13-8-2017

Κυριακή Ι΄ Επιστολών

Απόστολος προς Α’ Κορ. (δ’ 9-16)

Πρωτότυπο Κείμενο 

Ο Θεός ημάς τους αποστόλους εσχάτους απέδειξεν ως επιθανατίους, ότι θέατρον εγενήθημεν τω κόσμω, και αγγέλοις και ανθρώποις. Ημείς μωροί διά Χριστόν, υμείς δε φρόνιμοι εν Χριστώ∙ ημείς ασθενείς, υμείς δε ισχυροί∙ υμείς ένδοξοι, ημείς δε άτιμοι. Άχρι της άρτι ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν και κοπιώμεν εργαζόμενοι ταις ιδίαις χερσί∙ λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν∙ ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι. Ουκ εντρέπων υμάς γράφω ταύτα, αλλ’ ως τέκνα μου αγαπητά νουθετώ. Εάν γαρ μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, αλλ’ ου πολλούς πατέρας∙ εν γαρ Χριστώ Ιησού διά του ευαγγελίου εγώ υμάς εγέννησα. Παρακαλώ ουν υμάς, μιμηταί μου γίνεσθε. 

Απόδοση 

Μου φαίνεται όμως πως ο Θεός σ’ εμάς τους αποστόλους έδωσε την ελεεινότερη θέση, σαν να είμαστε καταδικασμένοι να πεθάνουμε στο στάδιο. Γιατί γίναμε θέαμα για τον κόσμο, για αγγέλους και γι’ ανθρώπους. Εμείς παρουσιαζόμαστε μωροί για χάρη του Χριστού, ενώ εσείς είστε σοφοί χάρη στο Χριστό∙ εμείς είμαστε αδύναμοι, ενώ εσείς είστε δυνατοί∙ εμείς είμαστε περιφρονημένοι, ενώ εσείς είστε τιμημένοι! Ως αυτή την ώρα πεινάμε, διψάμε, γυρνάμε με κουρέλια, ξυλοδαρμένοι, από τόπο σε τόπο χωρίς σπίτι, και μοχθούμε να ζήσουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Στους εμπαιγμούς απαντάμε με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σαν τα σκουπίδια όλου του κόσμου, ως αυτή την ώρα θεωρούμαστε τα αποβράσματα της κοινωνίας. Δε σας τα γράφω αυτά για να σας κάνω να ντραπείτε, αλλά για να σας συμβουλέψω όπως ο πατέρας τα αγαπημένα του παιδιά. Γιατί κι αν ακόμα έχετε χιλιάδες δασκάλους στη ζωή σας με το Χριστό, δεν έχετε πολλούς πατέρες αλλά μόνον ένα. Στη σωτήρια οικονομία του Ιησού Χριστού, εγώ σαν πατέρας σας γέννησα με το κήρυγμα του ευαγγελίου. Σας ζητώ λοιπόν να μου μοιάσετε. 

Σχολιασμός 

α) Η ζωή και το έργο των Αποστόλων 

Το έργο της διαδόσεως του Ευαγγελίου υπήρξε αφάνταστα βαρύ και επίμοχθο. Οι Απόστολοι «ως πρόβατα εν μέσω λύκων», όπως προείπε ο ίδιος ο Κύριος (Ματθ. 10,16), χρειάστηκε να κοπιάσουν πολύ και να δοκιμάσουν αναρίθμητους πειρασμούς για να μετάδώσουν το χαρμόσυνο μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας στους ανθρώπους. Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα, ο απ. Παύλος μας περιγράφει την αποστολική ζωή, το πως δηλαδή έζησαν και πόσο αγωνίστηκαν οι Απόστολοι, προσπαθώντας να σπείρουν το λόγο του Ευαγγελίου στις καρδιές των ανθρώπων και να θεμελιώσουν τις διάφορες κατά τόπους Εκκλησίες. 

Ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει τους Κορινθίους «φρόνιμους»  και «ένδοξους», ενώ αντίθετα ονομάζει τους αποστόλους «μωρούς», «ασθενείς» και «άτιμους». Θέλει με αυτό τον τρόπο να υπογραμμίσει την φιλαυτία των Κορινθίων, αλλά και να τονίσει την καταφρόνια που δοκίμαζαν οι Απόστολοι στα μάτια του κόσμου. Η συμπεριφορά του κόσμου προς τους Αποστόλους ήταν σημάδι αδυναμίας κατανόησης του ευαγγελικού τους έργου και έλλειψη κοινωνικής αναγνώρισης, γι’ αυτό και το έργο της διαδόσεως του Ευαγγελίου γινόταν ακόμα πιο δύσκολο για τους Αποστόλους. 

«Δοκώ γαρ ότι ο Θεός ημάς τους αποστόλους εσχάτους απέδειξεν ως επιθανατίους». Έτσι έμοιαζαν οι Απόστολοι, με κατάδικους που εμφανίζονται στο γήπεδο έτοιμοι για θάνατο και γίνονται θέαμα ενώπιον των πάντων. Πραγματικά πολύ εύστοχη η παρατήρηση ότι ο αληθινός απόστολος, ο γνήσιος ποιμένας είναι έτοιμος κάθε μέρα να πεθάνει, για να μην πούμε καλύτερα ότι κάθε μέρα πεθαίνει και κάθε μέρα ανασταίνεται. Πεθαίνει πάνω στο χρέος του και ανασταίνεται μέσα στη χάρη του Θεού. 

 Όσο ένδοξο μας παρουσιάζεται σήμερα το αξίωμα και το έργο των Αποστόλων, τόσο βαρύ και κινδυνώδες ήταν τότε που το ασκούσαν. Κύριο γνωρίσματα της αποστολικής ζωής ήταν η πείνα, η δίψα, η γύμνια, η κακομεταχείριση από τους άλλους, η συνεχής μετακίνηση από τόπο σε τόπο χωρίς μόνιμη έδρα. Η ζωή τους δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η μίμηση του παραδείγματος και η ενσάρκωση της διδαχής που τους είχε παραδώσει ο ίδιος ο Κύριος. Ήταν πραγματική συμμετοχή και κοινωνία στα παθήματα του Χριστού. Σήμερα πολλοί φτάσαμε να πιστεύουμε πως η υλική άνεση και η κοσμική δύναμη είναι σημάδια χριστιανικής γνησιότητας, όμως βλέποντας τη ζωή των Αποστόλων καταλαβαίνουμε ότι αυτό δεν ισχύει. 

β) «Μιμηταί μου γίνεσθε» 

Η προτροπή που απευθύνει αμέσως μετά προς τους Κορινθίους ο απόστολος Παύλος «μιμηταί μου γίνεσθε», δηλαδή να γίνουν μιμητές του, μπορεί να ακούγεται λίγο τολμηρή, αλλά είναι η σχέση πατέρα και παιδιών που του επιτρέπει να μιλήσει με αυτό τον τρόπο. Ο απόστολος Παύλος ήταν ο πνευματικός τους πατέρας και οι Κορίνθιοι πνευματικά του παιδιά. Εκείνος τους είχε οδηγήσει στο Χριστό, τους είχε αναγεννήσει πνευματικά με το κήρυγμα του ευαγγελίου, το οποίο εκείνος πρώτος είχε κηρύξει στην Κόρινθο.  Είναι πολύ φυσικό όχι μόνο γιατί πρέπει τα παιδιά να προσπαθούν να μοιάσουν στον πατέρα τους, αλλά κυρίως γιατί η ζωή του απόστόλου Παύλου ήταν αντανάκλαση της ζωής του Ιησού Χριστού. 

Προβάλλοντας ο απόστολος Παύλος τον εαυτό του ως παράδειγμα για μίμηση, δείχνει στους Κορίνθιους πως η ζωή του Ιησού Χριστού που τους είχε κηρύξει δεν ήταν ακατόρθωτη αφού και ο ίδιος, άνθρωπος όμοιος με εκείνους, την είχε κατορθώσει. 

Ευαγγελική διδαχή χωρίς ευαγγελικό βίο είναι προσπάθεια που δεν τελεσφορεί. Όσοι διακονούν το ευαγγέλιο οφείλουν να ζουν με τέτοια προσοχή και ακρίβεια, ώστε ο βίος τους να αποτελεί πρότυπο για μίμηση από εκείνους τους οποίους διδάσκουν. 

Η Εκλησία μας ονομάζεται Αποστολική, κι’ αυτό γιατί θεμελιώθηκε πάνω στο κήρυγμα των Αποστόλων. Η πίστη μας χαρακτηρίζεται αποστολική, διότι είναι η μία πίστη των Αποστόλων. Το έργο της εκκλησίας λέγεται Αποστολικό επειδή αποτελεί συνέχεια του έργου και του κηρύγματος των Αποστόλων. Οι ποιμένες της εκκλησίας είναι διάδοχοι των Αποστόλων. Από εκείνους, κατά αδιάκοπη συνέχεια παρέλαβαν τον «κλήρον» της αποστολικής διακονίας και το δικό τους έργο συνεχίζουν προεκτείνοντάς το μέσα στην ιστορία. 

Αυτό ακριβώς συνιστά ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους με τη φράση: «Παρακαλώ υμάς, μιμηταί μου γίνεσθε». Η Αποστολική σύσταση δεν αφορά μόνο τους τότε χριστιανούς αλλά έχει διαχρονική σημασία. Μας προσκαλεί να ακολουθήσουμε τα ίχνη των Αποστόλων, να μιμηθούμε τη ζωή τους, τη μία και αληθινή ζωή που είναι η ζωή του Ιησού Χριστού.

13-8-2017

Κυριακή Ι΄ Ματθαίου

Ευαγγαγγέλιον κατά Ματθ. (ιζ΄ 14-23)

Πρωτότυπο Κείμενο

Τω καιρώ εκείνω, άνθρωπος τις προσήλθεν τω Ιησού γονυπετών αυτόν και λέγων· Κύριε, ελέησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει· πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ. Και προσήνεγκα αυτόν τοις μαθηταίς σου, και ουκ ηδυνήθησαν αυτόν θεραπεύσαι. Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν· ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! Έως πότε έσομαι μεθ΄ υμών; Έως πότε ανέξομαι υμών; Φέρετέ μοι αυτόν ώδε. Και επετίμησεν αυτώ ο Ιησούς, και εξήλθεν απ΄ αυτού το δαιμόνιον και εθεραπεύθη ο παις από της ώρας εκείνης. Τότε προσελθόντες οι μαθηταί τω Ιησού κατ΄ ιδίαν είπον· διατί ημείς ουκ ηδυνήθημεν εκβαλείν αυτό; Ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· δια την απιστίαν υμών. Αμήν γαρ λέγω υμίν, εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω, μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν. Τούτο δε το γένος ουκ εκπορεύεται ει μη εν προσευχή και νηστεία. Αναστρεφομένων δε αυτών εις την Γαλιλαίαν είπεν αυτοίς ο Ιησούς· μέλλει ο υιός του ανθρώπου παραδίδοσθαι εις χείρας ανθρώπων και αποκτενούσιν αυτόν, και τη τρίτη ημέρα εγερθήσεται.

Νεοελληνική Απόδοση

Όταν έφτασαν στο πλήθος, τον πλησίασε ένας άνθρωπος, γονάτισε μπροστά του και του είπε: «Κύριε, σπλαχνίσου το γιο μου, γιατί είναι επιληπτικός και υποφέρει· πολλές φορές μάλιστα πέφτει στη φωτιά και στο νερό. Τον έφερα στους μαθητές σου, αλλά δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν». Ο Ιησούς απάντησε: «Γενιά άπιστη και διεφθαρμένη, ως πότε θα είμαι μαζί σας; Ως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρτε τον μου εδώ». Ο Ιησούς επιτίμησε το δαιμόνιο, και βγήκε απ’ αυτόν· από εκείνη την ώρα το παιδί γιατρεύτηκε. Πήγαν τότε ιδιαιτέρως στον Ιησού οι μαθητές και τον ρώτησαν: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε;» Κι  ο Ιησούς τους είπε: «Εξαιτίας της απιστίας σας»˙ «σας βεβαιώνω πως, αν έχετε πίστη έστω και σαν κόκκο σιναπιού, θα λέτε σ΄ αυτό το βουνό, πήγαινε από ΄δω εκεί, και θα πηγαίνει· και κανένα πράγμα δε θα είναι αδύνατο για σας. Αυτό το δαιμονικό γένος δε βγαίνει παρά μόνο με προσευχή και νηστεία». Ενώ οι μαθητές περιέρχονταν τη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: «Ο Υιός του Ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων· θα τον θανατώσουν, και την τρίτη μέρα θα αναστηθεί»

Σχολιασμός  της περικοπής

Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Ευαγγελιστής Ματθαίος παρουσιάζει το περιστατικό της θεραπείας του δαιμονιζόμενου εκείνου νέου τον οποίο ο διάβολος τυραννούσε για χρόνια, ρίχνοντάς τον άλλοτε στη φωτιά και άλλοτε στο νερό για να τον εξολοθρεύσει.  Ο νέος μεταφέρεται εμπρός στον Ιησού από τον ίδιο τον πατέρα του,  ο οποίος «γονυπετών» παρακαλεί και λεει: «Κύριε, ελεησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει». Μάλιστα λέει στον Κύριο ότι τον έφερε εις τους μαθητές Του και δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν.

Η θεραπεία

 Ο Κύριος λοιπόν με την άμετρη δύναμή Του, αλλά και την άρρητη φιλανθρωπία Του θεραπεύει τον νέο και απαλλάσσει «το έργο των χειρών Του» από την τυραννία του διαβόλου, επεμβαίνει τη στιγμή που το δαιμόνιο  για ακόμη μια φορά επιτίθεται στο δυστυχισμένο νέο ρίχνοντας και κτυπώντας τον στο έδαφος.  Και ενώ οι μαθητές «ουκ ηδυνήθησαν αυτόν θεραπεύεσαι» , ο Ιησούς το «επιτίμησε» και έφυγε από το νέο και έγινε εντελώς καλά.

 Βλέπουμε τον άνθρωπο όταν βρίσκεται μακράν του Θεού να είναι ανίκανος να φυλάξει τον εαυτό του.  Τα πάθη και οι αμαρτίες τον υποδουλώνουν και γίνεται υποχείριο των δαιμόνων, μη μπορώντας να απαλλαγεί.  Η συνάντηση όμως και επαφή με τον Χριστό δίνει στον άνθρωπο την ελευθερία του.

Προϋποθέσεις για το Θαύμα

 Γιατί όμως οι μαθητές του Χριστού παρόλο που με τη χάρη Του, τους έδωσε εξουσία εναντίων των ακαθάρτων πνευμάτων, δεν μπόρεσαν να διώξουν το δαιμόνιο από το νέο;   Για να γίνει το θαύμα σύμφωνα με όσα ο Χριστός δίδασκε, απαιτούνται κάποιες προϋποθέσεις.

α) Πίστη

Βασική προϋπόθεση είναι η πίστη απ’  όσους τον πλησιάζουν τον Κύριο και τον επικαλούνται.  Την αδυναμία των Μαθητών να θεραπεύσουν τον δαιμονισμένο, ο Χρίστος την αποδίδει αρχικά στη μεγάλη απιστία του πατέρα. «Ει δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι», του είπε, σύμφωνα με όσα αναφέρει στο παράλληλο κείμενο ο ευαγγελιστής Μάρκος.  Αν δηλαδή πιστεύεις, όχι μόνο το δαιμόνιο θα φύγει, αλλά και όλα μπορούν να γίνουν κατορθωτά.  Ακόμη ο Χριστός, ταλανίζει την απιστία των συμπατριωτών του και συνεπώς και του πατέρα του παιδιού, αλλά και των Μαθητών Του, όπως θα δούμε πιο κάτω: «ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! Εώς πότε έσομαι μεθ’ υμών; Εώς πότε ανέξομαι υμών;»

 Εάν όμως η απιστία αυτού που προσήλθε ήταν η αιτία να μην εξέλθει ο δαίμονας, τότε γιατί κατηγορεί και τους Μαθητές Του, όπως φαίνεται στη συνέχεια της περικοπής; O άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος απαντώντας στο ερώτημα λέει πως θέλει να τους δείξει, ότι και χωρίς την πίστη αυτών που πλησιάζουν, πολλές φορές είναι δυνατόν αυτοί που έχουν τη χάρη να τους θεραπεύουν.  Διότι εξηγεί όπως πολλές φορές στο παρελθόν η πίστη αυτού που ζητούσε  θεραπεία  φάνηκε αρκετή για να εκπληρωθεί το αίτημα ακόμη και από πολύ κατώτερους από τους Αποστόλους, έτσι ακριβώς πολλές φορές άρκεσε η δύναμη εκείνων που θεράπευαν, να θαυματουργήσουν και χωρίς να πιστεύουν οι ασθενείς.  Θυμίζει εδώ ο Άγιος την περίπτωση του Προφήτη Ελισσαίου κατά την οποία ο νεκρός αναστήθηκε παρόλο που κανένας δεν πίστευε.  Διότι αυτοί που τοποθέτησαν το νεκρό σώμα μέσα στο μνήμα του Ελισσαίου το έκαναν από φόβο και δειλία και όχι από πίστη.  Εντούτοις όμως με μόνη τη δύναμη του αγίου σώματος του προφήτη, ο νεκρός αναστήθηκε.

