Το Σάββατο, αφού συγκεντρώθηκαν οι αρχιερείς και οι φαρισαίοι στον Πιλάτο, τον παρακάλεσαν να ασφαλίσει τον τάφο του Ιησού για τρεις ημέρες διότι, καθώς έλεγαν οι θεομάχοι, «έχουμε υποψία μήπως οι μαθητές Του, αφού κλέψουν την νύχτα το ενταφιασμένο Του σώμα, κηρύξουν έπειτα στο λαό ως αληθινή την ανάσταση την οποία προείπε ο πλάνος εκείνος, όταν ακόμα ζούσε, και τότε θα είναι η τελευταία αυτή πλάνη, χειρότερη της πρώτης».
Αυτά είπαν στο Πιλάτο και αφού πήραν την άδεια του, έφυγαν και σφράγισαν τον τάφο τοποθετώντας εκεί για την ασφάλειά του κουστωδία, δηλαδή στρατιωτική φρουρά. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ, ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελών, τὸ ἄχραντόν σου σῶμα, σινδόνι καθαρᾷ εἰλήσας καὶ ἀρώμασιν, ἐν μνήματι καινῷ κηδεύσας ἐπέθετο.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Χειρόγραφον εἰκόνα.
Τὴν ἄβυσσον ὁ κλείσας νεκρὸς ὁρᾶται· καὶ σμύρνῃ καὶ σινδόνι ἐνειλημμένος, ἐν μνημείῳ κατατίθεται, ὡς θνητὸς ὁ ἀθάνατος. Γυναῖκες δὲ αὐτὸν ἦλθον μυρίσαι, κλαίουσι πικρὸς καὶ ἐκβοῶσαι· Τοῦτο Σάββατόν ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον, ἐν ᾧ Χριστὸς ἐφυπνώσας, ἀναστήσεται τριήμερος.

Ὁ Καλλιόπιος ο Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Καλλιόπιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ ἐνάρετη μητέρα του Θεόκλεια τὸν ἀνέθρεψε καὶ τὸν γαλούχησε μὲ τὰ νάματα τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Ἔτσι κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν ὁ νεαρὸς Καλλιόπιος ὄχι μόνο δὲν φοβήθηκε, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἐμψύχωνε καὶ παρηγοροῦσε τοὺς ὀλιγόψυχους. Ἐνῷ ὁ διωγμὸς εἶχε κηρυχθεῖ, ὁ Ἅγιος ἀναχώρησε γιὰ τὴν Πομπηϊούπολη, ὅπου αὐτοβούλως παρουσιάσθηκε στὸν ἔπαρχο Μάξιμο, τὸν ὁποῖο ἔλεγξε γιὰ τὰ ἐγκλήματά του κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Ὀργισμένος ὁ ἔπαρχος διέταξε νὰ τὸν συλλάβουν, νὰ τὸν βασανίσουν καὶ νὰ τὸν κλείσουν στὴ φυλακή. Μαζί του εἰσῆλθε στὴ φυλακὴ καὶ ἡ μητέρα του, ἡ ὁποία σπόγγιζε τὸ αἷμα τοῦ υἱοῦ της. Γιατί ἀφοῦ ἔδωσε ὅλο τὸν πλοῦτο της στοὺς πτωχούς, ἀκολούθησε τὸ παιδί της στὴν πορεία πρὸς τὸ μαρτύριο. Ἀφοῦ ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴ τὸν Ἅγιο, τὸν καταδίκασαν σὲ σταυρικὸ θάνατο. Ἔτσι ἔγινε κοινωνὸς  μὲ τὸν Χριστὸ ὄχι μόνο στὸ Πάθος ἀλλὰ καὶ στὴν ἡμέρα ἀκόμη. Γιατί ἦταν Μεγάλη Παρασκευὴ ὅταν σταυρώθηκε. Ἡ μητέρα του ἔδωσε στοὺς δήμιους πέντε χρυσὰ νομίσματα καὶ τοὺς παρακάλεσε νὰ μὴν σταυρώσουν τὸν υἱό της ὅμοια μὲ τὸν Χριστό, ἀλλὰ μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω. Καὶ ἀφοῦ σταυρώθηκε τὴν Τρίτη ὥρα τῆς Παρασκευῆς, παρέδωσε τὸ πνεῦμα. Ἡ δὲ μητέρα του, ἀφοῦ ἔπεσε ἐπάνω στὸν ἐσταυρωμένο υἱό της, παρέδωσε τὴν ψυχή της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐκβλαστήσας ὡς ῥόδον Μάρτυς ἀμάραντον, ἀθλητικῶς κατευφραίνεις τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, τῇ εὐπνοίᾳ τῶν λαμπρῶν κατορθωμάτων σου· σὺ γὰρ παθῶν ζωοποιῶν, ἀνεδείχθης κοινωνός, νομίμως ἀνδραγαθήσας, ὦ Καλλιόπιε μάκαρ, ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Μαρτυρίου στίγμασι, σὲ ἱερῶς κοσμηθέντα, καὶ ἁγίοις πάθεσι, συμμορφωθέντα Κυρίῳ, βλέψασα, ἡ σὲ τεκοῦσα ἁγία μήτηρ, σύμψυχος, τῇ προαιρέσει Μάρτυς σοι ὤφθη, Καλλιόπιε θεόφρον, μεθ’ ἧς δυσώπει ἐλεηθῆναι ἡμᾶς.

 

Μεγαλυνάριον.
Λόγοις τοῖς μητρῴοις ἱκανωθείς, αὐτόκλητος ἧκες, πρὸς ἀγῶνας μαρτυρικούς, οὓς καὶ διανύσας, Πατρὸς τοῦ οὐρανίου, τέκνον ὡραῖον ὤφθης, ὦ Καλλιόπιε.

Οἱ Ἅγιοι Ἐπιφάνιος, Ρουφίνος καὶ Δονάτος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἐπιφάνιος, ὁ ὁποῖος ἦταν Ἐπίσκοπος καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ρουφίνος ὁ διάκονος καὶ Δονάτος, μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴν Ἀφρική.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἅγιοι Ρουφίνος καὶ Ἀκυλίνη οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοὶς διακόσιοι Μάρτυρες 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ρουφίνος, ὁ διάκονος καὶ ἡ Ἁγία Μάρτυς Ἀκυλίνα μαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους διακόσιους Χριστιανοὺς στὴ Σινώπη κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.).

Ὄντας ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ὁ Ἅγιος Ρουφίνος διάκονος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, δίδασκε πολλοὺς στὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη καὶ κλείσθηκε στὴ φυλακή. Ἡ Χριστιανὴ Ἀκυλίνα, ἐπειδὴ τὸν ἐπισκέφθηκε, συνελήφθη καὶ ἡ ἴδια. Καὶ οἱ δύο, ἀφοῦ παρουσιάσθηκαν στὸν ἄρχοντα, ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ καὶ βασανίσθηκαν σκληρά. Ὅμως, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ θαυματούργησαν καὶ προετοίμασαν τοὺς παρευρισκόμενους διακόσιους στρατιῶτες νὰ πιστέψουν στὸν Χριστό. Ὁ ἄρχοντας ὀργισμένος διέταξε νὰ θανατωθοῦν ὅλοι μὲ μαχαίρι. Καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδεσαν οἱ δήμιοι, τοὺς ὁδήγησαν στὸν τόπο τῆς ἀθλήσεως καὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν ὅλους. Ἔτσι οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἔλαβαν ἀπὸ τὸν δωρεοδότη Κύριο τὸ στέφανο τῆς δόξας καὶ τοῦ μαρτυρίου.
Σύμφωνα μὲ τὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα οἱ Ἅγιοι παρακολούθησαν τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr    

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Σημειοφόρος Ἐπίσκοπος Μυτιλήνης

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος, Ἐπίσκοπος Μυτιλήνης, ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς εἰκονομαχίας. Ἀγωνίσθηκε σθεναρὰ κατὰ τῶν δυσσεβῶν εἰκονομάχων καὶ ἐξορίσθηκε σὲ κάποιο νησὶ τῆς Προποντίδος, ὅπου καὶ πέθανε ἀπὸ τὶς κακουχίες τὸ ἔτος 821 μ.Χ. σὲ ἡλικία σαράντα πέντε ἐτῶν. Τὸ τίμιο λείψανό του παρέμεινε ἐνταφιασμένο ἐπὶ εἴκοσι χρόνια στὸν τόπο τῆς ἐξορίας. Ἐπὶ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μεθοδίου (842 – 847 μ.Χ.), μετὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ πολλῶν ἱερῶν λειψάνων Ἁγίων ποὺ πέθαναν στὴν ἐξορία, ὅπως τοῦ Θεοφύλακτου Νικομηδείας, τοῦ Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου καὶ τοῦ Νικηφόρου Κωνσταντινουπόλεως.

Τότε, καὶ συγκεκριμένα κατὰ τὰ ἔτη 846 – 847 μ.Χ., ἀνεκομίσθηκε στὴ Μυτιλήνη μὲ πολλὲς τιμὲς καὶ τὸ τίμιο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Νὰ πῶς περιγράφεται στὸ Βίο του τὸ γεγονὸς αὐτό: «Πάντες οἱ τῆς νήσου Μυτιλήνης οἰκήτορες, ἅμα πρεσβυτέροις καὶ παντὶ τῷ κλήρῳ παρεγένοντο ἔνθα κατέκειτο τὸ σῶμα τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν καὶ ὁμολογητοῦ Γεωργίου, καὶ δι’ ὅλης τῆς νυκτὸς ἀγρυπνήσαντες, τῇ ἐπιούσῃ ἡμέρᾳ λαβόντες τὸ σῶμα μετὰ ψαλμῶν καὶ ὕμνων ἀπεκόμισαν αὐτὸ εἰς τὴν ἰδὶαν νῆσον καὶ κατέθεικαν αὐτὸ μετὰ καὶ τῶν λοιπῶν πατέρων, δόξαν ἀναπέμποντες τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι».
Εὐλαβὴς παράδοση, ποὺ διασώθηκε μέχρι τὶς ἡμέρες μας, θεωρεῖ ὡς τόπο ταφῆς τοῦ Ἁγίου τὴ θέση «Τρία Κυπαρίσσια» (Σαρῆ Μπαμπᾶ), κοντὰ στὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Κατὰ τὸν 18ο αἰώνα μ.Χ. ἐσώζετο καὶ τιμόταν στὴ Μυτιλήνη ἡ χεῖρα τοῦ Ἁγίου. Αὐτὴ πιθανῶς εἶναι ἡ δεξιὰ χεῖρα ποὺ σώζεται σήμερα στὸ Σκαλοχώρι καὶ φέρει ἐπιγραφὴ «Ἅγιος Γιόργις» καὶ κοινῶς θεωρεῖται ὡς χεῖρα τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, καρποφορήσας, ὡς θεόφυτος λειμὼν τὴν χάριν, Ἱεράρχα τῶν ἀρρήτων Γεώργιε, τὰς τῶν ψυχῶν ἐγεώργησας αὔλακας, ὡς ἐπιπνοίας ἀΰλου γεώργιον. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς εὐσεβείας γεωργὸς καὶ μύστης ἔνθεος

Καὶ τῆς σοφίας θεοφύτευτον γεώργημα

Φυτοκόμος ἐχρημάτισας τῶν ἀρίστων·

Τοῦ Χριστοῦ γὰρ τὴν Εἰκόνα σεβαζόμενος

Τῆς αἰρέσεως διήλεγξας τὸ φρόνημα·
Ὅθεν κράζομεν, χαίροις Πάτερ Γεώργιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις γεωργίας καινῆς βλαστός, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, πνευματέμφορος γεωργός· χαίροις Μυτιλήνης, ὁ θεῖος ποδηγέτης, Γεώργιε παμμάκαρ, μύστα τῆς χάριτος.

Ὁ Ὅσιος Λεύκιος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Λεύκιος ἦταν ἱδρυτὴς καὶ ἡγούμενος τῆς μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Βολοκολὰμσκ τῆς Ρωσίας, κοντὰ στὸν ποταμὸ Ρούζα. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1492.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr    

Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ τοῦ Περεγιασλάβλ

Ὁ Ὅσιος Δανιήλ, κατὰ κόσμον Δημήτριος, γεννήθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1459 – 1460 στὸ Περεγιασλάβλ – Ζελέσκϊυ τῆς Ρωσίας ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, τὸν Κωνσταντίνο καὶ τὴν Θεοδοσία, ἡ ὁποία ἀργότερα ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Θέκλα. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία διδάχθηκε τὰ τῆς μοναχικῆς πολιτείας κοντὰ στὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς Νικίτσκϊυ τοῦ Περεγιασλάβλ, Ἰωνᾶ. Ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Παφνουτίου (Μπορόβσκι) καὶ τὴν πνευματική του ζωὴ καθοδήγησε ὁ Ἅγιος Λεύκιος τοῦ Βολοκολὰμσκ ποὺ τιμᾶται τὴν ἴδια ἡμέρα (7 Ἀπριλίου).

Ὅταν ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ἐπέστρεψε στὴν γενέτειρά του, ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτό του στοὺς φτωχοὺς καὶ τὸν ἐνταφιασμὸ τῶν ἀστέγων. Στὴ συνέχεια ἵδρυσε μονὴ κοντὰ στὸ κοιμητήριο τῆς πόλεως καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1540.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴν μνήμη του στὶς 28 Ἰουλίου καὶ στὶς 30 Δεκεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ὁ Βυζάντιος

Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος, ὁ διδάσκαλος, καταγόταν ἀπὸ εὐσεβὲς γένος. Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, στὰ λεγόμενα Ὑψωμάθεια, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Συναναστράφηκε στὴν πατρίδα του μὲ σοφοὺς ἄνδρες, ἦλθε στὴν Πάτμο, ὅπου μαθήτευσε κοντὰ στὸν πιὸ σοφὸ δάσκαλο τοῦ Γένους, τὸν Ὅσιο Μακάριο τὸν Καλογερά, στὴν περιώνυμη Πατμιάδα Σχολὴ καὶ ἀνέλαβε τὴν καθοδήγησή της μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμηση τοῦ Ὁσίου Μακαρίου. Ἀφοῦ ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὶς βιοτικὲς μέριμνες, ἔγινε μοναχὸς στὴ βασιλικὴ καὶ πατριαρχικὴ Μονὴ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ καὶ Θεολόγου Ἰωάννου στὴν Πάτμο, στὴν ὁποία καὶ χειροτονήθηκε ἱερέας.

Πολιτεύθηκε μὲ ὅσιο καὶ καλὸ τρόπο, ὑπῆρξε ἄριστος παιδαγωγὸς τῶν νέων καὶ φώτισε τοὺς πάντες. Ἀφοῦ ἀρρώστησε ἀπὸ λιθίαση, ἀναχώρησε γιὰ τὴ Σμύρνη πρὸς θεραπεία τῆς ἀρρώστιας του. Ἐπειδὴ δὲν πέτυχε τὸν σκοπό του, πῆγε στὴν Κρήτη, ὅπου κοιμήθηκε ὁσιακῶς τὸ ἔτος 1770 καὶ τάφηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας Τριάδος, τὴν ἐπονομαζόμενη τῶν Τζαγκαρόλων. Μόλις ἔμαθαν οἱ μοναχοὶ στὴν Πάτμο τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου κατέφθασαν μὲ πλοῖο στὴν Κρήτη, ζητώντας τὸ τίμιο λείψανό του. Ὅταν ἀρνήθηκαν οἱ Πατέρες τῆς Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος νὰ ἀποδώσουν τὸν πολύτιμο θησαυρὸ «ὃν ἀπέστειλεν αὐτοῖς ὁ Θεός» ἔγινε ἀγρυπνία καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ χερουβικοῦ Ὕμνου ἐκόπη αὐτομάτως τὸ ἱερὸ δεξὶ χέρι τοῦ Ὁσίου, τὸ ὁποῖο ἔλαβαν καὶ μετέφεραν οἱ μοναχοὶ στὴν Πάτμο, ὅπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, ἀναβλύζοντας τὶς δωρεὲς τῆς χάριτος σὲ ὅσους προσέρχονται σὲ αὐτὴ μὲ πίστη.
Τὸ χαριτόβρυτο λείψανο τοῦ Ὁσίου ποὺ φυλασσόταν κάτω ἀπὸ τὴν ἁγία Τράπεζα τοῦ Καθολικοῦ τῆς σεβασμίας Μονῆς τῶν Τζαγκαρόλων, μαζὶ μὲ τὸ λείψανο τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀκακίου, ποὺ ἔζησε ὁσιακῶς στὴ  Μονὴ καὶ τελειώθηκε ὁ βίος του σὲ αὐτήν, παραδόθηκε στὴ φωτιὰ ἀπὸ μιαροὺς Ἀγαρηνοὺς ποὺ ἐπέδραμαν ἐναντίον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τὸ ἔτος 1720 καὶ τὴν ἔκαψαν. Χάθηκε ἔτσι ὁ σπουδαῖος αὐτὸς θησαυρὸς τῆς χάριτος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr    

Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ὁ Τυφλός

Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητὸς ἀσκήτεψε θεοφιλῶς στὴ μονὴ Βάλαμο τῆς Φιλανδίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1905.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ Νέος ὁ ἐν Καλύμνῳ

Ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ Νέος, κατὰ κόσμο Βασίλειος, γεννήθηκε τὸ ἔτος 1862 στὴν Ἡρακλείτσα τῆς περιφέρειας Ἀβδὶμ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης ἀπὸ πτωχοὺς καὶ ἁπλοϊκοὺς γονεῖς, τὸν Κωνσταντίνο καὶ τὴ Σμαραγδή.

Ὁ Βασίλειος μεγάλωσε ἔχοντας βαθιὰ πίστη καὶ μεγάλη εὐσέβεια καὶ προσπαθώντας νὰ μιμηθεῖ τὴν ἄσκηση τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν ὁ Βασίλειος διαπίστωνε καθημερινὰ ὅτι τὸ ἐπάγγελμα ποὺ ἀσκοῦσε δὲν ἦταν στὰ μέτρα του καὶ ποθοῦσε μία ἄλλη ζωή. Ἤθελε νὰ ζήσει μόνο γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἔτσι ἔλαβε πλέον τὴν ἀμετάκλητη ἀπόφαση νὰ φύγει, ἐγκαταλείποντας τὰ ἐγκόσμια καὶ κάνοντας πράξη τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου, «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ». Κατευθύνεται στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴν Ἱερὰ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, ὅπου ἐπὶ δώδεκα ἔτη ζεῖ πλέον μὲ προσευχὴ καὶ αὐστηρὴ ἄσκηση.

Ἔντονη ἦταν καὶ ἡ ἐπιθυμία τοῦ Ὁσίου νὰ ἐπισκεφθεῖ τοὺς Ἁγίους Τόπους, τὴν ὁποία πραγματοποιεῖ ἀφοῦ πρῶτα διέρχεται ἀπὸ τὴν γενέτειρά του. Δέος τὸν καταλαμβάνει καθὼς ἀντικρίζει τὸν Πανάγιο Τάφο. Ἐλπίζοντας πάντα στὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, εἰσέρχεται στὴν ἱερὰ μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Χοζεβᾶ, ὅπου ἔπειτα ἀπὸ τριετῆ ἐνάρετο βίο κείρεται μοναχὸς τὸ 1890 καὶ ἀργότερα, τὸ ἔτος 1894, ἀποστέλλεται ἀπὸ τὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς, Καλλίνικο, στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, κοντὰ στὸν ἀρχιμανδρίτη Ἄνθιμο, γιὰ νὰ ἀσκηθεῖ στὴν ἁγιογραφία. Τὸ 1902 χειροτονεῖται διάκονος καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος πρεσβύτερος. Διακονεῖ δὲ μέχρι τὸ ἔτος 1906 ὡς ἐφημέριος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὅπου γνωρίζεται μὲ τὸν ἀρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τὸν μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος, ὁ ὁποῖος ἔλεγε γιὰ τὸν Ἅγιο Σάββα στὸν Καλύμνιο φίλο του Γεράσιμο Ζερβό, πρὶν ἀκόμη ὁ Ἅγιος κοιμηθεῖ: «Νὰ ξέρεις, Γεράσιμε, ὅτι ὁ πατὴρ Σάββας εἶναι ἅγιος ἄνθρωπος».

Τὸ ἔτος 1907 ἐπανέρχεται στὴ μονὴ Χοζεβᾶ, ὅπου διάγει βίο ἀσκητικὸ μὲ τέλεια ὑποταγὴ στοὺς ἀσκητικοὺς κανόνες, ἄκρα ταπείνωση, χαμαικοιτία, στέρηση παντὸς ὑλικοῦ ἀγαθοῦ, ἀκολουθώντας τὸ πατερικὸ «ὁ ἀκτήμων μοναχός, ὑψιπέτης ἀετός». Ἡ τροφή του ἦταν μία κουταλιὰ βρεγμένο σιτάρι καὶ νερὸ ἀπὸ τὸν ποταμό.

Τὸ ἔτος 1916 ἐπιστρέφει ὁριστικὰ στὴν Ἑλλάδα, μεταβαίνει στὴ νῆσο Πάτμο, ὅπου διαμένει δύο χρόνια καὶ ἱστορεῖ δύο εἰκόνες στὸ Καθολικὸ τῆς μονῆς. Ἔπειτα ἔρχεται στὴν Ἀθήνα, ὅπου πληροφορεῖται ὅτι τὸν ἀναζητεῖ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Μεταβαίνει στὴν Αἴγινα καὶ διακονεῖ τὸν Ἅγιο μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του. Ἡ συγκαταβίωση μὲ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο συνέβαλε στὴν πνευματική του πρόοδο. Γνώρισε τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, τὴν παροιμιώδη ταπείνωσή του, τὴν ἁπλότητά του. Ἔζησε τὸ πρῶτο θαῦμα τοῦ Ἁγίου, ὅταν μετὰ τὴν κοίμησή του εἶδε τὸν Ἅγιο νὰ κλίνει τὴν κεφαλή του προκειμένου νὰ τοῦ φορέσει τὸ πετραχήλι του καὶ νὰ ἐπανέρχεται κατόπιν στὴν θέση της. Ἐπὶ τρεῖς συνεχεῖς ἡμέρες οἱ ἀδελφὲς τῆς μονῆς στὴν Αἴγινα ἄκουγαν συνομιλίες ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου, ὅταν δὲ πλησίασαν, εἶδαν ἐκεῖ τὸν Ὅσιο Σάββα νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο. Ὁ Ὅσιος ἔμεινε ἔγκλειστος στὸ κελί του γιὰ σαράντα ἡμέρες. Κατὰ τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα ἐξῆλθε κρατώντας μία εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, τὴν ὁποία ἐνεχείρησε στὴν ἡγουμένη μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὴν τοποθετήσει στὸ προσκυνητάρι. Ἡ ἡγουμένη ἀπάντησε ὅτι αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ γίνει, διότι ὁ Ἅγιος δὲν εἶχε ἀναγνωρισθεῖ ἐπίσημα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ μία τέτοια ἐνέργεια ἴσως νὰ ἔθετε τὴ μονὴ σὲ διωγμό. Τότε ὁ Ὅσιος Σάββας τῆς εἶπε ἐπιτακτικά: «Ὀφείλεις νὰ κάνεις ὑπακοή. Νὰ πάρεις τὴν εἰκόνα, νὰ τὴν βάλεις στὸ προσκυνητάρι καὶ τὶς βουλὲς τοῦ Θεοῦ νὰ μὴν τὶς περιεργάζεσαι».

Στὴν Αἴγινα δὲν μπορεῖ πλέον νὰ μείνει, διότι προσέρχεται πολὺς κόσμος καὶ αὐτὸ κουράζει τὸν φιλήσυχο Ὅσιο. Μεταβαίνει στὴν Ἀθήνα καὶ κατόπιν στὴν Κάλυμνο, ὅπου μετὰ ἀπὸ περιπλάνηση στὶς μονὲς καὶ τὰ ἡσυχαστήρια τοῦ νησιοῦ, καταλήγει στὴ μονὴ τῶν Ἁγίων Πάντων. Ἐκεῖ ἀρχίζει μία ἔντονη πνευματικὴ ζωή. Ἁγιογραφεῖ, τελεῖ τὰ Θεία Μυστήρια καὶ τὶς Ἱερὲς Ἀκολουθίες, ἐξομολογεῖ, διδάσκει διὰ τοῦ στόματος καὶ διὰ τοῦ παραδείγματός του καὶ βοηθάει χῆρες, ὀρφανὰ καὶ φτωχούς. Ἦταν ἐπιεικὴς καὶ εὔσπλαχνος μὲ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων, δὲν ἀνεχόταν ὅμως τὴν βλασφημία καὶ τὴν κατάκριση. Πολλὲς φορὲς δάκρυζε καὶ μὲ πόθο παρακαλοῦσε γιὰ τὴν μετάνοια τῶν πνευματικῶν του τέκνων, κατὰ δὲ τὴ Θεία Λειτουργία εἶχε τέλεια προσήλωση στὸ συντελούμενο μυστήριο. Ἀξιώθηκε τῆς εὐωδίας τοῦ σώματός του ἐν ζωῇ, καθὼς καὶ τὸ πέρασμά του ἦταν εὐῶδες, εὐωδία ἡ ὁποία θὰ ἐξέλθει καὶ ἀπὸ τὸ μνῆμα του μετὰ τὴν ἐκταφή του. Χρήματα δὲν κρατοῦσε ποτέ, ἡ ζωή του ἦταν μία συνεχὴς κατάσταση ἁγίας ὑπακοῆς. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο συμπλήρωσε τὶς ἡμέρες τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, μὲ ἄκρα περισυλλογὴ καὶ ἱερὰ κατάνυξη, ἐνῷ λίγο πρὶν τὸ τέλος ἡ τελευταία φράση του ἦταν «Ὁ Κύριος, ὁ Κύριος, ὁ Κύριος, ὁ Κύριος, ὁ Κύριος, ὁ Κύριος». Ἡ ὁμολογία αὐτὴ ἦταν ἡ βεβαίωση τῆς ἐν Χριστῷ πορείας του.

Μετὰ ἀπὸ δέκα ἔτη, ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἁγίων καὶ χαριτόβρυτων λειψάνων του, στὶς 7 Ἀπριλίου 1957, προεξάρχοντος τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Λέρου, Καλύμνου καὶ Ἀστυπαλαίας κυροῦ Ἰσιδώρου, ἐνώπιον πλήθους λαοῦ. Ἕνα πυκνὸ νέφος θείας εὐωδίας κάλυψε ὁλόκληρη τὴν περιοχὴ καὶ τὸ νέο γιὰ τὸ θεϊκὸ σημεῖο ἔκανε ἀμέσως τὸ γύρο τοῦ νησιοῦ. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου μεταφέρθηκε σὲ λάρνακα, στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου.

Ἡ ἐπίσημη ἁγιοποίηση τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Σάββα τοῦ Νέου ἔγινε διὰ Πατριαρχικῆς
Συνοδικῆς Πράξεως τῆς 19ης Φεβρουαρίου 1992.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς Καλύμνου τὸ κλέος καὶ θεῖον ἔφορον, καὶ τῶν πάλαι Ὁσίων τὸν ἰσοστάσιον, εὐφημήσωμεν πιστοὶ Σάββαν τὸν Ὅσιον· ὅτι δεδόξασται λαμπρῶς, ὡς θεράπων τοῦ Χριστοῦ, θαυμάτων τῇ ἐνεργείᾳ, καὶ διανέμει τοῖς πᾶσι, παρὰ Θεοῦ χάριν καὶ ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, τῶν Καλυμνίων ἡ νῆσος, τὴν ἁγίαν μνήμην σου, ἀγαλλομένῃ καρδίᾳ· ἔσχε γὰρ, ὡς θεοδώρητον ὄντως πλοῦτον, σκῆνός σου, τὸ θεοδόξαστον Πάτερ Σάββα, ᾧ προστρέχουσα ἐν πίστει, ῥῶσιν λαμβάνει, ψυχῆς τε καὶ σώματος.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Καλύμνου ὁ ἀρωγός, καὶ Δωδεκανήσου, λαμπαδοῦχος θεοφανής· χαίροις ὁ παρέχων, τοῖς πάσχουσι τὴν ῥῶσιν, ὦ Σάββα θεοφόρε, Ὁσίων σύσκηνε.

Την Παρασκευή, στέλνεται ο Ιησούς δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας, Πόντιο Πιλάτο. Αυτός, αφού τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δύο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο, και αφού μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί. Από εκεί και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σαν σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι. Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς το Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης, και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δύο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στο Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή. Γύρω στην ένατη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει : «Τετέλασται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφαζόταν, σύμφωνα με το νόμο, ο πασχάλιος αμνός, ο οποίος καθιερώθηκε ως έθιμο στους Ιουδαίους, προ-τυπώνοντας τον Εσταυρωμένο Χριστό.
Τον δεσποτικό αυτό θάνατο και η άψυχη κτίση, πενθώντας, τον τρέμει και αλλοιώνεται από το φόβο αλλά ο Δημιουργός της κτίσεως, ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίζεται την ακήρατη πλευρά Του και ρέει απ’ αυτήν αίμα και νερό. Τέλος, κατά την δύση του ηλίου, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δύο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιό του μεγάλο λίθο.
Από τα φρικτά και σωτήρια πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επιτελούμε σήμερα και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, τη νηστεία της Παρασκευής.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο· καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν Δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον· φεῦγε ἀκόραστον ψυχήν, τὴν διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.
Τὸν δι’ ἡμᾶς σταυρωθέντα, δεῦτε πάντες ὑμνήσωμεν· αὐτὸν γὰρ κατεῖδε Μαρία ἐπὶ τοῦ ξύλου καὶ ἔλεγεν· Εἰ καὶ Σταυρὸν ὑπομένεις, σὺ ὑπάρχεις ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου.

Ο Ἅγιος Ευτύχιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως 

Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος γεννήθηκε τὸ ἔτος 512 μ.Χ. καὶ ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουστινιανοῦ Α’ τοῦ Μεγάλου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Θεία Κώμη τῆς Φρυγίας καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ Ἀλεξάνδρου, σχολαρίου ὑπὸ τὸν στρατηγὸ Βελισσάριο καὶ τῆς Συνεσίας. Διδάχθηκε τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ βαπτίσθηκε Χριστιανὸς ἀπὸ τὸν ἱερέα Ἡσύχιο, ὁ ὁποῖος ἦταν παππούς του καὶ λειτουργοῦσε στὴν Ἐκκλησία τῆς Αὐγουστοπόλεως. Σύμφωνα μὲ τὸ Συναξάρι ὁ Ἡσύχιος εἶχε τὸ ὀφφίκιο τοῦ σκευοφύλακος καὶ λόγω τῆς ἁγιότητας τοῦ βίου του εἶχε λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας.

Ὁ Ἅγιος χειροτονήθηκε ἀναγνώστης ἀπὸ τὸν τότε Ἐπίσκοπο Ἀμασείας στὸ ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Οὐρβικίου. Στὴν συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος καὶ εἰσῆλθε σὲ μονὴ τῆς Ἀμασείας, ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τοὺς Ἀρχιερεῖς Μελέτιο καὶ Σέλευκο, τῆς ὁποίας ἀργότερα ἀνεδείχθη καὶ ἡγούμενος.

Τὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν δὲν ἦταν εἰρηνικὰ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, λόγω τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν ποὺ δίδασκαν νέοι Ὠριγενιστὲς καὶ κρυπτομονοφυσίτες. Οἱ ἔριδες τῶν μοναχῶν τῆς Παλαιστίνης περὶ τοῦ Ὠριγένους ἀποτελοῦν τὴν Τρίτη καὶ τελευταία φάση τῶν ὠριγενιστικῶν ἐρίδων. Προοίμιο αὐτῶν ὑπῆρξε ἡ κατὰ τὸ ἔτος 507 μ.Χ. διάσταση λογίων μοναχῶν τῆς Μεγάλης Λαύρας πρὸς τὸν ἡγούμενο αὐτῆς, τὸν Ὅσιο Σάββα τὸν Ἡγιασμένο, ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Λαύρα καὶ ἵδρυσαν περὶ τὸ 514 μ.Χ. τὴ Νέα Λαύρα, ἡ ὁποία κατέστη κέντρο τοῦ ὠριγενισμοῦ. Οἱ ἀντιωριγενιστὲς μοναχοὶ ἔκαναν ἔκκληση πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανὸ νὰ καταδικάσει τὸν Ὠριγένη. Τὴν αἴτηση αὐτὴ ὑποστήριξε ὁ Πατριάρχης Μηνᾶς.

Ἔτσι, τὸ ἔτος 543 μ.Χ., συνῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη Ἐνδημοῦσα Σύνοδος, ὕστερα ἀπὸ πρόσκληση τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνᾶ, μὲ σκοπὸ τὴν εἰρήνευση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν καταδίκη τῶν αἱρετικῶν. Διὰ διατάγματος ποὺ ἐκδόθηκε τὸ ἔτος 543 μ.Χ. ὁ Ἰουστινιανὸς ἐστράφη κατὰ τῶν αἱρετικῶν. Καταδίκασε τὶς κακοδοξίες τοῦ Ὠριγένους, θεώρησε τὰ συγγράμματα αὐτοῦ κακόδοξα καὶ καταδίκασε αὐτὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Ὠριγένους. Διὰ τρίτου διατάγματος ὁ Ἰουστινιανός, τὸ ἔτος 544 μ.Χ., καταδίκασε τὰ «Τρία Κεφάλαια», δηλαδὴ α) τὸν Θεόδωρο Μοψουεστίας καὶ τὰ αἱρετικά του συγγράμματα, β) τὰ κατὰ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας καὶ τῆς Γ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ὑπὲρ τοῦ Νεστορίου συγγράμματα τοῦ Θεοδωρήτου Κύρου καὶ γ) τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἴβα Ἐδέσσης πρὸς τὸν Πέρση Μάρη.

Ὅταν τὸ ἔτος 552 μ.Χ. κοιμήθηκε ὁ Πατριάρχης Μηνᾶς, ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος ἦλθε ἀπὸ τὴν Ἀμάσεια στὴ Βασιλεύουσα καὶ ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.

Οἱ ταραχὲς ὅμως τῶν αἱρετικῶν συνεχίζονταν καὶ ταλάνιζαν τὴν Ἐκκλησία. Ἡ Ε’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ἡ ὁποία συνῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 553 μ.Χ. ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Ἁγίου Εὐτυχίου, ἐπικύρωσε τὴν ἀπόφαση τῆς Ἐνδημούσης Συνόδου καὶ προέβη στὴν καταδίκαση τῶν «Τριῶν Κεφαλαίων». Ὁ σκοπὸς ὅμως τῆς καταδίκης τῶν «Τριῶν Κεφαλαίων» δὲν ἐπετεύχθη, διότι οἱ μονοφυσίτες ἐνέμεναν στὴν ἀπόσχιση καὶ στὶς αἱρετικὲς δοξασίες τους. Ἕνεκα τούτου ὁ Ἰουστινιανὸς τὸ ἔτος 564 μ.Χ. ἐξέδωσε διάταγμα, διὰ τοῦ ὁποίου ἐπέβαλε τὸν ἀφθαρτοδοκητισμό. Ἡ διδασκαλία αὐτὴ εἶχε διατυπωθεῖ ἀπὸ τὸν καταφυγόντα στὴν Αἴγυπτο μονοφυσίτη Ἐπίσκοπο Ἁλικαρνασσοῦ Ἰουλιανό. Συγκεκριμένα ὁ Ἰουλιανὸς δίδασκε ὅτι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἤδη ἀπὸ τῆς συλλήψεως καὶ γεννήσεως Αὐτοῦ, ἀπηλλάγη τῆς φθορᾶς καὶ ἑπομένως τῶν φυσικῶν ἀναγκῶν (πείνας, δίψας, καμάτου, ἱδρῶτος, δακρύων κ.τ.λ) – τῶν λεγομένων «ἀδιαβλήτων παθῶν» – καὶ μόνο «κατ’ οἰκονομίαν» καὶ «κατὰ χάριν» φαινόταν ὑποκείμενο σὲ αὐτά. Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος καὶ οἱ λοιποὶ Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς, πρὸς τοὺς ὁποίους ἀπευθύνθηκε, δὲν δέχθηκαν τὸ δυσσεβὲς  διάταγμα. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο ὁ Ἅγιος, τὸ ἔτος 565 μ.Χ., καθαιρέθηκε ἀπὸ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο ὑπὸ Συνόδου ἐρήμην, ἀφοῦ ἀρνήθηκε νὰ παρουσιασθεῖ καὶ ἐξορίσθηκε ἀρχικὰ στὴν Πρίγκηπο. Στὸ Συναξάρι του ἀναφέρεται ὅτι μετὰ κατέφυγε σὲ μοναστήρι τῆς Ἀμασείας στὸ ὁποῖο ζοῦσε ἀσκητικὰ καὶ ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἐπιτελεῖ θαύματα.

Μετὰ ἀπὸ δώδεκα χρόνια ἐξορίας, ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστίνος ὁ Β’, τὸ ἔτος 577 μ.Χ., ἀποθανόντος τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννου τοῦ Γ’, ἐπανέφερε μὲ τιμὴ καὶ δόξα τὸν Ἅγιο στὸν πατριαρχικὸ θρόνο. Κατὰ τὴν δεύτερη πατριαρχία του ὁ Ἅγιος μὲ τὴν προσευχή του ἔσωσε τὸν λαὸ ποὺ μαστιζόταν ἀπὸ θανατηφόρα ἐπιδημία. Τὸ ὀρθόδοξο φρόνημά του καὶ ὁ ἀγώνας του γιὰ τὴν ἀκεραιότητα τῆς πίστεως τὸν ὁδήγησαν σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἀποκρισάριο τῆς Ρώμης Γρηγόριο, τὸν μετέπειτα Πάπα, λόγῳ τῶν δοξασιῶν του περὶ ἀναστάσεως σαρκός.

Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 582 μ.Χ. Τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐναποτέθηκε στὸ θυσιαστήριο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μετὰ τὴν κρηπίδα τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ὅπου κατέκειντο καὶ τὰ ἱερὰ λείψανα Ἀνδρέου, Τιμοθέου καὶ Λουκᾶ τῶν Ἀποστόλων.
Σώζονται ἀποσπάσματα τοῦ ἔργου αὐτοῦ «Περὶ Εὐχαριστίας»«Ἐπιστολὴ πρὸς Πάπαν Βιγίλιον περὶ τῶν Τριῶν Κεφαλαίων» καὶ «Συνοδικὴ Ἐπιστολή». Τρία ἄλλα ἔργα του χάθηκαν, ἤτοι τὸ «Περὶ ἀναστάσεως σαρκός», τὸ «Κατὰ Ἀφθαρτοδοκητῶν» καὶ τὸ «Κατὰ τῆς μονοφυσιτικῆς διασκευῆς τοῦ Τρισαγίου». Τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου συνέταξε ὁ μαθητής του Εὐστράτιος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’ . Τὴν ὡραιότητα.
Βίον οὐράνιον, Πάτερ κτησάμενος, σκεῦος ἐπάξιον, ὤφθης τῆς χάριτος, λόγῳ καὶ πράξει βεβαιῶν, τὴν θείαν σοι χορηγίαν· ὅθεν ἱεράτευσας, ἰσαγγέλως τῷ Κτίσαντι, ἔνδοξε Εὐτύχιε, Ἐκκλησίας ὡράϊσμα, ἣν φύλαττε ταῖς σαῖς προστασίαις, πάσης ἀνάγκης ἀνωτέραν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐκληρίας χάριτας θεοδωρήτου, ἱερὲ Εὐτύχιε, ἀναβλυστάνεις δαψιλῶς, τοῖς ἐν αἰνέσει κραυγάζουσι· χαίροις Πατέρων φαιδρὸν ἀγαλλίαμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης εὐτυχίας πνευματικῆς, ἀμάραντον δένδρον, Ἱεράρχα καρποδοτοῦν, ἀμοιβῶν τὴν χάριν, ὥσπερ Ἀγγέλων βρῶσιν, Εὐτύχιε τρισμάκαρ, τοῖς σὲ γεραίρουσι.

Ἡ Ὁσία Πλατωνὶς ἡ ἐν Νισίβει 

Ἡ Ὁσία Πλατωνὶς ἀσκήτεψε στὴν περιοχὴ τῆς Νισίβεως καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ ἔτος 300 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἅγιοι ἑκατὸν εἴκοσι Μάρτυρες ἐν Περσίδι

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες μαρτύρησαν ἐπὶ βασιλέως τῆς Περσίας Σαβωρίου (325 – 379 μ.Χ.). Ὁ ἀσεβὴς βασιλέας τῶν Περσῶν, ἀφοῦ κυρίευσε τὴν ἐπικράτεια τῶν Βυζαντινῶν καὶ κατέστρεψε πολλὰ κάστρα καὶ χῶρες, συνέλαβε πολλοὺς αἰχμαλώτους ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς. Ἀπὸ αὐτοὺς ἄλλοι σφαγιάσθηκαν καὶ ἄλλοι πέθαναν στὸν δρόμο ἀπὸ κακουχίες. Οἱ ἑκατὸν εἴκοσι Μάρτυρες ὁδηγήθηκαν στὴν Περσία δεμένοι μὲ ἁλυσίδες καὶ κλείσθηκαν στὴ φυλακή. Ἐπειδὴ οἱ Ἅγιοι ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ καὶ ἀρνοῦνταν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, ὁ Σαβώριος τοὺς ἔριξε μέσα σὲ φωτιὰ καὶ ἔτσι τελειώθηκε ὁ βίος τους.
Τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων ἔγινε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 344 – 347 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἡ Ἁγία Πλατωνὶς ἡ Μάρτυς καὶ οἱ δύο σὺν αὐτῇ Μάρτυρες 

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πλατωνὶς μαρτύρησε μαζὶ μὲ ἄλλους δύο Χριστιανοὺς στὸν Ἀσκάλωνα τῆς Παλαιστίνης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Σιρμίου 

Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Εἰρηναίου τὴν 26η Μαρτίου καθὼς καὶ τὴν 23η Αὐγούστου, ὅπου καὶ ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου. Σήμερα τιμᾶται ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ὑπὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Διογένης οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Τιμόθεος καὶ Διογένης μαρτύρησαν στὴ Μακεδονία, πιθανῶς τὸ ἔτος 345 μ.Χ., θανατούμενοι ἀπὸ αἱρετικοὺς Ἀρειανούς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Τερβίλλιος ὁ πρίγκιπας 

Ὁ Ἅγιος Τερβίλλιος γεννήθηκε τὸ ἔτος 566 μ.Χ. στὴν Οὐαλία καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ βασιλέως Ἰωὴλ τοῦ Β’. Ἀκολούθησε τὸν ἐρημικὸ βίο στὴν περιοχὴ τοῦ Λάντερφελ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 660 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Βυζάντιος

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος καταγόταν ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, γι’ αὐτὸ καὶ ἔλαβε τὸ ἐπώνυμο Βυζάντιος. Ἀφοῦ ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, μόνασε στὰ ὅρια τῆς μονῆς Μεγίστης Λαύρας. Διὰ τῆς συντόνου ἀσκήσεως, τῆς ἄκρας ἡσυχίας καὶ τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε θερμὸς μύστης, ἔφθασε σὲ ὕψος τελειότητας καὶ δεχόταν τροφὴ ἀπὸ Ἄγγελο. Ὁ Ὅσιος, ποὺ ἦταν διδάσκαλος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στὴ νηπτικὴ φιλοσοφία, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1310.
Συνεορτάζει μετὰ τῶν λοιπῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων τὴν Β’ Κυριακὴ τοῦ Ματθαίου, ἀναφερόμενος στὸ β’ τροπάριο τῆς γ’ Ὠδῆς τοῦ Κανόνος τῆς κοινῆς αὐτῶν Ἀκολουθίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης 

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης ὀφείλει τὴν ἐπωνυμία του στὸ ὄρος Σινᾶ, ὅπου ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Γεννήθηκε τὸ ἔτος 1255 στὸ χωριὸ Κούκουλο, πλησίων τῶν Κλαζομενῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀπὸ εὐλαβεῖς καὶ πλούσιους γονεῖς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους, παράλληλα μὲ τοὺς εὐσεβεῖς διδασκάλους του, ἔμαθε τὰ πρῶτα ἱερὰ γράμματα. Κατόπιν πῆγε στὴν Κύπρο, ὅπου ἔζησε γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα κοντὰ σὲ κάποιον ἐνάρετο μοναχὸ καὶ ἔγινε καὶ ὁ ἴδιος δόκιμος καὶ στὴ  συνέχεια μετάβη στὸ ὄρος Σινᾶ. Ἐκεῖ ἔλαβε τὴ μοναχικὴ κουρὰ καὶ ἔζησε ἀσκώντας τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη, μὲ αὐστηρὴ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ προσευχή. Ἀπὸ τὸ Σινᾶ ἀναχώρησε γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα, ὡς ἐπισκέπτης καὶ προσκυνητὴς τοῦ Παναγίου Τάφου καὶ τῶν λοιπῶν προσκυνημάτων τῆς Παλαιστίνης καὶ κατόπιν ἦλθε στὴν Κρήτη, στοὺς Καλοὺς Λιμένες, ὅπου διδάχθηκε τὴ νοερὰ προσευχὴ ἀπὸ τὸν ἐρημίτη Ἀρσένιο τὸν Ἁγιοφαραγγίτη.

Στὴν συνέχεια μετέβη μὲ πλοῖο στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε ὅλες τὶς μονές, τὶς σκῆτες καὶ τὰ κελιά, καθὼς καὶ τοὺς δύσβατους καὶ ἐρημικοὺς τόπους του, κατοίκησε κατ’ ἀρχὴν στὴ σκήτη τοῦ Μαγουλᾶ, ποὺ βρισκόταν ἀπέναντι ἀπὸ τὴν ἱερὰ μονὴ Φιλοθέου καὶ μετὰ στὶς Καρυὲς καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τοῦ Ἄθω.

Σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ μέρη, ὅπως ἐπίσης καὶ στὴν περιοχὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας, ἔχτιζε κελιὰ γιὰ ὅσους ἔρχονταν πρὸς αὐτόν. Αὐτοὶ ἦταν στὸ σύνολό τους ἐπιφανεῖς ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦσαν νὰ ἀκούσουν τὴν ψυχωφελέστατη διδασκαλία του καὶ νὰ μονάσουν κοντά του. Ἀλλά, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἀγαποῦσε τὴν ἀναχώρηση καὶ δὲν ἤθελε «οὐδ’ ἐπὶ στιγμὴν νὰ ἀποχωρισθῇ ἀπὸ τὴν θεωρίαν», μετέβαινε σὲ δύσβατα καὶ ἀπόκρημνα μέρη, ὅπου ἦταν δύσκολο νὰ τὸν πλησιάσουν πολλοὶ ἄνθρωποι καὶ νὰ τοῦ ἐκφράσουν τὴν εὐλάβειά τους, διαταράζοντας ἔτσι τὴν ἡσυχία ποὺ τόσο ποθοῦσε.

Ὁ Ὅσιος, λοιπόν, ὑπῆρξε ἐξαιρετικὴ φυσιογνωμία στὴν ἐποχή του καὶ διακρίθηκε προπαντὸς ὡς ὁ πρῶτος καὶ μεγάλος συστηματικὸς δάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν».

Φεύγοντας ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἐξ αἰτίας κυρίως τῶν Καταλανῶν πειρατῶν ποὺ ἐπανειλημμένως τὸ λυμαίνονταν ἐκείνη τὴν ἐποχή, μετέβη στὴν Σερβία καὶ Βουλγαρία, στὶς πόλεις Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη καὶ Ἀλεξανδρούπολη καὶ στὰ νησιὰ Χίο καὶ Μυτιλήνη, μεταφέροντας παντοῦ τὸ μήνυμα τῆς ἀθωνικῆς μοναστικῆς πολιτείας. Στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ ταπεινοφροσύνη, ὁ Ὅσιος Γρηγόριος, δὲν ἱκανοποίησε τὴν ἐπιθυμία τοῦ αὐτοκράτορος Ἀνδρονίκου Β’ τοῦ Παλαιολόγου (1282 – 1328) νὰ προσέλθει στὰ ἀνάκτορα.

Ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη ἦλθε στὸ Κατακεκρυωμένον ὄρος τῆς Θράκης, στὰ σύνορα Βυζαντίου καὶ Βουλγαρίας, ἀγωνιζόμενος τὸν ἡσυχαστικὸ ἀγώνα. Τελικὰ ἐπανῆλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, γενόμενος πανηγυρικὰ δεκτὸς ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τῆς Μεγίστης Λαύρας. Ἔπειτα μετέβη καὶ πάλι στὸ ὄρος Κατακεκρυωμένον, ἵδρυσε πολλὰ μοναστήρια καὶ ἔγινε εἰσηγητὴς τοῦ ἡσυχασμοῦ καὶ στοὺς Σλάβους καὶ τοὺς Βούλγαρους, ὅταν ἐγκαταστάθηκε στὰ Παρόρια τὸ 1331 καὶ πάλι τὸ 1335.

Σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου ἦταν ἡ συνειδητοποίηση τῆς Χάριτος τοῦ Βαπτίσματος, ποὺ χορηγήθηκε στὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ βρίσκεται κρυμμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. «Οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐμᾶς πέφτουν στὴν ἁμαρτία ἀπὸ ἀμέλεια καὶ ἁμαρτωλὴ συνήθεια στὴν ἀναισθησία καὶ στὴν τύφλωση καὶ δὲν ξέρουμε πιὰ ἀκόμη καὶ ἂν ὑπάρχει Θεός, ποιοὶ εἴμαστε, τί μποροῦμε νὰ φθάσουμε, νὰ γίνουμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, παιδιὰ φωτός, παιδιὰ καὶ μέλη Χριστοῦ. Εἴχαμε βαπτισθεῖ σὲ ὥριμη ἡλικία; Δὲν διακρίναμε παρὰ τὸ νερὸ καὶ ὄχι τὸ Πνεῦμα. Κι ἂν ἀκόμη εἴμαστε ἀναγεννημένοι μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πιστεύουμε μὲ νεκρὴ καὶ ἀδρανὴ πίστη… Καταντήσαμε σάρκα καὶ συμπεριφερόμαστε ἀκολουθώντας τὴ σάρκα… Ὑπάρχουν δύο τρόποι νὰ ἀνακαλύψουμε τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ δεχθήκαμε μυστηριακὰ μὲ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα: α) Ἡ δωρεὰ αὐτὴ ἀποκαλύπτεται μὲ τρόπο γενικὸ ἀπὸ τὴν ἄσκηση τῶν ἐντολῶν καὶ μὲ θυσία ἐπίπονων προσπαθειῶν καὶ β) Ἐκδηλώνεται στὴ ζωὴ ὑποταγῆς (στὸν πνευματικὸ πατέρα), μὲ τὴν μεθοδικὴ καὶ ἐξακολουθητικὴ ἐπίκληση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, δηλαδὴ τὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ. Ἡ πρώτη ὁδὸς εἶναι ἡ πιὸ μακρινή, ἐνῷ ἡ δεύτερη ἡ πιὸ σύντομη, μὲ τὸν ὅρο νὰ ἔχεις μάθει νὰ ἀνασκάπτεις τὴ γῆ θαρραλέα καὶ ἐπίμονα γιὰ νὰ ἀποκαλύψεις τὸ χρυσάφι».

Ἡ κυριότερη ἀπασχόληση τοῦ Ὁσίου ἦταν νὰ προφυλάξει τοὺς μαθητές του ἀπὸ φανταστικὲς ὀπτασίες, ποὺ ὄχι μόνο προέρχονται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀλλὰ ἀκόμη συχνότερα προκαλοῦνται ἀπὸ τὸ δαίμονα. «Ἐραστὴ τοῦ Θεοῦ, νὰ εἶσαι πολὺ προσεκτικός. Ὅταν, ἀπασχολούμενος στὴν ἐργασία σου, βλέπεις ἕνα φῶς ἢ μία φλόγα, μέσα σου ἢ ἔξω ἀπὸ ἐσένα, τὴν αὐτολεγόμενη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, Ἀγγέλους ἢ Ἁγίους, μὴν τὴν παραδεχθεῖς. Θὰ κινδυνεύσεις νὰ τὴν πάθεις. Μὴν ἐπιτρέπεις, πολὺ περισσότερο, στὸ πνεῦμα σου νὰ ἐνδυναμωθεῖ ἀπὸ αὐτή. Ὅλοι οἱ ἐξωτερικοὶ αὐτοὶ ἐπίπλαστοι σχηματισμοὶ ἔχουν ἀποτέλεσμα νὰ πλανήσουν τὴν ψυχή. Ἡ ἀληθινὴ ἀρχὴ τῆς προσευχῆς εἶναι ἡ θέρμη τῆς καρδιᾶς ποὺ κατακαίει τὰ πάθη, προκαλεῖ τὴν εὐφροσύνη καὶ τὴν χαρὰ στὴν ψυχὴ καὶ συμμορφώνει τὴν καρδιὰ σὲ μία βέβαιη ἀγάπη καὶ ἕνα συναίσθημα ἀδιαφιλονίκητης πληρότητος».

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης «ἐπιμένει ἐδῶ, πάνω σὲ οὐσιῶδες χαρακτηριστικὸ τῆς Ὀρθόδοξης μυστικῆς παράδοσης. Ἡ φαντασία κάτω ἀπὸ ὅλες τὶς ἑκούσιες καὶ ἀκούσιες μορφὲς εἶναι ὁ πιὸ ἐπικίνδυνος ἐχθρὸς τῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Θεό».

Ἀπὸ τοὺς πολυπληθεῖς μαθητὲς καὶ διαδόχους τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, ποὺ συγκεντρώθηκαν κοντά του πολὺ νωρίς, ἰδιαίτερα ὅταν βρισκόταν στὴν περιοχὴ τοῦ χειμάρρου Χρέντελι, μᾶς εἶναι γνωστοὶ οἱ ἑξῆς: ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ὁ ἐξ Εὐβοίας, ὁ συμπολίτης του Ἰωσὴφ ποὺ ἀγωνίσθηκε κατὰ τῶν Λατίνων, ὁ ἀββᾶς Νικόλαος ἐξ Ἀθηνῶν ποὺ ἀντιστάθηκε ἐπίσης κατὰ τῶν Λατίνων καὶ μάλιστα κατὰ τοῦ λατινόφρονα αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η’ τοῦ Παλαιολόγου καὶ ὑπέστη γι’ αὐτὸ πολλὰ δεινά, ὁ Μᾶρκος ἀπὸ τὶς Κλαζομενὲς ποὺ ὑπῆρξε θεωρητικὸς καὶ ἐνάρετος ἀσκητὴς καὶ μαρτυρεῖται ὅτι εἶδε τὴν Παναγία νὰ σκεπάζει τὸ Ἅγιον Ὄρος δορυφορούμενη ἀπὸ Ἀρχαγγέλους καὶ Ἀγγέλους, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κάλλιστος ὁ Α’, ὁ Ἰάκωβος ὁ ὁποῖος ἐξαιτίας τῆς ἀρετῆς του ἔγινε Ἐπίσκοπος, ὁ Ἀαρῶν καὶ ὁ Κλήμης.

Ὅλοι αὐτοὶ διέπρεψαν μὲ τὴ στάση τους στὴν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητας, γι’ αὐτὸ καὶ μερικοὶ ἔφθασαν μέχρι τὰ ἀνώτατα ἀξιώματα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας. Κάποιοι ἄλλοι μάλιστα ἀποτέλεσαν καὶ τοὺς πρώτους μοναχοὺς τῆς μονῆς Γρηγορίου, καθὼς κατέβηκαν ἀπὸ τὴ δύσβατη περιοχὴ ὅπου βρίσκονταν πρὸς τὴν παραλία, στὴ σημερινὴ θέση της, προβαίνοντας ταυτόχρονα στὴν ἵδρυση καὶ τὴν τέλεια ἀποκατάστασή της σὲ κοινόβιο.

Μετὰ ἀπὸ μικρὴ ἀσθένεια ὁ Ὅσιος Γρηγόριος κοιμήθηκε στὶς 27 Νοεμβρίου 1347. Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη του, ἐπίσης, στὶς 11 Φεβρουαρίου καὶ στὶς 27 Νοεμβρίου.

Τὰ Νηπτικὰ Ἔργα τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου διασώζονται στὴν Πατρολογία καὶ στὴ Φιλοκαλία.
Μεταξὺ τῶν συγγραμμάτων του πρέπει νὰ μνημονευθοῦν δύο δοκίμια, τὸ «Περὶ ἡσυχίας καὶ περὶ τῶν δύο τρόπων τῆς προσευχῆς» καὶ τὸ «Περὶ τοῦ πῶς δεῖ καθέζεσθαι τὸν ἡσυχάζοντα εἰς τὴν εὐχήν».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας χάριτος, ὤφθης ταμεῖον, διὰ νήψεως, νοὸς παμμάκαρ, καὶ προσευχῆς νοερᾶς λύχνος ἄσβεστος· ὅθεν ἡμᾶς διεγείρεις Γρηγόριε, πρὸς ἐργασίαν αὐτῆς θείοις λόγοις σου. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν Σιναίῳ πρότερον, ἀγγελικῶς βιοτεύσας, ἐν τῷ Ἄθῳ ὕστερον, περιφανῶς διαλάμπεις· πάντας γὰρ πρὸς προσευχῆς θείας κτῆσιν, λόγῳ σου, σοφῶς καὶ ἔργῳ Πάτερ διδάσκεις· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, ὡς θείας δόξης σκεῦος Γρηγόριε.

 

Μεγαλυνάριον.
Γρήγορος ἐν πᾶσιν ἀναδειχθείς, προσευχῆς ἁγίας, ὤφθης θεῖος ὑφηγητής, πρὶς ἣν ἡμᾶς πάντας, ὀτρύνεις τῷ σῷ λόγῳ, Γρηγόριε παμμάκαρ ἀξιοθαύμαστε.

Ὁ Ὅσιος Ροῦφος ὁ Ἀσκητὴς

Ὁ Ὅσιος Ροῦφος ἔζησε ὡς ἐρημίτης στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. Διακρινόταν γιὰ τὴν ὑπακοή του καὶ τιμόταν ὡς λάτρης τῆς ἐργασίας καὶ τῆς νηστείας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὶς μακρινὲς Σπηλιὲς τῆς Λαύρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr    

Ὁ Ἅγιος Ἀφώνιος Ἐπίσκοπος Νόβγκοροντ 

Ὁ Ἅγιος Ἀφώνιος γεννήθηκε στὴ Ρωσία καὶ ἦταν ἡγούμενος στὴ μονὴ τῶν Ἁγίων Βόριδος καὶ Γκλὲμπ τῆς περιοχῆς Περεγιασλὰβ – Ζαλέσκϊυ. Τὸ ἔτος 1635 ἐξελέγη Μητροπολίτης Νόβγκοροντ, ἀλλὰ ἐξαιτίας τοῦ γήρατος καὶ μιᾶς ἀσθένειας, τὸ 1649, ἄφησε τὴν ἐπισκοπικὴ ἕδρα καὶ ἐγκαταστάθηκε στὸ μοναστήρι Τσουτύνσκϊυ.
Ὁ Ἅγιος κοιμήθηκε τὸ ἔτος 1652 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ προαύλιο τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἐπάνω στὸν τάφο του ἐτελεῖτο ἡ Ἀκολουθία τῶν κεκοιμημένων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Γεννάδιος ὁ Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Γεννάδιος ἦταν μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ προτροπὴ τοῦ ἡγουμένου αὐτῆς, ὡς συνοδίτης τῶν μοναχῶν Βονιφατίου καὶ Εὐδοκίμου ποὺ ὅδευαν πρὸς τὸ μαρτύριο. Οἱ δύο αὐτοὶ μοναχοί, ἀφοῦ δείλιασαν πρὸ τῶν βασάνων καὶ ἀρνήθηκαν τὸν Χριστό, κατήγγειλαν ὡς αἴτιο τῆς πορείας τους πρὸς τὸ μαρτύριο, τὸν Γεννάδιο. Ἔτσι ὁ Ἅγιος συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους, κλείσθηκε στὴ φυλακὴ καὶ βασανίσθηκε ἀνηλεῶς. Ἐπειδὴ δὲν ἀρνήθηκε τὸν Χριστό, καταδικάσθηκε, τὸ ἔτος 1818, στὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο καὶ ἔλαβε ἔτσι τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἅγιοι Μανουήλ, Θεόδωρος, Γεώργιος, Μιχαὴλ καὶ Γεώργιος οἱ Νεομάρτυρες ἐκ Σαμοθράκης

Οἱ Ἅγιοι Νεομάρτυρες Μανουήλ, Θεόδωρος, Γεώργιος καὶ ὁ νεότερος Γεώργιος κατάγονταν ἀπὸ τὴ Σαμοθράκη, ὁ δὲ Μιχαὴλ ἀπὸ τὴν Κύπρο.

Κατὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἡ νῆσος Σαμοθράκη κατελήφθη ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνούς, ποὺ ἦλθαν ἀπὸ τὴν Ἄβυδο καὶ τὴν Τένεδο καὶ φόνευσαν τοὺς Χριστιανοὺς κατοίκους, τὶς δὲ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ διαμοίρασαν στὴν Ἀνατολὴ καὶ στὴν Αἴγυπτο. Τότε συνέλαβαν καὶ τοὺς τέσσερις Μάρτυρες μαζὶ μὲ τὸν Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος ὅμως φοβήθηκε καὶ ἀλλαξοπίστησε καὶ τοὺς πούλησαν σὲ Τούρκους σὲ διάφορα μέρη. Ὅταν ἡ Ἑλλάδα ἐλευθερώθηκε, οἱ πέντε Νεομάρτυρες ἐπέστρεψαν στὴ Σαμοθράκη καὶ ἀκολούθησαν τὸ χριστιανικὸ βίο.

Ἐκείνη τὴν περίοδο διορίσθηκε στὸ ὑπουργεῖο τοῦ καδῆ τῆς Μάκρης κάποιος σκληρὸς Ἀπτουρραχμὰν ἀφέντης λεγόμενος, ἀπάνθρωπος καὶ ζηλωτὴς τῆς θρησκείας τοῦ Μωάμεθ. Αὐτός, τὸ ἔτος 1836, συνέλαβε τοὺς Μάρτυρες, τοὺς ὁποίους φυλάκισε καὶ βασάνισε. Παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τὰ φρικώδη βασανιστήρια οἱ Μάρτυρες ὁμολογοῦσαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Τότε ὁ καδῆς ἔγραψε στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς τὸν ἀφέντη τῆς Βασάφ, ὁ ὁποῖος ἦταν μυστικὸς γραμματεὺς τοῦ σουλτάνου Μαχμούτ, τὰ σχετικὰ μὲ τοὺς Μάρτυρες καὶ ὅτι ἀρνήθηκαν τὴν θρησκεία τοῦ Μωάμεθ. Ἡ ἀπόφαση ποὺ ἦλθε ἦταν καταδικαστική. Πρῶτος μαρτύρησε ὁ γέροντας Μιχαήλ, τὸν ὁποῖο κατέκοψαν σὲ κομμάτια μὲ τὰ ξίφη τους. Οἱ Ἅγιοι Θεόδωρος καὶ Γεώργιος κρεμάστηκαν καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὸ στέφανο τῆς ἀθλήσεως. Τὸν δὲ πολυπαθὴ Μανουὴλ τὸν ἔριξαν πάνω σὲ σιδερένια τσιγκέλια καὶ καρφώθηκε σταυρωειδῶς. Ἔτσι ἔριξαν καὶ τὸν μακάριο μικρὸ Γεώργιο, ἀλλὰ ὢ τοῦ θαύματος! Τὰ καρφιὰ λύγισαν καὶ δὲν καρφώθηκε κανένα στὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸν ἔριξαν πάνω σὲ σιδερένια σουβλιὰ καὶ τὸν πατοῦσαν γιὰ νὰ καρφωθεῖ τὸ σῶμα του. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁ Μάρτυρας Μανουὴλ σύντομα παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ὁ δὲ Μάρτυς Γεώργιος ἔμεινε καρφωμένος εἴκοσι τέσσερις ὧρες μὲ ὀδύνη ἀφόρητη. Οἱ Ἀγαρηνοί, ὅταν εἶδαν ὅτι μετὰ ἀπὸ τόσο διάστημα ἀκόμα ζεῖ, τὸν πυροβόλησαν στὴν κεφαλὴ καὶ ἔτσι τελείωσε τὸν βίο του καὶ αὐτὸς ὁ ἀοίδιμος.

Οἱ Χριστιανοί, ἀφοῦ ἔλαβαν τὴν ἄδεια, ἐνταφίασαν τὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου αὐτῶν.
Ἡ Σύναξή τους ἑορτάζεται καὶ τὴν Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σαμοθράκης λαμπτῆρες καὶ τῆς Μάκρης ἀγλάϊσμα, Νεομάρτυρες θεῖοι ἀληθῶς ἀνεδείχθητε, ἀθλήσαντες στερρῶς ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ λύσαντες τὴν πλάνην τοῦ ἐχθροῦ, Μανουὴλ σὺν Θεοδώρῳ καὶ Μιχαήλ, καὶ οἱ διττοὶ Γεώργιοι· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι δι’ ὑμῶν, ἡμῖν χάριν καὶ ἔλεος.

Κατά τη Μ. Πέμπτη επιτελούμε ανάμνηση: (α) Της νίψεως των ποδών των Αποστόλων υπό του Κυρίου. (β) Του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή της παραδόσεως σ' εμάς υπό του Κυρίου του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. (γ) Της θαυμαστής προσευχής του Κυρίου προς τον Πατέρα Του. Και (δ) Της προδοσίας του Κυρίου υπό του Ιούδα. 
Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν' αρχίσει το δείπνο ο Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και τα κάνει όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σ' όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: «όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ' όλους».

Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στo Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιο ορμητικός απ' όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανά κάθισε. 

Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιος θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και τον υπέδειξε.

Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: «Λάβετε φάγετε». Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: «Πιέστε απ' αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε». Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει. 
Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεί μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς. Από την πολλή αγωνία γίνεται ο ιδρώτας Του σαν σταγόνες πηχτού αίματος, οι οποίες έπεφταν στη γη. Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει.
Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του.

Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πει εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε.
Από 'κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωί.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο· καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν Δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον· φεῦγε ἀκόραστον ψυχήν, τὴν διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὸν ἄρτον λαβών, εἰς χεῖρας ὁ προδότης, κρυφίως αὐτάς, ἐκτείνει καὶ λαμβάνει, τὴν τιμὴ τοῦ πλάσαντος, ταῖς οἰκείαις χερσὶ τὸν ἄνθρωπον· καὶ ἀδιόρθωτος ἔμεινεν, Ἰούδας ὁ δοῦλος καὶ δόλιος.

Οἱ Ἅγιοι Οὐϊκτωρίνος, Οὐΐκτωρ, Νικηφόρος, Κλαύδιος, Διόδωρος, Σαραπίων καὶ Παπίας οἱ Μάρτυρες

Ἡ κυρίως μνήμη τους ἑορτάζεται τὴν 31η Ἰανουαρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος τους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ ἀναλάμψει, ὁ ἑπτάριθμος, Μαρτύρων δῆμος, ὡς λυχνία ἀνεδείχθη ἑπτάφωτος, ταῖς τῶν ἀγώνων ἐνθέοις λαμπρότησι, φωταγωγοῦντες τοὺς πίστει κραυγάζοντας· Θεῖοι Μάρτυρες, Χριστῷ τῷ Θεῷ πρεσβεύσατε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς στατιῶται Χριστοῦ ἀκατάπληκτοι, τὰς ἐναντίας ἀρχὰς ἐτροπώσασθε, φαιδρῶς συνημμένοι τῷ πνεύματι, καὶ ὁμοφώνως κραυγάζοντες Μάρτυρες· Χριστὸς τῶν ἀθλούντων ὁ στέφανος.

 

Μεγαλυνάριον.
Κλαύδιον Οὐΐκτωρα τὸν σεπτόν, σὺν Οὐϊκτωρίνῳ, καὶ Παππίᾳ τῷ ἱερῷ, καὶ σὺν Διοδώρῳ, τὸν θεῖον Νικηφόρον, ὁμοῦ καὶ Σεραπίωνα μακαρίσωμεν.

Οἱ Ἅγιοι Δίδυμος καὶ Θεοδώρα οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Δίδυμος καὶ Θεοδώρα ἄθλησαν κατὰ τοὺς χρόνους τῶν διωγμῶν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.) καὶ ἐπὶ ἄρχοντος Ἀλεξανδρείας Εὐστρατίου. Ἡ Ἁγία Θεοδώρα συνελήφθη, ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανὴ καί, ἀφοῦ ὁμολόγησε ἐνώπιον ὅλων τὸν Χριστό, κλείσθηκε στὴ φυλακή. Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες βγῆκε ἀπὸ τὴν φυλακή, ἀνακρίθηκε ἐκ νέου καὶ ὁδηγήθηκε σὲ πορνεῖο γιὰ διαφθορά. Ἀλλά, κατὰ θεία οἰκονομία, ὁ πρῶτος ποὺ εἰσῆλθε, ὁ στρατιωτικὸς Δίδυμος, θέλοντας νὰ τὴν ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν ντροπὴ καὶ τὸν ψυχικὸ θάνατο τὴν ἕντυσε μὲ τὴν στρατιωτικὴ στολή του καὶ τὴν ἔβγαλε ἔξω. Ἕνας δὲ ἀπὸ τοὺς ἀκόλαστους νέους, ὅταν εἰσῆλθε στὸ πορνεῖο καὶ βρῆκε ἀντὶ τῆς Θεοδώρας γυμνὸ τὸν Δίδυμο, ἐξεπλάγη καὶ κατήγγειλε τὸ γεγονὸς στὸν ἄρχοντα, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἐντολὴ νά συλλάβουν τὸν Ἅγιο Δίδυμο. Ἐκεῖνος ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸ Ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ἔκαψαν τὸ ἱερὸ λείψανό του. Τὸ ἴδιο τέλος ὑπέστη καὶ ἡ Ἁγία Θεοδώρα, ποὺ τελειώθηκε διὰ πυρός.
Ἔτσι, ἀφοῦ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες τελειώθηκαν, ἔλαβαν τὸν ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας ἀπὸ τὸν μισθαποδότη Κύριο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ 

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀσπάσθηκε τὸ μοναχικὸ βίο καί ἀσκήθηκε στὸν ἀγώνα τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν, τῆς ὑπακοῆς, τῆς φιλαδελφίας καὶ τῆς παρθενίας, ἀφοῦ εἰσῆλθε σὲ μοναστήρι. Πολλὰ χρόνια μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή της, ἀνοίχθηκε ὁ τάφος της γιὰ νὰ ἐναποτεθεῖ σὲ αὐτὸν καὶ τὸ σκήνωμα τῆς ἡγουμένης της. Τότε, μὲ θαυμαστὸ τρόπο, «ἡ πρὸ πολλοῦ νεκρὰ κειμένη Θεοδώρα τῇ μητρὶ [ἐννοεῖ τὴν ἡγουμένη] ὥσπερ ζῶσα, συνέσφιγξεν ἑαυτὴν τόπον δοῦσα». Ἔκτοτε τὸ τίμιο λείψανο τῆς Ὁσίας Θεοδώρας δὲν ἔπαυσε νὰ ἐπιτελεῖ ποικίλα θαύματα.

Πρέπει ὅμως νὰ ἀναφέρουμε ἕνα ἀκόμη Συναξάρι, τὸ ὁποῖο παραθέτει ὁ Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης μὲ βάση τὸ Λαυριωτικὸ Κώδικα Ι 70 καὶ τὸ ὁποῖο δὲν ἐμφανίζει καμιὰ σύγκλιση μὲ τὰ ἀνωτέρω.

Ἡ Ἁγία Θεοδώρα, σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ Συναξάρι, ἦταν ἀπὸ τὴ νεανική της ἡλικία πόρνη, ἀλλὰ μετὰ τὴν παρέλευση ἀρκετῶν ἐτῶν μετανόησε. Διένειμε τὴν περιουσία της στοὺς φτωχοὺς καὶ εἰσῆλθε σὲ ἕνα βαθὺ λάκκο ἀναμένοντας κάποια θεϊκὴ ἐντολή. Ἀφοῦ διέμεινε ἐντὸς τοῦ ὀρύγματος ἐπὶ πέντε ἔτη «προσκαρτεροῦσα ἐν νηστείᾳ καὶ προσευχῇ καὶ γυμνότητι σαρκὸς καὶ ταλαιπωρίᾳ», τῆς γνωστοποιήθηκε μὲ ἀγγελικὸ ὅραμα ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν της. Στὴν συνέχεια ἔχτισε ἕνα μικρὸ κελί, ὅπου ἐγκαταβίωσε γιὰ τὴν ὑπόλοιπη ζωή της, ἐνῷ μετὰ τὴν κοίμησή της ἐπιτέλεσε πλῆθος θαυμάτων. Ἴσως πρόκειται περὶ ἄλλης ὁμωνύμου ἐκ τῆς αὐτῆς πόλεως, περὶ τῆς ὁποίας ὅμως οἱ Συναξαριστὲς σιωποῦν.

Πρόσφατα, ἐν τούτοις, ἀποδείχθηκε ὅτι τὰ γλωσσικὰ δεδομένα τοῦ Συναξαρίου τῆς 5ης Ἀπριλίου συγκλίνουν μὲ αὐτὰ τοῦ Βίου καὶ τῆς Διηγήσεως γιὰ τὴ μετακομιδὴ τοῦ λειψάνου τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτιδος ( 29 Αὐγούστου). Ἐπιπλέον , ἐντοπίσθηκαν καὶ ἐσωτερικὰ στοιχεῖα τοῦ Συναξαρίου, ποὺ καταδεικνύουν τὴ νοηματικὴ σχέση του μὲ τὰ δύο κείμενα τοῦ Γρηγορίου κληρικοῦ καὶ τὴν ἐξάρτησή του ἀπὸ αὐτά, γεγονὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀνεπιφύλακτη ταύτιση τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τοῦ Συναξαρίου μὲ τὴν Ὁσιομυροβλύτιδα Θεοδώρα.
Ἕνα, ἐπίσης, σοβαρὸ πρόβλημα ποὺ συνδέεται μὲ τὴν ταύτιση ἢ τὸν διαχωρισμὸ τῶν δυὸ ὁμωνύμων Ὁσίων εἶναι τὸ ὑμνογραφικὸ καὶ συγκεκριμένα ὁ Κανόνας πρὸς τιμὴν τῆς Ὁσίας Θεοδώρας, ποὺ ἀποδίδεται στὴ γραφίδα τοῦ Ὁσίου Ἰωσὴφ τοῦ Ὑμνογράφου. Ὁ Κανόνας αὐτός, ὁ ὁποῖος ἀντλεῖ ἀπὸ τὸ Συναξάρι τῆς 5ης Ἀπριλίου, ἐπιγράφεται σὲ ἕνα μεγάλο ὑμνογράφο τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος διέμεινε καὶ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ συνέγραψε Κανόνες πρὸς τιμὴν ἀρκετῶν Θεσσαλονικέων Ἁγίων, ἀλλὰ κοιμήθηκε σύμφωνα μὲ τὴν ἐπικρατοῦσα ἄποψη τὸ ἔτος 886 μ.Χ., δηλαδὴ ἕξι χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμηση τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτιδος. Ἡ μοναδικὴ ἀπάντηση ποὺ μπορεῖ νὰ δοθεῖ στὸ σοβαρὸ αὐτὸ πρόβλημα, τὸ ὁποῖο παραμένει ἀνοικτό, εἶναι ἡ ἀπόδοση τοῦ Κανόνος σὲ κάποιο μαθητή του, πιθανότατα τὸν Θεοφάνη τὸν Σικελό, πολλοὶ Κανόνες τοῦ ὁποίου, ὅπως ἔχει διαπιστωθεῖ ἀπὸ τὴν ἔρευνα, φέρουν στὴν ἀκροστιχίδα τους τὸ ὄνομα τοῦ Ἰωσήφ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Ζήνων ὁ Μάρτυρας 

Εἶναι ἄγνωστο ποῦ καὶ πότε ἄθλησε ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ζήνων, τὸν ὁποῖο, ἀφοῦ ἄλειψαν μὲ πίσσα, τὸν ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ τὸν θανάτωσαν μὲ δόρυ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Θέρμος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θέρμος τελειώθηκε διὰ πυρός. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἁγίες κυρία καὶ δούλη οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἁγίες τελειώθηκαν διὰ ξίφους. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἅγιοι Μάξιμος καὶ Τερέντιος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Μάξιμος καὶ Τερέντιος τελειώθηκαν μὲ ξίφος. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἁγίες Πέντε Μάρτυρες νεάνιδες ἀπὸ τὴν Λέσβο 

Οἱ Ἁγίες αὐτὲς τελειώθηκαν διὰ ξίφους. Ποῦ καὶ πότε καὶ ὑπὸ ποῖες συνθῆκες δὲν γνωρίζουμε. Στὸ ὄρος Λίβανος τῆς Λέσβου ὑπῆρχε μονὴ τῶν Ἁγίων Πέντε, μαρτυρούμενη ἤδη ὑπὸ συνοδικῆς ἀποφάσεως τοῦ ἔτους 1331. Στὴ θέση τῆς μονῆς σήμερα ὑπάρχει χτισμένος μικρὸς ναός, στὸν ὁποῖο ἔχουν ἐντοιχισθεῖ παλαιοχριστιανικὰ ἀρχιτεκτονικὰ μέλη. Στὸ μέρος αὐτὸ πρέπει νὰ ἀναγνωρισθεῖ ὁ τόπος τοῦ μαρτυρίου ἢ τῆς τιμῆς τῶν Πέντε Μαρτύρων νεανίδων τῆς Λέσβου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Πομπήιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πομπήιος τελειώθηκε διὰ ξίφους. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἡ Ἁγία Ὑπομονὴ ἡ Μάρτυς

Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Ὑπομονῆς ἀναφέρεται στὸ Βατοπαιδινὸ Κώδικα 1104 φ. 98β καὶ στὸ Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὶς 9 Ἀπριλίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Μπέκαν ὁ ἐξ Ἰρλανδίας 

Ὁ Ἅγιος Μπέκαν ἔζησε κατὰ τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν γόνος τῆς βασιλικῆς οἰκογένειας τῆς Ἰρλανδίας. Ὅταν ἔχτιζε τὴν ἐκκλησία του παρέμενε πολλὲς φορὲς γονυπετὴς καί, ἐνῷ τὰ χέρια του ἐργάζονταν, τὰ χείλη ψέλλιζαν εὐχὲς καὶ ἀπὸ τὰ μάτια του ἔρρεαν ἀκατάπαυστα δάκρυα. Συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν δώδεκα ἱεραποστόλων τῆς Ἰρλανδίας.
Ὁ Ἅγιος Μπέκαν κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰὼβ Πατριάρχου Μόσχας καὶ πάσης Ρωσίας

Ἡ μνήμη του τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας την 2α Ἰουλίου.
Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἰώβ, Πατριάρχου Μόσχας καὶ πάσης Ρωσίας, μετακομίσθηκε τὸ ἔτος 1652 μὲ ἀπόφαση τοῦ Μητροπολίτου Νόβγκοροντ Νίκωνος ἀπὸ τὴ μονὴ Σταρίτσα τῆς Μόσχας στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, στὸ Κρεμλίνο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ χώρας Σάμου

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος γεννήθηκε ἀπὸ Σάμιο πατέρα στὴ Νέα Ἔφεσο τὸ ἔτος 1756 μ.Χ. Ἀκολούθησε τὸν ἔγγαμο βίο καὶ ἀπέκτησε τέκνα. Ὅμως, κατὰ τὸν Ἰούλιο τοῦ ἔτους 1798, εὑρισκόμενος σὲ κατάσταση μέθης, παρασύρθηκε στὸν Ἰσλαμισμὸ καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Ἐπειδὴ γιὰ τὴν πράξη του αὐτὴ ἔνιωσε ντροπή, ἀφοῦ ἀποκήρυξε τὸν Ἰσλαμισμό, ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἔφεσο καὶ ἦλθε στὴ Σάμο.
Κατὰ τὸ διάστημα τῆς ἀπουσίας του οἱ Χριστιανοὶ ἄρχισαν νὰ χτίζουν ναὸ στὴν Ἔφεσο, ἀφοῦ πρῶτα ἔλαβαν τὴ σχετικὴ ἄδεια ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Οἱ Τοῦρκοι, φέροντες βαρέως ὅτι ἀνεγειρόταν ναὸς τῶν Ὀρθοδόξων καὶ μάλιστα μὲ βασιλικὴ ἄδεια, διέβαλαν τοὺς Χριστιανοὺς ὅτι φόνευσαν τὸν Γεώργιο ὡς ἀποστάτη τῆς πίστεώς τους καὶ ἔκρυψαν τὸ λείψανό του στὰ θεμέλια τοῦ ἀνεγειρόμενου ναοῦ. Ὅμως ὁ Γεώργιος βρέθηκε ἀργότερα καὶ ὁδηγήθηκε μὲ τὴν βία στὴν Ἔφεσο, ὅπου οἱ Τοῦρκοι τὸν πίεζαν νὰ ἐπανέλθει στὴν μωαμεθανικὴ θρησκεία. Κατόρθωσε ὅμως νὰ φυγαδευτεῖ καὶ πάλι στὴ Σάμο, ὅπου συνελήφθη ἐκ νέου καὶ ὁδηγήθηκε στὴ φυλακή. Μὲ τὴν διαμεσολάβηση ὅμως τῶν δημογερόντων τῆς Σάμου τὸν ἄφησαν πάλι ἐλεύθερο. Ἐν τῷ μεταξὺ οἱ ταραχὲς καὶ οἱ ἀνωμαλίες στὴν Ἔφεσο συνεχίζονταν. Τότε ὁ Γεώργιος, ἀφοῦ μετανόησε καὶ ἦλθε στὸν ἑαυτό του, ἔλαβε τὴν ἀπόφαση τοῦ μαρτυρίου. Ἀπομάκρυνε τὴν οἰκογένειά του, γιὰ νὰ τὴν προφυλάξει ἀπὸ τὸν φανατισμὸ τῶν Τούρκων καὶ παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ Τούρκου ἱεροδικαστοῦ, στὸν ὁποῖο ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Οἱ Τοῦρκοι τότε ἄρχισαν τὶς κολακεῖες καὶ τὶς ἀπειλές. Καὶ ὅταν εἶδαν τὴν σταθερότητα τοῦ Ἁγίου στὴν πατρώα εὐσέβεια, τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἦταν τὸ ἔτος 1801, ἡμέρα Παρασκευή. Οἱ Χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ ἱερὸ λείψανό του καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ εὐλάβεια στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρα Πολυδώρου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἡ Ἁγία Ἀργυρὴ ἡ Νεομάρτυς 

Ἡ Ἁγία Ἀργυρὴ ἐγεννήθηκε, τὸ 1688 στὴν Προύσσα τῆς Βιθυνίας, ἀπὸ ἐνάρετους καὶ εὐλαβεῖς γονεῖς, τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Σωσάννα. Κοντὰ στὸ σπίτι τῆς Ἀργυρῆς, κατὰ κακὴ τύχη βρισκόταν τὸ σπίτι κάποιου ἀλλόθρησκου προύχοντα, τοῦ ὁποίου ὁ υἱὸς μόλις εἶδε τὴν Ἀργυρή, τόσο θαμπώθηκε άπὸ τὴν ὀμορφιά της, ὥστε θέλησε να δημιουργήσει μαζί της σχέσεις ἐρωτικές καὶ νὰ τὴν κάνει νὰ ἀλλαξοπιστήσει.

Μία ἡμέρα, συναντᾶ τὴν Ἀργυρὴ στὸ δρόμο καὶ τῆς ἀποκαλύπτει τὰ αἰσθήματά του, ἀλλὰ ἡ Ἀργυρὴ ἀτάραχη καὶ σταθερὴ ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ αὐτὸν, πρᾶγμα ποὺ τὸν ἔκανε ἔξω φρενῶν καὶ δυνάμωσε τὸ πάθος του. Ὁπότε ἄρχισε νὰ ἐνοχλεῖ καὶ τοὺς γονεῖς της, ἀπειλώντας τους μὲ τὴν ζωὴ τῆς κόρης τους, ἂν δὲν ἀλλαξοπιστήσει. Ἡ Ἀργυρὴ τότε ἀναφέρει στοὺς γονεῖς της τὰ τρέχοντα, ὁπότε οἱ δύστυχοι τρομοκρατημένοι, ἀποφασίζουν νὰ τὴν παντρέψουν μὲ ἕναν Χριστιανὸ νέο, γιὰ νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὶς κακὲς ἐπιθυμίες καὶ τὶς πιέσεις τοῦ ἀλλόθρησκου.

Πράγματι, σὲ ἡλικία δέκα ἑπτὰ ἐτῶν, μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, ὁδηγεῖται νύμφη ὡραιοτάτη στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ παντρευτεῖ ὀρθόδοξο νέο συγχωριανό της. Ἀλλὰ ὅμως ὁ γάμος τῆς Ἀργυρῆς δὲν ἔσβησε τὸ πάθος τοῦ ἀλλόθρησκου. Καὶ ὅταν μετὰ ἀπὸ δέκα πέντε ἡμέρες ἡ νεόνυμφος ὁδηγεῖται ἀπὸ τὸ σύζυγό της στὴν ἐκκλησία, κατὰ τὸ ἔθιμο, γιὰ νὰ γίνει παράκληση, ἐμφανίζεται μπροστά της ὁ υἱὸς τοῦ προύχοντα μαζὶ μὲ εἴκοσι ἄλλους ἀλλόθρησκους νέους κακῆς διαγωγῆς, καὶ ἁρπάζουν τὴ νύμφη ἀπὸ τὸ μέσον τῶν γονέων καὶ τῶν συγγενῶν της καὶ τοῦ συζύγου της. Ἡ Ἀργυρὴ ἀντὶ νὰ βρεθεῖ στὴν ἐκκλησία βρίσκεται στὸ δικαστήριο μὲ τὴ νυμφική της ἐνδυμασία καὶ μὲ μία ἀναφορὰ ἐναντίον της, ποὺ ἔγραφε ὅτι ἡ Ἀργυρὴ θυγατἐρα τοῦ Γεωργίου καὶ τῆς Σωσάννας, εἶχε ὑποσχεθεῖ στὸν υἱὸ τοῦ προύχοντα ὅτι θὰ ἀλλαξοπιστήσει.

Ὁ κριτής, ποὺ ἦταν καὶ ὁ πατέρας τοῦ ἀλλοθρήσκου, καταδικάζει τὴν Ἀργυρὴ νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ παντρευτεῖ τὸν υἱό του. Ἡ Ἀργυρὴ ἐστάθηκε μπροστὰ στὴν ἀπόφαση τοῦ κριτοῦ ἀμετάπεισθη, ἀλύγιστη καὶ ἄφοβη. Ὁργισμένος ὁ δικαστὴς διέταξε νὰ τὴ δέσουν καὶ νὰ τὴ φυλακίσουν.

Οἱ δύστυχοι γονεῖς μὴ μπορώντας νὰ παρηγορηθοῦν ἀπὸ τὴ στέρηση τῆς μονάκριβης θυγατρός τους, ἔσπευσαν μέσῳ τοῦ Μητροπολίτου Προύσσης νὰ εἰδοποιήσουν τὸν Πατριάρχη στὴν Κωνσταντινούπολη. Μετέβηκαν καὶ οἱ ἴδιοι μὲ τὸν ἀντιπρόσωπο τοῦ Μητροπολίτου νὰ διαμαρτυρηθοῦν στὴν τουρκικὴ κυβέρνηση, ἀλλὰ τὸ μόνο ποὺ κατάφεραν ἦταν νὰ μεταφερθεῖ ἀπὸ τὴ φυλακὴ ἡ Ἀργυρὴ σὲ δωμάτιο τοῦ σπιτιοῦ τοῦ κριτοῦ, μέχρις ὅτου δικασθεῖ σὲ ἀνώτατο δικαστήριο στὴν Κωνσταντινούπολη.

Τὴν ἐπαύριο, ἀδύνατη καὶ ταλαιπωρημένη, ἡ Ἀργυρὴ ὁδηγεῖται στὶς φυλακὲς τῆς Κωνσταντινουπόλεως μέχρις ὅτου ὁρισθεῖ ἡ δίκη. Δύο χρόνια ὁ σύζυγος καὶ οἱ γονεῖς της ἀγωνίζονται νὰ ὁρισθεῖ ἡ ἡμέρα τῆς δίκης. Τέλος, ὁδηγεῖται στὸ δικαστήριο, ἀλλὰ ἡ ἀπόφαση εἶναι ἡ ἴδια μὲ τοῦ κριτοῦ τῆς Προύσσης, ποὺ ἔλεγε: «Ἡ Χριστιανὴ Ἀργυρὴ ἢ θὰ ἀλλαξοπιστήσει νὰ παντρευθεῖ τὸν υἱὸ τοῦ προύχοντα ἢ θὰ κλεισθεῖ σὲ ἰσόβεια δεσμά.

Καὶ πάλι ὁ ἐρωτομανὴς ἀλλόθρησκος ὁργισμένος μὲ τὴν ἀλύγιστη στάση τῆς Ἀργυρῆς κατόρθωσε ὥστε νὰ τὴν ἁλυσοδέσουν καὶ νὰ τὴν ὁδηγήσουν στὴ φυλακή.

Ἡ ἀκλόνητη καὶ ἀληθινὴ πίστη πρὸς τὸ Σωτῆρα Ἰησοῦ Χριστὸ δὲν ὑποχωρεῖ οὔτε μπροστὰ στὸ φοβερώτατο θάνατο.

Ἔτσι καταδικάσθηκε ἡ Ἀργυρὴ νὰ σαπίζει στὴ φυλακή, δεμένη μὲ ἁλυσίδες, ἀνάμεσα σὲ αἰσχρὲς καὶ ἀνήθικες γυναῖκες, ποὺ τὶς διέταξαν νὰ βασανίζουν τὴν Ἀργυρὴ, ἡμέρα καὶ νύκτα, γιὰ νὰ τὴν ἀναγκάσουν νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Κάθε ἡμέρα τὴ βασάνιζαν μὲ σκληροὺς ραβδισμούς, σκληραγωγίες καὶ νηστεῖες.

Ἡ δύστυχη μητέρα της, Σωσάννα, μὴ ἀντέχοντας τὰ βασανιστήρια τῆς ἀγαπημένης της μοναχοκόρης μετὰ δύο χρόνια πέθανε καὶ αὐτὴ μέσα στὴ φυλακή.

Τὰ βάσανα, οἱ ραβδισμοί, οἱ ἀγρυπνίες καὶ οἱ νηστεῖες ἀδυνάτιζαν καὶ ἔφθειραν σιγὰ - σιγὰ τὴν Ἀργυρή. Τέλος, ἀφοῦ κατάλαβε ὅτι τὸ τέλος ἐπλησίαζε, θέλησε νὰ ἐκτελέσει τὸ τελευταῖο καθῆκόν της πρὸς τὸν προσφιλῆ Σωτῆρα Ἰησοῦ Χριστό, νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, πρᾶγμα ὅμως πολὺ δύσκολο μέσα στὴ φυλακή. Ἀλλὰ ἡ Θεία Χάρις τῆς ὑπέδειξε τὸν τρόπο.

Μέσα στὴ φυλακὴ ἦταν κλεισμένος ἕνας γέρος γιὰ χρέη στὸ κράτος, καὶ ἐπειδὴ ἦταν μέσα πολλὰ χρόνια καὶ ὅλοι τὸν ἐγνώριζαν, τὸν ἄφηναν πότε – πότε νὰ κινεῖται περισσότερο ἐλεύθερα. Αὐτὸν κρυφὰ κατόρθωσε νὰ φωνάξει ἡ Ἀργυρὴ καὶ νὰ τοῦ ἐμπιστευθεῖ τὴ θέλησή της. Καὶ αὐτὸς βρῆκε τὸν προϊστάμενο τῆς ἐκκλησίας τῆς φυλακῆς, καὶ τοῦ ἀνέφερε τὴν ἐπιθυμία τῆς Ἀργυρῆς. Ὁ προϊστάμενος, ὅπως ἐσυνηθίζετο τότε σὲ τέτοιες περιστάσεις, ἔβαλε μέσα σὲ μία σταφίδα τὰ Ἄχραντα Μυστήρια καὶ ὁ γέροντας τὰ μετέφερε μὲ σεβασμὸ στὸ βάθος τῆς φυλακῆς ὅπου ἐβρισκόταν ἁλυσοδεμένη ἡ Ἀργυρή. Ἐκείνη, ἀφοῦ πρῶτα ἐπροσευχήθηκε, ἐκοινώνησε καὶ μετὰ ἀπὸ 24 ὧρες παρέδωσε τὴν ἁγία της ψυχὴ στὰ χέρια τοῦ Πλάστη καὶ Θεοῦ της μετὰ ἀπὸ 16 χρόνων φρικτὰ μαρτύρια. Ἡ Ἀργυρὴ τὴν 5 Ἀπριλίουμ 1721 ἐνταφιάζεται κατὰ τὴν ἐπιθυμία της σὲ μία ἄκρη στὸν περίβολο τοῦ ναοῦ τῆς Ὁσιομάρτυρος Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Χάσκιοϊ (Πικρίδιο), ποὺ ἦταν τότε νεκροταφεῖο.

Ὁ γέροντας ποὺ τὴν ἐκοινώνησε, τὴν ἀκολουθεῖ ἔως τὸν ἐνταφιασμό της καὶ θέτει πάνω στὸν τάφο της ἕνα κιονίσκο μὲ ἕνα σταυρὸ χαραγμένο ἐπάνω.

Στὶς 30 Ἀπριλίου 1725 ἐτελεῖται ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων της, ἐπειδὴ ζήτησε τοῦτο πολὺς κόσμος ποὺ ἐγνώριζε τὰ βάσανα ποὺ ὑπέφερε ἐπὶ τόσα χρόνια ἡ Ἀργυρή. Κατὰ τὴν ἀνακομιδή, τὴ βρῆκαν ὁλόσωμη νὰ εὐωδιάζει. Ἀμέσως εἰδοποίησαν τὸν Πατριάρχη Παΐσιο, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ ἐρεύνησε αὐτοπροσώπως καὶ εἶδε μὲ τὰ μάτια του τὸ θαῦμα, ἐλειτούργησε μὲ ὅλη τὴν Ἱερὰ Σύνοδο καὶ διέταξε νὰ θέσουν τὸ ἅγιο λείψανό της σὲ ἰδιαίτερη λάρνακα.

Ἰδοὺ τί γράφει καὶ ὁ Πατριάρχης: «Ὢ, τῶν θαυμασίων σου Χριστέ. Ἀφοῦ ἀνοίξαμεν τὸν τάφον εἶδα νὰ μένει σῶο καὶ ἄφθορο τὸ ἅγιο αὐτῆς σκῆνος, νὰ ἀναβλύζει δὲ θαυμασίαν εὐωδίαν καὶ νὰ κάνει σὲ ὅλους θαύματα».

Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἀναφέρει τὰ ἑξῆς: Κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης της, ὁπότε ἀπὸ παντοῦ ἐφθαναν πλήθη Χριστιανῶν, ἦρθε καὶ μία Χριστιανὴ εὐλαβὴς μέχρι φανατισμοῦ, ποὺ ἀφοῦ προσκύνησε, θέλησε νὰ λάβει ἔνα δάκτυλο ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ λειψάνου, τὸ ὁποῖο καὶ ἔκαμε. Τότε, τὴν ἴδια στιγμή, θαμπώνουν τὰ μάτια της, δὲ βλέπει τίποτε καὶ μήτε μπορεῖ νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴ λάρνακα. Ὁμολογεῖ σὲ ὅλους τὴν ἁμαρτία της, ζητεῖ συγχώρεση καὶ ἐπιστρέφει τὸ ἱερὸ δάκτυλο ποὺ εἶχε  κόψει. Ἔμεινε 40 ἡμέρες κοντὰ στὴν ἁγία λάρνακα μὲ νηστεῖες καὶ προσευχὲς γιὰ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀσθένειά της, πρᾶγμα ποὺ ἔγινε. Τὸ ἴδιο ἔπαθε καὶ μία ἄλλη ποὺ θέλησε νὰ ἀποσπάσει μία τρίχα ἀπὸ τὰ μαλλιὰ τῆς Ἁγίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τυράννους κατῄσχυνας ἐν τοῖς βασάνοις σεμνή, δειχθεῖσα πολύαθλε, ὥσπερ ἀδάμας στερρός, Χριστοῦ μάρτυς ἔνδοξε, ἔδειξας ἐναθλοῦσα πρὸς τὸν Χριστὸν τὸν Σωτῆρα, ἔρωτά τε καὶ ζῆλον καὶ ἀκόρεστον πόθον, δι’ ὅ σε, Ἀργυρή, αὐτὸς ἀξίως ἐδόξασε.

Ὁ Ἅγιος Παναγιώτης ὁ Νεομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Παναγιώτης μαρτύρησε στὴν Ἱερουσαλὴμ ὁμολογώντας τὸν Χριστό, σύμφωνα μὲ τὴν μαρτυρία τοῦ Ἄγγλου Ἱεραποστόλου Ἰωσὴφ Wolff, ποὺ διασώζεται σὲ ἐπιστολὴ αὐτοῦ τῆς 2ας Ἀπριλίου 1839.
Ὁ Νεομάρτυς Παναγιώτης ὑπηρετοῦσε κοντὰ σὲ ἕνα Τοῦρκο εὐγενὴ ποὺ ὀνομαζόταν Ὀσμὰν Ἐφέντης. Ὅταν αὐτὸς μετέβη στὸ τέμενος τοῦ Ὀμάρ, ποὺ βρίσκεται στὴν Ἱερουσαλήμ, ὁ Ἅγιος τὸν συνόδευσε καὶ εἰσῆλθε μαζὶ μὲ τὸν κύριό του στὸ τέμενος. Ἡ εἴσοδος αὐτὴ τοῦ Ἁγίου στὸ τέμενος προκάλεσε τὴν ὀργὴ καὶ τὴν κατ’ αὐτοῦ κατηγορία κάποιων φανατικῶν Τούρκων πρὸς τὸν πασᾶ τῆς Δαμασκοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ Ἅγιος μίανε τὸ τουρκικὸ τέμενος. Ὁ πασᾶς ζήτησε ἀπὸ τὸν Νεομάρτυρα Παναγιώτη, γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸν θάνατο, νὰ ἀσπασθεῖ τὸν Ἰσλαμισμό. Μὲ τὸ ἄκουσμα τῆς προτάσεως αὐτῆς ὁ Ἅγιος, μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ θάρρος, ὁμολόγησε τὴν πίστη του ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος λέγοντας: «Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ζῶντος. Θανάτωσέ με, δὲν φοβᾶμαι. Χριστὸς Ἀνέστη!». Ἔτσι ὁδηγήθηκε στὴν πύλη τοῦ Δαβίδ, ὅπου γονάτισε καὶ ἔψαλε τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» ἐνώπιον πλήθους Μουσουλμάνων. Ἐκεῖ δέχθηκε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου, ἀφοῦ τοῦ ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλή. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Νεομάρτυρα Παναγιώτη τὸ ἀγόρασαν μοναχοὶ τῆς Ἑλληνικῆς μονῆς τῶν Ἱεροσολύμων ἀντὶ 5.000 γροσίων καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ τιμὲς καὶ εὐλάβεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

 

Κατά τη Μ. Τετάρτη επιτελούμε ανάμνηση: (α) του γεγονότος της ελλείψεως του Κυρίου με μύρο από μια πόρνη γυναίκα. Επίσης φέρεται στη μνήμη μας, (β) η σύγκλιση του Συνεδρίου των Ιουδαίων, του ανωτάτου δηλαδή Δικαστηρίου τους, προς λήψη καταδικαστικής αποφάσεως του Κυρίου, καθώς και (γ) τα σχέδια του Ιούδα για προδοσία του Διδασκάλου του.

Δύο μέρες πριν το Πάσχα, καθώς ο Κύριος ανέβαινε προς τα Ιεροσόλυμα, κι ενώ βρισκόταν στο σπίτι στου λεπρού Σίμωνα, τον πλησίασε μια πόρνη γυναίκα κι άλειψε το κεφάλι Του με πολύτιμο μύρο. Η τιμή του ήταν γύρω στα τριακόσια δηνάρια, πολύτιμο άρωμα και γι' αυτό οι μαθητές την επέκριναν και περισσότερο απ' όλους ο Ιούδας. Γνώριζαν οι μαθητές καλά πόσο μεγάλο ζήλο έδειχνε πάντοτε ο Χριστός για την ελεημοσύνη προς τους φτωχούς. Ο Χριστός όμως την υπερασπίσθηκε, για να μην αποτραπεί απ' το καλό της σκοπό. Ανέφερε μάλιστα και τον ενταφιασμό Του, προσπαθώντας να αποτρέψει τον Ιούδα από τη προδοσία, αλλά μάταια. Τότε απέδωσε στη γυναίκα την μεγάλη τιμή να διακηρύσσεται το ενάρετο έργο της σε ολόκληρο την οικουμένη.

Ο Ιερός Χρυσόστομος υποστηρίζει ότι δύο ήταν οι γυναίκες που άλειψαν με μύρο τον Κύριο. Οι τρεις πρώτοι Ευαγγελιστές αναφέρουν μια και την ίδια γυναίκα, που πήρε την ονομασία πόρνη. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης όμως κάνει λόγο για άλλη γυναίκα, αξιοθαύμαστη και σεμνή, τη Μαρία την αδελφή του Λαζάρου, που άλειψε τα άχραντα πόδια Του σκουπίζοντας τα με τις τρίχες των μαλλιών της.
Αυτή την ημέρα ψάλλεται και το περίφημο τροπάριο, τελευταίο στην ακολουθία, της ευσεβούς και λογίας ποιήτριας του Βυζαντίου, Κασσιανής. Η ηρωίδα του ποιήματός της, η γυναίκα που άλειψε με μύρο τον Κύριο ήταν η πόρνη που αναφέρουν οι Ευαγγελιστές (και όχι η ευσεβής ποιήτρια Κασσιανή).
Να και το εξαίσιο τροπάριο σε μετάφραση:
  

Κύριε, η γυναίκα, η οποία περιέπεσε σε πολλές αμαρτίες, επειδή κατανόησε, ότι ήσουν Θεός (ενανθρωπήσας), αναλαμβάνει έργο μυροφόρου και θρηνούσα φέρει σε Σε μύρα γα να Σε αλείψει πριν ακόμη (αποθάνεις και) ενταφιασθείς. Και λέγει: Αλίμονο σε μένα! γιατί εγώ ζω μέσα σε μια νύκτα, η οποία είναι γεμάτη από πυκνό σκοτάδι και δεν φωτίζεται ούτε από αμυδρό φως, όπως είναι το φως της σελήνης, τρέχω προς τη σαρκική ηδονή ασυγκράτητος, όπως τρέχουν τα ζώα, όταν τα κεντήσει αλογόμυγα, ζω κυριευμένη από τον έρωτα της αμαρτίας. Αλλά Συ, που υψώνεις τα νερά της θάλασσας, μεταβάλλοντάς τα σε νεφέλες, δέξου των δακρύων μου το ακατάσχετο ρεύμα. Λύγισε (και χαμήλωσε από το άπειρο ύψος Σου) προς εμένα, που Σε ικετεύω με τους στεναγμούς της (μετανοούσης) καρδίας μου, Συ ο Οποίος, με την ακατάληπτη και απερίγραπτη ενανθρώπισή Σου, λύγισες τους ουρανούς (και κατέβηκες στη γη). Θα φιλήσω με συνεχή και ακατάπαυστα φιλιά τα αμόλυντα Σου πόδια και πάλι (βρέχοντας με τα δάκρυά μου) θα τα σπογγίσω με τις πλεξίδες της κεφαλής μου, αυτά τα πόδια των οποίων το βροντώδη ήχο (από τα βάδισμά Σου) όταν άκουσε μέσα στο Παράδεισο η Εύα εκείνο το δειλινό (της ημέρας της παραβάσεως), φοβήθηκε και από το φόβο της κρύφθηκε. Τα πλήθη των αμαρτιών μου, αλλά και τα απύθμενα βάθη των κρίσεών Σου και των βουλών Σου (δηλαδή τους μυστηριώδεις και απερινόητους τρόπους που χρησιμοποιείς για τη σωτηρία των ανθρώπων,) ποίος θα μπορέσει να εξερευνήσει, ψυχοσώστα Σωτήρα μου; Συ που έχεις άπειρο την ευσπλαχνία, μη παραβλέψεις εμένα, τη δική Σου δούλη!

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἰδοῦ ὁ Νυμφίος ἔρχεται, ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός· καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα· ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὑπὲρ τὴν πόρνην ἀγαθὲ ἀνομήσας, δακρύων ὄμβρους οὐδαμῶς σοι προσῆξα, ἀλλὰ σιγῇ δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ἀσπαζόμενος, τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ὅπως μοι τὴν ἄφεσιν, ὡς Δεσπότης παράσχῃς, τῶν ὀφλημάτων κράζοντι Σωτήρ· Ἐκ τοῦ βορβόρου τῶν ἔργων μου ῥῦσαί με.

Ο Άγιος Γεώργιος εν Μαλεώ 

Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ἀγάπησε ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁλόψυχα τὸν Χριστὸ καὶ ἀκολούθησε τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ γονεῖς του ἐπιθυμοῦσαν νὰ νυμφευθεῖ. Ἔτσι ἐπιδόθηκε σὲ κάθε εἴδους ἄσκηση καὶ ἐγκράτεια, νηστεία καὶ σκληραγωγία, προσευχή, δάκρυα, μελέτη τῶν θείων Γραφῶν καὶ κάθε ἄλλη ἀρετή, γιὰ νὰ εὐαρεστήσει τὸν Θεό.

Οἱ Χριστιανοὶ προσέτρεχαν πρὸς αὐτὸν γιὰ νά φωτισθοῦν καὶ νὰ κατανοήσουν τὰ ἀγαθὰ τῆς πίστεως. Βλέποντας, ὅμως, ὁ Ὅσιος ὅτι ἐρχόταν πρὸς αὐτὸν πολὺ πλῆθος ἀνθρώπων καὶ δὲν τὸν ἄφηναν ἥσυχο στὸ ἔργο τῆς προσευχῆς, κατέφυγε στὸ ὄρος Μαλεβό, στὴ νότια Λακωνία. Ἐκεῖ, ἀφοῦ συγκέντρωσε γύρω του πλῆθος μοναχῶν, ἀσκοῦνταν στὴν ἡσυχία γενόμενος σκεῦος ἐκλογῆς καὶ φωτίζοντας ὅλους στὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Μάλιστα ἔδινε στὸν καθένα χωριστὰ τοὺς ὅρους καὶ τοὺς κανόνες τοὺς ὁποίους ἔπρεπε νὰ ἐκδουλεύει. Ὁ Ὅσιος Γεώργιος πρόκοψε τόσο πολὺ στὴν ἀρετή, ὥστε ἔγινε ξακουστὸς καὶ θαυμαστὸς στοὺς ἄρχοντες, ἀκόμα καὶ στοὺς βασιλεῖς, πρὸς τοὺς ὁποίους ἔγραψε πολλὲς ἐπιστολὲς ἀπαντώντας σὲ πνευματικὰ θέματα καὶ νουθετώντας αὐτοὺς νὰ κυβερνοῦν τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ μὲ δικαιοσύνη, ἀγαθότητα καὶ ἐλεημοσύνη.
Προεῖπε δὲ ὁ Ὅσιος καὶ τὸ κατὰ Θεὸν τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, τρία χρόνια πρὶν αὐτὸ συμβεῖ. Καὶ ἔτσι, ἀφοῦ θεοφιλῶς καὶ καλῶς πολιτεύθηκε, ὅταν ἦρθε ὁ καιρὸς ἀσθένησε γιὰ λίγο. Τότε κάλεσε κοντά του ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἀσκήτευαν στὸ ὄρος Μαλεβό, τοὺς εὐλόγησε καί, ἀφοῦ τοὺς δίδαξε πῶς θὰ σωθοῦν καὶ θὰ εὐαρεστοῦν τὸν Θεό, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖον γεώργιον, δικαιοσύνης καρπούς, πλουσίως ἐξήνεγκας, δι’ ἐνάρετου ζωῆς, Γεώργιε Ὅσιε· σὺ γὰρ καθάπερ φοῖνιξ, ἐν ἀσκήσει βλαστήσας, τρέφεις τῇ δωρεᾷ σου, τὴν Χριστοῦ Ἐκκλησίαν· ὅθεν ἀεὶ εὐχαρίστως, τιμᾷ τὴν μνήμην σου.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Γεωργὸς πανάριστος, τῆς ἐγκρατείας ἐγένου, τὸ δοθέν σοι τάλαντον, ἀσκητικῶς ἐπαυξήσας· ὅθεν σοι, ἡ ἐπουράνιος κληρουχία, δίδοται, ἀνθ’ ὧν διήνυσας Πάτερ πόνων· ὁ Χριστὸς γάρ σε δοξάζει, ὃν ἵλεών μοι δίδου Γεώργιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Σπόρον γεωργήσας τὸν μυστικόν, στάχυν ἀφθαρσίας, συγκομίζεις ἐν οὐρανῷ· δι’ οὗ κἀμὲ θρέψον, Γεώργιε θεόφρον, τὸν ἐν παθῶν πενίᾳ, ἀεὶ λιμώτοντα.

Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς τοῦ Βορμποζὸμ γεννήθηκε περὶ τὰ τέλη τοῦ 15ου αἰῶνος μ.Χ. στὴ Ρωσία. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς στὴ μονὴ τοῦ Κομὲλ καὶ στὴ νῆσο Βορμποζόμ, κοντὰ στὴ Λευκὴ λίμνη, ὅπου ἵδρυσε μοναστικὴ ἀδελφότητα καὶ ἀνήγειρε ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1550.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἅγιοι Θεόδουλος καὶ Ἀγαθόπους οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Θεόδουλος καὶ Ἀγαθόπους κατάγονταν ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη καὶ μαρτύρησαν στὶς ἀρχὲς τοῦ διοκλητιάνειου διωγμοῦ ἐπὶ Καίσαρος Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.) καὶ ἄρχοντος Φαυστίνου.

Ὁ Θεόδουλος ἦταν ἀναγνώστης καὶ προερχόταν ἀπὸ ἐπιφανὴ οἰκογένεια. Οἱ ἀδελφοί του Καπίτων, Μητρόδωρος καὶ Φιλόστοργος, ἦταν εὐσεβέστατοι νέοι καὶ στὶς δύσκολες ὧρες ποὺ πέρασε ὁ Ἅγιος Θεόδουλος μετὰ τὴν σύλληψή του, στάθηκαν δίπλα του ἐνισχύοντάς τον. Στὸ Συναξάριό του ἀναφέρεται ὅτι λίγο πρὶν ἐξαπολυθεῖ ὁ διωγμὸς ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ὕπνου του ὁ Ἅγιος Θεόδουλος δέχθηκε ὡς δῶρο ἕνα δαχτυλίδι, σύμβολο δόξας τοῦ δωρεοδότου Θεοῦ. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὁ Ἅγιος Θεόδουλος ἀπέκτησε τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας καὶ ἐπιτελοῦσε ἰάσεις.

Ὁ Ἅγιος Ἀγαθόπους ἦταν γέροντας στὴν ἡλικία καὶ διάκονος. Ὁδηγήθηκε μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Θεόδουλο στὸν ἡγεμόνα τῆς Θεσσαλονίκης, γιὰ νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Οἱ Ἅγιοι ὅμως ὁμολόγησαν ἐνώπιον τοῦ Φαυστίνου τὴν πίστη τους στὸν Θεό. Ὁ Φαυστίνος, βλέποντας τὴν πνευματικὴ ἀνδρεία τῶν Ἁγίων, ἀποφάσισε νὰ ἐπιχειρήσει νὰ τοὺς μεταπείσει χωριστὰ τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλο. Γι’ αὐτὸ τοὺς ἀπομάκρυνε ὅλους καὶ κράτησε κοντά του μόνο τὸν Θεόδουλο, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ἴσως μπορέσει νὰ κάμψει τὸ φρόνημά του εὐκολότερα ἐξαιτίας  τοῦ νεαροῦ τῆς ἡλικίας του. Μάταια, ὅμως.

Ὁ ἡγεμόνας ἀκολούθησε τὴν ἴδια τακτικὴ καὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀγαθόποδα. Καὶ ἐκεῖνος ὅμως, μὲ τὴν σειρά του, ἔδωσε τὴν σθεναρὴ ὁμολογία τῆς πίστεώς του.

Ἀρκετοὶ ἀπὸ τὸ παριστάμενο πλῆθος, ἐμφορούμενοι ἀπὸ δειλία, προσπάθησαν νὰ τοὺς μεταπείσουν, προβάλλοντας ὡς ἐπιχείρημα στὸν μὲν Ἅγιο Θεόδουλο τὴ νεότητά του, τὴν ὁποία ἔπρεπε νὰ λυπηθεῖ, στὸν δὲ Ἅγιο Ἀγαθόποδα τὸ προχωρημένο τῆς ἡλικίας του. Οἱ Μάρτυρες ὡστόσο ἔμειναν ἀνυποχώρητοι γι’ αὐτὸ καὶ ὁδηγήθηκαν στὴ φυλακή, ὅπου πέρασαν τὴ νύχτα προσευχόμενοι. Κατὰ τὸ μεσονύκτιο ἐνδυναμώθηκαν μὲ θεῖες ὀπτασίες καὶ συνέχισαν νὰ δοξολογοῦν τὸ Ὄνομα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, ποὺ τοὺς σκέπαζε μὲ τὴν Χάρη Του.

Κάποιος Οὐρβανός, ποὺ παρακολουθοῦσε ὅλα ὅσα εἶχαν συμβεῖ στὴ φυλακή, ἔσπευσε νὰ καταγγείλει τὰ γενόμενα στὸν Φαυστίνο. Ἐπιπλέον δὲ τοῦ συνέστησε νὰ θανατώσει ὅσο τὸ δυνατὸν γρηγορότερα τὸν Θεόδουλο καὶ τὸν Ἀγαθόποδα , γιατί ὅσο περισσότερο παρέμεναν στὴ φυλακὴ τόσο περισσότεροι θὰ πίστευαν στὸν Χριστό.
Ὁ Φαυστίνος, ταραγμένος ἀπὸ ὅσα ἄκουσε, διέταξε νὰ τοῦ παρουσιάσουν ἀμέσως τοὺς δύο Μάρτυρες γιὰ νά τοὺς ἀνακρίνει. Γιὰ τελευταία φορὰ ὁ ἡγεμόνας προσπάθησε νὰ τοὺς μεταπείσει ἀλλὰ ἡ μόνη ἀπάντηση ποὺ ἔλαβε ἦταν: «Εἴμαστε Χριστιανοὶ καὶ προτιμᾶμε ὑπὲρ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ ὑποστοῦμε τὰ πάντα». Κατόπιν τούτου διέταξε νὰ τοὺς ρίξουν στὴ θάλασσα γιὰ νὰ πνιγοῦν.

Ἔτσι ἄθλησαν οἱ δύο Ἅγιοι καὶ ἔλαβαν τὸ στέφανο τῆς οὐράνιας δόξας καὶ μακαριότητας. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἡ Ἁγία Φερφούθη , ἡ ἀδελφή της καὶ ἡ δούλη αὐτῶν οἱ Μάρτυρες

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Φερφούθη (ἢ Φερβούθη) ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Σαβωρίου, βασιλέως τῶν Περσῶν καὶ ἦταν ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου Συμεών, Ἐπισκόπου Περσίδος ( 17 Ἀπριλίου), ὁ ὁποῖος μαρτύρησε στὴν Περσία μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανούς.

Μετὰ τὴν ἄθληση καὶ τὴν τελείωση τοῦ ἀδελφοῦ της Συμεών, ἐνῷ ἡσύχαζε σὲ οἴκημα μαζὶ μὲ τὴν ἀδελφή της καὶ τὴν δούλη της, δίδασκε αὐτοὺς ποὺ τὴν πλησίαζαν γιὰ τὴν πίστη στὸν Χριστό. Ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι, ἐπειδὴ φθονοῦσαν τὴν Ἁγία, τὴν διέβαλαν ὅτι δῆθεν κατασκεύαζε θανατηφόρα δηλητήρια. Ἡ γυναίκα τοῦ βασιλέως Σαβωρίου ὑπεράσπιζε τοὺς Ἰουδαίους. Ἐπειδὴ δὲ ἐκεῖνο τὸ χρονικὸ διάστημα ἀρρώστησε, προσῆλθαν σὲ αὐτὴ οἱ Ἰουδαῖοι καὶ κατηγόρησαν τὶς Ἁγίες ὅτι γιὰ τὸν φόνο τοῦ Ἐπισκόπου Συμεὼν οἱ ἀδελφές του τὴν εἶχαν ὑποδουλώσει μὲ μαγεία, γιὰ νὰ πεθάνει. Ἐάν, λοιπόν, ἡ βασίλισσα ἤθελε νὰ γίνει καλά, ἔπρεπε νὰ διατάξει νὰ σχισθοῦν στὴ μέση καὶ νὰ κρεμαστοῦν τὰ διχοτομημένα μέρη τους, γιὰ νὰ περάσει ἀπὸ τὴ μέση καὶ νὰ γίνει καλά.
Ἔτσι μαρτύρησαν οἱ Ἁγίες καὶ κληρονόμησαν τὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Πόπλιος ὁ Αἰγύπτιος

Ὁ Ὅσιος Πόπλιος ἢ Πούπλιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος Ἐπίσκοπος Σεβίλλης 

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος γεννήθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 565 – 570 μ.Χ. στὴν Καρθαγένη τῆς Ἱσπανίας, στὴν ὁποία ἡ οἰκογένειά του εἶχε καταφύγει ἐξαιτίας τοῦ διωγμοῦ τοῦ ἀρειανοῦ Γότθου βασιλέως Ἀγίλα (549 – 554 μ.Χ.). Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἀδελφούς του Λέανδρο καὶ Φουλγέντιο καὶ τὴν ἀδελφή του Φλωρεντίνη. Ὁ ἀδελφός του, Λέανδρος, ποὺ ἦταν Ἐπίσκοπος Σεβίλλης, φρόντισε μὲ περισσὴ φροντίδα γιὰ τὴν μόρφωση τοῦ Ἁγίου.

Ὅταν ἐνηλικιώθηκε, ἐργάσθηκε κοντὰ στὸν δάσκαλο καὶ ἀδελφό του Λέανδρο βοηθώντας τὸ θεολογικὸ καὶ ποιμαντικό του ἔργο. Κυρίως ἀσχολήθηκε μὲ τὴν μεταστροφὴ τῶν Βησιγότθων ἀπὸ τὸν ἀρειανισμὸ καὶ ἀντιστάθηκε καὶ αὐτὸς σθεναρὰ στὸν κακόδοξο τότε βασιλέα Λέβεγκιλτ. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐξορίας τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου ὁ Ἰσίδωρος σήκωσε στοὺς ὤμους του, μόνο αὐτός, τὸ βάρος τοῦ ἀντιαιρετικοῦ ἀγῶνος καὶ ὑπεράσπισε μὲ θάρρος τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ τὰ ἀληθινὰ συμφέροντα τῆς Ἰσπανικῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ἀργότερα στὸ θρόνο ἀνέβηκε ὁ ὀρθόδοξος υἱὸς τοῦ Λεβιγκίλτ, ὁ Ρεκαρέντ, ὁ λαὸς ἐπέστρεψε στὴν Ὀρθοδοξία.

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ἀναχώρησε σὲ ἕνα μοναστήρι, γιὰ νὰ ἐπιδοθεῖ ὁλόψυχα στὴν ἡσυχία, τὴν μελέτη καὶ τὴν προσευχή. Αὐτὸ ὅμως δὲν κράτησε γιὰ πολύ. Ὁ θάνατος τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου ἀνάγκασε τὸν Ἰσίδωρο νὰ ὑπακούσει στὸν κλῆρο καὶ τὸν λαὸ καὶ νὰ ἀναλάβει τὸ ἔτος 600 μ.Χ., ὡς Ἐπίσκοπος τὸν θρόνο τῆς Σεβίλλης.

Στὴν Β’ Τοπικὴ Σύνοδο τῆς Σεβίλλης, τὸ ἔτος 619 μ.Χ., στὴν ὁποία προήδρευε, κατατροπώθηκε ἕνας αἱρετικὸς μονοφυσίτης μαθητὴς τοῦ Σεβήρου, ἐνῷ ὁ Ἅγιος θεράπευσε ἕναν τυφλὸ μὲ τὸ ἁπλὸ ἄγγιγμά του. Τὸ ἔτος 633 μ.Χ. ὁ Ἅγιος προήδρευσε καὶ τῆς Συνόδου τοῦ Τολέδο.

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὑπῆρξε ἔξοχος διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ κόσμημα αὐτῆς. Λίγοι δύνανται νὰ παραβληθοῦν μὲ τὸν Ἅγιο ὡς πρὸς τὴν πολυμάθεια καὶ τὴ γνώση.

Ἡ ἐκκλησιαστικὴ τάξη βρῆκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου τὸν μεγάλο διαμορφωτή. Πίστευε ὅτι οἱ ἱερὲς τελετὲς καὶ οἱ Ἀκολουθίες πρέπει νὰ ἀντικατοπτρίζουν ὅσο πιὸ πολὺ γίνεται τὴν μεγαλοπρέπεια τῆς οὐράνιας ἱεραρχίας. Θεωρεῖται ὁ θεμελιωτὴς τοῦ λειτουργικοῦ τυπικοῦ ποὺ ἐπιζεῖ μέχρι σήμερα, τὴν μοζαραβικὴς λειτουργίας. Πλήθη συνέρρεαν στὴ Σεβίλλη γιὰ νὰ ἀκούσουν τὸν λόγο του. Λεγόταν ὅτι ἡ σοφία του ὑπερέβαινε τὴ σοφία καὶ αὐτοῦ τοῦ βασιλέως Σολομῶντος. Τὰ θεία κηρύγματά του συνοδεύονταν συχνὰ ἀπὸ θαύματα ποὺ πιστοποιοῦσαν τοῦ λόγου τὸ ἀληθές.

Ὁ μοναχικὸς βίος βρῆκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου τὸν θερμὸ ὑποστηρικτὴ καὶ βοηθό του. Ἵδρυσε καὶ ὀργάνωσε πολλὰ μοναστήρια καὶ ἔχτισε θεολογικὴ σχολὴ γιὰ τὴν μόρφωση τῶν κληρικῶν, στὴν ὁποία σχολὴ καὶ ὁ ἴδιος συχνὰ δίδασκε. Ἡ ἐκπαίδευση καὶ ὄχι μόνο ἡ ἐκκλησιαστική, ἀποτέλεσε μέλημα καὶ φροντίδα τοῦ καλοῦ ποιμένα. Καμία πτυχὴ τῆς γνώσεως δὲν τοῦ ἦταν ἀδιάφορη ἢ ξένη, γι’ αὐτὸ καὶ δίδαξε καὶ ἔγραψε ἐντυπωσιακὰ κείμενα ὅλων τῶν τότε γνωστῶν ἐπιστημῶν, ὅπως τὸ ἔργο «Ἐτυμολογίες ἢ περὶ τῆς ἀρχῆς τῶν πραγμάτων».

Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος, ὅταν ἦταν πλέον πλήρης ἡμερῶν καὶ ἔργων εὐσεβείας, ἀσθένησε. Αἰσθάνθηκε ὅτι ἡ πορεία του ἐδῶ στὴ γῆ ἔφθασε στὸ τέλος της. Μοίρασε ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς φτωχοὺς καὶ προετοίμασε τὴν ἔξοδό του μὲ προσευχὴ καὶ μετάνοια. Προφήτεψε ἀκόμη τὴν θλιβερὴ ἱστορικὴ πορεία τῆς Ἰσπανικῆς Ἐκκλησίας καὶ τὰ δεινὰ ποὺ τὴν περίμεναν. Τέσσερις ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμησή του ζήτησε νὰ τὸν μεταφέρουν στὸ κέντρο τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ καὶ νὰ τὸν τοποθετήσουν, ἐνδεδυμένο μὲ ἕνα ἁπλὸ στιχάριο, ἐπάνω σὲ στάχτη. Τότε προσευχήθηκε στὸν Θεὸ καὶ Τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν συγχωρέσει.
Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 636 μ.Χ. Τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐναποτέθηκε μεταξὺ τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου καὶ τῆς ἀδελφῆς του Φλωρεντίνης στὸν μητροπολιτικὸ ναὸ τῆς Σεβίλλης. Ἀργότερα μετὰ τὸ σχίσμα τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν κορμὸ τῆς Μίας, Ἁγίας καὶ Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὸ τίμιο σκήνωμά του Ἁγίου Ἰσιδώρου μεταφέρθηκε στὴν πόλη Λεόν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς

Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ (527 – 565 μ.Χ.). Σύμφωνα μὲ τὸν βιογράφο του, Ἅγιο Σωφρόνιο, Ἀρχιεπίσκοπο Ἱεροσολύμων, ἀφιερώθηκε στὸν Θεὸ ἀπὸ παιδὶ καὶ ἀσκήθηκε σὲ ὅλα τὰ εἴδη τῶν ἀρετῶν. Περιῆλθε περὶ τοὺς χίλιους διακρινόμενους γιὰ τὴν ἀρετὴ τοὺς ἀσκητές, γιὰ νὰ διδαχθεῖ ἀπὸ τὴν σοφία καὶ τὴν ἀρετή τους καὶ ἐγκαταβίωσε σὲ μοναστήρι τῆς Παλαιστίνης. Πόθος του ἦταν νὰ ὑποτάξει τὴ σάρκα στὸ πνεῦμα. Ἔκανε ὑπακοὴ στοὺς γέροντες τῆς μονῆς καὶ μὲ μεγάλη χαρὰ ἐφάρμοζε ὅσους κανόνες καὶ εἴδη ἀσκήσεως τοῦ ἔδιναν. Ἡ τροφή του ἦταν λιτὴ καὶ τὴν ἐξοικονομοῦσε κάνοντας ἐργόχειρο. Ἡ μεγαλύτερη ἀσχολία του ἦταν ἡ ψαλμῳδία καὶ ἡ μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν. Πολλὲς φορὲς ὁ Ὅσιος εἶχε ἀξιωθεῖ νὰ δεῖ ὁράματα, σύμφωνα καὶ μὲ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Μὲ τοὺς πνευματικούς του ἀγῶνες ἔφθασε σὲ ὕψη ἀρετῆς, σοφίας, ἐγκράτειας καὶ ἁγιότητας. Ἔτσι σιγὰ – σιγά, ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του ἔφθασε παντοῦ καὶ πολλοὶ μοναχοὶ ἀπὸ γειτονικὰ καὶ μακρινὰ μοναστήρια τὸν ἐπισκέπτονταν, γιὰ νά τὸν συμβουλευθοῦν καὶ νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικὰ ἀπὸ τὶς διδαχές του.

Σὲ αὐτὸ τὸ μοναστήρι ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς διῆλθε μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις τὸν ἀσκητικὸ βίο μέχρι τὸ πεντηκοστὸ τρίτο χρόνο τῆς ἡλικίας του. Ἀγαποῦσε ὅμως τὴν ἐρημικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ ζωή. Θέλοντας νὰ ἀγωνιστεῖ περισσότερο πνευματικά, ἀποφάσισε νὰ ἐγκατασταθεῖ στὴ μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Ἐκεῖ ἀφιερώθηκε στὴ αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ νηστεία. Ἡ πύλη τοῦ μοναστηριοῦ ἔμενε πάντα κλειστή, γιὰ νὰ μποροῦν οἱ μοναχοὶ νὰ προσεύχονται καὶ νὰ ἀσκοῦνται ἀπερίσπαστοι. Ἄνοιγε μόνο ὅταν κάποιος μοναχὸς εἶχε μεγάλη ἀνάγκη νὰ ἐξέλθει τῆς μονῆς, ἀλλὰ αὐτὸ ἦταν σπάνιο, γιατί τὸ μοναστήρι ἦταν στὴν ἔρημο καὶ ἡ περιοχὴ ἄγνωστη καὶ δύσκολη στὸ πέρασμά της.

Κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς ἀναχωροῦσε γιὰ τὴν ἔρημο, ὅπου κατ’ εὐδοκίαν τοῦ Θεοῦ συνάντησε τὴν Ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία ( 1 Ἀπριλίου), στὴν ὁποία μετάδωσε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια καὶ κήδευσε.
Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θάμβους πέπλησαι, ὅτε κατεῖδες, τὴν θεόφρονα, σεμνὴν Μαρίαν, ἐν ἐρήμῳ Ζωσιμᾶ ὥσπερ ἄγγελον· διακονήσας δὲ ταύτῃ θερμότατα, τῆς ἄνω δόξης ὁμοῦ ἠξιώθητε· μεθ’ ἧς πρέσβευε, Κυρίῳ τῷ Παντοκράτορι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῆς ἐγκρατείας καθαρθεὶς ταῖς ἰδέαις, ἱερωσύνης τῷ φωτὶ κατηυγάσθης, καὶ τῷ Θεῷ ὁσίως ἐλειτούργησας· ὅθεν σε ὁ ἄναρχος, ἀμειβόμενος Λόγος, Μαρίαν σε ἠξίωσεν, ἐφευρεῖν τὴν Ὁσίαν· μαθ’ ἧς δυσώπει Πάτερ Ζωσιμᾶ, πᾶσι δοθῆναι, πταισμάτων συγχώρησιν.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἐναρέτων ἔργων φωστήρ, καὶ κατορθωμάτων, οὐρανίων μυσταγωγέ· χαίροις ὁ κηδεύσας, Μαρίαν τὴν Ὁσίαν, Πατέρων χαῖρε κλέον, Ζωσιμᾶ Ὅσιε.

Οἱ Ὅσιοι Θεωνᾶς, Συμεὼν καὶ Φερβίνος

Οἱ Ὅσιοι Θεωνᾶς, Συμεὼν καὶ Φερβίνος ἢ Φορβίνος κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ὁσίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr    

Ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης

Ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς Α’, μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Νεομάρτυρα, «τίνα μὲν εἶχε πατρίδα ἐπὶ τῇ γῇ, ἢ τίνας γονεῖς, ἢ μὲ ποῖον τρόπον ἐγένετο ἀρχιερεὺς τῆς Θεσσαλονίκης, ἀπὸ ἱστορίαν ἔγγραφον ἢ παραδοσίν τινα, δὲν ἐμάθομεν» μαρτυρεῖ ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, συγγραφέας τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου. Μία παράδοση θέλει τὸν Ἅγιο Θεωνᾶ Μυτιληναῖο καὶ γι’ αὐτὸ πολλοὶ νεότεροι ἐρευνητὲς τὸν ἀποκαλοῦν Λέσβιο, εἴτε γιατί καταγόταν ἀπὸ τὴν Λέσβο, εἴτε γιατί παρέμεινε ἐκεῖ ὡς πνευματικός, στὸ Πλωμάρι.

Ὁ Ἅγιος Θωνᾶς ἴσως νὰ γεννήθηκε κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 15ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀγνοοῦνται ὅλα τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ζωή του πρὶν ἀπὸ τὴν μετάβασή του στὸ Ἅγιον Ὄρος. Κατ’ ἀρχὴν ἀσκήτεψε στὴ Μονὴ Παντοκράτορος, ὡς Πρεσβύτερος. Ἀργότερα ὅμως ἐγκατέλειψε, γιὰ νὰ συγκαταριθμηθεῖ στὴ συνοδεία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Νεομάρτυρα ( 1 Νοεμβρίου), ὁ ὁποῖος μόναζε σὲ μία τοποθεσία πάνω ἀπὸ τὴ Μονὴ Ἰβήρων, στὸ μονύδριο τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Κατὰ τὸ ἔτος 1518 ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος μὲ τὴν συνοδεία ἕξι μαθητῶν του, μεταξὺ αὐτῶν καὶ τοῦ Θεωνᾶ, ἐγκατέλειψε τὴν Σκήτη τοῦ Προδρόμου καὶ κατέφυγε στὰ ἐνδότερα τοῦ Ἄθωνος, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ μία ὀπτασία ὁ Γέροντας ἀποφάσισε νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἔτσι τὴν Παρασκευὴ τῆς Διακαινησίμου τοῦ ἔτους 1518, ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος καὶ ἡ συνοδεία του ἐγκατέλειψαν τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀφοῦ διῆλθαν ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἀκολούθησαν τὴν ὁδὸ πρὸς τὴν Θεσσαλία, πέρασαν ἀπὸ τὸ κάστρο τῆς Πέτρας (Πλαταμῶνος) καὶ τὰ Μετέωρα καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὴ μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου, στὴ Δερβεκίστα (Ἀνάληψη) τῆς Αἰτωλίας, ὅπου καὶ διέμειναν ἐπὶ ἕνα ἔτος.

Ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς ἦταν ὁ πιστότερος καὶ καλύτερος μαθητὴς τοῦ Ἰακώβου. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἐστάλη πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο Ἄρτας, Ἀκάκιο, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίσει ἐνταλτήριο γράμμα γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη πνευματικὴ ἐργασία στοὺς Χριστιανοὺς τῆς περιοχῆς. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος σύντομα κατέστη λαοφιλὴς καὶ σημειοφόρος, ὁ Ἐπίσκοπος Ἄρτας Ἀκάκιος τὸν φθόνησε. Ἔτσι ἀποδέχθηκε τὶς συκοφαντίες κάποιων ψευδομοναχῶν καὶ διέβαλε τὸν Ἅγιο Ἰάκωβο στοὺς Τούρκους ὡς ἐπαναστάτη. Ὁ μπέης τῶν Τρικάλων ἀπέστειλε στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι συνέλαβαν τὸν Ἰάκωβο καὶ δύο μαθητές του, τὸν διάκονο Ἰάκωβο καὶ τὸν μοναχὸ Διονύσιο καὶ τοὺς μετέφεραν στὰ Τρίκαλα, ὅπου παρέμειναν στὴ φυλακὴ γιὰ σαράντα ἡμέρες. Ἐκεῖ ἐπισκέφθηκαν τὸν Ἰάκωβο καὶ δύο ἄλλοι μαθητές του, ὁ Θεωνᾶς καὶ ὁ Μαρκιανὸς καὶ τὸν ρώτησαν γιὰ τὴν τύχη τῆς μονῆς καὶ τῶν ἀδελφῶν μετὰ τὸν θάνατό του. Τότε ὁ Ἰάκωβος προφήτευσε ὅτι αὐτοὶ θὰ ἐγκαταλείψουν τὴ μονὴ καὶ θὰ συγκεντρωθοῦν σὲ κάποιο μοναστήρι κοντὰ στὴν Θεσσαλονίκη. Ἀπέστειλε μάλιστα καὶ ἐπιστολὴ στοὺς μαθητές του, μὲ τὴν ὁποία ὅριζε τὸν Ἅγιο Θεωνὰ ὡς διάδοχο καὶ ἡγούμενο τῆς μονῆς Προδρόμου.

Τὴν 1η Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 1519 ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος καὶ οἱ δύο μαθητές του, Ἰάκωβος καὶ Διονύσιος, ἀφοῦ βασανίσθηκαν φρικτὰ στὸ Διδυμότειχο καὶ στὴν Ἀδριανούπολη ἀντίστοιχα, ἀπαγχονίστηκαν. Τὰ ἱερὰ σκηνώματα τῶν τριῶν Νεομαρτύρων ἀγοράσθηκαν ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ἐνταφιάσθηκαν στὸ χωριὸ Ἀρβανιτοχώρι, πέντε χιλιόμετρα ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη.

Σύμφωνα μὲ τὴν προφητεία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου, μετὰ τὸν θάνατό του, ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς καὶ ἡ συνοδεία τῆς Δερβεκίστας ἐγκατέλειψαν τὸ ἑπόμενο ἔτος τὴ μονὴ καὶ μετέβησαν στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ μονὴ τῆς Σιμωνόπετρας. Ἀπὸ κάποιο Ἀρτινὸ ἱερέα πληροφορήθηκαν γιὰ τοὺς τάφους τῶν Ἁγίων καὶ φρόντισαν γιὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τους. Μετὰ ἀπὸ λίγο, τὸ ἔτος 1522, «οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἁγίου καὶ διὰ τὴν ἔνδειαν τῶν ἀναγκαίων, καὶ μᾶλλον διὰ τὴν προφητείαν τοῦ Ἁγίου ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὴν Σιμωνόπετραν», μαζὶ μὲ τὰ ἅγια λείψανα τῶν τριῶν Νεομαρτύρων καὶ ἦλθαν στὰ περίχωρα τῆς Θεσσαλονίκης. Ἐγκαταστάθηκαν στὸ μοναστήρι τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας, «τὸ ὁποῖον ἦτο τότε, μονύδριον μικρότατον, παλαιότατον καὶ σεσαθρωμένον, ἀνοικοδόμησαν ἐκ βάθρων καὶ ἱκανὰ κελλία ἔκτισαν διὰ τοὺς ἀδελφούς, χάριτι Θεοῦ συνήχθησαν ἕως ἑκατὸν πεντήκοντα ἀδελφοί, οἵτινες διῆγον κοινοβιακὴν ζωήν».

Ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας μαρτυρεῖται ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς σὲ διάφορες πηγές, μέχρι τὸ 1535. Ἡ ἀνάρρηση τοῦ Ἁγίου στὸ μητροπολιτικὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης θὰ πρέπει νὰ συνέβη μετὰ τὸ ἔτος αὐτό, διότι μέχρι τὸ 1535 Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ἦταν ὁ Ἰωάσαφ καὶ σὲ ἔγγραφο τοῦ ἔτους 1538 ἀναφέρεται ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς ὡς Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.

Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου στὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης δὲν ἦταν πολύχρονη, διότι μαρτυρεῖται ὡς Μητροπολίτης τὸ Μάιο τοῦ 1541, ἐνῷ τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1542 ἀναφέρεται ὡς κεκοιμημένος πλέον. Συνεπῶς θὰ πρέπει νά κοιμήθηκε περὶ τὰ μέσα τοῦ ἔτους 1541.
Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Θεωνᾶ, ἀμέσως μετὰ τὴν κοίμησή του, μεταφέρθηκε μὲ τρόπο θαυμαστὸ καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας. Τὸ ἔτος 1821 μεταφέρθηκε στὴ Σκόπελο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ μονὴ Ἐσφιγμένου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ἐκ νέου στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας, ὅπου φυλάσσεται μὲ εὐλάβεια μέχρι σήμερα. Ἡ μνήμη του στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας ἑορτάζεται τὴν Δ’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὁσιότητι βίου Πάτερ κοσμούμενος, Θεσσαλονίκης ἐδείχθης ἀρχιεράρχης σοφός, καὶ ποίμην ἀληθινὸς Ἁγίῳ Πνεύματι, θεοφόρε Θεωνᾶ, Ἐκκλησίας καλλονή, δοχεῖον τοῦ Παρακλήτου. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Θεσσαλονίκης ποιμὴν ἐνθεώτατε, καὶ πρεσβευτὰ πρὸς Θεὸν ἡμῶν μέγιστε, σοφὲ Θεωνᾶ ἀεὶ πρέσβευε, πάσης ἀνάγκης λυτροῦσθαι καὶ θλίψεως, τοὺς πόθῳ τιμῶντάς σε Ἅγιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἔλαμψας ἐν Ἄθῳ ἀσκητικῶς, καὶ τὸν ὑπὲρ λόγον, ἠξιώθης θεωριῶν· ἔνθεν ψήφῳ θείᾳ, ποιμὴν Θεσσαλονίκης, ἐδείχθης θεοφόρος, Θεωνᾶ Ἅγιε.

Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Πολύαθλος 

 Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Πολύαθλος ἔζησε κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. Ὅταν κάποτε ἀσθένησε βαριὰ στράφηκε πρὸς τὸν Θεὸ μὲ προσευχὴ καὶ ἐμπιστοσύνη καὶ ὑποσχέθηκε ὅτι ἐὰν ὁ Κύριος τοῦ χάριζε τὴν ὑγεία του, αὐτὸς θὰ διακονοῦσε τοὺς ἀδελφοὺς τῆς μονῆς τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Ἀφοῦ γιατρεύτηκε, πῆγε στὸ μοναστήρι τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἐκεῖ ἄρχισε νὰ ἀσκεῖται διὰ τῆς νηστείας καὶ τῆς προσευχῆς καὶ νὰ διακονεῖ τοὺς ἀδελφούς του μὲ ἀνυπόκριτη ἀγάπη.
Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὶς μακρινὲς Σπηλιὲς τῆς Λαύρας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Πλάτων 

Ὁ Ὅσιος Πλάτων γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ ἔτος 732 μ.Χ. ἀπὸ γονεῖς εὐγενεῖς, τὸν Σέργιο καὶ τὴν Εὐφημία, οἱ ὁποῖοι πέθαναν τὸ 746 μ.Χ. Σπούδασε καὶ ἔγινε νοτάριος στὸ βασιλικὸ ταμεῖο, ἀλλὰ γρήγορα ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια καὶ κατέφυγε μὲ προτροπὴ τοῦ Ἀρχιμανδρίτη Θεοκτίστου στὴν μονὴ τῶν Συμβόλων τοῦ Ὀλύμπου, ὅπου ἔγινε μοναχός. Ἀργότερα ἦλθε στὴ Νίκαια, ἐκεῖ ὅπου συνῆλθε ἡ Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ στὴν συνέχεια μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ τοῦ πρότειναν νὰ γίνει Μητροπολίτης Νικομηδείας, πρόταση ποὺ ἀπὸ ταπείνωση ἀπέκρουσε, καθὼς ἐπιθυμοῦσε τὴν ἡσυχία τοῦ ἀσκητικοῦ βίου. Ἀφοῦ παρέλαβε τοὺς ἀνεψιούς του, Θεόδωρο τὸν Στουδίτη, Ἰωσήφ, τὸν μετέπειτα Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης καὶ Εὐθύμιο, ἀποσύρθηκε στὰ μέρη τῆς Προύσσης. Ἐκεῖ ἔχτισε σὲ ἰδιόκτητο κτῆμα, ποὺ ὀνομαζόταν Βοσκύτιον, τὴ λεγόμενη μονὴ τοῦ Σακκουδίωνος, στὴν ὁποία ἔγινε καὶ ἡγούμενος, ἀλλὰ λόγω ἀσθενείας παρεχώρησε τὴν ἡγουμενία στὸν ἀνεψιό του Θεόδωρο, τὸν ὁποῖο ἔβλεπε νὰ στέκεται ψηλὰ στὴν πνευματικὴ ζωή.

Ἐπειδὴ σὲ ὅλα του τὰ ἔργα ὁ Ὅσιος Πλάτων εἶχε συνεργὸ καὶ βοηθό του τὸν Θεόδωρο, τοῦ ἀνέθεσε καὶ τὴν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ὁ ὁποῖος ἔγινε περίλαμπρος μὲ θαυμάσια ψηφιδωτὰ δάπεδα.

Οἱ βαρβαρικὲς ἐπιδρομὲς ἀνάγκασαν τὸν Ὅσιο νὰ ἐπιστρέψει στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ νὰ ἀναλάβει τὴ μονὴ τοῦ Στουδίου, ποὺ ἦταν ἔρημη. Ἐπειδὴ ἀποκήρυξε τὸν γάμο τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου ΣΤ’ (780 – 798 μ.Χ.) μὲ τὴ Θεοδότη, ἂν καὶ ἦταν ἀνεψιά του, περιορίστηκε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Σεργίου καὶ ἀργότερα, μὲ τὴν διαμεσολάβηση τῆς βασίλισσας Εἰρήνης (797 – 802 μ.Χ.), ἐπανῆλθε στὴ μονὴ τοῦ Σακκουδίωνος.
Ὁ Ὅσιος Πλάτων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας τὸ ἔτος 812 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Α’ τοῦ Ρεγκαβὲ (811 – 813 μ.Χ.) καὶ ἐνταφιάσθηκε μεγαλοπρεπῶς ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Νικηφόρο (806 – 815 μ.Χ.) στὴ μονὴ τοῦ Στουδίου, ὅπου ἐτελεῖτο καὶ ἡ Σύναξη αὐτοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr    

Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Σερρῶν

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Νικήτας γεννήθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1760 – 1770 καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἤπειρο. Ἄλλοι συγγραφεῖς θεωροῦν ὅτι ὁ Ἅγιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα τοῦ Πόντου καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῶν Λαζῶν. Τὴν ἐκδοχὴ αὐτὴ στηρίζουν κυρίως στὴν Ἀκολουθία τῶν Ἁγιαννανιτῶν, ποὺ ἐγράφη τὸ 1840 – 1850 ἀπὸ τὸν μοναχὸ Ἰάκωβο τῆς Νέας Σκήτης καὶ στὴν ὁποία ἀναφέρεται ὅτι ὁ Ἅγιος καταγόταν ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῶν Λαζῶν τοῦ Πόντου, καθὼς καὶ στὴ λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου ἐπὶ τῆς ὁποίας ἀναγράφεται «Τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Νικήτα τοῦ Λαζοῦ».

Ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ μαρτυρίου του δὲν μᾶς εἶναι γνωστὸ ἂν ἀρνήθηκε στὴν ἀρχὴ τοῦ βίου του τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε Μωαμεθανὸς στὶς Σέρρες. Πάντως, γίνεται λόγος γιὰ τὴν περιτομὴ τὴν ὁποία ὑπέστη ὁ Ἅγιος.

Ὁ Ἅγιος ἔγινε μοναχὸς στὴ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ ἄρχισε τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες ζώντας μὲ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ προσευχή. Ἀργότερα χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, τὴν καλούμενη Ρωσική. Καταληφθεὶς ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου περιερχόταν τὰ περίχωρα τῶν Σερρῶν καὶ τῆς Δράμας καὶ κήρυττε ἐνώπιον τῶν Τούρκων τὸν Χριστὸ ὡς ἀληθινὸ Θεό. Ἡ ἀπόφασή του ἦταν νὰ χύσει τὸ αἷμα του γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ γλυκύτατου Ἰησοῦ.

Ὁ Ἅγιος Νικήτας ἐξομολογήθηκε στὸν προηγούμενο ἱερομόναχο Κωνσταντίνο τοῦ μετοχίου τῆς Παναγίας τῆς Ἡλιόκαλλης καὶ μετέλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἀφοῦ πέρασε ἀπὸ τὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, πῆγε ὕστερα στὸ τζαμὶ τοῦ Ἀχμὲτ Πασᾶ. Στὸ τζαμὶ αὐτὸ ἔμενε ἕνας ἱεροδιδάσκαλος τῶν Τούρκων μαζὶ μὲ τοὺς ἱεροσπουδαστές του. Ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητὲς αὐτοὺς ἦταν χωλὸς καὶ στὰ δύο πόδια. Ὁ Ἅγιος Νικήτας τοῦ εἶπε ὅτι θὰ θεραπευθεῖ, ἐὰν πιστέψει στὸν Χριστό.
Ὁ νεαρὸς Τοῦρκος ἀνέφερε ἀμέσως στὸν διδάσκαλό του τὸν λόγο ποὺ τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος. Ἔτσι ὁ Ἅγιος συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸ βοεβόδα τῶν Σερρῶν, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν φυλακίσουν. Κατὰ τὸν χρόνο τῆς φυλακίσεώς του ὑπέστη πολλὰ καὶ φρικώδη βασανιστήρια. Τὸ βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου τοῦ ἔτους 1808 ὁ Ἰσοὺχ μπέης διέταξε νὰ ἐκτελεσθεῖ ἡ ἀπόφαση τοῦ θανάτου τοῦ Ἁγίου Νικήτα, τὸν ὁποῖο κρέμασαν. Κοντὰ στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου του ἦταν ὁ ναὸς τοῦ Ἀρχιστρατήγου Μιχαήλ. Τὴν ἴδια νύχτα τοῦ μαρτυρίου ὁ διάκονος τοῦ ναοῦ βγῆκε ἀπὸ τὸ κελλί του καὶ εἶδε ἕνα μεγάλο φῶς νὰ λάμπει σὲ ὅλη τὴν γύρω περιοχή. Τὸ λείψανο τοῦ Μάρτυρος ἔμεινε κρεμασμένο στὴν ἀγχόνη τρεῖς ἡμέρες. Τὴν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου, τὸ βράδυ, δόθηκε στοὺς Χριστιανοὺς ἡ ἄδεια νὰ κατεβάσουν τὸ ἱερὸ λείψανο καὶ νὰ τὸ ἐνταφιάσουν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῶν Σερρῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Ἰωσήφ 

Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ἔζησε κατὰ τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, ὅπου διῆλθε τὸν βίο του μὲ νηστεία καὶ προσευχή. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γεροντίσσης 

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς «Γεροντίσσης» φυλάσσεται μὲ εὐλάβεια στὴ μονὴ Παντοκράτορος τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Εἶναι ἀντίγραφο τῆς ψηφιδωτῆς εἰκόνος τῆς Παναγίας Γοργοεπηκόου, ποὺ βρισκόταν στὴ μονὴ Παντοκράτορος τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ ἐπωνυμία «Γερόντισσα» ἀποδόθηκε ὕστερα ἀπὸ ἕνα θαῦμα τῆς Παναγίας. Τὴν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ἐπιτελέσθηκε τὸ θαῦμα, ὁ ἡλικιωμένος ἡγούμενος ποὺ μετροῦσε τὶς τελευταῖες ὧρες τῆς ζωῆς του, ζήτησε νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Γι’ αὐτὸ παρακάλεσε τὸν ἱερέα ποὺ λειτουργοῦσε ἐκείνη τὴν ἡμέρα νὰ συντομεύσει τὴν Θεία Λειτουργία, ὥστε νὰ προλάβει νὰ κοινωνήσει. Ὁ ἐφημέριος ὅμως τῆς μονῆς δὲν ὑπάκουσε. Τότε ἀκούσθηκε ἡ φωνὴ τῆς Παναγίας, ποὺ τὸν πρόσταξε νὰ τελειώσει γρήγορα τὴν Θεία Λειτουργία γιὰ νὰ προλάβει νὰ κοινωνήσει ὁ γέροντας ἡγούμενος. Ἔτσι κι ἔγινε. Μόλις ὁ γέροντας κοινώνησε, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἀπὸ τότε ἡ εἰκόνα ἔλαβε τὴν προσωνυμία «Γερόντισσα».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς Μήτηρ φιλεύσπλαγχνος, Χριστοῦ τοῦ πάντων Θεοῦ, Γερόντισσα πέφηνας, ἐν συμπαθείᾳ πολλῇ, ἡμῶν Ἀειπάρθενε. Ὅθεν ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς θερμῆς σου πρεσβείας, σπεύδοντες καθ’ ἑκάστην, εὐλαβῶς σοι βοῶμεν· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς Γεροντίσσῃ ἡμῶν σοι προσπίπτομεν, καὶ ἰσχυρᾷ προστασίᾳ Πανάμωμε. Ἀλλ’ ὦ τοῦ Θεοῦ Μῆτερ Ἄχραντε, μὴ διαλίπῃς ἀεὶ προστατεύουσα, ἡμῶν ἐν κινδύνοις καὶ θλίψεσι.

 

Μεγαλυνάριον.
Χάριν ἀναβλύζει ἡ σὴ Εικών, καὶ παραμυθίας, Θεοτόκε τὸν γλυκασμόν, τοῖς ἐν τῇ πικρίᾳ, παθῶν συνεχομένοις, Γερόντισσα καὶ πόθῳ σὲ μεγαλύνουσι.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἰδοῦ ὁ Νυμφίος ἔρχεται, ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός· καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα· ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὑπὲρ τὴν πόρνην ἀγαθὲ ἀνομήσας, δακρύων ὄμβρους οὐδαμῶς σοι προσῆξα, ἀλλὰ σιγῇ δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ἀσπαζόμενος, τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ὅπως μοι τὴν ἄφεσιν, ὡς Δεσπότης παράσχῃς, τῶν ὀφλημάτων κράζοντι Σωτήρ· Ἐκ τοῦ βορβόρου τῶν ἔργων μου ῥῦσαί με. 

 

Κατά την Μ. Τρίτη επιτελούμε ανάμνηση (α) της περί των δέκα παρθένων γνωστής παραβολής του Κυρίου. Η Εκκλησία μας καλεί να είμεθα έτοιμοι για να υποδεχθούμε, κρατούντες τις λαμπάδες των αρετών μας, τον ουράνιον Νυμφίο, τον Κύριον Ιησού, ο Οποίος θα έλθει αιφνίδια, είτε ειδικά κατά τη στιγμή του θανάτου μας, είτε γενικά κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Επίσης μας καλεί, (β) φέρουσα ενώπιό μας και τη παραβολή των ταλάντων, να καλλιεργήσουμε και να αυξήσουμε τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός. 

Ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, όταν ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα και πλησίαζε προς το εκούσιο Πάθος, έλεγε στους μαθητές Του ορισμένες παραβολές για να τους προετοιμάσει. Μερικές, μάλιστα, τις έλεγε για να καυτηριάσει και να χτυπήσει του Γραμματείς και τους Φαρισαίους. 
Μια από αυτές, τη σημερινή των δέκα παρθένων, την είπε για να παρακινήσει μεν όλους προς την ελεημοσύνη, αλλά και να διδάξει όλους μας να είμαστε έτοιμοι πριν μας προλάβει το τέλος του θανάτου. Επειδή έχει πολλή δόξα η παρθενία (πραγματικά είναι μεγάλο κατόρθωμα!) και για να μη βρεθεί κάποιος που κατορθώνει αυτό το μεγάλο έργο, αλλά παραμελεί τα άλλα και ιδίως την ελεημοσύνη, προβάλλει αυτή τη παραβολή. 
Τρέχει πολύ γρήγορα η νύκτα της παρούσης ζωής, έτσι οι παρθένες όλες νύσταξαν και κοιμήθηκαν, δηλαδή πέθαναν, γιατί ο θάνατος λέγεται και ύπνος. Καθώς κοιμόντουσαν, στη μέση της νύχτας ακούσθηκε μια δυνατή φωνή που έλεγε: «Νάτος ο Νυμφίος, έρχεται! Βγείτε όλες να Τον προϋπαντήσετε!». Τότε οι φρόνιμες παρθένες που είχαν φροντίσει να έχουν άφθονο λάδι, συνάντησαν τον Νυμφίο και μπήκαν μέσα μαζί Του, όταν ανοίχθηκαν οι πύλες. Αυτές κοντά στις άλλες αρετές και μάλιστα της παρθενίας, φρόντισαν να έχουν άφθονο και το λάδι της ελεημοσύνης.
Αντίθετα οι άλλες πέντε παρθένες που δεν είχαν αρκετό λάδι, όταν ξύπνησαν ζητούσαν λίγο από τις φρόνιμες, αλλά μετά θάνατο δεν είναι εύκολο να αγοράσεις λάδι από αυτούς που το πουλούν, δηλαδή τους φτωχούς. Αυτές η παραβολή τις ονομάζει μωρές, γατί ενώ κατόρθωσαν το δυσκολότερο, την ''παρθενία'', παραμέλησαν το ευκολότερο γιατί ήταν ανελεήμονες καρδιές.
  

Όποιος λοιπόν κατορθώσει μια αρετή - έστω μεγάλη - αλλά δε φροντίσει και για τις άλλες και ιδίως την ελεημοσύνη, δε μπορεί να μπει μαζί με το Χριστό στην αιώνια ανάπαυση και γυρίζει πίσω ντροπιασμένος. Και τίποτα δεν είναι πιο λυπηρό και πιο ντροπιαστικό από μια "παρθένο" που νικιέται απ' τον έρωτα των χρημάτων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἰδοῦ ὁ Νυμφίος ἔρχεται, ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός· καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα· ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὴν ὥραν ψυχή, τοῦ τέλους ἐννοήσασα, καὶ τὴν ἐκκοπήν, τῆς συκῆς δειλιάσασα, τὸ δοθέν σοι τάλαντον, φιλοπόνως ἔργασαι ταλαίπωρε, γρηγοροῦσα καὶ κράζουσα· Μὴ μείνωμεν ἔξω, τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ.

Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ὁμολογητής

Ὁ Ὅσιος Νικήτας καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Βιθυνίας καὶ ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα μ.Χ. Σὲ βρεφικὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ μητέρα καὶ τὴν ἀνατροφή του τὴν ἀνέλαβαν ἡ ἐνάρετη γιαγιά του καὶ ὁ εὐσεβὴς Φιλάρετος, ὁ πατέρας του, ὁ ὁποῖος ἀνέθεσε ἀπὸ πολὺ νωρὶς τὴν ἐκπαίδευσή του σὲ κάποιο κληρικὸ φημισμένο γιὰ τὶς παιδαγωγικὲς καὶ πνευματικές του ἀρετές. Ἔτσι ὁ νεαρὸς Νικήτας ἀπόκτησε ἀξιόλογη κοσμικὴ καὶ πνευματικὴ παιδεία.

Ἀφοῦ ἐγκατέλειψε πατέρα, μητέρα, ἀδελφούς, ἀδελφές, συγγενεῖς, σπίτι, πατρίδα, πλούτη καὶ σήκωσε τὸν σταυρό του μὲ προθυμία, ἀκολούθησε τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε ἄξιος μαθητὴς αὐτοῦ.

Σὲ νεαρὴ ἡλικία κατέφυγε στὴν περίφημη μονὴ τοῦ Μηδικίου τῆς Τριγλίας, ὅπου γρήγορα, γιὰ τὶς πολλές του ἀρετές, κατάκτησε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἐκτίμηση ὅλων τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς, οἱ ὁποῖοι μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγουμένου Νικηφόρου, τὸν ἐξέλεξαν ἡγούμενο τῆς μονῆς, ἐπὶ Πατριάρχου Ταρασίου (784 – 806 μ.Χ.).
Λόγω τῆς σταθερῆς πίστεώς του στὴν διδασκαλία καὶ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὶς ἱερὲς εἰκόνες ὁ Ὅσιος ἐξορίσθηκε, ἐπὶ αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ε’ (813 – 820 μ.Χ.), στὴν κωμόπολη Μασαλεὼν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἀπὸ ἐκεῖ ἀνακλήθηκε γιὰ νὰ ἐξορισθεῖ ἐκ νέου, τὸ 815 μ.Χ., στὴ νῆσο τῆς Ἁγίας Γλυκερίας κοντὰ στὸν Ἀκρίτα. Ἐπανέκαμψε στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ βασιλέως Μιχαὴλ τοῦ Τραυλοῦ (820 – 829 μ.Χ.) καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ κάποιο μετόχι στὸ βόρειο τμῆμα τῆς πόλεως, τὸ ὁποῖο πιθανῶς ἀνῆκε στὴ μονὴ Πελεκητῆς. Πρὸς τὸν Ὅσιο ἔγραφε συνεχῶς ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης. Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ὁμολογητὴς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὸν τόπο ποὺ εἶχε ἐγκατασταθεῖ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς νίκης ἐπώνυμος, τῶν θεοσδότων θεσμῶν, φρουρὸς ἀπερίτρεπτος καὶ στῦλος, ὤφθης στερρός, Νικήτα μακάριε· σὺ γὰρ τῆς ἀπαθείας, κοσμηθεὶς ταῖς ἀκτῖσιν, αἴγλῃ ὁμολογίας, τὸν σὸν βίον φαιδρύνεις. Καὶ νῦν τῶν σοὶ προσιόντων, δέχου τὴν αἴνεσιν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἡσυχίας ὑποφήτης πρακτικώτατος,

Τῆς ποιμανσίας ὀφθαλμὸς ὤφθης ἀκοίμητος

Τῆς Μονῆς καθηγησάμενος Μηδικίου·

Ἀλλ’ ὡς φύλαξ τῶν ἐνθέων παραδόσεων

Διαρρύθμισον Νικήτα θείῳ Πνεύματι
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Νῖκος ἄρας Πάτερ κατὰ παθῶν, νικητὴς ἐδείχθης, ἐναντίων τῶν δυσμενῶν· καὶ ὡς νικηφόρος, ἐν πᾶσιν ὦ Νικήτα, νικητικὸν ἐδέξω, θεόθεν στέφανον.

Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Ὑμνογράφος 

Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ γεννήθηκε στὴ Σικελία, τὸ ἔτος 816 μ.Χ., ἀπὸ ἐνάρετους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Πλουτίνο καὶ τὴν Ἀγάθη. Τὰ περὶ τῆς ζωῆς καὶ τῆς δράσεώς του τὰ γνωρίζουμε ἀπὸ τὸν βίο ποὺ συνέταξε ὁ μαθητὴς καὶ διάδοχός του στὴ μονή του, Θεοφάνης, συμπληρωματικὰ δὲ ἀπὸ τὰ ἐγκώμια ποὺ τοῦ ἀφιέρωσαν ὁ Ἰωάννης Διάκονος καὶ ὁ Θεόδωρος Πεδιάσιμος.

Ὁ Ὅσιος ἀναγκάσθηκε νὰ φύγει ἀπὸ τὴν γενέτειρά του οἰκογενειακῶς, λόγω τῆς ἐντάσεως τῶν Ἀραβικῶν ἐπιδρομῶν ποὺ ἔπειτα ἀπὸ λίγο καιρὸ ἐπρόκειτο νὰ καταλήξουν στὴν κατάληψη τῆς νήσου καὶ νὰ μεταναστεύσει στὴν Πελοπόννησο. Σὲ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν ἀποχωρίσθηκε τοὺς γονεῖς του καὶ μετέβη στὴν Θεσσαλονίκη καὶ συγκεκριμένα στὴν περίφημη μονὴ Λατόμου, ὅπου ἐπιδόθηκε στὴ μοναχικὴ ἄσκηση ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου ( 20 Νοεμβρίου), ἀσκώντας τὸ ἔργο τοῦ ὀξυγράφου.

Μετὰ ἀπὸ ἐννέα χρόνια παραμονῆς στὴν Θεσσαλονίκη, τὸ ἔτος 840 μ.Χ., μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρα Ἀντίπα. Δὲν παρέμεινε ὅμως γιὰ πολὺ ἐκεῖ ἀπερίσπαστος, διότι τὸ ἑπόμενο ἔτος ἀπεστάλη ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους τῆς Βασιλεύουσας στὴ Ρώμη γιὰ διαβουλεύσεις ἐπὶ τοῦ θέματος τοῦ διωγμοῦ ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους. Δὲν κατόρθωσε νὰ φέρει εἰς πέρας τὴν ἀποστολή, διότι τὸ πλοῖο του ἔπεσε στὰ χέρια Ἀράβων πειρατῶν καὶ αὐτὸς ὁδηγήθηκε αἰχμάλωτος στὴν ἀραβοκρατούμενη τότε Κρήτη, ἀπὸ ὅπου ἐλευθερώθηκε μὲ τὶς φροντίδες  φιλάνθρωπων πιστῶν καὶ μὲ θαῦμα τοῦ Ἁγίου Νικολάου.

Κατὰ τὸ βραχὺ χρόνο αὐτῆς τῆς περιπέτειάς του συνέβησαν δύο σημαντικὰ γεγονότα. Τὸ ἕνα, ποὺ σχετιζόταν ἰδιαίτερα μὲ αὐτόν, ἦταν ὁ θάνατος τοῦ πνευματικοῦ του ὁδηγοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου καὶ τὸ ἄλλο, ποὺ ἀφοροῦσε τὴν Ἐκκλησία ὁλόκληρη, ἦταν ἡ ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων.

Ὅταν διὰ τῆς Θεσσαλονίκης ἐπανῆλθε πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 843 μ.Χ., ἔζησε ἐπὶ δύο χρόνια ὡς ἔγκλειστος  στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀντίπα. Ἔπειτα ἔζησε στὰ κτήρια τοῦ ναοῦ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἐπὶ πενταετία, ἕως ὅτου ἵδρυσε δική του μονή, τὸ ἔτος 850 μ.Χ., ἀφιερωμένη στὸν Ἀπόστολο Βαρθολομαῖο. Ἐκεῖ ἀπέθεσε καὶ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἀποστόλου ποὺ εἶχε φέρει ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, καθὼς ἐπίσης καὶ τὰ σκηνώματα τοῦ πνευματικοῦ του ὁδηγοῦ Ἁγίου Γρηγορίου καὶ τοῦ συνασκητοῦ του Ἰωάννου. Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ παρακαλοῦσε μὲ δάκρυα καὶ στεναγμοὺς τὸν Ἀπόστολο Βαρθολομαῖο νὰ τὸν βοηθήσει στὴν σύνθεση ὕμνων. Καί, πράγματι, πέτυχε ἐκεῖνο ποὺ ποθοῦσε ἡ ψυχή του. Εἶδε σὲ ὀπτασία ἕναν ἄνδρα μὲ ἐμφάνιση Ἀποστόλου, ποὺ προκαλοῦσε τὸ δέος καὶ ὁ ὁποῖος πῆρε ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, τοῦ τὸ ἔβαλε πάνω στὸ στῆθος καὶ τὸν εὐλόγησε. Τοῦτο ὑπῆρξε καὶ ἡ ἀπαρχὴ τοῦ θείου χαρίσματος ποὺ ὁ Ὅσιος ἐπιθυμοῦσε.

Μετὰ τὴν ἔκπτωση τοῦ Πατριάρχου Ἰγνατίου καὶ τὴν ἄνοδο τοῦ ἱεροῦ Φωτίου, τὸ ἔτος 858 μ.Χ., ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸν Βάρδα στὴν Κριμαία, προφανῶς ὡς ὀπαδὸς τοῦ πρώτου καὶ ἴσως ὡς λατινόφιλος κατὰ κάποιο τρόπο, ἀφοῦ πρὸ ἐτῶν εἶχε σταλεῖ γιὰ νὰ ζητήσει τὴν βοήθεια τῆς Ρώμης. Δὲν ἔμεινε ὅμως στὴν ἐξορία γιὰ πολὺ καιρό, καθώς, ὅπως ἀποδείχθηκε καὶ ἀπὸ τὴν μετέπειτα στάση του, ὁ ἱερὸς Φώτιος τὸν ἐκτιμοῦσε ἰδιαίτερα.

Ὅταν τὸ ἔτος 867 μ.Χ. ὁ Πατριάρχης Ἰγνάτιος ἀνέβηκε γιὰ δεύτερη φορὰ στὸ θρόνο, ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ἔγινε σκευοφύλαξ τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ διατήρησε αὐτὴν τὴν θέση κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Δευτέρας πατριαρχίας τοῦ Ἁγίου Φωτίου. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 886 μ.Χ.

Ὁ κύριος ὄγκος τοῦ ὑμνογραφικοῦ ἔργου τοῦ Ὁσίου συνίσταται σὲ Κανόνες, ποὺ ἀφθονοῦν στὰ ἔντυπα βιβλία καὶ τὰ χειρόγραφα. Ἡ συμβολὴ τοῦ Ὁσίου Ἰωσὴφ στὴν ὑμνογραφικὴ ὁλοκλήρωση τῆς Ὀκτωήχου εἶναι καθοριστική, δεδομένο ὅτι κάλυψε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ἑβδομάδας, πλὴν τῆς Κυριακῆς τῆς ὁποίας τοὺς Κανόνες εἶχαν συντάξει ὁ Κοσμᾶς ὁ Μελῳδὸς καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός.

Στὰ Μηναῖα ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ εἶναι ὁ πλουσιότερα ἐκπροσωπούμενος ὑμνογράφος, ἀφοῦ διατηροῦνται σὲ αὐτὰ 165 Κανόνες του μὲ ὁμοιόμορφη δομή, ποὺ ἐξυμνοῦν Ἁγίους δευτέρας συνήθως ἑορταστικῆς τάξεως, δεδομένου ὅτι οἱ ἐξέχουσες ἑορτὲς εἶχαν ἤδη καλυφθεῖ ὑμνογραφικά.
Ἰδιαίτερα βέβαια συγκινεῖ ὁ Κανὼν στὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο, στὸν ὁποῖο ἀκολουθεῖ Εἱρμοὺς τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ καὶ ὑμνεῖ τὴν Θεοτόκο μὲ ἀτελείωτη σειρὰ ἐπιθέτων καὶ εἰκόνων, ὡς ἄφλεκτη βάτο, νεφέλη ὁλόφωτη, ρόδο ἀμάραντο, μῆλο εὔοσμο, περιστερὰ καὶ τὰ παρόμοια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὸ δωδεκάχορδον, τοῦ Λόγου ὄργανον, τὴν παναρμόνιον, λύραν τῆς χάριτος, τὸν Ὑμνογράφον Ἰωσήφ, τιμήσωμεν ἐπαξίως· οὗτος γὰρ ἀνύμνησε, μελιχροῖς μελῳδήμασι, Πνεύματι κινούμενος, τῶν Ἁγίων πᾶν σύστημα. Μεθ’ ὧν καὶ ἱκετεύει ἀπαύστως, δοῦναι ἡμῖν πταισμάτων λύσιν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ θεόπνους γλῶσσά σου, δαβιτικῶς ἀνεδείχθη, ὀξυγράφου κάλαμος, τῇ θεϊκῇ ἐπιπνοίᾳ, ἄθλους μέν, τοὺς τῶν Ἁγίων ὑμνολογοῦσα, χάριν δέ, τὴν ἐξ ἀγώνων καλλιγραφοῦσα, Ἰωσὴφ τοῖς ἐκβοῶσι· χαίροις κιθάρα ὑπερκοσμίων ᾠδών.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος αὐλός, ἡδύφωνος σάλπιγξ, καλλικέλαδος ἀηδών· χαίροις τῶν Ἁγίων, ὁ ἔνθους ὑμνήπολος, ὦ Ἰωσὴφ τρισμάκαρ, στόμα θεόληπτον.

Ὁ Ἅγιος Ἐλπιδοφόρος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἐλπιδοφόρος τελειώθηκε διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἅγιοι Βιθύνιος, Γάλυκος καὶ Δίος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βιθύνιος ἢ Βυθόνιος, Γάλυκος καὶ Δίος, σύμφωνα μὲ τὸν Λαυρεωτικὸ Κώδικα, μὲ αὐτοπροαίρετη διάθεση, γνώμη καὶ ὁμοψυχία παρέστησαν στὸν ἄρχοντα τῆς πόλεώς τους, τὸν ἔλεγξαν γιὰ τὴν παράνομη ἀσέβεια καὶ τὶς εἰδωλολατρικὲς θυσίες καὶ ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Ὁ ἄρχοντας τότε, ἐπειδὴ οἱ Ἐθνικοὶ προετοιμάζονταν ἐκείνη τὴν στιγμὴ νὰ προσφέρουν θυσία στὰ εἴδωλα, τοὺς εἶπε νὰ θυσιάσουν πρῶτα στοὺς θεοὺς καὶ ἔπειτα θὰ ἔκανε ὅτι τοῦ ἔλεγαν. Οἱ Ἅγιοι, προσποιούμενοι, ὅτι θὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, εἰσῆλθαν στὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ καὶ συνέτριψαν τὰ εἴδωλα. Ὕστερα ἀπὸ αὐτό, οἱ φτωχοὶ τῆς πόλεως ἄρχισαν νὰ μαζεύουν τὰ συντρίμματα τῶν εἰδώλων, ὅσα ἦταν ἀργυρὰ καὶ χρυσά, διότι ὑπῆρχε τότε λιμὸς μεγάλος.

Μόλις ὁ ἄρχοντας τῆς χώρας καὶ οἱ εἰδωλολάτρες εἶδαν τὰ γενόμενα, θεώρησαν ὅτι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες καθύβρισαν τὴν πλάνη τους. Γι’ αὐτό, ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν, τοὺς ἔδεσαν μὲ σχοινιὰ καὶ τοὺς ἔσυραν στὴν ἀγορὰ χτυπώντας τους. Ἄλλοι τοὺς κατέκοβαν τὶς σάρκες μὲ τὰ δόντια τους καὶ ἄλλοι τοὺς κτυποῦσαν μὲ πέτρες καὶ ξύλα. Τὸ μαρτύριό τους κράτησε τρεῖς ἡμέρες καὶ νύχτες. Βλέποντας οἱ εἰδωλολάτρες τὴν σθεναρὴ στάση καὶ τὴν πίστη τῶν Ἁγίων τοὺς ἔριξαν στὴ θάλασσα, ἀφοῦ τοὺς κρέμασαν βαριὲς πέτρες. Ὅμως Ἄγγελος Κυρίου τοὺς διέσωσε καὶ τοὺς ὁδήγησε στὴν στεριά. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἐθνικοὺς ποὺ εἶδαν τὸ θαῦμα, προσῆλθαν στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκαν.
Στὴν συνέχεια, μὲ ἐντολὴ τοῦ ἄρχοντα, οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἀποκεφαλίσθηκαν καὶ ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου καὶ τῆς δόξας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr    

Ὁ Ὅσιος Ἱλλυριός 

Ὁ Ὅσιος Ἱλλυριὸς ἀσκήτεψε στὸ ὄρος τοῦ Μυρσινῶνος καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Νεκτάριος τοῦ Μπεζέτσκ 

Ὅσιος Νεκτάριος τοῦ Μπεζέτσκ ἔζησε στὴ Ρωσία καὶ ἦταν μοναχὸς στὸ μοναστήρι τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Σεργίου. Στὰ μέσα τοῦ 15ου αἰῶνος μ.Χ. ἐγκαταστάθηκε σὲ ἕνα πυκνὸ δάσος, στὸ ὑψηλότερο μέρος τῆς παριοχῆς τοῦ Μπεζέτσκ, ὅπου ἀσκήτευσε θεοφιλῶς.

Ἐκεῖ συγκεντρώθηκε πλῆθος μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα ἔχτισαν μία Ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Τὸ νέο μοναστήρι ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ φτωχότερα καὶ σύμφωνα μὲ τὸ Χρονικὸ τῆς μονῆς κτίσθηκε μὲ δάκρυα, νηστεία καὶ ἀγρυπνία. Μὲ ὁμόφωνη ἀπόφαση ὅλων τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς, ὁ Ὅσιος Νεκτάριος ἐπιλέχθηκε ὡς ἡγούμενος.
Ὁ Ὅσιος Νεκτάριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1492.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr    

Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Ἀπελεύθερος

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Παῦλος καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρωσία. Αἰχμαλωτίσθηκε σὲ παιδικὴ ἡλικία ἀπὸ τοὺς Τάταρους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους τὸν ἀγόρασε κάποιος Χριστιανὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. Στὴ Βασιλεύουσα ὁ Ἅγιος νυμφεύθηκε Ρωσίδα γυναίκα, ποὺ ἦταν πρῶτα αἰχμάλωτη, μετὰ τῆς ὁποίας ζοῦσε βίο εὐσεβὴ καὶ φιλόθεο.

Ὅμως ὁ Ἅγιος, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ τὴ νόσο τῆς ἐπιληψίας, κάποια στιγμὴ σὲ ὥρα κρίσεως, ἐνῷ οἱ γείτονές του τὸν ὁδηγοῦσαν στὸ ναὸ τῆς Θεομήτορος τῆς ἐπιλεγομένης τοῦ Μογλουνίου, ὅταν συνάντησε στὸν δρόμο κάποιους Τούρκους, ἄρχισε νὰ ζητᾶ βοήθεια ἀπὸ αὐτοὺς καὶ νὰ φωνάζει «Εἶμαι Ἀγαρηνός».
Οἱ Τοῦρκοι ἀνέφεραν τὰ συμβάντα στὸν βεζίρη, ὁ ὁποῖος διέταξε τὴν σύλληψη τοῦ Ἁγίου Παύλου καὶ τὸν ἱερέων τοῦ ναοῦ. Ὅταν ὁ Ἅγιος συνῆλθε ἀπὸ τὴν κρίση τῆς ἀσθένειάς του, ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος, ὁ ὁποῖος τοῦ ζήτησε νὰ ὁμολογήσει ἐπίσημα τὸ Μουσουλμανισμό, ὑποσχόμενος πλοῦτο καὶ τιμὲς καὶ ἀπειλώντας μὲ βασανιστήρια καὶ θάνατο. Ὁ Παῦλος, ἐνδυναμούμενος καὶ ἀπὸ τὴν σύζυγό του, ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι τὸν ἔριξαν στὴ φυλακὴ καὶ τὸν βασάνισαν. Ἀφοῦ κήρυξε καὶ πάλι τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸ βεζίρη, τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τοῦ ἔτους 1683, ὁδηγήθηκε δέσμιος στὸν ἱππόδρομο Ἀτμεϊντάν, ὅπου τοῦ ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλή του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἀμαράντου Ρόδου 

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Ἀμαράντου Ρόδου τιμᾶται στὴ Μόσχα, στὸ Βορονὲζ καὶ σὲ ἄλλες πόλεις τῆς Ρωσίας, ὅπου φυλάσσονται ἀντίγραφα αὐτῆς. Στὴν εἰκόνα ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος κρατᾶ τὸ Θεῖο Βρέφος στὸ δεξί της χέρι καὶ στὸ ἀριστερό της χέρι ὑπάρχει ἕνα μπουκέτο ἀπὸ κρίνους. Αὐτὸ τὸ μπουκέτο συμβολικὰ δηλώνει τὸ ἀμάραντο ἄνθος τῆς παρθενίας τῆς Ἀειπαρθένου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

 

Από τη σημερινή μέρα ξεκινούν τα άγια Πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Τύπος του Κυρίου μας Ιησού είναι ο πάγκαλος Ιωσήφ που σήμερα επιτελούμε (α) την ανάμνησή του.

Ήταν ο μικρότερος γιός του Πατριάρχη Ιακώβ και ο πιο αγαπητός. Όμως φθονήθηκε από τα αδέλφια του και αρχικά τον έριξαν σ' ένα βαθύ λάκκο και εξαπάτησαν το πατέρα τους χρησιμοποιώντας ένα ματωμένο ρούχο ότι δήθεν τον κατασπάραξε κάποιο θηρίο. Στη συνέχεια τον πούλησαν για τριάντα αργύρια σε εμπόρους, οι οποίοι τον ξανά πούλησαν στον αρχιμάγειρα του βασιλιά της Αιγύπτου, τον Πετεφρή. Ο Ιωσήφ ήταν πανέμορφος και τον ερωτεύθηκε η γυναίκα του Πετεφρή, που θέλησε να τον παρασύρει σε ανήθικη πράξη βιαίως. Μόλις εκείνη έπιασε τον Ιωσήφ, εκείνος άφησε στα χέρια της το χιτώνα του και έφυγε. Εκείνη από το θυμό της τον συκοφάντησε στο σύζυγό της, ότι δήθεν αυτός επιτέθηκε εναντίον της με ανήθικους σκοπούς. Ο Πετεφρής την πίστεψε και φυλάκισε τον Ιωσήφ. Κάποτε όμως ο Φαραώ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, είδε ένα παράξενο όνειρο και ζήτησε έναν εξηγητή.

Με το φωτισμό του Θεού, μόνο ο Ιωσήφ μπόρεσε να το εξηγήσει. Ότι θα έλθουν στη χώρα του επτά χρόνια ευφορίας και επτά ακαρπίας και πείνας. Ενθουσιάσθηκε ο Φαραώ από τη σοφία του και τον έκανε γενικό άρχοντα, σαν πρωθυπουργό. Ο Ιωσήφ διαχειρίσθηκε άριστα την εξουσία και φρόντισε στα δύσκολα χρόνια της πείνας όλο το λαό. Με αφορμή η διανομή του σιταριού, φανερώθηκαν τ' αδέλφια του που τον είχαν φθονήσει. Εκείνος δεν τους κράτησε κακία, αντίθετα τα προσκάλεσε μόνιμα στην Αίγυπτο μαζί με τους γονείς.  

Αυτός λοιπόν αποτελεί προ-εικόνιση του Χριστού, διότι και Αυτός, αγαπητός γιός του Πατέρα, φθονήθηκε από τους ομοφύλους Του Ιουδαίους, πουλήθηκε από το μαθητή Του για τριάντα αργύρια και κλείσθηκε στο σκοτεινό λάκκο, τον τάφο.

 

Την ίδια μέρα (β) μνημονεύουμε και τη άκαρπο συκή, την οποία καταράστηκε ο Κύριος και ξεράθηκε αμέσως. Συμβολίζει τόσο τη Συναγωγή των Εβραίων, η οποία δεν είχε πνευματικούς καρπούς, όσο και κάθε άνθρωπο που στερείται πνευματικών καρπών, αρετών. 
Έδειξε ο Κύριος τη δύναμή Του στο άψυχο δένδρο και ποτέ πάνω σε άνθρωπο, για να δείξει ότι δεν έχει μόνο δύναμη να ευεργετεί, αλλά και να τιμωρεί.

Η υμνογραφία αναφέρεται σήμερα στα δύο παραπάνω θέματα, αλλά και επί πλέον στο θέμα της πορείας του Κυρίου προς το Πάθος. Από το τροπάριο: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται...» οι ακολουθίες της Μ. Δευτέρας έως Τετάρτης λέγονται και «Ακολουθίες του Νυμφίου».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἰδοῦ ὁ Νυμφίος ἔρχεται, ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός· καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα· ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ.δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τπης φύσεως.
Ὁ Ἰακὼβ ὠδύρετο, τοῦ Ἰωσὴφ τὴν στέρησιν· καὶ ὁ γενναῖος ἐκάθητο ἅρματι, ὡς βασιλεὺς τιμώμενος· τῆς Αἰγυπτίας γὰρ τότε, ταῖς ἡδοναῖς μὴ δουλεύσας ἀντεδοξάζετο, παρὰ τοῦ βλέποντος τὰς τῶν ἀνθρώπων καρδίας, καὶ νέμοντος στέφος ἄφθαρτον.

Ὁ Ὅσιος Τίτος ὁ Θαυματουργός

Ὁ Ὅσιος Τίτος ὁ Θαυματουργὸς εἶχε ἔνθεο ζῆλο πρὸς τὴν μοναχικὴ πολιτεία ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία. Ἔτσι προσῆλθε σὲ κοινόβιο καὶ ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση, στὴν ὁποία διέπρεψε μεταξὺ τῶν συνασκητῶν του γιὰ τὴν ἐγκράτεια, τὴν καθαρότητα τοῦ βίου καὶ τὶς ἀρετές του, ποὺ τὸν ἀνέδειξαν καὶ ἡγούμενο τῆς μονῆς. Ἀξιώθηκε δὲ νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας.
Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ὅσιος Τίτος καὶ διέλαμψε στὴν ἐνάρετη πολιτεία, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀνατεθεὶς ἀπὸ παιδὸς τῷ Κυρίῳ, ἀγγελικῶς ἐπολιτεύσω ἐν κόσμῳ, καὶ τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν χάριν ἐκ Θεοῦ· ὅθεν ἐχρημάτισας, Μοναζόντων ἀλείπτης, Τίτε παμμακάριστε, καὶ σοφὸς οἰκονόμος· ἀλλὰ μὴ παύσῃ Πάτερ ἐκτενῶς, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, Θεὸν ἱλεούμενος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐγκρατείας ἄνθραξι, σαυτὸν καθάρας, ἀρετῶν ἐξήστραψας, φωτοειδεῖς μαρμαρυγάς, καταφαιδρύνων τοὺς ψάλλοντας· χαίροις ὦ Τίτε, Πατέρων ἀγλάϊσμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Πατέρων ὑπογραμμός, καὶ τῶν Μοναζόντων, προμηθέστατος ὁδηγός· χαίροις εὐσεβείας, ἑδραίωμα καὶ στῦλος, θαυματοφόρε Τίτε, Τριάδος τέμενος.

Οἱ Ἅγιοι Αἰδέσιος καὶ Ἀμφιανὸς οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀμφιανὸς καὶ Αἰδέσιος ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Ἦταν ἀδελφοὶ ἀπὸ τὴν ἴδια μητέρα καὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴν χώρα τῆς Λυδίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὅταν βρίσκονταν στὴ Βηρυτό, διδάχθηκαν ἀπὸ τὸν Μάρτυρα Πάμφιλο († 5 Νοεμβρίου) τὴν πίστη στὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ συνελήφθηκαν καὶ παρουσιάσθηκαν στὸν ἄρχοντα τῆς πόλεως Οὐρβανό. Καὶ ὁ μὲν Ἀμφιανός, ἀφοῦ διακήρυξε πρῶτος μὲ παρρησία ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός, δέχθηκε πληγὲς κατὰ τοῦ προσώπου καὶ κρεμάσθηκε. Ὑπέμεινε ὅμως καρτερικὰ τὰ βασανιστήρια καὶ ἔμεινε σταθερὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν πίστη του στὸν Χριστό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ οἱ εἰδωλολάτρες τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὅπου καὶ τελειώθηκε καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Αἰδέσιος καταδικάσθηκε νὰ τιμωρηθεῖ στὰ μεταλλεῖα χαλκοῦ καὶ ἀπεστάλη στὴν Ἀλεξάνδρεια. Καὶ μία ἡμέρα, ὅταν εἶδε τὸν ἄρχοντα τῆς Ἀλεξάνδρειας, Ἱεροκλῆ, νὰ τιμωρεῖ τοὺς ἐκεῖ Χριστιανούς, ἔτρεξε καὶ τὸν χτύπησε μὲ τὴν ράβδο. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ βασανισθεῖ παραδειγματικὰ καὶ τέλος νὰ τὸν ρίξουν στὴν θάλασσα. Ἔτσι κέρδισε τὸ στέφανο τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς οὐράνιας δόξας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἡ Παρθενομάρτυς

Ἡ Ἁγία Θεοδώρα καταγόταν ἀπὸ τὴν Τύρο τῆς Φοινίκης. Σὲ ἡλικία δεκαεπτὰ χρόνων, ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανή, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας τῆς Παλαιστίνης, Οὐρβανό, ποὺ ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Κατὰ συνέπεια αὐτοῦ τὴν χτύπησαν στὰ πλευρὰ καὶ στὸ στῆθος. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν πείσθηκε, κλείσθηκε φυλακή. Ὁ δεσμοφύλακας εἶχε διαταγὴ ὄχι μόνο νὰ τὴν φυλάσσει μὲ ἀσφάλεια, ἀλλὰ καὶ νὰ μὴν εἰσέρχεται κανεὶς γιὰ νὰ τὴν ἐπισκεφθεῖ, παρὰ μόνο νὰ μεταφέρονται σὲ αὐτὴν τὰ σχετικὰ μὲ τὴν τροφή, μέχρις ὅτου ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ θυσιάσει στοὺς λεγόμενους Θεούς. Μετὰ τὸ πέρασμα πολλῶν ἡμερῶν βγῆκε ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ ἐξαναγκαζόταν νὰ θυσιάσει στοὺς ἀκάθαρτους δαίμονες. Ἡ Ἁγία Θεοδώρα δὲν ἀνεχόταν οὔτε νὰ τὸ ἀκούσει. Γι’ αὐτὸ τιμωρήθηκε χωρὶς ἔλεος καὶ στὴν συνέχεια, ἀφοῦ τὴν ἔριξαν στὴ θάλασσα, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριο καὶ ἔλαβε τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πολύκαρπος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ ἀσεβοῦς Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Ἀλεξάνδρειας. Ὄντας Χριστιανὸς καὶ ἔχοντας πολὺ ζῆλο γιὰ τὸν Θεό, παρατηρώντας κάθε ἡμέρα τοὺς φυλακισμένους νὰ ὁμολογοῦν τὸν Χριστὸ καὶ νὰ δοκιμάζονται μὲ διάφορα βασανιστήρια, δὲν ἄντεχε νὰ ὑπομένει. Καὶ ὅταν κάποια μέρα εἶδε τὸν ἄρχοντα νὰ κάθεται καὶ τὸ αἷμα τῶν ἀνθρώπων νὰ χύνεται σὰν νερό, ἀφοῦ στάθηκε μπροστά του, τὸν ἔλεγξε καὶ εἶπε: «Γιατί τόσο πολὺ λησμόνησες τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀκόρεστε σκύλε, καὶ κομματιάζεις τοὺς συγγενεῖς καὶ ὁμοεθνεῖς ἀνθρώπους μὲ τὰ ξίφη σὰν ξύλα, ἐπειδὴ κηρύττουν τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἐλέγχουν τὴν πλάνη τῶν εἰδωλολατρῶν, ὅπως καὶ ἐγὼ ποὺ εἶμαι δοῦλος τοῦ Χριστοῦ;». Ἐξαιτίας αὐτῶν καὶ ἐπειδὴ ἐξόργισε τὸν ἄρχοντα, συνελήφθη καὶ βασανίσθηκε. Καὶ ἀφοῦ μέχρι τέλους εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ στὰ χείλη, ἀποκεφαλίσθηκε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Νικήτιος Ἐπίσκοπος Λυών 

Ὁ Ἅγιος Νικήτιος ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὴν Γαλλία ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἀνατράφηκε ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ἡ ταπείνωση, ἡ ἁπλότητα καὶ ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἦταν χαρακτηριστικὰ τῆς ψυχῆς του καὶ τοῦ βίου του. Τὸ ἔτος 551 μ.Χ. ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Λυών, εἰς διαδοχὴν τοῦ θείου του, Ἁγίου Σακέρδου († 12 Σεπτεμβρίου) καὶ ποίμανε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ εἴκοσι δύο ἔτη μὲ ἱερὸ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 573 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Θαυματουργός

Ὁ Ὅσιος Στέφανος ἀσκήτεψε στὸν Ἀσκάλωνα τῆς Παλαιστίνης καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 778 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἡ Ἁγία Εὔα ἡ Ὁσιοπαρθενομάρτυρας ἡ Νέα 

Ἡ Ἁγία Ὀσιοπαρθενομάρτυς Εὔα ἔζησε κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἦταν ἡγούμενη τῆς μονῆς Κόλτινγκχαμ, τῆς μεγαλύτερης μονῆς τῆς Σκωτίας. Ἡ μονὴ αὐτὴ εἶχε ἱδρυθεῖ ὑπὸ τῆς Ὁσίας Εὔας τῆς Πρεσβυτέρας († 25 Αὐγούστου), ἀδελφῆς τῶν βασιλέων Νορθάμπερλαντ Ὀσβάλδου καὶ Ὄσγουϊ.
Τὸ ἔτος 870 μ.Χ., κατὰ τὴν διάρκεια εἰσβολῆς Δανῶν πειρατῶν στὶς ἀκτὲς τῆς μονῆς, ἡ Ὁσία ἀνήσυχη ὄχι γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ζωῆς της ἀλλὰ γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἁγνότητάς της καθὼς καὶ τῶν ἄλλων μοναζουσῶν, μόλις οἱ ἐπιδρομεῖς εἰσέβαλαν στὸν περίβολο τῆς μονῆς, συγκέντρωσε τὶς μοναχὲς στὸ ἡγουμενεῖο καὶ μετὰ ἀπὸ συγκινητικὲς συμβουλὲς ἀπέκοψε μὲ λεπίδα τὴν μύτη καὶ τὸ ἄνω χεῖλος της. Τὴν πράξη αὐτὴ μιμήθηκαν ὅλες οἱ ἀδελφές. Οἱ εἰσβολεῖς, ὅταν εἰσῆλθαν στὸ χῶρο ὅπου οἱ μοναχὲς ἦταν συναγμένες, βρέθηκαν μπροστὰ σὲ ἕνα φρικιαστικὸ θέαμα. Αὐτὸ ὅμως δὲν τοὺς ἐμπόδισε νὰ πυρπολήσουν τὴν μονὴ καὶ νὰ κάψουν ζωντανὴ τὴν Ὁσία Εὔα μαζὶ μὲ ὅλες τὶς μοναχές.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ ἐν Νικομηδείᾳ ἀσκήσας 

Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος γεννήθηκε περὶ τὸ ἔτος 1190 σὲ κάποιο χωριὸ τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπὸ ἐπιφανεῖς γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἔδειξε μεγάλη φιλομάθεια καὶ κλίση πρὸς τὸ μοναχικὸ βίο. Ἀφοῦ σπούδασε πολὺ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία καὶ τὴ θεολογία, ἀποσύρθηκε σὲ μονὴ τῆς Βιθυνίας. Στὴ συνέχεια ἀνῆλθε σὲ κάποιο ὄρος, ἀποκαλούμενο τοῦ Προφήτου Ἠλία, ὅπου ἔχτισε κελὶ καὶ ἐπιδόθηκε στὴν προσευχὴ καὶ τὴ μελέτη, διδάσκοντας τοὺς πιστοὺς ποὺ προσέρχονταν κοντά του.
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη κατὰ τὸ ἔτος 1240.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος Ἐπίσκοπος Ἀζκουρίας 

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος (Μαζκουερέλι) ἔζησε μεταξὺ τοῦ 9ου καὶ τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ. στὴ Γεωργία καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος Ἀζκουρίας. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Σάββας Ἀρχιεπίσκοπος Σουρώζ 

Ὁ Ἅγιος Σάββας ἔζησε κατὰ τὸν 12ο αἰῶνα μ.Χ. στὴν Κριμαία καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σουρώζ, τὸ σημερινὸ Σουδάκ. Ὅτι γνωρίζουμε γι’ αὐτὸν ἔχει σωθεῖ σὲ ὑποσημειώσεις σὲ ἕνα ἑλληνικὸ Μηναῖο τοῦ 12ου αἰῶνος. Πέντε χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν πόλη τοῦ Σουρὼζ ὑπάρχει ἕνα ὄρος, τὸ ὁποῖο καλεῖται Ἅγιος Σάββας, ὅπου διατηροῦνται τὰ ὑπολείμματα μιᾶς ἐκκλησίας καὶ μιᾶς σπηλιᾶς. Ἐκεῖ προφανῶς ὁ Ἅγιος πέθανε καὶ ἐνταφιάσθηκε καὶ τὸ ἔτος 1872 βρέθηκε μία εἰκόνα του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr