Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τὴν ἀνακομιδὴ τῆς τιμίας Ζώνης τῆς Θεοτόκου. Οἱ γνῶμες γιὰ ποὶος αὐτοκράτορας τὴν ἔκανε διίστανται, ἄλλοι λένε ὅτι ἔγινε ἀπὸ τὸ βασιλιὰ Ἀρκάδιο καὶ ἄλλοι ἀπὸ τὸ γιό του, Θεοδόσιο τὸν Β’.

Ἡ τιμία Ζώνη μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τοποθετήθηκε σὲ μία χρυσὴ θήκη. Ἡ θήκη αὐτή, ὀνομάστηκε Ἁγία Σωρός. Ὁ βασιλιὰς Λέων ὁ Σοφός, ἄνοιξε τὴν Ἁγία Σωρό, μετὰ ἀπὸ 410 χρόνια γιὰ νὰ ἐπικαλεσθεῖ τὴν Θεία Χάρη της, ἐπειδὴ ἡ σύζυγός του διακατείχετο ἀπὸ ἕναν δαίμονα.
Ἀφοῦ λοιπὸν τὴν προσκύνησαν, ὁ Πατριάρχης ἅπλωσε τὴν τίμια Ζώνη ἐπάνω στὴ βασίλισσα καὶ ἀμέσως ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ δαιμόνιο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.

Θεοτόκε Ἀειπάρθενε, τῶν ἀνθρώπων ἡ σκέπη, Ἐσθῆτα καὶ Ζώνην τοῦ ἀχράντου σου σώματος, κραταιὰν τῇ πόλει σου περιβολὴν ἐδωρήσω, τῷ ἀσπόρῳ τόκῳ σου ἄφθαρτα διαμείναντα· ἐπὶ σοὶ γὰρ καὶ φύσις, καινοτομεῖται καὶ χρόνος. Διὸ δυσωποῦμέν σε, εἰρήνην τῇ πολιτείᾳ σου δώρησαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Πρὸς δόξαν ἀκήρατον, ἀνερχομένη Ἁγνή, χειρί σου δεδώρησαι, τῷ Ἀποστόλῳ Θωμᾷ, τὴν πάνσεπτον Ζώνην σου· ὅθεν Παρθενομῆτορ, τὴν κατάθεσιν ταύτης, ἄγοντες χαρμοσύνως, τὴν σὴν χάριν ὑμνοῦμεν, δι’ ἧς περιζωννύμεθα, ἰσχὺν ἀήττητον.

 

Κοντάκιον  Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὴν θεοδόχον γαστέρα σου Θεοτόκε, περιλαβοῦσα ἡ Ζώνη σου ἡ τιμία, κράτος τῇ πόλει σου ἀπροσμάχητον, καὶ θησαυρὸς ὑπάρχει, τῶν ἀγαθῶν ἀνέκλειπτος, ἡ μόνη τεκοῦσα Ἀειπάρθενος.

 

Μεγαλυνάριον.
Σύνδησον ἀγάπῃ εἰλικρινεῖ, Κεχαριτωμένη, Παντευλόγητε Μαριάμ, τοὺς τῇ καταθέσει, τῆς σῆς παντίμου Ζώνης, ὑμνοῦντας τὰς ἀπείρους, εὐεργεσίας σου.

Ἀνακαίνιση τοῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου ἐν τῷ Νεωρίῳ 

Ὁ ἀνακαινισθεῖς ναὸς τῆς Θεοτόκου στὸ Νεώριο, ἦταν κτῆμα τοῦ πατρικίου Ἀντωνίου, ποὺ βρισκόταν μέσα στὴν αὐλὴ τοῦ σπιτιοῦ του.

Κατὰ τὴν ἀναπαλαίωση ὁ ναὸς ἔλαβε θαυματουργικὴ χάρη καὶ ἔκανε πολλὰ θαύματα σὲ πολλοὺς ποὺ προσέρχονταν σὲ αὐτὸν μὲ πίστη.

Ὅταν πέθανε ὁ πατρίκιος Ἀντώνιος, ὁ ναὸς ἐγκαταλείφθηκε καὶ ἐρήμωσε. Ὅταν δὲ ὁ βασιλιὰς Ρωμανὸς Α’ Λεκαπηνὸς ἑτοιμαζόταν νὰ τὸν γκρεμίσει, ὁ ἐπιστάτης τῆς κατεδαφίσεως τοῦ ναοῦ ἐμποδίστηκε μὲ ὁπτασία τῆς Θεοτόκου.
Τότε ἀποφασίστηκε νὰ ἀνακαινισθεῖ ὁ ναὸς καὶ μὲ χρυσόβουλο ἐξασφαλίστηκε ἐτήσια χορήγηση γιὰ τὴ συντήρησή του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 4 Μάρτυρες 

Μαρτύρησαν, στὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας, ἀφοῦ τοὺς ἀνάγκασαν νὰ τρέξουν μέσα στὴ φωτιά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Φιλέορτος ὁ Μάρτυρας 

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Διάδοχος 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 7 Παρθένοι 

Μαρτύρησαν στὴν Γάζα, διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 366 Μάρτυρες 

Ὅλοι μαρτύρησαν στὴ Νικομήδεια, διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Aidan (Σκωτσέζος) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Cuthburge (Βρετανίδα) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς Ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τὴν ἀνακομιδὴ τῆς τιμίας Ζώνης τῆς Θεοτόκου. Οἱ γνῶμες γιὰ ποὶος αὐτοκράτορας τὴν ἔκανε διίστανται, ἄλλοι λένε ὅτι ἔγινε ἀπὸ τὸ βασιλιὰ Ἀρκάδιο καὶ ἄλλοι ἀπὸ τὸ γιό του, Θεοδόσιο τὸν Β’.

Ἡ τιμία Ζώνη μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τοποθετήθηκε σὲ μία χρυσὴ θήκη. Ἡ θήκη αὐτή, ὀνομάστηκε Ἁγία Σωρός. Ὁ βασιλιὰς Λέων ὁ Σοφός, ἄνοιξε τὴν Ἁγία Σωρό, μετὰ ἀπὸ 410 χρόνια γιὰ νὰ ἐπικαλεσθεῖ τὴν Θεία Χάρη της, ἐπειδὴ ἡ σύζυγός του διακατείχετο ἀπὸ ἕναν δαίμονα.
Ἀφοῦ λοιπὸν τὴν προσκύνησαν, ὁ Πατριάρχης ἅπλωσε τὴν τίμια Ζώνη ἐπάνω στὴ βασίλισσα καὶ ἀμέσως ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ δαιμόνιο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.

Θεοτόκε Ἀειπάρθενε, τῶν ἀνθρώπων ἡ σκέπη, Ἐσθῆτα καὶ Ζώνην τοῦ ἀχράντου σου σώματος, κραταιὰν τῇ πόλει σου περιβολὴν ἐδωρήσω, τῷ ἀσπόρῳ τόκῳ σου ἄφθαρτα διαμείναντα· ἐπὶ σοὶ γὰρ καὶ φύσις, καινοτομεῖται καὶ χρόνος. Διὸ δυσωποῦμέν σε, εἰρήνην τῇ πολιτείᾳ σου δώρησαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Πρὸς δόξαν ἀκήρατον, ἀνερχομένη Ἁγνή, χειρί σου δεδώρησαι, τῷ Ἀποστόλῳ Θωμᾷ, τὴν πάνσεπτον Ζώνην σου· ὅθεν Παρθενομῆτορ, τὴν κατάθεσιν ταύτης, ἄγοντες χαρμοσύνως, τὴν σὴν χάριν ὑμνοῦμεν, δι’ ἧς περιζωννύμεθα, ἰσχὺν ἀήττητον.

 

Κοντάκιον  Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὴν θεοδόχον γαστέρα σου Θεοτόκε, περιλαβοῦσα ἡ Ζώνη σου ἡ τιμία, κράτος τῇ πόλει σου ἀπροσμάχητον, καὶ θησαυρὸς ὑπάρχει, τῶν ἀγαθῶν ἀνέκλειπτος, ἡ μόνη τεκοῦσα Ἀειπάρθενος.

 

Μεγαλυνάριον.
Σύνδησον ἀγάπῃ εἰλικρινεῖ, Κεχαριτωμένη, Παντευλόγητε Μαριάμ, τοὺς τῇ καταθέσει, τῆς σῆς παντίμου Ζώνης, ὑμνοῦντας τὰς ἀπείρους, εὐεργεσίας σου.

Ἀνακαίνιση τοῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου ἐν τῷ Νεωρίῳ 

Ὁ ἀνακαινισθεῖς ναὸς τῆς Θεοτόκου στὸ Νεώριο, ἦταν κτῆμα τοῦ πατρικίου Ἀντωνίου, ποὺ βρισκόταν μέσα στὴν αὐλὴ τοῦ σπιτιοῦ του.

Κατὰ τὴν ἀναπαλαίωση ὁ ναὸς ἔλαβε θαυματουργικὴ χάρη καὶ ἔκανε πολλὰ θαύματα σὲ πολλοὺς ποὺ προσέρχονταν σὲ αὐτὸν μὲ πίστη.

Ὅταν πέθανε ὁ πατρίκιος Ἀντώνιος, ὁ ναὸς ἐγκαταλείφθηκε καὶ ἐρήμωσε. Ὅταν δὲ ὁ βασιλιὰς Ρωμανὸς Α’ Λεκαπηνὸς ἑτοιμαζόταν νὰ τὸν γκρεμίσει, ὁ ἐπιστάτης τῆς κατεδαφίσεως τοῦ ναοῦ ἐμποδίστηκε μὲ ὁπτασία τῆς Θεοτόκου.
Τότε ἀποφασίστηκε νὰ ἀνακαινισθεῖ ὁ ναὸς καὶ μὲ χρυσόβουλο ἐξασφαλίστηκε ἐτήσια χορήγηση γιὰ τὴ συντήρησή του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 4 Μάρτυρες 

Μαρτύρησαν, στὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας, ἀφοῦ τοὺς ἀνάγκασαν νὰ τρέξουν μέσα στὴ φωτιά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Φιλέορτος ὁ Μάρτυρας 

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Διάδοχος 

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 7 Παρθένοι 

Μαρτύρησαν στὴν Γάζα, διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 366 Μάρτυρες 

Ὅλοι μαρτύρησαν στὴ Νικομήδεια, διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Aidan (Σκωτσέζος) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Cuthburge (Βρετανίδα) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς Ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον μεθεόρτιον Προδρόμου. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς πάντων ὑπέρτερος, τῶν Προφητῶν ἀληθῶς, αὐτόπτης καὶ Πρόδρομος, τῆς παρουσίας Χριστοῦ, Προφῆτα γεγένησαι· ὅθεν καὶ παρ’ Ἡρώδου, ἐκτμηθείς σου τὴν Κάραν, ἔδραμες τοῖς ἐν Ἅδῃ, προκηρύξαι τὸ λύτρον· διὸ σὲ Ἰωάννη Βαπτιστά, πόθῳ γεραίρομεν.

 

Κοντάκιον μεθεόρτιον τοῦ Προδρόμου. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῆς ἁγνοίας Πρόδρομε, τῷ οὐρανίῳ σου βίῳ, τὰς ἐνθέους χάριτας, ὡς ἔσοπτρον ἀπαστράπτων, ἤλεγξας, παρανομήσαντα βασιλέα· ἤνεγκας, τὸν διὰ ξίφους θάνατον χαίρων· διὰ τοῦτό σοι βοῶμεν· χαίροις Προφῆτα, καὶ Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ.

 

Μεγαλυνάριον μεθεόρτιον τοῦ Προδρόμου.
Κάραν ἐκτμηθείς σου ὦ Βαπτιστά, ἔδραμες ἐν Ἅδῃ, οἷα Πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ, τοῖς ἐκεῖ δεσμώταις, τὴν λύτρωσιν κηρύττων. Ἀλλὰ τοὺς σὲ τιμῶντας, φρούρει καὶ φύλαττε.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως 

Ἦταν, ὅπως λέγουν, «ἀποστολικοὶς χαρίσμασι λαμπρυνόμενος». Σὰν πρεσβύτερος ἀκόμα, διακρινόταν γιὰ τὴ μεγάλη του εὐσέβεια, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἀγαθότητά του.

Στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ὁ τότε Πατριάρχης τὸν ἐξέλεξε ἀντιπρόσωπό του. Καὶ ὅταν στὴν Σύνοδο αὐτὴ καταδικάστηκε ὁ Ἁρεῖος, ὁ Ἀλέξανδρος, ἂν καὶ γέροντας 70 χρονῶν, δέχθηκε νὰ περιοδεύσει στὴν Θρᾴκη, Μακεδονία, Θεσσαλία καὶ στὴν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα, γιὰ νὰ διδάξει καὶ νὰ γνωστοποιήσει τὰ ὀρθὰ δόγματα τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου τῆς Νικαίας. Ἀλλὰ ἐνῷ βρισκόταν στὴν περιοδεία αὐτή, ὁ πατριάρχης Μητροφάνης ἀπεβίωσε. Ὅρισε ὅμως διάδοχό του τὸν Ἀλέξανδρο, διότι, παρὰ τὸ γῆρας του, εἶχε τὰ κατάλληλα ἐφόδια γιὰ τὴ διακυβέρνηση τῆς ἀρχιεπισκοπῆς τῆς πρωτευούσης.

Πράγματι, σὰν Πατριάρχης ὁ Ἀλέξανδρος ἀνταποκρίθηκε σωστὰ στὶς δύσκολες περιστάσεις τῶν καιρῶν. Τότε ὁ Ἁρεῖος εἶχε ἐξαπατήσει τὸ βασιλιὰ Κωνσταντῖνο ὅτι δῆθεν πιστεύει ὀρθά. Καὶ ὁ βασιλιὰς διέταξε τὸν Ἀλέξανδρο νὰ ἀφήσει τὸν Ἁρεῖο νὰ μετέχει τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὁ Ἀλέξανδρος, λυπημένος, προσευχήθηκε στὸν Θεὸ καὶ ζήτησε τὴν βοήθειά Του. Ἡ δέηση τοῦ Ἱεράρχη εἰσακούσθηκε. Καὶ τὸ πρωὶ ποὺ ὁ Ἁρεῖος μὲ πομπὴ θὰ πήγαινε στὴν ἐκκλησία, βρέθηκε τὸ σῶμά του σχισμένο καὶ σκωληκόβρωτο!
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 340 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Μύσται οὐράνιοι ἀποδεικνύμενοι, θεῖοι ἐκφάντορες τῷ κόσμῳ ὤφθητε, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ποιμάναντες θεαρέστως, ἱερὲ Ἀλέξανδρε, τῆς Τριάδος ὁ πρόμαχος, Ἰωάννη ἔνδοξε, ὁ τῆς χάριτος τρόφιμος, καὶ Παῦλε Ἱερέων ἀκρότης· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν τριάδα σήμερον, Ἱεραρχῶν τῶν Ὁσίων, ἱεροῖς ἐν ᾄσμασιν, ἐγκωμιάσωμεν πάντες· οὗτοι γὰρ, ὡς οἰκονόμοι τῶν ἀπορρήτων, νέμουσι, χάριν ἀέναον τοῖς βοῶσιν, ὦ Ἀλέξανδρε παμμάκαρ, καὶ Ἰωάννη, σὺν Παύλῳ χαίρετε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Πατέρων τριὰς σεπτή, Ἀλέξανδρε μάκαρ, σὺν τῷ Παύλῳ τῷ εὐκλεεῖ, καὶ τῷ Ἰωάννη, ἡ τρίφωτος λυχνία, ἡ πᾶσαν Ἐκκλησίαν, καταπυρσεύουσα.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως 

Πρόκειται μᾶλλον γιὰ τὸν Ἰωάννη τὸν ὀνομαζόμενο Ξιφιλῖνο, ποὺ διαδέχτηκε τὸν Πατριάρχη Κωνσταντῖνο τὸν Γ’.