 Γι’  αυτό ο Χριστός απαντώντας ιδιαιτέρως στους Μαθητές Του και θέλοντας να τους διδάξει περισσότερο, τους λέει ότι εξαιτίας της δικής τους απιστίας δεν έγινε το θαύμα.  Μπορούμε όμως να πούμε ότι οι Απόστολοι δεν είχαν πίστην «ως κόκκον συνάπεως»;  Απαντώντας και πάλιν στο ερώτημα ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, μας λέει πως πράγματι η πίστη των Αποστόλων δεν ήταν εξ αρχής η ίδια.  Η πίστη τους αυξήθηκε μετά την Ανάσταση του Κυρίου, την Ανάληψη του, αλλα και μετά από την Πεντηκοστή.

β) Προσευχή και νηστεία

Ο Χριστός λοιπόν θέλοντας να διδάξει και αυτούς αλλά κι εμάς τους μετέπειτα Χριστιανούς και μαθητές του πως αποκτούνται τα πνευματικά χαρίσματα, λεει στους Αποστόλους: «αυτό το γένος δεν εκδιώκεται με άλλον τρόπο, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία».

 Η νηστεία μαζί με την πίστη προσφέρει μεγάλη δύναμη.  Αυξάνει την ευσέβεια και μεταβάλλει τον άνθρωπο σε άγγελο και μπορεί έτσι να αγωνίζεται εναντίον των ασωμάτων δαιμόνων.  Αυτό όμως δεν μπορεί να το κάνει από μόνη της η νηστεία, αλλά χρειάζεται  και προσευχή και μάλιστα η προσευχή είναι αυτή που κατέχει την πρώτη θέση.

 Αυτός που νηστεύει είναι απαλλαγμένος από περιττά βάρη, ελαφραίνει το σώμα και αποκτά φτερά για να μπορεί να προσεύχεται με καθαρή καρδιά.  Η νηστεία σβήνει τις πονηρές επιθυμίες, ταπεινώνει την υπερηφανευόμενη ψυχή και εξευμενίζει τον Θεό.  Καθώς ο άνθρωπος καθαρίζεται από τις περιττές ανάγκες και μέριμνες με τη νηστεία, μπορεί και προσεύχεται πιο δυνατά και ειλικρινά.  Αυτή η προσευχή γίνεται δυνατότερη από τη φωτιά και προσελκύει ευκολότερα τη χάρη του Θεού.

 Η στέρηση από τη νηστεία και η αποφυγή των άλλων αμαρτωλών παθών, είναι μερικές θυσίες, που μας κάνουν έστω και στο ελάχιστο κοινωνούς στη θυσία και τα παθήματα του Κυρίου μας.  Γι αυτό ο Κύριος, αφού μίλησε στους Μαθητές Του για νηστεία, στη συνέχεια αναφέρθηκε στο θάνατό Του, ίσως γιατί και με τη μικρή θυσία της νηστείας, γινόμαστε «κοινωνοί» στη δική Του Θυσία.  Με την πίστη, αναγνωρίζει την αποτυχία του να τελειωθεί μακριά από τον Θεό και επιστρέφει στην πηγή της ζωής, τον Θεό, που εγκατέλειψε.  Έτσι γίνεται κοινωνός της Χάριτος και νικά τον διάβολο.

6-8-2017

Εορτή Μεταμορφώσεως

Απόστολος  Β’ Πέτρου (α΄ 10-19)

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, σπουδάσατε βεβαίαν ὑμῶν τὴν κλῆσιν καὶ ἐκλογὴν ποιεῖσθαι· ταῦτα γὰρ ποιοῦντες οὐ μὴ πταίσητέ ποτε. Οὕτω γὰρ πλουσίως ἐπιχορηγηθήσεται ὑμῖν ἡ εἴσοδος εἰς τὴν αἰώνιον βασιλείαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διὸ οὐκ ἀμελήσω ἀεὶ ὑμᾶς ὑπομιμνήσκειν περὶ τούτων, καίπερ εἰδότας καὶ ἐστηριγμένους ἐν τῇ παρούσῃ ἀληθείᾳ. Δίκαιον δὲ ἡγοῦμαι, ἐφ᾿ ὅσον εἰμὶ ἐν τούτῳ τῷ σκηνώματι, διεγείρειν ὑμᾶς ἐν ὑπομνήσει, εἰδὼς ὅτι ταχινή ἐστιν ἡ ἀπόθεσις τοῦ σκηνώματός μου, καθὼς καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐδήλωσέ μοι. Σπουδάσω δὲ καὶ ἑκάστοτε ἔχειν ὑμᾶς μετὰ τὴν ἐμὴν ἔξοδον τὴν τούτων μνήμην ποιεῖσθαι. Οὐ γὰρ σεσοφισμένοις μύθοις ἐξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καὶ παρουσίαν, ἀλλ᾿ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος. Λαβὼν γὰρ παρὰ Θεοῦ πατρὸς τιμὴν καὶ δόξαν φωνῆς ἐνεχθείσης αὐτῷ τοιᾶσδε ὑπὸ τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης, οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς ὃν ἐγὼ εὐδόκησα, καὶ ταύτην τὴν φωνὴν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν, σὺν αὐτῷ ὄντες ἐν τῷ ὄρει τῷ ἁγίῳ. Καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον, ᾧ καλῶς ποιεῖτε προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ, ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάσῃ καὶ φωσφόρος ἀνατείλῃ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν.

Νεοελληνική απόδοση

Ἀδελφοί, δείξατε μεγαλύτερον ζῆλον εἰς τὸ νὰ κάνετε βεβαίαν τὴν κλῆσίν σας καὶ τὴν ἐκλογήν· ἐὰν τὸ κάνετε αὐτό, ποτὲ δὲν θὰ πέσετε. Ἔτσι θὰ σᾶς χορηγηθῇ πλουσίως ἡ εἴσοδος εἰς τὴν αἰωνίαν βασιλείαν τοῦ Κυρίου μας καὶ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διὰ τοῦτο, δὲν θὰ ἀμελήσω νὰ σᾶς ὑπενθυμίζω αὐτὰ πάντοτε, ἂν καὶ τὰ ξέρετε καὶ εἶσθε στερεοὶ εἰς τὴν ἀλήθειαν, ποὺ ἤδη ἔχετε. Νομίζω εἶναι δίκαιον, ἐφ’ ὅσον εἶμαι εἰς τοῦτο τὸ σῶμα, νὰ σᾶς ξυπνάω μὲ ὑπομνήσεις, ἐπειδὴ ξέρω ὅτι γρήγορα θὰ τὸ ἀποβάλω, ὅπως καὶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μοῦ ἐφανέρωσε. Ἀλλὰ θὰ φροντίσω νὰ ἔχετε τὰ μέσα ὥστε, καὶ ὅταν θὰ ἔχω φύγει, νὰ θυμᾶστε αὐτὰ πάντοτε. Διότι σᾶς ἐγνωστοποιήσαμεν τὴν δύναμιν καὶ τὴν ἔλευσιν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὄχι ἀκολουθήσαντες ἐντέχνους μύθους, ἀλλ’ ἐπειδὴ εἴδαμε μὲ τὰ μάτια μας τὴν μεγαλειότητά του, ὅταν ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸν Πατέρα τιμὴν καὶ δόξαν, καὶ ἦλθε εἰς αὐτὸν ἀπὸ τὴν μεγαλοπρεπῆ δόξαν μιὰ τέτοια φωνή: αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς, εἰς τὸν ὁποῖον ἐγὼ εὐαρεστοῦμαι. Τὴν φωνὴν αὐτὴν ἐμεῖς ἀκούσαμε νὰ ἔρχεται ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ὅταν ἤμαστε μαζί του εἰς τὸ ὄρος τὸ ἅγιον. Καὶ ἔτσι ἔχομεν μεγαλυτέραν βεβαίωσιν διὰ τὸν προφητικὸν λόγον, εἰς τὸν ὁποῖον καλὰ κάνετε νὰ δίνετε προσοχήν, σὰν σὲ ἕνα λυχνάρι ποὺ φωτίζει μέσα σὲ σκοτεινὸν μέρος, ἕως ὅτου γλυκοχαράξῃ ἡ ἡμέρα καὶ ὁ αὐγερινὸς ἀνατείλῃ στὶς καρδιές σας.

6-8-2017

Εορτή Μεταμορφώσεως

Ευαγγέλιον κατά Ματθ. (ιζ΄ 1-9)

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρον καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἀναφέρει αὐτοὺς εἰς ὄρος ὑψηλὸν κατ᾿ ἰδίαν· καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν, καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς. Καὶ ἰδοὺ ὤφθησαν αὐτοῖς Μωσῆς καὶ Ἠλίας μετ᾿ αὐτοῦ συλλαλοῦντες. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπε τῷ Ἰησοῦ· Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν Ἠλίᾳ. Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς, καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε· καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα. Καὶ προσελθὼν ὁ Ἰησοῦς ἥψατο αὐτῶν καὶ εἶπεν· ἐγέρθητε καὶ μὴ φοβεῖσθε. Ἐπάραντες δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν οὐδένα εἶδον εἰ μὴ τὸν Ἰησοῦν μόνον. Καὶ καταβαινόντων αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους ἐνετείλατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· μηδενὶ εἴπητε τὸ ὅραμα ἕως οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ.

Νεοελληνική απόδοση

Κατά τις ἡμέρες ἐκείνες, παίρνει ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρον καὶ τὸν Ἰάκωβον καὶ τὸν Ἰωάννην, τὸν ἀδελφόν του, καὶ τοὺς ἀνεβάζει σὲ ἕνα ψηλὸ βουνὸ ἰδιαιτέρως. Καὶ μεταμορφώθηκε μπροστά τους καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπόν του ὅπως ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἐνδύματά του ἔγιναν ἄσπρα σὰν τὸ φῶς. Καὶ ἐμφανίσθηκαν εἰς αὐτοὺς ὁ Μωϋσὴς καὶ ὁ Ἠλίας, οἱ ὁποίοι συνωμιλοῦσαν μαζί του. Τότε ελαβε τὸν λόγον ὁ Πέτρος καὶ εἶπε εἰς τὸν Ἰησοῦν, «Κύριε, καλὸν εἶναι νὰ μείνωμε ἐδῶ. Ἐὰν θέλεις, ἂς κάνωμεν ἐδῶ τρεῖς σκηνές, μίαν γιὰ σένα, μίαν διὰ τὸν Μωϋσὴν καὶ μίαν διὰ τὸν Ἠλίαν». Ἐνῷ αὐτὸς ἀκόμη ἐμιλοῦσε, ἕνα σύννεφο φωτεινὸ τοὺς ἐσκίασε καὶ μία φωνὴ ἀπὸ τὸ σύννεφο ἔλεγε, «Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς τὸν ὁποῖον εὐαρεστοῦμαι. Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε». Καὶ ὅταν ἄκουσαν οἱ μαθηταί, ἔπεσαν μὲ τὸ πρόσωπόν τους εἰς τὴν γῆν καὶ ἐφοβήθηκαν πολύ. Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀφοῦ τοὺς ἐπλησίασε, τοὺς ἄγγιξε καὶ εἶπε, «Σηκωθεῖτε καὶ μὴ φοβᾶσθε». Ὅταν δὲ ἐσήκωσαν τὰ μάτια τους δὲν εἶδαν κανένα παρὰ μόνον τὸν Ἰησοῦν. Καὶ ἐνῷ κατέβαιναν ἀπὸ τὸ βουνό, ὁ Ἰησοῦς τοὺς διέταξε, «Μὴν πῆτε σὲ κανένα τὸ ὅραμα, ἕως ὅτου ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀναστηθῇ ἐκ τῶν νεκρῶν».

Σχόλια στην εορτή της Μεταμορφώσεως

Μία από τις μεγάλες Δεσποτικές λεγόμενες εορτές είναι η Μεταμόρφωση του Κυρίου: εκεί που στο όρος Θαβώρ ο Κύριος, έχοντας πάρει μαζί Του τους «προκρίτους των μαθητών», τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, «μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών», δηλαδή το πρόσωπό Του έλαμψε σαν τον ήλιο, τα ενδύματά Του έγιναν λευκά σαν το φως, δίπλα Του φάνηκαν οι προφήτες Μωϋσής και Ηλίας, ενώ ακούστηκε άνωθεν, από τον ουρανό, η φωνή του Θεού Πατέρα, η οποία έλεγε «Ούτός εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, αυτού ακούετε».

Όλη αυτή η θεοφάνεια, η οποία βεβαίως θυμίζει και το «σκηνικό» της Βάπτισης του Κυρίου, πραγματοποιήθηκε μέσα σε ένα νέφος το οποίο περιέλαμψε τους μαθητές, οι οποίοι μη αντέχοντας το θέαμα έπεσαν πρηνείς, ενώ κάποια στιγμή ο Πέτρος, «μη ειδώς ο ελάλει», βλέποντας και τους Μωϋσή και Ηλία να συνομιλούν με τον Κύριο, είπε σ’ Αυτόν: «Κύριε, καλόν εστιν ημάς ώδε είναι». Μετά από λίγο, το συγκλονιστικό αυτό θέαμα και άκουσμα τελείωσε, κι ο Κύριος παίρνοντας τους έκθαμβους μαθητές τούς είπε να μην ειπούν τίποτε, έως ότου αναστηθεί εκ των νεκρών, προλέγοντας ταυτοχρόνως και τα γεγονότα του Πάθους Του.

Θα έλεγε κανείς ότι σ’ αυτό το γεγονός έχουμε συμπυκνωμένη τη θεολογία της Εκκλησίας μας, περί της φύσεως του Ιησού Χριστού, περί του σκοπού της ενανθρωπήσεώς Του, περί της ανακαινίσεως του σύμπαντος κόσμου, περί της σχέσεώς Του με την Παλαιά Διαθήκη, θέματα με τα οποία ασχολήθηκαν οι Πατέρες μας ιδίως του 14ου αι., και μάλιστα ο μεγάλος Πατέρας και Διδάσκαλος άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όταν δόθηκε η αφορμή από αιρετικούς, οι οποίοι αναφάνηκαν και αλλοίωσαν τη θεολογία της Εκκλησίας, και τα οποία η Εκκλησία μας πάντοτε τα ζει και τα προβάλλει στην πνευματική της ζωή. Ορισμένα από αυτά θα σχολιάσουμε στη συνέχεια:

