Σὲ ἕξι μέρες ὁ Θεὸς κατασκεύασε καὶ διακόσμησε ὅλο τὸ αἰσθητὸ τοῦτο σύμπαν, ἐπίσης ἔπλασε καὶ ζωοποίησε τὸ μόνο ζῶο μὲ αἴσθηση καὶ νοῦ, τὸν ἄνθρωπο. Κατὰ τὴν ἕβδομη μέρα κατέπαυσε ἀπὸ ὅλα τὰ ἔργα Του, ὅπως μας δίδαξε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὴ γλώσσα τοῦ Μωϋσῆ.
«Καὶ εὐλόγησε ὁ Θεὸς τὴν ἑβδόμη μέρα καὶ τὴν ἁγίασε».
Πῶς λοιπὸν εὐλόγησε καὶ ἁγίασε αὐτὴ τὴν ἡμέρα, στὴν ὁποία δὲν ἔπραξε τίποτα; Πῶς δὲν εὐλόγησε τὴν «μία» τὴν πρώτη ποὺ εἶναι ὑπερεξαίρετη κατὰ τὴν ὁποία παρήγαγε τὸ σύμπαν ἀπὸ τὸ μὴ ὅν;
Πῶς δὲν εὐλόγησε κάποια ἄλλη ἑπόμενη μέρα εἴτε αὐτὴ ποὺ στερέωσε τὸν οὐρανὸ εἴτε αὐτὴ ποὺ συστάθηκε ἡ γῆ; Γιατί δὲν εὐλόγησε μᾶλλον τὴν ἕκτη ποὺ ἀνέδειξε τὸν ἄνθρωπο γνωστικὸ ζῶο κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσή Του;
Καὶ ὅμως εὐλόγησε τὴν ἕβδομη μέρα, ποὺ εἶναι μέρα ἀπραξίας.
Μερικοὶ ἐκθειάζουν τὸν ἀριθμὸ ἑπτὰ (Ἰώσηπος, Φίλων) γιατί λέγουν ὅτι εἶναι ἀγέννητος, ἀλλὰ καὶ παρθένος ἀφοῦ δὲν γεννᾶ. Ὅμως καὶ ἡ μονάδα εἶναι ἐντελῶς ἀγέννητη, ἀλλὰ καὶ γεννητικὴ κάθε ἀριθμοῦ. Μιλᾶνε γιὰ τὶς ἑπτὰ μέρες τῆς ἑβδομάδας, ἑπτὰ πλανῆτες, σ’ ἑπτὰ μέρες διχοτομεῖται ἡ σελήνη καὶ σὲ ἄλλες ἑπτὰ γίνεται πανσέληνος κ.ο.κ.
Κάθε ἀριθμὸ ἂν τὸν ἐξετάσουμε θὰ βροῦμε κάτι καλὸ καὶ θαυμαστὰ ταιριαστό. Λόγου χάρη ὁ ἀριθμὸς ἕξη εἶναι πρῶτος μεταξὺ τῶν τελείων ἀφοῦ ἐξισώνεται πρὶν ἀπὸ τοὺς ἄλλους στὰ μέρη του, γι’ αὐτὸ καὶ τὸ σύμπαν ὁλοκληρώθηκε σ’ αὐτόν.
Ὅμως ὁ Μωϋσῆς κατὰ κανένα τρόπο δὲν ἐμφάνισε τὸν Θεὸ ὡς ἐπαινέτη τοῦ ἀριθμοῦ. Λαμβάνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια τοῦ Μωϋσῆ λέμε γιὰ ποιὸ λόγο εὐλόγησε τὴν ἑβδόμη μέρα. Λέγει ὅτι: «κατέπαυσε ὁ Θεὸς τὴν ἕβδομη ἡμέρα ἀπὸ ὅλα τὰ ἔργα του τὰ ὁποία ἄρχισε νὰ ἐκτελεῖ». Ἑπομένως ὑπάρχουν ἔργα τοῦ Θεοῦ ποὺ οὔτε ἄρχισε νὰ ἐκτελεῖ, οὔτε ἔπαυσε νὰ ἐκτελεῖ.
Εὐλόγησε λοιπὸν καὶ ἁγίασε τὴν ἕβδομη ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἔπαυσε νὰ πράττει τὰ αἰσθητά, σὰν εἶδος ἐπανόδου στὸ ὕψος του θεοπρεπῶς, ποὺ βέβαια ποτὲ δὲν ἐγκατέλειψε, διδάσκοντας ἐμᾶς νὰ βρεθοῦμε κατὰ δύναμη σ’ ἐκείνη τὴ κατάπαυση ποὺ εἶναι ἡ κατὰ τὸ νοῦ μας θεωρία καὶ ἀνύψωση πρὸς τὸ Θεό. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἕνα αἴτιο τῆς εὐλογίας τῆς ἕβδομης ἡμέρας καὶ παρήγγειλε ὁ Μωϋσῆς νὰ τηρεῖται ἀργία, ἀλλὰ μόνο ἀπὸ τὰ ἔργα ποὺ βοηθοῦν τὸ σῶμα, ἐνῶ γιὰ τὴ ψυχὴ παρήγγειλε ἐνέργεια.
Ἄλλο αἴτιο εἶναι ἡ πρόβλεψη τοῦ δημιουργοῦ τῆς ἐκτροπῆς τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ χειρότερο μέχρι καταστροφῆς καὶ φυλακῆς στὸν Ἅδη, τὴν ἀχρήστευση ὅλου τοῦ κόσμου, ἀλλὰ καὶ τὸ μελλοντικὸ ἀνακαινισμὸ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὴ ἡ ἀνακαίνιση ἐνεργήθηκε μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ, τὴν κατάβαση στὸν Ἅδη τοῦ Χριστοῦ διὰ τοῦ θανάτου καὶ τὴν ἀνάκληση τῶν ψυχῶν ἀπὸ αὐτὸν τὸ Σάββατο.
Τελείωση τῆς ἑβδόμης μέρας εἶναι ἡ ὄγδοη ἡμέρα, ἡ Κυριακὴ κατὰ τὴν ὁποία ἔγινε ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Δὲν εἶναι μόνο ὄγδοη ἡμέρα, ἀλλὰ καὶ ἡ πρώτη τῶν ἔπειτα ἀπὸ αὐτή, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Μωϋσῆς τὴν ὀνόμασε ὄχι «πρώτη», ἀλλὰ «μία» ὡς ἀνώτερη ἀπὸ τὶς ἄλλες καὶ ὡς προοίμιο τῆς μιᾶς καὶ ἀνέσπερης ἡμέρας τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε τὴν Κυριακή, τὴν ἡμέρα τῆς ἀναστάσεώς του, στοὺς μαθητές του, ἐνῶ ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς. Καὶ πάλι στὴν ὄγδοη ἡμέρα, δηλαδὴ τὴν Κυριακή, (ποὺ τιμᾶμε σήμερα) στὸ ἴδιο σπίτι μὲ κλειστὲς τὶς πόρτες ἐμφανίζεται στὸ διστακτικὸ Θωμᾶ γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ πίστη. Ἀπὸ τότε διαρκῶς ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐπιτελεῖ τὶς συνάξεις, κυρίως τὶς Κυριακές. Καὶ γι’ αὐτὸ δὲν πρέπει κανεὶς νὰ ἀπουσιάζει ἀπὸ τὶς ἱερὲς καὶ θεοπαράδοτες συνάξεις καὶ ἐγκαταλειφθεῖ δίκαια ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ πάθει κάτι παρόμοιο μὲ τὸν Θωμᾶ, ποὺ δὲν ἦλθε στὴν ὥρα του. Ὁ Θωμᾶς ὅταν ἦταν ἀπῶν ἀπὸ τὴ σύναξη, ἔγινε ἄπιστος, ὅταν δὲ ἐπανῆλθε μὲ τοὺς πιστεύοντας, τότε δὲν ἀστόχησε στὴ πίστη του. Ἑπομένως νὰ ἐπισκεπτόμαστε συχνὰ τὴν Ἐκκλησία τὶς Κυριακὲς σχολάζοντας ἀπὸ τὰ ἐπίγεια ἔργα μας, χωρὶς ἀπουσίες γιὰ νὰ λαβαίνουμε τὴν εἰρήνη καὶ νὰ αὐξάνουμε τὴν πίστη μας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος βαρύς.
Σφραγισμένου τοῦ μνήματος, ἡ ζωὴ ἐκ τάφου ἀνέτειλας Χριστὲ ὁ Θεός· καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, τοῖς Μαθηταῖς ἐπέστης ἡ πάντων Ἀνάστασις, Πνεῦμα εὐθὲς δι’ αὐτῶν ἐγκαινίζων ἡμῖν, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Τῇ φιλοπράγμονι δεξιᾷ, τὴν ζωοπάροχόν σου πλευράν, ἡ Θωμᾶς ἐξηρεύνησε Χριστὲ ὁ Θεός· συγκεκλεισμένων γὰρ τῶν θυρῶν ὡς εἰσῆλθες, σὺν τοῖς λοιποῖς Ἀποστόλοις ἐβόα σοι· Κύριος ὑπάρχεις καὶ Θεός μου.
Μεγαλυνάριον.
Θυρῶν κεκλεισμένων τοῖς Μαθηταῖς, ὑπέστης Σωτήρ μου, τὴν εἰρήνην σου δοὺς αὐτοῖς· ὅθεν ὁ Θωμᾶς σε, δακτύλῳ ψηλαφήσας, ἐβόα· Σὺ Θεός μου, πέλεις καὶ Κύριος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας
Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας γεννήθηκε πιθανῶς κατὰ τὸ 650 π.Χ., στὴν μικρὴ πόλη τῆς φυλῆς Βενιαμὶν Ἀναθώθ, βορειοανατολικὰ τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας καὶ ὀνομαζόταν Χελκίας. Ἀνατράφηκε στὴν ἱερατικὴ αὐτὴ οἰκογένεια μὲ αὐστηρότητα. Μελετοῦσε τοὺς πρὸ αὐτοῦ Προφῆτες Ἡσαΐα καὶ Ὠσηέ. Νεότατος στὴν ἡλικία, περίπου 23 – 25 ἐτῶν, περὶ τὸ 627 – 625 π.Χ., καλεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸ προφητικὸ ἀξίωμα. Ἀνταποκρίνεται στὸ θέλημα τοῦ Κυρίου καὶ ἔτσι τὸ ὄνομά του (Ἱερεμίας), ποὺ σημαίνει ὁ Θεὸς ἀνυψώνει ἢ καθιστᾶ, ἐκφράζει καὶ τὴν ἀποστολή του.
Κατάπληκτος ἀπὸ τὴν τιμὴ αὐτὴ ὁ Ἱερεμίας, ἀρνεῖται τὴν ὑψηλὴ τιμητικὴ κλήση, προβάλλοντας τὶς ἀσθενεῖς νεανικές του δυνάμεις. Ὁ Θεὸς ὅμως ἐνισχύει αὐτὸν ὑποσχόμενος, ὄχι ὑλικὲς ἀμοιβὲς καὶ τιμές, ἀλλὰ τὸ πολυτιμότερο ὅλων: τὴ βοήθειά Του. Ὁ Ἱερεμίας ὑπακούει.
Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας καθαγιάσθηκε πρὶν ἀπὸ τὴ γέννησή του, ὅπως γράφει ὁ Ἅγιος Ἱερώνυμος. Πράγματι, στὴν ἀρχὴ τοῦ προφητικοῦ του βιβλίου ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς τοῦ λέγει: «Πρὸ τοῦ με πλάσαι σε ἐν κοιλίᾳ ἐπίσταμαί σε καὶ πρὸ τοῦ σε ἐξελθεῖν ἐκ μήτρας ἡγίακά σε, προφήτην εἰς ἔθνη τέθεικά σε».
Σὲ τέσσερις περιόδους δυνάμεθα νὰ διαιρέσουμε τὴν δημόσια δράση του. Πρώτον, ἐπὶ τοῦ βασιλέως Ἰωσίου πρὸ τῆς μετερρυθμίσεως (627 – 621 π.Χ.), δεύτερον, ἐπὶ τοῦ βασιλέως Ἰωακεὶμ μέχρι τοῦ Σεδεκίου (609 – 598 π.Χ.), τρίτον, ἐπὶ Σεδεκίου (598 – 586 π.Χ.) καὶ τέταρτον, μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ Σεδεκίου.
Μετὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰσραήλ, τὸ βασίλειο τοῦ Ἰούδα, ὅπου βρισκόταν ὁ Προφήτης Ἱερεμίας, τελοῦσε ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τῶν Ἀσσυρίων, ὄχι μόνο πολιτικὰ ἀλλὰ καὶ θρησκευτικά. Ἡ πολυθεΐα τῶν Ἀσσυρίων εἶχε εἰσχωρήσει στοὺς Ἰουδαίους, διότι ὁ βασιλέας Μανασσῆς (693 – 639 π.Χ.) ἦταν ὑποτελὴς τῶν Ἀσσυρίων καὶ εἶχε παραδοθεῖ σὲ θρησκευτικὸ συγκρητισμὸ καὶ σὲ εἰδωλολατρία. Ὅσες πόλεις ὑπῆρχαν στὴν Ἰουδαία, τόσοι ἦταν καὶ οἱ θεοί, ὅσοι οἱ δρόμοι τῆς Ἱερουσαλήμ, τόσα θυσιαστήρια τοῦ Βαάλ. Ὑπῆρχε ἡ εἰδωλολατρία τοῦ Μολὼχ μὲ τὰ ἀνθρώπινα θύματα. Στὶς αὐλὲς τοῦ ναοῦ ἦταν θυσιαστήρια τῶν Ἀσσυρίων θεῶν καὶ τὸ εἴδωλο τῆς Ἀστάρτης. Ὁ Ἱερεμίας, ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Ἰωσίου, ἀπὸ τὸ 627 π.Χ., ἐπέρχεται κατὰ τῆς πολυθεΐας κηρύσσοντας τὸν Ἕνα καὶ Μόνο Ἀληθινὸ Θεὸ καὶ στηλιτεύοντας τὴ διαφθορά. Ἐκτὸς τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ἀνηθικότητας, ὁ Ἱερεμίας πολεμάει κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ καὶ τοὺς ψευδοπροφῆτες, οἱ ὁποῖοι παραπλανοῦσαν τὸν λαὸ μὲ ψευδεῖς προφητεῖες. Ὁ Προφήτης διαισθάνεται κάποια μεταβολὴ τοῦ λαοῦ, κάποια μετάνοια, διότι στὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ, ὁ λαὸς ἀπαντᾶ: «Ἰδού, πρὸς Σὲ ἔρχομαι». Ἡ μετάνοια ὅμως αὐτὴ ἦταν πρόσκαιρη λόγω τῆς ἀνομβρίας. Ὁ Προφήτης πονάει, ὑποφέρει. Περιέρχεται σὲ ἀπόγνωση. Ὅμως ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ δὲν ἐξαντλεῖται. Ὁ Θεὸς συμβουλεύει τὸν Προφήτη νὰ ἐρευνήσει τὴν ὑπὸ τοῦ κακοῦ τρυγηθεῖσα ἄμπελο, τὸ λαό Του, μήπως εὕρει ρώγα σταφυλιοῦ, κάποιον ἄνθρωπο εὐσεβή, ἀτρύγητο ἀπὸ τὸ κακό. Ἔτσι τονίζεται ἡ μεγάλη ἀξία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Προφήτης δὲν βρίσκει δυστυχῶς καμία ρώγα σταφυλιοῦ ἀτρύγητη ἀπὸ τὸ κακό. Στὴν ἄκαρπη αὐτὴ προσπάθεια τοῦ Προφήτη, ὁ Θεὸς συνιστᾶ σὲ αὐτὸν καὶ πάλι νὰ συνεχίσει τὴν ἐργασία του, γιὰ νὰ πεισθεῖ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Προφήτης γιὰ τὸ ἀδιόρθωτο τοῦ λαοῦ καὶ τὴ δίκαιη τιμωρία του. Ὁ Θεὸς παρομοιάζει τὸν Προφήτη μὲ μεταλλουργὸ ποὺ δοκιμάζει τὰ μέταλλα καὶ φροντίζει ἀπὸ τὸ μεῖγμα νὰ ἐξαγάγει αὐτὰ ποὺ εἶναι εὐγενή, δηλαδὴ τὸ χρυσὸ καὶ τὸν ἄργυρο. Μάταια ὅμως.
Ἐδῶ τερματίζεται ἡ πρώτη περίοδος τῆς δράσεως τοῦ Προφήτη Ἱερεμίου. Κατόπιν ἔρχεται ἡ κατάλυση τοῦ Ἀσσυριακοῦ βασιλείου διὰ τῆς πίστεως τῆς Νινευΐ τὸ 621 π.Χ. Ὁ εὐσεβὴς βασιλέας Ἰωσίας, ἐπωφελούμενος ἀπὸ τὴν κατάρρευση αὐτή, ἀνέλαβε πολιτικὴ ἐξωτερικῆς ἀνεξαρτησίας καὶ προέβη σὲ ἐσωτερικὲς μεταρρυθμίσεις, γιὰ νὰ ὀρθώσει τὴν πίστη στὸν Θεό. Ὁ Ἱερεμίας, κατὰ τὸ χρονικὸ διάστημα 621 – 608 π.Χ., ἀποσύρθηκε πιθανότατα σὲ μόνωση. Χαρακτηριστικὸ τῆς ἀσκητικῆς του ζωῆς ἦταν ὅτι αὐτὸς «λινοῦν περίζωμα εἶχε μόνον. Ὡς δὲ τὰ εὐτραφῆ τῶν σωμάτων γυμνούμενα φανερωτέραν δείκνυσι τὴν ἀκμήν, οὕτω καὶ τῶν ἠθῶν τὸ κάλλος, μὴ ἀνειλούμενον ἀπειροκάλοις φλυαρίαις, τὸ μεγαλοπρεπὲς ἐνδείκνυται».
Κατὰ τὴν δεύτερη περίοδο τῆς δράσης του, ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ βασιλέως Ἰωακεὶμ (609 – 598 π.Χ.), ὁ Προφήτης Ἱερεμίας στρέφεται κατὰ τῶν ἀτόπων τῆς Ἰσραηλιτικῆς θρησκείας. Ὁ μαγικὸς χαρακτήρας, τὸν ὁποῖο ἀπέδιδαν οἱ Ἰουδαῖοι στὸ ναὸ καὶ στὶς τελετές, τὸν ἐνοχλοῦσε. Ἔλεγε δέ, ὅτι «ὁ ναός, ὁ ὁποῖος χρησιμεύει νὰ καλύπτει τὰ κακουργήματα, εἶναι ὄχι ναὸς Θεοῦ, ἀλλὰ σπήλαιο λῃστῶν».
Κατὰ τὸ πρῶτο ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Ἰωακείμ, σὲ κάποια μεγάλη ἑορτή, ἐμφανίζεται ὁ Προφήτης Ἱερεμίας στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ καὶ μέσα στὸ ἐνθουσιῶδες ἀπὸ τὴ θέα τοῦ ναοῦ πλῆθος, προσβάλλει τὴν ἐσφαλμένη αὐτὴ πίστη, τὴν ὁποία εἶχε ὁ λαὸς περὶ τοῦ ναοῦ καὶ κηρύσσει τὴν ἐπερχόμενη καταστροφὴ τοῦ ναοῦ. Ὅλος ὁ λαὸς ἐξεγείρεται καὶ ζητεῖ τὸν θάνατό του. Σώζεται μὲ τὴν ἐπέμβαση τοῦ Ἀχικάμ. Μεταβαίνει στὸ ἐργαστήριο τοῦ κεραμέως καὶ παρατηρεῖ ὅτι ὁ κεραμέας μεταπλάσσει ὅσα ἀπὸ τὰ πήλινα δοχεῖα δὲν ἀρέσουν σὲ αὐτόν. Ἔτσι, λέγει ὁ Προφήτης, θὰ κάνει ὁ Θεὸς σὲ ἔθνη καὶ ἀνθρώπους, τὰ ὁποία δὲν ἀρέσουν σὲ Αὐτόν. Γιὰ τὴν ἀποφυγὴ τῆς καταστροφῆς συνιστᾶ τὴν ἐσωτερικὴ μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Ἄρχοντες καὶ λαὸς ἀντιδροῦν. Κουρασμένος ὁ Προφήτης ἀπὸ τοὺς ἄκαρπους ἀγῶνες του ζητεῖ τὴ μόνωση καὶ προβλέποντας τὴν ἀμετανοησία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, προλέγει τὴν καταστροφή του.
Κάποιοι ἄνθρωποι ἀποφασίζουν νὰ τὸν δηλητηριάσουν στὴν Ἀναθώθ. Συνωμοτοῦν ἐναντίον του καὶ συγγενεῖς του. Ὁ Ἱερεμίας ἀποδίδει τὴν σωτηρία του στὸν Θεό. Στρέφεται κατὰ τῶν ἀρχόντων, τοῦ βασιλέως Ἰωακεὶμ καὶ τῶν ἀνακτόρων, τῶν ὁποίων κηρύσσει τὴν καταστροφή. Ὅλος ὁ κόσμος εἶναι ἐναντίον του. Πρὸς στιγμὴν κάμπτεται, διότι νομίζει ὅτι ἔχει ἐγκαταλειφθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ παραπονεῖται. Συνέρχεται ὅμως καὶ συνεχίζει τὸ ἔργο του. Στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ κηρύσσει καὶ πάλι τὴν καταστροφὴ τοῦ ναοῦ. Τὸ κήρυγμα αὐτὸ προκαλεῖ ἀναταραχή. Γι’ αὐτὸ ὁ στρατηγὸς τοῦ ἱεροῦ χώρου τοῦ ναοῦ Πασχὼρ τὸν ραβδίζει καὶ τὸν ρίχνει στὴ φυλακή. Τὰ κηρύγματά του γίνονται δεκτὰ μὲ εἰρωνεῖες. Τοῦ ἀπαγορεύουν νὰ ἐπισκέπτεται τὸ ναό. Ὁ Προφήτης σκέπτεται νὰ ἐγκαταλείψει τὸν ἀγῶνα. Ἡ φωτιὰ ὅμως τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι μέσα του, δὲν τὸν ἀφήνει. Κατὰ τὸ τέλος τοῦ 605 π.Χ., μετὰ τὴν ἥττα τῶν Αἰγυπτίων στὸ Χαρκαμύς, ἐπειδὴ ὁ ἴδιος δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ εἰσέλθει στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ, δίδει στὸν μαθητή του Βαροὺχ νὰ ἀναγνώσει στὸ μέσο τῆς αὐλῆς τοῦ ναοῦ, προφητεία, διὰ τῆς ὁποίας κηρυσσόταν ἡ καταστροφὴ τοῦ ναοῦ. Ὅλοι τότε ἐπαναστατοῦν ἐναντίον του. Ὁ Ἱερεμίας καὶ ὁ Βαροὺχ κρύβονται, γιὰ νὰ μὴ συλληφθοῦν. Ἡ προλεχθεῖσα ὅμως καταστροφὴ ἐπῆλθε.
Οἱ Βαβυλώνιοι κατέστησαν φόρου ὑποτελὴ τὸ βασιλέα Ἰωακείμ. Αὐτός, ἐπιθυμώντας τὴν ἀνεξαρτησία καὶ ἀφοῦ παρακινήθηκε ἀπὸ ἄκριτους ἀνθρώπους, προκαλεῖ τὴ Βαβυλώνιο ἐκστρατεία κατὰ τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὁ Ναβουχοδονόσωρ ἐπέρχεται ἐναντίον του καὶ πολιορκεῖ τὴν Ἱερουσαλήμ. Ὁ Ἱερεμίας μάταια συνιστᾶ στὸν βασιλέα Ἰωακείμ, ὑποταγὴ στοὺς Βαβυλώνιους. Ὁ Ἰωακεὶμ πεθαίνει καὶ ἡ πόλη καταλαμβάνεται καὶ πολιορκεῖται. Ὁ ναὸς καταστρέφεται. Ὁ ἄμεσος διάδοχος τοῦ Ἰωακείμ, ὁ Ἰωαχεὶμ (Ἰεχονίας) πορεύεται σὲ αἰχμαλωσία μὲ τοὺς ἀξιωματούχους τῆς χώρας καὶ δέκα χιλιάδες ἀπὸ τὸ λαό. Ὁ βασιλέας Ναβουχοδονόσωρ ὁρίζει ὡς διάδοχο τοῦ Ἰεχονίου, τὸν Σεδεκία.
Κατὰ τὴν Τρίτη περίοδο τῆς δράσεως τοῦ Προφήτη Ἱερεμίου, τὸ 594 π.Χ., ἀπεσταλμένοι τῶν Ἰδουμαίων, Ἀμμωνιτῶν, Τύρου καὶ Σιδῶνος, παρακάλεσαν τὸν Σεδεκία νὰ συμμαχήσουν κατὰ τῶν Βαβυλωνίων. Οἱ ψευδοπροφῆτες κηρύσσουν ὅτι τὰ ἱερὰ σκεύη τοῦ ναοῦ ποὺ εἶχαν κλαπεῖ θὰ ἐπιστραφοῦν. Ὁ Ἱερεμίας ἀντιτίθεται καὶ συμβολικὰ θέτει ζυγὸ στὸν τράχηλό του, γιὰ νὰ δηλώσει ὅτι θὰ εἶναι δοῦλοι τοῦ Ναβουχοδονόσορ. Ὁ ψευδοπροφήτης Ἀνανίας σπάζει τὸ ζυγὸ πάνω στὸν τράχηλο τοῦ Ἱερεμία, γιὰ νὰ τονίσει τὴν ἀποτίναξη τοῦ ζυγοῦ τῶν Βαβυλωνίων. Ὁ Ἱερεμίας ἀπαντᾶ: «Ἔσπασες ξύλινους ζυγούς; Σιδερένιους θὰ θέσει ὁ Θεὸς στὸν τράχηλό σας».
Ὁ Σεδεκίας τήρησε συνετὴ πολιτικὴ πρὸς τοὺς ἀπεσταλμένους τῶν ἄλλων περιοχῶν καὶ ἐνέκρινε τὴν γνώμη τοῦ Προφήτη Ἱερεμία. Ὅμως, κατὰ τὸ 588 π.Χ., ὁ φαραὼ τῆς Αἰγύπτου Οὐαφρῆς ἐπαναστατεῖ κατὰ τῶν Βαβυλωνίων. Τὸ φρόνημα τῶν Ἰουδαίων ἀναπτερώνεται καὶ λαμβάνουν καὶ αὐτοὶ μέρος στὴν ἐπανάσταση αὐτή. Ὁ Ἱερεμίας τοὺς ἀποτρέπει ἀπὸ τὸ νὰ συμμαχήσουν μὲ τοὺς Αἰγυπτίους κατὰ τῶν Βαβυλωνίων. Οἱ Ἰουδαῖοι δὲν ὑπακοῦν καὶ ἐπαναστατοῦν. Ὁ Ἱερεμίας ἐπιμένει ὅτι ἡ πόλη τῶν Ἱεροσολύμων θὰ καταστραφεῖ. Οἱ ἄρχοντες τὸν ρίχνουν σὲ λάκκο βορβορώδη, διότι μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὁ Προφήτης ὁμιλοῦσε παρέλυε τὰ χέρια τῶν πολεμιστῶν. Μὲ τὴν ἐπέμβαση ὅμως τοῦ Ἀβδεμέλεχ ἀποσύρεται ἀπὸ τὸν λάκκο. Ἡ πόλη τῶν Ἱεροσολύμων καταλαμβάνεται καὶ ὁ βασιλέας Σεδεκίας συλλαμβάνεται, τυφλώνεται καὶ ὁδηγεῖται στὴ Βαβυλώνα. Ἡ πόλις παραδίδεται στὶς φλόγες.
