστείρευτη πηγὴ τοῦ ἀναχωρητισμοῦ, γιὰ νὰ ἀντλήσουν νέα στηρίγματα γιὰ τὴν κατοπινή τους μοναχικὴ πορεία. Στὸ «Περιβόλι τῆς Παναγίας» ἔγιναν δεκτοὶ ἀπὸ τὸν πρώην Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Νήφωνα Β’, ὁ ὁποῖος μόναζε στὴ μονὴ Διονυσίου μετὰ ἀπὸ τὴν Τρίτη ἐκλογή του τὸ 1502.

Κατὰ τὸ διάστημα τῆς σύντομης παραμονῆς τους στὴ μονὴ Διονυσίου ζήτησαν καὶ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν ἁγιασμένο καὶ φωτισμένο πνευματικό τους καθοδηγητή, Πατριάρχη Νήφωνα, «ὅρο καὶ κανόνα μοναχικῆς καταστάσεως». Ἀφοῦ μὲ τὴν διδασκαλία του ἐκπλήρωσε τὶς ἐπιθυμίες τους καὶ μὲ τὴν ἀγαθὴ καρδιά του τοὺς ὅπλισε μὲ τὰ ἀπαραίτητα ἐφόδια γιὰ τὴν πνευματικὴ τους σωτηρία, τοὺς συμβούλεψε νὰ ἐπιστρέψουν στὸ κελλὶ τῆς μετανοίας τους, συνεχίζοντας ἐκεῖ τοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες τους.

Ὑπακούοντας στὶς παραινέσεις καὶ στὶς ἐντολὲς τοῦ Πατριάρχου Νήφωνος, ποὺ στάθηκε γι’ αὐτοὺς δεύτερος πνευματικὸς πατέρας καὶ μὲ τὴν ὑπόσχεση ὅτι δὲν θὰ παρέκλιναν ἀπ’ ὅσα τοὺς παρήγγειλε, γύρισαν στὸ κελλί τους, στὸ νησὶ τῶν Ἰωαννίνων.

Ἐπειδὴ ὅμως τὸ βρῆκαν κατειλημμένο ἀπὸ κάποιους κοσμικοὺς ἄρχοντες, οἱ ὁποῖοι μάλιστα προέβαλαν καὶ κτιτορικὰ δικαιώματα ἐπάνω του, ἀναγκάσθηκαν νὰ τὸ ἐγκαταλείψουν γιὰ δεύτερη φορά. Κατέφυγαν στὰ ἐνδότερα μέρη τοῦ νησιοῦ, ὅπου βρῆκαν, κατὰ τὴν ἐπιθυμία τους, τόπο κατάλληλο γιὰ ἡσυχία καὶ ἄσκηση, κοντὰ σὲ κάποιο ἄλλο μισοερειπωμένο καὶ ἔρημο ἡσυχαστήριο, ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Παντελεήμονα. Αὐτὸ ἦταν κτισμένο σὲ μία σπηλιά, ἐπάνω ἀπὸ τὴ λίμνη, ὅπου τὰ νερά της εἶχαν εἰσχωρήσει μέσα στὴν κοιλότητα τοῦ βράχου σχηματίζοντας μία πελώρια «Γούβα», ὅπως τοπικὰ ὀνομαζόταν.

Πρὶν πολλὰ χρόνια εἶχε ἁγιάσει στὸν τόπο αὐτό, ἕνας περίφημος γιὰ τὴν ἄσκησή του ἐρημίτης, ὁ Ἀντώνιος. Δέκα ὀκτὼ χρόνια εἶχε μείνει ἔγκλειστος στὸ κελλὶ καὶ εἶχε προικισθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὴν πολλή του καθαρότητα μὲ διορατικὸ χάρισμα.

Εὐθὺς ἀμέσως ἐπισκέφθηκαν καὶ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ἰωαννίνων τὴν εὐλογία του καὶ τὴν ἔγγραφη ἄδειά του γιὰ τὴν ἀνέγερση νέου ἡσυχαστηρίου. Γιὰ περισσότερη ἀσφάλεια ζήτησαν καὶ τὴν ἔκγριση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Παχωμίου Α’ (1503 – 1504, 1504 – 1513). Ἐκεῖνος μὲ ἰδιόγραφο πατριαρχικὸ γράμμα του στήριξε τὶς προσπάθειές τους, ἐνισχύοντάς τους μάλιστα μὲ τὴ διαβεβαίωση, ὅπως ἔκανε καὶ ὁ Μητροπολίτης, ὅτι κανένας δὲν θὰ τοὺς ἐμπόδιζε στὸ θεάρεστο ἔργο τους.

Ἀφοῦ ἐξασφάλισαν τὴν ἀπαιτούμενη ἄδεια καὶ ἔγκριση, προχώρησαν ἀμέσως στὴν ἀνέγερση ναοῦ καὶ στὸ κτίσιμο κελλιῶν. Ἡ κτιτορικὴ δημιουργία στὴν πράξη ἀποδείχθηκε ἕνας μεγάλος καὶ κοπιαστικὸς ἀγώνας. Ὅλη τὴν ἡμέρα οἱ Ὅσιοι δούλευαν νὰ κόψουν ἕνα μεγάλο τμῆμα βράχου, νὰ γεμίσουν μὲ χῶμα καὶ πέτρες τὴν γούβα, γιὰ νὰ ἀρχίσουν κατόπιν τὸ κτίσιμο. Τελικὰ τὸ 1506/1507 ἀνήγειραν μὲ προσωπικά τους ἔξοδα τὸ ναὸ τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ μαζὶ μὲ αὐτόν, σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα, περατώθηκε καὶ ἡ ἀνέγερση τῶν κελλιῶν καὶ τῶν λοιπῶν ἀπαραίτητων οἰκοδομῶν.

Οἱ ἱερομόναχοι Νεκτάριος καὶ Θεοφάνης ἦταν κτίτορες ἑνὸς ἀκόμα μοναστηριοῦ. Μετὰ τὴν ἀνέγερση τῆς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὸ νησί, ἀνήγειραν γιὰ τὶς ἀδελφές τους καὶ τοὺς γονεῖς τους τὸ μοναστικὸ ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὸ Λεπενό.

Ἡ ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Νικολάου Λεπενοῦ μὲ τὴν διαθήκη τῶν κτιτόρων κληροδοτήθηκε στὴν ἱερὰ μονὴ Βαρλαάμ. Αὐτὴν τὴν χρησιμοποιοῦσε ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 16ου αἰῶνος μ.Χ. ὡς Μετόχι καὶ ὡς κατάλυμα σταθμεύσεως τῶν διακονητῶν Βαρλααμιτῶν, ποὺ φρόντιζαν τὰ κτήματα τῶν Ἀψαράδων στὴν Οὐσδίνα.

Ἡ πορεία τους συνεχίστηκε μὲ δοκιμασίες. Ἡ τελευταία ἐπίθεση ἐναντίων τους ἦταν ἡ πιὸ ἐπώδυνη. Τὰ βέλη δὲν προέρχονταν ἀπὸ τοὺς ἀλλόπιστους Τούρκους, ἀλλὰ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἴδιους τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς καὶ κοσμικοὺς ἄρχοντες τοῦ τόπου, γιὰ λόγους τοὺς ὁποίους, ὅπως ἀναφέρουν στὴν αὐτοβιογραφίες τους, δὲν θέλησαν νὰ κοινοποιήσουν.

Βλέποντας ὅλη αὐτὴ τὴν δοκιμασία, τὸν πόλεμο καὶ τὴν κακία τῶν ἐχθρῶν νὰ αὐξάνεται, ἦλθε στὸ νοῦ τους ἡ συμβουλὴ τοῦ ἁγιορείτη γέροντός τους, τοῦ Ἁγίου Νήφωνος, ποὺ προορατικὰ τοὺς εἶχε πεῖ: «Ὅταν καταλάβῃ ὑμᾶς πειρασμός, μὴ ἀντιστῆτε αὐτῷ, ἀλλὰ ἀναχωρήσατε ἐν μοναστηρίῳ καὶ εἰρηνεύσετε».

Πράγματι μετὰ ἀπὸ τέσσερα περίπου χρόνια παραμονῆς τους στὰ Ἰωάννινα ἐγκατέλειψαν ὁριστικὰ πιὰ τὴ νεόκτιστη μονή τους καὶ μετέβησαν κατὰ τὸ 1510/11 στοὺς μετεωρίτικους βράχους ἀναζητώντας ἐκεῖ τὴ νέα ἑστία γιὰ τὴν ἀσκητική τους τελείωση.

Τοὺς δόθηκε ἀπὸ τοὺς πατέρες τῆς Σκήτης τοῦ Μεγάλου Μετεώρου ὁ στῦλος τοῦ Ἱεροῦ Προδρόμου ὅπου καὶ παρέμειναν γιὰ ἑπτὰ χρόνια.

Ἡ στενότητα ὅμως τοῦ βράχου καὶ τὸ ἀνθυγιεινὸ κλίμα ἀπὸ τοὺς δυνατοὺς ἀνέμους δὲν τοὺς ἐπέτρεψε νὰ παραμείνουν περισσότερο ἐκεῖ. Γι’ αὐτὸ καὶ στράφηκαν στὴν ἀναζήτηση καταλληλότερου χώρου. Ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν μετεωρίτικων βράχων τοὺς εἵλκυσε περισσότερο ἕνας πλατὺς καὶ εὐάερος λίθος, ἡσυχαστικὸς καὶ ἀρκετὰ εὐρύχωρος, κατάλληλος γιὰ κατοικία, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν τοῦ Βαρλαάμ. Ἡ ἐπωνυμία αὐτὴ ἦταν παρμένη ἀπὸ τὸν πρῶτο ἐρημίτη – οἰκιστή, ποὺ σκαρφάλωσε καὶ ἐγκαταβίωσε στὴν ἀπάτητη αὐτὴ κορυφή.

Στὸν βράχο λοιπὸν τοῦ Βαρλαάμ, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁλοκληρωτικὰ ἔρημος καὶ ἀκατοίκητος πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, οἱ δύο Ὅσιοι ἀνέβηκαν καὶ ἐγκαταστάθηκαν μὲ τὴν ἄδεια τοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης Βησσαρίωνος καὶ τοῦ τότε καθηγουμένου τῆς ἱερᾶς μονῆς τοῦ Μεγάλου Μετεώρου τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1517/18.

Ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάβασή τους στὸν βράχο ἄρχισαν τὶς οἰκοδομικές τους ἐργασίες, γιατί δὲν σώζονταν τίποτε ἀπὸ τὰ παλαιότερα κτίσματα. Ἀφοῦ ἔκτισαν μερικὰ πρόχειρα κελλιὰ γιὰ κατοίκηση, πρώτη τους δουλειὰ ἦταν νὰ ἀνεγείρουν τὸν τέλεια ἐρειπωμένο ναό. Ἀπὸ τὸ παλαιὸ ἐκκλησάκι, ποὺ ὁ ἐρημίτης Βαρλαὰμ εἶχε ἀφιερώσει στοὺς Ἁγίους Τρεῖς Ἱεράρχες, σώζονταν μόνο μερικὰ ἑτοιμόρροπα τμήματα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Βῆμα, ποὺ ἐξυπηρετοῦσαν τὶς θρησκευτικές τους ἀνάγκες γιὰ ἀρκετὸ καιρό.

Γι’ αὐτό, μὲ ἀνεξάντλητους σωματικοὺς κόπους καὶ ταλαιπωρίες, μὲ τὴν ἀμέριστη συμπαράσταση τῶν Ὁσίων ὑποτακτικῶν τους, Βενεδίκτου καὶ Παχωμίου, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μαζί τους καὶ μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ προχώρησαν στὴν ἐκ βάθρων ἀνέγερση τοῦ ναοῦ.

Γιὰ περισσότερα ἀπὸ τριάντα χρόνια ἀπαρασάλευτη φύλαξαν τὴν ἀκολουθία τῶν θείων ὕμνων καὶ προσευχῶν, τὴν ὁλονύκτια ἀγρυπνία τῶν Κυριακῶν, καθὼς καὶ κάθε ἄλλης δεσποτικῆς ἑορτῆς ἢ καὶ μνήμης μεγάλου Ἁγίου, ἐνῷ κατὰ τὶς ὑπόλοιπες ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος τὸ ἥμισυ τῆς νυκτὸς τὸ εἶχαν ἀφιερώσει στὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Ἡ δὲ καθημερινή τους δίαιτα ἦταν ὑπερβολικὰ ἀσκητικὴ καὶ ἀδιάπτωτη.

Τὸ 1542 θεμελίωσαν τὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Πάντων. Στὶς 17 Μαΐου τοῦ 1544, ἡμέρα Σάββατο, τὴν ἐνάτη βυζαντινὴ ὥρα ὁ ναὸς τῶν Ἁγίων Πάντων ὁλοκληρώθηκε.
Ἐν τῷ μεταξύ, ὁ Ὅσιος Θεοφάνης εἶχε ἤδη δέκα μῆνες ἀσθενὴς στὸ κρεβάτι καὶ ἐξαντλημένος ἀπὸ τὴν ἀσθένειά του βρισκόταν στὰ πρόθυρα τοῦ θανάτου του. Καί, ἐνῷ ὅλοι οἱ συμπαραστεκόμενοι ἀδελφοὶ καὶ πατέρες γύρω του ἔκλαιγαν καὶ θρηνοῦσαν καὶ μὲ μάτια δακρυσμένα ἔψελναν τὸν κατανυκτικὸ Παρακλητικὸ Κανόνα, ἔγινε ἕνα θαῦμα. Ξαφνικὰ ἕνα ὑπέρλαμπρο καὶ διαυγέστατο ἀστέρι εἶχε σταθεῖ πάνω ἀπὸ τὸ κελλὶ τοῦ Ὁσίου, καταλάμποντας τὸ μὲ ὑπερκόσμιο φῶς! Μὲ τὴν δύση τοῦ ἡλίου ἡ ψυχὴ τοῦ Ὁσίου Θεοφάνους μετέστη στὶς αἰώνιες μονές. Ταυτόχρονα ἔσβησε καὶ τὸ ὑπερφυσικὸ ἀστέρι, σημεῖο τῆς ἀμέτρητης δόξας ποὺ τὸν περίμενε στὴν οὐράνια πολιτεία. Ἕξι χρόνια ἀργότερα, δεύτερη ἡμέρα τῆς Διακαινησίμου, στὶς 7 Ἀπριλίου 1550, ἀναπαύθηκε καὶ ὁ Ὅσιος Νεκτάριος. Ὁ τάφος τους καὶ τὰ ἅγια λείψανά τους, τὸ δεξὶ χέρι τοῦ Ὁσίου Νεκταρίου καὶ τὸ ἀριστερὸ χέρι τοῦ Ὁσίου Θεοφάνους μὲ ἄφθαρτο τὸ δέρμα ἐπὶ τῶν ἁγίων ὀστῶν τους, ἀποτελοῦν πηγὴ δυνάμεως γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς μονῆς καὶ τοὺς εὐλαβεῖς προσκυνητές.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Δυὰς ἡ τῶν Ὁσίων θεοφόροι αὐτάδελφοι, τῶν Ἰωαννίνων τὸ κλέος, Μετεώρων ἀγλάϊσμα, Θεόφανες θεράπον τοῦ Χριστοῦ, καὶ νέκταρ ὦ Νεκτάριε ζωῆς, πάσης βλάβης καὶ κινδύνων καὶ πειρασμῶν, λυτροῦσθε τοὺς κραυγάζοντας· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι δι’ ὑμῶν, ἡμῖν πταισμάτων ἄφεσιν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ δυὰς ἡ ἔνθεος, τῶν θεοφόρων Πατέρων, ὁ κλεινὸς Νεκτάριος, καὶ Θεοφάνης ὁ θεῖος, λάμψαντες, ἐν Μετεώροις καθάπερ ἄστρα, νέμουσι, φῶς σωτηρίας τοῖς ἐκβοῶσι· χαίρετε φωτὸς δοχεῖα, οἱ τῆς Τριάδος θεῖοι θεράποντες.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις αὐταδέλφων ἡ ξυνωρίς, Νεκτάριε μάκαρ, καὶ Θεοφάνες ἱερέ, Ἰωαννίνων δόξα, καὶ Μετεώρων λύχνοι, καὶ Βαρλαὰμ τῆς Μάνδρας, θεῖοι δομήτορες.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Μεγαλομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μεγαλομάρτυς Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὴν Βουλγαρία καὶ μαρτύρησε τὸ 1555. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Νέος

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Νικόλαος γεννήθηκε στὸ Μέτσοβο ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Νέος στὴν ἡλικία ἀναχώρησε γιὰ τὰ Τρίκαλα, ὅπου ἐργαζόταν ὡς ὑπάλληλος σὲ ἀρτοπωλεῖο. Ἐκεῖ μὲ δόλο τὸν ἐξαπάτησαν οἱ Τοῦρκοι καὶ ἀρνήθηκε τὴν πίστη του. Γρήγορα ὅμως συναισθάνθηκε τὸ ἁμάρτημα τῆς ἀποστασίας καὶ ἐπέστρεψε στὸ Μέτσοβο, ὅπου ζοῦσε αὐστηρὴ χριστιανικὴ ζωή. Κάποτε ἦλθε στὰ Τρίκαλα, γιὰ νὰ πουλήσει κάποια προϊόντα του καὶ κάποιος Τοῦρκος τὸν ἀναγνώρισε καὶ τὸν ἀπειλοῦσε ὅτι θὰ τὸν προδώσει. Ὁ Νικόλαος, γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει τὴ σιωπή του, τοῦ παρέδωσε ὅλο τὸ φορτίο καὶ τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι κάθε χρόνο θὰ τοῦ φέρνει τὸ ἴδιο φορτίο. Μετανόησε ὅμως γι’ αὐτή του τὴν συμπεριφορά, ἐξομολογήθηκε σὲ κάποιο πνευματικὸ καὶ ἄρχισε νὰ ἐπιζητᾶ τὸ μαρτύριο. Γι’ αὐτὸ τὴν ἑπόμενη χρονιὰ ποὺ ἦλθε στὰ Τρίκαλα, δὲν ἔφερε στὸν Τοῦρκο τὸ φορτίο ποὺ εἶχε ὑποσχεθεῖ. Ὀργισμένος ὁ Τοῦρκος τὸν κατήγγειλε καὶ ὁ Νικόλαος ὁδηγήθηκε στὸν κριτή, ὅπου μὲ θάρρος καὶ σθένος ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ὅταν ὁ κριτὴς κατάλαβε ὅτι οὔτε μὲ κολακεῖες, οὔτε μὲ ἀπειλὲς μποροῦσε νὰ τὸν μεταπείσει, διέταξε νὰ βασανισθεῖ σκληρὰ καὶ νὰ τὸν ρίξουν στὴν φυλακή, ὅπου καρτερικὰ ὑπέμεινε τὸ μαρτύριο τῆς πείνας καὶ τῆς δίψας. Ὅταν γιὰ δεύτερη φορὰ ὁδηγήθηκε στὴν ἀνάκριση, ἀποδείχθηκε ἀσάλευτος στὴν πίστη. Τότε οἱ Τοῦρκοι ὀργισμένοι τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ τὸ 1617. Τὴν τίμια κάρα τοῦ Νεομάρτυρος ἀγόρασε ἀντὶ μεγάλης ἀμοιβῆς κάποιος Χριστιανὸς κεραμέας καὶ τὴν δώρισε μετὰ ἀπὸ χρόνια στὴν ἱερὰ μονὴ Βαρλαὰμ Μετεώρων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοῦ Μετσόβου τὸν γόνον καὶ Τρικκάλων τὸ καύχημα, καὶ τῶν πάλαι Μαρτύρων, μιμητὴν καὶ ὁμότροπον, Νικόλαον τιμήσωμεν πιστοί, τὸν νέον τοῦ Σωτῆρος Ἀθλητήν, ὡς λυτρούμενον κινδύνων πολυειδῶν, τοὺς πίστει ἀνακράζοντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστὴρ νεόφωτος, λαμπρῶς ἀθλήσας, ἐν ὑστέροις ἔτεσι, τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ, ἐδείχθης Μάρτυς Νικόλαε· διὸ γεραίρει τὴν θείαν σου ἄθλησιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τοῦ Μετσόβου θεῖος βλαστός· χαίροις ὁ Τρικκάλων, ἀντιλήπτωρ καὶ ἀρωγός· χαίροις ὁ παρέχων, ἰάσεων τὴν χάριν, Νικόλαε τρισμάκαρ τοῖς σοὶ προστρέχουσι.

