14-5-2017

Κυριακή της Σαμαρείτιδος

 

Απόστολος Πράξ. (ια΄, 19-30)

Πρωτότυπο Κείμενο

Οι μέν ούν διασπαρέντες από της θλίψεως της γενομένης επί Στεφάνω διήλθον έως Φοινίκης και Κύπρου και Αντιοχείας, μηδενί λαλούντες τον λόγον ει μη μόνον Ιουδαίοις. Ήσαν δε τινες εξ αυτών άνδρες  Κύπριοι και Κυρηναίοι, οίτινες εισελθόντες εις Αντιόχειαν ελάλουν προς τους Ελληνιστάς, ευαγγελιζόμενοι τον Κύριον Ιησούν. Και ην χειρ Κυρίου μετ’ αυτών, πολύς τε αριθμός πιστεύσας επέστρεψεν επί τον Κύριον. Ηκούσθη δε ο λόγος εις τα ώτα της εκκλησίας της εν Ιεροσολύμοις περί αυτών, και εξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθείν έως Αντιοχείας∙ ος παραγενόμενος  και ιδών την χάριν του Θεού εχάρη, και παρεκάλει πάντας τη προθέσει της καρδίας προσμένειν τω Κυρίω, ότι ην ανήρ αγαθός και πλήρης Πνεύματος Αγίου και πίστεως∙ και προσετέθη όχλος ικανός τω Κυρίω. Εξήλθε δε εις Ταρσόν ο Βαρνάβας αναζητήσαι Σαύλον, και ευρών αυτόν ήγαγεν αυτόν εις Αντιόχειαν. Εγένετο δε αυτούς ενιαυτόν όλον συναχθήναι εν τη εκκλησία και διδάξαι όχλον ικανόν, χρηματίσαι τε πρώτον εν Αντιοχεία τους μαθητάς Χριστιανούς. Εν ταύταις δε ταις ημέραις κατήλθον από Ιεροσολύμων προφήται εις Αντιόχειαν∙ αναστάς δε εις εξ αυτών ονόματι Άγαβος εσήμανε διά του Πνεύματος λιμόν μέγαν μέλλειν έσεσθαι εφ’ όλην την οικουμένην∙ όστις και εγένετο επί Κλαυδίου Καίσαρος. Των δε μαθητών καθώς ηυπορείτο τις, ώρισαν έκαστος αυτών εις διακονίαν πέμψαι τοις κατοικούσιν εν τη Ιουδαία αδελφοίς∙ ο και εποίησαν αποστείλαντες προς τους πρεσβυτέρους δια χειρός Βαρνάβα και Σαύλου.

Νεοελληνική Απόδοση

Οι χριστιανοί που είχαν διασκορπιστεί από τα Ιεροσόλυμα μετά το διωγμό που ακολούθησε το λιθοβολισμό του Στεφάνου έφτασαν ως τη Φοινίκη, την Κύπρο και την Αντιόχεια. Σε κανέναν δεν κήρυτταν για το Χριστό παρά μόνο στους Ιουδαίους. Ανάμεσά τους ήταν και μερικοί Κύπριοι και Κυρηναίοι, που είχαν έρθει στην Αντιόχεια και κήρυτταν στους ελληνόφωνους Ιουδαίους το χαρμόσυνο μήνυμα, ότι ο Ιησούς είναι ο Κύριος. Η δύναμη του Κυρίου ήταν μαζί τους, και πολλοί ήταν εκείνοι που πίστεψαν και δέχτηκαν τον Ιησού για Κύριό τους. Οι ειδήσεις γι’ αυτά έφτασαν και στην εκκλησία των Ιεροσολύμων∙ έτσι έστειλαν το Βαρνάβα να πάει στην Αντιόχεια. Αυτός, όταν έφτασε εκεί και είδε το έργο της χάριτος του Θεού, χάρηκε και τους συμβούλευε όλους να μένουν αφοσιωμένοι στον Κύριο με όλη τους την καρδιά. Ο Βαρνάβας ήταν άνθρωπος αγαθός και γεμάτος Άγιο Πνεύμα και πίστη. Έτσι, πολύς κόσμος προστέθηκε στους πιστούς του Κυρίου. Ύστερα ο Βαρνάβας πήγε στην Ταρσό για να αναζητήσει το Σαύλο. Όταν τον βρήκε τον έφερε στην Αντιόχεια. Εκεί συμμετείχαν στις συνάξεις της εκκλησίας για έναν ολόκληρο χρόνο και δίδαξαν πολύ κόσμο. Επίσης στην Αντιόχεια για πρώτη φορά ονομάστηκαν οι μαθητές του Ιησού «Χριστιανοί». Εκείνες τις μέρες κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα προφήτες Στην Αντιόχεια. Ένας απ’ αυτούς, που τον έλεγαν Άγαβο, προανάγγειλε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος ότι θα πέσει σ’ όλη την οικουμένη μεγάλη πείνα, πράγμα που έγινε όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κλαύδιος. Οι χριστιανοί στην Αντιόχεια αποφάσισαν να στείλουν βοήθεια στους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία, ό,τι μπορούσε ο καθένας. Αυτό κι έκαναν: έστειλαν τη βοήθειά τους με το Βαρνάβα και το Σαύλο στους πρεσβυτέρους των Ιεροσολύμων.

Σχολιασμός

Μελετώντας  κάποιος το ιεραποστολικό έργο του Αποστόλου Βαρνάβα  διαπιστώνει με σιγουριά ότι πρόκειται για άνθρωπό με καρδιά γεμάτη αγάπη, καλοσύνη, αλλά και ταπεινοφροσύνη. Το Άγιο Πνεύμα αποτελούσε για τον ίδιο πάντα φάρο φωτεινό αν μάλιστα το συνδυάσουμε με την απέραντη ικανοποίηση και χαρά που του δημιούργησε ψυχικά η ιεραποστολική προσπάθεια μιας ομάδας απλών χριστιανών στην Αντιόχεια  η οποία απέδωσε καρπούς αφού αρκετοί πίστεψαν στον Ιησού Χριστό. Δεν  θεώρησε για κανένα λόγο ότι οι ανθρώποι αυτοί παρενέβησαν στο αποστολικό του έργο και έτσι να εξοργιστεί αντίθετα «ιδών την χάριν του Θεού εχάρη».

Είναι γεγονός ότι πραγματικά πρέπει κάποιος να διακατέχεται με μεγάλα αποθέματα καλοκαρδίας ώστε να αισθάνεται ευτυχισμένος και ικανοποιημένος για την ευδόκιμη υπηρεσία του άλλου και  την προσηλωσή του αλλά και την πρόοδο του στα καλά έργα.  Όταν δούμε ένα φτωχό, ένα πεινασμένο με ακατάστατη ενδυμασία, ο οποίος δεν έχει που την κεφαλή να κλίνη, ξεχασμένο από όλους χωρίς κάποιο συγγενή τότε το αίσθημα της συμπόνιας πολιορκεί την ψυχή μας. Κάποιες φορές σαν να μας ξυπνάει απο τον εγωισμό μας  μια φωνή  και να μας θέτει το εξής ερώτημα: «Αν εσύ βρισκόσουν σε αυτή τη κατάσταση θα ήθελες να σε αντιμετωπίζουν με αδιαφορία και δυσπιστία οι ανθρώποι; Τις πλείστες φορές δεν μένουν όλα αυτά απλά συναισθήματα  αλλά μεταποιούνται σε έργα καλοσύνης  και  κατανόησης προς τον πονεμένο. Η εσωτερική χαρά τότε είναι διάχυτη σε εμάς για το καλό που του κάναμε.

Πως να μην επαναστατήσει η καρδιά όταν δεί τον οποιοδήποτε να πέφτει στα πλοκάμια επιτηδείων, όταν ένας αδύνατος και απροστάτευτος αδικείται,να χάνει και το πιο λιγοστό περίσσευμα του από τον κάθε ασυνείδητο εκμεταλλευτή. Ποιος πήγε σε εξόδιο ακολουθία (κηδεία) και δεν λύγισε και συγκλονίστηκε βλέποντας και ακούοντας τον πόνο, τον θρήνο και τα κλάματα των οικείων; Σε όλες αυτές τις καταστάσεις οι όποιες κακίες, διαφορές, αντιπαραθέσεις παραμερίζονται και τότε την απόλυτη κυριαρχία επιβάλλεται να την έχει η συμπόνια.  Έτσι η εντολή του Αποστόλου Παύλου γίνεται πράξη «χαίρειν μετά χαιρόντων και κλαίειν μετά κλαιόντων» (Ρωμ. ιβ΄ 15) .

Σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο απαιτείται περισσότερη καλλιεργημένη ψυχή, διά να χαρεί κανείς με τους χαίροντες παρά για να κλαίει με τους κλαίοντες. Το «κλαίειν μετά κλαιόντων» το κατορθώνει αύτη η φυσική μας ιδιοσυστασία. Το άλλο όμως έχει ανάγκη γενναίας ψυχής, ώστε όχι μόνον να μην φθονούμεν τον ευδοκιμούντα, αλλά και να χαίρωμεν μαζί του διά τας επιτυχίας του».

Αυτό λοιπόν πρέπει να επιδιώκει ο ειλικρινής χριστιανός. Τέκνα του Θεού όλοι είμαστε. Ανήκουμε όλοι στην Εκκλησία του Ιησού Χριστού μας. Υπάρχει η κοινή συμμετοχή στα μυστήρια της χάριτος. Είμαστε μέλοι του αυτού μυστικού σώματος,του οποίου κεφαλή είναι ο Χριστός. Λέγει ο απόστολος Παύλος «είτε πάσχει εν μέλος, συμπάσχει πάντα τα μέλη, είτε δοξάζεται έν μέλος, συγχαίρει πάντα τα μέλη» (Ά Κορ. ιβ΄ 26) .

Στην Βασιλεία των ουρανών ως μόνη πηγή χαράς θα είναι η δόξα και η μακαριότητα που θα απολαμβάνει ο άνθρωπος. Αυτήν την χαρά προγεύεται στην παρούσα ζωή ο άνθρωπος του Θεού, όταν ατενίζει την προκοπή και την χαρά του άλλου. Τότε οι δοξολογίες οι οποίες αναπέμπονται προς τον Κύριο και Θεο μάς είναι μυριάδες και προέρχονται από τα βάθη της καρδιάς μας. 

 

14-5-2017

Κυριακή της Σαμαρείτιδος

 

Ευαγγέλιον κατά Ιωάννου (δ΄, 5-42)

Πρωτότυπο κείμενο

Έρχεται ουν εις πόλιν της Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ, πλησίον του χωρίου ο έδωκεν Ιακώβ Ιωσήφ τω υιώ αυτού• ην δε εκεί πηγή του Ιακώβ. Ο ουν Ιησούς κεκοπιακώς εκ της οδοιπορίας εκαθέζετο ούτως επί τη πηγή• ώρα ην ωσεί έκτη. Έρχεται γυνή εκ της Σαμαρείας αντλήσαι ύδωρ. Λέγει αυτή ο Ιησούς• Δος μοι πιείν. Οι γαρ μαθηταί αυτού απεληλύθησαν εις την πόλιν ίνα τροφάς αγοράσωσι. Λέγει ουν αυτώ η γυνή η Σαμαρείτις• πώς συ Ιουδαίος ων παρ΄ εμού πιείν αιτείς, ούσης γυναικός Σαμαρείτιδος; Ου γαρ συγχρώνται Ιουδαίοι Σαμαρείταις. Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτή• ει ήδεις την δωρεάν του Θεού, και τις εστιν ο λέγων σοι, δος μοι πιείν, συ αν ήτησας αυτόν, και έδωκεν αν σοι το ύδωρ το ζών. Λέγει αυτώ η γυνή• Κύριε, ούτε άντλημα έχεις, και το φρέαρ εστί βαθύ• πόθεν ουν έχεις το ύδωρ το ζών; Μη συ μείζων ει του πατρός ημών Ιακώβ, ος έδωκεν ημίν το φρέαρ, και αυτός εξ αυτού έπιε και οι υιοί αυτού και τα θρέμματα αυτού; Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτή• πας ο πίνων εκ του ύδατος τούτου διψήσει πάλιν• ος δ΄ αν πίη εκ του ύδατος ου εγώ δώσω αυτώ, ου μη διψήση εις τον αιώνα, αλλά το ύδωρ ο δώσω αυτώ, γενήσεται εν αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον. Λέγει προς αυτόν η γυνή• Κύριε, δος μοι τούτο το ύδωρ, ίνα μη διψώ μηδέ έρχωμαι ενθάδε αντλείν. Λέγει αυτή ο Ιησούς• ύπαγε φώνησον τον άνδρα σου και ελθέ ενθάδε. Απεκρίθη η γυνή και είπεν• ουκ έχω άνδρα. Λέγει αυτή ο Ιησούς• καλώς είπας ότι άνδρα ουκ έχω• πέντε γαρ άνδρας έσχες, και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ• τούτο αληθές είρηκας. Λέγει αυτώ η γυνή• Κύριε, θεωρώ ότι προφήτης εις σύ. Οι πατέρες ημών εν τω όρει τούτω προσεκύνησαν• και υμείς λέγετε ότι εν Ιεροσολύμοις εστίν ο τόπος όπου δεί προσκυνείν. Λέγει αυτή ο Ιησούς• γύναι, πίστευσόν μοι ότι έρχεται ώρα ότε ούτε εν τω όρει τούτω ούτε εν Ιεροσολύμοις προσκυνήσετε τω πατρί. Υμείς προσκυνείτε ο ουκ οίδατε, ημείς προσκυνούμεν ο οίδαμεν• ότι η σωτηρία εκ των Ιουδαίων εστίν. Αλλ΄ έρχεται ώρα, και νύν εστίν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τω πατρί εν πνεύματι και αληθεία• και γαρ ο πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν. Πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δεί προσκυνείν. Λέγει αυτώ η γυνή• οίδα ότι Μεσσίας έρχεται ο λεγόμενος Χριστός• όταν έλθη εκείνος, αναγγελεί ημίν ταύτα. Λέγει αυτή ο Ιησούς• εγώ ειμί ο λαλών σοι. Και επί τούτω ήλθον οι μαθηταί αυτού, και εθαύμασαν ότι μετά γυναικός ελάλει• ουδείς μέντοι είπε, τι ζητείς ή τι λαλείς μετ΄ αυτής; Αφήκεν ουν την υδρίαν αυτής η γυνή και απήλθεν εις την πόλιν, και λέγει τοις ανθρώποις• δεύτε ίδετε άνθρωπον ος είπε μοι πάντα όσα εποίησα• μήτι ούτος εστίν ο Χριστός; Εξήλθον ουν εκ της πόλεως και ήρχοντο προς αυτόν.

Εν δε τω μεταξύ ηρώτων αυτόν οι μαθηταί λέγοντες• ραββί, φάγε. Ο δε είπεν αυτοίς• εγώ βρώσιν έχω φαγείν, ην υμείς ουκ οίδατε. Έλεγον ουν οι μαθηταί προς αλλήλους• μη τις ήνεγκεν αυτώ φαγείν; Λέγει αυτοίς ο Ιησούς• εμόν βρώμα εστίν ίνα ποιώ το θέλημα του πέμψαντός με και τελειώσω αυτού το έργον. Ουχ υμείς λέγετε ότι έτι τετράμηνός εστι και ο θερισμός έρχεται; Ιδού λέγω υμίν, επάρατε τους οφθαλμούς υμών και θεάσασθε τας χώρας, ότι λευκαί εισι προς θερισμόν ήδη. Και ο θερίζων μισθόν λαμβάνει και συνάγει καρπόν εις ζωήν αιώνιον, ίνα και ο σπείρων ομού χαίρη και ο θερίζων. Εν γαρ τούτω ο λόγος εστιν ο αληθινός, ότι άλλος εστίν ο σπείρων και άλλος ο θερίζων. Εγώ απέστειλα υμάς θερίζειν ο ουχ υμείς κεκοπιάκατε• άλλοι κεκοπιάκασι, και υμείς εις τον κόπον αυτών εισεληλύθατε. Εκ δε της πόλεως εκείνης πολλοί επίστευσαν εις αυτόν των Σαμαρειτών δια τον λόγον της γυναικός, μαρτυρούσης ότι είπέ μοι πάντα όσα εποίησα. Ως ουν ήλθον προς αυτόν οι Σαμαρείται, ηρώτων αυτόν μείναι παρ΄ αυτοίς• και έμεινε εκεί δύο ημέρας. Και πολλώ πλείους επίστευσαν δια τον λόγον αυτού, τη τε γυναικί έλεγον ότι ουκέτι δια την σην λαλιάν πιστεύομεν• αυτοί γαρ ακηκόαμεν, και οίδαμεν ότι ούτός εστιν αληθώς ο σωτήρ του κόσμου ο Χριστός.

Απόδοση

Έφτασε έτσι σε μια πόλη της Σαμαρείας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στο χωράφι που είχε δώσει ο Ιακώβ στο γιο του τον Ιωσήφ. Εκεί βρισκόταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, κουρασμένος από την πεζοπορία, κάθισε κοντά στο πηγάδι• ήταν γύρω στο μεσημέρι. Οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη να αγοράσουν τρόφιμα. Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμαρεία να βγάλει νερό. Ο Ιησούς της λέει: «δώσ΄ μου να πιω». Η γυναίκα του απάντησε: «εσύ είσαι Ιουδαίος και εγώ Σαμαρείτισσα. Πώς ζητάς να σου δώσω νερό να πιείς; Οι Ιουδαίοι αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τους Σαμαρείτες». Ο Ιησούς της απάντησε: «αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιός είναι αυτός που σου λέει «δώσ΄ μου να πιώ», τότε εσύ θα του ζητούσες τη δωρεά του Θεού, και εκείνος θα σου έδινε ζωντανό νερό». Του λέει η γυναίκα «Κύριε, εσύ δεν έχεις ούτε καν κουβά, και το πηγάδι είναι βαθύ, από πού, λοιπόν, το έχεις το τρεχούμενο νερό; Αυτό το πηγάδι μας το χάρισε ο προπάτοράς μας ο Ιακώβ, ήπιε από αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα ζωντανά του. Μήπως εσύ είσαι ανώτερος από αυτόν; Ο Ιησούς της απάντησε: «όποιος πίνει από αυτό το νερό θα διψάσει πάλι, όποιος όμως πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ δε θα διψάσει ποτέ, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του μια πηγή που θα αναβλύζει νερό ζωής αιώνιας. Του λεει η γυναίκα: «Κύριε, δώσ΄ μου αυτό το νερό για να μη διψάω, και ούτε να έρχομαι ως εδώ για να το παίρνω». Τότε ο Ιησούς της είπε: «πήγαινε να φωνάξεις τον άντρα σου και έλα εδώ». Δεν έχω άντρα, απάντησε η γυναίκα. Ο Ιησούς της λεει: «σωστά είπες, δεν έχω άντρα, γιατί πέντε άντρες πήρες και αυτός που μαζί του τώρα ζεις δεν είναι άντρα σου, αυτό που είπες είναι αλήθεια». Του λεει η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης, οι προπάτορές μας λάτρεψαν τον Θεό σε αυτό το βουνό, εσείς όμως λετε ότι στα Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος, όπου πρέπει κανείς να τον λατρεύει. Πίστεψέ με, γυναίκα, της λεει τότε ο Ιησούς, είναι κοντά ο καιρός που δε θα λατρεύετε τον Πατέρα ούτε σε αυτό το βουνό, ούτε στα Ιεροσόλυμα. Εσείς οι Σαμαρείτες λατρεύετε αυτό που δεν ξέρετε, εμείς όμως λατρεύουμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία έρχεται στον κόσμο από τους Ιουδαίους. Είναι όμως κοντά ο καιρός, ήλθε κιόλας, που οι πραγματικοί λατρευτές θα λατρέψουν τον Πατέρα με τη δύναμη του πνεύματος, που αποκαλύπτει την αλήθεια, γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι πνεύμα. Και αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με τη δύναμη του πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια. Του λεει η γυναίκα: «Ξέρω ότι θα έρθει ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός, όταν έρθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». Εγώ είμαι, της λεει ο Ιησούς, εγώ που σου μιλάω αυτή τη στιγμή. Εκείνη τη στιγμή ήρθαν οι μαθητές και απορούσαν που συνομιλούσε με γυναίκα. Βέβαια, κανείς δεν είπε, τι συζητάς; Ή γιατί μιλάς μαζί της; Τότε η γυναίκα άφησε τη στάμνα της, πήγε στην πόλη και άρχισε να λεει στον κόσμο: «Ελάτε να δείτε εάν ο άνθρωπος που μου είπε όλα όσα έχω κάνει στη ζωή μου, μήπως είναι αυτός ο Μεσσίας; Βγήκαν, λοιπόν, από την πόλη και έρχονταν σε αυτόν.

Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακαλούσαν κι έλεγαν: «Διδάσκαλε, φάε, κάτι». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ έχω να φαω τροφή που εσείς δεν την ξέρετε». Κι οι μαθητές έλεγαν μεταξύ τους: «Μήπως του έφερε κανείς να φαει;». Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Δικιά μου τροφή είναι να εκτελώ το θέλημα εκείνου που με έστειλε, και να φέρω σε πέρας το έργο του. Εσείς συνηθίζετε να λετε τέσσερις μήνες ακόμη, κι έφτασε ο θερισμός. Εγώ σας λεω: σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε τα χωράφια. Ασπροκοπούν από τα στάχυα τα ώριμα, έτοιμα κιόλας για το θερισμό. Ο θεριστής αμείβεται για τη δουλειά του και συνάζει καρπό για την αιώνια ζωή, έτσι ώστε μαζί να χαίρονται κι αυτός που σπέρνει κι αυτός που θερίζει. Γιατί εδώ αληθεύει η παροιμία «άλλος σπέρνει, κι άλλος θερίζει». Εγώ σας έστειλα να θερίσετε καρπό που γι΄ αυτόν εσείς δεν κοπιάσατε, άλλοι μόχθησαν, κι εσείς μπήκατε εκεί να θερίσετε το δικό τους κόπο». Πολλοί από τους Σαμαρείτες εκείνης της πόλης πίστεψαν σ΄ αυτόν, εξαιτίας της μαρτυρίας της γυναίκας που έλεγε: «Μου είπε όλα όσα έχω κάνει». Όταν λοιπόν οι Σαμαρείτες ήρθαν κοντά του, τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους, κι έμεινε εκεί δύο ημέρες. Έτσι, πίστεψαν πολύ περισσότεροι ακούγοντας τα λόγια του κι έλεγαν στη γυναίκα: «η πίστη μας δεν στηρίζεται πια στα δικά σου λόγια, γιατί εμείς οι ίδιοι τον έχουμε τώρα ακούσει και ξέρουμε πως πραγματικά αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός».

