ΚΥΡΙΑΚΗ, 25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016 

† Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΙΣ
ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ
ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ 

Γαλ. δ΄(4-7)

Πρωτότυπο Κείμενο

Αδελφοί, ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν. Ότι δε έστε υιοί, εξαπέστειλεν ο Θεός το Πνεύμα του Υιού αυτού εις τας καρδίας υμών, κράζον˙ Αββά ο πατήρ. Ώστε ουκέτι ει δούλος, αλλ’ υιός, ει δε υιός, και κληρονόμος Θεού δια Χριστού.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, όταν έφτασε η ώρα που είχε καθορίσει ο Θεός, απέστειλε τον Υιό του. Γεννήθηκε από μια γυναίκα και υποτάχτηκε στο νόμο, για να εξαγοράσει αυτούς που ήταν υπόδουλοι στον νόμο, για να γίνουμε παιδιά του Θεού. Κι επειδή πραγματικά είστε παιδιά του, ο Θεός απέστειλε το Πνεύμα του Υιού του στίς καρδιές μας, και αυτό φωνάζει: «Αββά, Πατέρα μου!». Συνεπώς, δεν είσαι πια δούλος, αλλά παιδί του Θεού. Και ως παιδί του που είσαι, θα γίνεις κληρονόμος του δια του Χριστού.

Σχολιασμός

«Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού»

Πραγματικά μεγάλη και αγία είναι η σημερινή ημέρα των Χριστουγέννων, κατά την οποία η Εκκλησία μας γιορτάζει το μεγάλο και ανερμήνευτο αυτό γεγονός, την αρχή όλων των εορτών, την κατά σάρκα γέννηση του Υιού και Λόγου του Θεού από την Υπεραγία Θεοτόκο. Το αποστολικό Ανάγνωσμα είναι παρμένο από το 4ο κεφάλαιο της προς Γαλάτας επιστολής και αναφέρεται στο μεγάλο αυτό γεγονός.

Μετά τη διάπραξη του προπατορικού αμαρτήματος και της απομάκρυνσης του ανθρώπου από τον Θεό, σταμάτησε η δυνατότητα της κοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό. Ο άνθρωπος πλέον δεν βλέπει, ούτε και ακούει τον Θεόν, αλλά σχηματίζει γι αυτόν μια παραχαραγμένη εικόνα. Τον φαντάζεται να τιμωρεί, να έχει φθόνο μέσα του και να προκαλεί φόβο. Έτσι ο άνθρωπος προσπαθεί να εξιλεώσει τον Θεό και να τον κρατήσει σε απόσταση ασφαλείας από αυτόν αναμένωντας το πότε θα γίνει πραγματικότητα η υπόσχεση, την οποία έδωσε ο Θεός στους πρωτόπλαστους για σωτηρία. Με την πάροδο του χρόνου αρκετοί από τους δίκαιους, αλλά και οι προφήτες του ιουδαϊκού λαού προανείγγειλαν και περιέγραψαν παραστατικότατα την έλευση του Μεσία. Προσπαθούσαν μέσω του λόγου που μετέφεραν από τον Θεό να οδηγήσουν τους ανθρώπους μακριά από την αμαρτία, στην τήρηση των εντολών του Θεού, έτσι ώστε να τους προετοιμάσουν για να δεχθούν τον αναμενόμενο Μεσσία.

Μέσω λοιπόν της τήρησης των εντολών και του θελήματος του Θεού έφτασε η κατάλληλη στιγμή, κατά την οποία η ανθρωπότητα ήταν σε θέση μέσω της Παρθένου Μαρίας να υποδεχθεί τον Υιό του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος ονομάζει αυτή τη στιγμή ως πλήρωμα του χρόνου. Από την πλευρά της αμαρτίας τώρα, βλέπουμε πως ο άνθρωπος είχε φτάσει στο έσχατο σημείο της διαφθοράς του. Πολλοί συνέχιζαν να ζουν μέσα στα πάθη και την αμαρτία αγνοώντας τις εντολές του Θεού. Μέσα από κείμενα ιστορικών που έζησαν πριν από την έλευση του Χριστού, αλλά και από διάφορα ευρήματα εκείνης της εποχής βλέπουμε ότι η ανθρωπότητα δεν άντεχε άλλο. Αυτή τη στιγμή ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και ο Θεός εξαπέστειλε τον Υίον του, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστό.

Γεννήθηκε από μια γυναίκα, την Παρθένο Μαρία και έγινε άνθρωπος για να μας καταστήσει κατά χάριν Θεούς. Έτσι ξεσκεπάζεται και το ψέμα που είπε ο όφις τη γυναικί μέσα στον παράδεισο. Οτι δηλαδή ο Θεός δεν θέλει να γίνει ο άνθρωπος όμοιος με το Θεό, γι’ αυτό του έδωσε εντολή να μη φάγει «από του καρπού του εν μέσω του παραδείσου ξύλου» για να μην γίνει Θεός. Με τη γέννηση του ο Χριστός γίνεται υπήκουος στό νόμο έτσι ώστε να μας εξαγοράσει από το νόμο και να μας απαλλάξει από τις απαιτήσεις του.

Με τη γέννηση του ο Ιησούς Χριστός μας ελευθερώνει, κάνοντάς μας δικούς του και συγκληρονόμους της βασιλείας του. Μας δίνει τη δυνατότητα να φτάσουμε στα ακρότατα των ορίων μας που είναι η οντολογική υπέρβαση της φθοράς και του θανάτου, η κατά χάριν ένωση του ανθρώπου με το Θεό. Μας προσφέρει τη δυνατότητα της προσωπικής μας μετοχής στη θεία ζωή και την αγάπη του Θεού, σε μια ατελεύτητη κλιμάκωση. Μας χαρίζει τη δυνατότητα εκτός από το να απολάβουμε την υιοθεσία και να γίνουμε κοινωνοί της θείας φύσεως. Αυτή η Υιοθεσία και η κατά χάριν ένωσή με το Θεό, παρόλο που μας προσφέρεται από το Χριστό εντούτοις δεν γίνεται αποδεχτή απ’ όλους τους ανθρώπους. Στην δισχιλιετή πορεία του Χριστιανισμού υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί, που προσπάθησαν και προσπάθουν να καταπολεμήσουν το Χριστό, συνεχίζοντας το έργο του Ηρώδη ο οποίος «ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό» ( Ματθ. 2,13). Περνούν όμως και εξαφανίζονται χωρίς να μένουν. Ο Ιησούς Χριστός όμως με τον ερχομό του χώρισε την ιστορία στα δύο, σε πρό και μετά Χριστό εποχή. Παραμένει πάντοτε γιατί είναι ο Ων, η Αλήθεια και η ζωή, ο ήλιος της δικαιοσύνης που φωτίζει κάθε άνθρωπο και τον οδηγεί στη σωτηρία.

Μέσα από την υμνολογία της Εκκλησίας για την εορτή των Χριστουγγένων βλέπουμε χαρακτηριστικα το πως περιγράφεται η κατάσταση της ανθρωπότητας πριν από τον ερχομό του Ιησού Χριστού. Κατά την διάρκεια του εσπερινού των Χριστουγγένων ψάλλουμε «Τον κατ’ εικόνα και ομοίωσιν, ρύσαντα εκ παραβάσεως, ιδών ο Ιησούς, κλίνας ουρανούς κατέβη, και ώκησεν εν μήτρα παρθενική αναλλοιώτως˙ ίνα εν αυτή, τον φθαρέντα Αδάμ, αναπλάση κράζοντα˙ Δόξα τη επιφανεία σου, ο λυτρωτής μου και Θεός» ( 4ον στιχηρό λιτής των Χριστουγγένων). Συνεχίζοντς κατά την κυριώνυμο μέρα στους κανόνες του όρθρου ψάλλουμε «Ιδών ο Κτίστης ολλύμενον, τον άνθρωπον χερσίν, ον εποίησε, κλίνας ουρανούς κατέρχεται˙ τούτον δε εκ Παρθένου θείας Αγνής, όλον ουσιούται, αληθεία σαρκωθείς˙ ότι δεδόξασται» ( Ωδή Α’ 2ον τροπάριο).

Η ενανθρώπηση του Χριστού, σήμανε για εμάς τους ανθρώπους την αρχή της σωτηρίας μας. Ωστόσο παρασυρόμενοι από το καταναλωτικό πνεύμα της εποχής μας, ζούμε χωρίς να υπολογίζουμε τις εντολές και τη διδασκαλία του Χριστού. Προσπαθούμε να περάσουμε όσο καλύτερα γίνεται αδιαφορώντας για τη σωτηρία που μας προσφέρει ο Χριστός. Είναι λοιπόν η σημερινή εορτή μια ευκαιρία να κοιτάξουμε τη ζωή μας, να διορθώσουμε ότι δεν συμφωνεί με τα όσα μας έχει πει ο Χριστός, έτσι ώστε να δεχθούμε τη σωτηρία που μας προσφέρει με την ενανθρώπηση του.

ΚΥΡΙΑΚΗ, 25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016 

† Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΙΣ
ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ
ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ  

Ματθ. β΄(1-20)

Πρωτότυπο κείμενο

1 Του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως, ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα 2 λέγοντες· πού εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; Είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ. 
3 Ακούσας δε Ηρώδης ο βασιλεύς εταράχθη και πάσα Ιεροσόλυμα μετ’ αυτού, 4 και συναγαγών πάντας τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο παρ’ αυτών πού ο Χριστός γεννάται. 5 Οι δε είπον αυτώ· εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Ούτω γαρ γέγραπται δια του προφήτου· 
6 Και συ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα· εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ. 7 Τότε Ηρώδης λάθρα καλέσας τους μάγους ηκρίβωσε παρ’ αυτών τον χρόνον του φαινομένου αστέρος, 8 και πέμψας αυτοὺς εις Βηθλεὲμ είπε· πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περὶ του παιδίου, επὰν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, καγὼ ελθὼν προσκυνήσω αυτώ. 9 Οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν· και ιδοὺ ο αστὴρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς, έως ελθὼν έστη επάνω ου ην το παιδίον· 10 ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαρὰν μεγάλην σφόδρα, 11 και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετὰ Μαρίας της μητρὸς αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ, και ανοίξαντες τους θησαυροὺς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσὸν και λίβανον και σμύρναν· 12 και χρηματισθέντες κατ’ όναρ μη ανάκαμψαι προς Ηρώδην, δ’ άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών. 13 Αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος Κυρίου φαίνεται κατ’ όναρ τω Ιωσὴφ λέγων· εγερθεὶς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον, και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι· μέλλει γὰρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό. 14 Ο δε εγερθεὶς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού νυκτὸς και ανεχώρησεν εις Αίγυπτον, 15 και ην εκεί έως της τελευτής Ηρώδου, ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του Κυρίου δια του προφήτου λέγοντος· εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου. 16 Τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων, εθυμώθη λίαν, και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω, κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων. 17 Τότε επληρώθη το ρηθέν υπό Ιερεμίου του προφήτου λέγοντος· 
18 Φωνή εν Ραμά ηκούσθη, θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς· Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτοίς, και ουκ ήθελε παρακληθήναι, ότι ουκ εισί. 19 Τελευτήσαντος δε του Ηρώδου ιδού άγγελος Κυρίου κατ’ όναρ φαίνεται τω Ιωσήφ εν Αιγύπτω 20 λέγων· εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ· τεθνήκασι γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου.

Νεοελληνική Απόδοση

Όταν δε ο Ιησούς εγεννήθη εις την Βηθλεὲμ της Ιουδαίας κατὰ τὰς ημέρας του βασιλέως Ἡρῴδου ἰδοὺ σοφοὶ ἀστρολόγοι ἀπὸ τὰ μέρη τῆς ἀνατολῆς ἦλθαν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα 
2 καὶ εἶπαν· Ποῦ εἶναι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, ποὺ τώρα τελευταίως ἐγεννήθη; Διότι εἴδαμεν τὸν ἀστέρα του τὴν ὥραν, ποὺ μὲ τὴν ἀνατολήν του ἔδιδεν εἴδησιν διὰ τὴν γέννησιν τοῦ νέου βασιλέως καὶ ἤλθαμεν νὰ τὸν προσκυνήσωμεν. 3 Ὅταν ὅμως ὁ βασιλεὺς Ἡρῴδης ἤκουσε τὸν λόγον αὐτόν, ποὺ εἶπαν οἱ μάγοι, ἐταράχθη, ἐπειδὴ ἐφοβήθη, μήπως ὁ νέος βασιλεὺς γίνῃ ἀντίζηλός του. Συγχρόνως ὅμως ἐταράχθησαν μαζὶ μὲ αὐτὸν καὶ οἰ κάτοικοι ὅλης τῆς πόλεως τῶν Ἱεροσολύμων, ἐπειδὴ ἐφοβήθησαν, μήπως ἡ στενοχωρία τοῦ σκληροῦ Ἡρῴδης ξεσπάσῃ εἰς αὐτούς. 4 Καὶ ἀφοὺ ἐμάζευσεν ὁ Ἡρῴδης ὅλους τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς τοῦ λαοῦ, ποὺ ἐθεωροῦντο γνῶσται καὶ διδάσκαλοι τοῦ νόμου, ἐζήτει νὰ μάθῃ ἀπὸ αὐτούς, εἰς ποῖον μέρος σύμφωνα μὲ τὰς προφητείας ἐπρόκειτο νὰ γεννηθῇ ὁ Χριστός, ὁ Μεσσίας δηλαδὴ καὶ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. 5 Αὐτοὶ δὲ τοῦ εἶπαν• γεννᾶται εἰς τὴν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας, διότι ἔτσι ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν Θεὸν διὰ μέσου τοῦ προφήτου Μιχαίου· 6 Καὶ σύ, Βηθλεέμ, ποὺ περιλαμβάνεσαι εἰς τὴν χώραν τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα, μολονότι φαίνεσαι χωρίον μικρόν, δὲν εἶσαι ὅμως καθόλου ἡ πλέον ἀσήμαντος ἀπὸ τὰς πρωτευούσας πόλεις, ποὺ ἡγεμονεύουν εἰς τὴν χώραν τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα. Καὶ δὲν εἶσαι ἡ πλέον,μικρά, διότι ἀπὸ σὲ θὰ βγῇ ἄρχων, ὁ ὁποῖος θὰ ποιμάνη τὸν λαόν μου τὸν Ἰσραήλ. 7 Τότε ὁ Ἡρῴδης, ἀφοῦ κρυφίως ἐκάλεσε τοὺς μάγους, ἐξηκρίβωσεν ἀπὸ αὐτοὺς τὸν χρόνον, ἂφ’ ὅτου ἐφαίνετο τὸ ἄστρον. 8 Καὶ άφοῦ τοὺς ὡδήγησε νὰ μεταβοῦν εἰς τὴν Βηθλεέμ, εἶπε· Πηγαίνετε ἐκεῖ καὶ ἐξετάσετε μὲ πᾶσαν ἀκρίβειαν διὰ τὸ παιδίον. Ὅταν δὲ εὕρετε, φέρετέ μου εἴδησιν, διὰ νὰ ἔλθω καὶ ἑγὼ εἰς Βηθλεὲμ νὰ τὸ προσκυνήσω. 9 Αὐτοὶ δέ, άφοῦ ἤκουσαν τοὺς λόγους αὐτοὺς τοῦ βασιλέως, ἔφυγον διὰ τὴν Βηθλεέμ. Καὶ ἰδοὺ ἄστρον ὑπερφυσικόν, ποὺ ἔλαμπε καὶ τὴν ἡμέραν, ὅμοιον ὅμως πρὸς ἐκεῖνο, ποὺ εἶδαν ἀπ’ ἀρχῆς τῆς ἀνατολῆς του, ἐπήγαινεν ἐμπρὸς ἀπὸ αὐτούς, ἕως ὅτου ἦλθε καὶ ἐστάθη ἐπάνω ἀπὸ τὸ σπίτι, ποὺ ἧτο τὸ παιδίον. 10 Ὅταν δὲ εἶδαν τὸν ἀστέρα οἱ μάγοι ἐχάρησαν πολὺ μεγάλην χαράν, διότι εἶχαν πλέον ἀσφαλῆ ὁδηγόν. 11 Καὶ ἀφοῦ ἦλθαν εἰς το σπίτι, είδαν το παιδίον με την μητέρα του Μαρίαν, και αφού έπεσαν κατά γης το προσεκύνησαν, και ανοίξαντες τα θησαυροφυλάκια τους του προσέφεραν δώρα, χρυσόν και από τα πολύτιμα αρωματικά της αραβίας, λίβανον και σμύρναν. 12 Και αφού έλαβαν από τον Θεόν οδηγίαν σε ονειρόν τους να μη ξαναγυρίσουν στον Ηρώδην, ανεχώρησαν από άλλον δρόμον στην πατρίδα τους. 13 όταν δε ανεχώρησαν οι μάγοι, ιδού άγγελος Κυρίου εφάνη στο όνειρόν του στον Ιωσήφ και του είπε· Σήκω και παράλαβε το παιδίον και την μητέρα του και φεύγε στην Αίγυπτον και μένε εκεί, έως ότου σου πω. Φύγε, διότι πρόκειται ο Ηρώδης να ζητήσει το παιδίον με τον σκοπό να το θανατώσει. 14 Ο Ιωσήφ σηκώθηκε και παρέλαβε νύκτα το παιδίον και την μητέρα του και ανεχώρησεν στην Αίγυπτο. 15 Και ήταν εκεί, μέχρις ότου πέθανε ο Ηρώδης, για να επαληθεύσει τελείως εκείνο, που ελέχθη από τον Κύριο δια μέσου του Προφήτου, ο οποίος είπεν· από την Αίγυπτο κάλεσα τον υιόν μου να επιστρέψει στον τόπο της γεννήσεώς του.
16 Τότε ο Ηρώδης, όταν είδεν ότι οι μάγοι τον εξαπάτησαν και τον γέλασαν, θύμωσε πολύ και έστειλε στρατιώτες, οι οποίοι θανάτωσαν όλα τα παιδιά, που ήταν στη Βηθλεέμ και σε όλα τα περίχωρα και σύνορά της, από ηλικίας δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με τον χρόνο, τον οποίον εξακρίβωσε από τους μάγους. 17 Τότε έλαβε πλήρη πραγματοποίηση εκείνο, που ελέχθη από τον προφήτη Ιερεμία, ο οποίος προφήτευσε και είπε· 18 Φωνή σπαρακτική ακούσθηκε στο χωρίο της φυλής Βενιαμίν Ραμά, θρήνος και κλάματα και οδυρμός πολύς. Η σύζυγος του Ιακώβ Ραχήλ, που ήταν εκεί θαμμένη, δια των απογόνων της μητέρων, που στερήθηκαν τα μικρά τους, έκλαιε τα τέκνα της, και δεν ήθελε με κανένα τρόπο να παρηγορηθεί, διότι τα αθώα αυτά παιδιά δεν υπάρχουν πλέον στη ζωή. 19 Όταν δε πέθανε ο Ηρώδης, ιδού φάνηκε στο όνειρο του Ιωσήφ άγγελος Κυρίου στην Αίγυπτο 20 και του είπε· Σήκω και πάρε το παιδίον και την μητέρα του και πήγαινε με την ησυχία σου στην χώρα των Ισραηλιτών. Διότι έχουν πλέον πεθάνει εκείνοι, που ζητούσαν τη ζωή του παιδιού.