Γεννήθηκε τὸ 1006 στὴν Τραπεζούντα καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν μεγάλη του παιδεία καὶ τὰ μεγάλα πολιτικὰ ἀξιώματα ποὺ εἶχε καταλάβει. Κατόπιν ὅμως ἀποσύρθηκε σὲ κάποια μονὴ τῆς Βιθυνίας, ὅπου μόνασε 10 χρόνια.

Ἀπὸ ἐκεῖ προσκλήθηκε γιὰ νὰ καταλάβει τὸν πατριαρχικὸ θρόνο. Χειροτονήθηκε ἱερέας, καὶ μετὰ μία ἑβδομάδα – τὴν 1η Ἰανουαρίου 1064 – ἐπίσκοπος.
Ὁ Ἰωάννης λειτουργοῦσε καὶ κήρυττε κάθε ἡμέρα στοὺς ναοὺς τῆς πρωτεύουσας, ἐπισκεύασε τὶς εἰκόνες τῆς ἁγίας Σοφίας, καὶ μοίραζε δωρεὰν ψωμὶ καὶ σιτάρι στοὺς φτωχούς. Πέθανε τὸ 1075, καὶ νὰ πῶς τὸν περιγράφει ἕνας ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του: «ἀνεφάνη ἀνὴρ πρῶτον μὲν καθαρώτατος καὶ ἁγνότατος καὶ πρὸ παντὸς ρύπου σωματικοῦ καθάπαξ ἀπεχόμενος. Ἔπειτα δὲ τὰ εἰς καταφρόνησιν χρημάτων καὶ ἀκτημοσύνην τελείαν καὶ τὴν πρὸς τοὺς πένητας φιλανθρωπίαν καὶ μετάδοσιν κατ’ οὐδὲν ἐλάττων τοῦ περιβόητου ἐκείνου Ἐλεήμονος, καὶ ταῖς ἄλλοις δὲ ἀρεταῖς πᾶσαις συλλήβδην εἰπεῖν ἀφθόνως κοσμούμενος, ἀλλὰ καὶ τῷ λόγῳ πολύς, καὶ παιδεύσεως πάσης μετειληχῶς καὶ νομομαθεῖς ἐξαίρετος».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Μύσται οὐράνιοι ἀποδεικνύμενοι, θεῖοι ἐκφάντορες τῷ κόσμῳ ὤφθητε, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ποιμάναντες θεαρέστως, ἱερὲ Ἀλέξανδρε, τῆς Τριάδος ὁ πρόμαχος, Ἰωάννη ἔνδοξε, ὁ τῆς χάριτος τρόφιμος, καὶ Παῦλε Ἱερέων ἀκρότης· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν τριάδα σήμερον, Ἱεραρχῶν τῶν Ὁσίων, ἱεροῖς ἐν ᾄσμασιν, ἐγκωμιάσωμεν πάντες· οὗτοι γὰρ, ὡς οἰκονόμοι τῶν ἀπορρήτων, νέμουσι, χάριν ἀέναον τοῖς βοῶσιν, ὦ Ἀλέξανδρε παμμάκαρ, καὶ Ἰωάννη, σὺν Παύλῳ χαίρετε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Πατέρων τριὰς σεπτή, Ἀλέξανδρε μάκαρ, σὺν τῷ Παύλῳ τῷ εὐκλεεῖ, καὶ τῷ Ἰωάννη, ἡ τρίφωτος λυχνία, ἡ πᾶσαν Ἐκκλησίαν, καταπυρσεύουσα.

Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ νέος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως 

Γιὰ τὸν Πατριάρχη Παῦλο δὲν ἔχουμε σαφεῖς καὶ συγκεκριμένες πληροφορίες. Μερικοὶ νομίζουν ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν Παῦλο τὸν Γ’.

Αὐτὸς πατριάρχευσε τὸ 686 – 693. Προήδρευσε τῆς Πανθέκτης λεγομένης Συνόδου. Ἄλλοι νομίζουν, ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν Πατριάρχη Παῦλο τὸν Δ’. Αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἔλαμψε, κατὰ τὸν Θεοφάνη, στὰ λόγια καὶ στὰ ἔργα. Ἀνέβηκε στὸν θρόνο τὸ 770, παραιτήθηκε δὲ στὰ τέλη Αὐγούστου τοῦ 784 καὶ ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ Φλώρου, ὅπου ἔζησε σὰν ἁπλὸς μοναχὸς μόνο δυὸ ἢ τρεῖς μῆνες ἀπὸ τὴν παραίτησή του.

Ἀνῆκε στοὺς ζηλωτὲς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ διακρίθηκε γιὰ τὶς ἐλεημοσύνες του.

(Ἡ μνήμη του, σὲ ὁρισμένους Συναξαριστὲς, περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 2α Σεπτεμβρίου).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Μύσται οὐράνιοι ἀποδεικνύμενοι, θεῖοι ἐκφάντορες τῷ κόσμῳ ὤφθητε, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ποιμάναντες θεαρέστως, ἱερὲ Ἀλέξανδρε, τῆς Τριάδος ὁ πρόμαχος, Ἰωάννη ἔνδοξε, ὁ τῆς χάριτος τρόφιμος, καὶ Παῦλε Ἱερέων ἀκρότης· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν τριάδα σήμερον, Ἱεραρχῶν τῶν Ὁσίων, ἱεροῖς ἐν ᾄσμασιν, ἐγκωμιάσωμεν πάντες· οὗτοι γὰρ, ὡς οἰκονόμοι τῶν ἀπορρήτων, νέμουσι, χάριν ἀέναον τοῖς βοῶσιν, ὦ Ἀλέξανδρε παμμάκαρ, καὶ Ἰωάννη, σὺν Παύλῳ χαίρετε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Πατέρων τριὰς σεπτή, Ἀλέξανδρε μάκαρ, σὺν τῷ Παύλῳ τῷ εὐκλεεῖ, καὶ τῷ Ἰωάννη, ἡ τρίφωτος λυχνία, ἡ πᾶσαν Ἐκκλησίαν, καταπυρσεύουσα.

Ὁ Ὅσιος Φαντῖνος ὁ Θαυματουργός 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καλαβρία τῆς Ἰταλίας. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Γεώργιος, ἡ δὲ μητέρα του Βρυαίνη. Ἀπὸ μικρὸς ἀφοσιώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς πίστης καὶ ἦταν τόσο ἐνάρετος καὶ μορφωμένος, ὥστε νὰ τὸν παρακολουθοῦν καὶ πολλοὶ μαθητές, ποὺ τοὺς δίδασκε τὴν ἔμπρακτη εὐσέβεια.

Σὲ ἡλικία 60 χρονῶν, ἀφοῦ πῆρε δύο ἀπὸ τοὺς μαθητές του, τὸν Βιτάλιο καὶ τὸν Νικηφόρο, πῆγε στὴν Πελοπόννησο, ὅπου ἐγκαταστάθηκε γιὰ λίγο καιρὸ στὴν Κόρινθο καὶ ἔφερε πολλὲς ψυχὲς στὴ Σωτηρία.
Κατόπιν ἐπισκέφθηκε τὴν Ἀθῆνα, ὅπου προσκύνησε στὸ ναὸ τῆς Θεοτόκου. Ἔπειτα πῆγε στὴ Λάρισα καὶ ἀπὸ κεῖ στὴ Θεσσαλονίκη. Ἐδῶ ἔμεινε ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια ὑπηρετώντας τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ ὑπέργηρος τὸ ἔτος 974.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταῖς θείαις λαμπρότησι, καταυγασθεὶς τὴν ψυχήν, τὰ σκάματα ἤνυσας, τῆς ἐναρέτου ζωῆς, Φαντῖνε μακάριε· ὅθεν τὴν τῶν θαυμάτων, κομισάμενος χάριν, λύεις τῶν παθημάτων, χαλεπὰς ἀμαυρώσεις, πρεσβεύων θεοφόρε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῷ θείῳ φωτί, Φαντῖνε αὐγαζόμενος, παθῶν τὴν ἀχλύν, διέλυσας τοῖς πόνοις σου, καὶ θαυμάτων εἴληφας, οὐρανόθεν τὴν θείαν ἐνέργειαν· διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι· Μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὦ Φαντῖνε Πάτερ σοφέ, ἐναρέτου βίου, ὑποτύπωσις ἀληθής· χαίροις ὁ μεσίτης, καὶ πρέσβυς θεοφόρε, πρὸς τὸν Χριστὸν τῶν πίστει, ἀνευφημούντων σε.

Οἱ Ἅγιοι 6 Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν στὴ Μελιτινὴ 

Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς ἔπνιξαν μέσα στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Σαρματᾶς 

Ἀσκητὴς τῆς Ἔρημου. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ὁσία Βρυαίνη 

Ἡ Ὁσία Βρυαίνη ἴσως εἶναι ἡ μητέρα τοῦ Ὁσίου Φαντίνου ποὺ ἑορτάζεται από την Ἐκκλησία μας τὴν ἴδια ἡμέρα. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 16 Μάρτυρες οἱ Θηβαῖοι 

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Εὐλάλιος ὁ Ἱεράρχης 

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἴσως νὰ εἶναι Κύπριος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Φῆλιξ, Φουρτουνᾶτος, Σεπτιμῖνος καὶ Ἰανουάριος οἱ Μάρτυρες 

Καὶ οἱ τέσσερις διακρίθηκαν γιὰ τὸν ἀγῶνά τους ἐναντίον τῆς ἀπιστίας. Συνελήφθησαν καὶ ἀνακρίθηκαν γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα.

Ὁ ἔπαρχος γιὰ νὰ τοὺς ἀλλαξοπιστήσει, ἔφερε ἐθνικοὺς φιλοσόφους, ποὺ προσπάθησαν μπροστὰ τους νὰ ἀποδείξουν ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι μωρία. Ἀλλὰ οἱ ἄξιοι ὑπηρέτες τοῦ Χριστοῦ, ἀνέτρεπαν ἕνα πρὸς ἕνα ὅλα τὰ ἀμαθῆ καὶ σοφιστικὰ ἐπιχειρήματα καὶ ἐνέμειναν στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ.
Τότε ὑπεβλήθησαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια καὶ στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Φύλαξ 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἀναφέρεται στὸν Ἱεροσολυμιτικὸ Κώδικα 1096 φ. 123 ὡς ἑξῆς: «Μνήμη τῶν ὁσίων πατριαρχῶν Ἀλεξάνδρου, Ἰωάννου καὶ Παύλου τοῦ νέου καὶ τοῦ ὁσίου Φύλακος» (βλ. Δημητριεύσκη, τυπικὰ Β’ σελ. 55).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος ἡγεμόνας τῆς Ρωσίας 

Ὑπῆρξε ἄρχοντας Βλαδημηρίας καὶ Νεαπόλεως τῆς Ρωσίας καὶ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἀλέξιος. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1263. Ἀκολουθία τοῦ Ὁσίου αὐτοῦ συνέταξε ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Φιλωνίδης (ἢ Φιλονείδης) ὁ Ἱερομάρτυρας

«Τὸ νικᾶν αὐτὸν ἑαυτόν, αὕτη πασῶν τῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη», λέει ἕνας ἀρχαῖος σοφός, ὁ Πλάτων.

Κι εἶναι τὰ λόγια τοῦτα ἀληθινά! Εἶναι λόγια ἀθάνατα!

Γιατί ὁ ἐαυτός μας, εἴτε τὸ ἀναγνωρίζουμε εἴτε ὄχι, εἶναι γιὰ τὸν καθένα μας ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός. Ἐχθρὸς ἀσυγκράτητος καὶ δυνατός. Ἐχθρὸς ἀνυποχώρητος καὶ σκληρός.

Τὸ νὰ μπορεῖ δὲ ἕνας νὰ συγκρατεῖ καὶ νὰ δαμάζει ἕναν τέτοιο ἐχθρό, τὸ νὰ μπορεῖ νὰ ἐπιβάλλεται στὸν ψυχικό του κόσμο καὶ νὰ πετυχαίνει νὰ κάμνει ὄχι αὐτὸ ποὺ τοῦ ζητοῦν οἱ ἄλογες ὁρμὲς καὶ τὰ πάθη του, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ πρέπει, τότε λέγουμε, πὼς αὐτὸς κερδίζει τὴν πρώτη, μὰ καὶ τὴν ὡραιότερη νίκη.

 

Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια ἔκαμαν βίωμα καὶ σκοπὸ στὴ ζωὴ τους ὅλοι ἐκεῖνοι, ποὺ πέρασαν ἀπὸ τὸν πλανήτη μας κι ἔγραψαν μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὸν βίο τους ἀνεξίτηλα τὰ ὀνόματά τους στὸ βιβλίο τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς τρανοὺς ἀγωνιστὲς καὶ νικητὲς τοῦ ἐαυτοῦ τους εἶναι κι ὁ ἱερομάρτυρας Φιλωνίδης.

 

Γεννήθηκε στὴν Κύπρο μας γύρω στὸ 250 μ.Χ. Ἀλλὰ δὲν γνωρίζουμε τὸν τόπο.

 

Οὔτε καὶ ποιοὶ ἤσαν οἱ γονεῖς του. Ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζουμε εἶναι πὼς ὁ Ἅγιος σὲ νεαρὴ ἡλικία κλήθηκε νὰ ὑπηρετήσει τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στὸ Κούριο, ποὺ ἦταν μία πόλη μεγάλη καὶ περιώνυμη γιὰ τὴν λατρεία τοῦ Ἀπόλλωνα καὶ τὴν ἀκολασία της! Ἀπὸ τούτη τὴν πνευματικὴ ἐξέλιξη τοῦ Ἁγίου κρίνουμε, πὼς καὶ οἱ γονεῖς του πρέπει νὰ ἤσαν χριστιανοὶ καὶ μάλιστα πιστοί. Ἀπὸ αὐτοὺς ὁ προνομιοῦχος νέος πρέπει νὰ διδάχθηκε «ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα».

 

Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ φαίνεται, πὼς ἡ χριστιανικὴ θρησκεία εἶχε ἀρκετὰ διαδοθεῖ στὴν Κύπρο μας. Τὸ κήρυγμα τῶν ἀποστόλων Παύλου καὶ Βαρνάβα καὶ τοῦ Μάρκου ἔπεσε σὲ ἀγαθὴ γῆ. «Ὅπου ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ. ε’ 20). Ἠρακλείδιος, Μνάσων, Ρόδων, Αὐξίβιος, Μακεδόνιος, Λάζαρος, Ἐπαφρᾶς, Τυχικός, Σέργιος Παῦλος, Τῖτος, εἶναι μερικὰ ὀνόματα, ἐλάχιστα ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ὄχι μόνο δέχτηκαν μὲ δίψα καὶ λαχτάρα τὴ νέα πίστη μὰ καὶ ἀγωνίστηκαν νὰ τὴν διαδώσουν παντοῦ.