Η αληθινή λατρεία του Θεού

Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας μεταφέρει στην πόλη της Σαμαρείας Συχάρ, όπου ο Ιησούς Χριστός συναντά στο πηγάδι του Ιακώβ τη Σαμαρείτισσα γυναίκα.  Ο διάλογος μεταξύ του Ιησού Χριστού και της Σαμαρείτισσας, ενώ έχει ως αφετηρία κάποιο υλικό πράγμα, το νερό, «δος μοι πιείν», εντούτοις στη συνέχεια καταλήγει σε μια συνομιλία με υψηλές διδασκαλίες και μηνύματα.  Ο διάλογος αυτός στάθηκε η αφορμή ώστε η γυναίκα αυτή να πιστέψει πραγματικά ότι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας.  Η Σαμαρείτισσα αυτή γυναίκα είναι η μετέπειτα Αγία Φωτεινή η Σαμαρείτιδα, την οποία τιμά η Εκκλησία μας κατά την ομώνυμη Κυριακή της Σαμαρείτιδος, αλλά και στις 26 Φεβρουαρίου. Η Αγία Φωτεινή αφιέρωσε τον εαυτό της στη διάδοση του ευαγγελίου στην Αφρική και στη Ρώμη, όπου και τελικά μαρτύρησε για την πίστη του Ιησού Χριστού και σφράγισε έτσι το ιεραποστολικό της έργο με το μαρτύριο του αίματος.

Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν κατά τη διήγηση του παρόντος ευαγγελικού αναγνώσματος κουρασμένος από την οδοιπορία, φτάνει στην πόλη Συχάρ και κάθεται στο πηγάδι του Ιακώβ για να ξεκουραστεί.  Μετά και την άφιξη της Σαμαρείτισσας στο πηγάδι για να αντλήσει νερό, ο Ιησούς Χριστός της ζητά να του δώσει νερό να πιει.  Εξάλλου σε πολλές άλλες περιπτώσεις ο Χριστός αποκαλύπτει την ανάγκη της πείνας και δίψας του.  Ακόμη και τις δύσκολες ώρες του Σταυρού θα ζητήσει και πάλιν νερό, λέγοντας «διψώ», για να λάβει όμως «αντί του ύδατος όξος».  Όλες αυτές οι περιπτώσεις βεβαιώνουν ότι ο Ιησούς Χριστός ως τέλειος Θεός και άνθρωπος είχε προσλάβει όλα τα αδιάβλητα πάθη, τις ανθρώπινες φυσικές ανάγκες δηλαδή, «παρεκτός αμαρτίας». 

Η Σαμαρείτισσα γυναίκα παραξενεύτηκε όχι τόσο από την αίτηση ενός άγνωστου άντρα, αλλά από το γεγονός ότι ένας Ιουδαίος καταδέχεται να συνομιλεί με μια Σαμαρείτισσα και μάλιστα να της ζητά νερό να πιει.  Για να κατανοήσουμε την έκπληξη της Σαμαρείτισσας πρέπει να ανατρέξουμε στην ιστορία των δύο λαών, Ιουδαίων και Σαμαρειτών.  Μια παλιά θρησκευτική έχθρα ήταν η αιτία, ώστε να μην έχουν μεταξύ τους καμία επικοινωνία και επαφή.  Κατά την άποψη των Ιουδαίων οι Σαμαρείτες είχαν περιπέσει σε «αίρεση» και δεν ασκούσαν τη σωστή λατρεία του Θεού στα Ιεροσόλυμα.  Από την άλλη οι Σαμαρείτες, αφοσιωμένοι στον προπάτορά τους Ιακώβ, συνέχιζαν να λατρεύουν τον ένα και μοναδικό Θεό στο όρος Γαριζίν.

Στη συνέχεια ο Ιησούς Χριστός μεταφέρει το διάλογο σε ένα ανώτερο επίπεδο, από το υλικό νερό στο «δώρο του Θεού» και στο «ζωντανό νερό».  Η Σαμαρείτισσα όμως δεν μπορεί να κατανοήσει τη βαθύτητα των λόγων του Κυρίου, γι΄ αυτό και επαναφέρει το διάλογο στο νερό του πηγαδιού: «Κύριε, ούτε άντλημα έχεις, και το φρέαρ εστί βαθύ• πόθεν ουν έχεις το ύδωρ το ζών;».  Μετά από αυτή την παρεξήγηση των λόγων του ο Κύριος οδηγεί τη συζήτηση στο επίπεδο που επιθυμεί: «πας ο πίνων εκ του ύδατος τούτου διψήσει πάλιν• ος δ΄ αν πίη εκ του ύδατος ου εγώ δώσω αυτώ, ου μη διψήση εις τον αιώνα, αλλά το ύδωρ ο δώσω αυτώ, γενήσεται εν αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον».  Ο Ιησούς Χριστός στο σημείο αυτό δίνει συμβολική έννοια στο «ύδωρ το ζών», παραπέμποντας στο Άγιο Πνεύμα, το οποίο επρόκειτο να λάβει η ανθρωπότητα.  Στην Παλαιά Διαθήκη ο προφήτης Ιεζεκιήλ, μιλώντας για την κάθαρση του Ισραήλ αναφέρει: «και ρανώ εφ΄ υμάς ύδωρ καθαρόν, και καθαρισθήσεσθε από πασών των ακαθαρσιών υμών και από πάντων των ειδώλων υμών, και καθαριώ υμάς» (Ιεζ. 36,25).  Λέγει δηλαδή ο Θεός μέσα από το στόμα του προφήτη ότι θα μας ραντίσει με καθαρό νερό και θα εξαγνισθούμε από την ακαθαρσία της ειδωλολατρίας.  Εξάλλου ο ευαγγελιστής Ιωάννης και σε ένα άλλο σημείο του ευαγγελίου του συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα με το νερό: «ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος. Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν» (Ιω. 7,38-39).  Αυτή η πηγή του «ζώντος ύδατος» είναι για την Εκκλησία η ίδια η Πεντηκοστή, κατά την οποία το Άγιο Πνεύμα κατέρχεται και ζωοποιεί τον άνθρωπο.

Η συνέχεια του διαλόγου με τη Σαμαρείτισσα επικεντρώνεται στην πραγματική λατρεία του Θεού.  Στο αίτημα της γυναίκας να λάβει το ζωντανό νερό ο Κύριος της ζητά προηγουμένως να φέρει τον άνδρα της. Εκείνη απάντησε ότι δεν έχει άνδρα, δίνοντας έτσι αφορμή στον Κύριο να αποκαλύψει την κρυμμένη ζωή της: «καλώς είπας ότι άνδρα ουκ έχω, πέντε γαρ άνδρας έσχες, και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ».  Η έκβαση αυτή του διαλόγου του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτισσα γυναίκα στάθηκε η αιτία της αλλαγής της ζωής της.  Από εκείνη τη στιγμή έπαψε να είναι η γυναίκα των πέντε ανδρών και έγινε κήρυκας και απόστολος του Ιησού Χριστού.  Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να κατανοεί τα λόγια και τις αποκαλύψεις του Κυρίου για την προσωπική της ζωή, αφού στη συνέχεια ομολογεί στους συμπατριώτες της: «δεύτε ίδετε άνθρωπον ος είπε μοι πάντα όσα εποίησα• μήτι ούτος εστίν ο Χριστός;». Από την άλλη μεριά άρχισε να κατανοεί και το συμβολισμό το λόγων του Ιησού Χριστού, ο οποίος της μίλησε για το ζωντανό νερό.  Έτσι η επόμενη ερώτησή της αφορά στις σχέσεις Θεού και ανθρώπων, ουσιαστικά στο θέμα της λατρείας του Θεού: «οι πατέρες ημών εν τω όρει τούτω προσεκύνησαν• και υμείς λέγετε ότι εν Ιεροσολύμοις εστίν ο τόπος όπου δεί προσκυνείν».  Η απάντηση του Ιησού Χριστού είναι άμεση και θέτει την ουσία του θέματος στην πραγματική του διάσταση: «έρχεται ώρα, και νυν εστίν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τω πατρί εν πνεύματι και αληθεία• και γαρ ο πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν». 

Ο Ιησούς Χριστός τοποθετεί πλέον το θέμα της αληθινής λατρείας του Θεού από τον τόπο στον τρόπο, ότι δηλαδή ο Θεός Πατέρας πρέπει να λατρεύεται «εν πνεύματι και αληθεία».  Αυτή η αληθινή λατρεία του αληθινού Θεού είναι μεν κάτι το προσδοκώμενο και το αναμενόμενο ως προς την πληρότητά του, αλλά ταυτόχρονα ήδη άρχισε να εφαρμόζεται στην παρούσα ζωή, «έρχεται ώρα και νυν εστίν».  Η Σαμαρείτισσα βέβαια δεν μπορεί να δεχτεί τους λόγους του Κυρίου στο σύνολό τους, γι΄ αυτό εκφράζει την πίστη της ότι όταν έλθει ο αναμενόμενος Μεσσίας, θα αποκαλύψει όλα αυτά τα μυστήρια.  Τότε ο Ιησούς Χριστός της αποκάλυψε, ότι ο ίδιος είναι ο Μεσσίας: «εγώ ειμί ο λαλών σοι».  Από τη στιγμή αυτή δεν υπάρχει καμία αμφιβολία στη Σαμαρείτισσα γι΄ αυτό σπεύδει να πληροφορήσει το γεγονός στους συμπατριώτες της: «αφήκεν ουν την υδρίαν αυτής η γυνή και απήλθεν εις την πόλιν, και λέγει τοις ανθρώποις• δεύτε ίδετε άνθρωπον ος είπε μοι πάντα όσα εποίησα• μήτι ούτος εστίν ο Χριστός; Εξήλθον ουν εκ της πόλεως και ήρχοντο προς αυτόν».  Η ενέργεια αυτή της Σαμαρείτισσας γυναίκας γίνεται η αιτία, ώστε οι Σαμαρείτες να πιστέψουν στο Μεσσία Χριστό και να αποδεχθούν το κήρυγμά του: «εκ δε της πόλεως εκείνης πολλοί επίστευσαν εις αυτόν των Σαμαρειτών δια τον λόγον της γυναικός, μαρτυρούσης ότι είπέ μοι πάντα όσα εποίησα».

Μετά την ολοκλήρωση του διαλόγου του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτισσα ο ευαγγελιστής Ιωάννης δεν μας ξεκαθαρίζει αν ο Κύριος είχε πιει νερό ή όχι, το πιθανότερο είναι ότι δεν είχε πιει.  Τώρα πλέον τη θέση των συνομιλητών λαμβάνουν οι μαθητές του, οι οποίοι αρχικά τον προτρέπουν να φαει.  Ο Κύριος αρνείται την υλική τροφή λέγοντας: «εμόν βρώμα εστίν ίνα ποιώ το θέλημα του πέμψαντός με και τελειώσω αυτού το έργον».  Η πείνα και η δίψα του Κυρίου είναι η εκπλήρωση του θελήματος του Θεού Πατέρα, η εκπλήρωση του έργου της θείας οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους.  Σε αυτό το έργο καθιστά πλέον ο Ιησούς Χριστός βοηθούς και συνεχιστές του τους μαθητές του: «εγώ απέστειλα υμάς θερίζειν ο ουχ υμείς κεκοπιάκατε• άλλοι κεκοπιάκασι, και υμείς εις τον κόπον αυτών εισεληλύθατε».

Η διήγηση της περικοπής τελειώνει με τη συγκέντρωση όλων στο πηγάδι του Ιακώβ, ο Ιησούς Χριστός και οι μαθητές του, η Σαμαρείτισσα και οι συμπατριώτες της, οι οποίοι ήλθαν κατόπιν της δικής της πρόσκλησης.  Κατά πρώτο λόγο οι Σαμαρείτες γνωρίζουν τον Ιησού Χριστού εξαιτίας της μαρτυρίας της γυναίκας ότι: «είπε μοι πάντα όσα εποίησα», στη συνέχεια όμως διαπιστώνουν οι ίδιοι και γίνονται μάρτυρες της Μεσσιανικότητας του Κυρίου: «αυτοί γαρ ακηκόαμεν, και οίδαμεν ότι ούτός εστιν αληθώς ο σωτήρ του κόσμου ο Χριστός».  Η κατακλείδα της περικοπής είναι μια διαπίστωση και ομολογία ότι ο Χριστός είναι ο Σωτήρας του κόσμου, ο αναμενόμενος Μεσσίας, εκείνος που εργάζεται το θέλημα του Θεού Πατέρα, εκείνος που αποκαλύπτει στον κόσμο τον Θεό Πατέρα και φανερώνει την αληθινή προσκύνηση και λατρεία Του.  Η σύναξη αυτή γύρω από το πηγάδι του Ιακώβ λαμβάνει εκκλησιολογικό συμβολισμό.  Είναι η σύναξη της Εκκλησίας στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και η τέλεση του μυστηρίου του Βαπτίσματος.  Η λατρεία της Εκκλησίας υπήρξε εξαρχής πράξη της κοινότητας και όχι ατομική προσωπική πράξη των πιστών.  Το κάθε άτομο, ο κάθε πιστός αποτελεί μέλος της εν Χριστώ κοινωνίας, στην οποία εισέρχεται με το Βάπτισμα.  Βασικό στοιχείο του μυστηρίου του Βαπτίσματος είναι το νερό, μέσα στο οποίο βυθίζεται τρεις φορές ο νεοφώτιστος στο όνομα της Αγίας Τριάδος και γίνεται έτσι μέλος του σώματος της Εκκλησίας.  

Το θέμα της αληθινής λατρείας του Αληθινού Θεού υπερτονίζεται μεταξύ και πολλών άλλων θεμάτων στο παρόν ευαγγελικό ανάγνωσμα.  Η λατρεία του Θεού είναι εξόχως σημαντική μέσα στη ζωή της Εκκλησίας.  Ο κάθε πιστός άνθρωπος, αισθάνεται πηγαία την ανάγκη να λατρεύει τον Θεό.  Ο Ιησούς Χριστός στο διάλογό του με τη Σαμαρείτισσα αποσυνδέει τη λατρεία του Θεού από τον τόπο και δε δίνει κάποια ιδιαίτερη σημασία σ΄ αυτόν.  Εξάλλου η διδασκαλία του Ιησού Χριστού, που στηριζόταν στην ιουδαϊκή παράδοση για την κατάργηση του ναού στους εσχάτους χρόνους και τη δημιουργία ενός νέου ναού, υπήρξε και μια από τις κατηγορίες για την καταδίκη του.  Αυτό το μαρτυρεί και ο εμπαιγμός του από τους παρευρισκόμενους στον Γολγοθά: «ουά ο καταλύων τον ναόν και οικοδομών εν τρισίν ημέραις, σώσον σεαυτόν καταβάς από του σταυρού» (Μαρκ. 15,29).  Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ευαγγελιστή Ιωάννη ο Ιησούς Χριστός μετά την εκδίωξη των εμπόρων από το ναό είπε τους λόγους αυτούς: «λύσατε τον ναόν τούτον, και εν τρισίν ημέραις εγερώ αυτόν» (Ιω.2,19), προλέγοντας την τριήμερη Ανάστασή του.  Ουσιαστικά από τη στιγμή της Σταύρωσης και του Κυρίου έχουμε την κατάργηση της Ιουδαϊκής θρησκείας και την εγκαθίδρυση της νέας λατρείας του αληθινού Θεού.  Αυτό μαρτυρεί και το σχίσιμο του καταπετάσματος του Ναού του Σολομώντος κατά την ώρα του θανάτου του Κυρίου επί του Σταυρού: «και το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω» (Μαρκ. 15,38).  Το γεγονός αυτό συμβολίζει την λήξη της Ιουδαϊκής λατρείας και σημαίνει την αρχή της νέας λατρείας του Θεού.  Η θεολογία του ευαγγελιστή Ιωάννη ταυτίζει τον κατεστραμμένο και ανοικοδομημένο ναό με το σώμα του Αναστάντος Κυρίου: «εκείνος δε έλεγε περί του ναού του σώματος αυτού» (Ιω. 2,21).  Ο τόπος της λατρείας του Θεού είναι πλέον το ίδιο το σώμα του Αναστάντος Κυρίου και αυτό φαίνεται καθαρά και στο διάλογο του Ιησού Χριστού με το μαθητή του Ναθαναήλ: «απ΄ άρτι όψεσθε τον ουρανόν ανεωγότα, και τους αγγέλους του Θεού αναβαίνοντας και καταβαίνοντας επί τον υιόν του ανθρώπου» (Ιω.1,52), δηλαδή αυτό που είναι εσχατολογικά αναμενόμενο είναι ήδη και απτή πραγματικότητα, ο Ιησούς Χριστός είναι ο τόπος της λατρείας.

Αυτή τη θεολογική προσέγγιση του ευαγγελιστή Ιωάννη διαπιστώνουμε και στο κατεξοχήν εσχατολογικό και λειτουργικό βιβλίο της Καινής Διαθήκης την Αποκάλυψη, η οποία αποδίδεται στον ίδιο.  Ολόκληρη η Αποκάλυψη είναι μια παρουσίαση της ουράνιας λειτουργίας.  Το όραμα του προφήτη πραγματοποιείται ημέρα Κυριακή «εν τη Κυριακή ημέρα» (1,10), η ημέρα της Σύναξης των πιστών για την τέλεση της θείας λειτουργίας.  Επιπλέον υπάρχουν μέσα στην Αποκάλυψη πλήθος από ύμνους, δοξολογίες, ευχαριστιακές αναφορές, ευλογίες, που παραπέμπουν στον ακολουθούμενο από την Εκκλησία λειτουργικό τύπο.  Όλοι οι λειτουργικοί τύποι έχουν την ίδια δομή που στηρίζεται στην ετοιμασία του θρόνου και στην επιτέλεση της αναίμακτης ιερουργίας, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ανάμνηση και βίωση όλων των γεγονότων της θείας οικονομίας με κορύφωση το θείο Πάθος και την Ανάσταση και την τελική επικράτηση της βασιλείας του Θεού.  Παρά το γεγονός ότι η Αποκάλυψη δεν χρησιμοποιείται ως ανάγνωσμα σε καμία λειτουργία ή ακολουθία, εντούτοις αποτελεί τον τύπο της επίγειας τελετουργίας.

Η λατρεία του Θεού, λοιπόν, δεν περιορίζεται πλέον σε έναν ιδιαίτερο τόπο, αλλά γίνεται «εν πνεύματι και αληθεία», είναι τριαδοκεντρική, αναφέρεται στην Αγία Τριάδα.  Με αυτό το σκεπτικό βλέπει ο ευαγγελιστής Ιωάννης και το ναό στη Νέα Ιερουσαλήμ της Αποκάλυψης: «και ναόν ουκ είδον εν αυτή• ο γαρ Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ ναός αυτής εστί και το αρνίον» (Αποκ. 21,22).  Κέντρο της λατρείας πλέον είναι η προσφορά της θυσίας του Ιησού Χριστού για τη σωτηρία των ανθρώπων.  Η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού είναι ο τόπος της λατρείας, της προσφοράς της αναίμακτης ιερουργίας.  Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός είναι ο «θύτης» και το «θύμα», ο «προσφέρων» και ο «προσφερόμενος».  Ο πιστός άνθρωπος μπορεί να λάβει τους καρπούς αυτής της θυσίας, μετέχοντας στη θεία Ευχαριστία.

Το κριτήριο πλέον της αληθινής λατρείας του Θεού δεν είναι ο συγκεκριμένος εθνικός τόπος, ούτε των Ιεροσολύμων, ούτε του όρους Γαριζίν.  Τόσο οι Ιουδαίοι, όσο και οι Σαμαρείτες, λάτρευαν τον Θεό κατά την αποκάλυψη της Παλαιάς Διαθήκης, ο καθένας σύμφωνα με τις δικές του εθνικές καταβολές και παραδόσεις.  Ο Ιησούς Χριστός εδώ αποκαλύπτει την αληθινή λατρεία του Θεού Πατέρα, η οποία πρέπει να γίνεται «εν πνεύματι και αληθεία» και είναι ήδη παρούσα «έρχεται ώρα, και νυν εστίν».  Ο Ιησούς Χριστός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, ο Σωτήρας του κόσμου και με την παρουσία του ξεκινά η πραγματική λατρεία του Θεού Πατέρα.  Αρκετοί από τους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά κυρίως ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ερμηνεύουν το «εν πνεύματι και αληθεία» ως τη λατρεία του Τριαδικού Θεού, του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.  Το Πνεύμα είναι το Άγιο Πνεύμα, που έρχεται, κατοικεί και ζωοποιεί τον άνθρωπο και η αλήθεια ο Υιός, ο Ιησούς Χριστός, που ενανθρώπησε και με τη σταυρική του Θυσία και Ανάσταση οδήγησε το ανθρώπινο γένος στον Θεό Πατέρα.

Στον αποχαιρετιστήριο λόγο (Ιω. 14 – 16) του προς τους μαθητές και Αποστόλους του ο Ιησούς Χριστός τονίζει το μεσιτικό ρόλο του Υιού προς τον Πατέρα για τους ανθρώπους. Ο Ιησούς Χριστός ξεκαθαρίζει ότι η πίστη προς τον Θεό δεν είναι αληθινή αν δεν διέρχεται δια του Υιού, γιατί εκείνος αποκαλύπτει τον Πατέρα στον κόσμο: «ό,τι αν αιτήσητε εν τω ονόματί μου, τούτο ποιήσω, ίνα δοξασθή ο Πατήρ εν τω Υιώ» (Ιω. 14,13).  Η επίκληση του ονόματος του Ιησού Χριστού είναι βασική προϋπόθεση της «εν πνεύματι και αληθεία» λατρείας του Θεού.  Εξάλλου σε άλλο σημείο του αποχαιρετιστήριου λόγου του ο Ιησούς Χριστός επισημαίνει στους Αποστόλους: «ταύτα λελάληκα παρ΄ υμίν μένων• ο δε Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον ο πέμψει ο Πατήρ εν τω ονόματί μου, εκείνος υμάς διδάξει πάντα και υπομνήσει υμάς πάντα α είπον υμίν» (Ιω. 14, 25-26).  Ο Υιός είναι απεσταλμένος στο όνομα του Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα είναι απεσταλμένο από τον Πατέρα στο όνομα του Υιού, επομένως με την «εν πνεύματι και αληθεία» λατρεία του Τριαδικού Θεού, ο άνθρωπος επικοινωνεί με τον Πατέρα δια του Υιού εν Αγίω Πνεύματι.  Άλλωστε οι ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας μας τελούνται στο όνομα της Αγίας Τριάδας και η κορυφαία ακολουθία, η θεία λειτουργία αρχίζει με την αναφορά στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας: «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…».