Σχολιασμός
“Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει»


Την έλευση του Λυτρωτού στον κόσμο, την ενσάρκωση του θείου Λόγου, την ένωση της ανθρώπινης και της Θείας φύσεως γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα. Ο Υιός του Θεού ενανθρώπησε για να χαρίσει ξανά στον άνθρωπο εκείνο για το οποίο δημιουργώντας τον, τον προόρισε. Στο ξεκίνημα της ιστορίας της ανθρωπότητας δόθηκε στον άνθρωπο από τον ίδιο το Δημιουργό η λαχτάρα να προσεγγίσει τον Θεό, να μοιάσει με Αυτόν, να ενωθεί μαζί Του. Τον δημιούργησε σύμφωνα με τη δική του εικόνα, διανοητή και ελεύθερο με τη λαχτάρα να προσεγγίσει το Θεό, να μοιάσει με Αυτόν και να ενωθεί μαζί Του. Και όπως διηγείται από τις πρώτες σελίδες η Αγία Γραφή, αυτό τον πόθο τον εκμεταλλεύθηκε ο διάβολος για να παραπλανήσει τους πρωτοπλάστους. Παρακούσετε τον Θεό, αναζητήστε την αυτοτέλειά σας και τότε «διανοιχθήσονται υμών οι οφθαλμοί» «και έσεσθε ως θεοί». Ακολουθώντας όμως οι πρωτόπλαστοι την πονηρή αυτή συμβουλή δεν έγιναν «ως θεοί» αλλά «διανοίχθησαν οι οφθαλμοί των δύο και έγνωσαν ότι ήσαν γυμνοί». Κατάλαβαν ότι ήταν γυμνοί, αδύνατοι και απροστάτευτοι. Και οι απόγονοι τους έζησαν σε μια περιπέτεια γεμάτη πόνο, συγκρούσεις, αποτυχίες και οδύνη.

«Ενανθρώπησε ίνα θεοποιηθώμεν»

Σε αυτήν την παρανοϊκή πορεία της ανθρωπότητος επεμβαίνει η αγάπη του Θεού. Ο Υπερούσιος με τη θέλησή του σαρκούται προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση, για να οδηγήσει το ανθρώπινο γένος στη θέωση.

Ο άνθρωπος έφερε μέσα του, βαλμένη από τον Θεό, την επιθυμία να γίνει πνευματικά ανώτερος. Αυτή η «έφεσις» θα μπορούσε να βρεί πλήρωμα στο «καθ’ ομοίωσιν», που τον προόριζε ο Θεός, να γίνει δηλαδή και αυτός θεός «κατά χάριν «. Και αυτό θα γινόταν «τη προς Θεόν νεύσει». Ο Θεός προσφέροντάς του τη Χάρη και την αγάπη Του, κατά κάποιο τρόπο του «ένευε» να πάει κοντά Του. Σ΄ αυτή τη «νεύση» ο άνθρωπος μπορούσε να ανταποκριθεί με μια ολοκληρωτική στροφή αγάπης, σχέσης και κοινωνίας με τον Θεό. Με πείνα και δίψα της ψυχής για τον Θεό, με άκρα ταπείνωση και υπακοή μόνο στο Θεό. Όλες οι ψυχικές δυνάμεις, ο νους, η θέληση, η σκέψη, οι επιθυμίες, πνευματικές και βιολογικές, και γενικά όλη η ζωή του, καθώς και ο υλικός κόσμος, που ο Θεός έδωσε για συντήρηση, έπρεπε να ενταχθούν σ΄ αυτή την πορεία, στην «προς Θεόν νεύσιν», με σκοπό να πάρει από τον Θεό το πλήρωμα της Χάριτος, τη θέωση, που θα ήταν η εκπλήρωση αυτής της «εφέσεως».

«’Εγεννήθη και εδόθη ημίν»

Μετά την αστοχία του ανθρώπου να πραγματοποιήσει μόνος τον προορισμό του, θα μείνει ανεκπλήρωτη η βαθύτατη αυτή «έφεσις» που έβαλε ο Θεός μέσα του; Τη λύση τη δίνει ο ίδιος ο Θεός. Αφού αστόχησε ο άνθρωπος, θα πάρει τη θέση του ο Θεός, θα γίνει άνθρωπος και θα προσφερθεί στον Θεό με υπακοή και ταπείνωση, για να πραγματοποιήσει την «έφεσιν». «Παιδίον εγεννήθη ημιν, υιός και εδόθη ημίν», αναγγέλλει δια Πνεύματος Αγίου ο προφήτης Ησαΐας (κεφ. 9,6). Για μας γεννήθηκε και σ’ εμάς δόθηκε. Στο πρόσωπό του γίνεται πραγματικότητα η «έφεσις του κρείττονος» η θέωση, γιατί σ’ αυτό ενώνονται σε πραγματική και τέλεια ένωση ο Θεός και ο άνθρωπος και γίνεται το τέλειο, ο Θεάνθρωπος, αυτό που πεθύμησε ο πρώτος άνθρωπος και απέτυχε να πραγματοποιήσει.

Έγινε για μας, όχι μόνο η «οδός» προς το πλήρωμα της θεώσεως, αλλά και το ίδιο το πλήρωμα. Για δυο χιλιάδες χρόνια σ’ όλους εκείνους, που τους συνέχει ο ιδεώδες του «κρείττονος», προσφέρει τον εαυτό του «υπογραμμόν» ο Θεάνθρωπος, από τον οποίο δεν υπάρχει «κρείττων», ούτε και ίσος ή και άλλος κανένας, που να τον πλησιάζει. Με τη μέθεξή μας στη θεανδρική του υπόσταση, δια της Εκκλησίας και με την «κένωσή» μας από την «κατά σάρκα» ζωή, μπορούμε να πραγματοποιήσουμε μέσα στην ίδια την ύπαρξή μας την «έφεσιν του κρείττονος» και να αποφύγουμε τον κίνδυνο της αστοχίας του πρώτου Αδάμ.

Η «κένωση», οδός του Κυρίου

Την άρνηση του ανθρώπου να «κενωθεί» από τις επιδιώξεις της χοϊκής φύσεώς του, που ήταν αντίθετες προς το θέλημα του Θεού, τη διορθώνει ο Υιός και Λόγος του Θεού. «Εκένωσεν εαυτόν μορφήν δούλου λαβών» (Φιλ. Β΄7). Από το ύψος της θεότητος κατέβηκε στην ανθρώπινη εσχατιά, καταδέχθηκε να γεννηθεί και να σπαργανωθεί σε μια σπηλιά και σε μια φάτνη, να απαρνηθεί και τα στοιχειωδέστερα αγαθά για τον άνθρωπο. Πείνασε, δίψασε, έμεινε άστεγος και πτωχός, χωρίς να έχει «που την κεφαλήν κλίνει», σταυρώθηκε και πέθανε υπέρ όλου του κόσμου, που είναι η «άκρα κένωσις». Γυμνώθηκε από όλα τα του κόσμου, για να ντύσει τον άνθρωπο με τη στολή της θεότητος. Και ενώ ο άνθρωπος αρνήθηκε το θέλημα του Θεού, για να μη υποστεί την ελάχιστη «θυσία», ο Κύριός μας υπέστη όλες τις θυσίες «μέχρι θανάτου σταυρού», ακολουθώντας το θέλημα του Πατρός Του.

Πορεία θεώσεως 

Με όλα αυτά ήθελε να μας δείξει, την οδό για την πραγματοποίηση της θεώσεως. Είναι η ταπείνωση και η απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Θεού. Το παράδειγμά Του ακολούθησαν τα εκατομμύρια των Αγίων για να μας επιβεβαιώσουν ότι η οδός αυτή είναι βατή. Το δικό μας χρέος είναι να ετοιμάσουμε τον εαυτό μας για να γίνει «οίκος Θεού». Ποίαν απολογία θα έχουμε στη μέλλουσα κρίση όταν Αυτός για χάρη δική μας κατεβαίνει από τους ουρανούς, ενώ εμείς ούτε από το σπίτι μας δεν βγαίνουμε να έρθουμε κοντά Του στη Θεία Λειτουργία; Αφού η Αγία τράπεζα τάξιν φάτνης πληροί. Και εδώ κείται το Σώμα το Δεσποτικό, όχι σπαργανωμένο όπως τότε, αλλά Πνεύματι Αγίου πανταχόθεν περιστελλόμενον. Οι Μάγοι μόνο προσκύνησαν. Συ όμως, αν έλθεις με καθαρή συνείδηση, όχι μόνο θα τον προσκυνήσεις, αλλά θα τον πάρεις και στο σπίτι σου. Έτσι ένιωθαν οι Άγιοι όταν κοινωνούσαν. Οι Μάγοι πρόσφεραν χρυσόν, λίβανον και σμύρναν. Συ πρόσφερε σωφροσύνη και αρετή, προσευχές καθαρές, θυμίαματα πνευματικά, ταπεινοφροσύνη και ελεημοσύνη. Με τέτοια δώρα θα πλησιάσεις την ιερή αυτή τράπεζα.
Αποφάσισε λοιπόν να αφήσεις τα βιοτικά, τα συμβόλαια και τα συναλλάγματα και πες μέσα σου: θέλω να σώσω την ψυχή μου.

ΚΥΡΙΑΚΗ 18-12-2016

Κυριακή προ Χριστού Γεννήσεως 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ 

Εβρ. ια΄(9-10, 32-40)

Πρωτότυπο Κείμενο

Πίστει παρωκτησεν εις την γην της επαγγελίας ως αλλότριαν , εν σκηναίς κατοικήσας μετά Ισαάκ και Ιακώβτων συγκληρονόμων της επαγγελίας της αυτής εξεδέχετο γαε τους θεμελίους έχουσαν πόλιν, ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός. 32 Και τα έτι λέγω;επιλείψει γαρ με διηγούμενον ο χρόνος περί Γεδεών, Βαράκ τε και Σαμψών και Ιεφθαέ, Δαυίδ τε και Σαμουήλ και των προφήτων , οι δια πίστεως κατηγωνίσατο βασιλείας , ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός , έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων έλαβον γυναίκες εξ αναστάσεως τους νεκρούς αυτών. άλλοι δε ετυμπανίσθησαν  ου προσδεξάμενοι την απολύρωσιν , ινα κρείττονος αναστάσεως τύχωσιν. Έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον , έτι δε δεσμών και φυλακής. Ελιθάσθησαν, επρίσθησαν ,επειράσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον , περιήλθον εν μηλωταίς , εν αιγείοις δέρμασιν , υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ων ουκ ην άξιος ο κόσμος , ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γής.Και ούτοι πάντες μαρτυρηθέντες δια της πίστεως ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν, του Θεού περί ημών κρειττόν τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσι.

Νεοελληνική Απόδοση

Με πίστη εγκαταστάθηκε στη γη που του υποσχέθηκε ο Θεός, ξένος σε άγνωστη χώρα, ζώντας σε σκηνές με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, που κι αυτοί ήταν κληρονόμοι της ίδιας υπόσχεσης. Κι αυτό , γιατί περίμενε την πόλη που θα είχε στέρεα θεμέλια και που αρχιτέκτονας και δημιουργός θα ήταν ο Θεός. Χρειάζεται να συνεχίσω; Δεν θα με πάρει ο χρόνος να διηγηθώ για το Γεδεών , το Βαράκ , το Σαμψών , τον Ιεφθάε, το Δαυίδ,, το Σαμουήλ και τους προφήτες. Με την πίστη κατατρόπωσαν την βασιλεία, επέβαλαν το δίκαιο, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τη σφαγή ,έγιναν από αδύνατοι ισχυροί , ανδείχτηκαν ήρωες στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή εχθρικά στρατεύματα, γυναίκες ξαναπήραν πίσω στη ζωή τους ανθρώπους τους, κι άλλοι βασανίστηκαν στο θάνατο ,χωρίς να δεχτούν την απελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ότι μπορούσαν να αναστηθούν σε μια καλύτερη ζωη. Άλλοι δοκίμασαν εξευτελισμούς και μαστιγώσεις, ακόμη και δεσμά και φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν , πριονίστηκαν , πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν με μάχαιρα, περιπλανήθηκαν ντυμένοι  με προβιές και κατσικίσια δέρματα, έζησαν σε στερήσεις , υπέφεραν καταπιέσεις , θλίψεις και κακουχίες,  κόσμος δεν ήταν άξιος να χει τέτοιους ανθρώπους ,πλανήθηκαν σε ερημιές και βουνά ,σε σπηλιές και σε τρύπες της γης. Όλοι η παραπάνω, παρά την καλή μαρτυρία  της πίστης τους , δεν πήραν ότι τους υποσχέθηκε ο Θεός, ο οποίος είχε προβλέψει καλύτερο για μας , έτσι ώστε να μη φτάσουν εκείνοι στην τελειότητα χωρίς εμάς.

Σχολιασμός

Η σημερινή Κυριακή που προηγείται των Χριστουγέννων ονομάζεται Κυριακή της προ Χριστού γεννήσεως. Αποτελεί την κορύφωση της προετοιμασίας και τον προάγγελο της μεγάλης εορτής. Σύμφωνα με το συναξάρι της ημέρας, σήμερα επιτελούμε την μνήμη όλων εκείνων που ευαρέστησαν το Θεό από τον Αδάμ μέχρι και τον μνήστορα Ιωσήφ.

Το αποστολικό μας ανάγνωσμα προέρχεται από την προς Εβραίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Πρόκειται για την περικοπή όπου εξαίρεται  η πίστη του πατριάρχη Αβραάμ, καθώς και τα κατορθώματα  άλλων ανδρών της Παλιάς Διαθήκης .Ειδικά οι δυο πρώτοι στίχοι μιλούν για τον πατριάρχη Αβραάμ. Ο Αβραάμ δεν είναι μόνο ο γενάρχης αλλά και  θεμελιωτής του Ισραήλ. Γίνεται αναφορά στην  απόλυτη πίστη  και στην τυφλή εμπιστοσύνη στο Θεό. Πράγματι όταν ο Θεός κάλεσε τον Αβραάμ να φύγει από τη  πατρική του γη και την οικογένεια του και να πάει να κατοικήσει εκεί που θα του υπεδείκνυε ο ίδιος ο Θεός, ο Αβραάμ δεν ζήτησε να μάθει ποιος θα ήταν ο νέος τόπος της κατοικίας του. Με την πίστη του ο Αβραάμ υπάκουσε στον Θεό και έφυγε από το σπίτι του χωρίς να γνωρίζει που πήγαινε . Ο συγγραφέας της προς Εβραίους επιστολής σχολιάζει για τον Αβραάμ : Πίστει παρώκτησεν εις την γην της επαγγελίας ως αλλότριαν , εν σκηναίς κατοικήσας μετά Ισαάκ και Ιακώβ συγκληρονόμων της επαγγελίας της αυτής εξεδέχετο γαρ τους θεμελίους έχουσαν πόλιν, ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός.(11,9-10). Ο Θεός υπέδειξε στον Αβραάμ να εγκαταλείψει τη χώρα του, το σπίτι του πατέρα του και να πάει να κατοικήσει εκεί όπου θα του υπεδείκνυε ο ίδιο ο Θεός. Τότε ο Αβραάμ έλαβε και την  υπόσχεση από τον Θεό ότι θα ανεδείκνυε τον εκλεκτό λαό από το γένος του Αβραάμ (Γεν.12,1-3).Ο Αβραάμ υπακούοντας στην υπόδειξη του Θεού , πήγε και κατοίκησε στην χώρα όπου του υπέδειξε ο Θεός .Όμως δεν θεώρησε ως δική του τη γη αυτή. Επειδή όμως έκρινε ότι ήταν προσωρινή η διαμονή του στη χώρα εκείνη κατοίκησε σε σκηνές με την οικογένεια του. Η σκηνή φανερώνει την προσωρινότητα και τη μεταβατικότητα από μια κατάσταση σε άλλη. Ο Αβραάμ ανέμενε τη πόλη που θα είχε σταθερά θεμέλια και που δημιουργός θα ήταν ο Θεός. Γίνεται αναφορά για την ουράνια Ιερουσαλήμ  (Εβρ.12,2). Στο σημείο αυτό μπορούμε να πούμε ότι ο Αβραάμ ανέμενε την πλήρωση των επαγγελιών , των υποσχέσεων του Θεού και την έλευση  του Μεσσία Ιησού Χριστού στον οποίο ανήκει η ουράνια και αιώνια Ιερουσαλήμ. Και έτσι πάνω σ΄ αυτή τη πίστη του οικοδομήθηκε ολόκληρη η μετέπειτα συμπεριφορά του.

Ωστόσο η πίστη συνίσταται στην αποδοχή αυτών που αποκαλύπτει ο Θεός. Είναι μια στάση απόλυτης εμπιστοσύνης στον Θεό , ο οποίος έχει στείλει τον Υιό του Ιησού Χριστού στον κόσμο. Η πίστη αυτή εκδηλώνεται  σε διάφορους τομείς της σχέσεως του ανθρώπου με το Θεό. Παράλληλα σε σχέση με τη σωτηρία η πίστη είναι πράξη προσωπικής εμπιστοσύνης στον Ιησού Χριστό, «ος παρεδόθη δια τα παραπτώματα ημών και ηγέρθη δια τη δικαίωσιν ημών(Ρωμ.4,25), λέγει ο Απ. Παύλος. Η πίστη η οποία εκδηλώνεται  στην προσευχή είναι πράξη εμπιστοσύνης και θάρρους απέναντι στο Θεό. Έτσι αν ζητήσουμε κάτι σύμφωνα με το θέλημα του μας ακούει. Έτσι γνωρίζοντας ότι ακούει τα αιτήματα μας, έχουμε τη βεβαιότητα ότι θα εκπληρωθούν.(Α΄Ιωανν.5,14-15). Με  την πίστη καταλαβαίνουμε  ότι ο Θεός με το λόγο του έφτιαξε το σύμπαν και ότι, συνεπώς, καθετί που βλέπουμε δημιουργήθηκε από κάτι που δεν φαίνεται(Εβρ.11,1-3).Έτσι η αποτελεσματικότητα της πίστεως γίνεται φανερή μέσα από σωρεία παραδειγμάτων που αναφέρει η προς Εβραίους Επιστολή.

Επομένως ύψιστο δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο είναι η ενσάρκωση του Ιησού Χριστού του προαιώνιου Υιού και Λόγου του Θεού. Έτσι κατ αυτόν τον τρόπο η χάρη του Θεού προς εμάς η οποίοι ζούμε μετά την ενανθρώπηση του Ιησού Χριστού είναι μεγαλύτερη από τη χάρη του Θεού προς τους ανθρώπους της Π. Διαθήκης, είναι η χάρη , η οποία οδηγεί στη δικαίωση και στη σωτηρία.

ΚΥΡΙΑΚΗ 18-12-2016

Κυριακή προ Χριστού Γεννήσεως 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ 

Ματθ. α΄(1-25)

Πρωτότυπο κείμενο

1. Βίβλος γενέσεως Ιησού Χριστού υιού Δαυίδ, υιού Αβραάμ. 2. Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, Ισαάκ δε εγέννησε τον Ιακώβ, Ιακώβ δε εγέννησε τον Ιούδαν και τους αδελφούς αυτού, 3. Ιούδας δε εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά εκ της Θάμαρ, Φαρές δε εγέννησε τον Εσρώμ, Εσρώμ δε εγέννησε τον Αράμ, 4. Αράμ δε εγέννησε τον Αμιναδάβ, Αμιναδάβ δε εγέννησε τον Ναασσών, Ναασσών δε εγέννησε τον Σαλμών, 5. Σαλμών δε εγέννησε τον Βοόζ εκ της Ραχάβ, Βοόζ δε εγέννησε τον Ωβήδ εκ της Ρούθ, Ωβήδ δε εγέννησε τον Ιεσσαί, 6. Ιεσσαί δε εγέννησε τον Δαυίδ τον βασιλέα. Δαυίδ δε ο βασιλεύς εγέννησε τον Σολομώντα εκ της του Ουρίου, 7. Σολομών δε εγέννησε τον Ροβοάμ, Ροβοάμ δε εγέννησε τον Αβιά, Αβιά δε εγέννησε τον Ασά, 8. Ασά δε εγέννησε τον Ιωσαφάτ, Ιωσαφάτ δε εγέννησε τον Ιωράμ, Ιωράμ δε εγέννησε τον Οζίαν, 9. Οζίας δε εγέννησε τον Ιωάθαμ, Ιωάθαμ δε εγέννησε τον Άχαζ, Άχαζ δε εγέννησε τον Εζεκίαν, 10. Εζεκίας δε εγέννησε τον Μανασσή, Μανασσής δε εγέννησε τον Αμών, Αμών δε εγέννησε τον Ιωσίαν, 11. Ιωσίας δε εγέννησε τον Ιεχονίαν και τους αδελφούς αυτού επί της μετοικεσίας Βαβυλώνος. 12. Μετά δε την μετοικεσίαν Βαβυλώνος Ιεχονίας εγέννησε τον Σαλαθιήλ, Σαλαθιήλ δε εγέννησε τον Ζοροβάβελ, 13. Ζοροβάβελ δε εγέννησε τον Αβιούδ, Αβιούδ δε εγέννησε τον Ελιακείμ, Ελιακείμ δε εγέννησε τον Αζώρ, 14. Αζώρ δε εγέννησε τον Σαδώκ, Σαδώκ δε εγέννησε τον Αχείμ, Αχείμ δε εγέννησε τον Ελιούδ, 15. Ελιούδ δε εγέννησε τον Ελεάζαρ, Ελεάζαρ δε εγέννησε τον Ματθάν, Ματθάν δε εγέννησε τον Ιακώβ, 16. Ιακώβ δε εγέννησε Ιωσήφ τον άνδρα Μαρίας, εξ ης εγεννήθη Ιησούς ο λεγόμενος Χριστός. 17. Πάσαι ουν αι γενεαί από Αβραάμ έως Δαυίδ γενεαί δεκατέσσαρες, και από Δαυίδ έως της μετοικεσίας Βαβυλώνος γενεαί δεκατέσσαρες, και από της μετοικεσίας Βαβυλώνος εως του Χριστού γενεαί δεκατέσσαρες. 18. Του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ην· μνηστευθείσης γαρ της μητρός αυτού Μαρίας τω Ιωσήφ, πριν η συνελθείν αυτούς ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος Αγίου. 19. Ιωσήφ δε ο ανήρ αυτής, δίκαιος ων και μη θέλων αυτήν παραδειγματίσαι, εβουλήθη λάθρα απολύσαι αυτήν. 20. Ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος Κυρίου κατ’ όναρ εφάνη αυτώ λέγων· Ιωσήφ υιός Δαυίδ, μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου· το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου. 21. Τέξεται δε υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν· αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών. 22. Τούτο δε όλον γέγονεν ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του Κυρίου δια του προφήτου λέγοντος· 23. Ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν, και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, ο εστί μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός. 24. Διεγερθείς δε ο Ιωσήφ από του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος Κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα αυτού, 25. και ουκ εγίνωσκεν αυτήν εως ου έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν.

Απόδοση

Γενεαλογικός κατάλογος του Ιησού Χριστού, απογόνου του Δαβίδ, ο οποίος ήταν απόγονος του Αβραάμ. Ο Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, ο Ισαάκ εγέννησε τον Ιακώβ, ο Ιακώβ εγέννησε τον Ιούδα και τους αδελφούς του.

Ο Ιούδας εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά με τη Θάμαρ. Ο Φαρές εγέννησε τον Εσρώμ και ο Εσρώμ τον Αράμ. Ο Αράμ εγέννησε τον Αμιναδάβ, ο Αμιναδάβ τον Ναασσών και ο Ναασσών τον Σαλμών. Ο Σαλμών εγέννησε τον Βοόζ με τη Ραχάβ, ο Βοόζ εγέννησε τον Ωβήδ με τη Ρούθ, ο Ωβήδ εγέννησε τον Ιεσσαί και ο Ιεσσαί εγέννησε τον Δαβίδ το βασιλιά. Ο βασιλιάς Δαβίδ εγέννησε τον Σολομώντα με τη γυναίκα του Ουρία• ο Σολομών εγέννησε τον Ροβοάμ, ο Ροβοάμ τον Αβιά, ο Αβιά τον Ασά• ο Ασά εγέννησε τον Ιωσαφάτ, ο Ιωσαφάτ τον Ιωράμ, ο Ιωράμ τον Οζία• ο Οζίας εγέννησε τον Ιωάθαμ, ο Ιωάθαμ τον Άχαζ, ο Άχαζ τον Εζεκία• ο Εζεκίας εγέννησε τον Μανασσή, ο Μανασσής τον Αμών, ο Αμών τον Ιωσία• ο Ιωσίας εγέννησε τον Ιεχονία και τους αδελφούς του την εποχή της αιχμαλωσίας στη Βαβυλώνα. Μετά την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα, ο Ιεχονίας εγέννησε τον Σαλαθιήλ, ο δε Σαλαθιήλ εγέννησε τον Ζοροβάβελ• ο Ζοροβάβελ εγέννησε τον Αβιούδ, ο Αβιούδ τον Ελιακίμ, ο Ελιακίμ τον Αζώρ• ο Αζώρ εγέννησε τον Σαδώκ, ο Σαδώκ τον Αχίμ και ο Αχίμ τον Ελιούδ• ο Ελιούδ εγέννησε τον Ελεάζαρ, ο Ελεάζαρ τον Ματθάν, ο Ματθάν τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ εγέννησε τον Ιωσήφ τον άντρα της Μαρίας. Από τη Μαρία γεννήθηκε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός. Από τον Αβραάμ ως τον Δαβίδ μεσολαβούν δεκατέσσερις γενιές• το ίδιο κι από τον Δαβίδ ως την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα, καθώς κι από την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα ως το Χριστό. Η γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε ως εξής: Η μητέρα του, η Μαρία, αρραβωνιάστηκε με τον Ιωσήφ. Προτού όμως συνευρεθούν, έμεινε έγκυος με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Ο μνηστήρας της ο Ιωσήφ, επειδή ήταν ευσεβής και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να διαλύσει τον αρραβώνα, χωρίς την επίσημη διαδικασία. Όταν όμως κατέληξε σ΄ αυτή τη σκέψη, του εμφανίστηκε στον ύπνο του ένας άγγελος σταλμένος από τον Θεό και του είπε: «Ιωσήφ, απόγονε του Δαβίδ, μη διστάσεις να πάρεις στο σπίτι σου τη Μαριάμ, τη γυναίκα σου, γιατί το παιδί που περιμένει προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει γιο, και θα του δώσεις το όνομα Ιησούς, γιατί αυτός θα σώσει το λαό του από τις αμαρτίες τους». Με όλα αυτά που έγιναν, εκπληρώθηκε ο λόγος του Κυρίου, που είχε πει ο προφήτης: Να, η παρθένος θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει γιο, και θα του δώσουν το όνομα Εμμανουήλ, που σημαίνει, ο Θεός είναι μαζί μας. Όταν ξύπνησε ο Ιωσήφ, έκανε όπως τον πρόσταξε ο άγγελος του Κυρίου και πήρε στο σπίτι του τη Μαρία τη γυναίκα του. Και δεν είχε συζυγικές σχέσεις μαζί της• ωσότου γέννησε το γιο της τον πρωτότοκο και του έδωσε το όνομα Ιησούς.

Σχολιασμός

«Προεορτάσωμεν λαοί Χριστού τα γενέθλια, και τον νουν επάραντες επί την Βηθλεέμ αναχθώμεν τη διανοία, και κατίδωμεν εν τω σπηλαίω το μέγα μυστήριον˙ ήνοικται γαρ η Εδέμ εκ Παρθένου αγνής Θεού προερχομένου, τελείου υπάρχοντος του αυτού εν Θεότητι και ανθρωπότητι…» (Ιδιόμελο εσπερινού 20ης Δεκεμβρίου).

Σήμερα, Κυριακή πριν τα Χριστούγεννα, το ευαγγελικό ανάγνωσμα είναι παρμένο από την αρχή του ευαγγελίου του αποστόλου Ματθαίου. Σ’ αυτό περιέχεται η κατά σάρκα γενεαλογία του Χριστού, ο οποίος, αν και αγενεαλόγητος κατά τη Θεότητα, μπορεί να γενεαλογηθεί κατά την ανθρώπινή Του φύση, αφού πραγματικά έγινε και άνθρωπος για τη σωτηρία μας. Στη συνέχεια ακολουθεί ένα ‘’προοίμιο’’ σχετικά με την εκ Πνεύματος Αγίου και εκ Παρθένου Μαρίας γέννηση του Σωτήρος Ιησού Χριστού.

«αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών»

«Με τα λόγια αυτά υποδηλώνεται το θαύμα. Διότι δεν υπόσχεται απαλλαγή από τους βαρβάρους, αλλά κάτι πολύ σημαντικότερο∙ απαλλαγή από τις αμαρτίες. Αυτό δεν το κατώρθωσε ποτέ κανείς προηγουμένως. {…} Διότι κανείς άλλος εκτός από το Θεό δεν έχει τη δύναμη να συγχωρεί αμαρτίες» (Αγ. Ιωάννη Χρυσοστόμου, Εξήγηση στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, Ομιλία Δ΄). Και βέβαια λαός του Μεσσία Ιησού είναι όλοι όσοι πιστεύουν σ’ Αυτόν, δέχονται τη διδασκαλία Του και εγκεντρίζονται στην Εκκλησία Του.

Οι πρωτόπλαστοι, αμέσως μετά την πτώση και την έξωσή τους από τον κήπο της Εδέμ, άκουσαν το μήνυμα για τη μελλοντική λύτρωση του ανθρώπινου γένους από τη φθορά και το θάνατο δια μέσου κάποιου απογόνου τους: «Το σπέρμα της γυναικός θα συντρίψει την κεφαλή του όφεως και το σπέρμα αυτού θα τραυματίσει την πτέρνα εκείνου» (Γεν. 3,15). Έτσι η προσδοκία για την έλευση του Μεσσία και Λυτρωτή ήταν έντονη στις καρδιές των ανθρώπων και ιδιαίτερα των Ιουδαίων, αφού οι Προφήτες, φωτισμένοι από το Πνεύμα το Άγιο, προσδιόριζαν ότι ο Μεσσίας θα ήταν απόγονος των Ισραηλιτών και των Πατριαρχών και περιέγραφαν πτυχές του έργου του.

Όταν λοιπόν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός και Λόγος του Θεού, προσλαμβάνει πραγματικά και χωρίς τροπή την ανθρώπινη φύση και γεννιέται από την Παρθένο Μαρία. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει στην αρχή του ευαγγελίου του: «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν» (Ιω. 1, 1-2) και έπειτα σημειώνει: «Και ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός…» (Ιω. 1,14). Μέσα από τα πιο πάνω χωρία διασαφηνίζεται πρώτον ότι ο Υιός του Θεού είναι τέλειος Θεός και δεύτερον ότι ο τεχθείς Ιησούς Χριστός δεν είναι μόνο Θεός ή μόνο άνθρωπος, αλλά ταυτόχρονα άνθρωπος και Θεός, θεάνθρωπος. Ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων τονίζει: «Πράγματι, δεν είναι ευσεβές ούτε να τον προσκυνούμε ως απλό άνθρωπο, ούτε να τον ομολογούμε μόνο Θεό χωρίς την ανθρώπινη φύση Του. Διότι εάν ο Χριστός είναι Θεός, όπως βέβαια και είναι, αλλά δεν ανέλαβε την ανθρώπινη φύση, τότε δεν έχουμε καμιά σχέση με τη σωτηρία. Να τον προσκυνούμε μεν ως Θεό, αλλά να πιστεύουμε ότι και ενηνθρώπησε∙ διότι ούτε να τον ομολογούμε άνθρωπο χωρίς τη Θεότητα μας ωφελεί, ούτε το να μη ομολογούμε ότι μαζί με τη θεία φύση έχει και την ανθρώπινη μπορεί να μας σώσει. Ας ομολογήσουμε την παρουσία του Βασιλιά και γιατρού∙ διότι ο Βασιλιάς Ιησούς, προκειμένου να μας θεραπεύσει, εζώσθη αντί στολής διακονητού την ανθρώπινη φύση και θεράπευσε την ασθένειά μας…» (Κατηχήσεις αγίου Κυρίλλου, 12η Προς Φωτιζομένους). Ο θεάνθρωπος λοιπόν Ιησούς με τη θεία γέννηση, το πάθος και την ανάστασή Του, όχι μόνο λυτρώνει εμάς τους ανθρώπους από την απελπιστική φθορά, την αμαρτία και το θάνατο, αλλά ταυτόχρονα μας δίνει την δυνατότητα της επιστροφής στο «αρχαίον κάλλος», της μετοχής στις άκτιστες ενέργειες της Αγίας Τριάδος και στη θέωση.

 

Η ενανθρώπηση λοιπόν του Υιού και Λόγου του Θεού έχει τεράστια ανθρωπολογική σημασία, αφού είναι προϋπόθεση της σωτηρίας μας. Επιβάλλεται βέβαια να μην εξετάζουμε την ιστορία της γέννησης του Κυρίου ως ένα μακρινό ιστορικό γεγονός, αλλά να την συσχετίσουμε άμεσα και δυναμικά ο καθένας μας με τον εαυτό του. Ας γονατίσουμε ευλαβικά και ταπεινά μπροστά στη φάτνη του Κυρίου, ας προσφέρουμε ως δώρο στο Βασιλιά των ουρανών τις αμαρτίες μας διά του μυστηρίου της Ιεράς Εξομολογήσεως κι ας ενωθούμε μαζί Του μετέχοντας στη Θεία Ευχαριστία. Αμήν.

ΚΥΡΙΑΚΗ 11-12-2016

ΙΑ' ΛΟΥΚΑ 

Τῶν ἁ­γί­ων προ­πα­τό­ρων»

Δανιὴλ ὁσίου τοῦ στυλίτου

Λουκᾶ τοῦ νέου (†980).

Λεοντίου ὁσίου τοῦ ἐν Ἀχαΐᾳ (†1452)

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ 

Κολ. γ΄(4-11)

Πρωτότυπο Κείμενο

Όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών,τότε ημείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη. Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επι της γής, πορνείαν, ακαθαρσίαν, πάθος, επιθυμίαν κακήν, και την πλεονεξίαν , ητίς εστίν ειδωλολατρία, δι α έρχεται η οργή του Θεού επι τους υιούς της απειθείας, εν οις και υμείς περιεπατήσατε ποτε, ότε εζήτε εν αυτοίς˙νυνί δε απόθεσθε και υμείς τα πάντα, οργήν θυμόν , κακίαν ,βλασφημίαν , αισχρολογίαν εκ του στόματος υμών˙μη ψεύδεσθε εις αλλήλους, απεκδυσάμενοι τον παλαιόν άνθρωπον συν ταις πράξεσιν αυτού και ενδυσάμενοι τον νέον τον ανακαινούμενον εις επίγνωσιν κατ΄ εικόνα του κτίσαντος αυτόν , όπου ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος,περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος,ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός.

Απόδοση στη Νεοελληνική

Όταν ο Χριστός, που είναι η αληθινή ζωή μας, φανερωθεί , τότε κι εσείς, στην παρουσία του, θα φανερωθείτε μαζί του δοξασμένοι. Απονεκρώστε, λοιπόν , ότι σας συνδέει με το αμαρτωλό παρελθόν: Την πορνεία, την ηθική ακαθαρσία, το πάθος, την κακή επιθυμία και την πλεονεξία, που είναι ειδωλολατρία. Για όλα αυτά θα πέσει οργή του Θεού πάνω σ΄ εκείνους που δεν θέλουν να πιστέψουν. Σ΄ αυτούς ανήκατε άλλοτε κι εσείς , όταν αυτά τα πάθη δυνάστευαν τη ζωή σας. Τώρα όμως πετάξτε τα όλα αυτά από πάνω σας :την οργή , το θυμό, την πονηρία, την κακολογία και την αισχρολογία. Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλον, αφού βγάλατε από πάνω σας τον παλαιό αμαρτωλό εαυτό σας με τις συνήθειες του, και ντυθήκατε τον καινούριο άνθρωπο , που ανανεώνεται συνεχώς σύμφωνα με την εικόνα του δημιουργού του, ώστε με τη νέα ζωή του να φτάσει στην τέλεια γνώση του Θεού. Σ΄ αυτή τη νέα κατάσταση δεν υπάρχουν πια εθνικοί και Ιουδαίοι, περιτμημένοι κι απερίτμητοι, βάρβαροι, Σκύθες, δούλοι, ελεύθεροι˙του Χριστού είναι όλα και ο Χριστός είναι σε όλα.

Σχολιασμός

Το γεγονός της θείας Ενανθρωπήσεως αποτελεί τον πιο μεγάλο σταθμό Θείας Οικονομίας. Είναι κορύφωση του σχεδίου της Θείας Οικονομίας. Η γέννηση του Θεανθρώπου υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική και προκαλεί το θαυμασμό και τη δοξολογία των ανθρώπων. Τα Χριστούγεννα μαζί με την εορτή του Πάσχα αποτελούν τους δύο μεγάλους πόλους γύρω από τους οποίους στρέφεται το λειτουργικό έτος. Το Πάσχα είναι το κέντρο και το θεμέλιο των κινητών και τα Χριστούγεννα η κορωνίδα των ακινήτων εορτών. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ονομάζει την εορτή των Χριστουγέννων μητρόπολη των εορτών.

Η προπαρασκευαστική Κυριακή πριν απο τα Χριστούγεννα αρχικά ήταν μία, αργότερα όμως διαιρέθηκε σε δυο, την Κυριακή των Προπατόρων και την Κυριακή προ της Χριστού γεννήσεως. Η Κυριακή των προπατόρων έχει σκοπό να προβάλει και να τιμήσει τούς κατά σάρκα προγόνους του Χριστού. Ιδιαίτερη δε τιμή αποδίδεται στον πατριάρχη Αβραάμ.

Γιατί όμως έχει επιλεγεί απο την Εκκλησία μας η συγκεκριμένη αποστολική περικοπή για την Κυριακή των Προπατόρων; Διότι το περιεχόμενο της περικοπής ταιριάζει άριστα με τους στόχους της προεόρτιας αυτής περιόδου, την πνευματική προετοιμασία δηλαδή των πιστών για την ερχόμενη μεγάλη γιορτή. Η στιγμή της εισόδου και πλήρους μετοχής μας στη θεία ζωή είναι η «φανέρωση» του Χριστού, δηλαδή η δεύτερη και ένδοξη παρουσία του.