Κατὰ τὴν τέταρτη περίοδο τῆς δράσεώς του, ὁ Ἱερεμίας, μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀποφασίζει νὰ διαμείνει πλησίον τοῦ Γοδολίου. Τὸν Γοδολία, ὁ βασιλέας Ναβουχοδονόσωρ ἐγκαθιστᾶ κυβερνήτη τῆς Ἰουδαίας. Μετὰ ἀπὸ λίγο, ὅμως, ὁ Γοδολίας δολοφονεῖται καὶ ὁ Ἰουδαϊκὸς λαός, φοβούμενος τὴν τιμωρία ἀπὸ τοὺς Βαβυλωνίους, ἀποφασίζει νὰ ἀπέλθει στὴν Αἴγυπτο παρὰ τὴν γνώμη τοῦ Ἱερεμίου καὶ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς τὴν θέλησή του, παίρνουν μαζί τους καὶ τὸν Ἱερεμία, ὁ ὁποῖος κηρύττει καὶ στὴν Αἴγυπτο. Προλέγει τὴν εἰσβολὴ τοῦ Ναβουχοδονόσωρ, ἡ ὁποία καὶ ἔγινε. Ἐκεῖ οἱ Ἰουδαῖοι περιπίπτουν σὲ εἰδωλολατρία. Ὁ Προφήτης ἐπέρχεται καὶ πάλι ἐναντίον αὐτῶν. Ἐκεῖνοι ὅμως δὲν ὑπακούουν καὶ ὁ Προφήτης προλέγει τὴν καταστροφή τους.
Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας λιθοβολήθηκε ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες του στὴν πόλη Τάφνα τῆς Αἰγύπτου ἢ ἀπήχθη μαζὶ μὲ τὸν Βαροὺχ αἰχμάλωτος ἀπὸ τὸν βασιλέα Ναβουχοδονόσωρ σὲ κάποια εἰσβολή του στὴν Αἴγυπτο τὸ 568 π.Χ., ὡς λέγει κάποια Ραββινικὴ παράδοση.
Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὸ ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.
Τὸ βιβλίο τοῦ Προφήτου Ἱερεμίου στὴν Παλαιὰ Διαθήκη δὲν παρουσιάζει μόνο ὑψηλὲς θρησκευτικὲς ἰδέες, ἀλλὰ κυρίως μία ζωηρὴ θρησκευτικὴ προσωπικότητα, διότι ὁ Ἱερεμίας δὲν κήρυττε μόνο, ἀλλὰ ζοῦσε τὴν διδασκαλία αὐτὴ μὲ τόση ἐπιμονή, ὥστε ὄχι μόνο ὁ θάνατός του ὑπῆρξε μαρτυρικός, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρη ἡ ζωή του ἦταν ἕνα διαρκὲς μαρτύριο. Ἡ διδασκαλία τοῦ Προφήτου Ἱερεμίου ἀφοροῦσε, α) τὸν ἄνθρωπο, β) τὸν Θεὸ καὶ γ) τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Κέντρο καὶ τῶν τριῶν αὐτῶν εἶναι ἡ καρδιά, ἡ βάση τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐκ γαστρὸς ἡγιάσθης τῇ προγνώσει τοῦ Κτίσαντος, καὶ προφητικῆς ἐπληρώθης ἐκ σπαργάνων συνέσεως· ἐθρήνησας τὴν πτῶσιν Ἰσραήλ, σοφὲ Ἱερεμία ἐν στοργῇ· διὰ τοῦτο ὡς Προφήτην καὶ Ἀθλητήν, τιμῶμέν σε κραυγάζοντες· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ, ἡμῖν τὰ κρείττονα.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἐκ γαστρὸς θεόληπτος, καὶ συμπαθείας ἔμπλεως, τὴν τοῦ λαοῦ σου ἐθρήνησας ἔκπτωσιν, Ἱερεμία ἔνδοξε· διὰ τοῦτό σε λίθοις, ἐν Αἰγύπτῳ Προφῆτα φόνῳ παρέδωκαν, οἱ μὴ εἰδότες ψάλλειν, σὺν σοὶ Θεῷ· Ἀλληλούϊα.
Μεγαλυνάριον.
Τὸν ἡγιασμένον ἀπὸ γαστρός, ὡς ἐκλελεγμένον, ἐπαξίως τῷ Σαβαώθ, σὲ Προφητομάρτυς, σοφὲ Ἱερεμία, ὑμνοῦμεν καὶ βοῶμεν· Σκέπε τοὺς δούλους σου.
Ὁ Ἅγιος Βατᾶς ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Βατᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴν Περσία καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς Χριστιανοὺς κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. Σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν, ἀφοῦ ἄφησε τοὺς γονεῖς, τὰ τέκνα καὶ τὴν γυναῖκα του, ἀπῆλθε σὲ μοναστήρι καὶ ἔγινε μοναχὸς ποθώντας τὴ ζωὴ τῶν Μαρτύρων. Ἔτσι, ὅταν ἔγινε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν στὴν Περσία, οἱ μὲν ἄλλοι συμμοναστές του ἔφυγαν ἐγκαταλείποντας τὸ μοναστήρι, αὐτὸς δέ, ἀφοῦ ἔμεινε, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Πέρσες καὶ παραδόθηκε στὸν ἄρχοντα Νισίβεως Ἰασδήχ, ἀδελφὸ τοῦ Βαρζαβανᾶ, ὁ ὁποῖος τὸν διέταξε νὰ προσκυνήσει τὸν ἥλιο. Ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε καὶ ὁμολόγησε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου. Τότε ὑπέστη φοβερὸ μαρτύριο. Τοῦ ἔδεσαν τὰ χέρια καὶ τὰ τέντωσαν τόσο πολύ, ὥστε ἐξαρθρώθηκαν οἱ ὦμοι του. Στὴν συνέχεια τὸν ἔδεσαν καὶ τὸν ἔσυραν, τὸν κατέκοψαν μὲ μάχαιρα καὶ τέλος ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλή του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Φιλόσοφος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Φιλόσοφος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Τὰ σχετικὰ μὲ τὸν Βίο του ἀφηγήθηκε ὁ Μέγας Ἀντώνιος.
Ὁ Ἅγιος ἦταν κήρυκας τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποία διέδιδε μὲ πολλὴ εὐγλωττία καὶ θερμότητα, ὑποστηρίζοντας καὶ ἀναπτύσσοντας αὐτὴν πειστικὰ καὶ ἀκαταμάχητα ἐνώπιον εἰδωλολατρῶν καὶ Ἰουδαίων. Καὶ ἀκολουθώντας τὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου, ζοῦσε μὲ τρόπο σεμνὸ καὶ ἄμεμπτο, ἐντελῶς ξένο πρὸς τὰ πάθη, μὲ νεκρὴ τὴ σάρκα του.
Οἱ ἐχθροὶ τοῦ Σταυροῦ, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν νικήσουν διὰ λόγου, πολλὲς φορὲς ἀποπειράθηκαν νὰ τὸν παγιδεύσουν μὲ δολερὰ δίχτυα. Τοῦ πρόσφεραν πολλὰ χρήματα, ἀλλὰ αὐτὸς τὰ περιφρόνησε. Τοῦ ὑποσχέθηκαν ἀξιώματα, ἀλλὰ αὐτὸς ἐπέδειξε τὸ Εὐαγγέλιο. Τὸν κάλεσαν σὲ πολυτελὴ συμπόσια, ἀλλὰ ὁ Φιλόσοφος ἢ δὲν προσῆλθε ἢ περιορίστηκε στὸ μέτρο τῆς ἐγκράτειας. Τότε ὁ ἄρχοντας τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ οἱ ἐχθροί του, θέλοντας νὰ καταισχύνουν καὶ νὰ σπιλώσουν τὸν σώφρονα βίο τοῦ Μάρτυρα, μηχανεύθηκαν τὸ ἑξῆς: τὸν συνέλαβαν καὶ ἀντὶ ἄλλης τιμωρίας τὸν ἔδεσαν πάνω σὲ ἕνα κρεβάτι. Στὴ συνέχεια ἔστειλαν πρὸς αὐτὸν γυναῖκα ἐλαφρῶν ἠθῶν, ἡ ὁποία μὲ κάθε τρόπο τὸν δελέαζε καὶ τὸν παρακινοῦσε πρὸς μείξη ἀκόλαστη. Ὁ Μάρτυρας, μὴ δυνάμενος νὰ κινηθεῖ, ἔκλεισε τὰ μάτια του καὶ ἀψηφώντας τὴ δριμύτητα τοῦ πόνου δάγκωσε τὴν γλῶσσα του μέχρις αἵματος καὶ ἀποκοπῆς της. Τὸ αἷμα ποὺ ἔτρεξε κατέβρεξε τὴ μορφὴ καὶ τὰ ἐνδύματα τῆς πόρνης, ἡ ὁποία παρέλυσε καὶ ταράχθηκε ἀπὸ τὸν φόβο. Οἱ ἐχθροὶ τοῦ Μάρτυρα Φιλοσόφου ἐξεπλάγησαν, ἀλλὰ δὲν μετανόησαν. Ἀφοῦ ἀπέτυχαν νὰ τὸν παρασύρουν στὴν ἀκολασία, ἀποφάσισαν νὰ τὸν φονεύσουν. Ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ὁ Μάρτυρας ἔλαβε τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σάββας τελειώθηκε ἀφοῦ τὸν κρέμασαν ἐπάνω σὲ ἕνα δένδρο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἀκάκιος ἢ Ἄσιος ἦταν διάκονος καὶ μαρτύρησε στὴ Γαλλία τὸ 303 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοὺ (284 – 305 μ.Χ.).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἄκελος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Ἄκελος ἦταν ὑποδιάκονος καὶ μαρτύρησε στὴ Γαλλία τὸ 303 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοὺ (284 – 305 μ.Χ.), μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἱερομάρτυρα Ἀκάκιο ἢ Ἄσιο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα ἡ διὰ Χριστὸν Σαλή
Ἀναφέρεται στὰ Γεροντικὰ ὅτι ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν († 29 Νοεμβρίου) πληροφορήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο γιὰ τὴν ἀρετὴ τῆς Ὁσίας Ἰσιδώρας καὶ ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε τὴ μονὴ αὐτῆς ζήτησε νὰ συγκεντρωθοῦν ὅλες οἱ μοναχές. Ὅταν ἦλθαν αὐτές, ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν δὲν διέκρινε σὲ καμία φωτοστέφανο, ὅπως εἶχε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐπιβεβαιωθεῖ ὅτι θὰ ἔχει ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα. Τότε ζήτησε νὰ πληροφορηθεῖ ἐὰν ὑπῆρχε ἄλλη μοναχὴ στὴ μονή. Ἀναφέρθηκε λοιπὸν στὸν Ἅγιο ὅτι ὑπῆρχε μία σαλή. Ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν παρακάλεσε νὰ κληθεῖ καὶ ἡ σαλή. Κατὰ τὴν εἴσοδο τῆς Ὁσίας Ἰσιδώρας, ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν διέκρινε τὸ φωτοστέφανο ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς καὶ ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ὅτι ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα ὑποκρινόταν τὴν σαλὴ καὶ τοῦτο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς σὲ μονὴ τῆς Αἰγύπτου, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 365 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ὁ Θαυματουργός
Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ στὰ Μηναῖα. Ἀκολουθία ἀφιερωμένη σὲ αὐτὸν ὑπάρχει, κατὰ τὴν 1η Μαΐου, στὸν Παρισινὸ Κώδικα, ὅπου ἐξυμνοῦνται οἱ ἀσκητικές του ἀρετὲς καὶ ἡ θαυματουργικὴ χάρη ποὺ ἀνέβλυζε ἀπὸ τὸν τάφο του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀγαπητὸς Ἐπίσκοπος Ὡξέρρης
Ὁ Ἅγιος Ἀγαπητὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλλία καὶ ἔζησε μεταξὺ τοῦ 4ου καὶ 5ου αἰῶνος μ.Χ. Μετὰ ἀπὸ ἐπιμονὴ τῶν γονέων του νυμφεύθηκε τὴ Μάρθα, ἀλλὰ μετὰ τὸν γάμο τους συμφώνησαν νὰ ζήσουν μὲ ἁγνότητα καὶ παρθενία. Ἡ Μάρθα ἔγινε μοναχὴ καὶ ὁ Ἅγιος Ἀγαπητὸς μοναχός. Τὸ 388 μ.Χ. ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ὡξέρρης καὶ ποίμανε τὴν ἐπισκοπή του θεοφιλῶς. Γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του ὁ Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας.
Ὁ Ἅγιος Ἀγαπητὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 418 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀσάφιος Ἐπίσκοπος Οὐαλίας
Ὁ Ἅγιος Ἀσάφιος ἔζησε κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 6ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος Οὐαλίας. Ἀσκήτεψε σὲ μονὴ ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Ἔλγουϊ τῆς βόρειας Οὐαλίας, ἡ ὁποία καὶ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Κεντιγκέρνο, Ἐπίσκοπο Γλασκώβης († 13 Ἰανουαρίου). Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ὁ Ἅγιος συνέγραψε μοναχικοὺς κανόνες, τυπικὲς διατάξεις γιὰ τὴν Ἐκκλησία του καὶ ἄλλα ἔργα καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Μνήμη ἐγκαινίων τῆς Νέας Ἐκκλησίας
Τὸ ναὸ αὐτό, ἀφιερωμένο στὸν Σωτήρα Χριστό, τὸν Ἀρχάγγελο Μιχαὴλ καὶ τὸν Προφήτη Ἠλία, ἔκτισε στὰ ἀνάκτορα τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος ὁ Β’ κατὰ τὸ ἔνατο ἔτος τῆς βασιλείας αὐτοῦ (876 μ.Χ.), ἀφοῦ περισυνέλεξε μάρμαρα, κίονες καὶ ψηφίδες ἀπὸ ἐρειπωμένους ναούς. Τὰ ἐγκαίνια τῆς Νέας Ἐκκλησίας ἔγιναν τὴν 1η Μαΐου τοῦ 881 μ.Χ. ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Φώτιο.
Στὴν ἑορτὴ τοῦ ναοῦ κατὰ τὸν 10ο αἰώνα μ.Χ. συνηθιζόταν ἡ προσέλευση τοῦ αὐτοκράτορα, ὁ δὲ Πατριάρχης ἀνέβαινε στὸ παλάτι καὶ ἀπὸ ἐκεῖ κατέβαινε στὴ Νέα Ἐκκλησία, γιὰ νὰ λειτουργήσει.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ Πεντάγλωσσος ὁ Σιναΐτης
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ὁ πεντάγλωσσος ἦταν Ἕλληνας ἀπὸ τὴ Σικελία. Σπούδασε στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ 11ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ στὴν συνέχεια μετέβη στὴν Παλαιστίνη, ὅπου μόνασε σὲ διάφορα μοναστήρια. Κατόπιν ἦλθε στὴ μονὴ Σινᾶ καὶ ἀσκήτεψε ἐκεῖ. Ἦταν ἐκεῖνος ποὺ μετέφερε περὶ τὸ 1026 λείψανα τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Αἰκατερίνης στὶς πόλεις Τρὲβς καὶ Ρουένη τῆς Γαλλίας, στὴν ὁποία ἵδρυσε καὶ μονὴ ἀφιερωμένη στὴν Ἁγία Αἰκατερίνη. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1035.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Μνήμη φοβεροῦ σεισμοῦ στὴ μονὴ Σινᾶ
Σήμερα εἶναι ἡ ἀνάμνηση τοῦ φοβεροῦ καὶ μετὰ φιλανθρωπίας γενομένου σεισμοῦ ἐν τῇ ἱερᾷ μονῇ Σινᾶ. Τὸ γεγονὸς τοῦ σεισμοῦ αὐτοῦ, ἀπαντᾶ σὲ Σιναϊτικοὺς Κώδικες καὶ συνέβη τὸ 1201 στὴ μονὴ Σινᾶ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Ταμάρα ἡ βασίλισσα
Ἡ Ἁγία Ταμάρα ἡ Μεγάλη, βασίλισσα τῆς Γεωργίας, γεννήθηκε περὶ τὸ 1165 καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν ἀρχαία γεωργιανὴ δυναστεία τῶν Μπαγκραντίντ. Τὸ 1178 συνεβασίλευσε μὲ τὸν πατέρα της Γεώργιο τὸν Γ’. Ἡ βασιλεία τῆς Ταμάρας ἔμεινε γνωστὴ στὴ Γεωργιανὴ Ἱστορία ὡς Χρυσὴ Ἐποχή. Ἡ Ἁγία διακρινόταν γιὰ τὴν μεγάλη εὐλάβειά της καὶ τὸ ἱεραποστολικό της ἔργο. Συνεχίζοντας τὸ ἔργο τοῦ παπποῦ της, Ἁγίου Δαβὶδ († 26 Ἰανουαρίου), διέδωσε τὸν Χριστιανισμὸ σὲ ὅλη τὴν Γεωργία καὶ ἀνήγειρε ναοὺς καὶ μονές. Τὸ 1204, ὁ κυβερνήτης τοῦ σουλτανάτου Ρούμα, ὁ Ρούκν-ἐν-Ντίν, ἔστειλε μία διαταγὴ στὴ βασίλισσα Ταμάρα, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἡ Γεωργία ἔπρεπε νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη στὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὸν Μουσουλμανισμό.
Ἡ Ἁγία Ταμάρα ἀρνήθηκε καὶ σὲ μία ἱστορικὴ μάχη, κοντὰ στὴ Βασιανή, ὁ γεωργιανὸς στρατὸς νίκησε τοὺς Μουσουλμάνους. Ἡ σοφὴ καὶ δίκαιη βασιλεία τῆς Ἁγίας Ταμάρας τῆς χάρισε τὴν ἀγάπη τοῦ λαοῦ της. Ἡ Ἁγία διῆλθε τὰ τελευταία χρόνια τοῦ βίου της στὸ μοναστήρι τῶν Σπηλαίων τῆς Μπάρζια. Τὸ κελί της συνδεόταν μὲ τὴν ἐκκλησία μὲ ἕνα παράθυρο, διὰ μέσου τοῦ ὁποίου μποροῦσε νὰ προσεύχεται στὸν Θεὸ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1213 καὶ συγκαταριθμήθηκε στὴ χορεία τῶν Ἁγίων.
Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας Ταμάρας τιμᾶται, ἐπίσης, καὶ τὴν Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Νικήτας τοῦ Μπορὸβκ ἔζησε κατὰ τὸν 14ο καὶ 15ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία, ὅπου ἀσκήτεψε θεοφιλῶς καὶ συνδέθηκε πνευματικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Σέργιο τοῦ Ραντονέζ. Οἱ μελετητὲς τῆς ἁγιογραφίας καὶ τῆς ἱστορίας τῶν ρωσικῶν μοναστηριῶν ὑπέθεσαν διάφορα γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Νικήτα, τὰ ὁποία μποροῦν νὰ ὁμαδοποιηθοῦν σὲ τρεῖς κατηγορίες.
- Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἦταν διάδοχος τοῦ Ἀθανασίου Β’ τοῦ Νέου, στὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τῆς μονῆς τοῦ Βυσόσκιϋ στὸ Σεπρούχωβ, ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν μαθητὴ τοῦ Ἁγίου Σεργίου, τὸν Ἀθανάσιο τὸν Πρεσβύτερο, κατὰ τὰ ἔτη 1373 – 1374. Ὁ Ὅσιος θὰ πρέπει νὰ διετέλεσε ἡγούμενος ἀπὸ τὸ 1395 μέχρι τὸ 1444.
- Μερικοὶ ἱστορικοὶ ταυτίζουν τὸν Ὅσιο Νικήτα μὲ τὸ Νικηφόρο, ἡγούμενο καὶ ἱδρυτή, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, τῆς μονῆς τῆς Προστασίας τῆς Θεοτόκου στὸ Μπορόβκ. Ὁ Ὅσιος Νικήτας πρέπει νὰ ἐγκαταβίωσε σὲ αὐτὸν τὸν τόπο ἤδη ἡλικιωμένος, ἀφοῦ εἶχε πρὶν διατελέσει Ἡγούμενος στὸ Σεπρούχωβ.
- Μία τελευταία ὑπόθεση, ταυτίζει τὸν Ὅσιο Νικήτα τοῦ Μπορὸβκ μὲ τὸν Ὅσιο Νικήτα τῆς Κοστρόμα.
Ὁ Ὅσιος Νικήτας κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται, ἐπίσης, κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν μαθητῶν τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονὲζ (†6 Ἰουλίου).
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Παφνούτιος ὁ Θαυματουργός
Ὁ Ὅσιος Παφνούτιος τοῦ Μπορόβκ, κατὰ κόσμον Παρθένιος, ἔζησε κατὰ τὸν 13ο καὶ 14ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἰωάννης. Σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν ὁ Παρθένιος ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὴν πατρικὴ οἰκία καὶ κατέφυγε σὲ μοναστήρι. Τὸ 1414 κείρεται μοναχὸς στὴ μονὴ Ποκρόβσκι Βισότσκι τῆς πόλεως Μπορὸβκ καὶ ὀνομάζεται Παφνούτιος. Ὅταν πέθανε ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς, ὁ Ὅσιος ἐξελέγη στὴ θέση του. Τὸ 1426 χειροτονεῖται πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Κιέβου Φώτιο. Σὲ ἡλικία πενήντα ἑνὸς ἐτῶν ὁ Ὅσιος Παφνούτιος ἀσθένησε βαριὰ καὶ ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὴν ἡγουμενία, ἀφοῦ ἔλαβε τὸ μέγα ἀγγελικὸ σχῆμα.
Μετὰ τὴν ἀνάρρωσή του, τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, στὶς 23 Ἀπριλίου τοῦ 1444, ἐγκαταλείπει τὸ μοναστήρι καὶ καταφεύγει γιὰ ἄσκηση καὶ ἡσυχία στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Πρότβα. Σὲ λίγο τὸν ἀκολουθοῦν καὶ ἄλλοι μοναχοὶ καὶ ἔτσι δημιουργεῖται μία νέα μονή. Πρώτιστο μέλημα τοῦ Ὁσίου ἦταν ἡ ἀνοικοδόμηση ἑνὸς νέου πέτρινου ναοῦ ἀφιερωμένου στὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου.
Ὁ Ὅσιος ἀποτελοῦσε παράδειγμα ἁπλότητας καὶ ἐγκράτειας. Εἶχε τὸ πιὸ φτωχὸ κελλὶ καὶ ἡ τροφή του ἦταν πολὺ ἁπλὴ καὶ ἐλάχιστη. Ἀπὸ τὰ διακονήματα τῆς μονῆς ὁ Ὅσιος διάλεγε τὰ πιὸ βαριά: ἔκοβε καὶ μετέφερε ξύλα, ἔσκαβε καὶ πότιζε τὸν κῆπο. Αὐτὸ ὅμως ποὺ τὸν διέκρινε ἦταν ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸ λειτουργικὸ βίο τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὶς Ἀκολουθίες.
Ὁ Ὅσιος Παφνούτιος προέβλεψε τὸ θάνατό του. Προσευχήθηκε γιὰ τελευταία φορά, εὐλόγησε τοὺς ἀδελφούς του καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1477.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Ἱερομάρτυρας Μητροπολίτης Κιέβου
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Μακάριος, Μητροπολίτης Κιέβου, ἦταν ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος Βιλένκ. Τὸ 1495, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μητροπολίτου Κιέβου, Ἰωνᾶ (1488 – 1494), ὁ Ἅγιος Μακάριος ἐξελέγη Μητροπολίτης Κιέβου. Μαρτύρησε τὸ 1497, στὸ χωριὸ Στριγκόλοβο, στὸν ποταμὸ Βζχιζά, ὅταν οἱ Τάταροι μπῆκαν στὴ Ρωσία.
Τὰ ἄφθαρτα ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Μακαρίου φυλάσσονται στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Βλαδίμηρου τοῦ Κιέβου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ζωσιμᾶς ἐκ Γεωργίας
Ὁ Ἅγιος Ζωσιμᾶς ἔζησε κατὰ τὸν 14ο καὶ 15ο αἰώνα μ.Χ. στὴν Γεωργία καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Κουμοῦρντο. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος τοῦ Μπολτίνκ, κατὰ κόσμο Γρηγόριος, γεννήθηκε τὸ 1490 στὸ Πέρεσλαβ – Ζάλεσκ τῆς Ρωσίας. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία διακρινόταν γιὰ τὸ φιλακόλουθο τοῦ χαρακτήρα του καὶ τὴν εὐσέβειά του. Εἶχε ὡς πρότυπό του τὸν Ὅσιο Δανιὴλ τοῦ Περεγιασλάβλ († 7 Ἀπριλίου) καὶ γι’ αὐτὸ ἀκολούθησε νωρὶς τὸν μοναχικὸ βίο. Μετὰ ἀπὸ ἕνα σύντομο χρονικὸ διάστημα δοκιμασίας, ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Γεράσιμος.
Ὁ νέος μοναχὸς μὲ μεγάλο ζῆλο ἐκπλήρωσε τὶς ἀρετὲς τῆς νηστείας καὶ τῆς προσευχῆς καὶ σύντομα ἔγινε γνωστὸς στὴ Μόσχα γιὰ τὴν πνευματικότητα καὶ τὸ αὐστηρὸ τοῦ βίου του. Αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο κλήθηκε στὴ Μόσχα, ὅπου γνώρισε τὸν τσάρο.
Ἡ μεγάλη φήμη του στὴ χώρα, ἦταν ἕνα βάρος γιὰ τὸν Ὅσιο, ὁ ὁποῖος ἐπιθυμοῦσε τὴν ἡσυχία καὶ τὴν ἄσκηση. Ἔτσι, μετὰ ἀπὸ εἴκοσι ἕξι χρόνια κάτω ἀπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Δανιήλ, ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἔλαβε τὴν εὐλογία τοῦ Γέροντός του γιὰ τὸν ἡσυχαστικὸ βίο. Ἐγκαταστάθηκε κοντὰ στὴν πόλη Ντορογκομπούζα, στὴ χώρα τῶν Σμόλενκ, σὲ ἕνα ἄγριο δάσος, στὸ ὁποῖο κατοικοῦσαν μόνο φίδια καὶ ἄγρια ζῶα. Συχνὰ ὁ Ὅσιος δεχόταν ἐπιθέσεις ληστῶν, ἀλλὰ τὶς ὑπέμενε μὲ ἠρεμία καὶ ἡσυχία προσευχόμενος γιὰ ἐκείνους ποὺ βρίσκονταν μακριὰ ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἐξαιτίας ἑνὸς συγκεκριμένου ὁράματος, πῆγε στὸ βουνὸ Μπολντίνα, ὅπου σὲ μία πηγὴ βρισκόταν μία τεράστια βελανιδιά. Οἱ γηγενεῖς τὸν κτύπησαν μὲ ρόπαλα καὶ ἤθελαν νὰ τὸν πνίξουν, ἀλλὰ ἐπειδὴ φοβήθηκαν, τὸν παρέδωσαν στὸν κυβερνήτη τῆς Ντορογκοπούζα, ὁ ὁποῖος τὸν ἔριξε στὴ φυλακή, ἐπειδὴ ἦταν ἄστεγος. Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος μὲ ὑπομονὴ ἄντεξε τὸν ἐξευτελισμό, ἔμεινε σιωπηλὸς καὶ προσευχόταν.
Κατὰ τὴν διάρκεια αὐτῆς τῆς περιόδου, ἕνας αὐτοκρατορικὸς ἀντιπρόσωπος ἦλθε στὴ Μόσχα στὸν κυβερνήτη. Βλέποντας τὸν Ὅσιο Γεράσιμο, ὑποκλίθηκε σὲ αὐτὸν καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία του. Παλαιότερα εἶχε δεῖ τὸν Ὅσιο Γεράσιμο μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Δανιὴλ ἐνώπιον τοῦ τσάρου. Ὁ κυβερνήτης τρομοκρατήθηκε καὶ ἀμέσως ἱκέτευσε γιὰ τὴ συγχώρηση τοῦ Ὁσίου καὶ ὑποσχέθηκε νὰ κτίσει ἕνα οἴκημα, γιὰ νά τὸν προστατεύει ἀπὸ τοὺς ληστές. Ἀπὸ αὐτὴν τὴν περίοδο, ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἄρχισε νὰ δέχεται αὐτοὺς ποὺ διακατέχονταν ἀπὸ τὸν πόθο γιὰ τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ζήτησε ἄδεια ἀπὸ τὴ Μόσχα, γιὰ νὰ κτίσει ἕνα μοναστήρι. Τὸ 1530 ἔκτισε μία ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ οἰκοδόμησε κελλιὰ γιὰ τοὺς μοναχούς.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ μοναστήρι στὴ Μπολντίνα, ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἵδρυσε ἀκόμη ἕνα μοναστήρι πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου στὴν πόλη τῆς Βιάζμα καὶ ἀργότερα στὸ δάσος Βράϊανκ, στὸν ποταμὸ Ζίζντρα, ἕνα μοναστήρι ἀφιερωμένο στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Ὁ Πέτρος Κοροστέλεβ, ἕνας μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Γερασίμου, ἔγινε ἡγούμενος σὲ αὐτὸ τὸ μοναστήρι.
Ἀρκετοὶ ἀσκητὲς ἦταν ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ὁσίου Γερασίμου: ὁ ἡγούμενος Ἀντώνιος, ὁ ὁποῖο ἀργότερα ἔγινε Ἐπίσκοπος Βολόγκντα († 26 Ὀκτωβρίου) καὶ ὁ Ἀρκάδιος, ὁ ὁποῖος ἀσκήτεψε ὡς ἐρημίτης καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ μοναστήρι τῆς Μπολντίνα.
Πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατό του, ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κάλεσε ὅλους τοὺς ἡγουμένους καὶ τοὺς μοναχοὺς ἀπὸ τὰ μοναστήρια ποὺ εἶχε ἱδρύσει, τοὺς εἶπε γιὰ τὸν βίο του καὶ τοὺς ἔδωσε τὶς τελευταῖες πνευματικὲς ὑποθῆκες, ποὺ καταγράφηκαν στὸ βιβλίο «Ζωή», τὸ ὁποῖο ἔγραψε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος κατ’ ἀπαίτηση τῶν γερόντων.
Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1554.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Πανάρετος Ἐπίσκοπος Πάφου
Ὁ Ἅγιος Πανάρετος γεννήθηκε στὴν Κύπρο καὶ συγκεκριμένα στὴν Περιστερωνοπηγὴ Ἀμμοχώστου, περὶ τὸ 1710. Ἡ ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν δύσκολη. Τὸ πολύσκλαβο μαρτυρικὸ νησὶ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν σκλαβιὰ τῶν Τούρκων. Οἱ γονεῖς του ἦταν ἄνθρωποι εὐλαβεῖς καὶ εὔποροι. Ὁ Ἅγιος ἔμαθε τὰ πρῶτα γράμματα ἀπὸ τοὺς γονεῖς του καὶ μετὰ συνέχισε τὶς σπουδές του στὸ Ἑλληνικὸ σχολεῖο στὴ Λευκωσία. Μετὰ τὸ πέρας τῶν σπουδῶν του ἐπέστρεψε καὶ ἐγκαταβίωσε στὸ ἐρειπωμένο μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἀναστασίου, ποὺ βρισκόταν στὸ χωριό του.
Ἀργότερα χειροτονήθηκε ἱερέας καὶ διετέλεσε ἡγούμενος γιὰ πολλὰ χρόνια στὸ μοναστήρι τῆς Θεοτόκου στὴν Παλλουριώτισσα Λευκωσίας. Ἡ περίοδος τῆς ἡγουμενίας του στὸ μοναστήρι ὑπῆρξε μία περίοδος ἐθνικῶν δοκιμασιῶν καὶ διωγμῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ στοιχείου. Ἕνας Τοῦρκος ἐπαναστάτης, ὀνόματι Χαλήλης, μὲ δύο χιλιάδες περίπου ὁμοεθνεῖς του, θέλησε νὰ καταλάβει τὴν Λευκωσία. Ἡ κατάσταση ἦταν μαρτυρική. Μὲ κίνδυνο τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς του ὁ Ἅγιος Πανάρετος, στὶς δύσκολες ἐκεῖνες στιγμές, ἔγινε ὁ παρήγορος ἄγγελος τῶν πονεμένων καὶ ὁ ὑπερασπιστὴς καὶ προστάτης τῶν καταδιωγμένων. Ἡ ζωντανὴ καὶ οὐσιαστικὴ συμπαράστασή του στὸν πόνο τοῦ λαοῦ ἐκτιμήθηκε τόσο, ὥστε κλῆρος καὶ λαὸς συνῆλθε καὶ τὸν ἐξέλεξε Μητροπολίτη Πάφου τὸ 1767.
Ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἀναπτύξει ὅλα τὰ κρυμμένα χαρίσματά του καὶ ἔγινε τὰ σκοτεινὰ ἐκεῖνα χρόνια γιὰ τοὺς σκλαβωμένους βακτηρία καὶ στήριγμα καὶ φάρος φωτεινός. Ποίμανε τὸ ποίμνιό του μὲ αὐταπάρνηση. Μὲ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι παραδέχονταν μὲ εἰλικρίνεια τὰ λάθη τους καὶ ἀγωνίζονταν νὰ διορθωθοῦν, ἦταν ἐπιεικής. Τοὺς πονηροὺς καὶ ἀδιόρθωτους τοὺς ἀντιμετώπιζε μὲ τὴν ἁρμόζουσα σὲ κάθε περίπτωση αὐστηρότητα, προκειμένου νὰ ἀφυπνίσει συνειδήσεις καὶ νὰ προκαλέσει τὴ μετάνοια καὶ τὴ διόρθωση.
Κάποιος ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ἁγίου καταλήφθηκε ἀπὸ τὸ πάθος τῆς αἰσχροκέρδειας, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ ἐνορίτες του νὰ ὑποφέρουν καὶ νὰ ἀναγκασθοῦν νὰ τὸν καταγγείλουν στὸν Ἐπίσκοπο. Αὐτὸς κάλεσε τὸν ἱερέα, τοῦ ἔκανε τὶς σχετικὲς παρατηρήσεις, τὸν συμβούλευσε κατάλληλα καὶ ἐκεῖνος ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ προσπαθήσει νὰ διορθωθεῖ. Στὴν πραγματικότητα ὅμως δὲν ἔκανε καμία προσπάθεια, ἀντίθετα μάλιστα τὰ πράγματα χειροτέρεψαν καὶ οἱ ἐνορίτες ζήτησαν τὴν ἀπομάκρυνσή του. Ὁ Ἐπίσκοπος τὸν συμβούλεψε καὶ γιὰ δεύτερη καὶ γιὰ τρίτη φορά. Ὅταν ὅμως βεβαιώθηκε γιὰ τὴν ἀμετανοησία του καὶ γιὰ τὴν προσπάθειά του νὰ παραπλανήσει τὸν Ἐπίσκοπο μὲ ψεύτικους ὅρκους, τὸν τιμώρησε μὲ ἕναν πρωτότυπο καὶ ἀσυνήθιστο τρόπο. Τὴν ὥρα ποὺ μιλοῦσε μὲ θράσος καὶ ἔλεγε ψέματα, τοῦ εἶπε μὲ αὐστηρότητα: «νὰ κλείσεις τὸ στόμα σου καὶ νὰ μὴν ὁμιλεῖς, ἀφοῦ καταδέχεσαι νὰ ψεύδεσαι καὶ νὰ ὁρκίζεσαι χωρὶς φόβο». Καὶ ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἔμεινε ἄλαλος καὶ δὲν μποροῦσε νὰ μιλήσει. Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα καὶ ἀφοῦ ὁ ἱερέας ἀρρώστησε βαριά, ζήτησε νὰ δεῖ τὸν Ἅγιο καὶ μὲ νεύματα νὰ ἐξομολογηθεῖ. Ἐκεῖνος ἔτρεξε κοντά του καί, ὅταν διέγνωσε τὴν ἀληθινή του μετάνοια, τὸν συγχώρεσε, τὸν εὐλόγησε καὶ τότε λύθηκε ἡ γλῶσσα του. Ἐξομολογήθηκε, κοινώνησε καὶ ἀπῆλθε τοῦ κόσμου τούτου μὲ μετάνοια.
Τὸν Ἅγιο Πανάρετο ἀπασχολοῦσε ἔντονα τὸ θέμα τῆς σωτηρίας του. Σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ προετοιμαζόταν γιὰ τὴν ὥρα τῆς ἐξόδου του. Εἶχε τὸ χάρισμα τῆς μνήμης τοῦ θανάτου καὶ ἐπιθυμοῦσε τὰ τέλη τῆς ζωῆς του νὰ εἶναι χριστιανά, ἀνεπαίσχυντα καὶ εἰρηνικά. Ἀξιώθηκε δὲ νὰ προγνώσει τὴν ὥρα τῆς κοιμήσεώς του καὶ φρόντισε νὰ εἶναι πανέτοιμος. Λίγο πρὶν τὴν κοίμησή του εἶπε στὸν πρωτοσύγκελό του ὅτι θὰ ἔλθει ὁ φίλος του Ἐπίσκοπος πρώην Καρπάθου Παρθένιος, γιὰ νὰ τὸν ἐξομολογήσει. Ὁ πρωτοσύγκελος νόμισε ὅτι ὁ Ἅγιος παραμιλοῦσε λόγω τῆς ἀρρώστιας του καὶ παράκουσε. Στὴν συνέχεια ὅμως, μετὰ τὴν ἐπιμονὴ τοῦ Ἁγίου, ὑπάκουσε καὶ πραγματικὰ βρῆκε στὴν προκυμαία ἕνα πλοῖο, τὸ ὁποῖο λόγω τῶν ἰσχυρῶν ἀνέμων ποὺ ἔπνεαν, προσάραξε στὴν Πάφο. Μέσα σὲ αὐτὸ βρισκόταν ὁ Ἐπίσκοπος Παρθένιος, ὁ ὁποῖος ἔσπευσε, γεμάτος συγκίνηση καὶ θαυμασμό, νὰ συναντήσει τὸν Ἅγιο. Ἀφοῦ τὸν ἐξομολόγησε, τὴν ἑπόμενη ἡμέρα λειτούργησε καὶ τὸν κοινώνησε. Ὁ Ἅγιος Πανάρετος τὸν παρακάλεσε νὰ παραμείνει ἄλλη μία ἡμέρα, γιὰ νὰ τελέσει καὶ τὴν ἐξόδιο Ἀκολουθία του. Ἐκεῖνος παρέμεινε καὶ κήδευσε τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου, τὸ ὁποῖο εὐωδίαζε καὶ μάλιστα θεράπευσε καὶ πολλοὺς ἀσθενεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐπικαλέσθηκαν τὶς πρεσβεῖες του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν τῆς Πάφου Ποιμένα θεῖον Πανάρετον, ὡς Ἱεράρχην Κυρίου ἀνευφημήσωμεν, ὅτι ἐργάτης συνετὸς ὄντως καὶ ἄριστος, ποσῶν τῶν θείων ἀρετῶν, καὶ Ἁγίοις θαυμαστὸς ἐγένετο ἐπ’ ἐσχάτων, καὶ πάντων προστάτης καὶ φύλαξ, τῶν ἀνυμνοῦν τῶν αὐτοῦ τὴν κοίμησιν.
Οἱ Ἅγιοι Εὐθύμιος καὶ Ἰγνάτιος οἱ Ὁσιομάρτυρες
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσιομάρτυρα Εὐθυμίου († 22 Μαρτίου) καὶ τοῦ Ὁσιομάρτυρα Ἰγνατίου τοῦ Νέου († 8 Ὀκτωβρίου), συναθλητῶν τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου, καὶ τὴν σημερινὴ ἡμέρα.
Περισσότερες λεπτομέρειες, στοὺς βίους τῶν Ἁγίων κατὰ τὴν ἡμερομηνία τῆς ἑορτῆς τους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Λυχνία τρίφωτος, κόσμῳ ἐδείχθητε, Ὁσιομάρτυρες, Χριστοῦ τρισάριθμοι, τὴν Ἐκκλησίαν ταῖς αὐγαῖς πυρσεύσοντες τῶν ἀγώνων, ἔνδοξε Εὐθύμιε, ἀφθαρσίας τὸ στέλεχος, ἱερὲ Ἰγνάτιε, ἐγκρατείας τὸ ἔσοπτρον, καὶ ῥόδον ἀκακίας Ἀκάκιε· ὅθεν ὑμᾶς ὑμνολογοῦμεν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν Ὁσίων σύμμορφοι, καὶ τῶν Μαρτύρων εἰκόνες, ἀληθῶς ἐδείχθητε, Ὁσιομάρτυρες θεῖοι· τούτων γάρ, τὰς ἀριστείας ὡς ὑπελθόντες, στέφανον, διπλοῦν εἰλήφατε ἐκ Κυρίου, Εὐθύμιε θεοφόρε, σὺν Ἰγνατίῳ καὶ Ἀκακίῳ ὁμοῦ.
Μεγαλυνάριον.
Τοὺς Ὁσιομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, Εὐθύμιον πάντες, καὶ Ἰγνάτιον τὸν κλεινόν, σὺν τῷ Ἀκακίῳ, ὑμνήσωμεν βοῶντες· Χαίρετε Ἐκκλησίας, νέα προπύργια.
Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Ὁσιομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυρας Ἀκάκιος, κατὰ κόσμον Ἀθανάσιος, καταγόταν ἀπὸ τὸ Νεοχώρι, σημερινὸ Ἀσβεστοχώρι Θεσσαλονίκης καὶ γεννήθηκε τὸ 1792. Οἱ γονεῖς του εἶχαν ἀναγκασθεῖ γιὰ βιοποριστικοὺς λόγους νὰ μετακομίσουν τὸ 1805 στὶς Σέρρες, ὅπου παρέδωσαν τὸν ἐννιάχρονο Ἀθανάσιο σὲ κάποιον ὑποδηματοποιό, γιὰ νὰ τοῦ διδάξει τὴν τέχνη του. Ὅμως ἡ σκληρὴ συμπεριφορά του καὶ ἡ κακομεταχείριση, ἐξώθησαν τὸν Ἀθανάσιο σὲ ἄρνηση τῆς πίστης του, γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὰ βάσανα. Στὴν πράξη του αὐτὴ τὸν προέτρεψαν καὶ δύο Ὀθωμανές, οἱ ὁποῖες παρακολουθοῦσαν τὴν ἀπάνθρωπη συμπεριφορὰ τοῦ ἀφεντικοῦ του καὶ ὑποσχόμενες μία καλύτερη ζωὴ στὸν μικρὸ Ἀθανάσιο, τὸν ἔπεισαν τὴν ἡμέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Μωαμεθανός, πλέον, ὁ Ἀθανάσιος δέχθηκε τὴν πονηρὴ ἐπίθεση τῆς μητριᾶς του, ἡ ὁποία, καθὼς ἔβλεπε τὸν Ἀθανάσιο νὰ μεγαλώνει καὶ νὰ ἀνδρώνεται, τὸν ἐρωτεύθηκε, ὅπως στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἐρωτεύθηκε τὸν Ἰωσὴφ ἡ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ. Ἐπειδὴ ὅμως αὐτὸς δὲν ὑποχώρησε καὶ δὲν ὑπέκυψε στὸ πάθος τῆς μητριᾶς του, συκοφαντήθηκε ἀπὸ αὐτὴν στὸν θετὸ πατέρα του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐκδιωχθεῖ ἀπὸ αὐτόν. Ἐκμεταλλευόμενος αὐτὴν τὴν εὐκαιρία κατέφυγε στὴν Θεσσαλονίκη κοντὰ στοὺς γονεῖς του, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐγκαταλείψει τὶς Σέρρες, μόλις πληροφορήθηκαν τὴν ἀρνησιθρησκεία του.
Στὴν συνέχεια, ἀκολουθώντας τὶς συμβουλὲς τῶν γονέων του, μετέβη στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου, ἀφοῦ περιπλανήθηκε σὲ ἀρκετὲς μονές, κατέληξε τελικὰ στὴν Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, στὴν συνοδεία τοῦ Γέροντα Νικηφόρου, ὁ ὁποῖος τὸν παρέδωσε ὡς ὑποτακτικὸ στὸν Γέροντα Ἀκάκιο, γιὰ νὰ τὸν προετοιμάσει γιὰ τὸ μαρτύριο, ὅπως εἶχε κάνει καὶ προηγουμένως μὲ τοὺς Ὁσιομάρτυρες Εὐθύμιο καὶ Ἰγνάτιο.
Μετὰ ἀπὸ ἕνα διάστημα συνεχοῦς ἀσκήσεως καὶ ἀδιάλειπτης προσευχῆς, ὁ Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος ἐκάρη μοναχὸς καὶ μετονομάσθηκε Ἀκάκιος, ἔχοντας τὶς εὐλογίες τῶν λοιπῶν γερόντων ξεκίνησε, συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν μοναχὸ Γρηγόριο, ὁ ὁποῖος εἶχε συνοδεύσει νωρίτερα καὶ τοὺς δύο παραπάνω Ὁσιομάρτυρες, γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη στὶς 10 Ἀπριλίου. Ὁ Ἅγιος βάδιζε μὲ χαρὰ πρὸς τὸ μαρτύριο.
Λίγο πρὶν τὴν ἀναχώρησή του, πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, ἔγραψε τὴν ἀκόλουθη ἐπιστολὴ πρὸς τὸν γέροντα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς μοναχούς:
«Πανοσιώτατέ μοι καὶ πνευματικέ μου πάτερ δουλικῶς σοῦ προσκυνῶ καὶ τὴν ἁγίαν δεξιάν σου ἀσπάζομαι.
Τὸ παρόν μου ταπεινὸν γράμμα δὲν εἶν’ εἰς ἄλλο τι εἰ μὴ εἰς τὸ νὰ ζητήσω τὴν εὐχήν σας καὶ διὰ νὰ μάθετε καὶ τὸ καλό μας κατεβώδιο μὲ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Θεοῦ καὶ μὲ τὶς ἐδικές σας ἁγίες εὐχές. Κατευωδωθήκαμεν εἰς τὴν βασιλεύουσαν τὴ 24ῃ τοῦ Ἀπριλίου μηνὸς [καὶ ἐμπήκαμεν μαζὶ μὲ τὸν γέροντά μου εἰς τὰ ἐργαστήρια τὰ χαβιαρτζίδικα, ὅπου καὶ ἄλλην φορὰ ἐμπῆκεν ὁ γέροντάς μου], καὶ ἐλπίζω μὲ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Θεοῦ καὶ τῆς Κυρίας μου Βασίλισσας καὶ μὲ τὶς ἐδικές σου θερμὲς δεήσεις πρὸς τὸν Κύριον καὶ τῶν συναδέλφων μου νὰ λάβῃ τέλος κι ἡ ὑπόθεσίς μας.
Τοὺς συναδέλφους μου πολὺ τοὺς παρακαλῶ καὶ τοὺς χαιρετῶ, νὰ μὴν μὲ λησμονήσουν καὶ ἀκούγοντας τὸ μακάριόν μου τέλος νὰ εὐχαριστήσετε τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τὴν Κυρίαν μου Βασίλισσαν καὶ νὰ δοξολογήσετε καὶ νὰ καταλύσετε ὅλη τὴν ἑβδομάδα ἐν χαρᾷ καὶ ἀγαλλιάσει ψυχῆς. Διὰ τοὺς κόπους ποὺ ἐδοκιμάσατε δι’ ἐμὲ μέχρι σήμερα ἐγὼ δὲν εἶμαι ἱκανὸς νὰ σᾶς εὐχαριστήσω, μόνον ὁ ἐπουράνιος βασιλεύς μου νὰ σᾶς ἀντιβραβεύσῃ ἐν τὴ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Κύριος νὰ συγκατοικήσουμε ὁμοῦ. Καὶ ὅσοι ἀκόμη συνέδραμαν καὶ βοήθησαν εἰς αὐτὸ τὸ ἔργο ἂς λάβουν τὸν μισθό τους ἀπὸ τὸν ἐπουράνιον βασιλέα μου.
Ἀκόμη ὅλους τοὺς ἁγίους πατέρας τῆς ἱερᾶς σκήτεώς μας εὐλαβῶς τοὺς προσκυνῶ, τὸν διδάσκαλό μου, τὸν γέροντα Ὀνούφριον τὸν ἀσπάζομαι, καὶ τοὺς συναδέλφους μου γέροντες, Ἀκάκιον, Ἰάκωβον καὶ Καλλίνικον. Χαιρετίσματα καὶ εἰς τὸν διδάσκαλον Γαβριήλ. Προσκυνήματα καὶ εἰς τὸν παπᾶ Ἀγαθάγγελον, ἀσπάζομαι τὴν δεξιάν του. Τὸν παπᾶ Δοσίθεον μετὰ τοῦ γέροντός του καὶ τῆς συνοδίας του προσκυνῶ, ὡς καὶ τὸν γείτονά μας τὸν Νεόφυτον μὲ τὴν συνοδία του. Ἀσπάζομαι ὁμοίως καὶ τὸν γέροντα Μιχαὴλ καὶ τὴν συνοδίαν του. Ταῦτα γράφω ἐν συντομίᾳ γέροντά μου καὶ πνευματικέ μου. Αὔριο λοιπὸν Παρασκευὴ 28 Ἀπριλίου μέλλω νὰ κινήσω εἰς τὸν δρόμον τῆς ἀθλήσεως καὶ εἴθε οἱ ἅγιες εὐχές σας νὰ μὲ βοηθήσουν. Ἀμήν».
Ὁ πλοίαρχος, ἄνθρωπος εὐλαβής, ὅταν ἔμαθε τὸν σκοπὸ τοῦ ταξιδιοῦ τοῦ Ἀκακίου, ὑποσχέθηκε στὸν Γρηγόριο νὰ μεριμνήσει γιὰ τὴν ἐξαγορὰ τοῦ λειψάνου του μετὰ τὸ μαρτυρικό του τέλος καὶ νὰ τὸ ἐπανακομίσει ὁ ἴδιος στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὕστερα ἀπὸ δεκατρεῖς ἡμέρες ἔφθασαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου φιλοξενήθηκαν ἀπὸ κάποιον παντοπώλη, γνώριμο τοῦ Γρηγορίου. Τὸ Σάββατο 29 Ἀπριλίου, ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος, ἀφοῦ προετοιμάσθηκε κατάλληλα λαμβάνοντας τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, ἐνδύθηκε μὲ ροῦχα τουρκικὰ καὶ μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ καπετάνιου ἔφθασε στὸ κριτήριο, ὅπου ὁμολόγησε ἐνώπιον ὅλων τῶν παρισταμένων τὴν ἐπάνοδό του στὴν πατρώα πίστη. Ἐξαιτίας αὐτῆς του τῆς ὁμολογίας κλείσθηκε φυλακή. Καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς φυλακίσεώς του προσπάθησαν ἐπανειλημμένα εἴτε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις, εἴτε μὲ βασανιστήρια καὶ ἐκφοβισμοὺς νὰ τὸν μεταπείσουν. Ὅλα αὐτὰ ὅμως δὲν κατάφεραν νὰ τὸν κλονίσουν. Ἰδιαίτερα μάλιστα ἐνισχύθηκε καὶ προετοιμάσθηκε γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ μαρτύριο, ὅταν ἔλαβε τὴ Θεία Κοινωνία ποὺ τοῦ μετέφερε κρυφὰ στὴν φυλακὴ ὁ ἀδελφὸς τοῦ καπετάνιου μὲ τὴν εὐλογία τοῦ μοναχοῦ Γρηγορίου ἀπὸ τὸ ναὸ τῆς Παναγίας τῆς Καταφιανῆς. Οἱ Τοῦρκοι προύχοντες, βλέποντας τὸ σταθερὸ φρόνημα τοῦ Ἀκακίου, κατάλαβαν πὼς μάταια κοπιάζουν, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποφάσισαν τὴν θανάτωσή του.
Ἔτσι, «εἰς τόπον καλούμενον Δακτυλόπορταν», ὁ Ἅγιος Νεομάρτυρας Ἀκάκιος παρέδωσε τὸ πνεῦμά του διὰ τοῦ ξίφους τὸ 1816. Τὴν τρίτη ἡμέρα, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπικρατοῦσα συνήθεια, ὁ μοναχὸς Γρηγόριος ἐξαγόρασε τὸ λείψανο τοῦ Μάρτυρος μὲ χρήματα ποὺ συγκέντρωσε ἀπὸ τοὺς παντοπῶλες τοῦ Γαλατᾶ καὶ τὸ μετέφερε στὴ νῆσο Πρίγκηπο, ὅπου ἐπιβιβάστηκαν στὸ πλοῖο μὲ τὸ ὁποῖο εἶχαν ἔλθει στὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ προορισμὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Στὶς 9 Μαΐου ἀποβιβάσθηκαν στὸ λιμενίσκο τῆς μονῆς Ἰβήρων καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετέφεραν τὸ τίμιο λείψανο στὴν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὅπου τὸ ἐνταφίασαν στὸ παρεκκλήσι τῶν ὁσιομαρτύρων Εὐθυμίου καὶ Ἰγνατίου μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Ὁσιομάρτυρος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Λυχνία τρίφωτος, κόσμῳ ἐδείχθητε, Ὁσιομάρτυρες, Χριστοῦ τρισάριθμοι, τὴν Ἐκκλησίαν ταῖς αὐγαῖς πυρσεύσοντες τῶν ἀγώνων, ἔνδοξε Εὐθύμιε, ἀφθαρσίας τὸ στέλεχος, ἱερὲ Ἰγνάτιε, ἐγκρατείας τὸ ἔσοπτρον, καὶ ῥόδον ἀκακίας Ἀκάκιε· ὅθεν ὑμᾶς ὑμνολογοῦμεν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν Ὁσίων σύμμορφοι, καὶ τῶν Μαρτύρων εἰκόνες, ἀληθῶς ἐδείχθητε, Ὁσιομάρτυρες θεῖοι· τούτων γάρ, τὰς ἀριστείας ὡς ὑπελθόντες, στέφανον, διπλοῦν εἰλήφατε ἐκ Κυρίου, Εὐθύμιε θεοφόρε, σὺν Ἰγνατίῳ καὶ Ἀκακίῳ ὁμοῦ.
Μεγαλυνάριον.
Τοὺς Ὁσιομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, Εὐθύμιον πάντες, καὶ Ἰγνάτιον τὸν κλεινόν, σὺν τῷ Ἀκακίῳ, ὑμνήσωμεν βοῶντες· Χαίρετε Ἐκκλησίας, νέα προπύργια.
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ἐκ Χίου
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος γεννήθηκε στὰ Καρδάμυλα τῆς Χίου τὸ 1750 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Γεώργιος. Σὲ νεαρὴ ἡλικία οἱ γονεῖς του τὸν ἀφιέρωσαν στὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ τὸν σώσουν ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τοῦ λοιμοῦ. Στὴν συνέχεια εἰσῆλθε στὴ Νέα Μονή, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Νικηφόρος. Διακρίθηκε γιὰ τοὺς μοναχικούς του ἀγῶνες, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐφυΐα καὶ τὴ φιλομάθειά του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, οἱ πατέρες τῆς Μονῆς τὸν ἔστειλαν στὴ Χώρα, γιὰ νὰ συνεχίσει τὶς σπουδές του, ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψη καὶ χειραγωγία τοῦ περίφημου διδασκάλου Νεοφύτου τοῦ Καυσοκαλυβίτου. Μετὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῶν σπουδῶν του δίδαξε ὡς δάσκαλος στὴ σχολή, ὅταν σχολάρχης ἦταν ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος. Ἐκεῖ δίδαξε μέχρι τὸ 1802, ὁπότε ἀνέλαβε τὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς καὶ συνέγραψε τὴν ἱστορία της. Λόγω τῆς ἀκαταστασίας στὴ μονὴ καὶ τῶν ποικίλων ἀντιδράσεων ὁρισμένων πατέρων, ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ αὐτὴν καὶ κατέφυγε στὸ Μεστά, στὸ μονύδριο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὅπου μόναζε καὶ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὰ Ἄγραφα.
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ 1821.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Κόρη
Ἡ Ἁγία Κόρη, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τῶν Χριστιανῶν τῆς περιοχῆς Βροντοῦ Πιερίας, καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῶν Ἰωαννίνων. Τὸ ὄνομά της εἶναι ἄγνωστο, γι’ αὐτὸ οἱ πιστοὶ τὴν ὀνόμασαν Ἁγία Κόρη.