Η δυνατότητα της «εν πνεύματι και αληθεία» λατρείας του Θεού δόθηκε στους ανθρώπους με την ενανθρώπηση και θυσία του Ιησού Χριστού.  Έτσι φανέρωσε στον κόσμο το μυστήριο της Αγίας Τριάδας και γνωστοποίησε το προαιώνιο σχέδιο της θείας Οικονομίας, το σχέδιο δηλαδή του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων.  Η σταυρική του Θυσία και η ένδοξή του Ανάσταση μας προσφέρει αυτή τη σωτηρία και μας δίνει τη δυνατότητα της κοινωνίας του σώματος και αίματός του.  Η μετοχή μας όμως αυτή στο σώμα του Αναστάντος Κυρίου δεν πρέπει να είναι τύπος αλλά ουσία, δεν πρέπει να είναι εξωτερική και μόνο έκφραση αλλά βαθύτερη καρδιακή συμμετοχή.  Απόλυτη πίστη στον εν Τριάδι αποκαλυφθέντα Θεό και ολοκληρωτική αφιέρωση της ύπαρξής μας, της σκέψης μας, της καρδίας και της θέλησής μας σ΄ Αυτόν.  Η ευθύνη μας σήμερα είναι η διάδοση αυτής της αληθινής λατρείας του Τριαδικού Θεού σε όλο τον κόσμο.  Όπως ο Χριστός βγήκε από τα εθνικά πλαίσια της Ιουδαίας και κατευθύνθηκε στους Σαμαρείτες για να κηρύξει και σ΄ αυτούς, έτσι και η Εκκλησία σήμερα οφείλει να ανοίξει τους ορίζοντές της και να απευθύνει το μήνυμά της σε όλο τον κόσμο.  Υπάρχουν ακόμη και σήμερα στη σύγχρονη εποχή μας, λαοί και έθνη που ζουν κάτω από τη σκιά των ειδώλων.  Αυτή τη διάσταση τη δίνει σήμερα η Εκκλησία εν μέρει με την άσκηση του έργου της ιεραποστολής.  Η προσπάθεια όμως δεν πρέπει να περιοριστεί εκεί, αλλά χρειάζεται η υπέρβαση όλων των εθνικών ή και εθνικιστικών αντιλήψεων, οι οποίες έχουν επικρατήσει και έχουν αλλοιώσει την εκκλησιολογία της, με τη δημιουργία των κατά τόπους λεγομένων Εθνικών Εκκλησιών ή την εισαγωγή εθνικών πεποιθήσεων στον χώρο της λατρείας.  Ο Ιησούς Χριστός κατάργησε την εθνική αντίληψη της λατρείας και τον συγκεκριμένο τόπο και κατέστησε τη λατρεία του Θεού καθολική και οικουμενική.  Ο αληθινός Θεός δεν λατρεύεται, ούτε προσκυνείται μέσα σε στενά εθνικά και τοπικά πλαίσια.  Η λατρεία του Τριαδικού Θεού πραγματοποιείται «εν πνεύματι και αληθεία» σε όλη την οικουμένη. 

 

7-5-2017

Κυριακή του Παραλύτου

Απόστολος Πράξεις θ΄, (32– 42)

Πρωτότυπο Κείμενο

Εγένετο δε Πέτρον διερχόμενον δια πάντων κατελθείν και προς τους αγίους τους κατοικούντας Λύδδαν. Εύρε δε εκεί άνθρωπόν τινά Αινέαν ονόματι, εξ ετών οκτώ κατακείμενον επί κραβάττῳ, ος ην παραλελυμένος. Και είπεν αυτώ ο Πέτρος· Αινέα, ιάται σε Ιησούς ο Χριστός· ανάστηθι και στρώσον σεαυτώ. Και ευθέως ανέστη. Και είδον αυτόν πάντες οι κατοικούντες Λύδδαν και τον Σάρωνα, οίτινες επέστρεψαν επί τον Κύριον. Εν Ιόππη δε τις ην μαθήτρια ονόματι Ταβιθά, η διερμηνευομένη λέγεται Δορκάς· αύτη ην πλήρης αγαθών έργων και ελεημοσυνών ων εποίει. Εγένετο δε εν ταις ημέραις εκείναις ασθενήσασαν αυτήν αποθανείν· λούσαντες δε αυτήν έθηκαν εν υπερώω. Εγγύς δε ούσης Λύδδης τη Ιόππη οι μαθηταί ακούσαντες ότι Πέτρος εστίν εν αυτή, απέστειλαν δύο άνδρας προς αυτόν παρακαλούντες μη οκνήσαι διελθείν έως αυτών. Αναστάς δε Πέτρος συνήλθεν αυτοίς· ον παραγενόμενον ανήγαγον εις το υπερώον, και παρέστησαν αυτώ πάσαι αι χήραι κλαίουσαι και επιδεικνύμεναι χιτώνας και ιμάτια όσα εποίει μετ’ αυτών ούσα η Δορκάς. Εκβαλών δε έξω πάντας ο Πέτρος θεις τα γόνατα προσηύξατο, και επιστρέψας προς το σώμα είπε· Ταβιθά, ανάστηθι. η δε ήνοιξε τους οφθαλμούς αυτής, και ιδούσα τον Πέτρον ανεκάθισε. Δους δε αυτή χείρα ανέστησεν αυτήν, φωνήσας δε τους αγίους και τας χήρας παρέστησεν αυτήν ζώσαν. Γνωστόν δε εγένετο καθ’ όλης της Ιόππης, και πολλοί επίστευσαν επί τον Κύριον.

Απόδοση

Περνώντας ο Πέτρος απ’ όλες αυτές τις εκκλησίες, κατέβηκε και στους χριστιανούς που κατοικούσαν στην Λύδδα. Εκεί βρήκε κάποιον άνθρωπο που λεγόταν Αινέας. Αυτός ήταν οκτώ χρόνια κατάκοιτος, επειδή ήταν παράλυτος. Ο Πέτρος του είπε: «Αινέα, σε γιατρεύει ο Ιησούς Χριστός. Σήκω και στρώσε το κρεββάτι σου». Και αυτός αμέσως σηκώθηκε. Όλοι όσοι κατοικούσαν στην Λύδδα και στον Σάρωνα τον είδαν και δέχτηκαν τον Ιησού για Κύριό τους. Στην Ιόππη ήταν μια μαθήτρια που την έλεγαν Ταβιθά – στα ελληνικά σημαίνει «Δορκάδα». Αυτή είχε κάνει πολλές αγαθοεργίες και ελεημοσύνες. Εκείνες τις μέρες συνέβη να αρρωστήσει και να πεθάνει. Την έλουσαν, λοιπόν, και την έβαλαν στο ανώγειο. Η Λύδδα ήταν κοντά στην Ιόππη και όταν οι μαθητές άκουσαν ότι ο Πέτρος ήταν εκεί, του έστειλαν δύο άνδρες και τον παρακαλούσαν να πάει σ’ αυτούς όσο γίνεται πιο γρήγορα. Αυτός ξεκίνησε και πήγε μαζί τους. Μόλις έφτασε, τον ανέβασαν στο ανώγειο. Αμέσως τον περικύκλωσαν όλες οι χήρες κλαίγοντας και δείχνοντάς του τα ρούχα που είχε φτιάξει γι’ αυτούς η Δορκάδα όσο ζούσε. Ο Πέτρος τότε τους έβγαλε όλους έξω, γονάτισε και προσευχήθηκε. Κατόπιν γύρισε στη νεκρή και της είπε: «Ταβιθά, σήκω πάνω». Αυτή άνοιξε τα μάτια της, κι όταν είδε τον Πέτρο ανασηκώθηκε. Ο Πέτρος της έδωσε το χέρι του και τη σήκωσε. Ύστερα φώναξε τους πιστούς και τις χήρες και τους την παρουσίασε ζωντανή. Αυτό έγινε γνωστό σ’ όλη την Ιόππη, και πολλοί πίστεψαν στον Κύριο.

 Η θεραπεία του Αινέα και η ανάσταση της Ταβιθά

Το ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας μας περιγράφει το θαύμα της θεραπείας του παραλύτου της Βηθεσθά, ο οποίος βρισκόταν καθηλωμένος στο κρεβάτι του πόνου για τριάντα οχτώ χρόνια. Το αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας είναι παρμένο από τις Πράξεις των Αποστόλων και μας περιγράφει δυο θαύματα, τα οποία τέλεσε ο Απόστολος Πέτρος. Το πρώτο θαύμα είναι η θεραπεία του Αινέα, ο οποίος ήταν για οχτώ χρόνια παράλυτος. Το δεύτερο είναι η ανάσταση της Ταβιθά.

Τα θαύματα του Ιησού Χριστού ήταν τα «σημεία» της Βασιλείας του Θεού. Αυτή την εξουσία της επιτέλεσης θαυμάτων ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός την μετέδωσε στους μαθητές του, τους Αγίους Αποστόλους: «πορευόμενοι δε κηρύσσετε λέγοντες ότι ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών. Ασθενούντας θεραπεύετε, λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς εγείρετε, δαιμόνια εκβάλλετε, δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε» (Ματθ.10,6-8). Τα θαύματα των Αγίων Αποστόλων αποτελούν τη συνέχεια των θαυμάτων του Ιησού Χριστού και λαμβάνουν εσχατολογική προοπτική.

Η εξάπλωση του κηρύγματος και εκτός της πόλης των Ιεροσολύμων είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση πολλών χριστιανικών κοινοτήτων. Τις κοινότητες αυτές κατά την πληροφορία του Ευαγγελιστή Λουκά, επισκέπτεται ο Απόστολος Πέτρος και από την περιοδεία του αυτή μας διασώζει ο Ευαγγελιστής Λουκάς τα δυο αυτά θαύματα της σημερινής αποστολικής περικοπής, τη θεραπεία του Αινέα και την ανάσταση της Ταβιθά. Μετά τη θεραπεία του Αινέα «είδον αυτόν πάντες οι κατοικούντες Λύδδαν και τον Σάρωνα, οίτινες επέστρεψαν επί τον Κύριον», ενώ μετά την ανάσταση της Ταβιθά «γνωστόν εγένετο καθ΄ όλης της Ιόππης, και πολλοί επίστευσαν επί τον Κύριον. Κατά τον τρόπο αυτό από τη μια η διδασκαλία του Ευαγγελίου και από την άλλη τα θαύματα καθίστανται «σημεία» της παρουσίας του Θεού και της Βασιλείας Του.

Στην επιτέλεση των δυο αυτών θαυμάτων ο Απόστολος Πέτρος επικαλείται τη δύναμη και ενίσχυση του Θεού. Στην πρώτη περίπτωση του Αινέα επικαλείται αμέσως το όνομα του Ιησού Χριστού: «Αινέα ίαταί σε ο Ιησούς ο Χριστός» για να προχωρήσει στη συνέχεια και να του δώσει την εντολή να σηκωθεί από το κρεβάτι του πόνου. Στη δεύτερη περίπτωση της ανάστασης της Ταβιθά, αν και δεν μας δίνετε άμεσα η πληροφορία για την επίκληση του ονόματος του Ιησού Χριστού, εμμέσως αφήνεται να μας εννοηθεί. Πριν την επιτέλεση του θαύματος ο Απόστολος Πέτρος προσεύχεται και μάλιστα γονατίζει, πράξη την οποία συνήθιζε ο ίδιος ο Διδάσκαλός του όταν προσευχόταν στον Θεό Πατέρα: «ο Πέτρος θεις τα γόνατα προσηύξατο, και επιστρέψας προς το σώμα είπε· Ταβιθά, ανάστηθι». Επομένως τόσο ο Απόστολος Πέτρος αλλά και οι άλλοι Απόστολοι δεν ενεργούν τα «σημεία» αυτεξουσίως, αλλά με τη δύναμη του Κυρίου. Οι λόγοι και τα θαύματα που ενεργούν οι Απόστολοι αποκαλύπτουν στους ανθρώπους τη δύναμη του Αναστάντος Διδασκάλου τους. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός ενεργεί τα θαύματα μέσω των Αποστόλων.

Η ερμηνεία και το νόημα των θαυμάτων μέσα στην Εκκλησία πολλές φορές τείνει να εκτροχιαστεί από την εκκλησιολογική της διάσταση και να λάβει κοσμικό φρόνημα. Κρούσματα αναζήτησης ανύπαρκτων «θαυμάτων» και υποτιθέμενων «χαρισματούχων» και «θαυματοποιών» ανθρώπων δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν υγιείς πνευματικές καταστάσεις μέσα στην Εκκλησία. Τα θαύματα παραμένουν εντός της Εκκλησίας, ανεξάρτητα από ποιά χρονική περίοδο διανύουμε, οι «δείκτες» τα «σημεία» της παρουσίας του Θεού και της Βασιλείας Του. Καθ΄ όλη τη διάρκεια της ιστορικής της πορείας η Εκκλησία διατήρησε αυτή την προοπτική, καθώς μέσα στην πορεία αυτή έχουν επιτελεστεί αναρίθμητα θαύματα από τους αγίους της Εκκλησίας, είτε ενόσω βρίσκονταν εν ζωή, είτε μετά την κοίμησή τους. Ποτέ όμως οι άγιοι, οι πραγματικοί άνθρωποι του Θεού, δεν επιτελούσαν θαύματα για να αποδείξουν τη δύναμή τους, ή το χάρισμά τους και να γίνουν δημοφιλείς, ή ακόμα χειρότερα να δημιουργήσουν ομάδες και οπαδούς. Σκοπός τους ήταν και είναι να οδηγήσουν τους ανθρώπους στον Ιησού Χριστό, στο όνομα του οποίου επιτελούνται τα θαύματα. Άλλωστε «θαύματα» και «τέρατα» μπορεί κανείς να επιτελεί και με τη συνεργία του διαβόλου. Το πραγματικό θαύμα γίνεται στο όνομα του Κυρίου και αποσκοπεί στη σωτηρία με την εσχατολογική της διάσταση. Κάθε θαύμα που γίνεται είναι εκδήλωση της δύναμης του αναστάντος Κυρίου, είναι εκδήλωση και «σημείο» της Βασιλείας του Θεού επί της γης.

7-5-2017

Κυριακή του Παραλύτου

Ευαγγέλιον κατά Ιωάννην ε΄,(1-15)

Πρωτότυπο Κείμενο

Μετά ταύτα ήν η εορτή των Ιουδαίων, και  ανέβη ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα. Έστι δε εν τοις Ιεροσολύμοις επί τη προβατική κολυμβήθρα, η επιλεγομένη Εβραϊστί Βηθεσδά, πέντε στοάς έχουσα. Εν ταύταις κατέκειτο πλήθος πολὺ των ασθενούντων, τυφλών, χωλών, ξηρών, ενδεχομένων την του ύδατος κίνησιν. Άγγελος γαρ κατά καιρόν κατέβαινεν εν τη κολυμβήθρα, και εταράσσετο το ύδωρ· ο ούν πρώτος εμβάς μετά την ταραχὴν του ύδατος υγιὴς εγίνετο ω δήποτε κατείχετο νοσήματι. ήν δε τις άνθρωπος εκεί τριάκοντα και οκτώ έτη έχων εν τη ασθενεία αυτού. Τούτον ιδὼν ο Ιησούς κατακείμενον, και γνοὺς ότι πολὺν ήδη χρόνον έχει, λέγει αυτώ· θέλεις υγιὴς γενέσθαι; Απεκρίθη αυτώ ο ασθενών· Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω, ίνα όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις την κολυμβήθραν· εν ω δε έρχομαι εγώ, άλλος προ εμού καταβαίνει. Λέγει αυτώ ο Ιησούς· Έγειρε, άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει. Και ευθέως εγένετο υγιὴς ο άνθρωπος, και ήρε τον κράβαττόν αυτού και περιεπάτει. ήν δε Σάββατον εν εκείνη τη ημέρα. Έλεγον ούν οι Ιουδαίοι τω τεθεραπευμένω· Σάββατόν εστιν· ουκ έξεστί σοι άραι τον κράββατον. Απεκρίθη αυτοίς· ο ποιήσας με υγιή, εκείνος μοι είπεν· άρον τον κράβαττον σου και περιπάτει. Ηρώτησαν ούν αυτόν· τις εστιν ο άνθρωπος ο ειπών σοι, άρον τον κραβαττόν σου και περιπάτει; Ο δε ιαθείς ουκ ήδει τις ἐστιν· ο γὰρ Ιησούς εξένευσεν όχλου όντος εν τω τόπῳ. Μετὰ ταύτα ευρίσκει αυτὸν ο Ιησούς εν τω ιερώ και είπεν αυτώ· ίδε υγιὴς γέγονας· μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοί τι γένηται. Απήλθεν ο άνθρωπος και ανήγγειλε τοις Ιουδαίοις, ότι Ιησούς εστιν ο ποιήσας αυτὸν υγιή.

Απόδοση

Ύστερα από αυτά, οι Ιουδαίοι είχαν μια γιορτή, κι ο Ιησούς ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα. Κοντά στην προβατική πύλη, στα Ιεροσόλυμα, υπάρχει μια δεξαμενή με πέντε στοές, που εβραϊκά ονομάζεται Βηθεσδά. Σ’ αυτές τις στοές κείτονταν πολλοί άρρωστοι, τυφλοί, κουτσοί, παράλυτοι, που περίμεναν να αναταραχθεί το νερό˙ γιατί, από καιρό σε καιρό, ένας άγγελος Κυρίου κατέβαινε στη δεξαμενή κι ανατάραζε τα νερά˙ όποιος, λοιπόν, έμπαινε πρώτος μετά την αναταραχή του νερού, αυτός γινόταν καλά, όποια κι αν ήταν η αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε. Εκεί ήταν κι ένας άνθρωπος, άρρωστος τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια. Όταν τον είδε ο Ιησούς κατάκοιτο γνωρίζοντας πως ήταν έτσι για πολύ καιρό, τον ρώτησε: «Θέλεις να γίνεις καλά;» «Κύριε»,του αποκρίθηκε ο άρρωστος, «δεν έχω κανέναν να με βάλει στη δεξαμενή μόλις αναταραχτούν τα νερά˙ έτσι, ενώ εγώ προσπαθώ να πλησιάσω μόνος μου, πάντοτε κάποιος άλλος κατεβαίνει στο νερό πριν από μένα». Ο Ιησούς του λέει:«Σήκω πάνω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Κι αμέσως ο άνθρωπος έγινε καλά, σήκωσε το κρεβάτι του και περπατούσε. Η μέρα που έγινε αυτό ήταν Σάββατο. Έλεγαν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι άρχοντες στο θεραπευμένο: «Είναι Σάββατο, και δεν επιτρέπεται να σηκώσεις το κρεβάτι σου». Αυτός όμως τους απάντησε: «Εκείνος που μ΄ έκανε καλά, εκείνος μου είπε “ πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα”». Τον ρώτησαν: «Ποιος είναι ο άνθρωπος που σου είπε “πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα”;» Ο θεραπευμένος όμως δεν ήξερε να πει ποιος ήταν, επειδή ο Ιησούς είχε φύγει απαρατήρητος εξαιτίας του πλήθους που ήταν μαζεμένο εκεί. Αργότερα ο Ιησούς τον βρήκε στο ναό και του είπε: «Βλέπεις, έχεις γίνει καλά˙ από δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτα χειρότερο». Ο άνθρωπος έφυγε αμέσως κι ανάγγειλε στους Ιουδαίους άρχοντες ότι ο Ιησούς ήταν αυτός που τον γιάτρεψε.

Ασθένεια και Αμαρτία

 Η διήγηση του θαύματος της θεραπείας του παραλύτου της Βηθεσδά αποτελεί ένα από τα θαύματα τα οποία έχει επιτελέσει ο Χριστός. Μέσα από την περιγραφή του θαύματος αυτού λαμβάνουμε αρκετές πληροφορίες, οι οποίες μας βοηθούν να κατανοήσουμε το πότε και το που πραγματοποιήθηκε το θαύμα αυτό. Το θαύμα αυτό πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια μιας ιουδαϊκής θρησκευτικής γιορτής, γι’ αυτό ο Χριστός πήγε στα Ιεροσόλυμα. Προσοχής τυγχάνει το γεγονός ότι το θαύμα αυτό γίνεται κατά την ημέρα του Σαββάτου. Ο Ιησούς Χριστός έρχεται αρκετές φορές σε σύγκρουση με τους Γραμματείς και Φαρισαίους με αφορμή την κατάργηση της αργίας του Σαββάτου. Πιο συγκεκριμένα το θαύμα αυτό γίνεται στη δεξαμενή που στα Εβραϊκά ονομάζεται Βηθεσδά, με πέντε στοές και η οποία βρίσκεται κοντά στην προβατική πύλη της πόλης. Εκεί λοιπόν, βρισκόταν ένας άνθρωπος ασθενής ανάμεσα σε πολλούς άλλους ασθενείς, οι οποίοι περίμεναν έναν άγγελο Κυρίου, ο οποίος κατέβαινε στη δεξαμενή και τάραζε τα νερά της και όποιος έμπαινε πρώτος μετά την αναταραχή του νερού θεραπευόταν από όποια αρρώστια έπασχε. Ο άνθρωπος αυτός βασανιζόταν από την ασθένεια του για τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια. Αυτόν τον άνθρωπο θεραπεύει ο Ιησούς και του λέει: «ίδε, υγιής γέγονας ˙ μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοί τι γένηται», δηλαδή βλέπεις, έχεις γίνει καλά ˙ από δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτα χειρότερο.