Ας εξετάσουμε όμως με συντομία το περιεχόμενο και το νόημα του αποστολικού αναγνώσματος. Όταν θα φανερωθεί ο Χριστός, κατά τη Δευτέρα και ένδοξη Παρουσία Του, όπως ο θείος Απόστολος Παύλος αναφέρει, τότε κι εμείς θα φανερωθούμε μαζί του (στίχος 4). Πως θα φανερωθούμε; «Εν δόξη», απαντά ο Απόστολος. Θα μετέχουμε και εμείς της δόξης του Χριστού. Μάλιστα ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει το Χριστό ως τη «ζωή ημών». Ο Χριστός είναι η ζωή των πιστών, είναι ο Ζωοδότης Κύριος. Έδωσε ζωή στα σύμπαντα και στους πρωτοπλάστους και με την Ενανθρώπιση Του αναγέννησε και ζωοποίησε τον πεπτωκότα άνθρωπο.

Η είσοδος των πιστών στην Εκκλησία με το βάπτισμα τους σημαίνει, ότι πέθαναν μαζί με τον Χριστό και αναστήθηκαν μαζί του, έχοντας την κλήση και τη χαρισματική δυνατότητα να ζήσουν μια νέα ζωή. Θεμελιώδες γνώρισμα αυτής της ζωής είναι η νέκρωση των διαφόρων παθών. Ως εκ τούτου ο Απόστολος των εθνών συνιστά τη νέκρωση «των μελών των επί της γης». Κάτω από τη διατύπωση αυτή του Παύλου οφείλουμε να εννοήσουμε είτε τα μέλη του σώματος, όταν αυτά μεταβάλλονται σε όργανα του παλαιού – πεπτωκότος ανθρώπου και των εμπαθών επιθυμιών του, είτε τα αμαρτήματα που ο άνθρωπος ενεργεί μέσω των μελών του και τα οποία ονομάζει «επί της γης».

Για να γίνει αυτό σαφέστερο ο Απόστολος προχωρεί στην απαρίθμηση πέντε συγκεκριμένων αμαρτημάτων, πού σχετίζονται με το ανθρώπινο σώμα. Σαν πρώτο αμάρτημα της σαρκός ο Παύλος αναφέρει την «πορνεία». Σαν δεύτερο αναφέρει την «ακαθαρσία», που και αλλού αναφέρεται μαζί με την πορνεία. Η πορνεία και η ακαθαρσία είναι η ηθική ρυπαρότητα. Εννοούνται βασικά εδώ τα πάθη και αμαρτήματα της σαρκός. Ο Μ. Βασίλειος μάλιστα παρατηρεί πως τα διάφορα είδη των σαρκικών παθών τα δίδαξαν στους ανθρώπους οι δαίμονες. Το τρίτο αμάρτημα στη σειρά είναι το «πάθος» . Σύμφωνα με τον Ευθύμιο Ζιγαβηνό ως «πάθος» θα πρέπει να εννοήσουμε την αμαρτία γενικότερα. Ακολουθεί η «κακή επιθυμία», που είναι ό,τι ενσπείρει στην καρδιά του ανθρώπου η ελκτική δύναμη της αμαρτίας. Ως τελευταία αμαρτωλή εκδήλωση μνημονεύεται η «πλεονεξία», η οποία και χαρακτηρίζεται σαν ειδωλολατρία. Πλεονεξία είναι η άμετρη και ασυγκράτητη προσκόλληση της καρδιάς του άνθρωπου στα υλικά αγαθά του παρόντος κόσμου. Η υπέρμετρη και άλογη αγάπη και προσκόλληση του ανθρώπου στο χρήμα και τα υλικά αγαθά, αποτελεί ουσιαστικά μια μορφή ειδωλολατρίας. Αυτό επισημαίνει και αποδέχεται σύμπασα η Πατερική παράδοση και γραμματεία.

Για τα αμαρτήματα που προανέφερε, στην συνέχεια ο Παύλος διδάσκει ότι προκαλούν την οργή του Θεού (στίχος 6). Οι «υιοί της απειθείας», στους οποίους έρχεται η θεία οργή, είναι εκείνοι πού καταδυναστεύονται από τα πάθη που μνημόνευσε στον στίχο 5. Τους ονομάζει δε «υιούς της απειθείας» επειδή παραγκωνίζουν και παραγνωρίζουν, ενώ γνωρίζουν τις εντολές του Θεού. Δεν αμαρτάνουν απο άγνοια, αλλά ηθελημένα. Η οργή του Θεού, που υπενθυμίζει ο Απόστολος και σε άλλες περιπτώσεις, είναι «μέλλουσα». Ωστόσο, πολλές φορές η οργή του Θεού ξεσπά και κατά τον παρόντα αιώνα. Η σαρκολατρεία καταστρέφει ολόκληρους λαούς. Ας θυμηθούμε εδώ απο την Γραφή τον κατακλυσμό επί εποχής του Νώε και τα Σόδομα και τα Γόμορα, τα οποία ο Θεός κατέστρεψε. Ουσιαστικά οι ίδιοι οι άνθρωποι αυτοκαταστρέφονται, αφού απομακρύνονται απο την όντως Ζωή, δηλαδή το Θεό. Αφήνουν τα πάθη να γίνουν για αυτούς δεύτερη φύση, δίνοντας έτσι δικαιώματα στο διάβολο. Αναφέραμε τον κατακλυσμό του Νώε και τα Σόδομα και τα Γόμορα, όπου η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική. Όταν όμως υπάρχουν περιθώρια για αλλαγή πορείας, δηλαδή για μετάνοια, τότε έρχεται η οργή του Θεού ως αφύπνιση, για να τους ξυπνήσει από τον λήθαργο της αμαρτίας και να τους οδηγήσει σε μετάνοια. Στο στίχο 7 ο Παύλος υπενθυμίζει στους Κολοσσαείς ότι κι αυτοί παλαιότερα, όταν ακόμη άνηκαν στην τάξη, των εθνικών και δεν είχαν πιστέψει στον Χριστό, ζούσαν υποταγμένοι στα αμαρτήματα πού προανέφερε. Τώρα όμως οι Κολοσσαείς κλήθηκαν απο το Θεό να ζήσουν μια νέα ζωή, η οποία συνίσταται στην απαλλαγή απο την τυρρανία των παθών και της αμαρτίας.

Στον στίχο 5 ο Απόστολος συνέστησε την απαλλαγή από δύο ιδιαίτερα τυραννικά πά¬θη: την επιθυμία της σαρκός και την επιθυμία του πλούτου. Στον στίχο 8 έρχεται να υποδείξει την αποφυγή και άλλων αμαρτημάτων. Οι Κολοσσαείς προτρέπονται να πετάξουν από πάνω τους «τα πάντα», τα πάθη δηλαδή που στη συνέχεια απαριθμούνται. Πρόκειται για μια νέα πεντάδα αμαρτημάτων. Το πρώτο που αναφέρει ο Παύλος είναι η οργή. Ανάλογο πάθος είναι και ο θυμός, που ο άγιος Νείλος ονομάζει «κίνησιν δαιμονιώδη». «Κακία» είναι η μνησι¬κακία, πάθος σκοτεινό που δηλητηριάζει την καρδιά. Η «βλα¬σφημία», σημαίνει την κακολογία, τις λοιδορίες και τις ύβρεις εναντίων εκείνου που τυχόν λύπησε ή έβλαψε κάποιον. Τελευταίο αμάρτημα αναφέρεται η «αισχρολογία», δηλαδή οι άσεμνοι και αισχροί λόγοι.

Ένα άλλο αμάρτημα, του όποιου την αποφυγή παραγ¬γέλλει στη συνέχεια ο Απόστολος (στίχος 9), είναι το ψεύδος «εις αλλήλους». Το ψεύδος αναιρεί την αγάπη και κλονίζει την εμπιστοσύνη που αποτελούν τη συνεκτική δύναμη, η οποία συνενώνει τα μελή της Εκκλησίας μεταξύ τους. Γενικά ο απόστολος Παύλος μας καλεί να απεκδυθούμε τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας. Η «απέκδυση» του παλαιού και η «ένδυση» του νέου ανθρώπου (στίχος 10) εκ μέρους του Χριστιανού – ένα θαυμαστό γεγονός πού συντελείται κατά την ώρα του βαπτίσματος του – δεν του επιτρέπει να υποπίπτει στο αμάρτημα του ψεύδους. «Παλαιός άνθρωπος», πού μαζί με τις πράξεις του ο Χριστιανός απεκδύεται κατά την ώρα του βαπτίσματος του, είναι ο άνθρωπος πού βρίσκεται υπό το κράτος αμαρτίας. «Νέος άνθρωπος» είναι εκείνος πού αναγεν¬νήθηκε με το βάπτισμα του Χριστού και ανεδείχθη καινούργια ύπαρξη. Ο «νέος άνθρωπος» ανανεώνεται συνεχώς «κατ’ εικόνα του κτίσαντος αυτόν». Η διατύπωση αυτή του Παύλου, φαίνεται να υπαινίσσε¬ται το Γεν. 1, 26, οπού περιγράφεται η αρχική δημιουργία του ανθρώπου «κατ’ εικόνα Θεού». Ο «κτίσας» είναι ο Θεός, ο Δημιουργός των πάντων. Η απέκδυση του παλαιού ανθρώπου και η ένδυση του νέου, δεν γίνεται μόνο στο Βάπτισμα. Πρέπει να γίνεται συνεχώς στη διάρκεια της ζωής μας. Καλούμαστε ως χριστιανοί να απαλλαγούμε απο την αμαρτία μέσω της άσκησης και κυρίως με το μυστήριο της Μετανοίας, που είναι το «δεύτερο Βάπτισμα».

Οι εν Χριστώ αναγεννημένοι άνθρωποι αποτελούν τη νέα ανθρωπότητα που είναι η Εκκλησία, μέσα στην οποία καταργείται κάθε είδους εγκόσμια διάκριση, πού είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, και εγκαθιδρύεται μια καινούργια ενότητα πού πηγάζει από τον Χριστό. Στη νέα κατάσταση του εν Χριστό ανθρώπου «ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (στίχος 11). Οι διακρίσεις πού καταργούνται στην νέα πραγματικότητα, που είναι η Εκκλησία του Χριστού είναι οι εξής: α) Εθνικότητας ή φυλής: Παύει να υπάρχει η οξεία διάκριση μεταξύ Ιου¬δαίου και Έλληνα. β) Θρησκευτικές: Καταργείται ή διάκριση μεταξύ περιτμημένων και απερίτμητων. γ) Πολιτιστικές και μορφωτικές: «βάρβαροι» ονομάζονταν εκείνοι που δεν μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Οι «Σκύθες» εθεωρούντο ως το κατ’ εξοχήν απαίδευτο και βάρβαρο έθνος. δ) Κοινωνικές: Μέσα στην Εκκλησία παύει να ισχύει και η διάκριση μεταξύ «δούλων» και «ελευθέρων». «Αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός»: πηγή ενότητας για τους Χριστιανούς είναι ο Χριστός. Εν Χριστώ καταργείται κάθε είδους διάκριση.

«Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης…», μας προτρέπει ο θείος Παύλος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα. Μας καλεί να απεκδυθούμε τον παλαιό άνθρωπο με τα πάθη του και να ενδυθούμε το νέο. Ένας καινούργιος άνθρωπος λοιπόν! Άνθρωπος θεοειδής και χριστοειδής. Αυτό ακριβώς είναι το όραμα του Χριστιανισμού, που κάνει πραγματικότητα η χάρη του Χριστού μέσα στο μεγάλο εργαστήρι της αγιότητας, την Εκκλησία. Γι’ αυτό ήρθε ο Χριστός στον κόσμο. Γι’ αυτό σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Γι’ αυτό ίδρυσε την Εκκλησία του. Γι’ αυτό μας έστειλε το Άγιο Πνεύμα, το οποίο «όλον συγκροτεί τον θεσμό της Εκκλησίας» και μας αγιάζει απο την παρούσα ζωή.

ΚΥΡΙΑΚΗ 11-12-2016

ΙΑ' ΛΟΥΚΑ 

Τῶν ἁ­γί­ων προ­πα­τό­ρων»

Δανιὴλ ὁσίου τοῦ στυλίτου

Λουκᾶ τοῦ νέου (†980).

Λεοντίου ὁσίου τοῦ ἐν Ἀχαΐᾳ (†1452)

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ 

Κατά Λουκάν ιδ΄ (16-24)

Κατά Ματθ. κβ΄(14)

Πρωτότυπο κείμενο

Eίπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην· Ανθρωπός τις εποίησε δείπνον μέγα, και εκάλεσε πολλούς· και απέστειλε τον δούλον αυτού τη ώρα του δείπνου ειπείν τοις κεκλημένοις· έρχεσθε, ότι ήδη έτοιμά εστί πάντα. Και ήρξαντο από μιάς παραιτείσθαι πάντες. Ο πρώτος είπεν αυτώ· Αγρόν ηγόρασα, και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν· ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. Και έτερος είπε· Ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε, και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά· ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. Και έτερος είπε· γυναίκα έγημα, και δια τούτο ου δύναμαι ελθείν. Και παραγενόμενος ο δούλος εκείνος απήγγειλε τω κυρίω αυτού ταύτα. Τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης, είπε τω δούλω αυτού· Έξελθε ταχέως εις τας πλατείας και ρύμας της πόλεως, και τους πτωχούς και αναπήρους και χωλούς και τυφλούς εισάγαγε ώδε. Και είπεν ο δούλος· Κύριε, γέγονεν ως επέταξας, και έτι τόπος εστί. Και είπεν ο κύριος προς τον δούλον· Έξελθε εις τας οδούς και φραγμούς και ανάγκασον εισελθείν, ίνα γεμισθή ο οίκός μου. Λεγω γαρ υμίν ότι ουδείς των ανδρών εκείνων των κεκλημένων γεύσεταί μου του δείπνου. Πολλοί γαρ εισί κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος «Ένας άνθρωπος ετοίμασε μεγάλο δείπνο και κάλεσε πολλούς. Όταν ήρθε η ώρα του δείπνου, έστειλε το δούλο του να πει στους καλεσμένους: ελάτε, όλα είναι πια έτοιμα. Τότε άρχισαν ο ένας μετά τον άλλο να βρίσκουν δικαιολογίες: Ο πρώτος του είπε: έχω αγοράσει ένα χωράφι και πρέπει να πάω να το δω· σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένον. Άλλος του είπε: έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με. Κι ένας άλλος του είπε: είμαι νιόπαντρος και γι΄ αυτό δεν μπορώ να έρθω. Γύρισε ο δούλος εκείνος και τα είπε αυτά στον κύριό του. Τότε ο οικοδεσπότης οργισμένος είπε στο δούλο του: πήγαινε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης και φέρε μέσα τους φτωχούς, τους ανάπηρους, τους κουτσούς και τους τυφλούς. Όταν γύρισε ο δούλος του είπε: κύριε, αυτό που πρόσταξες έγινε και υπάρχει ακόμη χώρος. Είπε πάλι ο κύριος στο δούλο: πήγαινε έξω από την πόλη στους δρόμους και στα μονοπάτια κι ανάγκασέ τους να έρθουν, για να γεμίσει το σπίτι μου· γιατί σας βεβαιώνω πως κανένας από κείνους που κάλεσα δε θα γευτεί το δείπνο μου. Γιατί, πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί».

Κυριακή των Προπατόρων

Η σημερινή Κυριακή μαζί με την επόμενη Κυριακή, μας τοποθετούν στην τελική ευθεία της υποδοχής της μεγάλης εορτής των Χριστουγέννων. Πλησιάζοντας την «Μητρόπολη των εορτών», η Εκκλησία μας παρουσιάζει σήμερα τους ανθρώπους εκείνους της Παλαιάς Διαθήκης που δέχθηκαν την κλήση του Θεού, για να γίνουν συνεργοί στο μυστήριο της εν Χριστώ σωτηρίας όλων των ανθρώπων. Αν και η Κυριακή είναι αφιερωμένη στους κατά σάρκα προπάτορες του Κυρίου, ωστόσο η ευαγγελική περικοπή που διαβάζεται από το δέκατο τέταρτο κεφάλαιο του Ευαγγελιστή Λουκά αναφέρεται στην παραβολή του μεγάλου δείπνου. Η παραβολή αυτή, μια από τις πλέον σημαντικές παραβολές του Χριστού γιατί θέτει άμεσα τον προβληματισμό περί της βασιλείας του Θεού, η οποία λαμβάνει την πραγμάτωση της στο πρόσωπο του Χριστού και φέρνει τον άνθρωπο ενώπιον της ευθύνης του ν’ απαντήσει θετικά ή αρνητικά στην κλήση του Θεού.

Oι «κλητοί» και οι «εκλεκτοί»

Ο Ιησούς Χριστός είναι προσκεκλημένος μαζί με άλλους σε τραπέζι που έκανε πλούσιος Φαρισαίος. Εκεί βρίσκει την ευκαιρία αφενός μεν να διδάξει τους παρόντες Ιουδαίους στο να επικεντρώνουν στην ουσία του νόμου και όχι στην τυπική κατανόησή του με αφορμή θαύμα που πραγματοποίησε ημέρα Σάββατο σ’ έναν υδρωπικό. Αφετέρου δε να ελέγξει τον εγωισμό τους μιλώντας για την αρετή της ταπείνωσης αφού έβλεπε με ποιο τρόπο οι καλεσμένοι διάλεγαν τις πρώτες θέσεις στο τραπέζι «των πρωτοκλισιών», αποκλείοντας παράλληλα από αυτά όλους των πτωχούς και καταφρονημένους συνανθρώπους τους. Έκανε μάλιστα τη σύσταση στον οικοδεσπότη να προσφέρει γεύμα στους φτωχούς, ανάπηρους, κουτσούς και τυφλούς, γιατί τότε θα είναι ευτυχής αφού δεν θα μπορέσουν να του το ανταποδώσουν. Θα ανταποδοθεί όμως όπως του είπε, στην ανάσταση των νεκρών. Όταν τα άκουσε αυτά κάποιος από τους συνδαιτυμόνες, παρατήρησε: «Μακάριος όποιος πάρει μέρος στο τραπέζι της βασιλείας του Θεού, μαζί με τον Μεσσία και τους λοιπούς Πατριάρχες του Ισραήλ». Και ο Κύριος του απαντά στην παρατήρηση του αυτή με τη σημερινή παραβολή.

«Άνθρωπός τις εποίησε δείπνον μέγα και εκάλεσε πολλούς».Ένας πλούσιος άρχοντας, ετοίμασε μεγάλο δείπνο και κάλεσε μέλη της υψηλής κοινωνίας να τιμήσουν την βασιλική τράπεζα. Αν και καθένας από τους προσκεκλημένους προβάλλει την δική του δικαιολογία και αρνείται την πρόσκληση, ουσιαστικά όλοι ενεργούν πανομοιότυπα. Ο ένας αγόρασε κάποιο χωράφι και θέλει να πάει να το δει, να χαρεί την αγορά και να απολαύσει την αύξηση της περιουσίας του. Άρα δεν έχει χρόνο να χάσει και διάθεση να συμμετάσχει σε κάποια κοινή εκδήλωση. Ο δεύτερος «ζεύγη βοών ηγόρασε πέντε» και θέλει να πάει να τα δοκιμάσει, μήπως τον εξαπάτησε ο πωλητής και θιγούν τα οικονομικά του συμφέροντα. Ο τρίτος προβάλλει την δικαιολογία του γάμου του και θεωρεί αδιανόητο να χάση την προσωπική του χαρά και να μοιραστεί την ευτυχία του με τους άλλους. Και οι τρεις καταλήγουν στην ίδια απάντηση: «Έχε με παρητημένον».

Η παραβολή ερμηνεύεται μέσα σε εσχατολογικά λεγόμενα πλαίσια, εκείνα δηλαδή που φανερώνουν τη βασιλεία του Θεού. Στο Δείπνο λοιπόν της βασιλείας του ο Κύριος κάλεσε πολλούς. Όχι όλους σε πρώτη φάση, διότι μέσα στο σχέδιο της οικονομίας του Θεού, πρώτα κλήθηκαν οι Ιουδαίοι (αυτοί που θεωρούνταν ο εκλεκτός λαός του) και έπειτα όλοι οι άλλοι. Στους πρώτους μάλιστα υπήρξε μία διπλή πρόσκληση: μία αρχική για να προετοιμαστούν και μία τελική για να ανταποκριθούν όταν όλα θα ήταν έτοιμα. Η αρχική πρόσκληση πραγματοποιήθηκε με τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης που κατά καιρούς στέλνονταν από τον Θεό, προκειμένου να κηρύξουν μετάνοια και να προετοιμάσουν το έδαφος για τον ερχομό του Μεσσία, ενώ η τελική με τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον ίδιο τον Ιησού Χριστό ο οποίος ακριβώς ήλθε ως ο Μεσσίας που φανέρωνε στο πρόσωπό του αυτήν την βασιλεία. Το αποτέλεσμα είναι εμφανές μέσα από την παραβολή. Η τελική πρόσκληση βρίσκει απροετοίμαστους τους επίσημους πρώτους προσκεκλημένους, που με εντελώς αθεμελίωτες δικαιολογίες αρνούνται την προσέλευσή τους, φανερώνοντας ότι η επιλογή και η προτεραιότητα της ζωής τους είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από τη βασιλεία του Θεού και το θέλημά του. Αυτό άλλωστε ζητάμε καθημερινή στην Κυριακή Προσευχή-Πάτερ ημών «Ελθέτω η βασιλεία σου, γεννηθήτω το θέλημα σου»

Η απορριπτική στάση στην πρόσκληση του Κυρίου οδηγεί σε διπλή αντίδρασή: από τη μια ο Άρχοντας προβάλει την αρνητική του στάση διαγράφοντας διαπαντός τη συμμετοχή των Ιουδαίων στο τραπέζι της Βασιλείας του, εφόσον θα συνεχίσουν να τηρούν την ίδια στάση «ουδέποτε γεύσεταί μου του Δείπνου», από την άλλη επιταχύνει την κλήση στους απλούς και καταφρονεμένους Ιουδαίους, ώστε και αυτοί να μετάσχουν του Δείπνου όπως και φέρνει σ’ αυτό και τους εκτός της πόλεως των Ιουδαίων, δηλαδή όλους τους εθνικούς και ειδωλολάτρες. Κι αυτό φαίνεται να είναι το αρχικό θέλημα του Θεού, διότι ο πόθος του είναι «ίνα γεμισθή ο οίκος του». Με άλλα λόγια στη βασιλεία του Θεού είναι προσκεκλημένοι όλοι οι άνθρωποι, ανεξάρτητα από την κοινωνική τάξη που ανήκουν ή τη φυλή και το έθνος τους. Ο Θεός αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους και η χαρά του είναι ακριβώς η συμμετοχή όλων τους σε αυτό. Αυτό άλλωστε κήρυσσαν έκτοτε και οι απόστολοι, με το χαρακτηριστικό στίχο του Αποστόλου Παύλου στην προς Γαλάτας Επιστολή «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ∙ πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού». (Γαλ. γ’ 28).

Μέσα από την σημερινή παραβολή εικονίζεται καθαρά την Εκκλησία που εκφράζεται σε αυτό που συνιστά τον πυρήνα της, τη Θεία Ευχαριστία. Κάθε Κυριακή ο Κύριος, μας καλεί στο μεγάλο του δείπνο και εμείς δεν ανταποκρινόμαστε. Περιφρονούμε την μεγάλη τιμή να παρακαθίσουμε στο θεϊκό τραπέζι, επιστρατεύοντας διάφορες δικαιολογίες, όπως οι καλεσμένοι της παραβολής. Ενώ είμαστε κλητοί, δεν θέλουμε να γίνουμε εκλεκτοί.

 

Η Εκκλησία τοποθέτησε επίτηδες την ευαγγελική περικοπή αυτή λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, για να δείξει ότι αν δεν γίνουμε κι εμείς έτοιμοι προς μετοχή στο τραπέζι της Βασιλείας του, τη Θεία Ευχαριστία εν προκειμένω, δεν υπάρχει περίπτωση να εορτάσουμε αληθινά Χριστούγεννα, ως γέννηση του Χριστού στις καρδιές μας. Αυτό συνιστά και το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων. Δεν θα ζήσουμε το νόημα των Χριστουγέννων με το στόλισμα του δένδρου, αν προηγουμένως δεν κοσμήσουμε την ψυχή μας κι αν δεν την ετοιμάσουμε να παρακαθίσει στο μεγάλο δείπνο της Θείας Λειτουργίας. Και όχι μόνο τις ημέρες αυτές, αλλά τακτικά κάθε Κυριακή και σε κάθε εορτή μας καλεί η Εκκλησία στο Μυστήριο της Θείας Λειτουργίας.

ΚΥΡΙΑΚΗ 04-12-2016

Ι' ΛΟΥΚΑ 

ΑΓΙΑΣ  ΒΑΡΒΑΡΑΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

 

Γαλάτας γ΄(23-29), δ΄ (1-5)

Πρωτότυπο κείμενο

23 Πρὸ δὲ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκλεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. 24 ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· 25 ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. 26 Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· 27 ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. 28 οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. 29 εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. 1 Λέγω δέ, ἐφ’ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, 2 ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. 3 οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· 4 ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, 5 ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.

Απόδοση στη Νεοελληνική

23 Προτού, λοιπόν, να ισχύσει η πίστη, μας φρουρούσε περικλεισμένους μέσα στην εξουσία του ο νόμος, ώσπου να ισχύσει η πίστη η οποία επρόκειτο να αποκαλυφθεί στο μέλλον. 24 Άρα, λοιπόν, ο νόμος έχει γίνει ο παιδαγωγός μας για το Xριστό με σκοπό να δικαιωθούμε μέσω της πίστης. 25 Kι από τότε που ίσχυσε η πίστη, δεν είμαστε πια κάτω από την κυριαρχία παιδαγωγού 26 Έτσι, λοιπόν, είστε όλοι γιοι του Θεού μέσω της πίστης στον Iησού Xριστό. 27Γιατί, βέβαια, όσοι βαφτιστήκατε στο όνομα του Xριστού, το Xριστό περιβληθήκατε. 28Δεν υπάρχει πια Iουδαίος ούτε Έλληνας, δεν υπάρχει δούλος ούτε ελεύθερος, δεν υπάρχει άντρας και γυναίκα, γιατί όλοι εσείς είστε ένας χάρη στον Iησού Xριστό. 29Kι αφού εσείς είστε του Xριστού, άρα είστε απόγονοι του Aβραάμ κι επομένως κληρονόμοι του, σύμφωνα με την υπόσχεση. 1Θέλω να πω, δηλαδή, πως για όσο καιρό ο κληρονόμος είναι ανήλικος, δε διαφέρει καθόλου από ένα δούλο, παρόλο που είναι κύριος όλων. 2Aπεναντίας, βρίσκεται κάτω από την επίβλεψη επιτρόπων και διαχειριστών, μέχρι που να συμπληρωθεί η προθεσμία που όρισε ο πατέρας του. 3Έτσι κι εμείς, όταν ήμασταν σε νηπιακή κατάσταση, ήμασταν υποδουλωμένοι κάτω από τις δυνάμεις του κόσμου. 4Όταν, όμως, έφτασε ο προκαθορισμένος καιρός, απέστειλε ο Θεός το Γιο του, που ήρθε μέσω γυναίκας και υποτάχθηκε στο νόμο, 5με σκοπό να εξαγοράσει εκείνους που βρίσκονται κάτω από την κυριαρχία του νόμου, ώστε να αποκτήσουμε την υιοθεσία.

Ερμηνεία

Η σημερινή αποστολική περικοπή είναι παρμένη από την προς Γαλάτας επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Αναφέρεται στη μετάβαση από την εποχή του «Νόμου», την εποχή δηλαδή της Παλαιάς Διαθήκης στην εποχή της «πίστης», δηλαδή της Νέας Διαθήκης, καθώς επίσης και στα μεγάλα δώρα που λαμβάνουν όσοι αποδέχονται και ζουν στην περιοχή της χάριτος και της αγάπης του Θεού. Αναγινωσκόμενη η περικοπή αυτή λίγες εβδομάδες προ της μεγάλης και κοσμοσωτηρίου εορτής των Χριστουγέννων μας οδηγεί στην εξαγωγή μηνυμάτων που σχετίζονται άμεσα με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου, του Χριστού.

«Παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν»

Ακούσαμε λοιπόν ότι η εποχή του Νόμου, με όλες εκείνες τις εντολές, «παιδαγωγός ημών γέγονεν εις Χριστόν». Φρόντισε δηλαδή να μας προετοιμάσει να δεχθούμε κάτι εντελώς νέο στη ζωή μας, κάτι που υπερβαίνει τα δικά μας ανθρώπινα μέτρα. Μας παιδαγώγησε ώστε να δεχθούμε και να προϋπαντήσουμε τον σεσαρκωμένον Υιόν και Λόγον του Θεού. Έτσι όχι άσκοπα, αλλά προς μεγάλη χρησιμότητα δόθηκε ο Νόμος σαν χαλινάρι που να μην επιτρέπει στους ανθρώπους να ζούν χωρίς φόβο και εύκολα να ξεγλιστρούν στην κακία και την αμαρτία.
Αφού λοιπόν ο νόμος μας παιδαγώγησε κατάλληλα, ο Θεός πατήρ «εξαπέστειλε τον υιόν αυτού», όχι για να τον βλέπουμε από μακριά, όχι να τον θαυμάζουμε και να φιλοσοφούμε γι΄ αυτόν αλλά «ίνα εν αυτώ περιπατώμεν». Ο Χριστός έγινε η «οδός» την οποία ήδη περπατούμε από την ημέρα της γεννήσεώς μας στην εκκλησία, την ημέρα δηλαδή του βαπτίσματός μας. «Οδός» δια της οποίας μεταβαίνουμε «εκ του θανάτου εις την ζωήν».

«Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου»

Η ενανθρώπησή Του, ως η «είσοδος» του Θεού στην ιστορία «εν σαρκί» είναι το μόνο χαρμόσυνο μήνυμα. Με την ενσάρκωση Του δεν είχε σκοπό να μας κάνει απλά πιο καλούς ή πιο ηθικούς ανθρώπους. Η ενανθρώπηση, ως η πρακτική έκφραση της «υπερ νουν» αγάπης του Θεού για τα πλάσματά Του, και ως προαιώνιο σχέδιο έγινε «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου», αναδημιουργώντας, μεταμορφώνοντας και επαναφέροντας την ανθρώπινη φύση προς τον εαυτό Του. Έτσι ήρε, άπαξ και διαπαντός, την παράλογη και τραγική απόπειρά μας να τον απομακρυνθούμε από τα θεμέλια του κόσμου.

Από τότε ζούμε μια νέα πραγματικότητα, ιδίως σήμερα όπου στον κόσμο γενικά καλλιεργείται μια τέτοια αναμονή και αντίληψη, η χριστιανική ανθρωπότητα δεν μπορεί να περιμένει άλλο νέο. Ο Ιησούς Χριστός είναι «το μόνο καινόν υπο τον ήλιο». Είναι ό,τι περιμέναμε, αφού αυτός μόνο υπερβαίνει το χώρο και το χρόνο, τη φθορά και το θάνατο. Είναι ο μόνος που «ελύληθεν εις τον κόσμον, ίνα λύση τα έργα του διαβόλου».

«Πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού»

Πράγματι, με το πάνσοφο σχέδιο που εφάρμοσε για την σωτηρία μας, δηλαδή με την ενσάρκωση, την Αγία Ζωή, τα Πάθη, την Σταύρωση, την Ταφή, την Ανάσταση και την Ανάληψη Του, αλλά και με την Αγία Πεντηκοστή πέτυχε κάθε τι το οποίο είναι παντοτινά αναγκαίο για την ανθρώπινη ύπαρξη. Και παρόλο που οι φυσικές διαφορές όσων με το βάπτισμα ενεδύθηκαν τον Χριστό δε αναιρούνται, εντούτοις ο Απ. Παύλος υποστηρίζει πως πλέον «ουκ ένι Ιουδαίος, ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος, ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού».

Το χωρίο τούτο του Αποστόλου Παύλου βέβαια δεν περιορίζεται στην επιφανειακή διάσταση της κοινωνικότητας αλλά εισχωρεί βαθύτερα. «Εν τω Χριστώ», κυρίως σωζόμαστε από τη διάσπαση που προκαλεί ο διάβολος αλλά και από την εγωιστική απομόνωση που επιβάλλει σε όσους αρνούνται τον εκκλησιαστικό τρόπο ζωής, δια του οποίου αποκαθίσταται η ευλογημένη αίσθηση ότι είμαστε συνυφασμένοι με όλα τα όντα και δημιουργήματα του Θεού. Αίσθηση με την οποία γνωρίζουμε ολοένα και περισσότερο πως μόνο η κοινωνικότητα και η αγάπη του Ιησού μπορεί να ελεήσει τον πλησίον και τον κόσμο γύρω μας.

«Ίνα την υίοθεσίαν απολάβωμεν»

Αλήθεια, παρόλο ότι ζούμε σε μέρες δύσκολες• μέρες όπου ο πόνος της αμαρτίας καταντά ανυπόφορος και που η δημιουργία «συστενάζει και συνωδίνει» μαζί με μας όσο ποτέ άλλοτε, όταν συναντούμε ένα χαριτωμένο άνθρωπο αναπαυόμαστε κοντά του γιατί ακριβώς στο πρόσωπό του αποτυπώνεται και η ανάλογη ψυχική του κατάσταση. Η αίσθηση του μεταμορφώνεται αισθητά σ’ ένα θαυμαστό μήνυμα, που σχετικά μόνο μπορεί να περιγραφεί.

Διαπιστώνουμε ότι υποχωρούν από τη ζωή του η τρέλα, ο σπαραγμός, το ανόητο και το άσκοπο, η απελπισία, η γκρίνια, η απομόνωση. Τη θέση τους λαμβάνουν η σωφροσύνη, η γαλήνη, η μακαριότητα, η κοινωνικότητα, που απαλλάσσουν από εκείνο το φρικτό αίσθημα της μοναξιάς, του ατέλειωτου θανάτου και της νεκρωτικής βίωσης της κολάσεως.

Καταλαβαίνουμε λοιπόν γιατί η Εκκλησία μας δίνει τόση σημασία και βαρύτητα σ’ αυτό το πλέον παράξενο και παράδοξο, για τα ανθρώπινα μέτρα, μυστήριο. Είναι αληθινά μυστήριο, γιατί ο Θεός γίνεται εκείνο που δεν ήταν. Γίνεται άνθρωπος χωρίς να παύσει να είναι Θεός. Γεννιέται από Παρθένο χωρίς σαρκική σπορά και χωρίς η Παρθένος να χάσει την παρθενία της. Εδώ σταματά κάθε διανοητική συγκατάθεση, γιατί το μυαλό αδυνατεί να συλλάβει το μέγεθος των γεγονότων. Η Γέννηση του Χριστού όπως τη μαρτυρεί το Ευαγγέλιο αποτελεί πρόσκληση για πίστη. Όχι όμως πίστη τυφλή. Η δική μας η πίστη δεν είναι ούτε τυφλή, ούτε διανοητική. Είναι πίστη λογική. Πιστεύουμε ό,τι πιστεύουμε, γιατί εμπιστευόμαστε τους φίλους και μαθητές του Χριστού, τους αγίους. Με λίγα λόγια πιστεύουμε με την πίστη των αγίων, με τα δικά τους μάτια και τα δικά τους αυτιά, διότι στα πρόσωπά τους ο Κύριος πραγματοποίησε και συνεχίζει να πραγματοποιεί όλες του τις υποσχέσεις.

Πράγματι, αν μελετήσει κανείς ή καλύτερα αν μιμηθεί τους βίους των Αγίων θα αισθανθεί ότι η ζωή κάθε Αγίου αποτελεί απόδειξη και μαρτυρία πως η καταγωγή μας είναι εκ του ουρανού, ότι είμαστε άνθρωποι αληθινοί καθ’ όσον παραμένουμε ενωμένοι οντολογικά με τον Ιησού Χριστό. Από όλους δε τους Αγίους κυρίως η Αειπάρθενος Μαρία μπορεί να μας οδηγεί στους μυστικούς δρόμους του Υιού της και σ’ ότι μπορεί να λαχταρίσουμε ως «θεοειδείς» υπάρξεις.

ΚΥΡΙΑΚΗ 04-12-2016

Ι΄ ΛΟΥΚΑ

ΑΓΙΑΣ  ΒΑΡΒΑΡΑΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

 

Κατά Λουκάν ιγ΄ (10-17)

 

Πρωτότυπο Κείμενο

Τω καιρώ εκείνω, ην διδάσκων ο Ιησούς εν μιά των συναγωγών εν τοις σάββασι. Και ιδού γυνή ην πνεύμα έχουσα ασθενείας έτη δέκα και οκτώ, και ην συγκύπτουσα και μη δυναμένη ανακύψαι εις το παντελές. Ιδών δε αυτήν ο Ιησούς προσεφώνησε και είπεν αυτή˙ Γύναι απολέλυσαι της ασθενείας σου˙ και επέθηκεν αυτή τας χείρας˙ και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν. Αποκριθείς δε ο αρχισυνάγωγος, αγανακτών οτι τω σαββάτω εθεράπευσεν ο Ιησούς, έλεγε τω όχλω˙ Εξ ημέραι εισίν εν αις δει εργάζεσθαι˙ εν ταύταις ουν ερχόμενοι θεραπεύεσθε, και μη τη ημέρα του σαββάτου. Απεκρίθη ουν αυτώ ο Κύριος και είπεν˙ Υποκριτά, έκαστος υμών τω σαββάτω ου λύει τον βουν αυτού ή τον όνον από της φάτνης και απαγαγών ποτίζει; Ταύτην δε, θυγατέρα Αβραάμ ούσαν, ήν έδησεν ο σατανάς ιδού δέκα και οκτώ έτη, ουκ έδει λυθήναι από του δεσμού τούτου τη ημέρα του σαββάτου; Και ταύτα λέγοντος αυτού κατησχύνοντο πάντες οι αντικείμενοι αυτώ, και πας ο όχλος έχαιρεν επί πάσι τοις ενδόξοις τοις γινομένοις υπ’ αυτού.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ένα Σάββατο δίδασκε ο Ιησούς σε κάποια συναγωγή. Εκεί βρισκόταν και μια γυναίκα, δεκαοχτώ χρόνια άρρωστη από δαιμονικό πνεύμα. Ήταν κυρτωμένη και δεν μπορούσε καθόλου να ισιώσει το σώμα της. Όταν την είδε ο Ιησούς, τη φώναξε και της είπε: «Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από ώθηκε και δόξαζε τον Θεό. Ο αρχισυνάγωγος όμως αγανακτισμένος που ο Ιησούς έκανε τη θεραπεία το Σάββατο, γύρισε στο πλήθος και είπε: «Υπτην αρρώστια σου». Έβαλε πάνω της τα χέρια του κι αμέσως εκείνη ορθάρχουν έξι μέρες που επιτρέπεται να εργάζεται κανείς˙ μέσα σ’ αυτές, λοίπον, να έρχεστε και να θεραπεύεστε, και όχι το Σάββατο». Ο Κύριος του απάντησε: «Υποκριτή! Ο καθένας σας δεν λύνει το βόδι του ή το γαιδούρι του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει; Κι αυτή, που είναι απόγονος του Αβραάμ, και ο σατανάς την είχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί απ’ αυτά τα δεσμά το Σάββατο;» Με τα λόγια του αυτά ντροπιάζονταν όλοι οι αντίπαλοι του κι ο κόσμος χαιρόταν για όλα τα θαυμαστά που έκανε ο Ιησούς.

Σχολιασμός

Η σημερινή Ευαγγελικη περικοπή είναι παρμένη από το 13ο κεφάλαιο του κατά Λουκάν ιερού Ευαγγελίου. Μέσα από τους στίχους αυτούς γίνεται η περιγραφή του θαύματος μιας συγκύπτουσας γυναίκας από το Χριστό. Η γυναίκα αυτή για δεκαοκτώ χρόνια ήταν κυρτωμένη χωρίς να μπορεί καθόλου να ισιώσει το σώμα της. Παρόλη όμως την κατάσταση της υγείας της βρισκόταν στη συναγωγή για τη λατρεία του Θεού και τη μελέτη του Νόμου χωρίς να προβάλει την ασθένεια της ως αιτία για να μην παρίσταται στη συναγωγή. Βλέποντάς την ο Χριστός σ’ αυτήν την κατάσταση την φώναξε και της είπε: «Γυναίκα απαλάσσεσαι από την αρρώστια σου». Όταν έβαλε και τα χέρια του πάνω της αυτή αμέσως ορθώθηκε και δόξαζε το Θεό. Ο αρχισυνάγωγος όμως ο οποίος βρισκόταν εκεί όταν το είδε αυτό αγανάκτισε, γιατί ο Ιησούς θεράπευσε τη γυναίκα αυτή ημέρα Σάββατο, και είπε στο πλήθος που βρισκόταν εκεί: «Υπάρχουν έξι μέρες που είναι για εργασία, μέσα σ’ αυτές να έρχεστε να θεραπέυεσθε και όχι το Σάββατο». Ο Κύριος βλέποντας τη στάση του αρχισυναγώγου του απαντά οτι είναι υποκριτής. Και συνεχίζει λέγοντάς του οτι οι άνθρωποι που έχουν ζώα τα λύνουν για να τα ποτίσουν το Σάββατο, αυτή που είναι απόγονος του Αβραάμ και ήταν δεμένη για δεκαοκτώ χρόνια από το Σατανά δεν έπρεπε να λύθει από αυτά τα δεσμά γιατί ήταν Σάββατο.

Μέσα στο χώρο του Ιουδαίκου κόσμου βλέπουμε την ζωή των ανθρώπων να κινείται γύρω από το Μωσαικό Νόμο και τις Γραφές. Οι άνθρωποι όμως δεν γνώριζαν πραγματικά τον Νόμο, είχαν άγνοια του αληθινού πνευματός του Νόμου και των Γραφών. Αύτο έδινε το δικαίωμα στους Αρχιερείς, τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους που γνώριζαν το Νόμο και τις Γραφές, να προβαίνουν σε αυθαίρετες ερμηνείες, σύμφωνα με τα συμφέροντα και τις αντιλήψεις τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι άνθρωποι να οδηγηθούν σε μια θρησκευτική τρομοκρατία, μια πνευματική δουλεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατάστασης αποτελεί η αντίδραση στις ευεργεσίες που πρόσφερε ο Χριστός στους ανθρώπους κατά την ημέρα του Σαββάτου, την οποία θεωρούσαν απόλυτη αργία. Ενδιαφέρονταν να διαφυλάξουν τον τύπο και το γράμμα του Νόμου, παρά να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν τα διάφορα προβλήματά τους.

Ο Χριστός έρχεται για να ελευθερώσει τους ανθρώπους, έκτος από την τυραννία των δαιμόνων και από την τυρανία του τύπου και των αχρείαστων διατάξεων που προστέθηκαν αργότερα κατά την ερμηνεία του Νόμου. Ο ίδιος καθ’ όλη τη διάρκεια της επίγειας παρουσίας του βλέπουμε ότι εφαρμόζει τις διατάξεις του Νόμου και τηρεί τις παραδόσεις του λαού του. Τον βλέπουμε να ερμηνέυει άριστα το Νόμο στις συναγωγές, ανταποκρινόμενος έτσι στις πνευματικέ ανάγκες του λαού. Προσπαθούσε να ωφελέσει τους ανθρώπους με το Νόμο δίνοντας τους το πραγματικό νόημα του Νόμου που δεν είναι η καταδυνάστευση της ζωής των ανθρώπων αλλά η ελευθερία τους. Αυτό το αντιλήφθηκαν οι άνθρωποι, όταν ήρθαν σε έπαφη με τον Χριστό γι’ αυτό τον ακολουθούσαν κατά πλήθη όπου πήγαινε.

Ο αρχισυνάγωγος ως πιστός γνώστης όλων αυτών των διατάξεων του Νόμου αντιδρά έντονα στη θεραπεία της συγκύπτουσας γυναίκας, γιατί την θεώρησε ως παράβαση της αργίας του Σαββάτου. Έτσι στρέφεται άμεσα κατά του πλήθους λέγοντας τους να πηγαίνουν τις υπόλοιπες μέρες της εβδομάδας για να θεραπευόνται, έτσι ώστε να μην καταλύουν την αργία του Σαββάτου. Στρέφεται όμως και έμμεσα κατά του Ιήσου τον οποίο θεώρει υπεύθυνο για τη θεραπεία και κατ’ επέκταση της κατάλυσης της αργίας του Σαββάτου. Ως καλός γνώστης των διατάξεων του Νόμου υπενθυμίζει με αγανάκτηση την εντολή που υπάρχει στα βιβλία του Δευτερονομίου (5,13) και της Εξόδου (20, 9-10), ότι «εξ ημέρας εργά και ποιήσεις πάντα τα έργα σου, τη δε ημέρα τη εβδόμη σάββατα Κυρίω το Θεώ σου. Ου ποιήσεις εν αυτή παν έργον». Δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει, μέσα από το θαύμα που είχε συντελεστεί πριν από λίγο, την παρούσια του Θεού, το θέλημα του Θεού που εκπλήρωνε ο Χριστός και τη θεραπεία του ανθρωπίνου πόνου που βάσταζε η γυναίκα για δεκαόκτω ολόκληρα χρόνια. Το μόνο που κατάλαβε ήταν η κατάργηση του τύπου του Νόμου δηλ. της αργίας της ημέρας του Σαββάτου.

Εν αντιθέσει ο Χριστός απαντά κατευθείαν και άμεσα στον αρχισυνάγωγο και όχι στο πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο εκεί. Τον λέει υποκριτή και του λέει οτι όλοι οι άνθρωποι λύνουν και πέρνουν το βόδι ή το γαιδούρι τους για να πιει νερό το Σάββατο. Αφού αυτό το κάνουν για τα ζώα τους, τότε γιατί απαγορεύεται να το κάνουν για τον άνθρωπο και ιδιαίτερα γι’ αυτή τη γυναίκα την οποία είχε δεμένη ο σατανάς για δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια. Ήθελε με αυτή του την αναφορά να τονίσει στον αρχισυνάγωγο και στους υπόλοιπους νομοδιδασκαλούς που βρίσκονταν εκεί οτι ο Νόμος δεν φθάνει σε παράλογα επίπεδα, ώστε να απαγορέυει στους ανθρώπους και στα ζώα την κάλυψη των φυσικών τους αναγκών. Εξάλλου μας είναι γνωστή η φράση που έλεγε ο Χριστός στους νομοδιδασκάλους οτι «το Σαββάτο δια τον άνθρωπον εγένετο, ουχ ο άνθρωπος δια το Σάββατον» (Μαρκ. 2,27).

Συνεχίζοντας ο Ιησούς αποκαλεί τη συγκύπτουσα γυναίκα θυγατέρα του Αβραάμ. Με την ονομασία αυτή την εξυψώνει, πάρα την κατώτερη θέση που είχε η γυναίκα την εποχή εκείνη, δίνοντας της αυτή την τιμητική ταυτότητα. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μας πληροφορεί οτι όταν οι Γράμματεις και οι Φαρισαίοι καυχόντουσαν οτι είναι απόγονοι του Αβραάμ, ο Χριστός τους είπε οτι αν θέλουν να λέγονται παιδιά του Αβραάμ πρέπει να κάνουν όπως έκανε και εκείνος (Ιω. 8,39).

Το θαύμα αυτό, όπως και όλα τα θαύματα που τέλεσε ο Ιησούς, φανερώνουν το σκοπό για τον οποίο ήρθε στη γη, που δεν είναι άλλος από το να μας προσφέρει την ελευθερία από τα ψυχικά και σωματικά δεσμά. Για να γίνουμε όμως δεκτικοί αυτής της χάριτος που μας προσφέρει πρέπει να αποδεσμευθούμε από την τυπική τήρηση των εντολών του Θεού, η οποία δεν μας προσφέρει τίποτα και να πρυτανεύσει στην καρδιά μας η αγάπη προς τον πλησίον, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη από τις εντολές του.

Μέσα από τη σημερινή παραβολή μπορούμε να αντλήσουμε κάποια διαχρονικά μηνύματα, τα οποία είναι σημαντικά για τη σωτηρία μας. Ένα τέτοιο μήνυμα αποτελεί η ανάγκη του τακτικού εκκλησιασμού, το οποίο συχνά παραμελούμε προφασιζόμενοι διάφορες δικαιολογίες όπως: ο Θεός βρίσκεται παντού και δεν χρειάζεται να πηγαίνουμε Εκκλησία για να τον λατρέψουμε ή δεν κατανοούμε αυτά που λέγονται στις ιερές ακολουθίες, είμαστε λίγο αδιάθετοι, θέλουμε να ξεκουραστούμε, να κοιμηθούμε κ.λπ. Η συγκύπτουσα γυναίκα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής αποτελεί για μας παράδειγμα πρός μίμηση, γιατί ενώ για δεκαόκτω ολόκληρα χρόνια βρισκόταν σ’ αυτήν την κατάσταση της ασθένειας της και υπέφερε. Όμως δεν παρέλειπε να παρευρίσκεται στη συναγώγη για την καθιερωμένη λατρεία του Θεού και τη μελέτη του Νόμου που γινόταν κάθε Σάββατο. Δεν προφασίζεται την ασθένεια και τον πόνο της ως δικαιόλογια για να μην παρίσταται.

Ένα άλλο μήνυμα που απορρέει είναι η σωστή τήρηση της αργίας της Κυριακής. Οι Εβραίοι είχαν από το Νόμο την τέταρτη έντολη που έλεγε: «Πρόσεξε να αφιερώνεις στον Θεό την ήμερα του Σαββάτου, όπως σε διέταξε Κύριος ο Θεός σου. Έξι ημέρες να εργάζεσαι και να κάνεις όλα τα έργα σου, την δε εβδόμη ημέρα θα έχεις Σάββατα», δηλάδη ανάπαυση αφιερωμένη στον Κύριο και Θεό σου. Την εντολή αυτή την είχαν παρερμηνεύσει οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι και την ερμήνευσαν σύμφωνα με τα συμφέροντα και τις αντιλήψεις τους. Με τον ερχόμο του Χριστού για μας τους Χριστιανούς μεταφέρεται η αργία από το Σάββατο στην Κυριακή που είναι η ημέρα της λαμπροφόρου Αναστάσεως και της νίκης του Χριστού κατά του Διαβόλου. Ο Χριστός δίνει σε μας ενα σωστό νόημα της αργίας της Κυριακής που δεν είναι μια τυπολατρική συνήθεια, αλλά ημέρα δοξολογίας του Θεού, αφιέρωσής της, μετά τη Θεία Λειτουργία, σε έργα ευποιίας, σε έργα που αποσκοπούν στην ανακούφιση και στήριξη πρός τον πλησίον, ώστε να δοξάζεται το όνομα του Κυρίου.

 

Έχοντας υπόψιν μας τη σημερινή Ευαγγελική περικοπή ας προσπαθήσουμε ο καθένας όσο μπορούμε να αγωνιστούμε σωστά σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου μας. Να βγάλουμε από τη ζωή μας τον τύπο και να βάλουμε το πραγματικό νόημα των εντολών που μας δίδαξε ο Χριστός, χωρίς να ξεχνάμε τη μεγαλύτερη από αυτές που είναι η αγάπη προς τον πλησίον.

 

ΚΥΡΙΑΚΗ 27-11-2016

ΙΓ' ΛΟΥΚΑ 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Εφεσίους β΄(4-10)

 

Πρωτότυπο κείμενο

4 Ο δε Θεός πλούσιος ών εν ελέει, διά την πολλήν αγάπην αυτού ήν ηγάπησεν ημάς, 5 και όντας ημάς νεκρούς τοις παραπτώμασι συνεζωοποίησε τω Χριστώ· χάριτί εστε σεσωσμένοι· 6 και συνήγειρε και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ Ιησού, 7 ίνα ενδείξηται εν τοις αιώσι τοις επερχομένοις τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού εν χρηστότητι εφ’ ημάς εν Χριστώ Ιησού. 8 τη γαρ χάριτί εστε σεσωσμένοι διά της πίστεως· και τούτο ούκ εξ υμών, Θεού το δώρον, 9 ούκ εξ έργων, ίνα μή τις καυχήσηται. 10 αυτού γαρ εσμέν ποίημα, κτισθέντες εν Χριστώ Ιησού επί έργοις αγαθοίς, οίς προητοίμασεν ο Θεός ίνα εν αυτοίς περιπατήσωμεν.

Νεοελληνική Απόδοση

Ο Θεός όμως μας αγάπησε, γιατί είναι πλούσιος σε έλεος και έχει απέραντη αγάπη. Κι ενώ ήμασταν πνευματικά νεκροί εξαιτίας των παραπτωμάτων μας, μας ξανάδωσε ζωή μαζί με το Χριστό. Με τη χάρη του έχετε σωθεί. Μας ανέστησε μαζί με τον Ιησού Χριστό και μας έβαλε να καθήσουμε μαζί μ’ αυτόν στα ουράνια. Κι έτσι, με την αγάπη που μας έδειξε διά του Ιησού Χριστού, φανερώνει στις μελλοντικές γενιές πόσο υπερβολικά γενναιόδωρη είναι η χάρη του. Πραγματικά, με τη χάρη του σωθήκατε διά της πίστεως. Και αυτό δεν είναι δικό σας κατόρθωμα αλλά δώρο Θεού. Δε σωθήκατε με τα δικά σας έργα κι έτσι κανείς δεν μπορεί να καυχηθεί γι’ αυτό. Γιατί είμαστε δημιούργημα του Θεού, ο οποίος διά του Ιησού Χριστού μας έκανε καινούριους ανθρώπους, για να μπορούμε να κάνουμε καλά έργα, που τα προετοίμασε ο Θεός, για να είναι μ’ αυτά γεμάτη η ζωή μας.

Σχολιασμός

Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα είναι παρμένο από την προς Εφεσίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Η  Έφεσος ήταν η πρωτεύουσα της Ιωνίας και μια απ’ τις πολυπληθέστερες και λαμπρότερες πόλεις της Ανατολικής Μεσογείου. Κεντρική θέση στη ζωή αυτής της μεγαλούπολης κατείχε η λατρεία της θεάς Αρτέμιδος. Ο Απόστολος των Εθνών επισκέφθηκε την Έφεσο κατά τη δεύτερη αποστολική περιοδεία για μικρό χρονικό διάστημα, ενώ κατά τη διάρκεια της τρίτης του περιοδείας έμεινε στην πόλη για σχεδόν τρία χρόνια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί εκεί μια εύρωστη χριστιανική κοινότητα που η δράση των μελών της ξεπερνούσε τα όρια της Εφέσου.

Η επιστολή αυτή γράφτηκε γύρω στο 63 μ.Χ., κατά την πρώτη φυλάκιση του Αποστόλου Παύλου στη Ρώμη. Κεντρικό θέμα της επιστολής είναι η ενότητα και η δόξα της Εκκλησίας, κεφαλή της οποίας είναι ο αναστημένος Ιησούς Χριστός και δια του οποίου όλοι που εγκεντρίζονται στο σώμα Του μπορούν να μετέχουν της νέας πραγματικότητας των δωρεών του Θεού.

 Μέσα από τη συγκεκριμένη αποστολική περικοπή ο Απόστολος Παύλος τονίζει πως η σωτηρία δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων προσπαθειών, αλλά της χάριτος του Θεού: ούτε οι αρετές ως ανθρώπινα επιτεύγματα, τις οποίες υπερτόνιζαν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, ούτε ο Νόμος, στον οποίο προσκολλούνταν οι Ιουδαίοι, μπορούν να σώσουν τον άνθρωπο.

Ήδη από την αρχή του δεύτερου κεφαλαίου της επιστολής, ο Απόστολος υπογραμμίζει την  κατάσταση των Εφεσίων πριν πιστέψουν στο Χριστό: ήταν πνευματικά νεκροί εξαιτίας των παραπτωμάτων και των αμαρτιών τους, έχοντας αιχμάλωτη την ύπαρξή τους στα πάθη τους. Αντί όμως να εκδηλωθεί σ’ αυτούς η δικαιολογημένη θεία οργή εξαιτίας αυτής τους της κατάστασης, εκχέεται σ’ αυτούς το έλεος και η αγάπη του Θεού: «Ο δε Θεός πλούσιος ών εν ελέει, διά την πολλήν αγάπην αυτού ήν ηγάπησεν ημάς…». Ο θείος Απόστολος, ξεχειλίζοντας από ευγνωμοσύνη προς το Θεό, χρησιμοποιεί κατά σειρά συνώνυμες λέξεις (έλεος, αγάπη ην ηγάπησεν), για να γίνει όσο το δυνατόν καλύτερα αισθητό στους αναγνώστες το μέγεθος της δωρεάς του Θεού προς αυτούς. Πρέπει βέβαια να τονισθεί πως οι λέξεις αυτές δεν δηλώνουν αφηρημένες έννοιες, αλλά συγκεκριμένες ιστορικές ενέργειες του Θεού μέσα στην ανθρωπότητα.

Η αμαρτία είχε ως αποτέλεσμα την πνευματική νέκρωση, αλλά ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, αφού αναστήθηκε από τους νεκρούς και νίκησε το θάνατο, μετέβαλε τη νεκρότητά μας σε ζωή. Μας μετάγγισε το πλήρωμα της δικής Του ζωής «ίνα ζήσωμεν δι’ αυτού» (Α΄ Ιω. 4,9).

Η νέα ελπιζόμενη κατάσταση των χριστιανών ταυτίζεται με αυτή του αναστημένου Χριστού: επειδή η κεφαλή αναστήθηκε, ταυτόχρονα και ολόκληρο το σώμα ζωοποιείται και δοξάζεται. Ο θείος Απόστολος, παραθέτοντας αλλεπάλληλα τρία συνώνυμα ρήματα (συνεζωοποίησε, συνήγειρε, συνεκάθισε) σε χρόνο αόριστο, διακηρύσσει την πραγματικότητα της σωτηρίας, ότι δηλαδή έχει ήδη συντελεστεί και αυτό που απομένει είναι να  την οικειωθεί προσωπικά ο καθένας μας.

Βέβαια, όσο διαρκεί η παρούσα ζωή έχουμε απλώς «τον αρραβώνα της κληρονομίας ημών» (Εφ. 1, 14), αφού η σωτηρία θα γίνει κτήμα μας με τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου και την κοινή εξανάσταση. Τότε θα μπορούμε να γευόμαστε ολοκληρωμένα «τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού». Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει: «Πραγματικά, υπερβολικός πλούτος! Όντως αξεπέραστο το μέγεθος της δύναμής του, να καθίσει κάποιος μαζί με το Χριστό! Και χίλιες ζωές ακόμη αν είχες, δεν θα τις θυσίαζες γι’ αυτό; Κατάλαβες πού εκείνος κάθισε; Πάνω από κάθε αρχή και εξουσία. Και με ποιόν κάθεσαι μαζί; Μ’ Εκείνον!». 

Στο στίχο 8 ο Απόστολος Παύλος επαναλαμβάνει μια πρόταση που έγραψε στο στίχο 5: «χάριτι εστέ σεσωσμένοι». Συμπληρώνει βέβαια εδώ και τον τρόπο που όλοι εμείς μπορούμε να οικειωθούμε αυτή τη σωτηρία που προσφέρει κατά χάρη ο Θεός εν Χριστώ. Ο τρόπος αυτός δεν είναι άλλος από την πίστη στις αλήθειες του Ευαγγελίου και ο οποίος αποτελεί ανταπόκριση του αυτεξουσίου μας προς εκείνα που πλουσιοπάροχα μας προσφέρει ο Θεός.

Ο Απόστολος των Εθνών, θέλοντας να ξεκαθαρίσει στους Εφεσίους τη θέση και το ρόλο των «αγαθών έργων» στη ζωή τους –και γενικά στη ζωή όλων των πιστών- γράφει τους δύο τελευταίους στίχους της περικοπής: «ούκ εξ έργων, ίνα μή τις καυχήσηται.  αυτού γαρ εσμέν ποίημα, κτισθέντες εν Χριστώ Ιησού επί έργοις αγαθοίς…». Ο σύνδεσμος «ίνα» στο στ.9 δηλώνει την έκβαση των γεγονότων: ενώ τα έργα των ανθρώπων ήταν πονηρά, ο Θεός δια της χάριτός του τους έσωσε, χωρίς να αφήνονται περιθώρια σε κάποιο να καυχηθεί. Εντούτοις, ο Θεός δημιουργεί και αναδημιουργεί εν Χριστώ τον άνθρωπο «επί έργοις αγαθοίς», δηλαδή για να εργάζεται το αγαθό. Ο σύγχρονος ερμηνευτής Καραβιδόπουλος αναφέρει: «Γίναμε καινούρια κτίση όχι με τα έργα που κάναμε, αλλά για να κάνουμε καλά έργα, με τα οποία φανερώνεται η ανακαίνισή μας. Αποτέλεσμα λοιπόν της σωτηρίας είναι τα καλά έργα και όχι προϋπόθεση».

Η αναφορά στη χάρη που εκπήγασε και εκπηγάζει από το απολυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού και δια της οποίας οι πιστοί σώζονται και απολαμβάνουν πλουσιοπάροχα τα αιώνια αγαθά, είναι ένα από τα πιο αγαπητά και προσφιλή θέματα του αποστόλου Παύλου. Παραδείγματος χάριν, στην προς Ρωμαίους επιστολή τονίζει εμφατικά: «πάντες γαρ ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού, δικαιούμενοι δωρεάν τη αυτού χάριτι διά της απολυτρώσεως εν Χριστώ Ιησού» (Ρωμ. 3, 23-24). Στην προς Τίτον επιστολή ο απόστολος αναφέρει: «Ότε η χρηστότης και η φιλανθρωπία επεφάνη του σωτήρος ημών Θεού, κατά τον αυτού έλεον έσωσεν ημάς» (Τιτ. 3, 4-5) και συνεχίζει στο μεθεπόμενο στίχο: «ίνα δικαιωθέντες τη εκείνου χάριτι κληρονόμοι γενώμεθα κατ’ ελπίδα ζωής αιωνίου» (Τιτ. 3, 7).

Το βαρυσήμαντο ρόλο της θείας χάριτος στη θέωση του ανθρώπου περιγράφει εύστοχα και ένας σύγχρονος άγιος, ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, στο λόγο του «Η Χάρη»: «Δεν έφερα τίποτε μαζί μου στο Μοναστήρι, εκτός από τις αμαρτίες μου, και δεν ξέρω γιατί ο Κύριος μου έδωσε, ενώ ήμουν ακόμη νεαρός υποτακτικός, τόση χάρη του Αγίου Πνεύματος, που γέμισαν από χάρη η ψυχή μου και το σώμα μου.{…} Ο Κύριος μας αγαπά περισσότερο απ’ όσο η μητέρα τα παιδιά της και μας δίνει δωρεάν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.{…} Χωρίς τη χάρη του Θεού είμαστε όμοιοι με τα ζώα, αλλά με τη χάρη ο άνθρωπος είναι μέγας κοντά στο Θεό».

Εμείς, που με το βάπτισμά μας γίναμε μέλη του σώματος του Κυρίου, δεν πρέπει να χάνουμε αυτό που πραγματικά μας αξίζει. Ας δεχτούμε το δώρο του Θεού, ας γευτούμε δια της πίστεως «τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού» και ας αφήσουμε την δωρεάν θεία χάρη να μας περιβάλει, να μας ανακαινίσει, να μας θεώσει.

ΚΥΡΙΑΚΗ 27-11-2016

ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

Κατά Λουκάν ιη΄ (18-27)

 

Πρωτότυπο Κείμενο

«Και επηρώτησέ τις αυτόν αρχων∙ διδάσκαλε αγαθέ τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω; είπε δε αυτώ ο Ιησούς∙ τι με λέγεις αγαθόν; Ουδείς αγαθός ει μη εις Θεός. Τας εντολάς οίδας∙ μη μοιχέυσεις, μη φονεύσης, μη κλέψεις, μη ψευδομαρτυρήσης, τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου. ο δε είπε ∙ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητος μου. Ακούσας δε ταύτα ο Ιησούς είπεν αυτώ∙ έτι εν σοι λείπει∙ πάντα όσα έχεις πώλησον και διάδος πτωχοίς, και εξείς θησαύρον εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι. Ο δε ακούσας ταύτα περίλυπος εγένετο∙ ην γαρ πλούσιος σφόδρα. Ιδών δε αυτόν ο Ιησούς περίλυπον γενόμενον είπε. Πώς δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού! Ευκοπώτερον γαρ εστί κάμηλον δια τρυμαλίας ραφίδος εισελθείν ή πλούσιον εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν. Είπον δε οι ακούσαντες∙ και τις δύναται σωθήναι; ο δε είπε∙ τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστί».

Νεοελληνική Απόδοση

«Κάποιος άρχοντας τον ρώτησε: «Αγαθέ Διδάσκαλε, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» Ο Ιησούς του απάντησε: «Γιατί με αποκαλείς «αγαθό»; Κανένας δεν είναι αγαθός παρά μόνο ένας: ο Θεός. Τις εντολές τις ξέρεις: μη μοιχέυσεις, μη σκοτώσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου». Κι εκείνος του είπε: Όλα αυτά τα τηρώ από τα νιάτα μου». Όταν το άκουσε ο Ιησούς του είπε: «Ένα ακόμα σου λείπει: πούλησε όλα όσα έχεις και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, κι έτσι θα έχεις θησαυρό κοντά στο Θεό∙ και έλα να με ακολουθήσεις». Μόλις εκείνος τ’ άκουσε αυτά, πολύ στεναχωρήθηκε, γιατί ήταν πάμπλουτος. Όταν ο Ιησούς τον είδε πολύ στεναχωρημένο, είπε: «Πόσο δύσκολά αυτοί που έχουν χρήματα θα μπούν στη βασιλεία του Θεού! Είναι ευκολότερο να περάσει καμήλα μέσα από βελονότρυπα, παρά να μπεί ο πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». Όσοι τον άκουσαν είπαν: «Τότε ποιος μπορεί να σωθεί; Κι εκείνος τους απάντησε: «Αυτά που για τους ανθρώπους είναι αδύνατα, για το Θεό είναι δυνατά».

Σχολιασμός

«Πώς δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν των Ουρανών»

Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Ευαγγελιστής Λουκάς, μέσα από το διάλογο του Χριστού και του πλούσιου νέου, προβάλλει αφ’ ενός μεν τη σύγκριση μεταξύ παλαιού Νόμου και του Νόμου του Ευαγγελίου, αφ΄ ετέρου δε τη διδασκαλία του Χριστού για τον πλούτο.

Το χρήμα, ο πλούτος και γενικά η ιδιοκτησία είναι έννοιες που για την κατάκτηση τους γίνεται πολύς αγώνας. Ο άνθρωπος ανέκαθεν επιθυμούσε το χρήμα γιατί του εξασφαλίζει τις ανέσεις και τις χαρές της ζωής. Ο Χριστός δεν στρέφεται αδιάκριτα εναντίον του πλούτου ή των υλικών αγαθών, αλλά καυτηριάζει την λανθασμένη σχέση του ανθρώπου με αυτά. Με λίγα λόγια ο Κύριος θέλει να τονίσει ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να είναι σκλάβος του χρήματος, όπως ο νέος του ευαγγελίου.

Ο νέος αυτός πλησίασε το Χριστό και τον ρώτησε πώς θα μπορέσει να κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Ασφαλώς πρόκειται για ένα ερώτημα με πνευματικό περιεχόμενο και που αναφέρεται στον κεντρικό άξονα της διδασκαλίας του Χριστού, που είναι η αγγελία της βασιλείας του Θεού, η κληρονομιά της αιώνιας ζωής. Εξάλλου ο Κύριος μας δίδαξε, στην Κυριακή Προσευχή ( το γνωστό «Πάτερ ημών…»), να ζητούμε την έλευση της βασιλείας του Θεού («ελθέτω η βασιλεία σου»). Η αιώνια ζωή, την οποία αναζητεί ο πλούσιος της ευαγγελικής περικοπής, είναι έννοια συνώνυμη με τη «βασιλεία του Θεού». Δεν είναι τυχαίο λοιπόν το γεγονός, ότι ο συνομιλητής του Χριστού ζητά να πληροφορηθεί πως θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή, εφ όσον ο Χριστός κατ’ επανάληψη μίλησε για το θέμα αυτό.

Ο Κύριος αρχικά του υπενθυμίζει τις δέκα εντολές, προβάλλοντας έτσι το μωσαϊκό νόμο ως βάση. Στην απάντηση του νέου ότι «ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητος μου», ο Χριστός του απαντά: «Έτι εν σοι λείπει∙ πάντα όσα έχεις πώλησον και διάδος πτωχοίς, και εξείς θησαύρον εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι», για να δώσει με τα λόγια αυτά τη διάσταση της βασιλείας του Θεού και του νέου νόμου του Ευαγγελίου. Ωστόσο ο νέος, ακούγοντας αυτή την προτροπή και κατανοώντας τις συνέπειες που θα είχε το να δώσει όλη την περιουσία του στους πτωχούς και το να ακολουθήσει το Χριστό, «περίλυπος γενόμενος» όπως μας λέει ο Ευαγγελιστής, διότι είχε τεράστια περιουσία, έφυγε από το Χριστό και πήγε στα πλούτη του. Έτσι ο Χριστός είπε ότι είναι πολύ δύσκολο πλούσιος να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού. Δεν είπε ότι είναι αδύνατο, τόνισε όμως πόσο δύσκολο είναι οι πλούσιοι να αποκοπούν από τα πλούτη τους, πόσο δύσκολη είναι η απεξάρτηση από τις απολαύσεις των υλικών αγαθών.

Ίσως γεννάται το ερώτημα, μήπως το Ευαγγέλιο κι η Εκκλησία του Χριστού είναι αντίθετη στον πλούτο και την ιδιοκτησία του ανθρώπου; Όπως είπαμε και πιο πάνω, ο Χριστός δεν καταδικάζει αυτό καθ΄ εαυτό το χρήμα και την ιδιοκτησία. Όμως για τους πλουσίους μιλά συχνά με σκληρά λόγια: «ουαί υμίν τοις πλουσιοίς, ότι απέχετε την παράκλησιν υμών» (Λουκ.6, 24). Όχι γιατί ο πλούτος είναι από μόνος του κακός, αλλά γιατί οι πλούσιοι εύκολα γίνονται δούλοι του χρήματος και ξεχνούν το Θεό.

Από την αντίδραση του πλούσιου νέου διαπιστώνουμε ότι βρίσκεται σε σοβαρή εσωτερική σύγκρουση αρχών και αξιών. Από τη μια είναι ο πλούτος του και από την άλλη η επιθυμία του να σωθεί και να κατακτήσει την αιώνια ζωή. Ωστόσο αν εξετάσουμε τις υποδείξεις του Χριστού προς τον πλούσιο νέο, βλέπουμε ότι θέλει να τον οδηγήσει στην αρετή και στην άσκηση. Επομένως η πρόταση της χριστιανικής ηθικής διδασκαλίας απέναντι στον πλούτο, είναι ότι ο άνθρωπος μέσω της άσκησης και της επιδίωξης της αρετής δύναται να μπορέσει να απαλλαγεί από το πάθος της πλεονεξίας. Η ηθική του χριστιανισμού έναντι του πλούτου δεν έχει μόνο προσωπικές διαστάσεις, αλλά αποσκοπεί και στη φιλανθρωπική διάσταση της χρήσεως του πλούτου και των υλικών αγαθών. Ο Χριστός υπέδειξε στον πλούσιο νέο να πωλήσει τα υπάρχοντα του και να δώσει τα εισοδήματα του στους πτωχούς. Πτωχοί είναι όσοι θέτουν τους εαυτούς τους και τη δύναμη τους στη διακονία του Θεού και των συνανθρώπων τους. Δεν σημαίνει ότι ο Χριστός θέλει να οδηγηθούν οι άνθρωποι στη μιζέρια, αλλά να τους προφυλάξει από την υποδούλωση στον πλούτο. Από την άλλη η πτωχεία από μόνη της δεν σώζει τον άνθρωπο, παρ΄ όλο που ο Χριστός μακαρίζει τους πτωχούς με τα λόγια «μακάριοι οι πτωχοί, ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία των ουρανών» (Λουκ.6, 20). Όμως αν οι πτωχοί δεν είναι ενωμένοι με την πίστη του Χριστού, δεν μπορούν να σωθούν. Απλά έχουν περισσότερες πιθανότητες σωτηρίας, γιατί δεν είναι δεσμευμένοι με βιοτικά αγαθά.

Ωστόσο ο πλούτος και η φτώχεια, αν χρησιμοποιηθούν σωστά από τον άνθρωπο μπορούν να τον οδηγήσουν στη βασιλεία των ουρανών. Άρα ο Κύριος δεν απορρίπτει την ιδιοκτησία, αλλά επισημαίνει τους κινδύνους που έχει ο πλούτος για την πνευματική ζωή του ανθρώπου. Ο πλούτος κάνει τον άνθρωπο δούλο του χρήματος. Κι ενώ ο χριστιανός πλούσιος πρέπει να είναι δούλος του Χριστού, κινδυνεύει να γίνει δούλος του χρήματος. Μπορεί να τον ρίξει στην αμαρτία. Γιατί το χρήμα είναι σαν το νερό. Όταν είναι ήρεμο δροσίζει και ζωογονεί τον άνθρωπο, όταν όμως είναι ορμητικό πνίγει και καταστρέφει ότι βλέπει στο δρόμο του. Έτσι και το χρήμα όταν διαχειρίζεται σωστά από τον άνθρωπο τον δροσίζει πνευματικά, ενώ όταν ο άνθρωπος κατακυριεύεται απ΄ αυτό, τότε τον ρίχνει στην αδικία και στην αμαρτία. Όσοι κυνηγούν το χρήμα εύκολα αδικούν τον πλησίον τους, εύκολα πέφτουν σε παράνομες ενέργειες ή αμαρτάνουν ποικιλώνυμα τυφλωμένοι από τη λάμψη του χρυσού. Κι όμως ο Χριστός δεν αρνείται στους πλούσιους τη βασιλεία του αρκεί αυτοί να χρησιμοποιούν σωστά το χρήμα, διακονώντας τους συνανθρώπους τους.

Επομένως, ο Κύριος μας βεβαίωσε πως είναι αρκετά δύσκολο να μπει στη βασιλεία του Θεού ένας άνθρωπος φιλοχρήματος και φιλάργυρος. Πολλοί πλούσιοι λάτρευαν τον πλούτο τους και ήταν απολύτα προσκολλημένοι σε αυτόν. Ξαφνικά όμως έχασαν όλα τα πλούτη τους και έμειναν στο δρόμο. Αυτό το κατάντημα το θυμόμαστε στην Εκκλησία όταν ψάλλουμε «πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν οι δε εκζητούντες το Κύριον ουκ ελαττωθησονται παντός αγαθού». Έτσι κι εμείς από τώρα πρέπει να προσέξουμε να μην είμαστε φιλάργυροι και φιλοχρήματοι. Να συνηθίσουμε να προσφέρουμε με αγάπη στους άλλους από αυτά που κι εμείς έχουμε. Μόνο έτσι μπορούμε να μοιάσουμε στο Θεό. Πρέπει να νοιώσουμε πραγματικά ότι γύρω μας υπάρχουν φτωχοί με πραγματικές ανάγκες που δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν τις βασικές καθημερινές ανάγκες για να μπορέσουν να επιβιώσουν . Έτσι διακονώντας τους πτωχούς αδελφούς μας, θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε το μεγάλο κίνδυνο του εγωισμού και της φιλαργυρίας. Τότε μπορούμε να ζητάμε τη βοήθεια και το έλεος του Θεού για να μας αξιώσει και εμάς να βρεθούμε στη βασιλεία των Ουρανών.

ΚΥΡΙΑΚΗ 20-11-2016

Θ' ΛΟΥΚΑ

 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Γαλ. ζ΄ (11-18)

 Πρωτότυπο κείμενο

Ίδετε πηλίκοις υμίν γράμμασιν έγραψα τη εμή χειρί. Όσοι θέλουσιν ευπροσωπήσαι εν σαρκί, ούτοι αναγκάζουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, μόνον ίνα μη τω σταυρώ του Χριστού διώκωνται. Ουδέ γαρ οι περιτεμνόμενοι αυτοί νόμον φυλάσσουσιν· αλλά θέλουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, ίνα εν τη υμετέρα σαρκί καυχήσωνται. Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι΄ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμώ. Εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε ακροβυστία, αλλά καινή κτίσις. Και όσοι τω κανόνι τούτω στοιχήσουσιν, ειρήνη επ΄αυτούς και έλεος, και επί τον Ισραήλ του Θεού. Του λοιπού κόπους μοι μηδείς παρεχέτω· εγώ γαρ στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι μου βαστάζω. Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μετά του πνεύματος υμών, αδελφοί· αμήν.

Απόδοση

Προσέξτε με πόσο μεγάλα γράμματα σας γράφω τώρα με το ίδιο μου το χέρι. Όσοι θέλουν ν΄αποκτήσουν καλή φήμη στους ανθρώπους, αυτοί προσπαθούν να σας υποχρεώσουν να περιτέμνεστε με μόνο στόχο να μην καταδιώκονται από τους Ιουδαίους εξαιτίας του σταυρού του Χριστού. Άλλωστε ούτε κι αυτοί που επιμένουν στην περιτομή τηρούν το νόμο. Απλώς θέλουν να περιτέμνεστε εσείς, για να καυχηθούν που σας κατάφεραν να το κάνετε. Όσο για μένα, δε θέλω άλλη αφορμή για καύχηση εκτός από το σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, το σταυρό που πάνω του πέθανε ο κόσμος για μένα κι εγώ για τον κόσμο. Γιατί για όσους ανήκουν στον Ιησού Χριστό δεν έχει καμιά σημασία ούτε το να κάνεις περιτομή ούτε το να κάνεις, άλλα όλοι είναι νέα δημιουργήματα του Θεού. Κι όσοι ακολουθούν αυτή τη πορεία θα έχουν την ειρήνη και το έλεος του Θεού μαζί τους, αυτοί κι όλος ο λαός του Θεού. Στο εξής ας μη μου δημιουργεί κανένας προβλήματα. Αρκετά έχω πάθει για το Ιησού, όπως δείχνουν τα σημάδια στο σώμα μου. Η χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού εύχομαι να είναι μαζί σας, αδερφοί μου. Αμήν.

Σχόλια

Η σημερινή περικοπή αποτελεί τον επίλογο της επιστολής που έστειλε ο απόστολος Παύλος προς την Εκκλησία της Γαλατίας. Τα πολλά πνευματικά προβλήματα των χριστιανών που υπήρχαν στην περιοχή εκείνη, τα οποία δημιούργησαν οι Ιουδαίοι Χριστιανοί σε σχέση με το αν πρέπει να γίνεται περιτομή ή όχι κατά το Βάπτισμα, παρακίνησαν τον Απ. Παύλο να γράψει την προς Γαλάτας Επιστολή. Υποδεικνύει εδώ ο Απόστολος ότι είναι λανθασμένη αυτή η αντίληψη, το ότι δηλαδή πρέπει, εκτός από το βάπτισμα, που στηρίζεται στη σταυρική θυσία του Χριστού, να δέχονται και την ιουδαϊκή περιτομή, που ορίζει ο Νόμος. Ο Απ. Παύλος απευθυνόμενος στους Γαλάτες τους νουθετεί ότι δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος που να τους επιβάλλει να τηρήσουν τη συγκεκριμένη διάταξη του Νόμου, αλλά τους τονίζει ότι αυτοί που τους προτρέπουν να το κάνουν, ενεργούν με μοναδικό σκοπό να ικανοποιήσουν τους Ιουδαίους. Αυτό το κάνουν μόνο για να καυχηθούν ότι κατάφεραν να πείσουν τους εξ Εθνών Χριστιανούς να κάνουν την περιτομή. Γι’ αυτό υπενθυμίζει στους Γαλάτες ότι από τη στιγμή που δέχθηκαν το άγιο Βάπτισμα έχουν καταστεί «καινή κτίσις» ( Γαλ. ζ’ 16 ). Αφού με αυτό τον τρόπο η ανθρώπινη κτίση αναγεννήθηκε στο πρόσωπο του αναστημένου Χριστού. Και δεν επιτρέπεται να επιστρέφουν στις παλιές διατάξεις του μωσαϊκού νόμου, αλλά να καυχώνται για το σταυρό του Κυρίου.

Το μόνο πράγμα, για το οποίο πρέπει να καυχόμαστε ως αληθινοί Χριστιανοί, λέει ο Απ. Παύλος, είναι ο Σταυρός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, για το γεγονός δηλαδή ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος, σταυρώθηκε και έπαθε όλα αυτά για χάρη μας. «Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» ( Γαλ. ζ’ 14). Με τα λόγια αυτά εκφράζει τη σημασία και την τιμή που πρέπει να προσφέρουν οι Χριστιανοί στο Σταυρό. Αυτό το σταυρό τον επωμιζόμαστε και εμείς οι Χριστιανοί με το άγιο Βάπτισμα. «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθημεν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν» (Ρωμ. ζ’ 3). Με τη βάπτισή μας σηκώνουμε το Σταυρό του Χριστού και αγωνιζόμαστε να σταυρώσουμε τα πάθη μας, για να φτάσουμε στη σωτηρία μας. Με αυτά τα λόγια ο απ. Παύλος θέλει να μας τονίσει ότι από τη στιγμή που βαπτισθήκαμε, έχουμε γίνει κοινωνοί του σταυρικού θανάτου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, γι’ αυτό και δεν πρέπει να ντρεπόμαστε να ομολογούμε το Σταυρό του Κυρίου, ο οποίος είναι το σημείο της σωτηρίας και της ελευθερίας μας.

Ο Σταυρός είναι το μεγαλύτερο δώρο που πρόσφερε ο Χριστός στον άνθρωπο, είναι το πιο δυνατό όπλο κατά του διαβόλου. Ο σταυρός, πριν τη σταύρωση του Χριστού ήταν σημείο λύπης και αισχύνης, αφού ήταν όργανο θανάτου για τους μεγαλύτερους εγκληματίες. Μετά όμως τη σταύρωση του Χριστού έγινε σύμβολο χαράς και καύχησης, καθότι «ιδού γαρ ήλθε διά του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω». Ο Σταυρός έγινε καύχημα της Εκκλησίας, γιατί δι’ αυτού θανατώθηκε ο θάνατος, καταργήθηκε η αμαρτία και την οδύνη από τον άνθρωπο. Ακόμη δε με τη θυσία του Χριστού πάνω στο Σταυρό αφαιρέθηκε η αμαρτία από τον άνθρωπο, ο Σταυρός έγινε καθάρσιο της οικουμένης έγινε η αιτία να διαλυθεί η χρόνια έχθρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Ύψωσε και εγκατέστησε την ανθρώπινη φύση στα δεξιά του Θεού Πατέρα, κατά την κάθοδο Του στο Άδη διέλυσε την ακρόπολη του διαβόλου δίνοντας έτσι την ελπίδα της αληθινής ζωής στον άνθρωπο. Θυσιάστηκε ο Υιός του Θεού, ώστε να σταυρώσει την αμαρτία και να λάβει πάνω του όλες τις αμαρτίες του κόσμου, αντικαταστώντας την φθορά με την αφθαρσία.

Ο Σταυρός είναι η εγγύηση της σωτηρίας μας, είναι το μέσο που θα μας οδηγήσει στη σωτηρίας μας, είναι το αγκίστρι που χρησιμοποιεί ο Χριστός για να αλιεύει τους ανθρώπους στη βασιλεία του Θεού.

Καλείται ο άνθρωπος να σηκώσει το δικό του Σταυρό ώστε να σταυρώσει τα πάθη και τις αδυναμίες του βαστάζοντας τις δυσκολίες της ζωής. Ως πιστά μέλη πρέπει να έχουμε ως οδηγό και καύχημα μας το Σταυρό. Πάνω στο οποίο θα ακουμπήσουμε για να αγωνιστούμε πετυχαίνοντας έτσι τη σωτηρία μας.

ΚΥΡΙΑΚΗ 20-11-2016

Θ' ΛΟΥΚΑ

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

 

Λουκά ιβ΄ (16-21)

Πρωτότυπο κείμενο

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολὴν τάυτην· Ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ, λέγων· Τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; Καὶ εἶπε· Τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· Ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος την εξής παραβολή «Κάποιου πλούσιου ανθρώπου χωράφια έδωσαν άφθονη σοδειά. Κι εκείνος σκεφτόταν και έλεγε: τι να κάνω; Δεν έχω μέρος να συγκεντρώσω τα γεννήματά μου! Να τι θα κάνω, είπε. Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα χτίσω μεγαλύτερες για να συγκεντρώσω εκεί όλη τη σοδειά μου και τα αγαθά μου. Και τότε θα πω στον εαυτό μου: τώρα, έχεις πολλά αγαθά, που αρκούν για χρόνια πολλά. Ξεκουράσου, τρώγε, πίνε, διασκέδαζε. Τότε του είπε ο Θεός: «ανόητε. Αυτή τη νύχτα θα παραδώσεις τη ζωή σου. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες, σε ποιόν θα ανήκουν;». Αυτά, λοιπόν, παθαίνει όποιος μαζεύει πρόσκαιρους θησαυρούς και δεν πλουτίζει τον εαυτό του με ό,τι θέλει ο Θεός». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν΄ακούει ας τα ακούει».

Σχολιασμός

Αν μπορούσαμε να πούμε ότι η προηγουμένη Κυριακή πρόβαλε ως πρότυπο ζωής προς ένταξη στη Βασιλεία του Θεού τον εύσπλαχνο Σαμαρείτη, τον ανιδιοτελή άνθρωπο της έμπρακτης αγάπης, η σημερινή Κυριακή προβάλλει το αρνητικό κακέκτυπο: τον άφρονα πλούσιο, τον άνθρωπο που η μόνη έγνοια του ήταν πώς να έχει και να κατέχει τα υλικά του αγαθά, πώς να αυξάνει τα γεννήματά του, σε τέτοιο βαθμό, που τελικά να δυστυχεί μέσα στην υποτιθέμενη «ευτυχία» του.

Συγκεκριμένα, καθώς ο Κύριος δίδασκε το λαό, κάποιος από το πλήθος του ζήτησε να μιλήσει στον αδελφό του, ώστε να μοιραστούν την περιουσία τους. Θέλησαν να χρησιμοποιήσουν για δικαστή τον Ιησού Χριστό. Ο Κύριος όμως αρνήθηκε να κάνει κάτι τέτοιο, γιατί ο Θεός είδε πως στην καρδιά του καθενός κρυβόταν η πλεονεξία. Του αποκρίθηκε λοιπόν ότι το έργο του εδώ στη γη, δεν ήταν να δικάζει τους ανθρώπους και να τους διαμοιράζει τις περιουσίες τους. Επιπρόσθετα, επέστησε την προσοχή και σ’ αυτόν και σ’ όλο το λαό, ώστε να προφυλάσσονται με κάθε τρόπο από την πλεονεξία, επειδή το μάκρος και το νόημα της ζωής δεν εξαρτάται από την περίσσεια των υλικών αγαθών. Θέλοντας λοιπόν να μας προφυλάξει από αυτό το μεγάλο πάθος, διηγείται την παραβολή του άφρονα πλουσίου.

Η συγκέντρωση αγαθών που εξυπηρετούν την ζωή, αποτελεί μια πολύ φρόνιμη και λογική ενέργεια για τον άνθρωπο και μάλιστα για τον οικογενειάρχη που από την εργατικότητα και προνοητικότητά του εξαρτάται η ζωή των μελών της οικογενείας του. Την οκνηρία και απρονοησία κανείς ποτέ μέχρι σήμερα δεν την επαίνεσε. Παρ’ όλα όμως αυτά ο πλούσιος εδώ χαρακτηρίζεται ως «άφρων». Μεγάλο πάθος η αφροσύνη της πλεονεξίας. Ακόμη πιο μεγάλη, τέλεια αφροσύνη, η αθεΐα. Ο ψαλμωδός αναφερόμενος στη παγκόσμια και βαθιά διαφθορά των ανθρώπων, σημειώνει την αιτία της, που δεν είναι άλλη από την απομάκρυνση μας από το Θεό. «Είπεν άφρων εν καρδία αυτού’ ουκ έστι Θεός» (Ψαλμ 13,1). Άφρων είναι ο ασεβής, ο αμαρτωλός, γιατί φρόνηση και σοφία δεν είναι η θεωρητική γνώση, αλλά ο φόβος του Κυρίου (Παροιμίες 1,7).

Η ευφορία της γης είναι μεγάλη ευλογία που συχνά την επιτρέπει ο Θεός ακόμη και στους πονηρούς και άδικους ανθρώπους. (Μτθ. ε’, 45). Βλέπουμε τη μακροθυμία του Θεού και τα όρια του ελέους και της ευσπλαχνίας του. Δεν τον κατακρίνει εξ αρχής, αλλά του προσθέτει στον υπάρχοντα πλούτο του και άλλον, μήπως τυχόν του προκαλούσε κάποτε κορεσμό, και με τον τρόπον αυτόν βοηθούσε την ψυχή του να γίνει πιο κοινωνική και ήμερη. Περιμέναμε να δούμε τον πλούσιο του ευαγγελίου να χαιρόταν και να δόξαζε το Θεό που η γη του απέδωσε τόσο πλούσια σοδειά. Αντί όμως να ευχαριστήσει τον Θεό για την ευλογία αυτή και να ευχαριστηθεί και ο ίδιος, βασάνιζε το μυαλό του με το να σκέφτεται που θα αποθηκεύσει όλα αυτά τα αγαθά. Γέμισε με άγχος και αγωνία. Έχασε ακόμη και τον ύπνο του! Δεν χαίρετε που έχει τόσα αγαθά, αλλά ο πλούτος του κεντά τη ψυχή, μήπως ξεχειλίσουν οι αποθήκες του και γίνει αφορμή κάποιου καλού για τους φτωχούς. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Μέγας Βασίλειος, οι πλούσιοι προτιμούν να εκραγούν από την πολυφαγία, παρά να δώσουν κάτι από τα υπολείμματα στους φτωχούς! (Μεγάλου Βασιλείου, «Εις το καθελώ μου τας αποθήκας»).

Για τον πλούσιο της παραβολής ο ορίζοντας του κόσμου τελειώνει στα όρια του εαυτού του. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη διήγησή επικρατεί η κτητική αντωνυμία «μου». Ο πλησίον είναι ανύπαρκτος για την σκέψη και τη ζωή του πλουσίου. Θεωρεί ότι η υλική ευδαιμονία του είναι ατέρμονη και ότι δεν πρόκειται να του την αφαιρέσει κανείς. Έτσι καταστρώνει μακρόπνοα σχέδια λέγοντας στον εαυτό του: «ψυχή, έχεις, πολλά αγαθά που αρκούν για χρόνια πολλά· αναπαύου, φάγε, πιέ, ευφραίνου» και καταπίεσε τελείως μέσα στα βάθη του υποσυνειδήτου του τον Θεό, νομίζοντας ότι τον αφάνισε και γλύτωσε από τον έλεγχό του. Ηθικά αδιάφορος, ο πλούτος, όμως αποκτά ηθική ποιότητα στα χέρια του ανθρώπου. Αρμόζει, εάν δεν έχεις πλούτο να μην τον ποθείς, έχοντας μέσα σου συνεχώς την επιθυμία να τον αποκτήσεις, ενώ αντίθετα όταν υπάρχει (ο πλούτος), να μην σου είναι μόνιμη επιδίωξη το πώς θα τον κρατήσεις κτήμα σου, αλλά να σκέφτεσαι και να αναζητάς τρόπους πως θα τον διαθέσεις, συμβουλεύει και πάλι ο Μέγας Βασίλειος στους Λόγους του προς τους νέους. Ενώ και πάλι «εις το Καθελώ μου τας αποθήκας», μας δίνει το παράδειγμα του ανθρώπου που μπαίνει πρώτος στο θέατρο και πιάνει τα διπλανά άδεια καθίσματα και εμποδίζει να καθίσουν αυτοί που μπαίνουν μετά. «Τέτοιοι είναι οι πλούσιοι, αφού προκαταλάβουν τα κοινά, τα ιδιοποιούνται επειδή πρόλαβαν». Τίποτα λοιπόν απ’ όλα τα υλικά αγαθά εδώ στη γη, δεν μας ανήκει, δεν ήμαστε ιδιοκτήτες των υλικών αγαθών. Ο Θεός μας παραχωρεί όλα αυτά τα αγαθά πλουσιοπάροχα, μας εμπιστεύτηκε τη δική του περιουσία, καθιστώντας μας οικονόμους της και διαχειριστές, καλώντας μας να τη χρησιμοποιήσουμε για το καλό των άλλων ανθρώπων. Εκείνος είναι πάντοτε «ο διδούς υιετούς και καιρούς καρποφόρους» (Πρ. ιδ΄ 17)

Κάποτε ο γεωργός πριν βάλει το χέρι στο αλέτρι για να οργώσει, σήκωνε τα μάτια του στον ουρανό. Έκαμνε τον σταυρό του και κατόπιν άρχιζε την εργασία του. Τώρα ξεχάσαμε τον Θεό. Εργαζόμαστε μόνοι μας, με τα προηγμένης τεχνολογίας εργαλεία, χωρίς την βοήθειά του. Νομίζουμε πως είμαστε αυτάρκεις και δεν έχουμε ανάγκη τον Θεό. Αφού δεν θέλουμε, δεν δεχόμαστε την ευλογία του Θεού, ο Θεός μας την στερεί. Δεν είμαστε άξιοι των δωρεών του και παίρνει την χάρη του από πάνω μας. Συμβαίνει πολλές φορές αυτό που ψάλλουμε στην Αρτοκλασία: «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν…».

Οι άνθρωποι διακατεχόμαστε από μια σπουδή να αποκτήσουμε όσο περισσότερα μπορούμε, προκειμένου να κάνουμε τη ζωή μας πιο άνετη και τελικά εγκλωβιζόμαστε στην αναζήτηση της ευτυχίας, στη δυστυχία της πλεονεξίας μας. Αδιαφορούμε για τον πλησίον μας, για τα προβλήματά του, για τις ανάγκες του. Και τελικά, σαν τον άφρονα της παραβολής, παγιδευόμαστε στον εγωισμό μας και ολιγοπιστούμε απέναντι στο Θεό. Δεν μας λέει ο Χριστός να μη φροντίζουμε για την οικογένειά μας, για το μέλλον των παιδιών μας, για την εξασφάλιση των αναγκαίων. Αλλά μας τονίζει ότι δεν είναι αυτά όλα τόσο σημαντικά, ώστε να ξεχνούμε την επιμέλεια της ψυχής μας. Μας παροτρύνει λοιπόν να προσδιορίσουμε εκ νέου τις προτεραιότητές μας, να στρέψουμε και πάλι στο βλέμμα στον ουρανό: «να επιζητείτε πρώτα την βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνη Του, και όλα τα άλλα θα σας δοθούν» (Μτθ στ’, 33)

 

Ο μακαριστός π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος μιλώντας για το οικονομικό πρόβλημα στην εποχή του έλεγε: «Έχουμε οικονομικό πρόβλημα γιατί είμαστε άπληστοι. Αν ήμασταν ολιγαρκείς, δεν θα υπήρχε τέτοιο πρόβλημα. Η πλεονεξία δημιουργεί το οικονομικό αδιέξοδο. Δεν μας αρκούν αυτά που έχουμε. Θέλουμε όλο και περισσότερα. Ποιά άλλη καλύτερη λύσις του οικονομικού προβλήματος υπάρχει, από την ολιγάρκεια; Κυνηγάμε το περισσότερο. Να μάθουμε λοιπόν να είμαστε ολιγαρκείς. Αν όλοι οι άνθρωποι υπάκουαν σε αυτό που λέγει ο Απ. Παύλος και αρκόντουσαν στα απολύτως απαραίτητα και δεν ήθελαν ένα σωρό περιττά, δεν θα υπήρχε οικονομικό πρόβλημα». (Αρχ. Επιφανίου, «Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα»).