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος Ἀρχιεπίσκοπος Χριστιανουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος γεννήθηκε στὴν Καρύταινα τῆς Γορτυνίας περὶ τὸ 1640 καὶ τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Ἀναστάσιος Κορφηνός. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἀνδρέας καὶ Εὐφροσύνη καὶ εἶχαν ἀκόμη τρία τέκνα. Ὑποθέτουμε πὼς τὰ πρῶτα γράμματα τὰ ἔμαθε στὴν γενέτειρά του καὶ στὴν συνέχεια μᾶλλον φοίτησε στὴν περίφημη σχολὴ τῆς μονῆς Φιλοσόφου καὶ ἀργότερα, ὡς κληρικός, στὴν Κωνσταντινούπολη.

Ὅταν ὁ Ἀναστάσιος βρισκόταν σὲ ἡλικία γάμου, οἱ γονεῖς του παρὰ τὴν ἐπιθυμία του νὰ ἀκολουθήσει τὴ μοναχικὴ πολιτεία, ἐπέμεναν νὰ τὸν νυμφεύσουν. Ὁ πατέρας του μάλιστα, χωρὶς κὰν νὰ ἔχει τὴν σύμφωνη γνώμη τοῦ υἱοῦ του, τὸν ἀρραβώνιασε στὴν Πάτρα μὲ τὴν θυγατέρα ἑνὸς πλούσιου ἄρχοντος καὶ στὴν συνέχεια τὸν ἔστειλε στὸ Ναύπλιο νὰ προμηθευθεῖ τὰ γαμήλια πράγματα. Ὁ Ἀναστάσιος ὑπάκουσε στὴν πατρικὴ ἐντολὴ καὶ ξεκίνησε γιὰ τὸ Ναύπλιο. Στὸν δρόμο του πέρασε καὶ ἀπὸ τὸ ἐκκλησάκι τῆς Παναγίας στὸ Βιδόνι, κοντὰ στὸ χωριὸ Σύρνα καὶ ζήτησε τὴν θεία φώτιση.

Στὸ Ναύπλιο, ἀφοῦ ἀγόρασε ὅτι ἔπρεπε, πῆρε τὴν μεγάλη ἀπόφαση. Ἀναφέρεται πὼς τὴν προηγούμενη νύχτα τῆς προγραμματισμένης ἀναχωρήσεώς του γιὰ τὴν Καρύταινα, ἐνῷ βασανιζόταν ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς τους νὰ πράξει, εἶδε στὸν ὕπνο του τὴν Παναγία μαζὶ μὲ τὸν Τίμιο Πρόδρομο, ἡ ὁποία ἀποκαλώντας τον μὲ τὸ ὄνομα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ λάβει ἀργότερα ὡς μοναχός, τοῦ εἶπε, σύμφωνα μὲ τὰ γραφόμενα τοῦ πρώτου βιογράφου του: «Σκεῦος ἐκλογῆς καὶ ὑπηρέτην τοῦ Υἱοῦ μου ἐπιθυμῶ νὰ γίνεις, Ἀθανάσιε. Ἀπέστειλε, λοιπόν, τοὺς δούλους σου μὲ τὰ νυμφικὰ ἱμάτια πρὸς τὸν πατέρα σου καὶ ἡ κόρη ἂς συζευχθεῖ ἄλλον ἄνδρα. Ἐσὺ δὲ νὰ πορευθεῖς στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ λάβεις ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου εὐδόκησε». Ἔτσι κι ἔγινε. Ὁ Ἀθανάσιος ἀπέστειλε πίσω τοὺς δούλους καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου, ἀφοῦ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἀθανάσιος, χειροτονήθηκε κατόπιν διάκονος καὶ πρεσβύτερος.

Ἐπὶ τῆς πρώτης πατριαρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἰακώβου, ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος χειροτονεῖται Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως, ὑπέρτιμος καὶ ἔξαρχος πάσης Ἀρκαδίας, σὲ διαδοχὴ τοῦ Μητροπολίτου Εὐγενίου, ποὺ μὲ βάση σωζόμενα ἔγγραφα ἀρχιεράτευσε στὴν ἐκκλησιαστικὴ αὐτὴ ἐπαρχία ἀπὸ τὸ 1645 ἕως τὸ 1673 τουλάχιστον. Ὡς χρόνο τῆς χειροτονίας του πρέπει νὰ ὑποθέσουμε τὸ ἀργότερο τὰ τέλη τοῦ 1680 ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1681, γιατί γιὰ πρώτη φορὰ ἀπαντᾶται τὸν Ἀπρίλιο αὐτοῦ τοῦ ἔτους, ὅταν ὑπογράφει ὡς μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὴν Κωνσταντινούπολη ἀφοριστικὸ γράμμα πρὸς τὸν Μητροπολίτη Εὐρίπου καὶ Ἐπίτροπο Μελενίκου.

Ὡς πρὸς τὴν ἕδρα τῆς Μητροπόλεως, ὁ τίτλος «Χριστιανουπόλεως» ὁδηγεῖ στὴν Χριστιανούπολη, τὸ σημερινὸ χωριὸ Χριστιάνοι. Οὐσιαστικὴ ὅμως ἕδρα τῆς Μητροπόλεως πρέπει νὰ θεωρήσουμε μὲ ἀσφάλεια τὴν πόλη τῆς Κυπαρισσίας.

Ἡ κατάσταση τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ἁγίου ἦταν οἰκονομικά, ἐκκλησιαστικὰ καὶ ἠθικὰ ἀπελπιστική. Ὅσο ὑπῆρχε στὴν Πελοπόννησο ἡ Τουρκικὴ κατάσταση, ἡ θέση τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ οἰκονομικὴ πλευρὰ ἦταν δεινή. Ἡ θρησκευτικὴ κατάσταση, παρὰ τὴν εὐεργετικὴ δράση τῶν μοναχῶν τοῦ Λουσίου καὶ τῆς σχολῆς τῆς μονῆς Φιλοσόφου καὶ ὅποιων ἄλλων, δὲν διέφερε καὶ πολύ, τὰ δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια, ἀπὸ τὴν κατάσταση τῆς ὑπόδουλης χώρας.

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ἄρχισε ἀμέσως τὸν ἀγῶνα προκειμένου νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ διάφορα προβλήματα καὶ νὰ βελτιώσει τὴν κατάσταση. Πρῶτο μέλημά του ἦταν ἡ ἐξεύρεση κατάλληλων νέων γιὰ τους ἱερατικὸ ἀξίωμα. Προκειμένου νὰ πετύχει τὸν στόχο του ὁ Ἅγιος σύστησε σχολεῖα γιὰ τὴν στοιχειώδη λειτουργικὴ καὶ λοιπὴ ἐκπαίδευση τῶν ὑποψηφίων καὶ παράλληλα παραιτήθηκε ἀπὸ κάθε συνηθισμένη τότε οἰκονομικὴ προσφορά, ποὺ δινόταν ἐκ μέρους τους στὸν Ἀρχιερέα γιὰ τὴν συντήρηση τοῦ ἰδίου καὶ τῆς Ἐπισκοπῆς. Πιστεύοντας ὁ Ἅγιος πὼς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἱερὸς θεσμός, ποὺ διατηρεῖ τὴν γνήσια πίστη στὸν Χριστὸ καὶ ὁ συνεκτικὸς κρίκος, ποὺ ἑνώνει τοὺς ὑπόδουλους Ἕλληνες καὶ συντηρεῖ τὴν ἐθνικὴ συνείδηση καὶ ἀκόμα πὼς οἱ ἐκκλησίες εἶναι τὸ κέντρο ἀναφορᾶς καὶ τὸ σημεῖο συναντήσεως καὶ κοινωνίας τῶν δύστυχων Ἑλλήνων, φρόντισε γιὰ τὴν ἐπισκευὴ καὶ συντήρησή τους, ὅσο βέβαια αὐτὸ ἦταν ἐφικτὸ καὶ ἀπὸ οἰκονομικῆς πλευρᾶς καὶ ἀπὸ πλευρᾶς χορηγήσεως ἀδείας ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ὁ Ἅγιος ἐνδιαφέρθηκε καὶ γιὰ τὰ μοναστήρια, τὶς ἱερὲς αὐτὲς ἑστίες τῆς σωτηρίας, τὰ κέντρα φωτισμοῦ καὶ φιλανθρωπίας, ποὺ πρωτοστάτησαν στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν ἐλευθερία τοῦ ὑπόδουλου Γένους.

Πρὸς τὸ ποίμνιό του ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος στάθηκε ἀληθινὸς Ἐπίσκοπος καὶ μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐνδιαφέρθηκε ὄχι μόνο γιὰ τοὺς τόπους λατρείας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν διακονία τοῦ λαοῦ του, προκειμένου νὰ τὸν ἀνακουφίσει ἀπὸ τὰ καθημερινὰ δεινὰ τῆς ζωῆς καὶ τῆς δουλειᾶς. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὰ ὀρφανά, τὶς χῆρες, τοὺς ἀνήμπορους γέροντες, τοὺς διωκόμενους καὶ ἀδικούμενους ἦταν μοναδική.
Ὁ Τριαδικὸς Θεὸς παρέσχε στὸν Ἅγιο «μισθό» καὶ τὸν ἀξίωσε ἤδη ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωή του ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του νὰ ἐπιτελεῖ σημεῖα καὶ θαύματα. Ἀναφέρεται πώς, ὅταν ὁ Ἅγιος λειτουργοῦσε, τὴν στιγμὴ ποὺ ἔβγαινε στὴν Ὡραία Πύλη νὰ πεῖ τὸ «Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε…», οἱ πιστοὶ ἔβλεπαν μπροστὰ στὸ στόμα του ἕνα φεγγοβόλο ἀστέρι.

Ἔτσι, ἀφοῦ ποίμανε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του καὶ διακόνησε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος κοιμήθηκε μετὰ ἀπὸ ὀλιγοήμερη ἀσθένεια τὸ 1707 ἢ τὸ 1708. Λίγα χρόνια ἀργότερα, μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1710 – 1713 ἔγινε ἡ ἐκταφή του καὶ τὸ ἱερὸ λείψανο βρέθηκε στὸ μεγαλύτερο μέρος του ἀδιάλυτο καὶ μυροβόλο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοὺς τελοῦντας τὴν μνήμην, καὶ τιμώντας τὸ σῶμά σου, καὶ πανευλαβῶς προσκυνοῦντας τὴν μυρίπνοον Κάραν σου, ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς Θεόν, ἱκέτευε Χριστὸν τὸν ἀγαθόν, καὶ ταῖς σαῖς θερμαῖς πρεσβείαις, τῶν κινδύνων σῷζε, ὦ ἅγιε Ἀθανάσιε. Ἔχων δὲ καὶ συμπρεσβευτήν, τὸν μέγαν Κυρίου Πρόδρομον, ἔσο ἀοράτως τῆς Μονῆς, φρουρὸς καὶ προπύργιον.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ δοξασθεὶς παρὰ Θεοῦ θαυμασίως, δι’ εὐωδίας καὶ θαυμάτων ποικίλων, ἐν τοῖς ἐσχάτοις χρόνοις, Ἀθανάσιε, φάνηθι ταχύτατος, καὶ θερμὸς ἀντιλήπτωρ, τῶν δεινῶν λυτρούμενος· τοὺς πιστῶς σε τιμῶντας, καὶ τοὺς τὰ λείψανα κατέχοντας τὰ σά, πρὸς μετανοίας ὁδὸν χειραγώγησον.

Ὁ Ἅγιος Ἐλεάζαρος 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἐλεάζαρος ἤ Λαζαρος ἔζησε κατὰ τὸν 18ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Βαζέν. Μαρτύρησε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ κοντὰ στὴν περιοχὴ τοῦ Ὄλονετς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Εὐφροσύνη ἡ ἐν Μόσχᾳ 

Τὴν μνήμη τῆς Ὁσίας Εὐφροσύνης τῆς ἐν Μόσχᾳ, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 7 Ἰουλίου, ὅπου καὶ ὁ βίος της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς τῆς Ὀδησσοῦ

Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς Μωϋσέεβιτς Ἀταμάνσκϊυ γεννήθηκε στὴν Ὀδησσὸ στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1855. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Μωυσῆς καὶ ἦταν διάκονος καὶ ἡ μητέρα του Γλυκερία. Πέθαναν ὅμως νωρὶς καὶ ἄφησαν ὀρφανὸ τὸν Ὅσιο σὲ μικρὴ ἡλικία, ὁ ὁποῖος καθημερινά, νύχτα καὶ ἡμέρα, περνοῦσε τὸν χρόνο του προσευχόμενος στοὺς τάφους τῶν γονέων του. Τὴν κηδεμονία τοῦ φτωχοῦ παιδιοῦ ἀνέλαβε ὁ θεῖος του. Ὁ Ὅσιος πρόκοπτε στὴν ἀρετή, τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν μόρφωση. Ὁ θεῖος ζῆλος φούντωνε μέσα στὴν καρδιά του. Ἔτσι τὸ 1884 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 1886 πρεσβύτερος. Διακόνησε τὴν Ἐκκλησία, στὴν ἀρχὴ ὡς ἐφημέριος σὲ χωριὸ καὶ ἀργότερα, ἀπὸ τὸ 1897, στὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Ὀδησσοῦ.

Ἡ ποιμαντική του δράση ὑπῆρξε ἀξιοθαύμαστη. Οἱ φτωχοὶ καὶ ἄποροι εὕρισκαν καταφύγιο κοντά του. Ὁ Ὅσιος τοὺς δίδασκε μὲ τὴ λειτουργική του ζωὴ καὶ τὰ φλογερὰ κηρύγματά του. Ἡ ἐκκλησιαστική του κοινότητα ἦταν παρόμοια μὲ αὐτὴ τῆς Ἀρχαίας Ἐκκλησίας καὶ ἀναγνώριζε στὸ πρόσωπο τοῦ Ὁσίου τὸν ἄνθρωπο τῆς εἰρήνης καὶ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ.

Ἡ εὐεργετικὴ ποιμαντικὴ δράση τοῦ Ὁσίου φάνηκε περισσότερο κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Ρωσο – Ἰαπωνικοῦ πολέμου, τὸ 1905, κατὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1917 καὶ στὰ χρόνια τοῦ διωγμοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ὅσιος συνέχισε χωρὶς φόβο τὴν διακονία του μὲ πίστη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν λαό. Ὁ Ἅγιος Θεὸς τὸν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι πολλοὶ συνέρεαν πρὸς αὐτόν, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ νὰ θεραπευθοῦν ἀπὸ τὰ σωματικὰ καὶ ψυχικὰ νοσήματά τους.
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1924 καὶ ἡ κανονικὴ πράξη τῆς ἁγιοποιήσεώς του ἔγινε τὸ 1995. Τὸ 1996 τὰ ἱερὰ λείψανά του μετακομίσθηκαν στὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Ὀδησσοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Ἀδριανοῦ 

Τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἀδριανοῦ, ἐκ Ρωσίας, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 26 Αὐγούστου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Ἡγιασμένος, ὁ ὁποῖος ἤκμασε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.), καταγόταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς πλούσιους. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸν Ὅσιο Παχώμιο († 15 Μαΐου) στὴ Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου καὶ ἐντάχθηκε ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγησή του, ἐνῷ ἀναδείχθηκε ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον ἀγαπητοὺς μαθητὲς αὐτοῦ. Πιστὸς μιμητὴς τοῦ διδασκάλου του στὸν μοναχικὸ βίο, τὸν διαδέχθηκε μετὰ τὴν κοίμησή του στὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς. Γιὰ τὴν ἁγνότητα τοῦ βίου του καὶ τὴν ἁγιοσύνη του προικίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν χάρη τῆς θαυματουργίας. Γιὰ τὴν τέλεια δὲ ψυχικὴ καὶ σωματικὴ καθαρότητά του ἔλαβε τὸν τίτλο Ἡγιασμένος.
Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 367 μ.Χ

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Δῶρον πέφηνας, ἁγιωσύνης, τὸν πανάγιον, δοξάσας Λόγον, ἡγιασμένε θεόφρον Θεόδωρε· ὅθεν βλυστάνεις ἐκ θείας χρηστότητος, ἁγιασμὸν ἀληθῆ τοῖς βοῶσί σοι. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τὸν ἐν Ἁγίοις ἀληθῶς ἀναπαυόμενον

Τοῖς σοῖς ὁσίοις θεραπεύσας κατορθώμασιν

Ἁγιότητος ἐδείχθης λαμπρὸν δοχεῖον.