 Μέσα από το λόγο του Χριστού προς τον παραλυτικό της Βηθεσδά «ίδε υγιής γέγονας˙ μηκέτι αμάρτανε», φαίνεται καθαρά ότι η ασθένεια από την οποία υπέφερε σχετίζεται άμεσα με την αμαρτία. Φαίνεται ότι για την ασθένεια τoυ έφερε ο ίδιος μια προσωπική ευθύνη, ένεκα προηγούμενων αμαρτωλών πράξεων του. Η σωματική θεραπεία αποτελεί το ορατό σημείο φανέρωσης της αόρατης άφεσης των αμαρτιών, της οποίας έτυχε ο παραλυτικός. Ένα άλλο παράδειγμα το οποίο μας φανερώνει τη σχέση της ασθένειας με την αμαρτία αποτελεί το περιστατικό της θεραπείας του παραλύτου στην Καπερναούμ. Εκεί ο Χριστός βλέποντας την επιμονή και την πίστη των ανθρώπων που μετέφεραν τον παραλυτικό του είπε: «σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου». Κατόπιν του είπε «σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Και οι δύο αυτές περιπτώσεις μας φανερώνουν ότι η ασθένεια πολλές φορές είναι στενά συνδεδεμένη με την αμαρτία.

Υπάρχουν όμως και ασθένειες οι οποίες αποτελούν αφορμή για να δοξαστεί ο Θεός. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί  η θεραπεία από τον Χριστό του εκ γενετής τυφλού. Εκεί ο Χριστός σε ερώτηση των μαθητών του αν αμάρτησε αυτός ή οι γονείς του και γεννήθηκε τυφλός ˙ τους απαντά ότι ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του, αλλά γεννήθηκε τυφλός για να φανερωθεί η δύναμη των έργων του Θεού πάνω σ’ αυτόν. Ο Απόστολος Παύλος λέει ότι η αμαρτία έχει μπει για καλά στο εσωτερικό του ανθρώπου και αντιστρατεύεται το νόμο του Θεού. Λειτουργεί σαν ένας άλλος νόμος ο οποίος κυριαρχεί στην ύπαρξη μας και μας κάνει αιχμάλωτους της. Η ασθένεια και ο θάνατος μπήκαν στον κόσμο μέσω της αμαρτίας. Η παράβαση την οποία έκανε ο Αδάμ, ο οποίος αποτελούσε προτύπωση του μελλοντικού γενάρχη, είχε σαν συνέπεια το θάνατο όλων. Η αμαρτία και οι συνέπειες της καταργούνται από τον Ιησού Χριστό ο οποίος θα γίνει η αιτία να κυριαρχήσουν μέσα στην αληθινή ζωή όσοι αποδέχονται την άφθονη χάρη του Θεού και τη δωρεά της λύτρωσης.

Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Θεού με την προοπτική να ξεπεράσει τα όρια της φθοράς και του θανάτου. Οι πατέρες της Εκκλησίας μας, τονίζουν ότι «ουκ έστιν αίτιος των κακών ο Θεός». Ο άνθρωπος όμως με τη διάπραξη του προπατορικού αμαρτήματος μπήκε στο νόμο της φθοράς και του θανάτου. Έτσι η ασθένεια έχει τη ρίζα της στην πτώση του ανθρώπου. Οι αιτίες που ευνοούν τις διάφορες ασθένειες στον άνθρωπο πολλές φορές είναι ηθικές και σχετίζονται με τις διαφορές παρεκτροπές τις οποίες δημιουργεί στη ζωή του. Για παράδειγμα όταν ένας άνθρωπος ζει στην ασωτία, στο ξενύχτι και το ποτό δημιουργεί κάποιες συνθήκες μέσα στις οποίες αναπτύσσονται διάφορες ασθένειες. Μια άλλη αιτία αποτελεί η μανιώδης μέριμνα, την οποία επιδεικνύουν πολλοί άνθρωποι, για την απόκτηση υλικών αγαθών και η οποία σιγά – σιγά καταβάλλει τον άνθρωπο οδηγώντας τον στην ασθένεια. Η μεγάλη τεχνολογική ανάπτυξη και η ανάπτυξη του βιοτικού επιπέδου, θα έπρεπε να κάνουν τους σημερινούς ανθρώπους τους πιο ευτυχισμένους ανθρώπους στην ιστορία της ανθρωπότητας. Παρόλα αυτά οι σημερινοί άνθρωποι υποφέρουν πιο πολύ από αρρώστιες, οι οποίες ήταν ίσως άγνωστες σε προηγούμενα χρόνια, ενώ τώρα είναι πολύ διαδεδομένες. Υπάρχουν και ασθένειες οι οποίες οφείλονται σε σφάλματα και ανθρώπινες ατέλειες.

Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της εποχής μας το οποίο προκαλεί διάφορες ασθένειες είναι η στενοχώρια και το άγχος. Μέσα από το συνεχές άγχος και τη στενοχώρια ο άνθρωπος γίνεται φιλάσθενος. Πολλές φορές ο Θεός επιτρέπει άνθρωποι υγιείς να πέφτουν σε μια ασθένεια για να αποφύγουν μια χειρότερη πνευματική αμαρτία όπως την υπερηφάνεια. Τέτοιο παράδειγμα είναι ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος ομολογεί ότι η ασθένεια από την οποία υπέφερε είχε ως στόχο να τον κρατά στην ταπείνωση. «εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν ίνα με κολαφίζη ίνα μη υπεραίρωμαι» ( Κορ. Β’ 12,7). Η αρρώστια η οποία παραχωρείται από το Θεό είναι για να δοκιμασθούμε. Ο σοφός Σολομώντας λέγει « ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς, και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς» (Σοφ. Σολομ. 3,6). Μέσα από τη δοκιμασία μιας ασθένειας, ο άνθρωπος έρχεται πιο κοντά στο Θεό και μέσα από την υπομονή την οποία επιδεικνύει αποθηκεύει ουράνιο μισθό. Υπάρχουν και περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι φτάνοντας σε ψηλά πνευματικά επίπεδα ζήτησαν οι ίδιοι από το Θεό να τους δώσει μια αρρώστια. Ο πατήρ Πορφύριος έλεγε «Ευχαριστώ το Θεό που μου έδωσε πολλές αρρώστιες. Τις αισθάνομαι ως αγάπη Χριστού».

Ο Χριστός βλέποντας τους ανθρώπους να πλήττονται από ασθένειες πήγε κοντά τους με συμπάθεια και στοργή, προσφέροντας τους την ίαση. Βλέπουμε στα Ιερά Ευαγγέλια ότι τα περισσότερα από τα θαύματα τα οποία επιτέλεσε ο Χριστός είχαν ως στόχο την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου. Η θεραπεία την οποία πρόσφερε ο Χριστός δεν περιοριζόταν μόνο στη σωματική υγεία στην παρούσα ζωή. Συνέδεσε την θεραπεία των ασθενειών με την άφεση των αμαρτιών. Πρόσφερε παράλληλα με την υγεία του σώματος και τη σωτηρία της ψυχής, ελευθερώνοντας την από τον ζυγό της αμαρτίας. Με τις θεραπείες των ασθενειών τις οποίες έκανε ο Χριστός εκπλήρωνετο και η προφητεία του Προφήτου Ησαΐα η οποία έλεγε «Αυτός τας ασθενείας ημών έλαβε και τας νόσους εβάστασε» (Ησ. 53,4). Ο χριστιανός πιστεύοντας ακράδαντα ότι ο μοναδικός ιατρός των ψυχών και των σωμάτων είναι ο Χριστός δεν αρνείται και την ιατρική βοήθεια. Πιστεύοντας στη βοήθεια από τον Χριστό, προσφεύγει στους γιατρούς με την πεποίθηση ότι και αυτοί ενεργούν με το φωτισμό του Θεού. Ο σοφός Σειράχ μας λέει «τίμα τον γιατρό όπως πρέπει … διότι ο Κύριος τον έκανε γιατρό». O χριστιανός προσεύχεται ώστε ο γιατρός του να φωτισθεί από το Θεό, να κάνει τη σωστή διάγνωση και να του χορηγήσει την κατάλληλη θεραπεία που χρειάζεται. Σήμερα βλέπουμε ότι παρά την αλματώδη ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης οι δυνατότητες της παραμένουν περιορισμένες. Υπάρχουν πάμπολλες μαρτυρίες γιατρών ιδιαίτερα χειρούργων οι οποίοι κατά τη διάρκεια εξαιρετικά δύσκολων εγχειρήσεων ένιωθαν το χέρι τους να καθοδηγείται από το Θεό και να επιτυγχάνεται η επιτυχία της εγχείρησης.

Η ασθένεια αποτελεί μια μεγάλη δοκιμασία. Ο χριστιανός την ώρα της δοκιμασίας του από την ασθένεια ελπίζει και υπομένει. Ο Θεός στην δύσκολη ώρα της δοκιμασίας μας από την ασθένεια δεν μας εγκαταλείπει μόνους, αλλά επεμβαίνει είτε δια της ανθρώπινης παρηγοριάς που δεχόμαστε από άλλους είτε δια της χάριτος του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα πιστού, ο οποίος δοκιμάστηκε σκληρά στη ζωή του αποτελεί ο Ιώβ, ο οποίος παρά τα αλλεπάλληλα κτυπήματα τα οποία υπέστη και τις ασθένειες οι οποίες τον έπληξαν, δεν έχασε την πίστη του στο Θεό αλλά υπέμεινε καρτερικά. Βέβαια ως άνθρωπος είχε τις στιγμές κατά τις οποίες παρουσίασε κάποιο κλονισμό, αφού οι φίλοι του ακόμα και η ίδια η σύζυγος του τον προέτρεπαν σε βλασφημία κατά του Θεού. Ο Ιώβ παρά τον μερικό κλονισμό της πίστης του δεν απελπίστηκε αλλά επιμένοντας καρτερικά έλεγε: «Ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφείλετο» ως τω Κυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο» είη το όνομα του Κυρίου ευλογημένον εις τους αιώνας». Λόγω αυτής του της υπομονής και της δοξολογίας προς το Θεό που έβγαινε από το στόμα του ο Κύριος τον αποκατέστησε σε μεγαλύτερη ευτυχία από αυτή που βρισκόταν προηγουμένως. Η υπομονή στην ασθένεια και η προσευχητική καρτερία «γενηθήτω το θέλημα σου» της Κυριακής προσευχής, φέρνουν την επίσκεψη της θείας χάριτος. Ο άγιος Διάδοχος Φωτικής μας αναφέρει ένα λόγο ο οποίος μπορεί να βοηθήσει πολλούς από τους πιστούς οι οποίοι δοκιμάζονται από ασθένειες. Μας λέει ότι «ο υπομείνας χρόνιον ασθένειαν αγογγύστως ως μάρτυς παραλειφθήσεται». Δηλαδή αυτός που υπομένει μια μακροχρόνια ασθένεια χωρίς να γογγύζει, θα τον παραλάβει ο Κύριος ως μάρτυρα. Για να μπορέσει όμως κάποιος να υπομένει την ασθένεια του αγογγύστως και προσευχόμενος, πρέπει πρώτα να έχει ακράδαντη πίστη στο Χριστό ότι θα πράξει το καλύτερο για τη σωτηρία τόσο του σώματος όσο και της ψυχής του.

 

Ο πόνος, οι ασθένειες και ο θάνατος εισήλθαν στη ζωή του ανθρώπου από τη στιγμή της πτώσης του από τον παράδεισο. Ο Χριστός ερχόμενος στον κόσμο προσφέρει στον άνθρωπο τόσο την υγεία του σώματος όσο και τη σωτηρία της ψυχής του, ελευθερώνοντας τον από τη δουλεία της αμαρτίας. Η ασθένεια που παρουσιάζεται, βγάζει τον άνθρωπο από τη συμβατική ασφάλεια και βεβαιότητα του και τον τοποθετεί αμεσότερα μπροστά στο πρόβλημα της υπάρξεως του. Η ασθένειες που συμβαίνουν στη ζωή του ανθρώπου, πρέπει να εκλαμβάνονται ως παιδαγωγικό μέσο με το οποίο ο Θεός μας βοηθά στην τελείωση μας. Έτσι λοιπόν, πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε χωρίς γογγυσμούς για να αποκομίσουμε και το πνευματικό όφελος για την ψυχή μας.

30-4-2017

Κυριακή των Μυροφόρων

Απόστολος Πράξ. στ΄ (1-7)

Πρωτότυπο κείμενο

Εν δε ταις ημέραις ταύταις πληθυνόντων των μαθητών εγένετο γογγυσμός των Ελληνιστών προς τους Εβραίους, ότι παρεθεωρούντο εν τη δαικονία τη καθημερινή αι χήραι αυτών. Προσκαλεσάμενοι δε οι δώδεκα το πλήθος των μαθητών είπον∙ ουκ αρεστόν εστιν ημάς καταλείψαντας τον λόγον του Θεού διακονείν τραπέζαις. Επισκέψασθε ουν, αδελφοί, άνδρας εξ υμών μαρτυρουμένους επτά, πλήρεις Πνεύματος Αγίου και σοφίας, ους καταστήσομεν επί της χρείας ταύτης∙ ημείς δε τη προσευχή και τη διακονία του λόγου προσκαρτερήσομεν. Και ήρεσεν ο λόγος ενώπιον παντός του πλήθους∙ και εξελέξαντο Στέφανον, άνδρα πλήρη πίστεως και Πνεύματος Αγίου, και Φίλιππον και Πρόχορον και Νικάνορα και Τίμωνα και Παρμενάν και Νικόλαον προσήλυτον Αντιοχέα, ους έστησαν ενώπιον των αποστόλων∙ και προσευξάμενοι επέθηκαν αυτοίς τας χείρας. Και ο λόγος του Θεού ηύξανε, και επληθύνετο ο αριθμός των μαθητών εν Ιερουσαλήμ σφόδρα, πολύς τε όχλος των ιερέων υπήκουον τη πίστει.

Απόδοση

Εκείνες τις μέρες, καθώς μεγάλωνε ο αριθμός των μαθητών, άρχισαν να παραπονιούνται οι ελληνόφωνοι πιστοί εναντίον των εβραιοφώνων, ότι στην καθημερινή διανομή των τροφίμων δεν φρόντιζαν τις ελληνόφωνες χήρες όσο έπρεπε. Τότε οι δώδεκα απόστολοι σύναξαν όλους τους μαθητές και είπαν: « Δεν είναι σωστό εμείς ν΄ αφήσουμε το κήρυγμα του λόγου του Θεού και να ασχολούμαστε με διανομές τροφίμων. Φροντίστε λοιπόν, αδελφοί, να εκλέξετε απ’ ανάμεσά σας εφτά άντρες με καλή φήμη, γεμάτους από τη σοφία του Αγίου Πνεύματος. Αυτούς θα ορίσουμε να κάνουν αυτό το έργο, κι εμείς θα αφιερωθούμε αποκλειστικά στην προσευχή και στο έργο του κηρύγματος». Μ’ αυτά τα λόγια συμφώνησε όλη η κοινότητα.  Έτσι διάλεξαν το Στέφανο, άνθρωπο γεμάτον πίστη και Άγιο Πνεύμα∙  επίσης το Φίλιππο, τον Πρόχορο, το Νικάνορα, τον Τίμωνα, τον Παρμενά και το Νικόλαο από την Αντιόχεια, που προηγουμένως είχε προχωρήσει στον Ιουδαϊσμό. Αυτούς τους έφεραν μπροστά στους αποστόλους, που προσευχήθηκαν κι έβαλαν τα χέρια τους στα κεφάλια των εφτά. Στο μεταξύ ο λόγος του Θεού διαδινόταν. Ο αριθμός των μαθητών στην Ιερουσαλήμ μεγάλωνε πολύ. Ακόμη και ιερείς πάρα πολλοί αποδέχονταν την πίστη.

Σχολιασμός

Η αποστολική περικοπή της Κυριακής των Μυροφόρων είναι ειλημμένη από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, όπως συμβαίνει σε όλη την περίοδο του Πεντηκοσταρίου. Σ’ αυτήν γίνεται αναφορά για την εκλογή των επτά διακόνων, αλλά μας δίνει συγχρόνως σημαντικά στοιχεία και πληροφορίες για τη ζωή των πρώτων χριστιανών, της πρώτης Εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ.

Η αποστολική περικοπή μας αναφέρει ότι τις μέρες, κατά τις οποίες οι Απόστολοι ασκούσαν το αποστολικό έργο του ευαγγελισμού, ο αριθμός των μαθητών αυξανόταν σημαντικά. Δημιουργήθηκε όμως πρόβλημα ότι κατά την καθημερινή διανομή τροφίμων δεν λαμβανόταν η δέουσα πρόνοια για τις ελληνόφωνες χήρες όσο για τις εβραιόφωνες.

Αυτό το γεγονός μας δίνει και την πληροφορία ότι η σύνθεση της πρωτοχριστιανικής εκκλησίας αποτελείτο από μέλη προερχόμενα από Εβραίους της Ιερουσαλήμ και των άλλων περιοχών της Παλαιστίνης, οι οποίοι ήταν εβραιόφωνοι, δηλαδή μιλούσαν εβραϊκά και από μέλη των εβραϊκών κοινοτήτων της διασποράς, οι οποίοι ήταν ελληνόφωνοι. Εδώ καταλαβαίνουμε και την οικονομική διαφορά που υπήρχε μεταξύ των Εβραίων και των Ελληνιστών. Οι ελληνιστές ήταν πιο εύρωστοι οικονομικά και για το λόγο αυτό γινόταν η διάκριση μεταξύ των εβραιοφώνων και των ελληνοφώνων χηρών. Επειδή όμως οι ελληνόφωνοι Εβραίοι είχαν εγκατασταθεί στην Παλαιστίνη υφίσταντο και αυτοί τις συνέπειες του χαμηλότερου βιοτικού επιπέδου της περιοχής και γι’ αυτό οι ελληνόφωνες χήρες είχαν ανάγκη στήριξης.

Ένα άλλο στοιχείο που βρίσκουμε σε αυτή την αποστολική περικοπή είναι η καθημερινή «διακονία». Αυτή η διακονία έγινε γνωστή ως «αγάπαι», δηλαδή το μοίρασμα των αγαθών μεταξύ των πιστών. Δεν πρόκειται απλώς για μια φιλανθρωπική πράξη αλλά είχε ως σκοπό την αύξηση και τη συνοχή του σώματος της Εκκλησίας.

Στο πρόβλημα που δημιουργήθηκε για τη διανομή τροφίμων μεταξύ Εβραίων και Ελληνιστών οι Απόστολοι έδωσαν τη λύση «ουκ αρεστόν εστιν ημάς καταλείψαντας τον λόγον του Θεού διακονείν τραπέζαις. Επισκέψασθε ουν, αδελφοί, άνδρας εξ υμών μαρτυρουμένους επτά, πλήρεις Πνεύματος Αγίου και σοφίας, ους καταστήσομεν επί της χρείας ταύτης∙ ημείς δε τη προσευχή και τη διακονία του λόγου προσκαρτερήσομεν. (Πράξ. 6:2-4). Δηλαδή, «Δεν είναι σωστό  να αφήσουμε το κήρυγμα του λόγου του Θεού και να ασχοληθούμε με διανομές τροφίμων. Φροντίστε, λοιπόν, αδελφοί, να εκλέξετε από ανάμεσά σας επτά άνδρες με καλή φήμη, γεμάτους από τη σοφία του Αγίου Πνεύματος . Αυτούς θα ορίσουμε να κάνουν αυτό το έργο, και εμείς θα αφιερωθούμε αποκλειστικά στην προσευχή και στο έργο του κηρύγματος». Οι απόστολοι με αυτό τον τρόπο κάνουν διαχωρισμό και προβάλλουν διαβάθμιση των διακονημάτων εντός της εκκλησίας. Θεωρούν πιο σωστό αυτοί να ασχοληθούν με  τη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την προσευχή. Αυτή είναι η αποστολή που τους είχε ανατεθεί από τον Κύριο με την εκλογή τους στο αποστολικό αξίωμα, να κηρύξουν το ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη. Το έργο της διακονίας και της διανομής τροφίμων θα ανατεθεί σε άλλους, οι οποίοι όμως πρέπει να διακρίνονται για την καλή τους φήμη, τη σοφία τους και να είναι γεμάτοι από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Σοβαρό είναι λοιπόν το έργο τους, αφού απαιτεί να έχουν αυτά τα χαρίσματα. Επίσης βλέπουμε τους Αποστόλους μετά από προσευχή να βάζουν τα χέρια τους πάνω στα κεφάλια των επτά για να τους μεταδοθεί η θεία χάρη. Έτσι το διακόνημα που ανέλαβαν οι επτά διάκονοι ήταν καρπός της θείας χάριτος.

Η εκλογή των επτά διακόνων έγινε με σκοπό να αντιμετωπισθούν πρακτικά ζητήματα, να διανέμουν τα αγαθά της εκκλησίας με δικαιοσύνη, ώστε να μην προκύπτουν αντιπαραθέσεις μεταξύ των πιστών. Με αυτήν την κίνησή τους οι απόστολοι έκαναν φανερό ότι και τα πρακτικά ζητήματα δεν είναι κατώτερης σημασίας για την οργάνωση της ζωής της Εκκλησίας. Αν δεν γίνει σωστή διαχείριση των πρακτικών αυτών ζητημάτων, τότε θα προκύψουν μεγαλύτερα, πνευματικά προβλήματα. Επίσης η ιδιαίτερη σημασία που έδωσαν οι απόστολοι στην εκλογή των διακόνων φανερώνει πόσο σημαντική είναι για την Εκκλησία η σωστή επιλογή προσώπων. Γιατί και αυτοί που αναλαμβάνουν τη διαχείριση των πρακτικών ζητημάτων της Εκκλησίας πρέπει να είναι ακέραιοι και αξιόπιστοι, ενάρετοι και ταπεινοί. Δε σημαίνει ότι τα πρακτικά θέματα που προκύπτουν δεν χρειάζονται πνευματικά χαρίσματα για να επιλυθούν.

Σήμερα, μέσα στην Εκκλησία υπάρχουν άνθρωποι που διακονούν τα ιερά της έργα όπως και οι επτά διάκονοι. Εκτός από τους κληρικούς υπάρχουν και λαϊκοί όπως οι επίτροποι, οι ψάλτες, οι νεωκόροι, οι συνεργάτες στο κατηχητικό  και φιλανθρωπικό έργο των ενοριών και Μητροπόλεων. Μπορεί όλοι αυτοί οι συνεργάτες να αναλαμβάνουν πρακτικά ζητήματα, τα οποία αφορούν τη ζωή της Εκκλησίας, πρέπει όμως όπως και οι επτά διάκονοι να έχουν πνευματικά  χαρίσματα. Να ζητούν το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, να εργάζονται με πίστη και φόβο Θεού. 

30-4-2017

Κυριακή των Μυροφόρων,

Ευαγγέλιον κατά (Μάρκ. ιε΄, 43-47, ιστ’, 1-8)

Πρωτότυπο  Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνω,  ελθὼν ᾿Ιωσὴφ ὁ ἀπὸ ᾿Αριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς  ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα  τῷ᾿Ιωσήφ. καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου.  ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται. Και διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν.  καὶ λίαν πρωῒ  τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· ᾿Ιησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει  ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.

ΑΠΟΔΟΣΗ

Ο Ιωσήφ ένα αξιοσέβαστο μέλος του συνεδρίου, που καταγόταν από την Αριμαθαία, και περίμενε κι αυτός την βασιλεία του Θεού, τόλμησε να πάει στον Πιλάτο και να του ζητήσει το σώμα του Ιησού. Ο Πιλάτος απόρησε που ο Ιησούς είχε κιόλας πεθάνει. Κάλεσε τον εκατόνταρχο και τον ρώτησε αν είχε πεθάνει από ώρα. Όταν πήρε την απάντηση από τον εκατόνταρχο, χάρισε το σώμα στον Ιωσήφ. Εκείνος αγόρασε ένα σεντόνι, κατέβασε τον Ιησού, τον τύλιξε μ’ αυτό και τον τοποθέτησε σ’ ένα μνήμα που ήταν λαξεμένο σε βράχο. Μετά κύλησε ένα λιθάρι κι έκλεισε την είσοδο του μνήματος. Η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιωσή παρακολουθούσαν που τον έβαλαν. Όταν πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν αρώματα για να πάνε ν’ αλείψουν το σώμα του Ιησού. Ήρθαν στο μνήμα πολύ πρωί την επόμενη του Σαββάτου, μόλις ανέτειλε ο ήλιος. Και έλεγαν μεταξύ τους• «Ποιος θα μας κυλήσει την πέτρα από την είσοδο του μνήματος;» Γιατί ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Μόλις όμως κοίταξαν προς τα κεί, παρατήρησαν ότι η πέτρα είχε κυλήσει από τον τόπο της.  Μόλις μπήκαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό με λευκή στολή να κάθεται στα δεξιά, και τρόμαξαν. Αυτός όμως τους είπε: Μην τρομάζετε . Ψάχνετε για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, τον σταυρωμένο. Αναστήθηκε. Δεν είναι εδώ• Να και το μέρος  όπου τον είχαν βάλει.  Πηγαίνετε τώρα και πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο:  «πηγαίνει πριν από σας στην Γαλιλαία’ και σας περιμένει. Εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε». Οι γυναίκες βγήκαν κι έφυγαν από το μνήμα γεμάτες τρόμο και δέος δεν είπαν όμως τίποτα σε κανέναν, γιατί  ήταν φοβισμένες .

Σχολιασμός

Το Ευαγγέλιο μας διηγείται πρώτα για την τολμηρή πράξη του Ιωσήφ από την Αριμαθαία, να ζητήσει να ενταφιάσει το νεκρό σώμα του Ιησού Χριστού. Ήταν άνθρωπος με αξίωμα και μεγάλη εκτίμηση. Είχε όμως μέσα του μεγάλη ευσέβεια που του έδωσε το θάρρος  και την τόλμη να προσέλθει  στον Πιλάτο και να ζητήσει την άδεια του να ενταφιάσει το σώμα του Κυρίου. Η πράξη αυτή του Ιωσήφ είναι πολύ σπουδαία και σημαντική. Αρκεί να θυμηθούμε πως όλος ο κόσμος τότε, άρχοντες και λαός, είχαν ξεσηκωθεί και ζήτησαν το θάνατο του Αναμάρτητου Κυρίου. Μετά τον Ιωσήφ έχουμε την τολμηρή πράξη των τριών μυροφόρων γυναικών, να επισκεφθούν το τάφο του Κυρίου το πρωί της Κυριακής. Και οι τρεις είχαν μεγάλη αγάπη και αφοσίωση στον Ιησού Χριστό αφού τον ακολουθούσαν σε όλες τις περιοδείες του και τον διακονούσαν. Για να κατορθώσουν να  αλείψουν το σώμα του Ιησού με αρώματα θα έπρεπε να υπερβούν πολλές δυσκολίες και εμπόδια. Έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους άρχοντες, το λαό, τη φρουρά και να μετακινήσουν τη μεγάλη και βαριά πέτρα που κάλυπτε το μνημείο. Δε λογάριασαν όμως τίποτε απ’ όλα αυτά, γιατί η ψυχή τους γέμιζε από την αγάπη του Διδασκάλου. Ο Κύριος βράβευσε την ηρωική πράξη των γυναικών αφού τις αξίωσε να γίνουν οι πρώτοι μάρτυρες της Ανάστάσης.

Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο παρόν ευαγγελικό ανάγνωσμα διαδραμάτισαν πολύ σημαντικό ρόλο, ώστε να πραγματοποιηθεί ο ενταφιασμός του Κυρίου αλλά και στη συνέχεια να διαδοθεί το γεγονός της Ανάστασης του. Για το λόγο αυτό έχαιραν μεγάλης εκτίμησης μεταξύ των μαθητών του Κυρίου αλλά και μέχρι σήμερα τιμώντας αυτούς η Εκκλησία μας. Τιμώνται χωριστά ο καθένας ως Άγιοι και μαθητές του Κυρίου αλλά και όλοι μαζί κατά την δεύτερη Κυριακή μετά το Πάσχα, γι’ αυτό και η Κυριακή αυτή έχει ονομαστεί Κυριακή των Μυροφόρων.

Ο Ιωσήφ της Αριμαθείας ή Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ήταν μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου της Ιερουσαλήμ, πλούσιος και μυστικός μαθητής του Ιησού, που φέρεται να αντιτάχθηκε στην καταδίκη του και ο οποίος, σύμφωνα με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (27,57-60), μετά τον θάνατο του Ιησού ζήτησε από τον Πόντιο Πιλάτο την άδεια να αποκαθηλώσει το νεκρό σώμα του Ιησού από τον Σταυρό, προκειμένου να το προετοιμάσει για τον ενταφιασμό (κηδέψει) στον παραχωρούμενο από τον ίδιο τον Ιωσήφ, λαξευτό τάφο, πιθανώς οικογενειακό. Πράγματι η άδεια αυτή του παραχωρήθηκε και με βοηθό του τον (ελληνιστή) Νικόδημο «το Άχραντον Σώμα σινδόνι καθαρά ειλήσας και αρώμασι εν μνήματι καινώ κηδεύσας απέθετο», έως την ανάστασή Του. Ο Ιωσήφ αναφέρεται και από τους τέσσερις Ευαγγελιστές[1], αλλά επί της ουσίας τίποτα περαιτέρω δε γνωστοποιείται για τις μεταγενέστερες δραστηριότητές του.

Ο Νικόδημος είναι πρόσωπο που εμφανίζεται στην Καινή Διαθήκη. Ήταν Φαρισαίος και μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου, ο οποίος, με βάση το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, υποστήριξε τον Ιησού. Εμφανίζεται τρεις φορές στη διήγηση του Ιωάννη: την πρώτη επισκέπτεται τη νύχτα τον Ιησού για να ακούσει τη διδασκαλία του ( Ιωάν 3,1-21), τη δεύτερη επικαλείται το νόμο σχετικά με την υπόθεση της σύλληψης του Ιησού κατά τη γιορτή της Σκηνοπηγίας (Ιωάν 7,45-51) και την τελευταία μετά τη Σταύρωση, όπου και βοηθάει τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία να ετοιμάσει το σώμα του Ιησού για την ταφή (Ιωάν19,39-42). Η συζήτηση του Νικόδημου με τον Ιησού αποτελεί πηγή για πολλές εκφράσεις του Χριστιανισμού, και κυρίως, για την περιγραφική φράση αναγέννηση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πίστη ότι ο Χριστός είναι ο Σωτήρας.

Η Αγία Μαρία η Μυροφόρος ήταν σύζυγος του Κλωπά και μια από τις γυναίκες, πού ακολούθησαν τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και υπηρετούσαν το έργο Του. Γιοι της Μαρίας αυτής, ήταν ό Ιωσής και ό Ιάκωβος. Ό τελευταίος συγκαταλέχθηκε μεταξύ των 12 αποστόλων, ονομαζόταν μάλιστα Μικρός για να διακρίνεται από τον άλλο Ιάκωβο τον αδελφό του Ιωάννη του Θεολόγου. Όταν γινόταν η φρικτή θυσία του Γολγοθά και οι μαθητές κρύβονταν και διασκορπίζονταν, αυτή ήταν παρούσα στον τόπο της καταδίκης και συμπαραστεκόταν στην σταυρική αγωνία και την ταφή του Ιησού. Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη διαβάζουμε ότι κάτω από το σταυρό του Ιησού ήταν η μητέρα Του, η αδερφή της μητέρας Του Μαρία η γυναίκα του Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή (Ιωαν 19,25). Στο ευαγγέλιο του Ματθαίου αναφέρεται ότι βρίσκονταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου (Ματθ 27,56). Στο δε ευαγγέλιο του Μάρκου αναφέρονται η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου του μικρού, του Ιωσή και της Σαλώμης (Μαρ 15,40).

Εάν συσχετίσουμε τα παραπάνω χωρία καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η Μαρία του Κλωπά και η μητέρα του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή, είναι το ίδιο πρόσωπο. Η Μαρία του Κλωπά αναφέρεται για πρώτη φορά κατά την ημέρα της Σταύρωσης. Το βράδυ της ίδιας ημέρας την βρίσκουμε μαζί με την Μαρία τη Μαγδαληνή να κάθονται απέναντι στον τάφο (Ματθ 27,31, Μάρ15,47), ενώ το πρωί της επόμενης ημέρας ήταν μια από τις μυροφόρες, που πήγαν στον τάφο μαζί με δύο άλλες γυναίκες για να αλείψουν το σώμα του Ιησού με αρώματα και που ευτύχησαν ν’ ακούσουν το χαρμόσυνο άγγελμα της Ανάστασης (Ματθ. 28,1, Μάρκ. 16,1, Λουκ. 23,56). Επίσης η Μαρία του Κλωπά, ήταν παρούσα και κατά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στο υπερώο. Όταν σχηματίστηκε η πρώτη Εκκλησία στην Ιερουσαλήμ, η Μαρία εξακολούθησε να προσφέρει τις υπηρεσίες της, για την επέκταση της αληθινής πίστης και για κάθε καλό και φιλάνθρωπο έργο.

Η Αγία Σαλώμη η Μυροφόρος ήταν σύζυγος του Ζεβεδαίου και μητέρα των Αποστόλων Ιακώβου και Ιωάννου, μάλιστα σύμφωνα με κάποιους ερμηνευτές η Σαλώμη ήταν αδελφή του Ιωσήφ του Μνήστορος. (Ματθ. 27,56 και Μάρκ. 15,40. 16,1). Προικισμένη και η ίδια με ένθερμη ευσέβεια, ήταν από τις γυναίκες που ακολουθούσαν τον Ιησού, και συνεισέφεραν στο ταμείο της αποστολικής αδελφότητας (Μάρκ. 15,40-41). Η Σαλώμη ήταν εκείνη, που παρακινούμενη από μητρική φιλοστοργία, παρακάλεσε τον Κύριο όταν αυτός πήγαινε για τελευταία φορά στην Ιερουσαλήμ, να τιμηθούν οι γιοί της με πρωτεύοντα αξιώματα. Διότι είχε την ιδέα, ότι ο Ιησούς στην Ιερουσαλήμ έμελλε να αναστήσει το θρόνο του Δαβίδ (Ματθ. 20,20). Όμως η Σαλώμη, τις στιγμές του φρικτού πάθους του Κυρίου στο Γολγοθά, και ενώ μαθητές και φίλοι από φόβο είχαν διασκορπιστεί, αυτή, μαζί με μερικές άλλες πιστές γυναίκες ήταν εκεί και θρηνούσαν (Μάρκ. 15,40). Επίσης η Σαλώμη, αξιώθηκε να είναι μια από τις μυροφόρες που πήγαν στο μνήμα για να αλείψουν με αρώματα το σώμα του Κυρίου τους και στις οποίες ο άγγελος γνωστοποίησε την Ανάσταση (Μάρκ. 15,40. 16,1). Ονομαστικά αναφέρεται μόνο στις δύο τελευταίες περιπτώσεις.

Μετά την ίδρυση της χριστιανικής κοινότητας των Ιεροσολύμων, η Σαλώμη εξακολούθησε να διακρίνεται για το ζήλο και τις ελεημοσύνες της. Ο διωγμός εναντίον της Εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ, προξένησε μεγάλη λύπη στη Σαλώμη. Η καρδιά της υπέστη μεγάλο σπαραγμό την ήμερα, που ο Ηρώδης αποκεφάλισε τον πρωτότοκο γιο της Ιάκωβο. Αλλά η ελπίδα στον Χριστό την ενίσχυσε και με την προσδοκία των αιωνίων αγαθών παρέδωσε την ψυχή της ειρηνικά.

Η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν μια νέα γυναίκα που ανήκε στον κύκλο των γυναικών οι οποίες ακολουθούσαν τον Ιησού και τους αποστόλους και βοηθούσαν στο έργο τους με κάθε δυνατό τρόπο. Η καταγωγή της ήταν από τα Μάγδαλα, μια μικρή πόλη στα δυτικά της Λίμνης Γεννησαρέτ και νότια της πεδιάδας της Γαλιλαίας. Σύμφωνα με τα ευαγγέλια, η Μαγδαληνή ήταν μία από τις πολλές ακολούθους που ευεργετήθηκαν από τον Ιησού και ίσως, όπως οι μαθητές, έτσι κι εκείνες, κατά καιρούς εγκατέλειπαν τα σπίτια και τους συγγενείς τους για να υπηρετήσουν το ιεραποστολικό έργο του Ιησού. Ο Ματθαίος μάλιστα, εισάγει το όνομά της για πρώτη φορά στο χωρίο 27:56 σαν να ήταν κάποιο γνωστό πρόσωπο παρόλο που δεν την είχε μνημονεύσει πάλι μέχρι τότε. Βλέπουμε, συγκεκριμένα, μερικές από τις γυναίκες που κατάγονταν από τα μέρη της Γαλιλαίας, να βρίσκονται στα νότια της Ιουδαίας και στην πόλη των Ιεροσολύμων ακόμη, και να βοηθούν το έργο του Ιησού (Λουκ. 23,56).

Ο ευαγγελιστής Λουκάς υπογραμμίζει μερικές φορές, ότι ολόκληρο σχεδόν το ιεραποστολικό έργο το συντηρούσαν οικονομικά πολλές από τις «μαθήτριες» αυτές, διαθέτοντας προφανώς τα οικονομικά μέσα «εκ των υπαρχόντων αυταίς», για τη συντήρηση, μετακίνηση και διαμονή της συνοδείας του Ιησού (Λουκ. 8,3). Η Μαρία Μαγδαληνή είναι εκείνη από την οποία ο Ιησούς διώχνει επτά δαιμόνια (Μαρκ.  16,9), δηλ. «πολλά» καθώς αυτή ήταν η συνήθης χρήση του αριθμού επτά από τους εβραίους.

Η Μαρία η Μαγδαληνή μαζί με την Μαρία Ιωσή παρακολούθησαν την ταφή του Ιησού από τον Ιωσήφ Αριμαθαίας (Μαρκ. 15,47). Η Μαρία η Μαγδαληνή μαζί με άλλες ακολούθους του Ιησού, βρίσκεται στο Γολγοθά την ώρα της σταύρωσης (Ματθ. 27,56). Η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν από τους πρώτους που είδαν ότι η πέτρα του τάφου του Ιησού είχε μετακινηθεί (Ματθ. 28,1-2). Η Μαρία η Μαγδαληνή έτρεξε με τις υπόλοιπες γυναίκες να πει στους μαθητές ότι το σώμα του Ιησού έλειπε αλλά εκείνοι δεν το πίστεψαν (Λουκ. 24,10). Η Μαρία η Μαγδαληνή είναι εκείνη στην οποία πρώτα εμφανίζεται ο αναστημένος Ιησούς (Μαρκ. 16,9), τον οποίο όμως, (σύμφωνα με άλλη διήγηση), δεν τον αναγνώρισε αμέσως θεωρώντας τον ως κηπουρό (Ιωαν. 20,11-18).

Ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία  ο «εὐσχήμων βουλευτής» ο οποίος  υπήρξε άνθρωπος της εξουσίας  αλλά και πλήρως καταρτισμένος πάνω σε θέματα πνευματικής φύσεως, αφού «ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ», τολμά, όπως μας αναφέρει ο Ευαγγελιστής Μάρκος, να παρουσιαστεί ενώπιον του Πόντιου Πιλάτου και να ζητήσει το νεκρό σώμα του Χριστού για να το ενταφιάσει. Ήταν γνώστης της όλης εχθρικής διάθεσης απέναντι στον «εσταυρωμένον» Ιησού Χριστό που χαρακτήριζε τους Ιουδαίους αλλά και του κινδύνου που ελλόχευε, και θα μπορούσε βέβαια ο Ιωσήφ να κατηγορηθεί για αμφισβήτηση των δικαστικών αποφάσεων, αλλά να χάσει και το αξίωμα του και πολύ περισσότερο τη ζωή του. Ο Ευαγγελιστής Μάρκος τονίζοντας την λέξη «τολμήσας», για τον βουλευτή Ιωσήφ, δεν είναι τυχαία. Δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια  ασυνείδητη και αυθόρμητη πράξη  της στιγμής. Είναι  το αποκορύφωμα μιας ολόκληρης διαδικασίας. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς  υπερτονίζει την άρνηση του Ιωσήφ στο να δώσει την συγκατάθεση του στο Μεγάλο Συνέδριο ώστε να θανατωθεί ο Χριστός. Μάλιστα προχωρεί  ακόμα περισσότερο αφού με συνέπεια, θάρρος αλλά και αγάπη μέγιστη  προς τον εσταυρωμένο κατάδικο ζητά να διεκπεραιώσει  τα της ταφής του.

Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή  Ιωάννη για τον ενταφιασμό του Χριστού κάνει λόγο και για τον Νικόδημο, ένα άλλο σημαντικό μέλος της Ιουδαϊκής κοινωνίας και ανώτατο στέλεχος του Μεγάλου Συνεδρίου. Ο Νικόδημος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σεβάσμια προσωπικότητα και ως διδάσκαλος του Ισραήλ. Και μόνο από τη  συμμετοχή στα θλιβερά αυτά γεγονότα δύο σπουδαίων προσωπικοτήτων, διαπιστώνει κανείς ότι το κήρυγμα και γενικά η παρουσία και  τα λεγόμενα του Ιησού Χριστού δεν έχουν επηρεάσει μόνο τον απλό λαό και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα αλλά και σημαντικά μέλη της υψηλής κοινωνίας.

Οι Μυροφόρες γυναίκες «αποτόλμησαν» και αυτές να έλθουν με μύρα και αρώματα, να φροντίσουν το νεκρό σώμα του Χριστού με τον φόβο πάντα αφού την κάθε κίνηση τους την έλεγχε η στρατιωτική φρουρά. Πήγαν στον τάφο χωρίς να διστάσουν για τις οποιεσδήποτε συνέπειες και επιπτώσεις  που θα είχαν για τη ζωή τους. Η αγάπη  συνέτριψε το αίσθημα του φόβου και η ιερότητα της πράξης έδωσε τρανό παράδειγμα προς μίμηση. Αν συγκρίνει κανείς τη στάση των μυροφόρων με αυτή των μαθητών συμπεραίνει κανείς ότι η τολμηρή απόφαση των γυναικών αυτών θα μείνει στην ιστορία ως κριτήριο πιστότητας και αφοσίωσης, χωρίς να θέλει να υποβαθμίσει κανείς τη στάση των μαθητών μετά την σταυρική θυσία. Αυτό το γεγονός τις καταξίωσε να γίνουν και οι πρώτοι μάρτυρες  της αναστάσεως του Κυρίου.

Η γυναίκα από την κατάσταση της εξουθένωσης γίνεται μάρτυρας αληθείας. Πρώτα η Παναγία και μετά οι μυροφόρες συμβάλλουν αποφασιστικά στο σχέδιο της θείας οικονομίας. Η γυναίκα από την ιστορική αφάνεια εισέρχεται στην επικαιρότητα των γεγονότων. Αναδεικνύεται μάρτυρας και παράγοντας αληθείας. Η ιστορία  της γυναικείας  απελευθέρωσης οφείλει πολλά στη συμβολή των μυροφόρων γυναικών της Καινής Διαθήκης. Είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των μαθητών και του αναστάντος  Κυρίου. Ο Άγγελος λέει προς αυτές «ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε». Φαίνεται ξεκάθαρα μια ενδιαφέρουσα εκκλησιολογική ερμηνεία της διακονίας των γυναικών στο έργο και την αποστολή του αναστημένου Χριστού. Οι γυναίκες δεν παραγκωνίζονται  αλλά ούτε μένουν στο περιθώριο των γεγονότων, αντίθετα η συμμετοχή τους στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου είναι έντονη.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη Θεολογία η αποστολικότητα έχει άμεση σχέση με την εμπειρία της Ανάστασης. Μόνο όσοι είδαν και κοινώνησαν με τον Αναστάντα καταξιώθηκαν της αποστολικής ιδιότητας. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι μυροφόρες  γυναίκες ως μάρτυρες της Ανάστασης, μετέχουν στην αποστολική διακονία και λειτουργία. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου, ότι και η πρώτη εντολή του Κυρίου προς τους Αποστόλους «πορευθέντες  μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες  αυτούς εις το όνομα του πατρός και του υιού και του αγίου πνεύματος» (Ματθ. 28,19-20) είναι μεταναστάσιμη εντολή και αυτό έχει την εκκλησιολογική σημασία της.

 

Η Εκκλησία και το έργο της, και η ιεραποστολική λειτουργία, δεν είναι μια ανδροκρατική κοινωνία, χωρίς ασφαλώς να είναι γυναικοκρατική. Μέσα στην Εκκλησία διαγράφονται όλα τα διαιρετικά στοιχεία. Όλα λειτουργούν με μια αρμονικότητα αλλά και ισχυρή ενότητα. Μέσα στην Εκκλησία, στην αναστάσιμη  κοινωνία ανθρώπων, «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ πάντες γαρ υμείς είς εστέ εν Χριστώ Ιησού» (Γαλάτ. 3,28-29). Πρόκειται για ένα διαχρονικό μήνυμα το οποίο ανάγει την αρχή του από την μαρτυρία εκείνη των Μυροφόρων Γυναικών. 

23-4-2017

Κυριακή του Αντίπασχα (Του Θωμά),

Ευαγγέλιον κατά Ιω. κ, (19-31)

Πρωτότυπο κείμενο

Ούσης ουν οψίας τη ημέρα εκείνη τη μία των σαββάτων, και των θυρών κεκλεισμένων όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι δια τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν ο Ιησούς και έστη εις το μέσον, και λέγει αυτοίς∙ ειρήνη υμίν. και τούτο ειπών έδειξεν αυτοίς τας χείρας και την πλευράν αυτού. εχάρησαν οι μαθηταί ιδόντες τον Κύριον. Είπεν ουν αυτοίς ο Ιησούς πάλιν∙ ειρήνη υμίν∙ καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς. και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς∙ λάβετε Πνεύμα Άγιον∙ αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς∙ αν τινων κρατήτε, κεκράτηνται.  Θωμάς δε εις εκ των δώδεκα, ο λεγόμενος Δίδυμος, ουκ ην μετ΄ αυτών ότε ήλθεν ο Ιησούς. έλεγον ουν αυτώ οι άλλοι μαθηταί∙ εωράκαμεν τον Κύριον. ο δε είπεν αυτοίς∙ εαν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείρα μου εις την πλευράν αυτού, ου μη πιστεύσω. Και μεθ’ ημέρας οκτώ πάλιν ήσαν έσω οι μαθηταί αυτού και Θωμάς μετ΄αυτών. έρχεται ο Ιησούς των θυρών κεκλεισμένων, και έστη εις το μέσον και είπεν∙ ειρήνη υμίν. είτα λέγει τω Θωμά∙ φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείρας μου, και φέρε την χείρα σου και βάλε εις την πλευράν μου, και μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός. και απεκρίθη Θωμάς και είπεν αυτώ∙ ο Κύριός μου και Θεός μου. λέγει αυτώ ο Ιησούς∙ ότι εώρακάς με πεπίστευκας∙ μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες. Πολλά μεν ουν και άλλα σημεία εποίησεν ο Ιησούς ενώπιο των μαθητών αυτού, α ουκ έστι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω∙ ταύτα δε γέγραπται ίνα πιστεύσητε ότι Ιησούς εστιν ο Χριστός ο υιός του Θεού, και ίνα πιστεύσοντες ζωήν έχητε εν τω ονόματι αυτού.

Νεοελληνική Απόδοση

 Την ίδια εκείνη μέρα, δηλαδή την πρώτη μετά το Σάββατο, όταν βράδιασε και ενώ οι μαθητές ήταν συγκεντρωμένοι κάπου με κλειστές τις πόρτες, επειδή φοβούνταν τις ιουδαϊκές αρχές, ήρθε ο Ιησούς, στάθηκε στη μέση και τους λέει: «Ειρήνη σ’ εσάς. Κι όταν το είπε αυτό, τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά του. Οι μαθητές χάρηκαν που είδαν τον Κύριο. Ο Ιησούς τους είπε πάλι: «Ειρήνη σ’ εσάς. Όπως ο Πατέρας έστειλε εμένα, έτσι στέλνω κι εγώ εσάς». Έπειτα από τα λόγια αυτά, φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: «Λάβετε Άγιο Πνεύμα. Σε όποιος συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρημένες∙ σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι».

 Ο Θωμάς όμως, ένας από τους δώδεκα μαθητές, που λεγόταν Δίδυμος, δεν ήταν μαζί τους όταν ήρθε ο Ιησούς. Του έλεγαν λοιπόν οι άλλοι μαθητές: «Είδαμε τον Κύριο με τα μάτια μας». 

Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ αν δεν δω στα χέρια του τα σημάδια από τα καρφιά, και δε βάλω το δάκτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά, και δε βάλω το χέρι μου στη λογχισμένη πλευρά του, δε θα πιστέψω». Οχτώ μέρες αργότερα οι μαθητές ήταν πάλι μέσα στο σπίτι, μαζί τους κι ο Θωμάς. Έρχεται ο Ιησούς, ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές, στάθηκε στη μέση και είπε: «Ειρήνη σ’ εσάς». Έπειτα λέει στο Θωμά: «Φέρε εσύ το δάκτυλό σου εδώ και δες τα χέρια μου, και φέρε το χέρι σου και βάλτ΄ το στην πλευρά μου. Και μην αμφιβάλλεις, αλλά πίστευε». Ο Θωμάς του αποκρίθηκε: « Εσύ είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Του λέει τότε ο Ιησούς: «Πείστηκες επειδή με είδες με τα μάτια σου∙ μακάριοι εκείνοι που χωρίς να με έχουν δει πιστεύουν».

 Ο Ιησούς έκανε βέβαια και πολλά άλλα θαύματα μπροστά στους μαθητές του, που δεν είναι γραμμένα σ΄ αυτό εδώ το βιβλίο. Αυτά όμως γράφτηκαν για να πιστέψετε πως ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντας να έχετε δι’ αυτού τη ζωή.

Σχολιασμός

Η Κυριακή μετά το Πάσχα ονομάζεται Αντίπασχα ή Κυριακή του Θωμά. Η έννοια του Αντίπασχα αποτελεί έμμεση αναφορά στην μετά την ανάσταση του Ιησού Χριστού περίοδο αφού είναι η επόμενη Κυριακή από την Κυριακή του Πάσχα. Επίσης η ονομασία Κυριακή του Θωμά αναφέρεται στη  συνάντηση του αναστημένου Ιησού Χριστού με τους Μαθητές του, και το γεγονός της ψηλάφησης του Θωμά.

Ο Χριστός μετά την ανάστασή του εμφανιζόταν στους μαθητές Του  για σαράντα μέρες, όπως και στη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή που έχουμε δύο εμφανίσεις του Ιησού Χριστού, τις οποίες περιγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Η πρώτη εμφάνιση του Ιησού Χριστού έγινε την ίδια ημέρα της ανάστασης, μπαίνοντας ο Ιησούς Χριστός στο σπίτι που ήταν μαζεμένοι οι μαθητές, τους απηύθυνε το χαιρετισμό «ειρήνη υμίν»  και τους έδειξε τα σημεία του πάθους στα χέρια και την πλευρά του. Οι μαθητές χάρηκαν από την παρουσία του Κυρίου και ο Ιησούς φύσηξε στα πρόσωπά τους, επιφορτίζοντάς τους με αποστολή, η οποία είναι παρόμοια με εκείνη του Χριστού που έλαβε από τον Πατέρα του. Η επόμενη εμφάνισή του Ιησού γίνεται οχτώ μέρες αργότερα όταν ήταν παρών και ο απόστολος Θωμάς, ο οποίος απουσίαζε στην πρώτη εμφάνιση του Ιησού Χριστού και όταν ενημερώθηκε από του υπόλοιπους αποστόλους για την εμφάνιση του Κυρίου είπε ότι αν δε δει στα χέρια Του τα σημάδια από τα καρφιά και αν δε βάλει το δάκτυλό του στα σημάδια από τα καρφιά και το χέρι του στη λογχισμένη Του πλευρά δεν θα πιστέψει. Έτσι έχουμε και τη δεύτερη εμφάνιση του Κυρίου κατά την οποία καλεί τον απόστολο Θωμά να βάλει το χέρι του στις πληγές Του για να πειστεί για την Ανάστασή Του.

Εάν εξετάσουμε τη μορφή των εμφανίσεων του Χριστού, όχι μόνο της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής, αλλά και σχεδόν όλων των άλλων που περιγράφουν οι ευαγγελιστές, θα δούμε ότι έχουν ορισμένα σταθερά στοιχεία. Το πρώτο στοιχείο που εντοπίζουμε είναι ότι η εμφάνιση του αναστημένου Χριστού γίνεται πάντοτε με δική Του πρωτοβουλία. Οι Αποστόλοι πάντοτε εκπλήσσονται γατί ποτέ δεν ανέμεναν την εμφάνισή Του. Το δεύτερο στοιχείο είναι ο χαιρετισμός που απευθύνει ο Χριστός προς τους μαθητές και η κλήση να μην φοβούνται και να έχουν εμπιστοσύνη, ότι αυτός που βλέπουν είναι ο Διδάσκαλός τους. Στη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή που εξετάζουμε αυτό το στοιχείο εκφράζεται με την επίδειξη των πληγών Του από τον ίδιο τον Ιησού. Το τρίτο στοιχείο είναι η αναγνώριση από τους μαθητές και το τελευταίο αλλά πολύ σημαντικό η αποστολή την οποία αναθέτει ο Χριστός στους Αποστόλους. Ένα άλλο παράδειγμα ανάθεσης αποστολής είναι η Μαρία η Μαγδαληνή, στην οποία ο Χριστός δίνει την εντολή να αναγγείλει την ανάστασή Του στους μαθητές.

Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή συναντούμε όλα αυτά τα στοιχεία και στις δύο εμφανίσεις του Χριστού. Ο Χριστός εμφανίστηκε με δική του πρωτοβουλία και τις δύο φορές που εμφανίστηκε στους μαθητές Του. Ακολούθησε το «ειρήνη υμίν» που ο Χριστός χαιρέτησε τους μαθητές του και αμέσως μετά τους έδειξε τα σημεία του πάθους Του. Τέλος τους λέει για την αποστολή που έχουν που είναι παρόμοια με εκείνη του Χριστού που έλαβε από τον Πατέρα Του. «Καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς. και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς∙ λάβετε Πνεύμα Άγιον∙ αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς∙ αν τινων κρατήτε, κεκράτηνται». Την ίδια περίπου δομή έχει και η δεύτερη εμφάνιση του Χριστού, την επόμενη Κυριακή, όταν ήταν παρών και ο απόστολος Θωμάς.

Όπως ήδη αναφέραμε οι εμφανίσεις του Αναστάντος Κυρίου πραγματοποιήθηκαν «τη μία των Σαββάτων». Η Κυριακή, η ημέρα του Κυρίου λαμβάνει πλέον εκκλησιολογικό χαρακτήρα. Ονομάζεται Κυριακή γιατί γίνεται η Ανάσταση του Κυρίου, ημέρα αφιερωμένη στη λατρεία του Αναστάντος Κυρίου. Εμφανίζεται στους μαθητές Του οι οποίοι ήταν συγκεντρωμένοι σε συγκεκριμένο χώρο, από εκεί ξεκινά η Εκκλησία τη σύναξη για την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Η κατ’ εξοχήν σύναξη των πιστών γίνεται Κυριακή κατά την οποία τελείται η Θεία Λειτουργία και κατ’ αυτήν ο Χριστός είναι ο ίδιος παρών. Από εκείνες τις αποστολικές ημέρες έχουμε τις καταβολές της συναθροίσεως των Χριστιανών για να λατρεύσουμε το Θεό κατά την ημέρα της Κυριακής και ο Χριστός συνεχίζει να είναι παρών σ΄ όλες αυτές τις συνάξεις με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Άλλωστε είχε βεβαιώσει και ο ίδιος στους αποστόλους ότι «και ιδου εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας εώς της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28,20). Κεντρικό σημείο της Θείας Λειτουργίας είναι η κλάση του άρτου κατά την οποία ο Αναστημένος Κύριος προσφέρεται πλέον εις βρώσιν των πιστών. Πόσο σημαντικό γεγονός είναι η πράξη της «κλάσις του άρτου» φαίνεται σε  μια άλλη εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου, στους δύο μαθητές του που πορεύονταν προς τους Εμμαούς, εδώ ο Κύριος  ευλογεί τον άρτο και αφού τον κόβει δίνει στους δύο μαθητές. Η «κλάσις του άρτου» μια συνήθης πράξη μεταξύ του Κυρίου και των μαθητών Του πριν από το Πάθος γίνεται η αφορμή να καταλάβουν οι δύο μαθητές ότι αυτός ήταν ο Διδάσκαλος τους.

Ο Χριστός χωρίς να του το ζητήσει ο Θωμάς τον βάζει να αγγίξει στις πληγές Του και τότε ο Θωμάς αναφώνησε: «ο Κύριός μου και Θεός μου». Πείστηκε ο Θωμάς αλλά έχουμε την απάντηση του Χριστού στην αντίδραση του Θωμά «ότι εώρακάς με πεπίστευκας∙ μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Κατά τον  Ιερό Χρυσόστομο «τούτο γαρ εστι πίστεως, το τα μη ορώμενα δέξασθαι» (ΕΠΕ Τόμος 14, 1,27).

 

Αυτό είναι και το μεγαλείο της ορθοδόξου πίστεως και το μήνυμα της συγκεκριμένης περικοπής, να αποδέχεται κανείς εκείνα που δεν βλέπονται. Δύσκολο αν όχι και ακατόρθωτο για εμάς σήμερα αφού οι δυσκολίες της ζωής μας έκαναν να ζητάμε καθημερινά  να «δούμε» για να πειστούμε αλλά πρέπει να έχουμε πάντα κατά νου το «εστι γαρ πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (Εβρ. 11,1). Πίστη σημαίνει σιγουριά γι’ αυτά που ελπίζουμε και βεβαιότητα γι΄ αυτά που δε βλέπουμε.

(9-4-2017)

Κυριακή των Βαΐων

Αποστόλος προς Φιλιπ. δ΄ (4-9)

Πρωτότυπο κείμενο

Αδελφοί, χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. Ὁ Κύριος ἐγγύς. Μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ’ ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν. Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, να χαίρεστε πάντοτε με τη χαρά που δίνει η κοινωνία με τον Κύριο. Θα το πω και πάλι: να χαίρεστε. Σ΄ όλους να δείχνετε την καλοσύνη σας. Ο Κύριος έρχεται σύντομα. Για τίποτε να μην σας πιάνει άγχος, αλλά σε κάθε περίσταση τα αιτήματά σας να τα απευθύνετε στον Θεό με προσευχή και δέηση, που θα συνοδεύονται από ευχαριστία. Και η ειρήνη του Θεού, που είναι ασύλληπτη στο ανθρώπινο μυαλό, θα διαφυλάξει τις καρδιές και τις σκέψεις σας κοντά στον Ιησού Χριστό. Τέλος, αδερφοί μου, ότι είναι αληθινό, σεμνό, δίκαιο, καθαρό, αξιαγάπητο, καλόφημο, ότι έχει σχέση με την αρετή και είναι άξιο επαίνου, αυτά να έχετε στο μυαλό σας. Αυτά που μάθατε, παραλάβατε κι ακούστε από μένα, αυτά που είδατε σ΄ εμένα, αυτά να κάνετε κι εσείς. Και ο Θεός που δίνει την ειρήνη θα είναι μαζί σας.

Εισαγωγικά

Η αρχαία μακεδονική πόλη των Φιλίππων, ήταν Ρωμαϊκή αποικία, καθώς σημειώνει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (Πραξ.16,22). Προς αυτή γράφει ο Απ. Παύλος από τη Ρώμη κατά την διάρκεια της πρώτης φυλακίσεως του. Η προς Φιλιππησίους επιστολή, χαρακτηρίζεται ως η πλέον προσωπική και τρυφερή επιστολή, ενώ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η επιστολή της χαράς, αφού η χαρά αποτελεί ένα από τα κεντρικά θέματα στα οποία αναφέρετε.

Πορεία προς το Πάθος

«Χαίρε και ευφραίνου πόλις Σιών, τέρπου και αγάλλου η Εκκλησία του Θεού..» Βρισκόμαστε στη έκτη Κυριακή της Μεγάλης Σαρακοστής, τη Κυριακή των Βαΐων. Από σήμερα ο Χριστός πορεύεται εκούσια προς το πάθος του. Τα όσα πρόκειται να συμβούν τις επόμενες μέρες, τα πάθη του Κυρίου και ο θάνατος του στο Σταυρό,  σίγουρα προξενούν θλίψη στις καρδιές μας.             Ωστόσο τα πάθη του Κυρίου ήταν αυτά που οδήγησαν στην Ανάσταση του. Γι’ αυτό και στην πορεία προς τον Γολγοθά δεν κυριαρχεί η θλίψη και η απόγνωση, αλλά η ελπίδα και η χαρά, διότι με τον θάνατο του ο Χριστός κατήργησε το κράτος του θανάτου. Δικαιολογημένα λοιπόν ο απόστολος Παύλος στο σημερινό ανάγνωσμα, μας καλεί να έχουμε χαρά. Όχι κοσμική αλλά υπερκόσμια χαρά. Χαρά που πηγάζει από τον ίδιο τον Χριστό και θεμελιώνεται στο γεγονός ότι  ο Χριστός σε λίγο θα είναι κοντά μας. Η Eκκλησία φρόντισε καθ’ όλη τη διάρκεια του Τριωδίου, μέσα από τις προκαταρτικές Κυριακές και το πλούσιο πνευματικό θησαυρό της υμνογραφίας της Μεγάλης Σαρακοστής, να μας βοηθήσει να καταλάβουμε τις βασικές αρετές της χριστιανικής ζωής, για να κατανοήσουμε το μυστήριο της σταυρικής θυσίας, και να νιώσουμε έτσι την ανάγκη της απαλλαγής από τα διάφορα πάθη και τις αδυναμίες μέσα από ένα εσωτερικό αυτοέλεγχο, για να μπορέσουμε έτσι να βιώσουμε πραγματικά Ανάσταση στις καρδιές μας.

«Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε»

Ο απόστολος Παύλος μας καλεί όλους να χαιρόμαστε «εν Κυρίω». Πνευματικός καρπός του Αγίου Πνεύματος η χαρά. Μόνο με τον Κύριο μπορεί να είναι κανείς πραγματικά χαρούμενος. Διότι η χαρά την οποία αναφέρει εδώ, δεν προκαλείται από γήϊνες και κοσμικές απολαύσεις. Αυτή η χαρά όσο αθώα και να είναι, δεν διαρκεί παρά ελάχιστο.  Ο χριστιανός πρέπει «πάντοτε» να χαίρετε, δηλαδή και σε ώρες θλίψεων και δοκιμασιών. Για την ανθρώπινη λογική κάτι τέτοιο φαίνεται αδιανόητο. Κι όμως, μόνο αν αφήσουμε κάθε μας πρόβλημα και κάθε βιοτική μέριμνα και ανησυχία μας στα χέρια του Θεού, κι αποδεχθούμε την αγάπη, τη ζωή του, εφαρμόζοντας τις εντολές του, τότε πραγματικά μπορούμε να βιώσουμε τη χαρά του Χριστού που είναι και η σωτηρία μας. Η αληθινή χαρά και η ειρήνη του Χριστού είναι μια πνευματική πραγματικότητα, που δεν εξαρτάται από τις δυσμενείς συνθήκες του βίου, αλλά εκδηλώνεται ως επιείκεια και καλοσύνη προς κάθε συνάνθρωπο μας.

« Ο Κύριος εγγύς»

Πώς να μην χαίρονται οι χριστιανοί, διερωτάται κανείς, αφού ο καιρός της δοκιμασίας είναι πολύ μικρός σε σχέση με την απέραντη αιωνιότητα; Ο καιρός της απελευθέρωσης πλησιάζει: «ο Κύριος εγγύς». Ο Κύριος έρχεται σύντομα. Η προσδοκία μας αυτή, είναι το θεμέλιο της ζωής μας καθημερινά, με την οποία φωτίζεται η συμπεριφορά μας προς τους άλλους. Ο απόστολος των εθνών με την αναφορά του,  εννοεί εδώ δύο πράγματα: α)  ότι ο Χριστός θα έλθει σύντομα με την Δευτέρα Παρουσία του «ως κλέπτης εν νυκτί» και  β)  ότι θα πάμε εμείς σε αυτόν με τον  θάνατο μας, που μπορεί να συμβεί σε κάθε στιγμή. Πλησιάζει λοιπόν η ώρα που θα παρουσιαστούμε ενώπιον του δικαιοκρίτη Χριστού. Έχουμε ανάγκη την επιείκεια και το έλεος του. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος μας προτρέπει να είμαστε επιεικής με τους συνανθρώπους μας, ακόμη και με  αυτούς που μας έβλαψαν: «Το επιεικές υμών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις».

«Μηδέ μεριμνάτε»

Εφ’ όσον ο Κύριος είναι «εγγύς», μας προτρέπει επιπλέον να μην μεριμνούμε για τις ανάγκες του παρόντα βίου. Ο χριστιανός γνωρίζει ότι η ζωή θα βρει την πληρότητα της μόνο κοντά στο Θεό και στην Βασιλεία του, γι’ αυτό και οι βιοτικές μέριμνες παραμερίζονται. Η φράση του Αποστόλου των εθνών «μηδέ μεριμνάτε», μας φέρνει αβίαστα στο μυαλό το «μη μεριμνάτε» του Χριστού: «Mη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότε­ρο από το ντύσιμο;» (Μτθ. 6, 25). Αυτό δεν σημαίνει όμως και αδιαφορία για την παρούσα ζωή. Η σταθερότητα της σχέσης μας με το Χριστό εξαρτάται, από το πόσο ελευθερία έχουμε στη ψυχή μας. Συνήθως πλησιάζουμε το Χριστό ελπίζοντας ότι θα τον έχουμε βοηθό στη επίλυση των διαφόρων προβλημάτων μας. Αυτός ο σκοπός δεν θεωρείται κατ’ αρχή κακός, είναι μάλιστα μια πράξη που προϋποθέτει πίστη στη δύναμη και την αγάπη του Θεού. Ο Χριστός όμως δεν θέλει να έρθει στη ζωή μας σαν διάκονος των θελημάτων μας, γιατί αυτό δεν μας σώζει. Και όταν ζητάμε λύση στα προβλήματα που μας ταλαιπωρούν, αυτός δρα ανάλογα με την πίστη μας και σύμφωνα με το αληθινό μας συμφέρον, το οποίο μπορεί μερικές φορές να είναι αντίθετο με τις επιθυμίες μας. Γι’ αυτό αμέσως  μετά ο Απ. Παύλος  μας συμβουλεύει πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα και τις ανάγκες μας:  «εν παντί τη προσευχή και τη δεήσει μετά ευχαριστίας τα αιτήματα υμών γνωρίζει πρώτον τον Θεώ». Για όλα και πάντοτε να καταφεύγουμε στον Θεό, προς τον οποίο να απευθύνουμε τα αιτήματα μας με προσευχή και δέηση, που θα συνοδεύεται από ευχαριστία. Αυτός είναι και ένας επιπλέον λόγος γιατί να μην μας καταβάλουν οι βιοτικές μέριμνες.

 Εμείς οι χριστιανοί ζούμε την κοινωνία του Θεού μέσα την Εκκλησία. Ο Θεός αποτελεί για εμάς ασφάλεια και ελπίδα. Όλα λύνονται με την βοήθεια του παντοδύναμου Θεού. Πολλές φορές όμως το στοιχείο της ευχαριστίας απουσιάζει από την προσευχή μας, κάτι που ασφαλώς συνιστά αχαριστία προς τον Κύριο. Γι’ αυτό η προσευχή μας κατά τον κορυφαίο Απόστολο  πρέπει να είναι και δέηση, αλλά και ευχαριστία. Εφαρμόζοντας ο χριστιανός τα πιο πάνω είναι φυσικό και επόμενο να φρουρεί την καρδιά του και την διάνοια του η ειρήνη του Θεού. Η λέξη «ειρήνη» σημαίνει εδώ την δύναμη. Μας φρουρεί και μας ενισχύει η δύναμη του Θεού. Ιδιαίτερα όμως φρουρεί τα δύο ευαίσθητα, από δαιμονικές επιθέσεις, σημεία της υπάρξεως μας, την καρδία και την διάνοια.

«Ταύτα λογίζεσθε, ταύτα πράσσετε»

Ο χριστιανός προσβλέπει στην ανέσπερο Βασιλεία των Ουρανών. Ζει με αυτή την προσδοκία. Γνωρίζει ότι ο Κύριος σύντομα έρχεται. Κληρονόμοι της Βασιλείας αυτής θα είναι όσοι ρυθμίζουν την ζωή τους σύμφωνα με τα παραγγέλματα του Χριστού. Και ποια είναι αυτά; Ο απόστολος των εθνών λίγο προτού κλείσει την επιστολή του, τα συνοψίζει: «όσα είναι αληθινά, σεμνά, δίκαια, καθαρά, αξιαγάπητα, καλόφημα, όσα έχουν σχέση με την αρετή και είναι άξια επαίνου, αυτά να έχετε στο μυαλό σας». Αυτά όλα, που θα μπορούσαν να καλυφθούν κάτω από τον όρο «αρετές», μας καλεί ο απόστολος Παύλος να τα έχουμε διαρκώς στο μυαλό μας και να τα μελετούμε.

Ο χριστιανός όμως δεν πρέπει να μένει στην θεωρία, αλλά να προχωρεί στην πράξη. Οι καθαρές σκέψεις, οι καλοί λογισμοί, οι αγνές και άγιες προθέσεις δεν αρκούν. Στόχος μας πρέπει να είναι η εξωτερίκευση τους, να γίνουν δηλαδή ενέργειες και πράξεις. Γι’ αυτό ο Παύλος συνεχίζει και λέει: «Αυτά που μάθατε, παραλάβατε κι ακούστε από μένα, αυτά που είδατε σ΄ εμένα, αυτά να κάνετε κι εσείς». Οι σκέψεις μεταφράζονται σε ζωή. Οι λογισμοί σε πράξεις. Το «ταύτα λογίζεσθε» σε «ταύτα πράσσετε». Οι χριστιανοί των Φιλίππων στους  οποίους απευθύνεται ο απόστολος Παύλος, όχι μόνο διδάχθηκαν το Ευαγγέλιο από ίδιο, άλλα είχαν μπροστά τους και το λαμπρό παράδειγμα του. Είχαν λοιπόν το ζωντανό παράδειγμα του πνευματικού τους πατέρα και ηγέτη, το οποίο και καλούνται να μιμηθούν.

Επίλογος

Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα αποτελεί μία ακόμη υπενθύμιση από την Εκκλησία μας ότι ο Κύριος είναι «εγγύς». Ο Χριστός μπορεί να έρθει σε κάθε στιγμή, για να κρίνει «ζώντας και νεκρούς». Καλούμαστε λοιπόν να μην μεριμνούμε για τα πράγματα του κόσμου τούτου, αλλά να έχουμε στο μυαλό μας ένα μόνο πράγμα: την Βασιλεία του Θεού. Αν θέλουμε να γίνουμε πολίτες της Βασιλείας αυτής, είναι αναγκαίο να εναρμονίσουμε την ζωή μας με τις ευαγγελικές εντολές. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να αποκτήσουμε και εμείς την ειρήνη του Θεού και την πραγματική χαρά. Ευτυχισμένοι λοιπόν και τρισμακάριοι, όσοι μπορέσουν να αφήσουν τις βιοτικές τους μέριμνες, αυτές τις ημέρες, κι αρχίσουν από τώρα την ευλογημένη πορεία δίπλα στον πορευόμενο προς το Πάθος Χριστό. «Δεύτε ουν και ημείς, συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν, και νεκρωθώμεν δι’ αυτόν, ταις του βίου ηδοναίς», «ίνα μη μείνωμεν έξω του νυμφώνος Χριστού». Καλή Ανάσταση!

(9-4-2017)

Κυριακή των Βαΐων

Ευαγγέλιον κατά Ιωάννη 12 (1 – 18),

Πρωτότυπο Κείμενο

Προ έξ ημερών του πάσχα ήλθεν εις Βηθανίαν, όπου ην Λάζαρος ο τεθνηκώς, ον ήγειρεν εκ νεκρών. Εποίησαν ουν αυτώ δείπνον εκεί, και η Μάρθα διηκόνει· ο δε Λάζαρος εις ην εκ των ανακειμένων συν αυτώ. Η ουν Μαρία, λαβούσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικής πολυτίμου, ήλειψε τους πόδας του Ιησού και εξέμαξε ταις θριξίν αυτής τους πόδας αυτού· η δε οικία επληρώθη εκ της οσμής του μύρου. Λέγει ουν εις εκ των μαθητών αυτού, Ιούδας Σίμωνος Ισκαριώτης, ο μέλλων αυτόν παραδιδόναι. Διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχοίς; Είπε δε τούτο ουχ ότι περί των πτωχών έμελεν αυτώ, αλλ’ ότι κλέπτης ην, και το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν. Είπεν ουν ο Ιησούς· Άφες αυτήν, εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό. Τους πτωχούς γαρ πάντοτε έχετε μεθ’ εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε. Έγνω ουν όχλος πολύς εκ των Ιουδαίων ότι εκεί εστί, και ήλθον ου διά τον Ιησούν μόνον, αλλ’ ίνα και τον Λάζαρον ίδωσιν ον ήγειρεν εκ νεκρών. Εβουλεύσαντο δε οι αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι’ αυτόν υπήγον των Ιουδαίων και επίστευον εις τον Ιησούν. Τη επαύριον όχλος πολύς ο ελθών εις την εορτήν, ακούσαντες ότι έρχεται Ιησούς εις Ιεροσόλυμα, έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ, και εκραύγαζον· «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, βασιλεύς του Ισραήλ». Ευρών δε ο Ιησούς ονάριον εκάθισεν επ’ αυτό, καθώς εστί γεγραμμένον· Μη φοβού, θύγατερ Σιών· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλον όνου. Ταύτα δε ουκ έγνωσαν οι μαθηταί αυτού το πρώτον, αλλ’ ότε εδοξάσθη ο Ιησούς, τότε εμνήσθησαν ότι ταύτα ην επ’ αυτώ γεγραμμένα, και ταύτα εποίησαν αυτώ. Εμαρτύρει ουν ο όχλος ο ών μετ’ αυτού ότε τον Λάζαρον εφώνησεν εκ του μνημείου και ήγειρεν αυτόν εκ νεκρών. Διά τούτο και υπήντησεν αυτώ ο όχλος, ότι ήκουσαν τούτο αυτόν πεποιηκέναι το σημείον.

Απόδοση

Έξι μέρες πριν από το Πάσχα ήρθε ο Ιησούς στη Bηθανία, όπου έμενε ο Λάζαρος που είχε πεθάνει και ο Ιησούς τον ανέστησε από τους νεκρούς. Ετοίμασαν, λοιπόν, εκεί για χάρη Του δείπνο, και η Mάρθα υπηρετούσε, ενώ ο Λάζαρος ήταν ένας απ’ αυτούς που παρακάθονταν μαζί με τον Iησού στο δείπνο. Tότε η Mαρία πήρε μία φιάλη από το πιο ακριβό άρωμα της νάρδου και άλειψε τα πόδια του Ιησού. Έπειτα σκούπισε με τα μαλλιά της τα πόδια του και όλο το σπίτι γέμισε από την ευωδία του μύρου. Λέει τότε ο Iούδας ο Iσκαριώτης, ένας από τους μαθητές του, αυτός που σκόπευε να τον προδώσει: «Γιατί να μην πουληθεί αυτό το μύρο για τριακόσια αργυρά νομίσματα και τα χρήματα να διανεμηθούν στους φτωχούς;» Αυτό το είπε, όχι γιατί νοιαζόταν για τους φτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέφτης και ,καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο, συχνά κρατούσε για τον εαυτό του από τα χρήματα που έβαζαν σ’ αυτό. Είπε τότε ο Iησούς: «Άφησέ την ήσυχη αυτό που κάνει είναι για την ημέρα του ενταφιασμού μου. Οι φτωχοί, πάντοτε θα υπάρχουν κοντά σας, εμένα όμως δεν θα με έχετε πάντοτε. Πλήθος πολύ από τους Ιουδαίους της πόλης, έμαθαν ότι ο Ιησούς βρίσκεται εκεί και ήρθαν για να δουν όχι μόνο αυτόν αλλά και τον Λάζαρο, που τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς. Γι’ αυτό οι αρχιερείς αποφάσισαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο, επειδή εξαιτίας του πολλοί Ιουδαίοι εγκατέλειπαν αυτούς και πίστευαν στον Ιησού. Tην άλλη μέρα, το μεγάλο πλήθος που είχε έρθει για τη γιορτή του Πάσχα, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Ιησούς στα Iεροσόλυμα, πήραν κλαδιά φοινικιάς και βγήκαν από την πόλη να τον προϋπαντήσουν κραυγάζοντας: «Δόξα στο Θεό! Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο! Ευλογημένος ο βασιλιάς του Ισραήλ! ». Ο Ιησούς είχε βρει ένα γαϊδουράκι και κάθισε πάνω του, όπως λέει η Γραφή: «Mη φοβάσαι θυγατέρα μου, πόλη Σιών να που έρχεται σε σένα ο βασιλιάς σου σε γαϊδουράκι πάνω καθισμένος». Αυτά στην αρχή δεν τα κατάλαβαν οι μαθητές του, όταν όμως ο Ιησούς ανυψώθηκε στη θεία δόξα, τότε τα θυμήθηκαν. Ό, τι είχε γράψει γι’ εκείνον η Γραφή, αυτά του έκαναν. Όλοι, λοιπόν εκείνοι που ήταν μαζί με τον Ιησού, όταν φώναξε τον Λάζαρο από τον τάφο και τον ανέστησε από τους νεκρούς, διηγούνταν αυτά που είχαν δει. Γι’ αυτό ήρθε το πλήθος να τον προϋπαντήσει, επειδή έμαθαν ότι αυτός είχε κάνει το θαυμαστό αυτό σημείο.

Η πορεία προς το Πάθος

Η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι περίοδος προετοιμασίας για το Πάσχα, γι΄ αυτό και τα ευαγγελικά αναγνώσματα των Κυριακών της περιόδου αυτής αναφέρονται στην πορεία του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα και στο επικείμενο Πάθος. Η σημερινή ευαγγελική περικοπή αναφέρεται στη θριαμβευτική είσοδό Του στα Ιεροσόλυμα. Είναι πλέον η τελευταία φορά που ο Ιησούς Χριστός εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα και κατά το θέλημα του Θεού Πατρός έρχεται «επί το εκούσιον πάθος». Η είσοδος αυτή δημιουργεί κλίμα αισιοδοξίας και ελπίδας, τόσο στο στενό κύκλο των μαθητών Του, όσο και στο συγκεντρωμένο πλήθος που ζητωκραυγάζει: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, βασιλεύς του Ισραήλ». Βεβαίως ο Ιησούς Χριστός δεν έρχεται για να λάβει κοσμική εξουσία, όπως εσφαλμένα πίστεψε ο όχλος και οι ίδιοι ακόμα οι μαθητές Του, αλλά για να εκπληρώσει το προαιώνιο σχέδιο του Θεού Πατέρα για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους.

Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας προέρχεται από το Κατά Ιωάννην ιερό ευαγγέλιο και περιλαμβάνει δυο γεγονότα. Το πρώτο είναι το δείπνο που παρατίθεται προς τιμήν του Ιησού Χριστού στο σπίτι του φίλου του Λαζάρου, τον οποίο ανέστησε από τους νεκρούς και το δεύτερο είναι η διήγηση για τη θριαμβευτική είσοδό Του στα Ιεροσόλυμα. Τα γεγονότα αυτά πραγματοποιήθηκαν, όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης, έξι μέρες πριν από το Εβραϊκό Πάσχα και το Πάθος του Ιησού Χριστού.

Κατά τη διάρκεια του δείπνου οι αδελφές του Λαζάρου Μάρθα και Μαρία διακονούσαν, η δε Μαρία άλειψε τα πόδια του Διδασκάλου με πολύτιμο μύρο, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για την ανάσταση του αδελφού της Λαζάρου. Η πράξη αυτή της Μαρίας παρεξηγείται από την φιλοχρηματία του Ιούδα, ο οποίος εκτιμά την αξία του μύρου σε 300 δηνάρια, τα οποία θα μπορούσαν να δοθούν ως ελεημοσύνη στους πτωχούς. Η απάντηση του Ιησού Χριστού είναι αποστομωτική, αλλά αποτελεί και μια πρόρρηση του επερχόμενου Πάθους: «Άφες αυτήν, εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό. Τους πτωχούς γαρ πάντοτε έχετε μεθ’ εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε». Η πράξη αυτή της Μαρίας ερμηνεύεται από τον ίδιο τον Κύριο ως η ετοιμασία του νεκρού σώματός Του για τον ενταφιασμό Του.

Η όλη ατμόσφαιρα του δείπνου αυτού με τα αντίθετα συναισθήματα, τιμής από τη μια και έχθρας από την άλλη εναντίον του Ιησού Χριστού, δημιουργούν μια πένθιμη διάσταση στο όλο σκηνικό. Μέσα στην οικία υπάρχει το αίσθημα της αγάπης, του σεβασμού και της τιμής στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Εκτός της οικίας υπάρχει ένα εχθρικό κλίμα εναντίον του Ιησού Χριστού και του Λαζάρου, το οποίο υπέθαλπαν οι αρχιερείς, οι γραμματείς και οι φαρισαίοι που ήθελαν τη θανάτωση, τόσο του Ιησού Χριστού, όσο και του Λαζάρου. Επιπλέον κατά τη διάρκεια του δείπνου και με αφορμή την άλειψη των ποδών του Ιησού Χριστού από τη Μαρία, αρχίζει να διαφαίνεται η αντίθεση μεταξύ του Διδασκάλου και του Ιούδα, ο οποίος στη συνέχεια θα τον προδώσει και θα τον οδηγήσει στη σταύρωση και θανάτωση. Η κατάκριση της πράξης αυτής από τον Ιούδα και η θέση του υπέρ των πτωχών, προμηνύει την προδοσία και τη συνεπακόλουθη θανάτωση του Ιησού Χριστού.

Από αυτό το σκηνικό, ο ευαγγελιστής μας μεταφέρει στην επόμενη μέρα και στην θριαμβευτική είσοδο του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Το πλήθος Του επιφυλάσσει θερμή υποδοχή και τον αναγνωρίζει ως προφήτη και βασιλέα. Την περίοδο αυτή η πόλη ήταν γεμάτη από προσκυνητές που είχαν έρθει από διάφορα μέρη για την εορτή του Εβραϊκού Πάσχα. Αυτό σημαίνει ότι το κήρυγμα του Ιησού Χριστού δεν περιορίζεται μεταξύ των Ιουδαίων των Ιεροσολύμων αλλά λαμβάνει παγκόσμια διάσταση. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας πληροφορεί ότι ένας από τους λόγους της θερμής αυτής υποδοχής είναι το γεγονός της ανάστασης του Λαζάρου: «Διά τούτο και υπήντησεν αυτώ ο όχλος, ότι ήκουσαν τούτο αυτόν πεποιηκέναι το σημείον». Η υποδοχή εκτός από πανηγυρικό και θρησκευτικό χαρακτήρα, λαμβάνει και πολιτική διάσταση. Ο Ιησούς Χριστός είναι πλέον στη συνείδηση του λαού ο αναμενόμενος Μεσσίας. Αυτό ακόμα και οι εχθροί του το αναγνώριζαν, γι΄ αυτό ήθελαν την εξόντωσή του γιατί έτσι εκείνοι θα εξασφάλιζαν εσαεί την θρησκευτική τους εξουσία. Πέρα όμως από την θρησκευτική αυτή αντίληψη περί του Μεσσία, το πλήθος Τον υποδέχεται έχοντας την ελπίδα μέσα του, ότι ήρθε η ώρα και ο κατάλληλος άνθρωπος του Θεού για να τους απαλλάξει από την πολιτική τους υποδούλωση στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Για τους πολλούς ο Ιησούς Χριστός είναι εκείνος που θα αναλάβει το ρόλο του επαναστάτη και θα οδηγήσει το λαό του Θεού στην απελευθέρωση και στην εγκαθίδρυση της δικής του βασιλείας.

Αντίθετα με τις επιθυμίες και βλέψεις του πλήθους για ανακήρυξή του σε βασιλέα και ελευθερωτή ο Ιησούς Χριστός δίδει μια άλλη διάσταση στην υποδοχή, γι΄ αυτό και επιλέγει να καθίσει πάνω σε ένα γαϊδούρι και να εισέλθει στην Αγία Πόλη. Εξάλλου ο ευαγγελιστής Ιωάννης σκόπιμα μας υπενθυμίζει την προφητεία του προφήτη Ζαχαρία: «Μη φοβού, θύγατερ Σιών· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλον όνου». Κάθε πράξη και ενέργειά Του είναι σύμφωνες με τις Γραφές και το προαιώνιο σχέδιο του Θεού Πατέρα για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Την ίδια στιγμή η υποδοχή λαμβάνει και εσχατολογική διάσταση, καθώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο αναμενόμενος ανά τους αιώνες μεσσιανικός βασιλιάς που έρχεται για να φέρει όχι πολέμους και διαμάχες, όπως οι κοσμικοί βασιλείς, αλλά για να φέρει την ειρήνη και την σωτηρία στο λαό του. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης ωστόσο σημειώνει και παραδέχεται ταυτόχρονα, ότι οι μαθητές δεν κατανοούσαν ακριβώς το νόημα των γεγονότων που συνέβαιναν στο Διδάσκαλό τους εκείνη τη στιγμή, αλλά το αντιλήφθηκαν μετά την Ανάστασή Του: «Ταύτα δε ουκ έγνωσαν οι μαθηταί αυτού το πρώτον, αλλ’ ότε εδοξάσθη ο Ιησούς». Η Ανάσταση είναι η πραγματική δόξα του Ιησού Χριστού και όχι η κοσμική δόξα των επίγειων βασιλέων, την οποία προσδοκούσαν να αποκτήσει, τόσο οι μαθητές του, όσο και το πλήθος.

Ο Ιησούς Χριστός πορεύεται και πάλιν στα Ιεροσόλυμα καθώς βρισκόμαστε προ των θυρών της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδας. Τα πλήθη του λαού τότε «εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ». Όπως τότε έτσι και σήμερα ο Ιησούς Χριστός θα πορευτεί το δρόμο της θυσίας και του μαρτυρίου. Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς εμείς θα Τον υποδεχτούμε και ποιά στάση θα τηρήσουμε απέναντί του; Η Εκκλησία μέσα από την σπουδαία υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδας μας διδάσκει, ότι  η Πορεία του Ιησού Χριστού προς το Πάθος είναι και δική μας πορεία. Μας καλεί η Εκκλησία να συμπορευτούμε και να συσταυρωθούμε μαζί Του, ώστε να συναναστηθούμε με Εκείνον και να γευθούμε τη χαρά και τη δόξα της Αναστάσεως που σημαίνει την σωτηρία και υιοθεσία μας από τον Θεό, δηλαδή τη μετοχή μας στην αιώνια βασιλεία Του. 

 

(2-4-2017)

Κυριακή Ε’ των Νηστειών

Απόστολος προς Εβραίους 9, (11-14)

Πρωτότυπο Κείμενο

Χριστός δε παραγενόμενος αρχιερεύς των μελλόντων αγαθών δια της μείζονος και τελειοτέρας σκηνής, ου χειροποιήτου, τουτ’ έστιν ου ταύτης της κτίσεως, ουδέ δι’ αίματος τράγων και μόσχων, δια δε του ιδίου αίματος εισήλθεν εφάπαξ εις τα άγια, αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος. Ει γαρ το αίμα ταύρων και τράγων και σποδός δαμάλεως ραντίζουσα τους κεκοινωμένους αγιάζει προς την της σαρκός καθαρότητα, πόσω μάλλον το αίμα του Χριστού, ος δια Πνεύματος αιωνίου εαυτόν προσήνεγκεν άμωμον τω Θεώ, καθαριεί την συνείδησην υμών από νεκρών έργων εις το λατρεύειν Θεώ ζώντι;

Απόδοση

Ο Χριστός ήρθε ως αρχιερέας των αγαθών που προσμένουμε. Η σκηνή στην οποία μπήκε είναι ανώτερη και τελειότερη. Δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, μέρος δηλαδή αυτής της δημιουργίας. Ο Χριστός μπήκε μια για πάντα στα άγια των αγίων για να προσφέρει αίμα όχι ταύρων και μοσχαριών, αλλά το δικό του αίμα, εξασφαλίζοντάς μας έτσι την αιώνια σωτηρία. Γιατί το αίμα των τράγων και των ταύρων και το ράντισμα με στάχτη δαμαλιού εξαγνίζουν αυτούς που είναι ακάθαρτοι θρησκευτικά, καθαρίζοντάς τους εξωτερικά. Σκεφτείτε, λοιπόν, πόσο περισσότερο το αίμα του Χριστού, ο οποίος έχοντας το Πνεύμα του Θεού πρόσφερε τον εαυτό του αψεγάδιαστη θυσία στο Θεό, θα καθαρίσει τη συνείδησή σας από τα έργα που οδηγούν στο θάνατο, έτσι ώστε να μπορείτε να λατρεύετε τον αληθινό Θεό.

Σχολιασμός

«δια δε του ιδίου αίματος εισήλθεν εφάπαξ εις τα άγια, αιωνίαν λύτρωσινευράμενος».

Τα Αποστολικά αναγνώσματα καθ΄ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής  και ειδικότερα καθώς προσεγγίζουμε τις μεγάλες ημέρες των Παθών του Κυρίου, μας εισάγουν στο βαθύτερο νόημα της Θυσίας του Σταυρού, αφού ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός πρόσφερε τον εαυτό του, ως Αρχιερέας της Νέας Διαθήκης για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Το Αποστολικό ανάγνωσμα της Ε΄ εβδομάδας των Νηστειών μας βοηθά να κατανοήσουμε την ασύγκριτη υπεροχή της Σταυρικής θυσίας και τη μοναδική αξία του αίματος του Χριστού. Για να μας τονίσει αυτή τη μοναδικότητα της θυσίας του Χριστού ο Απόστολος Παύλος τη συγκρίνει με τις θυσίες που έκαναν οι Ιουδαίοι αρχιερείς που θυσίαζαν ζώα, ταύρους και τράγους, για να καθαριστούν. Εδώ χρησιμοποιείται μία τυπολογία, όπως αποκαλείται από τη θεολογία, μεταξύ των θυσιών της Παλαιάς Διαθήκης και της θυσίας του Ιησού Χριστού. Οι πρώτες είναι τύπος και προεικόνιση της δεύτερης. Η θυσία του Ιησού Χριστού είναι η πραγματική λυτρωτική θυσία. Η προσφερόμενη κάθαρση από τις θυσίες ζώων ήταν μόνο εξωτερική, δηλαδή καθαρμοί σωματικοί προβλεπόμενοι από τις τελετουργίες καθαρμών της Παλαιάς Διαθήκης. Η κάθαρση από τη μοναδική και ανεπανάληπτη θυσία του Ιησού Χριστού είναι πραγματική και ουσιαστική για όλους τους ανθρώπους. Αυτή δεν αφορά καθαρμούς σωματικούς, αλλά την κάθαρση της συνείδησης, την κάθαρση από τα «νεκρά έργα», με το αίμα της θυσίας του Χριστού.  Ο Χριστός ως Μέγας Αρχιερέας μπήκε στα άγια των αγίων μια για πάντα για να θυσιάσει όχι ζώα, μοσχάρια και ταύρους, αλλά για να θυσιάσει τον ίδιό τον εαυτό Του, εξασφαλίζοντας έτσι για τους ανθρώπους την αιώνια σωτηρία. Αυτή η θυσία είναι αψεγάδιαστη και καθαρίζει την ψυχή και τη συνείδησή μας από τις αμαρτίες και τα έργα που μας οδηγούν στον πνευματικό θάνατο, για να μπορούμε έτσι να λατρεύουμε τον αληθινό Θεό.

Ο αιώνιος Λόγος του Θεού έγινε άνθρωπος για να αναλάβει στους ώμους Του το φορτίο των αμαρτιών μας. Με τη σταυρική Του θυσία πρόσφερε στους ανθρώπους την αιώνια ζωή. Χάρις στο τίμιο αίμα Του, που ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ονομάζει «καθάρσιον» του ανθρώπινου γένους εξασφαλίσαμε για πάντα τη δυνατότητα της σωτηρίας. Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος «τούτο το αίμα εκχυθέν πάσαν την οικουμένην εξέπλυνε».

Ο Χριστός πρόσφερε τον εαυτό του άπαξ δια παντός λυτρωτική θυσία. Η λύτρωση αυτή συνεχίζει να είναι επίκαιρη για κάθε άνθρωπο κάθε εποχής μέσα στην Εκκλησία, όπου προσφέρεται η αναίμακτη θυσία του Χριστού με τη Θεία Ευχαριστία. Ο Χριστός προσφέρθηκε ως λυτρωτική θυσία για να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τη δουλεία της αμαρτίας. Ο αμαρτωλός άνθρωπος λαμβάνει άφεση αμαρτιών μέσα από τη θυσία του Χριστού. Η Σταυρική θυσία του Χριστού καθαρίζει τη συνείδησή μας «από νεκρών έργων», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Απόστολος, δηλαδή από τις διάφορες μορφές της αμαρτίας που έχουν σαν αποτέλεσμα να μας καθιστούν νεκρούς πνευματικά και να μας απομακρύνουν από την πηγή της ζωής, που είναι ο Χριστός.

Το αίμα του Χριστού μας χαρίζει τη δυνατότητα της αληθινής ζωής, είναι η δυνατότητα  να σωθούμε και ο τρόπος για να ζήσουμε και στη γη και στον ουρανό ενωμένοι με το Χριστό. Χάρη στο τίμιο αίμα Του έχουμε την απολύτρωση και την άφεση των παραπτωμάτων μας (Εφ. 1,7. Α’ Πέτρ. 1,19). Ο Χριστός ως Αρχιερέας  προσφέρει τη θυσία και ως αμνός προσφέρεται θυσία. Όπως λέγεται σε ευχή της θείας λειτουργίας, ο Χριστός είναι «ο προσφέρων και προσφερόμενος». Είναι «θύτης και θύμα». Ως  θύτης προσφέρει τη θυσία και ως άμωμον θύμα προσφέρει τον εαυτό του θυσία. Εξαιτίας αυτής της θυσίας  εξαγοραστήκαμε και λυτρωθήκαμε από την αιώνια κατάρα, δηλαδή την ετυμηγορία του Θεού προς τους πρωτόπλαστους μετά την παράβαση της εντολής Του και την έξοδό τους από τον Παράδεισο. Τώρα, με τη θυσία του Χριστού εξασφαλίσαμε και εξασφαλίζουμε άφεση  αμαρτιών,  αποκτήσαμε την υιοθεσία από τον Θεό-Πατέρα  μας, γίναμε ξανά πολίτες της βασιλείας των ουρανών.

Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει το παράδειγμα της γυναίκας που τρέφει το έμβρυο με το αίμα της. Έτσι και ο Χριστός  με τη θυσία Του μας αναγέννησε και μας τρέφει συνεχώς με το αίμα Του. Στην Παλαιά Διαθήκη το αίμα των ταύρων και των τράγων εξάγνιζε τους θρησκευτικά μολυσμένους και τους καθάριζε εξωτερικά, σωματικά, «προς την της σαρκός καθαρότητα», για να μπορούν να μετέχουν στη λατρεία χωρίς να υποστούν κάποια τιμωρία για τις αμαρτίες τους. Ο Χριστός όμως ως Μέγας Αρχιερέας πρόσφερε τον εαυτό του για να οδηγήσει εμάς στην αιώνια απολύτρωση και όχι στην προσωρινή και εξωτερική καθαρότητα. Αυτή είναι λοιπόν η αιώνια και απροσπέραστη διαφορά της θυσίας ζώων της Παλαιάς Διαθήκης από τη θυσία του άσπιλου και άμωμου Ιησού Χριστού, του μεγάλου Αρχιερέα της Καινής Διαθήκης.

Κατ’ επέκταση πρέπει να πούμε ότι και ο κάθε χριστιανός πρέπει να είναι θύτης και θύμα με την πνευματική έννοια. Θυσιάζει στο ναό της υπάρξεώς του όλα τα πάθη του αλλά και όλες τις δίκαιες και νόμιμες επιθυμίες του. Θυσιάζει όλα τα δικαιώματά του όπως και ο Χριστός. Ή ακόμα θυσιάζει και την ίδια του τη ζωή για την επικράτηση των αρχών της δικαιοσύνης και της ειρήνης και την ανατροπή της αδικίας που επιβάλλουν διάφοροι ισχυροί του κόσμου. Αυτή η προσωπική θυσία και η προσωπική ιερωσύνη είναι που χαριτώνει στο έπακρο τους ανθρώπους κάθε εποχής και ενεργοποιεί πλήρως τη Σταυρική θυσία.

Αυτή η περίοδος που διανύουμε της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ιδιαίτερα της Μεγάλης Εβδομάδας, που  προετοιμαζόμαστε να σταθούμε κάτω από το Σταυρό του Κυρίου και θα πλησιάσουμε το ποτήριο για να κοινωνήσουμε το πανάγιο αίμα και σώμα Του, θα πρέπει, αφ’ ενός μεν, να το κάνουμε με καθαρή ψυχή και αγνισμένη συνείδηση και όχι απλά από συνήθεια, γιατί ο απόστολος Παύλος εφιστά την προσοχή μας ότι,  «Όποιος τρώει τον άρτον τούτον ή πίνει από το ποτήριο του Κυρίου χωρίς να είναι άξιος, θα είναι ένοχος απέναντι στο σώμα και το αίμα του Κυρίου» (Α΄ Κορ. 11,27). Αφ’ ετέρου δε, μιμούμενοι την κενωτική θυσία του Χριστού, που πρόσφερε τον εαυτό του μόνο για τους άλλους, πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψη και να ενεργούμε και για εκείνους που υφίστανται κακώσεις, θλίψεις, διωγμούς και αδικίες και όπου μπορούμε να τους προσφέρουμε τη δική μας παρηγοριά.

(2-4-2017)

Κυριακή E΄ των Νηστειών

Ευαγγέλιον κατά Μαρκ. 10, (32-45)

Πρωτότυπο Κείμενο

Ήσαν δε εν τη οδώ αναβαίνοντες εις Ιεροσόλυμα· και ην προάγων αυτούς ο Ιησούς, και εθαμβούντο, και ακολουθούντες εφοβούντο. και παραλαβὼν πάλιν τους δώδεκα ήρξατο αυτοίς λέγειν τα μέλλοντα αυτώ συμβαίνειν, οτι ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα και ο υιός του ανθρώπου παραδοθήσεται τοις αρχιερεύσι και γραμματεύσι, και κατακρινούσιν αυτόν θανάτω και παραδώσουσιν αυτὸν τοίς έθνεσι, και εμπαίξουσιν αυτώ και μαστιγώσουσιν αυτὸν και εμπτύσουσιν αυτώ και αποκτενούσιν αυτόν, και τη τρίτῃ ημέρᾳ αναστήσεται.  Και προσπορεύονται αυτώ Ιάκωβος και Ιωάννης υιοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες· Διδάσκαλε, θέλομεν ίνα ο εάν αιτήσωμεν ποιήσῃς ημίν. ο δε είπεν αυτοίς· Τι θέλετε ποιησαί με υμίν;  οι δε είπον αυτώ· Δὸς ημίν ίνα είς εκ δεξιών και είς εξ ευωνύμων σου καθίσωμεν εν τη δόξῃ σου. Ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· Ούκ οίδατε τι αιτείσθε. δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγω πίνω, και το βάπτισμα ο εγω βαπτίζομαι βαπτισθήναι; οι δε είπον αυτώ· Δυνάμεθα. Ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· Το μὲν ποτήριον ο εγω πίνω πίεσθε, και το βάπτισμα ο εγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε·  το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων ουκ έστιν εμόν δούναι, αλλ’ οίς ητοίμασται. και ακούσαντες οι δέκα ήρξαντο αγανακτείν περὶ Ιακώβου και Ιωάννου. ο δε Ιησούς προσκαλεσάμενος αυτούς λέγει αυτοίς· Οίδατε οτι οι δοκούντες άρχειν των εθνών κατακυριεύουσιν αυτών και οι μεγάλοι αυτών κατεξουσιάζουσιν αυτών˙ ουχ ούτω δε έσται εν υμίν, αλλ’ ος εάν θέλῃ γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος,  καὶ ός εάν θέλῃ υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος· και γὰρ ο υιός του ανθρώπου ούκ ήλθε διακονηθήναι, αλλὰ διακονήσαι και δούναι την ψυχὴν αυτού λύτρον αντὶ πολλών.

 Νεοελληνική Απόδοση

Ανέβαιναν προς τα Ιεροσόλυμα, ο Ιησούς πήρε τους δώδεκα μαθητές του κι άρχισε να τους λέει τα όσα ήταν να του συμβούν. «Ακούστε», τους  έλεγε˙ «τώρα που ανεβαίνουμε στα Ιεροσόλυμα, ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στους αρχιερείς και στους γραμματείς, οι οποίοι θα τον καταδικάσουν σε θάνατο και θα τον παραδώσουν στους εθνικούς. Θα τον περιγελάσουν, θα τον μαστιγώσουν, θα τον φτύσουν και θα τον θανατώσουν˙ και την Τρίτη ημέρα θα αναστηθεί». Πλησιάζουν τότε τον Ιησού ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοί του Ζεβεδαίου, και του λένε: «Διδάσκαλε, θέλουμε να μας κάνεις τη χάρη που θα σου ζητήσουμε». «Τι θέλετε να κάνω για σας;» τους ρώτησε εκείνος. «Όταν θα εγκαταστήσεις την ένδοξη βασιλεία σου», του αποκρίθηκαν, «βάλε μας να καθίσουμε ο ένας στα δεξιά σου κι ο άλλος στα αριστερά σου». Ο Ιησούς τότε τους είπε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι του πάθους που θα πιω εγώ ή να βαφτιστείτε με το βάπτισμα με το οποίο θα βαφτιστώ εγώ;» «Μπορούμε», του λένε. Κι ο Ιησούς τους απάντησε: «Το ποτήριο που θα πιώ εγώ θα το πιείτε, και με το βάπτισμα των παθημάτων μου θα βαφτιστείτε˙ το να καθίσετε όμως στα δεξιά μου και στα αριστερά μου δεν μπορώ να σας το δώσω εγώ, αλλά θα δοθεί σ’ αυτούς για τους οποίους έχει ετοιμαστεί». Όταν τ’ άκουσαν αυτά οι υπόλοιποι δέκα μαθητές, άρχισαν ν’ αγανακτούν με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Τους κάλεσε τότε ο Ιησούς και τους λέει: «Ξέρετε οτι αυτοί που θεωρούνται ηγέτες των εθνών ασκούν απόλυτη εξουσία πάνω τους, και οι άρχοντες τους τα καταδυναστέυουν. Σ’ εσάς όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό, αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσα σας, πρέπει να γίνει υπηρέτης σας∙ και όποιος απο σας θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων. Γιατί και ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λύτρο για όλους».

 Σχολιασμός

H σημερινή ευαγγελική περικοπή έχει επιλεγεί από την Εκκλησία μας έτσι ώστε να μας προετοιμάσει για το πάθος και το θάνατο του Χριστού, τα οποία πλησιάζουν και ξεκινούν από την ερχόμενη Κυριακή με την θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Η προετοιμασία των μαθητών για τα γεγονότα που θα επακολουθήσουν αποτελούν κύριο μέλημα του Χριστού. Για τον λόγο αυτό τον βλέπουμε να τους μιλά πιο συχνά γι’ αυτά που σύντομα πρόκειται να επακολουθήσουν έτσι ώστε να μην σκανδαλιστούν και χάσουν την πίστη τους. Οι Μαθητές ακούγοντας τον διδάσκαλο τους να τους λέει ότι θα παραδοθεί στους αρχιερείς και γραμματείς οι οποίοι θα τον καταδικάσουν σε θάνατο και θα τον παραδώσουν στους εθνικούς. Θα τον περιγελάσουν, θα τον μαστιγώσουν, θα τον φτύσουν, θα τον θανατώσουν και την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί, δεν μπορούσαν να τα κατανοήσουν. Και αυτό γιατί ο Χριστός που πίστευαν ότι είναι ο Μεσσίας δεν μπορούσε με βάση τις δικές τους αντιλήψεις να πάθει οτιδήποτε από αυτά. Οι Μαθητές πίστευαν ότι ο Χριστός θα εγκαθιστούσε μια επίγεια βασιλεία όπου θα δοξαζόταν ο λαός του Ισραήλ. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που ωθεί τους δύο μαθητές τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη να ζητήσουν από το Χριστό να καθίσουν δίπλα του ο ένας στα δεξιά του και ο άλλος στα αριστερά του, αλλά και τους υπόλοιπους μαθητές να αγανακτούν με τους δύο μαθητές γιατί ήθελαν και αυτοί να έχουν ρόλο στην εξουσία.

Βλέποντας τη στάση αυτή των μαθητών ωθεί τον Χριστό να απευθυνθεί προς αυτούς και να τους πει ότι δεν πρέπει να κάνουν όπως κάνουν οι ηγέτες των εθνών οι οποίοι ασκούν απόλυτη εξουσία και καταδυναστεύουν τα έθνη. Σ’ εσάς όποιος θέλει να γίνει μεγάλος μεταξύ σας, πρέπει να γίνει υπηρέτης σας και οποίος θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων. Γιατί και ο Υιός του ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λύτρο για όλους. Εδώ φαίνεται η διαφορά της εξουσίας που ακολουθείτε από τους κοσμικούς άρχοντες που εξουσιάζουν το κόσμο και της εξουσίας που παρουσιάζεται από το Χριστό. Η εξουσία στο χριστιανισμό δεν αποτελεί πηγή δύναμης και επιβολής προς τους άλλους αλλά μέσω για διακονία και υπηρεσία προς τους άλλους. Αυτό φαίνεται και από τον ίδιο το Χριστό ο οποίος δεν ήρθε για να διακονηθεί από τους ανθρώπους αλλά διακόνησε τους ανθρώπους καθ’ όλη τη διάρκεια της επί γης παρουσίας του. Το παράδειγμα αυτό ακολούθησαν και οι άγιοι στη ζωή τους, οι οποίοι δεν επεδίωκαν κοσμικές εξουσίες και δόξες αλλά μέσα από την αγάπη και τη διακονία τους προς τους άλλους συνανθρώπους τους αξιώθηκαν από το Θεό την αιώνια και παντοτινή τιμή και δόξα.

Με αυτή την παντοτινή τιμή και δόξα κοσμήθηκε και η αγία Μαρία η Αιγυπτία η οποία προβάλλεται τη σημερινή Κυριακή από την Εκκλησία. Η αγία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο όπου από νεαρή ηλικία, από τα δώδεκα της χρόνια, ξεκίνησε μια ζωή στην ασωτία και την πορνεία. Λόγω του πάθους της αυτού ακολούθησε κάποιους προσκυνητές που πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό. Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού απέκτησε πολλούς εραστές αλλά και στα Ιεροσόλυμα όταν έφτασε συνέχιζε το έργο της. Ένα γεγονός στάθηκε αιτία να αλλάξει ριζικά η ζωή της. Καθώς πήγε να εισέλθει στην εκκλησία για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό κάποια αόρατη δύναμη την εμπόδιζε και δεν την άφηνε να εισέλθει. Αυτό την έκανε να καταλάβει την αμαρτωλότητά της και δείχνοντας μετάνοια, ζήτησε τη βοήθεια της Παναγίας. Η Παναγία τη βοήθησε να μπει στην εκκλησία να προσκυνήσει και εκεί άκουσε φωνή που την προέτρεπε να πάει στην έρημο πέραν του Ιορδάνη, πράγμα το οποίο και έκανε. Στην έρημο έζησε για σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια υπομένοντας τον καύσωνα και τον παγετό γυμνή αφού τα ενδύματα που φορούσε είχαν καταστραφεί με τον καιρό. Εκεί στην έρημο συνάντησε τον Αββά Ζωσιμά που του αποκάλυψε τον βίο της και τον παρεκάλεσε να έρθει του χρόνου κατά την Μεγάλη Πέμπτη για να την κοινωνήσει, πράγμα το οποίο και έκανε. Τότε του ζήτησε να έρθει και το επόμενο έτος και να προσεύχεται γι’ αυτήν. Το επόμενο έτος που πήγε τη βρήκε κεκοιμημένη με την επιγραφή να την ενταφιάσει καθώς είχε κοιμηθεί κατά την ημέρα που είχε κοινωνήσει των αχράντων μυστηρίων. Ο αββάς Ζωσιμάς λόγο του προχωρημένου της ηλικίας του δεν μπορούσε να σκάψει την σκληρή γη και βλέπει ένα λιοντάρι να έρχεται και να σκάβει αυτό τον τάφο της Οσίας. Μετά τον ενταφιασμό της αναχώρησαν και οι δύο.

 

Έχοντας υπόψη μας το παράδειγμα που μας δίνει ο Χρίστος μέσα από σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, ότι όποιος θέλει να είναι πρώτος, πρέπει να γίνει δούλος όλων, αλλά και το παράδειγμα της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, ας προσπαθήσουμε ο καθένας από τη θέση του να αγωνιστούμε όσο μπορούμε να βοηθήσουμε τους συνανθρώπους μας που έχουν ανάγκη. Αυτό να το κάνουμε έχοντας αίσθηση της δικής μας αδυναμίας και οδηγούμενοι από ανιδιοτελή αγάπη προς τον συνάνθρωπο μας. Όλοι μαζί ας συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε ακλουθώντας το παράδειγμα του Χριστού και να πορευθούμε προς το πάθος και την ανάσταση του. Αμήν.