Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης καὶ ἦταν διάκονος μεταξὺ τῶν ἑπτὰ διακόνων τῆς πρώτης Ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλὴμ (Πράξ. στ’).
Ἐπίσης, ἦταν ἔγγαμος καὶ εἶχε τέσσερις θυγατέρες, προικισμένες μὲ προφητικὸ χάρισμα. (Πράξ. κα’ 8 – 9). Ὁ Φίλιππος, ὅμως, δὲν στάθηκε μόνο στὴν Ἱερουσαλήμ. Πῆγε στὴ Σαμάρεια καὶ κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο, σὰν γνήσιος καὶ αὐτὸς «Ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ πίστιν ἐκλεκτῶν θεοῦ καὶ ἐπὶ γνῶσιν ἀληθείας τῆς κατ’ εὐσέβειαν». Δηλαδὴ Ἀπόστολος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ διδάξει μεταξὺ ἐκείνων ποὺ ἐξέλεξε ὁ Θεός, τὴν πίστη καὶ τὴν ἐπίγνωση τῆς ἀλήθειας, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν εὐσέβεια.
Ἐκεῖ στὴν Σαμάρεια, διὰ τοῦ κηρύγματός του βάπτισε χριστιανὸ τὸν Σίμωνα τὸν μάγο. Ἔπειτα, ὁ Φίλιππος συνάντησε στὸ δρόμο του τὸν Εὐνοῦχο τῆς βασίλισσας Κανδάκης, καὶ ἀφοῦ τὸν κατήχησε, βάπτισε καὶ αὐτὸν Χριστιανό. Κατόπιν, πῆγε στὶς Τράλλεις τῆς Μ. Ἀσίας, ὅπου μὲ τὴ διδασκαλία του ἔπεισε ὅλους σχεδὸν τοὺς κατοίκους τῆς πόλης νὰ πιστέψουν στὸν Χριστό.
Ὁ Φίλιππος στὴν πόλη αὐτή, ἀφοῦ ἔκτισε καὶ χριστιανικὸ ναό, παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν ψυχή του.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας χάριτος, πλήρης ὑπάρχων, διηκόνησας, τῇ Ἐκκλησίᾳ, ὡς Διάκονος τοῦ Λόγου Ἀπόστολε· θεοσημείαις δὲ θείαις χρησάμενος, τῆς Σαμαρείας τὰ πλήθη κατηύγασας. Μάκαρ Φίλιππε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Φωτισθεὶς ἐν Πνεύματι τῷ Παναγίῳ, τὰ τῆς γῆς πληρώματα, ταῖς σαῖς φωτίζεις διδαχαῖς, καὶ τῶν θαυμάτων λαμπρότησι, ἱερομύστα Ἀπόστολε Φίλιππε.
Μεγαλυνάριον.
Πίστεως τὸ πλήρωμα γεωργῶν, ἐξ αὐτοῦ παρέχεις, τῷ πληρώματι τῶν πιστῶν, ὡς ἐκλελεγμένος, διακονεῖν ἁγίοις· ἐξ οὗ ἡμῖν μετάδος, Φίλιππε ἔνδοξε.
Οἱ Ἁγίες Ζηναΐδα καὶ Φιλονίλλα
Οἱ Ἅγιες Ζηναΐδα καὶ Φιλονίλλα ἦταν ἀδελφές. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας καὶ ἦταν συγγενεῖς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Ἀφοῦ ἄφησαν τὴν πατρίδα τους καὶ ἐγκατέλειψαν ὅλα τους τὰ ὑπάρχοντα, περιόδευαν καὶ ἀσκοῦσαν τὴν ἰατρικὴ ἐπιτελώντας ταυτόχρονα ἔργο ἀποστολικό, κηρύττοντας τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Κάποτε ἔφτασαν στὴν πόλη Δημητριάδα, ὅπου καὶ διέμειναν σὲ ἕνα σπήλαιο. Κατὰ τὴν διαμονή τους στὸ σπήλαιο αὐτὸ ἡ Ζηναΐδα θεράπευε ἀπὸ κάθε ἀσθένεια ὅσους προσέτρεχαν σὲ αὐτὴν γιὰ βοήθεια. Ἡ Φιλονίλλα ἔκανε μακροχρόνιες νηστεῖες καὶ πραγματοποίησε πολλὲς θαυματουργὲς θεραπεῖες καὶ ἀλλὰ θαύματα.
Καὶ οἱ δυὸ Ἁγίες ἐκοιμήθηκαν ἐν εἰρήνῃ στὸ σπήλαιο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Περίφημος λόγιος κληρικὸς καὶ ὑπέρμαχος τῆς ἡσυχαστικῆς διδασκαλίας τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ. Καταγόταν ἀπὸ ἀξιόλογη οἰκογένεια τῆς Θεσσαλονίκης, ἀσπάστηκε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ χρημάτισε ἡγούμενος τῆς Μονῆς τῆς Μεγίστης Λαύρας στὸ Ἅγιον Ὄρος κατὰ τὴν περίοδο τῶν ἡσυχαστικῶν ἐρίδων.
Ὑπέγραψε τὸν Ἁγιορείτικο Τόμο γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς ἡσυχαστικῆς ἄσκησης (1339) καὶ ἔγραψε δύο σημαντικοὺς θεολογικοὺς λόγους ἐναντίον τοῦ Γρηγορίου Ἀκινδύνου.
Τὸ 1347 ἐξελέγη μητροπολίτης Ἡράκλειας τῆς Θρᾴκης καὶ ἔλαβε μέρος στὴν μεγάλη σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1351), ἡ ὁποία διακήρυξε τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ μὲ τὸν περίφημο «Τόμο».
Μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ πατριάρχη Καλλίστου Α’ ἐξελέγη πατριάρχης (1353), ἀλλὰ μετὰ τὴν ἀποκατάσταση τοῦ Καλλίστου, ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο (1354), στὸν ὁποῖο ἐπανῆλθε τὸ 1364. Κατὰ τὴν δεύτερη πατριαρχία του ὑποστήριξε τὴν θεολογία τῶν ἡσυχαστῶν καὶ ἀποδοκίμασε τὴν προσπάθεια τῶν ἀδελφῶν Δημητρίου καὶ Προχόρου Κυδώνη νὰ εἰσαγάγουν στὸ Βυζάντιο τὴν σχολαστικὴ θεολογία τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη.
Στὴν σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1368) ἀφορίστηκε ὁ Πρόχορος Κυδώνης καὶ ἀνανεώθηκε τὸ κῦρος τοῦ Τόμου τῆς συνόδου τοῦ 1351. Ἄσκησε μὲ μεγάλη σύνεση τὰ πατριαρχικά του καθήκοντα καὶ ἔδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ὀργάνωση τῶν Ἐκκλησιῶν Ρωσίας, Σερβίας, Βλαχίας, Βουλγαρίας κ.ἄ., στὶς ὁποῖες διαδόθηκε ἡ ἡσυχαστικὴ θεολογία καὶ πνευματικότητα.
Στὶς σχέσεις του μὲ τὸν παπικὸ θρόνο ὑποστήριξε τὴν ἀνάγκη σύγκλησης Οἰκουμενικῆς συνόδου γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν διαφορῶν. Ἔγραψε θεολογικὲς πραγματεῖες καὶ λόγους γιὰ τὴν ὑποστήριξη τοῦ Ἡσυχασμοῦ, ὅπως ἐπίσης βίους καὶ ἀκολουθίες ἁγίων.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ὁμολογητής ὁ Γραπτός, Ἐπίσκοπος Νίκαιας
Ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Θεοδώρου τοῦ Γραπτοῦ καὶ διακρινόταν γιὰ τὴ μάθηση τῶν ἁγίων γραφῶν καὶ τῆς ἱερῆς θεολογίας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀκριβὴ γνώση τῶν ἀρχαίων Ἑλληνικῶν συγγραφῶν.
Ὁ Θεοφάνης τὸ 838, ἔθαψε μὲ μεγάλη λύπη τὸν ἀδελφό του Θεόδωρο, ὅταν αὐτὸς πέθανε στὴν ἐξορία. Κατόπιν ὁ Θεοφάνης ἐξορίστηκε στὴ Θεσσαλονίκη.
Ὅταν πέθανε ὁ εἰκονομάχος βασιλιὰς Θεόφιλος, ἀνέλαβε τὴ διαχείριση τῆς βασιλικῆς ἀρχῆς. Ὁ δὲ Πατριάρχης Μεθόδιος, ἔκανε τὸν Θεφάνη Μητροπολίτη Νικαίας. Ἐπιτέλεσε τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα μὲ μεγάλη ἀκρίβεια καὶ πέθανε ἥσυχος μὲ τὴ συνείδησή του, ὅτι ἐκπλήρωσε ἄρτια τὰ καθήκοντά του πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ σὰν ἁπλὸς Ἱερομόναχος καὶ σὰν ἐπισκοπικὸς κυβερνήτης.
Ὁ Θεοφάνης ὁ Γραπτὸς εἶναι ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους Ἕλληνες θρησκευτικοὺς ποιητὲς καὶ ὑμνογράφους τοῦ 8ου αἰῶνα, ἀφοῦ συνέγραψε πολλοὺς κανόνες.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Μυηθεῖς τῶν Ἀγγέλων Πάτερ τὸ σύντονον, θεοφανείας ἀρρήτου ἐδείχθης σάλπιγξ χρυσῆ, περιούσιον λαὸν τρέφων τοῖς λόγοις σου· τῶν γὰρ πανσόφων σου ᾠδῶν, ἡ πανεύσημος μολπή, εὐφραίνει τὴν Ἐκκλησίαν, δι’ ἣν λαμπρῶς ἠγωνίσω, θεομακάριστε Θεόφανες.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀνεφάνης Ὅσιε τῇ Ἐκκλησίᾳ, ὥσπερ ἄλλος ἥλιος, ταύτην φωτίζων ἀστραπαῖς, τῶν σῶν δογμάτων Θεόφανες, ὡς θυηπόλος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Ὄργανον τοῦ Πνεύματος ἐμμελές, λιγυρὰ κινύρα, ἐξαγγέλουσα τοῖς ἐν γῇ, τῶν ἐπουρανίων, ᾀσμάτων τὰς ὑψώσεις, ὑπάρχεις Ἱεράρχα, Πάτερ Θεόφανες.
Οἱ Ἅγιοι Νεκτάριος, Ἀρσάκιος καὶ Σισίνιος Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Νεκτάριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας. Ἱερὸς καὶ ὅσιος στὴ ζωή, συγκλητικὸς στὸ ἀξίωμα. Κατὰ τὴν Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, μετὰ τὴν παραίτηση τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ τὴν καθαίρεση τοῦ αἱρετικοῦ Πατριάρχη Μαξίμου, μὲ κοινὴ ψῆφο λαοῦ καὶ κλήρου καὶ γνώμη τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου, ἂν καὶ λαϊκὸς (καὶ μάλιστα ἀβάπτιστος), ἐκλέχτηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (381 – 397) ἀφοῦ βέβαια πρῶτα βαπτίστηκε. Μὲ μεγάλη θεοσέβεια ἀφοῦ ποίμανε τὴν ἐκκλησία, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἀρσάκιος καταγόταν καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Πατριάρχη Νεκταρίου. Ὁ Ἀρσάκιος ἦταν πρεσβύτερος τῆς ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ κλήθηκε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο (404 – 405) σὰν διάδοχος τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου καὶ ἐνῷ εἶχε περάσει τὸ 80ο ἔτος τῆς ἡλικίας του. Ἥσυχα καὶ κατὰ Χριστὸν ἀφοῦ ἔζησε μετὰ ἀπὸ μικρὴ πατριαρχία, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Σισίνιος ἀνέλαβε τὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὶς ἀρχὲς τοῦ 426, διαδεχθεῖς τὸν Πατριάρχη Ἀττικό. Πρὸ τῆς ἐκλογῆς του, ἔκανε τὰ καθήκοντα τοῦ πρεσβυτέρου στὴν Ἔλαια. Ὁ Σισίνιος ἦταν φημισμένος γιὰ τὶς ἀρετές του καὶ γιὰ τὶς ἄοκνες προσπάθειές του γιὰ τὴν περιποίηση τῶν φτωχῶν. Ἡ χειροτονία του καὶ ἡ ἐγκαθίδρυσή του ἔγινε ἀπὸ Σύνοδο, ποὺ συγκάλεσε ὁ Θεοδόσιος ὁ Β’. Ὁ Σισίνιος ὁ Α’ καὶ σὰν πατριάρχης ἐξακολουθοῦσε τὴν φιλανθρωπική του δράση καὶ ἀναδείχτηκε φιλόστοργος πατέρας τῶν φτωχῶν τάξεων. Πατριάρχευσε ἕνα χρόνο καὶ δέκα μῆνες. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 87 χρονῶν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Μνήμη Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
Αὐτὴ ἔγινε στὴ Νίκαια τὸ 787, ἐπὶ βασιλέως Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης, τῆς μητέρας του, καὶ ἐπὶ Ἀδριανοῦ Πάπα Ρώμης, Ταρασίου Κωνσταντινουπόλεως, Πολιτιανοῦ Ἀλεξανδρείας, Θεοδωρήτου Ἀντιοχείας καὶ Ἠλία Ἱεροσολύμων.
Συνολικὰ οἱ Πατέρες ποὺ ἔλαβαν μέρος στὴ Σύνοδο αὐτὴ ἦταν 365 καὶ ἀναθεμάτισαν τὴν αἵρεση τῶν εἰκονομάχων. Διατύπωσαν, ὅτι ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνηση τῆς Εἰκόνας διαβαίνει στὸ πρωτότυπο (δηλαδὴ στὸν εἰκονιζόμενο Ἅγιο) καὶ ὄχι στὰ καθ’ αὐτὸ ξύλο καὶ χρῶμα τῆς εἰκόνας.
Ἡ μνήμη τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τιμᾶται τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν 11η Ὀκτωβρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Ἑβδόμης Συνόδου τοὺς Πατέρας ὑμνήσωμεν, ὡς τῆς Ἐκκλησίας φωστῆρας καὶ θερμοὺς ἀντιλήπτορας· Εἰκόνα γὰρ τὴν θείαν τοῦ Χριστοῦ, ἐκήρυξαν τιμᾶσθαι εὐσεβῶς, καθελόντες τῶν αἱρέσεων τὴν ὀφρύν, καὶ πρὸς αὐτοὺς βοήσωμεν· Δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ βεβαιοῦντι δι’ ὑμῶν, πίστιν τὴν Ὀρθόδοξον.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὑπερδεδοξασμένος εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς, τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, καὶ δι’ αὐτῶν, πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας· Πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταῖς θείαις τοῦ Πνεύματος, καὶ ἑπταρίθμοις αὐγαῖς, Πατέρες οἱ ἔνθεοι, καταυγασθέντες τὸν νοῦν, Ἑβδόμην συνέλευσιν, ἤθροισαν ἐκ περάτων, ἐν Νικαίᾳ τῇ πόλει, ἱδρύσαντες θεοφρόνως, τὰς πανσέπτους Εἰκόνας. Αὐτῶν μετ’ εὐφροσύνης, τῇ μνήμῃ ᾄσωμεν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Χειρόγραφον εἰκόνα.
Ἐκ Πατρὸς ἐκλάμψας, Υἱὸς ἀρρήτως, ἐκ γυναικὸς ἐτέχθη διπλοῦς τῇ φύσει· Ὃν εἰδότες οὐκ ἀρνούμεθα, τῆς μορφῆς τὸ ἐκτύπωμα· αὐτὸ δὲ εὐσεβῶς ἀνιστοροῦντες, σέβομεν πιστῶς· καὶ διὰ τοῦτο, τὴν ἀληθινὴν πίστιν κρατοῦσα, ἡ Ἐκκλησία ἀσπάζεται, τὴν εἰκόνα τῆς Χριστοῦ ἐνανθρωπήσεως.
Μεγαλυνάριον.
Τοὺς θείους Πατέρας τοὺς τὴν σεπτήν, Σύνοδον Ἑβδόμην, συγκροτήσαντας ἱερῶς, καὶ τετιμηκότας, Εἰκόνας τὰς ἁγίας, ᾀσμάτων συμφωνίᾳ, ἀνευφημήσωμεν.
Ἔτερον Μεγαλυνάριον.
Ἐπὶ τὸ πρωτότυπον ἡ τιμή, τῶν σεπτῶν Εἰκόνων διαβαίνει ὡς ἀληθῶς, ὥσπερ οἱ Πατέρες, Συνόδου τῆς Ἑβδόμης, ἐτράνωσαν πανσόφως· οὓς μεγαλύνωμεν.
Οἱ Ἅγιοι Θεοφάνης, Σολέας καὶ Ἰωνᾶς οἱ ἐν Περγάμῳ τῆς Κύπρου
Γιὰ τὸν Ἅγιο Θεοφάνη δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο του.
Γιὰ τὸν Ἅγιο Ἰωνά, διαβάζουμε τὰ ἑξῆς :
Δυὸ εἰδῶν μάχες γνώρισε καὶ γνωρίζει καὶ σήμερα ἡ στρατευόμενη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Τὴν μάχη τοῦ αἵματος καὶ τὴν μάχη τῶν δακρύων.
Ἡ μάχη τοῦ αἵματος ἄρχισε ἀπ’ τὴν πρώτη στιγμή, ποὺ ὁ σπόρος τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος ἔπεσε στὴν γῆ.
Πρῶτο θῦμα ὁ πρωτομάρτυρας τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ πρωτοδιάκονος Στέφανος. Ὁ ἀγῶνας συνεχίστηκε σὲ λίγο στὰ ἀμφιθέατρα τῆς Ρώμης.
Καὶ συνεχίζεται καὶ στὶς ἡμέρες μας αἱματηρός, ὅπως καὶ τότε, στὶς χῶρες ὅπου ὁ ὑλισμὸς καὶ ἡ μισαλλοδοξία ἔχουν στημένο τὸ κράτος καὶ τὴν δύναμή τους.
Ἡ μάχη τῶν δακρύων ἄρχισε λίγο ἀργότερα, τότε ποὺ ὁ πρῶτος ἀγωνιστῆς τῆς ἐρήμου, ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἐγκατέλειψε τὸ χωριό του καὶ τὸν κόσμο καὶ τράβηξε στὰ ἐρημικὰ μέρη τῆς Αἰγύπτου.
Ἐκεῖ δημιούργησε τὸ πνευματικὸ ἐκεῖνο κίνημα ποὺ χιλιάδες ὀπαδοὶ ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, ὅσο καὶ ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη ἔσπευσαν νὰ τὸ ἀγκαλιάσουν καὶ νὰ τὸ κάμουν τρόπο ζωῆς.
Τὸ πνευματικὸ αὐτὸ κίνημα συνεχίζεται καὶ στὴν ἐποχή μας σὲ διάφορα μέρη τοῦ δακρύβρεκτου πλανήτη μας. Συνεχίζεται ἐκεῖ ὅπου ψυχὲς εὐγενικὲς σὲ μέρη ἐρημικὰ ἢ καὶ σὲ πόλεις καὶ χωριὰ ἀγωνίζονται τῆς ἀρετῆς τὸν εὐγενικὸ ἀγῶνα, γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴ χριστιανικὴ τελειότητα.
Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ πνεύματος ὑπῆρξε καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωνᾶς, ὁ Ὅσιος καὶ ἀσκητὴς καὶ μέγας ἐρημίτης καὶ θαυματουργός.
Ἀπ’ τὴν παιδική του ἡλικία θὰ πρέπει νὰ γνώρισε τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀγάπησε. Μέσα στὴν ἁγνὴ καὶ ἄδολη καρδιὰ τοῦ ἀποθησαύριζε μὲ λαχτάρα κι ἀφοσίωση τὰ λόγια του Θεοῦ, ποὺ ἄκουε στὴν ἐκκλησία. Μ’ αὐτὰ μεγάλωνε. Καὶ μ’ αὐτὰ μέρα μὲ τὴν ἡμέρα μεγάλωνε καὶ στὴν καρδιὰ του βαθὺς ὁ πόθος νὰ ζήσει μία ζωὴ ποὺ θὰ εἶχε σὰν ὁδοδείκτη καὶ σκοπὸ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό, ὅταν κάποτε ἔμαθε πὼς οἱ ἄνθρωποι τοῦ Πάπα τῆς Ρώμης γύριζαν τὶς χῶρες τῆς Εὐρώπης καὶ καλοῦσαν τοὺς πιστοὺς σὲ ἐκστρατεία γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῶν Ἁγίων Τόπων ἀπὸ τοὺς μουσουλμάνους, πρῶτος καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ τριακόσιους ἄλλους Ἕλληνες ὀρθοδόξους, ποὺ ἐργαζόντουσαν στὴ Γερμανία, ἔσπευσε νὰ στρατολογηθεῖ γιὰ νὰ συμμετάσχει στὸν ἱερὸ ἀγῶνα. Ἡ στρατιὰ αὐτή, ποὺ τὴν ξέρουμε, σὰν δεύτερη Σταυροφορία 1147 – 1149, διαλύθηκε προτοῦ νὰ φθάσει στὸν προορισμό της. Ἔτσι οἱ τριακόσιοι αὐτοὶ Ἕλληνες, ποὺ εἶναι γνωστοὶ σὰν Ἀλαμάνοι, συνέχισαν τὸν δρόμο τους μὲ σκοπὸ νὰ πραγματώσουν ἕναν ἱερὸ πόθο ποὺ εἶχαν. Νὰ προσκυνήσουν στὴν Ἱερουσαλήμ, ποὺ τὴν κρατοῦσαν ἀκόμη χριστιανοὶ Εὐρωπαῖοι. Καὶ τὸ ἔκαμαν. Μετὰ τὴν πραγμάτωση τοῦ πόθου τους ἀποφάσισαν νὰ μὴν ἐπιστρέψουν στὶς ἐργασίες τους, ἄλλα νὰ παραμείνουν καὶ νὰ ζήσουν τὴ μοναχικὴ καὶ ἀσκητικὴ ζωὴ ἐκεῖ στὴν ἔρημό του Ἰορδάνου. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκεῖ κατεδιώκοντο ἀπὸ τοὺς Σαρακηνοὺς καὶ τοὺς Λατίνους, μιὰ μέρα μαζεύτηκαν ὅλοι τους καὶ μὲ ἀρχηγὸ τὸν Αὐξέντιο, ποὺ ἀργότερα ἀσκήτεψε στὴν Καρπασία ᾖλθαν ὅλοι στὴν Κύπρο γύρω στὸ 1150 ἢ καὶ ἀργότερα. Τὸ καράβι ποὺ τοὺς ἔφερνε ἔφτασε στὴν Πάφο, ὅπου καὶ τσακίστηκε ἐπάνω στοὺς βράχους τοῦ λιμανιοῦ. Οἱ χριστιανοὶ στρατιῶτες, ἀφοῦ μὲ πολλὲς ταλαιπωρίες βγῆκαν στὴ στεριά, ἀποφάσισαν νὰ διασκορπισθοῦν καὶ νὰ ζήσουν τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ στὴν Κύπρο. Καὶ τὸ ἔπραξαν. Καὶ ὁ μὲν φίλος τοῦ Ἁγίου, ὁ Ὅσιος Κενδέας, στὴν ἀρχὴ τακτοποιήθηκε σὲ μία καλύβα ποὺ εἶχε στήσει σ’ ἕναν βράχο ἐκεῖ κοντὰ στὴν ἀκρογιαλιὰ τῆς Πάφου. Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς, ἀφοῦ ἀποχαιρέτησε τὸν φίλο καὶ συνασκητὴ τοῦ Κενδέα, προχώρησε, καὶ ἀφοῦ πέρασε ἀπὸ διάφορα μέρη, ᾖλθε κι ἐγκαταστάθηκε σ’ ἕνα σπήλαιο τῆς περιοχῆς Μάντρες τῆς Τραχιάδος τῆς ἐπαρχίας Ἀμμοχώστου, «εἰς χωρίον λεγόμενον Πέργαμον».
Μέσα στὸ σπήλαιο αὐτὸ ἔστησε ὁ Ἅγιος τὸ ἀσκητήριό του καὶ ἄρχισε τὸν ἀγῶνα του. Ἀγῶνα σκληρὸ ἐνάντια στὴ σάρκα του. Γνωρίζει ὁ ἀσκητὴς ὅτι «ἡ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος». Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ προσοχή του στρέφεται ἀπ’ τὴν πρώτη στιγμὴ στὸ νὰ δαμάσει καὶ ὑποτάξει τὸν ἐχθρὸ αὐτό. Καὶ τὸ κατορθώνει μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Θεληματικὰ ὑποβάλλει τὸν ἑαυτό του σὲ διάφορες κακοπάθειες. Κακοπάθειες ποὺ συνεπάγεται ὁ διαρκὴς ἀγῶνας καὶ ἡ συνεχὴς προσπάθεια καὶ πάλη νὰ περιφρουρήσει τὴν ἠθική του ἀξία καὶ ἀκεραιότητα. Μὲ τὴν τακτικὴ προσευχή, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση, τὴ νηστεία καὶ τὴν προσεκτικὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ κατόρθωσε νὰ ὑποδουλώσει τὴ «σάρκα τῷ πνεύματι». Ἀλλὰ «ὁ πειράζων» δὲν τὸν ἀφήνει ἥσυχο. Κάποτε μάλιστα ποὺ ὁ Ἅγιος ἔστειλε τὸν ὑποταχτικό του νὰ τοῦ φέρνει νερό, — δὲν εἶχε ἐκεῖ κοντὰ — ὁ διάβολος νὰ τί ἐπενόησε γιὰ νὰ στερήσει τὸ νερὸ ἀπὸ τὸν Ἅγιο.
Γιὰ κάμποσες ἡμέρες, ὅταν ἔβλεπε τὸν ὑποταχτικὸ μὲ τὸ σταμνὶ νὰ φέρνει τὸ νερό, ἔπαιρνε τὴ μορφὴ τοῦ Ἁγίου καὶ στεκόταν ἀρκετὰ μέτρα ἔξω ἀπὸ τὸ σπήλαιο, ἔπαιρνε τὸ σταμνί, ἔχυνε τὸ νερὸ καὶ ἔδιωχνε τὸν ὑποταχτικό. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ πέρασαν ἀρκετὲς μέρες. Τὸ δρᾶμα τῆς δίψας βασάνιζε τὸν Ἅγιο. Κάποια μέρα, ὕστερα ἀπὸ καιρό, ποὺ ἔτυχε νὰ ἔρθει ὁ ὑποτακτικὸς νὰ πάρει τὸ σταμνὶ καὶ τὸν εἶδε ὁ Ἅγιος, τοῦ ἔκαμε τρομερὰ παράπονα:
- Παιδί μου, τοῦ εἶπε, τί ἔπαθες καὶ γιὰ τόσες μέρες μ’ ἄφησες χωρὶς λίγο νερό; Τὰ χείλη μου κάηκαν ἀπ’ τὴν δίψα καὶ οἱ δυνάμεις μου κοντεύουν νὰ χαθοῦν.
- Γέροντά μου, ἀπήντησε ὁ ὑποτακτικός. Κάθε ἑβδομάδα ἐδῶ καὶ ἕνα μῆνα, ὅταν σου φέρνω τὸ νερό, βγαίνεις ἀπὸ τὴν σπηλιά, παίρνεις τὸ σταμνὶ καὶ μὲ διώχνεις.
Ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐξήγηση κατάλαβε ὁ Ἅγιος τὸ τέχνασμα τοῦ πονηροῦ καὶ τοῦ εἶπε:
— Παιδί μου, στὸ ἑξῆς, ἂν μὲ δεῖς καὶ χίλιες φορὲς στὸν δρόμο σου, οὐδέποτε νὰ μοῦ δώσεις αὐτὸ πού μου φέρνεις, παρὰ μονάχα, ὅταν μπεῖς στὴν κατοικία μου.
Ἐννοεῖται πὼς ὁ Ἅγιος, μετὰ τὴν ταλαιπωρία του αὐτὴ προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Θεὸ καὶ μὲ τὸ ραβδί του, σὰν ἄλλος Μωϋσῆς, κτύπησε τὸν βράχο ἐκεῖ στὴ σπηλιά του καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε. Μιὰ πηγὴ ἀπὸ κρυστάλλινο νερὸ ἄνοιξε στὴ στιγμή, γιὰ νὰ ἱκανοποιεῖ τὶς ἀνάγκες τοῦ Ἁγίου καὶ ὅσων τὸν ἐπεσκέπτοντο, γιὰ νὰ πάρουν τὶς εὐλογίες του. Ἡ βρύση αὐτὴ ὑπῆρχε μέχρι τὸ 1912 καὶ ἦταν γνωστὴ σὰν τὸ «ἅγιασμα τοῦ ὁσίου». Δυστυχῶς ὁ φανατισμὸς τῶν μουσουλμάνων ποὺ κατοικοῦσαν τὸ Πέργαμον ξέσπασε κάποια μέρα καὶ πάνω στὴν πηγὴ καὶ τὸ σπήλαιο «σπηλιάϊν» τοῦ Ἁγίου. Μὲ μηχανὲς γκρέμισαν τὸ σπήλαιο καὶ κατέστρεψαν τὴν πηγή. Γιὰ νὰ καλύψουν τὸ ἔγκλημά τους φύτεψαν πάνω ἀπ’ τὴν τοποθεσία ἐκείνη κάμποσα κλήματα. Τὸ ἴδιο ἔκαμαν καὶ μὲ τὸν ναὸ τοῦ Ὁσίου. Οἱ χριστιανοὶ καταδιωγμένοι ἔφυγαν ἀπὸ τὸ μέρος ἐκεῖνο καὶ μαζί τους μετέφεραν καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου, ποὺ φυλάσσεται στὴν Ξυλοτύμπου. Ἡ εἰκόνα εἶναι παλαιὰ καὶ κατεστραμμένη σχεδὸν κατὰ τὸ ἥμισυ. Δὲν ἔχει χρονολογία καὶ φέρει ἐπάνω τούτη τὴν ἐπιγραφή:
«Ὅστις προσφέρει δῶρον εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν, καμὲ πρὸς Θεὸν εὐρήσει προστάτην».
Κι εἶναι προστάτης ὁ Ἅγιος γιατί μὲ τὴν ὅλη ζωή του εὐηρέστησε στὸν Κύριο. Νίκησε τὴν σάρκα του καὶ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο ποὺ ἔχουμε ὅλοι μέσα μας. Νίκησε τὸν διάβολο μὲ τὴν δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Νίκησε καὶ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας καὶ μένει παράδειγμα σὲ μᾶς. Παράδειγμα ζωντανό. Παράδειγμα ζηλευτό. Παράδειγμα ἑλκυστικό. Παράδειγμα ποὺ θὰ διαλαλεῖ στοὺς αἰῶνες τί μπορεῖ νὰ πετύχει ὁ ἄνθρωπος σὰν δώσει πραγματικὰ τὴν καρδιά του στὸν Θεό. Σὰν ἀφήσει νὰ περιλούσει τὴν ψυχή του ἡ πίστη ἡ καυτή, ἡ πίστη ἡ θαυματουργική.
Μὲ τὴν δύναμη τῆς πίστεώς του ὁ εὐσεβὴς καὶ πιστὸς αὐτὸς στρατιῶτης τοῦ Χριστοῦ βγῆκε νικητὴς ἐνάντια σὲ ὅλους τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ καὶ ἔγινε καὶ μένει στοιχεῖο ὠφέλιμο καὶ εὐεργετικὸ σὲ ὅλους. Πλεῖστα θαύματα ἔκαμε, ὅταν ζοῦσε.
Ἕνα ἀπ’ αὐτὰ εἶναι καὶ τοῦτο: Κάποτε τὸν ἐπεσκέφθη στὸ κατάλυμά του ἕνας πατέρας κρατώντας στὰ χέρια τὸ νεκρὸ παιδί του καὶ ἀφοῦ γονάτισε μπροστά του, ἄρχισε νὰ τοῦ λέει μὲ σπαραγμὸ ψυχῇς:
— Γέροντά μου, σπλαχνίσου με. Ἕνα τὸ ἔχω καὶ μοῦ τὸ πῆρε ὁ χάρος. Ξέρω πὼς σὰν παρακαλέσεις σὺ τὸν Θεό, ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἀκούσει καὶ θὰ μοῦ ξαναδώσει πίσω ζωντανὸ τὸ παιδί μου. Γέροντά μου, λυπήσου με.
Στὴν παράκληση τοῦ πονεμένου πατέρα ὁ Ἅγιος σηκώθηκε. Ἔτρεξε κοντά του καὶ ἀφοῦ γονάτισε μπροστὰ στὸ νεκρὸ παιδί, ἄρχισε νὰ προσεύχεται μὲ κατάνυξη. Στὸ τέλος παίρνοντας τὸ νεκρὸ παιδὶ ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ εἶπε:
— Στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Λυτρωτῆ καὶ Θεοῦ μας, σοῦ λέω: «Σήκω παιδί μου».
Στὴ στιγμὴ τὸ νεκρὸ παιδί, σὰν νὰ ξυπνοῦσε ἀπὸ βαθὺ ὕπνο, ἄνοιξε τὰ μάτια. Ὁ ἀσκητὴς τὸ σήκωσε καὶ τὸ παράδωσε στὸν εὐτυχισμένο τώρα πατέρα. Ὅλοι τότε δόξασαν τὸν Θεό, ποὺ εἶχε δώσει τέτοια ἐξουσία στὸν Ὅσιό του.
Ἐκεῖ στὴν σπηλιὰ ἔζησε ὁ Ἅγιος ὅλες τὶς ἡμέρες τῆς ζωῆς του. Ἀπὸ αὐτὴ βγῆκε μόνο μερικὲς φορὲς γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν φίλο του Ὅσιο Κενδέα, ὁ ὁποῖος ὕστερα ἀπὸ καιρὸ ἐγκατέλειψε τὴν Πάφο καὶ ᾖρθε καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ μία ἄλλη σπηλιά, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ Αὐγόρου ἐκεῖ κοντὰ ποὺ βρίσκεται σήμερα καὶ ὁ ναός του. Ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ οἱ Ἅγιοι ἔβγαιναν ἀπὸ τὴν σπηλιά τους καὶ ἐπεσκέπτοντο, ὁ ἕνας τὸν ἄλλο γιὰ ἀλληλοενίσχυση. Ἐκεῖ στὴ σπηλιὰ οἱ πιστοὶ τὸν βρῆκαν μία μέρα νεκρό. Τὸ σκήνωμά του ἀνέδιδε μία εὐωδία. Μὲ δάκρυα πῆραν τὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν ἐκεῖ ποὺ ἔζησε τὴν ζωὴ τῆς ἀσκήσεώς του.
Τὸ εὐεργετικὸ ἔργο του συνέχισε ὁ Ὅσιος καὶ μετὰ τὸν θάνατό του σὲ ὅσους μὲ πίστη κατέφευγαν στὴ χάρη του. Μὲ πίστη ἂς καταφεύγουμε καὶ ἐμεῖς νοερὰ σ’ αὐτὸν κι ἂς ἐκζητοῦμε τὴ μεσολάβησή του στὰ πολυποίκιλα προβλήματά μας. Πρὸ παντὸς σήμερα ποὺ ἐξ αἴτιας τῶν ἁμαρτιῶν μας τὸ ἥμισυ σχεδὸν τοῦ νησιοῦ μας στενάζει κάτω ἀπὸ τὴν ἀρβύλα τοῦ πιὸ βάρβαρου καταχτητῆ. Σήμερα, ἂς γονατίζουμε κάθε βράδυ καὶ μὲ πόνο ψυχῇς ἂς λέμε:
Ὅσιε Ἰωνᾶ, σὺ ποὺ μὲ τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες σου ἀπολαμβάνεις σήμερα κοντὰ στὸν Κύριο τὴν ἀγάπη του, ἄκουσε τὴν παράκλησή μας καὶ σπλαγχνίσου μας. Πολὺ φταίξαμε στὸν Κύριό μας.
Οἱ ἁμαρτίες μας μετέβαλαν αὐτὸν τὸν τόπο τὸν ἁγιασμένο σὲ σπήλαιο λῃστῶν.
Δεήσου, ἅγιέ μας στὸν Χριστό μας, νὰ μᾶς συγχωρήσει καὶ νὰ μᾶς ξαναδώσει πίσω ἐλεύθερα τὰ σκλαβωμένα χωριά μας.
Νὰ μπορέσουμε νὰ ξαναπᾶμε πίσω στὰ σπίτια μας καὶ τὶς ἐκκλησίες μας.
Νὰ ξανὰ ἀνάψουμε τὰ καντήλια τους.
Νὰ λειτουργηθοῦμε.
Νὰ ξαναγευθοῦμε τὴν χαρὰ καὶ τὴν λύτρωση ἀπὸ τὸν πόνο τὸν ἀσήκωτο, τῆς σκλαβιᾶς τὸν πόνο.
Ἅγιε, βοήθησέ μας!
Ταῖς τοῦ Ὅσιου Ἰωνᾶ πρεσβείαις ὁ Θεὸς ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμὴν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἔζησαν στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ (296 μ.Χ.). Ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν ἦταν σκληρὸς καὶ ἀνελέητος. Γι’ αὐτό, ὁ Εὐλάμπιος καὶ ἡ ἀδελφή του Εὐλαμπία κρύβονταν μαζὶ μὲ ἄλλους χριστιανοὺς στὸ βουνό. Ἐκεῖ, ζοῦσαν καλλιεργώντας τὴν προσευχὴ καὶ τὴ μελέτη τῶν Ἱερῶν Γραφῶν.
Κάποια μέρα, ὁ Εὐλάμπιος πῆγε στὴ Νικομήδεια νὰ προμηθευθεῖ τροφές. Ἀλλὰ οἱ εἰδωλολάτρες τὸν ἀναγνώρισαν καὶ ἀμέσως τὸν συνέλαβαν. Βέβαια, στὴν ἐρώτηση τοῦ βασιλιὰ ἂν πιστεύει στὸ Χριστό, ὁμολόγησε φανερὰ ὅτι εἶναι χριστιανός, ὁπότε τὸν ἔβαλαν μέσα σὲ εἰδωλολατρικὸ ναὸ γιὰ νὰ θυσιάσει μὲ τὴ βία. Ὁ Εὐλάμπιος, ὅμως, διὰ τῆς προσευχῆς συνέτριψε τὸ εἴδωλο τοῦ θεοῦ Ἄρη. Καὶ ἐνῷ ἄρχισαν νὰ τὸν μαστιγώνουν μὲ τὸν πιὸ ἀπάνθρωπο τρόπο, ὅρμησε ἡ ἀδελφή του Εὐλαμπία, καὶ ἀφοῦ τὸν ἀγκάλιασε, παρακάλεσε τὸ Θεὸ νὰ τὴν ἀξιώσει νὰ συμμαρτυρήσει μὲ τὸν ἀδελφό της. Τότε ἔβαλαν καὶ τοὺς δυὸ σὲ ἕνα καζάνι μὲ βραστὸ νερό. Ἀλλὰ διὰ θαύματος αὐτοὶ δροσίζονταν, καὶ ἔτσι βγῆκαν σῶοι καὶ ἀβλαβεῖς.
Αὐτὸ ἔκανε νὰ πιστέψουν στὸ Χριστὸ 200 εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι μαζὶ μὲ τὸν Εὐλάμπιο καὶ τὴν Εὐλαμπία ἀποκεφαλίστηκαν ὑπὲρ τῆς ἀλήθειας τοῦ Κυρίου.
Καὶ ὅπως λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, «Δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῃ τὸ ἀγαθόν». Δηλαδή, δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη θὰ ἀποδοθεῖ στὸν καθένα ποὺ ἐργάζεται τὸ ἀγαθὸ καὶ πεθαίνει γι’ αὐτό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Τῆς φύσεως θεσμῷ, συνημμένοι ἐνθέως, ὁμόψυχοι στερρῶς, ὡς ὁμαίμονες θεῖοι, αὐτάδελφοι Μάρτυρες, ἐν ἀθλήσει ὡράθητε, ὦ Εὐλάμπιε, σὺν τῇ σεμνῇ Εὐλαμπίᾳ· ὅθεν στέφανον, νικητικὸν δεδεγμένοι, ἡμᾶς διασῴζετε.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοὺς γενναίους Μάρτυρας, καὶ ἀδελφοὺς κατὰ σάρκα, τὸν σοφὸν Εὐλάμπιον, καὶ Εὐλαμπίαν τιμῶμεν· οὗτοι γὰρ, τῶν παρανόμων μηχανουργίας, ᾔσχυναν,ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Σταυρωθέντος· ἀνεδείχθησαν διό περ, Μαρτύρων δόξα, ὁμοῦ καὶ καύχημα.
Μεγαλυνάριον.
Ἐκλαμπρὸν ἐν ἄθλοις καὶ θεαυγῆ, Εὐλάμπιε Μάρτυς, Εὐλαμπία ἡ εὐκλεής, σὲ τεθεαμένη, ἐκλάμπρως κοινωνεῖ σοι, τῶν ὑπερλάμπρων πόνων· μεθ’ ἧς τιμῶμέν σε.
Οἱ Ἅγιοι 200 Μάρτυρες
Ὅταν κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦ Μαξιμιανοῦ (286 – 305) οἱ χριστιανοὶ τῆς Νικομήδειας κατέφυγαν στὰ ὄρη γιὰ ν’ ἀποφύγουν τὸν θάνατο, μετὰ τὴν σύλληψη τοῦ Εὐλαμπίου (ἡ μνήμη τους τιμᾶται τὴν ἴδια ἡμέρα) συνελήφθησαν καὶ αὐτοί. Μὲ ἀποτέλεσμα νὰ κατασφαγοῦν ὅλοι μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Εὐλάμπιο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Βασιανός
Ὁ Ἅγιος Βασιανὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία καὶ ἔζησε στὰ χρόνια ποὺ βασιλέας ἦταν ὁ Μαρκιανός.
Ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια διακρινόταν γιὰ τὶς χριστιανικές του ἀρχές. Α Ἀναδείχθηκε ἄξιος ἐξηγητὴς τῶν Χριστιανικῶν ἀληθειῶν καὶ τοῦ Εὐαγγελίου.
Μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη ὅπου καὶ συνέχισε τὴν διδασκαλία του μὲ μεγάλη ἀπήχηση. Τὸν ἀκολουθοῦσαν ὄχι μόνο ἄνδρες ἀλλὰ καὶ γυναῖκες. Μία ἀπὸ τὶς πολλὲς μαθήτριές του ἦταν καὶ ἡ Ἁγία Ματρώνα.
Ὁ Βασιανὸς ἀπεβίωσε σὲ μεγάλη ἡλικία καὶ μέχρι τὶς τελευταῖες του στιγμὲς κήρυττε τὸν Λόγο τοῦ Κυρίου.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Ὁμολογητής
Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Ὁμολογητὴς καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ κοντὰ στὴν Τιβεριούπολη. Ἀνατράφηκε μὲ τὶς σωστὲς ἀρχὲς τῆς πίστεως.
Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἐπισκέφτηκε τὸν μοναχὸ Στέφανο, ὁ ὁποῖος τοῦ διεύρυνε τοὺς πνευματικοὺς καὶ γνωστικούς του ὁρίζοντες. Μὲ τὴν βοήθεια τῶν γονέων του, ποὺ ἦταν εὐσεβεῖς ἄνθρωποι, ἔκτισε ἕνα μοναστῆρι στὸ ὄρος Σελεντίου, ὅπου καὶ μόναζε.
Τὸν καιρὸ ποὺ βασίλευε ὁ Λέων ὁ Ἰσαυρός, ὁ ὁποῖος πολέμησε τὴν ὀρθοδοξία, ὁ Θεόφιλος ἔκρινε ὅτι ἔπρεπε νὰ βρεθεῖ στὸ κέντρο τῆς μάχης. Ἔτσι ἀφήνοντας τὴν σκήτη του ἄρχισε νὰ κηρύττει ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Γι’ αὐτὸ τὸ ἔργο του φυλακίσθηκε στὴ Νίκαια καὶ ἐκβιάστηκε μὲ ραβδισμοὺς καὶ ἀλλὰ βασανιστήρια γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του. Ὁ Ἅγιος διατηρώντας ἄσβεστη τὴν φλόγα τῆς πίστεως ὑποβλήθηκε στὸ μαρτύριο τοῦ ραβδισμοῦ.
Φέροντας τὰ τίμια στίγματα τοῦ μαρτυρίου ἐπέστρεψε στὴν μονή του, ὅπου καὶ τὸν δέχθηκαν μὲ τιμές. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἀπεσύρθηκε στὴν σκήτη του ὅπου καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Ἀμβρόσιος τῆς Ὄπτινα (Ρῶσος)
Γεννήθηκε στὶς 23 Νοεμβρίου τοῦ 1812 στὸ χωριὸ Μεγάλο Λιπόβιτς τῆς περιφέρειας τοῦ Ταμπώφ. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Μιχαὴλ Θεοδώροβιτς Γρένκωφ καὶ ἡ μητέρα του Μάρθα Νικολάγεβνα. Εἶχαν συνολικὰ ὀκτὼ παιδιὰ καὶ ὁ Ὅσιος Ἀμβρόσιος ἦταν ἕκτος στὴν σειρά. Τὸ βαπτιστικὸ ὄνομα τοῦ Ὁσίου ἦταν Ἀλέξανδρος καὶ ἡ εὐσεβὴς οἰκογένειά του τὸν ἀνέθρεψε σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου, ἂν καὶ ὁ ἴδιος, ἀπὸ μικρός, ἦταν πολὺ ζωηρὸς ἀλλὰ καὶ πολὺ εὐφυής.
Σπούδασε Ἱερατικὸ σεμινάριο καὶ στὴν ἀρχὴ ἔγινε δάσκαλος. Κατόπιν ἔγινε μοναχὸς στὴν Ὄπτινα καὶ στὶς 2 Φεβρουαρίου τοῦ 1843 Διάκονος. Στὰ τέλη τοῦ 1845 (9 Δεκεμβρίου) καὶ σὲ ἡλικία 33 χρονῶν, ἔγινε ἱερέας.
Σὲ λίγο ὅμως ἡ ὑγεία του χειροτέρεψε, ἀλλὰ ἡ ζωὴ του ὑπῆρξε ὁσιακῆ καὶ ἄκρως εὐεργετικὴ στοὺς συνανθρώπους του. Εἶχε προορατικὸ χάρισμα καὶ ἵδρυσε γυναικεῖο κοινόβιο τὸ 1872. Οἱ δοκιμασίες ποὺ ὑπέστη ἦταν πολλές, ἀλλὰ αὐτὸς στάθηκε βράχος ὑπομονῆς καὶ ἔμπρακτος διδάσκαλος τῶν θεϊκῶν ἀρετῶν.
Πέθανε στὶς 10 Ὀκτωβρίου τοῦ 1891 καὶ ἁγιοποιήθηκε τὸ 1990.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Οἱ Ἅγιοι 26 οἱ Ὁσιομάρτυρες Ζωγραφίτες τοῦ Ἁγίου Ὄρους
Πρόκειται γιὰ τοὺς 26 Μάρτυρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ζωγράφου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, που ἡ μνήμη τους ἑορτάζεται τὴν 22α Σεπτεμβρίου. Ἄγνωστο γιατὶ ἐπαναλαμβάνεται σήμερα.
Άγιοι που εορτάζουν: Αγιος Θωμας Ηγουμενος, Αγιος Βαρσανουφιος , Αγιος Κυριλλος , Αγιος Μιχαιος , Αγιος Σιμων , Αγιος Ιλαριων , Αγιος Ιακωβος , Αγιος Ιακωβος , Αγιος Ιωβ , Αγιος Κυπριανος , Αγιος Σαββας , Αγιος Μαρτινιανος , Αγιος Κοσμας , Αγιος Σεργιος , Αγιος Μηνας , Αγιος Ιωασαφ , Αγιος Ιωαννικιος , Αγιος Παυλος , Αγιος Αντωνιος , Αγιος Ευθυμιος , Αγιος Δομετιος , Αγιος Παρθενιος , Αγιοι Τεσσερις Αγνωστοι Μοναχοι
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Σκυλόσοφος
Το βιογραφικό του σημείωμα, αναφέρεται στο «Λεξικό Νεομαρτύρων» του Περαντώνη ως εξής:
«Διονύσιος ο Σκυλόσοφος, Μητροπολίτης Λαρίσης. Ούτος ήτο Ιεράρχης έλλογιμώτατος και φιλόσοφος, χλευαστικώς υπό των Τούρκων «σκυλόσοφος» αποκαλούμενος. Εν Τρίκκη εδρεύων ούτος και παρακινηθείς υπό του Δουκός του Νεβέρ, αναγνωρισθέντος υπό πολλών Ιεραρχών, ως έχοντος κληρονομικά δικαιώματα επί του θρόνου των Παλαιολόγων, προυκάλεσε τω 1600 την κατά των Τούρκων έξέγερσιν του Χριστιανικού λαού, όν και καθώπλισεν, άνευ πολεμικής προπαρασκευής, δια της πίστεως εις την έλευθερίαν και του θρησκευτικού ενθουσιασμού. Μετά την άποτυχίαν της επαναστάσεως ταύτης, κατέφυγεν εις την Δύσιν, καταδιωχθείς υπό των Τούρκων. 'Ορμηθείς άργότερον εκ της Μονής του αγίου Δημητρίου του Διχούνη, κειμένης μεταξύ Παραμυθίας, Καρασόβου και Ραδοβίτσης, είσέβαλεν εις Ιωάννινα τω 1611 και έπολιόρκησε το Διοικητήριο. Καταπνιγείσης και ταύτης της επαναστάσεως ο Διονύσιος έκρύβη εις τι σπήλαιον της εν τη λίμνη των Ιωαννίνων νησίδος. Προδοθείς υπό των Εβραίων και συλληφθείς υπό των Τούρκων, υπέστη φρικτά βασανιστήρια, παραμένων αδούλωτος την ψυχήν και πιστός εις την Χριστιανικήν πίστιν. Οι Τούρκοι εξέδειραν τον άγιον ζώντα και παραγεμίσαντες το δέρμα αυτού δι' άχυρων περιήγαγαν αυτό εις διαφόρους πόλεις. Κομίσαντες τούτο εις Κωνσταντινούπολιν, το επέδειξαν εις τον Σουλτάνον, όστις φρικιάσας επί τη οικτρή ταύτη θέα, ήγέρθη από του θρόνου. Οι σύγχρονοι του Διουνυσίου έπέκριναν αυτόν μέχρι τοιούτου σημείου, ώστε το Πατριαρχείο έκήρυξεν αυτόν έκπτωτον του θρόνου Λαρίσης. Εκ του λόγου τούτου αιτιολογείται πιθανώς ή έλλειψις πάσης μνείας του αγίου τούτου ανδρός, όστις ήδικήθη υπό της ιστορίας, εν τοις συναξαρισταίς. Παρά ταύτα ο μάρτυς ούτος δια την εν Χριστώ άθλησιν αυτού τιμάται ως άγιος εν Ηπείρω. Μνεία του αγίου τούτου ελλείπει εκ της τοπικής αγιολογίας Μητροπόλεως Ιωαννίνων και Λαρίσης, εν Ημερολογίω της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ωσαύτως ουδεμία μνεία του αγίου γίνεται εν Μ. Εύχολογίω και τω Άγιολογίω Σωφρ. Εύστρατιάδου».
Πηγή: http://www.saint.gr
Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὲς τοῦ Κυρίου, ἀδελφός τοῦ Ματθαίου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ καὶ γιὸς τοῦ Ἀλφαίου.
Ὁ Ἰάκωβος, ἀφοῦ ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἱερουσαλήμ, ἔπειτα πῆγε καὶ σὲ ἄλλες χῶρες γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο. Ἐκεῖ, κατέστρεφε τοὺς βωμοὺς τῶν εἰδώλων καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ γιάτρευε ἀρρώστιες καὶ ἐξεδίωκε τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα. Γι' αὐτὸ καὶ οἱ εἰδωλολάτρες τὸν ὀνόμαζαν θεῖο σπέρμα.
Ὁ ἱδρῶτας, οἱ μόχθοι καὶ οἱ κίνδυνοι ποὺ ὑπέστη γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, ἦταν πολλοί. Ὁ θάνατος πολλὲς φορὲς τὸν πλησίασε, ἀλλὰ στὴν σκέψη τοῦ Ἰακώβου κυριαρχοῦσαν ἐνθαρρυντικὰ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου, «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθείν, ἀπαρνησάσθω ἐαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ μὲ ἀκολουθεῖ σὰν γνήσιος μαθητής μου, λέει ὁ Κύριος, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸ διεφθαρμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἑαυτό του, καὶ ἂς πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ ὑποστεῖ γιὰ μένα ὄχι μόνο θλίψη καὶ δοκιμασία, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ θάνατο σταυρικό. Καὶ τότε ἂς μὲ ἀκολουθεῖ, μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου.
Ἔτσι καὶ ὁ Ἰάκωβος, μιμούμενος τὸ Διδάσκαλό του, ὑπέστη σταυρικὸ θάνατο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, γλωσσοπυρσεύτῳ πνοῇ, ὡς θεῖος Ἀπόστολος, ὑποδεχθεὶς τῇ ψυχῇ, Ἰάκωβε ἔνδοξε, ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, ὡς ἀστὴρ ἑωσφόρος· ἔλυσας τῶν εἰδώλων, τὴν πολύθεον νύκτα. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὁ τῶν ἐθνῶν σαγηνευτὴς ὑπερθαύμαστος, καὶ Μαθητῶν ἀναδειχθεὶς τιμιώτατος, καὶ Ἀποστόλων σύσκηνος Ἰάκωβος, κόσμῳ τῶν ἰάσεων, διανέμει τὸν πλοῦτον, λύει περιστάσεων, τοὺς αὐτὸν εὐφημοῦντας· διὸ συμφώνως κράζομεν αὐτῷ· Σῷζε τοὺς πάντας, εὐχαῖς σου Ἀπόστολε.
Μεγαλυνάριον.
Μύστης καὶ Ἀπόστολος πεφηνώς, τοῦ δι’ εὐσπλαγχνίαν, κενωθέντος μέχρι σαρκός, ἔφανας ἀδύτως, Ἰάκωβε θεόπτα, σωτήριον τὸ τούτου, πᾶσι τοῖς ἔθνεσι.
Οἱ Ὅσιοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία ἡ συμβία του
Ὑπῆρξαν κατὰ τὸ ἔτος 594 καὶ ἦταν σύζυγοι ἐνάρετοι, ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Ἦταν εὔποροι καὶ ζοῦσαν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἀνδρόνικος ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ἀργυραμοιβοῦ στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἀπόκτησε ἀπὸ τὸν γάμο αὐτὸ δύο παιδιά, ποὺ ὅμως πέθαναν. Αὐτὸ κατέθλιβε τοὺς δύο γονεῖς καὶ γιὰ νὰ βροῦν παρηγοριὰ κατέφυγαν γιὰ προσκύνημα στοὺς Ἁγίους Τόπους.
Ἀπὸ ἐκεῖ πῆγαν στὴν Αἴγυπτο, ὅπου μὲ κοινὴ ἀπόφαση ἔγιναν μοναχοὶ καὶ μπῆκαν σὲ μοναστῆρι. Ὁ μὲν Ἀνδρόνικος πῆγε στὴ Μονὴ τοῦ ἀββᾶ Δανιήλ, ἡ δὲ γυναῖκά του Ἀθανασία στὴν γυναικεία Μονὴ τῶν Ταβεννησιωτῶν.
Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἀσκητικὰ πέρασαν τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς τους, ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Σωφροσύνης τὴν χλαῖναν τὴν θεοΰφαντον, κατεποικίλατε χρόαις τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, ὁμοφρόνως ἐν σπουδῇ ἄμφω ἀσκήσαντες· ὅθεν ὑμῶν τὴν σιωπήν, ἡ τρισάγιος ᾠδή, ἐδέξατο ἐν ὑψίστοις, Ἀνδρόνικε σὺν τῇ θείᾳ, Ἀθανασίᾳ τῇ θεόφρονι.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῆς νομίμου συζυγίας ὑποτύπωσιν
Καὶ τῆς ἐνθέου πολιτείας ἀκροθίνια
Ἀναδήσωμεν τοῖς ἄνθεσι τῶν ᾀσμάτων
Τὸν ὁσίως διαπρέψαντα Ἀνδρόνικον,
Σὺν αὐτῷ Ἀθανασίαν τὴν ὁμόζυγον,
Τούτοις λέγοντες, χαίροις ζεῦγος πανόσιον.
Μεγαλυνάριον.
Ἀνδρείως ἡ σύμβιος ξυνωρίς, σὺν Ἀθανασίᾳ, ὁ Ἀνδρόνικος ὁ στερρός, τῆς ἀθανασίας, ἀνύσαντες τὴν τρίβον, τῆς ἀθανάτου δόξης, κατηξιώθησαν.
Ἡ Ὁσία Ποπλία ἡ Ὁμολογήτρια
Παντρεύτηκε καὶ ἀναδείχτηκε πρότυπο χριστιανῆς γυναίκας, ποὺ ξέρει μὲ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ἀγάπη νὰ διατηρεῖ τὴν ἁρμονία τοῦ οἰκογενειακοῦ σπιτιοῦ.
Ἡ Ὁσία Ποπλία γεννήθηκε καὶ ἔζησε στὴν Ἀντιόχεια, ἐπὶ αὐτοκρατόρων μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι καὶ Ἰουλιανοῦ του παραβάτου (361 μ.Χ.).
Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὅποιο φρόντισε καὶ μπόρεσε νὰ ἀναθρέψει τὸν μοναχογιό της Ἰωάννη, μαρτυρεῖται ἀπὸ τὴν διαγωγή, μὲ τὴν ὁποία ἔλαμψε αὐτὸς καὶ ἀναδείχτηκε ἔξοχος μεταξὺ ἔξοχων.
Ἦταν τόσο σεμνὸς καὶ ὑπερβολικὰ ταπεινόφρων, ὥστε ὅταν χήρεψε ἡ ἐπισκοπὴ Ἀντιοχείας τὸν πίεσαν νὰ τὴν ἀναλάβει αὐτός. Ἀλλὰ ὁ Ἰωάννης ἔμεινε ἄκαμπτος καὶ ἔμεινε ἁπλὸς ἱερέας.
Μετὰ λοιπὸν τὴν δική του χειροτονία καὶ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἡ μητέρα του Ποπλία παρέλαβε στὸ σπίτι της εὐσεβεῖς ὀρφανὲς παρθένες. Φρόντιζε νὰ τὶς κυβερνᾶ μὲ στοργὴ καὶ τὶς μετέδιδε τὴν θερμὴ πίστη της, τὶς μάθαινε νὰ εἶναι ἁγνὲς καὶ ὅταν χρειαστεῖ νὰ γίνουν ἡρωίδες τοῦ σταυροῦ καὶ μάρτυρες τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὅταν κάποτε ᾖλθε ὁ Ἰουλιανὸς στὴν Ἀντιόχεια νὰ ἐνθαρρύνει τοὺς εἰδωλολάτρες, πέρασε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῆς Ποπλίας. Τότε αὐτή, μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες παρθένες, ἔψαλλαν δυνατὰ «Τὰ εἴδωλα τῶν ἐθνῶν ἀργύριον καὶ χρυσίον..». Ἐκνευρισμένος ὁ Ἰουλιανός, ἔστειλε καὶ τῆς ἔκαναν παρατήρηση νὰ μὴ τὸ ξανακάνει. Ἀλλὰ ὅταν ξαναπέρασε ἀπὸ τὸ σπίτι της, αὐτὴ ἔψαλλε δυνατὰ «Ἀναστήτω ὁ Θεὸς καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ». Τότε ἔδωσε διαταγὴ καὶ τὴ μαστίγωσαν σκληρά, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἦταν γριὰ δὲν τὴν σκότωσε.
Ἔτσι ἡ Ποπλία συνέχισε τὸ ἀγαθοποιὸ ἔργο της, μέχρι ποὺ ἡ δίκαια ψυχή της παραδόθηκε στὸ στεφανοδότη Χριστό.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ «ἀπὸ στρατιωτῶν»
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου (829) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν ἐπαρχία τῶν Γαλατῶν τῆς Μ. Ἀσίας. Ἦταν γιὸς τοῦ Θεοφίλου καὶ τῆς Εὐδοκίας καὶ τὸ πρῶτο του ὄνομα ἦταν Λέων. Ἐπειδὴ ἦταν ὡραῖος καὶ δυνατὸς στὸ σῶμα ἀλλὰ καὶ στὴ φρόνηση, ὁ βασιλιὰς τὸν ἔκανε κόμη.
Ἀφοῦ γιὰ πολλὰ χρόνια πολέμησε καὶ κατάφερε πολλὰ ἀνδραγαθήματα, κατόπιν τὰ καταφρόνησε ὅλα καὶ ἔγινε μοναχὸς στὸ μοναστῆρι τοῦ Δαφνῶνα, μὲ τὸ ὄνομα Πέτρος.
Ἔπειτα πῆγε στὸν Ὄλυμπο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ δὲν ἔμεινε μόνιμα, ἀφοῦ ἔφυγε στὴ Λαοδικεία καὶ τὴν Ἀττάλεια. Ἀφοῦ μὲ ἀνδρεία ὑπέφερε τοὺς κόπους τῆς ὁδοιπορίας καὶ τῆς ἄσκησης, καὶ τὸν ἄγριο θυμὸ τῶν Ἰσμαηλιτῶν, ποὺ συναντοῦσε στὸ δρόμο, τελευταία ἐπανῆλθε στὸν Ὄλυμπο.
Ἐπειδὴ δὲ τὸ ὕψος τῆς ἀρετῆς τοῦ ἔγινε φανερὸ στοὺς βασιλεῖς, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ βασιλιὰς Βασίλειος ὁ Μακεδών, τὸ ἔτος 867, τὸν ἔπεισε νὰ κατοικήσει στὸ μοναστῆρι τοῦ Ἁγίου Φωκᾶ.
Ἐκεῖ λοιπόν, ἀφοῦ πολλοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες ἔκανε, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ψυχή του στὸν Κύριο.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Μνήμη Δικαίων Ἀβραὰμ καὶ Λὼτ τοῦ ἀνεψιοῦ του
Ὁ Ἀβραὰμ εἶναι ὁ γνωστὸς πατριάρχης τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ γιὸς τοῦ Θάρα. Γεννήθηκε στὴν Οὒρ τῆς Χαλδείας ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Σήμ.
Ὁ δὲ Λώτ, ἦταν γιὸς τοῦ Ἀρρᾶν καὶ ἀνεψιὸς τοῦ Ἀβραὰμ πολὺ ἀγαπημένος.
Πῆγε μὲ τὸν θεῖο του στὴ Χαρὰν καὶ ζοῦσε μαζί του. Ἀλλὰ λόγω τῶν συχνῶν διενέξεων τῶν ὑπηρετῶν, ἀποχωρίστηκε τοῦ θείου του καὶ κατοίκησε στὴν πεδιάδα τῶν Σοδόμων, ὅπου ἔμεινε μέχρι τὴν καταστροφή της.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος
Πρόκειται γιὰ τὸν ἐπίσκοπο Τύρου. Ἡ κυρίως μνήμη του τιμᾶται τὴν 5η Ἰουνίου.
Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Δωρόθεος. Ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 362 μ.Χ.). Σοφώτατος καὶ ἐγκρατέστατος Ἱεράρχης, διακρινόταν γιὰ τὴ βαθιὰ θεολογικὴ του μόρφωση καὶ τὴν πλήρη γνώση τῶν Γραφῶν. Κατὰ τοὺς ἐπὶ Μαξιμιανοῦ καὶ Λικινίου (286 – 323 μ.Χ.) ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν κινηθέντες διωγμούς, μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ ποιμνίου του, ἀναγκάσθηκε νὰ καταφύγει στὴ Δυσσόπολη τῆς Θράκης, ὅπου παρέμεινε ἰδιωτεύων μέχρι τοῦ θανάτου αὐτῶν. Ἀφοῦ ἐπανῆλθε στὴν Ἐπισκοπή του, ἐξακολούθησε νὰ κυβερνᾶ τὸ ποίμνιό του μὲ πατρικὴ φροντίδα, διδάσκοντας, στηρίζοντας καὶ ἐνισχύοντας αὐτό. Παρευρέθηκε στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Νίκαι τῆς Βιθυνίας, τὸ 325 μ.Χ., ἡ δὲ ζωὴ καὶ ἡ δράση του παρατάθηκε καθ’ ὅλη τὴ βασιλεία τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου. Ἀνακινηθέντων τῶν διωγμῶν ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.), κατέφυγε καὶ πάλι στὴ Θράκη, ἀλλά, συλληφθεὶς ὑπὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, ἐβασανίσθηκε σκληρὰ καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴ Δυσσόπολη (κατ’ ἄλλους στὴν Ἔδεσσα), τὸ 362 μ.Χ., σὲ ἡλικία ἑκατὸν ἑπτὰ ἐτῶν.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δώρημα τέλειον, ἐκ τοῦ τῶν φώτων Πατρὸς, σοφίας τὴν ἔλλαμψιν, ὡς Ἱεράρχης σοφός, ἐδέξω Δωρόθεε· ὅθεν καὶ πλεονάσας, τὸν σὸν τάλαντον μάκαρ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, βαθυτάτῳ ἐν γήρᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὀρθοδόξοις δόγμασιν, Ἱερομάρτυς κηρύξας, δῶρον θεῖον ἅγιον, σαυτὸν προσῆξας τῷ Κτίστῃ, πρότερον, ἐν τῇ ἀσκήσει ἐνδιαπρέψας, ὕστερον, τῷ μαρτυρίῳ στερρῶς ἀθλήσας, καὶ νομίμως ὑπεδέξω, βραβεῖον νίκης, παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς σοφίας μυσταγωγός, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, θεοφάντωρ ὁ ἱερός· χαίροις ὁ Μαρτύρων, τῆς δωρεᾶς τρυφήσας, ὡς θεῖος Ἱεράρχης, Πάτερ Δωρόθεε.
ΚΥΡΙΑΚΗ 09-10-2016
Γ΄ ΛΟΥΚΑ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
(Β´ Κορ. στ´ 1-10)
Αδελφοί,συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς – λέγει γάρ· «Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι»· ἰδοὺ νῦν «καιρὸς εὐπρόσδεκτος», ἰδοὺ νῦν «ἡμέρα σωτηρίας» – μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτͺῳ, ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει Θεοῦ, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας, ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνήσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.
Απόδοση σε απλή γλώσσα
Αδελφοί, συνεργάτες τοῦ Θεοῦ καθὼς εἴμαστε, σᾶς παρακαλοῦμε νὰ μὴν ἀφήσετε νὰ πάει χαμένη ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ δεχτήκατε, γιατὶ ἡ Γραφὴ λέει· Στὸν καιρὸ τῆς χάρης σὲ ἄκουσα, καὶ τὴν ἡμέρα τῆς σωτηρίας σὲ βοήθησα. Νά, τώρα εἶναι ὁ καιρὸς τῆς χάρης, τώρα εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς σωτηρίας. Κανένα πρόσκομμα δὲν φέρνουμε σὲ κανένα, γιὰ νὰ μὴ δυσφημηθεῖ τὸ ἔργο μας. ᾿Αντίθετα, μὲ κάθε τρόπο συσταίνουμε τὸν ἑαυτό μας ὡς ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ· μὲ τὴ μεγάλη ὑπομονή μας, μὲ τὶς θλίψεις, μὲ τὶς δυσχέρειες, τὶς στενοχώριες, τὶς κακοποιήσεις, τὶς φυλακίσεις, τὶς ἐναντίον μας ἐξεγέρσεις, τὶς ταλαιπωρίες, τὶς ἀγρύπνιες, τὴν πείνα. Συσταίνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ τὴν ἐντιμότητα, τὴ γνώση τῆς ἀλήθειας, τὴν ἀνεκτικότητα, τὴν καλοσύνη, τὴ φώτιση τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, τὴν ἀνυπόκριτη ἀγάπη, μὲ τὸ κήρυγμα γιὰ τὴν ἀλήθεια, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, μὲ τὰ ὅπλα τῆς σωτηρίας τὰ ἐπιθετικὰ καὶ τὰ ἀμυντικά. Δοκιμάζουμε δόξα καὶ ἀτίμωση, δυσφήμηση καὶ ἔπαινο. Μᾶς θεωροῦν λαοπλάνους, καὶ ὅμως λέμε τὴν ἀλήθεια· μᾶς ἀγνοοῦν καὶ ὅμως γινόμαστε γνωστοί· φτάνουμε στὸν θάνατο, καὶ νά ποὺ ζοῦμε· μᾶς βασανίζουν, ἀλλὰ δὲν πεθαίνουμε· 10 μᾶς προξενοῦν στενοχώριες κι ὅμως πάντοτε χαιρόμαστε· εἴμαστε φτωχοί, κάνουμε ὅμως πολλοὺς νὰ πλουτίσουν· τίποτα δὲν ἔχουμε καὶ τὰ πάντα κατέχουμε.
ΚΥΡΙΑΚΗ 09-10-2016
Γ΄ ΛΟΥΚΑ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Κατά Λουκάν (ζ΄ 11-16)
Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. Ως δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· Καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. Έλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν, λέγοντες ὅτι Προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι Ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.
Απόδοση σε απλή γλώσσα
Εκεῖνο τὸν καιρό, πῆγε ὁ ᾿Ιησοῦς σὲ μιὰ πόλη ποὺ λεγόταν Ναΐν. Μαζί του ἦταν ἀρκετοὶ μαθητές του καὶ πολὺ πλῆθος. Τὴν ὥρα ποὺ πλησίαζαν στὴν πύλη τῆς πόλης, ἔβγαζαν ἕναν νεκρό, τὸν μονάκριβο γιὸ μιᾶς μάνας, ποὺ μάλιστα ἦταν χήρα. Κόσμος πολὺς ἀπὸ τὴν πόλη τὴ συνόδευε. ῞Οταν εἶδε τὴ χήρα ὁ Κύριος, τὴ σπλαχνίστηκε καὶ τῆς εἶπε· «Μὴν κλαῖς». ῎Επειτα προχώρησε, ἀκούμπησε τὴ σορό, καὶ ἀφοῦ στὸ μεταξὺ αὐτοὶ ποὺ βαστοῦσαν τὸ φέρετρο σταμάτησαν, εἶπε· «Νεαρέ, σὲ διατάζω νὰ σηκω-θεῖς». ῾Ο νεκρὸς ἀνακάθισε κι ἄρχισε νὰ μιλάει. ῾Ο ᾿Ιησοῦς τότε τὸν παρέδωσε στὴ μητέρα του. ῞Ολους τοὺς κυρίεψε δέος καὶ δόξαζαν τὸν Θεό· «Μεγάλος προφήτης», ἔλεγαν, «ἐμφανίστηκε ἀνάμεσά μας!» καί· «῾Ο Θεὸς ἦρθε νὰ σώσει τὸν λαό του!»
(Γ´ ΛΟΥΚΑ) - (Λουκ. ζ´ 11-16)
Ἀδελφοί μου, σπάνια συναντᾶ κανείς τέτοιο συμπυκνωμένο πόνο σάν αὐτόν πού βάστασε ἡ χήρα γυναίκα τῆς Ναΐν, τήν ὁποία εἴδαμε στό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα νά κηδεύει τό μοναδικό παιδί της, τό μονάκριβο. Ἡ τρομερή εἴδηση συντάραξε τή μικρή πόλη καί ὅλοι πικραμένοι ἀφάνταστα ἀκολουθοῦσαν τήν ἐκφορά τοῦ παιδιοῦ. Ἀλλά κι ἄλλοι τόσοι νά ἔφταναν, κι ὅλη ἡ οἰκουμένη νά ἔτρεχε ἐκεῖ, ποιός θά μποροῦσε νά παρηγορήσει τή δύστυχη μάνα;
Ἕνας μόνο θά μποροῦσε νά τό κάνει. Ὁ Κύριος! Καί τό ἔκανε. Τήν συμπόνεσε, μᾶς λέει ὁ Εὐαγγελιστής, καί τῆς ἀπηύθυνε αὐτόν τόν λόγο: “Μή κλαῖε”.
Μή κλαῖε! Παρήγορος ὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας. Λόγος ἀγάπης, συμπαθείας, ἐνισχύσεως. Λόγος στηριγμοῦ τῆς ἀφάνταστα πονεμένης ψυχῆς.
“Μή κλαῖε”! Εἶναι ἀλήθεια, τό ποτάμι τῶν δακρύων τῶν ἀνθρώπων ὁλοένα καί πιό πολύ φουσκώνει καί δέν πρόκειται νά στερέψει ποτέ, ὅσο θά διαρκεῖ ἡ παροῦσα τάξη τῶν πραγμάτων. Κοιλάδα κλαυθμῶνος εἶναι ὁλόκληρος ὁ κόσμος μας. Δάκρυα, πόνος, θλίψη παντοῦ. Μιά ἀφόρητη δυστυχία πιέζει τά στήθη τῆς οἰκουμένης. Ἐκεῖ πού ὁ ἄνθρωπος νομίζει πώς βρῆκε τή χαρά, ξαφνικά συναντάει τήν ἀβάστακτη θλίψη. Μιά καταστροφή, μιά ἀρρώστια, ὁ θάνατος, καί ὁ πύργος τῆς εὐτυχίας μονομιᾶς καταρέει. Καί τότε;
Τότε ἀπελπισία. Τότε ἡ ψυχή πνίγεται. Δέν βλέπει φῶς πουθενά. Δέν τήν ἱκανοποιεῖ τίποτε ἀπολύτως. Δέν βρίσκει νόημα κανένα πιά στή ζωή. Καί μάλιστα ἄν εἶναι μάνα, πού χάνει τό παιδί της. Τί τρομερός πόνος τήν πνίγει!
Ἀδελφή ψυχή, ἴσως σέ ἄγγιξε καί σένα κάποτε αὐτό τό χέρι τοῦ μεγάλου πόνου. Ἀφαίρεσε ἴσως ἀπό τό πρόσωπό σου τή χαρά, ἀπό τά μάτια σου τή γαλήνη. Πόνεσες πολύ. Ἴσως πονᾶς ἀκόμα. Συνεχίζεις νά κλαῖς!
Λοιπόν, τό ξέρουμε, πώς λόγια δύσκολο πολύ νά σέ παρηγορήσουν. Ὅμως, τί ἄλλο νά σοῦ ποῦμε, αὐτόν τό λόγο τοῦ Χριστοῦ μονάχα: Μήν κλαῖς! Ψάξε βαθιά νά βρεῖς τό μήνυμα τοῦ πόνου σου, τό νόημά του. Πάψε τά δάκρυα καί ρώτησε τόν ἑαυτό σου εἰλικρινά: Γιατί ἐπέτρεψε ὁ Θεός αὐτήν τή θλίψη στή ζωή μου; Τί εἶναι ἐκεῖνο πού θέλει νά μοῦ πεῖ; Μήπως μέσα στήν πρώτη εὐτυχία μου Τόν εἶχα ὁλότελα ξεχάσει; Μήπως ζοῦσα χωρίς νά ζῶ, ἀφοῦ ζωή μακριά ἀπό τό Θεό εἶναι μονάχα θάνατος;
Μήν κλαῖς, πονεμένη ἀδελφή ψυχή. Ἄλλωστε ὁ Κύριος ἔχει ἀκόμη κάτι νά σοῦ πεῖ ἤ μᾶλλον ἔχει ἕναν θησαυρό ἀσύλληπτο νά σοῦ χαρίσει.
Συγκλονιστική ἡ στιγμή! Τά λόγια τοῦ Κυρίου πρός τήν πονεμένη μάνα ἀκούγονται παράξενα. Νά μήν κλάψει! Μά αὐτή εἶναι δυό φορές νεκρή.
Μήν κλαῖς! Καί τήν ἴδια ἐκείνη στιγμή ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου ἅπλωσε τό χέρι Του καί ἄγγιξε τό φέρετρο τοῦ νεκροῦ παιδιοῦ. Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἀντηχεῖ τώρα πανίσχυρος, προστακτικός: “Nεανίσκε, σοί λέγω, ἐγέρθητι”, νεαρέ, σέ σένα μιλάω, σήκω ἐπάνω! Καί ἀμέσως ἀνασηκώθηκε ὁ νεκρός νέος καί ἄρχισε νά μιλάει. Τόν παρέδωσε τότε ὁ Κύριος στή μητέρα του, ἐνῶ φόβος μεγάλος γέμισε τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Φόβος μπροστά στήν παντοδύναμη ἐξουσία τοῦ Κυρίου. Γι᾽αὐτό καί δόξαζαν τό Θεό λέγοντας ὅτι μεγάλος προφήτης φάνηκε ἀνάμεσά μας καί ὅτι ὁ Θεός ἦρθε κοντά στό λαό Του, “ἐπεσκέψατο τόν λαόν αὐτοῦ”.
Καί ἀσφαλῶς εἶχε ἔρθει ὁ Θεός κοντά στόν λαό Του. Ὄχι βέβαια μέ τόν τρόπου πού νόμισαν οἱ κάτοικοι τῆς Ναΐν, ὅτι ὁ Θεός τούς ἔστειλε ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο, ἕναν μεγάλο προφήτη γιά νά τούς καθοδηγήσει καί νά τούς προστατεύσ. Δέν μποροῦσαν ποτέ νά φανταστοῦν αὐτό πού πράγματι εἶχε συμβεῖ. Ὅτι δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ Θεός αὐτοπροσώπως βρισκόταν μπροστά τους ἐκείνη τή στιγμή. Δέν χωροῦσε στό νοῦ τους ποτέ, δέν τούς περνοῦσε κἄν αὐτή ἡ σκέψη ὅτι ὁ Θεός εἶχε γίνει ἄνθρωπος καί περπατοῦσε ἐκεῖ ἀνάμεσά τους, ὅτι ὁ Ἰησοῦς πού ἔβλεπαν μέ τά μάτια τους ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Θεός, τόν Ὁποῖο λάτρευαν στό Ναό τῶν Ἱεροσολύμων ἀναπέμποντάς Του ὕμνους καί προσευχές συνεχεῖς.
Κι ὅμως αὐτό εἶχε συμβεῖ. Δέν γνωρίζουμε τί ἔκανε κατόπιν ἐκείνη ἡ μάνα καί τό παιδί της. Ἄν δηλαδή γνωρίστηκαν στενότερα μέ τόν Κύριο. Ξέρουμε μόνο πώς ἐκείνη τή στιγμή τοῦ μεγάλου πόνου ὁ Θεός τούς εἶχε ἐπισκεφθεῖ, τούς ἄγγιξε ἁπαλά, καί μέ στοργή καί ἀγάπη ἄπειρη σκούπισε τά δάκρυα τῆς μάνας, καί χάρισε χαρά μεγάλη στήν πονεμένη της ψυχή.
Ἀλλά, ἀδελφοί, ὁ Κύριος εἶναι δίκαιος και οὔτε ποτέ του ἔκανε, οὔτε καί κάνει διακρίσεις× κι οὔτε σέ μιᾶς μονάχα μάνας τόν πόνο ὑπῆρξε συμπαθής Καί σήμερα καί τώρα εἶναι συμπαθής στόν πόνο τῶν πονεμένων, στίς τραγωδίες τῶν δυστυχούντων, στίς πίκρες τῶν ἀδικημένων τῆς ζωῆς. Ἐπισκέπτεται καί σήμερα, “τόν λαόν αὐτοῦ”. Ἐπισκέπτεται ἰδιαιτέρως τούς δοκιμαζόμενους πιστούς. Θά πεῖτε ἴσως, γιατί δέν ἀνασταίνει καί τούς δικούς μας τούς νεκρούς; Ἀλλά καί τότε δέν ἀνέστησε ὅλους τούς νεκρούς. Τρεῖς μόνον νεκραναστάσεις ἀναφέρονται στά Εὐαγγέλια× ἁπλῶς γιά νά δείξει στούς ἀνθρώπους τή δύναμή Του, τή θεϊκή Του ἐξουσία. Ἔδωσε κάτι λίγο καί μικρό, γιά νά μᾶς βεβαιώσει πώς μπορεῖ νά μᾶς χαρίσει καί τό μεγάλο.
Λοιπόν, καί τούς νεκρούς θά ἀναστήσει καί μάλιστα ὅλους, ὄχι μονάχα δύο ἤ τρεῖς. Ἀλλά δέν εἶναι αὐτό τό πιό μεγάλο πού χαρίζει. Τό πιό μεγάλο, ἀδελφοί, εἶναι ὅτι χαρίζει σέ μᾶς τή δόξα Του τή θεϊκή, τόν πλοῦτο τῶν ἀπείρων δωρεῶν Του, αὐτόν τόν ἴδιο τόν ἑαυτό Του. Μᾶς ἐπισκέπτεται κι ἐμᾶς. Κι ὄχι μονάχα μιά ἐπίσκεψη στιγμῆς. Ἀλλά ἑνώνεται αἰώνια μαζί μας. Γι᾽ αὐτό καί ἐπιτρέπει τόν πόνο στή ζωή μας. Γιά νά ἀνοίξει ἡ καρδιά μας, γιά νά διασταλεῖ ἡ ὕπαρξή μας ὅλη, ὥστε νά χωρέσει μέσα μας Ἐκεῖνος, τόν ὁποῖο οὔτε ἡ γῆ μας τόν χωρεῖ οὔτε τό Σύμπαν μπορεῖ ποτέ νά περικλείσει.
Αὐτή Του τήν ἀσύλληπτη δωρεά, ἀδελφοί μου, μήπως δέν τήν ἔχουμε ὅσο πρέπει ἐκτιμήσει;
Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Δράμας
Σελίδα 414 από 415