 

Ἀγωνίστηκαν, γιατί στὸ νησί μας ἡ εἰδωλολατρία εἶχε πολὺ βαθιὲς τὶς ρίζες. Ἡ λατρεία τῶν Θεῶν τοῦ Ὀλύμπου καὶ ἰδιαίτερα τῆς θεᾶς Ἀφροδίτης γιὰ τὴν ὁποία ἦταν κοινὴ ἡ πίστη πὼς γεννήθηκε ἀπὸ τοὺς ἀφροὺς τῆς θάλασσας τῆς Πάφου, ἦταν πολὺ στενὰ συνδεδεμένη μὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς τῶν κατοίκων τοῦ νησιοῦ.

Ἡ νέα θρησκεία ἐρχόταν νὰ καταργήσει αὐτὲς τὶς ἐκδηλώσεις, γιὰ τοῦτο καὶ ἡ ἀντίδραση ὑπῆρξε ἄμεση. Αὐτοὶ οἱ πρῶτοι κήρυκες τοῦ θείου λόγου, οἱ Ἀπόστολοι Παῦλος καὶ Βαρνάβας καὶ Μᾶρκος γνώρισαν ἀπὸ προσωπικὴ ἐμπειρία τὴν σφοδρὴ ἀντίθεση τῶν φανατικῶν ὀπαδῶν τῆς παλαιᾶς θρησκείας. Στὴν ἱεραποστολική τους πορεία ἀνάμεσα στὴν Πάφο «εὐρήκαν τοὺς ποταμοὺς τῶν ψυχῶν εἰς κατάσταση αὐξανομένης ἐξεγέρσεως, ἀναβαίνοντας».

Πολλὰ ἐμπόδια παρενέβαλε ὁ διάβολος στὸ ἔργο τους. Ἡ Πάφος πλημμύρισε κυριολεκτικὰ ἀπὸ «ἐκδηλώσεις βίας, τοὶς βιαίοις ἐπικλύσας». (Analect 147). Ἡ λαϊκὴ παράδοση ἀναφέρει, πὼς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέθηκε σὲ μία πέτρινη κολόνα, ποὺ δεικνύεται ἀκόμη καὶ σήμερα στὴν Κάτω Πάφο κοντὰ στὸ ναὸ τῆς Χρυσοπολίτισσας καὶ κτυπήθηκε ἀνελέητα «σαράντα παρὰ μίαν» μαστιγώσεις. Ὅμως παρὰ τοὺς διωγμοὺς καὶ τὰ ἐμπόδια ἡ θρησκεία τοῦ γλυκύτατου Ἰησοῦ εἶχε σὲ πολλὰ μέρη ἐπιβληθεῖ. «Ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις». Πολλὲς οἰκογένειες τὴν ἐποχὴ αὐτὴ γνώρισαν τὸν Κύριο καὶ ζοῦσαν ἔντονα τὶς ἐπιταγὲς τῆς νέας ζωῆς, τῆς χριστιανικῆς.

 

Ἀπὸ μία τέτοια οἰκογένεια χριστιανικὴ γεννήθηκε καὶ ὁ Φιλωνίδης. Ἀπὸ αὐτὴ διδάχτηκε πὼς ἡ λατρεία τῶν εἰδώλων ἦταν χωρὶς περιεχόμενο. Ψεύτικοι καὶ ἀνύπαρκτοι θεοὶ ἦταν ὅλοι τους. Μόνο ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν εἶναι Θεὸς ἀληθινός. Αὐτὸς ὑπῆρχε πρὸ πάντων τῶν αἰώνων καὶ θὰ ὑπάρχει εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Αὐτὸς δημιούργησε τὸν κόσμο. Αὐτὸς ἀπὸ ἀγάπη ἔστειλε στὸν κόσμο καὶ τὸν Μονογενὴ Υἱό Του. Ἦλθε κι ἔζησε ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους σὰν ἄνθρωπος «παρεκτὸς ἁμαρτίας». Δίδαξε, σταυρώθηκε γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους καὶ ἀναστήθηκε γιὰ τὴν δικαίωση καὶ τὴν σωτηρία τους. «Παρεδόθη διὰ τὰ παραπτώματα ἡμῶν καὶ ἠγέρθη διὰ τὴν δικαίωσιν ἡμῶν» (Ρωμ. δ’ 25).

 

Αὐτοῦ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ παιδιὰ εἴμαστε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Καὶ Αὐτὸν τὸν ἀληθινὸ Θεὸ ὀφείλουμε ν’ ἀγαποῦμε μὲ ὅλη μας τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιὰ καὶ μὲ ὅλη μας τὴν δύναμη. Καὶ τὴν ἀγάπη μας στὸν Θεό μας θὰ μποροῦμε νὰ τὴ δείχνουμε, ἂν ἀγαποῦμε συγχρόνως καὶ τὸν πλησίον μας, δηλαδὴ τὸν κάθε ἄνθρωπο σὰν καὶ τὸν ἑαυτό μας. Γι’ αὐτὲς τὶς δύο ἀγάπες πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι καὶ τὴν ζωή μας νὰ θυσιάσουμε. Γιατί οἱ δυὸ αὐτὲς ἀγάπες εἶναι οἱ δυὸ φτεροῦγες μὲ τὶς ὁποῖες ὁ κάθε ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ πετᾶ, γιὰ νὰ φτάσει μία μέρα στὰ οὐράνια παλάτια τῆς αἰωνιότητας.

 

Μὲ τέτοιες διδασκαλίες ἁπλὲς οἱ χριστοφόροι γονεῖς φρόντιζαν νὰ ἐνσταλάζουν στὴν ἁγνὴ ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ τους «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» τὸ γνήσιο πνεῦμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι μεγάλωνε τὸ παιδί. Καὶ στὴν καρδιὰ του μέρα μὲ τὴν ἡμέρα μεγάλωνε μαζὶ καὶ ὁ πόθος, ὁ φλογερὸς πόθος νὰ γίνει ἕνας ἐργάτης τοῦ Χριστοῦ. Νὰ προσφέρει καὶ αὐτὸς τὸν ἑαυτό του στὴν ἱερὴ φάλαγγα ἐκείνων, ποὺ δούλευαν γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀνόρθωση τῶν ἀνθρώπων τοῦ νησιοῦ.

 

Ἐπιτέλους ᾖρθε ἡ ὥρα. Νέος πιὰ ὁ Φιλωνίδης ἕτοιμος σὲ ὅλα κλήθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Δέχτηκε τὴν κλήση. Καὶ ὑπηρέτησε μὲ ζῆλο. Στὴν ἀρχὴ ὡς ἀναγνώστης. Ὕστερα ὡς διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Καὶ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου του, Κουρίου, ὡς ἐπίσκοπος.

 

Στὴ νέα του θέση ὁ ζηλωτὴς ποιμένας τῶν λογικῶν προβάτων τοῦ Χριστοῦ εἶχε πολλὲς δυσκολίες καὶ ἐμπόδια νὰ ὑπερνικήσει. Τὸ Κούριο, ἡ ὀμορφοχτισμένη Ἑλληνικὴ πόλη στὰ νότια της Κύπρου, ποὺ δεχόταν κάθε μέρα τῆς γαλανῆς θάλασσας τὸ φίλημα καὶ τὴ νύχτα τὸ γλυκὸ νανούρισμά της, ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ μεγάλα κέντρα τῆς εἰδωλολατρίας τῆς Κύπρου. Ἐδῶ ἦταν χτισμένος ὁ περίφημος ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνα μὲ τὸ γνωστὸ μαντεῖο. Χιλιάδες λαοῦ ὄχι μόνον ἀπὸ τὸ νησί μας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἄλλες χῶρες τῆς ἀπέραν τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας μαζευόντουσαν σ’ αὐτό, γιὰ νὰ προσφέρουν θυσίες, νὰ τὸ συμβουλευτοῦν καὶ ν’ ἀκούσουν κάτι γιὰ τὸ μέλλον τους. Ἐδῶ ὑπῆρχε κι ἕνα ὡραιότατο στάδιο. Πλήθη ἀπὸ φιλάθλους συνερχόντουσαν κάθε φορά, γιὰ νὰ παρακολουθήσουν τοὺς ἀθλητικοὺς ἀγῶνες. Κι ἄλλοι νὰ ἰδοῦν καὶ νὰ διδαχθοῦν ἀπὸ τὰ ποικίλα πνευματικὰ ἔργα τῆς Ἑλληνικῆς δημιουργίας, ποὺ συχνὰ παιζόντουσαν στὸ μαρμάρινο θέατρο τῆς πόλεως. Ὅλα τοῦτα μαζὶ μὲ τὰ γυμναστήρια καὶ τοὺς βωμοὺς γιὰ θυσίες καὶ τὰ ἀγάλματα καὶ τὶς ἄλλες ἐκδηλώσεις τῆς εἰδωλολατρικῆς ζωῆς ἔκαμναν τὴν πόλη κέντρο θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀνηθικότητας. Σὲ αὐτὸ τὸ κέντρο ἀνέλαβε ὁ μακάριος ἐπίσκοπος μὲ φλογερὸ ζῆλο τὸ ἔργο του, τὸ θεῖο ἔργο τῆς σωτηρίας ψυχῶν.

 

Ἡ πρώτη του προσπάθεια στράφηκε στὴν ὀργάνωση τοῦ μικροῦ ποιμνίου του. Γι’ αὐτὸ διαθέτει ὅλα τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ ποὺ τοῦ ἀφήκαν οἱ γονεῖς του. Πτωχεύει αὐτὸς γιὰ νὰ ἀνακουφίσει τὰ πνευματικὰ παιδιά του, ὅπως ἀποκαλεῖ τοὺς χριστιανούς του. Τὸ παράδειγμά του συγκινεῖ ὄχι μονάχα τοὺς πιστούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ ἀρχίζουν νὰ προσβλέπουν μὲ ἐμπιστοσύνη σὲ αὐτόν. Τὸν παρακολουθοῦν μὲ προσοχή, τὸν συντρέχουν καὶ τὸν ἀκοῦν μὲ σεβασμό. Στὸ κήρυγμά του κάθε φορὰ τρέχουν καὶ νέοι ἀκροατές. Καὶ αὐτὸς μὲ ὑπομονὴ καὶ καλοσύνη, ἀλλὰ καὶ ἀγάπη ἀνεξάντλητη τοὺς κατευθύνει καὶ τοὺς καθοδηγεῖ στὸν δρόμο τῆς ἀλήθειας, τοῦ Θεοῦ τὸν δρόμο. Καθημερινὰ καὶ νέοι προσήλυτοι προσέρχονται καὶ κατηχοῦνται καὶ βαπτίζονται καὶ προστίθενται στὸ λογικὸ ποίμνιο τῆς μάνδρας τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι τὸ Κούριο, ποὺ ἦταν μία πόλη κέντρο εἰδωλολατρίας καὶ διαφθορᾶς, μὲ τὸν καιρὸ γίνεται μία πόλη τοῦ Χριστοῦ. Ἕνα κέντρο χριστιανικῆς ἀγάπης καὶ ἠθικῆς ἀνορθώσεως.

 

Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον ἐπιδεικνύει ὁ ἐνάρετος ἱεράρχης στὴν ἐκλογὴ τῶν συνεργατῶν του. Γνωρίζει ὅτι οἱ καλοὶ καὶ ἄξιοι ἱερεῖς εἶναι ἡ δύναμη τοῦ ἐπισκόπου, ἀλλὰ καὶ τῆς Ἐκκλησίας οἱ ἀφοσιωμένοι ἐργάτες καὶ ὁδηγοί. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀδιάκριτα δὲν χειροτονεῖ κανένα. Πρέπει νὰ βρεῖ τὸν κατάλληλο καὶ ἔτσι νὰ προχωρήσει. Τὰ λόγια τοῦ θείου Παύλου «χεῖρας ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει, μηδὲ κοινωνεῖ ἁμαρτίαις ἀλλοτρίαις» ἀποτελοῦν γι’ αὐτὸν ἕνα γνώρισμα ἐνεργείας στὸ θέμα αὐτό. Ἔτσι ἐργάζεται ὁ γεραρὸς ἐπίσκοπος ὡς τὴν ἡμέρα ποὺ κηρύχτηκε ὁ τρομερὸς διωγμὸς ἐπὶ Διοκλητιανού.

 

Ὁ τότε ἡγεμόνας τῆς Κύπρου Μάξιμος, ἄνθρωπος σκληρὸς καὶ διεφθαρμένος βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ ἐκδηλώσει ὅλο τὸ μῖσος του ἐνάντια στὴ νέα θρησκεία. Οἱ φυλακὲς γέμισαν ἀπὸ κρατουμένους. Στὰ στάδια σέρνονται καθημερινὰ οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Ἐσταυρωμένου. Μιὰ πρόχειρη δίκη διεξάγεται ἐκεῖ. Ἀκολουθεῖ ἡ ὁμολογία τοῦ μάρτυρος, τὰ βασανιστήρια κτηνώδη καὶ ἀπάνθρωπα καὶ στὸ τέλος ὁ θάνατος. Τὸ αἷμα τρέχει ἄφθονο στὴ Νῆσο τῶν Ἁγίων.

 

Κάποια μέρα ἄνθρωποι τοῦ ἡγεμόνα συνέλαβαν καὶ τὸν ἐπίσκοπο καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Ἐκεῖ μὲ ἄλλους ἁλυσοδεμένους εἰδωλολάτρες εἶχαν συλληφθεῖ καὶ ἐκρατοῦντο καὶ τρία πνευματικὰ παιδιά του. Ὁ ἱερέας Ἀριστοκλῆς, ὁ διάκονος Δημητριανὸς κι ὁ ἀναγνώστης Ἀθανάσιος. Παραχώρηση Θεοῦ ἡ συνάντηση. Εὐκαιρία γιὰ ἀλληλοενίσχυση. Καὶ μοναδικὸ μέσο γιὰ τὸν σκοπὸ τοῦτο ἡ προσευχή. Ἡ θερμὴ καὶ ὁλόψυχη στὸν Πλάστη προσευχή.

- Παιδιά μου, τοὺς ἔλεγε ὁ στοργικὸς ἐπίσκοπος. Μεγάλη τιμὴ μᾶς κάνει μὲ τούτη τὴν δοκιμασία ὁ Κύριός μας. Τώρα μποροῦμε καὶ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ ἀναφωνοῦμε! «Ἡμῖν ἐχαρίσθῃ τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλιπ. α’ 30).

Κι ἡ παραχώρηση τούτη εἶναι τιμὴ γιὰ μᾶς. Εἶναι τιμὴ καὶ προνόμιο. Ἂς τὸν εὐχαριστήσουμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας κι ἂς τὸν παρακαλέσουμε. Ἂς τὸν παρακαλέσουμε νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ μείνουμε πιστοὶ στὸ πανάγιο θέλημά Του μέχρι θανάτου.

Οἱ κρατούμενοι γονάτισαν. Καὶ ὁ φωτισμένος ἱεράρχης ἀνέπεμψε μία τέτοια περίπου προσευχή:

«Κύριε, σὲ παρακαλοῦμε. Μὴν ἀπομακρύνεις ἀπὸ ἡμᾶς τὸ ἔλεός σου πρὸς χάριν τοῦ ἀγαπητοῦ Σου υἱοῦ, τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ. Μὴ μᾶς κατεντροπιάσεις. Δεῖξε καὶ σὲ τούτη τὴν περίσταση ἀπέναντί μας τὴν ἐπιείκειά σου καὶ τὴν εὐσπλαγχνία σου. Σύμφωνα μὲ τὰ τόσα θαυμαστά σου ἔργα, τὰ ἀναρίθμητα, γλίτωσέ μας καὶ τούτη τὴν φορὰ ἀπὸ τοὺς πλοκάμους τῆς ἁμαρτίας ποὺ μᾶς τριγυρίζει καὶ δόξασε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὸ πανάγιο ὄνομά Σου. Θέλουμε νὰ μείνουμε πιστοὶ στὸ θέλημά Σου ὁσαδήποτε μέσα κι ἂν χρησιμοποιήσει ὁ δόλιος ἐχθρός. Βοήθησέ μας. Χάλκεψε μέσα μας ἀκατάλυτη τὴν ἀπόφαση νὰ μὴ λυγίσουμε μὲ κανένα τρόπο. Καὶ ἀξίωσέ μας, Κύριε, νὰ ἰδοῦμε νὰ καταισχύνονται ὅλοι ἐκεῖνοι, ποὺ φέρονται μὲ σκληρότητα καὶ κακότητα στοὺς δούλους σου. Δῶσε ἀκόμη, Πατέρα, νὰ ἰδοῦμε τὴν ἁγία σου θρησκεία νὰ ἁπλώνεται παντοῦ καὶ τὴν Ἐκκλησία σου σὰν δένδρο εὐσκιόφυλλο νὰ σκεπάζει ὁλόκληρο τὸ νησί μας. Ἀμήν.

Τὴν τελευταία λέξη πρόφεραν ὅλοι τους μὲ βαθιὰ πίστη. Ἦταν μία ἐγκάρδια εὐχή!

 

Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ μακάριος ἐπίσκοπος εἶχε συλληφθεῖ κι ἐγκλειστεῖ στὴ φυλακή, μιὰ διαφορετικὴ συμπεριφορὰ καὶ διαγωγὴ παρατηρήθηκε στοὺς κρατουμένους. Οἱ φωνὲς καὶ οἱ βλασφημίες κι ὅλες οἱ ἄλλες βρωμερὲς ἐκφράσεις λιγοστεύουν μέρα μὲ τὴν ἡμέρα. Τὸ κήρυγμα τοῦ Ἐσταυρωμένου συγκινεῖ. Οἱ καρδιὲς ἀλλάζουν. Ἡ ἀγριότητα παραμερίζει. Καὶ ἡ σκληρότητα παραχωρεῖ τὴν θέση της στὴν πραότητα καὶ τὴν καλοσύνη.

 

Πόση δύναμη ἀλήθεια κλείνει μέσα της ἡ ζωντανὴ διδασκαλία, σὰν συνοδεύεται καὶ μὲ τὸ καλὸ παράδειγμα! Τί δὲν θὰ μποροῦσε νὰ πετύχει ὁ χριστιανισμὸς ἂν αὐτοὶ ποὺ τὸν προβάλλουν, φρόντιζαν μαζὶ μὲ τὰ ὄμορφα λόγια ποὺ κηρύττουν, νὰ παρουσίαζαν καὶ τὸν ἑαυτὸ τους ὑπόδειγμα καὶ πρότυπο τῶν ὅσων διδάσκουν! Τότε δὲν θὰ εἴχαμε τὸ τρομερὸ κατάντημα, ποὺ παρατηροῦμε τόσο ἔντονα στὴν ἐποχή μας. Πολλοὶ κήρυκες. «Κύμβαλα ὅμως ἀλαλάζοντα...» Οὔτε καὶ τὸ παράπονο τοῦ Κυρίου θὰ ἀκουόταν τόσο θλιβερό. «Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ δι’ ὑμᾶς βλασφημεῖται ἐν τοὶς ἔθνεσι». (Ρωμ. β’ 24). Νὰ εὐχηθοῦμε νὰ ἔρθει τὸ γρηγορότερο μιὰ τέτοια ἐποχή; Ὁ Κύριος νὰ δώσει.

 

Ἕνα πρωί, μόλις ἡ ἁγία συντροφιὰ τέλειωσε τὴν κατανυκτική της προσευχὴ δυνατὲς φωνὲς ἀκούστηκαν ἔξω ἀπὸ τὸ κελὶ τῶν κρατουμένων. Σὲ λίγο ἡ πόρτα ἄνοιξε βίαια καὶ τρεῖς δήμιοι μπῆκαν μέσα καὶ ἔσυραν ἔξω τὸν ἱερέα Ἀριστοκλῆ, τὸν διάκονο Δημήτριο καὶ τὸν ἀναγνώστη Ἀθανάσιο. Ἕνα χαμόγελο εὐγνωμοσύνης ἄνθισε στὰ χείλη καὶ τῶν τριῶν. Εὐγνωμοσύνης στὸν Κύριο ποὺ τοὺς ἔκαμνε τὴν τιμὴ νὰ τὸν ὁμολογήσουν ἐνώπιον μικρῶν καὶ μεγάλων.

 

Σὲ μία εὐρύχωρη πλατεῖα ἦταν μαζεμένος κόσμος πολύς. Στὴ μέση ἦταν στημένη μία ἐξέδρα. Ἕνας ἄνδρας καθόταν στὸ κέντρο. Μπροστὰ του ὁδηγήθηκαν οἱ μάρτυρες. Μιὰ φωνὴ δυνατὴ ἀκούστηκε νὰ λέει:

- Εἶστε ἕτοιμοι νὰ προσφέρετε θυσία στοὺς μεγάλους θεούς μας ἢ ἀκόμη ἐπιμένετε στὴν πλάνη σας;

- Θεὸς γιὰ μᾶς δὲν εἶναι τὰ εἴδωλα. Ὁ ἀληθινὸς Θεὸς δὲν κατοικεῖ στὶς πέτρες.

 

Ἡ τελευταία λέξη μόλις ἀκούστηκε. «Σκοτῶστε τοὺς ἀπίστους» ἦταν ἡ διαταγή. Οἱ δήμιοι ἅρπαξαν στὰ δυνατά τους χέρια τοὺς μάρτυρες, τοὺς ἔσυραν μακριὰ καὶ ἐκεῖ τοὺς θανάτωσαν.

 

Τρεῖς ἀκόμη ζωὲς ἔσβησαν πρόωρα. Πότισαν μὲ τὸ αἷμά τους τὸ δένδρο τῆς πίστεως, τὸ χριστιανικὸ δένδρο. Ἔσβησαν ἐπάνω στὸ σφρῖγος τους. Δὲν κατόρθωσαν ὅμως νὰ σβήσουν, οὔτε καὶ νὰ μετριάσουν τὸ μῖσος ποὺ φώλιαζε στὰ στήθη τοῦ εἰδωλολάτρη ἄρχοντα, ποὺ πολλὲς φορὲς ἀκουόταν νὰ μονολογεῖ καὶ νὰ λέει:

- Ὁ ἐπίσκοπος... Αὐτὸς εἶναι τὸ μεγάλο θεριό! Αὐτὸν πρέπει νὰ ἐξευτελίσω καὶ νὰ θανατώσω. Αὐτόν... Ἀλλὰ πῶς;

Κάποια στιγμὴ σταμάτησε ἀπότομα τὶς βόλτες. Γέλασε σαρκαστικὰ καὶ φώναξε τὸν ὑποτακτικό.

- Πὲς νὰ ἔρθουν οἱ ἐκτελεστές.

 

Σὲ λίγο παρουσιάστηκαν μπροστὰ του μερικὰ γεροδεμένα παλικάρια μὲ μορφὲς ἄγριες.

- Ὁ ἐπίσκοπος πρέπει νὰ βασανιστεῖ, εἶπε. Νὰ βασανιστεῖ, ὅσο μπορεῖτε πιὸ σκληρά. Ἂν δὲν ὑποχωρήσει, τότε νὰ ἐξευτελιστεῖ... νὰ ξεγυμνωθεῖ κι ἐπάνω στὸ σῶμα του νὰ ἀσελγήσουν μεθυσμένοι σάτυροι. Μετὰ νὰ θανατωθεῖ.

Οἱ ἐκτελεστὲς ἔτρεξαν νὰ ἑτοιμάσουν τὰ σχετικά. Ἕνας στρατιώτης, ποὺ ἦταν ἐκεῖ, μυστικὸς χριστιανός, ἔτρεξε καὶ αὐτὸς στὴν φυλακὴ καὶ μὲ πόνο ψυχὴς κάλεσε τὸν γηραιὸ ἐπίσκοπο καὶ τοῦ φανέρωσε τὴ διαταγὴ τοῦ ἄρχοντα.

 

Ὁ ἱερομάρτυρας πάγωσε κυριολεκτικά, σὰν ἔμαθε τὴν ἀπόφαση. «Τὸ κορμί μου, ναί! Ἂς τὸ ξεσχίσουν! Ἂς τὸ κόψουν κομμάτια! Ἂς τὸ ψήσουν! Ὄχι ὅμως καὶ νὰ τὸ μολύνουν! Αὐτὸ δὲν θὰ γίνει ποτές! δὲν θ' ἀφήσω νὰ γίνει ποτές. Καλύτερα νὰ πεθάνω μία ὥρα γρηγορότερα. Ὄχι ὅμως νὰ μολυνθῶ, πρόφερε μὲ σταθερότητα ὁ σεβάσμιος γέροντας. Καὶ γονάτισε.

- Κύριε, εἶπε, ἐλέησέ με. Δὲν μπορῶ καὶ νὰ σκεφθῶ. Συγχώρησέ με καὶ σῶσέ με ἐκ τῶν καταδιωκόντων με.

Βοήθησέ με νὰ κρατήσω ἀμόλυντη τὴν ἀτίμητη ἁγνότητά μου καὶ μὴν ἐπιτρέψεις μέσα μου κανένα συμβιβασμὸ μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴ διαφθορά.

 

Περιχαράκωσε μέσα μου τὴν ἀπόφαση νὰ μείνω ἁγνὸς καὶ φύλαξέ με ἀπὸ τὴ δειλία καὶ τὸ σκάνδαλο.

Αἰώνιε Ἀρχιερέα, μὴν ἐπιτρέψεις σὲ καμιὰ περίπτωση νὰ λυγίσω καὶ ν’ ἀρνηθῶ τὴν ἀποστολή μου.

 

Ἀφοῦ προσευχήθηκε γιὰ πολλὴ ὥρα μὲ δάκρυα, σηκώθηκε. Κάλεσε κοντά του μερικοὺς ἀπὸ τοὺς κρατουμένους ἀδελφοὺς καὶ τοὺς φανέρωσε τὶς διαθέσεις τοῦ ἄρχοντα καὶ τὴν ἀπόφασή του γιὰ αὐτοθυσία. Ἤθελε νὰ μὴ σκανδαλισθεῖ κανένας ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ θὰ πέθαινε. Μετὰ σύρθηκε σιγά – σιγὰ σ’ ἕνα διάδρομο καὶ ἀπὸ μία μυστικὴ θυρίδα ἀνέβηκε σ’ ἕναν ψηλὸ γκρεμό. Ἐκεῖ σκέπασε τὸ πρόσωπό του μὲ τὸν ἐπενδύτη του, ἔκαμε τρεῖς φορὲς τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ὕστερα ρίχτηκε κάτω.

 

Προτοῦ τὸ σῶμα ἀγγίσει τὴ γῆ, ἡ ἁγία ψυχὴ τοῦ ἱερομάρτυρα, ἐλεύθερη, πέταξε στὸν οὐρανό. Ἔφυγε ἱκανοποιημένη καὶ χαρούμενη ποὺ κράτησε ἀνέπαφο τὸν θησαυρὸ τῆς ἁγνότητάς του. Προτίμησε καὶ αὐτὸς τὸν τιμημένο θάνατο τοῦ κορμιοῦ, ὅπως καὶ τόσες παρθένες κι ἅγιες γυναῖκες, παρὰ τὴν ἀτίμωση, τὸν ἐξευτελισμό, τὴν ντροπή.

 

Τὸ ἀμόλυντο σῶμα τοῦ ἁγίου τὸ βρῆκαν μερικοὶ εἰδωλολάτρες. Τὸ ἔβαλαν σὲ ἕνα σακὶ καὶ τὸ πέταξαν στὴ θάλασσα. Μὰ αὐτὴ δὲν τὸ κράτησε. Σπλαγχνικότερη ἀπὸ τὰ θεριά, ποὺ λέγονται ἄνθρωποι, τὸ ἀπόθεσε σὲ λίγο ἁπαλὰ στὴν ἀμμουδιά. Ἐκεῖ κατόπιν ὁράματος τὸ βρῆκαν δύο χριστιανοί. Περπατοῦσαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅταν ξαφνικὰ εἶδαν νὰ τρέχει μπροστά τους γυμνὸς ὁ αὐτοθύτης Ἐπίσκοπος. Τὸ κεφάλι του στεφανωμένο μὲ λαμπρὸ στέμμα.

Τὸ κορμὶ του ἦταν ἀλειμμένο μὲ εὐωδιαστὴ σμύρνα. Καὶ στὸ χέρι του κρατοῦσε κλάδο φοινικιᾶς.

Ἦταν ὁ νικητής!

Ὁ νικητὴς τοῦ ἑαυτοῦ του! Ὁ νικητὴς τῆς ζωῆς! Νικητής, μὰ καὶ στεφανωμένος ἀπὸ τὸν Δίκαιο Κριτὴ μὲ τὸν ἁμαράντινο τῆς δόξας στέφανο.

Οἱ χριστιανοὶ ἀκολούθησαν μὲ συγκίνηση τὴν ὁπτασία. Ὅταν αὐτὴ κάποια στιγμὴ χάθηκε ἀπὸ τὰ μάτια τους, εἶδαν μπροστὰ τους τὸ ἁγνὸ τοῦ μάρτυρος σκήνωμα. Γονάτισαν καὶ τὸ ἀσπάσθηκαν. Ὕστερα τὸ σήκωσαν μὲ εὐλάβεια καὶ μὲ ἄλλους χριστιανοὺς τὸ ἔθαψαν μὲ κάθε τιμὴ καὶ σεβασμό.

 

Στὴν ἐποχή μας ποὺ ἡ ἀνηθικότητα κι ἡ διαφθορὰ σὰν ὁρμητικὸς χείμαρρος παρασύρει κάθε μέρα χιλιάδες νεανικὲς ψυχὲς στὸν ὄλεθρο καὶ τὴν καταστροφή, τὸ παράδειγμα τοῦ αὐτομάρτυρα Ἐπισκόπου πρέπει νὰ συγκινήσει κάθε καρδιά. Τὸ σῶμα τοῦ καθενός μας εἶναι ἕνας ναός. Ναὸς ἱερὸς «Πνεύματος Ἁγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν» (Β’ Τιμ. α’ 14). Κι ὅπως κάθε ναὸς πρέπει νὰ κρατεῖται καθαρός, ἔτσι καὶ ὁ ναὸς τοῦ σώματός μας.

 

Κανένα πρᾶγμα δὲν λερώνει καὶ δὲν φθείρει τόσο τὸ σῶμα, ὅσο ἡ ἀνηθικότητα καὶ ἡ σαρκολατρικὴ διαφθορά. «Εἰ τὶς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός» φωνάζει καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ (Α’ Κορ. γ’ 17).

 

Νέοι καὶ νέες, φυλᾶχτε τὴν ἁγνότητα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς σας. Κλεῖστε ἑρμητικὰ τ’ αὐτιά σας στὸ πλάνο τραγοῦδι τῶν Σειρήνων, πού σᾶς καλεῖ στὴν ἀκολασία καὶ τὴ διαφθορά. Γιατί, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἀποθαυμάζουμε καὶ ἐπιζητοῦμε νὰ κάμουμε βίωμά μας τὴν ζωὴ τῶν Σοδόμων, πρέπει νὰ γνωρίζουμε πὼς δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ ξεφύγουμε καὶ τὴν τύχη τους. Κι εἶναι αὐτὸς ὁ πιὸ μεγάλος κίνδυνος ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ ἐποχή μας. Πῶς θὰ σωθοῦμε;

 

Τὸν δρόμο μᾶς τὸν δείχνει ὁ μεγάλος ἱερομάρτυρας τοῦ Κουρίου.

Μάθετε ἀπὸ παιδιὰ νὰ νικᾶτε τὶς ἄνομες ἐπιθυμίες ποὺ φλογίζουν τὴν καρδιά σας. Μάθετε νὰ νικᾶτε πάντα τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό σας. Ἔτσι θὰ εἴσαστε νικητὲς στὸν τραχὺ δρόμο τῆς ζωῆς. 
Ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ νικητὲς καὶ θριαμβευτὲς θὰ πετάξετε μία μέρα καὶ στὴν αἰωνιότητα. Κοντὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ!

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

«Οὐκ ἐξεστὶ σοι ἔχειν, τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται ἀπὸ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ νὰ ἔχεις τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου, ὁ ὁποῖος ζεῖ ἀκόμα. Λόγια τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ποὺ ἀποτελοῦσαν μαχαιριὲς στὶς διεφθαρμένες συνειδήσεις τοῦ βασιλιὰ Ἡρώδη Ἀντίπα καὶ τῆς παράνομης συζύγου του Ἡρωδιάδος, ποὺ ἦταν, γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου.

Ὁ Ἡρώδης, μὴ ἀνεχόμενος τοὺς ἐλέγχους τοῦ Προδρόμου, τὸν φυλάκισε. Σὲ κάποια γιορτὴ ὅμως τῶν γενεθλίων του, ὁ Ἡρώδης ὑποσχέθηκε μὲ ὅρκο νὰ δώσει στὴν κόρη τῆς Ἡρωδιάδος ὅτι ζητήσει, διότι τοῦ ἄρεσε πολὺ ὁ χορός της. Τότε ἡ αἱμοβόρος Ἡρωδιὰς εἶπε στὴν κόρη της νὰ ζητήσει στὸ πιάτο τὸ κεφάλι τοῦ Ἰωάννη. Πράγμα ποὺ τελικὰ ἔγινε.

Ἔτσι, ὁ ἔνδοξος Πρόδρομος τοῦ Σωτῆρος θὰ παραμένει στοὺς αἰῶνες ὑπόδειγμα σὲ ὅλους ὅσους θέλουν νὰ ὑπηρετοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ἀγωνίζονται κατὰ τῆς διαφθορᾶς, ἀνεξάρτητα ἀπὸ κινδύνους καὶ θυσίες.
Καὶ νὰ τί λένε οἱ 24 πρεσβύτεροι τῆς Ἀποκάλυψης στὸν Θεὸ γιὰ τοὺς διεφθαρμένους: «ἦλθεν... ὁ καιρὸς τῶν ἐθνῶν κριθῆναι... καὶ διαφθεῖραι τοὺς διαφθείροντας τὴν γῆν’. Ἦλθε, δηλαδή, ὁ καιρὸς τῆς ἀνάστασης τῶν νεκρῶν γιὰ νὰ κριθεῖ ὁ κόσμος καὶ νὰ καταστρέψεις (Θεέ μου) ἐκείνους, ποὺ μὲ τὴ διεφθαρμένη ζωὴ τους διαφθείρουν καὶ καταστρέφουν τὴν γῆ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος β’.

Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων· σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον. Ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐηγγελίσω καὶ τοὶς ἐν Ἅδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς πάντων ὑπέρτερος, τῶν Προφητῶν ἀληθῶς, αὐτόπτης καὶ Πρόδρομος, τῆς παρουσίας Χριστοῦ, Προφήτα γεγένησαι, ὅθεν καὶ παρ’ Ἡρώδου, ἐκτμηθεῖς σου τὴν Κάραν, ἔδραμες τοὶς ἐν Ἅδῃ, προκηρύξαι τὸ λύτρον διὸ σὲ Ἰωάννη Βαπτιστά, ποθῶ γεραίρομεν.

 

Κοντάκιον  Ἦχος πλ. α’. 
Ἡ τοῦ Προδρόμου ἔνδοξος ἀπoτομὴ, οἰκονομία γέγονέ τις θεϊκή, ἵνα καὶ τοῖς ἐν Ἅδῃ, τοῦ Σωτῆρος κηρύξῃ τὴν ἔλευσιν. Θρηνείτω οὖν Ἡρωδιάς, ἄνομον φόνον αἰτήσασα· οὐ νόμον γὰρ τὸν τοῦ Θεοῦ, οὐ ζῶντα αἰώνα ἠγάπησεν, ἀλλ’ ἐπίπλαστον πρόσκαιρον.

 

Μεγαλυνάριον.
Κἂν ἐτμήθης Κάραν ὦ Βαπτιστά, φθέγγεται ἠ γλῶσσα, τὸν Ἡρώδην ἐλέγχουσα· Λόγου τὴν φωνήν σε, σιγῆσαι γὰρ οὐκ ἔδει, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἐν Ἅδῃ, Χριστὸν κηρύξασθαι.

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ 

Βλέπε παρακάτω το βιογραφικό της σημείωμα (5 Ἀπριλίου).

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀσπάσθηκε τὸ μοναχικὸ βίο καί ἀσκήθηκε στὸν ἀγώνα τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν, τῆς ὑπακοῆς, τῆς φιλαδελφίας καὶ τῆς παρθενίας, ἀφοῦ εἰσῆλθε σὲ μοναστήρι. Πολλὰ χρόνια μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή της, ἀνοίχθηκε ὁ τάφος της γιὰ νὰ ἐναποτεθεῖ σὲ αὐτὸν καὶ τὸ σκήνωμα τῆς ἡγουμένης της. Τότε, μὲ θαυμαστὸ τρόπο, «ἡ πρὸ πολλοῦ νεκρὰ κειμένη Θεοδώρα τῇ μητρὶ [ἐννοεῖ τὴν ἡγουμένη] ὥσπερ ζῶσα, συνέσφιγξεν ἑαυτὴν τόπον δοῦσα». Ἔκτοτε τὸ τίμιο λείψανο τῆς Ὁσίας Θεοδώρας δὲν ἔπαυσε νὰ ἐπιτελεῖ ποικίλα θαύματα.

Πρέπει ὅμως νὰ ἀναφέρουμε ἕνα ἀκόμη Συναξάρι, τὸ ὁποῖο παραθέτει ὁ Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης μὲ βάση τὸ Λαυριωτικὸ Κώδικα Ι 70 καὶ τὸ ὁποῖο δὲν ἐμφανίζει καμιὰ σύγκλιση μὲ τὰ ἀνωτέρω.

Ἡ Ἁγία Θεοδώρα, σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ Συναξάρι, ἦταν ἀπὸ τὴ νεανική της ἡλικία πόρνη, ἀλλὰ μετὰ τὴν παρέλευση ἀρκετῶν ἐτῶν μετανόησε. Διένειμε τὴν περιουσία της στοὺς φτωχοὺς καὶ εἰσῆλθε σὲ ἕνα βαθὺ λάκκο ἀναμένοντας κάποια θεϊκὴ ἐντολή. Ἀφοῦ διέμεινε ἐντὸς τοῦ ὀρύγματος ἐπὶ πέντε ἔτη «προσκαρτεροῦσα ἐν νηστείᾳ καὶ προσευχῇ καὶ γυμνότητι σαρκὸς καὶ ταλαιπωρίᾳ», τῆς γνωστοποιήθηκε μὲ ἀγγελικὸ ὅραμα ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν της. Στὴν συνέχεια ἔχτισε ἕνα μικρὸ κελί, ὅπου ἐγκαταβίωσε γιὰ τὴν ὑπόλοιπη ζωή της, ἐνῷ μετὰ τὴν κοίμησή της ἐπιτέλεσε πλῆθος θαυμάτων. Ἴσως πρόκειται περὶ ἄλλης ὁμωνύμου ἐκ τῆς αὐτῆς πόλεως, περὶ τῆς ὁποίας ὅμως οἱ Συναξαριστὲς σιωποῦν.

Πρόσφατα, ἐν τούτοις, ἀποδείχθηκε ὅτι τὰ γλωσσικὰ δεδομένα τοῦ Συναξαρίου τῆς 5ης Ἀπριλίου συγκλίνουν μὲ αὐτὰ τοῦ Βίου καὶ τῆς Διηγήσεως γιὰ τὴ μετακομιδὴ τοῦ λειψάνου τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτιδος († 29 Αὐγούστου). Ἐπιπλέον , ἐντοπίσθηκαν καὶ ἐσωτερικὰ στοιχεῖα τοῦ Συναξαρίου, ποὺ καταδεικνύουν τὴ νοηματικὴ σχέση του μὲ τὰ δύο κείμενα τοῦ Γρηγορίου κληρικοῦ καὶ τὴν ἐξάρτησή του ἀπὸ αὐτά, γεγονὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀνεπιφύλακτη ταύτιση τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τοῦ Συναξαρίου μὲ τὴν Ὁσιομυροβλύτιδα Θεοδώρα.
Ἕνα, ἐπίσης, σοβαρὸ πρόβλημα ποὺ συνδέεται μὲ τὴν ταύτιση ἢ τὸν διαχωρισμὸ τῶν δυὸ ὁμωνύμων Ὁσίων εἶναι τὸ ὑμνογραφικὸ καὶ συγκεκριμένα ὁ Κανόνας πρὸς τιμὴν τῆς Ὁσίας Θεοδώρας, ποὺ ἀποδίδεται στὴ γραφίδα τοῦ Ὁσίου Ἰωσὴφ τοῦ Ὑμνογράφου. Ὁ Κανόνας αὐτός, ὁ ὁποῖος ἀντλεῖ ἀπὸ τὸ Συναξάρι τῆς 5ης Ἀπριλίου, ἐπιγράφεται σὲ ἕνα μεγάλο ὑμνογράφο τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος διέμεινε καὶ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ συνέγραψε Κανόνες πρὸς τιμὴν ἀρκετῶν Θεσσαλονικέων Ἁγίων, ἀλλὰ κοιμήθηκε σύμφωνα μὲ τὴν ἐπικρατοῦσα ἄποψη τὸ ἔτος 886 μ.Χ., δηλαδὴ ἕξι χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμηση τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτιδος. Ἡ μοναδικὴ ἀπάντηση ποὺ μπορεῖ νὰ δοθεῖ στὸ σοβαρὸ αὐτὸ πρόβλημα, τὸ ὁποῖο παραμένει ἀνοικτό, εἶναι ἡ ἀπόδοση τοῦ Κανόνος σὲ κάποιο μαθητή του, πιθανότατα τὸν Θεοφάνη τὸν Σικελό, πολλοὶ Κανόνες τοῦ ὁποίου, ὅπως ἔχει διαπιστωθεῖ ἀπὸ τὴν ἔρευνα, φέρουν στὴν ἀκροστιχίδα τους τὸ ὄνομα τοῦ Ἰωσήφ.

 

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος στὸν Συναξαριστή του ἔχει καὶ τὴν προσθήκη «ἐξ Αἰγίνης καταγομένης». Τῆς ὁποίας - ἐξ Αἰγίνης - ἡ γιορτή της, μαζὶ μὲ αὐτὴν τῆς θυγατέρας της Θεοπίστης, μεταφέρθηκε τὴν 3η Αὐγούστου, ὅπου καὶ τὸ βιογραφικό της σημείωμα.

 

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα γεννήθηκε στὴν Αἴγινα.

Μετὰ τὸν γάμο της, ᾖλθε στὴ Θεσσαλονίκη λόγω ἐπιδρομῶν τῶν Σαρακινῶν. Ἀσπάστηκε τὸν μοναχισμὸ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ συζύγου της καὶ μπῆκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου μὲ τὴν θυγατέρα της Θεοπίστη.

Ἔζησε μὲ πολλὴ ἀρετὴ καὶ κοιμήθηκε τὸ 892.
Ἑορτάζονται τὴν 29η Αὐγούστου, ἀλλὰ ἡ γιορτὴ τους μεταφέρθηκε τὴν 3η Αὐγούστου λόγω τῆς γιορτῆς τῆς ἀποτομῆς τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Ἀρσινόης Κύπρου 

Ἕνα μαρτυρικὸ νησὶ εἶναι ἡ Κύπρος μας. Ἁγιασμένα εἶναι τὰ χωριὰ κι οἱ πολιτεῖες της. Ἁγιασμένα τὰ βουνὰ καὶ οἱ κάμποι της.

Οἱ ἁμαρτίες ὅμως τοῦ λαοῦ της κι ἡ ἀνήθικη διπλωματία τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς καὶ τὰ συμφέροντά τους κρατοῦν δυστυχῶς τὸ ὄμορφο αὐτὸ νησὶ διχοτομημένο καὶ βασανισμένο.

Τόποι ἑλληνικοὶ ἀπ’ τὴν αὐγὴ τῆς ἱστορίας καὶ εὐλογημένοι ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν ἡρώων καὶ μαρτύρων της, βρίσκονται ἀκόμη κάτω ἀπὸ τὸ πέλμα τοῦ πιὸ βάρβαρου καὶ ἀλλόθρησκου δυνάστη, τοῦ Ἀττίλα.

Στενάζει ἡ ψυχὴ τοῦ κάθε ἐνσυνείδητου χριστιανοῦ σὰν τὸ σκέπτεται. Θλίβονται οἱ ἁγίες ψυχὲς τῶν Ὁσίων Πατέρων καὶ μαρτύρων ποὺ ἔζησαν καὶ ἀγωνίστηκαν στὸν τόπο γιὰ νὰ κρατήσουν ἀνόθευτη τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη.

Πονᾶ καὶ τοῦ Ἁγίου Ἀρκαδίου ἡ ψυχή, τοῦ δοξασμένου τῆς Ἀρσινόης ἐπισκόπου, ποὺ βλέπει ἀπέναντι τοῦ Τούρκου τὸ ποδάρι, νὰ βεβηλώνει τὰ ἱερὰ χώματα, ποὺ καθαγίασε τοῦ θείου Ἀποστόλου Βαρνάβα ἡ θυσία καὶ τοῦ Ἐπιφανίου καὶ τοῦ Συνεσίου καὶ τῶν ἄλλων ζηλωτῶν Ἁγίων οἱ ἀγῶνες.

 

Μερικὲς πτυχὲς ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ Ἁγίου Ἀρκαδίου, ὅπως μᾶς τὶς διέσωσε ἡ γλαφυρὴ γραφίδα τοῦ μεγάλου ἐπίσης τέκνου τῆς νήσου μας, τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου, ἂς παρακολουθήσουμε στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν γιὰ πνευματική μας οἰκοδομῆ.

 

Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος γεννήθηκε στὸ μικρὸ χωριὸ Μελάνδρα τῆς Πάφου. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Μιχαὴλ καὶ Ἄννα καὶ ἦσαν ἄνθρωποι εὐκατάστατοι στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Πιὸ εὐκατάστατοι ὅμως ἦσαν στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν πίστη. Ὁ φωτεινὸς Ἥλιος, ὁ Χριστός, φώτιζε κι ἐθέρμαινε τὴν καρδιά τους. Ἡ ἀμοιβαία ἀγάπη καὶ ἡ ὁμοφροσύνη ἦταν τὸ γνώρισμά τους. Καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ὁδηγὸς καὶ σκοπὸς τῆς ζωῆς τους. Δύο παιδιὰ τοὺς χάρισε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Δύο χαριτωμένα ἀγόρια. Καὶ σὲ αὐτὰ στράφηκε ὅλο τὸ ἐνδιαφέρον τους. Πόθος καὶ φροντίδα τους νὰ τ’ ἀναθρέψουν «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου».

Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἦταν τὸ καθημερινὸ ἐντρύφημα ὅλης τῆς οἰκογενείας. Καὶ ἡ προσευχὴ ἰδιαίτερα κατὰ τὸ βράδυ, ἡ χαρὰ καὶ ἡ ψυχαγωγία καὶ ἡ ἀνάπαυσή της.

 

Μέσα σὲ τέτοια ἀτμόσφαιρα μεγάλωσαν τὰ δύο παιδιά. Ἀτμόσφαιρα βαθιὰς εἰρήνης καὶ ἀγάπης ἀληθινῆς. Μὲ τέτοιες ἅγιες ρίζες, λοιπόν, ζηλευτὸ φυσικὰ καὶ ἅγιο ἔμελλε νὰ εἶναι καὶ τὸ ἀποτέλεσμα. Γιατί, ὅπως πολὺ καθαρὰ τονίζει καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, «ὁ σπείρων ἐπ’ εὐλογίαις, ἐπ’ εὐλογίαις καὶ θερίσει» (Β’ Κορ. θ’ 6). Ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ σπέρνει ἁπλόχερα, ὁπωσδήποτε ἁπλόχερα θὰ ἔχει καὶ νὰ θερίσει. Πολλοὺς καρποὺς νὰ θερίσει.

 

Ἁπλόχερα σπέρνουν οἱ ἁπλοϊκοὶ καὶ ἐνάρετοι γονεῖς στὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν τους, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἁπλόχερα μὲ τὰ λόγια τους. Πλούσια καὶ μὲ τὸ παράδειγμα τῆς ἁγίας κι ἐνάρετης ζωῆς τους. Ἀνάλογοι καὶ οἱ καρποὶ τῶν κόπων τους. Τὰ δύο παιδιὰ καθοδηγημένα ἀπὸ τῆς βρεφικῆς ἡλικίας στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ μεγαλώνουν καὶ μοσχοβολοῦν κι εὐωδιάζουν.

 

Χαριτωμένα παιδιὰ στὴν ἀρχή. Φλογεροὶ καὶ φιλόθεοι νέοι κατόπιν. Φωτεινὰ μετέωρα στὸν πνευματικὸ οὐρανὸ ἀργότερα. Καὶ μετὰ τὴν ἀναχώρησή τους ἀπὸ τοῦτο τὸν κόσμο δύο μακαριστοὶ ἅγιοι. Πρεσβευτὲς μὲ τὶς δεήσεις τους μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Παντάνακτος Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς πατρίδας μας. Πολὺ ὀρθὰ λέγεται: «Ἀγαθῆς ρίζης ἀγαθὰ καὶ τὰ βλαστήματα».

 

Ἀπὸ ἀγαθοὺς γονεῖς, ὅπως οἱ γονεῖς ποὺ ἀναφέραμε, ἀγαθὰ θὰ εἶναι καὶ τὰ γεννήματα. Ἔσπειραν αὐτοὶ χωρὶς καμιὰ ἀμέλεια στὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν τοὺς ἀγαθὰ σπέρματα. Λόγια καλοσύνης καὶ ἀγάπης. Λόγια ἀρετῆς. Λόγια Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἀμοιβή τους δὲν μποροῦσε νὰ εἶναι διαφορετική, παρὰ ἀμοιβὴ ἀνάλογη, πλούσια, γενναιόδωρη καὶ ζηλευτή.

 

Καὶ αὐτὸ γίνεται πάντα. Νὰ λοιπὸν τὸ χρέος ὅλων τῶν χριστιανῶν γονιῶν ἀπέναντι στὰ παιδιά τους. Καὶ τὸ χρέος αὐτὸ γίνεται ἀκόμη μεγαλύτερο στὴν ἐποχή μας, ποὺ ἡ διαφθορὰ καὶ ἡ ἁμαρτία κι ἡ ξετσίπωτη ζωὴ ἀπειλοῦν σὰν ὁρμητικὸ ποτάμι νὰ παρασύρουν τὰ πάντα στὸν ὠκεανὸ τῆς καταστροφῆς. Πάντοτε, μὰ πολὺ περισσότερο σήμερα, τὸ παράδειγμα τῶν εὐσεβῶν γονιῶν Μιχαὴλ καὶ Ἄννας ἐπιβάλλεται νὰ εἶναι ἀξιομίμητο. Γιατί ὅπως πολὺ σοφὰ καὶ ὁ Μ. Βασίλειος, τῆς Καισαρείας ὁ θεῖος Ἱεράρχης, διακηρύττει, «ἡ ἀρετὴ μόνη κτημάτων ἀναφαίρετον, καὶ ζῶντι καὶ τελευτήσαντι παραμένουσα». Μὰ καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, τῆς Ἀντιόχειας ὁ μελίρρυτος ποταμός, βεβαιώνει: «Ἡ ἀρετὴ πράγμα ἀθάνατον καὶ ὑπὲρ ἥλιον λάμπον». Νὰ γιατί εἶναι ἀνάγκη ἐμεῖς οἱ γονεῖς νὰ φροντίζουμε ἀπὸ τῆς παιδικῆς ἡλικίας νὰ καθοδηγοῦμε τὰ παιδιά μας στὴν ἀρετὴ καὶ νὰ φιλοδοξοῦμε νὰ τὰ δοῦμε κάποια μέρα τίμιους πολίτες καὶ ἄξια τέκνα στὴν Ἐκκλησία.

 

Καλοὺς χριστιανοὺς καὶ ἐργάτες ἀνεπαίσχυντους στὸν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου ποθοῦσαν νὰ ἰδοῦν τὰ παιδιὰ τους οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς, ὁ Μιχαὴλ καὶ ἡ Ἄννα, τοῦ πτωχοῦ χωριοῦ τῆς Μελάνδρας οἱ εὐσεβεῖς κάτοικοι. Καὶ τὸ πέτυχαν.

Ὁ Ἀρκάδιος ἀπὸ παιδὶ διψοῦσε γιὰ τὰ γράμματα. Ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν Θεοσέβιο ποὺ ἀγαποῦσε τὴν ἁπλὴ κι ἀγροτικὴ ζωή, γι’ αὐτὸ ἔγινε καὶ βοσκὸς προβάτων. Ὁ Ἀρκάδιος εἶχε μεγάλη ἔφεση γιὰ ἀνώτερη μόρφωση. Καὶ οἱ καλοὶ γονεῖς, ποὺ ἔβλεπαν τὸν πόθο αὐτὸν τοῦ παιδιοῦ τους, ἔσπευσαν, μετὰ τὰ πρῶτα γράμματα ποὺ ἔμαθε ὁ νέος στὸ χωριό του, νὰ τὸν στείλουν γιὰ εὐρύτερες σπουδὲς στὴν πρωτεύουσα τῆς μεγάλης μας Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ὁ φιλομαθὴς νέος βρῆκε ὅ,τι ποθοῦσε. Κέντρο σπουδαιότατο γραμμάτων καὶ μορφώσεως ἀποτελοῦσε τότε ἡ περιώνυμος πόλη. Στὶς ἐκεῖ σχολὲς ὁ Ἀρκάδιος φοίτησε μὲ ζῆλο καὶ ἀπέκτησε ποικίλη καὶ πολυμερὴ μόρφωση. Πόσο καιρὸ ἔμεινε ἐκεῖ δὲν γνωρίζουμε. Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος δὲν μᾶς ἀναφέρει. Αὐτὸ πού μᾶς λέγει εἶναι πὼς νωρὶς ὁ ζηλωτὴς νέος ἐπέστρεψε στὴν Κύπρο, γιὰ νὰ συνεχίσει ἐδῶ τὸν ἀγώνα του.

Τὰ λόγια του ψαλμωδοῦ ἦταν πάντα στὸ μυαλὸ καὶ στὸ στόμα του. «Ὃν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τᾶς πηγᾶς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐππτοθεῖ ἡ ψυχή μου πρὸς Σέ, ὁ Θεός. Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεὸν τὸν ἰσχυρὸν τὸν ζῶντα πότε ἤξω καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ;» (Ψαλμ. μα’, 1 – 2). Διψοῦσε ὁ νέος τὴν συντροφιὰ μὲ τὸν Θεό. Διψοῦσε τὴν ψυχική του ἀνάταση. Λαχταροῦσε τὴν ἠθική του τελείωση. Γιὰ τοῦτο τὸν λόγο καὶ γιὰ νὰ εἶναι ἀπερίσπαστος στὴν προσπάθειά του νὰ πραγματώσει τὸν πόθο του, ὁ φιλόθεος ἐγκαταλείπει τὸ χωριό του καὶ μεταβαίνει στὴν ἐξοχή. Σὲ μία σπηλιὰ μακριὰ ἀπὸ τὴν κίνηση καὶ τὸν κόσμο στήνει τὸ ἀσκητήριό του. Καὶ ἐκεῖ ἐνδιατρίβει μὲ προσοχὴ στὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Μὲ τὴ νηστεία καταστέλλει τὶς ὁρμές. Καὶ μὲ τὴν προσευχὴ τὴν ἀδιάλειπτη καὶ μὲ πίστη κατορθώνει κάθε μέρα ἕνα – ἕνα νὰ ἀνεβαίνει τῆς κλίμακας τῶν ἀρετῶν τὰ σκαλοπάτια καὶ νὰ γίνεται πρότυπο σωφροσύνης καὶ ἁγιότητας καὶ καλοσύνης καὶ ἀνώτερης γενικὰ ζωῆς.

 

Παρὰ τὴν προσπάθειά του ὅμως νὰ ζεῖ μακριὰ ἀπ’ τὸν κόσμο, τὸ φῶς ποὺ ἐκπέμπει ἡ ἀρετή του γίνεται πανταχοῦ φανερό. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος. «Οὗ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη». Δὲν μπορεῖ νὰ κρυβεῖ ἡ πόλη ποὺ εἶναι κτισμένη στὴν κορφὴ τοῦ βουνοῦ. (Ματθ. ε’ 14). Καὶ τοῦ πιστοῦ καὶ φλογεροῦ νέου ὁ θερμουργὸς ζῆλος δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκρυβεῖ. Στὴν ἐρημιὰ τὸν ἐπισκέπτονται καθημερινὰ διψασμένες καὶ πονεμένες ψυχὲς καὶ ζητοῦν κοντά του νὰ ξεδιψάσουν καὶ νὰ μάθουν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ παρηγορηθοῦν. Καὶ ὁ ζηλωτὴς ἀσκητὴς τοὺς δέχεται μὲ καλοσύνη καὶ μὲ τὰ λόγια καὶ τὸ παράδειγμά του τοὺς διδάσκει καὶ τοὺς ἐνισχύει καὶ τοὺς κατευθύνει στοῦ Θεοῦ τὸν δρόμο. Ἔτσι γίνεται διδάσκαλος τῆς εὐσεβείας καὶ πρόμαχος ἀκαταγώνιστος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἀληθείας.

 

Ὅσο ὁ ἴδιος προσπαθεῖ ἀθόρυβα καὶ κρυφὰ νὰ ἐργάζεται τὴν ἀρετή, τόσο πιὸ πολὺ ὁ Πανάγαθος Θεὸς τοῦ φανερώνει τὰ ἔργα καὶ τὴν χάρη μὲ τὴν ὁποία τὸν ἔχει χαριτώσει.

 

Αὐτὸς ποὺ ἔδωκε στοὺς Ἀποστόλους τὴν ἐξουσία κατὰ πνευμάτων ἀκαθάρτων καὶ τὴ δύναμη νὰ θεραπεύουν «πᾶσαν νόσον καὶ μαλακίαν εἰς τὸν λαόν». Αὐτὸς ὁ ἴδιος καὶ τὸν δοῦλό Του Ἀρκάδιο κατεκόσμησε μὲ παρόμοια ἐξουσία καὶ θεραπευτικὴ δύναμη καὶ ἱκανότητα.

 

Περνᾶ ὅμως ὁ καιρός. Καὶ ὁ λύχνος πρέπει νὰ τεθεῖ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, γιὰ νὰ σκορπίσει παντοῦ τὸ ἱλαρὸ φῶς του. Καὶ ἡ εὐκαιρία παρουσιάστηκε.

 

Ὅταν ὁ Νίκων ὁ Μέγας, τῆς Ἀρσινόης ὁ τρίτος κατὰ σειρὰ ἐπίσκοπος. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Πάφου μέχρι τῆς ἐξωτερικῆς» ὑποταγῆς τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας στοὺς Λατίνους (1220) ἀπετελεῖτο ἀπὸ δύο ἐνορίες, δυὸ Ἐπισκοπές. Ἡ μία τῆς Πάφου μὲ ἕδρα τὴ Νέα Πάφο καὶ ἡ ἄλλη τῆς Ἀρσινόης μὲ ἕδρα τὴν Ἀρσινόη, σήμερα Πόλη τῆς Χρυσοχοῦς, ἀφοῦ ἐπὶ ἔτη πολλὰ ἐποίμανε τὸ ποίμνιό του μὲ ὁσιότητα καὶ δικαιοσύνη, ἀπέθανε. Τότε κλῆρος καὶ λαὸς στράφηκε πρὸς τὸν Ἀρκάδιο καὶ αὐτὸν κάλεσε νὰ ἀναλάβει τὸ πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀρσινόης. Καὶ ὁ φιλέρημος ἀσκητής, παρὰ τὴν ἀγάπη του στὴ μονήρη ζωή, μπροστὰ στὴν ὁμόφωνο κλήση τοῦ λαοῦ, ποὺ τὴν θεωρεῖ καὶ κλήση Θεοῦ, ἀναγκάζεται νὰ ἀφήσει τὴ θεόγνωστο ἡσυχία καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ νὰ χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος. Ὁ λύχνος τοποθετήθηκε στὸν λυχνοστάτη. Μὲ ἔργα καὶ λόγια ὁ καλλιεργημένος πιὰ πνευματικὰ ἄνθρωπος συνεχίζει μὲ νέο ζῆλο θερμουργὸ τὸ ἱερὸ ἔργο του. Καὶ ἐπιτυγχάνει.

Ἀπόλυτα ἐπιτυγχάνει. Μὲ ποιὸ τρόπο;

Μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Σὲ αὐτὸν ἐμπιστεύτηκε ὁλοκληρωτικὰ τόσο τὸν ἑαυτό του, ὅσο καὶ τὸ ἀγαπημένο ποίμνιό του. Καὶ νά. Στὸ πρόσωπό του βρίσκουν ὅλοι τὸν ἄνθρωπό τους. Οἱ ἀδικημένοι τὸν ὑπερασπιστή. Τὰ ὀρφανὰ τὸν πατέρα. Οἱ ἄρρωστοι τὸν ἰατρό. Οἱ πονεμένοι τὸν παρηγορητή. Οἱ κλονιζόμενοι τὸν διδάσκαλο. Καὶ οἱ πάσχοντες τὸν ἀκούραστο ἀδελφὸ καὶ συμπαραστάτη.

Μὲ πολλὴ ταπείνωση κι ἀγάπη προσφέρει σὲ ὅλους τὶς ὑπηρεσίες του. Μαζὶ μὲ τὸν Θεῖο Παῦλο Μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ λέγει: «Τὶς ἀσθενεῖ καὶ οὐκ ἀσθενῶ; Τὶς σκανδαλίζεται καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι;».

Μέριμνα καὶ φροντίδα του μόνο μία. Ἡ εὐτυχία καὶ ἡ σωτηρία τοῦ λαοῦ του. «Τοὶς πάσι γίνεται τὰ πάντα» (Α’ Κορ. θ’ 22), γιὰ νὰ βοηθήσει καὶ νὰ σώσει ὅσους μπορέσει. Μὲ τοῦτον τὸν τρόπο λάμπρυνε τὴν ἱερὴ στολή του, τόσο ὡς ἱερουργὸς τῶν θείων μυστηρίων, ὅσο καὶ ὡς φλογερὸς κήρυκας τῶν λόγων τοῦ Κυρίου. Στὸν νοῦ του πάντοτε ἔχει ζωηρὰ τὴ σύσταση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. «Τὴν καλὴν παρακαταθήκην φύλαξον». (Α’ Τιμοθ. στ’ 20).

 

Στὸν κατάλογο τῶν Ἐπισκόπων της Ἀρσινόης προτάσσεται τὸ ὄνομα τοῦ Ἀρσινόης Νικολάου, ἀκολουθεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Ἀρίστωνος καὶ τρίτο τοῦ Νίκωνος. Αὐτὸν διαδέχθηκε ὁ Ἀρκάδιος. Τοὺς τελευταίους τρεῖς Ἐπισκόπους ὁ Ἄγιος Νεόφυτος θεωρεῖ ἰσάξιους πρὸς τοὺς τρεῖς Μεγάλους Ἱεράρχες, Βασίλειο, Γρηγόριο καὶ Χρυσόστομο καὶ πρὸς «ἅπαντα τῶν θείων ἀρχιερέων τὸν κάλλιστον ὁρμαθὸν (Μειζοτέρα 118) καὶ τοὺς πλέκει τὸ παρακάτω ὑπέροχο ἐγκώμιο.

 

Ἀρκάδιος ὁ θαυμάσιος, καὶ ὁ τῆς νίκης ἐπώνυμος Νίκων ὁ μέγας καὶ Ἀρίστων ὁ περιβόητος κατὰ δαιμόνων ἄριστος ἀριστεύς, ἡ τρίφθογγος λύρα τοῦ Πνεύματος, ἡ τρίδομος βάσις τῆς Ἐκκλησίας, ἡ τρισσέσοπτρος τῶν ἀγαθῶν ἐπιφάνεια, ἡ τρίσειρος τῶν δογμάτων πλοκή, ἡ τῆς Τριάδος τριπαράστατος παραστάς, ἡ τρίφθογγος περὶ τῆς Τριάδος φθογγῆ, ἡ τρίφωτος τῆς τρισηλίου μονάδος θεραπαινίς, ἡ τρισαυγέστατος δαδουχία τῶν ἐν σκότει κειμένων, ἡ τρισόλβιος τῆς τρικατοίκου κτίσεως διδαχή, ἡ τρίστυλος τῆς Ἐκκλησίας κρηπίς, ἡ τρισαυγὴς τῆς ἀχώριστου Τριάδος πανσεβάσμιος οἴκησις. (Μειζοτέρα 118).

 

Καὶ τὴν φύλαξε μὲ ὅλην τῆς ψυχῆς του τὴν δύναμη. Γι’ αὐτὸ καὶ «ὁ ἐρευνῶν νεφροὺς καὶ καρδίας» (Ἀποκ. β’ 23) πλούσια ἀντάμειψε τὸν ἄξιο ἐργάτη ἀπὸ τούτη τὴν ζωή. Πολλὰ θαύματα καὶ θεραπεῖες ἐπενεργοῦσε, ὅσο καιρὸ ζοῦσε. Μὰ καὶ ὅταν σὲ βαθιὰ γηρατειὰ ἀναχώρησε γιὰ τὴν ἀληθινὴ Πατρίδα του καὶ Πατρίδα μας, κοντὰ στὸν Δεσπότη Χριστὸ ποὺ ἀγάπησε, δὲν ἔπαυσε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ νὰ προσφέρει ἄφθονες τὶς εὐεργεσίες του σὲ ὅσους ἐκζητοῦν τὴν μεσιτεία του. Ὁ Ἅγιος ἐκδιώκει δαιμόνια καὶ θεραπεύει διάφορες ἀρρώστιες, ὅπως μᾶς λέει ὁ βιογράφος τοῦ Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος. Ἀλλὰ καὶ τιμωρεῖ τοὺς ἐργαζομένους τὴν ἀδικία.

 

«Τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος». Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ψαλμωδοῦ βρίσκουν πλήρη τὴν ἐπαλήθευσή τους σὲ κάθε Ἅγιο, καθὼς καὶ στὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Ἀρκαδίου. Καὶ ὁ λόγος ἁπλός. «Ζῶντες ἐν Χριστῷ οἱ ἅγιοι, ὅπως λέγει κι ἕνας μεγάλος θεολόγος τοῦ αἰῶνος μας, κάνουν τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ, διότι δι’ Αὐτοῦ γίνονται ὄχι μόνο δυνατοὶ ἀλλὰ καὶ παντοδύναμοι».

Παντοδύναμοι μποροῦμε νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς, ἂν μιμούμενοι τὸν Ἅγιό μας φροντίσουμε καὶ ἀγωνισθοῦμε νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς, τὴν ἁγιότητα. Ἄλλωστε αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ κλήση μας ὡς χριστιανῶν στὸν κόσμο αὐτό. Τοῦτο φανερώνει μὲ σαφήνεια καὶ ἡ ἐντολὴ τοῦ θείου Εὐαγγελίου: «Κατὰ τὸν καλέσαντα ὑμᾶς Ἅγιον καὶ αὐτοὶ ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφὴ γεννήθητε». (Α’ Πέτρ. α’ 15).

 

Δηλαδὴ σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Θεοῦ πού σᾶς κάλεσε στὸν δρόμο τοῦ ἁγιασμοῦ, φροντίστε καὶ σεῖς σὲ ὅλη σας τὴν ἐσωτερικὴ καὶ ἐξωτερικὴ συμπεριφορὰ νὰ γίνετε ἅγιοι.

 

Νὰ γίνουμε ἅγιοι. Νὰ μὲ δυὸ λόγια κι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ὁ προορισμός μας. Νὰ γίνουμε ἅγιοι. Ἄνθρωποι ἀρετῆς. Θὰ θελήσουμε ὁ καθένας νὰ προσέξουμε ἔστω καὶ τώρα τοῦτο τὸ δίδαγμα πού μᾶς δίνει ἡ μελέτη τῆς ζωῆς καὶ τούτου τοῦ Ἁγίου; Προσωπικὰ τὸ εὐχόμεθα μετὰ φωνῆς ἰσχυρὸς γιὰ ὅλους μας. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ τρόπος νὰ ἰδοῦμε καλύτερες ἡμέρες. Ἔτσι καὶ μόνο θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἰδοῦμε «τὴν εἰρήνην τοῦ Θεοῦ τὴν ὑπερέχουσαν πάντα νοῦν» νὰ πλημμυρίζει τὶς καρδιές μας. Ἀλλὰ καὶ ἔτσι μονάχα θὰ εὐτυχήσουμε νὰ καμαρώσουμε τὴν Κύπρο μας, τὸ ταχύτερο στοῦ Χριστοῦ τὸ φῶς λουσμένη, μιὰ Κύπρο ἐλεύθερη, εὐτυχισμένη, εὐλογημένη.

 
Δία τῶν πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου σου Ἀρκαδίου, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μακεδὼν ὁ αὐτοκράτορας 

Στοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρεται.
Ἡ μνήμη του βρίσκεται στὸ Βυζαντινὸ Ἑορτολόγιο τοῦ Γεδεῶν (σελ. 161), σὰν κτήτορας καὶ ἀνακαινιστὴς πολλῶν ναῶν καὶ μονῶν, ὁ Βασίλειος (867 – 886) βρῆκε θέση σὲ κάποια Μηνολόγια μεταξὺ τῶν Ἁγίων γιὰ τὴν εὐσέβειά του καὶ γιὰ τὸν ἐμπλουτισμὸ τῆς πρωτεύουσας μὲ ἱερὰ κτίσματα, πρὸς δόξαν Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Sebbi (Ἄγγλος) 

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Μωυσῆς ἔζησε στὴν Αἴγυπτο καὶ στὴν ἀρχὴ ἦταν ληστής. Ἀλλὰ τὸ φῶς τῆς γνώσης καὶ τῆς μετανοίας δὲν ἄργησε νὰ φωτίσει τὸν δρόμο του. Ἡ μεγάλη ἐπιείκεια ποὺ ἔδειξε πρὸς αὐτὸν κάποιος χριστιανός, ἐνῶ αὐτὸς τὸν εἶχε βλάψει, ἐπέφερε στὸν Μωυσῆ ψυχικὴ ἀνακαίνιση.

Πίστεψε, ἔγινε χριστιανὸς καὶ κατόπιν μοναχός. Ἀγωνίστηκε σκληρὰ μέσα στὴν ἔρημο καὶ ἀπέκτησε μεγάλη πνευματικὴ σύνεση καὶ ἀρετή. Ἡ φήμη του ἔφερνε στὸ ἐρημητήριό του πολλοὺς χριστιανούς, ποὺ ἄκουγαν μὲ δέος τὴ διδασκαλία του κατὰ τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῆς κατάκρισης.

«Εἶμαι», ἔλεγε, «ὁ χειρότερος τῶν ἁμαρτωλῶν. Τὰ περασμένα μας ἁμαρτήματα πρέπει νὰ τὰ ἔχουμε πάντα μπροστά μας καὶ νὰ λυπούμαστε γι’ αὐτά. Αὐτὸ εἶναι ἡ καλύτερη μέθοδος γιὰ νὰ φυλάξουμε τὸν ἑαυτό μας, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀσφαλή. Ἂν νομίσουμε ὅτι εἴμαστε πνευματικὰ ὄρθιοι, τότε ἀκριβῶς εἶναι ὁ μεγάλος κίνδυνος μήπως πέσουμε. Γιὰ νὰ μὴ φοβόμαστε τὸν Θεό, ὀφείλουμε νὰ φοβόμαστε πολὺ τὸν ἑαυτό μας, δηλαδὴ τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη μας».
Μὲ τέτοια ἁγία ζωή, ὁ Μωϋσῆς ἔφθασε στὸ 75ο ἔτος τῆς ἡλικίας του. Ὥσπου ξαφνικά, εἰδωλολάτρες ληστὲς εἰσέβαλαν στὸ σπήλαιό του καὶ τὸν σκότωσαν μὲ μαχαίρια. (Σύμφωνα ὅμως μὲ τὴν Συναξαριακὴ πηγὴ τοῦ Ἅγιου Νικόδημου, ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς ἀπεβίωσε εἰρηνικά).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῶν παθῶν καταλείψας Πάτερ τὴν Αἴγυπτον, τῶν ἀρετῶν ἐν τῷ ὄρει ἀνῆλθες πίστει θερμῇ, τὸν Σταυρὸν τὸν τοῦ Χριστοῦ ἄρας ἐπ’ ὤμων σου· καὶ δοξασθεὶς περιφανῶς, τύπος ὤφθης Μοναστῶν, Μωσῆ Πατέρων ἀκρότης· μεθ’ ὧν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Αἰθιόπων πρόσωπα, ἀπορραπίσας, νοητῶν ἀνέλαμψας, καθάπερ ἥλιος φαιδρός, φωταγωγῶν τὰς ψυχὰς ἡμῶν, τῶν σὲ τιμώντων, Μωσῆ παμμακάριστε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔργοις διαλάμψας ἀσκητικοῖς, ἐχθρῶν νοουμένων, ἀπημαύρωσας τὴν ἰσχύν, καὶ τῆς ἄνω δόξης ἐδείχθης κληρονόμος, συνὼν τοῖς Ἀσωμάτοις, Μωσῆ μακάριε.

Οἱ Ἅγιοι Διομήδης καὶ Λαυρέντιος οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς θανάτωσαν μὲ βέλη, δεμένους σ’ ἕναν πλάτανο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἐζεκίας ὁ Δίκαιος Βασιλιὰς

Ὁ Δίκαιος Βασιλιὰς Ἐζεκίας, ἦταν γιὸς τοῦ ἀποστάτη βασιλιὰ τοῦ Ἰούδα Ἀχαζ, ποὺ ὑποστήριζε μὲ μεγάλη θέρμη τὰ εἴδωλα. Ὁ Ἐζεκίας ὅμως, ἀκολούθησε ἐντελῶς διαφορετικὸ δρόμο ἀπὸ τὸν πατέρα του.

Καταπολέμησε τὴν εἰδωλολατρία, ἔδωσε στὴν γιορτὴ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Πάσχα περισσότερη μεγαλοπρέπεια, καὶ ὑποστήριξε μὲ τὸ προσωπικὸ του παράδειγμα ἀλλὰ καὶ τὸ βασιλικὸ του κύρος, τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ἀλλὰ καὶ ὁ Θεὸς τὸν ὑποστήριξε ἀνάλογα.

Ὁ Ἐζεκίας λοιπὸν ὄχι μόνο κατόρθωσε νὰ νικήσει τοὺς Φιλισταίους, ἀλλὰ κατόρθωσε νὰ ξεφύγει καὶ ἀπὸ τὸν ζυγὸ τῶν Ἀσσυρίων, κατατροπώνοντας τὸν Βασιλιά τους, Σεναριχείμ.

Οἱ σύμβουλοι τοῦ Ἐζεκία ἦταν οἱ προφῆτες Ἠσαΐας καὶ Μιχαίας. Ἀκόμα ὑποστήριξε πολὺ τὴν γεωργία καὶ τὸ ἐμπόριο, ὀχύρωσε τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ στόλισε τὸν ναὸ τῆς Ἱερουσαλήμ.
Πέθανε τὸ 696 π.Χ καὶ τάφηκε μὲ μεγάλη πομπή, στὸν ὑψηλότερο τάφο τῶν υἱῶν τοῦ Δαυίδ. Ὑπῆρξε δὲ ἕνας ἀπὸ τοὺς καλύτερους βασιλεῖς τοῦ Ἰούδα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Ἄννα θυγατέρα τοῦ Φανουὴλ 

Βλέπε βιογραφικό της σημείωμα στὶς 3 Φεβρουαρίου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως μνήμη της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι 33 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Ἡράκλεια 

Μαρτύρησαν διὰ πυρός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Δάμων ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα.
Ἡ μνήμη του ἀναγράφεται στὸ Σιναϊτικὸ Κώδικα 631, ὅπου ὑπάρχουν καὶ δυὸ Στιχηρὰ (τροπάρια) στὸν Ἅγιο Δάμωνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἁγίες Εἰρήνη καὶ Σοφία οἱ Μάρτυρες

Ο Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει: «Εἰς τὰ ὑπομνήματα οὐδὲν περὶ αὐτῶν σημειοῦται, εἰμῆ ὅτι διὰ μαχαίρας ἐτελειώθησαν».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἄγνωστος στοὺς ἀρχαίους Συναξαριστές.

Ἔγινε γνωστὸς ἀπὸ τυχαῖα εὕρεση τῆς εἰκόνος του τὸν 14ο αἰώνα στὴν Ρόδο, ὅταν ἔσκαβαν παλιὰ σπίτια στὸ νότιο μέρος τοῦ παλιοῦ τείχους. Ἐκεῖ βρέθηκε ἀρχαῖος ναὸς μὲ πολλὲς κατεστραμμένες εἰκόνες καὶ μεταξὺ αὐτῶν καὶ ἡ καλὰ διατηρημένη εἰκόνα ἐπὶ τῆς ὁποίας ὁ τότε μητροπολίτης Ρόδου Νεῖλος ὁ Β’ ὁ Διασπωρινὸς (1355 – 1369) διάβασε τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου «ὁ ἅγιος Φανῶ». Ὁ Ἅγιος παριστανόταν σὰν νεαρὸς στρατιώτης, κρατώντας στὸ δεξιό του χέρι σταυρό, πάνω στὸν ὁποῖο ἦταν λαμπάδα ἀναμμένη, γύρω δὲ ἀπὸ τὴν εἰκόνα τὰ 12 μαρτύριά του.

Τὸν ἀρχαῖο αὐτὸ ναὸ ἀνοικοδόμησε ὁ Νεῖλος καὶ τὸν ἀφιέρωσε στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Φανουρίου, ποὺ ὅπως φαίνεται συνέταξε καὶ τὴν Ἀκολουθία του.
(Ἡ ἀναφορὰ στὸ Νέο Λειμωνάριο ὅτι ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου βρέθηκε τὸ 1500, εἶναι λανθασμένη. Διότι ὁ ἐπίσκοπος Ρόδου Νεῖλος ὑπῆρξε τὸν 14ο αἰώνα).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἄστρον ἀνέτειλας, τῇ Ἐκκλησίᾳ Χριστοῦ, καὶ πάντας κατηύγασας, φανερωθεὶς θαυμαστῶς, Φανούριε ἔνδοξε· ὅθεν τοῖς εὔφημοῦσι, τὴν σὴν ἄθλησιν Μάρτυς, νέμεις τῶν σῶν θαυμάτων, τῆν σωτήριον χάριν, πρεσβεύων τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἱερεῖς διέσωσας, αἰχμαλωσίας ἀθέου, καὶ δεσμὰ συνέθλασας, δυνάμει θείᾳ θεόφρον, ᾔσχυνας, τυρράνων θράση γενναιοφρόνως· ηὔφρανας, Ἀγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, θεῖε ὁπλῖτα, Φανούριε ἔνδοξε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὦ Φανούριε Ἀθλητά, ὁ πᾶσι παρέχων, τὰ αἰτήματα συμπαθῶς· χαίροις εὐσεβούντων, ὁ μέγας ἀντιλήπτωρ, καὶ πάσης Ἐκκλησίας, θεῖον ἀγλάϊσμα.

Ὁ Ὅσιος Ποιμὴν 

Μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα ἀδέλφια τοῦ ἔκαναν μικρὴ μοναχικὴ ἀδελφότητα σὲ μία μικρὴ σκήτη στὴν Αἴγυπτο. Ἡγούμενος αὐτῆς τῆς ἀδελφότητας ἦταν ὁ Ποιμήν, ποὺ εἶχε ὅλα τὰ προσόντα πραγματικοῦ ποιμένας ψυχῶν. Ἡ φήμη του εἶχε φθάσει σὲ μακρινὲς περιοχὲς καὶ πολὺς κόσμος ἐρχόταν νὰ τὸν δεῖ καὶ νὰ τὸν συμβουλευθεῖ. Αὐτός, ὅμως, δεχόταν μόνο τοὺς μικροὺς καὶ ταπεινούς. Ὅσοι ἔρχονταν ἀπὸ περιέργεια, δὲν τοὺς δεχόταν, ἔστω καὶ ἂν ἦταν ἄρχοντες.

Κάποτε ἕνας ἀπ' αὐτοὺς θύμωσε ποὺ δὲν τὸν δέχθηκε. Καὶ ἐπειδὴ ἦταν δικαστής, συνέλαβε τὸν μοναχογιὸ τῆς ἀδελφῆς του Ὁσίου, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι τώρα θὰ ἐρχόταν ὁ ἴδιος ὁ Ποιμὴν σὲ αὐτόν. Ὁ Ὅσιος, ὅμως, ἔγραψε πρὸς αὐτόν: «Ἐξέτασον τὸν ἀνεψιόν μου κατὰ τοὺς νόμους. Εἶναι ἔνοχος; Τιμώρησέ τον. Ἐὰν ὅμως δὲν εἶναι, κᾶμε ὅπως θέλεις». Ὁ δικαστὴς θαύμασε τὰ γραφόμενα τοῦ Ὁσίου καὶ ἀμέσως ἀπέλυσε τὸν ἀνεψιό του.
Ὅλα αὐτά βέβαια, τὰ κατάφερνε ὁ Ποιμήν, διότι καλλιεργοῦσε τὸ θεμέλιο τῶν ἀρετῶν, τὴν ταπεινοφροσύνη. Συχνὰ μάλιστα ἔλεγε: «Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ταπείνωσιν, ὅσην ἀπὸ τὸν ἀέρα τὸν ὁποῖον εἰσπνέει. Ἡ ταπεινοφροσύνη τοῦ πνεύματος εἶναι ἡ ζωὴ τῆς ψυχῆς». Ὁ Ὅσιος Ποιμὴν πέθανε εἰρηνικά, προκύπτοντας σὲ ὅλες τὶς χριστιανικὲς ἀρετές.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείων ἔργων σου, τῇ δᾳδουχίᾳ, λαμπρυνόμενος, τῇ διανοίᾳ, διακρίσεως φωστὴρ ὤφθης ἄδυτος, διασκεδάζων παθῶν τὴν σκοτόμαιναν, καὶ καταυγάζων ἡμῶν τὰ νοήματα. Ποιμὴν Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῶν λαμπρῶν ἀγώνων σου Ὅσιε Πάτερ, ἡ ἁγία σήμερον, μνήμη ἐπέστη τὰς ψυχάς, τῶν εὐσεβῶν κατευφραίνουσα, Ποιμὴν θεόφρον, Ὁσίων ἀγλάϊσμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ἀγγέλλων ὀ μιμητής, καὶ τῶν Μοναζόντων, παιδοτρίβης καὶ παιδευτής· χαίροις θεωρίας, καὶ πράξεως ὁ λύχνος, Ποιμὴν Πατέρων δόξα, Αἰγύπτου βλάστημα.

Ὁ Ἅγιος Λιβέριος ὁ Ὁμολογητής Πάπας Ρώμης

Ὁ Ἅγιος Λιβέριος ὁ ὁμολογητὴς διαδέχθηκε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ρώμης, τὸν Πάπα Ἰούλιο. Ὁ Λιβέριος ἦταν συνήγορος τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ.

Ἐπίσης προστάτεψε τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Παῦλο Α’, ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος τὸν καταδίωξε γιὰ τὴν ὀρθόδοξη συμπεριφορά του.

Καὶ ὅταν ὁ Πάπας Λιβέριος ἦρθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ διαφώνησε σὲ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα μὲ τὸν προστάτη τοῦ Ἀρειανισμοῦ Κωνστάντιο, αὐτὸς τὸν ἐξόρισε στὴν Θεσσαλονίκη.
Κατόπιν ὅμως ἐπανῆλθε στὸν θρόνο του καὶ πέθανε σὲ βαθὺ γῆρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ὅσιος Ἐπίσκοπος Κορδούης τῆς Ἱσπανίας 

Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴ γενναία συμμετοχή του στοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Πῆρε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια, καθὼς καὶ σ’ αὐτὴ τῆς Σαρδικῆς τὸ ἔτος 347.

Ἐπίσης συνέπραξε στὸ νὰ ἀθωωθεῖ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀπὸ τὶς ἐναντίον του κατηγορίες ἐκ μέρους τῶν Ἀρειανῶν. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος καταδίωκε ἀμείλικτα τὸν Ἀθανάσιο, τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ στὸν Ἱεράρχη τῆς Κορδούης Ὅσιο, ποὺ ὑπέβαλε σὲ πολλὲς ἐξορίες καὶ κακοπάθειες.
Ὁ Ὅσιος ὅμως, κράτησε ὄρθιο τὸ ὀρθόδοξο φρόνημά του μέχρι τέλους. Δίκαια λοιπὸν τὸν ἐγκωμιάζει γι’ αὐτὰ ὁ Θεοδώρητος, ὁ δὲ Μέγας Ἀθανάσιος τὸν τιτλοφορεῖ πατέρα τῶν Ἐπισκόπων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀρετῶν ταῖς ἀκτῖσι καταλαμπόμενος, θεοειδὴς Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἀνεδείχθης ἀληθῶς Ὅσιε ἔνδοξε, καὶ τοῦ Ἀρείου καθελών, αἵρεσιν τὴν δυσσεβῆ, ἀξίως ἐστεφανώθης, παρὰ τοῦ πάντων Δεσπότου· ὃν ἐκδυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ἐν Ἱεράρχαις περίβλεπτος πέφηνας, καὶ τῆς Κορδούης ποιμὴν ὤφθης ἔνθεος, σοφίᾳ τῇ θείᾳ κοσμούμενος, καὶ ἀρετῶν τῷ φωτὶ Πάτερ Ὅσιε· διὸ οἱ πιστοὶ εὐφημοῦμέν σε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν ποιμένων ἡ καλλονή, καὶ ἀρχιερέων, ἐγκαλλώπισμα ἱερόν· χαίροις εὐσεβείας, ὁ θεῖος ὑποφήτης, Ὅσιε Ἱεράρχα, Πάτερ θεόσοφε.

Βάπτιση τοῦ Αἰθίοπα Εὐνούχου ἀπὸ τὸν Ἅγιο Φίλιππο 

Διαβάζουμ ἀπὸ τὶς Πράξεις Αποστόλων κεφ. η’ 26 – 40 :

 26 Τότε ἄγγελος Κυρίου εἶπε εἰς τὸν Φίλιππον, «Σήκω καὶ πήγαινε πρὸς νότον, εἰς τὸν δρόμον ποὺ κατεβαίνει ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ εἰς τὴν Γάζαν (εἶναι δρόμος ἔρημος).

27 Καὶ σηκώθηκε καὶ πῆγε. Ἕνας Αἰθίοψ, εὐνοῦχος, ἀξιωματικὸς τῆς Κανδάκης, τῆς βασιλίσσης τῶν Αἰθιόπων, ὁ ὁποῖος ἦτο γενικὸς ταμίας της, εἶχε ἔλθει εἰς τῆν Ἱερουσαλὴμ διὰ νὰ προσκυνήσῃ

28 καὶ ἐπέστρεφε. Καθήμενος εἰς τὸ ἀμάξι του ἐδιάβαζε τὸν προφήτην Ἡσαΐαν.

29 Εἶπε δὲ τὸ Πνεῦμα εἰς τὸν Φίλιππον, «Πήγαινε καὶ προσκολλήσου εἰς αὐτὸ τὸ ἀμάξι».

30 Ὅταν ὁ Φίλιππος ἔφθασε κοντὰ, τὸν ἄκουσε νὰ διαβάζῃ τὸν προφήτην Ἡσαΐαν καὶ τοῦ εἶπε, «Ἆραγε καταλαβαίνεις αὐτὰ ποὺ διαβάζεις;».

31 Αὐτὸς δὲ εἶπε, «Πῶς νὰ μπορέσω νὰ καταλάβω ἐὰν δὲν μὲ ὁδηγήσῃ κάποιος;» . Καὶ παρεκάλεσε τὸν Φίλιππον νὰ ἀνεβῇ καὶ νὰ καθήσῃ μαζί του.

32 Ἡ περικοπὴ τῆς γραφῆς ποὺ ἐδιάβαζε ἦτο ἡ ἑξῆς: Ὡς πρόβατον ὡδηγήθη εἰς τὴν σφαγὴν καὶ ὅπως ὁ ἀμνὸς ποὺ εἶναι ἄφωνος ἐμπρὸς σ’ ἐκεῖνον ποὺ τὸν κουρεύει, ἔτσι δὲν ἀνοίγει τὸ στόμα του·

33 διὰ τοῦ πάθους του ἡ καταδίκη ἔλαβε τέλος· τὴν δὲ γενεάν του ποιός θὰ μπορέσῃ νὰ τὴν διηγηθῇ; Διότι ἔφυγε ἡ ζωἠ του ἀπὸ τὴν γῆν.

34 Τότε ὁ εὐνοῦχος εἶπε εἰς τὸν Φίλιππον, «Σὲ παρακαλῶ, πές μου διὰ ποιὸν λέγει αὐτὸ ὁ προφήτης; Διὰ τὸν ἑαυτόν του ἢ διὰ κάποιον ἄλλον;».

35 Τότε ὁ Φίλιππος ἄνοιξε τὸ στόμα του καί, κάνοντας ἀρχὴν ἀπὸ τὴν γραφὴν αὐτήν, τοῦ ἐκήρυξε τὴν χαρμόσυνην ἀγγελίαν περὶ τοῦ Ἰησοῦ.

36 Καθὼς δὲ ἐπήγαιναν εἰς τὸν δρόμον,  ἔφθασαν εἰς ἕνα μέρος ποὺ εἶχε νερὸ καὶ λέγει ὁ εὐνοῦχος, «Νά, νερό, τί μὲ ἐμποδίζει νὰ βαπτισθῶ;».

37 [Καὶ ὁ Φίλιππος τοῦ εἶπε, «Ἐὰν πιστέυῃς μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου, ἐπιτρέπεται». Ἐκεῖνος ἀπεκρίθη, «Πιστεύω ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»].

38 Καὶ διέταξε νὰ σταθῇ τὸ ἁμάξι καὶ κατέβηκαν καὶ οἱ δύο εἰς τὸ νερό, καὶ ὁ Φίλιππος καὶ ὁ εὐνοῦχος, καὶ τὸν ἐβάπτισε.

39 Ὅταν ἀνέβηκαν ἀπὸ τὸ νερό, τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἅρπαξε τὸν Φίλιππον καὶ δὲν τὸν εἶδε πλέον ὁ εὐνοῦχος, ἐβάδιζεν ὅμως τὸν δρόμον του χαρούμενος.
40 Ὁ Φίλιππος εὑρέθηκε εἰς τὴν Ἄζωτον καὶ διερχόμενος ὅλας τὰς πόλεις ἐκήρυττε τὸ εὐαγγέλιον μέχρις ὅτου ἦλθε εἰς τὴν Καισάρειαν.

 "Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος"

Ἡ Ἁγία Ἀνθοῦσα ἡ νέα 

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τῆς ἔβαλαν τρίχινο κουρέλι καὶ μία μεγάλη πέτρα στὸ λαιμὸ καὶ τὴν ἔριξαν μέσα σ' ἕνα πηγάδι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ βασιλιὰς 

Κανεὶς ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρει τὸν βασιλιὰ Ἀρκάδιο (395 – 408) σὰν Ἅγιο. Συναντᾶται ἡ μνήμη του μόνο στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο (σελ. 105 ἔκδ. Καλλίστου ἀρχιμ.) μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο Μαρτύριο. Ἴσως ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων νὰ εἶχε κάποιους σημαντικοὺς λόγους νὰ τὸν κατατάξει μεταξὺ τῶν Ἁγίων της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Θεόκλητος 

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Συναντᾶται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 266 ὡς ἑξῆς:
«Τῇ αὕτῃ ἡμέρᾳ τοῦ Ὁσίου Θεοκλήτου. Οὗτος ἣν ἀπὸ Κωνσταντινουπόλεως, ἀξίαν ἔχων μαγίστρου, καὶ καταλιπῶν τὸν κόσμον ἀνῆλθεν ἐν τῷ ὄρει τοῦ Ὀλύμπου, κακεῖσε ἀποταξάμενος καὶ ἀσκήσας ἔτεσι πλείστοις ἐκοιμήθη».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr