Ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων, ὁ Νέος, ἐγεννήθηκε τὸ 775 μ.Χ., στὴν Καππαδοκία, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους, τὸν Πέτρο, προμηθευτὴ τοῦ ἄρτου τῶν ἀνακτόρων, καὶ τὴν Θεοδοσία, παρὰ τῶν ὁποίων ἔτυχεν ἐπιμελοῦς καὶ θεσεβοῦς μορφώσεως. Σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν, ὑπὸ θείου ζήλου κινούμενος, ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια, μεταβὰς δὲ στὴ μονὴ τοῦ Ξηροκαμπίου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐκάρη μοναχός. Στὴ συνέχεια μετέβη στὴ μονὴ τῶν Δαλμάτων, ὅπου ἔγινε μεγαλόσχημος καὶ ἀργότερα ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος, ἐκτιμώμενος καὶ ἀγαπώμενος ἀπὸ ὅλους τοὺς συμμοναστές του γιὰ τὶς μεγάλες ἀρετές του. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς, ὁ Ἱλαρίων ἐγκατέλειψε κρυφὰ αὐτὴν καὶ κατέφυγε στὴ μονὴ τῶν Καθαρῶν, γενόμενος δεκτὸς μὲ μεγάλο σεβασμὸ ἀπὸ τοὺς μοναχούς.

Πληροφορηθέντες τὸ καταφύγιό του οἱ μοναχοὶ τῆς μονῆς τῶν Δαλμάτων, παρεκάλεσαν τὸν Πατριάρχη Νικηφόρο νὰ φροντίσει περὶ τῆς ἐπανόδου του στὴ μονή. Πράγματι δι’ αὐτοκρατορικῆς διαταγῆς ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ἀπενῆλθε στὴ μονὴ ὡς ἡγούμενος καὶ ἀρχιμανδρίτης αὐτῆς. Ἐπὶ ὀκτὼ ἔτη διηύθυνε τὴν κοινότητα μὲ μεγάλη σύνεση καὶ ἀδελφοσύνη καὶ κατέστησε αὐτὴν ἀληθινὴ φωλιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἔτσι, ὅταν ἀνῆλθε στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο ὁ εἰκονομάχος αὐτοκράτορας Λέων Ε’ ὁ Ἀρμένιος (813 – 820 μ.Χ.) καὶ ἐξαπέλυσε τὸ διωγμὸ κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, μεταξὺ τῶν μονῶν, οἱ ὁποῖες ἐπρωτοστάτησαν στὴν ἀντίδραση κατὰ τοῦ ἀνοσίου τούτου μέτρου τοῦ αὐτοκράτορος, ὑπῆρξε καὶ ἡ μονὴ τῶν Δαλμάτων. Κληθεὶς γι’ αὐτὸ στὰ ἀνάκτορα ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων, ἔλεγξε σφοδρῶς τὸ βασιλέα γιὰ τὴν ἀσεβὴ ἔναντι τῶν εἰκόνων συμπεριφορά του, ἡ ὁποία, τὴν μὲν Ἐκκλησία ἀδικοῦσε, τὸ δὲ κράτος χωρὶς αἰτία ἐτάρασσε. Τόσο ὁ αὐτοκράτορας, ὅσο καὶ ὁ διαδεχθεὶς τὸν Νικηφόρο στὸν πατριαρχικὸ θρόνο εἰκονομάχος Θεόδοτος Α’ ὁ Κασσιτερᾶς (815 – 821 μ.Χ.), μάταια προσπάθησαν νὰ πείσουν τὸν Ὅσιο Ἱλαρίωνα νὰ προσχωρήσει στὴν πλάνη καὶ νὰ καταστρέψει τὶς ἅγιες εἰκόνες. Αὐτὸς παρέμενε στύλος ἄσειστος στὴν Ὀρθόδοξη πίστη του.

Ἀκολούθως ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων συνελήφθη, ἐφυλακίσθηκε καὶ ἐξορίσθηκε, κατ’ ἀρχὰς μὲν στὴ μονὴ τοῦ Φονέως, στὴ συνέχεια δὲ στὴ μονὴ τοῦ Κυκλοβίου, ὅπου παρέμεινε ἐπὶ δύο ἔτη. Ἐξακολουθῶν νὰ ἐμμένει στὴν Ὀρθόδοξη πίστη του, μεταφέρθηκε καὶ ἐκλείσθηκε στὴ φυλακὴ τῶν Νουμέρων, ἀπὸ ὅπου, ἀφοῦ πολλὲς φορὲς ἐμαστιγώθηκε καὶ ποικιλότροπα ἐκακοποιήθηκε, ἐξορίσθηκε στὸ φρούριο τῶν Ποτιόλων.

Τὸ 820 μ.Χ., ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ἐλευθερώθηκε ὑπὸ τοῦ διαδεχθέντος τὸν Λέοντα Μιχαὴλ Β’ Τραυλοῦ (820 – 829 μ.Χ.) καὶ παρέμεινε φιλοξενούμενος, ἐπὶ ἑπτὰ ἔτη, κάποιας εὐσεβοῦς γυναίκας. Τὸ 830 μ.Χ., κατόπιν διαταγῆς τοῦ διαδεχθέντος τὸν Μιχαὴλ εἰκονομάχου αὐτοκράτορος Θεοφίλου (829 – 842 μ.Χ.) συνελήφθη ἐκ νέου καὶ ἀφοῦ ποικιλότροπα καὶ διαπομπεύθηκε, ἐξορίσθηκε στὴ νῆσο Ἀφουσία. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Θεοφίλου, ἡ σύζυγος αὐτοῦ αὐτοκράτειρα Θεοδώρα ἐπανέφερε τὴ γαλήνη στὴν Ἐκκλησία, διὰ τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἁγίων εἰκόνων, καὶ ἀνεκάλεσε ἀπὸ τὴν ἐξορία ὅλους τοὺς Ὁμολογητὲς καὶ Ὁσίους Πατέρες.
Ἔτσι ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ἐπανῆλθε στὴ μονή του καί, ἀφοῦ τὴν ἐδιοίκησε θεοφιλῶς καὶ θεαρέστως ἐπὶ τρία ἔτη, τὸ 845 μ.Χ., ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, σὲ ἡλικία ἑβδομήντα ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τῶν λόγων τοῦ Κυρίου τὴν χάριν γεωργήσας, ἤνθησας καθάπερ ἐλαία, παμμάκαρ Ἱλαρίων, ἐλαίῳ τῶν θείων ἀρετῶν, καὶ τῆς ὁμολογίας σου σοφέ, ἱλαρύνων τὰς καρδίας καὶ τὰς ψυχάς, τῶν πίστει σοι ἐκβοώντων· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ σταφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ τοῖς ἴχνεσιν ἀκολουθήσας, ἐν Ὁσίοις ἔφανας, ὥσπερ ἀστὴρ ἑωθινός, καταπυρσεύων τοῖς τρόποις σου, τοὺς σὲ τιμῶντας, Ἱλαρίων Ὅσιε.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἴθυνας πρὸς χλόην τῶν ἀρετῶν, Πάτερ Ἱλαρίων, βακτηρίᾳ τῇ λογικῇ, τὴν Μονὴν Δαλμάτων, ὡς ταύτης ποιμενάρχης· διὸ σὺν τοῖς Ὁσίοις, λαμπρῶς δεδόξασαι.

Ὁ Ἅγιος Ρωμύλος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ρωμύλος προχειρίσθηκε Ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο. Ἐμαρτύρησε στῆν Φλωρεντία τῆς Ἰταλίας ἐπὶ αὐτοκράτορος Δομιτιανοῦ (81 – 96 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἁγίες Ἀρχελαΐς, Θέκλα καὶ Σωσάνα οἱ Παρθενομάρτυρες 

Οἱ Ἁγίες Παρθενομάρτυρες Ἀρχελαΐς, Θέκλα καὶ Σωσάνα κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ρώμη καὶ ἀσκήτευαν θεοφιλῶς σὲ ἕνα μοναστήρι κοντὰ στὴ Ρώμη. Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν διωγμῶν, ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.), ἐνεδύθησαν ἐνδύματα λαϊκῶν, γιὰ νὰ διαφύγουν τὴ σύλληψη, καὶ κατέφυγαν στὴν Καμπανία. Ἀφοῦ ἐγκατεστάθησαν σὲ ἕναν ἔρημο τόπο, συνέχισαν τὴ ζωὴ τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς προσευχῆς. Ὁ Θεός, βλέποντας τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου τους καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδίας τους, τὶς ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι ἐθεράπευσαν πολλοὺς ἀσθενεῖς καὶ μετέστρεψαν στὸν Χριστὸ πολλοὺς εἰδωλολάτρες.
Ὅταν ὁ ἔπαρχος ἐπληροφορήθηκε γι’ αὐτές, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ συλληφθοῦν καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν στὸ Σαλέρνο. Τὶς ἀπείλησε μὲ βασανιστήρια καὶ θάνατο, ἐὰν δὲν ἀρνοῦνταν τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ καὶ τὶς διέταξε νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ ἔχουσα τὴν ἐλπίδα της πρὸς τὸν Κύριο, ἡ Ἀρχελαΐς ἀρνήθηκε καὶ κατήγγειλε δημοσίως τὴν ψευδὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων. Κατόπιν τούτου ὁ ἔπαρχος διέταξε νὰ ρίψουν τὴν Ἁγία στὰ πεινασμένα θηρία. Ὅμως οἱ λέοντες, ἀντὶ νὰ τὴν κάνουν κομμάτια, τὴν ἐπλησίασαν καὶ μὲ τρυφερότητα ἔπεσαν στοὺς πόδες της. Ὁ ἔπαρχος, βλέποντας τὸ γεγονὸς αὐτό, διέταξε τὸν ἐγκλεισμὸ τῶν τριῶν παρθένων στὴ φυλακή. Οἱ βασανιστὲς ἄρχισαν νὰ καταξεσκίζουν τὶς σάρκες τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καὶ νὰ χύνουν καυτὴ πίσσσα στὶς πληγές τους. Οἱ Ἁγίες προσεύχονταν πρὸς τὸν Κύριο καὶ ξαφνικὰ ἕνα οὐράνιο φῶς περιέλουσε τὴ φυλακὴ καὶ ἀκούσθηκε ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ λέγει: «Μὴ φοβᾶσθε. Ἐγὼ εἶμαι ἐδῶ, κοντά σας». Ὄταν ἠθέλησαν, μετὰ ἀπὸ αὐτό, οἱ δήμιοι νὰ συντρίψουν τὶς κεφαλές τους μὲ βαριὰ πέτρα, Ἄγγελος Κυρίου ὤθησε αὐτὴ πρὸς τὴν κατεύθυνση τῶν βασανιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐφονεύθησαν. Ἕνας δικαστὴς διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμὸ τῶν Ἁγίων, ἀλλὰ οἱ στρατιῶτες ἀρνήθηκαν νὰ ὑπακούσουν. Οἱ Ἁγίες, φοβούμενες γιὰ τὴ ζωὴ τῶν στρατιωτῶν ποὺ ἀρνήθηκαν, τοὺς παρεκάλεσαν νὰ ἐκτελέσουν τὴν ἐντολὴ τοῦ δικαστοῦ. Ἔτσι ἀποκεφαλίσθηκαν τὸ 293 μ.Χ., ἔλαβαν τὸν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου καὶ εἰσῆλθαν στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου καὶ Νυμφίου τους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ὅσιος Ἄτταλος ὁ Θαυματουργός 

Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν καὶ πότε ἔζησε ὁ Ὅσιος Ἄτταλος. Ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο, ἔγινε μοναχός, διακρινόταν δὲ γιὰ τὴν ἀσκητικότητα τοῦ βίου καὶ τὴ μεγάλη εὐσπλαγχνία του, τὴν ὁποία ἐξεδήλωνε πρὸς κάθε λογικὸ ἢ ἄλογο ὄν. Ἔνεκα τούτων εἶχε προικισθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ διὰ τῆς θαυματουργικῆς χάριτος καὶ ἐπιτελοῦσε πλεῖστα θαύματα διὰ τῆς προσευχῆς του. Προαισθανθεὶς τὸ τέλος του, ἐζήτησε τὸν τελευταῖο ἀσπασμὸ ἀπὸ τοὺς συμμοναστές του καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἁγίες Βαλερία, Κυρία, Μάρθα Μαρία καὶ Μαρκία οἱ Παρθενομάρτυρες 

Οἱ Ἁγίες Παρθενομάρτυρες Βαλερία ἢ Βαρερία, Κυρία, Μάρθα, Μαρία καὶ Μαρκία, κατάγονταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησαν. Ἐβαπτίσθηκαν Χριστιανὲς καὶ διέμεναν στὴν ἴδια οἰκία, ὅπου καὶ ἐπερνοῦσαν τὶς ἡμέρες τους μὲ νηστεῖες καὶ προσευχές. Καταγγελθεῖσες γιὰ τὴ Χριστιανικὴ πίστη τους στὸν ἔπαρχο Καισαρείας, συνελήφθησαν, ἀρνηθεῖσες δὲ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα ὑπεβλήθησαν σὲ σειρὰ φρικτῶν βασανιστηρίων, τὰ ὁποῖα ἀγόγγυστα ὑπέμειναν μέχρι τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου αὐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ὅσιος Ἀμοὺν ὁ Σημειοφόρος 

Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ὅσιος Ἀμούν, ὁ Σημειοφόρος. Ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ὑπῆρξε φημισμένος ἀσκητὴς τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, στὴ Ραϊθώ. Σοφὰ αὐτοῦ Ἀποφθέγματα εὑρίσκονται στὸ Λαυσαϊκόν, στὸν Εὐεργετινὸ καὶ τὸν Παράδεισο τῶν Πατέρων.

Ἀπὸ τὰ Ἀποφθέγματα αὐτὰ ἀναφέρουμε ἕνα:

«Πήγαμε στὸ ἐρημητήριο τοῦ ἀδελφοῦ ποὺ μᾶς ἐκάλεσε, τὸ ὁποῖο ἀπεῖχε γύρω στὸ ἕνα μίλι, κι ἐκεῖ ξεκουρασθήκαμε ἀρκετὰ παίρνοντας καινούργια δύναμη γιὰ τὴν πορεία μας. Ἐκεῖνος ὁ μοναχὸς μᾶς διηγήθηκε, πώς, στὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε τώρα, ζοῦσε κάποιος γέροντας, ὀνομαζόμενος Ἀμούν, κοντὰ στὸν ὁποῖον ὁ ἴδιος μαθήτεψε. Ὁ Ἀββᾶς ἐκεῖνος ἦταν φημισμένος γιὰ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ εἶχε κάμει σ’ ἐκείνη τὴν περιοχή.

Σὲ αὐτὸν τὸν Γέροντα εἶχαν ἐπιτεθεῖ πολλὲς φορὲς οἱ ληστές, κλέβοντας ψωμιὰ καὶ ἄλλα τρόφιμα. Μιὰ μέρα, λοιπόν, βγαίνει ὁ Γέροντας στὴν ἔρημο, βρίσκει δυὸ μεγάλα φίδια καὶ τὰ φέρνει μαζί του, στὸ ἐρημητήριό του. Ἐκεῖ, τὰ ἔβαλε νὰ κάθονται μπροστὰ στὴν πόρτα καὶ νὰ φυλάγουν. Ὅταν, κάποια στιγμή, ἔφθασαν κατὰ τὴ συνήθειά τους οἱ φονιάδες καὶ εἶδαν αὐτὸ τὸ μέγα παράδοξο, ἔμειναν ἀπὸ ἔκπληξη μ’ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα κι ἔπεσαν καταγῆς.

Βγῆκε τότε ὁ Γέροντας καὶ τοὺς βρῆκε νὰ τά’ χουν χαμένα, μισοπεθαμένοι σχεδόν. Τοὺς ἀνασήκωσε κι ἄρχισε νὰ τοὺς κατηγορεῖ λέγοντάς τους: «Βλέπετε, πόσο εἶστε ἀγριώτεροι ἀκόμη κι ἀπὸ αὐτὰ τὰ θηρία; Διότι, ἐνῷ αὐτὰ φοβοῦνται τὸ Θεὸ καὶ ὑπακούουν στὰ θελήματά μας, ἐσεῖς οὔτε τὸ Θεὸ φοβηθήκατε οὔτε τὴν εὐλάβεια καὶ τὸν κόπο τῶν Χριστιανῶν λυπηθήκατε».
Ὕστερα ἀπ’ αὐτὰ τὰ λόγια, ὁ Γέροντας τοὺς ἔμπασε στὸ κελλί του, ὅπου τοὺς ἔβαλε νὰ φᾶνε, καὶ τοὺς συμβούλευσε ν’ ἀλλάξουν τρόπο ζωῆς. Καὶ τότε οἱ ληστὲς μετανόησαν γιὰ τὴν προηγούμενη ζωή τους κι ἔγιναν κι ἀπὸ πολλοὺς μοναχοὺς καλύτεροι. Καί, μάλιστα, δὲν ἄργησε πολὺ νά’ ρθεῖ καιρὸς ποὺ ἄρχισαν κι αὐτοὶ νὰ κάνουν παρόμοια θαύματα».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Γελάσιος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ τόπος καταγωγῆς καὶ ὁ χρόνος ἀθλήσεως τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Γελασίου εἶναι ἄγνωστα. Αὐτός, κατὰ τοὺς χρόνους τῶν διωγμῶν, καταλήφθηκε ἀπὸ θεῖο ζῆλο,  διεμοίρασε τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς πτωχοὺς καί, ἀφοῦ ἐνδύθηκε λευκὰ ἱμάτια ἐπισκεπτόταν τοὺς διωκόμενους καὶ βασανιζόμενους Χριστιανούς, ἐζητοῦσε τὶς εὐχές τους, κατασπαζόταν τὶς πληγές τους, τοὺς ἐνεθάρρυνε στὸ μαρτύριό τους καὶ εφρόντιζε γιὰ τὸν εὐπρεπὴ ἐνταφιασμό τους. Συλληφθείς, ἕνεκα τούτων, ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καί, ἀφοῦ ὁμολόγησε τὸ Χριστὸ ὡς Ἀληθινὸ Θεό, ἐβασανίσθηκε καὶ τέλος, ἀποκεφαλίσθηκε.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γελάσιος ἔλαβε τὸν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ὅσιος Ἀμοὺν ὁ Σημειοφόρος 

Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ὅσιος Ἀμούν, ὁ Σημειοφόρος. Ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ὑπῆρξε φημισμένος ἀσκητὴς τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, στὴ Ραϊθώ. Σοφὰ αὐτοῦ Ἀποφθέγματα εὑρίσκονται στὸ Λαυσαϊκόν, στὸν Εὐεργετινὸ καὶ τὸν Παράδεισο τῶν Πατέρων.

Ἀπὸ τὰ Ἀποφθέγματα αὐτὰ ἀναφέρουμε ἕνα:

«Πήγαμε στὸ ἐρημητήριο τοῦ ἀδελφοῦ ποὺ μᾶς ἐκάλεσε, τὸ ὁποῖο ἀπεῖχε γύρω στὸ ἕνα μίλι, κι ἐκεῖ ξεκουρασθήκαμε ἀρκετὰ παίρνοντας καινούργια δύναμη γιὰ τὴν πορεία μας. Ἐκεῖνος ὁ μοναχὸς μᾶς διηγήθηκε, πώς, στὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε τώρα, ζοῦσε κάποιος γέροντας, ὀνομαζόμενος Ἀμούν, κοντὰ στὸν ὁποῖον ὁ ἴδιος μαθήτεψε. Ὁ Ἀββᾶς ἐκεῖνος ἦταν φημισμένος γιὰ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ εἶχε κάμει σ’ ἐκείνη τὴν περιοχή.

Σὲ αὐτὸν τὸν Γέροντα εἶχαν ἐπιτεθεῖ πολλὲς φορὲς οἱ ληστές, κλέβοντας ψωμιὰ καὶ ἄλλα τρόφιμα. Μιὰ μέρα, λοιπόν, βγαίνει ὁ Γέροντας στὴν ἔρημο, βρίσκει δυὸ μεγάλα φίδια καὶ τὰ φέρνει μαζί του, στὸ ἐρημητήριό του. Ἐκεῖ, τὰ ἔβαλε νὰ κάθονται μπροστὰ στὴν πόρτα καὶ νὰ φυλάγουν. Ὅταν, κάποια στιγμή, ἔφθασαν κατὰ τὴ συνήθειά τους οἱ φονιάδες καὶ εἶδαν αὐτὸ τὸ μέγα παράδοξο, ἔμειναν ἀπὸ ἔκπληξη μ’ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα κι ἔπεσαν καταγῆς.

Βγῆκε τότε ὁ Γέροντας καὶ τοὺς βρῆκε νὰ τά’ χουν χαμένα, μισοπεθαμένοι σχεδόν. Τοὺς ἀνασήκωσε κι ἄρχισε νὰ τοὺς κατηγορεῖ λέγοντάς τους: «Βλέπετε, πόσο εἶστε ἀγριώτεροι ἀκόμη κι ἀπὸ αὐτὰ τὰ θηρία; Διότι, ἐνῷ αὐτὰ φοβοῦνται τὸ Θεὸ καὶ ὑπακούουν στὰ θελήματά μας, ἐσεῖς οὔτε τὸ Θεὸ φοβηθήκατε οὔτε τὴν εὐλάβεια καὶ τὸν κόπο τῶν Χριστιανῶν λυπηθήκατε».
Ὕστερα ἀπ’ αὐτὰ τὰ λόγια, ὁ Γέροντας τοὺς ἔμπασε στὸ κελλί του, ὅπου τοὺς ἔβαλε νὰ φᾶνε, καὶ τοὺς συμβούλευσε ν’ ἀλλάξουν τρόπο ζωῆς. Καὶ τότε οἱ ληστὲς μετανόησαν γιὰ τὴν προηγούμενη ζωή τους κι ἔγιναν κι ἀπὸ πολλοὺς μοναχοὺς καλύτεροι. Καί, μάλιστα, δὲν ἄργησε πολὺ νά’ ρθεῖ καιρὸς ποὺ ἄρχισαν κι αὐτοὶ νὰ κάνουν παρόμοια θαύματα».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Φωτᾶς

Ὁ Ὅσιος Φωτᾶς, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Φωτᾶ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ζαρλάθιος Ἐπίσκοπος Τούαμ Ἰρλανδίας

Ὁ Ἅγιος Ζαρλάθιος ἐγεννήθηκε τὸ 445 μ.Χ. στὴν Ἰρλανδία καὶ θεωρεῖται ἱδρυτὴς καὶ προστάτης τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Τούαμ τῆς χώρας αὐτῆς. Καταγόταν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια Κονμάϊσνε, ποὺ ἦταν ἡ ἰσχυρότερη τῆς περιοχῆς τοῦ Γκάλγουεϊ κατὰ τὴν περίοδο ἐκείνη. Ἔμαθε τὰ ἱερὰ γράμματα ἀπὸ ἕναν ὅσιο γέροντα καὶ ἀργότερα ἵδρυσε μονὴ σὲ σχολεῖο κοντὰ στὸ Τούαμ. Μεταξὺ τῶν μαθητῶν του συγκαταλέγονται ὁ Ὅσιος Βρενδανὸς ὁ Ἀναχωρητὴς ( 16 Μαΐου) καὶ ὁ Ὅσιος Κολμάνος ( 24 Νοεμβρίου). Ὁ Ἅγιος ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τοῦ Τούαμ καὶ ὁ Θεὸς τὸν εὐλόγησε, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἄσκηση καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, μὲ τὸ χάρισμα τῆς προφητείας. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ 550 μ.Χ. (στὶς 26 Δεκεμβρίου ἢ στὶς 2 Φεβρουαρίου τοῦ ἑπομένου ἔτους). Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη του κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, διότι κατ’ αὐτὴ ἔγινε ἡ μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ στὸ ναὸ ποὺ ἐκτίσθηκε πρὸς τιμήν του στὸ Τούαμ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Κουδβάλιος Ἐπίσκοπος Ἄλεθ Οὐαλίας 

Ὁ Ἅγιος Κουδβάλιος ἐγεννήθηκε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. στὴν Οὐαλία καὶ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀφιερώθηκε στὸν Θεό. Ἔγινε ἡγούμενος μεγάλου μοναστηριοῦ ἐπὶ τῆς βραχώδου νήσου Πλέκιτ, ὅπου συγκέντρωσε 188 μοναχούς. Κατόπιν ἀποσύρθηκε σὲ ἔρημο τόπο τῆς Κορνουάλης, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ φήμη τῆς ἁγιότητός του προσείλκυσε πλῆθος μοναχῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἱδρυθεῖ ἐκεῖ μία ἐξ ἴσου μεγάλη μονή. Ποθώντας ὁ Ἅγιος τὴν ἡσυχία ἀποσύρθηκε στὴ Βρετάνη, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ σκληροὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες προσφέροντας τὸν ἑαυτό του θυσία εὐάρεστη στὸν Θεό. Ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἄλεθ καὶ ὡς λύχνος φαεινὸς κατηύγασε τὶς ψυχὲς τοῦ ποιμνίου του. Ὅταν, λόγῳ γήρατος, δὲν μποροῦσε νὰ ἐκτελέσει τὰ ἐπισκοπικὰ καθήκοντά του, παραιτήθηκε καὶ ἀποσύρθηκε σὲ ἐρημητήριο μαζὶ μὲ λίγους μαθητές του.
Ὁ Ἅγιος Κουδβάλιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ τέλος τοῦ 6ου ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 7ου μ.Χ. αἰῶνος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Ἰωνᾶς Ἐπίσκοπος τῆς Μεγάλης Περμίας 

Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰωνᾶ, Ἐπισκόπου τῆς Μεγάλης Περμίας, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τὴν 29η Ἰανουαρίου ὅπου καὶ ὁ βίος του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἅγίου Ἱερομάρτυρος Βασιλείου τοῦ Θαυματουργοῦ

Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Βασιλείου τοῦ Θαυματουργοῦ, Ἐπισκόπου Μανγκαζίας τῆς Σιβηρίας, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τὴν 22α Μαρτίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Παΐσιος τοῦ Οὔγκλιχ 

Ὁ Ὅσιος Παΐσιος τοῦ Οὔγκλιχ ἐγεννήθηκε στὴν περιοχὴ Τβὲρ τῆς Ρωσίας κοντὰ στὴν πόλη Καζίν,  καὶ ἦταν ἀνεψιὸς τοῦ Ὁσίου Μακαρίου (Καλυαζίν, 17 Μαρτίου). Μετὰ ἀπὸ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, ὅταν ἦταν ἕνδεκα ἐτῶν, ἐπῆγε στὸ μοναστήρι τοῦ θείου του, ὅπου ἔγινε μοναχός. Ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ὁσίου Μακαρίου, ὁ Παΐσιος ἐδιδάχθηκε τὰ τῆς μοναχικῆς πολιτείας, τὴν ὑπακοή, τὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή, καὶ ἀσχολήθηκε μὲ τὴν ἀντιγραφὴ πνευματικῶν βιβλίων καὶ συγγραμμάτων τῶν Πατέρων. Ἔτσι προόδευσε πολὺ στὴν πνευματικὴ ζωή.
Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, τὸ 1464, μετὰ ἀπὸ ἐπιθυμία καὶ παράκληση τοῦ πρίγκιπος Ἀνδρέου, ἴδρυσε μία κοινοβιακὴ μονὴ κοντὰ στὸ Οὔγκλιχ, καὶ τὸ 1489 τὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου.
Μετὰ ἀπὸ θεοφιλὴ ἄσκηση, ὁ Ὅσιος Παΐσιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1504, καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῶν θαυμάτων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς τοῦ Κλιμέζσκ 

Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς (κατὰ κόσμον Ἰωάννης) ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἀφιερώθηκε στὸν Θεὸ γενόμενος μοναχός. Ὡς ἐκπλήρωση ἑνὸς τάματός του ἵδρυσε τὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Κλιμέζσκ στὴ Ρωσία. Ὅταν, τὸ 1490, ἐξέσπασε θύελλα καὶ ἐκεῖνος εὑρισκόταν ταξιδεύοντας μέσα στὰ νερὰ τῆς λίμνης Ὀμέγκα, τὴν ὥρα ποὺ ἐκινδύνευε ἡ ζωή του, παρεκάλεσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν σώσει καὶ ὑποσχέθηκε νὰ ζήσει τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μὲ μετάνοια καὶ προσευχή. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὴν προσευχή του καὶ ἡ βάρκα ὁδηγήθηκε μὲ ἀσφάλεια στὶς ὄχθες τῆς λίμνης. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος εὑρῆκε μὲ θαυματουργικὸ τρόπο καὶ μία ἱερὴ εἰκόνα. Ἔτσι ἵδρυσε τὴ μονὴ αὐτὴ στὴν ὁποία ἀνήγειρε δύο ἐκκλησίες, τὴν μία ἀφιερωμένη στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ τὴν ἄλλη στὸν Ἅγιο Νικόλαο, Ἀρχιεπίσκοπο Μύρων τῆς Λυκίας.
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1534. Τὰ ἱερὰ λείψανά του μετεκομίσθησαν στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ζαχαρίου καὶ Ἐλισάβετ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ποιμένος ἐν Ρωσίᾳ

Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ὀνομάζεται «τοῦ Ποιμένος», ἐπειδὴ τὴν ἔφερε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη στὴ Ρωσία, τὸ 1381, ὁ Μητροπολίτης Μόσχας Ποιμήν. Ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔτρεχε μύρο, τὸ ὁποῖο ἐθεράπευε πολλοὺς ἀσθενεῖς ποὺ προσεύχονταν μὲ ἀληθινὴ πίστη καὶ ἐπικαλοῦνταν τὴ χάρη της.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Μνήμη Θαύματος τοῦ Ἀρχεγγέλου Μιχαήλ

Το θαῦμα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ἔλαβε χώρα στην Ἀλεξάνδρεια. Δεν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Περί του Αγίου Πνεύματος

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς ἑορτάζομε τήν κάθοδο τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἐπί τούς Ἁγίους Μαθητάς καί Ἀποστόλους, ἡ ὁποία ἔγινε πενῆντα ἡμέρες μετά τήν ἐκ νεκρῶν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Διαβάζομε στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων:
«Ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδόν ἐπί τό αὐτό. Καί ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καί ἐπλήρωσεν ὅλον τόν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι∙ καί ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ’ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, καί ἐπλήσθησαν ἅπαντες,  Πνεύματος Ἁγίου…» (Πραξ. β’, 1-4).
Ἔτσι, πραγματοποιήθηκε ἡ ἐπαγγελία πού εἶχε δώσει ὁ Κύριος στούς Μαθητάς του ὀλίγον πρό τοῦ Πάθους του:
«Καί ἐγώ ἐρωτήσω τόν Πατέρα καί ἄλλον Παράκλητον δώσει ὑμῖν, ἵνα μένῃ μεθ’ ὑμῶν εἰς τόν αἰῶνα, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας» (Ἰωάν. ιδ’, 16).
Καί εἰς ἄλλο σημεῖο ὁ Κύριος λέγει:
«Ὅταν δέ ἔλθῃ ὁ Παράκλητος, ὅν ἐγώ πέμψω ὑμῖν παρά τοῦ Πατρός, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὅ παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περί ἐμοῦ» (Ἰωάν. ιε’, 26).
Ἐπί τῇ ἑορτῇ, λοιπόν, τῆς Πεντηκοστῆς, ἐθεωρήσαμε πολύ ὠφέλιμο νά σημειώσωμε μερικά πράγματα σχετικά μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἴσως, ἀγνοοῦν εἰς βάθος αὐτή τήν διδασκαλία, ἤ δυσκολεύονται νά τήν κατανοήσουν. Πολλάκις δέ καί μεῖς οἱ Ἐκκλησιαστικοί διδάσκαλοι ἀσχολούμεθα μέ ἄλλα ζητήματα καί ἀφήνομε κατά μέρος τά θέματα πίστεως, τά ὁποῖα ὅμως ἔχουν τήν πρώτη σημασία γιά τήν σωτηρία τοῦ Ἀνθρώπου.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν εἶναι ἁπλῶς μιά ἀόριστη δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἤ ποίημα τοῦ Λόγου ὡς ἰσχυρίζοντο ἀκραῖοι Ἀρειανοί, ὡς ὁ Εὐνόμιος κλπ., οἱ ὁποῖοι κατεδικάσθησαν ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, τόσο ἀπό τήν Α’, ἰδίως ὅμως ἀπό τήν Β’ Οἰκουμενική Σύνοδο, ὅπου εἰδικά ἀντιμετωπίσθησαν αὐτές οἱ πλάνες τῶν πνευματομάχων αἱρετικῶν.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τό Τρίτο Πρόσωπο τῆς Παναγίας καί Ζωαρχικῆς Τριάδος, Θεός ἀληθινός, ὁμοούσιο καί ἰσότιμο πρόσωπο μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό.
Τό προσωπικό ὑποστατικό ἰδίωμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ ἐκπόρευσις ἐκ τοῦ Πατρός.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἦτο πάντοτε «παρόν» μαζί μέ τά ἄλλα δύο πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος∙ συμμετέχει στήν δημιουργία τοῦ σύμπαντος κόσμου, ἐνεργεῖ διά τῶν Προφητῶν, συνεργεῖ στήν ὑπόθεση τῆς σωτηρίας τοῦ Ἀνθρώπου, ἐνῷ μετά τήν Ἁγία Πεντηκοστή, «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας». Μορφώνει τόν Χριστό ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν καί μᾶς καθιστᾶ διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας. Ἐν γένει διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνεχίζεται τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, διά τῶν Μυστηρίων.
Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τό Πανάγιο Πνεῦμα συμπεριελήφθη στό «Σύμβολο τῆς Πίστεως», στό γνωστό ἄρθρο μέ τό ὁποῖο ὁμολογοῦμε τήν Θεότητά Του:
«Καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό κύριον, τό ζωοποιόν, τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον, τό σύν Πατρί καί Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καί συνδοξαζόμενον, τό λαλῆσαν διά τῶν προφητῶν».
Στό σημεῖο αὐτό θά ἀναφερθοῦμε στήν αἱρετική διδασκαλία, τήν ὁποία ὅλως αὐθαιρέτως εἰσήγαγαν οἱ Παπικοί στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, τό γνωστό “Filioque”. Πρόκειται γιά τήν διδασκαλία περί ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ», πού ὄχι μόνο ἀποτελεῖ αὐθαιρεσία, ὅπως ἀναφέραμε προηγουμένως, ἀλλά ὑπῆρξε καί ἕνα ἀπό τά βασικώτερα σημεῖα πού ὡδήγησε στό ὁριστικό Σχῖσμα τοῦ 1054.
Ἡ αἱρετική αὐτή θέση τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, ἡ μεγίστη αὐτή κακοδοξία, διασπᾶ (ὡς διδασκαλία) τήν ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί ἀνατρέπει ὅσα ἐδίδαξε ἀπ’ ἀρχῆς, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία.
Μέ ἁπλᾶ λόγια, τό “Filioque” καταργεῖ τήν μοναρχία τῆς Θεότητος, συγχέει τά ὑποστατικά ἰδιώματα τοῦ Πρώτου καί τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος (ἐφόσον τό Ἅγιο Πνεῦμα, κατά τήν ὡς ἄνω κακοδοξία, ἐκπορεύεται «καί ἐκ τῶν δύο») καί ὑποβιβάζει τό Τρίτο Πρόσωπο, τό Πανάγιο Πνεῦμα.
Ἡ πλάνη αὐτή, ὁδηγεῖ σέ μεγάλες ἐπιπτώσεις ὡς πρός τήν σωτηρία τοῦ Ἀνθρώπου, καί δυστυχῶς ἀποτελεῖ ἕνα ἀκόμη μεγάλο ἐμπόδιο (ὅπως καί τό θέμα τῆς Οὐνίας) γιά τήν ἐπαναπροσέγγιση μέ τήν Μία, τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐξ ἧς οἱ Δυτικοί ἀπεκόπησαν.
Μετά τό Σχῖσμα, πολλοί Ἅγιοι Πατέρες ἐθεολόγησαν περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος Ἐπίσκοπος Ἐφέσου ὁ Εὐγενικός, ὁ μαθητής του Γεννάδιος ὁ Σχολάριος καί πλεῖστοι ἄλλοι, οἱ  ὁποῖοι σθεναρῶς ἀντιμετώπισαν τίς παπικές κακοδοξίες περί τοῦ ὡς εἴρηται θέματος.
Ἡ ὀρθή διδασκαλία καί πίστη περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔχει θεμελιώδη σημασία, ἀφοῦ δέν δύναται νά ὑπάρξῃ Ἐκκλησία χωρίς τήν παρουσία τοῦ Τρίτου Προσώπου τῆς Παναγίας Τριάδος. Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ἀναφέρει χαρακτηριστικά:  «Εἰ μὴ Πνεῦμα παρῆν, οὐκ ἄν συνέστη ἡ Ἐκκλησία» (Ὁμιλία Α’ εἰς Πεντηκοστήν, PG. 50. 459).
Κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς (στούς Αἴνους) ἡ Ἐκκλησία μας διακηρύττει ψάλλουσα:
«Τό Πνεῦμα τό ἅγιον, ἦν μέν ἀεί, καί ἔστι καί ἔσται, οὔτε ἀρξάμενον, οὔτε παυσόμενον, ἀλλ’ ἀεί Πατρί καί Υἱῷ συντεταγμένον καί συναριθμούμενον∙ ζωή καί ζωοποιοῦν, φῶς καί φωτός χορηγόν∙ αὐτάγαθον καί πηγή ἀγαθότητος· δι’ οὗ Πατήρ γνωρίζεται, καί Υἱὸς δοξάζεται καί παρά πάντων γινώσκεται, μία δύναμις, μία σύνταξις, μία προσκύνησις, τῆς ἁγίας Τριάδος».
Δηλαδή, «τό Ἅγιο Πνεῦμα ὑπῆρχε πάντοτε, καί ὑπάρχει καί θά ὑπάρχῃ. Οὔτε εἶχε (ποτέ) ἀρχή, οὔτε θά ἔχῃ τέλος, ἀλλά πάντοτε εἶναι ἑνωμένο καί συναριθμεῖται μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό. Εἶναι ζωή καί δίνει ζωή, εἶναι φῶς καί χορηγός φωτός. Εἶναι ἀγαθό ἀφ’ ἑαυτοῦ Του καί πηγή ἀγαθότητος. Μέσω Αὐτοῦ ὁ Πατέρας γνωρίζεται καί ὁ Υἱός δοξάζεται καί κατανοεῖται ἀπό ὅλους. (Ὑπάρχει) μία δύναμη, μία ἑνότητα, μία προσκύνηση, αὐτή τῆς Ἁγίας Τριάδος».
Ἐπίσης, ἡ Ἐκκλησία μας τονίζει ὅτι διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀποκτοῦμε τήν ἑνότητα, ἡ ὁποία εἶναι ἀπαραίτητη στήν ζωή μας τήν προσωπική καί τήν κοινωνική. Ἑνότητα μέ τόν Θεό καί ἑνότητα μέ τόν συνάνθρωπό μας.
Στό κοντάκιο τῆς Ἑορτῆς ἀναφέρεται:
«Ὅτε καταβάς τάς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρός τάς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε…».
Σήμερα ἐπικρατεῖ σύγχυση στόν κόσμο. Ὁ καθένας μέ τόν δικό του τρόπο, ἀπό τήν δική του θέση καί κατά τήν προσωπική ἐσωτερική του κρίση, προσπαθεῖ νά δώσῃ λύση στά κοινωνικά προβλήματα καί στά προσωπικά καί ἄλλα ἀδιέξοδα. Ὅμως, χωρίς τήν ἔλλαμψη καί τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,  διασαλεύεται ἡ ἐσωτερική μας καί κοινωνική συνοχή.
Μόνο ὅσοι ζοῦν μέσα στήν Ἐκκλησία, οἱ θεούμενοι, οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς, τῆς ἀσκήσεως, τῆς μυστηριακῆς κοινωνίας καί ζωῆς, μποροῦν νά κατανοήσουν καί νά ἀντιληφθοῦν εἰς βάθος τό μυστήριο τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι Ἑνότητος, ὅπως τό ἐβίωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἀπό τῆς ἀρχῆς καί μέχρι τῶν ἐσχάτων.

Ἄς προσευχηθοῦμε μέ ζέση ψυχῆς, ὥστε τό Πανάγιο Πνεῦμα νά σκηνώσῃ στήν καρδιά μας, νά μᾶς φωτίσῃ, νά μᾶς  ἁγιάσῃ καί νά μᾶς λυτρώσῃ.

Ακολουθία Εσπερινού Κυριακής, όρθρου και Θείας Λειτουργίας του Αγίου Πνεύματος (04-06-2017 και 05-06-2017) εδώ.

Ευχές της Πεντηκοστής με μετάφραση εδώ

Τυπικόν εδώ 

Κανόνιον εδώ

«....Καὶ εἰς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ κύριον καὶ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν πατρὶ καὶ υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν....»

 

Τὴν Δευτέρα μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸ ὁποῖο ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός. Εἶναι ὁμοούσιο μὲ τὰ πρόσωπα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ κατὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως «συνπροσκυνεῖται καὶ συνδοξάζεται» μὲ τὸν Πατέρα καὶ μὲ τὸν Υἱό, ἴσο κατὰ τὴ λατρεία καὶ τὴν τιμή.

 

Τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

 

Μεγάλα εἶναι καὶ ξεπερνοῦν τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ τὰ χαρίσματα ποὺ μᾶς δώρισε σήμερα ὁ φιλάνθρωπος Θεός. Γι’ αὐτὸ ἃς χαροῦμε ὅλοι μαζὶ καὶ σκιρτώντας ἀπὸ ἀγαλλίαση ἃς ἀνυμνήσουμε τὸν Κύριό μας. Γιατί ἡ σημερινὴ ἡμέρα εἶναι γιὰ μᾶς ἑορτὴ καὶ πανηγύρι. Ὅπως δηλαδὴ διαδέχονται ἡ μιὰ τὴν ἄλλη οἱ ἐποχὲς καὶ οἱ κινήσεις τοῦ ἥλιου, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ στὴν Ἐκκλησία ἡ μία ἑορτὴ διαδέχεται τὴν ἄλλη καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἀπὸ τὴν μιὰ πηγαίνουμε στὴν ἄλλη. Πρὶν ἀπὸ λίγο καιρὸ ἑορτάσαμε τὸν σταυρό, τὸ πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση, καὶ ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ στοὺς οὐρανούς. Σήμερα φθάσαμε στὴν κορυφὴ τῶν ἀγαθῶν, σ’ αὐτὴν τὴν κορωνίδα τῶν ἑορτῶν, βρισκόμαστε πιὰ στὴν πραγματοποίηση τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Κυρίου. «Γιατί ἂν φύγω», λέει, «θὰ σᾶς στείλω ἄλλον Παράκλητο, καὶ δὲν θὰ σᾶς ἀφήσω ὀρφανούς». (Ἰωάν. ιστ’, 6). Βλέπετε τὸ πατρικό Του ἐνδιαφέρον; Βλέπετε τὴν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Του; Πρὶν λίγες ἡμέρες ἀνελήφθη στὸν οὐρανό, κάθισε στὸν βασιλικὸ θρόνο, στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός, καὶ σήμερα μᾶς στέλνει ὡς δῶρο τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο μᾶς χορηγεῖ ἄπειρα οὐράνια ἀγαθά. Γιατί, πές μου, ποιὸ ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ ποὺ συμβάλλουν στὴ σωτηρία μας δὲν μᾶς δόθηκε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα;

 

Μὲ τὴν χάρη Του ἀπαλλασσόμαστε ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ διαβόλου, καλούμαστε στὴν ἐλευθερία τοῦ Χριστοῦ, ὁδηγούμαστε στὴν οὐράνια υἱοθεσία, ἀναγεννιόμαστε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ ξεφορτωνόμαστε τὸ βαρὺ καὶ δυσβάστακτο φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν μας. Μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος βλέπουμε νὰ ὑπάρχουν τόσοι ἱερεῖς καὶ ἔχουμε τάγματα διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὴν πηγὴ αὐτὴ πήγασαν πλούτη προφητειῶν καὶ χαρίσματα ἰάσεων καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ποὺ συνήθως στολίζουν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα προέρχονται. Καὶ φωνάζει ὁ Παῦλος καὶ λέει: «Γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ χαρίσματα ἐνεργεῖ τὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ Πνεῦμα, ποὺ τὰ μοιράζει ὅπως θέλει στὸν καθένα χωριστά» (Α’ Κορ. ιβ’, 11).

 

«Ὅπως θέλει», λέει, ὄχι ὅπως ἔχει διαταχθεῖ. «Μοιράζει», καὶ δὲν μοιράζεται. Ἔχει ἐξουσία, καὶ δὲν ἐξουσιάζεται. Γιατί ὁ Παῦλος λέει πὼς ἔχει καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὴν ἴδια ἐξουσία, ποὺ ἔχει καὶ ὁ Πατήρ. Καὶ ὅπως εἶπε γιὰ τὸν Πατέρα «ὁ Θεὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐνεργεῖ παντοῦ καὶ πάντα» (Α’ Κορ. ιβ’, 6), ἔτσι λέει καὶ γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ χαρίσματα ἐνεργεῖ τὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ Πνεῦμα, ποὺ τὰ μοιράζει ὅπως θέλει στὸν καθένα χωριστά». Εἶδες τέλεια ἐξουσία ποὺ ἔχει; Γιατί ὅσα πρόσωπα ἔχουν τὴν ἴδια φύση καὶ οὐσία εἶναι φανερὸ ὅτι ἔχουν καὶ τὴν ἴδια ἐξουσία, καὶ ὅσα ἔχουν τὴν ἴδια ἀξία, σ’ αὐτὰ μία εἶναι ἡ δύναμη καὶ ἡ ἐξουσία.

 

Χάρη στὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπαλλαχτήκαμε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, μὲ αὐτὴν ξεπλύναμε τὴν ψυχή μας ἀπὸ κάθε ρύπο. Μὲ τὴ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐνῶ ἤμασταν ἄνθρωποι, γίναμε ἄγγελοι, ὅσοι βέβαια θελήσαμε νὰ μᾶς βοηθήσει ἡ χάρη Του, χωρὶς νὰ ἀλλάξει ἡ φύση μας, ἀλλά, καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ ἀξιοθαύμαστο, διατηρήσαμε τὴν ἀνθρώπινη φύση μας καὶ μὲ αὐτὴ ἐπιδείξαμε ἀγγελικὴ συμπεριφορά. Τόσο μεγάλη εἶναι λοιπὸν ἡ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Καὶ ὅπως ἡ πραγματικὴ φωτιὰ ὅταν δεχτεῖ τὸν μαλακὸ πηλὸ τὸν καθιστὰ σκληρὸ κεραμίδι, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἡ φωτιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅταν δεχτεῖ μία ψυχὴ συνετή, ἀκόμη καὶ ἂν τὴ βρεῖ πιὸ μαλακὴ καὶ ἀπ’ τὸν πηλό, τὴν κάνει πιὸ γερὴ καὶ ἀπ’ τὸ σίδερο. Καὶ κάνει ξαφνικὰ πιὸ καθαρὸ ἀπ’ τὸν ἥλιο ἐκεῖνον ποὺ ἕως τώρα ἦταν μολυσμένος ἀπ’ τὴν ἀκαθαρσία τῶν ἁμαρτιῶν.[...]

 

«Μὲ τὴ δύναμη τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ», λέει, «καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ μας». Εἶδες, ἀγαπητέ, τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Εἶδες ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐξαφάνισε ὅλες αὐτὲς τὶς κακίες, καὶ ὅτι ἐκείνους ποὺ ἦταν προηγουμένως ὑποδουλωμένοι στὶς ἁμαρτίες τους, τοὺς ἀνέβασε ξαφνικὰ σὲ τόσο ὑψηλὲς τιμές;

 

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Εὐλογητὸς εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους, τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, καὶ δι’ αὐτῶν, τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, Φιλάνθρωπε δόξα σοι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε· καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ Πανάγιον Πνεῦμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἐν πυρίναις γλώσσαις τοῖς Μαθηταῖς, ἐν τῷ ὑπερῴῳ, ὡς ὑπέσχου ἐκ τοῦ Πατρός, ἔπεμψας Σωτήρ μου, τὸ συμφυές σου Πνεῦμα, καὶ τούτους τῆς σῆς δόξης, ῥήτορας ἔδειξας.

Ὁ Ἅγιος Δωρόθεος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Τύρου 

Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Δωρόθεος. Ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 362 μ.Χ.). Σοφώτατος καὶ ἐγκρατέστατος Ἱεράρχης, διακρινόταν γιὰ τὴ βαθιὰ θεολογικὴ του μόρφωση καὶ τὴν πλήρη γνώση τῶν Γραφῶν. Κατὰ τοὺς ἐπὶ Μαξιμιανοῦ καὶ Λικινίου (286 – 323 μ.Χ.) ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν κινηθέντες διωγμούς, μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ ποιμνίου του, ἀναγκάσθηκε νὰ καταφύγει στὴ Δυσσόπολη τῆς Θράκης, ὅπου παρέμεινε ἰδιωτεύων μέχρι τοῦ θανάτου αὐτῶν. Ἀφοῦ ἐπανῆλθε στὴν Ἐπισκοπή του, ἐξακολούθησε νὰ κυβερνᾶ τὸ ποίμνιό του μὲ πατρικὴ φροντίδα, διδάσκοντας,  στηρίζοντας καὶ ἐνισχύοντας αὐτό. Παρευρέθηκε στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Νίκαι τῆς Βιθυνίας, τὸ 325 μ.Χ., ἡ δὲ ζωὴ καὶ ἡ δράση του παρατάθηκε καθ’ ὅλη τὴ βασιλεία τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου. Ἀνακινηθέντων τῶν διωγμῶν ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.), κατέφυγε καὶ πάλι στὴ Θράκη, ἀλλά, συλληφθεὶς ὑπὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, ἐβασανίσθηκε σκληρὰ καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴ Δυσσόπολη (κατ’ ἄλλους στὴν Ἔδεσσα), τὸ 362 μ.Χ., σὲ ἡλικία ἑκατὸν ἑπτὰ ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δώρημα τέλειον, ἐκ τοῦ τῶν φώτων Πατρὸς, σοφίας τὴν ἔλλαμψιν, ὡς Ἱεράρχης σοφός, ἐδέξω Δωρόθεε· ὅθεν καὶ πλεονάσας, τὸν σὸν τάλαντον μάκαρ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, βαθυτάτῳ ἐν γήρᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὀρθοδόξοις δόγμασιν, Ἱερομάρτυς κηρύξας, δῶρον θεῖον ἅγιον, σαυτὸν προσῆξας τῷ Κτίστῃ, πρότερον, ἐν τῇ ἀσκήσει ἐνδιαπρέψας, ὕστερον, τῷ μαρτυρίῳ στερρῶς ἀθλήσας, καὶ νομίμως ὑπεδέξω, βραβεῖον νίκης, παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς σοφίας μυσταγωγός, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, θεοφάντωρ ὁ ἱερός· χαίροις ὁ Μαρτύρων, τῆς δωρεᾶς τρυφήσας, ὡς θεῖος Ἱεράρχης, Πάτερ Δωρόθεε.

Οἱ Ἅγιοι Φλωρέντιος, Ἰουλιανός, Κυριακός, Μαρκελλίνος καὶ Φαυστίνος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Φλωρέντιος, Ἰουλιανός, Κυριακός, Μαρκελλίνος καὶ Φαυστίνος ἐμαρτύρησαν στὴν πόλη Περούτζια τῆς Ἰταλίας, τὸ 250 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόλλων, Ἄρειος, Γοργίας, Εἰρήνη, Λεωνίδης, Μαρκιανός, Νίκανδρος, Παμβών, Σεληνιὰς καὶ Ὑπερέχιος οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀπόλλων, Ἄρειος, Γοργίας, Εἰρήνη, Λεωνίδης, Μαρκιανός, Νίκανδρος, Παμβών, Σεληνιὰς καὶ Ὑπερέχιος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἄθλησαν κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Ἀποτελοῦσαν ὅμιλο θεοφιλῶς ζώντων καὶ ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ ἀγωνιζομένων πιστῶν. Ἕνεκα τῆς θεοφιλοῦς αὐτῶν δράσεως συνελήφθησαν, ὁδηγηθέντες δὲ ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου Ἀλεξανδρείας, ἀψηφοῦντες τὶς ἀπειλὲς καὶ ἀποκρούοντες τὶς δελεαστικὲς ὑποσχέσεις, παρέμειναν ἀκλόνητοι στὴν πρὸς τὸν Χριστὸ πίστη τους. Κατόπιν τούτου διατάχθηκε ὁ ἐγκλεισμός τους στὴ φυλακὴ καὶ καταδικάσθηκαν στὸν ἐκ πείνας καὶ δίψας θάνατο. Οἱ Ἅγιοι ὑπέμειναν καρτερικὰ τὸ μαρτυρικὸ καὶ βραδὺ θάνατο, προσευχόμενοι καὶ δοξολογοῦντες τὸν Κύριο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κόνων καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησε. Ἔνθερμος κήρυκας τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, διεκήρυττε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὰ εὐεργετήματα αὐτῆς καὶ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Γιὰ τὴ δράση του αὐτὴ συνελήφθη, ἀρνηθεὶς δὲ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἐρρίφθηκε στὴ θάλασσα, ὅπου εὑρῆκε τὸ μαρτυρικὸ διὰ πνιγμοῦ θάνατο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Νόννος ὁ Μάρτυρας 

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Νόννου ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸν Κανονάριον καὶ ἑορταζόταν στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων στὸ ναὸ ποὺ εὑρισκόταν ἐπὶ τοῦ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Χριστόφορος ὁ Μάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Χριστόφορος καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἐτελειώθηκε διὰ ξίφους. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἐπίσκοπος Τύρου

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα. Σύμφωνα μὲ τὸ συναξαριστικὸ ὑπόμνημα ὁ Ἅγιος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τύρου κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.) καὶ Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (324 – 337 μ.Χ.) καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴ θεολογική του παιδεία, τὴ συγγραφή, τὴν εὐφηΐα, τὴν ἐπιμέλεια. Αὐτός, ἐπὶ διωγμοῦ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.), ἀναγκάσθηκε νὰ φύγει ἀπὸ τὴν ἔδρα τῆς Ἐπισκοπῆς του καὶ νὰ καταφύγει στὴν Ὀδυσσούπολη. Μετὰ τὸ τέλος τῶν τυράννων ἐπέστρεψε στὴν ἐπαρχία του, ἀλλὰ συνελήφθη καὶ ὑπέστη πολλὲς βασάνους ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουλιανὸ τὸν Παραβάτη (361 – 363 μ.Χ.).
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴν Τύρο, σὲ ἡλικία ἐνενήντα ἑπτὰ ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Πλούταρχος Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου

Οἱ Συναξαριστὲς σιωποῦν γιὰ τὸν Ἅγιο Πλούταρχο. Ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται στὸ Χρονικὸν τοῦ Λεοντίου Μαχαιρᾶ. Στὸν ἐπισκοπικὸ κατάλογο Σαλαμῖνος ὁ Ἅγιος Πλούταρχος φέρεται ἕκτος Ἐπίσκοπος Κύπρου, ἐνῷ ἀλλοῦ ἀναφέρεται Πλούταρχος, Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου, δέκατος τέταρτος (περὶ τὸ 620 – 627 μ.Χ.) μετὰ τὸν Ἀπόστολο Βαρνάβα.
Τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου ἀπαντᾶ σὲ περιγραφὲς ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σέργιο τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀπόστολος τῆς Γερμανίας

Ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος, κατὰ κόσμον Βινφρίδιος, ἐγεννήθηκε, περὶ τὸ ἔτος 680 μ.Χ., στὴν πόλη Κρέντιτον τοῦ Ντεβονσάϊρ τῆς Ἀγγλίας. Ἐσπούδασε στὶς μονὲς τοῦ Ἔξετερ καὶ τοῦ Νάτσελ, ὅπου διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐπίδοσή του στὰ ἐκκλησιαστικὰ γράμματα, τὴν ποίηση, τὴ ρητορικὴ καὶ τὴν ἱστορία. Διέπρεψε ὡς καθηγητὴς μοναστηριακῶν σχολῶν καὶ συνέταξε τὴν πρώτη Λατινικὴ γραμματικὴ στὴ Βρετανία.

Σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν, μοναχὸς ἤδη μὲ τὸ ὄνομα Βονιφάτιος, ἐχειροτονήθηκε ἱερέας. Ἀπὸ τότε ἐπιδόθηκε μὲ ἔνθεο ζῆλο καὶ ἐπιτυχία στὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ἱεραποστολή.

Τὸ 716 μ.Χ., μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου Βινβέρτου τῆς μονῆς τοῦ Νάτσελ, ἐπῆγε στὴ Φρισλανδία, γιὰ νὰ κηρύξει τὸν Χριστὸ στοὺς ἐκεῖ εἰδωλολάτρες. Ὁ πόλεμος ὅμως ποὺ ἐξέσπασε ἀνάμεσα στὸν τοπικὸ βασιλέα Ράντμποντ καὶ τὸν Κάρολο Μαρτέλο, τὸν ἀνάγκασε νὰ ἐπιστρέψει στὴν Ἀγγλία. Ἐπιθυμώντας νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν ἐξωτερικὴ ἱεραποστολή, ἀποποιήθηκε τὸ ἡγουμενικὸ ἀξίωμα, στὸ ὁποῖο τὸν ἐξέλιξε ἡ μοναστικὴ ἀδελφότητα τοῦ Νάτσελ μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ἡγουμένου Βινβέρτου.

Ἔτσι, τὸ 719 μ.Χ., ἀφοῦ ἐπῆρε τὴ σχετικὴ ἄδεια καὶ εὐλογία τοῦ Πάπα Γρηγορίου Β’ (715 – 731 μ.Χ.), ἐξεκίνησε γιὰ τὴ Γερμανία. Ἐπέρασε τὶς Κάτω Ἄλπεις καὶ τὴ Βαυαρία καὶ ἔφθασε στὴ Θουριγγία, ἀπ’ ὅπου ἄρχισε τὸ ἀποστολικό του ἔργο. Ὄχι μόνο ἐβάπτισε πολυάριθμους εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ καὶ τοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἐζοῦσαν τότε στὴ Βαυαρία, τοὺς ἐβοήθησε νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ διάφορες πλάνες καὶ κακοδοξίες. Τὸ 720 μ.Χ., μαθαίνοντας πὼς ὁ Ράντμποντ εἶχε πεθάνει καὶ ὁ Κάρολος Μαρτέλος εἶχε γίνει κύριος τῆς Φρισλανδίας, ἐπῆγε ἐκεῖ καὶ ἐνίσχυσε τὴν ἱεραποστολὴ τοῦ Ἁγίου Βιλλιβρόρδου ( 7 Νοεμβρίου). Τρία χρόνια ἀργότερα ἦλθε πάλι στὰ Γερμανικὰ ἐδάφη. Ἐβάπτισε πλήθη εἰδωλολατρῶν, ἔκτισε ἐκκλησίες καὶ συγκρότησε πολλὲς Χριστιανικὲς κοινότητες στὴν Ἔσση καὶ τὴ Σαξονία.

Τὸ 723 μ.Χ., ὑπακούοντας σὲ κλήση τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης Γρηγορίου Β’ (715 – 731 μ.Χ.), ἐπῆγε στὴ Ρώμη, ὅπου ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος. Ἐπιστρέφοντας στὴ Γερμανία, ἐγκατέστησε τὴν ἔδρα του στὴ Μαγεντία καὶ συνέχισε μὲ μεγαλύτερο ζῆλο τὴν εὐαγγελική του διακονία.

Τὸ 732 μ.Χ., ὁ νέος Πάπας Γρηγόριος Γ’ (731 – 741 μ.Χ.) τὸν προήγαγε σὲ Ἀρχιεπίσκοπο καὶ Πριμάτο τῆς Γερμανικῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὸ δικαίωμα τῆς ἐκλογῆς καὶ καταστάσεως Ἐπισκόπων.

Τὸ 738 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος μετέβη καὶ πάλι στὴ Ρώμη καὶ ἐνημέρωσε γιὰ τὴν πορεία τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου καὶ τὰ προβλήματά του τὸν Πάπα, ὁ ὁποῖος τὸν ὀνόμασε τότε Λεγάτο τῆς Ἀποστολικῆς Ἕδρας.

Ὅταν ἐπέστρεψε στὴ Γερμανία, ὁ δούκας Ὀντίλο τὸν ἐκάλεσε στὴ Βαυαρία, γιὰ νὰ λύσει σοβαρὰ ἐκκλησιαστικὰ προβλήματα τῆς περιοχῆς. Ἵδρυσε ἐκεῖ τέσσερις Ἐπισκοπὲς γιὰ τὴν καλύτερη διαποίμανση τῶν Χριστιανῶν, καθὼς καὶ ἄλλες τρεῖς στὴ Θουριγγία, τὴν Ἔσση καὶ τὴ Φραγκονία.

Ἡ σαγηνευτικὴ πνευματικὴ προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου εἶχε τέτοια ἐπίδραση στὸν υἱὸ τοῦ Καρόλου Μαρτέλου Καρλομάνο, βασιλέα τῆς Αὐστραλίας, Ἀλαμανίας καὶ Θουριγγίας (741 – 747 μ.Χ.), ὥστε παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ θρόνο του, παραχώρησε τὸ βασίλειό του στὸ νεώτερο ἀδελφό του Πεπίνο τὸν Βραχύ, βασιλέα τῆς Νευστρίας, Βουργουνδίας καὶ Προβηγγίας καὶ ἔγινε μοναχός. Τὴν κουρά του ἐτέλεσε στὴ Ρώμη ὁ Πάπας Ζαχαρίας (741 – 752 μ.Χ.). Ἀρχικὰ ἐγκαταβίωσε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Σιλβέστρου, ποὺ ὁ ἴδιος ἵδρυσε στὸ ὄρος Σοράκτο τῆς κεντρικῆς Ἰταλίας. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκεῖ συνέρρεαν πολλοὶ ἐπισκέπτες καὶ μάλιστα Ρωμαῖοι εὐγενεῖς, ἀποσύρθηκε, ὕστερα ἀπὸ σχετικὴ ὑπόδειξη τοῦ Πάπα, στὴ μονὴ τοῦ ὄρους Κασσίνο, ὅπου ἔζησε μὲ ἄκρα ταπείνωση, κάνοντας τὰ πιο εὐτελὴ διακονήματα. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 755 μ.Χ., στὴν πόλη Βιὲν τῆς Γαλλίας, ὅπου εἶχε σταλεῖ, γιὰ ὑποθέσεις τῆς μονῆς του. Στὸ μεταξύ, ὁ ἀδελφός του Πεπίνος ὁ Βραχὺς ( 768 μ.Χ.) ἀνακηρύχθηκε πρῶτος βασιλέας τοῦ ἑνωμένου κράτους τῶν Φράγκων. Ἡ στέψη του ἔγινε τὸ 751 μ.Χ. στὴν πόλη Σουασσὸν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο, τὸν ὁποῖο ἐσεβόταν ἀπεριόριστα.

Γιὰ τὴν εὐρύτερη ἐξάπλωση τῆς Χριστιανικῆς πίστεως στὰ ἡμιάγρια καὶ ἀπολίτιστα Γερμανικὰ φύλα, ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης ἐκάλεσε ἀπὸ τὴ Βρετανία εὐσεβεῖς ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ποὺ ἀσχολήθηκαν ἐντατικὰ καὶ συστηματικὰ μὲ τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο. Ἀνάμεσά τους ἦταν οἱ Ἅγιοι Βιγκβέρτος, Βουρχάρδος, Βιλλιβάλδος, Λοῦλλος, Θέκλα, Μπερτιγκίτα, Κοντρούδη καὶ Λαϊόβα.

Ἡ Ὁσία Λαϊόβα ἦταν ἀνεψιὰ τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου καὶ ἦλθε στὴ Γερμανία μαζὶ μὲ τριάντα ἀκόμη Βρετανίδες μοναχές, σταλμένες ἀπὸ τὴν πριγκίπισσα Τέλτα, ἡγουμένη τῆς μονῆς Βίνμπουρν.

Μὲ τὴν βοήθεια ὅλων αὐτῶν τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος κατόρθωσε τόσο νὰ ἑδραιώσει τὸ Χριστιανισμό, ὅσο καὶ νὰ ὀργανώσει διοικητικὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐπαρχία αὐτοῦ.

Σώζονται πολλὲς Ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου μὲ θεολογικὸ περιεχόμενο. Γράφοντας στὸν ἡγούμενο Ἀλδέριο, τὸν παρακαλεῖ νὰ μνημονεύει στὴ Θεία Λειτουργία τοὺς ἱεραποστόλους ποὺ ἐθυσιάστηκαν γιὰ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ. Σὲ ἄλλη ἐπιστολή του πρὸς μία μοναχή, ἀφοῦ περιγράφει τὶς δυσκολίες καὶ τοὺς κινδύνους ποὺ ἀντιμετώπισε στὴν ἄσκηση τῆς ἱεραποστολῆς, βεβαιώνει ὅτι ἐποθοῦσε νὰ θυσιάσει καὶ τὴ ζωή του ἀκόμη γιὰ τὸν Κύριο. Σὲ ἕνα γράμμα του στὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Καντουαρίας Κουθβέρτο, ἀφοῦ κάνει λόγο γιὰ τὰ καθήκοντα τῶν κληρικῶν, καταλήγει: «Ἂς ἀγωνισθοῦμε γιὰ τὸν Κύριο σὲ τοῦτες τὶς πικρὲς καὶ ὀδυνηρὲς ἡμέρες. Ἂς πεθάνουμε γιὰ τὶς ἅγιες ἐντολὲς τῶν Πατέρων μας, ἂν αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ κληρονομήσουμε, ὅπως ἐκεῖνοι, τὴν αἰώνια ζωή. Ἂς μὴν εἴμαστε ζῶα ἄφωνα, φύλακες κοιμισμένοι, μισθωτοὶ ποὺ τὸ βάζουν στὰ πόδια μόλις δοῦν τὸ λύκο, ἀλλὰ ποιμένες ἄγρυπνοι καὶ εὐσυνείδητοι. Ἂς κηρύσσουμε τὸ Εὐαγγέλιο σὲ μικροὺς καὶ μεγάλους, σὲ πλούσιους καὶ πτωχούς, σὲ κάθε τόπο καὶ σὲ κάθε περίσταση, ζώντας μέσα στὸν κόσμο ἀλλὰ χωρὶς νὰ ἀνήκουμε στὸν κόσμο».

Τὸ 754 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος, μὲ εὐλογία τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης Στεφάνου Β’ (752 – 757 μ.Χ.), ἐχειροτόνησε καὶ ἄφησε διάδοχό του στὴ Γερμανία, τὸ συνεργάτη του, Ἅγιο Λοῦλλο. Ὁ ἴδιος, φλογερὸς ἐργάτης τοῦ φωτισμοῦ τῶν ἀπίστων, ἐπῆρε μαζί του μία ὁμάδα ζηλωτῶν τῆς ἱεραποστολῆς καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὴν ἀνατολικὴ Φισλανδία, ὅπου μέσα σ’ ἔνα χρόνο μετέστρεψε καὶ ἐβάπτισε ἀρκετὲς χιλιάδες εἰδωλολατρῶν.

Ἐκεῖ ὅμως ἔλαβε καὶ τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου, ποὺ τόσο ἐποθοῦσε. Στὶς 5 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 755 μ.Χ., παραμονὴ τῆς Πεντηκοστῆς, καθὼς ἐτοιμαζόταν νὰ τελέσει τὸ μυστήριο τοῦ Χρίσματος σὲ νέους Χριστιανούς, στὶς ὄχθες ἑνὸς μικροῦ ποταμοῦ, ἐξαγριωμένοι εἰδωλολάτρες μὲ σπαθιὰ ἐπιτέθηκαν ἐναντίον τοῦ ἱεραποστολικοῦ καταυλισμοῦ καὶ ἔσφαξαν ὅλους τοὺς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, συνολικὰ πενήντα δύο ψυχές: τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο, τὸν Ἐπίσκοπο Ἐοβανό, τρεῖς ἱερεῖς, τρεῖς διακόνους, τέσσερις μοναχοὺς καὶ σαράντα λαϊκούς. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἐοβανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας

 Ὁ Ἅγιος Ἐοβανὸς ἐγεννήθηκε στὴν Ἰρλανδία. Ἐξελέγη ἀπὸ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο, Ἐπίσκοπος Οὐτρέχτης καὶ ἐμαρτύρησε μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Βιντροῦγκος, Βαλτέριος, Ἀδελάριος, Ἀμοῦνδος, Σιρεβάλδος καὶ Βοσέας οἱ Ἱερομάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Βιντροῦγκος, Βαλτέριος, Ἀδελάριος, πρεσβύτεροι, καὶ οἱ  Ἀμοῦνδος, Σιρεβάλδος καὶ Βοσέας, διάκονοι, κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Συνδέθηκαν πνευματικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο καὶ ἐμαρτύρησαν μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Βακκάριος, Γουνδίκαρος, Ἰλλέχερος καὶ Βοτεοῦλφος οἱ Ὁσιομάρτυρες

Οἱ Ὅσιοι Βακκάριος, Γουνδίκαρος, Ἰλλέχερος καὶ Βοτεοῦλφος ἦσαν μοναχοὶ ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Συνδέθηκαν πνευματικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο καὶ ἐμαρτύρησαν μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Φῆλιξ ὁ Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Φῆλιξ ἦταν μοναχὸς καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς σὲ μονὴ τῆς πόλεως Φρίτζλαρ τῆς Γερμανίας καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ ἀπὸ Σάξονες, τὸ 790 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰγκὸρ ἡγεμόνος τοῦ Κιέβου

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰγκὸρ, ἡγεμόνος τοῦ Κιέβου, στὶς 6 Αὐγούστου καὶ 19 Σεπτεμβρίου. Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰγκὸρ μετεφέρθησαν ἀπὸ τὸ Κίεβο στὴν πόλη Τσέρνιγκωφ, τὸ 1150.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἰγκὸρ ἐν Κιέβῳ 

Σὲ αὐτὴ τὴν ἱερὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσης, τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, προσευχόταν ὁ Ἅγιος Ἰγκὸρ ( 19 Σεπτεμβρίου), ἡγεμόνας τοῦ Κιέβου, κατὰ τὴ διάρκεια τῶν τελευταίων στιγμῶν τῆς ζωῆς του. Ἡ εἰκόνα, ἡ ὁποία ἦταν ἑλληνική, ἐφυλασσόταν στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καὶ εἶχε ἐπὶ αὐτῆς ἐπιγραφή, στὴν ὁποία ἀναγραφόταν ὅτι ἀνῆκε στὸν Ἅγιο Ἰγκόρ. Ἡ σύναξή της ἑορτάζεται τὴν ἴδια ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰγκὸρ μετεκομίσθηκαν ἀπὸ τὸ Κίεβο στὴν πόλη Τσέρνιγκωφ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Ρωσίας 

Ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος διετέλεσε Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Ρωσίας ἀπὸ τὸ ἔτος 1156 μέχρι τὸ 1158. Τὴ διοίκηση τοῦ Κιέβου εἶχε, ἀπὸ τὸ 1148,  ἀναλάβει ὁ ἡγεμόνας τῆς Σουζδαλίας Γιούρι Ντολγκορούκι. Ὁ πρίγκιπας Ἰζιασλάβος ἀνακατέλαβε τὸ Κίεβο, ἀλλὰ πέθανε, τὸ 1155, καὶ μετὰ ἀπὸ λίγους μῆνες τὸ Κίεβο καταλαμβανόταν πάλι ἀπὸ τὸν Γιούρι. Διάδοχος τοῦ Ἰζιασλάβου ἦταν ὁ ἀδελφός του, ἡγεμόνας τοῦ Σμολένσκ Ροστισλάβος Μστισλάβιτς, ὁ ὁποῖος ἀναγκάσθηκε νὰ καταφύγει στὴν πόλη Βλαδιμὶρ τῆς Βολυνίας. Ὁ Γιούρι ἐδέχθηκε τὸ βυζαντινὸ Μητροπολίτη Ἅγιο Κωνσταντίνο, ἀλλὰ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Γιούρι ( 1158) ὁ θρόνος περιῆλθε πάλι στὸν Ραστισλάβο. Αὐτὸς ἐζήτησε καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως τὸν Μητροπολίτη Θεόδωρο (1161), ἐνῷ ὁ Μητροπολίτης Κωνσταντίνος ἐφιλοξενεῖτο ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Τσέρνιγκωφ Ἀντωνίου ( 1159).
Ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1159.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ, ὁ μεγαλύτερος ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ, ἐγεννήθηκε, τὸ 1218. Τὸ 1229, οἱ δύο ἀδελφοὶ ἀπεστάλησαν στὸ Νόβγκοροντ ἀπὸ τὸν πατέρα τους Γιαροσλάβο Βσεβολόντοβιτς, ὡς ἀντιπρόσωποί του.

Τὸ 1232, ὁ νεαρὸς πρίγκιπας Θεόδωρος ἐκλήθηκε νὰ ὑπερασπισθεῖ μὲ τὸ σπαθὶ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ νὰ πολεμίσει μὲ τὰ Ρώσικα στρατεύματα κατὰ τῶν εἰδωλολατρῶν Μορδοβιανῶν πριγκίπων. Τὸ 1233, ὑπακούοντας στὴν ἐπιθυμία τοῦ πατέρα του, νυμφεύεται τὴ Θεοδουλία, θυγατέρα τοῦ ἱεροῦ πρίγκιπος Μιχαὴλ τοῦ Τσέρνιγκωφ, ἀλλὰ ξαφνικὰ πεθαίνει καὶ ἐνταφιάζεται στὴ μονὴ Γιοῦρεφ τοῦ Νόβγκοροντ. Ἡ Θεοδουλία, μετὰ τὸν ἀπροσδόκητο θάνατο τοῦ συζύγου της, ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἐγκαταβίωσε σὲ μονή, ὅπου ἐκάρη μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Εὐφροσύνη ( 25 Σεπτεμβρίου).

Οἱ Σουηδοί, τὸ 1614, ἔσπασαν τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ ἔρριψαν τὸ τίμιο λείψανο στὸ χῶρο τοῦ κοιμητηρίου. Ἀργότερα, ὁ Μητροπολίτης Ἰσίδωρος μετέφερε τὰ ἱερὰ λείψανα στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Νόβγκοροντ καὶ τὰ ἐναπέθεσε στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἀπ’ ὅπου, τὸ 1919, ἀφαιρέθηκαν ἀπὸ τοὺς Μπολσεβίκους.
Ἀκολουθία στὸν Ἅγιο Θεόδωρο ἔγραψε ὁ Μητροπολίτης Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ Νόβγκοροντ Γαβριήλ ( 1801).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Ἀναχωρητὴς ἐκ Σερβίας 

Ὁ Ὅσιος Πέτρος (Κόρισκϊυ) ἐγεννήθηκε, τὸ 1211, στὸ χωριὸ Οὐνγιμὶρ μεταξὺ τῆς πόλεως Πὲκ καὶ τοῦ Κοσόβου στὴ Σερβία. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία αὐτὸς καὶ ἡ ἀδελφή του Ἑλένη ἀφιερώθηκαν στὸν Θεὸ καὶ προέκοπταν σὲ σοφία, ἡλικία καὶ χάρη ἀπὸ τὸν Κύριο. Ὅταν ὁ Ὅσιος ἦταν σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν, εἶπε στοὺς γονεῖς του τὴν ἐπιθυμία του νὰ γίνει μοναχός. Ὅμως ὁ πατέρας του ἀπέθανε, ὅταν ὁ Πέτρος ἦταν μόνο δεκατεσσάρων ἐτῶν, καὶ ἔτσι ἀνέβαλε τὰ σχέδιά του, γιὰ νὰ ἐγκαταβιώσει σὲ μοναστήρι, προκειμένου νὰ φροντίσει τὴ μητέρα καὶ τὴν ἀδελφή του. Ἡ μητέρα του ἐκοιμήθηκε δύο χρόνια ἀργότερα. Ὁ Ὅσιος ἐρώτησε τὴν ἀδελφή του, ἐὰν ἐσκόπευε νὰ νυμφευθεῖ, διότι ἡ συνείδησή του δὲν τοῦ ἐπέτρεπε νὰ τὴν ἐγκαταλείψει. Ἡ Ἑλένη ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία νὰ γίνει μοναχὴ καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὸν ἀσκητικὸ βίο. Ἔτσι ἐπώλησαν τὰ ὑπάρχοντά τους, διένειμαν τὰ χρήματα στοὺς πτωχοὺς καὶ ἔφθασαν στὴ μονὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου στὸ Πέκ. Ἡ Ἑλένη εἰσῆλθε σὲ μία γυναικεία μονή, ἡ ὁποία εὑρισκόταν ἐκεῖ κοντά, ἀλλὰ ἀργότερα ἀκολούθησε τὸν ἐρημικὸ ἡσυχαστικὸ βίο μαζὶ μὲ τὸν κατὰ σάρκα ἀδελφό της. Οἱ ὧρες τῆς ἡμέρας καὶ τῆς νύκτας ἦσαν ἀφιερωμένες στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή.

῎Ομως οἱ δύο αὐτὲς φωτεινὲς λαμπάδες τῆς ἁγιότητος δὲν ἦσαν δυνατὸν νὰ μὴ φωτίσουν τὸν κόσμο. Πλῆθος κόσμου ἄρχισε νὰ συρρέει στὸν τόπο ἀσκήσεως τῶν δύο ἀδελφῶν, γιὰ νὰ λάβει τὴν εὐλογία τους καὶ νὰ τοὺς συμβουλευθεῖ πνευματικά. Ὁ Ὅσιος Πέτρος καὶ ἡ ἀδελφή του, γιὰ νὰ μὴν ὑποκύψουν στὸν πειρασμὸ τῆς ματαιοδοξίας, κατέφυγαν σὲ ἀπομακρυσμένη περιοχὴ τοῦ ποταμοῦ Ἰβὰρ κοντὰ στὴν πόλη τοῦ Μαύρου ποταμοῦ.

Ὁ διακαὴς πόθος τοῦ ἐρημικοῦ βίου ὁδήγησε τὰ βήματα τοῦ Ὁσίου σὲ ἕνα βουνὸ κοντὰ στὴν πόλη Πρίζρεν. Ἐκεῖ ἄφησε τὴ μοναχὴ ἀδελφή του, γιὰ νὰ συνεχίσει τὴ μοναχική της πολιτεία, ἐνῷ ἐκεῖνος ἀνῆλθε στὸ ὄρος καὶ ἔζησε ὡς ἐρημίτης σὲ ἕνα σπήλαιο τῆς περιοχῆς Κορίσα.

Ὁ ἀγώνας δὲν ἦταν εὔκολος. Ὁ Ὅσιος Πέτρος συνεχῶς καὶ μὲ ὅπλο τὴν προσευχὴ ἀντιστεκόταν στοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶ παγίδες τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος τοῦ ἐπιτέθηκε. Ὁ Ὅσιος προσευχήθηκε θερμὰ πρὸς τὸν Κύριο. Καὶ Ἐκεῖνος ἄκουσε τὴν προσευχή του. Σὲ ὅραμα τοῦ ἐμφανίσθηκε ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος τὸν διαβεβαίωσε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἐπέτρεπε πλέον αὐτὲς τὶς ἐπιθέσεις.

Ὁ Ὅσιος λουσμένος μέσα στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς Θεότητος, συνέχισε τὴν ἁγία ζωή του καὶ τὸν πνευματικὸ ἀγώνα. Προβλέποντας τὸ τέλος του, ἔσκαψε ἕναν τάφο ἔξω ἀπὸ τὸ σπήλαιο, προετοιμάσθηκε πνευματικά, ἀφοῦ ἐκοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1275.

Τὴ νύχτα τῆς κοιμήσεώς του ἕνα οὐράνιο φῶς ἔλουσε τὸ σπήλαιο, ἐνῷ οἱ ὑπόλοιποι μοναχοὶ ἄκουγαν τοὺς Ἀγγέλους νὰ ψάλουν.
Ἑβδομήντα ἕτη ἀργότερα, ὁ βασιλέας Δουσὰν ἔκτισε μία ἐκκλησία στὴν Κορίσα καὶ μετέφερε ἐκεῖ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ὁσίου Πέτρου. Στὴ συνέχεια τὰ ἱερὰ λείψανα μετεκομίσθησαν στὸ ναὸ τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ τῆς πόλεως Καλασχίν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Ἀγάπιος καὶ Νικόδημος 

Οἱ Ὅσιοι Ἀγάπιος καὶ Νικόδημος ἦσαν μοναχοὶ τῆς ἱερᾶς μονῆς Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ εἶχαν τὸ διακόνημα τοῦ δοχειάρη, διακονοῦντες μὲ προθυμία στὴν ἀποθήκη ποὺ εἶχαν τὸ λάδι. Στὸ βίο τους ἀκολούθησαν τὶς πνευματικὲς συμβουλὲς τοῦ Γέροντά τους Ὁσίου Γενναδίου τοῦ Δοχειάρη καὶ ἀξιώθηκαν μαζί του νὰ ἰδοῦν τὸ ὑπερφυὲς θαῦμα τῆς πληρώσεως τῶν κενῶν πίθων τοῦ δοχειοῦ, διὰ θαυμαστὴς ἐπεμβάσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἐλαιοβρύτιδος.
Οἱ Ὅσιοι αὐτοὶ Πατέρες μας, ἀφοῦ ἔζησαν θεοφιλῶς, ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη. Οἱ χαριτόβρυτες κάρες τους φυλάσσονται μὲ εὐλάβεια στὴ μονὴ Βατοπαιδίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Οἱ Ὅσιοι Βασιανὸς καὶ Ἰωνᾶς τῆς Περτόμα 

Οἱ Ὅσιοι Βασιανὸς καὶ Ἰωνᾶς ἔζησαν τὸ 16ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στὴ μονὴ Σολόφκι ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Φιλίππου, Μητροπολίτου Μόσχας ( 9 Ἰανουαρίου). Ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη καί, τὸ 1599, οἱ Χριστιανοὶ ἀνήγειραν στὸν τόπο τοῦ ἐνταφιασμοῦ τους παρεκκλήσιο. Ἐκεῖ ἀργότερα, τὸ 1623, ὁ ἱερομόναχος Ἰάκωβος ἀνήγειρε τὴ μονὴ τῆς Περτόμα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐν Χίῳ 

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μάρκος ἦταν γόνος τοῦ εὐσεβοῦς Θεσσαλονικέως Χατζῆ – Κωνσταντῆ καὶ τῆς Μαρίας, ἡ ὁποία καταγόταν ἀπὸ τὴ Σμύρνη, ὄπου καὶ διέμεναν. Ὁ Μάρκος, ἔμπορος στὸ ἐπάγγελμα, σὲ κάποιο ταξίδι του στὴ νῆσο Χίο, κατὰ τὸ 1788, ἐνυμφεύθηκε. Ἀργότερα παρακινούμενος καὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Παΐσιο, ἐγκαταστάθηκε στὸ Κουσάντασι (Νέα Ἔφεσο), ὅπου συνδέθηκε παράνομα μὲ κάποια γυναίκα, ὀνομαζόμενη Μαρία, μετὰ τῆς ὁποίας συνελήφθη γιὰ μοιχεία, καὶ ὁδηγήθηκε στὸ δικαστήριο, ἀνώπιον τοῦ ἀγᾶ. Κάτω ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς ποινῆς προετίμησαν καὶ οἱ δύο νὰ ἐκωμόσουν. Ἔτσι ὁ μὲν Μάρκος ὑπέστη τὴν περιτομή, ἡ δὲ Μαρία ἐκλείσθηκε στὸ χαρέμι τοῦ ἀγᾶ.

Μετὰ τὴν πάροδο κάποιου χρόνου ὁ Μάρκος ἄρχισε νὰ αἰσθάνεται ἔνοχος γιὰ τὴν ἐξώμοση, γι’ αὐτὸ καὶ ἀναζήτησε κάποιον πνευματικό, ὅπου μὲ συντριβὴ ἀπέθεσε ὅλο τὸ βάρος τῶν ἁμαρτημάτων του. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ του καὶ ἑνὸς Χριστιανοῦ ἰατροῦ, ὁ ὁποῖος ἔπεισε τὸν ἀγᾶ ὅτι ἡ Μαρία ἔπασχε ἀπὸ κάποια ἀσθένεια, ἀπὸ τὴν ὁποία μποροῦσε νὰ τὴν θεραπεύσει μόνο κάποια Ἑβραία στὴ Σμύρνη, ὁ Μάρκος ἔλαβε τὴν ἄδεια τοῦ ἀγᾶ, γιὰ νὰ συνοδεύσει τὴ γυναίκα του ὡς ἐκεῖ, μὲ τὴ ρητὴ ἐντολὴ νὰ γυρίσουν καὶ πάλι πίσω.

Ὅταν ἔφθασαν στὴ Σμύρνη ἐπιβιβάσθηκαν σ’ ἕνα πλοῖο μὲ προορισμὸ τὴν Τεργέστη. Ἐξ αἰτίας ὅμως κάποιων ἐμποδίων δὲν παρέμειναν ἐκεῖ, ἀλλὰ κατευθύνθηκαν στὴ Βενετία, ὅπου ἔλαβαν τὸ Μυστήριο τοῦ Χρίσματος καὶ τῆς Θείας Κοινωνίας, καὶ τέλος ἐνυμφεύθηκαν.

Τὰ γεγονότα αὐτὰ συνέβησαν τὸ 1792. Στὴ Βενετία δὲν παρέμειναν πολύ, ἀλλὰ περιπλανήθηκαν σὲ διάφορα μέρη, φοβούμενοι μήπως τοὺς ἀνακαλύψουν οἱ Τοῦρκοι. Ἐπειδὴ ὅμως πουθενὰ δὲν μποροῦσε νὰ εὕρει ἠρεμία ὁ Μάρκος, ἀποφάσισε νὰ ἐπιστρέψει στὸν τόπο τῆς ἀρνήσεως, γιὰ νὰ ἀποπλύνει καὶ μὲ τὸ αἷμά του τὸ ἁμάρτημά του. Ἐγύρισε λοιπὸν στὸ Κουσάντασι, ὅπου ἐπισκέφθηκε τὸν πνευματικό του καὶ τοῦ ἐγνωστοποίησε τὴν ἐπιθυμία του. Αὐτὸς τότε προσπάθησε νὰ τὸν ἀποτρέψει, λέγοντάς του πὼς τὸ μαρτύριό του ἴσως ἐπιφέρει πολλὰ δεινὰ στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ἐφέσου, διότι οἱ Τοῦρκοι ἦταν ἤδη ἐξαγριωμένοι ἐξ αἰτίας τῆς ἀνεγέρσεως νέου ναοῦ στὴν πόλη, ἀλλὰ καὶ τοῦ Μαρτυρίου τοῦ Νεομάρτυρος Γεωργίου τοῦ ἐξ Ἐφέσου, ποὺ εἶχε προηγηθεῖ ( 5 Ἀπριλίου 1801). Ἐπείσθηκε λοιπὸν ὁ Μάρκος καὶ ἐγκατέλειψε τὸ Κουσάντασι. Κατέφυγε στὴ Χίο, ὅπου, ἀφοῦ προετοιμάσθηκε κατάλληλα μὲ τὴ Θεία Κοινωνία, ἐπαρουσιάσθηκε στὸ δικαστήριο καὶ ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ὁ δικαστὴς στὴν ἀρχὴ προσπάθησε μὲ κολακεῖες νὰ τὸν μεταπείσει, ὅταν ὅμως εἶδε ὅτι αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατό, διέταξε τὴ φυλάκισή του. Ὁ Μάρκος ὑπέμεινε μὲ καρτερία ὄλα τὰ βασανιστήρια χωρὶς νὰ καμφθεῖ. Συνολικὰ ὁδηγήθηκε τρεῖς φορὲς ἐνώπιον τοῦ δικαστοῦ, ὁ ὁποῖος διαπιστώνοντας τὸ σταθερὸ φρόνημα καὶ τὴν ἀμετάθετη γνώμη του νὰ παραμείνει Χριστιανὸς διέτεξε τὴ θανάτωσή του.

Συγκινητικὴ ἦταν ἡ συμμετοχὴ τῶν Χριστιανῶν καὶ ἡ συνδρομή τους στὴν προετοιμασία τοῦ Μάρτυρος Μάρκου γιὰ τὸ μαρτύριο, μὲ νηστεῖες, δεήσεις καὶ προσευχές.

Πλῆθος κόσμου, ὄχι μόνο Χριστιανοὶ ἀλλὰ καὶ Τοῦρκοι καὶ Ἑβραῖοι, εἶχαν συγκεντρωθεῖ στὴν τοποθεσία Βουνάκι, ποὺ εἶχε ὁρισθεῖ γιὰ τὴν ἐκτέλεση τοῦ Νεομάρτυρος. Ἔτσι στὶς 5 Ἰουνίου τοῦ 1801, ἡμέρα Τετάρτη, ὁ Νεομάρτυρας Μάρκος ἐκτελέσθηκε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.

Πολλοὶ Χριστιανοὶ ἐπῆραν ὡς εὐλογία τεμάχια ἀπὸ τὰ ἀνδύματα, ἀλλὰ καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου δίδοντας ἀρκετὰ χρήματα στοὺς Τούρκους. Τέλος, ἐξαγόρασαν τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Νεομάρτυρος, τὸ ὁποῖο εὐωδίαζε, καὶ τὸ ἐνταφίασαν κρυφὰ σὲ ἄγνωστο μέρος.

Στὸ Συναξάριο τοῦ Ἁγίου σημειώνονται πολλὰ θαύματα ποὺ συνέβησαν μὲ τὰ τίμια λείψανα, τὸ αἷμα, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐνδύματα τοῦ Νεομάρτυρος.
Τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Μάρκου συνέγραψε ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, ἐνῷ Ἀκολουθία πρὸς τιμήν του συνέταξε ὁ Νικηφόρος ὁ Χίος. Ἡ Ἀκολουθία αὐτή, ὅπως καὶ ὁ βίος τοῦ Νεομάρτυρος, περιέχονται στὸ Νέον Λειμωνάριον. Ἐπίσης ἐπανεκδόθηκαν τὸ 1930 καὶ τὸ 1968 στὸ Νέον Χιακὸν Λειμωνάριον.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Μνήμη λυτρώσεως τῆς φοβερᾶς ἀπειλῆς ἐν τῇ τῶν βαρβάρων ἐπιδρομῇ 

Διαβάζουμε: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς μετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης φοβερᾶς ἀπειλῆς καὶ ἀνάγκης ἐν τῇ τῶν βαρβάρων ἐπιδρομῇ, ὅτε μέλλοντας πάντας ἡμᾶς ὑπ’ αὐτῶν δικαίως αἰχμαλωτίζεσθαι καὶ φόνῳ μαχαίρας παραδίδοσθαι, ὁ Οἰκτίρμων καὶ Φιλάνθρωπος Θεός, διὰ σπάγχνα ἐλέους Αὐτοῦ, παρ’ ἐλπίδα πάντας ἡμᾶς ἐλυτρώσατο».
Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐτελεῖτο Λιτὴ στὸν Κάμπο, στὴν πεδιάδα τὴν ἐκτεινόμενη ἐπάνω ἀπὸ τὸ Ἕβδομον τοῦ Βυζαντίου, πρὸς ἀνάμνηση ἀποτυχούσης ἐπιδρομῆς βαρβάρων στὴ βασιλεύουσα. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ αὐτὴ πανήγυρη ἐτελεῖτο στὸ Τριβουνάλιον καὶ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Βαβύλα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Μνήμη Θαύματος Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ὡραιοτάτης ἐν Ἀκαρνανίᾳ 

( 23 Αὐγούστου) Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὅταν συμπληρωνόταν ἡ πεντηκοστὴ ἡμέρα μετὰ τὴν ἀνάσταση, τῆς ὁποίας ἔφθασε τώρα ἡ μνήμη, ἐνῶ ὅλοι οἱ μαθητὲς ἦσαν συγκεντρωμένοι μαζὶ καὶ εὑρίσκονταν ὁμόψυχοι στὸ ὑπερῶο (οἶκος) ἐκείνου τοῦ ἱεροῦ, ἀλλὰ καὶ στὸ προσωπικό του ὑπερῶο, στὸ νοῦ του, συναγμένος ὁ καθένας τους (διότι ἦσαν σὲ ἡσυχία καὶ ἀφιερωμένοι στὴ δέηση καὶ στοὺς ὕμνους πρὸς τὸ Θεό), ξαφνικά, λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, «ἀκούσθηκε ἦχος ἀπὸ τὸν οὐρανό, σὰν ἀπὸ ὁρμὴ βιαίου ἀνέμου καὶ γέμισε τὸν οἶκο ὅπου κάθονταν» (Πράξ. β’, 1 – 11). Εἶναι βίαιος γιατί νικᾶ τὰ πάντα καὶ ξεπερνᾶ τὰ τείχη τοῦ πονηροῦ, γκρεμίζει κάθε ὀχύρωμα τοῦ ἐχθροῦ, ταπεινώνει τοὺς ὑπερήφανους, ἀνυψώνει τοὺς ταπεινοὺς στὴ καρδιὰ καὶ διασπᾶ τοὺς συνδέσμους τῶν ἁμαρτημάτων.

Γέμισε δὲ ὁ οἶκος ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο κάθονταν, καθιστώντας τον, κολυμβήθρα πνευματικὴ καὶ ἐκπληρώνοντας τὴν ἐπαγγελία τοῦ Σωτῆρα, ποὺ τοὺς ἔλεγε, πρὶν ἀναληφθεῖ: «Ὁ μὲν Ἰωάννης βάπτισε μὲ νερό, ἐσεῖς δὲ, θὰ βαπτιστεῖτε μὲ Ἅγιο Πνεῦμα, ὄχι ἔπειτα ἀπὸ πολλὲς μέρες».

Ἀλλὰ καὶ τὸ ὄνομα ποὺ ἔδωσε σ’ αὐτοὺς τὸ ἔδειξε νὰ ἀληθεύει. Διότι διὰ τοῦ ἤχου αὐτοῦ ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς οἱ Ἀπόστολοι ἔγιναν πραγματικὰ υἱοὶ βροντῆς.

«Καὶ φάνηκαν σ' αὐτοὺς γλῶσσες διαμεριζόμενες ὡσὰν πυρὸς καὶ στὸν καθένα τους κάθισε ἀπὸ μία καὶ γέμισαν ὅλοι ἅγιο Πνεῦμα καὶ μιλοῦσαν ἄλλες γλῶσσες, ὅπως τοὺς ἔδιδε τὸ Πνεῦμα νὰ μιλοῦν». Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο φάνηκε τὸ Πνεῦμα σὲ σχῆμα γλωσσῶν;

Ἀφ’ ἑνὸς γιὰ νὰ ἐπιδείξει τὴ συμφυΐα του, τὴ σχέση του μὲ τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ, γιατί τίποτε δὲν εἶναι συγγενέστερο ἀπὸ τὴ γλώσσα πρὸς τὸ λόγο. Συγχρόνως δὲ καὶ γιὰ τὴ χάρη τῆς διδασκαλίας, γιατί ὁ κατὰ Χριστὸν διδάσκαλος χρειάζεται χαριτωμένη γλώσσα.

Γιατί δὲ, φανερώθηκε τὸ ἅγιο Πνεῦμα μὲ πύρινες γλῶσσες;

Ὄχι μόνο γιὰ τὸ ὁμοούσιο τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ (γιατί πῦρ εἶναι ὁ Θεός μας), ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ διπλὴ ἐνέργεια τοῦ κηρύγματος τῶν Ἀποστόλων. Γιατί μπορεῖ συγχρόνως νὰ εὐεργετεῖ καὶ νὰ τιμωρεῖ. Ὅπως τὸ πῦρ ἔχει διπλὴ ἰδιότητα καὶ νὰ φωτίζει καὶ νὰ φλογίζει, ἔτσι καὶ ὁ λόγος τῆς διδασκαλίας, αὐτοὺς ποὺ ὑπακούουν φωτίζει καὶ αὐτοὺς ποὺ ἀπειθοῦν παραδίδει τελικὰ σὲ πῦρ καὶ κόλαση. Εἶπε δὲ γλῶσσες, ὄχι πυρός, ἀλλὰ σὰν πυρός, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι τὸ πῦρ ἐκεῖνο εἶναι αἰσθητὸ καὶ ὑλικό, ἀλλὰ νὰ ἀντιληφθοῦμε τὴν ἐπιφάνεια τοῦ Πνεύματος σὰν μὲ παράδειγμα.

Γιὰ ποιὸ λόγο δὲ οἱ γλῶσσες φάνηκαν νὰ διαμερίζονται σ’ αὐτούς;

Γιατί μόνο στὸ Χριστὸ ποὺ ἦλθε καὶ αὐτὸς ἀπὸ πάνω δὲν δίδεται μὲ μέτρο τὸ Πνεῦμα ἀπὸ τὸ Πατέρα. Ἐκεῖνος καὶ κατὰ σάρκα ἀκόμη εἶχε ὁλόκληρη τὴ θεία δύναμη καὶ τὴν ἐνέργεια, ἐνῶ σὲ κανέναν ἄλλο δὲν ἔγινε χωρητὴ ὅλη ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος, ἀλλὰ ἀτομικὰ ὁ καθένας ἀποκτᾶ ἄλλος τὸ ἕνα καὶ ἄλλος τὸ ἄλλο ἀπὸ τὰ χαρίσματα, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι ἡ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα διδόμενη στοὺς ἁγίους χάρη εἶναι φύση.

Τὸ δὲ «κάθισε» δὲν ὑποδηλώνει μόνο τὸ δεσποτικὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ καὶ τὸ ἑνιαῖο τοῦ θείου Πνεύματος. Κάθισε πάνω στὸν καθένα τους καὶ πληρώθηκαν ὅλοι ἅγιο Πνεῦμα, γιατί καὶ ὅταν μερίζεται κατὰ τὶς διάφορες δυνάμεις καὶ ἐνέργειές του, διὰ τῆς καθεμιᾶς ἐνέργειας παρευρίσκεται καὶ ἐνεργεῖ ὁλόκληρο τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ἀμερίστως μεριζόμενο καὶ ὁλοκληρωτικὰ μετεχόμενο, κατὰ τὴν εἰκόνα τῆς ἡλιακῆς ἀκτίνας.

Λαλοῦσαν δὲ ἄλλες γλῶσσες, δηλαδὴ διαλέκτους, διότι ἔγιναν ὄργανα τοῦ θείου Πνεύματος, ἐνεργοῦντα καὶ κινούμενα κατὰ τὴ θέληση καὶ δύναμη ἐκείνου.

Αὐτὰ προαναγγέλθηκαν καὶ μέσω τῶν προφητῶν του, ὅπως διὰ τοῦ Ἰεζεκιήλ: «θὰ σᾶς δώσω καρδιὰ νέα καὶ Πνεῦμα νέο θὰ βάλω μέσα σας, τὸ Πνεῦμα μου» (Ἰεζ. λστ’, 26). Δία τοῦ Ἰωήλ: «καὶ κατὰ τὶς ἔσχατες ἡμέρες θὰ ἐκχύσω ἀπὸ τὸ Πνεῦμα μου ἐπάνω σὲ κάθε σάρκα» (Ἰωὴλ β, 28). Δία τοῦ Μωϋσῆ: «ποιὸς θὰ καταστήσει προφῆτες ὅλο τὸ λαὸ τοῦ Κυρίου, ὅταν δώσει ὁ Κύριος σ’ αὐτοὺς τὸ Πνεῦμά του;».

Ὁ ἴδιος δὲ ὁ Κύριος ἔλεγε: «ὅποιος πιστεύει σὲ μένα, θὰ ρεύσουν ποτάμια ζωντανοῦ ὕδατος ἀπὸ τὴν κοιλιά του» τὸ ὁποῖο ἐρμηνεύοντας ὁ εὐαγγελιστής: «τοῦτο τὸ ἔλεγε περὶ τοῦ Πνεύματος ποὺ ἐπρόκειτο νὰ λαμβάνουν οἱ πιστεύοντες σὲ Αὐτόν» (Ἰω. ιζ’, 39). Ἔλεγε ἐπίσης στοὺς μαθητές του: «ἐὰν μὲ ἀγαπᾶτε, θὰ τηρήσετε τὶς ἐντολές μου, καὶ ἐγὼ θὰ ζητήσω ἀπὸ τὸν Πατέρα νὰ σᾶς στείλει ἄλλο Παράκλητο, γιὰ νὰ μείνει μαζί σας αἰωνίως, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας» καὶ «ὁ δὲ Παράκλητος, τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ θὰ στείλει ὁ Πατέρας στὸ ὄνομά μου, ἐκεῖνος θὰ σᾶς διδάξει τὰ πάντα» καὶ «θὰ σᾶς ὁδηγήσει σὲ ὅλη τὴν ἀλήθεια» (Ἰω. ιδ’, 15 – ιδ’, 26 – ιε’, 26 – ιζ’, 39).

Τώρα λοιπὸν ἐκπληρώθηκε ἡ ἐπαγγελία καὶ κατῆλθε τὸ ἅγιο Πνεῦμα, σταλμένο καὶ δοσμένο ἀπὸ τὸ Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ καὶ ἀφοῦ περιέλαμψε τοὺς ἁγίους μαθητὲς καὶ τοὺς ἄναψε θείως ὡς πραγματικὲς λαμπάδες καὶ τοὺς ἀνέδειξε σὲ φωστῆρες ὑπερκοσμίους καὶ παγκοσμίους. Ὅπως δέ, ἂν κανεὶς ἀνάψει ἀπὸ τὴ φωσφόρο λαμπάδα ἄλλη καὶ ἀπὸ ἐκείνη ἄλλη καὶ οὕτω καθεξῆς, κρατώντας το μὲ τὴ διαδοχή, ἔχει πάντοτε τὸ φῶς μόνιμα, ἔτσι διὰ τῆς χειροτονίας τῶν Ἀποστόλων ἐπὶ τοὺς διαδόχους τῶν διαδίδεται ἡ χάρη τοῦ θείου Πνεύματος διὰ ὅλων τῶν γενεῶν καὶ φωτίζει ὅλους τους ὑπακούοντας στοὺς ποιμένες καὶ διδασκάλους.
Τὸ ἅγιο Πνεῦμα ποὺ δὲν ἀποστέλλεται μόνο, ἀλλὰ καὶ ἀποστέλλει τὸν ἀπὸ τὸν Πατέρα Υἱὸ πάνω στὴ γῆ καὶ μᾶς δίδαξε τὰ θαυμαστὰ καὶ μεγάλα. Διότι τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἦταν πάντοτε καὶ συνυπῆρχε μὲ τὸν Υἱὸ στὸν Πατέρα, συνδημιουργῶντας στὸν καιρό τους τὰ δημιουργηθέντα καὶ συνανακαινίζοντας τὰ φθαρέντα καὶ συγκρατώντας τὰ διαμένοντα, πανταχοῦ παρὸν καὶ τὰ πάντα πληροῦν καὶ διέπων καὶ ἐφορῶν. Ὄχι μόνο παντοῦ, ἀλλὰ καὶ πάνω ἀπὸ τὸ πᾶν, οὔτε σὲ ὅλο τὸν αἰώνα καὶ τὸ χρόνο μόνο, ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ κάθε αἰὼνα καὶ χρόνο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Εὐλογητὸς εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους, τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, καὶ δι’ αὐτῶν, τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, Φιλάνθρωπε δόξα σοι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε· καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ Πανάγιον Πνεῦμα.

 

Μεγαλυνάριον.
Ἐν πυρίναις γλώσσαις τοῖς Μαθηταῖς, ἐν τῷ ὑπερῴῳ, ὡς ὑπέσχου ἐκ τοῦ Πατρός, ἔπεμψας Σωτήρ μου, τὸ συμφυές σου Πνεῦμα, καὶ τούτους τῆς σῆς δόξης, ῥήτορας ἔδειξας.

Οἱ Ἁγίες Μάρθα καὶ Μαρία ἀδελφὲς τοῦ Ἁγίου Λαζάρου

Οἱ Ἁγίες Μάρθα καὶ Μαρία, μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ τους Λαζάρου, ἀποτελοῦσαν τὴν πλέον ἀγαπητὴ στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ οἰκογένεια τῆς Βηθανίας. Στὴν οἰκία τους φιλοξενούμενος ὁ Χριστὸς εἶπε τὸ διδακτικώτατο: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δὲ ἔστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ’ αὐτῆς», ὅταν ἡ Μάρθα, ὡς μεγαλύτερη, ἠσχολεῖτο μὲ τὴν περιποίηση Αὐτοῦ, ἐνῷ ἡ ἀδελφή της Μαρία ἦταν ἀφοσιωμένη στὴ διδασκαλία Του καὶ δὲν τὴν ἐβοηθοῦσε στὶς ἐργασίες. Γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀφοσίωσή τους πρὸς Αὐτόν, ὁ Κύριος τὶς ἀντάμειψε διὰ τῆς ἀναστάσεως τοῦ προσφιλοῦς τους ἀδελφοῦ Λαζάρου. Ἡ Μαρία εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία ἄλειψε τοὺς πόδες τοῦ Ἰησοῦ μὲ πολύτιμο μύρο καὶ τοὺς ἐσπόγγισε διὰ τῆς παρθενικῆς της κόμης. Ἀπετέλεσαν εὐσεβὴ καὶ διακεκριμένα μέλη τῆς πρώτης Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῷ Σωτῆρι ἀμέμπτως διακονήσασαι, αἱ τοῦ ἁγίου Λαζάρου θεῖαι αὐτάδελφοι, σὺν τῇ Μάρθᾳ τῇ κλεινῇ Μαρία πάνσεμνε· καὶ τὴν Ἀνάστασιν αὐτοῦ, σὺν Μυροφόροις Γυναιξί, μαθοῦσαι ἐκ τοῦ Ἀγγέλου, φωτὸς ἐπλήσθητε θείου, ἡμῖν αἰτοῦσαι τὰ σωτήρια.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τῶν ἀδελφῶν τὴν δυάδα τὴν πάντιμον, τὰς τοῦ Λαζάρου συγγόνους τιμήσωμεν, Μαρίαν καὶ Μάρθαν ἐν ᾄσμασιν, ὡς ἂν αὐτῶν ἱκεσίαις πρὸς Κύριον, πταισμάτων συγχώρησιν λάβωμεν.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίρετε αὐτάδελφοι ἱεραί, Μάρθα καὶ Μαρία, σεμναὶ ἤθεσι καὶ ζωῇ· χαίρετε Λαζάρου, αἱ σύγγονοι αἱ θεῖαι, μεθ’ ὧν ἡμῖν αἰτεῖσθαι, τὸ θεῖον ἔλεος.

Ὁ Ἅγιος Μητροφάνης Α’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως 

Ὁ Ἅγιος Μητροφάνης ἦταν υἱὸς τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ αὐτοκράτορος Πρόβου Δομετίου (276 – 282 μ.Χ.) καὶ ἤκμασε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (306 – 337 μ.Χ.). Προσῆλθε στὸ Χριστιανισμὸ καὶ ἐπατριάρχευσε κατὰ τὰ ἔτη 306 – 314 μ.Χ. Ὅταν ὁ Μέγας Κωνσταντίνος κατέστησε τὴν Κωνσταντινούπολη πρωτεύουσα τοῦ Ἀνατολικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους, ὁ Ἅγιος ἦταν ἐπίσκοπος αὐτῆς. Ἐπὶ τῆς ἀρχιερατείας του, ἡ Ἐκκλησία, διὰ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, καθησύχασε ἀπὸ τοὺς διωγμοὺς καὶ ἔτυχε πάσης προστασίας. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ἐθεμελιώθησαν, ἐπίσης, πολλὲς μεγάλες οἰκοδομὲς τῆς πρωτεύουσας, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ οἱ περίφημοι ναοὶ τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης. Κατὰ τὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Νίκαια, τὸ 325 μ.Χ., δὲν ἐμπόρεσε νὰ παραστεῖ αὐτοπροσώπως, λόγῳ γήρατος, ἀπέστειλε ὅμως σὲ αὐτὴ τὸν πρωτοπρεσβύτερο καὶ μετέπειτα διάδοχό του Ἅγιο Ἀλέξανδρο ( 30 Αὐγούστου), ἄνδρα ἀναγνωρισμένο γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ τὸν ἔνθερμο Χριστιανικὸ ζῆλό του.

Ὁ Ἅγιος Μητροφάνης ἔζησε ἑκατὸν δεκαεπτὰ ἔτη καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ 325 μ.Χ., ἐκηδεύθηκε δὲ ὑπὸ τοῦ ἐπιστρέφοντος ἀπὸ τὴ Σύνοδο τῆς Νικαίας Ἐπισκόπου Νισίβιδος τῆς Μεσοποταμίας Ἰακώβου. Ὁ Μέγας Κωνσταντίνος, τιμῶν τὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μητροφάνους, ἀνήγειρε πρὸς τιμήν του ναό, στὸν ὁποῖο μετακόμισε τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτοῦ.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Μητροφάνους ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία καὶ στὸ σεβάσμιο ναὸ αὐτοῦ κοντὰ στὸ ναὸ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ἀνερχομένης τῆς Λιτῆς στὸ Φόρο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀρετῶν ταῖς ἀκτῖσι καταλαμπόμενος, Πατριαρχῶν ἀνεδείχθης γέρας καὶ θεία κρηπίς, ὡς Χριστοῦ μυσταγωγός, Πάτερ Μητροφάνες, ἀπὸ δὲ θρόνου ὑψηλοῦ, τῇ Ἐκκλησίᾳ δαδουχεῖς, τὸ φέγγος τῆς εὐσεβείας. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὴν πίστιν Χριστοῦ, τρανῶς σὺ ἐδογμάτισας, καὶ ταύτην τηρῶν, εἰς πλῆθος ὄντως ηὔξησας, τὸ πιστόν σου ποιμνίον· σὺν Ἀγγέλοις ὅθεν Μητροφάνες, συναγάλλῃ νῦν, καὶ Χριστῷ πρεσβεύεις, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Πατέρων ἡ καλλονή· χαίροις τῶν Ὁσίων, κανὼν θεῖος ἐν ἀρετῇ· χαίροις Ἐκκλησίας, ὡράϊσμα καὶ κλέος, βάθρον Πατριαρχείας, Πάτερ Μητροφάνες.

Οἱ Ἅγιοι Ἀρέτιος καὶ Δακιανὸς οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀρέτιος καὶ Δακιανὸς ἐμαρτύρησαν στὴ Ρώμη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Κλατέος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Βρεσκίας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Κλάτεος, ὑπῆρξε πρῶτος ἢ δεύτερος Ἐπίσκοπος τῆς Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας, στὴν Ἰταλία, καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο, τὸ 64 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Νέρωνος (54 – 68 μ.Χ.).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ἅγιοι Ἀτταλός, Ζωτικός, Κάμασις καὶ Φίλιππος οἱ Μάρτυρες τῆς Ρουμανίας

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀτταλός, Ζωτικός, Κάμασις καὶ Φίλιππος ὑπέστησαν, σύμφωνα μὲ κάποιους ἐρευνητές, τὸ μαρτύριο στὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ἄλλοι λέγουν ὅτι ἄθλησαν μεταξὺ τῶν ἐτῶν 319 – 324 μ.Χ., ὄταν βασιλέας ἦταν ὁ Λικίνιος. Δυνάμεθα, ἐπίσης, νὰ ἰσχυρισθοῦμε ὅτι οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἐτελειώθηκαν μαρτυρικὰ στὰ βόρεια τοῦ Δουνάβεως, ὅπου τότε κατοικοῦσαν οἱ Γότθοι, πρὸς τοὺς ὁποίους διέδωσε τὸ Εὐαγγέλιο ὁ Ἅγιος Σάββας τοῦ Μπουζάου. Ἡ καταδίωξη ποὺ ἐξαπέλυσε ὁ βασιλέας Ἀθανάριχος κατὰ τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὰ ἔτη 370 – 372 μ.Χ., ἴσως νὰ προκάλεσε καὶ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων ἀνεκαλύφθησαν στὴν κρύπτη μιᾶς βασιλικῆς στὴν περιοχὴ Νικολιτσὲλ τῆς ἐπαρχίας Τούλτσεα τῆς Ρουμανίας, τὸ 1971. Σήμερα τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν εὑρίσκονται στὴ μονὴ Κοκὸς τῆς Τούλτσεα τῆς Ρουμανίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Νιννοκία ἐκ Βρετανίας 

Ἡ Ὁσία Νιννοκία ἔζησε στὴ Βρετανία τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀπὸ τὴν παράδοση θεωρεῖται θυγατέρα τοῦ Ἁγίου Μπρενθακίου τοῦ Μπρέκνοκ. Ἀκολούθησε τὸν Ἅγιο Γερμανὸ τῆς Ὡξέρρης, ὅπου ἀργότερα ἐκάρη μοναχὴ καὶ ἔγινε ἡγουμένη σὲ μονὴ τῆς Ἀρμορίκης τῆς Βρετάνης. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 467 μ.Χ., καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἐδώρισε, μετὰ τὴν κοίμησή της, τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι πολλοὶ πιστοὶ προσέτρεχαν στὴ μονὴ Κουΐμπερ τῆς Βρετάνης, γιὰ νὰ θεραπευθοῦν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Βρεάκη ἐξ Ἰρλανδίας 

Ἡ Ὁσία Βρεάκη καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Περὶ τὸ 460 μ.Χ. ἀκολούθησε στὴν ἱεραποστολὴ τὸν Ἅγιο Πατρίκιο, ἀλλὰ ἐργάσθηκε, ἐπίσης, σὲ περιοχὲς τοῦ ποταμοῦ Χάιλ τῆς Κορνουάλης. Ὁ Θεὸς τῆς ἐδώρισε τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος ἐξ Οὐαλίας 

Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος, προστάτης τῆς Κορνουάλης, ἐγεννήθηκε τὸ 468 μ.Χ. στὴ νότια Οὐαλία καὶ ἦταν νεώτερος υἱὸς ἢ, κατ’ ἄλλους, ἀνεψιὸς τοῦ Ἁγίου Κλαυδίου Κέρνιβ ( 3 Μαΐου), βασιλέως τοῦ Γκλιούϊσινγκ τῆς Οὐαλίας. Γιὰ ἀρκετὰ χρόνια ἐγκαταστάθηκε στὴν Ἰρλανδία καὶ ἀργότερα ἐπέστρεψε στὴ Μεγάλη Βρετανία, ὅπου ἵδρυσε ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο στὴ πόλη Χάϊλεσμουθ καὶ ἕνα μοναστήρι στὴν περιοχὴ τοῦ Λανβέτινοκ, ποὺ ἔλαβε ἀργότερα τὸ ὄνομα Πέτροκστον καὶ σήμερα εἶναι γνωστὴ ὡς πόλη τοῦ Πάντστοου, ὅπου ἀσκήτεψε ἐπὶ τριάντα χρόνια. Ὁ Ὅσιος ἐπισκέφθηκε γιὰ προσκύνημα τὴ Ρώμη καὶ τοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ τελικὰ ἔφθασε μέχρι τὴν Ἰνδία, γιὰ νὰ ζήσει ὡς ἐρημίτης σὲ νησὶ τοῦ Ἰνδικοῦ ὠκεανοῦ. Ἐπιστρέφοντας στὴν Κορνουάλη, ἵδρυσε ἕνα ἄλλο μοναστήρι στὸ Πέτερικ καὶ ἕνα ἐρημητήριο στὸ Μπόντμιν, ὅπου ἐκεῖ συναντήθηκε μὲ τὸν Ὅσιο Γορανὸ ( 7 Ἀπριλίου).
Ὁ Ὅσιος Πετρόκιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸμ 564 μ.Χ., καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὴν πόλη Πάντστοου καὶ μετακομίσθηκε στὸ νεὸ τοῦ Μπόντμιν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Κρουϊδανός, Δαγανὸς καὶ Μεδανὸς ἐξ Ἰρλανδίας

Οἱ Ὅσιοι Πατέρες Κρουϊδανός, Δαγανὸς καὶ Μεδανὸς κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία καὶ ἔζησαν τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἦσαν μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Πετροκίου καὶ ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἔντφριθος ἐξ Ἰρλανδίας

Ὁ Ἅγιος Ἔντφριθος ἔζησε τὸν 7ο καὶ 8ο αἰώνα μ.Χ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Λιντισφέϊρν, τὸ 698 μ.Χ., καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 721 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ὁσιομάρτυρας

Σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Ἰωάννης ἦταν μοναχὸς καὶ ἡγούμενος τῆς μονῆς Μοναγρίου τῆς Κύπρου. Ἐμαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔβαλαν μέσα σὲ σάκο καὶ τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Ἁλώνιος 

Γιὰ τὸν Ὅσιο Ἁλώνιο δὲν γνωρίζουμε τίποτε σχετικό. Ἀπὸ μερικὰ ὅμως περισωθέντα Ἀποφθέγματά του, ποὺ ἀναφέρονται στὸν Εὐεργετινό, φαίνεται ὅτι ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς διαπρεπεῖς ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου.
Ὁ Ὅσιος Ἁλώνιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ἡ Ὁσία Σοφία ἐξ Αἴνου 

Ἡ Ὁσία Σοφία καταγόταν ἀπὸ τὸν Αἶνο, ἀπὸ γονεῖς εὔπορους, εὐγενεῖς καὶ εὐσεβεῖς Χριστιανούς, καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἔζησε. Ἀπὸ τὴν παιδική της ἡλικία εἶχε διδαχθεῖ ἀπὸ τοὺς εὐσεβέστατους γονεῖς της τὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ εἶχε ποτισθεῖ μὲ τὰ νάματα αὐτῆς. Νυμφευθεῖσα ἀπέκτησε ἕξι τέκνα, ἐξακολούθησε δὲ καὶ παρὰ ταῦτα νὰ διάγει θεοσεβῶς καὶ νὰ μορφώνει τὰ τέκνα της σύμφωνα πρὸς τὶς εὐαγγελικὲς ἐπιταγές. Ὅταν ἀλλεπάλληλες ἀσθένειες τῆς ἀφήρπασαν σύζυγο καὶ τέκνα, ἀφιερώθηκε ἀκόμη περισσότερο στὸν Θεό, διαμοιράζουσα τὰ ὑπάρχοντά της σὲ ἐλεημοσύνες, ἀρκούμενη στὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα γι’ αὐτήν. Γιὰ νὰ δύναται δὲ νὰ προσφέρει περισσότερα, ἐργαζόταν, ὑποβαλλόμενη ἔτσι σὲ πρόσθετους κόπους καὶ στερήσεις. Τὶν νύκτες της διερχόταν κατὰ τὸ πλεῖστον προσευχόμενη καὶ μελετῶσα τὰ ἱερὰ γράμματα. Περὶ τὰ τέλη τοῦ βίου της ἐκάρη μοναχὴ καὶ ἔτσι ἀφιερώθηκε ἐξ ὁλοκλήρου στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ὁσία Σοφία ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ ἡλικία πενήντα τριῶν ἐτῶν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ὅσιος Μεθόδιος ἐκ Ρωσίας 

Ὁ Ὅσιος Μεθόδιος ἔζησε κατὰ τὸ 14ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς Πεσνόσα, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν πόλη Ντμιτρὸβ τῆς ἐπαρχίας τῆς Μόσχας. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1392.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Οἱ Ὅσιοι Ἐλεάζαρος, Ναζάριος καὶ Εὐμένιος οἱ Θαυματουργοί

Οἱ Ὅσιοι Ἐλεάζαρος, Ναζάριος καὶ Εὐμένιος ἔζησαν στὴ Ρωσία τὸ 15ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου στὴν περιοχὴ Μουρμάνσκ (Μούρωμ) κοντὰ στὸ Ὄλενετς. Ἀξιώθηκαν τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας καὶ ἐκοιμήθησαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴ μνήμη τους τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ Νόβγκοροντ, κατὰ τὴν τέταρτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Περμίας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνδρόνικος, κατὰ κόσμον Βλαδίμηρος Νικόλσκϊυ, ἐγεννήθηκε τὴν 1η Αὐγούστου 1870 στὸ χωριὸ Ποβοντνέβο τῆς Ἐπισκοπῆς Γιαροσλάβλ τῆς Ρωσίας καὶ ὁ πατέρας του ἦταν διάκονος. Ἐσπούδασε στὴ σχολὴ τοῦ Γιαροσλάβλ καὶ τὸ 1891 συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τὴν 1η Αὐγούστου 1893, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης, ἐκάρη μοναχὸς καὶ στὶ 6 Αὐγούστου ἐχειροτονήθηκε διάκονος. Τὸ 1895 ἐτελείωσε τὴ θεολογικὴ ἀκαδημία καὶ στὶς 22 Ἰουλίου τοῦ ἰδίου ἔτους ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος.

Ὁ νέος ἱερέας Ἀνδρόνικος ἐξεκίνησε τὴ διακονία του ἀπὸ τὸν Καύκασο, ὅπου διορίσθηκε βοηθητικὸς ἐπιθεωρητὴς τῆς ἐκκλησιαστικῆς σχολῆς τοῦ Κουτάϊσι. Τὸ 1897 ἀπεστάλη στὸ Ρώσικο Ὀρθόδοξο ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο τῆς Ἰαπωνίας. Ἀναχώρησε γιὰ τὴ νέα του θέση περίλυπος ἀπὸ τὴν Ἁγία Πετρούπολη, στὶς 21 Σεπτεμβρίου 1897. Ἔφθασε στὴν Ὀδησσὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνεχώρησε μὲ τὸν ἀρχιμανδρίτη Σέργιο (Στραγκορόντσκϊυ) γιὰ τὴν Ἰαπωνία, ὅπου ἔφθασε στὶς 26 Δεκεμβρίου. Ἔγραφε γιὰ τὸ ταξίδι αὐτὸ τὰ ἀκόλουθα: «Ὁ διορισμός μου αὐτὸς μὲ κατέστησε τόσο περίλυπο ποὺ ἔκλαψα. Θὰ ἤμουν εὐτυχὴς νὰ μὴν εἶχε συμβεῖ. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ ζήσω, ὅπως ἐγὼ θέλω, ἀλλὰ ὅπως ὁ Θεὸς κελεύει».

Μετὰ δύο ἔτη ἐπέστρεψε στὴ Ρωσία, στὴν πόλη Ἄρντον, καὶ ἀνέλαβε, μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ Ἐπισκόπου καὶ φίλου του, τὴ διεύθυνση ἑνὸς ἐκκλησιαστικοῦ σχολείου.

Λίγα χρόνια ἀργότερα, τὸ 1906, ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τοῦ Κιότο καὶ ἀναλαμβάνει τὰ καθήκοντά του ὡς Βοηθὸς Ἐπίσκοπος τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Ἰαπωνίας.

Τὸ 1907, ἐκλέγεται ἀναπληρωτὴς τοῦ Ἐπισκόπου Εὐλογίου τοῦ Χόλμ καί, τὸ 1908, ἀναλαμβάνει τὰ καθήκοντά του ὡς Ἐπίσκοπος μίας περιφέρειας τοῦ Νόβγκοροντ. Τὸ κήρυγμά του εἶναι δυναμικὸ καὶ ἀνδρεῖο.

Στὶς 30 Ἰουλίου 1914, ἡ Ἐκκλησία τὸν τοποθετεῖ ὡς Ἐπίσκοπο Περμίας καὶ Σολικάμσκ. Ὁ Α’ Παγκόσμιος πόλεμος ἀρχίζει. Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος διαβλέπει τὴ βαριὰ δοκιμασία καὶ τὸ φοβερὸ τοῦ πολέμου, ποὺ χαρακτηρίζει πλήρη βαρβαρότητα, ἠθικὴ πτώχευση καὶ πνευματικὴ διαστροφή.

Ἀμέσως μετὰ τὸν πόλεμο ξεσπᾶ ἡ ἐσωτερικὴ δοκιμασία τοῦ Ρωσικοῦ λαοῦ. Τὸ τσάρικο καθεστὼς πέφτει μὲ τὴν ἐπανάσταση τῶν Μπολσεβίκων. Ἔτσι, ὅταν, τὸ 1918, ἐδημοσιεύθηκε στὴν Περμία τὸ διάταγμα γιὰ τὴν «ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως» καὶ τὸ χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ κράτους, ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος ἀντιστέκεται καὶ θεωρεῖ τοὺς ἐπαναστάτες ἐχθροὺς τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Πατριάρχης Τύχων τὸν ἀνυψώνει στὴ θέση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καὶ ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος γράφει πρὸς αὐτόν: «Εἶμαι, πρὸς τὸ παρόν, ἐλεύθερος, ἀλλὰ γνωρίζω, ὅτι σύντομα θὰ μὲ συλλάβουν».
Πράγματι! Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος συνελήφθη ἀπὸ τοὺς ἐπαναστάτες, στὶς 4 Ἰουνίου 1918, στὶς τρεῖς μετὰ τὰ μεσάνυχτα. Ὁ ἐπαναστάτης Μυασνίκωφ ἔγραψε στὰ ἀπομνημονεύματά του: «Ἐπήγαμε γιὰ πέντε βέρστια κατὰ μῆκος τῆς Σιβηρικῆς ἐθνικῆς ὁδοῦ. Ὁδηγηθήκαμε σὲ ἕνα δάσος καὶ ἐκεῖ ἐσταματήσαμε τὰ ἄλογα. Ἔδωσα στὸν Ἀνδρόνικο ἕνα φτυάρι καὶ τὸν διέταξα νὰ σκάψει ἕνα τάφο. Ὅταν τελείωσε, προσευχήθηκε πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις καὶ μετὰ εἶπε ὅτι περιμένει. Εἶπα ὅτι δὲν θὰ τὸν ἐπυροβολοῦσα, ἀλλὰ θὰ τὸν ἔθαβα ζωντανό, ἂν ἀκύρωνε ὅλα ὅσα εἶχε γράψει καὶ πεῖ ἐναντίον μας. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε. Τὸν ἐσκεπάσαμε μὲ λίγο χῶμα καὶ τὸν πυροβολίσαμε».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Τσέρνιγκωφ καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βασίλειος (Μπογκογιαβλένσϊυ) ἐγεννήθηκε τὴν 1η Φεβρουαρίου 1867 στὸ Ταμπώφ. Ἦταν γόνος ἱερατικῆς οἰκογένειας καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Τὸ 1888 ἐτελείωσε τὴ σχολὴ τοῦ Ταμπὼφ καὶ σὲ νεαρὴ ἡλικία, τὶ ἴδιο ἔτος, ἐχειροτονήθηκε διάκονος. Δύο ἔτη ἀργότερα, στὶς 11 Μαρτίου 1890, ἐχειροτονήθηκε ἱερέας, γιὰ νὰ καλύψει τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες τοῦ χωριοῦ Ὀβσυάνκι τῆς ἐπαρχίας Ταμπώφ.

Ὅμως τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ νεαρὸ ἱερέα ἦταν ἄλλο. Μετὰ ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια, ἡ πρεσβυτέρα του ἐκοιμήθηκε. Ἔτσι ὁ πρεσβύτερος Βασίλειος ἐγκαταβιώνει στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ καὶ στὶς 14 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1908 κείρεται μοναχός. Στὶς 15 Ὀκτωβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους διορίζεται διευθυντὴς τῆς θεολογικῆς σχολῆς τοῦ Τσέρνιγκωφ καὶ χειροθετεῖται ἀρχιμανδρίτης. Τὸν ἑπόμενο χρόνο, στὶς 26 Ἰουλίου, ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος Σοὺμσκ τῆς ἐπαρχίας Χάρκωβ καί, τὸ 1911, μετατίθεται στὸ Νόβγκοροντ – Σεβέρσκ τῆς ἐπισκοπῆς Τσέρνιγκωφ. Ἐδῶ ἐργάζεται ὡς ἀληθινὸς ποιμένας καὶ διακρίνεται γιὰ τὰ ἔργα φιλανθρωπίας καὶ εὐποιίας. Στὶς 5 Ὀκτωβρίου 1916, σὲ ἀναγνώριση τῆς θεοφιλοῦς διακονίας του, ἀνυψώνεται σὲ Ἀρχιεπίσκοπο Τσέρνιγκωφ καὶ Νεζχίν. Παραιτεῖται, ὅμως, τὸ 1917, καὶ ἀποσύρεται στὴ μονὴ Ζαϊκονοσπασσκϊυ τῆς Μόσχας.

Ὅταν, τὸ 1918, δολοφονεῖται ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνδρόνικος, Ἀρχιεπίσκοπος Περμίας, ὁ Ἅγιος Βασίλειος καλεῖται νὰ ἐρευνήσει ἀπὸ τὸ Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν τῆς Μόσχας τὰ γεγονότα τῆς δολοφονίας. Ἀλλὰ ἡ δραστηριότητα τῆς ἐξεταστικῆς ἐπιτροπῆς ἐξόργισε τοὺς ἔνοχους, ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ κρυφθοῦν, γιὰ νὰ μὴν ἀνακαλυφθοῦν.
Ἔτσι, τὸ 1919, μεταξὺ τῶν πόλεων Περμίας καὶ Βιάτκα, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βασίλειος, ὁ ἀρχιμανδρίτης Ματθαῖος, διευθυντὴς τῆς σχολῆς τῆς Περμίας, καὶ ἕνας λαϊκὸς ἐδολοφονήθησαν ἀπὸ Μπολσεβίκους καὶ τὰ σώματά τους ἐρρίφθησαν στὸ νερὸ τῆς γέφυρας Κάμα. Οἱ Χριστιανοὶ ἐπῆραν τὰ τίμια λείψανά τους καὶ κρυφὰ τὰ ἐνταφίασαν. Σύντομα ὁ τόπος τοῦ ἐνταφιασμοῦ τους ἔγινε προσκύνημα καὶ τόπος ἁγιασμοῦ καὶ θαυμάτων. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό οἱ ἐπαναστάτες κατέστρεψαν τὸ μνημεῖο τοῦ ἐνταφιασμοῦ καὶ ἔκαψαν τὰ ἱερὰ λείψανα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

 

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Κροατίας 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Γεώργιος (Μπότζικ) ἦταν ἱερέας στὴν πόλη Νασίκε τῆς Κροατίας. Ὑπέστη φρικτὰ βασανιστήρια καὶ ἐμαρτύρησε κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου πολέμου ἀπὸ φανατικοὺς Ρωμαιοκαθολικούς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr 

Ακολουθία Εσπερινού Σαββάτου, όρθρου και Θείας Λειτουργίας της Πεντηκοστής (03-06-2017 και 04-06-2017) εδώ.

Ακολουθία του εσπερινού του Αγίου Πνεύματος (Κυριακή Πρωί 04-06-2017 της Πεντηκοστής) εδώ

Κυριακή της Πεντηκοστής με μετάφραση εδώ

Τυπικόν εδώ 

Κανόνιον εδώ