  1. Καταρχάς θα πρέπει να διευκρινίσουμε αυτό που τονίζει η Πατερική μας παράδοση: Η Μεταμόρφωση του Χριστού στην πραγματικότητα είναι Μεταμόρφωση των ίδιων των μαθητών: ο Χριστός, ων πάντοτε Θεός και άνθρωπος, έχοντας ενωμένες τις δύο Του φύσεις «ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως» στη μία Του θεϊκή υπόσταση-προσωπικότητα, δεν αλλάζει ποτέ: παραμένει πάντοτε ο Ίδιος. Στο γεγονός της Μεταμορφώσεως λοιπόν δεν προσλαμβάνει κάτι που δεν το είχε, αλλά αυτό που ήταν, το δίνει «κατά μέρος», να το δουν και να το νιώσουν και οι τρεις μαθητές Του. Κι αυτό που τους αποκαλύπτει είναι η θεϊκή Του δόξα. Μέχρι τότε οι μαθητές ζούσαν τον Κύριο ως άνθρωπο, ενώ ελάχιστα διαισθάνονταν τη θεϊκή Του προέλευση. Στο όρος Θαβώρ ικανώνονται από το Πνεύμα του Θεού, το Οποίο ως νέφος τους περιέλαμψε και τους άνοιξε τους πνευματικούς οφθαλμούς – έχουμε και πνευματικές αισθήσεις που λειτουργούν ή όχι ανάλογα με τη σχέση που έχουμε με τον Θεό – να δουν με «μετασκευασμένους» οφθαλμούς τη θεϊκή λάμψη, το «άκτιστον φως» του Χριστού. Η Μεταμόρφωση λοιπόν είναι Μεταμόρφωση των μαθητών, που με άλλα μάτια είδαν τα συγκλονιστικά του όρους Θαβώρ, δηλαδή τον Χριστό, αλλά και στη θεϊκή Του διάσταση. Την πραγματικότητα αυτή η Εκκλησία μας διαρκώς τη διαλαλεί, καθημερινά, όταν μεταξύ των άλλων μας επισημαίνει: «Εν τω φωτί Σου, Κύριε, οψόμεθα φως». Μόνον όταν ο άνθρωπος λάβει το φως του Θεού, μπορεί τότε να δει το φως του Θεού. Ο άνθρωπος «βλέπει» ανάλογα με ό,τι έχει μέσα του.
  2. Όπως είπαμε, αυτά που είδαν οι μαθητές για τον Χριστό ήταν ό,τι μπορούσαν να αντέξουν. Κατά το κοντάκιο της εορτής, «Επί του όρους μετεμορφώθης, και ως εχώρουν οι μαθητές Σου, την δόξαν Σου, Χριστέ ο Θεός, εθεάσαντο». Κι είναι ευνόητο: Ο άνθρωπος είναι πεπερασμένος και ο Θεός είναι άπειρος. Επομένως ο άνθρωπος, όπως και όλη η δημιουργία, ακόμη και οι άγγελοι, όχι μόνον δεν μπορεί να δει και να μετάσχει στην ουσία του Θεού – αυτό είναι μόνο για την αγία Τριάδα – αλλά μπορεί να δει και να μετάσχει σ’ αυτό που λέμε ενέργεια του Θεού, αλλιώς στη χάρη ή τη δόξα ή το φως Του, μόνον εκ μέρους, όσο αντέχει. Αυτό που λαμβάνει όμως από τον Θεό ως παροχή της χάρης Του είναι ό,τι ανώτερο για εκείνον. Κάτι παραπάνω θα τον «διέλυε» και θα τον «σκότωνε». «Κανείς δεν μπορεί να δει τον Θεό και να ζήσει».
  3. Γιατί ο Κύριος θέλησε να τους δώσει αυτήν τη χάρη, να δουν τη θεϊκή Του δόξα; Διότι μετά από λίγο ακολουθούν τα γεγονότα του Πάθους, άρα έπρεπε οι μαθητές να κατανοήσουν ότι το Πάθος ήταν εκούσιο, ότι ήταν η επιλογή του ενανθρωπήσαντος Θεού, για να σώσει το ανθρώπινο γένος, αίροντας την αμαρτία του επί του Σταυρού. Όπως το επισημαίνει το κοντάκιο και πάλι: «ίνα όταν Σε ίδωσι σταυρούμενον, το μεν πάθος νοήσωσιν εκούσιον, τω δε κόσμω κηρύξωσιν ότι συ υπάρχεις αληθώς του Πατρός το απαύγασμα». Ο Χριστός «έδει παθείν», διότι η αμαρτία του ανθρωπίνου γένους ήταν τέτοια, που μόνον ο λόγος, το κήρυγμα δεν ήταν ικανό να σώσει τους ανθρώπους. Έπρεπε να πάθει ο Ίδιος ο Θεός εν σαρκί, γεγονός που φανερώνει την τραγικότητα στην οποία είχε περιέλθει η ανθρωπότητα, αλλά και το άπειρο μέγεθος της αγάπης του Θεού απέναντι σ’ αυτήν.
  4. Στη μέσα στο φως της λάμψης του Θεού θέα του προσώπου του Χριστού, οι μαθητές συνειδητοποιούν και την προοπτική του ανθρώπου, μετά τον ερχομό Εκείνου. Όπως φανερώθηκε ο Χριστός, σαν ήλιος πρωϊνός, έτσι θα φανερωθούμε κι εμείς κατά τη Δευτέρα Του Παρουσία, όταν ακολουθούμε τον Χριστό. Μη ξεχνάμε ότι ο Χριστός ενσωμάτωσε τον άνθρωπο στον ίδιο Του τον εαυτό, κάτι που ενεργοποιείται έκτοτε δια του αγίου βαπτίσματος και βιώνεται αυξητικά μέσα στην Εκκλησία διά των μυστηρίων και της εφαρμογής των εντολών Του, κι αυτή η ενσωμάτωση τον έκανε μέλος Του, δηλαδή δική Του προέκταση, επομένως ό,τι Εκείνος ζει, αυτό αποτελεί και θα αποτελέσει ζωή και των πιστών ανθρώπων. Όταν ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι Πατέρες των Συνόδων του 14ου αι. τόνιζαν την πραγματικότητα μετοχής στο άκτιστο φως του Θεού, κατά αναλογία με ό,τι συνέβη στο όρος Θαβώρ με τους τρεις μαθητές, ήδη από τη ζωή αυτή, ας φανταστούμε την ασύλληπτη μέθεξη του πιστού σ’ αυτό το φως μετά τον ερχομό Του για δεύτερη φορά, όταν ο άνθρωπος όχι μόνον ως ψυχή, αλλά και με το σώμα του θα μετέχει σ’ Εκείνον. Τότε θα λάμψουν οι άγιοι ως ήλιος, όπως έλαμψε κι ο Χριστός. Με τη Μεταμόρφωση λοιπόν αποκαλύπτεται και το μεγαλείο της προοπτικής του ανθρώπου, αυτό που οι άγιοί μας το ονομάζουν «θέωση».
  5. Σ’ αυτήν την ένθεη κατάσταση μετοχής στο φως του Χριστού βλέπουμε ότι ανακαινίζεται μαζί με τον άνθρωπο και η ίδια η φύση. Πώς το βλέπουμε αυτό; Μέσα από τα ενδύματα του Χριστού. Και αυτά έλαμψαν και έγιναν λευκά σαν το χιόνι. Δηλαδή, η χάρη του Χριστού μεταγγίστηκε κατά κάποιο τρόπο και στα υλικά πράγματα, σημείο μετοχής και της φύσεως, όπως είπαμε, στη δόξα του Θεού. Και τούτο γιατί η φύση δεν είναι κάτι κακό ή κατώτερο και συνεπώς αποβλητέο, αλλά στη χριστιανική πίστη αναβαθμίζεται και αυτή, βρίσκοντας την πραγματική της θέση: να είναι βοηθός του ανθρώπου στη σωτηρία του. Η φύση ανήκει στον Θεό και την έδωσε στον άνθρωπο για να είναι ο χώρος κατοικίας του, που σημαίνει ότι η φύση προσέβλεπε στον άνθρωπο ως τον βασιλιά της. Ξέπεσε στην αμαρτία ο άνθρωπος λοιπόν, ξέπεσε και η φύση. Και με την αποκατάσταση του ανθρώπου εν Χριστώ, αποκαθίσταται και αυτή. «Η προσμονή της φύσεως, μας λέει ο απόστολος Παύλος, είναι να σωθεί ο άνθρωπος, ώστε με τη σωτηρία αυτού να σωθεί και εκείνη». Έτσι η Μεταμόρφωση είναι μία ισχυρή απάντηση σ’ όλους εκείνους που ήθελαν και θέλουν να βλέπουν τον χριστιανισμό ως μία πνευματοκρατία ή ως ένα ιδεαλισμό, με υποτίμηση και άρνηση της φύσεως.
  6. Φάνηκαν όμως ο Μωϋσής και ο Ηλίας στο όρος Θαβώρ, πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης, που έζησαν αιώνες πολλούς προ Χριστού. Τι σημαίνει τούτο; Πρώτον, ότι ο Κύριος είναι Κύριος της ζωής και του θανάτου. Το γεγονός ότι οι μαθητές βλέπουν αυτούς τους αγίους, κεκοιμημένους  ή απόντες από τον κόσμο αυτό από τόσο παλιά, είναι μία ισχυρότατη απόδειξη ότι αυτοί ζουν εν Θεώ. Ο θάνατος δεν είναι το τέλος της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο άνθρωπος εναποθέτει το σώμα του, αλλά η ψυχή του, με τη χάρη του Θεού, συνεχίζει να ζει. Κι αυτό το σώμα, όπως η δυναμική της αναστάσεως του Κυρίου έφερε, θα αναστηθεί για να ενωθεί με την ψυχή και πάλι. Ο θάνατος λοιπόν με τον Χριστό έγινε μία απλή δίοδος, που μας οδηγεί μέσα στην αγκαλιά του Χριστού, πολύ πιο έντονα και άμεσα όμως: «πρόσωπον προς πρόσωπον». Μία προεικόνιση αυτού του γεγονότος είναι και η παρουσία των προφητών αυτών στο Θαβώρ. Κι από την άλλη: ο Κύριος φανερώνεται ότι αποτελεί το κέντρο και της Παλαιάς Διαθήκης. Η Παλαιά Διαθήκη, που συγκεφαλαιώνεται στον Νόμο και τους Προφήτες – τον Μωϋσή και τον Ηλία – συνιστά την πρώτη αποκάλυψη του Χριστού, με αποκορύφωση τον ερχομό Του στην Καινή. Παλαιά και Καινή αποτελούν ένα ενιαίο γεγονός, που δεν μπορεί κανείς να ξεχωρίσει, χωρίς να διαστρεβλώσει και τα δύο. Η Μεταμόρφωση λοιπόν δίνει απάντηση και στο θέμα αυτό. Η Παλαιά Διαθήκη έχει χριστοκεντρικό χαρακτήρα. Ο Κύριος συνιστά το νόημα και εκείνης.

Η θεολογία της Μεταμορφώσεως του Κυρίου είπαμε από την αρχή ότι συγκεφαλαιώνει όλη την πνευματική ζωή της Εκκλησίας. Αποκαλύπτει εκτός από τον Χριστό και τον άνθρωπο στην προοπτική του. Αλλά προϋποθέτει αυτό που προϋποθέτουν όλα τα πνευματικά γεγονότα στην Εκκλησία: την ετοιμότητα του ανθρώπου αποδοχής του πλούτου που περιέχει. Ποτέ δηλαδή κανένα πνευματικό γεγονός δεν προσφέρεται στον άνθρωπο, χωρίς αυτός να μπορεί πνευματικά να το αντέξει. Όπως ένα πλουσιότατο γεύμα δεν μπορεί να προσφερθεί σε ένα βρέφος, κατά τον ίδιο τρόπο ο πλούτος της χάριτος του Θεού, που τονίζεται στη Μεταμόρφωση απαιτεί τον «ενηλικιωμένο» χριστιανό. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας «τρέμει» μπροστά σε φαινόμενα νεανικού ενθουσιασμού, δηλαδή όταν νεαροί που ακούνε για «άκτιστον φως», νομίζουν ότι μπορούν χωρίς κόπο, εύκολα, να το αποκτήσουν. Και δυστυχώς τα αποτελέσματα είναι τραγικά. Τα λεγόμενα «νεανικά ναυάγια» δεν είναι μόνο σε θέματα ηθικής, αλλά δυστυχώς και σε θέματα πνευματικά. Κι εκείνο που πολύ καθαρά μας δίνει τις προϋποθέσεις βιώσεως της χορηγίας χάρης της Μεταμορφώσεως είναι ο ύμνος που λέει: «καὶ ἡμεῖς ἀστράψωμεν, ταῖς θείαις ἀλλοιώσεσιν, αὐτὴν κατασπαζόμενοι (την θείαν Μεταμόρφωσιν). Ὄρος ὑψηλότατον τὴν καρδίαν, κεκαθαρμένην ἐκ παθῶν, ἔχοντες ὀψόμεθα, Χριστοῦ τὴν Μεταμόρφωσιν, φωτίζουσαν τὸν νοῦν ἡμῶν». Δηλαδή: Ας αστράψουμε κι εμείς από τις θείες αλλοιώσεις (της Μεταμορφώσεως), καταφιλώντας την (μέσα στην αγκαλιά μας). Έχοντας την καρδιά μας ως υψηλότατο όρος, καθαρισμένη από τα πάθη, θα δούμε τη Μεταμόρφωση του Χριστού να φωτίζει τον νου μας. Η κάθαρση της καρδιάς μας, δια της μετανοίας και της τηρήσεως των εντολών του Χριστού, είναι η προϋπόθεση για να δούμε κι εμείς το φως του Χριστού να λάμπει μέσα μας. Γένοιτο.

π. Γεωργίου Δορμπαράκη

30-7-2017

Κυριακή Η’ Επιστολών

Απόστολος προς Κορ. ( Α’ Κορ. α’ 10-17)

Πρωτότυπο Κείμενο

Αδελφοί, παρακαλώ υμάς διά του ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ινα το αυτό λέγητε πάντες, και μη η εν υμίν σχίσματα, ητε δε κατηρτισμένοι εν τω αυτώ νοΐ και εν τη αυτή γνώμη. Εδηλώθη γαρ μοι περί υμών, αδελφοί μου, υπό των Χλόης οτι έριδες εν υμίν εισι. Λέγω δε τούτο, οτι έκαστος υμών λέγει˙ Εγώ μεν είμι Παύλου, εγώ δε Απολλώ, εγώ δε Κηφά, εγώ δε Χριστού. Μεμέρισται ο Χριστός; Μη Παύλος εσταυρώθη υπέρ υμών; Η εις το όνομα Παύλου εβαπτίσθητε; Ευχαριστώ τω Θεώ οτι ουδένα υμών εβάπτισα ει μη Κρίσπον και Γάϊον, ίνα μη τις είπη οτι είς το εμόν όνομα εβάπτισα. Εβάπτισα δε και τον Στεφανά οίκον˙ λοιπόν ουκ οίδα ει τίνα άλλον εβάπτισα. Ου γάρ απέστειλε με Χριστός βαπτιζείν, αλλ’ ευαγγελίζεσθαι, ουκ εν σοφία λόγου, ίνα μη κενωθή ο σταυρός του Χριστού.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, σας ζητώ, στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, να είστε όλοι σύμφωνοι μεταξύ σας και να μην υπάρχουν ανάμεσα σας διαιρέσεις, αλλά να είστε ενωμένοι, με μια σκέψη και με ενα φρόνημα. Αυτό το γράφω, αδελφοί μου, γιατί με πληροφόρησαν για σας άνθρωποι της Χλόης οτι έρχεστε σε προστριβές μεταξύ σας. Θέλω να πω οτι ο καθένας σας λέει κατί διαφορετικό. Ο ένας λέει: «Εγώ είμαι του Παύλου», ο άλλος: «Εγώ είμαι του Απολλώ», ένας άλλος: «Εγώ είμαι του Κηφά» και κάποιος άλλος: «Εγώ είμαι του Χριστού». Διαμοιράστηκε, λοιπόν, ο Χριστός; Μήπως είναι ο Παύλος που πέθανε πάνω στον σταυρό για να σας σώσει; Η μήπως στο όνομα του Παύλου έχετε βαφτιστεί; Ευχαριστώ τον Θεό που δεν βάφτισα κανένα σας εκτός απο τον Κρίσπο και τον Γαϊο. Έτσι δεν μπορεί να πει κανείς πως τον βάφτισα στο δικό μου όνομα. Ναι, βέβαια, βάφτισα και την οικογένεια του Στεφανά. Εκτός απ’ αυτούς, όμως, δεν θυμάμαι να βάφτισα κανέναν άλλο. Η αποστολή που μου όρισε ο Χριστός δεν ήταν να βαφτίζω, αλλά να κηρύττω το ευαγγέλιο, χωρίς σοφά και περίτεχνα λόγια, ώστε ο θάνατος του Ιησού Χριστού στον σταυρό να μη χάσει το περιεχόμενο του.

Σχολιασμός

Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα  ο Παύλος αναφέρεται σε ένα αρκετά σοβαρό ποιμαντικό πρόβλημα που αντιμετώπιζαν τότε οι Χριστιανοί της εκκλησίας της Κορίνθου. Το πρόβλημα αυτό συνίστατο σε έριδες και προστριβές μεταξύ των πιστών, οι οποίοι φαίνεται πως χωρίστηκαν σε παρατάξεις και έλεγαν ότι ανήκουν ο καθένας σε συγκεκριμένο άτομο. Έτσι επήλθε διχασμός μεταξύ τους. Οι διαιρέσεις μέσα στην Εκκλησία είναι ένα θλιβερό φαινόμενο και ο απόστολος Παύλος μέσα απο τις πατρικές του νουθεσίες, τις συμβουλές του και τη μέριμνα του προσπαθεί να  δώσει λύση. Ένα φαινόμενο που δυστυχώς εμφανίζεται και σήμερα στο χώρο της Εκκλησίας, με ολέθρια αποτελέσμτα.

Ο απόστολος Παύλος καλεί τους Κορινθίους, τους οποίους αποκαλεί αδελφούς του, να έχουν ομόνοια μεταξύ τους, αγάπη και ενότητα. Να ενεργούν ως ένας άνθρωπος, με μία σκέψη και ένα φρόνημα. Και τους ζητά αυτό στο όνομα του Ιησού Χριστού. Το βασικό στοιχείο της ενότητας συνίσταται στην πίστη τους στον αναστημένο Κύριο. Η ενότητα των πιστών είναι βασικό στοιχείο στην Εκκλησία. Οι διχόνοιες, οι έχθρες και τα μίση είναι έργο του διαβόλου και δεν έχουν θέση στην Εκκλησία. Γι’ αυτό άλλωστε και ο θείος Παύλος τους ζητά να είναι ενωμένοι και αγαπημένοι μεταξύ τους.

Στη συνέχεια ο Παύλος εξηγεί στους παραλήπτες της επιστολής του γιατί τους γράφει αυτά. Ο λόγος είναι η πληροφόρηση που είχε ότι μεταξύ τους αναπτύχθηκαν έριδες και προστριβές, οι οποίες φέρουν καίρια πλήγματα στην ενότητα της εκκλησίας της Κορίνθου, αλλά και της Εκκλησίας γενικότερα. Οι πληροφορίες αυτές δόθηκαν στον Παύλο απο οικείους της Χλόης, μιας γυναίκας άγνωστης σε εμάς, που όπως φαίνεται, είχε εξέχουσα θέση στην κοινότητα της Κορίνθου. Στη συνέχεια ο Απόστολος των εθνών εξηγεί αναλυτικά την αιτία των προστριβών. Η αιτία είναι η υπερβολική προσκόλληση, η οποία φτάνει στα όρια της προσωπολατρίας, των Κορινθιών σε συγκεκριμένα άτομα. Κάποιοι καυχόνταν και έλεγαν ότι ανήκουν στον Παύλο, άλλοι πάλι ότι είναι του Απολλώ, άλλοι του Κηφά, ενώ άλλοι έλεγαν ότι ανήκουν στο Χριστό. Ο πιστός απο τη στιγμή που βαπτίζεται, ανήκει στο Χριστό και στην Εκκλησία και όχι σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, όσο και αυτό το πρόσωπο διακρίνεται για την αγιότητα του. Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός. Μέλη της Εκκλησίας οι πιστοί. Μπροστά στην Κεφαλή λοιπόν της Εκκλησίας, είμαστε όλοι ίσοι. Ως εκ τούτου προσωπολατρίες δεν έχουν θέση. Δεν ανήκουμε σε κανένα άνθρωπο, αλλά όλοι ανήκουμε στο Χριστό και την Εκκλησία, η οποία είναι το Σώμα του ζώντος Χριστού. Αυτό ακριβώς τονίζει ο Απύλος μέσα από την επιστολή του αυτή προς την εκκλησία της Κορίνθου.

Τη στάση αυτή των Κορινθίων και τις έριδες μεταξύ των πιστών της  Κορίνθου, καυτηριάζει και ταλανίζει ο απόστολος Παύλος. Ερωτά λοιπόν ο Παύλος: «μεμέρισται ο Χριστός;». Διαμοιράστηκε λοιπόν ο Χριστός; Μήπως τους λέει ο Χριστός και η Εκκλησία διαιρέθηκαν και τεμαχίστηκαν; Και συνεχίζει και ερωτά : «Μήπως είναι ο Παύλος που πέθανε πάνω στο σταυρό για να σας σώσει; ή μήπως βαφτιστήκατε στο όνομα του Παύλου;» Τα ερωτήματα αυτά του Παύλου έχουν σκοπό να ταρακουνήσουν και να συνεφέρουν τους Κορινθίους. Τους εξηγεί ότι αυτός που πέθανε στο Σταυρό για να σώσει, αλλά και να ενώσει τα διασκορπισμένα τέκνα του Θεού, είναι ο Χριστός. Αυτός που μας λύτρωσε απο το θάνατο με το θάνατο του και την Ανάσταση του, είναι ο Χριστός και όχι ο απόστολος Παύλος ή οποιοσδήποτε άλλος. Και η βάπτιση τους έγινε στο όνομα της Αγίας Τριάδας και όχι στο όνομα του Παύλου ή κάποιου άλλου. Μάλιστα οι σχέσεις των Προσώπων της Αγίας Τριάδας είναι σχέσεις αγάπης και ενότητας. Στο πρότυπο λοιπόν των ενδοτριαδικών σχέσεων πρέπει να συγκροτείται και η Εκκλησία.

Ακολούθως ο Παύλος ευχαριστεί το Θεό που δεν βάφτισε κανένα, εκτός απο τον Κρίσπο, το Γάιο και την οικογένεια του Στεφανά.  Ο Κρίσπος, σύμφωνα με μαρτυρία των Πράξεων, ήταν αρχισυνάγωγος στην Κόρινθό και υπήρξε απο τους πρώτους που πίστεψαν στο Χριστό. Για τον Γάιο δεν έχουμε επαρκείς πληροφορίες. Ο Στεφανάς βρισκόταν απο τη βάπτιση του στο πλευρό του Παύλου. Το ότι ο Απόστολος ευχαριστεί το Θεό που δεν βάφτισε κανένα, εκτός αυτούς που ανέφερε πιο πάνω, ίσως αυτό να μας φαίνεται παράξενο και παράδοξο, όμως ο απόστολος Παύλος δίνει μια εξήγηση. Ο λόγος είναι γιατί δεν μπορεί να πει κάποιος πως βαφτίστηκε στο δικό του όνομα. Φαίνεται πως ο Παύλος στην Κόρινθο, ο ίδιος βάπτισε ελάχιστα άτομα, τα οποία και μνημονεύει στην επιστολή του. Έτσι δεν μπορούν να ισχυριστούν κάποιοι ότι βαπτίστηκαν στο δικό του όνομα.

Στο στίχο 17, ο απόστολος Παύλος, αναφέρει ότι η αποστολή που ανατέθηκε απο το Χριστό δεν είναι να βαφτίζει, αλλά να κηρύττει το ευαγγέλιο. Το βάπτισμα μπορεί να το τελέσει και ένας απλός λειτουργός. Η διάδοση όμως του ευαγγελικού μηνύματος είναι έργο δύσκολο, που δεν μπορεί να το επιτελέσει κάθε άνθρωπος. Και ο Χριστός ανέθεσε στον Παύλο τη διάδοση του χριστιανικού μηνύματος στα έθνη. Για τον σκοπό αυτό ο θείος Παύλος πραγματοποίησε και τις τέσσερις γνωστές του αποστολικές περιοδείες, στη γνωστή τότε οικουμένη. Ο Παύλος ακόμη αναφέρει κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: ότι το κήρυγμα του ευαγγελίου πρέπει να μεταδίδεται με απλότητα, χωρίς περίτεχνα λόγια, χωρίς να χρησιμοποιείται η θύραθεν σοφία. Μόνο τότε κατά τον Παύλο δεν θα χάσει και το νόημα του το κήρυγμα για το σταυρικό θάνατο του Χριστού.

Δυστυχώς και σήμερα, 2000 χρόνια απο τότε που συνέγραψε την επιστολή αυτή ο απ. Παύλος, υπάρχουν διχόνοιες και έριδες μεταξύ των πιστών. Ήδη απο τους πρώτους αιώνες έχουμε τις αιρέσεις, που τόσο ταλαιπώρησαν και ταλαιπωρούν την Εκκλησία. Οι αιρέσεις αποτελούν σημάδι εκκοσμίκευσης της Εκκλησίας και συνίστανται στην προσκόλληση κάποιων ανθρώπων σε κάποιες απόψεις και σε κάποια πρόσωπα. Θλιβερό ορόσημο της Εκκλησίας  αποτέλεσε το Σχίσμα του 1054 που διαίρεσε την Εκκλησία και τους πιστούς. Απο την άλλη έχουμε στην Εκκλησία το φαινόμενου του γεροντισμού και του γεροντικού φονταμενταλισμού. Πρόκειται για την υπερβολική και φανατική προσκόλληση πιστών στον πνευματικό τους πατέρα ή σε συγκεκριμένους γέροντες. Θεωρούν ότι ο γέροντας τους αποτελεί αυθεντία, ότι είναι «υπερ-ορθόδοξος», ενώ οι υπόλοιποι δεν εκφράζουν το ορθόδοξο φρόνημα. Είναι όντως ένα νοσηρό φαινόμενο που πρέπει να εκλείψει. Οι πνευματικοί πατέρες και οι γέροντες, είναι μεν πνευματικοί οδηγοί,  αλλά είναι και αυτοί διάκονοι του Χριστού και της Εκκλησίας. Είμαστε πιστοί του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και όχι οποιοδήποτε προσώπου. Γι’ αυτό και ονομαζόμαστε «χριστιανοί». Φέρουμε το όνομα του Χριστού. Τον Ιησού Χριστό λατρεύουμε ως Θεό και Σωτήρα και αυτός είναι που μας οδηγεί στη σωτηρία και λύτρωση. Οι πνευματικοί πατέρες απλώς μας συμβουλεύουν και μας καθοδηγούν με τη χάρη του Θεού στην εν Χριστώ πορεία μας. Επίσης, δια του μυστηρίου της Μετανοίας και πάλι με τη χάρη του Θεού, συντελούν στη συγχώρεση των αμαρτιών μας. Ως εκ τούτου προσωπολατρίες, σε σημείο μάλιστα φανατισμού, είναι κάτι ξένο προς τη χριστιανική μας ιδιότητα.

30-7-2017

Κυριακή H’ Ματθαίου

Ευαγγέλιον κατά Ματθ. (ιδ΄, 14-22)

Πρωτότυπο Κείμενο

Τω καιρώ εκείνω, είδεν ο Ιησούς πολύν όχλον, και εσπλαγχνίσθη επ’ αυτοίς και εθεράπευσε τους αρρώστους αυτών. Οψίας δε γενομένης προσήλθον αυτώ οι μαθηταί αυτού λέγοντες∙ έρημος εστίν ο τόπος και η ώρα ήδη παρήλθεν∙ απόλυσον τους όχλους, ίνα απελθόντες εις τας κώμας αγοράσωσιν εαυτοίς βρώματα. Ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς∙ ου χρείαν έχουσιν απελθείν∙δότε αυτοίς υμείς φαγείν. Οι δε λεγουσιν αυτώ∙ ούκ έχομεν ώδε ει μή πέντε άρτους και δύο ιχθύας. Ο δε είπε∙ φέρετέ μοι αυτούς ώδε. Και κελεύσας τους όχλους ανακλιθήναι επί τους χόρτους, λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας, αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε, και κλάσας έδωκε τοις μαθηταίς τους άρτους, οι δε μαθηταί τοις όχλοις.και έφυγον πάντες και εχορτάσθησαν, και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. Οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντάκισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων. Και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν, έως ου απολύση τους όχλους.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, είδε ο Ιησούς πολύν κόσμο και τους σπλαχνίστηκε, και γιάτρεψε τους αρρώστους των. Όταν έπεσε το δειλινό, τον πλησίασαν οι μαθητές του και του είπαν: «Ο τόπος είναι ερημικός, και η ώρα είναι περασμένη. Διώξε τον κόσμο να πάνε στα χωριά για ν’ αγοράσουν φαγητά να φάνε». Ο Ιησούς τους είπε: «Δεν υπάρχει λόγος να φύγουν, δώστε τους εσείς να φάνε». Κι αυτοί του λένε: «Δεν έχουμε εδώ παρά πέντε ψωμιά και δύο ψάρια». Κι αυτός ειπε: «Φέρτε μού τα εδώ». Κι αφού πρόσταξε τον κόσμο να καθίσει για φαγητό πάνω στο χορτάρι, πήρε τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια, έστρεψε το βλέμμα του στον ουρανό, τα ευλόγησε, έκοψε τα ψωμιά σε κομμάτια και τα έδωσε στους μαθητές,κι οι μαθητές στο πλήθος. Έφαγαν όλοι και χόρτασαν. Και μάζεψαν τα περισσεύματα από τα κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμάτα. Αυτοί αφού έφαγαν ήταν περίπου πέντε χιλιάδες άντρες, χωρίς τις γυναίκες και τα παιδιά. Αμέσως ύστερα ο Ιησούς υποχρέωσε τους μαθητές να μπούν στο καΐκι και να πάνε να τον περιμένουν στην απέναντι όχθη, ωσότου αυτός διαλύσει τα πλήθη.

Σχολιασμός

Η σημερινή Ευαγγελική περικοπή μας διηγείται το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δύο ψαριών από τα οποία έφαγαν πέντε χιλιάδες άνθρωποι και χόρτασαν. Είδε λέει, ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, ο Ιησούς πολύ κόσμο να τον ακολουθεί και τον σπλαχνίσθηκε και θεράπευσε τους αρρώστους τους. Γιατί αυτός είναι κατά τον προφήτη Ησαία που σήκωσε στους ώμους του τον πόνο μας και υπέμεινε τις ασθένειές μας.

Από τον αριθμό των ανθρώπων  που βρίσκονταν μαζί με τον Ιησού Χριστό για να ακούσουν το κήρυγμα του συμπεραίνουμε πόσο πολύ είχαν επηρεαστεί  από το λόγο του και τα θαύματα τα οποία επιτελούσε.

Βρισκόμενοι σε τόπο ερημικό δεν προέβλεψαν ότι η διδασκαλία Του θα διαρκούσε αρκετή ώρα και δεν είχαν φροντίσει για το δείπνο τους, ώσπου κάποια στιγμή οι μαθητές πλησιάζουν τον διδάσκοντα Κύριο για να του υπενθυμίσουν ότι πρέπει να διακόψει, για να πάει ο κόσμος να προμηθευτεί τροφή διότι εκείνοι δεν διέθεταν την υπερβολική αυτή ποσότητα, ώστε να φτάσει για όλους, δεδομένου ότι ήταν πέντε χιλιάδες άνδρες εκτός των γυναικών   και των παιδιών και διέθεταν μόνο πέντε ψωμιά και δύο ψάρια (Ματθ. ιδ, 14). Με την  ανθρώπινη λογική εδώ θα περιμέναμε τον Ιησού Χριστό να προτρέψει τον όχλο να διαλυθεί, έτσι ώστε να μπορέσουν να κατέβουν στα κοντινά χωριά να αγοράσουν την  τροφή που χρειάζονταν.

Εντυπωσιακή όμως είναι η στάση του Χριστού στην προτροπή των μαθητών του να απολύσει τους όχλους. Ο Κύριος τους απαντά  ότι δεν χρειάζεται να φύγουν, αλλά δώστε τους εσείς να φάνε. Οι μαθητές εξεπλάγησαν γιατί πώς ήταν δυνατό να θρέψουν τόσες χιλιάδες ανθρώπους από το τίποτε. Ανατρέπει την  σκέψη τους  ο Διδάσκαλος. Τους θέλει ενεργούς στην λύση του προβλήματος. Θα έπρεπε με άλλα λόγια οι μαθητές να κάνουν το πρώτο βήμα και να δώσουν ότι είχαν, και στην συνέχεια να έχουν το θαυμαστό αποτέλεσμα του χορτασμού (Ι. Χρυσοστόμου, «Λόγος εις τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας»).

Η Θεία Ευχαριστία είναι ο ουράνιος άρτος των ανθρώπων. Ακόμη μπορεί οι Όμως αυτό που είναι αδύνατο για τους ανθρώπους είναι δυνατό για τον Θεό. Ο Ιησούς στρέφει τα μάτια στον ουρανό, προσευχόμενος, ευλογεί τις υπάρχουσες τροφές και θρέφει ολόκληρο το πλήθος των ανθρώπων αφήνοντας και πολλά περισσεύματα. Σχολιάζει σχετικά ο Ιερός Χρυσόστομος: « Ο τόπος μπορεί να είναι έρημος, όμως υ τρέφει την οικουμένη. Η ώρα έχει περάσει, αλλά μαζί σας συνομιλεί Εκείνος, που δεν υπόκειται στο χρόνο».

Στους μαθητές Του, ανάμεσα τους αδύνατο για τους ανθρώπους είναι δυνατό για τον Θεό. Εκείνος πο δίνει τους άρτους για να τους μοιράσουν στο πλήθος, για να θυμούνται μόνιμα και συνεχώς το θαύμα. Ακόμη δίνει τους άρτους, για να μην νομισθεί πως κατά φαντασία θαυματούργησε. Τα περισσεύματα είναι δείγμα ατράνταχτης αλήθειας.

Το θαύμα των πέντε άρτων είναι σύμβολο και της Θείας Ευχαριστίας άρτοι να συμβολίζουν και τα πολλά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Ο Κύριος τρέφει το λαό του και την εκκλησία Του με τον εαυτό Του . Ο Ιησούς Χριστός είναι ο ζωοποιός Αρτος . Ο Ιησούς Χριστός με το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων μας φανερώνει πως δεν ενδιαφέρθηκε μόνο για την ψυχή του ανθρώπου αλλά μερίμνησε και για το σώμα του. Τις υλικές ανάγκες του. Ο Χριστός δεν περιφρονεί τα υλικά αγαθά , αλλά τα ιεραρχεί. Πρώτα είναι η βρώση η μένουσα ( Ιωαν. 6,27) και μετά η πρόσκαιρη. Η εκκλησία ενδιαφέρεται το ίδιο για τις υλικές ανάγκες του ανθρώπου, αλλά θέτει όρια στις απαιτήσεις μας. Πρώτα δίδαξε ο Ιησούς Χριστός τον όχλο και μετά τους έδωσε ψωμί να φάνε.

Οφείλουμε εμείς οι άνθρωποι να αγωνιζόμαστε να κρατήσουμε το σύνδεσμο με το Χριστό που είναι ο ζωοποιός άρτος και όχι η επιθυμία να αποκτήσουμε περισσότερα εφήμερα αγαθά. Σίγουρα δεν παραμένουμε μόνο στο έργο της διδασκαλίας του Ευαγγελίου  αλλά και στη χρήση των αγαθών, αποφεύγοντας τη σπατάλη και κινούμενοι στην βοήθεια των άλλων από το περίσσευμα μας. Να μην λησμονούμε τον σοφό λόγο που ο Απόστολος Παύλος γράφει προς τους Χριστιανούς της Κορίνθου «Το δικό μας περίσσευμα πρέπει να καλύπτει το υστέρημα των άλλων» (Β΄ Κορ. η,14). Αμήν.

23-7-2017

Κυριακή Ζ΄ Επιστολών

Απόστολος προς (Ρωμ. Ιε΄, 1-7)

Πρωτότυπο Κείμενο

Αδελφοί, οφείλομεν δε ημείς οι δυνατοί τα ασθενήματα των αδυνάτων βαστάζειν, και μη εαυτοίς αρέσκειν. έκαστος ημών τω πλησίον αρεσκέτω εις το αγαθόν προς οικοδομήν· και γαρ ο Χριστός ουχ εαυτώ ήρεσεν, αλλά καθώς γέγραπται, οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ᾿ εμέ. όσα γαρ προεγράφη, εις την ημετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ίνα διά της υπομονής και της παρακλήσεως των γραφών την ελπίδα έχωμεν. ο δε Θεός της υπομονής και της παρακλήσεως δώη υμίν το αυτό φρονείν εν αλλήλοις κατά Χριστόν Ιησούν, ίνα ομοθυμαδον εν ενί στόματι δοξάζητε τον Θεόν και πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. διό προσλαμβάνεσθε αλλήλους, καθώς και ο Χριστός προσελάβετο υμάς εις δόξαν Θεού.

Νεοελληνική απόδοση

Αδελφοί, όσοι έχουμε δυνατή πίστη οφείλουμε να ανεχόμαστε τις αδυναμίες όσων έχουν αδύναμη πίστη και να μην κάνουμε ό,τι αρέσει σ’ εμάς. Η συμπεριφορά του καθενός μας να είναι αρεστή στον πλησίον ώστε να τον βοηθάει να προκόβει στο αγαθό κι έτσι να συντελεί στην οικοδομή της Εκκλησίας. Άλλωστε κι ο Χριστός δεν έζησε για να ευαρεστήσει τον εαυτό του, αλλά, όπως λέει η Γραφή, οι ύβρεις όσων έβριζαν, Θεέ, έπεσαν πάνω μου. Να ξέρετε ότι όσα γράφτηκαν στις Γραφές, έχουν γραφτεί για να μας διδάσκουν. Έτσι, με την υπομονή και την ενθάρρυνση που δίνει η Γραφή θα στηριχτεί η ελπίδα μας. Είθε ο θεός, που χαρίζει την υπομονή και την ενθάρρυνση, να σας δώσει την ομόνοια σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού. Έτσι, όλοι μαζί με μια φωνή θα δοξάσετε το Θεό, τον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Να δέχεστε ο ένας τον άλλο, όπως δέχτηκε κι εσάς ο Χριστός για να δοξάζεται ο Θεός.

Σχολιασμός

Το αποστολικό ανάγνωσμα αναφέρεται στη σχέση που πρέπει να έχουν τα μέλη της Εκκλησίας μεταξύ τους, αλλά και για την ενότητα που πρέπει να έχει η Εκκλησία και η οποία πηγάζει από την ενότητα μεταξύ των προσώπων της Αγίας Τριάδος. «Υμείς δε έστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους ( Α΄Κορ. 12:27). Σκοπός του απ. Παύλου είναι στην Εκκλησία να υπάρχει πάντοτε ενότητα και ομοφροσύνη, χωρίς διαιρέσεις και σχίσματα μεταξύ των χριστιανών μελών της Εκκλησίας, του Σώματος του Χριστού.

Κατά τον Γέροντα Πορφύριο «Μέσα στην Εκκλησία όλοι είναι ένα και ο Χριστός είναι η κεφαλή. Η Εκκλησία και ο Χριστός είναι ένα. Το σώμα της Εκκλησίας τρέφεται, αγιάζεται, ζει με το Χριστό». Με αυτές τις προϋποθέσεις «το σώμα της Εκκλησίας γίνεται ο χαρισματικός χώρος, όπου συγκροτείται, βιώνεται και φανερώνεται η ενότητα των πιστών ως εικόνα της τριαδικής ενότητας. Η ενότητα αυτή αποτελεί καρπό μεθέξεως των πιστών στη χάρη του Τριαδικού Θεού και συνιστά έκφραση του ήθους της ενιαίας καθολικής Εκκλησίας, ως αδιάσπαστης ενότητας και ιδεώδους κοινωνίας προσώπων». (Η τριαδική ενότητα και η ενότητα των πιστών κατά το Μ. Αθανάσιο. Δημητρίου Ι. Τσελεγγίδη Καθηγητού Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ).

Για την επίτευξη του στόχου της ενότητας της Εκκλησίας, ο απόστολος Παύλος προτείνει κάποια πρακτικά μέτρα που αφορούν τη σχέση και συμπεριφορά μας μέσα στην Εκκλησία και έναντι των άλλων. Έτσι, λέγει ότι εμείς οι χριστιανοί έχουμε κάποιες οφειλές (οφείλομεν) σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να ανταποκριθούμε απέναντι στους άλλους χριστιανούς, τα μέλη της Εκκλησίας. Δηλαδή, αυτοί που είναι πνευματικά δυνατοί, οχυρωμένοι με τη χάρη του Τριαδικού Θεού, είναι υποχρεωμένοι να «βαστάζουν τα ασθενήματα των άλλων», δηλαδή να ανεχόμαστε και να συγχωρούμε τις όποιες αδυναμίες έχουν οι άλλοι. Οφείλουμε, επομένως, εάν θεωρούμε τους εαυτούς μας δυνατούς πνευματικά να υπομένουμε και να ανεχόμαστε τις αδυναμίες και τα ελαττώματα των άλλων, που πιθανό να είναι αδύναμοι πνευματικά. Αν και πρέπει, ακόμα και αν έτσι έχουν τα πράγματα, να προσέξουμε ιδιαιτέρως, γιατί η αίσθηση της πνευματικής δύναμης μπορεί να υποκρύπτει εωσφορικό εγωισμό και να είμαστε εμείς που έχουμε ανάγκη στήριξης από τους άλλους. Ο απόστολος Παύλος μιλά με κριτήριο τον εαυτό του και γνωρίζουμε την πνευματική του δύναμη και ενίσχυση από το Άγιο Πνεύμα.

Κατά τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο «έγινες δυνατός; Δώσε την ευχαριστία και την ευγνωμοσύνη στο Θεό, ανεχόμενος και υπομένων τον αδελφό σου με απώτερο σκοπό να τον διορθώσεις. Θυμήσου τον Παύλο που έλεγε, ελεύθερος γαρ ων εκ πάντων πάσιν εμαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδίσω…τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω (Α΄ Κορ. 9:19-22). Ακόμα συμβουλεύει λέγοντας: αλλήλων τα βάρη βαστάζετε (Γαλ. 6:2). Είναι καθήκον μας μέσα στην ενότητα που υπάρχει στην Εκκλησία, ότι πρέπει να συμπαραστεκόμαστε στους πνευματικά αδύνατους αδελφούς μας. Αυτό το οποίο κάνουμε πρέπει να το κάνουμε για το συμφέρον όλων των μελών της Εκκλησίας και όχι μόνο για το δικό μας. Αυτό φαίνεται και πάλιν από τα λόγια του απ. Παύλου προς τους Κορινθίους: «Πάντα πάσιν αρέσκω, μη ζητών το εμαυτού συμφέρον, αλλά το των πολλών ίνα σωθώσι» (Α΄ Κορ. 10:33).

Ο κάθε άνθρωπος έχει ως σκοπό μέσα στην ενότητα των μελών της Εκκλησίας, να προσπαθήσει να ανταποκριθεί στην αποστολή του ως μέλος του ιδίου σώματος του Χριστού και να ενεργεί προς την οικοδομήν του σώματος αυτού και όχι για το θεαθήναι ή να προκαλεί σκανδαλισμό των άλλων ανθρώπων. Για να γίνει αυτό εφικτό πρέπει να έχουμε και κάποια εφόδια ως χριστιανοί που είμαστε, την υπομονή και το θάρρος που αντλούμε μέσα από τη μελέτη της Αγίας Γραφής. Δηλαδή αντλούμε δύναμη και υπομονή από την Αγία Γραφή, για να μπορέσουμε να αντισταθούμε στους πειρασμούς και στις δυσκολίες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε από τα μέλη της Εκκλησίας.  Εκτός από την Αγία Γραφή την υπομονή μας την παρέχει και ο ίδιος ο Θεός: «Ο δε Θεός υπομονής και της παρακλήσεως δώη υμίν το αυτό φρονείν εν αλλήλοις κατά Χριστόν Ιησούν». Για να υπάρχει η ενότητα μεταξύ των μελών της Εκκλησίας πρέπει να τηρούμε το θέλημα του Θεού, να υποτάξουμε το δικό μας θέλημα στο θέλημα του Χριστού. Θέλημα δε του Τριαδικού Θεού είναι να μη διασπάται η ενότητα της Εκκλησίας. «Ει τις ουν παράκλησις εν Χριστώ ει τι παραμύθιον αγάπης ει τις κοινωνία πνεύματος ει τις σπλάγχνα και οικτιρμοί, πληρώσατε μου την χαράν ίνα το αυτό φρονήτε την αυτήν αγάπην έχοντες σύμψυχοι το εν φρονούντες» (Φιλ. 2: 1-2).

Η αλήθεια αυτή διαφαίνεται κατά το Μ. Αθανάσιο και από την αρχιερατική προσευχή του Χριστού, ο οποίος ζητεί από τον Πατέρα του την ενότητα των πιστών κατά το υπόδειγμα της δικής τους ενότητας (Ιω. 17: 21). (Η τριαδική ενότητα και η ενότητα των πιστών κατά το Μ. Αθανάσιο Δημητρίου Ι.Τσελεγγίδη Καθηγητού Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ)

Η ενότητα των πιστών δεν οφείλεται σ’ αυτούς, αλλά είναι έργο της χάρης του Αγίου Πνεύματος. Έτσι η ενότητα των πιστών βιώνεται και εκφράζεται κατά μίμηση της ενότητας του Τριαδικού Θεού. Ο Απ. Παύλος αναφέρει ότι η ενότητα αυτή πρέπει να γίνεται «εις δόξαν Θεού», αντιθέτως οι διαιρέσεις και οι διχογνωμίες των χριστιανών έχουν ως αποτέλεσμα να βλασφημείται το όνομα του Θεού. «Το γαρ όνομα του Θεού δι υμάς βλασφημείται εν τοις έθνεσιν» (Ρωμ. 2:24). Η στάση και συμπεριφορά των Χριστιανών, αντίθετα, πρέπει να γίνεται αιτία δοξολογίας και λατρείας του Θεού.

23-7-2017

Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου

Ευαγγέλιον κατά Ματθ. (Θ΄, 27-35)

Πρωτότυπο κείμενο

 Και παράγοντι εκείθεν τω Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες· ελέησον ημάς, υιέ Δαυῒδ. ελθόντι δε εις την οικίαν προσήλθον αυτώ οι τυφλοί, και λέγει αυτοίς ο Ιησούς· πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι; λέγουσιν αυτώ· ναι, Κύριε. τότε ήψατο των οφθαλμών αυτών λέγων· κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν. και ανεώχθησαν αυτών οι οφθαλμοί· και ενεβριμήσατο αυτοίς ο Ιησούς λέγων· οράτε μηδείς γινωσκέτω. οι δε εξελθόντες διεφήμισαν αυτόν εν όλη τη γη εκείνη. Αυτών δε εξερχομένων ιδού προσήνεγκαν αυτώ άνθρωπον κωφόν δαιμονιζόμενον· και εκβληθέντος του δαιμονίου ελάλησεν ο κωφός, και εθαύμασαν οι όχλοι λέγοντες ότι ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ. οι δε Φαρισαίοι έλεγον· εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια. Και περιήγεν ο Ιησούς τας πόλεις πάσας και τας κώμας διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ.

Νεοελληνική Απόδοση

 Όταν προχώρησε πιο πέρα ο Ιησούς, τον ακολούθησαν δυο τυφλοί, που φώναζαν κι έλεγαν: «σπλαχνίσου μας, Υιέ του Δαβίδ!». Και όταν έφτασε στο σπίτι, πήγαν κοντά του οι τυφλοί και ο Ιησούς τους λέει: «Πιστεύετε πως μπορώ να το κάνω αυτό»; Του λένε: «Ναι, Κύριε». Τότε άγγιξε τα μάτια τους και είπε: «Όπως το πιστεύετε να σας γίνει». Και ανοίχτηκαν τα μάτια τους. Τότε ο Ιησούς τους πρόσταξε λέγοντας: «Προσέξτε να μην το μάθει κανένας». Αυτοί όμως, μόλις βγήκαν έξω, διέδωσαν τη φήμη του σ΄ όλη την περιοχή εκείνη. Ενώ έβγαιναν έξω οι δύο τυφλοί, του έφεραν έναν κωφάλαλο δαιμονισμένο. Και μόλις έδιωξε το δαιμόνιο, μίλησε ο κωφάλαλος. Και ο κόσμος θαύμασε και είπε: Ποτέ ως τώρα δεν είδαν οι Ισραηλίτες τέτοια πράγματα. Οι Φαρισαίοι όμως έλεγαν: «Με τη δύναμη του άρχοντα των δαιμονίων διώχνει τα δαιμόνια». Ό Ιησούς περιόδευε όλες τις πόλεις και στα χωριά, δίδασκε στις συναγωγές τους, κήρυττε το χαρμόσυνο μήνυμα τια τον ερχομό της βασιλείας του Θεού και γιάτρευε κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία στο λαό.

Η φαρισαϊκή αντιμετώπιση των θαυμάτων

 Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα γίνεται λόγος για δύο θαύματα του Ιησού Χριστού, τη θεραπεία δύο τυφλών και ενός κωφού δαιμονισμένου. Τα θαύματα αυτά ακολουθούν χρονικά το θαύμα της θεραπείας της αιμορροούσας γυναίκας και της ανάστασης της κόρης του Ιάειρου. Οι ευαγγελιστές ιστορούν πολλές περιπτώσεις θαυμάτων του Ιησού Χριστού. Τα θαύματα είναι τα «σημεία» της παρουσίας του Υιού του Θεού στον κόσμο, είναι η βεβαίωση της μεσσιανικότητας του Ιησού Χριστού.

 Ειδικότερα τα θαύματα θεραπείας τυφλών ανθρώπων είναι τα κατεξοχήν «σημεία» της παρουσίας του Μεσσία στον κόσμο. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός διακηρύσσει: «εγώ ειμί το φως του κόσμου∙ ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ΄ έξει το φως της ζωής» (Ιω. 8,12). Έτσι ο Ιησούς Χριστός, το φως του κόσμου, αγγίζει τα μάτια των τυφλών ανθρώπων που ζητούν το έλεος και τη βοήθειά του, λέγοντάς τους: «κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν» και τους προσφέρει την όρασή τους. Η προστακτική «γενηθήτω» μας παραπέμπει στη δημιουργία του κόσμου, όπως μας την περιγράφει το βιβλίο της Γένεσης: «και είπεν ο Θεός γενηθήτω φως και εγένετο φως» (Γεν.1,3). Η προσταγή του δημιουργικού λόγου του Θεού γίνεται αμέσως πράξη, τόσο κατά τη δημιουργία του κόσμου, όσο και στην προκειμένη περίπτωση της θεραπείας των δύο τυφλών.

 Το θαύμα της θεραπείας των δύο τυφλών ακολουθεί και ένα άλλο θαύμα, εκείνο της θεραπείας του κωφού δαιμονιζομένου ανθρώπου: «αυτών δε εξερχομένων ιδού προσήνεγκαν αυτώ άνθρωπον κωφόν δαιμονιζόμενον· και εκβληθέντος του δαιμονίου ελάλησεν ο κωφός». Και πάλιν η θεραπεία ενός δαιμονισμένου δεν είναι άγνωστη στα ιερά ευαγγέλια, καθώς μαρτυρούνται και αρκετές άλλες περιπτώσεις θεραπείας δαιμονισμένων. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία στην προκειμένη περίπτωση είναι το γεγονός ότι ο δαιμονισμένος της περικοπής είναι κωφός. Έτσι γίνεται μια άλλη επιβεβαίωση της μεσσιανικότητας του Ιησού Χριστού, αφού εκπληρώνει στο πρόσωπό του τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτή την απάντηση δίνει ο Ιησούς Χριστός στους μαθητές του Προδρόμου που του υποβάλλουν το ερώτημα: «συ ει ο ερχόμενος ή έτερον προσδοκώμεν; … και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς∙ πορευθέντες απαγγείλατε Ιωάννη α είδετε και ηκούσατε∙ τυφλοί αναβλέπουσι και χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται, κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται» (Λουκ. 7,19 – 22). Ο Ιησούς Χριστός είναι ο αναμενόμενος ανά τους αιώνες Μεσσίας και αυτό επιβεβαιώνεται συνεχώς μέσα από το δημόσιο λόγο του και τα πολλά και ποικίλα θαύματα που επιτελεί.

 Αξιολύπητη ωστόσο είναι η στάση που τηρούν οι φαρισαίοι απέναντι στα θαύματα του Ιησού Χριστού. Ενώ οι μαθητές του Κυρίου και ο απλός λαός που τον ακολουθεί και ακούει τα κηρύγματά του θαυμάζει, εκπλήσσεται και αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού τον Μεσσία που επιτελεί τα θαυμαστά αυτά «σημεία», οι φαρισαίοι προσπαθούν να δώσουν άλλη ερμηνεία. Δεν μπορούν βέβαια να αρνηθούν τα θαύματα αλλά τα αποδίδουν στη συνεργασία του Ιησού Χριστού με τον αρχηγό των δαιμονικών δυνάμεων: «εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια». Κατά τον τρόπο αυτό και υποδουλωμένοι στη φαρισαϊκή υποκρισία τους επιδιώκουν να διαστρέψουν την αλήθεια, που αποτελεί την εκδήλωση της αγάπης του Θεού στον κόσμο.

 Ο Ιησούς Χριστός σε μια άλλη παρόμοια περίπτωση θεραπείας κωφάλαλου δαιμονισμένου, χαρακτηρίζει φαρισαϊκή αυτή ερμηνεία ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος: «πάσα αμαρτία και βλασφημία αφεθήσεται τοις ανθρώποις, η δε του Πνεύματος βλασφημία ουκ αφεθήσεται τοις ανθρώποις» (Ματθ.12,22-32). Η άρνηση της θεϊκής προέλευσης των θαυμάτων του Ιησού Χριστού σημαίνει και κατεπέκταση την άρνηση της μεσσιανικότητάς του. Μια τέτοια φαρισαϊκή στάση ουσιαστικά αποκλείει την ελπίδα της σωτηρίας και παραδίδει τον κόσμο στις ενέργειες των πονηρών πνευμάτων. Αυτό έπραξαν και ορισμένα σύγχρονα κινήματα και ομάδες που επιχείρησαν να αποδώσουν τα θαύματα του Ιησού Χριστού, είτε σε φυσικά φαινόμενα, είτε σε ψυχολογικές διαταραχές, είτε και σε φαντασιώσεις των μαθητών του. Τα θαύματα δεν πρέπει αντιμετωπίζονται ψυχρά και εγκεφαλικά, ούτε για να προκαλέσουν την πίστη στον άνθρωπο. Άλλωστε η πίστη είναι η προϋπόθεση του θαύματος. Για να δεχθεί κανείς τα θαύματα του Ιησού Χριστού οφείλει να απαλλαγεί από την φαρισαϊκή υποκρισία, την κακία και το μίσος και με καθαρή καρδιά να δει μέσα από τα θαύματα την αποκάλυση της αγάπης του Θεού στον κόσμο.

 Τα θαύματα δεν έπαψαν να υπάρχουν μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας και φυσικά υπάρχουν και σήμερα και δεν μπόρεσε ποτέ κανείς να τα εμποδίσει, όσο σκληρός ανρητής και πολέμιός τους και αν υπήρξε. Άλλωστε μέσα στην Εκκλησία έχουμε τα διαρκή θαύματα του Αγίου Πνεύματος που είναι τα ιερά μυστήρια. Ο πιστός άνθρωπος βέβαια δεν έχει ανάγκη να δει κανένα θαύμα για να πιστέψει, όμως από την άλλη δεν μπορεί να αμφισθητεί τα θαύματα γιατί ουσιαστικά αναιρεί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα στον κόσμο, γεγονός που σημαίνει βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. Το μεγαλύτερο θαύμα είναι η αγάπη του Θεού και η αγάπη του Θεού συνεπάγεται τη σωτηρία, τη λύτρωση και την προοπτική της αιωνιότητας. Αυτή είναι η μοναδική ελπίδα του κόσμου η ελπίδα της ζωής μέσα στην αγάπη του Θεού

16-7-2017

Κυριακή των Αγίων Πατέρων, Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου

Απόστολος προς Τίτον (γ΄, 8-15)

Πρωτότυπο κείμενο

Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· Ἀμήν.

Νεοελληνική Απόδοση

Παιδί μου Τίτε, αυτά τα λόγια είναι αξιόπιστα και θέλω να τα βεβαιώνεις με την προσωπική σου μαρτυρία, ώστε όσοι έχουν πιστέψει στο Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά και τα χρήσιμα στους ανθρώπους. Από το άλλο μέρος, να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις σε γενεαλογικούς καταλόγους, τις φιλονικίες και τις διαμάχες γύρω από τις διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου, γιατί όλα αυτά είναι ανώφελα και μάταια. Τον άνθρωπο που ακολουθεί πλανερές διδασκαλίες συμβούλεψέ τον μια δυο φορές, κι αν δεν ακούσει άφησέ τον, με τη βεβαιότητα πως αυτός έχει πια διαστραφεί και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του. Όταν θα σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, έλα το συντομότερο να με συναντήσεις στη Νικόπολη, γιατί εκεί αποφάσισα να περάσω το χειμώνα. Τον Ζηνά το νομικό και τον Απολλώ, να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα με ότι χρειάζονται για το ταξίδι τους, ώστε να μην τους λείψει τίποτα. Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα, για ν΄ αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην είναι άκαρπη. Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε τους πιστούς που μας αγαπούν. Η χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.

Σχολιασμός

 Το αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας προέρχεται από την προς Τίτον επιστολή του Αποστόλου Παύλου (Τιτ. 3,8-15). Η επιλογή του συγκεκριμένου αναγνώσματος δεν είναι τυχαία, γιατί ο ποιμαντικός χαρακτήρας της επιστολής ταιριάζει απόλυτα προς τη μνήμη των Αγίων Πατέρων, οι οποίοι υπήρξαν Ποιμένες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας. Ο Απόστολος Παύλος συνιστά στον Τίτο, Επίσκοπο Κρήτης, και κατεπέκταση σε όλους τους ποιμένες της Εκκλησίας, πώς να εργάζεται και να φροντίζει ποιμαντικά τους πιστούς ανθρώπους.

 Το αποστολικό ανάγνωσμα αρχίζει με την φράση του Αποστόλου Παύλου «πιστός ο λόγος». Η έννοια του λόγου μέσα στην Αγία Γραφή λαμβάνει πολλές ερμηνείες που ξεκινούν από την έννοιά του ως λόγου διδασκαλίας και φθάνουν μέχρι τον υποστατικό Λόγου του Θεού, τον Ιησού Χριστό. Στους προηγηθέντες στίχους 4-7 της προς Τίτον επιστολής ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται στο μυστήριο της θείας Οικονομίας, ενώ στο σημείο αυτό με τη χρήση του όρου «πιστός ο λόγος» επιβεβαιώνει όσα ανέφερε προηγουμένως. Στις Πράξεις των Αποστόλων γίνεται αναφορά περί «των λόγων του Κυρίου Ιησού» (Πράξ. 20,35) και το πιθανότερο είναι ότι η χρήση του όρου «λόγος» εδώ να έχει σχέση με τους λόγους αυτούς του Ιησού Χριστού. Δηλαδή μεταξύ των πρώτων χριστιανών κυκλοφορούσαν συλλογές χαρακτηριστικών λόγων του Κυρίου, τους οποίους χρησιμοποιούσαν στην καθημερινή τους ζωή. Ο Απόστολος Παύλος ζητά από τον πιστό μαθητή και ακόλουθό του Τίτο, να θεωρεί τα λόγια αυτά αξιόπιστα και να μιλά με βεβαιότητα γι΄ αυτά. Ο λόγος του Θεού είναι αληθινός και αναλλοίωτος μέσα στους αιώνες, γι΄ αυτό και η σωτηρία των ανθρώπων στηρίζεται στην ακλόνητη αποδοχή της αξιοπιστίας του λόγου του Θεού. Ο πιστός άνθρωπος δεν έχει ανάγκη να πειστεί για να αποδεχτεί το λόγο του Θεού, απλά αποδέχεται την αξιοπιστία του λόγου του Θεού χωρίς καμία προϋπόθεση ή απόδειξη.

 Ο Απόστολος Παύλος ζητά από τον Τίτο να μιλά με βεβαιότητα για την αξιοπιστία του Ευαγγελίου, ώστε να οδηγηθεί στη μαρτυρία της αγάπης: «ίνα φροντίζωσι καλών έργων προΐστασθαι οι πεπιστευκότες τω Θεώ». Ο κάθε άνθρωπος που αποδέχεται το λόγο του Θεού θα έχει ως φυσικό έργο στη ζωή του να πρωτοστατεί σε έργα αγάπης. Τα καλά έργα που αποτελούν κύριο μέλημα της χριστιανικής ζωής είναι «καλά και ωφέλιμα τοις ανθρώποις», έχουν δηλαδή διπλή ωφέλεια. Είναι ωφέλιμα καταρχήν γι΄ αυτούς που τα πράττουν, γιατί έτσι δεν μένουν μόνο στη θεωρία και στην απλή αποδοχή του λόγου του Θεού, αλλά προχωρούν και στην έμπρακτη εφαρμογή του και επομένως ελκύουν το έλεος του Θεού. Και είναι και ωφέλιμα σ΄ εκείνους για χάρη των οποίων τα πράττουν, γιατί έτσι απαλύνουν τον πόνο και την ταλαιπωρία τους.

 Στη συνέχεια ο Απόστολος Παύλος, αφού υποδεικνύει στον Τίτο τι πρέπει να επιδιώκει, του συνιστά και τι να αποφεύγει: «μωράς δε ζητήσεις και γενεαλογίας και έρεις και μάχας νομικάς περιΐστασο• εισί γαρ ανωφελείς και μάταιοι». Είναι οι άσκοπες αναζητήσεις σε διάφορους γενεαλογικούς καταλόγους που άρεσε ιδιαίτερα στους Ιουδαίους να συντάσσουν. Παρόμοια προτροπή απευθύνει ο Απόστολος Παύλος και στο μαθητή του Τιμόθεο: «μηδέ προσέχειν μύθοις και γενεαλογίαις απεράντοις αίτινες ζητήσεις παρέχουσι μάλλον ή οικονομίαν Θεού την εν πίστει» (Α΄ Τιμοθ. 1,4). Οι αναζητήσεις αυτές προκαλούσαν επιπλέον και συγκρούσεις και διαμάχες μεταξύ των συνομιλητών για τη σημασία ή την ισχύ διαφόρων διατάξεων του Μωσαϊκού νόμου. Όλα αυτά πρέπει να αποφεύγονται γιατί είναι ανώφελα και μάταια πράγματα.

 Κατόπιν ο Απόστολος Παύλος γίνεται πιο συγκεκριμένος και τονίζει την στάση που οφείλει ο Τίτος να τηρεί απέναντι στους αιρετικούς. Ο αιρετικός άνθρωπος είναι εκείνος που φρονεί και πιστεύει κάτι το διαφορετικό από εκείνο που η Εκκλησία διδάσκει. Εκείνος που κάνει αυτή την επιλογή, θέτει τον εαυτό του εκτός της εκκλησιαστικής κοινότητας. Χρέος λοιπόν του Τίτου και κατεπέκταση κάθε ποιμένα είναι να νουθετήσει τον αιρετικό μια και δυο φορές. Η νουθεσία δεν περιορίζεται στην απλή προτροπή, αλλά λαμβάνει μια ευρύτερη σημασία και καθίσταται έργο πατρικής αγάπης, μέριμνας και ποιμαντικής φροντίδας που θα έχει ως στόχο να συνειδητοποιήσει ο αιρετικός την παρεκτροπή του και να επιστρέψει στην ορθή πίστη. Αν παρά την ευγενή προσπάθεια και μέριμνα του ποιμένα ο αιρετικός παραμένει αμετακίνητος στις απόψεις του, τότε δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια από την εγκατάλειψη και την «παραίτηση» κάθε προσπάθειας. Και αυτό είναι επιβεβλημένο για τους ποιμένες γιατί η εμμονή του αιρετικού στην πλάνη αποδεικνύει ότι: «εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάρκριτος». Η χειρότερη αμαρτία είναι η αίρεση γιατί οδηγεί στην οριστική, αν δεν υπάρξει μετάνοια και επιστροφή, διακοπή της κοινωνίας με την Εκκλησία.

 Στη ζωή του πιστού ανθρώπου δεν επαρκεί μόνο η θεωρία, χρειάζεται απαραίτητα και η πράξη. Η πράξη είναι εκείνη που ενσαρκώνει τη θεωρία και μετατρέπει την πίστη σε έμπρακτη μαρτυρία αγάπης. Βέβαια η οδός της σωτηρίας είναι η πίστη, η τήρηση του θελήματος του Θεού: «ου πας ο λέγων μοι Κύριε Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ΄ ο ποιών το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. 7,21). Ταυτόχρονα η πίστη δεν μπορεί να είναι μια θεωρητική προσέγγιση, μια απλή αποδοχή ορισμένων αληθειών, αλλά μια ζωντανή μαρτυρία που δίνει ο πιστός άνθρωπος στην καθημερινή του ζωή. Μια πίστη, όσο θερμή και αν είναι, χωρίς έργα παραμένει χολή: «η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστι», τονίζει χαρακτηριστικά ο Απόστολος Ιάκωβος ο αδελφόθεος (Ιακ. 2,20). Αυτό ακριβώς επισημαίνει και ο Απόστολος Παύλος, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του δέντρου: «ίνα μη ώσιν άκαρποι». Η αξία του δέντρου καθορίζεται από τους καρπούς του, έτσι και η αξία του χριστιανού καθορίζεται από τα καλά του έργα. Χριστιανοί χωρίς καλά έργα είναι δέντρα άκαρπα. Στο σημείο αυτό ο Απόστολος Παύλος κάνει και μια ερμηνευτική προσέγγιση στην παραβολή του Σπορέως. Οι Πατέρες ως ποιμένες της Εκκλησίας είναι οι κατεξοχήν σπορείς του λόγου του Θεού και ο λόγος του Θεού καρποφορεί ανάλογα με την πρόθεση και διάθεση του καθενός. Έτσι κατά την παραβολή ο σπόρος, δηλαδή ο λόγος του Θεού σε κάθε περίπτωση «εδίδου καρπόν αναβαίνοντα και αυξάνοντα, και έφερεν εν τριάκοντα και εν εξήκοντα και εν εκατόν» (Μαρκ. 4,8). Τα καλά έργα είναι ακριβώς η καρποφορία της πίστης κάθε ανθρώπου. 

 Τα καλά έργα είναι ο καρπός της πίστης και ο Απόστολος Παύλος τα χαρακτηρίζει «καλά και ωφέλιμα τοις ανθρώποις». Κατά μία άλλη ερμηνεία το «καλά» σημαίνει αρεστά στο Θεό. Ο Θεός ευαρεστείται όταν ο πιστός άνθρωπος δίνει μαρτυρία αγάπης, όταν διακονεί στο όνομα του Ιησού Χριστού τον πάσχοντα και εμπερίστατο αδελφό του. Το μήνυμα αυτό είναι επίκαιρο όσον ποτέ άλλοτε, καθώς οι ανάγκες των ανθρώπων πληθαίνουν καθημερινά και αυξάνουν ανησυχιτικά. Οι πιστοί άνθρωποι καλούνται να δώσουν τη μαρτυρία της αγάπης και της θυσίας του Ιησού Χριστού. Βεβαίως τα καλά έργα δεν είναι μόνο οι φιλανθρωπίες και οι οικονομικές βοήθειες. Καλά έργα είναι και ένας λόγος παρηγορίας προς τους πονεμένους, τους ασθενείς, τους θλιβομένους, τους εμπερίστατους αδελφούς. Η οικονομική κρίση του σήμερα λαμβάνει και μια άλλη κατεξοχήν πνευματική διάσταση και αποτελεί μια πρόκληση και πρόσκληση για τους χριστιανούς. Καλούμαστε όλοι στο όνομα του Ιησού Χριστού να δώσουμε στο σύγχρονο κόσμο μας τη μαρτυρία της αγάπης, των καλών έργων, της πίστης και της ελπίδας στον αληθινό Θεό.

16-7-2017

Κυριακή των Αγίων Πατέρων, Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου

Ευαγγέλιον κατά Μτ. (ε΄,13-19)

Πρωτότυπο κείμενο 

Είπεν ο Κύριος τοις εαυτού μαθηταίς· Υμείς εστέ το φως του κόσμου. Ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη∙ ουδέ καίουσι λύχνον και τιθέασιν αυτόν υπό τον μόδιον, αλλ’ επί την λυχνίαν, και λάμπει πάσι τοις εν τη οικία. Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς. Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας∙ ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι. Αμήν γαρ λέγω υμίν, εώς αν παρέλθη ο ουρανός και η γη, ιώτα εν η μία κεραία ου μη παρέλθη από του νόμου έως αν πάντα γένηται. Ος εάν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών∙ ος δ΄ αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών.

 Νεοελληνική απόδοση

Είπε ο Κύριος στους μαθητές του: «Εσείς είστε το φως για τον κόσμο· μια πόλη κτισμένη ψηλά στο βουνό, δεν μπορεί να κρυφτεί. Οι άνθρωποι, όταν ανάψουν το λυχνάρι, δεν το βάζουν κάτω από το δοχείο με το οποίο μετρούν το σιτάρι, αλλά το τοποθετούν στον λυχνοστάτη, για να φωτίζει όλους τους ανθρώπους του σπιτιού. Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξολογήσουν τον ουράνιο Πατέρα σας. Μη νομίσετε πως ήρθα για να καταργήσω τον νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα για να τα καταργήσω, αλλά για να πραγματοποιήσω. Σας βεβαιώνω πως όσο υπάρχει ο κόσμος, έως τη συντέλειά του, δεν θα πάψει να ισχύει ούτε ένα γιώτα ή μια οξεία από τον νόμο. Όποιος, λοιπόν, καταργήσει ακόμα και μία από τις πιο μικρές εντολές αυτού του νόμου και διδάξει έτσι τους άλλους, θα θεωρηθεί ελάχιστος στη βασιλεία του Θεού, ενώ όποιος τις τηρήσει όλες και διδάξει έτσι και τους άλλους, αυτός θα θεωρηθεί μεγάλος στη βασιλεία του Θεού».

Σχολιασμός

 Η ευαγγελική περικοπή είναι παρμένη από την επί του Όρους Ομιλία, όπου ο Κύριος απευθυνόμενος προς τους μαθητές του τους απεκάλεσε παραβολικά «φως του κόσμου» γιατί έχουν στην καρδιά τους τη Χάρη του Τριαδικού Θεού. Ο Ιησούς Χριστός για να τονίσει πόσο σημαντικό είναι το φως στη ζωή των ανθρώπων μας αναφέρει το λυχνάρι που για να δώσει το φως του σε όλο το σπίτι τοποθετείται σε λυχνοστάτη και δεν κρύβεται. Αν αναλογιστούμε πόσο σημαντικό είναι το φως στη ζωή μας σήμερα, μόνο έτσι θα καταλάβουμε τη βαρύτητα που έχει ο λόγος του Κυρίου που καλεί τους Μαθητές του να γίνουν το φως του κόσμου.

 Μέσα στην Αγία Γραφή υπάρχει έντονη η παρουσία του φωτός, ιδίως σε μεγάλα γεγονότα. Κατά πρώτο λόγο στη δημιουργία του κόσμου «και είπεν ο Θεός γενηθήτω φως και εγένετο φως». Το φως έδωσε την ορατότητα της θείας δημιουργίας και καθόρισε τον ημερήσιο κύκλο και τη διαδοχή της ημέρας και της νύχτας. Επίσης φως έχουμε κατά την παράδοση των Δέκα Εντολών στο Μωυσή. Εκεί το όρος Σινά καλύφθηκε από τη νεφέλη και το φως σημαίνοντας την παρουσία του Θεού. Κατά τη Γέννηση του Ιησού Χριστού ο Αστέρας φωτίζει το Σπήλαιο της Βηθλεέμ και διαλαλεί την έλευση του Ιησού. Κατά τη μεταμόρφωση, το πρόσωπο του Ιησού Χριστού έλαμψε όπως ο ήλιος και τα ρούχα του έγιναν λευκά όπως το χιόνι, ένδειξη και πάλιν της θεϊκής δύναμης. Ακόμα σε πολλές περιπτώσεις ο Ιησούς Χριστός παρομοίασε τον εαυτό του με το φως: «Εγώ ειμί το Φως του κόσμου». Το φως κατά κύριο λόγο σημαίνει τον πνευματικό φωτισμό του ανθρώπου ένεκα της γνώσεως του αληθινού Θεού. Κατ’ επέκταση, μπορεί να συμβολίζει τη γνώση του υλικού κόσμου, την παιδεία, την καλλιέργεια, τη σοφία, τη γεώργηση του όλου ανθρώπου, ώστε να πορευθεί προς την τελειότητα, τη θέωση. Αρκεί όλα αυτά να γίνουν πράξεις, τρόπος ζωής και όχι νεκρή γνώση και τυπολατρία. Ο Ιησούς Χριστός στη συνέχεια τονίζει ξεκάθαρα: «ος δ΄αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών». Η έμπρακτη εφαρμογή του λόγου του Θεού είναι η καλύτερη διδασκαλία.

 Η ένωση του ανθρώπου με την πηγή του φωτός, που είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός τον μεταβάλλει σε μια φωτεινή ύπαρξη. Αυτό είναι που με τη χάρη του Θεού πέτυχαν οι Άγιοι Πατέρες, που σήμερα γιορτάζουμε. Για να γίνουν οι Άγιοι Πατέρες φώτα, που φώτισαν όλη την Οικουμένη, ενώθηκαν με την πηγή του φωτός. «Φως όλοι γεγονότες θείον, ως θείου φωτός γεννήματα» (Γρηγόριος Θεολόγος, Λόγος εις τα Άγια Φώτα, ΕΠΕ 5, 74). Τα «καλά έργα», αποτελούν την αυτονόητη εκδήλωση και τον απαραίτητο καρπό της φωτεινής ζωής. Άκαρπος χριστιανός αποτελεί αντίφαση, διότι η ιδιότητα του χριστιανού εκφράζεται με έργα και όχι μόνο με λόγια.

 Εκτός από την έννοια του φωτός ο Ιησούς Χριστός χρησιμοποιεί επίσης την παραβολική εικόνα της πόλεως, η οποία είναι κτισμένη ψηλά στην κορυφή ενός βουνού και ως εκ τούτου δεν μπορεί να κρυφτεί, αλλά φαίνεται από πολύ μακριά. Έτσι και οι Μαθητές, ο τρόπος ζωής τους δηλαδή, οι πράξεις και τα έργα τους, δεν μπορούν να κρυφτούν αλλά είναι φανερά. Από αυτό προκύπτει η ευθύνη όλων μας ως μαθητών του Ιησού Χριστού, ώστε η ζωή μας να αποτελεί πρότυπο. 

 Η σχέση του Ιησού Χριστού με το Μωσαϊκό Νόμο είναι το δεύτερο μεγάλο θέμα της ευαγγελικής περικοπής. Ο Χριστός απαντώντας στους κατηγόρους του, ότι με τη διδασκαλία και τα έργα του στρέφεται εναντίον του Νόμου (βλ. θεραπείες ασθενών το Σάββατο) τονίζει εμφαντικά:  «Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους προφήτας∙ ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι». Εδώ το ρήμα «πληρώσαι» ερμηνεύεται με την έννοια της εκπλήρωσης. Δηλαδή: «Δεν ήρθα να καταργήσω το Νόμο, αλλά να τον εκπληρώσω».

 Ούτε ένα γιώτα δεν κατάργησε από το νόμο ο Ιησούς Χριστός, αφού η επί γης παρουσία και αποστολή του αποτελούν εκπλήρωση των προφητειών και όχι την κατάργηση. Ο Χριστός ερμήνευε το Νόμο κατά το πνεύμα και όχι κατά το νεκρό γράμμα όπως έκαναν οι νομοδιδάσκαλοι. Απορρίπτει δηλαδή ο Ιησούς Χριστός τη στείρα ερμηνεία του Νόμου που έκαναν οι νομοδιδάσκαλοι του Ισραήλ  και μιλά για την ουσία του νόμου, του νόμου του Θεού, του οποίου τις προφητείες εκπληρώνει με την παρουσία του στον κόσμο. Ο Ιησούς Χριστός διακρίνει τις ανθρώπινες παραδόσεις από τις εντολές του Θεού που περιέχονται στο νόμο. Η πλήρωση του νόμου είναι το έργο και η αποστολή του Ιησού Χριστού. Οι μαθητές εξ’ άλλου, έχουν υποχρέωση και καθήκον τήρησης του θείου νόμου, καθώς και της διδασκαλίας του προς τους άλλους. Η εφαρμογή και  διδασκαλία του νόμου εκ μέρους των Μαθητών καθορίζεται επίσης με το λόγο του Χριστού: «ος δι αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών». Είναι ο τρόπος ζωής, ο οποίος πρέπει να συνάδει με το περιεχόμενο των λόγων μας.

 Η Εκκλησία όρισε τη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή κατά την ημέρα της μνήμης των 630 Πατέρων της εν Χαλκηδόνι Δ’ Οικουμενικής Συνόδου, για να μας μεταφέρει το μήνυμα, ότι οι Άγιοι Πατέρες έγιναν πράγματι το φως του κόσμου και ότι η διδασκαλία, το έργο και η παραδειγματική ζωή τους ήταν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, γι αυτό και ανακηρύχθηκαν μεγάλοι από το Θεό στη Βασιλεία του. Αυτούς καλούμαστε να μιμηθούμε. Χωρίς αμφιβολία ο ευαγγελικός λόγος του Κυρίου είναι διαχρονικός και άρα σύγχρονος. Απευθύνεται στους Χριστιανούς κάθε εποχής και ίσως περισσότερο στη δική μας εποχή, όπου κυριαρχεί η σύγχυση ιδεών και αξιών και περίσσευσαν τα λόγια και οι διακηρύξεις έναντι των έργων.

 

 Καλούμαστε λοιπόν οι Χριστιανοί μέσα στο σύγχρονο γίγνεσθαι να γίνουμε φως του κόσμου, με λόγια και κυρίως με έργα, που να φανερώνουν τη χριστιανική ταυτότητά μας, ως «πόλις επάνω όρους κειμένη». Πρέπει να είμαστε φωτεινές εστίες, φωτεινοί λαμπτήρες πρώτα μέσα στο σπίτι μας, στο οικογενειακό μας περιβάλλον. Οι πράξεις μας να είναι έργα του φωτός και όχι του σκότους. Η χριστιανική ζωή είναι για τον κόσμο η καλύτερη απόδειξη της χριστιανικής διδασκαλίας. Η πίστη του χριστιανού είναι ολοκληρωμένη όταν το θεωρητικό της περιεχόμενο εκδηλώνεται εμπράκτως, οπόταν μπορούμε να γίνουμε «φως» αν ενώσουμε τις ζωές μας με την πηγή του φωτός που είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός.

9-7-2017

Κυριακή Ε’ Επιστολών

Απόστολος προς Ρωμ. (ι΄, 1-10)

 

Πρωτότυπο Κείμενο

 Αδελφοί, η μεν ευδοκία της εμής καρδίας και η δέησις η προς τον Θεόν υπέρ του Ισραήλ εστίν εις σωτηρίαν•  μαρτυρώ γαρ αυτοίς ότι ζήλον Θεού έχουσιν, αλλ΄ ου κατ’ επίγνωσιν. Αγνοούντες γαρ την του Θεού δικαιοσύνην, και την ιδίαν δικαιοσύνην ζητούντες στήσαι, τη δικαιοσύνη του Θεού ουχ υπετάγησαν. Τέλος γαρ νόμου Χριστός εις δικαιοσύνην παντί τω πιστεύοντι. Μωυσής γαρ γράφει την δικαιοσύνην την εκ του νόμου, ότι «ο ποιήσας αυτά άνθρωπος ζήσεται εν αυτοίς»˙ η δε εκ πίστεως δικαιοσύνη ούτω λέγει˙ «Μη είπης εν τη καρδία σου, τις αναβήσεται εις τον ουρανόν;». Τουτ’ έστι Χριστόν καταγαγείν˙ ή «τις καταβήσεται εις την άβυσσον;». Τουτ’ έστι Χριστόν εκ νεκρών αναγαγείν. Αλλά τι λέγει; «Εγγύς σου το ρημά έστιν, εν τω στόματί σου και εν τη καρδία σου»˙ τουτ’ έστι το ρήμα της πίστεως ο κηρύσσομεν. Οτι εάν ομολογήσης εν τω στόματί σου Κύριον Ιησούν, και πιστεύσης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός αυτόν ήγειρεν εκ νεκρών, σωθήση˙ καρδία γαρ πιστεύεται εις δικαιοσύνην, στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, η σφοδρή επιθυμία της καρδιάς μου και η δέηση μου στον Θεό είναι να οδηγηθούν οι Ιουδαίοι στη σωτηρία. Μπορώ να σας βεβαιώσω πως έχουν ζήλο Θεού, αλλά χωρίς τη σωστή γνώση. Γι αυτό, στην πράξη αγνοούν το γεγονός πως μόνο ο Θεός μπορεί να δικαιώσει τον άνθρωπο, και προσπαθούν με κάθε τρόπο να διακαιωθούν με τα έργα τους. Το αποτέλεσμα είναι πως δεν αποδέχτηκαν τη δικαίωση που προσφέρει ο Θεός μέσω του Χριστού. Γιατί ο Χριστός είναι το τέλος του νόμου, αφού εκπληρώνει τον σκοπό του, δίνοντας της σωτηρία σ´ όποιον πιστεύει. Ο Μωυσής γράφει για τη δικαίωση που προέρχεται από τον νόμο, ότι όποιος πράττει σύμφωνα με τις εντολές του νόμου, θα βρει σ´ αυτές  τη ζωή. Για τη δικαίωση όμως που πηγάζει από την πίστη, λέει, Μην αναρωτηθείς , ποιός μπορεί ν´ ανέβει στον ουρανό, για να κατεβάσει δηλαδή τον Χριστό. Ούτε να πεις, ποιός μπορεί να στον άδη, για ν´ ανεβάσει δηλαδή τον Χριστό από τους νεκρούς. Αλλά τι λέει, Κοντά σου είναι ο λόγος, στο στόμα σου και στη καρδιά σου, και εννοεί τον λόγο της πίστεως που κηρύττουμε. Αν ομολογήσεις με το στόμα σου πως ο Ιησούς είναι ο Κύριος και πιστέψεις με την καρδιά σου πως ο Θεός τον ανέστησε από τους νεκρούς, θα βρεις τη σωτηρία. Πραγματικά, όποιος πιστεύει με την καρδιά του, οδηγείται στη δικαίωση, κι όποιος ομολογεί με το στόμα, οδηγείται στη σωτηρία.

Σχολιασμός

Το αποστολικό ανάγνωσμα που αναγινώσκεται την 5η Κυριακή του Ματθαίου είναι παρμένο από το 10ο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους επιστολής του Αποστόλου Παύλου. Μέσα από αυτό ο Απόστολος Παύλος προσπαθεί να πείσει τους Ισραηλίτες, ότι η σωτηρία δεν προέρχεται από την τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου, αλλά από την πίστη στον Ιησού Χριστό. Συγκεκριμένα λέει προς τους Ρωμαίους ότι η μεγάλη επιθυμία της καρδίας του και η δέηση του προς το Θεό είναι να οδηγηθούν προς τη σωτηρία οι Ισραηλίτες. Ο ίδιος όντας Ισραηλίτης και πιστός τηρητής του Μωσαϊκού Νόμου πριν τη μεταστροφή του στο Χριστιανισμό, διαβεβαιώνει ότι έχουν ζήλο Θεού χωρίς όμως να έχουν τη σωστή γνώση. Έτσι αγνοούν στην πράξη το γεγονός, ότι μόνο ο Θεός μπορεί να δικαιώσει τον άνθρωπο και προσπαθούν να δικαιωθούν με βάση τα έργα τους. Ως αποτέλεσμα αυτού ήταν η μη αποδοχή της σωτηρίας που προσφέρει ο Θεός μέσω του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς Χριστός αποτελεί το τέλος του Νόμου, αφού μέσω του εκπληρώνεται ο σκοπός του Νόμου που είναι η σωτηρία. Την σωτηρία την χαρίζει ο Ιησούς Χριστός σε οποίον πιστεύει σ’ αυτόν.

Συνεχίζοντας ο Απόστολος Παύλος για να στηρίξει αυτά που λέει επικαλείται το Μωυσή, ο οποίος γράφει ότι για τη δικαίωση που προέρχεται από το Νόμο. Όποιος πράττει σύμφωνα με τις εντολές του Νόμου θα βρει τη ζωή σ’ αυτές. Γιατη δικαίωση όμως που προέρχεται από την πίστη τους λέει να μην αναρωτηθούν στην καρδία τους ποιός μπορεί να ανέβει στον ουρανό για να κατεβάσει το Χριστό, ούτε να πουν ποιός μπορεί να κατέβει στον Άδη για να ανεβάσει τον Χριστό από τους νεκρούς. Αλλά τι τους λέει; Τους λέει ότι είναι κοντά τους ο λόγος στο στόμα τους και στην καρδία τους, εννοώντας τον λόγο της πίστης τον οποίο κηρύττουμε. Όταν ομολογήσεις με το στόμα σου ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος και με την καρδιά σου πιστέψεις ότι ο Θεός τον έχει αναστήσει από τους νεκρούς, τότε θα βρεις τη σωτηρία. Γιατί πραγματικά όποιος πιστεύει με την καρδιά του, οδηγείται στη δικαίωση και όποιος ομολογεί με το στόμα του οδηγείται στη σωτηρία.

 Ο μεγάλος ζήλος που επιδείκνυαν οι Ισραηλίτες προς το Θεό αναγνωρίζεται και επαινείται από τον Απόστολο Παύλο, αλλά ταυτόχρονα διευκρινίζεται, ότι ο ζήλος αυτός είναι χωρίς επίγνωση. Και είναι χωρίς επίγνωση γιατί οι ίδιοι αρνούνταν να κατανοήσουν σωστά το Νόμο και να οδηγηθούν στη σωτηρία. Προσπαθούσαν μέσω της πιστής εφαρμογής των διατάξεων του Νόμου να πετύχουν την δικαίωση, ξεχνώντας ή παραγνωρίζοντας ότι η δικαίωση προέρχεται από τον Θεό ως δωρεά. Η εξωτερική και επιφανειακή τήρηση του Νόμου τους κρατά μακριά από τη χάρη του Θεού.

 Οι εντολές που δόθηκαν από τον Θεό στους ανθρώπους φανερώνουν την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και δόθηκαν για να καταστούν  σημείο κοινωνίας μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων μετά την πτώση. Η αυτονόμηση του Νόμου από τον Θεό και η χρήση του ως μιας νομοθεσίας, όπως υπάρχει σε κάθε λαό δεν προετοιμάζει τον άνθρωπο για να φτάσει στην σωτηρία. Αντίθετα οι εντολές που δόθηκαν στο νόμο δεν έχουν ως σκοπό την καταναγκαστική εφαρμογή τους, αλλά την αγαπητική αποδοχή τους εκ μέρους των ανθρώπων, έτσι ώστε να φτάσουν στη σωτηρία. Ο άνθρωπος όταν εφαρμόζει τις εντολές του Θεού πρέπει να πλημμυρίζεται ολόκληρη η ύπαρξη του. Η οποιαδήποτε προσπάθεια του ανθρώπου να δικαιωθεί μέσα από τα έργα του Νόμου φανερώνει την εγωϊστική του διάθεση να φτάσει στη δικαίωση χωρίς τη πίστη στο Χριστό που αποτελεί το τέλος και τον σκοπό του Νόμου.

 Λέγοντας πίστη δεν εννοούμε την αναγνώριση ορισμένων θρησκευτικών και ηθικών αληθειών αλλά αναφερόμαστε στο θεανθρώπινο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αναφερόμαστε στη σάρκωση, τον θάνατο και την ανάσταση του Κυρίου. Ο περιορισμός της πίστης σε μερικές αλήθειες και έργα περιορίζει την πίστη στα αισθητά όπως έκαναν και οι Ισραηλίτες με αποτέλεσμα να μην οδηγούμαστε στη σωτηρία. Οι άγιοι που τιμούμε μέσα στην Εκκλησία ομολόγησαν τον Χριστό θυσιάζοντας και τη ζωή τους ακόμη. Η αληθινή πίστη του Χριστιανού ξεκινά με την πίστη στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και ολοκληρώνεται με την κοινωνία και την ένωση μαζί του. Ως αποτέλεσμα αυτής της πίστης, έρχεται ως επακόλουθο η τήρηση των εντολών του Θεού και τα καλά έργα.

 Για να στηρίξει αυτά που λέει ο Απόστολος Παύλος για την πίστη, παραπέμπει στο Μωυσή. Αυτά που έλεγε ο Μωυσής για τις εντολές του Νόμου, ο Απόστολος Παύλος τ αποδίδει στη πίστη. Η σωτηρία η οποία προέρχεται από την πίστη στον Ιησού Χριστό είναι πλέον κατορθωτή σε αντίθεση με την δικαίωση που προέρχεται από την πλήρη τήρηση των εντολών του Νόμου, μιας και κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να τηρήσει ολόκληρο το Νόμο. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει και το ότι τα όρια και οι δυνατότητες του Νόμου εστιάζονται στην προκοπή του ανθρώπου, στην εδώ ζωή του. Η σωτηρία που προέρχεται από την πίστη στον Ιησού Χριστό λαμβάνει εσχατολογική διάσταση, επεκτείνεται και μετά τον θάνατο, στη αιωνιότητα. Έτσι δεν χρειάζεται να σκεφτεί κανείς ποιός μπορεί ν’ ανέβει στον ουρανό για να κατεβάσει τον Χριστό ή ποιός μπορεί να κατέβει στον Άδη για ν’ ανεβάσει τον Χριστό από τους νεκρούς. Η πίστη βγαίνει μέσα από την καρδία του ανθρώπου χωρίς να χρειάζεται να περάσει μέσα από την ανθρώπινη λογική.

Με βάση τα όσα μας εξέθεσε ο Απόστολος Παύλος στη σημερινή αποστολική περικοπή γίνεται κατανοητό ότι η σωτηρία προέρχεται μέσα από την πίστη στον Ιησού Χριστό. Η πίστη αυτή αποτελεί τη σωστή εφαρμογή του Νόμου που θα μας οδηγήσει στη σωτηρία. Τα διάφορα έργα που κάνουμε όπως και η τήρηση των εντολών χωρίς την πίστη στον Ιησού Χριστό δεν μας οδηγούν στη σωτηρία. Η ψυχρή τήρηση των εντολών ή ακόμα και η «έξωθεν» επιφανειακή τήρηση ορισμένων θρησκευτικών διατάξεων χωρίς την ουσιαστική και βαθύτερη σημασία τους στερεί τον άνθρωπο από τη σωστική Χάρη του Θεού. Η πίστη λοιπόν στον Ιησού Χριστό ως Σωτήρα και Λυτρωτή είναι η πηγή της σωτηρίας του ανθρώπου.

 

9-7-2017

Κυριακή Ε΄Ματθαίου

Ευαγγέλιο κατά Ματθ. (η, 28-34, θ, 1)

Πρωτότυπο κείμενο

 28. Και ελθόντι αυτώ εις το πέραν εις την χώραν των Γεργεσηνών υπήντησαν αυτώ δύο δαιμονιζόμενοι εκ των μνημείων εξερχόμενοι, χαλεποί λίαν, ώστε μη ισχύειν τινά παρελθείν δια της οδού εκείνης. 29. Και ιδού έκραξαν λέγοντες• τι ημίν και σοι, Ιησού υιέ του Θεού; Ήλθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς; 30. Ην δε μακράν απ΄ αυτών αγέλη χοίρων πολλών βοσκομένη. 31. Οι δε δαίμονες παρεκάλουν αυτόν λέγοντες• ει εκβάλλεις ημάς, επίτρεψον ημίν απελθείν εις την αγέλην των χοίρων. 32. Και είπεν αυτοίς• υπάγετε. Οι δε εξελθόντες απήλθον εις την αγέλην των χοίρων• και ιδού ώρμησε πάσα η αγέλη των χοίρων κατά του κρημνού εις την θάλασσαν και απέθανον εν τοις ύδασιν. 33. Οι δε βόσκοντες έφυγον, και απελθόντες εις την πόλιν απήγγειλαν πάντα και τα των δαιμονιζομένων. 34. Και ιδού πάσα η πόλις εξήλθεν εις συνάντησιν τω Ιησού, και ιδόντες αυτόν παρεκάλεσαν όπως μεταβή από των ορίων αυτών. 9,1. Και εμβάς εις πλοίον διεπέρασε και ήλθεν εις την ιδίαν πόλιν.

Απόδοση

 Όταν έφτασε στην απέναντι όχθη, στην περιοχή των Γεργεσηνών, τον συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι που έρχονταν από τα μνήματα, τόσο φοβεροί, που κανένας δεν τολμούσε να περάσει από κείνον το δρόμο. Και με κραυγές του είπαν: «Τι δουλειά έχεις εσύ μ΄εμάς Υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ για να μας βασανίσεις πριν την ώρα μας;» Μακριά απ΄ αυτούς έβοσκε ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους. Και οι δαίμονες τον παρακαλούσαν λέγοντας: «Αν είναι να μας διώξεις, άφησέ μας να πάμε στο κοπάδι των χοίρων». Και εκείνος τους είπε: «Πηγαίνετε». Αυτοί βγήκαν και πήγαν στο κοπάδι των χοίρων. Και όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε και γκρεμίστηκε στη λίμνη και πνίγηκαν μέσα στα νερά. Τότε οι βοσκοί έφυγαν, πήγαν στην πόλη και ανάγγειλαν όλα τα συμβάντα και ό,τι έγινε με τους δαιμονισμένους. Βγήκε τότε όλη η πόλη να συναντήσει τον Ιησού, κι όταν τον είδαν, τον παρακάλεσαν να φύγει από την περιοχή τους. Ο Ιησούς επιβιβάστηκε στο πλοίο, διέσχισε τη λίμνη και ήρθε στην πόλη του. 

Ερμηνεία 

1.    Η θεραπεία των δαιμονισμένων στα Γάδαρα

Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μας περιγράφει το θαύμα της απαλλαγής από τους δαίμονες των δυο δαιμονισμένων ανθρώπων που συναντά στην πορεία του ο Ιησούς Χριστός.  Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν μαζί με τους μαθητές του αποβιβάζονται από το πλοίο και πορεύονται μέσα στη χώρα των Γεργεσηνών, οπότε και συναντούν τους δυο δαιμονισμένους, που κατοικούσαν μέσα στα μνήματα και αποτελούσαν κίνδυνο και φόβο για τους διερχομένους.

Όταν οι δαιμονισμένοι αντίκρυσαν τον Ιησού Χριστό άρχισαν να φωνάζουν: ««Τι δουλειά έχεις εσύ μ΄εμάς Υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ για να μας βασανίσεις πριν την ώρα μας;». Φυσικά εκείνη τη στιγμή δεν μιλούσαν οι ταλαίπωροι εκείνοι άνθρωποι, αλλά τα δαιμόνια που είχαν μέσα τους. Τα δαιμόνια αναγνώρισαν τη θεϊκή ιδιότητα του Ιησού Χριστού γι αυτό και τον παρακαλούσαν: «Αν είναι να μας διώξεις, άφησέ μας να πάμε στο κοπάδι των χοίρων». Ο Ιησούς Χριστός τους επιτρέπει να πάνε στο κοπάδι των χοίρων που έβοσκε εκεί κοντά και τότε όλο το κοπάδι έπεσε μέσα στη θάλασσα και καταποντίστηκε. Οι ιδιοκτήτες του κοπαδιού, φοβισμένοι προφανώς πήγαν μέσα στην πόλη και διηγήθηκαν τα γεγονότα, οπότε όλος ο λαός βγήκε από την πόλη για να συναντήσει τον Ιησού Χριστό και να τον παρακαλέσει να φύγει από τις περιοχές του. Πράγμα το οποίο και έγινε: «Ο Ιησούς επιβιβάστηκε στο πλοίο, διέσχισε τη λίμνη και ήρθε στην πόλη του».

2.    Ο Χριστός είναι ο ελευθερωτής των ανθρώπων από την εξουσία του διαβόλου

Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος τοποθετεί χρονικά το θαύμα αυτό αμέσως μετά την κατάπαυση της τρικυμίας και την επιβολή στα στοιχεία της φύσης από τον Ιησού Χριστό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον θαυμασμό των μαθητών και την έκφραση της απορίας εκ μέρους τους: «ποταπός εστίν ούτος, ότι και οι άνεμοι και η θάλασσα υπακούουσιν αυτώ;» (Ματθ.8,27).

Η συσχέτιση των δυο θαυμάτων δεν είναι τυχαία. Με την κατάπαυση της τρικυμίας ο Ιησούς Χριστός φανερώνει την εξουσία του πάνω στα στοιχεία της φύσης, με τη θεραπεία των δαιμονισμένων φανερώνει και την εξουσία του πάνω στα υπερφυσικά στοιχεία, στα πονηρά πνεύματα.

Τα πονηρά πνεύματα είχαν την επίγνωση της δύναμης και εξουσίας του Ιησού Χριστού αλλά και της αιώνιας καταδίκης τους κατά τους εσχάτους καιρούς, αυτό μαρτυρεί και η φράση τους: «Ήλθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς;». Η αντίληψη αυτή επικρατούσε ευρύτερα, όχι μόνο δηλαδή στον ιουδαϊκό κόσμο, αλλά και στον εθνικό, ότι δηλαδή κάποτε θα έλθει ο Μεσσίας για να απαλλάξει τους ανθρώπους από την δουλεία των πονηρών πνευμάτων.

Εντύπωση προκαλεί ωστόσο το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός, ακούει το αίτημα των δαιμόνων και εκπληρώνει την επιθυμία τους, επιτρέποντάς τους να εισέλθουν στο κοπάδι των χοίρων. Οι δαίμονες είναι πονηρά και ακάθαρτα πνεύματα, που αντιστρατεύονται το θέλημα του Θεού και επιχειρούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο, το κατεξοχήν δημιούργημα του Θεού, την εικόνα του Θεού στην αμαρτία και ακαθαρσία. Κατά την ιουδαϊκή αντίληψη οι χοίροι ήταν ακάθαρτα ζώα, γι αυτό και οι ακάθαρτοι δαίμονες καταποντίστηκαν μαζί με αυτούς μέσα στη θάλασσα και άφησαν ελεύθερους τους ανθρώπους. Τα δαιμόνια όσο βρίσκονταν μέσα στους δυο ταλαίπωρους ανθρώπους τους οδηγούσαν στον πνευματικό θάνατο και τους εγκαθίδρυσαν μέσα στα μνήματα, τώρα οι ακάθαρτοι δαίμονες με τους ακάθαρτους χοίρους οδηγήθηκαν στην απώλεια. Κατά μια άλλη ερμηνεία ο Ιησούς Χριστός επιτρέπει στους δαίμονες να εισέλθουν στο κοπάδι των χοίρων και να καταποντιστούν, για να διδάξει τους ανθρώπους ότι παρά τη δύναμη και κακουργία που διαθέτουν, εντούτοις δεν έχουν το δικαίωμα ούτε καν στους χοίρους να κάνουν κακό, εαν αυτό δεν το επιτρέψει ο Θεός, πόσο μάλλον στους ανθρώπους. Ο Θεός επιτρέπει στους δαίμονες να πειράζουν τους ανθρώπους μέχρι ενός σημείου. Ο Θεός δεν επιτρέπει να δαιμονοποιείται ο κόσμος ή να δαιμονοκρατείται. 

3.    Το άνοιγμα του Χριστού στα έθνη

Η μετάβαση του Ιησού Χριστού από την Καπερναούμ στη χώρα των Γεργεσηνών είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί φανερώνει την έξοδο από τον κλειστό χώρο των ιουδαϊκών εδαφών και το άνοιγμα του μηνύματος του ευαγγελίου του στον εθνικό – ειδωλολατρικό κόσμο. Το ευαγγέλιο και κατ’ επέκταση το έργο της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού λαμβάνει οικουμενικό και πανανθρώπινο χαρακτήρα. 

4.    Η αντίδραση των Γεργεσηνών

 Η διήγηση της περικοπής αυτής περιέχει δυο βασικές αντιθέσεις. Από τη μια είναι τα πονηρά πνεύματα που αναγνωρίζουν τη θεότητα του Ιησού Χριστού όπως είδαμε και τον παρακαλούν να τους λυπηθεί και να μην τους καταστρέψει και από την άλλη είναι οι κάτοικοι της περιοχής εκείνης που αρνούνται να Τον δεχτούν. Με τη θεραπεία λοιπόν των δαιμονισμένων ο Ιησούς Χριστός αποδεικνύει, ότι είναι ο Μεσσίας και Λυτρωτής του κόσμου, γι αυτό και εκδιώκει τα πονηρά πνεύματα και ανοίγει το δρόμο στους μαθητές του για τον ευαγγελισμό της οικουμένης.

 Από την άλλη πλευρά θα ανέμενε κανείς, ότι οι κάτοικοι των περιοχών αυτών θα δέχονταν με ενθουσιασμό τον Ιησού Χριστό, αφού απάλλαξε δυο συμπατριώτες τους από τη δουλεία των πονηρών πνευμάτων. Ωστόσο Του ζητούν να φύγει αμέσως από τις περιοχές τους. Παρόλο που έχουν μπροστά τους το θαύμα, εντούτοις αδυνατούν να πιστέψουν στον Ιησού Χριστό και να τον δεχτούν ως Μεσσία και Λυτρωτή τους. Φαίνεται ότι πιο πολύ τους ενόχλησε η απώλεια των χοίρων, που εξάλλου δεν επιτρεπόταν από τον Μωσαϊκό νόμο, παρά τους χαροποίησε η θεραπεία των δυο συμπατριωτών τους. Κατά τον τρόπο αυτό απέδειξαν ότι μπορεί μεν εκείνοι να μην κατέχονταν από πονηρά πνεύματα, όμως η ζωή και τα έργα τους ήταν αντίθετα με το θέλημα του Θεού, ενώ ταυτόχρονα δεν είχαν και τη διάθεση να αλλάξουν τρόπο ζωής, να μετανοήσουν και να δεχτούν τη λυτρωτική παρουσία του Μεσσία. 

5.    Επίλογος

Μια τέτοια αντίληψη και θεωρία του κόσμου επιχειρείται να επικρατήσει σήμερα από πολλούς και δυστυχώς και από πνευματικούς και εκκλησιαστικούς ανθρώπους. Κάθε νέο επίτευγμα της τεχνολογίας, κάθε νέα θεωρία της επιστήμης, κάθε πρωτοποριακή ιδέα εύκολα μπορεί να χαρακτηριστεί ως «δαιμονική». Κάθε τι το νέο πρέπει, κατά την αντίληψη ορισμένων, να κρύβει πίσω την παρουσία, ενέργεια και απειλή του διαβόλου. Έτσι φθάνουμε στο σημείο εμείς οι ίδιοι να δίνουμε στο διάβολο εξουσίες που δεν έχει. Ο Ιησούς Χριστός με το θαύμα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής ξεκαθαρίζει το τοπίο. Ο διάβολος έχει μεν εξουσία και δύναμη, αλλά περιορισμένη και παροδική. Είναι «κοσμοκράτωρ του αιώνος τούτου» αλλά όχι παντοκράτωρ! Τον πρώτο και τελευταίο λόγο τον έχει ο Θεός. Η εξουσία και η δύναμη του διαβόλου περιορίζεται στο σημείο που ο Θεός του επιτρέπει να πειράξει τους ανθρώπους για την παιδαγωγία τους. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι εκείνο του δίκαιου Ιώβ. Ο Ιησούς Χριστός ήλθε για να καταργήσει το κράτος και την εξουσία του διαβόλου. Η ζωντανή και αληθινή σύνδεσή μας με τον Ιησού Χριστό σημαίνει και τη λήξη της όποιας εξουσίας του διαβόλου στη ζωή μας, όπως συνέβη και με τους δυο ανθρώπους της σημερινής ευαγγελικής περικοπής. Ο άνθρωπος που πιστεύει πραγματικά στον Ιησού Χριστό δεν έχει να φοβηθεί καμία δαιμονική ενέργεια. Ο πιστός άνθρωπος περιμένει την τελική επικράτηση της Βασιλείας του Θεού που θα σημάνει και την οριστική και τελειωτική καταδίκη της όποιας δύναμης των πονηρών πνευμάτων.