Ἡ Ἁγία ἔζησε τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας καὶ μάλιστα τὴν ἐποχὴ τοῦ τυράννου τῆς Ἠπείρου Ἀλῆ Πασᾶ (1788 – 1822). Ἡ σωματική της ὡραιότητα συμβάδιζε μὲ τὴν ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς της, ἀφοῦ ἦταν κοσμημένη μὲ τὶς ἀρετὲς τῆς σεμνότητας, τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἐγκράτειας. Κατὰ τὴν παράδοση, κάποιος ἄνθρωπος τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ ἔμεινε ἔκπληκτος ἀπὸ τὴν ὡραιότητά της καὶ τὴν πρόδωσε σὲ αὐτόν. Ὁ Πασᾶς διέταξε ἀμέσως νὰ τὴν συλλάβουν καὶ νὰ τὴν ὁδηγήσουν σὲ ἐκεῖνον. Ὅμως, κάποιος ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, ποὺ ἦταν Ἕλληνας, εἰδοποίησε τὴν Ἁγία, ἡ ὁποία πῆρε μαζί της τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου καὶ τῆς Θεοτόκου καὶ ἔφυγε. Ἡ Ἁγία βρῆκε καταφύγιο στὸν Ὄλυμπο, στὴν περιοχὴ τῆς παλαιᾶς Βροντοῦ, ποὺ βρισκόταν στοὺς πρόποδες τοῦ Ὀλύμπου καὶ κοντὰ στὸ ἐξωκκλήσι τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὅταν πληροφορήθηκε ὁ Ἀλῆ Πασᾶς ὅτι ἡ Ἁγία Κόρη ἦταν κρυμμένη στὴ Βροντοῦ, ἔστειλε Τούρκους νὰ τὴν συλλάβουν. Τότε αὐτὴ κυνηγημένη ἔφυγε στὸ τελευταῖο καταφύγιο, σὲ βαθιὰ χαράδρα, ὅπου καὶ πέθανε ἀπὸ τὶς κακουχίες καὶ τὶς στερήσεις. Οἱ Χριστιανοὶ τὴν ἐνταφίασαν μὲ εὐλάβεια καὶ σεβασμὸ στὸν τόπο, ὅπου σήμερα εἶναι τὸ παρεκκλήσι καὶ τὸ ἁγίασμά της. Ἀπὸ τότε ἄρχισαν νὰ ἐπισκέπτονται τὸ προσκυνητάριό της καὶ νὰ ἀνάβουν κεριά. Μὲ τὸν καιρὸ αὐτὸ ἔγινε προσκύνημα καὶ ἡ Ἁγία Κόρη καθιερώθηκε ὡς Ἁγία καὶ στὴν συνείδηση τῶν Χριστιανῶν. Τὸ νερό, ποὺ ἀναβλύζει κάτω ἀπὸ τὸ ἁγίασμά της, ἔγινε ἁγίασμα θεραπευτικὸ γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς καὶ στὴν Ἁγία ἀποδίδεται πλῆθος θαυμάτων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Νεομάρτυς
Ἡ καλλιπάρθενος Νεομάρτυς τῆς πίστεως Μαρία, ἡ ἐπονομαζόμενη Μεθυμοπούλα, γεννήθηκε στὴν Κάτω Φουρνὴ Μεραμβέλλου Κρήτης ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους. Τὴν Ἁγία ἀγάπησε ἕνας Τουρκαλβανὸς χωροφύλακας, ὁ ὁποῖος κατέβαλε κάθε προσπάθεια νὰ τὴν προσελκύσει στὸ μιαρὸ ἔρωτά του. Ὅσο ὅμως αὐτὸς προσπαθοῦσε, τόσο ἡ μακαρία Μαρία τὸν ἀποστρεφόταν. Ἔτσι ὁ ἀσεβὴς αὐτὸς ἄνδρας ἀποφάσισε νὰ φονεύσει τὴν Ἁγία. Ἀφοῦ τὴν βρῆκε μία ἡμέρα νὰ συλλέγει φύλλα γιὰ τὴν διατροφὴ τῶν μεταξοσκωλήκων, ἐπιτέθηκε ἐναντίον της καὶ τὴν ἔπληξε θανάσιμα στὴν καρδιά. Ἔτσι ἔλαβε ἡ πάγκαλος νύμφη τοῦ Κυρίου τὸ στέφανο τῆς ἀθλήσεως.
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Μαρία φέρεται ὅτι μαρτύρησε κατὰ τὸ 1826.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἀνδρονίκου ἐν Ρωσίᾳ
Τὸ γεγονὸς ἐπαναλαμβάνεται καὶ ἑορτάζεται τὴν 22α Ὀκτωβρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἀπροσδοκήτου Χαρᾶς ἐν Ρωσίᾳ
Τὸ γεγονὸς ἐπαναλαμβάνεται καὶ ἑορτάζεται τὴν 9η Δεκεμβρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Τσαρεβοκοκσάισκ Ρωσίας
Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Τσαρεβοκοκσάισκ, ἡ Μυροβλύζουσα, ἐμφανίσθηκε στὸν χωρικὸ Ἀνδρέα Ἰβάνοφ, τὴν 1η Μαΐου τοῦ 1647 κοντὰ στὴν Μπολσάγια Κουζνέτσα, δεκαπέντε χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν πόλη Τσαρεβοκοκσάισκ στὴν περιοχὴ τοῦ Καζάν. Δουλεύοντας στὸ χωράφι, ὁ Ἀνδρέας βρῆκε μία εἰκόνα πεσμένη στὸ ἔδαφος καὶ προσπάθησε νὰ τὴν σηκώσει. Ἡ εἰκόνα ἐξαφανίσθηκε. Ὁ ἔκπληκτος χωρικός, κοιτάζοντας γύρω του παρατήρησε ὅτι ἡ εἰκόνα μὲ μία ἀόρατη δύναμη εἶχε τοποθετηθεῖ πάνω σὲ ἕνα δένδρο. Προσευχήθηκε καὶ πῆρε τὴν εἰκόνα στὸ σπίτι του, ὅπου δοξάσθηκε μὲ θαύματα.
Προσκυνητὲς μαζεύτηκαν στὸ σπίτι ἀπὸ τὰ γύρω χωριά. Μετέφεραν ἀντίγραφο τῆς εἰκόνας στὴν πόλη Τσαρεβοκοκσάισκ καὶ ἀργότερα στὴ Μόσχα. Ἕνα μοναστήρι κτίσθηκε σὲ ἐκεῖνο τὸ μέρος, ὅπου εἶχε βρεθεῖ. Τὸ ὄνομα «Μυροβλύζουσα» δόθηκε, ἐπειδὴ ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἀπεικονίζεται στὴν ἁγιογραφία μὲ τὶς Μυροφόρες Γυναῖκες.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος ἦταν υἱὸς τοῦ Ζεβεδαίου καὶ τῆς Σαλώμης καὶ πρεσβύτερος ἀδελφὸς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου. Καταγόταν καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὴν Βησθαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας. Ἀσχολοῦνταν μὲ τὴν ἁλιεία στὴν λίμνη τῆς Γεννησαρὲτ μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη, ἔχοντας καὶ οἱ δύο μαζί τους καὶ τὸν πατέρα τους, καθὼς καὶ πολλοὺς ἐργάτες. Εἶχαν δικό τους πλοῖο καὶ συνεργάτης τους ἦταν καὶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος. Παρόλα αὐτὰ ὅταν ἄκουσαν τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ «ἀφέντες τὸν πατέρα αὐτῶν Ζεβεδαῖον ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ τῶν μισθωτῶν ἀπῆλθον ὀπίσω αὐτοῦ».
Ὁ Ἰάκωβος μαζὶ μὲ τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἰωάννη ἐπέδειξαν μεγάλο ζῆλο ὡς Μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Γι’ αὐτὸ καὶ κλήθηκαν υἱοὶ βροντῆς καὶ ἔγιναν μάρτυρες πολλῶν μεγάλων γεγονότων, ποὺ δὲν τὰ βίωσαν οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι. Ἔγιναν ἀποκλειστικοὶ μάρτυρες τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου. Εἶδαν τὴ θαυμαστὴ Ἀνάσταση τῆς θυγατέρας τοῦ ἀρχισυναγωγοῦ Ἰάειρου καὶ εἶχαν τὴν εὐλογία νὰ προσκληθοῦν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ κοντά Του κατὰ τὶς ὧρες τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἀγωνίας Του στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Ἡ οἰκειότητα αὐτὴ ὁδήγησε προφανῶς τὸν Ἰάκωβο μὲ τὸν ἀδελφό του Ἰωάννη νὰ ζητήσουν μέσῳ τῆς μητέρας τους ἀπὸ τὸν Κύριο, πρωτοκαθεδρία στὴν ἐγκόσμια βασιλεία Του, παρανοώντας τὴν ἀποστολὴ τοῦ Μεσσία. Οἱ δυὸ Μαθητὲς ζήτησαν ἀπὸ τὸν Χριστό, δόξα μὲ ἀνθρώπινα κριτήρια, ἔχοντας κατὰ νοῦ ὅτι ἡ Βασιλεία Του εἶναι αἰσθητή. Ὁ Χριστὸς ὅμως, διορθώνοντας τὴν ἐσφαλμένη δοξασία τους, ὑποδεικνύει τὴν πραγματικὴ καὶ αἰώνια δόξα, ἡ ὁποία διέρχεται μέσα ἀπὸ τὸ «ποτήριον», ποὺ εἶναι τὰ Πάθη καὶ ὁ Σταυρός. Γι’ αὐτὸ τοὺς λέγει: «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. Δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι;».
Μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Παλαιστίνης. Μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων μεταστρεφόταν στὴ νέα πίστη καὶ ἄλλαξε τρόπο ζωῆς χάρη στὸ ἔργο τοῦ Ἰακώβου. Αὐτὸ θορύβησε ἰδιαίτερα τοὺς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι, τὸ ἔτος 44 μ.Χ., τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν, ὡς ἀμνό, μὲ διαταγὴ τοῦ Ἡρώδου τοῦ Ἀγρίππα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος ἅγιος, βροντῆς ὑπάρχων, κατεβρόντησας, τῇ οἰκουμένῃ, τὴν τοῦ Σωτῆρος Ἰάκωβε κένωσιν, καὶ τὸ ποτήριον τούτου ἐξέπιες, μαρτυρικῶς ἐναθλήσας Ἀπόστολε· ὅθεν πάντοτε, ἐξαίτει τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Φωνῆς θεϊκῆς, ἀκούσας προσκαλούσης σε, ἀγάπην πατρός, παρεῖδες καὶ προσέδραμες, τῷ Χριστῷ Ἰάκωβε, μετὰ τοῦ συγγόνου σου ἔνδοξε· μεθ’ οὗ ἠξιώθης ἰδεῖν, Κυρίου τὴν θείαν Μεταμόρφωσιν.
Μεγαλυνάριον.
Ἡ τῶν ἀπορρήτων θεία βροντή, ὁ ἐν Θαβωρίῳ, ἐπακούσας φωνῆς Πατρός, καὶ βροντοφωνήσας, ἡμῖν τὴν σωτηρίαν, Ἰάκωβος ὁ μύστης, Χριστοῦ ὑμνείσθω μοι.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Μάξιμος, τελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴν Ἔφεσο, ἀφοῦ τοῦ διαπέρασαν τὴν κοιλιὰ μὲ ξίφος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἰσίδωρος, Ἠλίας καὶ Παῦλος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἰσίδωρος, Ἠλίας καὶ Παῦλος μαρτύρησαν στὴν Κορδούη τῆς Ἱσπανίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἀφροδίσιος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ τριάντα Μάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἀφροδίσιος ἦταν πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας καὶ μαρτύρησε στὴν Ἀλεξάνδρεια μαζὶ μὲ ἄλλους τριάντα Χριστιανούς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Δονάτος Ἐπίσκοπος Εὐροίας
Ὁ Ἅγιος Δονάτος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (37 – 395 μ.Χ.). Γεννήθηκε περὶ τὸ 330 μ.Χ. στὴν Εὔροια καὶ μορφώθηκε στὸ Βουθρωτὸ τῆς Ἠπείρου. Σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Εὐροίας καὶ ἀρχιεράτευσε ἐπὶ ἑξήντα χρόνια. Μετεῖχε δὲ στὴν Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ἄλλες πηγὲς θεωροῦν ὅτι ὁ Ἅγιος καταγόταν ἀπὸ τὴ Δύση, ἀφοῦ τὸ ὄνομα αὐτὸ ἦταν πολὺ διαδεδομένο ἐκεῖ.
Στὶς λατινικὲς πηγὲς παρατηρεῖται σύγχυση μεταξὺ τοῦ Ἁγίου Δονάτου, Ἐπισκόπου Εὐροίας, καὶ τοῦ ὁμωνύμου του Ἐπισκόπου Ἀρητίου Τυρρηνίας, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε ἐπὶ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου. Αὐτὸ ἦταν εὔκολο νὰ συμβεῖ, ἀφενὸς μὲν λόγῳ τῆς συνωνυμίας, ἀφετέρου δὲ διότι ἡ Ἐπισκοπὴ Εὐροίας ὑπαγόταν Ἐκκλησιαστικὰ στὴ Δύση, ἂν καὶ πολιτικὰ ἀνῆκε στὸ Βυζάντιο.
Οἱ ἁγιολογικὲς πηγὲς μαρτυροῦν πλῆθος θαυμάτων ἀπὸ τὸν Ἅγιο. Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται καὶ τὸ θαῦμα τοῦ Ἁγίου ποὺ φόνευσε τὸν δράκοντα. Κοντὰ στὴν Εὔροια ὑπῆρχε ἕνα χωριὸ ποὺ ὀνομαζόταν Σωρεία, στὸ ὁποῖο ὑπῆρχε μία πηγή, ἀπὸ τὴν ὁποία, ὅποιος ἔπινε, πέθαινε. Ὅταν ὁ Ἅγιος πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, πῆρε μαζί του καὶ ἄλλους ἱερεῖς καὶ πῆγε στὴν πηγή. Τὴν στιγμὴ ποὺ ἔφθασε ἐκεῖ, ἀκούσθηκε μία βροντή. Ἀμέσως ἐμφανίσθηκε μπροστά του ἕνας δράκοντας, ποὺ εἶχε τὴν φωλιά του στὴν πηγή. Μόλις ὁ Ἅγιος ἔστρεψε τὸ βλέμμα του καὶ εἶδε τὸ θηρίο, πῆρε στὰ χέρια του τὸ σχοινί, μὲ τὸ ὁποῖο κτυποῦσε τὸν ὄνο ἐπάνω στὸν ὁποῖο ἐπέβαινε, χτύπησε τὸ θηρίο στὴ ράχη, ποὺ ἔπεσε νεκρὸ στὸ ἔδαφος. Στὴν συνέχεια ὁ Ἅγιος εὐλόγησε τὴν πηγή, ἤπιε πρῶτος αὐτὸς νερὸ ἀπ’ αὐτὴ καί, ἀκολούθως, προέτρεψε καὶ τοὺς ἄλλους νὰ πιοῦν χωρὶς κανένα φόβο. Ἐκεῖνοι, πράγματι, ἤπιαν καὶ εὐφράνθηκαν καὶ ἐπέστρεψαν ἀσφαλεῖς στὶς οἰκίες τους.
Ἡ φήμη τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου, ἔφθασε μέχρι τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο τὸν Μεγάλο, ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ θεραπεύσει τὴν θυγατέρα του ποὺ ἔπασχε ἀπὸ δαιμόνιο. Ὁ Ἅγιος θεράπευσε τὴ βασιλόπαιδα καὶ ὁ Θεοδόσιος τοῦ πρόσφερε τόπο στὸν Ὀμφάλιο Ἠπείρου καὶ χρήματα, προκειμένου ὁ Ἅγιος νὰ ἀνεγείρει ναό. Στὴν τοποθεσία αὐτὴ σώζονται ἐρείπια ἀρχαίου ναοῦ, ποὺ χρονολογεῖται ὅμως ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Δεσποτάτου τῆς Ἠπείρου. Εἶναι πιθανὸ ὁ νεότερος αὐτὸς ναὸς νὰ οἰκοδομήθηκε ἐπὶ τῶν θεμελίων ἐκείνου, τὸν ὁποῖο ἔχτισε ὁ Ἅγιος, διότι κατὰ τὶς ἀνασκαφὲς βρέθηκε καὶ παλαιοχριστιανικὸ ὑλικό. Ὁ Ἅγιος Δονάτος «εἰς μακρὸν γῆρας ἐλάσας, ἀπῆλθε», μᾶλλον τὸ 388 μ.Χ. καὶ ἐνταφιάσθηκε πλησίον τοῦ ἀνωτέρου ναοῦ σὲ μνημεῖο, τὸ ὁποῖο κατὰ τὴν παράδοση εἶχε ὁ ἴδιος ἑτοιμάσει.
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Δονάτου τιμᾶται ἰδιαίτερα στὴ Θεσπρωτία, τὴν Πρέβεζα καὶ τὰ Ἰωάννινα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εὐροίας ποιμένα σε, καὶ τῆς Ἠπείρου πυρσόν, ἡ χάρις ἀνέδειξεν, ὡς Ἱεράρχην σοφόν, Δονᾶτε μακάριε· θαύμασι γὰρ ἐκλάμψας, καὶ λαμπρότητι βίου, νέμεις τοῖς σὲ τιμῶσι, πᾶσαν ἔνθεον δόσιν· διὸ τῇ προστασίᾳ σου, Πάτερ προστρέχομεν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, Παραμυθίας ἡ πόλις, σὺν αὐτῇ δὲ ἅπασα, ἡ κληρουχία σου Πάτερ, μνήμην σου, τὴν παναγίαν καὶ φωτοφόρον· ἔχει γάρ, τὴν προστασίαν του τεῖχος μέγα· διὰ τοῦτο καὶ βοᾷ σοι· χαίροις Ἠπείρου, Δονᾶτε καύχημα.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Εὐροίας θεῖος ποιμήν, καὶ Παραμυθίας, πολιοῦχος καὶ ἀρωγός· χαίροις Θεσπρωτίας, τὸ κλέος Ἱεράρχα, καὶ τῆς Ἠπείρου πάσης, Δονᾶτε καύχημα.
Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Λαυρέντιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἱσπανία ἢ τὴ Γαλλία καὶ ἦταν ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Γαυδεντίου, Ἐπισκόπου τῆς πόλεως Νοβάρα († 22 Ἰανουαρίου).
Μαρτύρησε, τὸ ἔτος 397 μ.Χ., μαζὶ μὲ μία ὁμάδα Χριστιανῶν παίδων, ποὺ κατηχοῦσε.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἐρκονγουάλδος Ἐπίσκοπος Λονδίνου
Ὁ Ἅγιος Ἐρκονγουάλδος ἦταν Ἀγγλοσάξονας καὶ καταγόταν ἀπὸ εὐγενὴ οἰκογένεια. Ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὸν ἐγκόσμιο βίο καὶ ἔγινε μοναχός. Ἵδρυσε δυὸ μεγάλες μονές. Στὴν πρώτη, ποὺ ἦταν γυναικεία, ἐγκατέστησε ὡς ἡγούμενη ἡ ἀδελφή του Ἁγία Ἐδιλμπούργκα († 7 Ἰουλίου). Ἡ ἀνδρικὴ μονὴ ἔκειτο στὴν περιοχὴ τοῦ Τσέρτσεϊ, πλησίον τοῦ ποταμοῦ Τάμεση.
Τὸ ἔτος 675 μ.Χ. ὑποχρεώθηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Θεόδωρο Ταρσοῦ, Ἀρχιεπίσκοπο Καντουαρίας, νὰ ἀφήσει τὴν προσφιλή του ἡσυχία καὶ νὰ χειροτονηθεῖ Ἐπίσκοπος Λονδίνου. Ἐξασφάλισε πολλὰ προνόμια γιὰ τὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Παύλου, ὁ ὁποῖος, ὡς λέγεται, χτίσθηκε ἐπὶ θεμελίων παλαιοῦ εἰδωλολατρικοῦ ναοῦ τῆς Ἀρτέμιδος.
Ὁ Ἅγιος Ἐρκονγουάλδος ἀρχιεράτευσε ἐπὶ ἕντεκα χρόνια καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 686 μ.Χ., ἀφήνοντας ὄνομα καλοῦ ποιμένα καὶ μεγάλη φήμη ἁγιότητος.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Βασιλέως τοῦ Ἱερομάρτυρος
Ὁ Ἅγιος Βασιλέας ὁ Ἱερομάρτυρας ἦταν Ἐπίσκοπος Ἀμασείας καὶ ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 26 Ἀπριλίου ὅπου καὶ ὁ βίος του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Κλήμης ὁ Ὁμολογητής ὁ Ὑμνογράφος
Ὁ Ὅσιος Κλήμης, ὁ Ὑμνογράφος, ἔζησε μεταξὺ τοῦ 8ου καὶ 9ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἦταν μοναχὸς στὴ μονὴ Στουδίου, ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου στοῦ Στουδίτου († 11 Νοεμβρίου), τὸν ὁποῖο καὶ διαδέχθηκε στὴν ἡγουμενία.
Ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς ἔνθερμους ὑποστηρικτὲς τῆς προσκυνήσεως τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ ὑπέστη διωγμοὺς καὶ ἐξορίες. Γι’ αὐτὸ καὶ πέθανε στὴν ἐξορία, ὡς Ὁμολογητής.
Ὁ Ὅσιος Κλήμης συνέθεσε πολλοὺς Κανόνες καὶ ἄλλα ἐκκλησιαστικὰ τροπάρια. Ἀπὸ τοὺς Κανόνες αὐτοῦ, παρελήφθησαν στὰ Μηναῖα, ὁ Κανόνας στὸν Προφήτη Μωυσέα († 4 Σεπτεμβρίου), ὁ Κανόνας στοὺς Ἀρχαγγέλους († 8 Νοεμβρίου), ὁ Κανόνας στὸν Ὅσιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος († 30 Μαρτίου), ὁ Κανόνας στοὺς Ἁγίους Ἑπτὰ Παῖδες τοὺς ἐν Ἐφέσῳ († 4 Αὐγούστου) καὶ ὁ Κανόνας στὴ Θεοτόκο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Σίμων Μητροπολίτης Μόσχας
Ὁ Ἅγιος Σίμων ἦταν μοναχὸς στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ὁσίου Σεργίου καὶ τὸν Σεπτέμβριο τοῦ ἔτους 1495 ἐξελέγη Μητροπολίτης Μόσχας, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1511 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Κρεμλίνου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως
Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος (Μπριαντσιανίνωφ) γεννήθηκε τὸ ἔτος 1807 μ.Χ. στὴν κωμόπολη Ποκρὸφσκ τῆς ἐπαρχίας Βολογκντὰ τῆς Ρωσίας ἀπὸ οἰκογένεια εὐγενῶν. Τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά του ἦταν Δημήτριος. Ὁ τόπος ὅπου μεγάλωσε ὁ Ἅγιος ἦταν γεμάτος ἀπὸ μονὲς καὶ σκῆτες καὶ γι’ αὐτὸ τὸν λόγο ὀνομαζόταν «Θηβαΐδα τῆς Ρωσίας». Τὸ πνευματικὸ αὐτὸ περιβάλλον ἐπέδρασε πολὺ στὴ διαμόρφωση τῆς προσωπικότητας τοῦ Ἁγίου καὶ στὴν καλλιέργεια τῆς εὐσέβειάς του.
Ὁ πατέρας του τὸν ἔγραψε στὴν αὐτοκρατορικὴ σχολὴ πολέμου στὴν Ἁγία Πετρούπολη. Παρὰ τὴν πρόοδό του στὴ σχολή, ἐκεῖνος ἐπιθυμοῦσε νὰ γίνει μοναχὸς καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὸ δρόμο τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἀφορμὴ γι’ αὐτὸ ἔδωσε μία σοβαρὴ ἀσθένειά του τὸ ἔτος 1827, ὅταν ὁ Ἅγιος ἦταν εἴκοσι ἐτῶν, ποὺ τὸν ἔκανε νὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ τὴν σχολὴ παρὰ τὶς ἀντιρρήσεις τῶν ἀξιωματικῶν. Ἀμέσως ἐγκαταβιώνει στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου τοῦ Σβὶρ στὴν Πετρούπολη. Ἐκεῖ συνδέεται πνευματικὰ μὲ τὸν Στάρετς Λεωνίδα, τῆς Ὄπτινα ὁ ὁποῖος διέμενε ἐκεῖνο τὸν καιρὸ στὴ μονή. Στὴν συνέχεια πῆγε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Πετρουπόλεως, ὅπου γνώρισε τὸν Στάρετς Θεοφάνη. Ἐκεῖ ἔμεινε τέσσερα ἀκόμη χρόνια, γιὰ νὰ καταλήξει κοντὰ στὸν γέροντά του Λεωνίδα στὴ μονὴ τῆς Ὄπτινα.
Κείρεται μοναχὸς τὸ 1831 μ.Χ. καὶ ὀνομάζεται Ἰγνάτιος. Λίγο καιρὸ ἀργότερα χειροτονεῖται διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Ὁ Ἅγιος ἀρχίζει τὸν ἔντονο πνευματικὸ ἀγώνα. Σὲ αὐτὸν ἀναφέρεται σχετικὰ ὁ γέρων Σωφρόνιος, ποὺ γράφει: «Ἡ χριστιανικὴ τελειότητα ἔγκειται στὴν ἐσωτερικὴ (ἐγκάρδια) καθαρότητα, χάρη στὴν ὁποία ἐμφανίζεται ὁ Θεὸς νὰ ἀποκαλύπτει τὴ διαμονή Του μέσα στὴν καρδιά, μὲ πολλὰ καὶ ποικίλα χαρίσματα τοῦ Πνεύματος. Ἐκεῖνος ποὺ ἀπέκτησε τὴν τελειότητα αὐτὴ γίνεται φορεὺς φωτός, ἐκπληρώνοντας τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον ὄχι μὲ σωματικὴ ὑπηρεσία, ἀλλὰ μὲ τὴ διακονία τοῦ Πνεύματος, καθοδηγώντας τοὺς σωζομένους, ἐγείροντας αὐτοὺς ἀπὸ τὴν πτώση, θεραπεύοντας τὶς ψυχικὲς τους πληγές. Ὁ χορὸς τῶν μοναχῶν ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία Ποιμένες, οἱ ὁποῖοι ὄχι μὲ ἐπιτηδευμένους λόγους ἀνθρώπινης σοφίας ἀλλὰ μὲ τοὺς λόγους τοῦ Πνεύματος, ποὺ ἐπικυρώνονταν μὲ θαύματα, ποίμαναν καὶ στερέωναν τὴν Ἐκκλησία.
Ἰδού, γιατί ἡ Ἐκκλησία μετὰ τὴν περίοδο τῶν Μαρτύρων ἐπεκτάθηκε στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ βρίσκεται ἡ τελειότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ πηγὴ τοῦ φωτός της καὶ ἡ κύρια δύναμη τῆς στρατευόμενης Ἐκκλησίας».
Μὲ ἐντολὴ τοῦ τσάρου Νικολάου καλεῖται στὴν Ἁγία Πετρούπολη καὶ ἀναλαμβάνει ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Σεργίου. Προηγουμένως ὅμως, παραιτεῖται ἀπὸ ὅλα τὰ ἀξιώματα ποὺ εἶχε στὴν Ἐκκλησία καὶ ἀποσύρεται στὴν ἡσυχία τῆς μονῆς τῆς Ὄπτινα. Στὸ μεταξὺ ἡ Ἐκκλησία τὸν καλεῖ νὰ τὴν διακονήσει ὡς Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως, Καυκάσου καὶ Εὐξείνου Πόντου. Ἡ πνευματική του δραστηριότητα δὲν σταματᾶ. Κατὰ ἐκείνη τὴν περίοδο θὰ γράψει καὶ τὸ περίφημο ἔργο του «Προσφορὰ εἰς τὸν σύγχρονον μοναχισμόν», στὸ ὁποῖο ἀποτυπώνεται ἡ ἁγιότητα τῆς ὑπάρξεώς του.
Λόγοι ἀσθενείας τὸν ἀναγκάζουν νὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ἔτσι, ἀποσύρεται στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὸ Μπαμπάεβο.
Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος, ἀφοῦ ἔζησε ἐκεῖ ὡς ἁπλὸς μοναχός, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη, τὸ ἔτος 1867, σὲ ἡλικία ἑξήντα ἐτῶν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Νικήτα Ἀρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ
Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Νικήτα Ἀρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 31 Ἰανουαρίου.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Νικήτα, ἀνεκομίσθηκαν τὸ ἔτος 1558.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίας Ἀργυρῆς τῆς Νεομάρτυρος
Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας Ἀργυρῆς τῆς Νεομάρτυρος, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 5 Ἀπριλίου ὅπου καὶ ὁ βίος της.
Στὶς 30 Ἀπριλίου 1725 ἐτελεῖται ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων της, ἐπειδὴ ζήτησε τοῦτο πολὺς κόσμος ποὺ ἐγνώριζε τὰ βάσανα ποὺ ὑπέφερε ἐπὶ τόσα χρόνια ἡ Ἀργυρή. Κατὰ τὴν ἀνακομιδή, τὴ βρῆκαν ὁλόσωμη νὰ εὐωδιάζει. Ἀμέσως εἰδοποίησαν τὸν Πατριάρχη Παΐσιο, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ ἐρεύνησε αὐτοπροσώπως καὶ εἶδε μὲ τὰ μάτια του τὸ θαῦμα, ἐλειτούργησε μὲ ὅλη τὴν Ἱερὰ Σύνοδο καὶ διέταξε νὰ θέσουν τὸ ἅγιο λείψανό της σὲ ἰδιαίτερη λάρνακα.
Ἰδοὺ τί γράφει καὶ ὁ Πατριάρχης: «Ὢ, τῶν θαυμασίων σου Χριστέ. Ἀφοῦ ἀνοίξαμεν τὸν τάφον εἶδα νὰ μένει σῶο καὶ ἄφθορο τὸ ἅγιο αὐτῆς σκῆνος, νὰ ἀναβλύζει δὲ θαυμασίαν εὐωδίαν καὶ νὰ κάνει σὲ ὅλους θαύματα».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, ἀντεχομένη, πολυχρόνιον, ἤνυσας ἆθλον, Νεομάρτυς Ἀργυρῆ ἀξιάγαστε· καὶ τὸν Χριστὸν τοῖς σοῖς πόνοις δοξάσασα, ἐμεγαλύνθης ἐνθέοις χαρίσμασιν· ὅθεν πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Πτερωθεῖσα πάνσεμνε, τῆς εὐσεβείας τῷ πόθῳ, ἀνδρικῶς ἐνήθλησας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος· ὅθεν σε, ὁ σὸς Νυμφίος λαμπρῶς δοξάσας, ἄφθαρτον, ἡμῖν ἀνέδειξε τὸ σὸν σῶμα, Ἀργυρῆ Μεγαλομάρτυς, πᾶσι πηγάζον χάριν ἀέναον.
Μεγαλυνάριον.
Ἤθλησας νομίμως ὑπὲρ Χριστοῦ, Ἀργυρῆ θεόφρον, καὶ δεδόξασαι θαυμαστῶς· ὅθεν σου τὸ σῶμα, τὸ τίμιον πλουτοῦντες, ἐκ τούτου θείαν χάριν πιστῶς καρπούμεθα.
Μὲ τὸ ὄνομα Ζωοδόχος Πηγὴ τοῦ Μπαλουκλὶ ἢ Παναγία ἡ Μπαλουκλιώτισσα φέρεται ἱερὸ χριστιανικὸ ἁγίασμα ποὺ βρίσκεται στὴ Κωνσταντινούπολη ἔξω ἀπὸ τὴ δυτικὴ πύλη τῆς Σηλυβρίας, ὅπου ὑπῆρχαν τὰ λεγόμενα «παλάτια τῶν πηγῶν» στὰ ὁποῖα οἱ Βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες παραθέριζαν τὴν Ἄνοιξη. Πῆρε τὴν ὀνομασία του ἀπὸ τὸ τουρκικὸ ὄνομα Balik (=ψάρι) καὶ περιλαμβάνει τὸ μοναστήρι, τὴν ἐκκλησία καὶ τὸ ἁγίασμα.
Γιὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Ἁγιάσματος ὑπάρχουν δύο ἐκδοχές:
α) Ἡ πρώτη, ποὺ ἐξιστορεῖ ὁ Νικηφόρος Κάλλιστος ἀναφέρει ὅτι: Ὁ μετέπειτα αὐτοκράτορας Λέων ὁ Θρὰξ ἢ Λέων ὁ Μέγας (457 – 474 μ.Χ.), ὅταν ἐρχόταν ὡς ἁπλὸς στρατιώτης στὴν Κωνσταντινούπολη, συνάντησε στὴ Χρυσὴ Πύλη ἕναν τυφλὸ ποὺ τοῦ ζήτησε νερό. Ψάχνοντας γιὰ νερό, μιὰ φωνὴ τοῦ ὑπέδειξε τὴν πηγή. Πίνοντας ὁ τυφλὸς καὶ ἐρχόμενο τὸ λασπῶδες νερὸ στὰ μάτια τοῦ θεραπεύτηκε. Ὅταν ἀργότερα ἔγινε αὐτοκράτορας, τοῦ εἶπε ἡ προφητικὴ φωνή, πὼς θὰ ἔπρεπε νὰ χτίσει δίπλα στὴν πηγὴ μία Ἐκκλησία. Πράγματι ὁ Λέων ἔκτισε μία μεγαλοπρεπὴ ἐκκλησία πρὸς τιμὴ τῆς Θεοτόκου στὸ χῶρο ἐκεῖνο, τὸν ὁποῖο καὶ ὀνόμασε «Πηγή». Ὁ Κάλλιστος περιγράφει τὴ μεγάλη αὐτὴ Ἐκκλησία μὲ πολλὲς λεπτομέρειες, ἂν καὶ ἡ περιγραφὴ ταιριάζει περισσότερο στὸ οἰκοδόμημα τοῦ Ἰουστινιανοῦ. Ἱστορικὰ πάντως εἶναι ἐξακριβωμένο, ὅτι τὸ 536 μ.Χ. στὴ Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὑπὸ τὸν Πατριάρχη Μηνᾶ 536 – 552 μ.Χ., λαμβάνει μέρος καὶ ὁ Ζήνων, ἡγούμενος «τοῦ Οἴκου τῆς ἁγίας ἐνδόξου Παρθένου καὶ Θεοτόκου Μαρίας ἐν τῇ Πηγῇ».
β) Ἡ δεύτερη, ποὺ ἐξιστορεῖ ὁ ἱστορικὸς Προκόπιος, τοποθετεῖται στὶς ἀρχὲς τοῦ 6ου αἰώνα καὶ ἀναφέρεται στὸν Ἰουστινιανό. Ὁ Ἰουστινιανὸς κυνηγοῦσε σ’ ἕνα θαυμάσιο τοπίο μὲ πολὺ πράσινο, νερὰ καὶ δένδρα. Ἐκεῖ, σὰν σὲ ὅραμα, εἶδε ἕνα μικρὸ παρεκκλήσι, πλῆθος λαοῦ καὶ ἕναν ἱερέα μπροστὰ σὲ μιὰ πηγή. «Εἶναι ἡ πηγὴ τῶν θαυμάτων» τοῦ εἶπαν. Καὶ ἔχτισε ἐκεῖ μοναστήρι μὲ ὑλικὰ ποὺ περίσσεψαν ἀπὸ τὴν Ἁγιὰ Σοφιά. Ὁ Ἰ. Κεδρηνὸς ἀναφέρει ὅτι χτίστηκε τὸ 560 μ.Χ.
Γράφοντας τὸν 14ο αἰ. μ.Χ. γιὰ τὸ ἁγίασμα τῆς Πηγῆς ὁ Νικηφόρος Κάλλιστος παραθέτει, ἀπὸ διάφορὲς πηγές, ἕναν κατάλογο 63 θαυμάτων, ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὰ 15 φθάνουν ὡς τὴν ἐποχή του.
Σήμερα στὴν αὐλὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς βρίσκονται οἱ τάφοι τῶν Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν. Τὸ δὲ ἁγίασμα βρίσκεται στὸν ὑπόγειο Ναὸ καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ μαρμαρόκτιστη πηγή, τὸ νερὸ τῆς ὁποίας θεωρεῖται ἁγιασμένο. Ἀπὸ ἐδῶ διαδόθηκε ὁ τύπος τῆς Παναγίας Ζωοδόχου Πηγῆς σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ψηφιδωτὴ παράσταση τῆς εἰκόνας σώζεται στὸν ἐσωνάρθηκα τῆς Μονῆς τῆς Χώρας.
Ὁ Ναὸς αὐτὸς ἔμεινε γνωστὸς στὴν ἱστορία ὡς τὸ ἁγίασμα τοῦ «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ» στὰ τουρκικὰ σημαίνει ψάρι καὶ ἡ παράδοση μᾶς λέει πὼς ἐκεῖ δίπλα στὸ ἁγίασμα, στὶς 23 Μαΐου 1453 μ.Χ. ἕνας καλόγερος τηγάνιζε ψάρια, ὅταν κάποιος τοῦ ἔφερε τὴν εἴδηση πὼς πῆραν τὴν Πόλη οἱ Τοῦρκοι. Ὁ καλόγερος ἀπάντησε πὼς μόνο ἂν τὰ ψάρια ποὺ τηγάνιζε ἔφευγαν ἀπ’ τὸ τηγάνι καὶ ἔπεφταν μέσα στὸ ἁγίασμα θὰ πίστευε ὅτι ἔγινε κάτι τέτοιο. Καὶ πραγματικὰ τὰ ψάρια ζωντάνεψαν καὶ ἔπεσαν μέσα στὴν πηγὴ τοῦ ἁγιάσματος. Μέχρι σήμερα δέ, μέσα στὴν δεξαμενὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς διατηροῦνται ἑπτὰ ψάρια καὶ μάλιστα σὰν νὰ εἶναι μισοτηγανισμένα ἀπ’ τὴν μιὰ πλευρά.
Σὲ ἀνάμνηση τῶν ἐγκαινίων τοῦ Ναοῦ ἀπὸ τὸν Αὐτοκράτορα Λέοντα ἡ Ἐκκλησία καθιέρωσε τὴν κάτ’ ἔτος ἑορτὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, τὴν Παρασκευὴ τῆς Διακαινήσιμου Ἑβδομάδας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὸν ὑπερούσιον, ὄμβρον κυήσασα, πηγὴ ζωήρρυτος, Παρθένε πέφυκας, ἀναπηγάζουσα ἡμῖν, τὸ νέκταρ τὸ ἀθάνατον, ὕδωρ τὸ ἁλλόμενον, εἰς ζωὴν τὴν αἰώνιον, νάματα γλυκύρροα, ἐκ τῆς Κρήνης σου πάντοτε, ἐξ ὧν ἐπεντρυφῶντες βοῶμεν· Χαῖρε Πηγὴ ἡ ζωηφόρος.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ἐξ ἀκενώτου σου πηγῆς Θεοχαρίτωτε
Ἐπιβραβεύεις μοι πηγάζουσα τὰ νάματα
Ἀενάως τῆς σῆς χάριτος ὑπὲρ λόγον·
Τὸν γὰρ Λόγον ὡς τεκοῦσα ὑπὲρ ἔννοιαν
Ἱκετεύω σε δροσίζειν με σῇ χάριτι,
Ἵνα κράζω σοι, Χαῖρε ὕδωρ σωτήριον.
Μεγαλυνάριον.
Ὕδωρ τὸ ζωήρρυτον τῆς Πηγῆς, μάννα τὸ προχέον, τὸν ἀθάνατον δροσισμόν, τὸ νέκταρ τὸ θεῖον, τὴν ξένην ἀμβροσίαν, τὸ μέλι τὸ ἐκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.
Οι Ἁγίοι Ιάσονας και Σωσίπατρος οι Απόστολοι
Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Ἰάσων καὶ Σωσίπατρος ἀνήκουν στὴ χορεία τῶν Ἀποστόλων τοῦ Κυρίου καὶ κατάγονταν ὁ μὲν Ἰάσων ἀπὸ τὴν Ταρσὸ ἢ τὴν Θεσσαλονίκη, κατὰ τὸ παλαιὸ χειρόγραφο, ὅπως σημειώνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ δὲ Σωσίπατρος ἀπὸ τὴν Ἀχαΐα.
Τὸ ὄνομα τοῦ Ἰάσων ἀπαντᾶ σὲ δύο ἀπὸ τὰ βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης. Στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καὶ στὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ τοῦ Παύλου.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, μετὰ τοὺς Φιλίππους, ἦλθε στὴν Θεσσαλονίκη, ὅπου δίδαξε ἐπὶ τρεῖς ἑβδομάδες. Ἡ διδασκαλία του ἐπέσυρε τὸ μίσος τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι στράφηκαν ἐναντίον του, παρακινώντας καὶ τοὺς ἀγοραίους τῆς πόλεως. Ἐπειδὴ φιλοξενοῦνταν στὸ σπίτι τοῦ Ἰάσονος, οἱ Ἰουδαῖοι τὸν ἀναζήτησαν ἐκεῖ. Δὲν τὸν βρῆκαν ὅμως, γι’ αὐτὸ ἔσυραν τὸν Ἰάσονα καὶ τοὺς ἄλλους ἀδελφοὺς στοὺς πολιτάρχες, δηλαδὴ στοὺς δημοτικοὺς ἄρχοντες. Στὴν ἀφήγηση αὐτὴ τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων ἀναφέρεται γιὰ πρώτη φορὰ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰάσονα. Στὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ ὁ Παῦλος ἀναφέρει τὸν Ἰάσονα μὲ ἐκείνους ποὺ ἀπηύθυναν χαιρετισμοὺς στοὺς παραλῆπτες τῆς Ἐπιστολῆς.
Ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔχουμε τὶς πρῶτες πληροφορίες καὶ συγκεκριμένα στὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολή, ὁ Ἰάσων καὶ ὁ Σωσίπατρος χαρακτηρίζονται «συγγενεῖς» τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτὸς δημιούργησε ὁρισμένα ἐρωτήματα. Κατὰ πᾶσα πιθανότητα σημαίνει ὅτι ὁ Παῦλος καὶ ὁ Ἰάσων ἦταν ὁμότεχνοι, πάντως ὄχι συγγενεῖς ἐξ αἵματος. Ἐν τούτοις, ὅπως δέχονται οἱ ἐρευνητές, ὁ ἀναφερόμενος στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καὶ στὴν Ἐπιστολὴ εἶναι ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπο. «Τούτου τοῦ Ἰάσονος», λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «καὶ Λουκᾶς μέμνηται. Οὐ γὰρ ἁπλῶς συγγενῆν μέμνηται, εἰ μὴ καὶ τὴν εὐσέβειαν εἶεν ἑοικότως αὐτῷ». Μὲ τὸ ἴδιο πνεῦμα ὁμιλεῖ καὶ ὁ Θεοφύλακτος: «Εἰ μὴ γὰρ τοιοῦτοι ἦσαν, οὐκ ἂν αὐτῶν ἐμνήσθη». Στὸ ἴδιο συμπέρασμα καταλήγουν ὁ Θεοδώρητος Κύρου, ὁ Οἰκουμένιος καὶ ὅλοι οἱ νεότεροι ἑρμηνευτές· δέχονται δηλαδὴ ταυτισμὸ τοῦ Ἰάσονος τῶν Πράξεων καὶ τῆς Ἐπιστολῆς.
Ὁ Ἰάσων φαίνεται ὅτι διατηροῦσε μικρὸ ἐργαστήριο ὑφαντουργίας, στὸ ὁποῖο ὁ Παῦλος βρῆκε ἐργασία. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ συνεργάτης τοῦ Ἀποστόλου ἦταν ἐγκατεστημένος στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ἴσως μονίμως. Τὸ Μηναῖον τῆς Ἐκκλησίας φέρει τὸν Ἰάσονα Ταρσέα ὡς πρὸς τὴν καταγωγή. «Τούτων ὁ μὲν Ἰάσων Ταρσεὺς ἦν, ὃς καὶ πρῶτος ἐκεῖθεν ζωγρεῖται πρὸς τὴν εὐσέβειαν». Ἴσως ἡ ἄποψη αὐτὴ σχηματίσθηκε ἀπὸ τὴν φράση τοῦ Παύλου «οἱ συγγενεῖς μου» καὶ κυρίως ἀπὸ παρερμηνεία σχετικῆς φράσεως τῶν λεγομένων «Πράξεων τῶν Ἁγίων», ἔργο κατὰ πᾶσα πιθανότητα τοῦ 9ου αἰῶνος μ.Χ. Οἱ «Πράξεις τῶν Ἁγίων» ἀναφέρουν ὅτι ὁ Ἰάσων καταστάθηκε ἀπὸ τὸν Παῦλο, Ἐπίσκοπος Ταρσοῦ. «Ἐξ ἀρχῆς», λέγει τὸ κείμενο τῶν «Πράξεων τῶν Ἁγίων», «ὁμοῦ Ἰάσων τῆς Ταρσοῦ μητρόπολιν κυβερνῶν ἐμπεπίστευτο παρὰ Παύλου ὡς οἰκείαν πατρίδα». Ἀλλὰ τὸ «οἰκείαν πατρίδα» δὲν ἀναφέρεται στὸν Ἰάσονα, ἀλλὰ στὸν Ταρσέα Παῦλο, ποὺ ἐμπιστεύθηκε τὴν πατρίδα του στὸν Ἰάσονα. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη ὁ Ἰάσων καταγόταν ἀπὸ τὴν Ταρσό, δὲν θὰ ἦταν Χριστιανὸς πρὶν ἀπὸ τὴν ἐγκατάστασή του στὴ Θεσσαλονίκη. Τοῦτο εἶναι εὔκολο νὰ τὸ ἰσχυρισθοῦμε, διότι ἐὰν εἶχε γνωρίσει τὴν χριστιανικὴ πίστη στὴν Ταρσό, βρισκόμενος στὴν Θεσσαλονίκη ἔπρεπε τουλάχιστον νὰ εἶχε προλειάνει τὸ ἔδαφος. Τὸ μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι ὁ Ἰάσων ζοῦσε στὴν Θεσσαλονίκη καὶ ὅτι ἔγινε μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Ἡ γνώμη τοῦ Holzner ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦλθε ἀπὸ τοὺς Φιλίππους στὴ Θεσσαλονίκη κομίζοντας Ἐπιστολὲς πρὸς τὸν Ἰάσονα, συνηγορεῖ ὑπὲρ τῆς ἀπόψεως ἐκείνης ὅτι ὁ Παῦλος δὲν γνώριζε τὸν Ἰάσονα καὶ ὅτι ὁ Ἰάσων γνώρισε τὸν Χριστιανισμὸ ἀπὸ τὸν Παῦλο. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὰ πρῶτα χρόνια τῆς ἱεραποστολικῆς δράσεώς του, ἐπισκεπτόταν καταρχὴν τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἔπειτα ἀπευθυνόταν στοὺς Ἐθνικούς. Ἔτσι καὶ στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπως εἶναι γνωστό, πρῶτα ἐπισκέφθηκε τὴ συναγωγή, ὅπου καὶ μίλησε. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἑρμηνευτὲς ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Ἰάσων ἦταν Ἰουδαῖος. Τὸ ὄνομα Ἰάσων ἦταν συνηθισμένο στοὺς Ἕλληνες, τὸ ἔπαιρναν ὅμως καὶ πολλοὶ Ἑλληνιστὲς Ἰουδαῖοι. Ἡ πληροφορία τοῦ Δωροθέου Τύρου, ὅτι ὁ Ἰάσων ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήκοντα Μαθητὲς τοῦ Κυρίου ἔχει ἀποκρουσθεῖ.
Ἡ δράση τοῦ Ἰάσονος, ἀρχίζει ἀμέσως μετὰ τὴν μεταστροφή του στὸν Χριστό. Φιλοξενεῖ τὸν Παῦλο στὸ σπίτι του, προσφέρει στὸν δάσκαλο καὶ στοὺς πρώτους Χριστιανοὺς τὴ βοήθειά του, διαθέτει τὸ ἴδιο του τὸ σπίτι γιὰ τὶς συνάξεις καὶ ὑφίσταται διώξεις χάρη τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ ἀναζήτηση τοῦ Παύλου ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἡ σύλληψη τοῦ Ἰάσονος στὴ Θεσσαλονίκη ἦταν πράξη ἀνεύθυνη. Ἂν πράγματι οἱ κατηγορίες ὅτι ἐνεργοῦσε κατὰ τοῦ Καίσαρος ἦταν ἐπιβεβαιωμένες, τότε ἔπρεπε νὰ γίνει ἔρευνα ὄχι ἀπὸ τὸν ὄχλο, ἀλλὰ ἀπὸ τὶς ἀρχές. Οἱ πολιτάρχες, ὕστερα ἀπὸ ἐξέταση στὴν ὁποία ὑπέβαλαν τὸν Ἰάσονα καὶ τοὺς ἀδελφούς, τοὺς ἄφησαν ἐλεύθερους καὶ τοὺς διαβεβαίωσαν ὅτι δὲν ἐπρόκειτο νὰ ἐνοχληθοῦν. Παρ’ ὅλα αὐτά, ἡ θέση τοῦ Ἰάσονος δὲν ἔπαυσε νὰ εἶναι ἐπισφαλής.
Ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν προοίμιο ἄλλων διώξεων ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ὑποστεῖ ὁ Ἰάσων. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ἐπαινώντας τὸν Ἀπόστολο Ἰάσονα, τὸν χαρακτηρίζει θαυμαστό: «Θαυμαστὸς ὁ ἀνὴρ εἰς κινδύνους ἑαυτὸν ἐκδοὺς καὶ ἐκπέμψας αὐτούς».
Μετὰ τὰ συμβάντα στὴ Θεσσαλονίκη, ὁ Παῦλος ἀναχωρεῖ γρήγορα γιὰ τὴν Βέροια. «Οἱ δὲ ἀδελφοὶ διὰ νυκτὸς ἐξέπεμψαν τόν τε Παῦλον καὶ Σίλαν εἰς Βέροιαν». Πρωτοστάτης γιὰ τὴ φυγάδευση τοῦ διδασκάλου τους ἦταν ὁ Ἰάσων, ὁ ὁποῖος ἔμεινε στὴ Θεσσαλονίκη διοργανώνοντας τὴν πρώτη Ἐκκλησία.
Ὅταν οἱ Ἀπόστολοι Τιμόθεος καὶ Σίλας πῆγαν στὴν Κόρινθο, ὁ Ἰάσων τοὺς ἔδωσε χρήματα γιὰ τὸν Παῦλο. Καὶ ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔγραφε τὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολή, ὁ Ἰάσων ἦταν στὴν Κόρινθο καὶ ἀπηύθυνε χαιρετισμοὺς στοὺς Χριστιανοὺς τῆς κοινότητος τῆς Ρώμης.
Μία παράδοση φέρει τὸν Ἀπόστολο Ἰάσονα Ἐπίσκοπο τῆς γενέτειρας τοῦ διδασκάλου του, τὸν δὲ Ἀπόστολο Σωσίπατρο Ἐπίσκοπο Ἰκονίου. Ἄλλη πάλι παράδοση, τὴν ὁποία ὅμως ἀποκρούουν οἱ ἑρμηνευτές, θέλει τὸν Ἰάσονα Ἐπίσκοπο Ἰκονίου. Τόσο ὁ Ἰάσων ὅσο καὶ ὁ Σωσίπατρος ἦλθαν στὴν Κέρκυρα, ὅπου ἀνέπτυξαν πλούσια δράση.
Καὶ οἱ δύο συνεργάτες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἐξαιτίας τῆς ἱεραποστολικῆς τους δραστηριότητας, συκοφαντήθηκαν, συνελήφθησαν καὶ ρίχθηκαν στὴ φυλακὴ ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Κερκυλλίνο. Στὴν φυλακὴ μετέστρεψαν ἑπτὰ ληστὲς στὸν Χριστό, οἱ ὁποῖοι ἀργότερα μαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τους. Οἱ δύο Ἀπόστολοι παραδόθηκαν ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα στὸν ἔπαρχο Καπριανό, ὁ ὁποῖος μὴν μπορώντας νὰ τοὺς μεταπείσει, τοὺς ἔριξε στὴν φυλακή.
Τὰ βασανιστήρια ποὺ ὑπέστησαν ἀπὸ τὸν ἔπαρχο οἱ δύο Ἀπόστολοι, συγκίνησαν τὴν θυγατέρα τοῦ ἡγεμόνος, Κέρκυρα, ἡ ὁποία ἀσπάσθηκε τὸν Χριστιανισμό. Οἱ δύο Ἀπόστολοι ρίχθηκαν σὲ ἕνα σιδερένιο καζάνι, ὅπου ὑπῆρχε πίσσα καὶ ρητίνη. Ὁ Ἰάσων ἐξῆλθε ἀβλαβής, ἐνῷ ὁ Σωσίπατρος πέθανε. Ἀπὸ τὴ δοκιμασία αὐτὴ τῶν δύο Ἀποστόλων, ὁ ἡγεμόνας μετανόησε, κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε καὶ μετονομάσθηκε Σεβαστιανός.
Ὁ Ἀπόστολος Ἰάσων, ὅπως ἀναφέρουν οἱ «Πράξεις τῶν Ἁγίων», ἔζησε μέχρι τὰ βαθειὰ γεράματα, διακονώντας τὴν Ἐκκλησία τῆς Κέρκυρας καὶ χτίζοντας ναούς. Οἱ Κερκυραίοι γιὰ τὴν προσφορὰ τῶν δύο Ἀποστόλων, τοὺς εὐλαβοῦνται καὶ πρὸς τιμὴν τους ὑπάρχει περικαλλὴς ναός, ποὺ θεωρεῖται ὁ ἀρχαιότερος στὴν πόλη.
Οἱ τίμιες κάρες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Ἰάσονος καὶ Σωσιπάτρου φυλάσσονται μὲ εὐλάβεια στὴν ἱερὰ μονὴ Ὁσίου Λουκᾶ Βοιωτίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Δυὰς ἡ ὁμότροπος, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, Ἰάσων ὁ ἔνδοξος, Σωσίπατρος ὁ κλεινός, συμφώνως τιμάσθωσαν· οὗτοι γὰρ δεδεγμένοι, τὸν τῆς χάριτος λόγον, ηὔγασαν ἐν Κερκύρᾳ, εὐσεβείας τὸ φέγγος, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Χειρόγραφον εἰκόνα.
Τοῖς δόγμασι τοῦ Παύλου καταυγασθέντες, γεγόνατε φωστῆρες τῆς οἰκουμένης, τρισμακάριοι· καταυγάζετε γὰρ ἀεὶ κόσμον θαύμασιν, Ἰάσων, ἡ πηγὴ τῶν ἰαμάτων, Σωσίπατρε, Χριστοῦ Μαρτύρων κλέος, Ἀπόστολοι θεοφόροι, προστάται τῶν ἐν ἀνάγκαις, καθικετεύσατε Θεῷ, τοῦ σωθήναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἀποστόλων ἡ ξυνωρίς, τῆς σεπτῆς Τριάδος, δημηγόροι καὶ ὑπουργοί, σὺν τῷ Σωσιπάτρῳ, Ἰάσων θεοφόρε· ὑμεῖς γὰρ ἀληθείας, ὤφθητε στόματα.
Ἡ Ἁγία Κέρκυρα ἡ Μάρτυς
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Κέρκυρα ἔζησε τὸν 1ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν θυγατέρα τοῦ ἡγεμόνος τῆς Κέρκυρας, Κερκυλλίνου. Πίστεψε στὸν Χριστὸ διὰ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Ἰάσονος καὶ Σωσιπάτρου. Ὅταν δὲ εἶδε τοὺς Ἁγίους νὰ ἔχουν συλληφθεῖ καὶ νὰ ὁδηγοῦνται στὴ φυλακή, ὁμολόγησε καὶ αὐτὴ τὸν Χριστὸ καὶ διαμοίρασε στοὺς φτωχοὺς τὰ κοσμήματά της, τὰ ὁποία φοροῦσε.
Ὅταν τὸ ἔμαθε ὁ πατέρας της καὶ ἀφοῦ δὲν μπόρεσε νὰ τῆς ἀλλάξει τὴν ἀπόφασή της, τὴν παρέδωσε σὲ ἕναν Αἰθίοπα γιὰ νὰ τὴν διαφθείρει. Ἀλλὰ ὁ Αἰθίοπας πίστεψε στὸν Χριστὸ διὰ αὐτῆς καὶ θανατώθηκε. Ἡ δὲ Ἁγία Κέρκυρα, ἀφοῦ βασανίσθηκε ποικιλοτρόπως, κρεμάσθηκε, τρυπήθηκε μὲ βέλη καὶ ἔλαβε ἔτσι τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἰακισχόλος, Ἰανουάριος, Εὐφράσιος, Μάμμινος, Μαρσάλιος, Σατορνίνος καὶ Φαυστιανὸς οἱ Μάρτυρες πρώην ληστές
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, ἦταν στὸν πρότερό τους βίο λῃστές. Ὅταν ἦταν φυλακισμένοι στὴν Κέρκυρα, πίστεψαν στὸν Χριστὸ διὰ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Ἰάσονος καὶ Σωσιπάτρου.
Τελειώθηκαν μαρτυρικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Βιτάλιος καὶ Βαλερία οἱ Μάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Βιτάλιος καταγόταν ἀπὸ τὸ Μιλάνο τῆς Ἰταλίας καὶ ἦταν πιθανῶς ὁ πατέρας τῶν Μαρτύρων Γερβασίου καὶ Προτασίου († 19 Ἰουνίου). Ἦλθε μαζὶ μὲ τὴν σύζυγό του Βαλερία στὴ Ραβέννα, ὅταν θὰ ἐκτελεῖτο ὁ Ἅγιος Οὐρσικίνος. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐνθάρρυνε, καθὼς πρὸς στιγμὴν ὁ Ἅγιος Οὐρσικίνος φοβήθηκε τὸ μαρτύριο, ἐνταφίασε τὸ ἱερὸ λείψανό του μετὰ τὸν μαρτυρικό του θάνατο.
Ὁ Ἅγιος Βιτάλιος συνελήφθη ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανὸς καί, ἀφοῦ βασανίσθηκε, ὁδηγήθηκε στὴν πυρά. Ὁμοίως καὶ ἡ Ἁγία Βαλερία μαρτύρησε, ὅταν ἐπέστρεφε στὸ Μιλάνο. Ἦταν τὸ ἔτος 62 μ.Χ.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ζήνων ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ζήνων τελειώθηκε διὰ πυρός.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Νέων ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νέων μαρτύρησε στὴν πυρά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἀττικὸς καὶ Κυντιανὸς οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀττικὸς καὶ Κυντιανὸς ἀναφέρονται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἱππολύτου Delehaye.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος καὶ Σεκουνδίνος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες
Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Ἀγάπιος καὶ Σεκουνδίνος γεννήθηκαν στὴν Ἱσπανία. Ἦταν Ἐπίσκοποι στὴν περιοχὴ τῆς Νουμιδίας τῆς Ἀφρικῆς καὶ ὑπέστησαν μαρτυρικὸ θάνατο, τὸ ἔτος 259 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Βαλεριανοῦ (253 – 259 μ.Χ.), μαζὶ μὲ τὶς παρθένες Τέρτουλα καὶ Ἀντωνία καὶ μία ἀνώνυμη Μάρτυρα μὲ τὰ δύο της τέκνα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος καὶ Σεκουνδίνος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες
Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Ἀγάπιος καὶ Σεκουνδίνος γεννήθηκαν στὴν Ἱσπανία. Ἦταν Ἐπίσκοποι στὴν περιοχὴ τῆς Νουμιδίας τῆς Ἀφρικῆς καὶ ὑπέστησαν μαρτυρικὸ θάνατο, τὸ ἔτος 259 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Βαλεριανοῦ (253 – 259 μ.Χ.), μαζὶ μὲ τὶς παρθένες Τέρτουλα καὶ Ἀντωνία καὶ μία ἀνώνυμη Μάρτυρα μὲ τὰ δύο της τέκνα.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καλοκτένης Μητροπολίτης Θηβῶν
Ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Καλοκτένης ἔζησε πρὸ τοῦ 12ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Γεννήθηκε ἀπὸ εὔπορους γονεῖς, τὸν Κωνσταντίνο καὶ τὴ Μαρία, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀνέθρεψαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ἔγινε μοναχὸς σὲ κάποια μονὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ λόγω τῆς ἀρετῆς καὶ τῶν ἱκανοτήτων του ἐξελέγη Μητροπολίτης Θηβῶν καὶ Ἔξαρχος πάσης Βοιωτίας.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἀφιερώθηκε πλήρως στὸ ποίμνιό του, τὸ ὁποῖο διακόνησε μὲ πιστότητα καὶ ἔνθεο ζῆλο. Ἔχτισε ναούς, ἀνέπτυξε ἀρδευτικὰ ἔργα γιὰ τὶς καλλιέργειες τοῦ τόπου, ἵδρυσε παρθενῶνα, στὸν ὁποῖο ἔμεναν παρθένες καὶ ἔγινε τὸ καταφύγιο τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων. Ἡ φιλανθρωπία καὶ ἡ ἐλεημοσύνη του, τοῦ χάρισαν τὸ ὄνομα «Νέος Ἐλεήμων».
Ὁ Ἅγιος συμμετεῖχε τὸ ἔτος 1166 στὴ Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στὴν ὁποία προήδρευσε ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας. Ἀπὸ τὰ πρακτικὰ αὐτῆς τῆς Συνόδου, διασώζεται ἡ θεολογικὴ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου: «Ἐρωτηθεὶς ὁ Θηβῶν Ἰωάννης εἶπεν: Ἐπεί τὸν Υἱὸν συγκτίστην καὶ συνδημιουργὸν τῷ Πατρὶ οἶδα, δι’ Αὐτοῦ γὰρ καὶ τοὺς αἰῶνας ἐποίησεν , ἴσον ἔχω Τοῦτον τῷ Πατρί. Ἐπεί δ’ εἶπεν ὅτι ὁ Πατήρ μου μείζων μού ἐστι, καὶ ἐτυπώθη τῆ προτεραία κατεξετασθῆναι, πῶς τινες τῶν Ἁγίων προσέθεντο. Καὶ κατὰ τὸ ἀνθρώπινον νοῶ τοῦτο εἰρῆσθαι παρ’ Αὐτοῦ διὰ τὴν ταπείνωσιν καὶ τὴν ἄκραν συγκατάβασιν πρὸς τὴν φύσιν τὴν ἀνθρωπίνην ἣν προσελάβετο, καθ’ ἣν παραπλησίως ἡμῖν σαρκὸς καὶ αἵματος κεκοινώνηκεν».
Ἡ μαρτυρία αὐτὴ εἶναι πολὺ σημαντική, διότι ἀποδεικνύει τὴ μεγάλη θεολογικὴ κατάρτιση καὶ τὴ βαθιὰ πίστη τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καλοκτενὴς κοιμήθηκε εἰρηνικὰ στὴν πόλη τῶν Θηβῶν τῆς Βοιωτίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Θαυματουργός ἐκ Σερβίας
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος, Ἐπίσκοπος Ζακχόλμσκ, γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς τὸν 16ο αἰώνα μ.Χ. στὴν περιοχὴ τοῦ Πόποβ τῆς Ἐρζεγοβίνης. Ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸ μοναχικὸ βίο ἐγκατέλειψε τὴν πατρικὴ οἰκία καὶ εἰσῆλθε στὴ μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Τρέμπινκ, ὅπου ἐκάρη μοναχός.
Λόγῳ τῆς ἀρετῆς του ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ζάκχολμσκ καὶ Σκεντερίας. Ἀνέλαβε τὸν Μητροπολιτικὸ θρόνο στὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 16ου αἰῶνος, ὡς διάδοχος τοῦ Ἐπισκόπου Παύλου καὶ προκάτοχος τοῦ Ἐπισκόπου Νικοδήμου. Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἦταν ἕνας πραγματικὸς ποιμένας γιὰ τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ Κύριος τὸν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς Θαυματουργίας.
Γιὰ νὰ γνωρίσει ὁ Ἅγιος τὴ βυζαντινὴ μοναστικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ παράδοση, ἐπισκέφθηκε τὸ Ἅγιον Ὄρος.
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴν πόλη Ὄστρογκ, στὴν Τσερνογκόρια, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὰ σύνορα μὲ τὴν Ἐρζεγοβίνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι ἐννέα Μάρτυρες τῆς Κυζίκου, ὁ Ἀντίπατρος, Ἀρτεμᾶς, ὁ Θαυμάσιος, ὁ Θεόγνις, ὁ Θεόδουλος, ὁ Θεόστιχος, ὁ Μάγνος, ὁ Ροῦφος καὶ ὁ Φιλήμονας κατάγονταν ἀπὸ διάφορους τόπους. Συνελήφθησαν ὅμως ὅλοι μαζὶ στὴν Κύζικο τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν. Ὅταν ὁδηγήθηκαν μπροστὰ στὸν τοπικὸ ἄρχοντα ἐπέδειξαν θαυμαστὴ γενναιότητα καὶ ὑπερασπίσθηκαν μὲ παρρησία καὶ θάρρος τὴν πίστη τους. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ γιὰ νὰ καμφθεῖ τὸ σθένος τους, ρίχθηκαν στὴ φυλακή. Ἐκεῖ χωρὶς νερὸ καὶ τροφὴ προσεύχονταν καὶ δοξολογοῦσαν τὸν Κύριό τους, ὁ Ὁποῖος τοὺς ἀξίωσε νὰ ὑποφέρουν γιὰ Ἐκεῖνον καὶ ὁ ἕνας ἔδινε θάρρος στὸν ἄλλον. Ὅταν ὁ ἄρχοντας τοὺς ρώτησε γιὰ τελευταία φορὰ ἐὰν ἐπιμένουν νὰ πιστεύουν στὸν Χριστό, ὅλοι μὲ ἕνα στόμα καὶ μία καρδιὰ τοῦ ἀπάντησαν ὅτι προτιμοῦν τὸ μαρτύριο ἀπὸ τὸ νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Πλάστη καὶ Δημιουργὸ καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ἔξαλλος ἀπὸ ὀργὴ ὁ ἄρχοντας διέταξε ἀμέσως τὸν ἀποκεφαλισμό τους. Ἔτσι τελειώθηκε ὁ βίος τους καὶ οἱ Ἅγιοι ἔλαβαν τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ συμφωνίᾳ, ἐννεάριθμος, Μαρτύρων δῆμος, ἐν Κυζίκῳ ἱερῶς ἠνδραγάθησε· τὸν γὰρ Ὑπέρθεον Λόγον κηρύξαντες, ὑπὲρ αὐτοῦ ὡς ἀμνοὶ σφαγιάζονται· ὅθεν ἄφεσιν, αἰτοῦνται ἡμῖν καὶ ἔλεος, τοῖς μέλπουσιν αὐτῶν τὴν θείαν ἄθλησιν.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ἐννάριθμος χορός, τῶν Μαρτύρων αἰνείσθω, Θεόγνις ὁ κλεινός, καὶ Ἀντίπατρος ἅμα, Μάγνος τε καὶ Θεόστιχος, Ἀρτεμᾶς καὶ Θεόδοτος, καὶ Θαυμάσιος, Φιλήμων ἅμα καὶ Ῥοῦφος· θείαν χάριν γάρ, ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ Σωτῆρος, ἠμῖν ἀναβλύζουσι.
Μεγαλυνάριον.
Ἄρνες τοῦ τυθέντος ἐν τῷ Σταυρῷ, ὤφθησαν νομίμως, ἐννεάριθμοι Ἀθληταί, οἱ ἐν τῇ Κυζίκῳ, τὸν ὄφιν καθελόντες· διὸ πρὸς οὐρανίαν, μάνδραν εἰσήλασαν.
Ὁ Ὅσιος Μέμνων ὁ Θαυματουργός
Ὁ Ὅσιος Μέμνων ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτό του στὸν Θεό. Ἐκάρη μοναχὸς καὶ μὲ τοὺς ἀσκητικούς του ἀγῶνες ὑπέταξε τὴ σάρκα στὸ πνεῦμα. Οἱ ἀδελφοὶ τῆς σκήτης, ἀναγνωρίζοντας τὶς πλούσιες ἀρετές του καὶ τὴν ἐπίπονη ἄσκησή του, τὸν ἐξέλεξαν ἡγούμενό τους. Ὁ Θεὸς τὸν τίμησε καὶ μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι ὁ Ὅσιος θεράπευε ἀνίατα πάθη καὶ ἀσθένειες πρὸς δόξα Θεοῦ.
Ὁ Ὅσιος Μέμνων κοιμήθηκε εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος Β’ Ἐπίσκοπος Σόλων τῆς Κύπρου
Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. Ἦταν Ἐπίσκοπος Σόλων καὶ ὑπογράφει πρῶτος, μεταξὺ δώδεκα Κυπρίων Ἐπισκόπων, τὰ Πρακτικὰ τῆς Συνόδου τῆς Σαρδικῆς, τὸ 343 μ.Χ., ἐνῷ νωρίτερα, τὸ ἔτος 325 μ.Χ., εἶχε λάβει μέρος καὶ στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Νίκαια.
Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Διήγηση γενομένου θαύματος ἐν Καρθαγένῃ Βορείου Ἀφρικῆς
Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου (610 – 641 μ.Χ.) καὶ ὅταν ἔξαρχος Ἀφρικῆς ἦταν ὁ πατρίκιος Νικήτας, ἔγινε ἐκεῖ ἕνα περίεργο θαῦμα. Στὴν Καρθαγένη ζοῦσε κάποιος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἔπεσε στὴν πόλη αὐτὴ ἡ ἐπιδημία, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ μὲ τὴν σύζυγό του. Πῆγαν στὴν ἐξοχική τους κατοικία, ὅπου καὶ διέμεναν γιὰ νὰ μὴν ἀσθενήσουν. Ἀλλὰ ὁ φθονερὸς καὶ ἀνθρωποκτόνος διάβολος παρέσυρε αὐτὸ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἁμαρτία καὶ τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ διαπράξει μοιχεία μὲ τὴ σύζυγο τοῦ γεωργοῦ, ὁ ὁποῖος τοῦ καλλιεργοῦσε τὰ κτήματα. Στὴν συνέχεια ἀσθένησε καὶ πέθανε.
Ὕστερα ὅμως ἀπὸ τρεῖς ὧρες ἀφότου τὸν ἐνταφίασαν, ἄρχισε νὰ φωνάζει μέσα ἀπὸ τὸν τάφο καὶ νὰ λέγει: «Ἐλεῆστέ με, ἐλεῆστέ με». Ἀφοῦ ἄνοιξαν λοιπὸν τὸν τάφο, τὸν βρῆκαν ζωντανό, χωρὶς ὅμως νὰ μπορεῖ νὰ μιλήσει. Ὁ παρευρισκόμενος δὲ ἐκεῖ Ἐπίσκοπος Ἀφρικῆς Θαλάσσιος τὸν ἐνίσχυσε μὲ λόγια παραμυθητικά.
Ὅταν πέρασαν τέσσερις ἡμέρες, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἄρχισε νὰ ὁμιλεῖ καὶ διηγήθηκε τὰ ἀκόλουθα: «Τὴν στιγμὴ ποὺ ἔβγαινε ἡ ψυχή μου ἀπὸ τὸ σῶμα μου, ἔβλεπα τοὺς δαίμονες, σὰν Αἰθίοπες, νὰ βρίσκονται πλησίον μου καὶ νὰ ἔχουν ὄψη ποὺ προκαλοῦσε τὸν τρόμο καὶ τὴν φρίκη. Στὴν συνέχεια εἶδα δύο Ἀγγέλους μὲ τὴν μορφὴ ὡραίων νέων, οἱ ὁποῖοι μὲ πλησίασαν καὶ μὲ τὴν παρουσία τους χάρηκε ἡ ψυχή μου. Οἱ Ἄγγελοι μὲ πῆραν μαζί τους, καθὼς ἀνέβαιναν στὸν οὐρανό. Τότε οἱ δαίμονες ἐξέταζαν κάθε ἁμαρτία μου. Καὶ συγκεκριμένα, ἄλλος δαίμονας ἐξέταζε τὸ ψεῦδος, ἄλλος τὸν φθόνο καὶ ἄλλος τὴν πλεονεξία. Στὶς ἁμαρτίες μου δὲ αὐτές, ποὺ ἐξέταζαν τὰ δαιμόνια, οἱ Ἄγγελοι ἀντέτασσαν τὶς ἀγαθές μου πράξεις.
Ὅταν φθάσαμε στὴν πύλη τοῦ οὐρανοῦ, μᾶς συνάντησε τὸ τάγμα τῶν διαβόλων ποὺ ἐξετάζει τὸ ἁμάρτημα τῆς πορνείας καὶ ἀποκάλυψε τὴ μοιχεία ποὺ εἶχα διαπράξει πρὶν ἀπὸ λίγες ἡμέρες. Οἱ δαίμονες δὲ τοῦ τάγματος τῆς πορνείας νίκησαν καὶ μὲ τράβηξαν στὰ ἔγκατα τῆς γῆς, ὅπου κολάζονται οἱ ψυχὲς τῶν ἀμετανοήτων. Καὶ τὸ τί συμβαίνει ἐκεῖ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸ περιγράψει ἀνθρώπινη γλῶσσα.
Ἐνῷ λοιπὸν θρηνοῦσα γιὰ τὸ κατάντημά μου, ἐμφανίσθηκαν οἱ δύο Ἄγγελοι, στοὺς ὁποίους κλαίγοντας εἶπα: «Σπλαχνισθεῖτε με καὶ βοηθῆστε με νὰ μετανοήσω». Τότε μὲ πῆραν καὶ μὲ ἔβαλαν στὸν τάφο. Ἐκεῖ βρῆκα τὸ σῶμα μου σὰν λάσπη καὶ βόρβορο καὶ δὲν ἤθελα νὰ εἰσέλθω σὲ αὐτό. Ἐκεῖνοι ὅμως μοῦ εἶπαν ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μετανοήσω μὲ ἄλλο τρόπο, παρὰ μαζὶ μὲ τὸ σῶμα μου, μὲ τὸ ὁποῖο διέπραξα τὴν ἁμαρτία. Τότε λοιπὸν εἰσῆλθα στὸ σῶμα μου καί, ἀφοῦ ἑνώθηκε πάλι ἡ ψυχὴ μὲ αὐτό, ἄρχισα νὰ φωνάζω».
Αὐτὰ διηγήθηκε ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος καί, ἀφοῦ ἔζησε χωρὶς τροφὴ ἐπὶ σαράντα ἡμέρες κλαίγοντας καὶ ὀδυρόμενος γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, πέθανε.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἐπίσκοπος Τούρωφ
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος γεννήθηκε ἀπὸ πλούσιους γονεῖς τὴν τρίτη δεκαετία τοῦ 12ου αἰῶνος μ.Χ. στὴν πόλη Τούρωφ, στὸν ποταμὸ Προπάϊατ. Ἀπὸ πολὺ νωρὶς ὁ Ἅγιος Κύριλλος μὲ ἔνθερμο ζῆλο μελετοῦσε τὰ ἱερὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοὺς Πατέρες. Σπούδασε μάλιστα καὶ τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα.
Ὅταν ὡρίμασε, ἀρνήθηκε τὴν πατρική του κληρονομιὰ καὶ ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια. Ἐκάρη μοναχὸς στὸ μοναστήρι τῶν Ἁγίων Βόριδος καὶ Γκλέμπ, στὸ Τούρωφ. Ἀσκήθηκε πάρα πολὺ στὴ νηστεία καὶ στὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ δίδασκε μὲ τὸν τρόπο του τὴν ὑπακοή. Ἔλεγε δὲ ὅτι ὁ μοναχὸς ὁ ὁποῖος δὲν ὑπακούει στὸν ἡγούμενο, δὲν ὁλοκληρώνει τὴν μοναχική του ὑπόσχεση καὶ ἔτσι δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ. Ἔχουν μάλιστα διασωθεῖ καὶ τρία συγγράμματα τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου σχετικὰ μὲ τὸν μοναχικὸ βίο καὶ τὴν πολιτεία τῶν μοναχῶν.
Μετὰ ἀπὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα, ὁ Ἅγιος ἔζησε ὡς στυλίτης καὶ ἐντρύφησε πολὺ στὴν Ἁγία Γραφή. Καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι τὸν ἐπισκέπτονταν γιὰ συμβουλὲς στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ καθοδήγηση.
Λόγω τῆς ἁγιότητας τοῦ βίου του ὁ Ἅγιος ἀσκητὴς ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τούρωφ ἔχοντας πάντα συναίσθηση τοῦ ὑψηλοῦ ἱεραρχικοῦ ἀξιώματος, στὸ ὁποῖο ὁ Κύριος τὸν εἶχε καλέσει.
Τὸ ἔτος 1169, ὁ Ἅγιος Κύριλλος συμμετεῖχε σὲ μία Σύνοδο καὶ ἐπέκρινε τὸν Ἐπίσκοπο Θεόδωρο, ὁ ὁποῖος κατεῖχε τὴν καθέδρα τοῦ Βλαντιμὶρ καὶ τῆς Σουζδαλίας καὶ ὁ ὁποῖος ἐπιθυμοῦσε νὰ χωρισθεῖ ἀπὸ τὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας τοῦ Κιέβου.
Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν ἡσυχία καὶ τὴν ἀπομόνωση τὸν ὁδήγησε σὲ παραίτηση ἀπὸ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ἔτσι ἀφιερώθηκε πλήρως στὴν ἄσκηση καὶ τὴν συγγραφὴ πνευματικῶν ἔργων.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1183. Οἱ σύγχρονοί του τὸν θεωροῦσαν ὡς τὸν Χρυσόστομο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας. Ἐκεῖνος ὅμως ταπεινὰ ἔγραφε γιὰ τὸν ἑαυτό του: «Δὲν εἶμαι θεριστής, παρὰ μαζεύω τὰ δεμάτια τῶν σιτηρῶν».
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Συμεών, ἀναδείχθηκε διάδοχος τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου († τὸ 62 μ.Χ.), μετὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους τὸ 70 μ.Χ.
Κατὰ τὸν Ἡγήσιππο ἦταν υἱὸς τοῦ Κλωπᾶ, ἀδελφοῦ τοῦ Ἰωσὴφ καὶ ἀδελφὸς τοῦ Ἰούδα. Κατὰ ἄλλη δὲ ἐκδοχὴ ἦταν υἱὸς τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος καὶ ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.
Ἐνῷ ἐπισκόπευε στὴν Ἱερουσαλήμ, ἐπὶ αὐτοκράτορος Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.), διαβλήθηκε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς στὸν ὕπατο Ἀττικὸ γιὰ τὸν ἀποστολικό του ζῆλο. Ὁ Συμεὼν κατηγορήθηκε ὄχι ἀπὸ Χριστιανοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ ἀπὸ Ἰουδαίους. Ἡ κατηγορία περιελάμβανε δύο σκέλη. Τὸ ἕνα ἦταν ὅτι καταγόταν ἀπὸ τὸ γένος Δαβὶδ καὶ τὸ ἄλλο ὅτι ἦταν Χριστιανός. Ἀφοῦ συνελήφθη, βασανίσθηκε σκληρὰ καὶ στὴν συνέχεια ὁδηγήθηκε σὲ σταυρικὸ θάνατο, τὸ ἔτος 107 μ.Χ., σὲ ἡλικία ἑκατὸν εἴκοσι ἐτῶν.
Στοὺς Παρισινοὺς Κώδικες βρίσκεται Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Συμεών, ποίημα τοῦ ὑμνογράφου Θεοφάνους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Χριστοῦ σε συγγενῆ, Συμεὼν Ἱεράρχα, καὶ Μάρτυρα στερρόν, ἱερῶς εὐφημοῦμεν, τὴν πλάνην ὀλέσαντα, καὶ τὴν πίστιν τηρήσαντα· ὅθεν σήμερον, τὴν παναγίαν σου μνήμην, ἑορτάζοντες, ἁμαρτημάτων τὴν λύσιν, εὐχαῖς σου λαμβάνομεν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστέρα μέγιστον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη σήμερον, τὸν θεηγόρον Συμεών, φωταγωγεῖται κραυγάζουσα· χαίροις Μαρτύρων σεπτὸν ἀκροθίνιον.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς ἄνω Σιῶν, πολίτης γενόμενος, τῆς κάτω Σιῶν, τὸν θρόνον ἐγκεχείρισαι, καὶ καλῶς τὸ ποίμνιον, ὁδηγήσας πρὸς μάνδραν οὐράνιον, ἐσταυρώθης Χριστῷ Συμεών, τὸ θεῖον πάθος αὐτοῦ μιμησάμενος.
Μεγαλυνάριον.
Συγγενὴς ὑπάρχων ὦ Συμεών, τοῦ μέχρι καὶ δούλου, κενωθέντος ὑπὲρ ἡμῶν, σύμμορφος καὶ μάρτυς, παθῶν αὐτοῦ έδείχθης, παγεὶς ὡς ὁ Δεσπότης, Σταυρῷ μακάριε.
Ὁ Ἅγιος Ποπλίων ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ποπλίων, τελειώθηκε διὰ μάχαιρας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Λολλίων ὁ Μάρτυρας ὁ Νέος
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Λολλίων, ὁ Νέος, τελειώθηκε συρόμενος κατὰ γῆς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος Ἐπίσκοπος Βρεσκίας
Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου Θεοφίλου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ὁμολογητής
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης γεννήθηκε στὴν Εἰρηνούπολη, ποὺ ὑπαγόταν στὴ Δεκάπολη τῆς Κοίλης Συρίας. Οἱ γονεῖς του, ὁ Θεόδωρος καὶ ἡ Γρηγορία, διακρίνονταν γιὰ τὴν εὐσέβειά τους, τὴν ὁποία καὶ μετέδωσαν μὲ κάθε φροντίδα στὸν εὐπειθὴ υἱό τους. Κατὰ τὴν παιδική του ἡλικία περνοῦσε τὸν χρόνο του μεταξὺ τῆς ἀνατροφῆς του αὐτῆς, τῶν σπουδῶν του καὶ πολλῶν ἀγαθοεργιῶν, μὲ τὶς ὁποῖες οἱ γονεῖς του προσπάθησαν ἀπὸ νωρὶς νὰ τὸν ἐξοικειώσουν. Ἡ ἴδια εὐσέβεια καὶ ἡ φιλάνθρωπη τάση τὸν διέκρινε καὶ κατὰ τὴ νεότητά του, κατὰ τὴν ὁποία μὲ τὴν τήρηση τοῦ θείου θελήματος διατηρήθηκε μακριὰ ἀπὸ κάθε ματαιότητα καὶ ἀκαθαρσία.
Ἀργότερα ἔγινε μοναχός. Καὶ στὴ νέα αὐτὴ ζωὴ δὲν εὐδοκίμησε λιγότερο. Ὁ ζῆλος του καὶ ἡ παιδεία του τὸν ἔκαναν νὰ ξεχωρίσει στὴν ἐκτίμηση τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν, τὸν παρέλαβε δὲ μαζί του ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς στὴ Νίκαια, τὸ 787 μ.Χ., ὅπου τότε συγκαλεῖτο ἡ Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Μετὰ ἀπὸ τὸ τέλος τῆς Συνόδου ἦλθαν καὶ οἱ δύο στὴν Κωνσταντινούπολη. Καὶ ἐπειδὴ καὶ οἱ δύο τους κατὰ τὴν διάρκεια τῶν συνοδικῶν ἐργασιῶν ἀπέσπασαν τὴν εὐμενὴ προσοχὴ καὶ τῆς βασίλισσας Εἰρήνης καὶ τοῦ Πατριάρχη Ταρασίου, ὁ γέροντας καὶ ἡγούμενός του, ἀναδείχθηκε ἡγούμενος τῆς μονῆς τῶν Δαλμάτων, ὁ δὲ Ὅσιος Ἰωάννης χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Νικηφόρου (802 – 811 μ.Χ.), πού διαδέχθηκε τὴν Εἰρήνη στὸν βασιλικὸ θρόνο, διορίσθηκε ἡγούμενος στὸ μοναστήρι, τὸ ἀποκαλούμενο τῶν Καθαρῶν.
Τὰ καθήκοντά του ἐκεῖ τὰ ἄσκησε μὲ κάθε εὐσυνειδησία, ἀφοῦ πρόσεξε νὰ προαγάγει τὴν πειθαρχία μεταξὺ τῶν ἀδελφῶν καὶ νὰ ὑψώσει τὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ ζωή τους. Καὶ ἐπειδὴ κατὰ τὰ χρόνια ἐκεῖνα ἐξακολουθοῦσαν ἀκόμα οἱ συνέπειες ἐκείνου τοῦ σαλοῦ ἐναντίων τῶν εἰκόνων, ὁ Ὅσιος Ἰωάννης μετέδιδε στοὺς μοναχούς του τὰ διδάγματα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοὺς προετοίμαζε σὲ κάθε τόλμη καὶ κάθε κίνδυνο γι’ αὐτά. Καὶ ἡ μέρα τῆς μεγάλης δοκιμασίας φανερώθηκε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Λέοντος τοῦ Ε’, ὁ ὁποῖος κατέλαβε τὸν θρόνο τὸ ἔτος 813.
Ὁ βασιλέας αὐτὸς συμπαθοῦσε τὶς ἀρχὲς τῆς μεταρρυθμίσεως. Μεταξὺ δὲ τῶν ἄλλων, κρίνοντας ἐπιπόλαια τὰ πράγματα, πρέσβευε ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀνορθωθεῖ, ἐὰν ἐπιτέλους δὲν ἐπερχόταν ἡ πλήρης κατάργηση τῶν ἁγίων εἰκόνων ἀπὸ αὐτή. Ὅτι μία τέτοια δοξασία ἦταν ἀνόητη, ὅτι οἱ ὑπέρμαχοι τῆς λεγόμενης μεταρρυθμίσεως μέσῳ τοῦ λυσσαλέου ἀγῶνος κατὰ τῶν εἰκόνων, κατανάλωσαν χωρὶς λόγο δυνάμεις πολύτιμες γιὰ τὸ βυζαντινὸ κράτος καὶ τὴν Ἐκκλησία, τὸ ὁμολογοῦν καὶ περίφημοι ἱστορικοί.
Ὁ Λέων ὁ Ε’ ὅμως παρασυρόταν καὶ ὁ ἴδιος ἀπὸ τὴν τυφλὴ προκατάληψη κατὰ τῶν εἰκόνων. Σὲ αὐτὸ τὸν ὠθοῦσαν καὶ δύο ἄνδρες ποὺ ἀσκοῦσαν πάνω του μεγάλη ἐπιρροή, ὁ Θεόδοτος Μελισσηνὸς καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Γραμματικός. Προέβη λοιπὸν σὲ διατάγματα καὶ βίαια μέτρα γιὰ τὴν κατάργηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ ἐπεχείρησε φοβερὸ διωγμὸ ἐναντίων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων καὶ ἡγουμένων καὶ μοναχῶν, τὸ ὁποῖο ἐπέκτεινε καὶ ἐναντίον τῶν συγκλητικῶν, πατρικίων, ἀκόμα δὲ καὶ ἐναντίον γυναικῶν καὶ παρθένων. Τὸ μοναστήρι τῶν Καθαρῶν συμπεριελήφθη στὸν διωγμό. Μαινόμενοι στρατιῶτες ἅρπαξαν τὰ ὑπάρχοντά του, οἱ μοναχοὶ κακοποιήθηκαν καὶ διασκορπίσθηκαν, ἐνῷ ὁ ἡγούμενος Ἰωάννης ὁδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ βασιλέας εἶχε ἀκούσει πολλὰ γι’ αὐτόν. Καὶ θέλησε νὰ τὸν δεῖ, θεωρώντας ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν μεταπείσει. Ἀλλὰ ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ ἀπέδειξε τὸ ἀντιορθόδοξο καὶ ἐπιβλαβὲς πνεῦμα τοῦ διωγμοῦ κατὰ τῶν εἰκόνων, ἔλεγξε τὸν βασιλέα γιὰ τὸ πεῖσμα του καὶ τὶς δυσσεβεῖς ἀπόψεις του καὶ προανήγγειλε σὲ αὐτὸν ὅτι ἡ δυσμένεια τῶν Ἁγίων καὶ ἡ κατακραυγὴ τῶν θυμάτων πρὸς τὸν Θεὸ θὰ ἔφερναν κάποια ἡμέρα τὴν τιμωρία.
Ὁ βασιλέας ἐξοργίσθηκε καὶ διέταξε τὴν κράτηση τοῦ Ὁσίου σὲ μετόχι τοῦ μοναστηριοῦ του. Διότι δὲν σταμάτησε νὰ διατηρεῖ τὴ μάταιη ἐλπίδα ὅτι ὠριμότερα σκεπτόμενος ὁ Ὅσιος, θὰ συμμορφωνόταν πρὸς τὴν βασιλικὴ θέληση. Ὅταν ὅμως ἀντιλήφθηκε τὴν ἄκαρπη προσδοκία του, τὸν ἐξόρισε σὲ φρούριο ποὺ ὀνομαζόταν Πενταδάκτυλο καὶ βρισκόταν στὴ χώρα τῆς Λάμπης.
Ἀπὸ ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ αὐστηρὴ κάθειρξη δεκαοκτὼ μηνῶν, τὸν μετέφεραν πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου μάταιες, ὅπως καὶ πρίν, ἀπέβησαν οἱ προσπάθειες καὶ τοῦ νέου Πατριάρχη Θεοδότου Α’ τοῦ Μελισσηνοῦ (815 – 821 μ.Χ.), τοῦ ἐπονομαζόμενου Κασσιτερᾶ, νὰ παραπείσουν τὸν Ὅσιο νὰ ἀπαρνηθεῖ τὶς ἅγιες εἰκόνες. Ἀκολούθησε νέα κάθειρξη τοῦ Ἰωάννου, ἡ ὁποία διήρκησε δύο χρόνια, στὸ φρούριο Κριόταυρο τῶν Βουκελλαρίων. Καὶ ἐκεῖ ὑπέστη τὰ πάνδεινα, χωρὶς ὅμως νὰ μετριασθεῖ στὸ παραμικρὸ ὁ ζῆλος του πρὸς τὶς ἱερὲς εἰκόνες.
Ἡ πρόρρησή του ἐπαληθεύθηκε. Ὁ Λέων ὁ Ε’ σφαγιάσθηκε, διαδέχθηκε δὲ αὐτὸν ὁ Μιχαὴλ ὁ Β’. Αὐτὸς σχεδίαζε νὰ συμβιβάσει τὰ ἀντίπαλα στρατόπεδα, δηλαδὴ τῶν φίλων τῆς μεταρρυθμίσεως καὶ τῶν ὑπερασπιστῶν τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἐπέτρεψε δὲ στοὺς διωχθέντες ἀπὸ τὸν Λέοντα τὸν Ε’, νὰ ἐπανέλθουν ἀπὸ τὴν ἐξορία τους. Ἐπανῆλθε τότε καὶ ὁ Ὅσιος Ἰωάννης. Ἀλλὰ οἱ ἀντίπαλοι τῶν εἰκόνων ἔπεισαν τὸν βασιλέα νὰ τοῦ ἐπιτρέψει διαμονὴ μόνο στὴ Χαλκηδόνα. Ἔτσι τοῦ ἀπαγορεύθηκε ἡ εἴσοδος στὴν Κωνσταντινούπολη.
Τὸν Μιχαὴλ διαδέχθηκε ὁ υἱὸς του Θεόφιλος, κατὰ τὸ 829 μ.Χ., θιασώτης καὶ αὐτὸς καὶ προστάτης τῆς μεταρρυθμίσεως καὶ ἐχθρὸς τῶν εἰκόνων. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, τὸ ἔτος 836 μ.Χ., θέλησε νὰ εἰσέλθει στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ μείνει κοντὰ στοὺς ὁμόφρονές του κληρικούς, στὴν περιοχὴ ἑνὸς ναοῦ. Ἀλλά, ὁ τότε Πατριάρχης Ἰωάννης ὁ Ζ’ ὁ Γραμματικὸς (836 – 842 μ.Χ.) δὲν τὸ ἐπέτρεψε καὶ ἐξόρισε τὸν Ὅσιο στὴ νῆσο Ἀφουσία. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, μετὰ ἀπὸ δυόμισι χρόνια, πιθανῶς τὸ ἔτος 839 μ.Χ., κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ὅσιοι Συμεὼν καὶ Γεώργιος
Οἱ Ὅσιοι Συμεὼν ὁ νέος Στυλίτης καὶ Γεώργιος ὁ ἀδελφός του εἶναι ἄγνωστοι στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη τοὺς ἀναφέρεται σὲ Κώδικα τῶν Ἱεροσολύμων, ὅπου ὑπάρχει καὶ ἡ Ἀκολουθία τους, ποίημα τοῦ ὑμνογράφου Θεοφάνους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος ὁ λατόμος
Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴ Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου. Τὸ ἐπάγγελμά του ἦταν λατόμος καὶ ὀνομάσθηκε Ξενοδόχος, διότι εἶχε ἀφιερώσει ὅλο του τὸν βίο στὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν φιλοξενία τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων. Ὁ Ὅσιος φιλοξένησε κάποτε καὶ τὸν Ἀββᾶ Δανιὴλ μὲ τὸν ὑποτακτικό του, ὅταν αὐτοὶ κατέβηκαν στὴν πόλη καὶ ἔμειναν χωρὶς τροφὴ καὶ στέγη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἐπίσκοπος Βλαντιμίρ
Ὁ Ἅγιος Στέφανος ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου († 3 Μαΐου) ἔγινε ἡγούμενος τῆς ἱερᾶς μονῆς τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ἀπὸ τὴ νέα αὐτὴ θέση ἦταν πολὺ δραστήριος καὶ φρόντισε μὲ ἐπιμέλεια γιὰ τὴν κτηριακὴ ὁλοκλήρωση τῆς μονῆς. Παράλληλα ὅμως φρόντιζε καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ αὔξηση τῶν μοναχῶν. Ὅρισε νὰ τελεῖται καθημερινὰ στὴ μονή, ἡ Θεία Λειτουργία ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν μακαρίων κτιτόρων καὶ τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν, καθὼς καὶ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ζώντων ἀδελφῶν καὶ ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Ὁ ἐπίβουλος διάβολος ὅμως φθόνησε τὸν ἔνθεο ζῆλο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου καὶ ξεσήκωσε μερικοὺς ἀδελφοὺς ἐναντίον τοῦ Ἁγίου ἡγουμένου τους καὶ δημιούργησε ἔτσι μεγάλη ἀναταραχὴ στὴν ἀδελφότητα. Ὁ Ἅγιος ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν ἡγουμενία καὶ ἐκδιώχθηκε ἀναίτια ἀπὸ τὴ μονή. Ὡστόσο τὰ ὑπέμεινε ὅλα ἀγόγγυστα, χωρὶς παράπονο καὶ μνησικακία.
Ὁ Θεὸς ὅμως εὐλόγησε τόσο τὸν πιστὸ δοῦλο Του, ὥστε ὁ Ἅγιος Στέφανος ἀξιώθηκε νὰ χτίσει νέα μονὴ στὸ Κλόβ, μὲ πέτρινο ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Κατάθεση τῆς Τιμίας Ἐσθῆτος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ἡ ἀρετή του προσείλκυσε πολλὲς εὐσεβεῖς ψυχές, ποὺ ἦλθαν κοντά του καὶ δέχθηκαν ἀπὸ τὰ τίμια χέρια του τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ἁπλώθηκε σὲ ὅλη τὴ Ρωσικὴ γῆ. Γι’ αὐτό, ὅταν τὸ ἔτος 1091 ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ Βλαντιμὶρ κοιμήθηκε, ὁ Ἅγιος Στέφανος χειροτονήθηκε Ἀρχιερέας καὶ διάδοχός του στὸ Βλαντιμὶρ ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Κιέβου Ἰωάννη.
Ὁ Ἅγιος Στέφανος ποίμανε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1094.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης «ἀρχαίας καὶ νέας»
Ἡ ἑορτὴ τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης, ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Χρυσαφιτίσσης
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἡ Χρυσαφίτισσα ἐξαίρετον χάριν καὶ ἴασιν παρέχει εἰς τοὺς πάσχοντας ἐκ νευρολογικῶν καὶ ψυχολογικῶν προβλημάτων καὶ θλίψεων. Αὕτης τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος ἡ Σύναξις ἑορτάζεται τὴν Δευτέραν τοῦ Θωμᾶ. Ἡ χάρις καὶ ἡ σκέπη καὶ βοήθειά Της μετὰ πάντων τῶν ἐπικαλουμένων τὴν ἀντίληψίν της.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δῶρον οὐράνιον τῇ εὐδοκίᾳ τῇ σῇ, ἡ πόλις ἐκτήσατο, Μονεμβασίας Ἁγνή, τὴν θείαν Εἰκόνα σου· ᾗπερ καὶ προσιοῦσα, Χρυσαφίτισσα Κόρη, λαμβάνει ἀεὶ ἐκ ταύτης, πᾶσαν χάριν βοῶσα· Χαῖρε Κεχαριτωμένη ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τῇ προστασίᾳ σου Παρθένε Χρυσαφίτισσα, ἀεὶ προστρέχοντες κινδύνων ἐκλυτρούμεθα, τὰς πολλὰς σου ἀνυμνοῦντες εὐεργεσίας. Ἀλλ’ ὡς σκέπη καὶ θερμὸν ἡμῶν προσφύγιον. Πᾶσι δίδου τὰ αἰτήματα ἑκάστοτε, τοῖς βοῶσί σοι, χαῖρε πάντων ἡ Ἄνασσα.
Μεγαλυνάριον.
Χαῖρε Χρυσαφίτισσα Μαριάμ, τῆς Μονεμβασίας, ἡ ἀντίληψις ἡ θερμή· χαῖρε ἡ διδοῦσα ἰάσεις τοῖς αἰτοῦσι, τῶν θλιβομένων χαῖρε τὸ παραμύθιον.
Οἱ Ἅγιοι Ραφαήλ ὁ Ἱερομάρτυρας, Νικόλαος ὁ Ὁσιομάρτυρας καὶ Εἰρήνη ἡ Παρθενομάρτυς, συγκαταλέγονται στὴ χορεία τῶν Νεοφανῶν Ἁγίων καὶ μάλιστα ἐκείνων ποὺ μαρτύρησαν σχεδὸν ἀμέσως μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Σχετικὰ μὲ τὸν βίο τους γνωρίζουμε λίγα πράγματα. Οἱ πρῶτες πληροφορίες γιὰ τὴν ὕπαρξη τῶν Ἁγίων ἱστοροῦνται μὲ θαυματουργικὸ καὶ ἀποκαλυπτικὸ τρόπο ἀπὸ τὸ ἔτος 1959. Ἀπὸ μία ἀνασκαφὴ ποὺ ἔγινε στὴ Θερμὴ τῆς Λέσβου, ἀνακαλύφθηκε ὁ τάφος ἑνὸς ἀγνώστου προσώπου, ποὺ ὅπως ἀποκαλύφθηκε σὲ συνεχὴ ὁράματα, ἀνῆκε στὸν Ἅγιο Ἱερομάρτυρα Ραφαήλ, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ὁσιομάρτυρα Νικόλαο καὶ τὴν Ἁγία Εἰρήνη. Ὁ τάφος καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Νικολάου ἀνακαλύφθηκε στὶς 13 Ἰουνίου 1960.
Ὁ Ἅγιος Ραφαὴλ καταγόταν ἀπὸ τοὺς Μύλους τῆς Ἰθάκης καὶ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1410. Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Γεώργιος Λάσκαρης ἢ Λασκαρίδης καὶ ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Διονύσιος. Πρὶν γίνει κληρικὸς εἶχε σταδιοδρομήσει στὸ βυζαντινὸ στρατὸ καὶ ἔφθασε μάλιστα σὲ μεγάλο βαθμό. Σὲ ἡλικία τριάντα πέντε ἐτῶν γνώρισε ἕνα ἀσκητικὸ καὶ σεβάσμιο γέροντα, τὸν Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος τὸν προσείλκυσε στὴν ἐν Χριστῷ ζωή. Κάποια Χριστούγεννα ὁ γέροντας κατέβηκε ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του, γιὰ νὰ ἐξομολογήσει καὶ νὰ κοινωνήσει τοὺς στρατιῶτες καὶ κήρυξε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ ἀξιωματικὸς Γεώργιος, ὅταν ὁ γέροντας κατέβηκε πάλι τὰ Θεοφάνεια, ἀποχαιρέτισε τοὺς στρατιῶτες καὶ τὸν ἀκολούθησε.
Μετὰ τὴν κουρά του σὲ μοναχό, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, ἀλλὰ τιμήθηκε καὶ μὲ τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου καὶ τοῦ πρωτοσυγκέλλου. Μαζὶ δὲ μὲ τὶς ἄλλες ἀποκαλύψεις, ὁ Ἅγιος Ραφαὴλ ἀποκάλυψε ὅτι ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη στὴν Ἑσπερία, στὴν πόλη τῆς Γαλλίας ποὺ ὀνομάζεται Μορλαί, γιὰ νὰ ἐκπληρώσει τὴν ἐντολὴ ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔλαβε χώρα λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀκόμη ἀπεκάλυψε ὅτι κήρυξε τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἀθήνα, στὸ λόφο ποὺ εἶναι τὸ μνημεῖο τοῦ Φιλοπάππου.
Λίγα χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, περὶ τὸ ἔτος 1450, ὁ Ἅγιος βρέθηκε μετὰ ἀπὸ περιπλανήσεις στὴν περιοχὴ τῆς Μακεδονίας καὶ μόναζε ἐκεῖ.
Κοντὰ στὸν Ἅγιο Ραφαὴλ βρισκόταν ἐκεῖνο τὸ διάστημα ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὡς ὑποτακτικός. Ὁ Νικόλαος ἐκάρη μοναχὸς καὶ στὴ συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος. Θεωρεῖται Θεσσαλονικεὺς στὴν καταγωγή, ἂν καὶ ἀναφέρεται ὅτι γεννήθηκε στοὺς Ράγους τῆς Μηδίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὡστόσο μεγάλωσε καὶ ἀνδρώθηκε στὴ Θεσσαλονίκη.
Μόλις ἔπεσε ἡ Κωνσταντινούπολη στὰ χέρια τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι εἰσέβαλαν ὁρμητικὰ στὴ Θράκη καὶ καταλύθηκε ὁριστικὰ ἡ βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, ὁ φόβος γιὰ γενικοὺς διωγμοὺς κατὰ τῶν Χριστιανῶν στάθηκε ὡς ἀφορμὴ νὰ καταφύγει ὁ Ἅγιος Ραφαὴλ μὲ τὴν συνοδεία του ἀπὸ τὸ λιμάνι τῆς Ἀλεξανδρουπόλεως, στὴ Μυτιλήνη. Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε μαζὶ μὲ ἄλλους μοναχοὺς στὴν παλαιὰ μονὴ τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία στὸ παρελθὸν ἦταν γυναικεία καὶ ἦταν χτισμένη στὸ λόφο Καρυές, κοντὰ στὸ χωριὸ Θέρμη. Ἡγούμενος τῆς μονῆς ἐξελέγη στὴν συνέχεια ὁ Ἅγιος Ραφαήλ.
Ἔπειτα ἀπὸ μερικὰ χρόνια, τὸ ἔτος 1463, ἡ Λέσβος ἔπεσε στὰ χέρια τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι σὲ μία ἐπιδρομὴ τους στὸ μοναστήρι, συνέλαβαν τὸν Ἅγιο Ραφαὴλ καὶ τὸν Ἅγιο Νικόλαο, τὴ Μεγάλη Πέμπτη τοῦ ἰδίου ἔτους. Ἀκολούθησαν σκληρὰ καὶ ἀνηλεὴ βασανιστήρια καὶ ὁ Ἅγιος Ραφαὴλ μαρτύρησε διὰ σφαγῆς μὲ πολὺ σκληρὸ τρόπο. Τὸν ἔσυραν βιαίως τραβώντας τὸν ἀπὸ τὰ μαλλιὰ καὶ τὴν γενειάδα, τὸν κρέμασαν ἀπὸ ἕνα δένδρο, τὸν χτύπησαν βάναυσα, τὸν τρύπησαν μὲ τὰ πολεμικά τους ὄργανα, ἀφοῦ προηγουμένως τὰ πυράκτωσαν σὲ δυνατὴ φωτιὰ καὶ τελικὰ τὸν ἔσφαξαν πριονίζοντας τὸν ἀπὸ τὸ στόμα.
Σὲ μερικὲς ἐμφανίσεις του ὁ Ἅγιος Ραφαὴλ φαίνεται νὰ συνοδεύεται ἀπὸ πολλούς, δορυφορούμενους τρόπον τινά, οἱ ὁποῖοι διάνυσαν πρὶν ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἀσκητικὸ βίο στὴ μονὴ τῶν Καρυῶν, ὅπως εἶπε σὲ ἐκείνους ποὺ τὰ ἔβλεπαν αὐτά. Ἀποκάλυψε ἐπίσης, ὅτι ἡ μονὴ αὐτή, ἡ ὁποία εἶναι γυναικεία, ὑπέστη ἐπιδρομὴ ἀπὸ τοὺς αἱμοχαρεῖς πειρατὲς κατὰ τὸ ἔτος 1235 μ.Χ. Κατὰ τὴν ἐπιδρομὴ ἐκείνη ἀγωνίσθηκε μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες μοναχὲς τὸν ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ καλὸ ἀγῶνα ἡ καταγόμενη ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο ἡγουμένη Ὀλυμπία καὶ ἡ ἀδελφή της Εὐφροσύνη. Ἡ Ὀλυμπία τελειώθηκε ἀθλητικῶς στὶς 11 Μαΐου τοῦ ἔτους 1235, ἐμφανίσθηκε δὲ μαζὶ μὲ τὸν μεγάλο καὶ θαυματουργὸ Ἅγιο Ραφαήλ.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος πέθανε μετὰ ἀπὸ βασανισμούς, ἀπὸ ἀνακοπὴ καρδιᾶς, δεμένος σὲ ἕνα δένδρο.
Μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους συνάθλησε καὶ ἡ μόλις δώδεκα χρονῶν νεάνιδα Εἰρήνη, θυγατέρα τοῦ Βασιλείου, προεστοῦ τῆς Θέρμης, ἡ ὁποία καὶ ἐμφανίζεται μαζί τους. Αὐτὴ μαρτύρησε ὡς ἑξῆς: Οἱ ἀσεβεῖς ἀλλόθρησκοι τῆς ἀπέκοψαν τὸ ἕνα χέρι καὶ ἀκολούθως τὴν ἔβαλαν σὲ ἕνα πιθάρι καὶ κατέκαυσαν τὴν ἁγνὴ αὐτὴ παρθένο, ὑπὸ τὰ βλέμματα τῶν δύστυχων γονέων της, οἱ ὁποῖοι καὶ θρηνοῦσαν γοερὰ γιὰ τὸν φρικτὸ θάνατο τοῦ παιδιοῦ τους.
Μὲ τοὺς Ἁγίους συνεμαρτύρησαν ὁ μνημονευθεῖς πατέρας τῆς Ἁγίας Εἰρήνης, Βασίλειος, ἡ σύζυγός του Μαρία, τὸ μόλις πέντε ἐτῶν παιδί τους Ραφαήλ, ἡ ἀνεψιά τους Ἑλένη, ὁ δάσκαλος Θεόδωρος καὶ ὁ ἰατρὸς Ἀλέξανδρος, τῶν ὁποίων τὰ ὀστὰ βρέθηκαν κοντὰ στοὺς τάφους τῶν Ἁγίων, μέσα σὲ ξεχωριστοὺς τάφους. Τὸ μαρτύριό τους συνέβη τὴν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου, στὶς 9 Ἀπριλίου τοῦ ἔτους 1463.
Ἔπειτα ἀπὸ θαυματουργικὲς ὑποδείξεις τῶν Ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου καὶ Εἰρήνης, ἔγινε γνωστὴ ἡ ὕπαρξη τῶν λειψάνων τους καὶ ὑποδείχθηκαν τὰ σημεῖα ὅπου βρίσκονταν οἱ τάφοι τους.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐν Λέσβῳ, ἀθλήσαντες, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, αὐτὴν ἡγιάσατε, τῇ τῶν Λειψάνων ὑμῶν, εὑρέσει μακάριοι. Ὅθεν ὑμᾶς τιμῶμεν, Ῥαφαὴλ θεοφόρε, ἅμα σὺν Νικολάῳ καὶ παρθένῳ Εἰρήνῃ, ὡς θείους ἡμῶν προστάτας καὶ πρέσβεις πρὸς Κύριον.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου Ραφαήλ. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Ἰθάκης τὸν γόνον καὶ τῆς Λέσβου τὸ καύχημα, Ὁσιομαρτύρων τὴν δόξαν Ῥαφαὴλ εὐφημήσωμεν· ἀρτίως γὰρ ἡμῖν φανερωθείς, ἰάματα πηγάζει τοῖς πιστοῖς, καὶ κατ’ ὄναρ καὶ καθ’ ὕπαρ ὑπερφυῶς, ὀπτάνεται τοῖς κράζουσι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐκπληροῦντι διὰ σοῦ, ἡμῶν τὰ αἰτήματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ θείου Λειψάνου σου, τῇ ἀνευρέσει σοφέ, ἡ Λέσβος πεπλήρωται, τῆς ἐκ Θεοῦ δαψιλῶς, δοθείσης σοι χάριτος· σὺ γὰρ Ὁσιομάρτυς, Ῥαφαὴλ παραδόξως, φαίνῃ πλείστοις ἀνθρώποις, καὶ ἰάσεις παρέχεις· διὸ τοῖς θαυμασίοις σου, πιστοὶ εὐφραινόμεθα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Οἱ ἐμφανῶς ὑπὲρ Χριστοῦ ἠθληκότες, καὶ ὑπὸ γῆν χρόνοις πολλοῖς κεκρυμμένοι, ξενοπρεπῶς ἡμῖν ἐφανερώθησαν, Ῥαφαὴλ Νικόλαος, καὶ Εἰρήνη ἡ θεία, καὶ οἱ συναθλήσαντες, μετ’ αὐτῶν θεοφρόνως, οὓς ὡς προστάτας καὶ θαυματουργούς, Ὁσιομάρτυρας, πάντες τιμήσωμεν.
Μεγαλυνάριον.
Τοὺς Ὁσιομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, Ῥαφαὴλ τὸν θεῖον, καὶ Νικόλαον τὸν σεπτόν, ἅμα σὺν Εἰρήνη, τῆς Λέσβου τοὺς προστάτας, ὡς πᾶσι βοηθοῦντας, ὕμνοις τιμήσωμεν.
Ὁ Ἅγιος Βασιλέας ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀμασείας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βασιλεὺς ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Λικινίου (307 – 323 μ.Χ.) καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς Ἀμασείας τοῦ Πόντου. Ὁ Ἐπίσκοπος Βασιλεὺς διακρινόταν γιὰ τὸν ζῆλο του ὑπὲρ τῆς πίστεως καὶ τὴν ἀκοίμητη δραστηριότητα στὴν ἐπιτέλεση τῶν καθηκόντων του. Ἐπειδὴ παντοῦ ὑπῆρχαν καὶ πλάνες καὶ κίνδυνοι, ἔσπευδε παντοῦ καὶ ὁ ἴδιος κηρύττοντας, συμβουλεύοντας, παρηγορώντας, ἐνισχύοντας, στηρίζοντας, ἐλκύοντας, πυκνώνοντας καὶ ἐγκαρδιώνοντας τὶς Χριστιανικὲς τάξεις καὶ ἀναδεικνύοντας αὐτὲς ὅσο τὸ δυνατὸν ἰσχυρότερες πνευματικὰ ἔναντι τοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου.
Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες τῶν εἰδωλολατρῶν, ἔτρεφαν ἐναντίον του σφοδρὴ ἔχθρα. Καὶ ὅταν ὁ Λικίνιος, τὸ ἔτος 322 μ.Χ., προέβη στὰ δυσμενὴ καὶ διωκτικὰ μέτρα ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, κατήγγειλαν πρὸς αὐτὸν τὸν Ἐπίσκοπο Ἀμασείας, Βασιλέα.
Ἕνα ἰδιαίτερο περιστατικὸ κορύφωσε τὴν ὀργὴ τοῦ Λικινίου ἐναντίον τοῦ Ἐπισκόπου Βασιλέως. Κοντὰ στὴν αὐτοκράτειρα Κωνσταντία διέμενε ἄλλοτε ὡς ἀκόλουθος μία νεαρὴ καὶ ὡραιότατη κόρη, ποὺ ὀνομαζόταν Γλαφύρα. Ἐξαιτίας τῆς ὀμορφιᾶς της ὁ Λικίνιος ἀνεφλέγη ἀπὸ ἁμαρτωλὸ πάθος, ὡς δοῦλος σαρκικῶν παθῶν, καθὼς ἦταν. Ἡ κόρη ἀντιλήφθηκε τὸν κίνδυνο ποὺ ἀπειλοῦσε τὴν τιμή της. Ὡς γνήσια Χριστιανὴ ὅμως δὲν δελεάσθηκε καθόλου ἀπὸ τὸ βασιλικὸ ἔρωτα, ἀλλὰ ἔφριξε καὶ ζήτησε τὴν σωτηρία της στὴν φυγή. Ἐνδύθηκε λοιπὸν μὲ ἀνδρικὰ ροῦχα καὶ κάποια νύχτα, βοηθούμενη ἀπὸ τὴν βασίλισσα ποὺ ἔμαθε ὅσα συμβαίνουν, ἄφησε τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔφθασε στὴν Ἀμάσεια, ὅπου παρουσιάσθηκε στὸν Ἐπίσκοπο Βασιλέα καὶ ζήτησε τὴν ἠθική του προστασία.
Ὁ Ἐπίσκοπος ἐπαίνεσε τὴν γνήσια εὐσέβεια καὶ τὴν ἀδούλωτη σύνεση τῆς νέας, τὴν τοποθέτησε δὲ κοντὰ σὲ ἡλικιωμένη Χριστιανὴ γυναίκα ποὺ ἦταν ἐντελῶς ἀφοσιωμένη στὴν ὑπηρεσία τοῦ Χριστοῦ καὶ βοηθοῦσε σημαντικότατα τὸν Ἐπίσκοπο στὸ ἔργο τῶν γυναικῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Γλαφύρα ἐξέφρασε τὴν βαθιὰ εὐγνωμοσύνη της καὶ χάρηκε ἰδιαίτερα ποὺ τῆς δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἀσχοληθεῖ καὶ αὐτὴ μὲ θεάρεστες ἀσχολίες. Βοηθοῦσε λοιπὸν στὴν κατήχηση γυναικῶν καὶ νεαρῶν κοριτσιῶν, ποὺ ἤθελαν νὰ ἀσπασθοῦν τὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ νὰ γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας, εὐεργετοῦσε φτωχὰ καὶ ὀρφανὰ παιδιὰ καὶ ἐπιπλέον κατέβαλε ὅλη τὴ δαπάνη ποὺ προϋπολογίσθηκε γιὰ τὴν οἰκοδομὴ Χριστιανικοῦ ναοῦ στὴν Ἀμάσεια.
Μάταια ὁ Λικίνιος τὴν εἶχε ἀναζητήσει σὲ ὅλη τὴν πρωτεύουσα καὶ στὰ περίχωρα. Ὅμως οἱ ἐχθροὶ τοῦ Ἐπισκόπου Βασιλέως, πληροφόρησαν τὸν Λικίνιο ὅτι ἡ κόρη ἐκείνη εἶχε καταφύγει κοντὰ στὸν Ἱεράρχη τῆς Ἀμάσειας καὶ ὅτι τὴν προστάτευσε καὶ κατόρθωσε νὰ ἐκμεταλλευθεῖ τὰ πλούτη της ὑπὲρ τῶν σκοπῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ εἴδηση ἄναψε πυρκαγιὰ στὴ σαρκοβόρα καὶ μοχθηρὴ ψυχὴ τοῦ Λικινίου. Ὑπέθετε ὅτι ἡ Γλαφύρα ζοῦσε ἀκόμη καὶ ὅτι θὰ τὴν ἔφερνε κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία του. Ἀλλὰ ἡ σεμνὴ κόρη, εἶχε ἤδη πεθάνει καὶ ὁ τάφος ματαίωσε γιὰ πάντα τοὺς χυδαίους πόθους του. Τότε ἡ μανία του ἔγινε σφοδρότερη κατὰ τοῦ Ἐπισκόπου Βασιλέως. Διέταξε, λοιπόν, νὰ τὸν φέρουν σιδηροδέσμιο στὴ Νικομήδεια. Ἡ διαταγὴ ἐκτελέσθηκε καὶ ὁ Ἅγιος κλείσθηκε στὴ φυλακή.
Τὸν Ἅγιο ἀκολούθησαν δύο ἀπὸ τοὺς διακόνους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀμάσειας, ὁ Θεότιμος καὶ ὁ Παρθένιος, τοὺς ὁποίους φιλοξένησε ἕνας εὐσεβὴς καὶ φιλάνθρωπος Χριστιανός, ὀνόματι Ἐλπιδοφόρος. Οἱ παρεχόμενες ἀγαθοεργίες τοῦ Ἐλπιδοφόρου πρὸς ὅλους εἶχαν καταστήσει φίλους του ἀκόμα καὶ τοὺς φρουροὺς τῶν φυλακῶν. Μποροῦσαν λοιπὸν οἱ δύο διάκονοι νὰ εἰσέρχονται ὁρισμένη ὥρα στὴ φυλακή, ὅπου ἀπολάμβαναν τὴν εὐχαρίστηση νὰ συνδιαλέγονται μὲ τὸν Ἐπίσκοπό τους, νὰ ἀκοῦνε ἀπὸ τὸ στόμα του τὸν λόγο τῆς ἀλήθειας καὶ νὰ δέχονται ἠθικὴ ἐνίσχυση καὶ παρηγοριά.
Λίγες ἡμέρες μετά, ὁ Λικίνιος διέταξε νὰ φέρουν τὸν φυλακισμένο Ἐπίσκοπο ἐνώπιόν του. Τὸν ἔλεγξε μὲ δριμύτητα ὡς ἔνοχο γιὰ τὴν ἀπόκρυψη τῆς Γλαφύρας καὶ γιὰ τὸν ζῆλο μὲ τὸν ὁποῖο ὑπεράσπιζε τὴν χριστιανική του πίστη περιφρονώντας τὰ βασιλικὰ διατάγματα. Ὁ Ἐπίσκοπος γιὰ τὴν Γλαφύρα, ἀπάντησε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ μὴν παράσχει ἄσυλο καὶ προστασία στὴ χριστιανικὴ κόρη, ἡ ὁποία ἦταν ἐξόριστη καὶ ἤθελε ἡ ἴδια νὰ περισώσει καὶ νὰ διαφυλάξει τὴν τιμή της, καὶ ὅτι αὐτὴ ἡ ἴδια ἀπὸ εὐσεβὴ διάθεση χρησιμοποίησε τὴν περιουσία της ὑπὲρ τῶν φτωχῶν καὶ γιὰ τὴν ἀνέγερση ναοῦ, πράγματα γιὰ τὰ ὁποία ἕνας Ἐπίσκοπος ὀφείλει νὰ προτρέπει τοὺς πιστοὺς καὶ ὄχι νά τοὺς ἐμποδίζει. Καὶ γιὰ τὴν περιφρόνηση τῶν βασιλικῶν διαταγῶν, οἱ ὁποῖες ἀπέβλεπαν στὴν ἐξόντωση τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ὁ Ἅγιος ἀποκρίθηκε ὅτι ὁ ἴδιος ὁ βασιλέας Λικίνιος ἄλλοτε εἶχε ἀναγνωρίσει μαζὶ μὲ τὸν Κωνσταντίνο τὸ καθῆκον του νὰ ἐπιτρέψουν στοὺς Χριστιανοὺς τὴν πλήρη ἐλευθερία τῆς λατρείας τους καὶ τοῦ δόγματός τους καὶ ὅτι αὐτὸς (ὁ Ἐπίσκοπος) ἐξακολουθεῖ νὰ θεωρεῖ ὀρθὸ καὶ ἔγκυρο τὸ παλαιότερο ἐκεῖνο βασιλικὸ διάταγμα, διότι ἦταν ἀξιότερο σὲ ὅλα. Ἐν τέλει δέ, παρακάλεσε τὸν Λικίνιο, στὸ ὄνομα τῆς ἴδιας τῆς δικῆς του σωτηρίας καὶ τοῦ μέλλοντος τοῦ κράτους του, νὰ ἀνακαλέσει τὰ νέα μέτρα καὶ νὰ ἀναγνωρίσει στοὺς Χριστιανοὺς τὴν ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς τους συνειδήσεως.
Ὁ βασιλέας Λικίνιος ἀπέπεμψε τὸν Ἐπίσκοπο, κρατώντας ἐπιφυλακτικὴ στάση καὶ ἀνέθεσε σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἄρχοντές του νὰ τὸν δεῖ κατ’ ἰδὶαν καὶ νὰ προσπαθήσει νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν πίστη του. Ἡ συγκεκριμένη ἀποστολὴ ἀπέτυχε καὶ διατάχθηκε ἔτσι ἡ καταδίκη τοῦ Ἐπισκόπου. Αὐτὸς ἄκουσε ἀτάραχος τὴν ἀπόφαση καὶ προσευχήθηκε πρὸς τὸν Θεὸ νὰ δεχθεῖ μὲ ἔλεος τὴν ψυχή του. Προσευχήθηκε, ἐπίσης, ὑπὲρ τῆς ἀσφάλειας τοῦ ποιμνίου του καὶ γιὰ τὴ νίκη τῆς Ἐκκλησίας. Ὕστερα ἀσπάσθηκε καὶ εὐλόγησε τοὺς δύο διακόνους καὶ τὸν Ἐλπιδοφόρο, τοὺς παρηγόρησε στὴν θλίψη τους καὶ τοὺς ἐπιτίμησε γιατί ἔκλαιγαν, λέγοντας τὸν ἔξοχο ἐκεῖνο λόγο ὅτι σὲ τέτοιου εἴδους κινδύνους οἱ Χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ φυλᾶνε τὰ δάκρυά τους καὶ νὰ χύσουν μὲ προθυμία τὸ αἷμα τους. Ἔπειτα μὲ προθυμία ἔκλινε τὴν τίμια κεφαλή του στὸν δήμιο, ὁ ὁποῖος τὴν ἀπέκοψε. Ἔτσι ὁ Ἅγιος ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ἡ τίμια κεφαλὴ καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Βασιλέως ρίχθηκαν στὴ θάλασσα μὲ βασιλικὴ διαταγή. Ἀλλὰ ἕνα ἁλιευτικὸ πλοῖο, ποὺ ἔριχνε τὰ δίχτυά του στὸν κόλπο τῆς Σινώπης, ἀνέσυρε ἀπὸ ἐκεῖ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου. Ὁ δὲ Ἐλπιδοφόρος, καθὼς πληροφορήθηκε τὸ γεγονὸς σὲ ὄνειρο, ἦλθε μὲ τοὺς διακόνους Θεότιμο καὶ Παρθένιο καὶ ἀφοῦ παρέλαβαν τὸ Ἅγιο λείψανο, τὸ ἔφεραν στὴν Ἀμάσεια, στὴν ἱερὴ αὐτὴ ἀκρόπολη τῶν Ἁγίων του κόπων καὶ ἀγώνων καὶ τὸ ἐνταφίασαν στὸ προσφιλές του ἔδαφος.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Βασιλέως ἐτελεῖτο στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία, στὴν ὁποία ἴσως φυλασσόταν μέρος τοῦ ἱεροῦ σκηνώματός του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Λειτουργὸς τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης, τῷ παρανόμῳ βασιλεῖ ἀντετάξω, Ἱερομάρτυς ἔνδοξε παμμάκαρ Βασιλεῦ· ὅθεν τὸν αὐχένα σου, ἐκτμηθεὶς διὰ ξίφους, χαίρων προσεχώρησας, πρὸς οὐράνιον λῆξιν· ἧς καὶ ἡμᾶς δυσώπει μετασχεῖν, τοὺς εὐφημοῦντας τὴν ἔνθεον μνήμην σου.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς ἱερόν, μυσταγωγὸν τῆς χάριτος, καὶ Ἀθλητῶν, συγκοινωνὸν καὶ σύσκηνον, εὐφημοῦντές σε γεραίρομεν, ὦ Βασιλεῦ θεομακάριστε· ὁσίως γὰρ τῷ Λόγῳ ἱεράτευσας, καὶ δι’ αὐτὸν τὸ αἷμά σου ἐξέχεας· ᾧ πρέσβευε ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Χάριν Βασιλέως τῶν οὐρανῶν, τὴν δεδωρημένην, εἰς ἐκλύτρωσιν τῶν βροτῶν, βασιλεῖ τῷ πλάνῳ, ὦ Βασιλεῦ κηρύττων, ἀθλητικῶς δοξάζεις, τὸν σὲ δοξάσαντα.
Ἡ Ἁγία Γλαφυρή
Ἡ Ἁγία Γλαφυρή, ὅπως ἀναφέρεται καὶ στὸν βίο τοῦ Ἁγίου Βασιλέως, Ἐπισκόπου Ἀμασείας, ἦταν δούλη τῆς βασίλισσας Κωνσταντίας, συζύγου τοῦ Λικινίου. Ἡ Κωνσταντία, γιὰ νὰ ἐλευθερώσει τὴν Ἁγία ἀπὸ τὶς ἐρωτικὲς διαθέσεις τοῦ Λικινίου, τὴν ἀπομάκρυνε στὴν Ἀνατολή, ἀφοῦ τὴν ἐφοδίασε μὲ πολλὰ χρήματα. Ἡ Ἁγία Γλαφυρὴ κατέφυγε στὴν Ἀμάσεια καὶ στὸν Ἅγιο Ἐπίσκοπο αὐτῆς Βασιλέα. Κοιμήθηκε ἐκεῖ μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἡ Ὁσία Ἰούστα
Ἡ Ὁσία Ἰούστα, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Νέστωρ
Ὁ Ὅσιος Νέστωρ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἀγάπησε τὸ μοναχικὸ βίο. Ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὴν πατρικὴ οἰκία, ἐκάρη μοναχὸς καί, μετὰ ἀπὸ ἄσκηση καὶ προσευχή, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἀνατόλιος ὁ Σιναΐτης
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Ἀνατολίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Λέων Ἐπίσκοπος Σάμου
Ὁ Ἅγιος Λέων ἔζησε κατὰ τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. Ὅπως περιγράφεται στὸ Συναξάρι του ἦταν ἁπλούς, εὐσεβής, ταπεινός, φιλάνθρωπος, ὑπερασπιστὴς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ παραδόσεως, διδάσκαλος τῆς εὐσέβειας. Γνωρίζουμε ὅτι ἀρχικὰ ἡ μνήμη του ἑορταζόταν στὶς 29 Ἀπριλίου. Σήμερα ὅμως τιμᾶται ἀπὸ τὴν τοπικὴ Ἐκκλησία τῆς Σάμου, τῆς ὁποίας θεωρεῖται Ἐπίσκοπος, στὶς 26 Ἀπριλίου. Καὶ σὲ αὐτὸν τὸν θαυματουργὸ Ἅγιο ἡ διάκριση τῆς μοναστικῆς μορφῆς του συνυπάρχει μὲ τὴν ἐπισκοπικὴ ἁγιότητα.
Ὁ Ἅγιος Λέων κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος κτίτορας τῆς μονῆς Χρυσοστόμου Κύπρου
Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Γεωργίου, πρώτου ἡγουμένου τῆς μονῆς Χρυσοστόμου στὴν Κύπρο, εἶναι ἄγνωστη στὸν κατάλογο τῶν Ἁγίων τῆς Κύπρου. Περὶ αὐτοῦ γνωρίζουμε ἀπὸ τὸ Τυπικὸν τῆς ἐν λόγῳ μονῆς, ποὺ σῴζεται στὴν Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη τῶν Παρισίων.
Ἡ μονή, κατὰ τὴν μαρτυρία τοῦ Τυπικοῦ, κτίσθηκε τὸ ἔτος 1091 καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ αὐτῆς τελέσθηκαν κατὰ τὴν 9η Δεκεμβρίου, ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Ἄννης. Ὁ Ρωμαῖος Πατριάρχης τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅριζε τὴ μονὴ Χρυσοστόμου, λεγόμενη τοῦ Κουτζοβέντη.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Καλανδίων
Ὁ Ὅσιος Καλανδίων ἢ Καλάνδιος, ἀναφέρεται μεταξὺ τῶν τριακοσίων Ὁσιομαρτύρων Ἀλαμάνων Ἁγίων τῆς Κύπρου.
Μαρτύρησε μᾶλλον στὴν περιοχὴ τῆς Ταμασίας.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἐπίσκοπος Πέρμ
Ὁ Ἅγιος Στέφανος, Φωτιστὴς τῆς πόλεως Πὲρμ καὶ Ἀπόστολος τῶν Ζυριανῶν, γεννήθηκε τὸ ἔτος 1345 στὴν πόλη Οὔστιουγκ τῆς ἐπαρχίας Βολογκντὰ τῆς Ρωσίας ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τοῦ ἱερέος Συμεὼν καὶ τῆς Μαρίας. Στὴν διάπλαση τοῦ χαρακτήρα του, ἐπηρεάστηκε πάρα πολὺ ἀπὸ τὴν εὐσεβὴ μητέρα του. Προικισμένος μὲ πολλὲς δυνατότητες εἶχε ἤδη δείξει ἕνα ἀσυνήθιστο ζῆλο γιὰ τὸν λειτουργικὸ βίο τῆς Ἐκκλησίας. Μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα εἶχε μάθει νὰ διαβάζει τὰ ἱερὰ βιβλία καὶ βοηθοῦσε τὸν πατέρα του στὸ ναὸ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Ἀκολουθιῶν, ἐκτελώντας χρέη κανονάρχου καὶ ἀναγνώστου.
Ὁ νεαρὸς Στέφανος ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, στὸ Ροστώβ. Τὸ μοναστήρι ἦταν διάσημο γιὰ τὴν περίφημη βιβλιοθήκη του. Ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος Στέφανος θέλησε νὰ μελετήσει τοὺς Πατέρες στὴν αὐθεντικὴ τοὺς γλῶσσα, σπούδασε τὰ Ἑλληνικά.
Κατὰ τὴν περίοδο τῆς νεότητάς του, ὅταν βοηθοῦσε τὸν ἱερέα πατέρα του στὴν ἐκκλησία, πολὺ συχνὰ συνομιλοῦσε μὲ τοὺς Ζυριανούς. Τώρα πιά, ἔχοντας ἐντρυφήσει στὴν πλούσια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Στέφανος φλεγόταν ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία νὰ κηρύξει στοὺς Ζυριανοὺς τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ.
Γιὰ νὰ ἐπιτύχει τὸν φωτισμὸ τῶν Ζυριανῶν σχεδίασε ἕνα ἀλφάβητο ἀπὸ τὴν γλῶσσα τους καὶ μετέφρασε μερικὰ ἀπὸ τὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία. Γι’ αὐτὴ τὴν σπουδαία πολιτιστική, ἱεραποστολικὴ καὶ θεολογικὴ ἐργασία ὁ Ἐπίσκοπος Ροστὼβ Ἀρσένιος (1374 – 1380) τὸν χειροτόνησε διάκονο.
Ἔχοντας ἑτοιμασθεῖ γιὰ ἱεραποστολικὴ δραστηριότητα, μετὰ ἀπὸ παραμονὴ δεκατριῶν ἐτῶν μέσα στὸ μοναστήρι, ὁ Ἅγιος Στέφανος ταξίδεψε στὴ Μόσχα, τὸ ἔτος 1379, γιὰ νὰ δεῖ τὸν Ἐπίσκοπο Κολόμνας Γεράσιμο, ὁ ὁποῖος τότε προΐστατο τῆς διοικήσεως στὴ μητροπολιτικὴ περιφέρεια. Ὁ Ἅγιος τὸν ἱκέτευσε: «Εὐλόγησέ με, Γέροντα, γιὰ νὰ πάω σὲ μία εἰδωλολατρικὴ χώρα, τὸ Πέρμ. Θέλω νὰ διδάξω τὴν Ἁγία Πίστη στοὺς ἄπιστους ἀνθρώπους. Ἔχω ἀποφασίσει εἴτε νὰ τοὺς ὁδηγήσω στὸν Χριστό, εἴτε νὰ θυσιάσω τὴν ζωή μου γι’ αὐτοὺς καὶ τὸν Κύριο». Ὁ Ἐπίσκοπος μὲ χαρὰ τὸν εὐλόγησε καὶ τὸν χειροτόνησε Πρεσβύτερο. Τοῦ πρόσφερε μάλιστα ἕνα ἀντιμήνσιο, Ἅγιο Μύρο καὶ λειτουργικὰ βιβλία, ἐνῷ ὁ μεγάλος πρίγκιπας Δημήτριος τοῦ ἔδωσε ἕνα ἔγγραφο γιὰ ἀσφαλὴ διάβαση.
Ἀπὸ τὴν πόλη Οὔστιουγκ, ὁ Ἅγιος Στέφανος, ξεκίνησε γιὰ τὸν βόρειο ποταμὸ Ντβίνα μέχρι τὴ συμβολὴ τοῦ ποταμοῦ Βικέγκντα, περιοχὴ μέσα στὴν ὁποία ὑπῆρχαν οἰκισμοὶ τῶν Ζυριανῶν. Ὁ πρόδρομος τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ ὑπέφερε πολλὲς μοχθηρίες, ἀγῶνες, στερήσεις καὶ πικρίες, ζωντας ἀνάμεσα σὲ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι τιμοῦσαν εἴδωλα μὲ φωτιά, νερό, δένδρα, πέτρες, μία χρυσὴ γυναικεία φιγούρα καὶ ἐμπιστεύονταν τὴν ζωή τους σὲ μάγους.
Τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄρχισε νὰ καρποφορεῖ. Ἐκεῖ ποὺ ἄλλοτε ὑψωνόταν ἕνα εἴδωλο, οἰκοδομήθηκε ναὸς πρὸς τιμὴν τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, νικητὴ τοῦ σκότους.
Ὁ ἱερέας τῶν εἰδωλολατρῶν, μετὰ ἀπὸ μία ἰσχυρὴ δοκιμασία κατὰ τὴν ὁποία ἀποκαλύφθηκε ἡ πλάνη τῶν εἰδώλων, ἀρνήθηκε νὰ δεχθεῖ τὸ Φῶς τῆς Θεότητας καὶ αὐτοεξορίσθηκε. Καὶ ὁ Ἅγιος Στέφανος, γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Θεό, ἔχτισε στὸ Βισερὸ μία ἐκκλησία πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Νικολάου.
Τὸ ἔτος 1383 ὁ Ἅγιος Στέφανος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς Πέρμ. Ὡς στοργικὸς πατέρας ἀφοσιώθηκε στὸ ποίμνιό του. Γιὰ νὰ ἐνθαρρύνει τοὺς νεοβαπτισθέντες ἄνοιξε σχολεῖα δίπλα στὶς ἐκκλησίες, ὅπου μελετοῦσαν τὰ ἱερὰ κείμενα στὴν περμιανὴ γλῶσσα. Τοὺς δίδαξε τί ἔπρεπε νὰ ξέρουν προκειμένου νὰ γίνουν ἱερεῖς καὶ διάκονοι γιὰ νὰ διακονήσουν τὴν Ἐκκλησία, ὅπως ἐπίσης καὶ τὸ πῶς νὰ γράφουν στὴν περμιανὴ γλῶσσα.
Ὁ Ἅγιος Στέφανος προστάτευε τὸ ποίμνιό του ἀπὸ τὶς ἀπάτες τῶν διεφθαρμένων ἀξιωματούχων, προσέφερε ἐλεημοσύνη καὶ τὸ βοηθοῦσε στὴν ὀργάνωση τῆς ἄμυνάς του ἐναντίων τῶν εἰσβολῶν τῶν ἄλλων φυλῶν. Ἄλλοτε πάλι ταξίδευε στὴ Μόσχα καὶ τὸ Νόβγκοροντ, γιὰ νὰ ὑποστηρίξει τὰ συμφέροντα τῶν Ζυριανῶν, ποὺ πολλὲς φορὲς καταπιέζονταν ἀπὸ τοὺς Ρώσους ὑπαλλήλους.
Ἡ ἱεραποστολικὴ προσπάθεια τοῦ Ἁγίου καὶ ἡ προσευχή του ἀπέδωσαν καρπούς. Οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς τῆς Πὲρμ ἀσπάσθηκαν τὸν Χριστιανισμὸ καὶ τὴν ἀλήθεια.
Ὅταν τὸ ἔτος 1390 ὁ Ἅγιος Στέφανος ταξίδευε στὴν Μόσχα γιὰ ὑποθέσεις τῆς Ἐκκλησίας, πέρασε ἀπὸ τὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ. Τὸ μοναστήρι ἀπεῖχε ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ βρισκόταν ὁ Ἅγιος Στέφανος περὶ τὰ δέκα χιλιόμετρα. Ὁ Ἅγιος Στέφανος διακαῶς ἀγαποῦσε τὸν Ἅγιο ἀσκητὴ τοῦ Ραντονὲζ καὶ ἐπιθυμοῦσε πάρα πολὺ νὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ, δὲν εἶχε ὅμως χρόνο γιὰ νὰ τὸ κάνει. Τότε ὁ Ἅγιος Στέφανος γύρισε πρὸς τὴν κατεύθυνση τοῦ μοναστηριοῦ καὶ κάνοντας μία ὑπόκλιση εἶπε: «Εἰρήνη σὲ ἐσένα, πνευματικέ μου ἀδελφέ». Ὁ Ἅγιος Σέργιος, ὁ ὁποῖος ἐκείνη τὴν στιγμὴ γευμάτιζε μαζὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς, σηκώθηκε, ἔκανε μία προσευχὴ καὶ ὑποκλινόμενος πρὸς τὴν κατεύθυνση ὅπου βρισκόταν ὁ Ἅγιος Στέφανος ἀπάντησε: «Χαῖρε καὶ σὲ ἐσένα, ἀρχηγὲ τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ. Εἴθε ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νὰ εἶναι μαζί σου».
Ὁ Ἅγιος Στέφανος ἵδρυσε, ἐπίσης, ἀρκετὲς μονὲς γιὰ τοὺς Ζυριανούς: τὴ μονὴ τοῦ Σωτῆρος στὴν ἔρημο τοῦ Οὐλιάνωβ, τὴ μονὴ τοῦ Στεφάνωβ, τὴ μονὴ τοῦ Ἀρχαγγέλου στὸ Οὔστ – Βὶμ καὶ τὴ μονὴ τοῦ Ἀρχαγγέλου στὸ Ἰάρενκ.
Τὸ ἔτος 1395 ὁ Ἅγιος Στέφανος πῆγε πάλι στὴ Μόσχα γιὰ ὑποθέσεις τοῦ ποιμνίου του. Ἐκεῖ ἀσθένησε καὶ μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Τὸ ἱερὸ λείψανό του τοποθετήθηκε στὴν ἐκκλησία τῆς Μεταμορφώσεως, στὸ Κρεμλίνο τῆς Μόσχας. Οἱ Ζυριανοὶ μὲ πικρία θρήνησαν τὸ θάνατο τοῦ ποιμένα τους. Μὲ εἰλικρίνεια παρακάλεσαν τὸν πρίγκιπα τῆς Μόσχας καὶ τὸν Μητροπολίτη νὰ στείλουν τὸ σκήνωμα τοῦ προστάτου τους, πίσω στὴν Πέρμ, ἀλλὰ ἡ Μόσχα δὲν θέλησε νὰ φύγουν ἀπὸ ἐκεῖ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Ἰωαννικίου τοῦ Ἀναχωρητοῦ τοῦ ἐκ Σερβίας
Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἰωαννικίου, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 2 Δεκεμβρίου. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς ἀνακομιδῆς.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Σελίδα 53 από 415