Ἀλλ’ ἁγίασον παμμάκαρ τῇ σῇ χάριτι

Καὶ ἡμῶν τὰς διανοίας καὶ τὰ σώματα
Τῶν βοώντων σοι, χαίροις Πάτερ Θεόδωρε.

 

Μεγαλυνάριον.
Σῶμα καὶ καρδίαν ἁγιασθείς, τῷ ἀμέμπτῳ βίῳ, ὡς τοῦ Πνεύματος ἐραστής, Τρισηλίου δόξης, ἡγιασμένον σκεῦος, ἐν τοῖς Ὁσίοις ὤφθης, Πάτερ Θεόδωρε.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύμων

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου τοῦ Ἱερομάρτυρος, Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 12 Δεκεμβρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Περεγρίνος Ἐπίσκοπος Τέρνι

Ὁ Ἅγιος Περεγρίνος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τέρνι τῆς Ἰταλίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 138 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Περεγρίνος ὁ Μάρτυρας τῆς Ὡξέρρης

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Περεγρίνος γεννήθηκε στὴ Ρώμη καὶ μαρτύρησε πιθανῶς τὸ 261 μ.Χ., ἐπὶ βασιλείας Γαλλιηνοῦ ἢ τὸ 304 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Αὐδᾶς, Αὐδιησοῦς, Βενιαμὶν καὶ ἄλλοι τριάντα ὀκτὼ Μάρτυρες

Ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες κατάγονταν ἀπὸ τὴν Περσία καὶ ἄθλησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (306 -337 μ.Χ.) καὶ τοῦ Πέρσου Βασιλέως Σαπὼρ Β’ (309 – 379 μ.Χ.).
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Αὐδιησοῦς ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Βηθχασχάρ. Ἀφοῦ κατηγορήθηκε ἀπὸ τὸν ἀνεψιό του στὸν βασιλέα ὅτι ἐργαζόταν μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ καὶ καταφρονοῦσε τὰ εἴδωλα, συνελήφθη καί, μαζὶ μὲ δέκα ἕξι πρεσβυτέρους, ἐννέα διακόνους, ἕξι μοναχοὺς καὶ ἑπτὰ παρθένες, ὁδηγήθηκε ἐνώπιον αὐτοῦ. Ἀφοῦ ὁμολόγησε μὲ τοὺς λοιποὺς τὴν πίστη του στὸν Χριστό, ἀπεστάλη στὸ Μβεὴτ Λαβάτ, πρὸς τὸν ἀδελφὸ τοῦ βασιλέως Ἀρσήθ. Αὐτός, ἀφοῦ τοὺς ἀνέκρινε καὶ πιστοποίησε τὴν ἐμμονή τους πρὸς τὴν Χριστιανικὴ πίστη, διέταξε νὰ θέσουν ξύλα περὶ τὰ σώματά τους, ἔπειτα δέ, ἀφοῦ τοὺς ἔδεσαν, συνέτριψαν τὰ ὀστὰ καὶ σὲ ἄθλια κατάσταση τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπου ὡς τροφὴ τοὺς διδόταν μόνο εἰδωλόθυτα. Αὐτοὶ ὅμως ἀρνοῦνταν νὰ φάγουν ἀπὸ αὐτὰ καὶ ἀρκοῦνταν σὲ λίγο ψωμὶ καὶ νερό, τὰ ὁποία κρυφὰ τοὺς ἔφερνε θεοσεβὴς Χριστιανή. Μετὰ ἀπὸ λίγο συνελήφθη καὶ ὁ Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Χασχὰρ Αὐδᾶς, ὅλοι δέ, ἐμμένοντας μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία στὴν ὁμολογία τους, ἀποκεφαλίσθηκαν καὶ ἔτσι περιεβλήθησαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τὸ 375 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Βαχθισόης, Ἰσαάκιος καὶ Συμεὼν οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βαχθισόης, Ἰσαάκιος καὶ Συμεὼν τελειώθηκαν διὰ πυρός. Στὸ Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀναφέρεται ὅτι ἄθλησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (306 – 337 μ.Χ.) καὶ τοῦ Πέρσου βασιλέως Σαπὼρ Β’ (309 – 379 μ.Χ.), ἀφοῦ προσήχθησαν ἐνώπιον τοῦ βασιλέως καὶ ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Καραντόκιος ὁ πρίγκιπας

Ὁ Ἅγιος Καραντόκιος ἦταν Οὐαλλὸς πρίγκιπας καὶ ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. Βοήθησε τὸν Ἅγιο Πατρίκιο, Φωτιστὴ τῆς Ἰρλανδίας, στὸ ἱεραποστολικό του ἔργο καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δομνόλος 

Ὁ Ἅγιος Δομνόλος ἦταν μοναχὸς στὴν μονὴ τοῦ Ἁγίου Λαυρεντίου, κοντὰ στὸ Παρίσι τῆς Γαλλίας, καὶ τὸ 543 μ.Χ. ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Λὲ Μάν. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 581 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Φιδωλός

Ὁ Ὅσιος Φιδωλὸς ἔζησε στὴν Γαλλία καὶ ἦταν υἱὸς ἀνωτέρου Ρωμαίου κρατικοῦ ἀξιωματούχου. Αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τὸν βασιλέα Κλόβις καὶ ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς Aumont, κοντὰ στὸ Troyes, Ἀβεντίνο. Ἐκεῖ ἐξελέγη ἀργότερα ἡγούμενος καὶ ἀσκήτεψε, ἀφοῦ διέπρεψε στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν κατὰ Θεὸν πολιτεία. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Βρενδανὸς ὁ Ἀναχωρητής 

Ὁ Ὅσιος Βρενδανὸς γεννήθηκε στὴν Ἰρλανδία περὶ τὸ 489 μ.Χ. Ἐργάσθηκε ἱεραποστολικὰ στὴ χώρα του καὶ κοιμήθηκε στὴν πόλη Ἄνναγχνταουν μεταξὺ τῶν ἐτῶν 577 καὶ 583 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Καραντόκιος 

Ὁ Ὅσιος Καραντόκιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Οὐαλία καὶ ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἔγινε μοναχὸς καὶ ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία τῆς περιοχῆς Λανγκράννογκ καὶ τὴν μονὴ τοῦ Κέρναχ στὴν ὁποία ἔγινε ἡγούμενος. Ἐργάσθηκε ἱεραποστολικὰ στὴν Ἰρλανδία καὶ τὴ Βρεττάνη καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ὀνωράτος Ἐπίσκοπος Ἀμιένης 

Ὁ Ἅγιος Ὀνωράτος γεννήθηκε στὸ Πὸρτ λὰ Γκρὰντ τῆς Γαλλίας κοντὰ στὴν Ἀμιένη. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Ἀμιένης καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι ἀββάδες οἱ ἐν τῇ μονῇ τοῦ Ἁγίου Σάββα ἀναιρεθέντες

Ἀγνοοῦμε, λόγω ἐλλείψεως ὑπομνήματος, ἂν πρόκειται περὶ τῆς σφαγῆς τῶν Σαββαϊτῶν Πατέρων ποὺ τελειώθηκαν μαρτυρικὰ ὑπὸ τῶν Βλεμμύων, Ἀράβων λῃστῶν, καὶ ἑορτάζονται στὶς 20 Μαρτίου ἢ περὶ ἄλλης σφαγῆς σὲ ἄλλη ἐποχή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Παπυλίνος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Παπυλίνος τελειώθηκε διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Φήλικας καὶ Γεννάδιος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Φήλικας καὶ Γεννάδιος μαρτύρησαν στὴν Ἀφρική.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Ὁσιομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυρας Πέτρος ἤθλησε ὑπὲρ τῶν Ἁγίων εἰκόνων τὸ 761 μ.Χ. Ὡς φαίνεται αὐτὸς εἶναι ὁ ἀοίδιμος στυλίτης ἀπὸ πέτρας, ποὺ ἀναφέρει ὁ Θεοφάνης, ὅπου ἡ λέξη «πέτρα» ἀναφέρεται στὸ ναὸ τῆς Θεομήτορος ἢ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου στὴν Πέτρα, ὅπου μόναζε ὁ Ὅσιος Πέτρος.
Ὁ Ὅσιος Πέτρος ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Νεάδιος 

Ὁ Ὅσιος Νεάδιος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, πλήρης ἀρετῶν καὶ κεκοσμημένος ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Διακρινόταν γιὰ τὴν πραότητα καὶ τὴν καλοσύνη, τὴ φιλάνθρωπη διάθεση καὶ τὸν ἀσκητικό του βίο.
Ὁ Ὅσιος Νεάδιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Α’ ὁ Μυστικὸς, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ εὔπορη καὶ ἀριστοκρατικὴ οἰκογένεια τῆς Κάτω Ἰταλίας καὶ ἤκμασε περὶ τὸ τέλος τοῦ 9ου καὶ πρῶτο ἥμισυ τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ. Σὲ νεαρὴ σχετικὰ ἡλικία ἔλαβε τὸ ἀξίωμα τοῦ συγκλητικοῦ καὶ χρημάτισε σύμβουλος ἐξ ἀπορρήτων τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος ΣΤ’ τοῦ Σοφοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπονομάσθηκε καὶ «Μυστικός». Ὅμως ὁ Νικόλαος, ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο, ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ τῶν Γαλακρηνῶν καὶ ἀργότερα, γιὰ τὶς πολλὲς ἀρετὲς καὶ τὴ μόρφωσή του, ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ χειροτονήθηκε τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 895 μ.Χ., διαδεχόμενος τὸν ἀποθανόντα Πατριάρχη Ἀντώνιο Β’ τὸν Καυλέα.

Πρῶτο μέλημά του μὲ τὴν ἐγκατάστασή του στὸν πατριαρχικὸ θρόνο ἦταν ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας, γεγονὸς τὸ ὁποῖο τὸν ἔφερε σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν αὐτοκράτορα Λέοντα καὶ τοῦ στοίχισε προσωρινὰ τὸν πατριαρχικὸ Θρόνο. Ὁ λόγος ἦταν ὅτι ὁ αὐτοκράτορας, παρὰ τὴν ἀπαγόρευση τῆς Ἐκκλησίας, τέλεσε τέταρτο γάμο μετὰ τῆς Ζωῆς τῆς Καρβονοψίνας. Μόλις ὁ Πατριάρχης Νικόλαος πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, καθαίρεσε τὸν ἱερέα Θωμᾶ ποὺ τέλεσε τὸ μυστήριο καὶ ἀφόρισε τὸν αὐτοκράτορα. Ὁ Λέων, γιὰ νὰ τὸν ἐκδικηθεῖ, κατόρθωσε νὰ τὸν ἐκθρονίσει καὶ ὅρισε ὡς διάδοχό του τὸν Εὐθύμιο τὸν Α’, ὁ ὁποῖος γιὰ «λόγους οἰκονομίας», ἀναγνώρισε τὸν γάμο τοῦ Λέοντος. Τὸ γεγονὸς ἐπέφερε σάλο στὴν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, διότι τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν κληρικῶν ἐξακολουθοῦσε νὰ θεωρεῖ τὸ Νικόλαο ὡς νόμιμο Πατριάρχη. Πρὸς κατάπαυση τοῦ σάλου καὶ γιὰ τὴν εἰρήνευση τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἀδελφὸς τοῦ Λέοντος, Ἀλέξανδρος, τὸ 911 μ.Χ., καθαίρεσε ἀπὸ τὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τὸν Εὐθύμιο καὶ ἀποκατέστησε σὲ αὐτὸν τὸ Νικόλαο.

Ἐπὶ τῆς πατριαρχίας τοῦ Ἁγίου Νικολάου ἔγινε καὶ ἡ πρώτη διάταξη τοῦ Μηνολογίου τῶν Ἁγίων τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀπαγορεύθηκε ρητὰ ὁ τέταρτος γάμος διὰ τοῦ λεγομένου «Τόμου τῆς Ἑνώσεως».
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 925 μ.Χ. καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῶν Γαλακρηνῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Μνήμη Ἁγίας Εὐφημίας πλησίον τοῦ Νεωρίου

Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἑορταζόταν ἡ γενεθλιακὴ ἑορτὴ τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, ποὺ ἔκειτο στὴ θέση Μπαγτζὲ – καπὶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Ὁμολογητής Ἐπίσκοπος Μυτιλήνης 

Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Ἐπισκόπου Μυτιλήνης, ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία στὶς 7 Ἀπριλίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Ἴσως κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ πρέπει νὰ ἀναγνωρισθεῖ ἡ ἀνάμνηση τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ ἐκ Ρωσίας 

Τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἐφραὶμ ἐκ Ρωσίας, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 26 Σεπτεμβρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Κασσιανὸς καὶ Λαυρέντιος 

Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς τοῦ Κομὲλ ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Κορνηλίου τοῦ Κομὲλ († 19 Μαΐου) καὶ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τοῦ Κομέλ. Καθημερινὰ μοχθοῦσε νὰ μιμηθεῖ τὸν πνευματικό του διδάσκαλο σὲ ὅλα καὶ ἀκολουθοῦσε πιστὰ τὸν μοναχικό του κανόνα.

Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς συμβούλευε τοὺς μοναχοὺς νὰ διάγουν τὸν βίο τους μὲ φόβο Θεοῦ, νὰ προσεύχονται ἀδιάλειπτα , νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν καλλιέργεια τοῦ ἐσωτερικοῦ τους κόσμου καὶ νὰ ἀποβάλλουν ὅλες τὶς κοσμικές τους σκέψεις, νὰ εἶναι νηφάλιοι στὴ σκέψη, ἄγρυπνοι στὴν ψυχὴ καὶ νὰ ζοῦν μὲ μετάνοια.

Μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ Ὁσίου Κορνηλίου στὸ μοναστήρι, ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς μὲ πνευματικὴ χαρὰ συνάντησε  τὸν γέροντά του καὶ παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς, θέλοντας νὰ εἶναι ὑποτακτικὸς στὸν γέροντά του, ὅπως πρίν.

Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1537.

Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος τοῦ Κομὲλ ἦταν καὶ αὐτὸς μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Κορνηλίου τοῦ Κομέλ. Τὸ 1538, μὲ τὴ σύσταση τοῦ Ὁσίου Κορνηλίου, ὁμοφώνως ἐξελέγη ἡγούμενος ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς μονῆς καὶ πορεύθηκε μὲ βάση τὶς πνευματικὲς νουθεσίες καὶ ὁδηγίες τοῦ διδασκάλου του.

Παρ’ ὅλες τὶς μοναχικὲς ἀσχολίες του, ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος δὲν ἐγκατέλειψε τὴν προσφιλὴ σὲ αὐτὸν ἐργασία, ποὺ ἦταν ἡ ἀντιγραφὴ ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων.
Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1548.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Βουκασίνος ὁ Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Βουκασίνος ἔζησε κατὰ τὸν 20ο αἰώνα καὶ γεννήθηκε σὲ ἕνα μικρὸ χωριό, τὸ Κλέπτσι, κοντὰ στὴν Ἐρζεγοβίνη. Δὲν ὑπάρχουν ἐπαρκεῖς ἁγιολογικὲς πληροφορίες γιὰ τὸν βίο του. Ἐπειδὴ ἦταν Ὀρθόδοξος μοναχὸς συνελήφθη κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου πολέμου ἀπὸ τοὺς φιλοναζιστὲς Ρωμαιοκαθολικοὺς Κροάτες καὶ ὁδηγήθηκε στὸ φρικτὸ στρατόπεδο συγκέντρωσης Γιασένοβατς, ὅπου, ἀρνούμενος νὰ μεταστραφεῖ στὸ Ρωμαιοκαθολικισμό, θανατώθηκε μετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Νοταρᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Κορίνθου 

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Νοταρᾶ, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 17 Ἀπριλίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ στὸ χωριὸ Μύλοι τῆς νήσου Σάμου ἑορτάζεται πανηγυρικὰ ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Νοταρᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Κορίνθου, ἀφοῦ ὁ Ἅγιος διῆλθε ἀπὸ τὸν τόπο αὐτὸ καὶ τὸν πλούτισε μὲ τὴν ἀσκητική του μορφὴ καὶ τὴν πλούσια θαυματουργική του χάρη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Βρσάκ 

Δὲν ὑπάρχουν ἐπαρκεῖς ἁγιολογικὲς πληροφορίες γιὰ τὸν Ἅγιο Ἱερομάρτυρα Θεόδωρο, Ἐπίσκοπος Βρσὰκ στὴν περιοχὴ τῆς βόρειας Σερβίας. Ἔζησε τὸν 16ο αἰώνα μ.Χ. καὶ τὸ 1593 ἀναφέρεται ὡς Ἐπίσκοπος καὶ πνευματικὸς ἡγέτης τοῦ λαοῦ του, ποὺ ἀγωνιζόταν κατὰ τῶν Τούρκων. Γιὰ νὰ διασώσει τὸ ποίμνιό του ἀπὸ τὴν σφαγή, τὸ ὁδήγησε πρὸς τὴν Οὐγγαρία. Μετὰ τὴν ὑπογραφὴ εἰρήνης μὲ τοὺς Τούρκους ἐπέστρεψε καὶ πάλι στὸ Βρσάκ, ὅπου συνελήφθη, βασανίσθηκε ἀνηλεῶς καὶ τὸν ἔγδαραν ζωντανό. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόδωρος, μὲ τὸ μαρτύριό του, εἰσῆλθε στὴν χαρὰ τοῦ Κυρίου του καὶ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Κυριακή του Παραλύτου

Ἡ Κυριακή του Παραλύτου ἀντλεῖ τὸ θέμα της ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ περικοπῆ, ποὺ ἀναγινώσκεται στὴν θεία λειτουργία. Αὐτὴ περιλαμβάνει τὴν διήγηση τῆς ἰάσεως τοῦ παραλυτικοῦ στὴν Προβατικὴ κολυμβήθρα, τὴν Βηθεσδά, στὰ Ἱεροσόλυμα (Ἰω. 5, 1-15). Τὸ δράμα τοῦ ἐπὶ 38 ἔτη παραλύτου συγκινεῖ τὸν Κύριο καὶ τὸν θεραπεύει. Ὁ Χριστὸς παρουσιάζεται σὰν ἰατρὸς ψυχῶν καὶ σωμάτων. Τὸν παράλυτο δὲν τὸν θεραπεύει ἡ κολυμβήθρα, ἀλλὰ ὁ πανσθενουργὸς λόγος τοῦ Κυρίου.

 

Κατὰ Ἰωάννην Ε’, 1 – 15

 

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς θεραπεύει τὸν ἀσθενῆ τῆς δεξαμενῆς Βηθεσδ

 

1 Μετὰ ταῦτα ἦν ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων, καὶ ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα.

2 Ἔστι δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρᾳ, ἡ ἐπιλεγομένη ἑβραϊστὶ Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα.

3 Ἐν ταύταις κατέκειτο πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν.

4 Ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσετο τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι.

5 ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ.

6 τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον, καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;

7 Ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν· Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει.

8 Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει.

9 Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει. Ἦν δὲ σάββατον ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ.

10 Ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι τῷ τεθεραπευμένῳ· σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον.

11 Ἀπεκρίθη αὐτοῖς· ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει.

12 Ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει;

13 Ὁ δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν· ὁ γὰρ Ἰησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ.

14 Μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται.

15 Ἀπῆλθεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ.

 

Ἀπόδοση στὴ Νεοελληνική

 

1 Ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ ἦτο ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων καὶ ἀνέβηκε ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα.

2 Ὑπάρχει δὲ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα κοντὰ εἰς τὴν πύλην τῶν Προβάτων μία δεξαμενή, ἡ ὁποία ὀνομάζεται Ἑβραϊστὶ Βηθεσδὰ καὶ ἡ ὁποία ἔχει πέντε στοές.

3 [Σ’ αὐτὲς ἤτανε ξαπλωμένος μεγάλος ἀριθμὸς ἀσθενῶν, τυφλῶν, χωλῶν, παραλυτικῶν, οἱ ὁποῖοι περίμεναν νὰ κινηθῇ τὸ νερό.

4 Διότι ἕνας ἄγγελος κατέβαινε πότε – πότε εἰς τὴν δεξαμενὴν καὶ ἐτάρασσε τὸ νερό. Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ ἔμπαινε πρῶτος, μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ νεροῦ, ἐθεραπεύετο ἀπὸ οἱονδήποτε νόσημα καὶ ἂν ὑπέφερε.]

5 Ὑπῆρχε ἐκεῖ ἕνας, ὁ ὁποῖος ἐπὶ τριάντα ὀκτὼ χρόνια ἤτανε ἄρρωστος.

6 Ὅταν ὁ Ἰησοῦς τὸν εἶδε κατάκοιτον καὶ κατάλαβε ὅτι εἶχε ἤδη πολὺν χρόνον ἐκεῖ, τοῦ λέγει, «Θέλεις νὰ γίνῃς ὑγιής;».

7 Ἐπεκρίθη εἰς αὐτὸν ὁ ἀσθενής, «Κύριε, δὲν ἔχω ἄνθρωπον νὰ μὲ βάλῃ εἰς τὴν δεξαμενήν. Ὅταν τὸ νερὸ ταραχθῇ, καὶ ἐνῶ ἔρχομαι κατεβαίνει ἄλλος πρὶν ἀπὸ ἐμέ».

8 Ὁ Ἰησοῦς τοῦ λέγει, «Σήκω ἐπάνω, σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτησε».

9 Καὶ ἀμέσως ἔγινε ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος καὶ ἐσήκωσε τὸ κρεββάτι του καὶ περπατοῦσε. Ἡ ἡμέρα ἐκείνη ἦτο Σάββατον.

10 Γι’ αὐτὸ ἔλεγαν οἱ Ἰουδαῖοι εἰς τὸν θεραπευθέντα, «Εἶναι Σάββατον, δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ σηκώσῃς τὸ κρεββάτι σου».

11 Αὐτὸς τοὺς ἀπεκρίθη, «Εκεῖνος ποὺ μὲ ἔκανε ὑγιῆ ἐκεῖνος μοῦ εἶπε, «Σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτησε».

12 Τότε τὸν ρώτησαν, «Ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ σοῦ εἶπε, «Σήκωσε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτησε;»

13 Αλλ’ ὁ θεραπευθεὶς δὲν ἤξερε ποιός εἶναι, διότι ὑπῆρχε πολὺς κόσμος εἰς τὸ μέρος ἐκεῖνο καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐξέφυγε.

14 Ὕστερα τὸν εὑρῆκε ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν ναὸν καὶ τοῦ εἶπε, «Ἰδές, ἔγινες ὑγιής, μὴ ἁμαρτάνῃς πλέον, διὰ νὰ μὴ σοῦ συμβῇ κάτι χειρότερον».
15 Ἔφυγε ὁ ἄνθρωπος καὶ εἶπε εἰς τοὺς Ἰουδαίους ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸν ἔκανε ὑγιῆ.

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’.
Εὐφραινέσθω τὰ οὐράνια, ἀγαλλιάσθω τὰ ἐπίγεια, ὅτι ἐποίησε κράτος ἐν βραχιόνι αὐτοῦ ὁ Κύριος· ἐπάτησε τῷ θανάτῳ τὸν θάνατον· πρωτότοκος τῶν νεκρῶν ἐγένετο, ἐκ κοιλίας ᾍδου ἐρρύσατο ἡμᾶς, καὶ παρέσχε τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν ψυχήν μου Κύριε, ἐν ἁμαρτίαις παντοίας, καὶ ἀτόποις πράξεσι, δεινῶς παραλελυμένην, ἔγειρον, τῇ θεϊκῇ σου ἐπιστασίᾳ, ὥσπερ, καὶ τὸν παράλυτον ἤγειρας πάλαι, ἵνα κράζω σεσωσμένος· Οἰκτίρμον δόξα, Χριστὲ τῷ κράτει σου.

 

Μεγαλυνάριον.
Λόγῳ σου Σωτήρ μου ζωοποιῷ, ἤγειρας ἐκ κλίνης, τὸν Παράλυτον ὡς Θεός, κείμενον χρονίως παρὰ τὴν κολυμβήθραν, τοῦ Σιλωὰμ ὃς ἄρας, τὴν κλίνην ᾤχετο.

Ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος Ἐπίσκοπος Λαρίσης

Ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος γεννήθηκε κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 3ου αἰῶνος μ.Χ. στὴν Καππαδοκία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (306 – 337 μ.Χ.).

Ἀφοῦ ἔτυχε εὐσεβοῦς παιδείας, ἀπὸ θεῖο ζῆλο κινούμενος, ἐπισκέφθηκε τοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ στὴ συνέχεια τὴ Ρώμη, ὅπου τὰ λείψανα καὶ οἱ τάφοι τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου προσείλκυαν τοὺς εὐσεβεῖς Χριστιανούς. Ἀσπάσθηκε τὸ μοναχικὸ σχῆμα καὶ ἐπιδόθηκε στὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου, περιεχόμενος τὶς διάφορες χῶρες καὶ ἀψηφώντας τὶς ταλαιπωρίες καὶ τοὺς κινδύνους. Ἡ θεοφιλὴς δράση του καὶ τὰ πολλὰ πνευματικὰ χαρίσματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἦταν στολισμένος, τὸν ἀνέδειξαν Ἐπίσκοπος Λαρίσης.

Ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε τὸ 325 μ.Χ. στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ συνετέλεσε τὰ μέγιστα στὴν καταδίκη τοῦ Ἀρείου.

Ἀφοῦ ἐπέστρεψε στὴ Λάρισα, ἐπιδόθηκε μὲ ζῆλο στὴ στερέωση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως τοῦ ποιμνίου του, μὲ τὴν ὑποστήριξη δὲ τοῦ αὐτοκράτορος κατόρθωσε νὰ καταστρέψει τοὺς εἰδωλολατρικοὺς ναοὺς καὶ νὰ ἱδρύσει στὴ θέση τους Χριστιανικούς.
Ἔτσι θεοφιλῶς ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος καὶ ἀφοῦ ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Λαρίσης σε πρόεδρον, καὶ πολιοῦχον λαμπρόν, ἡ χάρις ἀνέδειξεν, ὡς Ἱεράρχην σοφόν, παμμάκαρ Ἀχίλλιε· σὺ γὰρ τὸ τῆς Τριάδος, ὁμοούσιον κράτος, θαύμασί τε καὶ λόγοις, κατετράνωσας κόσμῳ. Ἣν Πάτερ ἐξευμενίζου, τοῖς σὲ γεραίρουσι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῆς οἰκουμένης τὸν ἀστέρα τὸν ἀνέσπερον

Καὶ Λαρισαίων τὸν ποιμένα τὸν ἀκοίμητον

Τὸν ἀχίλλιον ὑμνήσωμεν ἐκβοῶντες·

Παρρησίαν κεκτημένος πρὸς τὸν Κύριον

Ἐκ παντοίας τρικυμίας ἡμᾶς λύτρωσαι
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Ἀχίλλιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Ἑῴας ἀστὴρ λαμπρός, καὶ τῶν Λαρισαίων, λαμπαδοῦχος καὶ ὁδηγός, χαίροις εὐσεβείας, λειμὼν ὁ ἀνθηφόρος, Ἀχίλλιε παμμάκαρ, Τριάδος πρόμαχε.

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος ὁ Μέγας 

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος γεννήθηκε τὸ 292 μ.Χ. στὴν Κάτω Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου ἀπὸ γονεῖς εἰδωλολάτρες καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (306 – 337 μ.Χ.). Στὸ στρατό, στὸν ὁποῖο κατετάγη, γνωρίσθηκε μὲ Χριστιανοὺς στρατιῶτες καὶ διδάχθηκε ἀπὸ αὐτοὺς τὰ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Ὅταν δὲ ἀπολύθηκε ἀπὸ τὶς τάξεις τοῦ στρατοῦ, ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἀφοῦ μετέβη στὴν Ἄνω Θηβαΐδα, βαπτίσθηκε καὶ ἐκάρη μοναχός.

Ἐπιθυμώντας μεγαλύτερη ἡσυχία, γιὰ νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν ἐρημικὴ ζωὴ καὶ τὴν ἄσκηση, κατέφυγε στὴν ἔρημο καὶ ἐτέθη ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ περίφημου ἡσυχαστοῦ Παλάμονος († 12 Αὐγούστου), τοῦ ὁποίου ἔγινε τέλειος μιμητής.

Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, περὶ τὸ 320 μ.Χ., κατέφυγε σὲ ἔρημο νησίδα τοῦ Νείλου, στὴ νῆσο Ταβέννη τῆς Ἄνω Θηβαΐδος, ὅπου βοηθούμενος καὶ ἀπὸ τὸν ἀσπασθέντα τὸ μοναχικὸ σχῆμα ἀδελφό του Ἰωάννη, ἵδρυσε μικρὴ μονή.

Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς συνέσεώς του, εἵλκυσε πολλοὺς μοναχούς, ἐξαιτίας δὲ τούτου ὁλοένα καὶ μεγάλωνε τὴ μονή του, ὥστε σὲ διάστημα ὀλίγων ἐτῶν αὐτὴ νὰ ἀριθμεῖ περισσότερους ἀπὸ 14.000 μοναχούς. Ἔτσι ὁ Ὅσιος Παχώμιος ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους οἰκιστὲς καὶ ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου.

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος θεωρεῖται θεμελιωτὴς τῆς κοινοβιακῆς ὀργανώσεως τῶν ἀσκητῶν. Ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴ Λαυσαϊκὴ Ἱστορία, βιβλίο ποὺ ἔγραψε ὁ Παλλάδιος περὶ τὸ 420 μ.Χ., οἱ μοναχοὶ τοῦ Παχωμίου, ποὺ ὀνομάζονταν Ταβεννησιῶτες, ζοῦσαν ἀνὰ τρεῖς σὲ μικρὰ οἰκήματα. Ὁ Ὅσιος Παχώμιος ἐπέβαλε στοὺς μοναχοὺς κοινὴ προσευχὴ κάθε πρωὶ καὶ βράδυ (συνολικὰ βέβαια οἱ μοναχοὶ προσεύχονταν, σύμφωνα μὲ τὸν Κανόνα, δώδεκα φορὲς τὴν ἡμέρα καὶ δώδεκα τὴ νύχτα), κοινὴ ἐργασία, κοινὰ ἔσοδα, κοινὲς δαπάνες, κοινὰ γεύματα καὶ ὁμοιόμορφη ἐνδυμασία. Τὰ γεύματά τους ἀποτελοῦνταν ἀπὸ φυτικὲς τροφὲς καὶ τυρί. Κατ’ αὐτὰ οἱ μοναχοὶ δὲν μιλοῦσαν μεταξύ τους καί, γι’ αὐτό, συνεννοοῦνταν μὲ νεύματα. Κάλυπταν δὲ τὰ πρόσωπά τους κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ βλέπουν μόνο τὴν τράπεζα. Ἡ ὁμοιόμορφη στολή τους ἀποτελεῖτο ἀπὸ τὰ ἑξῆς ἐνδύματα: λινὸ χιτώνα («λεβιτωνάριο»), ποὺ ἔφθανε λίγο κάτω ἀπὸ τὰ γόνατα καὶ ζωνόταν μὲ ζώνη, λευκὸ μαλλοφόρο ἔνδυμα αἰγὸς ἢ προβάτου («μηλωτή»), ἐπίσης ζωσμένο, ποὺ ἔφθανε ὡς τὰ γόνατα καὶ εἶχε τὴ μαλλοφόρο ὄψη πρὸς τὰ ἔξω, κωνοειδὲς κουκούλιο, ποὺ στὸ πίσω μέρος ἔφθανε ὡς τοὺς ὤμους, καὶ μικρὸ λινὸ ὠμοφόριο («μαφόριον» ἢ «μαφόριον»), ποὺ κάλυπτε συνήθως τὸν αὐχένα καὶ τοὺς ὤμους. Ὑποδήματα σπανίως χρησιμοποιοῦσαν.

Οἱ Ταβεννησιῶτες μοναχοὶ κοιμοῦνταν καθήμενοι καὶ κοινωνοῦσαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων κάθε Σάββατο καὶ Κυριακή. Διαιροῦνταν σὲ εἴκοσι τέσσερα τάγματα, καθένα ἀπὸ τὰ ὁποία χαρακτηρίζονταν μὲ ἕνα γράμμα τῆς ἀλφαβήτου, ἀνάλογα μὲ τὴν κατάσταση καὶ τὸν τρόπο συμπεριφορᾶς ἐκείνων ποὺ τὸ ἀποτελοῦσαν.

Πνεῦμα ὀργανωτικὸ καὶ ἀπαράμιλλος στὴν καθοδήγηση καὶ διακυβέρνηση προσώπων καὶ πραγμάτων, κατόρθωσε νὰ διατηρήσει μεταξὺ τοῦ πλήθους τῆς περὶ αὐτὸν ἀδελφότητας πειθαρχία καὶ ἀγάπη, φροντίζοντας ὡς φιλόστοργος πατέρας γιὰ τὶς πνευματικὲς καὶ ὑλικές τους ἀνάγκες, διὰ δὲ τῶν σοφῶν συμβουλῶν του καὶ τοῦ παραδείγματός του νὰ τοὺς ἐνθερρύνει στὸν ἀγῶνα πρὸς τὴν ἁγιότητα. Λόγω τῆς θεοσεβείας καὶ τῆς θεοφιλοῦς δράσεώς του ὁ Ὅσιος Παχώμιος προικίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ διὰ τῆς χάριτος τῆς θαυματουργίας καὶ ἐπιτέλεσε πλεῖστα ὅσα θαύματα.
Τὸ 348 μ.Χ. περιποιούμενος ὁ ἴδιος τοὺς μοναχοὺς ποὺ ἀσθένησαν ἀπὸ πανώλη, ἀρρώστησε καὶ ὁ ἴδιος καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο πέθανε. Τὸν Ὅσιο Παχώμιο διαδέχθηκε στὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Ἡγιασμένος († 16 Μαΐου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀγελάρχης ἐδείχθης τοῦ Ἀρχιποίμενος, Μοναστῶν τᾶς ἀγέλας Πάτερ Παχώμιε, πρὸς τὴν μάνδραν ὁδηγῶν τὴν ἐπουράνιον, καὶ τὸ πρέπον ἀσκηταῖς, ἐκεῖθεν σχῆμα μυηθείς, καὶ τοῦτο πάλιν μυήσας· νῦν δὲ σὺν τούτοις ἀγάλλῃ, καὶ συγχορεύεις ἐν οὐρανίαις σκηναῖς.

 

Κοντάκιον  Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὴν τῶν Ἀγγέλων ἐν σώματι πολιτείαν, ἐπιδειξάμενος Παχώμιε θεοφόρε, τούτων καὶ τῆς εὐκλείας ἠξίωσαι, τῷ τοῦ Δεσπότου θρόνῳ, σὺν αὐτοῖς παριστάμενος, καὶ πᾶσι πρεσβεύων θείαν ἄφεσιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Πάχος ἀπορρίψας τὸ γεηρόν, πρὸς γνόφον εἰσέδυς, τῶν ἀΰλων θεωριῶν· ὅθεν ἐκομίσω, τὰς θεογράφους πλάκας, Παχώμιε παμμάκαρ, ζωῆς τῆς κρείττονος.

Οἱ Ἅγιοι Τορκουάτος, Κτησιφῶν, Σεκοῦνδος, Ἰνδαλέτιος, Καικίλιος, Ἡσύχιος καὶ Εὐφράσιος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Τορκουάτος, Κτησιφῶν, Σεκοῦνδος, Ἰνδαλέτιος, Καικίλιος, Ἡσύχιος καὶ Εὐφράσιος μαρτύρησαν στὴν Ἱσπανία κατὰ τὸν 1ο αἰώνα μ.Χ., ὅπου κήρυξαν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ἀπεστάλησαν ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους Πέτρο καὶ Παῦλο. Ὁ Ἅγιος Τορκουάτος κήρυξε στὴν πόλη Γκουάντιξ κοντὰ στὴ Γρανάδα, ὁ Ἅγιος Καικίλιος στὴ Γρανάδα, ὁ Ἅγιος Κτησιφῶν στὴν πόλη Μπέργκα, ὁ Ἅγιος Εὐφράσιος στὴν πόλη Ἀντουγιάρ, ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος στὸ Γιβραλτάρ, ὁ Ἅγιος Ἰνδαλέτιος στὴν πόλη Οὔρσι κοντὰ στὴν Ἀλμέρια καὶ ὁ Ἅγιος Σεκοῦνδος στὴν πόλη Ἄβηλα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Σιμπλίκιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σιμπλίκιος μαρτύρησε στὴ Σαρδηνία τὸ 304 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Σιλβανὸς ὁ Ταβεννησιώτης 

Ὁ Ὅσιος Σιλβανὸς ἔζησε τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴν Ταβέννη τῆς Ἄνω Θηβαΐδος, κοντὰ στὸν Ὅσιο Παχώμιο τὸν Μέγα. Ὁ Ὅσιος διακρίθηκε γιὰ τὸ χάρισμα τῶν δακρύων, τὸ προφητικὸ δῶρο καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἱλάριος 

Ὁ Ὅσιος Ἱλάριος ἔζησε κατὰ τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὴν Τοσκάνη. Ἀσκήτεψε στὰ Ἀπέννινα Ὄρη ἐπὶ πενήντα δύο χρόνια καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 558 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Βάρβαρος ὁ Μυροβλύτης 

Ὁ Ὅσιος Βάρβαρος ἀνῆκε, σύμφωνα μὲ τὸν ἐγκωμιαστή του Κωνσταντίνο Ἀκροπολίτη καὶ τὸ Συναξάρι, σὲ ληστρικὴ ὁμάδα Ἀράβων, ἡ ὁποία ἐπέδραμε στὴ νότια Ἤπειρο καὶ τὴν Αἰτωλία ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ αὐτοκράτορος Μιχαὴλ τοῦ Τραυλοῦ (820 – 829 μ.Χ.). Σὲ κάποια σύγκρουση οἱ σύντροφοί του φονεύθηκαν καὶ ἀπὸ τότε ὁ Βάρβαρος περιφερόταν μόνος «λήσταρχος γενόμενος, καὶ ποιῶν ἀβάτους τὰς ὁδούς, οἰκῶν ἐν ὄρεσι καὶ ἁλσώδεσι τόποις». Κατ’ οἰκονομία Θεοῦ κάποια ἡμέρα εἰσῆλθε σὲ ναὸ ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Ἅγιο Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο, σὲ τόπο ποὺ ὀνομαζόταν Νήσα, ὅπου λειτουργοῦσε ὁ ἱερεὺς Ἰωάννης. Κατὰ τὴν ὥρα τῆς ὑψώσεως τῶν Τιμίων Δώρων ὁ ἱερεὺς τὸν εἶδε καὶ προσευχήθηκε μετὰ φόβου στὸν Θεό. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη, ὁ Κύριος ἄνοιξε τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ ληστοῦ, ποὺ εἶδε τοὺς Ἀγγέλους νὰ συλλειτουργοῦν μὲ τὸν ἱερέα. Ὅταν ὁ ἱερεὺς τελείωσε τὴν Θεία Λειτουργία, ὁ Βάρβαρος τὸν ρώτησε: «Ποῦ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἦταν μαζί σου;». Ὁ δὲ ἱερεὺς τοῦ ἐξήγησε ὅτι ἡ Οἰκονομία τοῦ Θεοῦ τὸν ἀξίωσε νὰ δεῖ αὐτὰ ποὺ δὲν μποροῦν νὰ δοῦν τὰ ἀνθρώπινα μάτια, γιὰ νὰ ὁδηγηθεῖ σὲ μετάνοια. Ὁ Βάρβαρος ἀμέσως ἀπέβαλε τὰ λησταρχικὰ ὅπλα, μετανόησε, ἄρχισε τὴν ἄσκηση καὶ βαπτίσθηκε. Ὁ ἀσκητικὸς ἀγῶνας στὴν περιοχὴ Τρύφου τοῦ Ξηρομέρου (ἢ Ξηρομένων) Αἰτωλοακαρνανίας ἔγινε μεγαλύτερος. Ἐπὶ τρία ἔτη ἀγωνίσθηκε πνευματικὰ καὶ «πεποίηκε χρόνους τρεῖς κυλιόμενος ὡς τετράπους καὶ ἐσθίων χοῦν καὶ βοτάνας τὰς φυομένας, κλαίων καὶ ὀδυρόμενος, κατακοπτομένων αὐτοῦ τῶν σαρκῶν». Μία νύχτα, ἕνας γεωργὸς ποὺ ἔτρωγε σὲ ἐκεῖνον τὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε ὁ Ὅσιος, τὸν φόνευσε κατὰ λάθος, νομίζοντας ὅτι εἶναι θηρίο.

Ὁ τάφος του ἀνέδιδε μύρο καὶ ὁ Ὅσιος ἐπιτελοῦσε θαύματα πολλά. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν ἱερὴ μνήμη του στὶς 15 Μαΐου.
Ὁ Ὅσιος ἀναφέρεται στὴν τοπικὴ ἁγιολογία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας καὶ Κέρκυρας ὡς Ὅσιος Βάρβαρος ὁ Πενταπολίτης, ἡ ὁποία τιμᾶ τὴν μνήμη του στὶς 23 Ἰουνίου.

Μέχρι σήμερα στὴν Αἰτωλοακαρνανία μιλοῦν γιὰ τὸ σπήλαιο, ὅπου ὁ Ἅγιος Βάρβαρος πέρασε τὰ δέκα ὀκτὼ χρόνια τῆς ἀσκήσεώς του καὶ τὸ ἁγίασμά του. Σύμφωνα μὲ αὐτὴν τὴν ἀναφορὰ τὸ 1571 μ.Χ. ἕνας Βενετὸς στρατιωτικός, ὀνόματι Σκλαβοῦνος, ποὺ ἔλαβε μέρος στὴ ναυμαχία τῆς Ναυπάκτου, ἀσθένησε ξαφνικὰ ἀπὸ θανατηφόρα ἀσθένεια. Ὁ ἀσθενὴς βλέπει τὸν Ὅσιο σὲ ὅραμα, ὁ ὁποῖος τὸν καλεῖ νὰ προσκυνήσει τὸν τάφο του, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ. Πράγματι, ὅταν ἔφθασε στὸν τάφο τοῦ Ὁσίου, προσκύνησε μὲ εὐλάβεια καὶ ἔγινε καλά. Θέλοντας νὰ τιμήσει τὸν Ὅσιο Βάρβαρο ἔκανε ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του μὲ σκοπὸ νὰ τὰ μεταφέρει στὴ Βενετία. Περνώντας ἀπὸ τὴν Κέρκυρα γιὰ ἀνεφοδιασμό, σταμάτησε στὸ χωριὸ Ποταμός, ὅπου θεραπεύθηκε ἕνας παράλυτος νέος. Γι’ αὐτὸ καὶ σήμερα ὑπάρχει ἐκεῖ ναὸς ἀφιερωμένος στὸν Ὅσιο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Πανηγύριος ὁ ἐκ Κύπρου 

Ὁ Ὅσιος Πανηγύριος ἔζησε καὶ ἔδρασε στὴ Μαλούντα, ἕνα χωριὸ τῆς ἐπαρχίας Λευκωσίας τῆς Κύπρου. Ἦταν μοναχὸς καὶ ἡ φήμη τῆς ἁγιότητός του ἔφθασε μέχρι τὸν Ἐπίσκοπο τῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε καὶ τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Μὲ βαθιὰ εὐγνωμοσύνη ὁ εὐλαβὴς ἀσκητὴς ἀποδέχθηκε τὴ μεγάλη τούτη τιμή, ὥστε ἀπὸ τὸν ὑμνογράφο του νὰ χαρακτηρίζεται «τῶν ἱερέων τὸ ἐγκαλλώπισμα καὶ τῶν Ὁσίων τὸ κλέος».

Ὁ Ἅγιος Θεὸς χάρισε στὸν Ὅσιο καὶ τὸ δῶρο τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι, ἐπιτελοῦσε πολλὰ θαύματα γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Ὅσιος Πανηγύριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Θείας πίστεως.
Τῶν Κυπρίων τὸ κλέος, Μαλουντίων τὸ καύχημα καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Πανηγύριε· ἱερωσύνης ἐνεδύσω τὴν στολὴν καὶ θαυμάτων τε πηγὴ ἀνεδείχθης, τοῖς προστρέχουσιν ἐν πίστει ἐν τῷ πανσέπτῳ καὶ θείῳ τεμένει σου. Δόξα τῷ οὕτως εὐδοκήσαντι Θεῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δωρησαμένῳ σε ἡμῖν πρέσβυν ἀκοίμητον.

Μνήμη ἐν τῷ περιτειχίσματι καὶ ἡ ἀνάδειξις τῆς ἀχειροποιήτου εἰκόνος ἐν Καμουλιανοῖς 

Ἡ μνήμη τῆς ἑορτῆς αὐτῆς ἀναγράφεται στὸ Λαυριωτικὸ Κώδικα. Ἡ διήγηση περὶ τῆς εὑρέσεως τῆς ἀχειροποιήτου εἰκόνος τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὴν εἰδωλολάτρισσα καὶ μετέπειτα Χριστιανὴ Ἀκυλίνα , μέσα σὲ ἕνα κιβώτιο ἀποδόθηκε στὸν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ἀλλὰ εἶναι ψευδεπίγραφη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἡσαΐας ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Ροστώβ 

Ὁ Ἅγιος Ἡσαΐας γεννήθηκε στὴ γῆ τοῦ Κιέβου ἀπὸ εὐγενεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, ποὺ τοῦ ἔδωσαν χριστιανικὴ ἀγωγή. Ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια ἀγάπησε τὸν Χριστό, περιφρόνησε ὅλες τὶς κοσμικὲς ἀπολαύσεις καὶ ἦλθε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων, γιὰ νὰ γίνει μοναχός. Ἡγούμενος ἦταν τότε ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος, ποὺ διεῖδε μὲ τὴν χαρισματική του διάνοια τὴν μελλοντικὴ ἐξέλιξη τοῦ νέου καὶ τὸν ἔνδυσε μὲ τὸ μοναχικὸ ἔνδυμα. Ἀπὸ τότε ὁ Ἡσαΐας ἀφιερώθηκε «ψυχή τε καὶ σώματι» στὸν Νυμφίο Χριστὸ καὶ ἄρχισε μία αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή.

Ἦταν ἁπλός, ταπεινός, ὑπάκουος, ἀφιλάργυρος, φιλάνθρωπος, γνήσιος ἐνσαρκωτὴς τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς. Καὶ ἐπειδὴ «οὐ δύναται πόλις κρυβήναι ἐπάνω ὄρους κειμένη», ἡ φήμη τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητός του διαδόθηκε σὲ ὅλη τὴ χώρα καὶ ἔφθασε μέχρι τὰ αὐτιὰ τοῦ μεγάλου ἡγεμόνος Ἰζιασλάβου Παροσλάβιτς.

Τότε ἐκεῖνος ἄρχισε νὰ παρακαλεῖ ἐπίμονα τὸν Ὅσιο Θεοδόσιο νὰ δώσει τὴν εὐλογία του, γιὰ νὰ τοποθετηθεῖ ὁ Ἡσαΐας ἡγούμενος στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, μία καὶ ὁ μακάριος Βαρλαὰμ εἶχε κοιμηθεῖ ἐν Κυρίῳ.

Ὁ θεοφώτιστος Θεοδόσιος πληροφορήθηκε ἐσωτερικὰ ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα ὅτι ἦταν θέλημα Θεοῦ νὰ ἀναλάβει ὁ ὑποτακτικός του τὴ διακονία τοῦ ἡγουμένου. Ἔτσι ἔδωσε τὴν συγκατάθεση καὶ τὴν εὐλογία νὰ γίνει ὁ Ἡσαΐας ἡγούμενος. Καὶ ἐκεῖνος, μὴ θέλοντας νὰ παρακούσει, σήκωσε μὲ πόνο τὸ βαρὺ φορτίο καὶ ἔγινε ὁ ποιμένας ὁ καλὸς τῶν μοναχῶν τῆς νέας μονῆς του.

Οὔτε ὁ τρόπος τῆς ζωῆς του ἄλλαξε, οὔτε τὸ ταπεινὸ φρόνημά του ἀλλοιώθηκε ἀπὸ τὸ ἀξίωμα ποὺ ἀνέλαβε. Ὁ νοῦς του ἦταν πάντοτε προσκολλημένος  στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ θανάτου, τῆς κρίσεως καὶ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Γι’ αὐτὸ συνέχιζε, μὲ περισσότερο τώρα ζῆλο, τὶς ἀσκήσεις καὶ τοὺς ἀγῶνες του καὶ γινόταν ζωντανὸ παράδειγμα ἀγγελικῆς βιοτῆς γιὰ τοὺς ὑποτακτικούς του, καλώντας τους στὶς κορυφὲς τῶν ἀρετῶν καὶ ἐκπληρώνοντας πάντοτε πρῶτος ἐκεῖνο ποὺ ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς ἄλλους.

Ὁ ἡγεμόνας Ἰζιασλάβος χαιρόταν καὶ εὐγνωμονοῦσε τὸν Θεὸ καὶ τὸν Ὅσιο Θεοδόσιο, ποὺ ἔστειλαν στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου αὐτὸν τὸν ἔμψυχο ἀδάμαντα. Ἀλλὰ περισσότερο ὁ Κύριος δόξασε τὸν πιστὸ δοῦλο του, τιμώντας τον μὲ τὸ ὑψηλὸ καὶ θεῖο ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα. Μετὰ τὴν μακαρία κοίμηση τοῦ θεοφιλοῦς Λεοντίου, ἐπισκόπου τοῦ Ροστώβ, ὁ Ἅγιος Ἡσαΐας, μὲ κοινὴ βουλὴ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος σὲ ἐκείνη τὴν ἐπαρχία.

Ὅταν ἦλθε στὴ θεόσωστη γῆ τοῦ Ροστώβ, ὁ Ἅγιος ποιμενάρχης βρῆκε πολλοὺς Χριστιανούς, πρόσφατα βαπτισμένους ἀλλὰ ἀστερέωτους στὴν πίστη. Εἶχαν κρατήσει πολλὲς παλαιὲς εἰδωλολατρικὲς συνήθειες καὶ διέπρατταν, ἀπὸ ἄγνοια, σοβαρὰ ἁμαρτήματα. Ἄρχισε τότε ὁ Ἅγιος ἕνα δύσκολο καὶ κοπιαστικὸ ποιμαντικὸ ἀγώνα, γιὰ τὴ διαφώτιση καὶ τὴν στήριξη τοῦ ποιμνίου του στὴν πίστη καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Περιόδευε ἀκατάπαυστα στὶς πόλεις καὶ τὰ χωριὰ τῆς περιοχῆς τοῦ Ροστὼβ καὶ τῆς Σουζδαλίας. Κατηχοῦσε, κήρυττε, νουθετοῦσε, δίδασκε, διέλυε τὶς πλάνες, κατέλυε τὰ προπύργια τοῦ νοητοῦ ἐχθροῦ. Ὅπου ἔβλεπε νὰ ὑπάρχουν ἀκόμα εἴδωλα ἢ εἰδωλολατρικοὶ ναοί, ἔδινε ἐντολὴ νὰ κατεδαφισθοῦν ἢ νὰ παραδοθοῦν στὴ φωτιὰ καὶ ἔπειτα δίδασκε στοὺς κατοίκους τὴν Ὀρθόδοξη πίστη στὴν Ἁγία καὶ Ὁμοούσιο καὶ Ζωαρχικὴ Τριάδα. Ὅσοι ἀπὸ τοὺς ἀβάπτιστους Ρώσους πίστευαν, βαπτίζονταν ἀπὸ τὸν Ὅσιο Ἱεράρχη στὸ Ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ὅσοι δὲν πίστευαν μὲ τὴν κατήχηση καὶ τὸ κήρυγμα, πείθονταν μὲ τὰ ὑπερφυσικὰ θαύματα καὶ σημεῖα ποὺ ἐπιτελοῦσε ὁ Ἅγιος μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ καὶ τὶς πιὸ σκληρὲς καρδιὲς τὶς λύγιζε ἡ ἀγάπη, ἡ εὐσπλαχνία, ἡ ἀκακία καὶ ἡ μακροθυμία τοῦ Ἁγίου. Ἦταν παρηγορητὴς τῶν θλιβομένων, τροφὸς τῶν πεινασμένων, προστάτης τῶν χηρῶν καὶ ὀρφανῶν, βοηθὸς τῶν φτωχῶν, ὑπερασπιστὴς τῶν ἀδικουμένων.
Ὁ Ἅγιος Ἠσαΐας κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1090.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἡσαΐας ὁ Θαυματουργός

Ὁ Ὅσιος Ἡσαΐας ἔζησε κατὰ τὸν 10ο καὶ 11ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ 1115.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ Ἐρημίτης ὁ Θαυματουργός

Ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ Ἐρημίτης ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ δεσπότου τῆς Ἠπείρου Μιχαὴλ Β’ τοῦ Κομνηνοῦ (1237 – 1271) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μονοδένδρι Ζαγορίου Ἰωαννίνων.

Σύμφωνα μὲ τὸ Συναξάρι, ἐπειδὴ ζήλωσε τὸν ἀσκητικὸ βίο, ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια καὶ ἦλθε καὶ κατοίκησε σὲ σπήλαιο, στὸ ὄρος Καλάνα τῆς ἐπαρχίας Βάλτου, τὸ ὁποῖο βρίσκεται μεταξὺ Αἰτωλοακαρνανίας καὶ Εὐρυτανίας.
Ὁ Κύριος, κατὰ τὸν βιογράφο του, ἔδωσε θαυμαστὸ σημεῖο, κατὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου, γιὰ νὰ τὸν δοξάσει: «Οὐράνιο φῶς καὶ ἀναμμένες λαμπάδες κατέβαιναν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὸ σημεῖο ποὺ βρισκόταν τὸ τίμιο λείψανό του». Μόλις πληροφορήθηκε τὸ γεγονὸς ἡ βασίλισσα τῆς Ἄρτας, Ἁγία Θεοδώρα, συγκέντρωσε τὴν σύγκλητο καὶ μετέβησαν στὸ μέρος ποὺ βρισκόταν τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ τὸ ἐνταφίασαν ἔξω ἀπὸ τὸ σπήλαιο μὲ τιμὲς καὶ εὐλάβεια. Ἔδωσε δὲ ἐντολὴ νὰ κτίσουν ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος ὁ Ἀναχωρητής 

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος, τῆς Νερέκτα, κατὰ κόσμον Ἰάκωβος, γεννήθηκε ἀπὸ μία ἱερατικὴ οἰκογένεια στὸ Βλαντιμὶρ τοῦ Κλιάζμα. Ὁ πατέρας του ἦταν ὁ ἱερεὺς Ἰγνάτιος, ὁ ὁποῖος διακονοῦσε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἡ οἰκογένειά του τὸν ἔστειλε στὸ σχολεῖο καὶ σὲ ἡλικία ἑπτὰ ἐτῶν ὁ Ὅσιος εἶχε μάθει πολὺ καλὰ τὴν Ἁγία Γραφή.

Ποθώντας τὸν μοναχικὸ βίο κατέφυγε στὴ μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Βλαντιμὶρ καὶ ἔγινε μοναχός.

Γιὰ μεγαλύτερη ἄσκηση ὁ Ὅσιος ἔφυγε ἀπὸ τὴ μονὴ καὶ πῆγε στὰ περίχωρα τῆς Νερέκτα. Ἐδῶ, στὸν ποταμὸ Γκριντένκα, βρῆκε ἕνα κατάλληλο μέρος γιὰ μοναστήρι, ἕνα ὑπερυψωμένο τοπίο, σὰ νησί, μέσα στὸ πυκνὸ δάσος. Ὁ Ὅσιος ζήτησε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους νὰ κτίσουν ἕνα μοναστήρι στὴν περιοχὴ τοῦ Σιπάνοβο, στὰ σύνορα μὲ τὴν πόλη Κοστρόμα. Οἱ κάτοικοι τῆς Νερέκτα μὲ χαρὰ συναίνεσαν καὶ βοήθησαν στὴν ἀνέγερση τῆς μονῆς. Ὁ Ὅσιος Παχώμιος ἁγιογράφησε  μία εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἀφοῦ ἔψαλλε τὸν Παρακλητικὸ Κανόνα, τὴν μετέφερε στὸ μέρος ὅπου θὰ ἔκτιζε τὸ ναό, ἀφιερωμένο στὴν Ἁγία Τριάδα. Ὅταν ἡ κατασκευὴ ὁλοκληρώθηκε, ὁ Ὅσιος Παχώμιος ὀργάνωσε τὸ νέο μοναστήρι, τὸ ὁποῖο σύντομα ἄρχισε νὰ προσελκύει μοναχούς.

Στὸ νέο μοναστήρι οἱ μοναχοὶ ἔπρεπε ἀπὸ μόνοι τους νὰ καλλιεργοῦν τὴ γῆ καὶ νὰ τρέφουν τοὺς ἑαυτοὺς τους μὲ τὸν μόχθο τῶν χεριῶν τους. Ὁ Ὅσιος ἔδιδε πρῶτος τὸ παράδειγμα γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς μὲ τὴν ἐργασία του.

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας τὸ 1384, καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸν ὁποῖο καὶ ἔκτισε.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Παχωμίου στὶς 23 Μαρτίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος ὁ Θαυματουργός 

Ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος, κατὰ κόσμον Ἐλεάζαρ, γεννήθηκε περὶ τὸ 1386 στὸ χωριὸ Βιντελεμπιέ, κοντὰ στὸ Πσκώφ. Ἀπὸ τὸ ἴδιο χωριὸ καταγόταν ὁ Ὅσιος Νίκανδρος τοῦ Πσκὼφ († 24 Σεπτεμβρίου).

Οἱ γονεῖς του Ἐλεάζαρ ἤθελαν νὰ νυμφεύσουν τὸν υἱό τους, ἀλλὰ αὐτὸς ἐγκατέλειψε τὴν πατρικὴ οἰκία καὶ κατέφυγε στὴ μονὴ τοῦ Σνετνογκόρσκϊυ, ὅπου ἔγινε μοναχός.

Περὶ τὸ 1425, ἐπιθυμώντας ὁ Ὅσιος νὰ ζήσει σὲ ἀπομόνωση, γιὰ νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς ἐγκαθίσταται σὲ ἕνα ἀπομονωμένο κελλὶ στὸν ποταμὸ Τόλβα, ὄχι μακριὰ ἀπὸ τὸ Πσκώφ. Ἐδῶ εἶδε σὲ ὅραμα τοὺς τρεῖς Οἰκουμενικοὺς Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Μέγα Βασίλειο, τὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο καὶ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, οἱ ὁποῖοι τοῦ ὑπέδειξαν τὸν τόπο ὅπου θὰ οἰκοδομοῦσε μία ἐκκλησία ἀφιερωμένη σὲ αὐτούς. Ἀμέσως μετά, τὸν πλησίασε ἕνας εὐσεβὴς μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Σεραφεὶμ καὶ γύρω ἀπὸ τὸν Ὅσιο Εὐφρόσυνο ἄρχισαν νὰ συναθροίζονται καὶ ἄλλοι ἀσκητὲς ποὺ ἐπιθυμοῦσαν νὰ ζήσουν μαζί του τὸν ἀναχωρητικὸ βίο.

Τὸ 1477 ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος κατασκεύασε στὴν τοποθεσία ποὺ τοῦ εἶχε ὑποδειχθεῖ, μία ἐκκλησία ἀφιερωμένη στοὺς τρεῖς Ἱεράρχες καὶ τὸν Ὅσιο Ὀνούφριο καὶ κελλιὰ γιὰ τὴν ἀδελφότητα καὶ ἄρχισε νὰ δέχεται ὅσους εἶχαν ἀνάγκη πνευματικὴ καθοδήγηση. Σὲ ὅσους μοναχοὺς τὸν ἐπισκέπτονταν ὁ Ὅσιος ἔλεγε νὰ ζήσουν σύμφωνα μὲ τὸν μοναχικὸ κανόνα ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε φτιάξει. Αὐτὸς ὁ κανόνας στὴν πραγματικότητα ἦταν μία διδασκαλία γιὰ τὴν ἀληθινὴ εὐαγγελικὴ ζωὴ ποὺ πρέπει νὰ ζεῖ ἕνας μοναχός.

Ἀπὸ ταπείνωση καὶ διάθεση νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν προσευχή, ὁ Ὅσιος δὲν ἀνέλαβε ποτὲ τὰ καθήκοντα τοῦ ἡγουμένου, ἀλλὰ συνέχισε νὰ ζεῖ ὡς ἐρημίτης λίγο μακριά, στὶς ὄχθες τῆς λίμνης τοῦ Πσκώφ.
Ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος κοιμήθηκε σὲ ἡλικία ἐνενήντα πέντε ἐτῶν, τὸ 1481. Στὸν τάφο του τοποθετήθηκε ἡ εἰκόνα του, εἰκονογραφημένη ἀπὸ τὸν μαθητὴ του Ἰγνάτιο, ὅταν ἀκόμα ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος ἦταν στὴ ζωὴ καὶ ἡ διαθήκη ποὺ ὁ ἴδιος ἄφησε στὴν ἀδελφότητα καὶ ἔγραψε μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια σὲ περγαμηνὴ καὶ ἐπικύρωσε μὲ μολυβένια σφραγίδα ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ Νόβγκοροντ, Θεόφιλος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Σεραπίων τοῦ Πσκώφ 

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Σεραπίωνος στὶς 8 Σεπτεμβρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Θαυματουργός ὁ πρίγκιπας

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος (Ἰβάνοβιτς) γεννήθηκε στὴ Μόσχα τὸ 1581. Ἦταν υἱὸς τοῦ τσάρου Ἰβὰν Δ’ τοῦ Τρομεροῦ ἀπὸ τὸν ἕβδομο γάμο του, ἀποδόθηκε σὲ αὐτὸν ὁ τίτλος τοῦ «τσάρεβιτς», δηλαδὴ τοῦ διαδόχου τοῦ θρόνου, καθ’ ὅσον ὑπῆρχε φόβος μὴν πεθάνει ἄτεκνος ὁ πρεσβύτερος ἀδελφὸς αὐτοῦ, Θεόδωρος. Αὐτός, ἀφοῦ ἀνῆλθε στὸν θρόνο, ἄφησε ὅλη τὴν ἐξουσία στὸ γυναικαδελφό του Βορὶς Γκουτουνώφ, ὁ ὁποῖος, φιλοδοξώντας τὴν κατάληψη τοῦ θρόνου, ἀποφάσισε νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὸν Δημήτριο. Περιόρισε, λοιπόν, τὸ νεαρὸ τσάρο στὸ Οὔγκλιχ μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του Μαρία Θεοδώροβνα.

Ὁ νεαρὸς Δημήτριος εἶχε ἐμπνεύσει στοὺς Ρώσους μεγάλες ἐλπίδες, οἱ ὁποῖες χάθηκαν ἀπὸ τὸν αἰφνίδιο θάνατό του. Ὁ θάνατός του, τὸ 1591, παρέμεινε μυστηριώδης, μεταξὺ δὲ τῶν ἱστορικῶν ὑπάρχουν διαφωνίες, ἐὰν ἐπῆλθε τυχαία ἢ κατόπιν ἐγκλήματος. Ἡ ἱστορία ὅμως στιγμάτισε ὡς ἠθικὸ αὐτουργὸ τῆς δολοφονίας του, τὸν Γκουτουνώφ.
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ στὶς 3 Ἰουνίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος τοῦ Κένο

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος τοῦ Κένο ἔζησε τὸν 15ο καὶ 16ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τῆς Μεταμορφώσεως κοντὰ στὴν περιοχὴ τῆς λίμνης Κένο, στὴν ἐπαρχία τῆς Καργκοπόλ. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Τύχωνος Ἐπισκόπου Ζαντόνκ

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Τύχωνος, Ἐπισκόπου τοῦ Ζαντὸνκ στὶς 13 Αὐγούστου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.
Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Τύχωνος ἔγινε τὸ 1846 κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ νέου καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Ζαντόνκ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος (Κεδρώφ) ἦταν πρεσβύτερος στὴν πόλη Γιαράνκ, κοντὰ στὴν ἐπαρχία Βυάτκα τῆς Ρωσίας. Ἀπὸ τὸν γάμο του μὲ τὴν πρεσβυτέρα Ἐλισάβετ ἀπέκτησε τρεῖς υἱούς, τοὺς Ἱερομάρτυρες Παχώμιο καὶ Ἀβέρκιο, τὸν Μιχαὴλ Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως Βρασλάβα τῆς Πολωνίας καὶ μία θυγατέρα, τὴν Βέρα.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος μαρτύρησε τὸ 1936.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀβέρκιος, κατὰ κόσμον Πολύκαρπος Κεδρώφ, γεννήθηκε στὶς 2 Μαρτίου 1879 στὴν πόλη Γιαρὰνκ τῆς ἐπαρχίας Βυάτκα ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, τὸν Ἱερομάρτυρα Νικόλαο καὶ τὴν Ἐλισάβετ. Σπούδασε στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Βυάτκα καὶ στὴ Θεολογικὴ Ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Στὶς 2 Ἰουλίου 1910 ἔγινε μοναχὸς ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Φιλανδίας Σέργιο Στραγκορόντσκυ, ὀνομάσθηκε Ἀβέρκιος καὶ στὶς 5 τοῦ ἰδίου ἔτους εἰσῆλθε στὴν ἱερωσύνη. Ἀνέλαβε καθήκοντα διευθυντοῦ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς τοῦ Ζχιτομὶρ καὶ στὶς 27 Ἰουνίου 1915 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς περιοχῆς.

Ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος συνελήφθη γιὰ πρώτη φορὰ ἀπὸ τὸ σοβιετικὸ καθεστὼς τὸ 1922 καὶ ἐξορίσθηκε στὸ Οὐζμπεκιστάν. Κατὰ τὴν περίοδο ἐκείνη ἀγωνίσθηκε κατὰ τῆς αὐτοκεφαλίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας. Τὸ 1925 ζοῦσε στὴ Μόσχα καὶ παρευρέθηκε στὴν κηδεία τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος. Συνελήφθη ἐκ νέου τὸ 1926 καὶ φυλακίσθηκε στὸ Ζχιτομίρ. Κατόπιν μεταφέρθηκε στὴ φυλακὴ Μπουτύρκι στὴ Μόσχα.
Ὁ σθεναρὸς Ἀβέρκιος, μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Ἀρχιεπίσκοπο Παχώμιο, ὑπέγραψε μία ἐπιστολὴ κατὰ τῆς «κρατικῆς θρησκείας», τὴν ὁποία τὸ ἄθεο καθεστὼς προσπαθοῦσε νὰ ἐπιβάλει.
Τὸ 1929 φυλακίσθηκε στὸ Μπουτύρκι καὶ τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1930 ἐξορίσθηκε στὴν πόλη τοῦ Ἀρχαγγέλσκ. Ἀπὸ τὸ 1933 μέχρι τὸ 1934 ἦταν ἐξόριστος στὴν πόλη Βὶρκ στὴν Μπασκιρία, ὅπου συνελήφθη καὶ καταδικάσθηκε, τὸ 1937, στὸν διὰ τυφεκισμοῦ θάνατο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Παχώμιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Τσέρνιγκωφ

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Παχώμιος, κατὰ κόσμον Πέτρος Κεδρώφ, γεννήθηκε στὶς 30 Ἰουλίου 1876 στὴν πόλη Γιαρὰνκ τῆς ἐπαρχίας Βυάτκα καὶ ἦταν ὁ μεγαλύτερος ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἀβερκίου. Ἀπὸ τὴν φύση του ὁ Πέτρος ἦταν ταπεινὸς καὶ πρᾶος καὶ ἀγαποῦσε πολὺ τὴν Ἐκκλησία. Μετὰ τὶς ἐγκύκλιες σπουδές του φοίτησε στὴν θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Καζάν, ὅταν διευθυντὴς ἐκεῖ ἦταν ὁ Ἐπίσκοπος Ἀντώνιος (Χαροποβίτσκϊυ).

Ὁ Πέτρος εἶχε τόση ἁπλότητα, ποὺ ἀποφάσισε νὰ ἐκπληρώσει κυριολεκτικὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, ποὺ λέγει: «Καὶ ἂν κάτι τόσο σπουδαῖο σὰν τὸ δεξί σου μάτι σὲ σκανδαλίζει, βγάλε το καὶ πέταξε το. Γιατί σὲ συμφέρει νὰ χάσεις ἕνα μέλος σου, παρὰ νὰ ριφθεῖ ὅλο τὸ σῶμα σου στὴν κόλαση». Γι’ αὐτὸ μία νύχτα ἀποπειράθηκε νὰ κάψει τὸ ἕνα του μάτι μὲ ἕνα κερί. Τὸ ἔγκαυμα ἦταν τόσο σοβαρὸ ποὺ ἀπαίτησε χειρουργικὴ ἐπέμβαση.

Τὸ 1899 εἰσῆλθε στὶς τάξεις τοῦ ἱεροῦ κλήρου καὶ τὸ 1916 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Σταροντοὺμπ τῆς ἐπαρχίας Τσέρνιγκωφ, γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ Ἀρχιεπίσκοπος Τσέρνιγκωφ τὸ ἑπόμενο ἔτος.

Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ σοβιετικοῦ καθεστῶτος οἱ ἀρχὲς προσπάθησαν νὰ τὸν συλλάβουν μία ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία θὰ τελοῦσε τὴν Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ τὸ πλῆθος τῶν Χριστιανῶν τοὺς ἐμπόδισε. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Παχώμιος εἶχε τὴν συνήθεια νὰ παραμένει ἐπὶ πολὺ ὥρα στὸ ἱερὸ βῆμα, ὅταν τελείωνε τὶς Ἀκολουθίες. Ἐκεῖ τὸν συνέλαβαν γιὰ πρώτη φορά. Ἡ ἱστορία ἐπανελήφθη πολλὲς φορές. Αὐτὸς ἦταν ὁ συνεχὴς ἐφιάλτης ποὺ ἄρχισε νὰ ὑπονομεύει τὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου.

Ἀθεϊστικὴ ἐπιτροπὴ ἐπιστημόνων ἔπρεπε νὰ ἀποφανθεῖ γιὰ τὴν ἁγιότητα τῶν ἱερῶν λειψάνων, τὰ ὁποία πολλὲς φορὲς πετοῦσαν. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Παχώμιος ἔζησε τὴν σκηνὴ τῆς ἔρευνας γιὰ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου τοῦ Τσέρνιγκωφ. Μόνο ποὺ ὅταν τὰ ἄνοιξαν, δὲν ἐπέτρεψε σὲ κανέναν νὰ πλησιάσει. Οἱ ἀρχὲς πῆραν τὰ ἱερὰ λείψανα καὶ τὰ τοποθέτησαν στὸ μουσεῖο. Ἀπὸ ἐκεῖ οἱ Χριστιανοὶ τὰ μετέφεραν κρυφά.  Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Παχώμιος συνελήφθη. Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του τὸ 1923, βρῆκε καταφύγιο στὴν μονὴ τοῦ Ἁγίου Δανιήλ, στὴ Μόσχα. Ἐδῶ συνελήφθη καὶ μετὰ τὸν ἐγκλεισμό του στὴν φυλακὴ Μπουτύρκι τῆς Μόσχας καταδικάσθηκε σὲ τριετὴ ἐξορία σὲ στρατόπεδο συγκεντρώσεως τῶν ἀντιφρονούντων.

Τὸ 1927, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Παχώμιος, μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Ἐπίσκοπο Ἀβέρκιο Παχώμιο, ὑπέγραψε μία ἐπιστολὴ κατὰ τῆς «κρατικῆς θρησκείας» καὶ τῆς προσπάθειας τῶν κρατούντων νὰ ἀποϊεροποιήσουν τὴν Ἐκκλησία.

Ὁ Ἅγιος καὶ πάλι συνελήφθη καὶ ἐξορίσθηκε στὴν Κουζέμα. Ἀφέθηκε ἐλεύθερος, γιὰ νὰ συλληφθεῖ ἐκ νέου τὸ 1930, μὲ τὶς κατηγορίες τῆς ἐπαναστατικῆς δραστηριότητας, τῆς ὑποκινήσεως τῶν ἱερῶν σὲ ἀντίσταση, τῆς ἐκκλησιαστικῆς δραστηριότητας.
Τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρα Παχωμίου συνέβη τὸ 1937.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἀποστόλου Τίτου 

Φεύγοντας οἱ Ἑνετοὶ ἀπὸ τὴν Κρήτη μετὰ τὴν ἅλωση τῆς νήσου ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1669, μετέφεραν μαζί τους καὶ τὴ σωζόμενη τιμία κάρα τοῦ Ἀποστόλου Τίτου, ἡ ὁποία κατατέθηκε στὴν λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου Μάρκου τῆς Βενετίας, ἀποδόθηκε δὲ στὴν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης τὸ 1966, ἀρχιερατεύοντος τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Κρήτης κυροῦ Εὐγενίου (Ψαλλιδάκη) καὶ κατατέθηκε στὸ σεβάσμιο φερώνυμο ναὸ τοῦ Ἀποστόλου, στὸ Ἡράκλειο Κρήτης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἰσίδωρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Οἱ γονεῖς του ἦταν εἰδωλολάτρες. Ὑπηρέτησε στὸ ρωμαϊκὸ στρατὸ ἐπὶ βασιλέως Δεκίου (249 – 250 μ.Χ.) καὶ προήχθη στὸ ἀξίωμα τοῦ Ὀπτίωνος. Ὁ Ἅγιος εἶχε ἑλκυσθεῖ στὴν Χριστιανικὴ πίστη κατὰ τὸ τελευταῖο του ταξίδι ἀπὸ ἄλλους Χριστιανοὺς ποὺ ὑπηρετοῦσαν μαζί του στὴ ναυτικὴ στρατιωτικὴ δύναμη. Ὅταν ἦλθε στὴ Χίο ὁ Κεντυρίων Ἰούλιος τὸν διέβαλε ἀναφέροντας στὸ ναύαρχο Νουμέριο ὅτι ἦταν Χριστιανὸς καὶ ἀρνιόταν νὰ προσφέρει θυσία στοὺς θεούς. Τότε τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἀπείλησαν, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ὑποβλήθηκε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια καὶ σὲ σκληρὸ ξυλοδαρμὸ ποὺ κατανίκησε μὲ τὴν ἀδάμαστη πίστη του. Ὁ πατέρας του, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἦταν Χριστιανός, ἐξεπλάγην. Ἔτσι, ξεκίνησε τὸ ταξίδι γιὰ τὴν Χίο, ὅπου ἔφθασε μὲ πολὺ κόπο. Ἀμέσως ζήτησε νὰ δεῖ τὸν φυλακισμένο υἱό του καὶ ὁ ναύαρχος Νουμέριος, νομίζοντας ὅτι ἡ πατρικὴ παρέμβαση θὰ ἄλλαζε τὴν πίστη τοῦ Μάρτυρα, τὸ ἐπέτρεψε. Ὁ Ἅγιος ἱκέτευε τὸν πατέρα του νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του καὶ νὰ δεῖ τὴν ἀλήθεια. Ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου ἦταν ἀνένδοτος. Δὲν μποροῦσε νὰ ἀποδεχθεῖ ὅτι ὁ υἱός του πίστευε στὸν σταυρωθέντα Ναζωραῖο καὶ ἀρνήθηκε τὴν προγονικὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων. Τὸν καταράστηκε καὶ δήλωσε στὸν ναύαρχο Νουμέριο ὅτι τὸν ἀποκηρύσσει παρακαλώντας τον ταυτόχρονα νὰ ἐπισπεύσει τὴ θανατικὴ καταδίκη τοῦ υἱοῦ του. Ὁ Νουμέριος τὸν ἔδεσε σὲ ἄλογο ποὺ τὸν παρέσυρε καλπάζοντας ἐπάνω σὲ πέτρες. Ὁ Μάρτυς ἦταν γεμάτος πληγὲς καὶ αἵματα. Ἀμέσως ὁ Νουμέριος διέταξε τὴν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θανάτωσή του.
Τὸ σεπτὸ λείψανό του τὸ ἔριξαν σὲ φαράγγι, γιὰ νὰ τὸν καταφάγουν τὰ ὄρνεα, λίγοι δὲ στρατιῶτες φύλαγαν ἐκεῖ, μὴν τυχὸν ἔλθουν οἱ Χριστιανοὶ καὶ παραλάβουν τὸ σῶμα. Ὅμως, μία Χριστιανή, ὀνόματι Μυρόπη, ἦλθε τὴ νύχτα καὶ μὲ τὴν βοήθεια δύο ὑπηρετριών, τὴν ὥρα ποὺ οἱ στρατιῶτες εἶχαν πέσει καὶ ἡσύχαζαν, παρέλαβε τὸ ἱερὸ λείψανο, τὸ ὁποῖο ἐνταφίασε. Τὴν ἑπομένη, ὁ Νουμέριος πληροφορήθηκε ὅτι τὸ λείψανο τοῦ Μάρτυρος εἶχε ἁρπαχθεῖ. Ὑπέθεσε ὅτι οἱ στρατιῶτες δελεάστηκαν μὲ χρήματα καὶ δῶρα καὶ ἐπέτρεψαν στοὺς Χριστιανοὺς νὰ παραλάβουν τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου. Γι’ αὐτὸ τοὺς φυλάκισε, ἐνῷ παράλληλα κυκλοφόρησε τὴν εἴδηση ὅτι θὰ τοὺς φονεύσει , ἂν δὲν τοῦ ποῦν σὲ ποιὸν παρέδωσαν τὸ λείψανο. Ἡ Μυρόπη ἔκρινε ὅτι θὰ ἦταν ἄδικο νὰ ἐκτελεσθοῦν οἱ στρατιῶτες. Γι’ αὐτὸ παρουσιάσθηκε στὸν Νουμέριο καὶ τοῦ δήλωσε τὴν ἀλήθεια. Ἐκεῖνος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὴν φυλακίσουν. Μετὰ τὸ μαρτύριό της, οἱ Χριστιανοὶ ἔθαψαν μὲ εὐλάβεια τὸ λείψανο τῆς Παρθενομάρτυρος κοντὰ στὸν τάφο, ὅπου προηγουμένως αὐτὴ εἶχε ἀποθέσει αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς στρατευθεὶς τῷ Βασιλεῖ τῶν αἰώνων, τῶν ἐπιγείων τὴν στρατείαν ἀπώσω, καὶ εὐθαρςῶς ἐκήρυξας Χριστὸν τὸν Θεὸν· ὅθεν τὸν ἀγῶνά σου, τὸν καλὸν ἐκτελέσας, Μάρτυς θεοδόξαστος, τοῦ Σωτῆρος ἐδείχθης· ὃν ἐκδυσώπει σώζεσθαι ἡμᾶς, τοὺς σὲ τιμῶντας, παμμάκαρ Ἰσίδωρε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Κυβερνήτης μέγιστος τῇ οἰκουμένῃ, σὺ ἐφάνης Ἅγιε, ταῖς πρὸς Θεόν σου προσευχαῖς· διὸ ὑμνοῦμέν σε σήμερον, Μάρτυς θεόφρον, Ἰσίδωρε ἔνδοξε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ξίφει ἐκτμηθείς σου τὴν κεφαλήν, ἔτεμες τῆς πλάνης, Ἀθλοφόρε τὰς μηχανάς, καὶ Χριστῷ ἡνώθεις, τῇ κεφαλῇ τῶν ὅλων, ὡς κοινωνὸς τοῦ πάθους, τούτου Ἰσίδωρε.

 

Οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδρος, Βάρβαρος καὶ Ἀκόλουθος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀλέξανδρος, Βάρβαρος καὶ Ἀκόλουθος κήρυξαν μὲ παρρησία τὸν Χριστὸ καὶ χειραγώγησαν πολλοὺς πρὸς τὴν εὐσέβεια. Ὑπέμειναν μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὶς ὕβρεις καὶ τὰ βασανιστήρια. Μαρτύρησαν διὰ τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας αὐτῶν κεφαλῆς. Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης ποὺ ἦταν κοντὰ στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Καρτέγιος Ἐπίσκοπος Λίσμορ 

Ὁ Ἅγιος Καρτέγιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία καὶ ἦταν ἱδρυτὴς τῆς περίφημης μονῆς τοῦ Ραθανόφφαλυ, ποὺ εἶχε περὶ τοὺς ὀκτακόσιους ἑξήντα μοναχούς. Τὸ 635 μ.Χ. ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴ μονὴ καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὸ Λίσμορ, ὅπου ἐξελέγη Ἐπίσκοπος. Ἀφοῦ ἔζησε καὶ ποίμανε τὸ ποίμνιό του θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 637 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Θεράποντας ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Κύπρου

Ὁ μακάριος αὐτός ἄνδρας, καταγόταν ἀπὸ τὴν χώρα τῶν Ἀλεμάνων (Δουκάτο στὴν περιοχὴ τῆς Γερμανίας), ἀπὸ εὐγενεὶς  καὶ ευσεβεὶς γονείς. Καταφρόνησε ὅλες τὶς ἀνάγκες τῆς ζωῆς γιατὶ ἐκπαιδεύτηκε στὰ Ἱερὰ Γράμματα κατανοώντας τα πλήρως.  Περνοῦσε κάθε ἡμέρα, ὅλο τὸν χρόνο του στὶς ἱερὲς Ἐκκλησίες, μελετώντας τὶς Γραφές. Ἡ ζωή του ἦταν πολὺ λιτὴ καὶ ἁπλή. Ἤθελε νὰ ἀρέσει στὸν Θεὸ καὶ γιὰ νὰ ἀποκτήσει τὴν ἐπίδοση τῶν ἀρετῶν, σκληραγωγοῦσε τὸν ἑαυτό του σὲ ἐγκράτεια καὶ πολλοὺς ἀγῶνες. Ἔγινε ἔνθερμος κήρυκας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Ἀλεμανίας τὸν κάλεσε – ἀφοῦ ἔμαθε γιὰ τὴν ζωή του – καὶ μὲ τὴν συνεργεία τῆς Θείας Πρόνοιας καὶ τὴν ψήφο τοῦ λαοῦ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ, ὅτι ὁ Ἅγιος Θεράπων δὲν τὸ ἐπιθυμοῦσε αὐτό, ἀλλὰ ὑπάκουσε στὴν ἐντολὴ τῆς Θείας Χάριτος καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴν πατρίδα του μὲ τὸν βαθμὸ τοῦ Ἐπισκόπου. Λάμπρυνε τὸ ἀξίωμά του, ἔγινε διδάσκαλος τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἀκριβὴς στὸν λόγο του. Μετέστρεψε πολλοὺς ἀπὸ διάφορες αἱρέσεις πίσω στὴν Ἀληθινὴ Πίστη τῆς Ὀρθοδοξίας.

 

Ἐπειδὴ ποίμανε θεάρεστα γιὰ πολλὰ χρόνια τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, ὁ Διάβολος, κήρυξε βρώμικο πόλεμο κατὰ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὴν προσκύνηση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων. Ὁ Ἅγιος Θεράπων ἀντιτάχθηκε καὶ ἄσκησε κριτικὴ στοὺς εἰκονομάχους ἀποκαλώντας αὐτοὺς αἱρετικούς, ἄθεους καὶ ἀσεβείς. Ἐκείνοι, μὴ ἀνεχόμενοι τὶς ὕβρεις τοῦ Ἁγίου, τὸν συκοφάντησαν καὶ τὸν φυλάκισαν καὶ μὲ σιδερένια νύχια ἔσκιζαν τὸ σῶμά του. Ὁ Ἄγιος, τὰ ὑπέμεινε ὅλα αὐτά μὲ χαρὰ καὶ ἔλεγε στοὺς βασανιστές του «Γιὰ τὴν Ἁγία Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, εἶμαι ἔτοιμος ἀκόμα καὶ κομμάτια νὰ γίνω». Καὶ αὐτοὶ ἔδεσαν χειροπόδαρα καὶ φυλάκισαν τὸν Ἅγιο, τοποθετώντας μάλιστα καὶ μεγάλη φρουρὰ ἔξω ἀπό τὸ κελί του. Καὶ ἐνῷ οἱ θύρες τοῦ κελιοῦ του ἦταν σφραγισμένες, Ἄγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στὸν Ἄγιο τρεῖς φορὲς καὶ ἀφοῦ τοῦ ἔλυσε τὰ δεσμὰ καὶ τοῦ γιάτρεψε τὶς πληγές, τοῦ εἶπε: «Σήκω καὶ μὴ φοβᾶσαι τίποτα. Ἀκούστηκε ἡ προσευχή σου γνήσιε Μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ». Τὸ ἑπόμενο πρωί, οἱ φρουροὶ ἔβγαλαν τὸν Ἅγιο ἀπὸ τὸ κελί του, τὸν χτυποῦσαν καὶ τὸν χλεύαζαν. Ὁ Ἅγιος ἀμέσως τοὺς εἶπε: «ἐπειδή μὲ εἰρωνεύεστε καὶ παραμένετε ἀδιόρθωτοι καὶ μὲ βρίζετε, ἔφθασε σὲ σᾶς ἡ ὀργὴ τοῦ Κυρίου, καὶ θὰ γίνετε ὅλοι παράλυτοι, ὥστε ἀπὸ σᾶς, νὰ σωφρονιστοῦν καὶ οἱ ὑπόλοιποι». Μόλις τελείωσε τὸν λόγο του, σχηματίστηκε στὸν οὐρανὸ ἕνα εἶδος ἀστραπὴς ποὺ ἄφησε μεγάλο κρότο, καὶ παρέλυσε τοὺς φρουρούς, καὶ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Ἀγγέλου τοῦ Κυρίου, δραπέτευσε ὁ Ἅγιος καὶ μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν Ἀλεμανία στὰ Ἱεροσόλυμα, μέσα σὲ μία νύχτα. Ἀφοῦ ἐπισκέφτηκε ὅλα τὰ Ἱερά προσκυνήματα γιὰ δική του ὡφέλεια, κατέπληξε πολλούς, μὲ πολλὰ θαύματα καὰ σημεῖα ποὺ ἔκανε καὶ ἀνακηρύχτηκε ἀπὸ τοὺς κατοίκους ὡς Μέγας καὶ Θαυματουργός.

 

Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σημαντικὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ Ἅγιος Θεράπων, ἔγινε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅταν συνάντησε τυχαῖα στὸν δρόμο μία τελετὴ ταφῆς ἑνὸς μικροῦ παιδιοῦ. Ὁ Ἅγιος, σπλαγχνίσθηκε τὴ μάνα τοῦ παιδιοῦ ποὺ «ἀμέτρως ἐκόπτετο». Πλησίασε τὴν σωρὸ τοῦ νεκροῦ παιδιοῦ, καὶ ἅπλωσε τὸ δεξί του χέρι πρὸς αὐτὴν καὶ εἶπε: «Σήκω, στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν ὁποῖον οἱ ἄνομοι Ἑβραῖοι σταύρωσαν, ἐπὶ ἡγεμονίας Ποντίου Πιλάτου». Ὁ λόγος τοῦ Ἅγίου, ἀμέσως ἀνέστησε τὸ νεκρὸ παιδὶ καὶ ἔμειναν ὅλοι ἔκπληκτοι. Ἡ μάνα τοῦ παιδιοῦ, προσκύνησε τὰ ἴχνη τοῦ Ἁγίου καὶ μὲ ἀναφιλητὰ τὸν παρεκάλεσε νὰ τὴν βαπτίσει μαζὶ μὲ τὸ παιδί της καὶ νὰ ἀναγεννηθεῖ στὴν Ὀρθοδοξία. Μετὰ τὸ γεγονὸς αυτό, ὅλος ὁ κόσμος διατυμπάνιζε παντοῦ αὐτὸ τὸ μέγα θαῦμα ποὺ τέλεσε ὁ Ἄγιος.

 

Ὁ Ἅγιος, ἔμεινε πολλὰ χρόνια στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ τελοῦσε πλῆθος θαυμάτων σὲ ὅλον τὸν κόσμο, μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Βλέποντας ὅμως τὸν κόσμο νὰ τὸν τιμάει καὶ ἔχοντας ἤδη γίνει αρκετὰ γνωστὸς σὲ ὅλη τὴν ἐκεῖ περιοχή, ἀποφάσισε νὰ ἀφήσει τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ πάει κάπου μακριὰ γιὰ νὰ ἀποφύγει τὴν δόξα. Μπῆκε σὲ ἕνα πλοῖο καὶ πῆγε στὴν Κύπρο. Ὅμως ἡ φήμη του ἦταν τόσο μεγάλη, ποὺ εἶχε φθάσει ἀκόμα καὶ στὴν Κύπρο. Φιλοξενήθηκε ἀπὸ κάποιον Σώσιο ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα του ἦταν φιλάσθενοι. Ἡ γυναίκα του ἦταν κατάκοιτη στὸ κρεβάτι γιὰ ἐννέα χρόνια μὲ ὑψηλὸ πυρετό. Βλέποντας ὁ Ἅγιος τὴν καλοσύνη τους, τοὺς ἔδωσε τὴν πολυπόθητη ὑγεία. Καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἀσθενείς, ὅταν τὸ ἔμαθαν παρακαλοῦσαν τὸν Ἅγιο νὰ τοὺς θεραπεύσει καὶ ὁ Ἅγιος, βάζοντας τὰ χέρια του ἐπάνω στὰ κεφάλια τους, θεράπευε ὅλες τὶς ἀσθένειες, κηρύττοντας σὲ ὅλον τὸν κόσμο τὴν Ἀληθινὴ Πίστη τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀσκῶντας ἔλεγχο καὶ κριτικὴ στοὺς Αἱρετικοὺς ποὺ πολεμοῦσαν τὴν προσκύνηση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων. Ὁ Ἅγιος Θεράπων ἦταν ἀπόλυτος σὲ ὅ,τι ἀφοροῦσε τέτοια θέματα (γι’ αὐτὸ καὶ ἡ εἰκόνα του, κάνει πολλὰ θαύματα).

Κάποια στιγμή, ἐνῷ ὁ Ἅγιος ἔδινε τὸν ἀγῶνά του ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν σὲ δημόσιο χῶρο, κάποιος αὐθάδης αἱρετικὸς μὴ μπορῶντας νὰ ἀντιμετωπίσει τὸν Ἅγιο, τὸν χτύπησε στὸ πρόσωπο καὶ τὸν ἔριξε καταγῆς. Μετὰ ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες, νιώθοντας τύψεις γιὰ τὴν μεγάλη διαφορὰ ἡλικίας ποὺ τοὺς χώριζε καὶ γιὰ τὴν βία ποὺ ἄσκησε στὸ πρόσωπο τοῦ γέροντα, ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἅγιο νὰ τὸν συγχωρέσει. Ὁ Ἅγιος τὸν κάλεσε νὰ ἀσπασθεῖ τὶς Ἱερὲς εἰκόνες καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν αἵρεση. Ἐκεῖνος δὲν δέχθηκε καὶ ὁ Ἅγιος δὲν τὸν συγχώρεσε, διώχνοντάς τον ἀπὸ κοντά του «ἐπαρασάμενος αὐτὸν εἶναι κεχωρισμένον τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ». Εἶχε δεῖ σὲ ὅνειρο, τὸν Κύριο σὲ νηπιακὴ ἡλικία, νὰ φοράει ἕναν χιτῶνα λευκὸ ἀλλὰ σκισμένο ἀπὸ τὴν κορυφὴ ὡς τὰ πόδια καὶ νὰ τὸν πληροφορεῖ ὅτι αὐτὸς ὁ Αἱρετικὸς καὶ οἱ ὅμοιοί του διέρρηξαν τὸν χιτώνα του μὲ τὰ πιστεύω τους. Ὅλη ἡ κοινωνία τῆς Κύπρου ἔμεινε ἔκπληκτη μὲ τὸ θᾶρρος καὶ τὴν ἀρετὴ τοῦ Ἁγίου.

 

Ὁ τότε Πρόεδρος τοῦ νησιοῦ, ἀφοῦ ἔμαθε γιὰ τὸν Ἅγιο, τὸν κάλεσε καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ μείνει ἐκεῖ κοντά του, δίνοντάς του τὴν ἐπισκοπὴ τῆς Λάρνακας, γιὰ νὰ ὡφεληθεῖ ὅλος ὁ κόσμος. Ὁ Ἅγιος, δέχθηκε καὶ ἔγινε Ἐπίσκοπος Κύπρου. Ὅλοι ἦταν χαρούμενοι γιατὶ ἑκτὸς ἀπὸ Ἐπίσκοπος, ἦταν καὶ ὁ Ἀνάργυρος Ἰατρὸς τοῦ Νησιοῦ.

 

Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, ἔγινε ἐπιδρομὴ τῶν Ἀράβων στὴν Κύπρο, οἱ ὁποῖοι κατέκαυσαν ὅλα τὰ Μοναστήρια καὶ τὶς Ἐκκλησίες καὶ ἔσφαξαν πολλοὺς κατοίκους τοῦ νησιοῦ. Καὶ τὸν Ἅγιο Θεράποντα τὸν συνέλαβαν στὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα τὴν ὥρα ποὺ λειτουργοῦσε στὶς 14 Μαΐου. Ξαφνικά, μόλις ἔγινε αὐτό, οὐράνιες μελῳδίες καὶ ἕνα Ἄκτιστο Φῶς κύκλωσε ὅλο τὸν χῶρο τῆς Ἁγίας Τράπεζας. Αὐτὸ τὸ θέαμα στοὺς πιστοὺς τοὺς ἔδωσε δύναμη, ἐνῷ στοὺς Ἄραβες προκάλεσε φόβο καὶ τύψεις γι’ αὐτὸ ποὺ ἔκαναν. Τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου Θεράποντος τοῦ Ἱερομάρτυρα κηδεύτηκε ἀπὸ τοὺς πιστούς, ὅπου καὶ χτίστηκε ὁ πρῶτος Ναός του.

 

Ἔπειτα ἀπὸ μερικοὺς αἰῶνες, καὶ λίγο πρὶν ἐπιτεθοῦν ξανὰ οἱ Ἀγαρηνοὶ στὴν Κύπρο, ἐμφανίστηκε σὲ ὅνειρο ὁ Ἅγιος καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μεταφερθοῦν τὰ ὀστά του στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ μὴν πατηθοῦν ἀπὸ ἀπίστους. Πράγματι, τὰ ὀστά του μεταφέρθηκαν στὴν Πόλη στὶς 27 Μαΐου, ὅπου ἔγινε καὶ ναὸς πρὸς τιμήν του καὶ ἀναβλύζουν θαύματα σὲ ὅποιον ἐπικαλεῖται τὸ Πάνσεπτο ὄνομά του καὶ τιμᾶ τὴν Ἁγία Εἰκόνα του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Θεραπεύσας ἐνθέῳ ζήλῳ τὸν Κύριον, ἀληθῶς ἀνεδείχθης θεράπων τούτου πιστός· διὸ δέδοσαι ἡμῖν τοῖς τιμῶσί σε, ἀκεσώδυνος πηγή, καὶ πολυχεύμων ποταμός, θαυμάτων καὶ ἰαμάτων, Θεράπον Ἱερομάρτυς· ὅθεν σε πάντες μακαρίζομεν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῇ ἱερᾷ καὶ ζωηφόρῳ πηγῇ σου, πεποικιλμένῃ ποικιλίᾳ θαυμάτων, πάντες πιστοὶ προστρέχοντες πιστῶς καὶ εὐλαβῶς, πλοῦτον ἀρυόμεθα, ἐξαισίων θαυμάτων, καὶ φαιδρῶς γεραίρομεν, τοὺς σεπτούς σου ἀγῶνας, οὓς περ ὑπέστης ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ, Ἱερομάρτυς Θεράπον θαυμάσιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἱερέων ἔμπνους εἰκών, Θεράπον παμμάκαρ, καὶ Μαρτύρων ὁ κοινωνός· χαίροις ὁ πηγάζων, θαυμάτων θεῖα ῥεῖθρα, σοφὲ Ἱερομάρτυς, τοῖς εὐφημοῦσί σε.

Ὁ Ἅγιος Λεόντιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων 

Ὁ Ἅγιος Λεόντιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Τιβεριούπολη τῆς Φρυγίας καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς περὶ τὸ β’ ἥμισυ τοῦ 12ου αἰῶνος μ.Χ. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὴν γενέτειρά του καὶ φοίτησε κοντὰ σὲ εὐλαβὴ ἱερέα, προσῆλθε στὴ μονὴ τοῦ Πτελιδίου, ὅπου ἔγινε μοναχός. Ἀργότερα μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ συνδέθηκε μὲ τὸν Μητροπολίτη Τιβεριάδος, στὸν ὁποῖο καὶ ὑπετάγη. Ἀφοῦ ἀκολούθησε τὸν γέροντά του, ὁ ὁποῖος ἐπέστρεφε στὴν Ἐπισκοπή του, κατέπλευσε μαζί του στὴν Πάτμο, γιὰ νὰ προσκυνήσει στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Ξεκίνησε τὸ ταξίδι του γιὰ τὴν Κύπρο, ἀλλὰ ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ τὸν ὁδήγησε καὶ πάλι πίσω στὴν Πάτμο. Ἐκεῖ, μὲ πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς Θεοκτίστου, ἀνδρὸς ἔμπειρου στὰ πνευματικά, κατέστη ὑπόδειγμα ἀδελφικῆς ἀγάπης καὶ ταπεινοφροσύνης. Ὅταν ὁ ἡγούμενος Θεόκτιστος πέθανε, ὁ Λεόντιος ἐξελέγη διάδοχός του μὲ ὁμόφωνη ἀπόφαση τῶν μοναχῶν.

Ὁ Ἅγιος Λεόντιος ἐπισκεπτόταν γιὰ τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες τῆς μονῆς καὶ τὴ νῆσο τῆς Κρήτης. Εἶχε δὲ ὁρμητήριο στὴν Κρήτη τὸ μονύδριο τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ἐντὸς τῆς ἀρχαίας πόλεως Ἄπτερα, ἐπάνω ἀπὸ τὸ τουρκικὸ φρούριο Ἰσδεζὶν (Καλάμι), ποὺ ἦταν τότε μετόχι τῆς μονῆς Πάτμου.

Μεριμνώντας γιὰ τὶς ὑποθέσεις τῆς μονῆς, ὁ Ἅγιος Λεόντιος μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ εἵλκυσε τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἐκτίμηση τοῦ αὐτοκράτορος Μανουὴλ τοῦ Κομνηνοῦ (1143 – 1180 μ.Χ.) γιὰ τὸ πρόσωπό του, κατὰ σύσταση καὶ ὑποστήριξη τοῦ ὁποίου ἐξελέγη Πατριάρχης Ἱεροσολύμων τὸ 1170, σὲ καιροὺς κατὰ τοὺς ὁποίους ἡ Σιωνίτιδα Ἐκκλησία δοκιμαζόταν ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν Λατίνων.
Ὁ Ἅγιος Λεόντιος, ἀφοῦ διέπρεψε σὲ ὁσιότητα βίου καὶ ἀποστολικὸ ζῆλο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1190.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Θαυματουργός ὁ διὰ Χριστὸν σαλός 

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος Τβερντίσλοβ (=πιστὸς τοῦ Λόγου), γεννήθηκε στὴν Γερμανία ἀπὸ πλούσιους γονεῖς. Μεγαλωμένος σὲ Ρωμαιοκαθολικὸ περιβάλλον, μεταστράφηκε ἀργότερα στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ἀπὸ τὴ νεότητά του ἔζησε ἀσκητικὸ βίο καὶ εἶχε στὴν καρδιά του μεγάλη εὐσπλαχνία γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Ἐπιθυμώντας τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὁ Ἅγιος ἐγκατέλειψε τὴν πατρικὴ οἰκία, διαμοίρασε τὴν περιουσία του στοὺς φτωχοὺς καὶ ἄρχισε νὰ ζεῖ περιπλανώμενος. Τελικὰ ἔφθασε στὴ Ρωσία καὶ ἀποφάσισε νὰ ζήσει στὸ Ροστώβ. Ἐδῶ ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ζοῦσε μέσα στὸ χιόνι καὶ στὸ κρύο, ὑπομένοντας κάθε προσβολή. Ἐγκαταστάθηκε σὲ μία σαθρὴ ξύλινη καλύβα, τὴν ὁποία ἔφτιαξε ὁ ἴδιος. Ἐπέλεξε ἕνα ἀκατανόητο τρόπο ζωῆς γιὰ τὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τὸν ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει στὴν Α’ Ἐπιστολή του πρὸς Κορινθίους.

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος περνοῦσε τὸν καιρό του μὲ ἀδιάλειπτη προσευχή, μὴ ἐπιτρέποντας στὸν ἑαυτό του πολὺ ὕπνο ἢ ξεκούραση. Στεκόταν ὅλη τὴ νύχτα ἄγρυπνος καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεό.

Τὴν ἡμέρα ὁ Ἅγιος ἔκανε τοὺς γύρους τῆς πόλεως, ἐνεργώντας ὡς σαλός. Ὅπως ὁ Ἰὼβ ὁ παλαιὸς στὴν ὑπομονή του, ἔτσι καὶ ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος, ἐνῷ ἦταν ἀκόμα ζωντανός, ἦταν μαζὶ ἐπίγειος Ἄγγελος καὶ οὐράνιος ἄνθρωπος, μία φιλεύσπλαχνη ψυχή, ἁγνὸς στὴ σκέψη, μὲ ἄγρυπνη καρδιά, πίστη ἀκαταίσχυντη καὶ ἀληθινὴ ἀγάπη χωρὶς ὑποκρισία. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ βίου του ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἐπιτελεῖ θαύματα.

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1474. Οἱ Χριστιανοὶ πληροφορήθηκαν τὴν κοίμησή του μόνο ὅταν περνώντας ἔξω ἀπὸ τὴν καλύβα του ἔνιωσαν τὴν εὐωδία, ποὺ ἀνέδιδε τὸ ἱερὸ λείψανό του. Στὸν τόπο τοῦ ἐνταφιασμοῦ τοῦ Ἁγίου, κτίσθηκε ὁ ναὸς τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, στὸν ὁποῖο φυλάσσονται τὰ λείψανά του.
Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὀνομάζεται Τβερντίσλοβ (πιστὸς τοῦ Λόγου), ἐπειδὴ ὁμιλοῦσε συνεχῶς γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Μάρτυρες μοναχοὶ καὶ λαϊκοί

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀντώνιος, ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Ὁσίου Παϊσίου τοῦ Οὔγκλιχ († 6 Ἰουνίου), μαρτύρησε μαζὶ μὲ σαράντα μοναχοὺς τῆς μονῆς καὶ χίλιους λαϊκούς, ἀπὸ τοὺς Πολωνοὺς τὸ 1609.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Δανιὴλ ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Μάρτυρες μοναχοὶ καὶ λαϊκοί 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Δανιήλ, ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου, μαρτύρησε μαζὶ μὲ τριάντα μοναχοὺς τῆς μονῆς καὶ διακόσιους λαϊκούς, ἀπὸ τοὺς Πολωνοὺς τὸ 1609.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Νεομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μᾶρκος ἦταν γέννημα καὶ θρέμμα τῆς νήσου Κρήτης. Ὁ πατέρας του, ὀνόματι Ἀνδρέας, καταγόταν ἀπὸ τὴν Ζάκυνθο καὶ ἡ μητέρα του ἀπὸ τὴν Κρήτη. Σὲ μικρὴ ἡλικία, μετὰ τὸν θάνατο τῆς μητέρας του, ἀκολούθησε τὸν πατέρα του στὴν Σμύρνη. Ἐκεῖ, λόγω τῆς βίαιης διαγωγῆς τοῦ πατέρα του, ἐξισλαμίσθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Τέσσερα χρόνια παρέμεινε στὸν Ἰσλαμισμὸ ὁ Μᾶρκος καὶ μετονομάσθηκε Μουσταφᾶ.
Στὴ συνέχεια, ἀφοῦ μετανόησε καὶ ἀνένηψε, ἀπέκρουσε μὲ βδελυγμία τὴν πλάνη τῶν Ἀγαρηνῶν καὶ διέφυγε στὴ Ζάκυνθο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Κρήτη. Κατέφυγε στὴν ἀκμάζουσα τότε ἱερὰ μονὴ τῆς Κυρίας Ἀκρωτηριανῆς (Τοπλοῦ) Σητείας, γιὰ περισυλλογὴ καὶ ἄσκηση. Ἀργότερα πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐξομολογήθηκε καὶ μαθήτευσε κοντὰ στὸν σοφὸ καὶ πολυμαθὴ διδάσκαλο Μελέτιο Συρίγο. Ἐπανῆλθε στὴ Σμύρνη, ὅπου κήρυξε δημόσια τὸν Χριστιανισμό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη καὶ ἀφοῦ μὲ σθένος ἀρνήθηκε νὰ προδώσει τὴν πίστη του, βασανίσθηκε σκληρὰ καὶ τέλος ἀποκεφαλίσθηκε στὴ Σμύρνη τὸ 1643. Τὸ τίμιο λείψανό του, ἀφοῦ ἐξαγοράσθηκε ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, ὁ δὲ Θεός, σὲ ἀνταμοιβὴ τῆς θυσίας του, τὸν ἀνέδειξε πηγὴ ἰαμάτων γιὰ ὅσους προσέτρεχαν πρὸς αὐτὸν μὲ πίστη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ὁ Βούλγαρος, ὁ χρυσοχόος

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σούμνα τῆς Βουλγαρίας καὶ ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ χρυσοχόου. Ἦταν ὡραῖος στὴν ὄψη καὶ ἐνάρετος. Τὸν Ἰωάννη ἐρωτεύθηκε μία Ὀθωμανίδα, ποὺ κατοικοῦσε κοντὰ στὸ ἐργαστήριό του. Ἐπειδὴ ἀπέτυχε στὴν προσπάθειά της νὰ ἑλκύσει τὸν Ἰωάννη, ἡλικίας δεκαοκτῶ ἐτῶν, τὸν συκοφάντησε ὅτι ἀποπειράθηκε νὰ τὴν βιάσει. Κατόπιν τούτου, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν κριτή, ὁ ὁποῖος τὸν πίεζε νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ νυμφευθεῖ τὴν δῆθεν βιασμένη ἀπὸ αὐτὸν γυναῖκα. Ὁ Ἰωάννης, ἀφοῦ ἀντέκρουσε τὴν ἐναντίον του συκοφαντία, δήλωσε πρὸς τὸν κριτὴ ὅτι ἦταν καὶ θὰ παρέμενε μέχρι τέλους πιστὸς στὴν Χριστιανικὴ πίστη του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ βασανίσθηκε σκληρὰ καὶ κλείσθηκε στὴ φυλακή. Ἡ πίστη τοῦ Νεομάρτυρα ἦταν ἀκατάβλητη. Οἱ βασανιστὲς τὸν ἔβαλαν σὲ τροχό, ἔσκισαν τὸ δέρμα αὐτοῦ ἀπὸ τῆς κοιλιᾶς μέχρι τοῦ λαιμοῦ καὶ τὸν ἔκαιγαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες. Τέλος, μὲ διαταγὴ τοῦ μουφτῆ, οἱ δήμιοι τὸν ἀποκεφάλισαν τὸ 1802.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ἔγκλειστος 

Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Νικήτα ἐπαναλαμβάνεται στὶς 31 Ἰανουαρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του καὶ ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ στὶς 30 Ἀπριλίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Ἰαροσλάβλ 

Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Ἰαροσλάβλ (Πετσέρκ) ὑπῆρχε στὴν ὁμώνυμη πόλη. Ἡ Ἀλεξάνδρα Ντομπίτσκινα, ποὺ ὑπέφερε τρομακτικὰ γιὰ δεκαεπτὰ χρόνια ἀπὸ ψυχικὴ καὶ σωματικὴ ἀσθένεια, εἶδε τὸ 1823 σὲ ὅραμα μία ἐκκλησία μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Ἀποφάσισε νὰ ψάξει γιὰ ὁ ναὸ τοῦ Ἰαροσλάβλ καὶ τὴν εἰκόνα ποὺ εἶχε δεῖ στὸ ὅραμα. Ὅταν εἰσῆλθε στὸ ναό, ἡ λυπημένη Ἀλεξάνδρα εἶδε στὸν τοῖχο τὴν ἀπεικόνιση τῆς Θεοτόκου τῶν Σπηλαίων. Ξαφνικὰ εἶχε μία ἰσχυρὴ κρίση πυρετοῦ, μετὰ τὴν ὁποία ἦλθε ἡ ἀνακούφιση καὶ ἡ πλήρης θεραπεία ἀπὸ τὴν πολύχρονη ἀσθένεια. Ἀπὸ τότε ἡ εἰκόνα ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα σὲ ἐκείνους ποὺ προστρέχουν μὲ πίστη καὶ εὐλάβεια πρὸς τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Ἀριστοτέλης καὶ Λέανδρος οἱ Μάρτυρες 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν Βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr