Τα 11 Εωθινά Ευαγγέλια

 Τα Εωθινά Ευαγγέλια είναι ένδεκα τον αριθμό και είναι οι ένδεκα ευαγγελικές περικοπές, οι οποίες αναφέρονται στο γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου και τις εμφανίσεις Του στους μαθητές Του. Είναι κομμάτια και από τους τέσσερεις Ευαγγελιστές και αναγιγνώσκονται με τη σειρά κάθε Κυριακή κατά την ακολουθία του Όρθρου.

Τα Εωθινά Ευαγγέλια διαβάζονται από τον Ιερέα, μέσα στο Άγιο Βήμα και στα δεξιά της Αγίας Τράπεζας διότι αναφέρονται πάντα στο γεγονός της Αναστάσεως.

Μετά την ανάγνωση του Εωθινού Ευαγγελίου ψάλεται ο 50ος ψαλμός και ο Ιερέας στέκεται στην μέση της εκκλησίας για να προσκυνήσουν οι πιστοί το Ευαγγέλιο (μόνο κατά τις Κυριακές και συγκεκριμένα όταν ο ψάλτης φτάνει στο "...ιδού γαρ αλήθειαν ηγάπησας..."). Αυτή η στιγμή συμβολίζει την στιγμή που ο Χριστός παρουσιάστηκε στους μαθητές του.

 

29-10-2017

Εωθνινόν Ευαγγέλιον Ι΄

Ευαγγέλιον κατά Ιωάννην (κα΄ 1 – 14)

Πρωτότυπο Κείμενο

 Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, ἐ­φα­νέ­ρω­σεν ἑ­αυ­τὸν ὁ Ἰ­η­σοῦς τοῖς μα­θη­ταῖς αὐ­τοῦ, ἐ­γερ­θεὶς ἐκ νε­κρῶν, ἐ­πὶ τῆς θα­λάσ­σης τῆς Τι­βε­ρι­ά­δος· ἐ­φα­νέ­ρω­σε δὲ οὕ­τως. Ἦ­σαν ὁ­μοῦ Σί­μων Πέ­τρος, καὶ Θω­μᾶς ὁ λε­γό­με­νος Δί­δυ­μος, καὶ Να­θα­να­ὴλ ὁ ἀ­πὸ Κα­νᾶ τῆς Γα­λι­λαί­ας, καὶ οἱ τοῦ Ζε­βε­δαί­ου, καὶ ἄλ­λοι ἐκ τῶν μα­θη­τῶν αὐ­τοῦ δύ­ο. Λέ­γει αὐ­τοῖς Σί­μων Πέ­τρος· Ὑ­πά­γω ἁ­λι­εύ­ειν. Λέ­γου­σιν αὐ­τῷ· Ἐρ­χό­με­θα καὶ ἡ­μεῖς σὺν σοί. Ἐ­ξῆλ­θον καὶ ἀ­νέ­βη­σαν εἰς τὸ πλοῖ­ον εὐ­θύς, καὶ ἐν ἐ­κεί­νῃ τῇ νυ­κτὶ ἐ­πί­α­σαν οὐ­δέν. Πρω­ί­ας δὲ ἤ­δη γε­νο­μέ­νης ἔ­στη ὁ Ἰ­η­σοῦς εἰς τὸν αἰ­γι­α­λόν· οὐ μέν­τοι ᾔ­δει­σαν οἱ μα­θη­ταὶ ὅ­τι Ἰ­η­σοῦς ἐ­στι. Λέ­γει οὖν αὐ­τοῖς ὁ Ἰ­η­σοῦς· Παι­δί­α, μή τι προ­σφά­γι­ον ἔ­χε­τε; ἀ­πε­κρί­θη­σαν αὐ­τῷ· Οὔ. Ὁ δὲ εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Βά­λε­τε εἰς τὰ δε­ξι­ὰ μέ­ρη τοῦ πλοί­ου τὸ δί­κτυ­ον, καὶ εὑ­ρή­σε­τε. Ἔ­βα­λον οὖν, καὶ οὐ­κέ­τι αὐ­τὸ ἑλ­κύ­σαι ἴ­σχυ­σαν ἀ­πὸ τοῦ πλή­θους τῶν ἰ­χθύ­ων. Λέ­γει οὖν ὁ μα­θη­τὴς ἐ­κεῖ­νος, ὃν ἠ­γά­πα ὁ Ἰ­η­σοῦς, τῷ Πέ­τρῳ· Ὁ Κύ­ρι­ός ἐ­στι. Σί­μων οὖν Πέ­τρος ἀ­κού­σας ὅ­τι ὁ Κύ­ρι­ός ἐ­στι, τὸν ἐ­πεν­δύ­την δι­ε­ζώ­σα­το· ἦν γὰρ γυ­μνός· καὶ ἔ­βα­λεν ἑ­αυ­τὸν εἰς τὴν θά­λασ­σαν· οἱ δὲ ἄλ­λοι μα­θη­ταὶ τῷ πλοι­α­ρί­ῳ ἦλ­θον· οὐ γὰρ ἦ­σαν μα­κρὰν ἀ­πὸ τῆς γῆς, ἀλλ᾿ ὡς ἀ­πὸ πη­χῶν δι­α­κο­σί­ων, σύ­ρον­τες τὸ δί­κτυ­ον τῶν ἰ­χθύ­ων. Ὡς οὖν ἀ­πέ­βη­σαν εἰς τὴν γῆν, βλέ­που­σιν ἀν­θρα­κι­ὰν κει­μέ­νην καὶ ὀ­ψά­ρι­ον ἐ­πι­κεί­με­νον καὶ ἄρ­τον. Λέ­γει αὐ­τοῖς ὁ Ἰ­η­σοῦς· Ἐ­νέγ­κα­τε ἀ­πὸ τῶν ὀ­ψα­ρί­ων ὧν ἐ­πι­ά­σα­τε νῦν. Ἀ­νέ­βη Σί­μων Πέ­τρος καὶ εἵλ­κυ­σε τὸ δί­κτυ­ον ἐ­πὶ τῆς γῆς, με­στὸν ἰ­χθύ­ων με­γά­λων ἑ­κα­τὸν πεν­τή­κον­τα τρι­ῶν· καὶ το­σού­των ὄν­των οὐκ ἐ­σχί­σθη τὸ δί­κτυ­ον. Λέ­γει αὐ­τοῖς ὁ Ἰ­η­σοῦς· Δεῦ­τε ἀ­ρι­στή­σα­τε. Οὐ­δεὶς δὲ ἐ­τόλ­μα τῶν μα­θη­τῶν ἐ­ξε­τά­σαι αὐ­τὸν σὺ τίς εἶ, εἰ­δό­τες ὅ­τι ὁ Κύ­ρι­ός ἐ­στιν. Ἔρ­χε­ται οὖν ὁ Ἰ­η­σοῦς καὶ λαμ­βά­νει τὸν ἄρ­τον καὶ δί­δω­σιν αὐ­τοῖς καὶ τὸ ὀ­ψά­ρι­ον ὁ­μοί­ως. Τοῦ­το ἤ­δη τρί­τον ἐ­φα­νε­ρώ­θη ὁ Ἰ­η­σοῦς τοῖς μα­θη­ταῖς αὐ­τοῦ ἐ­γερ­θεὶς ἐκ νε­κρῶν.

Νεοελληνική Απόδοση

Τόν καιρό ἐκεῖνο, ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς, ἐμφανίστηκε πάλι στούς μαθητές, στήν ὄχθη τῆς λίμνης τῆς Τιβεριάδας. Καί νά πῶς ἐμφανίστηκε: Ἦταν μαζί ὁ Σίμων Πέτρος, ὁ Θωμᾶς πού λεγόταν Δίδυμος, ὁ Ναθαναήλ, πού καταγόταν ἀπό τήν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, οἱ δύο γιοί τοῦ Ζεβεδαίου κι ἄλλοι δύο ἀπό τούς μαθητές του. Τούς λέει ὁ Σίμων Πέτρος: «Πηγαίνω νά ψαρέψω». «Ἐρχόμαστε κι ἐμεῖς μαζί σου», τοῦ λένε ἐκεῖνοι. Βγῆκαν ἔξω κι ἀμέσως ἀνέβηκαν στό πλοῖο, ἀλλά ὅλη ἐκείνη τή νύχτα δέν ἔπιασαν τίποτα. Ὅταν πιά ξημέρωσε, στάθηκε ὁ Ἰησοῦς στό γιαλό· οἱ μαθητές ὅμως δέν ἤξεραν ὅτι ἦταν ὁ Ἰησοῦς. Τούς λέει τότε ὁ Ἰησοῦς: «Παιδιά, μήπως ἔχετε κάτι γιά προσφάγι;» «Ὄχι», τοῦ ἀποκρίθηκαν. Ἐκεῖνος τότε τούς λέει: «Ρίξτε τό δίχτυ στή δεξιά μεριά τοῦ πλοίου καί θά βρεῖτε ψάρια». Πραγματικά, ἔριξαν τό δίχτυ, καί τά ψάρια ἦταν τόσα πολλά, πού δέν μποροῦσαν νά τραβήξουν τό δίχτυ. Λέει τότε στόν Πέτρο ὁ μαθητής ἐκεῖνος πού ὁ Ἰησοῦς τόν ἀγαποῦσε: «Ὁ Κύριος εἶναι!» Μόλις ἄκουσε ὁ Σίμων Πέτρος πώς εἶναι ὁ Κύριος, ζώστηκε τό ἱμάτιό του, ἐπειδή ἦταν γυμνός, καί ρίχτηκε στό νερό. Οἱ ἄλλοι μαθητές ἦρθαν μέ τό πλοιάριο, σέρνοντας τό δίχτυ μέ τά ψάρια, γιατί δέν ἀπεῖχαν ἀπό τή στεριά παρά ἑκατό περίπου μέτρα. Ὅταν ἀποβιβάστηκαν στή στεριά, βλέπουν ἐκεῖ ἀναμμένη μιά ἀνθρακιά κι ἕνα ψάρι πάνω στή φωτιά, καί ψωμί. Τούς λέει ὁ Ἰησοῦς: «Φέρτε ἀπό τά ψάρια πού πιάσατε τώρα». Ἀνέβηκε τότε στό πλοῖο ὁ Σίμων Πέτρος καί τράβηξε τό δίχτυ στή στεριά, γεμάτο μεγάλα ψάρια, γιά τήν ἀκρίβεια ἑκατόν πενήντα τρία. Κι ἐνῶ ἦταν τόσα πολλά ψάρια, τό δίχτυ δέν εἶχε σκιστεῖ. «Ἐλᾶτε νά φᾶτε», τούς λέει ὁ Ἰησοῦς. Καί κανείς ἀπό τούς μαθητές δέν τολμοῦσε νά τόν ρωτήσει, «ἐσύ ποιός εἶσαι;» γιατί ἤξεραν πώς εἶναι ὁ Κύριος. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, παίρνει τό ψωμί καί τούς τό μοιράζει. Τό ἴδιο ἔκανε καί μέ τό ψάρι. Αὐτή ἦταν ἡ τρίτη ἐμφάνιση τοῦ Ἰησοῦ στούς μαθητές μετά τήν ἀνάστασή του.

29-10-2017

Κυριακή ΚΑ΄ Επιστολών

Απόστολος προς Γαλ. (β΄, 16-20)

Πρωτότυπο Κείμενο

Αδελφοί, ειδότες οτι ου δικαιούται άνθρωπος εξ έργων νόμου εαν μη δια πίστεως Ιησού Χριστού, και ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν, ινα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χρίστου και ουκ εξ έργων νόμου, διότι ου δικαιωθήσεται εξ έργων νόμου πάσα σαρξ. Ει δε ζητούντες δικαιωθήναι εν Χριστώ ευρέθημεν και αυτοί αμαρτωλοί, αρα Χριστός αμαρτίας διάκονος; Μη γένοιτο. Ει γαρ α κατέλυσα ταύτα πάλιν οικοδομώ, παραβάτην εμαυτόν συνίστημι. Εγω γαρ δια νόμου νόμω απέθανον, ινα Θεω ζήσω. Χριστώ συνεσταύρωμαι· ζω δε ουκέτι εγω, ζη δε εν εμοί Χριστός· ο δε νυν ζω εν σαρκί, εν πίστει ζω τη του υιού του Θεού του αγαπήσαντος με και παραδόντος εαυτόν υπέρ εμού.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, ξέρουμε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί με την τήρηση των διατάξεων του νόμου. Αυτό γίνεται μόνο με την πίστη στον Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό κι εμείς πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό, για να δικαιωθούμε με την πίστη στο Χριστό κι όχι με την τήρηση του νόμου· γιατί με τα έργα του νόμου δεν θα σωθεί κανένας άνθρωπος. Αν όμως, ζητώντας να σωθούμε από τον Χρίστο, βρεθήκαμε να είμαστε και μείς αμαρτωλοί όπως οι εθνικοί, σημαίνει τάχα πως ο Χριστός οδηγεί στην αμαρτία; Όχι βέβαια! Γιατί, αν ότι γκρέμισα το ξαναχτίζω, είναι σαν να ομολογώ πως έκανα λάθος όταν το γκρέμιζα. Κι αληθινά, με κριτήριο τον νόμο, έχω πεθάνει για τη θρησκεία του νόμου, για να βρω τη ζωή κοντά στο Θεό. Έχω πεθάνει στον σταυρό μαζί με τον Χριστό. Τώρα πια δεν ζω εγώ, αλλά ζει στο πρόσωπο μου ο Χριστός. Κι η τωρινή σωματική μου ζωή είναι ζωή βασισμένη στην πίστη μου στον Υιό του Θεού, που με αγάπησε και πέθανε εκούσια για χάρη μου.

Σχολιασμός

Η συγκεκριμένη αποστολική περικοπή είναι παρμένη από το δεύτερο κεφάλαιο της προς Γαλάτας επιστολής του Αποστόλου Παύλου. Την περιοχή της Γαλατίας επισκέφθηκε ο Απόστολος Παύλος κατά την πρώτη του αποστολική περιοδεία κατά τα έτη 45-48 μ.Χ., συνοδευόμενος από τον Απόστολο Βαρνάβα. Στη συγκεκριμένη αποστολική περικοπή, ο απόστολος Παύλος, αναφέρεται σε ένα πρόβλημα το οποίο άρχισε να εμφανίζεται στις Εκκλησίες τις οποίες ίδρυσε στην εκεί περιοχή. Το πρόβλημα δημιουργήθηκε όταν οι εξ Ιουδαίων Χριστιανοί άρχισαν να υποστηρίζουν ότι είναι αναγκαίο από όλους η τήρηση των διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου. Αναφορά για το πρόβλημα αυτό γίνεται και στις Πράξεις των Αποστόλων. «Εάν μη περιτέμνησθε τω έθει Μωϋσέως ου δύνασθαι σωθήναι» (Πραξ. 15:1). Άρχισαν επίσης να αμφισβητούν το αποστολικό αξίωμα του αποστόλου Παύλου λέγοντας ότι δεν είναι απόστολος ισάξιος με τους δώδεκα και ότι διδάσκει την αποδέσμευση από το Μωσαϊκό Νόμο για να γίνει αρεστός στους εξ’ εθνών Χριστιανούς. Αντιμετωπίζει λοιπόν το πρόβλημα αυτό ο Απόστολος Παύλος, γράφοντας τη συγκεκριμένη επιστολή σαν υπενθύμιση σε όσα τους είχε διδάξει και να τους βοηθήσει να παραμείνουν στην ελευθερία την οποία προσφέρει το ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού.

Με την επιστολή αυτή ο Απόστολος Παύλος τονίζει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να γίνει δίκαιος ενώπιόν του Θεού με την τήρηση των τυπικών διατάξεων του παλαιού μωσαϊκού νόμου, αλλά μόνο με την αληθινή πίστη στον Ιησού Χριστό. Η ιδιαιτερότητα της χριστιανικής πίστεως φανερώνεται στο έργο του Ιησού Χριστού και κυρίως στη σταυρική του θυσία. Η σταυρική θυσία του Χριστού αποτελεί την ελευθερία των ανθρώπων από την τήρηση των τυπικών διατάξεων του Νόμου. Επιστρέφοντας στο Νόμο σημαίνει αμέσως και την υποτίμηση της σταυρικής θυσίας του Ιησού Χριστού αλλά της ελευθερίας που προσφέρει.

Αυτό λοιπόν έκαναν οι Ιουδαΐζοντες Χριστιανοί, αμφισβητούσαν την ελευθερία που προφέρει ο Σταυρός του Χριστού, την πηγή δηλαδή της ελευθερίας. Πίστευαν και υποστήριζαν ότι είναι απαραίτητη για τη σωτηρία η τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου απ’ όλους. Ο Νόμος όμως αποτελεί όπως θα μας πει στο τρίτο κεφάλαιο της προς Γαλάτας Επιστολή «παιδαγωγόν εις Χριστόν, ίνα εκ πίστεως δικαιωθώμεν», ώστε «ελθούσης δε της πίστεως ουκέτι υπό παιδαγωγόν εσμέν» (Γαλ. 3,24-25). Η σωτηρία απευθύνεται λοιπόν, προς όλους τους ανθρώπους δια μέσου  της πίστεως στον Ιησού Χριστό, χωρίς να διακρίνει τους ανθρώπους με βάση την τήρηση ή μη του Μωσαϊκού Νόμου. Το γεγονός ότι πολλοί από τους εξ Ιουδαίους Χριστιανούς αποδέχονται το Ευαγγέλιο του Χριστού, φανερώνει ότι ο Νόμος αδυνατεί να τους σώσει και γι αυτό το λόγο τον εγκαταλείπουν και ακολουθούν το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού.

Παρακάτω συνεχίζει ο Απόστολος Παύλος λέγοντας μας: «Χριστώ συνεσταύρωμαι˙ ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Ο Σταυρός δηλαδή του Ιησού Χριστού αποτελεί το σημείο στο οποίο πρέπει να προσβλέπουμε για τη σωτηρία μας. Με τη θυσία του στο Σταυρό ο Ιησούς μας εκδήλωσε την απεριόριστη και ανιδιοτελή αγάπη του προς τον καθένα μας ξεχωριστά. Η τήρηση μόνο των τυπικών διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου και η μη πίστη προς Αυτόν, σημαίνει την υποτίμηση της σταυρικής του θυσίας και της αγάπης που μας έχει δώσει. Καταδικάστηκε ο Ιησούς στο όνομα του Νόμου, αλλά ο θάνατός του είχε ως αποτέλεσμα την ελευθερία των ανθρώπων από την τυπολατρική τήρηση των διατάξεων του Νόμου.

Η ένωσή μας λοιπόν με τον Ιησού που αποτελεί την ουσία αυτής της ζωής, επιτυγχάνεται μέσω της πίστεως στον Ιησού Χριστό και όχι απλά της τήρησης των διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου. Η σωτηρία μας πηγάζει από την αστείρευτη αγάπη του Χριστού προς εμάς, η οποία τον οδήγησε μέχρι το σταυρικό θάνατο. Έτσι και Απόστολος Παύλος μας καλεί να ενωθούμε με το Χριστό σταυρώνοντας τον παλιό εαυτό μας και αποβάλλοντας την αμαρτία, έτσι θα αποκτήσουμε τη δύναμη που χρειάζεται για να αντιμετωπίζουμε καθημερινά όσα προβλήματα συναντούμε. 

29-10-2017

Κυριακή Ζ’ Λουκά

Ευαγγέλιον κατά Λουκ. ( η’ 41 – 56)

Πρωτότυπο κείμενο

Τω καιρώ εκείνω, άνθρωπός τις προσήλθε τω Ιησού, ω όνομα Ιάειρος, και αυτός άρχων της Συναγωγής υπήρχε· και πεσών παρά τους πόδας του Ιησού παρεκάλει αυτόν εισελθείν εις τον οίκον αυτού· ότι θυγάτηρ μονογενής ην αυτώ, ως ετών δώδεκα, και αύτη απέθνησκεν. Εν δε τω υπάγειν αυτόν, οι όχλοι συνέπνιγον αυτόν. Και γυνή ούσα εν ρύσει αίματος από ετών δώδεκα, ήτις, ιατροίς προσαναλώσασα όλον τον βίον, ουκ ίσχυσεν υπ οὐδενὸς θεραπευθήναι, προσελθούσα όπισθεν, ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού, και παραχρήμα έστη η ρύσις του αίματος αυτής. Και είπεν ο Ιησούς· Τις ο αψάμενός μου; Αρνουμένων δε πάντων, είπεν ο Πετρος και οι συν αυτώ· Επιστάτα, οι όχλοι συνέχουσί σε και αποθλίβουσι, και λέγεις Τις ο αψάμενός μου; Ο δε Ιησούς είπεν· Ήψατό μου τις· εγώ γαρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ ἐμοῦ. Ιδούσα δε η γυνή ότι ουκ έλαθε, τρέμουσα ήλθε και προσπεσούσα αυτώ, δι ἣν αιτίαν ήψατο αυτού, απήγγειλεν αυτώ ενώπιον παντός του λαού, και ως ιάθη παραχρήμα. Ο δε είπεν αυτή· Θαρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εις ειρήνην. Ετι αυτού λαλούντος, έρχεταί τις παρά του αρχισυναγώγου, λέγων αυτώ· ότι τέθνηκεν η θυγάτηρ σου· μη σκύλλε τον Διδάσκαλον. Ο δε Ιησούς ακούσας απεκρίθη αυτώ, λέγων· Μη φοβού· μόνον πίστευε, και σωθήσεται. Εισελθών δε εις την οικίαν, ουκ αφήκεν εισελθείν ουδένα, ει μη Πετρον και Ιάκωβον και Ιωάννην και τον πατέρα της παιδός και την μητέρα. Έκλαιον δε πάντες και εκόπτοντο αυτήν. Ο δε είπε· Μη κλαίετε· ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει. Και κατεγέλων αυτού, ειδότες ότι απέθανεν. Αυτός δε εκβαλών έξω πάντας, και κρατήσας της χειρός αυτής, εφώνησε λέγων· Η παις, εγείρου. Και επέστρεψε το πνεύμα αυτής, και ανέστη παραχρήμα, και διέταξεν αυτή δοθήναι φαγείν. Και εξέστησαν οι γονείς αυτής. Ο δε παρήγγειλεν αυτοίς, μηδενί ειπείν το γεγονός.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, πλησίασε τον Ιησού κάποιος άνθρωπος που τον έλεγαν Ιάειρο και ήταν άρχοντας της συναγωγής. Αυτός έπεσε στα πόδια του Ιησού και τον παρακαλούσε να πάει στο σπίτι του, γιατί είχε μια μοναχοκόρη δώδεκα χρόνων, που ήταν ετοιμοθάνατη. Την ώρα που ο Ιησούς βάδιζε προς το σπίτι, τα πλήθη τον περιέβαλαν ασφυκτικά. Κάποια γυναίκα, που υπέφερε από αιμοραγία δώδεκα χρόνια και είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία στους γιατρούς, χωρίς κανένας να μπορέσει να την κάνει καλά, πήγε πίσω από τον Ιησού, άγγιξε την άκρη το ρούχου του, κι αμέσως η αιμορραγία της σταμάτησε. Τότε ο Ιησούς είπε: «Ποιος με άγγιξε;» Ενώ όλοι αρνιούνταν, ο Πέτρος και όσοι ήταν μαζί του έλεγαν: «Διδάσκαλε, οι όχλοι έχουν στριμωχτεί κοντά σου και σε πιέζουν κι εσύ λες ποιος με άγγιξε;» Ο Ιησούς όμως είπε: «Κάποιος με άγγιξε, γιατί εγώ ένιωσα να βγαίνει από μένα δύναμη». Μόλις η γυναίκα είδε ότι δεν ξέφυγε την προσοχή του, ήρθε τρέμοντας κι έπεσε στα πόδια του και μπροστά σ΄ όλο τον κόσμο του είπε για ποια αιτία τον άγγιξε κι ότι είχε γιατρευτεί αμέσως. Εκείνος της είπε: «Θάρρος, κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε· πήγαινε στο καλό». Ενώ ο Ιησούς ακόμα μιλούσε, ήρθε κάποιος από το σπίτι του άρχοντα της συναγωγής και του λέει: «Η κόρη σου πέθανε· μην ενοχλείς πια το δάσκαλο». Όταν το άκουσε ο Ιησούς του είπε: «Εσύ μη φοβάσαι, μόνο πίστευε, και θα σωθεί». Φτάνοντας στο σπίτι, δεν άφησε κανέναν να μπει μέσα μαζί του, εκτός από τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο, καθώς και τον πατέρα και τη μητέρα του κοριτσιού. Όλοι έκλαιγαν και τη θρηνολογούσαν. Ο Ιησούς όμως τους είπε: «Μην κλαίτε· δεν πέθανε, αλλά κοιμάται». Εκείνοι τον περιγελούσαν, βέβαιοι πως είχε πεθάνει. Ο Ιησούς, αφού τους έβγαλε όλους έξω, έπιασε το κορίτσι από το χέρι και του είπε δυνατά: «Κορίτσι, σήκω!» Το πνεύμα της επέστρεψε κι αυτή αμέσως σηκώθηκε. Ο Ιησούς τότε διέταξε να της δώσουν να φάει. Οι γονείς της έμειναν κατάπληκτοι. Εκείνος όμως τους είπε να μην πουν σε κανέναν τι είχε γίνει.

Η θεραπεία της αιμορροούσας γυναίκας και η ανάσταση της κόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου

Ο Ιησούς Χριστός επιστρέφει στην Καπερναούμ, αφού προηγουμένως βρισκόταν στα Γάδαρα, όπου θεράπευσε το δαιμονιζόμενο νέο. Οι κάτοικοι των Γαδάρων μετά το θαύμα τον παρακάλεσαν να απομακρυνθεί από την περιοχή τους. Σε αντίθεση με αυτούς οι κάτοικοι της Καπερναούμ συγκεντρώθηκαν μαζικά και τον ανέμεναν με ενθουσιασμό. Σ΄ αυτήν λοιπόν την περιοχή πραγματοποιήθηκαν τα δύο θαύματα που μνημονεύονται στο παρόν ευαγγελικό ανάγνωσμα και τα οποία συναντούμε και στους τρεις Συνοπτικούς Ευαγγελιστές. Τα δυο θαύματα επιτελούνται διαδοχικά, αφού η θεραπεία της αιμορροούσας γυναίκας πραγματοποιείται κατά την πορεία του Ιησού Χριστού προς το σπίτι του αρχισυνάγωγου Ιάειρου, ο οποίος του ζήτησε να θεραπεύσει την μοναχοκόρη του, η οποία πέθαινε.

Ο άρχοντας της Συναγωγής Ιάειρος, μόλις αντικρίζει τον Ιησού Χριστό πίπτει μπροστά του, αναγνωρίζοντας προφανώς της θεϊκή του ιδιότητα, και τον παρακαλεί να έλθει στο σπίτι του και να θεραπεύσει την ετοιμοθάνατη μοναχοκόρη του. Ο Ιάειρος δεν είχε τη θέρμη της πίστης του εκατόνταρχου, που σε άλλη παρόμοια περίπτωση παρακάλεσε τον Ιησού Χριστό να θεραπεύσει τον δούλο του με ένα μόνο λόγο του και χωρίς να εισέλθει στο σπίτι του, γιατί θεωρούσε, ότι δεν είναι άξιος μιας τέτοιας τιμής. Τότε ο Ιησούς Χριστός εγκωμίασε τη μεγάλη πίστη του εκατόνταρχου, αλλά και τώρα στην παρούσα περίπτωση δεν απορρίπτει και την ασθενέστερη πίστη του αρχισυνάγωγου. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς τονίζει το γεγονός ότι πρόκειται για μοναχοκόρη: «ότι θυγάτηρ μονογενής ην αυτώ». Παρόμοιες περιπτώσεις συναντούμε αρκετές στα θαύματα του Ιησού Χριστού, όπως ο μονογενής υιός της χήρας της Ναΐν, ο δαιμονιζόμενος νέος κ.α. Το γεγονός αυτό προκαλεί περισσότερο την ευσπλαχνία του Ιησού Χριστού και ταυτόχρονα καταδεικνύει τη συντριβή του Ιάειρου εξαιτίας αυτής της συμφοράς.

Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν πορεύεται προς το σπίτι του Ιάειρου και το συγκεντρωμένο πλήθος τον ακολουθεί και τον σπρώχνει, όπως μας αφήνει να κατανοήσουμε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, είτε για να τον δει από κοντά, είτε το πιο πιθανόν να τον ακουμπήσει και να λάβει την ευλογία του, ή την θεραπεία κάποιας ασθένειας. Μεταξύ του πλήθους ήταν και η αιμορροούσα γυναίκα, η οποία για δώδεκα χρόνια υπέφερε από αιμορραγία και δεν μπορούσε να θεραπευθεί, παρά το γεγονός ότι ξόδεψε όλη της την περιουσία στους γιατρούς. Ωστόσο η φήμη της θεραπευτικής και θαυματουργικής ικανότητας του Ιησού Χριστού είχε διαδοθεί παντού, παρά τις περί του αντιθέτου προτροπές του προς τους θεραπευμένους να μιλούν για τις θεραπείες τους. Η αιμορροούσα λοιπόν γυναίκα «ακούσασα περί του Ιησού», όπως μας πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Μάρκος στο παράλληλο κείμενό του, αναπτέρωσε τις ελπίδες της και είχε την βεβαιότητα, ότι μόνο ο Ιησούς Χριστός θα την απάλλασσε από την ασθένειά της. Η ασθένεια αυτή της αιμορραγίας, εκτός από τη σωματική ταλαιπωρία, στην εποχή εκείνη λάμβανε και κοινωνική – θρησκευτική διάσταση. Σύμφωνα με τις Ιουδαϊκές αντιλήψεις περί του αίματος, η αιμορραγία καθιστούσε τη γυναίκα «μολυσμένη» και είχε σαν αποτέλεσμα την κοινωνική και θρησκευτική της ταπείνωση και περιθωριοποίηση. Έτσι η ταλαίπωρη γυναίκα: «έλεγε γαρ εν εαυτή ότι εάν άψωμαι καν των ιματίων αυτού, σωθήσομαι» (Μαρκ. 5, 28). Μονολογούσε δηλαδή και σκεφτόταν ότι αρκεί μόνο να αγγίξει πάνω στα ρούχα του Ιησού Χριστού και τότε θα θεραπευθεί. Έτσι «προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού, και παραχρήμα έστη η ρύσις του αίματος αυτής».

Τότε ο Ιησούς Χριστός σταματά την πορεία του και ρωτά με επιμονή: «τις ο αψάμενός μου;». Η επιμονή του μάλιστα προκαλεί την αντίδραση των μαθητών και συγκεκριμένα ο Πέτρος αποκρίνεται: «επιστάτα, οι όχλοι συνέχουσί σε και αποθλίβουσι, και λέγεις τις ο αψάμενός μου;». Η επιμονή του Ιησού Χριστού δεν είναι τυχαία: «ήψατό μου τις• εγώ γαρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ΄ εμού». Σαν Θεός γνώριζε τι είχε συμβεί και ακόμα τι επικρατούσε στον εσωτερικό ψυχικό κόσμο της γυναίκας, αλλά με την επιμονή του αυτή θέλει να τοποθετήσει το θαύμα στη σωστή του διάσταση, τόσον όσον αφορά στην ίδια τη γυναίκα, αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους.

Μετά από αυτή την επιμονή του Ιησού Χριστού, η γυναίκα: «ιδούσα δε ότι ουκ έλαθε», αφού διαπίστωσε ότι δεν διέφυγε της προσοχής του, φοβισμένη και τρομαγμένη παρουσιάστηκε μπροστά του και ενώπιον όλων αποκάλυψε τα κίνητρα της ενέργειάς της και ότι θεραπεύθηκε αμέσως. Η γυναίκα, όπως και όλος ο συγκεντρωμένος κόσμος, είχε ακούσει για τον Ιησού Χριστό και για τις θαυματουργικές ικανότητές του, αλλά και για τις υπερβάσεις του έναντι των κοινωνικών και θρησκευτικών κατεστημένων. Ωστόσο διατηρούσε και τις επιφυλάξεις της, πώς θα μπορούσε να κάνει μια τέτοια πράξη; Να πάει να ακουμπήσει το Διδάσκαλο, ο οποίος στα μάτια των πολλών ανθρώπων είχε την υποχρέωση, να διατηρήσει και να διαφυλάξει όλες τις θρησκευτικές διατάξεις; Η πράξη της ερχόταν σε αντίθεση με τις διατάξεις του νόμου, οι οποίες απαγόρευαν σε «μιασμένα» άτομα να έρχονται σε επαφή με άλλους ανθρώπους και πολύ περισσότερο με το Διδάσκαλο. Γι΄ αυτό η γυναίκα διακατεχόταν από φόβο και τρόμο για την πράξη της. Οι αντιλήψεις των Ιουδαίων σχετικά με το αίμα καθιστούσαν τις γυναίκες μολυσμένες, όταν είχαν έμμηνες ρήσεις. Έτσι η αιμορροούσα γυναίκα, για δώδεκα χρόνια ήταν στιγματισμένη ως «μολυσμένη» και κοινωνικά και οικογενειακά απορριπτέα. Ο αρχικός όμως δισταγμός και η ατολμία της, δίνει στη συνέχεια τη θέση του στην παρρησία του λόγου και στην ομολογία τη πράξης της. Η βαθιά της πίστη απομακρύνει κάθε δισταγμό και ντροπή.

Η αντίδραση του Ιησού Χριστού δεν ήταν αναμενόμενη από την καθεστηκυία τάξη των Ιουδαίων, οι οποίοι θα ήθελαν να επιπλήξει τη γυναίκα για την παράβαση των διατάξεων του νόμου. Ο Ιησούς Χριστός όμως δεν επιθυμεί να ταπεινώσει τη γυναίκα, αλλά να την εξυψώσει, όπως έκανε και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις με τελώνες, πόρνες, λεπρούς κ.λ.π. Κατά τον τρόπο αυτό ο Ιησούς Χριστός προχωρεί σε μια υπέρβαση όλων εκείνων των προκαταλήψεων, που αφορούσαν είτε στις έμμηνες ρήσεις, είτε σε αιμορραγία, είτε σε λέπρα, είτε και σε οποιαδήποτε άλλη σωματική πάθηση. Όλα αυτά δεν μολύνουν τον άνθρωπο, αλλά τον καθιστούν άξιο της συμπαράστασης και βοήθειας των υπολοίπων συνανθρώπων του. Γι΄ αυτό ο Ιησούς Χριστός ακουμπά όλους τους ασθενείς χωρίς κανένα δισταγμό, για να αποβάλει όλες τις προκαταλήψεις από τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Σε αντίθετη περίπτωση και αν ο Ιησούς Χριστός κρατούσε μια αποστασιοποιημένη στάση έναντι των ασθενών, τότε πιθανόν να είχαμε αρνητικές επιπτώσεις στα θέματα της περίθαλψης των αρρώστων.

Η απάντηση του Ιησού Χριστού προς την αιμορροούσα γυναίκα: «θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε• πορεύου εις ειρήνην» καταστέλλει τον τρόμο της. Είναι σαν να της λεει, μη φοβάσαι ούτε εμένα, ούτε και τις διατάξεις του νόμου, πήγαινε με ψυχική ηρεμία να συνεχίσεις ειρηνικά τη ζωή σου, απαλλαγμένη από κάθε μέριμνα που σου προκαλούσε η ασθένεια. Η πράξη της γυναίκας δεν είναι ξένη προς την πίστη της. Το απλό άγγιγμα του ενδύματος του Χριστού θα παρέμενε ανενεργό και αναποτελεσματικό αν δεν συνοδευόταν από την ισχυρή πίστη της, ότι εκείνος είναι ο μόνος που μπορούσε να την θεραπεύσει. Άλλωστε τα πλείστα θαύματα του Κυρίου αποτελούν κατά κάποιο τρόπο την επιβράβευση της πίστης του ασθενούς ανθρώπου. Η πίστη είναι εκείνη που προκαλεί τον Κύριο να επιτελέσει ένα θαύμα. Στην προκειμένη περίπτωση η ήδη υπάρχουσα πίστη της γυναίκας αυξήθηκε περισσότερο μετά το θαύμα. Σύμφωνα με το απόκρυφο ευαγγέλιο του Νικοδήμου, αλλά και την πεποίθηση της Εκκλησίας μας, η αιμορροούσα γυναίκα είναι η Αγία Βερονίκη, η μνήμη της οποίας τιμάται στις 12 Ιουλίου. Η Αγία Βερονίκη μετά το θαύμα της θεραπείας της αιμορραγίας της εντάχθηκε στον ευρύτερο κύκλο των μαθητών του Χριστού. Στην πορεία του Ιησού Χριστού προς τον Γολγοθά η Αγία Βερονίκη έτρεξε και σκούπισε με ένα μαντήλι το ματωμένο πρόσωπό του. Πάνω στο μαντήλι αυτό αποτυπώθηκε η μορφή του Χριστού και έτσι δημιουργήθηκε η παράδοση περί του Αγίου Μανδηλίου.

Μετά την παρένθεση αυτή του θαύματος της αιμορροούσας η διήγηση της περικοπής επανέρχεται κάπως απότομα στο αρχικό της θέμα, δηλαδή την ασθένεια της μοναχοκόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου. «Έτι αυτού λαλούντος έρχεταί τις παρά του αρχισυναγώγου λέγων αυτώ ότι τέθνηκεν η θυγάτηρ σου• μη σκύλλε τόν διδάσκαλον». Το διάλογο του Χριστού με τη γυναίκα διακόπτει η θλιβερή είδηση του θανάτου της κόρης του Ιάειρου. Πλέον δεν συντρέχει λόγος παρενόχλησης του Διδασκάλου, κατά την κρίση των απεσταλμένων από το σπίτι του Ιάειρου. Στο σημείο αυτό ο Ευαγγελιστής Λουκάς δεν μας διευκρινίζει αν ο Ιάειρος είχε προσωπική εμπειρία της διδασκαλίας και θεϊκής εξουσίας του Ιησού Χριστού, ή απλά είχε ακούσει γι΄ αυτόν. Φαίνεται όμως ότι οι απεσταλμένοι από το σπίτι του Ιάειρου είχαν την εντύπωση, ότι η δύναμη του Χριστού περιοριζόταν μέχρι τη θεραπεία των ασθενειών. Για τη δική τους αντίληψη ο θάνατος παρέμενε ακατανίκητος.

Ο Ιησούς Χριστός άκουσε την θλιβερή είδηση και χωρίς να αφήσει τον Ιάειρο να αντιδράσει, θετικά ή αρνητικά του είπε: «μη φοβού• μόνον πίστευε και σωθήσεται». Ο θάνατος, που παραμένει ακατανίκητος για τα ανθρώπινα δεδομένα, καταλύεται από τη θεϊκή δύναμη και εξουσία του Ιησού Χριστού. Την ίδια στιγμή όμως καλεί και τον Ιάειρο να πιστέψει, ώστε να σωθεί η νεκρή πλέον κόρη του. Το ίδιο σκηνικό συναντούμε και στην Ανάσταση του Λαζάρου. Εκεί ο Χριστός διαβεβαιώνει την απαρηγόρητη αδελφή του Λαζάρου Μάρθα, ότι «αναστήσεται ο αδελφός σου» (Ιω. 11,23). Στην προκειμένη περίπτωση ο Ιησούς Χριστός χαρακτηρίζει τον θάνατο σαν ύπνο: «ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει». Βεβαίως ο λόγος αυτός του Ιησού Χριστού και στις δυο περιπτώσεις προκάλεσε την ειρωνεία, ή την δυσπιστία των πολλών. Γι΄ αυτό ο Κύριος όταν εισήλθε στο σπίτι του Ιάειρου δεν είχε αφήσει κανένα άλλο να εισέλθει εκτός από τους τρεις μαθητές του, Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη, καθώς και τον πατέρα και την μητέρα της κόρης. Τότε ο Ιησούς Χριστός έπιασε το χέρι της κόρης και την κάλεσε, «η παις εγείρου» και έτσι με τη θεϊκή του δύναμη, ανέτρεψε το θάνατο και ανάστησε τη νεκρή.

Ο θάνατος, βέβαια, παραμένει το πιο τρομακτικό ίσως γεγονός στη ζωή μας, καθώς καθημερινά σχεδόν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αυτόν. Βλέποντας ο άνθρωπος ότι ο θάνατος βάζει ένα τέλος σε όλα τα σχέδια, τα όνειρα και τις προσδοκίες της ζωής του, καταλαμβάνεται από τον φόβο, τον τρόμο και την αγωνία. Σε κάποιους δυστυχώς υπάρχει η βεβαιότητα ότι ο θάνατος είναι ο τερματισμός των πάντων και είναι εντελώς παράδοξο γι΄ αυτούς, εάν κανείς υποστηρίζει, ότι υπάρχει κάτι μετά θάνατον. Αυτή τη θεωρία συναντούμε και στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, καθώς οι συγγενείς και φίλοι του Ιάειρου «κατεγέλων», όταν ο Ιησούς Χριστός τους διαβεβαίωνε, ότι η κόρη του «ουκ απέθανε αλλά καθεύει». Πολλοί άνθρωποι ακόμη και σήμερα καταγελούν και περιφρονούν την πίστη της Εκκλησίας μας για την μετά θάνατο ζωή και την ανάσταση των νεκρών. Μπροστά όμως σε όλες αυτές τις μηδενιστικές θεωρίες προβάλλει η προσταγή του Αρχηγού της ζωής και του θανάτου: «η παις εγείρου». Την φθορά και τον θάνατο, τα επακόλουθα της πτώσης έρχεται να επανορθώσει ο Υιός του Θεού, ο οποίος διώχνει την ασθένεια, τον πόνο, την φθορά και τον θάνατο και οδηγεί και πάλιν τον άνθρωπο στο «αρχαίον κάλλος», στην αφθαρσία και αθανασία, στην αιώνια μακαριότητα της Βασιλείας του Θεού.

22-10-2017

Κυριακή Κ΄ Επιστολών

Απόστολος προς Γαλ. (α΄,11-19)

Πρωτότυπο κείμενο

«Γνωρίζω υμίν, αδελφοί, το ευαγγέλιον το ευαγγελισθέν υπ΄ εμού ότι ουκ έστι κατά άνθρωπον· ουδέ γαρ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό ούτε εδιδάχθην, αλλά δι΄ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού. Ήκούσατε γαρ την εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ, ότι καθ΄ υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και επόρθουν αυτήν, και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων. Ότε δε ευδόκησεν ο Θεός ο αφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν εμοί, ίνα ευαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν, ευθέως ου προσανεθέμην σαρκί και αίματι, ουδέ ανήλθον εις Ιεροσόλυμα προς τους προ εμού αποστόλους, αλλά απήλθον εις Αραβίαν, και πάλιν υπέστρεψα εις Δαμασκόν. Έπειτα μετά έτη τρία ανήλθον εις Ιεροσόλυμα ιστορήσαι Πέτρον, και επέμεινα προς αυτόν ημέρας δεκαπέντε· έτερον δε των αποστόλων ουκ είδον ει μη Ιάκωβον τον αδελφόν του Κυρίου».

Νεοελληνική Απόδοση

«Σας κάνω γνωστό, αδελφοί, ότι το ευαγγέλιον, το οποίο κηρύχθηκε από εμένα, δεν είναι ανθρώπινο, διότι ούτε το πήρα ούτε το διδάχθηκα από ανθρώπους αλλά με αποκάλυψη του Ιησού Χριστού. Έχετε ακούσει, βέβαια, την άλλοτε διαγωγή μου εις τον Ιουδαϊσμό, ότι δηλαδή υπερβολικά καταδίωκα την εκκλησία του Θεού και την πολεμούσα. Και είχα μεγαλύτερες προόδους στον Ιουδαϊσμὸ από πολλούς συνομηλίκους συμπατριώτες μου, με τον υπερβολικό ζήλο που έδειχνα για τις πατρικές μου παραδόσεις. Όταν όμως ευδόκησε ο Θεός, ο οποίος με ξεχώρισε από την κοιλιά της μητέρας μου και με κάλεσε δια της χάριτός του, να αποκαλύψει μέσα μου τον Υιόν του, για να κηρύττω αυτόν στα έθνη, αμέσως δεν συμβουλεύθηκα ανθρώπους, ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα προς εκείνους που ήταν απόστολοι πριν από εμένα, αλλά έφυγα στην Αραβία και πάλιν επέστρεψα στη Δαμασκό. Έπειτα, ύστερα από τρία χρόνια, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω τον Πέτρο και έμεινα κοντά του δέκα πέντε μέρες. Άλλον από τους αποστόλους δεν είδα παρά τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου»

Ερμηνεία

Ο Απόστολος Παύλος απευθύνεται προς τους Γαλάτας και τους λέγει ότι το Ευαγγέλιο που κήρυξε σ’ αυτούς δεν είναι επινόηση του ανθρώπου. Όχι μόνο οι άλλοι Απόστολοι αλλά κι’ αυτός ο ίδιος δεν παρέλαβε αυτό από άνθρωπο, ούτε το διδάχθηκε από άνθρωπο, αλλά το παρέλαβε κατ’ ευθείαν δι’ αποκαλύψεως του Θεού. Στη συνέχεια υπενθυμίζει ποια ήταν η διαγωγή του προτού πιστέψει στο Χριστό. Ιουδαίος στην καταγωγή ανήκε στις τάξεις των Φαρισαίων, εκπαιδεύτηκε στα Ιεροσόλυμα το Μωσαϊκό νόμο και από νεαρά ηλικία έδειξε μεγάλο ζήλο για τη δόξα του Θεού. Γι’ αυτό όταν η νέα θρησκεία του Ιησού άρχισε να ξαπλώνεται σ’ όλη την Ιουδαία και πέραν αυτής έγινε σφοδρός διώχτης και πολέμιός της. Κατά τη διάρκεια αυτού του διωγμού φωτίστηκε δι’ αποκαλύψεως από τον ίδιο τον Κύριο και από διώχτης των Χριστιανών έγινε ο πλέον θερμός υποστηριχτής του Χριστού. Απαρνήθηκε τις Ιουδαϊκές παραδόσεις και έστρεψε όλη του την αγάπη και φλογερό ζήλο υπέρ της νέας θρησκείας του Ιησού.

Σαν διώχτης των Χριστιανών πήγαινε στη Δαμασκό αποφασισμένος να τους συλλάβει και να τους αιχμαλωτίσει. Στη πορεία όμως προς τη Δαμασκό έγινε η θαυματουργική του μεταστροφή. Ο Άγιος Λουκάς και ο Απόστολος Παύλος όταν μιλούν γι’ αυτή του τη μεταστροφή λένε τα γεγονότα χωρίς να δίδουν σ’ αυτά φυσική εξήγηση. Στα γεγονότα αυτά ο Θεός μιλά και ο Απόστολος υπακούει. Όταν ο Θεός ομιλεί οι άνθρωποι δεν ζητούν εξηγήσεις.

Τρία χρόνια μετά τη κλήση του ο Παύλος πήγε στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσει προσωπικά τον Απόστολο Πέτρο. Έμεινε κοντά του δεκαπέντε μέρες και δεν είδε άλλον Απόστολο εκτός από τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο. Αυτό αποδεικνύει εκείνο που είπε στην αρχή ότι το ευαγγέλιο και το κήρυγμά του «ουκ έστι κατά άνθρωπο».  Δε το διδάχτηκε από άνθρωπο και επομένως ούτε από τους άλλους Αποστόλους.

Ενθουσιασμένος ο Απόστολος Παύλος από το τρόπο της μεταστροφής του, από το περιεχόμενο και την ανωτερότητα της νέας του πίστης αποφάσισε να τη κηρύξει σ’ όλους τους ανθρώπους. Πράγματι όταν οποιοσδήποτε άνθρωπος μελετήσει τη διδασκαλία του Σωτήρα Χριστού θα πεισθεί ότι το Ευαγγέλιο είναι διδασκαλία από Θεού. Ουδέποτε ελάλησε άνθρωπος όπως ο Κύριος Ιησούς και κανείς δεν έδωσε τόσο σαφή εικόνα του άπειρου Θεού. Το ιερό Ευαγγέλιο είναι ουράνια διδασκαλία, το πνευματικό «μάννα» του ουρανού, το προσκλητήριο της αγάπης, της ειρήνης, της χαράς και της εν Χριστώ Ιησού σωτηρίας. Ο Κύριος δεν έφερε απλά εκ του Ουρανού το θησαυρό της αλήθειας, αλλά έλαβε πρόνοια να το μεταδώσει σ’ όλο τον κόσμο. Για το σκοπό αυτό εξέλεξε τους Αποστόλους για να τη μεταδώσουν σ’ όλα τα έθνη. Οι Απόστολοι στη συνέχεια εξέλεξαν τους διαδόχους τους επισκόπους και ιερείς, ώστε δια μέσου της Εκκλησίας να μένει στους ανθρώπους εις τους αιώνας. Σημαντικότατο ρόλο στη διάδοση του Ευαγγελίου διεδραμάτισε ο Απόστολος Παύλος. Γνώριζε τη δύναμη του Ευαγγελίου και αγωνιζόταν μέρα και νύκτα να καταστήσει όσο το δυνατό περισσότερους ανθρώπους, κοινωνούς της θείας αυτής ευεργεσίας.

Για το Χριστιανό που θέλει να είναι ενεργό μέλος της Εκκλησίας, το κήρυγμα και η διάδοση του Ευαγγελίου πρέπει να είναι διαρκές μέλημά του. Με την πίστη του, τη σωστή ζωή του, με το λόγο του, με την προσευχή του, καλείται ο Χριστιανός να γίνει ένας ευλογημένος ευαγγελιστής. Ένας απόστολος της αλήθειας του Χριστού. Ένας κήρυκας της σωτηρίας.

«Eάν γαρ ευαγγελίζομαι,ουκ έστι μοι καύχημα, ανάγκη γαρ μοι επίκειται. Ουαί δε μοι έστιν εάν μη ευαγγελίζομαι» (Α΄ Κορινθ θ΄,16) 

22-10-2017

Κυριακή Στ’ Λουκά

Ευαγγέλιον κατά Λουκ. (η, 26 – 39)

Πρωτότυπο Κείμενο

Τω καιρώ εκείνω ελθόντι τω Ιησού εις την χώραν των Γαδαρηνών, υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ’ εν τοις μνήμασιν. Ιδών δε τον Ιησού και ανακράξας προσέπεσεν αυτώ και φωνή μεγάλη είπε∙ τι εμοί και σοι, Ιησού, υιέ του Θεού του υψίστου; Δέομαί σου, μη με βασανίσης. Παρήγγειλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από του ανθρώπου. Πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν, και εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος, και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο από του δαίμονος εις τας ερήμους. Επηρώτησε δε αυτόν ο Ιησούς λέγων∙ τι σοι εστιν όνομα; Ο δε είπε∙ λεγεών ότι δαιμόνια πολλά εισήλθεν εις αυτόν∙ και παρεκάλει αυτόν ίνα μη επιτάξη αυτοίς εις την άβυσσον απελθείν. Ην δε εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τω όρει∙ και παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν∙ και επέτρεψεν αυτοίς. Εξελθόντα δε τα δαιμόνια από του ανθρώπου εισήλθον εις τους χοίρους, και ώρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη. Ιδόντες δε οι βόσκοντες το γεγενημένον έφυγον, και απήγγειλαν εις την πόλιν και εις τους αγρούς. Εξήλθον δε ιδείν το γεγονός, και ήλθον προς τον Ιησούν και εύρον καθήμενον τον άνθρωπον, αφ’ ου τα δαιμόνια εξεληλύθει, ιματισμένον και σωφρονούντα παρά τους πόδας του Ιησού, και εφοβήθησαν. Απήγγειλαν δε αυτοίς οι ιδόντες και εσώθη ο δαιμονισθείς. Και ηρώτησαν αυτόν άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών απελθείν απ΄ αυτών, ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο. Αυτός δε εμβάς εις το πλοίον υπέστρεψεν. Εδέετο δε αυτού ο ανήρ, αφ΄ ου εξεληλύθει τα δαιμόνια, είναι συν αυτώ∙ απέλυσε δε αυτόν ο Ιησούς λέγων∙ υπόστρεφε εις τον οίκον σου και διηγού όσα εποίησέ σοι ο Θεός. Και απήλθε καθ’ όλην την πόλιν κηρύσσων όσα εποίησεν αυτώ ο Ιησούς. 

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό καθώς έφτασε ο Ιησούς στην περιοχή των Γαδαρηνών, τον συνάντησε κάποιος άντρας από την πόλη, που είχε μέσα του δαιμόνια από πολύ καιρό. Αυτός ρούχο δεν ντυνόταν ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε στα μνήματα. Όταν είδε τον Ιησού, έβγαλε μια κραυγή έπεσε στα πόδια του και με δυνατή φωνή του είπε: « Τι δουλειά έχεις εσύ μ’ εμένα Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ μη με βασανίσεις». Αυτά τα είπε, γιατί ο Ιησούς είχε διατάξει το δαιμονικό πνεύμα να βγει από τον άνθρωπο. Από πολλά χρόνια τον είχε στην εξουσία του, και για να τον συγκρατήσουν τον έδεναν με αλυσίδες και του έβαζαν σιδερένια δεσμά στα πόδια. Εκείνος όμως έσπαζε τα δεσμά, και το δαιμόνιο τον οδηγούσε στις ερημιές. Ο Ιησούς τον ρώτησε: «Ποιο είναι το όνομά σου;» Εκείνος απάντησε: «Λεγεών»∙ γιατί είχαν μπει μέσα του πολλά δαιμόνια. Τον παρακαλούσαν λοιπόν να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο. Εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό, και τα δαιμόνια παρακαλούσαν τον Ιησού να τους επιτρέψει να μπουν στους χοίρους, και τους το επέτρεψε. Βγήκαν, λοιπόν, τα δαιμόνια από τον άνθρωπο και μπήκαν στους χοίρους. Το κοπάδι όρμησε προς τον γκρεμνό και πνίγηκε στη λίμνη. Μόλις οι βοσκοί είδαν τι έγινε, έφυγαν και το είπαν στην πόλη και στην ύπαιθρο. Βγήκαν οι άνθρωποι να δουν τι έγινε και ήρθαν κοντά στον Ιησού. Βρήκαν τον άνθρωπο από τον οποίο βγήκαν τα δαιμόνια να κάθεται δίπλα στον Ιησού, να φοράει ρούχα και να φέρεται λογικά, και φοβήθηκαν. Όσοι είχαν δει τι είχε γίνει τους είπαν για το πως ο δαιμονισμένος σώθηκε. Τότε όλο το πλήθος από την περιοχή των Γαδάρων παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από κοντά τους, γιατί τους έπιασε μεγάλος φόβος. Εκείνος μπήκε στο πλοιάριο για να γυρίσει πίσω. Ο άνθρωπος από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια τον παρακαλούσε να τον πάρει μαζί του. Ο Ιησούς όμως του είπε να φύγει, με τα παρακάτω λόγια: « Γύρισε στο σπίτι σου και διηγήσου όσα έκανε για εσένα ο Θεός». Κι έφυγε διαλαλώντας σ’ όλη την πόλη όσα έκανε σ’ αυτόν ο Ιησούς.

Ο Ιησούς αρχίζει διάλογο τότε με τα δαιμόνια ρωτώντας το όνομά τους  και με το στόμα του ανθρώπου απαντά «λεγεών» λόγω του ότι τα δαιμόνια ήταν πάρα πολλά, αφού η λέξη «λεγεών» είναι στρατιωτικός όρος και σημαίνει αριθμό 6000 ανδρών. Η χρησιμοποίηση του όρου αυτού γίνεται για να φανεί η μεγάλη δύναμη του δαιμονίου και επίσης για να αποφευχθεί η αποκάλυψη του ονόματός του.

Στη συνέχεια τα δαιμόνια παρακαλούν τον Ιησού να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο αλλά να μπουν μέσα στην αγέλη των χοίρων που έβοσκαν εκεί κοντά. Με τον τρόπο αυτό πίστευαν ότι αν έμεναν μέσα στους χοίρους θα είχαν ακόμα τη δυνατότητα δραστηριότητάς τους πάνω στη γη. Ο Ιησούς στην αρχή μπορούμε να πούμε ότι έκανε δεκτό το αίτημα των δαιμόνων αφού εισήλθαν μέσα στους χοίρους, όμως ο πνιγμός τους στα νερά της λίμνης είναι συμβολισμός ότι οι δαίμονες πήγαν στην άβυσσο, γιατί στην αντίληψη των ανθρώπων της εποχής, η άβυσσος βρισκόταν μέσα στα βαθιά νερά.

Περίεργη όμως είναι η συμπεριφορά των πολιτών των Γαδάρων αμέσως μετά τη θεραπεία του δαιμονισμένου αυτού ανθρώπου. Αντί να εκφράσουν τη χαρά τους που τον είδαν «ιματισμένον και σωφρονούντα» και να νοιώσουν ανακούφιση που πλέον δε θα τους δημιουργεί φόβο και τρόμο, παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από την πόλη τους. Αυτό σίγουρα μας προκαλεί μεγάλη περιέργεια και απογοήτευση, αυτή η αντίδραση των κατοίκων μας κάνει να διερωτόμαστε αν όντως αυτοί οι άνθρωποι τελικά ήθελαν να σωθούν από την παρουσία των δαιμόνων. Είχαν συμβιβαστεί με την παρουσία και το φόβο του διαβόλου και δεν ήθελαν να δεχτούν και την παρουσία του Χριστού γιατί έθιγε τα κερδοσκοπικά υλικά θεμέλια που είχαν βάλει.

Ενώ βλέπουμε τον διάβολο να παρακαλεί το Χριστό να μη το βασανίσει, οι πολίτες των Γαδάρων παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από την πόλη τους. Αντί οι άνθρωποι να χαρούν με τη θεραπεία του δαιμονισμένου και να θαυμάσουν τη δύναμη του Ιησού επί των πονηρών πνευμάτων, έχουμε την αντίδρασή τους διώχνοντας τον Ιησού, αυτό φυσικά μας προκαλεί μεγάλη απορία. Η αντίδρασή τους αυτή φανερώνει την ηθελημένη τους υποταγή στην εξουσία του δαίμονα και της ύλης. Είχαν συνηθίσει στον τρόμο του δαιμονιζομένου και η αλλαγή του κατεστημένου τους προκαλούσε φόβο. Ακόμα και το ότι χρειάστηκε να πληρώσουν το τίμημα της απώλειας των χοίρων οι Γαδαρηνοί δυσαρεστήθηκαν, εδώ βρίσκεται και η ειρωνεία της υποθέσεως. Η ανθρώπινη τιμή και αξιοπρέπεια είναι πάνω από οποιαδήποτε τιμή και δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτε, πολύ περισσότερο με τους χοίρους.

 

Δεν μπορούμε να πούμε ότι το θέμα αυτό δεν άπτεται των σύγχρονων δεδομένων. Η εποχή μας έχει ως στόχο το υλικό συμφέρον σε βάρος της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, της πνευματικής του ελευθερίας. Γίνεται λόγος για σατανικά σύμβολα, σατανικές τελετές και τόσα άλλα που είναι ενδεικτικά πως και ο σημερινός άνθρωπος επιδιώκει να γίνει ένας «υπεράνθρωπος» αλλά μέσα από τη λανθασμένη οδό, αφού μόνο με την πίστη μας στον Χριστό ως σωτήρα και νικητή του διαβόλου θα καταφέρουμε να κερδίσουμε τη Βασιλεία των Ουρανών.

15-10-2017

Κυριακή Αγίων Πατέρων

Απόστολος προς Τίτον (γ’ 8-15)

Πρωτότυπο Κείμενο

Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· Ἀμήν.

Απόδοση

Παιδί μου Τίτε, αυτά τα λόγια είναι αξιόπιστα και θέλω να τα βεβαιώνεις με την προσωπική σου μαρτυρία, ώστε όσοι έχουν πιστέψει στο Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά και τα χρήσιμα στους ανθρώπους. Από το άλλο μέρος, να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις σε γενεαλογικούς καταλόγους, τις φιλονικίες και τις διαμάχες γύρω από τις διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου, γιατί όλα αυτά είναι ανώφελα και μάταια. Τον άνθρωπο που ακολουθεί πλανερές διδασκαλίες συμβούλεψέ τον μια δυο φορές, κι αν δεν ακούσει άφησέ τον, με τη βεβαιότητα πως αυτός έχει πια διαστραφεί και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του. Όταν θα σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, έλα το συντομότερο να με συναντήσεις στη Νικόπολη, γιατί εκεί αποφάσισα να περάσω το χειμώνα. Τον Ζηνά το νομικό και τον Απολλώ, να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα με ότι χρειάζονται για το ταξίδι τους, ώστε να μην τους λείψει τίποτα. Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα, για ν΄ αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην είναι άκαρπη. Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε τους πιστούς που μας αγαπούν. Η χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.

Σχολιασμός

Η Εκκλησία έχει αφιερώσει τρεις από τις Κυριακές του εκκλησιαστικού έτους στην τιμή των Αγίων Πατέρων. Η πρώτη είναι η έβδομη Κυριακή από το Πάσχα, η οποία είναι αφιερωμένη στους τριακόσιους δεκαοκτώ Πατέρες, οι οποίοι συγκρότησαν την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, η δεύτερη είναι  στις 13 Ιουλίου αν είναι Κυριακή, ή αν όχι η πρώτη Κυριακή μετά την ημερομηνία αυτή. Αυτή η Κυριακή είναι αφιερωμένη στη μνήμη των έξι πρώτων Οικουμενικών Συνόδων με έμφαση στην Δ’ Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα Κωνσταντινουπόλεως το 451 μ.Χ.  Η τρίτη Κυριακή η οποία είναι αυτή που εξετάζουμε σήμερα είναι μέσα στο μήνα Οκτώβριο και συγκεκριμένα αυτή που θα συμπέσει στις 11 του μηνός ή την πρώτη και πάλι Κυριακή μετά την ημερομηνία αυτή και είναι αφιερωμένη στη μνήμη των Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου.

Το αποστολικό ανάγνωσμα της πρώτης Κυριακής είναι παρμένο από τις Πράξεις των Αποστόλων. Το αποστολικό ανάγνωσμα όμως των άλλων δύο Κυριακών είναι το ίδιο και είναι παρμένο από την προς Τίτον επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Η επιστολή αυτή καθώς και οι δύο επιστολές του Αποστόλου διαφέρουν από τις υπόλοιπες γιατί πρώτον απευθύνονται προς συγκεκριμένο πρόσωπο και όχι προς Εκκλησίες και δεύτερον τα θέματα με τα οποία ασχολούνται έχουν να κάνουν με τους ποιμένες και το ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας γι αυτό το λόγο και ονομάζονται και ποιμαντικές επιστολές. Ο Απόστολος Παύλος στη συγκεκριμένη αποστολική περικοπή συνιστά στον Τίτο, Επίσκοπο Κρήτης, και κατ’ επέκταση σε όλους τους ποιμένες της Εκκλησίας, πως να εργάζεται και να «εκπαιδεύει» πνευματικά τους ανθρώπους. 

Το αποστολικό ανάγνωσμα αρχίζει με τη φράση του Αποστόλου Παύλου «πιστός ο λόγος». Η έννοια του λόγου μέσα στην Αγία γραφή λαμβάνει πολλές ερμηνείες που ξεκινούν από την έννοιά του ως λόγου διδασκαλίας και φθάνουν μέχρι  τον υποστατικό Λόγο του Θεού, τον Ιησού Χριστό.  Στις Πράξεις των Αποστόλων γίνεται αναφορά περί «των λόγων του Κυρίου Ιησού» και το πιθανότερο είναι ότι η χρήση του όρου «λόγος» εδώ έχει σχέση με τους λόγους αυτούς του Ιησού Χριστού. Δηλαδή μεταξύ των πρώτων χριστιανών κυκλοφορούσαν χαρακτηριστικοί λόγοι του Κυρίου, τους οποίους χρησιμοποιούσαν στην  καθημερινή τους ζωή.  Για αυτούς τους λόγους λοιπόν, ζητά ο Απόστολος Παύλος από τον Τίτο να μιλά με βεβαιότητα και να τους θεωρεί αξιόπιστους.

Ζητά ο Απόστολος Παύλος από τον Τίτο να μιλά με βεβαιότητα για την αξιοπιστία του Ευαγγελίου, ώστε να οδηγηθεί στη μαρτυρία της αγάπης: «ίνα φροντίζωσι καλών έργων προΐστασθαι οι πεπιστευκότες τω Θεώ». Ο κάθε άνθρωπος που αποδέχεται το λόγο του Θεού θα έχει ως φυσικό έργο στη ζωή του να πρωτοστατεί σε έργα αγάπης. Τα καλά έργα που αποτελούν κύριο μέλημα της χριστιανικής ζωής είναι «καλά και ωφέλημα τοις ανθρώποις», δηλαδή έχουν διπλή ωφέλεια. Είναι ωφέλιμα καταρχήν γι΄ αυτούς που τα πράττουν, γιατί έτσι δεν μένουν μόνο στη θεωρία και στην απλή αποδοχή του λόγου του Θεού, αλλά προχωρούν και στην έμπρακτη εφαρμογή τους και έτσι έχουν και το έλεος του Θεού. Είναι επίσης ωφέλιμα γι αυτούς για χάρη των οποίων τα πράττουν, γιατί έτσι απαλύνουν τον πόνο και την ταλαιπωρία τους.

Στη συνέχεια ο Απόστολος Παύλος συμβουλεύει τον Τίτο τί πρέπει να αποφεύγει, «. μωράς δε ζητήσεις και γενεαλογίας και έριες και μάχας νομικάς περιΐστασο εισί γαρ ανωφελείς και μάταιοι». Είναι δηλαδή μάταιες και άσκοπες οι αναζητήσεις σε διάφορους γενεαλογικούς καταλόγους που άρεσε ιδιαίτερα στους Ιουδαίους  να συντάσσουν. Οι αναζητήσεις αυτές προκαλούσαν επιπλέον συγκρούσεις μεταξύ των συνομιλητών για η σημασία των διαφόρων διατάξεων του Μωσαϊκού νόμου. Όλα αυτά πρέπει να αποφεύγονται γιατί είναι ανώφελα. Επίσης τον καλεί να αποφεύγει αντιπαλότητες και συγκρούσεις, οι οποίες πιθανόν να σκανδαλίσουν τους πιστούς. Ο επίσκοπος, ως τύπος Χριστού, οφείλει να ειρηνεύει και να διαδίδει την ειρήνη του Χριστού στο ποίμνιό του.

Κατόπιν ο Απόστολος Παύλος γίνεται πιο συγκεκριμένος και τονίζει τη στάση που οφείλει ο Τίτος να έχει απέναντι στους αιρετικούς. Ο αιρετικός είναι αυτός ο οποίος φρονεί και πιστεύει κάτι διαφορετικό από εκείνο που η Εκκλησία διδάσκει. Εκείνος που κάνει την επιλογή αυτή, θέτει τον εαυτό του εκτός της εκκλησιαστικής κοινότητας.  Χρέος λοιπόν του Τίτου και κατ’ επέκταση όλων των ποιμένων είναι να νουθετήσει τον αιρετικό μια και δυο φορές. Η νουθεσία δεν περιορίζεται στην απλή προτροπή, αλλά λαμβάνει μια ευρύτερη σημασία πατρικής αγάπης και ποιμαντικής φροντίδας. Αν παρόλα αυτά ο αιρετικός δεν μετανοήσει και παραμείνει αμετακίνητος στις απόψεις του, τότε δεν υπάρχει άλλη οδός παρά μόνο η παραίτηση κάθε προσπάθειας. Βασικά ο αιρετικός πρέπει να απομονώνεται από τους άλλους πιστούς γιατί υπάρχει η πιθανότητα να επηρεαστούν Και η αίρεση είναι η χειρότερη αμαρτία γιατί οδηγεί στην οριστική διακοπή της κοινωνίας με την Εκκλησία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Απόστολος Παύλος δεν απορρίπτει εξαρχής τον αιρετικό, αλλά συνιστά το διάλογο μαζί του και την προσπάθεια για επαναφορά του στην ορθή πίστη. Εάν όμως οι προσπάθειες αποβούν μάταιες, τότε ο αιρετικός πρέπει να απομονώνεται, όπως ο ασθενής, ώστε να μην επηρεαστούν τα άλλα μέλη της Εκκλησίας.

Στη ζωή του πιστού ανθρώπου δεν επαρκεί μόνο η θεωρία, χρειάζεται απαραίτητα και η πράξη. Η πράξη είναι εκείνη που ενσαρκώνει τη θεωρία και μετατρέπει την πίστη σε έμπρακτη μαρτυρία αγάπης. Βέβαια η οδός για τη σωτηρία είναι η πίστη, η τήρηση του θελήματος του Θεού. Ταυτόχρονα η πίστη πρέπει να είναι μια ζωντανή μαρτυρία που δίνει ο άνθρωπος στην καθημερινή του ζωή και όχι μια θεωρητική προσέγγιση. Ο Απ. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος τονίζει χαρακτηριστικά: «Η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστί»(Ιακ. 2,20). Χριστιανοί χωρίς έργα είναι δἐντρα χωρίς καρπούς.

Τα καλά έργα είναι αρεστά από το Θεό και είναι ο καρπός της πίστης. Ο Θεός ευαρεστείται όταν ο πιστός άνθρωπος δίνει μαρτυρία αγάπης, όταν διακονεί στο όνομα του Ιησού Χριστού τον πάσχοντα αδελφό του. Σήμερα ειδικά, που οι ανάγκες των ανθρώπων αυξάνονται τόσο σε υλικά αγαθά αλλά και σε πνευματική ενίσχυση, οι πιστοί άνθρωποι καλούμαστε να δώσουμε τη μαρτυρία της αγάπης και της θυσίας του Ιησού Χριστού. Όπως αναφέραμε ήδη δεν είναι μόνο με την υλική βοήθεια που θα δείξουμε την ανιδιοτελή αγάπη μας αλλά και με ένα λόγο παρηγοριάς προς τους πονεμένους, τους ασθενείς, τους θλιβομένους. Η οικονομική κρίση αποτελεί πρόκληση για τους πιστούς να δώσουμε τη μαρτυρία της ανιδιοτελούς αγάπης, των καλών έργων της πίστης στο Θεό. 

15-10-2017

Κυριακή Δ’ Λουκά (του Σπορέως)

Ευαγγέλιο κατά Λουκά (η’ 5-15)

Πρωτότυπο Κείμενο

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν τῷ μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ᾿Επηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; Ὁ δὲ εἶπεν· Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· Οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν ,εἰσιν οἱ ἀκούσαντες· εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος, καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας, οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἱσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται, καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. Τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν, οἵ τινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ, ἀκούσαντες τὸν λόγον, κατέχουσι, καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.

 

Νεοελληνική απόδοση

Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή «Βγήκε ο σποριάς για να σπείρει το σπόρο του· καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου καταπατήθηκαν και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι έπεσαν στις πέτρες και, όταν φύτρωσαν, ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν κι έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο». Οι μαθητές του τότε τον ρώτησαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;» Εκείνος τους απάντησε: «Σ΄ εσάς έδωσε ο Θεός να γνωρίζεται τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, ενώ στους υπολοίπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν και να μη βλέπουν και ν΄ ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν». «Η παραβολή αυτή σημαίνει το εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Οι σπόροι που έπεσαν στο δρόμο είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο του Θεού, έρχεται όμως ύστερα ο διάβολος και τον παίρνει απ΄ τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. Οι σπόροι που έπεσαν στο πετρώδες έδαφος είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα· γι΄ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται. Αυτοί που έπεσαν στ΄ αγκάθια είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο, συμπορεύονται όμως με τις φροντίδες, με τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται απ΄ αυτά και δεν καρποφορούν. Με το σπόρο που έπεσε στο γόνιμο έδαφος εννοούνται όσοι άκουσαν το λόγο με καλή και αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν΄ ακούει ας τα ακούει».

 

Σχολιασμός

Η Παραβολή του σπορέως, αναφέρετε σε κάποιο γεωργό ο οποίος έσπερνε σπόρους στο χωράφι του, όμως μερικοί από τους σπόρους που έπεφταν στο δρόμο του χωραφιού είχε ως αποτέλεσμα να καταπατούνται και να καταστρέφονται  από τους διαβάτες και άλλοι να γίνονται τροφή από διάφορα πτηνά του ουρανού. Άλλοι σπόροι λόγω της πετρώδης μορφολογίας του εδάφους ξεραίνονταν επειδή δεν υπήρχε υγρασία. Άλλοι πάλι σπόροι έπεσαν σε έδαφος γεμάτο από σπόρους αγκαθιών, και όταν βλάστησαν, τους έπνιξαν τα αγκάθια τελείως. Και άλλοι σπόροι έπεσαν στην εύφορη γη και έκαναν καρπό εκατό φορές περισσότερο.

Οι μαθητές  ακούοντας με πολύ προσοχή, ζήτησαν από τον Κύριο να τους εξηγήσει την σημασία της συγκεκριμένης παραβολής. Ο Κύριος άρχισε λέγοντας πως  ο σπόρος συμβολίζει το λόγο του Θεού. Προβάλλεται όμως το ερώτημα γιατί ο Κύριος  να θέλει να παρομοιάσει τον λόγο του με σπόρο; Διότι, όπως ο σπόρος μέσα του διαθέτει αρκετά συστατικά  και μέσα στο χώμα εξελίσσεται σε ζωντανό οργανισμό, έτσι και ο λόγος του Θεού, όταν πέσει στις καρδιές μας, έχει τη δυνατότητα  να ριζώσει μέσα μας και να φανούν οι καρποί του στον εξωτερικό άνθρωπο. Διότι ο λόγος του Θεού είναι φορτισμένος με ζωή, με θεία χάρη. Όπως ο σπόρος, αυτὸ το δυναμικὸ στοιχείο της φύσης, κρύβει μέσα του το μυστήριο της δημιουργίας και της ζωής, έτσι και ο λόγος του Θεού μας μεταμορφώνει εσωτερικὰ και μας μεταγγίζει τὴν «ὄντως ζωή». Ο σπόρος είναι ίδιος, πέφτει όμως σε διάφορα μέρη, γι’ αυτὸ και το αποτέλεσμα είναι διαφορετικό. Ο λόγος τού Θεού προσφέρεται και απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο αδιακρίτως. Δεν είναι προνόμιο κάποιων, αλλά δικαίωμα και δωρεὰ όλων. Ο Χριστὸς είναι ο «ἀεὶ σπείρων τὸν σπόρον της αιωνίου ζωής» .

Ο Κύριος στη συνέχεια ερμηνεύει τα διάφορα μέρη του χωραφιού της παραβολής. Το έδαφος κοντά στο δρόμο, συμβολίζει εκείνους τους ανθρώπους που τυπικά ακούνε  απλώς το λόγο, δυστυχώς όμως στην συνέχεια παραχωρούν έδαφος διάβολο με τραγική επίπτωση να έλθει μέσα τους και να αφαίρεση το θειο λόγο από τις καρδιές τους. Το πετρώδες έδαφος συμβολίζει  τους ένθερμους υποστηρικτές του θείου λόγου, όμως όταν έλθει ο καιρός της δοκιμασίας, του διωγμού και των πειρασμών παραδίνουν τα όπλα προδίδοντας την πίστη. Και η γη με τα αγκάθια δηλώνει εκείνους που ακούσαν το λόγο του Θεού κάνοντας συνάμα τα πρώτα βήματα στα μονοπάτια της πίστεως. Όλα αυτά όμως χάνονται στην μανία που διακατέχονται για πρόσκαιρα πλούτη και κατάκτηση της ύλης. Υπάρχουν όμως και οι καρδιές που μοιάζουν με γη αγαθή και εύφορη. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι που με καλοπροαίρετη καρδιά άκουσαν και κατανόησαν το θείο λόγο και τον κρατούν σφικτά μέσα τους, και καρποφορούν τις αρετές δείχνοντας υπομονή στους πειρασμούς που συναντούν στην άσκηση της πνευματικής ζωής.

Μπορούμε λοιπόν με βάση την παρούσα παραβολή να διαχωρίσουμε τους ανθρώπους σε τρείς κατηγορίες όπου μέσα στις ψυχές τους απουσιάζει η γόνιμη γη. Και οι τρεις αυτές κατηγορίες ανθρώπων κυριαρχούν ιδιαιτέρως σήμερα. Ενώ τόσο πλούσια ακούγεται στις μέρες μας στην πατρίδα μας ο λόγος του Θεού, τόσα κηρύγματα και ομιλίες και βιβλία και εκπομπές, πολλοί δεν έχουν διάθεση να τον ακούσουν. Δυστυχώς οι περισσότεροι από εμάς πνίγονται μέσα στον λαβύρινθο και  κυκεώνα της καθημερινότητας, κυρίαρχα στοιχεία αυτής της καθημερινότητας είναι τα οικογενειακά και οικονομικά προβλήματα, τι θα μας προσφέρει το χαζοκούτι δηλαδή η τηλεόραση, πως θα διασκεδάσουμε, τι θα διαβάσουμε στο περιοδικό. Και η κατάσταση αυτή διαιωνίζεται από γενιά σε γενιά. Εάν η καρδιά μας μείνει ακαλλιέργητη, θα χερσώσει, θα πετρώσει, θα γεμίσει αγκάθια, δεν θα καρποφορήσει.

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι η μελέτη του θείου λόγου δεν αφορά μόνο τους θεολόγους και τους Ιερωμένους. Αποτελεί καθολική υποχρέωση, προσπάθεια από κάθε Χριστιανό. Κρίνεται επιτακτική ανάγκη να πάρουμε το μήνυμα που αναβλύζει μέσα από την Αγία Τράπεζα που δεν είναι άλλο από την πιστή υπακοή στον λόγο του Θεού όσα δηλαδή ο Ιερέας μεταφέρει μέσα από το Ευαγγέλιο αλλά και το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

 Προέχει λοιπόν, μας τονίζει η Εκκλησία, ότι πως μονόδρομος για την σωτηρία μας είναι η γνωριμία με το Χριστό-σπορέα και η κατά χάριν ένωση μαζί του μέσω των μυστηρίων.Προσοχή λοιπόν χρειάζεται να μην παραπλανηθεί κανείς, αλλά να συνδεθεί με την όντως ζωή, τον Θεάνθρωπο Ιησού, και να αποδώσει καρπούς πνευματικούς, ζώντας μια όσο το δυνατόν αγία και σε εγρήγορση ζωή, εν μετανοία, εν υπομονή και εν ταπεινώσει.    

8-10-2017

Kυριακή ΙΗ΄ Επιστολών

Αποστόλος προς  Κορ. Β΄ (θ’ 6-11)

Πρωτότυπο κείμενο

Ἀδελφοί, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ᾿ εὐλογίαις ἐπ᾿ εὐλογίαις καὶ θερίσει. Ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός. Δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, καθὼς γέγραπται· «Ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα». Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι᾿ ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί,  όποιος σπέρνει με φειδώ θα έχει λίγη σο­δειά· κι όποιος σπέρνει απλόχερα η σοδειά του θα είναι άφθονη. Ο καθένας ας δώσει ό,τι του λέει η καρδιά του χωρίς να στενοχωριέται ή να εξαναγκάζεται, γιατί «ο Θεός αγαπάει αυτόν που δίνει με ευχαρί­στηση». Ο Θεός έχει τη δύναμη να σας χορηγήσει πλουσιοπάροχα κάθε δωρεά, ώστε να είστε πάντοτε σε όλα τελείως αυτάρκεις, και να δίνετε με το παραπάνω για κάθε καλό σκοπό. Το λέει κι η Γραφή: Σκόρπισε, έδωσε στους φτωχούς, η αγαθοεργία του θα παραμένει αιώνια. Κι αυτός που δίνει στο σποριά το σπόρο και το ψωμί για να τραφεί, ας δώσει και ας πληθύνει και το δικό σας σπόρο και ας αυξή­σει τους καρπούς της αγαθοεργίας σας. Ο Θεός θα σας κάνει πλού­σιους σε όλα, για να μπορείτε να δίνετε γενναιόδωρα. Αυτοί που θα πάρουν από μας τη δική σας εισφορά θα ευχαριστούν το Θεό.

Σχολιασμός

Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα είναι παρμένο από τη Β΄ προς Κορινθίους επιστολή. Σ’ αυτό ο Απόστολος Παύλος προτρέπει τους πιστούς της τοπικής Εκκλησίας να ανταποκριθούν πρόθυμα και απλόχερα στον έρανο που θα διεξαγόταν υπέρ των πτωχών των Ιεροσολύμων, αναπτύσσει τη μεγάλη αξία της ελεημοσύνης και ταυτόχρονα διαβεβαιώνει πως ο Θεός θα ανταμείψει με πολλές ευλογίες την προσφορά τους.

«Ο σπείρων επ’ ευλογίες επ’ ευλογίες και θερίσει»

«Όποιος σπέρνει αδικία, θερίζει συμφορά. Η τυραννία του πάνω στους άλλους θα τελειώσει. Εκείνος που έχει βλέμμα σπλαχνικό θα ευλογηθεί, γιατί απ’ το δικό του ψωμί δίνει και στον φτωχό» (Παροιμ. 22, 8-9). Ο Απόστολος εμπνέεται από τις πιο πάνω εικόνες του βιβλίου των Παροιμιών και συνδέει την ελεημοσύνη με τη σπορά. Όπως ο γεωργός που σπέρνει με απλοχεριά θα έχει πολλή σοδειά έτσι και ο ελεήμονας άνθρωπος θα έχει απ’ το Θεό πολλές ευλογίες. Άλλωστε ο άνθρωπος που δίνει ελεημοσύνη «θησαυρίζει εν ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν» (Ματθ. 19, 20).

Μιλώντας ο Χριστός για τη Δευτέρα Παρουσία Του και για όσους θα αξιωθούν της δεξιάς μερίδας, είπε : «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν. Επείνασα γαρ και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα και εποτίσατέ με». Και όταν αυτοί Τον ρώτησαν: «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιείς»; Τότε απάντησε: «Σας βεβαιώνω πως αφού τα κάνατε αυτά για έναν από τους άσημους αδελφούς μου, τα κάνατε για μένα» (πρβλ. Ματθ. 25, 31-40).

Ο ιερός Χρυσόστομος σχολιάζει χαρακτηριστικά: «Όταν (η φιλανθρωπία) ξεχύνεται απλόχερα, εξαφανίζει σαν φωτιά τα αμαρτήματα και μας κάνει δικαίους. Ας μην είμαστε λοιπόν τσιγκούνηδες, αλλά ας σπέρνουμε με απλοχεριά.{…} Αλλά ξοδεύοντας για την κοιλιά σου βέβαια και για να μεθάς και για να κάνεις ασωτίες, δε σκέπτεσαι καθόλου τη φτώχεια, αν όμως χρειασθεί να βοηθήσεις φτωχό, γίνεσαι φτωχότερος από όλους. Και τρέφοντας βέβαια παράσιτους και κόλακες, σαν να δαπανάς από πηγές τόσο πολύ χαίρεσαι, όταν όμως συναντήσεις φτωχό, τότε σε κυριεύει ο φόβος να μη γίνεις φτωχός…» (Υπόμνημα στη Β΄ προς Κορινθίους, Ομιλία ΙΘ΄).

Μόλις ο άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων έγινε Πατριάρχης Αλεξανδρείας, κάλεσε όλους τους κληρικούς της εκεί Εκκλησίας και τους είπε: «Αδελφοί, δεν μου φαίνεται σωστό να φροντίζουμε για άλλα πράγματα, πριν φροντίσουμε για το Χριστό μας. Πηγαίνετε λοιπόν, ερευνήστε σε όλη την πόλη και φέρτε μου γραμμένα τα ονόματα όλων των κυρίων μου». Εκείνοι βέβαια απορούσαν, αφού δεν μπορούσαν να καταλάβουν τί εννοούσε, και όταν τον ρώτησαν να τους εξηγήσει ποιοί είναι οι κύριοί του, απάντησε: «Εκείνους τους οποίους εσείς καλείτε φτωχούς, αυτούς εγώ ονομάζω αφέντες μου, αφού αυτοί μπορούν να μας βοηθήσουν και να μας δώσουν την επουράνια Βασιλεία». (βλ. Βίο αγ. Ιωάννου του Ελεήμονος, Μέγας Συναξαριστής, 12 Νοεμβρίου).

Ιδιαίτερα συγκινητικός και παραδειγματικός είναι και ο βίος του αγίου Πέτρου του τελώνη: Ο άγιος αυτός ήταν πατρίκιος και διοικητής ολόκληρης της Αφρικής. Μια μέρα κάποιος φτωχός τον πίεζε φορτικά για να του δώσει ελεημοσύνη και εκείνος, που ήταν ιδιαίτερα σκληρός και θυμώδης, αγανάκτησε και του πέταξε ένα ψωμί πάνω στο κεφάλι. Σε λίγες μέρες ο πατρίκιος αρρώστησε βαριά και είδε σαν σε όραμα μια ζυγαριά όπου στο δεξί της μέρος δεν βρισκόταν τίποτε άλλο από το προαναφερθέν ψωμί. Όταν συνήλθε από την οπτασία, διένειμε στους φτωχούς όλα τα υπάρχοντά του και μάλιστα πούλησε τον εαυτό του ως δούλο και το αντίτιμο το έδωσε και αυτό στους απόρους (βλ. Βίο αγ. Πέτρου του τελώνη, Μέγας Συναξαριστής, 20 Ιανουαρίου).

 Στις μέρες μας, πολλοί συνάνθρωποί μας μαστίζονται από δυσεπίλυτα οικονομικά προβλήματα, εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης που επηρέασε αισθητά και την κυπριακή οικονομία. Πολλοί για μήνες χωρίς εργασία και με ανήλικα παιδιά να εξαρτούνται από αυτούς, σηκώνουν καθημερινά το δικό τους σταυρό. Στη διπλανή μας πόρτα ίσως κάποιοι βιώνουν ένα μικρό ή μεγάλο δράμα. Ας μην κλεινόμαστε πεισματικά στο καβούκι της εγωκεντρικότητάς μας. Βλέποντας στο πρόσωπό τους τον ίδιο τον Ιησού Χριστό, ας προσφέρουμε κάτι απ΄ το περίσσευμα ή το υστέρημά μας, για μια μικρή έστω ανακούφισή τους. Ας προσπαθήσουμε, έστω και στο ελάχιστο, να μοιραστούμε μαζί τους  ό,τι ο Θεός μας εμπιστεύθηκε. Και αυτό ας το κάνουμε με χαρά: «ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός».

 

8-10-2017

Κυριακή Γ’ Λουκά

Ευαγγέλιον κατά Λουκ. (ζ’ 11-16)

Πρωτότυπο Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ, καὶ ὄχλος πολύς. Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ· καὶ αὕτη ἦν χήρα· καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος, ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ, καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε. Καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοί λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. Ἔλαβε δὲ φόβος ἅπαντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες· Ὅτι Προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν· καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ. 

Νεοελληνική Απόδοση

Εκεινό τον καιρό, πήγε ο Ιησούς σε μια πόλη που λεγόταν Ναΐν. Μαζί του ήταν αρκετοί μαθητές του και πολύ πλήθος. Την ώρα που πλησίαζαν στην πύλη της πόλης, έβγαζαν έναν νεκρό, τον μονάκριβο γιο μιας μάνας, που μάλιστα ηταν χήρα. Κόσμος πολύς απο την πόλη τη συνόδευε. Όταν είδε τη χήρα ο Κύριος, τη σπλαχνίστηκε και της είπε: «Μην κλαίς». Έπειτα προχώρησε, ακούμπησε τη σορό, και αφού στο μεταξύ αυτοί που βαστούσαν το φέρετρο σταμάτησαν, είπε: «Νεαρέ, σε διατάζω να σηκωθείς». Ο νεκρός ανακάθισε κι άρχισε να μιλάει. Ο Ιησούς τότε τον παρέδωσε στη μητέρα του. Όλους τους κυρίευψε δέος και δόξαζαν τον Θεό: «Μεγάλος προφήτης», έλεγαν, «εμφανίστηκε ανάμεσα μας!» και: «Ο Θεός ήρθε να σώσει τον λαό του!». 

Σχολιασμός

Στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Γ΄ Λουκά περιγράφεται η ανάσταση του γιού μας χήρας από την πόλη της Ναΐν, η οποία βρίσκεται νοτιοδυτικά και όχι πολύ μακριά από την πόλη της Καπερναούμ όπου βρισκόταν προηγουμένως ο Ιησούς Χριστός. Φεύγοντας, λοιπόν, ο Ιησούς Χριστός από την πόλη της Καπερναούμ, όπου είχε θεραπεύσει το δούλο του εκατοντάρχου, έρχεται στην πόλη της Ναΐν μαζί με αρκετούς μαθητές του και πολύ κόσμο που τον ακολουθούσε. Καθώς πλησίαζαν στην είσοδο της πόλης συνάντησαν μια νεκρική πομπή που μετέφερε ένα νεαρό νεκρό. Ο νεαρός αυτός ήταν ο  μονάκριβος γιος μιας μάνας, η οποία μάλιστα ήταν χήρα. Δύο φορές κτύπησε ο θάνατος αυτή τη γυναίκα. Πρώτα έχασε τον άντρα της, το σύντροφό της. Και τώρα χάνει το μονάκριβο παιδί της, το σπλάχνο της.

Ο Χριστός σπλαχνίστηκε τη χήρα αυτή, την πλησιάζει και την παρηγορεί. «Μην κλαίς», της λέει. Δεν μένει όμως μέχρι εδώ. Ο Κύριος προχώρησε προς το νεαρό και αφού ακούμπησε τη σορό, του είπε: «Νεαρέ σε διατάζω να σηκωθείς». Αμέσως ο νεκρός σηκώθηκε και άρχισε να μιλάει. Τότε ο Κύριος τον παρέδωσε στη μητέρα του. Όλοι όσοι  βρισκόντουσαν εκεί κυριεύτηκαν από μεγάλο δέος και δόξαζαν τον Θεό, λέγοντας ότι εμφανίστηκε μεγάλος προφήτης αναμεσά μας και ο Θεός ήρθε να σώσει το λαό του. Αυτή η φήμη για τον Ιησού, διαδόθηκε σ ολόκληρη την Ιουδαία και τα περιχωρά της.

Το θαύμα αυτό της ανάστασης του γιού της χήρας στη Ναΐν μας το περιγράφει μόνο ο Ευαγγελιστής Λουκάς και εντάσσεται στη Γαλιλαϊκή δράση του Ιησού Χριστού. Μέσα από το θαύμα αυτό, αλλά και γενικότερα μεσά από ολα τα θαύματα του Ιησού Χριστού, αποκαλύπτεται στους ανθρώπους η θεότητα του αλλά και η εξουσία σε όλη την κτίση ακόμα και στον θάνατο. Φαίνεται ακόμη η έναρξη της βασιλείας του Θεού, αλλά και το σχέδιο για τη σωτηρία των ανθρώπων. Αποδεικνύεται επίσης ότι Ο Χριστός είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου.

Ο Ιησούς Χριστός κατά την επί γης παρουσία του, επιτέλεσε τρία θαύματα που αφορούν ανάσταση νεκρών. Ανέστησε το γιό της χήρας στη Ναΐν, την κόρη του αρχισυναγώγου Ιαείρου, και τον φίλο του τον Λάζαρο. Το μεγαλύτερο όμως από όλα τα θαύματα που επιτέλεσε και που έχει ιδιαίτερη σημασία και για τον καθένα από εμάς, είναι η Ανάσταση του ιδίου του Ιησού Χριστού, με την οποία μας ελευθέρωσε από τα δεσμά του θανάτου και μας χάρισε την αιώνια ζωή.

Ένα σημαντικό πράγμα που πρέπει να παρατηρήσουμε και στις τρείς αναστάσεις νεκρών που έκανε ο Ιησούς Χριστός, είναι η δύναμη και η εξουσία του κατά του θανάτου, όπως σημειώσαμε πιο πάνω. Αυτό μας φανερώνει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο υιός του Θεού, είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, ο οποίος ήρθε στον κόσμο για να σώσει τον άνθρωπο. Οι παρευρισκόμενοι εκεί όταν είδαν τον νεκρό ν’ ανασταίνεται και να μιλάει, έλεγαν ότι «προφήτης μέγας εγήγερτε εν ημίν». Αυτό μας δείχνει ότι γνώριζαν την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης, και τις δύο νεκραναστάσεις που προηγήθηκαν. Η μία από τον προφήτη Ηλία, ο οποίος ανέστησε τον υιό της χήρας στα Σάρεττα της Συδονίας (Γ’ Βασ. 17,20-23) και η άλλη από τον προφήτη Ελισσαίο, ο οποίος ανέστησε τον γιό της Σωμανίτισας (Δ’ Βασ. 4, 33-36). Αυτές όμως οι νεκραναστάσεις από τους προφήτες έγιναν αφού προηγήθηκε θερμή προσευχή προς τον Θεό. Οι νεκραναστάσεις που επιτέλεσε ο Ιησούς Χριστός έγιναν με τη δική του εξουσία γι αυτό και προκαλούσαν το φόβο ανάμεσα στο πλήθος.

Ένα άλλο βασικό σημείο από την ευαγγελική περικοπή, είναι ότι ο πόνος και ο θάνατος αποτελούν δεδομένα, τα οποία είναι αδύνατο να τ’ αποφύγουμε. Κάποια στιγμή της ζωής μας όλοι θα βρεθούμε αντιμέτωποι μ’ αυτά.  Η παρουσία του Ιησού Χριστού στη ζωή μας, αποτελεί την πηγή της ελπίδας και τη βεβαιότητα της Ανάστασης. Αυτή η εμπειρία της Ανάστασης, οδηγεί στην υπέρβαση του θανάτου. Οι νεκραναστάσεις που ο Κύριος επιτέλεσε και κυρίως η δική Του Ανάσταση, αποτελούν προμήνυμα και προτύπωση της κοινής αναστάσεως που θα γίνει κατά τη Δσυετέρα Παρουσία. Το ομολογούμε και στο Σύμβολο της Πίστεώς μας: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν».

24-9-2017

Απόστολος  Β΄ Τιμ. (γ΄ 10-15)

Πρωτότυπο Κείμενο

Τεκνον Τιμόθεε, παρηκολούθηκάς μου τη διδασκαλία, τη αγωγή, τη προθέσει, τη πίστει, τη μακροθυμία, τη αγάπη, τη υπομονή, τοις διωγμοίς, τοις παθήμασιν, οία μοι εγένοντο εν  Αντιοχεία, εν  Ικονίω, εν Λυστροις. Οίους διωγμούς υπήνεγκα! Και εκ πάντων με ερρύσατο ο Κυριος. Και πάντες δε οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ  Ιησού διωχθήσονται· πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι. Συ δε μένε εν οίς έμαθες και επιστώθης, ειδώς παρά τίνος έμαθες, και ότι από βρέφους τα ιερά γράμματα οίδας, τα δυνάμενά σε σοφίσαι εις σωτηρίαν δια πίστεως της εν Χριστώ  Ιησού. 

Νεοελληνική Απόδοση

Παιδί μου Τιμόθεε, εσύ με παρακολούθησες στη διδασκαλία, στον τρόπο ζωής, στους σκοπούς, στην πίστη, στη μακροθυμία, στην αγάπη, στην υπομονή, στους διωγμούς, στα παθήματα σαν αυτά που υπέμεινα στην Αντιόχεια, στο Ικόνιο, στα Λύστρα. Τι διωγμούς υπέφερα! Κι απ’ όλα με γλίτωσε ο Κύριος. Κι όχι μόνο εγώ, αλλά και όλοι όσοι θέλουν να ζήσουν με ευσέβεια, σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού, θα αντιμετωπίσουν διωγμούς. Μόνο οι πονηροί άνθρωποι κι οι απατεώνες θα προκόβουν στο χειρότερο΄ θα εξαπατούν τους άλλους και οι άλλοι θα τους εξαπατούν. Εσύ όμως να μείνεις σ’ αυτά που έμαθες και που για την αξιοπιστία τους έχεις τεκμήρια. Ξέρεις από ποιον το έμαθες, και μη λησμονείς ότι από τη βρεφική σου ηλικία γνωρίζεις τη Γραφή, που μπορεί να σε κάνει σοφό οδηγώντας σε στη σωτηρία δια της πίστεως στον Ιησού Χριστό. 

Σχολιασμός

Σήμερα η εκκλησία μας τιμά τη μνήμη της πανευφήμου πρωτομάρτυρος και ισαποστόλου Θέκλας, της συνεκδήμου του Αποστόλου Παύλου, τα κηρύγματα του οποίου υπήρξαν η αιτία να μεταστραφεί η Θέκλα (η οποία ήταν κόρη ειδωλολατρών) στην Χριστιανική πίστη. Πυρπολούμενη από θείο έρωτα να μαρτυρήσει για την αγάπη του Χριστού, η νεαρή Θέκλα πάει στη φυλακή όπου είχαν δέσμιο τον θείο Απόστολο (μετά από τον περιορισμό που επέβαλε ο ηγεμόνας Καστίλλιος) και αφού πλησίασε τον δεσμοφύλακα, του έδωσε όλα τα χρυσά της κοσμήματα με την υπόσχεση να της επιτρέψει να επισκεφθεί τον Παύλο. Εκεί στην φυλακή συμπλήρωσε την κατήχηση της και παίρνει την απόφαση να δοθεί ολοκλωρωτικά στη διακονία του Ευαγγελίου.
Ο Απόστολος Παύλος, για να στηρίξει τον Τιμόθεο, την τιμώμενη Αγία Θέκλα, αλλά και κάθε άνθρωπο στον πνευματικό αγώνα, προβάλλει το προσωπικό του παράδειγμα και την εν Χριστώ εμπειρία του. Η ζωή του είναι γεμάτη από πίστη, αγάπη, υπομονή, διωγμούς και παθήματα. Πολλές φορές προκαλεί την ψυχή μας το γεγονός ότι, οι άνθρωποι του Θεού, αυτοί που αγωνίζονται να ζήσουν με δικαιοσύνη, με καθαρότητα και αγάπη, συναντούν θλίψεις και διωγμούς, κινδύνους και δυσκολίες. Ένα πλήθος από παραδείγματα μέσα από την Αγία Γραφή επιβεβαιώνει την αλήθεια του λόγου του Αποστόλου Παύλου ότι «πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται». Ο δίκαιος Άβελ φονεύεται από τον φθονερό Κάϊν. Ο Ηλίας διώκεται από την αμαρτωλή Ιεζάβελ. Ο Τίμιος Πρόδρομος αποκεφαλίζεται εξ αιτίας της Ηρωδιάδος. Την πρωτομάρτυρα Θέκλα προσπάθησαν να την κάψουν ζωντανή και την πολέμησαν ανελέητα. Αλλά στην ζωή της Εκκλησίας μας, στη ζωή των Αγίων, βλέπουμε να εφαρμόζεται ο λόγος του Κυρίου προς τους Μαθητές του: «Παραδώσουσι γαρ υμάς εις συνέδρια και εν ταις συναγωγαίς αυτών μαστιγώσουσιν υμάς».

Και συνεχίζει ο θείος Απόστολος: «Όλοι όσοι θέλουν να ζήσουν ευσεβώς εν Χριστώ Ιησού θα διωχθούν. Ο Τιμόθεος γνωρίζει πολύ καλά τους διωγμούς και τα μαρτύρια που ο διδάσκαλός του αντιμετώπισε στο παρελθόν αλλά και αντιμετωπίζει στο παρόν της επιστολής όντας δέσμιος στη Ρώμη. Ταυτόχρονα όμως γνωρίζει ότι «εκ πάντων ερρύσατο ο Κύριος» τον απόστολό του,  επιδαψιλεύοντας σ’ αυτόν τη θεία χάρη και τη θεία ενίσχυση.

Ο ίδιος ο Χριστός το έθεσε ξεκάθαρα: «Μακάριοι όσοι διώκονται για την επικράτηση του θελήματος του Θεού γιατί σ’ αυτούς ανήκει η βασιλεία του Θεού. Μακάριοι είστε όταν σας χλευάσουν και σας καταδιώξουν και σας κακολογήσουν με κάθε ψεύτικη κατηγορία εξαιτίας μου. Έτσι καταδίωξαν και τους προφήτες πριν από σας» (Ματθ. ε’ 10-12). Άλλωστε από βρέφος ο Κύριος διωκόταν: «Ιδού άγγελος Κυρίου φαίνεται κατ’ όναρ τω Ιωσήφ λέγων˙ εγερθείς παράλαβε το παιδίον και φεύγε εις Αίγυπτον, και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι˙ μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό» (Ματθ. β’ 13). Και όταν άρχισε το κήρυγμά και επιτελούσε τα θαύματα, άλλοι ήθελαν να Τον ρίξουν από τον γκρεμό, άλλοι Τον ονόμαζαν δαιμονισμένο (Ματθ. θ’ 34), άλλοι οινοπότη και ψευδοπροφήτη (Λουκ. ζ’ 34), ώσπου εν τέλει να Τον συνέλαβαν, τον οδήγησαν στο Πάθος και στο Σταυρό.

Ο Σταυρός επομένως, είναι το κέντρο, είναι η σφραγίδα το αποσφράγισμα της οποίας ορίζει τη γνησιότητα της πορείας του αγωνιστή. Άνθρωποι «πονηροί και γόητες» σε κάθε εποχή θα προκόψουν στο χειρότερο, έχοντας πέσει σε πλάνη οι ίδιοι και πλανώντας και άλλους ανθρώπους. Θα κερδίζουν αξιώματα, οφίκκια, χρήματα, δόξα «επίπλαστον πρόσκαιρον».

Κριτήριο στη ζωή του Χριστιανού είναι η παρουσία ή η απουσία του Χριστού από τη ζωή του. Καθοριστικό ρόλο ίσως και τιμητικό προνόμιο του ανθρώπου είναι να γνωρίζει «από βρέφους» τη θεία διδασκαλία, τον νόμο του Θεού. Ειδικότερα οι χριστιανοί γονείς έχουν ύψιστο χρέος θα λέγαμε, να προσφέρουν στα παιδιά τους νωρίς τη ζωντανή μαρτυρία της πίστεως. Μαζί με την τροφή, την ένδυση, την παιδεία, τα παιχνίδια, κλπ, είναι ανάγκη  τα παιδιά να γίνουν κοινωνοί της «κατά Θεόν ανατροφής». Αυτό γίνεται πιο επιτακτικό σήμερα, όπου η κοινωνία μας βιώνει διάφορες καταστάσεις.

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Να μην παρασυρόμαστε από αυτά που βλέπουμε να κάνει ο κόσμος. Να πάρουμε δύναμη από το παράδειγμα του Χριστού, των Αποστόλων και των Αγίων μας οι οποίοι και αυτοί αντιμετώπισαν θλίψεις και διωγμούς στη ζωή τους, στην προσπάθεια τους να ζήσουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Να θυμόμαστε πάντα όταν διωκόμαστε επειδή προσπαθούμε να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αυτά που μας αναφέρει ο Χριστός στους Μακαρισμούς: «Να αισθάνεστε χαρά και αγαλλίαση, γιατί θ’ ανταμειφθείτε και  με το παραπάνω στους ουρανούς».

24-9-2017

Κυριακή Α΄ Λουκά

Ευαγγέλιον κατά Λουκά (ε’, 1-11)

Πρωτότυπο κείμενο

Εγένετο δε εν τω τον όχλον επικείσθαι αυτώ του ακούειν τον λόγον του Θεού και αυτός ην εστώς παρά την λίμνην Γεννησαρέτ,  και είδε δύο πλοία εστώτα παρά την λίμνην• οι δε αλιείς αποβάντες απ΄ αυτών απέπλυναν τα δίκτυα.  εμβάς δε εις έν των πλοίων, ο ην του Σίμωνος, ηρώτησεν αυτόν από της γης επαναγαγείν ολίγον• και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους.  ως δε επαύσατο λαλών, είπε προς τον Σίμωνα• επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν. Και αποκριθείς ο Σίμων είπεν αυτώ• επιστάτα, δι΄ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν• επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον.  Και τούτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ• διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών.  Και κατένευσαν τοις μετόχοις τοις εν τω ετέρω πλοίω του ελθόντας συλλαβέσθαι αυτοίς• και ήλθον και έπλησαν αμφότερα τα πλοία, ώστε βυθίζεσθαι αυτά. Ιδών δε Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασιν Ιησού λέγων• έξελθε απ΄ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε. 9. Θάμβος γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους συν αυτώ επι τη άγρα των ιχθύων η συνέλαβον,  ομοίως δε και Ιάκωβον και Ιωάννην, υιούς Ζεβεδαίου, οι ήσαν κοινωνοί τω Σίμωνι. Και είπε προς τον Σίμωνα ο Ιησούς• μη φοβού• από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών.  Και καταγαγόντες τα πλοία επί την γην, αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ.

Απόδοση

Καθώς τα πλήθη συνωστίζονταν κάποτε γύρω του για ν΄ ακούσουν το λόγο του Θεού κι εκείνος στεκόταν στην όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ, είδε δύο ψαροκάικα στην άκρη της λίμνης. Οι ψαράδες είχαν κατεβεί απ΄ αυτά και έπλεναν τα δίκτυα. Εκείνος ανέβηκε σ΄ ένα από τα ψαροκάικα, σ΄ αυτό που ήταν του Σίμωνα, και τον παρακάλεσε να τραβηχτεί λίγο από την ξηρά. Κάθισε στο ψαροκάικο και απ΄ αυτό δίδασκε τα πλήθη. Όταν τελείωσε την ομιλία του, είπε στο Σίμωνα: «Πήγαινε στα βαθιά και ρίξτε τα δίκτυα σας για ψάρεμα». Ο Σίμων του αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα παιδευόμασταν και δεν πιάσαμε τίποτε, επειδή όμως το λες εσύ, θα ρίξω το δίχτυ». Αφού το έριξαν έπιασαν πάρα πολλά ψάρια, τόσα που άρχισε να σκίζεται το δίχτυ τους. Με νεύματα ειδοποίησαν τους συνεταίρους τους που ήταν στο άλλο πλοίο να έρθουν να τους βοηθήσουν. Εκείνοι ήρθαν και γέμισαν και τα δύο ψαροκάικα σε σημείο που να κινδυνεύουν να βυθιστούν. Όταν ο Σίμων Πέτρος είδε τι έγινε, έπεσε στα γόνατα του Ιησού και του είπε: «Βγες από το καΐκι μου, Κύριε, γιατί είμαι άνθρωπος αμαρτωλός». Αυτά τα είπε γιατί είχε κυριευτεί από δέος, αυτός και όλοι όσοι ήταν μαζί του, για τα πολλά ψάρια που είχαν πιάσει. Το ίδιο συνέβη και με τα παιδιά του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, που ήταν συνεργάτες του Σίμωνα. Ο Ιησούς τότε είπε στο Σίμωνα: «Μη φοβάσαι, από τώρα θα ψαρεύεις ανθρώπους». Ύστερα, αφού τράβηξαν τα ψαροκάικα στη στεριά, άφησαν τα πάντα και τον ακολούθησαν.

Η θαυμαστή αλιεία και η κλήση των πρώτων μαθητών

Οι ευαγγελικές περικοπές που διαβάζονται στη θεία λειτουργία από την επόμενη Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού μέχρι τα Χριστούγεννα είναι παρμένες από το ευαγγέλιο του ευαγγελιστή Λουκά. Η πρώτη περικοπή είναι η παρούσα και περιλαμβάνει: α) τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού προς τους όχλους, β) τη θαυμαστή αλιεία και γ) την κλήση των πρώτων μαθητών. Ο Ιησούς Χριστός έχει αρχίσει τη δημόσια δράση Του και τώρα βρίσκεται στα μέρη της Γαλιλαίας και συγκεκριμένα στην όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ.

Ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων ακολουθεί τον Χριστό και περιμένει να ακούσει τη διδασκαλία του. Ο Ιησούς Χριστός επιλέγει να ανέβει στη ψαρόβαρκα του Σίμωνα, του μετέπειτα αποστόλου Πέτρου, και από εκεί άρχισε να διδάσκει το πλήθος. Η ψαρόβαρκα εξασφάλιζε δυο προτερήματα: α) από εκεί μπορούσε με ασφάλεια να διδάσκει το πλήθος, χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος να πέσουν πάνω του οι άνθρωποι, γιατί όλοι επιθυμούσαν να τον δουν από κοντά και να τον αγγίξουν και β) κατά τη διάρκεια του κηρύγματος μπορούσε να τους βλέπει όλους κατά πρόσωπον και έτσι η επικοινωνία να είναι πιο άμεση.

Όταν ο Ιησούς Χριστός τελείωσε τη διδασκαλία του προς το συγκεντρωμένο πλήθος, στράφηκε προς τους πλοιοκτήτες και συγκεκριμένα προς τον Σίμωνα και τον προέτρεψε να ανοιχθεί στο βάθος της λίμνης και να ρίξει τα δίκτυα για ψάρεμα. Η αναφορά προς τον Σίμωνα είναι μια ακόμα επισήμανση του πρωταγωνιστικού ρόλου του Πέτρου μεταξύ του κύκλου των Δώδεκα Αποστόλων. Η προτροπή του Κυρίου, ενώ αρχικά φαίνεται φυσική, στη συνέχεια όμως και από την αντίδραση του Πέτρου θεωρείται εντελώς αφύσικη, αφού είναι αντίθετη με τις ώρες του ψαρέματος. Ένας έμπειρος ψαράς ποτέ δεν θα επιχειρούσε να ψαρέψει εκείνη την ώρα, γιατί το αποτέλεσμα του εγχειρήματός του θα ήταν ανθρωπίνως το λιγότερο απογοητευτικό.  Πρώτα – πρώτα ήταν ήδη μέρα και το ψάρεμα γινόταν μόνο νύκτα. Δεύτερο, ο Σίμων και οι συν αυτώ είχαν ανοιχθεί για ψάρεμα όλη τη νύκτα και εν τούτοις δεν κατόρθωσαν να ψαρέψουν τίποτα. Παρά τις αντίξοες αυτές συνθήκες και τα αρνητικά δεδομένα ενός τέτοιου εγχειρήματος, υπάκουσαν στον Χριστό: «επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον». Κάνουν απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Κυρίου, με αποτέλεσμα να γεμίσουν τη ψαρόβαρκα με ψάρια, ώστε να υπάρχει ο κίνδυνος να βυθιστεί από το βάρος. Για το λόγο αυτό «κατένευσαν τοις μετόχοις τοις εν τω ετέρω πλοίω» και έτσι γέμισαν και οι δυο ψαρόβαρκες.

Πάντοτε η χάρη και η δύναμη του Θεού υπερβαίνει τα όρια της φύσης, νικά την τάξη της φύσης και των ανθρωπίνων πραγμάτων. Τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν πολλές μέσα στην Αγία Γραφή, όπως είναι η διάβαση της Ερυθράς θάλασσας, η γέννηση του Χριστού, οι αναστάσεις νεκρών από τον Χριστό και πολλά άλλα. Όλα αυτά δεν είναι έργο της ανθρώπινης προσπάθειας, αλλά της δύναμης του Θεού. Γι΄ αυτό και το έργο των Αποστόλων και μαθητών του Χριστού δε θα στηριχτεί στις ανθρώπινες δυνάμεις, αλλά στη χάρη του Θεού.

Μετά το θαύμα αυτό ο Σίμων Πέτρος αισθάνεται τη συνείδησή του να τον ελέγχει, γιατί διαπιστώνει ότι η παρουσία του Ιησού Χριστού στην ψαρόβαρκά  του δεν είναι τυχαία, γι΄ αυτό λεει στο Χριστό: «έξελθε απ΄ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε». Ο Απόστολος Πέτρος αντιδρά στο σημείο αυτό κατά παρόμοιο τρόπο με τον Προφήτη Ησαΐα: «Ω τάλας εγώ, ότι κατανένυγμαι, ότι άνθρωπος ων και ακάθαρτα χείλη έχων εν μέσω λαού ακάθαρτα χείλη έχοντος εγώ οικώ και τον βασιλέα Κύριον σαβαώθ είδον τοις οφθαλμοίς μου» (Ησ. 6,5-6). Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Χριστός στο σημείο αυτό αποκαλύπτεται στους αγράμματους ψαράδες, όπως ο Θεός αποκαλυπτόταν στους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Γι΄ αυτό στη συνέχεια λεει στον Πέτρο: «μη φοβού• από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών» και έτσι ο ίδιος και οι συν αυτώ γίνονται οι πρώτοι μαθητές του Κυρίου: «αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ». Από τούδε και στο εξής οι αγράμματοι αλιείς της Γαλιλαίας θα γίνουν οι νέοι Προφήτες και διδάσκαλοι της οικουμένης.

Επίσης δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός διδάσκει το πλήθος από την ψαρόβαρκα, στο χώρο δηλαδή της εργασίας των υποψηφίων μαθητών Του και στη συνέχεια τελεί το θαύμα της αλιείας, γεγονότα που προκαλούν «θάμβος» στον Πέτρο και στους συν αυτώ. Τα γεγονότα αυτά γίνονται η αιτία, ώστε να πεισθούν για τη θεότητα του Ιησού Χριστού και να Τον ακολουθήσουν. Το θαύμα της αλιείας λαμβάνει συμβολική, αλληγορική και παραβολική σημασία. Όπως οι ψαράδες συλλαμβάνουν στα δίκτυά τους τα ψάρια, το ίδιο και ο Ιησούς Χριστός με το λόγο και τη διδασκαλία του σαγηνεύει τους ανθρώπους. Τα ψάρια βέβαια όταν συλληφθούν στα δίκτυα, στη συνέχεια πεθαίνουν αφού αποσύρονται από το νερό που είναι ο βιολογικός τους χώρος. Σε αντίθεση με τα ψάρια, οι άνθρωποι που σαγηνεύονται από το λόγο του Θεού λαμβάνουν ζωή. Αυτό ακριβώς φανερώνει ο λόγος του Κυρίου προς τον Πέτρο: «από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών». Δηλαδή δε θα αλλάξεις επάγγελμα, αλλά το επάγγελμά σου θα αλλάξει αντικείμενο, αντί ψάρια θα μαζεύεις ζωντανούς ανθρώπους. Αυτή είναι η σημασία του ρήματος «ζωγρώ», περιέχει την έννοια της ζωής.

Το έργο του Ιησού Χριστού, ο ευαγγελισμός των ανθρώπων, η σύνδεση των ανθρώπων με την πηγή της αλήθειας και της ζωής συνεχίζεται και σήμερα. Συνεχίζεται αδιάκοπα και διαδοχικά από τον Κύριο, τους μαθητές και Αποστόλους Του, τους Πατέρες και Διδασκάλους, τους Επισκόπους και κληρικούς της Εκκλησίας. Τη θέση της ψαρόβαρκας του Σίμωνα Πέτρου, την οποία επέλεξε ο Κύριος για να ανέβει και να διδάξει το συγκεντρωμένο πλήθος, λαμβάνει πλέον ο άμβωνας κάθε εκκλησίας. Από εκεί διαβάζεται σε κάθε θεία λειτουργία το ευαγγελικό ανάγνωσμα, ο λόγος του Κυρίου, η αιώνια διδασκαλία Του. Η διδασκαλία αυτή αγκαλιάζει ολόκληρο τον κόσμο, απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους και είναι επίκαιρη σε κάθε εποχή. Είναι το «ύδωρ το ζων» που προσφέρει τη ζωή και την αθανασία στους ανθρώπους. 

17-9-2017

Κυριακή Μετά την Ύψωση

Απόστολος προς Γαλ. (β’ 16-20)

 Πρωτότυπο Κείμενο

Αδελφοί, ειδότες οτι ου δικαιούται άνθρωπος εξ έργων νόμου εαν μη δια πίστεως Ιησού Χριστού, και ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν, ινα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χρίστου και ουκ εξ έργων νόμου, διότι ου δικαιωθήσεται εξ έργων νόμου πάσα σαρξ. Ει δε ζητούντες δικαιωθήναι εν Χριστώ ευρέθημεν και αυτοί αμαρτωλοί, αρα Χριστός αμαρτίας διάκονος; Μη γένοιτο. Ει γαρ α κατέλυσα ταύτα πάλιν οικοδομώ, παραβάτην εμαυτόν συνίστημι. Εγω γαρ δια νόμου νόμω απέθανον, ινα Θεω ζήσω. Χριστώ συνεσταύρωμαι· ζω δε ουκέτι εγω, ζη δε εν εμοί Χριστός· ο δε νυν ζω εν σαρκί, εν πίστει ζω τη του υιού του Θεού του αγαπήσαντος με και παραδόντος εαυτόν υπέρ εμού.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, ξέρουμε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί με την τήρηση των διατάξεων του νόμου. Αυτό γίνεται μόνο με την πίστη στον Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό κι εμείς πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό, για να δικαιωθούμε με την πίστη στο Χριστό κι όχι με την τήρηση του νόμου• γιατί με τα έργα του νόμου δεν θα σωθεί κανένας άνθρωπος. Αν όμως, ζητώντας να σωθούμε από τον Χρίστο, βρεθήκαμε να είμαστε και μείς αμαρτωλοί όπως οι εθνικοί, σημαίνει τάχα πως ο Χριστός οδηγεί στην αμαρτία; Όχι βέβαια! Γιατί, αν ότι γκρέμισα το ξαναχτίζω, είναι σαν να ομολογώ πως έκανα λάθος όταν το γκρέμιζα. Κι αληθινά, με κριτήριο τον νόμο, έχω πεθάνει για τη θρησκεία του νόμου, για να βρω τη ζωή κοντά στο Θεό. Έχω πεθάνει στον σταυρό μαζί με τον Χριστό. Τώρα πια δεν ζω εγώ, αλλά ζει στο πρόσωπο μου ο Χριστός. Κι η τωρινή σωματική μου ζωή είναι ζωή βασισμένη στην πίστη μου στον Υιό του Θεού, που με αγάπησε και πέθανε εκούσια για χάρη μου. 

Σχολιασμός

Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα αποτελεί απόσπασμα από την προς Γαλάτας Επιστολή του Αποστόλου Παύλου συσχετίζεται άμεσα με το εορταζόμενο γεγονός που τιμά η Εκκλησία μας όλες αυτές τις μέρες. Δηλαδή αναφέρεται και αυτό όπως και στην Κυριακή προ της υψώσεως στη λυτρωτική πορεία του ανθρώπου που γίνεται κατορθωτή μέσω της σταυρικής θυσίας του Χριστού. 

Επιβάλλεται να σημειώσουμε ότι στην περίοδο δράσης των αποστόλων κυριάρχησε η ιδέα ότι, για να σωθεί ένας χριστιανός θα έπρεπε όχι μόνο να πιστεύει στον Χριστό, αλλά να τηρεί και τον μωσαϊκό νόμο και την περιτομή. Παρ’ όλη την απόφαση της Αποστολικής Συνόδου ότι «οι πιστεύοντες στὸ Χριστὸ δὲν χρειάζεται ούτε να περιτέμνονται, ούτε να τηρούν τις άλλες διατάξεις του μωσαϊκού νόμου» (Πρξ ιε’ 28-29), κάποιοι Ιουδαίοι διακατέχοντας μεγάλη επιμονή και φανατισμό για το γεγονός αυτό, περνούσαν από τα διάφορα μέρη όπου κήρυττε ο απόστολος Παύλος και διαστρέβλωναν το κήρυγμα του, προωθώντας τις δικές τους θεωρίες και δοξασίες. Έτσι ο απόστολος Παύλος, θέλησε να τους αντιμετωπίσει μέσα από την προς Γαλάτας Επιστολή. 

Με τον νόμο λοιπόν, μόνο η σωτηρία μας είναι αδύνατη για τον απλούστατο λόγο, ότι είναι ανθρωπίνως αδύνατο η πιστή τήρηση όλων των διατάξεων του νόμου. Ήταν απαραίτητη η σταυρική θυσία του Χριστού του Υιού του Θεού, γιατί έτσι άνοιξε ο δρόμος της μετάνοιας και της σωτηρίας μας. Η πίστη στον Ιησού Χριστό, είναι αυτή που σώζει κι όχι η τυπική τήρηση του Νόμου. Πίστη είναι «ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» αναφέρει κάπου αλλού ο Απόστολος Παύλος (Εβρ. ια΄ 1). Είναι η βεβαιότητα ότι υπάρχουν όλα όσα η χριστιανική μας ελπίδα αποκαλύπτει, χωρίς ακόμη να έχουν γίνει απτά. Είναι αποδοχή πραγμάτων που, ενώ δεν τα βλέπουμε, η πίστη μας πληροφορεί ότι είναι πιο βέβαια κι απ’ όσα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Με αυτή την εμπιστοσύνη και υπακοή στον λόγο του Θεού ανοίγουν νέες δυνατότητες στη ζωή. Η θέληση οπλίζεται με νέα δύναμη και επιμονή, διότι στηρίζεται στη βεβαιότητα ότι «ουκ αδυνατήσει παρά τώ Θεώ πάν ρήμα». 

Η χριστιανική πίστη περιέχει μέσα της δύναμη θεϊκή και φανερώνεται σε κάθε περίσταση της ζωής των χριστιανών, ανάλογα με το μέτρο της πίστεώς τους. Και γίνονται θαύματα που προκαλούν δέος και έκπληξη γιατί είναι σημεία της παρουσίας του Θεού. Διότι τι είναι η αρρώστια , η αμαρτία, η φθορά, και ο θάνατος ; Καταστάσεις μη αναστρέψιμες για την ανθρώπινη μεταπτωτική φύση. Είναι «ανήκεστες βλάβες» που υπέστη η ανθρώπινη φύση, εξαιτίας της πτώσης . Τα τέσσερα αυτά δεινά σχηματίζουν το ορμητικό ποτάμι που διασχίζει την ανθρωπότητα, από την αυγή της μεταπτωτικής ιστορίας της. Και αυτό το ποτάμι δεν μπορεί να το γυρίσει πίσω κανείς μεταπτωτικός άνθρωπος. Από το άλλο μέρος όμως, ο Χριστός βεβαιώνει ότι η πίστη του ανθρώπου νικάει τα τέσσερα αυτά δεινά. 

Η πίστη είναι απαραίτητη προϋπόθεση για το θαύμα. Πρόκειται εδώ για μια βασική αρχή της ορθοδόξου σωτηριολογίας ,την συνεργία η «συνέργεια» που σημαίνει ότι η σωτηρία του ανθρώπου εξαρτάται από την συνεργασία Θεού και ανθρώπου. Ο Θεός δεν σώζει τους μη θέλοντας. Η βασιλεία του Θεού είναι καθεστώς απόλυτης ελευθερίας όχι «υπηκόων» και μάλιστα διά της βίας, αλλά βασιλείας των τέκνων του Θεού. Είναι , όμως ,απαραίτητο και ο άνθρωπος, εκούσια και ελεύθερα, να καταβάλει και τον δικό του «όβολο» (Εξ. λ΄13) , την πίστη του και την αγάπη του στον Θεό. 

Υπάρχουν αναρίθμητα παραδείγματα  ομολογίας πίστεως  να μας παρουσιάσει μέσα στην πορεία του ο Χριστιανισμός και μάλιστα σε δυσμενείς καταστάσεις και καθεστώτα τα οποία κάθε τι άλλο παρά ευνοούσαν τις αξίες και τις αρετές του Χριστιανισμού μέσα στην ζωή των ανθρώπων. Αρχίζοντας από την τουρκοκρατία , πόσοι και πόσοι  έχουν βασανιστεί, ή και αποκεφαλιστεί αρνούμενοι τον ισλαμισμό  και την σκληρή και απάνθρωπη φιλοσοφία του. Ποιό μετά πηγαίνουμε στον κομμουνισμό όπου το καθεστώς αυτό κατέλυε κάθε ιδέα του Χριστιανισμού αφού η φιλοσοφία του στηριζόταν στον πλήρη αθεϊσμό με συνέπεια τα βασανιστήρια και τους θανάτους πολλών Χριστιανών και μάλιστα κληρικών. Και τέλος ερχόμαστε στην σημερινή πραγματικότητα όπου ο Χριστιανισμός  μαστίζεται και δέχεται τα πολλαπλά πλήγματα πέραν των 300 αιρέσεων σε παγκόσμιο επίπεδο. 

Συμπερασματικά ο Απόστολος Παύλος θεωρεί υπεράνω του μωσαϊκού νόμου την σταυρική θυσία του Χριστού ως αρχή πίστεως αλλά και σωτηρίας του ανθρώπου.  Έτσι συμβαίνει πάντοτε με τους αληθινούς χριστιανούς. Βλέποντας τον εσταυρωμένο Ιησού Χριστό αντλούν δύναμη και έτσι οπλίζονται με πίστη και υπομονή, έτοιμοι να αντιμετωπίσουν κάθε είδους πειρασμούς και θλίψεις.

17-9-2017

Κυριακή Μετά τη Ύψωση

Ευαγγέλιον κατά Μκ. (η΄ 34 – 38, θ΄ 1)

Πρωτότυπο κείμενο

Είπεν ο Κύριος όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν, καί αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι. Ος γάρ αν θέλῃ την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν· ος δ’ αν απολέσῃ την ψυχήν εαυτού ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν. Τί γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήσῃ τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τί δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού; Ος γαρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτῃ τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ, και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθῃ εν τη δόξῃ του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων. Και έλεγεν αυτοίς· Αμήν λέγω υμίν ότι εισί τινές ώδε των εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου εως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού ἐληλυθυίαν εν δυνάμει.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του κι ας με ακολουθεί. Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει· όποιος όμως χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου και εξαιτίας του ευαγγελίου, αυτός θα τη σώσει. Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος, αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά χάσει τη ζωή του; Τι μπορεί να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα για τη ζωή του; Όποιος, ζώντας μέσα σ΄ αυτή τη γενιά την άπιστη κι αμαρτωλή, ντραπεί για μένα και για τη διδασκαλία μου, θα ντραπεί γι΄ αυτόν και ο Υιός του Ανθρώπου, όταν έρθει με όλη τη λαμπρότητα του Πατέρα του, μαζί με τους αγίους αγγέλους». Τους έλεγε ακόμη ο Ιησούς: «Σας βεβαιώνω πως υπάρχουν μερικοί ανάμεσα σ΄ αυτούς που βρίσκονται εδώ, οι οποίοι δε θα γευτούν το θάνατο, πριν δουν να έρχεται δυναμικά η βασιλεία του Θεού». 

Ερμηνεία

 «Αράτω τον σταυρόν αυτού»

Η σημερινή Κυριακή καλείται Κυριακή «μετά την Ύψωσιν» και αποτελεί τον απόηχο της μεγάλης εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, ενώ η περασμένη Κυριακή «προ της Υψώσεως» ήταν το προανάκρουσμα. Η ορθόδοξη Εκκλησία, σε κάθε ακολουθία κάνει λόγο για τον Τίμιο Σταυρό, προβάλλοντας τον ως φωτεινό σημείο και όπλο κατά των δαιμόνων. Το ίδιο ευαγγελικό ανάγνωσμα, που ακούμε να διαβάζεται και την Γ’ Κυριακή των Νηστειών, αποτελεί ένα απόσπασμα από την όλη διδασκαλία και δραστηριότητα του Χριστού στη περιοχή της Καισαρείας του Φιλίππου.

Ο ευαγγελιστής Μάρκος, με τρόπο λιτό αλλά και δυναμικό, μας παρουσιάζει το κεντρικό σημείο της πνευματικής ζωής, γύρω από το οποίο πρέπει να στρέφεται η όλη προσπάθεια και ο αγώνας μας. Ο Τίμιος Σταυρός είναι παντοτινά υψωμένος, ώστε να οδηγεί τον κάθε πιστό στην οδό της σωτηρίας.

Σύμφωνα λοιπόν με τον Ευαγγελιστή, ο Ιησούς Χριστός, μετά το θαύμα που πραγματοποίησε και χόρτασε το πλήθος των ανθρώπων που τον ακολουθούσαν, συνομιλώντας με τους Μαθητές του, μίλησε για το πάθος και την Ανάστασή του. Ταυτόχρονα, απευθυνόμενος κυρίως προς τους Μαθητές του, παρουσία και πολλών άλλων, τους εξήγησε τι σημαίνει ν’ ακολουθεί κάποιος τον Ιησού Χριστό. «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του κι ας με ακολουθεί» (στ. 34). Καταναγκασμός δεν υπάρχει στη διδασκαλία του Χριστού. Μπορεί κανείς ελεύθερα να αποφασίσει το δρόμο του σταυρού αφού αναλογισθεί πρώτα τις δυσκολίες και αναλάβει αποφασιστικά τις ευθύνες του: Η απάρνηση του εαυτού μας και η άρση του σταυρού επί των ώμων είναι οι βασικές προϋ­ποθέσεις για να ακολουθήσουμε τον Χριστό. Αρνούμαι τον εαυτό μου, σημαίνει: εγκαταλείπω ακόμη και τις νόμιμες και δίκαιες απαιτήσεις, τις φυσιολογικές και δικαιολογημένες επιθυμίες που έχει το εγώ μου μέσα στη ζωή, αρνούμαι την ασφάλεια μιας καλοβολεμένης ζωής, για να αποδυθώ στην κατά τα κριτήρια του κόσμου άβεβαιότητα και ανα­σφάλεια που συνεπάγεται το να ακολουθώ τον Χριστό στο δρόμο του πάθους. Ο εμπειρικός άνθρωπος, όπως τον γνωρίζουμε όλοι μας, ζητά την τακτοποίηση και την ασφάλεια, την αποφυγή της σκέψης του θανάτου, την παράταση της ζωής του με κάθε τρόπο. Με μια παράξενη όμως επιχειρηματολογία για την ανθρώπινη λογική ο Χρι­στός διδάσκει ότι η ζωή κερδίζεται μόνον όταν χαθεί. Η θυσία της ζωής οδηγεί στην κατ’ εξοχή ζωή.

Όπως ο Λόγος του Θεού εθελούσια σαρκώθηκε και θυσιάστηκε, έτσι κι οι πιστοί προσφέρουμε θεληματικά στον Χριστό τη θυσία του εγώ μας. Ο θεμελιώδης σκοπός μας ως χριστιανών, είναι η κατάκτηση της βασιλείας του Θεού. «Ζητείται πρώτον την βασιλεία του Θεού…» (Μτθ στ΄, 33). Όταν ο Χριστός μέσα από το κήρυγμα του, μας καλεί να τον ακολουθήσουμε, συγχρόνως μας βοηθά ν’ ανακαλύψουμε στη ύπαρξη μας τη δική του παρουσία – τη σφραγίδα της εικόνας του Θεού, μια ύψιστη δωρεά, προσφορά της αγάπης του Θεού που υπάρχει σε κάθε άνθρωπο. Το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζεται από τους λόγους αυτούς του Χριστού, το οποίο σκανδάλισε πολλούς την εποχή εκείνη και εξακολουθεί και σήμερα, είναι το ερώτημα γιατί ο μαθητής του Χριστού να πρέπει να περάσει μέσα από το σταυρό και την άρνηση του ίδιου του εαυτού του. Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Πολλές φορές θέλουμε το χριστιανισμό στα μέτρα μας, για να διευκολύνουμε την είσοδο μας στη αιώνια ζωή, και να επιβραβεύσουμε τον τρόπο της εγκόσμιας καλοπέρασης μας. Ο Θεός της αγάπης, «ο ελευθερών ημάς εκ της φθοράς», «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι, και εις επίγνωση αληθείας ελθείν» (Α΄ Τιμ. β΄, 4). Οι πιστοί έχουμε εξαγορασθεί με βαρύ τίμημα, το ατίμητο αίμα του Χριστού, και με αυτό γίναμε «απελεύθεροι Χριστού» (Α΄ Κορ. στ΄, 20)

 «Η σωτηρία της ψυχής, ασύγκριτο έπαθλο»

Όπως τονίσαμε προηγουμένως, ο Κύριος εξηγεί τη σημασία της αυταπάρνησης του εγώ, λέγοντας ότι όποιος φροντίζει μόνο για τον εαυτό του, τελικά δεν καταφέρνει να σώσει την ψυχή του. Αντίθετα, όποιος θυσιάσει την ζωή του για τον Χριστό και για το Ευαγγέλιο, εκείνος θα σώσει την ψυχή του. Διότι δεν υπάρχει κανένα όφελος να κερδίσει κανείς όλο τον κόσμο, και όμως να χάσει ή να καταστρέψει την ψυχή του, και δεν υπάρχει μεγαλύτερο και ανταξιότερο αντάλλαγμα από την αυταπάρνηση, προκειμένου να κερδίσουμε την ψυχή μας.

Ψυχή κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας μας είναι ένα από τα δυο συστατικά που συνθέτουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Στα κείμενα των Πατέρων, διακρίνουμε μέσα από πολλά παραδείγματα ότι η ψυχή χρησιμοποιείται από τον Κύριο και τους αγίους Αποστόλους, ως ζωή.  Ο άγγελος Κυρίου είπε στον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου: «εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ∙ τεθνήκασι γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου» (Μτθ. β΄ 20). Ο Κύριος, περιγράφοντας τον εαυτό του ως καλόν ποιμένα, λέει: «εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός, ο ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων…» (Ιω. ι΄, 11). Επίσης, ο Απόστολος Παύλος γράφοντας για την Πρίσκιλλα και τον Ακύλα λέγει: «οίτινες υπέρ της ψυχής μου τον εαυτόν τράχηλον υπέθηκαν» (Ρωμ. ιστ΄, 4). Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις ο όρος ψυχή σημαίνει την ζωή.

Ο άνθρωπος κατά τον Μέγα Βασίλειο είναι «σύνθετος εκ ψυχής και σώματος» (MG 30,140). Το σώμα λήφθηκε «από της γης», ενώ η ψυχή είναι «ουρανία». Αλλά και κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό ο Θεός «εξ ορατής τε και αοράτου φύσεως δημιουργεί τον άνθρωπο, εκ γης μεν το σώμα διαπλάσας, ψυχήν δε λογικήν και νοεράν δια του οικείου εμφυσήματος δους αυτώ» (Έκδοσις Ακριβής Ορθοδόξου Πίστεως 2,12). Ο Κύριος στην παραβολή του άφρονος πλουσίου παρουσιάζει τον Θεό να λέει στον άφρονα πλούσιο: «άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου∙ α δε ητοίμασας τίνι έσται;» (Λουκ. Ιβ΄, 20). Η υλιστική νοοτροπία είναι ένα από τα πιο έντονα χαρακτηριστικά που δεσπόζουν σήμερα. Ο πλούτος, τα υλικά αγαθά, η ευμάρεια και οι ανέσεις αποτελούν την πρώτιστη επιδίωξη των περισσοτέρων από τους συνανθρώπους μας. Αν μπορούσαμε, θα θέλαμε να κατακτήσουμε τον κόσμο ολόκληρο. Ο υλισμός, επιστρατεύει πάντοτε ως σύμμαχο του την απληστία. Για την πλεονεξία του ανθρώπου διαβάζουμε στο βιβλίο των Παροιμιών: «Άδης και απώλεια ουκ εμπίπλανται, ωσαύτως και οι οφθαλμοί των ανθρώπων άπληστοι» (27,20). Δηλαδή, ο Άδης και ο θάνατος δεν χορταίνουν να δέχονται νεκρούς. Έτσι και τα μάτια των ανθρώπων είναι αχόρταγα. Κυριαρχούμενοι από αυτή την υλιστική αντίληψη και τη σύμφυτη απληστία, λησμονούμε τι είναι ο άνθρωπος. Λησμονούμε την ασύγκριτη αξία του ανθρώπου σε σχέση με τα υλικά αγαθά, τα πλούτη και τις απολαύσεις του παρόντος κόσμου.    

Ο Σταυρός του Χριστού, φανερώνει την έλευση της Βασιλείας του Θεού. Στη Βασιλεία του Θεού δεν χωρούν εγωιστές, δεν χωρούν όσοι ενδιαφέρονται και ασχολούνται μόνο με το δικό τους ατομικό συμφέρον. Για να μπορέσουμε να ακολουθήσουμε την οδό της σωτηρίας είναι ανάγκη να απαγκιστρωθούμε από το εγώ μας, να αρνηθούμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Ας μη δειλιάσουμε, ας μην καταβληθούμε από τους κόπους, γιατί όπως ο ίδιος βεβαιώνει στο τέλος της περικοπής, αν δειλιάσουμε και ντραπούμε και τον αρνηθούμε, τότε και ο ίδιος θα μας αρνηθεί κατά την ημέρα της Κρίσεως, ενώπιον του Θεού και των αγίων Αγγέλων. Αν δειλιάσουμε και ρίξουμε το σταυρό μας ή χειρότερα, αν ακούσουμε τον πειρασμό και κατέβουμε από τον σταυρό, τότε θα τα έχουμε χάσει όλα. Ο Χριστός όμως πάλι μάς ενθαρρύνει λέγοντας ότι όποιος δεν πτοηθεί και Τον ακολουθήσει με πίστη και με υπομονή, θα νικήσει τελικά τον ίδιο το θάνατο και θα ζει αιώνια με τον Αρχηγό της Ζωής, τον Χριστό, όχι μόνο στην αιωνιότητα αλλά και από την παρούσα ζωή. Αμήν.