Ἡ Ὁσία Ματρώνα ἔζησε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν Μαρτύρων τῶν πρώτων αἰώνων τῆς Ἐκκλησίας μας, κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν. Ὑπῆρξε ἀκόλουθος μιᾶς πλούσιας καὶ εὐγενοῦς Ἰουδαίας, μὲ τὸ ὄνομα Παντίλλα ἢ Παυτίλλα, ἡ ὁποία ἦταν σύζυγος τοῦ στρατοπεδάρχη τῆς Θεσσαλονίκης. Καθημερινὰ συνόδευε τὴν κυρία της στὴ συναγωγὴ τῆς πόλεως, ὅπου ὡστόσο δὲν πήγαινε ἡ ἴδια, διότι κρυφὰ κατέφευγε σὲ χριστιανικὸ ναό, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ.

Μοιραῖα, ὅμως, ἐπειδὴ γιὰ πολὺ καιρὸ ἡ Ματρώνα ξεγελοῦσε τὴν κυρία της, μία λάθος κίνηση στάθηκε ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἀποκαλυφθεῖ ἡ ταυτότητά της. Σὲ μία ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων, κατὰ τὴν ὁποία συνήθιζαν νὰ τρῶνε πικρὰ χόρτα καὶ ἄζυμα, ἡ Ματρώνα ἄργησε νὰ ἐπιστρέψει ἀπὸ τὸ ναὸ καὶ ὅταν ἔφθασε στὴν συναγωγὴ γινόταν ἡ τελετὴ τῶν Ἐπιτιμίων. Ἕνας ἀπὸ τοὺς δούλους τῆς Παντίλλας κατήγγειλε ὅτι ἡ Ματρώνα ἦταν Χριστιανὴ καὶ ὅτι ἐξαπατᾶ τὴν κυρία της, φροντίζοντας κάθε φορὰ ποὺ αὐτὴ προσερχόταν στὴν συναγωγή, ἐκείνη νὰ πηγαίνει στὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ προκάλεσε τὴν ὀργὴ τῆς Παντίλλας, ποὺ δὲν δίστασε, ξεσπώντας σὲ κραυγές, νὰ τὴν κατηγορήσει ὅτι εἶναι ἐχθρικὴ πρὸς αὐτήν. Διέταξε ἀμέσως τὴν σύλληψή της καί, ἀφοῦ τὴν συνέλαβαν καὶ τὴν ἔδεσαν, ἄρχισαν νὰ τὴν μαστιγώνουν. Ἡ Ματρώνα, ὅμως, μὲ παρρησία δήλωσε ὅτι εἶναι Χριστιανὴ καὶ ὅτι, ἂν καὶ ἡ κυρία της ἐξουσίαζε τὸ σῶμα της καὶ τὴν ἴδια της τὴν ζωή, ὡστόσο δὲν μποροῦσε νὰ τὴν μεταπείσει σὲ ὅσα πίστευε.

Ἡ Παντίλλα, ἀφοῦ τὴν ἁλυσόδεσε, διέταξε νὰ τὴν φυλακίσουν καὶ νὰ σφραγίσουν τὴν πόρτα τοῦ κελιοῦ της. Ἔπειτα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, νωρὶς τὸ πρωί, πῆγε ἡ ἴδια νὰ δεῖ ἂν ἡ Ματρώνα ζεῖ. Ἔκπληκτη διαπίστωσε ὅτι εἶχε ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ δεσμά της καὶ στεκόταν φωτεινὴ ψάλλοντας, χωρὶς νὰ ἔχει τὸ παραμικρὸ ἴχνος τραύματος καὶ βασανισμοῦ. Ἐξοργισμένη ἡ Παντίλλα διέταξε νὰ δέσουν πάλι τὴν Ματρώνα καὶ νὰ τὴν μαστιγώσουν ἀνηλεῶς. Ἐκείνη, ἔκπληκτη γιὰ τὴν ἰδιαίτερη σκληρότητα τῆς κυρίας της, τὴν ρώτησε γιατί τὴν βασάνιζε, ὀμολογώντας ὡστόσο τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Καταπονημένη ἀπὸ τὰ βασανιστήρια καὶ μὴν μπορώντας νὰ σταθεῖ στὰ πόδια της, ἡ Ματρώνα κλείσθηκε καὶ πάλι στὴν φυλακή.

Ἔπειτα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, ὅταν ἡ Παντίλλα ἐπισκέφθηκε τὸ κελὶ τῆς φυλακῆς τῆς Ἁγίας, ἀντίκρισε τὸ ἴδιο θέαμα. Τὴν Μάρτυρα ἀπελευθερωμένη ἀπὸ τὰ δεσμά της, μὲ τὸ ἴδιο φωτεινὸ πρόσωπο, παρὰ τὰ βασανιστήρια καὶ τὴν πεῖνα ποὺ ὑπέστη ἐπὶ δεκατέσσερις ἡμέρες. Τότε ἡ κυρία της, γεμάτη ὀργή, διέταξε νὰ δέσουν τὴν Ματρώνα σὲ δρύϊνα ξύλα καὶ νὰ τὴν βασανίσουν. Ἐξαντλημένη ἡ Ἁγία ἀπὸ τὶς μαστιγώσεις καὶ μὲ τὸ σῶμα της γεμάτο σημάδια, ψέλλισε μὲ ἀδύναμη φωνὴ λίγες λέξεις προσευχῆς καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα της.

Ἡ Παντίλλα διέταξε τότε κάποιον μὲ τὸ ὄνομα Στρατόνικος, νὰ τυλίξει τὸ λείψανο τῆς Ἁγίας σὲ δέρμα καὶ στὴν συνέχεια νὰ τὸ ρίξει ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλεως. Τὸ ἱερὸ λείψανό της τὸ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ εὐλάβεια κοντὰ στὴν Λεωφόρο, δηλαδὴ τὴν Ἐγνατία ὁδό. Μετὰ τὸ τέλος τῶν διωγμῶν, ὁ Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ἀλέξανδρος πῆρε τὸ σκήνωμα τῆς Μάρτυρος καὶ τὸ μετέφερε μέσα στὴν πόλη καί, ἀφοῦ ἔκτισε ναό, τὸ ἀπέθεσε ἐντὸς αὐτοῦ.

Τὴν ἐποχὴ τῆς Φραγκοκρατίας, ὅμως, τὸ σκήνωμα τῆς Ἁγίας μεταφέρθηκε στὴν Βαρκελώνη καὶ ἐναποτέθηκε σὲ ναό, ποὺ καταστράφηκε κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ἐκτὸς τῶν τειχῶν τῆς Θεσσαλονίκης ὑπῆρχε καὶ μονὴ ἀφιερωμένη στὴν Ἁγία Ματρώνα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Γνώμην ήττητον, Ματρῶνα φέρουσα, πίστιν τν νθεον, συλον σωσας, μ δουλωθεσα τν ψυχήν, βραίων τ πηνείᾳ· θεν ριστεύσασα, κα τν δόλιον κτείνασα, μυστικς νενύμφευσαι, τ Δεσπότ τς κτίσεως. Ατν ον κτενς κδυσώπει, πάσης μς ῥυσθῆναι βλάβης.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Φωτὶ νοητῷ, Ματρῶνα ἀτενίζουσα, εἱρκτῆς τὴν φρουράν, ὡς θάλαμον λελόγισαι, ἐξ ἧς Μάρτυς ἔδραμες, πρὸς παστάδα πάμφωτον κράζουσα· Τῇ σῇ Λόγε θείᾳ στοργῇ, μαστίγων τὴν πεῖραν, καθυπέστην φαιδρῶς.

 

Μεγαλυνάριον.
Οὐδόλως δεδούλωσαι τὴν ψυχὴν, ἀλλ’ ἐλευθερίᾳ, ἐνδιέπρεψας εὐσεβεῖ, καὶ ἀρρενωθεῖσα, τὴν φρένα ὦ Ματρῶνα, ἠγώνισαι ἀνδρείως, κατὰ τοῦ ὄφεως.

Ὁ Ἅγιος Ἀνανὶ ὁ Προφήτης 

Ὁ Προφήτης Ἀνανί, ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα. Ὁ βασιλέας Ἀσὰ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ εἶχε στὴν ἀρχὴ ἀποκρούσει νικηφορα, τὴν ἐναντίον του ἐπιδρομὴ τοῦ βασιλέως τῆς Συρίας. Ἀργότερα, ὅμως, ὁ Ἀσὰ συνθηκολόγησε καὶ ἔστειλε στὸν βασιλέα τῆς Συρίας χρυσὸ καὶ ἀσῆμι, γιὰ νὰ τὸ χρησιμοποιήσει γιὰ τὸν πόλεμο ἐναντίων τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα. Τότε ὁ Προφήτης Ἀνανὶ παρουσιάσθηκε στὸν Ἀσὰ καὶ τὸν ἔλεγξε αὐστηρὰ γιὰ τὴν πράξη του αὐτὴ λέγοντας: «Ἐπειδὴ ἐσὺ εἶχες τὴν πεποίθησή σου στὸν βασιλέα τῆς Συρίας καὶ δὲν ἐστηρίχθης στὸν Κύριο καὶ Θεό σου, γι’ αὐτὸ διέφυγε ἐκ τῆς καταστροφῆς τῆς χειρός σου ὁ στρατὸς τῆς Συρίας. Οἱ Αἰθίοπες καὶ οἱ Λίβυες δὲν ἤσαν περισσότεροι σὲ ἀριθμὸ καὶ σὲ ὁρμητικότητα καὶ εἶχαν περισσότερους ἱππεῖς; Καὶ ὅμως, ἐπειδὴ εἶχες πεποίθηση στὸν Κύριο, παρέδωκε αὐτοὺς ὁ Κύριος στὰ χέρια σου. Οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου ἐπιβλέπουν ἐφ’ ὅλης της γῆς, γιὰ νὰ στηρίζουν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν καρδιὰ τελείως ἀφοσιωμένη πρὸς Αὐτόν. Τοῦτο ὅμως σὺ τὸ παρεγνώρισες. Ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς θὰ γίνεται πόλεμος ἐναντίον σου». Ὁ βασιλέας ὀργισμένος διέταξε τὴν φυλάκιση τοῦ Προφήτου Ἀνανί, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε ἀργότερα μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Οἱ Ἅγιοι Φιλητὸς, Λυδία, Θεοπρέπιος, Μακεδόνας, Ἀμφιλόχιος καὶ Κρονίδης οἱ Μάρτυρες

Ὁ Ἅγιος Φιλητὸς ἦταν Συγκλητικός, ἡ Ἁγία Λυδία ἦταν ἡ σύζυγός του, οἱ Ἅγιοι Θεοπρέπιος καὶ Μεκαδόνας τα τέκνα τους, ενῷ ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος ἦταν Δοῦκας καὶ ὁ Ἅγιος Κρονίδης Κομενταρήσιος.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Ἀδριανοῦ (117 – 138 μ.Χ.) καὶ ἦταν Χριστιανοὶ εὐσεβεῖς καὶ φοβούμενοι τὸν Θεό. Ὅταν ὁ Ἀδριανὸς ἄκουσε περὶ αὐτῶν, κάλεσε τὸν Ἅγιο Φιλητὸ καὶ τὸν ρώτησε περὶ τῆς ὁμολογίας αὐτοῦ. Ὅμως, ἐπεισὴ ὁ βασιλέας δὲν μποροῦσε νὰ ἀντισταθεῖ στὴν σοφία τοῦ Μάρτυρος, τὸν παρέδωσε στὸν Δοῦκα Ἀμφιλόχιο, ὁ ὁποῖος ἀμέσως, ἀφοῦ κρέμασε τὸν Ἅγιο Φιλητὸ καὶ τὴν Ἁγία Λυδία ἐπάνω σὲ ξύλο, τοὺς ἔγδαρε. Στὴν συνέχεια ἔριξε στὴν φυλακὴ τὸν Κρονίδη τὸν κομενταρήσιο, ποὺ πίστεψε στὸν Χριστό. Τὴ νύχτα, ἐνῷ οἱ Ἅγιοι ἔψαλλαν καὶ προσεύχονταν, ἦλθαν Ἄγγελοι ποὺ τοὺς ἔδωσαν θάρρος γιὰ τοὺς μαρτυρικοὺς ἀγῶνες. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα παρουσιάσθηκαν οἱ Ἅγιοι στὸν τύραννο, ὁ ὁποῖος τοὺς εἶπε: «Προετοιμάζονται γιὰ ἐσᾶς πολλὲς τιμωρίες». Καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τοὺς ρίξουν μέσα σὲ χάλκινο λέβητα πυρωμένο καὶ γεμάτο μὲ ἔλαιο καὶ ρητίνη. Μόλις, ὅμως, οἱ Ἅγιοι ἔκαναν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ὁ λέβητας ψυχράνθηκε. Ὅταν τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ δοῦκας Ἀμφιλόχιος πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ ἔριξε τὸν ἑαυτό του στὸν λέβητα λέγοντας: «Κύριε, βοήθησε με». Τότε ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ποὺ ἔλεγε: «Ἄκουσα τὴν δέησή σου, ἀνέβα πρὸς Ἐμένα μὲ χαρά». Ὅταν δὲ ὁ βασιλέας εἶδε τοὺς Ἁγίους νὰ ἔχουν διαφυλαχθεῖ σῶοι καὶ ὑγιεῖς, ἀναχώρησε καὶ τοὺς ἄφησε ἐλεύθερους καὶ ἔτσι τελείωσαν τὸν βίο τους προσευχόμενοι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

 

Οἱ Ἅγιοι Βαρούχιος καὶ Ἰωάννης οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βαρούχιος καὶ Ἰωάννης τελειώθηκαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Εὐτύχιος 

Ὁ Ὅσιος Εὐτύχιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ὅσιος Κήρυκος ὁ ἐν Ἄπρῳ 

Ὁ ὅσιος Κήρυκος ἀσκήτεψε στὴν Θρᾴκη, κοντὰ στὴν πόλη τοῦ Ἄπρου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Σημειοφόρος Ἐπίσκοπος Κορίνθου

Ὁ Ἅγιος Παῦλος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ θεοφιλεῖς, οἱ ὁποῖοι ἀκολούθησαν τὸν μοναχικὸ βίο. Ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, Ἐπισκόπου Ἄργους ( 3 Μαΐου) καὶ ἀσκήτεψε μαζί του στὴν Κόρινθο. Ἀργότερα ὁ Ἅγιος Παῦλος ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Κορίνθου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ Ἀρχιεπίσκοπος Ροστὼβ τῆς Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ γεννήθηκε περὶ τὰ τέλη τοῦ 14ου αἰῶνος μ.Χ. στὴ Ρωσία. Στὶς 13 Ἀπριλίου 1427 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπός της πόλεως Ροστὼβ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Φώτιο, Μητροπολίτη Κιέβου ( 2 Ἰουλίου). Σύμφωνα μὲ τὰ τοπικὰ Χρονικά, ἀμέσως μετὰ τὴν ἄνοδό του στὸν θρόνο, ἄρχισε τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς μονῆς Βαρινίσκιζ τῆς Τριάδος τοῦ Ἁγίου Σεργίου, στὸ Πσκώφ, στὸ μέρος ὅπου βρισκόταν ἡ οἰκία τοῦ εὐγενοῦς Κυρίλλου, πατέρα τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ.

Ὁ Ἅγιος ἀναδείχθηκε φίλος τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ ὑπερασπιστὴς τοῦ κοινοβιακοῦ συστήματος δίνοντας τὴν εὐλογία του γιὰ τὴν ἵδρυση μονῶν.

Σπουδαῖο ρόλο ἀνέπτυξε καὶ στὰ πολιτικὰ – στρατιωτικὰ πράγματα τῆς ἐποχῆς του καὶ ἰδιαίτερα στὶς συγκρούσεις, ποὺ ἀνεφύησαν μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1430 – 1440, γιὰ τὴν ὑπεροχὴ τῶν Ρώσων. Ἂν καὶ ἡ περιοχὴ τοῦ Γκαλὶτς ἀνῆκε στὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς Μητροπόλεώς του, ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὑπῆρξε σθεναρὸς ἀντίπαλος τῶν ἡγεμόνων τοῦ Γκάλιτς καὶ ὑποστηρικτὴς τῶν ἡγεμόνων τῆς Μόσχας. Τὸ ἔτος 1453 ὁ πρίγκιπας τοῦ Γκαλίτς, Βασίλειος Κοζόϋ, ἀπήγαγε τὸν Ἅγιο καὶ τὸν ἀνάγκασε, μαζὶ μὲ ἄλλους Ἐπισκόπους, νὰ ὑπογράψει ἐπιστολὲς καὶ ἐγκυκλίους κατὰ τοῦ ἀντιπάλου του, πρίγκιπα Δημητρίου Σεμζάκα.

Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὑπῆρξε, ἐπίσης, φλογερὸς πολέμιος τῆς ἑνώσεως Ὀρθόδοξης καὶ Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀποφασίσθηκε τὸ ἔτος 1439 στὴν Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας καὶ ὑπεγράφη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μόσχας Ἰσίδωρο, ποὺ ἔλαβε μέρος στὴν Σύνοδο. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συμμετεῖχε σὲ ἔκτακτη Σύνοδο τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων τὸ 1440 – 1441, ἡ ὁποία καταδίκασε τελικὰ τὴν στάση τοῦ λατινόφρονος Ἰσιδώρου.

Τὸ ἔτος 1448 προήδρευσε τῆς Συνόδου τῆς Μόσχας, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὁποίας ἐξελέγη Μητροπολίτης Μόσχας καὶ πασῶν τῶν Ρώσων ὁ Ἅγιος Ἰωνᾶς ( 31 Μαρτίου).
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1454 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ροστώβ. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη του, ἐπίσης, στὶς 23 Μαΐου, ἑορτὴ τῆς Συνάξεως τῶν Ἁγίων του Ροστὼβ καὶ Γιαροσλάβ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος Πατριάρχης Γεωργίας 

Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος (Τσελάϊα) γεννήθηκε τὸ ἔτος 1861 στὸ χωριὸ Μαρτβίλι τῆς περιοχῆς Σαμεγκρέλο τῆς Γεωργίας καὶ σπούδασε στὸ σεμινάριο τῆς Τυφλίδος. Ἐξελέγη Μητροπολίτης τῆς πόλεως Κοντίντι καὶ στὶς 15 Ὀκτωβρίου τοῦ 1917 Καθολικὸς Πατριάρχης Γεωργίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1927.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

(Ἰωάννου τῆς Κλίμακος)

εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβιών και Κοζάνης

ΚΥΡΙΑΚΗ  Δ΄  ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(Ἰωάννου τῆς Κλίμακος)
(Μρκ. 9, 17-31)
 
«᾿Εγένετο δὲ ἐν τῇ ἐξῆς ἡμέρᾳ κατελθόντων αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους συνήντησεν αὐτὸν ὄχλος πολύς», τὴν ἄλλη μέρα, ὅταν κατέβηκαν ἀπὸ τὸ ὄρος, ὅπου μεταμορφώθηκε ὁ Κύριος, τὸν ὑποδέχθηκε κόσμος πολύς. ᾿Ανάμεσα σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, βρέθηκε κι᾿ ὁ πατέρας τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος ζήτησε τὴ βοήθεια τοῦ ᾿Ιησοῦ. Βαθιὰ πονεμένος ὁ πατέρας τοῦ δυστυχισμένου νέου πλησιάζει τὸν Κύριο, πέφτει στὰ γόνατα. ῾Ιστορεῖ τὴν τραγικὴ κατάσταση τοῦ παιδιοῦ του, περιγράφει μὲ ἀβάσταχτο πόνο τὰ ὅσα ἔκανε ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ δαιμονίου. ᾿Αναφέρει τὴν ἀδυναμία τῶν μαθητῶν του νὰ τὸ θεραπεύσουν, τὸν παρακαλεῖ νὰ τὸν σπλαχνιστεῖ καὶ νὰ γιατρέψει τὸ ἄρρωστο παιδί του. ῾Ο Χριστὸς, πρὶν κάνει τὸ θαῦμα, ζητᾶ πίστη, γιατὶ «πάντα δυνατὰ τῶ πιστεύοντι». Κι᾿ ὁ δυστυχὴς πατέρας μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἀναφωνεῖ: «πιστεύω, Κύριε, βοήθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ». Παλεύει, ὅπως ὅλοι μας, ἀνάμεσα στὴν πίστη καὶ τὴν ἀπιστία, ἀνάμεσα στὴν ἔντονη ἐπιθυμία μας νὰ παρουσιαστοῦμε ὅσο γίνεται μὲ περισσότερη πίστη, καὶ τὴν εἰλικρινή διαπίστωση ὅτι ἡ πίστη μας εἶναι ἐλλιπής. Γνωρίζουμε ὅτι γιὰ τὴ σωτηρία μας ἡ πίστη εἶναι ἀπαραίτητη. ῾Η πίστη εἶναι βέβαια δῶρο τῆς θείας χάριτος, ἀλλὰ ἡ ὑπακοὴ καὶ ἐλεύθερη ἀποδοχὴ τῆς θείας δωρεᾶς εἶναι συνάμα καὶ ἔργο τοῦ ἀνθρώπου, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀπαραίτητη γιὰ τὴ σωτηρία «ὁ πιστεύων εἰς τὸν Υἱὸν ἔχει ζωὴν αἰώνιον, ὁ δὲ ἀπειθῶν τῷ Υἱῷ οὐκ ὄψεται ζωήν, ἀλλ᾿ ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ μένει ἐπ᾿ αὐτόν».
Πάρα πολλὲς εἶναι οἱ δαιμονικὲς ἐκδηλώσεις τοῦ κόσμου σὲ κάθε ἐποχὴ. ᾿Εκτὸς ἀπὸ τὶς ἀρρώστιες ποὺ σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιστημονικὲς γνώσεις ἔχουν ἄλλη αἰτία κι᾿ ὄχι τὴν κατοχὴ τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τοὺς δαίμονες, μένουν πάντα τόσες αἰτίες καὶ πολυάριθμες ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς, ποὺ μαρτυροῦν γιὰ τὴν ἐπήρεια καὶ τὴν ὑποταγὴ τῶν ἀνθρώπων στὴ δύναμη τοῦ κακοῦ, σὲ σημεῖο ποὺ πολλὲς φορὲς νὰ ἀναρωτιόμαστε γιατὶ ἡ ᾿Εκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὸ κακό; Αὐτὴ τὴν ἐρώτηση ἔθεσαν καὶ οἱ μαθητὲς στὸν ᾿Ιησοῦ, ἀφοῦ θεράπευσε τὸν δαιμονισμένο νέο, γιατὶ δὲν μπόρεσαν αὐτοὶ νὰ τὸν θεραπεύσουν. Καὶ ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ἀπάντησε ὅτι: «τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ», ὅτι δηλαδὴ τὸ κακὸ πνεῦμα τῆς ἁμαρτίας δὲν βγαίνει ἀπὸ μέσα μας παρὰ μόνο μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία.
Εἴμαστε φτωχοὶ στὸ φυσικό μας βίο, ὁ ὁποῖος περιστοιχίζεται ἀπὸ μυριάδες ἀνάγκες καὶ κινδύνους, κι᾿ ἀκόμη φτωχότεροι στὴν ψυχὴ, ἡ ὁποία πολεμεῖται ἀπὸ μύριους πειρασμοὺς καὶ κουβαλᾶ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Τὶ μποροῦμε ἤ τὶ ἔχουμε νὰ ἀντιτάξουμε σ᾿ αὐτὴν τὴν φτώχεια, πέρα ἀπὸ τὴν ἴδια μας τὴ φτώχεια καὶ τὴ φτώχεια τοῦ κόσμου ποὺ μᾶς περικυκλώνει; ῎Η τὶ περισσότερο μποροῦμε νὰ κάνουμε ἀπὸ τὸ νὰ ὑψώσουμε στὴν προσευχή μας τὰ μάτια μας πρὸς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος κατὰ τὸν ᾿Απόστολο πλουτεῖ «πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτόν», σκορπᾶ πλούσια τὴ χάρη του σ᾿ ὅλους ὅσους τὸν ἐπικαλοῦνται.
Σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ὡραιότερες ὠδὲς τοῦ ῎Ορθρου, τὴν ὄγδοη, ποὺ εἶναι ὁ ὕμνος τῶν ἁγίων τριῶν παίδων, βλέπουμε τὸ νόημα καὶ τὴν οὐσία τῆς προσευχῆς, ποὺ, ἐκτὸς ἀπὸ δέηση καὶ ἱκεσία, εἶναι ἡ δοξολογία τοῦ μεγάλου καὶ θαυμαστοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, τοῦ δημιουργοῦ ὁλόκληρης τῆς κτίσης. «Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα Κυρίου, τὸν Κύριον ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε αὐτὸν εἰς τοὺς αἰῶνας», ἀναφωνοῦν οἱ τρεῖς παῖδες καὶ καλοῦν τὴν κτίση νὰ διακηρύξει τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Καὶ προσεύχονται μαζί τους ἡ γῆ καὶ οἱ οὐρανοί, ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καὶ τ᾿ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, ἡ νύχτα καὶ ἡ μέρα, τὰ ὄρη, τὰ βουνὰ κι ἡ θάλασσα, τὰ ζῶα καὶ κάθε δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. ῎Αγγελοι καὶ ἄνθρωποι, ὅσιοι καὶ ταπεινοὶ «τῇ καρδίᾳ», ἑνώνουν τὶς φωνές τους γιὰ νὰ ὑμνήσουν καὶ νὰ δοξολογήσουν τὸν Κύριο: «ὑμνοῦντες καὶ ὑπερυψοῦντες αὐτὸν εἰς τοὺς αἰῶνας».
῾Η θέση λοιπὸν τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὴ δημιουργία εἶναι ἰδιαίτερα προνομιακή. Γιατὶ μαζὶ μὲ τὰ προνόμια τῆς λογικῆς, τῆς συνειδήσεως καὶ τῆς ἐλευθερίας ἔχει καὶ τὸ προνόμιο τῆς προσευχῆς. ῾Ο ἄνθρωπος ποὺ ἀληθινὰ προσεύχεται ζεῖ ἀδιάκοπα κοντὰ στὸ Θεό καὶ συνομιλεῖ μαζί του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ χαρὰ, ἡ ἀπόλαυση καὶ ἡ μακαριότητα τῶν ἁγίων. ῾Ο ἅγιος ᾿Αντώνιος ἔβρισκε τόση μακαριότητα καὶ παρηγοριά στὴν προσευχὴ, ποὺ περνοῦσε ὁλόκληρες νύχτες προσευχόμενος, κι᾿ ὅταν τὸ πρωΐ ἀνέτειλε ὁ ἥλιος, τοῦ ἔλεγε: «ὤ ὡραῖε ἥλιε, γιατὶ διακόπτεις τὴν προσευχή μου»; ῾Η προσευχὴ εἶναι ἡ πνοὴ καὶ ἡ αὖρα τοῦ πνευματικοῦ κόσμου, ἡ ὁποία ἀνεβαίνει στὸν οὐρανὸ ἀπ᾿ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἀπὸ ᾿κεῖ κατεβαίνει πάλι σὰν εὐλογία πάνω στὴ γῆ.
᾿Εκεῖνο ποὺ βοηθάει ἀποτελεσματικὰ τὴν προσευχὴ εἶναι ἡ νηστεία. ῾Ο ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει ὅτι ἡ νηστεία εἶναι τὰ φτερὰ τῆς προσευχῆς, ἀφοῦ ἀπαλλάσσουν τὸν προσευχόμενο ἀπὸ κάθε ἐπιθυμία καὶ τρυφή: «ὁ γὰρ εὐχόμενος, ­ὡς χρῆ, καὶ νηστεύων οὐ πολλῶν δεῖται», αὐτὸς ποὺ προσεύχεται, καθὼς πρέπει, καὶ νηστεύει δὲν χρειάζεται πολλά. Πράγματι, γιὰ νὰ νικήσει κανεὶς τὸν πονηρό δὲν πρέπει νὰ ἔχει καμμιὰ ἁπολύτως ἐξάρτηση, εἴτε ὑλικὴ, εἴτε πνευματική.
῾Ο δικός μας ἀγώνας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ποὺ γίνεται νύχτα καὶ μέρα, συνίσταται στὸ νὰ μὴ δώσουμε τόπο στὸ διάβολο. Γιατὶ ὁ διάβολος ἐπωφελεῖται ἀπὸ τὴν ἀδυναμία μας καὶ ἄλλοτε διεγείρει μέσα μας κακοὺς λογισμοὺς, «τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα», ἄλλοτε ἐμποδίζει τὰ ἀγαθὰ ἔργα καὶ ἄλλοτε μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴ σωτηρία. Γι᾿ αὐτὸ ἄς ἔχουμε μέσα μας πάντοτε τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ λέγει: «Φορέστε τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ μπορέσετε νὰ προβάλετε ἀντίσταση, ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς σατανικῆς ἐπίθεσης… Κρατᾶτε πάντα τὴν πίστη σὰν ἀσπίδα, πάνω στὴν ὁποία θὰ μπορέσετε νὰ σβήσετε τὰ φλογισμένα βέλη τοῦ πονηροῦ… Προσεύχεσθε συνεχῶς καὶ ἀπευθύνετε τὰ αἰτήματά σας σὲ κάθε περίσταση πρὸς τὸ Θεό, ὁδηγημένοι ἀπὸ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα του…». Ἀμήν.

Ο άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στην Παλαιστίνη γύρω στα 523. Μόνασε από νεαρή ηλικία (16 ετών). Παρακολούθησε ανώτερο κύκλο μορφώσεως. Στην ζωή της ερήμου Σινά αξιοποίησε την σοφία του και ανέβηκε σε υψηλές κορυφές αγιότητας. Είχε και το χάρισμα της θαυματουργίας. Σε μεγάλη ηλικία έγινε ηγούμενος της μονής του Σινά.
Συνέγραψε τριάντα λόγους περί αρετής, όπου ο καθένας λόγος περιλαμβάνει και μια αρετή, ξεκινώντας από τις πιο πρακτικές και ανεβαίνοντας σαν σκαλοπάτια κατέληξε στις θεωρητικά υψηλές. Στη πνευματική ζωή έχουμε βαθμίδες χαμηλές και υψηλές, καταστάσεις κατώτερες και ανώτερες. Γι' αυτό και το σύγγραμμα ονομάζεται Κλίμακα των αρετών.

Στο έργο του αυτό ο συγγραφέας παρουσιάζει συστηματικά τις ιδέες του για την κοινοβιακή κυρίως, αλλά και για την ερημιτική ζωή, ταξινομώντας αυτές κατά τρόπο που δείχνει πορεία προς την ηθική τελείωση. Είναι γραμμένο σε κομψή ελληνική γλώσσα, καλοδουλεμένη με χάρη και μελωδικότητα. Έχει διαύγεια, γλαφυρότητα, παραστατικότητα και παρουσιάζει πλούτο εκφράσεως, καλαισθησία και ευγένεια. Στη διακόσμηση του λόγου με εικόνες και παρομοιώσεις ο ιερός συγγραφέας είναι απαράμιλλος. Πάσης φύσεως σχήματα λόγου αναδύονται καθώς και ωραίες και επιτυχημένες προσωποποιήσεις.

Οι διδασκαλίες του είναι ολοκάθαρα νάματα που προέρχονται από αγιασμένη πηγή. Είναι ένα θεόπνευστο κείμενο. Οι σύγχρονοι ψυχολόγοι θαυμάζουν τον συγγραφέα της Κλίμακας για την βαθύτητα των ψυχολογικών του γνώσεων και παρατηρήσεων, και διαπιστώνουν ότι τα τελευταία αξιόλογα πορίσματα της ψυχολογίας του Βάθους ήταν γνωστά στους Πατέρες της ερήμου.

Ο Άγιος Ιωάννης κοιμήθηκε στις 30 Μαρτίου το 603, σε ηλικία ογδόντα ετών. Από την αρχή της Σαρακοστής το σύγγραμμά του διαβάζεται σε όλα τα ορθόδοξα μοναστήρια.  
Επειδή είναι παγκόσμιο κειμήλιο αναλύσεως όλων των παθών και των αρετών, η Εκκλησία τιμά ιδιαίτερα σε αυτή τη πνευματική περίοδο τον συγγραφέα άγιο Ιωάννη της Κλίμακας και το προτείνει για ανάγνωσμα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν κλίμακα, ὑποστηρίξας, τὴν τῶν λόγων σου, μέθοδον Πάτερ, μοναστῶν ὑφηγητὴς ἀναδέδειξε, ἐκ πρακτικῆς Ἰωάννη καθάρσεως, πρὸς θεωρίας ἀνάγων τὴν ἔλλαμψιν. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Καρποὺς ἀειθαλεῖς, ἐκ τῆς βίβλου προσφέρων, διδάγματα σοφέ, καθηδύνεις καρδίας, τῶν τούτοις μετὰ νήψεως, προσεχόντων μακάριε· Κλῖμαξ γάρ ἐστι, ψυχὰς ἀνάγουσα γῆθεν, πρὸς οὐράνιον, καὶ διαμένουσαν δόξαν, τῶν πίστει τιμώντων σε.

 

Μεγαλυνάριον.
Τὴν οὐρανοδρόμον ἣν Ἰακώβ, κλίμακα προεῖδεν, ἐτεχνήσω πνευματικῶς, Πάτερ Ἰωάννη, συνθήκῃ τῶν σῶν λόγων, δι’ ἧς πρὸς ἀφθαρσίας, βαίνομεν μέθεξιν.

Σύναξις Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ  

Τὸ ὄνομα Γαβριὴλ σημαίνει τὴν ἰσχὺ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἄρχων Γαβριὴλ εἶναι ἕνας ἐκ τῶν τριῶν Ἀγγέλων ποὺ ἀναφέρονται στὴν Ἁγία Γραφή. Ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν Ζαχαρία, γιὰ νὰ τοῦ ἀναγγείλει τὴν γέννηση τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, στὴν Παρθένο Μαριάμ, γιὰ νὰ τὴν χαιρετίσει καὶ νὰ φέρει τὸ μήνυμα τῆς ἐπικείμενης γέννησης τοῦ Λυτρωτοῦ καὶ στὸν Προφήτη Δανιήλ, γιὰ νὰ ἐξηγήσει τὰ ὁράματα τὰ ὁποῖα εἶχε δεῖ αὐτὸς καὶ νὰ ἀποκαλύψει τὸν χρόνο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσία.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν Σύναξη τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ἐπειδὴ προανήγγειλε τὴ Σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Φερωνυμίᾳ καταλλήλῳ ἐμπρέπων, καθυπουργεῖς ἐν τῇ τοῦ Λόγου σαρκώσει, ὡς στρατηγὸς τῶν Ἀσωμάτων τάξεων· ὅθεν εὐηγγέλισαι, τῇ Παρθένῳ Μαρίᾳ, χαῖρε προσφωνῶν αὐτῇ, τὸν Θεὸν γὰρ συλλήψῃ· ὃν ἐκδυσώπει σώζεσθαι ἡμᾶς, τοὺς σὲ ὑμνοῦντας, Γαβριὴλ Ἀρχάγγελε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Οὐρανίου τάξεως, φωτοειδὴς στρατηγέτης, Γαβριὴλ Ἀρχάγγελε, γεγενημένος ἐν δόξῃ, ἤγγειλας, χαρὰν τὴν ἄληκτον τῇ Παρθένῳ· ταύτῃ γὰρ, τὴν τοῦ ἀνάρχου σύλληψιν Λόγου, ἐκβοῶν εὐηγγελίσω· χαῖρε Παρθένε εὐλογημένη Ἁγνή.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’.
Ἀρχιστράτηγε Θεοῦ, λειτουργὲ θείας δόξης, τῶν ἀνθρώπων ὁδηγὲ καὶ ἀρχηγὲ ἀσωμάτων, τὸ συμφέρον ἡμῖν πρέσβευε, καὶ τὸ μέγα ἔλεος, ὡς τῶν ἀσωμάτων Ἀρχιστράτηγος.

 

Μεγαλυνάριον.
Ὅλος ἡλιόμορφος καὶ φαιδρός, Γαβριὴλ ἐπέστης, τῇ Παρθένῳ ἐν Ναζαρέτ· παρ’ ἧς νῦν τὴν αἴγλην, τῆς Τρισηλίου δόξης, δεχόμενος ἀΰλως, ἡμᾶς καταύγασον.

Οἱ Ἅγιοι Μοντανὸς καὶ Μαξίμη οἱ Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μοντανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ Μαξίμη ἡ σύζυγός του, μαρτύρησαν τὸ ἔτος 304 μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ.

Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ πρεσβύτερος Μοντανὸς ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Σιντζινδοῦνο μὲ προορισμὸ τὸ Σίρμιον. Ἐκεῖ τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνα τῆς Κάτω Παννονίας Πρόβου. Ἐκεῖνος τότε ἔδωσε ἐντολὴ νὰ θυσιάσει ὁ Ἅγιος Μοντανὸς στὰ εἴδωλα. Ὁ ἱερεύς, ὅμως, τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, τοῦ εἶπε: «Κάνε ὅτι θέλεις καὶ θὰ δεῖς τί ὑπομονὴ θὰ μοῦ χαρίσει ὁ Κύριος καὶ Θεός μου». Βλέποντας ὁ ἡγεμόνας τὴν σταθερότητα τοῦ Μοντανοῦ καὶ τῆς Μαξίμης ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ριχθοῦν στὸν ποταμὸ Σαῦο. Οἱ δήμιοι ἔδεσαν στὸν λαιμὸ καὶ τῶν δύο Ἁγίων ἀπὸ μία πέτρα καὶ ἑτοιμάζονταν νὰ τοὺς ρίξουν μέσα στὸ νερό. Τότε ὁ ἱερεὺς Μοντανὸς ζήτησε νὰ τοῦ ἐπιτρέψουν νὰ προσευχηθεῖ γιὰ λίγο στὸν Θεό. Ὕψωσε τὰ χέρια του στὸν οὐρανὸ καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Θεό του νὰ δεχθεῖ τὶς ψυχές τους καὶ νὰ προστατεύει τὸν λαό Του.
Ἔτσι μαρτύρησαν οἱ μακάριοι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ Μοντανὸς καὶ Μαξίμη. Τὰ ἱερὰ λείψανά τους τὰ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ ἀπὸ τὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ καὶ τὰ ἐνταφίασαν μὲ τιμὴ καὶ εὐλάβεια.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Σιρμίου 

Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος θεωρεῖται ὅτι ἦταν σλαβικῆς καταγωγῆς. Νυμφεύθηκε καὶ ἀπέκτησε τέκνα, πρὸ τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας του. Ἀργότερα ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Σιρμίου καὶ κήρυττε μὲ παρρησία τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Συνελήφθη κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανιοῦ (286 – 305 μ.Χ.) καὶ τοῦ ἄρχοντα Πρόβου, ὁ ὁποῖος τὸν βασάνισε ἀλύπητα. Κατὰ τὶς στιγμὲς τοῦ φρικτοῦ μαρτυρίου του οἱ δικοί του, ποὺ βρίσκονταν γύρω του, ἔκλαιγαν καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ λυπηθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ἀγαποῦσε τὸν Κύριο μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιὰ καὶ τὴν διάνοια περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ πλούτη τοῦ κόσμου. Γνώριζε ὅτι «ὁ θυσιάζων θεοῖς θανάτῳ ἐξολοθρευθήσεται, πλὴν Κυρίῳ μόνῳ». Ὁ ἡγεμόνας Πρόβος δοκίμασε νὰ τὸν κλονίσει, λέγοντάς του νὰ σκεφθεῖ τὴν οἰκογένειά του. Ἀλλὰ ὁ Ὁμολογητὴς τοῦ Χριστοῦ ἀπάντησε: «Τὰ παιδιά μου ἔχουν τὸν ἴδιο Θεὸ Πατέρα, τὸν Ὁποῖο ἔχω καὶ ἐγώ, καὶ Αὐτὸς μπορεῖ νὰ τὰ σώσει. Τώρα ἐσὺ κάνε αὐτὸ ποὺ διατάχθηκες». Ταραγμένος ὁ Πρόβος ἐπέμενε καὶ πάλι. Ὁ Ἅγιος, ὅμως, τοῦ εἶπε νὰ κάνει ὅτι θέλει.

Στοὺς λόγους αὐτοὺς ὁ ἡγεμόνας ἐξοργίσθηκε. Δὲν μπόρεσε νὰ κρατηθεῖ. Ἔτσι διέταξε νὰ ἀποκεφαλίσουν τὸν Ἅγιο Εἰρηναῖο καὶ νὰ ρίξουν τὸ ἱερὸ λείψανό του στὸν ποταμὸ Σαῦο. Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος δέχθηκε μὲ χαρὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο προσευχόμενος καὶ λέγοντας: «Σὲ εὐχαριστῶ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ μου, διότι μέσα ἀπὸ διάφορες τιμωρίες καὶ βάσανα, μοῦ ἔδωσες τὴν δύναμη τῆς ὁμολογίας καὶ μὲ ἀξίωσες νὰ κληρονομήσω τὴν Βασιλεία Σου. Σὲ παρακαλῶ, Κύριε, κάνε νὰ ἀνοίξουν οἱ οὐρανοὶ καὶ ἀγαθοὶ Ἄγγελοι νὰ ἔρθουν νὰ παραλάβουν τὴν ψυχὴ τοῦ δούλου Σου Εἰρηναίου».
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει, ἐπίσης, τὴν μνήμη αὐτοῦ στὶς 23 Αὐγούστου καὶ στὶς 6 Ἀπριλίου (Ρουμανικὴ Ἐκκλησία).

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Δομνίνος καὶ Φιλήμων οἱ Μάρτυρες ἐκ Θεσσαλονίκης

Ἡ μνήμη τοὺς τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὴν 21η Μαρτίου. Ἄγνωστο γιατί ἐπαναλαμβάνεται σήμερα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Θεόδωρος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Εἰρηναῖος ὁ Διάκονος, Σεραπίων καὶ Ἀμμώνιος οἱ ἀναγνῶστες 

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόδωρος μαρτύρησε τὸ ἔτος 304 μ.Χ. στὴν Πεντάπολη τῆς Λιβύης μετὰ τοῦ Διακόνου του Εἰρηναίου καὶ τῶν ἀναγνωστῶν Σεραπίωνος καὶ Ἀμμωνίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Πέτρος, Μαρκιανός, Ἰωάννης, Θέκλα, Κασσιανὸς οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες Μαρτύρησαν στὴν Ρώμη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Κοδράτος ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Κοδράτος ἦταν Ἐπίσκοπος στὴν Ἀνατολή. Ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἀπὸ τὴν πόλη ὅπου εἶχε χειροτονηθεῖ, οἱ ὁποῖοι τοῦ παρήγγειλαν νὰ μὴν διδάσκει στὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἂν ἤθελε νὰ ζεῖ. Ἐκεῖνος, ὅμως, ὄχι μόνο δὲν σταμάτησε νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ τοῦ ἐπέβαλλαν, ἀλλὰ περιδιαβαίνοντας ὅλη τὴν πόλη, ὅσους κατηχούμενους ἔβρισκε τοὺς βάπτιζε. Ἐπισκεπτόταν δὲ καὶ τοὺς κρατούμενους στὶς φυλακές, ὄχι μόνο τοὺς Χριστιανοὺς ἀλλὰ καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες. Καὶ ἄλλους μὲν τοὺς προθυμοποιοῦσε νὰ μένουν σταθεροὶ στὴν πίστη στὸν Χριστό, ἄλλους δὲ τοὺς ἔπεισε μὲ διδασκαλίες νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὰ εἴδωλα, λέγοντας σὲ αὐτούς: «Ἀφοῦ πρόκειται νὰ χάσετε τὴν ζωή σας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ σᾶς ἔκλεισαν στὴ φυλακὴ αὐτή, γιατί νὰ μὴν πεθάνετε γιὰ τὸν Χριστό, ὥστε νὰ κερδίσετε τὴν Βασιλεία Του;». Ὅταν ἔγινε ἀντιληπτὸς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, συνελήφθη καί, μετὰ ἀπὸ πολλὲς τιμωρίες καὶ κακώσεις, σφαγιάσθηκε μὲ μαχαίρι καὶ ἔτσι τελειώθηκε ὁ βίος του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Ἐμμανουὴλ καὶ Θεοδόσιος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς Σαράντα μαρτυρήσαντες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἐμμανουὴλ καὶ Θεοδόσιος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολή. Ἐπειδὴ ἔβλεπαν κάθε ἡμέρα τοὺς Χριστιανοὺς νὰ φονεύονται ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, συνασπίσθηκαν μεταξύ τους, γιὰ νὰ ὁμολογήσουν μὲ παρρησία τὸν Χριστὸ καὶ νὰ μαρτυρήσουν γιὰ τὸ Ὄνομά Του. Ἦλθαν κρυφὰ ἀπὸ μόνοι τους στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας, ὁ ὁποῖος τότε ἔλεγχε πολλοὺς Χριστιανοὺς καὶ τοὺς σκότωνε καὶ στάθηκαν μπροστά του. Διακήρυξαν εὐθαρσὼς τὸν Χριστὸ καὶ ὁμολόγησαν ὅτι εἶναι Χριστιανοί, προκαλώντας ἔκπληξη ὄχι μόνο στοὺς παρευρισκόμενους ἀλλὰ καὶ στὸν ἄρχοντα μὲ τὴν ἀνδρεία τους καὶ τὴν τόλμη τῆς γνώμης τους. Συνελήφθησαν ὅμως καὶ κλείσθηκαν στὴ φυλακή. Μετὰ ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες, ὁ ἄρχοντας τοὺς ἔβγαλε ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τοὺς ἐξανάγκαζε νὰ ἀρνηθοῦν  τὸν Χριστὸ καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τοὺς ἔπεισε, ἄρχισε νὰ τοὺς ὑποβάλλει σὲ πολλὰ βασανιστήρια. Τοὺς κρέμασε σὲ ξύλο καὶ τοὺς ἔγδαρε τὰ πλευρά. Στὴν συνέχεια τοὺς κατέβασε ἀπὸ τὸ ξύλο καὶ τοὺς τοποθέτησε πάνω σὲ κοφτερὴ ἁλωνιστικὴ μηχανὴ μὲ τρεῖς αἰχμὲς καὶ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισε.
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, μαρτύρησαν καὶ ἔλαβαν τὸν ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος ὁ Μάρτυρας ὁ ὑποδιάκονος 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐτύχιος ἦταν ὑποδιάκονος στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἀλεξανδρέων καὶ ὑπέρμαχος τῶν δογμάτων τῆς Α’ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἐτιμᾶτο πολὺ ὑπὸ τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου καὶ μαρτύρησε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανοὺς καὶ τὸν αἱρετικὸ Ἐπίσκοπο Γεώργιο τὸ ἔτος 356 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Εἴκοσι Ἕξι Μάρτυρες οἱ ἐν Γοτθίᾳ μαρτυρήσαντες

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως τῶν Γότθων Ἰουγγουρίχου καὶ τοῦ αὐτοκράτορα Γρατιανοῦ (375 – 383 μ.Χ.). Ἐνῷ εὑρίσκονταν ὅλοι στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔψαλλαν, συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν βασιλέα τῶν Γότθων καὶ ρίχθηκαν ζωντανοὶ στὴν πυρά. Τότε συνέβη καὶ τὸ ἑξῆς: Κάποιος ἄνθρωπος Χριστιανός, ποὺ ἔφερνε τὴν προσφορά του στὴν Ἐκκλησία, συνελήφθη καὶ αὐτὸς καὶ ρίχθηκε στὴν φωτιά, ἀφοῦ πρῶτα ὁμολόγησε τὸν Χριστό, προσφέροντας ἔτσι τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτὸ στὸν Χριστό, ἀντὶ ἄλλης προσφορᾶς. Τὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων περισυνέλεξε ἡ συμβία ἄλλου ἄρχοντα τοῦ ἔθνους τῶν Γότθων, ποὺ ἦταν Χριστιανή, μαζὶ μὲ πρεσβυτέρους καὶ λαϊκούς. Καὶ ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὴν ἐξουσία στὸν υἱό της, περιδιαβαίνοντας ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, ἦλθε μέχρι τὴν γῆ τῶν Ρωμαίων μαζὶ μὲ τὴν θυγατέρα της. Στὴν συνέχεια ἀναχώρησε γιὰ τὴν χώρα της, ἀφοῦ κληροδότησε στὴν θυγατέρα της τὰ ἱερὰ λείψανα. Αὐτή, φεύγοντας γιὰ τὴν Κύζικο, ἔδωσε ἕνα μέρος ἀπὸ τὰ λείψανα αὐτὰ στὴν πόλη καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο τελειώθηκε ὁ βίος της.

Τὰ ὀνόματα τῶν Ἁγίων Μαρτύρων εἶναι: Βαθούσης ἢ Ἀαθούσης πρεσβύτερος μετὰ τῶν δύο υἱῶν καὶ τριῶν θυγατέρων αὐτοῦ, μοναχὸς Ἀρπύλας, Ἀβίππας, Ἁγνάς, Ἡγάθραξ, Ἡσκόος, Θέρμας ἢ Θέρθας, Ρύαξ ἢ Ρύϊας, Σεΐμβλας ἢ Σουΐμβλας, Σιγήτζας ἢ Σίδητζας, Σίλας, Σουηρίλας, Φίλγας καὶ οἱ γυναῖκες: Ἀλλάς, Ἀνιμαΐς, Ἄννα, Βάρις ἢ Βάρκα, Λαρίσσα, Μαμύκα, Μωϊκὼ καὶ Οὐϊρκώ.
Τὸ μαρτύριό τους συνέβη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 375 – 383 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ξυλινίτης 

Ὁ Ὅσιος Στέφανος, ὁ ἐπονομαζόμενος Ξυλινίτης, ἀγάπησε τὴν ὁδὸ τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Περιερχόταν διάφορους τόπους ἀνυπόδητος καὶ γυμνὸς καὶ δὲν κοιμόταν καθόλου. Ἔτσι ἀξιώθηκε τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος καὶ προεῖδε τὸ τέλος του. Ἀφοῦ ἦλθε στὸ ὄρος Λάτρου καὶ ὁδήγησε πολλοὺς μοναχοὺς καὶ ἀδελφοὺς πρὸς τὴν σωτηρία, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Νέος 

Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ὁσίου Παύλου ( 15 Δεκεμβρίου) καὶ ἀσκήτεψε στὸ ὄρος Λάτρος. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 944 ἢ 952 μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Βουλγαρίας

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θράκης. Ἐκεῖ ἐπισκέφθηκε κάποιον Τοῦρκο τοξοποιό, γιὰ νὰ διορθώσει τὸ τόξο του. Ὅταν κάποια στιγμὴ ὁ Τοῦρκος ἐξύβρισε τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου, ὁ Γεώργιος ἀντέδρασε καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Τότε οἱ παριστάμενοι Τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καί, ἀφοῦ τὸν ἔδειραν ἀλύπητα, τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁ Ἅγιος μὲ παρρησία καὶ πνευματικὴ ἀνδρεία ἔμεινε σταθερὸς στὴν πατρώα εὐσέβεια. Μετὰ ἀπὸ φρικώδεις βασάνους, τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ τὴν Μεγάλη Τρίτη τοῦ ἔτους 1437.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

 

Διήγησης ὠφέλιμος Μάλχου μοναχοῦ αἰχμαλωτισθέντος 

Κάποιος μοναχός, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν Μάλχος, ἔκανε παρακοὴ στὸν Γέροντά του καὶ ξεκίνησε χωρὶς νὰ λάβει εὐλογία γιὰ τὴν γενέτειρά του, τὴ Μαρώνεια τῆς Συρίας, προκειμένου νὰ τακτοποιήσει τὰ κληρονομικὰ θέματα τῆς οἰκογένειάς του, μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του. Κατὰ τὸ ταξίδι, τὸν συνέλαβαν οἱ Σαρακηνοὶ καὶ μαζὶ μὲ μία γυναίκα τοὺς πούλησαν σὲ ἕναν Αἰθίοπα. Ἐκεῖ ὁ μοναχὸς Μάλχος ὑπῆρξε ὑπόδειγμα ὑπηρέτη. Καὶ ὁ κύριός του, γιὰ νὰ τὸν ἀνταμείψει, τοῦ πρότεινε νὰ νυμφευθεῖ ὡς σύζυγό του τὴν συναιχμάλωτή του γυναίκα. Ὁ Μάλχος τοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶναι μοναχὸς καὶ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ νυμφευθεῖ. Ὁ Αἰθίοπας, ὅμως, τὸν ἀπείλησε καὶ ἔτσι ὁ μοναχὸς ἔκανε εἰκονικὸ γάμο μὲ τὴν γυναίκα αὐτή.
Κάποια νύχτα ὁ Μάλχος δραπέτευσε μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα. Ὁ κύριός του τὸ ἀντιλήφθηκε καὶ ἄρχισε νὰ τοὺς κυνηγᾶ μὲ ἕναν ὑπηρέτη. Τότε ἐκεῖνοι κρύφθηκαν μέσα σὲ μία σπηλιά, ποὺ ἦταν γεμάτη ἄγρια θηρία. Ὁ Μάλχος ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Τὰ ἄγρια ζῶα δὲν τοὺς πείραξαν καθόλου. Μόλις, ὅμως, μπῆκε στὴν σπηλιὰ ὁ Αἰθίοπας μὲ τὸν ὑπηρέτη του, μία λέαινα ὅρμησε καὶ τοὺς κατασπάραξε. Τότε ὁ Μάλχος εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τους καὶ ἐπέστρεψε στὸν Γέροντά του, ἀναλογιζόμενος σὲ πόσες περιπέτειες τὸν ὁδήγησε ἡ παρακοή, ἐνῷ ἡ γυναῖκα κατέφυγε σὲ γυναικεῖο μοναστήρι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ λειτουργικὴ παράδοση καὶ ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα τοποθετοῦν σὲ ἰδιαίτερη θέση τὴν σημερινὴ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ θεομητορικὲς ἑορτὲς πλουτίζουν τὴν λειτουργική μας ζωή, γιατί ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πάντοτε ἀτενίζει μὲ ἰδιαίτερη ἀγάπη καὶ σεβασμὸ τὴν μεσίτρια τοῦ οὐρανοῦ. Οἱ θεολογικοὶ λόγοι καὶ ὕμνοι στὴν Κυρία Θεοτόκο εἶναι σὲ τελευταία ἀνάλυση δοξολογία στὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους.

Τὸ μόνο ὄνομα τῆς Θεοτόκου, Μητέρα τοῦ Θεοῦ, περιέχει ὅλο τὸ μυστήριο τῆς οἰκονομίας τῆς σωτηρίας, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Ἀποδεικνύεται ἔτσι ὅτι ἡ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ ἀποκαλύπτεται στοὺς πιστοὺς ὡς ἡ κατ’ ἐξοχὴν μάρτυς τοῦ γεγονότος, πὼς ὁ Θεὸς προσέλαβε πραγματικὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση, στὴν ὁποία ἄνοιξε τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Σωτηρία ποὺ ἀποβαίνει πραγματικότητα καὶ γεγονὸς ποὺ σημαίνει τὴν ἔλευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Σὲ μία ὁμιλία του ὁ Βασίλειος Σελευκείας σημειώνει χαρακτηριστικά: «Θεοτόκος ἐστί τε καὶ λέγεται. Ἄρα τίς ἐστι ταύτης ὑψηλοτέρα ὑπόθεσης;… ὡς γὰρ οὐκ ἔστιν εὔκολον νοεῖν τε καὶ φράζειν Θεόν, μᾶλλον δὲ καθάπαξ ἀδύνατον, οὕτως τὸ μέγα τῆς Θεοτόκου μυστήριον, καὶ διανοίας καὶ γλώττης ἐστὶν ἀνώτερον. Ἐπεὶ οὖν Θεὸν σαρκωθέντα τεκοῦσα Θεοτόκος ὀνομάζεται».

Τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου δὲν νοεῖται ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἡ Θεοτόκος εἶναι ὁ ὑγιὴς καρπὸς τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ ἡ καλύτερη προσφορὰ τῶν ἀνθρώπων στὸν Χριστό. Στὴν προσφορὰ ὅλης τῆς κτίσεως συμμετέχουμε καὶ ἐμεῖς μὲ τὴν Παναγία. Ὁ ἁγιογράφος, ὅταν ἁγιογραφεῖ στὴν κόγχη τοῦ Ἱεροῦ Βήματος τὴν Πλατυτέρα, δὲν θέλει νὰ εἰκονίσει μόνο τὴν Παναγία, ἀλλὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία ποὺ ἔχει κέντρο της τὸν Χριστό. Ἡ Παναγία ἔγινε Ἐκκλησία καὶ γέννησε τὴν Ἐκκλησία. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει ὅτι ὁ Κύριος «ἐνανθρωπήσας σάρκα Ἐκκλησίας προσέλαβε». Εἶναι δὲ χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων συνδέει τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας, γι’ αὐτὸ λέγει: «ὑμνοῦμεν τὴν ἀειπάρθενον Μαρίαν, δηλονότι τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν».

Ἡ ἀναφορά, λοιπόν, στὴν Παρθένο Μαρία ὑπενθυμίζει τὴν χαρὰ τῆς λυτρώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Χριστό, γιατί ἐκείνη ὑπηρέτησε πιστὰ τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας. Ἡ ἁγνὴ καὶ ἄσπιλη Παρθένος, ἡ πιστὴ καὶ ταπεινὴ κόρη τῆς Βηθλεέμ, μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ εὑρέθηκε ὡς «ἡ μόνη ἐν γυναιξὶ εὐλογημένη καὶ καλή». Αὐτὴν διάλεξε ὁ Οὐράνιος ὅταν ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο».

Ὁ φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων Θεός μας, ποὺ πάντοτε φροντίζει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ εἶδε τὸ ἔργο ποὺ ἔπλασε μὲ τὰ χέρια Του νὰ εἶναι ὑπόδουλο στὸν διάβολο, θέλησε νὰ ἀποστείλει τὸν Υἱό Του τὸν Μονογενή, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, γιὰ νὰ τὸ ἀπολυτρώσει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ διαβόλου. Ἐπειδὴ ὅμως, δὲν θέλησε νὰ τὸ μάθει, ὄχι μόνο ὁ Σατανᾶς, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιες οἱ οὐράνιες δυνάμεις, σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς Ἀρχαγγέλους, στὸν ἔνδοξο Γαβριὴλ ἐκμυστηρεύτηκε τὸ μυστήριο. Προοικονομεῖ δὲ ὅτι ἡ Ἁγία Παρθένος θὰ γεννήσει ἁγνὴ καὶ καθαρή, γιατί ἦταν ἄξια τέτοιου καλοῦ.

Ὅταν ὁ Θεὸς Πατέρας εὐδόκησε νὰ πραγματοποιήσει «τὸ χρόνοις αἰωνίοις σεσιγημένον μυστήριον», «τὸ μυστήριον τὸ κεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ τῶν γενεῶν», τὸ μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας, γιὰ τὴν λύτρωση τοῦ ἀνθρώπινου γένους, μόνο αὐτὴ δέχθηκε τὴν θεία ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου καὶ κρίθηκε ἱκανὴ νὰ ὑπηρετήσει τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας.

Μέσα στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, στὴν πίστη καὶ τὴ δογματική της διδασκαλία, ὁ Εὐαγγελισμὸς εἶναι τῆς «σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον καὶ τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις». Ὁ Ἄγγελος ἀνακοινώνει καὶ εὐαγγελίζεται τὴν θεία βουλή. Ἀλλὰ ἡ Παρθένος δὲν σιωπᾶ. Ἀνταποκρίνεται στὴν θεία κλήση μὲ ταπείνωση καὶ πίστη: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου».

Ἡ θεία βουλὴ γίνεται δεκτὴ καὶ βρίσκει ἀνταπόκριση. Καὶ αὐτὴ ἡ ἀνθρώπινη ἀνταπόκριση εἶναι ὅ,τι ἀκριβῶς χρειάζεται σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Ἡ ὑπακοὴ τῆς Παναγίας ἀντισταθμίζει τὴν ἀνυπακοὴ τῆς Εὔας. Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια ἡ Παρθένος εἶναι ἡ δεύτερη Εὔα καὶ ὁ Υἱός της ὁ δεύτερος Ἀδάμ. Ὅπως ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε ἀπὸ τὸν λόγο ἑνὸς ἀγγέλου, γιὰ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν Θεὸ παραβαίνοντας τὸν λόγο Του, ἔτσι ἡ Παναγία δέχθηκε τὸν Εὐαγγελισμὸ ἀπὸ τὸν λόγο ἑνὸς Ἀγγέλου, ἔτσι ὥστε νὰ φέρει τὸν Θεὸ μέσα της, ὑπακούοντας στὸν λόγο Του.

«Διὰ τῆς Εὔας ὁ θάνατος, διὰ τῆς Μαρίας ἡ Ζωή», κηρύττει ὁ Ἅγιος Ἱερώνυμος. Αὐτὴ ἡ ὑπακοὴ καὶ ἡ χαρούμενη ἀποδοχὴ τοῦ λυτρωτικοῦ σκοποῦ τοῦ Θεοῦ ἦταν μία πράξη ἐλευθερίας. Ἦταν ἐλευθερία ὑπακοῆς καὶ ὄχι πρωτοβουλία, ἐλευθερία ἀγάπης καὶ λατρείας, ταπεινώσεως καὶ ἐμπιστοσύνης.

Κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου, ὅταν ὁ Θεὸς ἐξέφερε τὸν ζωντανὸ καὶ παντοδύναμο λόγο Του «γενηθήτω», ὁ λόγος τοῦ Δημιουργοῦ παρήγαγε ἐντὸς τοῦ κόσμου τὰ ὄντα. Ἀλλὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ἡ ὁποία δὲν ἔχει τὴν ὅμοιά της ἀπὸ τῆς ὑπάρξεως τοῦ κόσμου, ὅταν ἡ θεία Μαρία προσέφερε τὸ σεμνὸ καὶ ὑπάκουο «Γένοιτο», ὁ λόγος τοῦ δημιουργήματος κατέβασε στὸν κόσμο τὸν Δημιουργό. Ἐδῶ ὁ Θεὸς καὶ πάλι προσφέρει τὸν λόγο Του: «Θὰ συλλάβεις, θὰ γεννήσεις υἱὸ καὶ θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἰησοῦ. Αὐτὸς θὰ γίνει μέγας καὶ θὰ ὀνομαστεῖ Υἱὸς τοῦ Ὑψίστου. Σὲ αὐτὸν θὰ δώσει ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνο τοῦ Δαυΐδ, τοῦ προπάτορά Του. Θὰ βασιλεύσει γιὰ πάντα στοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακὼβ καὶ ἡ βασιλεία Του δὲν θὰ ἔχει τέλος».

Ἡ Θεοτόκος ἀποδέχεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι τόσο θαυμαστό. Αὐτὴ ἡ ὑπακοὴ εἶναι ἡ μεγαλειώδης δύναμη, εἶναι ἡ καθαρὴ καὶ τέλεια ἀφοσίωση τῆς Μαρίας στὸν Θεό, ἀφοσίωση τῆς θελήσεώς της, τῆς σκέψεώς της, τῆς ψυχῆς της καὶ τῆς ὅλης ὑπάρξεώς της καὶ ὅλων τῶν δυνάμεών της, ὅλων τῶν πράξεών της, τῶν ἐλπίδων της καὶ τῶν προσδοκιῶν της.

Οἱ ἀρχὲς τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ δὲν εἶναι ἐπακριβῶς γνωστές. Τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ἁγία Ἑλένη ἔκτισε στὴ Ναζαρὲτ βασιλική, στὴν ὁποία περιλαμβανόταν κατὰ παράδοση ὁ οἶκος τῆς Θεοτόκου, ὅπου αὐτὴ δέχθηκε τὸν Εὐαγγελισμό, ἐπέδρασε ἴσως στὴ σύσταση τοπικῆς ἑορτῆς.

Οἱ πρῶτες μαρτυρίες περὶ αὐτῆς εὑρίσκονται στὸν Ἅγιο Πρόκλο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τὸ 430 μ.Χ. καὶ στὸ Πασχάλιον Χρονικὸν (624 μ.Χ.), ὅπου χαρακτηρίζεται ὡς συσταθεῖσα στὶς 25 Μαρτίου ἀπὸ τοὺς θεοφόρους δασκάλους.
Ἡ μεγαλοπρεπὴς πανήγυρη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἐτελεῖτο ἀπὸ τοὺς Βυζαντινοὺς στὸ ναὸ τῶν Χαλκοπρατείων, ὅπου παρίσταντο καὶ οἱ αὐτοκράτορες. Κατὰ τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. ἡ Πανυχίδα ἐτελεῖτο στὸ παλάτι.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον, καὶ τοῦ ἀπ' αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις· ὁ Υἷός του Θεοῦ, υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται, καὶ Γαβριὴλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται. Διὸ καὶ ἡμεῖς σὺν αὐτῷ, τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ.

 

Κοντάκιον  Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια

Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια

Ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.

Ἀλλ’ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον

Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον

Ἵνα κράζω σοι, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

 

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.

Τὸν ὁμοούσιον Πατρὶ καὶ θείῳ Πνεύματι

Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ Ἁγνὴ συνέλαβες

Τῇ τοῦ Πνεύματος ἐλεύσει τοῦ Παναγίου

Εἰς ἀνάπλασιν βροτείου γένους Ἄχραντε,

Ἀρχαγγέλου σοι φωνὴν κοσμοχαρμόσυνον
Ἐκβοήσαντος, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

 

Μεγαλυνάριον.
Νῦν εὐαγγελίζεται Γαβριήλ, τὸ χαῖρε κραυγάζων, μετὰ δέους τῇ Μαριάμ. Ὢ τοῦ ξένου τρόπου, ἐν μήτρᾳ γὰρ ἀχράντῳ, συνείληπται ὁ Πλάστης, σώζων ὃν ἔπλασε.

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Βάτου, ἐν τῷ ὄρει Σινᾶ

Ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Βάτου τιμᾶται στὴ μονὴ τοῦ ὄρους Σινᾶ.

Ἡ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου σύλληψη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Ἁγία Παρθένο, ἀποτελεῖ ὑπόθεση ποὺ ὑπερβαίνει τὰ λεκτικὰ σχήματα, γι’ αὐτὸ τὸ «σημεῖον» εἶναι ἀληθινὰ παράδοξο καὶ ὑπερμεγέθες. Τὸ μυστήριο τῆς ἄφθορης γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο δὲν νοεῖται ὡς μεμονωμένη καὶ ἀποκομμένη πραγματικότητα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἀντίθετα, ἀποτελεῖ ἀποκάλυψη τῆς ἀλήθειας τοῦ τύπου, στὸν ὁποῖο πίστεψαν καὶ πάνω στὸν ὁποῖο στηρίχθηκαν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, γιὰ νὰ προδιατυπώσουν τὴν ἔνσαρκη φανέρωση τοῦ Θεοῦ Λόγου στὴν ἱστορία.

Ὁ Μωϋσῆς, ὅταν εἶδε τὴν βάτο νὰ φλέγεται, ἀλλὰ νὰ μὴν καίγεται, εἶπε: «Διαβὰς ὄψομαι, τὸ μέγα ὅραμα τοῦτο». Ἡ διάβαση, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας, δὲν εἶναι τοπικὴ ἀλλὰ χρονική, ἀφοῦ δηλώνει κίνηση καὶ παροδικὴ διάβαση τοῦ χρόνου καὶ σημαίνει τὴν κίνηση ἀπὸ τὸν χρόνο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὸν χρόνο τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ὅπως ἡ φλεγόμενη καὶ μὴ κατακαιόμενη βάτος ἔτσι καὶ ἡ Παρθένος Μαρία, ἂν καὶ γεννᾶ τὸ «Φῶς», ἐν τούτοις παραδόξως δὲν «φθείρεται».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Εὐαγγελίστριας

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Εὐαγγελίστριας, φυλάσσεται στὴν ὁμώνυμη μονὴ τοῦ Ἁλιάρτου Βοιωτίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Κηπουραίων

Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῶν Κηπουραίων, φυλάσσεται στὴν ὁμώνυμη μονὴ τῆς νήσου Κεφαλληνίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Σεννούφιος ὁ Σημειοφόρος 

Ἴσως ὁ Ὅσιος Σεννούφιος νὰ εἶναι ὁ ἀσκητὴς ἐκεῖνος τῆς Νιτρίας, ὁ ὁποῖος εἶδε τὴν ὀπτασία ἐκείνη τῆς εἰκόνος τοῦ Θεανδρικοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ὁμιλεῖ ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Ἀκαπνίου τῆς Θεσσαλονίκης Ἰγνάτιος.
Κατὰ τὴν διήγηση αὐτή, ὁ Ὅσιος Σεννούφιος ἀξιώθηκε νὰ δεῖ ὀπτασία καὶ νὰ ἀκούσει φωνή, ἡ ὁποία τοῦ ἔλεγε: «Ἔξελθε ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τοῦ κελλίου σου καὶ πήγαινε στὸ μοναστήρι τῆς μονῆς τῶν Λατόμων, στὴ Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖ θὰ σὲ δῶ». Μετέβη ἐκεῖ ὁ Ὅσιος, ρώτησε τοὺς μοναχοὺς τῶν Λατόμων, ἀλλὰ τέτοια εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀξιώθηκε νὰ δεῖ. Ἔτσι ἐπέστρεψε στὴ Νιτρία. Καὶ πάλι, ὅμως, ἡ φωνὴ τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μεταβεῖ στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου θὰ ἔβλεπε τὴν εἰκόνα τοῦ Θεανθρώπου καὶ θὰ πέθαινε ἐκεῖ. Ὁ Ὅσιος ἔφθασε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ξαναπῆγε στὴ μονή, ὅταν ξαφνικά, κάποια ἡμέρα, ἔγινε σεισμὸς καὶ ἔπεσαν τὰ ἀσβεστώματα. Τότε ἀναφάνηκε ἡ θαυμαστὴ εἰκόνα τοῦ Κυρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἁγίες Θεοδοσία καὶ Πελαγία οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἁγίες Μάρτυρες Θεοδοσία καὶ Πελαγία, μαρτύρησαν στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης τὸ ἔτος 361 μ.Χ. καὶ τελειώθηκαν διὰ ξίφους.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος ἐκ δημίων Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς Μάρτυς, ποὺ ἦταν στὸ πρότερό του βίο δήμιος, γνώρισε τὸν Χριστό, ὁμολόγησε τὸ Ὄνομά Του καὶ τελειώθηκε μαρτυρικά.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

 

Ὁ Ὅσιος Τίμων ὁ Ἐρημίτης

Ὁ Ὅσιος Τίμων ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε κατὰ τὸν 10ο αἰῶνα μ.Χ. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. 

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Παρθένιος τοῦ Κιέβου

Ὁ Ὅσιος Παρθένιος, κατὰ κόσμο Πέτρος Ἰβάνοβιτς Κρασνοπέβκεφ, γεννήθηκε στὶς 24 Αὐγούστου 1790 στὸ χωριὸ Σόμοβο, ποὺ ὑπαγόταν στὸ κυβερνεῖο τῆς Τούλα. Ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καὶ ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχὸς τὸ ἔτος 1838. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1855.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Τύχων Πατριάρχης Μόσχας

Ὁ Ἅγιος Τύχων γεννήθηκε στὶς 19 Ἰανουαρίου 1865 στὴν πόλη Τοροπιὲτς τῆς ἐπαρχίας Πσκώβ. Τὸ κατὰ κόσμο ὄνομά του ἦταν Βασίλειος Ἰβάνοβιτς Μπελλάβιν. Σὲ ἡλικία δεκατριῶν ἐτῶν παρακολουθεῖ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τοῦ Πσκὼφ καὶ μετὰ ἀπὸ ἕξι χρόνια ἐγγράφεται στὴν θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Σὲ ἡλικία εἴκοσι ἕξι ἐτῶν ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ γίνεται μοναχός. Ἡ κουρά του ἔγινε στὸ παρεκκλήσι τῆς ἐκκλησιαστικῆς σχολῆς τοῦ Πσκώβ, ὅπου ἦταν καθηγητής. Ὡς μοναχὸς ἀπέκτησε τὸ ὄνομα Τύχων, πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου τῆς Ρωσίας, ποὺ ἔζησε κατὰ τὸν 18ο αἰῶνα, τοῦ Ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζαντόσκ ( 13 Αὐγούστου). Τὸ 1898 ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τῆς Μητροπόλεως τοῦ Χὸμκ καὶ ἕνα χρόνο ἀργότερα Ἐπίσκοπος τῶν Ἀλεουτιανῶν Νήσων τῆς Ἀλάσκας. Τὸ 1905 προάγεται σὲ Ἀρχιεπίσκοπο τῆς πόλεως Ἱεροσλάβ.

Τὸ 1914 ξεσπᾶ ὁ Α’ παγκόσμιος πόλεμος. Ὁ Ἅγιος Τύχων στάθηκε στὸ πλευρὸ τῆς πατρίδος του καὶ τοῦ ποιμνίου του. Ἡ προσφορά του ἦταν μεγάλη. Γι’ αὐτό, δύο χρόνια ἀργότερα, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μητροπολίτη Μόσχας Μακαρίου, ἐκλέγεται Μητροπολίτης Μόσχας. Ὁ λαὸς ὑποδέχεται θριαμβευτικὰ τὸν νέο ποιμενάρχη του.

Τὸ ἔτος 1917 γίνεται ἀνατροπὴ τοῦ καθεστῶτος ἀπὸ τοὺς Μπολσεβίκους. Τὰ πράγματα ἀλλάζουν. Ὁ Ἅγιος Τύχων καλεῖ Σύνοδο, γιὰ νὰ μελετήσει τὴν κατάσταση καὶ νὰ ἐξετάσει τὸ θέμα σχέσεων Ἐκκλησίας καὶ κράτους. Στὶς 28 Ὀκτωβρίου 1917, μπροστὰ στὴν θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Βλαντιμὶρ ἔγινε ἡ κλήρωση γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ νέου Πατριάρχη Μόσχας. Ὁ κλῆρος, τὸν ὁποῖο τράβηξε ὁ ἐρημίτης Γέροντας Ἀλέξιος, ἔπεσε στὸν Ἅγιο Τύχωνα.

Ὁ διωγμὸς ἀρχίζει. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως παραμένει. Ὁ Ἅγιος Τύχων βίωνε τὴν πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας παρὰ τὶς ἀντίξοες περιστάσεις. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι παρελθόν, διότι εἶναι αἰώνια καὶ ἀτελεύτητη. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μουσεῖο, διότι δὲν πεθαίνει. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ φυτεία τοῦ Θεοῦ, διότι, ὅπως προφήτεψε τὸ ἀψευδὲς στόμα τοῦ Κυρίου «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι, ὅπως καὶ ὁ Ἱδρυτής της, ζωὴ καὶ ἀνάσταση. Ὁ οἰκουμενικὸς διδάσκαλος, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀναφέρει, ὅτι «Ἐκκλησίας οὐδὲν ἴσον. Ἡ Ἐκκλησία οὐδέποτε γηρᾷ. Τείχη, βάρβαροι καταλύουσιν, Ἐκκλησίας δὲ οὐδὲ δαίμονες περιγίγνονται. Καὶ ὅτι οὐ κόμπος τὰ ρήματα, μαρτυρεῖ τὰ πράγματα. Πόσοι ἐπολέμησαν τὴν ἐκκλησίαν καὶ οἱ πολεμήσαντες ἀπώλοντο; αὕτη δὲ ὑπὲρ τοὺς οὐρανοὺς ἀναβέβηκε».

Τὸ ἀείζωο τῆς Ἐκκλησίας ὑμνεῖ καὶ πάλι ἡ γλῶσσα τοῦ χρυσορρήμονος Πατρὸς ποὺ λέγει: «Οὐδὲν Ἐκκλησίας δυνατώτερον ἄνθρωπε… Ἡ Ἐκκλησία οὐρανοῦ ἰσχυροτέρα. Πόσοι τύραννοι ἠθέλησαν περιγενέσθαι τῆς Ἐκκλησίας; Ποῦ οἱ πολεμήσαντες; Ὑπὲρ τὸν ἥλιον λάμπει. Τὰ ἐκείνων ἔσβεσα τὰ ταύτης ἀθάνατα».

Τὸ καθεστὼς ἐπέφερε χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ κράτους, κατήργησε ὅλα τὰ ἐκκλησιαστικὰ προνόμια, ἐπέβαλε τὸν πολιτικὸ γάμο, ὀργάνωσε τὴν ἀντιχριστιανικὴ προπαγάνδα, δήμευσε τὴν ἐκκλησιαστικὴ περιουσία, ἐξόρισε καὶ δολοφόνησε χιλιάδες Χριστιανῶν, ἔκλεισε τοὺς ναούς, ἐξαφάνισε ἱερὰ λείψανα Ἁγίων. Στὸ σφοδρὸ διωγμὸ φονεύθηκαν πάνω ἀπὸ 3.500 Ἐπίσκοποι καὶ ἱερεῖς, περὶ τὶς 2.000 μοναχοὶ καὶ περὶ τὶς 3.000 μοναχές.

Τὸ Μπούτοβο, περιοχὴ ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴν Μόσχα, γίνεται τόπος μαζικῶν ἐκτελέσεων Ἀρχιερέων, Κληρικῶν καὶ πιστῶν τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν κατὰ τὰ ἔτη τοῦ διωγμοῦ στὴν Ρωσία. Μεταξὺ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων ποὺ μαρτύρησαν στὸ Μπούτοβο, ἦταν καὶ δέκα Ἕλληνες Μάρτυρες. Τὸ Μπούτοβο, ὅπως καὶ ἡ Σιβηρία, τὸ Χαρκὼβ καὶ τόσα ἄλλα μέρη, συμβολίζουν τὸν τόπο μαρτυρίου τῶν Ἁγίων μας ὡς τὸν ἀπεριόριστο χῶρο. Τὸν χῶρο ἐκεῖνο ποὺ τόσο καλὰ περιγράφεται στὴ νουβέλα τοῦ Τσέχωφ «Ὁ Ἐπίσκοπος». Διότι, μετὰ τὸν θάνατό τους , οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως καὶ τῆς συνειδήσεώς τους, ἀπογυμνωμένοι ἀπὸ τὶς γήινες ἰδιότητές τους καὶ καθετὶ ποὺ τοὺς περιορίζει, δεσμεύει καὶ ἐπιβαρύνει, ξαναγίνονται νέοι καὶ χαρούμενοι, διασχίζουν τὴν κοιλάδα τῆς ζωῆς καὶ ἀναπνέουν βαθιά, μὲ τὴ χαρὰ τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀπεριόριστο.

Κάτω ἀπὸ τὸ πρίσμα αὐτὸ κατανοοῦμε τὴν εἰρηνικὴ ἀντίσταση τοῦ Ἁγίου Πατριάρχη Τύχωνος σὲ κάθε διοικητικὸ μέτρο τῆς ἐξουσίας, ποὺ ἦταν πάντα ξένο πρὸς τὴν ψυχή, θέλοντας νὰ τὴν περιορίσει καὶ νὰ μειώσει τὶς ἐλευθερίες της.
Ὁ Ἅγιος Τύχων ἐπιτιμᾶ τὸ καθεστώς. Γι’ αὐτὸ καταδικάζεται σὲ θάνατο. Τὸ Μάϊο τοῦ 1922 συλλαμβάνεται καὶ φυλακίζεται. Μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο ἐλευθερώνεται, ἀλλὰ καὶ πάλι περιορίζεται στὴ μονὴ Ντονσκόϊ ὅπου ζοῦσε ὡς ἐλεύθερος πολιορκημένος. Ἡ ἀσθένειά του τὸν καταβάλλει. Στὶς 25 Μαρτίου 1925 ὁ Ἅγιος Πατριάρχης ἔνιωσε ὅτι τὸ τέλος πλησιάζει. Ἔκανε εὐλαβικὰ τὸν σταυρό του, εἶπε «Δόξα Σοι, Κύριε» καὶ παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Θεό.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Ξένη καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἀπὸ γενιὰ τιμημένη καὶ εὔπορη. Οἱ γονεῖς της ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὴν νυμφεύσουν. Ἐνῶ ὅμως εἶχαν τὰ πάντα ἑτοιμασθεῖ γιὰ τὸν γάμο, ἐκείνη ἐγκατέλειψε τὴ νυφικὴ παστάδα, παίρνοντας μαζί της καὶ δύο πιστές της θεραπαινίδες καὶ διὰ θαλάσσης ἔφθασε στὴν πόλη τῶν Μυλασῶν. Στὰ Μύλασα μᾶλλον πῆγε καὶ ἐγκαταστάθηκε, ὕστερα ἀπὸ συμβουλὴ τοῦ μακαρίου μοναχοῦ Παύλου, ὁ ὁποῖος ἐμφανίστηκε στὴν Ὁσία μετὰ ἀπὸ θεῖο φωτισμό, ὅταν ἐκείνη πέρασε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἔγινε ὁ πνευματικός της καθοδηγητής.

Στὴν πόλη τῶν Μυλασῶν, ἡ Ὁσία Ξένη ἔκτισε ἱερὸ ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Ἐκεῖ κτίσθηκαν καὶ κελιὰ ὅπου διέμεναν ἡ Ξένη, οἱ δυὸ θεραπαινίδες καὶ λίγες ἄλλες παρθένες.
Ἡ Ὁσία Ξένη, ἀφοῦ διῆλθε τὴν ζωή της θεοφιλῶς καὶ ὁσίως, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὅταν παρέδωσε τὴν ἁγία της ψυχὴ στὸν Θεό, ἐνῶ ὁ ἥλιος φώτιζε τὴν γῆ, φάνηκε στὸν οὐρανὸ Σταυρός, ποὺ τὸν σχημάτιζαν ἀστέρες. Τὸν οὐράνιο αὐτὸ Σταυρὸ τὸν περιέκλειε χορὸς ἀστέρων, σὰν νὰ ἦταν, καθὼς φαίνεται, στεφάνι τῆς Ὁσίας Ξένης, μὲ τὸ ὁποῖο τὴν ἐπιβράβευε ὁ Θεὸς γιὰ τὶς νηστεῖες της, τὶς ἀγρυπνίες της καὶ τὴν ἁγνότητα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Ξένην ἤνυσας, ζωὴν ἐν κόσμῳ, ξένην ἔσχηκας, προσηγορίαν, ὑπεμφαίνουσαν τῇ κλήσει τὸν τρόπον σου· σὺ γὰρ νυμφίον λιποῦσα τὸν πρόσκαιρον, τῷ ἀθανάτῳ ὁσίως νενύμφευσαι. Ξένη ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοῖ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ’ εἰκόνα, λαβοῦσα γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾶν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ, ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ, διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Ξένη τὸ Πνεῦμά σου.

 

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τὸ σὸν ξενότροπον Ξένη μνημόσυνον, ἐπιτελοῦντες οἱ πόθῳ τιμῶντές σε, ὑμνοῦμεν Χριστὸν τὸν ἐν ἅπασι, σοὶ παρέχοντα ἰσχὺν τῶν ἰάσεων· ὃν πάντοτε δυσώπει, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

 

Μεγαλυνάριον.
Θάλαμον λιποῦσα τὸν νυμφικόν, ξενοτρόπως Μῆτερ, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, ᾧ καὶ νυμφευθεῖσα, τῇ ξένῃ βιωτῇ σου, ὦ Ξένη πανολβία, ἡμῶν μνημόνευε.

Ακάθιστος Ύμνος - Δ' Στάσις

Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων,
Θεοτόκε Παρθένε,
καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων.
Ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς,
κατεσκεύασέ σε ποιητής, Ἄχραντε,
οἰκήσας ἐν τῇ μήτρα σου,
καὶ πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας·
Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας,
χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτήριας.
Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως,
χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.
Χαῖρε, σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς,
χαῖρε, σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.
Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα,
χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.
Χαῖρε, παστάς ἀσπόρου νυμφεύσεως,
χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.
Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων,
χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε ἁγίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

μνος ἅπας ἡττᾶται,
συνεκτείνεσθαι σπεύδων,
τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου·
ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ὠδάς,
ἂν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε,
οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον,
ὧν δέδωκας ἡμῖν τοῖς σοὶ βοῶσιν·
Ἀλληλούια.

Φωτοδόχον λαμπάδα,
τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν,
ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον·
τὸ γὰρ ἄυλον ἅπτουσα φῶς,
ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας,
αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα,
κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·
Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ ἡλίου,
χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα,
χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν,
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύρρυτον ἀναβλύζεις ποταμόν.
Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον,
χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ρύπον.
Χαῖρε, λουτὴρ ἔκπλυνων συνείδησιν,
χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.
Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας,
χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χάριν δοῦναι θελήσας,
ὀφλημάτων ἀρχαίων,
ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων,
ἐπεδήμησε δι’ἑαυτοῦ,
πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ Χάριτος·
καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον,
ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.

Ψάλλοντές σου τὸν τόκον,
ἀνυμνοῦμέν σε πάντες,
ὡς ἔμψυχον ναόν, Θεοτόκε.
Ἐν τῇ σῇ γὰρ οὶκήσας γαστρί,
ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος,
ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοὶ πάντας·
Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου,
χαῖρε, Ἁγία ἁγίων μείζων.
Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι,
χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.
Χαῖρε, τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν,
χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος,
χαῖρε, τῆς Βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγείρονται τρόπαια,
χαῖρε, δι' ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία,
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

 πανύμνητε Μῆτερ,
ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων,
ἁγιώτατον Λόγον·
δεξαμένη γὰρ τὴν νῦν προσφοράν,
ἀπὸ πάσης ρῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας,
καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως,
τοὺς σοὶ βοῶντας·
Ἀλληλούια.

Οἱ Ἅγιοι Παῦλος, Παυσίριος καὶ Θεοδοτίων οἱ Αὐτάδελφοι Μάρτυρες 

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Παῦλος, Παυσίριος καὶ Θεοδοτίων ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.), ἐνῶ ἡγεμόνας στὴν Κλεοπάτριδα, τὸ σημερινὸ Σουέζ, τῆς Αἰγύπτου ἦταν ὁ Ἀρειανός. Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν αὐτάδελφοι κατὰ σάρκα. Ὁ Παῦλος καὶ ὁ Παυσίριος ἔγιναν σὲ νεαρὴ ἡλικία μοναχοί, ἐνῶ ὁ Θεοδοτίων παρασύρθηκε ἀπὸ κακοὺς φίλους, ἔφυγε στὰ ὄρη καὶ ζοῦσε μαζὶ μὲ ληστές.

Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν, ὁ ἡγεμόνας τῆς Κλεοπάτριδας Ἀρειανός, συνέλαβε τὸν Παῦλο καὶ τὸν Παυσίριο. Τότε ὁ Παῦλος ἦταν τριάντα ἑπτὰ ἐτῶν, ἐνῶ ὁ Παυσίριος ἦταν εἴκοσι πέντε. Μόλις πληροφορήθηκε τὸ γεγονὸς αὐτὸ ὁ Θεοδοτίων, ὁ ἀδελφός τους, ἄφησε τὰ ὄρη καὶ τοὺς ληστὲς καὶ κατέβηκε νὰ τοὺς δεῖ καὶ νὰ τοὺς ἀποχαιρετήσει. Μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ θερμάνθηκε ἡ καρδιά του καὶ ὁμολόγησε καὶ αὐτὸς ὅτι πιστεύει στὸν Χριστό. Στὴν συνέχεια ὅρμησε πάνω στὸν τύραννο καὶ τὸν ἔριξε ἀπὸ τὸν θρόνο του. Ἀμέσως τότε, μὲ ἐντολὴ τοῦ Ἀρειανοῦ, τοῦ πέρασαν πυρακτωμένα καρφιὰ στὰ πλευρὰ καὶ στὴν κοιλιὰ καὶ τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ἔτσι, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Θεοδοτίων ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου, ἐνῶ τοὺς ἀδελφοὺς Παῦλο καὶ Παυσίριο τοὺς ἔριξαν στὸ ποτάμι, ὅπου καὶ μαρτήρησαν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

 

Ὁ Ἅγιος Βαβύλας ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ μαθητὲς αὐτοῦ Τιμόθεος καὶ Ἀγάπιος 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Βαβύλας καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ καὶ γεννήθηκε ἀπὸ εὐγενεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς στὴ Θεούπολη. Στὴν πόλη αὐτὴ ἐκπαιδεύτηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου καὶ διδάχθηκε μὲ ἐπιμέλεια τὰ ἱερὰ γράμματα.

Ἀπὸ τὴ νεανική του ἡλικία ἀγάπησε τὸν Θεὸ καὶ περιφρόνησε τὰ ἀγαθὰ τῆς κοσμικῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό, μόλις πέθαναν οἱ γονεῖς του, μοίρασε τὸν πλοῦτο του στοὺς φτωχούς, τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά. Ἔτσι, λοιπόν, ἀφοῦ ἀπάλλαξε τὸν ἑαυτό του ἀπὸ κάθε βιοτικὴ φροντίδα, ἀνέβηκε στὸ ὄρος καὶ ἡσύχαζε, ἔχοντας μαζί του καὶ τοὺς δύο μαθητές του, τὸν Ἀγάπιο καὶ τὸν Τιμόθεο. Ἔγινε μάλιστα καὶ πρεσβύτερος καὶ τίμησε ἀξίως τὸ ἀξίωμα τῆς ἱεροσύνης.

Ἐπειδὴ ὅμως οἱ εἰδωλολάτρες κινοῦνταν νὰ προδώσουν τὸν Ἅγιο στοὺς ἄρχοντες, ἄφησε τὴν Ρώμη καὶ πῆγε στὴν Σικελία μαζὶ μὲ τοὺς δύο μαθητές του. Ἐκεῖ ἔμεινε ἀρκετὸ χρόνο καὶ ὁδήγησε πολλοὺς μὲ τὴ βοήθεια τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶχε στὴν ψυχή του, στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία.
Ὁ ἄρχοντας τῆς Σικελίας, περὶ τὸ 310 μ.Χ., συνέλαβε τὸν Ἅγιο Βαβύλα καὶ τοὺς δύο μαθητές του, τὸν Ἀγάπιο καὶ τὸν Τιμόθεο καὶ μόλις διαπίστωσε ὅτι μὲ παρρησία διεκήρυτταν τὴν πίστη τους στὸν Χριστὸ ὡς Θεὸ Ἀληθινό, ἄρχιζε νὰ τοὺς βασανίζει. Ὅμως οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἀντιμετώπιζαν μὲ καρτερία τὰ βασανιστήρια. Τελικὰ οἱ Ἅγιοι κατεσφάγησαν καὶ τὰ ἱερὰ λείψανά τους τὰ ἔριξαν στὴ φωτιὰ γιὰ νὰ καοῦν. Ἡ φωτιὰ ὅμως δὲν τὰ ἔβλαψε καθόλου καὶ διαφυλάχτηκαν σῶα καὶ ἀβλαβή. Ἔτσι τὰ πῆραν οἱ πιστοὶ καὶ τὰ ἐνταφίασαν στὸ νησὶ τῆς Σικελίας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Μακεδόνιος 

Ὁ Ἅγιος Μακεδόνιος στοὺς πνευματικούς του ἀγῶνες εἶχε ὡς παλαίστρα καὶ στάδιο, τὶς κορυφὲς τῶν ὀρέων. Δὲν ἐγκαταστάθηκε σὲ ἕναν τόπο, ἀλλὰ συνεχῶς μετακινεῖτο ἀπὸ τὸν ἕναν τόπο στὸν ἄλλο, στὴ Φοινίκη, στὴ Συρία, στὴν Κιλικία. Καὶ ἀσκήτευε κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, προκειμένου νὰ ἀποφύγει τὶς ἐνοχλήσεις ἀπὸ ἐκείνους ποὺ προσέτρεχαν κοντά του.

Ἐπὶ σαράντα πέντε χρόνια, λοιπόν, ὁ Ἅγιος ἀσκήτεψε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ καὶ δὲν χρησιμοποίησε οὔτε σκηνὴ οὔτε καλύβα, ἀλλὰ διέμενε μέσα σὲ βαθὺ λάκκο. Ὅταν ὅμως γέρασε, ὑποχώρησε σὲ κάποιους ποὺ τὸν παρακαλοῦσαν καὶ κατασκεύασε μία καλύβα. Ἔτσι συνέχισε τὸν ἀσκητικὸ ἀγώνα γιὰ εἴκοσι πέντε χρόνια.
Ὁ Ὅσιος ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Ἐρμογένης καὶ Μηνᾶς οἱ Μάρτυρες

Εἶναι ἄγνωστο ποῦ καὶ πότε ἄθλησαν οἱ Μάρτυρες. Βέβαια σὲ κάποια ἀρχαῖα μηναῖα ἀντὶ τοῦ ὀνόματος Μηνᾶς ὑπάρχει καὶ τὸ ὄνομα Μάμας. Ἴσως νὰ πρόκειται γιὰ τοὺς Ἁγίους Μηνᾶ τὸν Καλλικέλαδο καὶ Ἐρμογένη, ποὺ ἑορτάζουν στὶς 10 Δεκεμβρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Βάρσιμος καὶ τὰ δύο ἀδέλφια του 

Καὶ οἱ τρεῖς Μάρτυρες ἐτελειώθησαν διὰ ξίφους στὴν Περσία.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἡ Ἁγία Χρυσοπλόκη ἡ Μάρτυς 

Εἶναι ἄγνωστο ποὺ καὶ πότε μαρτύρησε ἡ Ἁγία Χρυσοπλόκη. Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα μετὰ τῆς Μάρτυρος Θεοδούλης.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Φίλωνας ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Καρπασίας τῆς Κύπρου

Μορφὴ ἐκκλησιαστικὴ ἀπὸ τὶς πιὸ σημαντικὲς τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων. Προσωπικότητα ἐξαιρετικὴ μὲ ζῆλο ἔνθεο «ὑπερβάλλουσα πάντας εἰς τὴν σοφίαν καὶ τὴν ἀρετήν». Φιλόσοφος καὶ ἱστοριογράφος.

Ἔτσι χαρακτηρίζεται ἀπὸ τοὺς μελετητὲς τῶν Πατέρων ὁ ἅγιος Φίλων, ὁ πιὸ γνωστὸς ἐπίσκοπος Καρπασίας.

 

Ἔζησε στὰ χρόνια του Ἁγίου Ἐπιφανίου περὶ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰώνα μ.Χ. καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰώνα.

Οἱ γονεῖς του μᾶς εἶναι ἄγνωστοι.

Ἄγνωστο μᾶς εἶναι ἐπίσης καὶ τὸ ποῦ καὶ πόθεν ἀπέκτησε τὴ μεγάλη του μόρφωση.

Ἐκεῖνο ποὺ ξέρομε, εἶναι πὼς ὁ Ἅγιός μας νεότατος χειροτονήθηκε διάκονος καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴ σοφία καὶ τὴ σύνεσή του.

Ἐπίσης καὶ γιὰ τὸν ἱεραποστολικὸ ζῆλο του γιὰ τὸν ἐκχριστιανισμὸ τῆς εἰδωλολατρικῆς ἀκόμη Καρπασίας.

 

Ἡ πραότητα καὶ ἡ θεοσέβειά του, τράβηξε ἀπ’ τὴν πρώτη στιγμὴ τὴν προσοχὴ καὶ ἐκτίμηση τοῦ τότε πρωθιεράρχη τῆς Κύπρου τοῦ Μεγάλου Ἐπιφανίου. Ὁ Ἅγιος αὐτὸς πατὴρ κάλεσε ἀμέσως κοντά του τὸν νεαρὸ διάκονο, τὸν προήγαγε σὲ ἱερομόναχο καὶ τοῦ ἀνέθεσε μὲ ἐμπιστοσύνη τὸ ὑψηλὸ καὶ ὑπεύθυνο ἔργο νὰ ἐκχριστιανίσει τοὺς Ἕλληνες κατοίκους τῆς Κύπρου. Ἡ εἰδωλολατρία ἤκμαζε ἀκόμη τότε ἀρκετὰ στὸ νησί μας. Χιλιάδες πρόβατα, μοσχάρια, ἀγελάδες καὶ ἄλλα ζῶα προσφέρονταν καθημερινὰ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες προγόνους μας θυσία στοὺς ποικιλώνυμους θεούς, γιὰ νὰ ἔχουν τὴν εὐμένεια καὶ τὴ βοήθειά τους. Ἡ κνίσα καὶ ὁ καπνὸς τῶν καιόμενων κρεάτων σκορπιόταν μακριὰ καὶ πολλὲς φορὲς θόλωνε τὸν οὐρανὸ σὲ ἀρκετὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὸν τόπο τῆς θυσίας.

 

Ὅλους αὐτοὺς τοὺς πλανεμένους καὶ δούλους τῆς εἰδωλολατρίας ἔπρεπε νὰ καλέσει καὶ νὰ τραβήξει καὶ νὰ κατηχήσει στὴ θρησκεία τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ, ὁ Ἅγιος μας. Καὶ τὸ ἔργο αὐτὸ ὁ ζηλωτὴς καὶ ἐνθουσιώδης κληρικὸς τὸ ἀνέλαβε μὲ τὴν ψυχή του. Τὰ χωριὰ καὶ οἱ πολιτεῖες ἔνοιωσαν πολὺ γρήγορα τὴν ἅγια παρουσία του.

 

Πολὺ συγκινητικὴ μέσα στὴν ἁπλότητά της εἶναι μία προσευχή του, ὅπως μᾶς τὴν παρουσιάζει ὁ συναξαριστής του στὴν περίπτωση αὐτή.

 

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μου, ὅπου διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων ἐκατέβης εἰς τὴν γῆν, καὶ ἐφόρησας τὴν σάρκα τοῦ δούλου σου, καὶ ἔπαθες τόσους πειρασμοὺς ἀπὸ τὸν κόσμον, ὅπου ἐσταυρώθης, ἐτάφης καὶ ἀνέστης, ἔσωσας τὸν ἄνθρωπον, ἔτσι οἰκονόμησον καὶ τώρα, διὰ νὰ σωθοῦν καὶ ἐτοῦτοι οἱ πεπλανημένοι ἄνθρωποι, ὅπου τοὺς ἐπλάνεσεν ὁ διάβολος».

 

Νὰ σωθοῦν οἱ «πεπλανημένοι ἄνθρωποι». Νὰ ἕνας ἀπὸ τοὺς κύριους σκοποὺς τῆς ζωῆς του. Σ’ αὐτὸν ἔχει στραμμένη ὅλη του τὴν σκέψη καὶ ὅλη του τὴ μέριμνα. Γι’ αὐτοὺς φροντίζει. Γι’ αὐτοὺς κουράζεται. Γι’ αὐτοὺς ὑποφέρει καὶ κόπους καὶ θλίψεις. Τὸν ἑαυτό του δὲν τὸν ξεχωρίζει ἀπὸ τὸ σύνολό του. Στὸ μυαλό του ἀδιάκοπα μία σκέψη κυκλοφορεῖ, ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου γιὰ ν’ ἀγαπᾶμε τὸν πλησίον μας. «Ἀγάπα τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν».

 

Γιὰ τὴ σωτηρία τῶν «πεπλανημένων» συμπατριωτῶν του ἀγωνίζεται ὁ καλὸς ποιμήν. Καὶ γιὰ τὴν ἐπιτυχία τοῦ ἔργου αὐτοῦ δὲν περιορίζεται μονάχα στὴν προσευχή. Ξέρει ὁ θεοφώτιστος ἱεραπόστολος, πὼς χρειάζεται καὶ κάτι ἄλλο. Τὸ καλό, τὸ ἐποικοδομητικό, τὸ ζωντανὸ παράδειγμα. Πρέπει νὰ τὸ ποῦμε καὶ νὰ τὸ τονίσουμε ξανὰ αὐτό, ποὺ ἕνας ἀρχαῖος διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας λέγει καὶ ἐπαναλαμβάνει. Ὁ ἱερέας εἶναι καὶ μένει ἕνα ἀντίτυπο τοῦ Χριστοῦ μέσα στὸν κόσμο. Κανένα κήρυγμα δὲν εἶναι τόσο δυνατό, τόσο ἐπιβλητικό, ὅσο τὸ καλὸ παράδειγμα. Ὁ καλὸς καὶ ἄξιος ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ μπορεῖ νὰ ἐπαναλαμβάνει κάθε στιγμὴ καὶ ὤρα στοὺς ἀνθρώπους, τὴν προτροπὴ τοῦ ἀκαταπόνητου ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου, τοῦ θείου Παύλου: «Μιμηταί μου γίνεσθε καθὼς καγῶ Χριστοῦ».

 

Μιμητὲς τοῦ Χριστοῦ καλοῦνται νὰ εἶναι ὅλοι οἱ ἱερεῖς, καὶ ὅλοι οἱ κληρικοί. Νὰ προσεύχονται θερμὰ προτοῦ ἀναλάβουν μία προσπάθεια. Νὰ προσεύχονται γιὰ τὸν ἑαυτό τους, μὰ καὶ γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους θέλουν νὰ βοηθήσουν. Ἀλλὰ καὶ νὰ προσπαθοῦν μαζὶ μὲ τὴν προσευχή τους, νὰ προβάλουν σ’ αὐτοὺς καὶ τὸν ἑαυτὸ τοὺς ὡς παράδειγμα. Καὶ γιὰ νὰ τὸ ἐπιτύχουν, πρέπει καὶ οἱ ἴδιοι νὰ εἶναι ὑποδειγματικοὶ τηρητὲς τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου. Ἡ ζωή τους πρέπει νὰ εἶναι ζωὴ ἁγία. Ζωὴ ποὺ νὰ ἑλκύει στὸν Χριστό. Ζωὴ ποὺ νὰ ἐμπνέει καὶ νὰ ὁδηγεῖ σ’ Αὐτόν. Χωρὶς τὸ καλὸ παράδειγμα ὅλες οἱ ἄλλες προϋποθέσεις χάνονται καὶ σβήνουν.

 

Τὰ γνωρίζει αὐτὰ ὁ ἱερὸς Φίλων. Γι’ αὐτὸ μαζὶ μὲ τὶς προσευχές του ἀγωνίζεται νὰ προβάλει παντοῦ καὶ πάντα καὶ τὸν ἑαυτό του ὡς ὑπόδειγμα μιᾶς ἀνώτερης ζωῆς. Καὶ εἶναι τὸ παράδειγμά του αὐτὸ τὸ φλογερό, ποὺ θερμαίνει καὶ σκλαβώνει τὶς καρδιές. Εἶναι αὐτὴ ἡ ἁγία καὶ ἐνάρετη ζωή του ποὺ αἰχμαλωτίζει στὴ θεία σαγήνη κάθε καρδιὰ ποὺ τὸν γνωρίζει καὶ τὸν ἀκούει νὰ τῆς ζητᾶ νὰ ἀποκοπεῖ, νὰ ξεχωρίσει ἀπὸ τὰ δίχτυα τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ καταταγεῖ στὴ σωτήρια στρατιὰ τοῦ Χριστοῦ.

 

Ὁ ζηλωτὴς αὐτὸς ἐργάτης τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ δὲν διδάσκει μονάχα μὲ τὰ λόγια καὶ τὸ ὑπέροχο παράδειγμά του. Ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ θαύματά του. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸν ἔχει πλούσια χαρτώσει καὶ μὲ τοῦτο τὸ προνομιοῦχο χάρισμα. Μὲ τὶς θερμὲς προσευχές του οἱ ἄρρωστοι θεραπεύονται. Ἡ θάλασσα γαληνεύει. Οἱ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ ἀνοίγουν καὶ δροσίζουν τὴ διψασμένη γῆ καὶ παρηγοροῦν τὶς πονεμένες ψυχές. Οἱ δαίμονες φυγαδεύονται καὶ οἱ νεκροὶ ἀνίστανται. Τὰ θαύματά του ἀκολουθοῦν τὸ ἕνα τ’ ἄλλο, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ χθεσινοὶ εἰδωλολάτρες νὰ ἀπαρνοῦνται ὁλοπρόθυμα τὴ θρησκεία τῶν πατέρων τους. Νὰ συντρίβουν οἱ ἴδιοι τὰ ἀγάλματα μὲ τὰ ὁποῖα παρίσταναν τοὺς θεούς τους. Νὰ ἀσπάζονται μὲ λαχτάρα τὴ νέα πίστη καὶ νὰ βαπτίζονται.

 

Κοντὰ στὴν ἐκκλησία, ποὺ φέρει τὸ ὄνομά του καὶ τὰ ἐρείπια ἐνὸς βαπτιστηρίου, βρίσκονται τὰ λείψανα ἐνὸς παλαιοῦ λιμανιοῦ καὶ κοντὰ ἐκεῖ ἕνα ξέβαθο μέρος ποὺ εἶναι γνωστὸ σὰν «δεξαμενὴ τοῦ Ἅϊ Φίλωνα». Σὲ τοῦτο τὸν τόπο ὁ Ἅγιος βάπτισε χιλιάδες εἰδωλολάτρες. Σ’ αὐτὸ τὸν τόπο καὶ σήμερα ὅσοι ἄρρωστοι πᾶνε μὲ πίστη καὶ λουστοῦν θεραπεύονται ἀπὸ τὶς διάφορες ἀρρώστιες ποὺ τοὺς βασανίζουν.

 

Στὸ ἱεραποστολικό του ἔργο φυσικὰ ὁ νεαρὸς ἐπίσκοπος δὲν τὰ βρῆκε ὅλα ρόδινα. Πολλὰ ἐμπόδια συνάντησε. Ἐμπόδια ἀπὸ τοὺς φανατικοὺς ὀπαδοὺς τῆς παλαιᾶς θρησκείας. Ἐμπόδια καὶ ἀπὸ ὅλους ἐκείνους τῶν ὁποίων τὰ συμφέροντα θιγόντουσαν ἀπὸ τὴν ἐξάπλωση τῆς νέας λατρείας. Ὁ Θεὸς ὅμως βοήθησε τὸν Ἅγιό μας. Γιατί πάντα ὁ Κύριος βοηθᾶ ἐκείνους, ποὺ ἀναλαμβάνουν μὲ ἁγνότητα προθέσεων καὶ ἀνιδιοτέλεια καὶ πίστη νὰ γίνουν οἱ διαγγελεῖς τοῦ θελήματός Του. Καμιὰ φορὰ ὁ Κύριος μπορεῖ νὰ φαίνεται πὼς ἀργεῖ νὰ σπεύσει σὲ βοήθεια καὶ προστασία τῶν δικῶν του. Ὁ Θεὸς ὅμως ποτὲ δὲν λησμονεῖ. Καὶ ποτὲ δὲν ἐγκαταλείπει κανένα ἀπὸ τοὺς ἐργάτες του. Τὸ «οὗ μὴ σὲ ἄνω οὐδ’ οὗ μὴ σὲ ἐγκαταλείπω» εἶναι βεβαίωση αὐτοῦ τοῦ Κυρίου ἀδιάψευστη καὶ πάντα νέα. Ἀπευθύνεται σὲ ὅλους τους χριστιανοὺς ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ ὅλων τῶν χρόνων καὶ τῶν καιρῶν. Δὲν θὰ σὲ ἀφήσω, δὲν θὰ σὲ ἐγκαταλείψω, λέει καὶ σὲ σένα καὶ σὲ μένα. Ἂς μὴν τὰ χάνουμε λοιπὸν στὶς δυσκολίες καὶ τοὺς πειρασμούς, μὰ καὶ στὰ ἐμπόδια καὶ τοὺς διωγμούς, ποὺ οἱ ἄνθρωποι τοῦ αἰῶνος τούτου μποροῦν νὰ κινήσουν ἐνάντια μας. Στὶς περιστάσεις αὐτὲς ἂς κλίνουμε τὰ γόνατα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σῶματος καὶ ἂς λέμε μὲ πίστη στὸν Παντοδύναμο Ἀρχηγὸ καὶ Σωτήρα μας.

 

— Κύριε, βοήθησέ μας. Δῶσε μας τὴ δύναμη νὰ μένουμε σταθεροὶ καὶ πιστοὶ στὸ θέλημά σου ὡς τὸ τέλος. Κύριε, λύτρωσέ μας. Ναί! λύτρωσέ μας, Κύριε, «ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ ὀνόματός σου».

 

Καὶ θὰ μᾶς βοηθήσει ὁ Κύριος. Θὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὶς ὁποιεσδήποτε δυσκολίες. Θὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὶς πλεκτάνες τοῦ ὁποιουδήποτε Φαραὼ καὶ θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ φτάσουμε νικητὲς καὶ θριαμβευτὲς στὴν πολυφίλητο γῆ τῆς ἐπαγγελίας, στὴ γῆ ὅπου βασιλεύει ἡ χαρὰ καὶ ἡ εἰρήνη τῶν ἀγγέλων. Ναί! θὰ μᾶς λυτρώσει ὁ Κύριος καὶ θὰ μᾶς ἐξαγάγει εἰς ἀναψυχή. Γιατί εἶναι «πιστός», εἶναι ἀξιόπιστος ὁ Θεός. Μόνο οἱ ἄνθρωποι ψεύδονται. Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἀλήθεια. «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» διακηρύττει μὲ τὸ στόμα τοῦ Υἱοῦ του, τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ.

 

Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ βλέπουμε νὰ πραγματώνεται στὴ ζωὴ ὅλων τῶν ἁγίων. Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ἐπαληθεύει καὶ τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου μας. Μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τοὺς ἀγῶνες του, τὰ θρησκευτικὰ κάστρα τῆς εἰδωλολατρίας γκρεμίστηκαν τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο, καὶ ἡ αἱματόβρεκτη σημαία τοῦ σταυροῦ ὑψώθηκε παντοῦ.

Ἡ ἐπιτυχία τοῦ ἱεροῦ ἔργου τοῦ ἁγίου πολὺ ἐκτιμήθηκε καὶ ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἐπιφάνιο, ὁ ὁποῖος ὑπακούοντας «εἰς ἀποκάλυψιν Θεοῦ», ὅπως λέει ὁ ἱστορικὸς Πολύβιος, ἔσπευσε νὰ χειροτονήσει τὸν ζηλωτὴ ἱεραπόστολο, ἐπίσκοπό της Καρπασίας.

 

Μὲ τὴ χειρονομία αὐτὴ ὁ φλογερὸς κληρικὸς τοποθετήθηκε «ὡς λύχνος ἐπὶ τὴν λυχνίαν». Ἡ δράση του καὶ στὴ νέα θέση ὑπῆρξε καὶ πάλι ὑποδειγματική. Στὸ πρόσωπό του οἱ χριστιανοὶ βρῆκαν τὸν πατέρα, τὸν προστάτη, τὸν ὁδηγό, τὸν καλὸ ποιμένα. Τὸν ποιμένα ποὺ δὲν ζητᾶ νὰ ἐκμεταλλεύεται τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ τοῦ ποιμνίου του, γιὰ νὰ ζεῖ καὶ νὰ ἀπολαμβάνει τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου τούτου. Ἀλλὰ τὸν ποιμένα ποὺ εἶναι ἕτοιμος καὶ δὲν διστάζει ποτὲ νὰ θυσιάσει καὶ αὐτὴ τὴ ζωή του ἀκόμη, ὅπως λέει ὁ Κύριος, γιὰ τὸ καλό του ποιμνίου του.

 

Τέτοιος ὑπῆρξε ὁ ἱερὸς καὶ γεραρὸς ἐπίσκοπος. «Σκεῦος εἰς τιμήν, ἡγιασμένον καὶ εὔχρηστον τῷ Δεσπότῃ, εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἠτοιμασμένον» (Β’ Τιμ. στ’ 21). Δηλαδὴ σκεῦος γιὰ τιμητικὴ χρήση, ἁγιασμένο καὶ εὔχρηστο στὸν Δεσπότη Χριστό, ἑτοιμασμένο γιὰ κάθε ἀγαθὸ ἔργο. Ὅπως λειώνει ἡ ἀναμμένη λαμπάδα, ἔτσι καὶ αὐτὸς ἔλειωνε ἀπὸ τὸν θεῖο ἔρωτα ποὺ ἔκαιε στὴν ψυχή του γιὰ τὸ καλό του ποιμνίου του, γιὰ τὴ σωτηρία τῶν χριστιανῶν του.

 

Καὶ ὁ ζῆλος του αὐτός, ἡ φλόγα αὐτὴ ποὺ ἔκαιε στὴν ψυχή του ἀδιάκοπα, εἶναι αὐτὰ ποὺ ἔκαμαν τὸν μεγάλο προκαθήμενο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τὸν κλεινὸ Ἐπιφάνιο, τὸν Φίλωνα νὰ διαλέξει καὶ ν’ ἀφήσει τοποτηρητὴ τοῦ θρόνου, ὅταν αὐτὸς χρειάστηκε νὰ ταξιδεύσει στὴ Ρώμη. Καὶ ὄχι μόνο τὸν ἀφῆκε τοποτηρητή, ἄλλα τοῦ ἔδωκε καὶ τὰ δικαίωμα κατὰ τὴν ἀπουσία του νὰ χειροτονεῖ κληρικοὺς ὅποιους ἔκρινε ἄξιους.

 

Ὁ Ἅγιος Φίλων ἐκτὸς ἀπὸ τὸ κήρυγμα μὲ τὸ ὁποῖο δίδασκε τακτικὰ τὸν λαό του καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὰ πολλὰ καὶ ποικίλα θαύματά του διακρίθηκε καὶ σὰν ἐκκλησιαστικὸς συγγραφέας καὶ πρὸ πάντων σὰν ἑρμηνευτὴς τῶν Γραφῶν. Τὸ σημαντικότερο ἀπὸ τὰ ἔργα του εἶναι τὸ ὑπόμνημά του στὸ Ἆσμα τῶν Ἀσμάτων. Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος ἐπίσκοπος ἔγραψε καὶ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία καὶ μερικὰ ἄλλα. Τὸ ὄνομά του προφέρεται μὲ πολὺ σεβασμὸ ἀπὸ ὅλους καὶ θεωρεῖται ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ σπουδαίους ἄνδρες τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων. Ἡ ἀγαθή του φήμη ξεπέρασε πολὺ νωρὶς τὰ στενὰ ὅρια τοῦ νησιοῦ μας.

 

Ὁ μακάριος αὐτὸς πατὴρ ἀπέθανε καὶ τάφηκε στὴν Καρπασία. Κοντὰ στὴ θάλασσα, ὅπως ἀναφέραμε, βλέπουμε καὶ σήμερα τὸν ὁμώνυμο ναό του, δεῖγμα καὶ αὐτὸ τῆς θρησκευτικῆς εὐλάβειας τῶν πατέρων μας. Σ’ αὐτὸν ἂς πετᾶμε καὶ ἐμεῖς νοερά. Ἂς γονατίζουμε μπροστὰ στὴν ἅγια εἰκόνα του καὶ ἂς ψάλλουμε μέσα μας γι’ αὐτὸν, τὸν ὕμνο τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ σεβασμοῦ μας:

 

Ἄνθρωπος μὲν τῇ φύσει ὑπάρχων, ἀλλ’ ὤφθης συμπολίτης ἀγγέλων ὡς γὰρ ἄσαρκος ἐπὶ γῆς βιοτεύσας, Φίλων πατὴρ ἡμῶν, τὰ σαρκὸς πάθη τελείως ἀπέρριψας, διὸ καὶ παρ’ ἡμῶν ἀκούεις.

 

Χαῖρε Κυπρίων εὐσεβῶν ὁ γόνος, χαῖρε πολλοὺς ἐκ τῆς πλάνης σώσας, χαῖρε ὁ τῶν Κυπρίων φωστὴρ καὶ διδάσκαλος χαῖρε τῶν Καρπασέων ποιμὴν θεοπρόβλητος χαῖρε ὅτι ἠκολούθησας ἐκ νεότητος Χριστῷ χαῖρε ὅτι κατεμάρανας τῆς σαρκὸς τὰς ἠδονάς, χαῖρε τοῦ πιστοῦ λαοῦ πρόξενε, σωτηρίας χαῖρε τῶν θλιβομένων θεία παραμυθία χαῖρε πολλοὺς τῶν Ἑλλήνων βαπτίσας, χαῖρε κρουνοὺς ἰαμάτων δωρήσας χαῖρε πτωχῶν τὴν φροντίδα ποιήσας χαῖρε ἡμῶν ὁ προστάτης καὶ ῥύστης, χαῖρε, Φίλων θεόσοφε, Καρπασέων ποιμήν.


Ναί! Χαῖρε, θεοπρόβλητε ποιμήν. Χαῖρε τῆς Καρπασίας, ἀκούραστε πατέρα. Χαῖρε καὶ πρέσβευε γιὰ τὴ σωτηρία τῆς δοκιμαζόμενης ποίμνης σου. Ἀμήν.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.

Τὸν βυθὸν τῆς σοφίας ἐρευνησάμενος καὶ τοῦ κόσμου τὴν δόξαν ἀπαρνησάμενος, τῷ Χριστῷ δὲ προσδραμῶν, Πάτερ, ἠκολούθησας, θαυματουργῶν, διδάσκων ὡς κῆρυξ τῆς χάριτος, καὶ τοῖς νοσοῦσι πᾶσι τὴν ῥώσιν δωρούμενος. Διὸ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Φίλων θεόσοφε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’.
Ἔργοις ἔλαμψας ὀρθοδοξίας πλάνην ἔσβεσας πολυθεΐας τῶν γὰρ εἰδώλων τὴν ἀπάτην κατέβαλες, καὶ τὴν σὴν ποίμνην μεγάλως ἐκόσμησας. Δία τοῦτο βοῶμέν σοι, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Φίλων μακάριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ὁ Ἅγιος Φιλιππικὸς ὁ Πρεσβύτερος

Ὁ Ἅγιος Φιλιππικὸς ὁ πρεσβύτερος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἑλλάδιος ὁ Κομενταρήσιος 

Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος μὲ τὸν Ἅγιο ποὺ ἑορτάζει στὶς 18 Ἰανουαρίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Οἱ Ἅγιοι Ἐρμογένης καὶ Φιλήμων Ἐπίσκοπος Καρπάθου 

Ἡ μνήμη τους ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα.
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ὁσιομάρτυρος Ἀναστασίου τοῦ Πέρσου 

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀναστασίου τοῦ Πέρσου στὶς 22 Ἰανουαρίου. Τὸ μαρτύριό του ἔγινε τὸ 628 μ.Χ. Ὁ αὐτοκράτορας Ἡράκλειος (610 – 641 μ.Χ.), ἀφοῦ νίκησε τοὺς Πέρσες, πῆρε τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ κατὰ τὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς βασιλείας του τὸν μετέφερε πάλι στὴν Ἱερουσαλήμ. Τότε δὲ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῶν βυζαντινῶν περιοχῶν τῆς Περσίας, ἔστειλε ἕναν Ἐπίσκοπο καὶ πῆρε τὰ Τίμια Λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀναστασίου, τὰ ὁποία μετακόμισε στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης, δέκα ἔτη μετὰ ἀπὸ τὸ μαρτυρικὸ τέλος αὐτοῦ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἐγκαίνεια τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου πλησίον τοῦ Ταύρου 

Πρόκειται περὶ τῆς ἑορτῆς τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ τοῦ Προδρόμου στὸν Ταῦρο. Σὲ ἄλλα παλαιὰ μηναῖα ἀναγράφεται ἐσφαλμένα «πλησίον τοῦ τάφου».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ζαχαρία ἐν Κωνσταντινουπόλῃ

Ἡ Μονὴ ἀνοικοδομήθηκε ἀπὸ τὴν Ὁσία Δομνίκη ( 8 Ἰανουαρίου), ἡ ὁποία μόνασε ἐκεῖ.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

 

Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς

Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς ἀσκήτεψε στὴν ἔρημο καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν πατερική του σοφία. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Κάντοκ ὁ Ὁσιομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Κάντοκ καταγόταν ἀπὸ εὐγενικὴ οἰκογένεια τῆς Οὐαλίας. Οἱ γονεῖς του ἔγιναν μοναχοί. Ἵδρυσε τὴν περίφημη μονὴ Λάνσαρφαν κοντὰ στὸ Κάρντιφ, ἀλλὰ ἡ ἱεραποστολική του δράση ἐπεκτάθηκε μέχρι τὴν Κορνουάλη, τὴ Σκωτία καὶ τὴν Ἰρλανδία. Ἦταν σύγχρονος τοῦ Ἁγίου Δαυΐδ καὶ διδάσκαλος τοῦ Ἁγίου Φιννιανοῦ. Σώζονται καὶ μερικὰ ἀποφθέγματά του μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὰ ἀκόλουθα:

«Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ πρωτότοκος θυγατέρα τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς τὸ φῶς τίποτε δὲν εἶναι καλό, χωρὶς τὸ φῶς δὲν ὑπάρχει εὐλάβεια, χωρὶς τὸ φῶς δὲν ὑπάρχει πίστη».

«Ὁ κάλλιστος τῶν τρόπων εἶναι ἡ ταπείνωση. Ἡ καλλίστη τῶν ἀσχολιῶν εἶναι ἡ ἐργασία τῶν θείων ἐντολῶν. Τὸ κάλλιστο τῶν αἰσθημάτων εἶναι ἡ δικαιοσύνη. Ἡ κάλλιστη λύπη εἶναι ἡ μετάνοια. Τὸ κάλλιστο ἰδίωμα ἡ μεγαλοψυχία. Ὅταν τὸν ρώτησαν τί εἶναι ἀγάπη, ἀπάντησε: Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ παράδεισος. Καὶ τί μίσος: τὸ μίσος εἶναι ἡ κόλαση. Καὶ ἡ συνείδηση; Ἡ συνείδηση εἶναι ὁ ὀφθαλμὸς τοῦ Θεοῦ ἐντὸς τῆς ψυχῆς».
Μαρτύρησε τὸ ἔτος 590 μ.Χ. φονευθεῖς ἀπὸ Ἀγγλοσάξονες εἰδωλολάτρες, ἐνῶ τελοῦσε τὴν Θεία Λειτουργία. Οἱ τελευταῖες του λέξεις ἦταν: «Ἀόρατε βασιλεῦ, Σῶτερ Ἰησοῦ, Σὲ ἱκετεύω, προστάτευσε τοὺς Χριστιανοὺς τῆς χώρας μου».

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μάρτυρας ἐκ Καζάν 

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἰωάννης ὁ Θαυματουργός, μαρτύρησε στὸ Καζὰν τῆς Ρωσίας τὸ ἔτος 1529. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

 

Ὁ Ὅσιος Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος ὁ ἐν Κύπρῳ ἀσκήσας

Ὁ Ὅσιος Νεόφυτος ἔζησε τὸν 12ο αἰώνα μ.Χ. Γεννήθηκε στὴν κωμόπολη Λεύκαρα τῆς Κύπρου τὸ 1134 καὶ σὲ νεαρὴ ἡλικία, παρὰ τὴν θέληση τῶν γονέων του, Ἀθανασίου καὶ Εὐδοξίας, ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο, φλεγόμενος ἀπὸ θεῖο ζῆλο. Κατέφυγε κατ’ ἀρχὰς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου, στὸ ὄρος Κουτσοβέντη, ὅπου ζήτησε νὰ μείνει καὶ νὰ ἀσκητέψει. Μετὰ ἀπὸ πέντε χρόνια στὸ διακόνημα τῆς καλλιέργειας τῶν ἀμπελώνων τῆς μονῆς, στὴ θέση «Γούπαις», μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου, ἐπισκέπτεται γιὰ προσκύνημα τοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἐκεῖ παρέμεινε γιὰ σύντομο χρονικὸ διάστημα καὶ ὅταν ἐπέστρεψε πάλι στὴν Κύπρο, μόνασε στὴ μονὴ τοῦ Χρυσοστόμου (1152 – 1158 μ.Χ.). Ζήτησε ἀπὸ τὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς νὰ τοῦ ἐπιτρέψει νὰ γίνει ἐρημίτης, χωρὶς ὅμως ἐπιτυχία. Ἡ ἄρνηση τοῦ ἡγουμένου, ὁδηγεῖ τὸν Ὅσιο νὰ ἐγκαταλείψει τὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, γιὰ νὰ πάει στὸ ὄρος Λάτρος τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ποὺ ἦταν μεγάλο μοναστικὸ κέντρο. Γι’ αὐτὸ τὸν σκοπὸ πῆγε στὴν Πάφο μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ βρεῖ πλοῖο ποὺ νὰ τὸν μεταφέρει ἐκεῖ. Στὸ ναύσταθμο ὅμως τῆς Πάφου συνελήφθη ὡς φυγὰς καὶ φυλακίσθηκε. Ὅταν, μὲ τὴν μεσιτεία εὐσεβῶν ἀνθρώπων, ἀποφυλακίζεται τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, ἀναζητᾶ ἐρημητήριο στὰ ἐνδότερα τῆς Μεγαλονήσου.

Τὸν Σεπτέμβριο τοῦ ἔτους 1159, ἐπέλεξε νὰ λαξεύσει τὴν ἐγκλείστρα του, στὴν Πάφο, γνωρίζοντας ὅτι «οὐδὲν πλέον τούτου καθέξει, κἂν καὶ τοῦ ὅλου κόσμου φθάση κρατῆσαι». Ὁ Ὅσιος παρέμεινε κλεισμένος μέσα στὴν ἐγκλείστρα του ἐπὶ σάραντα ὁλόκληρα χρόνια. Ἐκεῖ μορφώθηκε κατὰ τὴν  θεία καὶ ἀνθρώπινη σοφία καὶ μυήθηκε στὰ μυστικά της πνευματικῆς ἀσκήσεως. Αὐτὴ τὴν ἐμπειρία τὴ διαφύλαξε μὲ πολὺ προσοχὴ σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴν αὔξησε καὶ τὴν ἐφάρμοσε ἀπόλυτα. Ἡ φήμη του διαδόθηκε εὐρύτατα καὶ πλῆθος Χριστιανῶν συνέρεε, γιὰ νὰ λάβει τὴν εὐχὴ καὶ τὴν εὐλογία του.

Γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸν κόσμο λάξευσε μέσα στὰ βράχια νέα ἐγκλείστρα καὶ ἐπικοινωνοῦσε μὲ τὸν κόσμο μόνο κάθε Κυριακή. Σὲ αὐτὴ τὴν ἀπόφασή του συνετέλεσε καὶ ἡ χειροτονία του σὲ πρεσβύτερο, τὸ ἔτος 1170, ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Πάφου Βασίλειο Κίνναμο καὶ ἡ σύσταση τῆς πρώτης ἀδελφότητας πρὸς τὸ τέλος τοῦ ἔτους 1170 ἢ στὶς ἀρχὲς τοῦ 1171. Ἡ ὕπαρξη πλέον μοναχῶν διευκόλυνε τὸν Ἅγιο νὰ ἐντείνει τὸν ἐγκλεισμό, καθόσον οἱ ὑποτακτικοί του θὰ ἀναλάμβαναν τὶς ποικίλες ἀξωτερικὲς ἐργασίες τῆς μονῆς. Ὅμως ὁ Ἅγιος δὲν ἦταν διδάσκαλος μόνο τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ἀλλὰ ἦταν διδάσκαλος κυρίως τῶν ὑποτακτικῶν του μὲ τὸν βίο καὶ τὸ παράδειγμά του.

Ἐν τῷ μεταξὺ εἶχαν συμβεῖ διάφορα δραματικὰ γεγονότα στὴν Κύπρο, τὰ ὁποία τὴν ἀπέκοψαν ἀπὸ τὸ Βυζάντιο καὶ ἔφερε τὴν δυστυχία στὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν λαό. Ἡ φτώχεια καὶ ἡ δυστυχία τοῦ λαοῦ ὁδήγησε πολλοὺς νὰ ζητήσουν τροφὴ στὰ μοναστήρια, ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἦταν καὶ ἡ ἐγκλείστρα τοῦ Ὁσίου Νεοφύτου.

Ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὰ χέρια τῶν Φράγκων τὸν Ἀπρίλιο τοῦ ἔτους 1204, ἦταν ἕνα συνταρακτικὸ γεγονὸς καὶ γιὰ τὸν Ὅσιο Νεόφυτο. Θεωρεῖ τὴν ἅλωση τῆς Πόλεως, τῆς προστάτιδος τῶν Ὀρθοδόξων, «ἀποκαλυπτικό» γεγονὸς καὶ γι’ αὐτὸ ἐπιχειρεῖ τὴν ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως, καταβάλλοντας προσπάθεια νὰ ἐξηγήσει γιατί κυριάρχησαν οἱ δυνάμεις τοῦ ἀντίχριστου σὲ βάρος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε σὲ βαθύτατο γῆρας στὶς 12 Ἀπριλίου. Ὁ ἴδιος ἐνταφιάσθηκε στὸν τάφο ποὺ εἶχε ἑτοιμάσει ὁ ἴδιος, σὲ ξύλινο φέρετρο ἀπὸ ξύλο πεύκου, κέδρου καὶ κυπαρίσσου τὸ ὁποῖο εἶχε κατασκευάσει, ὅταν ζοῦσε. Τὸ ἱερὸ λείψανό του φυλάσσεται μέχρι σήμερα στὴν ὁμώνυμη μονὴ τῆς Πάφου, στὴν Κύπρο, ποὺ εἶναι ἀφιερωμένη στὴ μνήμη του.
Αὐτὴ τὴν ἡμέρα ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει καὶ τὴν ἀνάμνηση τῆς Θεοσημείας, δηλαδὴ τῆς θαυματουργικῆς διασώσεως τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου κατὰ τὴν πτώση αὐτοῦ ἀπὸ τὴν ἐγκλείστρα του, ὅπου ἀσκήτευε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Βίον ἔγκλειστον, ἐπιποθήσας, σκεῦος τίμιον, τῆς ἐγκρατείας, ἀνεδείχθης θεοφόρε Νεόφυτε· τῶν ἀρετῶν γὰρ τῇ πράξει κοσμούμενος, ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐκφαίνεις τὰ κρείττονα. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθε ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Σαυτὸν ἐγκλείσας οὐρανίῳ σου φρονήματι

Τῆς ἀπαθείας ἀνεδείχθης θεῖον ὄργανον

Καὶ θεράπων ἐνθεώτατος τῆς Τριάδος.

Ἧς τῷ θρόνῳ παριστάμενος ἱκέτευε

Πάσης βλάβης καὶ ἀνάγκης ἡᾶς ῥύεσθαι
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Νεόφυτε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίρει ἐν σοὶ Κύπρος ἡ σὴ πατρίς, ἐξαιρέτως Πάτερ, ἡ Ἐγκλείστρα σου ἡ σεπτή, ἔνθα τοὺς μεγίστους, διήνυσας ἀγῶνας, ἣν φρούρει ἀοράτως, σοφὲ Νεόφυτε.

Ἡ Ὁσία Ξένη ἡ διὰ Χριστὸν Σαλή 

Γεννήθηκε στὴν Ἁγία Πετρούπολη τῆς Ρωσίας, τὸ ἔτος 1720, καὶ ὡς νεαρὴ ὄμορφη κοπέλα  παντρεύτηκε τὸν Ἀντρέα Φεοντόροβιτς Πετρὼφ ποὺ εἶχε τὸν βαθμὸ τοῦ συνταγματάρχου καὶ ἦταν πρωτοψάλτης στὴν βασιλικὴ αὐλή. Ἡ θέση αὐτὴ ἦταν μία πολὺ ὑψηλὴ κοινωνικὴ θέση καὶ ἔδινε δόξα καὶ ὑλικὴ ἀπολαβή.

Ἦταν νέοι. Εἶχαν ἀγάπη μεταξύ τους. Ὑπηρέτησαν καὶ οἱ δυὸ στὴν βασιλικὴ αὐλή, ὅπου ἔκαναν τὸ γάμο τους. Ζοῦσαν πολὺ εὐτυχισμένοι μαζί. Λόγω τῆς νεότητάς τους, τοὺς ἄρεσε πολὺ νὰ πηγαίνουν σὲ χοροεσπερίδες καὶ σὲ συμπόσια. Καλοῦσαν φιλοξενουμένους στὸ σπίτι τους καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι πήγαιναν ὡς φιλοξενούμενοι σὲ ἄλλα σπίτια. Αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι τὰ ὀνομάζουν «καλὴ τύχη» καὶ φαινόταν ὅτι τίποτε στὸ ἀνδρόγυνο αὐτό, τὸν Ἀνδρέα καὶ τὴν Ξένια, δὲν θὰ ἔδινε τέλος σ’ αὐτή τους τὴν χαρά. Ἀλλὰ ξαφνικὰ ἕνα φοβερὸ χτύπημα, σὰν κεραυνὸς ἐν αἰθρίᾳ, ὁ ἀναπάντεχος θάνατος τοῦ ἀγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε τὴν Ξένια Γκριγκόριεβνα. Στὰ εἴκοσι ἕξι της χρόνια, ἕνα βράδυ σὲ ἕνα χορὸ ὁ ἄντρας της ἐνῶ ἔπινε μὲ τοὺς φίλους τους, ξαφνικὰ ἔπεσε κάτω νεκρός. Αὐτὸ φυσικὰ ἦταν πολὺ ὀδυνηρὸ γιὰ τὴν Ξένια. Ὁ Ἀντρέας, δὲν εἶχε ποτὲ ἐξομολογηθεῖ καὶ λάβει Θεία Κοινωνία ἕως πρὶν πεθάνει, καὶ ἐκείνη ἀνησυχοῦσε τρομερὰ γιὰ τὴν ψυχή του.

Σύντομα μετὰ τὴν ταφή του, ἡ Ὁσία Ξένια ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὴν Ἁγία Πετρούπολη γιὰ ὀκτὼ χρόνια. Πιστεύεται ὅτι αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα τὸ πέρασε σὲ ἕνα ἐρημητήριο ἢ σὲ ἕνα μοναστήρι, μαθαίνοντας τὸ δρόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ πρώην Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας εἶχε ἀξιόπιστη πληροφορία ὅτι ἡ μακαρία Ξένια γιὰ τὴν πνευματική της τελείωση δαπάνησε αὐτὰ τὰ χρόνια μεταξὺ τῶν Στάρετς προετοιμάζοντας τὸν ἑαυτό της γιὰ τὸν δύσκολο ἀγώνα τῶν διὰ Χριστὸν σαλῶν καὶ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν πνευματική τους καθοδήγηση.

Ποῦ ἦταν οἱ Στάρετς; Ἴσως ἦταν στὸ Hermitage ἣ σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια ποὺ αὐτὸν τὸν καιρὸ εἶχαν Στάρετς, μαθητὲς τοῦ Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ὕστερα ἀπὸ ὀχτὼ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στὴν πατρίδα της, τὴν ἁγία Πετρούπολη, καὶ δὲν τὴν ξανάφησε στὰ ἄλλα τριάντα ἑπτὰ χρόνια τῆς ζωῆς της σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Ἁγία Πετρούπολη, χάρισε τὰ ὑπάρχοντά της, τὸ σπίτι της, τὰ χρήματά της, τὰ ὄμορφα ροῦχα της. Κατὰ πρώτον ἄρχισε νὰ βεβαιώνει σὲ ὅλους ὅσους τὴν περιτριγύριζαν ὅτι ὁ σύζυγός της δὲν πέθανε, ἀλλὰ ὅτι πέθανε αὐτή. Φόρεσε τὰ ροῦχα τοῦ νεκροῦ συζύγου της καὶ ἄρχισε νὰ ὀνομάζει τὸν ἑαυτὸ τῆς Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς. Οἱ συγγενεῖς της τὴν θεώρησαν περισσότερο γιὰ παράφρονα , ὅταν αὐτὴ ἄρχισε νὰ μοιράζει τὴν περιουσία της στοὺς πιὸ φτωχοὺς καὶ ὅταν ἔδωσε τὸ σπίτι της στὴν Παρασκευὴ Ἀτόνοβα. Οἱ ἐνδιαφερόμενοι γιὰ τὴν περιουσία της συγγενεῖς της στράφηκαν στὶς ἀρχὲς καὶ ζήτησαν ἀπὸ αὐτὲς νὰ λάβουν μέτρα ἐναντίον μιᾶς τέτοιας διάθεσης τῆς κληρονομιᾶς της ἀπὸ αὐτήν. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀναφορὰ τῶν συγγενῶν οἱ ἀρχὲς τὴν κάλεσαν καὶ ἀφοῦ συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ὅτι ἦταν πολὺ καλὰ στὰ λογικά της καὶ εἶχε ἑπομένως κάθε δικαίωμα νὰ κάνει ὅτι ἤθελε τὴν περιουσία της (σημειώνεται τὸ συμβὰν: οἱ συγγενεῖς τῆς Ξένιας τὴν πῆγαν στὸ δικαστήριο ἀλλὰ ὁ δικαστὴς βρῆκε ὅτι ἔχει καλὸ καὶ γερὸ νοῦ ὅσο αὐτὴ συνέχιζε νὰ βοηθᾶ τοὺς φτωχούς.)  Ἀλλὰ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχουμε ἕνα ὄνομα γιὰ τοὺς ἁγίους ἀνθρώπους ποὺ οἱ ἄλλοι πιθανὸν νὰ νομίζουν ὅτι εἶναι τρελοί. Ἐμεῖς τοὺς ὀνομάζουμε «διὰ Χριστὸν σαλούς». Αὐτοὶ συχνὰ δὲν εἶναι τρελοί, ἀλλὰ προσποιοῦνται ὅτι εἶναι, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ κρύψουν τὰ πνευματικά τους χαρίσματα.

Τί συνέβηκε πράγματι μὲ τὴν Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ἀσφαλῶς συνέβηκε μέσα της μιὰ πλήρης πνευματικὴ ἀντιστροφή, πού, κατὰ τὰ ἴδια της τὰ λόγια, ἡ Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα εἶχε πεθάνει!...Βάζοντας τὰ ροῦχα τοῦ συζύγου της καὶ παίρνοντας τὸ ὄνομά του ἦταν κατὰ τὴ γνώμη της, σὰν νὰ παρατεινόταν ἡ δική του ζωὴ στὸ πρόσωπό της γιὰ νὰ συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες του μὲ τὴ δική της ἀφιερωμένη στὸ Θεὸ ζωή. Τώρα αὐτὴ παρουσίαζε τὸν ἑαυτό της στὸν κόσμο μὲ τὴν δύσκολη ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ ὡς «κατὰ Χριστὸν τρελή».

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης λέγει: «Ὑπάρχει μία ἀληθινή, πραγματικὴ ζωὴ καὶ μία φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Τὸ νὰ ζεῖς γιὰ νὰ τρῶς, νὰ πίνεις, νὰ ντύνεσαι, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνεις καὶ νὰ γίνεσαι πλούσιος, τὸ νὰ ζεῖς γενικὰ γιὰ ἐγκόσμιες χαρὲς καὶ φροντίδες, αὐτὸ εἶναι μία φαντασία. Τὸ νὰ ζεῖς ὅμως γιὰ νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ ἐργάζεσαι μὲ κάθε τρόπο γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους, αὐτὴ εἶναι πραγματικὴ ζωή! Ὁ πρῶτος τρόπος ζωῆς εἶναι ἀκατάπαυστος πνευματικὸς θάνατος. Ὁ δεύτερος εἶναι ἀκατάπαυστη ζωὴ τοῦ πνεύματος» (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης, Περὶ τῆς ἐγκοσμίου ζωῆς) .

Ἀπὸ αὐτὸ βλέπουμε ὅτι τὸ «χτύπημα» ποὺ «χτύπησε» τὴν δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένια ἦταν μία ὤθηση ἀπὸ τὴν μὴ πραγματικὴ ζωὴ στὴν ζωὴ τοῦ Πνεύματος.

 

Ἡ μακαρία Ξένια, ποὺ ἦταν πλούσια πρῶτα, ἔζησε τώρα μιὰ φτωχική, πολὺ φτωχικὴ ζωή. Ζοῦσε χωρὶς σπίτι, περιπλανώμενη στοὺς δρόμους τῆς πόλης ἐμπαιζόμενη καὶ κακομεταχειριζόμενη ἀπὸ πολλούς. Ἡ μόνη τροφή της ἐρχόταν ἀπὸ γεύματα ποὺ μερικὲς φορὲς δεχόταν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ γνώριζε. Τὸ βράδυ ἀποσυρόταν σὲ ἕναν ἀγρὸ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ ἐκεῖ γονατιστὴ προσευχόταν ὡς τὸ πρωί. Δὲν εἶχε πραγματικὰ ποὺ νὰ κλίνη τὴν κεφαλή της. Γιὰ σκέπη της εἶχε τὸν μελαγχολικὸ βροχερὸ οὐρανὸ τῆς ἁγίας Πετρούπολης, ἐνῶ γιὰ κρεβάτι της εἶχε τὸ ὑγρὸ γυμνὸ ἔδαφος. Περνοῦσε τὶς νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στὸ γυμνὸ ἔδαφος τῶν χωραφιῶν. Αὐτὸ τὸ μαρτυροῦσαν ἡ ἀστυνομία καὶ οἱ κάτοικοι, ποὺ τὴν ἀνακάλυψαν, γιατί εἶχαν τὴν περιέργεια νὰ μάθουν ποὺ ἐξαφανιζόταν τὶς νύχτες. Κάποτε κάποιος ἀστυνομικὸς τὴν παρακολούθησε καὶ τὴν εἶδε νὰ κλίνη τὰ γόνατά της σ’ ἕνα ἀνοιχτὸ χωράφι καὶ νὰ προσεύχεται. Ἄρχισε νὰ προσεύχεται ἀπὸ τὸ βράδυ καὶ δὲν σηκώθηκε μέχρι τὸ πρωί. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν προσευχῶν της ἔκανε μετάνοιες σὲ ὅλες τὶς διευθύνσεις προσευχόμενη γιὰ ὅλους τους ὀρθόδοξους χριστιανούς.

 

Κατὰ τὴν ἡμέρα συνήθως γύριζε γύρω στοὺς δρόμους τῆς ἁγίας Πετρούπολης. Τὰ κουρελιασμένα ροῦχα της δύσκολα τὴν σκέπαζαν – μιὰ κόκκινη φούστα καὶ τὸ στρατιωτικὸ σακάκι τοῦ ἄντρα της. Στὰ πόδια της εἶχε χαλασμένα παπούτσια καὶ γύρω ἀπὸ τὸ κεφάλι της εἶχε δεμένο ἕνα παλιὸ μαντήλι. Ἀκόμα καὶ κατὰ τὸν βαρὺ χειμώνα δὲν φοροῦσε ζεστὰ ροῦχα καὶ παπούτσια, ἂν καὶ ἡ καλοσύνη τοῦ λαοῦ τῆς πρόσφερε πολλὰ ἀπ’ αὐτά. Σὲ ὅλες τὶς περιόδους τοῦ ἔτους τὴν ἔβλεπαν ντυμένη στὰ ἴδια κουρέλια. Τὸ κρύο στὴν ἁγία Πετρούπολη ἦταν δυνατὸ καὶ διαπερνοῦσε τὰ κόκαλα. Ἀλλὰ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ χύνεται μὲ ἀφθονία στοὺς ἁγίους του Θεοῦ, τοὺς ἔκανε νὰ νικοῦν τοὺς νόμους τῆς φύσεως. Αὐτὴ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔδινε ζεστασιὰ καὶ δύναμη στὴ μακαρία Ξένη.

Πολλοὶ ἀγαποῦσαν αὐτὴν τὴν ἥσυχη, τὴν ἤρεμη, τὴν ταπεινὴ καὶ τὴν εὐγενικὴ δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένια. Ἀρκετοὶ τὴν λυπόντουσαν καὶ τῆς ἔδιναν ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ αὐτὴ δὲν τὴν ἔπαιρνε. Ἐὰν δεχόταν κανένα μικρὸ κέρμα, ἀμέσως τὸ ἔδινε σὲ κάποιον φτωχὸ ζητιάνο. Δεχόταν ἐλεημοσύνη ἀπὸ φιλεύσπλαχνους ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀμέσως τὰ χάριζε στοὺς φτωχούς, κάνοντας καλὸ στοὺς ἀνθρώπους στὸ ὄνομα τοῦ Ἀντρέα, ἔτσι ὥστε ἂν ἡ ψυχή του ὑπέφερε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὶς ὁποῖες δὲν εἶχε μετανοήσει, οἱ πράξεις της καὶ οἱ προσευχές της θὰ τὸν βοηθοῦσαν. (Οἱ Χριστιανοὶ συχνὰ δίνουν χρήματα ἢ προσεύχονται γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων. Αὐτὸ λέγεται ἐλεημοσύνη ἀλλὰ δὲν εἶναι τόσο σύνηθες νὰ ἐγκαταλείπει κάποιος ὅλη του τὴ ζωὴ γιὰ ἕνα ἄνθρωπο, ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε ἡ Ξένια). Τὸ ἐνδιαφέρον εἶναι ὅτι κάνοντας καλὲς πράξεις καὶ προσφέροντας προσευχὲς γιὰ τοὺς ἄλλους, πλησιάζεις πολὺ τὸ Θεό, καὶ αὐτὸ συνέβηκε καὶ μὲ τὴν Ξένια. Προσευχόταν τόσο πολὺ γιὰ τὸν ἄντρα της καὶ αὐτὸ τὴν ἔκανε Ἁγία!

            Ὁ Κύριος εἶχε δώσει στὴν Ξένια πολλὰ πνευματικὰ δῶρα καὶ αὐτὴ ἄρχισε νὰ κάνει περίεργα πράγματα ὅπως περπατοῦσε ξυπόλυτη στὸ χιόνι καὶ φοροῦσε ἀσυνήθιστα ροῦχα ἔτσι ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν νομίσουν ὅτι ἐκείνη εἶναι κάτι τὸ ἐξαιρετικό. Αὐτὴ μερικὲς φορὲς γνώριζε τί πρόκειται νὰ συμβεῖ πρὶν αὐτὸ συμβεῖ, ἢ ἂν οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἕνα πρόβλημα καὶ δὲν γνώριζαν τί θέλει ὁ Θεὸς νὰ κάνουν, αὐτὴ μποροῦσε νὰ τοὺς τὸ πεῖ. Συχνὰ κοιτάζοντας μὲ μία ματιὰ τοὺς ἀνθρώπους, αὐτὴ ἤξερε ἂν αὐτοὶ ἔλεγαν τὴν ἀλήθεια ἢ ὄχι.

                                    

Σιγὰ σιγά, οἱ ἄνθρωποι τῆς πόλης παρατήρησαν τὰ σημάδια ἁγιότητας ποὺ ἦταν τὸ ὑπόστρωμα τῆς φαινομενικὰ διαταραγμένης τῆς ζωῆς: παρουσίαζε τὸ χάρισμα τῆς προφητείας καὶ ἡ ὅλη παρουσία της σχεδὸν πάντα ἐπιβεβαίωνε τὴν εὐλογία της. Τὸ Συναξάρι λέει :

«Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ φαινόταν νὰ τὴ συνοδεύει ὁπουδήποτε ἐκείνη πήγαινε: ὅταν ἔμπαινε σὲ ἕνα μαγαζὶ οἱ εἰσπράξεις τῆς ἡμέρας αὐξάνονταν σημαντικά. Οἱ ἔμποροι τὴν παρακαλοῦσαν νὰ πάρει κάτι ὡς δῶρο ἢ τουλάχιστον νὰ μπεῖ στὸ κατάστημά τους. Ἤξεραν ὅτι ἐκείνη τὴ μέρα οἱ δουλειές τους θὰ πήγαιναν πολὺ καλὰ καὶ τὰ κέρδη τους θὰ ἦταν πολλά. Ὅταν περπατοῦσε στὸν δρόμο, ἀπὸ ὅλες τὶς μεριές, ἀπὸ ὅλα τὰ ἁμάξια ποὺ περνοῦσαν ἄκουγε νὰ φωνάζουν: «Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα, θέλω νὰ σὲ πάρω στὸ ἁμάξι μου ἔστω καὶ γιὰ λίγα βήματα». καὶ ὅταν ἔμπαινε σὲ κάποιο αὐτοκίνητο, τὸ εἰσόδημα τοῦ αὐτοκινήτου αὐτοῦ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἦταν πολὺ μεγάλο. Ἡ μακαρία Ξένη προτιμοῦσε νὰ κάθεται σὲ αὐτοκίνητα ἀνθρώπων ποὺ εἶχαν ἀνάγκη βοηθείας. Ἐὰν μιλοῦσε μὲ κανέναν ποὺ ἦταν στενοχωρημένος, ἀμέσως αὐτὸς καταπραϋνόταν καὶ τοῦ ἐρχόταν μία θαυματουργικὴ βοήθεια. Ὅταν ἀγκάλιαζε ἕνα ἄρρωστο παιδί, ἀμέσως αὐτὸ γινόταν καλά. Ἡ πολὺ καὶ μακροχρόνια συμπόνια της, ἄνοιξε τὸ δρόμο τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς εὐλάβειας πρὸς τὸ πρόσωπό της καὶ οἱ ἄνθρωποι γενικὰ ἔφτασαν νὰ τὴν θεωροῦν ὡς τὸ φύλακα ἄγγελο τῆς πόλης.»

Κάποτε, τὸ ἔτος 1764, ταράχτηκε πολὺ καὶ ξέσπαγε κάθε μέρα σὲ δάκρυα. Οἱ ἄνθρωποι τὴν ρωτοῦσαν τὴν αἰτία ποὺ κλαίει καὶ αὐτὴ ἀπαντοῦσε: «Αἷμα, αἷμα, αὐλάκι ἀπὸ αἷμα!». Τότε ὅλοι ἦταν ἀνήσυχοι γιὰ τὸ τί ἄραγε θὰ συνέβαινε. Ἀλλὰ τρεῖς ἑβδομάδες ἀργότερα οἱ πολίτες τῆς ἁγίας Πετρούπολης ἔμαθαν τί σήμαιναν τὰ λόγια της. Ἀπὸ τὴν ρωσικὴ ἱστορία γνωρίζουμε ὅτι ἡ προσπάθεια τοῦ ἀξιωματικοῦ Μίροβιτς νὰ ἐλευθερώσει τὸν αἰχμάλωτο βασιλέα Ἰβὰν Ἀντώνοβιτς, ποὺ ἦταν φυλακισμένος στὸ φρούριο Schlusselburg, ἀπέτυχε καὶ ὁ Ἰβὰν Ἀντώνοβιτς φονεύθηκε.

Στὶς 24 Δεκεμβρίου 1761, τὴν παραμονὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ μακαρία Ξένη περιερχόταν τοὺς δρόμους τῆς πρωτεύουσας καὶ ἔλεγε στὸν καθένα νὰ κάνη τηγανίτες. Τὴν ἑπομένη μέρα ἀκούστηκε τὸ φοβερὸ νέο: ἡ αὐτοκράτειρα Ἐλισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οἱ τηγανίτες θὰ ἦταν γιὰ τὴν ἀγρυπνία, ποὺ ἡ προικισμένη μὲ τὸ προορατικὸ χάρισμα ὁσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις ποὺ ἐκδηλωνόταν τὸ προορατικὸ χάρισμά της καὶ περιπτώσεις βοηθειῶν ποὺ πρόσφερε στὸν λαὸ μὲ τὸ χάρισμά της αὐτό, ἔχουμε πολλές.

            Μερικὲς φορές, ὅταν οἱ Χριστιανοὶ κάνουν καλὲς πράξεις, τὶς κάνουν κρυφὰ ὥστε μόνο ὁ Θεὸς νὰ βλέπει. Αὐτὸ γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Μὴν ἀφήνεις νὰ γνωρίζει ἡ ἀριστερά σου χεὶρ τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» καί, «Κάνε τὶς καλές σου πράξεις μυστικὰ ὥστε ὁ Πατέρας ποὺ σὲ βλέπει μυστικὰ νὰ σὲ ἀνταμείψει φανερά.» Αὐτὸ εἶναι ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὴν εἰκόνας τῆς Ἁγίας Ξένιας. Πρὶν πολλὰ χρόνια, ὅταν οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἁγίας Πετρούπολης ἔχτιζαν μία ἐκκλησία στὸ κοιμητήριό του Smolensk, ἡ Ἁγία Ξένια συνήθιζε νὰ πηγαίνει κατευθείαν τὸ βράδυ καὶ νὰ κουβαλάει βαριοὺς πλίνθους οἱ ὁποῖοι χρειάζονταν τὴν ἑπόμενη μέρα γιὰ τὸ χτίσιμο τῆς στέγης τῆς ἐκκλησίας. Ὅταν οἱ τεχνίτες ἔρχονταν κάθε πρωί, ἔβρισκαν τὸ σκληρότερο μέρος τῆς δουλειάς τους ἤδη τελειωμένο καὶ αὐτοὶ ἀναρωτιόνταν ποιὸς νὰ ἦταν ποὺ ἔκανε αὐτὴ τὴν εὐγενικὴ πράξη. Τελικά, δύο ἀπ’ αὐτοὺς ἀποφάσισαν νὰ περάσουν τὸ βράδυ τους στὸ κοιμητήριο. Περίμεναν καὶ περίμεναν, καὶ ὅταν ἔγινε σκοτάδι, ἡ Ἁγία Ξένια ἐμφανίστηκε. Ὅλο τὸ βράδυ, τὴν παρακολουθοῦσαν νὰ ἀνεβαίνει καὶ νὰ κατεβαίνει μὲ τὰ τοῦβλα της, τοὺς τοίχους τῆς μισοτελειωμένης ἐκκλησίας.

 

            Ἡ ἐκκλησία ποὺ ἡ Ἁγία Ξένια βοήθησε στὸ χτίσιμο εἶναι ἀκόμη στὸ κοιμητήριο τοῦ Smolensk καὶ δίπλα της ὑπάρχει ἕνα μικροσκοπικὸ παρεκκλήσιο στὸ ὁποῖο ἔχει ταφή. Προσκυνητὲς ἀπὸ ὅλη τὴ Ρωσία ἀκόμη ἔρχονται ἐκεῖ νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ ζητήσουν νὰ τοὺς βοηθήσει. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν φρικτὰ δύσκολων χρόνων στὴ Ρωσία, ὅταν οἱ ἐκκλησίες ἦταν κλειστὲς λόγω τοῦ ὅτι ὁ Κομουνισμὸς δὲν ἤθελε οἱ ἄνθρωποι νὰ λατρεύουν τὸ Θεό, προσκυνητὲς ἔρχονταν κρυφὰ στὴν Ἁγία Ξένια. Ἡ πόρτα τοῦ παρεκκλησίου ἦταν κλειδωμένη καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ μποῦν μέσα, ἔγραφαν τὶς προσευχές τους σὲ μικρὰ χαρτάκια καὶ τὰ ἄφηναν μέσα στὶς ρωγμὲς τῶν τοίχων. Στὸν Κομουνισμὸ δὲν ἄρεσε αὐτὸ καθόλου, ἀλλὰ σύντομα κατάλαβαν ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ σταματήσουν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἀγαπᾶνε τοὺς Ἁγίους, ἢ νὰ σταματήσουν οἱ Ἅγιοι νὰ τοὺς βοηθοῦν!

            Σαράντα πέντε χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἄντρα της, ἡ Ἁγία Ξένια ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ, στὴν ἡλικία τῶν ἑβδομήντα ἐνὸς ἐτῶν, κάπου στὰ 1800. Ὑποθέτουν ὅτι ἀναπαύθηκε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1806 καὶ 1814. Δὲν ὑπάρχει ἀκριβῆς πληροφορία σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν χρόνο καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ καθορίσουμε ἀκριβῶς τὴν χρονολογία τοῦ θανάτου της. Γνωρίζοντας τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ μὲ τὸν ὁποῖο τὴν περιέβαλε ὁ κόσμος μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε μὲ βεβαιότητα ὅτι ἡ κηδεία της εἶχε μεγάλη ἐπισημότητα καὶ ὅτι πολὺς κόσμος θὰ συγκεντρώθηκε, γιὰ νὰ τῆς δώσει τὸν τελευταῖο χαιρετισμό.

 Ὁ τάφος της, ἀμέσως, ἔγινε τόπος προσκυνήματος: ἔτσι πολλοὶ προσκυνητὲς ἔπαιρναν χῶμα ἀπὸ τὸν τάφο της ὡς εὐλογία καὶ νέο χῶμα ἔπρεπε νὰ τροφοδοτεῖται τακτικά. Τελικὰ τοποθετήθηκε ἐπάνω στὸν τάφο της μιὰ πλάκα ἀπὸ γρανίτη μὲ τὴν ἐπιγραφὴ :

«Εις τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐδῶ ἀναπαύεται τὸ σῶμα τῆς δούλης τοῦ Θεοῦ, Ξένης Γκριγκόριεβνα, γυναικὸς τοῦ αὐτοκρατορικοῦ πρωτοψάλτη, συνταγματάρχου Ἀνδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σὲ ἡλικία 26 ἐτῶν, μία προσκυνήτρια γιὰ 45 χρόνια, ἔζησε 71 χρόνια. Ἦταν γνωστὴ μὲ τὸ ὄνομα Ἀνδρέα Φεοντόροβιτ».

Αὐτὰ γράφονται στὸ λακωνικὸ ἐπιτύμβιο πάνω στὸν τάφο τῆς μακαρίας Ξένης, γραμμένα ἀπὸ ἕνα ἄγνωστο πρόσωπο.

Ὅμως καὶ αὐτὴ ἡ πλάκα ἐπίσης βαθμιαία χαράσσονταν καὶ φθείρονταν ἀπὸ τοὺς πιστούς. Ἔπειτα χτίστηκε στὸν τάφο της ἕνα ἐκκλησάκι μὲ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν. Πολλοὶ πιστοὶ ἄρχισαν νὰ γράφουν πιὸ τοίχους τοῦ ναϋδρίου διάφορα αἰτήματα, ὥστε ἀναγκάστηκαν νὰ τὸν χρωματίσουν. Οἱ ἱερεῖς ἔκαναν παννυχίδες στὸ ναὸ ἀπὸ νωρὶς τὸ βράδυ μέχρι ἀργὰ τὸ πρωί.

Τὰ χέρια τῶν ἀθεϊστῶν δὲν σεβάστηκαν τὸν τόπο τῆς ἀναπαύσεως τῆς ἁγίας. Γι’ αὐτὸ τὰ παράθυρα ἦταν κλειστὰ μὲ σανίδες καὶ ἡ εἴσοδος ἦταν κλειστή, ἀλλὰ ὁ δρόμος πρὸς τὸ νεκροταφεῖο Σμόλενκ ἦταν πάντοτε ἀνοιχτός. Νέοι καὶ γέροι πήγαιναν στὸ παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τὰ αἰτήματά τους γιὰ βοήθεια καὶ ἔσκυβαν στὸ ἔδαφος κοντὰ στὸν τάφο.

Καὶ ἡ μακαρία Ξένη τοὺς βοηθοῦσε ὅλους.

Θαύματα, θεραπεῖες καὶ ἐμφανίσεις τῆς Ἁγίας Ξένιας συμβαίνουν καὶ σήμερα σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπισκέπτονται τὸν τάφο της ἣ ποὺ ἁπλὰ ζητᾶνε τὶς πρεσβεῖες της. Ὁ Θεὸς θεραπεύει πολλοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ ἀσθένειες καὶ πάθη μέσω τῶν πρεσβειῶν τῆς Ἁγίας Ξένιας. Αὐτὴ τοὺς βοηθᾶ νὰ βροῦν δουλειά, σπίτι ἢ σύζυγο (ὅλα αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποία ἐκείνη ἀπαρνήθηκε στὴν δική της ζωή). Ἡ Ἁγία Ξένια δὲν εἶχε σπίτι καὶ ἔτσι γνωρίζει πόσο σκληρὸ εἶναι νὰ ἔχεις ἀνάγκη ἕνα σπίτι καὶ νὰ ζεῖς ἄστεγος. Στὴν ἐκκλησία τὴν ἡμέρα τῆς γιορτῆς της τὴν καλοῦμε «ἄστεγη περιπλανώμενη», γιατί ἐγκατέλειψε νωρὶς τὸ σπίτι της γιὰ τὸν παράδεισο.

Πρόσφατα μία γυναίκα στὴν Ἀγγλία,  νεοφώτιστη στὴν ὀρθοδοξία, ἔψαχνε νὰ βρεῖ σπίτι κοντὰ σὲ ἐκκλησία γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ παρακολουθεῖ καθημερινὰ τὴ Θεία Λειτουργία. Αὐτὴ καὶ ὁ πνευματικός της προσευχήθηκαν στὴν Ἁγία Ξένια καὶ ὦ τοῦ θαύματος σὲ λίγες μέρες ἡ γυναίκα αὐτὴ βρῆκε ἕνα διαμέρισμα σὲ ἕνα σπίτι ἀκριβῶς δίπλα ἀπὸ τὴν  ἐκκλησία! Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ!

            Ἕνα εὐσεβὴ ἔθιμο εἶναι ἡ προσφορὰ Τρισάγιου ὑπὲρ ἀναπαύσεως τοῦ συζύγου της Ἀντρέα, γιὰ τὸν ὁποῖο ἐκείνη προσευχόταν πυρετωδῶς ἕως τὸ τέλος τῆς ζωῆς της.
           Ἡ Ἁγία Ξένια  δοξάστηκε ἐπίσημα πρῶτα ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἔξω ἀπὸ τὴν Ρωσία, τὸ 1978 καὶ μετέπειτα τὸ 1988 ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Νίκων ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἡγεμόνος Κουϊντιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ Νεάπολη τῆς Ἰταλίας. Ἡ μητέρα του ἦταν Χριστιανὴ καὶ τὸν γαλούχησε μὲ τὰ νάματα τῆς εὐσεβείας καὶ ὁ πατέρας του εἰδωλολάτρης.

Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔγινε στρατιωτικὸς καὶ πολὺ γρήγορα διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀνδρεία καὶ τὴν πειθαρχία του. Ἡ ψυχή του ὅμως ποθοῦσε τὸν βίο τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς κατὰ Θεοῦ βιοτῆς. Ἔτσι ξεκίνησε τὸ ταξίδι γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἔκανε ὅμως μία πρώτη στάση στὴν Χίο, ὅπου πέρασε ἑπτὰ ἡμέρες προσευχόμενος. Στὴν συνέχεια, μετὰ ἀπὸ ἐμφάνιση Ἀγγέλου, κατέβηκε στὴν παραλία καὶ ἔφθασε στὸ ὄρος Γάνου. Ἐκεῖ βαπτίσθηκε μέσα σὲ ἕνα σπήλαιο ἀπὸ κάποιον Ἐπίσκοπο καὶ ζοῦσε μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῶν μοναχῶν ποὺ κατέφευγαν πρὸς αὐτόν.

Ἐκεῖ πληροφορήθηκε διὰ θείας ἀποκαλύψεως ὅτι πρόκειται τὸ ὄρος νὰ καταστραφεῖ ἀπὸ τὰ ἔθνη. Ἔτσι ἀναχώρησε γιὰ τὴν Μυτιλήνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ γιὰ τὴ Νεάπολη, ὅπου εἶδε γιὰ τελευταία φορὰ καὶ κήδευσε τὴ μητέρα του. Στὴν συνέχεια ἦλθε στὴ νῆσο τῆς Σικελίας καὶ ἀσκήτευε μὲ τοὺς μοναχοὺς τῆς συνοδείας του στὸ ὄρος τοῦ Ταυρομενίου. Ἐκεῖ δέχθηκε τὴν ἐπίθεση τοῦ ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος τοὺς μὲν μαθητὲς τοῦ Ἁγίου τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς καρατόμησε, τὸν δὲ Ἱερομάρτυρα Νίκωνα, ἀφοῦ τὸν βασάνισε, τοῦ ἀπέκοψε τὴν κεφαλή.

Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νίκων καὶ οἱ ἑκατὸν ἐνενήντα ἐννέα μαθητὲς αὐτοῦ εἰσῆλθαν, τὸ ἔτος 250 μ.Χ., στὴ μακαρία ζωὴ τοῦ Θεοῦ, ὅπου δὲν ὑπάρχει θλίψη ἢ στεναχώρια ἢ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Νικήσας τὸν δόλιον, ἀσκητικαῖς ἀγωγαῖς, κανὼν ἐχρημάτισας, τῶν σῶν κλεινῶν φοιτητῶν, ἀκρότητι βίου σου· ὅθεν σὺν τούτοις ἅμα, γεγονὼς ἐν τῇ Δύσει, ἔδυσας ἐν ἀθλήσει, σὺν αὐτοῖς Πάτερ Νίκων, μεθ' ὧν καὶ κατεφοίτησας αἴγλῇ τῇ ἄνωθεν.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.

Ὡς ἀσκητῶν ὁμότροποι, καὶ ἀθλητῶν ἐφάμιλλοι, μαρτυρικῶς Κυρίῳ προσήχθητε, στερροὶ Ὁσιομάρτυρες· ποδηγὸν ἀσφαλῆ γὰρ, κεκτημένοι τὸν ἔνδοξον Νίκωνα, ἠθλήσατε σὺν τούτῳ, συμψάλλοντες, Ἀλληλούϊα.

Μεγαλυνάριον.

Νίκῃ στεφανούμενος ἀληθεῖ, πρὸς πόθον παιδεύεις, παλαισμάτων νικοποιῶν, τὴν τῶν φοιτητῶν σου, χορείαν θεοφόρε, μεθ’ ὧν καὶ ἐναθλήσας, νίκων δεδόξασαι. 

Ὁ Ἅγιος Δομέτιος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Δομέτιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν χώρα τῆς Φρυγίας. Βλέποντας ὅμως ὅτι πολλοὶ ἀρνοῦνταν τὸν Χριστὸ καὶ προσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα, δυσφοροῦσε καὶ ἀγανακτοῦσε. Μία ἡμέρα, λοιπόν, ἐνῷ γινόταν ἱπποδρομία καὶ προσφερόταν θυσία στὰ εἴδωλα, δὲν μπόρεσε νὰ ὑπομείνει ἄλλο. Ποθώντας μὲ θεϊκὸ ζῆλο νὰ μαρτυρήσει τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ, στάθηκε στὸ μέσο τοῦ θεάτρου καὶ μὲ μεγάλη φωνὴ καταράστηκε τὸν ἀποστάτη Ἰουλιανό, ἔπτυσε ὅλους ὅσους λάτρευαν τὰ εἴδωλα καὶ χλεύασε τοὺς ψεύτικους θεούς. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη καὶ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια. Στὸ τέλος, ἐπειδὴ δὲν ἀρνιόταν τὸν Χριστό, τοῦ ἀπέκοψαν διὰ ξίφους τὴν ἱερὰ κεφαλή του.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου κατὰ τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ., καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Θαυματουργός ἐκ Ρωσίας 

Δομήτωρ καὶ ἀρχηγὸς τῆς μονῆς τοῦ Σωτῆρος στὴν Τοτίμη τῆς Ρωσίας. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Νίκων καθηγούμενος τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου

Ὁ Ὅσιος Νίκων ἔζησε στὴν Ρωσία κατὰ τὸν 11ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἦταν μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου ( 10 Ἰουλίου). Ἦταν μοναχὸς στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου καὶ εἶχε τιμηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ ἱερατικὸ ἀξίωμα. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου ἔκειρε μετὰ ἀπὸ κανονικὴ δοκιμασία καὶ κατάλληλη πνευματικὴ προετοιμασία ὅσους ζητοῦσαν μὲ πόθο τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα. Ἀξιώθηκε μάλιστα τῆς μεγάλης τιμῆς νὰ κείρει μὲ τὰ χέρια του τὸν Ὅσιο Θεοδόσιο ( 3 Μαΐου), τὸν μεγάλο θεμελιωτὴ τῆς μοναχικῆς ζωῆς στὴ Ρωσία. Ἔκειρε ἀκόμη, περὶ τὸ ἔτος 1062, δύο μεγάλες μορφὲς τῆς Λαύρας, τὸν ἐπιφανὴ βογιάρο Βαρλαὰμ καὶ τὸν εὐνοῦχο ἡγεμόνα Ἐφραίμ.

Γι’ αὐτὲς ὅμως τὶς μοναχικὲς κουρὲς ὑπέμεινε μεγάλη θλίψη. Ὁ ἡγεμόνας Ἰζιασλάβος ὀργίσθηκε πολύ, ἐπειδὴ ἔχασε ἀπὸ κοντά του δύο σπουδαῖα πρόσωπα, δύο χρήσιμους συνεργάτες καὶ θύμωσε μὲ τοὺς Ὁσίους. Διέταξε νὰ φέρουν μπροστά του ἐκεῖνον ποὺ τόλμησε νὰ τοὺς κείρει μοναχούς. Ὁ Ὅσιος Νίκων ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα. Ἐκεῖνος τὸν κοίταξε μὲ περισσὴ ὀργὴ καὶ φώναξε:

Ἐσὺ καλόγερε, τόλμησες νὰ κάνεις σὰν κι ἐσένα, τὸν βογιάρο καὶ τὸν εὐνοῦχο μου;

Ναί, ἐγώ, μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ὁσίου πατέρα μου καὶ τὴν εὐλογία τοῦ οὐράνιου Βασιλέως Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ τοὺς κάλεσε σὲ αὐτὸ τὸ δρόμο τῆς ἀσκήσεως, ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος ἤρεμα καὶ θαρρετά.

Ὁ ἡγεμόνας μὲ μανία τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ οἱ νέοι μοναχοὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν πρότερή τους κατάσταση. Σὲ ἀντίθεση περίπτωση θὰ κατέστρεφε τὸ σπήλαιο.

Μετὰ ἀπὸ τὸ ἐπεισόδιο αὐτό, οἱ ἀδελφοὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὸ σπήλαιο καὶ νὰ φύγουν μακριά, σὲ ἄλλο τόπο, ὅπου δὲν θὰ ἔφθανε ἡ ἡγεμονικὴ ὀργή. Τότε ὁ Ὅσιος Νίκων πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν καὶ ἐκεῖ, κοντὰ στὴν πολίχνη, βρῆκε ἕναν ἔρημο τόπο, ὅπου ἐγκαταστάθηκε. Ἐπιδόθηκε ἀμέσως σὲ σκληροὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες, ζωντας μὲ σιωπή, «μόνος μόνω τῷ Θεῷ προσευχόμενος». Ἡ παρουσία του δὲν ἄργησε νὰ γίνει γνωστὴ καὶ ἡ φήμη του νὰ ἁπλωθεῖ σὲ ὁλόκληρη τὴν περιοχή.

Ἡ Ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη δὲν εἶχε ἀκόμη στερεωθεῖ ἐκεῖ καὶ ἡ μοναχικὴ ζωὴ ἦταν τελείως ἄγνωστη. Σιγὰ – σιγὰ οἱ κάτοικοι ἄρχισαν νὰ πλησιάζουν τὸν Ὅσιο καὶ νὰ ἐντυπωσιάζονται ἀπὸ τὴν παράξενη γι’ αὐτοὺς ζωή του. Ἐκεῖνος τότε, γιὰ τὴν δόξα τοῦ Κυρίου, ἔλυνε τὴν σιωπή του καὶ τοὺς μιλοῦσε γιὰ τὸν ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ὅλοι σαγηνεύονταν ἀπὸ τὴ σοφία, τὴν γνώση καὶ τὴν ἁγιότητά του, μετανοοῦσαν καὶ δόξαζαν τὸν Κύριο μὲ τὴν ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τους. Ἀργότερα, ὁρισμένοι ζήτησαν ἀπὸ τὸν Ὅσιο νὰ τοὺς κάνει μοναχούς. Καί ἐκεῖνος, ἀφοῦ τοὺς δοκίμαζε καὶ τοὺς νουθετοῦσε, τοὺς ἔκειρε. Ἔτσι τέθηκαν τὰ θεμέλια γιὰ τὴν κατοπινὴ ἀνέγερση τῆς μονῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ ἔγινε σπουδαῖο μοναστικὸ κέντρο, ἰσάξιο τῆς μονῆς τῶν Σπηλαίων.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγεμόνα τοῦ Τμουταρακᾶν Ροστισλάβου Βλαντιμίροβιτς, οἱ κάτοικοι τῆς χώρας παρακάλεσαν τὸν Ὅσιο Νίκωνα, στὸν ὁποῖο ἔτρεφαν ἀπεριόριστη ἐμπιστοσύνη καὶ ἀφοσίωση, νὰ πάει στὸν ἡγεμόνα τοῦ Τσερνιγκὼφ Σβιατοσλάβο Γιαροσλάβιτς καὶ νὰ ζητήσει τὸν υἱό του Γκλὲμπ γιὰ τὴν ἡγεμονία τοῦ Τμουταρακᾶν.

Ὁ Ὅσιος ἐκτέλεσε μὲ ἐπιτυχία τὴν δακονία ποὺ τοῦ ἀνέθεσε τὸ ποίμνιό του. Ἐπιστρέφοντας μαζὶ μὲ τὸν πρίγκιπα Γκλὲμπ Σβιατοσλάβιτς, πέρασε ἀπὸ τὸ Κίεβο καὶ ἐπισκέφθηκε τὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων. Ὅταν ὁ μακάριος ἡγούμενος Θεοδόσιος ἀντίκρισε, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια, τὸν παλαιὸ συνασκητή του, σκίρτησε ἀπὸ χαρά. Ἔπεσαν καὶ οἱ δύο στὴν γῆ καὶ ἔβαλαν βαθιὰ μετάνοια ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Ὕστερα ἀγκαλιάσθηκαν κλαίγοντας ἀπὸ συγκίνηση καὶ κάθισαν νὰ συζητήσουν.

Ὅταν ὁ Ὅσιος Νίκων, μετὰ ἀπὸ πολὺ ὥρα ἑτοιμάσθηκε νὰ φύγει, ὁ μακάριος Θεοδόσιος ξέσπασε πάλι σὲ λυγμοὺς καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ μείνει στὰ Σπήλαια, γιὰ νὰ συνεχίσουν μαζὶ τὴν ἐπίγεια ἀσκητικὴ ὁδοιπορία τους.

Πρέπει νὰ πάω, εἶπε ὁ Νίκων, νὰ ρυθμίσω ὅτι ἀφορᾶ στὸ μοναστήρι μου. Ἔπειτα, ἂν εἶναι θέλημα Θεοῦ, θὰ ἐπιστρέψω.

Πράγματι ὁ Ὅσιος, πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν μὲ τὸν πρίγκιπα Γκλέμπ, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε καὶ τὴν ἡγεμονία τῆς χώρας. Ὁ ἴδιος φρόντισε νὰ τακτοποιήσει μὲ ἐπιμέλεια τὶς ὑποθέσεις τῆς μονῆς του καὶ κατόπιν, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσή του, γύρισε στὴ Λαύρα, κοντὰ στὸν Ὅσιο Θεοδόσιο. Ὑποτάχθηκε μὲ ταπείνωση στὸν Ἅγιο ἡγούμενο καὶ ἐκτελοῦσε μὲ ἀκρίβεια ὅλες του τὶς ἐντολές, νεκρώνοντας τὸ δικό του θέλημα. Καὶ ὁ μακάριος Θεοδόσιος, ὅταν χρειαζόταν νὰ λείψει ἀπὸ τὴ μονή, ἄφηνε ὡς ἀντικαταστάτη του, στὴ διαποίμανση τῆς ἀδελφότητας, τὸν Νίκωνα.

Πολλὲς φορὲς ὁ Ὅσιος Νίκων, ποὺ γνώριζε τὴν τέχνη τῆς βιβλιοδεσίας, ἔραβε καὶ ἔδενε βιβλία. Τότε ὁ Θεοδόσιος καθόταν ταπεινὰ δίπλα του, ἂν καὶ ἦταν ἡγούμενος καὶ τοῦ ἑτοίμαζε τοὺς σπόγγους ποὺ χρειαζόταν γιὰ τὸ ἐργόχειρό του. Τὴν ὥρα ἐκείνη, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες εὐκαιρίες, οἱ δυὸ Ὅσιοι μάζευαν γύρω τους τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τοὺς νουθετοῦσαν μὲ πνευματικὲς διδαχὲς καὶ ἀσκητικοὺς λόγους.

Ἀργότερα ὅμως, ὅταν ξέσπασε ἡ γνωστὴ διαμάχη ἀνάμεσα στοὺς τρεῖς ἀδελφοὺς ἡγεμόνες, τοῦ Κιέβου Ἰζιασλάβο, τοῦ Τσερνιγκὼφ Σβιατοσλάβο καὶ τοῦ Περεγιασλὰβ Βσέβολοντ, ὁ Ὅσιος Νίκων ἐπέστρεψε στὸ Τμουταρακᾶν, ὅπου ἔζησε μερικὰ χρόνια μὲ τὸν ἴδιο ἀσκητικὸ ζῆλο.

Ὅταν ἔμαθε ὅτι εἰρήνευσε ὁ τόπος τοῦ Κιέβου, ὁ Ὅσιος πῆρε πάλι τὸν δρόμο γιὰ τὴν Λαύρα. Φθάνοντας ὅμως ἐκεῖ, διαπίστωσε πὼς ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος δὲν ἦταν πιὰ στὴν ζωή. Ἡγούμενος τώρα ἦταν ὁ φιλόθεος Στέφανος. Ὁ Ὅσιος Νίκων ἀποφάσισε νὰ τελειώσει τὸν ἐπίγειο βίο του στὴ μονὴ τῆς μετάνοιάς του. Ἔμεινε λοιπὸν ἐκεῖ καὶ ἐπισκεπτόταν συχνὰ τὸν τάφο τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου, λούζοντάς τον κάθε φορὰ μὲ δάκρυα χαρμολύπης.

Ὅταν μὲ τὴ συνεργία τοῦ πονηροῦ, ὁρισμένοι ἀδελφοὶ δημιούργησαν ἀναταραχὴ στὴν ἀδελφότητα καὶ ἀπομάκρυναν τὸν μακάριο Στέφανο ἀπὸ τὴν ἡγεμονία τῆς μονῆς, ἡγούμενος ἀναδείχθηκε ὁ Ὅσιος Νίκων. Μὲ διάκριση καὶ σοφία ἀγωνίσθηκε ὁ Ὅσιος νὰ φέρει τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ὁμόνοια στὴν ἀδελφότητα. Καὶ τὸ κατόρθωσε μὲ μεγάλο κόπο, πολὺ ὑπομονὴ καὶ περισσότερη προσευχή. Οἱ ἀδελφοί, ἀναγνωρίζοντας τὴν ἀκεραιότητα, τὴν σύνεση καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἡσύχασαν καὶ ὑποτάχθηκαν σὲ αὐτόν, ὡς σὲ φωτισμένο πατέρα, διδάσκαλο καὶ πνευματικὸ ὁδηγό.

Πολλὲς φορὲς ὁ μοχθηρὸς διάβολος προσπάθησε νὰ δημιουργήσει νέα σκάνδαλα καὶ νὰ βάλει ἐμπόδια στὴν ἀνύσταχτη φροντίδα τοῦ Ὁσίου νὰ καθοδηγεῖ στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας τὶς ψυχὲς ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος. Οἱ σκοτεινοὶ σκοποί του ὅμως δὲν μποροῦσαν νὰ σβήσουν τὸ φῶς τῶν ἀρετῶν τοῦ πιστοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ.

Στὰ χρόνια τῆς ἡγουμενίας τοῦ Ὁσίου Νίκωνος, ἔγινε μὲ τρόπο θαυμαστὸ ἡ ἁγιογράφηση τοῦ ναοῦ τῶν Σπηλαίων ἀπὸ Ἕλληνες ἁγιογράφους, σταλμένους ἀπὸ τὴν Κυρία Θεοτόκο.

Ὁ Ὅσιος Νίκων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1088. Ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων, ὅπου μέχρι σήμερα τὸ τίμιο λείψανό του ἀναπαύεται ἄφθορο καὶ ἀκέραιο, τιμημένο μὲ τὴ δόξα καὶ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος τοῦ Νερέχτα, κατὰ κόσμον Ἰωακείμ, γεννήθηκε κοντὰ στὴν πόλη τοῦ Βλαντιμὶρ στὴ Ρωσία τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. Ἦταν κτήτορας τῆς μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1384.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Βασσιανὸς Ἐπίσκοπος Ροστὼβ τῆς Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Βασσιανὸς ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ροστὼβ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1481.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Ἁγιαννανίτης

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Λουκᾶς γεννήθηκε στὴν Ἀνδριανούπολη τῆς Θράκης καὶ οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἀθανάσιος καὶ Δομνίτσα. Σὲ ἡλικία ἕξι ἐτῶν ὀρφάνεψε ἀπὸ πατέρα καὶ παραδόθηκε ἀπὸ τὴν μητέρα του σὲ κάποιο Ζαγοραῖο, μετὰ τοῦ ὁποίου ἐγκαταστάθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Σὲ ἡλικία δεκατριῶν ἐτῶν, μετὰ ἀπὸ κάποιο ἄτυχο περιστατικὸ φιλονικίας μὲ κάποιον τουρκόπαιδα, ἀναγκάστηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ γίνει Μωαμεθανός. Ἐπειδὴ ἔνιωθε τύψεις συνειδήσεως, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Τούρκου ἀφέντη του καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὴ περιπλάνηση, ἀφοῦ ἦλθε στὴ Σμύρνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Θήρα, ἔφθασε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ παρέμεινε ἀρκετὸ καιρὸ διερχόμενος μονὲς καὶ σκῆτες. Στὸ τέλος ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ Σταυρονικήτα.

Φλεγόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου, ὁ Λουκᾶς ἀναχώρησε τὸν μῆνα Μάρτιο τοῦ 1802, ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ μετέβη στὴ Μυτιλήνη. Παρουσιάσθηκε στὸν κριτὴ τῆς πόλης, ἔλεγξε μὲ θάρρος τὴ μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ κήρυξε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Καὶ παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τὶς ἀπειλές, ὁ Μάρτυς παρέμεινε στερεωμένος στὴν πατρώα εὐσέβεια.

Ὁδηγούμενος πρὸς τὴν οἰκία τοῦ Ναζήρη, συνάντησε τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης, ποὺ ὁδηγοῦνταν καὶ αὐτὸς πρὸς τὸ κριτήριο. Ὁ Ἅγιος ἔσκυψε τὴν κεφαλή του καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία καὶ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἀρχιερέως. Οἱ Τοῦρκοι, μόλις τὸ εἶδαν αὐτό, ἐξεμάνησαν καὶ τὸν ἔδειραν ἀνηλεῶς. Παρὰ τὸν ἐπικείμενο φόβο καὶ τὴν ἀπειλούμενη γενικὴ σφαγὴ ὁ Ἐπίσκοπος διέταξε νὰ γίνει δέηση σὲ ὅλους τούς ναοὺς ὑπὲρ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ, Λουκᾶ.

Ὁ Ἅγιος, μόλις παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ Ναζήρη καὶ ἐνώπιον πλήθους Τούρκων, ὁμολόγησε καὶ πάλι τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ τὴν ἀνάκριση, τοῦ δόθηκε τριήμερη προθεσμία, γιὰ νὰ σκεφθεῖ καὶ νὰ ἀποφασίσει. Ὅταν πέρασαν οἱ τρεῖς ἡμέρες καὶ ἐξέπνευσε ἡ προθεσμία, ὁ Ἅγιος Λουκᾶς συνέχισε νὰ παραμένει ἀμετακίνητος στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Γι’ αὐτὸ καταδικάσθηκε στὸν διὰ ἀπαγχονισμοῦ θάνατο.
Τὸ ἱερὸ λείψανό του παρέμεινε τρεῖς ἡμέρες στὴν ἀγχόνη καὶ μετὰ ταῦτα τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίων ἰσότιμος, καὶ Ἀθλητῶν κοινωνός, ὑστέροις ἐν ἔτεσιν, ἐν ἀμφοτέροις Χριστόν, δοξάσας γεγένησαι· ὅθεν ἡ τῆς Προγόνου, τοῦ Χριστοῦ σεπτὴ Σκήτη, χαίρει Ὁσιομάρτυς, τῇ ἁγίᾳ σου δόξῃ, καὶ πόθῳ μακαρίζει σε, Λουκᾶ παμμακάριστε.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν Χριστὸν ἐδόξασας ἐσχάτοις χρόνοις, τῇ στερρᾷ ἀθλήσει σου, καταβαλὼν τὸν δυσμενῆ· διό σοι χαῖρε κραυγάζομεν, Ὁσιομάρτυς Λουκᾶ παναοίδιμε.

 

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής, καὶ τῶν Ἀθλοφόρων, ἰσοστάσιος ἐν παντί· χαίροις ὁ τῆς δόξης, Χριστοῦ κατατρυφήσας, Λουκᾶ Ὁσιομάρτυς, ἀθλήσας ἄριστα.